Τζόρτζ Κόχραν, «Περιπλανήσεις στην Ελλάδα», Τόμος B', αlphαtrust, 2020

Page 1

ΑΜΑΛΙΑ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, 1837
Περιπλανήσεις στην Ελλάδα τόμος Β΄ ΚΗΦΙΣΙΑ 2020 Μετάφραση Ισμήνη- Λουίζα Ταμβακάκη ΤΖΟΡΤΖ ΚΟΧΡΑΝ

Tίτλος πρωτοτύπου:

George Cochrane , Esq., Wanderings in Greece , vol . II, Λονδίνο 1837.

Σκίτσο Αμαλίας:

© Από την ιστοσελίδα του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη

«Travelogues: Με το Βλέμμα των Περιηγητών» (travelogues.gr).

ISBN: 978-618-85134-0-2

1η ελληνική έκδοση: Δεκέμβριος 2020

Σελιδοποίηση: Ιωάν. Σαντοριναίος & ΣΙΑ Ε.Ε. Διόρθωση-επιμέλεια: Δώρα Καραφύλλη

Εκτύπωση: Γραφικές Τέχνες Γιωτάκος

Βιβλιοδεσία: “Libro d’Oro”

Παραγωγή έκδοσης: Ιωάννα Κομπιλίρη

© Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων

και Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων

Τατοΐου 21, Τ.Κ. 14561, Κηφισιά

www.alphatrust.gr

Περιεχόμενα

Κ ΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Ελληνικό κουτσομπολιό – Βούκινο – Μια συμμορία

ληστών στα σύνορα – Τρόποι καταστολής – Ατυχής κατάληξη – Επίσημη αδιαφορία και βασιλική ευγνωμοσύνη – Ένας Έλληνας ήρωας – Μια

ελληνική βάφτιση – Αναχώρηση για τα σύνορα – Πληρωμή των στρατευμάτων – Επίσκεψη στο Πεντελικό – Αρχαία σημάδια από σκαρπέλα και

ίχνη από τροχό – Επιστροφή – Γόνιμη πεδιάδα

για αποίκους –

7
Η κυβέρνηση φτιάχνει δρόμο προς τα λατομεία – Ελληνικά πολεμικά εμβατήρια από έναν Φράγκο ................................................................ 13 Κ ΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ Συζήτηση με τον Δόκτορα Κλάδο και τον κ. Μπλακ σχετικά με μια νέα εφημερίδα – Η μέθοδος του γιατρού για τη θεραπεία ενός παράφρονα – Πώς οι Μανιάτες παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους –Πικ-νικ στην Πεντέλη με τον κ. και την κ. Φίνλεϊ –
Οι
Κουντουριώτη
δικηγόροι
Ελληνικό σκηνικό –
δύο Βασιλείς – Εξέγερση
Η διακήρυξη του Βασιλιά – Επίσκεψη στον κ.
και την κ. Κατακάζη – Έλληνες
και δικαστές – Επίσκεψη στα δικαστήρια
Ελληνική δικαιοσύνη – Δρ Μανιάχης ................ 29

ΙΙΙ Η πρόθεση του Βασιλέα της Βαυαρίας να αναχωρήσει – Χορός στης κυρίας Καγκελαρίου – Η αβροφροσύνη του Βασιλέα της Βαυαρίας στον χορό – Ο Κολοκοτρώνης προτείνει στον συγγραφέα να γίνει θετός γιος του – Κυνηγετική εκδρομή – Ο Στρατηγός Τσωρτς και οι οπλαρχηγοί – Πολιτική συζήτηση του συγγραφέα με Έλληνες οπλαρχηγούς - Ρωσική μηχανορραφία στον Μωριά – Η ρωσική ισχύς

Εκκλησίας

– Ο χωρισμός των δύο – Σύντομη βιογραφία του

κυρίου Τρικούπη .................................................... 65

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Κυριακή του Πάσχα – Επίσκεψη στη Λαίδη Τσωρτς

– Το σπίτι του Σερ Π. Μάλκολμ – Το πέρασμα

του Δαφνιού – Πεδιάδα της Αθήνας – Σαλαμίνα –Στρατηγός Γκόρντον – Πρεσβεία – Τραγουδιστές

– Τρίτη του Πάσχα – Διασκεδάσεις στο Θησείο

– Η ήττα των ανταρτών – Θέατρο – Αφρικανικά

περιστέρια – Νέα έσοδα για την Ελλάδα – Χορός

στης Κόμισσας του Άρμανσπεργκ – Η Μαντάμ

8
σε σύγκριση με γειτονικών κρατών ...................... 43 ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV Μεγάλη Παρασκευή – Πάσχα – Ο Βασιλιάς πάει στη Μητρόπολη – Περιγραφή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
της τελετής
Γενική ιστορική αφήγηση για την Ελληνική Εκκλησία
Η διαφορά μεταξύ Ελληνικής και Ρωμαϊκής

Λαγκρενέ – Η κυρία Μπουντούρη – Η δεσποινίς

Καραϊσκάκη – Ελληνικές διασκεδάσεις – Ο κ. Κινγκ – Η ομάδα του «Πράσινου Κλαδιού» – Έλληνες και

Τούρκοι – Ελληνικά κρασιά – Η εχθρική διάθεση

των Τούρκων για τους Έλληνες .......................... 93

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI Ο Στρατηγός Τσωρτς και τα προβλήματα στα σύνορα – Η Λαίδη

9
Τσωρτς – Το όρος Άγχεσμος – Ελλάδα και Αίγυπτος – Ανατινάξεις του βράχου – Η Ακαδημία – Επίσκεψη στον κ. Μπελ – Περιγραφή του κτήματός του και του κήπου– Ελληνική μάντρα – Επίσκεψη στον Βοτανικό Κήπο – Ελληνικό σύνταγμα – Μοναχοί στο όρος Άθως – Επίσκεψη σε Έλληνα χωρικό, κοντά στην Ακρόπολη – Επίσκεψη στο Στάδιο – Το αθηναϊκό Περ-Λασαίζ .............. 117 ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ......................... 135 ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII Η γιορτή του Αγίου Γεωργίου – Απάντηση στην αίτησή μου – Παρατηρήσεις για το θέμα – Το παράσημο του Σωτήρος – Ατμόπλοια – Έργα στον Πειραιά – Αλλαγή κατοικίας – Η γιορτή της Πεντηκοστής – Μονή Καισαριανής – Περιγραφή Ελληνίδων– Οι χοροί και οι διασκεδάσεις τους .............. 151

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ

Κρίκετ στο λιμάνι της Μουνυχίας – Ο δάσκαλος και τα αγόρια του – Τα ανάκτορα – Το Στρατιωτικό

Νοσοκομείο – Το θέατρο – Επέτειος της στέψης του

Βασιλέα – Ινστιτούτο Ιατρικής – Εορτή Κωνσταντίνου και Ελένης – Επίσκεψη στην εξοχή – Ελλη-

νική φάλαγγα – Υψηλός τόκος ........................... 169

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ενός πενθήμερου

Συνοδεία σε πικ-νικ – Η πεδιάδα του Μαραθώνα – Ο

τύμβος – Η φιλοξενία των μοναχών – Πρόβειο γάλα

και βούτυρο, καλύτερο από αγελαδινό – Οι αρετές

μιας ομπρέλας – Πώς ξεκίνησε ο καπνός ............. 213

ΧΙΙ

Καλύβια – Ένα τέχνασμα – Οι Άγγλοι στην Ελλάδα – Βραυρώνα – Πόρτο Ράφτη – Κολοσσιαίο

άγαλμα – Κερατέα – Λαύριο – Ακρωτήριο Σούνιο –

Θάλασσα των Νηρηίδων – Ολυμπία – Χαιρετώντας

το χωριό – Επιστροφή στην Αθήνα..................... 231

10
Χ Το σχολείο του Αιδ. κ. Χιλλ – Δημόσια σχολεία στην Ελλάδα – Πειραιάς – Πιθανότητα να γίνει σπουδαίο λιμάνι – Τελωνείο – Ναός της Αφροδίτης – Ο ρήτορας στην Πνύκα – Προξενιό στον συγγραφέα ..... 191 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙ Αφήγηση
ταξιδιού
στην Ελλάδα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙΙ

Έλληνες γαιοκτήμονες – Οι ιδιοκτησίες τους –Μητρώο κτημάτων – Τουρκική αβροφροσύνη –

Ελληνική αγροτική οικονομία – Περίεργος τρόπος

αλωνίσματος του σιταριού – Τούρκικο λουτρό –Κάρβουνο και ανθρακωρυχεία στην Ελλάδα ..... 247

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙ V

Ένας επισκέπτης – Ταξίδι στα

– Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Αίγινα – Σημαντική μεταλλική πηγή – Το μουσείο – Υποχρεώσεις της πολιτισμένης Ευρώπης προς την Ελλάδα

– Πώς να αποπληρωθούν – Αρχαιότητες .......... 257

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ V

Παράσημο – Ετοιμασίες για αναχώρηση – Αποχαιρετισμός – Δείπνο στης Κόμισσας του Άρμανσπεργκ

– Αναχώρηση – Δείγματα λύπης και ευγένειας από

τους γείτονες – Επιβίβαση από Πειραιά – Ταξίδι

στην Επίδαυρο – Απ’ την Επίδαυρο στο Ναύπλιο

– Παλιός γνώριμος – Βελτίωση της πόλης – Ένας

Αγλλοέλληνας Εισαγγελέας – Δείπνο στο Ναύπλιο

– Έλληνες υπηρέτες ............................................

11
νησιά – Ύδρα –Μεταξουργία – Ζάχαρη – Δικαστήριο – Αξιόποινες πράξεις – Σύρα – Η προνομιακή κοινωνική ζωή [της Τήνου]
277

Σ.τ.Ε. Μέσα σε αγκύλες προστίθενται από το αγγλικό πρωτότυπο τα κύρια ονόματα προσώπων, την πρώτη φορά που εμφανίζονται, καθώς και ελάχιστες επεξηγήσεις, όπου κρίθηκαν απαραίτητες. Επιπλέον, οι μονάδες μέτρησης (μήκους, εμβαδού κ.λπ.) έχουν προσαρμοστεί στα ισχύοντα στην Ελλάδα σήμερα.

12 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ VI Μαντάμ Τουρέ – Κοινωνική ζωή στο Ναύπλιο –Κατάσταση του ελληνικού στρατού – Βαμβάκι και καπνός – Πανδοχεία στην Ελλάδα – Άφιξη στην Κόρινθο – Βοστίτζα – Πάτρα – Οι «Εγγλέζοι» –Νόμος της διανομής – Δρ Μανιάχης .................. 289 ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVII ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ...................... 307 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΣΚΙΑΓΡΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ... 335 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ ΓΑΛΛΙΚΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΑ ΑΤΜΟΠΛΟΙΑ................. 359

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Ελληνικό κουτσομπολιό – Βούκινο – Μια συμμορία ληστών στα σύνορα – Τρόποι καταστολής – Ατυχής κατάληξη – Επίσημη αδιαφορία και βασιλική ευγνωμοσύνη – Ένας Έλληνας ήρωας – Μια ελληνική βάφτιση – Αναχώρηση για τα σύνορα – Πληρωμή των στρατευμάτων – Επίσκεψη στο Πεντελικό

φτιάχνει δρόμο προς τα λατομεία – Ελληνικά πολεμικά εμβατήρια από έναν Φράγκο

Επιστρέφοντας στο σπίτι μετά την περιγραφή

της σκηνής στο τελευταίο κεφάλαιο, με πλησίασε κάποιος Αναστάσιος (όχι του

ήταν πασίγνωστος διασκεδαστικός κουτσομπόλης

της Αθήνας – τόσο πολύ, ώστε έγινε διάσημος με

τ’ όνομα Βούκινο. Είναι καλοσυνάτος άνθρωπος και χαιρόμουν να τον συναντώ γιατί του έπαιρνα πότε-πότε πληροφορίες χρήσιμες για τον σκοπό μου.

Έτσι και τώρα. Φαίνεται πως η κυβέρνηση, κατά

τις πληροφορίες του, είχε μάθει μόλις για μια συμμορία ληστών στα σύνορα, τόσο μεγάλη και πειθαρχημένη που έμοιαζε με σώμα στρατού. Έκαιγαν χωριά, σκότωναν κατοίκους, κινούνταν σε τακτικά

σώματα, κι όλη η χώρα στα σύνορα ήταν, καθώς

13
– Αρχαία σημάδια από σκαρπέλα και ίχνη από τροχό – Επιστροφή – Γόνιμη πεδιάδα για αποίκους – Η κυβέρνηση
κ. Χόουπ
])
[Hope
που

φαίνεται, σε μεγάλη αναστάτωση. Η κυβέρνηση

αποφάσισε να στείλει ένα μεγάλο σώμα στρατού να

συνδράμει τα βασιλικά στρατεύματα που ήταν ήδη

εκεί στην άμεση καταστολή την παράτολμης συμμορίας. Ο Αναστάσιος μού είπε επίσης πως είχαν βρει ολλανδικά χρήματα στις τσέπες των συλλη-

φθέντων και πως μάλλον οι ληστές είχαν κάμποσα.

Η αλήθεια είναι πως αυτό το κίνημα (όπως

ήδη έχω υπαινιχθεί) το προκαλούσαν οι εχθροί της

Τράπεζας που είχε προταθεί– και που η ίδρυσή της

ήταν σε εξέλιξη. Παρακάτω θα μιλήσω γι’ αυτή την ανταρσία με λεπτομέρειες.

Ο πληροφορητής μου πρόσθεσε πως είχε κι άλλα

νέα, εξίσου ολέθρια. Απ’ αυτόν έμαθα (με μεγάλη

μου λύπη) πως ο Λάζαρος Τσαμαδός είχε μόλις αυτοκτονήσει, καθώς λένε, από φτώχεια. Ο καημένος

ο άνθρωπος ανήκε σε μια ένδοξη οικογένεια της

Ύδρας και ήταν γιος του Δημητρίου Τσαμαδού, που

είχε ξεχωρίσει για τη γενναιότητα και τον πατριω-

τισμό του στη διάρκεια του πολέμου και είχε θυσιά-

σει για την πατρίδα την περιουσία του, ύψους εκατό

χιλιάδων δολαρίων. Ο γιος του ο Λάζαρος, που το

ήξερε, ζήτησε από την κυβέρνηση να του δώσει κάτι

για να συντηρηθεί (γιατί ήταν σε πλήρη ανέχεια),

γι’ αυτό ήρθε στην Αθήνα. Όταν ο Υπουργός Εσω-

τερικών που τον δέχθηκε δεν ικανοποίησε το αίτημά

του, πούλησε αμέσως το ρολόι του (ήταν το μόνο

που είχε απομείνει από την περιουσία του πατέρα

14

του), επέστρεψε στην Ύδρα και κατόπιν, επειδή δεν

είχε ούτε ψωμί για την πολυμελή του οικογένεια, τίναξε τα μυαλά του στον αέρα.

Επειδή τον πατέρα του αυτού του Τσαμαδού τον θεωρούσαν γνήσιο πατριώτη, η τραγωδία αυτή έκανε τρομερή εντύπωση εκείνη την εποχή, κι ο Βασιλιάς μόλις το άκουσε στενοχωρέθηκε πολύ και επέκρινε την ανυπακοή στις διαταγές του· γιατί είχει δώσει εντολή, καθώς φαίνεται, να διορισθεί ο νεαρός Τσαμαδός σε κάποια Νομαρχία, και ώσπου ν’ αδειάσει η θέση, να του δοθεί κάτι άλλο. Ο Βασιλιάς ανέλαβε τη χήρα και τα παιδιά του και τους δόθηκε ένα ετήσιο εισόδημα.

Λίγες μέρες μετά απ’ αυτό το κακό, άλλαξαν

οι υπουργοί. Ο κ. Γεώργιος Πραΐδης, ο Υπουργός Εσωτερικών, άφησε τη θέση του και την πήρε ο

κ. Δρόσος Μανσόλας, Σύμβουλος Επικρατείας.

Τη θέση του Υπουργού Ναυτιλίας που ήταν κενή

για ένα διάστημα την πήρε ο κ. Αντώνιος Κριεζής, Υδραίος αξιωματικός που είχε διακριθεί στην υπη-

ρεσία του Μιαούλη ως καπετάνιος του στον πόλεμο και είχε υπηρετήσει και στη φρεγάτα «Ελλάς», όταν την κυβερνούσε ο Λόρδος Κόχραν. Αυτός ο διορισμός προξένησε γενική ικανοποίηση. Ο κ. Θεοχάρης, Υπουργός Οικονομικών, παραιτήθηκε, και τη θέση του πήρε ο κ. Γεώργιος Λασσάνης.

Νομίζω πως ο Φρειδερίκος ο Μέγας συμβούλευε

τον γιο του ν’ αλλάζει τους υπουργούς όποτε υπήρχε

15

κρίση, γιατί αυτό πάντα ευχαριστούσε κι ενθουσίαζε

τον λαό, κι έτσι βοηθούσε την κυβέρνηση να κερδί-

ζει ισχύ. Το ίδιο συνέβαινε και τώρα. Το μυαλό του

λαού αποσπάσθηκε από το θλιβερό συμβάν και η

δύναμη του Καγκελάριου ενισχύθηκε με την αλλαγή.

Κάποιος Συνταγματάρχης Γρίβας ήταν απ’ τους

οπλαρχηγούς που διορίστηκαν για να καταπνίξουν

την εξέγερση που μόλις ανέφερα. Πήγα σ’ αυτόν τον

αξιωματικό μαζί με τον κ. Μπλακ, τον Αρχηγό της

Αστυνομίας, για ν’ ακούσω τις απόψεις του για το ζήτημα της εξέγεσης. Ο Γρίβας είναι ένας άνδρας

με ύψος ένα κι ογδόντα, πολύ δυνατός και μυώδης, και διαθέτει ζωώδες θάρρος. Λένε πως δεν ξέρει τι

θα πει φόβος και πως απολαμβάνει τον πόλεμο και

την αιματοχυσία, κάτι που ταίριαζε με την επείγου-

σα αποστολή που του ανατέθηκε. Ο Καγκελάριος

φαίνεται πως του έδωσε εντολή να συγκεντρώσει

πεντακόσιους άνδρες και να προχωρήσει προς το Μεσολόγγι, να απαλλάξει το μέρος από τους ληστές

που το πολιορκούσαν – ανάμεσα στους πολιορκημένους ήταν και η σύζυγος και τα παιδιά του ίδιου

του Γρίβα.

Καθώς ήταν ο ήρωας της ημέρας, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω απ’ αυτόν. Αργότερα έμαθα πως

το είχε σκάσει με τη σύζυγο του μεγάλου γιου του

Κολοκοτρώνη (που ήταν κόρη της Μπουμπουλίνας, περίφημης καπετάνισσας από τις Σπέτσες) κι ότι ακολούθησε πόλεμος ανάμεσα στους οπλαρχηγούς,

16

όπου ο σύζυγος σκοτώθηκε και ο Γρίβας παντρεύτη-

κε την καινούργια του Ελένη. Λίγες μέρες αργότερα, είχα την ευκαιρία να τον συναντήσω στο σπίτι του

φίλου μου του Μπλακ. Θα γινόταν νονός του μικρού

αγοριού του Μπλακ, κι επειδή η περιγραφή της τελετής της βάφτισης στην Ελλάδα μπορεί να διασκεδάσει τον αναγνώστη, θα την παραθέσω.

Στις έντεκα θα ξεκινούσε το μυστήριο. Αφού περιμέναμε λίγο, έφθασε ο παπάς, φορώντας άμφια, διάβασε προσευχές και ευλόγησε μια μεγάλη λεκάνη

νερό. Το παιδί το είχαν τώρα πια γυμνώσει, κι ο Γρίβας το πήρε στην αγκαλιά του, το ακούμπησε

σ’ ένα πανί στο πάτωμα και έτριψε το σώμα του καλά με αγιασμένο λάδι. Έπειτα, ο παπάς πήρε το

παιδί και το βούτηξε στο νερό τρεις φορές αποκαλώντας το συγχρόνως Λεωνίδα. Μετά το βούτηγμα

στο νερό, ο παπάς έκοψε λίγα μαλλιά απ’ το κεφάλι

του, τα τύλιξε σε κερί και τα έκαψε στη λαμπάδα·

υποθέτω πως αυτή η τελετή έχει την έννοια θυσίας

ή ολοκαυτώματος. Ο νονός, ο Γρίβας, πήρε πάλι

το παιδί και απαντούσε σαν ανάδοχος στις ερωτήσεις του ιερέα. Η τελετή έκλεισε μ’ έναν ύμνο, όπου

συμμετείχαν αρκετοί από τους παρόντες. Ύστερα, ο Γρίβας έδωσε στον ιερέα και τους βοηθούς τους από

πέντε δραχμές στον καθένα. Κεράστηκαν γλυκά και

ποτά, κι αμέσως μετά φύγαμε όλοι.

Στις πέντε το ίδιο απόγευμα, ένα πλήθος μαζεύτηκε στην πεδιάδα, στους πρόποδες του λόφου που

17

κατεβαίνει από τον Άρειο Πάγο, για ν’ αποχαιρετή-

σει τον οπλαρχηγό και να του ευχηθεί καλή επιτυχία

με τους στασιαστές. Ήταν καβάλα σε άλογο και

συνοδευόταν από τον γαμπρό του. Καθώς περνούσε

ανάμεσα από τις γραμμές των Παλικαριών που θα τον συνόδευαν, έδειχναν τη χαρά τους πυροβολώντας στον αέρα.

Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας και ο γιος του Όθων

συνόδευσαν αυτό το τάγμα τρία χιλιόμετρα έξω από

την πόλη, γιατί ο Γρίβας είχε γίνει αγαπητός σε όλα τα κόμματα. Ο στρατός φορούσε πολλές και

διάφορες στολές, όμως όλοι έφεραν πιστόλια και σπαθιά στη ζώνη τους. Θα δρούσαν στα συνοριακά βουνά, εκεί όπου ο κανονικός στρατός δεν έχει και μεγάλη επιτυχία. Το τάγμα προχώρησε έπειτα προς

την Ελευσίνα, όπου θα στάθμευαν για να περάσουν

την πρώτη νύχτα.

Ο στρατός πληρωνόταν καλά, κάθε στρατιώτης

έπαιρνε μία δραχμή την ημέρα, που είναι διπλάσιο

από το συνηθισμένο. Όμως επρόκειτο για κατάσταση

έκτακτης ανάγκης και η κυβέρνηση ήθελε εκλεκτούς

στρατιώτες για να καταστείλει τους στασιαστές.

Πριν απ’ αυτή την εκστρατεία, ο Βασιλιάς είχε

εκδώσει μια προκήρυξη αναφορικά με τους αντάρτες στα σύνορα. Επειδή είναι πολύ δυναμική και δείχνει το σθένος του νεαρού Έλληνα μονάρχη, θα την αντιγράψω.

18

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ

Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδος! Κάποιοι

αξιόποινοι άνθρωποι επιθυμούν να ταράξουν την

ηρεμία που έχει εγκατασταθεί ανάμεσά μας από

τότε που πατήσαμε σε ελληνικό έδαφος. Δώσατε στην Ελλάδα μια νέα απόδειξη των ευγενών

συναισθημάτων που σε κάθε περίπτωση καθοδηγούσαν τις πράξεις σας. Απωθήσατε με οργή τους

άθλιους παλιανθρώπους όποτε παρουσιάστηκαν. Απαντήσατε στα λόγια τους με περιφρόνηση. Στις βίαιες απόπειρές τους αντιτείνατε τα όπλα

σας, που φέρετε ενδόξως.

Κάτοικοι της Δυτικής Ελλάδος! Η ευγενική σας συμπεριφορά αυτή τη στιγμή δεν με εκπλήσσει.

Ήταν αναμενόμενη από εσάς, με την πεποίθηση που πάντα δικαιώνατε, και χαίρεται η καρδιά μου να βλέπει πως δεν έσφαλε. Δεχθείτε λοιπόν την

απόδειξη της μεγάλης ικανοποίησης που νιώθω, δεχθείτε τη βασιλική διαβεβαίωση της σταθερής

επιδοκιμασίας μου. Με εκπλήσσει όμως η τύφλωση αυτών των προδοτών, που φαντάστηκαν πως μπορούν να σας εξαπατούν και να σας εκπροσωπούν ατιμώρητα στα μάτια της Ευρώπης ως μη νομοταγείς. Με εξέπληξε η αγνωμοσύνη αυτών των προδοτών, που μπόρεσαν και ξέχασαν πως κάποτε είχαν την τιμή να υπηρετούν τον Βασιλέα σας.

Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδος! Τα ονόματα του Νικολάου Ζέρβα, του Δημοτσέλη και του Μάλαμα στιγματίστηκαν ως προδοτικά και

19

διαγράφηκαν από τον κατάλογο της φάλαγγας:

τους επίορκους θα βρει η τιμωρία. Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδος! Βασι-

στείτε στην προνοητικότητα και δραστικότητα

της κυβέρνησης. Ξέρει πώς να στηρίξει τις προ-

σπάθειές σας και να κρατήσει την τάξη. Θα δια-

τηρήσει την ησυχία σας. Θα καταστρέψει τους

εχθρούς σας. Έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα.

Ο αριθμός των στρατευμάτων στα σύνορα αυξήθηκε. Διακεκριμένοι οπλαρχηγοί διορίσθηκαν να

τα διοικούν. Σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις έχει

ανατεθεί πλήρης εξουσία δράσεως, αναλόγως των

περιστάσεων. Άνδρες της πλήρους εμπιστοσύνης

μας έχουν σταλεί να διοικήσουν τις δύο νομαρχίες·

και ελήφθησαν μέτρα να εφαρμοσθούν οι νόμοι με

κάθε αυστηρότητα. Όμως, με πατρική επιείκεια

προς όσους παρασύρθηκαν σε λάθος, θα τους παραχωρήσουμε χρόνο να επιστρέψουν στο καθήκον

τους. Σχετικές διαταγές θα δημοσιευτούν άμεσα. Κάτοικοι της ηπειρωτικής Ελλάδος! Διατηρήστε τον ενθουσιασμό και τον ζήλο που έχετε

επιδείξει για την τάξη και την ησυχία. Αυτά είναι

η βάση για εθνική ευτυχία, εκεί βασίζεται η ασφά-

λεια της Ελλάδος. Εκεί κατατείνουν οι προσπά-

θειες του Βασιλέα σας. Με πατρική αγάπη προς

εσάς και άπαντες τους Έλληνες.

(Υπογραφές)

Όθων Άρμανσπεργκ Ρίζος Μανσόλας

Κριεζής Χες [Hess]

20

Με την έκδοση αυτής της προκήρυξης, δύο χιλιάδες παλικάρια συγκεντρώθηκαν σε διάφορα σημεία

του βασιλείου και στάλθηκαν στη σκηνή της δράσης.

Αυτό το σώμα είναι χωρισμένο σε πέντε τμήματα

που διοικούνται αντίστοιχα από τον Τζαβέλα, τον

Γρίβα, τον Βάσο, τον Μαμούρη και τον Τσάγκο. Η

δύναμη των στασιαστών λέγεται πως ανέρχεται μεταξύ πεντακοσίων και εξακοσίων ανδρών.

Όπως καταλαβαίνετε, η προκήρυξη για τους στασιαστές ήταν το κύριο θέμα συζήτησης στην πόλη. Στον περίπατό μου συνάντησα τον Δόκτορα Ηπίτη, που βρισκόταν εδώ και λίγο καιρό στην Ελλάδα. Μου διηγήθηκε την ακόλουθη ιστορία του Νικόλαου Ζέρβα, που είναι τώρα επικεφαλής των ανταρτών: λίγο πριν φτάσει η Μεγαλειότης του

στην Ελλάδα, αυτός είχε την αρχηγία των στρατευμάτων που φύλαγαν την εθνοσυνέλευση στην Πρόνοια, ένα χωριό στα περίχωρα του Ναυπλίου. Του πρόσφεραν χίλια δολάρια ως δωροδοκία για

να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και δέχθηκε. Μπή-

κε ανάμεσα στους συγκεντρωμένους πληρεξούσιους, συνέλαβε μερικούς, λήστεψε άλλους, και τους υπό-

λοιπους τους τρόμαξε!

Εκείνη την ημέρα, όταν επέστρεψα στο Ξενοδοχείο της Γαλλίας (όπου κατοικούσα) κάποιοι Γάλλοι τοπογράφοι, που έτρωγαν καθημερινά στο ίδιο ξενοδοχείο, με προσκάλεσαν να τους συνοδεύσω

την επομένη στα λατομεία μαρμάρου της Πεντέ-

21

λης. Επιθυμούσα από καιρό αυτή την εκδρομή και

χάρηκα με την ευκαιρία που μου δινόταν να την

πραγματοποιήσω με παρέα επιστημόνων. Έτσι,

το άλλο πρωί στις οκτώ φύγαμε απ’ την Αθήνα και

πήραμε απ’ το παλάτι τον δρόμο που αφήνει τον Άγχεσμο αριστερά, και σε μισή ώρα με τ’ άλογα

φτάσαμε σ’ ένα όμορφο μέρος που το λένε Αγγέ-

λων Κήπο [ Αμπελόκηποι;]. Περάσαμε έναν θαμνό-

τοπο και φτάσαμε σ’ ένα μικρό χωριό, το Χαλάνδρι. Συνεχίσαμε μέσα από ένα ακαλλιέργητο μέρος

(με έδαφος όμως πολύ πλούσιο), περάσαμε μέσα

από αρκετά αποξηραμένα ρυάκια με πικροδάφνες

που δεν είχαν ανθίσει ακόμα. Μετά από μισή ώρα

ακόμα, φτάσαμε στους πρόποδες του βουνού. Αρχίσαμε έπειτα την ανάβαση με τ’ άλογα, και μετά

από άλλη μισή ώρα φτάσαμε στη σπηλιά που βρί-

σκεται στο πρώτο λατομείο, στα μισά της ανάβασης. Το κυρίως λατομείο που δουλεύεται τώρα

είναι περίπου δεκαπέντε μέτρα ψηλά κι έχει το πιο

καθαρό και λευκό μάρμαρο, με το οποίο οι αρχαίοι Αθηναίοι έκτιζαν συνήθως τους ναούς και τα μνημειώδη τους κτίρια. Τα σημάδια από τα σκαρπέλα

τους είναι ακόμα ορατά πάνω στους τεράστιους

ογκόλιθους που είναι σκόρπιοι τριγύρω, όπως και στα κομμάτια απ’ όπου αποσπάσθηκαν. Εδώ κι εκεί, επίσης, μένουν ακόμη σωροί από κομμάτια

που πιθανόν αποκόπηκαν απ’ τους μαρμάρινους

εκείνους όγκους που λαξεύτηκαν για να φτιάξουν

22

τα όμορφα κτίρια με τα οποία στόλισε ο Περικλής

την Αθήνα.

Αφήσαμε τα άλογα στους υπηρέτες να τα προ-

σέχουν, ανάψαμε κεριά και μπήκαμε στη σπηλιά, που είναι πολύ μεγάλη (περίπου δεκαοχτώ μέτρα σε κάθε της πλευρά, και κάπου δέκα μέτρα ύψος). Το

νερό ξεχειλίζει απ’ τον βράχο και με τα χρόνια σχημάτισε σταλακτίτες. Έπρεπε να προχωρούμε προσεκτικά γιατί παντού υπήρχαν τεράστιες τρύπες με

κάπου τρία μέτρα βάθος. Κατεβήκαμε σε κάποιες, όμως δεν βρήκαμε κάτι να ικανοποιεί την περιέργειά μας. Αποσπάσαμε κρυσταλλικές μάζες και τις βρήκαμε εξαιρετικά όμορφες.

Αφού ικανοποιήσαμε την περιέργειά μας, ικανοποιήσαμε και την πείνα μας μ’ ένα υπέροχο πρωινό που είχαμε φροντίσει να πάρουμε μαζί μας και που

οι υπηρέτες το ετοίμασαν, όσο εμείς εξερευνούσαμε τη σπηλιά. Ο ήλιος ήταν πια πολύ ζεστός, εμείς όμως πήγαμε κάτω από μια γωνία του σκιερού

βράχου.

Αφού απολαύσαμε το γεύμα μας (που όλοι το

φάγαμε πολύ ορεξάτοι, όπως συμβαίνει σε τέτοιες

περιπτώσεις), καβαλήσαμε τ’ άλογα και κατεβήκαμε το βουνό. Το μονοπάτι ήταν δύσκολο κι απότομο. Περάσαμε από πολλά ακόμη λατομεία, που

είχαν όλα σημάδια από σκαρπέλα. Παρατηρήσαμε

και τρύπες πάνω στο βουνό, για να τοποθετούν

προφανώς ξύλινα δοκάρια και να κατασκευάζουν

23

δρόμο, που σχημάτιζε μια επικλινή επιφάνεια από

την κορυφή ως τους πρόποδες. Σίγουρα εκεί πάνω

τοποθετούσαν τους μαρμάρινους όγκους και τους

μετέφεραν ως τους πρόποδες του βουνού πάνω σε

βαγόνια με ρόδες· γιατί κάτω χαμηλά παρατηρήσαμε, χαραγμένα στους βράχους, ίχνη από ρόδες. Η

απόσταση των τροχών μεταξύ τους ήταν περίπου

ένα με ενάμισι μέτρο.

Αυτό το βουνό είναι περίπου 1.100 μέτρα πάνω

από την επιφάνεια της θάλασσας, που ισούται με

3.500 αγγλικά πόδια. Η μέτρηση είναι ακριβής γιατί

μου κοινοποιήθηκε από τον Πλοίαρχο Ζενές [Genesse], έναν από τους τοπογράφους της παρέας, που είχε επαληθεύσει το ύψος ο ίδιος. Ανεβαίνοντας συναντήσαμε πολλές πέρδικες. Ήταν περίοδος αναπαραγωγής και πετούσαν ζευγαρωτά. Μετά από

μία ώρα με τα άλογα φτάσαμε στην κορυφή, και στα δεκαπέντε ακόμα μέτρα από εκεί βρήκαμε λατομεία.

Για τον κόπο μας ν’ ανέβουμε αποζημιωθήκαμε. Στα βορειοανατολικά ήταν η πεδιάδα του Μαραθώνα. Πιο πέρα, το μεγάλο Νεγροπόντε [ Εύβοια].

Παρόλο που ήταν 6 Μαρτίου και σε ζεστή περιοχή, παρατηρήσαμε πως στα ορεινά του Νεγροπόντε

υπήρχε χιόνι. Η Χαλκίδα, η πρωτεύουσα, διακρινόταν τέλεια. Προς τα βορειοδυτικά ξεχώριζε

ο Παρνασσός κι οι χιονοσκέπαστες κορυφές του·

κοιτώντας νοτιοδυτικά, πρόβαλλαν τα βουνά της

24

Τριπολιτσάς (στο κέντρο του Μωριά)· στα νοτιοανατολικά, η θέα περιλάμβανε κάμποσα νησιά του Αιγαίου. Η μέρα ήταν εξαιρετικά καθαρή, ο ήλιος

έλαμπε κι έτσι απολαύσαμε τη μαγευτική θέση

μας. Μείναμε στην κορυφή περίπου μία ώρα, ανεβήκαμε πάλι στ’ άλογα (με τα οποία είχαμε φτάσει

στην κορυφή), πήραμε τον δρόμο της επιστροφής

κι εξετάσαμε αρκετά λατομεία κατεβαίνοντας.

Η ποσότητα μαρμάρου που έχει αποσπαστεί

να διακοσμηθεί η σύγχρονη

το παρόν,

Αθηναίοι βρίσκουν άφθονο ασβεστόλιθο στα τετρακόσια μέτρα απ’ την Αθήνα για να χτίζουν τα σπίτια τους, κι αυτό τους φτάνει. Χάρηκα όταν έμαθα πως η κυβέρνηση θα κατασκεύαζε δρόμο γι’ αυτά τα λατομεία μαρμάρου. Σε μια επόμενη επίσκεψη, δύο μήνες αργότερα, ο δρόμος ήταν σχεδόν έτοιμος.

Φτάσαμε στους πρόποδες του βουνού στις τέσσερις. Ο ήλιος τότε άγγιζε την κορυφή του Αγχέσμου, ο αέρας ήταν ευχάριστα καθαρός, και συνεπώς η Αθήνα, παρότι απείχε δεκαέξι χιλιόμετρα, έδειχνε κοντά. Ένα ωραίο ποταμάκι ξεκινά από μια πηγή που ξεπηδά απ’ το μοναστήρι με το όνομα του βουνού και είναι λίγο δεξιότερα στην ανά-

25
απ’
του αριθμού των
που θα
Αθήνα.
το σκηνικό που είδαμε μας έκανε να φανταστούμε και να ευελπιστούμε σε μια μελλοντική εποχή όπου θα είναι εξαιρετικά
αυτά τα λατομεία δίνει μια ξεκάθαρη ιδέα
κτιρίων
στόλιζαν την αρχαία
Παράλληλα,
εύκολο
πόλη. Προς
ο

βαση. Το ρέμα περνάει φιδωτά απ’ την πεδιάδα

και ποτίζει τη γειτονική περιοχή. Το έδαφος από

το μοναστήρι μέχρι το Χαλάνδρι είναι πολύ γόνιμο

και θα μπορούσε να παράγει οτιδήποτε. Συνιστώ

ιδιαίτερα αυτό το σημείο σε όποιον έποικο έρθει

στη χώρα ν’ αγοράσει γη. Η Αθήνα κάθε χρόνο θα επεκτείνεται και θα αυξάνεται σε αριθμό κατοίκων.

Η πεδιάδα αυτή απλώνεται σε κάθε κατεύθυνση (κυκλωμένη από την Πάρνηθα, την Πεντέλη και

τον Υμηττό) και είναι αρκετά μεγάλη για να χωρέσει διακόσιες χιλιάδες ανθρώπους. Ο αέρας είναι

πολύ πιο δροσερός εδώ απ’ ό,τι στην Αθήνα, κι η

περιοχή έχει πολλές κουμαριές και κωνοφόρα, ενώ οι ωραίες πικροδάφνες δεσπόζουν στ’

ρυάκια.

Δεν ξέρω καλύτερη τοποθεσία για να περνάει

κανείς τους καλοκαιρινούς μήνες. Ένα απ’ τα ποτα-

μάκια που χύνεται στον Κηφισό και δεν ξεραίνεται

ποτέ, μπορεί να γεμίζει δεξαμενές για να αρδεύονται

κήποι και καλλιέργειες, αλλά και για να τροφοδοτεί

τα λουτρά – πολυτέλεια απαραίτητη σε περιοχή με ζεστό κλίμα.

Η απόσταση της πεδιάδας από την πόλη είναι

μόνο δεκαπέντε χιλιόμετρα, κι ο Πλοίαρχος Ζενές, που ερευνούσε τη χώρα τέσσερα χρόνια, μας διασκέδασε τραγουδώντας ελληνικά πολεμικά τραγούδια. Το ύφος του ήταν τόσο ελληνικό ώστε οι χωριάτες που περνούσαν σταματούσαν ν’ ακούσουν

26
αποξηραμένα

με θαυμασμό έναν Φράγκο να μιμείται τόσο καλά το

εθνικό τους ύφος και την προφορά.

Επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο κατά τις έξι το

απόγευμα, ο ιδιοκτήτης, ο Λουί [Luis], και η γυναίκα του είχαν ετοιμάσει ένα καλό γεύμα, που το

φάγαμε παρέα. Το ξενοδοχείο αυτό, όχι το καλύτερο στην πόλη, είναι ωστόσο πολύ καλό. Βρίσκεται

στην οδό Αθηνάς, κοντά στο Ταχυδρομείο και την

Αγορά [Parade], κι η θέση του είναι πολύ υγιεινή

και ευχάριστη. Πιάνει τρεις πλευρές μιας πλατείας

κι έχει μια κλειστή εσωτερική αυλή. Ο ιδιοκτήτης

είναι Γάλλος. Τους έξι μήνες που έμεινα εκεί, τον

βρήκα πολιτισμένο κι ευγενικό, πάντα πρόθυμο να

μου προσφέρει ό,τι χρειαζόμουν.

Είναι αλήθεια πως στην αρχή αναγκάστηκα να

πληρώσω για την πείρα που απόκτησα. Όλοι οι

Άγγλοι που βρίσκονται στο εξωτερικό θεωρούνται

πλούσιοι σαν Κροίσοι και τους βλέπουν πάντα σαν

εύκολο θήραμα· συνεπώς, στην αρχή με μάδησαν

πολύ χαριτωμένα. Τα έξοδά μου τον πρώτο μήνα

ήταν: έξι δραχμές τη μέρα για το δωμάτιό μου, τρεις

δραχμές για το γεύμα, μιάμιση δραχμή για το πρωινό, σύνολο δέκα δραχμές και μισή τη μέρα· σ’ αυτό

προσθέτω τη μία δραχμή την ημέρα για τον υπηρέτη, σύνολο έντεκα και μισή δραχμές την ημέρα, που

με 8,5 πένες τη δραχμή μάς κάνουν 8 σελίνια συν μία και 3/4 πένες τη μέρα. Μετά τον πρώτο μήνα, είπα στον Λουί πως θα έμενα λίγο καιρό στην Αθή-

27

να και τον ρώτησα αν θα μου έπαιρνε για τον μήνα

όσο και πριν. Αφού συμβουλεύτηκε το έτερον ήμισυ

για λίγα λεπτά, επέστρεψε και μου είπε πως με δια-

κόσιες δραχμές τον μήνα (έξι δραχμές και τρία τέταρτα την ημέρα) θα μου έδινε το ίδιο δωμάτιο που

είχα ως τώρα και το ίδιο φαγητό – δηλαδή αγγλικό

πρωινό κάθε πρωί, τσάι ή καφέ, φρυγανιές, γάλα και φρέσκο βούτυρο, όταν είναι η εποχή των γαλακτοκομικών, δηλαδή από τον Ιανουάριο ως τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, και αλατισμένο αγγλικό βούτυρο τον άλλο καιρό· για δείπνο, σούπα, τρία ακόμη

πιάτα και επιδόρπιο. Έτσι, τα έξοδά μου μαζί με τον υπηρέτη θα έφταναν τις επτά δραχμές τη μέρα (κάπου πέντε σελίνια). Η κουζίνα ήταν αποκλειστικά γαλλική και γενικά τη βρήκα πολύ καλή.

28

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Συζήτηση με τον Δόκτορα Κλάδο και τον κ. Μπλακ σχετικά με μια νέα εφημερίδα – Η μέθοδος του γιατρού για

τη θεραπεία ενός παράφρονα – Πώς οι Μανιάτες παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους – Πικ-νικ στην Πεντέλη

τον κ. και την κ. Φίνλεϊ – Ελληνικό σκηνικό – Οι δύο Βασιλείς – Εξέγερση – Η διακήρυξη του Βασιλιά – Επίσκεψη

στον κ. Κουντουριώτη και την κ. Κατακάζη – Έλληνες

δικηγόροι και δικαστές – Επίσκεψη στα δικαστήρια –

Ελληνική δικαιοσύνη – Δρ Μανιάχης

Εκείνη περίπου την εποχή, ο φίλος

για το θέμα, οι δυο τους είχαν κατά σύμπτωση συναντηθεί στο ξενοδοχείο μου. Η εφημερίδα θα ονομαζόταν Πρωινός Κήρυξ και το ζήτημα

ήταν αν θα περιείχε πολιτικά ή όχι. Εγώ πάντως

διαφωνούσα με την ανάμιξη πολιτικών συζητήσεων

στην παρούσα κατάσταση στην Ελλάδα. Με τα

πολλά, αποφασίστηκε το καινούργιο εγχείρημα να

είναι ένα είδος «Εφημερίδας της Αυλής» που θα

περιοριζόταν στα νέα της αυλής και της πόλης, σε λογοτεχνία, κοινωνικά κλπ.

Δεκαπέντε ημέρες αργότερα, αυτή η εφημερίδα

29
με
μου ο Δρ Κλάδος αποφάσισε να βγάλει μια νέα εφημερίδα στην Αθήνα. Είχα μια συζήτηση μαζί του και με τον κ. Μπλακ

έκανε την εμφάνισή της· έχω μερικά φύλλα κοντά

μου τώρα. Είχε το μέγεθος μιας σελίδας χαρτιού

γραφής κι έβγαινε πέντε φορές την εβδομάδα. Οι

συνδρομητές πλήρωναν δύο δραχμές τον μήνα (1 σελίνι και 7 πένες), οι υπόλοιποι δέκα λεπτά το φύλλο (ούτε 1 πένα). Τα περιεχόμενα ήταν, πρώτα, τα νέα της πόλης – ανασκόπηση, χοροί, γεύματα

κλπ· ακολουθούσαν τα νέα της επαρχίας – κλοπές, ή κάποιο άλλο γεγονός. Μετά, οι εξωτερικές ειδήσεις και μια πρόχειρη κριτική ενός ελληνικού έργου

που είχε εκδοθεί· τέλος, διαφημίσεις, γεννήσεις, γάμοι και θάνατοι.

Η εφημερίδα πέτυχε, κανείς δεν την κατηγόρησε για πολιτικές προκαταλήψεις κλπ.

Ο Δρ Κλάδος ήταν γιατρός στο νοσοκομείο της

πόλης, που είχε κατά μέσον όρο πενήντα ασθενείς, τους οποίους φρόντιζαν και τους προμήθευαν φάρμακα δωρεάν. Ο γιατρός μού διηγήθηκε ένα πολύ

περίεργο περιστατικό σχετικά μ’ αυτό το νοσοκομείο. Είχε κάποτε έναν ασθενή που ήταν φρενοβλαβής και είχε κάνει τα πάντα για να τον ανακουφίσει από την αρρώστια του, όμως μάταια. Τελικά κατέφυγε στο πείραμα του γερού ξυλοδαρμού – πρωί, μεσημέρι και βράδυ. Το αποτέλεσμα ήταν απίστευτο. Ο άνδρας πριν από τον ξυλοδαρμό ήταν πάντα

φοβερά τρομοκρατημένος και νευρικός· αυτός ο υπερβολικός εκνευρισμός προκαλούσε την καταπο-

λέμηση της αρρώστιας κι ο ασθενής σχεδόν άμεσα

30

βελτιωνόταν. Τότε ο γιατρός μείωσε το ξύλο σε δύο

φορές την ημέρα, και πάλι ο άνθρωπος βελτιωνόταν. Μετά, το μείωσε σε έναν ξυλοδαρμό την ημέρα.

Ο καημένος ο άνθρωπος προοδευτικά βελτιωνόταν

μ’ αυτή τη θεραπεία, και τελικά θεραπεύτηκε εντελώς. Τώρα ασχολείται με το εμπόριο και φτιάχνει

ντουλάπια. Τον επισκέφθηκα ύστερα απ’ αυτό το

ανέκδοτο και τον βρήκα εντελώς υγιή.

Ο Δρ Κλάδος ανέφερε επίσης πως όταν ο Κόμης Καποδίστριας σπούδαζε ιατρική στην Ιταλία, συνήθιζε να επισκέπτεται το άσυλο των φρενοβλαβών

και να παρακολουθεί τους ασθενείς· μετά από κάποιο διάστημα έγινε υπερβολικά υποχόνδριος, κι ο δάσκαλός του όταν το άκουσε, του απαγόρευσε να ξαναπάει, λέγοντας πως με τις συνεχείς επισκέψεις

του θα διαταρασσόταν ο ίδιος. Και ο γιατρός επιβεβαίωσε αυτή την άποψη.

Ένα άλλο γεγονός, πολύ ιδιαίτερο, συνέβη εκείνο τον καιρό και μου το διηγήθηκε ο κ. Μπλακ, ο

Αρχηγός της Αστυνομίας. Ένας Μανιάτης παρουσιάστηκε στον Γενικό Εισαγγελέα γιατί είχε σκοτώσει έναν άνθρωπο στην επαρχία του. Ο άνδρας

παραδέχθηκε ειλικρινά το γεγονός και είπε τον λόγο

που το έκανε, πως ο πεθαμένος είχε σκοτώσει έναν

συγγενή του, και με τον θάνατο αυτού του συγγενή

η φυλή του μειώθηκε στα τριάντα πέντε άτομα, ενώ

η φυλή του πεθαμένου είχε τριάντα έξι. Σκότωσε

λοιπόν τον άνθρωπο, μόνο και μόνο για να μειώ-

31

σει την ανταγωνιστική φυλή στον ίδιο αριθμό με τη

δική του! Η επαρχία όπου έγινε αυτό λέγεται Μάνη – είναι

η νοτιότερη του Μωριά, μια περιοχή τόσο άγρια

και βάρβαρη που οι Τούρκοι δεν μπόρεσαν ποτέ να την υποδουλώσουν, ούτε και το προσπάθησαν ποτέ.

Κάθε τέσσερα-πέντε χιλιόμετρα υπάρχουν μικρά

οχυρά από σπίτια και, σαν τους παλιούς βαρόνους, οι κάτοικοι εξακολουθούν να διεξάγουν ληστρικές

επιδρομές όταν η μια φυλή εξοργιστεί από την προσβολή γειτονικής φυλής.

Ξεκίνησε μια μεγάλη συζήτηση για το ζήτημα

και συμφωνήσαμε όλοι πως ο καλύτερος τρόπος για να θεραπευτεί το κακό θα ήταν τα ευγενικά και συμβιβαστικά μέσα: Καλώντας τους άγριους βουνίσιους

στην πρωτεύουσα να μοιραστούν κι αυτοί τα αγαθά

που υπάρχουν εκεί – να απολαύσουν τη χαρά της βασιλείας, να πάρουν θέσεις. Να τους αρέσει τόσο πολύ ο νέος τρόπος ζωής και η τάξη πραγμάτων

ώστε να μην μπορούν να τα εγκαταλείψουν. Να τα μεταφέρουν μάλιστα πίσω στις επαρχίες τους. Και το κυριότερο, να μορφωθεί ο λαός. Με τον γλυκό

αυτόν τρόπο, η επαρχία της Μάνης μπορεί αναμφισβήτητα να μετατραπεί, μέσα σε λίγα χρόνια, σ’ ένα πολύτιμο απόκτημα για το κράτος. Πράγματι, μεταγενέστερα, η κυβέρνηση υιοθέτησε αυτά τα σοφά μέτρα, μέχρις ενός σημείου, κι έτσι η πόλη

είναι τώρα γεμάτη Μανιάτες αχθοφόρους. Χρησιμο-

32

ποιώντας τους, διαπίστωσα πως χρέωναν ελάχιστα, ήταν πολύ έντιμοι, ευγενικοί και δυναμικοί.

Τώρα, επειδή είναι βολικό για μένα αλλά κι

επειδή πιστεύω πως συμβάλλει στη διασκέδαση

των αναγνωστών μου, θα παραθέσω μερικά αποσπάσματα από το ημερολόγιό μου, με τον απλό και

ειλικρινή τρόπο που βρίσκω εκεί καταγραμμένες τις

ιδέες, τις γνώμες και τις παρατηρήσεις μου.

Αποσπάσματα από ημερολόγιο 9 Μαρτίου – Εχθές έλαβα σημείωμα από τον κ.

Φίνλεϊ (παλαιό φιλέλληνα), να συνοδεύσω τον ίδιο

και την οικογένειά του σε μια επίσκεψη στα λατο-

μεία μαρμάρου στην Πεντέλη, και δέχθηκα την πρόσκληση. Ο κ. Φίνλεϊ είναι απ’ τους Άγγλους που έχω

αναφέρει ξανά στο ημερολόγιό μου ότι έχει θυσιάσει

στον θεό Υμέναιο σε αρχαιοελληνικό βωμό. Η κυρία

Φίνλεϊ είναι ένας πολύ χαριτωμένος, ευπροσήγορος

άνθρωπος, και την εκτιμούν όλοι όσοι τη γνωρίζουν.

Κάθε βράδυ δέχονται φίλους, έχω περάσει πολλά

ευχάριστα βράδια στο σπίτι τους.

Ξεκινήσαμε το πρωί στις οκτώ και πήγαμε στο

σπίτι του κ. Φίνλεϊ με άλογο. Βρήκε ο υπηρέτης μου

ένα πολύ καλό απ’ τον στάβλο στην άκρη της πό-

λης – εκεί μπορείς να βρεις και τελευταία στιγμή.

Μερικά άλογα εκεί είναι πολύ καλά· οι σέλες είναι συνήθως ιταλικές, καμιά φορά τούρκικες, μπορεί να

33

βρεις και άλογο με σέλα αγγλική. Η τιμή για ένα

καλό άλογο είναι έξι δραχμές την ημέρα (4 σελίνια

και 3 πένες).

Η παρέα αποτελούνταν από τον κύριο και την

κυρία Φίνλεϊ, τη Μις Κρόκετ [Crockett], Αγγλίδα, και λίγους Γερμανούς και Έλληνες αξιωματικούς

του στρατού. Αυτή η έφιππη παρέλαση ανθρώπων

και αλόγων ζωήρεψε την περιοχή. Ο Φίνλεϊ ζει στην

οδό Αδριανού, στο πάνω μέρος της πόλης, δρόμο

που θεωρείται η Σωσέ ντ᾽ Αντέν [Chaussé d’Antin]

των Αθηνών. Ο Άγγλος πρέσβης, ο Καγκελάριος,

ο Ρώσος και ο Τούρκος πρέσβης και ο Στρατηγός

Τσωρτς μένουν όλοι εδώ, κι είναι στ’ αλήθεια η πιο υγιεινή και καλή περιοχή της πόλης.

Βγαίνοντας απ’ την πόλη προς αυτή την κατεύθυνση, περνάς απ’ τα παλιά ανάκτορα στ’ αριστερά, και τα νέα, στα δεξιά. Σύντομα φτάσαμε στον

Άγχεσμο και μετά επιταχύναμε προς το μαγευτικό

σημείο Αγγελόκηποι, τρία χιλιόμετρα έξω από την

πόλη. Εδώ υπάρχουν δύο πολύ όμορφες καλοκαιρινές κατοικίες – η μία της κυρίας Κατακάζη, η άλλη

του Κόμη Μπογκιάρι [Boggiari]. Σταματήσαμε στο

Χαλάνδρι για λίγο, να δροσίσουμε τ’ άλογα σε μια βρύση που έχτισαν οι Τούρκοι κι όπου λίγες Ελληνίδες έπλεναν τα ρούχα τους. Μετά μπήκαμε στην

όμορφη και πλούσια πεδιάδα που απλώνεται από το

Χαλάνδρι ως την Πεντέλη, μήκους οχτώ χιλιομέτρων περίπου. Είχα ξαναπεράσει πριν από δεκαπέ-

34

ντε μέρες, όμως η τωρινή ζέστη είχε γεμίσει το έδα-

φος με χιλιάδες λουλούδια. Διασχίσαμε στρώματα

από ανεμώνες κάθε λογής και χρώματος, την προ-

σοχή μας τράβηξαν πολλές διπλές. Τα δέντρα είχαν

ήδη φύλλα, παρόλο που ήταν μόλις 9 Μαρτίου. Τα

αρωματικά βότανα, απ’ τα οποία είναι γεμάτες οι

πεδιάδες της Ελλάδας, ξυπνούσαν από τη χειμερία

νάρκη τους και ανήγγελλαν την αναγεννημένη ζωή

σκορπίζοντας στον αέρα ευωδιές. Περάσαμε ρυά-

κια και ποταμάκια που είχαν την πηγή τους στην

Πεντέλη, κι είχαν στις όχθες τους κουμαριές, πικροδάφνες κλπ. Το κελάιδισμα των πουλιών, που ήταν αμέτρητα στα ψηλά γειτονικά δέντρα, ζωήρευαν τη σκηνή· το κελάρυσμα του νερού, οι ομιλίες της συντροφιάς, το χλιμίντρισμα των αλόγων, που έδειχναν ν’ απολαμβάνουν το τοπίο όσο κι εμείς, τα γέμιζαν όλα με μια γοητεία που θα αργήσω να ξεχάσω. Σε λίγο πήραμε την ανηφόρα και φτάσαμε στη σπηλιά κατά τις έντεκα και μισή.* Αφού ικανοποιήθηκε η περιέργεια των κυριών για τα θαυμαστά και τα μυστήρια της περιοχής, προτείναμε να περάσουμε την ημέρα στο μοναστήρι της Πεντέλης, ενάμισι χιλιόμετρο πιο πέρα, όπου αποφασίσαμε να πάρουμε πρωινό.

Φτάνοντας εκεί και περνώντας την πύλη μπροστά απ’ την πόρτα της εκκλησίας, διαπιστώσαμε

* Υπάρχει περιγραφή αυτής της σπηλιάς στη σελίδα 23.

35

με ευχάριστη έκπληξη πως ο κύριος και η κ. Φίνλεϊ είχαν φροντίσει για ένα υπέροχο γεύμα, με όλη

την πολυτέλεια που θα βρίσκαμε στο σπίτι τους.

Καθώς η ιππασία κι ο καθαρός αέρας του βουνού

μάς είχαν ανοίξει την όρεξη, ανταποκριθήκαμε σ’

αυτή την πρόσφορη φιλοξενία. Μετά αποσυρθήκαμε

στη δροσερή σκιά των δέντρων, στα λιβάδια κοντά

στο μοναστήρι (γιατί τώρα ήταν πια μεσημέρι, κι η ζέστη πνιγηρή). Εκεί χαλαρώσαμε για λίγες ώρες, απολαμβάνοντας τη συνηθισμένη δραστήρια ραθυμία, που είναι και η γοητεία τέτοιων εκδρομών.

Το μέρος που διαλέξαμε για τον περίπατό μας ήταν ευχάριστα γραφικό και θύμιζε αγροτική ζωή. Απείχε κάπου εκατόν σαράντα μέτρα από το μοναστήρι, το χορτάρι ήταν πράσινο κι εντελώς στεγνό, και το μέρος σκιαζόταν από φτελιές και πλατάνια, το φύλλωμά τους έφερνε μια απολαυστική δροσιά.

Ένα από τ’ αναρίθμητα ρυάκια που κατέβαινε από

τα κοντινά βουνά περνούσε κυκλικά από το μοναστήρι κι έρεε φιδωτά μες στο λιβάδι, όπου προεξείχαν κάτι θάμνοι ψηλοί. Το όλο σκηνικό ηρεμούσε

και καταλάγιαζε, σαν τα τοπία που περιέργως ταιριάζουν στο αγγλικό γούστο περί εξοχής. Το ίδιο το μοναστήρι δεν είναι και τόσο παλιά κατασκευή, έχει χαραγμένη πάνω του τη χρονολογία 1760. Στις τέσσερις ανεβήκαμε στ’ άλογα για να επιστρέψουμε, και φτάσαμε γύρω στις έξι. Ανάμεσα

σ’ εκείνους που συναντήσαμε στον δρόμο της επι-

36

στροφής ήταν οι δύο Βασιλείς, που περπατούσαν

πιασμένοι αγκαζέ, χωρίς ακολουθία, και φανερά

απολαμβάνοντας, σαν κι εμάς, την ομορφιά του το-

πίου και το μυρωμένο απαλό αεράκι. Μια τόσο μεγάλη πομπή με άλογα τράβηξε φυσικά την προσοχή

των δύο μοναρχών, που επέστρεψαν τον χαιρετισμό

μας με μεγάλη χάρη και ειλικρίνεια. Όταν φθάσαμε

σπίτι, δεν απέφυγα την ενόχληση από τη ζέστη και

τον ήλιο. Νομίζω πως δεν είναι μόνο ενοχλητικό,

είναι κι επικίνδυνο να εκτίθεσαι πολύ σ’ αυτόν τον

ανοιξιάτικο ήλιο στην Ελλάδα. Είναι αλήθεια πως

οι ακτίνες τον Μάρτιο δεν είναι τόσο δυνατές όσο αργότερα, αλλά επειδή δεν είμαστε συνηθισμένοι σ’ αυτές, αμέσως μετά τον χειμώνα, το αποτέλεσμα

είναι πιο έντονο και επικίνδυνο.

Είχα αρκετό καιρό να επισκεφθώ τον κ. Γεώρ-

γιο Κουντουριώτη και πήγα στο σπίτι του εκείνο το βράδυ. Μόλις έφτασα, βρήκα εκεί τον υπουργό Ναυτιλίας κ. Κριεζή, τον κ. Μπουντούρη, γαμπρό του

Κουντουριώτη, και κάποιους άλλους Υδραίους. Ένα

τέταρτο μετά την άφιξή μου, μπήκε ο Κοτζάκος, ένας

απ’ τους υπασπιστές του Βασιλιά. Είναι Μανιάτης

συγγενής του Μαυρομιχάλη, του καλύτερου οπλαρ-

χηγού της Μάνης. Ο Κοτζάκος μοιάζει αληθινά με

αρχαίο Έλληνα – έξυπνος, ζωηρός, και με φλογερή

φαντασία. Είχα την ευκαιρία να κάνω τη σύγκριση

ανάμεσα σ’ αυτόν και τον Υδραίο. Ο Υδραίος είναι

σοβαρός στους τρόπους, όχι για να προσβάλει αλλά

37

λόγω της φλεγματικής του φύσης. Όμως φημίζεται

για την εντιμότητά του. Ο Κουντουριώτης κι ο Κριεζής

θεωρούνται δύο από τους πιο ακέραιους άνδρες στην

Ελλάδα. Έπαιζαν χαρτιά όταν μπήκα. Το παιχνίδι

ήταν τριάντα μία, και οι μίζες μέτριες.

Αργότερα, πήγα στο σπίτι της κυρίας Κατακάζη, συζύγου του Ρώσου πρέσβη, γιατί είχε δεξίωση. Εδώ βρήκα όλα τα νιάτα και την ομορφιά της

Αθήνας. Παρόλο που απολάμβανα ό,τι έβλεπα, δεν

μπορούσα να μη σκεφτώ την αλλαγή που συνέβη σ’

αυτή την άτυχη χώρα απ’ τον καιρό της αρχαίας

δόξας των Αθηναίων. Ο Ρώσος πήρε τη θέση του Έλληνα· στην κατοικία του Ρώσου υπήρχε η πιο εξεζητημένη ευγένεια, στου Έλληνα ο πανάρχαιος

τρόπος κοινωνικής

συναναστροφής. Είναι κρίμα

που ο Κουντουριώτης, ο Μπουντούρης, ο Κολοκοτρώνης, ο Ζαΐμης και άλλοι διακεκριμένοι και εύπο-

ροι Έλληνες δεν συνεννοούνται μεταξύ τους και δεν δέχονται επισκέπτες, κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου, με τον τρόπο των Ευρωπαίων. Ένας

ξένος που φτάνει την Ελλάδα και θέλει να παρατηρήσει την ελληνική κοινωνία είναι αναγκασμένος να

συχνάζει στους χορούς των ξένων πρέσβεων αντί στα σπίτια ντόπιων.* Παρά τις βαθιές σκέψεις μου

* Έκτοτε άκουσα πως αυτό που ευχόμουν θα πραγματοποιηθεί τον ερχόμενο τον χειμώνα και δεν θα επιτρέπεται να στιγματίζεται έτσι στο μέλλον η ελληνική φιλοξενία.

38

όμως, διασκέδαζα πολύ, και στις δώδεκα επέστρεψα

στο σπίτι για να γράψω το συμπέρασμα στο ημερολόγιό μου.

13 Μαρτίου – Ενώ έπαιρνα πρωινό, πέρασε ο

Πετσάλης πηγαίνοντας προς το δικαστήριο. Είναι δικηγόρος περιωπής. Μόλις έμαθα απ’ αυτόν πως

θα δικηγορούσε σήμερα, του πρότεινα να τον συνοδεύσω στο δικαστήριο. Έτσι κι έγινε. Διασκέδασα

πολύ με τη ρητορική δεινότητα που επέδειξε τόσο ο

ίδιος όσο και ο αντίπαλός του, ο κ. Σκούφος.

Μετά τη δίκη, γευμάτισα με τον Πετσάλη στο

Ξενοδοχείο Ρουαγιάλ (το καλύτερο στην πόλη, το είχαν ο κύριος και η κυρία Καζάλι), του έκανα μερικές ερωτήσεις για την κατάσταση της νομοθεσίας

στην Ελλάδα και θα καταθέσω τα βασικά σημεία

της απάντησής του, τώρα που είναι φρέσκα στη

μνήμη μου, όσο πιο καλά μπορώ, με τα δικά του λόγια.

Γενικά στη χώρα χρησιμοποιείται η γαλλική

νομοθεσία, με κάποιες εξαιρέσεις. Το ειρηνοδικείο ασχολείται μόνο με πταίσματα και, σε περίπτωση

χρεών, μέχρι το ποσό των είκοσι δραχμών, χωρίς

έφεση. Επίσης ασχολείται με υποθέσεις χρεών μέχρι

εκατό δραχμές αλλά οι αντίδικοι μπορούν να κάνουν

έφεση στο πρωτοδικείο αν το ποσό είναι πάνω από

είκοσι δραχμές. Σ’ αυτό το δικαστήριο υπάρχουν

τρεις δικαστές. Το αμέσως ανώτερο δικαστήριο

αποκαλείται Εφετείο κι έχει πέντε δικαστές. Μόνο

39

δύο δικαστικές αποφάσεις μπορούν να βγαίνουν σε

κάθε δίκη.

Υπάρχει κι ένα άλλο δικαστήριο, με την ονομα-

σία Άρειος Πάγος, που δεν εξετάζει τα καθέκαστα.

Σ’ αυτό το δικαστήριο προσφεύγουν όταν έχει γίνει

λάθος στην εφαρμογή του νόμου. Η δικαιοδοσία του

αφορά εγκληματικές καθώς και πολιτικές υποθέσεις.

Στις εγκληματικές υποθέσεις υπάρχει μόνο

ένας βαθμός δικαιοδοσίας – σε Πλημμελειοδικείο ή Κακουργιοδικείο. Η δικαιοδοσία του Πλημμελειοδικείου αποφασίζεται από τη βαρύτητα του εγκλήματος. Εάν το έγκλημα δεν ξεπερνά τη φυλάκιση

των πέντε ετών, δικάζει την υπόθεση· αν ξεπερνά τα

πέντε έτη, παίρνει την ευθύνη το Κακουργιοδικείο.

Το Πλημμελειοδικείο αποτελείται από πέντε δικαστές και έναν Πρόεδρο· το Κακουργιοδικείο από

πέντε δικαστές και από ορκωτό δικαστήριο, δώδεκα

πρόσωπα διαλεγμένα από το σώμα των πολιτών.

Κανείς δεν προσέρχεται σε δίκη αν δεν έχει κατηγορητήριο. Το κατηγορητήριο συντάσσεται από τους

δικαστές του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που συνεδριάζουν κατ’ ιδίαν, και παραδίδεται στον Γενικό

Εισαγγελέα που ευθύνεται για τη μήνυση. Το κατηγορητήριο υπόκειται σε έφεση, και οι δικαστές του Εφετείου κρίνουν το κατηγορητήριο. Ο κατηγορούμενος πρέπει να δικαστεί μέσα σε τριάντα ημέρες. Όλες οι εμπορικές συναλλαγές κρίνονται από το Πρωτοβάθμιο, ενώπιον ενός προέδρου, με τη βοή-

40

θεια δύο δικαστών από το σώμα των εμπόρων. Ο

επικεφαλής νομικά Υπουργός Δικαιοσύνης δεν προΐσταται σε κανένα από τα δικαστήρια. Απλά παρακολουθεί τα πάντα, βλέπει αν διαταράσσεται η

εφαρμογή του νόμου· μπορεί να θεωρηθεί ο σύνδεμος μεταξύ Δικαστικού και Εκτελεστικού. Οι νόμοι

που αφορούν την πτώχευση ή την αφερεγγυότητα

είναι όμοιοι με τους δικούς μας.

Ήθελα να κάνω ένα κομπλιμέντο στον Πετσάλη

(που ασφαλώς το άξιζε) και του είπα: «Εσύ, το δίχως άλλο, μια μέρα θα γίνεις δικαστής». «Ελπίζω

πως όχι», μου είπε, «γιατί ο μισθός του δικαστή

είναι μόνο 150 λίρες τον χρόνο – ελάχιστα για να εξασφαλισθεί η απλή διαβίωση. Ενώ τώρα, σαν δικηγόρος, βγάζω εύκολα χίλιες λίρες τον χρόνο».

Και οι δύο αποδοκιμάσαμε αυτό το σύστημα ως

πολύ επικίνδυνο και επιζήμιο για τη σωστή και ανόθευτη απόδοση δικαιοσύνης, αφού με τέτοιο μισθό, μόνο ανίκανοι άνθρωποι θα δέχονταν ή έστω θα διατηρούσαν την υπεύθυνη θέση ενός δικαστή.*

* Αργότερα έμαθα πως ο Δρ Μανιάχης, ο Έλληνας για τον οποίο ανέφερα πριν πως είχε σπουδάσει στο Καίμπριτζ, διορίστηκε δικαστής στην Πάτρα, με αυτές τις άθλιες απολαβές.

Αλλά μετά από έξι μήνες, το βρήκε εντελώς αδύνατο να συντηρείται ο ίδιος, η γυναίκα του και η πολυάριθμη οικογένειά του, οπότε απέστειλε την παραίτησή του και τώρα κερδίζει ένα καλό

εισόδημα σαν δικηγόρος.

41

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ Η πρόθεση του Βασιλέα της Βαυαρίας να αναχωρήσει –Χορός στης κυρίας Καγκελαρίου – Η αβροφροσύνη του Βασιλέα της Βαυαρίας στον χορό – Ο Κολοκοτρώνης προτείνει στον συγγραφέα να γίνει θετός γιος του – Κυνηγετική εκδρομή – Ο Στρατηγός Τσωρτς και οι οπλαρχηγοί – Πολιτική συζήτηση του συγγραφέα με Έλληνες οπλαρχηγούς – Ρωσική μηχανορραφία στον Μωριά –

Η ρωσική ισχύς σε σύγκριση με γειτονικών κρατών

Σ’ ένα κράτος μικρό σαν την Ελλάδα, ειδικά σε

μια πόλη μικρή σαν την Αθήνα, που έχει πληθυσμό είκοσι χιλιάδες κατοίκους, τα πάντα μαθεύονται.

Μια άφιξη ή αναχώρηση συζητιέται και κρίνεται, ακόμα κι αν πρόκειται για ένα άτομο. Και τι θα συμ-

βεί αν αυτό το άτομο τυγχάνει να είναι μονάρχης;

Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας τώρα (27 Μαρτίου 1836) ετοιμαζόταν να αναχωρήσει την επομένη. Επειδή

η Μεγαλειότης του συνδέεται με τους Έλληνες με αμοιβαία καλά αισθήματα, το γεγονός προκάλεσε

συζήτηση. Την προηγούμενη Κυριακή, η Μεγαλειό-

της του έστειλε στον Κουντουριώτη, τον Ζαΐμη και

τον Πέτρο Μαυρομιχάλη (Μανιάτη οπλαρχηγό),

μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, το βαυαρι-

43

κό παράσημο Τιμής. Επειδή ο Μαυρομιχάλης ήταν

άρρωστος και κλεισμένος στο δωμάτιό του, ο Βασιλιάς της Βαυαρίας είχε την ευγένεια να πάει στο

σπίτι του και να του δώσει το παράσημο με τα ίδια

του τα χέρια. Αυτό το γεγονός ευχαρίστησε ιδιαιτέρως τον λαό και δυνάμωσε τα καλά αισθήματα των Αθηναίων.

Την προηγουμένη της αποχώρησης του Βασιλιά, η Κόμισσα του Άρμανσπεργκ έκανε δεξίωση

στο σπίτι της. Ήταν η πρώτη δεξίωση που έδινε η

Κόμισσα μετά τον θλιβερό θάνατο (τον περασμένο

Σεπτέμβριο) της μεγάλης της κόρης, της Πριγκί-

πισας Λουίζας Καντακουζηνού. Επειδή ήταν Σαρακοστή, δεν έγινε χορός, μόνο που παίχτηκαν μερικά

ιταλικά και γερμανικά κομμάτια από ερασιτέχνες.

Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας ήταν παρών και συζήτη-

σε πολύ με τους οπλαρχηγούς, στους οποίους ήταν

πολύ αγαπητός. Δεν χάνει ευκαιρία να δείχνει την

προτίμησή του για την ελληνική φορεσία. Αυτή τη

φορά, ο Νικήτας (ο Τουρκοφάγος) φορούσε ευρωπαϊκή στολή συνταγματάρχη και στεκόταν πλάι

στον Γενναίο Κολοκοτρώνη, τον γιο του Κολοκοτρώνη, που φορούσε ελληνική στολή. Αυτό τράβηξε

την προσοχή του Βασιλέα, που πλησίασε τον Νικήτα και του είπε: «Πρέπει να φοράς την τοπική σου

φορεσιά, όπως οι άλλοι οπλαρχηγοί. Είναι απείρως

ανώτερη. Εξάλλου, είναι και εθνική».

Επειδή η συντροφιά δεν ήταν μεγάλη (δεν είχε

44

πάνω από εκατόν τριάντα άτομα στην αίθουσα),

είχα την ευκαιρία να προσέξω ιδιαίτερα τους παλιούς αυτούς ηρωικούς αντάρτες, που οι τρόποι

τους, παρότι είχαν μια τραχύτητα, δεν ήταν άγριοι

και απολίτιστοι· σε αντίθεση με κάποιους καλοαναθρεμμένους, δεν έκαναν την παραμικρή απρέπεια. Ο

σεβασμός τους, τόσο προς τον Βασιλέα της Βαυαρίας όσο και προς τον νεαρό μονάρχη, είναι υπερβολικός και δεν χάνουν ευκαιρία να το δείχνουν. Εκείνο το βράδυ, ήταν παρόντες ο Κολοκοτρώνης, ο Γκριτζιώτης [Κριεζώτης], ο Νικήτας, ο Κουντουριώτης, ο Μπουντούρης, ο Ζαΐμης, ο Δρόσος Μανσόλας, ο Κριεζής, ο Μακρυγιάννης, οι γιοι του Ναυάρχου Μιαούλη, ο Βαλτινός κλπ.

Ο Βασιλιάς της Ελλάδος, που μιλά τέλεια τα ελληνικά, στα διαλείμματα περπατούσε στην αίθουσα απευθύνοντας τον λόγο στους οπλαρχηγούς στη μητρική τους γλώσσα. Η συμπεριφορά της Μεγαλειότητάς του δεν είναι προσποιητή, μιλά σε όλους με πολλή ευγένεια και προσπαθεί να ευχαριστεί τον λαό τον οποίο κυβερνά, που δέχεται ευνοϊκά τα νιάτα και τη φυσική του καλή προαίρεση.

Στην πραγματικότητα, απ’ όλους τους λαούς του κόσμου, οι Έλληνες μπορούν πιο εύκολα να κυβερνηθούν αν τους μεταχειρίζεται κανείς καλά και τους

συμπεριφέρεται καταδεκτικά. Οι Έλληνες μπορεί να θεωρηθούν ματαιόδοξος λαός· οι σύμβουλοι του Βασιλέα, επωφελούμενοι απ’ αυτή την ιδιότητα, έχουν

45

τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν με μεγάλη ευκο-

λία το παράσημο που δημιουργήθηκε, το μετάλλιο

του Σωτήρος. Αυτή η τακτική, όταν εφαρμόζεται

σωστά, είναι η πιο οικονομική και αποτελεσματική

ανταμοιβή που ανακαλύφθηκε ποτέ. Πράγματι, κανείς λαός στον κόσμο δεν λαχταρά περισσότερο από

τους Έλληνες τις τιμές που προβάλλονται προς τα

έξω, τα μεγαλεία, κι όλα τα συμπαρομαρτούντα της βασιλείας. Κι επειδή η μοναρχία δεν είναι ένας

δαπανηρός τρόπος διακυβέρνησης στην Ελλάδα, το έθνος θα προκόψει με αυτήν – ιδιαίτερα επειδή θα

συγκεντρώσει το ταλέντο και τη σκέψη προς μία κατεύθυνση. Απ’ την άλλη μεριά, αν το ελληνικό έθνος ήταν δημοκρατία, λόγω των έντονων αρχηγικών

διχασμών θα ξανάπεφταν στα χέρια των Τούρκων.

Μπορεί να φανταστεί κανείς πως είχαν μελετήσει

τη μοίρα της άτυχης εκείνης χώρας, της Πολωνίας,

που δεν θα έπεφτε ποτέ αν οι εσωτερικοί διχασμοί

δεν δημιουργούσαν μια εκλεκτορική μοναρχία.

Παρά την απομάκρυνση του Κόμη Άρμανσπεργκ

από την εξουσία, πρέπει να παρατηρήσω εδώ ότι

θεωρείται ένας καταξιωμένος πολιτικός, ο οποίος

ξεπέρασε τις δυσκολίες που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει. Πράγματι, διαθέτει μεγάλη ψυχική δύναμη και οξυδέρκεια, ενώ παράλληλα αργεί να υλοποιήσει

τις απόψεις του. Η κρίση και η προνοητικότητά του ήταν εμφανείς στην απόφασή του για τις εξωτερικές

σχέσεις της Ελλάδος: πως έπρεπε να δεθεί στενά με

46

τη Μεγάλη Βρετανία – της οποίας ο πλούτος, η δύναμη και η φιλελεύθερη πολιτική, ενωμένα, είναι τα μοναδικά που μπορούν να εξασφαλίσουν στην Ελλάδα τη σταθερότητα και τη στήριξη που θα χρειαστεί για λίγα χρόνια.

Στη δεξίωση που προανέφερα συνέβη ένα περιστατικό απροσδόκητο,

ή έμμεση σχέση

με το κράτος, και καθώς εγώ είχα κάποιες σχέσεις

με την κυβέρνηση και ήμουν αρκετές φορές στους χορούς όπου ήταν παρών και ο ίδιος, ο Βασιλιάς με αναγνώρισε και ρώτησε τον Στρατηγό Τσωρτς με ποιον μιλούσε και ποιος ήμουν. Όταν έμαθε τ’ όνομά μου, με πλησίασε και είπε: «Έχετε σχέση με τον Λόρδο Κόχραν;» Απάντησα καταφατικά. Η Μεγαλειότης του τότε είπε: «Είναι σπουδαίος ναύαρχος

και η φήμη έχει διαδώσει τ’ όνομά του σ’ όλο τον κόσμο».

Ένα επακόλουθο αυτής της αβροφροσύνης, παρότι απροσδόκητο και καθαρά προσωπικό, αξίζει να αναφερθεί εδώ. Μόλις ο Βασιλιάς της Βαυαρίας σταμάτησε να μου μιλά, ο γέρος Κολοκοτρώνης ήρθε

κοντά μου και, πέρα από άλλα δείγματα ευγένειας

και εγκαρδιότητας, με παρακάλεσε να τον θεωρώ

πατέρα μου! Πρόσθεσε πως έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για μένα και θεωρούσε πολύτιμη τη φιλία μου.

Πριν φύγω από τη δεξίωση, ο Κόμης Άρμανσπεργκ

47
και γι’ αυτό πολύ ευχάριστο σε μένα. Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας θέλει να του συστήνουν όποιον έχει άμεση

μου έφτιαξε τη διάθεση και χάρηκα ακόμα περισσό-

τερο τη βραδιά, γιατί με πληροφόρησε πως ο Βασιλιάς είχε δεχτεί την αίτησή μου και θα προχωρούσε

άμεσα στην υλοποίησή της.

Αποσπάσματα ημερολογίου (συνέχεια)

30 Μαρτίου – Παρά τη χθεσινοβραδινή διασκέδαση στης Κόμισσας Άρμανσπεργκ, σηκώθηκα στις

έξι το πρωί για να πάω στο ραντεβού για κυνήγι με

τον Σωτηριάδη, στο Χαλάνδρι. Είχα βρει ένα καλό

δυνατό άλογο, με αγγλική σέλα κλπ., και μετά από

ένα βιαστικό πρωινό, πήγα στο καθορισμένο σημείο, κάπου οχτώ χιλιόμετρα έξω από την πόλη.

Δεν υπήρχαν σκυλιά πόιντερ ή γκρεϊχάουντ αλλά

ένα μικρό τεριέ κι ένα είδος τσοπανόσκυλου! Όμως

στην Ελλάδα συνηθίζεται να αξιοποιούν στο έπακρο το κάθε τι. Πλησιάζοντας στο χωράφι, βρήκα τον νεαρό Μιαούλη, τον Κολοκοτρώνη, τον Καντακουζηνό, τον Σωτηριάδη και τον Σούτσο. Σχημα-

τίστηκε μια σειρά από σκυλιά, άνδρες και άλογα, πετάχτηκε ένας λαγός που οι κυνηγοί τον κυνηγού-

σαν για ένα τέταρτο περίπου – ενώ τα σκυλιά έμεναν πίσω μ’ έναν από τους κατοίκους του χωριού.

Όπως εύκολα μαντεύει κανείς, ο λαγός το έσκασε, και μετά από δύο ώρες καλπασμό και τρεχαλητό

γύρω-γύρω στην εξοχή, επιστρέψαμε στο χωριό.

Κάτω από τη σκιά ενός μεγάλου πλάτανου, απο-

48

λαύσαμε τη φιλοξενία του Σωτηριάδη: δύο ψητά

αρνιά – αρνίσιες προβιές φορούσαν τα Παλικάρια.

Ένας μεγάλος πάσσαλος ήταν η σούβλα, που η μια

της άκρη ακουμπούσε σε πέτρα, ενώ την άλλη της

άκρη γύριζε μια γυναίκα του χωριού, μπροστά σε

μια μεγάλη φωτιά, ειδικά ετοιμασμένη. Για να μην

καεί η πέτσα των αρνιών, τα έτριβαν συνέχεια με

λίπος δεμένο στην άκρη ενός ξύλου. Όλοι μας πή-

ραμε μέρος στην προετοιμασία του φαγητού. Μόλις τελειώσαμε, δεν χάσαμε καιρό να εκτιμήσουμε τ’ αποτελέσματα. Τα ντόπια κρασιά, από Χίο, Τήνο

και Νάξο, διαλεγμένα από τον Σωτηριάδη, συνέβαλαν πολύ στο ν’ ανεβάσουν τη διάθεση των Παλικαριών. Έπειτα, μας σέρβιραν ελληνικά γλυκά και, για το τέλος, λίγο μέλι Υμηττού, που μας έφερε ένας χωρικός, κλείνοντας έτσι εξαιρετικά το πραγματικά βουκολικό μας γεύμα.

Το σημείο που είχαμε διαλέξει ήταν περίπου οχτακόσια μέτρα απ’ το χωριό, κατάλληλο για πικνικ. Σχημάτιζε μια μικρή ρεματιά, κάπου ενενήντα μέτρα άνοιγμα, μ’ ένα μικρό ποταμάκι να τη διασχίζει. Υπήρχε μπόλικο χορτάρι για τα άλογα, και στις κατηφοριές, στα πλαϊνά της ρεματιάς, είχε μεγάλες φτελιές και πλατάνια στη σειρά, που τώρα ήταν καταπράσινα και πρόσφεραν υπέροχη σκιά από τις ακτίνες του ήλιου. Μετά το γεύμα (που κράτησε περίπου μία ώρα) ξαπλώσαμε στη σκιά των δέντρων και κάναμε τη

49

σιέστα μας. Στη συνέχεια, μερικοί από εμάς, ο Μιαούλης, ο Καντακουζηνός και ο Κολοκοτρώνης, διασκέδασαν με αγώνα άλματος, όπου ο Κολοκοτρώνης κέρδισε.

Μόλις έδυσε ο ήλιος, ανεβήκαμε στ’ άλογα για να επιστρέψουμε. Φτάνοντας μάθαμε πως ο Βασιλιάς της Βαυαρίας είχε επιβιβαστεί στο ατμόπλοιο

της Βρετανικής Μεγαλειότητος, το «Μήδεια», με κυβερνήτη τον πλοίαρχο Ώστεν [Austin], και πως

το πλοίο θα πήγαινε κατευθείαν στην Ανκόνα. Τη Μεγαλειότητά του συνόδευαν στο λιμάνι οι Αρχές

και ο Στρατηγός Τσωρτς – που, όπως άρμοζε στην περίσταση, είχε συγκεντρώσει πενήντα Έλληνες οπλαρχηγούς (χωρίς να το ξέρει ο Βασιλιάς), όλους

με τις στολές τους, να συνοδεύσουν έφιπποι τη Μεγαλειότητά του στο λιμάνι. Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας

ενθουσιάστηκε απ’ αυτή την αυθόρμητη αφοσίωση

και τον σεβασμό από ανθρώπους μιας χώρας που τ’

όνομά της ήταν πάντα γι’ αυτόν αγαπημένο και ευ-

χάριστο, και αναμφισβήτητα έχει γεννήσει την ορθή

και κλασική αίσθηση για την οποία είναι πασίγνωστος σε όλη την Ευρώπη. * * * Όσο βρισκόμουν στην Αθήνα, ήταν κανόνας

να είμαι ευγενικός με όλους και χαιρόμουν να τους

δέχομαι στο σπίτι μου, όσο κι αν διαφέραμε στις

50

πολιτικές απόψεις και προτιμήσεις. Πάνω από ένα

φλιτζάνι καφέ κι ένα τσιμπούκι άκουγα ό,τι είχαν να

πουν. Κι επειδή οι Έλληνες ενθουσιάζονται αν τους

ακούς και τους αφήνεις να τελειώσουν τις μακρο-

σκελείς τους ομιλίες, τους έφτιαχνα τη διάθεση. Μ’

αυτόν τον τρόπο είδα πολλούς απ’ αυτούς κι έμαθα

τις απόψεις και τη γνώμη τους για την κατάσταση

της χώρας και για τις πολιτικές και εμπορικές προοπτικές και υποθέσεις της.

Λίγες μέρες μετά την αναχώρηση του Βασιλέα

της Βαυαρίας, ένα πρωί ο φίλος μου ο πλοίαρχος

Ιωάννης [Joanni] με επισκέφθηκε, με πολύ λυπη-

μένη όψη, σαν να του είχε συμβεί κάτι σοβαρό. Τον

πήρα από το χέρι και τον ρώτησα τι έγινε. Είπε

ότι δεν συνέβη τίποτα στον ίδιο αλλά στον κοινό

μας φίλο τον Μπουτέ [Boutet], που σκοτώθηκε σε συμπλοκή με τους αντάρτες στα σύνορα.

Ο Μπουτέ ήταν πολύ αγαπητός σε όσους τον

γνώριζαν. Ήταν έτοιμος να παντρευτεί μια πολύ

όμορφη Αθηναία, όμως με το ξέσπασμα της εξέγερσης στα σύνορα, κι επειδή κάλεσαν στρατεύματα

να πάνε να την καταπνίξουν, ο λόχος του δύστυχου

Μπουτέ διατάχθηκε να πάει στο πεδίο μάχης, κοντά στο Ζητούνι [Λαμία]. Στην πρώτη σύγκρουση

ο Μπουτέ ήταν επικεφαλής του λόχου του, κι επειδή

του είχε δοθεί εντολή να προχωρήσει, υπάκουσε με

τον πιο γενναίο τρόπο. Όμως του είχαν στήσει ενέδρα, και το στράτευμα βρέθηκε σε αμήχανη θέση,

51

ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, οπότε υποχώρη-

σε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Ο Μπουτέ προσπά-

θησε να τους ανασυντάξει – παραμένοντας γενναία

στη θέση του. Κι ενώ το έκανε, τον βρήκε στο κεφά-

λι ένα βόλι απ’ το μουσκέτο ενός αντάρτη κι έπεσε

νεκρός αμέσως. Οι αντάρτες βγήκαν πολλοί μαζί, πήραν το σώμα του, του αφαίρεσαν ό,τι πολύτιμο

είχε και μετά του έκοψαν για τρόπαιο το κεφάλι.

Αυτός ο φίλος ήταν Γάλλος. Είχε μπει στην

υπηρεσία της Ελλάδος το 1822 και είχε πάρει μέρος στις περισσότερες απ’ τις σημαντικές μάχες

που ακολούθησαν. Είχε γλυτώσει απ’ τους κινδύ-

νους του πολέμου και πήρε για την ανδρεία του τον

βαθμό του λοχαγού. Το επιστέγασμα της ευτυχίας

του ήταν πως επρόκειτο να εγκατασταθεί στη χώρα

που επέλεξε – όταν ξαφνικά τον έκοψαν, πάνω στον

ανθό της ηλικίας του, πάνω που θα πραγματοποιούσε τα όνειρά του!

Το αίσθημα της λύπης και της εκτίμησης στο

πρόσωπό του ήταν πάνδημο. Ο καημένος ο Ιωάννης

ήταν απαρηγόρητος. Ήταν φίλοι κολλητοί κι είχαν

περάσει πολλά δύσκολα μαζί, όταν πολεμούσαν τον

εχθρό.

Όμως ο πόνος ενός νεαρού και ζωηρού Έλληνα

είναι ένα συναίσθημα που δεν κρατά πολύ. Ο φίλος

μου σύντομα συνήλθε και τον ρώτησα αν είχε τίπο-

τα νέα από την πρόοδο της εξέγερσης. Μου είπε τα

ακόλουθα:

52

«Στην αρχή αυτού του μήνα, ο αντισυνταγματάρχης Χατζηπέτρος, συνοδευόμενος από τον Δήμαρχο Υπάτης και επικεφαλής εκατόν πενήντα

οπλισμένων κατοίκων και δέκα στρατιωτών, πήγε με τη σύμφωνη γνώμη τους στις Ξέρες, κοντά στην Υπάτη, για να διώξει τους ληστές που είχαν βάλει φωτιά. Οι αντάρτες, καμιά τριανταριά, τους επιτέθηκαν δυναμικά. Τρεις σκοτώθηκαν, πέντε τραυματίστηκαν, δέκα αιχμαλωτίστηκαν, κι οι ληστές υποχώρησαν στα σύνορα πέρα από τον Σπερχειό.

»Την άφιξη του συνταγματάρχη Βάσου», συνέχισε «την περιμένουν μέρα με τη μέρα. Βασιζόμαστε πολύ στην παρουσία του για να αποκαταστήσει την ηρεμία. Βεβαίως ο Σωτήρης, ο Στράτος, ο Ζέρβας, ο Μάλαμας κι ο Ιωάννης Μπαϊρακτάρης

είναι κοντά στην Καλλιδρόμη [Καρπενήσι] με διακόσιους άνδρες. Η πόλη φυλάγεται καλά από τους

της πιστούς κατοίκους κι ένα σώμα χωροφυλακής που σταθμεύει εκεί. Οι αντάρτες, απογοητευμέ-

νοι που δεν έβρισκαν συνενόχους, επιδόθηκαν στο

πλιάτσικο. Λέγεται πως κατευθύνονται στα σύνορα

για να ενωθούν με άλλους ληστές της Ανατολικής

Ελλάδος».

Τόνισα στον Ιωάννη πως όλα αυτά είναι πολύ

κακά και τον ρώτησα πώς θα τελειώσουν. «Δεν

ξέρω», είπε. «Όμως αυτό που ξέρω είναι πως όλες

οι εξεγέρσεις ξεσηκώνονται από δολοπλόκους, που

το συμφέρον τους είναι να εμποδίσουν την Ελλάδα

53

να γίνει ισχυρό κράτος. Αυτοί οι εχθροί», συνέχισε

«πληρώνονται από την Τουρκία και τη Ρωσία· απ’

την Τουρκία επειδή αποσπάστηκε ένα τμήμα της

αυτοκρατορίας· και από τη Ρωσία γιατί η Ελλάδα

μπορεί να γίνει ισχυρό κράτος και με τη γεωγραφι-

κή της θέση, ως φυσικός εχθρός, να προσπαθήσει να

εμποδίσει τη Ρωσία απ’ την κατάκτηση της Μεσογείου, ακόμα κι αν πάρει την Κωνσταντινούπολη. Αυτή η εξέγερση», συνέχισε «δεν απλώνεται πάνω

από τριάντα χιλιόμετρα πέρα από τα σύνορα. Αλλά

ο μόνος τρόπος να ελέγξεις

μένου του Μπουτέ. Οι φίλοι μου, μόλις είχαν τελειώσει την πρώτη τους πίπα, όταν άκουσα άλλο ένα ελαφρύ χτύπημα στην πόρτα και μπήκε ο Κωνσταντόπουλος με μια εφημερίδα στο χέρι. Επειδή

γνώριζα πως ήταν με το ρωσικό κόμμα, περίμενα

ν’ ακούσω νέα, ειδικά επειδή ήξερα πως πάντα είχε

έναν λόγο για να με επισκεφθεί. «Λοιπόν», είπα

«Κωνσταντόπουλε, τι νέα από την Αθήνα;» «Διάβασε αυτό», απάντησε «και μετά σκέψου το μεγαλείο της Ρωσίας!»

Κάθισε και πήρε μια πίπα, πήρα την εφημερίδα

που είχε φέρει, τον Sauveur της 17ης Μαρτίου 1836,

54
τους Τούρκους είναι να τοποθετήσεις εκεί τα στρατεύματα ενός ισχυρού κράτους, που τ’ όνομά του θα έχει και μεγάλη ηθική επιρροή». Καθώς μιλούσαμε, άλλα δύο παλικάρια μπήκαν μέσα και γυρίσαμε στο θέμα του θανάτου του καη-

και διάβασα τη σχετική παράγραφο δυνατά, για ν’

ακούσει η παρέα – που στο μεταξύ είχε μεγαλώσει

με άλλους δύο Έλληνες, που ακολούθησαν αμέσως

με τον Κωνσταντόπουλο. Αυτό είναι το απόσπασμα

[στα γαλλικά]:

Η επεκτατική τάση της ρωσικής κυριαρχίας

φαίνεται τώρα τόσο προφανής, ώστε είναι αρκετά σημαντικό να μελετήσουμε τα μέσα της, για να δούμε την πιθανή ανάπτυξη που ίσως λάβει.

Σύμφωνα με αρκετά πρόσφατες ανταποκρίσεις, ο αυτοκρατορικός στρατός της Ρωσίας παρουσιάζει ένα δυναμικό γύρω στους 950.000 άνδρες, αποκλειστικά από τις στρατιωτικές αποικίες

και τα τακτικά στρατεύματα. Αν διατηρηθεί αυτό

το σύστημα, είναι αποδεδειγμένο ότι η Ρωσία θα έχει διαρκώς, εκτός από αυτόν το πραγματικό

στρατό, ένα απόθεμα ενός εκατομμυρίου στρατιω-

τών, εξίσου καλών όσο και οι μάχιμοι στρατιώτες,

κι ένα διαρκές φυτώριο που θα παρέχει σταθερά

για στρατολόγηση στρατιώτες ασκημένους από

την παιδική τους ηλικία στη χρήση των όπλων.

Αν σ’ αυτά προστεθεί ένας πληθυσμός 54.000.000

κατοίκων, σε μια επιφάνεια 300.000 τετραγωνικών μέτρων· ένα σημαντικό ναυτικό, απλωμένο

στη Βαλτική, στη Λευκή θάλασσα, στον Βοθνιακό κόλπο και τον Φινλανδικό κόλπο, στη Μαύρη Θάλασσα και την Αζοφική, τότε θα πάρει μια ιδέα

της απόλυτης ισχύος της Ρωσίας, που ο πληθυσμός της δεν ήταν παρά δεκατέσσερα εκατομμύ-

55

ρια κάτοικοι το 1722, ενώ σήμερα ανέρχεται σε

είκοσι εκατομμύρια, και το έδαφός της, ενώ πριν

από έναν αιώνα δεν ήταν παρά 75.000 τετραγωνι-

κά μέτρα, σήμερα διαθέτει μια επιφάνεια 300.000

τετραγωνικών μέτρων.

Η ανάπτυξη μιας φυσικής δύναμης τέτοιων

διαστάσεων πρέπει να προβληματίσει σοβαρά τα

γειτνιάζοντα την αυτοκρατορία αυτή έθνη, καθώς

και την ίδια την Ευρώπη, αν συγκατατίθεται για

κάποιο χρονικό διάστημα ακόμα σε αυτή την αρχή

της κατάκτησης χωρίς τέλος. Για να πεισθεί κανείς, αρκεί να γνωρίζει τη δύναμη των όμορων της

Ρωσίας κρατών. Προστατευμένη στα βόρεια και τα βορειοανατολικά από την παγωμένη θάλασσα, την πολική Αμερική· ανατολικά, νοτιοανατολικά

και νότια, από τις ερήμους της ταρταρικής Κίνας

ή Μογγολίας· η ρωσική αυτοκρατορία δεν έχει επαφή με τον πολιτισμένο κόσμο παρά στα δυτι-

κά και τα νοτιοδυτικά. Οι θάλασσες στο εσωτερικό

οριοθετούν τις κτήσεις της· όμως αυτές οι θάλασ-

σες δεν είναι ελεύθερες, και τις κλείνουν στενοί

πορθμοί· η Βαλτική κλείνεται από τα [νορβηγι-

κά] Sund και Belts· η Μαύρη Θάλασσα από την

Προποντίδα και τον Βόσπορο· δύο μειονεκτήματα

της γεωγραφικής της θέσης. Οι Άγγλοι μπορούν,

όπως το έχουν κάνει δύο φορές, να της κλείσουν

τα στενά του Βορρά και να της απαγορεύσουν τη

διάβαση των Δαρδανελλίων.

Το μεγαλύτερο συμφέρον της Ρωσίας, το οποίο

της έχει επισήμως κληροδοτήσει ο Μέγας Πέτρος,

56

το ακολούθησε η Αικατερίνη Β΄ και το ακολουθεί

τώρα ο αυτοκράτορας Νικόλαος, είναι ν’ απελευθερώσει τα νότια ύδατα της αυτοκρατορίας της

κυριαρχώντας στις δύο όχθες του Βοσπόρου.

Η κυριαρχία στην Κασπία Θάλασσα συμφέρει δευτερευόντως και ακολουθεί αργά και με επιτυχία, παρά την Αγγλία. Η Καμπούλ, το Βαλουχιστάν δεν προσφέρουν τώρα παρά μόνο εμπορικά·

οι περιοχές όμως αυτές ακολουθούν, εν όψει ενός συμφέροντος σχετικού, που μπορεί να γίνει απόλυτο· εν όψει δηλαδή, της καταστολής της αγγλικής ισχύος στην Ινδία.

Μόλις τέλειωσε, όλοι οι Έλληνες εξέφρασαν την εντύπωση που τους έκανε και αναφώνησαν «Τι δύναμη!», «Τι μεγαλείο! κλπ.– έτσι αναφωνούσαν.

«Μα τι δύναμη έχει η Ρωσία;» είπα.

«Εννιακόσιους εξήντα χιλιάδες άνδρες», ήταν η απάντηση, «που μπορούν να φέρουν στο πεδίο της μάχης όποτε θελήσουν. Η δύναμή τους είναι κολοσσιαία σαν του Ναπολέοντα».

«Όμως η δύναμη», απάντησα «δεν βρίσκεται στους αριθμούς που θα σκορπιστούν σε μια μεγάλη

επιφάνεια, αλλά στη συγκέντρωση των αριθμών σε μικρό χώρο, και στην ικανότητα να οδηγείς αυτούς τους αριθμούς σε πραγματική και ζωηρή δράση.

»Ο Ναπολέων κέρδισε όλες τις νίκες του με την προσωπική του σπουδαία δράση και συγκέντρωση

δυνάμεων. Νομίζεις πως η Γαλλία θα ήταν τόσο

57

ισχυρή και δυνατή στην επανάσταση, έστω κι αν

ήταν τρεις φορές μεγαλύτερη, με τον ίδιο αριθμό

κατοίκων; Ασφαλώς όχι, γιατί θα είχε μεγαλύτερη

έκταση να υπερασπιστεί και όχι ανάλογη δύναμη

για να το κάνει. Δες την Πρωσία, που έχει μόνο δώδεκα εκατομμύρια ψυχές κι έναν στρατό τριακοσίων χιλιάδων ανδρών. Θα μπορούσε να μεταφέ-

ρει διακόσιες χιλιάδες απ’ αυτούς οπουδήποτε, στο ένα τέταρτο του χρόνου που θα χρειαζόταν η Ρωσία

για να φέρει τον ίδιο αριθμό. Η βασική αρχή στον

πόλεμο είναι η δράση στη διοίκηση μιας

κινούσε τους άνδρες της από το ένα άκρο της αυτοκρατορίας στο άλλο. Κι άλλο ένα παράδειγμα, κύριοι: κοιτάξτε τον δικό σας Ακροκόρινθο· έχει

μήκος ένα χιλιόμετρο και περίμετρο 4,5 χιλιόμετρα

– το μεγαλύτερο κάστρο που έχετε στην Ελλάδα

και που, για να αμυνθεί σωστά, θα απαιτούσε τουλάχιστον τρεις χιλιάδες στρατό. Υποθέστε πως δεν

έχετε παρά μόνο χίλιους άνδρες στρατό να βάλετε.

Αυτοί οι χίλιοι δεν θα μπορούσαν να εκμεταλλευ-

τούν την κατάσταση με αποτελεσματικό τρόπο για

να αποφευχθεί η επίθεση του εχθρού· μικρύνετε το

κάστρο στο ένα τρίτο του μεγέθους του και βάλτε

χίλιους άνδρες μέσα. Τότε θα κρατούσε πολύ παραπάνω χρόνο».

Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους πολιτικούς

58
δύναμης· γι’ αυτό, οι Πρώσοι θα μπορούσαν να βαδίσουν, να κερδίσουν μια μάχη κι ένα βασίλειο, ενώ η Ρωσία θα

υπήρξαν Παλικάρια και πολέμησαν με αρχηγό τον

Νικήτα στην κατάληψη του Ακροκόρινθου από τους Τούρκους, όταν τους διοικούσε ο Αμπντάλα Μπέη

[Αβδουλάχ μπέης] (7 Νοεμβρίου 1823) και το argumentum ad hominem το αντιλήφθηκαν αμέσως.

«Να θυμάστε», συνέχισα, «πως οι άνδρες μπορούν να βαδίζουν μόνο πενήντα χιλιόμετρα την ημέρα, επομένως για να πάρεις από την Αγία Πετρούπολη άνδρες πέντε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά (μέχρι το κέντρο απλώς της Αυτοκρατορικής Ρωσίας) θα χρειάζονταν εκατόν πενήντα μέρες – σχεδόν έξι μήνες! Αν η Ρωσία ήταν αρκετά δυνατή, να είστε σίγουροι πως θα έπαιρνε την Κωνσταντινούπολη χωρίς τη συγκατάθεση καμίας ευρωπαϊκής δύναμης». «Θα έπαιρνε την Κωνσταντινούπολη!» αναφώνησαν, «μα αυτό είναι δουλειά της Ελλάδος!» – «Τίποτα δεν είναι δουλειά της Ελλάδος», είπα, «παρά μόνο να φροντίζει και να βελτιώνει

αυτά που κατέχει. Αν δράσετε διαφορετικά, ενώ

θα ονειρεύεστε την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, η Ρωσία θα την πάρει, σε τριάντα χρόνια

από τώρα, και μετά θα πάρει και την Ελλάδα!»

Μόλις το άκουσε αυτό, ο Καπετάν Κωνσταντινί-

δης, ένα απ’ τα Παλικάρια, τράβηκε το μουστάκι

του και αναφώνησε: «Αφού οι Έλληνες κατάφεραν

να διώξουν τους Τούρκους ενώ ήταν σκλαβωμένοι, και χωρίς πολιτική δύναμη, σίγουρα θα μπορούν να

διώξουν και τους Ρώσους, όταν γίνουν ένα δυνατό

59

και ανεξάρτητο κράτος» – «Πώς το εννοείς το δυνατό;» είπα – «Έχουμε», ήταν η απάντηση, «δέκα χιλιάδες άνδρες στα ταμπούρια μας και μπορούμε

να συγκεντρώσουμε πολλούς ακόμα, αν χρειαστεί».

– «Αλλά έχετε τα χρήματα για να πληρώνετε όλα αυτά τα στρατεύματα; Θυμήσου πως μιλάς με κάποιον που βρισκόταν

στις ακτές σας το έθνος που θα σας φέρει πλούτο με το εμπόριο· και παρέχετε τα μέσα για να καλλιεργηθεί η γη, που στην

αυτό το ποσό να ανταγωνιστείτε τη Ρωσία και, με

τη βοήθεια άλλων κρατών, που είναι εχθρικά προς

τη ρωσική αυτοκρατορία, ίσως κάποια μέρα πάρετε

την Κωνσταντινούπολη».

Στο άκουσμα αυτού του λόγου οι Καπεταναίοι

τέντωσαν τ’ αυτιά τους και κάρφωσαν τα ανυπό-

μονα μάτια τους σταθερά στον τοίχο του δωματίου

μου, έμοιαζαν να φαντάζονται τους εαυτούς τους να

καρφώνουν το λάβαρο του σταυρού στον τρούλο

της Αγίας Σοφίας. – «Όμως», είπε ένας απ’ αυτούς

«αν δεχθούμε ξένους να εγκατασταθούν στη χώρα

μας, θα κατακτούσαν τη γη μας, κι αυτό θα ήταν

60
στην Ελλάδα στη διάρκεια του πολέμου και γνώρισε τη διχόνοια και την αναποτελεσματικότητα του στρατού, που οφειλόταν μόνο στην έλλειψη αμοιβής. Σας συμβουλεύω: μείνετε μονιασμένοι και πλουτίστε απ’ το εμπόριο. Καλέστε
Ελλάδα υποφέρει, ενθαρρύνοντας τη μετανάστευση από άλλα κράτη, μέχρι πέντε ή έξι εκατομμύρια. Τότε θα μπορείτε μ’

πολύ σκληρό». – Ήξερα πως δύο ή τρεις απ’ αυτούς

τους Καπεταναίους είχαν μεγάλα κομμάτια γης, οπότε είπα στον έναν: «Πόση γη έχεις;» – «Κά-

που 800 στρέμματα», ήταν η απάντηση. – «Και πόσα απ’ αυτά καλλιέργησες;» – «Περίπου εξήντα στρέμματα». – «Γιατί δεν καλλιεργείς περισσότερα;» – «Επειδή δεν έχω λεφτά». – «Δηλαδή θα

την πουλούσες τη γη σου;» – «Αν μου έδιναν μια

λογική τιμή». – «Θα δώσουν οι Έλληνες αυτή την τιμή;» – «Όχι». – «Τότε είσαι σαν τον σκύλο στο παχνί, ούτε καλλιεργείς τη γη σου ούτε επιτρέπεις σ’ άλλους να την καλλιεργήσουν. Φτωχαίνεις γιατί δεν υπάρχουν άτομα να καλλιεργήσουν τη γη που σου αφήσαν οι πρόγονοί σου. Η αξία ενός αγαθού είναι σύμφωνη με τη ζήτηση που υπάρχει γι’ αυτό. Αν υπάρχουν λίγοι άνθρωποι στην Ελλάδα, θα υπάρχουν λίγοι ή καθόλου ανταγωνιστές για τη γη σου.

Αν υπάρχουν πολλοί στην Ελλάδα, τα 740 στρέμματα της περιουσίας σου που μένουν ακαλλιέργητα

θα τα αγόραζαν αυτοί. Τότε θα γινόσουν πλούσιος, και όχι μόνο με τα 60 στρέμματα που είχες και

καλλιεργούσες, αλλά με τα 760 στην τσέπη σου,

σε χρήμα, που τώρα δεν έχουν αξία για σένα παρά μόνο ονομαστικά. Τότε θα μπορούσες να στρέψεις

την προσοχή σου στο εμπόριο· η οικογένειά σου θα

ζούσε άνετα· κι εσύ θα γινόσουν μέλος ενός ανεξάρτητου και ισχυρού κράτους, αρκετά ισχυρού για να

προστατεύει τον εαυτό του από τις προσβολές των

61

γειτόνων σου. Ενώ τώρα είσαι ακριβώς το αντίθετο,

οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας σου είναι

σε λανθάνουσα κατάσταση, κι εσύ είσαι αναγκασμέ-

νος να ζητάς δάνεια από άλλα έθνη».

Οι Καπεταναίοι, στη διάρκεια της ομιλίας, έδειχναν αρκετά κατάπληκτοι από τα επιχειρήματά

μου και, μετά από μια σύντομη παύση, ένας από

τους γαιοκτήμονες πήρε πρώτος τον λόγο και είπε:

«Είμαστε τώρα πλήρως πεπεισμένοι από τα επιχειρήματα που προβάλατε. Είμαστε βέβαιοι πως και κάθε άλλος Έλληνας το ίδιο θα έκανε, αν γινόταν να

τεθεί έτσι το θέμα. Θα το θεωρούσαν συμφέρον να δεχτούν ξένους ανάμεσά τους. Εσείς πηγαίνετε στην

Ευρώπη. Ξέρουμε ότι τρέφετε αισθήματα καλής θελήσεως για την Ελλάδα. Γι’ αυτό ελπίζουμε να επηρεάσετε τους φίλους σας ώστε να έρθουν και να εγκατασταθούν ανάμεσά μας». Απάντησα πως χάρηκα πολύ που άκουσα τέτοια αισθήματα από μέρους τους και πως δεν υπήρχε άλλος τρόπος να γίνουν σπουδαίο έθνος παρά μόνο δεχόμενοι όλον τον κόσμο, από οποιοδήποτε έθνος, αλλά κυρίως από

έθνη με πλούσιους υπηκόους. «Όταν θα είμαι στην

Αγγλία», συνέχισα «θα κάνω τα πάντα διατρανώνοντας την εύνοιά μου απέναντί σας· αλλά προτού

πείσετε ευρωπαϊκά έθνη να έρθουν στην ηπειρωτική

χώρα, πρέπει να λάβετε μέτρα για να σιγουρέψετε

την ασφάλεια και την ηρεμία στα σύνορα. Ο Μωριάς, η Εύβοια και τα νησιά είναι αρκετά ασφαλή».

62

Τα πράγματα άλλαξαν τελείως τώρα για τον

φίλο μου, τον Κωνσταντόπουλο, που με είχε επισκεφθεί μόνο και μόνο για να μου δείξει τη δύναμη της

Ρωσίας. Αντιθέτως, κανείς από τη συντροφιά δεν

θα συμφωνούσε ότι η Ρωσία είναι μεγάλο έθνος στα

εξωτερικά ζητήματα, ό,τι κι αν ήταν στο εσωτερικό.

Γεγονός είναι ότι το ρωσικό κόμμα είχε παρεμβά-

λει την εν λόγω παράγραφο για να ενδυναμώσει το

φθίνον ενδιαφέρον για τη Ρωσία στην Ελλάδα.

Ο Κωνσταντόπουλος το πήρε βαριά και μου

είπε: «Όλο για τη δύναμη της Αγγλίας μιλάς, αλλά πού βρίσκεται αυτή η δύναμη;» – «Βρίσκεται», απάντησα «όχι στον αριθμό των υπηκόων της (που, ωστόσο, μαζί με το νούμερο των εξαρτώμενων είναι διπλάσιος από της Ρωσίας), αλλά στον τεράστιο ναυτικό εξοπλισμό της, που μπορεί να μεταφέρει μια τεράστια δύναμη (κάπου 100.000 άνδρες) οπουδήποτε στον πλανήτη, βόρεια, νότια, ανατολικά ή

δυτικά· όσο κυριαρχούμε στη θάλασσα, κανείς δεν

μπορεί να μας εμποδίσει. Όπως προείπα, η δύναμη

και το σθένος συνίσταται στην ταχύτητα δράσης με μια μεγάλη συγκεντρωμένη δύναμη, και τίποτα δεν

μπορεί να παραβγεί έναν στόλο στην ταχύτατη μεταφορά οποιουδήποτε εξοπλισμού».

Νιώθοντας απογοητευμένος, με ρώτησε έκπληκτος πώς η αριθμητική δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας και των εξαρτωμένων της ξεπερνούσε τη ρωσική δύναμη. Του απάντησα ότι η Μεγάλη Βρετανία

63

και η Ιρλανδία αριθμούσαν είκοσι οκτώ εκατομμύ-

ρια, η Ινδία εκατό εκατομμύρια, ο Καναδάς τέσσερα

εκατομμύρια, οι Δυτικές Ινδίες τρία εκατομμύρια, το

Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας μισό εκατομμύριο, η Νέα Ολλανδία [Αυστραλία] μισό εκατομμύριο, και διάφορα άλλα μέρη δύο εκατομμύρια επιπλέον. Όλα

αυτά τα εκατομμύρια διατηρούνται σταθερά ενωμένα, σαν να συνιστούν μία ενιαία αυτοκρατορία, χάρη στους τεράστιους και ανίκητους στόλους μας.

Τα παραπάνω ποσά ανέρχονται σε 138 εκατομμύρια, που κατοικούν σε μια έκταση γης σχεδόν

μισή της ρωσικής αυτοκρατορίας, η οποία περιέχει

κάπου σαράντα πέντε εκατομμύρια ψυχές.

«Συμφωνώ μαζί σου», απάντησα καταλήγοντας

«πως η Ρωσία πιθανόν σε τριάντα ή σαράντα χρό-

νια από τώρα, εφόσον έχει ειρήνη, να γίνει πολύ

δυνατή και οι κτήσεις της στη Μαύρη Θάλασσα να

γίνουν ισχυρότατες. Θα είναι όμως καθήκον άλλων

ευρωπαϊκών εθνών να επωφεληθούν από τις περιστάσεις και να δημιουργήσουν νέα βασίλεια κοντά της, προκειμένου να αγωνιστούν και να πολεμήσουν

μαζί της για εδάφη, καθώς και για να προσπαθή-

σουν να αναγεννήσουν την Τουρκία. Αφήστε απλώς

την Ελλάδα να γίνει συνταγματική μοναρχία με

ελεύθερο Τύπο, αφήστε τη να γίνει δυνατή αριθμη-

τικά και σε πλούτο, και θα είναι ο καλύτερος φρουρός ενάντια στην όποια επέκταση από πλευράς της

Ρωσίας στον Βόσπορο».

64

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Μεγάλη Παρασκευή – Πάσχα – Ο Βασιλιάς πάει στη

Μητρόπολη – Περιγραφή της τελετής – Γενική ιστορική

αφήγηση για την Ελληνική Εκκλησία – Η διαφορά μεταξύ Ελληνικής και Ρωμαϊκής Εκκλησίας – Ο χωρισμός των

δύο – Σύντομη βιογραφία του κυρίου Τρικούπη

Η Ελλάδα είναι διάσημη

τη χαρά να περάσω ακόμα ένα τον ίδιο χρόνο, γιατί, όπως προείπα, το ελληνικό και ρωσικό ημερολόγιο είναι δώδεκα μέρες αργότερα από το δικό μας.

Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μέρα με σπουδαίες τελετές στην Αθήνα. Στις δέκα και μισή το βράδυ, έγινε μεγάλη ακολουθία στον καθεδρικό ναό της Αγίας Ειρήνης από τον επίσκοπο Αθηνών, ενώ ήταν παρόντες και αρκετοί άλλοι επίσκοποι. Μετά την

τελετή, διέσχισε την πόλη μια πομπή. Μπροστά

από τον επίσκοπο βάδιζε στρατιωτικό άγημα και στρατιωτική μπάντα, που έπαιζε το πένθιμο εμβατήριο [από το ορατόριο του Χαίντελ] «Σαούλ».

Κάθε εκατό βήματα σταματούσαν για πέντε λεπτά, μετά συνέχιζαν. Ο επίσκοπος συνοδευόταν από την

65
για τις μέρες νηστείας και τις γιορτές της. Το Πάσχα που τηρούσα στη Δυτική Ευρώπη είχε περάσει και θα είχα

υπόλοιπη σύνοδο, ενώ οι κυριότεροι επιφανείς πολίτες και η αριστοκρατία των γαιοκτημόνων του βασιλείου ακολουθούσαν τη λιτανεία, που πρέπει να

είχε κάπου εκατόν ογδόντα μέτρα μήκος γιατί την

αποτελούσαν τουλάχιστον τρεις χιλιάδες άνθρωποι.

Φτάνοντας στο παλάτι, εμφανίστηκε σ’ ένα από τα

παράθυρα η Μεγαλειότης του και υποκλίθηκε στον

επίσκοπο και τον λαό. Η εικόνα ήταν καταπληκτική, γιατί πολλοί απ’ όσους αποτελούσαν την πομπή

κρατούσαν φαναράκια πάνω σε κοντάρια, άλλοι

είχαν λαμπάδες, και ήταν όλα τέλεια φωτισμένα.

Όταν η πομπή σταμάτησε για πέντε λεπτά μπροστά στο παλάτι, ο επίσκοπος ανέπεμψε μια προσευχή υπέρ υγείας της Μεγαλειότητάς του, ύστερα ο

ίδιος και η ακολουθία του επέστρεψαν στον καθεδρι-

κό ναό της Αγίας Ειρήνης από διαφορετικό δρόμο.

Την άλλη μέρα (παραμονή του Πάσχα), η τελετή

στον καθεδρικό ναό τιμήθηκε από τη βασιλική παρουσία. Στις έντεκα το βράδυ πήγα στον καθεδρικό

της Αγίας Ειρήνης, παρέα με τον Συνταγματάρ-

χη Χέυ [Hay], της φρουράς, που είχε μόλις φτάσει

στην Αθήνα. Πήγαμε νωρίς και βρήκαμε μια θέση

όρθιοι στα τρία-τέσσερα μέτρα από τον θρόνο. Ο

μονάρχης και η ακολουθία του έφτασαν ένα τέταρ-

το πριν από τα μεσάνυκτα, συνοδευόμενοι από ένα

απόσπασμα της φρουράς. Αφού κάθισε στον θρόνο, που ήταν περίπου κατά ένα μέτρο υπερυψωμένος, άρχισε η τελετή. Ακριβώς τα μεσάνυκτα εψάλη ο

66

ύμνος «Χριστός Ανέστη», ενώ ο επίσκοπος Αθηνών

θυμιάτιζε ολόγυρα.

Μετά απ’ αυτόν τον ύμνο εψάλη ένας άλλος

υπέρ υγείας της Μεγαλειότητός του, στον σκοπό

του « God save the King » και πρόσεξα πολύ καθαρά την ικανοποίηση του Βασιλέα. Όσο για μένα, ο

εθνικός ύμνος της πατρίδας μου, το σκηνικό, ο νεω-

με τις αρχαίες ημέρες δόξας, μου προκάλεσαν συναισθήματα που η ιερότητα του

χώρου δύσκολα θα μπορούσε να με συγκρατήσει να τα εκφράσω. Τραγουδήθηκαν τέσσερις στροφές από τον ύμνο. Αριστερά και μπροστά στη Μεγαλειότητά

του ήταν οι υπουργοί, οι Σύμβουλοι της Επικρατείας και οι Έλληνες οπλαρχηγοί με τις λαμπρές

στολές τους. Πρόσεξα τον Κουντουριώτη, τον Μπουντούρη, τον Δρόσο Μανσόλα, τον Κριεζή, τον Μακρυγιάννη και μερικούς ακόμα. Δεν είδα κανέναν

από τους ξένους πρέσβεις. Όταν μπήκε ο Βασιλιάς, κρατούσε στο χέρι λαμπάδα, και την κρατούσε επί

μία ώρα περίπου, μετά την έδωσε στον υπασπιστή

του, τον Κοτζάκο. Οι Αθηναίες κυρίες στέκονταν

απέναντι απ’ τον θρόνο, στην αριστερή πλευρά της

εκκλησίας. Ήταν χωριστά από τους άνδρες, με χώρισμα. Ο Βασιλιάς παρέμεινε έως τη μία και μισή, όταν όλες οι προσευχές τελείωσαν, κατέβηκε απ’

τον θρόνο και πέρασε ανάμεσα στους φρουρούς, που

67
τερισμός να βλέπω σε αυτή τη θέση τον Βασιλέα της Ελλάδος, τον ιδρυτή μιας μοναρχίας που αργότερα θα συγκρίνεται

σχημάτιζαν άνοιγμα μέσα στην εκκλησία, μπήκε

στην άμαξά του, που τον έφερε πίσω στο παλάτι,

με την ακολουθία του στρατιωτικού αποσπάσμα-

τος, που είχε στο πλάι πυρσοφόρους.

Ίσως αυτό το συμβάν είναι η κατάλληλη ευκαι-

ρία για να προσφέρω στους αναγνώστες μου ένα

σύντομο ιστορικό περίγραμμα για την Ελληνική

Εκκλησία στην Ανατολή, καθώς και για τη διαφορά

μεταξύ αυτής και της Ρωμαϊκής.

Η Χριστιανική Εκκλησία ξεκίνησε από την Ιερουσαλήμ. Εκεί ο Χριστός πέθανε πάνω στον σταυρό, και την ημέρα της Πεντηκοστής, το 34 μ.Χ., δέκα μέρες μετά την Ανάληψη, οι Απόστολοι έλαβαν τα δώρα του Αγίου Πνεύματος και ανέλαβαν την αποστολή τους, τη διάδοση του νόμου του Χριστού. Τουλάχιστον τρεις χιλιάδες ψυχές μετεστράφησαν από

την πρώτη ομιλία του αγίου Πέτρου στην Ιερουσα-

λήμ. Ο αριθμός των προσήλυτων αυξανόταν γοργά

– αυτό ξεσήκωσε τη ζήλια των Εβραίων και ξεκίνη-

σαν διώξεις. Ο πιο μανιώδης από τους εχθρούς των

χριστιανών ήταν ο άγιος Παύλος, που μετεστράφη

στο ταξίδι του προς τη Δαμασκό κι έγινε ένας από

τους αποστόλους του Χριστού.

Εκείνο τον καιρό, ο άγιος Παύλος, που είχε γίνει ένας από τους αποστόλους, χειροτονήθηκε επίσκοπος και πήγε να κηρύξει στους μη Ιουδαίους. Όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος, πήγε στις επαρχίες

της Ασίας, την Πισιδία, την Παμφυλία, τη Λυκα-

68

ονία, τη Φρυγία, τη Γαλατία, τη Μυσία και στην

Ελλάδα. Στην Αθήνα και την Κόρινθο προσηλύτισε αρκετούς.

Η Ελλάδα εκείνη την εποχή ήταν ρωμαϊκή επαρχία. Η μοίρα της είχε καθοριστεί από τον Αιμίλιο Παύλο, που αιχμαλώτισε τον Περσέα, βασιλιά της

Μακεδονίας, το 168 π.Χ., και από τότε το βασίλειο

της Μακεδονίας ανακηρύχθηκε ρωμαϊκή επαρχία.

Η Αθήνα υπέκυψε στον ζυγό και η Κόρινθος υποτάχθηκε σ’ έναν Ρωμαίο ύπατο το 146 π.Χ. Όλος

ο Μωριάς της Ελλάδος ακολούθησε το παράδειγμα

των κρατών της ηπειρωτικής χώρας, αναγνωρίζοντας τους Ρωμαίους σαν κυρίαρχους. Έκτοτε η χριστιανική πίστη στις επαρχίες υπέ-

όσο και στην ίδια τη Ρώμη – δηλαδή ήταν ανε-

κτή ή όχι ανάλογα με την προσωπική διάθεση του

εκάστοτε αυτοκράτορα.

Ο πρώτος διωγμός των χριστιανών στη Ρώμη

έγινε από τον Νέρωνα το 64 μ.Χ. Μετά την πτώση

του Νέρωνα, το 68 μ.Χ., ο Γάλβας, που διοικούσε

την Ισπανία, ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο.

Από αυτόν το σκήπτρο πέρασε γρήγορα στα χέρια

του Όθωνα, του Βιτέλλιου και του Βεσπασιανού· όσο

βασίλευε ο Βεσπασιανός, η Ιερουσαλήμ κατακτήθηκε

από τον γιο του Τίτο, που γι’ αυτό έκανε πομπή

θριάμ βου. Ο Τίτος ήταν ο επόμενος στη διαδοχή.

Μετά απ’ αυτόν ακολούθησε ο Δομιτιανός, ο αδελφός

του, που ξεκίνησε τον δεύτερο διωγμό, το 93 μ.Χ.

69
φερε

Μετά τον θάνατο του Δομιτιανού, τον διαδέχθη-

κε ο Νέρβας, που προστάτεψε τους χριστιανούς.

Επόμενος σε διαδοχή ήταν ο Τραϊανός, που κατά

τη βασιλεία του έγινε ο τρίτος διωγμός, το 101 μ.Χ.

Επί Τραϊανού, ο Πλίνιος, διοικητής της Βιθυνίας, έγραψε επιστολή στον αυτοκράτορα, λέγοντας πως

δεν έβρισκε να σφάλλουν οι χριστιανοί σε κάτι. Ο

άγιος Κλήμης, επίσκοπος Ρώμης, θανατώθηκε το 107 μ.Χ., επί Τραϊανού, το ίδιο και ο διάδοχός του Ανάκλητος, που τον διαδέχθηκε ο Ευάριστος. Ο

Τραϊανός τούς κυνηγούσε δεκαοκτώ χρόνια και τον διαδέχθηκε ο Αδριανός, το 150 μ.Χ., που θυσίασε τον Ευάριστο και τον Αλέξανδρο, επισκόπους Ρώμης. Αυτούς διαδέχθηκαν ο Σίξτος,

και ο Υγίνος, οι δύο πρώτοι θανατώθηκαν επί Αδριανού, ο τελευταίος επί Αντωνίνου Πίου, διαδόχου του

στην αυτοκρατορία.

Με τον θάνατο του Αντωνίνου Πίου, το 161 μ.Χ., δύο πρίγκιπες ανέβηκαν στον θρόνο ως συναυτοκράτορες, ο Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος και ο Λούκιος Βέρος. Επί αυτών, το 168 μ.Χ., ξεκίνησε

ο τέταρτος διωγμός, θύμα της μανίας του οποίου έπεσε ο Πάπας Ανίκητος.

Γύρω στο 179, ο Μ. Αυρήλιος εξέδωσε ένα διάταγ-

μα ευνοϊκό για τους χριστιανούς, που έφερε πίσω

στη Ρώμη πολλούς που είχαν φύγει μόνοι τους. Ο

Μάρκος Αυρήλιος πέθανε το 180 και τον διαδέχθηκε

ο γιος του Κόμμοδος. Αυτή την εποχή ο χριστιανι-

70
ο Τελεσφόρος

σμός έκανε κάποια πρόοδο στη Μεγάλη Βρετανία. Ο

Λούκιος, Βασιλιάς της χώρας, ήταν ο πρώτος χριστιανός βασιλιάς.

Μετά τον θάνατο του Αυρηλίου, το 180, η εκκλησία απόλαυσε την ελεύθερη άσκηση της λατρείας για είκοσι χρόνια, όσο ήταν αυτοκράτορες

Κόμμοδος και ο Πέρτιναξ, και κατά τα επτά πρώτα χρόνια του Σεβήρου. Τότε, το 202 μ.Χ., ξεκίνησε

πέμπτος διωγμός εναντίον τους.

Ο Σεβήρος πέθανε στο Γιορκ

σε τέσσερα χρόνια είχε κι ο Καρακάλλας την ίδια τύχη, από τον Μακρίνο, αρχηγό της φρουράς.

Ο Μακρίνος απόλαυσε το στέμμα για ένα χρόνο, οπόταν τον έσφαξαν οι ίδιοι του οι στρατιώτες και

τον διαδέχθηκε ο γιος του Αντώνιος Ηλιογάβαλος.

Μετά από μια σύντομη βασιλεία, ο αυτοκράτορας δολοφονήθηκε και τον έριξαν στον Τίβερη. Τότε τον

διαδέχτηκε το 224 ο Αλέξανδρος Σεβήρος, πρώτος

του ξάδελφος, πρίγκιπας με χαρίσματα και φιλικός

στον χριστιανισμό. Παρά την προστασία του, οι δύο

πάπες Κάλλιστος και Ουρβανός δολοφονήθηκαν.

Ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος, ενώ βάδιζε ενάντια στους Γερμανούς, δολοφονήθηκε με το στρα-

τήγημα του Μαξιμίνου, που είχε κερδίσει την εύνοια

του στρατού.

Επί αυτοκρατορίας αυτού του μονάρχη ξεκίνησε

71
ο
ο
ο Καρακάλλας και ο Γέτας. Μόλις έφθασαν στη Ρώμη, ο Γέτας δολοφονήθηκε, και μέσα
το 213 μ.Χ. και τον διαδέχθηκαν

ο έκτος διωγμός, το 237 μ.Χ., όταν ο Πάπας Ποντιανός και ο διάδοχός του Ανθηρός μπαίνουν στον κατάλογο των μαρτύρων. Αυτός ο διωγμός κράτησε

τρία χρόνια, έως τον θάνατο του τύραννου, που δολοφονήθηκε το 240 μ.Χ. και τον διαδέχθηκε ο Γορδιανός, ένας νεαρός δεκάξι χρόνων.

Η εκκλησία απόλαυσε την ελεύθερη άσκηση της

λατρείας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γορδιανού και του Φιλίππου. Ο Φίλιππος κέρδισε το

στέμμα δολοφονώντας τον ηγεμόνα και το έχασε με τον ίδιο φοβερό τρόπο από το χέρι του γιου του, Δέκιου. Επί αυτοκρατορίας του Δέκιου ξεκίνησε ο έβδομος διωγμός. Ανάμεσα σε όσους μαρτύρησαν

ήταν και ο Φαβιανός, επίσκοπος Ρώμης. Μετά τον θάνατό του η επισκοπική

εκλέχτηκε ο Κορνήλιος.

Ο Δέκιος δολοφονήθηκε από τον Γάλλο, που ανέβηκε στον θρόνο αλλά τον διαδέχθηκε αμέσως

ο Αιμιλιανός, και στη διάρκεια της σύντομης βασιλείας του η εκκλησία ανέπνευσε. Όμως κι αυτός

δολοφονήθηκε και τον διαδέχθηκε ο αυτοκράτορας

Βαλεριανός, το 254 μ.Χ., ο οποίος τρία χρόνια αργότερα ξεκίνησε τον όγδοο διωγμό εναντίον των χριστιανών. Αυτός ο αυτοκράτορας αιχμαλωτίστηκε από τον Σαπώρ, τον Πέρση μονάρχη. Η ανώτατη δύναμη μεταβιβάστηκε στον γιο του τον Γαλλιηνό, ο οποίος δολοφονήθηκε και τον διαδέχθηκε ο Κλαύ-

72
έδρα παρέμεινε
κενή για δεκαπέντε μήνες, έως τον θάνατο του Δέκιου το 251 μ.Χ. όταν

διος, που βασίλευσε μόνο τρία χρόνια. Τον διαδέ-

χθηκε ο Αυρηλιανός. Επί Αυρηλιανού έγινε ο ένατος

διωγμός, το 274 μ.Χ., όπου έπεσε θύμα ο Πάπας

Φήλιξ. Ο Αυρηλιανός δολοφονήθηκε καθώς κατευθυνόταν ενάντια στον Σαπώρ, τον Πέρση μονάρχη.

Το αυτοκρατορικό σκήπτρο πέρασε για διάστημα

δέκα ετών από τα χέρια του Τάκιτου, του Πρόμπου,

του Κάρου και του Καρίνου, οπόταν η ψήφος του

στρατού το έβαλε στα χέρια του Διοκλητιανού, που

το κράτησε είκοσι χρόνια.

Ο Διοκλητιανός μοιράστηκε την εξουσία του με

τον Μαξιμιανό, έναν σκληρό στρατιώτη. Αυτοί, μετά από εννέα χρόνια, έκριναν σκόπιμο να έχουν άλλους δύο συναδέλφους, κατώτερου βαθμού, με

τον τίτλο του Καίσαρα. Ο Διοκλητιανός διάλεξε τον Γαλέριο, έναν ιδιώτη, και ο Μαξιμιανός διάλεξε τον Κωνστάντιο τον Χλωρό, έναν πρίγκιπα, ανιψιό του

Κλαύδιου Β΄, απογόνου του Βεσπασιανού. Ο αυτοκράτορας Αυρηλιανός τον είχε διορίσει στη Μεγάλη

Βρετανία, όπου παντρεύτηκε την Ελένη, κόρη του

Κόελ [Coel], αρχηγού της χώρας, και απόκτησε

έναν γιο απ’ αυτήν, τον διάσημο Κωνσταντίνο, που

γεννήθηκε στο Κόλτσεστερ.

Για να ενισχυθεί η σύνδεση του Κωνστάντιου με

την αυτοκρατορία συμφωνήθηκε να διαζευχθεί την

Ελένη και να παντρευτεί τη Θεοδώρα, νύφη του

Μαξιμιλιανού.

Η εκκλησία απόλαυσε ειρήνη για είκοσι χρόνια,

73

όταν το 302 ο Διοκλητιανός, υποκινημένος από τον

Γαλέριο, ξεκίνησε τον δέκατο διωγμό.

Το κομμάτι της αυτοκρατορίας υπό τη διοίκη-

ση του Κωνστάντιου, η Γαλατία και η Βρετανία, δεν υπέφερε όσο τα υπόλοιπα. Αυτό κράτησε τρία

χρόνια, μέχρι που ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός

αναγκάστηκαν το 305 μ.Χ. να παραδώσουν το διά-

δημα στα χέρια του Γαλέριου, που είχε επιστρέψει

νικητής από τον πόλεμο κατά των Περσών. Αυτός

ως μονοκράτορας έκανε τον Κωνστάντιο Χλωρό συναυτοκράτορα και δημιούργησε δύο νέους Καίσαρες:

διόρισε τον Σεβήρο και τον Μαξιμίνο, που ήταν και ανιψιός του. Ο Γαλέριος, επειδή ζήλευε τον Κωνσταντίνο, γιο του Κωνστάντιου, τον κράτησε όμηρο στη

Ρώμη αλλά του επέτρεψε να φύγει μετά από λίγο καιρό, να επισκεφθεί τον πατέρα του στη Βρετανία, που ήταν άρρωστος. Ο Κωνσταντίνος έφθασε στο

Γιορκ και βρήκε τον πατέρα του ακόμα ζωντανό, πέθανε λίγο αργότερα, στις 25 Ιουλίου 306, ορίζοντας

τον Κωνσταντίνο διάδοχό του στην αυτοκρατορία.

Ο Κωνσταντίνος είχε γεννηθεί στη Βρετανία και ήταν νόμιμος γιος του Κωνστάντιου και της αγίας

Ελένης. Είχε συμπληρώσει τα τριάντα τρία του χρόνια και είχε αναγνωριστεί σαν καταξιωμένος

πρίγκιπας. Ο Γαλέριος τον θεωρούσε εχθρό του, όμως λόγω της δημοφιλίας του Κωνσταντίνου ήταν

αναγκασμένος να του επιτρέψει να πάρει τον τίτλο

του Καίσαρα, με την εξουσία που συνεπάγεται.

74

Ο γέρος Μαξιμιανός ήταν ακόμα ζωντανός και

ήθελε να ξαναπάρει το αυτοκρατορικό στέμμα. Ο γιος

του Μαξέντιος δήλωσε ανταγωνιστής για το στέμμα

του Σεβήρου. Ο Λικίνιος είχε την υπόσχεση του Γαλέριου να γίνει εταίρος του στην αυτοκρατορία.

Και οι δύο ήταν επομένως εχθροί του Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος, αφού έκανε το καθήκον

του απέναντι στον πατέρα του, πέρασε στη Γαλατία, μπήκε επικεφαλής του στρατού που περίμενε

τις διαταγές του και ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας.

Ο Μαξέντιος, αντίπαλος του Σεβήρου, πήρε μόνος

του τον τίτλο του Αυγούστου και ενώθηκε με τον

πατέρα του τον Μαξιμιανό, που πήρε ξανά το σκήπτρο. Αυτοί οι δύο αυτοκράτορες επιτέθηκαν στον

Σεβήρο και του αφαίρεσαν το στέμμα και τη ζωή.

Ο Γαλέριος τότε ανέδειξε τον Λικίνιο σε συναυτοκράτορα και οδήγησε ο ίδιος τον στρατό του στην Ιταλία, με την ελπίδα να ανακόψει τον Μαξιμιανό. Όμως αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει στη Νικομήδεια.

Τότε ο Μαξιμιανός ενώθηκε με τον Κωνσταντίνο

και του πρότεινε να τον αναγνωρίσει ως συναυτοκράτορα αν παντρευόταν την κόρη του τη Φαύστα, πράγμα που δέχθηκε ο Κωνσταντίνος, αν και ήταν παντρεμένος με τη Μινερβίνα, από την οποία είχε έναν γιο, τον Κρίσπο. Γι’ αυτό αναγκάστηκε να πάρει διαζύγιο, αφού ο αυτοκρατορικός νόμος το επέτρεπε, επειδή εκείνη την εποχή ο Κωνσταντίνος δεν ήταν χριστιανός.

75

Ο Μαξιμιανός άρχισε να ζηλεύει τον γιο του τον Μαξέντιο και προσπάθησε να τον εκθρονίσει. Επειδή όμως απέτυχε πήγε στη Γαλατία, όπου ξεκίνησε

ανταρσία ενάντια στον Κωνσταντίνο, τον γαμπρό

του. Αυτός του επιτέθηκε και τον αιχμαλώτισε, αλλά αργότερα τον άφησε ελεύθερο. Όμως ο Μαξιμινιανός ξεκίνησε άλλη ανταρσία και ο Κωνσταντίνος προκάλεσε τον στραγγαλισμό του, το 308.

Ο Γαλέριος, λίγο αργότερα, πέθανε στις Σάρδεις

το 311.

Με τον θάνατο του Γαλέριου, ο Μαξιμίνος πήρε

τον τίτλο του αυτοκράτορα, σε αντίθεση με τον Λικίνιο. Προκειμένου να κάνει δεκτή την απαίτησή

του, έκανε μια αυστηρή συμφωνία με τον Μαξέντιο, τον κυρίαρχο της Ιταλίας και της Ρώμης. Αυτή η

συμμαχία αύξησε την υπερηφάνεια του Μαξέντιου

και φαντάστηκε τον εαυτό του αρκετά δυνατό ώστε

να υποτάξει τη Δύση – μ’ αυτόν τον σκοπό κήρυξε

τον πόλεμο στον Κωνσταντίνο. Αυτός έφυγε από τη

Γαλατία με τον στρατό του, εισέβαλε στην Ιταλία

και προχώρησε μέχρι τη γέφυρα της Μουλβίας, που

τώρα λέγεται Πόντε Μόλιο [Ponte Milvio], τρία χιλιόμετρα από τη Ρώμη. Εκεί στρατοπέδευσε, αποφασισμένος να δράσει.

Λέγεται πως όταν ο Κωνσταντίνος έφθασε στις

πεδιάδες της Ιταλίας, ενώ προχωρούσε επικεφαλής στρατού, το μεσημέρι, ένας φωτεινός σταυρός

εμφανίστηκε στον ουρανό πάνω απ’ τον ήλιο, και

76

πάνω στον σταυρό μια επιγραφή που μιλούσε για

νίκη, γραμμένη στα ελληνικά: Εν τούτω νίκα.

Για να τιμήσουν το γεγονός, λέγεται πως διατά-

χθηκε να κατασκευαστεί ένα ακριβές αντίγραφο του

σταυρού και να μπει ως έμβλημα στο αυτοκρατορικό λάβαρο, με πενήντα διαλεχτούς άνδρες να το

μεταφέρουν μπροστά από τον αυτοκράτορα, όποτε έβγαινε σε μάχη.

Έγινε μάχη και ο Μαξέντιος νικήθηκε. Προσπαθώντας να σωθεί πήδηξε από μια γέφυρα στον Τίβερη και πνίγηκε. Αυτή η νίκη, που συνέβη στις 27 Οκτωβρίου του 312, έκανε τον Κωνσταντίνο Αυτοκράτορα της Δύσης. Η Ρώμη άνοιξε τις πύλες της. Η σύγκλητος, τέσσερα χρόνια αργότερα, έστησε προς

τιμήν του μια αψίδα θριάμβου, που υπάρχει ακόμα στην αρχή της Αππίας οδού.

Ο Κωνσταντίνος έμεινε ένα χρόνο στη Ρώμη και προχώρησε προς το Μιλάνο. Εκεί συνάντησε

τον Λικίνιο, στον οποίο έδωσε την αδελφή του, την

Κωνσταντία, σε γάμο. Τότε συμφωνήθηκε πως κανένας Ρωμαίος υπήκοος δεν θα έπεφτε θύμα κακομεταχείρισης για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, το 313 μ.Χ.

Αυτό πρόσβαλε τον Μαξιμίνο, τύραννο της Ανατολής, που μισούσε τους χριστιανούς. Έτσι κατέλαβε τη Θράκη, αλλά νικήθηκε από τον Λικίνιο – που τον ανάγκασε, για να σωθεί, να καταφύγει στην Ασία, όπου δηλητηριάστηκε. Έτσι ολόκληρη

77

η αυτοκρατορία ήταν υπό την εξουσία του Κωνσταντίνου, που αν και προστάτης της χριστιανικής

θρησκείας, ο ίδιος δεν ήταν ακόμα χριστιανός.

Παραχώρησε το ανάκτορο του Λατερανού ως κατοικία στους επισκόπους της Ρώμης, κι ένα διπλανό παλάτι το μετέτρεψε σε εκκλησία, που τώρα ονομάζεται Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Λατερανού. Αυτή ήταν η πρώτη εκκλησιαστική περιουσία που είχαν οι πάπες.

Ο Κωνσταντίνος επέτρεψε στον γαμπρό του, τον Λικίνιο, να βασιλεύει στην Ανατολή. Όμως αυτός, υπερβολικά φιλόδοξος, έκανε πόλεμο στον Κωνσταντίνο. Αφού έχασε δύο μάχες και το στέμμα του,

ο Κωνσταντίνος τον συγχώρεσε, και γενναιόδωρα

του επέστρεψε το στέμμα του.

Ο Λικίνιος προξένησε νέο πόλεμο κυνηγώντας

τους χριστιανούς και υποκινώντας τους Σαρμάτες

να κατακτήσουν τη ρωμαϊκή επικράτεια. Γι’ αυτή την προσβολή εκδικήθηκε ο Κωνσταντίνος ανατρέ-

ποντας τον Λικίνιο μετά από διάφορες μάχες.

Έτσι ο Κωνσταντίνος έγινε ο μοναδικός Αυτοκράτορας Ανατολής και Δύσης, και λίγο αργότερα βαπτίστηκε στη Ρώμη το 324.

Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος προστάτευε

ανοιχτά τους χριστιανούς και έγινε απεχθής στη

σύγκλητο και τον ρωμαϊκό λαό. Πιθανόν αυτή η δυσαρέσκεια προς εκείνον να ήταν η αιτία που μετέφερε την έδρα της αυτοκρατορίας στο Βυζάντιο

78

(Κωνσταντινούπολη). Με αυτή την κίνηση άλλαξε

εντελώς τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, τον θρόνο, τα

αυλικά ήθη, τα έθιμα, τη γλώσσα, την ενδυμασία

και τη θρησκεία των Ρωμαίων. Και δεν υπάρχει

αμφιβολία πως η δύναμη της Ιταλίας έφθινε ενώ η Κωνσταντινούπολη ανέβαινε. Όμως μεταφέροντας

τον θρόνο στον Βόσπορο, ο Κωνσταντίνος όρθω-

σε στην Ανατολή έναν φραγμό στις επιθέσεις των

βαρβάρων που κατέκλυζαν την αυτοκρατορία – θυσιάζοντας έτσι τη Δύση στην Ανατολή. Η ειδωλολατρική θρησκεία των Ρωμαίων, παρά τη μετακίνηση

και την αλλαγή, διατηρούσε την παλιά της επιρροή, με επτακόσιους ναούς, μεγάλους και μικρούς, αφιερωμένους σε ανώτερους και κατώτερους θεούς.

Τα πράγματα παρέμειναν έτσι έως τον θάνατο

του Θεοδόσιου το 395 μ.Χ., και ο λαός της χώρας παρέμεινε πιστός στην αρχαία του λατρεία για αρ-

κετό καιρό μετά την εξαφάνισή της αλλού.

Αυτό έδωσε στους φανατικούς της παλιάς θρησκείας το όνομα ειδωλολάτρες [pagans], από τη

λέξη pagus, που είναι το χωριό στα λατινικά. Η

επαρχία παρέμεινε το προπύργιο της παλιάς [παγανιστικής] πίστης κι έτσι συνέχισαν τα πράγματα

έως τον όγδοο αιώνα.

Ο Κωνσταντίνος χρηματοδότησε πλουσιοπάροχα

τον καθεδρικό ναό τους Αγίου Ιωάννη στη Ρώμη και

κάθε διαδοχικός αυτοκράτορας τον προίκιζε, τόσο

ώστε η έδρα στη Ρώμη έγινε πολύ δυνατή. Η κεφαλή

79

της Ρωμαϊκής εκκλησίας έκανε πολλά για τους φτωχούς, και ο ποιμένας των χριστιανών στη Ρώμη έγινε σύντομα ο πιο σημαντικός άνδρας στη Δύση.

Τα πράγματα παρέμειναν έτσι έως το 866, όταν έγινε το μεγάλο σχίσμα. Από τον καιρό του Κωνσταντίνου του Μεγάλου έως τον καιρό του σχίσμα-

τος της Δυτικής εκκλησίας από την Ανατολική, ή της Ελληνικής εκκλησίας από τη Λατινική (κάπου πεντακόσια πενήντα χρόνια) υπήρξαν πολλές

ασυμφωνίες. Για να προσπαθήσουν να θεραπεύσουν

αυτές τις διαφορές, έγιναν οκτώ σύνοδοι.

Ο διχασμός συνέβη με τον ακόλουθο τρόπο το 858 μ.Χ.: στην Κωνσταντινούπολη πατριάρχης

ήταν ο Ιγνάτιος ενώ αυτοκράτορας ο Μιχαήλ Γ΄ , που εκθρόνισε και εξόρισε τον Ιγνάτιο και έβαλε στη θέση του τον Φώτιο, που ήταν ο γραμματέας του αυτοκράτορα [πρωτασηκρήτης] και πρωτοσπαθάριος. Την πρώτη μέρα ο Φώτιος έγινε μοναχός, τη

δεύτερη αναγνώστης, την τρίτη υποδιάκονος, την

τέταρτη διάκονος, την πέμπτη πρεσβύτερος και την

έκτη πατριάρχης – ήταν Χριστούγεννα του 858.

Ο Πάπας Νικόλαος πήρε το μέρος του Ιγνάτιου

και αφόρισε τον Φώτιο, ο Φώτιος με τη σειρά του

αφόρισε τον Πάπα. Αυτό επέφερε ένα σχίσμα (866 μ.Χ.) που ήταν η αρχή του χωρισμού των δύο εκκλησιών – ολοκληρώθηκε το 1053, τότε που ο Κωνσταντίνος ο Μονομάχος ήταν αυτοκράτορας της

Κωνσταντινούπολης, ο άγιος Λέων Θ΄ ήταν Πάπας

80

στη Ρώμη και ο Μιχαήλ Κηρουλάριος Πατριάρχης

στην Κωνσταντινούπολη.

Το κύριο χαρακτηριστικό της διαφοράς μεταξύ

Ελληνικής και Ρωμαϊκής εκκλησίας είναι πως οι

Έλληνες πιστεύουν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται

μόνο από τον Πατέρα. Οι Ρωμαιοκαθολικοί, από

την άλλη, πιστεύουν πως το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα και τον Υιό. Με αυτό το «πιστεύω» συγκλίνει και η εκκλησία της Αγγλίας.

Αυτό ήταν το σημείο της διαμάχης μεταξύ Ελληνικής και Λατινικής εκκλησίας που προκάλεσε

τόσες πολλές συνόδους, στην προσπάθεια να εξομοιώσουν τις ιδέες των δύο μερών.

Τα άλλα σημεία στα οποία διαφέρουν οι δύο εκκλησίες είναι σχετικά μηδαμινής σημασίας.

Τον 9ο, 10ο και 11ο αιώνα η χριστιανική θρησκεία απλώθηκε στη Βουλγαρία, την Ουγγαρία, τη Βοημία, τη Σαξονία, τη Δανία, τη Νορβηγία, τη Σουηδία, την Πολωνία και τη Ρωσία.

Στα τέλη του 8ου αιώνα μια γυναίκα έμελλε να εισαγάγει τον χριστιανισμό στην απέραντη αυτοκρατορία του Βορρά. Η αδελφή των αυτοκρατόρων Βασιλείου και Κωνσταντίνου παντρεύτηκε τον Τσάρο της Ρωσίας και έπεισε τον άνδρα της να βαπτιστεί. Οι Ρώσοι ακολούθησαν το παράδειγμα του

κυριάρχου τους, και η ρωσική αυτοκρατορία προσέλαβε την ελληνική πίστη και τις τελετές που ακόμα ισχύουν εκεί.

81

Το 1453 ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ κατέλαβε την

Κωνσταντινούπολη με 300.000 άνδρες και ένα ισχυρότατο πυροβολικό, και στις 29 Μαΐου έδωσε εντολή

για γενική επίθεση. Όταν πήραν την πόλη, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Αυτοκράτορας, σκοτώθηκε. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος διέφυγε στη Ρώμη και

θεωρήθηκε φρόνιμο από το κράτος

να διακοπεί η σχέση μεταξύ Ελλάδος και Κωνσταντινούπολης σε θέματα θρησκείας, και ο Αρχιεπί-

σκοπος Αθηνών δεν αναγνωρίζει τον Πατριάρχη

Κωνσταντινουπόλεως σαν ανώτερό του, αλλά αυτοαποκαλείται ηγήτωρ της ελληνικής πίστης στο βασίλειο της Ελλάδος. Θα αναφέρω σύντομα τον τρόπο με τον οποίο διεξήχθη αυτός ο διαχωρισμός.

Μετά τη δολοφονία του Έλληνα Πατριάρχη

στην Κωνσταντινούπολη, στην αρχή της ελληνικής επανάστασης, οι χειραφετημένοι Έλληνες δεν επιθυμούσαν να αναγνωρίσουν την ηγεσία των διαδόχων

του, εφόσον τους διόριζε ο Σουλτάνος που είχε προκαλέσει τον θάνατο του αρχηγού της εκκλησίας τους

και εφόσον ήταν όργανα της βούλησής του ενάντια

82
η θέση του καλύφθηκε από τον Γεννάδιο, που με διαταγή του Σουλτάνου εγκαταστάθηκε στο αξίωμα με τη συνηθισμένη τελετή – ενώ ο Μωάμεθ τού ευχόταν να κερδίσει
των νέων
λης είναι υπό την εξουσία του Σουλτάνου. Όταν ανήλθε στον θρόνο της Ελλάδος η παρούσα δυναστεία,
την εύνοια
του υπηκόων. Από τότε ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπο-

στον δικό τους αγώνα για ανεξαρτησία. Αρνήθηκαν

να δεχθούν τους νέους επισκόπους που διορίστηκαν

έκτοτε στη Ελλάδα, όμως δεν υπήρχε επίσημη πρά-

ξη διαμαρτυρίας ή χωρισμού.

Μόλις όμως εγκαθιδρύθηκε η πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας, οι Έλληνες θεώρησαν πως αυτή

η ανεξαρτησία δεν θα ήταν εντελώς σταθεροποιη-

μένη εάν δεν υπήρχε συγχρόνως και εκκλησιαστική ανεξαρτησία.

Ο Πατριάρχης διοριζόταν από τον Σουλτάνο, και ο Σουλτάνος ήταν υποτακτικός του Αυτοκρά-

τορα της Ρωσίας, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν ο μοναδικός εστεμμένος ελληνικής θρησκείας [ορθόδοξος]. Ανέκυπταν επομένως δύο σοβαρές δυσκολίες, και εύκολα θα μπορούσε κανείς να προβλέψει πού θα οδηγούσε η κατάσταση, ενάντια στην πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδος. Πολλοί Έλληνες το σκέπτονταν σοβαρά. Ο κ. Τρικούπης ήταν ένας από τους πιο επίμονους και θερμούς υποστηρικτές στην προώθηση αυτής της άποψης. Ο Κυβερνήτης, ο Κόμης Καποδίστριας, στον οποίο είχαν μιλήσει για το ζήτημα, δεν ήθελε να κάνει καμία σχετική ενέργεια, είτε γιατί ήταν προσωρινός αρχηγός μιας προσωρινής κυβέρνησης, είτε γιατί επηρεαζόταν από τη ρωσική πολιτική, που ήταν εντελώς αντίθετη στην

ιδέα του χωρισμού. Γιατί σ’ αυτή την περίπτωση, δεν θα ήταν βέβαιοι για τον κλήρο.

Με την έλευση του Βασιλέα και της βασιλείας το

83

1833, αυτή η υπόθεση έγινε σοβαρό θέμα. Ο χωρισμός είχε αποφασιστεί από το συμβούλιο της βασιλείας. Όμως ήταν απαραίτητο να βρεθεί ένας

άνδρας που με τα πολιτικά του αισθήματα και την

εμπιστοσύνη που θα ενέπνεε ως προς τη θρησκευτική του πίστη, θα μπορούσε να διαλύσει την ανησυ-

χία του ανώτερου κλήρου κι έτσι να οδηγήσει στην

πλήρη επιτυχία του μέτρου. Αποφασίστηκε πως, από κάθε άποψη, ο κ. Τρικούπης ήταν ο άνθρωπος που χρειαζόταν γι’ αυτόν τον σημαντικό σκοπό. Εκείνο τον καιρό ήταν πρόεδρος του συμβουλίου [πρωθυπουργός], υπουργός Εξωτερικών και του Βασιλικού οίκου. Του πρόσφεραν και δέχθηκε (προσωρινά) το εκκλησιαστικό χαρτοφυλάκιο, με την παραπάνω πρόθεση.

Με εμπιστευτικές συνεννοήσεις και φιλική αλληλογραφία με τον ανώτερο κλήρο, ο κ. Τρικούπης βεβαιώθηκε για τη συγκατάθεσή τους στην υπό μελέτη διακήρυξη ανεξαρτησίας της εκκλησίας.

Αφού κερδήθηκε αυτό το σημείο, οι ιεράρχες, τριάντα έξι τον αριθμό, διασκορπισμένοι σε όλη την Ελλάδα –μερικοί διατηρώντας τις επισκοπικές τους

έδρες, άλλοι κυνηγημένοι από την Πύλη για τις φιλελεύθερες ιδέες τους και έχοντας καταφύγει στην

Ελλάδα– έλαβαν πρόσκληση να συγκεντρωθούν

στην έδρα της αυλής στο Ναύπλιο. Αυτή η στιγμή

θεωρήθηκε ευκαιρία, γιατί ο κ. Κατακάζης, ο Ρώσος

πρέσβης στην Ελλάδα, απουσίαζε για διασκέδαση

84

στην Αθήνα. Έγιναν τρεις ή τέσσερις επίσημες συνεδριάσεις των επισκόπων, με πρόεδρο τον κ. Τρικούπη, υπογράφηκαν τα απαραίτητα πρωτόκολλα,

και στις 23 Ιουλίου (με το παλαιό ημερολόγιο) 1833, διακηρύχθηκε η ανεξαρτησία [αυτοκεφαλία] της εκκλησίας από την εξουσία του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης με την παμψηφεί συμφωνία του

ανώτερου κλήρου σε απαρτία. Δύο μέρες αργότερα

ορίστηκε με κάθε επισημότητα μια σύνοδος από πέντε ιεράρχες για να ασκεί την πατριαρχική εξουσία.

Με την επιστροφή του στο Ναύπλιο, ο Ρώσος

πρέσβης βρέθηκε προ τετελεσμένου. Έγινε έξαλλος με την κατάσταση και απείλησε τη σύνοδο εν ονόματι του Αυτοκράτορα. Έγιναν κάποιες μηχανορραφίες στην Κωνσταντινούπολη και την Αγία

Πετρούπολη ενάντια στο μέτρο. Όμως όλες αυτές

οι μηχανορραφίες νικήθηκαν από τη σταθερότητα

της ελληνικής κυβέρνησης. Ο ανωτέρω θεσμός έχει τώρα πλήρη ισχύ στην Ελλάδα και τον σέβεται όλο

το ελληνικό έθνος. Τώρα λειτουργεί με τον εξής

τρόπο: ο αριθμός των επισκόπων είναι ίσος με τον αριθμό των νομαρχιών στις οποίες είναι χωρισμέ-

νη η Ελλάδα, οι οποίες είναι δέκα. Πριν από την Επανάσταση, η Ελλάδα χωριζόταν σε σαράντα έξι επαρχίες, και κάθε επαρχία είχε έναν επίσκοπο. Δεν απολύθηκε κανένας από τους σαράντα έξι επισκόπους. Καθώς όμως ήταν απαραίτητο να μειωθεί ο

αριθμός των επισκοπών, η κυβέρνηση αποφάσισε

85

πως όταν πέθαιναν οι επίσκοποι δεν θα τους αντικαθιστούσαν, ώσπου ο αριθμός τους να ανέρχεται

μόνο σε δέκα.

Η σύνοδος, που είναι το εκκλησιαστικό συμβούλιο, αποτελείται από έξι επισκόπους, εκλεγμένους

από το σύνολο, που κατοικούν στην πρωτεύουσα για

δύο χρόνια, ενώ άλλοι επιλέγονται από τον Βασιλέα.

Ο Βασιλιάς είναι η κεφαλή της εκκλησίας, και μητροπολίτης είναι ο επίσκοπος της Αθήνας.

Ο κατώτερος κλήρος είναι οι διάκονοι, υποδιάκονοι, πρεσβύτεροι, και ο αριθμός τους εξαρτάται

από το μέγεθος της νομαρχίας. Όλη η Ελληνική

εκκλησία πληρώνεται από την κυβέρνηση, από τα ακόλουθα κονδύλια: Πριν από την Επανάσταση, η

γη που ανήκε στα μοναστήρια ήταν τεράστια και

πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι μπορούσαν να συντηρούν

οι κάτοικοι. Συνεπώς, σχεδόν όλη τη γη την πήρε η

κυβέρνηση, εκτός από όση αρκούσε για τη συντή-

ρηση των καλογήρων στα μοναστήρια. Τα έσοδα

από αυτή τη γη διατίθενται για την πληρωμή του

ενεργού κλήρου και τα σχολεία του βασιλείου.

Η Ελληνική εκκλησία στη Ρωσία δεν διαχωρί-

στηκε από την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης.

Έτσι, μόνο η Εκκλησία της Ελλάδος είναι ανεξάρτητη και αυτοκέφαλη εκκλησία. Μ’ αυτή την κίνηση η κυβέρνηση ενήργησε σοφά, γιατί τώρα είναι ακλόνητη από τις επεμβάσεις των Ρώσων και Κωνσταντινουπολιτών επισκόπων.

86

Με αυτή τη ρύθμιση υπάρχει μία ακόμα διαφορά

μεταξύ Ρωμαιοκαθολικής και Ελληνικής εκκλησίας:

Η Ελληνική έχει δύο κεφαλές, μία στην Κωνσταντι-

νούπολη και μία στην Αθήνα, όμως η θρησκεία είναι

η ίδια. Η Ρωμαϊκή εκκλησία έχει μόνο μία κεφαλή, που εδρεύει στη Ρώμη.

Δεν θα ήταν

έπαιξε τέτοιο

σημαντικό ρόλο στην εξαιρετική αυτή ενέργεια και

που ξεχώριζε πάντα στη διευθέτηση των υποθέσεων

της χώρας του.

Ο κ. Τρικούπης είναι γεννημένος στο Μεσολόγγι, που στη διάρκεια του πολέμου ήταν προπύργιο της

Ελλάδος. Η οικογένειά του, που ήταν η πρώτη στην πόλη, πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στη χώρα με

την επιρροή που άσκησε και με τους στόχους στους

οποίους κατεύθυνε αυτή την επιρροή.

Ο πατέρας του κ. Τρικούπη ήταν ένας πολύ

μορφωμένος άνθρωπος, με ακέραιο χαρακτήρα και

αυστηρές αρχές. Ήταν το δεξί χέρι του Πρίγκιπα

Μαυροκορδάτου στη διάρκεια των ευγενών επιτευγμάτων του Μαυροκορδάτου στην πόλη. Κλείστηκε

εκεί με τον Πρίγκιπα κατά την πολιορκία του 1822

και στη συνέχεια πέθανε εκεί το 1825, προς μεγάλη

θλίψη όλων των συμπατριωτών του, και όλων όσων τον γνώριζαν.

Δύο απ’ τους νεότερους αδελφούς του είχαν δια-

87
άσχετο, σ’ αυτό το σημείο της αφήγησής μου, να δώσω μια σύντομη περιγραφή της ζωής του φωτισμένου πολιτικού που

πρέψει με την ανδρεία τους στην τελευταία πολιορκία, που έκανε αθάνατη την πόλη. Τελικά έπεσαν, με το σπαθί στο χέρι, υπερασπιζόμενοι τον τελευταίο προμαχώνα της χώρας τους. Ο κ. Τρικούπης παρακολουθούσε τις λογοτεχνικές σπουδές του στο Παρίσι όταν ξέσπασε η επανάσταση στην Ελλάδα, το 1821. Γνώριζε την οργάνωση με το όνομα [Φιλική] Εταιρεία (παρόλο που

δεν ήταν μέλος της), η οποία ήταν το προσφορότερο

μέσο για την επίτευξή της. Επέστρεψε αμέσως στην

πατρίδα του και μπήκε στην αρένα της δημόσιας

ζωής με τον θάνατο του Λόρδου Μπάιρον, όταν απήγγειλε τον επικήδειο σε νέα ελληνικά, ένα αριστούργημα ευφράδειας.

Η πρόχειρη μετάφραση ενός μέρους αυτής της

ομιλίας θα δώσει στον αναγνώστη μια ιδέα του

ύφους της σύνθεσής της: «Γεννημένος σε μια μεγάλη αυτοκρατορία, με ευγενική καταγωγή από πατέρα και μητέρα, τι απροσποίητη χαρά που ένιωσε η φιλελληνική καρδιά του

όταν η φτωχή μας πόλη, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, χάραξε τ’ όνομά του ανάμεσα στους πολίτες της!

Ενώ ψυχομαχούσε, ναι, τη στιγμή που η αιωνιότητα φανερωνόταν μπροστά του, ενώ παρέπαιε στο χείλος του θανάτου και της αθανασίας, όταν όλος

ο υλικός κόσμος φάνταζε σαν κηλίδα μπροστά στα

απέραντα έργα του Παντοδύναμου, αυτή τη φοβερή ώρα, δύο ονόματα βρέθηκαν στα χείλη αυτού

88

του διά σημου άνδρα, ξεχνώντας όλο τον υπόλοιπο

κόσμο. Ήταν τα ονόματα της μοναδικής και αγαπημένης του κόρης και της Ελλάδας. Τα δύο αυτά

ονόματα, βαθιά χαραγμένα στην καρδιά του, ακόμα και την ώρα του θανάτου, δεν μπόρεσε να τα σβήσει. “Κόρη μου!”

είπε· “Ελλάδα!” αναφώνησε

– και πέταξε η ψυχή του. Ποια ελληνική καρδιά δεν

θα συγκινηθεί κάθε φορά που θα θυμηθεί αυτή τη στιγμή;»*

Από την αρχή της επανάστασης, ο κ. Τρικούπης

αντιπροσώπευε τη γενέτειρά του σε κάθε συνέλευση, και σε όλες τις νομοθετικές συνεδρίες. Η Εθνοσυνέ-

* [Παρατίθεται αυτούσιο το απόσπασμα: «Γεννημένος εἰς

τὴν λαμπροτάτην Μητρόπολην τῆς Λόντρας, εὐγενέστατος καὶ

ἀπὸ πατέρα καὶ μητέρα, πόσην χαρὰν αἰσθάνθηκε ἡ φιλελληνική

του καρδία, ὅταν ἡ πτωχή μας πόλη, εἰς σημεῖον εὐγνωμοσύνης,

τὸν ἐπολιτογράφησεν; Εἰς αὐτὸν τὸν ἀγῶνα τοῦ θανάτου του, ἤγουν εἰς τὴν στιγμήν, ὅταν κρυμμένη ἡ αἰωνιότης δείχνεται

εἰς τὸν ἄνθρωπον εὑρισκόμενον εἰς τὰ ὅρια τῆς θνητῆς καὶ τῆς ἀθάνατης ζωῆς, ὅταν, λέγω, ὅλος ὁ ὁρατὸς κόσμος φαίνεται ἕνα μόνον σημεῖον ὡς πρὸς τὰ λαμπρὰ ἔργα τῆς θείας Παντοδυναμίας, εἰς ἐκείνην τὴν φοβερὴν ὥραν ὁ πολυένδοξος τοῦτος νεκρός, ἀφίνοντας τὸν κόσμον ὄλον, ἐβάσταξεν εἰς τὸ στόμα του

μοναχὰ δυὸ ὀνόματα: τῆς μονάκριβης καὶ πολυαγαπημένης του

Κόρης καὶ τῆς Ἑλλάδος. Αὐτὰ τὰ δυὸ ὀνόματα, βαθιὰ ριζωμένα

εἰς τὰ σπλάγχνα του, μήτε ἡ στιγμὴ τοῦ θανάτου δὲν ἠμποροῦσε

νὰ τὰ ἐξάλειψη. Θυγατέρα μου! εἶπεν. Ἑλλάδα! εἶπε, καὶ ἡ φωνὴ

του ἔλειψε! Ποία ἑλληνικὴ καρδία νὰ μὴ συντρίβεται ὅσες φορὲς

ἐνθυμεῖται αὐτὴν τὴν περίστασιν;»]

89

λευση της Επιδαύρου τον διόρισε μέλος του διοικητικού συμβουλίου [της Προσωρινής Επαναστατικής

Κυβέρνησης] που εγκαθιδρύθηκε το 1826.

Στη συνέχεια, ο κ. Τρικούπης υπηρέτησε το κράτος υπό τον Καποδίστρια, σαν υπουργός των Εσωτερικών. Όμως η αγάπη για ισχύ που έτρεφε

ο Κυβερνήτης δυσαρεστούσε τον κ. Τρικούπη και

ευγενικά εξέφρασε την αποδοκιμασία του παραιτούμενος από τα καθήκοντά του, παρά να προσυπογράψει ένα διάταγμα που έδινε κυριαρχική

επιρροή στον Κόμη Καποδίστρια στις επερχόμενες

εκλογές.

Στη Συνέλευση του Άργους, όπου ο Κόμης Καποδίστριας, με τη δύναμη αυτού του διατάγματος

και μέσω παρόμοιων μηχανορραφιών, ανέλαβε κάτι σαν κυριαρχία, ο κ. Τρικούπης ήταν ο πρώτος που

κατήγγειλε τις ιδέες και τις προθέσεις του, και ήταν

ο μοναδικός που είχε το κουράγιο να αρνηθεί την έδρα στη βουλή.

Ο Καποδίστριας τον εκδικήθηκε διαγράφοντάς

τον. Ο κ. Τρικούπης όμως επέστρεψε στο σπίτι

του στο Άργος, με πρόσκληση των αντιπροσώπων

των τριών συμμαχικών αυλών, και παρέμεινε εκεί

ως ιδιώτης, πάντα φιλελεύθερος και δημοκρατικός

στις ιδέες σχετικά με τον τρόπο που η πατρίδα του

έπρεπε να διοικείται, και χωρίς να επιτρέψει στον

εαυτό του να έχει καμία σχέση με την οικογένεια του Καποδίστρια.

90

Μόλις αυτή η οικογένεια ανατράπηκε, ο κ. Τρικούπης απέρριψε τη θέση που του παραχώρησε η

γερουσία στην κυβέρνηση, αλλά δέχθηκε εκείνη του

Υπουργού Εξωτερικών.

Ο Βασιλιάς και η Αντιβασιλεία, το 1833, με την άφιξή τους, του πρότειναν να γίνει επικεφαλής του

τμήματος των Εξωτερικών υποθέσεων και τον διόρισαν επιπλέον πρόεδρο του υπουργείου αυτού, στο

οποίο συμμετείχαν ο Πρίγκιπας Μαυροκορδάτος και ο κ. Κωλέτης.

Ένα χρόνο αργότερα, το 1834, ο κ. Τρικούπης διορίστηκε [διπλωματικός] αντιπρόσωπος του ελληνικού βασιλείου στην αυλή του Λονδίνου, μια θέση που επιθυμούσε και προτιμούσε πάνω από κάθε τι, για τους φιλελεύθερους θεσμούς και το κοινωνικό αίσθημα που διαπνέει αυτή τη μεγάλη αυτοκρατορία. Η αγάπη του προς τους θεσμούς μας ήταν που ώθησε τον κ. Τρικούπη να καλλιεργήσει, όσο ήταν δυνατόν, τις σχέσεις με τους Άγγλους – με τον χαρακτήρα και τη λογοτεχνία των οποίων είναι εξοικειωμένος, και μιλά τη γλώσσα τους.

Είναι ιδιάζον γνώρισμα της πολιτικής καριέρας

του κ. Τρικούπη το ότι στη διάρκεια της επίπονης

αντιπολίτευσης που αναγκάστηκε να κάνει για να διασφαλίσει το μέτρο στην Ελλάδα, περιορίστηκε

αυστηρά στη χρήση των έννομων μέσων, φροντίζοντας να μην εμπλακεί ποτέ σε εμφύλιο πόλεμο

– ούτε ενάντια στον Κόμη Καποδίστρια.

91
92 Ο κ. Τρικούπης παντρεύτηκε μια αδελφή του Πρίγκιπα Μαυροκορδάτου, η οποία μετοίκησε μαζί του στο Λονδίνο αφότου έγινε πρέσβης εκεί. Η εγκαρδιότητα αυτής της κυρίας προκαλεί μεγάλο θαυμασμό σε όσους έχουν την τιμή να τη γνωρίζουν. Τον ίδιο θαυμασμό προκαλεί η αδιάβλητη σταθερότητα και ακεραιότητα του συζύγου της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Κυριακή του Πάσχα – Επίσκεψη στη Λαίδη Τσωρτς –

Το σπίτι του Σερ Π. Μάλκολμ – Το πέρασμα του Δαφνιού – Πεδιάδα της Αθήνας – Σαλαμίνα – Στρατηγός

Γκόρντον – Πρεσβεία – Τραγουδιστές – Τρίτη του Πάσχα

– Διασκεδάσεις στο Θησείο – Η ήττα των ανταρτών –

Θέατρο – Αφρικανικά περιστέρια – Νέα έσοδα για την

Ελλάδα – Χορός στης Κόμισσας του Άρμανσπεργκ – Η

Μαντάμ Λαγκρενέ – Η κυρία Μπουντούρη – Η δεσποινίς Καραϊσκάκη – Ελληνικές διασκεδάσεις – Ο κ. Κινγκ – Η ομάδα του «Πράσινου Κλαδιού» – Έλληνες και Τούρκοι

– Ελληνικά κρασιά – Η εχθρική διάθεση των Τούρκων για τους Έλληνες

Αποσπάσματα από το ημερολόγιο (συνέχεια)

Κυριακή του Πάσχα, 9 Απριλίου 1835 – Οι Έλληνες, αφού πρώτα πήγαν στη λειτουργία σε διάφορες εκκλησίες της πόλης, νωρίς το πρωί, στις έξι-επτά επέστρεψαν στο σπίτι να ντυθούν και να ετοιμαστούν για να κάνουν επισκέψεις, που γίνονται αργότερα στην Ελλάδα, μεταξύ δέκα και δώδεκα το πρωί. Τις καθημερινές τρώνε στις δώδεκα, και τις γιορτές στις τρεις. Μερικοί πάνε για περίπατο στην εξοχή με την οικογένειά τους, άλλοι πάνε στα κα-

93

φενεία [cabaret] και χορεύουν ρωμαίικα με τη λύρα

και το βιολί. Όλα τα μέρη για διασκέδαση είναι ανοικτά την Κυριακή κι είναι γεμάτα – σ’ αυτό οι

Έλληνες ακολουθούν το έθιμο των καθολικών χωρών. Όμως δεν είναι αυτή η μεγάλη μέρα της γιορτής, γιατί η Τρίτη του Πάσχα θεωρείται γενικότερα

ελληνική αργία. Σήμερα ο Συνταγματάρχης Χέυ και εγώ, αφού πήγαμε στον Αιδ. κ. Χιλλ, όπου έγινε

θεία λειτουργία και ήταν μαζεμένη η συνηθισμένη

συντροφιά, αποφασίσαμε να πάμε με τ’ άλογα στα

Πατήσια, ένα χωριό περίπου στα τρία χιλιόμετρα

απόσταση, να επισκεφθούμε τη Λαίδη Τσωρτς, που κατοικούσε εκεί σ’ ένα μεγάλο σπίτι που είχε κτίσει ο ιδιοκτήτης του, Σερ Π. Μάλκολμ. Πήραμε τον

αμαξιτό δρόμο που οδηγούσε στο σπίτι της Λαίδης

και φτάσαμε εκεί σε μισή ώρα. Ήμασταν τυχεροί που η όμορφη οικοδέσποινα

ήταν εκεί. Μπήκαμε και αφού περάσαμε από μια σειρά δωμάτια, φτάσαμε σ’ εκείνο όπου βρισκό-

ταν η Λαίδη. Σύστησα τον Συνταγματάρχη Χέυ

και περάσαμε όμορφα συζητώντας. Το σπίτι του

Στρατηγού είναι πολύ ευρύχωρο και η κατασκευή

του πρέπει να στοίχισε τουλάχιστον 4.000 λίρες. Η

πρόσοψη κοιτά την πόλη και το λιμάνι του Πειραιά.

Στην αυλή, στο πίσω μέρος, είναι μια όμορφη σειρά

από πέτρινα σκαλοπάτια που ανεβαίνουν κάπου έξι

μέτρα, σε κλασικό στυλ.

Έχει δύο ορόφους. Στον επάνω, στην πρόσοψη,

94

υπάρχουν τρία δωμάτια, το μεσαίο πρέπει να είναι τουλάχιστον δώδεκα επί δώδεκα μέτρα, τα άλλα δύο κάπου δώδεκα επί εφτά. Υπάρχουν αρκετά υπνοδωμάτια στο πίσω μέρος του σπιτιού. Στο κάτω πάτωμα έχει τρία μεγάλα δωμάτια, όμοια με του πάνω πατώματος, και άλλους χώρους για τους υπηρέτες, όλα πολύ όμορφα διαρρυθμισμένα και τέλεια προσαρμοσμένα για μια αγγλική οικογένεια αυτής της τάξης. Ο κήπος είναι γύρω στα οκτώ στρέμματα, κολλητά με το σπίτι, το μεγαλύτερο μέρος του έχει παρτέρια λουλουδιών και θάμνους, όλα καλαίσθητα.

Συγχαρήκαμε την κυρία που ήταν εγκατεστημένη καλύτερα απ’ όλους στην Ελλάδα. Πράγματι, δεν υπάρχει άλλο σπίτι τόσο ωραίο. Μάθαμε πά-

ντως πως ο Στρατηγός θα το εγκατέλειπε σύντομα, γιατί παρότι η απόσταση ήταν μόνο τρία χιλιόμετρα, δεν ήταν βολική, επειδή στους Έλληνες

δεν άρεσε να περπατούν τρία χιλιόμετρα για να κάνουν μια επίσκεψη ή να μιλήσουν για δουλειά.

Για όποιον δεν έχει δημόσιο αξίωμα, αυτή θα ήταν

η βολικότερη κατοικία, γιατί υπάρχει καλός αμαξιτός δρόμος σ’ όλη τη διαδρομή, και ο αέρας είναι

καθαρός και υγιεινός.

Αποχαιρετήσαμε τη Λαίδη Τσωρτς και προχωρήσαμε μέσα απ’ τον ελαιώνα προς την Πάρνηθα.

Μετά πήγαμε αριστερά, ώσπου φτάσαμε στο πέρασμα του Δαφνιού. Το διασχίσαμε. Τα βουνά σε κάθε

πλευρά ήταν εντυπωσιακά και θύμιζαν τα όρη της

95

Σκωτίας. Η κοιλάδα έχει κάπου διακόσια εβδομή-

ντα μέτρα πλάτος και το πέρασμα καταλήγει στην

όμορφη θέα του κόλπου της Σαλαμίνας. Συνεχίζο-

ντας δεξιά, κατά μήκος της ακτής, φτάνεις στην

Ελευσίνα (που τώρα ονομάζεται Λεψίνα), έξι χιλιόμετρα μακριά. Στα είκοσι χιλιόμετρα προς Κόρινθο φτάνεις στα Μέγαρα. Οι κορυφές των βουνών

είναι γεμάτες έλατα εδώ. Στη μέση του περάσματος

υπάρχουν τα ερείπια ενός μοναστηριού βυζαντινής

αρχιτεκτονικής, που με λίγα έξοδα θα μπορούσε να συντηρηθεί.

Δεν θα βγάλει μεγάλο κέρδος όποιος κάνει αγορά

σ’ αυτό το σημείο, όμως όποιος αγαπά τα ρομαντικά τοπία μπορεί να ενδώσει εδώ χωρίς

μείναμε λίγο να εξετάσουμε όλη την πεδιάδα, στρέψαμε τ’ άλογά μας προς την πόλη, νομίζοντας

πως θα επιστρέφαμε σε μία ώρα· όμως κάναμε λά-

θος γιατί το άλογο του Συνταγματάρχη το έσκασε

και χρειαστήκαμε μία ώρα για να το πιάσουμε. Θα μπορούσε να φτιαχτεί μια απολαυστική διαδρομή με

άμαξα από την Αθήνα, μέσα απ’ αυτό το πέρασμα, προς την ακτή. Εύκολα θα γινόταν, παίρνοντας τις

μεγάλες πέτρες από κάθε πλευρά του μονοπατιού

για άλογα που υπάρχει τώρα – το έδαφος είναι αρκετά σκληρό.

Δευτέρα του Πάσχα, 10 Απριλίου 1836 – Σήμερα

96
τα συνήθη άβολα επακόλουθα – η απόσταση είναι μόνο μία ώρα με το άλογο από την πόλη της Αθήνας. Αφού

είναι ακόμα μια μέρα γιορτής για τους Έλληνες, δεν λειτουργούν οι δημόσιες υπηρεσίες, και ο Συνταγματάρχης Χέυ κι εγώ κινήσαμε για άλλη μια

βόλτα με τα άλογα. Αφού επισκεφθήκαμε το σημείο

όπου έγινε η μάχη της Αθήνας, της οποίας υπήρξα

αυτόπτης μάρτυρας, διασχίσαμε την οδό Πειραιώς

και πιάσαμε ένα μονοπάτι μέσα από τον ελαιώνα

που μας έφερε στην ακτή, στην αρχή του κόλπου

της Σαλαμίνας, απέναντι απ’ τον Θρόνο του Ξέρξη.

Είδαμε δύο αυστριακές κορβέτες αγκυροβολημένες.

Τα πολεμικά πλοία, γενικά, βρίσκονται κατά προ-

κλήματα. Το χώμα είναι πολύ κόκκινο και μοιάζει με των περιχώρων

της [γαλλικής] Μακόν. Η βόλτα με το άλογο είναι πολύ ρομαντική. Ο κόλπος ήταν ήρεμος, σαν ένα φύλλο από χυμένο γυαλί. Προχωρήσαμε κατά μή-

κος της ακτής ώσπου αντικρίσαμε την Ελευσίνα και

τα Μέγαρα. Μετά θυμηθήκαμε πως θα δειπνούσαμε

με τον Σερ Έντμουντ Λάιονς, πισωγυρίσαμε και επιστρέψαμε. Γυρίζοντας, μάς τράβηξε την προσοχή ένα μεγάλο κομμάτι λευκό μάρμαρο στον δρόμο.

Πλησιάζοντας, είδαμε πως ήταν ο τάφος ενός φτω-

97
τίμηση εδώ,
του Πειραιά, γιατί υπάρχει άφθονος χώρος· στην πραγματικότητα, είναι λιμάνι
τα
του κόσμου.
σ’ αυτό το σημείο
κακό
Στα δεξιά σου έχει ψηλά βουνά με ελάχιστη βλάστηση. Θα έλεγα πως αυτή η τοποθεσία είναι ιδιαίτερα καλή για
στο λιμάνι
αρκετά μεγάλο για να χωρέσει όλα
πλοία
Το μονοπάτι
είναι πολύ
και βραχώδες.

χού πεζοναύτη δεκανέα από το πλήρωμα του πλοίου

του Βασιλικού Ναυτικού της Αγγλίας «Canopus», που είχε ταφεί εκεί.

Όπου κι αν πέσουν τα μάτια σου, βλέπεις αρχαία ερείπια. Δεν μπορώ ν’ αντικρίζω αυτά τ’ απομεινάρια των καιρών χωρίς να νιώθω την ανάγκη

να βοηθήσω κάνοντας κάτι γι’ αυτή τη χώρα, να την ανορθώσω, αν είναι δυνατόν, στα πρώτα μεγαλεία

της. Και χαίρομαι που σ’ αυτό θα συνεισέφερε πτωτίστως οτιδήποτε καθιστούσε το ταξίδι στην Ελλάδα «της μόδας», όπως είναι τώρα το ταξίδι στην

Ιταλία. Οι ταξιδευτές και οι πλούσιοι που θέλουν να περάσουν τους κρύους μήνες του χειμώνα του Βορρά

σ’ ένα πιο ήπιο κλίμα, θα βρουν μια πολύ ευχάριστη

διαμονή στην κλασική αυτή χώρα, ακόμα και τον χειμώνα· και θα γίνουν λίγο-πολύ ο δίαυλος για να εκπολιτισθεί άμεσα η Ελλάδα.

Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο και αφού ντυθήκαμε, πήγαμε στο σπίτι του Άγγλου πρέσβη, που μας έκανε δεκτούς, ο ίδιος και σύμπασα η αξιαγάπητη οικογένειά του με τη γνωστή εγκαρδιότητά τους. Βρήκαμε εκεί τον μεγαλύτερο Πρίγκιπα Καντακουζηνό, τον άτυχο χήρο της Κόμισσας Λουίζας

Άρμανσπεργκ. Τώρα ανήκει στο προσωπικό του Στρατηγού Γκόρντον και ήρθε πριν απ’ αυτόν από

το Άργος, όπου βρίσκεται τώρα το επιτελείο του Στρατηγού.

Ο Στρατηγός Γκόρντον είναι ευγενής με μεγά-

98

λη περιουσία στο Κέιθνες [Caithness], στη Σκωτία.

Ήρθε στην Ελλάδα στην αρχή σχεδόν της επανάστασης και αφιερώθηκε από τότε στη συνέχιση και

στήριξη του ελληνικού αγώνα για ανεξαρτησία. Οι υπηρεσίες του προς την ελληνική κυβέρνηση προσφέρονται δωρεάν. Η μεγάλη του περιουσία τού επιτρέπει να μη δέχεται τον μισθό του στρατηγού.

Ο Στρατηγός Γκόρντον ήταν παρών σε πολλές μάχες στον Μωριά. Όταν έφθασε ο Στρατηγός

Τσωρτς στην Ελλάδα, το 1827, τον διόρισε Συνταγματάρχη του πυροβολικού και φέρθηκε με μεγάλο

ταλέντο. Έκτοτε προβιβάστηκε στον βαθμό του

Στρατηγού και η διοίκηση του στρατού στον Μωριά

περιήλθε στα χέρια του.

Ο Στρατηγός Γκόρντον, το 1832, εξέδωσε ένα

έργο για την Ελληνική Επανάσταση σε δύο τόμους.

Το έργο είναι πολύ ενδιαφέρον, προϊόν μεγάλης

έρευνας, είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να διαβάσει κα-

νείς για να έχει άποψη για τις αιτίες της Επανάστα-

σης και τις ενέργειες των Ελλήνων στη διάρκειά της.

Ας επιστρέψω, όμως, στον εξαιρετικό οικοδεσπότη μας. Διασκεδάσαμε το βράδυ ακούγοντας

ιταλικά κομμάτια από τη Μις Λάιονς, η οποία παίζει υπέροχα.

Πρέπει εδώ να τονίσω πως αν ο Σερ Έντμουντ Λάιονς συνεχίσει να προσφέρει τη φιλοξενία του με

την ίδια γενναιοδωρία σε όλους τους Άγγλους επισκέπτες του, όταν θα λειτουργήσει η σχεδιαζόμενη

99

συγκοινωνία μεταξύ Μασσαλίας και Ελλάδας, θα

πρέπει να του αυξηθεί το επίσημο εισόδημα. Στην

πραγματικότητα, σκέφτομαι πως θα έπρεπε να εί-

ναι ισότιμο με του Ρώσου πρέσβη, που νομίζω πως

παίρνει 4.000 λίρες τον χρόνο, ενώ ο Σερ Έντμουντ

Λάιονς παίρνει μόνο 2.000 λίρες και κάτι ψιλά.

Αυτή η μεγάλη διαφορά μάλλον διευκολύνει προς το

παρόν τον Ρώσο πρέσβη να έχει ένα είδος επιρροής

αρκετά σημαντικής σε μια ημι-πολιτισμένη χώρα

– την επιρροή που προκύπτει από ένα υπέροχα σερβιρισμένο δείπνο.

Επιστρέφοντας στο σπίτι, πέσαμε πάνω σε μια παρέα τεσσάρων Ελλήνων που τραγουδούσαν ιταλικούς σκοπούς σε εξαιρετικό ύφος, ο ένας είχε ωραία φωνή τενόρου και όλοι οι άλλοι ήταν μπάσοι. Σταματούσαν κάτω απ’ τα παράθυρα διαφόρων σπιτιών κι έκαναν καντάδα στους ενοίκους.

Εγώ ενθουσιάστηκα τόσο πολύ που, παρότι ήταν αργά, τους ακολούθησα όσο περιφέρονταν στην

πόλη, για μία ολόκληρη ώρα, για ν’ ακούω το τραγούδι τους. Δεν ξέρω αν ήταν ερασιτέχνες ή κάτι

άλλο, σίγουρα δεν τους είδα να παίρνουν χρήματα. Μετέπειτα, σε βραδινούς μου περιπάτους τους συναντούσα τακτικά.

Οι Έλληνες είναι περίεργη ράτσα. Με το που αναδύθηκαν από τη βαρβαρότητα όπου τους είχε καταδικάσει ο δεσποτισμός των Τούρκων, καλλιεργούν τις τέχνες της ειρήνης. Και μια που έχουν εκ-

100

πληκτική ρίζα, τις καλλιεργούν με τη μεγαλύτερη

ευκολία, εντός του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού.

11 Απριλίου 1836 – Το πρωί σεργιανίζαμε με τον

Συνταγματάρχη Χέυ στο Θησείο. Είχαμε πληροφορηθεί πως οι Αρβανίτες με τις γυναίκες τους θα χόρευαν ρωμαίικα, όπως κάνουν κάθε χρόνο εκεί.

Την Τρίτη του Πάσχα, στις τρεις, συγκεντρώθηκαν σε ομάδες. Η μοναδική μουσική ήταν ένα τύμπανο [νταούλι] κι ένα είδος μικρής φλογέρας [ζουρνάς]

που από μακριά ηχούσε σαν σκωτσέζικη πίπιζα. Οι ρωμαίικοι είναι πολύ ζωηροί χοροί, χορέψαν διάφορους. Ο ρυθμός ήταν άλλοτε αργός κι άλλοτε γοργός. Ο γρήγορος απαιτούσε πολλή εξάσκηση· πηδούν από το έδαφος μισό μέτρο, και πάνω στο πήδημα στρέφονται στον αέρα και κοιτάζουν τους συγχορευτές στ’ αριστερά τους. Μόλις πατήσουν

στο έδαφος, πέφτουν στα γόνατα, και απ’ αυτή τη

θέση κάνουν άλλο ένα πήδημα, στρέφοντας το σώμα

απ’ την αντίθετη πλευρά. Αυτά τα βίαια πηδήματα

δεν κράτησαν πολύ, αμέσως τα ακολούθησαν πιο

αργά βήματα.

Δεν υπάρχει τίποτα πιο πειθαρχημένο από ένα

ελληνικό πλήθος. Ήταν κάπου δυο χιλιάδες άνθρω-

ποι εκεί, κι ενώ έκαναν φασαρία μέσα στην ευθυμία

τους, δεν υπήρχε σ’ αυτό τίποτα κακόβουλο. Ήταν

σαν μια ομάδα παιδιών που χόρευαν με απίθανη

ζωηράδα πάνω στους ήχους απ’ το κρουστό και το

πνευστό. Ενώ διασκέδαζαν, έφθασε ο Σερ Έ. Λάιονς

101

κι η οικογένειά του με την Κόμισσα Καρολίνα. Οι

Έλληνες, που αγαπούν πάντα το καινούργιο, άφησαν αμέσως τον χορό και μαζεύτηκαν γύρω από τους

ωραίους ιππείς. Αφού για λίγα λεπτά τούς θαύμασαν, επέστρεψαν στον χορό. Με αυτή την ευκαιρία, μπόρεσα να παρατηρήσω τις Αρβανίτισσες. Είναι

γενικά ψηλές, η όψη τους πολύ καλή, τα χαρακτη-

ριστικά τους κανονικά. Το μόνο που τους χρειάζεται

είναι η ανατροφή κι η μόρφωση που έχουν συνήθως

οι γυναίκες της Δυτικής Ευρώπης: έλλειμμα που ελπίζω να διορθώσει η ειρήνη.

Μείναμε εκεί ως τις πέντε, επέστρεψα στο ξενοδοχείο μου να δειπνήσω, και το βράδυ επισκέφθηκα

τον φίλο μου

διασχίζεις διάφορα δωμάτια στη σειρά. Έχει

μεγάλο κήπο κι είναι από τα πιο ευχάριστα σπίτια

στην Αθήνα.

Στερήθηκα τη χαρά της ιππασίας με τον Συνταγματάρχη Χέυ, γιατί επιβιβάστηκε στον Πειραιά για Επίδαυρο. Είχα λόγους να λυπάμαι που η γνωριμία μας ήταν τόσο σύντομη, είχα περάσει

πολύ ευχάριστα μαζί του. Σκόπευε να πάει στην

102
ντρεμένου με την κόρη ενός Ρώσου εμπόρου από την
Αυτό το σπίτι είναι περίεργα κτισμένο, έχει κάπου ενενήντα μέτρα μήκος και δώδεκα-δεκατρία πλάτος, οπότε για να πας από τη μία άκρη στην άλλη,
τον Μπελ, για να παίξουμε μπριτζ και ουίστ. Είχε πάρει διαμέρισμα στο σπίτι του γιατρού Ηπίτου, ενός εύπορου μαθητή του Ασκληπιού, πα-
Οδησσό.

Ιερουσαλήμ, όμως αυτή η επίσκεψη αναβλήθηκε, τώρα πήγαινε στην Κέρκυρα. 15 Απριλίου – Οι Έλληνες ανακουφίστηκαν από

τον φόβο τους όταν έμαθαν πως ο Γρίβας και ο

Τζαβέλλας νίκησαν τους αντάρτες. Φαίνεται πως οι αντάρτες έβαλαν τον Τζαβέλλα σε μοναστήρι και

τον κράτησαν εκεί σαράντα οκτώ ώρες. Το έμαθε

ο Γρίβας, πήγε εκεί και σκόρπισε στους αντάρτες

τον όλεθρο. Ο ίδιος ο Γρίβας πολεμά σαν κοινό Παλικάρι και λένε πως έχει ιδιαίτερο ταλέντο και το χαίρεται να κόβει τα κεφάλια των εχθρών.

Σήμερα είναι Κυριακή κι είναι μεγάλη μέρα για

τους Έλληνες. Όλες οι δημόσιες διασκεδάσεις γίνονται τέτοια μέρα, τότε ανοίγει και το θέατρο. Τις καθημερινές ανοίγει μόνο μία μέρα, συγκεκριμένα

την Πέμπτη, αλλά τότε πάνε λίγοι. Καθώς ήμουν

εδώ με την ιδιότητα του παρατηρητή ηθών και συμπεριφορών, σημείωσα πρόοδο στην αγγλική μου

συνήθεια και πήγα να δω τις παραστάσεις.

Ο νεαρός Μιαούλης, εγγονός του γέρου Ναυάρχου, ήρθε πάνω που τέλειωνα το δείπνο μου και συμφωνήσαμε να πάμε στο θέατρο μαζί. Στην πλατεία μπροστά στο θέατρο βρήκαμε πολύ κόσμο συγκεντρωμένο για ν’ ακούσει την μπάντα, που παίζει εκεί τις Κυριακές. Ήταν μαζεμένοι τουλάχιστον τρεις χιλιάδες άνθρωποι, έκαναν βόλτα και χαίρονταν τη γερμανική μουσική. Την απόλαυση δυνάμωνε το δροσερό απριλιάτικο βραδάκι στην Ελλά-

103

δα. Οι άμαξες των ξένων πρέσβεων ήταν εκεί, των

υπουργών επίσης, σε κύκλο.

Όταν τελείωσε η μουσική, τα πλήθη έφυγαν απ’

την πλατεία και κατευθύνθηκα προς την οδό Πατησίων, προτού ανοίξει το θέατρο, στις οκτώ, ενώ ήταν τώρα μόλις επτάμισι.

Ο Μιαούλης κι εγώ μπήκαμε στο Καφέ της Ιταλίας [Café d’Italie] απέναντι απ’ το θέατρο και απολαύσαμε ένα παγωτό. Κολλητά στο Καφέ είναι ένας κηπάκος με δέντρα και τραπέζια αποκάτω. Οι Αθηναίοι

βάζουν σε μια καρέκλα το καπέλο τους, σε μια άλλη

τα πόδια τους, σε μια τρίτη το μπαστούνι τους και απολαμβάνουν την υπέροχη θερμοκρασία ενός κλίματος που για μένα είναι το καλύτερο στην υφήλιο.

Μπαίνοντας στο θέατρο πληρώσαμε για το θεωρείο μας δύο δραχμές ο ένας (1 σελίνι και 5 πένες).

Η είσοδος στην πλατεία είναι μία δραχμή, ευκαιρία

για όλες τις τάξεις να ευχαριστηθούν το θέαμα.

Μπαίνοντας πρόσεξα πως δεν υπήρχε οροφή, κι

όταν ρώτησα τον ιδιοκτήτη και διευθυντή (έναν Κεφαλλονίτη), μου είπε πως μέσα στην εβδομάδα είχε

για μισή ώρα έναν δυνατό άνεμο που πήρε την τέντα (από ύφασμα) ως τα Πατήσια, και πως δεν είχε

χρήματα να βάλει άλλη, ώσπου να μαζέψει λίγα.

Οπότε οι θεατές είχαν την ευχαρίστηση να βλέπουν

το φεγγάρι, τα άστρα και το στερέωμα, όποτε βαριόνταν να παρακολουθούν τους ηθοποιούς, άντρες

και γυναίκες.

104

Η παράσταση εκείνο το βράδυ ήταν χορευτική

ακροβασία, πολύ καλού επιπέδου, με ακροβατικά

κάθε είδους, σαν του δικού μας Άστλεϊ [Astley]. Η

διαφορά ήταν πως την επίδειξη ευκινησίας την έκανε μια κοπέλα, η κόρη του επιχειρηματία.

Το εσωτερικό του θεάτρου είναι συμπαθητικό.

Έχει περίπου εξήντα θεωρεία, το θεωρείο του Βασιλιά είναι στο κέντρο. Η πλατεία είναι αρκετά μεγάλη και χωράει χίλιους ανθρώπους. Χάρηκα πολύ

βλέποντας πως ήταν γεμάτη.

Ο διευθυντής με ενημέρωσε πως την άλλη Κυ-

ριακή «θα είχε την τιμή να παρουσιάσει μια τραγωδία, και πολλοί απ’ τους κατοίκους, ερασιτέχνες του

θεάτρου, είχαν προσφερθεί να παίξουν».

Όταν επέστρεψα στο σπίτι, βρήκα ένα σημείωμα

από τον ακριβό μου φίλο τον Μπελ, που με προσκαλούσε σε δείπνο την επομένη, στο εξοχικό του.

Μου είπε πως η ετήσια μετανάστευση των περιστε-

ριών είχε αρχίσει στην πεδιάδα, από την αφρικανι-

κή ακτή, και οι σιτοβολώνες ήταν γεμάτοι πουλιά.

Με συμβούλευε να χρησιμοποιήσω το δίκανό του

που ήταν στο σπίτι της πόλης.

16 Απριλίου – Σήμερα, αφού έκανα το μάθημά

μου

των ελληνικών (που έπαιρνε δύο ώρες) εξόρ-

μησα με το τουφέκι στο χέρι, χωρίς σκύλο, που δεν

χρειάζεται σ’ αυτό το είδος κυνηγιού, γιατί είναι απαραίτητο να προχωράς μες στο σιτάρι ήσυχα, και γιατί τα πουλιά πετούν σ’ όλες τις κατευθύνσεις.

105

Έκανα καλή σωματική άσκηση, παρότι συνάντησα καμιά δωδεκαριά ακόμα αθλούμενους, κι έφθασα στο σπίτι του Μπελ με μια όρεξη ιδανική

για το πλούσιο γεύμα που είχε ετοιμάσει.

Τέσσερις είναι οι πιο καλές εποχές του χρόνου για κυνήγι στην Ελλάδα: Τον Απρίλιο τα περιστέρια μένουν κάπου τρεις εβδομάδες. Τα ορτύκια ακολουθούν

και μένουν ένα μήνα. Μετά, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο, έρχονται οι πέρδικες. Νοέμβριο και Δεκέμβριο, οι μπεκάτσες και οι βαλτομπεκάτσες φτάνουν κατά

χιλιάδες. Ισχύουν κάποιοι νόμοι για το κυνήγι, αλλά

το αντίτιμο για τα δικαιώματα είναι πολύ φτηνό. Εκδίδεις πιστοποιητικό για τρεις μήνες με μιάμιση δραχμή (ένα σελίνι περίπου) ή πληρώνεις για ένα

χρόνο τρεισήμισι δραχμές (δύο σελίνια κι έξι πένες).

Οι χωροφύλακες είναι πολύ αυστηροί αν σε βρουν να

κυνηγάς χωρίς άδεια, σου παίρνουν το όπλο και δεν

σου επιστρέφεται αν δεν πληρώσεις πρόστιμο, περί-

που 100 δραχμές – σχεδόν 4 λίρες στερλίνες.

Θα νόμιζε κανείς πως η φθηνή άδεια θα συνεπαγόταν τόσους πολλούς κυνηγούς που το κυνήγι θα μειωνόταν αισθητά, ώσπου να εξαφανιστεί. Αλλά

δεν είναι έτσι τα πράγματα. Στο εσωτερικό της χώρας υπάρχουν λίγοι κάτοικοι, και το κυνήγι γίνεται

ανενόχλητα. Πέρδικες και λαγούς έχει παντού στην

Ελλάδα, φασιανούς έχει άφθονους στα περίχωρα

του Μεσολογγίου και στο Ζητούνι [Λαμία]. Και στο Νεγροπόντε και τα σύνορα έχει πολλά αγριογού-

106

ρουνα κι ελάφια. Το άλλο κυνήγι που αναφέρθηκε

είναι προσωρινό, τα πουλιά έρχονται όμως σε τόσο

μεγάλα κοπάδια που δεν φαίνεται να λιγοστεύουν.

Οι ντόπιοι καθαρίζουν τα περιστέρια και τα ορτύ-

κια, που τα τρώνε για πρωινό.

Αφού απόλαυσα την εξαιρετική φιλοξενία του

φίλου μου και καθώς πλησίαζε το βράδυ, πήρα τον

δρόμο για το σπίτι, όπου έφθασα στις εννέα. Με

τράβηξε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου ένας νεοαφιχθείς που φώναζε φοβερά δυνατά και μιλούσε

το ιδίωμα της νότιας Γαλλίας. Ρώτησα τον Λουί, τον ξενοδόχο, ποιος είναι, κι έμαθα πως ήταν ένας

Γάλλος που είχε έρθει στην Αθήνα για να πετύχει

το αποκλειστικό δικαίωμα να ψάχνει βδέλλες στα

ρυάκια της Ελλάδος, κι εκείνο το πρωί είχε κλείσει

τη δουλειά.

Όλοι μέσα στο δωμάτιο ήταν ξεκαρδισμένοι στα

γέλια με την εκκεντρικότητα του ανθρώπου, και θέλοντας να απολαύσω την ευχάριστη διάθεση, μπή-

κα κι εγώ. Όταν μπήκα, μου απηύθυνε τον λόγο κι

αμέσως άρχισε να μου μιλάει για τις επιχειρήσεις

του. Κάθε τόσο έπιανε το μαχαίρι του (γιατί περίμενε το γεύμα του) και μετά το ακουμπούσε στο

τραπέζι πάλι, όποτε ήθελε να δώσει έμφαση σ’ αυτά που έλεγε. Με πληροφόρησε πως εκείνο το πρωί

απόκτησε το μονοπώλιο των βδελλών στην επαρχία Αττικής για 12.500 δραχμές, θα το είχε επί πέντε χρόνια και περίμενε ότι θα πετύχαινε κάτι καλό.

107

Πριν απ’ αυτό, έρχονταν πολλοί έμποροι από τη

Μασσαλία. Έφθαναν με είκοσι λίρες στην τσέπη, και μέσα σε τρεις μήνες με την εργασία και τους

κόπους τους μάζευαν μια σημαντική ποσότητα που

τους απέφερε ένα κέρδος 4.000 φράγκων (160 λιρών) στη Μασσαλία. Η κυβέρνηση, όταν κατάλαβε

πως έβγαιναν μεγάλα κέρδη απ’ αυτό το εμπόριο, απαίτησε για τον εαυτό της τα φυσικά προνόμια

από τα ρυάκια και τις λίμνες, που έσφυζαν από

βδέλλες. Και δεν αμφιβάλλω πως από τις δέκα

νομαρχίες η κυβέρνηση θα κερδίζει 6.000 λίρες τον

χρόνο, για τα πρώτα πέντε χρόνια.

Εκείνη την εποχή ο Βασιλιάς της Ελλάδος αποφάσισε να πάει στη Βαυαρία να δει την οικογένειά

του, που είχε αφήσει το 1832, και η Α.Μ. της Βρετανίας ευχαρίστως έθεσε στη διάθεση του νεαρού

μονάρχη το αγγλικό ατμόπλοιο «Μήδεια».

Υπήρχε κι ένας άλλος λόγος που η Μεγαλειό-

της του πήγαινε στην Ευρώπη: έπρεπε να συμμορφωθεί με την άμεση επιθυμία των υπηκόων του να παντρευτεί, με την προοπτική ένας απόγονός του

να τον διαδεχτεί στον θρόνο.

Εκείνη την περίοδο, η Μεγαλειότης του παντρεύ-

τηκε στο Ολδεμβούργο, τον Νοέμβριο του 1836, τη Μαρία Φρειδερίκη Αμαλία, κόρη του Μεγάλου

Δούκα του Χολστάιν Ολδεμβούργου [Holstein Oldenbourg], από την πρώτη του γυναίκα. Η νυν Βασί-

108

λισσα της Ελλάδος είχε γεννηθεί στις 21 Δεκεμβρίου

του 1818.

Άκουγα από τότε πως η Μεγαλειότης της εί-

ναι πολύ αγαπητή. Τα νιάτα, η ομορφιά της και η

καταδεκτικότητα που δείχνει στους υπηκόους της

έχουν ήδη κερδίσει την απέραντη αγάπη τους. Είναι

προτεστάντισσα στο θρήσκευμα.

Πριν από την αποχώρηση του Βασιλέα, η Κόμισσα του Άρμανσπεργκ είχε στείλει προσκλήσεις

για εσπερίδα.

Η Μεγαλειότης του, που για χάρη του γινόταν ο

χορός, έφθασε νωρίς και περιδιάβαζε στις αίθουσες

για μισή ώρα, όταν ακούστηκε ένα βαλς κι ο Βασιλιάς ζήτησε να χορέψει με την Κόμισσα Καρολίνα.

Απόψε, για πρώτη φορά μετά την άφιξή της στην Αθήνα, είδα τη Μαντάμ Λαγκρενέ [Lagrénée], σύζυγο του Γάλλου πρέσβη. Είναι όμορφη, μορφω-

μένη και πολύ νέα. Προκάλεσε στην παρούσα εκδήλωση μεγάλο θαυμασμό. Είναι Πολωνή κι ο κύριος

Λαγκρενέ την παντρεύτηκε στην Πολωνία, όταν ήταν ακόλουθος στην Πρεσβεία της Ρωσίας, παραβλέποντας την επιρροή της αυτοκρατορικής αυλής, που επιθυμούσε να εμποδίσει τον γάμο.

Είχα πάει σε πολλούς χορούς όπου ήταν παρών

ο Βασιλιάς, αλλά ποτέ δεν τον είδα τόσο ευχάριστο και δημοφιλή. Είχε αποβάλει πολλή απ’ την αυτοσυγκράτησή του κι ο κόσμος είχε έρθει αποφασισμένος να διασκεδάσει. Οι Ελληνίδες σ’ αυτό

109

τον χορό ήταν πολύ βελτιωμένες σε εμφάνιση. Τα

πολυτελή ενδύματα που εισάγονται σιγά-σιγά στην

Ελλάδα τις κάνουν να προσέχουν περισσότερο τον

εαυτό τους. Η δεσποινίς Καραϊσκάκη, κόρη του διάσημου στρατηγού που έχω προαναφέρει, έδειχνε πολύ

χαριτωμένη. Ήταν τέλεια ντυμένη, χόρευε υπέροχα

και θα έκανε αίσθηση και σε ένα πρώτης τάξεως

λονδρέζικο σαλόνι. Ως συνήθως, όλα τελείωσαν μ’ ένα κοτιγιόν, ο νεαρός μονάρχης διάλεξε για παρτενέρ τη Μις Λάιονς, που είναι η πιο ελκυστική από τις όμορφες συμπατριώτισσές μας, εντός και εκτός Ελλάδος.

Την επόμενη Κυριακή πήγα στο θέατρο, είχα ακουστά πως θα έπαιζαν την Πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως, όμως προτού μπω χασομέρησα στην πλατεία με την πρασινάδα και κοιτούσα διάφορες υπαίθριες διασκεδάσεις που παρουσιάζονταν

εκεί, όμοιες μ’ εκείνες που είχα δει στα Ηλύσια Πεδία.

Τα τριαντάφυλλα είχαν ανθίσει κι οι Αθηναίες

που έκαναν τον περίπατό τους τα βάζαν στα μαλ-

λιά τους, που είναι ωραία τυλιγμένα γύρω απ’ τα

κόκκινα καπέλα τους κι έκαναν πολύ ελκυστική την

εμφάνισή τους. Μερικές είχαν ένα πράσινο μαντήλι

δεμένο στη βάση των καπέλων τους, ενώ φαινόταν

το πάνω μέρος του καπέλου και τα τριαντάφυλλα

τοποθετημένα μεταξύ μαντηλιού και καπέλου.

Μπαίνοντας στο θέατρο, πρόσεξα πως το κοινό

είχε βελτιωθεί πολύ, γιατί παρευρίσκονταν οι πρέ-

110

σβεις της Γαλλίας και της Ρωσίας με τις οικογένειές

τους, και τα θεωρεία ήταν γεμάτα με επώνυμους

Αθηναίους. Η πλατεία ήταν γεμάτη, γιατί ήταν η

καλύτερη θέση για ν’ ακούς και να βλέπεις.

Η παράσταση ήταν πολύ καλοπαιγμένη, η αναπαράσταση της πολιορκίας είχε πολλές μάχες και

άλλα «στιγμιότυπα ένδοξου πολέμου», για τα οποία

οι Έλληνες έχουν ιδιαίτερη προτίμηση. Είχε και μια

ωραία όψη της Κωνσταντινούπολης για σκηνικό, κι

όλα διαδραματίστηκαν με πολλή λάμψη. Στο τέλος

της τραγωδίας παρουσιάστηκε ένα μικρό μπαλέτο, στο οποίο πρωταγωνιστούσε η κόρη του διευθυντή (η ακροβάτρια της περασμένης Κυριακής).

Σήμερα πήγα να δω τα άλογα του Βασιλέα, που έβοσκαν σ’ ένα λιβάδι με σίκαλη, οχτακόσια μέτρα από την πόλη. Ανάμεσά τους ήταν και δυο πολύ

όμορφα αραβικά άτια, που μόλις είχαν εισαχθεί από

την Αίγυπτο, κατά επιθυμία της Μεγαλειότητός

του. Το ποσό που δόθηκε γι’ αυτά ήταν περίπου πέ-

ντε χιλιάδες φράγκα για το καθένα. Ήταν όμορφα

ζώα και εξαιρετικά υπάκουα. Σε είκοσι χρόνια, φα-

ντάζομαι πως η ράτσα των αλόγων στην Ελλάδα

θα είναι πολύ όμορφη. Η γερμανική φοράδα και το αραβικό άλογο, εισαγόμενα και τα δυο, θα παράγουν ένα πολύ ανώτερο είδος.

Στις περιηγήσεις μου, λίγες μέρες αργότερα, μέσα από τα χωράφια στα περίχωρα της Αθήνας, συνάντησα τον φίλο μου τον Δόκτορα Ρέζερ κι έναν

111

Γερμανό αξιωματικό που πήγαιναν να παίξουν

γερμανικό μπόουλινγκ. Τους ακολούθησα προς τα εκεί. Ήταν ενάμισι χιλιόμετρο έξω από την πόλη,

σ’ ένα πολύ ευχάριστο μέρος με συκιές. Είχαν φτιάξει ομάδα, και το πράσινο της περιοχής είχε δώσει

το όνομα στη λέσχη. Την ονόμασαν «Εταιρεία του

Πράσινου Κλαδιού». Το παιχνίδι είναι, με τους Γερμανούς, πολύ επιστημονικό και ανδροπρεπές συνάμα, απαιτεί μεγάλη άσκηση και τεχνική. Οι κορύνες

είναι τοποθετημένες σε τουλάχιστον σαράντα πέντε

μέτρα απόσταση, και σ’ αυτές οδηγεί ένα σύνολο

από κοίλες σανίδες, με κάπου ενάμισι μέτρο πλάτος, όπου τσουλάει μια πελώρια ξύλινη μπάλα. Ο παίκτης, όμως, δεν στέλνει την μπάλα στη μέση του

αυλακιού, αλλά τη στέλνει με τρόπο ώστε πρώτα ν’

ανεβαίνει στη μία πλευρά, μετά να κατεβαίνει και

ν’ ανεβαίνει την άλλη, χτυπώντας έτσι τις κορύνες

«στο πλάι» αντί από εμπρός.

Ο άξιος γιατρός πρότεινε να γίνω μέλος του

κλαμπ – κι όλοι συμφώνησαν πως έπρεπε να μπω, πληρώνοντας ένα ασήμαντο ποσό σαν εγγραφή και συμφωνώντας να πληρώνω ένα ακόμα πιο ασήμαντο ποσό τον μήνα. Το ποντάρισμα γινόταν με μπουκάλια γερμανικής και γαλλικής μπίρας, που εισάγονται σε μεγάλες ποσότητες απ’ την Τεργέστη

και τη Γαλλία. Έμεινα ως το βράδυ κι επέστρεψα στο σπίτι με λίγα μέλη του «Πράσινου Κλαδιού».

Επειδή διαπίστωσα πως είχα κάνει μεγάλη πρόοδο

112

στα ελληνικά μαθαίνοντας απλώς και μόνο διά της

περιπατητικής, και θέλοντας να έχω καλές βάσεις

στη γραμματική δομή της γλώσσας, αποφάσισα να

πάρω και δεύτερο δάσκαλο. Γι’ αυτό κανόνισα με

τον Δημητρόπουλο και συμφωνήσαμε πως αυτός θα

με δίδασκε το πρωί για δύο ώρες, από τις έξι ως τις

οκτώ, ενώ ο Φρεορίτης από τις δώδεκα ως τις δύο.

Ο καθένας χρέωνε μία δραχμή την ώρα.

Ο πατέρας του Δημητρόπουλου, όταν ζούσε, ήταν έμπορος στην Τριπολιτσά (την πρωτεύουσα

του Μωριά). Μου είπε πως είχαν λίγα στρέμμα-

τα αμπέλια που συντηρούσαν την οικογένεια, την οποία αποτελούσαν ακόμα δυο αδελφές κι ένας μεγαλύτερος αδελφός. Σε μια κουβέντα μας, ο νεαρός

αυτός μού είπε πως οι Τριπολιτσιώτες συντηρούσαν το κρασί τους χωρίς ρετσίνα ή οινόπνευμα. Το βράζουν περίπου δώδεκα ώρες και μετά το βάζουν

σε δοχεία και το κρατάνε δύο χρόνια, οπότε μοιάζει

με σαμπάνια. Επειδή είχα κάποιες αμφιβολίες σε

αυτό, μίλησα με αρκετούς ανθρώπους ειδικούς στα

κρασιά και μου είπαν πως είν’ αλήθεια. Πρόσθεσαν

και κάτι που δεν γνώριζα, πως ο Δόκτωρ Χούφε-

λαντ [(H)ufeland ], της Πρωσίας, στο ιατρικό του

δελτίο για τα κρασιά της Ελλάδος, δήλωσε πως σ’

αυτή τη χώρα τα κρασιά έχουν εξαιρετικές ιδιό-

τητες και ξεπερνούν όλα τ’ άλλα κρασιά που είναι

γνωστά στην Ευρώπη.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για έναν

113

κλάδο παραγωγής και εμπορίου που αξίζει την προσοχή του επενδυτή, ντόπιου ή ξένου. Στο τέλος της

τριετίας το αμπέλι αποφέρει δέκα τοις εκατό. Σε

τέσσερα χρόνια, είκοσι πέντε τοις εκατό, ακόμη και

με τον τωρινό ατελή τρόπο καλλιέργειας. Αν δοθεί

προσοχή στο κρασί, από έξυπνους και έμπειρους

παραγωγούς, μπορεί να προκύψει απ’ αυτό τεράστιο κέρδος στις ευρωπαϊκές αγορές.

Ας επιστρέψω όμως τώρα στον μικρό μου δάσκαλο. Επέστησε την προσοχή μου σε μια εφημερίδα, τη Sauver [Σωτήρ], που έδινε μια ζωηρή περιγραφή των ανταρτών που ηττήθηκαν περιφανώς

στα σύνορα. Επίσης, μου υπέδειξε μια παράγραφο

που αφορούσε τις τουρκικές Αρχές στα σύνορα, κι επειδή αυτό το ζήτημα έχει μεγάλο ενδιαφέρον σε σχέση με την Ελλάδα, θα αντιγράψω εδώ το από-

σπασμα: «Σύμφωνα με τις ειδήσεις από την Ανατολική

και Δυτική Ελλάδα, φαίνεται βέβαιο ότι οι τουρκι-

κές συνοριακές Αρχές δεν έχουν προς την Ελλάδα

τη συμπεριφορά καλής γειτονίας που είναι απαραίτητη για την ευόδωση των σχέσεων μεταξύ δύο

γειτονικών χωρών. Είμαστε βέβαιοι πως οι αντάρτες και οι ληστές βρίσκουν, όποτε θέλουν, όχι μόνο άσυλο και προστασία στην τουρκική περιοχή, αλλά

και προμήθειες και όπλα σε αφθονία.

»Κάποιες αλβανικές ομάδες εγκατέλειψαν την

τουρκική υπηρεσία, με την πρόφαση πως δεν μπο-

114

ρούν να προσαρμοστούν στα ήθη των τακτικών

στρατευμάτων, κι έτσι ενώθηκαν με τους αντάρτες

της χώρας αφού διέσχισαν τις πόλεις και τα χωριά

της Αλβανίας, χωρίς την παραμικρή αντίσταση από

τις τουρκικές Αρχές.

»Η υπομονή μας έχει εξαντληθεί. Είναι απαραί-

τητο ο Σουλτάνος να καταλάβει πως είναι προς το συμφέρον του να ενεργεί απέναντί μας με ειλικρίνεια και με αμοιβαία αισθήματα καλής θελήσεως».

Είναι γεγονός πως τα σύνορα, και η χώρα δεκαπέντε χιλιόμετρα από εκεί, θα είναι πάντα σαν άναρχο κράτος, μέχρι να αναλάβει το θέμα η Αγγλία ή η Γαλλία, ώστε να εξαναγκάσει τις τουρκικές Αρχές σε μια δίκαιη και αρμόζουσα συμπεριφορά σ’ αυτό το ζήτημα.

115
*
* *

Επίσκεψη στο Στάδιο – Το αθηναϊκό Περ-Λασαίζ

Επειδή τα προβλήματα στην ηπειρωτική Ελλάδα πήραν σοβαρή τροπή, η Μεγαλειότης του, γνωρίζοντας τη μεγάλη δημοτικότητα του Στρατη-

γού Τσωρτς στα στρατεύματα, κρίνοντας ορθά τον

διόρισε Γενικό Επιθεωρητή του Στρατού της Ανα-

τολικής και Δυτικής Ελλάδος, και συγχρόνως του

απένειμε τον Μεγαλόσταυρο του Βασιλικού Στρατιωτικού Τάγματος του Σωτήρος. Αυτός ο γενναίος

αξιωματικός έφτασε στον υψηλότερο βαθμό από

οποιονδήποτε άλλο ξένο στην υπηρεσία του Βασιλέα της Ελλάδος, όντας ένας από τους Συμβούλους

της Επικρατείας, που είναι μόνο είκοσι. Ο Στρατηγός Τσωρτς είναι ο πρώτος που ξεχώρισε στη

μάχη της Μάιντα [Maida]. Αργότερα, στα Ιόνια

117 ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
του κτήματός του και του κήπου–
μάντρα – Επίσκεψη
Κήπο
Ο Στρατηγός Τσωρτς και τα προβλήματα στα σύνορα
Η Λαίδη Τσωρτς – Το όρος Άγχεσμος – Ελλάδα και Αίγυπτος – Ανατινάξεις του βράχου – Η Ακαδημία – Επίσκεψη στον κ. Μπελ – Περιγραφή
Ελληνική
στον Βοτανικό
– Ελληνικό σύνταγμα – Μοναχοί στο όρος Άθως – Επίσκεψη σε Έλληνα χωρικό, κοντά στην Ακρόπολη –

νησιά οργάνωσε ένα ελληνικό σώμα και το οδήγησε

πολλές φορές σε δράση. Ο Κολοκοτρώνης, που στη

διάρκεια του πολέμου είχε τη μεγαλύτερη δύναμη

απ’ όλους τους ντόπιους οπλαρχηγούς, υπηρέτησε

υπό τον Στρατηγό Τσωρτς στη Ζάκυνθο, όπως και

άλλοι διακεκριμένοι ντόπιοι οπλαρχηγοί. Γι’ αυτό

οι Έλληνες είχαν τέτοια εμπιστοσύνη στον γενναίο

συμπατριώτη μας. Το κυριότερο χαρακτηριστικό

του είναι η απέραντη υπομονή, μαζί με την εξαιρε-

τική σύνεση και προσοχή – σημαντικά χαρίσματα

για έναν Στρατηγό σ’ αυτή τη χώρα. Παράλληλα, έχει όλη την ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα ενός στρατιώτη, με το παρουσιαστικό ενός ευγενικού τζέντλμαν.

Η Λαίδη του είναι η αδελφή του Σερ Ουίλμοτ Χόρτον [ Wilmot Horton ], του τέως Διοικητή της Κεϋλάνης. Έφθασε στην Ελλάδα πριν από ένα χρόνο, γεγονός που χαιρετίστηκε από τους εδώ Άγγλους

ως πολυτιμότατη ένταξη στην ελληνική κοινωνία.

Μόλις ο Στρατηγός Τσωρτς πήρε τον παραπάνω διορισμό, προχώρησε με ένα σώμα οκτακοσίων ανδρών στα σύνορα. Με την παρουσία του σκόπευε

να κατευνάσει τον αναβρασμό που υπήρχε. Πριν

από την αναχώρησή του, πρόσθεσα και τον εαυτό

μου στο πλήθος που τον επισκέφθηκε για να τον

συγχαρεί για τον νέο του διορισμό.

Λίγες μέρες μετά την αναχώρηση του Στρατη-

γού, ένα πρωί πριν ανατείλει ο ήλιος (την πιο όμορ-

119

φη ώρα της ημέρας), έκανα τον συνηθισμένο μου

περίπατο στους πρόποδες του όρους Άγχεσμος και συνάντησα τον φίλο μου τον Λεωνίδα, έναν αξιωματικό της Επανάστασης, που τώρα ήταν πολίτης.

Η συνάντηση τόσο νωρίς το πρωί χρειάστηκε μια

αμοιβαία εξήγηση, μετά την οποία πρότεινα να

περπατήσουμε παρέα, με στόχο την κορυφή του Αγχέσμου. Όταν φτάσαμε, καθίσαμε σ’ έναν μεγάλο γρανιτόλιθο και η κουβέντα στράφηκε στα κτίρια

που κτίζονταν τότε από τα υλικά που βρίσκονταν

γύρω μας. Αυτό οδήγησε σε μια μακρά συζήτηση

σχετικά με την Αίγυπτο, ως εχθρική και αντιτιθέμε-

νη προς την Ελλάδα, και την τακτική των ευρωπαϊκών κρατών αναφορικά με τις δύο χώρες. Καθώς η

συζήτηση αυτή παρέμεινε στη μνήμη μου, και τα συμπεράσματά της φαίνεται πως έχουν μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, θα προσπαθήσω εδώ να την

επαναφέρω στον νου μου.

«Για λίγο καιρό στο παρελθόν», παρατήρησε ο Λεωνίδας, «η Ελλάδα και η Αίγυπτος, με τη γεωγραφική τους θέση και τα εξαιρετικά γεγονότα που πέρασαν, απόκτησαν μια σχετική σημασία στα μάτια των μεγάλων εθνών της δυτικής Ευρώπης. Μετά το φιλάνθρωπο έργο που έγινε για χάρη της Ελλάδας, έφτασε το περίπλοκο έργο της διπλωματίας. Σ’ αυτή την κρίσιμη ώρα, δεν άργησε η Ρωσία να εμφανιστεί αρκετά εχθρική προς τις βλέψεις

της Γαλλίας και της Αγγλίας. Έτσι, μείναμε σε μια

120

κατάσταση εκκρεμή μεταξύ των συμφερόντων της

μίας ή της άλλης χώρας, με μεγάλη ζημιά στην κοινωνική μας ανάπτυξη και χωρίς την πιθανότητα να

γνωρίζουμε το τελικό αποτέλεσμα.

»Στο μεταξύ, η Αίγυπτος δεν υπήρξε το θέατρο μιας τόσο ολέθριας πάλης για ανταγωνιστική

επιρροή. Η Αγγλία και η Γαλλία είδαν στα προσω-

πικά προσόντα του Αντιβασιλέα Μοχάμεντ Άλι ένα

μέσο για ν’ αναπτύξουν ένα ισχυρό κράτος, ικανό

να αντισταθεί, στην Ασία, στη σταδιακή επέκταση

της Ρωσίας, κάτι που η εξασθενημένη αυτοκρατορία

του Σουλτάνου δεν μπορεί να κάνει. Για ένα διάστημα όμως η πολιτική της Γαλλίας και της Αγγλίας

σε σχέση με τον Μοχάμεντ Άλι δείχνει να έχει αλλάξει. Είναι ψυχροί και αδιάφοροι προς αυτόν, κι

ο Σουλτάνος έγινε πάλι αντικείμενο προσοχής και έγνοιας, ιδιαίτερα της Αγγλίας. Τώρα, αυτή η εγκατάλειψη της Αιγύπτου» (συνέχισε ο Λεωνίδας) «θα είναι επωφελής για τους Έλληνες. Η Γαλλία και η

Αγγλία αναμφίβολα θα το βρουν χρήσιμο να ρίξουν

σ’ εμάς την υποστήριξη και προστασία που έχουν

αποσύρει από την Αίγυπτο. Εξίσου συμφέρον είναι

να αποκτήσει η Ελλάδα φυσική και πολιτική ισχύ.

Αυτό δεν είναι προς το συμφέρον τόσο της Αγγλίας

και της Γαλλίας όσο της ίδιας της Ελλάδας. Επιπλέον, οι Έλληνες το επιθυμούν και θα κάνουν κάθε θυσία για να το αποκτήσουν».

Μίλησε πολύ ακόμα για το ίδιο θέμα, κι εγώ

121

συμφωνούσα απόλυτα. Επειδή όμως την κουβέντα

μας διέκοπταν κάθε τόσο οι εργάτες που ανατίνα-

ζαν τον βράχο για να ελευθερώσουν υλικά για τα

νέα ανάκτορα, και καθώς κομμάτια από την πέτρα

έφθαναν δίπλα μας, θεωρήσαμε σκόπιμο να μεταφερθούμε. Γι’ αυτό πήγαμε σ’ ένα πολύ όμορφο κι

ενδιαφέρον σημείο για μια συζήτηση σαν κι αυτή

που είχαμε ανοίξει, στον τόπο δηλαδή της αρχαίας

Ακαδημίας, οχτακόσια μέτρα μακριά. Είναι ένα μικρό ύψωμα, δέκα μέτρα ύψος, που κατηφορίζει σιγά-σιγά από κάθε πλευρά. Εκεί πάνω είναι τώρα τα

ερείπια μιας εκκλησίας. Εδώ είχε ανοίξει ο Πλάτων

την Ακαδημία του, όταν επέστρεψε από τα ταξίδια του στην Αίγυπτο και την Ιταλία. Δεν υπήρχε

πιο αξιοθαύμαστο σημείο να επιλέξει. Τη φυσική

ομορφιά του τοπίου ξεπερνά μόνο ο συνειρμός για

την τεχνητή λαμπρότητα που συνδέεται με το μέ-

ρος. Από τη μία πλευρά απλώνεται η οροσειρά του

Υμηττού, από την άλλη η Πεντέλη και η Πάρνηθα.

Το πέρασμα του Δαφνιού κόβει τη θέα. Προς τη θάλασσα, μπροστά, το μάτι σου βρίσκει τον Πειραιά.

Ανατολικά, κοιτώντας προς την πόλη, η ευγενής

Ακρόπολη υψώνει (γκρεμισμένη τώρα) τη λαμπρότητά της. Το μεγαλείο του τοπίου θα προκαλούσε, άλλοτε, εντύπωση ανυψωτική για το πνεύμα των

μαθητών που μαζεύονταν στην ακαδημία του «θεϊκού» φιλόσοφου.

Ήταν πια εφτά η ώρα και τα σύννεφα κάλυ-

122

ψαν τον ουρανό, γεγονός που μ’ έκανε να χαρώ

για λογαριασμό μου και για τον Λεωνίδα, ο οποίος

όμως, σαν πραγματικός Έλληνας, μου δήλωσε πως

η ιδιοσυγκρασία του ήταν τόσο συνηθισμένη στην

αθηναϊκή λιακάδα που η έλλειψή της του έφερνε μελαγχολία. Ήταν ακόμα νωρίς και ο περίπατός

μας συνεχίστηκε μέσα στον ελαιώνα, όπου βρήκαμε

πολυάριθμα άλογα να βόσκουν στα χωράφια με τη

σίκαλη. Το συνήθιζαν, αυτή την εποχή του χρόνου, να επιτρέπουν τη βοσκή για δεκαπέντε μέρες. Ο

Λεωνίδας με πληροφόρησε πως αυτό το χορτάρι είχε δώσει, τον προηγούμενο χρόνο, στους Αθηναίους εκατό τοις εκατό κέρδος, επομένως αυτή τη χρονιά είχαν φυτέψει πολύ, και θ’ αποφέρει πάλι μεγάλο κέρδος. Γύρω στην πεδιάδα παρατηρήσαμε μεγάλες ποσότητες από φλόμο, ένα φυτό που άμα το σπάσεις, δίνει έναν δηλητηριώδη χυμό σαν γάλα, κι η μυρωδιά του είναι τόσο δυσάρεστη που οι Τούρκοι, τον καιρό της κυριαρχίας τους, έστελναν ομάδες από Έλληνες να το κόψουν πριν ανθίσει. Γέμιζε

τη γη, όμως τώρα αρχίζει να εξαφανίζεται, γιατί το χώμα το ετοιμάζουν για καλλιέργεια.

Ο περίπατος μας έφερε κοντά στο εξοχικό του

φίλου μου, του κ. Μπελ, και τον επισκεφθήκαμε.

Αυτός ο τζέντλμαν είναι Βρετανός αξιωματικός που «κουράστηκε απ’ του πολέμου τις αντάρες» και καταπιάστηκε με την καλλιέργεια της γης του, που το

μεγαλύτερο μέρος της γειτονεύει με το ύψωμα του

123

Πλάτωνος. Το σπίτι του είναι ευρύχωρο κι έχει όλες

τις ανέσεις ενός αγγλικού σπιτικού. Ο δεύτερος όρο-

φος έχει ολόγυρα μπαλκόνι, όπου ακόμα και με την

πιο μεγάλη ζέστη, έχει δροσερό αεράκι. Πάνω απ’

αυτό έχτισε μια σκάλα, που ανεβαίνει στην οροφή κι

έχει υπέροχη θέα. Ο κ. Μπελ ξόδεψε μεγάλο ποσό σ’

αυτό το μέρος. Γύρω απ’ το σπίτι έχει καλλιεργήσει

έναν κήπο έξι περίπου στρέμματα, που θεωρείται

ο καλύτερος στην Αττική. Από την καγκελόπορτα

ως το σπίτι (μια απόσταση ενενήντα μέτρα) έχει

δυο πυκνές φυτείες τριανταφυλλιές, παρτέρια με

ανεμώνες και διάφορα άλλα είδη λουλουδιών που

έφερε απ’ τη Μάλτα. Ήταν τότε όλα ανθισμένα και, σε συνδυασμό με την ευωδιά απ’ τις πορτοκαλιές

και τις λεμονιές, το μέρος γινόταν απολαυστικό

και μαγευτικό. Μόλο που ήταν αρχές Απριλίου,

ο αρακάς (το αγγλικό είδος) είχε καρπίσει και οι

πατάτες είχαν ανθίσει. Για τις πατάτες είπε πως

είχε δύο σοδειές τον χρόνο. Ο κήπος ποτίζεται από

τον Κηφισό, μ’ ένα τεχνητό ρυάκι απ’ το ποτάμι.

Το μόνο που νομίζω ότι έλειπε για να συμπληρώσει

αυτή την ωραία κατοικία ήταν ένα μπάνιο· γιατί σ’

ένα ζεστό κλίμα, τίποτα δεν ξεπερνά την πολυτέλεια

ενός κρύου μπάνιου σ’ έναν κήπο, το πρωί, πριν από

την ανατολή. Θυμάμαι τώρα την ευχαρίστηση που

ένιωθα στο Μαρανιάο (Βραζιλία), στον κήπο του

διοικητή της στρατιάς. Το λουτρό είχε εβδομήντα

εκατοστά βάθος, ήταν στρωμένο στον πάτο, κι είχα

124

τη συνήθεια να ξαπλώνω εκεί για τρία τέταρτα της

ώρας, ενώ μου έφερναν να φάω φρεσκοκομμένα

σύκα. Αυτή την πολυτέλεια την εκτιμούν μόνο όσοι

τη χάρηκαν σε τροπικό κλίμα.

Στον περίπατο που κάναμε στον κήπο, ο κ.

Μπελ μού έδειξε έναν καινούργιο μαντρότοιχο που

είχε χτίσει σε τοπικό στυλ και μου μίλησε για το

χαμηλό κόστος. Ήταν από πηλό, είχε ένα ογδόντα

ύψος και δεκαπέντε εκατοστά πάχος. Περιέγραψε

τον τρόπο κτισίματος ως εξής: Βάζουν σανίδες σε απόσταση τριάντα εκατοστών μεταξύ τους και κά-

που ένα μέτρο μήκος, που κλείνουν στις δύο άκρες.

Τότε σκάβουν το χώμα, το βγάζουν απ’ το χαντάκι

κι ανακατεύουν με λίγο νερό για να το κάνουν μαλακιά λάσπη και το βάζουν ανάμεσα στις σανίδες, όπου πατιέται με τα πόδια για μισή ώρα. Έπειτα

αφαιρούν τις σανίδες και τις μετακινούν ένα βήμα

μπροστά, κι έτσι προχωρούν ώσπου να τελειώσει

ο τοίχος. Σε λίγες μέρες, από τη ζέστη του ήλιου,

ο τοίχος γίνεται σκληρός και στεγνός, και πολύ γερός. Τότε σκεπάζεται η κορυφή με αγκαθωτούς θάμνους, προστατεύοντας τέλεια από κάθε ζωντανό.

Ο Μπελ μάς είπε πως όλο το κόστος ήταν περίπου

τριάντα «λεπτά» τα τριάντα εκατοστά [το πόδι], ή

τρεις αγγλικές πένες! Στον κήπο τα κλήματα καλλιεργούνταν με διάφορους τρόπους, σχηματίζοντας

τόξα και σκιές, έτσι ώστε μέσα στη μεσημεριανή

ζέστη να μπορεί κανείς να περπατά καλυμμένος και

125

προστατευμένος από τσαμπιά σταφύλια που κρέμονται αποπάνω. «Εδώ», είπε ο οικοδεσπότης μας «πάνω σ’ αυτό

τον σοφά από καλάμια ξεκουράζομαι ή παίρνω το

βιβλίο μου. Κι όταν κουραστώ να διαβάζω, περπατώ πέρα-δώθε, κάτω απ’ τη σκιά της κληματα-

ριάς, και χαίρομαι το δροσερό αεράκι. Εξάλλου», είπε «οι άντρες μου έχουν πάντα δουλειά, και το μάτι του αφεντικού είναι απαραίτητο». Είχε τότε

τρεις Μαλτέζους στη δούλεψή του κι η ζέστη του ήλιου (που για μας ήταν ανυπόφορη) έδειχνε απλώς ευχάριστη γι’ αυτούς. Στη σκιά της κληματαριάς, είχε βάλει λίγες γλάστρες γαρύφαλλα και γεράνια, που τα έβγαλε απ’ τον ήλιο για να μην πέσουν τα λουλούδια τους. Το αμπέλι ήταν κοντά στο κοτέτσι, όπου είχε πάπιες, πτηνά κι ένα μεγάλο κοπάδι περιστέρια. Φαίνεται πως το περιστέρι, είπε, είναι γηγενές πτηνό της αθηναϊκής γης, τόσο γρήγορα που πολλαπλασιάζεται.

Ο Μπελ, ως ειλικρινής και φιλόξενος Βρετανός

ναυτικός, μας πίεσε να παραμείνουμε και να πάρουμε πρωινό μαζί του. Δεν θέλαμε και πολλά παρακάλια, οπότε σε μισή ώρα, κάτω απ’τον ίσκιο της

κληματαριάς, μπήκε το τραπέζι για το φαγητό μας. Μας έφεραν τσάι, καφέ και περιστερόπιτα, φρυγανισμένο ψωμί και βούτυρο από πρόβειο γάλα, πολύ

φίνο, και το καλύτερο: μέλι Αττικής απ’ τα μελίσσια

ενός μισθωτή του.

126

Έξω απ’ τον κήπο, σε μικρή απόσταση, ο κ.

Μπελ είχε φυτέψει με τα χέρια του κάπου τριάντα στρέμματα αμπέλια. Αυτός ήταν ο τέταρτος χρόνος

καλλιέργειας και περίμενε να έχει κέρδος τουλάχιστον τριάντα πέντε τοις εκατό τον χρόνο. Καλλιεργεί ακόμα εκατόν πενήντα περίπου στρέμματα και

παράγει σιτάρι, που αποδίδει δεκαπλάσια. Αυτή η

γη θα μπορούσε να παράγει εξίσου αν έμπαινε λίπασμα, αλλά χωρίς αυτό θα παραμένει χέρσα κάθε δεύτερο χρόνο.

Προτού αφήσουμε τον αξιότιμο οικοδεσπότη μας, συμφωνήσαμε να έρθει στην

νοτιοδυτικά της Ακρόπολης,

Σ’ αυτό το μέρος έμενε παλιότερα ο Πασάς και το χαρέμι του. Το μόνο που απομένει από το κτίριο είναι ένας-δυο

τοίχοι. Ένα ρυάκι διασχίζει τους κήπους, καλοκαίρι

και χειμώνα, και προσδίδει πολλά στην ομορφιά και

την αξία του τόπου. Ένας Γερμανός ορίσθηκε από

την κυβέρνηση υπεύθυνος για τους κήπους. Από την

τάξη και την ευρυθμία με την οποία έχουν κανονιστεί τα πάντα, φαίνεται πως η κυβέρνηση έκανε

πολύ σωστή επιλογή. Πάντως αυτή είναι μια θέση

που πρέπει απαραιτήτως να δίνεται σε ξένο, γιατί

οι Έλληνες προς το παρόν δεν έχουν την παραμικρή

ιδέα να αναλάβουν κάτι τέτοιο. Φυτώρια με κυπα-

ρίσσια και άλλα δέντρα, για να στολίσουν την πόλη, βρίσκονται εδώ σε αφθονία.

127
πόλη την επομένη και
μας
στους Βοτανικούς
να
συνοδεύσει
Κήπους,
στον ελαιώνα.

Αφού χαζέψαμε εδώ όλη μέρα, επιστρέψαμε στην

πόλη για φαγητό, κι όταν φτάσαμε συναντήσαμε

τον Βένθουλο [Venthulos], έναν απ’ τους πολλούς

έξυπνους και καλά πληροφορημένους Έλληνες, που

με τη συντροφιά του μαθαίνω πολλά για όσα ψάχνω

σ’ αυτή την ενδιαφέρουσα χώρα.

Ο Βένθουλος ήταν στην Αγγλία και λίγοι συμπατριώτες του τον ξεπερνούν σε ταλέντο και πληροφόρηση. Σε όλα τα θέματα ο Βένθουλος δίνει μια συνετή γνώμη και, κυρίως, όχι επιπόλαιη. Γιατί μπαίνει βαθιά μέσα στο θέμα και εκθέτει τις απόψεις

του καθαρά και ψύχραιμα. Λένε οι συμπατριώτες του πως είναι και ειρωνικός, όμως αυτό δεν μειώνει το διασκεδαστικό της συζήτησης.

Ο Βένθουλος μας είπε πως ο Βασιλιάς της Βαυαρίας ζήτησε απ’ τον Όθωνα να δώσει στους Έλληνες, το ταχύτερο, ένα σύνταγμα. Αυτό είχε ανακοινωθεί ήδη αλλά επιβεβαιώθηκε απ’ τον Βένθουλο και ήπιαμε σ’ αυτό, κάτι που τόνωσε την ευθυμία

του ζωηρού Έλληνα, που μας διηγήθηκε διάφορα

ανέκδοτα. Μεταξύ άλλων, ανέφερε πως τον πρώτο

χρόνο της Επανάστασης, οι Έλληνες τον έστειλαν

στον Άθωνα να πείσει τους μοναχούς να πάρουν

μέρος στην επανάσταση, επειδή ήταν πολλοί και

πλουσιότατοι. Τον καλωσόρισαν κι αφού άκουσαν

προσεκτικά αυτά που είχε να τους πει, του ζήτησαν ν’ ανοίξει τυχαία τη Βίβλο, κι αν πέσει σε σελίδα όπου κάτι να μπορεί να ερμηνευθεί υπέρ της

128

επανάστασης, θα δέχονταν να συμφωνήσουν με

τις απόψεις του. Ο Βένθουλος άνοιξε τη Βίβλο, κι

επειδή ήταν εκ φύσεως ευφυής, φρόντισε ν’ αλλάξει

μερικά σημεία του περιεχομένου της σελίδας ώστε

να τα παρουσιάσει υπέρ της επανάστασης. Αυτό

είχε ως αποτέλεσμα οι μοναχοί να υποσχεθούν ότι

θα σκεφθούν την πρότασή του και θα του πουν την

απόφασή τους το άλλο πρωί, οπότε αποφάσισαν να

δεχτούν τις προτάσεις του και τελικά να πάρουν μέρος στην επανάσταση. Όμως οι Τούρκοι ήταν πολύ

δυνατοί και λίγο αργότερα κατέκτησαν το μοναστήρι, κι οι μοναχοί διέφυγαν στις Σπέτσες και άλλα νησιά

της Ελλάδος, μαζί με τους θησαυρούς τους. Αλλά ο σουλτάνος, επειδή κατάλαβε τη μεγάλη επιρροή

που ασκούσαν οι μοναχοί σε όσους γειτόνευαν με

τον Άθωνα, τους επέτρεψε να επιστρέψουν και να

πάρουν πίσω την περιουσία τους, υπό τον όρο ότι

δεν θα συμμετείχαν σε πολιτικές υποθέσεις.

Η γνώμη του Βένθουλου ήταν πως η επανά-

σταση στην Ελλάδα ξεκίνησε πολύ νωρίς, πως είχαν ιδρυθεί παντού σχολεία για να ετοιμάσουν το πνεύμα των νεαρών Ελλήνων γι’ αυτό το γεγονός, όμως ήταν για πολύ καιρό ανενεργοί· «και», συνέχισε «εκεί μπορεί ν’ αποδοθεί το ότι κανένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος δεν αναδείχθηκε αυτή την εποχή – όπως συνέβαινε γενικότερα και σ’ άλλες επαναστάσεις».

Ο Βένθουλος έμεινε μαζί μας ως τις δέκα, γιατί

129

(όπως είπε) δεν του επιτρεπόταν να αργεί, και επιπλέον είχε μια πολύ όμορφη γυναίκα στο σπίτι.

Εκείνο το πρωί (17 Απριλίου) θέλοντας να κάνω

το περιπατητικό μου μάθημα, πήγα με τον νεαρό

μου δάσκαλο, τον Φρεορίτη, στους πρόποδες της Ακρόπολης. Δύο-τρεις βράχοι εκεί κοντά είναι καταπράσινοι και ομορφαίνουν το τοπίο. Από εκεί πήγαμε στον δρόμο γύρω από τον βράχο. Στρατιώτες

ασχολούνταν με το πότισμα των δέντρων που έχουν

φυτευτεί στα νοτιοανατολικά της Ακρόπολης, απ’ την πλευρά του καινούργιου αμαξιτού δρόμου που

άνοιξε και οδηγεί στον Πειραιά. Μπήκαμε σ’ ένα σπίτι κοντά στην κορυφή του λόφου, κι επειδή πεινούσαμε ζητήσαμε λίγο ψωμί, που μας το έδωσαν

αμέσως, γιατί οι Έλληνες, ακόμα και οι πιο φτωχοί, είναι υπερβολικά φιλόξενοι. Στο σπίτι κατοικούσαν

ένας άνδρας κι η γυναίκα του. Εκείνος ήταν παλιός

στρατιώτης, υπό τον Καραϊσκάκη, και τώρα ζούσε ως αγρότης. Του είπα πως ήμουν παρών όταν ο αρχηγός του σκοτώθηκε. Αυτό συγκίνησε τον φτωχό

άνθρωπο κι άρχισε ν’ αφηγείται λεπτομέρειες του

πολέμου λέγοντας πως θυμόταν πολύ καλά την

άφιξη του «Κοχράνου».

Καθώς μιλούσαμε, προσπαθούσε να βάλει το σι-

δερένιο μέρος ενός αλετριού μέσα στο ξύλο, γιατί το

είχε σπάσει οργώνοντας ένα χωράφι με πέτρες ενός

Άγγλου (του κ. Μπρέισμπριτζ) που ζούσε στον Καρέα. Το αθηναϊκό αλέτρι δεν είναι το ογκώδες εργα-

130

λείο που χρησιμοποιούμε στην Αγγλία, είναι το ένα

τέταρτο σε βάρος και σε μέγεθος. Δεν χρειαζόταν να

είναι πιο δυνατό, γιατί οι Έλληνες δεν οργώνουν τη

γη βαθύτερα απ’ το ένα μέτρο από την επιφάνεια.

Ωστόσο, η απόδοση είναι τόσο καλή όσο και στις

πιο παραγωγικές χώρες του κόσμου. Μου είπε πως

του άρεσε να δουλεύει για Άγγλους, και μακάρι να

έρθουν κι άλλοι στην Ελλάδα.

Αυτό το άκουσα από πολλούς Έλληνες που σχετίζονται με τους Άγγλους κατοίκους. Μια μέρα, πηγαίνοντας στο Μαρούσι έκανα παρέα μ’ έναν

άντρα και τον γάιδαρό του, που ήταν και οι δύο φορτωμένοι με πολλές σανίδες για το χτίσιμο ενός σπιτιού. Πάνω στην κουβέντα, επιβεβαίωσα

πως τις πήγαινε στο Μαρούσι και πως ο άνδρας έχτιζε σπίτι για έναν Άγγλο, που έλεγε πως ήταν εξαιρετικό αφεντικό. Αναμφίβολα, ο Άγγλος είναι

ως άτομο αξιοσέβαστος στην Ελλάδα, είτε για τη

δύναμη και τη φήμη της πατρίδας μας, είτε για

τη σταθερότητα του χαρακτήρα μας, είτε για τα πλούτη μας, δεν ξέρω. Όμως έτσι είναι. Αφού πληρώσαμε στον φτωχό οικοδεσπότη για το ψωμί (που

παρότι μαύρο ήταν πολύ γλυκό) αφήσαμε τον νέο

μας φίλο, βεβαιώνοντας πως θα επαναλαμβάναμε

την επίσκεψή μας.

Ο Φρεορίτης προθυμοποιήθηκε να μου δείξει,

το απόγευμα, έναν όμορφο περίπατο στ’ αριστερά

του Σταδίου, οπότε συναντηθήκαμε. Προχωρήσαμε

131

προς τα εκεί κατά τις πέντε, όπως είχαμε κανονίσει.

Το τοπίο απ’ αυτό το σημείο είναι υπέροχο προς

κάθε πλευρά, κι η όμορφη μέρα (μια από τις πολλές

που διαδέχεται η μία την άλλη για εβδομάδες στην

Ελλάδα) γέμιζε με φως την εικόνα. Σταθήκαμε σ’

ένα μικρό ύψωμα κι ενώ αγναντεύαμε το τοπίο απ’

αυτή την κορυφή και απολαμβάναμε τη θαυμάσια

θέα της δύσης του ήλιου, καθώς βυθιζόταν πίσω απ’

το βουνό που μας έκρυβε τον Μωριά, την προσο-

χή μας τράβηξε μια έφιππη πομπή. Φαινόταν (από

τους ξένους που συμμετείχαν) πως κατευθυνόταν

προς το αγγλικό κοιμητήριο. Για την ακρίβεια, ήταν μια νεκρική πομπή που πήγαινε στ’ όμορφο εκείνο μέρος. Το γεγονός μού θύμισε τον θρήνο του Ξέρξη, όταν στεκόταν σ’ ένα γειτονικό σημείο (στην κορυφή του λόφου απέναντι από τη Σαλαμίνα). Θρηνούσε που όλος ο υπέροχος στρατός του, που κανείς

θνητός δεν μπορούσε να του αντισταθεί, θα έπαυε μάλλον να υπάρχει στο εξής.

Εδώ πρέπει ν’ αναφέρω πως το σημείο όπου βρίσκεται το αγγλικό κοιμητήριο είναι κάπου τέσσερα

στρέμματα, περιτριγυρισμένα με μάντρα που έχτισε

ο κ. Μπρέισμπριτζ, ο οποίος είχε αγοράσει το οικόπεδο παλιότερα κι είχε χτίσει ένα σπιτάκι φύλακα, όπου μένει ο Τζωρτζ Ουίλσον, που έχω προαναφέρει.

Δουλειά του Ουίλσον είναι να τραβά νερό επί δύο-τρεις ώρες το πρωί από ένα πηγάδι που βρίσκεται μέσα απ’ την περίφραξη, και να ποτίζει τα

132
133 νεόφυτα δέντρα που έχουν φυτευθεί εδώ, ώστε να είναι γραφικό το τοπίο, όπως είναι στο κοιμητήριο Περ-Λασαίζ [Père Lachaise] στο Παρίσι. Υπάρχει εδώ ένας υπέροχος τάφος, στη μνήμη της Κόμισσας Σα Πόρτα, της κυρίας του αρχιθαλαμηπόλου του Βασιλέα, κι ένας στη μνήμη κάποιου κ. Χίγκινς [Higgins], που άλλοτε ζούσε στη λονδρέζικη γειτονιά Bryan-stone.

μέχρι το παρόν, καθώς δεν ξέρω αν υπάρχουν τέτοιες συνοπτικές αφηγήσεις, σε βολική και χρηστική

μορφή, για να τις χρησιμοποιεί ο ταξιδιώτης και ν’

ανατρέχει σε αυτές.

Πριν από την εποχή του Κέκροπα, η πόλη της

Αθήνας δεν υπήρχε. Ο Κέκρωψ ήταν Αιγύπτιος που

ηγούνταν μιας ομάδας αποίκων στην Αττική, γύρω

στο 1550 π.Χ. Αυτός πρωτοέφερε τις τέχνες της Αιγύπτου, ένωσε τους κατοίκους και τους δίδαξε το πλεονέκτημα της ζωής σε μικρές πόλεις και χωριά.

Τον παλιό καιρό, προτού η τέχνη του πολέμου

και της οχύρωσης καταφέρουν κάτι σημαντικό, ο κόσμος κατέφευγε πάντα για ασφάλεια σε κάποια

κορυφή λόφου – πρώτον, για να παρακολουθούν

135 ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Δεν μπορώ παρά να ελπίζω ότι οι ταπεινοί μου τόμοι μπορεί στο εξής να χρησιμεύουν σαν ένα είδος ξεναγού στους συμπατριώτες μου και άλλους, που πιθανόν να επισκεφθούν την Ελλάδα, ειδικά την Αθήνα και τα περίχωρά της. Γι’ αυτό
ίσως είναι χρήσιμο να ενθέσω εδώ μια σύντομη και γρήγορη ιστορία της Αττικής, από τις πρώτες καταγραφές

καλύτερα την προσέγγιση εχθρού, και, δεύτερον, γιατί η φυσική του θέση προστάτευε ενάντια σε εισβολείς. Ο λόφος της Ακρόπολης ορίσθηκε από

τον Κέκροπα γι’ αυτόν τον σκοπό και καλύφθηκε

όλος από μικρές, πρόχειρες καλύβες. Το σημερινό

όνομα του λόφου είναι το όνομα που είχε τότε η

πόλη, Ακρόπολις, από δύο ελληνικές λέξεις, άκρος

και πόλις, που σήμαινε την υψηλή πόλη ή την πόλη

σε λόφο. Την ονόμαζαν επίσης Κεκροπία, από το

όνομα του ιδρυτή της, και μετά Αθήναι προς τιμήν

της Αθηνάς, στην οποία είναι η πόλη αφιερωμένη.

Οι νόμοι του Κέπροπος ήταν τόσο δίκαιοι και βελτίωσαν τόσο τη θέση των αυτοχθόνων, ώστε

για πενήντα χρόνια και τον διαδέχθηκαν

δύο άλλοι βασιλείς. Μετά βασίλεψε ο Εριχθόνιος, περίπου το 1487 π.Χ. Αυτός ο διάσημος βασιλιάς

έδωσε το όνομα «Αθήναι» στα δώδεκα χωριά που

είχε ιδρύσει ο Κέκροπας. Από το τέλος της βασιλείας του Εριχθόνιου ως την αρχή της βασιλείας

του Αιγέα, τέσσερις ασήμαντοι βασιλείς είχαν τα

σκήπτρα. Ακολούθησε ο Αιγέας γύρω στο 1283 π.Χ. Ήταν ο σύζυγος της Μήδειας, της διαζευγμέ-

νης γυναίκας του Ιάσονα. Μήδεια και Ιάσων έγιναν

διάσημοι ήρωες χάρη στο αθάνατο ποίημα του Ευριπίδη. Άραγε δεν μπορεί επίσης να ειπωθεί, χωρίς

υπερβολή, πως η καλλιτέχνις του καιρού μας, για

136
κατάφερε να παντρευτεί την κόρη ενός απ’ τους γειτονικούς πρίγκιπες και εξελέγη ηγεμόνας από τον λαό. Βασίλεψε

πρώτη φορά από την αρχαιότητα, ζωντάνεψε με τη

δική της αριστοκρατική παράσταση της Μήδειας

τα ίδια συναισθήματα που προκαλούσε η αυθεντι-

κή παρουσίαση του δράματος στις καρδιές όλου του

αθηναϊκού λαού;

Ο Αιγέας ήταν επίσης διάσημος για τον γιο του, τον Θησέα, που προς τιμήν του κτίστηκε (480 π.Χ.)

ο Ναός του Θησέα. Ο Θησέας ήταν σπουδαίος πολεμιστής και ήρωας, κι επειδή πρόσφερε σημαντικές

υπηρεσίες στην Ελλάδα, αυτός ο ναός, που τώρα είναι το πιο άρτιο από τα ελληνικά ερείπια, κτίσθηκε

για να διαιωνίσει τη μνήμη του, μαζί με τις γιορτές

που εορτάζονταν μέχρι τα πρώτα χρόνια της χριστιανικής εποχής. Είναι περίεργο που ένας από τους

πιο πρώιμους ναούς στην Ελλάδα είναι σήμερα πιο καλοδιατηρημένος από κάθε άλλο παρόμοιο οικοδόμημα. Κοιτάζοντάς τον από την Ακρόπολη φαίνεται

σαν να έχει ανεγερθεί μόλις πρόσφατα.

Τίποτε αξιοσημείωτο δεν αναφέρεται στα αθη-

ναϊκά χρονικά, μέχρι τη βασιλεία του Κόδρου, που

ήταν ο τελευταίος από δεκαεπτά βασιλείς απογό-

νους του Κέκροπα, του ιδρυτή της Αθήνας. Ο Κόδρος πέθανε το 1091 π.Χ. και μ’ αυτόν πέθανε η

μοναρχία στην Αθήνα. Ο λόγος που ώθησε τους

Αθηναίους στην κατάργηση της μοναρχίας ήταν

μάλλον περίεργος. Ο Κόδρος, ο τελευταίος τους μονάρχης, ήταν τόσο εξαιρετικός βασιλιάς και τόσο

κοσμαγάπητος από τους υπηκόους του, που φοβή-

137

θηκαν πως θα ήταν αδύνατον να έχουν άλλον σαν

κι αυτόν, και προκειμένου να εξευτελιστεί το όνομα

του βασιλιά από έναν διάδοχο ανάξιο, αποφάσισαν

να καταργήσουν τη μοναρχία!

Το όνομα Άρχων δόθηκε τώρα στον κύριο κυβερ-

νήτη της Αθήνας, αυτή είναι η έννοια της λέξης. Οι

Άρχοντες εκλέγονταν στην αρχή ισόβιοι, ο πρώτος

που εξελέγη ήταν ο μεγαλύτερος γιος του τελευταίου

μονάρχη, του Κόδρου. Αυτή η ρύθμιση συνεχίστηκε

ως το 753 π.Χ., όταν οι άρχοντες εκλέγονταν μόνο

για δέκα χρόνια. Μετά από εξήντα ακόμα χρόνια, η θητεία του Άρχοντα μειώθηκε στον ένα χρόνο, και ο αριθμός των Αρχόντων αυξήθηκε σε εννέα. Ένας

τους ήταν ανώτερος, δύο ήταν δεύτεροι σε τάξη και

εξουσία, κι οι άλλοι έξι ήταν κατώτεροι. Η κυβέρνη-

ση διατήρησε αυτό το σχήμα ώσπου οι Σπαρτιάτες

με τον Λύσανδρο κατέκτησαν την Αθήνα.

Η Αθήνα έφτασε στο ζενίθ της δύναμης και της δόξας της με τον Περικλή, και κράτησε αυτή την

υπερήφανη υπεροχή της για 200 περίπου χρόνια.

Το πρώτο μεγάλο ένοπλο κατόρθωμα των Αθηναίων ήταν η εκστρατεία με τον Μιλτιάδη ενάντια

στις πολυάριθμες δυνάμεις του Δαρείου, του Πέρση

βασιλιά που είχε νικηθεί στον Μαραθώνα το 490 π.Χ. Δεύτερο κατόρθωμα, οι Σπαρτιάτες με τον Λεωνίδα που εναντιώθηκαν στον Ξέρξη, τον Βασιλιά της

Περσίας με το πλήθος της στρατιάς στο πέρασμα

των Θερμοπυλών, στις 7 Αυγούστου του 480 π.Χ.

138

Λίγο αργότερα, μέσα στο ίδιο έτος (20 Οκτωβρίου)

οι Αθηναίοι με τον Θεμιστοκλή κέρδισαν μια πολύ σημαντική νίκη, στη Σαλαμίνα, ενάντια στον στόλο

του Πέρση μονάρχη, αναγκάζοντάς τον να εγκαταλείψει την Ελλάδα αμέσως.

Σ’ αυτές τις επιδρομές των Περσών καταστράφηκε ο πρώτος Παρθενώνας, ή Ναός της Αθηνάς, όμως αποκαταστάθηκε από τον Περικλή, διπλασιάζοντας τη μεγαλοπρέπεια και γλυπτική ομορφιά, όπως ακόμα και τα τωρινά απομεινάρια επιβεβαιώνουν περίτρανα. Ο Περικλής ήταν για σαράντα χρόνια επικεφαλής της αθηναϊκής διοίκησης. Αυτή την περίοδο καλλώπισε την Αθήνα με πολλά δημόσια

κτίρια μεγάλης ομορφιάς και λαμπρότητας.

Στον κολοφώνα του μεγαλείου της αναφέρεται πως η πόλη της Αθήνας είχε σαράντα χιλιόμετρα περιφέρεια. Οπότε υποθετικά η διάμετρος πρέπει να ήταν περίπου δεκατρία χιλιόμετρα. Η αρχαία Αθήνα πρέπει να εκτεινόταν από τον Πειραιά, τη Μουνυχία, το Φάληρο και την παραλία μέχρι τον Υμηττό, συμπεριλαμβάνοντας και τις σημερινές κατοικίες

του Λουριώτη και του κ. Μπρέισμπριτζ. Ακολου-

θώντας τον κύκλο πρέπει να περιλάμβανε και το

Χαλάνδρι, και τρία χιλιόμετρα πιο πέρα, το σπίτι

του Σερ Π. Μάλκομ, προσπερνώντας το σπίτι του

κ. Μπελ έως το πέρασμα του Δαφνιού. Επίσης, όλη

την παραλία στον κόλπο της Σαλαμίνας, πίσω πάλι

στον Πειραιά.

139

Το μεγαλείο μιας τέτοιας πόλης, με τους ναούς

της, μικρούς και μεγάλους, τις πολυάριθμες στοές

της (τα πρόστοα), τα θέατρα, τις αγορές, τις δημόσιες αίθουσες, τις ακαδημίες και τα στάδια, τα περισσότερα φτιαγμένα με το υπέροχο πεντελικό

μάρμαρο, από τα λατομεία που έχω προαναφέρει, κι όλα αυτά σε ένα τέλειο κλίμα και στην καλύτερη

τοποθεσία στον κόσμο, πρέπει να κατέστησαν την

πόλη αντικείμενο θαυμασμού και ζήλιας του πολιτισμένου κόσμου. Οι Ρωμαίοι έβλεπαν αυτό το σπουδαίο έθνος, κι ας ήταν μια κατακτημένη επαρχία, σαν την πηγή απ’ όπου ανάβλυζε καθετί σπουδαίο

στη λογοτεχνία και τις καλές τέχνες, κι έστελναν

εκεί τους νεαρούς τους γόνους για να μάθουν την

τέχνη της διακυβέρνησης.

Η πλέον ακμάζουσα εποχή της Ελλάδος ήταν

μεταξύ 550 και 336 π.Χ. Τον προηγούμενο αιώνα οι

επτά σοφοί της Ελλάδος είχαν διαχύσει γνώση στα

διάφορα κράτη της χώρας, η τραγωδία και η κωμω-

δία άνθισαν με τον Ευριπίδη και τον Αριστοφάνη, οι

καλές τέχνες με τον Φειδία και τον Απελλή, η ιατρική με τον Ιπποκράτη, και ο Δημοσθένης, ο Πλάτων,

ο Αριστοτέλης, ο Περικλής, ο Πεισίστρατος, ο Αλκιβιάδης, ο Λεωνίδας, ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής

και ο Επαμεινώνδας, οι μέγιστοι άνδρες που έβγαλε

η Ελλάδα, γεννήθηκαν αυτή την περίοδο.

Τρία χρόνια αφότου ο Λύσανδρος κατέκτησε

την Αθήνα, το 404 π.Χ., οι τριάντα τύραννοι εκδιώ-

140

χθηκαν από τους Αθηναίους κι ένα συμβούλιο από

δέκα άνδρες πήρε τη θέση τους, όμως ήταν υπό την επιρροή της Σπάρτης, κι έτσι παρέμειναν έως την

εποχή του Φιλίππου, Βασιλιά της Μακεδονίας, το 345 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι ξανακέρδισαν τη δύναμή τους και αντιστάθηκαν στον Φίλιππο.

Περίπου 170 χρόνια μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, ο Αιμίλιος Παύλος νίκησε τον Φίλιππο [τον Περσέα], Βασιλιά της Μακεδονίας, τον αιχμαλώτισε, και η Μακεδονία ανακηρύχτηκε ρωμαϊκή επαρχία το 168 μ.Χ. Η Αθήνα υπέκυψε στον ζυγό αμέσως μετά, η Κόρινθος το 146 π.Χ. υποτάχθηκε

στο Λ. Μόμμιο, λίγο αργότερα και όλος ο Μωριάς.

Η Ελλάδα ήταν τώρα στην εξουσία των Ρωμαίων

κι έγινε ένα είδος πανεπιστημίου για τη ρωμαϊκή

νεολαία. Οι πιο ταλαντούχοι άνδρες κατοικούσαν

στην Αθήνα, η τέχνη άνθιζε εκεί, και οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες εργάστηκαν για να διακοσμήσουν και

να ομορφύνουν την πόλη.

Ένα από τα μεγαλύτερα μνημεία της αρχαιότη-

τας στην Αθήνα το τελείωσαν οι Ρωμαίοι: τον Ναό

του Ολυμπίου Διός. Αυτόν τον ναό τον ξεκίνησαν οι

Αθηναίοι με τον Πεισίστρατο το 530 π.Χ. και τε-

λείωσε με τον Αδριανό το 145 μ.Χ., περίπου 700 χρόνια από το ξεκίνημά του. Είχε περίμετρο τέσ-

σερα στάδια και μεγάλο αριθμό στύλων, από τους

οποίους ελάχιστοι απομένουν, όπως φαίνεται στη λιθογραφία μας.

141

Αυτές οι ωραίες κολόνες δεσπόζουν και είναι το

πιο γραφικό χαρακτηριστικό που συνδέεται με την

τωρινή εικόνα της Αθήνας. Τη θέα της πόλης μπορεί

κανείς να τη δει από πολλά σημεία, αλλά καμιά δεν

είναι ενδιαφέρουσα αν δεν περιέχει αυτές τις κολόνες. Δίνουν μια γοητεία σε όλη την εικόνα της πόλης, που ούτε ο Ναός του Θησέα, ούτε ακόμα κι ο ίδιος ο Παρθενώνας δεν θα μπορούσαν να δώσουν.

Ας επιστρέψουμε όμως στο σύντομο ιστορικό

μας διάγραμμα. Η Ελλάδα έμελλε να γίνει ξανά μεγάλη δύναμη, τουλάχιστον μετά τη συγχώνευσή της

με άλλα βασίλεια, σχηματίζοντας την Ελληνική ή

Ανατολική Αυτοκρατορία και δίνοντας το δοξασμένο της όνομα στο σύνολο.

Μετά από πολλούς διαδοχικά Ρωμαίους αυτοκράτορες, ο Κωνσταντίνος ο Μέγας αποφάσισε να

κάνει το Βυζάντιο (Κωνσταντινούπολη) έδρα της

Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας γύρω στο 350, κι αυτή η ρύθμιση συνεχίστηκε έως τον θάνατο του Θεοδόσιου,

το 395 μ.Χ. Αυτός είχε δυο γιους, τον Αρκάδιο και

τον Ονώριο, που μοίρασαν μεταξύ τους την αυτοκρατορία σε Ανατολική και Δυτική. Η Ανατολική

περιλάμβανε την Ουγγαρία, τη Σλαβονία, την Κροατία, τη Βοσνία, τη Δαλματία στην Αδριατική· την Τρανσυλβανία, τη Μολδαβία, τη Βλαχία και την Βεσσαραβία στη Μαύρη Θάλασσα· τη Βουλγαρία, τη Σερβία, τη Ρωμυλία, τη Μακεδονία και την Αλβανία, τη Θεσσαλία και τη σημερινή Ελλάδα· αυτές

142

ήταν οι κτήσεις στην Ευρώπη. Στην Ασία είχαν την

Αρμενία, τη Συρία, την Ιουδαία, τη Μεσοποταμία

και τη Μηδία, μαζί με άλλες επαρχίες στη Μικρά

Ασία, καθώς και μεγάλες περιοχές στην Αφρική. Σ’

αυτή την απέραντη έκταση χωρών βασίλευε ο Αρκάδιος, ο μεγαλύτερος γιος του Θεοδόσιου. Αυτός

και οι διάδοχοί του ονομάστηκαν αυτοκράτορες της Ανατολικής ή Ελληνικής Αυτοκρατορίας.

Η Δυτική Αυτοκρατορία αποτελούνταν από την Ιταλία, τη Σικελία, τη Γαλατία, την Ισπανία και τη Βρετανία, κι εκεί βασίλευε ο Ονώριος, δεύτερος γιος

του Θεοδόσιου. Αυτός και οι διάδοχοί του ονομάστηκαν Αυτοκράτορες της Δύσης. Για τους επόμενους οκτώ αιώνες, οι αυτοκράτορες της Ανατολής, ή Έλληνες αυτοκράτορες, βασίλευαν στην Κωνσταντινούπολη και, όπως προείπα, τον χριστιανισμό

είχε ασπαστεί ο Κωνσταντίνος και οι αυτοκράτορες

από την εποχή του και μετά.

Η αυξανόμενη δύναμη των Σαρακηνών, τον

έβδομο αιώνα, δεν άφησε και πολύ τους χριστιανούς

της Ασίας να χαρούν. Η Ελληνική Αυτοκρατορία

έχασε τα καλύτερες επαρχίες της – την Παλαιστίνη,

τη Συρία και την Αίγυπτο. Οι χριστιανικές εκκλη-

σίες μετατράπηκαν σε μουσουλμανικά τζαμιά, κι ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων αναγκάστηκε να

ασπαστεί τον μωαμεθανισμό. Ενισχυμένοι από τις επιτυχίες τους οι Σαρακηνοί, αποφάσισαν να τολμήσουν να κατακτήσουν την ίδια την Κωνσταντι-

143

νούπολη και συγκέντρωσαν μια τεράστια δύναμη, σε θάλασσα και σε στεριά. Όμως ανατράπηκαν από τη δύναμη και τεχνική του Πωγωνάτου, του

αυτοκράτορα. Αυτός ο αγώνας κράτησε επτά συνεχόμενα χρόνια, ύστερα οι Σαρακηνοί αποσύρθηκαν, κάνοντας ειρήνη με τους Έλληνες.

Τον ενδέκατο αιώνα, το 1096 μ.Χ. οι χριστιανοί της Δυτικής Ευρώπης συνασπίστηκαν για να διώξουν τους Τούρκους από την Παλαιστίνη.

πρώτη σταυροφορία την είχε ξεσηκώσει με το κήρυγμά του ο Πέτρος ο Ερημίτης, και το στράτευμα

αποτελούνταν από τετρακόσιες χιλιάδες ψυχές υπό

τις διαταγές του Γοδεφρείδου του Μπουιγιόν, Δούκα

της Λωρραίνης· του Ούγου, αδελφού του Φιλίππου

του Α΄ , Βασιλιά της Γαλλίας· του Ροβέρτου, Δούκα της Νορμανδίας, αδελφού του Γουλιέλμου του

Β΄ , Βασιλιά της Αγγλίας· του Ραϊμόνδου, Κόμη της Τουλούζης· και του Ροβέρτου, Κόμη της Φλάνδρας. Όρισαν ως τόπο συνάντησης την Κωνσταντινούπολη, όπου έφθασαν την επόμενη άνοιξη, όταν

βασίλευε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός. Αυτός

ο στρατός διέσχισε τον Ελλήσποντο, πέρασε λίγο

διάστημα στη Μικρά Ασία, ξεπερνώντας τις δυσκολίες που παρουσιάζονταν, και μετά προχώρησε

προς την Ιερουσαλήμ. Την απελευθέρωσαν σε πέντε εβδομάδες από την 15η Ιουλίου του 1099, μέρα που έφθασαν. Ο Γοδεφρείδος της Μπουιγιόν εξελέγη

Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ.

144
Την

Η δεύτερη σταυροφορία ενάντια στην επέκταση

των Τούρκων έγινε το 1147 μ.Χ. Ο Κορράδος, αυτοκράτορας της Γερμανίας, και ο Λουδοβίκος Ζ΄ της

Γαλλίας ξεκίνησαν μ’ έναν στρατό εκατόν πενήντα

χιλιάδων ανδρών, παίρνοντας τον ίδιο δρόμο του προηγούμενου στρατεύματος, όμως όλος αυτός ο στρατός καταστράφηκε και δεν πέτυχε τίποτα.

Το 1190 ξεκίνησε η τρίτη σταυροφορία ενάντια

στους Τούρκους, που είχαν αρχηγό τον Σαλαντίν. Ο

γενναίος μας μονάρχης, ο Ριχάρδος, και ο Φίλιππος Αύγουστος, Βασιλιάς της Γαλλίας, μαζί με άλλους μονάρχες, μετέφεραν στρατό στους Αγίους Τόπους με βενετσιάνικα καράβια. Η Βενετία ήταν τώρα (με το εμπόριό της και μόνο) μια μεγάλη δύναμη. Ήταν ένα κράτος ικανό να εξοπλίζει στόλους που η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία ενωμένες δεν θα μπορούσαν να έχουν. Τη συμμαχία μαζί της επιζητούσαν όλοι οι βασιλείς της Ευρώπης. Ο Σαλαντίν τούς αντιστάθηκε με τριακόσιες χιλιάδες άνδρες,

αλλά οι χριστιανοί νίκησαν. Την Ιερουσαλήμ όμως

δεν την πήρε ο Ριχάρδος, γιατί ο σύμμαχός του, ο Γάλλος Βασιλιάς, είχε αποσυρθεί, αναγκάζοντας

τον γενναίο μονάρχη μας να κάνει το ίδιο.

Το 1202 μ.Χ. οι Βενετοί με τον Βαλδουίνο, Κόμη

της Φλάνδρας, και τον Μαρκήσιο [Βονιφάτιο] τον

Μομφερρατικό, συμφώνησαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να επιτεθούν στην Κωνσταντινούπολη, που κατόρθωσαν να την πάρουν το 1204 μ.Χ.

145

Κατόπιν, αυτά τα τρία κράτη μοίρασαν τη λεία.

Οι Βενετοί πήραν για μερίδιό τους τον Μωριά της

Ελλάδας, το νησί του Χάνδακα και πολλές πόλεις

στην ακτή της Φρυγίας. Ο Μαρκήσιος Μομφερρατικός πήρε για μερίδιό του τη Θεσσαλία. Και ο Κόμης της Φλάνδρας, με το να εκλεγεί αυτοκράτορας

της Κωνσταντινούπολης, πήρε την υπόλοιπη λεία.

Αλλά ο Σαλαντίν είχε καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας.

Οι εισβολείς ονομάστηκαν από τους Έλληνες «οι

Λατίνοι», κι αυτή η καινούργια δυναστεία βασίλεψε

μέχρι το 1261, όταν οι Έλληνες ανακατέκτησαν την

έδρα της αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, με τον Μιχαήλ Παλαιολόγο, τον αυτοκράτορά τους.

Όμως τον Μωριά, μεγάλο κομμάτι της Ελλάδας,

μαζί με την Κρήτη και την Κύπρο, τα κρατούσαν

ακόμα οι Βενετοί.

Την τελευταία σταυροφορία ενάντια στους Τούρ-

κους την ανέλαβε ο Λουδοβίκος ο Άγιος, Βασιλιάς

της Γαλλίας, το 1248 μ.Χ., ο οποίος μετά από πολλές ανατροπές πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με τον στρατό του, από τον Σουλτάνο, αλλά ελευθερώθηκε

το 1254 μ.Χ.

Η Ελληνική Αυτοκρατορία από αυτή την περίο-

δο και μετά ταλαιπωρήθηκε πολύ. Αναφέρεται πως

το 1362 υπήρχαν τρεις αυτοκράτορες στην Ανατολή

που διεκδικούσαν τον θρόνο. Η πόλη της Κωνσταντινούπολης, που ήταν στα χέρια των Ελλήνων,

146

είχε τον έναν· η Αδριανούπολη, που την είχε πάρει

ο Μουράτ το 1362, είχε τον δεύτερο· και η αρχαία

Κολχίδα, που ονομαζόταν Τραπεζούντα, με τον Κομνηνό, είχε τον τρίτο.

Το 1453, ο Μωάμεθ ο Μέγας επιτέθηκε στην

Κωνσταντινούπολη με τριακόσιες χιλιάδες άνδρες

κι αφού την πολιόρκησε ενενήντα μέρες, την κατέκτησε με έφοδο στις 29 Μαΐου, σκοτώνοντας τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Η Ελλάδα

σύντομα ακολούθησε την τύχη της Κωνσταντινούπολης και οι Τούρκοι κατέκτησαν την

χώρα και τον Μωριά, αποσπώντας την από τους Βενετούς το 1481 μ.Χ.

Ο Σελίμ Β΄, ένας απ’ τους διαδόχους του Μωά-

μεθ, το 1571 πήρε την όμορφη Κύπρο από τους Βενετούς. Μόλις την έχασαν οι

ντια στους Τούρκους σταυροφορία, όπου μαζί τους

ενώθηκαν ο Πάπας και ο Φίλιππος Β΄ . Πέντε μήνες

μετά την κατάκτηση του νησιού, διακόσια ογδόντα

πολεμικά πλοία, μεγάλα και μικρά, ήταν έτοιμα στα

λιμάνια της Σικελίας. Ο Φίλιππος Β΄ είχε εφοδιάσει

τα μισά απ’ αυτά, οι Βενετοί τα δύο τρίτα του άλλου

μισού, και ο Πάπας τα υπόλοιπα.

Ο Δον Χουάν της Αυστρίας [Ιωάννης ο Αυστριακός], γιος του Καρόλου του Ε΄ [Κουίντου], ήταν ο

αρχηγός του ενωμένου στόλου. Ο Μαρκαντόνιο Κολόνα κυβερνούσε εν ονόματι του Πάπα, και ο Σεμπαστιάνο Βενιέρ ήταν ο Ναύαρχος των Βενετών.

147
ηπειρωτική
ξεκίνησαν ενά-
Βενετοί

Αυτή η αρμάδα είχε σαράντα με πενήντα χιλιάδες

άνδρες πλήρωμα.

Παρά το μεγαλείο αυτού του στόλου, η οθωμανι-

κή μοίρα ήταν πολύ πιο ισχυρή. Αποτελούνταν από

διακόσιες πενήντα γαλέρες, μεγαλύτερες όμως σε μέγεθος. Οι δύο αρμάδες συναντήθηκαν στον Κόλπο

της Ναυπάκτου κοντά στην Κόρινθο. Τις τουρκικές

γαλέρες κινούσαν χριστιανοί σκλάβοι, και τις χριστιανικές γαλέρες Τούρκοι σκλάβοι.

Η σύγκρουση έγινε στις 5 Οκτωβρίου του 1571.

Ο Δον Χουάν της Αυστρίας και ο Βενετός Ναύαρχος

επιτέθηκαν στο πλοίο του Αλή, του Τούρκου Ναυάρχου. Τον αιχμαλώτισαν μαζί με το πλοίο του, του έκοψαν αμέσως το κεφάλι και το βάλαν στο κοντάρι

πάνω από τη δική του σημαία.

Αυτή η πράξη δικαιολογούνταν μόνο σαν αντίποινα για τη φρικτή συμπεριφορά των Τούρκων, που είχαν κάψει ζωντανό τον Βραγαδίνο, διοικητή

στη Φαμαγκούστα [Αμμόχωστο], πρωτεύουσα της

Κύπρου, μόλις η πόλη παραδόθηκε στην τουρκική

δύναμη.

Το θέαμα του κεφαλιού του Ναυάρχου αποθάρρυνε τους Τούρκους, που υποχώρησαν, χάνοντας

εκατόν πενήντα πολεμικά πλοία. Δεκαπέντε χιλιάδες Τούρκοι σκοτώθηκαν και πέντε χιλιάδες χριστιανοί σκλάβοι σώθηκαν από τη σκλαβιά.

Όλα τα εύσημα γι’ αυτή την πράξη πήγαν στον

Δον Χουάν της Αυστρίας, τον αρχηγό του ενωμένου

148

στόλου [generalissimo], που ο Πάπας Πίος Ε΄ τον

ονόμασε «θεόσταλτο» και θεωρήθηκε απ’ όλη την Ευρώπη ο καλύτερος καπετάνιος της εποχής. Αυτή

η σημαδιακή νίκη αναχαίτισε για λίγο τον ενθουσιασμό των Τούρκων, οπότε η Κρήτη παρέμεινε στους Βενετούς για έναν ακόμα αιώνα, όταν κατελήφθη

από τον

άνδρες της εποχής.

Στη διάρκεια αυτής της πολιορκίας, που όπως η

πολιορκία της Τροίας κράτησε πολλά χρόνια, διακρίθηκε ο ανθός των

Ο Δούκας του Μπωφόρ [Beaufort], που

έξι χιλιάδες, σκοτώθηκε εκεί. Τον διαδέχθηκε ο Δούκας της Νοάιγ [de Noailles] στη διοίκηση των συμμάχων. Όμως

τίποτα δεν μπορούσε να νικήσει την πεισματική

επιμονή των Τούρκων, και η πόλη που τη διοικούσε

ο Μοροζίνι, ο Βενετός, παραδόθηκε τον Σεπτέμβριο

του 1669.

Ο Βενετός στρατηγός πήρε την εκδίκησή του, γιατί περίπου δεκαοκτώ χρόνια μετά, μπήκε στον

Μωριά και τον κατέκτησε ολόκληρο από τους

Τούρκους. Αυτή την εποχή, το όμορφο κτίριο του

Παρθενώνα, που προηγουμένως ήταν άρτιο, πληγώθηκε πολύ. Στους Βενετούς και τους Τούρκους

οφείλεται η καταστροφή του οικοδομήματος αυτού.

Ο Μοροζίνι πολιόρκησε την Ακρόπολη το 1687, έριξε

149
διάσημο Τούρκο Στρατηγό Κιοπρουλού. Ήταν Μεγάλος Βεζίρης του Μωάμεθ Δ΄ και θεωρήθηκε ένας από τους σπουδαιότερους
Ευρωπαίων ευγενών.
διοικούσε

ένα βλήμα που μπήκε στον Παρθενώνα κι έφτασε

σε μια μπαρουταποθήκη που εξερράγη και γκρέμισε μεγάλο μέρος του ναού. Στην πραγματικότητα, μόνο ένα τέτοιο τράνταγμα σαν αυτό που περιέγραψα θα μπορούσε να ρίξει τα πελώρια κομμάτια μάρμαρου που αποσπάστηκαν από τον ναό.

Οι Βενετοί κράτησαν στην κατοχή τους τον Μωριά και την Ελλάδα ως το 1715, όταν οι Τούρκοι ανακατέκτησαν τελικά τη χώρα, επί Αχμέτ του Γ΄ . Οι Βενετοί δεν μπόρεσαν να την κατακτήσουν ξανά. Έτσι, οι Τούρκοι κατείχαν την Ελλάδα για τριακόσια ενενήντα χρόνια: Πρώτα, από το 1481 έως το 1687· μετά, από το 1715 ως το 1828, όταν η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, που έγινε τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ελευθέρωσε τελικά την Ελλάδα από την κυριαρχία των Τούρκων και των Αιγυπτίων.

150

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

Η γιορτή του Αγίου Γεωργίου – Απάντηση στην αίτησή

μου – Παρατηρήσεις για το θέμα – Το παράσημο του

Σωτήρος – Ατμόπλοια – Έργα στον Πειραιά – Αλλαγή

κατοικίας – Η γιορτή της Πεντηκοστής – Μονή Καισαριανής – Περιγραφή Ελληνίδων– Οι χοροί και οι διασκεδάσεις τους

Αποσπάσματα από το ημερολόγιο (συνέχεια)

5 Μαΐου 1836 – Είναι η γιορτή του αγίου Γεωργίου

κι όλος ο κόσμος της Αθήνας από νωρίς το πρωί ήταν στο πόδι. Προχωρούσαν σε μεγάλες ομάδες

προς τον ιερό ελαιώνα, για να περάσουν την ημέρα

ξεφαντώνοντας. Ο Φρεορίτης προσφέρθηκε να με συνοδεύσει να δω τις διασκεδάσεις, και συμφωνή-

σαμε να πάμε γύρω στη μία.

Φτάνοντας στον ελαιώνα, η μουσική της κιθάρας, της λύρας και του βιολιού ακούγονταν από παντού. Χαρούμενοι άνθρωποι χόρευαν με αφάνταστη

λαχτάρα, σε ομάδες των δέκα ή των δώδεκα. Επειδή

με γνώριζαν αρκετοί, με καλωσόριζαν και με προσκαλούσαν πολύ ευγενικά να πάρω μέρος στη χαρά τους και να μπω στον χορό, στα ρωμαίικα.

Μου τράβηξε την προσοχή η κινητικότητα του

151

αρχηγού μιας απ’ τις ομάδες των χορευτών. Το μεγάλο φόρτε του ήταν να διπλώνει τα δάχτυλα και να προχωρά πάνω στις κλειδώσεις των δακτύλων:

αυτό το κατόρθωμα του χάριζε μεγάλο χειροκρότημα. Οπότε η λύρα έπαιζε πιο δυνατά, κι αυτοί οι αθώοι άνθρωποι ξεχνούσαν όλα τους τα προβλήματα ακούγοντας την άγρια μουσική τους.

Προς το απόγευμα έγιναν λιγότερο θορυβώδεις, δεν έγινε όμως κανένα κακό, ούτε άκουσα τίποτα

που να προκάλεσαν οι βακχικές τους εορτές, σε άλλη γειτονιά.

Μείναμε μέχρι αργά κι επιστρέψαμε με γαϊδουράκια, μαζί με μια πολύ μεγάλη παρέα που χαίρονταν

με τ’ αστεία τους. Βοηθούσε σ’ αυτό και το κρασί που

είχαν πιει. Γέλια αντηχούσαν από παντού.

Φτάνοντας στο σπίτι βρήκα πάνω στο τραπέζι

μου μια απάντηση στην αίτησή μου που είχα κατα-

θέσει τον περασμένο Δεκέμβριο.

Ζητώ συγνώμη από τους αναγνώστες μου που

θα αναφερθώ με λεπτομέρειες σ’ αυτή την απάντη-

ση, και στην ίδια την αίτηση στην οποία απαντούσε.

Η αίτησή μου ξεκινούσε αναφέροντας πως εγώ

και αρκετοί άλλοι είχαμε καταθέσει το ποσό τον 790 λιρών στερλίνων σαν εγγύηση για την ίδρυση της

ατμοπλοϊκής γραμμής που προανέφερα, με τον όρο

152
* * *

ότι από την ίδρυση αυτή εγώ θα αποκόμιζα ορισμέ-

να προνόμια από την ελληνική κυβέρνηση.

Η αποτυχία μου και οι αιτίες της έχουν αναφερ-

θεί προηγουμένως. Τώρα ζητούσα από τη Μεγαλειό-

τητά του να μου επιστρέψει τα χρήματα που είχα καταθέσει, καθώς και το ποσό που είχα ξοδέψει από

την τσέπη μου (που ανερχόταν σε 600 λίρες) προκειμένου να έχω το επιθυμητό αντικείμενο. Για το

πρώτο μου αίτημα βασιζόμουν στο γεγονός ότι η

αποτυχία δεν προέκυψε από οποιαδήποτε αιτία την

οποία εγώ να μπορούσα να ελέγξω· επιπλέον, αφού ποτέ στην Ελλάδα δεν είχε πληρωθεί πρόστιμο, θα ήταν σκληρό να ξεκινήσει κάτι τέτοιο τώρα, στην περίπτωση ενός ανθρώπου που είχε υπηρετήσει για μεγάλο διάστημα την Ελλάδα με το σπαθί του, χωρίς απολαβές και

υπόψη τις υπηρεσίες μου και πρότεινα να μου πληρώνουν 100 λίρες τον χρόνο, μέχρι την εξόφληση.

Παράλληλα, υπαινίχθηκα πως οι δικές μου ενέργειες ήταν αυτές που κινητοποίησαν τη γαλλική

κυβέρνηση να χτίσει ατμόπλοια και να τα βάλει στη γραμμή που εγώ είχα χαράξει, με συνέπεια

η ελληνική κυβέρνηση να επιτύχει την επιθυμητή

153
Πρόσθεσα
από τις 790 λίρες που είχα καταθέσει, το δικό μου μερίδιο ήταν 160 λίρες, ενώ εγγυήθηκα και για 320 λίρες επιπλέον. Σχετικά με τις 600 λίρες που είχα χάσει από αυτή την ιστορία, τους παρακαλούσα να λάβουν
προνόμια.
επίσης πως

σύνδεση με τη Δυτική Ευρώπη, χωρίς να υποστεί

κανένα κόστος.

Αυτή ήταν η αίτησή μου. Η απάντηση με πληρο-

φορούσε πως μου επιδίκαζαν 160 λίρες και επιπλέον

40

λίρες για την επιστροφή μου, όμως πέρα απ’

αυτά, να μην περιμένω τίποτα άλλο.

Κατά συνέπεια, πήγα στον κ. Φρέι [Frei], που

είχε μια θέση

πολύ

φτωχοί, αλλά η Μεγαλειότης του θα μου επέστρεφε

τα χρήματα μόλις το επέτρεπαν οι περιστάσεις.

Είναι γεγονός πως υπήρχε μεγάλη δόση αλήθειας

σ’ αυτά που είπε ο κ. Φρέι. Δεν αμφιβάλλω πως η

φτώχεια της κυβέρνησης τους έκανε να παρακρατούν

αυτά τα χρήματα, γιατί ούτε στιγμή δεν μπορώ να το

συλλάβω πως για οποιονδήποτε άλλο λόγο η ελληνική κυβέρνηση θα επέτρεπε να κηλιδωθεί από τέτοια

ένδειξη αγνωμοσύνης. Θα στιγμάτιζε, ως δεδικασμένη αδικία, έναν παλιό φιλέλληνα που είχε υπηρετήσει

την Ελλάδα όχι μόνο με το σπαθί αλλά και με τον

χρόνο και την περιουσία του, έναν άνθρωποι που είχε

ενεργήσει με τέτοιο τρόπο ώστε να κινήσει την αντι-

ζηλία ενός βασιλείου ισχυρού σαν τη Γαλλία, κι αυτό

αποκλειστικά προς όφελος της Ελλάδας.

Σε κάθε περίπτωση, όποιο κι αν είναι το πα-

154
σαν του Υπογραμματέα του Κράτους, και διαμαρτυρήθηκα για την αδικία και τη δυσχέρεια της
Απάντησε πως η απαίτησή μου ήταν δίκαιη αλλά η κυβέρνηση, αυτή τη στιγμή, δεν είχε τα μέσα να με ικανοποιήσει – πως ήταν
υπόθεσης.

ράπονό μου ενάντια στην ελληνική κυβέρνηση, τα

προσωπικά μου αισθήματα δεν θα επηρρεάσουν τη

δημόσια συμπεριφορά μου. Η κυβέρνηση της Ελλά-

δος δεν είναι ο λαός. Γι’ αυτό, έκανα ό,τι έκανα και

θα κάνω στο εξής ό,τι μου είναι δυνατό για να υπηρετώ την Ελλάδα, είτε διαδίδοντας ορθές απόψεις

αναφορικά με τις προοπτικές και τον χαρακτήρα

της ως έθνους, είτε με άλλους τρόπους. Οι Έλληνες

είναι ένας εξαιρετικός λαός που αξίζει κάθε ενθάρρυνση και υποστήριξη από τον πολιτισμένο κόσμο.

Θα επιστρέψω τώρα στην περιγραφή των εθίμων

και των ηθών τους, καταφεύγοντας πάλι στην απλή

και ανεπιτήδευτη πηγή του ημερολογίου μου για ό,τι σχετικό παρατηρούσα.

10 Μαΐου – Το ατμόπλοιο της Βρετανικής Μεγαλειότητος «Μήδεια» έφτασε στον Πειραιά στις 8 του μηνός για να παραλάβει τον Βασιλέα της Ελλάδος, που θα πήγαινε στην Ανκόνα, και από εκεί θα συνέχιζε για τη Βαυαρία, να επισκεφθεί την οικογένειά του· ο Βασιλιάς επιβιβάστηκε την ίδια ημέρα. Οι στρατιώτες ήταν τοποθετημένοι σε δύο σειρές,

από το παλάτι μέσω της οδού Ερμού έως τα περί-

χωρα της πόλης. Οι Σύμβουλοι Επικρατείας συνάντησαν τη Μεγαλειότητά του στα προάστια και τον

συνόδευσαν στην επιβίβασή του. Συνοδευόταν από ίλη ιππικού.

Το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο φίλος μου ο Δρ

155

Ρέζερ με συνάντησε στο ξενοδοχείο μου και με

πληροφόρησε πως η Μεγαλειότης του, πριν αναχωρήσει, μου είχε απονείμει το παράσημο του Βασιλικού Στρατιωτικού Τάγματος του Σωτήρος.

Συγχρόνως, ο αξιότιμος γιατρός με συνεχάρη γι’ αυτό.

Συγχωρέστε με που αναφέρω το γεγονός, αλλά μου δίνει την ευκαιρία να πω ότι με κανέναν τρόπο

δεν είχα αιτηθεί την χάρη, άρα αυτό δείχνει τα καλά

αισθήματα της Μεγαλειότητός του προς εμένα και επιβεβαιώνει την πρώτη μου εντύπωση, πως η κυβέρνηση ουσιαστικά αναγνώρισε τη διεκδίκηση του αιτήματός μου αλλά δεν μπόρεσε να μου επιστρέψει τα χρήματα λόγω της τρέχουσας αδυναμίας να το πράξει.

Οι χρηματικές και ιδιωτικές μου υποθέσεις είχαν τώρα τελειώσει στην Ελλάδα, γι’ αυτό και στην

αρχή σκέφθηκα να φύγω αμέσως, αλλά αναθεώρησα

και αποφάσισα να μείνω για λίγο ακόμα, αφιερώνο-

ντας την απόλυτη προσοχή μου στην παρατήρηση

των συνηθειών των Αθηναίων – γιατί η Αθήνα είναι

όλη η Ελλάδα.

Το πρωί εκείνης της ημέρας πήγα

156
Μερικοί
στο Ίδρυμα του κ. Κινγκ να ακούσω Δημοσθένη στα αρχαία ελληνικά, να τον διαβάζει ο Φρεορίτης, ο δάσκαλός μου, και μετά να τον ερμηνεύει στα νέα ελληνικά.
απ’ τους νέους που παρακολούθησαν την ανάγνωση δεν φορούσαν καν παπούτσια, όμως ο

ευφυής και ευαίσθητος τρόπος με τον οποίο μπήκαν

στο πνεύμα αυτής της μελέτης ήταν πραγματικά

αξιοθαύμαστος και ευχάριστος. Σε λίγα χρόνια αυ-

τοί οι νέοι θα βγουν μπροστά, και πιθανόν απ’ αυτά

τα αλάνια να ξεπεταχτούν μελλοντικοί υπουργοί

του κράτους που θα αποφασίζουν για την τύχη της

χώρας τους.

Τα νέα ελληνικά δεν είναι δύσκολη γλώσσα να

τη μάθεις, κυρίως άμα γνωρίζεις την αρχαία γλώσσα,

πολλές ομοιότητες· τόσο που οι

συντάκτες των εφημερίδων συχνά αναμιγνύουν την

αρχαία γλώσσα στα έντυπά τους, κι έτσι άθελά τους επαναφέρουν τις αρχαίες λέξεις. Το ίδιο βράδυ η στρατιωτική μπάντα είχε σταθεί κοντά στο θέατρο για να ψυχαγωγεί τον κόσμο (παίζοντας απ’ τις έξι το απόγευμα μέχρι ν’ ανοίξει το θεάτρο). Τη συνέδραμε μια γερμανική μπάντα

πνευστών, που έπαιζε αρκετά αγαπημένα γερμανικά κομμάτια, κι έτσι μαζεύτηκε ένα σωρό κόσμος, εκεί συνάντησα και τον νεαρό Μιαούλη. Αφού διασκεδάσαμε για λίγο, έγινε η πρόταση να επισκεφθούμε το θέατρο.

Το έργο ήταν η τραγωδία του Ορέστη, παιγμέ-

νη από ερασιτέχνες που θα τιμούσαν οποιοδήποτε θέατρο. Εισέπραξαν από το κοινό κραυγές ενθουσιασμού.

157
γιατί παρότι η προφορά είναι σε μεγάλη έκταση και παραδόξως δύσκολη, η δομή, και αρκετό από το λεξιλόγιο, έχει

12 Μαΐου – Σήμερα το πρωί με επισκέφθηκε ο

Αιδ. κ. Χιλλ, που με πληροφόρησε πως μόλις έφθασε ένα γαλλικό ατμόπλοιο από τη Μασσαλία με σαράντα επιβάτες. Είχε δρομολόγιο να τους πάει στην

Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια

και την Αλγερία, και μετά να επιστρέψει στη Μασσαλία. Κατεβήκαμε στον Πειραιά να επισκεφθούμε

το πλοίο και εντυπωσιαστήκαμε από την πολυτέλεια του εσωτερικού, που έμοιαζε με πολυτέλεια βασιλικής θαλαμηγού.

Επιστρέφοντας πρόσεξα ιδιαίτερα τα έργα που

γίνονταν στον Πειραιά από την κυβέρνηση, επιχωμάτωναν το έλος πριν χτίσουν μια προβλήτα που θα μπορούσε να στεγάσει μέχρι και 2.000 εμπορικά σκάφη. Ο Πειραιάς είναι τώρα μια μεγάλη πόλη, έχει περίπου τριακόσια σπίτια. Οι Χιώτες, οι πρώτοι έμποροι του Λεβάντε, χτίζουν τώρα τις κατοι-

κίες τους εδώ και θα κάνουν τον Πειραιά σημαντικό

για τον εμπορικό κόσμο.

Το βραδάκι επιτρέψαμε στην Αθήνα, πήγαμε

προς το σπίτι του αξιότιμου πάστορα που με είχε

συνοδεύσει. Οι δεσποινίδες Μούλινγκερ, οι συγγενείς

του, είχαν μια μάζωξη με λίγους φίλους. Χρωστώ

πολλά σ’ αυτή την εξαιρετική οικογένεια για

158
τα πολλά ευχάριστα βράδια που πέρασα στο σπίτι τους. 13 Μαΐου – Καθώς με είχε κουράσει η μονοτονία της μακροχρόνιας παραμονής μου σε δημόσιο ξενοδοχείο, αποφάσισα ν’ αναζητήσω νέο είδος κα-

ταλύματος. Όχι πως είμαι δυσαρεστημένος από

την περιποίηση του κ. Λουί, του «Ξενοδοχείου της

Γαλλίας» [Hôtel de France], αλλά επιθύμησα μια

αλλαγή. Φταίει ο αέρας της Αθήνας που μου μετέδωσε αυτή την αγάπη της ανανέωσης για την οποία

φημίζονται οι Έλληνες όλων των εποχών; Σε κάθε

περίπτωση, είχα βαρεθεί ν’ ανεβαίνω καθημερινά τα

ίδια σκαλιά, να βλέπω τις ίδιες κότες να τρέχουν

στην ίδια αυλή, και το γαύγισμα του ίδιου μεγάλου

μαύρου σκυλιού. Βαρέθηκα και τα χοροπηδήματα

του μικρού Ζυστάν [Justin] (αδελφού της χαριτωμέ-

νης και νεαρής οικοδέσποινας), που έχει το προνόμιο (ο Ζυστάν – όχι η όμορφη αδελφή του) να μπαίνει

στο δωμάτιό μου όποτε θέλει και να διασκεδάζει τον

εαυτό του κι εμένα με την αθώα φλυαρία του. Σε κάθε περίπτωση, ήμουν αποφασισμένος

ενοίκους να υποστηρίξουν την επιθυμία του να μείνω. Όμως αφού το έχω σκεφτεί να φύγω, πρέπει να φύγω, αλλιώς θα αρρωστήσω.

Γι’ αυτό, όταν ήρθε σήμερα ο Φρεορίτης για το μάθημα των ελληνικών, τον παρακάλεσα να με συνοδεύσει στην έρευνά μου. Μου ανέφερε τα ξενοδοχεία «Μόναχο», «Ρουαγιάλ» [Royal] και

«Μπρυνό» [Brunot], όλα καλές επιλογές, όμως κουράστηκα να μένω σε ξενοδοχείο, και θέλω πια ιδιωτική κατοικία. Εξορμήσαμε λοιπόν και, με λίγη

159
να φύγω. Κάλεσα λοιπόν τον Λουί και του είπα την πρόθεσή μου. Διαμαρτυρήθηκε έντονα κι έφερε όλους τους

δυσκολία, βρήκαμε ένα πολύ ωραίο διαμέρισμα στο

170 της οδού Ερμού. Διαθέτει καθιστικό, κρεβατοκά-

μαρα και κουζίνα, και θα πληρώνω γι’ αυτό σαράντα

δραχμές τον μήνα. Έχει πολύ ωραίο μπαλκόνι, που

μου επιτρέπει να παρακολουθώ όλο τον δρόμο απ’

άκρη σ’ άκρη. Και μιας που αυτός ο δρόμος είναι το

κεντρικό πέρασμα της Αθήνας, δεν θα μπορούσα να

κάνω καλύτερη επιλογή. Το σπίτι όμως χρειάζεται

βάψιμο. Συμφώνησα να πληρώσω στην ιδιοκτήτρια

ένα μήνα προκαταβολή αν μου βάψει τις πόρτες και

τα παράθυρα, και δέχτηκε. Το σπίτι θα είναι έτοιμο

να μπω σε μία εβδομάδα.

15 Μαΐου – Σήμερα πήγα να δω πώς πάει το

καινούργιο μου διαμέρισμα. Ήταν νωρίς το πρωί

και νομίζω πως η καλή μου σπιτονοικοκυρά δεν με περίμενε, γιατί τη βρήκα με την κόρη της στο διαμέρισμά μου να τρίβουν ευλαβικά. Η κόρη, που

τώρα την έβλεπα για πρώτη φορά, ήταν γύρω στα δεκαπέντε, και η όψη της από τις ομορφότερες που

έχω δει ποτέ. Ήταν άκρως χαριτωμένη η σεμνότη-

τα και η κατάπληξη της κόρης όταν μπήκα απρόσμενα. Άφησε αμέσως τη δουλειά της, κατέβασε τα

μάτια κι έβαλε το ένα χέρι στο πρόσωπο μένοντας

έτσι για ένα-δύο λεπτά ακίνητη και σιωπηλή σαν

άγαλμα. Μετά βγήκε απ’ το δωμάτιο, όχι όμως

προτού εκφράσω την έκπληξη και τον θαυμασμό

μου, κάτι που προφανώς δεν δυσαρέστησε την καλλονή που αποσύρθηκε.

161

Ρώτησα την ηλικιωμένη κυρία πόσο καιρό ζούσε

στην Αθήνα και μου είπε πως ήταν γυναίκα ενός

παλιού στρατιώτη που σκοτώθηκε στην Επανά-

σταση αφήνοντάς τη με δυο κόρες, τη Θάλεια και

την Ελένη· μόλις πέθανε ο άντρας της, μάζεψε ό,τι

είχε απομείνει από την περιουσία του, περίπου 1.500

δραχμές σε γη και ό,τι άλλο, και πήγε να ζήσει με μια συγγενή· συντηρούνταν γνέθοντας βαμβάκι και

κάνοντας ύφασμα, που το πουλούσε κι έτσι κέρδιζε

τα προς το ζην της. Κατάφερε να μη χαλάσει τα

χρήματα που είχε πάρει με τον θάνατο

έναν πολύ δραστήριο νέο· τη μικρή, την

Ελένη, την είδες μόλις τώρα».

Πέρασα το υπόλοιπο της ημέρας ψάχνοντας

απαραίτητα έπιπλα για τα δωμάτιά μου. Μαζί με

τον Δημήτρη πήγαμε σ’ ένα σπίτι στην οδό Ερμού, όπου γινόταν καθημερινά δημοπρασία για έπιπλα

και άλλα είδη. Με οχτώ λίρες αγόρασα ό,τι χρεια-

ζόταν για να κάνω άνετο το καινούργιο μου νοικοκυριό. Ο δημοπράτης ήταν αεικίνητος κατά την

πώληση των ειδών του. Δεν στεκόταν ασάλευτος

σαν τους δικούς μας, που λένε ήρεμα «πηγαίνει, πηγαίνει, πήγε», αλλά περπατούσε πάνω-κάτω στην

πρόσοψη του μαγαζιού, σαν άγριο θηρίο, εκθειάζο-

162
του συζύγου της. «Είμαι στην Αθήνα», συνέχισε «περίπου ένα χρόνο. Μόλις σχεδιάστηκε η πόλη ξεκίνησα
να χτίζω αυτό το σπίτι, και τώρα ζω νοικιάζοντάς το. Η μεγάλη μου κόρη, η Θάλεια, παντρεύτηκε πριν από δύο χρόνια

ντας με κραυγές την υπεροχή των αντικειμένων του

στον κόσμο που βρισκόταν στον δρόμο.

18 Μαΐου – Αφού τακτοποιήθηκα στη νέα μου

κατοικία, διαπιστώνω πως οι γείτονες γύρω μου

έχουν τη διάθεση να είναι πολύ κοινωνικοί, αρκετοί

ήρθαν να με καλωσορίσουν. Ο απέναντι, ένας γηραιός

άνδρας, είπε πως χαίρεται που είμαι γείτονάς του

και θα ’ναι πάντα πρόθυμος να μ’ εξυπηρετεί. Είναι

παντρεμένος, αλλά επειδή εγώ δεν είμαι, δεν τον

συνόδευσε η γυναίκα του. Αυτός που μένει δεξιά μου

είναι αδελφός της ιδιοκτήτριας. Κι αυτός με

μάχη της Αθήνας, όπου είχε ακουστά ότι ήμουν παρών. Χαίρομαι μ’ αυτές τις αυθόρμητες επισκέψεις των γειτόνων μου και φροντίζω να τους καλωσο-

ρίζω όσο μπορώ, παραγγέλνοντας καφέ και πίπες

–τα απαραίτητα για μια ελληνική επίσκεψη– μόλις

καταφθάσουν. Σ’ αυτές τις επισκέψεις συζητιούνται

οι υποθέσεις του κράτους, κι όλοι δηλώνουν πως το μόνο που χρειάζεται είναι χρήματα για να ανθίσει η Ελλάδα στο έπακρον, όπως επιθυμούν όσοι τη στηρίζουν. Ο απέναντι γείτονας μού είπε σήμερα: «Κοίτα το σπίτι μου που είναι μισοχτισμένο, αν μπορούσα να μαζέψω διακόσια τάληρα να το τελειώσω, θα ήμουν ευτυχισμένος».

«Γιατί δεν μπορείς να τα μαζέψεις;» είπα, «είναι καλή η περιουσία σου».

163
γιατί είπε πως γνώριζε κάποιον που ήταν στον Πειραιά πριν από επτά χρόνια, όταν έγινε η
επισκέφθηκε

«Γιατί θα πρέπει να πληρώνω τριάντα τοις εκατό για το δάνειο του σπιτιού». Έπειτα, η συζήτηση στράφηκε στη γιορτή που

πλησίαζε, στις 28 του μηνός, και λεγόταν Πεντηκοστή. Ήταν το κλείσιμο της σαρανταήμερης νηστείας, κατά την οποία οι Έλληνες ζουν με ψωμί

κι ελιές, εκτός από ψάρι, δύο φορές την εβδομάδα.

Ο εορτασμός αυτός πρόκειται να γίνει στην Καισαριανή (ελληνική λέξη που σημαίνει διασκέδαση),

περπάτησα με τον δάσκαλό μου μέχρι τα νέα ανάκτορα, οι Αθηναίοι πηγαίναν κατά πλήθη προς το μέρος της γιορτής. Οι γυναίκες καβαλίκευαν άλογα, τις συνόδευαν οι αγαπημένοι ή οι άντρες τους. Οι Ελληνίδες ιππεύουν (όπως κι οι άλλες Ανατολίτισσες) σαν άνδρες, φορώντας παντελόνια.

Επέστρεψα στο σπίτι για πρωινό. Ο Δημήτρης

μού είχε βρει ένα άλογο για σήμερα, με έξι δραχμές, καβαλίκευσα κατά τις δέκα και πήγα προς το μέρος

της γιορτής, που διαπιστώνω πως είναι η πιο μεγά-

λη και σημαντική της χρονιάς.

Στο ενάμισι χιλιόμετρο από την πόλη, κάτω

από μια συστάδα δέντρων, είδα μια μεγάλη ομάδα

πεζοπόρων που είχαν κάνει στάση γιατί βαριόνταν

να πάνε μέχρι το μοναστήρι. Παρέες ανδρών και

γυναικών είχαν καθίσει εδώ κι εκεί περιμένοντας να

164
κάπου μία ώρα δρόμο από την πόλη, κι έμαθα πως η μισή Αθήνα θα βρίσκεται εκεί. 28 Μαΐου – Νωρίς το πρωί

ετοιμαστεί το φαγητό, ένα αρνί που ψηνόταν ολόκληρο πάνω από καυσόξυλα. Αναμένοντας ό,τι θ’ ακολουθούσε μετά το φαγοπότι, σε απόσταση καμιά εικοσαριά μέτρα μακριά, κάτω από μια συκιά, ήταν ξαπλωμένος ένας άνδρας και γρατζουνούσε ένα βιολί. Όμως η μουσική δεν ξεσήκωνε τους χορευταράδες της ομάδας, όλοι προσέχαν το αρνί που ψηνόταν, κι ο σύγχρονος Ορφέας μπορούσε να ξοδεύει το μουσικό ταλέντο του μόνο για χατίρι του. Συνεχίζοντας τον δρόμο μου, σε μία ώρα έφτασα στη μονή Καισαριανής.

Το μοναστήρι βρίσκεται σε έναν μικρό λόφο, στους πρόποδες του Υμηττού, το προσεγγίζεις μέσα

από μια χαράδρα με ελιές στις δυο πλαγιές. Είναι ένα τετράγωνο κτίσμα, κάπου ενενήντα μέτρα σε κάθε πλευρά. Μέσα έχει δυο αυλές, ένα εκκλησάκι, διαμερίσματα και κελιά για τους καλόγερους.

Στα ενενήντα μέτρα από το μοναστήρι ήταν δεμένα

άλογα, μουλάρια και γαϊδούρια, που ο αριθμός τους μπορεί να υπολογιστεί μόνο από το γεγονός πως βρίσκονταν μαζεμένοι τουλάχιστον πέντε χιλιάδες άντρες, γυναίκες και παιδιά. Μερικοί έπαιρναν ροφήματα, καθισμένοι σε παρέες πάνω στο γρασίδι, άλλοι είχαν ξεκινήσει ν’ ασχολούνται με το γεγονός της ημέρας – τον χορό. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα γυναίκες να χορεύουν τα ρωμαίικα. Δεν χόρευαν μαζί με άντρες, έκαναν κύκλο μόνες τους. Ήταν πολύ χαριτωμένες και χόρευαν ωραία, χωρίς

165

να θέλουν να εκδηλώνουν βίαια και άγρια το κέφι

τους. Έπαιζε λύρα· πάνω στη μουσική της ακούγο-

νταν ψιθυριστά κάθε τόσο γυναικείες φωνές, όμως

τόσο μαλακά ώστε να μην καλύπτεται ο ήχος της

λύρας. Οι φωνές εναρμονίζονταν με το όργανο στα

μέρη της μελωδίας που προορίζονταν για τραγούδι

από χορωδία.

Οι Αρβανίτισσες εύκολα ξεχώριζαν απ’ τις γυναί-

κες από άλλα μέρη της Ελλάδας. Είναι μεγαλόσω-

μη φυλή και το δέρμα τους είναι πιο ανοιχτόχρωμο

από των άλλων Ελληνίδων, όμως τα χαρακτηρι-

στικά τους δεν είναι τόσο ωραία. Η φορεσιά τους

είναι πολύ απλή, αποτελείται από ένα μεγάλο λευ-

κό και κόκκινο πανωφόρι. Τα παπούτσια τους είναι

ένα είδος παντόφλας με ξύλινες σόλες. Όταν τους έβγαιναν πάνω στον χορό, τα ξαναφορούσαν επιδέ-

ξια χωρίς να σταματούν να χορεύουν.

Αφού είχα μείνει εκεί καμιά ώρα, συναντήθηκα με δυο Άγγλους ταξιδιώτες, τον Αξ. κ. Κ. και τον Λόρδο Ντ. Ο πρώτος ήταν πολύ καλός καλλιτέχνης και σχεδίασε με το μολύβι του μια χαριτωμένη

Μωραΐτισσα, γυναίκα ενός Έλληνα οπλαρχηγού, που ήταν μαζί της. Επειδή δεν θέλαμε να θυμώ-

σουμε τον Έλληνα, ειδικά επειδή είχε καταναλώσει κάμποσο κρασί, καλύπταμε τον καλλιτέχνη ενώ

δούλευε, μπαίνοντας ανάμεσα σ’ εκείνον και τον σύζυγο, με τέτοιο τρόπο που να μη φαίνεται εκείνος.

Δεν είχε δουλέψει ούτε πέντε λεπτά όταν η κυρία

166

αντιλήφθηκε τι έκανε ο καλλιτέχνης, κι έδειξε να

μη δυσαρεστείται, γιατί μετά από λίγο πήρε κάπως

καλύτερη θέση, για να ολοκληρώσει ο καλλιτέχνης

τη δουλειά του. Στο κεφάλι δεν φορούσε ό,τι φορούν συνήθως οι Αθηναίες, είχε μόνο έναν κόκκινο

σκούφο, με μια μεγάλη καστανοκόκκινη μπούκλα

σε κάθε πλευρά του προσώπου, που πήγαινε πίσω

απ’ τα αυτιά κι ερχόταν σε αντίθεση με το ανοιχτόχρωμο δέρμα της από τη μια, και τον σκούρο

κόκκινο σκούφο από την άλλη. Η μεσαία τάξη των

Ελληνίδων, οι γυναίκες κι οι θυγατέρες των αγροτών και των μικροκαλλιεργητών, είναι ωραία φυλή, όπως κι όσες έχω δει σε άλλες χώρες του κόσμου. Δεν αμφιβάλλω πως υπάρχουν δύο λόγοι γι’ αυτό:

πως παντρεύονται την κατάλληλη στιγμή της ζωής

τους, και πάντα από έρωτα. Επιπλέον, οι αγρότες

στην Ελλάδα ήταν πάντα εύποροι, γιατί ήταν προσεκτικοί, λιτοί και συνετοί.

Καθώς περνούσαμε τις διάφορες παρέες, πολλοί

έρχονταν και μας κερνούσαν το κρασί της περιο-

χής τους, που παρότι είχε λίγη ρετσίνα, η ευγένεια απαιτούσε να το πάρουμε.

Η μπάντα του γερμανικού συντάγματος που

βρισκόταν στην Αθήνα έφθασε στο μοναστήρι κατά τη μία και έπαιξε λίγα εθνικά κομμάτια, που τα χόρεψαν οι Έλληνες. Όμως δεν εναρμονίζονταν οι ελληνικοί χοροί με τους ελληνικούς σκοπούς όπως

τους έπαιζαν οι Γερμανοί μουσικοί. Το αποτέλεσμα

167

ήταν πράγματι αρκετά κακό, κι ο κόσμος φανερά

προτιμούσε τις δικές τους άγριες δοξαριές, παιγμέ-

νες από τα τραχιά όργανά τους παρά την εξεζητη-

μένη αρμονία των Γερμανών μουσικών. Είναι σαν

τον Σκωτσέζο ορεσίβιο [highlander] με την γκάιντα

που συνοδεύει τον Σκωτσέζο χορευτή [fling ]. Ο ένας

δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τον άλλο – τόσο δυνατή

είναι η αλληλεπίδρασή τους. Όλη η Αθήνα, ξένοι και

ντόπιοι, ήταν παρόντες σ’ αυτή τη γιορτή.

Στις τέσσερις, πήραμε τ’ άλογα για να γυρίσουμε στην Αθήνα, και στην επιστροφή βλέπαμε ακόμα πλήθη που κατευθύνονταν προς την Καισαριανή. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Σερ Έ. Λάιονς και η οικογένειά του, πάνω σε άλογα, με συνοδεία τον

Πρίγκιπα Πύκλερ Μούσκαου [Pückler Muskau], που φορούσε ένα μεγάλο πλατύγυρο ψάθινο καπέλο κι ένα λευκό πόντσο, στο στυλ των Χιλιανών χωρικών. Σταματήσαμε να μιλήσουμε με την Εξοχότη-

τά του και μας κάλεσε να περάσουμε το βράδυ στο

σπίτι του.

Επειδή ο καιρός ήταν εξαιρετικά ζεστός, όταν

φτάσαμε στο σπίτι, νιώθαμε χορτάτοι από την εκδρομή της ημέρας. Ωστόσο σύντομα φρεσκαριστήκαμε κι ετοιμαστήκαμε για τη βραδινή έξοδο, σταματώντας στο Καφέ «Όθων» να φάμε παγωτό, κι έπειτα στο ξενοδοχείο του ενός απ’ την παρέα, όπου δειπνήσαμε.

168

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ

Κρίκετ στο λιμάνι της Μουνυχίας – Ο δάσκαλος και τα

αγόρια του – Τα ανάκτορα – Το Στρατιωτικό Νοσοκομείο – Το θέατρο – Επέτειος της στέψης του Βασιλέα –Ινστιτούτο Ιατρικής – Εορτή Κωνσταντίνου και Ελένης

– Επίσκεψη στην εξοχή – Ελληνική φάλαγγα – Υψηλός

τόκος

Αποσπάσματα από το ημερολόγιο (συνέχεια)

29 Μαΐου – Σήμερα, επειδή οι αξιωματικοί της

φρεγάτας της Α.Μ. «Πόρτλαντ» [Portland], που βρίσκεται στον Πειραιά, με κάλεσαν να παίξω μαζί

τους κρίκετ, κατέβηκα στον Πειραιά και πήγαμε

μαζί σ’ ένα σημείο αριστερά του λιμανιού, που το

λένε Μουνυχία, και είναι ιδανικό γι’ αυτό το παιχνί-

δι. Ο Πλοίαρχος Πράις [Price] και οι αξιωματικοί

του, καθώς και ο Λόρδος Ντ. και ο Αξ. κ. Κ. ήταν

στην παρέα. Οι δύο αυτοί κύριοι θα έφευγαν στις έξι με το ατμόπλοιο του Λεβάντε για τη Σμύρνη – ένα

σκάφος που κάνει το ταξίδι κάθε δεκαπέντε μέρες.

Είχα να παίξω κρίκετ

169
πολλά χρόνια, όμως έτυχε παρά το κακό μου παίξιμο να είμαι ο καλύτερος της ομάδας! Με έκαναν σφαιριστή, κι έτσι, λόγω του ότι έπαιζα σ’ αυτή τη θέση αντικανονικά, έβγαλα

τρεις από την ομάδα έξω απανωτά. Μετά δείπνησα

στο καράβι με τον Πλοίαρχο Πράις και στις οκτώ

το απόγευμα επέστρεψα στην πόλη με τον Σερ

Έντμουντ Λάιονς και τον κ. Λουριώτη, που είχαν

έρθει στο πλοίο να επισκεφθούν τον καπετάνιο.

Το λιμάνι της Μουνυχίας είναι ένα μικρό λιμάνι

ανατολικά του Πειραιά, μεταξύ Πειραιά και Φαλή-

ρου, και τώρα δεν χρησιμοποιείται για αγκυροβόλι.

Παλιά ήταν καλά οχυρωμένο και φαίνονται ακόμα ερείπια των τειχών. Οφείλει το όνομά του στον βασιλιά Μούνιχο, που έκτισε εδώ έναν ναό για την

Αρτέμιδα και προς τιμήν της οργάνωνε ναυτικές

εορτές και αγώνες, που ονομάζονταν Μουνίχια. Οι Λακεδαιμόνιοι είχαν καταλάβει αυτό το λιμάνι για λίγο καιρό και το φύλαγε ισχυρή φρουρά. 30 Μαΐου – Το απόγευμα είχα τη χαρά να δεχτώ

την επίσκεψη του Αιδ. κ. Κινγκ στην καινούργια μου

κατοικία. Αφού κουβεντιάσαμε για λίγο, αποφασίσαμε να κάνουμε έναν περίπατο παρέα. Περνώντας

από τα προάστια της πόλης, αριστερά από το σπίτι

του Καγκελαρίου, τράβηξε την προσοχή μας ένας δάσκαλος και τα αγόρια του, που δεν καταλάβαμε τι έκαναν. Ο δάσκαλος απήγγελλε και τα αγόρια επαναλάμβαναν μετά απ’ αυτόν· δάσκαλος και μαθητές είχαν μια περίεργη και καθόλου ευχάριστη

ένρινη φωνή. Αφού το παρακολουθήσαμε λίγη ώρα, ο δάσκαλος ξεκίνησε μια τραγουδιστή φράση χτυπώντας τον ρυθμό με το πόδι του, κι οι μαθητές

170

έκαναν το ίδιο. Σε λίγο άρχισε να περπατά γύρω

γύρω σε κύκλο, με τους μαθητές να τον ακολουθούν τραγουδώντας. Μετά τους έβαλε να καθίσουν κάτω, να ξανασηκωθούν απότομα και να κάνουν τον σταυρό τους. Αφού το επανέλαβαν επί ένα πεντάλεπτο περίπου, άφησε τη μικρή του ομάδα να φύγει.

Τότε ρωτήσαμε τον φτωχό γεράκο πόσα έπαιρνε από κάθε μαθητή για την εκπαίδευση που παρακολουθήσαμε. Απάντησε: μία δραχμή τον μήνα. Κι όταν τον ρωτήσαμε αν όλοι τον πλήρωναν κανονικά, απάντησε σηκώνοντας τους ώμους: «Όχι πάντα – οι μαθητές μου είναι φτωχοί». Συνεχίζοντας τον περίπατό μας πλησιάσαμε τα νέα ανάκτορα και εξετάσαμε την πρόοδο των εργασιών. Οι τοίχοι που υψώνονται πάνω σε θεμέλια που ξεκινούν τριάμισι μέτρα βάθος από την επιφάνεια της γης έχουν

δύο μέτρα πάχος. Το κτίριο είναι υπό την επίβλεψη

ενός στρατιωτικού μηχανικού που δείχνει μεγάλη ικανότητα και ορθή κρίση στον σχεδιασμό των εργασιών. Σήμερα ανατίναζαν τα βραχώδη θεμέλια

για να φτιάξουν ένα κελάρι για κρασί – απαραίτητο

σ’ ένα παλάτι.

Συνεχίσαμε τον περίπατό μας προς το Στρατιωτικό Νοσοκομείο, στην

171
ανατολική
της Ακρόπολης. Το κτίριο αυτό είναι αντάξιο κάθε πρωτεύουσας του κόσμου. Είναι κτισμένο με πολύ γούστο και κάνει φοβερή εντύπωση όταν το βλέπεις απ’ τη θάλασσα, γιατί αμέσως μόλις κοιτάξεις τους
πλευρά

στύλους του Ναού του Διός, δεν μπορεί να μην τρα-

βήξει την προσοχή σου αυτό το κτίριο. Θα διαθέτει διακόσια κρεβάτια.

Συνεχίσαμε τον περίπατό μας με κατεύθυνση

προς τους πρόποδες της Ακρόπολης, κάτω από τα

πλατάνια στις δυο άκρες του δρόμου και μπήκαμε

στο κάτω μέρος της πόλης, από τον Ναό του Θησέα, περνώντας μέσα από το μακρύ παζάρι, από

τη μία άκρη της πόλης στην άλλη. Σκοτείνιαζε κι

άναβαν φώτα στο παζάρι, δημιουργώντας μια πολύ

ευχάριστη εντύπωση.

31 Μαΐου – Ήξερα πως σήμερα (Κυριακή) θα

παιζόταν στο θέατρο μια τραγωδία με θέμα τον

Βρούτο και θα είχε πολύ κόσμο, γι’ αυτό και πήγα.

Οι Έλληνες αγαπούν την τραγωδία, ειδικά όσες

παρουσιάζουν αρχαίους χαρακτήρες και γεγονότα

που έχουν σχέση με την ελευθερία. Πράγματι, αν

δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην παράσταση, το θέατρο

είναι άδειο.

Ένα χαρακτηριστικό γεγονός, σχετικό μ’ αυτό

το συναίσθημα, μου διηγήθηκε ο κ. Ορλάνδος πως

συνέβη στη διάρκεια του πολέμου. Στο μυαλό των

κατοίκων της πατρίδας του (Ύδρα), όπου ήταν

προεστός, μπήκε η ιδέα ότι ήταν απαραίτητο για

την «ελευθερία» τους να μην έχουν καθόλου κυβέρνηση κι ο καθένας να κάνει ό,τι ήθελε. Για μικρό διάστημα, διαπράττονταν σ’ όλο το νησί οι πιο παράνομες πράξεις. Μετά από πολύ καιρό, τα πράγματα

172

έφτασαν σε τέτοιο σημείο αναρχίας και αταξίας που

οι υποστηρικτές αυτής της κατάστασης φοβήθηκαν

για τις επιπτώσεις των θεωριών τους στους ίδιους.

Τελικά οχυρώθηκε ο καθένας στο σπίτι του και η

δυσπιστία μεταξύ τους ήταν απόλυτη. Αυτή η κατάσταση δεν μπορούσε να διαρκέσει πολύ. Τελικά, έστειλαν μήνυμα στους προεστούς πως ήταν έτοιμοι

να δεχτούν τους προτεινόμενους κανονισμούς, και

μια μεγάλη μερίδα απ’ αυτούς προσφέρθηκαν να

βγαίνουν και να περιπολούν την πόλη ως φρουροί

ενάντια στην καταδυνάστευση των γειτόνων τους!

Μετά απ’ αυτό το συμβάν οι Υδραίοι δεν ήταν τόσο ενθουσιώδεις με την «ελευθερία» –τουλάχιστον με τη λέξη– όσο ήταν κάποτε.

1 Ιουνίου 1836 – Σήμερα είναι τα γενέθλια του

Βασιλέα Όθωνα κι έγινε δέηση στον καθεδρικό ναό

της Αγίας Ειρήνης. Ο Καγκελάριος και οι ξένοι πρέσβεις ήταν παρόντες, με όλους τους αξιωματούχους της αυλής. Ιερουργούσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών.

Το σύνταγμα που ήταν σε υπηρεσία, μαζί με μία μοίρα ιππικού, πέρασαν αργότερα επιθεώρηση ενώπιον του Στρατηγού Σμαλτς [Schmaltz], Υπουργού

των Στρατιωτικών.

Όλα εδώ είναι σε μικρογραφία, όμως τα πάντα εκτελούνται σύμφωνα με το πρωτόκολλο και το τυπικό που θα απαιτούσε ένα μεγάλο κράτος.

Συνάντησα τον φίλο μου τον Δρα Ρέζερ και με πίεσε να είμαι παρών στη μηνιαία συνάντηση του

173

Ινστιτούτου Ιατρικής, που θα γινόταν εκείνη τη

μέρα. Δέχθηκα ευχαρίστως και πήγα την καθορισμένη ώρα. Βρήκα τον γιατρό τριγυρισμένο από

τους συναδέλφους του στην τέχνη του Ασκληπιού.

Τη συνάντηση άνοιξε ο Δρ Ρέζερ, που διάβασε μια

ομιλία στα ελληνικά. Ακολούθησαν και άλλοι καθηγητές, που διάβασαν ομιλίες στα λατινικά, τα γερμανικά και τα γαλλικά. Μετά σχολίασαν τα

πεπραγμένα του προηγούμενου μήνα, ανέφεραν τις

δωρεές και συζήτησαν τις προτάσεις που είχαν γίνει για τη μελλοντική πρόοδο της Εταιρείας. Ήταν μεγάλη μου χαρά να παρατηρώ τον πυρήνα ενός ινστιτούτου, τόσο απαραίτητου για την ιατρική επιστήμη και επιπλέον τόσο καλά μελετημένου για να προβάλει τον κρυφό ορυκτό πλούτο του βασιλείου

της Ελλάδος – γιατί υπάρχει ένα μεγάλο μουσείο

κολλητά στην Εταιρεία.

Σήμερα δείπνησα με δύο αξιωματικούς του

«Πόρτλαντ» στο ξενοδοχείο «Μόναχο», που το

έχουν δύο Γερμανίδες. Η ζωή είναι πολύ λογική σ’

αυτή τη χώρα. Στης Μαντάμ Καζάλι, στο ξενοδοχείο «Ρουαγιάλ», συνήθως δειπνούσα στην αίθουσα

του κοινού, αλά καρτ, όπως ήταν της μόδας σ’ ένα

καλό εστιατόριο του Παρισιού. Οι καθορισμένες τιμές ήταν: για οποιαδήποτε σούπα, είκοσι πέντε λεπτά· για κάθε άλλο πιάτο, σαράντα λεπτά, ό,τι κι

αν ήταν: κυνήγι, ψάρι, βραστό ή ψητό ή μαγειρευτό.

Το ντόπιο κρασί, καλύτερο απ’ το κοινό επιτραπέ-

174

ζιο της Γαλλίας που βρίσκεις στο Παρίσι, στοιχίζει

σαράντα λεπτά επιπλέον. Επομένως, το δείπνο μου

των τεσσάρων πιάτων, με κρασί, δεν μου στοίχισε

ποτέ πάνω από δύο δραχμές* (1 σελίνι και 5 πένες

αγγλικές). Η κουζίνα ήταν γαλλική, ιταλική, ελληνική ή τουρκική, ανάλογα με το γούστο του πελάτη.

Οι περισσότεροι από τους Άγγλους ταξιδιώτες

τρώνε μόνοι στο δωμάτιό τους και οι ξενοδόχοι τούς

χρεώνουν έξι δραχμές, ενώ το γεύμα δεν είναι καθό-

λου καλύτερο.

Στην κοινή τραπεζαρία, συναντούσα τους αξιωμα-

τικούς του στρατού και του ναυτικού, τους υπαλλή-

λους και τους πιο γνωστούς Έλληνες και Βαυαρούς

στην Αθήνα – βαρόνους, στρατηγούς, συνταγματάρχες κλπ.

Για ν’ αποδείξω πόσο οικονομικά μπορεί κανείς

να ζήσει στην Αθήνα, θα συγκεντρώσω εδώ τα έξοδά μου: Το ενοίκιό μου ήταν 40 δραχμές τον μήνα· ο υπηρέτης, συνολικά, 40 επίσης· τα γεύματά μου (ας πούμε) 60 δραχμές τον μήνα· το πρωινό μου και το τσάι, 30 επιπλέον· σύνολο, 170 δραχμές τον μήνα.

Αν υπολογίσουμε 28 δραχμές τη λίρα στερλίνα, αυτά τα ποσά μάς κάνουν 6 λίρες τον μήνα – ένα μέτριο ποσό για τον υπηρέτη και το σπίτι, ένα καλό

γαλλικό δείπνο κάθε μέρα, και ένα αγγλικό πρωινό

με τσάι.

* Κάθε δραχμή έχει εκατό λεπτά.

175

Το ψωμί κοστίζει μία πένα το κιλό, το τσάι κάπου τέσσερα σελίνια το κιλό. Τσάι μπορείς να βρεις

πολύ καλό στην αγγλική αποθήκη του κ. Μπράουν

[Brown], στην οδό Ερμού, όπου βρίσκεις καθετί αγγλικό όπως στη Μάλτα.

Εκείνο το βράδυ έμπαινε ο θεμέλιος λίθος στο

Πολιτικό Νοσοκομείο και συνόδευσα τους δύο φίλους μου στην τελετή. Βρήκαμε εκεί τον Καγκελάριο και τους υπουργούς, που τοποθέτησαν τον λίθο, παρουσία ενός πλήθους κόσμου. Μετά ο Δήμαρχος

της Αθήνας έβγαλε έναν λόγο που όλοι τον άκουσαν

με μεγάλη προσοχή και ενδιαφέρον· όλοι χειροκρότησαν τα φιλάνθρωπα αισθήματα που εμπεριείχε.

Εξήγησε ότι το νοσοκομείο που ετοιμαζόταν θα δεχόταν κάθε ασθενή, από κάθε έθνος ή θρησκεία.

Η μέρα τελείωσε με την πόλη και την Ακρόπολη φωταγωγημένη. Η Κόμισσα του Άρμανσπεργκ

έδωσε έναν χορό στο σπίτι της, που όπως συνήθως

συγκέντρωσε πολλούς.

Αυτή η μέρα ήταν επίσης ξεχωριστή γιατί εκδόθηκε μια καινούργια ελληνική εφημερίδα, με την

ονομασία Ταχυδρόμος [Courier]. Είναι φιλοκυβερνητική εφημερίδα και οι ειδήσεις έχουν σχέση με στατιστικά στοιχεία, που αργότερα διαπίστωσα πως μπορώ να βασιστώ πάνω τους: εκδίδεται από

Γάλλο.

2 Ιουνίου – Σήμερα είναι η γιορτή Κωνσταντίνου

και Ελένης, και στην Ελλάδα συνηθίζεται να επι-

176

σκέπτεσαι το άτομο που έχει το ίδιο όνομα, προς

τιμήν του οποίου εορτάζεται η μέρα.

Καθώς υπάρχουν πολλοί Κωνσταντίνοι και

Ελένες, είναι φυσικά ημέρα πολλών επισκέψεων. Η

κόρη της σπιτονοικοκυράς μου ονομάζεται Ελένη, και ήταν ευκαιρία να την επισκεφθώ. Αυτές οι επισκέψεις γίνονται πάντα νωρίς, συνήθως στις δέκα ή έντεκα το πρωί.

Η μικρή Ελένη, που ήταν περίπου δεκαπέντε

χρονών, είχε στολιστεί με κορδέλες και φρέσκα λουλούδια στα σκούρα της μαλλιά κι ήταν πολύ όμορφη. Στο δωμάτιο βρίσκονταν πολλοί επισκέπτες, καθιστοί στις καρέκλες. Όταν μπήκα εγώ, μ’ έβαλαν να καθίσω στον καναπέ, σε τιμητική θέση.

Η χαριτωμένη Ελένη, κατά το έθιμο, μου πρόσφερε γλυκό και νερό, κι έπειτα είπε ευγενικά εις

την υγείαν σας.

Έφυγα τελευταίος απ’ όλους τους επισκέπτες,

και θα έμενα κι άλλο, αλλά ο μικρός μου δάσκαλος

ήρθε στις δώδεκα για το μάθημα των ελληνικών.

Μετά το μάθημα, συνέχισα να παρακολουθώ τον κόσμο που περνούσε πάνω-κάτω για επίσκέψη. Το

διαμέρισμά μου προσφέρεται λόγω της θέσης του, γιατί όλοι περνούσαν από εδώ για να εξετάσουν

την πρόοδο των εργασιών στο νέο παλάτι. Πρό-

σεξα πως ο αγαπημένος, ακόμα και ο σύζυγος, δεν περπατά αγκαζέ με την αγαπημένη ή τη σύζυγό του.

Συνήθως περπατούν μαζί τρεις-τέσσερις γυναίκες,

177

κι ο σύζυγος περπατά χωριστά, πέντε-έξι βήματα

μακριά, μ’ ένα μικρό μπαστούνι στο χέρι. Θα πρέπει εδώ να πω, με κάθε επιφύλαξη, πως

εκτός από τις γιορτινές ημέρες η κατώτερη τάξη

των Ελληνίδων, αν και εξαιρετικά όμορφες συνήθως, και σε πολλές περιπτώσεις καλλονές, δεν είναι πάντα στα καλύτερά τους, καθώς τα έθιμα

και οι συνήθειες της χώρας δεν θεωρούν το πλύσιμο απαραίτητο στην καθημερινή τουαλέτα. Έτσι, πράγματι, πολύ συχνά έχουν βρόμικη όψη οι κατώτερες κοινωνικά Ελληνίδες, κάτι που καταστρέφει την ομορφιά τους.

Όμως είμαι βέβαιος πως χρειάζεται λίγος χρόνος και το πρότυπο της κοινωνικής συναναστροφής με Ευρωπαίους για να μετατραπεί η Αθήνα στα Ηλύσια Πεδία της ομορφιάς – ξεπερνώντας, ει δυνατόν, σ’ αυτόν τον τομέα και την ίδια την Αγγλία.

Επειδή δεν είχα επισκεφθεί τον φίλο μου τον Μπελ αρκετό καιρό, αποφάσισα να το κάνω σήμερα. Στον δρόμο για το σπίτι του είδα στα χωράφια άνδρες και γυναίκες να θερίζουν. Ο τρόπος που το έκαναν ήταν πρωτόγνωρος για μένα, τραβούσαν το

σιτάρι από τη ρίζα, αντί να το κόβουν με δρεπάνι.

Όταν τους ρώτησα γιατί το κάνουν έτσι, μου είπαν

πως η ξηρασία ήταν τόσο μεγάλη που το κοτσάνι

είχε κατσιάσει όταν αναπτυσσόταν, κι ήταν πολύ

κοντό για να το κόψεις.

Ο κ. Μπελ, που κατοικούσε καιρό εδώ, μου είπε

178

σήμερα πως πριν από έξι χρόνια δεν υπήρχε ούτε

ένας κήπος, ενώ τώρα βλέπεις φράχτες σε μεγάλη

έκταση, και πιθανόν σε άλλα δύο χρόνια όλη η πε-

διάδα θα καλλιεργείται. Η πλούσια βλάστηση στον

κήπο του φίλου μου ήταν αξεπέραστη: τώρα έχει

αχλάδια, βερίκοκα, νεκταρίνια, ροδάκινα, σύκα κλπ.

Οι ροδιές ήταν ολάνθιστες.

Δέχθηκα να κοιμηθώ στο σπίτι του κ. Μπελ και

περάσαμε το βράδυ συζητώντας με τους χωρικούς

που θέριζαν το σιτάρι.* Μαζεύτηκαν στο σπίτι του μετά τον μόχθο της ημέρας για ν’ αναφέρουν την

πρόοδο που είχαν κάνει και να πάρουν νέες οδηγίες.

Η συμπεριφορά τους έδειχνε μεγάλο σεβασμό, ενώ παράλληλα κουβέντιαζαν κι έκαναν αστεία ελεύθερα. Ο Μπελ ζήτησε να φέρουν από το κελάρι του λίγο ντόπιο κρασί, κι αυτό τους έκανε ακόμα πιο χαρούμενους. Ίσως το κρασί αυτό (δυο μπουκάλια μόνο) να στοίχιζε περίπου έξι πένες. Μ’ ένα τέτοιο ευτελές ποσό, ο φίλος μου κέρδισε το πολλαπλάσιο

από τους τίμιους χωρικούς, που δέχθηκαν να δουλέψουν διπλά την άλλη μέρα. Σε μια χώρα σαν κι αυτή, δεν υπάρχει καλύτερη διπλωματία από λίγη

παραπανίσια γενναιοδωρία την κατάλληλη στιγμή.

Κανονίστηκε οι εργάτες να πάνε όλοι στο χωράφι το επόμενο πρωί στις τέσσερις και μισή. Ενθου-

* Οι αναγνώστες μου θα προσέξουν πως ήταν 3 Ιουνίου. Θα κρίνουν απ’ αυτό την ομορφιά και την αφθονία λόγω κλίματος.

179

σιασμένος από το ενδιαφέρον της σκηνής, ζήτησα

την άδεια από τον αξιόλογο φίλο μου να τον συνοδεύσω, την άλλη μέρα, για να δω τον ελληνικό

θερισμό.

4 Ιουνίου – Σήμερα το πρωί, με την αυγή, ο Τζιουζέπε [Giuseppe], ο υπηρέτης του Μπελ, χτύπησε την

πόρτα μου να με πληροφορήσει πως το αφεντικό

του ντυνόταν. Κατεβαίνοντας βρήκα τον φίλο μου

ήδη έτοιμο. Ήπιαμε μόνο ένα φλιτζάνι καφέ, για να

κρατήσουμε την όρεξή μας, και προχωρήσαμε στο πεδίο δράσης. Περνώντας μέσα από τον ελαιώνα

γύρω από το σπίτι, φτάσαμε στα χωράφια. Ήταν

πια σχεδόν πέντε η ώρα, κι ο δροσερός αέρας πριν

ανατείλει ο ήλιος θρόιζε μέσ’ απ’ το ώριμο σιτάρι, που τα χρυσά και βαριά του κεφάλια προσέδιδαν μεγαλύτερη χάρη στους κυματισμούς που απλώ-

νονταν ολόγυρα στην πεδιάδα. Όλα αυτά ανήκαν

στον φίλο μου τον Μπελ, αλλά οι άνδρες δούλευαν στην άλλη άκρη του κτήματος. Φτάσαμε εκεί σε

μισή ώρα. Μου έκανε εντύπωση που δεν είχε ακόμη

σιτάρια δεματιασμένα. Μου είπαν πως μόλις κοβόταν το σιτάρι, το φόρτωναν αμέσως στα γαϊδούρια.

Αυτά τα ζώα περίμεναν υπομονετικά να φορτωθούν, ενώ στο μεταξύ έπαιζαν τον ρόλο του σταχυολόγου, τρώγοντας τα υπόλοιπα που άφηναν οι θεριστές.

Μόλις μάζευαν αρκετή ποσότητα σιταριού για να φορτώσουν ένα ζώο, τοποθετούσαν το σιτάρι στην πλάτη του και το μετέφεραν σ’ ένα ισιωμένο πλά-

180

τωμα, ενάμισι χιλιόμετρο μακριά, προς την κατεύ-

θυνση του σπιτιού, και το άφηναν εκεί ώσπου να δοθεί η εντολή να το αλωνίσουν.

Καμιά δωδεκαριά άντρες ήταν στη δουλειά, και

είχαν κάπου έξι ζώα για μεταφορείς. Έμαθα πως

κάθε άντρας έπαιρνε τρεισήμισι δραχμές τη μέρα, και μιάμιση δραχμή για την ενοικίαση του γαϊδουριού. Αυτά τα γαϊδούρια έμοιαζαν όταν τα φόρτω-

ναν με μικρές θημωνιές, μόνο το κεφάλι και τ’ αυτιά

τους ξεχώριζαν από μπροστά, και λίγη ουρά από πίσω. Τα πόδια δεν ξεχώριζαν καθόλου, τόσο σκεπασμένα ήταν απ’ το φορτίο. Τα φόρτωναν με τον

εξής τρόπο: δύο μεγάλα δεμάτια, από ένα σε κάθε

πλευρά του ζώου, που τα κρατούσαν σχοινιά δεμένα

από τη σέλα προς την πλάτη. Αυτά ήταν η βάση

για τα υπόλοιπα δεμάτια, που στοιβάζονταν σ’ αυτά

τα δύο και συναντιόνταν στην κορυφή, πάνω στην

πλάτη του ζώου. Με αυτή τη διευθέτηση, ο κάθε γάιδαρος μπορούσε να μεταφέρει εύκολα δέκα δεμάτια. Πρόσεξα μάλιστα (τι παράξενο) ότι τα ζώα, έτσι φορτωμένα, πήγαιναν πιο γρήγορα απ’ ό,τι τα είχα δει να πηγαίνουν χωρίς καθόλου φορτίο!

Αυτοί οι καλοί χωρικοί, επειδή ήξεραν πως ο

Μπελ σκόπευε να περάσει όλη τη μέρα στα χωράφια, έκοψαν λίγα κλαδιά απ’ τα δέντρα κι έφτιαξαν

κάτω από μια ελιά ένα σκέπαστρο γι’ αυτόν, για να ξεκουράζεται, όποτε ήθελε, από τη ζέστη του ηλίου.

Είχαμε επίσης προνοήσει και φέραμε μαζί μας δυο

181

καλές μεταξωτές ομπρέλες, που μας προστάτευαν

απ’ τις ακτίνες του ήλιου – κάτι που όλοι οι ξένοι

πρέπει να κάνουν στην Ελλάδα. Τους Έλληνες όμως

δεν τους πείραζε η ζέστη, έδειχναν να τους αρέσει, και δούλευαν αντρίκια μες στη ζέστη.

Ο Τζιουζέπε μάς είχε ετοιμάσει στις εννέα ένα

καλό πρωινό, στη σκιά κάτω απ’ το σκέπαστρο. Κι

αυτό βοήθησε στην απόλαυση μιας απ’ τις πιο ευχάριστες ημέρες που πέρασα στην Ελλάδα. Έμαθα

επίσης στο πρωινό πως η σοδειά ήταν εξαιρετική, γιατί παρότι η ξηρασία της εποχής είχε χαλάσει

μερικές σοδειές, δεν πείραξε τη σοδειά του Μπελ, επειδή το σιτάρι του είχε σπαρθεί νωρίς και είχε πάρει ύψος πριν απ’ την ξηρασία. Ο Μπελ μού είπε

πως θα βγάλει κέρδος είκοσι πέντε τοις εκατό. Χαίρομαι μ’ αυτό, γιατί είναι γενναιόδωρος άνθρωπος

και η φιλοξενία του είναι παροιμιώδης. Το σιτάρι

που τώρα θέριζε, το είχε σπείρει τον Φεβρουάριο.

Πρόσεξα πως ο σπόρος είχε κιόλας άγανο.

Μείναμε κάτω από την τέντα, παρακολουθώντας τους άντρες και τα γαϊδούρια μέχρι τις δώδεκα. Οι άνδρες ήξεραν με ακρίβεια την ώρα, από

τη θέση του ήλιου, κι έριξαν κάτω τα δρεπάνια και μαζεύτηκαν γύρω απ’ την τέντα, κάτω απ’ την ελιά.

Άφησαν τα γαϊδούρια ελεύθερα· κι αυτά, σαν να κατάλαβαν πως η δουλειά σταμάτησε για λίγο και προχώρησαν στο χωράφι να χορτάσουν την πείνα

τους με τους πεσμένους κόκκους. Κρεμμύδια, ψω-

182

μοτύρι και μαύρες ελιές ήταν το γεύμα των ανδρών, μαζί με ντόπιο κρασί, που στοιχίζει 1,5 λεπτό το

τέταρτο της μπουκάλας. Αφού τελείωσαν το φαγη-

τό τους ξάπλωσαν κάτω από τα δέντρα που ήταν

εκεί κοντά και ξεκουράστηκαν μέχρι τις δύο – αυτή

είναι η επιτρεπτή ώρα για όλους τους εργάτες στην

Ελλάδα. Μετά αρχίσαν πάλι τη σκληρή δουλειά.

Πρόσεξα πως οι θεριστές άφηναν τα στελέ-

χη πολύ μακριά, κι όταν ρώτησα μου είπαν πως

το έκαναν επίτηδες για να γίνουν λίπασμα για το χώμα.

Στις επτάμισι φύγαμε από το χωράφι, ο Μπελ

κι εγώ με το άλογο, οι αγρότες και τα γαϊδούρια

πήγαιναν μπροστά, φορτωμένα σιτάρι. Φτάνοντας

στο σπίτι του Μπελ βρήκαμε εκεί τον Ταγματάρχη

Χαν [Hahn], Διοικητή των Αθηνών. Αυτός ο κύριος

είναι παλιός φιλέλληνας, που βρίσκεται στην Ελλάδα από το 1822. Διακρίθηκε υπηρετώντας υπό τον

γενναίο Πλοίαρχο Χέιστινγκς. Με τον θάνατο του

τελευταίου, ο Χαν βρέθηκε μοναδικός διάδοχος, και νομίζω πως θα παίρνει μεγάλο ποσό χρημάτων.*

Περάσαμε πολύ ευχάριστα το βράδυ, συζητώντας για διάφορα γεγονότα του πολέμου, κι ο Χαν διηγήθηκε μερικά εξαιρετικά ανέκδοτα με πολύ χιούμορ. Θ’ αναφέρω ένα από αυτά. Είπε πως το

* Αυτός ο κύριος έκτοτε παντρεύτηκε μια Αθηναία κυρία, ανιψιά του Πρίγκιπα Μαυροκορδάτου.

183

1828 ήταν διοικητής στη Γραμβούσα, ένα μικρό

φρούριο σ’ ένα νησί κοντά στον Χάνδακα. Για την ακρίβεια ήταν διοικητής, δικαστής και ό,τι άλλο.

Μια μέρα ήρθαν σ’ αυτόν οι γονείς μιας Ελληνίδας

και είπαν πως την κόρη τους την είχαν πάρει οι Τούρκοι όταν ήταν βρέφος, και τον τελευταίο χρόνο

κατάφεραν να την πάρουν πίσω (ήταν πια δεκαέξι).

Οι γονείς και συγγενείς είπαν πως η νεαρή κοπέλα, όσο ήταν με τους Τούρκους, απέκτησε το συνήθιο

να φοράει παντελόνια, σαν τις Τουρκάλες. Αυτό δεν

άρεσε στους Έλληνες κι έκαναν τα πάντα για να

τη μεταπείσουν και να μην τα φοράει, αλλά μάταια. Αποφάσισαν να καταφύγουν στην εξουσία της

Εξοχότητάς του για να την υποχρεώσει αυτός να τα βγάλει. «Με διασκέδασε τόσο πολύ το αλλόκοτο του αιτήματος», είπε ο Χαν «που με πήραν τα

γέλια, αλλά οι γονείς εξακολουθούσαν να είναι πολύ σοβαροί». Μετά ο Χαν ρώτησε την κοπέλα γιατί

δεν συμβιβάζεται με τις επιθυμίες των γονιών της

και το έθιμο της χώρας της. Εκείνη απάντησε (σαν

γυναίκα) πως της άρεσε να φοράει παντελόνια και

δεν πρόκειται να τα βγάλει. Τότε ο Χαν κατέφυγε

σ’ ένα τέχνασμα που σκέφτηκε πως θα τον γλύτωνε

από την υπόθεση. Είπε στους γονείς: «Απευθύνεστε λοιπόν σε μένα για ν’ αναγκάσω την κόρη σας

να βγάλει τα παντελόνια;» «Ναι». – «Θα συμφω-

νήσω», είπε, «να χρησιμοποιήσω την εξουσία που

διαθέτω, όμως δεν έχω δικαιοδοσία να μεταβιβάσω

184

την εξουσία μου σε κανέναν άλλον, άρα πρέπει να

τραβήξω το παντελόνι της κοπέλας εγώ ο ίδιος!» Οι

γονείς, η κοπέλα και οι παριστάμενοι ξέσπασαν σε

γέλια, κι η κοπέλα έφυγε από το δικαστήριο φορώντας το παντελόνι της.

Αυτό το ανέκδοτο, όσο γελοίο κι αν φαίνεται,

είναι χαρακτηριστικό της απλοϊκότητας των ανθρώπων.*

Ο αδελφός της σπιτονοικοκυράς μου με επισκέφθηκε σήμερα το πρωί και μου είπε πως ήθελε 200 τάληρα για να τελειώσει το σπίτι του και θα

μου έδινε σαράντα τοις εκατό τόκο, εγγυημένα, αν

του έδινα τα χρήματα. Είπε πως είχε πάει σ’ έναν

* Ένα παρόμοιο συμβάν, δείγμα απλοϊκότητας, μου συνέβη

όταν ήμουν στο Μαρανιάο. Έμενα στο παλάτι μαζί με τον Λόρδο Κόχραν, σαν υπασπιστής του. Μια μέρα, ενώ κουβέντιαζα

με τον Πλοίαρχο Κρόσμπι, τον δεύτερο καπετάνιο, σ’ ένα από

τα διαμερίσματα, παρουσιάστηκαν δύο γυναίκες και μας συστή-

θηκαν, η μία είπε πως ο άντρας της είχε μόλις γυρίσει σπίτι κι

έσβησε τη φωτιά και δεν τις άφηνε να μαγειρέψουν· και ότι δεν

μπορούσε να κάνει τίποτα, έπρεπε εμείς να μεσολαβήσουμε να συνεφέρουμε τον σύζυγο για να κάνει ό,τι θέλει η γυναίκα του.

Τελικά, επειδή δεν ξέραμε πώς να ξεμπερδέψουμε μ’ αυτή τη χαζή υπόθεση, είπαμε στον οικονόμο να πάρει ένα τουφέκι και να συνοδεύσει τις γυναίκες πίσω στο σπίτι τους. Στον δρόμο χασκογελούσαν και έλεγαν πως η Εξοχότητά του έστειλε έναν αξιωματικό να τις προστατεύει. Ο κακομοίρης ο σύζυγος, βλέποντας τον οικονόμο με το τουφέκι, το έβαλε στα πόδια, και η σύζυγος ήταν ελεύθερη να μαγειρέψει το φαΐ της.

185

Εβραίο δανειστή εκείνο το πρωί και του πρόσφερε

τα χρήματα με εξήντα τοις εκατό. Ρώτησα τον δύστυχο άνθρωπο αν το σαράντα τοις εκατό ήταν συνηθισμένο. Είπε πως το τριάντα ήταν συνηθέστερο, όμως το σαράντα το έδιναν όταν το πρόσωπο ήταν σε μεγάλη ανάγκη.

Μόλις μου έκανε γνωστό ο υπηρέτης μου ότι ο Στρατηγός Τσωρτς είχε επιστρέψει από την περιπολία στα σύνορα, χωρίς να χάσω καιρό επισκέφθηκα τον παλαίμαχο στρατιώτη. Τον βρήκα καλά, και με πληροφόρησε πως τώρα η χώρα ήταν εντελώς ήσυχη και πως όλοι έδειχναν να θέλουν ειρήνη.

Αυτό που είπε ο Στρατηγός ξέρω ότι ήταν η επιθυμία όλων των αγροτών και των γαιοκτημόνων, όμως υπάρχει μια φυλή ανθρώπων που επειδή δεν έχουν τίποτα, δεν έχουν και τίποτα να χάσουν, γι’ αυτό είναι πάντα έτοιμοι να υποδαυλίζουν ταραχές

ή να μπαίνουν στη δούλεψη όποιου κόμματος έχει συμφέρον από την αναρχία.

Ο Στρατηγός μού είπε ότι ο βορράς της Ελλάδας ήταν ένας παράδεισος και ότι χρειαζόταν λίγα

χρόνια ανάπαυλας από ταραχές για να γίνει πλούσιος και επωφελής για την κυβέρνηση, ενώ αυτή τη

στιγμή είναι σε αξιοθρήνητη κατάσταση και κοστίζει

πολύ στο κράτος. Το σχέδιο που είχε από παλιά ο

Στρατηγός ήταν να διορίσει όλους τους παλαίμαχους στρατιώτες στα σύνορα, δίνοντάς τους κλήρους

γης εκεί, ώστε άλλοι να καλλιεργούν τη γη κι οι

186

άλλοι να την προστατεύουν από εχθρικές επιδρομές. Έχει τώρα κάπου δυο χιλιάδες στρατιώτες στα

σύνορα, κυρίως από τη Φάλαγγα. Ο Στρατηγός είχε

δυσκολευτεί να την επανδρώσει, κάτι που όμως έφερε πολύ καλά εις πέρας. Δεν ρωτούσε άμα ο άνδρας

ήταν από το ρωσικό, το γαλλικό ή το αγγλικό κόμμα· ήθελε μόνο να είναι σίγουρος ότι είχε υπηρετήσει στο παρελθόν τη χώρα του κι ότι η διαγωγή του

ήταν καλή. Έτσι ικανοποίησε τους πάντες.

Η διάταξη που διόρισε αυτή τη Φάλαγγα εκδόθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1835. Την επάνδρωσαν ναύτες και στρατιώτες, αλλά μόνο όσοι είχαν ήδη υπηρετήσει στη διάρκεια του πολέμου [της Ανεξαρτησίας]. Αυτό ήταν ένα εξαιρετικό σχέδιο, που εξυπηρέτησε ταυτόχρονα και τις ανάγκες της κυβέρνησης και τις ανάγκες αυτών των δύστυχων ανδρών που είχαν χάσει τα πάντα στον Αγώνα.

Το ίδιο βράδυ, ακολουθώντας τη συνήθειά μου να περπατώ μονάχος στους δρόμους και τους παραδρόμους, γυρεύοντας πληροφορίες και περιπέτειες, έπεσα πάνω σ’ ένα περιστατικό που αξίζει να το διηγηθώ. Περνώντας από ένα δρομάκι, άκουσα μουσική και, μπαίνοντας σ’ ένα καλύβι απ’ όπου έβγαινε

ο ήχος, είδα αρκετούς ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες, να γιορτάζουν έναν γάμο, στον οποίο πρόσεξα

πως δεν υπήρχαν στεφάνια. Το στεφάνι μπαίνει πάντα στο κεφάλι της νύφης, σ’ έναν κανονικό ορθόδοξο γάμο. Ήθελα λοιπόν να μάθω γιατί. Μου το

187

εξήγησαν λοιπόν. Είχα σταθεί εκεί για λίγο, χωρίς

κανείς να ενοχλείται από την παρουσία μου, ένας

άνδρας μάλιστα σηκώθηκε, υποδυόμενος τον ιερέα, και απευθύνθηκε στους παριστάμενους με την εξής

δήλωση: «Είναι εδώ δυο νέοι άνθρωποι που θέλουν

να παντρευτούν χωρίς στεφάνι. Τι επιθυμείτε εσείς

και τι σας ευχαριστεί, κυρίες και κύριοι; Έχετε εσείς

καμία αντίρρηση;» Κανείς δεν έφερε αντίρρηση. Η

μόνη διαφορετική γνώμη αφορούσε τη διάρκεια του

γάμου! Κάποιοι έλεγαν να διαρκέσει δύο μήνες, άλλοι έξι εβδομάδες. Τελικά προκρίθηκαν οι δύο μήνες. Φόρεσαν τα δαχτυλίδια στα δάχτυλα του άνδρα και της γυναίκας και τους αποκάλεσαν συζύγους για δύο μήνες. Η μουσική, βιολί και κιθάρα, άρχισε να παίζει, και το βράδυ πέρασε

σ’ ένα κράτος, * Την επομένη ανέφερα το γεγονός σ’ έναν φίλο και με πλη-

ροφόρησε πως εδώ και λίγο καιρό είχαν έρθει από την Κύπρο καμιά τριακοσαριά άποικοι, άνδρες και γυναίκες, άνθρωποι που

δεν άντεχαν πια την τουρκική σκλαβιά και είχαν έρθει στην

Αθήνα, ζητώντας άδεια να εγκατασταθούν στην πόλη. Καθώς

το βασίλειο της Ελλάδος ήταν ελεύθερο για όλο τον κόσμο, η

κυβέρνηση δεν μπορούσε να αρνηθεί και να μην τους αποδεχτεί.

Όμως τα ήθη αυτών των σύγχρονων Κυπρίων δεν εναρμονίζο-

νται ακριβώς με των άλλων Ελλήνων που έχουν καλή συμπεριφορά, γι’ αυτό η κυβέρνηση επέλεξε να τους κάνει δεκτούς υπό

ειδική επιτήρηση.

188
με ευθυμία και κέφι.* Ως ένδειξη παθογένειας που πιθανόν είναι επακόλουθο της εισαγωγής του πολιτισμού

πρέπει εδώ να αναφέρω αμερόληπτα πως μπαίνοντας εκείνο το βράδυ στο θέατρο, όπου είχε πολύ

κόσμο, από την τσέπη μου έφυγε το μαντήλι μου και

λίγα χρήματα που είχα τυλίξει σ’ ένα κομμάτι χαρτί. Όλως περιέργως, πήραν τα χρήματα κι άφησαν

το χαρτί. Ανέφερα το συμβάν στο κ. Μπλακ, Αρχηγό της Αστυνομίας, που διέταξε να γίνει έρευνα, αλλά μάταια.

Εκείνη περίπου την εποχή, οι ξένοι πρέσβεις έφευγαν από την Αθήνα. Είχε έρθει το καλοκαίρι, μαζί και η μεγάλη ζέστη. Αυτή την εποχή, όλοι όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα παραθέριζαν στον Πειραιά ή σε κάποιο νησί – όπου πάντα έχει περισσότερη δροσιά χάρη στο θαλασσινό αεράκι. Ο

κύριος και η κυρία Κατακάζη πήγαν στην Αίγινα, ένα όμορφο νησάκι, είκοσι μίλια μακριά. Ο Σερ Έ. Λάιονς και η οικογένειά του πήγαν με τη φρεγάτα της Βρετανικής Μεγαλειότητος «Πόρτλαντ» να επισκεφθούν διάφορα νησιά στο Αρχιπέλαγος. Ο κ.

και η κ. Λαγκρενέ μπάρκαραν σ’ ένα γαλλικό πολε-

μικό πλοίο για τον ίδιο σκοπό. Αυτό το σκόρπισμα προκάλεσε την παντελή απουσία κοινωνικής ζωής

και μια ανιαρότητα στις λεπτομέρειες του ημερολογίου μου. Έτσι, προς το παρόν, θα πάψω να παίρνω αποσπάσματα απ’ αυτό.

189
* * *

οι νεότεροι κάνουν μια διακοπή δύο-τριών εβδομάδων από τα μαθήματά τους σ’ αυτό το εκπαιδευτικό ίδρυμα. Γίνεται τότε πάντα μια τελετή και στέλνονται προσκλήσεις, όχι μόνο στους γονείς των παιδιών αλλά και στους ξένους πρέσβεις και τους επικεφαλής της κυβέρνησης.

Το κτίριο που διατίθεται για το σχολείο βρίσκεται κοντά στους Αέρηδες και κτίστηκε τελευταία με την επίβλεψη του ικανού πάστορα. Έχει δύο ορό-

φους, τριάντα μέτρα μήκος και δεκαπέντε πλάτος, και είναι χωρισμένο σε διαμερίσματα. Στον κάτω όροφο έχει μια πολύ μεγάλη αίθουσα που διατίθεται

για τα μικρά παιδιά (τεσσάρων ως οκτώ ετών) με πάγκους τοποθετημένους αμφιθεατρικά, και χωράει περίπου εξακόσιους.

191 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ Το σχολείο του Αιδ. κ. Χιλλ – Δημόσια σχολεία στην Ελλάδα – Πειραιάς – Πιθανότητα να γίνει σπουδαίο λιμάνι – Τελωνείο – Ναός της Αφροδίτης – Ο ρήτορας στην Πνύκα – Προξενιό στον συγγραφέα Είχα λάβει από καιρό πρόσκληση για μια δημόσια εκδήλωση του σχολείου που ήταν υπό τη διεύθυνση του κ. και της κ. Χιλλ. Ο Ιούνιος και ο Δεκέμβριος είναι οι δύο εποχές κατά τις οποίες

Όταν έφθασα στην αυλή, χτυπούσε το κουδούνι και τα μικρά προχωρούσαν δύο-δύο στη σειρά, σχηματίζοντας μια μεγάλη γραμμή. Στο πλάι κάθε

γραμμής είχε μεγάλους, για να μην τη χαλάσουν τα παιδιά. Προχώρησαν όλα στην αίθουσα που ανέφερα, για τις εξετάσεις, και πήραν τη θέση τους. Μπήκα μαζί τους κι εγώ, κι όσο μαζεύονταν είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω την αίθουσα. Είχε ολόγυρα κρεμασμένα χαρτόνια, όπου ήταν γραμμένα διάφορα ρητά, όπως «να φοβάσαι τον Θεό», «να τιμάς

τους γονείς σου», «να μην είσαι αργόσχολος», «να

μην κλέβεις», «μάθε το καθήκον σου» και άλλα

ηθικά παραγγέλματα, τέτοια που να μπαίνουν στανικώς στα μυαλά των παιδιών.

Φυσικά ήταν όλα στα νέα ελληνικά, τη μητρική τους γλώσσα. Αυτός ο απλός τρόπος να διατηρούν

συνέχεια τις νουθεσίες αυτές μπροστά στα μάτια

των παιδιών, θα τις κάνει οικείες στο μυαλό των

νέων ανθρώπων χωρίς δυσκολία. Γιατί κάθε στιγμή

που σηκώνουν τα μάτια στον τοίχο, αναγκαστικά

τις βλέπουν. Έτσι τα μαθήματα εντυπώνονται στο μυαλό τους και αποτελούν ουσιαστικό μέρος του, είτε ξύπνιο είναι το μυαλό είτε κοιμισμένο, και προφανώς θα συντείνουν στην ανατροφή μιας πολύ ηθικής γενιάς, πλούσιας σε αξίες.

Τα μικρά είχαν ήδη πάρει τη θέση τους, το κουδούνι έπαψε να χτυπά, άρα οι επισκέπτες μπορούσαν να μπουν. Λίγο αργότερα ήρθε ο Σερ Έντου-

192

αρντ Λάιονς με τη Λαίδη Λάιονς και την οικογένειά

τους, και ο κ. Γκρίφιθς [Griffiths], ένας από τους

γραμματείς της πρεσβείας. Άκουσα πως ο Βρετανός

πρέσβης είναι ο μόνος ξένος πρέσβης που πηγαίνει

σε τέτοιες εξετάσεις και στηρίζει με την παρουσία

του τέτοια αξιέπαινα εγχειρήματα. Πάντως αυτή η

εκδήλωση έγινε νωρίς, προτού αναχωρήσει για τη

θερινή του κρουαζιέρα, ώστε να παρευρεθεί.

Ήταν παρόντες μερικοί Έλληνες υπουργοί και πολλοί γονείς των μαθητών, μερικοί απ’ αυτούς μάλιστα ήταν σημαίνοντα πρόσωπα της Αθήνας.

Ξεκινώντας τις εξετάσεις, ο άξιος πάστορας

προχώρησε λίγα βήματα, στάθηκε μπροστά από τα

παιδιά κι έκανε την αρχή ψάλλοντας τον ύμνο (στα

ελληνικά) – τα παιδιά τον ακολούθησαν, άνοιγαν

το στόμα όσο πιο πολύ μπορούσαν κι έμοιαζαν με

πουλάκια που τα ταΐζαν οι γονείς τους.

Στη διάρκεια του τραγουδιού, κάποιοι απ’ τους

πολύ νεαρούς τραγουδιστές δυσκολεύονταν να διατη-

ρήσουν την απαραίτητη κοσμιότητα. Ανάμεσά τους

κι ένας μικρούλης, κάπου τεσσάρων χρόνων, ο γιος

του Βάσου, ντυμένος σαν Έλληνας οπλαρχηγός, μ’ ένα σπαθάκι στο πλάι, που το κοίταζε συνέχεια, περισσότερο από καθετί.

Όταν τελείωσε ο ύμνος, το επόμενο που παρουσίασαν ήταν ένα είδος άσκησης με τα χέρια.

Ο άξιος πάστορας φώναξε «δεξί» και όλα τα παιδιά, ακόμα και τ’ αλάνια, σήκωσαν το δεξί τους

193

χέρι· μετά είπε «αριστερό» και υψώθηκε ομοίως το

αριστερό· έπειτα χρησιμοποίησε τη λέξη «ανάταση» και έβαλαν τα χέρια τους πάνω από το κεφάλι, κατόπιν «διάσταση», κι έβαλαν τα χέρια οριζόντια.

Ειπώθηκαν και άλλες λέξεις, στις οποίες ανταποκρίθηκαν τα παιδιά αναλόγως.

Ύστερα αναγνώστηκαν οι φράσεις στον τοίχο και τις επανέλαβαν.

Μετά την επίδειξη, ένα εξάχρονο αγόρι πρόβαλε

μπροστά και του ζήτησαν να διαβάσει ένα κομμάτι

από την ελληνική Βίβλο, πράγμα που έκανε, προς με-

γάλη ευχαρίστηση όλων. Έπειτα βγήκε μπροστά ένα

από τα κοριτσάκια κι έκανε το ίδιο. Παρουσιάστηκαν

και κάποια δείγματα από κεντήματα, που φαίνεται

πως ήταν πολύ καλά. Βρίσκονταν εκεί κάπου 500

παιδιά. Ήταν ωραίο θέαμα να βλέπεις τόσους νέους

να μαθαίνουν τους τρόπους της πολιτισμένης ζωής, μακριά από κακές συνήθειες, από τα τρεχαλητά

στους δρόμους – αντίθετα, να έχει ενσταλαχτεί μέσα

τους το καλό. Όλα τα παιδιά έμοιαζαν πολύ υπάκουα

και προσεκτικά, έδειχναν να σέβονται τους προστά-

τες τους, τον κ. και την κ. Χιλλ, που η συμπεριφορά

τους, ιδιαίτερα της κ. Χιλλ, ήταν υπέροχη.

Για κλείσιμο, όλα τα παιδιά μπήκαν στη σειρά,

και η κ. Χιλλ μαζί με τις δύο δεσποινίδες Μούλινγκεν

έδιναν στο καθένα καθώς περνούσε ένα χαρτάκι με ζαχαρωτά, ώστε να θυμούνται το γεγονός ως κάτι ευχάριστο.

194

Υπάρχουν και άλλες αίθουσες, για τα πιο προχωρημένα στην εκπαίδευση κορίτσια. Έχουν τρεις βαθμίδες, κάθε μία με περίπου είκοσι πέντε κορίτσια, που τα παρακολουθούν οι δεσποινίδες Μούλινγκεν και η δεσποινίς Μπώλντουιν [Baldwin], όλες τους νέες και ελκυστικές γυναίκες που άφησαν τα σπίτια τους στην Αμερική για ν’ αφοσιωθούν, χωρίς μισθό και αμοιβή, στην ανερχόμενη γενεά της Ελλάδος!

Είναι και μια άλλη κυρία που διδάσκει στο ίδρυμα, απ’ την Κρήτη, περίπου δεκαέξι ετών, πολύ ενδιαφέρουσα, και φαίνεται πως επηρεάζει πολύ το πνεύμα των παιδιών που διδάσκει. Είναι πολύ ευχάριστη και γοητευτική, πάντοτε παρούσα στις βραδινές συγκεντρώσεις της κ. Χιλλ, έμαθε και να μιλάει αγγλικά πολύ καλά.

Η μικρή συνάθροιση ξεκινά νωρίς το πρωί, γίνεται ένα σύντομο διάλειμμα, σε μια μεγάλη και ευρύχωρη αυλή, και τα παιδιά γυρίζουν στο σπίτι τους

κατά τις δύο η ώρα. Κάθε παιδί συνήθως φέρνει ένα κομμάτι ψωμί στην τσέπη του, για να χορτάσει την πείνα του. Όμως υπάρχουν και δώδεκα ορφανά που

μεγαλώνουν αποκλειστικά στο ίδρυμα με τη στήριξη

του Βασιλέα. Εκπαιδεύονται για δάσκαλοι, ώστε να

σταλούν στις επαρχίες και να οργανώσουν παρόμοια

ιδρύματα. Ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους γιατί

έχουν μια μικρή λευκή κορόνα στο κόκκινο σκουφί

τους, που δείχνει πως είναι υπό βασιλική προστασία.

195

Αυτό το ίδρυμα δεν το έβλεπε στην αρχή με καλό

μάτι ο ελληνικός κλήρος, γιατί διαβεβαίωναν πως

ο κ. Χιλλ ήθελε να μεταστρέψει τα νεαρά παιδιά

από την ελληνική πίστη στην καθολική. Όμως αυτός ο φόβος ήταν παντελώς αβάσιμος, γιατί όλοι οι κατώτεροι καθηγητές είναι ενήλικοι, μερικοί έχουν εκπαιδευτεί στο ίδρυμα, και άλλοι (άνδρες) έχουν μεγαλώσει στα Ιόνια νησιά, ενώ όλοι ανήκουν στο ελληνικό δόγμα. Σ’ ένα δημόσιο ίδρυμα όπως αυτό, άλλωστε, αν γινόταν μια τέτοια προσπάθεια, από οποιονδήποτε, θα την ανακάλυπταν αμέσως. Αυτή

είναι η αλήθεια. Ο κλήρος, πιστεύω, επιθυμούσε να κρατήσει τον φτωχό λαό στην άγνοια, γι’ αυτό ξεσηκώθηκε κατακραυγή, όμως η

τον κ. Χιλλ και το σχολείο εργάζεται θαυμάσια.

Έχει προσφέρει και με άλλους τρόπους το σχολείο αυτό. Έχει δώσει το παράδειγμα στους Έλληνες να δημιουργήσουν παρόμοια ιδρύματα (που διαφορετικά δεν θα υπήρχαν). Μπορώ να βεβαιώσω ειλικρινά πως δεν υπάρχει στην Αθήνα παιδί

άνω των έξι που να μην ξέρει να διαβάζει και να

γράφει, και (αν είναι κορίτσι) να πιάνει τη βελόνα.

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση στήριξε ιδιαί-

τερα την εκπαίδευση του λαού. Από τις στατιστι-

κές που δημοσιεύονται κάθε τόσο στην εφημερίδα

της κυβέρνησης, παρατηρώ πως προοδεύουν πολύ

στη δημιουργία σχολείων σε διάφορες περιοχές του

βασιλείου. Στην Αττική υπάρχουν έξι δημόσια και

196

κυβέρνηση στήριξε

τέσσερα ιδιωτικά, στη Λακωνία πέντε δημόσια και

ένα ιδιωτικό, στη Μεσσηνία πέντε δημόσια και ένα

ιδιωτικό, στην Αχαΐα πέντε δημόσια και τέσσερα

ιδιωτικά, στην Ακαρνανία τέσσερα δημόσια, στη

Φωκίδα τέσσερα δημόσια, στην Εύβοια δύο δημό-

σια, στις Κυκλάδες είκοσι δημόσια και δεκαεννέα

ιδιωτικά. Εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχουν μεγάλα

σχολεία στην Αθήνα, στο Ναύπλιο και την Πάτρα, που είναι τα τρία κύρια σημεία του βασιλείου. Και

στα δημοτικά σχολεία υπήρχαν εκείνη την περίοδο

7.293 παιδιά που μορφώνονταν. Υπάρχουν και σχολεία για ανώτερες σπουδές, αλλά όπως είναι εύλογο, δεν έχουν μεγάλη ζήτηση. Υπάρχει ένα τέτοιο στην Αθήνα, επίσης στο Ναύπλιο, το Μεσολόγγι και τη

Σύρα, και ο αριθμός που φοιτά ανέρχεται σε πεντακόσιους μαθητές. Ο φίλος μου, ο Αιδ. κ. Κινγκ, έχει ένα ίδρυμα αυτής της κατηγορίας, για το οποίο έχω μιλήσει πριν, και επαρκής απόδειξη αυτού που ήδη έχει κατορθώσει είναι το γεγονός ότι ο Φρεορίτης, ο δάσκαλός μου, ένας πολύ έξυπνος νέος, έλαβε όλη

του τη μόρφωση σ’ αυτό το ίδρυμα.

Το μεγαλύτερο σχολείο της κυβέρνησης, δημοτικό και όχι μόνο, είναι στη Σύρα. Στο ίδιο νησί

υπάρχει και ένα μεγάλο ίδρυμα, υπό την εποπτεία

του κ. Χίλνερ [Hillner], όπου η φοίτηση είναι δωρεάν

και τα έξοδά του καλύπτονται από κονδύλια που

προέρχονται από τη Μεγάλη Βρετανία.

Τόσα πολλά σχολεία και τόσοι μαθητές σε λίγα

197

χρόνια θα συντελέσουν οπωσδήποτε στη διάχυση

της μόρφωσης σε όλη την Ελλάδα και θα την αναγεννήσουν, καταργώντας τις παλιές συνήθειες που

αποκτήθηκαν από αιώνες τουρκικού δεσποτισμού.

Θα αφυπνισθούν οι Έλληνες και θα αποκτήσουν μια

αίσθηση καθήκοντος που έχουν ήδη, αφού έγιναν

δεκτοί στην οικογένεια των ευρωπαϊκών κρατών.

Έτσι θα ενθαρρυνθούν σε προσπάθειες που θα τους

κάνουν άξιους του συνδέσμου με αυτά. Θα τους σέβο-

νται στην πατρίδα τους και θα τους φοβούνται στο εξωτερικό. Θα συνδράμουν στην ισορροπία ισχύος

στην Ανατολή και θα ανταποκριθούν στους στόχους

για τους οποίους τους δόθηκε πολιτική ύπαρξη.

Τα παραπάνω εκπαιδευτικά ιδρύματα πληρώνονται, όπως είπα πριν, με το εισόδημα από τα κτήματα που ανήκαν παλιά στα μοναστήρια. Η αμοιβή

του διευθυντή ενός σχολείου είναι 350 δραχμές τον

μήνα, ο πρώτος δάσκαλος αμείβεται με 200 δραχμές τον μήνα, ο δεύτερος με 100 δραχμές, ο καθηγητής

μουσικής με 180 δραχμές. Αυτοί οι μισθοί πρέπει να θεωρηθούν πολύ γενναιόδωροι σε μια χώρα όπου η διαβίωση είναι τόσο φθηνή.

Την εποχή για την οποία μιλώ, εκδόθηκε μια βασιλική διαταγή που παραχωρούσε στους Χιώτες γη στον Πειραιά, για να χτίσουν σπίτια και να

φτιάξουν πόλη. Αυτοί οι Χιώτες, παρά τις αλλοτινές τους κακοτυχίες, θεωρούνται οι πιο πλούσιοι και

καλοί έμποροι στην Ελλάδα. Για μικρό διάστημα

198

είχαν εγκατασταθεί στη Σύρα, όμως η κυβέρνηση

επιθυμεί να εγκατασταθούν στον Πειραιά. Η προτεινόμενη ρύθμιση έγινε θέμα συζήτησης στην πόλη,

οι ανυπόμονοι και ενθουσιώδεις Έλληνες άρχισαν

ήδη να φαντάζονται τον Πειραιά όπως ήταν τα αρχαία χρόνια. Ενώ κουβέντιαζα με έναν Αθηναίο γι’

αυτό το θέμα, ένας έξυπνος φίλος που τον λένε Λεωνίδα με επισκέφθηκε και μου ζήτησε να τον συνοδεύσω εκεί, για να δω τις εργασίες κατασκευής της

προβλήτας που ήταν σε εξέλιξη. Πήγα ευχαρίστως.

Καθώς πλησιάζαμε προς τα εκεί, του είπα «Αλήθεια, πιστεύεις, Λεωνίδα, πως ο Πειραιάς θα γίνει

ποτέ σημαντικό μέρος;»

Γύρισε και με κοίταξε έντονα και μου είπε τα

εξής: «Μιλώντας με σένα, απευθύνομαι σε κάποιον

που έχει καιρό στην Ελλάδα και μπορεί να κρίνει με

το μάτι. Θυμάσαι πώς ήταν ο Πειραιάς όταν μπήκε

ο Μιαούλης το 1827, με τη φρεγάτα, και γκρέμισε

το μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα;»

Απάντησα (όπως ήταν γεγονός) πως θυμόμουν

εκεί να υπάρχει μόνο το μοναστήρι κι ούτε ένα σπίτι.

«Λοιπόν», είπε «πρόσεξε τώρα τα αποτελέσμα-

τα της ελληνικής εργατικότητας. Ο Πειραιάς ήδη έχει αρκετά σπίτια, οι δρόμοι του είναι σωστά χαραγμέ-

νοι, η δημαρχία οργανωμένη, και υπάρχει ελπίδα πως

θα γίνει μέρος σημαντικό για το εμπόριο. Δεν έχει

χάσει τίποτα», συνέχισε «από τη γεωγραφική του

θέση, που παλιά τον είχε κάνει τη μεγάλη αγορά της

199

Ελλάδος, και ήταν η αιτία να μπαίνουν στον Πειραιά

τα αγαθά όλου του κόσμου. Έχει την Κωνσταντινού-

πολη και τη Σμύρνη στα ανατολικά του, την Αίγυπτο

και την Ινδία στα νότια. Θα είναι πάντα η πρώτη

πόλη της Ελλάδος μετά την Αθήνα, χάρη στη γειτ-

νίαση με την πρωτεύουσα. Βλέπεις πως η κυβέρνη-

ση ασχολείται με την αποξήρανση και επιχωμάτωση

των βάλτων. Σύντομα, όταν βρεθούν τα κεφάλαια, θα κατασκευάσουν και προβλήτες και λιμάνια. Αυτό

το κομμάτι», είπε κι έδειξε δεξιά «θα γίνει ένα λιμάνι

με μήκος 230 μέτρα, και όλο το λιμάνι θα σχηματίζει

ημικύκλιο, όπως βλέπεις, και θα βρίσκεται 800 βήμα-

τα προς το τελωνείο, που είναι, βλέπεις, τελειωμένο. Όλο αυτό θα είναι μια πέτρινη αποβάθρα και θα σχηματίζει ένα λιμάνι αρκετά μεγάλο για 2.000 εμπορικά πλοία». Μετά μου έδειξε τα υλικά κατασκευής, σ’ ένα

σημείο εκεί κοντά, όπου υπήρχε μια ποσότητα μαλα-

κιάς πέτρας, που τοποθετείται εύκολα γιατί κόβεται σαν τούβλο. Έμοιαζε σαν ελαφρόπετρα.

Έπειτα πήγαμε ως το σημείο όπου κάποτε βρισκόταν το μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα. Λίγα

ερείπια έχουν απομείνει. Η κυβέρνηση έδωσε τα

ερείπια στον γενναίο Ναύαρχο Μιαούλη, και μ’ ένα μέρος απ’ αυτά ο Μιαούλης έχτισε ένα πολύ όμορφο σπίτι δικό του στον Πειραιά. Τα περισσότερα

σπίτια στον Πειραιά ανήκουν σε Υδραίους, συνεπώς

είναι καλοχτισμένα και ωραία βαμμένα – κάτι που

δεν παρατηρείται στον Μωριά.

200

«Δεν πιστεύεις, Λεωνίδα», είπα «πως ο Πειραιάς

με τον καιρό θα ενωθεί με την πρωτεύουσα, που

απέχει τώρα οχτώ χιλιόμετρα;»

«Δεν υπάρχει αμφιβολία», είπε. «Δεν ξέρεις τη

φιλοδοξία των συμπατριωτών μου, τρέφουν την ελ-

πίδα να δουν την πρωτεύουσα ν’ ανταγωνίζεται την

αρχαία της λάμψη. Και παρόλο που δεν θα συνδέο-

νται οι δύο πόλεις με τείχη, όπως στο παρελθόν, θα

ενώνονται με εξοχικά σπίτια στις δυο πλευρές του

του Δαφνιού και τα βουνά της Πάρνηθας. Προβλέπω», είπε, «πως Αθήνα και Πειραιάς θα συγκεντρώνουν συνολικά, σε είκοσι χρόνια, 100.000 κατοίκους».

Πήγαμε μετά στο τελωνείο – ένα πανέμορφο μεγάλο κτίριο. Προορίζεται όχι μόνο για μεταφορές

αλλά και για αποθήκευση αγαθών, ώσπου να βρεθούν τα μέσα να τα στείλουν σε άλλες αγορές.

Σχετικά με το τελωνείο, θα μου επιτραπεί να

διηγηθώ ένα αξιοπερίεργο περιστατικό, που μου

είπε ο Πιττάκης, ο αρχαιολόγος της Αθήνας. Είπε

ότι κατά τον Σεπτέμβριο του 1834, η κυβέρνηση

έχτισε αυτές τις διαμετακομιστικές αποθήκες σε

μια θέση όπου είχε βεβαιωθεί πως βρισκόταν ναός

της Αφροδίτης. Σύμφωνα με μαρτυρίες αρχαίων

201
δρόμου,
ματιά
σκάκη και δες τον πλούτο της πεδιάδας. Το ίδιο κι από την άλλη πλευρά, την πεδιάδα περιορίζει μόνο το πέρασμα
που είναι ήδη κατασκευασμένος. Ρίξε μια
στην πλευρά όπου είναι ο τάφος του Καραϊ-

συγγραφέων, αυτός ο ναός είχε κατασκευαστεί απ’

τον Θεμιστοκλή, μετά τη μάχη της Σαλαμίνας, και

βρέθηκαν εκεί επτά κομμάτια μάρμαρο (Υμηττού)

γεμάτα επιγραφές κατά στήλες από την κορυφή ως

τη βάση. Ένα απ’ αυτά τα κομμάτια περιέχει έξι

στήλες, άλλα τέσσερις, και άλλα μόνο τρεις. Όλες

αυτές οι επιγραφές έχουν σχέση με το οπλοστά-

σιο των Αθηναίων και χρησιμεύουν σαν κατάλογος

των αντικειμένων που περιέχουν. Αρχίζουν από την

εποχή του Μιλτιάδη, που βρέθηκε τ’ όνομά του σε

μία από τις πλάκες, με τις ακόλουθες

εποχή του Θεμιστοκλή, που το όνομά του βρέθηκε στις ακόλουθες λέξεις: ΔΗΜΟΟ-

ΦΑΝΗΣ ΑΝΑΠΕΘΗΚΕΝ ΥΠΕΡ ΤΟΥΤΟΝ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΦΡΕΑΡΙΟΣ ΑΠΕΔΩΚΕΝ.

Αναφέρονται επίσης στον Κίμωνα και τους άρχοντες και τους στρατηγούς της εποχής του, και τελειώνουν την εποχή του Κόνωνα, του Χάρη και του Φωκίωνα.

Η γραφή διαφέρει ανάλογα με την εποχή. Η πιο παλιά –η γραφή της εποχής του Μιλτιάδη, του Θεμιστοκλή και του Κίμωνα– είναι batonée,

202
λεξεις: ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΕΥΗ … ΚΑΝ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ: ΣΚΕΥΗ ΠΑΡΕΛΑΒΟΜΕΝ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ. Φτάνουν ως την
δηλαδή όλα τα γράμματα που αποτελούν την οριζόντια γραμμή είναι τοποθετημένα κάθετα, κάτω από τα γράμματα της πάνω γραμμής, και η γραφή του Π και του Σ είναι η αρχαιότερη. Όμως τις επόμενες

εποχές, αυτός ο τρόπος τοποθέτησης των γραμμάτων ανεπαίσθητα εξαφανίστηκε, και βλέπει κανείς

ότι οι χαρακτήρες προσεγγίζουν τη μορφή που χρη-

σιμοποιούνταν την εποχή των Μακεδόνων. Αυτές

οι περίεργες επιγραφές μάς παραδίδουν τα ονόματα

που είχαν αρχαίες γαλέρες. Τα ονόματά τους είχαν

πάντα μια σημασία. Έτσι διαβάζουμε μεταξύ άλλων

τα εξής: – Εὐπρεπής (μεγαλόπρεπη), Χάρις (ευχαρίστηση), Λαμπάς (διάττων αστήρ), Εἰρήνη, Φερενίκη (νικηφόρος), Ἄμεμπτος, Ἄρτεμις, Αἰχμή κλπ.

Η πρώτη στήλη μιας απ’ αυτές τις πλάκες, που

η αρχή της επιγραφής έχει σβηστεί, περιέχει 190 γραμμές, η δεύτερη στήλη της ίδιας πλάκας, 165, και η τρίτη, 102. Αυτή η πλάκα είχε τέσσερις στήλες με επιγραφές πριν, όμως η πρώτη είναι σχεδόν ολοκληρωτικά σβησμένη, με δυσκολία διακρίνονται

τρία ή τέσσερα γράμματα. Η δεξιά πλευρά της πλά-

κας δεν έχει καμιά επιγραφή. Ίσως ο λόγος να είναι πως, την εποχή για την οποία μιλάμε, έγραψαν σε

άλλη πλάκα ή παρέλειψαν να κρατήσουν μια ακριβή

λίστα των υλικών του οπλοστασίου.

Μπορούμε ακόμα να σημειώσουμε πως αυτά τα

υλικά τα φύλαγαν σε δύο χωριστές

203
θέσεις, στον Πειραιά και στο φρούριο. Αναμφίβολα υπήρχε πρόνοια για την περίπτωση που μία από τις θέσεις καταστρεφόταν, είτε από φωτιά ή από κάποιο άλλο συμβάν, ώστε να έχουν άλλες προμήθειες διαθέσιμες.

Οι πλάκες που προανέφερα βρίσκονται στον Ναό

του Θησέα, που έχει μετατραπεί σε μουσείο, υπό τη

διεύθυνση και διαχείριση του Πιττάκη, που δείχνει

απορροφημένος απ’ αυτές τις έρευνες. Αυτός ο κύριος

έχει δημοσιεύσει μια εργασία για τις αρχαιότητες

της Αθήνας, που τη συνιστώ ανεπιφύλακτα, ειδικά

σε όσους δεν έχουν το εξαιρετικό έργο του κ. Ουόρντσουορθ [Wordsworth] για το θέμα, που εκδόθηκε

τελευταία. Σ’ αυτόν οφείλω και την επαλήθευση των

παρατηρήσεων που έκανα όταν ήμουν στην Ελλάδα.

Παρατηρώντας τις αλλαγές που ανέφερα, δεν

μπορώ παρά να θαυμάσω την εργατικότητα των ανθρώπων, πόσα πολλά έκαναν σε τόσο λίγο χρόνο. Γιατί θυμάμαι πως μόλις πριν από δεκαοκτώ μήνες

δεν υπήρχαν στην περιοχή ούτε έξι σπίτια – λίγες

πρόχειρες ξύλινες καλύβες, κτισμένες για να φυλάνε

τα αγαθά που έρχονταν από το Ναύπλιο, όταν η

βασιλική αυλή μεταφερόταν στην Αθήνα.

Ο Πειραιάς δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει ναύ-

σταθμος, μπορεί όμως να γίνει σπουδαίος εμπορικός

σταθμός. Έχει μεγάλο βάθος για πλοία επτακοσίων

και οκτακοσίων τόνων, και στη μέση του λιμανιού

είδα βαριές φρεγάτες αγκυροβολημένες, π.χ. την

ελληνική φρεγάτα «Ελλάς», ένα πλοίο με εξήντα

τέσσερα κανόνια, 2.400 τόνων. Οι μεγάλοι ναύσταθ-

μοι πρέπει να βρίσκονται στη Σαλαμίνα και τον

Πόρο. Ο Πόρος είναι σε πολύ καλή θέση και μπορεί

να οχυρωθεί καλά και να προστατευτεί.

204

Αφού περπατήσαμε πίσω προς το μέρος όπου

είχαμε αφήσει τ’ άλογά μας, γυρίσαμε στην πόλη. Ο

ήλιος δεν είχε δύσει ακόμα. Και μια που θα αργού-

σαμε να γευματίσουμε, πήραμε τον δρόμο που οδη-

γεί στην Ακρόπολη, ώστε να δούμε το ηλιοβασίλεμα

πίσω από τους κορινθιακούς λόφους. Όταν φτάσαμε, ακούσαμε ξαφνου μια φωνή κάποιου που έκανε απαγγελία. Στρέφοντας τη ματιά μας προς την

Πνύκα, είδαμε έναν Έλληνα στα σκαλιά της Πνύκας

που έβγαζε έναν μακρύ λόγο και χειρονομούσε – όχι

στο μέγα πλήθος του αθηναϊκού λαού αλλά στον

αέρα. Το μόνο που απαντούσε στη φωνή του ήταν οι γειτονικές σπηλιές, που αντιλαλούσαν όσα πρόφερε. Η βραδιά ήταν ήσυχη και παρότι βρισκόμασταν

σχεδόν οχτακόσια μέτρα μακριά, άκουγα πολύ καθαρά την ομιλία του. Αυτή τη συνήθεια την έχουν οι

Έλληνες, να πηγαίνουν σε απομακρυσμένα μέρη και

να δοκιμάζουν τη φωνή τους. Τους άκουγα συχνά

στο Στάδιο, όμως αυτή ήταν η πρώτη φορά που

έβλεπα κάποιον στα σκαλιά της Πνύκας, κι ας γνωρίζω έναν Έλληνα που με διαβεβαιώνει ότι όποτε ανεβαίνει αυτά τα σκαλιά, αποκτά σχεδόν ρητορική

έμπνευση και μπορεί να μιλάει επί μία ώρα, λες κι

έχει ακροατήριο να τον «ακούει!» Και η Ακρόπολη, πρόσθετε, τον ενέπνεε το ίδιο. «Έρχομαι συχνά εδώ μόνος», μου είχε πει «και παρατηρώ τις ερειπωμένες τούτες κολόνες που παλιά θαύμαζε ο κόσμος (κι

έδειχνε τις κολόνες του Παρθενώνα) και νιώθω σαν

205

να μεγαλώνει η ψυχή μου για να κλείσει μέσα της τα

έργα των προγόνων μου».

Το ανέφερα στον σύντροφό μου, που διασκέδα-

σε πολύ με τον ενθουσιασμό του συμπατριώτη του, αλλά είπε ότι δεν ήταν διόλου ασυνήθιστο – γεγονός

πολλά υποσχόμενο για την αναγέννηση αυτού του

ενδιαφέροντος λαού. Αν ο φίλος μου αναγνωρίσει

τον εαυτό του σ’ αυτή τη φιλική παρατήρηση για

την amor patriae, είμαι σίγουρος πως δεν θα θυμώσει.

Λίγες μέρες αργότερα, συνέβη ένα γεγονός που, παρότι προσωπικό, θα προσπαθήσω να το διηγηθώ, γιατί θα δώσει μια ιδέα για τους ανθρώπους ανάμεσα στους οποίους βρέθηκα. Ήθελαν να με κρατήσουν στην Αθήνα, κάνοντας με γαμπρό! Εδώ και λίγες μέρες, έβλεπα τον Δημήτρη να κουβεντιάζει με τους απέναντι γείτονες. Πρόσεξα πως με κάθε

ευκαιρία καλούσαν τον Δημήτρη στο σπίτι τους κι

έβαζαν τα κεφάλια κοντά για να πουν κάτι βιαστικά. Δεν έδωσα σημασία, πιστεύοντας πως ήταν έν-

δειξη φιλίας μεταξύ των ανθρώπων, χωρίς να πάει

ο νους μου ότι το αντικείμενο των ψιθύρων και των συσκέψεών τους ήμουν εγώ. Όμως ο Δημήτρης, ένα πρωί, αφού καθάρισε το τραπέζι του πρωινού μου, λίγα λεπτά αργότερα μπήκε μ’ ένα μήνυμα, πως ο αδελφός της σπιτονοικοκυράς μου επιθυμούσε να με επισκεφθεί, αν ήμουν ελεύθερος. Είπα αμέσως πως θα χαιρόμουν να τον δω, και σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε. Αφού κάθισε, άρχισε ως εξής:

206

«Εγώ και οι γείτονές μου, εδώ και μερικές ημέρες, κουβεντιάζουμε αποκλειστικά και μόνο για εσάς. Μάθαμε από τον Δημήτρη πως σύντομα θα

φύγετε από την Ελλάδα για να πάτε στην Αγγλία.

Ούτε δυο μήνες δεν ζείτε ανάμεσά μας, σ’ αυτό το κομμάτι της πόλης, κι εμείς ελπίζουμε να αναβάλετε

την αναχώρησή σας και να παραμείνετε στην Αθήνα. Γνωρίζετε τη γλώσσα μας και θα βοηθήσετε την

Ελλάδα αν μείνετε εδώ».

Δεν μπορούσα παρά να χαρώ με το απλοϊκό μήνυμα αυτών των καλών ανθρώπων και απάντησα

στον γείτονά μου ότι χαίρομαι κι ότι με κολακεύουν

τα αισθήματα που μου εξέφρασε, όμως οι δουλειές

μου με ανάγκαζαν να επιστρέψω στην Αγγλία, σχεδόν αμέσως. «Παρότι όμως είναι πιθανόν να μην επιστρέψω στην Ελλάδα για ένα διάστημα, θα έχω πάντα τις καλύτερες αναμνήσεις από τη χώρα όπου πέρασα τόσον καιρό τόσο ευχάριστα».

Την τελευταία λέξη που χρησιμοποίησα την άρ-

παξε επιδέξια ο επισκέπτης μου, που απάντησε:

«Θα θέλαμε αυτή η ευχαρίστηση να διαρκέσει, και

θα ευχόμασταν να το κάνουμε έτσι ώστε να γίνετε

ένας από εμάς. Ξέρετε», συνέχισε, «πόσο απλοί εί-

ναι οι τρόποι μας, νομίζουμε λοιπόν πως κανείς δεν

μπορεί να είναι ευτυχής χωρίς να είναι παντρεμένος.

Είστε νέος και θα θέλαμε να σας δούμε παντρεμένο

με μια Αθηναία. Έχουμε πολλές γνωριμίες, κοπέ-

λες νέες, όμορφες και με καλή ανατροφή. Διαλέξτε

207

εσείς. Αν όμως δυσκολεύεστε, θα σας υποδείξουμε

μία που είναι για εσάς: το όνομά της είναι Εύχαρις.

Αν και φτωχή, ανήκει σε τίμια οικογένεια».

Αυτά τα λόγια με ξάφνιασαν λίγο, όμως συνήλθα

κι αποφάσισα να μη σταματήσω το θέατρο προς το παρόν, οπότε ευχαρίστησα τον φίλο μου που νοιάζεται, ο ίδιος και οι γείτονές του, για το καλό μου, αλλά πρόσθεσα ότι για μια τόσο σοβαρή υπόθεση

όσο η ρύθμιση του πεπρωμένου της ζωής μου, θα

ήθελα πρώτα να δω την κοπέλα που τόσο ευγενικά

μου πρότειναν για μέλλουσα σύζυγο.

«Μάλιστα», απάντησε «πολύ λογικό».

«Αλλά πότε θα τη δω;» ρώτησα, γιατί είχα αρχίσει ν’ ανησυχώ για την όψη της Δουλτσινέας.

«Ω, αμέσως, ανοίξτε το παράθυρο και κοιτάξτε το σπίτι αριστερά. Έχει πάει επίσκεψη με τη θεία

της και είναι στην πόρτα με δυο φίλες της».

Εννοείται πως πήγα στο παράθυρο, αλλά προτού τ’ ανοίξω πρόσεξα πως οι απέναντι γείτονές

μου, που ήξεραν το μυστικό, ήταν στον δρόμο και κοίταζαν προς το παράθυρό μου. Το άνοιξα το παράθυρο, κι εκεί βεβαίως ήταν η Εύχαρις με δυο φίλες

της, σε σοβαρή διαβούλευση. Μόλις με είδαν, μπήκαν όλες μέσα. Γύρισαν όμως σύντομα και πρόσεξα

πως η κοπέλα ήταν εξαιρετικά όμορφη, με άψογα

χαρακτηριστικά, κανονικά «ελληνικά», και ήταν

γύρω στα δεκαέξι. Τα προσωπικά της θέλγητρα

δεν εξασθενούσαν από την έλλειψη μιας ελαφριάς,

208

αθώας κοκεταρίας, που μια ωραία γυναίκα ξέρει να

επιστρατεύει με χάρη.

Κάθε τόσο κοιτούσε απάνω, κι εγώ κοιτού-

σα κάτω, κι αυτή η παντομίμα ερωτικού διαλόγου

κράτησε περίπου ένα τέταρτο της ώρας. Όλη αυτή

την ώρα, ο γείτονάς μου χαιρόταν ασφαλώς, γιατί

σκεφτόταν ότι η παρατεταμένη απουσία μου ήταν απόδειξη πως κόντευα να αποδεχτώ την πρόταση.

Κι οι άλλοι γείτονες κοιτούσαν επίσης από τα παράθυρά τους, όμως ανάμεσά τους δεν είδα τη μικρή Ελένη. Ίσως να έβλεπε την Εύχαρι σαν αντίζηλο, παρόλο που η ίδια ήταν αρραβωνιασμένη. Επιστρέφοντας στο δωμάτιό μου, έκλεισα το παράθυρο κι ο γείτονάς μου με ξαναρώτησε τι σκεφτόμουν για την κοπέλα. Φυσικά ήμουν

δωρος στους επαίνους μου για την εμφάνισή της: «Όμως», είπα «ο γάμος είναι σοβαρή υπόθεση και θα ’θελα να λάβω υπόψη μου κι ένα ζήτημα που συναρτάται άμεσα μαζί του» – και εμμέσως άφησα

να εννοηθεί πως θα ήθελα να μάθω για την προίκα

της κοπέλας.

Απάντησε: «Η Εύχαρις δεν είναι πλούσια. Λίγα

στρέμματα γης, με λίγα ελαιόδεντρα, είναι το μερίδιό της». Η εικόνα των ελαιόδεντρων μου θύμισε

την ελληνική Σαρακοστή, ψωμί κι ελιές επί σαράντα

μέρες, που μόλις είχε τελειώσει. Λοιπόν, αν και δεν

είμαι καλοφαγάς, δεν μ’ αρέσει να νηστεύω με ψωμί

κι ελιές για σαράντα ολόκληρες ημέρες. Αυτή η ιδέα

209
γενναιό-

έκανε τον έρωτα να πετάξει έξω απ’ το παράθυρο, μέσα απ’ το οποίο είχε για μια στιγμή κάνει την

προσωρινή του είσοδο, λίγο πριν. Εξάλλου, ήταν και

κάτι ακόμα (που όμως δεν ανέφερα στον γείτονά μου), το οποίο ατυχώς πέρασε απ’ το μυαλό μου: πιθανόν η Εύχαρις να επιμένει να παντρευτεί όπως

οι αγρότες, στους οποίους ανήκε, παρά όπως οι αριστοκράτες. Δηλαδή δεν θα φανταζόταν τον εαυτό

της δεσμευμένο στα άλυτα δεσμά του γάμου αν δεν

είχαμε δυο βιολάτορες να προηγούνται προς την εκκλησία, κι αν τον γαμπρό δεν τον πήγαιναν δυο άνδρες, εκείνη από πίσω, και στην πομπή να έρχεται

κι ένα γαϊδούρι με δυο κοφίνια, μ’ όλα τα προικιά

μέσα και τα στρωσίδια κλπ. Όλα αυτά, όπως είπα

πριν, πέρασαν αστραπιαία απ’ το μυαλό μου. Το

αποτέλεσμα ήταν πως παρότι δεν είχα αντίρρηση

να παρευρεθώ σε μια τέτοια εκδήλωση δίπλα σε κά-

ποιον Έλληνα φίλο μου, όμως δεν θα ήθελα να είμαι εγώ ο πρωταγωνιστής. Προκειμένου να γλυτώσω

ευγενικά απ’ αυτή την ιστορία, πρόσθεσα πως σε

κάθε περίπτωση έπρεπε να πάω πρώτα στην Αγγλία και να συμβουλευτώ τους φίλους μου εκεί.

Ο αξιότιμος γείτονάς μου τότε έφυγε, πολύ σοβαρός, χωρίς να δυσαρεστηθεί διόλου που ανέβαλα την αποδοχή της πρότασής του. Μετά τον είδα να

βγαίνει στον δρόμο και να τον περιτριγυρίζουν οι ενδιαφερόμενοι που ήθελαν να μάθουν τα νέα. Ο Δη-

μήτρης τα είχε κιόλας ακούσει, γιατί η πόρτα ήταν

210

ανοιχτή κι ο κατεργάρης άκουγε τις κουβέντες. Μόλις έφυγε ο επισκέπτης μου, άρχισε να γελάει, οπότε κατάλαβα ότι αυτός ήταν ο μυστικοσύμβουλος, κι άρχισα τις ερωτήσεις. Ομολόγησε τα πάντα και

πως η υπόθεση αυτή συζητιόταν τις τελευταίες τρεις

εβδομάδες και πως η Εύχαρις είχε κάνει επί τούτου

ένα γρήγορο ταξίδι από το σπίτι της στην επαρχία!

Άρα, υπήρχε όντως σοβαρή πρόθεση να μας κάνουν

ΕΝΑ – κι όλο αυτό χωρίς κανένα συμφέρον, που να

μπορούσα ν’ ανακαλύψω, από τη μεριά όσων σχεδίασαν την ίντριγκα!

211

ΧΙ Αφήγηση ενός πενθήμερου ταξιδιού στην Ελλάδα – Συνοδεία σε πικ-νικ – Η πεδιάδα του Μαραθώνα – Ο τύμβος

Η φιλοξενία των μοναχών – Πρόβειο γάλα και βούτυρο, καλύτερο από αγελαδινό – Οι αρετές μιας ομπρέλας

ξεκίνησε ο καπνός Πριν από λίγες μέρες, γνώρισα έναν Άγγλο

και δύο Αμερικανούς. Ο Άγγλος ήταν ο κ. Τζωρτζ

Μπουθ [George Booth] και οι Αμερικανοί ο κ. Ντορ [Dorr] και ο κ. Κέρτις [Curtis]. Είχαν ταξιδέψει και

είχαν δει πολλά, και η συζήτηση μαζί τους ήταν ευχάριστη και διδακτική.

Δύο χρόνια περίπου πριν από τη γνωριμία μου μαζί τους, είχαν πάει από το Παρίσι, μέσω Γερμανίας, στη Μολδαβία και τη Βλαχία, και είχαν μείνει

για λίγο στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί πήγαν στη Βαγδάτη, τη Σμύρνη, την Ιερουσαλήμ και επισκέφθηκαν τη Λαίδη Έστερ Στάνχοπ [Esther Stanhope]. Έπειτα πήγαν στην Αλεξάνδρεια, το Κάιρο

και τις Πυραμίδες, πίσω πάλι στην Αλεξάνδρεια, μετά στην Τύνιδα, και τώρα ζουν στην Αθήνα.

Σκοπός της αναζήτησής τους ήταν η γνώση, και

οι περιουσίες που ο καθένας διέθετε τους επέτρεπαν

να ταξιδεύουν με αυτή μόνο τη βλέψη.

213
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πώς

Ήθελαν να δουν τις πεδιάδες του Μαραθώνα, το Πόρτο Ράφτη κι ύστερα να επισκεφθούν τις Κάβο-Κολόνες [Σούνιο]. Μια που δεν είχα κάνει ακόμα αυτό το ταξίδι, αλυσοδεμένος όπως ήμουν στην

Αθήνα μετά την επιστροφή μου στην Ελλάδα, παρακάλεσα να τους συνοδεύσω και δέχθηκαν αμέσως.

Αφού πρώτα κανονίσαμε το ταξίδι μας και το οριστικοποιήσαμε, ξεκινήσαμε τις ετοιμασίες και

πήγαμε στο κάτω μέρος της πόλης για να νοικιάσουμε άλογα. Θέλαμε τέσσερα για μας, ένα για να μεταφέρει τη σκηνή και τα κουζινικά, άλλο ένα για να μεταφέρει μια μικρή βαλίτσα του καθενός μας, που περιείχε τον ιματισμό και τα είδη ατομικής περιποίησης, άλλα δύο για να μεταφέρουν τα κρεβάτια μας, κι άλλο ένα για τον άνδρα που τους ακολουθούσε σε όλα τα ταξίδια τους στη Συρία και την Αίγυπτο.

πέντε δραχμές

ημέρα. Αυτή είναι η συνηθισμένη τιμή για ένα ταξίδι έξι ως επτά ημερών.

Για μία ημέρα μόνο, η τιμή είναι έξι δραχμές.

Αφού διαλέξαμε τα άλογά μας και τις σέλες, ζητήσαμε να μας τα φέρουν την άλλη μέρα, νωρίς το

πρωί, στο ξενοδοχείο «Ρουαγιάλ», όπου έμεναν οι κύριοι.

Στη συνέχεια φροντίσαμε να παραγγείλουμε

λίγα κοτόπουλα και δυο μεγάλες κρεατόπιτες να είναι έτοιμες, προσθέσαμε λίγο ψωμί, μια δωδεκά-

δα μπουκαλάκια γαλλικό κρασί και έξι μπουκάλια

214
Είχαμε
καθένα
λοιπόν εννέα άλογα, που πληρώσαμε για το
την

μπράντι. Αυτά θα τα ετοίμαζε η κυρία Καζάλι, στο ξενοδοχείο, και θα τα έβαζε σε καλάθι. Μετά πήγαμε στην αποθήκη του κ. Μπράουν και αγοράσα-

με λίγο μαύρο και πράσινο τσάι, καφέ και ζάχαρη.

Προτού νοικιάσουμε τα άλογα, είχαμε πληροφορή-

σει τον Αιδ. κ. Χιλλ για την απόφασή μας και μας

πρότεινε, εφόσον το μοναστήρι της Πεντέλης ήταν

στον δρόμο μας προς Μαραθώνα, να κάνουμε ένα

πικ-νικ εκεί με την οικογένειά του.

Είχαν κι εκείνοι πολλές ετοιμασίες όπως κι εμείς, γιατί ήταν πολλοί. Τώρα θα καταφύγω στο ημερολόγιό μου για να περιγράψω αυτή τη μικρή περιοδεία.

Τετάρτη 6 Ιουλίου 1836 – πήγαμε την καθορισμένη ώρα, οκτώμισι το πρωί, στο σπίτι του άξιου πάστορα, δώσαμε οδηγίες στον υπηρέτη και τους αγωγιάτες* να πάνε στο μοναστήρι και να μας περιμένουν εκεί.

Η έφιππη πομπή αποτελούνταν από τον κ. Μπουθ, τον κ. Ντορ, τον κ. Κέρτις, εμένα, και από

τον κ. Χιλλ, τις δύο δεσποινίδες Μούλινγκεν, τη Μις Μπόλντουιν, τη Μις Ελίζαμπεθ (τη χαριτωμένη Κρητικιά που προανέφερα) και έναν Έλληνα

κύριο.

* Σ’ ένα ταξίδι, το κάθε άλογο έχει έναν οδηγό, που μερι-

κές φορές ακολουθεί με τα πόδια – άλλες έφιππος. Ονομάζεται αγωγιάτης. Φροντίζει το άλογο το βράδυ. Πληρώνεται από τον ιδιοκτήτη του ζώου και δεν στοιχίζει στον ταξιδιώτη.

215

Περνώντας από τις πεδιάδες του Χαλανδρίου,

πηγαίναμε με τ’ άλογα δυο-δυο. Εγώ είχα τη χαρά

να βρίσκομαι πλάι στην Κρητικιά κυρία, που μιλούσε πολύ καλά αγγλικά και η συζήτηση μαζί της

ήταν πολύ ζωηρή κι ευχάριστη. Σε εκδρομές σαν κι

αυτές, το ωραίο φύλο δείχνει ανεπαίσθητα τις χάρες

με τις οποίες το προίκισε η φύση. Η ίδια κυρία που

το προηγούμενο βράδυ στο σαλόνι ήταν συγκρατημένη, γίνεται τώρα εύθυμη, απλή, ανεπιτήδευτη

– παιδί της φύσης. Έτσι ήταν η Ελίζαμπεθ, κι ενώ όλοι διασκέδαζαν με τον τρόπο τους, εγώ διασκέδαζα με τον δικό μου, αναδεικνύοντας μ’ αυτή την ευκαιρία, όλα τα κρητικά θέλγητρα που διατελούσαν εν υπνώσει στο σαλόνι της κ. Χιλλ. Σε δύο ώρες φτάσαμε στα λατομεία του μαρμάρου. Είχαν περάσει δύο μήνες από τότε που τα είχα επισκεφθεί, και πόση διαφορά υπήρχε τώρα! Είχε

ανοίξει δρόμος από την Αθήνα μέχρι τους πρόποδες

του λόφου, και ανεβαίνοντας με τ’ άλογα ακούγαμε

διαρκώς εκρήξεις στον βράχο.

Φτάνοντας στη σπηλιά όπου ήταν το λατομείο, βρήκαμε εκεί περίπου διακόσιους εργάτες να δουλεύουν, κόβοντας τα κομμάτια που είχαν αποσπαστεί με την έκρηξη. Αυτά τα κομμάτια μαρμάρου

ήταν για την πρόσοψη του παλατιού και ήταν ολόλευκα. Τα ανάκτορα του Βασιλέα Όθωνα, όταν τελείωναν, παρότι δεν ήταν το πιο μεγάλα, θα ήταν

σίγουρα τα πιο όμορφα του κόσμου, και ασφαλώς

216

τα πιο κλασικά – κλασικό το χώμα, κλασικό το

μάρμαρο, κλασικοί οι εργάτες και, ευτυχώς για την κατασκευή του, υψηλό το κλασικό γούστο στην επίβλεψη: ο Βασιλιάς της Βαυαρίας είχε δώσει τη σημαντική του βοήθεια στο ζήτημα.

Οι εργάτες είχαν στήσει για τον εαυτό τους μικρές πέτρινες καλύβες, στον θαμνότοπο που βρισκόταν στην πλαγιά του βουνού, και είχαν φτιάξει

μια μικρή αποικία. Τη γενική επιστασία είχε ένας Γερμανός, όμως οι κτίστες ήταν σχεδόν όλοι Έλληνες. Κερδίζουν κάπου τρεις δραχμές τη μέρα, που

είναι πολύ καλή αμοιβή σε μια χώρα όπου το ψωμί

στοιχίζει μόνο μία πένα το κιλό.

Αφού οι κυρίες ερεύνησαν με θαυμασμό τη σπηλιά, προχωρήσαμε προς το μοναστήρι της Πεντέλης, όπου βρήκαμε τους υπηρέτες να έχουν φτάσει.

Πήραμε πρωινό κάτω από τα όμορφα γειτονικά

δέντρα και μείναμε εκεί μέχρι τις δύο. Εγώ κι οι τρεις φίλοι μου χαιρετήσαμε τον κ. Χιλλ και την

οικογενειακή του παρέα και συνεχίσαμε το ταξίδι.

Μας είχαν πληροφορήσει πως εάν διασχίζαμε το κάτω μέρος του Πεντελικού, θα φτάναμε σε τέσσερις ώρες στη Βραυρώνα. Κοιτώντας τον χάρτη

είδαμε πως μια θέση που τη λένε Βρανά βρισκόταν στην πεδιάδα του Μαραθώνα. Οι οδηγοί ήθελαν

να πάμε πρώτα στο Μαρούσι και την Κηφισιά, και στρίβοντας απ’ το βουνό να φτάσουμε στον Μαραθώνα. Όμως εμείς θεωρήσαμε και επιμείναμε πως

217

έκαναν λάθος και αποφασίσαμε ν’ ακολουθήσουμε

τη διαίσθησή μας. Αφού προχωρήσαμε για κάπου

μία ώρα, τα μονοπάτια άρχισαν λίγο να μπερδεύο-

νται, κι οι οδηγοί μάς επανέλαβαν πως κάναμε

λάθος, όμως επιμείναμε και περάσαμε πάνω από

μια περιοχή με όμορφα δάση, διασχίσαμε αρκετά

ρυάκια και περάσαμε από ένα αγροτόσπιτο πάνω

σε λόφο. Μετά μπήκαμε σε μια κοιλάδα, κι εκεί άρχισαν τα προβλήματα, με τα ζώα τα φορτωμένα

να κολλάνε στους θάμνους. Κάναμε μια σύσκεψη, με τους οδηγούς παρόντες. Αναγνωρίσαμε το λά-

θος μας και οι οδηγοί θριαμβευτικά μας είπαν πως

έπρεπε να γυρίσουμε πίσω όσο πιο γρήγορα γινό-

ταν, προτού πέσει η νύχτα, γιατί αν μας έπιανε η

νύχτα δεν θα μπορούσαμε να βγούμε στο σκοτάδι

απ’ τον λαβύρινθο του δάσους. Ήταν τώρα πέντε η

ώρα και θα είχε ακόμα φως για τρεις σχεδόν ώρες.

Έτσι πήραμε πίσω τον δρόμο για το μοναστήρι της

Πεντέλης, όπου φτάσαμε κατά τις οκτώ, αποφα-

σισμένοι να περάσουμε εκεί τη νύχτα. Ο υπηρέτης

που ήταν συνηθισμένος σ’ αυτόν τον τρόπο ταξιδιού

πήρε αμέσως τη σκηνή απ’ το ζώο που την κουβα-

λούσε, και με τη βοήθεια ενός αγωγιάτη την έστησε

μέσα σε ένα τέταρτο της ώρας, δίνοντας οδηγίες

συγχρόνως σ’ έναν άλλο ν’ ανάψει φωτιά. Όταν την

άναψαν, πήραν το τσαγιερό απ’ τα κουζινικά και

μέσα σε μισή ώρα από τη στιγμή που ξεπεζέψα-

με, απλώθηκε στο έδαφος, κάτω απ’ τη σκηνή, ένα

218

τραπεζομάντηλο, όπου τοποθετήθηκαν δυο κοτόπουλα, ένα καρβέλι και μπόλικο εξαιρετικό τσάι. Οι μοναχοί του μοναστηριού σε λίγο μας περιτριγύρισαν και μας πρόσφεραν ευγενικά τη βοήθειά τους. Έστειλαν τους υπηρέτες τους στα βουνά ν’ αρμέξουν τις προβατίνες και μας προμήθευσαν πρόβειο γάλα, που στην Ελλάδα είναι πολύ ελαφρύ. Το πρόβειο

βούτυρο ξεπερνά, κατά τη γνώμη μου, σε άρωμα

το αγελαδινό. Στην πραγματικότητα, αφού συνή-

θισα το βούτυρο από πρόβειο γάλα, το αγελαδινό

το έβρισκα μάλλον δυσάρεστο. Έτσι, απολαύσαμε

όλες τις πολυτέλειες μιας βουκολικής ζωής.

Την άνεση μιας σκηνής θα τη συνιστούσα σ’

όλους τους ταξιδιώτες στην Ελλάδα. Είναι τόσο

υγιεινό, σταματάς όπου θες κι αναπνέεις καθαρό

αέρα κι είσαι προστατευμένος από την υγρασία.

Στο εσωτερικό της σκηνής στρώθηκε ένα χαλί, και

πάνω εκεί μπήκαν τα στρωσίδια μας. Η σκηνή ήταν

αρκετά μεγάλη για τέσσερα άτομα. Θα συνιστούσα

ακόμα κάτι στους ταξιδιώτες στην Ελλάδα: πάντα

να πηγαίνουν παρέα δύο ή τρία ή τέσσερα άτομα (τέσσερα αρκούν) – πρώτον, γιατί έχεις παρέα·

δεύτερον, γιατί το ταξίδι στοιχίζει τα μισά· τρίτον, γιατί μπορεί να προστατέψει ο ένας τον άλλον αν χρειαστεί, παρόλο που δεν άκουσα ποτέ να έχει τύ-

χει κακής μεταχείρισης ταξιδιώτης στην Ελλάδα.

Μόλις δειπνήσαμε ωραία, ξαπλώσαμε· το ίδιο

και ο υπηρέτης, αφού προμηθεύτηκε τροφή για

219

την επομένη, τρία κοτόπουλα που αγόρασε με μία

δραχμή το ένα, τα έβρασε και τ’ άφησε να κρυώ-

σουν για να είναι έτοιμα για το δείπνο μας την άλλη

μέρα. Μετά άπλωσε έξω απ’ τη σκηνή μια λινάτσα

και έφτιαξε κι αυτός σκηνή.

7 Ιουλίου – Η χθεσινή νύχτα ήταν η πρώτη φορά

στη ζωή μου που κοιμόμουν σε σκηνή, και η αίσθηση

ήταν υπέροχη. Η δροσιά του αέρα, που είναι το ύψι-

στο της πολυτέλειας σ’ ένα ζεστό κλίμα, η ηρεμία

του τοπίου, που κάθε τόσο τη διέκοπταν τα κουδούνια των προβάτων που ακούγονταν πέρα, και

το μουρμούρισμα του ρυακιού, που τραβούσαν όλα

τους την προσοχή μου εναλλάξ, με νανουρίζαν.

Μας ξύπνησε ο υπεύθυνος του ταξιδιού μας στις

τέσσερις και μισή. Μας έφερε από το ρυάκι δροσερό

νερό σε λεκανίτσες και τις τοποθέτησε είτε πάνω

σε μια μεγάλη πέτρα είτε σε κούτσουρο δέντρου,

που τα είχαμε σαν τραπέζι, για να φρεσκαριστούμε.

Εκεί πάνω είχε ένα καθρεφτάκι, κάπου δεκεπέντε

επί δεκαπέντε εκατοστά. Ενώ κάναμε την τουαλέ-

τα μας, η σκηνή μαζεύτηκε και τακτοποιήθηκε, και ετοιμάστηκε το πρωινό. Οι προβατίνες μάς έδωσαν

πάλι γάλα, που μαζί με καφέ, φρυγανισμένο ψωμί

και κοτόπουλο συμπλήρωσε το πρωινό μας. Ταξιδεύοντας (είτε στην Ελλάδα είτε αλλού) έπρεπε να

είσαι πάντα ευγενικός με τους οδηγούς, δηλαδή τους

άνδρες που φροντίζουν τ’ άλογα. Είναι καλό να τους

δίνεις λίγο από το φαγητό σου, γιατί τους υποχρεώ-

220

νεις. Εξαρτάσαι πολύ απ’ αυτούς, επειδή αν μένεις

σε σκηνή, αυτοί σε κατευθύνουν σε καλά σημεία για

να κάνεις στάση – κι αυτό είναι το παν.

Μας βοήθησαν και στην παρούσα περίπτωση,

και στις έξι η ώρα ήταν όλα μαζεμένα. Ανεβήκαμε

στα άλογα και κινηθήκαμε με ταχύτητα έξι χιλιόμε-

τρα την ώρα. Οι αγωγιάτες πίσω μας οδηγούσαν τα

φορτωμένα άλογα.

Αφήσαμε το Πεντελικό και σε μία ώρα φτάσαμε

στο όμορφο χωριό Μαρούσι. Έχει περίπου εκατό σπίτια, όλα όμορφα χτισμένα, κυρίως από εύπορους

Αθηναίους που περνούν εδώ τα καλοκαίρια. Ολόγυρα είναι οι συκιές, μουριές κι ελιές. Και αμπέλια

καλλιεργούνται σε μεγάλη έκταση. Αφήνοντας το χωριό, περάσαμε πάλι μέσα από ένα ωραίο τοπίο ώσπου φτάσαμε στην Κηφισιά, που ονομάζεται έτσι

από τον ποταμό Κηφισό, που ρέει εκεί κοντά. Πώς

γίνεται κι αυτό το μέρος είναι ακόμα πιο μαγευτικό

απ’ το Μαρούσι. Είναι κάπως μεγαλύτερο και τα

σπίτια πιο ευρύχωρα. Οι ξένοι πρέσβεις και οι οικογένειές τους κατοικούν μερικές φορές εδώ το καλοκαίρι. Οι συκιές, που έχει πολλές, συντελούν ιδιαίτερα στη δροσιά και την ομορφιά της τοποθεσίας.

Αφού φύγαμε απ’ αυτό το όμορφο χωριό, αρχίσαμε να κάνουμε τον γύρο της Πεντέλης και περνώντας από ένα φαρδύ μονοπάτι μέσ’ από συστάδες από κουμαριές και έλατα, χάσαμε τη θέα της Αθήνας. Ήταν τώρα δέκα περίπου η ώρα, ο ήλιος είχε

221

ζεστάνει και χρειάστηκα απαραιτήτως την ομπρέ-

λα μου, κάτω απ’ τη σκιά της οποίας χαιρόμουν το γύρω τοπίο.

Φέρνω στο μυαλό μου, ακόμα και στην Αγγλία, την απόλαυση να βρίσκεσαι κάτω από ένα σκιερό

δέντρο, στο ύπαιθρο, μια ζεστή μέρα του Ιουλίου. Κι

αν ήταν σε γεωγραφικό πλάτος 38° ; Πόσο ευχάρι-

τα κλωνάρια της, κοιτώντας τη

εκεί έξω και θαυμάζοντας την πλούσια ομορφιά τού πέριξ τοπίου! Όμως να βρίσκεσαι μες στις καυτές

ακτίνες είναι άλλο ζήτημα τελείως, κι ό,τι πριν έδινε τόση χαρά, γίνεται τότε ανυπόφορο. Εκείνη την ώρα, στη σκιά της αξιόπιστης ομπρέλας μου, απολάμβανα το όλο σκηνικό. Κοίταζα τα βουνά, το φύλλωμα των δέντρων, την ομορφιά του ουρανού, μπορούσα να θαυμάζω τα πάντα. Ο αττικός ουρανός, ο πιο λαμπερός που μπορεί να συλλάβει κανείς, ζωντάνευε και καλούσε τα πάντα στη ζωή – και με τη βοήθεια της ομπρέλας μου τα απολάμβανα όλ’

αυτά. Στην πραγματικότητα, δεν μπορώ παρά να

θεωρώ πως οφείλω τη διατήρηση της υγείας μου

στην ομπρέλα μου, γιατί χωρίς αυτήν είμαι βέβαιος

πως δεν θα μπορούσα ν’ αντέξω τη ζέστη. Ακόμα, αντί να περνάω βιαστικός από μια όμορφη κοιλά-

δα, λόγω της αφόρητης ζέστης, αντί να προσπερνώ

στα γρήγορα οτιδήποτε τραβούσε την προσοχή μου

στον δρόμο, σταματούσα ήρεμα με την ομπρέλα μου

222
στο είναι να ξαπλώνεις κάτω
μια βελανιδιά που
από
απλώνει
λιακάδα

και παρατηρούσα το αντικείμενο όση ώρα και όσο

προσεκτικά ήταν απαραίτητο. Αυτό το απλό εξάρτημα του νοικοκυριού μου είχε γίνει ο ευφυής φρου-

ρός μου: διατηρούσε την υγεία μου και διπλασίαζε

τη χαρά μου από την απόλαυση του τοπίου αυτής

της όμορφης χώρας, που τα βουνά και οι πεδιάδες

της σφύζουν από καθετί ελκυστικό στο βλέμμα κι

ευχάριστο στην περισυλλογή και τη φαντασία.*

Αφού κάναμε τον γύρο της οροσειράς της Πεντέλης, μπήκαμε στ’ αποπίσω βουνά, που σφύζουν

από έλατα, και το μονοπάτι ήταν πολύ καλό. Μετά

από μία ώρα με τα άλογα φτάσαμε στην κορφή, και στην πεδιάδα αποκάτω είδαμε τον διάσημο Μαραθώνα. Σταθήκαμε για ένα τέταρτο της ώρας

* Οι αναγνώστες μου ίσως σκεφθούν πως επιμένω πολύ σ’ αυτό το θέμα της ομπρέλας, όμως ο ταξιδιώτης στην Ελλάδα

που πιθανόν διαβάσει τούτες τις σελίδες και πειστεί ώστε να

πάρει μια ομπρέλα ως αναγκαίο αξεσουάρ για το ταξίδι του, θα

με ευγνωμονεί καθημερινά. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει

τρόπος να εντυπώσω στο μυαλό ενός ταξιδιώτη που έρχεται

από τα βόρεια κλίματα, τον κίνδυνο της άμεσης έκθεσης στις

ακτίνες του ήλιου, σε γεωγραφικό πλάτος 38°, από τα μέσα Ιου-

νίου έως τα μέσα του Σεπτέμβρη. Οι εννέα στους δέκα Ευρω-

παίους που φτάνουν στην Ελλάδα αρρωσταίνουν μ’ αυτόν τον τρόπο. Έρχονται στη χώρα τον Ιούνιο και κυκλοφορούν σαν να

βρίσκονται στην Αγγλία, οπότε τ’ αποτελέσματα είναι προφανή.

Ποτέ δεν αρρώστησα στην Ελλάδα παρά μόνο από τη ζέστη

και τον ήλιο. Μόλις άρχισα να χρησιμοποιώ την ομπρέλα μου, ήμουν τόσο καλά στην Ελλάδα όσο και στην Αγγλία.

223

να θαυμάσουμε την ομορφιά του τοπίου και να ξεκουραστούν τα άλογα, γιατί η ανάβαση είναι πολύ

δύσκολη. Μετά κατηφορίσαμε. Λαμβάνοντας υπό-

ψη και την ταχύτητα της κατάβασης, ο δρόμος έχει

πολλές στροφές, που διπλασιάζουν την απόσταση.

Στα μισά του δρόμου, τα ψηλά έλατα έκρυβαν τον

ήλιο. Διασχίζαμε αυτό το υπέροχο δάσος τουλάχιστον επί μισή ώρα.

Σύντομα φτάσαμε στην πεδιάδα, και κατά τη

μία ήμασταν στον Βρανά, αφού είχαμε ταξιδέψει για τουλάχιστον τέσσερις ώρες κάτω από έναν καυτό

ήλιο, χωρίς την παραμικρή ενόχληση. Ο Βρανάς είναι στα δεξιά της πεδιάδας του Μαραθώνα, πάνω

σε μικρό ύψωμα, και είναι μέρος για να κάνει στάση

ο ταξιδιώτης. Υπάρχει ένα μικρό μοναστήρι, με λίγους μοναχούς, όπου μπορείς να βρεις όποιο δροσιστικό ρόφημα μπορεί να προσφέρει ένα αγροτικό

χωριό. Στην είσοδο του μοναστηριού έχουν χτίσει

μια μαρμάρινη βρύση, που το νερό της έρχεται από

τα πίσω βουνά. Ξεχύνεται σαν καταρράκτης, και

το νερό που περισσεύει οδηγείται από ένα μεγάλο

ξύλινο κανάλι που πέφτει από έναν γκρεμό, φουσκώνοντας κι αφρίζοντας στην πεδιάδα κάτω.

Όσο οι υπηρέτες ετοίμαζαν το δείπνο μας, εμείς

ανεβήκαμε στ’ άλογα και πήγαμε στον τύμβο, στην

πεδιάδα, ενάμισι χιλιόμετρο μακριά. Παρατηρήσαμε πως είχε γίνει μια μεγάλη εκσκαφή στον τύμβο

και δεν είχε επιχωματωθεί ξανά, παραμορφώνοντας

224

έτσι αυτό το παράξενο αντικείμενο. Είναι κρίμα

να επιτρέπονται τέτοια πράγματα. Ανεβήκαμε με

τ’ άλογα μέχρι την κορυφή του τύμβου, γύρω στα

εννιά μέτρα ύψος, και μείναμε εκεί για μισή ώρα.

Μετά επιστρέψαμε μέσα από την πεδιάδα προς το μοναστήρι. Υπάρχουν καλλιέργειες εδώ κι εκεί στην

πεδιάδα, όμως το μεγαλύτερο μέρος της είναι γεμάτο γαϊδουράγκαθα. Το έδαφος ωστόσο είναι πολύ

πλούσιο και μπορεί να γίνει εξαιρετικά παραγωγικό.

Στην επιστροφή μας στο μοναστήρι βρήκαμε έτοιμο το φαγητό μας, κάτω από μια μεγάλη συκιά στην αυλή, και φάγαμε εκεί.

Επειδή το ταξίδι που είχαμε κάνει ήταν μεγάλο, παραμείναμε εδώ, για να ξεκουραστούν τα ζώα, ως τις τέσσερις. Στο μεταξύ οι μοναχοί μάς έδειξαν τα κελιά τους και μας πήγαν σ’ ένα εκκλησάκι πάνω στον λόφο, εκατόν ογδόντα μέτρα μακριά. Το εσωτερικό του ήταν όμοιο με όλες τις ελληνικές εκκλησίες της επαρχίας, λίγες εικόνες στους τοίχους και, κοντά στο ιερό, ένα μικρό ποτήρι γεμάτο λάδι, όπου

έκαιγε ένα φυτίλι. Αν έχεις δει μία εκκλησία στην Ελλάδα, τις έχεις δει όλες.

Η γύρω περιοχή ήταν καλλιεργημένη με αμπέλια, μουριές, ελιές και αρτυματικά φυτά. Μερικά απ’ αυτά τα φάγαμε στο δείπνο μας.

Στις τέσσερις καβαλήσαμε τ’ άλογά μας, ακολουθήσαμε την πεδιάδα και φτάσαμε στην παραλία. Μετά πήραμε το μονοπάτι που οδηγούσε στη

225

Βραυρώνα. Η ύπαιθρος που περνούσαμε ήταν πολύ

όμορφη. Συστάδες από κουμαριές και άλλα αειθαλή

ωρίμαζαν σε μεγάλους όγκους, σαν να είχαν τοπο-

θετηθεί εκεί από ανθρώπινο χέρι, δίνοντας την εντύπωση ενός πελώριου χώρου αναψυχής ή πάρκου.

Εδώ κι εκεί υπήρχαν ψηλά πλατάνια και βελανιδιές και άλλα δέντρα, που το είδος τους μου το εξήγησε ο κ. Μπουθ. Ο ίδιος είχε ζήσει πολύ καιρό στη

Γερμανία κι είχε κολλήσει το μικρόβιο των Γερμανών για εξειδικευμένη επιστημονική έρευνα. Αυτή

τη φορά επρόκειτο για τη βοτανική. Μακρηγορούσε

για τον κορμό, τα κλαδιά, τα φύλλα κάθε δέντρου

και φυτού, περιγράφοντας τη διαφορά τους, και το έκανε με τόσο απλό τρόπο, χωρίς σχολαστικότητα, που οι παρατηρήσεις του ήταν ευχάριστες.

Υπάρχουν τρία είδη ενασχολήσεων για τη διασκέδαση ενός ταξιδιώτη: η βοτανική, η ορυκτολογία και το σχέδιο. Μια επαρκής γνώση των τριών, με στόχο τη διασκέδαση, είναι εφικτή σε πολύ λίγο χρόνο.

Ο δρόμος μας ήταν στα οχτακόσια μέτρα από τη

θάλασσα, στ’ αριστερά μας, με τα βουνά στα δεξιά

μας. Μετά από τρεις ώρες ταξίδι (δεν κάνει ποτέ

κανείς πάνω από εφτά χιλιόμετρα την ώρα), μας

έπιασε η νύχτα και απείχαμε ακόμα δύο ώρες με τα

άλογα από τη Βραυρώνα. Οι οδηγοί μάς σύστησαν

λοιπόν να σταματήσουμε, γιατί ο δρόμος ήταν πολύ

περίπλοκος. Συμφωνήσαμε σ’ αυτό και μας οδήγη-

226

σαν σ’ ένα ποταμάκι, λίγο έξω από τον δρόμο, όπου

στήσαμε τη σκηνή μας.

Γύρω μας υψώνονταν οι κορυφές των βουνών

κι ήταν σαν να μας περικυκλώνουν. Ασχοληθήκα-

με όλοι με τις ετοιμασίες. Η φωτιά ήταν το πρώτο που φροντίσαμε. Ενώ στηνόταν η σκηνή, κόψαμε

ξερά κλαδιά από τα δέντρα και τους θάμνους, και σε λίγο είχαμε μια δυνατή φωτιά. Η φωτιά είναι ό,τι

πιο χαρμόσυνο μπορεί κανείς να φανταστεί σε μια

τέτοια περίπτωση, ακόμα και καλοκαιριάτικα. Το φως που δίνει απλώνεται λίγα βήματα από σένα, ενώ το σκοτάδι πέρα μοιάζει σαν όριο και σαν διαχωριστικό που δεν πρέπει να πλησιάσεις. Η αγριάδα του τοπίου, με τον συνακόλουθο ρομαντισμό της, ενισχύουν αυτή την εντύπωση.

Όμως η ρομαντική ατμόσφαιρα δεν είναι τίποτα

χωρίς τα δώρα της Δήμητρας και του Βάκχου. Σύντομα ήρθε μπροστά μας το γεύμα, που ήταν φρυγανιές, τσάι και γάλα από τον γειτονικό βοσκό, που

είδε τη φωτιά μας και άρμεξε τις προβατίνες του

για μας. Ο υπηρέτης, όταν ήμασταν στον Βρανά, είχε φροντίσει να προμηθευτεί κοτόπουλα, που ένα

τους προστέθηκε στο γεύμα μας.

Τίποτα καλύτερο για τον ταξιδιώτη από ένα φλιτζάνι τσάι. Είναι η μεγαλύτερη απόλαυση στον κόσμο. Όποια άλλη πολυτέλεια κι αν έχεις, κάτι σου

λείπει αν δεν υπάρχει τσάι στο τραπέζι, αν όμως έχεις

τσάι και φρυγανισμένο ψωμί, είσαι ικανοποιημένος.

227

Αφού τελειώσαμε το γεύμα, οι σύντροφοί μου

διασκέδασαν καπνίζοντας το τσιμπούκι τους, κάτι που δεν μπορούσα να συμμεριστώ, αλλά μ’ ευχαρι-

στεί να βλέπω τους άλλους ευτυχισμένους και δεν μ’

ενοχλεί να κάνω παρέα με καπνιστές. Με διαβεβαιώνουν όμως όσοι καπνίζουν πως είναι οπωσδήποτε

μεγάλη ανακούφιση για τον ταξιδιώτη. Κουβεντιά-

ζοντας γι’ αυτό με τους συντρόφους μου, οι έπαινοι

για τον καπνό μού θύμισαν μια ιστορία, κάτι σαν

τις Χίλιες και μια νύχτες, που ο δάσκαλός μου ο Φρεορίτης μού διηγήθηκε μια μέρα στα ελληνικά, σαν απλό μάθημα, κι εγώ τη διηγήθηκα στους συνταξιδιώτες μου.

Ορίστε η ιστορία, για να μαθαίνουν όσοι (εάν υπάρχουν τέτοιοι) τιμήσουν το ημερολόγιό μου μελετώντας το:

Τον παλιό καιρό, προτού ο άνθρωπος χρησιμοποιήσει τον καπνό, ήταν ένας Πέρσης που ήταν πολύ

δεμένος με τη γυναίκα του. Τόσο που όταν ο καλός

άνθρωπος πήγαινε να δουλέψει στα χωράφια (γιατί

ήταν αγρότης) η γυναίκα του τον συνόδευε πάντα.

Η

γυναίκα του πέθανε σε ατύχημα κι ο άνδρας ήταν

απαρηγόρητος. Αφού έθαψε την πολυαγαπημένη

του, έχτισε ένα όμορφο μνημείο στη μνήμη της και

συνήθιζε να πηγαίνει κάθε μέρα να θρηνεί στον τάφο

της, γιατί έτσι έβρισκε παρηγοριά στον πόνο του.

Μια μέρα, ενώ βρισκόταν ως συνήθως στον

τάφο, είδε να φυτρώνει ένα φυτό από τη γη όπου

228

ήταν θαμμένη η γυναίκα του. Εντυπωσιασμένος, του ήρθε η ιδέα πως αυτό το φυτό τού το έστελνε

η αγαπημένη του γυναίκα, για να το περιποιείται.

Το φρόντισε λοιπόν, και σύντομα έγινε πολύ μεγάλο. Μετά από λίγο καιρό ανέφερε το γεγονός σ’ έναν δερβίση που κατοικούσε σ’ ένα γειτονικό χωριό

και ζήτησε τη συμβουλή του. Ο δερβίσης, μόλις το άκουσε, συλλογίστηκε για λίγο και του είπε να πάει

πάλι την επομένη. Τότε ο δερβίσης τού είπε πως

ύστερα από προσευχές, τού εμφανίστηκε τη νύχτα

σε όραμα η πληροφορία ότι το φυτό αυτό είχε στα-

λεί για να το έχει παρηγοριά στον πόνο του για

τον χαμό της αγαπημένης του γυναίκας· και πως

του γεγονότος εξαπλώθηκε, και αναρίθμητοι άνθρωποι πήγαν να βρουν τον καημέ-

νο, να μάθουν για το θαύμα. Όσοι είχαν βρεθεί σε παρόμοιες καταστάσεις ικέτευσαν τον καλό άνθρωπο να τους δώσει λίγα φύλλα και διαπίστωσαν, ή έτσι φαντάστηκαν, ότι τους παρηγορούσε και στις δικές τους έγνοιες και δυσκολίες.

Επειδή τα φύλλα ενός φυτού δεν επαρκούσαν για

229
πρέπει να πάρει τα φύλλα, να τα ξεράνει και να τα στρίψει σε σχήμα σωλήνα, κι όποτε τον πιάνει θλίψη για τη γυναίκα του, να παίρνει έναν απ’ αυτούς τους σωλήνες, να τον ανάβει στη μια άκρη και να βάζει την άλλη στο στόμα του· και να ρουφάει τον καπνό που θα βγαίνει από τα φύλλα, που δεν ήταν παρά το πνεύμα της χαμένης του συζύγου. Η φήμη αυτού

την αυξημένη ζήτηση, ο χωρικός φύτεψε τους σπό-

ρους κι έφτιαξε ένα μεγάλο χωράφι, κι άλλα πολλά

με τον καιρό. Σε λίγα χρόνια, διαθέτοντας αυτό το

βάλσαμο της Γαλαάδ, έγινε ένας από τους πλουσιό-

τερους στην Περσία, και ο Σουλτάνος τού έδωσε μια

επαρχία να διοικεί.

Έτσι περάσαμε το βράδυ. Τα μόνα πουλιά που ακούγαμε ήταν τ’ αηδόνια, που τα έχει άφθονα η Ελλάδα. Τ’ αηδόνια στα γειτονικά δέντρα εξακολούθησαν το τραγούδι τους για πολύ ακόμη, αφότου πήγαμε για ύπνο.

230

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙ

Καλύβια – Ένα τέχνασμα – Οι Άγγλοι στην Ελλάδα –

Βραυρώνα – Πόρτο Ράφτη – Κολοσσιαίο άγαλμα – Κερατέα – Λαύριο – Ακρωτήριο Σούνιο – Θάλασσα των

Νηρηίδων – Ολυμπία – Χαιρετώντας το χωριό – Επιστροφή στην Αθήνα 8 Ιουλίου – Στις πέντε το πρωί είχαμε ξυπνήσει, η σκηνή μας ήταν μαζεμένη και συσκευασμένη, κι αφού κάναμε την τουαλέτα μας, πήραμε πρωινό.

Στις έξι είχαμε τελειώσει τα πάντα και καβαλήσαμε τ’ άλογά μας. Ήμασταν περιτριγυρισμένοι (όπως περιέγραψα χθες) αμφιθεατρικά από μικρά δενδρώδη

βουνά, κι η λαγκαδιά ήταν το πολύ εκατόν ογδόντα

μέτρα απ’ τη μια άκρη στην άλλη. Τώρα βγαίναμε απ’

αυτήν και ξαναμπαίναμε στον κεντρικό δρόμο, συνεχίζοντας την πορεία μας. Μέσα σε μία ώρα φτάσαμε

στα Καλύβια, ένα χωριό με πέντε-έξι σπίτια.

Πλησιάζοντας το χωριό καταφύγαμε σ’ ένα τέχνασμα, για ν’ αποφύγουμε μια ενόχληση που στην

Ελλάδα είναι πραγματικά δυσάρεστη, και είναι η

εξής: Όποτε φθάνει Φράγκος* ταξιδιώτης σε χω-

* Φράγκος είναι οποιοσδήποτε είναι ντυμένος με δυτικοευρωπαϊκά ρούχα.

231

ριό, όλα τα τσοπανόσκυλα του χωριού ορμάνε και

του ρίχνονται, οπότε είν’ αναγκασμένος να χρησιμοποιεί το καμουτσίκι του για να τα κρατάει μακριά, ώσπου να έρθουν οι οδηγοί και να τα διώξουν.

Μας έχει συμπεριφερθεί επανειλημμένα με αυτόν τον απολίτιστο τρόπο ο σκυλίσιος πληθυσμός του

τόπου, γι’ αυτό σκεφτήκαμε τον ακόλουθο τρόπο

να γλυτώσουμε: Κάπου τετρακόσια μέτρα απ’ το

χωριό, κατεβήκαμε από τ’ άλογα και πήραμε λίγες

πέτρες στα χέρια κι άλλες λίγες βάλαμε στις τσέ-

πες. Καβαλικέψαμε πάλι τ’ άλογα και μπήκαμε στο χωριό, ο ένας κοντά-κοντά στον άλλον στη σειρά. Τρία-τέσσερα σκυλιά, ως συνήθως, ήρθαν να μας παρενοχλήσουν. Εμείς δεν δώσαμε σημασία, μέχρι

που άγγιξαν σχεδόν τα πόδια των αλόγων μας. Μόλις όμως δόθηκε το σύνθημα, τους ρίξαμε τις πέτρες και το κόλπο πέτυχε. Όλες οι πέτρες έπεσαν

απάνω τους και τα σκυλιά σταμάτησαν αμέσως· το προκλητικό γαύγισμα έγινε θρηνητικό, έβαλαν την

ουρά στα σκέλια κι έφυγαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Η νίκη μας είχε ηρωικότατη συνέχεια. Όσο

ο εχθρός υποχωρούσε, εμείς τον κυνηγούσαμε και

τον χτυπούσαμε από πίσω αδειάζοντας τις τσέπες

μας. Μ’ αυτόν τον τρόπο το κυνηγητό συνεχίστηκε για οχτακόσια μέτρα. Στο τέλος ο κυνηγημένος

εχθρός ήταν τόσο φοβισμένος που δεν είχε χρόνο να γαυγίσει αλλά έτρεχε μπροστά μας ήσυχα, σαν ένα

τσούρμο από λαγούς.

232

Αυτή η αστεία σκηνή έκανε όλο το χωριό να μας

κοιτάζει, ρώτησαν τους οδηγούς ποιοι είμαστε. Οι

οδηγοί τούς είπαν πως είμαστε Άγγλοι «Μιλόρδοι»,

και στην επιστροφή μας όλοι στο χωριό έβγαζαν τα

καπέλα τους – τέτοιο σεβασμό τρέφουν για το όνο-

μα των Άγγλων. Το έχω ακουστά με βεβαιότητα

από ταξιδιώτες, καθώς και από Έλληνες, πως οι

αγρότες στη βόρεια Ελλάδα μαθαίνουν στα παιδιά

τους να κλαίνε όταν βλέπουν Φράγκο, αλλά μόλις

ακουστεί η λέξη «Εγγλέζος», τα μικρά που πριν

έσκουζαν, αμέσως στεγνώνουν τα δάκρυά τους κι

έρχονται κοντά στον ξένο να τον χαϊδέψουν.

Αυτό, οπωσδήποτε, λέει πολλά για μερικούς

συμπατριώτες μας, γιατί η γνώμη για ένα έθνος

σχηματίζεται πάντα από εξατομικευμένα δείγματα

αυτού του έθνους.

Αφού σταματήσαμε και μείναμε για λίγα λεπτά

μ’ αυτούς τους χωρικούς, κι οι οδηγοί μας έβγαλαν

λίγο νερό απ’ το πηγάδι στην άκρη του δρόμου και

γέμισαν μια γούρνα, που ήταν επίτηδες εκεί, για τη χρήση των ταξιδιωτών, κι αφού δροσίσαμε εκεί τα

άλογά μας μετά το κυνηγητό, συνεχίσαμε τον δρό-

μο μας αποφασισμένοι να χρησιμοποιούμε το ίδιο

τέχνασμα σε κάθε χωριό. Πράγματι, έτσι κάναμε κι

αποδείχθηκε άκρως αποτελεσματικό.

Περάσαμε από το ίδιο τοπίο πάρκου σαν το

χθεσινό. Πάνω σ’ έναν λόφο, τετρακόσια μέτρα στ’

αριστερά μας, χωρίς θάμνους, παρατηρήσαμε ένα

233

όμορφο μεγάλο ελάφι, με διακλαδωτά κέρατα. Αυτό

ήταν το πρώτο ελάφι που είδαμε, όμως ακούω πως

τα βουνά στο εσωτερικό είναι γεμάτα. Είχε σταθεί

στο ύψωμα να μας παρατηρήσει, κι εμείς ανταποκριθήκαμε και του κάναμε τη χάρη. Μετά κατευθυνθήκαμε προς το σημείο όπου στεκόταν. Μόλις το ελάφι το αντιλήφθηκε, κατέβηκε ορμητικά τον λόφο και πήγε προς την παραλία.

Επιστρέφοντας στον δρόμο μας συνεχίσαμε ν’

ακολουθούμε την ακτογραμμή, στα οχτακόσια μέτρα

απ’ αυτήν, και φτάσαμε στη Βραυρώνα, ένα χωριό

με καμιά δεκαριά σπίτια. Αυτό ήταν το χωριό που θα

’πρεπε να είχαμε συναντήσει αν πηγαίναμε μέσα από

τις στενωπούς της Πεντέλης, την πρώτη μέρα.

Σταματήσαμε στο χωριό για λίγα μόνο λεπτά να δροσίσουμε τ’ άλογά μας με νερό απ’ το πηγάδι του

δρόμου, όπου είναι πάντα δεμένος ένας δερμάτινος

κουβάς. Μετά συνεχίσαμε τον δρόμο μας. Επειδή

θέλαμε να δούμε το Πόρτο Ράφτη, ξεστρατίσαμε,

για να φτάσουμε εκεί κόβοντας δρόμο. Δώσαμε

εντολή στους υπηρέτες να πάνε τις αποσκευές στην Κερατέα, όπου σκοπεύαμε να κάνουμε στάση. Τραβήξαμε τον δρόμο προς την παραλία και σε λίγο συναντήσαμε έναν νεαρό βοσκό που έβοσκε ένα κοπάδι αιγοπρόβατα. Επειδή του μίλησα ελληνικά, πείστηκε εύκολα, για μία δραχμή, να μας συνοδεύει ώσπου να φανεί το Πόρτο Ράφτη, κάπου μιάμιση ώρα δρόμο.

234

Μας πήγε πάνω απ’ τον λόφο και την κοιλάδα, μέσα από ένα πολύ όμορφο και ρομαντικό τοπίο. Περάσαμε και από μια εκκλησία, που παλιά θα ήταν

μεγάλο κτίριο. Στον δρόμο συνάντησε έναν άλλο

βοσκό, του σφύριξε, τον χαιρέτησε και του ζήτησε

να προσέχει λίγο το κοπάδι του όσο αυτός θα έλειπε

για καμιά

ένα μέρος από το κοπάδι του.

Η κατάβαση απ’ αυτό το βουνό ήταν πολύ δύσκολη κι αναγκαστήκαμε να ξεπεζέψουμε. Τα άλογα πηδούσαν και γλιστρούσαν στις ρωγμές και τις κατηφοριές. Όμως σε μισή ώρα είχαμε φτάσει σώοι

στην πεδιάδα κάτω, ήταν ένας απέραντος αμπελώνας. Προχωρήσαμε προς την παραλία και βρήκαμε κάτι καΐκια στον κόλπο.

Το Πόρτο Ράφτη έχει μεγάλη χωρητικότητα, είναι τόσο μεγάλο λιμάνι όσο κι ο Πειραιάς. Στην αρχαιότητα ήταν μια εμπορική πόλη με πολλή κίνηση.

Υπάρχει ένα νησί στην είσοδο του Πόρτο Ράφτη, με το κολοσσιαίο άγαλμα ενός άνδρα επάνω.

Μείναμε μισή ώρα να παρατηρούμε αυτό το θέαμα

235
όπως μας αποκά-
Μετά από μία ώρα ταξίδι φτάσαμε στην κορυφή ενός λόφου. Μόλις ο βοσκός μάς έδειξε το Πόρτο Ράφτη, στην πεδιάδα κάτω, έβαλε με πολύ σεβασμό το χέρι του στο στήθος και είπε: μία δραχμή. Στο αίτημά του αποκριθήκαμε αμέσως, κι έφυγε βιαστικά προς τα πίσω, γιατί φοβόταν, καθώς είπε, μη χάσει
ώρα με τους αφέντες,
λεσε.

και μετά προχωρήσαμε μέσα απ’ τους απέραντους

αμπελώνες για να ξαναβγούμε στον κεντρικό δρόμο. Καθώς δεν είχαμε οδηγούς, τα ελληνικά μου

χρησίμευαν όταν ρωτούσαμε τους αγρότες για τον

σωστό δρόμο. Η πεδιάδα μέσ’ από την οποία τώρα

περνούσαμε ήταν καλλιεργημένη σε μεγάλη έκταση.

Καλλιεργούνταν κάθε λογής κηπευτικά: κολοκύθια, πεπόνια, λάχανα, πατάτες, αρακάς κλπ. Σκόρπια

ήταν αρκετά λευκά εξοχικά σπιτάκια, που ομόρφαι-

ναν το σκηνικό. Παραλάβαμε τις αποσκευές μας σε

μία ώρα από την Κερατέα, όπου φτάσαμε κατά τις

δύο η ώρα.

Η Κερατέα ανήκει στην κυβέρνηση κι είναι το πιο χαριτωμένο χωριό που έχω δει ως τώρα. Με το που κατέφθασαν τα άλογά μας, όλη η πόλη βγήκε

έξω, άνδρες και γυναίκες, να μας δουν. «Αφέντες

Εγγλέζοι», ψιθύριζαν οι διάφορες παρέες, κι όλοι

επιθυμούσαν να μας καλωσορίσουν στο σπίτι τους.

Μπήκαμε σ’ ένα σπίτι, μετά σε άλλο. Κάποια ήταν

πολύ μικρά, άλλα άβολα. Τελικά, αποφασίσαμε να κατασκηνώσουμε στο ύπαιθρο, σ’ ένα άνοιγμα κοντά στο χωριό, στον ίσκιο από μεγάλες συκιές. Οι

κάτοικοι του χωριού μαζεύτηκαν γύρω μας. Η άφι-

ξή μας ήταν γιορτή για τους ανθρώπους, που μας

επισκέφθηκαν ενώ δειπνούσαμε. Σ’ αυτό το μέρος

έρχεται συχνά ο Βασιλιάς –τουλάχιστον έτσι μου

είπαν οι χωρικοί–, κι αυτό μπορεί να είναι η αιτία

της καθαριότητας και της ευημερίας του χωριού.

236

Μετά το φαγητό, ενώ πίναμε τον καφέ μας, καυγάδισαν οι αγωγιάτες για τον δρόμο προς το Σούνιο, απ’ το οποίο απείχαμε κάπου πέντε ώρες.

Έτσι προσλάβαμε έναν άνδρα από το χωριό που

γνώριζε κάθε σπιθαμή του εδάφους και θα έμενε

στην υπηρεσία μας με πέντε δραχμές την ημέρα, όσο τον χρειαζόμασταν. Ήταν ένας εξηντάχρονος

άνδρας, γερός, κοτσονάτος και πολύ κινητικός. Μας

πρότεινε να κοιμηθούμε σ’ ένα μέρος, τρεις ώρες

δρόμο, όπου υπήρχε πηγάδι και τσομπάνης, γιατί

στο Σούνιο, είπε, δεν θα βρίσκαμε ούτε άνθρωπο

ούτε νερό, και το νερό είναι απαραίτητο όταν στή-

νεις τη σκηνή σου.

Περιμέναμε ως τις τέσσερις στη σκιά της συκιάς

και μετά ξεκινήσαμε. Αρχίσαμε ν’ ανεβαίνουμε το

όρος Λαύριο, που είχε πάνω του τη σκουριά από

τα ορυχεία αργύρου που άλλοτε εκμεταλλεύονταν οι Αθηναίοι. Περάσαμε μέσα από πευκοδάση, σκόρπια

σε υψώματα και πεδιάδες, κι όταν φτάσαμε στην

κορυφή, που λέγεται Λαυρέντιο, αγναντέψαμε προς

τα κάτω κι είδαμε τ’ όμορφο ηλιοβασίλεμα προς τον Κορινθιακό Κόλπο. Μετά από μία ακόμα ώρα με

το άλογο, φτάσαμε στο πηγάδι που αναφέραμε, οι αγωγιάτες σφύριξαν και χαιρέτησαν, οι τσομπάνηδες απάντησαν κι έφερναν τα κοπάδια τους κοντά, όπως μας επιβεβαίωσε ο ήχος των κουδουνιών. Η θέση που είχαμε διαλέξει ήταν πολύ καλή για μας – λίγο προφυλαγμένη κάτω απ’ την άκρη του

237

λόφου. Τη διαλέξαμε επειδή ο αέρας ήταν πολύ δυνατός. Η σκηνή μας στήθηκε σύντομα κι ανάψαμε φωτιά. Στο μεταξύ, ο βοσκός, ένας άντρας με

σκληρή όψη, ντυμένος με προβιές απ’ την κορυφή

ως τα νύχια, σαν τον Ροβινσώνα Κρούσο, εμφανίστηκε φέρνοντας ένα μεγάλο δερμάτινο φλασκί γεμάτο γάλα και άλλο ένα με γιαούρτι, ένα είδος πηγμένου γάλατος. Το ανακατέψαμε με ζάχαρη κι ήταν

υπέροχο. Στην Αθήνα, το έβρισκες από τον Μάρτιο

μέχρι τον Ιούλιο, συνήθως σερβίρεται με γλύκισμα.

Αφού τελειώσαμε το φαγητό κι οι σύντροφοί μου

πήραν τα τσιμπούκια τους, μιλήσαμε με τον βοσκό

για το ταξίδι μας. Είπε πως το Ακρωτήριο Σούνιο

απείχε δυο ώρες, κι αν ξυπνούσαμε την επομένη στις

έξι, θα φτάναμε εκεί στις οκτώ. Μας συμβούλεψε

να μην πάρουμε τ’ άλογα με όλες τις αποσκευές, «γιατί», συνέχισε «εδώ θα πρέπει να επιστρέψετε

ξανά, όποιο δρόμο κι αν πάρετε –είτε προς Βάρη

είτε προς Κερατέα πάλι– αφού δεν υπάρχει δρόμος

παραλιακός». Πρόσθεσε ότι πολλοί από τους συμπατριώτες μας –«Εγγλέζοι αφέντες»– έρχονταν

από εδώ, κι έβαλε το χέρι στο στήθος, σαν ένδειξη

σεβασμού προς το αγγλικό έθνος, σε υπηκόους του οποίου απευθυνόταν.

Μετά πήγαμε για ύπνο σ’ αυτή την ερημιά, ανάμεσα σε βοσκούς και στα κοπάδια τους. Τα κουδούνια μάς νανούριζαν να κοιμηθούμε.

9 Ιουλίου 1836 – Το πρωί, μετά από έναν βαθύ

238

ύπνο, ανεβήκαμε στα άλογα στις έξι, παίρνοντας

μαζί μας μόνο τον οδηγό που είχαμε προσλάβει

στην Κερατέα. Τον βάλαμε σ’ ένα από τ’ άλογα και

του δώσαμε να κρατά ένα δερμάτινο φλασκί γεμάτο

νερό κι ένα μπουκάλι μπράντι, γιατί στο Ακρωτήριο

Σούνιο ο κουρασμένος ταξιδιώτης δεν θα βρει ούτε

νερό να σβήσει τη δίψα του.

Ανάμεσα στα σπίτια αυτών των βοσκών και το ακρωτήρι του Σουνίου δεν υπάρχει ούτε ένα σπί-

ορυκτολόγος δεν θα χάσει τον καιρό του αν εξετάσει προσεκτικά το μέρος αυτό.

Τελικά, ο διάσημος ναός μάς φανερώθηκε ενώ

πλησιάζαμε την κορυφή ενός μικρού λόφου. Επιταχύναμε το βήμα των αλόγων μας και σε λίγο φτάσαμε εκεί και εξετάσαμε με λαχτάρα και προσοχή τ’

απομεινάρια από τους κίονες, που είναι φτιαγμένοι

από λευκό μάρμαρο. Έχουν απομείνει δώδεκα κίονες

και μία αψίδα, όλα καλά συντηρημένα. Καθίσαμε

πάνω στις δροσερές πλάκες, στη σκιά από τις κολόνες, και απολαύσαμε τη θέα προς το Αιγαίο, με τ’

αναρίθμητα νησιά. Η φρεγάτα «Πόρτλαντ» απεί-

χε δέκα μίλια και παράδερνε με το ελαφρύ αεράκι, σαν να προσπαθούσαν οι άνδρες της να φτάσουν

239
τι. Πλησιάζοντας το ακρωτήριο περάσαμε από δύο λόφους, συγκεντρώνοντας στοιχεία που με κάνουν να σκεφθώ ότι ένας
η
έμαθα
στη στεριά. Ο Σερ Έντμουντ, η Λαίδη Λάιονς και
οικογένειά τους βρίσκονταν σ’ αυτό το πλοίο, κι
αργότερα απ’ αυτούς πως έφτασαν το ίδιο

απόγευμα. Σταματήσαμε

γρήγορα, όμως η υπομονή

εξαντλήθηκε και κατεβήκαμε στους πρόποδες

κάτω απ’ τον ναό.

Σκεφθήκαμε σαν τον Ογουάιν Γκλύντυρ [Owen Glendower], πως θα μπορούσαμε σε κάθε περίπτω-

ση να «καλέσουμε» αυτά «τα πνεύματα από τα μεγάλα βάθη». Τα καλέσαμε πράγματι, και μάλιστα στη γλώσσα που ήξεραν ν’ ακούν, είκοσι αιώνες

πριν. Αλλά, όπως στην περίπτωση του διάσημου

ορεσίβιου που προανέφερα, «δεν ήρθαν όταν εμείς

τις καλέσαμε». Κι αφού όταν δεν πάει ο Μωάμεθ

στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ, βγάλαμε

τα ρούχα μας και κολυμπήσαμε στο κύμα που μας

καλούσε. Προνοήσαμε να βουτήξουμε αφού πρώτα

βρέξαμε τα μαντήλια μας στο αλμυρό νερό και τα

δέσαμε στο κεφάλι για προστασία από τον ήλιο όσο

θα κολυμπούσαμε, αλλιώς ο κολυμβητής κινδυνεύει

να πάθει ηλίαση.*

* Πολύ αργότερα, μιλούσα για το ταξίδι μου στο Σούνιο στον Ανδρέα Μιαούλη, τον εγγονό του Ναυάρχου Μιαούλη, και μου είπε πως στη διάρκεια του πολέμου, ο ίδιος, δύο από

240
κάπου κοντά
για
την ελπίδα πως θα δυνάμωνε κάπως ο αέρας και το «Πόρτλαντ» θα έφθανε
στον ναό
μία περίπου ώρα, με
μας
του ακρωτηρίου, σχεδόν
Τ’ απότομα βράχια τα ξεπλένει
σπηλιές, που τα
τα
ήταν η αγαπημένη κατοικία των
η θάλασσα και τριγύρω υπάρχουν
παλιά
χρόνια
Νηρηίδων.

Αφού μείναμε όσο θέλαμε στους πρόποδες του

ακρωτηρίου, ανεβήκαμε στ’ άλογα κι επιστρέψαμε

στο πηγάδι όπου είχαμε αφήσει τις αποσκευές μας.

Φτάσαμε στις έντεκα η ώρα. Μείναμε στο πηγάδι

έως τη μία, κάτω από τη σκηνή. Επειδή ξέραμε πως

δεν θα ξανασταματούσαμε προτού φτάσουμε στη

Βάρη, έξι ώρες δρόμο, φροντίσαμε να φάμε προτού

ξεκινήσουμε. Τώρα περνούσαμε από μια περιοχή με

πλούσιο δάσος, σε μερικά σημεία και πολύ εύφορη, χωρίς κάτι αξιόλογο στη διαδρομή (μόνο λόφους και λαγκάδια με βελανιδιές και αειθαλή). Φτάσαμε στις

τρεις στην Ολυμπία [Olympia, μάλλον σημερινή

Σαρωνίδα, κοντά στο όρος Όλυμπος Αττικής], ένα χαριτωμένο χωριό λίγο έξω απ’ τον δρόμο. Σταθήκαμε στο πηγάδι του δρόμου, κι αφού γεμίσαμε

την ποτίστρα με τον δερμάτινο κουβά, δροσίσαμε

τ’ άλογά μας για λίγα λεπτά και συνεχίσαμε τον δρόμο.

Τώρα μπαίναμε σε μια πεδιάδα που οδηγούσε

τους θείους του και ένας γιος του Κουντουριώτη πήγαιναν στη Σύρα, κι επειδή δεν είχε πολύ αέρα, άραξαν για να επισκεφθούν

τον ναό της Αθηνάς. Καθώς αποβιβάζονταν, τους περικύκλωσαν οπλισμένοι άνδρες (Έλληνες ληστές), που τους έπιασαν, κι επειδή ήξεραν ποιοι ήταν, τους είπαν πως δεν θα γλύτωναν αν

δεν πλήρωναν λύτρα 50.000 πιάστρα (το πιάστρο είναι 3,5 σελίνια). Μετά από μια φιλονικία, το ποσό μειώθηκε σε 40.000 κι αναγκάστηκαν να στείλουν κάποιους στην Ύδρα για να φέρουν

και να πληρώσουν τα λύτρα, προτού τους επιτραπεί να φύγουν.

241

στη Βάρη. Μεγάλα τμήματα αυτής της πεδιάδας

ήταν καλλιεργημένα, με αγροτόσπιτα κοντά τους. Αυτό ήταν το πιο ευχάριστο κομμάτι όλου του ταξιδιού, ο δρόμος έστριβε μέσα από συστάδες αειθαλών, και κάθε πέντε λεπτά παρουσιαζόταν καινούργια θέα. Αυτή η περιοχή είναι σίγουρα πολύ

ελκυστική κι αξίζει την προσοχή του γεωπόνου. Το

διάφορα ρυάκια που κατεβαίνουν από τους γειτονικούς λόφους. Κι απέχει μόνο τρεις ώρες με το άλογο από την Αθήνα. Βιαστικοί να φτάσουμε στη Βάρη, προπρορευτήκαμε από τ’ άλογα με τις αποσκευές μας και στις

έξι η ώρα φάνηκε το χωριό, στο ενάμισι χιλιόμετρο.

Καλπάσαμε με τ’ άλογά μας και σύντομα φτάσαμε. Μας επιτέθηκαν ως συνήθως τα σκυλιά του χωριού, τα ξεφορτωθήκαμε όμως, όπως και πριν, πετροβολώντας τα.

Το χωριό της Βάρης αποτελείται από πέντε-έξι

αγροτόσπιτα, συντηρημένα σε πολύ καλή κατάσταση. Μόλις φτάσαμε, βρήκα τον υπηρέτη του Σωτηριάδη, που είχε σταλεί στο κτήμα για κάποιο θέλημα.

Έτσι εξασφαλίσαμε καλή υποδοχή. Όλοι οι χωρικοί, μικροί και μεγάλοι, άντρες και γυναίκες, είχαν βγει

να υποδεχτούν τους Άγγλους αφέντες. Οι χωρικοί

ήταν εξαιρετικά ευγενικοί. Μόλις έφθασαν οι αποσκευές, η σκηνή στήθηκε ταχύτατα, κι άναψε φωτιά

σ’ ένα από τα σπίτια, για να βράσει το νερό μας.

242
γόνιμο και
από
έδαφος είναι πολύ
ποτίζεται καλά

Παρεμπιπτόντως, πριν μπούμε στο χωριό παρατηρήσαμε αρκετούς τύμβους που είχαν ανασκαφτεί και μπήκαμε σε κάποιους. Ο ένας ήταν τόσο

μεγάλος που βάλαμε και ένα άλογο μέσα μαζί μας.

Αυγά, γάλα, γιαούρτι, τις συνήθεις πολυτέλειες της βουκολικής ζωής, μας πρόσφεραν οι χωρικοί, μαζί και λίγα ολόγλυκα αχλάδια απ’ το γειτονικό

περιβόλι. Με αυτά, με τσάι, φρυγανιές και δυο κοτόπουλα, καταφέραμε να φάμε ένα πλούσιο γεύμα. Επειδή προτιμούσαμε να μείνουμε στο ύπαιθρο, άναψαν μια φωτιά και μαζευτήκαμε γύρω της, ήρθαν κι οι χωρικοί κοντά μας και κάθισαν με σταυρωμένα πόδια. Μας είπαν ότι το αγρόκτημα ανήκε σ’ ένα μοναστήρι κι ότι τ’ αφεντικά τούς φέρονταν

πολύ καλά. Το σιτάρι είχε θεριστεί και αποθηκευτεί, αλλά ο τρύγος δεν είχε αρχίσει ακόμα, αυτό γινόταν

στα τέλη Αυγούστου. Κοντά στο χωριό έχει κάποιες

αλυκές, που αποφέρουν καλό εισόδημα.

Πήγαμε να ξεκουραστούμε στη σκηνή κι οι χω-

ρικοί πήγαν στα σπίτια τους. Όμως από κουταμάρα

είχαμε βάλει τη σκηνή σ’ ένα σημείο που είχε χρησιμοποιηθεί για μαντρί, κι έτσι στη μέση της νύχτας

ένιωσα κάτι να με τσιμπάει στη γάμπα. Ψάχνοντας

βρήκα ένα πελώριο τσιμπούρι που γευμάτιζε εις βάρος μου κι είχε προχωρήσει τόσο σ’ αυτό το (υποθέτω) νόστιμο σημείο του σώματός μου, που δεν το έπεισα να φύγει παρά μόνο πληρώνοντας με τη ζωή του – ακριβοπληρωμένο γεύμα.

243

10 Ιουλίου 1836 – Σήμερα (Κυριακή) σηκωθήκαμε στις πέντε η ώρα κι αφού τελειώσαμε το πρωινό μας πήραμε τον δρόμο του γυρισμού. Μόλις στρίψαμε από τον Υμηττό, πρόβαλε η Αθήνα.

Για να εκτιμήσεις τη θέα της Ακρόπολης, πρέπει

να έχεις να τη δεις μερικές ημέρες. Μετά σού εμφανίζεται σαν το πρόσωπο ενός παλιού φίλου. Το σεβάσμιο μνημείο φαντάζει όλο και πιο ξεχωριστό

όσο συχνότερα ανανεώνεται η γνωριμία μαζί του.

Σε μία ώρα φτάσαμε στους Τράχωνες, στο σπίτι του κ. Λουριώτη,* που έχω αναφέρει προηγουμένως

ως έναν από τους Έλληνες εκπροσώπους στην Αγγλία.

Ο Καρέας, τόπος κατοικίας του κ. Μπρέισμπριτζ,

* Η μακρά παραμονή αυτού του κυρίου στην Αγγλία τον

έχει εξοικειώσει με τις συνήθειες και τους θεσμούς μας. Τις ιδέες

που προέκυψαν απ’ αυτά τις έφερε μαζί του στην Ελλάδα, κι

ακόμα τις διατηρεί. Ελπίζω πως κάποια μέρα θα έχει τη δύναμη

να βοηθήσει να γίνουν παρόμοιοι θεσμοί στην Ελλάδα – γιατί η συνταγματική μοναρχία είναι το καλύτερο είδος διακυβέρνησης

που μπορεί να επινοηθεί σ’ αυτή τη χώρα, και το μόνο που ται-

ριάζει στη φύση αυτού του λαού. Ο αλέγρος Έλληνας έχει τα

ίδια αισθήματα με τους προγόνους του, και γι’ αυτό δεν θα ενθάρρυνε ποτέ τον δεσποτισμό. Αντίθετα, ο ευεργετικός έλεγχος

που πηγάζει από τον μηχανισμό μιας συνταγματικής μοναρχίας

θα μετριάσει και θα μειώσει την αγριάδα και τον παραλογισμό

που συνήθως συνοδεύει την ξαφνική ανάδυση από ένα ημιβάρβαρο κράτος.

244

ήταν τώρα στα δεξιά μας, δυόμισι χιλιόμετρα από

τον κεντρικό δρόμο προς Αθήνα. Όμως δεν είχα-

με καιρό να επισκεφθούμε αυτόν τον κύριο, καθώς

θέλαμε να φτάσουμε εγκαίρως για τη θρησκευτική

σύναξη του Αιδ. κ. Χιλλ. Φτάσαμε επομένως στην

Αθήνα κατά τις εννέα και μισή, κι έτσι τέλειωσε μια

από τις πιο ευχάριστες εκδρομές που θυμάμαι να

έκανα ποτέ στην Ελλάδα, ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα.

245

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙΙ Έλληνες γαιοκτήμονες – Οι ιδιοκτησίες τους – Μητρώο

κτημάτων – Τουρκική αβροφροσύνη – Ελληνική αγροτική οικονομία – Περίεργος τρόπος αλωνίσματος του σιταριού – Τούρκικο λουτρό – Κάρβουνο και ανθρακωρυχεία

στην Ελλάδα

Λίγο μετά την επιστροφή μου από τη μικρή περιοδεία που περιέγραψα στο τελευταίο κεφάλαιο, είχα μια μεγάλη και ενδιαφέρουσα συζήτηση, στο σπίτι

του Στρατηγού Τσωρτς, με τον Μόστρα [Mostra], τον γραμματέα του, που λόγω της θέσης του έχει

γνωρίσει όλους τους προύχοντες του βασιλείου, έχει

προσφέρει σε διάφορες υπηρεσίες και μπορείς να εμπιστευτείς τη γνώμη του. Θα αναφερθώ λοιπόν στους προύχοντες κάπως λεπτομερώς.

Ξεκίνησα τη συζήτηση λέγοντας ότι άκουσα πως

η κυβέρνηση έβγαλε διαταγή όλα τα κτήματα να

καταγραφούν, και ήθελα να ξέρω αν αυτό ισχύει.

Είπε πως όντως ισχύει, και συνέχισε πληροφορώντας με ότι οι μεγάλοι γαιοκτήμονες στον Μωριά

είναι ο Ζαΐμης, ο Λόντος, ο Ανδρόπουλος, ο Μπενι-

ζέλος Ρούφος, ο Κολοκοτρώνης, ο Δεληγιάννης κλπ.

Έχουν μεγάλες εκτάσεις γης σε διάφορα μέρη του

247

Μωριά, και ολωνών τα κτήματα είναι καλά. Ανυπομονούν να δανειστούν χρήματα με μέτριο τόκο, για να καλλιεργήσουν την περιουσία τους. Η υπόλοιπη ιδιωτική γη ανήκει σε μικρότερους ιδιοκτήτες.

Οι μισές απ’ αυτές τις ιδιοκτησίες θα αποδειχθούν

καλές, μόλις καταγραφούν. Τις άλλες μισές, θεωρούσε πως έπρεπε να τις χειριστούν με τον ακόλουθο τρόπο: Οι ιδιοκτήτες πρέπει να υποχρεωθούν να δηλώσουν τις ιδιοκτησίες τους, και μετά να ανακοινώσουν δημόσια πως είναι δικές τους και να περιμένουν τρία χρόνια· αν στο τέλος αυτής της περιόδου

δεν παρουσιαστεί κανείς διεκδικητής να αποδεικνύει

την απαίτησή του, τότε το άτομο που έχει την περιουσία λόγω χρησικτησίας και όχι με τίτλους, θα γίνει νόμιμος ιδιοκτήτης αυτής της περιουσίας, όλοι οι μελλοντικοί διεκδικητές θα διαγραφούν, και η κυβέρνηση πρέπει να του δώσει τίτλο ιδιοκτησίας.

Αν σ’ αυτή την περίοδο των τριών δοκιμαστικών

ετών ο ιδιοκτήτης ζητήσει χρήματα για να καλλι-

εργήσει τη γη του, τότε οι γείτονές του, που έχουν

καλά κτήματα, με τίτλους, θα εγγυηθούν γι’ αυτόν, για το ποσό των χρημάτων που θα δανειστεί, ώσπου

να αποκτήσει το κτήμα μετά την πάροδο των τριών

ετών, και τότε τα χρήματα θα πάνε στο κτήμα σαν υποθήκη.

Ο Μόστρα ήξερε πως θα πήγαινα στην Αγγλία

και με παρακάλεσε να εκθέσω το θέμα καθαρά στον

κόσμο της Αγγλίας, αν μου δινόταν η ευκαιρία. «Η

248

πατρίδα σας είναι η μόνη χώρα που μπορεί να μας

βοηθήσει», είπε, «και σας παρακαλώ να κάνετε κάτι γι’ αυτό. Η Ελλάδα προσβλέπει στην Αγγλία

και τους Άγλους για να τη βοηθήσουν στην εκκίνηση». Υποσχέθηκα στον Μόστρα πως θα το έκανα, και κράτησα την υπόσχεσή μου στις Περιπλανήσεις

μου. Τη γνώμη αυτού του κυρίου την εκτιμώ, γιατί είναι πολύ δεμένος με όλους τους γαιοκτήμονες, γνωρίζει καλά τους ίδιους και τις ανάγκες τους.

Η συζήτηση θα κρατούσε περισσότερο, όμως

ήρθε ο Τούρκος πρέσβης και η ακολουθία του για

επίσκεψη στον Στρατηγό και την κυρία του.

Η Εξοχότης του βρισκόταν στην Αθήνα τρεις περίπου μήνες. Είναι εντεταλμένος για την τακτοποίηση των τουρκικών περιουσιών στο Νεγροπόντε [Εύβοια]. Υπό την προστασία του, οι Τούρκοι μπορούν είτε να καλλιεργήσουν ακόμα την περιουσία τους, ακολουθώντας τους ελληνικούς νόμους, είτε να την πουλήσουν και να εγκαταλείψουν τη χώρα.

Ο Τούρκος πρέσβης ήταν ένας από τους επικεφαλής αξιωματικούς στη μάχη της Αθήνας και είχα ακουστά ότι διακρίθηκε για τη γενναιότητά του. Η

Εξοχότης του, αφού κάθισε, έκανε τις ερωτήσεις που απαιτεί η ευγένεια, ζήτησε άδεια από την κυρία να

του επιτρέψει να καπνίσει το τσιμπούκι του γιατί, καθώς είπε, του είχε γίνει δεύτερη φύση. Μόλις του δόθηκε άδεια, κάλεσε αυτόν που κρατούσε την πίπα

του και τον διέταξε να φέρει το τσιμπούκι.

249

Όταν αυτός μπήκε, εμείς ακολουθήσαμε όλοι την

καλή αγγλική συνήθεια να πάρουμε τσάι. Η Λαίδη Τσωρτς παρακάλεσε τον διερμηνέα να πει στην

Εξοχότητά του πως η ίδια έκανε το τσάι σύμφωνα

με το αγγλικό έθιμο και τον ρώτησε αν θα έπαιρνε

ένα φλιτζάνι. Μόλις του το μετέφεραν, εκείνος απάντησε,

φτιαχτεί από τα χέρια της

ωραίας κυρίας.

Αυτό το μικρό δείγμα τουρκικής αβρότητας έγινε δεκτό με πολλές επευφημίες από την ομήγυρη, καθώς ήταν απρόσμενο και ειπωμένο την κατάλληλη στιγμή.

Λίγες μέρες πριν απ’ αυτή τη συνάντηση, είχα γνωριστεί με την Εξοχότητά του (ένας φίλος μού τον είχε συστήσει) και μου είχε δώσει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τη στρατιωτική οργάνωση της Τουρκίας.

Είπε πως ο Σουλτάνος είχε σχεδόν 200.000 τακτικό στρατό, πως όλοι οι αξιωματικοί είναι Τούρκοι εκπαιδευμένοι στις ευρωπαϊκές τακτικές από

Ευρωπαίους αξιωματικούς.

Όταν τον ρώτησα αν υπήρχαν Ευρωπαίοι αξιωματικοί στον τουρκικό στρατό, ξεκάθαρα είπε πως δεν υπήρχε κανείς, οι Ευρωπαίοι είχαν κληθεί να διδάξουν απλώς τους ντόπιους αξιωματικούς το καθήκον τους, όμως δεν είχαν αξίωμα στο στρά-

250
πολύ ευγενικά, πως σπάνια έπινε τσάι, αλλά αυτή τη φορά δεν θα τ’ αρνιόταν, γιατί θα ήταν σίγουρα ωραίο, αφού είχε

τευμα, και επανέλαβε πως όλοι οι αξιωματικοί

ήταν Τούρκοι.

Ο Σουλτάνος πρέπει να είναι εξαιρετικός άνθρω-

πος, αφού πέτυχε τόσα πολλά σε τόσο μικρό διάστημα, και αν η Υψηλότης του ζήσει άλλα σαράντα

χρόνια, η νέα κατάσταση πραγμάτων θα έχει στα-

θεροποιηθεί τόσο ώστε να αψηφά τη δύναμη των

Ρώσων στην περιοχή. Αλλά επειδή δεν αναμένεται

να ζήσει τόσο καιρό, είναι αδύνατο να προβλέψει

κανείς τι θα προκύψει, όλα θα εξαρτηθούν απ’ τους

διαδόχους του, αν είναι ταλαντούχοι όπως εκείνος.

Ήταν πια μέσα Ιουλίου κι ο καιρός ζέσταινε, έτσι δεν μπορούσα να κουνήσω μεσημεριάτικα χωρίς την ομπρέλα μου. Όμως το πρωί είχα συνηθίσει

να σηκώνομαι στις πέντε η ώρα και να περπατώ με

τον Δημητρόπουλο προς τους στύλους του Ναού του Διός, όπου καθισμένος σε μια σκιά από τις κολόνες, παρακολουθούσα την εργατικότητα των Αθηναίων.

Γύρω από τη βάση των στύλων είχαν πλακοστρώ-

σει μεγάλες πέτρες και τις χρησιμοποιούσαν για αλώνι.

Ο τρόπος που αλωνίζουν είναι παράξενος. Μπήγουν στο έδαφος ένα μεγάλο δοκάρι, που υψώνεται

ενάμισι μέτρο από το έδαφος, κι εκεί δένουν ένα μα-

κρύ σχοινί, καρφωμένο στη βάση. Σ’ αυτό το σχοι-

νί δένουν δώδεκα άλογα πλάι-πλάι. Το σχοινί που

κρατά από το καπίστρι το πλησιέστερο άλογο εί-

ναι έξι μέτρα. Ένα πιο κοντό σχοινί ενώνεται με το

251

καπίστρι του επόμενου αλόγου, και ούτω καθεξής, ώσπου να δέσουν όλα τ’ άλογα μ’ αυτόν τον τρόπο, στο ένα μέτρο απόσταση το ένα από το άλλο, κι όλα

πλάι-πλάι.

Ο οδηγός τότε χτυπά το καμουτσίκι και τ’ άλογα

πηδούν πάνω στο σιτάρι που είναι στρωμένο κάτω

από τα πόδια τους. Τα πιο απομακρυσμένα αναγκάζονται να καλπάζουν, αυτά που είναι πιο κοντά προχωρούν με μικρά βηματάκια. Σε πέντε-έξι

λεπτά το πλησιέστερο άλογο, με το τύλιγμα του σχοινιού γύρω από το δοκάρι, τραβιέται κοντά στο

δοκάρι και δεν περισσεύει πια σχοινί, οπότε όλα σταματούν. Τότε τα άλογα ξεζεύονται, τα κεφάλια τους στρέφονται στην άλλη κατεύθυνση, και το

άλογο που πριν ήταν πιο κοντά και προχωρούσε

αργά, μπαίνει τώρα πιο μακριά από το δοκάρι, στην

άκρη του κύκλου, και τώρα είναι η σειρά του να

καλπάσει. Έτσι γίνεται το αλώνισμα των σιτηρών.

Αυτός είναι βεβαίως ο πιο γρήγορος τρόπος, και

σε δύο-τρεις ώρες τ’ άλογα είχαν ξεπεζευτεί, τ’ απομεινάρια απ’ το αλώνισμα είχαν μαζευτεί και καθαριστεί, ενώ τα φύτρα παρέμεναν στις πέτρες. Αρ-

γότερα συγκεντρώνονται σε σωρό και σχηματίζουν

ένα κάθετο παραπέτασμα που πάνω σ’ αυτό τινάζουν το σιτάρι, πέφτει το φύτρο και μένει χώρια το άχυρο. Τότε το λιχνισμένο στάρι μαζεύεται, μπαίνει σε τσουβάλια, φορτώνονται τα άλογα και το πάνε στο καθορισμένο μέρος. Πήγα πολλές φορές προς

252

τα τέλη Ιουλίου να δω αυτή την επιχείρηση. Υπήρχαν πολλές μεγάλες θημωνιές στοιβαγμένες γύρω, και κάθε μέρα ένας χρησιμοποιούσε το αλώνι το ένα

πρωί, το άλλο ο επόμενος, όμως το μέρος ήταν αρκετά μεγάλο για δύο ή τρεις παρόμοιες εργασίες την ίδια ώρα.

Ένας άλλος τρόπος που χρησιμοποιούν οι μικροί αγρότες είναι μ’ ένα ζευγάρι βόδια, που απλά

περπατούν πάνω στο στάρι, σέρνοντας ένα κομμάτι

ξύλο, που πάνω του στέκεται ένας άνδρας. Μ’ αυτόν

τον τρόπο χτυπούν το στάχυ και παίρνουν τον καρ-

πό απ’ το φλούδι.

Ο πνιγηρός καιρός με ανάγκασε για πρώτη

φορά να κάνω ένα τούρκικο λουτρό, όπου με κάλεσε

ένας Έλληνας φίλος. Το χαμάμ ήταν σ’ έναν δρόμο

πίσω από το σπίτι μου. Πρώτα μας έβαλαν σε μια

αίθουσα απολαυστικά δροσερή, μετά σ’ ένα δωμάτιο

εσωτερικό, γεμάτο καυτούς ατμούς, που σύντομα

διείσδυσαν στους πόρους, σε δέκα λεπτά άρχισε η

εφίδρωση. Ύστερα περάσαμε στη διαδικασία του λουσίματος, που είναι στην πραγματικότητα το τρίψιμο μ’ ένα φανελένιο λάστιχο, όπως τρίβει το άλογο ο ιπποκόμος. Μετά από είκοσι λεπτά αυτής

της διαδικασίας, μας έβρεξαν με χλιαρό νερό.

Βγαίνοντας απ’ το μπάνιο, ξαπλώνεις σ’ ένα κρεβάτι κι ο υπηρέτης σού φέρνει καφέ, και πίπα αν θέλεις. Η τιμή είναι περίπου μιάμιση δραχμή –

περιλαμβάνει το λούσιμο, τον καφέ, την πίπα κλπ.

253

Βγαίνοντας από το λουτρό, μετά από ένα τέτοιο

μπάνιο, χρειάζεται να τυλιχτείς στην κάπα σου, γιατί οι πόροι είναι τόσο ανοιχτοί ώστε, ακόμα και

μια ζεστή μέρα στην Αθήνα, αυτή η προφύλαξη είναι απαραίτητη. Ο Δρ Ηπίτης, ο πλούσιος ιατρός, μου είπε ότι προτού εγκαταλείψει το επάγγελμά του

σκόπευε να εγκαταστήσει πολλά λουτρά για να τα

έχει η πόλη στη διάθεσή της. Κι επειδή είναι γιατρός

και πολύ πλούσιος, σίγουρα κάτι χρήσιμο και συγ-

χρόνως ωραίο για την πόλη θα φτιάξει. Στην Αθήνα

υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις γι’ αυτό, υπάρχουν

κρήνες σε όλη την πόλη, που εφοδιάζονται από μια

πηγή της Πεντέλης, και δεν υπάρχει έλλειψη νερού, καλοκαίρι και χειμώνα.

Όσο ο φίλος μου κάπνιζε την πίπα του ξαπλωμένος, εγώ έπινα τον καφέ μου, κι ο υπηρέτης μού

έβαλε στο χέρι, ως επιπλέον πολυτέλεια, μια εφημερίδα. Συνάμα μού υπέδειξε ένα άρθρο που ήταν ενδιέφερον για τον ίδιο. Αφορούσε το κάρβουνο. Γιατί

τώρα ήταν υποχρεωμένος, για να ζεστάνει το νερό, να καίει ξύλο, που ήταν πανάκριβο. Η εφημερίδα

έγραφε το εξής: πως εκτός από τα ανθρακωρυχεία

στην Κύμη, την Εύβοια και τη Γαστούνη, στη δυτική Ελλάδα, που ήδη λειτουργούσαν, είχαν βρεθεί

ακόμα δύο κοιτάσματα άνθρακα, ένα στο Γαρδίκι, στη Φθιώτιδα, απ’ το οποίο έχουν ήδη σταλεί δείγματα στον υπουργό Εσωτερικών, κι άλλο ένα ανακαλύφθηκε στην Ανδρίτσα, στον Μωριά.

254

Οι Έλληνες γνωρίζουν σίγουρα πόσο σημαντικό

είναι αυτό, γιατί η ίδια εφημερίδα κάνει την εξής

παρατήρηση: «Ελπίζουμε τέτοιες ανακαλύψεις να πολλαπλα-

σιαστούν στην Ελλάδα. Θα αποτελέσουν μια πολύ

σημαντική πηγή πλούτου. Εν ολίγοις, λίγα ορυκτά

αξίζει να τραβήξουν την προσοχή της κυβέρνησης

όσο το κάρβουνο. Αυτό το υλικό παίρνει τη θέση

του ξύλου, που τώρα είναι ανεπαρκές για να δουλέψουν τα πολλά ορυχεία της ηπειρωτικής χώρας, και εξυπηρετεί υπέροχα το συμφέρον του ανθρώπου, εκατονταπλασιάζοντας την εργατικότητά του. Λένε

πως τα χρυσωρυχεία καταστρέφουν την εργατικότητα, ενώ τα ανθρακωρυχεία την αυξάνουν».

255

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙV

Ένας επισκέπτης – Ταξίδι στα νησιά – Ύδρα – Μεταξουργία – Ζάχαρη – Δικαστήριο – Αξιόποινες πράξεις – Σύρα – Η προνομιακή κοινωνική ζωή [της Τήνου] –Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Αίγινα – Σημαντική μεταλ-

λική πηγή – Το μουσείο – Υποχρεώσεις της πολιτισμένης

Ευρώπης προς την Ελλάδα – Πώς να αποπληρωθούν –Αρχαιότητες

Ο φίλος μου ο Φωκίων με επισκέφθηκε ένα πρωί, μόλις είχε επιστρέψει από ταξίδι ενός μήνα στα

νησιά του Αιγαίου με καΐκι,* που χωρούσε εκείνον

κι έναν φίλο που ταξίδευε μαζί του. Αυτό το ταξίδι

έγινε για την υγεία του, λόγω μιας αδιαθεσίας που

του είχε προκαλέσει η πολλή δουλειά στο γραφείο. Πήραμε μαζί πρωινό, κι αυτό ήταν ευκαιρία να μου κάνει παρέα για λίγη ώρα. Καθώς ο Φωκίων είναι έξυπνος άνθρωπος και παρατηρεί προσεκτικά

ό,τι περνάει από μπροστά του, θα παραθέσω εδώ

τα ουσιώδη σημεία αυτής της κουβέντας για τις τοποθεσίες που είχε επισκεφθεί στη διάρκεια της περιοδείας του.

* Πλοιάριο ελληνικό.

257

« Οδηγήσαμε το μικρό μας σκάφος», είπε, *

«προς την Ύδρα. Ο άνεμος ήταν ούριος και μας έσπρωξε προς τα εκεί σε περίπου δώδεκα ώρες.

Μας καλωσόρισαν οι φίλοι μας, και ο κ. Κωνσταντουλάκης, που συναντήσαμε εκεί, μας έδωσε

ενδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικά με την επιχείρηση που ξεκινούσε. Η κυβέρνηση τού παραχώρησε για μια οκταετία το αποκλειστικό δικαίωμα

να παράγει βιομηχανικά μετάξι. Είναι απαραίτητο

να γίνει μια αρχή, και παρόλο που αυτό το αποκλειστικό προνόμιο μπορεί να θεωρηθεί ασύμφορο, ωστόσο δεν έχει γίνει επαρκώς άνοιγμα αυτή

τη στιγμή ώστε να μπορεί κανείς να αντέξει έναν

επιτυχημένο ανταγωνισμό. Αλλά στο τέλος μιας επταετίας ή οκταετίας εργασιών, τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Η κυβέρνηση τον δέσμευσε να πάρει στην επιχείρησή του, τους πρώτους τρεις μήνες, είκοσι πέντε άτομα, κι αυτός ο αριθμός θα αυξάνεται κάθε τρεις μήνες, ώσπου να φτάσει τους

εκατό εργάτες, τους οποίους είναι υποχρεωμένος

να εκπαιδεύσει στις δικές του εγκαταστάσεις επεξεργασίας.

»Τους πρώτους τρεις μήνες, τα άτομα αυτά θα τρέφονται με έξοδα του κ. Κωνσταντουλάκη. Τους

* Φυσικά προτίθεμαι να παραθέσω μόνο τα ουσιώδη της συζήτησης, χρησιμοποιώντας αυτή τη μορφή λόγου απλά και μόνο για ευκολία.

258

επόμενους τρεις μήνες θα παίρνουν από ενενήντα

λεπτά έως δύο δραχμές την ημέρα, ανάλογα με το

ταλέντο που θα επιδεικνύουν. Στο μεταξύ όμως, όσοι είναι αργοί και δεν μπορούν να μάθουν, πιθανόν

ν’ απολυθούν. Αυτό το ύφασμα είναι πολύ επικερ-

δές για τον επιχειρηματία, γιατί ο μεταξοσκώληκας εξαπλώνεται τώρα σε όλη την Ελλάδα και η κατανάλωση του επεξεργασμένου μεταξιού οπωσδήποτε θα αυξάνεται όσο αυξάνεται κι ο πλούτος των κατοίκων.

»Το εργοστάσιο θα στηθεί στην Ύδρα, προς όφελος του πληθυσμού, που υποφέρει από τη φτώχεια. Η κυβέρνηση παραχώρησε στον επιχειρηματία το ποσό των 30.000 δραχμών, για το οποίο πληρώνει τόκο δέκα τοις εκατό, ενώ το κεφάλαιο προβλέπεται να αποπληρωθεί σε δέκα χρόνια.

»Αυτό το εργοστάσιο μεταξιού», συνέχισε ο

φίλος μου «είναι το κυρίως θέμα συζήτησης στην πόλη. Όταν συνάντησα τους προύχοντες, όλοι μιλούσαν γι’ αυτό, κι έμοιαζε να πιστεύουν πως θα

έκανε θαύματα. Πράγματι, η μεταξουργία θα είναι

για την Ύδρα ό,τι υπήρξε η βαμβακομηχανία για

το Μάντσεστερ.

»Φεύγοντας από την Ύδρα, κατευθυνθήκαμε προς

στη Σύρα. Φθάνοντας εκεί βρήκαμε όλη την πόλη

ανάστατη, γιατί ήταν η πρώτη μέρα που άνοιγε το δικαστήριο στο νησί.

»Η πρώτη συνεδρίαση έγινε την 4η Ιουνίου κι

259

έκανε φοβερή εντύπωση στους κατοίκους της πόλης. Η επιβλητική εμφάνιση του Δικαστηρίου, η

τάξη που επικρατούσε σ’ όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης, η αξιοπρέπεια του Προέδρου, η ικανότητα

των ενόρκων, η εύγλωττη ομιλία του Εισαγγελέα, ο μετριασμένος τόνος της κατηγορίας του, η έξυπνη

αγόρευση του δικηγόρου, του κ. Πλατή – όλα συνηγορούσαν στη δημιουργία μεγάλης εντύπωσης στο

πλήθος των ακροατών, που ανάμεσά τους ήταν και

οι Αρχές της πόλης.

»Μεταξύ των υποθέσεων που εκδικάζονταν ήταν

και μία που αφορούσε δύο άτομα που κατηγορού-

νταν για κλοπή, και ένα για δυσφήμιση. Οι υπόλοιπες υποθέσεις αφορούσαν εμπορικές συναλλαγές. Σ’

όλες αυτές τις υποθέσεις έβγαιναν αποφάσεις ευάρεστες στο κοινό.

»Το δικαστήριο», συνέχισε «κράτησε μόνο δύο

μέρες, μετά η Σύρα άρχισε πάλι να γίνεται βαρετή,

και μια που η πόλη δεν είναι όμορφη κι έχει χτιστεί πάνω σ’ έναν γυμνό βράχο, στρίψαμε για την Τήνο, ένα άλλο νησί, είκοσι μίλια απόσταση.

» Απ’ όλα τα ελληνικά νησιά, η Τήνος έχει

ίσως την περισσότερη κοινωνική ζωή. Είναι πυκνοκατοικημένη κι έχει πολλές ελληνικές οικογένειες πολύ εύπορες, που έχουν τα εξοχικά τους

και χαίρονται να καλλιεργούν τους κήπους τους.

Μας κάλεσαν, κάπου πέντε χιλιόμετρα έξω από

την πόλη, σε μια μακρινή συγγενή μου. Εκεί μα-

260

ζευόταν κόσμος κάθε βράδυ, κάποιες φορές στο σπίτι όπου έμενα, άλλες σε γειτονικά σπίτια. Στο σπίτι όπου έμενα είχαν ένα καλό πιάνο και μέτριους μουσικούς, οπότε διασκεδάζαμε πολύ με τη συντροφιά τους. Ο κόσμος εδώ είναι πολύ πιο εξελιγμένος στους τρόπους απ’ ό,τι στα άλλα νησιά,

»Πέρασα πολύ όμορφα εκεί για δεκαπέντε μέρες, μετά επισκέφτηκα τη Μύκονο και την Πάρο (περίφημη από παλιά

αμπέλια, πορτοκάλια, λεμόνια, κέδρους κλπ. Είναι πραγματικός παράδεισος να ζεις εδώ, όσον αφορά το τοπίο. »Όλα αυτά τα νησιά είναι ενδιαφέροντα και πολύ όμορφα, κι είναι σε μέρη ιδανικά για καλοκαιρινές εκδρομές. Αλλά ήθελα να δω και τα Θερμιά [Κύθνος], που είναι γνωστά για τα λουτρά τους, οπότε πήγα εκεί και το ευχαριστήθηκα. Μετά συνέχισα το ταξίδι μου στην Αίγινα, που τώρα είναι μια μεγάλη πόλη με πολύ κόσμο, στη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών».

Συνέχισε έπειτα να λέει πως η Αίγινα μπορεί σύντομα να γίνει σπουδαίο καταφύγιο για ανθρώπους με κάποια αναπηρία, γιατί υπάρχει μια μεταλλική

πηγή που ανακαλύφθηκε πρόσφατα στους πρόποδες

261
οι κυρίες ντύνονται σε γαλλικό στυλ, και τίποτα δεν είναι πιο ελκυστικό από μια μορφωμένη νεαρή κυρία της Τήνου.
για το μάρμαρό της) και το γόνιμο νησί της Νάξου, που έχει κάπου δεκαπέντε χιλιάδες κατοίκους κι είναι γεμάτη

ενός λόφου κοντά στη θάλασσα, οχτώ χιλιόμετρα

από την πόλη.*

«Αυτό που χρειάζεται τώρα», είπε ο ενθουσιώδης

Φωκίων σχετικά μ’ αυτή τη σημαντική ανακάλυψη

* Ο κ. Λάντερερ, ο φαρμακοποιός του Βασιλέα, ανέφερε γι’

αυτή την πηγή τα εξής:

«Το νερό είναι πολύ καθαρό, έχει αλάτι, και είναι ελαφρώς

πικρό. Το ειδικό του βάρος είναι 1,008. Έχει θερμοκρασία είκοσι

δύο βαθμούς Ρεωμύρ.

»Κατά την ανάλυσή του

στοι-

μαγνήσιο 7,0

Θειικό μαγνήσιο 24,410

Θειικό νάτριο 5,46

Θειικό ασβέστιο 2,340

Ανθρακικό αβέστιο 7,50

Πυρίτιο 2,0

Επίσης, μικρές ποσότητες ανθρακικού οξέος και άλλων αερίων.

Αναλύοντας τα στοιχεία που το αποτελούν, μοιάζει να σχετίζεται με όσα δρουν σαν διαλύτες και έχουν διεγερτικές ιδιότητες».

Ο κ. Λάντερερ λέει ακόμα πως το νερό αυτό χρήζει προσοχής γιατί βρίσκεται σε λασπώδες έδαφος, και με δύο ή τρεις ημέρες εξόρυξη θα αναπηδούσε αρκετό νερό για να το καταναλώνει ο κόσμος.

Αυτές οι λεπτομέρειες είναι παρμένες από την ανακοίνωση που δημοσίευσε ο κ. Λάντερερ σε ελληνική εφημερίδα.

262
Υδροχλωρικό ασβέστιο 9,560 Υδροχλωρικό
βρέθηκε να περιέχει τα εξής
χεία: Υδροχλωρικό νάτριο 58,913

«είναι κάποιος να χτίσει μερικά σπίτια και να κάνει το σημείο ευχάριστο για κατοίκηση. Τότε όλος

ο κόσμος θα σπεύσει εκεί, γιατί φαίνεται πως αυτό

το νερό είναι πανάκεια για όλα τα κακά που βασανίζουν την ανθρωπότητα και θα συναγωνίζεται τα

Θερμιά, που είναι από καιρό διάσημα για τα μεταλλικά νερά τους. Η γειτνίαση με τον Πειραιά θα κάνει

το νησί ακόμα πιο πολυσύχναστο.

»Μείναμε στην Αίγινα», συνέχισε, «για μία εβδομάδα σ’ ένα πολύ καλό ξενοδοχείο. Επισκέφθηκα το μουσείο και επέστρεψα εχθές στον Πειραιά, αφού έλειψα έξι εβδομάδες».

Η αναφορά στο μουσείο της Αίγινας προκάλεσε μια συζήτηση για το πόσο σημαντικό είναι οι αρχαιότητες αυτού του τόπου να φυλάσσονται ευβλαβικά.

Συζητήσαμε με ποιον τρόπο οι τέχνες που γεννήθηκαν απ’ αυτές επηρέασαν τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό της Ευρώπης, αποδεικνύοντας έτσι τον ιερό δεσμό μεταξύ Ευρώπης και Ελλάδος, αρχαίου

λίκνου του πολιτισμού.

Η συζήτηση με τον φίλο μου ήταν πολύ ενδιαφέρουσα και διαφωτιστική για το ζήτημα, ώστε την

κατέγραψα στο χαρτί, προσθέτοντας τις δικές μου

παρατηρήσεις. Διάλεξα από τα ελληνικά γραπτά

ό,τι έχει απομείνει και διατύπωσα τις ακόλουθες

παρατηρήσεις.

Το βασίλειο της Ελλάδος, τόπος γέννησης της

τέχνης και της επιστήμης, συνέχισε για πολύ καιρό

263

μετά την πτώση του να απολαμβάνει, υπό την αιγίδα των στιβαρών βραχιόνων της Ρώμης, έναν σχεδόν θρησκευτικό σεβασμό από τους κατακτητές της.

Οι παιδαγωγοί των τέκνων των υπερήφανων αυτών

και νικηφόρων δικτατόρων ήταν πάντα Έλληνες.

Η ρωμαϊκή νεολαία πήγαινε στην Αθήνα για να τελειοποιηθεί σε κάθε λογής σοφία και μόρφωση. Οι

λόγιοι ποιητές και καλλιτέχνες της Ρώμης όχι μόνο

δεν υποτιμούσαν την ελληνική λογοτεχνία αλλά το θεωρούσαν δόξα τους να μιμούνται τα αριστουργήματά της. Όμως αυτή η εποχή της Ρώμης πέρασε, και ογδόντα χρόνια μετά τη διαίρεση της οικουμενικής αυτοκρατορίας των Ρωμαίων σε ανατολική και δυτική, η δυτική έπεσε στα χέρια των βαρβάρων, που της στέρησαν τον πολιτισμό της. Η ανατολική αυτοκρατορία φάνηκε πιο τυχερή. Συνέχισε για

δέκα αιώνες, όμως πάντα ήταν θύμα εσωτερικών

προβλημάτων και εξωτερικών επιθέσεων. Αναλώθηκαν μάλλον σε θρησκευτικές συζητήσεις και στην

απόκτηση ουράνιων θησαυρών, παρά στον τρόπο

απόκρουσης του εχθρού στα σύνορα.

Παρόλο που διατηρήθηκε η μητρική γλώσσα, όμως η γνώση των αρχαίων σοφών έργων είχε χαθεί για τους πολίτες, λόγω των εσωτερικών διχασμών. Παρ’ όλα αυτά, μερικά ελάχιστα υπολείμματα της αρχαίας λογοτεχνίας και φιλοσοφίας βρέθηκαν στα μοναστήρια. Αυτή τη λογοτεχνία

την έβλεπαν απλώς σαν λεξιλόγιο. Η ποίηση έγι-

264

νε στιχουργία, χωρίς καν ύφος· η θεϊκή φιλοσοφία

του Σωκράτη και του Πλάτωνα μεταμορφώθηκε

σε εξεζητημένη λογική, χωρίς χρησιμότητα. Με

λίγα λόγια, το σκοτάδι της βαρβαρότητας που είχε

απλωθεί σ’ όλη τη δυτική Ευρώπη, κάλυψε επίσης, ίσως ακόμα περισσότερο, την αρχαία αυτή χώρα

της σοφίας.

Τέτοιος ήταν ο χαρακτήρας της εποχής εκείνης, όταν ξαφνικά, σαν από μια επιτακτική βούληση της Πρόνοιας, συνέβησαν μέσα σε μισό αιώνα πολλά απρόβλεπτα γεγονότα, για να αναζωογονήσουν την

Ευρώπη, που είχε πλέον ολισθήσει στη βαρβαρότητα. Λίγες φωτεινές και αναζωογονητικές σπίθες ξεπήδησαν από τα βάθη τους σκότους, για ν’ αλλάξουν το πρόσωπο της οικουμένης: οι σημαντικές ανακαλύψεις της τυπογραφίας και της πυρίτιδας, η ανακάλυψη της Αμερικής και του θαλάσσιου δρόμου προς τις Ανατολικές Ινδίες. Το ατυχές συμβάν της πτώσης της Κωνσταντινούπολης στα χέρια των

Τούρκων συνέβη την ίδια περίπου εποχή.

Για ν’ αποφύγουν την οθωμανική τυραννία, πολλοί μορφωμένοι Έλληνες εγκατέλειψαν τη

χώρα τους, παίρνοντας μαζί τους αντίγραφα των

θαυμαστών έργων της αρχαίας Ελλάδος. Αποβιβάστηκαν στην Ιταλία, όπου μετά από άλλον έναν

αιώνα, χάρη στη δική τους συνδρομή, άρχισε η αναγέννηση των επιστημών και των τεχνών. Πολ-

λά ευφυή μυαλά επιδόθηκαν στη μελέτη της ελ-

265

ληνικής λογοτεχνίας και ξεπέρασαν, με τον καιρό, τους δασκάλους τους.

Η ανακάλυψη της τυπογραφίας διέδωσε, σε εξαιρετική έκταση, τα έργα των αρχαίων Ελλήνων, καθώς και την παραγωγή των λόγιων σχολιαστών τους. Στη διάρκεια μίας γενιάς, η ελληνική λογοτε-

χνία αναγεννήθηκε και απλώθηκε μέχρι τα πέρατα

της Ευρώπης. Τα ονόματα του Ομήρου, του Πλάτωνα, του Σοφοκλή, του Θουκυδίδη κλπ. ξανακούστηκαν στα σχολεία, από την Ιταλία έως τα βόρεια

έθνη, και από τα σύνορα της Ισπανίας έως τις ακτές

της Βαλτικής. Η μεγαλοφυΐα αυτών των μεγάλων

ανθρώπων άναψε σε χιλιάδες έξυπνα μυαλά τη θεϊκή φλόγα της ποίησης και ανέπτυξε μια διάθεση για

τη σπουδή της φύσης και της φιλοσοφίας. Από αυτή την περίοδο η Ευρώπη προχώρησε με μεγάλες και γρήγορες δρασκελιές στον δρόμο του πολιτισμού, θεωρώντας ευγνωμόνως την Ελλάδα

σαν την κοινή μητέρα των επιστημών και των τεχνών, και ασχολούμενη επιτυχώς με την πολιτισμική εξέλιξή. Η ελληνική λογοτεχνία επιβλήθηκε τότε, και διδάσκεται μέχρι σήμερα, σε όλα τα σχολεία

της Ευρώπης. Βοηθά αποτελεσματικά στη νοητική

ανάπτυξη των νέων και εμπλουτίζει τον νου τους με

υπέροχες ιδέες. Χιλιάδες νέοι μάθαιναν κάθε χρόνο

στις ακαδημίες να τιμούν την Ελλάδα και να τη θεωρούν σαν την ηθική και πνευματική τους πατρίδα.

Έμαθαν, επίσης, να σέβονται τους διάσημους άν-

266

δρες της αρχαιότητας και να τους θεωρούν σαν τους

κοινούς ευεργέτες της ανθρωπότητας. Απέκτησαν

ένα αίσθημα σεβασμού, σχεδόν (αν μου επιτρέπεται

ο όρος) θρησκευτικού, όταν πρόφεραν τα ονόματα

της Αθήνας, της Σπάρτης, των Θερμοπυλών και

του Μαραθώνα.

Τέτοιοι ήταν οι δεσμοί που ένωναν την Ελλάδα

με όλη την Ευρώπη επί σειρά αιώνων, τέτοια η ηθι-

κή και πνευματική σχέση, πιο δυνατή και γερή από

τη σχέση αίματος.

Στο μεταξύ η Ελλάδα, στερημένη από το όνομα

και τις μνήμες της, βογγούσε για καιρό, κάτω από

την πίεση της πιο απάνθρωπης τυραννίας. Όμως τα

παιδιά της έτρεφαν στο στήθος την παντοτινή φλό-

γα της αναγέννησής τους. Η δόξα των προγόνων

τους ηχούσε διαρκώς από την Ευρώπη στ’ αυτιά

των Ελλήνων. Οι επιστήμες, εξορισμένες από την

Ελλάδα στη δυτική Ευρώπη, όπου βρήκαν προστασία, άρχισαν να επιστρέφουν στη μητρική αγκάλη.

Αυτή η σπίθα γρήγορα έγινε φλόγα, η Ελλάδα πήρε

τα όπλα, ο πολιτισμένος κόσμος επικρότησε και βοήθησε, η οθωμανική τυραννία πολεμήθηκε με επιτυχία. Το αναγεννητικό έργο έχει τώρα αρχίσει.

Έχω αναφερθεί ήδη στη στενότατη σχέση της

267
Ελλάδος
Ευρώπη μετράει
την εποχή
ρέαζε
πολιτισμό,
της ρωμαϊκής υπεροχής, εκατόν εξήντα οκτώ χρόνια
με το υπόλοιπο της Ευρώπης. Η
ιστορικά από
που η Ελλάδα επη-
τον ρωμαϊκό
από την εποχή

πριν από τη χριστιανική περίοδο. Έχω πει επίσης

πως αυτοί οι δεσμοί είναι πολύ δυνατοί, είναι ιεροί

και σχεδόν θρησκευτικοί, γιατί η δυτική Ευρώπη

έχει ως προς την Ελλάδα τη σχέση παιδιού προς

μητέρα, τη θέση ενός ευεργετημένου προς τον ευεργέτη του, γι’ αυτό είμαστε δεσμευμένοι να τη στηρίξουμε. Όποιο έθνος δείχνει με τέτοιο τρόπο την

ευγνωμοσύνη του είναι ο πιο πιστός απόγονος.

Όμως πρέπει να πω επίσης ότι η φύση αυτής

της σχέσης άλλαξε. Η σύγχρονη Ελλάδα, που μόλις ξύπνησε από έναν βαθύ και παρατεταμένο ύπνο, παρακολουθεί τώρα τη δυτική Ευρώπη, που είναι πιο εξελιγμένη στην τέχνη και τις επιστήμες, ζητά τώρα απ’ αυτήν προστασία και μόρφωση.

Ας το παραδεχτούμε αυτό προκαταβολικά ως έναν βαθμό. Ουσιαστικά η Ελλάδα ζητά από τη δυτική Ευρώπη τους σπόρους των περισσότερων

επιστημών, για να τους διασπείρει ξανά στο δικό της πλούσιο έδαφος. Όμως υπάρχουν κι άλλες επιστήμες και τέχνες που τις κρατά στην αγκάλη της, θησαυροί σχεδόν ανεξάντλητοι, που αν τους εξελίξει και τους κάνει προσιτούς στον ένθερμο μαθητή, θα μπορέσει μελλοντικά να αυτοπροβάλλεται σαν διδάσκαλος της Ευρώπης, διαφυλάσσοντας αυτή την

ιερή και αρχαία σχέση που τη δένει με όλο τον πολιτισμένο κόσμο.

Θα αναφερθώ τώρα στις αρχαιότητες, σε θησαυρούς τόσο πλούσιους σε αριστουργήματα από

268

όλες τις τέχνες: αρχιτεκτονική, γλυπτική, αγαλματοποιία και επιγραφές. Οι επιγραφές δεν ρίχνουν

μόνο φως στην ιστορία της Ελλάδος και των γειτονικών λαών, στην τέχνη και στην ανθρώπινη σκέψη

γενικά, αλλά συνεισφέρουν και στον εμπλουτισμό

της μητρικής γλώσσας των Ελλήνων και στη διατήρηση των ύμνων και των ποιημάτων των συγγραφέων εκείνων, που τα έργα τους έχουν διασωθεί

από την καταστροφή της αρχαίας λογοτεχνίας.

Εκτιμώντας τη μεγάλη σημασία αυτών των αντικειμένων, οι διάφορες κυβερνήσεις της Ελλάδας απ’ τον καιρό της Επανάστασης απαγόρευσαν

με επείγουσα νομοθεσία την εξαγωγή αρχαιοτήτων

από το βασίλειο και ψήφισαν στην Εθνοσυνέλευση

της Τροιζήνας τη συντήρηση των οικοδομημάτων

και μνημείων που υπάρχουν ακόμα. Μετά την άφι-

ξη του κυβερνήτη Καποδίστρια, όταν είχε αποκατασταθεί η ειρήνη, και τα εισοδήματα του κράτους

είχαν αυξηθεί, ένα δημόσιο μουσείο ιδρύθηκε στη

Σύρα, με εντολή του Κυβερνήτη, στις 20 Οκτωβρίου 1829, με προϊστάμενο τον αρχαιολόγο Μουστοξύδη.

Η Εθνοσυνέλευση του Άργους επικύρωσε το σχε-

τικό διάταγμα της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας

και ο Κυβερνήτης εξέδωσε έπειτα εγκύκλιο προς τους διοικούντες, με ημερομηνία 23 Ιουνίου (με το παλαιό ημερολόγιο). Αυτή η εγκύκλιος ρύθμισε ό,τι αφορούσε την αρχαιολογική υπηρεσία και καλούσε

τους διοικούντες και όλους τους καλούς πολίτες να

269

συνεργαστούν στον εμπλουτισμό του δημόσιου μουσείου.

Η κυβέρνηση έκανε ανασκαφές στην Αίγινα, τα

Μέγαρα, τη Δήλο, τα Θερμιά και σε πολλά άλλα

μέρη, και σ’ όλες τις περιπτώσεις είχαν καλά αποτελέσματα.

Στο διάστημα μεταξύ 1828 έως 1831 φτιάχτηκε

το μουσείο που είναι τώρα στην Αίγινα και παραμένει ακόμα εκεί λόγω έλλειψης κατάλληλου κτιρίου

στην Αθήνα για να το στεγάσει.

Αυτό το μουσείο αποτελείται, κατά μεγάλο μέρος, από εκατό περίπου μαρμάρινα κομμάτια (αγάλματα, ανάγλυφα, αρχιτεκτονικά μέρη, επιτάφιες στήλες, επιγραφές και σπαράγματα επιγραφών), ανάμεσα στα οποία υπάρχουν και αρκετά ωραία και ξεχωριστά έργα τέχνης. Επίσης περιέχει μια μεγάλη συλλογή υαλωμένων κεραμικών δοχείων, μερικά νομίσματα, και άλλα αντικείμενα.

Μετά τον θάνατο του Κυβερνήτη, και λόγω της επακόλουθης αναστάστωσης, όχι μόνο έπαυσε ό,τι

σχετιζόταν με την αρχαιολογική υπηρεσία, αλλά και το μουσείο στην Αίγινα έχασε την ομορφιά του.

Λίγο μετά την άφιξη του Βασιλέα, η Αντιβασιλεία έστρεψε την προσοχή της σ’ αυτό τον κλάδο

της διοίκησης. Τα αρχαιολογικά ζητήματα οργανώ-

θηκαν βάσει ενός νόμου, της 10ης Μαΐου του 1834 (με το παλαιό ημερολόγιο), ο οποίος καθόριζε τα

πρόσωπα που προορίζονταν για την υπηρεσία.

271

Πολλές εκλεκτές αρχαιότητες που είχαν συλλε-

γεί στα νησιά και τον Μωριά έχουν έκτοτε σταλεί

στην Αίγινα. Ό,τι ανακαλύφθηκε στην Αθήνα από

τον κ. Πιττάκη,* τον έφορο αρχαιοτήτων της ηπειρωτικής Ελλάδος, παρέμεινε εκεί, γιατί η Αθήνα

προοριζόταν για πρωτεύουσα του βασιλείου.

Η αρχαιολογική υπηρεσία αναπτύχθηκε πολύ

περισσότερο μετά τη μεταφορά της κυβέρνησης

στην Αθήνα. Είχε δοθεί εντολή να καθαριστούν τα

σύγχρονα ερείπια της Ακρόπολης, και τα οικοδομή-

ματα να συντηρηθούν όσο γινόταν. Οι εργασίες άρ-

χισαν την 31η Δεκεμβρίου του 1834 και συνεχίζονται

ακόμα. Τα αποτελέσματα είναι πολύ ικανοποιητικά.

Ο ναός της Απτέρου Νίκης, που είχε κατακρημνι-

στεί από τους Τούρκους και τους Βενετούς στη μάχη

τους για τη χώρα αυτή το 1687 μ.Χ., βρέθηκε μέσα

στα ερείπια. Ήδη είναι εντελώς αποκατεστημένος

και δίνει νέα όψη σε όλο το τοπίο. Πρόσεξα επίσης

πως ένα μεγάλο μέρος της Ακρόπολης έχει ήδη καθαριστεί, κι ενώ την καθάριζαν άκουσα πως ανακαλύφθηκαν πολλά μεγάλα κομμάτια του Φειδία, που ανήκαν στον Παρθενώνα, αρκετά αγάλματα και

ανάγλυφα, και πολλές επιγραφές, μεγάλου ενδιαφέροντος για την αρχαία ιστορία.

Ο μηχανισμός και οι σκαλωσιές για την αποκα-

* Ο Δρ Ρος είναι τώρα υπεύθυνος, σε συνεργασία με τον κ. Πιττάκη, για τη συντήρηση των αρχαιοτήτων.

272

τάσταση των γκρεμισμένων κιόνων του Παρθενώνα

ετοιμάστηκαν, και με πληροφορούν πως σε λίγους

μήνες θα ξεκινήσουν οι εργασίες. Αυτό το θεωρώ

πολύ σημαντικό εγχείρημα. Το κόστος για την εκτέλεσή του ανήκει στην Ευρώπη γενικά, και στην Αγγλία ειδικότερα. Γράφτηκαν αμέσως συνδρομητές

σε όλη την Ευρώπη και συγκεντρώθηκαν 20.000 λίρες για να σταλούν στην Ελλάδα, αποκλειστικά και μόνο για τη εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού.

Το κόστος όλων των έργων που έγιναν στην

Ακρόπολη, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς και κατασκευής των μηχανών, έφτασε από την 31η Δεκεμβρίου 1834 έως τον Ιούλιο του 1836 τις 50.000 δραχμές. Η πώληση των επιπλέον υλικών ανήλθε

στις 20.000 δραχμές, έτσι ώστε το καθαρό κόστος έφτασε τις 30.000 δραχμές, περίπου 1.071 λίρες, ασήμαντο ποσό.

Ο Ναός του Θησέα, που μετά το μνημείο της

Ακρόπολης είναι ο πιο ξεχωριστός και ο πιο άρτιος

από τους αρχαίους ναούς που υπάρχουν ακόμα

στην Ελλάδα, προοριζόταν να χρησιμεύσει προσω-

ρινά για μουσείο. Η συλλογή στον Ναό του Θησέα

περιέχει έναν μεγάλο αριθμό αναγλύφων· κυρίως, καθώς πληροφορήθηκα από τον κ. Πιττάκη, από

ανασκαφές στον Πειραιά και την Αθήνα. Από τα αρχαία αγάλματα που ξεχωρίζουν, υπάρχει ένα περίεργο πρώιμο δείγμα ενός Απόλλωνα που βρέθηκε στη Θήρα (τώρα Σαντορίνη), σε ύφος σχεδόν αιγυ-

273

πτιακό. Υπάρχει επίσης

πρόσωπα, από την Τήνο·

στη

μ’ ένα άλογο, που παρότι

ροντα δείγματα.

Από έλλειψη

Βοιωτίας, την Άνδρο, την

Ανάφη και σε πολλά άλλα μέρη, αγάλματα μεγάλης

αξίας, που θα σταλούν στην Αθήνα μόλις οργανω-

θεί μεγαλύτερο μουσείο. Έτσι, σύντομα η Αθήνα θα έχει μια ενδιαφέρουσα συλλογή έργων γλυπτικής.

Εκτός από αυτό το κεντρικό μουσείο, πρόκειται

να δημιουργηθούν και άλλα κατώτερα. Στη Σύρα, ο κ. Κοκκόνης, αρχαιολόγος υπεύθυνος για τα νησιά, ίδρυσε ένα μουσείο που έχει μεγάλο αριθμό

αναγλύφων, έργων γλυπτικής, επιγραφών, δοχείων και νομισμάτων. Στην Τήνο ακολούθησαν αυτό το παράδειγμα.

Η εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, στη Σπάρτη, μετατράπηκε σε προσωρινό μουσείο, κι αυτό το παράδειγμα ακολούθησε η Τεγέα, η Μεγαλόπολη και η Θήβα.

Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι έχει επιδειχθεί με-

274
ένας Ερμής
με τέσσερα
ένα
άγαλμα που βρέθηκε
κι ένα λιοντάρι
Μήλο· μια Αθηνά
που παλεύει
για πολύ αξιόλογα και
αυτό είναι ακρωτηριασμένο, πρόκειται
ενδιαφέ-
στον Ναό του
το
τα θεμέλια του νομισματοκοπείου,
1835.
χώρου
Θησέα, πολλές αρχαιότητες μικρότερης αξίας έχουν μείνει έξω από
κτίριο, π.χ. τα δοχεία που βρέθηκαν όταν σκάφτηκαν
το
Εκτός απ’ αυτές τις αρχαιότητες, η κυβέρνηση έχει στα Μέγαρα, τις Θεσπιές

γάλη αποφαστικότητα και ότι η Μεγαλειότης του, θέτοντας υπό την προστασία του την αρχαιολογία, γνωρίζει ακριβώς τη σημασία της. Αυτό συντείνει

ώστε να κάνει κατ’ εξοχήν την Ελλάδα «της μόδας». Με τον καιρό θα την καταστήσει καταφύγιο όσων επιθυμούν να διακριθούν στις τέχνες. Όμως η επανατοποθέτηση των κιόνων του Παρθενώνα είναι

εξίσου σημαντική και για ολόκληρη την Ευρώπη, και δεν πρέπει να γίνει οικονομία στα έξοδα που

απαιτούνται – το πενιχρό εισόδημα της Ελλάδος

δεν επιτρέπει να ξοδευτούν αφειδώς τα απαραίτητα

ποσά για την ολοκλήρωση του έργου.

Δεν θα κλείσω αυτές τις βιαστικές παρατηρή-

σεις για το θέμα των ελληνικών αρχαιοτήτων χωρίς

να εκφράσω μια γνώμη και μια ελπίδα βασισμένη

σ’ αυτές, που, παρότι τολμηρή, δεν θα της λείψει

συλλογή των γλυπτών του Παρθενώνα που κατέχει το Λονδίνο πρέπει, τον κατάλληλο καιρό, και όταν αυτό το απαράμιλλο κτίριο θα είναι σε θέση να τα

δεχθεί, ΝΑ ΕΠΑΝΕΛΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΦΥΣΙ-

ΚΗ ΤΟΥΣ ΠΑΤΡΙΔΑ.

275
νομίζω η ανταπόκριση στα στήθη όλων των αληθινών εραστών της τέχνης. Είναι η εξής: η σεβαστή
Η εξαιρετική γενναιοδωρία αυτής της πράξης θα γινόταν αποδεκτή με ενθουσιασμό απ’ όλη την Ευρώπη, και θα ανταπέδιδε με το παραπάνω την εθνική θυσία (όσο μεγάλη κι αν είναι αναμφισβήτητα) που θα κάναμε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧV

Παράσημο – Ετοιμασίεςγιααναχώρηση – Αποχαιρετισμός

– Δείπνο στης Κόμισσας του Άρμανσπεργκ – Αναχώρηση

– Δείγματα λύπης και ευγένειας από τους γείτονες – Επιβίβαση από Πειραιά – Ταξίδι στην Επίδαυρο – Απ’ την

Επίδαυρο στο Ναύπλιο – Παλιός γνώριμος – Βελτίωση

της πόλης – Ένας Αγλλοέλληνας Εισαγγελέας – Δείπνο

στο Ναύπλιο – Έλληνες υπηρέτες

Όταν άκουσε πως σύντομα θα έφευγα, ο πρώην υπηρέτης μου, που ήταν μαζί μου στη διάρκεια της Επανάστασης, με επισκέφθηκε για να μου ζητήσει μια χάρη προτού φύγω από τη χώρα. Η κυβέρνηση, πράττοντας σοφά, είχε καθιερώσει ένα μετάλλιο για

να ανταμείβει όσους είχαν πολεμήσει για την πατρί-

δα τους. Είχε δύο βαθμίδες: ένα αργυρό, για όσους

είχαν βαθμό αξιωματικού, κι ένα σιδερένιο, για τους απλούς στρατιώτες. Ο υπηρέτης μου πίστευε πως

δικαιούνταν το σιδερένιο. Κι επειδή με είχε υπηρετήσει κατά τον πόλεμο κι ήταν μαζί μου σε πολλές επιχειρήσεις, με παρακάλεσε να του δώσω ένα πιστοποιητικό που θα το επιβεβαίωνε, πράγμα που έπραξα ευχαρίστως.

Με πληροφόρησε πως λίγο μετά την αναχώρησή

277

μου από την Ελλάδα, το 1828, είχε μπει στην υπη-

ρεσία του Βαρόνου Ρουέν, Πρέσβη της Γαλλίας, και

πως τώρα ήταν στην υπηρεσία του Καγκελάριου

Άρμανσπεργκ. Μου είπε επίσης πως είχε μια μικρή

περιουσία στη Μακεδονία (που προς το παρόν ανή-

κει στην Τουρκία) και ζήτησε από τον κύριό του, τον Καγκελάριο, να χρησιμοποιήσει την επιρροή του

και να την πουλήσει, όμως ο Κόμης τον συμβούλεψε

να μην την πουλήσει γιατί σύντομα η Μακεδονία

θα ανήκει στην Ελλάδα. Το αναφέρω αυτό για να

δείξω πως η ελληνική κυβέρνηση σκέπτεται να επεκτείνει τις κτήσεις της, κάτι που ίσως είναι σωστό.

Όμως πιστεύω πως θα ήταν φρόνιμο, προτού το αποτολμήσουν, να δυναμώσουν και να εποικήσουν

αυτό που ήδη έχουν, ώστε να μπορέσουν να δράσουν

με ασφάλεια.

Λίγες μέρες πριν από την αναχώρησή μου, επισκέφθηκα την Κόμισσα του Άρμανσπεργκ για να την αποχαιρετήσω, και με προσκάλεσε σε δείπνο την επομένη. Η συντροφιά αποτελούνταν από τον Κόμη

και την Κόμισσα, την Πριγκίπισα Καντακουζηνού, την Κόμισσα Καρολίνα, τον Νομάρχη της Αθήνας, τον κ. Φραντζόνι [Franzoni] και τον εκδότη της και-

νούργιας εφημερίδας, του Ταχυδρόμου [Courier].

Η απουσία αυτής της οικογένειας* είναι οπωσδή-

* Ο Κόμης του Άρμανσπεργκ άφησε το αξίωμά του και πήρε την οικογένειά του πίσω στη Βαυαρία.

278

ποτε μεγάλη απώλεια για την αθηναϊκή κοινωνία.

Επειδή όμως η Πριγκίπισσα παντρεύτηκε Έλληνα, που ασφαλώς θα ζει στην Ελλάδα, πιθανόν να επι-

στρέψει εδώ και να κάνει την Ελλάδα μόνιμη κατοικία της.

Η επομένη ήταν Κυριακή, επισκέφθηκα τον Σερ

Έ. Λάιονς και την οικογένειά του, και

τη λύπη

τους για την αναχώρησή μου. Αυτή η μικρή καλοπροαίρετη έγνοια εκ μέρους τους με ευχαρίστησε

πολύ, αναμιγμένη καθώς ήταν με τη θλίψη που τους άφηνα. Δεν είχαν κανέναν άλλο λόγο να δείξουν την έγνοια τους για μένα, παρά μόνο την καλή τους θέληση και τη φιλία τους, γιατί δεν ήξεραν αν θα επέστρεφα ξανά στην Ελλάδα.

Ενώ ετοιμαζόμουν για αναχώρηση, διαπίστωσα

πως οι νεαρές κοπέλες της παρέας στέκονταν στην

πόρτα, ανάμεσά τους η μικρή Ελένη, η αδελφή της

και η καημένη η Εύχαρις, που την προόριζαν για

279
τους Αθηναίους φίλους μου, για να τους αποχαιρετήσω πριν από την αναχώρησή μου. Μετά ζήτησα από τον Δημήτρη να
και ένα
μειωθεί πολύ γιατί είχα πουλήσει τις μισές σε μια δημόσια δημοπρασία στην πόλη, όπου έπιασα μια καλή τιμή. Οπωσδήποτε όμως είχαν μείνει αρκετά
Όταν
άλογα στην πόρτα,
μου
να μου εκφράσουν
φέρει άλογα, ένα για μένα, ένα για εκείνον,
ακόμα για τις αποσκευές μου, που είχαν
πράγματα για να φορτώσω ένα άλογο.
έφθασαν τ’
οι γείτονές
έτρεξαν όλοι μαζί

Ελληνίδα σύζυγό μου. Εξέφρασα στα γρήγορα, όσο καλύτερα μπορούσα με τα ελληνικά μου, τη λύπη μου που αναγκαζόμουν να τις αφήσω. Το έκανα όσο

πιο σύντομα μπορούσα, γιατί τέτοιοι «αποχαιρετισμοί μπροστά στα μάτια του κόσμου» δεν είναι ευχάριστοι. Ο γείτονές μου μου έδειξαν επίσης σεβασμό σαν να ήμουνα πασάς, πήραν το χέρι μου και το φίλησαν. Ανέβηκα στο άλογο, ο Δημήτρης σαν άλλος Σάντσο Πάντσο ανέβηκε στο δικό του, κι ο αγωγιάτης οδηγούσε το άλογο με τις αποσκευές. Έτσι

άφησα αυτούς τους καλούς ανθρώπους. Οι τρεις μήνες που πέρασα στη γειτονιά τους ήταν οι πιο ευχάριστοι που πέρασα ποτέ στην Ελλάδα.

Φτάσαμε στον Πειραιά. Συνταξιδιώτης μου ήταν

ο κ. Φραντζόνι, ένας γλύπτης που είχε πρόσφατα

κάνει την προτομή του Βασιλέα και πήγαινε τώρα

στη Μάλτα. Ναυλώσαμε ένα ευρύχωρο επιβατικό

πλοίο, που ο καπετάνιος του προσφέρθηκε για δεκαπέντε δραχμές να ξεκινήσει μόνο με εμάς για την

Επίδαυρο – μια απόσταση περίπου τριάντα μίλια, κάπου είκοσι τέσσερα μίλια από το Ναύπλιο, όπου πηγαίναμε.

Κατά τις οκτώ το βράδυ αποπλεύσαμε από

τον Πειραιά μ’ ένα δροσερό αεράκι, κατά τις εννιά στρώσαμε τα κρεβάτια μας σε μια μικρή καμπίνα κάτω και ξεκουραστήκαμε. Τα μεσάνυχτα

είχε μπουνάτσα και βρισκόμασταν μπροστά στην

Αίγινα. Σηκώθηκα και είδα μπροστά μου την πιο

280

όμορφη σκηνή. Το φεγγάρι του Ιουλίου, που ήταν

γεμάτο, είχε μόλις ανατείλει κι έλαμπε με όλη του

την ένταση, τόσο περίεργη σε γεωγραφικό πλάτος

38° . Η στεριά της Αίγινας, όπως και η στεριά από

την πλευρά του Κορινθιακού, ήταν αρκετά ορατή, τα πανιά ήταν μαζεμένα και το πλοίο έμενε

ακούνητο πάνω στο νερό. Το μόνο πράγμα που διέκοπτε την ησυχία της νύχτας ήταν τα χοροπηδητά των μικρών ψαριών· απ’ αυτά είναι γεμάτες οι ελληνικές θάλασσες. Επέστρεψα για ύπνο, κι όταν ξύπνησα το πρωί είδα πως είχαμε φτάσει

στην Επίδαυρο.

Δευτέρα 1 Αυγούστου – Βρήκαμε κατάλυμα σ’

ένα καθαρό και ευπρεπές πανδοχείο. Οι βαρκάρηδες

μας έφεραν τις αποσκευές, κι αφού τις τακτοποιήσα-

με παραγγείλαμε το πρωινό μας. Για να μας ανοίξει

η όρεξη βουτήξαμε στη θάλασσα. Ο χανιτζής μας

μάς πρόσφερε για πρωινό καφέ, γάλα, φρυγανισμέ-

νο ψωμί και τηγανητά ψάρια. Μετά το πρωινό αποφασίσαμε να περιμένουμε έως τη μία. Στο μεταξύ

ξαπλώσαμε στα στρώματά μας, που ήταν απλωμένα στους μεγάλους ξύλινους σοφάδες, απαραίτητους

σε κάθε πανδοχείο στην Ελλάδα.

Εδώ οι αγωγιάτες ήταν κάπως άρπαγες, ζητούσαν έξι δραχμές την ημέρα για τα άλογα αντί πέντε. Ήμαστε όμως αναγκασμένοι να τα πάρουμε, και προχωρήσαμε για το Ναύπλιο. Τα μέρη απ’

όπου περάσαμε ήταν πολύ ορεινά και ενδιαφέροντα,

281

περιτριγυρισμένα από μεγάλους αμπελώνες· μεγάλες εκτάσεις ήταν καλυμμένες με καπνά. Στις τέσσερις η ώρα φτάσαμε σ’ έναν σταθμό

χωροφυλακής και στις έξι σ’ έναν άλλο, που είχε κολλητά πανδοχείο. Ο χωροφύλακας σ’ αυτόν τον σταθμό είχε μαζί και τη γυναίκα του, που ντάντευε

ένα μωρό κι ήταν πολύ χαριτωμένη, με ελληνική

κατατομή. Τα άλογα ταξίδευαν τώρα πέντε ώρες

και χρειάζονταν άλλες τέσσερις για το Ναύπλιο.

λοιπόν να σταθούμε εδώ για μισή

και βρήκαμε το κέφι μας με λίγο καλό ντό-

κρασί. Συνεχίζοντας τον δρόμο μας πάνω από

λόφους και λαγκάδια, όλα με δάση, μας έπιασε η

νύχτα στις οχτώ και διατάξαμε τον αγωγιάτη να

προπορευτεί με το άλογο που ήταν φορτωμένο με τις αποσκευές, γιατί αυτός ήξερε τον δρόμο, κι εμείς

τον ακολουθήσαμε από κοντά, πράγμα που είναι

πάντα το καλύτερο αν ταξιδεύεις νύχτα.

Το φεγγάρι ανέτειλε στις οχτώμισι και το σκη-

νικό ζωήρεψε, ωστόσο χάσαμε πολύ απ’ το τοπίο.

Καλύτερα ο ταξιδιώτης που θέλει να δει τη χώρα να ταξιδεύει μέρα (με μια χοντρή μεταξωτή ομπρέλα)

και να μη βγαίνει ποτέ έξω όταν σκοτεινιάσει. Να

ξυπνάει όμως με το χάραμα, να ταξιδεύει ως τις

έντεκα και να ξεκουράζει τα ζώα και τον εαυτό του

για δυο ώρες, μέχρι τη μιάμιση, ύστερα να συνεχίζει

το ταξίδι μέχρι τις εξίμισι. Να προτιμάς να μπαίνεις

στο χωριό όπου θα κοιμηθείς προτού νυχτώσει, δια-

282
Αποφασίσαμε
ώρα
πιο

φορετικά είσαι στο έλεος των οδηγών και δεν μπο-

ρείς να διαλέξεις εσύ το μέρος όπου θα καταλύσεις.

Στις δέκα φτάσαμε στην Πρόνοια, ένα χωριό

στα περίχωρα του Ναυπλίου, όπου ήμασταν αναγκασμένοι να σταματήσουμε για τη νύχτα, γιατί

το Ναύπλιο είναι οχυρωμένη πόλη και οι πύλες

κλείνουν πάντα στις εννέα το βράδυ. Ο ταξιδιώ-

της λοιπόν που φεύγει απ’ την Επίδαυρο πρέπει να

φύγει στις δέκα το πρωί, αντί στη μία, όπως εμείς.

Έτσι αναγκαστήκαμε να ανεχθούμε τις άσχημες συνθήκες.

Οι αγωγιάτες μάς οδήγησαν σ’ ένα πολύ μεγάλο κτίριο, που οι ιδιοκτήτες του κοιμόντουσαν όλοι, κι αφού χτυπούσαμε στις μεγάλες καγκελόπορτες για ένα δεκάλεπτο, κατέβηκε ένας άνθρωπος και μας δέχθηκε μαζί με τις αποσκευές μας στην αυλή. Αυτό

το μέρος είναι για εμπορεύματα, αλλά υπάρχουν αρκετά δωμάτια σ’ έναν διάδρομο αποπάνω, που προορίζεται για όσους ταξιδιώτες φτάνουν πολύ αργά

και δεν μπορούν να μπουν στην πόλη του Ναυπλίου.

Το δωμάτιο που μας υπέδειξαν ήταν πολύ ευρύχωρο, αλλά εντελώς άδειο. Ζητήσαμε λοιπόν να μας

φέρουν επάνω τα στρώματά μας και κοιμηθήκαμε

σ’ αυτά αφού φάγαμε λίγο κρύο κρέας και ψωμί, κι αφού ήπιαμε λίγο ελληνικό κρασί, πολύ καλό.

2 Αυγούστου – Σήμερα το πρωί μπήκαμε στο

Ναύπλιο στις επτά η ώρα, με τις αποσκευές μας, και οι αγωγιάτες μάς πήγαν σ’ ένα πολύ καλό

283

ξενοδοχείο, που ανήκει σε κάποιον Αναστάσιο. Σε

καθαριότητα και άνεση ξεπερνά τα ξενοδοχεία της

Ευρώπης. Στοίχιζαν όμως πολύ ακριβά τα δωμάτια

– δηλαδή έξι δραχμές την ημέρα. Όμως οι ανέσεις

ήταν πολύ ελκυστικές για μας, κι έτσι δεν πήγαμε

αλλού. Ζητήσαμε να μας φέρουν τις αποσκευές επάνω και εγκατασταθήκαμε εκεί, με σκοπό να παραμείνουμε μερικές ημέρες.

Εδώ είχα την ευχαρίστηση να συναντήσω ξανά

τους προηγούμενους συνταξιδιώτες μου, τον κ. Μπουθ, τον κ. Ντορ και τον κ. Κέρτις. Είχαν φύγει

από την Αθήνα ένα μήνα πριν, είχαν επισκεφθεί τη

Σπάρτη και την Τριπολιτσά και έμεναν τώρα λίγες μέρες στο Ναύπλιο. Είχα επίσης τη χαρά να συναντήσω τον παλιό μου συμπολεμιστή, τον κ. Μέισον, που ήταν δημόσιος γραμματέας του Λόρδου Κό-

πολύ ευγενικά και εγκάρδια, όπως κάνουν

πάντα οι Άγγλοι όταν είναι στο εξωτερικό.

Αφού ο Μέισον είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του

πολεμώντας στις μάχες της Ελλάδος, πολύ σωστά

υιοθέτησε το ρητό «cedant arma togae» [Ας υποχωρήσουν τα όπλα στην τήβεννο, η στρατιωτική

δύναμη ας δώσει τη θέση της στην πολιτική δύναμη]

και ακολούθησε επαγγελματικά τον νομικό κλάδο.

Την ευγλωττία του την κατέγραψα πριν, κατά την

παρουσίαση της σημαίας. Φαίνεται πως τον έκανε

284
χραν. Είχα να τον δω οκτώ χρόνια και δεν είχε αλλάξει ούτε σε φιλική διάθεση ούτε σε εμφάνιση. Με δέχτηκε

να ξεχωρίζει τόσο πολύ χάρη σ’ αυτήν, ώστε να πάρει τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα στην ελληνική

κυβέρνηση. Δεν συνάντησα ποτέ ξένο να έχει τέτοια

ευχέρεια με την ελληνική γλώσσα. Το να αγορεύει

σ’ αυτή τη γλώσσα πρέπει να απαίτησε από μέρους

τους τεράστια προσήλωση, όπως και ικανότητα.*

Ο Μέισον έμεινε μαζί μου όλο το πρωΐ και μου έδωσε πολλές πληροφορίες για δημόσια θέματα. Συζητώντας γι’ αυτά τα ζητήματα τόνιζε πολύ πειστικά

τη γνώμη του, και δεν μπορούσα παρά να λυπάμαι

που αφιέρωσε τις δυνάμεις του σε άλλη χώρα αντί

στη δικιά του. Του το είπα. Όμως, όπως οι περισσό-

τεροι που υπηρέτησαν πραγματικά την Ελλάδα, είναι προφανές πως ενώθηκε μαζί της διά βίου.

Όταν ο Μέισον με άφησε, στις δύο η ώρα, με παρακάλεσε να τρώω μαζί του καθημερινά όσο θα ήμουν εκεί. Είπε πως θα προσκαλούσε κάποιον να

με γνωρίσει, για να κάνει την παραμονή μου ευχάριστη.

Μετά σεργιάνισα με τον καλό μου φίλο τον Μπουθ για να δω πάλι την πόλη. Βρήκα στο Ναύπλιο αισθητές αλλαγές από τον προηγούμενο χρόνο.

* Στις περισσότερες κυβερνήσεις ο Γενικός Εισαγγελέας αλλάζει όταν αλλάξει υπουργός. Έτσι έγινε και με τον Μέισον, που δεν έχει πια αυτή τη θέση αλλά τώρα είναι δικηγόρος και δίνει συμβουλές σε όσους ζητούν τη βοήθειά του, καθώς και διαλέξεις στην ελληνική νεολαία για το αστικό δίκαιο.

285

Είχε γίνει μια χαριτωμένη φρουρούμενη πόλη, πολύ

καθαρή, και τακτική όπως κάθε παρόμοιου μεγέθους

πόλη στην ηπειρωτική Ευρώπη. Τα είδη διατροφής

είναι πολύ φθηνά όπως και τα ενοίκια: σπίτια που

πριν νοικιάζονταν προς 100 λίρες τον χρόνο, όσο η

κυβέρνηση ήταν στο Ναύπλιο, τώρα νοικιάζονταν

προς 25 λίρες τον χρόνο. Η κοινωνία αποτελείται

από τους αξιωματικούς της φρουράς με τις συζύ-

γους τους, και τους εμπόρους της περιοχής, που

είναι πάρα πολλοί, γιατί το Ναύπλιο είναι τόπος

μεγάλου εμπορίου, απ’ όπου περνά σχεδόν όλη η παραγωγή του Μωριά. Η κυρία Καρπούνη, που είχα συναντήσει παλαιότερα και θεωρείται πως κατεξοχήν κοσμεί τους χορούς στην Αθήνα, είναι κόρη του διοικητή της πόλης, του Συνταγματάρχη Στρονγκ [Strong]. Είναι Βαυαρή και παντρεύτηκε τον Καρπούνη, Έλληνα, έναν από τους υπασπιστές του Βασιλέα.

Καθώς είχα την τιμή να γνωρίζω την κυρία, της

έκανα μια πρωινή επίσκεψη και με σύστησε στον

πατέρα της, τον Συνταγματάρχη, που ήταν πολύ ευγενικός και πρότεινε να με συνοδεύσει να δω το διάσημο Παλαμήδι, το φρούριο της πόλης. Μιλού-

σε πολύ για την Ελλάδα και την Τράπεζα, για την οποία είπε πως ήταν το μόνο πράγμα που χρειαζόταν η Ελλάδα για να εξασφαλίσει την απόλυτη ευημερία. Έμεινα με τον Συνταγματάρχη και την κόρη του

286

έως αργά, μετά τους άφησα και έσπευσα στο σπίτι

να ντυθώ για το δείπνο με τον φίλο μου τον Μέισον. Όταν έφθασα, βρήκα δύο Ιταλούς φιλέλληνες,

που ήταν μεταξύ των πρώτων που πολέμησαν για

την ελληνική ελευθερία. Ο Μέισον μάς πρόσφερε ένα

γεύμα καθαρά ελληνικό. Ένα από τα πιάτα ήταν

γαλοπούλα γεμιστή με κάστανα και σταφίδες, που

είναι σίγουρα ένας εξαιρετικός τρόπος να αρτυσθεί

αυτό το πουλί για να του δώσεις γεύση πολύ καλύτερη απ’ ό,τι με την αγγλική μέθοδο. Πράγματι, ένα πιάτο άξιο ενός Γάλλου καλλιτέχνη. Ο Μέισον

μας πρόσφερε κάποια εξαιρετικά κρασιά –χιώτικα, ναξιώτικα και άλλα, σε μεγάλη ποικιλία– που η ποιότητά τους δεν σ’ αφήνει να σκεφθείς τα κρασιά

της Γαλλίας. Ο οικονόμος του –αρχιυπηρέτης, μάγειρας και καμαριέρης του συγχρόνως– είναι μαζί

του τα τελευταία οκτώ χρόνια και είναι θαυμάσιος

υπηρέτης. Τον θυμάμαι τότε που ήμουν στην Ελλάδα, το 1828. Σερβιρίστηκαν αρκετά πιάτα και

καθίσαμε για φαγητό έξι άτομα. Ωστόσο δεν μας

σέρβιρε κανείς άλλος εκτός απ’ αυτόν τον άνθρω-

πο, που έκανε το καθήκον του με τέτοια ταχύτητα

και αποτελεσματικότητα σαν να υπήρχαν τρεις ή

τέσσερις σερβιτόροι στο δωμάτιο. Αυτός ο άνθρω-

πος είναι ένα κοφυφαίο δείγμα της αφοσίωσης, κα-

θώς και εξυπνάδας, του ελληνικού χαρακτήρα των

κοινωνικά κατώτερων τάξεων. Για επιδόρπιο, ο

Μέισον παράγγειλε παγωτά από τον ζαχαροπλά-

287

στη, παγωτά ισάξια μ’ εκείνα του Γκούντερ [Gunter, διάσημος παρασκευαστής παγωτού και σορμπέ στο Λονδίνο] ή του Τορτόνι [Tortoni, διάσημο παρισινό

καφέ με εξαιρετικό ιταλικό παγωτό], και μάλιστα

στο ένα τρίτο της τιμής. Αυτό είναι μια πολυτέλεια

που παρέχεται άφθονη στην Ελλάδα.

Ήταν η πιο ευχάριστη βραδιά που πέρασα

ποτέ, γιατί ο Μέισον είναι πολύ πνευματώδης και

αφηγείται ανέκδοτα. Το πνεύμα, πράγματι, το χειρίζεται τέλεια.

288

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧVI

Μαντάμ Τουρέ – Κοινωνική ζωή στο Ναύπλιο – Κατάσταση του ελληνικού στρατού – Βαμβάκι και καπνός – Πανδοχεία στην Ελλάδα – Άφιξη στην Κόρινθο – Βοστίτζα – Πάτρα – Οι «Εγγλέζοι» – Νόμος της διανομής

– Δρ Μανιάχης

3 Αυγούστου – Σήμερα το πρωί επισκέφθηκα

τον Ταγματάρχη Τουρέ, Διοικητή της Φρουράς του Ναυπλίου, που είχα γνωρίσει παλιότερα. Έμενε με

τη σύζυγό του σ’ ένα πολύ καλό σπίτι προς την είσοδο της πόλης. Η Μαντάμ Τουρέ με πληροφόρησε πως τελευταία τούς είχε επισκεφθεί ο κύριος και η

κυρία Λαγκρενέ, ο Γάλλος Πρέσβης στην Αθήνα, και με την ευκαιρία έδωσαν μια χοροεσπερίδα, όπου παρευρίσκονταν τουλάχιστον εξήντα Ελληνίδες –

και μόνο μεταξύ όσων χόρευαν. Αναφέρω το γεγο-

νός για να δείξω πως η Αθήνα δεν είναι η μόνη πόλη

στην οποία υπάρχει κοινωνική ζωή.

Με την ευκαιρία έμαθα από τον Τουρέ πως η

κατάσταση του στρατού της Ελλάδος ήταν η εξής:

289

Βαυαρούς Έλληνες Σύνολο

Τέσσερα τάγματα πεζικού, αποτελούμενα από....... 2500 και 900 = 3400

Ένας λόχος πυροβολικού ... 200 700 = 900

Τέσσερις λόχοι μηχανικών ... 400 … = 400

Δύο λόχοι σκαπανέων ....... 240 … = 240

Δύο λόχοι εφοδιοπομπής ... 160 … = 160

Ένα σύνταγμα ιππικού ..... 240 340 = 580

Σώμα χωροφυλακής ......... … 1400 = 1400

Δασοφύλακες ..................... 120 60 = 180

Φάλαγγα (λεγόμενη)......... … 2000 = 2000

Τέσσερα ελληνικά τάγματα

ακροβολιστών ............. ... 1600 = 1600

Δέκα τάγματα κινούμενων

εθνοφυλάκων ............... … 2000 = 2000

Ένας λόχος απομάχων ..... … 60 = 60

Σύνολο 12920

5 Αυγούστου 1836 – Σήμερα έφυγα απ’ το Ναύ-

πλιο, συντροφιά με τον κ. Μπουθ και τον κ. Φραντζό-

νι. Οι φίλοι μου πήγαν στο Άργος να επισκεφθούν το

εκεί θέατρο, που είναι λίγο έξω από τον δρόμο. Αλλά

επειδή είχα δει επανειλημμένα αυτές τις αρχαιότη-

τες, πήγα μόνος στον τάφο του Αγαμέμνονα, όπου

έφτασα σε μιάμιση ώρα. Αυτός ο τάφος είναι ένα

μεγάλο κωνικό κτίριο, ύψους εννέα μέτρων, που οι πέτρες του είναι πολύ ογκώδεις. Μέτρησα μία, που

βρίσκεται στην είσοδο του τάφου, πάνω από την

290

πύλη, και βρήκα πως έχει οχτώ μέτρα μήκος, δέκα

πλάτος και πέντε μέτρα πάχος. Μετά πήγαμε κι

οι τρεις να επισκεφθούμε τις αρχαίες Μυκήνες, που

είναι τόσο διάσημες για την εξαιρετική τους πύλη, πάνω από την οποία είναι ακόμα, άτεχνα σκαλισμένα, τα απομεινάρια δύο λιονταριών. Οι πελώριες

ογκώδεις πέτρες που αποτελούν τα τείχη αυτού του

κτιρίου είναι να κοροϊδεύεις και να ειρωνεύεσαι το

σημερινό λιλιπούτειο στυλ αρχιτεκτονικής.*

Αφού ικανοποιήσαμε την περιέργειά μας, συνεχίσαμε μέσα από την πεδιάδα του Άργους, που είναι από τις πιο πλούσιες της Ελλάδος. Είναι γεμάτη χωριά, πυκνοκατοικημένα, και σε μεγάλο βαθμό καλλιεργημένη. Τ’ αμπέλια, το βαμβάκι και τα καπνά φαίνονται σε κάθε πλευρά. Οι κάτοικοι ήταν απασχολημένοι με τη συγκομιδή των φύλλων του καπνού, που ήταν άφθονα. Πριν από οχτώ χρόνια, θυμάμαι αυτή την πεδιάδα σχεδόν σαν βάλτο και αγριότοπο, τώρα ο βάλτος έχει αποξηρανθεί και δίνει τεράστια σοδειά.

Αφήνοντας αυτή την πεδιάδα, μπήκαμε στα Δερβενάκια, ένα μέρος διάσημο για τη νίλα του

Δράμαλη Πασά με την απώλεια 5.000 ανδρών. Το

πέρασμα είναι πολύ στενό, και τα βουνά και τα

* Καθώς αυτά τα διάφορα είδη αρχαιοτήτων έχουν περιγραφεί πολλές φορές, θα παραλείψω τις διάφορες λεπτομέρειες

που βρίσκω σχετικά στο ημερολόγιό μου.

291

υψώματα κι από τις δυο πλευρές ήταν στην κατοχή των Ελλήνων, υπό τις διαταγές του Νικήτα και άλλων αρχηγών. Οι Τούρκοι δεν πρόβαλαν αντί-

σταση, απλά έβαλαν τα χέρια τους στα πρόσωπα

και φώναζαν «Αλλάχ! Αλλάχ!» Ο ξεναγός μού είπε πως μπορείς ακόμα να δεις τα κόκκαλα ανδρών κι αλόγων, σκόρπια

καλά σημεία για στάση – δηλαδή είναι καθαρά και έχεις ένα καθαρό μέρος να βάλεις το κρεβάτι σου. Αλλά

αυτό

κυβέρνηση και να επιμεί-

νουν οι πρέσβεις των ξένων δυνάμεων. Όπως είπα

και πριν, η Ελλάδα για τα επόμενα δέκα χρόνια

θα αντλεί τη στήριξή της από τους ξένους, επομένως πρέπει να προσφέρονται καταλύματα, ώστε

να λειτουργούν σαν κίνητρα για τον ερχομό ξένων. Στα διάφορα μέρη που είναι κατάλληλα για

στάση, η κυβέρνηση θα έπρεπε να προνοήσει να υπάρχουν τρία-τέσσερα δωμάτια και να τοποθετηθεί ένα πρόσωπο για να τα φροντίζει, σαν οικοδεσπότης, μ’ ένα μικρό ετήσιο εισόδημα, ώσπου οι καταστάσεις να μην το απαιτούν – χρειάζεται κά-

292
εκεί γύρω. Φτάσαμε κατά τις δέκα το πρωί στην Κουρτέσα,
είναι
Αυτό είναι
χάνι στην Ελλάδα που με δυσαρέστησε πολύ. Τα πανδοχεία στις πόλεις είναι όλα καλά, όπως και τα μοναστήρια είναι
που
σταθμός της χωροφυλακής.
το μόνο
το ξενοδοχείο εδώ είναι κακό. Αυτό είναι ένα σημείο πολύ σημαντικό και πρέπει να τονιστεί έντονα στην ελληνική

ποιος που να ξέρει να κρατά ένα πανδοχείο, πολλοί τέτοιοι μπορεί να βρεθούν στην Αθήνα. Στις

πόλεις αυτό δεν είναι απαραίτητο, αλλά μιλώ για

την επαρχία και τα μοναστήρια. Για να αποδείξω

πόσο εύκολα μπορεί να επιτευχθεί, ας υποθέσουμε

π.χ. πως πρέπει να ιδρυθούν εκατό τέτοια μέρη σε

όλη την Ελλάδα, και ας υπολογίσουμε το κόστος

σε 20 λίρες για το καθένα ή 2. 000 λίρες για όλα (για να έχει το δωμάτιό μου τα απαραίτητα δεν

πλήρωσα ούτε 10 λίρες). Σε αυτά ας προσθέσουμε

και έναν μισθό (ας πούμε) 20 λίρες για κάθε άτομο

που

να πληρώνουν οι ίδιοι. Έτσι, για ένα ποσό 2. 000 λιρών τον χρόνο, η κυβέρνηση

θα εξασφαλίσει μια άνετη διαμονή σε εκατό αξιόλογα πρόσωπα και θα παρέχει τα μέσα για να ελκύει στη χώρα αμέτρητους επισκέπτες, που θα καταστήσουν τελικά «ένα ταξίδι στην Ελλάδα»

ζήτημα απλής διασκέδασης.

Ώσπου να γίνει όμως κάτι τέτοιο, οι ταξιδιώτες καλά θα κάνουν να ταξιδεύουν σε ομάδες των

τριών ή τεσσάρων ατόμων, με μια μικρή σκηνή

οπωσδήποτε, που το έξοδο μεταφοράς της θα είναι

απλά πέντε δραχμές την ημέρα για ένα άλογο.

Το μέρος που ανέφερα παραπάνω βρίσκεται

μεταξύ Ναυπλίου και Κορίνθου. Σταθμεύσαμε εδώ

για δύο ώρες. Οι αγωγιάτες πήγαν στους στάβλους

293
θα διορισθεί να φροντίζει αυτά τα μέρη δημόσιας στέγασης, ώσπου η αύξηση των ταξιδιών να δώσει τη δυνατότητα

τα άλογα (οι οποίοι παρεμπιπτόντως είναι πάντα

εξαιρετικοί στην Ελλάδα) και τα τάισαν καλά με

βρώμη, που την πλήρωσαν είκοσι λεπτά (1 ¼ λίρας) την οκά (δυόμισι λίβρες σε βάρος). Πίσω απ’

αυτό το χάνι ήταν ένας μικρός καταρράκτης, κι

αφού περιμέναμε ένα τέταρτο της ώρας να δροσιστούμε, βρέξαμε τα κεφάλια μας σ’ αυτό το υπέροχο φυσικό ντους.

Το μόνο που μπορούσαμε να φάμε εδώ ήταν

αυγά, ψωμί και ξερόσυκα, είχαμε όμως προνοήσει και φέραμε την τσαγιέρα μας, τσάι και καφέ·

δεν φέραμε, επειδή θα το βρίσκαμε εδώ, εξαιρετικό

γάλα. Το δωμάτιο δεν είχε παράθυρα και ήταν γενικά σε χάλια κατάσταση.

Μείναμε εδώ έως τις δώδεκα, μετά συνεχίσαμε το ταξίδι μας. Ο δρόμος προς την Κόρινθο ήταν ένας φυσικός καρόδρομος. Εδώ κι εκεί υπήρχαν μικρές λαγκαδιές, πάνω από τις οποίες η κυβέρνηση έπρεπε να βάλει ξύλινα γεφύρια, αφού τα

υλικά είναι έτοιμα στην περιοχή. Με 100 λίρες θα

έκαναν τέλειο τον δρόμο από την Κουρτέσα ως

την Κόρινθο, μια απόσταση τριάντα δύο χιλιομέ-

τρων.

Η περιοχή δεν ήταν πολύ καλλιεργημένη μέχρι οχτώ χιλιόμετρα έξω από την Κόρινθο. Μετά, ώσπου φτάνει το μάτι, κατά μήκος της ακτής, δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά μόνο αμπελώνες με μεγάλα σταφύλια και ψιλή σταφίδα, που παίρνει τ’

294

όνομά της από τη διάσημη πόλη.* Αυτή η επαρχία, όπως και η Βοστίτζα και η Πάτρα, είναι η

πιο πλούσια σε όλη την Ελλάδα, οι ιδιοκτήτες των

αμπελιών της σταφίδας έχουν μεγάλες προσόδους

από τα κτήματά τους.

Ήταν περίπου πέντε η ώρα όταν φτάσαμε στην

Κόρινθο, κι αφού πιάσαμε τα δωμάτιά μας στο ξενοδοχείο, που το έχει ένας Κεφαλλονίτης, πήγαμε

να δούμε τον Ακροκόρινθο, ένα μέρος διάσημο για

τη μάχη μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Είναι ένα

φρούριο 600 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασ-

σας, χτισμένο τον καιρό των ακαταπόνητων Βενετών. Ο στρατιώτης που μας συνόδευε είπε πως

ήθελες δύο ώρες περπάτημα για να επισκεφθείς όλα

τα σημεία και κάθε εξώστη του κάστρου. Μπορείς

να δεις την Αθήνα από εκεί, πενήντα χιλιόμετρα

μακριά, στην ευθεία, καθώς και το Ναύπλιο, στην

ίδια περίπου απόσταση αλλά σε άλλη κατεύθυνση.

Τώρα ο ήλιος έδυε, γι’ αυτό φύγαμε γρήγορα από το

φρούριο και πήγαμε στο ξενοδοχείο, που δεν είναι

κι από τα καλύτερα της Ελλάδος, αν και πολλοί ταξιδιώτες περνούν από την πόλη.**

Φάγαμε ωστόσο ένα αξιοπρεπές δείπνο, για το

οποίο πληρώσαμε μια μάλλον εξωφρενική τιμή. Στο

* Σταφύλια της Κορίνθου [Raisins de Corinth], εξού και η λέξη currant [σταφίδα].

** Έμαθα πως έκτοτε έχει γίνει κι άλλο ένα ξενοδοχείο.

295

ίδιο τραπέζι μ’ εμάς καθόταν κι ένας Ρώσος Κόμης

που ταξίδευε στην Ελλάδα για διασκέδαση και είχε

τρόπους και συμπεριφορά εξαιρετικά ευχάριστη.*

Δεν υπάρχει τίποτα αξιοπρόσεκτο στην Κόρινθο

εκτός το κάστρο της. Η ίδια η πόλη, μετά τον εμφύλιο που πέρασε, είναι εντελώς διαλυμένη, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα συνέλθει, γιατί οι γαιοκτήμονες πλουτίζουν από τα χωράφια της σταφίδας, που απλώνονται παντού.

Έμαθα εδώ πως τα είδη διατροφής είναι εξαιρετικά φθηνά γιατί έρχονται με πλοία από την απέναντι πλευρά του Κόλπου. Εκεί το τυρί και το βούτυρο πουλιούνται δεκαπέντε παράδες η οκά, ενώ τα ίδια, όταν φτάνουν στην Αθήνα, κοστίζουν εξήντα παράδες η οκά. Από την Κόρινθο μέχρι την Πάτρα οδικώς είναι

αυτή την παρατήρηση σχετικά με τη

ρωσική αριστοκρατία, που πάντα μου επιδείκνυε προσωπικά

τη μέγιστη ευγένεια. Πάντα έβρισκα τους Ρώσους άψογους και

αξιοπρεπέστατους στη συμπεριφορά τους. Όταν ο Λόρδος Κό-

χραν έφυγε από την Ελλάδα, το 1828, ο Κόμης Χέυδεν, ο Ρώσος

Ναύαρχος, του διέθεσε μια κορβέτα για να συνοδεύει εκείνον και

την ακολουθία του στη Μάλτα. Ο πλοίαρχος αυτού του σκάφους

παραχώρησε την καμπίνα του και ξεβολεύτηκε για να έχει άνεση

ο Ναύαρχος. Σε όλο το ταξίδι, όλο το πλήρωμα πάσχιζε για να

τον κρατά ευχαριστημένο.

296
ημερών. Είχα κάνει και την προηγούμενη χρονιά το ίδιο ταξίδι. Σ’ όλο τον δρόμο, για * Έχω κάνει συχνά
ταξίδι τριών

εκατόν δέκα χιλιόμετρα στην ευθεία, υπάρχουν καλλιέργειες με αμπέλια σταφίδας.* Η Βοστίτζα, στα

μισά της διαδρομής μεταξύ Κορίνθου και Πάτρας,

είναι μεγάλη αγορά για τη σταφίδα. Τα σπίτια της

πόλης, που είναι πολύ καλόγουστα, μαρτυρούν την

ευημερία των κατοίκων της περιοχής.

Οι σύντροφοί μου κι εγώ αποφασίσαμε τώρα να

κάνουμε το ίδιο ταξίδι διά θαλάσσης, γι’ αυτό πήγαμε με άλογα στην παραλία, κάπου τρία χιλιόμετρα

δρόμο, και ναυλώσαμε ένα καΐκι για μας, να μας

πάει στην Πάτρα, εβδομήντα μίλια απόσταση, για

πενήντα δραχμές.

Σηκώσαμε άγκυρα, με ούριο άνεμο, κι αφήσαμε

την Κόρινθο πίσω μας γλιστρώντας με εκατόν δέκα

χιλιόμετρα την ώρα. Άμα συνεχιζόταν ο ίδιος άνεμος, θα ήμασταν στην Πάτρα νωρίς το άλλο πρωί, τώρα ήταν πέντε η ώρα το απόγευμα. Όμως τίποτα

δεν είναι πιο αβέβαιο από τον άνεμο σ’ αυτές τις θάλασσες. Έπεσε μπουνάτσα και νύχτωσε προτού

προχωρήσουμε αρκετά.

6 Αυγούστου 1836 – Το πρωί, αντί να είμαστε στην Πάτρα βρεθήκαμε στα μισά του δρόμου, απέναντι από το Γαλαξίδι. Πολύ θα θέλαμε ν’ αράξουμε

εδώ, για να επισκεφθούμε τους Δελφούς, όμως αυτό

* Η σταφίδα καλλιεργείται όπως και τα κλήματα στη Γαλλία. Τη στηρίζουν με πασσάλους και ψηλώνει κάπου ένα μέτρο

από το έδαφος. Οι δύο καρποί διαφέρουν μόνο στο μέγεθος.

297

θα μας καθυστερούσε δύο ημέρες και μπορεί να χάναμε το ατμόπλοιο που περνά κάθε δεκαπέντε μέρες

από Πάτρα για Κέρκυρα και Ανκόνα, η οποία ήταν

και ο προορισμός μας.

Συνεχίσαμε τον δρόμο μας με ελαφρύ αεράκι. Ο

καπετάνιος του καϊκιού άπλωσε μια τέντα που μας

προστάτευε από τον ήλιο. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ευχάριστο αυτή την εποχή από ένα θαλασσινό ταξίδι σ’ αυτόν τον κόλπο. Σε μεγάλο πλοίο, με όλες

τις ανέσεις, θα ήταν σπουδαία πολυτέλεια. Στις δυο του πλευρές ο κόλπος έχει ψηλά βουνά με δέντρα, και χωριά σκορπισμένα εδώ κι εκεί, που οι κάτοικοί

τους είναι στα χωράφια και τρυγάνε. Κατά τις δέκα, αφού τελειώσαμε το πρωινό, κατασκοπεύσαμε ένα

καΐκι που έβγαινε από τη Βοστίτζα και τραβούσε προς το Γαλαξίδι. Για να διασκεδάσουμε, το πλησιάσαμε και επιβιβαστήκαμε. Διαπιστώσαμε πως ήταν φορτωμένο με φρούτα – υπέροχα πεπόνια και

αχλάδια, που για εμάς ήταν σκέτη απόλαυση. Έτσι, όλοι ευχαριστηθήκαμε που συναντηθήκαμε – εκείνοι γιατί μας πούλησαν τα φρούτα τους, εμείς για την αγορά. Αγοράσαμε πέντε μεγάλα πεπόνια, μισή

δραχμή το ένα. Για τ’ αχλάδια, που ήταν υπέροχα, δώσαμε δύο λεπτά το ένα.

Το ελαφρύ και μεταβλητό αεράκι που συναντήσαμε σήμερα, αν και πολύ ευχάριστο, δεν βοηθούσε

στην πορεία μας, κι ο ήλιος έδυσε πάλι στο ταξίδι

μας.

298

7 Αυγούστου 1836 – Στη διάρκεια της νύχτας, το σκάφος προχώρησε σιγά-σιγά και στις πέντε το πρωί βρεθήκαμε πλάι στα δύο κάστρα που προστατεύουν την είσοδο του Κόλπου της Ναυπάκτου.

Η θάλασσα είναι λιγότερο από ενάμισι χιλιόμετρο μέχρι την άλλη άκρη, και τα κάστρα προβάλλουν

πολύ επιβλητικά. Τώρα που ανέτελλε ο ήλιος, δυνάμωσε η αύρα και στις επτά φτάσαμε στην Πάτρα.

Ο Μπουθ κι εγώ είχαμε αναθέσει στον Φραντζόνι, τον γλύπτη, να μας βρει κατάλυμα· επειδή δεν είναι Άγγλος, θα μας έβρισκε πιθανόν στη μισή τιμή.

Η Πάτρα είναι μια μεγάλη εμπορική πόλη κι έχει αρκετά καλά ξενοδοχεία. Είχαμε ζητήσει από τον καπετάνιο του καϊκιού να δείξει στον φίλο μας τον δρόμο για να βρει το καλύτερο. Έτσι κι έκανε, όμως προτού πλησιάσουμε στο σημείο που μας υπέδειξε, ο καπετάνιος προχώρησε μπροστά, αφήνοντας πίσω

του τον Φραντζόνι και μπήκε στο Ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας. Αλλά ο Φραντζόνι υποψιάστη-

κε τι θα γινόταν και ακολουθώντας τον έφτασε τη

στιγμή που τον άκουσε να λέει στα ιταλικά στον ξενοδόχο «Ινγκλέζι».

Αυτό ήταν αρκετό για τον φίλο μας, που δεν τον ξεγελούσες εύκολα. Έκανε μεταβολή και μπήκε σε ανταγωνιστικό ξενοδοχείο – όχι όμως δίχως ο καπετάνιος κι ο θυρωρός να τον ακολουθήσουν κατά πόδας και να τον παρακαλάνε να μείνει. Μάταια. Σ’ αυτό το ξενοδοχείο (των Ιονίων Νήσων [l’hotel des

299

Isles Ioniennes]) νοίκιασε τρία καλά δωμάτια για

έξι δραχμές την ημέρα.

Ο ιδιοκτήτης ήταν Κεφαλλονίτης και είχε στήσει

πρόσφατα αυτό το ξενοδοχείο. Του παραγγείλαμε

για δείπνο σούπα, ψάρι, παϊδάκια, και επιδόρπιο, με ντόπιο κρασί. Μας χρέωσε δύο δραχμές το κεφάλι, και το φαΐ ήταν εξαιρετικό.

Μετά το δείπνο, σεργιανίσαμε στην περαντζάδα

και στην πόλη, που είναι μια από τις πιο καλοσχεδιασμένες στην Ελλάδα. Όλοι οι δρόμοι είναι φαρδείς και τέμνονται σε κάθετες γωνίες μεταξύ τους, τα σπίτια είναι πολύ μεγάλα και ευρύχωρα. Όλα, με λίγα λόγια, δείχνουν πως πρόκειται για εύπορο μέρος. Σ’ αυτό συντελεί η επαφή με την ιταλική ακτή, το ατμόπλοιο που έρχεται κάθε δεκαπέντε μέρες

από την Ανκόνα και την Κέρκυρα, και το άλλο από

την Αγγλία κάθε μήνα, μέσω Μάλτας. Το κυριότερο προϊόν της περιοχής (οι σταφίδες) τείνει να της

προσδώσει σημασία, και σύντομα θα την κάνει μια

μεγάλη ακμάζουσα πόλη.

Στα περίχωρα, πήγαμε κοντά σ’ έναν μεγάλο

σωρό σιτηρά και παρατηρήσαμε πως ένας άνδρας

τοποθετούσε μεγάλες ξύλινες επιγραφές επάνω

τους, για να αποτρέψει όποιον ήθελε να τα πάρει.

Αυτή ήταν όλη η ασφάλεια που θεωρούσε απαραί-

τητη για τα σιτηρά του.

Καθώς πλησίαζε το βράδυ, είδαμε στην απέναντι

πλευρά του κόλπου φωτιές. Οι κάτοικοι καθάριζαν

300

τη γη, για να την ετοιμάσουν για καλλιέργεια. Ταχύτερη μέθοδο γι’ αυτό βρήκαν το να καίνε τα δάση.

Οι κάτοικοι όλης αυτής της περιοχής της χώρας μετατρέπουν τους χέρσους τόπους σε αμπέλια, πολύ επικερδή.

8 Αυγούστου 1836 – Σήμερα επισκέφθηκα τον κ.

Ρόμπινσον [Robinson], τον Άγγλο υποπρόξενο, και καθώς το θέμα της μεγάλης συζήτησής μας (ο νόμος

περί διανομής της γης που εισήχθη στην Ελλάδα)

είναι πολύ σημαντικό, θα καταγράψω τα συμπεράσματα των πληροφοριών που πήρα απ’ αυτόν τον κύριο.

Για να θεραπεύσει την έλλειψη κεφαλαίου στην Ελλάδα, η κυβέρνηση εισήγαγε έναν νόμο που τον

αποκάλεσαν Νόμο της Διανομής. Αυτός έδινε το δικαίωμα στον καθένα να αγοράζει γη από την κυβέρνηση, έως το ποσό των 2.000 δραχμών, και να πλήρωνει εννέα τοις εκατό τόκο για τριάντα έξι χρόνια. Επομένως, το άτομο που θα είχε τη γη θα έπρεπε να

πληρώνει στην κυβέρνηση εκατόν ογδόντα δραχμές

τον χρόνο, είτε καλλιεργούσε τη γη είτε όχι.

Οι Έλληνες ποτέ δεν καλλιεργούν το ίδιο μέρος

για δύο συνεχόμενα χρόνια, λόγω έλλειψης λιπά-

σματος, οπότε ο επικαρπωτής, με την παραγωγή

της μισής γης, θα έπρεπε και να πληρώνει τόκο και

να συντηρείται.

Υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος να πάρεις γη από

την κυβέρνηση, με διπλό τον φόρο της δεκάτης –

301

δηλαδή ο κάτοχος της γης θα πρέπει να πληρώνει

στην κυβέρνηση είκοσι τοις εκατό από το προϊόν

της γης.

Η διαφορά λοιπόν είναι η εξής: Στην πρώτη περίπτωση, ο ιδιοκτήτης είναι αναγκασμένος να δουλεύει τη γη του και δεν προστατεύεται από πιθανή

σιτοδεία ή ξηρασία, γιατί είναι

δουλεύει, πληρώνει μόνο ανάλογα με τα κέρδη.

Η γνώμη μου σ’ αυτό το θέμα –που συμπίπτει

με τη γνώμη πολλών έξυπνων ντόπιων στην Ελλάδα– είναι πως το άτομο που θα πάρει τη γη (ας πούμε για δύο χιλιάδες δραχμές) θα έπρεπε να

πληρώνει με δόσεις για διάστημα πέντε, έξι, δέκα ή δεκαπέντε χρόνων. Αν όμως σε τρία χρόνια δεν

καλλιεργήσει τη μισή γη, αυτή να κατάσχεται· σε

οκτώ χρόνια, θα έπρεπε όλη η γη να καλλιεργείται

– ο ιδιοκτήτης, φυσικά, θα πληρώνει τη δεκάτη του

στην κυβέρνηση.

Νομίζω πως αν ακολουθούσαν αυτόν τον τρόπο, όλοι στην Ελλάδα θα είχαν ένα κομμάτι γης, και η

κυβέρνηση θα συγκέντρωνε κάθε χρόνο ένα μεγάλο

ποσό από την πληρωμή των δόσεων. Μέσα σε λίγα

χρόνια, η Ελλάδα θα ήταν πλούσια και εύπορη γιατί, εκτός από το παραπάνω, θα είχε ένα σίγουρο και

τακτικό εισόδημα από τη δεκάτη, που πληρώνεται

πάντα στην κυβέρνηση για τη συντήρηση του κρά-

302
πάντα υποχρεωμένος να πληρώνει ένα συγκεκριμένο ποσό· στη δεύτερη περίπτωση, δεν είναι αναγκασμένος να τη

τους. Το γεγονός ότι ο κάτοχος θα ήταν αναγκασμέ-

νος να καλλιεργεί ένα μέρος της γης, αλλιώς θα του το κατάσχουν ολόκληρο, θα είχε ως αποτέλεσμα να

καλλιεργείται όλη η γη.

Σήμερα συνάντησα τον παλιό μου φίλο, τον Δρα

Μανιάχη, με τον οποίο συζητήσαμε διάφορα θέματα. Η μανία της σταφίδας τον είχε συνεπάρει κι

αυτόν, όπως όλους, και επιδιδόταν στην αγροτική

ζωή όποτε μπορούσε να ξεκλέψει χρόνο από τη δικηγορία. Μου είπε πως είχε κάπου τριάντα ακρ γη με σταφίδα (κάπου εξήντα [sic] στρέμματα), που

τα έχει ένα χρόνο φυτεμένα και υπόσχονται μεγάλα κέρδη.

Με πληροφόρησε πως τη γη που ήταν κατάλλη-

λη για καλλιέργεια σταφίδας την πουλούσαν προς σαράντα τάληρα το στρέμμα, και κάθε στρέμμα χρειαζόταν είκοσι τάληρα επιπλέον για να το καλλιεργήσεις και να το φυτέψεις κλήματα· πως τα δύο επόμενα χρόνια, τα έξοδα θα αυξάνονταν κατά δέκα

τάληρα ακόμα, φτάνοντας συνολικά τα εβδομήντα τάληρα. Τον τέταρτο χρόνο, η γη θα παρήγε σοδειά σταφίδας που θα άξιζε τριάντα τάληρα. Συνεπώς,

αφαιρώντας πέντε τάληρα για την καλλιέργεια, το

καθαρό κέρδος που θα επιστρεφόταν θα ήταν είκοσι πέντε τάληρα, δηλαδή περίπου τριάντα έξι τοις εκατό του κεφαλαίου. Πρόσθεσε πως τη γη την όργωναν παντού για αμπελώνες, γιατί η σταφίδα τώρα έφερνε τεράστια κέρδη.

303

Το επόμενο θέμα που θίξαμε ήταν ένας καινούργιος νόμος που επέβαλλε πέντε τοις εκατό στα κέρδη από κάθε είδος εμπορικής δραστηριότητας –

ένα είδος φόρου εισοδήματος που συμπεριλαμβάνει και τους δικηγόρους, αλλά εξαιρεί τους δασκάλους, τους γλύπτες, τους ζωγράφους και τις καλές τέχνες.

Αυτό τον πονούσε τον δόκτορα, που είναι δικηγόρος, και επειδή είναι συνάδελφός μου τον λυπήθηκα. Ο συγκεκριμένος φόρος, στην πραγματικότητα, υποβιβάζει την τήβεννο ενός νομικού στο επίπεδο του εμπορίου. Ο Μανιάχης, λέγοντας πως είχε εγκαταλείψει το δικαστικό επάγγελμα στο δικαστήριο της Πάτρας, για το οποίο η κυβέρνηση τον πλήρωνε 150 λίρες τον χρόνο, και είχε επανέλθει στο επάγγελμα του δικηγόρου, από το οποίο κέρδιζε ένα καλό εισόδημα, είπε: «Έδωσα μάχη να απαλλαγώ απ’

το επάγγελμα του δικαστή, γιατί η κυβέρνηση δεν

δεχόταν την παραίτησή μου και ήμουν αναγκασμέ-

νος να τους επιστρέψω την άδεια ασκήσεως, nolens volens [θέλοντας και μη]».

9 Αυγούστου – Βολτάρισα στην πόλη το πρωί κι

έκανα έρευνα αγοράς για τα είδη διατροφής. Βρή-

κα πως το ψωμί πρώτης ποιότητος στοιχίζει είκοσι

έξι λεπτά η οκά· το δεύτερης ποιότητος, δεκαπέντε

λεπτά· τα αυγά, δύο λεπτά το ένα· το κρασί, πενήντα λεπτά η οκά, που νομίζω πως είναι φθηνό, όπως παντού στον κόσμο· η αγορά είχε απ’ όλα.

Το απόγευμα, ο Μπουθ κι εγώ πήγαμε στο κάστρο,

304

κάπου τετρακόσια μέτρα από την πόλη, που είναι

σε κατάσταση κατάρρευσης. Ένα μέρος του είχε επισκευαστεί και το χρησιμοποιούσαν για φυλακή,

κι όσο ήμασταν εκεί είδαμε δυο χωροφύλακες να μεταφέρουν έναν εγκληματία. Οι χωροφύλακες είναι

πολύ καλό σώμα, κάνουν καλά τη δουλειά τους. Η

θέση αυτού του κάστρου διαφεντεύει όλη την πόλη. 10 Αυγούστου – Όλο το πρωί μάζευα τις αποσκευές μου, γιατί σήμερα περιμέναμε το ατμόπλοιο.

Στις έντεκα η ώρα φάνηκε, και μετά από μία ώρα

ήταν στο λιμάνι.

Επειδή τα Ιόνια Νησιά τα έχουν περιγράψει

καλά και συχνά άλλοι ταξιδιώτες, θα πω μόνο γενι-

κά πως ο πλούτος της Αγγλίας τα καθιστά, μέρα με

τη μέρα, όλο και πιο πλούσια. Ιδιαίτερα η Κέρκυρα

είναι μια υπέροχη πόλη, με περίχωρα παραδεισένια.

Από εκεί πήγα στην Ανκόνα με ατμόπλοιο και επέστρεψα στην Αγγλία περνώντας απ’ τη Βενετία, το Τιρόλο, το Μόναχο και το Παρίσι.

Τώρα θα κλείσω με ένα πρόσθετο κεφάλαιο, συγκεντρώνοντας μερικές παρατηρήσεις για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα θα έπρεπε να καλλιεργηθεί από ξένους. Θα μιλήσω επίσης σχετικά με τον εποικισμό αυτής της γόνιμης και υπέροχης χώρας.

305

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVII

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Αφού περιέγραψα στους αναγνώστες μου την κοινωνία της Αθήνας, τη συμπεριφορά και τις διασκεδάσεις που θα συναντήσουν εκεί, τώρα σκοπεύω

να θίξω το θέμα στο οποίο έχω επανειλημμένα αναφερθεί περιστασιακά, σε συνδυασμό με παρατηρήσεις για την καλλιέργεια της γης στα περίχωρα της Αθήνας. Τώρα όμως σκοπεύω να το δω σε σχέση

με ολόκληρη την Ελλάδα. Παρακαλώ να γνωρίζετε

ότι κάνοντας αυτές τις παρατηρήσεις είμαι απόλυτα

βέβαιος πως πολλοί θα έχουν διαφορετική άποψη

για το ζήτημα. Στην πραγματικότητα, δεν κάνω τις

ακόλουθες παρατηρήσεις αφοριστικά, δεν τις θέτω

σαν προϋποθέσεις που πρέπει να πραγματωθούν

προκειμένου η Ελλάδα να γίνει σημαντικός σταθμός

στην Ευρώπη. Απλώς καταγράφω τις προσωπικές

μου απόψεις και τα αισθήματα που διαμορφώθηκαν

από μια μακροχρόνια και ώριμη μελέτη του θέματος. Αυτές τις απόψεις, αν είχα στη διάθεσή μου

«τα μέσα και τον τρόπο», σίγουρα θα τις έκανα

πράξη. Γιατί πιστεύω ότι είναι ο καλύτερος τρόπος

για να αποφευχθούν πολλά μελλοντικά δεινά με τη

307

μορφή πολέμου, ιδιαίτερα για την ανάπτυξη ενός

φθηνού και ισχυρού αναχώματος ώστε να βοηθηθεί

η Τουρκία σε περίπτωση που της επιτεθεί η Ρωσία, σε είκοσι χρόνια από τώρα.

Ό,τι ήδη έθιξα για το θέμα, στις προηγούμενες σελίδες, αποσκοπούσε στην ωφέλεια του ανθρώπου

που χαίρεται τη ζωή· φτάνοντας στην Αθήνα θα ξέρει πώς να απολαύσει την πόλη. Όσα ακολουθήσουν

θα είναι για τον επιχειρηματία, ή τον έποικο, και

αποσκοπούν στο ν’ αποφύγει να παρασυρθεί σε λά-

θος από εσφαλμένες και συμφεροντολογικές παρουσιάσεις του θέματος. Στόχο έχω να τον παρακινήσω

να εξετάσει και να κρίνει μόνος του – να συγκρίνει

και να ζυγίσει τις παρατηρήσεις και τις θέσεις μου

έναντι θέσεων διαφορετικού είδους και τάσης, που ίσως τραβήξουν την προσοχή του. Μετά, να διαλέξει ξεκάθαρα ανάμεσα στα δύο: γιατί δεν επιθυμώ ν’

ακολουθήσει τις προτάσεις μου προτού σκεφθεί και εξετάσει το θέμα μόνος του, ειδικότερα στο συγκεκριμένο ζήτημα στο οποίο αναφέρονται.

Υπάρχουν δύο τρόποι με τους οποίους μπορούν να καλλιεργηθούν τα χέρσα χωράφια της Ελλάδος.

1. Από ξένους κεφαλαιούχους με ντόπιους εργάτες της γης.

2. Από ξένους κεφαλαιούχους που θα απασχολούν ξένους εργάτες.

Ας υποθέσω πως είμαι ένας ξένος κεφαλαιούχος που έφτασε στην Ελλάδα με σκοπό να αγοράσει

308

μια μεγάλη έκταση στον Μωριά ή το Νεγροπόντε

και να την καλλιεργήσει με ντόπιους. Σ’ αυτή την περίπτωση, θα έμενα στην Αθήνα για ένα μήνα τουλάχιστον, ή έξι εβδομάδες, διασκεδάζοντας με όποια

ευκαιρία απόλαυσης προσφέρει ο τόπος, αλλά στο μεταξύ δεν θα έχανα ευκαιρία να μαθαίνω, με την ησυχία μου, αν υπάρχουν καθόλου κτήματα διαθέσιμα. Έτσι, πιθανόν να άκουγα για κάποια ιδιοκτησία

προς πώληση· ειδάλλως, θα διέδιδα την επιθυμία

μου να αγοράσω ένα κτήμα, και σίγουρα θα μου γίνονταν πολλές προσφορές. Τότε θα διάλεγα ανά-

μεσά τους το κτήμα που θα ταίριαζε περισσότερο

στα σχέδιά μου και θα το επισκεπτόμουν. Θα κοίταζα αν το σημείο ήταν σε μέρος καλό και υγιεινό, και θα ζητούσα τη γνώμη κάποιου Άγγλου κατοίκου ως προς τη φύση του εδάφους κλπ. Μετά απ’ αυτό,

και αν επρόκειτο για κάτι που ανταποκρινόταν στις

επιθυμίες μου, θα το αγόραζα σε καλή τιμή. Η τιμή

διαφέρει ανάλογα με τον τόπο – η μέση τιμή γης

στην Ελλάδα είναι πενήντα δραχμές το στρέμμα.

Αφού αποκτούσα το κτήμα, δεν θα ξεκινούσα

εργασίες ξοδεύοντας μεγάλα ποσά για ν’ αγορά-

σω ξένα αγροτικά εργαλεία. Στην πραγματικότητα, για αρχή δεν θα καλλιεργούσα μόνος μου τη

γη. Θ’ ακολουθούσα το παράδειγμα των προγόνων

μας στην Αγγλία. Θα εγκαθιστούσα πρώτα στη γη

μου έναν παπά, που θα εξασφάλιζα τις υπηρεσίες

του για περίπου τριακόσιες δραχμές τον χρόνο, για

309

τις οποίες θα δεσμευόταν να κατοικεί εκεί. Θα του

έχτιζα ένα μικρό σπιτάκι που θα μου στοίχιζε 15

λίρες, και μια εκκλησία που θα στοίχιζε άλλες 15.

Μετά θα έχτιζα λίγα μικρά αγροτόσπιτα που θα μου

στοίχιζαν 10 λίρες το ένα, κι ύστερα θα ζητούσα από

κάποιες ελληνικές οικογένειες να έρθουν να μείνουν

σε διάφορα σημεία του κτήματος. Οι Έλληνες είναι

πολύ θρησκευόμενος λαός, και οι ιερείς έχουν μεγάλη επιρροή επάνω τους. Ο παπάς, επειδή θα τον

συμφέρει η επιτυχία των σχεδίων μου, θα ασκούσε

βέβαια την επιρροή του αποτρέποντάς με από το να γίνομαι αυταρχικός.

Μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν αμφιβάλλω πως οι

αγρότες μου θα αυξάνονταν και οι γειτονικοί χωρι-

κοί θα επιθυμούσαν διακαώς να έχουν γη στο κτήμα μου. Δεν θα είναι δύσκολο να διατηρώ τους μισθωτές

μου, καθώς θα φροντίζει γι’ αυτό ο ιερέας, από τον

οποίο παρεμπιπτόντως θα ζητούσα να προσκομίσει

σοβαρές συστάσεις από τον επιχώριο επίσκοπο.

Οι όροι της συμφωνίας μου με τους μισθωτές μου

θα ήταν ανάλογοι με τις περιστάσεις. Θα τους έλε-

γα, αν σας δώσω ένα ζευγάρι βόδια να οργώσετε τη

γη σας και σπόρο για να τη φυτέψετε, θα μου δώσε-

τε τη μισή παραγωγή· ή, αν έχετε ζώα και σπόρο, θα μου πληρώσετε το ένα όγδοο της παραγωγής και

θα δεσμευθείτε να καλλιεργείτε ανάλογη ποσότητα

γης κάθε χρόνο, και να συντηρείτε το αγροτόσπιτο.

Εδώ πρέπει να παρατηρήσω πως ο έποικος που

310

θέλει να καλλιεργεί χρησιμοποιώντας ντόπιους, θα

πρέπει να αφιερώσει τρεις μήνες για να μάθει ο ίδιος

τη γλώσσα, κι ο κόπος του αυτός θα ξεπληρωθεί με

το παραπάνω.

Θα επιτρέπω στους μισθωτές μου να σπέρνουν

σιτηρά με τον δικό τους τρόπο, φροντίζοντας μόνο

να εξασφαλίζω ότι όντως τα σπέρνουν, δίνοντάς

τους σπόρο αρκετό για μίας ημέρας φύτεμα. Δεν θα

επεμβαίνω στα εργαλεία που χρησιμοποιούν, ούτε

θα διαφωνώ μαζί τους γιατί άφησαν στο όργωμα τα γαϊδουράγκαθα. Θα ζητούσα απλώς το μερίδιό μου

από την παραγωγή.

Είναι πολύ πιθανόν, πράγματι, μετά από λίγο, όταν θα έχω μισθώσει για καιρό το κτήμα μου, να

καλλιεργήσω για το κέφι μου και με τον δικό μου τρόπο, δίνοντας το παράδειγμα, ογδόντα, εκατόν είκοσι, εκατόν εξήντα στρέμματα, οπότε θα έδειχνα

για πρώτη φορά τη συνήθεια να καθαρίζεις πρώτα

καλά τη γη από τα αγριόχορτα. Αλλά, όλως περιέργως, στο έδαφος που το αλέτρι έχει σκάψει μόνο πάνω-πάνω κι όπου αφήνονται τα γαϊδουράγκαθα όπως είναι, πολύ συχνά έχω δει την πιο αποδοτική

σοδειά σιτηρών.

Για το παραπάνω σχέδιο, πρώτον, βασίστηκα

στον χαρακτήρα των Ελλήνων αγροτών, που είναι πολύ θρήσκοι· δεύτερον, το διάβασα και στην ιστορία μας· τρίτον, το είδα να υλοποιείται στη Βραζιλία.

311

Όταν ήμουν στη Βραζιλία, το 1823 και το 1824, στα ταξίδια μου στην ενδοχώρα πρόσεξα ιδιαίτερα

πως όλοι οι πλούσιοι άρχοντες διόριζαν κληρικούς

σαν επιστάτες στα κτήματά τους. Η πνευματική

τους δύναμη επηρέαζε το μυαλό των αγροτών, που τότε μόλις άρχιζαν να προοδεύουν στον πολιτισμό.

Έβλεπα συχνά, μετά τον μόχθο της ημέρας, πως

όταν οι εργάτες επέστρεφαν στο σπίτι απ’ το χωράφι, περνούσαν επιθεώρηση μπροστά από τον ιερέα

λέγοντας «Jesu Christo» υποκλινόμενοι, κι ο ιερέας

απαντούσε «Faz o santo» (σε κάνει άγιο) [«Ιησούς

Χριστός / εις αγιασμόν σου»].

Είχα μια μεγάλη συζήτηση μ’ έναν από τους ιερείς

γι’ αυτό το θέμα, και μου είπε πως δεν είχε πρόβλη-

μα με τους σκλάβους, τους κρατούσε όλους σε τάξη

με αυτά τα ήπια μέσα.

Δεν θα συνιστούσα σε κανέναν να καλλιεργεί τη

γη του στην Ελλάδα για λογαριασμό του, προτού

κλείσει τουλάχιστον ένα χρόνο ως κάτοικος της

χώρας· ας αφήνει τους μισθωτές του να κάνουν τα

πάντα, ενώ εκείνος απλά θα παίρνει ένα μέρος από

τα κέρδη.*

Σύμφωνα με τους παραπάνω υπολογισμούς, δεν θα ξόδευα πάνω από εκατό λίρες για να χτίσω τα

* Είναι αλήθεια πως ο φίλος μου ο Μπελ καλλιεργεί ο ίδιος

τα χωράφια του, όμως βρίσκεται στη χώρα έξι ή επτά χρόνια

και γνωρίζει να ασκεί τέλεια τη γεωργοκτηνοτροφία ο ίδιος.

312

αγροτόσπιτα και την εκκλησία. Θα ξόδευα άλλες

εκατό λίρες για να χτίσω ένα δικό μου σπίτι από

την ξυλεία που υπάρχει στο κτήμα. Μετά θα παρακολουθούσα ήσυχα την πρόοδο των εργασιών και

θα εκμεταλλευόμουν τις περιστάσεις. Σε καμία περίπτωση όμως δεν θα καλλιεργούσα από την αρχή

μόνος μου, αλλά μέσω των αγροτών, που είναι μια

πολύ καλή ράτσα ανθρώπων και που αν δουν πως

είσαι αποφασισμένος να μείνεις μαζί τους και να γίνεις ο φεουδάρχης τους, θα σου είναι πιστοί μέχρι τέλους. Η πληρωμή ενός αγρότη, στην ενδοχώρα, είναι συνήθως μία δραχμή την ημέρα· στα περίχωρα της Αθήνας, δυόμισι δραχμές, όμως αυτή η τελευταία τιμή ισοσταθμίζεται από τα είδη διατροφής

που είναι πιο ακριβά.

Αν το κτήμα μου ήταν στον Μωριά, θα περίμενα

από τους μισθωτές μου βούτυρο, τυρί, μέλι, κρασί, μετάξι, καπνό και βοοειδή.

Αν ήμουν στη Βοιωτία και το Νεγροπόντε, σιτάρι, κριθάρι, ρύζι, καλαμπόκι, κάνναβη και καπνό.

Αν ήμουν στην Αττική, λάδι, μέλι, σιτηρά, κριθάρι και πρόβατα.

Από κείμενα που έχω μπροστά μου μαθαίνω πως

ο μέσος όρος απόδοσης του μελιού είναι περίπου είκοσι τοις εκατό. Τα κρασιά, από τα οποία υπάρχει μεγάλη ποικιλία, καθότι στην Ελλάδα, αποφέρουν

στον καλλιεργητή πάνω από τριάντα τοις εκατό, και αν τα αναλάβουν έμπειρα άτομα, το κρασί που

313

παράγεται θα αποφέρει τεράστια κέρδη. Τα μέσα

κέρδη από την καλλιέργεια του μεταξοσκώληκα είναι σαράντα τοις εκατό. Τα ζωικά προϊόντα, είκοσι

τοις εκατό. Το σιτάρι, κριθάρι, ρύζι και καλαμπόκι, είκοσι τοις εκατό. Ο καπνός, τριάντα τοις εκατό.

Το λάδι της χώρας είναι ένας κλάδος που αξίζει

την προσοχή εκείνου που θέλει να βγάλει κέρδος.

Υπάρχουν ελαιοτριβεία, δυόμισι χιλιόμετρα από

την Αθήνα, όπου πήγαινα συχνά για να βλέπω τη

διαδικασία. Από μια ποσότητα ελιές που ο καλλιεργητής παραδίδει στο ελαιοτριβείο, ο ελαιοτριβέας

είναι αναγκασμένος να παραγάγει μια ορισμένη ποσότητα λαδιού. Αυτό έχει ως συνέπεια, για να βγει στο μέτρημα ο ελαιοτριβέας, να βάζει τις καλές και

τις κακές ελιές μαζί στην πρέσα, με αποτέλεσμα ένα λάδι ποιοτικά αδιάφορο. Ενώ σε μια δοκιμή που

έγινε από τον χημικό του Βασιλέα με εκλεκτές ελιές,

το λάδι ήταν πανομοιότυπο με το λάδι της Λούκκα.

Αυτός είναι ένας εμπορικός κλάδος, η καλλιέργεια

του οποίου πιθανόν να είναι η πιο επικερδής απ’

όλους τους άλλους κλάδους στην Ελλάδα.

Ακολουθεί το βαμβάκι, σε πολύ καλή παραγωγή,

αλλά είναι μόνο για τραχιά βαμβακερά· για λεπτά

απαιτείται αιγυπτιακό βαμβάκι.

Επίσης, πρόσφατα έχει εισαχθεί η παραγωγή

του όπιου στην Τύρινθα, κοντά στο Άργος, και τώρα

καλλιεργείται σε μεγάλη έκταση. Ευρωπαϊκά φρού-

τα κάθε λογής είναι σε αφθονία στον Μωριά, και σ’

314

όλη την Ελλάδα. Και οι σταφίδες, όπως προανέφε-

ρα, είναι επικερδέστατος εμπορικός κλάδος.

Αυτά είναι τα κυρίως προϊόντα της Ελλάδος,

από τα οποία μπορεί να βγει σημαντικό κέρδος, αν

ο έποικος δείξει σύνεση, κοιτάξει όσα σημειώνω και

τα συγκρίνει με τις δικές του παρατηρήσεις. Επίσης, θα συστήσω στους εποίκους αυτού του είδους

να εγκατασταθούν σε ομάδες των δύο ή τριών. Το

κύριο πλεονέκτημα που θα προκύψει είναι η μόνιμη

εποπτεία από το αφεντικό.

Το επόμενο σημείο που θα αναπτύξω είναι η

καλλιέργεια της Ελλάδας από ξένους.

Αν υποθέσουμε πως αποφασίζω να πάω στην Ελλάδα να αγοράσω γη αποσκοπώντας να την καλλιεργήσω

επιστολή προς τον

υπουργό Εσωτερικών, όπου θα πρέπει να εξηγώ τον

σκοπό μου ως εξής:

Επειδή επιθυμώ να αγοράσω

315
με ανθρώπους που δεν είναι ντόπιοι, πριν απ’ όλα πρέπει να πάω στον πρέσβη μου και να προμηθευτώ μια συστατική
ένα κτήμα στην Ελλάδα και να καλλιεργήσω τη γη με δικούς μου συμπατριώτες ή με πρόσωπα που δεν είναι από τον ελληνικό
ντικό για
συμφέροντά μου και τόσο επωφελές για
του
τους
χώρο, προτού αναλάβω κάτι τόσο σημα-
τα
την Ελλάδα, πρέπει να καταθέσω μερικές προτάσεις, δεχόμενος πως θα ήθελα να γίνω πολίτης
κράτους. Θα έπρεπε να παρουσιάσω αυτούς
όρους σημειώνοντας πως η είσοδος αποίκων

σε μια νέα χώρα είναι ασυζητητί πλεονέκτημα γι’

αυτήν, και είναι μάλλον προς το συμφέρον της παρά

καθήκον της παρούσας κυβέρνησης να διευκολύνει, όσο γίνεται, αυτόν τον αποικισμό, κάνοντας τους

αποίκους που πιθανόν παρακινηθούν να εγκατασταθούν στο ανερχόμενο κράτος, τόσο σίγουρους

για τις περιουσίες τους και τόσο ικανοποιημένους

με την κατάστασή τους ώστε να μην επιθυμούν να

εγκαταλείψουν τη θετή τους γη.

Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς και η Νέα Νότια Ουαλία είναι παραδείγματα που πρέπει να παραθέσω. Οι δύο πρώτες είναι ήδη ισχυρά κράτη.

Στη Νέα Νότια Ουαλία, παρότι απέχει 10.000 μίλια από την Αγγλία, κατέφυγαν πολλοί Άγγλοι που έχουν μικρές περιουσίες και θέλουν να τις μεγαλώσουν, καθώς και τεχνίτες και εργάτες.

Όμως αυτές οι χώρες είναι σε διαφορετική κατάσταση από την Ελλάδα. Ιδιαίτερα ο λαός των

Ηνωμένων Πολιτειών και του Καναδά έχουν υψηλό

πολιτισμό και γνωρίζουν πως η είσοδος ξένων θα

ανεβάσει την αξία των περιουσιών τους. Αντίθετα, οι Έλληνες, δυστυχώς, από τον δεσποτισμό και τα

βάσανα που υπέφεραν τόσα χρόνια από τους Τούρκους, μπορεί να βλέπουν με ζηλόφθονο μάτι τους

αποίκους και ίσως στην αρχή να έχουν τη διάθεση

να τους φερθούν άσχημα και να τους εμποδίσουν στις αγροτικές τους εργασίες, κι έτσι να τους αναγκάσουν να εγκαταλείψουν τις ακτές της Ελλάδος,

316
Οι

αποτρέποντας και άλλους απ’ το να μετακινηθούν

προς τα εκεί.

Αυτό ακριβώς είναι που κάθε καλοπροαίρετος

προς την Ελλάδα πρέπει να ελπίζει να το αποφύγει, γιατί αμέσως θα πέσει η εκτίμηση γι’ αυτήν στα μάτια της Ευρώπης κι έτσι θα την αφήσουν στη μοί-

ρα της. Θα αρκούσαν λίγα χρόνια για να

πλή συμμαχία στην Ισπανία.

Για την αποφυγή όλων αυτών, και ιδιαίτερα

για να προστατεύσω τους συμπατριώτες μου, τους οποίους θα ήθελα να πείσω να εγκαταλείψουν τις ακτές της χαρούμενης πατρίδας τους για να βοηθή-

σουν στην αναγέννηση της Ελλάδος, θα πρότεινα να δοθούν τα ακόλουθα προνόμια στους μεταναστεύο-

ντες στην Ελλάδα: Πρώτον, το κτήμα που θα αγοραστεί, είτε από την κυβέρνηση είτε από ιδιώτες, πρέπει να εξασφαλιστεί με κυβερνητική βούλα και εγγύηση. Δεύτερον, η παροικία να οργανώσει μια κοινότητα μόνη της, βάσει των ελληνικών νόμων, αλλά ο δήμαρχος και το δημοτικό συμβούλιο πρέπει να εκλέγεται από τους ίδιους, και ο διορισμός

τους να επικυρώνεται από τον Βασιλέα. Να ορίζουν τους δικούς τους υπεύθυνους της τάξης, και σε περίπτωση παράβασης, ο νομάρχης της επαρχίας

να διατάζει την πόλη να παραδώσει τον παραβάτη, που πιθανόν να είχε καταφύγει ανάμεσά τους. Μόνο

317
ξαναπέσει στην τουρκική κατοχή, γιατί οι ξένες συμμαχίες δεν είναι πάντα της εμπιστοσύνης – απόδειξη, η τετρα-

σε περίπτωση άρνησης να επιτρέψει η κυβέρνηση

στους χωροφύλακες να συλλάβουν τον αιχμάλωτο.

Στη δίκη του παραβάτη, οι ένορκοι να είναι οι μι-

σοί Έλληνες και οι άλλοι μισοί ξένοι, και αν είναι

δυνατόν, οι ξένοι να είναι της ίδιας εθνικότητος με

τον κατηγορούμενο. Τρίτον, οι άποικοι να μην πληρώνουν έγγειους φόρους (που είναι το ένα δέκατο του κέρδους) για πέντε χρόνια. Να μην περιληφθούν στους καταλόγους του στρατού για δέκα χρόνια. Να είναι ελεύθεροι να ακολουθήσουν τη θρησκεία τους, και τα παιδιά που θα γεννηθούν στην Ελλάδα να ανατραφούν με τη θρησκεία που θα διαλέξουν οι γονείς τους. Τα μικρά παραπτώματα να τακτοποιούνται από τους δικούς τους υπεύθυνους, εκτός αν η διαφορά είναι μεταξύ ενός Έλληνα κι ενός ξένου,

και που θα επιθυμούσα να τους εγγυηθεί ο πρέσβης της δικής μου χώρας, ο οποίος

σε κάθε καταπάτησή τους θα είχε το δικαίωμα να

ζητήσει αποκατάσταση εντός τριμήνου. Αν δεν ήταν

δυνατή η αποκατάσταση σ’ αυτό το διάστημα, να

είναι υποχρεωμένος να την επιβάλει καταλαμβάνοντας τα πλοία του κράτους. Και αν σε άλλους τρεις

μήνες η αποκατάσταση δεν έχει επιτευχθεί, τότε τα

πλοία να πουληθούν σε ποσό που ανέρχεται στην

αποδεδειγμένη ζημία.

Αν κάποιος ισχυριστεί ότι μ’ αυτούς τους όρους

318
και κατόπιν από ένα εκ των δικαστηρίων της χώρας. Αυτοί είναι οι όροι που θα πρότεινα στην ελληνική κυβέρνηση,

απαιτώ πολλά, η απάντησή μου είναι πως δεν επιθυμώ όσοι παρακινηθούν από εμένα και εγκατασταθούν στην Ελλάδα, να βρεθούν εκεί σε μια λιγότερο ευχάριστη πατρίδα απ’ ό,τι στη χώρα τους.

Με τη ρύθμιση που προτείνω παραπάνω, θα είναι ενωμένοι μεταξύ τους, θα μιλούν την ίδια γλώσσα, θα καταλαβαίνουν και θα νιώθουν ενδιαφέρον ο ένας για τον άλλον. Οι ιδέες τους θα μοιάζουν, και

βλέποντας τους συμπατριώτες τους συνεχώς γύρω

τους, θα φαντάζονται πως βρίσκονται στην πατρίδα τους και θα είναι ικανοποιημένοι και ευτυχείς,

οπότε θα είναι πιστοί υποστηρικτές του κράτους

στο οποίο ζουν.

Μετά από λίγα χρόνια επικοινωνίας με τους

Έλληνες, θα υπάρχει σταδιακά ανταλλαγή συναισθημάτων και ιδεών. Για τη συμβολή σε αυτόν τον επιθυμητό στόχο, θα πρότεινα επιτακτικά οι άποικοι

να έχουν έναν Έλληνα δάσκαλο στα σχολεία τους, για να διδάσκει στα παιδιά την ελληνική γλώσσα·

γιατί η γνώση της γλώσσας της χώρας δημιουργεί

από μόνη της την αίσθηση ενδιαφέροντος και φιλίας

προς τους κατοίκους της, και αποφεύγεται η διαρ-

κής εσφαλμένη αντίληψη ιδεών και συναισθημάτων.

Θα ρωτήσετε πιθανόν γιατί να παρθούν όλες αυτές οι προφυλάξεις στην περίπτωση των αποίκων, ενώ στον πλούσιο έποικο συνιστάς να πάει μόνος

τους στους Έλληνες.

Η απάντηση είναι πως όταν ένας πλούσιος

319

άνθρωπος μπαίνει στη χώρα και καλλιεργεί το κτήμα του με ντόπιους, είναι σίγουρο πως θα του φερθούν με εκτίμηση και σεβασμό, γιατί οι αγρότες θα

έχουν καθημερινά οφέλη απ’ αυτόν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Αλλά στην περίπτωση που οι άποικοι καλλιεργήσουν τη γη με τον δικό τους μόχθο, ο αγρότης δεν θα είναι άμεσα κερδισμένος. Τα χρήματα του πλούσιου αποίκου θα πηγαίνουν στον εργάτη

της χώρας του, που θα τον έχει φέρει μαζί του. Και

παρόλο που ο αγρότης δεν θα βγει καθόλου χαμένος, αλλά αντιθέτως κερδισμένος

για τη μίσθωσή του, όπως συμβαίνει στην άλλη περίπτωση. Κι αυτό μπορεί να γεννήσει αμφιβολία, φθόνο και εχθρότητα. Όλα αυτά θα αποφευχθούν με το

σχέδιο που προτείνω. Είναι καλύτερο να αποφεύγεις

κάτι κακό παρά να το θεραπεύεις με χίλιους τρόπους.

Αφού τακτοποιηθούν τα παραπάνω θέματα,

σύμφωνα με το σχέδιο που πρότεινα, θα συνιστούσα

στους ξένους να εγκατασταθούν στον Μωριά, την

Εύβοια και την Αττική μόνο, σε μέρη πάντα ήσυχα, χωρίς τις ταραχές που καμιά φορά συμβαίνουν στα σύνορα.

Ως προς τη Βόρειο Ελλάδα, είναι ένα μέρος που

αξίζει να λάβουμε υπόψη, γιατί ενώ από αγροτικής άποψης είναι το καλύτερο της Ελλάδος, μέχρι

ωστόσο να έχει σωστή φύλαξη, σε απόσταση του-

320
σε τελική ανάλυση, ωστόσο δεν θα έχει το άμεσο και χειροπιαστό όφελος της μίας, των δύο και τριών δραχμών την ημέρα,

λάχιστον τριάντα χιλιομέτρων από τα σύνορα, θα

υπόκειται πάντα σε ενοχλήσεις από τους ληστές και τους δυσαρεστημένους Τούρκους.

Προτείνω λοιπόν να τοποθετηθούν δύο χιλιάδες στρατιώτες, Βρετανοί ή Γάλλοι, αναλόγως τι

θα συμφωνηθεί, με τον εξής τρόπο: Πεντακόσιοι

στο Ζητούνι [Λαμία], πεντακόσιοι στον Αμβρακικό Κόλπο, και χίλιοι σε διάφορα σημεία των συνόρων. Σε περίπτωση λεηλασίας ή εισβολής από τους Τούρκους, να απαιτηθεί άμεση αποζημίωση, και οι ένοχοι να παραδοθούν. Αν οι Αρχές αρνηθούν να κάνουν αυτή τη δίκαιη κίνηση, τα στρατεύματα αυτά πρέπει, σε συνεργασία με τα ελληνικά στρατεύματα, να μπουν στην τουρκική περιοχή και να πάρουν αμέσως εκδίκηση καίγοντας την πλησιέστερη πόλη, όπως έκαναν οι Αυστριακοί με τους γείτονές

τους, τους Βόσνιους Τούρκους, μια παράνομη φυλή.

Οι Αυστριακοί είχαν επανειλημμένα παραπονεθεί, κι αφού δεν εισακούστηκαν, μπήκαν στην τουρκική

περιοχή με ένα σώμα στρατού δύο χιλιάδων ανδρών

και τέσσερα πυροβόλα, και τιμώρησαν άγρια την

πόλη απ’ όπου είχαν ξεκινήσει όλες οι λεηλασίες.

Τους πήραν τα κοπάδια, κατέστρεψαν εντελώς την πόλη, συνέλαβαν αρκετά σημαντικά άτομα και τα ανάγκασαν να πληρώσουν τα έξοδα της ίδιας της εκστρατείας. Αυτό έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα

και οι ληστρικές συμμορίες έκτοτε δεν έκαναν άλλες επιδρομές στην αυστριακή περιοχή.

321

Όμως μια τέτοια κίνηση μπορεί να γίνει μόνο

από τον στρατό μιας ισχυρής χώρας, με μεγάλη

ηθική επιρροή, και ο κόσμος στα σύνορα θα έπρεπε

να γνωρίζει πως θα μπορούσαν να έρθουν ακόμα

και δέκα χιλιάδες, αν αυτό ήταν απαραίτητο για τον επιθυμητό στόχο.

Εάν γινόταν ένας τέτοιος διακανονισμός, η Βόρεια Ελλάδα θα μπορούσε να εποικιστεί αμέσως, κι αυτά τα στρατεύματα θα έμεναν εκεί για έξι, οκτώ

ή δέκα χρόνια, ώσπου να γίνουν δύο εκατομμύρια

οι κάτοικοι στην Ελλάδα, και ώσπου να μπορεί να

υπερασπιστεί η χώρα τον εαυτό της αποτελεσματικά στα δικά της σύνορα.

Φυσικά είναι λογικό η Ελλάδα να πληρώνει για

αυτά τα στρατεύματα, αφού είναι για δικό της όφελος. Αλλά επειδή η χώρα είναι φτωχή προς το παρόν, θα μπορούσε να πληρώνει με τον εξής τρόπο: Ας υποθέσουμε πως αυτοί οι δύο χιλιάδες άνδρες στοιχίζουν 100.000 λίρες τον χρόνο. Σε έξι χρόνια, αυτό το ποσό θα ανερχόταν σε 600.000 λίρες, και σε δέκα χρόνια, σε ένα εκατομμύριο. Θα πρότεινα λοιπόν στην κυβέρνηση στην οποία ανήκουν τα στρατεύματα που χρησιμοποιούνται μ’ αυτόν τον τρόπο, να πληρώνει η ίδια αρχικά για τα στρατεύματα, και το ανωτέρω χρηματικό ποσό να χρεωθεί στο ελληνικό κράτος και να προστεθεί στο παρόν εθνικό χρέος – πληρώνοντας φυσικά τόκο πέντε τοις εκατό. Με αυτόν τον τρόπο, και με τη συνακόλουθη

322

ειρήνη και ευημερία, η Ελλάδα θα καθίστατο ικανή

όχι μόνο να αποπληρώσει αυτό το ένα εκατομμύριο, αλλά και όλα τα άλλα εκατομμύρια που έχει δανειστεί από την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, καθώς θα δείξω στη συνέχεια. Έτσι θα καταστεί συγχρόνως αξιοσέβαστο και ισχυρό κράτος. Γιατί όποιο κράτος είναι πλούσιο, είναι και σεβαστό.

Επιπλέον της ανωτέρω δύναμης, για τα τρία πρώτα χρόνια, για να διατηρηθεί το απαραβίαστο

των συνόρων της ηπειρωτικής Ελλάδος, θα τοποθετούσα μια πολύ δραστήρια ελληνική χωροφυλακή

στα σύνορα και θα έδινα αυστηρές εντολές στους

νομάρχες των επαρχιών και τους δημάρχους των

πόλεων που βρίσκονται σε απόσταση είκοσι πέντε χιλιομέτρων από τα σύνορα, να μην επιτρέπουν σε κανένα ξένο να παραμένει πάνω από τρεις μέρες σε

καμία πόλη, χωριό ή καλύβα, εκτός αν το διαβατήριό του είναι ανανεωμένο. Κι αυτό το δικαίωμα

δεν θα χορηγείται αν το άτομο δεν είναι γνωστό σε

κάποιο αξιόλογο πρόσωπο της πόλης, που θα είναι

υπεύθυνο για την καλή του συμπεριφορά.*

Αν η κατάσταση στην Ελλάδα τακτοποιούνταν

με τέτοιο τρόπο για την προστασία των αποίκων

και των εποίκων, οι Γάλλοι, οι Άγγλοι, οι Ελβετοί,

* Αυτό το σχέδιο το ακολούθησε στην Αγγλία ο σοφός εκεί-

νος μονάρχης, ο Αλφρέδος, όταν η Αγγλία ήταν γεμάτη ληστές,

και μέσα σε έναν χρόνο ούτε φάνηκε ούτε ακούστηκε κανένας.

323

οι Γερμανοί, οι Ρώσοι και οι Ιταλοί αμέσως θα συνέρρεαν. Θα βρίσκονταν ανάμεσα σε φίλους τους, θα μιλούσαν τη γλώσσα τους και ασυναίσθητα θα

μυούνταν στις συνήθειες της χώρας, συναναστρεφόμενοι με τους κατοίκους της. Φυσικά θα υπόκειντο στους νόμους της χώρας, αλλά αφού αυτοί οι νόμοι

θα εφαρμόζονταν από έναν συμπατριώτη, δεν θα φαίνονταν σε καμιά περίπτωση σκληροί.

Η κυβέρνηση της Ελλάδος δεν πρέπει σ’ αυτές τις

περιπτώσεις να αισθάνεται φθόνο σχετικά με τους

εργατικούς ξένους, ή να νιώθει φόβο ότι θα τους πάρουν την πατρίδα. Αν αυτοί οι ξένοι ήταν από ένα όλοι έθνος, ίσως αυτό να ήταν εφικτό. Όμως ο σπουδαιότερος φρουρός για τους Έλληνες θα είναι η πληθώρα των ποικίλων εθνών που θα εγκατασταθούν ανάμεσά τους. Κανένα έθνος δεν θα έχει αρκετούς αποίκους για να σηκώσει κεφάλι έναντι των υπολοίπων, για την εκτέλεση ενός ανάρμοστου σχεδίου. Αν αυτοί οι ξένοι είναι αγρότες, θα καλλιεργούν την άγονη περιοχή και θα δίνουν το ένα δέκατο της παραγωγής στο κράτος. Αν είναι μηχανικοί, θα διδάσκουν στους Έλληνες τις τέχνες και

τις επιστήμες της Ευρώπης, και θα τους εμπνέουν

τη σοφή άμιλλα, το μόνο που τους λείπει τώρα για να αναγεννηθούν.

Δεν βρίσκω τίποτα σπουδαιότερο για τα συμφέροντα μιας ανερχόμενης χώρας, ιδιαίτερα μιας χώρας που μόλις αποτίναξε τον δεσποτισμό αιώνων,

324

από το να δεχτεί ξένους, ώστε να εξάψουν στους

κατοίκους την άμιλλα και ν’ αποτινάξουν όλες τις

κακές συνήθειες που πήραν από τ’ αφεντικά τους.

Πολλοί από τους καλά πληροφορημένους Έλλη-

νες που διάβασαν για τη μόρφωση, τον πολιτισμό

και τη δόξα των προγόνων τους, τα μετέδωσαν σε

άλλους συμπατριώτες τους που δεν είναι τόσο έξυπνοι ή καλά πληροφορημένοι, και οι οποίοι μιλώντας διαρκώς για τα έργα των προπατόρων τους, και θαυμάζοντάς τα, έχουν σχεδόν εμποτισθεί με

την άποψη, ή μάλλον την αίσθηση, πως βρίσκο-

νται στο ίδιο πνευματικό επίπεδο με εκείνους, και επομένως δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι άλλο για να είναι ισότιμοι με άλλα έθνη. Αυτό δεν το καταλογίζω σαν λάθος που συνηθίζεται να κάνουν μόνο

οι Έλληνες· είναι ένα λάθος στο οποίο υπόκειται

όλη η ανθρωπότητα. Μια συνεχής επανάληψη του

ίδιου πράγματος το κάνει πιστευτό.

για να θεραπευτεί απ’

αυτό η Ελλάδα είναι η εισαγωγή ξένων από τη δυ-

τική Ευρώπη. Η δική τους ανώτερη γνώση των τε-

χνών και των επιστημών θα κερδίσει σε προτίμηση

και δύναμη, τώρα που παίρνουν μπρος τα πράγμα-

τα στην Ελλάδα. Η γνώση τους θα κινητοποιήσει

τους Έλληνες, θα τους ωθήσει στην άμιλλα, την

τόσο αναγκαία για τη μελλοντική τους ευημερία.

325
Οι Κινέζοι είναι απόλυτα πεπεισμένοι πως όλα τα άλλα έθνη εκτός από τους ίδιους είναι βάρβαροι. Ο μόνος τρόπος λοιπόν

Η ετήσια ξένη μετανάστευση από την Ιταλία, τη

Γαλλία, τη Γερμανία και την Αγγλία ανέρχεται σε

περίπου 300.000 άτομα. Το μεγαλύτερο μέρος απ’

αυτούς κατευθύνεται προς τις Ηνωμένες Πολιτείες

και τον Καναδά, αρκετοί και προς την Αλγερία.

Αν η Ελλάδα προσφέρει θέλγητρα και ασφάλεια, αναμφίβολα ένα μεγάλο μέρος απ’ αυτόν τον αριθμό

θα κατευθυνθεί προς τα εκεί, αντί να περιπλανιέται

σε 4.000 μίλια απόσταση.

Ας υποθέσουμε πως* 200.000 από τις 300.000 Ευρωπαίους μετανάστες πάνε στην Ελλάδα. Μέσα

σε πέντε χρόνια η Ελλάδα θα έχει μια αύξηση ενός εκατομμυρίου ατόμων,** και μέσα σε είκοσι πέντε χρόνια θα έχει πέντε εκατομμύρια, γιατί η Ελλάδα

ισούται με τα επτά όγδοα του μεγέθους της Ιρλανδίας, η οποία έχει οκτώ εκατομμύρια κατοίκους.***

Όμως πέντε εκατομμύρια κάτοικοι, συν τα πολλά λιμάνια της, και με τον στόλο που θα έχει αποκτήσει μέχρι τότε, θα κάνουν την Ελλάδα ένα ανεξάρτητο έθνος – αυτοδύναμο και ωφέλιμο στην

* Το μόνο επιπλέον έξοδο που αυτή η εισροή θα προκαλέ-

σει στην Αγγλία, θα είναι η ανάγκη για μια αύξηση προς τον θεσμό [την αγγλική πρεσβεία] που τόσο ικανά διευθύνει ο Σερ Έντμουντ Λάιονς.

** Η Ελλάδα σύμφωνα με την τελευταία απογραφή έχει ένα εκατομμύριο κατοίκους.

*** Η Ιρλανδία διαθέτει 81 χιλιάδες στρέμματα.

326

κοινότητα των βασιλείων, καθότι θα μπορεί να συνδράμει στη διατήρηση ισχύος στην Ανατολή.

Έτσι, μέσα σε είκοσι πέντε χρόνια, η Μεγάλη

Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία θα έχουν οδηγήσει

την Ελλάδα στην ωριμότητα. Δεν θα τους είναι πια βάρος. Και με την άνοδο της Ελλάδας η δυτική Ευρώπη θα ξεπληρώσει το χρέος της, ότι από εκείνη

δηλαδή προσέλαβε τις τέχνες και τις επιστήμες.

Λέγεται πως η Ελλάδα έχει 18. 000. 000 ακρ, ή 36. 000. 000 στρέμματα. Ας τα μειώσουμε ωστόσο

στα 30. 000. 000. Τα δύο τρίτα απ’ αυτά ανήκουν

στην ελληνική κυβέρνηση, οπότε οι εθνικές γαίες

ανέρχονται σε περίπου 20. 000. 000 στρέμματα. Νο-

μίζω ότι μπορούμε να υποθέσουμε πως τα μισά απ’

αυτά είναι καλλιεργήσιμα, οπότε η κυβέρνηση θα

έχει στη διάθεσή της 10. 000. 000 στρέμματα γόνι-

μης γης.

Η φύτευση ενός στρέμματος αμπελιού και τα

έξοδα για την καλλιέργειά του σε βάθος τετραετίας

θα φτάνουν το πολύ τις 20 λίρες. Σύμφωνα με τις

καλύτερες απόψεις που πήρα από ανθρώπους που

είναι γνώστες του θέματος, αυτή η παραγωγή θα

δίνει, κατά μέσον όρο, τριάντα τοις εκατό ετησίως,

δηλαδή 6 λίρες το στρέμμα. Το ένα δέκατο απ’ αυτά

πάει στην κυβέρνηση, δηλαδή 12 πένες το στρέμμα.

Αυτό επί δέκα εκατομμύρια δίνει το σημαντικό ποσό

των 6.000.000 λιρών, χωρίς να υπολογίσουμε το

έσοδο που θα προκύπτει απ’ όσα ανήκουν σε ιδιώτες

327

και που όταν καλλιεργηθούν (υπολογίζοντας με τον

ίδιο τρόπο) θα δώσουν 3.000.000 λίρες επιπλέον.

Απ’ αυτά όμως πρέπει να αφαιρεθούν τα έξοδα του τρύγου.

Θα είναι ωστόσο αδύνατον να μπει όλη η γη σε καλλιέργεια αμέσως. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι σε

δέκα χρόνια, το ένα πέμπτο των δημόσιων γαιών (δύο εκατομμύρια στρέμματα) θα καλλιεργηθούν με

τη μέθοδο του αποικισμού. Αν όλοι οι άποικοι πλη-

ρώνουν τη δεκάτη τους στην κυβέρνηση, αυτό το ποσό θα ανέρχεται σε 1.200.000 λίρες.

Τη γη που τώρα ανήκει σε ιδιώτες, και ανέρχεται

σε δέκα εκατομμύρια στρέμματα, ας τη μειώσουμε σε πέντε εκατομμύρια καλλιεργήσιμης γης. Μπορούμε εύκολα να υποθέσουμε ότι το ένα πέμπτο απ’ αυτά, δηλαδή το ένα εκατομμύριο στρέμματα, θα καλλιεργηθεί σε δέκα χρόνια, κυρίως αν έχει ιδρυθεί τράπεζα. Αυτό θα δώσει 600.000 λίρες επιπλέον στα έσοδα του έγγειου φόρου. Το όλο ποσό θα ανέρχεται

σε 1.800.000 λίρες, από το οποίο θα πρέπει να αφαιρεθούν τα έξοδα συγκομιδής.

Έκανα τον παραπάνω υπολογισμό λογαριάζοντας

πως το κέρδος της γης είναι τριάντα τοις εκατό, σύμφωνα με τους υπολογισμούς ικανών ατόμων. Αλλά

ας μειώσουμε το κέρδος στο είκοσι τοις εκατό. Αυτό

θα μειώσει τα έσοδα στις 1.200.000 λίρες. Αφαιρώντας και πέντε τοις εκατό για τη συγκομιδή, τα έσοδα θα μειωθούν στις 1.140.000 λίρες.

328

Τα τρέχοντα έξοδα του έθνους είναι ετησίως

περίπου είκοσι εκατομμύρια δραχμές, περίπου

715.000 λίρες τον χρόνο, που μπορούμε να το θεωρήσουμε σαν μέσον όρο για τα επόμενα χρόνια. Γιατί κάθε αύξηση των εξόδων θα αντιμετωπιστεί

με αύξηση των δασμών στις εξαγωγές και εισαγωγές. * Αφαιρώντας από τις 1. 140. 000 λίρες το ποσό των 715. 000 λιρών, θα μείνει για το θησαυροφυλάκιο της κυβέρνησης ένα περίσσευμα εσόδων 425. 000 λίρες ετησίως, που σε δεκατέσσερα

χρόνια θα ανέρχεται σε περίπου επτά εκατομμύρια στερλίνες.

Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί η πώληση δύο εκατομμυρίων στρεμμάτων κυβερνητικής γης, που μπορεί κατά μέσον όρο να πουληθεί, το λιγότερο, για 1 λίρα το στρέμμα, κάτι που θα γεμίσει τα χρηματοκιβώτια με εννέα εκατομμύρια.

Τα χρηματικά ποσά που ήδη δανείστηκε η Ελλάδα είναι τα εξής:

21 Φεβρουαρίου 1824, από Λόουμαν [Loughman]

και Ο’Μπράιαν [O’Brien] 800.000 £

19 Φεβρουαρίου 1825, από Ρικάρντο [Ricardo] 2.000.000 £

* Οι δασμοί στις εξαγωγές και τις εισαγωγές είναι τώρα τρία εκατομμύρια δραχμές.

329

7 Μαΐου 1832, από τις Τρεις Δυνάμεις

έξι εκατομμύρια φράγκα 2.400.000 £

Συν τη φύλαξη από ξένα στρατεύματα

στα σύνορα 1.000.000 £

Σύνολο 6.200.000 £

Η Ελλάδα, λοιπόν, σε δεκατέσσερα χρόνια θα μπορούσε να ξεπληρώσει το ανωτέρω ποσό και να

έχει, παρά ταύτα, ένα γερό κομπόδεμα 2.800.000

λιρών, που θα μπορούσε να το διαθέσει στην κατασκευή δρόμων και γεφυρών σε όλη τη χώρα.

Δεν μπορώ παρά να κάνω την ισχυρή σύσταση στην ελληνική κυβέρνηση, σαν καλοπροαίρετος

φίλος της Ελλάδος, να προσφερθεί, με τόλμη και χωρίς δισταγμό, να αναγνωρίσει τα δύο δάνεια, που ανέρχονται σε 2.800.000 λίρες, τα οποία συνήψαν ο

Ορλάνδος και ο Λουριώτης.

Είμαι βαθιά πεπεισμένος, απ’ ό,τι άκουσα παντού στο Λονδίνο, πως ένα τέτοιο μέτρο θα είχε σπουδαιότατο απώτατο όφελος για την Ελλάδα, καθόσον η πίστη της Ελλάδος θα ανέβαινε αμέσως

στην εκτίμηση του πλουσιότερου έθνους του κόσμου.

Ο νεαρός έμπορος που ανέρχεται στον κόσμο χάρη στη δική του εργατικότητα, χωρίς να έχει κεφάλαιο για να του εγκρίνουν την αποστολή αγαθών, πασχίζει να υποκαταστήσει αυτή την έλλειψη

με την απόκτηση εξαιρετικής πίστης, που γι’ αυτόν

330

ισοδυναμεί με χρυσάφι. Χωρίς αυτή την πίστη, είτε

θα φαληρίσει είτε θα σέρνεται αργά και αναποτελε-

σματικά. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί αναφορικά με τα

έθνη. Πρέπει πρώτα να διερωτηθούν: Είμαι ισχυρό

έθνος; Είμαι πλούσιο; Εάν η απάντηση είναι αρνητική, πρέπει προσκολληθούν σταθερά σε κάποιο

σπουδαίο και πλούσιο έθνος, το οποίο θα μπορέσει

να τους κάνει ισχυρούς και πλούσιους. Κι αυτή η

αφοσίωση και προσκόλληση μπορεί να αποκτηθεί

μόνο με την αυστηρότερη ακεραιότητα και την

πλέον αξιόπιστη και απαραβίαστη εκτέλεση όλων

των συμφωνιών που αφορούν χρηματικές υποθέσεις.

Το βασίλειο της Ελλάδος πρέπει να έχει κατά

νου πως κλήθηκε να ανταποκριθεί σ’ έναν σπουδαίο

στόχο – την αναγέννηση της Ανατολής. Τα έθνη, όταν είναι διεφθαρμένα και μοχθηρά, βουλιάζουν και

παρακμάζουν. Αυτό συμβαίνει με την Τουρκία. Και

πολύ φοβάμαι πως όλες οι προσπάθειες του τωρινού

Σουλτάνου δεν θα ωφελήσουν ιδιαίτερα, εκτός αν οι

διάδοχοί του τα επόμενα πενήντα χρόνια ακολουθήσουν τα δικά του βήματα – κάτι πολύ αμφίβολο.

Η Κωνσταντινούπολη είναι πυκνοκατοικημένη, τα περίχωρά της επίσης. Η αποκοπή όλων των προκαταλήψεων αιώνων, αν επιτευχθεί, θα είναι σαν

να αποκόπτεις όλο το σώμα του αρρώστου. Ακόμα

κι αν βρεθεί λύση, θα μπορέσει να υλοποιηθεί μόνο από έναν μονάρχη που θα έχει συγχρόνως το πιο φιλοσοφημένο και το πιο διπλωματικό μυαλό. Αν

331

γινόταν να μεταφερθούν όλοι οι Τούρκοι στην Ασία, και να εποικιστεί η Ευρωπαϊκή Τουρκία από Ευρω-

παίους της Δύσης, η Κωνσταντινούπολη θα γινόταν

πανίσχυρο κράτος και σε είκοσι χρόνια θα παρουσίαζε μια πολύ δυναμική εικόνα. Όμως έτσι όπως

είναι τα πράγματα, μόνο μια γενική εξολόθρευση

της υπάρχουσας φυλής των Τούρκων θα μπορούσε

να επιφέρει την αναγέννηση της Τουρκίας, επειδή

Τούρκος είναι τόσο πεισματάρικο ζώο που τίποτα

δεν θα τον κάνει να προχωρήσει παρά μόνο η λόγχη

που τη βαστά χέρι σταθερό.

Ίσως είναι πράγματι δυνατό, εάν στηρίξουμε

την Ελλάδα, ένα μικρό κράτος, η Τουρκία να κινη-

θεί από αντιζηλία και άμιλλα και να κάνει μια νέα

προσπάθεια· γιατί τίποτα δεν είναι πιο ταπεινωτικό

για έναν ανώτερο απ’ το να τον ανταγωνίζεται ένας

κατώτερος σε δύναμη. Αυτό κάνει τον ανώτερο να

πασχίζει ν’ ανέβει ακόμα ψηλότερα.

Ας δούμε πόσο συμφέρον θα ήταν για την Αγ-

γλία και τη Γαλλία να στηρίξει την Ελλάδα.

Ας υποθέσουμε πως σε είκοσι χρόνια από τώρα, ο σημερινός Σουλτάνος πεθαίνει, γίνεται αλλαγή

στο σύστημα, και Τούρκοι και Ρώσοι έρχονται σε

ρήξη – κάτι πολύ πιθανό. Το αποτέλεσμα θα ήταν

η Ρωσία τότε να βρεθεί πολύ ισχυρότερη απ’ ό,τι

τώρα, να επιτεθεί και να προσπαθήσει να πάρει την

Κωνσταντινούπολη. Άγγλοι και Γάλλοι θα ήταν

αντίθετοι σ’ αυτό. Τεράστια στρατιωτική βοήθεια

332
ο

θα στελνόταν στα Δαρδανέλλια για συμπαράστα-

ση στους Τούρκους. Και μόνο τα στρατεύματα (ας πούμε σαράντα χιλιάδες άνδρες) θα στοίχιζαν, με

τη μεταφορά, κάπου τρία εκατομμύρια, την πρώτη χρονιά. Ο στόλος (ας πούμε τριάντα πολεμικών πλοίων) θα στοίχιζε περίπου δύο εκατομμύρια.

Εκτός αυτού, πολύ πιθανόν να χάναμε τον μισό μας

στόλο στη μάχη με τους Ρώσους, κάτι που θα στοίχιζε ακόμα ένα εκατομμύριο. Σύνολο, επομένως, έξι εκατομμύρια για τον πρώτο χρόνο. Κι ο πόλεμος

δεν θα τελείωνε εκεί. Θα έφερνε κι άλλους πολέμους, με άλλες χώρες, και θα διπλασίαζε το κόστος. Αυτοί οι πόλεμοι, άπαξ και άρχιζαν, ίσως να διαρκούσαν για (ας πούμε) έξι συνεχόμενα χρόνια, δηλαδή μια μέση περίοδος σε σχέση με τον τελευταίο πόλεμο. Έτσι, η κυβέρνηση θα ξόδευε αυτή την περίοδο πάνω από εβδομήντα εκατομμύρια. Ανεξαρτήτως αυτών, η ζημιά στο εμπόριο, και τα άλλα δεινά που φέρνει ο πόλεμος, θα επιβάρυναν όλους τους πολίτες της χώρας.

Όλα αυτά μπορούν να αποφευχθούν με τη δημιουργία βασιλείων ικανών να λειτουργούν σαν

ανάχωμα ενάντια στη Ρωσία, στην Ανατολή. Χωρίς

να παρεμβαίνουμε στα υπάρχοντα δικαιώματα του

Σουλτάνου, ή στα δικαιώματα οποιασδήποτε άλλης

χώρας, η Μεγάλη Βρετανία έχει από μέρους της το

δικαίωμα να βοηθά με τον πλούτο της την Ελλάδα

και να την προστατεύει με τη δύναμή της.

333

Η Τουρκία, η Ελλάδα και η Αίγυπτος πρέπει ν’

ακολουθήσουν το παράδειγμα των γερμανικών κρατιδίων και να μείνουν ενωμένες για να αντιστέκονται

στα μεγαλύτερα κράτη, τους γείτονές τους. Η Ελλάδα με τα πέντε εκατομμύρια θα μπορέσει να έχει

στρατό 100.000 άνδρες στη διάθεσή της, η Αίγυπτος

το ίδιο. Αυτά τα δύο δυνατά σώματα, που απέχουν

από την Κωνσταντινούπολη μόνο δύο-τρεις ημέρες,

θα είναι μια πληγή in terrorem [απειλητική] ενάντια

σε κάθε καταπάτηση από την πλευρά της Οδησσού.

Οι Ρώσοι θα το ξανασκέφτονταν προτού προκαλέ-

σουν πόλεμο ενάντια σε έθνη που τα συνδέει το κοινό εχθρικό αίσθημα εναντίον της, ενώ συγχρόνως, αν χρειαστεί, θα τα στήριζε η Μεγάλη Βρετανία.

Οι ιδέες που εδώ τόλμησα να παρουσιάσω στον

αναγνώστη ίσως να είναι ακατέργαστες και ατε-

λείς οι ίδιες, αλλά θα είναι χρήσιμες και αξιόλογες

εάν παρακινήσουν άλλους, πιο ικανούς από εμένα, να σκεφτούν και να επινοήσουν τον κατάλληλο και

αποτελεσματικό τρόπο για να αναπτύξουν τη δύνα-

μη της Ελλάδος και της Τουρκίας.

334

να έχει μια λεπτομερή και επακριβή περιγραφή του ελληνικού ζητήματος στη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Η Φιλική Εταιρεία (από την οποία ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση) ιδρύθηκε στην αρχή του αιώνα μας, με υποτιθέμενο στόχο την προώθηση της μόρφωσης μεταξύ των απανταχού Ελλήνων. Υπήρχαν κλάδοι της σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, και

οι πλούσιοι Έλληνες συνεισέφεραν χρήματα, μέσω

των οποίων η Εταιρεία κατάφερε να υλοποιήσει τον

στόχο της. Τα μέλη της Εταιρείας επικοινωνούσαν

μεταξύ τους με κώδικα. Το 1815, διαμορφώθηκε ένα

σταθερό σώμα, συνεπώς το 1819 οι περισσότεροι

Μωραΐτες οπλαρχηγοί μπήκαν στην Εταιρεία.

Όπου υπάρχουν οργανώσεις, γίνονται ανταλλα-

γές ιδεών και ερευνάται η αξία τους. Αυτό συνέβη

και με τους προεστούς του Μωριά, που αποφάσισαν

335 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΣΚΙΑΓΡΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ Ίσως είναι χρήσιμο να δώσω εδώ στον αναγνώστη μια σύντομη σκιαγράφηση της Ελληνικής Επανάστασης, που τη χρωστώ κυρίως στο έργο του Στρατηγού Γκόρντον [Gordon], ένα έργο που ιδιαιτέρως συστήνω σε όποιον επιθυμεί

ν’ αποτινάξουν τον ζυγό που τους είχαν επιβάλει οι Τούρκοι. Περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία.

Γύρω στα 1820, υπήρχαν διαφορές μεταξύ του

διάσημου Αλή Πασά των Ιωαννίνων και του Σουλτάνου. Τα μέλη της Εταιρείας σχεδίαζαν να περιπλέξουν ακόμα περισσότερο τη διαφορά μεταξύ του

Πασά και του αφέντη του, ενώ ο Πασάς με τη σειρά

του παρακάλεσε τους προεστούς του Μωριά να ξεσηκώσουν τον λαό να πάρει τα όπλα. Υποσχέθηκαν να το κάνουν, το συντομότερο δυνατό. Έγιναν

αρκετά συμβούλια προεστών και ανώτερου κλήρου, για τα οποία είχε γνώση η Πύλη και πάσχιζε να καταστείλει την πρόοδο της Επανάστασης, όσο ήταν ακόμα εν τη γενέσει της.

Τα νησιά Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά επαναστάτησαν ανοιχτά ενάντια στον Σουλτάνο, και στις 19 Μαΐου του 1820 ο πρώτος τουρκικός στόλος, αποτελούμενος από ένα πολεμικό πλοίο, τρεις φρεγάτες, μία κορβέτα και δύο μπρίκια, απέπλευσαν από

τα Δαρδανέλλια να καταπνίξουν αυτή την εξέγερση.

Τα μικρά σκάφη αυτών των νησιών επιτέθηκαν και τους νίκησαν στις 5 Ιουνίου του ίδιου έτους και

τους ανάγκασαν να οπισθοχωρήσουν και να ξαναμπούν στα Δαρδανέλλια. Αυτό εκνεύρισε τον Σουλτάνο και διέταξε τον Καπουδάν Μπέη [υπαρχηγό

του στόλου], τον Καρά Αλή, να ανεβάσει τη σημαία του σ’ ένα τρίκροτο, μαζί με τέσσερα πολεμικά

πλοία, πέντε φρεγάτες και άλλα σκάφη, ίσαμε τα

336

τριάντα πλεούμενα. Ο στόλος αυτός έκανε απλώς

την εμφάνισή του μπροστά από τα νησιά και ξαναέφυγε – χωρίς να καταφέρει να υποτάξει τα νησιά

στην Πύλη.

Στο μεταξύ, ο σπόρος της Επανάστασης ωρίμαζε προοδευτικά, και στις 2 Απριλίου 1821 εξεγέρθηκαν τα Καλάβρυτα, μια μικρή πόλη στον Μωριά, όπου ο Βοεβόδας, η οικογένειά του κι

μουσουλμανικός λαός, κάπου διακόσιοι άνθρωποι, συνθηκολόγησαν αμέσως. Δυο μέρες αργότερα, έγινε μάχη κοντά στην Πάτρα κι οι Τούρκοι υποχώρησαν και κλείστηκαν στο κάστρο.

Ο Πρίγκιπας Δημήτριος Υψηλάντης έφθασε στην Ελλάδα τον επόμενο Ιούνιο και οι Έλληνες τον διόρισαν αρχιστράτηγο των δυνάμεών τους. Κατέφθα-

σε και ο Πρίγκιπας Μαυροκορδάτος στις 10 Ιουλίου

του 1821, που είχε παλαιότερα υπηρετήσει σε σημαντική θέση στην Αυλή του Καρατζά, Οσποδάρου

της Βλαχίας. Αυτοί οι δύο διακεκριμένοι άνδρες, που

έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση, ζήλευαν ο ένας την επιρροή του άλλου, συνεπώς

οι οπαδοί τους χωρίστηκαν σε κόμματα, που έγιναν

οι κυριότερες φατρίες της χώρας.

Οι Έλληνες προεστοί θεώρησαν απαραίτητο να

επιτεθούν και να γλυτώσουν την Τριπολιτσά από τα

χέρια των Τούρκων. Η πόλη είχε 25.000 κατοίκους,

κι εκεί ζούσαν οι πιο πλούσιοι Τούρκοι όλης της Ελλάδος. Ο ελληνικός στρατός, με αρχηγούς τον Υψη-

337
ο

λάντη, τον Κολοκοτρώνη, τον Μπέη της Μάνης και

τον Αναγνωσταρά, πολιόρκησαν την Τριπολιτσά

και στις 5 Οκτωβρίου του 1821 την κατέλαβαν με

έφοδο, τη λεηλάτησαν, και 8.000 από τους πολιορκημένους σφαγιάστηκαν.

Πριν απ’ αυτό, είχε εξεγερθεί το βόρειο μέρος

της Ελλάδος, η Άρτα, η Πρέβεζα, η Ήπειρος και η Μακεδονία. Έπειτα οι Σουλιώτες, υπό την ηγεσία

του Μάρκου Μπότσαρη και του Καραϊσκάκη, επιτέθηκαν στην Άρτα στις 25 Νοεμβρίου 1821.

Η πολιορκία των Αθηνών, την ίδια εποχή, ξεκίνησε από τους Έλληνες στις 14 Μαΐου του 1821, όμως αναγκάστηκαν να τη λύσουν όταν έφτασε ο Ομέρ Πασάς Βρυώνης με 1.800 στρατιώτες. Ο Υψηλάντης μετά την κατάληψη της Τριπολιτσάς πολιόρκησε με τον στρατό του το Ναύπλιο στις 11 Νοεμβρίου του 1821.

Στην αρχή του 1822, έγινε στην Πιάδα, στην Επίδαυρο, η Πρώτη Συνέλευση, της οποίας πρόεδρος εξελέγη ο Μαυροκορδάτος.

Η διοίκηση αναγνωρίστηκε ως δημοκρατική

και ορίστηκαν δύο σώματα, το Εκτελεστικό και

το Βουλευτικό: το πρώτο αποτελούνταν από πέντε μέλη που θα προέδρευαν στη γενική διοίκηση, θα όριζαν τους υπουργούς και θα επικύρωναν τους

νόμους. Το δεύτερο αποτελούνταν από εβδομήντα

πληρεξούσιους του έθνους, που εκλέγονταν κάθε

χρόνο, όπως και τα μέλη του Εκτελεστικού. Αυτοί

338

είχαν το αποκλειστικό δικαίωμα να φορολογούν, δικαίωμα με δωδωκάμηνη ισχύ, όσο διαρκούσε η νόμιμη θητεία τους.

Αυτή η συνέλευση αποφάσισε για τα εθνικά

χρώματα, που είναι το ανοιχτό γαλανό και λευκό.

Το έμβλημα του φοίνικα, που είχε υιοθετήσει παλαιότερα η Ελλάδα, το αντικατέστησε η γλαυξ της Αθηνάς. Για να προσδώσει μεγαλείο στην επιτυχία

των Ελλήνων, η σημαία κυμάτισε στον Ακροκόρινθο στις 26 Ιουνίου 1822, όταν τον πολιόρκησε ο Υψηλάντης και τον κατέλαβε.

Περίπου τον ίδιο καιρό, έληξε η εξέγερση του Αλή πασά με τον θάνατό του, και ο Σουλτάνος μπόρεσε να κατευθύνει όλες του τις δυνάμεις ενά-

ντια στους Έλληνες. Ο τουρκικός στόλος μπήκε στη θάλασσα μέσα στο καταχείμωνο, προσπαθώντας να

ξαφνιάσει την Ύδρα. Η Πύλη χρησιμοποίησε κάποιους προδότες στην πόλη, που είχαν υποσχεθεί να βοηθήσουν στο εγχείρημα. Όμως απέτυχαν. Ο Μιαούλης, επικεφαλής του υδραίικου στόλου, βγήκε και τους επιτέθηκε με πυρπολικά. Οι Τούρκοι έφυγαν αμέσως και βρήκαν καταφύγιο στη Ζάκυνθο.

Τώρα πρέπει ν’ αναφερθώ σε ένα από τα τρομερότερα γεγονότα του πολέμου. Η Χίος, που δεν απέχει και πολύ από τη Μικρά Ασία, εκείνη την εποχή ήταν σε πλήρη άνθιση. Είχε 100.000 Έλληνες, 6.000 Τούρκους, 68 χωριά, 300 μοναστήρια και 700 εκκλησίες. Φαίνεται πως τους Χιώτες είχαν ξεσηκώσει

339

οι Ψαριανοί, δηλωμένοι εχθροί των Τούρκων, και

τον Μάρτιο του 1822 ο λαός της πόλης εξεγέρθηκε

κι έκλεισαν τους Τούρκους στο κάστρο.

Αυτά τα νέα έφθασαν σύντομα στην Κωνσταντινούπολη, και ο Καρά Αλή στάλθηκε με έξι πολεμικά

πλοία, δέκα φρεγάτες, και μικρότερα σκάφη. Έφτα-

σε στο δύστυχο νησί στις 11 Απριλίου του 1822.

Αποβίβασε αρκετές χιλιάδες άνδρες, ενώ συγχρόνως ο Βαχίτ Πασάς, που ήταν στο κάστρο, έκανε

έξοδο με τη φρουρά.

Έτσι ξεκίνησε ένα αιματοκύλισμα και πλιάτσικο, όμοιο σε τρομερότητα με της Τριπολιτσάς.

9.000 άτομα κάθε ηλικίας, και των δύο φύλων, σφαγιάστηκαν.

Στις 16 Απριλίου οι ταραχές είχαν κάπως κοπάσει, κι οι Χιώτες πιάστηκαν αλυσοδεμένοι μεταξύ

τους σαν τα ζώα. Στα τέλη Μαΐου, 25.000 Χιώτες

είχαν πέσει θύματα της μανίας των Τούρκων και 45.000 είχαν μεταφερθεί για να πουληθούν σκλάβοι.

Ως αποτέλεσμα αυτής της καταστροφής, τα ελληνικά νησιά μάζεψαν έναν μεγάλο αριθμό στόλου

με πυρπολικά. Ο Κανάρης ήταν αρχηγός σ’ ένα απ’

αυτά, κι εκεί που οι Τούρκοι ήταν αγκυροβολημένοι, κόλλησε το πλοίο του στη ναυαρχίδα του Καρά

Αλή, που τελικά ανατινάχθηκε στις δύο το πρωί.

Οι Τούρκοι εξοργίστηκαν και έκαναν νέες επιθέσεις

στου δύστυχους τους Χιώτες, τους κυνηγούσαν στα

χωριά σαν άγρια ζώα, κι έτσι στις 19 Ιουνίου του

340

1822, δεν υπήρχαν παρά μόνο 1.800 Έλληνες στο

νησί, από έναν πληθυσμό 100.000 Ελλήνων.

Τέτοια φοβερή καταστροφή του ανθρωπίνου είδους, σ’ έναν τόσο μικρό τόπο, δεν βρίσκεται όμοια στα χρονικά της Ιστορίας. Ο απολογισμός που δίνει

ο Στρατηγός Γκόρντον είναι πως από τους 100.000

Έλληνες της Χίου, 45.000 έγιναν σκλάβοι και μόνο 1.800 έμειναν στο νησί. Συνεπώς, 50.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά πρέπει να σφαγιάστηκαν.

Στο μεταξύ, οι Έλληνες συνέχιζαν τον πόλεμο σ’

ένα άλλο σημείο με μεγάλη επιτυχία. Τα στρατεύ-

ματα που πολιορκούσαν την Ακρόπολη των Αθηνών

την κατέλαβαν στις 21 Ιουνίου του 1822, οι Τούρκοι

πέθαιναν από την πείνα.

Όπως είπα και πριν, όλες τις ενέργειες για την κατάπνιξη της εξέγερσης τις διηύθυνε ο Σουλτάνος.

Τον Ιούλιο του 1822, ο Μαχμούτ Δράμαλης Πασάς

μπήκε στον Μωριά με 30.000 στρατιώτες. Ο Πασάς

ανακατέλαβε τον Ακροκόρινθο, τον ίδιο μήνα, κα-

θώς οι Έλληνες είχαν εγκαταλείψει το κάστρο όταν

είδαν τη στρατιά που πλησίαζε.

Το ελληνικό έθνος όρισε τον Κολοκοτρώνη αρχιστράτηγο, τον Σεπτέμβριο του 1822. Χάρη στη δική

του κυρίως καθοδήγηση, ηττήθηκε αυτή η μεγάλη

και φαινομενικά συντριπτική δύναμη.

Ο Πασάς είχε καταλάβει το Ναύπλιο και το Άργος με τη μεγάλη του στρατιά. Αλλά επειδή κατάλαβε ότι οι προμήθειες τού τελείωναν, θεώρησε

341

φρόνιμο να επιστρέψει στην Κόρινθο. Στο μεταξύ οι

Έλληνες, με αρχηγούς τον Υψηλάντη και τον Νικήτα, είχαν καταλάβει το πέρασμα που λέγεται Δερβενάκια, στον δρόμο για την Κόρινθο. Οι Έλληνες

είχαν τοποθετηθεί σε τόσο προνομιακή θέση ώστε οι

Τούρκοι δεν μπόρεσαν να φέρουν αντίσταση. Προσπαθώντας να περάσουν απ’ αυτό το πέρασμα, οι Τούρκοι έχασαν πέντε χιλιάδες άνδρες. Λένε πως οι Τούρκοι θηκάρωσαν τα σπαθιά τους και το έσκασαν

όσο πιο γρήγορα μπορούσαν απ’ το πέρασμα. Κι

οι Έλληνες πήραν τόσα λάφυρα, που οι καμήλες

πουλιόντουσαν για μισή κορόνα το κεφάλι, κι ωραία

άλογα για λίγα σελίνια το ένα.

Στις 6 Οκτωβρίου του 1822, ο Οδυσσέας ορίζε-

ται Αρχιστράτηγος της Ανατολικής Στερεάς, κι ο Γκούρας παίρνει τη διοίκηση της Ακροπόλεως. Λίγες μέρες αργότερα, ο Ομέρ Βρυώνης ξεκίνησε την

πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου.

Η πρώτη επίθεση έγινε στις 5 Ιανουαρίου του

1823, όταν οι Τούρκοι νόμιζαν ότι οι Έλληνες θα βρίσκονταν στην εκκλησία, γιατί ήταν η παραμονή των ελληνικών Χριστουγέννων. Αλλά ο Πρόεδρος, ο

Μαυροκορδάτος είχε ειδοποιηθεί και τους απώθησε.

Εκείνη την εποχή, η κατάσταση του Μωριά είχε ως εξής: ο Μαχμούτ Δράμαλης ήταν στην Κόρινθο· ο Ομέρ Βρυώνης πολιορκούσε το Μεσολόγγι·

ο Μεχμέτ Πασάς, αφού νίκησε τον Οδυσσέα, κατέκτησε τον ενδιάμεσο τόπο, τα Σάλωνα· ο Γιουσούφ,

342

ο Καπουδάν Πασάς, ήταν ο ήρεμος κατακτητής

της Πάτρας και της Ναυπάκτου, κι έτσι είχε στα χέρια του τη ναυσιπλοΐα του Κορινθιακού κόλπου.

Ενωμένη η τουρκική δύναμη ανερχόταν σε τριάντα

χιλιάδες άνδρες. Η δύναμη των Ελλήνων, σε δέκα χιλιάδες.

Έτσι φτάσαμε στο 1823 και πρέπει να μας επιτραπεί να επιστρέψουμε στους τελευταίους τρεις

μήνες του 1822 για να αναφέρουμε κάποια από τα

ελληνικά ναυτικά κατορθώματα.

Στις 20 Οκτωβρίου, ο τουρκικός στόλος περιπολούσε στο Αρχιπέλαγος για εκφοβισμό των νησιωτών, λίγο μετά αγκυροβόλησε στην Τένεδο.

Δύο πυρπολικά, το ένα με αρχηγό τον γενναίο

Κανάρη, το άλλο με έναν Υδραίο, έκαναν την εξής πονηριά: ανέβασαν κι οι δύο τούρκικη σημαία κι έφυγαν από τον ελληνικό στόλο με τον οποίο έπλεαν, σαν να τους κυνηγούσαν. Ο ελληνικός στόλος τούς πυροβολούσε και τους κυνηγούσε μέχρι την είσοδο

του λιμανιού της Τενέδου. Οι Τούρκοι, ξεγελασμένοι

απ’ αυτή την πονηριά, νομίζοντας πως ο Κανάρης

κι ο Υδραίος είχαν τουρκικά πλοία, τους επέτρεψαν

να πλησιάσουν κάτω από την πρύμνη τους και τους

προστάτεψαν μάλιστα, πυροβολώντας τον στόλο

που τους κυνηγούσε. Στο μεταξύ, ο Κανάρης κόλλησε

το πλοίο του σ’ ένα τουρικό πολεμικό, που σύντομα

τυλίχτηκε σε φλόγες και καπνό, ενώ λίγο μετά ανα-

τινάχθηκε με χίλιους εξακόσιους άνδρες επάνω.

343

Όσο ο Κανάρης έκανε αυτό, ο Υδραίος έφερε

το πυρπολικό του κοντά στο πολεμικό πλοίο του

Καπουδάν Πασά, αλλά δεν κατόρθωσε να κολλήσει

πάνω του το πυρπολικό, και το πολεμικό διέφυγε.

Ο Τούρκος Ναύαρχος τόσο πολύ ξαφνιάστηκε με

το γεγονός αυτό, που αμέσως άφησε τις ακτές της

Τενέδου και τράβηξε προς τα Δαρδανέλλια. Έτσι ο

Κανάρης, στην εκστρατεία του 1822, εξόντωσε, με την αξία του, τρεις χιλιάδες Τούρκους.

Ας επιστρέψουμε στον Μωριά. Στις 11 Δεκεμ-

βρίου του 1822, οι Έλληνες πήραν το Παλαμήδι,

το κάστρο του Ναυπλίου, οι Τούρκοι μέσα λιμοκτονούσαν.

Ο χρόνος τώρα είχε λήξει για το προσωρινό

πολίτευμα που είχε ιδρυθεί στην Πιάδα, στην Επίδαυρο. Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1823, οι Έλληνες αντιπρόσωποι συναντήθηκαν στο Άστρος

(Β΄ Εθνοσυνέλευση) και όρισαν Πρόεδρο τον Πετρόμπεη, ενώ ο Μαυροκορδάτος έλαβε τη θέση του

Γραμματέα του Κράτους. Αυτή η συνέλευση έληξε

στις 28 Απριλίου του 1823, μετά από μια βίαιη συνεδρίαση. Τα πρακτικά υπογράφηκαν από διακόσιους εξήντα αντιπροσώπους.

Ο Κολοκοτρώνης διοικούσε τώρα τον Μωριά, ο

Μάρκος Μπότσαρης τη Δυτική Ελλάδα, ο Οδυσσέας

την Ανατολική.

Η Αθήνα έγινε πάλι πεδίο μαχών, γιατί τον Αύ-

γουστο του 1823 ο Γιουσούφ και ο Ομέρ Πασάς ήρ-

344

θαν εκεί με ένα σώμα ανδρών, αλλά αποσύρθηκαν

γρήγορα.

Στις 20 Αυγούστου του ίδιου χρόνου, ο γενναίος

Μάρκος Μπότσαρης έφθασε στο μικρό χωριό του

Καρπενησίου και στρατοπέδευσε με χίλιους διακόσιους άνδρες, δύο ώρες πορεία από την εμπροσθοφυλακή του Πασά της Σκόδρας, που ήταν τοποθετημένη σ’ ένα λιβάδι, υπό τις διαταγές του Τζελαντίν Μπέη, ανιψιού του Πασά – η δύναμη

της στρατιάς ανερχόταν σε οκτώ χιλιάδες άνδρες.

Ο Μάρκος Μπότσαρης χώρισε τους δικούς του χίλιους διακόσιους σε τρία σώματα. Ο ίδιος διοικούσε

το κεντρικό σώμα, τριακόσιους πενήντα άνδρες, και στις δώδεκα τη νύχτα μπήκε με το μικρό του σώμα

στο κέντρο του τούρκικου στρατού, χωρίς τα πλευρικά τμήματα να έρθουν να τον βοηθήσουν. Έγινε μεγάλη σφαγή, όπου σκοτώθηκαν οχτακόσιοι Τούρκοι, και από τους Έλληνες μόνο δεκατρείς – όμως

ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν κι ο Μάρκος Μπότσαρης.

Ο χαμός αυτού του αρχηγού ήταν σοβαρή απώλεια για τον αγώνα των Ελλήνων, όλη η Ελλάδα

πένθησε τον χαμό του. Κηδεύτηκε στις 22 Αυγού-

στου στο Μεσολόγγι.

Στις 19 Οκτωβρίου του 1823, έλαβε χώρα η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου, υπό τον Μουσταή Πασά. Λύθηκε όμως τον επόμενο Νοέμβριο, όταν ο Πασάς προχώρησε προς την Ήπειρο.

Το πιο ξεχωριστό γεγονός εκείνης της χρονιάς

345

στην Ελλάδα ήταν η άφιξη του Λόρδου Μπάιρον

εκεί, στις 3 Αυγούστου του 1823. Έχοντας ήδη ξεσηκώσει όλο τον κόσμο με την πένα του, για χάρη του

ελληνικού αγώνα, έφθασε τώρα, την ώρα του κινδύνου, να συνδράμει με το κομπόδεμα και το σπαθί

του. Αυτή την κρίσιμη ώρα, που η Ελλάδα ήταν σε κατάσταση μεγάλης ανάγκης, της δάνεισε γενναιόδωρα τέσσερις χιλιάδες

από

τσέπη του. Η άφιξη του Μπάιρον στην Ελλάδα έκανε θαύματα για τη χώρα. Η παρουσία του σ’ αυτή την αρχαία γη όχι μόνο προσέδωσε μια γοητεία στις ενέργειες των Ελλήνων αλλά έκανε πολύ μεγαλύτερη εντύπωση – ξύπνησε τα αισθήματα και την κινητοποίηση του βρετανικού έθνους, με αποτέλε-

σμα τον Απρίλιο του 1824, ένα χρηματικό ποσό, μέρος δανείου, να φτάσει στην Ελλάδα από την Αγγλία.

Φαίνεται πως στις 3 Μαρτίου του 1823 έγινε μια συνάντηση στην ταβέρνα «Crown and Anchor»

[«Κορόνα και Άγκυρα»] (σύμφωνα με τον κ. Μπάουρινγκ [Bowring], Γραμματέα) κι έγινε έρανος

για βοήθεια προς τους Έλληνες. Αλλά παρόλο που

οι συνεισφορές ήταν σημαντικές, το ποσό δεν είχε μεγάλη ωφέλεια, και θεωρήθηκε καλύτερο να βοη-

θήσουν την Ελλάδα με δάνειο. Ανατέθηκε στον κ.

Μπλακιέρ [Blaquiere] να πάει στην Ελλάδα. Έφυγε

από το Λονδίνο παρέα με τον Λουριώτη κι έφθασαν

στην Τριπολιτσά στις 3 Μαΐου.

346
λίρες
την

Ο κ. Μπλακιέρ* συμβούλεψε την ελληνική κυβέρνηση να στείλει πληρεξούσιους στην Αγγλία. Ορίσθηκαν ο Ορλάνδος και ο Λουριώτης. Έφθασαν

στο Λονδίνο στις 26 Ιανουαρίου του 1824.

Αυτοί οι κύριοι υπέγραψαν μια σύμβαση στο Mansion House, στις 21 Φεβρουαρίου του 1824,

με την εταιρεία των Λόουμαν [Loughman] και Ο’Μπράιαν [O’Brien], για ένα δάνειο 800.000 λιρών

προς 59/100 [ποσοστό εκταμίευσης] και επιτόκιο

5%, που θα ξεκινούσε από την 1η Ιανουαρίου του 1824. Προκρατήθηκε

τοκοχρεωλύσιο 8.000 λίρες τον χρόνο, με την επίβλεψη των κ.κ. Χιουμ [Hume], Έλλις [Ellice] και Λόουμαν. Όλη η εθνική περιουσία της Ελλάδος, συνολικά, οι εισπράξεις των τελωνείων, της αλιείας και των αλυκών είχαν ορισθεί ως εγγύηση στους δανειστές. Μετά απ’ όλες τις μειώσεις για τα έξοδα συγκέντρωσης του δανείου, στη διάθεση της Ελλάδος ήταν το ποσό των 280.000 λιρών.

Η πρώτη δόση των 40.000 λιρών απεστάλη από την Αγγλία στις 31 Μαρτίου του 1824 με το ταχύ μπρίκι στο οποίο ταξίδεψε ο κ. Μπλακιέρ, και τα χρήματα υποβλήθηκαν σε μικτή επιτροπή που αποτελούνταν από τον Λόρδο Μπάιρον, τον Συνταγματάρχη

Στάνχοπ [Stanhope] και τον Λάζαρο Κουντουριώτη.

* Αυτός ο κύριος, με τις μεταγενέστερες ενθουσιώδεις κινήσεις του πρόσφερε σπουδαίες υπηρεσίες στο ελληνικό έθνος.

347
ο τόκος δύο ετών και ορίστηκε

Το πλοίο έφτασε στη Ζάκυνθο στις 24 Απριλίου

1824, αλλά δυστυχώς ο Λόρδος Μπάιρον είχε πεθάνει στο Μεσολόγγι, πέντε ημέρες πριν, στις 19

Απριλίου. Αυτό προκάλεσε σύγχυση, αλλά μετά από

λίγο τα χρήματα δόθηκαν στις ελληνικές Αρχές.

Ο θάνατος του Μπάιρον ήταν μεγάλη δυστυχία

για την Ελλάδα. Όλες οι κοινωνικές τάξεις, από τις

υψηλότερες μέχρι τις χαμηλότερες, έτσι το θεώρησαν. Στην κηδεία του συγκεντρώθηκαν αναρίθμητοι

Έλληνες που θρηνούσαν. Επίσης, ο Σπυρίδων Τρικούπης εκφώνησε έναν υπέροχο λόγο, στον οποίο

έχω ήδη αναφερθεί.

Τον Ιούνιο του 1824, τα τουρκικά όπλα δέσπο-

ζαν στα νησιά, και τα δύστυχα Ψαρά έπεσαν θύμα

της μανίας τους. Αυτό το νησί δεν είναι παρά ένας βράχος, αλλά οι Ψαριανοί τού ήταν αφοσιωμένοι, κι από εκεί κανόνιζαν τα πλήγματά τους στους

Τούρκους, οι οποίοι τους φοβόντουσαν όπως άλλοτε φοβόντουσαν τους Ιππότες της Μάλτας. Το νησί

των Ψαριανών ήταν επομένως στόχος για εκδίκηση.

Σκοτώθηκαν 4.000 Ψαριανοί. Οι υπόλοιποι, γύρω

στους 6.000 ή 7.000, διέφυγαν με τα πλοία τους και εγκαταστάθηκαν στην Αίγινα.

Η πολιτική διακυβέρνηση της Ελλάδος εκείνη την περίοδο ήταν υπό τη διοίκηση του Γεωργίου Κουντουριώτη, που είχε διοριστεί Πρόεδρος τον Ιανουάριο του 1824. Αλλά οι Μωραΐτες, με τον Κολοκοτρώνη επικεφαλής, ήταν στα όπλα ενάντια στο Εκτελεστικό.

348

Παρά το πρόσφατο δάνειο, θεωρήθηκε απαραίτητο ακόμα ένα, για τις ανάγκες του πολέμου. Ο

Ορλάνδος και ο Λουριώτης, στις 19 Φεβρουαρίου

του 1825, συμφώνησαν για ένα δεύτερο δάνειο με

τον οίκο Ρικάρντο [Ricardo], για 2.000.000 στερλίνες, με [ποσοστό εκταμίευσης] 55 λίρες και 10 σελίνια για κάθε 100 λίρες.

Στις 23 Φεβρουαρίου του 1825, ο διάσημος

Ιμπραήμ Πασάς άραξε στη Μεθώνη, στον Μωριά,

με 4.000 πεζικό και 4.000 ιππικό, και μετά έστειλε πίσω τον στόλο στη Σούδα, στην Κρήτη – απ’ όπου

επέστρεψε στις 13 Μαρτίου με 7.000 στρατιώτες, που προστέθηκαν στη δύναμή του. Ο Ιμπραήμ κατέλαβε το Ναυαρίνο τον Μάιο και έστησε εκεί το αρχηγείο του. Οι Έλληνες είχαν επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη, που περιφρονούσε βαθύτατα τους Αιγύπτιους, πολύ σύντομα όμως άρχισε να σκέφτεται διαφορετικά γι’ αυτούς· γιατί στην πρώτη γενική συμπλοκή, η ευρωπαϊκή πειθαρχία που είχε εισαχθεί στον αιγυπτιακό στρατό υπερίσχυσε του άτακτου τρόπου μάχης των Ελλήνων, και ο Κολοκοτρώνης με τα στρατιωτικά του σώματα νικήθηκαν οικτρά. Τα στρατεύματα του Πασά ενισχύθηκαν

στις 5 Ιουλίου με 5.000 Αρναούτηδες, έτσι οι άνδρες

του έφτασαν στον υπέρογκο αριθμό των 24.000 –στρατός υπεραρκετός για να κρατήσει τους Έλληνες υποταγμένους.

Αναφορικά με τις ενέργειες στη Βόρειο Ελλάδα,

349

ο Ρεσίτ Πασάς [Κιουταχής] ορίσθηκε από τον

Σουλτάνο διοικητής των δυτικών επαρχιών της αυτοκρατορίας, και τον Αύγουστο του 1825 ξεκίνη-

σε την τελευταία πολιορκία του Μεσολογγίου. Την

πρώτη εβδομάδα του 1826, ο Ιμπραήμ Πασάς (που

ο στρατός του είχε προσαυξηθεί με 10.000 άνδρες

από την Αλεξάνδρεια) προχώρησε ο ίδιος να ενισχύσει το Μεσολόγγι και πήρε θέση στ’ αριστερά

του Ρεσίτ Πασά, που το πολιορκούσε έξι μήνες και

είχε σκοτώσει, εκείνο τον καιρό, 1.500 Έλληνες.

Στις 15 Ιανουαρίου του 1826, ο Ιμπραήμ άνοιξε

πυρ και μέχρι τις 17 Φεβρουαρίου είχε πλησιάσει

σχεδόν στα 400 μέτρα από την πόλη. Η δύναμή του

ανερχόταν σε 15.000 άνδρες, του Ρεσίτ Πασά σε 10.000 άνδρες.

Τρεις μέρες πριν από την έφοδο, στις 27 Φεβρουαρίου, 8.000 βολές και οβίδες ρίχτηκαν στην

πόλη. Στις 27 του μήνα, στις δύο το πρωί, οι Τούρκοι επιτέθηκαν αλλά απωθήθηκαν. Τότε δοκίμασαν

να καταλάβουν το Βασιλάδι, και στις 6 Μαρτίου, το πέτυχαν, χρησιμοποιώντας σχεδίες.

Στις 6 Απριλίου, ο Χουσεΐν Μπέης προχώρησε, επικεφαλής δύο συνταγμάτων Αράβων, μέσα από τους βάλτους. Όμως νικήθηκαν χάνοντας τουλά-

χιστον 1.000 στην επίθεση. Όλες αυτές οι γενναίες

προσπάθειες των Ελλήνων για την υπεράσπιση της

πόλης δεν ωφέλησαν, γιατί στις 23 Απριλίου του

1826, Τούρκοι και Αιγύπτιοι επιτέθηκαν και πήραν

350

το Μεσολόγγι, που τότε είχε μέσα 9.000 κατοίκους

– σκοτώθηκαν 3.000 απ’ αυτούς, και περίπου 4.000 γυναικόπαιδα έγιναν σκλάβοι, οι υπόλοιποι απέδρασαν.

Ας επιστρέψουμε στην πολιτική διοίκηση. Την

Μαΐου του 1825, η Ελλάδα τέθηκε υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας. Αυτή η πράξη

εγκρίθηκε από το Βουλευτικό, τον Αντιπρόεδρο, και

από τον Μαυροκορδάτο, καθώς και από τη μεγάλη

πλειοψηφία των βουλευτών, όμως ο Κουντουριώτης

δεν υπόγραψε. Ο μεγαλύτερος γιος του Ναυάρχου

Μιαούλη απεστάλη με το έγγραφο στο Λονδίνο, όπου έφθασε τον επόμενο Οκτώβριο, έχοντας πάρει οδηγίες να ζητήσει τον Πρίγκιπα Λεοπόλδο σαν

ανώτατο άρχοντα. Σ’ αυτό το έγγραφο αντέδρασαν

ο Στρατηγός Ρος [Roche], ένας Γάλλος, και ο κ.

Ουάσινγκτον, ένας Αμερικανός.

Μετά την πράξη αυτή, έγινε σύγκληση για συγκέντρωση στο Ναύπλιο, τον Νοέμβριο του 1825.

Η Τρίτη Εθνοσυνέλευση στην Πιάδα, στην Επίδαυρο, ξεκίνησε τις εργασίες της στις 18 Απριλίου του 1826. Η συνέλευση αποτελούνταν από εκατόν είκοσι επτά μέλη, με Πρόεδρο τον Πανούτσο Νοταρά. Ορίσθηκαν δύο επιτροπές: το Εκτελεστικό, με έντεκα

μέλη και πρόεδρο τον Ανδρέα Ζαΐμη· το Βουλευτι-

κό, με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Πατρών. Εκεί-

νη την εποχή, ο Γρίβας διαφέντευε το Παλαμήδι κι ο

Φωτομάρας το κάτω κάστρο, το Ιτς-Καλέ [Ακρο-

351

ναυπλία]. Ο Κολοκοτρώνης ήταν αρχιστράτηγος

στον Μωριά, και ο Κωλέττης γινόταν όλο και πιο σημαντικός, καθώς οι Ρουμελιώτες τού ήταν αφοσιωμένοι.

Στις 22 Φεβρουαρίου του 1826, έφτασε στο Ναύπλιο η τελευταία δόση του δεύτερου δανείου, που

ανερχόταν σε 50.000 λίρες. Οι εκπρόσωποι είχαν

ενεργήσει για το καλύτερο δυνατό και είχαν βάλει

στην άκρη μεγάλα ποσά για ν’ αγοραστούν ατμόπλοια και δύο φρεγάτες. Όμως κάποιες περιστάσεις

πέραν του ελέγχου τους ματαίωσαν την πραγμάτω-

ση των προσδοκιών τους, με συνέπεια να μη φτάσει

στην Ελλάδα όλος ο εξοπλισμός για τον οποίο προορίζονταν τα χρήματα. Πολλά πράγματα συνέτειναν

τότε αρνητικά για να εξουδετερώσουν τις προσπάθειες όσων επιθυμούσαν το καλό της Ελλάδος.

Ας επιστρέψουμε όμως στον Ιμπραήμ πασά. Ο

στρατός του με τις 24.000 Άραβες είχε μειωθεί στις 8.000. Μ’ αυτούς μπήκε στην Τριπολιτσά, κι αφού

ρήμαξε τον Μωριά, επέστρεψε στο χειμερινό αρχηγείο του στη Μεθώνη, στις 24 Νοεμβρίου του 1826.

Τώρα θα αφηγηθώ τα γεγονότα στη Βόρειο Ελλάδα. Ο Ομέρ Πασάς έφθασε μπροστά στην Αθήνα την 21η Ιουνίου του 1826 με χίλιους Τούρκους και επιτέθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουλίου. Στις 28 Ιουλίου, ο Κιουταχής Πασάς εγκατέστησε το στρατηγείο του στα Πατήσια. Ο Γκούρας, ο Έλληνας οπλαρχηγός, είχε καταλάβει εκείνο τον καιρό την Ακρόπολη της

352

Αθήνας. Για συμπαράσταση στην αντιμετώπιση του

Κιουταχή Πασά, το Εκτελεστικό εμπιστεύθηκε στον Καραϊσκάκη τη διοίκηση όλων των δυνάμεων πέραν

του Ισθμού. Ο Καραϊσκάκης έφυγε από το Ναύπλιο

τον Ιούλιο του 1826, με εξακόσιους άνδρες, και προχωρώντας προς την Ελευσίνα ετέθη ο ίδιος επικεφαλής των σωμάτων του Βάσου [Μαυροβουνιώτη],

του Γκριτζιώτη [Κριεζώτη] και του Πανουργιά.

συνταγματάρχης Φαβιέρος επίσης διοικούσε τακτικό στράτευμα 1.300 στρατιωτών. Ο στρατός, που ανερχόταν σε 3.500 στρατιώτες, την αυγή τις 28ης Ιουλίου επιτέθηκε στους Τούρκους στο Χαϊδάρι και πήραν δυο σημαίες. Ο Ρεσίτ Πασάς* με τη σειρά του επιτέθηκε στον Φαβιέρο και τον Καραϊσκάκη, τους νίκησε και τους ανάγκασε να οπισθοχωρήσουν στην Ελευσίνα. Κατόπιν, ο Πασάς συνέχισε την πολιορκία και έριξε ενάντια στον λατρεμένο Παρθενώνα,

τον Αύγουστο του 1826, δύο χιλιάδες εκατόν είκοσι κανονιές και εννιακόσιες πενήντα έξι οβίδες. Τον

επόμενο μήνα σκοτώθηκε ο Γκούρας, ενώ έκανε περιπολία. Επειδή οι Έλληνες χρειάζονταν μπαρούτι, ο Συνταγματάρχης Φαβιέρος και ο Πίσσας μπήκαν

στην Αθήνα, στις 13 Δεκεμβρίου του 1826, από το λιμάνι της Μουνυχίας, μ’ ένα σώμα στρατού που

έφερνε μπαρούτι για τη φρουρά. Σ’ αυτή την τελευταία πολιορκία της Αθήνας καταστράφηκε ένα

* Ενίοτε τον έλεγαν Κιουταχή Πασά.

353
Ο

μεγάλο μέρος του Ερεχθείου. Πέφτοντας η οροφή

του σκότωσε αρκετές Ελληνίδες.

Είχε πια μπει το 1827. Ο Στρατηγός Τσωρτς και

ο Λόρδος Κόχραν έφθασαν τον Μάρτιο της χρονιάς

αυτής στην Ελλάδα, όπου υπήρχαν δύο αντίπαλες

συνελεύσεις: η μία με έδρα των πληρεξουσίων την

Αίγινα, η άλλη την Ερμιόνη. Με την άφιξη των

ανωτέρω αρχηγών, ενώθηκαν σε μια Τέταρτη Εθνοσυνέλευση, στον Δαμαλά [Τροιζήνα], τον Απρίλιο

του 1827. Ο Ζαΐμης, με το παλιό Εκτελεστικό, παρέδωσαν την εξουσία τους.

Ο [Γεώργιος] Σισίνης ήταν Πρόεδρος αυτής της Εθνοσυνέλευσης. Ο Λόρδος Κόχραν, ο Στρατηγός Τσωρτς και ο Κόμης Καποδίστριας εκλέχτηκαν αρμοδίως: ο πρώτος, Αρχηγός του Στόλου· ο δεύτερος, Αρχιστράτηγος· και ο τρίτος, Κυβερνήτης της

Ελλάδος, για επτά χρόνια. Ώσπου να έρθει στην

Ελλάδα ο Καποδίστριας, η διακυβέρνηση ανατέθηκε

σε επιτροπή – διορίσθηκαν ο Γεώργιος Μαυρομιχά-

λης, ο Ιωάννης Μηλαΐτης και ο Ιωάννης [Ιαννούλης] Νάκος.

Στη διάρκεια αυτής της συνέλευσης πέρασε ένας

νόμος, ότι ο κλήρος δεν θα έπρεπε να ενεργεί σαν νομοθέτης. Επιτράπηκε επίσης στον Καποδίστρια

να κάνει συμβόλαιο για ένα δάνειο 1.000.000 στερλίνων. Η συνέλευση διαλύθηκε στις 17 Μαΐου του 1827.

Στο μεταξύ, το Φάληρο κι ο Πειραιάς κατα-

354

λήφθηκαν από τους Έλληνες, με σκοπό να συγκεντρώσουν εκεί στρατό για να βοηθήσουν την Αθήνα.

Ο Στρατηγός Γκόρντον και ο Πλοίαρχος Χέιστινγκς

διακρίθηκαν εδώ. Ο Καραϊσκάκης προσερχόταν μ’

ένα σώμα στρατού, τον Μάρτιο είχε σχεδόν 10.000

άνδρες στις διαταγές του.

Τότε έλαβε χώρα η μάχη της Αθήνας. Στις 5 Ιουνίου του 1827, η Ακρόπολη παραδόθηκε στους

Τούρκους – η φρουρά βγήκε με τα όπλα της και τους επιτράπηκε να πάνε όπου ήθελαν. Αυτό το πέτυχαν με τη μεσολάβηση του Ναύαρχου Δεριγνύ [de Rigny, Ντε Ρινύ]. Συνέπεια της ήττας σε αυτή τη μάχη ήταν η συνθήκη της 6ης Ιουλίου του 1827, που εγγυόταν την ακεραιότητα της Ελλάδος.

Όσο συνέβαιναν αυτά, ο Γρίβας και ο Φωτομά-

ρας ήταν σε εμφύλιο στο Ναύπλιο, μεταξύ του κάστρου του Παλαμηδίου και του κάστρου Ιτς-Καλέ, πράγμα που ενοχλούσε τους πάντες.

Τελικά όλο το δράμα ολοκληρώθηκε σχεδόν με

τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, στις 20 Οκτωβρίου 1827, η οποία απελευθέρωσε την Ελλάδα.

Όμως ο Σουλτάνος ήταν πεισμωμένος και δεν

ήθελε να παραχωρήσει την Ελλάδα, οπότε οι Έλληνες επιτράπηκε να συνεχίσουν τον πόλεμο, κι έγινε ακόμα μία προσπάθεια στη Χίο, που απέτυχε. Οι

τρεις πρέσβεις έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη

στις 8 Δεκεμβρίου του 1827 και πήγαν στον Πόρο, που ήταν το ελληνικό αρχηγείο του στόλου.

355

Ο Κόμης Καποδίστριας έφθασε στην Ελλάδα

τον Ιανουάριο του 1828 και συγκλήθηκε συνέλευ-

ση στο Άργος, που ήταν η Πέμπτη Εθνοσυνέλευση

στην Ελλάδα. Ο Καποδίστριας παρέμεινε στην κυβέρνηση, όμως οι Συμμαχικές Δυνάμεις, σύμφωνα

με την επιθυμία του ελληνικού λαού, ανακήρυξαν τη

Βασιλική του Υψηλότητα τον Πρίγκιπα Λεοπόλδο, τον Φεβρουάριο του 1830, μονάρχη της Ελλάδος.

Επειδή αυτό δεν έβρισκε σύμφωνο τον Κόμη

Καποδίστρια, λέγεται πως μεγαλοποιούσε τις δυσκολίες που θα συναντούσε, και ο Πρίγκιπας Λεοπόλδος

παραιτήθηκε από το στέμμα, τον επόμενο Μάιο. Ο Κόμης Καποδίστριας παρέμεινε στην εξουσία έως τον θάνατό του από τα χέρια των δύο Μαυρομιχαλαίων, στο Ναύπλιο, τον Αύγουστο του 1831.

Στις 7 Μαΐου του 1832, έκλεισε μια συμφωνία

μεταξύ των Τριών Δυνάμεων και της Βαυαρίας, στην οποία ο Πρίγκιπας Όθων της Βαυαρίας, δευτερότοκος γιος του Βασιλέα, εξελέγη Βασιλεύς της

Ελλάδος· εκλογή που ο πατέρας και κηδεμόνας του

δέχθηκε για λογαριασμό του, στις 27 Μαΐου του 1832. Με την ίδια συμφωνία εξασφαλίστηκε για την

Ελλάδα ένα δάνειο εξήντα εκατομμυρίων φράγκων.

Ο Όθωνας ανακηρύχθηκε Βασιλιάς στο Ναύπλιο

στις 30 Αυγούστου του 1832.

Ο Βασιλιάς έφθασε στο Ναύπλιο στις 6 Φεβρουαρίου του 1833, και κατά την πρώτη περίοδο, όσο ήταν ανήλικος, ο Κόμης Άρμανσπεργκ, ο Μ. Μά-

356

ουρερ [Maurer] και ο Άμπελ [Abel], τρεις Βαυαροί, αποτελούσαν την Αντιβασιλεία. Αλλά μετά από

λίγο καιρό οι δύο τελευταίοι ανακλήθηκαν και τους

αντικατέστησαν ο Βαρόνος Ντε Κόμπελ [Kobell]

και ο Στρατηγός Χάιντεκ [Heideck].

Ιουνίου του 1835 έγινε είκοσι ετών (ηλικία που

και παραχώρησε την εμπιστοσύνη του

στον Κόμη Άρμανσπεργκ, στον οποίο απένειμε τον

τίτλο του Αρχικαγκελαρίου. Επίσης, μόλις πήρε τα

ηνία, ο Βασιλιάς απένειμε χάρη και αμνηστία σε όλα

τα πρόσωπα που κατηγορούνταν για προδοσία προς

την κυβέρνηση· έφτασε μάλιστα να τους απονείμει

τους προηγούμενους τίτλους τους. Αυτή η πράξη ήταν ιδανική ως επίδειξη σοφίας και ως απόδειξη πολλά

υποσχόμενου πνεύματος. Το δυνατό χέρι του νόμου είχε αποδείξει με τη φυλάκισή τους πως μπορούσε να

τους καταστήσει ανίκανους να βλάψουν. Τώρα, την κατάλληλη ώρα, τους δινόταν χάρη. Το ευτυχές αποτέλεσμα υπήρξε πως τα άτομα για τα οποία μιλώ

είναι τώρα μεταξύ των πιο πιστών υπηκόοων της

Μεγαλειότητάς του. Αφού κατάλαβαν πως πιάστηκαν κορόιδα άλλων, δεν θα διακινδυνεύσουν ξανά τις

περιουσίες τους προσπαθώντας να ανατρέψουν μια

μοναρχία που την εγκαθίδρυσαν και την ενέκριναν

τρεις από τις πρώτες δυνάμεις της Ευρώπης.

357
Τελικά η Μεγαλειότης του, ο Όθων Α΄ , την 1η
είχε ορισθεί ως έναρξη της ενηλικίωσής του) και πήρε τα ηνία της διακυβέρνησης στα χέρια του, διέλυσε την Αντιβασιλεία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΓΑΛΛΙΚΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΑ ΑΤΜΟΠΛΟΙΑ

Το ακόλουθο απόσπασμα από μια εφημερίδα, με ημερομηνία 4 Ιουνίου του 1837, αφορά την ευόδωση

ενός σχεδίου που αναφέρθηκε πάνω από μία φορά

λεπτομερώς στις προηγούμενες σελίδες. Τα οφειλόμενα εύσημα (όποια κι αν είναι) για τη σύλληψη

αυτού του σχεδίου δεν θα τα αρνηθεί ο συγγραφέας

του παρόντος έργου – ακόμα κι από κείνους που στάθηκαν πιο τυχεροί από τον ίδιο στην υλοποίηση του σχεδίου.

«ΓΑΛΛΙΚΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΑ ΑΤΜΟΠΛΟΙΑ. Το ταχυδρομικά ατμόπλοια [ποστάλια] που καθιερώθηκαν

με σκοπό να διατηρούν τακτική συγκοινωνία μετα-

ξύ της Μασσαλίας και των λιμανιών του Λεβάντε,

ξεκίνησαν άμεσα να παρέχουν τις υπηρεσίες τους.

Θα αναχωρούν και θα επιστρέφουν, χωρίς διακοπή,

κάθε δέκα ημέρες. Η αναχώρηση από τη Μασσαλία

θα λαμβάνει χώρα την 1η, 11η και 21η κάθε μήνα·

από την Κωνσταντινούπολη, την 6η, 16η και 26η.

Τα ταχυδρομικά ατμόπλοια θα προσεγγίζουν τα λιμάνια του Λιβόρνο, της Τσίβιτα Βέκια, της Νάπολης, της Μάλτας, της Σύρας, της Αθήνας και της

359

Σμύρνης, και κατά τη μετάβαση και κατά την επιστροφή. Η συγκοινωνία μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου

θα διεξάγεται με άλλη γραμμή ταχυδρομικών ατμόπλοιων, που θα αναχωρούν από την Αλεξάνδρεια

την 6η, 16η και 26η κάθε μήνα· και από Αθήνα την

1η, την 11η και 21η εκάστου. Αυτά τα ατμόπλοια

θα προσεγγίζουν το λιμάνι της Σύρας, το ένα θα φτάνει εκεί την ίδια μέρα με το πλοίο που θα έρχεται από Μασσαλία και θα επιστρέφει από Κωνσταντινούπολη, επομένως το πλοίο που θα έρχεται

από Αλεξάνδρεια θα μπορεί αμέσως να επιβιβάσει

επιβάτες και δέματα που έφθασαν με άλλα πλοία, με προορισμό την Αθήνα. Οι επιβάτες και τα δέματα που πηγαίνουν προς Αλεξάνδρεια θα περιμένουν

στη Σύρα, για μία ημέρα, την άφιξη του πλοίου που

θα έρχεται από την Αθήνα και θα πηγαίνει προς την

Αλεξάνδρεια.

» Δέκα ταχυδρομικά πλοία, 160 ίππων το καθένα, με πλήρωμα σαράντα δύο άνδρες και με κυβερνήτη έναν αξιωματικό του βασιλικού γαλλικού

ναυτικού έχουν οριστεί να εξυπηρετούν τις δύο

γραμμές, Μασσαλία- Αθήνα- Κωνσταντινούπολη και Αλεξάνδρεια- Αθήνα». Τ Ε Λ Ο Σ

360

ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΠΟΡΤΟΛΑΝΟΙ. Τα πρωτότυπα χειρόγραφα κείμενα του 16ου και 17ου αιώνα (2000).

Christopher Wordsworth, GREECE, Historical, pictorial and descriptive. Αγγλική έκδοση (2001).

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ 1821-1921, Οικονομολογικά (2001).

Α. Κ. Ιωνίδης, ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ. Ελληνική έκδοση (2002).

Alexander Con. Ionides, A GRANDFATHER’S TALE. Αγγλική έκδοση (2002).

Δημήτριος Βικέλας, Η ΖΩΗ ΜΟΥ (2003).

Κόμης Πέτρος Γκάμπα, Ο ΒΥΡΩΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ . Ελληνική έκδοση (2004).

Count Peter Gamba , LORD BYRON ’ S LAST JOURNEY TO GREECE. Αγγλική έκδοση (2004).

Ερρίκος Σλήμαν, ΙΛΙΟΝ, Η ΠΟΛΗ

Henry Schliemann, ILIOS, THE CITY AND THE COUNTRY OF THE TROJANS . Αγγλική έκδοση (2005).

Άλλες
εκδόσεις της
ΚΑΙ Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΤΡΩΩΝ. Ελληνική έκδοση
(2005).
Γιώργος Μουζάλας Καλβοκορέσσης, ΤΕΣΣΕΡΑ ΕΤΗ ΣΕ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΥΠΟ

ΤΗΝ ΑΡΧΗΓΙΑ ΤΟΥ ΠΛΟΙΑΡΧΟΥ ΤΣΑΡΛΣ ΓΟΥΙΛΚΣ

ΚΑΤΑ ΤΑ ΕΤΗ 1838-1842 (2 τόμοι, 2006).

Ν. Α. Τομπάζης, ΑΦΗΓΗΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΣΤΑ ΣΙΚΙΜ ΙΜΑΛΑΪΑ (2007).

Παναγιώτης Ποταγός, ΠΕΡΙΛΗΨΙΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΩΝ ΠΟΤΑΓΟΥ (2 τόμοι, 2008).

Κ. Ι. Φ. Ιωνίδης, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΚΥΝΗΓΟΥ (Αυτοβιογραφία, 2009).

Δρ Ρίχαρντ Λέβινσον, ΣΕΡ ΜΠΑΖΙΛ ΖΑΧΑΡΩΦ, Ο ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΑΝΔΡΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ (2010).

Γεώργιος Κρητικός & Ρίτσαρντ Βάινερ, Ο ΤΖΩΡΤΖ ΤΟΥ ΡΙΤΖ (Αυτοβιογραφία, 2011).

Γιόραν Σιλντ, ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ (2012).

Χ. Ν. Φ. Κίττο, ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (2013).

Σάββας Γεωργίου, ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ «ΧΑΡΑΣ» (2014).

Τζ. Ι. Μανάττ, ΜΕΡΕΣ ΑΙΓΑΙΟΥ (2015).

Στέφανος Θ. Ξένος, ΑΙ ΚΛΟΠΑΙ (2016).

Πένυ Μίνεϋ, Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΒΟΥΡΑ, ΑΠΟ ΤΗ

ΜΑΛΤΑ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ

Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ - Σετζούκο Κοϊζούμι, ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ, ΟΠΩΣ ΤΟΝ ΕΖΗΣΑΝ (2018). Φρέντερικ Συλβέστερ Νορθ Ντάγκλας, ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΕΡΙ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΟΜΟΙΟΤΗΤΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΚΑΙ ΝΕΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ (2019).
ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΟ ΣΚΑΦΟΣ (2017).
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.