Greek - 1st Book of Adam and Eve

Page 1


ΤοΠρώτοΒιβλίο

2Καιότανέφτασανστοάνοιγματηςπύληςτουκήπου,και

ΚΕΦΑΛΑΙΟ1

1Τηντρίτηημέρα,οΘεόςφύτεψετονκήποστα ανατολικάτηςγης,στασύνορατουκόσμουπροςτα ανατολικά,πέρααπότονοποίο,προςτηνανατολήτου ηλίου,δενυπάρχειτίποταάλλοπαράνερό,πουπεριβάλλει ολόκληροτονκόσμοκαιφτάνειμέχριταόριατουουρανού 2Καιβόρειατουκήπουυπάρχειμιαθάλασσααπό γκοφρέτες,διαυγήςκαιαγνήστηγεύση,όμοιαμετίποτα άλλοέτσιώστε,μέσααπότηδιαύγειάτης,μπορείκανείς νακοιτάξεισταβάθητηςγης 3Καιότανκάποιοςπλένεταισεαυτό,γίνεταικαθαρόςαπό τηνκαθαρότητάτουκαιλευκόςαπότηλευκότητάτου ακόμακιανήτανμελαχρινός 4ΚαιοΘεόςδημιούργησεεκείνητηθάλασσαμεδικήΤου ευχαρίστηση,γιατίγνώριζετιθαπροέκυπτεαπότον άνθρωποπουθαέπλαθε·ώστεαφούεγκατέλειπετονκήπο, εξαιτίαςτηςπαράβασήςτου,ναγεννηθούνάνθρωποιστη γη,απότουςοποίουςθαπέθαινανδίκαιοι,τωνοποίωντις ψυχέςοΘεόςθαανέστηνετηντελευταίαημέρα·ότανθα επέστρεφανστησάρκατουςναλούζοντανστονερό εκείνηςτηςθάλασσας,καιόλοιτουςναμετανοούσανγια τιςαμαρτίεςτους

5ΌτανόμωςοΘεόςέβγαλετονΑδάμαπότονκήπο,δεν τοντοποθέτησεσταβόρειασύνοράτου,γιαναμην πλησιάσειστηθάλασσατουνερού,καιαυτόςκαιηΕύα πλυθούνσεαυτήν,καθαριστούναπότιςαμαρτίεςτους, ξεχάσουντηνπαράβασηπουείχανδιαπράξει,καιδεντην υπενθύμισεπλέονστησκέψητηςτιμωρίαςτους 6Έπειτα,πάλι,όσοναφοράτηνότιαπλευράτουκήπου,ο ΘεόςδενευαρεστήθηκενααφήσειτονΑδάμνα κατοικήσειεκεί·επειδή,ότανοάνεμοςφυσούσεαπότον βορρά,τουέφερνε,σεεκείνητηνότιαπλευρά,την υπέροχημυρωδιάτωνδέντρωντουκήπου 7Γι'αυτόοΘεόςδενέβαλεεκείτονΑδάμ,γιαναμην μυρίσειτηνγλυκιάμυρωδιάεκείνωντωνδέντρων,ξεχάσει τηνπαράβασήτουκαιβρειπαρηγοριάγιαό,τιείχεκάνει, ευαρεστηθείμετηνμυρωδιάτωνδέντρωνκαιμην καθαρθείαπότηνπαράβασήτου 8Καιπάλι,επίσης,επειδήοΘεόςείναιελεήμωνκαιπολύ ελεήμων,καικυβερνάταπάνταμετρόποπουμόνοΑυτός γνωρίζειέκανετονπατέραμαςΑδάμνακατοικήσειστο δυτικόόριοτουκήπου,επειδήαπόεκείνητηνπλευράηγη είναιπολύπλατιά.

9ΚαιοΘεόςτουπρόσταξενακατοικήσειεκείσεμια σπηλιάμέσασεένανβράχοτοΣπήλαιοτωνΘησαυρών κάτωαπότονκήπο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ2

1Ότανόμωςοπατέραςμας,οΑδάμ,καιηΕύα,βγήκαν

δενείχανδειποτέ.

4Καιεπειδήεκείνητηνεποχήήτανγεμάτοιμετηχάρη μιαςφωτεινήςφύσης,καιδενείχανκαρδιέςστραμμένες προςταγήιναπράγματα.

5Γι’αυτόοΘεόςτουςλυπήθηκεκαιόταντουςείδε πεσμένουςμπροστάστηνπύλητουκήπου,έστειλετον ΛόγοΤουστονπατέραΑδάμκαιτηνΕύα,καιτους ανέστησεαπότηνπεσμένητουςκατάσταση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ3

1ΟΘεόςείπεστονΑδάμ:«Προόρισασεαυτήτηγη ημέρεςκαιχρόνια,καιεσύκαιτοσπέρμασουθα κατοικήσετεκαιθαπερπατήσετεσεαυτήν,μέχρινα συμπληρωθούνοιημέρεςκαιταχρόνια,ότανστείλωτον

ανέστησεότανήσουνπεσμένος

2Ναι,οΛόγοςπουθασεσώσειξανάότανσυμπληρωθούν οιπεντέμισιημέρες

3ΌτανόμωςοΑδάμάκουσεαυτάταλόγιααπότονΘεό, καιγιατιςμεγάλεςπεντέμισιημέρες,δενκατάλαβετη σημασίατους

4ΔιότιοΑδάμνόμιζεότιθατουαπέμενανμόνοπέντεκαι μισήημέρεςμέχριτησυντέλειατουκόσμου

5ΚαιέκλαψεοΑδάμκαιπροσευχήθηκεστονΘεόνατου τοεξηγήσει.

6ΤότεοΘεός,στοέλεόςΤουγιατονΑδάμ,οοποίος δημιουργήθηκεκατ’εικόνακαιομοίωσηΤου,τουεξήγησε ότιαυτάήταν5.000και500χρόνια·καιπώςθαερχόταν τότεΚάποιοςκαιθαέσωζεαυτόνκαιτοσπέρματου 7ΑλλάοΘεόςείχεκάνειαυτήτηδιαθήκηπριναπόαυτό μετονπατέραμας,τονΑδάμ,μετουςίδιουςόρους,πριν βγειαπότονκήπο,ότανήτανκοντάστοδέντροαπότο οποίοηΕύαπήρετονκαρπόκαιτουέδωσεναφάει

8ΌτανοπατέραςμαςΑδάμβγήκεαπότονκήπο,πέρασε απόεκείνοτοδέντροκαιείδεπώςοΘεόςάλλαξετηνόψη τουσεάλλημορφήκαιπώςξεράθηκε 9ΚαικαθώςοΑδάμπήγαινεπροςαυτό,φοβήθηκε,έτρεμε καιέπεσεκάτωαλλάοΘεόςστοέλεόςΤουτονσήκωσε καιστησυνέχειαέκανεαυτήτηδιαθήκημαζίτου 10Καιπάλι,ότανοΑδάμήτανστηνπύλητουκήπουκαι είδετοχερουβείμμεένασπαθίαπόαστραφτερήφωτιάστο

14ΤότεοΘεόςτουςσπλαχνίστηκεκαιτουςέδειξεέλεος καιέστειλετονάγγελότουναφυλάειτονκήπο.

15ΚαιολόγοςτουΚυρίουήρθεστονΑδάμκαιτηνΕύα καιτουςανέστησε.

16ΚαιοΚύριοςείπεστονΑδάμ:«Σουείπαότιστοτέλος τωνπέντεκαιμισώνημερών,θαστείλωτονλόγομουκαι θασεσώσω»

17«Ενδυνάμωσε,λοιπόν,τηνκαρδιάσουκαιμείνεστο ΣπήλαιοτωνΘησαυρών,γιατοοποίοσουέχωμιλήσει προηγουμένως»

18ΚαιότανοΑδάμάκουσεαυτόντονλόγοαπότονΘεό, παρηγορήθηκεμεαυτάπουτουείχεπειοΘεόςΓιατίτου είχεπειπώςθατονέσωζε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ4

1ΑλλάοΑδάμκαιηΕύαέκλαψανπουβγήκαναπότον κήπο,τηνπρώτητουςκατοικία 2Και,πράγματι,ότανοΑδάμκοίταξετησάρκατου,που είχεαλλοιωθεί,έκλαψεπικρά,αυτόςκαιηΕύα,γιαό,τι είχανκάνειΚαιπερπάτησανκαικατέβηκαναπαλάστο ΣπήλαιοτωνΘησαυρών.

3Καικαθώςέφτασανεκεί,οΑδάμέκλαψεπάνωστον εαυτότουκαιείπεστηνΕύα:«Κοίτααυτήτησπηλιάπου θαείναιηφυλακήμαςσεαυτόντονκόσμοκαιτόπος τιμωρίας!

4«Τιείναιαυτόσεσύγκρισημετονκήπο;Ποιαείναιη στενότητάτουσεσύγκρισημετονχώροτουάλλου;»

5«Τιείναιαυτόςοβράχος,δίπλασεαυτάταάλση;Τι είναιτοσκοτάδιαυτήςτηςσπηλιάς,σεσύγκρισημετο φωςτουκήπου;»

6«Τιείναιαυτότοκρεμαστόβράχοπουμαςπροστατεύει, σεσύγκρισημετοέλεοςτουΚυρίουπουμαςεπισκίασε;

7«Τιείναιτοχώμααυτήςτηςσπηλιάςσεσύγκρισημετον κήπο;Αυτήηγη,σπαρμένημεπέτρεςκαιαυτή,φυτεμένη μενόστιμαοπωροφόραδέντρα;»

8ΚαιοΑδάμείπεστηνΕύα:«Κοίταταμάτιασουκαιτα δικάμου,πουέβλεπανπριναγγέλουςστονουρανόνα δοξάζουν·καιαυτοίεπίσηςαδιάκοπα

9«Αλλάτώραδενβλέπουμεόπωςβλέπαμεταμάτιαμας έχουνγίνεισάρκιναδενμπορούνναδουνόπωςέβλεπαν πριν»

10ΚαιοΑδάμείπεπάλιστηνΕύα:«Τιείναιτοσώμαμας σήμερασεσύγκρισημεαυτόπουήτανστιςπροηγούμενες ημέρες,ότανκατοικούσαμεστονπαράδεισο;»

11Μετάαπόαυτό,οΑδάμδενήθελεναμπειστησπηλιά, κάτωαπότονκρεμαστόβράχοούτεθαέμπαινεποτέσε αυτήν.

12ΑλλάυπάκουσεστιςεντολέςτουΘεούκαιείπεστον εαυτότου:«Ανδενμπωστησπηλιά,θαείμαιπάλι παραβάτης»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ5

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαμπήκανστησπηλιάκαι στάθηκανπροσευχόμενοιστηδικήτουςγλώσσα,άγνωστη σεεμάς,αλλάτηνοποίαγνώριζανκαλά. 2Καικαθώςπροσεύχονταν,οΑδάμσήκωσεταμάτιατου

3ΚαιηΕύακάθισεκλαίγονταςεπειδή,πίστευεότιήταν

4Τότεσηκώθηκε,άπλωσεταχέριατηςπροςτονΘεό, ζητώνταςΤουέλεοςκαιοίκτο,καιείπε:«Θεέμου, συγχώρεσέμουτηναμαρτίαμου,τηναμαρτίαπου διέπραξα,καιμηντηνθυμάσαιεναντίονμου».

5«ΔιότιεγώμόνοςέκανατονδούλοΣουναπέσειαπότον κήποσεαυτήτηνχαμένηγη·απότοφωςσεαυτότο σκοτάδικαιαπότηνκατοικίατηςχαράςσεαυτήτη φυλακή

6«Θεέμου,κοίταξεαυτόντονδούλοΣουπουέπεσεέτσι, καιανάστησέτοναπότονθάνατότου,γιανακλάψεικαι ναμετανοήσειγιατηνπαράβασήτουπουδιέπραξε εξαιτίαςμου».

7«Μηντουπάρειςτηνψυχήαυτήτηφοράαλλάάφησέ τονναζήσειγιανασταθείσύμφωναμετομέτροτης μετάνοιάςτουκαινακάνειτοθέλημάΣου,όπωςπριναπό τονθάνατότου»

8«Εάνόμωςδεντοναναστήσεις,τότε,Θεέ,πάρετην ψυχήμου,γιαναγίνωόμοιοςμεαυτόνκαιμημεαφήσεις

μόνομαζίτου.

9«Διότισυ,Θεέ,τονέφερεςσεύπνο,καιπήρεςένα

10«Καιπήρεςεμένα,τοοστό,καιμεέκανεςγυναίκα, λαμπρήσαναυτόν,στηνκαρδιά,στηλογικήκαιστα λόγιακαιστησάρκα,σαντηδικήτουκαιμεέκανεςκατά τηνομοίωσητουπροσώπουτου,μετοέλεόςΣουκαιτη δύναμήΣου

11«Κύριε,εγώκαιαυτόςείμαστεένακαιεσύ,Θεέ,είσαιο Δημιουργόςμας,εσύείσαιαυτόςπουμαςέκανεςκαιτους δύοσεμίαημέρα

12«Γι’αυτό,Θεέμου,δώσετουζωή,γιαναείναιμαζί μουσεαυτήτηνξένηγη,ενώεμείςκατοικούμεσεαυτήν εξαιτίαςτηςπαράβασήςμας

13«Εάνόμωςδενθέλειςνατουδώσειςζωή,τότεπάρε εμένα,εμένα,όπωςαυτόνγιαναπεθάνουμεκαιοιδύο τηνίδιαμέρα»

14ΚαιηΕύαέκλαψεπικρά,καιέπεσεπάνωστονπατέρα μαςΑδάμαπότημεγάλητηςλύπη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ6

1ΑλλάοΘεόςτουςκοίταξε·επειδή,είχαναυτοκτονήσει απόμεγάληθλίψη

2ΑλλάΕκείνοςθατουςανέστηνεκαιθατους παρηγορούσε

3Γι’αυτό,τουςέστειλετονΛόγοΤου,ώστενασταθούν καινααναστηθούναμέσως

4ΚαιοΚύριοςείπεστονΑδάμκαιτηνΕύα:«Αμαρτήσατε

6«Μακάριναμηνείχεςπαραβείτηνεντολήμουκαινα είχεςτηρήσειτοννόμομου,καιναμηνείχεςφάειαπότον καρπότουδέντρου,κοντάστοοποίοσουείπαναμην πλησιάσεις!Καιυπήρχανκαρποφόραδέντραστονκήπο καλύτερααπόαυτό.

7«ΑλλάοασεβήςΣατανάς,πουδενπαρέμεινεστην αρχικήτουκατάστασηούτετήρησετηνπίστητου·στον οποίοδενείχεκαμίακαλήπρόθεσηαπέναντίΜου,καιπου παρόλοπουΕγώτονείχαδημιουργήσει,μεπεριφρόνησε καιαναζήτησετηΘεότητα,ώστετονέριξακάτωαπότον ουρανό,αυτόςείναιπουέκανετοδέντροναφαίνεται ευχάριστοσταμάτιασας,μέχριπουφάγατεαπόαυτό, ακούγοντάςτον.

8«Έτσιπαραβήκατετηνεντολήμου,καιγι'αυτόσας έφερανόλεςαυτέςτιςθλίψεις

9«ΔιότιεγώείμαιοΘεόςοΔημιουργός,οοποίος,όταν δημιούργησαταπλάσματάμου,δενσκόπευανατα καταστρέψωΑλλάαφούπροκάλεσαντηνοργήμου,τους τιμώρησαμεοδυνηρέςπληγές,μέχριναμετανοήσουν.

10«Ανόμως,αντίθετα,επιμένουννασκληραίνουνστην παράβασήτους,θαείναιυπόκατάραγιαπάντα»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ7

1ΌτανοΑδάμκαιηΕύαάκουσαναυτάταλόγιααπότον Θεό,έκλαψανκαιούρλιαξανακόμαπερισσότεροαλλά ενίσχυσαντιςκαρδιέςτουςστονΘεό,επειδήτώραένιωθαν ότιοΚύριοςήτανγι'αυτούςσανπατέραςκαιμητέρα·και γι'αυτόνακριβώςτονλόγο,έκλαψανενώπιόνΤουκαι ζήτησανέλεοςαπόΑυτόν

2ΤότεοΘεόςτουςλυπήθηκεκαιείπε:«Ω,Αδάμ,έκανα τηδιαθήκημουμαζίσουκαιδενθατην απομακρυνθώ·ούτεθασεαφήσωναεπιστρέψειςστον κήπο,μέχριναεκπληρωθείηδιαθήκημουτωνμεγάλων πεντέμισιημερών»

3ΤότεοΑδάμείπεστονΘεό:«Κύριε,εσύμας δημιούργησεςκαιμαςέκανεςκατάλληλουςγιαναείμαστε στονκήποκαιπριναμαρτήσω,έκανεςόλαταζώανα έρθουνσεμένα,γιαναταονομάσω

4«ΗχάρηΣουήταντότεπάνωμουκαιονόμασατον καθένασύμφωναμετηγνώμηΣουκαιόλουςτουςέκανες υποταγμένουςσεμένα

5«Τώραόμως,ΚύριεΘεέ,πουπαρέβηκατηνεντολήΣου, όλαταθηρίαθασηκωθούνεναντίονμουκαιθα καταβροχθίσουνεμένακαιτηνΕύατηδούληΣου,καιθα εξαλείψουντηζωήμαςαπόπροσώπουγης.

6«Σεπαρακαλώ,λοιπόν,Θεέ,αφούμαςέβγαλεςαπότον κήποκαιμαςέφερεςσεξένηγη,ναμηναφήσειςταθηρία ναμαςβλάψουν»

7ΌτανοΚύριοςάκουσεαυτάταλόγιααπότονΑδάμ,τον λυπήθηκεκαιένιωσεότιείχεπειπραγματικάότιταθηρία τουαγρούθασηκωθούνκαιθακαταβροχθίσουναυτόνκαι

κρύφτηκεαπόεμάς».

2ΤότεοΚύριοςΘεόςείπεστονΑδάμ:«Ότανήσουν υποταγμένοςσεμένα,είχεςμέσασουμιαφωτεινήφύση, καιγι'αυτόμπορούσεςναβλέπειςπράγματααπόμακριά Αλλάμετάτηνπαράβασήσουηφωτεινήσουφύση αποσύρθηκεαπόεσένα·καιδενσουέμεινεναβλέπεις πράγματααπόμακριά,αλλάμόνοαπόκοντά,σύμφωναμε τηνικανότητατηςσάρκαςγιατίείναικτηνώδες» 3ΌτανοΑδάμκαιηΕύαάκουσαναυτάταλόγιααπότον Θεό,έφυγανδοξάζονταςκαιλατρεύοντάςΤονμεθλιμμένη καρδιά

4ΚαιοΘεόςέπαψεναεπικοινωνείμαζίτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ9

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαβγήκαναπότοΣπήλαιοτων Θησαυρώνκαιπλησίασαντηνπύλητουκήπου,καιεκεί

απόαυτήν

2ΚαιοΑδάμκαιηΕύαπήγαναπόμπροστάαπότηνπύλη

καιπουχωριζόταναπόεκείσετέσσεριςποταμούςπάνω στηγη.

3Τότεήρθανκαιπλησίασαντονερόεκείνο,καιτο κοίταξαν·καιείδανότιήταντονερόπουέβγαινεαπόκάτω απότηρίζατουΔέντρουτηςΖωήςστονκήπο.

4ΚαιοΑδάμέκλαψεκαιθρήνησε,καιχτύπησετοστήθος του,επειδήαποκόπηκεαπότονκήπο·καιείπεστηνΕύα: 5«Γιατίέφερεςπάνωμου,πάνωσουκαιπάνωστους απογόνουςμαςτόσεςπολλέςαπόαυτέςτιςπληγέςκαιτις τιμωρίες;»

6ΚαιηΕύατουείπε:«Τιείδες,νακλαιςκαιναμουμιλάς έτσι;»

7ΚαιείπεστηνΕύα:Δενβλέπειςαυτότονερόπουήταν μαζίμαςστονκήπο,πουπότιζεταδέντρατουκήπουκαι έρεεαπόεκεί;

8«Καιεμείς,ότανήμαστανστονκήπο,δενμας ένοιαζεαλλάεπειδήήρθαμεσεαυτήτηνξένηγη,την αγαπάμεκαιτηνχρησιμοποιούμεγιατοσώμαμας» 9ΌτανόμωςηΕύαάκουσεαυτάταλόγιααπόαυτόν, έκλαψεκαιαπότονπόνοτουκλάματόςτους,έπεσανσε

2ΤότεοάγγελοςανέβηκεστονΘεό,τονυποδέχτηκεκαι είπε:«Θεέμου,ταπλάσματάΣουάφησαντηντελευταία τουςπνοή»

3ΤότεοΘεόςέστειλετονΛόγοΤουστονΑδάμκαιτην Εύα,οιοποίοιτουςανέστησαναπότονθάνατο.

4ΚαιοΑδάμείπε,αφούαναστήθηκε:«Θεέμου,όσο ήμαστανστονκήποδενχρειαζόμαστανούτεφροντίζαμε αυτότονερόαλλά,αφούήρθαμεσεαυτήτηγη,δεν μπορούμεναζήσουμεχωρίςαυτό»

5ΤότεοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Ενώήσουνυπότην διοίκησήΜουκαιήσουνέναςλαμπρόςάγγελος,δεν γνώριζεςαυτότονερό

6«ΑφούόμωςπαρέβηκεςτηνεντολήΜου,δενμπορείςνα ζήσειςχωρίςνερό,μετοοποίοθαπλύνειςτοσώμασουκαι θατοκάνειςνααναπτυχθείγιατίτώραείναισαντων ζώωνκαιστερείταινερού».

7ΌτανοΑδάμκαιηΕύαάκουσαναυτάταλόγιααπότον Θεό,έκλαψανπικράκαιοΑδάμπαρακάλεσετονΘεόνα τοναφήσειναεπιστρέψειστονκήποκαινατονδειγια δεύτερηφορά

8ΑλλάοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Σουέδωσαμια υπόσχεσηόταναυτήηυπόσχεσηεκπληρωθεί,θασεφέρω πίσωστονκήπο,εσένακαιτοδίκαιοσπέρμασου»

9ΚαιοΘεόςέπαψεναεπικοινωνείμετονΑδάμ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ11

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαένιωσαννακαίγονταιαπόδίψα, καύσωνακαιθλίψη

2ΚαιοΑδάμείπεστηνΕύα:«Δενθαπιούμεαπόαυτότο νερό,ακόμακιανπεθάνουμε.Εύα,όταναυτότονερό έρθειστασωθικάμας,θααυξήσειτιςτιμωρίεςμαςκαιτων παιδιώνμας,πουθαέρθουνμετάαπόεμάς»

3ΤότεκαιοΑδάμκαιηΕύααποσύρθηκαναπότονερό καιδενήπιανκαθόλουαπόαυτό,αλλάήρθανκαιμπήκαν στοΣπήλαιοτωνΘησαυρών

4Ότανόμωςβρισκότανμέσασεαυτό,οΑδάμδεν μπορούσεναδειτηνΕύαάκουγεμόνοτονθόρυβοπου έκανεΟύτεκιαυτήμπορούσεναδειτονΑδάμ,αλλά άκουγετονθόρυβοπουέκανε.

5ΤότεοΑδάμέκλαψεαπόβαθιάθλίψηκαιχτύπησετο στήθοςτου·καισηκώθηκεκαιείπεστηνΕύα:«Πού είσαι;»

6Καιτουείπε:«Να,στέκομαιμέσασεαυτότοσκοτάδι»

7Τότετηςείπε:«Θυμήσουτηλαμπρήφύσηστηνοποία ζούσαμε,όσοκατοικούσαμεστονκήπο!

8«Ω,Εύα!Θυμήσουτηδόξαπουμαςσκέπασεστονκήπο Ω,Εύα!Θυμήσουταδέντραπουμαςσκίαζανστονκήπο ενώεμείςκινούμαστανανάμεσάτους

9«Ω,Εύα!Θυμήσουότιόσοήμαστανστονκήπο,δεν γνωρίζαμεούτενύχταούτεμέραΣκέψουτοΔέντροτης Ζωής,απόκάτωπουέρεετονερόκαιπουμαςέριχνε λάμψη!Θυμήσου,Εύα,τηγητουκήπουκαιτηλάμψητης! 10«Σκεφτείτε,ω,σκεφτείτεεκείνοντονκήποστονοποίο δενυπήρχεσκοτάδι,όσοκατοικούσαμεσεαυτόν

2ΚαιοΑδάμχτυπήθηκεκαιέπεσεστοέδαφοςμέσαστη σπηλιά,απόπικρήθλίψηκαιεξαιτίαςτουσκότους,και έμεινεεκείσαννεκρός.

3ΗΕύαόμωςάκουσετονθόρυβοπουέκανεπέφτοντας στηγη·καιτονέψαξεμεταχέριατης,καιτονβρήκεσαν πτώμα

4Τότεφοβήθηκε,έμεινεάφωνηκαιέμεινεκοντάτου 5ΑλλάοελεήμωνΚύριοςκοίταξετονθάνατοτουΑδάμ καιτησιωπήτηςΕύαςαπότονφόβοτουσκότους

6ΚαιολόγοςτουΘεούήρθεστονΑδάμκαιτονανέστησε απότονθάνατο,καιάνοιξετοστόματηςΕύαςγιανα μιλήσει

7ΤότεοΑδάμσηκώθηκεστησπηλιάκαιείπε:«Θεέμου, γιατίτοφωςέφυγεαπόεμάςκαιμαςκυρίευσετοσκοτάδι; Γιατίμαςαφήνειςσεαυτότομακρύσκοτάδι;Γιατίμας βασανίζειςέτσι;

8«Καιπούήταναυτότοσκοτάδι,Κύριε,πρινμας

9«Γιατί,όσοκαιρόήμαστανστονκήπο,ούτεείδαμεούτε γνωρίσαμετιείναισκοτάδιΔενκρυφτήκααπότηνΕύα,

μαςχωρίσειοέναςαπότονάλλον

10«Αλλάαυτήκιεγώήμαστανκαιοιδύοσεέναλαμπρό φως.Τηνείδακιεκείνημεείδε.Κιόμως,τώραπου μπήκαμεσεαυτήτησπηλιά,μαςέχεικατακλύσεισκοτάδι καιμαςέχειχωρίσει,ώστεναμηντηβλέπωούτεαυτήμε βλέπει.

11«Κύριε,μήπωςθαμαςπλήξειςμεαυτότοσκοτάδι;» ΚΕΦΑΛΑΙΟ13

1Τότε,ότανοΘεός,πουείναιελεήμωνκαιγεμάτος ευσπλαχνία,άκουσετηφωνήτουΑδάμ,τουείπε: 2«Ω,Αδάμ,όσοοκαλόςάγγελοςήτανυπάκουοςσεΜένα, έναλαμπρόφωςαναπαυότανπάνωτουκαιστα στρατεύματάτου.

3«ΌτανόμωςπαρέβητηνεντολήΜου,τονστέρησααπό εκείνητηφωτεινήφύσηκαιέγινεσκοτεινός

4«Καιότανήτανστουςουρανούς,σταβασίλειατου φωτός,δενγνώριζετίποταγιατοσκοτάδι

5«Αλλάαυτόςαμάρτησε,καιτονέριξααπότονουρανό στηγηκαιαυτότοσκοτάδιτονέπεσε

6«Καιπάνωσεσένα,ωΑδάμ,ενώήσουνστονκήποΜου καιυπάκουοςσεΜένα,αναπαύθηκεκαιαυτότολαμπρό φως.»

7«Ότανόμωςάκουσαγιατηνπαράβασήσου,σεστέρησα

κήποκαισεέβγαλασεαυτήτηγη·καισουπρόσταξανα κατοικήσειςσεαυτήτησπηλιάκαισκοτάδιήρθεπάνω σου,όπωςέγινεκαιμεαυτόνπουπαρέβητηνεντολήΜου 10«Έτσι,Αδάμ,σεεξαπάτησεαυτήηνύχτα.Δενθα διαρκέσειγιαπάντα,αλλάθαέχειμόνοδώδεκαώρες. Όταντελειώσει,θαεπιστρέψειτοφωςτηςημέρας»

11«Μηστενάζεις,λοιπόν,ούτενακινείσαι·καιμηνλες στηνκαρδιάσουότιαυτότοσκοτάδιείναιμακρύκαι διαρκείκουραστικάκαιμηνλεςστηνκαρδιάσουότισε βασανίζωμεαυτό

12«ΔύναμοντηνκαρδιάσουκαιμηφοβάσαιΑυτότο σκοτάδιδενείναιτιμωρίαΑλλά,Αδάμ,εγώέκανατην ημέρακαιέβαλατονήλιομέσασεαυτήνγιαναδίνει φωςγιανακάνειςεσύκαιταπαιδιάσουτοέργοσου

13«Γιατίήξεραότιθααμαρτάνειςκαιθαπαραβαίνεις,και θαβγαίνειςσεαυτήτηγη.Κιόμως,δενσεανάγκασαούτε θαεισακούγομαιούτεθακλείνωτονεαυτόμουούτεθασε καταδικάζωμετηνπτώσησουούτεμετηνέξοδόσουαπό τοφωςστοσκοτάδιούτεμετηνέξοδοσουαπότονκήπο σεαυτήτηγη

14«Διότισεέπλασαεκφωτόςκαιθέλησανααναδείξω απόσέναπαιδιάφωτόςκαιόμοιαμεσένα.»

15«Αλλάεσύδεντήρησεςούτεμιαμέρατηνεντολήμου, μέχριπουτελείωσατηδημιουργίακαιευλόγησαταπάντα σεαυτήν.

16«Τότεσεπρόσταξασχετικάμετοδέντρο,ναμηνφας απ’αυτόΚιόμως,ήξεραότιοΣατανάς,πουεξαπατούσε τονεαυτότου,θασεεξαπατούσεκιεσένα.

17«Έτσι,σουέκαναγνωστόμέσωτουδέντρουναμην πλησιάσειςκοντάτουΚαισουείπαναμηνφαςαπότον καρπότου,ούτεναγευτείςαπόαυτόν,ούτενακαθίσεις απόκάτωτου,ούτεναυποκύψειςσεαυτόν

18«Ανδενσουείχαμιλήσει,Αδάμ,γιατοδέντρο,καισε είχααφήσειχωρίςεντολή,καιείχεςαμαρτήσει,θαήταν αδίκημαεκμέρουςΜου,επειδήδενσουείχαδώσεικαμία εντολή·θαγύριζεςκαιθαμεκατηγορούσεςγι'αυτό 19«Αλλάσεπρόσταξακαισεπροειδοποίησα,καιεσύ έπεσεςΈτσιώστεταπλάσματάμουναμηνμπορούνναμε κατηγορήσουν·αλλάηευθύνηβαραίνειμόνοαυτά 20«Και,ωΑδάμ,έκανατηνημέραγιασένακαιγιατα παιδιάσουμετάαπόσένα,γιαναεργάζονταικαινα μοχθούνμέσασεαυτήνΚαιέκανατηνύχταγιανα ξεκουράζονταιμέσασεαυτήναπότηνεργασίατουςκαι γιαναβγαίνουνταζώατουαγρούτηνύχτακαινα αναζητούντηντροφήτους

21«Αλλάλίγοσκοτάδιαπομένειτώρα,ωΑδάμκαι σύντομαθαεμφανιστείτοφωςτηςημέρας»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ14

1ΤότεοΑδάμείπεστονΘεό:«Κύριε,πάρετηνψυχήμου καιμηνξαναδώαυτότοσκοτάδιήμετέφερέμεσεκάποιο μέροςόπουδενυπάρχεισκοτάδι»

2ΕἶπενδὲΚύριοςΘεὸςπρὸςΑδάμ·«Αλήθειασοιλέγω, ἀπὸσούπαρέρχεταιτὸσκότοςαὐτὸ,καθὼςἡμέρας ὁρίσασαπρὸςσὲ,ἕωςτῆςἐκπληρώσεωςτῆςδιαθήκηςμου,

στοντάφο,ότανθαείμαιστησάρκατουσπέρματόςσου

μέτρησηετών,καιρών,μηνώνκαιημερών,καιθαλογιστώ ωςέναςαπότουςγιουςτωνανθρώπων,γιανασεσώσω» 6ΚαιοΘεόςέπαψεναεπικοινωνείμετονΑδάμ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ15

ΤότεοΑδάμκαιηΕύαέκλαψανκαιλυπήθηκανεξαιτίας τουλόγουτουΘεούπροςαυτούς,ότιδενέπρεπενα επιστρέψουνστονκήπομέχριτηνεκπλήρωσητωνημερών πουείχανοριστείγι'αυτούςαλλάκυρίωςεπειδήοΘεός τουςείχεπειότιέπρεπεναυποφέρειγιατησωτηρίατους.

1Μετάαπόαυτό,οΑδάμκαιηΕύαδενέπαψαννα

2Καιότανείδαντοφωςναεπιστρέφεισεαυτούς,

τους.

3ΤότεοΑδάμάρχισεναβγαίνειαπότησπηλιάΚαιόταν έφτασεστοστόμιότης,στάθηκεκαιέστρεψετοπρόσωπό τουπροςτηνανατολή,καιείδετονήλιοναανατέλλειμε λαμπερέςακτίνες,καιένιωσετηζέστητουστοσώματου, τηφοβήθηκε,καισκέφτηκεστηνκαρδιάτουότιαυτήη φλόγαβγήκεγιανατονβασανίσει.

4Έκλαψετότε,χτύπησετοστήθοςτου,έπεσεμετο πρόσωποστηγηκαιέκανετοπαράκλησήτουλέγοντας: 5«Κύριε,μημεπλήττεις,μηδέμεκαταστρέφεις,μηδέ αφαιρείςτηνψυχήμουαπότηςγης»

6ΔιότινόμιζεότιοήλιοςήτανοΘεός

7Εφόσον,ενώβρισκότανστονκήποκαιάκουγετηφωνή τουΘεούκαιτονήχοπουέκανεστονκήπο,καιΤον φοβόταν,οΑδάμδενείδεποτέτολαμπρόφωςτουήλιου, ούτεηφλογερήτουθερμότηταάγγιξετοσώματου.

8Γι'αυτόφοβόταντονήλιοόταντονέφτανανοιφλογερές ακτίνεςτουΝόμιζεότιοΘεόςσκόπευενατονβασανίσει μεαυτόνόλεςτιςημέρεςπουτουείχεορίσει.

9ΔιότικαιοΑδάμείπεστιςσκέψειςτου:«ΌπωςοΘεός δενμαςμάστιγεμεσκοτάδι,ιδού,έκανεαυτόντονήλιονα ανατείλεικαιναμαςμάστιγεμεκαύσωνα»

10Ενώόμωςτασκεφτόταναυτάστηνκαρδιάτου,ήρθεσε αυτόνολόγοςτουΘεούκαιτουείπε:

11«Ω,Αδάμ,σήκωκαιστάσου.Αυτόςοήλιοςδενείναι

2Καθώςόμωςπλησίαζανσεαυτήν,μπροστάστηδυτική πύλη,απότηνοποίαβγήκεοΣατανάςότανεξαπάτησετον ΑδάμκαιτηνΕύα,βρήκαντοφίδιπουέγινεΣατανάςνα έρχεταιστηνπύληκαιναγλείφειμεθλίψητησκόνηκαινα στριφογυρίζειστοστήθοςτουστηγη,εξαιτίαςτηςκατάρας πουέπεσεπάνωτουαπότονΘεό

3Καιενώπαλαιότερατοφίδιήταντοπιουψωμένοαπό όλαταζώα,τώραάλλαξεκαιέγινεολισθηρό,καιτοπιο μοχθηρόαπόόλα,καισέρνοντανστοστήθοςτουκαι περπατούσεμετηνκοιλιάτου

4Καιενώήταντοωραιότεροαπόόλαταζώα,είχεαλλάξει καιείχεγίνειτοάσχημοαπόόλαΑντίνατρέφεταιμετην καλύτερητροφή,τώραστράφηκεστονατρώειτησκόνη. Αντίνακατοικεί,όπωςπριν,στακαλύτεραμέρη,τώρα ζούσεστησκόνη

5Και,ενώήταντοπιοόμορφοαπόόλαταζώα,όλατα οποίαστέκοντανάλαλαμπροστάστηνομορφιάτου,τώρα τοαπεχθανόντουσαν

6Και,πάλι,ενώκατοικούσεσεμιαόμορφηκατοικία,στην οποίαόλαταάλλαζώαπροέρχονταναπόαλλούκαιόπου έπινε,έπινανκαιαυτάαπότηνίδιατώρα,αφούέγινε δηλητηριώδες,εξαιτίαςτηςκατάραςτουΘεού,όλαταζώα έφυγαναπότηνκατοικίατουκαιδενήθελανναπιουναπό τονερόπουέπινε·αλλάέφυγαναπόαυτήν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ18

1ΌταντοκαταραμένοφίδιείδετονΑδάμκαιτηνΕύα, φούσκωσετοκεφάλιτου,στάθηκεστηνουράτουκαιμε μάτιακόκκινασαναίμα,έκανεσανναήθελενατους σκοτώσει.

2ΚατευθύνθηκεπροςτηνΕύακαιέτρεξεπίσωτηςΕνώο Αδάμστεκότανδίπλατουκαιέκλαιγεεπειδήδενείχεξύλο στοχέριτουγιαναχτυπήσειτοφίδικαιδενήξερεπώςνα τοσκοτώσει

3ΑλλάμετηνκαρδιάτουνακαίειγιατηνΕύα,οΑδάμ πλησίασετοφίδικαιτοκράτησεαπότηνουρά.Όταναυτό γύρισεπροςτομέροςτουκαιτουείπε:

4«Ω,Αδάμ,εξαιτίαςσουκαιτηςΕύας,είμαιολισθηρός καιπερπατάωμετηνκοιλιάμου».Έπειτα,λόγωτης μεγάληςτουδύναμης,έριξεκάτωτονΑδάμκαιτηνΕύα καιτουςπίεσε,σανναεπρόκειτονατουςσκοτώσει 5ΑλλάοΘεόςέστειλεένανάγγελοπουέδιωξετοφίδι μακριάτουςκαιτουςανέστησε

6ΤότεολόγοςτουΘεούήρθεστοφίδικαιτουείπε: «Πρώτασεέκαναευκίνητοκαισεέκαναναπερπατάς πάνωστηνκοιλιάσουαλλάδενσεστέρησααπότονα μιλάς».

7«Τώρα,όμως,μείνεάφωνοςκαιμημιλάςπια,εσύκαι τογένοςσουεπειδή,εξαρχής,ηκαταστροφήτων πλασμάτωνμουσυνέβηεξαιτίαςσου,καιτώραθέλειςνα τασκοτώσεις».

8Τότετοφίδιέμεινεάλαλοκαιδενμίλησεπλέον

9Καιφύσηξεέναςάνεμοςαπότονουρανόμεεντολήτου

2«Κύριε,ότανήμουνστησπηλιά,σουείπαταεξής,Κύριέ

3ΤότεοΑδάμ,εξαιτίαςόσωντουείχανσυμβεί,χτύπησε

αυτόνοΛόγοςτουΘεού,πουτονανέστησε,καιτουείπε: 4«Ω,Αδάμ,κανένααπόαυτάταζώαδενθαμπορέσεινα σεβλάψειεπειδή,ότανέβαλαταζώακαιταάλλα κινούμεναπράγματαναέρθουνσεεσέναστησπηλιά,δεν άφησατοφίδιναέρθειμαζίτους,γιαναμηνσηκωθεί εναντίονσου,νασεκάνεινατρέμειςκαιοφόβοςτουνα πέσειστιςκαρδιέςσου.

5«Γιατίήξεραότιαυτόςοκαταραμένοςείναιασεβήςγι' αυτόδεντονάφησαναπλησιάσεικοντάσουμαζίμετα άλλαθηρία.

6«Τώραόμωςστήριξετηνκαρδιάσουκαιμηφοβάσαι Εγώείμαιμαζίσουμέχριτοτέλοςτωνημερώνπουέχω ορίσειγιασένα».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ20

1ΤότεοΑδάμέκλαψεκαιείπε:«Θεέμου,πήγαινέμαςσε

2ΕίπεόμωςοΘεόςστονΑδάμκαιτηνΕύα:«Μηφοβάστε απότώρακαιστοεξήςδενθατοαφήσωνασας πλησιάσειτοέδιωξαμακριάσας,απόαυτότοβουνόούτε θααφήσωσεαυτότίποταπουνασαςβλάψει».

3ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπροσκύνησανενώπιοντουΘεού «καιτονευχαρίστησανκαιτοναίνεσανπουτουςέσωσε απότονθάνατο».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ21

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήγαννααναζητήσουντονκήπο 2Καιηζέστηέπεφτεσανφλόγασταπρόσωπάτους·και ίδρωναναπότηζέστη,καιέκλαιγανενώπιοντουΚυρίου. 3Οτόποςόμωςόπουέκλαιγανήτανκοντάσεέναψηλό βουνό,απέναντιαπότηδυτικήπύλητουκήπου

4ΤότεοΑδάμέπεσεκάτωαπότηνκορυφήεκείνουτου βουνούτοπρόσωπότουήτανκατακόκκινοκαιησάρκα τουγδαρμένη·πολύαίμαέτρεχεαπόπάνωτου,καιήταν κοντάστονθάνατο.

5Εντωμεταξύ,ηΕύαπαρέμενεόρθιαστοβουνό κλαίγονταςγι'αυτόν,καθώςήτανξαπλωμένηέτσι. 6Καιείπε:Δενθέλωναζήσωμετάαπόαυτόνεπειδή,όλα όσαέκανεστονεαυτότου,ταέκανεμέσωεμού 7Τότεόρμησεπίσωτου·καικατασχέθηκεκαι γρατζουνίστηκεαπόπέτρεςκαιπαρέμεινεξαπλωμένησαν

1ΤότεοΑδάμείπεστονΘεό:«Μαράζωαπότη ζέστη·λιποθυμώαπότοπερπάτημα,καιείμαιάβολοςγια αυτόντονκόσμοκαιδενξέρωπότεθαμεβγάλειςαπό αυτόν,γιανααναπαυθώ»

2ΤότεοΚύριοςοΘεόςτουείπε:«Ω,Αδάμ,δενμπορείνα γίνειαυτότώρα,μέχρινατελειώσειςτιςημέρεςσου.Τότε θασεβγάλωαπόαυτήτηνάθλιαγη»

3ΚαιοΑδάμείπεστονΘεό:«Όσοήμουνστονκήπο,δεν γνώριζαούτεζέστηούτενωθρότηταούτεκινήσειςούτε τρόμοούτεφόβοτώραόμως,απότότεπουήρθασεαυτή τηγη,μεέχειβρειόληαυτήηθλίψη».

4ΤότεοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Όσοτηρούσεςτηνεντολή Μου,τοφωςΜουκαιηχάρηΜουαναπαύοντανπάνωσου ΑλλάότανπαραβίασεςτηνεντολήΜου,σεβρήκεθλίψη καιδυστυχίασεαυτήτηγη»

5ΚαιέκλαψεοΑδάμκαιείπε:«Κύριε,μημεαποκόψεις γι'αυτό,ούτεναμεπατάξειςμεβαριέςπληγές,ούτενα μουανταποδώσειςσύμφωναμετηναμαρτίαμουεπειδή, εμείς,μετηθέλησήμας,παραβήκαμετηνεντολήΣου,και εγκαταλείψαμετοννόμοΣου,καιζητήσαμεναγίνουμε θεοίσανΕσένα,ότανοΣατανάςοεχθρόςμαςεξαπάτησε» 6ΤότεοΘεόςείπεξανάστονΑδάμ:«Επειδήέφερεςφόβο καιτρόμοσεαυτήτηγη,νωθρότητακαιβάσανοπατώντας καιπερπατώντας,ανεβαίνονταςσεαυτότοβουνόκαι πεθαίνονταςαπόαυτό,θααναλάβωόλααυτάπάνωμου γιανασεσώσω».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ23

1ΤότεοΑδάμέκλαψεπερισσότεροκαιείπε:«Θεέμου, ελέησέμε,μέχρινααναλάβωπάνωΣουαυτόπουθα κάνω».

2ΑλλάοΘεόςπήρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμκαιτην Εύα

3ΤότεοΑδάμκαιηΕύαστάθηκανσταπόδιατουςκαιο ΑδάμείπεστηνΕύα:Ζώσου,καιθαζώσωκιεγώτον εαυτόμουΚαιαυτήζώστηκε,όπωςτηςείπεοΑδάμ

4ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήρανπέτρεςκαιτις τοποθέτησανσεσχήμαβωμούκαιπήρανφύλλααπότα δέντραέξωαπότονκήπο,μεταοποίασκούπισαναπότο πρόσωποτουβράχουτοαίμαπουείχανχύσει.

5Αλλάεκείνοπουείχεπέσειστηνάμμο,τοπήρανμαζίμε τησκόνηπουείχεαναμειχθείκαιτοπρόσφερανστο θυσιαστήριοωςπροσφοράστονΘεό.

6ΤότεοΑδάμκαιηΕύαστάθηκανκάτωαπότο θυσιαστήριοκαιέκλαψαν,ικετεύονταςέτσιτονΘεό: «Συγχώρεσέμαςτηνπαράβασήμαςκαιτηναμαρτίαμας, καικοίταξέμαςμετομάτιτουελέουςΣουΓιατίόταν ήμαστανστονκήπο,οιαίνοικαιοιύμνοιμαςανέβαιναν ενώπιόνΣουαδιάκοπα.

7«Ότανόμωςήρθαμεσεαυτήτηνξένηγη,δενμαςανήκε πλέονοαγνόςέπαινος,ούτεηδίκαιηπροσευχή,ούτεοι καρδιέςπουκατανοούν,ούτεοιγλυκέςσκέψεις,ούτεοι

ΚΕΦΑΛΑΙΟ24

1ΤότεοελεήμωνΘεός,αγαθόςκαιφιλάνθρωπος,κοίταξε

προσφέρειωςπροσφοράσεΑυτόν,χωρίςναέχειλάβει εντολήαπόΑυτόνγι'αυτόΑλλάτουςθαύμασεκαι δέχτηκετιςπροσφορέςτους

2ΚαιοΘεόςέστειλεαπότοπρόσωπότουμιαλαμπρή φωτιά,πουκατέφαγετηνπροσφοράτους

3Μύρισετηνευωδίατηςπροσφοράςτουςκαιτουςέδειξε έλεος.

4ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτουείπε: «Ω,Αδάμ,όπωςεσύέχυσεςτοαίμασου,έτσιθαχύσωκι

5«Καικαθώςεσύζήτησεςσυγχώρεσημέσωαυτούτου αίματος,έτσικιεγώθακάνωτοαίμαμουάφεσηαμαρτιών, καιθαεξαλείψωτιςπαραβάσειςσεαυτό»

6«Καιτώρα,ιδού,δέχτηκατηνπροσφοράσου,ωΑδάμ, αλλάοιημέρεςτηςδιαθήκης,μετηνοποίασεέδεσα,δεν έχουνσυμπληρωθείΌτανσυμπληρωθούν,τότεθασε φέρωπίσωστονκήπο.

7«Τώρα,λοιπόν,ενδυνάμωσετηνκαρδιάσουκαιότανσε βρειηλύπη,κάνεμουμιαπροσφορά,καιθασεευνοήσω» ΚΕΦΑΛΑΙΟ25

1ΑλλάοΘεόςγνώριζεότιοΑδάμείχεστιςσκέψειςτου ότιέπρεπεσυχνάνααυτοκτονείκαινατουπροσφέρειτο αίματου

2Γι'αυτότουείπε:«Ω,Αδάμ,μηνξανασκοτώσειςτον εαυτόσουόπωςέκανες,πετώνταςτονεαυτόσουκάτωαπό εκείνοτοβουνό»

3ΟΑδάμόμωςείπεστονΘεό:«Ήθελαναβάλωαμέσως τέλοςστονεαυτόμου,επειδήπαρέβηκατιςεντολέςΣου, καιεπειδήβγήκααπότονόμορφοκήπο,καιγιατολαμπρό φωςαπότοοποίομεστέρησες,καιγιατουςεπαίνουςπου ξεχύνονταναπότοστόμαμουαδιάκοπα,καιγιατοφως πουμεσκέπαζε».

4«Ωστόσο,Θεέμου,απότηναγαθότητάΣουμημε εξοντώσειςεντελώςαλλά,κάθεφοράπουπεθαίνω,δείξε μουεύνοιακαιζωοποίησέμε

5«ΚαιέτσιθαγίνειγνωστόότιΕσύείσαιέναςελεήμων

1ΤότεοΑδάμπήρετηνΕύακαιάρχισανναεπιστρέφουν στοΣπήλαιοτωνΘησαυρώνόπουκατοικούσαν.Αλλά όταντοπλησίασανκαιτοείδαναπόμακριά,βαριάλύπη έπεσεπάνωστονΑδάμκαιτηνΕύαόταντοκοίταξαν

2ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Ότανήμαστανστοβουνό, παρηγορηθήκαμεαπότονΛόγοτουΘεούπου συνομιλούσεμαζίμαςκαιτοφωςπουερχόταναπότην ανατολήέλαμψεπάνωμας

3«ΤώραόμωςοΛόγοςτουΘεούείναικρυμμένοςαπό εμάςκαιτοφωςπουέλαμπεπάνωμαςέχειαλλάξειτόσο πολύπουεξαφανίζεται,καιαςμαςκατακλύσεισκοτάδικαι θλίψη

4«Καιείμαστεαναγκασμένοιναμπούμεσεαυτήτη σπηλιάπουείναισανφυλακή,όπουμαςκαλύπτειτο σκοτάδι,έτσιώστεναείμαστεχωρισμένοιοέναςαπότον άλλονκαιεσύδενμπορείςναμεδεις,ούτεεγώμπορώνα σεδω.»

5ΌτανοΑδάμείπεαυτάταλόγια,έκλαψανκαιάπλωσαν ταχέριατουςενώπιοντουΘεού,επειδήήτανγεμάτοι θλίψη.

6ΚαιπαρακάλεσαντονΘεόναφέρειτονήλιοσεαυτούς, νατουςλάμψει,ώστεναμηνεπιστρέψειτοσκοτάδιπάνω τους,καιναμηνξαναμπούνκάτωαπόαυτότοπέτρινο κάλυμμαΚαιήθελανναπεθάνουνπαράναδουντο σκοτάδι

7ΤότεοΘεόςκοίταξετονΑδάμκαιτηνΕύακαιτη μεγάλητουςθλίψη,καιόλαόσαείχανκάνειμεθερμή καρδιά,εξαιτίαςόλωντωνπροβλημάτωνπου αντιμετώπιζαν,αντίγιατηνπροηγούμενηευημερίατους, καιεξαιτίαςόληςτηςδυστυχίαςπουτουςβρήκεσεμια ξένηγη

8Γι'αυτόοΘεόςδενοργίστηκεμαζίτουςούτεέδειξε ανυπομονησία,αλλάμακρόθυμοςκαιυπομονετικόςήταν προςαυτούς,όπωςπροςταπαιδιάπουείχεδημιουργήσει

9ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτουείπε: «Αδάμ,όσογιατονήλιο,αντονέπαιρνακαισουτον έφερνα,οιμέρες,οιώρες,ταχρόνιακαιοιμήνεςθαήταν όλαάχρηστα,καιηδιαθήκηπουέκαναμαζίσουδενθα εκπληρωνότανποτέ»

10«Αλλάτότεθαμεταστραφείςκαιθαεγκαταλειφθείςσε μιαμακράπληγή,καιδενθασουαπομείνεισωτηρίαγια πάντα

11«Ναι,μάλλονμακροθυμίακαιγαλήνητηνψυχήσου, καθώςμένειςνύχτακαιημέρα,μέχρινασυμπληρωθούνοι ημέρεςκαιναέρθειοκαιρόςτηςδιαθήκηςμου

12«Τότεθαέρθωκαιθασεσώσω,Αδάμ,γιατίδενθέλω ναταλαιπωρείσαι

13«Καιότανκοιτάξωόλατακαλάπράγματασταοποία έζησες,καιγιατίβγήκεςαπόαυτά,τότεθασουδείξω πρόθυμαέλεος.

14«Αλλάδενμπορώνααλλάξωτηδιαθήκηπουβγήκε απότοστόμαμου·αλλιώςθασεείχαφέρειπίσωστον

15«Όταν,όμως,ηδιαθήκηεκπληρωθεί,τότεθαδείξωσε σένακαιστοσπέρμασουέλεος,καιθασεφέρωσεμιαγη

έθιμοτους,ενώδάκρυαέτρεχαναπόταμάτιατους,λύπη καιθρήνοςέβγαιναναπότιςκαρδιέςτους,καιευχήθηκανη ψυχήτουςναφύγειαπότοσώματους 18ΚαιοΑδάμκαιηΕύαστάθηκανπροσευχόμενοι,μέχρι πουτουςέπεσετοσκοτάδιτηςνύχτας,καιοΑδάμ κρύφτηκεαπότηνΕύα,καιαυτήαπόαυτόν.

19Καιπαρέμεινανόρθιοιστηνπροσευχή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ27

1ΌτανοΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,είδεπώς συνέχιζανναπροσεύχονται,πώςοΘεόςεπικοινωνούσε μαζίτουςκαιτουςπαρηγόρησε,καιπώςείχεδεχτείτην προσφοράτους,οΣατανάςέκανεμιαοπτασία

2Άρχισεναμεταμορφώνειταστρατεύματάτουσταχέρια

3Έπειτατοποθέτησετονθρόνοτουκοντάστοστόμιοτης

4ΚαιοΣατανάςτοέκανεαυτό,ώστεότανοΑδάμείδετο φως,νασκεφτείμέσατουότιήτανέναουράνιοφως,και ότιταστρατεύματατουΣατανάήτανάγγελοικαιότιο Θεόςτουςείχεστείλειναφυλάνετησπηλιά,καινατου δίνουνφωςστοσκοτάδι.

5Έτσι,ότανοΑδάμβγήκεαπότησπηλιάκαιτουςείδε, καιοΑδάμκαιηΕύαυποκλίθηκανστονΣατανά,τότε αυτόςθανικούσετονΑδάμμεαυτόντοντρόποκαιθατον ταπείνωνεγιαδεύτερηφοράενώπιοντουΘεού

6Όταν,λοιπόν,οΑδάμκαιηΕύαείδαντοφως, νομίζονταςότιήταναληθινό,ενίσχυσαντιςκαρδιές τουςόμως,καθώςέτρεμαν,οΑδάμείπεστηνΕύα: 7«Κοιτάξτεεκείνοτομεγάλοφως,καιαυτάταπολλά τραγούδιααίνου,καιεκείνητηνστρατιάπουστέκεταιέξω καιδενέρχεταισεεμάς,μημαςπείτετιλένε,ήαπόπού προέρχονται,ήποιαείναιησημασίααυτούτου φωτόςποιοιείναιαυτοίοιέπαινοιγι'αυτόέχουνσταλεί εδώ,καιγιατίδενέρχονται

8«ΑνήταναπότονΘεό,θαέρχοντανσεεμάςστησπηλιά καιθαμαςέλεγαντηναποστολήτους»

9ΤότεοΑδάμσηκώθηκεκαιπροσευχήθηκεστονΘεόμε θερμήκαρδιάκαιείπε:

10«Κύριε,υπάρχειστονκόσμοάλλοςθεόςαπόΕσένα,

Αδάμ,μηφοβάσαιΑυτόςείναιοΣατανάςκαιτα στρατεύματάτουθέλεινασεεξαπατήσειόπωςσε εξαπάτησεκαιστηναρχήΤηνπρώτηφορά,ήταν κρυμμένοςμέσαστοφίδι·αλλάαυτήτηφοράήρθεσε εσάςμετηνεικόναενόςαγγέλουφωτόςώστε,όταντον λατρέψετε,νασαςμαγέψει,ενώπιοντουΘεού»

13ΤότεοάγγελοςέφυγεαπότονΑδάμκαιέπιασετον Σατανάστηνείσοδοτηςσπηλιάς,καιτοναπογύμνωσεαπό τηνπροσποίησηπουείχεπάρει,καιτονέφερεμετην αποκρουστικήτουμορφήστονΑδάμκαιτηνΕύα,οι οποίοιτονφοβήθηκανόταντονείδαν 14ΚαιοάγγελοςείπεστονΑδάμ:«Αυτήηαπαίσιαμορφή είναιδικήτουαπότότεπουοΘεόςτονέριξεαπότον ουρανόΔενμπορούσενασεπλησιάσειμεαυτήνγι'αυτό μεταμορφώθηκεσεάγγελοφωτός»

15ΤότεοάγγελοςέδιωξετονΣατανάκαιταστρατεύματά τουαπότονΑδάμκαιτηνΕύακαιτουςείπε:«Μη φοβάστεοΘεόςπουσαςδημιούργησε,θασαςενισχύσει» 16Καιοάγγελοςέφυγεαπόκοντάτους.

17ΟΑδάμόμωςκαιηΕύαέμεινανόρθιοιστη σπηλιάκαμίαπαρηγοριάδεντουςήρθεοισκέψειςτους ήτανδιχασμένες.

18Καιότανέγινεπρωί,προσευχήθηκανκαιβγήκαννα αναζητήσουντονκήποΓιατίοικαρδιέςτουςήταν στραμμένεςπροςαυτόν,καιδενμπορούσανναβρουν παρηγοριάεπειδήτονείχανεγκαταλείψει

ΚΕΦΑΛΑΙΟ28

1ΌτανόμωςοπανούργοςΣατανάςτουςείδεότιπήγαιναν στονκήπο,συγκέντρωσετοστρατότουκαιεμφανίστηκε πάνωσεένασύννεφο,μεσκοπόνατουςεξαπατήσει

2ΌτανόμωςοΑδάμκαιηΕύατονείδανέτσισεόραμα, νόμισανότιήτανάγγελοιτουΘεούπουείχανέρθεινα τουςπαρηγορήσουνπουείχανφύγειαπότονκήποήνα τουςφέρουνπίσωσεαυτόν

3ΚαιοΑδάμάπλωσεταχέριατουπροςτονΘεό, ικετεύοντάςΤοννατονκάνεινακαταλάβειτιήταναυτά

4ΤότεοΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,είπεστονΑδάμ:

«Ω,Αδάμ,είμαιάγγελοςτουμεγάλουΘεούκαιδεςτα στρατεύματαπουμεπεριβάλλουν

5«ΟΘεόςέστειλεεμένακαιαυτούςγιανασεπάρωκαινα σεφέρωσταβόρειαόριατουκήπουστηνακτήτης καθαρήςθάλασσας,καινασελούσωεσένακαιτηνΕύασε αυτήν,καινασεανυψώσωστηνπροηγούμενηχαράσου, ώστεναεπιστρέψετεξανάστονκήπο.»

6ΑυτάταλόγιαβυθίστηκανστηνκαρδιάτουΑδάμκαι τηςΕύας.

7Ωστόσο,οΘεόςαπέκρυψετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ καιδεντονέκανενακαταλάβειαμέσως,αλλάπερίμενενα δειτηδύναμήτου·ανθανικιότανόπωςηΕύαστονκήπο, ήανθαεπικρατούσε.

8ΤότεοΣατανάςφώναξεστονΑδάμκαιτηνΕύακαιείπε: «Ιδού,πηγαίνουμεστηθάλασσατουνερού»Καιάρχισαν ναπηγαίνουν

9ΚαιοΑδάμκαιηΕύατουςακολούθησανσεμικρή απόσταση.

10Ότανόμωςέφτασανστοβουνόβόρειατουκήπου,ένα

στονΣατανάμεδυνατήφωνήκαιτονκαταράστηκε 2Τότεαυτόςκαιταστρατεύματάτουτράπηκανσεφυγή, καιοΑδάμκαιηΕύαπαρέμεινανόρθιοιστηνκορυφήτου βουνού,απόόπουέβλεπαναπόκάτωτουςτοναπέραντο κόσμο,ψηλάπάνωαπότονοποίοβρίσκοντανΑλλάδεν είδανκανέναναπότοστρατόπουανώνυμαβρισκόταν δίπλατους.

3Έκλαψαν,τόσοοΑδάμόσοκαιηΕύα,ενώπιοντου ΘεούκαιΤονπαρακάλεσανγιασυγχώρεση

4ΤότεήρθεοΛόγοςαπότονΘεόστονΑδάμκαιτουείπε: «ΓνώρισεκαικατάλαβεσχετικάμεαυτόντονΣατανά,ότι επιδιώκεινασεεξαπατήσεικαιτοσπέρμασουμετάαπό εσένα».

5ΚαιέκλαψεοΑδάμενώπιοντουΚυρίουτουΘεού,και

6ΚαιοΘεόςείδετησκέψητουΑδάμκαιέστειλετον

φέρειστονΑδάμ

7ΑυτότοέκανεοΘεόςμετησοφίαΤου,ώστεαυτέςοι χρυσέςράβδοι,πουβρίσκοντανμετονΑδάμστησπηλιά, ναλάμπουνμεφωςτηνύχταγύρωτουκαινατερματίσουν τονφόβοτουγιατοσκοτάδι

8ΤότεοάγγελοςΜιχαήλκατέβηκεμεεντολήΘεού,πήρε χρυσέςράβδους,όπωςτονείχεπροστάξειοΘεός,καιτις έφερεστονΘεό

ΚΕΦΑΛΑΙΟ30

1Μετάταύτα,οΘεόςπρόσταξετονάγγελοΓαβριήλνα κατέβειστονκήποκαιναπειστοχερουβείμπουτον φύλαγε:«Ιδού,οΘεόςμεπρόσταξεναμπωστονκήποκαι ναπάρωαπόεκείθυμίαμαευωδίαςκαινατοδώσωστον Αδάμ»

2ΤότεοάγγελοςΓαβριήλκατέβηκεστονκήπο,σύμφωνα μετηνεντολήτουΘεού,καιείπεστοχερουβείμόπωςτον είχεπροστάξειοΘεός

3Τότετοχερουβείμείπε:«Λοιπόν».ΚαιοΓαβριήλμπήκε μέσακαιπήρετοθυμίαμα

4ΤότεοΘεόςπρόσταξετονάγγελόΤουΡαφαήλνα κατέβειστονκήποκαιναμιλήσειστοχερουβείμγιαλίγο

8ΤότεοΘεόςείπεστουςαγγέλους:«Βουτήξτεταστην πηγήτουνερούέπειταπάρτετακαιραντίστεμετονερό τουςτονΑδάμκαιτηνΕύα,γιαναπαρηγορηθούνλίγοστη λύπητους,καιδώστεταστονΑδάμκαιτηνΕύα.

9ΚαιοιάγγελοιέκανανόπωςτουςείχεπροστάξειοΘεός, καιέδωσανόλααυτάστονΑδάμκαιτηνΕύαστηνκορυφή τουβουνού,όπουτουςείχετοποθετήσειοΣατανάς,όταν προσπαθούσενατουςαποτελειώσει.

10ΚαιότανοΑδάμείδετιςχρυσέςράβδους,τοθυμίαμα καιτησμύρνα,χάρηκεκαιέκλαψε,επειδήνόμιζεότιτο χρυσόήτανσημάδιτηςβασιλείαςαπότηνοποίαείχεέρθει, ότιτοθυμίαμαήτανσημάδιτουλαμπερούφωτόςπουείχε αφαιρεθείαπόαυτόν,καιότιησμύρναήτανσημάδιτης λύπηςστηνοποίαβρισκόταν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ31

1Μετάταύτα,οΘεόςείπεστονΑδάμ:«Μουζήτησεςκάτι απότονπαράδεισο,γιαναπαρηγορηθείςμεαυτό·καισου έδωσααυτάτατρίασημείαωςπαρηγοριάσεσένα,γιανα εμπιστεύεσαισεμένακαιστηδιαθήκημουμαζίσου»

2«Διότιεγώθαέρθωκαιθασεσώσωκαιβασιλιάδεςθα μουφέρουν,ότανείμαιενσαρκί,χρυσό,θυμίαμακαι σμύρνα·χρυσόωςσύμβολοτηςβασιλείαςμου·θυμίαμα ωςσύμβολοτηςθεότητάςμουκαισμύρναωςσύμβολο τωνπαθημάτωνμουκαιτουθανάτουμου»

3«Αλλά,ωΑδάμ,βάλεαυτάκοντάσουστησπηλιά·το χρυσάφιγιανασεφωτίζειτηνύχτα·τοθυμίαμα,γιανα μυρίζειςτηγλυκιάτουμυρωδιάκαιτησμύρνα,γιανασε παρηγορείστηλύπησου»

4ΌτανοΑδάμάκουσεαυτάταλόγιααπότονΘεό,τον προσκύνησεΑυτόςκαιηΕύατονπροσκύνησανκαιτον ευχαρίστησαν,επειδήτουςείχεφερθείμεέλεος

5ΤότεοΘεόςπρόσταξετουςτρειςαγγέλους,τονΜιχαήλ, τονΓαβριήλκαιτονΡαφαήλ,ναφέρουνοκαθέναςό,τι είχεφέρεικαινατοδώσουνστονΑδάμΚαιτοέκαναν, έναςπροςέναν.

6ΚαιοΘεόςπρόσταξετονΣουριήλκαιτονΣαλαθιήλνα σηκώσουντονΑδάμκαιτηνΕύα,καινατουςκατεβάσουν απότηνκορυφήτουψηλούβουνού,καινατους οδηγήσουνστοΣπήλαιοτωνΘησαυρών

7Εκείέβαλαντοχρυσάφιστηνότιαπλευράτουσπηλαίου, τοθυμίαμαστηνανατολικήπλευράκαιτησμύρναστη δυτικήπλευράΔιότιτοστόμιοτουσπηλαίουήτανστη βόρειαπλευρά

8ΟιάγγελοιπαρηγόρησαντότετονΑδάμκαιτηνΕύακαι αναχώρησαν

9Τοχρυσάφιήτανεβδομήνταράβδοι,τοθυμίαμαδώδεκα λίρεςκαιησμύρνατρειςλίρες

10ΑυτάπαρέμειναναπότονΑδάμστονΟίκοτων Θησαυρών·γι'αυτόονομάστηκε«απόκρυψης»Άλλοι

11ΑυτάτατρίαπράγματαέδωσεοΘεόςστονΑδάμ,την

12Καιαυτάτατρίαπράγματα,καθώςπαρέμενανμετον

2Καιότανξημέρωσεηόγδοημέρα,οΑδάμείπεστηνΕύα: «Εύα,προσευχηθήκαμεστονΘεόναμαςδώσειλίγοαπό τονκήπο,καιΕκείνοςέστειλετουςαγγέλουςΤουπουμας έφεραναυτόπουεπιθυμούσαμε

3«Τώραόμως,σηκωθείτε,αςπάμεστηθάλασσαμετο νερόπουείδαμεστηναρχή,καιαςσταθούμεμέσασε αυτήν,προσευχόμενοιναμαςδείξειξανάοΘεόςτην εύνοιάτουκαιναμαςεπιστρέψειστονκήποήναμας δώσεικάτιήναμαςδώσειπαρηγοριάσεκάποιαάλληγη απόαυτήστηνοποίαβρισκόμαστε»

4ΤότεοΑδάμκαιηΕύαβγήκαναπότησπηλιά,πήγανκαι στάθηκανστηνάκρητηςθάλασσαςστηνοποίαείχανρίξει τουςεαυτούςτουςπριν,καιοΑδάμείπεστηνΕύα:

5«Έλα,κατέβασετούτοτοντόπο,καιμηνβγειςαπό αυτόνμέχριτοτέλοςτωντριάνταημερών,ότανθαέρθω σεσέναΚαιπροσευχήσουστονΘεόμεθερμήκαρδιάκαι γλυκιάφωνή,ναμαςσυγχωρέσει.

6«Καιθαπάωσεάλλοτόπο,καιθακατέβωσεαυτόν,και θακάνωόπωςεσύ»

7ΤότεηΕύακατέβηκεστονερό,όπωςτηνείχεπροστάξει οΑδάμΚαιοΑδάμκατέβηκεστονερόκαιστάθηκαν

8Καιστάθηκανέτσιπροσευχόμενοιμέχριτοτέλοςτων τριάνταπέντεημερών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ33

1ΑλλάοΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,τουςαναζήτησε στησπηλιά,αλλάδεντουςβρήκε,ανκαιτουςέψαξε επιμελώς.

2Αλλάτουςβρήκεναστέκονταιστονερόνα προσεύχονταικαισκέφτηκεμέσατου:«ΟΑδάμκαιηΕύα στέκονταιέτσισεεκείνοτονερόκαιπαρακαλούντονΘεό νατουςσυγχωρήσειτηνπαράβασήτους,νατους αποκαταστήσειστηνπροηγούμενηκατάστασήτουςκαινα τουςπάρειαπόκάτωαπότοχέριμου».

3«Αλλάθατουςεξαπατήσωώστεναβγουναπότονερό καιναμηντηρήσουντονόρκοτους»

4ΤότεομισητήςκάθεκαλούδενπήγεστονΑδάμ,αλλά στηνΕύα,καιπήρετημορφήαγγέλουτουΘεού,υμνώντας καιαγαλλιάζοντας,καιτηςείπε:

5«Ειρήνησεσένα!Χαίρεκαιαγαλλίασε!ΟΘεόςείναι ευνοϊκόςπροςεσένα,καιμεέστειλεστονΑδάμΤου έφεραταχαρμόσυνανέατηςσωτηρίας,καιτουότιθα

8ΌτανηΕύαάκουσεαυτάταλόγιααπόαυτόν,χάρηκε πολύ.ΚαινομίζονταςότιηεμφάνισητουΣατανάήταν αληθινή,βγήκεαπότηθάλασσα

9Αυτόςπροπορευόταν,κιαυτήτονακολουθούσεμέχρι πουέφτασανστονΑδάμ.ΤότεοΣατανάςκρύφτηκεαπό αυτήν,καιδεντονείδεπλέον 10ΤότεήρθεκαιστάθηκεμπροστάστονΑδάμ,οοποίος στεκότανδίπλαστονερόκαιχαιρότανγιατησυγχώρεση τουΘεού

11Καικαθώςτονφώναξε,γύρισε,τηνβρήκεεκείκαι έκλαψεόταντηνείδε,καιχτύπησετοστήθοςτουκαιαπό τηνπίκρατηςθλίψηςτου,βυθίστηκεστονερό

12ΑλλάοΘεόςτονκοίταξεκαιτηναθλιότητάτου,και τηνετοιμότητάτουναπεθάνειΚαιολόγοςτουΘεούήρθε απότονουρανό,τονανέβασεαπότονερόκαιτουείπε: «ΑνέβαστηνψηλήόχθηπροςτηνΕύα».Καιότανέφτασε στηνΕύα,τηςείπε:«Ποιοςσουείπε“έλαεδώ”;»

13Τότετουδιηγήθηκεταλόγιατουαγγέλουπουτηςείχε εμφανιστείκαιτηςείχεδώσειένασημάδι.

14ΟΑδάμόμωςλυπήθηκεκαιτηςέδωσενακαταλάβει ότιήτανοΣατανάςΤηνπήρετότεκαιεπέστρεψανκαιοι δύοστησπηλιά.

15Αυτάταπράγματατουςσυνέβησαντηδεύτερηφορά πουκατέβηκανστονερό,επτάημέρεςαφότουβγήκαναπό τονκήπο.

16Νήστεψανστονερότριάνταπέντεημέρεςσυνολικά σαράνταδύοημέρεςαφότουείχανφύγειαπότονκήπο

1Καιτοπρωίτηςτεσσαρακοστήςτρίτηςημέρας,βγήκαν απότησπηλιά,λυπημένοικαικλαίγονταςΤασώματάτους ήταναδύνατακαιήτανξεραμένααπότηνπείνακαιτη δίψα,απότηνηστείακαιτηνπροσευχή,καιαπότηβαριά θλίψητουςεξαιτίαςτηςπαράβασήςτους 2Καιότανβγήκαναπότησπηλιά,ανέβηκανστοβουνό δυτικάτουκήπου.

3Εκείστάθηκανκαιπροσευχήθηκανκαιικέτευσαντον Θεόνατουςδώσεισυγχώρεσηγιατιςαμαρτίεςτους

4Καιμετάτιςπροσευχέςτους,οΑδάμάρχισενα παρακαλείτονΘεό,λέγοντας:«Κύριέμου,Θεέμου,και Δημιουργέμου,εσύπρόσταξεςτατέσσεραστοιχείανα συγκεντρωθούν,καιαυτάσυγκεντρώθηκανμετηδικήΣου εντολή»

5«Τότεάπλωσεςτοχέρισουκαιμεέπλασεςαπόένα στοιχείο,τοχώματηςγηςκαιμεέφερεςστονκήποτην τρίτηώρα,τηνΠαρασκευή,καιμεενημέρωσεςγι'αυτό στησπηλιά.

6«Τότε,στηναρχή,δενγνώριζαούτενύχταούτεμέρα, γιατίείχαμιαφωτεινήφύσηούτετοφωςστοοποίοζούσα μεάφηνεποτέναγνωρίζωνύχταήμέρα

7«Καιπάλι,Κύριε,τηντρίτηεκείνηώρακατάτηνοποία μεδημιούργησες,μουέφερεςόλαταζώα,ταλιοντάρια,τις στρουθοκάμηλους,ταπουλιάτουουρανούκαιόλατα κινούμεναστηγη,ταοποίαδημιούργησεςτηνπρώτηώρα

10«ΤότεήτανεκείνητηντρίτηώρατηςΠαρασκευής,

σχετικάμετοδέντρο,στοοποίοδενέπρεπεούτενα πλησιάσωούτεναφάωαπόαυτόεπειδή,μουείπεςστον κήπο:«Ότανφαςαπόαυτό,θαπεθάνειςαπόθάνατο» 11«Καιανμετιμωρούσεςόπωςείπες,μεθάνατο,θα πέθαιναεκείνητηστιγμή

12«Επιπλέον,ότανμεπρόσταξεςσχετικάμετοδέντρο, δενέπρεπεούτενατοπλησιάσωούτενατογατήσωηΕύα δενήτανμαζίμουδεντηνείχεςδημιουργήσειακόμα, ούτετηνείχεςπάρειακόμααπότοπλευρόμου·ούτεείχε ακούσειακόμααυτήτηνεντολήαπόΣένα

13«Τότε,στοτέλοςτηςτρίτηςώραςεκείνηςτης Παρασκευής,Κύριε,μεκατέλαβεςμενύστακαιύπνο,και κοιμήθηκακαιμεκατέκλυσεούπνος

14«Τότεέβγαλεςέναπλευρόαπότηνπλευράμου,καιτο

15«ΉταναπότηνκαλήΣουθέληση,Θεέμου,πουμε

τηνΕύααπότοπλευρόμου,μέχριπουτηνέβγαλες,ώστε ναμηνδωπώςδημιουργήθηκεούτεμπορούσανα μαρτυρήσω,Κύριέμου,πόσοφοβερήκαιμεγάληείναιη αγαθότητακαιηδόξαΣου

16«Καιεκτηςκαλήςσουθέλησης,Κύριε,μαςέπλασες καιτουςδύομεσώματαφωτεινήςφύσεως,καιμας έπλασεςδύο,ένανκαιμαςέδωσεςτηχάρησου,καιμας γέμισεςμεαίνουςτουΑγίουΠνεύματος,ώστεναμην πεινάμεούτεναδιψάμε,ούτεναγνωρίζουμετιείναιλύπη, ούτελιποθυμίακαρδιάςούτεβάσανο,ούτενηστεία,ούτε κόπωση

17«Τώραόμως,Θεέμου,αφούπαραβήκαμετηνεντολή ΣουκαιπαραβιάσαμετοννόμοΣου,μαςέβγαλεςσεμια ξένηγηκαιμαςέφερεςσεπόνοκαιαδυναμία,πείνακαι δίψα.

18«Τώρα,λοιπόν,Θεέ,σεπαρακαλούμε,δώσεμαςκάτι ναφάμεαπότονκήπο,γιαναχορτάσουμετηνπείναμας μεαυτό,καικάτιμετοοποίοναξεδιψάσουμε.

19«Διότι,ιδού,πολλέςημέρες,Θεέ,δενγευθήκαμετίποτα καιδενήπιαμετίποτα,καιησάρκαμαςξεράθηκε,καιη δύναμήμαςφθαρεί,καιούπνοςέφυγεαπόταμάτιαμας απότηναδυναμίακαιτοκλάμα

20«Τότε,Θεέμου,δεντολμούμεναμαζέψουμετίποτα

23«Τώρα,λοιπόν,Θεέμου,πουήρθασετούτοτομέρος μετηνΕύα,σεπαρακαλούμεναμαςδώσειςαπότονκαρπό τουκήπου,γιαναχορτάσουμεμεαυτόν

24«Διότιεπιθυμούμετονκαρπόπουείναιστηγη,καιόλα ταάλλαπουμαςλείπουναπόαυτόν».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ35

1ΤότεοΘεόςκοίταξεξανάτονΑδάμκαιτοκλάμακαιτο στεναγμότου,καιοΛόγοςτουΘεούήρθεσεαυτόνκαι τουείπε:

2«Ω,Αδάμ,ότανήσουνστονκήπομου,δενήξερεςούτε νατρωςούτεναπίνεις·ούτεαδυναμίαούτεπόνο·ούτε αδυναμίατηςσάρκαςούτεαλλαγήούτεούπνοςέφυγε απόταμάτιασουΑλλάεπειδήπαραβάτησεςκαιήρθεςσε αυτήτηνξένηγη,όλεςαυτέςοιδοκιμασίεςήρθανπάνω

σου»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ36

1ΤότεοΘεόςπρόσταξετοχερουβείμ,πουφύλαγετην πύλητουκήπουκρατώνταςέναπύρινοσπαθίστοχέριτου, ναπάρειαπότονκαρπότηςσυκιάςκαινατονδώσειστον

2ΤοχερουβείμυπάκουσεστηνεντολήτουΚυρίουτου Θεούκαιπήγεστονκήποκαιέφερεδύοσύκασεδύο κλαδιά,πουτοκαθένακρεμότανστοφύλλοτουΑυτά ήταναπόδύοαπόταδέντραανάμεσασταοποία κρύφτηκανοΑδάμκαιηΕύαότανοΘεόςπήγενα περπατήσειστονκήποΚαιολόγοςτουΘεούήρθεστον ΑδάμκαιτηνΕύακαιτουςείπε:«Αδάμ,Αδάμ,πούείσαι;» 3ΚαιοΑδάμαπάντησε:«Θεέμου,να'μαιεγώΌταν άκουσατονήχοσουκαιτηφωνήσου,κρύφτηκα,επειδή είμαιγυμνός».

4Τότετοχερουβείμπήρεδύοσύκακαιταέφερεστον ΑδάμκαιστηνΕύαΑυτόςόμωςταπέταξεσεαυτούςαπό μακριά,επειδήδενμπορούσανναπλησιάσουντο χερουβείμεξαιτίαςτηςσάρκαςτους,ηοποίαδενμπορούσε ναπλησιάσειτηφωτιά

5Στηναρχή,οιάγγελοιέτρεμανμπροστάστονΑδάμκαι τονφοβόντουσανΤώραόμωςοΑδάμέτρεμεμπροστά στουςαγγέλουςκαιτουςφοβόταν

6ΤότεπλησίασεοΑδάμκαιπήρετοένασύκο,καιήρθε καιηΕύακαιπήρετοάλλο

7Καικαθώςταπήρανσταχέριατους,τακοίταξανκαι κατάλαβανότιήταναπόταδέντραανάμεσασταοποία είχανκρυφτεί

ΚΕΦΑΛΑΙΟ37

1ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Δενβλέπειςαυτάτασύκα καιταφύλλατους,μεταοποίασκεπαστήκαμεόταν απογυμνωθήκαμεαπότηφωτεινήμαςφύση;Αλλάτώρα, δενξέρουμετιδυστυχίακαιτιβάσαναμπορείναμας

2«Τώρα,λοιπόν,Εύα,αςσυγκρατηθούμεκαιαςμηνφάμε

6«Καιτιςημέρεςεκείνεςμαζίμεαυτήντηντεσσαρακοστή τρίτηημέρα,μηνεξαγοράσετεεκείνητημίαώραστην οποίααμαρτήσαμε!»

7«Θεέμου,κοίταξέμαςμεοίκτοκαιμημαςανταποδίδεις σύμφωναμετηνπαράβασήμαςστηνεντολήΣου,ενώπιόν Σου

8«Ω,Θεέ,δώσεμαςαπότονκαρπότουΔέντρουτηςΖωής, γιαναφάμεαπ’αυτόνκαιναζήσουμε,καιναμην επιστρέψουμεστοναδούμεβάσανακαιάλλεςθλίψειςσε αυτήτηγηεπειδή,εσύείσαιοΘεός

9«ΌτανπαραβήκαμετηνεντολήΣου,μαςέβγαλεςαπό τονκήποκαιέστειλεςέναχερουβείμναφυλάειτοΔέντρο

10«Τώραόμως,Κύριε,ιδού,υπομείναμεόλεςαυτέςτις ημέρεςκαιυποφέραμεπαθήματακάνεαυτέςτιςσαράντα τρειςημέρεςισοδύναμεςμετημίαώραπουαμαρτήσαμε» ΚΕΦΑΛΑΙΟ38

1Μετάταύτα,ολόγοςτουΘεούήρθεστονΑδάμκαιτου είπε:

2«ΩΑδάμ,όσοναφοράτονκαρπότουΔέντρουτηςΖωής, γιατονοποίοζητάς,δενθασουτονδώσωτώρα,παρά μόνοότανσυμπληρωθούντα5500χρόνια.Τότεθασου δώσωαπότονκαρπότουΔέντρουτηςΖωής,καιθαφας καιθαζήσειςγιαπάντα,εσύ,ηΕύα,καιτοδίκαιοσπέρμα σου.

3«Αλλάαυτέςοισαράντατρειςημέρεςδενμπορούννα επανορθώσουνγιατηνώρακατάτηνοποίαπαρέβηκεςτην εντολήΜου.

4«Ω,Αδάμ,σουέδωσαναφαςαπότησυκιάστηνοποία κρύφτηκεςΠήγαινεκαιφάεαπόαυτήν,εσύκαιηΕύα 5«Δενθααρνηθώτοαίτημάσου,ούτεθαδιαψεύσωτην ελπίδασουγι'αυτό,αντέξεμέχριτηνεκπλήρωσητης διαθήκηςπουέκαναμαζίσου»

6ΚαιοΘεόςαπέσυρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ39

1ΤότεοΑδάμεπέστρεψεστηνΕύακαιτηςείπε:«Σήκω καιπάρεένασύκογιατονεαυτόσου,κιεγώθαπάρω άλλοκαιαςπάμεστησπηλιάμας».

2ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήραναπόένασύκοοκαθένας καιπήγανπροςτησπηλιάΗώραήτανπερίπουστηδύση

4ΟΑδάμόμωςάρχισεναπροσεύχεταιστονΘεόκαινα

φάω,σετιθαμεωφελήσει;Καιτιθαεπιθυμήσωκαιθα ζητήσωαπόΣένα,Θεέ,όταντελειώσει;»

5Καιείπεπάλι:Φοβάμαιναφάωαπ'αυτόεπειδή,δεν ξέρωτιθαμουσυμβείεξαιτίαςτου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ40

1ΤότεοΛόγοςτουΘεούήρθεστονΑδάμκαιτουείπε: «Ω,Αδάμ,γιατίδενείχεςαυτόντονφόβο,ούτεαυτήτη νηστεία,ούτεαυτήτηφροντίδα;Καιγιατίδενείχεςαυτόν τονφόβοπρινπαραβείς;

2«Ότανόμωςήρθεςνακατοικήσειςσεαυτήτηνπαράξενη γη,τοζωώδεςσώμασουδενμπορούσεναμείνειστηγη χωρίςγήινητροφή,γιανατοενδυναμώσεικαινα αποκαταστήσειτιςδυνάμειςτου»

3ΚαιοΘεόςαπέσυρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ41

1ΤότεοΑδάμπήρετοσύκοκαιτοέβαλεπάνωστις χρυσέςράβδουςΗΕύαπήρεκιαυτήτοσύκοτηςκαιτο έβαλεπάνωστοθυμίαμα.

2Καιτοβάροςκάθεσύκουήτανόσοένακαρπούζιεπειδή, οκαρπόςτουκήπουήτανπολύμεγαλύτεροςαπότον καρπόαυτήςτηςγης.

3ΑλλάοΑδάμκαιηΕύαπαρέμεινανόρθιοικαινήστευαν όληεκείνητηνύχτα,μέχριπουξημέρωσε

4Ότανανέτειλεοήλιος,προσευχήθηκαν,καιοΑδάμείπε στηνΕύα,αφούτελείωσαντηνπροσευχήτους:

5«ΩΕύα,έλα,αςπάμεστοόριοτουκήπουκοιτάζοντας προςτανότιαστοντόποόπουρέειοποταμόςκαι χωρίζεταισετέσσεριςπηγέςΕκείθαπροσευχηθούμεστον ΘεόκαιθαΤουζητήσουμεναμαςδώσειναπιούμεαπότο ΝερότηςΖωής.

6«ΔιότιοΘεόςδενμαςτάισεμετοΔέντροτηςΖωής,για ναμηνζήσουμεΘατουζητήσουμε,λοιπόν,ναμαςδώσει απότοΝερότηςΖωήςκαιναξεδιψάσουμεμεαυτό,αντί ναπιούμενερόαυτήςτηςγης»

7ΌτανηΕύαάκουσεαυτάταλόγιααπότονΑδάμ, συμφώνησεκαισηκώθηκανκαιοιδύοκαιέφτασανστο νότιοόριοτουκήπου,στηνόχθητουποταμούμετονερό σεκάποιαμικρήαπόστασηαπότονκήπο 8ΚαιστάθηκανκαιπροσευχήθηκανενώπιοντουΚυρίου καιτονπαρακάλεσαννατουςκοιτάξειαυτήτηφορά,να τουςσυγχωρήσεικαινατουςκάνειναδεχτούντοαίτημά τους.

9Μετάαπόαυτήτηνπροσευχήκαιτωνδύο,οΑδάμ άρχισεναπροσεύχεταιμετηφωνήτουενώπιοντουΘεού καιείπε:

10«Κύριε,ότανήμουνστονκήποκαιείδατονερόπου έρεεκάτωαπότοΔέντροτηςΖωής,ηκαρδιάμουδεντο επιθύμησε,ούτετοσώμαμουχρειάστηκενατοπιειούτε δίψαγνώρισα,γιατίζούσακαιπάνωαπόαυτόπουείμαι

11«Έτσι,γιαναζήσωδενείχαανάγκηαπότροφήτης ζωής,ούτεήπιααπότονερότηςζωής

1ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτουείπε: 2«Ω,Αδάμ,όσογιααυτόπουλες,“Φέρεμεσεμιαγη

αλλάείναιηβασιλείατωνουρανώνόπουμόνουπάρχει ανάπαυση

3«Αλλάδενμπορείςνακάνειςτηνείσοδόσουσεαυτό αυτήτηστιγμή,παράμόνοαφούηκρίσησουέχει παρέλθεικαιεκπληρωθεί.»

4«Τότεθασεανεβάσωστηβασιλείατωνουρανών,εσένα καιτοδίκαιοσπέρμασουκαιθαδώσωσεσένακαισε αυτούςτηνανάπαυσηπουζητάςτώρα».

5«Καιανείπες:Δώσεμουαπότονερότηςζωήςγιανα πιωκαιναζήσω»,δενμπορείναείναισήμερα,αλλάτην ημέραπουθακατέβωστηνκόλασηκαιθασυντρίψωτις χάλκινεςπύλεςκαιθασυντρίψωτασιδερένιαβασίλεια 6«Τότεθασώσωμεέλεοςτηνψυχήσουκαιτιςψυχέςτων

αυτόθαγίνειότανέρθειτοτέλοςτουκόσμου

7«Και,πάλι,όσοναφοράτοΝερότηςΖωήςπουζητάς, δενθασουδοθείσήμερα,αλλάτηνημέραπουθαχύσωτο αίμαμουπάνωστοκεφάλισουστηγητουΓολγοθά»

8«Γιατίτοαίμαμουθαείναισεσένανερόζωήςεκείνη τηνώρα,καιόχιμόνοσεσένα,αλλάσεόλουςεκείνους απότοσπέρμασουπουθαπιστέψουνσεμέναώστενα είναισεαυτούςγιαανάπαυσηαιώνια»

9ΟΚύριοςείπεξανάστονΑδάμ:«Ω,Αδάμ,ότανήσουν στονκήπο,αυτέςοιδοκιμασίεςδενσεβρήκαν

10«Αλλάεπειδήπαρέβηκεςτηνεντολήμου,όλααυτάτα βάσανασεέχουνβρει.

11«Τώρα,επίσης,ησάρκασουζητάειτροφήκαι ποτό·πιεςλοιπόναπότονερόπουρέειδίπλασουστο πρόσωποτηςγης».

12ΤότεοΘεόςαπέσυρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ

13ΚαιοΑδάμκαιηΕύαπροσκύνησαντονΚύριοκαι επέστρεψαναπότοποτάμιμετονερόστησπηλιά.Ήταν μεσημέρικαιότανπλησίασανστησπηλιά,είδανμια μεγάληφωτιάκοντάτης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ43

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαφοβήθηκανκαιστάθηκαν ακίνητοιΚαιοΑδάμείπεστηνΕύα:«Τιείναιαυτήη φωτιάκοντάστησπηλιάμας;Δενκάνουμετίποταμέσασε

6«Ω,Εύα,παραβήκαμεξανάτηνεντολήΤουσεεκείνητη σπηλιά,έτσιώστεΕκείνοςέστειλεαυτήτηφωτιάνακάψει γύρωτηςκαιναμαςεμποδίσειναμπούμεμέσασεαυτήν 7«Ανπράγματιέτσιείναι,ωΕύα,πούθακατοικήσουμε; Καιαπόπούθαφύγουμεμπροστάστοπρόσωποτου Κυρίου;Αφού,όσοναφοράτονκήπο,δενθαμαςαφήσει νακατοικήσουμεσεαυτόν,καιμαςέχειστερήσειτακαλά τουαλλάμαςέχειτοποθετήσεισεαυτήτησπηλιά,στην οποίαέχουμευπομείνεισκοτάδι,δοκιμασίεςκαικακουχίες, μέχριπουτελικάβρήκαμεπαρηγοριάσεαυτήν

8«Αλλάτώραπουμαςέβγαλεσεμιαάλληγη,ποιοςξέρει τιμπορείνασυμβείσεαυτήν;Καιποιοςξέρειαντο σκοτάδιεκείνηςτηςγηςμπορείναείναιπολύμεγαλύτερο απότοσκοτάδιαυτήςτηςγης;

9«Ποιοςξέρειτιμπορείνασυμβείσεεκείνητηγητην ημέραήτηνύχτα;Καιποιοςξέρειανθαείναιμακριάή κοντά,ωΕύα;ΠούθαευαρεστήσειοΘεόςναμαςβάλει, μπορείναείναιμακριάαπότονκήπο,ωΕύα!Ήπούθα μαςεμποδίσειοΘεόςναΤονδούμε,επειδήέχουμε παραβείτηνεντολήΤου,καιεπειδήέχουμευποβάλει αιτήματασεΑυτόνανάπάσαστιγμή;

10«Ω,Εύα,ανοΘεόςμαςφέρεισεμιαξένηγη διαφορετικήαπόαυτή,στηνοποίαβρίσκουμεπαρηγοριά, θαείναιγιαναθανατώσειτιςψυχέςμαςκαινασβήσειτο όνομάμαςαπόπροσώπουγης.»

11«Ω,Εύα,ανείμαστεακόμηπιοαποξενωμένοιαπότον κήποκαιαπότονΘεό,πούθαΤονβρούμεξανάκαιθα Τουζητήσουμεναμαςδώσειχρυσό,θυμίαμα,σμύρνακαι λίγοκαρπόσυκιάς;»

12«Πούθατονβρούμε,γιαναμαςπαρηγορήσειγια δεύτερηφορά;Πούθατονβρούμε,γιαναμαςσκεφτεί, όσοναφοράτηδιαθήκηπουέκανεγιαχάρημας;»

13ΤότεοΑδάμδενείπεπιατίποταΚαικοίταζαν,αυτός καιηΕύα,προςτησπηλιά,καιτηφωτιάπουάναβεγύρω της

14ΑλλάηφωτιάαυτήήταναπότονΣατανάΔιότιείχε μαζέψειδέντρακαιξεράχόρτα,καιταείχεμεταφέρεικαι ταείχεφέρειστησπηλιά,καιείχεβάλειφωτιάσεαυτά,για νακαταναλώσειτησπηλιάκαιό,τιυπήρχεμέσασε αυτήν.

15ΏστεοΑδάμκαιηΕύαναμείνουνστηθλίψη,καινα τουςκόψειτηνεμπιστοσύνηστονΘεόκαινατουςκάνει ναΤοναρνηθούν.

16ΑλλάμετοέλεοςτουΘεούδενμπόρεσενακάψειτη σπηλιά,γιατίοΘεόςέστειλετονάγγελόΤουγύρωαπότη σπηλιάγιανατηφυλάξειαπόμιατέτοιαφωτιά,μέχρινα σβήσει

17Καιαυτήηφωτιάκράτησεαπότομεσημέριμέχριτην αυγήΑυτήήτανητεσσαρακοστήπέμπτηημέρα ΚΕΦΑΛΑΙΟ44

1Κιόμως,οΑδάμκαιηΕύαστέκοντανκαικοίταζαντη φωτιά,καιδενμπορούσανναπλησιάσουντησπηλιάαπό

5«Ανδενήταντοέλεόςμου,θασεείχαεξαλείψεικαιτα στρατεύματάσουαπότηγηΑλλάέχωυπομονήμαζίσου μέχριτοτέλοςτουκόσμου»

6ΤότεοΣατανάςέφυγετρέχονταςαπόμπροστάστον ΚύριοΗφωτιάόμωςέκαιγεγύρωαπότησπηλιάσαν κάρβουνοόλητηνημέρα,τηντεσσαρακοστήέκτηημέρα πουείχανπεράσειοΑδάμκαιηΕύααπότότεπουβγήκαν απότονκήπο

7ΚαιότανοΑδάμκαιηΕύαείδανότιηθερμότητατης φωτιάςείχεκάπωςκρυώσει,άρχισανναπερπατούνπρος τησπηλιάγιαναμπουνμέσαόπωςσυνήθιζαναλλάδεν μπορούσαν,λόγωτηςθερμότηταςτηςφωτιάς.

8Τότεκαιοιδύοάρχισαννακλαίνεεξαιτίαςτηςφωτιάς πουτουςχώριζεαπότησπηλιάκαιερχότανπροςτομέρος τουςκαιγόμενη.Καιφοβήθηκαν.

9ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Δεςαυτήτηφωτιά,από

Γι'αυτότώραέχειεξουσίαπάνωμαςκαιόταντην πλησιάζουμε,καίειτησάρκαμας».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ45

1ΤότεοΑδάμσηκώθηκεκαιπροσευχήθηκεστονΘεό, λέγοντας:«Να,αυτήηφωτιάχώρισεεμάςαπότησπηλιά, στηνοποίαμαςπρόσταξεςνακατοικήσουμετώραόμως, να,δενμπορούμεναμπούμεμέσασεαυτήν»

2ΤότεοΘεόςάκουσετονΑδάμκαιτουέστειλετονΛόγο Του,πουέλεγε:

3«Ω,Αδάμ,δεςαυτήτηφωτιά!Πόσοδιαφορετικήείναιη φλόγακαιηθερμότητατηςαπότονκήποτωναπολαύσεων καιτακαλάπράγματαπουυπάρχουνσεαυτόν!

4«ΌτανήσουνυπότονέλεγχόΜου,όλαταπλάσματασου υποτάσσοντανΑλλάαφούπαραβείςτηνεντολήΜου,όλα εγείρονταιεναντίονσου.»

5ΟΘεόςπάλιτουείπε:«Δες,Αδάμ,πώςσεεξύψωσεο Σατανάς!ΣεστέρησεαπότηΘεότητακαιαπόμια εξυψωμένηκατάστασησανεμένα,καιδεντήρησετον λόγοτουπροςεσένααλλά,τελικά,έγινεεχθρόςσου Αυτόςείναιπουέφτιαξεαυτήτηφωτιάστηνοποία

τηδόξαστηνταπείνωση·απότηχαράστηλύπη·καιαπό τηνανάπαυσηστηνηστείακαιτηλιποθυμία».

9ΕίπεεπίσηςοΘεόςστονΑδάμ:«Δεςαυτήτηφωτιάπου άναψεοΣατανάςγύρωαπότησπηλιάσου·δεςαυτότο θαύμαπουσεπεριβάλλεικαιναξέρειςότιθασε περιβάλεικαιεσένακαιτοσπέρμασου,ότανακούσειςτην προσταγήτου·ότιθασεπλήξειμεφωτιά·καιότιθα κατέβειςστηνκόλασηαφούπεθάνεις».

10«Τότεθαδείτετοκάψιμοτηςφωτιάςτου,πουθακαίει γύρωσαςκαιτοσπέρμασαςΔενθαυπάρξεικαμία σωτηρίααπόαυτήνγιαεσάς,παράμόνοκατάτηνέλευσή μουόπωςδενμπορείτετώραναμπείτεστησπηλιάσας, εξαιτίαςτηςμεγάληςφωτιάςγύρωτης·όχιπρινέρθειο Λόγοςμουπουθαανοίξειδρόμογιαεσάςτηνημέραπου θαεκπληρωθείηδιαθήκημου 11«Δενυπάρχειτρόποςγιασένααυτήτηστιγμήναβγεις απόεδώγιανααναπαυθείς,μέχριναέρθειοΛόγοςΜου, πουείναιοΛόγοςΜουΤότεθασουανοίξειδρόμο,καιθα αναπαυθείς».ΤότεοΘεόςκάλεσεμετονΛόγοΤουτη φωτιάπουέκαιγεγύρωαπότησπηλιά,ναχωριστείστα δύο,μέχριναπεράσειοΑδάμμέσααπόαυτήνΤότεη φωτιάχωρίστηκεμεεντολήΘεού,καιάνοιξεδρόμοςγια τονΑδάμ

12ΚαιοΘεόςαπέσυρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ46

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαάρχισανπάλιναμπαίνουνστη σπηλιάΚαιότανέφτασανστοδρόμοανάμεσαστηφωτιά, οΣατανάςφύσηξεστηφωτιάσανανεμοστρόβιλοκαι έβαλεπάνωστονΑδάμκαιτηνΕύαμιαφλεγόμενηφωτιά απόκάρβουνα,έτσιπουτασώματάτουςκάηκανκαιη φωτιάαπόκάρβουνατουςέκαψε

2ΚαιαπότηνκαύσητηςφωτιάςοΑδάμκαιηΕύα φώναξανδυνατάκαιείπαν:«Κύριε,σώσεμας!Μημας αφήσειςνακαταναλωθούμεκαιναμαςβασανίσειαυτήη φωτιάπουκαίειούτεναμαςζητήσειςτηνπαράβασήσου».

3ΤότεοΘεόςκοίταξετασώματάτους,σταοποίαο Σατανάςείχεκάψειφωτιά,καιοΘεόςέστειλετονάγγελό Τουπουσταμάτησετηνκαιόμενηφωτιά.Αλλάοιπληγές παρέμεινανστασώματάτους

4ΚαιοΘεόςείπεστονΑδάμ:«ΔεςτηναγάπητουΣατανά γιασένα,πουπροσποιήθηκεότισουέδωσετηΘεότητακαι τομεγαλείοκαιδες,σεκαίειμεφωτιά,καιζητάεινασε εξαφανίσειαπότηγη»

5«Κοίταξέμελοιπόν,Αδάμεγώσεδημιούργησα,και πόσεςφορέςσεέσωσααπότοχέριτου;Ανόχι,δενθασε είχεκαταστρέψει;»

6ΕίπεπάλιοΘεόςστηνΕύα:«Τιείναιαυτόπουσου υποσχέθηκεστονκήπο,λέγοντας:“Κατάτηνώραπουθα φάτεαπότοδέντρο,θαανοιχτούνταμάτιασαςκαιθα γίνετεσανθεοί,γνωρίζονταςτοκαλόκαιτοκακό;”Αλλά να,έκαψετασώματάσαςμεφωτιάκαισαςέκανενα γευτείτετηγεύσητηςφωτιάς,αντίγιατηγεύσητουκήπου, καισαςέκανεναδείτετοκάψιμοτηςφωτιάς,καιτοκακό της,καιτηνεξουσίαπουέχειπάνωσας; 7«Ταμάτιασαςείδαντοκαλόπουσαςαφαίρεσε,και

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαμπήκανστησπηλιά,τρέμοντας όμωςαπότηφωτιάπουείχεκάψειτασώματάτους.Έτσιο ΑδάμείπεστηνΕύα:

2«Ιδού,ηφωτιάέκαψετησάρκαμαςσεαυτόντον κόσμοαλλάπώςθαγίνειότανείμαστενεκροί,καιο Σατανάςθατιμωρήσειτιςψυχέςμας;Δενείναιάραγεη απελευθέρωσήμαςμακριά,εκτόςανέρθειοΘεόςκαι εκπληρώσειτηνυπόσχεσήΤουμεέλεοςπροςεμάς;»

3ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπέρασανστησπηλιά, ευλογώνταςτουςεαυτούςτουςπουμπήκανσεαυτήνγια

της.

4Καθώςόμωςοήλιοςέδυε,ηφωτιάέκαιγεακόμακαι

5ΟΑδάμκαιηΕύακατέβηκαντότεκάτωαπότηνκορυφή

6ΚαιστάθηκανκαιπροσευχήθηκανστονΘεόνατους συγχωρέσειτιςαμαρτίεςτους,καιμετάκοιμήθηκανκάτω απότηνκορυφήτουβουνού

7ΑλλάοΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,σκέφτηκεμέσα του:ΕνώοΘεόςέχειυποσχεθείσωτηρίαστονΑδάμμε διαθήκηκαιότιθατονελευθερώσειαπόόλεςτις κακουχίεςπουτονέχουνβρει-αλλάδενμουέχει υποσχεθείμεδιαθήκηκαιδενθαμεελευθερώσειαπότις κακουχίεςμου·όχι,αφούτουέχειυποσχεθείότιθατον κάνειαυτόνκαιτοσπέρματουνακατοικήσουνστη βασιλείαστηνοποίακάποτεήμουνεγώ-θασκοτώσωτον Αδάμ

8Ηγηθααπαλλαγείαπόαυτόνκαιθαμείνειμόνοσε μέναέτσιώστεότανπεθάνειναμηνέχειαπομείνει κανένασπέρμαγιανακληρονομήσειτηβασιλείαπουθα παραμείνειδικήμουεπικράτειατότεοΘεόςθαμε στερείται,καιθαμεαποκαταστήσεισεαυτήνμετα στρατεύματάμου ΚΕΦΑΛΑΙΟ48

1Μετάαπόαυτό,οΣατανάςκάλεσεταστρατεύματάτου, ταοποίαήρθανόλακοντάτου,καιτουείπαν: 2«Ω,Κύριέμας,τιθακάνεις;»

3Τότετουςείπε:«ΞέρετεότιαυτόςοΑδάμ,πουοΘεός δημιούργησεαπότοχώμα,είναιαυτόςπουπήρετη βασιλείαμαςΕλάτε,αςσυγκεντρωθούμεκαιαςτον

ότανέπεφτεπάνωτους,ητρύπαστηνπέτραθαμπορούσε ναπέσειπάνωτους,καιέτσιθαγλίτωνανκαιδενθα πέθαιναν»

6Τότεείπεστουςστρατιώτεςτου:«Πάρτεαυτήτηνπέτρα καιρίξτετηνπάνωτους,γιαναμηνκυλήσειαπόπάνω τουςαλλούΚαιαφούτηνπετάξετε,φύγετεκαιμην καθυστερείτε»

7Καιέκανανόπωςτουςπρόσταξε.Αλλάκαθώςοβράχος έπεσεαπότοβουνόπάνωστονΑδάμκαιτηνΕύα,οΘεός διέταξεναγίνειέναείδοςυπόστεγουαπόπάνωτους,που δενθατουςέκανεκακόΚαιέτσιέγινεμεεντολήΘεού

8Ότανόμωςέπεσεοβράχος,σείστηκεμαζίτουολόκληρη ηγη,καισείστηκεαπότομέγεθοςτουβράχου.

9Καικαθώςέτρεμεκαισειζόταν,οΑδάμκαιηΕύα ξύπνησαναπότονύπνοκαιβρέθηκανκάτωαπόμιαπέτρα σανυπόστεγο.Αλλάδενήξερανπώςήταν·γιατίόταν κοιμήθηκανήτανκάτωαπότονουρανό,καιόχικάτωαπό υπόστεγοκαιόταντοείδαν,φοβήθηκαν 10ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Γιατίλύγισετοβουνό, καιηγησείστηκεκαισείστηκεεξαιτίαςμας;Καιγιατί αυτόςοβράχοςαπλώθηκεπάνωμαςσανσκηνή;

11«ΜήπωςοΘεόςσκοπεύειναμαςβασανίσεικαιναμας κλείσεισεαυτήτηφυλακή;Ήμήπωςθακλείσειτηγη πάνωμας;»

12«Είναιθυμωμένοςμαζίμαςεπειδήβγήκαμεαπότη σπηλιάχωρίςτηνεντολήΤουκαιεπειδήτοκάναμεαυτό μεδικήμαςπρωτοβουλία,χωρίςναΤονσυμβουλευτούμε, ότανβγήκαμεαπότησπηλιάκαιήρθαμεσεαυτότο μέρος»

13ΤότεηΕύαείπε:«Ανπράγματιηγησείστηκεεξαιτίας μας,καιαυτόςοβράχοςστήσεισκηνήαπόπάνωμας εξαιτίαςτηςπαράβασήςμας,τότεαλίμονοσεεμάς,Αδάμ, γιατίητιμωρίαμαςθαείναιμακρά

14«ΑλλάσηκωθείτεκαιπροσευχηθείτεστονΘεόναμας

φανερώσεισχετικάμεαυτό,καιτιείναιαυτόςοβράχος, πουαπλώνεταιπάνωμαςσανσκηνή»

15ΤότεοΑδάμσηκώθηκεκαιπροσευχήθηκεενώπιοντου Κυρίου,γιανατονενημερώσειγιααυτήτηνστενοχώρια ΚαιέτσιστάθηκεοΑδάμπροσευχόμενοςμέχριτοπρωί

ΚΕΦΑΛΑΙΟ49

1ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούκαιείπε:

2«Ω,Αδάμ,ποιοςσεσυμβούλεψε,ότανβγήκεςβιαστικά

απότησπηλιά,ναέρθειςσεαυτότομέρος;»

3ΚαιοΑδάμείπεστονΘεό:«Κύριε,ήρθαμεσεαυτότο μέροςεξαιτίαςτηςφωτιάςπουέπεσεπάνωμαςμέσαστη σπηλιά».

4ΤότεοΚύριοςοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Ω,Αδάμ, φοβάσαιτηφωτιάγιαμιανύχτα,αλλάπώςθαγίνειόταν κατοικείςστηνκόλαση;»

5«Ωστόσο,Αδάμ,μηφοβάσαι,ούτεναπειςστηνκαρδιά σουότιάπλωσααυτόντονβράχοσαντένταπάνωσου,για νασεβασανίσωμεαυτόν

6«ΠροερχόταναπότονΣατανά,οοποίοςσουείχε

9«Τηντρίτηόμωςημέραθααναστηθώ,καιθαείναι

ναπιστέψειςσεμέναΑλλά,Αδάμ,δενθασεβγάλωαπό κάτωαπόαυτόντονβράχομέχριναπεράσουντρεις ημέρεςκαιτρειςνύχτες»

10ΚαιοΘεόςαπέσυρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ

11ΑλλάοΑδάμκαιηΕύαέμεινανκάτωαπότονβράχο τρειςημέρεςκαιτρειςνύχτες,όπωςτουςείχεπειοΘεός 12ΚαιοΘεόςτουςέκανεαυτόεπειδήείχανεγκαταλείψει τησπηλιάτουςκαιείχανέρθεισεαυτότοίδιομέροςχωρίς τηνεντολήτουΘεού

13Ἀλλὰὕστερατρεῖςἡμέρεςκαὶτρεῖςνύχτες,ὁΘεὸς ἄνοιξετὸνβράχοκαὶτὸνἔβγαλεἀπὸκάτωθεναὐτοῦ.Ἡ σάρκααὐτῶνἐξηράνθη,καὶτὰμάτιααὐτῶνκαὶτὴν καρδιάναἱρεθήσανἀπὸκλάματοςκαὶλύπης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ50

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαβγήκανέξωκαιμπήκανστο ΣπήλαιοτωνΘησαυρών,καιστάθηκανπροσευχόμενοισε αυτόόληεκείνητηνημέρα,μέχριτοβράδυ

2Καιαυτόσυνέβηστοτέλοςτωνπενήνταημερώναφότου είχανφύγειαπότονκήπο

3ΑλλάοΑδάμκαιηΕύααναστήθηκανκαι προσευχήθηκανστονΘεόστησπηλιάόληεκείνητηνύχτα καιζήτησανέλεοςαπόΑυτόν

4Καιότανξημέρωσεημέρα,οΑδάμείπεστηνΕύα:«Έλα! Αςπάμενακάνουμεκάποιαεργασίαγιατοσώμαμας». 5Έτσιβγήκαναπότησπηλιάκαιέφτασανστοβόρειοόριο τουκήπου,καιαναζήτησανκάτιγιανασκεπάσουντα σώματάτους.Αλλάδενβρήκαντίποτα,καιδενήξεραν πώςνακάνουντηδουλειάΩστόσο,τασώματάτουςήταν λερωμένα,καιήτανάφωνοιαπότοκρύοκαιτηζέστη 6ΤότεοΑδάμσηκώθηκεκαιζήτησεαπότονΘεόνατου δείξεικάτιμετοοποίονασκεπάσουντασώματάτους 7ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούκαιτουείπε:«Αδάμ,πάρε τηνΕύακαιπήγαινεστηνακρογιαλιά,όπουνηστεύατε πρινΕκείθαβρειςδέρματαπροβάτων,τωνοποίωνη σάρκακαταβρόχθισανλιοντάρια,καιτωνοποίωντα δέρματαέμειναν.Πάρτετακαιφτιάξτεενδύματαγιατον εαυτόσαςκαιντυθείτεμεαυτά»

1ΌτανοΑδάμάκουσεαυτάταλόγιααπότονΘεό,πήρε τηνΕύακαιτηνέφερεαπότοβόρειοάκροτουκήπουπρος

7«Αλλά,απόέλεοςγιαεσάς,καθώςεκείνοςοβράχος

4Καθώςόμωςεπρόκειτονατουςπάρει,οΛόγοςτουΘεού ήρθεαπότονουρανόκαιτονέδεσεαπόταπλευράαυτών τωνδερμάτωνμέχριπουοΑδάμκαιηΕύατονπλησίασαν Αλλάκαθώςτονπλησίαζαν,τονφοβόντουσανκαιτο αποκρουστικότουβλέμμα.

5ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτηνΕύακαι τουςείπε:«Αυτόςείναιπουήτανκρυμμένοςμέσαστοφίδι, καιπουσαςεξαπάτησε,καισαςαπογύμνωσεαπότο ένδυματουφωτόςκαιτηςδόξαςστοοποίοήσασταν

6«Αυτόςείναιπουσαςυποσχέθηκεμεγαλοπρέπειακαι θεότηταΠούείναι,λοιπόν,ηομορφιάπουτονκάλυπτε; Πούείναιηθεότητάτου;Πούείναιτοφωςτου;Πούείναι ηδόξαπουτονσκέπαζε;

7«Τώραημορφήτουείναιαποκρουστικήέχειγίνει βδελυρόςανάμεσαστουςαγγέλουςκαιέχειονομαστεί Σατανάς.

8«ΩΑδάμ,θέλησανασουπάρωαυτότογήινοένδυμα απόδέρματαπροβάτωνκαινατοκαταστρέψω,καιναμην σεαφήσωνακαλυφθείςμεαυτό.»

9«Ποιαείναι,λοιπόν,ηομορφιάτουώστενατον ακολουθήσεις;Καιτικέρδισεςακούγοντάςτον;Δεςτα κακάτουέργακαιμετάκοίταξέμεεμένα,τονΔημιουργό σου,καιτιςκαλέςπράξειςπουκάνωσεσένα

10«Να,τονέδεσαμέχριπουήρθεςκαιτονείδεςκαιείδες τηναδυναμίατου,ώστεναμηνέχειαπομείνεικαμία δύναμησεαυτόν»

11ΚαιοΘεόςτονελευθέρωσεαπόταδεσμάτου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ52

1Μετάαπόαυτό,οΑδάμκαιηΕύαδενείπαντίποταάλλο, αλλάέκλαψανενώπιοντουΘεούγιατηδημιουργίατους καιγιατασώματάτουςπουχρειάζοντανγήινοκάλυμμα

2ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Ω,Εύα,αυτόείναιτο δέρματωνζώωνμετοοποίοθακαλυφθούμεΑλλάόταν τοφορέσουμε,ιδού,ένασημάδιθανάτουθαέρθειπάνω μας,εφόσονοικάτοχοιαυτώντωνδερμάτωνπέθανανκαι ατονήθηκανΈτσικιεμείςθαπεθάνουμεκαιθα αποβιώσουμε»

3ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήρανταδέρματακαι επέστρεψανστοΣπήλαιοτωνΘησαυρώνκαιότανμπήκαν μέσασεαυτό,στάθηκανκαιπροσευχήθηκανόπως συνήθιζαν.

4Καισκέφτηκανπώςθαμπορούσανναφτιάξουν ενδύματααπόαυτάταδέρματα·επειδή,δενείχανκαμία δεξιότητασεαυτό.

5ΤότεοΘεόςέστειλεσεαυτούςτονάγγελόΤουγιανα τουςδείξειπώςνατοκάνουν.Καιοάγγελοςείπεστον Αδάμ:«Πήγαινεέξωκαιφέρεμερικάαγκάθιαφοίνικα» ΤότεοΑδάμβγήκεέξωκαιέφερεμερικά,όπωςτονείχε προστάξειοάγγελος

6Τότεοάγγελοςάρχισεμπροστάτουςναφτιάχνειτα

7Τότεοάγγελοςσηκώθηκεξανάκαιπροσευχήθηκεστον

προσευχήθηκανσύμφωναμετοέθιμοκαιβγήκαναπότη σπηλιά

13ΚαιοΑδάμείπεστηνΕύα:«Επειδήδενξέρουμετι υπάρχειδυτικάαυτήςτηςσπηλιάς,αςβγούμενατηδούμε σήμερα».Έπειταβγήκανκαικατευθύνθηκανπροςτο δυτικόσύνορο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ53

1Δενήτανπολύμακριάαπότησπηλιά,ότανοΣατανάς

2ΤότεοΑδάμκαιηΕύαέκλαψανκαιπαρακαλούσαντον Θεόνατουςελευθερώσειαπόταπόδιατους.

3ΤότεήρθεσεαυτούςολόγοςτουΘεούκαιέδιωξετα λιοντάριααπόπάνωτους

4ΚαιείπεοΘεόςστονΑδάμ:«Ω,Αδάμ,τιζητάςστα δυτικάσύνορα;Καιγιατίεγκατέλειψεςαπόμόνοςσουτα ανατολικάσύνορα,σταοποίαήτανηκατοικίασου;

5«Τώρα,λοιπόν,γύρναπίσωστησπηλιάσουκαιμείνε μέσασεαυτήν,γιαναμηνσεεξαπατήσειοΣατανάςούτε ναεπιβάλειτονσκοπότουπάνωσου»

6«Διότισετούτοτοδυτικόσύνορο,ωΑδάμ,θαπροέλθει απόσέναένασπέρμα,πουθατοαναπληρώσεικαιπουθα μολυνθούνμετιςαμαρτίεςτους,καιμετηνυποταγήτους στιςεντολέςτουΣατανά,καιακολουθώνταςταέργατου.»

7«Γι’αυτόθαφέρωπάνωτουςνεράκατακλυσμού,καιθα τουςκατακλύσωόλουςΑλλάθαελευθερώσωό,τιέχει απομείνειαπότουςδίκαιουςανάμεσάτουςκαιθατους φέρωσεμακρινήγη,καιηγηστηνοποίακατοικείςτώρα θαμείνειέρημηκαιχωρίςένανκάτοικοσεαυτήν»

8ΑφούοΘεόςτουςμίλησεέτσι,επέστρεψανστοΣπήλαιο τωνΘησαυρώνΑλλάησάρκατουςείχεξεραθείκαιη δύναμήτουςείχεεξαντληθείαπότηνηστείακαιτην προσευχή,καιαπότηλύπηπουένιωθανεπειδήείχαν

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύασηκώθηκανστησπηλιάκαι

γύρισε,σανναήθελενατουςθανατώσει,σύμφωναμετην εντολήπουτουείχεδώσειοΘεός.

4ΌτανοΑδάμκαιηΕύαέφτασανστοανατολικόόριοτου κήπουσκεπτόμενοιστηνκαρδιάτουςότιτοχερουβείμ δενπαρακολουθούσεκαθώςστέκοντανστηνπύλησαν ναήθελανναμπουν,ξαφνικάεμφανίστηκετοχερουβείμ μεέναλαμπερόπύρινοσπαθίστοχέριτου·καιόταντους είδε,βγήκεέξωγιανατουςσκοτώσει.Γιατίφοβόταν μήπωςοΘεόςτονκαταστρέψειανέμπαινανστονκήπο χωρίςτηνεντολήΤου

5Καιηρομφαίατουχερουβείμφαινότανναφλέγεταιαπό μακριάΑλλάόταντηνύψωσεπάνωαπότονΑδάμκαιτην Εύα,ηφλόγατηςδενέλαμψε.

6Γι'αυτό,τοχερούβνόμιζεότιοΘεόςήτανευνοϊκόςπρος αυτούς,καιτουςέφερνεπίσωστονπαράδεισοΚαιτο χερούβστάθηκεθαυμάζοντας.

7ΔενμπορούσεναανέβειστονΟυρανόγιανα διαπιστώσειτηνεντολήτουΘεούσχετικάμετηνείσοδό τουςστονκήπο·γι'αυτόέμεινεόρθιοςδίπλατους, ανίκανοςνατουςαποχωριστείεπειδήφοβότανμήπως εισέλθουνστονκήποχωρίςτηνάδειατουΘεού,οοποίος τότεθατονκατέστρεφε.

8ΌτανοΑδάμκαιηΕύαείδαντοχερουβείμναέρχεται προςτομέροςτουςκρατώνταςστοχέριτουμιαφλεγόμενη πύρινημάχαιρα,έπεσανμετοπρόσωποστηγηαπόφόβο καιήτανσαννεκροί

9Εκείνητηνώρασείστηκανοιουρανοίκαιηγη·καιάλλα χερουβείμκατέβηκαναπότονουρανόπροςτοχερουβείμ πουφύλαγετονκήπο,καιτοείδανέκπληκτοκαισιωπηλό 10Έπειτα,πάλι,άλλοιάγγελοικατέβηκανκοντάστον τόποόπουήτανοΑδάμκαιηΕύα.Ήτανχωρισμένοι ανάμεσαστηχαράκαιτηλύπη 11Χάρηκαν,επειδήνόμιζανότιοΘεόςήτανευνοϊκός προςτονΑδάμ,καιήθελανναεπιστρέψειστονκήποκαι ήθελαννατοναποκαταστήσουνστηχαράπουκάποτε απολάμβανε

12ἈλλὰἐπέπνεσανγιὰτὸνἈδάμ,ὅτιἔπεσεσὰννεκρός, αὐτὸςκαὶἔλεγονεἰςτὰςσκέψειςαὐτῶν«ὉἈδάμδὲν ἀπέθανεσὲαὐτὸντὸντόπον,ἀλλὰὁΘεὸςτὸνθανάτωσεν, ὅτιἦλθεσὲαὐτὸντὸντόπονκαὶἐθέλατονὰμπῇστὸν παράδεισονχωρὶςτὴνἄδειάνΤου»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ55

1ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτηνΕύακαι τουςανέστησεαπότηνεκρήτουςκατάσταση,λέγοντάς τους:«Γιατίανέβηκατεεδώ;Δρ,σκοπεύετεναμπείτε στονκήπο,απότονοποίοσαςέβγαλα;Δενμπορείναγίνει σήμερααλλάμόνοότανεκπληρωθείηδιαθήκηπουέχω κάνειμαζίσας»

2ΤότεοΑδάμ,ότανάκουσετονλόγοτουΘεούκαιτο φτερούγισματωναγγέλων,τουςοποίουςδενείδε,αλλά άκουσεμόνοτονήχοτουςμετααυτιάτου,έκλαψεαυτός καιηΕύακαιείπεστουςαγγέλους:

3«Ω,πνεύματα,πουπροσμένετετονΘεό,κοιτάξτεμεκαι τηναδυναμίαμουνασαςδω!Γιατίότανήμουνστην

4«Αλλάτώρα,πουέχωπαραβεί,αυτήηφωτεινήφύση

6Τότε,ότανοιάγγελοιάκουσαναυτάταλόγια,όλοι λυπήθηκανγι'αυτόνκαικαταράστηκαντονΣατανάπου είχεεξαπατήσειτονΑδάμ,μέχριπουήρθεαπότονκήπο στηδυστυχίααπότηζωήστονθάνατοαπότηνειρήνη στηθλίψηκαιαπότηχαράσεμιαξένηγη

7ΤότεοιάγγελοιείπανστονΑδάμ:«ΆκουσεςτονΣατανά καιεγκατέλειψεςτονΛόγοτουΘεούπουσε δημιούργησεκαιπίστεψεςότιοΣατανάςθαεκπλήρωνε όλαόσασουείχευποσχεθεί».

8«Τώραόμως,Αδάμ,θασουγνωστοποιήσουμετιμας συνέβηεξαιτίαςτου,πριναπότηνπτώσητουαπότον ουρανό.

9«Συγκέντρωσεταστρατεύματάτουκαιταεξαπάτησε, υποσχόμενοςότιθατουςέδινεέναμεγάλοβασίλειο,μια θεϊκήφύσηκαιτουςέδωσεάλλεςυποσχέσεις.

10«Οιοικοδεσπότεςτουπίστεψανότιολόγοςτουήταν

11«Τότεμαςκάλεσεσύμφωναμετιςεντολέςπουμας

12«Τότε,αφούπολέμησεμετονΘεόκαιφέρθηκεμε προθυμίααπέναντίΤου,συγκέντρωσεταστρατεύματάτου καιμαςκήρυξεπόλεμοΚαιανδενήτανηδύναμητου Θεούπουήτανμαζίμας,δενθαμπορούσαμενατον υπερνικήσουμεκαινατονρίξουμεαπότονουρανό.

13«Ότανόμωςέπεσεαπόανάμεσάμας,έγινεμεγάλη χαράστονουρανό,επειδήκατέβηκεαπόεμάςΓιατίαν έμενεστονουρανό,τίποτα,ούτεέναςάγγελοςδενθαείχε απομείνεισεαυτόν

14«ΑλλάοΘεός,στοέλεόςΤου,τονέδιωξεαπόανάμεσά μαςσεαυτήτησκοτεινήγη,επειδήείχεγίνεισκοτάδικαι εργάτηςτηςαδικίας

15«Καισυνέχισε,ωΑδάμ,νασεπολεμάει,μέχριπουσε εξαπάτησεκαισεέβγαλεαπότονκήπο,σεαυτήτηνξένη γη,όπουόλεςαυτέςοιδοκιμασίεςσεέχουνφέρειΚαιτον θάνατο,πουοΘεόςέφερεπάνωτου,τονέφερεκαισε εσένα,ωΑδάμ,επειδήτονυπάκουσεςκαιπαραβίασεςτον

3«Ωστόσο,ανείχεςυποταχθείκαιήσουνυπάκουοςσε ΜένακαιείχεςτηρήσειτονΛόγοΜου,θαήσουνμετους αγγέλουςΜουστονκήποΜου

4«ΌτανόμωςπαραβίασεςκαιάκουσεςτονΣατανά,έγινες φιλοξενούμενόςτουανάμεσαστουςαγγέλουςτου,που είναιγεμάτοιανομίακαιήρθεςσεαυτήτηγη,πουσου φέρνειαγκάθιακαιτριβόλια

5«ΩΑδάμ,ζήτααπόαυτόνπουσεεξαπάτησενασου δώσειτηθεϊκήφύσηπουσουυποσχέθηκεήνασου φτιάξειένανκήποόπωςεγώείχαφτιάξειγιασέναήνασε γεμίσειμετηνίδιαφωτεινήφύσημετηνοποίασεείχα γεμίσειεγώ»

6«Ζήτησέτουνασουφτιάξειένασώμασαναυτόπουσε έφτιαξα,ήνασουδώσειμιαμέραανάπαυσηςόπωςσου έδωσαήναδημιουργήσειμέσασουμιαλογικήψυχή, όπωςσουδημιούργησα·ήνασεμεταφέρειαπόεδώσε κάποιαάλληγηαπόαυτήπουσουέδωσαΑλλά,ωΑδάμ, δενθαεκπληρώσειούτεένααπόταπράγματαπουσου είπε.

7«Ομολόγησε,λοιπόν,τηνεύνοιάμουπροςεσένακαιτο έλεόςμουπροςεσένα,πλάσμαμουότιδενσου ανταπέδωσανγιατηνπαράβασήσουεναντίονμου,αλλά μετοέλεόςμουγιασένασουυποσχέθηκαότιστοτέλος τωνμεγάλωνπεντέμισιημερώνθαέρθωκαιθασεσώσω»

8ΤότεοΘεόςείπεξανάστονΑδάμκαιστηνΕύα: «Σηκωθείτε,κατεβείτεαπόεδώ,γιαναμηνσας καταστρέψειτοχερούβπουέχειπύρινοσπαθίστοχέρι του».

9ΑλλάηκαρδιάτουΑδάμπαρηγορήθηκεαπόταλόγια τουΘεούπροςαυτόν,καιπροσκύνησεενώπιόνΤου 10ΚαιοΘεόςπρόσταξετουςαγγέλουςΤουνα συνοδεύσουντονΑδάμκαιτηνΕύαστησπηλιάμεχαρά, αντίγιατονφόβοπουτουςείχεκατακλύσει

11ΤότεοιάγγελοιπήραντονΑδάμκαιτηνΕύακαιτους

κατέβασαναπότοβουνόκοντάστονκήπο,μετραγούδια καιψαλμούς,μέχριπουτουςέφερανστησπηλιάΕκείοι άγγελοιάρχισαννατουςπαρηγορούνκαινατους ενισχύουν,καιμετάαναχώρησαναπόαυτούςπροςτον ουρανό,στονΔημιουργότους,πουτουςείχεστείλει

12ΑφούόμωςοιάγγελοιέφυγαναπότονΑδάμκαιτην Εύα,ήρθεοΣατανάςμεντροπήκαιστάθηκεστηνείσοδο τηςσπηλιάςόπουβρίσκοντανοΑδάμκαιηΕύαΤότε φώναξεστονΑδάμκαιείπε:«Αδάμ,έλανασουμιλήσω».

13ΤότεοΑδάμβγήκεαπότησπηλιά,νομίζονταςότιήταν έναςαπότουςαγγέλουςτουΘεούπουείχεέρθεινατου δώσεικάποιακαλήσυμβουλή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ57

1ΌτανόμωςοΑδάμβγήκεέξωκαιείδετηναποκρουστική τουμορφή,τονφοβήθηκεκαιτουείπε:«Ποιοςείσαι;» 2ΤότεοΣατανάςαπάντησεκαιτουείπε:«Εγώείμαιπου κρύφτηκαμέσαστοφίδι,καιπουμίλησαστηνΕύα,και τηνεξαπάτησαμέχριπουάκουσετηνεντολήμουΕγώ είμαιπουτηνέστειλα,μετατεχνάσματατουλόγουμου, γιανασεεξαπατήσει,μέχριπουεσύκαιαυτήφάγατεαπό

3ΌτανόμωςοΑδάμάκουσεαυτάταλόγιααπόαυτόν,του

εκπληρώσωτονλόγομου;ΌχιΓιατίεγώοίδιοςδεν σκέφτηκαποτέναπάρωαυτόπουζήτησα

6«Γι’αυτόέπεσα,καισαςέκαναναπέσετεεξαιτίαςαυτού γιατοοποίοέπεσακιεγώοίδιοςκαιμαζίσαςπέφτεικι αυτόςπουδέχεταιτησυμβουλήμου

7«Τώραόμως,Αδάμ,εξαιτίαςτηςπτώσηςσουείσαιυπό τηνκυριαρχίαμου,καιεγώείμαιβασιλιάςσουεπειδήμε άκουσες,καιπαραβάτησεςτονΘεόσου.Ούτεθαυπάρξει λύτρωσηαπόταχέριαμουμέχριτηνημέραπουσου υποσχέθηκεοΘεόςσου»

8Είπεπάλι:«Εφόσονδενγνωρίζουμετηνημέραπουέχει

τονφόνοεναντίονσουκαιτωναπογόνωνσουμετάαπό εσένα»

9«Αυτόείναιτοθέλημάμαςκαιηευδοκίαμας,ναμην αφήσουμεκανέναναπότουςγιουςτωνανθρώπωννα

10«Διότιηκατοικίαμας,Αδάμ,είναισεφωτιάπου καίεικαιδενθασταματήσουμετοκακόμαςκάνοντας ούτεμίαημέραούτεμίαώραΚαιεγώ,Αδάμ,θασπείρω φωτιάπάνωσουότανμπειςστησπηλιάγιανακατοικήσεις εκεί.»

11ΌτανοΑδάμάκουσεαυτάταλόγια,έκλαψεκαι θρήνησε,καιείπεστηνΕύα:«Άκουτιείπεότιδενθα εκπληρώσειτίποτααπόόσασουείπεστονκήπο.Μήπως τότεπραγματικάέγινεβασιλιάςμας;

12«ΑλλάθαπαρακαλέσουμετονΘεό,πουμας δημιούργησε,ναμαςελευθερώσειαπόταχέριατου».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ58

1ΤότεοΑδάμκαιηΕύαάπλωσανταχέριατουςπροςτον Θεό,προσευχόμενοικαιικετεύοντάςΤονναδιώξειτον Σατανάμακριάτουςναμηντουςασκήσειβίακαιναμην τουςαναγκάσεινααρνηθούντονΘεό

2ΤότεοΘεόςαπέστειλεαμέσωςσεαυτούςτονάγγελότου, οοποίοςέδιωξετονΣατανάαπόαυτούς.Αυτόσυνέβη κατάτηδύσητουηλίου,τηνπεντηκοστήτρίτηημέρα αφότουείχανβγειαπότονκήπο

3ΤότεοΑδάμκαιηΕύαμπήκανστησπηλιά,σηκώθηκαν καιέστρεψανταπρόσωπάτουςστηγηγιανα προσευχηθούνστονΘεό.

4Αλλάπρινπροσευχηθούν,οΑδάμείπεστηνΕύα:«Να, είδεςτιπειρασμούςμαςβρήκανσεαυτήτηγηΈλα,ας

1ΑλλάοΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,δεντους επέτρεψενασταματήσουντιςπροσευχέςτους.Διότι κάλεσεταστρατεύματάτου,καιήρθανόλοιτους.Τότε τουςείπε:«ΑφούοΑδάμκαιηΕύα,τουςοποίους εξαπατήσαμε,συμφώνησανναπροσεύχονταιστονΘεό νύχτακαιμέρακαιναΤονπαρακαλούννατους ελευθερώσει,καιαφούδενθαβγουναπότησπηλιάμέχρι τοτέλοςτηςτεσσαρακοστήςημέρας 2«Καιαφούθασυνεχίσουντιςπροσευχέςτουςόπως έχουνσυμφωνήσεικαιοιδύο,ώστενατουςελευθερώσει απόταχέριαμαςκαινατουςαποκαταστήσειστην προηγούμενηκατάστασήτους,δεςτιθακάνουμεσε αυτούς»Καιταστρατεύματάτουτουείπαν:«Σουείναιη δύναμη,Κύριέμας,νακάνειςό,τιθέλεις».

3ΤότεοΣατανάς,μεγάλοςσεκακία,πήρεταστρατεύματά τουκαιμπήκεστησπηλιά,τηντριακοστήνύχτατων σαράντακαιμιαςημερών·καιχτύπησετονΑδάμκαιτην Εύα,μέχριπουτουςάφησενεκρούς

4ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτηνΕύα,ο οποίοςτουςανέστησεαπόταβάσανάτους,καιοΘεόςείπε στονΑδάμ:«Ναείσαιδυνατόςκαιναμηνφοβάσαιαυτόν πουμόλιςήρθεσεεσένα»

5ΟΑδάμόμωςέκλαψεκαιείπε:«Πούήσουν,Θεέμου, ώστεναμεχτυπήσουνμετέτοιαχτυπήματα,καιναέρθει αυτότοβάσανοπάνωμας,πάνωμουκαιπάνωστηνΕύα, τηδούλησου;»

6ΤότεοΘεόςτουείπε:«Ω,Αδάμ,δες,αυτόςείναικύριος καιαφέντηςόλωνόσωνέχεις,αυτόςπουείπεότιθασου έδινεθεότητα.Πούείναιαυτήηαγάπηγιασένα;Καιπού είναιτοδώροπουυποσχέθηκε;

7«Γιατίμιαφοράευαρεστήθηκε,ωΑδάμ,ναέρθεισε σένα,νασεπαρηγορήσεικαινασεενισχύσεικαιναχαρεί μαζίσουκαιναστείλειταστρατεύματάτουνασε φυλάνε·επειδήτονάκουσεςκαιυπάκουσεςστησυμβουλή τουκαιπαρέβηκεςτηνεντολήΜου,αλλάακολούθησες τηνεντολήτου;»

8ΤότεοΑδάμέκλαψεενώπιοντουΚυρίουκαιείπε: «Κύριε,επειδήαμάρτησαλίγο,μεπλήγωσεςσκληράσε αντάλλαγμαγι'αυτόσεπαρακαλώναμεελευθερώσεις απόταχέριατου·αλλιώς,λυπήσουμεκαιβγάλετηνψυχή μουαπότοσώμαμουτώρασεαυτήτηνξένηγη».

9ΤότεοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Μακάριναείχεςκάνει αυτόντονστεναγμόκαιτηνπροσευχήπριν,πρινπαραβείς! Τότεθαείχεςαναπαυθείαπότηνταλαιπωρίαστηνοποία βρίσκεσαιτώρα»

10ΑλλάοΘεόςέκανευπομονήμετονΑδάμκαιάφησε αυτόνκαιτηνΕύαναπαραμείνουνστησπηλιάμέχρινα συμπληρώσουντιςσαράνταημέρες 11ΌσογιατονΑδάμκαιτηνΕύα,ηδύναμηκαιησάρκα τουςμαράθηκαναπότηνηστείακαιτηνπροσευχή,από τηνπείνακαιτηδίψαγιατίδενείχανγευτείούτεφαγητό

2Σταχέριατουκρατούσεέναφωτεινόραβδί,καιη εμφάνισήτουήτανπολύαπαίσια·αλλάτοπρόσωπότου ήτανευχάριστοκαιηομιλίατουγλυκιά,

3ΈτσιμεταμορφώθηκεγιαναεξαπατήσειτονΑδάμκαι τηνΕύακαινατουςβγάλειαπότησπηλιά,πριν συμπληρώσουντιςσαράνταημέρες

4Διότιέλεγεμέσατου:«Τώραπουθαείχανολοκληρώσει τιςσαράνταημέρεςνηστείαςκαιπροσευχής,οΘεόςθα τουςαποκαθιστούσεστηνπροηγούμενηκατάστασή τουςανόμωςδεντοέκανεαυτό,θαήτανπάλιευνοϊκός απέναντίτους·καιακόμακιανδεντουςελεούσε,θατους έδινεκάτιαπότονκήπογιανατουςπαρηγορήσει,όπως ήδηδύοφορέςπριν;»

5ΤότεοΣατανάςπλησίασετησπηλιάμεαυτήτηνόμορφη εμφάνισηκαιείπε:

6«ΩΑδάμ,σηκωθείτε,σηκωθείτε,εσύκαιηΕύα,και ελάτεμαζίμουσεμιακαλήγηκαιμηφοβάστε.Είμαι

7«Καιέγινεέτσι,ώστεότανμεδημιούργησε,με τοποθέτησεσεένανκήποστοβορρά,στασύνορατου κόσμου

8«Καιμουείπε:“Μείνεεδώ!”Καιέμειναεκείσύμφωνα μετονλόγοΤου,ούτεπαρέβηκατηνεντολήΤου

9«Τότεμεκατέλαβεσεύπνο,καισεέβγαλε,Αδάμ,απότο πλευρόμου,αλλάδενσεέκανεναμένειςκοντάμου.

10«ΑλλάοΘεόςσεπήρεστοθεϊκόΤουχέρικαισεέβαλε σεένανκήποπροςταανατολικά

11«Τότελυπήθηκαεξαιτίαςσου,επειδήενώοΘεόςσε πήρεαπότοπλευρόμου,δενσεάφησεναμείνειςμαζίμου 12«ΑλλάοΘεόςμουείπε:«ΜηλυπάσαιγιατονΑδάμ, τονοποίοέβγαλααπότοπλευρόσουκανένακακόδενθα τουσυμβεί»

13«Διότιτώραέφερααπότοπλευρότουένανβοηθόπου τουταιριάζεικαιτουέδωσαχαράκάνονταςαυτό.»

14ΤότεοΣατανάςείπεξανά:«Δενήξεραπώςείσαισε αυτήτησπηλιά,ούτετίποταγιααυτήτηδοκιμασίαπουσε έχειβρει,μέχριπουοΘεόςμουείπε:“Ιδού,οΑδάμ αμάρτησε,αυτόςπουείχαπάρειαπότοπλευρόσου,καιη Εύαεπίσης,τηνοποίαπήρααπότοπλευρότου·καιτους έδιωξααπότονκήποτουςέκανανακατοικήσουνσεμια γηθλίψηςκαιδυστυχίας,επειδήαμάρτησανεναντίονμου

15«ΤότεοΘεόςμουείπε:“Σήκω,πήγαινεσεαυτούςκαι

17«Ότανόμωςτοάκουσααυτό,λυπήθηκα·καιηκαρδιά μουδενάντεξεγιαχάρησου,παιδίμου.

18«Αλλά,ωΑδάμ,ότανάκουσατοόνοματουΣατανά, φοβήθηκακαιείπαμέσαμου:Δενθαβγωέξω,γιαναμην μεπαγιδεύσει,όπωςέκανεμεταπαιδιάμου,τονΑδάμκαι τηνΕύα

19«Καιείπα:“Θεέμου,ότανπάωσταπαιδιάμου,ο Σατανάςθαμεσυναντήσειστοδρόμοκαιθαπολεμήσει εναντίονμου,όπωςέκανεεναντίοντους”

20«ΤότεοΘεόςμουείπε:Μηφοβάσαι·όταντονβρεις, πάταξέτονμετοραβδίπουέχειςστοχέρισουκαιμη φοβάσαιαπ'αυτόνεπειδή,είσαιαπόπαλιά,καιδενθασε υπερισχύσει».

21«Τότεείπα:“Κύριέμου,είμαιγέρονταςκαιδενμπορώ ναπάωστείλετουςαγγέλουςσουνατουςφέρουν”

22«ΑλλάοΘεόςμουείπε:“Οιάγγελοι,αληθώς,δενείναι σαναυτούςκαιδενθασυμφωνήσουνναέρθουνμαζί τουςαλλάσεέχωδιαλέξει,επειδήείναιαπόγονοίσουκαι σανεσένα,καιθαακούσουνόσαλες”.

23«ΟΘεόςμουείπεπεραιτέρω:Ανδενέχειςδύναμηνα περπατήσεις,θαστείλωένασύννεφονασεκουβαλήσεικαι νασεκατεβάσειστηνείσοδοτηςσπηλιάςτουςέπειτατο σύννεφοθαεπιστρέψεικαιθασεαφήσειεκεί»

24«Καιανέρθουνμαζίσου,θαστείλωένασύννεφογια νασεμεταφέρεικιεσένακιαυτούς».

25«Τότεπρόσταξεένασύννεφο,καιμεσήκωσεψηλάκαι μεέφερεσεεσένα·καιμετάεπέστρεψε

26«Καιτώρα,παιδιάμου,ΑδάμκαιΕύα,κοιτάξτετα ξανθάμαλλιάμουκαιτηναδύναμηκατάστασήμου,και τηνάφιξήμουαπόεκείνοτομακρινόμέροςΕλάτε,ελάτε μαζίμου,σεέναντόποανάπαυσης.»

27Τότεάρχισενακλαίεικαιναλυγίζειμπροστάστον ΑδάμκαιτηνΕύα,καιταδάκρυάτουχύθηκανστηγησαν νερό.

28ΚαιότανοΑδάμκαιηΕύασήκωσανταμάτιατουςκαι είδανταγένιατου,καιάκουσανταγλυκάτουλόγια,οι καρδιέςτουςμαλάκωσαναπέναντίτουτονάκουσαν,γιατί πίστεψανότιήταναληθινός

29Καιτουςφάνηκεότιήτανπράγματιαπόγονοίτου,όταν είδανότιτοπρόσωπότουήτανσαντοδικότουςκαιτον εμπιστεύτηκαν

ΚΕΦΑΛΑΙΟ61

1ΈπειταπήρετονΑδάμκαιτηνΕύααπότοχέρικαι άρχισενατουςβγάζειαπότησπηλιά.

2Ότανόμωςέφτασανλίγοπιομακριάαπόαυτό,οΘεός γνώριζεότιοΣατανάςτουςείχενικήσεικαιτουςείχε βγάλειέξωπριντελειώσουνοισαράνταημέρες,γιανα τουςπάρεισεκάποιομακρινόμέροςκαινατους καταστρέψει

3ΤότεολόγοςτουΚυρίουτουΘεούήρθεξανάκαι καταράστηκετονΣατανάκαιτονέδιωξεαπόκοντάτους 4ΚαιοΘεόςάρχισεναμιλάειστονΑδάμκαιτηνΕύα, λέγοντάςτους:«Τισαςέκανεναβγείτεαπότησπηλιά,σε αυτότομέρος;»

5ΤότεοΑδάμείπεστονΘεό:«Έπλασεςτονάνθρωποπριν

6«Καιπιστέψαμε,Θεέμου,ότιήταναγγελιοφόρος

7ΤότεοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Να,αυτόςείναιοπατέρας

δενβγήκατεαπότησπηλιάπριναπότοτέλοςτωνσαράντα ημερών,θέλησενακάνειτονσκοπόσαςμάταιο,νασπάσει τοναμοιβαίοδεσμόσας·νασαςκόψεικάθεελπίδακαινα σαςοδηγήσεισεκάποιομέροςόπουθαμπορούσενασας καταστρέψει

8«Επειδήδενμπορούσενασαςκάνειτίποτα,ανδεν φανερωνότανμετηνομοίωσήσας

9«Γι’αυτόήρθεσεεσάςμεέναπρόσωποσαντοδικόσας, καιάρχισενασαςδίνεισημάδιασανναήτανόλααληθινά. 10«Αλλάεγώ,μεέλεοςκαιχάρηπουείχαπροςεσάς,δεν τονάφησανασαςκαταστρέψει,αλλάτονέδιωξααπό κοντάσας.

11«Τώρα,λοιπόν,Αδάμ,πάρετηνΕύακαιγύρισεστη σπηλιάσουκαιμείνεμέσασεαυτήνμέχριτηνεπόμενητης

12ΤότεοΑδάμκαιηΕύαλάτρεψαντονΘεό,καιΤον αίνεσανκαιΤονευλόγησανγιατηναπελευθέρωσηπου

ημέρας.

13ΤότεοΑδάμκαιηΕύασηκώθηκανκαιμεμεγάλοζήλο προσευχήθηκανστονΘεόνατουςβγάλειαπότηνέλλειψη δυνάμεων,γιατίηδύναμήτουςείχεφύγειαπόαυτούς εξαιτίαςτηςπείνας,τηςδίψαςκαιτηςπροσευχήςΑλλά όληεκείνητηνύχταπαρακολούθησανπροσευχόμενοι μέχριτοπρωί.

14ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Σηκωθείτε,αςπάμεπρος τηνανατολικήπύλητουκήπου,όπωςμαςείπεοΘεός» 15Καιείπαντιςπροσευχέςτουςόπωςσυνήθιζαννα κάνουνκάθεμέρακαιβγήκαναπότησπηλιά,γιανα πλησιάσουντηνανατολικήπύλητουκήπου

16ΤότεοΑδάμκαιηΕύασηκώθηκανκαιπροσευχήθηκαν, καιπαρακάλεσαντονΘεόνατουςενδυναμώσεικαινα τουςστείλεικάτιγιαναχορτάσουντηνπείνατους

17Ότανόμωςτελείωσαντιςπροσευχέςτους,έμεινανεκεί πουήταν,εξαιτίαςτηςεξασθενημένηςδύναμήςτους 18ΤότεπάλιήρθεοΛόγοςτουΘεούκαιτουςείπε: «Αδάμ,σήκω,πήγαινεκαιφέρεεδώδύοσύκα». 19ΤότεοΑδάμκαιηΕύασηκώθηκανκαιπήγανμέχρι πουπλησίασανστησπηλιά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ62

1ΑλλάοΣατανάςοασεβήςζήλευε,εξαιτίαςτης παρηγοριάςπουτουςείχεδώσειοΘεός 2Έτσι,τουςεμπόδισεκαιμπήκεστησπηλιά,πήρεταδύο σύκακαιταέθαψεέξωαπότησπηλιά,γιαναμηντα

4Τότε,ότανταδύοδέντραμεγάλωσανκαικαλύφθηκανμε καρπούς,οΣατανάςλυπήθηκεκαιθρήνησε,καιείπε: «Καλύτερανααφήσουμεεκείνατασύκαόπωςήτανγιατί τώρα,ιδού,έγινανδύοκαρποφόραδέντρα,απόταοποίαο Αδάμθατρώειόλεςτιςημέρεςτηςζωήςτουενώεγώείχα κατάνου,ότανταέθαψα,νατακαταστρέψωεντελώςκαι νατακρύψωγιαπάντα»

5«ΑλλάοΘεόςανέτρεψετηβουλήμουκαιδενήθελενα χαθείαυτόςοιερόςκαρπόςκαιέκανεσαφήτηνπρόθεσή μου,καιανέτρεψετηβουλήπουείχασχηματίσειεναντίον τωνυπηρετώνΤου»

6ΤότεοΣατανάςέφυγεντροπιασμένος,επειδήδενείχε υλοποιήσειτοσχέδιότου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ63

1ΚαθώςόμωςοΑδάμκαιηΕύαπλησίαζανστησπηλιά, είδανδύοσυκιέςκαλυμμένεςμεκαρπούς,πουσκίαζαντη σπηλιά.

2ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Μουφαίνεταιότιέχουμε ξεστρατίσειΠότεφύτρωσανεδώαυτάταδύοδέντρα; Μουφαίνεταιότιοεχθρόςθέλειναμαςξεστρατίσει.Λές ότιυπάρχειστηγηάλλησπηλιάαπόαυτή;»

3«Ωστόσο,Εύα,αςμπούμεστησπηλιάκαιαςβρούμε μέσασεαυτήνταδύοσύκαγιατίαυτήείναιησπηλιάμας, στηνοποίαήμαστανΑλλάανδενβρούμεταδύοσύκα μέσασεαυτήν,τότεδενμπορείναείναιησπηλιάμας»

4Μπήκαντότεστησπηλιάκαιεξέτασαντιςτέσσερις γωνίεςτης,αλλάδενβρήκανταδύοσύκα

5ΚαιέκλαψεοΑδάμκαιείπεστηνΕύα:«Μήπως φτάσαμεσελάθοςσπηλιά,Εύα;Μουφαίνεταιότιαυτέςοι δύοσυκιέςείναιταδύοσύκαπουήτανστησπηλιά»Καιη Εύαείπε:«Εγώ,απότηνπλευράμου,δενξέρω»

6ΤότεοΑδάμσηκώθηκε,προσευχήθηκεκαιείπε:«Θεέ μου,μαςπρόσταξεςναεπιστρέψουμεστησπηλιά,να πάρουμεταδύοσύκακαιμετάναεπιστρέψουμεσεΣένα»

7«Αλλάτώρα,δενταέχουμεβρει.Θεέμου,ταπήρεςεσύ καιέσπειρεςαυτάταδύοδέντραήμήπωςπλανηθήκαμε στηγηήμήπωςοεχθρόςμαςεξαπάτησε;Ανείναιαληθινό, τότε,Θεέμου,αποκάλυψεμαςτομυστικόαυτώντωνδύο δέντρωνκαιτωνδύοσυκών»

8ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούστονΑδάμκαιτουείπε: «Ω,Αδάμ,ότανσεέστειλαναφέρειςτασύκα,οΣατανάς πήγεπριναπόεσέναστησπηλιά,πήρετασύκακαιτα έθαψεέξω,ανατολικάτηςσπηλιάς,νομίζονταςότιθατα καταστρέψει,καιδενταέσπειρεμεκαλήπρόθεση.

9«Δενγινότανλοιπόναπλώςγιαχάρητου,αυτάταδέντρα ναμεγαλώσουναμέσως·αλλάσεελέησακαιταπρόσταξα ναμεγαλώσουνΚαιέγινανδύομεγάλαδέντρα,γιανασε σκιάσουντακλαδιάτουςκαιναβρειςανάπαυσηκαιγια νασεκάνωναδειςτηδύναμήμουκαιταθαυμαστάμου έργα.

10«Και,επίσης,γιανασαςδείξωτηνκακίατουΣατανά καιτακακάτουέργα,διότιαπότότεπουβγήκατεαπότον κήπο,δενέπαψε,ούτεμιαμέρα,νασαςκάνεικακόΑλλά δεντουέδωσαεξουσίαπάνωσας»

11ΚαιείπεοΘεός:«Απόεδώκαιστοεξής,Αδάμ,να χαίρεσαιγιαταδέντρα,εσύκαιηΕύακαινααναπαύεσαι κάτωαπόαυτάόταννιώθετεκουρασμένοιαλλάμην

12ΤότεοΑδάμέκλαψεκαιείπε:«Θεέμου,θαμας

13«Θεέμου,σεικετεύω,ανγνωρίζειςότισεαυτάτα δέντραυπάρχειείτεθάνατοςείτεκάποιοάλλοκακό,όπως τηνπρώτηφορά,ξεριζώσετααπόκοντάστησπηλιάμας καιμαράσετα·καιάφησέμαςναπεθάνουμεαπότηζέστη, τηνπείνακαιτηδίψα.»

14«Γιατίγνωρίζουμεταθαυμαστάσουέργα,Θεέ,ότι είναιμεγάλα,καιότιμετηδύναμήσουμπορείςναβγάλεις τοένααπότοάλλο,χωρίςναθέλεικανείςΔιότιηδύναμή σουμπορείνακάνειπέτρεςναγίνουνδέντρα,καιδέντρα ναγίνουνβράχοι.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ64

1ΤότεοΘεόςκοίταξετονΑδάμκαιτηδύναμητηςψυχής του,τηναντοχήτουστηνπείνακαιτηδίψα,καιστηζέστη Καιμετέτρεψετιςδύοσυκιέςσεδύοσύκα,όπωςήταν αρχικά,καιέπειταείπεστονΑδάμκαιστηνΕύα:«Ο καθέναςσαςμπορείναπάρειαπόένασύκο»Καιταπήραν,

2Καιτουςείπε:«Πηγαίνετεστησπηλιάκαιφάτετασύκα καιχορτάστετηνπείνασας,γιαναμηνπεθάνετε»

3Έτσι,όπωςτουςείχεδιατάξειοΘεός,μπήκανστη σπηλιάπερίπουτηνώραπουέδυεοήλιοςΚαιοΑδάμκαι

τουήλιου.

4Τότεκάθισανναφάνετασύκα,αλλάδενήξερανπώςνα ταφάνε,γιατίδενήτανσυνηθισμένοινατρώνεγήινη τροφή.Φοβόντουσανεπίσηςμήπως,ανέτρωγαν, επιβαρυνόταντοστομάχιτουςκαιπήζεησάρκατους,και ηκαρδιάτουςάρχιζενααγαπάειτηγήινητροφή

5Ενώόμωςκάθοντανέτσι,οΘεός,απόευσπλαχνίαγι' αυτούς,τουςέστειλετονάγγελόΤου,γιαναμηνπεθάνουν απόπείνακαιδίψα

6ΚαιοάγγελοςείπεστονΑδάμκαιτηνΕύα:«ΟΘεόςσας λέειότιδενέχετεδύναμηνανηστεύσετεμέχρι θανάτου·τρώτε,λοιπόν,καιδυναμώστετασώματά σαςγιατίτώραείστεσάρκαζώου,πουδενμπορείνα επιβιώσειχωρίςτροφήκαιποτό»

7ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήραντασύκακαιάρχισαννα τρώνεαπόαυτά.ΑλλάοΘεόςείχεβάλειμέσατουςένα μείγμασαναπόαλμυρόψωμίκαιαίμα

8ΤότεοάγγελοςέφυγεαπότονΑδάμκαιτηνΕύα,οι οποίοιέτρωγαναπότασύκαμέχριπουχορτάσανετην πείνατουςΈπειτα,άφησανό,τιπερίσσεψεαλλάμετη δύναμητουΘεού,τασύκαχόρτασανόπωςπριν,επειδήο

3«Τιμαςσυνέβηαπότοφαγητό,ώστεναμαςβρειαυτόςο πόνος;Αλίμονοσεεμάς,θαπεθάνουμε!Καλύτερανα πεθάνουμεπαράναφάμεκαιναδιατηρήσουμετοσώμα μαςαγνό,παράνατομολύνουμεμετοφαγητό».

4ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Αυτόςοπόνοςδενμας ήρθεστονκήπο,ούτεφάγαμεεκείτόσοάσχημοφαγητό Νομίζεις,Εύα,ότιοΘεόςθαμαςπλήξειμέσωτηςτροφής πουέχουμεμέσαμαςήότιταεντόσθιάμαςθαβγουνέξωή ότιοΘεόςθέλειναμαςσκοτώσειμεαυτόντονπόνοπριν εκπληρώσειτηνυπόσχεσήΤουσεεμάς;»

5ΤότεοΑδάμπαρακάλεσετονΚύριοκαιείπε:«Κύριε,ας μηνχαθούμεεξαιτίαςτηςτροφήςπουφάγαμεΚύριε,μη μαςπατάξεις,αλλάκάνεμαςσύμφωναμετομεγάλοΣου έλεος,καιμηνμαςεγκαταλείψειςμέχριτηνημέρατης υπόσχεσηςπουμαςέδωσες»

6ΤότεοΘεόςτουςείδεκαιτουςέκανεαμέσωςνατρώνε τροφή,μέχρισήμερα,γιαναμηνχαθούν 7ΤότεοΑδάμκαιηΕύαεπέστρεψανστησπηλιά λυπημένοικαικλαίγονταςεξαιτίαςτηςαλλοίωσηςστη φύσητουςΚαιοιδύογνώριζαναπόεκείνητηνώραότι ήταναλλοιωμέναόντα,ότιηελπίδατουςναεπιστρέψουν στονκήποείχεπλέονκοπείκαιότιδενμπορούσαννα μπουνσεαυτόν

8Διότιτώρατασώματάτουςείχανπαράξενες λειτουργίεςκαικάθεσάρκαπουχρειάζεταιτροφήκαι ποτόγιατηνύπαρξήτης,δενμπορείναβρίσκεταιστον κήπο

9ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Ιδού,ηελπίδαμαςέχει πλέονκοπείόπωςκαιηεμπιστοσύνημαςναμπούμεστον κήποΔενανήκουμεπλέονστουςκατοίκουςτου κήπουαλλάαπόεδώκαιστοεξήςείμαστεχωμάτινοικαι απόχώμα,καιαπότουςκατοίκουςτηςγης,δενθα επιστρέψουμεστονκήπομέχριτηνημέραπουοΘεόςθα μαςσώσεικαιθαμαςφέρειπίσωστονκήπο,όπωςμας υποσχέθηκε»

10ΤότεπροσευχήθηκανστονΘεόνατουςελεήσειΜετά απόαυτό,ονουςτουςηρέμησε,οικαρδιέςτους συντρίφτηκανκαιηλαχτάρατουςκρύωσεΚαιήτανσαν ξένοιστηγηΕκείνητηνύχταοΑδάμκαιηΕύαπέρασαν στησπηλιά,όπουκοιμήθηκανβαριάεξαιτίαςτουφαγητού πουείχανφάει

ΚΕΦΑΛΑΙΟ66

1Ότανξημέρωσε,τηνεπόμενημέραπουείχανφάει,ο ΑδάμκαιηΕύαπροσευχήθηκανστησπηλιά,καιοΑδάμ είπεστηνΕύα:«Να,ζητήσαμετροφήαπότονΘεό,καιμας τηνέδωσε.Αλλάτώρααςτονπαρακαλέσουμεκαιναμας δώσειναπιούμενερό»

2Τότεσηκώθηκανκαιπήγανστηνόχθητουρυακιούτου νερού,πουβρισκότανστονότιοόριοτουκήπου,στοοποίο είχανρίξειτουςεαυτούςτουςπριν.Καιστάθηκανστην όχθηκαιπροσευχήθηκανστονΘεόνατουςπροστάξεινα

3ΤότεοΛόγοςτουΘεούήρθεστονΑδάμκαιτουείπε: «Ω,Αδάμ,τοσώμασουέχειγίνειάγριοκαιχρειάζεται

4ΟΑδάμκαιηΕύαπλησίασαντότεκαιήπιαναπόαυτό,

είχεκάνεισεαυτούς.

6ΤότεοΑδάμκαιηΕύαστάθηκανξανάέξωαπότη σπηλιάκαιπαρακάλεσαντονΘεόνατουςδείξεικάποια τροφήγιαναθρέψουντοσώματους

7ΤότεήρθεοΛόγοςτουΘεούκαιτουείπε:«Ω,Αδάμ, κατέβαδυτικάτηςσπηλιάς,μέχριμιαγημεσκοτεινό έδαφος,καιεκείθαβρειςτροφή»

8ΚαιοΑδάμυπάκουσεστονλόγοτουΘεού,πήρετην Εύακαικατέβηκεσεμιαγημεσκοτεινόέδαφος,και βρήκεεκείσιτάριναφυτρώνει,σεστάχυακαιώριμο,και σύκαγιανατρώεικαιοΑδάμχάρηκεγι'αυτό 9ΤότεολόγοςτουΘεούεπανήλθεστονΑδάμκαιτουείπε: «Πάρεαπόαυτότοσιτάρικαικάνεψωμίαπόαυτόγιανα θρέψειςτοσώμασου»ΚαιοΘεόςέδωσεστονΑδάμ

10ΟΑδάμτακατάφερεόλααυτά,μέχριπουεξαντλήθηκε

ΚΕΦΑΛΑΙΟ67

1ΌτανόμωςοΑδάμκαιηΕύακατέβηκανστηγητης μαύρηςλάσπηςκαιπλησίασαντοσιτάριπουτουςείχε δείξειοΘεόςκαιτοείδανώριμοκαιέτοιμογιαθερισμό, καθώςδενείχανδρεπάνιγιανατοθερίσουν,δέθηκανμετο ζωνάρικαιάρχισανναμαζεύουντοσιτάρι,μέχριπου τελείωσε

2Έπειτατοέκανανσωρόκαι,λιποθυμημένοιαπότη ζέστηκαιτηδίψα,πήγανκάτωαπόένασκιερόδέντρο, όπουτοαεράκιτουςέκανενακοιμηθούν

3ΑλλάοΣατανάςείδετιείχανκάνειοΑδάμκαιηΕύα. Καικάλεσεταστρατεύματάτουκαιτουςείπε:«Εφόσονο ΘεόςέδειξεστονΑδάμκαιτηνΕύαόλαόσααφορούν αυτότοσιτάρι,μεταοποίαθαδυναμώσουντασώματά τους-και,να,ήρθανκαιτοέκανανσωρό,και λιποθυμημένοιαπότονκόποτώρακοιμούνται-ελάτε,ας βάλουμεφωτιάσεαυτότοσωρόαπόσιτάρικαιαςτο

4«Έπειτα,ότανξυπνήσουναπότονύπνοτουςκαι

8Καθώςόμωςανέβαιναναπόκάτωαπότοβουνόόπου βρίσκονταν,οΣατανάςκαιταστρατεύματάτουτους συνάντησανμετημορφήαγγέλων,δοξάζονταςτονΘεό 9ΤότεοΣατανάςείπεστονΑδάμ:«Ω,Αδάμ,γιατίπεινάς καιδιψάςτόσοπολύ;ΜουφαίνεταιότιοΣατανάςέκαψε τοσιτάρι»ΚαιοΑδάμτουείπε:«Ναι» 10ΕίπεπάλιοΣατανάςστονΑδάμ:«Επέστρεψεμαζί μαςείμαστεάγγελοιτουΘεού.ΟΘεόςμαςέστειλεσε σένα,γιανασουδείξουμεέναάλλοχωράφιμεσιτηρά, καλύτεροαπόαυτό·καιπέρααπόαυτόυπάρχειμιαπηγή μεκαλόνερόκαιπολλάδέντρα,όπουθακατοικήσεις κοντάτης,καιθακαλλιεργήσειςτοχωράφιμεσιτηράγια καλύτεροσκοπόαπόαυτόνπουκατέστρεψεοΣατανάς».

11ΟΑδάμνόμιζεότιήταναληθινός,καιότιήτανάγγελοι πουμιλούσανμαζίτουκαιεπέστρεψεμαζίτους 12.ΤότεοΣατανάςάρχισεναπαραπλανάτονΑδάμκαι τηνΕύαγιαοκτώημέρες,μέχριπουκαιοιδύοέπεσανσαν νεκροί,απόπείνα,δίψακαιαδυναμίαΈπειταέφυγεμετα στρατεύματάτουκαιτουςεγκατέλειψε.

13

ΚΕΦΑΛΑΙΟ68

1ΤότεοΘεόςκοίταξετονΑδάμκαιτηνΕύα,καιτιείχε έρθειπάνωτουςαπότονΣατανά,καιπώςτουςείχε αφανίσει.

2ΟΘεός,λοιπόν,έστειλετονΛόγοΤουκαιανέστησετον ΑδάμκαιτηνΕύααπότηνκατάστασητουθανάτουτους

3ΤότεοΑδάμ,όταναναστήθηκε,είπε:«Θεέμου,έκαψες καιπήρεςαπόεμάςτοσιτάριπουμαςείχεςδώσει,και άδειασεςτονκουβάμετονερόΚαιέστειλεςτους αγγέλουςσου,οιοποίοιμαςέστησανενέδρααπότο χωράφιμετοσιτάριΘέλειςναμαςκαταστρέψεις;Αναυτό είναιαπόΣένα,Θεέμου,τότεπάρετιςψυχέςμας·αλλά μηνμαςτιμωρήσεις».

4ΤότεοΘεόςείπεστονΑδάμ:«Δενέκαψατοσιτάρι,ούτε έχυσατονερόαπότονκουβά,ούτεέστειλατουςαγγέλους μουνασεπαραπλανήσουν».

5«ΑλλάείναιοΣατανάς,οκύριόςσουπουτο έκανε·αυτόςστονοποίοέχειςυποτάξειτονεαυτόσου·η εντολήμουεντωμεταξύέχειακυρωθεί.Αυτόςείναιπου έκαψετοσιτάρικαιέχυσετονερό,καιπουσεέχει παραπλανήσει·καιόλεςοιυποσχέσειςπουσουέχειδώσει, είναιπράγματιαπλώςψεύδος,απάτηκαιψέμα.»

6«Τώραόμως,Αδάμ,θααναγνωρίσειςτιςκαλέςμου πράξειςπουσουέκανα»

7ΚαιείπεοΘεόςστουςαγγέλουςΤουναπάρουντον ΑδάμκαιτηνΕύακαινατουςμεταφέρουνστοχωράφιμε τοσιτάρι,τοοποίοβρήκανόπωςκαιπριν,μετονκουβά γεμάτονερό

8Εκείείδανέναδέντροκαιβρήκανπάνωτουστερεό μάννακαιθαύμασαντηδύναμητουΘεούΚαιοιάγγελοι τουςπρόσταξανναφάνεαπότομάνναότανπεινάσουν.

9ΚαιοΘεόςορκίστηκετονΣατανάμεκατάραναμην ξαναέρθεικαικαταστρέψειτοχωράφιμετοσιτάρι 10ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήραναπότοσιτάρικαιτο

ότανκατέβωστηγηγιανασαςσώσω·καιθαφροντίσωνα προσφέρεταισυνεχώςπάνωσεθυσιαστήριο,για συγχώρεσηκαιγιαέλεος,σεόσουςτηναπολαμβάνουν όπωςπρέπει»

13ΚαιοΘεόςέστειλεμιαλαμπρήφωτιάπάνωστην προσφοράτουΑδάμκαιτηςΕύας,καιτηνγέμισεμε λάμψη,χάρηκαιφως·καιτοΆγιοΠνεύμακατέβηκεπάνω σεεκείνητηνπροσφορά

14ΤότεοΘεόςπρόσταξεένανάγγελοναπάρειλαβίδες φωτιάς,σανκουτάλι,καιμεαυτέςναπάρειμιαπροσφορά καινατηνφέρειστονΑδάμκαιτηνΕύαΚαιοάγγελος έκανεέτσι,όπωςτονείχεπροστάξειοΘεός,καιτουςτην πρόσφερε.

15ΚαιοιψυχέςτουΑδάμκαιτηςΕύαςφωτίστηκαν,καιοι

16ΚαιείπεοΘεόςστονΑδάμ:«Αυτόθαείναιγιασένα

μόλιςέκανεςστοόνομάμου»

17ΟΑδάμχάρηκεμεαυτάταλόγιαπουάκουσεαπότον ΘεόκαιαυτόςκαιηΕύαπροσκύνησανμπροστάστο θυσιαστήριο,στοοποίουποκλίθηκαν,καιμετά επέστρεψανστοΣπήλαιοτωνΘησαυρών.

18Καιαυτόσυνέβηστοτέλοςτηςδωδέκατηςημέραςμετά τηνογδόνταημέρα,απότηνεποχήπουοΑδάμκαιηΕύα βγήκαναπότονκήπο.

19Καιστάθηκανόλητηνύχταπροσευχόμενοιμέχριτο πρωί·καιμετάβγήκαναπότησπηλιά

20ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύαμεχαράκαρδιάς,εξαιτίας τηςπροσφοράςπουείχανκάνειστονΘεό,καιηοποίαείχε γίνειδεκτήαπόΑυτόν:«Αςτοκάνουμεαυτότρειςφορές τηνεβδομάδα,τηνΤετάρτητηντέταρτηημέρα,την ΠαρασκευήτηνΠαρασκευήτηνημέρατηςπροετοιμασίας καιτηνΚυριακήτουΣαββάτου,όλεςτιςημέρεςτηςζωής μας».

21Καικαθώςσυμφώνησανμεταξύτουςσεαυτάταλόγια,

25ΟΑδάμόμωςσυνέχισεναπροσφέρειέτσιτην προσφοράαυτή,κάθεεβδομάδατρειςφορές,μέχριτο τέλοςτωνεπτάεβδομάδωνΚαιτηνπρώτηημέρα,που είναιηπεντηκοστή,οΑδάμέκανεμιαπροσφοράόπως συνήθιζε,καιαυτόςκαιηΕύατηνπήρανκαιήρθανστο θυσιαστήριοενώπιοντουΘεού,όπωςτουςείχεδιδάξει

ΚΕΦΑΛΑΙΟ69

1ΤότεοΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,ζηλεύονταςτον Αδάμκαιτηνπροσφοράτου,μέσωτηςοποίαςβρήκε εύνοιαενώπιοντουΘεού,έσπευσεκαιπήρεμιακοφτερή πέτραανάμεσασεκοφτεράσιδερένια πετραδάκιαεμφανίστηκεμετημορφήανθρώπου,πήγε καιστάθηκεδίπλαστονΑδάμκαιτηνΕύα

2ΟΑδάμτότεπρόσφερεστοθυσιαστήριοκαιάρχισενα προσεύχεται,μεταχέριατουαπλωμέναπροςτονΘεό 3ΤότεοΣατανάςέσπευσεμετηνκοφτερήσιδερένιαπέτρα πουείχεμαζίτου,καιμεαυτήντρύπησετονΑδάμαπότη δεξιάπλευρά,ότανέρεεαίμακαινερό,τότεοΑδάμέπεσε πάνωστοθυσιαστήριοσανπτώμαΚαιοΣατανάςέφυγε 4ΤότεήρθεηΕύακαιπήρετονΑδάμκαιτονέβαλεκάτω απότοθυσιαστήριοΚαιεκείέμεινεκλαίγονταςγι'αυτόν, ενώέναρεύμααίματοςέτρεχεαπόταπλευράτουΑδάμ πάνωστοθυσίατου.

5ΑλλάοΘεόςείδετονθάνατοτουΑδάμΈπειταέστειλε τονΛόγοΤουκαιτονανέστησεκαιτουείπε:«Εκπλήρωσε τηνπροσφοράσου,γιατίπράγματι,Αδάμ,αξίζειπολύκαι δενυπάρχειέλλειψησεαυτήν»

6ΕίπεπεραιτέρωοΘεόςστονΑδάμ:«Ούτωθασυμβείκαι σεμέναστηγη,όταντρυπηθώκαιαίμαθατρέξειαίμακαι νερόαπότηνπλευράμουκαιθατρέξειπάνωστοσώμα μου,πουείναιηαληθινήπροσφορά,καιηοποίαθα προσφερθείστοθυσιαστήριοωςτέλειαπροσφορά».

7ΤότεοΘεόςπρόσταξετονΑδάμνατελειώσειτην προσφοράτου,καιόταντηντελείωσε,προσκύνησε ενώπιοντουΘεούκαιτοναίνεσεγιατασημείαπουτου είχεδείξει

8ΚαιοΘεόςθεράπευσετονΑδάμσεμίαημέρα,ηοποία είναιτοτέλοςτωνεπτάεβδομάδωνκαιαυτήείναιη πεντηκοστήημέρα

9ΤότεοΑδάμκαιηΕύαεπέστρεψαναπότοβουνόκαι πήγανστοΣπήλαιοτωνΘησαυρών,όπωςσυνήθιζαν.Αυτό συμπληρώθηκεγιατονΑδάμκαιτηνΕύα,εκατόνσαράντα ημέρεςαφότουβγήκαναπότονκήπο 10Τότεσηκώθηκανκαιοιδύοεκείνητηνύχτακαι προσευχήθηκανστονΘεόΚαιότανξημέρωσε,βγήκαν έξωκαικατέβηκανδυτικάτηςσπηλιάς,στοντόποόπου ήταντοσιτάριτους,καιεκείξεκουράστηκανκάτωαπότη σκιάενόςδέντρου,όπωςσυνήθιζαν 11Ότανόμωςπλήθοςθηρίωντουςπερικύκλωσε,αυτό ήτανέργοτουΣατανά,στηνανομίατου,γιανακάνει πόλεμοεναντίοντουΑδάμμέσωτουγάμου ΚΕΦΑΛΑΙΟ70

1Μετάαπόαυτό,οΣατανάς,ομισητήςκάθεκαλού,πήρε τημορφήαγγέλου,καιμαζίτουδύοάλλοι,έτσιώστενα

2ΠέρασανμπροστάαπότονΑδάμκαιτηνΕύαενώήταν

πουτουείχανφέρειχρυσό,θυμίαμακαισμύρνα 4Διότι,ότανήρθανστονΑδάμτηνπρώτηφορά,ήρθε πάνωτουειρήνηκαιχαρά,επειδήτουέφερανκαλά σημάδιαέτσιοΑδάμνόμισεότιείχανέρθειγιαδεύτερη φοράγιανατουδώσουνάλλασημάδιαγιαναχαρεί.Διότι δενήξερεότιήτανοΣατανάςγι'αυτότουςδέχτηκεμε χαράκαιτουςσυνόδευσε

5ΤότεοΣατανάς,οψηλότεροςαπόαυτούς,είπε:«Χαίρε, Αδάμ,καιαγαλλίασεΔες,οΘεόςμαςέστειλεσεσέναγια νασουπούμεκάτι»

6ΚαιοΑδάμείπε:«Τιείναι;»ΤότεοΣατανάςαπάντησε: «Είναικάτιασήμαντο,κιόμωςείναιλόγοςτουΘεού,θα τονακούσειςαπόεμάςκαιθατονκάνεις;Ανόμωςδεν ακούσεις,θαεπιστρέψουμεστονΘεόκαιθαΤουπούμεότι δενθαδεχτείςτονλόγοΤου»

7ΚαιοΣατανάςείπεξανάστονΑδάμ:«Μηφοβάσαι,ούτε αςσεπιάσειτρόμοςδενμαςγνωρίζεις;»

8ΟΑδάμόμωςείπε:«Δενσεγνωρίζω»

9ΤότεοΣατανάςτουείπε:«Εγώείμαιοάγγελοςπουσου έφερεχρυσόκαιτοπήγεστησπηλιά·αυτόςοάλλοςείναι

σμύρναότανήσουνστηνκορυφήτουβουνού,καισε μετέφερεστησπηλιά».

10«Όσογιατουςάλλουςαγγέλους,τουςσυντρόφουςμας, πουσεμετέφερανστησπηλιά,οΘεόςδεντουςέστειλε μαζίμαςαυτήτηφοράγιατίμαςείπε:“Αρκείτε”».

11ΌτανλοιπόνοΑδάμάκουσεαυτάταλόγια,ταπίστεψε καιείπεστουςαγγέλους:«ΛέγετετονλόγοτουΘεού,για νατονδεχτώ».

12ΚαιοΣατανάςτουείπε:«Ορκίσουκαιυπόσχεσέμου ότιθατολάβεις»

13ΤότεοΑδάμείπε:«Δενξέρωπώςναορκίζομαικαινα υπόσχομαι»

14ΚαιοΣατανάςτουείπε:«Άπλωσετοχέρισουκαιβάλε τομέσαστοχέριμου».

15ΤότεοΑδάμάπλωσετοχέριτουκαιτοέβαλεστοχέρι τουΣατανά·ότανοΣατανάςτουείπε:«Πεςτώρα,καθώςο Θεόςείναιζωντανός,λογικόςκαιομιλών,αυτόςπου ύψωσετουςουρανούςστοδιάστημακαιστερέωσετηγη πάνωστανεράκαιμεδημιούργησεαπότατέσσερα στοιχείακαιαπότοχώματηςγης,δενθαπαραβιάσωτην υπόσχεσήμουούτεθααπαρνηθώτονλόγομου» 16ΚαιορκίστηκεοΑδάμέτσι 17ΤότεοΣατανάςτουείπε:«Ιδού,πέρασεκαιρόςαπό

1ΌτανόμωςοΑδάμάκουσεαυτάταλόγιααπότον Σατανά,λυπήθηκεπολύγιατονόρκοτουκαιγιατην υπόσχεσήτουκαιείπε:«Θαμοιχεύσωμετησάρκαμου καιταοστάμου;Θααμαρτήσωεναντίοντουεαυτούμου, ώστεοΘεόςναμεκαταστρέψεικαιναμεεξαλείψειαπό προσώπουγης;»

2«Αφού,ότανστηναρχήέφαγααπότοδέντρο,μεέδιωξε απότονκήποσεαυτήτηνξένηγηκαιμεστέρησεαπότη φωτεινήμουφύσηκαιμουέφερετονθάνατοΑν,λοιπόν, τοκάνωαυτό,θααποκόψειτηζωήμουαπότηγηκαιθα μερίξειστηνκόλασηκαιθαμεβασανίσειεκείγιαπολύ καιρό

3«ΑλλάοΘεόςποτέδενείπεταλόγιαπουμουείπεςκαι εσείςδενείστεάγγελοιτουΘεού,ούτεαπεσταλμένοιαπό ΑυτόνΑλλάεσείςείστεδαίμονες,ελάτεσεμέναμετην ψεύτικημορφήαγγέλωνΜακριάαπόμένα,εσείςοι καταραμένοιτουΘεού!»

4Τότεοιδαίμονεςεκείνοιέφυγαναπόμπροστάαπότον ΑδάμΚαιαυτόςκαιηΕύασηκώθηκαν,καιεπέστρεψαν στοΣπήλαιοτωνΘησαυρών,καιμπήκανμέσασεαυτό.

5ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Ανείδεςτιέκανα,μηντο πεις·γιατίαμάρτησαστονΘεόκαιορκίστηκαστομεγάλο Τουόνομα,καιέβαλαγιαάλλημιαφοράτοχέριμουστο χέριτουΣατανά»ΗΕύα,λοιπόν,σιώπησε,όπωςτηςείπε οΑδάμ

6ΤότεοΑδάμσηκώθηκεκαιάπλωσεταχέριατουπρος τονΘεό,ικετεύονταςκαιπαρακαλώνταςΤονμεδάκρυανα τονσυγχωρέσειγιαόσαείχεκάνειΚαιοΑδάμπαρέμεινε έτσιόρθιοςκαιπροσευχόμενοςσαράνταημέρεςκαι σαράντανύχτεςΔενέφαγεούτεήπιεμέχριπουέπεσεστη γηαπότηνπείνακαιτηδίψα

7ΤότεοΘεόςέστειλετονΛόγοΤουστονΑδάμ,οοποίος τονανέστησεαπόεκείπουβρισκόταν,καιτουείπε:«Ω, Αδάμ,γιατίορκίστηκεςστοόνομάμου,καιγιατίέκανες άλλημιασυμφωνίαμετονΣατανά;»

8ΟΑδάμόμωςέκλαψεκαιείπε:«Θεέμου,συγχώρεσέμε, γιατίτοέκανααυτόάθελάμου,πιστεύονταςότιήταν άγγελοιτουΘεού».

9ΚαισυγχώρεσεοΘεόςτονΑδάμ,λέγοντάςτου: «ΦυλάξουαπότονΣατανά»

10ΚαιαπέσυρετονΛόγοΤουαπότονΑδάμ.

11ΤότεηκαρδιάτουΑδάμπαρηγορήθηκεκαιπήρετην Εύα,καιβγήκαναπότησπηλιά,γιαναφτιάξουντροφήγια τασώματάτους.

12ΑπόεκείνητηνημέραόμωςοΑδάμπάλευεστομυαλό τουγιατηνΕύατουγάμουτου,καθώςφοβόταννατο κάνει,μήπωςοργιστείοΘεόςμαζίτου

13ΤότεοΑδάμκαιηΕύαπήγανστοποτάμιμετανερά καικάθισανστηνόχθη,όπωςκάνουνοιάνθρωποιόταν διασκεδάζουν.

14ΑλλάοΣατανάςτουςζήλευεκαιήθελενατους

έναςάλλοςκόσμος,μετόσοόμορφαπλάσματασαναυτά;» 4ΚαιοιπαρθένεςεκείνεςείπανστονΑδάμκαιτηνΕύα: «Ναι,πράγματι,είμαστεμιαάφθονηδημιουργία» 5ΤότεοΑδάμτούςείπε:«Πώςόμωςπολλαπλασιάζεστε;» 6Καιτουαπάντησαν:«Έχουμεσυζύγουςπουμας παντρεύτηκανκαιτουςκάνουμεπαιδιά,πουμεγαλώνουν καιπαντρεύονταικαιπαντρεύονταικαιεπίσηςκάνουν παιδιάκαιέτσιαυξανόμαστεΚαιανείναιέτσι,Αδάμ,δεν θαμαςπιστέψεις,θασουδείξουμετουςσυζύγουςμαςκαι ταπαιδιάμας»

7Τότεφώναξανπάνωαπότοποτάμισαννακαλούσαν τουςσυζύγουςτουςκαιταπαιδιάτους,πουανέβηκαναπό τοποτάμι,άντρεςκαιπαιδιάκαιοκαθέναςπήγεστη γυναίκατου,μαζίμεταπαιδιάτου

8ΌτανόμωςοΑδάμκαιηΕύατουςείδαν,έμεινανάφωνοι καιτουςθαύμασαν

9ΤότεείπανστονΑδάμκαιστηνΕύα:«Βλέπετετους συζύγουςμαςκαιταπαιδιάμας,παντρευτείτετηνΕύα όπωςπαντρευτήκαμετιςγυναίκεςμας,καιθααποκτήσετε παιδιάόπωςκιεμείς»Αυτόήτανένατέχνασματου ΣατανάγιαναεξαπατήσειτονΑδάμ.

10ΟΣατανάςσκέφτηκεεπίσηςμέσατου:«ΟΘεόςαρχικά πρόσταξετονΑδάμσχετικάμετονκαρπότουδέντρου, λέγοντάςτου:“Μηνφαςαπόαυτόναλλιώςθαπεθάνεις απόθάνατο”ΑλλάοΑδάμέφαγεαπόαυτόν,καιόμωςο ΘεόςδεντονσκότωσεΤουόρισεμόνοθάνατο,καιπληγές καιδοκιμασίες,μέχριτηνημέραπουθαβγειαπότοσώμα του

11«Τώρα,λοιπόν,αντονεξαπατήσωνακάνειαυτότο πράγμακαιναπαντρευτείτηνΕύαχωρίςτηνεντολήτου Θεού,τότεοΘεόςθατονσκοτώσει»

12Γι'αυτόοΣατανάςέκανεαυτήτηνοπτασίαμπροστά στονΑδάμκαιτηνΕύα,επειδήζητούσενατονσκοτώσει καινατονεξαφανίσειαπόπροσώπουγης

13Εντωμεταξύ,ηφωτιάτηςαμαρτίαςέπεσεπάνωστον Αδάμκαισκέφτηκενααμαρτήσει.Αλλάσυγκρατήθηκε, φοβούμενοςμήπως,ανακολουθούσεαυτήτησυμβουλή τουΣατανά,οΘεόςτονθανάτωνε

14ΤότεοΑδάμκαιηΕύασηκώθηκανκαιπροσευχήθηκαν στονΘεό,ενώοΣατανάςκαιταστρατεύματάτου κατέβηκανστοποτάμι,μπροστάστονΑδάμκαιτηνΕύα, γιανατουςδουνότιεπέστρεφανστιςπεριοχέςτους

1ΤότεοΣατανάς,καιδέκααπόταστρατεύματάτου,

19Καιεκείνοςτηςαπάντησε:«Γιαναπαρακαλέσωτον Κύριοναμεπληροφορήσειγιατονγάμοσουεπειδή,δεν θατοκάνωχωρίςτηνεντολήΤου,γιαναμηνμαςχαθεί, εσένακιεμένα.Διότιαυτοίοιδαίμονεςμουέβαλανφωτιά στηνκαρδιά,μεσκέψειςγιαόσαμαςέδειξαν,στις αμαρτωλέςτουςεμφανίσεις»

20ΤότεηΕύαείπεστονΑδάμ:«Γιατίπρέπεινα κατεβούμεκάτωαπότοβουνό;Αςσταθούμεκαλύτερανα προσευχηθούμεστησπηλιάμαςστονΘεό,γιαναμάθουμε αναυτήησυμβουλήείναικαλήήόχι»

21ΤότεοΑδάμσηκώθηκεπροσευχόμενοςκαιείπε:«Θεέ μου,εσύξέρειςότιπαραβήκαμεεναντίονΣου,καιαπότη στιγμήπουπαραβήκαμε,στερηθήκαμετηφωτεινήμας φύσηκαιτοσώμαμαςέγινεκτηνώδες,απαιτώνταςτροφή καιποτόκαιμεζωώδειςεπιθυμίες

22«Διάταξέμας,Θεέμου,ναμηντουςδώσουμεδρόμο χωρίςτηνεντολήΣου,γιαναμηνμαςεκμηδενίσειςΓιατί ανδενμαςδώσειςτηνεντολή,θανικηθούμεκαιθα ακολουθήσουμετησυμβουλήτουΣατανά·καιπάλιθαμας καταστρέψετε

23«Ανόχι,τότεπάρετιςψυχέςμαςαπόεμάςας απαλλαγούμεαπόαυτήτηνζωώδηλαγνεία.Καιανδεν μαςδώσειςκαμίαεντολήσχετικάμεαυτότοπράγμα,τότε αποκόψετηνΕύααπόμένα,καιεμένααπόαυτήν·και βάλεμαςτονκαθέναμακριάαπότονάλλον.

24«Καιπάλι,Θεέμου,ότανμαςχωρίσειςτονέναναπό τονάλλον,οιδιάβολοιθαμαςεξαπατήσουνμετις οπτασίεςτουςκαιθακαταστρέψουντιςκαρδιέςμαςκαιθα μολύνουντιςσκέψειςμαςοέναςπροςτονάλλονΚιόμως, ανδενείναιοκαθέναςμαςπροςτονάλλον,αυτόθαείναι, σεκάθεπερίπτωση,μέσωτηςεμφάνισήςτουςότανμας εμφανιστούν»ΕδώοΑδάμτελείωσετηνπροσευχήτου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ73

1ΤότεοΘεόςείδεταλόγιατουΑδάμότιήταναληθινά καιότιμπορούσεναπεριμένειεπίμακρόντηνεντολήΤου, σεβόμενοςτησυμβουλήτουΣατανά

2ΚαιοΘεόςενέκρινετονΑδάμσεό,τιείχεσκεφτεί σχετικάμεαυτό,καιστηνπροσευχήπουείχεπροσφέρει ενώπιόνΤουκαιοΛόγοςτουΘεούήρθεστονΑδάμκαι τουείπε:«Ω,Αδάμ,μακάριναείχεςαυτήτην προειδοποίησηστηναρχή,πρινβγειςαπότονκήποσε αυτήτηγη!»

3Μετάαπόαυτό,οΘεόςέστειλετονάγγελόΤουπουείχε φέρειχρυσό,καιτονάγγελοπουείχεφέρειθυμίαμα,και τονάγγελοπουείχεφέρεισμύρναστονΑδάμ,γιανατον ενημερώσουνσχετικάμετηνΕύατουγάμουτου.

4ΤότεεκείνοιοιάγγελοιείπανστονΑδάμ:«Πάρετο χρυσάφικαιδώσ’τοστηνΕύαωςγαμήλιοδώρο,και αρραβώνισέτην·έπειταδώσ’τηςθυμίαμακαισμύρναως δώροκαιγίνετε,εσύκαιαυτή,μίασάρκα».

5ΟΑδάμυπάκουσεστουςαγγέλους,πήρετοχρυσάφικαι

9ΈτσιηττήθηκεοπόλεμοςτουΣατανάμετονΑδάμ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ74

1Καικατοίκησανστηγηεργαζόμενοι,γιανασυνεχίσουν ναέχουνευεξίαστοσώματουςκαιπαρέμεινανέτσιμέχρι πουτελείωσανοιεννέαμήνεςτηςτεκνοποίησηςτηςΕύας, καιπλησίασεοκαιρόςπουέπρεπεναγεννήσει.

2ΤότεείπεστονΑδάμ:«Αυτήησπηλιάείναιένααγνό

3ΤότεοΑδάμμετέφερετηνΕύασεεκείνητησπηλιάκαι

τηςεπειδήήτανκοντάστονθάνατο,γιαναεκπληρωθείο λόγοςτουΘεούπροςαυτήν:«Μεπόνοθαγεννήσεις,και μελύπηθαγεννήσειςτοπαιδίσου».

4ΌτανόμωςοΑδάμείδετηνδυστυχίαστηνοποία βρισκότανηΕύα,σηκώθηκεκαιπροσευχήθηκεστονΘεό καιείπε:«Κύριε,επίβλεψέμεμετομάτιτουελέουςΣου καιβγάλετηναπότηθλίψητης»

5ΚαιοΘεόςείδετηνΕύα,τηδούλητου,καιτηνέσωσε, καιγέννησετονγιοτηςτονπρωτότοκο,καιμαζίτουμια θυγατέρα

6ΤότεοΑδάμχάρηκεγιατηναπελευθέρωσητηςΕύας, καθώςκαιγιαταπαιδιάπουτουείχεγεννήσει.ΚαιοΑδάμ διακόνησετηνΕύαστοσπήλαιομέχριτοτέλοςτωνοκτώ ημερών,οπότεονόμασαντονγιοΚάινκαιτηνκόρη Λουλούα.

7ΗσημασίατουονόματοςΚάινείναι«μισητής»,επειδή μισούσετηναδελφήτουστηνκοιλιάτηςμητέραςτους, πρινβγουναπόαυτήν.Γι'αυτόοΑδάμτονονόμασεΚάιν. 8ΑλλάΛουλούβασημαίνει«όμορφη»,επειδήήτανπιο όμορφηαπότημητέρατης.

9ΈπειταοΑδάμκαιηΕύαπερίμενανμέχριπουοΚάιν καιηαδερφήτουέγινανσαράνταημερών,ότανοΑδάμ είπεστηνΕύα:«Θακάνουμεμιαπροσφοράκαιθατην

3ΤότεοΘεόςδέχτηκετηνπροσφοράτουΑδάμκαι έστειλεφωςαπότονουρανόπουέλαμψεπάνωστην προσφοράΚαιοΑδάμκαιογιοςπλησίασαντην προσφορά,ηΕύαόμωςκαιηκόρηδεντηνπλησίασαν.

4ΤότεοΑδάμκατέβηκεαπότοθυσιαστήριοκαι χάρηκανκαιοΑδάμκαιηΕύαπερίμενανμέχριπουη κόρηέγινεογδόνταημερών·τότεοΑδάμετοίμασεμια προσφοράκαιτηνπήγεστηνΕύακαισταπαιδιάκαι πήγανστοθυσιαστήριο,όπουοΑδάμτηνπρόσφερε,όπως συνήθιζε,ζητώνταςαπότονΚύριοναδεχτείτηνπροσφορά του

5ΚαιοΚύριοςδέχτηκετηνπροσφοράτουΑδάμκαιτης Εύας.ΤότεοΑδάμ,ηΕύακαιταπαιδιάπλησίασανμαζί καικατέβηκαναπότοβουνόχαρούμενοι

6Αλλάδενεπέστρεψανστησπηλιάόπουγεννήθηκαν, αλλάήρθανστηΣπηλιάτωνΘησαυρών,γιανατην περιπλανήσουνταπαιδιάκαιναευλογηθούνμετα σύμβολαπουείχανφέρειαπότονκήπο 7Αφούόμωςευλογήθηκανμεαυτάτασύμβολα, επέστρεψανστησπηλιάόπουγεννήθηκαν 8Ωστόσο,πρινηΕύαπροσφέρειτηνπροσφορά,οΑδάμ τηνείχεπάρεικαιπήγεμαζίτηςστοποτάμιμετονερό, στοοποίοέπεσαναρχικάκαιεκείπλύθηκανΟΑδάμ έπλυνετοσώματουκαιηΕύατοδικότηςεπίσηςκαθαρά, μετάταβάσανακαιτιςστενοχώριεςπουτουςείχανβρει.

9ΑλλάοΑδάμκαιηΕύα,αφούπλένοντανστοποτάμιμε τονερό,επέστρεφανκάθεβράδυστοΣπήλαιοτων Θησαυρών,όπουπροσευχόντουσανκαιευλογούνταν·και μετάεπέστρεφανστησπηλιάτουςόπουγεννήθηκαντα παιδιά

10ΈτσιέκανεοΑδάμκαιηΕύαμέχριπουταπαιδιά έπαψανναθηλάζουνΈπειτα,όταναπογαλακτίστηκαν,ο Αδάμέκανεμιαπροσφοράγιατιςψυχέςτωνπαιδιώντου, εκτόςαπότιςτρειςφορέςπουέκανεμιαπροσφοράγια αυτά,κάθεεβδομάδα

11Όταντελείωσανοιημέρεςτουθηλασμούτωνπαιδιών, ηΕύασυνέλαβεξανάκαιότανσυμπληρώθηκανοιημέρες της,γέννησεένανάλλογιοκαιμιακόρηκαιονόμασαν τονγιοΆβελ,καιτηνκόρηΑκλία

12Έπειτα,στοτέλοςτωνσαράνταημερών,οΑδάμέκανε μιαπροσφοράγιατονγιο,καιστοτέλοςτωνογδόντα ημερώνέκανεμιαάλληπροσφοράγιατηνκόρη,καιέκανε μεαυτούςό,τιείχεκάνειπροηγουμένωςμετονΚάινκαι τηναδελφήτουΛουλούβα

13ΤουςέφερεστοΣπήλαιοτωνΘησαυρών,όπουέλαβαν ευλογία,καιμετάεπέστρεψανστοσπήλαιοόπου γεννήθηκανΜετάτηγέννησήτους,ηΕύαέπαψενα τεκνοποιεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ76

1Καιταπαιδιάάρχισανναδυναμώνουνκαινα μεγαλώνουνσεανάστημαοΚάινόμωςήταν σκληρόκαρδοςκαιβασίλευεπάνωστοννεότεροαδελφό του

2Καιπολλέςφορές,ότανοπατέραςτουέκανεκάποια προσφορά,έμενεπίσωκαιδενπήγαινεμαζίτουςγιανα

3ΌσογιατονΆβελ,αυτόςείχεπράοκαρδίακαιήταν

ΚαιοΆβελένιωσεβαθιάσυγκίνησηγιαόσατουείπεο πατέραςτου

6Επιπλέον,οπατέραςτου,οΑδάμ,τουμίλησεγιαταέργα τουΘεούκαιγιατονκήποκαιμετάαπόαυτό,παρέμεινε πίσωαπότονπατέρατουόληεκείνητηνύχταστοΣπήλαιο τωνΘησαυρών

7Καιεκείνητηνύχτα,ενώπροσευχόταν,οΣατανάς εμφανίστηκεσεαυτόνμετημορφήενόςανθρώπου,ο οποίοςτουείπε:«Πολλέςφορέςπαρακίνησεςτονπατέρα σουναπροσφέρειθυσία,νανηστέψεικαιναπροσευχηθεί,

8ΟδεΆβελπροσευχήθηκεστονΘεόκαιέδιωξετον Σατανάαπόαυτόν,καιδενπίστεψεσταλόγιατου

όταντοάκουσαν,λυπήθηκανπολύ,αλλάδεντουείπαν τίποταγι'αυτό,μόνοτονπαρηγόρησαν 10ΌσογιατονσκληρόκαρδοΚάιν,οΣατανάςήρθεσε αυτόντηνύχτα,εμφανίστηκεκαιτουείπε:«Επειδήο ΑδάμκαιηΕύααγαπούντοναδελφόσουΆβελπολύ περισσότεροαπόεσένα,καιθέλουννατονπαντρέψουνμε τηνόμορφηαδελφήσου,επειδήτοναγαπούναλλάθέλουν νασεπαντρέψουνμετηνάτυχηαδελφήτου,επειδήσε μισούν

11«Τώρα,λοιπόν,σεσυμβουλεύω,όταντοκάνουναυτό, νασκοτώσειςτοναδελφόσου·τότεηαδελφήσουθα μείνειγιασένα,καιηαδελφήτουθαπεταχτείμακριά». 12ΚαιοΣατανάςέφυγεαπ'αυτόνΟπονηρόςόμως παρέμεινεστηνκαρδιάτουΚάιν,οοποίοςπολλέςφορές ζητούσεναθανατώσειτοναδελφότου.

1ΌτανόμωςοΑδάμείδεότιομεγαλύτεροςαδελφός μισούσετοννεότερο,προσπάθησεναμαλακώσειτις

2ΕίπεεπίσηςστονΆβελ:«Πάρεαπότησποράσουκαι

Έπειτα,σηκώθηκανκαιπροσευχήθηκανναδεχτείοΘεός τηνπροσφοράτουΆβελ.

5ΤότεοΘεόςκοίταξετονΆβελκαιδέχτηκετην προσφοράτου.ΚαιοΘεόςευαρεστήθηκεπερισσότερομε τονΆβελπαράμετηνπροσφοράτου,λόγωτηςαγνής καρδιάςτουκαιτουαγνούσώματόςτουΔενυπήρχείχνος δόλουμέσατου

6Κατέβηκαντότεαπότοθυσιαστήριοκαιπήγανστο σπήλαιοόπουκατοικούσανΟΆβελόμως,απότηχαρά τουπουείχεκάνειτηνπροσφοράτου,τηνεπαναλάμβανε τρειςφορέςτηνεβδομάδα,κατάτοπαράδειγματουπατέρα τουΑδάμ

7ΌσογιατονΚάιν,δενευαρεστήθηκεμετην προσφοράαλλά,μετάαπόμεγάλοθυμόεκμέρουςτου πατέρατου,πρόσφερετοδώροτουμίαφοράκαιόταντο πρόσφερε,τομάτιτουήτανστραμμένοστηνπροσφορά πουέκανε,καιπήρετομικρότεροαπόταπρόβατάτουγια προσφορά,καιτομάτιτουήτανπάλιστραμμένοσεαυτό 8Γι’αυτόοΘεόςδενδέχτηκετηνπροσφοράτου,επειδήη καρδιάτουήτανγεμάτηαπόδολοφονικέςσκέψεις 9Καιόλοιέτσιέζησανμαζίστησπηλιά,στηνοποίαείχε γεννήσειηΕύα,μέχριπουοΚάινέγινεδεκαπέντεετώνκαι οΆβελδώδεκαετών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ78

1ΤότεοΑδάμείπεστηνΕύα:«Δες,ταπαιδιά μεγάλωσαν·πρέπεινασκεφτούμεπώςνατουςβρούμε συζύγους»

2ΤότεηΕύααπάντησε:«Πώςμπορούμενατοκάνουμε αυτό;»

3ΤότεοΑδάμτηςείπε:«Θαπαντρευτούμετηναδερφή τουΆβελμετονΚάιν,καιτηναδερφήτουΚάινμετον Άβελ».

4ΤότεηΕύαείπεστονΑδάμ:«ΔενμουαρέσειοΚάιν, επειδήείναισκληρόκαρδος·αςπεριμένουνόμωςμέχρινα προσφέρουμεστονΚύριογιαλογαριασμότους».

5ΚαιοΑδάμδενείπεπιατίποτα

6Εντωμεταξύ,οΣατανάςήρθεστονΚάινμετημορφή ενόςαγρούκαιτουείπε:«Ιδού,οΑδάμκαιηΕύα συμβουλεύτηκανγιατονγάμοσαςκαισυμφώνησαννα παντρέψουντηναδελφήτουΆβελμεεσένακαιτην αδελφήσουμεαυτόν».

7«Αλλάανδενσεαγαπούσα,δενθασουέλεγααυτότο πράγμαΑνόμωςλάβειςτησυμβουλήμουκαιμεακούσεις, θασουφέρωτηνημέρατουγάμουσουόμορφεςστολές, χρυσάφικαιασήμισεαφθονία,καιοισυγγενείςμουθασε συνοδεύουν».

8ΤότεοΚάινείπεμεχαρά:«Πούείναιοισυγγενείςσου;» 9ΚαιοΣατανάςαπάντησε:«Οισυγγενείςμουβρίσκονται σεένανκήποστοβορρά,όπουκάποτεσκόπευαναφέρω τονπατέρασου,τονΑδάμ,αλλάδενδέχτηκετην προσφοράμου»

10«Εσύόμως,ανδεχτείςταλόγιαμουκαιανέρθειςσε μέναμετάτονγάμοσου,θααναπαυθείςαπότηδυστυχία στηνοποίαβρίσκεσαικαιθααναπαυθείςκαιθαείσαισε καλύτερηθέσηαπότονπατέρασουτονΑδάμ».

11ΜεαυτάταλόγιατουΣατανά,οΚάινάνοιξετααυτιά

15ΟΑδάμόμωςλυπήθηκεκαισιώπησε,καιδενείπελέξη 16ΚαιτηνεπόμενημέραοΑδάμείπεστονΚάιντονγιο του:«Λάβεαπόταπρόβατάσου,νεαράκαικαλά,και πρόσφερέταστονΘεόσουκαιθαμιλήσωστοναδελφό σου,ναπροσφέρειςστονΘεότουμιαπροσφοράσιταριού» 17ΚαιοιδύοάκουσαντονπατέρατουςΑδάμ,καιπήραν τιςπροσφορέςτουςκαιτιςπρόσφερανστοβουνόκοντά στοθυσιαστήριο.

18ΟΚάινόμωςυπερηφανεύτηκεαπέναντιστοναδελφό τουκαιτονέδιωξεαπότοθυσιαστήριο,καιδεντονάφησε ναπροσφέρειτοδώροτουπάνωστοθυσιαστήριο·αλλά πρόσφερετοδικότουπάνωσεαυτό,μευπερήφανηκαρδιά, γεμάτηδόλοκαιαπάτη

19ὍσογιάτόνἌβελ,ἔστησεπέτρεςπούεἶχανκοντά,καί πάνωσέαὐτέςτίςπροσέφερετόδώροτουμέκαρδιά

20ΟΚάινστεκόταντότεκοντάστοθυσιαστήριο,πάνω

προσφοράτουήόχι

22ΚαιοΆβελπροσευχήθηκεστονΘεόναδεχτείτην

προσφοράςτου,επειδήοΆβελτοναγαπούσεκαιχαιρόταν σεαυτόν

23ΚαιεπειδήοΘεόςήτανπολύευχαριστημένοςμαζίτου, τουέστειλεένανάγγελοφωτόςμετημορφήανθρώπου πουείχεκοινωνήσειτηςπροσφοράςτου,επειδήείχε μυρίσειτηνγλυκιάοσμήτηςπροσφοράςτου,και παρηγόρησαντονΆβελκαιενίσχυσαντηνκαρδιάτου. 24ΟΚάινόμωςέβλεπεόλαόσασυνέβησανστην προσφοράτουαδελφούτου,καιθύμωσεγι'αυτά 25ΤότεάνοιξετοστόματουκαιβλασφήμησετονΘεό, επειδήδενείχεδεχτείτηνπροσφοράτου

26ΕίπεόμωςοΘεόςστονΚάιν:«Γιατίείναισκυθρωπότο πρόσωπόσου;Γίνεδίκαιος,γιαναδεχτώτηνπροσφορά σουΌχιεναντίοντου

Μουέχειςγουργουρίσειγιαμένα,αλλάεναντίοντου εαυτούσου»

27ΚαιοΘεόςείπεαυτάστονΚάινεπιπλήττοντας,και επειδήτοναποστράφηκεκαιτηνπροσφοράτου

προσφέρωτοδώρομουπάνωσεαυτό,έκαναένα θυσιαστήριογιατονεαυτόμουκαιπρόσφερατοδώρομου πάνωσεαυτό

31ΌτανόμωςοΑδάμτοάκουσεαυτό,λυπήθηκεπολύ, επειδήήταντοθυσιαστήριοπουείχεχτίσειαρχικάκαι πάνωστοοποίοείχεπροσφέρειταδώρατου

32ΌσογιατονΚάιν,ήταντόσοσκυθρωπόςκαιτόσο θυμωμένοςπουπήγεστοχωράφι,όπουοΣατανάςήρθεσε αυτόνκαιτουείπε:«ΑφούοαδελφόςσουΆβελκατέφυγε στονπατέρασουΑδάμ,επειδήτονέδιωξεςαπότο θυσιαστήριο,φίλησαντοπρόσωπότουκαιχαίρονταιγι' αυτόν,πολύπερισσότεροπαράγιασένα»

33ΌτανοΚάινάκουσεαυτάταλόγιατουΣατανά,γέμισε απόοργήκαιδενέδωσεσημασίασεκανένανΑλλά ενέδρευεγιανασκοτώσειτοναδελφότου,μέχριπουτον έφερεστησπηλιάκαιτότετουείπε:

34«Ω,αδελφέ,ηχώραείναιτόσοόμορφη,καιυπάρχουν τόσοόμορφακαιευχάρισταδέντρασεαυτήν,και γοητευτικάναταβλέπεις!Αλλάαδελφέ,εσύδενήσουν ούτεμιαμέραστοχωράφιγιανααπολαύσειςαυτό»

35«Σήμερα,ω,αδελφέμου,πολύθαήθελαναέρθειςμαζί μουστοχωράφι,γιαναδιασκεδάσειςκαιναευλογήσειςτα χωράφιαμαςκαιτακοπάδιαμας,γιατίείσαιδίκαιος,και σεαγαπώπολύ,αδελφέμου!Αλλάεσύαποξενώθηκεςαπό μένα.»

36ΤότεοΆβελδέχτηκεναπάειστοναγρόμετοναδελφό τουτονΚάιν

37ἀλλὰπρὸτῆςἐξόδουεἶπενὁΚάινπρὸς Ἄβελ«Περίμενέμε,ἕωςἂνφέρωραβδίν,ἐξαὐτῶντῶν θηρίων»

38ΤότεοΆβελστάθηκεκαιπερίμενεμεαθωότητα.Ο Κάινόμως,οπρώτος,πήρεέναραβδίκαιβγήκεέξω

39Καιάρχισαν,οΚάινκαιοαδελφόςτουΆβελ,να περπατούνστονδρόμοοΚάινμιλούσεμαζίτουκαιτον παρηγορούσε,γιανατονκάνειναξεχάσειταπάντα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ79

1Καιέτσιπροχώρησαν,μέχριπουέφτασανσεέναν ερημικότόπο,όπουδενυπήρχανπρόβατα.ΤότεοΆβελ είπεστονΚάιν:Δες,αδελφέμου,έχουμεκουραστείνα περπατάμε·γιατίδενβλέπουμεκανένααπόταδέντρα, ούτετουςκαρπούς,ούτετηνπρασινάδα,ούτεταπρόβατα, ούτετίποτααπόόσαμουείπεςΠούείναιεκείνατα πρόβατάσουπουμουείπεςναευλογήσω; 2ΤότεοΚάιντουείπε:Έλα,καισύντομαθαδειςπολλά ωραίαπράγματαΑλλάπήγαινεμπροστάμου,μέχρινα ανέβωσεσένα.

3ΤότεοΆβελπροχώρησεμπροστά,ενώοΚάινέμεινε πίσωτου

4ΚαιοΆβελπερπατούσεστηναθωότητάτου,χωρίςδόλο, μηπιστεύονταςότιοαδελφόςτουθατονσκότωνε.

5ΤότεοΚάιν,ότανπλησίασεκοντάτου,τονπαρηγόρησε μεταλόγιατου,περπατώνταςλίγοπίσωτου·έπειτα έσπευσεκαιτονχτύπησεμετοραβδί,χτυπώνταςτοέναμε τοάλλο,μέχριπουέμεινεάναυδος

6ΌτανόμωςοΆβελέπεσεστηγη,βλέπονταςότιο αδελφόςτουήθελενατονσκοτώσει,είπεστονΚάιν:«Ω,

8ΚαιοΚάινδενμετανόησεγιαό,τιείχεκάνει

9Αλλάηγη,όταντοαίματουδίκαιουΆβελέπεσεπάνω της,σείστηκε,καθώςήπιετοαίματου,καιθαείχε αφανίσειτονΚάινγι'αυτό 10ΚαιτοαίματουΆβελκραύγασεμυστηριωδώςπροςτον Θεό,γιανατονεκδικηθείαπότονφονιάτου 11ΤότεοΚάινάρχισεαμέσωςνασκάβειτηγηγιανα βάλειτοναδελφότουεπειδή,έτρεμεαπότονφόβοπου τονκατέλαβε,ότανείδετηγηνατρέμειεξαιτίαςτου 12Έπειταέριξετοναδελφότουστολάκκοπουέφτιαξε, καιτονσκέπασεμεχώμαΑλλάηγηδεντονδεχόταν, αλλάτονέριξεαμέσωςκάτω

13ΈσκαψεπάλιοΚάιντηγηκαιέκρυψεμέσασεαυτήν τοναδελφότουαλλάπάλιηγητονέριξεπάνωστονεαυτό

αυτόνολόγοςτουΘεούσχετικάμετοναδελφότου 16ΤότεοΘεόςθύμωσεκαιδυσαρεστήθηκεπολύγιατον θάνατοτουΆβελκαιβροντοφώναξεαπότονουρανό,και αστραπέςπήγαινανμπροστάτου·καιολόγοςτουΚυρίου τουΘεούήρθεαπότονουρανόστονΚάινκαιτουείπε: «ΠούείναιοΆβελοαδελφόςσου;»

17ΤότεοΚάιναπάντησεμευπερήφανηκαρδιάκαιτραχιά φωνή:«Πώςείμαιεγώ,Θεέμου,φύλακαςτουαδελφού μου;»

18ΤότεείπεοΘεόςστονΚάιν:«Καταραμένηηγηπου ήπιετοαίματουΆβελ,τουαδελφούσουεσύ,τρέμειςκαι τρέμειςκαιτούτοθαείναισεσένασημάδι:Όποιοςσεβρει, θασεθανατώσει»

19ΟΚάινόμωςέκλαψεεπειδήοΘεόςτουείπεαυτάτα λόγιακαιοΚάιντουείπε:«Θεέμου,όποιοςμεβρει,θα μεσκοτώσεικαιθαεξαλειφθώαπόπροσώπουγης» 20ΤότεοΘεόςείπεστονΚάιν:«Όποιοςσεβρει,δενθασε σκοτώσει»Γιατίπριναπόαυτό,οΘεόςέλεγεστονΚάιν: «Θαπαραιτηθώαπόεπτάτιμωρίεςσεόποιονσκοτώσειτον Κάιν»ΌσογιατονλόγοτουΘεούστονΚάιν:«Πούείναι

23Διότιήτανσωστόναπέσειηκατάραπάνωστον φονιάόμως,απόέλεοςοΘεόςδιηύθυνετιςσκέψειςΤου έτσιώστεκανείςναμηντομάθεικαινααπομακρυνθείαπό τονΚάιν.

24ΚαιείπεπροςαυτόνΠούείναιοαδελφόςσου;Και απάντησεκαιείπεΔενξέρωΤότεοΔημιουργόςείπε προςαυτόν·Τρέμειςκαιτρέμεις 25ΤότεοΚάινέτρεμεκαιτρομοκρατήθηκεκαιμέσω αυτούτουσημείουοΘεόςτονέκανεπαράδειγμαμπροστά σεόλητηνκτίση,ωςφονιάτουαδελφούτουΕπίσης,ο Θεόςέφερεπάνωτουτρόμοκαιτρόμο,γιαναδειτην ειρήνηστηνοποίαβρισκότανστηναρχή,καιναδειεπίσης τοντρόμοκαιτοντρόμοπουυπέμεινεστοτέλος·ώστενα ταπεινωθείενώπιοντουΘεού,καιναμετανοήσειγιατην αμαρτίατου,καινααναζητήσειτηνειρήνηπου απολάμβανεστηναρχή.

26ΚαιμετονλόγοτουΘεούπουείπε:«Θαπαραιτηθώ απόεπτάτιμωρίεςσεόποιονσκοτώσειτονΚάιν»,οΘεός δενεπιδίωκενασκοτώσειτονΚάινμεσπαθί,αλλά επιδίωξενατονκάνειναπεθάνειαπόνηστεία,προσευχή καικλάμαμεαυστηρόκανόνα,μέχριτηστιγμήπουθα ελευθερωνόταναπότηναμαρτίατου.

27Καιοιεπτάτιμωρίεςείναιοιεπτάγενιέςκατάτιςοποίες οΘεόςπερίμενετονΚάινγιατηδολοφονίατουαδελφού του.

28ΌσογιατονΚάιν,απότότεπουσκότωσετοναδελφό του,δενμπόρεσεναβρειηρεμίαπουθενά·αλλάεπέστρεψε στονΑδάμκαιτηνΕύα,τρέμοντας,τρομοκρατημένοςκαι μολυσμένοςμεαίμα

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.