De Jure Vol. 5

Page 1

ΤΕΥΧΟΣ 5, ΜΑΡΤΙΟΣ– ΜΑΙΟΣ 2012


“Ευρωπαϊκή Ένωση Νέων Νομικών - Τμήμα Αθήνας” - ELSA Athens

Συ ν τ α κ τ ι κ ή Επ ι μ έ λ ε ι α: Κώστας Λεϊμονής, Αρχισυντάκτης, δικηγόρος Αθηνών, LL.M. HU Berlin Μαριάννα Πάσχου, Β. Αρχισυντάκτη, φοιτήτρια Νομικής Αθηνών Μέλη ELSA Athens: Γιώργος Κανέλλος, Πρόεδρος Μαριάννα Πάσχου, Γενική Γραμματέας Ελένη Καραγιώργη, Ταμίας Χαρά Πιταρίδη, Αντιπρόεδρος Συνεδρίων και Σεμιναρίων Μελίνα Στρούγγη, Αντιπρόεδρος Ακαδημαϊκών Δραστηριοτήτων Ξένια Μπεκιαράκη, Αντιπρόεδος STEP Χριστίνα Κεχαγιά, Αντιπρόεδρος Marketing

Συ ν ε ρ γ ά τ ε ς Τε ύ χ ο υ ς – Αρθρογράφοι αλφαβητικά: Μαρία Αδάμ Γιώργος Κανέλλος Γιάννης Κούβακας Μαρία Κώτση Αθανάσιος Λαμπούσης Μαριάννα Πάσχου Μιχάλης Ρίσβας Μαρία Τσούβαλη

2


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Τεύχους Νο5

Σημείωμα Αρχισυντάκτη

03

Σημείωμα Προέδρου ELSA Athens

04

Ο Λόγος του Δ.Ε.Π.

05

Περί συνταγματικότητας του μνημονίου

08

The Ούζο effect

13

Ο Νόμος 3023/2002 περί χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων

16

Περί της διεθνούς συμβάσεως ACTA

29

Η αποκλειστική οικονομική ζώνη, η υφαλοκριπήδα, το Δίκαιο της Θάλασσας και η Ελλάδα

32

Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς επί της προσωρινής κράτησης ανηλίκων 40 δραστών, ιδίως μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 3064/2010 International Council Meeting: Palermo

44 3


Αγαπητοί φίλοι της ELSA Athens, αγαπητοί συνάδελφοι, σας καλωσορίζω θερμά και σε αυτό το τεύχος του νομικού μας περιοδικού. Με ανανεωμένη διάθεση, ενάντια στο γενικό κλίμα που επικρατεί, είμαστε εδώ, για να σας προσφέρουμε μία «νομική ανάπαυλα», ως προεόρτιο λίγο πριν τις πασχαλινές διακοπές. Ύστερα, λοιπόν, από τα τεύχη 3, 4 και το εορταστικό τεύχος επανέκδοσης του 4, τώρα έρχεται η πέμπτη κυκλοφορία του De Jure. Το παρόν τεύχος αποτελεί συνισταμένη των δικών σας άρθρων, της δικής σας συνεισφοράς. Περισσότερο επίκαιρο και προσανατολισμένο προς το διεθνή και οικονομικό τομέα αυτή τη φορά, έρχεται να συνεχίσει την ακαδημαϊκή προσφορά γνώσης των προηγούμενων τευχών. Από την τελευταία φορά, έχει μεσολαβήσει μία σειρά πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων, που σίγουρα δεν αφήνει ανέγγιχτο και το πιο «απολιτικό» ον. Θα στραφώ μόνο στο νομικό κομμάτι και στο ότι προηγήθηκαν αρκετές απανωτές, αλυσιδωτές θα έλεγε κανείς, νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, των οποίων ο κύριος σκοπός είναι κυρίως – τι άλλο; - η αντιμετώπιση της κρίσης και δευτερευόντως η σωστή απονομή δικαιοσύνης. Σε μία Ελλάδα που αμφιταλαντεύεται στο αν θα πετάξει από πάνω της τον μανδύα του κοινωνικού κράτους δικαίου και αν θα κρατήσει τον ευπροσάρμοστο χαρακτηρισμό της απλώς ως «χώρας», το μόνο εφόδιο στην κοινή μας πορεία προς το αβέβαιο μέλλον είναι η γνώση. Κανείς δεν ξέρει αν βρισκόμαστε ακόμη στη φθίνουσα μεριά της καμπύλης ή έχουμε αρχίσει να κοιτάμε προς την αύξουσα. Τι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις; Μακάρι να μπορούσα να σας έλεγα την απάντηση, αλλά δεν μπορώ. Το μόνο που μπορώ και ξέρω να πω είναι πως οι νέοι δικηγόροι οφείλουν να ορθώσουν το ανάστημά τους και να εφαρμόσουν ό,τι έμαθαν στην πράξη. Ο πραγματικά άξιος ποτέ δεν χάνεται. Και τώρα δυο λόγια, πιο ειδικά, για το περιοδικό. Αρχικά να ευχαριστήσω για τη συνεργασία της και την αφοσίωσή της στην Elsa Athens την πρώην πρόεδρο Δήμητρα Στεφούδη και να ευχηθώ στον νυν πρόεδρο, Γιώργο Κανέλλο, καλή αρχή και επάξια συνέχεια στο έργο της προκατόχου του. Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω τη Μαριάννα Πάσχου, Γενική Γραμματέα της Ένωσης, για την πολύτιμη συνεισφορά της στη δημιουργία του τεύχους αυτού και για τον ιδιαίτερο ζήλο που επέδειξε, όπως επίσης και το Νίκο Παπασαραντόπουλο, υπεύθυνο για την διαδικτυακή μορφή του Dejure στην ανανεωμένη σελίδα της Elsa Athens. Έχετε τη δυνατότητα να διαβάσετε όλα τα προηγούμενα τεύχη και να μπείτε στην παρέα της Ένωσης πιο ενεργά. Ένα ιδιαίτερο και θερμό «ευχαριστώ» στον καθηγητή κύριο Χριστιανό για την τιμή που μας έκανε και παραχώρησε συνέντευξη στο τρέχον τεύχος. Η συνεισφορά του αυτή μας κάνει να πιστεύουμε ότι μια συνεργασία μεταξύ φοιτητών και καθηγητών μπορεί να αποβεί άκρως παραγωγική. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση και σας υπενθυμίζω ότι μπορείτε να στείλετε, ως μέλη της ELSA Athens, τα άρθρα σας για το 6ο τεύχος του De Jure στο dejure@elsagreece.org ως τις 15 Μαΐου 2012. Εις το επανιδείν, ο Αρχισυντάκτης, Κώστας Λεϊμονής 4 Απριλίου 2012

4


Αγαπητοί Αναγνώστες, Μέλη και Φίλοι της ELSA, H ELSA ή αλλιώς “European Law Students’ Association” ή ακόμα καλύτερα «η μεγαλύτερη ανεξάρτητη Ένωση φοιτητών Νομικής και νέων νομικών παγκοσμίως, με παρουσία σε 42 χώρες και 32000 μέλη» μετράει 31 σχεδόν χρόνια ύπαρξης και προσφοράς στον χώρο των Νομικών αλλά και των παρεμφερών επιστημών , όπως των Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών. Μέσα σε αυτά τα 31 χρόνια η ELSA προώθησε τη συνεργασία ανάμεσα σε Πανεπιστήμια από διάφορες χώρες της Ευρώπης και σφυρηλάτησε γερές φιλίες ανάμεσα σε φοιτητές με διαφορετικές νοοτροπίες και κουλτούρες, μέσα από σεμινάρια, συνέδρια, summer schools, moot court competitions, διαγωνισμούς δοκιμίου, θέσεις πρακτικής άσκησης και πολλά άλλα events. Θα μπορούσε, λοιπόν, να λεχθεί πως η ELSA συνέβαλε τα μέγιστα στη διαμόρφωση της περιβόητης «Ευρωπαϊκής Ιδέας» στο χώρο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, μιας ιδέας την οποία η Ευρώπη χρειάζεται στις μέρες μας, ίσως περισσότερο από ποτέ, προκειμένου να ξαναβρεί τις ισορροπίες της. Το όραμά δε της ELSA «για ένα κόσμο με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και την πολιτισμική διαφορετικότητα» φαντάζει πιο επίκαιρο και πιο επιτακτικό από ποτέ, γεγονός το οποίο αποδεικνύει τον ρεαλισμό και την διαχρονικότητα που διακρίνει το οικοδόμημα της Ένωσης φοιτητών και νέων νομικών με 32000 μέλη από 42 χώρες του κόσμου. Σαν επιστέγασμα των προσπαθειών και της προσφοράς της ELSA στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για 31 χρόνια, έρχεται η υπογραφείσα από το 2000 συνεργασία της ELSA με το Συμβούλιο της Ευρώπης, υπό τη μορφή χορηγίας του Συμβουλίου, στο οποίο η ELSA επιπλέον απολαμβάνει συμβουλευτικό και συμμετοχικό καθεστώς . Ακόμα, πριν το 2000 η ELSA είχε υπογράψει συμφωνίες με διάφορες επιτροπές του Ο.Η.Ε. (UNCITRAL, ECOSOC) και της UNESCO στις οποίες απολαμβάνει, επίσης, συμβουλευτικό καθεστώς. Κατά συνέπεια, μέσα σε αυτές τις δύσκολες -κατά κοινή ομολογία- συνθήκες που επικρατούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας η ELSA μπορεί να δώσει μια νέα πνοή στις σπουδές μας και να μας γεμίσει με αυτοπεποίθηση και ελπίδα για το μέλλον. Έτσι λοιπόν, με μεγάλη χαρά και υπερηφάνεια σας παρουσιάζω το 5 ο τεύχος του De Jure Magazine της ELSA Athens, το οποίο φιλοδοξούμε να συνεχίσει μια παράδοση επιτυχημένων τευχών νομικού περιεχομένου. Στο σημείο δε αυτό, να ευχαριστήσω θερμά την συντακτική ομάδα του De Jure, τον Κώστα Λεϊμονή , Director for De Jure Magazine, και την Μαριάννα Πάσχου, Secretary General της ELSA Athens, οι οποίοι επιμελήθηκαν την δημοσίευση του τεύχους αυτού, βάζοντας, τις δικές τους απαραίτητες μικρές πινελιές. Καλή ανάγνωση και να θυμάστε: Keep high the ELSA Spirit! Ο Πρόεδρος της ELSA Athens, Γιώργος Κανέλλος

5


Ο Λόγος του Δ.Ε.Π. Συνέντευξη με τον Καθηγητή Βασίλειο Χριστιανό Ο Β. Χριστιανός είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω και Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στο τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπήρξε μέλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθώς και πρώην μέλος του Δ.Σ της Διεθνούς Ενώσεως Δικαίου Καταναλωτών. Ακόμα, Εισηγητής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1987 - 2001), Assistant Professor στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Ι.P.A.) του Maastricht (1990 - 1996), Επισκέπτης Καθηγητής στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Porto Alegre / Βραζιλία (1994), στο Πανεπιστήμιο της Νίκαιας / Γαλλίας (2002 και 2007) και στο Πανεπιστήμιο Paris II (2004 - 2005 και 2005 - 2006). Τελευταία, εξέδωσε το βιβλίο του με τίτλο «Εισαγωγή στο Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Νομική Βιβλιοθήκη, 2011.

Η Οικονομική κρίση υπό το πρίσμα του ευρωπαϊκού δικαίου Συνέντευξη στη Μαριάννα Πάσχου, μέλος της συντακτικής ομάδας, Secretary General, ELSA Athens

Όπως διαπιστώνουμε δεν είναι μια κρίση

αλληλεξάρτησης των παγκοσμιοποιημένων

μονάχα

αγορών.

ελληνική,

αλλά

μια

κρίση

Κατά

τη

γνώμη

μου,

δεν

ευρωπαϊκή και συστημική. Πιστεύετε ότι

προκλήθηκε από το υπάρχον ευρωπαϊκό

ευνοήθηκε από το υπάρχον οικοδόμημα;

οικοδόμημα, όπως έχει σήμερα, αλλά θα

Μια

μπορούσα να πω ότι το οικοδόμημα αυτό

άλλη

θεσμική

οργάνωση

θα

μπορούσε να την έχει αντιμετωπίσει;

συνέβαλε στην αποσταθεροποίηση και της Ευρώπης και της Ελλάδας. Η άποψή μου

Πιστεύω ότι η κρίση, που όπως σωστά

είναι ότι η κρίση προήλθε μεν έξω από την

διαπιστώνετε, δεν είναι μόνο ελληνική ούτε

Ευρώπη, σχηματίσθηκε όμως και λόγω

μόνο ευρωπαϊκή, αποτελεί συνέπεια της

6


αυτής. Η Ευρώπη, όπως και η Ελλάδα, ήταν

Ενοποίησης. Δεν είναι κατά τη γνώμη μου

και είναι μέρος του προβλήματος.

κρίσιμο. Η ιστορία έχει δείξει ότι σε πολλές περιπτώσεις

τα

κράτη

δεν

βρίσκονται

Ποια στοιχεία ενδεχομένως θα έπρεπε να

πάντοτε την ίδια στιγμή στο ίδιο «μήκος

έχει η αρχιτεκτονική της ΕΕ ώστε να

κύματος». Αυτό έχει συμβεί στο παρελθόν

δινόταν μια λύση;

π.χ. με τη Συμφωνία Σένγκεν, η οποία

Χρειάζεται νέα Συνθήκη, κατά τη γνώμη

τελικώς κατέληξε να ενταχθεί στη Συνθήκη.

σας και αν ναι με ποιες προβλέψεις ή

Πιστεύω ότι αργά ή γρηγορότερα αντίστοιχη

υπό ποιο πλαίσιο;

εξέλιξη θα έχει και η βρετανική θέση.

Μια νέα Συνθήκη δεν θα απέτρεπε την

Πιστεύετε

κρίση. Θα μπορούσε όμως να θωρακίσει την

σύμφωνο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι

Ευρώπη περισσότερο στο μέλλον. Ίσως

ικανό και αποτελεσματικό μέτρο; Ποια η

αργά, αλλά έστω και την τελευταία στιγμή

διαδικασία εφαρμογής του;

αντιμετωπίζεται Συνθήκης.

μια

τροποποίηση

Βλέπετε

ότι,

πριν

ότι

το

δημοσιονομικό

της ακόμη

Όπως

προανέφερα,

το

δημοσιονομικό

στεγνώσει το μελάνι στις υπογραφές που

σύμφωνο είναι ένα απαραίτητο βήμα. Όμως

τέθηκαν για την έναρξη ισχύος της Συνθήκης

δεν αρκεί. Θα πρέπει επίσης να καταστεί

της Λισαβόνας, άρχισε συζήτηση για την

αργότερα μέρος της Συνθήκης, αλλά πάλι και

τροποποίησή

μια

το βήμα αυτό δεν θα είναι ολοκληρωμένο.

ενοποιημένη Ευρώπη όχι μόνο οικονομικά

Αναγκαία σε τελική ανάλυση θα είναι και η

με μία τροποποίηση των δημοσιονομικών

σύσφιξη των πολιτικών δεσμών μεταξύ

διατάξεων,

αλλά

πραγματική

λειτουργία

της.

Πιστεύω

κυρίως της

ότι

πολιτικά,

με

κρατών. Ως προς τη διαδικασία εφαρμογής

αρχής

της

του θα πρέπει να δούμε το κείμενο, το οποίο

αλληλεγγύης θα μπορούσε να ενισχύσει τους

αυτή

αδύναμους

υπηρεσίες του Συμβουλίου.

1

Υπό

Συνθήκη

πολιτικούς

ευρωπαϊκούς

τη

στιγμή

συντάσσεται

από

τις

θεσμούς. Είναι εφικτό το βήμα προς μια νέα

την

Λισαβόνας,

ισχύουσα ποιο

το

νομικό

της

πλαίσιο

Συνθήκη μετά το βρετανικό βέτο και το δημοσιονομικό σύμφωνο; Το βρετανικό βέτο συνιστά ακόμη ένα επεισόδιο στην εξέλιξη της Ευρωπαϊκής

1

Σημειώνεται ότι κατά την παραχώρηση της συνέντευξης, το δημοσιονομικό σύμφωνο δεν είχε υπογραφεί. Το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο για τα ελλείμματα και τις δαπάνες υπεγράφη σε ειδική τελετή στις Βρυξέλλες, από τους ηγέτες των 25 κρατών μελών- πλην Βρετανίας και Τσεχίας- την Παρασκευή, 2.3.2012.

7


αποχώρησης ενός κράτους από την ΕΕ

θέματα στις σχέσεις μας με τις γειτονικές

και τη ζώνη του ευρώ;

χώρες..

Είναι δυνατή η αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ και η παράλληλη παραμονή στην ΕΕ; Πιστεύετε πώς μια έξοδος της Ελλάδας από

το

Ευρώ

το

Πώς βλέπετε το μέλλον της ΕΕ; Η

Ύδρας»,

οικονομική κρίση μπορεί να οδηγήσει

δηλαδή στη συνέχεια να ακολουθήσουν η

τελικά σε μια πιο ισχυρή πολιτική και

Ισπανία, η Πορτογαλία κτλ;

αυστηρά δημοσιονομική ένωση;

Το ζήτημα προβλέπεται στο άρθρο 50 ΣΕΕ.

Ποιος μπορεί να προβλέψει το μέλλον; Τη

Γίνεται αναφορά για αποχώρηση από την

μόνη ένδειξη που έχω την αντλώ από τη

ΕΕ και όχι από την Ευρωζώνη. Κατά τη

μέχρι

γνώμη

Ενοποίησης

«φαινόμενο

μου,

της

η

θα

δημιουργούσε Λερναίας

αποχώρηση

από

την

τώρα

ιστορία που

της

Ευρωπαϊκής

ξεκίνησε

με

μικρά

Ευρωζώνη θα επιφέρει κραδασμούς στην

ρεαλιστικά βήματα και λειτούργησε ως τώρα

ΕΕ, ακόμη περισσότερο στην Ελλάδα, με

μέσα

απρόβλεπτες συνέπειες. Πάντως, έχω, την

περιπέτειες, όπως έδειξε και η «πολιτική της

άποψη ότι από καθαρά νομική οπτική, όταν

κενής έδρας» στα μέσα της δεκαετίας του

επιτρέπεται το μείζον (αποχώρηση από την

’60. Η οικονομική κρίση που διέρχεται,

ΕΕ),

μεταξύ άλλων, η Ευρώπη θα μπορούσε να

επιτρέπεται

(αποχώρηση

από

και την

το

έλασσον

ευρωζώνη).

από

κρίσεις,

δοκιμασίες

και

Η

αποτελέσει αφορμή για ένα νέο δυναμικό

παραμονή βέβαια στην ΕΕ θα πρέπει να

ξεκίνημα. Το γεγονός ότι εσείς οι νεότεροι

συμφωνηθεί με τροποποίηση της Συνθήκης

προβληματίζεσθε

ή Πρωτόκολλο. Μια έξοδος ενός κράτους

Ευρώπης είναι δείγμα ότι κυοφορείται ένα

δεν αποκλείεται να προκαλέσει «αλυσιδωτή

καλύτερο μέλλον. Πιστεύω ότι η ισχυρότερη

αντίδραση». Ελπίζω να μην έχουμε να

πολιτικά Ευρώπη δεν είναι μόνο ζήτημα

αντιμετωπίσουμε τέτοια περίπτωση, διότι, ως

πολιτικής

προς την Ελλάδα, οι κίνδυνοι δεν είναι

αναγκαιότητα για όλους.

για

επιλογής,

τα

ζητήματα

αλλά

της

πρακτική

οικονομικοί μόνο· υπάρχουν πολλά ανοιχτά

8


Περί συνταγματικότητας του Μνημονίου Μαριάννα Πάσχου, μέλος της συντακτικής ομάδας, Secretary General, ELSA Athens

Ο επιλεχθείς τίτλος, σίγουρα δεν είναι ο ακριβέστερος- και θα εξηγηθεί παρακάτω το γιατί- πυροδοτεί ωστόσο, την ανάπτυξη ενός προβληματισμού πάνω στα ζητήματα συνταγματικότητας που προκύπτουν από τις πράξεις του Μνημονίου Συνεννόησης και της Σύμβασης Διευκόλυνσης. Συνακόλουθα, επεκτείνεται ο προβληματισμός πάνω στα ζητήματα της νομικής φύσεως του Μνημονίου, του θέματος της κυρώσεώς του με νόμο, καθώς και στα ζητήματα της διεθνούς και ευρωπαϊκής διάστασης αυτού. Σημειώνεται πως σε αυτό το άρθρο, θα εστιάσουμε στα ζητήματα αυτά κυρίως για το Μνημόνιο και όχι για τη Σύμβαση Διευκόλυνσης, καθώς αποτελούν διακριτές κατηγορίες κειμένων, συνεπώς διάφορη είναι και η νομική αντιμετώπιση του καθενός.

όμως, πως ανεξάρτητα από την πολιτική θέση που παίρνει καθένας, υπάρχει μια έννομη τάξη, η οποία προσφέρει θεσμοθετημένα, αντικειμενικά εργαλεία ερμηνείας και εφαρμογής. Μέσω των εργαλείων αυτών είναι επιθυμητή η όποια εναλλακτική πρόταση. Φυσικά, πάντα υπάρχει περιθώριο ερμηνείας, έτσι θα δει κανείς στο αιτιολογικό των αποφάσεων να παρατίθεται η γνώμη τόσο της πλειοψηφίας, όσο και της μειοψηφίας. Αυτό που θα πρέπει να συγκρατήσουμε είναι, ότι στην κάθε περίπτωση η γνώμη στηρίζεται σε κριτήρια νομικά. Και το άρθρο αυτό, μια γνώμη μέρους της επιστήμης και της νομολογίας για τα προαναφερθέντα ζητήματα, θα παρουσιάσει, αφήνοντας χώρο για προβληματισμό και διαφωνία.

Η θεωρητική διαλεκτική, σε μια τέτοια περίοδο, μπορεί να φαντάζει γραφική και άνευ ουσίας. Δε θα πρέπει να λησμονούμε

Συγκεκριμένα, το εν λόγω άρθρο γράφτηκε εξ' αφορμής της πρόσφατα δημοσιευθείσας απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου

9


της Επικρατείας, υπ' αριθμόν 668/2012. Η απόφαση αυτή εξετάζει έμμεσα, μέσω των πράξεων που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότησή του, τη συνταγματικότητα του ν. 3845/2010, ο οποίος εκδίδεται προς εφαρμογήν των επιταγών του Μνημονίου Συνεννόησης. Με μια σύντομη επισκόπηση των όσων γράφει ο τύπος για την απόφαση, διαπιστώνει κανείς, την έκπληξη αυτού για την αιτιολογία που χρησιμοποίησε το Δικαστήριο. Το σίγουρο είναι πως πολύ μελάνι χύθηκε και θα χυθεί για την εν λόγω απόφαση, δεδομένης της ευαίσθητης κοινωνικής της πτυχής. Ας εξετάσουμε, όμως τα κυριότερα νομικά ζητήματα που θίγει, από την αρχή. Τον Ιούλιο του 2010, ο Δ.Σ.Α και άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα αιτούνται την ακύρωση δύο πράξεων και μιας κοινής απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Εργασίας, με εξουσιοδότηση του ν. 3845/2010, με τις οποίες προβλέπονται περικοπές συντάξεων και αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, κατ' εφαρμογήν των στόχων που προβλέπει το Μνημόνιο. Εξηγείται εδώ περαιτέρω η διευκρίνηση, με την οποία ξεκίνησε το άρθρο, πως δε νοείται έλεγχος συνταγματικότητας του μνημονίου, αλλά των νομοθετικών μέτρων που λαμβάνονται προς εναρμόνιση με αυτό, σύμφωνα με τον παρεμπίπτοντα έλεγχο συνταγματικότητας των νόμων κατά το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος. Εν συντομία, η απόφαση έχει ως εξής. Η πλειοψηφία έκρινε ότι το Μνημόνιο δεν αποτελεί διεθνή συνθήκη, επομένως για την ψήφιση του κυρωτικού νόμου δεν απαιτείται η αυξημένη πλειοψηφία (3/5 των βουλευτών) του άρθρου 28 παρ.2 του Συντάγματος. Η κρίση αυτή στηρίχθηκε κυρίως, στο ότι το Μνημόνιο δεν επιφέρει αμοιβαίες δεσμεύσεις των μερών, ούτε η μη τήρησή του απειλεί νομικές κυρώσεις. Συνακόλουθα, δεν παραβιάζεται και το άρθρο 36 παρ.2 του Συντάγματος, καθώς προϋπόθεση εφαρμογής του είναι η ύπαρξη “συνθήκης”.

Ακόμη, κρίθηκε πως με το ν. 3845/2010 δεν παραχωρούνται αρμοδιότητες τέτοιες που να περιορίζουν την εθνική κυριαρχία. Όσον αφορά την αξίωση για καταβολή των προβλεπόμενων αποδοχών και τις αξιώσεις για χορήγηση κοινωνικοασφαλιστικών παροχών, αυτές αποτελούν μεν, συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, δεν κατοχυρώνεται συνταγματικά δε, δικαίωμα σε μισθό ή σύνταξη ορισμένου ύψους. Κατά την πλειοψηφία επίσης, το μέτρο των περικοπών δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος. Σχετικά με το πρώτο ζήτημα, αυτό της νομικής φύσης του Μνημονίου, η έννοια της διεθνούς συνθήκης ορίζει, ότι συνθήκη είναι κάθε συμβατική σχέση, που συνάπτεται μεταξύ υποκειμένων του διεθνούς δικαίου και αποσκοπεί στην παραγωγή εννόμων 2 αποτελεσμάτων. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, κατά την πλειοψηφία του ΣτΕ, έχουμε πράξη υποκειμένων διεθνούς δικαίου, αλλά όχι και παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων. Το Μνημόνιο αποτελεί κυβερνητικό πρόγραμμα, σχεδιασμό της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής του κράτους από τις αρχές του, έπειτα συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ε.Κ.Τ και το Δ.Ν.Τ, και ως τέτοιο δεν περιλαμβάνει το ίδιο κανόνες δικαίου, συνεπώς δεν επιφέρει eo ipso έννομες συνέπειες. 3 Προς επίρρωση της άποψης αυτής, παρατίθεται και το επιχείρημα ότι οι διακανονισμοί για χρηματοδότηση, που υπογράφει το Δ.Ν.Τ με τα κράτη- μέλη του (η Ελλάδα μάλιστα ανήκει στα ιδρυτικά του μέλη), δεν αποτελούν διεθνείς συνθήκες, βάσει του Καταστατικού του.4 Αν υιοθετηθεί αυτή η άποψη, είναι προφανές, ότι δε μπορεί να γίνει λόγος για παραβίαση των άρθρων 28 παρ. 2, 3 και 36 παρ. 2 του Συντάγματος. Υπάρχει και η αντίθετη άποψη της μειοψηφίας 5, κατά την οποία η χρήση 2

Εμμανουήλ Ρούκουνας, “Διεθνές Δίκαιο”- Τεύχος πρώτο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα- Κομοτηνή 2004, σελ. 120 3 Βλ. σκ. 28, ΣτΕ (Ολομ.) 668/2012 4 Βλ. σκ. 8, ΣτΕ (Ολομ.) 668/2012 5 Βλ. σκ. 29, ΣτΕ (Ολομ.) 668/2012

10


του όρου “Memorandum of understanding” δεν του στερεί τη δεσμευτική ισχύ και το χαρακτηρισμό ως συνθήκης, από τη στιγμή που υπάρχει σύμπτωση βουλήσεων υποκειμένων διεθνούς δικαίου με πρόθεση παραγωγής δεσμευτικών ρυθμίσεων. Πράγματι, η χρήση του όρου δεν είναι καθοριστική για το χαρακτηρισμό μιας πράξης ως διεθνούς συνθήκης. Υπάρχουν γύρω στους 38 διαφορετικούς όρους που αποδίδουν με άλλα λόγια τη διεθνή συνθήκη.6 Υπάρχει, όμως, εν προκειμένω το στοιχείο της νομικής δεσμευτικότητας; Από το κείμενο του Μνημονίου δεν προκύπτουν νομικές κυρώσεις, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Οι πολιτικές κυρώσεις είναι ένα άλλο ζήτημα και ένα πραγματικό γεγονός, που δε μπορεί να αξιολογηθεί στο παρόν άρθρο. Επομένως, memoranda sunt servanda; 7, -κατά παραλλαγή της γενικής αρχής του διεθνούς δικαίου pacta sunt servanda. Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του Αντ. Μανιτάκη, την οποία παρουσιάζει σε εκτενή μελέτη του. 8 Σύμφωνα με τον καθηγητή, το Μνημόνιο, αποτελεί άτυπη διεθνή συμφωνία. Κατά την κρατούσα και ορθότερη γνώμη, οι άτυπες διεθνείς συμφωνίες (arrangements, memorandum κ.α) δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 28 παρ. 2 και 3 Σ., αλλά ούτε και σε εκείνο του 36 παρ. 2 Σ., ώστε να απαιτούν κύρωση. Η διαδικασία της κύρωσης, κατά το Σύνταγμά μας, αναφέρεται αποκλειστικά στη μεταφορά διεθνών συνθηκών στην εσωτερική έννομη τάξη. Στην ελληνική έννομη τάξη, το Μνημόνιο λαμβάνει θέση αιτιολογικής έκθεσης του ν. 3845/2010 ή δικαιολόγησης των ρυθμίσεών του. Με ρητή αναφορά στον παραπάνω νόμο, το Μνημόνιο, τίθεται ως παράρτημα 6

Εμμανουήλ Ρούκουνας, “Διεθνές Δίκαιο”- Τεύχος πρώτο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα- Κομοτηνή 2004, σελ. 120 7 Όρος δάνειος από άρθρο του Καθηγητή Γ. Κατρούγκαλου, με τον ίδιο τίτλο- πρωτοδημοσιεύθυκε στην εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου 2/2010 8 Βλ. Αντ. Ν. Μανιτάκη, Τα συνταγματικά ζητήματα του Μνημονίου ενόψει μοιρασμένης κρατικής κυριαρχίας και επιτηρούμενης δημοσιονομικής πολιτικής, http://constitutionalism.gr/html/ent/207/ent.2207.asp (καταχωρήθηκε στις 3.11.2011)

στο νόμο αυτό και δεν αποκτά την ισχύ τυπικού νόμου κι αυτό συμβαίνει, γιατί δεν κυρώνεται ούτε επικυρώνεται η άτυπη αυτή διεθνής συμφωνία από τον εν λόγω νόμο, στον οποίο απλώς προσαρτάται στο τέλος του, μετά τις νομοθετικές ρυθμίσεις που περιέχει. Και δε μπορεί να κυρωθεί ακριβώς λόγω της φύσης της ως άτυπης και του προγραμματικού της χαρακτήρα. Είναι επομένως, ένα κείμενο με πολιτικοηθική και όχι νομική δεσμευτικότητα, μη επιδεκτικό πρόσκτησης ισχύος τυπικού νόμου. Αυτός του ο χαρακτηρισμός και ως μη νομικού κειμένου ή ως κειμένου soft law, που δεν έχει δηλαδή επιτακτικό κανονιστικό περιεχόμενο, δίνει απάντηση και στους προβληματισμούς για περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας. Το ίδιο το Μνημόνιο δεν εκχωρεί εθνική κυριαρχία, ούτε βέβαια έχει τη νομική ικανότητα να αναγνωρίσει ή να μεταβιβάσει αρμοδιότητες που φυλάσσονται εκ του Συντάγματος για τις ελληνικές αρχές, σε όργανα διεθνών οργανισμών ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς. Η εκχώρηση αυτή είναι δεδομένη και προ πολλού γενομένη, άμα της προσχωρήσεως της Ελλάδας στην Ε.Ε και στην Ο.Ν.Ε αφενός και της επικυρώσεως, το 1945, της διεθνούς συμφωνίας στο Bretton Woods, με την οποία ιδρύθηκε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. 9 Την αξία της συμμετοχής της χώρας μας στους παραπάνω οργανισμούς, κρίνει κανείς πάλι με βάση την αντίληψη που διαμορφώνει- και πάντως όχι μόνο υπό το βάρος των παρουσών πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών εξελίξεων, για τα διεθνή και τα εσωτερικά πολιτικά πράγματα. Έτσι, από το ίδιο το Μνημόνιο, δεν τίθεται θέμα παραβίασης του άρθρου 82 Σ., καθώς η ελληνική κυβέρνηση διατηρεί την ευθύνη χάραξης της γενικής πολιτικής της χώρας και ιδιαίτερα της δημοσιονομικής της πολιτικής. Η τελική απόφαση εξακολουθεί να επαφίεται σ' αυτήν. Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε και στην Ο.Ν.Ε δε συνεπάγεται απεμπόληση της 9

Malcolm N. Shaw, International Law, Sixth Edition, Cambridge University Press, 2008, p. 1285

11


εθνικής της κυριαρχίας. Στο ενωσιακό δίκαιο ισχύει η αρχή της δοτής αρμοδιότητας, κατά το άρθρο 5 Σ.Ε.Ε. (Συνθήκη Ευρωπαϊκής Ένωσης) Σύμφωνα με την αρχή αυτή, η Ένωση ενεργεί μόνον εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που της απονέμουν τα κράτη μέλη με τις Συνθήκες για την επίτευξη των στόχων που οι Συνθήκες αυτές ορίζουν. Κάθε αρμοδιότητα, η οποία δεν απονέμεται στην Ένωση με τις Συνθήκες ανήκει στα κράτη μέλη.10 Η Ελλάδα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι παράλληλα μέρος και μιας έννομης τάξης, διάφορης της εσωτερικής της, της οποίας οι αρχές και οι σκοποί καθορίζονται στη Σ.Ε.Ε, ενώ οι κανόνες λειτουργίας της στη Σ.Λ.Ε.Ε, όπως τροποποιήθηκαν με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 3 της Σ.Ε.Ε ορίζονται οι σκοποί της Ένωσης, μεταξύ των οποίων βρίσκεται η εγκαθίδρυση εσωτερικής αγοράς. Κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 3 Σ.Ε.Ε, η Ένωση εργάζεται για την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης με γνώμονα την ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα των τιμών, την κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας, με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο. Ακόμα, η Ένωση προάγει την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή και την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών. Και κατά την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου: η Ένωση εγκαθιδρύει οικονομική και νομισματική ένωση, της οποίας το νόμισμα είναι το ευρώ. Για τους σκοπούς του άρθρου 3, θεσπίζεται ο τίτλος VIII της Σ.Λ.Ε.Ε “Οικονομική και Νομισματική Πολιτική”, που αναπτύσσεται στα άρθρα 119 επ. 11 . Συγκεκριμένα, προβλέπεται μια οικονομική πολιτική επί τη βάσει στενού συντονισμού των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών. Παράλληλα, ασκείται ενιαία νομισματική και συναλλαγματική πολιτική, με κύριο στόχο τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 119 Σ.Λ.Ε.Ε, ορίζονται οι κατευθυντήριες αρχές. Το άρθρο 121 Σ.Λ.Ε.Ε καθιερώνει πολυμερή εποπτεία (της Επιτροπής και του 10

Βλ. άρθρο 6 παράγραφος 2 της Σ.Ε.Ε Βλ. και σκ. 6 της ΣτΕ (Ολομ.) 668/2012

11

Συμβουλίου) για την οικονομική πολιτική. Το άρθρο 126 προβλέπει για τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Ιδιαίτερης προσοχής αξίζουν τα άρθρα 126 (9) και 136 Σ.Λ.Ε.Ε, τα οποία, κατά την εξεταζόμενη απόφαση του ΣτΕ δίνουν νομικό έρεισμα στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, πράξη εφαρμογής του οποίου αποτελεί και το Μνημόνιο. Αμφισβητείται βέβαια, κατά πόσο ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης είναι μέσα στα όρια των παραπάνω άρθρων και υποστηρίζεται και η άποψη πως δίνεται νομικά η ικανότητα στο Συμβούλιο να προχωρήσει απλώς σε όχληση του κράτους που ξεφεύγει και όχι να συμβάλλει στη χάραξη μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής. 12 Πέραν των παραπάνω άρθρων, η Ελλάδα δεσμεύεται, σύμφωνα με τη ΣτΕ (Ολομ.) 668/2012 και από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο ξεκίνησε την 1/1/1999 με σκοπό να εξασφαλίσει τη συνέχιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών- μελών και μετά την υιοθέτηση του ευρώ. 13 Οι προβλέψεις του Μνημονίου πάντως, εντάσσονται ξεκάθαρα στο ενωσιακό δίκαιο με την απόφαση του Συμβουλίου 14 2010/320/ΕΕ. Είναι αλήθεια πως το περιεχόμενο της απόφασης αυτής ταυτίζεται με τους στόχους του Μνημονίου. Όμως σε αντίθεση με το Μνημόνιο, η απόφαση του Συμβουλίου έχει επιτακτικό χαρακτήρα, ως μονομερής πράξη ενωσιακού δικαίου, η οποία απευθύνεται ως σύσταση στην Ελλάδα. Με βάση τα παραπάνω, προκύπτει πως το Μνημόνιο εντάσσεται σε ένα πολύπλοκο πλέγμα σχέσεων, με χαρακτήρα τόσο διεθνή, όσο και ευρωπαϊκό. Η πολυπλοκότητα αυτή των σχέσεων είναι που δημιουργεί αμφισβητήσεις σχετικά με τη νομική τους φύση, σε μια περίοδο μάλιστα που το ΔΕΕ δεν τις έχει εξετάσει ακόμα. Δεδομένης της ανάλυσης που προηγήθηκε, 12

Βλ. http://constitutionalism.gr/html/ent/207/ent.2207.asp (καταχωρήθηκε στις 3.11.2011) 13 Βλ. σκ. 7 της ΣτΕ (Ολομ.) 668/2012 14 http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do? uri=OJ:L:2010:145:0006:0011:EL:PDF

12


δε μπορεί κανείς να μιλήσει ελαφρά τη καρδία για έλλειψη νομιμότητας των μέτρων που λαμβάνονται. Όσον αφορά την εσωτερική έννομη τάξη, αυτό που μπορεί κανείς να αντιτάξει και οφείλει να εξετάσει είναι η ενδεχόμενη προσβολή κοινωνικών δικαιωμάτων. Το έργο αυτό εναπόκειται στον εφαρμοστή του δικαίου, στο δικαστή δηλαδή. Το ΣτΕ με την απόφαση 668/2012 έκρινε και επί του ζητήματος αν προσβάλλονται ή όχι δικαιώματα με τη λήψη νομοθετικών μέτρων εναρμονισμένων με τις επιταγές του Μνημονίου. Το παρόν άρθρο ασχολήθηκε κατά βάση, με τη νομική φύση του Μνημονίου και με τα συνταγματικά ζητήματα που θέτει το ίδιο το κείμενό του. Δε θα σχολιαστεί εν προκειμένω, η κρίση επί της συνταγματικότητας των νομοθετικών μέτρων που ελήφθησαν προς εναρμόνιση με το Μνημόνιο, αλλά θα τεθούν απλώς ως προβληματισμοί. Τα μέτρα που λαμβάνονται κατ' εφαρμογήν των στόχων του Μνημονίου επιβάλλουν μειώσεις αποδοχών και συντάξεων και επιφέρουν εν γένει περιορισμούς στα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα. Τα κοινωνικά δικαιώματα, από το Σύνταγμα στερούνται της κανονιστικής δύναμης, με την οποία περιβάλλονται τα ατομικά δικαιώματα. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να υποστηρίξει πως δεν είναι δικαιώματα με την τυπική του όρου έννοια, αφού δε θεμελιώνουν αγώγιμη αξίωση. Για τη δικαστική τους επιδίωξη, απαιτείται νόμος για να τα ενεργοποιήσει. Στον κοινό νομοθέτη αφήνει το Σύνταγμα ευρύ περιθώριο διαμόρφωσης της υλοποίησής τους. Και δεδομένης της φύσης τους, ως δικαιώματα θετικά, δικαιώματα δηλαδή που απαιτούν κάποια παροχή από το κράτος, η ικανοποίησή τους συνδέεται στενά με την εκάστοτε πολιτικοοικονομική κατάσταση. Βάσει των παραπάνω κινήθηκε και το ΣτΕ στην εξεταζόμενη απόφαση 668/2012, χωρίς να τολμήσει το δικαστικό ακτιβισμό, που έχει χαρακτηρίσει πολλές φορές τη δράση του. Συγκεκριμένα, το ΣτΕ έκρινε πως υφίστανται περιορισμοί των εργασιακών και κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, οι οποίοι όμως είναι ανεκτοί

για λόγους δημοσίου συμφέροντος κι έτσι δικαιολογούνται οι περικοπές στις αποδοχές και στις συντάξεις, οι οποίες είναι μέσα στα βιώσιμα επίπεδα. Το ΣτΕ με τη διατύπωση αυτή παρέμεινε στα όρια νομιμότητας, όμως το ερώτημα αν τα συνεχώς λαμβανόμενα μέτρα προσβάλλουν τον πυρήνα των κοινωνικών δικαιωμάτων εξακολουθεί να υφίσταται. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Π. Πικραμένος, τόνισε ότι η απόφαση αυτή της Ολομέλειας δεν προαναγγέλλει μεν κάποια μελλοντική κρίση του Δικαστηρίου, χαράσσει δε τα όρια εντός των οποίων πρέπει να κινηθεί ο νομοθέτης. Η στάση αυτή του ΣτΕ απογοήτευσε πολλούς και κυρίως το Δ.Σ.Α και τους άλλους φορείς που στράφηκαν εναντίον των νομοθετικών μέτρων που υλοποιούν τους στόχους του Μνημονίου. Για το λόγο αυτό, η συνέχεια θα γραφτεί στο Στρασβούργο. Εξ άλλου, σύμφωνα με τη νομολογία του Ε.Δ.Δ.Α (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα και εν γένει οι κοινωνικές παροχές εντάσσονται στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α (Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου), για την προστασία της περιουσίας. Βέβαια, η νομολογία πάλι του Ε.Δ.Δ.Α, αναγνωρίζει μεγάλη ελευθερία στα κράτη ως προς τον καθορισμό της υλοποίησης των δικαιωμάτων αυτών, ακριβώς για το λόγο του μεγάλου βαθμού σύνδεσής τους, όπως αναφέρθηκε, με τις οικονομικές συνθήκες και για το λόγο ότι αυτές δε μπορούν παρά να τις ξέρουν καλύτερα οι αρχές του κάθε κράτους.15 Αναμένεται, επομένως με ενδιαφέρον η κρίση του Ε.Δ.Δ.Α. Θα είναι άραγε η απόφασή του ευνοϊκότερη από αυτή του ΣτΕ για τα κοινωνικά δικαιώματα ή θα εναρμονιστεί με το ρεύμα που κρατεί στην Ευρώπη και τον κόσμο;

15

Β. Π. Ανδρουλάκη, Μνημόνιο και Κοινωνικά δικαιώματα, http://constitutionalism.gr/html/ent/297/ent.2297.asp (καταχωρήθηκε στις 8.3.2012)

13


'The Ούζο-Effect' Αθανάσιος Λαμπούσης, υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών

Η πρόσφατη οικονομική και χρηματοοικονομική κρίση που ξεκίνησε από την αγορά στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ και εξαπλώθηκε στις Ευρωπαϊκές οικονομίες με αποκορύφωμα την κρίση χρέους στην Ελλάδα τον Μάιο του 2010, αποκάλυψε τις διαρθρωτικές αδυναμίες των χωρών της περιφερείας και μετέτρεψε τον Ευρωπαϊκό χάρτη από ένα συμπαγές σύνολο ανεπτυγμένων οικονομιών με κοινό νόμισμα, σε μια ένωση πολλών ταχυτήτων. Η κρίση χρέους στην Ελλάδα, με το δημοσιονομικό έλλειμμα να εκτοξεύεται στο 15% του ΑΕΠ το 2009 και το δημόσιο χρέος στο 160% αντίστοιχα το 2011, δημιούργησε έντονες ανησυχίες από πιθανές παρενέργειες τύπου domino στις υπόλοιπες οικονομίες της Ευρωζώνης, φέρνοντας μνήμες από τις αρνητικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στο Μεξικό το 1994 στις υπόλοιπες οικονομίες της Λατινικής Αμερικής, γνωστή και ως "tequila-effect". Ο τρόπος αντιμετώπισης του ελληνικού προβλήματος, όπως και στην περίπτωση της χώρας της Λατινικής Αμερικής, ήταν κατά βάση η παροχή οικονομικής βοήθειας με κύριο σκοπό να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών. Η πρώτη δανειακή σύμβαση το 2010 προέβλεπε την παροχή ποσού $152 (€110) δις στην Ελλάδα, ποσό που ξεπερνά σε ονομαστικούς όρους όχι μόνο το δανεισμό έκτακτης ανάγκης προς το Μεξικό αλλά και το συνολικό ποσό συμφωνίας προς τρεις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας (Ταϋλάνδη, Ινδονησία και Νότιος Κορέα) στο

τέλος της δεκαετίας του 1990 στο πλαίσιο αντιμετώπισης της ασιατικής χρηματοοικονομικής κρίσης16. Εύλογα γεννάται λοιπόν το ερώτημα, σε τι οφείλεται η παροχή ενός συγκριτικά μεγάλου πακέτου οικονομικής βοήθειας προς μια χώρα μικρού μεγέθους και γιατί τα διεθνή μέσα ενημέρωσης εμμένουν στο να χαρακτηρίζουν την περίπτωση της Ελλάδας ''ξεχωριστή'' (special case)? Το άρθρο αυτό εστιάζει στα διαρθρωτικά προβλήματα του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα, με σκοπό να εντοπίσει στην αρχιτεκτονική του κλάδου των επιχειρήσεων (business sector architecture) στοιχεία που κατηγοριοποιούν την περίπτωση της Ελλάδας όχι και τόσο ''ξεχωριστή'' σε σύγκριση με τους εταίρους. Αφορμή στάθηκε η δημοσίευση πρόσφατα μελέτης της γνωστής εταιρίας συμβούλων McKinsey and Company (Athens office) με τίτλο "Greece 10 years ahead"17, η οποία παρουσιάζει τις χρόνιες αδυναμίες του οικονομικού συστήματος της χώρας, τα αποτελέσματα της κρίσης στην ελληνική οικονομία καθώς και μια δέσμη προτεινόμενων μέτρων για την έξοδο της χώρας από τον φαύλο κύκλο χρέουςελλείμματος μέχρι το 2020. Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάζουν την έλλειψη 16

See Kindleberger C. and R. Aliber, 2005,"Manias, Panics and Crashes: A History of Financial Crises", John Wiley & Sons, Inc. 5th Edition, p. 271. 17 Για την μελέτη, καθώς και λοιπές εκδόσεις της Εταιρίας μπορείτε να ανατρέξετε στον ιστότοπο http://www.mckinsey.com/locations/athens/.

14


ανταγωνιστικότητας και υψηλής παραγωγικότητας των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις χώρες της περιφέρειας ως τη βαθύτερη αιτία για τη δυσμενή θέση των χωρών αυτών, έναντι των χωρών του πυρήνα της Ευρωζώνης. Πιο συγκεκριμένα, το πρόβλημα ανάγεται κυρίως στην έλλειψη ικανού μεγέθους των εταιριών στις χώρες της περιφέρειας, να εκμεταλλευτούν οικονομίες κλίμακας και να αναπτυχθούν μέσω επενδύσεων σε καινοτόμα επιχειρηματικά σχέδια εστιασμένα στη μεγέθυνση. Για παράδειγμα, μόνο το 27% των ελληνικών εταιριών του μεταποιητικού κλάδου (manufacturing firms) απασχολούν περισσότερους από 250 εργαζομένους, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την Ολλανδία και τη Γερμανία είναι 34% και 54% αντίστοιχα. Υποθέτοντας ότι ο αριθμός εργαζομένων σε μια επιχείρηση είναι ικανοποιητικός δείκτης μέτρησης του μεγέθους της, το ερώτημα είναι γιατί οι ελληνικές επιχειρήσεις παραμένουν μικρές? Πρόσφατες μελέτες υποστηρίζουν μια εξελικτική θεώρηση του κύκλου ζωής της επιχείρησης18, σύμφωνα με την οποία μια συσταθείσα ιδιωτική επιχείρηση (συνήθως υπό τον έλεγχο του ιδρυτή ή/και της οικογένειας του) καινοτομεί, επενδύει και αναπτύσσεται σε μία δημόσια επιχείρηση, μερίδια ιδιοκτησίας και ελέγχου της οποίας μεταφέρονται σε νέους επενδυτές. Στις χώρες του Νότου και πιο έντονα στην Ελλάδα, ο ιδιωτικός τομέας αποτελείται από πολλές μικρές και πολύ μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, οι οποίες δεν αναπτύσσονται όσο ωριμάζουν με αποτέλεσμα να μην διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους που τις καθιστά παραγωγικές και πιο ανταγωνιστικές στο ευρωπαϊκό και διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον. Το ίδιο θέμα προέβαλε και ο Economist σε πρόσφατο άρθρο του με τίτλο "Decline and Small"19, στο οποίο παρουσιάζει αναλυτικά στοιχεία για τον κλάδο μεταποίησης ανά χώρα, όπως παρουσιάζονται ακολούθως. 18

See for example Franks et al. (2012), "The life-cycle of family ownership: International evidence", Review of Financial Studies, forthcoming. 19 See The Economist, March 3rd 2012, "Free Exchange: Decline and Small", p.69.

Η Ελλάδα έρχεται πρώτη στην Ευρώπη στην κατηγορία με τις περισσότερες πολύ μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, περίπου το 30% των εταιριών του κλάδου απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζόμενους το οποίο μεταφράζεται σε ένα έλλειμμα παραγωγικότητας ανά επιχείρηση περίπου 40% κατά μέσο όρο σε σύγκριση με τις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου. Το φαινόμενο όμως οι οικογενειακές επιχειρήσεις να επικρατούν στο σύνολο του κλάδου δεν είναι μόνο ελληνικό ούτε περιορίζεται στις μικρές επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, πάνω από το 50% των εισηγμένων μεγάλων εταιριών στην Ευρώπη βρίσκεται υπό τον έλεγχο του ιδρυτή ή μέλους της οικογένειας του, ενώ ο έλεγχος αυτός οδηγεί κατά μέσο όρο σε μεγαλύτερη κερδοφορία σε σύγκριση με τις εταιρίες στις οποίες δεν υπάρχει ή είναι λιγότερο έντονος. Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, στην Ηπειρωτική Ευρώπη οι επιχειρήσεις αναπτύσσονται με την είσοδο τους σε ομίλους επιχειρήσεων (business groups), δηλαδή σε επιχειρηματικά σχήματα που αποτελούνται από δύο ή περισσότερες ανεξάρτητες νομικά επιχειρήσεις υπό κοινό έλεγχο. Τα μέλη που ανήκουν στον ίδιο όμιλο απολαμβάνουν πολλά οφέλη, όπως αμοιβαία οικονομική στήριξη σε περίπτωση οικονομικών δυσχερειών, χαμηλό κόστος παραγωγής όταν υπάρχει σχέση πελάτηπρομηθευτή και χαμηλό κόστος κεφαλαίων για επενδυτικούς σκοπούς. Συχνά, η διάκριση μεταξύ ομίλων επιχειρήσεων και πολυεθνικών επιχειρήσεων είναι δύσκολη αφού το ευρώ ως κοινό νόμισμα και το σχετικά σταθερό Ευρωπαϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης το 2008, συνέβαλαν προκειμένου εταιρίες από διαφορετικές Ευρωπαϊκές χώρες να εισέρχονται στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων. Εμπειρικά αποτελέσματα ερευνών αποδεικνύουν ωστόσο, ότι η ανάπτυξη μέσω της συμμετοχής σε ομίλους επιχειρήσεων υποθάλπει τον υγιή ανταγωνισμό και στερεί παραγωγικούς πόρους στην οικονομία που μπορoύν να διατεθούν σε μικρές εγχώριες

15


επιχειρήσεις με κερδοφόρα επενδυτικά σχέδια. Στην Ελλάδα, μια σειρά παραγόντων που δεν μπορεί να εξαντληθεί στην παρουσία ομίλων επιχειρήσεων προστατευμένων από ρυθμίσεις της αγοράς, πολλών μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων χαμηλής ανταγωνιστικότητας, έλλειψη θεσμικών στοιχείων προστασίας των επενδυτών αλλά και μεγαλόπνοων επιχειρηματικών σχεδίων με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οδήγησε σε συνθήκες έλλειψης κινήτρων στον ιδιωτικό τομέα για καινοτομία και ανάπτυξη μέσω νέων τεχνολογιών ενώ μη επαρκής ήταν και η διάθεση πόρων στους τομείς της οικονομίας με συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των εταίρων. Ωστόσο, η συμμετοχή στην Ευρωζώνη όπως και η συμμετοχή σε έναν όμιλο επιχειρήσεων συνεπάγεται ευκαιρίες ανάπτυξης, τα οφέλη των οποίων μπορούν να μεταφερθούν σε όλα τα μέλη. Από την έρευνα στη σχετική διεθνή βιβλιογραφία, το άρθρο προτείνει στην ατζέντα μεγέθυνσης και ανάπτυξης που σχεδιάζεται για την Ελλάδα στα επόμενα έτη, να συμπεριληφθούν μέτρα για την εξυγίανση του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα με γνώμονα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με αυτή των εταίρων, προκειμένου τα οφέλη να μεταφερθούν στις αγορές κεφαλαίου και εργασίας προς όφελος της οικονομίας και του κοινωνικού συνόλου.

16


17


Ο Νόμος 3023/2002 περί χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων Γιώργος Κανέλλος Φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος του Δ.Σ. της ELSA Athens

Πρόλογος: Τα κόμματα κατά την έννοια του άρθρου 29 του Συντάγματος, είναι θεσμικά όργανα της Δημοκρατίας. Κατά συνέπεια είναι ζωντανοί οργανισμοί, ζωτικά κύτταρα θα έλεγε κανείς, της δημόσιας τάξης. Παράλληλα, είναι φορείς ιδεών, αλλά και ταξικών συμφερόντων, καθώς και μοχλοί διαφόρων στόχων και επιδιώξεων, όπως πολιτικών, κοινωνικών, κλπ. Ως ζωντανοί, λοιπόν οργανισμοί του πολιτικού και κοινωνικού γίγνεσθαι υπόκεινται στους βιολογικούς νόμους της συντήρησης. Η συνεχής και αδιάλειπτη λειτουργία και δράση τους έχει ανάγκη από διαφάνεια, αφού τα κόμματα , συν τοις άλλοις, είναι φορείς ηθικών και ιδεολογικών αξιών. Το κόμμα, ως εκφραστής συγκεκριμένης ιδεολογίας και φορέας μαζικών συμφερόντων, παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής ηθικής με άμεση επίδραση στην κοινωνική ηθική20. Τα πολιτικά κόμματα, όμως προκειμένου να ανταποκριθούν στον βαρύνοντα ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν στην πολιτεία και την κοινωνία, έχουν ανάγκη χρημάτων. Ή αλλιώς, Τα κόμματα για να υπάρξουν, να επιβιώσουν και να παίξουν τον πολιτικό τους ρόλο μέσα στο Λαό έχουν ανάγκη από οικονομικούς πόρους. Οι σημερινές μάλιστα απαιτήσεις ενός κομματικού φορέα και οι ανάγκες, οι οποίες δημιουργούνται από τον ανταγωνισμό προβολής και 20

Βλ. ΚΡΗΤΙΚΟΣ Π., Χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων: Οι πολιτικές διαστάσεις, ΚοιΕπ., Τεύχ. 15-16/1993, σελ. 11

εκλαΐκευσης θέσεων και προγραμμάτων, σε συνδυασμό πάντοτε με τον επιδιωκόμενο σκοπό, υποχρεώνουν τα κόμματα σε τεράστιες δαπάνες21. Η ανάγκη της χρηματοδότησης των κομμάτων προκύπτει από την ίδια τη φύση και τη λειτουργία τους. Η συμμετοχή των κομμάτων στην ελεύθερη διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης της κοινωνίας και η σύμπραξη στις εκλογικές διαδικασίες αποτελούν τους κύριους σκοπούς, για τους οποίους ιδρύονται και λειτουργούν τα πολιτικά κόμματα. Για την επιτέλεση της αποστολής τους, τα κόμματα οφείλουν να κάνουν γνωστά το πολιτικό τους πρόγραμμα και τις ιδεολογικές τους αρχές, να διαθέτουν γραφεία, να διεξάγουν προεκλογικούς αγώνες, να επιτελούν το κοινοβουλευτικό τους έργο. Για όλες αυτές τις δραστηριότητες, τα κόμματα έχουν ανάγκη χρηματικών μέσων. Οι τακτικές εισφορές και οι δωρεές των μελών αποτελούν την πιο εύλογη και αυτονόητη πηγή οικονομικών πόρων για τα κόμματα. Ωστόσο, η ένταση των προεκλογικών αγώνων που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και η φύση της σύγχρονης κοινωνίας που καθιστά την προβολή στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως αναγκαίο μέσο για την εκλογή των βουλευτών και για τη νίκη ενός κόμματος στις γενικές εκλογές δημιουργούν αυξημένες οικονομικές ανάγκες στα

21

Βλ. ΚΡΗΤΙΚΟΣ Π., Χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων: Οι πολιτικές διαστάσεις, ΚοιΕπ., Τεύχ. 15-16/1993, σελ. 11


κόμματα (φαινόμενο όχι μόνον ελληνικό αλλά μάλλον παγκόσμιο22 ). Πηγές του δικαίου των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων στην ελληνική έννομη τάξη αποτελούν το Σύνταγμα και συγκεκριμένα το άρθρο 29 , παράγραφος 2, οι νόμοι 1443/1984, 2429/1996 και 3023/2002, οι υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση τους και τα καταστατικά τους, όπου ρυθμίζεται η οργάνωση και η λειτουργία στο εσωτερικό των κομμάτων. Στο παρόν άρθρο θα επικεντρωθούμε στο Νόμο 3023/2002, του οποίου η ανάλυση ακολουθεί αμέσως μετά.

διάταξη του άρθρου 29, παράγραφος 2 του Συντάγματος. Οι διατάξεις του Νόμου 3023/2202, οι οποίες παρατίθενται αμέσως παρακάτω, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη ανήκουν όσες διατάξεις αποτελούσαν ήδη κατά τη θέσπισή του ισχύον δίκαιο, με την θέση τους σε ισχύ με το Νόμο 2429/1996, αποτελώντας κατ’ αυτό τον τρόπο επανάληψη των παλαιότερων. Στη δεύτερη κατηγορία, ανήκουν οι εξ ολοκλήρου νέες διατάξεις, οι οποίες εξειδικεύουν τους ορισμούς του αναθεωρημένου Συντάγματος ή συμπληρώνουν και εμπλουτίζουν το περιεχόμενο των ορισμών αυτών24. Το κείμενο του Νόμου έχει ως εξής25 :

Το κείμενο του Νόμου 3023/2002

«ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΚΡΑΤΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ

Ο Νόμος 3023/2002 ψηφίστηκε από τη Β’ Τακτική Σύνοδο της Βουλής των Ελλήνων, η οποία αναδείχθηκε από την εκλογική αναμέτρηση της 9ης Απριλίου του 2000. Με την ψήφιση του νόμου αυτού τον οποίο επέβαλε και η αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001, η χώρα μας αποκτά κανόνες «τρίτης γενιάς»23 του δικαίου των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών. Με τη θέσπιση του εκτελεστικού του Συντάγματος αυτού νόμου- καθώς το Σύνταγμα με την αναθεωρημένη διάταξη του α’ εδαφίου, της παραγράφου 2, του άρθρου 29 δεσμεύει τον κοινό νομοθέτη να ρυθμίσει τα σχετικά με τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων ζητήματαο κοινός νομοθέτης εναρμονίζεται στη νέα

Άρθρο 1: Διακρίσεις και ύψος κρατικής χρηματοδότησης 1. Τα πολιτικά κόμματα χρηματοδοτούνται από το Κράτος, προκειμένου να αντιμετωπίζουν μέρος των λειτουργικών και των εκλογικών δαπανών τους. 2. Η κρατική χρηματοδότηση διακρίνεται σε τακτική και εκλογική. 3. Η τακτική χρηματοδότηση καταβάλλεται κατ’ έτος και ανέρχεται σε ποσοστό ένα κόμμα μηδέν δύο τοις χιλίοις (1,02%ο ) των τακτικών εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού του αντίστοιχου οικονομικού έτους. 4. α. Η εκλογική χρηματοδότηση καταβάλλεται κάθε φορά που διεξάγονται γενικές βουλευτικές εκλογές ή εκλογές για την ανάδειξη

22

Βλ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΤΟΣ Π., Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και των εκλογικών αγώνων σαν πρόβλημα της Δημοκρατίας, ΤοΣ (1977), ΣΕΛ. 577-579, όπου γίνεται αναλυτική αναφορά σε κομματικές δαπάνες ανά την υφήλιο. 23

Οι κανόνες της «πρώτης γενιάς» είχαν θεσπιστεί για τα πολιτικά κόμματα με το Ν. 1443/1984, ενώ οι κανόνες της «δεύτερης γενιάς» με το Ν.2429/1996.

24

Βλ. ΞΗΡΟΣ ΑΘ., Ζητήματα Δικαίου των πολιτικών κομμάτων, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2003, σελ. 255 επ. 25 Τα άρθρα του παρατίθενται από το Νόμο 3023/2002, είναι μόνο τα σχετικά με το αντικείμενο της παρούσας εργασίας.


των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ανέρχεται σε ποσοστό έως μηδέν κόμμα είκοσι δύο τοις χιλίοις (0,22%ο ) των τακτικών εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου διεξάγονται οι εκλογές. Αν διεξαχθούν περισσότερες της μιας εκλογές , κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, η συνολική χρηματοδότηση δεν επιτρέπεται να υπερβεί, αθροιστικά, το παραπάνω ποσοστό. β. Το ποσοστό της χορηγούμενης κάθε φορά εκλογικής χρηματοδότησης καθορίζεται ύστερα από γνώμη της Διακομματικής Επιτροπής, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η απόφαση εκδίδεται το πρώτο δίμηνο του έτους κατά το οποίο λήγει η βουλευτική περίοδος ή του έτους διεξαγωγής εκλογών για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε περίπτωση προκήρυξης εκλογών πριν από τη λήξη της βουλευτικής περιόδου εκδίδεται, με την παραπάνω διαδικασία, απόφαση για τον καθορισμό του ποσοστού χρηματοδότησης μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την προκήρυξη, εκτός αν έχει ήδη εκδοθεί σχετική απόφαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο. 5. Οι αναγκαίες πιστώσεις για τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Οι πιστώσεις αυτές δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ένα κόμμα είκοσι τέσσερα τοις χιλίοις (1,24%ο ) των τακτικών εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού του αντίστοιχου οικονομικού έτους. 6. Η κρατική χρηματοδότηση δεν υπόκειται σε φόρο.

Άρθρο 2: Δικαιούχοι 1. Τακτική χρηματοδότηση δικαιούνται: α. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, που εκπροσωπούνται στη Βουλή με βουλευτές εκλεγμένους στις γενικές βουλευτικές εκλογές από τους συνδυασμούς του ίδιου κόμματος ή συνασπισμού. β. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί από τους συνδυασμούς των οποίων έχουν εκλεγεί αντιπρόσωποι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. γ. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, τα οποία στις τελευταίες γενικές βουλευτικές εκλογές είχαν καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς, τουλάχιστον, στο εβδομήντα τοις εκατό (70%) των εκλογικών περιφερειών της χώρας και συγκεντρώνει αριθμό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα κόμμα πέντε τοις εκατό (1,5%) του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων της επικράτειας. Η τακτική χρηματοδότηση χορηγείται για τη χρονική περίοδο από το επόμενο έτος εκείνου, κατά το οποίο έλαβαν χώρα οι γενικές βουλευτικές εκλογές, προκειμένου για τα υπό στοιχεία α’ και γ’, κόμματα και συνασπισμούς ή οι εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκείμενου για τα υπό στοιχείο β’ κόμματα και συνασπισμούς, έως και το έτος διεξαγωγής των επόμενων αντίστοιχων εκλογών. 2. Εκλογική χρηματοδότηση δικαιούνται: α. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, που εκπροσωπούνται στη Βουλή με βουλευτές εκλεγμένους στις γενικές βουλευτικές εκλογές από τους συνδυασμούς του ίδιου κόμματος ή συνασπισμού. Για τη χρηματοδότηση λόγω συμμετοχής σε γενικές βουλευτικές εκλογές προϋπόθεση αυτή απαιτείται να συνέτρεχε κατά τη βουλευτική περίοδο που έληξε.


β. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, από τους συνδυασμούς των οποίων έχουν εκλεγεί αντιπρόσωποι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για τη χρηματοδότηση λόγω συμμετοχής σε εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η προϋπόθεση αυτή απαιτείται να συνέτρεχε κατά την περίοδο που έληξε. γ. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων, τα οποία έχουν καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς, τουλάχιστον, στο εβδομήντα τοις εκατό (70%) των εκλογικών περιφερειών της χώρας και συγκεντρώνει αριθμό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα κόμμα πέντε τοις εκατό (1,5%) του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων της επικράτειας στις γενικές βουλευτικές εκλογές τις οποίες αφορά η χρηματοδότηση. Για τη χρηματοδότηση λόγω συμμετοχής σε εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαιτείται το κόμμα ή ο συνασπισμός να έχει συγκεντρώσει αριθμό ψήφων, τουλάχιστον, ίσο με το ένα κόμμα πέντε τοις εκατό (1,5%) του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων της επικράτειας στις εκλογές αυτές. Άρθρο 3: Κατανομή 1. Το συνολικό ποσό της τακτικής χρηματοδότησης κατανέμεται στα δικαιούχα πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς ως εξής: α. Ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) καταβάλλεται στα κόμματα και τους συνασπισμούς που εμπίπτουν στην περίπτωση α’ της παρ. 1 του άρθρου 2 και κατανέμεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου. β. Ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) καταβάλλεται, ισόποσα, στα κόμματα και τους συνασπισμούς που

εμπίπτουν στην περίπτωση β’ της παρ. 1 του άρθρου 2. Στην κατανομή του ποσοστού αυτού μετέχουν τα κόμματα και οι συνασπισμοί που εμπίπτουν στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου. γ. Ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) χορηγείται ισόποσα στα κόμματα και τους συνασπισμούς, που εμπίπτουν στην περίπτωση γ’ της παρ. 1 του άρθρου 2. Στην κατανομή του ποσοστού αυτού μετέχουν τα κόμματα και οι συνασπισμοί που εμπίπτουν και στις περιπτώσεις α’ και β’ της παρούσας παραγράφου. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που εκδίδεται το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα κόμματα και οι συνασπισμοί που εμπίπτουν σε καθεμία από τις παραπάνω κατηγορίες και το ποσό τακτικής χρηματοδότησης που καταβάλλεται σε αυτά. 2. Το συνολικό ποσό της εκλογικής χρηματοδότησης κατανέμεται στα δικαιούχα πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς ως εξής: α. Ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) καταβάλλεται στα κόμματα και τους συνασπισμούς που εμπίπτουν στις περιπτώσεις α’ και β’ της παρ. 2 του άρθρου 2 και κατανέμεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου, με βάση των αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν, κατά περίπτωση, στις προηγούμενες γενικές βουλευτικές εκλογές ή εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. β. Ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) καταβάλλεται στα κόμματα και τους συνασπισμούς που εμπίπτουν στην περίπτωση γ’ της παρ. 2 του άρθρου 2 και κατανέμεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ.3 του παρόντος άρθρου, με βάση τον αριθμό των


έγκυρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν, κατά περίπτωση, στις γενικές βουλευτικές εκλογές ή εκλογές για ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τις οποίες αφορά η χρηματοδότηση. Στην κατανομή του ποσοστού αυτού μετέχουν τα κόμματα και οι συνασπισμοί που εμπίπτουν και στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που εκδίδεται το αργότερο δέκα (10) ημέρες μετά την προκήρυξη των εκλογών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα κόμματα και οι συνασπισμοί που εμπίπτουν στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου και το ποσό χρηματοδότησης που καταβάλλεται στον καθένα. Με όμοια απόφαση, που εκδίδεται το αργότερο δύο (2) μήνες μετά τη διενέργεια των εκλογών καθορίζονται τα κόμματα και οι συνασπισμοί που εμπίπτουν στην περίπτωση β’ και το ποσό χρηματοδότησης που καταβάλλεται στον καθένα. 3. Για τη κατανομή της τακτικής χρηματοδότησης μεταξύ των κομμάτων και των συνασπισμών, που εμπίπτουν στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και της εκλογικής χρηματοδότησης, το ποσό που διατίθεται, για καθεμία από τις παραπάνω κατηγορίες διαιρείται με το συνολικό αριθμό των εγκύρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν τα κόμματα και οι συνασπισμοί που ανήκουν στην ίδια κατηγορία. Το πηλίκο αυτής πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό των εγκύρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσε κάθε κόμμα ή συνασπισμός και το γινόμενο αντιστοιχεί στο ποσό, το οποίο δικαιούνται το κόμμα ή ο συνασπισμός.

4. Το ποσό κρατικής χρηματοδότησης, το οποίο δικαιούται ο συνασπισμός, κατανέμεται μεταξύ των κομμάτων που τον απαρτίζουν με βάση τη μεταξύ τους συμφωνία. Η συμφωνία γνωστοποιείται στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μέσα σε ένα (1) μήνα από τη διεξαγωγή των εκλογών. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το ποσό κατανέμεται ισόποσα μεταξύ των κομμάτων που τον απαρτίζουν. Σε περίπτωση αποχώρησης πολιτικού κόμματος από συνασπισμό, το ποσό της κρατικής χρηματοδότησης, το οποίο δικαιούται, κατανέμεται με βάση τη συμφωνία των κομμάτων που τον είχαν συγκροτήσει. Αν δεν υπάρχει ή δεν γνωστοποιηθεί, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η συμφωνία, κατανέμεται, ισόποσα, μεταξύ των κομμάτων που απαρτίζουν το συνασπισμό, στα οποία συνυπολογίζεται και εκείνο που αποχώρησε. Άρθρο 4: Οικονομική ενίσχυση για ερευνητικούς και επιμορφωτικούς σκοπούς 1. Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί, που δικαιούνται κρατική χρηματοδότηση, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 2, λαμβάνουν ετήσια οικονομική ενίσχυση από το Κράτος για την ίδρυση και λειτουργία κέντρων ερευνών και μελετών, καθώς και τη διοργάνωση προγραμμάτων επιμόρφωσης των στελεχών τους. Η οικονομική ενίσχυση ανέρχεται συνολικά σε ποσό ίσο με το μηδέν κόμμα ένα τοις χιλίοις (0,1%. ) των τακτικών εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού και κατανέμεται μεταξύ των δικαιούχων κομμάτων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 3. 2. Οι αναγκαίες πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.


3. Με την απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 3, καθορίζονται τα κόμματα και οι συνασπισμοί που δικαιούνται την παραπάνω ενίσχυση, καθώς και τα αντίστοιχα ποσά. 4. Στον έλεγχο που διενεργείται, κατά το άρθρο 21, εξετάζεται αν τα ποσά που χορηγήθηκαν σε κόμματα ή συνασπισμούς διατέθηκαν για δραστηριότητες της παραγράφου 1. Σε αρνητική περίπτωση, το κόμμα ή ο συνασπισμός που έλαβε το ποσό υποχρεούται σε επιστροφή του. ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΕΣΟΔΑΔΑΠΑΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ Άρθρο 5: Έσοδα πολιτικών κομμάτων

και

δαπάνες

1. Έσοδα πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών θεωρούνται, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, τα ποσά που συγκεντρώνουν από την κρατική χρηματοδότηση και κάθε άλλη πηγή και ιδίως από τακτικές και έκτακτες εισφορές μελών, βουλευτών και φίλων, οικονομικές εξορμήσεις, δωρεές, δάνεια, μερίσματα, τόκους, την εκμετάλλευση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας τους ή οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. 2. Δαπάνες πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών θεωρούνται, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, τα ποσά που διαθέτουν για την αντιμετώπιση κάθε είδους αναγκών τους κατά τη διάρκεια τόσο της βουλευτικής περιόδου όσο και του εκλογικού αγώνα. 3. Οι δαπάνες πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών διακρίνονται σε λειτουργικές και εκλογικές. Λειτουργικές δαπάνες είναι τα ποσά που διατίθενται κατά τη διάρκεια της

βουλευτικής περιόδου. Στις δαπάνες αυτές περιλαμβάνονται ιδίως όσες καταβάλλονται για την αντιμετώπιση των αναγκών της οργάνωσης, της διοίκησης και της λειτουργίας, την προβολή του προγράμματος και των θέσεων, την επιμόρφωση των στελεχών και τη λειτουργία κέντρων μελετών, καθώς και την ανάληψη επιμορφωτικών δραστηριοτήτων. Εκλογικές δαπάνες είναι τα ποσά που καταβάλλονται κατά τη διάρκεια του εκλογικού αγώνα για τις ανάγκες του, καθώς και η αξία των αποτιμώμενων σε χρήμα παροχών και διευκολύνσεων προς το κόμμα ή το συνασπισμό. Ως εκλογικές δαπάνες μπορεί ν α θεωρηθούν και ποσά που καταβλήθηκαν πριν από την προκήρυξη των εκλογών, εφόσον από τα οικεία παραστατικά προκύπτει ότι τα ποσά αυτά σχετίζονται άμεσα με την κάλυψη των εκλογικών αναγκών. 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση της Διακομματικής Επιτροπής Εκλογών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι κατηγορίες των παροχών και διευκολύνσεων, οι οποίες συνυπολογίζονται στις εκλογικές δαπάνες, καθώς και τα κριτήρια, τα αρμόδια όργανα και η διαδικασία αποτίμησής τους σε χρήμα. 5. Τα έσοδα και οι δαπάνες των πολιτικών κομμάτων διακινούνται μέσω λογαριασμών, που τηρούνται σε τράπεζες, εγκατεστημένες στην Ελλάδα, σε ποσοστό τουλάχιστον 80% του ετήσιου ύψους τους. Οι λογαριασμοί αυτοί γνωστοποιούνται, εντός πέντε ημερών από το άνοιγμά τους, στην Επιτροπή Ελέγχου. Τα εκλογικά έσοδα και οι εκλογικές δαπάνες διακινούνται, ομοίως, μέσω χωριστών τραπεζικών λογαριασμών, κατά το ίδιο ποσοστό, με αντίστοιχη


υποχρέωση γνωστοποίησης. Κατάθεση στους ανωτέρω λογαριασμούς επιτρέπεται μόνο επώνυμα, με ευθύνη της τράπεζας ως προς τη διαπίστωση των στοιχείων ταυτότητας του καταθέτη.

και οι κατά το άρθρο 15 υπεύθυνοι των πολιτικών ή οι υποψήφιοι βουλευτές που καίτοι εγνώριζαν αποδέχθηκαν χρηματοδότηση ή παροχή.

Άρθρο 7: χρηματοδότησης

1. Η χρηματοδότηση κομμάτων ή συνασπισμών, από το ίδιο πρόσωπο, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. 2. Η χρηματοδότηση υποψηφίων βουλευτών, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, από το ίδιο πρόσωπο, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. 3. Σε περίπτωση χρηματοδότησης κατά παράβαση των παραγράφων 1 και 2 ο χρηματοδότης τιμωρείται με φυλάκιση έως ενός έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. 4. Με πρόστιμο μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ τιμωρούνται και οι υπεύθυνοι των κομμάτων, κατά το άρθρο 15 του παρόντος νόμου και οι υποψήφιοι βουλευτές που καίτοι εγνώριζαν αποδέχθηκαν τη χρηματοδότηση».

Απαγόρευση

1. Απαγορεύονται η χρηματοδότηση και κάθε είδους παροχές προς τα κόμματα και τους υποψηφίους βουλευτές από: α. Φυσικά πρόσωπα, που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια. β. Νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. γ. Οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης κάθε βαθμού. δ. Φυσικά πρόσωπα, τα οποία είναι ιδιοκτήτες ή εκδότες ημερήσιων ή περιοδικών εντύπων πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας ή είναι ιδιοκτήτες ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών, εν γένει, σταθμών. 2. Από την απαγόρευση της περίπτωσης β’ της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται οι χρηματοδοτήσεις προς τα πολιτικά κόμματα, εφόσον προέρχονται, αποκλειστικώς, από επιχειρήσεις και κάθε είδους νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, οι μετοχές ή συμμετοχές των οποίων είναι, υποχρεωτικώς, ονομαστικές και ανήκουν, αποδεδειγμένα, στο σύνολό τους, σε πολιτικό κόμμα ή, για λογαριασμό του κόμματος, στον επικεφαλής του ή σε άλλα φυσικά πρόσωπα εντεταλμένα, προς τούτο, από το αρμόδιο όργανο του κόμματος. 3. Σε περίπτωση χρηματοδότησης ή άλλων παροχών, κατά παράβαση της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, όποιος χρηματοδότησε ή προέβη στην παροχή, τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Με τις ίδιες ποινές τιμωρούνται

Άρθρο 8: Όρια χρηματοδότησης

Παρατηρήσεις επί του κειμένου του Νόμου Το Σύνταγμα, μετά την αναθεώρηση του 2001, υποχρεώνει τον κοινό νομοθέτηόπως προαναφέρθηκενα ρυθμίσει τα σχετικά με την χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων. Συγκεκριμένα, το εδάφιο α’ του άρθρου 29 παράγραφος 2 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην οικονομική τους ενίσχυση από το Κράτος για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες, όπως νόμος ορίζει». Η ψήφιση, λοιπόν, του Νόμου 3023/2003 αποτελεί εκτέλεση


της επιταγής αυτής του Συντάγματος. Να σημειωθεί, επίσης, πως η διατύπωση «οικονομική ενίσχυση» που χρησιμοποιεί ο συντακτικός νομοθέτης αποκλείει τη δυνατότητα θετικής χρηματοδότησης των κομμάτων από το κράτος. Αυτό σημαίνει ότι, αφενός, αποκλείεται μια ολοκληρωτική, άρα και αποκλειστική, κάλυψη όλων εξόδων των κομμάτων, ενώ παράλληλα αποκλείεται η ολοκληρωτική κάλυψη των εξόδων επί μέρους ειδικών τομέων δραστηριοτήτων των κομμάτων26. Καταρχάς, η χρηματοδότηση των κομμάτων από το κράτος, προκειμένου, όπως αναφέρεται στο νόμο, να μπορούν να αντιμετωπίζουν μέρος των λειτουργικών και εκλογικών δαπανών τους (άρθρο 1) διακρίνεται σε τακτική και εκλογική και δεν υπόκειται σε φόρους ή τέλη27. Η τακτική χρηματοδότηση χορηγείται κάθε έτος και ανέρχεται σε ποσοστό ένα, κόμμα, μηδέν δύο τοις χιλίοις των τακτικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του αντίστοιχου οικονομικού έτους. Η δε εκλογική χρηματοδότηση χορηγείται όταν διεξάγονται γενικές βουλευτικές εκλογές όπως και εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ανέρχεται σε ποσοστό μέχρι μηδέν, κόμμα, είκοσι δύο τοις χιλίοις των τακτικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του οικονομικού έτους διεξαγωγής των εκλογών. Ενδεχόμενη διεξαγωγή περισσότερων εκλογών κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους δεν επιδρά στο ύψος της χρηματοδότησης, υπό την έννοια ότι αυτή δεν επιτρέπεται να υπερβεί αθροιστικά το ως άνω ποσοστό, το οποίο καθορίζεται για κάθε εκλογική 26

ΔΡΟΣΟΣ Γ., Προϋποθέσεις και ζητήματα κρατικής οικονομικής ενίσχυσης των πολιτικών κομμάτων, ΤοΣ 2 (1976), σελ. 649-650 27

Βλ. ΜΑΥΡΙΑΣ Κ., Σάκκουλας, 2005, σελ.398

Συνταγματικό

Δίκαιο,

Αντ.Ν.

αναμέτρηση, μετά από πρόταση της Διακομματικής Επιτροπής, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Αντίστοιχα, διακρίνει ο νόμος τους δικαιούχους της κρατικής χρηματοδότησης, σε δικαιούχους της τακτικής και σε δικαιούχους της εκλογικής χρηματοδότησης (άρθρο 2)28. Πιο συγκεκριμένα, δικαιούχοι της τακτικής χρηματοδότησης είναι: α) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή με Βουλευτές εκλεγμένους στις γενικές βουλευτικές εκλογές από τους συνδυασμούς του ίδιου κόμματος ή συνασπισμού. β) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που έχουν αναδείξει αντιπροσώπους της χώρας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. γ) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που, στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, είχαν καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς τουλάχιστον στο εβδομήντα τοις εκατό των εκλογικών περιφερειών της χώρας και είχαν συγκεντρώσει αριθμό ψήφων τουλάχιστον ίσο με το ένα, κόμμα, πέντε τοις εκατό του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων όλης της επικράτειας. Από την άλλη, δικαιούχοι της εκλογικής χρηματοδότησης είναι: α) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή με Βουλευτές εκλεγμένους στις γενικές βουλευτικές εκλογές από τους συνδυασμούς του ίδιου κόμματος ή συνασπισμού. Για τη χρηματοδότηση λόγω συμμετοχής σε γενικές βουλευτικές εκλογές, η προϋπόθεση αυτή απαιτείται να συνέτρεχε κατά τη βουλευτική περίοδο που έληξε. β) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που έχουν αναδείξει 28

Βλ. ΜΑΥΡΙΑΣ Κ., Συνταγματικό Σάκκουλας, 2005, σελ. 399-400

Δίκαιο,

Αντ.Ν.


αντιπροσώπους της χώρας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για τη χρηματοδότηση λόγω συμμετοχής σε εκλογές για την ανάδειξη Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η προϋπόθεση αυτή απαιτείται να συνέτρεχε κατά την περίοδο που έληξε. γ) Τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων, που έχουν καταρτίσει πλήρεις συνδυασμούς τουλάχιστον στο εβδομήντα τοις εκατό των εκλογικών περιφερειών της χώρας και έχουν συγκεντρώσει αριθμό ψήφων τουλάχιστον ίσο με το ένα, κόμμα, πέντε τοις εκατό του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων όλης της επικράτειας στις γενικές βουλευτικές εκλογές στις οποίες αφορά η χρηματοδότηση. Για τη χρηματοδότηση λόγω συμμετοχής σε εκλογές για την ανάδειξη των Ελλήνων αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαιτείται το κόμμα ή ο συνασπισμός να έχει συγκεντρώσει αριθμό ψήφων ίσο με το ένα, κόμμα, πέντε τοις εκατό του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων όλης της επικράτειας στις εκλογές αυτές. Η κατανομή της χρηματοδότησης γίνεται κατά τρόπο που επίσης ορίζεται λεπτομερώς από το νόμο – στο άρθρο 3 του νόμου - και αφορά, αφενός, την τακτική χρηματοδότηση, και αφετέρου, την εκλογική χρηματοδότηση. Πρόσθετα, ο νόμος ορίζει στο άρθρο 4 ότι τα πολιτικά κόμματα και οι συνασπισμοί κομμάτων που λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση, δικαιούνται να λαμβάνουν από το κράτος και οικονομική ενίσχυση για τις δαπάνες σύστασης και λειτουργίας κέντρων ερευνών και μελετών όπως και για τη διοργάνωση προγραμμάτων επιμόρφωσης των στελεχών τους. Η οικονομική αυτή ενίσχυση ανέρχεται σε συνολικό ποσόν ίσο με το μηδέν, κόμμα, ένα τοις χιλίοις των τακτικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Η κατανομή της

οικονομικής αυτής ενίσχυσης ρυθμίζεται και αυτή λεπτομερώς σύμφωνα με τα ορισθέντα περί κατανομής στο άρθρο 3 παράγραφος 129. Μεγάλης σημασίας είναι και η παράγραφος 1 του άρθρου 5 στην οποία δίνεται ο ορισμός των εσόδων των πολιτικών κομμάτων. Έτσι, έσοδα των πολιτικών κομμάτων και των συνασπισμών θεωρούνται τα ποσά που συγκεντρώνουν τα κόμματα από την κρατική χρηματοδότηση και κάθε άλλη πηγή και ιδίως από τακτικές και έκτακτες εισφορές μελών, βουλευτών και φίλων, οικονομικές εξορμήσεις, δωρεές, δάνεια, μερίσματα, τόκους, την εκμετάλλευση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας τους ή οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Ο νομοθέτης θέτει εδώ τις βασικές ψηφίδες για την οργάνωση και της μη κρατικής χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων. Η αρχή της διαφάνειας στην οικονομική τους διαχείριση επιβάλλει τη ρύθμιση στο νόμο και της χρηματοδότησης αυτής της μορφής. Αντίθετα, με την κρατική χρηματοδότηση που είναι, σε γενικές γραμμές, γνωστή, η ιδιωτική διαφοροποιείται από κόμμα με βάση κυρίως τις πιθανότητές του να καταλάβει την εξουσία. Οι κανόνες που θεσπίζονται με τις διατάξεις αυτές, έχουν ως στόχο να εντοπίζονται με ασφάλεια οι πηγές και να καταγράφονται επακριβώς οι ιδιωτικές εισροές στα ταμεία των πολιτικών κομμάτων. Από τον ορισμό της παραγράφου 1 του άρθρου 5, λοιπόν προκύπτει η διάκριση των οικονομικών πόρων των κομμάτων σε τακτικούς και 30 έκτακτους . 29

Βλ. Βλ. ΜΑΥΡΙΑΣ Κ., Συνταγματικό Δίκαιο, Αντ.Ν. Σάκκουλας, 2005,σελ. 402 30

Βλ. ΞΗΡΟΣ ΑΘ., Τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων στα καταστατικά τους, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1995, σελ. 29-38, όπου γίνεται εκτενής αναφορά στη διάκριση των οικονομικών πόρων σε τακτικούς και έκτακτους


Οι κύριες πηγές των τακτικών οικονομικών πόρων , που συνιστούν και τη σημαντικότερη κατηγορία εισροών στα ταμεία των κομμάτων, είναι το κράτος, οι βουλευτές και τα μέλη του, καθώς και οι ποικίλες κομματικές δραστηριότητες. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η κρατική χρηματοδότηση ρυθμίζεται στα άρθρα 1-4 του Νόμου 3023/2002. Ωστόσο, σημαντική είναι και η συμβολή των μελών του κόμματος στα οικονομικά του, αφού η κτήση και η διατήρηση της κομματικής ταυτότητας απαιτούν την καταβολή των αντίστοιχων εισφορών ή συνδρομών, το ύψος των οποίων καθορίζεται με απόφαση των κεντρικών οργάνων διαχείρισης και κλιμακώνεται, συνήθως, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των κομμάτων. Επιπλέον, οι βουλευτές του Εθνικού και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι υποχρεωμένοι να διαθέτουν ένα σχετικά υψηλό ποσοστό της μηνιαίας αποζημίωσής τους για τις ανάγκες του κόμματος στις τάξεις του οποίου ανήκουν και με τη σημαία του οποίου εξελέγησαν. Τέλος, τα κόμματα στις σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες αναπτύσσουν συχνά δραστηριότητες, οι οποίες τους αποφέρουν έσοδα, όπως επιχειρηματικές πρωτοβουλίες στο χώρα του τύπου με τη μορφή της κυκλοφορίας εφημερίδων και περιοδικών, της ίδρυσης εκδοτικών μονάδων και της λειτουργίας βιβλιοπωλείων. Συναφής είναι και η συμμετοχή τους σε ραδιοφωνικούς σταθμούς. Αλλά και τα έσοδα που προέρχονται από την εκμετάλλευση – με τη μορφή της εκμίσθωσης- της κινητής και ακίνητης περιουσίας των κομμάτων συγκαταλέγονται στους τακτικούς οικονομικούς πόρους τους. Αφετέρου, οι έκτακτοι πόροι προορίζονται για την κάλυψη απρόβλεπτων αναγκών – κυρίως τις δαπάνες επικείμενης εκλογικής

αναμέτρησης- και πηγές τους είναι πάλι το κράτος, οι βουλευτές, τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος και οι ποικίλες κομματικές δραστηριότητες. Η κρατική εκλογική (έκτακτη) χρηματοδότηση ρυθμίζεται και αυτή, όπως ελέχθη προηγουμένως, στα άρθρα 1-4 του Νόμου 3023/2002. Αξιοσημείωτο είναι πως μεγάλο μέρος των εκτάκτων – συνήθως εκλογικών – δαπανών καλύπτεται με τη σύναψη δανείων από ελληνικές ή και ξένες τράπεζες, το ύψος των οποίων δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο. Τα μέλη ενδέχεται, επιπλέον, να κληθούν να καταβάλουν – πέραν των τακτικών και έκτακτες εισφορές είτε μεμονωμένα είτε στο πλαίσιο οργανωμένης οικονομικής εξόρμησης. Αντίστοιχες υποχρεώσεις αναλαμβάνουν επίσης και οι βουλευτές. Σημαντική είναι και η συμβολή των φίλων του κόμματος για την αντιμετώπιση έκτακτων, ιδίως εκλογικών, δαπανών, η διάθεση των οποίων γίνεται είτε σε τοπικό είτε σε κεντρικό επίπεδο κόμματος. Οι ενισχύσεις των φίλων δεν είναι όμως αποκλειστικά σε χρήμα, αλλά μπορεί να διαθέσουν και περιουσιακά στοιχεία τους στοιχεία, μετά θάνατον, ως δωρεά ή κληρονομία. Στην κατηγορία των εκτάκτων πόρων ανήκουν και τα ποσά που συγκεντρώνονται από την πώληση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας του κόμματος. Από την διάκριση των πόρων των πολιτικών κομμάτων σε τακτικούς και έκτακτους μπορεί να συναχθεί και η διάκριση της οικονομικής ενίσχυσης των κομμάτων σε άμεση και έμμεση31. Ειδικότερα, άμεση οικονομική ενίσχυση είναι η χρηματική καταβολή μέρους των συνολικών δαπανών των δραστηριοτήτων των κομμάτων ή η καταβολή μέρους των δαπανών ενός ή περισσοτέρων ειδικών τομέων 31

ΔΡΟΣΟΣ Γ., Προϋποθέσεις και ζητήματα κρατικής οικονομικής ενίσχυσης των πολιτικών κομμάτων, ΤοΣ 2 (1976), σελ. 651-652


δραστηριοτήτων των κομμάτων. Και έμμεση οικονομική ενίσχυση είναι η διευκόλυνση με διάφορους τρόπους των κομμάτων να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους χωρίς απαραίτητα την χρηματική καταβολή στα ταμεία τους, όπως η παροχή δυνατοτήτων στα κόμματα να χρησιμοποιούν για τους σκοπούς τους με μειωμένο κόστος δημόσιες εγκαταστάσεις (κτίρια, χώρους κλπ.) ή δημόσιες παροχές (τηλεπικοινωνίες, ταχυδρομείο, ραδιοφωνία, τηλεόραση κλπ.) και φορολογικές απαλλαγές. Στη συνέχεια, το άρθρο 7 του Νόμου 3023/2002 ορίζει πως η χρηματοδότηση των κομμάτων και κάθε είδους παροχή προς τα κόμματα, τους Βουλευτές και τους υποψηφίους Βουλευτές απαγορεύεται στους ακόλουθους φορείς: α) Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια, β) Οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης κάθε βαθμού, γ) Νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και δ) φυσικά πρόσωπα τα οποία είναι ιδιοκτήτες ή εκδότες ημερήσιων ή περιοδικών εντύπων πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας ή είναι ιδιοκτήτες ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών σταθμών. Παράλληλα, στο άρθρο 8 του νόμου ορίζονται λοιπές απαγορεύσεις και περιορισμοί ως προς τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων32. Πιο συγκεκριμένα, η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατά το ίδιο έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ, τις τρεις δε χιλιάδες ευρώ για τους υποψηφίους Βουλευτές κατά τη διάρκεια της εκλογικής περιόδου. Λεπτομερώς ρυθμίζεται επίσης το ανώτατο όριο των εκλογικών δαπανών των κομμάτων και των υποψηφίων 32

Βλ. ΜΑΥΡΙΑΣ Κ., Συνταγματικό Δίκαιο, Αντ.Ν. Σάκκουλας, 2005, σελ. 403

βουλευτών (άρθρα 13 και 14 του νόμου). Τέλος, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο Νόμος 3023/2002 δίνει βαρύνουσα σημασία στη δημοσιότητα των οικονομικών των κομμάτων, ως προϋπόθεση ουσιαστικής πολυφωνίας , προβλέπει αρμόδια όργανα, τήρηση βιβλίου εσόδων και εξόδων, έκδοση αποδείξεων είσπραξης για τα ποσά που καταβάλλονται ως ενίσχυση στα κόμματα, δημοσίευση ισολογισμού, δημοσιότητα των εκλογικών δαπανών και των κομμάτων που δεν λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση, υποχρέωση τήρησης κατάστασης εκλογικών εσόδων και δαπανών από τους υποψήφιους Βουλευτές, έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων και των υποψηφίων Βουλευτών και διοικητικές κυρώσεις (πρόστιμα) σε βάρος πολιτικών κομμάτων και υποψηφίων Βουλευτών33.

Συμπεράσματα - Καταληκτικές διαπιστώσεις Κατά το δικό μας σύστημα αντιπροσωπευτικής και κοινοβουλευτικής δημοκρατίας το κόμμα δεν επιτελεί μόνο de facto αλλά και de jure λειτουργική, υπό το Σύνταγμα εκούσια, αποστολή34. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, αναγκαία προϋπόθεση για να επιτελέσουν την αποστολή αυτή τα κόμματα είναι, αφενός, ένα ελάχιστο όριο οικονομικής ευχέρειας του κόμματος, αφετέρου, η ελεύθερη δράση τους. Ωστόσο, η χρηματοδότηση, η δημοσιότητα και ο έλεγχος της διαχείρισης εμπίπτουν στη ρυθμιστική αρμοδιότητα του κοινού νομοθέτη. Η εξουσία του κοινού 33

Βλ. ΜΑΥΡΙΑΣ Κ., Συνταγματικό Δίκαιο, Αντ.Ν. Σάκκουλας, 2005, σελ. 403-404 34 Βλ. ΤΣΑΤΣΟΣ Δ., Σύνταγμα και Χρηματοδότησις των πολιτικών κομμάτων, Τιμητικός Τόμος υπέρ Ηλ. Κυριακόπουλου, Τόμος Α’, Θεσσαλονίκη 1966-1969, σελ. 407


νομοθέτη για τη ρύθμιση αυτού του θέματος περιορίζεται, όμως, σε εκείνα τα όρια τα οποία προκύπτουν από τη διττή ιδιότητα των πολιτικών κομμάτων, αφενός μεν, ως εκφάνσεων της κοινωνικής αυτονομίας, αφετέρου δε, ως λειτουργικών του συνταγματικού μας συστήματος παραγόντων. Τόσο η κρατική χρηματοδότηση όσο και οι περιορισμοί, η δημοσιότητα και ο κρατικός έλεγχος έχουν τα όριά τους εκεί όπου σταματά να υπάρχει η αναγκαιότητα της ρυθμιστικής επέμβασης του νομοθέτη για την εκπλήρωση της λειτουργικής αποστολής των πολιτικών κομμάτων. Κάθε μέτρο το οποίο δεν εξυπηρετεί τον σκοπό αυτό, αποτελεί συνταγματικά ανεπίτρεπτη παράβαση του χώρου της κοινωνικής αυτονομίας. Ας σημειωθεί, ακόμα, πως η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων ευνοεί κατά κύριο λόγο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, εφόσον το κυβερνών κόμμα για αντικειμενικούς λόγους, έχει έσοδα που προέρχονται από το σύνολο των πόρων που διατίθενται για την κυβερνητική δραστηριότητα. Η ενίσχυση του θεσμού της αντιπολίτευσης, που συμβάλλει στη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος, νοείται ως ενίσχυση του θεσμικού χαρακτήρα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης. Όμως, η έλλειψη δημοκρατικής εσωτερικής οργάνωσης οδηγεί στο άτοπο, με τη χρηματοδότηση, να ενισχύει το Σύνταγμα όχι το θεσμό της αντιπολίτευσης, αλλά συγκεκριμένα πρόσωπα35. Η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων για την εκπλήρωση της λειτουργικής τους αποστολής σχετίζεται άμεσα με τη δομή και την οργάνωση του εσωκομματικού χώρου. Η εισαγωγή του θεσμού της 35

Βλ. ΦΟΥΝΤΕΔΑΚΗ Π., Ενδοκομματική Δημοκρατία και Σύνταγμα, Αντ.Ν.Σάκκουλας, 1987, σελ. 304-305

οικονομικής ενίσχυσης των κομμάτων από το κράτος καθώς και της δημοσιότητας των εσόδων και των εξόδων τους προϋποθέτουν την ουσιαστική συμμετοχή των μελών στο σχηματισμό της εσωκομματικής βούλησης και τη διαφάνεια των διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων. Και οι δύο αυτές προϋποθέσεις της κρατικής χρηματοδότησης εξασφαλίζονται μόνο με τη δημοκρατική οργάνωση του κόμματος36. Επιπρόσθετα, τα πολιτικά κόμματα δεν δραστηριοποιούνται μόνο στην πολιτεία και την κοινωνία. Ως ζωντανοί οργανισμοί αναπτύσσονται στο εσωτερικό τους. Εκεί λαμβάνουν χώρα οι βασικές οικονομικές τους λειτουργίες και επομένως διαμορφώνονται επίσης οι συνθήκες και οι όροι για την εμφάνιση και, στη συνέχεια, την επικράτηση όσων παθογενειών γινόμαστε σήμερα μάρτυρες. Πρόκειται για μία περιοχή της κομματικής ζωής, η οποία – παρόλη την προφανή σημασία της – δεν έχει συγκεντρώσει ακόμα την προσοχή της επιστήμης37. Καταληκτικά, στο σκιερό τοπίο της σύγχρονης ελληνικής πολιτείας η χρηματοδότηση και γενικότερα τα οικονομικά των κομμάτων αποτελούν βασικό στοιχείο του πολιτικού και, τελευταία, του επιστημονικού διαλόγου. Ο εκσυγχρονισμός των θεσμών, τριάντα εφτά χρόνια38 από τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος της Γ΄ 36

Βλ. ΦΟΥΝΤΕΔΑΚΗ Π., Ενδοκομματική Δημοκρατία και Σύνταγμα, Αντ.Ν.Σάκκουλας, 1987, σελ. 305 37 Βλ. ΞΗΡΟΣ ΑΘ., ΤΑ οικονομικά των πολιτικών κομμάτων στα καταστατικά τους, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1995, σελ. 70 38

Βλ. ΞΗΡΟΣ ΑΘ., ΤΑ οικονομικά των πολιτικών κομμάτων στα καταστατικά τους, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1995, σελ, 73, όπου ωστόσο το εν λόγω χωρίο κάνει λόγο για είκοσι περίπου χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, καθώς είναι γραμμένο το 1995. Παρόλα αυτά, η παράθεση του κρίθηκε σκόπιμη, προκειμένου να δειχθεί πως 17 επιπλέον χρόνια μετά, οι καταστάσεις και τα γεγονότα που περιγράφει το χωρίο αυτό παραμένουν αναλλοίωτες παρά τις όποιες νομοθετικές και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις έχουν κατά στο μεταξύ διάστημα συντελεστεί. Συνεπώς, τα λόγια αυτά έχουν μια διαχρονική αξία .


Ελληνικής Δημοκρατίας, περνά αναπόφευκτα από την περιοχή του κομματικού γίγνεσθαι. Η ριζική αναθεώρηση του ισχύοντος δικαίου προϋποθέτει την, από κοινού και συντονισμένη, ανάληψη της σχετικής πρωτοβουλίας εκ μέρους του νομοθέτη, της επιστήμης και των κομματικών μηχανισμών. Μόνο υπό τους όρους αυτούς θα διασφαλιστεί η επιτυχής έκβαση του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος που θα εμφυσήσει στο κουρασμένο σώμα του κομματικού μας συστήματος ζωογόνα πνοή.

Περί της Διεθνούς Συμβάσεως ACTA


Μαρία Γ.Τσούβαλη Γενική Γραμματέας της ELSA-Greece

Ήδη από την απαρχή του διανύοντος έτους , άρχισε να συζητείται από νομικούς αλλά και κοινωνικά ευρύτερους κύκλους , η προσχώρηση της χώρας μας στην όχι και τόσο ευρέως διαδεδομένη και γνωστή για το περιεχόμενο και τις συνιστώσες που η ίδια περιλαμβάνει , διεθνή σύμβαση ΑCTA. Είκοσι δύο κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως , υπέγραψαν μόλις στις 26 Ιανουαρίου του 2012, τη διεθνή αυτή σύμβαση, στο Τόκυο της Ιαπωνίας. Ανάμεσα σ αυτά τα κράτη υπήρξε και η Ελλάδα. Σε τί συνίσταται όμως η εν λόγω διεθνής Σύμβαση και ποιό το περιεχόμενό της ; Το εν λόγω νομοσχέδιο ήλθε ξανά στην επιφάνεια μετά την πρώτη του συζήτηση το 2005 , και μόλις τον Οκτώβριο του 2011 υπογράφηκε από τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, τη Νότιο Κορέα, την Αυστραλία , το Μαρόκο, τη Σιγκαπούρη , τη Νέα Ζηλανδία και τον Ιανουάριο του 2012 από όλες σχεδόν τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες , εξαιρουμένων των: Γερμανία, Ολλανδία, Κύπρος, Εσθονία και Σλοβακία, φοβούμενες προφανώς τις αντιδράσεις των πολιτών τους. Συγκεκριμένα η ΑCTA (AntiCounterfeiting Trade Agreement) αποτελεί μια συμφωνία που ως στόχο θέτει τη θέσπιση κανόνων για τη προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Πρακτικά ο νόμος αυτός λειτουργεί κατασταλτικά σε μεγάλο αριθμό ανθρώπινων ενεργειών και πονημάτων που ελευθέρα εκτίθενται στο χώρο του διαδικτύου και όχι μόνο, δημιουργώντας παράλληλα ένα διεθνές πλαίσιο παγκόσμιας προστασίας και εφαρμογής νομοθεσίας επάνω σε ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας –από τα μουσικά πνευματικά δικαιώματα, μέχρι και τα γενόσημα φάρμακαπροσδιορίζοντας έτσι κοινούς κανόνες

ποινικής καταστολής, εφόσον πρακτικά η ίδια αποτελεί Διεθνή Εμπορική Συμφωνία εναντίων της Πλαστογραφίας. Ποιοί είναι όμως οι υποστηρικτές και ποιοί οι πολέμιοι της ACTA; Υποστηρικτές της, ως φυσικό επακόλουθο της εξελικτικής διαδικασίας που ακολουθήθηκε έως ότου αυτή υπογραφεί, υπήρξαν οι ίδιοι που πρότειναν την υπογραφή αυτής ήδη από το 2005. Η ACTA ως ιδέα προέκυψε από τη Σύνοδο Κορυφής των G8, όταν η Ιαπωνία πρότεινε τη δημιουργία ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου για την καταπολέμηση των πειρατικών προϊόντων και απομιμήσεων. Η επίσημη έναρξη υλοποίησης της ιδέας ανακοινώθηκε δυο χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του 2007. Σήμερα η ACTA υποστηρίζεται από πληθώρα εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων φαρμακευτικών και δισκογραφικών εταιρειών καθώς και κινηματογραφικών στούντιο. Μερικές από τις ποιό γνωστές είναι : η GlaxoSmithKline,Pfizer,SanofiAventis,Monsanto Company,Time Warner,Sony,Verizon, Walt Disney,η News Corporation και η Viacom. Ένα τέτοιο μείζον ζήτημα και μία τέτοιου είδους αμφιλεγόμενη θα λέγαμε σήμερα διεθνής σύμβαση, δεν παύει να έχει και αντίλογο. Υποστηρικτές του αντιλόγου της ACTA και ένθερμοι πολέμιοι αυτής, αποτελούν ακτιβιστές από όλα τα μέρη του κόσμου, αρχής γενομένης από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Οι ίδιοι υποστηρίζουν πως η νομοθεσία επισπεύσθηκε μέσω του νομικού κατεστημένου, μεταμφιεσμένη σε εμπορική συμφωνία, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται για νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας με εμφανή τα σημάδια της όλο και πιο έντονης ανάγκης για απαλλαγή από την ανωνυμία του


διαδικτύου και των όλο και επαναλαμβανόμενων απομιμήσεων προϊόντων αλλά και πνευματικών υπηρεσιών, σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης έκφανσης. Υποστηρίζεται επίσης ότι η ΑCTA εμπεριέχει ιδιαίτερα ασαφείς όρους όσον αφορά την οριοθέτηση της πλαστογραφίας και της πειρατείας ποινικοποιώντας την καταπάτηση πνευματικών δικαιωμάτων, όταν ήδη υφίστανται αστικές κυρώσεις για αυτό. Ο πλέον όμως ηχηρός αντίλαλος από Ευρωπαϊκής πλευράς απέναντι στην ΑCTA, υπήρξε από την Ευρωπαϊκή ομάδα υπεράσπισης La Quadrature du Net, η οποία παροτρύνει όλους εμάς ως σύνολο Ευρωπαίων πολιτών να ασκήσουμε πίεση έτσι ώστε να μην επικυρωθεί τελειωτικά η ACTA ως διεθνής σύμβαση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τον επερχόμενο Ιούνιο ως έχει ήδη προγραμματιστεί-. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται ότι η υπογραφή της ΑCTA αποτελεί καταστρατήγηση της δημοκρατίας για την επικράτηση πολιτικών που βλάπτουν την ελευθερία της επικοινωνίας και της καινοτομίας τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα μάλιστα με τον αντιπρόσωπο της La Quadrature du Net, κ.Ζερεμί Ζίμερμαν οι ελπιδοφόρες διαμαρτυρίες των Πολωνών πολιτών και άλλων πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι είναι δικαιολογημένα ανήσυχοι σχετικά με τις επιπτώσεις της ACTA στην ελευθερία της έκφρασης, την πρόσβαση στα φάρμακα όσο και την απαράμιλλη πρόσβαση στον πολιτισμό και την γνώση, μπορούν και πρέπει να απαιτήσουν τη δημοκρατία ενάντια στην κακή επιρροή των εταιρικών συμφερόντων, που ως μόνο στόχο φαίνεται να έχουν το σχηματισμό ενιαίων διεθνών νομοθετημάτων. Τέλος, τονίζει, πως

χρέος των πολιτών για καθεμία από τις ψηφοφορίες που θα διεξαχθούν το καλοκαίρι πριν από την τελική ψηφοφορία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι τουλάχιστον, αυτοί να έλθουν σε επαφή με τους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους. Συνεπώς γίνεται εναργώς κατανοητό πως η ACTA θα πρέπει πρωτίστως να περάσει -πριν τελειωτικά εφαρμοστεί – από τον έλεγχο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Πρότερο όμως στάδιο της ψήφισης αποτελεί και ο έλεγχος της αναφοράς, o οποίος γίνεται από τη Διεθνή Εμπορική Επιτροπή, γνωστή ως Inta με σκοπό τη γνωμοδότηση επί του θέματος που άπτεται των αρμοδιοτήτων της. Η τελική αναφορά συντάσσεται από μικρότερες αρμόδιες επιτροπές όπως είναι η Επιτροπή για Νομικές Υποθέσεις (Juri), για την ανάπτυξη (Deve), τις Πολιτικές Ελευθερίες (Libe) και τη βιομηχανία (Ιtre). Η καθεμία από τις εν λόγω επιτροπές θα ψηφίσουν για το κατά πόσο υποστηρίζουν τη συμφωνία προτού στείλουν τις αποφάσεις τους στο Inta και την τελική τους αναφορά. Συγκεφαλαιωτικά διακρίνει κανείς με αδρές γραμμές, πως πέρα από κάθε κριτική αποτίμηση της διεθνούς αυτής συμβάσεως είναι αδιαμφισβήτητα η πλέον αμφιλεγόμενη διεθνής σύμβαση για την οποία έχει γίνει προσπάθεια να τεθεί σε ισχύ, τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια, στη διεθνή νομική και πολιτική σκηνή. Είναι πραγματικά άξιο απορίας και αντικείμενο ποικίλης έρευνας το προς τα που θα στραφεί η ζυγαριά της δικαιοσύνης. Τελικά η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και ως αδιάσπαστο μέλος αυτής και η χώρα μας θα νομιμοποιήσει οριστικά την ACTA ή θα την απορρίψει ως ένα άσχημο κακέκτυπο μιας όλο και περισσότερο αντιδημοκρατικής κοινωνικής πολιτικής;


Η αποκλειστική οικονομική ζώνη, η υφαλοκριπήδα, το Δίκαιο της Θάλασσας και η Ελλάδα Μιχάλης Ρίσβας, Δικηγόρος Αθηνών, υπ.διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης

Εισαγωγή Το Διεθνές Δίκαιο και η ερμηνεία του κατελάμβαναν πάντοτε σημαντική θέση στον Ελληνικό δημόσιο διάλογο, κυρίως δε στο βαθμό που συνδεόταν άρρηκτα με τα λεγόμενα ‘Εθνικά θέματα’. Συχνά προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, ζητήματα όπως η νομιμότητα χρήσης βίας, η νομική φύση των Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και η αναγνώριση κρατών και κυβερνήσεων, που σχετίζονται με το Κυπριακό Πρόβλημα. Πρόσφατα ήρθε στο προσκήνιο η ετεροδικία κρατών για εγκλήματα πολέμου, στο πλαίσιο της συζήτησης για τις περίφημες Γερμανικές Αποζημιώσεις,39 καθώς και το Δίκαιο των Διεθνών Οργανισμών και των Αντιμέτρων με αφορμή τη μη ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ το 2008.40 Συχνότερα και εντονότερα, όμως, από κάθε άλλο θέμα Διεθνούς Δικαίου, το Δίκαιο της Θάλασσας γίνεται αντικείμενο δημόσιων πολιτικών και επιστημονικών 39

Βλ. την πρόσφατη απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης που αρνήθηκε να αναγνωρίσει εξαίρεση στον κανόνα της ετεροδικίας Κράτους για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας. Juridictional Immunities of the State case (Germany v Italy, Greece intervening), διαθέσιμη στη διεύθυνση http://www.icj-cij.org/. 40 Application of the Interim Accord of 13 September 1995 (the former Yugoslav Republic of Macedonia v. Greece), διαθέσιμη στη διεύθυνση http://www.icj-cij.org/.

συζητήσεων. Τελευταία εκείνο που σχεδόν έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης είναι η περίφημη Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), ιδίως σε συνάρτηση με την εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Αιγαίου και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αποκλειστικός στόχος της σύντομης ανάπτυξης που θα ακολουθήσει είναι να εξεταστεί ποιό είναι ακριβώς το νομικό πλαίσιο, οι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας που διέπουν την εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο Αιγαίου. Το παρόν άρθρο δεν παίρνει θέση ως προς την πολιτική, διπλωματική ή και οικονομική σκοπιμότητα κηρύξεως ΑΟΖ εκ μέρους της Ελλάδας. Η κήρυξη ή μη ΑΟΖ στο Αιγαίο είναι ζήτημα μείζον, εξαιρετικά ενδιαφέρον, αλλά και ιδιαιτέρως περίπλοκο, με ποικίλες προεκτάσεις. Δυστυχώς, δεν μπορεί να αναλυθεί στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου. Το ερώτημα στο οποίο φιλοδοξεί να απαντήσει το παρόν άρθρο είναι πολύ πιο συγκεκριμένο: είναι από νομικής απόψεως απαραίτητη η κήρυξη ΑΟΖ για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο Αιγαίο από την Ελλάδα; Η απάντηση όπως θα προκύψει στη συνέχεια είναι κατηγορηματικά αρνητική. 1. Το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας


Το Δίκαιο της Θάλασσας διαδραμάτισε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του Δημοσίου Διεθνές Δικαίου.41 Ο Hugo Grotius έθεσε ταυτόχρονα τα θεμέλια του τόσο του σύγχρονου Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, όσο και του Δικαίου της Θάλασσας. Συχνά η νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ) διαμόρφωσε θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου με αφορμή σχετικές με το Δίκαιο της Θάλασσας διαφορές. Επί παραδείγματι, η νομολογία αναφορικά με το εθιμικό δίκαιο και τον επίμονο αντιρρησία (persistent objector) προέκυψε στο πλαίσιο των διαφορών αναφορικά με δικαιώματα αλιείας42 ή την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας43. Σήμερα, το Δίκαιο της Θάλασσας βασίζεται στην Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982).44 Μέχρι σήμερα η Σύμβαση αριθμεί 162 συμβαλλόμενα μέρη (161 Κράτη και ένα Διεθνή Οργανισμό, την ΕΕ).45 Σε αυτά δεν 41

Για το Δίκαιο της Θάλασσας γενικά στην Ελληνική βιβλιογραφία βλ. Εμμανουήλ Ρούκουνας, Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Τόμος Β (Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή 2005), Στέλιος Περάκης (επ.), Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή 2005), Γρηγόρης Τσάλτας, Μαρία Κλάδη – Ευσταθοπούλου, Το Διεθνές Καθεστώς των Θαλασσών και των Ωκεανών, 2 Τόμοι (Εκδόσεις Σιδέρη 2003) και Κρατερός Ιωάννου, Αναστασία Στρατή, Δίκαιο της Θάλασσας (2η έκδοση, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή 2000), Στέλιος Περάκης (επ.) Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας (Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή 1996). 42 Βλ. Fisheries Case (UK v Norway) [1951] ICJ Rep 116. 43 Βλ. North Sea Continental Shelf (Federal Republic of Germany v Denmark, Federal Republic of Germany v the Netherlands) [1969] ICJ Rep 3. 44 United Nations Convention on the Law of the Sea (υπεγράφη 10 Δεκεμβρίου 1982, τέθηκε σε ισχύ 16 November 1994) 1833 UNTS 3. Κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Νόμο 2321/1995 (ΦΕΚ Α΄ 136/ 23 Ιουνίου 1995). 45 http://www.un.org/Depts/los/reference_files/chro nological_lists_of_ratifications.htm.

περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι ΗΠΑ, η Τουρκία και το Ισραήλ. Γίνεται δεκτό όμως ότι η Σύμβαση κωδικοποιεί και αντικατοπτρίζει, σχεδόν στην ολότητα της εθιμικό δίκαιο.46 Όπως προσφυώς έχει λεχθεί η Σύμβαση αποτελεί ‘το Σύνταγμα των Ωκεανών’.47 Ίσως το κυριότερο χαρακτηριστικό της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας είναι η αρχιτεκτονική του νομικού καθεστώτος που εγκαθιδρύει. Το σχετικό νομικό πλαίσιο βασίζεται στη διαίρεση της θάλασσας σε ζώνες όπου το παράκτιο κράτος αλλά και τα άλλα κράτη διαθέτουν συγκεκριμένες εξουσίες.48 Με άλλα λόγια σε κάθε θαλάσσια ζώνη από αυτές που ορίζει η Σύμβαση τα κράτη έχουν συγκεκριμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις.49 Έξι είναι οι κύριες θαλάσσιες ζώνες που προβλέπονται στη Σύμβαση50: (1) Η Αιγιαλίτιδα Ζώνη ή αλλιώς τα Χωρικά Ύδατα (territorial sea), (2) η Συνορεύουσα ζώνη (contiguous zone) (3) η Υφαλοκρηπίδα (continental shelf) (4) η ΑΟΖ 46

Για την παράλληλη και αυτοτελή (συν)ύπαρξη συμβατικού και εθιμικού κανόνα, Case concerning military and paramilitary activities in and against Nicaragua (Nicaragua v United States of America) (Merits) [1986] ICJ Rep 14. 47 Tommy T.B. Koh, Πρόερδος της Τρίτης Συνδιάσκεψης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (6, 11 Δεκεμβρίου 1982) http://www.un.org/Depts/los/convention_agreemen ts/texts/koh_english.pdf. 48 Βλ. γενικά Maria Gavouneli, Functional Jurisdiction in the Law of the Sea (Martinus Nijhoff, Leiden 2007). 49 Για μία κριτική θεώρηση της αρχιτεκτονικής των θαλασσίων ζωνών και των προβλημάτων που αυτή δημιουργεί βλ. Yoshifumi Tanaka, ‘Zonal and Integrated Management Approaches to Ocean Governance: Reflections on a Dual Approach in International Law of the Sea’ (2004) 19 The International Zournal of Marine and Coastal Law 483. 50 Άλλες θαλάσσιες ζώνες είναι τα εσωτερικά ύδατα και τα αρχιπελαγικά ύδατα που ρυθμίζονται στα άρθρα της Συμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Τα εσωτερικά ύδατα κείνται πίσω από τις γραμμές βάσεις προς τη μεριά της στεριάς και από νομικής απόψεως γενικά δε διαφοροποιούνται σε σχέση με το έδαφος του Κράτους.


(Exclusive Economic Zone - EEZ) και τέλος (5) η Ανοικτή θάλασσα (High Seas) και (6) ο Διεθνής βυθός (the Area). Στη συνέχεια θα εξεταστεί αναλυτικότερα το νομικό καθεστώς της Υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ στο Δίκαιο της Θάλασσας, με έμφαση στο νομικό πλαίσιο που διέπει την εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. 2. Η Υφαλοκρηπίδα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας Ο θεσμός της υφαλοκρηπίδας έλκει την καταγωγή του από τη Διακήρυξη του Προέδρου των ΗΠΑ, Harry Truman το 1945.51 Ήδη προβλέπεται και ρυθμίζεται στη Σύμβαση για την Ηπειρωτική Υφαλοκρηπίδα του 1958,52 τη μόνη από τις τέσσερις συμβάσεις του ΟΗΕ που υπεγράφησαν 1958 σχετικά με το Δίκαιο της Θάλασσας,53 η οποία κυρώθηκε από την Ελλάδα.54 Αποτελεί δε το αντικείμενο της περίφημης

απόφαση του ΔΔΧ για τη υφαλοκρηπίδα της Βόρειας Θάλασσας, όπου τα παράκτια κράτη ζήτησαν από το Δικαστήριο να τους προσδιορίσει τους κανόνες και της αρχές οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Η σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982 ρυθμίζει λεπτομερώς τα της υφαλοκρηπίδας κυρίως στα άρθρα 7685. Για τις ανάγκες τις παρούσας ανάλυσης τέσσερα κύρια σημεία αναφορικά με το καθεστώς της υφαλοκρηπίδας θα τονιστούν: (α) η έκταση της, (β) η υφαλοκρηπίδα των νησιών, (γ) η νομική φύση των δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους επί της υφαλοκρηπίδας και (δ) τα δικαιώματα που δίδει η υφαλοκρηπίδα στο παράκτιο κράτος για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. (α) Η έκταση της υφαλοκρηπίδας Το άρθρο 76 της Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας δίδει τον ορισμό της υφαλοκρηπίδας. Κατά το άρθρο 76, παράγραφο 1, Η υφαλοκρηπίδα ενός παράκτιου κράτους αποτελείται από το θαλάσσιο βυθό και το υπέδαφός του που εκτείνεται πέρα της χωρικής του θάλασσας καθ’ όλη την έκταση της φυσικής προέκτασης του χερσαίου του εδάφους μέχρι του εξωτερικού ορίου του υφαλοπλαισίου ή σε μία απόσταση 200 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσεις από τις οποίες μετράται το πλάτος της χωρικής θάλασσας όπου το εξωτερικό όριο του υφαλοπλαισίου δεν εκτείνεται μέχρι αυτή την απόσταση55

51

Danile P. O’ Connell, The International Law of the Sea, Τόμος ΙΙ (Clarendon Press, Oxford 1982) 470-472. 52 Convention on the Continental Shelf (υπεγράφη 29 Απριλίου 1958, τέθηκε σε ισχύ 10 Ιουνίου 1964), 559 UNTS 311. 53 Οι υπόλοιπες τρεις συμβάσεις αφορούσαν την Αιγιαλιτιδα και τη Συνορεύουσα Ζώνη, την Ανοικτή Θάλασσα, και την Αλιεία και τη Διατήρηση των Ζωντανών Οργανισμών στην Ανοιχτή Θάλασσα, Convention on the Territorial Sea and the Contiguous Zone (υπέγράφη 29 Απριλίου 1958, τέθηκε σε ισχύ 10 Σεπτεμβρίου 1964) 516 UNTS 205, Convention on the High Seas (υπεγράφη 29 Απριλίου, τέθηκε σε ισχύ 30 Σεπτεμβρίου 1962) 450 UNTS 11, Convention on Fishing and Conservation of the Living Resources of the High Seas (υπεγράφη 29 Απριλίου 1958, τέθηκε σε ισχύ 20 Μαρτίου 1966) 559 UNTS 285. 54 Νομοθετικό Διάταγμα 1182 του 1972, Convention on the Continental Shelf (υπεγράφη 29 Απριλίου 1958, τέθηκε σε ισχύ 10 Ιουνίου 1964) 499 UNTS 311.

Υπό το σύγχρονο Δίκαιο της Θάλασσας, όπως διαμορφώνεται από τη Σύμβαση του 1982, δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι η υφαλοκρηπίδα κάθε κράτους (άρα και της Ελλάδας) εκτείνεται μέχρι τα 200 ναυτικά μίλια 55

Άρθρο 76(1) ΣΔΘ.


από τις γραμμές βάσεις, είτε η γεωφυσική υφαλοκρηπίδα εκτείνεται σε μεγαλύτερη είτε μικρότερη 56 απόσταση. Με άλλα λόγια, σε κάθε περίπτωση το κριτήριο της έκτασης της υφαλοκρηπίδας είναι καθαρά νομικό έως τα 200 ναυτικά μίλια. 57 Και πέρα από τα 200 ναυτικά μίλια όμως είναι δυνατό να εκτείνεται η υφαλοκρηπίδα. Η Σύμβαση περιλαμβάνει ένα περίπλοκο πλέγμα διατάξεων, το οποίο όμως στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά και γενικότερα της Μεσογείου δεν έχει εφαρμογή και δε θα εξεταστεί στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου. Όταν, η απόσταση που χωρίζει τις ακτές δύο κρατών είναι μικρότερη από 200 ναυτικά μίλια, είναι φανερό ότι απαιτείται οριοθέτηση,58 γιατί και τα δύο παράκτια κράτη διαθέτουν υφαλοκρηπίδα. Το 1976 η Ελλάδα προσπάθησε ανεπιτυχώς να προσφύγει στο ΔΔΧ για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας με την Τουρκία. Ωστόσο, το ΔΔΧ έκρινε ότι εστερείτο δικαιοδοσίας για την επίλυση της διαφοράς.59 Το ΔΔΧ μπορεί να επιληφθεί μία διαφοράς μόνον ένα τα μέρη με κάποιο τρόπο εκδηλώσουν την συναίνεσή τους.60 Ως γνωστόν, μέχρι σήμερα δεν έχει καταστεί δυνατόν η Τουρκία να συναινέσει για την υπαγωγή της διαφοράς σχετικά με 56

Donald Rothwell, Tim Stephens, The International Law of the Sea (Hart, Oxford 2010) 110. 57 Emmanuel Roucounas, ‘Greece’ in Tullio Treves (επ.), The Law of the Sea, the European Union and its Member States (Martinus Nijhoff, The Hague 1997) 248. 58 Βλ. ενδεικτικά Shi Jiuyong, ‘Maritime Delimitation in the Jurisprudence of the International Court of Justice’ (2010) 9 Chinese Journal of International Law 271, 59 Βλ. Aegean Sea Continental Shelf [1978] ICJ Rep 3. Για την ελληνοτουρική διαφορά βλ. Χαριτίνη Δίπλα, Η ελληνοτουρκική διαφορά για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου : εναλλακτικές λύσεις και προτάσεις (ΕΛΙΑΜΕΠ, Αθήνα 1992). 60 Vaughan Lowe, International Law (OUP, Oxford 2007) 130.

την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας Ελλάδας – Τουρκίας στο Διεθνές Δικαστήριο. (β) Η υφαλοκρηπίδα των νησιών Στην περίπτωση του Αιγαίου, η ύπαρξη των πολυάριθμων ελληνικών νησιών καθιστά το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας των νησιών ιδιαίτερα κρίσιμο.61 Τόσο η Σύμβαση του 1958 για την υφαλοκρηπίδα, όσο και η Σύμβαση του 1982 προβλέπουν ρητά και κατηγορηματικά ότι όλα τα νησιά διαθέτουν υφαλοκρηπίδα.62 Η Σύμβαση του 1982 για την υφαλοκρηπίδα δεν περιελάμβανε κάποιο ορισμό των νησιών, η Σύμβαση του 1982. Γινόταν δεκτό επομένως ότι παρέπεμπε στον ορισμό που δινόταν στο άρθρο της Σύμβασης για τα Χωρικά Ύδατα και τη Συνορεύουσα Ζώνη. Αντιθέτως, η Σύμβαση του 1982 διακρίνει αφενός τα νησιά, αφετέρου τους βράχους, που δεν μπορούν να συντηρήσουν ζωή ή οικονομική δραστηριότητα. Μέ βάση το άρθρο 121(3), οι εν λόγω βράχοι δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδας. Η ρύθμιση του άρθρο 121(3) έχει χαρακτηριστεί ατυχής, ενώ ορισμένα κράτη όπως το Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και διακεκριμένοι διεθνολόγοι και ειδικοί του Δικαίου της Θάλασσας δεν θεωρούν ότι είχε εθιμικό χαρακτήρα 63. Χωρίς να πάρει θέση αν το ‘νησί των Ερπετών’ (Serpents’ island), το οποίο, καίτοι βρισκόταν γεωγραφικά πολύ 61

Βλ επίσης Κωνσταντίνος Π. Οικονομίδης, Το Νομικό Καθεστώς των Ελληνικών Νήσων του Αιγαίου, (Γνώση, Αθήνα 1989). 62 Άρθρο 1(b) της Σύμβασης του1958 και άρθρο 121 της Σύμβασης 1982. 63 Churchill, Lowe, οπ. π., σελ. 150-151, 164. Haritini Dipla, Le rιgime juridique des ξles dans le droit international de la mer (PUF, Παρίσι 1984) 48-49, 232. Barbara Kwiatkowska, Alfred H.A. Soons, ‘Entitlement to Maritime Areas of Rocks which cannot sustain human habitation or economic life of their own’ (1990) 21 Netherlands Yearbook of International Law 139.


κοντά στη Ρουμανία, ανήκε στην Ουκρανία, στην πρόσφατη απόφαση του το ΔΔΧ σχετικά με την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών μεταξύ της Ρουμανίας και της Ουκρανίας, φαίνεται ότι δεν έδωσε πλήρες αποτέλεσμα στην ύπαρξη του νησιού ως προς την υφαλοκρηπίδα.64 (γ) η νομική φύση των δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους επί της υφαλοκρηπίδας

επί της υφαλοκρηπίδας καθιστά περισσότερο από σαφές ότι σε αυτά περιλαμβάνονται και η εξερεύνηση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων αυτής, άρα και των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο θεσμός της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δίκαιο γεννήθηκε αρχής γενομένης από τη διακήρυξη του Προέδρου Truman για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου που βρίσκονται στην υφαλοκρηπίδα των ΗΠΑ.

Αξίζει επίσης να τονιστεί, ότι η υφαλοκρηπίδα, κατά το ΔΔΧ υπάρχει ipso fact και ab initio, χάριν της κυριαρχίας επί του χερσαίου εδάφους, και ως προέκταση αυτού στην άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων για το σκοπό της εξερεύνησης του βυθού και της εκμετάλλευσης των φυσικών του πόρων. Εν συντομία, εδώ υπάρχει ένα ενυπάρχον δικαίωμα.65

Αυτό προβλέπεται και ρητώς στο άρθρο 77, παράγραφος 3 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, που ορίζει ότι ‘τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην υφαλοκρηπίδα δεν εξαρτώνται από την πραγματική ή ιδεατή κατοχή ή από οποιαδήποτε ρητή διακήρυξη’.66 Μάλιστα, σύμφωνα με το άρθρο 77, παράγραφος 3 τα δικαιώματα επί της υφαλοκρηπίδας είναι αποκλειστικά, με την έννοια οτι αν το παράκτιο κράτος δεν προβαίνει στην εκμετάλλευση τους, τρίτα κράτη δεν έχουν δικαίωμα να τα εκμεταλλεύονται χωρίς τη ρητή συναίνεση του.67 (δ) Δικαιώματα για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων Το άρθρο 77 που διαλαμβάνει τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους 64

Maritime Delimitation in the Black Sea [2009] ICJ Rep 61.

3. Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας Η ΑΟΖ αποτελεί μία από τις σημαντικότερες καινοτομίες της Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας.68 Ρυθμίζεται κυρίως στα άρθρα 55-75 της Σύμβασης. Αποτελεί μία sui generis θαλάσσια ζώνη γιατί δεν εντάσσεται ούτε στα χωρικά ύδατα, αλλά ούτε και αποτελεί μέρος της Ανοικτής Θάλασσας.69 Σκοπός της σύντομης ανάλυσης που θα ακολουθήσει είναι, εστιάζοντας στα κύρια σημεία της προηγούμενης ανάλυσης (α) έκταση (β) καθεστώς των νησιών και (γ) δικαιώματα για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων των υδρογονανθράκων, να καταστεί σαφές ότι η κήρυξη ΑΟΖ δεν αποτελεί 65

‘exist ipso facto and ab initio, by virtue of its sovereignty over the land, and as an extension of it in an exercise of sovereign rights for the purpose of exploring the seabed and exploiting its natural resources. In short there is here an inherent right.’ North Sea Continental Shelf (Federal Republic of Germany v Denmark, Federal Republic of Germany v the Netherlands) [1969] ICJ Rep 3, 22. 66 Άρθρο 77(3) ΣΔΘ. 67 Άρθρο 77(3) ΣΔΘ. 68 Βλ. γενικά David Attard, The Exclusive Economic Zone in International Law (Clarendon Press, Oxford 1987). 69 Malcom Evans, ‘The Law of the Sea’ σε Malcom Evans (επ.) International Law (3η έκδοση, OUP, Οξφόρδη 2010) 674.


αναγκαία συνθήκη ούτε προσθέτει κάποιο νομικό δικαίωμα που η Ελλάδα στερείται βάσει της υφαλοκρηπίδας για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Αιγαίο. (α) η έκταση ΑΟΖ Η ΑΟΖ εκτείνεται έως τα 200 ναυτικά μίλια από τις γραμμές βάσεις.70 Επομένως, αν εξαιρέσει κανείς τις ρυθμίσεις της Σύμβασης του 1982 για την υφαλοκρηπίδα πέρα από τα 200 ναυτικά μίλια, που ούτως ή άλλως δεν ενδιαφέρουν την Ελλάδα, η έκταση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας συμπίπτουν. Αυτός είναι άλλωστε και ο δικαιολογητικός λόγος θέσπισης της υφαλοκρηπίδας, δηλαδή η ενοποίηση του νομικού καθεστώτος που διέπει την εκμετάλλευση των πόρων του βυθού που καλύπτονται από την υφαλοκρηπίδα, και των πόρων (ζώντων ή μη) των υπερκειμένων του βυθού υδάτων που δεν καλύπτονται από την υφαλοκρηπίδα. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι συχνά στη διεθνή πρακτική τα κράτη, προβαίνουν στην οριοθέτηση ενιαίου θαλάσσιου συνόρου (single maritime boundary) που περιλαμβάνει τόσο την ΑΟΖ όσο και την υφαλοκρηπίδα.71

(γ) η νομική φύση των δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους επί της ΑΟΖ Το 1985 και πριν καν η Σύμβαση τεθεί σε ισχύ, το ΔΔΧ έκρινε ότι η ΑΟΖ αποτελεί ήδη εθιμικό δίκαιο.72 Ωστόσο, σε αντίθεση με τα δικαιώματα επί της υφαλοκρηπίδας, τα δικαιώματα επί της ΑΟΖ δεν υπάρχουν αυτοδικαίως, ως σύμφυτα με την κυριαρχία του παράκτιου κράτους. Αντιθέτως για την άσκηση τους, απαιτείται πρώτα η κήρυξη της ΑΟΖ. Βεβαίως, αναφορικά με τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του υπεδάφους του βυθού που καταλαμβάνονται από το καθεστώς της υφαλοκρηπίδας, δεν απαιτείται κήρυξη. Η ίδια η Σύμβαση περί αυτών παραπέμπει στο άρθρο 56, παράγραφο 3, στις διατάξεις για την υφαλοκρηπίδα, και το σχετικό νομικό πλαίσιο έχει αναλυθεί προηγουμένως. (δ) εκμετάλλευση υδρογονανθράκων Η ΑΟΖ δίνει σύμφωνα το άρθρο 56, παράγραφος 1 της Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας, κυριαρχικά δικαιώματα που αποσκοπούν στην εξερεύνηση, εκμετάλλευση, διατήρηση, και διαχείριση των φυσικών πόρων, ζωντανών ή μη, των υπερκειμένων του βυθού της θάλασσας υδάτων του βυθού της θάλασσας και του υπεδάφους αυτού, ως επίσης και με άλλες δραστηριότητες για την εκμετάλλευση και εξερεύνηση της ζώνης, όπως η παραγωγή ενέργειας από τα ύδατα, τα ρεύματα και τους ανέμους73

(β) η ΑΟΖ των νησιών Το νομικό πλαίσιο που ρυθμίζει το καθεστώς των νησιών ως προς την ΑΟΖ είναι ταυτόσημο με αυτό της υφαλοκρηπίδας. Ρυθμίζεται δε από το ίδιο άρθρο, το άρθρο 121 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, το οποίο ορίζει ρητώς ότι όλα τα νησιά έχουν και ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, με την εξαίρεση των βράχων που δεν μπορούν να συντηρήσουν ζωή ή οικονομική δραστηριότητα.

Ωστόσο, με βάση την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου γίνεται παραπομπή στο Μέρος VΙ της Σύμβασης για την 71

Βλ. π.χ. Delimitation of the Maritime Boundary in the Gulf of Maine Area [1984] ICJ Rep 246 και Maritime Delimitation in the Black Sea [2009] ICJ Rep 61. 72

70

Άρθρο 57 ΣΔΘ.

73

Άρθρο 56(1) ΣΔΘ.


υφαλοκρηπίδα, καθώς προβλέπεται ότι ‘τα δικαιώματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο σχετικά με το βυθό της θάλασσας και το υπέδαφος του θα ασκούνται σύμφωνα με το Μέρος VI’.74 Είναι φανερό ότι από την ανάγνωση των σχετικών διατάξεων ότι υπάρχει κάποια επικάλυψη αναφορικά με την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, αφού δικαιώματα εκμετάλλευσης δίδονται και με βάση τις διατάξεις για την υφαλοκρηπίδα και με τις διατάξεις περί ΑΟΖ. Ποια η σχέση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας επομένως; 4. Η νομική σχέση μεταξύ υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ αναφορικά με την εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων Δεδομένης της σχετικής επικάλυψης των δύο νομικών καθεστώτων, δύο κύριες σχολές σκέψεις διαμορφώθηκαν σε θεωρητικό επίπεδο. H πρώτη τονίζει τον παράλληλο και αλληλένδετο χαρακτήρα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.75 Η δεύτερη τονίζει την αυτοτέλεια των δύο ζωνών. Όπως ξεκάθαρα αναφέρουν οι καθηγητές Churchill και Lowe στην κλασική πραγματεία τους για το Δίκαιο της Θάλασσας, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ συνιστούν δύο ξεχωριστές νομικές βάσεις για τα δικαιώματα των παράκτιων κρατών.76 Ωστόσο και οι δύο θεωρητικές απόψεις, στην περίπτωση της Ελλάδας στερούνται πρακτικού αποτελέσματος, δεδομένου ότι είναι αναμφισβήτο πως η νομική βάση της υφαλοκρηπίδας αρκεί για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου 74

΄Αρθρο 56(3) ΣΔΘ. Βλ. Barbara Kwiatkowska, The 200 Mile Exclusive Economic Zone in the Law of the Sea (Martinus Nijhoff, Dodrecht 1989) ιδίως 6-18. 76 Robin Churchill, Vaughan Lowe, The Law of the Sea (Manchester University Press, Manchester 1999) 145. 75

και φυσικού αερίου στο Αιγαίο και δεν απαιτείται η κήρυξη της ΑΟΖ. Το ΔΔΧ στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας Λιβύης/Μάλτας έκρινε ότι η υφαλοκρηπίδα δεν έχει απορροφηθεί από την ΑΟΖ.77 Άλλωστε, η ΑΟΖ προϋποθέτει την υφαλοκρηπίδα, όχι το αντίστροφο. Κατά τη διατύπωση του ΔΔΧ στην ίδια υπόθεση αν και μπορεί να υπάρξει υφαλοκρηπίδα χωρίς Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, δε μπορεί να υπάρξει Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη χωρίς υφαλοκρηπίδα.78

Παρ’ ημίν, ο Καθηγητής Χρήστος Ροζάκης, τόνισε και αυτός ότι ‘η υφαλοκρηπίδα είναι η νομική βάση πάνω στην οποία μπορεί κανείς να προχωρήσει σε εκμετάλλευση και εξερεύνηση των θαλάσσιων πόρων’,79 ενώ ο Καθηγητής Γρηγόρης Τσάλτας υπογράμμισε ότι για ‘το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, τότε η υφαλοκρηπίδα είναι υπεραρκετή, είναι αποπροσανατολιστική η συζήτηση για την ΑΟΖ’.80 Συμπεράσματα Η συζήτηση περί των ενδεχόμενων πλεονεκτημάτων νομικών και πολιτικών που θα έχει η κήρυξη ΑΟΖ εκ μέρους της Ελλάδας είναι κατακριτέα. Αντιθέτως, κατακριτέα 77

Case concerning the Continental Shelf (Libyan Arab Jamahiriya v Malta) [1985] ICJ Rep 13, 285286. 78 ‘Although there can be a continental shelf where there is no exclusive economic zone, there cannot be an exclusive economic zone without a corresponding continental shelf’, Case concerning the Continental Shelf (Libyan Arab Jamahiriya v Malta) [1985] ICJ Rep 13, 33. 79 Χρήστος Ροζάκης, Συνέντευξη στην εφημερίδα Καθημερινή (4 Δεκεμβρίου 2011) http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politi cs_2_04/12/2011_465036. 80 Γρηγόρης Τσάλτας, Συνέντευξη στην εφημερίδα Μακεδονία (8 Μαίου 2011) http://www.makthes.gr/news/politics/73279.


είναι η προβολή (ευθέως ή μη) της άποψης ότι η εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου που βρίσκεται στο υπέδαφος του Αιγαίου προϋποθέτει νομικά την κήρυξη της ΑΟΖ και δεν αρκεί η νομική βάση της υφαλοκρηπίδας είναι επιστημονικά αστήρικτη. Είναι αυτονόητο ότι η ορθή κατανόηση του νομικού πλαισίου είναι εκ των ων ουκ άνευ στοιχείο όχι μόνο για τη ουσιαστική διεξαγωγή ενός δημόσιου διαλόγου που δε θα στερείται νοήματος, αλλά για τη λήψη των όποιων πολιτικών αποφάσεων. Η παρερμηνεία των σχετικών κανόνων του Διεθνούς Δικαίου όχι μόνο δε συμβάλει στην ποιότητα της πολιτικής και επιστημονικής συζήτησης, αλλά ενδεχομένως βλάπτει και τη διπλωματική θέση της Ελλάδας. Δημιουργείται η λανθασμένη, ατυχής και ενδεχομένως επιβλαβής και επικίνδυνη εντύπωση ότι για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο Αιγαίο απαιτείται η κήρυξη της ΑΟΖ, ενώ αυτό μπορεί να γίνει με βάση την υφαλοκρηπίδα που δεν χρειάζεται να κηρυχθεί, αλλά κατά πάγια νομολογία του ΔΔΧ, ανήκει στο παράκτιο κράτος ipso fact και ab initio, δηλαδή αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται καμμία ενέργεια του τελευταίου, κήρυξη ή άλλη.

Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς επί της προσωρινής κράτησης


ανηλίκων δραστών81, ιδίως μετά τις τροποποιήσεις του νόμου 3064/2010 Μαρία Α. Αδάμ, Φοιτήτρια Νομικής Αθηνών Γιάννης Χ. Κούβακας Φοιτητής Νομικής αθηνών

Γενικά Αξιόλογο ενδιαφέρον εμφανίζει η εφαρμογή του θεσμού της προσωρινής κράτησης επί ανηλίκων προσώπων που φέρουν την ιδιότητα του κατηγορουμένου. Πρόκειται για εφήβους που βρίσκονται ανάμεσα στο ηλικιακό όριο των 15 με 18 ετών 82 συμπληρωμένων, αφού θεωρούνται (μερικώς) ικανοί προς καταλογισμό. Υπογραμμίζεται πως τα κακουργήματα που τελούνται από τους παραβατικούς αυτούς εφήβους έχουν πάντοτε πλημμεληματικό χαρακτήρα κατά πλάσμα δικαίου83. Οι δικονομικές –και όχι μόνον- συνέπειες της ποινικής αυτής δογματικής συνεπάγονται την αδυναμία επέκτασης της επιβληθείσας από το δικαστήριο ποινής σε περισσότερο από 15 έτη, για εξαιρετικές κακουργηματικές περιπτώσεις. Λόγω της πλημμεληματικής κατασκευής της ενοχής των ανηλίκων, η προσωρινή κράτηση θα ήταν αδύνατον να επιβληθεί επί εφήβων κατηγορουμένων, εάν δεν υπήρχε ρητή δικονομική πρόβλεψη, μιας και οι τελέσαντες κακουργηματικές πράξεις 81

Κουράκης Ν.Ε., Δίκαιο παραβατικών ανηλίκων, σελ. 309 επ., Πιτσελά Α., Η ποινική αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων, 2008, σελ. 338 επ., Δημόπουλος Χ./Κοσμάτος Κ., Δίκαιο ανηλίκων, 2010, σελ. 162 επ., Καρράς Α., Ποινικό δικονομικό δίκαιο, 2011, σελ. 562.

ανήλικοι θα πλημμεληματικά.

1. Ιστορική αναδρομή Αρχικά, ο θεσμός της «προφυλάκισης» (όπως ονομαζόταν η προσωρινή κράτηση πριν από το νόμο 1128/1981) δεν επιτρεπόταν να επιβληθεί επί εφήβων 84 κατηγορουμένων . Ο λόγος ήταν πως, επειδή η «προφυλάκιση» ήταν υποχρεωτική μόνον για τα κακουργήματα, η επιβολή του επαχθούς αυτού μέτρου δικονομικού καταναγκασμού σε ανηλίκους κατηγορουμένους ερχόταν σε αντίθεση με την, κατά πλάσμα δικαίου, πλημμεληματική αντιμετώπιση της ποινικής διαδικασίας των εφήβων κατηγορουμένων. Ο «ρηξικέλευθος» νόμος 1128/1981 συμπλήρωσε, με τη θέσπισή του, τα κενά της νομοθεσίας νομιμοποιώντας την προσωρινή κράτηση επί κακουργημάτων σε ανήλικα πρόσωπα. Για πρώτη φορά εισάγεται ο θεσμός της προσωρινής κράτησης επί ανηλίκων προσώπων με το άρθρο 10 §4 του νόμου 1941/199185 και επιτρέπεται η επιβολή του σε περιπτώσεις τέλεσης κακουργημάτων με απειλούμενη από το νόμο ποινή φυλάκισης άνω των 10 ετών και απαραίτητη προϋπόθεση τον κίνδυνο φυγής του ανηλίκου κατηγορουμένου ή αυτόν της τέλεσης νέων εγκλημάτων από εκείνον ή λόγω της ιδιαίτερης επικινδυνότητάς του. Μέχρι τη νομοθετική ρύθμιση του 1991, σε ισχύ βρισκόταν το άρθρο 2 του νόμου 3315/195586, το οποίο 84

82

Για την τελευταία επέκταση του ορίου ηλικίας των ποινικώς υπευθύνων ανηλίκων, βλ. Άρθρα 2 και 3 του ν. 3860/2010 (ΦΕΚ Α111/13.7.2010), καθώς και συνέχεια παρούσας μελέτης. 83 Βλ. Ανδρουλάκη Ν.Κ., Ποινικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, Ι, σελ. 484, Κοτσαλή Λ., Ποινικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, σελ. 448 επ.

δικάζονταν

Δέδες Χ., Ποινική Δικονομία, ε΄ έκδοση, 1978, σελ. 405 επ. 85 Καλαντζή Χ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, σελ. 340 επ. 86 Μέχρι το 1955, η «προφυλάκιση» ανηλίκων που δεν έχουν συμπληρώσει το 17ο έτος της ηλικίας τους θεωρείται ανεπίτρεπτη. Βλ. Ζαγκαρόλα Ι., Αι περιπτώσεις της προφυλακίσεως και της


προέβλεπε ότι «επί κατηγορουμένων εφήβων, κατά τας διατάξεις του ποινικού κώδικος, δύναται να διαταχθή προφυλάκισις, εάν η τελεσθείσα πράξις απειλήται εν τω νόμω δια καθείρξεως δέκα ετών και άνω, αδιαφόρως της διάρκειας των αντ' αυτής επιβαλλόμενων μέτρων». Ωστόσο, η εισαγόμενη ρύθμιση του νόμου 1941/1991 φάνηκε να έρχεται σε αντίθεση με την ειδικότερη διάταξη του άρθρου 2 του νόμου 3315/1955, αφού απαιτούσε η πράξη να είναι κακούργημα με κάθειρξη άνω των 10 ετών. Η ασάφεια αυτή προκάλεσε σύγχυση, όσον αφορά την εφαρμογή του δικονομικού μέτρου της προσωρινής κράτησης επί ανηλίκων κατηγορουμένων που τελούσαν κακουργήματα με πρόσκαιρη κάθειρξη ανάμεσα στα 5 με 20 έτη87. Ορθή, ωστόσο, κρίνεται η άποψη πως επιτρεπτή εθεωρείτο η προσωρινή κράτηση μόνον για κακουργήματα με ελάχιστο όριο φυλάκισης τα 10 έτη. Θα πρέπει, ακόμη, να θεωρηθεί πως στόχος του νομοθέτη υπήρξε η προστασία του ανηλίκου, κατά τις αρχές του προνοιακού προτύπου88. προσωρινής απολύσεως εις τον νέον Κώδικα, ΠοινΧρ, 1952, σελ. 337 επ. 87 Βλ. Μαργαρίτη Λ., Ποινικό δικονομικό δίκαιο ανηλίκων, 1994, σελ. 88 επ. 88 Κουράκης Ν.Ε., Δίκαιο παραβατικών ανηλίκων, σελ. 231-232, «Το προνοιακό σύστημα δεν ενδιαφέρεται τόσο για την παράνομη συμπεριφορά του ανηλίκου , όσο κυρίως για την ίδια την προσωπικότητα του ανηλίκου και τις δυνατότητες βελτίωσής της . Τα μέτρα μεταχείρισης επιβάλλονται λοιπόν στον ανήλικο όχι εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς του αλλά εξ’ αφορμής της (έτσι ρητά : §5.1 του γερμανικού νόμου περί δικαστηρίου ανηλίκων – Jugendgerichtsgesetz και κατά σύντμηση JGG ), έχουν δε ως στόχο την αναμόρφωση της προσωπικότητας του ανηλίκου και την ομαλή επανένταξή του στην κοινωνία . […] Για την επίτευξη αυτού του αναμορφωτικού στόχου , νομοθέτης και δικαστής δίνουν έμφαση στις κυρώσεις (μέτρα και ποινές ) διαπαιδαγώγησης και πρόνοιας , οι οποίες ελπίζεται ότι μπορούν να οδηγήσουν σε μια βελτίωση της προσωπικότητας του παραβάτη . Όλες οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται «για χάρη»

Επομένως, προσωρινή κράτηση δεν επιβάλλεται για κακουργήματα που απειλούν φυλάκιση μικρότερη των 10 ετών89. Αξίζει να αναφερθεί πως με το άρθρο 3 §13 του νόμου 2145/1993 προστέθηκε εδάφιο που είχε να κάνει με την επιβολή πρόσθετων υποχρεώσεων στον έφηβο παραβάτη σχετικών με την προσωπικότητα και τον τρόπο ζωής αυτού. Οι υποχρεώσεις αυτές μπορούσαν να επιβληθούν από τον ανακριτή ή τον ειδικό εισαγγελέα ανηλίκων. 2. Ο νόμος 3189/2003 Η παράγραφος 5 του άρθρου 282 του ΚΠΔ αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 §4 του νόμου 3189/2003 («Αναμόρφωση της ποινικής νομοθεσίας ανηλίκων και άλλες διατάξεις») ρυθμίζοντας εκ νέου το θεσμικό πλαίσιο επιβολής της προσωρινής κράτησης σε ανηλίκους παραβάτες. Σύμφωνα με την εισαγόμενη διατύπωση, κατά τη διάρκεια της προδικασίας και εφόσον ο ανήλικος έχει κλείσει το 13ο έτος της ηλικίας του και δεν έχει γνωστή διαμονή ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες που να διευκολύνουν τη φυγή του ή έχει κριθεί φυγόποινος ή φυγόδικος στο παρελθόν ή έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για συμμετοχή σε απόδραση κρατουμένου και κατηγορείται για πράξη με απειλούμενη ποινή φυλάκισης άνω των 10 ετών, επιτρέπεται εις βάρος αυτού η επιβολή προσωρινής κράτησης. Με τη νέα αυτή διατύπωση, ο νόμος 3189/2003 έλυσε το ερμηνευτικό πρόβλημα90 που είχε δημιουργηθεί με τη φράση «κάθειρξη του παραβάτη». 89 Μαργαρίτης, ό.π., σελ. 91. 90 Βλ. Ζαχαριάδη, Παρατηρήσεις στο Βουλ.ΣυμβΠλημΘεσ440/1994, Υπερ, 1995, σελ. 342.


άνω των 10 ετών». Επιπλέον, παρατηρείται εναρμόνιση91 ανάμεσα στην ποινική δικονομική μεταχείριση ενηλίκων και εφήβων κατηγορουμένων, αφού πλέον προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί στους ενήλικες με την τέλεση κακουργήματος, ενώ στους εφήβους με την τέλεση κακουργήματος φυλάκισης άνω των 10 ετών. Ο νομοθέτης, με το νόμο 3189/2003, έλαβε πρόβλεψη92, επιπλέον, και για την επιβολή της προσωρινής κράτησης σε ανηλίκους, σε περιπτώσεις αδυναμίας παροχής χρηματικής εγγυήσεως. Με την πρόσθεση του τελευταίου εδαφίου στο άρθρο 282 §5, αναφέρεται ρητώς πως η αδυναμία για παροχή εγγυήσεως δεν επιτρέπεται να οδηγήσει από μόνη της στην επιβολή προσωρινής κράτησης. Έτσι, αντιμετωπίζεται δραστικά το φαινόμενο του εγκλεισμού πολλών ανηλίκων κατηγορουμένων σε καταστήματα κράτησης, επειδή δεν είχαν τη δυνατότητα να καταβάλλουν την απαιτούμενη εγγύηση93. Ακόμη, στο σχέδιο νόμου για την αναμόρφωση της ποινικής νομοθεσίας ανηλίκων υπήρχε πρόσθετη πρόβλεψη, η οποία επέτρεπε την επιβολή περιοριστικών όρων σε βάρος εφήβου κατηγορουμένου, εάν η τελεσθείσα 91

Βλ. Μαργαρίτη Λ., Εμβάθυνση στην ποινική δικονομία, σελ. 168. 92 «Αναμορφώσαμε ακόμη την ποινική νομοθεσία των ανηλίκων με το ν. 3189 που ψήφισε φέτος η Βουλή. Με αυτόν το νόμο καθιερώνονται νέα μέτρα που στοχεύουν κυρίως στην πρόληψη της παραβατικότητας των ανηλίκων καθώς επίσης και στην κοινωνική τους επανένταξη. Περιορίζεται ο εγκλεισμός των ανηλίκων πλέον στα καταστήματα κράτησης ως έσχατο μέτρο και εισάγονται ιδιαίτερα σημαντικές εναλλακτικές δυνατότητες για την αντιμετώπιση του ανήλικου παραβάτη, χωρίς τον εγκλεισμό στο σωφρονιστικό κατάστημα», βλ. ομιλία στη Βουλή του τέως Υπουργού Δικαιοσύνης Φ. Πετσάλνικου, 20.12.2003, Περίοδος Ι΄, Σύνοδος Δ΄, Συνεδρίαση ΝΑ΄. 93 Βλ. Κουράκη Ν.Ε., Δίκαιο Παραβατικών Ανηλίκων, 2004, σελ. 309.

από τον ανήλικο πράξη απειλείτο με κάθειρξη με ανώτατο όριο πάνω από 10 έτη. Ωστόσο, η πρόβλεψη αυτή δεν έφτασε μέχρι και την τελική μορφή του νομοσχεδίου και, κατά συνέπεια, προέκυψε νομοθετικό κενό σχετικά με τη δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων σε βάρος εφήβων κατηγορουμένων. Τη νομοθετική αυτή δυσχέρεια των περιοριστικών όρων επικρίνει και ο καθηγητής Ν. Κουράκης94, ο οποίος υποστηρίζει πως θα ήταν εύλογη η επιβολή περιοριστικών όρων ανεξαρτήτως της βαρύτητας της τελεσθείσας από τον ανήλικο παραβάτη πράξεως και, μάλιστα, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, ως περιοριστικοί όροι, τα περιοριστικώς αναφερόμενα στο άρθρο 122 ΠΚ αναμορφωτικά μέτρα95, με εξαίρεση σαφώς την τοποθέτηση σε ειδικό κατάστημα αγωγής ανηλίκων. 3. Ο νόμος 3860/2010 Τη ρύθμιση αυτή επέφερε ο νόμος 3860/2010, ο οποίος εισήγαγε με το άρθρο 8 τη δυνατότητα επιβολής ενός ή περισσοτέρων αναμορφωτικών μέτρων ως περιοριστικούς όρους τροποποιώντας την §2 του άρθρου 282 ΚΠΔ. Και πάλι αναφέρεται ρητώς στην §3 πως η παραβίαση των περιοριστικών όρων από τον ανήλικο που του έχουν επιβληθεί δεν συνεπάγεται αντικατάσταση αυτών με προσωρινή κράτηση96. Συνεπώς, δεν μπορεί να επιβληθεί προσωρινή 94

12+1 αναγκαίες βελτιώσεις της ποινικής νομοθεσίας περί ανηλίκων δραστών, ΠοινΛογ, Θ’, 3/2009, σελ. 397. 95 Κάτι τέτοιο είναι προτιμητέο από το επαχθές μέτρο της προσωρινής κράτησης και προβλέπεται και στα περισσότερα διεθνή κείμενα. Πρβλ. §13 §§1, Κανόνες του Τόκυο (ΟΗΕ) (United Nations Standard Minimum Rules for the Administration of Juvenile Justice), 29.11.1985. 96 Σε αντίθεση από την προβλεπόμενη αντικατάσταση με προσωρινή κράτηση που ισχύει για τους ενήλικες κατηγορουμένους.


κράτηση στο πρόσωπο του εφήβου κατηγορουμένου, μόνον και μόνον από το γεγονός ότι αυτός αδυνατεί να καταβάλλει το ποσό της εγγύησης ή να ακολουθήσει κάποιον άλλον επιβληθέντα σε αυτόν περιοριστικό όρο97. Όσον αφορά τη διάρκεια της προσωρινής κράτησης επί ανηλίκων δραστών, αυτή δεν πρέπει να ξεπερνά τους 6 μήνες98. Παράταση της προσωρινής κράτησης είναι δυνατή για 3 μήνες επιπλέον, αλλά κάτι τέτοιο μπορεί να διαταχθεί μόνον από το δικαστήριο. Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης, με το νόμο 3860/2010, θεσπίζει αυστηρές προϋποθέσεις ελέγχου της προσωρινής κράτησης, όταν αυτή διανύει «τα τελευταία στάδια διευθέτησής της». Συμπερασματικά, σε περιπτώσεις διακοπής της διαδικασίας στο ακροατήριο ή αναβολή της συζήτησής της99, είναι δυνατή η τριμηνιαία παράταση της προσωρινής κράτησης του εφήβου κατηγορουμένου με δικαστική απόφαση και μόνον. Ο νομοθέτης, επιπροσθέτως, τροποποιεί και τις διατάξεις, τόσο του ΚΠΔ όσο και του ΠΚ, επαναπροσδιορίζοντας το όριο της 97

Βλ. και Εισηγητική έκθεση στο σχέδιο νόμου «Αναμόρφωση της ποινικής νομοθεσίας ανηλίκων και άλλες διατάξεις», σελ. 8 «Με τη διάταξη αυτή αντικαθίσταται η παράγραφος 5 του άρθρου 282 ΚΠΔ. Σύμφωνα με τη νέα διάταξη, μεταξύ των περιοριστικών όρων οι οποίοι μπορεί να επιβληθούν σε ανήλικο περιλαμβάνονται και τα μη ιδρυματικά αναμορφωτικά μέτρα του άρθρου 122 ΠΚ» και «Η παροχή εγγυήσεων είναι μόνο ένα μέρος των περιοριστικών όρων. Εμείς, λοιπόν, ορίζουμε τώρα ότι η παραβίαση των περιοριστικών όρων στο σύνολό τους δεν οδηγεί σε προσωρινή κράτηση του ανηλίκου», από ομιλία του Χ. Καστανίδη στη Βουλή, 1.7.2010, Συνεδρίαση ΡΝΕ’. 98 Σχετικά με το χρονικό όριο της προσωρινής κράτησης επί εφήβων, βλ. Μαργαρίτη Λ., Εμβάθυνση στην ποινική δικονομία, σελ. 968 επ. 99 Αξίζει να αναφερθεί πως παρόμοια παράταση επιτρέπεται και στην προσωρινή κράτηση του ενηλίκου κατηγορουμένου, αλλά μόνον για περίπτωση αναβολής της συζήτησης και όχι διακοπής της διαδικασίας επί ακροατηρίω.

ποινικής υπευθυνότητας των ανηλίκων στα 15, από τα 13, έτη. Έτσι, ο θεσμός της προσωρινής κράτησης (αλλά και των περιοριστικών όρων)100 μπορεί πλέον να επιβληθεί σε ανήλικο που έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του και κατηγορείται για πράξη, η οποία απειλείται με ποινή φυλάκισης άνω των 10 ετών τουλάχιστον101. 4. Κριτική θεώρηση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου Η αύξηση αυτή του ορίου ηλικίας από το νομοθέτη οφείλεται ενδεχομένως στα νέα πορίσματα της σύγχρονης ψυχολογίας, που τοποθετεί την ένταξη της ωριμότητας του ατόμου περί την ηλικία αυτή102. Συνεπώς, επεκτείνεται και η προστασία της ανηλικότητας έως τη συμπλήρωση των 15 ετών103. 100

Βλ. ΣυμβΠλημΘεσ185/2011, ΠοινΔικ, 3/2011, σελ. 322 επ., όπου «Δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων εναντίον εφήβου κατηγορουμένου επιτρέπεται», όταν είναι δυνατή και η επιβολή προσωρινής κράτησης. Συνεπώς, οι προϋποθέσεις επιβολής περιοριστικών όρων συνάδουν με εκείνες επιβολής προσωρινής κράτησης και όχι με την αντίστοιχη περιπτωσιολογία που ισχύει για τους ενήλικες κατηγορούμενους. 101 Ένα ζήτημα που έχει προκύψει στη θεωρία και τη νομολογία είναι αυτό της δυνατότητας επιβολής περιοριστικών όρων στους έχοντες συμπληρώσει το 15 έτος της ηλικίας τους. Κατά την επικρατέστερη γνώμη, επιτρέπεται η επιβολή τους και σε πράξεις που απειλούνται με ποινή φυλάκισης άνω των 3 μηνών (σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του 282 §1 ΚΠΔ). Αντιθέτως, ο Α. Παπαδαμάκης προκρίνει την επιβολή τους μόνον επί κακουργημάτων με ελάχιστη ποινή τα 10 έτη. 102 Παρόμοια ρύθμιση ισχύει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στο Βέλγιο (με το ελάχιστο ηλικιακό όριο έναρξης του ποινικού σωφρονισμού στα 16 έτη) και στο Λουξεμβούργο με ηλικιακό όριο τα 18 έτη. 103 Πρβλ. Αιτιολογική έκθεση νόμου 3860/2010, σελ. 3 «Θα πρέπει άλλωστε να σημειωθεί ότι και το άρθρο 17.1. περ. (γ) των Στοιχειωδών Κανόνων των Ηνωμένων Εθνών για την Απονομή Δικαιοσύνης σε Ανηλίκους, γνωστών και ως Κανόνων του Πεκίνου (Standard Minimum Rules


Ένας ακόμη λόγος της μετατόπισης του ηλικιακού ορίου έναρξης του ποινικού σωφρονισμού για ανηλίκους συνιστούν οι δυσμενείς συνθήκες κράτησης104 και έκτισης ποινικού σωφρονισμού στη χώρα μας, οι οποίες επικρατούν στα καταστήματα κράτησης νέων. Η ηλικιακή αυτή αύξηση θέτει τις βάσεις ενός περισσότερο φιλελεύθερου πλαισίου αντιμετώπισης των ανηλίκων παραβατών επιστρατεύοντας την ίδια την προστασία της κοινωνίας και αρχές ανταποκρινόμενες στο προνοιακό πρότυπο μεταχείρισης αυτών. Άλλωστε, όσο πιο χαμηλό είναι το όριο δυνατότητας επιβολής του δικονομικού θεσμού της προσωρινής κράτησης τόσο πιθανότερος παραμένει ο κίνδυνος διαμόρφωσης μια εγκληματικής προσωπικότητας και παραβατικού χαρακτήρα υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες 105 κράτησης , καθώς και υποτροπής for the Administration of Juvenile Justice ή The Beijing Rules, Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, Απόφαση 40/33), προβλέπει ρητά ότι «Στέρηση της προσωπικής ελευθερίας δεν επιβάλλεται, εκτός αν ο ανήλικος κηρύχθηκε ποινικά υπεύθυνος για σοβαρή πράξη βίας κατ’ άλλου προσώπου ή για κατ’ επανάληψη τέλεση άλλων σοβαρών εγκλημάτων και αν δεν υπάρχει άλλη κατάλληλη απάντηση». Βλ. σχτ. και Παρατηρήσεις του Συνηγόρου του Πολίτη επί του σχεδίου νόμου με τίτλο «Βελτιώσεις της νομοθεσίας για τους ανήλικους δράστες και ίδρυση νομικού προσώπου για την πρόληψη και αντιμετώπιση της θυματοποίησης και της τέλεσης αξιόποινων πράξεων από ανηλίκους», 1.4.2010, όπου γίνεται λόγος για την αποφυγή της έναρξης της ποινικής ευθύνης σε πρώιμο ηλικιακό στάδιο, «λαμβάνοντας υπόψη τη συναισθηματική, διανοητική και ψυχική ωριμότητα», σύμφωνα με τη σύσταση των Κανόνων του Πεκίνου. 104 Βλ. Κοσμάτου Κ., Οι τροποποιήσεις του ποινικού δικαίου των ανηλίκων με το νόμο 3860/2010, ΠοινΔικ, 7/2010, σελ. 804. 105 Σχετικά αναφέρει ο Συνήγορος του Πολίτη, ό.π, όταν οι νεαροί κρατούμενοι συμβιώνουν με νεαρούς «εγκληματίες» ενήλικες, οι προσληφθείσες εμπειρίες τους όχι μόνο δε συμβάλλουν στην αποτροπή εκδήλωσης εγκληματικών συμπεριφορών στο άμεσο μέλλον, αλλά συμβάλλουν στην εξοικείωσή τους με την εγκληματική πράξη και την κοινωνική τους

του νεαρού παραβάτη, όπως έχουν αποδείξει και αντίστοιχες έρευνες106. Τέλος, παραμένει ρητώς η αναφορά στην ποινικώς αξιόλογη αδικοπραγία με ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον 10 έτη ως βασική προϋπόθεση δια τη δυνατότητα επιβολής του μέτρου της προσωρινής κρατήσεως έναντι εφήβων παραβατών. 5. Ο θεσμός της ασφαλιστικής κράτησης Χρήσιμη στο σημείο αυτό θα ήταν μια σύντομη αναφορά στο θεσμό της ασφαλιστικής κράτησης (Sicherverwahrung) 107, που επικρατεί ιδίως τα τελευταία χρόνια στη Γερμανία και έχει δεχθεί αμφιλεγόμενες κριτικές. Η ασφαλιστική κράτηση108 έχει άλλοτε χαρακτήρα στερητικό της ελευθερίας και άλλοτε συμπληρωματικό της επιβαλλόμενης ποινής –μπορεί, δε, να επιβληθεί και μεταγενέστερα, κατά τη διάρκεια της έκτισης της ποινής, με κριτήριο την προσωπικότητα και τις πράξεις του καταδικασθέντος καθώς και τη συμπεριφορά του κατά τον ποινικό σωφρονισμό. Αν και απαιτείται ισχυρή πιθανολόγηση της επιβολής ενός τόσου επαχθούς μέτρου δικονομικού καταναγκασμού, η ασφαλιστική κράτηση αντίκειται στη ratio του ελληνικού δικαίου ανηλίκων109 περιθωριοποίηση. Επιπλέον, στο σχολιασμό που παρέχει η συγκεκριμένη έκθεση (επί του άρθρου 8) γίνεται λόγος για τις άκρως επαχθείς συνέπειες της προσωρινής κράτησης επί ανηλίκων, οι οποίοι δεν φέρουν «την απαιτούμενη ψυχοκοινωνική ωριμότητα», ώστε να υποστούν την επιβολή του μέτρου αυτού. 106 Πρβλ. Κουράκη Ν., Σταθουλοπούλου Ε., Μηλιώνη Φ., Νεαροί κρατούμενοι μετά την αποφυλάκισή τους, ΠοινΛογ, 2004, 2895 επ. 107 StGB §§66 επ. 108 Βλ. σχετικά, Ασφαλιστική κράτηση κατά παραβατικών ανηλίκων;, ΠοινΧρ, Ξ’, 2010, σελ. 780 επ. 109 Αντίθετη άποψη εκφράζει ο Ν. Τσουμάνης, ο οποίος υποστηρίζει πως, όταν πάψει η ασφαλιστική κράτηση να συνδέεται με παλαιότερα


παραβιάζοντας τόσο διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ, όσο και την κατευθυντήρια ποινικοδικονομική γραμμή που θέτουν οι βασικές αρχές του προνοιακού προτύπου. Αυτό που ο έλληνας νομοθέτης επιθυμεί να προωθήσει είναι η αγωγή των ανηλίκων παραβατών και όχι η ποινική τιμώρηση αυτών. 6. Συμπεράσματα Είναι φανερή η διάθεση προσαρμογής του νέου αυτού νομοθετήματος με βασικά νομοθετικά πρότυπα, σχετικά με το δίκαιο ανηλίκων παραβατών. Η προσωρινή κράτηση δεν παύει να συνιστά τον αυστηρότερο και συνάμα επαχθέστερο δικονομικό μέτρο εναντίον του προσώπου του κατηγορουμένου, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για έναν ανήλικο παραβάτη. Η επιβολή αυτής, επομένως, θα πρέπει να κρίνεται πρωτίστως αναγκαία με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας και του προσήκοντος βαθμού υπονοιών. Ωστόσο, όταν δε ο δικονομικός αυτός θεσμός σχετίζεται με εφήβους κατηγορούμενους, υπεισέρχεται και το κριτήριο της προνοιακής μεταχείρισης των τελευταίων. Η αύξηση του ορίου ηλικίας για την επιτραπεί προσωρινή κράτηση (αλλά και εγκλεισμός σε σωφρονιστικό κατάστημα) καθώς και η αυστηροποίηση των λοιπών σχετιζόμενων με τις εγκληματικές τους πράξεις προϋποθέσεων αποτελούν βήματα εκσυγχρονισμού του ελληνικού δικαίου ανηλίκων στα διεθνή απολυταρχικά καθεστώτα, η μεταγενέστερη επιβολή αυτής συντελεί το μοναδικό μέτρο αντιμετώπισης εξαιρετικών περιπτώσεων εγκληματικής επικινδυνότητας χωρίς, συνεπώς, να αποκλείεται μια μελλοντική ενδεχομένως ενσωμάτωση του μέτρου και στην ελληνική νομοθεσία. Βλ. Μεταγενέστερη επιβολή ασφαλιστικής κράτησης στο γερμανικό ποινικό δίκαιο ανηλίκων, ΠοινΧρ, Ξ’, 2010, σελ. 67 επ.

παραδεδεγμένα προστάγματα και στην ανάγκη εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων αντεγκληματικής πολιτικής. Άλλωστε, ο εγκλεισμός ενός νέου ατόμου στη φυλακή από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, δεδομένης της μικρής ηλικίας και πνευματικής ανάπτυξης αυτού, έχει αμφιλεγόμενα αποτελέσματα τόσο σε επίπεδο προσωπικό, όσο και κοινωνικό.

International Council Meeting : Palermo Μαρία Κώτση, φοιτήτρια Νομικής Αθηνών, Πρόεδρος Elsa Greece

Από τις 23 έως τις 30 Οκτωβρίου 2011 έλαβε χώρα στο Παλέρμο της Ιταλίας το LX (60ο) International Council Meeting (ICM) της ELSA. Η ELSA Greece μένοντας πιστή στην υπόσχεση που έδωσε στο Δίκτυο λίγους μήνες νωρίτερα στο ICM Poznan ότι θα παρευρίσκεται με εκπροσώπους της σε όλα τα επόμενα ICMs στο μέτρο του δυνατού πάντα, είχε πλήρη αποστολή αποτελούμενη από όλα σχεδόν τα μέλη του National Board αλλά και local officers και απλά μέλη. Συγκεκριμένα την αποστολή αποτελούσαν: από το ΔΣ της ELSA Greece η γράφουσα, η Μαρία Τσούβαλη (Γεν. Γραμματέας), η Νάνσυ Καλλή (Ταμίας), η Ειρήνη Καραχρήστου (Αντιπρόεδρος Ακαδημαϊκών Δραστηριοτήτων), η Δήμητρα Στεφούδη (Αντιπρόεδρος Σεμιναρίων και Συνεδρίων), η Έλενα Μποροβήλου (Αντιπρόεδρος για το Πρόγραμμα STEP) και οι δύο Marketing Directors μας, Μαριάννα Πάσχου και Γιώργος Κανέλλος, από το ΔΣ της ELSA Komotini η Βίρνα Οικονόμου (Αντιπρόεδρος Σεμιναρίων και Συνεδρίων), και από την ELSA Athens το μέλος Ελένη Καραγιώργη.


Για κάποιους από εμάς ήταν το δέυτερο ICM, για άλλους το πρώτο, όμως μπορώ να πω με σιγουριά ότι για όλους μας ήταν μία αξέχαστη μοναδική εμπειρία που μας έδωσε νέους φίλους αλλά και την ευκαιρία να ξανασυναντήσουμε παλιούς, πολλές γνώσεις γύρω από την ELSA και τις δράσεις της μέσα από τα διάφορα καθημερινά Workshops, την δυνατότητα να καλλιεργήσουμε και να βελτιώσουμε τις δεξιότητες μας μέσα από πολύ ενδιαφέροντα trainings, καθώς και αμέτρητες στιγμές διασκέδασης, γέλιου και team-bonding μέσα από τα διάφορα social events που είχε ετοιμάσει για εμάς η Διοργανωτική Ομάδα της ELSA Palermo και ίσως το σπουδαιότερο από όλα την διάθεση και το κίνητρο να συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με την ELSA όταν επιστρέψαμε πίσω στην Ελλάδα με ακόμα περισσότερο ζήλο. Ειδικά, κάτι που μπορώ να αναφέρω τώρα αφού έχουν περάσει κάποιοι μήνες και έχουν μεσολαβήσει γεγονότα όπως οι εκλογές για την ανάδειξη των νέων ΔΣ σε κάποια από τα Local Groups μας, είναι απίστευτη η χαρά μου και η επιβεβαίωση της σκέψης μου ότι η συμμετοχή σε ένα ICM είναι ίσως ένας από τους σημαντικότερους τρόπους για να γνωρίσει κάποιος τί είναι η ELSA, το ELSA Spirit και να την αγαπήσει πραγματικά και να θελήσει να ασχοληθεί με αυτήν. Και στηρίζω τη σκέψη μου αυτή στο γεγονός ότι πάρα πολλά από τα παιδιά που συμμετείχαν στην αποστολή της ELSA Greece στο ICM είναι πλέον ενεργά μέλη στα νεοεκλεγέντα ΔΣ των Local Groups μας ενώ κάποιοι ανανέωσαν την θητεία τους προχωρώντας ακόμα περισσότερο. Αξίζει να σημειώσω τέλος κάποια σημαντικά events που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του ICM, όπως το Διεθνές Συνέδριο για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, καθώς και οι ψηφοφορίες για την ένταξη ως Full Members στο Δίκτυο των ELSA

France και ELSA Azerbaijan που μέχρι τότε διατηρούσαν καθεστώς Observer. Και οι δύο χώρες ανήκουν πλέον στην μεγάλη οικογένεια της ELSA έχοντας την δυνατότητα να συμπράττουν στην λήψη των αποφάσεων και να συνδιαμορφώνουν το μέλλον και την πορεία της οργάνωσής μας. Ενώ ειδική μνεία χρειάζεται και στις παρουσιάσεις που μας έγιναν για τα νέα projects που ξεκινάει η ELSA σε συνεργασία με το Συμβούλιο της Ευρώπης (Council of Europe), και συγκεκριμένα το διεθνές Legal Research Group 1in5 για την Σεξουαλική Κακοποίηση των Παιδιών, για το οποίο είχατε τη δυνατότητα να δηλώσετε συμμετοχή μέχρι τις 6 Απριλίου 2012, και το νέο Διαγωνισμό Εικονικής Δίκης πάνω στα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Human Rights Moot Court Competition), η 1η έκδοση του οποίου θα λανσαριστεί τον Σεπτέμβριο του 2012. Για όσους λοιπόν θα θέλατε να μάθετε τα τεκταινόμενα στην ELSA από πρώτο χέρι, να την γνωρίσετε καλύτερα και να ασχοληθείτε πιο ενεργά μαζί της μην χάσετε την ευκαιρία να δηλώσετε συμμετοχή στο επόμενο Call για ELSA Greece ICM Delegation που θα σας στείλουμε περί τα μέσα Ιουλίου 2012. Το επόμενο ICM θα λάβει χώρα στο Batumi της Γεωργίας περί τα τέλη Οκτωβρίου του 2012. Να μένετε συντονισμένοι στην συχνότητα της ELSA για περισσότερες πληροφορίες! ELSAfully yours, Εκ μέρους του ΔΣ της ELSA Greece Μαρία Κώτση President ELSA Greece 2011/2012



Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.