Ysterografo Magazine_Issue 123

Page 1



ΦΩΤΟ: ΠΟΛΥΣ ΠΕΣΛΙΚΑΣ

ΣΚΕΨΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΑ


D

I

T

O

R

I

A

L

Μου είπες να κοιτάξω. Έτρωγα λαίμαργα τα ποπ-κορν μου, ρουφούσα μια γουλιά κόκα κόλα από κείνη που είναι μηδέν - έτσι δεν τη λένε; - κι εσύ με σκούντηξες ελαφρά στο μπράτσο και μου είπες «κοίτα». Γύρισα το βλέμμα μου και την είδα να ισορροπεί πάνω σε ένα σχοινί, να περπατά από τη μια άκρη μέχρι την άλλη, φορώντας γυαλιστερό φουστάνι και γυαλιστερό κραγιόν, το κάθε της βήμα και ταλέντο που της χάριζε την ισορροπία σαν δώρο, σαν χάρη. «Για κοίτα», μου είπες ξανά ενθουσιασμένος κι εγώ σου χάιδεψα το χέρι με ευγνωμοσύνη που με γλίτωσες. Από τα σχοινιά τα δικά μου. Εκείνα που τα τέντωνα πρώτα εγώ και μετά τα περπατούσα ακούγοντας τους χτύπους της καρδιάς μου να βαράνε σαν ταμπούρλα, φοβόμουνα, δεν ξέρω αν στο έχω ομολογήσει ποτέ, μα η αλήθεια είναι πως έλεγα πως τα κατάφερνα με τις ισορροπίες, αλλά στην πραγματικότητα τις φοβόμουνα. Τις είχα δηλαδή σαν έγνοια, σε μένα δεν ήταν χάρη, ήταν χατίρι που μου έκανε το σχοινί να μη με ρίχνει στο κενό, μπας και μάθω επιτέλους πως δεν χρειάζεται να ’ναι κάθε φορά η βόλτα τεντωμένη για να αξίζει. Σου έδωσα ένα ποπ κορν στο στόμα, το μάσησες ασυναίσθητα και ήσουνα ακόμα προσηλωμένος, μα εγώ δεν ήθελα πια άλλα ακροβατικά, δεν είχα λόγο, δεν ήταν δικής μου ιστορίας το περιεχόμενο, δανεικά ακροβατούσα τόσα χρόνια, γι’ αυτό σου λέω να ’σαι καλά που με γλίτωσες και μου έμαθες πως η ευλυγισία δεν κρίνεται από σχοινιά. «Να πάμε μια μέρα βόλτα με ένα άσπρο άλογο», σου είπα μετά. Εσύ - ξέρω - πως όλα αυτά τα βρίσκεις μπανάλ, ρομαντικά δηλαδή, ξεπερασμένα. Μα εγώ τα ένιωθα για χαρά να με φαντάζομαι σε άσπρο άλογο - να όπως εκείνο στη σκηνή - και πίσω να με κρατάς αγκαλιά, έτσι δεν δείχνουν στις ταινίες; έτσι, έτσι μου απάντησες μα δεν ταυτίστηκες, δεν με πείραξε, τίποτα δεν με πείραζε, μου έφτανε που μου κρατούσες το χέρι και αυτό ήταν αρκετό για να ανατρέπω τη λογική, δεν υπάρχει λογική, κλουβί είναι η λογική, πιο αληθινό είναι να με φαντάζομαι στα άλογα. Στο διάλειμμα έκανες τσιγάρο, εγώ έμεινα στη θέση μας, παρατηρούσα τα παιδάκια που αγωνιούσαν να δουν τις τίγρεις και τους ελέφαντες, ήταν και ένα, το οποίο παρακαλούσε τη μαμά του να το αφήσει να χαϊδέψει την προβοσκίδα και το άλλο ρωτούσε με αγωνία αν η τίγρης τρώει μόνο τα παιδιά ή και τους μεγάλους. Γύρισες την ώρα που σβήσανε τα φώτα και μου είπες πως έξω κάνει ψύχρα, πως κάπνισες εκεί πιο κάτω από τα κλουβιά, όπου μέσα είχαν τα ζώα, πως τα έβλεπες να τα ετοιμάζουν, έτσι μου

ΥΓ.

ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ ΞΕΝΟΥ

E

είπες. Κι εγώ μετά κοιτούσα την τίγρη, κατάματα ήθελα να τη δω, σκεφτόμενη πως όσο κι αν γυρνά τον κόσμο, τον γυρνά μέσα σε ένα κλουβί, τον κοιτά μέσα από σιδερένια τετράγωνα, κομματιασμένο δηλαδή. «Δεν θέλω να με πας πουθενά», σου είπα έτσι στο ξεκάρφωτο, εσύ με κοίταξες ενοχλημένα που πάλι πετούσα ατάκες χωρίς νόημα, μα εγώ το νόημα το ήξερα, πως δεν λογαριάζονται για μετακίνηση τα μέτρα που διανύεις αν είσαι μέσα στο κλουβί σου. «Θέλω να μείνω εδώ, να με κρατάς, τώρα που ξέρω πως χωράω παντού, γιατί έμαθα πως να τα κάνω επιλογή τα τετραγωνικά μου». Η τίγρης μούγκρισε μια δύο φορές και ύστερα πήδηξε μέσα από έναν κύκλο, ο κόσμος χειροκροτούσε, εγώ τη λυπόμουνα, ήθελα να της χαϊδέψω το κεφάλι, «τρελάθηκες, θα σε δαγκώσει», μου είπες θυμώμενα, «όχι» σου απάντησα, «θα καταλάβει…» και δεν είπες τίποτα. Στις φωτιές εντυπωσιάστηκες. «Φοβερό», είπες ξανά και ξανά κι εγώ συνέχιζα να μασουλάω τα ποπ κορν χωρίς να συμμερίζομαι τον ενθουσιασμό σου. Ήθελα να σε ρωτήσω πόσες φορές έπαιξες με τη φωτιά και άλλες πόσες κάηκες. Ήθελα να σε ρωτήσω αν ήξερες από στάχτες κι αν σου έμεινε ποτέ στο στόμα εκείνη η γεύση τους που είναι σαν σάπιο μήλο. Μα από την άλλη, δεν ήμουνα και σίγουρη αν ήθελα να μάθω. Όπως δεν ήμουνα σίγουρη αν ήθελα ποτέ να σου το πω, το πόσο καπνό ρούφηξα στα χρόνια από τα καμένα μου, μέχρι να μάθω να εισπνέω οξυγόνο. Αυτά πάει πια φύγανε σε άλλα βαγόνια, δεν είμαι εκεί, ούτε κι εσύ, το βλέπω πως βλέπεις τη φωτιά σαν ένα παιχνίδι, έτσι λέω κι εγώ, μέχρι εκεί να παίξουμε, γι’ αυτό συναντηθήκαμε, για να μάθουμε να παίζουμε μαζί, να μάθουμε δηλαδή μαζί πως οι φλόγες είναι και για ζεστασιά. «Τι ζωή ζουν κι αυτοί», μου είπες στο τέλος. Και εννοούσες πως σου ήταν παράξενο, σχεδόν σαν ξένο, να τριγυρνούν με τα τροχόσπιτα και να ζουν τις ιστορίες τους πάνω στις ρόδες σε μια ατέλειωτη περιπλάνηση. Ήθελα να σου πω πως κι εγώ περιπλανήθηκα χωρίς να πάω πουθενά, μέσα μου περιπλανιόμουνα για καιρό, χωρίς ρόδες, μα τώρα έμαθα πως όλα είναι για να τ’ αφήνεις να κυλούν, γιατί όλα κυλούν, έτσι φεύγουν και έρχονται, έτσι κι εμείς, λες και στα πόδια μας έχουμε μικρά, αόρατα τροχάκια. Δεν σου είπα, όμως τίποτα. Σε αγκάλιασα και είπα μόνο αυτό… «Πώς μου ήρθε να σε φέρω απόψε στο τσίρκο;». Γέλασες, με φίλησες στο μέτωπο, κούνησες το κεφάλι και συμφώνησες πως «είναι, ρε μωρό, κάποιες φορές που έχεις κάτι ιδέες…».


postcard

Η γιορτή των Ινδουιστών σε μια γειτονιά της Αθήνας

Ο Σωκράτης Σωκράτους φωτογραφίζει μικρές καθημερινές στιγμές


Ενοποιός Πνοή

με τον γιωργο σαββινιδη

Η μια έχει ως σημείο εκκίνησης το χορό. Η άλλη την εικαστική δραστηριότητα. Με κοινό θεματικό όχημα τη λειτουργία της αναπνοής, κατέληξαν σε μια αξιόλογη δημιουργική σύμπραξη, μια εικαστική-παραστατική πράξη με μορφή visual art performance. Είναι η χορογράφος Ιωάννα Πάραλη και η εικαστικός Δανάη Στράτου, οι οποίες δεν είχαν ποτέ στο παρελθόν συνεργαστεί, είχαν ωστόσο κοινό τόπο στην καλλιτεχνική τους δράση, τα ζητήματα που αφορούν στον άνθρωπο και το περιβάλλον. Η παραγωγή της ομάδας χορού Landscape με τίτλο «Ιnhale» παρουσιάστηκε από τις 29 Οκτωβρίου ώς και τις 2 Νοεμβρίου στην «Τεχνόπολη» του Δήμου Αθηναίων, στο Γκάζι. Η ικανότητα των

O

εμπνευστών να κινούνται με άνεση με πειραματισμούς σε νέες μεθόδους και μέσα δημιούργησε ένα εναλλακτικό θέαμα που έθελξε τους θεατές. Η Στράτου «σκαρφίστηκε» δύο δεξαμενές, τη μία με νερό και την άλλη με χώμα, και ανάμεσά τους μια κάθετη γυάλινη επιφάνεια. Εκεί, η ερμηνεύτρια Μαρκέλλα Μανωλιάδη εκτέλεσε τη χορογραφία της Πάραλη, ενώ η κίνησή της προβαλλόταν «ζωντανά». Η ιδέα ήταν το εικαστικό περιβάλλον της Στράτου, να λειτουργεί ως τόπος δράσης της Πάραλη. Στην ουσία, η δουλειά της μιας «δίνει ζωή» στη δουλειά της άλλης, σε σημείο που να μην μπορούν να λειτουργήσουν παρά μόνο συμπληρώνοντας η μια την άλλη.

J


«Theanyspacewhatever», Μουσείο Guggenheim Νέας Υόρκης, 24 Οκτωβρίου- 7 Ιανουαρίου

το πλαίσιο της έκθεσης με θέμα «theanyspacewhatever» που εγκαινιάστηκε στις 24 Οκτωβρίου, το Μουσείο Solomon R. Guggenheim της Νέας Υόρκης δίνει την ευκαιρία στους επισκέπτες, να «κλείσουν» μια διανυκτέρευση στο «Revolving Hotel Room» (Περιστρεφόμενο Δωμάτιο Ξενοδοχείου). Είναι η εγκατάσταση του Γερμανού καλλιτέχνη Carsten Höller, ο οποίος δημιούργησε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου μέσα στο μουσείο και μάλιστα πλήρως λειτουργικό και πλήρες υπηρεσιών, με σκοπό να φιλοξενεί τον κόσμο. Το έργο αποτελείται από τρία κυκλικά γυάλινα επίπεδα, που περιστρέφονται στερεωμένα σε ένα τέταρτο, που επίσης στριφογυρίζει. Εκτός από τις ανέσεις και το προνόμιο της διανυκτέρευσης σε ένα από τα διασημότερα μουσεία του κόσμου, αν «κλείνατε» το δωμάτιο (επί πληρωμής φυσικά), θα είχατε πρόσβαση στην έκθεση «theanyspacewhatever», σε ώρες που το μουσείο είναι κλειστό για τους «κοινούς θνητούς». Βέβαια, τις ώρες που είναι ανοιχτό, το δωμάτιο είναι σε κοινή θέα. Ωστόσο, μην κάνετε… όνειρα. Όλες οι διανυκτερεύσεις, από τις 25 Οκτωβρίου μέχρι και τις 6 Ιανουαρίου που δίνεται η ευκαιρία, είναι ήδη «κλειστές»… Την έκθεση, που πήρε τον τίτλο της από τον κινηματογραφικό όρο του Γάλλου φιλοσόφου Gilles Deleuze «any-space-whatever», επιμελείται η Nancy Spector και παρουσιάζονται εγκαταστάσεις δέκα καλλιτεχνών (Angela Bulloch, Maurizio Cattelan, Liam Gillick κ.ά.) που χρησιμοποιούν το χώρο σε αλληλεπίδραση με τους θεατές και τα υπόλοιπα έργα.

Σ

Θα διανυκτερευατε στο Μουσειο Guggenheim;

Π

ρόλαβε –ή μάλλον άντεξε- να ζήσει μόλις 28 χρόνια, ωστόσο κατόρθωσε να επιδράσει καθοριστικά στη βρετανική θεατρική σκηνή. Η Σάρα Κέιν αυτοκτόνησε το 1999 έχοντας γράψει πέντε έργα, από το 1995, με πρώτο το «Blasted» και τελευταίο το «4.48 Ψύχωση», που αποτελεί και την επόμενη παραγωγή της κυπριακής θεατρικής ομάδας Versus. To θέατρο της Κέιν βρίθει από σκηνικές και γλωσσικές ακρότητες και κάθε σκηνή αποπνέει τόση σκληρότητα που προκαλεί ασφυξία. Αυτή η ωμή γραφή την έθεσε στο επίκεντρο έντονων αντιπαραθέσεων, τάραξε συθέμελα το αγγλικό θεατρικό κατεστημένο, αλλά και πρόλαβε να την καθιερώσει ως οραματίστρια του θεάτρου. Έγραφε έτσι γιατί ήθελε να αναδείξει τη βία, ως το πιο κρίσιμο πρόβλημα της ανθρωπότητας, που ενυπάρχει μέσα στην καθημερινότητά μας.

«Le Futurisme à Paris – une avant-garde explosive», Παρίσι, Κέντρο Pompidou, 15 Oκτωβρίου-26 Ιανουαρίου.

«4.48 Ψύχωση», Θέατρο Versus, Θέατρο Ένα Λεμεσού, από 26 Νοεμβρίου μέχρι 7 Δεκεμβρίου, 96458399

Η ίδια δεν έβλεπε το θέατρο ως ψυχαγωγία ή αφορμή για νυχτερινή έξοδο, αλλά ως δρώμενο που πρέπει να ερεθίζει συναισθήματα και μυαλό. Μάλιστα, έλεγε πως έπρεπε να είναι όπως το ποδόσφαιρο, με τη συναισθηματικά έντονη συμμετοχή του κοινού, τις αναλύσεις στις κερκίδες, τη συγκίνηση. «Δεν είναι όμως…». Το «4.48 Ψύχωση» καταθέτει στο έπακρον την αγωνία της, που συμπυκνώνεται με ποιητικό τρόπο ξεπερνώντας την αυτοβιογραφία και το ποιητικό δράμα. Την τρίτη παραγωγή του Versus σκηνοθετεί η Ελλάδα Ευαγγέλου και πρωταγωνιστούν οι Νούλα Θεοφυλάκτου, Μαρίνα Μανδρή, Μαρίνος Ανωγυριάτης, Γιάννος Ιωάννου και Γιολάντα Χριστοδούλου.

Κάθαρση διά της βίας

Η εκρηκτική πρωτοπορία

UMBERTO BOCCIONI, STATI D’ANIMO QUELLI CHE VANNO (STUDIO), 1911

Σ τα 100 χρόνια από τη δημοσίευση του Φουτουριστικού Μανιφέστου, από τον Filippo Tommaso Marinetti, είναι αφιερωμένη η πρώτη θεματική έκθεση που εγκαινίασε πριν λίγες ημέρες το Κέντρο Pompidou στο Παρίσι. Ήταν Φεβρουάριος του 1909, όταν το μανιφέστο που δημοσίευσε η «Le Figaro», γεννούσε την «εκρηκτική πρωτοπορία» του φουτουρισμού. Η έκθεση επιχειρεί να δώσει το στίγμα της πρώτης πρωτοπορίας του 20ού αιώνα, η οποία εμπνεύστηκε από την τεχνολογική πρόοδο, την ενέργεια των μαζών και τους φρενήρεις ρυθμούς των σύγχρονων μητροπόλεων. Ωστόσο, δεν πρόκειται για μια αναδρομή σε όλη την ιστορία του κινήματος, αλλά για μια συγκεκριμένη στιγμή του: την πρώτη έκθεση των φουτουριστών στο Παρίσι, το Φεβρουάριο του 1912. Έχει οργανωθεί γύρω από την ανασύσταση της ιστορικής αυτής έκθεσης, προκειμένου να φωτιστούν οι σχέσεις των φουτουριστών με τους κυβιστές. Παράλληλα, επανεξετάζονται οι αλυσιδωτές επιδράσεις σε χώρες όπως η Ρωσία, όπου γεννήθηκε ο κυβοφουτουρισμός, αλλά και η Βρετανία, όπου συγκροτήθηκε το γκρουπ των βορτισιστών. Η έκθεση επιχειρεί να εξετάσει μια σκοτεινή περίοδο του μοντερνισμού: αυτήν των αλληλεπιδράσεων μεταξύ φουτουρισμού και κυβισμού. Δίνει μια σπάνια ευκαιρία στο κοινό να απολαύσει συγκεντρωμένα σχεδόν όλα τα αριστουργήματα του σημαντικότερου εκπροσώπου του κινήματος, του Umberto Boccioni. Εκτίθενται επίσης έργα των πρωτοπόρων φουτουριστών Carlo Carrà, Gino Severini και Luigi Russolo, αλλά και των Pablo Picasso, Kasimir Malévitch, Francis Picabia, Fernand Léger κ.ά.


Περιπλανώμενες ζωές που αλλάζουν κoστούμια και μένουν σε συρόμενα βαγόνια παρέα με ζώα στα κλουβιά και θλιμμένους κλόουν. Τι κρύβει αυτός ο γοητευτικός κόσμος του τσίρκου; Από το 18ο αιώνα μέχρι σήμερα υπάρχει αυτή η περιπλανώμενη ζωή καλλιτεχνών που στήνουν μια τέντα και κάτω από αυτήν γράφουν τις δικές τους καθημερινές ιστορίες, επιζητώντας το χειροκρότημα μέσα από ακροβατικά νούμερα και ζωές που ακροβατούν. Ο Χαράλαμπος Αριστοτέλους παίρνει σημειώσεις και ο Πόλυς Πεσλίκας φωτογραφίζει. Οι δύο τους περνούν μια μέρα στο τσίρκο και μαζί ψάχνουν τη γοητεία του σ’ ένα υστερόγραφο.

Circus



Φτάνοντας στη Λεμεσό, πριν ακόμη ακολουθήσω την έξοδο από τον αυτοκινητόδρομο για το χώρο που κατέλυσε το τσίρκο, διέκρινα την άσπρη τέντα να ορθώνεται στον ουρανό με τις πολύχρωμες σημαίες να κυματίζουν στην οροφή της. Αργότερα μάθαινα πως η ιστορία της ξεκινά από το 1840 όταν ο ιππέας Thomas Cooke επιστρέφοντας από τις ΗΠΑ στην Αγγλία έφερε μαζί του την καινοτομία της μετακινούμενης τέντας. Το τσίρκο γινόταν πια περιοδεύον. Δίπλα, σε μια παράξενη συνύπαρξη, καταλαμβάνοντας τον ίδιο όγκο στον ορίζοντα, στεκόταν αυστηρός και επιβλητικός, σχεδόν σκοτεινός ένας πελώριος ναός. Έφτασα νωρίτερα από την προκαθορισμένη ώρα του ραντεβού μου με τον Πόλυ, που συμπλήρωνε την ομάδα. Αρκετός κόσμος πηγαινοερχόταν αγοράζοντας εισιτήρια για τις δύο βραδινές παραστάσεις. Απέναντι από τα ταμεία, σε συστοιχία, μια σειρά από αυτοκίνητα με ξένες πινακίδες εγγραφής μου κίνησαν την περιέργεια. Aνήκαν προφανώς στο τσίρκο, τα πιο πολλά ιταλικά με χαραγμένα στις πινακίδες αρχικά πόλεων όπως Βερόνα ή Παλέρμο. Στο πλάι και περιμετρικά του χώρου η μεταλλική πρόχειρη περίφραξη κρατούσε μακριά τους ανεπιθύμητους επισκέπτες. Πλησίασα όσο μπορούσα. Ηρεμία, καμιά φωνή. Μόνο δυο φύλακες έκοβαν βόλτες αργά και νωχελικά και μια γυναίκα έφτιαχνε ποπ κορν κάτω από μια ομπρέλα στην είσοδο της τέντας. Θα ήταν μάλλον ώρα ξεκούρασης. Θα χρειάζεται δίχως άλλο σκεφτόμουν, αναλογιζόμενος πως στο υπόλοιπο της βραδιάς οι πρωταγωνιστές θα πρέπει να αιωρούνται στο κενό, να αψηφούν τη βαρύτητα και τόσα άλλα. Και έτσι ήταν, μου επιβεβαίωνε λίγο μετά ο υπεύθυνος στην είσοδο. Τη σκέψη μου διέκοψε ένα αυτοκίνητο που πέρασε σχεδόν δίπλα μου σηκώνοντας ένα σύννεφο σκόνης, το οποίο κόντεψε να με πνίξει, για να πάρει τη θέση του στη συστοιχία. Είχε στην οροφή δύο μεγάφωνα σαν χωνιά και στις δύο πλευρές αφίσες που απεικόνιζαν στιγμές από την παράσταση. Θα είχε διαλαλήσει τα νέα για τον ερχομό του τσίρκου σε όλη την πόλη. Ξύπνησε μέσα μου την ανάμνηση παρόμοιων, μάλλον πιο σκουριασμένων αυτοκινήτων που ασθμαίνοντας ανάγγελλαν στην επαρχία την άφιξη των πρώτων περιοδευόντων θιάσων, μιας άλλης εποχής ξεμακρυσμένης. Ο υπεύθυνος πολύ ευγενικά μας επέτρεψε την είσοδο στο θαυμαστό κόσμο του τσίρκου δύο ώρες πριν την έναρξη της παράστασης. Πίσω από τις βαριές κουρτίνες των παρασκηνίων μια ολόκληρη πολιτεία θα ξεδιπλωνόταν.




Προσπεράσαμε την κεντρική είσοδο που οδηγούσε στην αρένα και κατευθυνθήκαμε από το πλάι της τέντας στο στάβλο με τα άλογα. Ένας μακρύς διάδρομος τον χώριζε στα δύο. Περπατήσαμε δειλά προς το εσωτερικό. Δεξιά και αριστερά σε μικρά διαμερίσματα ολόλευκα αραβικά άλογα χλιμίντριζαν ανυπόμονα. Θα ξέρουν πως πλησιάζει η ώρα της παράστασης σκεφτόμουν καθώς διέσχιζα το διάδρομο μέσα σε ένα σύννεφο από μύγες. Στο τέρμα βρίσκονταν δύο καμήλες. Σκέφτηκα την έρημο. Πάντα με γοήτευε με τις ιστορίες της. Δύο τρεις σταβλίτες βούρτσιζαν τα ζώα σφυρίζοντας άγνωστους σκοπούς. Τα πειράγματα μεταξύ τους έδιναν και έπαιρναν. Στην αρχή ξαφνιάστηκαν μπροστά στη θέα των δύο «εισβολέων», γρήγορα όμως βρέθηκαν να ποζάρουν μαζί με τα άλογα για το φακό του Πόλυ. Από τη στιγμή του πρώτου κλικ και μετά δεν ανταλλάξαμε και πολλές κουβέντες. Πολλές φορές τον έψαχνα μέσα στα βαγόνια ή στο ημίφως των παρασκηνίων χωρίς τύχη. Ήταν αυτός και οι εικόνες που περνούσαν μέσα από το τεχνητό του μάτι. Βγήκαμε από το στάβλο. Απέναντί μας στο δικό τους περιφραγμένο χώρο μισή ντουζίνα λάμα από το μακρινό Περού έβοσκαν αμέριμνα χωρίς να ενοχλούνται από την παρουσία μας. Παραδίπλα δύο καμηλοπαρδάλεις, τα ψηλότερα ζώα στη γη. Η μια έγειρε το μακρύ λαιμό της πάνω από το σιδερένιο κιγκλίδωμα και έφερε τη μούρη της μια ανάσα από τη δική μου. Είχε μια αστεία έκφραση, ανθρώπινη, ήμουν σίγουρος πως κάπου την είχα ξαναδεί. Γέλασα με τα καμώματά της. Ο διπλανός μας από την άλλη δεν ήταν και τόσο αστείος. Μάλλον δέος προκαλούσε με το πελώριο βαρύ σώμα του και το διπλό κέρατο στο ρύγχος του. Ένας ρινόκερος. Όταν πλησίασα αρκετά κοντά μπόρεσα να δω καθαρότερα τα γεμάτα χαρακιές κέρατά του. Σκεφτόμουν αν πρόδιδαν την ηλικία του ή τις μάχες που έδωσε για επιβίωση πριν καταλήξει εδώ σε αυτό το κλουβί. Προχωρήσαμε βαθύτερα ανάμεσα σε βαγόνια και υπαίθρια κλουβιά. Οι τίγρεις δεν πολυσκοτίστηκαν με την παρουσία μας. Παρά μόνο απολάμβαναν ράθυμα τον ήλιο. Στο τέρμα κάτω από ένα μεταλλικό υπόστεγο βρίσκονταν τρεις ελέφαντες. Στη θέα τους ένα απροσδιόριστο συναίσθημα με κατέκλυσε. Αλυσοδεμένοι από το μπροστινό πόδι λικνίζονταν κουνώντας πέρα δώθε τις προβοσκίδες τους με άψογο συγχρονισμό σε ένα σιωπηλό, άηχο σκοπό. Δεν μπόρεσα να τον φανταστώ αλλά σκέφτηκα θα είναι ο ίδιος που στο ρυθμό του ψυχαγωγούνται οι άνθρωποι. Προχώρησα μουδιασμένος.

Ανάμεσα στα βαγόνια


Ίνγκριτ και Μπράιαν Ένα κορίτσι με προσπέρασε με σκυφτό κεφάλι και έστριψε στη γωνιά. Λίγο μετά ένα άλλο. Τη σταμάτησα ευγενικά. Ήταν βιαστική έπρεπε να ετοιμαστεί για την παράσταση. Την έλεγαν Σάντυ, γεννήθηκε στην Ιταλία και από δέκα χρόνων εργάζεται στο τσίρκο. Είναι ακροβάτισσα. Πίσω πρόβαλε η Ίνγκριτ με κόκκινα μάγουλα το ίδιο βιαστική. Γεννήθηκε στο τσίρκο και δεν γνώρισε τίποτα έξω από αυτό. Δουλεύει με τα άλογα μού είπε, μια σύγχρονη αμαζόνα. Είναι παντρεμένη με το γιο του αφεντικού, τον Μπράιαν. Τον γνώρισα λίγο μετά. Ένας μεγαλόσωμος Ιταλός με πλατύ χαμόγελο και ολόλευκα δόντια. Φούσκωνε σαν παγώνι ντυμένος στο σμόκιν του με τη μυτερή μύτη και το λεπτό του μούσι. Συνεχίζει μια μακρά παράδοση που ξεκίνησε η οικογένεια Casartelli, το 1864. Ο Μπράιαν αντιπροσωπεύει την έβδομη γενιά. Ο πατέρας του Ίλιο, 60 χρόνων και κάτι σήμερα, ο αποκαλούμενος «πατριάρχης», τον απολαμβάνει πια από το ακροατήριο. Πρόλαβα να τον ρωτήσω για τους κινδύνους που τυχόν να αντιμετωπίζουν στο τσίρκο. Η απάντησή του ήταν ξεκάθαρη. Τη γράφω από μνήμης: «Όταν δείχνεις σεβασμό απέναντι στη δουλειά, στους ανθρώπους και στα ζώα, τότε οι κίνδυνοι εκμηδενίζονται».






Οι εργάτες Χάθηκα μέσα σε ένα λαβύρινθο από βαγόνια. Τα πιο πολλά ερμητικά κλειστά. Πού και πού ακούγονταν φωνές, κάποιες παιδικές πίσω από τα κλειστά παντζούρια. Μια πόρτα άνοιξε και ένας κύριος με βλοσυρό ύφος απομακρύνθηκε βιαστικά. Άρχισα να απελπίζομαι μ’ αυτή την ανεξήγητη σιωπή όταν στην επόμενη στροφή συνάντησα τρεις κεφάτους εργάτες που επιδιόρθωναν ένα χαλασμένο βαγόνι. Τα γέλια τους διέκοπταν την απογευματινή ηρεμία του καταυλισμού. Πλησίασα και προσπάθησα να πιάσω κουβέντα. Ο Πέσκο ένας Βούλγαρος ήταν ο πιο ομιλητικός. Ο άλλοι δύο ένας Αλβανός και ένας Πορτογάλος συμπλήρωναν αυτό το πολυφυλετικό συνεργείο. Το ποδόσφαιρο φαινόταν η μόνη τους έγνοια, αφού γνώριζαν όλους τους συμπατριώτες τους που αγωνίζονται στο κυπριακό πρωτάθλημα. Οι απανταχού εργάτες μουρμούρισα και τράβηξα το δρόμο μου.


Mr Lorenz ο καρδιοκατακτητής Στη αρχή τον είχα δει να σέρνει ένα ξύλινο καροτσάκι με ένα μικρό χαριτωμένο σκυλί. Λίγο μετά όταν οι παρουσιαστές ανακοίνωναν από τα μεγάφωνα πως είναι η ώρα του πιο δυνατού άντρα στον κόσμο. Ο 28χρονος Λορέντζο Καρνεβάλε από τη Σικελία της Ιταλίας είναι ζογκλέρ, εκπαιδευτής σκυλιών, κωμικός, ταχυδακτυλουργός και σίγουρα ο πιο δυνατός άντρας. Είναι το πολυπρόσωπο ταλέντο του τσίρκου που όταν κάτι πάει στραβά ο Λορέντζο με τις απίστευτες ικανότητές του το διορθώνει. Και ήταν υπέροχος με τα παιδιά όταν στο τέλος έστησε ένα απίθανο παιχνίδι με καμπανάκια. Γεννήθηκε στο τσίρκο και ο αέρας ελευθερίας του, του ταιριάζει όπως ακριβώς και τα κοστούμια που αλλάζει. Άλλωστε ποτέ δεν αντιμετώπισε το τσίρκο σαν δουλειά αλλά σαν ένα ατελείωτο πάρτι. Του αρέσει να τσιλημπουρδίζει έλεγε, δείχνοντάς μου συνωμοτικά το αγαπημένο του κορίτσι. Το πρώτο μέρος της παράστασης τελείωνε όταν ο κόσμος ξεχύθηκε πίσω στα παρασκήνια προς τα υπαίθρια κλουβιά για να θαυμάσει και να φωτογραφηθεί με τα ζώα. Στην επιστροφή αναμίχθηκα με το πλήθος και πήρα θέση ανάμεσα στο ακροατήριο, δίπλα σε μια πολυμελή θορυβώδη οικογένεια.


Ο Ιντιάνα Τζόουνς Η ώρα της παράστασης πλησίαζε. Πίσω από τα παρασκήνια γινόταν χαμός. Τα πανέμορφα αραβικά άλογα ετοιμάζονταν να βγουν στην αρένα. Ένας νεαρός για όλες τις δουλειές, με σκουρόχρωμο δέρμα και σκουλαρίκια στ’ αφτιά, χάιδευε τρυφερά τ’ άλογα και πού και πού τα χτυπούσε φιλικά στα καπούλια σαν να ήθελε να τα εμψυχώσει. Λίγο μετά ανέβηκε στο κόκκινο βαγόνι που ήταν ακριβώς πίσω μας και με τη βοήθεια μιας πλατφόρμας άρχισε να ξεφορτώνει κασόνια, φέρετρα, μούμιες, κρανία και σκελετούς. Πλησίασα. Πρόλαβε την ερώτησή μου και με μια κίνηση του χεριού σχημάτισε ένα φίδι να κουνάει απειλητικά το κεφάλι του. Κατάλαβα, ήταν το βαγόνι με τα ερπετά. Κοίταξα μέσα και ανατρίχιασα. Ήταν γεμάτο κλουβιά και κασόνια που το περιεχόμενό τους κινείτο. Κροκόδειλοι, φίδια, σαύρες, ερπετά, σκορπιοί, αρουραίοι και πάει λέγοντας. Στην οροφή μια ψεύτικη πράσινη φυλλωσιά συμπλήρωνε το ντεκόρ μιας ζούγκλας δωματίου. Έξω η επιγραφή στο βαγόνι έλεγε: «Karah Khavak Jr». Είναι το καλλιτεχνικό όνομα του Τόμι, 27 χρόνων από τη Γερμανία, που υποδύεται τον Ιντιάνα Τζόουνς. Δεν άργησε να φανεί ο ίδιος και ήταν πρόθυμος να μου εξηγήσει για όλα, την ίδια στιγμή που αρπάζει αγκαλιά ένα κροκόδειλο κοντά δύο μέτρα και τον τοποθετεί σ’ ένα κασόνι. Πάγωσα. Η οικογένειά του είναι γνωστή στο χώρο του θεάματος και ο ίδιος συνεχίζει την παράδοση κλείνοντας συμβόλαια με γνωστά τσίρκο παρουσιάζοντας το σόου εμπνευσμένο από την κινηματογραφική ταινία «Ιντιάνα Τζόουνς». Κατεβήκαμε από το βαγόνι όταν πρόσεξα δίπλα στη μοτοσικλέτα του Ίντι ένα μικρό παιδικό ποδήλατο. Ο Τόμι κατάλαβε και μου έγνεψε να τον ακολουθήσω. Λίγα μέτρα παρακάτω ήταν το σπίτι του. Ένα τροχοφόρο σπίτι με μια υφασμάτινη πέργκολα που σκίαζε την είσοδο δημιουργώντας μια υποτυπώδη αυλή. Η πόρτα άνοιξε και δύο ζωηρά αγοράκια πρόβαλαν, δύο και εφτά χρόνων. Τα παιδιά του. Όλη η οικογένεια ταξιδεύει μαζί, η καθημερινότητά τους είναι η ζωή στο τσίρκο και πατρίδα τους όλες οι πατρίδες του κόσμου. Η μαμά ήρθε να συμπληρώσει λίγο μετά την οικογένεια. Μια όμορφη γυναίκα με μακριά κορακίσια μαλλιά ντυμένη στη θηλυκή εκδοχή του Ίντι. Είναι η παρτενέρ του Τόμι στο σόου. Κάποια στιγμή καβάλησαν τη μηχανή και χάθηκαν. Αργότερα είδα το μικρό να περιφέρεται με άνεση στο βαγόνι με τα ερπετά. Σκέφτηκα πόσο οικεία του ήταν όλα αυτά που στοιχειώνουν το δικό μου ύπνο.





Βαγόνι βεστιάριο Διακριτικά ακολούθησα δύο κορίτσια που κατευθύνθηκαν σε ένα βαγόνι στο πίσω μέρος της άσπρης τέντας και δίπλα από τα παρασκήνια. Δειλά ανέβηκα τα σιδερένια σκαλιά. Βρισκόμουν στο βαγόνι βεστιάριο. Στα δεξιά μου μια κουρτίνα έκρυβε το δοκιμαστήριο. Ακούγονταν γυναικείες φωνές. Σε τι θα μεταμορφώνονταν άραγε διερωτώμουν και μ’ έτρωγε η περιέργεια. Προχώρησα αντίθετα μέσα σε ένα μακρύ διάδρομο που τέλειωνε στο βάθος του βαγονιού. Στη μια πλευρά πάνω σε άγκιστρα, κρέμονταν αμέτρητες φανταστικές στολές, κοστούμια και ρούχα, καπέλα διαφόρων σχεδίων, μάσκες τρομακτικές ή χαρούμενες, πολύχρωμα υφάσματα, λογήςλογής φτερά και πούπουλα. Ο χώρος ανάδυε εκείνη τη ζέστα που νιώθεις όταν φοράς ένα αγαπημένο ρούχο. Από την άλλη πλευρά στο ύψος του προσώπου κρέμονταν σε σειρά μικροί στρογγυλοί καθρέφτες. Στο τέρμα συνάντησα την Πωλίνα. Καθόταν πάνω στη ραπτομηχανή της. Πίσω της η ανοικτή πόρτα άφηνε το απογευματινό φως και μια υποψία θαλασσινής αύρας να διαχέεται στο χώρο. Είναι από τη Βουλγαρία και τα τελευταία τέσσερα χρόνια δουλεύει για το τσίρκο. Ράβει και διορθώνει τις στολές των κοριτσιών. Bοηθά επίσης στις μεταμορφώσεις τους. Έσκυψε πάλι πάνω από τη ραπτομηχανή της ανάμεσα σε καρούλια από κλωστές καθώς την αποχαιρετούσα. Κατέβηκα από το βαγόνι. Δίπλα μου δύο φύλακες παρακολουθούσαν την απογευματινή προπόνηση της ΑΕΛ.


Έρωτας τσιγγάνος Τους είδα να έρχονται από μακριά αγκαλιασμένοι και τους περίμενα. Έδειχναν χαρούμενοι και ευτυχισμένοι. Τα πρόσωπά τους έλαμπαν. Ήταν η Μαρίνα από την Ουκρανία και ο Ντάστιν από την Ιταλία. Κωμικός αυτός, ακροβάτισσα εκείνη. Δεν ήταν παντρεμένοι, ερωτευμένοι όμως σίγουρα. «Έρωτα τσιγγάνε», σκέφτηκα. «Τρυπώνεις παντού, ταξιδεύεις παντού. Δεν χρειάζεσαι στέγη εσύ πάνω από το κεφάλι σου, μήτε ασφάλεια και σιγουριά. Ένας γυρολόγος είσαι, όπως και τα παιδιά του τσίρκου». Ευχήθηκα στο ζευγάρι καλή παράσταση και προχώρησα.



Κρυφοκοιτάζοντας Συνέχισα να γυροφέρνω στα παρασκήνια. Δεν ήμουν μέρος του ακροατηρίου και αυτό μου δημιουργούσε μια παράξενη αίσθηση με τη μουσική, τις φωνές των παιδιών και τους ανάμικτους ήχους που έφταναν στ’ αφτιά μου. Ένα τεράστιο σιδερένιο κλουβί σαν υδρόγειος μεταφερόταν στη σκηνή την ίδια στιγμή που ο εκκωφαντικός θόρυβος από τα μαρσαρίσματα των μοτοσικλετιστών σκέπαζε τις ζητωκραυγές του πλήθους. Ήταν η ώρα των «Crazy Riders». Δεν άντεξα στο πειρασμό, προσπέρασα ένα φρουρό που με κοίταξε με αγριεμένο ύφος και τράβηξα στο πλάι τις βαριές μπορντό κουρτίνες. Το θέαμα ήταν φανταστικό. Τα παιδιά αψηφούσαν τη βαρύτητα μέσα στη μεταλλική υδρόγειο με τις ρόδες των μηχανών να κοιτάζουν την οροφή της τέντας και τα κεφάλια τους την αρένα. Απομακρύνθηκα. Ξανασυνάντησα τον Πόλυ όταν ένας περίεργος τύπος με μακριά μαλλιά που κρατούσε μια βαλλίστρα (το όπλο που εκτοξεύει βέλη) μας πλησίασε. Απευθύνθηκε στον Πόλυ λέγοντάς του πως αν δουλεύει για το «Playboy» μετά χαράς θα φωτογραφιζόταν. Γελάσαμε. Ήταν ο Φίλιπ από τη Γαλλία. Δεκαπέντε χρόνια τώρα δουλεύει με την οικογένειά του στο τσίρκο. Λατρεύει τη νομαδική ζωή, μόνο που τώρα τελευταία τον προβληματίζει το θέμα του σχολείου καθώς ο μικρός του γιος μεγαλώνει. Αργότερα τον είδα να σημαδεύει με το βέλος του ένα μήλο, που η παρτενέρ του και γυναίκα του στερέωσε ανάμεσα στο πιγούνι

Τα κορίτσια με τις κορύνες Μια ομάδα από τέσσερα κορίτσια εμφανίστηκε από το πουθενά. Η αρχηγός μας παρακάλεσε να κάνουμε λίγο χώρο και άρχισε να δίνει οδηγίες. Φορούσαν κίτρινες στολές και κρατούσαν κορύνες που έμοιαζαν με ξύλινα μπουκάλια. Ήταν η τελευταία πρόβα πριν βγουν στην αρένα. Στάθηκαν ανά ζευγάρια το ένα απέναντι στο άλλο και οι κορύνες άρχισαν να πηγαινοέρχονται από το ένα ζευγάρι στο άλλο με άψογο συγχρονισμό. Δίπλα ένας μελαψός νεαρός με γοητευτικό χαμόγελο γυάλιζε ευλαβικά τη μοτοσικλέτα του, κλείνοντας την ίδια στιγμή το μάτι σε ένα από τα κορίτσια. Τον έλεγαν Έβερτον και ήταν ένα από τα πέντε μέλη της ομάδας των ριψοκίνδυνων «Crazy Riders». Όλοι από τη Βραζιλία. Εδώ και εφτά χρόνια κάνει το σόου με τις μοτοσικλέτες. Του λείπει η οικογένειά του και περισσότερο ο αδελφός του που κάνει το ίδιο σόου πίσω στην πατρίδα. Η ζωή στο τσίρκο όμως και οι ατελείωτες περιοδείες δεν του επιτρέπουν να ξέρει πότε θα επιστρέψει. Και ναι, λατρεύει το ποδόσφαιρο, μάλλον δεν χρειαζόταν να τον ρωτήσω. Του ευχήθηκα καλή τύχη και παραμέρισα. Όταν τα κορίτσια τελείωσαν, ο Έβερτον πλησίασε ένα από αυτά και κάτι του ψιθύρισε. Αυτό ανταποκρίθηκε με νάζι. Αργότερα στο διάλειμμα, στη μέση της παράστασης, ένας ομότεχνός του αγκάλιαζε ένα άλλο κορίτσι με κίτρινη στολή. Το φλερτ, σκεφτόμουν, θα είναι μέρος της μαγείας και τράβηξα βαθύτερα μέσα στα παρασκήνια.


Μετακινούμενη πολιτεία Κουράστηκα να παίρνω σημειώσεις, γκρίνιαξα. Έβαλα το μικρό σημειωματάριο και το στιλό στην τσάντα όταν τα φώτα χαμήλωναν. Χάρηκα πολλούς από τους φίλους που έκανα στα παρασκήνια, ανθρώπους και ζώα να παρελαύνουν στην αρένα και να διασκεδάζουν τον κόσμο. Πήρα το δρόμο της επιστροφής αφήνοντας πίσω μου εκείνη τη μετακινούμενη πολιτεία με τα συρόμενα βαγόνια. Στην άλλη γραμμή του ακουστικού τ’ αγαπημένα μου ανιψάκια δεν πίστευαν πως έκανα παρέα με κροκόδειλους και ακροβάτες. Το Υστερόγραφο θα τους πείσει. Οδήγησα το αυτοκίνητό μου πίσω στον αυτοκινητόδρομο. Ο ναός φαινόταν ακόμη πιο σκοτεινός και η άσπρη τέντα μια ανάμνηση πως υπάρχει ζωή πάνω σε ρόδες.

και στο λαιμό της. Η βολή ήταν εύστοχη. Θα πρόκειται σίγουρα σκεφτόμουν για μια πιστή γυναίκα, χωρίς αμφιβολία.


E

A

L

S

T

O

R

I

E

S

ετά από αυτή τη θάλασσα υπάρχει μία που σε αγαπά πιο πολύ στον κόσμο. Μόνος σου πρέπει το γράφουν οι τουριστικοί οδηγοί -αλλά είναι η αλήθεια. άλλη, άλλη γη, άλλη στεριά, άλλη θάλασ- να προχωρήσεις. Ολομόναχος θα περπατήσεις, θα τρέξεις, Όπως επίσης είναι αλήθεια, ότι οι Τουρκοκύπριοι και οι σα. Συνεχώς όμως, θα παρεμβάλλονται θα πέσεις, θα σηκώνεσαι. Μα, ποτέ δεν θα κρατηθείς από Τούρκοι είναι ερωτικοί - μόνο όμως φαινομενικά. Ευτυχώς, τα κύματα. Μερικές φορές μεγάλα, άλλες κανένα. Μόνος! κρατούσα πάντα πισινή. Γρήγορα πάθη, γρήγορες αγάπες μικρότερα. Τα χειρότερα είναι τα απότομα, Το Σεπτέμβριο τον πέρασα σε αυτήν εδώ την παραλία. Μου - άρα γρήγορα μίση. Σοφό, δοκιμασμένο. τα ύπουλα, όσα χρειάζονται τις μεγάλες σου γροθιές για να άρεσε να παίρνω το λεωφορείο από την πύλη της Κερύνειας Γράφω τη στήλη και ακούω Στράτο Διονυσίου: «Νομίζεις πως επιπλεύσεις στην επιφάνειά τους. Αυτά που θέλουν ράπισμα. (παλιά λεωφορεία, αιμόφυρτα, από αυτά που κυκλοφορού- χωρίσαμε, νομίζεις. Όμως το μυαλό σου βασανίζεις, μ’ άλλη Και δυνατά χτυπήματα. σαν πριν από την εισβολή), να ανοίγω το παράθυρο, να δεν μπορώ να κοιμηθώ». Τα τύμπανα στο ρεφρέν μου τρυπάΌταν είμαστε παιδιά, κολυμπάμε συνήθως με σωσίβια, κρα- ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν σ’ αυτό μαθητές, στρατιώτες, νε τα αφτιά, η φωνή μού φέρνει συγκίνηση. Σε θυμάμαι πάλι, τιόμαστε με τα χεράκια στα φουσκωμένα μπρατσάκια, πλα- έποικοι -υπηρέτες άλλων εποίκων ή Τουρκοκυπρίων. Το τι μεγάλο απωθημένο κι αυτό. «Γιαννάκη μου;». τσουρίζουμε με τις παλάμες μέσα στο νερό. Το μεγαλύτερο ταξίδι μας διαρκούσε περίπου 50 λεπτά χωρίς κίνηση - τόσο Για το μόνο που χάρηκα φέτος, είναι που τόλμησα στα συναιδώρο που μου έκανε η μάνα μου, ήταν η μέρα που μου κοντά, σε ταχύτητες χαμηλές - ανάμεσα σε καζίνα και πολλά σθήματα. Έγινα σχεδόν 30 χρόνων γαϊδούρι και ακόμη δεν ξεφούσκωσε -χωρίς άλλη προειδοποίηση- τη στρογγυλή μου εστιατόρια με κεμπάμπ, δρόμος σαν φίδι μέχρι το σκλαβωμέ- είχα μάθει τα βασικά. Από ψυχολογική αδυναμία, από άμυνα, πάπια που με κρατούσε πάνω από τον αφρό στην παραλία νο χωριό. Εκεί, κολυμπούσα συνεχώς για δύο περίπου ώρες συναντούσα παντού εχθρούς, ανταγωνιστές, αντιπάλους. Δεν του Μακένζι στη Λάρνακα -εκεί πηγαίναμε κάθε Κυριακή -άμμος υπέροχη, κρυστάλλινη, έβαζα μέσα τα πόδια μου και έδινα. Μόνο έπαιρνα. Εσύ με άλλαξες - ήταν σαν να μου για κολύμπι. Έκανα για λίγο τα ποδαράκια μου πάνω κάτω, τα ζέσταινα. Μετά, πίσω, πάλι το λεωφορείο της επιστροφής ’δωσες το πιο δυνατό χαστούκι στη ζωή, αυτό που ποτέ μου έμπαινα με το κεφάλι στο νερό, ξανάβγαινα, ξανάμπαινα που περνάει λίγο έξω από το λιμανάκι. Οι ίδιοι επιβάτες. Η δεν θα ξεχάσω - πάντα θα είσαι το πρότυπο, όλα τα άλλα θα σαν να βυθιζόμουνα, σαν να τελείωνα, έπινα νερό και το διαδρομή του καινούριου ασφαλτοστρωμένου δρόμου που παραμένουν τα υποκατάστατά σου. Μ’ αυτή την καλοσύνη ’φτυνα - πέντε χρόνων ήμουνα μόνο. Στην άμμο, μισοζα- σκίζει στα δύο το βουνό του Πενταδάχτυλου, είναι η ωραι- σου, τη δοτικότητά σου. Τη γενναιοδωρία. Σ’ αγαπώ ακόμη. λισμένος, πήρα το μεγαλύτερο μάθημα της ζωής μου. Αν ότερη (και η πιο μελαγχολική) που έχω κάνει σε ολόκληρη Αλλά, δεν έχω πια δικαίωμα να σ’ το λέω. Και μόνο που είχα παιδί, το ίδιο θα του έκανα - αυτό θα του μάθαινα στην τη ζωή μου. Η πιο θλιβερή- μαγική ταυτόχρονα, περίεργος βρήκες τρόπο να με διαβάζεις απ’ την Αθήνα, με κάνει να πράξη: Να μη στηρίζεσαι σε κανέναν, ούτε στον άνθρωπο συνδυασμός. Για ευνόητους λόγους δεν το λέει κανένας, δεν ντρέπομαι.

M

ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΚΤΗΤΟΥ ΚΕΡΥΝΕΙΑΣ, ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΕΝΑ ΜΗΝΑ

ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ

R

Μας ενδιαφέρουν τα δικά σας Υστερόγραφα. Οι δικές σας ιδέες για θέματα και οι δικές σας απόψεις. Τα περιμένουμε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: eleni.xenou@phileleftheros.com

ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΙ ΧΡΩΜΑΤΩΝ & ΕΚΤΥΠΩΣΗ: PROTEAS PRESS LTD

ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΜΑΡΙΑ ΖΕΡΒΟΥ ΜΑΡΙΑ ΚΑΠΑΤΑΗ ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΥ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΕΛΛΑ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ

ΜΟΝΙΜΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΑΡΑΒΑΛΗ ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΤΖΑΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΜΑΣΟΥΡΑ FILEP MOTWARY ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΒΒΙΝΙΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΠΑΡΣΗΣ ΑΛΕΞΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΥΜΑΖΗΣ ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΡΙΛΛΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ OMAΔΑ ΑΝΤΡΕΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΠΟΛΥΣ ΠΕΣΛΙΚΑΣ ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΤΑΠΑΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΙ ΜΑΡΙΝΑ ΣΙΑΚΟΛΑ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ CHARLIE MAKKOS ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΤΤΗΣ

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΛΕΝΑ ΠΑΡΠΑ

ART DIRECTOR ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΤΤΙΧΗ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΕΛΕΝΗ ΞΕΝΟΥ

ΕΚΔΟΤΗΣ-ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΝΙΚΟΣ ΠΑΤΤΙΧΗΣ

ΚΑΘΕ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ

ΥΓ. 9/11/08

Το εξώφυλλο είναι φωτογραφία του Πόλυ Πεσλίκα και δημιουργία του Λευτέρη Τάπα




Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.