Του Κίμωνα Παπαδημητρίου
Αρτεμίσιος Κολυμβητικός Διάπλους
Σ
Αναβίωση μιας Ιστορίας ή Πραγματοποίηση ενός Μύθου;
τη Σκιώνη της Μακεδονίας, στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., γεννήθηκε η Ύδνα Κυανή. Πατέρας της ήταν ο διάσημος κολυμβητής Σκύλλις ή Σκυλίας. Από τα πρώτα της βήματα η μικρή τον παρακολούθησε και τον μιμήθηκε στις θαλασσινές επιδόσεις, εξελισσόμενη σε εκπληκτική δύτρια και κολυμβήτρια μεγάλων αποστάσεων. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Ἱστορίαι, Θ’ 8.8.1 – 8.8.2), το καλοκαίρι του 480 π.Χ. ο στόλος του Ξέρξη στρατολόγησε με τη βία τον Σκυλία, για να τον χρησιμοποιήσουν εναντίον των Ελλήνων. Έξω απ’ το θεσσαλικό λιμάνι των Αφετών, όπου αγκυροβόλησαν τα περσικά καράβια, αυτός τους ξέφυγε. Κατόπιν μαζί με την κόρη του, η οποία τον ακολουθούσε, έκαναν απανωτές καταδύσεις και έκοψαν τις άγκυρες των περσικών πλοίων, προξενώντας μεγάλη σύγχυση, πανικό και φθορές. Στη συνέχεια, κολύμπησαν ογδόντα στάδια, μέχρι το Αρτεμίσιο και ανέφεραν στους Έλληνες τις προθέσεις του εχθρού και χρήσιμα στοιχεία για το στόλο τους.
ἐν δὲ τούτῳ τῷ χρόνῳ ἐν ᾧ οὗτοι ἀριθμὸν ἐποιεῦντο τῶν νεῶν (ἦν γὰρ ἐν τῷ στρατοπέδῳ τούτῳ Σκυλλίης Σκιωναῖος, δύτης τῶν τότε ἀνθρώπων ἄριστος, ὃς καὶ ἐν τῇ ναυηγίῃ τῇ κατὰ Πήλιον γενομένῃ πολλὰ μὲν ἔσωσε τῶν χρημάτων τοῖσι Πέρσῃσι, πολλὰ δὲ καὶ αὐτὸς περιεβάλετο), οὗτος ὁ Σκυλλίης ἐν νόῳ μὲν εἶχε ἄρα καὶ πρότερον αὐτομολήσειν ἐς τοὺς Ἕλληνας, ἀλλ᾽ οὐ γάρ οἱ παρέσχε ἐς τότε. ὅτεῳ μὲν δὴ τρόπῳ τὸ ἐνθεῦτεν ἔτι ἀπίκετο ἐς τοὺς Ἕλληνας, οὐκ ἔχω εἰπεῖν ἀτρεκέως, θωμάζω δὲ εἰ τὰ λεγόμενά ἐστι ἀληθέα· λέγεται γὰρ ὡς ἐξ Ἀφετέων δὺς ἐς τὴν θάλασσαν οὐ πρότερον ἀνέσχε πρὶν ἢ ἀπίκετο ἐπὶ τὸ Ἀρτεμίσιον, σταδίους μάλιστά κῃ τούτους ἐς ὀγδώκοντα διὰ τῆς θαλάσσης διεξελθών. Ηροδότου Ιστορίαι, βιβλίο Θ’ («Ουρανία») 8.8.1 – 8.8.2
Ο Παυσανίας (Ελλάδος Περιήγησις, 10.19.1 – 10.19.2) αναφέρει ότι η Αμφικτιονία των Δελφών τίμησε τους δυο κολυμβητές για τον ηρωισμό τους αφιερώνοντάς μετά το τέλος των περσικών πολέμων τους αγάλματα, τα οποία πήρε αργότερα μαζί του ο Νέρων.
παρὰ δὲ τὸν Γοργίαν ἀνάθημά ἐστιν Ἀμφικτυόνων Σκιωναῖος Σκύλλις, ὃς καταδῦναι καὶ ἐς τὰ βαθύτατα θαλάσσης πάσης ἔχει φήμην: ἐδιδάξατο δὲ καὶ Ὕδναν τὴν θυγατέρα δύεσθαι. οὗτοι περὶ τὸ ὄρος τὸ Πήλιον ἐπιπεσόντος ναυτικῷ τῷ Ξέρξου βιαίου χειμῶνος προσεξειργάσαντό σφισιν ἀπώλειαν, τάς τε ἀγκύρας καὶ εἰ δή τι ἄλλο ἔρυμα ταῖς τριήρεσιν ἦν ὑφέλκοντες. ἀντὶ τούτου μὲν οἱ Ἀμφικτύονες καὶ αὐτὸν Σκύλλιν καὶ τὴν παῖδα ἀνέθεσαν: ἐν δὲ τοῖς ἀνδριᾶσιν ὁπόσους Νέρων ἔλαβεν ἐκ Δελφῶν, ἐν τούτοις τὸν ἀριθμὸν καὶ τῆς Ὕδνης ἀπεπλήρωσεν ἡ εἰκών. [καταδύονται δὲ ἐς θάλασσαν γένους τοῦ θήλεος αἱ καθαρῶς ἔτι παρθένοι.] «Παυσανίου της Ελλάδος περιήγησις», 10.19.1 – 10.19.2
Ἡ ἀγκάλη ἐκείνη, μυστηριώδης καὶ σκοτεινή, ἐθεωρεῖτο ἀπαίσιος διὰ τοὺς τιμίους θαλασσοπόρους· ἐχρησίμευε μόνον διὰ νὰ ἐκβράζῃ ἡ θάλασσα τὰ πτώματα τῶν πνιγομένων, ὅσους ὁ ἀντικρὺ κείμενος Λευτέρης ―ἡ περίφημος αὕτη ὕφαλος, ἣν ὁ Ἡρόδοτος ὀνομάζει Μύρμηκα καὶ ἱστορεῖ, ὅτι ὁ Ξέρξης διέταξε νὰ κτισθῇ ὑψηλὸν σῆμα ἐπ᾽ αὐτῆς―, ὅσους, λέγομεν, ὁ Λευτέρης ἠλευθέρωνε κατὰ καιρούς, ἀπαλλάττων τὰ μὲν πλοῖα τοῦ βάρους τοῦ φορτίου, τοὺς δὲ ναυβάτας τοῦ προσκαίρου ἄχθους τῆς ζωῆς. Αλ. Παπαδιαμάντης, Άπαντα τόμος Β΄ («Φτωχός Άγιος»), σελ. 217-218
18 Περιπλους 112