Παραρτήματα

Page 1

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ»

ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ1

1

Η φωτογραφία από το Google Earth.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ»

ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΒΟΡΕΙΩΣ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ― ΑΓΡΙΟΒΡΙΖΑ, ΜΕΧΡΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟ∆ΕΣ ΤΗΣ ΟΙΤΗΣ

Συνέχεια στη σελ. 2


ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ

1 2

Πλάκες Αλογοβορός

3

Στεφάνι

4 5

Άγιος Ηλίας Μάλα Ρόγγι Προφήτης Ηλίας

6 7

Αραπάκος

9

Ρέµα Μπλούφου Στενοβούνι

10

Ρέµα Πόρτας

11

Ρούµπαλο

8

12 Φραµµένη 13 Κουµαριά Άνω Σκαλί ή 14 Σκαµνί 15 Πετσαλούδα 16 Αγριόβρυζα

23 Μονοπάτι 22 Κάτω Σκαλί

17 Γαβαθάς

26 Μεγάλη Σβάρνα

18

Κόκκινο Μπάλωµα

23 Μονοπάτι 24 Κάτω Σκαλί ή Σκαµνί 25 Αϊτοφωλιές

27 Κοκκινόβραχος

19 Τρεις Σάρες

28 Μικρή Σβάρνα

20 Κυρ Νικόλας Στρογγυλή 21 Πέτρα 22 Βαθιές Λάκες

29 Κάκκαβος 30 Αρκουδότρυπα ή Σµίξη

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ»

ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΥΨΩΜΑ ΜΑΡΑΘΟΣ1

1

Φωτογραφία από το Google Earth.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΝΡΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΠΟ ΠΛΑΚΕΣ ― ΚΟΚΚΙΝΟΒΡΑΧΟ ΜΕΧΡΙ ΑΥΛΑΚΙ1

1

Η φωτογραφία από το Google Earth.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ» ΤΑ ΤΟΠΩΜΥΜΙΑ ∆ΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΠΟ ΚΥΡ ΝΙΚΟΛΑ ΜΕΧΡΙ ΑΥΛΑΚΙ1

1

Φωτογραφία από το Google Earth.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ» TA ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΠΟΤΙΣΤΙΚΩΝ, ΑΠΟ ΑΥΛΑΚΙ ΜΕΧΡΙ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ1

1

Φωτογραφία από το Google Earth.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ» TA ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΚΑΜΠΟΥ.1

1

Φωτογραφία από το Google Earth.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΤΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ»

TA ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ1

Συνέχεια στη σελίδα 2 1

Η φωτογραφία είναι πλάγια αεροφωτογραφία ο οποία λήφθηκε, το 1962, από τον, τότε, Σµηναγό και τώρα Αντιπτέραρχο ε.α Παπαευσταθίου Ευστάθιο.


ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ 1 2 3 4

Βρύση Αγίου Αθανασίου Μουριά Άγρια Πλατεία Περίπτερο ΚώσταΛάζου

8 9 10 11

Κήποι Ψωριάρας Ρέµα Ψωριάρας Καµάρα Κων/νου Πανταζή Βρύση Παναγίας

5

Μουριά Χρήστου Πανταζή

12 Κασµάκης

6 7

Βρύση Ψωριάρας Πλάτανος Καρυωταίων

13 Πατρογονικό Ευθυµιαίων 14 Υδραγωγείο ή ∆εξαµενή

15 16 17 18

Πύργος Τρίφτρα ∆ηµοτικό Σχολείο Ντάµιες Εκκλησία Αγίου 19 Αθανασίου 20 Σπηλιά

ΑΛΩΝΙΑ Α1 Αλώνι Κοινοτικό Αλώνι Κωνσταντίνου Α2 Αναγνώστου Α3 Αλώνι Πανταζαίων

Α4 Αλώνι Χρήστου Καρµάλη

Α7 Αλώνι των Αλέξίου

Α5 Αλώνι Ευθυµιαίων Α6 Αλώνι Παλαιορουταίων ΜΑΓΑΖΙΑ

Μ1 Μαγαζί Αθανασίου Αλεξίου Μ2 Μαγαζί Χρήστου Πανταζή

Μ3 Μαγαζί ∆ηµητρίου Λάζου Μ4 Μαγαζί Αθανασίου Καρµάλη

Μ5 Μαγαζί Αθανασίου Λάζου.

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ» Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ» TA ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ1

Συνέχεια στη Σελίδα 2 1

Η φωτογραφία είναι πλάγια Αεροφωτογραφία, του 1976, ευγενώς παραχωρηθείσα από τον Ταξίαρχο ε.α. κ. Παύλο Φαράντζο.


ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ 1 2 3 4 5 6

7

∆ρόµος προς Παναγία Στριβάδια

Ξηριάς Πλάτανος Γιώργου Καρµάλη του ∆ηµητρίου, το παρατσούκλι του οποίου ήταν «Ψαρράς», Γι’ αυτό και ο πλάτανος έχει και την ονοµασία «Πλάτανος του Ψαρρά».

12

Καστάνης Κούτσουρα Περιβόλια Ρεντιφαίων Περιβόλια Ψωριάρας Βρύση Ψωριάρας

13

Ρέµα Ψωριάρας

20

Ρέµα Αγίου Αθανασίου

14

Γκορτσιά Καρυωταίων

21

Παλιοφραντζί Περίβολο

8 9 10 11

15 16 17

Τρίφτρα Γρεκάκια Χαλάσµατα

18

Σωληνάρι

19

Σωληναρόστρατα Πλατεία Εκκλησία Αγίου Αθανασίου

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΟΥ H ONOMAΣIA TOYΣ, TO ETYMO THΣ ONOMAΣIAΣ, Η ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ, Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ META ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ Από τοπωνύµιο α/α 1 (Αγά η Λάκα) µέχρι τοπωνύµιο α/α 44 (∆ιάσελο) Του Αντιστρατήγου ε,α, Παναγιώτη Πανταζή

1. Αγά η Λάκκα (Του) ή Αγά τη Λάκκα(στου) (Τ’ Αγά η Λάκκα ή στ’ Αγά τ’ Λάκκα). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Περιέχει δύο λ.1, τη λ. Αγά και τη λ. Λάκκα. Η λ. Αγά: < 2 από τη λ. Αγάς < από την Τουρκική λ. agα (= Τούρκος αξιωµατούχος, πρόκριτος, άρχοντας). Η λ. Λάκκα: < από την αρχαία Ελληνική λ. λάκκος που σηµαίνει, εκτός από βαθύ κοίλωµα, και ξέφωτο µέρος δασικής ή θαµνώδους εκτάσεως. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 16. Βλέπε και στην επόµενη φωτογραφία, Νο 1:

Φωτ. Νο 1: Περιοχή του Αγά η Λάκα – Φακιορέµατος κ.λπ. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

1 2

Το γράµµα λ σηµαίνει «λέξη» και «λέξεις». Το σηµείου < σηµαίνει προέρχεται.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Φαίνεται ότι, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η περιοχή που σηµειώνεται παραπάνω, ήταν «Λάκκα» και ανήκε σε κάποιον Τούρκο, που ήταν Αγάς. Από τότε προέκυψε και έµεινε η ονοµασία «Τ’ Αγά η Λάκα» ή «στ’ Αγά τ’ Λάκα». 2. Αγγουριές και Φυτίστρες (Αγγουργιές κι Φ’τίστρις). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Αγγουριές < από τη Βυζαντινή λ. αγγούριν < από τη λ. αγγούριον, η οποία είναι υποκοριστικό της λ. άγουρος < από την αρχ. Ελλην. λ. άωρος. Η λ. Φυτίστρες: Βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ, α/α 131 (οµώνυµο τοπωνύµιο Φυτίστρες):. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 11. Καλύτερα βλέπουµε το τοπωνύµιο στην επόµενη φωτογραφία Νο 2:

Φωτ. Νο 2: Φυτίστρες. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Την ονοµασία «Αγγουργιές» την απόκτησε, το τοπωνύµιο, από τις πολλές Άγριες αγγουριές που φύτρωναν στην ίδια περιοχή. Τα σχετικά µε την ονοµασία «Φυτίστρες: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ, α/α 131 (οµώνυµο τοπωνύµιο Φυτίστρες): Βλέπε οµώνυµο τοπωνύµιο Φυτίστρες:

3. Αγία Παρασκευή (Αγία Παρασκευή). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Αγία: Είναι το θηλυκό του αρχαίου Ελληνικού επιθέτου άγιος < από την αρχ. Ελληνική λ. άγος (= εξάγνιση). Η λ. Παρασκευή: < από τη Βυζαντ. λ. Παρασκευή [= η έκτη ηµέρα της εβδοµάδος (η Μεγάλη Παρασκευή)] < από την αρχ. Ελλην. λ. παρασκευή (= ετοιµασία για χρησιµοποίηση) < από το αρχ. Ελλην. παρασκευάζω (= προετοιµάζω κάτι) = παρα + σκευάζω (= ετοιµάζω). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 7. Καλύτερα θα τη δούµε στην επόµενη φωτογραφία Νο 3:

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 3. Αγία Παρασκευή ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όλα τα σχετικά στοιχεία, για το τοπωνύµιο αυτό, θα τα βρείτε στο ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΝΤΕ «ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ». 4. Αγιάσµι (Αγιάζµ’). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη λ. αγιασµένο < από το ρήµα αγιάζω < από την αρχαία λ. άγιος (Ιδέ τοπωνύµιο Αγία Παρασκευή). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 18. Καλύτερα βλέπουµε το τοπωνύµιο στην προηγούµενη φωτογραφία Νο 2: ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η τοποθεσία είναι Ανατολικά του Ξηριά και απέναντι από τις Φυτίστρες. Είναι γνωστό αυτό που έλεγαν οι παλιοί Κωσταλεξιώτες, όταν έπιναν ένα πολύ καλό κρασί. ΄Ελεγαν: «Μωρ’ αυτό είν’ κρασί ’π’ τ’ αγιάζµ’» (Μωρέ αυτό είναι κρασί από το αγιάσµι). Τόσο καλό ήταν το κρασί από το «αγιάζµ’», ώστε το χρησιµοποιούσαν σαν σηµείο αναφοράς για την έκφραση γνώµης, όσον αφορά την ποιότητα των άλλων κρασιών. Μέχρι και µετά τον πόλεµο του 1940 υπήρχαν, στο «Αγάζµ’», πολλά αµπέλια. Το κρασί που παρήγαγαν, αυτά τα αµπέλια, ήταν τόσο καλό που θεωρούσαν ότι ήταν αγιασµένο από το Θεό. Αφού το κρασί ήταν αγιασµένο, ήταν επόµενο να είναι αγιασµένο και το χώµα, στο οποίο φύτρωναν τα αµπέλια, από το οποίο παράγονταν. Από τη λ. «αγιασµένο» προήλθε η ονοµασία του τοπωνυµίου «Αγιάσµι’». 5. Άγιος Αθανάσιος (Αϊ Θανάης). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Άγιος: Βλέπε στο ανωτέρω τοπωνύµιο α/α 3 (Αγία Παρασκευή). Η λ. Αθανάσιος < από τη λ. αθάνατος < από το στερητικό α + θάνατος = που δεν πεθαίνει, αθάνατος ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 19 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 21. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

3


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Θα τα βρούµε όλα Στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΤΟ «Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ». 6. Άγιος Βασίλειος (Άϊ Βασίλης.

ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Άγιος: Βλέπε στο τοπωνύµιο α/α 3 (Αγία Παρασκευή). Η λ. Βασίλειος: < Από το αρχ. Ελληνικό επίθετο Βασίλειος < από την αρχαία Ελληνική λ. Βασιλεύς. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 16. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Είναι φανερό ότι, η φύση του ονόµατος της περιοχής, οδηγεί στο συµπέρασµα, ότι θα ήταν εκεί, κάποτε, κάποια εκκλησία αφιερωµένη στον Άγιο Βασίλειο. Τώρα δεν υπάρχει κανένα ίχνος από ερείπια, που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη της εκκλησίας. Ασφαλώς θα έχουν καταχωσθεί από τις προσχώσεις του Σπερχειού. Το όνοµα της εκκλησίας, όµως, παρέµεινε σαν ονοµασία του τοπωνυµίου. Στα παλιά τα χρόνια φύτευαν και αµπέλια στο Αϊ Βασίλη. Ο προπάππος µου, ο Αποστόλης Πανταζής, αγόρασε, το 1852, δύο αµπέλια στην περιοχή αυτή. 7. Άγιος Ηλίας (Άϊ Λιάς).

ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Άγιος : Βλέπε στο ανωτέρω τοπωνύµιο α/α 3 (Αγία Παρασκευή). Η λ. Λιάς = Χαϊδευτικό της λ. Ηλίας < από την Εβραϊκή λ. Eliyahu [ = θεός µου (είναι) ο Γιαχβέ ]. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 4. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στο σηµείο εκείνο είναι ένα εκκλησάκι αφιερωµένο στον Αϊ Λιά. Με το ίδιο όνοµα ονοµάζεται και η γύρω περιοχή. Αλλά και το ύψωµα που είναι νότια του Αϊ Λιά ονοµάζεται «Προφήτης Ηλίας» (Προυφήτ’ς Ηλίας). Το εκκλησάκι του Αϊ Λιά περιλαµβάνεται στην Φραντζιώτικη περιοχή και το βλέπουµε και στην επόµενη φωτογραφία Νο 4, η οποία λήφθηκε από το ∆υτικό µέρος του υψώµατος Αγριόβρυζα:

Φωτ, Νο 4: Ο Αϊ Λιάς από την Αγριόβρυζα. Τα πρώτα βράχια, δεξιά, είναι τα βράχια της Ανατολικής όχθης του Κάκκαβου. Στο βάθος, αριστερά, φαίνεται το Παλιοφραντζί. Κατά την Κωσταλεξιώτικη και Φραντζιώτικη παράδοση ήταν, στον Αϊ Λιά, ένα µεγάλο Μοναστήρι. Το Μοναστήρι, µάλιστα, είχε πολλά γίδια και πρόβατα και, το 4


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ γάλα που άρµεγαν,3 το έστελναν, στο δικό µας το Μοναστήρι της Παναγίας (Παναΐας), µε σωλήνα κατασκευασµένο από πήλινα γκιούνια4. Λόγω της µεγάλης απόστασης και της ταχύτητας, µε την οποία κινούνταν το γάλα - στον κατήφορο - προς την «Παναΐα», αποχωρίζονταν το βούτυρο, όταν έφτανε σ’ αυτή. Ένα γκιούνι5, από το σωλήνα, βρέθηκε στην Παναγία και, έτσι, αποδεικνύεται ότι, ο θρύλος, δεν είναι ένα απλό παραµύθι, αλλά απηχεί ένα πραγµατικό γεγονός. Το «Γκιούνι» αυτό φαίνεται στη επόµενη φωτογραφία Νο 5:

Φωτ Νο 5: Το «γκιούνι». Μία µέρα του Νοεµβρίου του 2001 πήρα τη γκλίτσα µου και σκαπέτησα6 κατά το Παλιοφραντζί. Εκεί αντάµωσα7 τον Αναστάση το Ζιάκα, που µένει στα Ζακαίικα πριν από το Γοργοπόταµο, όπως πηγαίνουµε, σ’ αυτόν, από τη Λαµία. Όλη η φαµελιά8 του Αναστάση ήταν κτηνοτρόφοι και βοσκούσαν τα πρόβατά τους και τα γίδια τους επάνω στην Οίτη, όπου νοίκιαζαν το Κωσταλεξιώτικο λειβάδι, και γνωρίζουν πολύ καλά τον τόπο και την ιστορία του. Πιάσαµε κουβέντα για το ένα και για το άλλο και, όπως ήταν επόµενο, ήλθε, αυτή, και στον Αϊ Λιά. Ο Αναστάσης, σαν τσοπάνος9 που ήταν, έχει πάει πολλές φορές στον Αϊ Λιά. Τη γνώριζε την ιστορία για τον τρόπο µεταφοράς του γάλακτος από τον Αϊ Λιά στην Παναγία. Μου είπε λοιπόν ότι, εκεί επάνω στον Αϊ Λιά, ήταν ένα πολύ µεγάλο πλατύ και ανοιχτό πιθάρι σαν πολύ µεγάλη γαβάθα.10 ∆εν αποκλείεται, λέει, µέσα εκεί να συγκέντρωναν το γάλα και από εκεί να το διοχέτευαν, µέσα στα γκιούνια, για να φτάσει στην «Παναΐα». 3

Άρµεγαν < από το Βυζαντ. αρµέγω (= παίρνω το γάλα από τους µαστούς θηλαστικού) < από το αρχαίο αµέλγω. 4 Γκιούνια = πήλινοι σωλήνες. Ήταν στενοί από το ένα µέρος και φαρδείς από το άλλο και µε τέτοιον τρόπο, ώστε να µπορούν να θηλυκωθούν µεταξύ τους. Η λ. «γκιούνι» είναι τουρκικής προελεύσεως. 5 Το βρήκε και το περισυνέλεξε ο ∆ηµ. Σ. Κανατάς. Φυλάσσεται στο Λαογραφικό µας Μουσείο. 6 Σκαπέτησα (= το έσκασα). Η λ. έσκασα < από το ρήµα σκάω και σκάζω (= φεύγω κρυφά, δραπετεύω) < από το ιταλ. scappare. 7 Αντάµωσα (= συνάντησα) < από το ανταµώνω (= συναντώ κάποιον) < από το επίρρηµα αντάµα (= µαζί) < από το Βυζαντ. αντάµα < από τη φράση «εν τω άµα». 8 Φαµελιά (= οικογένεια) < από το λατιν. familia. 9 Τσοπάνης (= βοσκός) < από την τουρκ.λ. coban. 10 Γαβάθα: Το έτυµο της ονοµασίας θα το βρείτε, κατωτέρω, στο τοπωνύµιο «Γαβαθάς».

5


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Ο Αναστάσης µου διηγήθηκε και µία άλλη ιστορία σύµφωνα µε την οποία, το Μοναστήρι του Αϊ Λιά, ήταν πολύ πλούσιο και είχε συγκεντρώσει πολύ χρυσάφι. Για να µην το αρπάξουν οι Τούρκοι, το φυγάδεψαν, ένα βράδυ, µε µουλάρια, αφού πρώτα τα καλίγωσαν11 µε τα πέταλα ανάποδα, για να νοµίσουν, οι Τούρκοι, ότι πήγαν προς την αντίθετη κατεύθυνση, από αυτήν που κινήθηκαν στην πραγµατικότητα. ∆εν υπάρχουν πληροφορίες, για το πότε και πως καταστράφηκε το Μοναστήρι. Το πιθανότερο είναι να καταστράφηκε από το σεισµό, ο οποίος κατέστρεψε το παλιό «χωριό», που ήταν στη θέση Ροδιά (όπως αναφέρεται ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ (ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ – ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ). Η ίδια εκτίµηση υπάρχει και για την καταστροφή του Μοναστηριού της δικής µας Παναγίας, όπως αναφέρεται ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΠΤΑ «ΠΑΝΑΓΙΑ (ΚΟΙΜΙΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ)». 8. Άγιος Θεόδωρος (Άϊ Θόδουρους).

ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. άγιος: Βλέπε στο ανωτέρω τοπωνύµιο α/α 3 (Αγία Παρασκευή). Η λ. Θεόδωρος: Αποτελείται από τις λ. θεός + δώρο. Η λ. θεός: Είναι, αυτούσια, η αρχ. Ελλην. λ. θεός.

Η λ. δωρο: < από την Ελλην. λ. δώρον < από το αρχ. Ελλην. ρήµα δίδωµι (= δίδω). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 17. Μπορούµε να τον δούµε καλύτερα στην επόµενη φωτογραφία Νο 6:

Φωτ. Νο 6: Άγιος Θεόδωρος

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στο σηµείο αυτό υπάρχει ένα εκκλησάκι αφιερωµένο στον Άγιο Θεόδωρο. Το εκκλησάκι είναι στην Κοµποταδίτικη περιοχή. Ο «Αϊ Θόδουρους» έδωσε το όνοµά του και στη γύρω περιοχή. Το µέρος της περιοχής αυτής, που είναι ανατολικά από το Καλωστουρέµµα, ανήκει στο Κωσταλέξι, ενώ το άλλο, που είναι δυτικά, ανήκει στις Κοµποτάδες. 9.Αγριόβρυζα (Αγριόβρ’ζα). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: 11

Καλίγωσαν < από το καλιγώνω = καρφώνω πέταλο (σε οπλή υποζυγίου) < από το Βυζαντ. καλλιγώνω < από το µεταγενέστερο καλλίγιον (= υπόδηµα).

6


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Αποτελείται από δύο συνθετικά, ήτοι: Αγριό + Βρύζα. Η λ. αγριό: < από την αρχ. Ελλην. λ. άγριος < από την αρχ. Ελλην. λ. αγρός (= έκταση καλλιεργήσιµης γης). Οι σηµασίες «τραχύς, σκληρός» για ανθρώπους ή και «επιθετικός» για τα ζώα απορρέουν από τις ιδιότητες της σκληρής ζωής, παλαιότερα, στους αγρούς. Η λ. Βρύζα: Είναι αρχαίας Μακεδονικής ή Θρακικής προελεύσεως, αγνώστου ετύµου. Ονοµάζεται, έτσι, είδος δηµητριακού, το οποίο είναι συνώνυµο της σίκαλης. Η Βρύζα είναι µονοετές ή πολυετές ποώδες φυτό µε χαρακτηριστικό το τρεµοπαίξιµο των σταχυδίων του στο παραµικρό φύσηµα του αέρα. Λέγεται και τρεµόχορτο. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 18 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 16. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην κορυφή του υψώµατος φυτρώνει «Αγριόβρυζα» (αγριόβρ’ζα). Αυτός είναι και ο λόγος που έδωσαν, στο ύψωµα, την ίδια ονοµασία. Η Αγριόβρυζα φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 3, στην οποία φαίνονται και όλα τα λοιπά ορεινά τοπωνύµια: Τον Σεπτέµβριο του 2005 είχα την τύχη να ανέβω στο υψηλότερο σηµείο της Αγριόβρυζας. Η ανάβαση έγινε µε το όχηµα, τύπου jeep 4Χ4, του Ιωάννη Νέλλα του Κωνσταντίνου. Μας συνόδευσε και ο Βασίλειος Παππακώστας του Ευσταθίου. Το αυτοκίνητο σταµάτησε επάνω στο δρόµο, στο δυτικό µέρος της κορυφογραµµής της Αγριόβρυζας και, από εκεί, συνεχίσαµε, πεζοπορώντας προς τα δυτικά, για να φθάσουµε στην κορυφή του υψώµατος. Η Αγριόβρυζα έχει υψόµετρο 1246 µέτρα. Η Αγριόβρυζα µε τα επ’ αυτής και γύρω τοπωνύµια τα βλέπουµε στη επόµενη φωτογραφία Νο 7.

Φωτ. Νο 7: Η Αγριόβρυζα µε τα επ’ αυτής και τα γύρω τοπωνύµια. Τα επ’ αυτής τοπωνύµια είναι τα ακόλουθα: Η Κοροµηλίτσα (Κουρουµπ’λίτσα). Η Λάκα µε της Κοροµηλιές (Λάκα µι τ’ς Κουρουµπ’λιές). Η Κοροµηλίτσα: Στο σηµείο αυτό υπάρχει µία µικρή λάκα, µέσα στην οποία βρίσκεται µία µικρή άγρια Κοροµηλιά. Τη βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 8:

7


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 8: Η Κοροµηλίτσα. Από αυτή τη µικρή Κοροµηλιά πήρε το σηµείο εκείνο την ονοµασία «Κοροµηλίτσα». Η Λάκα µε τις Κοροµηλιές: Στο σηµείο εκείνο υπάρχει µία στενόµακρη λάκα, µε κατεύθυνση την ίδια µε αυτήν που έχει και η κορυφογραµµή της Αγριόβρυζας. Μέσα στη λάκα αυτή υπάρχουν δύο µεγάλες άγριες κοροµηλιές και µία µικρότερη. Η λάκα και οι κοροµηλιές φαίνονται στην επόµενη φωτογραφία Νο 9:

Φωτ. Νο 9: Η Λάκα µε τις τρεις Κοροµηλιές. Οι δύο µεγάλες φαίνονται µπροστά αριστερά και η µικρή στο βάθος δεξιά από τη δεύτερη. Οι δύο µεγάλες κοροµηλιές ήταν φορτωµένες µε κίτρινα άγρια κορόµηλα. Στις επόµενες φωτογραφίες και κάτω από τα κορόµηλα της δεύτερης κοροµηλιάς φαίνονται: Οι Βασίλειος Παππακώστας και Ιωάννης Νέλλας (φωτογραφία Νο 10) και ο γράφων (φωτογραφία Νο 11).

8


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 10: Παππακώστας Βασίλειος (δεξιά) και Νέλλας Ιωάννης

Φωτ. Νο 11: Ο γράφων

Να σηµειώσουµε, επί πλέον, ότι, στο Ανατολικό µέρος της Αγριόβρυζας και Ανατολικότερα από το δρόµο ο οποίος περιβάλλει το ύψωµα στην περιοχή εκείνη, υπάρχει ένα «τριγωνοµετρικό» της Γεωγραγικής Υπηρεσίας Στρατού, στο επάνω µέρος του οποίου είναι εντοιχισµένη µία πλάκα, η οποία φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 12. Στον εξωτερικό κύκλο της πλάκας γράφει: «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΥΠΗΣΕΣΙΑ ΣΤΡΑΤΟΥ» και στον εσωτερικό «ΤΡΙΓΩΝΟΜΕΤΡΙΚΟΝ ∆ΙΚΤΥΟΝ», ακόµη, στο κάτω µέρος της αναγράφεται το έτος τοποθετήσεως της πλάκας (1970).

Φωτ. Νο 12: Τριγωνοµετρικό.

9


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Στο χάρτη της περιοχής 1:5.000 της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού αναφέρονται τα εξής για το τριγωνοµετρικό αυτό: Ο α/α του τριγωνοµετρικού («41»), η ονοµασία του («Αγριόβρυζα») και ο υψοδείκτης του («1104, 62 µ.»). Από την κορυφή της Αγριόβρυζας φαίνονται τα πανύψηλα έλατα της γύρω περιοχής. Από εκεί έχει υπέροχη και ανεπανάληπτη θέα προς όλες τις κατευθύνσεις και, ιδίως, προς την κοιλάδα του Σπερχειού. 10. Αλαταριά ή Μαντριά του Λοχαγού (Αλαταργιά ή Μαντριά τ’ Λουχαγού). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Αλαταργιά: < από τη λ. αλάτι: < από το µεταγενέστερο αλάτιον = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. άλας < από την αρχ. Ελλην. λ. ο άλς ( = αλάτι ), το οποίο είναι διαφορετικό από τη λ. η άλς (= θάλασσα). Η λ. Μαντρία: < από τη λ. Μανδρί < Βυζαντινό µανδρίν < µανδρίον = υποκοριστικό του αρχαίου µάνδρα. Η λ. Λοχαγός = Αξιωµατικός του Στρατού Ξηράς, ο οποίος διοικεί Λόχο < αρχαίο ∆ωρικό Λοχαγός < Λόχος + άγω (οδηγώ, φέρνω). Άρα Λοχαγός = ο Αξιωµατικός που άγει (οδηγεί) Λόχο. Η λ. Λόχος = Μονάδα Πεζικού που αποτελεί τµήµα του Τάγµατος (το Τάγµα αποτελείται από Λόχους). Η αρχική σηµασία της λέξης ήταν «τόπος αναµονής, τόπος όπου κανείς πλαγιάζει περιµένοντας» < το αρχαίο λέχοµαι (= πλαγιάζω, ξαπλώνω) εκ του οποίου και λέχος (= κρεββάτι, ανάκλιντρο). Η στρατιωτική σηµασία της λέξης «Λόχος» πιθανόν να οφείλεται από τον τόπο, όπου, ένα στρατιωτικό σώµα, ενέδρευε, στον χώρο αναµονής του. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 20. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η ονοµασία Αλαταργές: Για να µαρκαληθούν (µαρκαληθούν) 12 οι προβατίνες και οι γίδες, όλες µαζί την άνοιξη, τις τάιζαν αλάτι στις αλαταριές. Το αλάτι προκαλούσε οίστρο στα πρόβατα και τα γίδια και είχε σαν αποτέλεσµα την ταυτόχρονη συνεύρεση όλων των ζώων µαζί. Οι αλαταργές ήταν ένα επίπεδο έδαφος, µέσα στο οποίο τοποθετούσαν, σε αραιά διαστήµατα, πλακερές πέτρες σε οριζόντια θέση. Επάνω στις πέτρες αυτές έριχναν το αλάτι, το οποίο το έτρωγαν τα πρόβατα και οι γίδια, µε αποτέλεσµα, οι προβατίνες και οι γίδες, να υποκύπτουν πολύ εύκολα στις ερωτικές προκλήσεις των κριαριών και των τράγων αντίστοιχα. Οι αλαταριές αποτελούσαν αναπόσπαστο τµήµα µια στάνης. Μία τέτοια αλαταργιά ήταν, παραδοσιάκά, και στη θέση που σηµειώνεται ανωτέρω. Η ακριβής θέση της Αλαταριάς φαίνεται και στην επόµενη φωτογραφία Νο 13 (Η φωτογραφία από Νότου προς Βορράν):

12

Μαρκαληθούν < από το µαρκαλώ (= βατεύω = συνουσία των ζώων) < από το αλβανικό marrkal.

10


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 13: Η θέση του τοπωνυµίου «Αλαταριά) (Η φωτογραφία από Νότου προς Βορράν). Η Χρήση της περιοχής ως Αλαταριά: Τα τελευταία 35 χρόνια και περισσότερο είχε εγκαταστήσει, στο υπ’ όψη σηµείο, τη στάνη των γιδιών του ο Σπύρος Παλαιορούτης του Βασιλείου και, φυσικά, είχε κατασκευάσει, εκεί, και την απαραίτητη αλαταριά του. Πριν από αυτόν είχε εγκαταστήσει, στην ίδια θέση, το µαντρί του, για µικρό χρονικό διάστηµα, ο Ζιάκας. Πριν από το Ζιάκα ήταν εγκατεστηµένο, και πάλι στην ίδια θέση και για πολλά χρόνια, το µαντρί του Τσαµαδιά. Ο Ζιάκας και ο Τσαµαδιάς ήταν ενοικιαστές του χορτολειβαδικού µέρους της Κωσταλεξιώτικης περιοχής και πλήρωναν, κάθε χρόνο, ενοίκιο στους Κωσταλεξιώτες. Άρα, στο πρόσφατο παρελθόν, δυνάµεθα να αναγάγουµε τη χρήση του επίµαχου σηµείου και πέραν της 45ετίας. Στην «ΕΚΘΕΣΗ ∆ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΟΥ ΚΑΙ ΚΟΜΠΟΤΑ∆ΩΝ» της 6ης Σεπτεµβρίου του 1914 αναγράφονται τα εξής: «…συναντά την θέσιν «Γιοροµηλόλακκα», δια µέσου δε της θέσεως ταύτης στρέφεται προς βορράν και εις απόστασιν 1500, ως έγγιστα, µέτρων φθάνει εις το ∆υτικόν άκρον της θέσεως «Αλατουργιάρι». Άρα, το «Αλατουργιάρι», παρέµεινε στην Κωσταλεξιώτικη κυριότητα. Το «Αλατουργιάρι» προέρχεται από τη λέξη «Αλαταργιά», που σηµαίνει θέση στην οποία κατασκεύαζαν, οι κτηνοτρόφοι, τις αλαταριές των. Άρα και το 1914 εχρησιµοποιείτο, η υπ’ όψη θέση, για την κατασκευή αλαταριών. Και, ακόµη, για να καθορισθεί, η ανωτέρω θέση, ως τοπωνύµιο µε την ονοµασία «Αλατουργιάρι», πρέπει να εχρησιµοποιείτο, για το σκοπό αυτό, από πολλά χρόνια προηγουµένως και, µε τον τρόπο αυτό, µπορούµε να φθάσουµε µέχρι και της τουρκοκρατίας. Άρα η ονοµασία «Αλατουργιάρι» (θέση στην οποία κατασκευάζονταν οι αλαταριές) έχει παρελθόν πέραν της 100ετίας. Η ονοµασία Μαντριά του Λουχαγού: Το Λουχαγός είναι παρατσούκλι του Σπύρου Παλαιορούτη του Βασιλείου. Του το κόλλησαν οι χωριανοί, σκωπτικά, επειδή, στο Στρατό, όταν υπηρετούσε τη θητεία του, είχε το βαθµό του….Λοχία. Γι’ αυτό και στην ονοµασία «Αλαταριά» προστέθηκε και η ονοµασία «Μαντριά τ’ Λουχαγού». 11. Αλογοβορός (Αλουγουβ’ρός). ΤΟ ΕΤΥΜΟΝ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: 11


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Η ονοµασία είναι σύνθετη και αποτελείται από τις λ.: άλογο + βορός. Η λ. άλογο: Είναι το ουδέτερο του αρχ. Ελληνικού επιθέτου άλογος = α (στερητικό) + λόγος ( = οµιλία, λογική ). Άρα άλογος = χωρίς λόγο, χωρίς λογική. Η λ. βορός: Σηµαίνει την κοπριά και, γενικά, τη βροµιά την οποία δηµιουργούν τα ζώα, στα µέρη όπου παραµένουν για πολύ χρόνο. Προφανώς προέρχεται από τη λ. βόρβορος (= δύσοσµη λάσπη), η οποία είναι, αυτούσια, η αρχ. λ. βόρβορος. Άρα αλογοβορός = βορός που έχει δηµιουργηθεί από κοπριές αλόγων. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 2. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όλα τα σχετικά αναφέρονται στο ΒΙΒΛΙΟ ΟΓ∆ΟΟ (ΑΛΟΓΟΒΟΡΟΣ). 12. Αλώνια (Αλώνια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. αλώνι < από τη Βυζαντ. λ. αλώνιον = υποκοριστικό της µεταγενέστερης λ. η άλων < από την αρχ. Ελλην. λ. η άλως. ΘΕΣΗ: α. Για τα µόνιµα αλώνια για αλώνισµα µε τα ζώα: (1). Αλώνι του Αχιλλέα (Αλώνι τ’ Αχιλλέα) : ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», 13 α/α 10. (2). Αλώνι Κοινοτικό (Αλώνι Κοινουτ’κό):ΠΑΡΑΡTHMA «Η»/A1. (3). Αλώνι του Κωσταντή (Αλώνι τ’ Κουσταντή): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»/Α2.14 (4). Αλώνι των Πανταζαίων (Αλώνι τ’ Πανταζαίουν): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»/Α3. (5). Αλώνι του Κορµούκι (Αλώνι τ’ Κουρµούκι): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»/Α4. (6). Αλώνι των Ευθυµιαίων (Αλώνι τ’ Θυµνιαίουν): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»/Α5. (7). Αλώνι των Παλαιορουταίων (Αλώνι τ’ Παλιουρταίουν): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»/Α6. (8). Αλώνι των Αλεξίου (Αλώνι τ’ Μπουρουταίουν): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»/Α7. 15 β. Για τα αλώνια για το αλώνισµα µε τις αλωνιστικές µηχανές: τ’ Μάραθ’): (1). Αλώνι του Μάραθου (Αλώνι ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 11. (2). Αλώνι στις δύο Γκορτσιές (Αλώνι στ’ς δύου Γκουρτσιές):ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 16. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Με τη λέξη «αλώνι» εννοούµε ένα επίπεδο και κυκλικό µέρος, συνήθως λιθόστρωτο, όπου γίνεται το αλώνισµα16 ή όπου απλώνονται και ξηραίνονται οι καρποί ή οι σπόροι (όπως π.χ. το καλαµπόκι, τα φασόλια, το σουσάµι κ.λ.π.). Αυτά ισχύουν για τα αλώνια, όπου αλώνιζαν τα σιτάρια µε τα ζώα. Υπήρχαν όµως και τα αλώνια, όπου έφτιαχναν τις θηµωνιές, όλοι οι χωριανοί µαζί, για να έλθουν οι αλωνιστικές µηχανές και να αλωνίσουν τα σιτάρια. Αυτά τα 13

Πρόκειται για το παρατσούκλι του Αχιλλέα Αναγνώστου. Πρόκειται για το παρατσούκλι του Κωνσταντίνου Αναγνώστου. 15 Μπορουταίοι είναι το παρατσούκλι των Αλεξίου. 16 Αλώνισµα = ο διαχωρισµός των κόκκων των σιτηρών από τα στάχυα και τις υπόλοιπες καλαµιές στο αλώνι. 14

12


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ αλώνια δεν ήταν τίποτες άλλο παρά µία επίπεδη και οµαλή περιοχή, η οποία χωρούσε όλες τις θηµωνιές των χωριανών και επέτρεπε την εύκολη προσέγγιση και κίνηση της αλωνιστικής µηχανής. Όλα τα ανωτέρω, αλλά και επί πλέον στοιχεία, θα τα βρούµε γραµµένα στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΝΑΤΟ (ΤΑ ΑΛΩΝΙΑ). 13. Αµµόχηµα ή Αµµοχήµατα (Αµµόχηµα ή ’Μουχήµατα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Στη δηµιουργία της ονοµασίας των τοπωνυµίων συµµετέχουν τρεις λ., ήτοι: αµµό, χηµα και χήµατα. Η λ. αµµό < από τη λ. άµµος: < Από την αρχ. Ελλην. λ. άµµος < από το συµφυρµό (= ανάµειξη) των λέξεων άµαθος + ψάµµος. Οι λ. χηµα και χήµατα: < από τις λ. έχηµα και εχήµατα (πληθυντικός της πρώτης) αντίστοιχα < το αρχ. Ελλην. ρήµα έχω. Συνεπώς αµµόχηµα = περιοχή που έχει άµµο και αµµοχήµατα = περιοχές που έχουν άµµο. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 31. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η περιοχή των αµµοχηµάτων είναι δυτικά της σηµερινής κοίτης του Ξηριά και βόρεια της παλιάς του κοίτης (όπως αυτή προσδιορίζεται στο τοπωνύµιο Ξεριάς. Εκεί, πράγµατι, έχει άµµο από τις παλιές προσχώσεις του ιδίου του Ξεριά. Από την άµµο αυτή πήρε και η περιοχή τις ονοµασίες «Αµµόχηµα» και «’Μουχήµατα». Από το «Αµµόχηµα», οι χωριανοί, κουβαλούσαν την άµµο, «µι τ’ άλουγα, τα µπ’λάργια κι τα γαϊδούργια» (µε τα άλογα, τα µουλάρια και τα γαϊδούρια), για να κτίσουν τα σπίτια, τις αχυρώνες και τις µάντρες τους. 14. Αµούτζια (Αµούτζια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Πιθανόν να αποτελείται από το στερητικό α + µούτζια.

Η λ. µούτζια: Πιθανόν να < από τη Βυζαντινή λ. µούτζα και, αυτή, από τη λ. µούζα ( = µαυρίλα ). Άρα αµούτζια = τόπος που δεν έχει µαυρίλα, δεν είναι µαύρος. Στο «ΓΩΣΣΑΡΙ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΙΚΗΣ ΝΤΟΠΙΟΛΑΛΙΑΣ», του Θανάση Αθανασόπουλου, βρήκα τη λέξη «Αµµούτσα», που σηµαίνει αµµουδερός τόπος. Ίσως η ονοµασία Αµούτζια να έχει σχέση και µε τη λέξη «Αµµούτσα».

ΘΕΣΗ:ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 17. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή του «Αµούτζια» το χώµα είναι «ασπρόειου» (ασπρόγειο), δηλαδή ασπριδερό. Γι’ αυτό και του έδωσαν την ονοµασία «Αµούτζια». Είναι, ταυτόχρονα, και αµµουδερό και, έτσι, µπορεί να θεµελιωθεί και η εξάρτηση της ονοµασίας από το «Αµµούτσα».

15. Άµπλάδες (Άµπλαδις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. ενδεχοµένως να < από τη λ. αµπολή (= τεχνητό ποτιστικό αυλάκι για τη διοχέτευση νερού σε αποµακρυσµένα σηµεία, κόφτρα, δέση) < από την αρχ. Ελλην. λ. εµβολή ( = στόµιο, διάβαση ). ΘΕΣΗ: Σ’ ολόκληρη την περιοχή του χωριού µας υπήρχαν πέντε (5) αµπλάδες. Η ονοµασία τους και τις θέσεις των, φαίνονται κατωτέρω: 13


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ α. Άµπλας του κυρ Νικόλα (Άµπλας τ’ Κυρ Νικόλα): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 20 (Στην υποδεικνυόµενη θέση είναι και ο οµώνυµος Άµπλας). β. Άµπλας της Ροδιάς (Άµπλας τ’ς Ρουδγιάς): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 6 (Στην υποδεικνυόµενη θέση είναι και ο οµώνυµος Άµπλας). Καλύτερα φαίνεται στην προηγούµενη φωτογραφία Νο 29. γ. Άµπλας του Περίβολου (Άµπλας τ’ Πιρίβουλ’): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 21 (Στην υποδεικνυόµενη θέση είναι και ο οµώνυµος Άµπλας). δ. Άµπλας της Αντρίτσινας (Άµπλας τ’ς Αντρίτσινας):

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 5. ε. Άµπλας του Καψάµµου (Άµπλας τ’ Καψάµ’): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 20 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 6).

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Από τους αµπλάδες ανάβλυζε, µέσα από τη γη, νερό σε άλλους πολύ και σε άλλους λιγοστό. Γενική Περιγραφή: α. Ο Άµπλας του κυρ Νικόλα (Άµπλας τ’ Κυρ Νικόλα): Έλαβε αυτή την ονοµασία, «Ου Άµπλας τ’ Κυρ Νικόλα», επειδή ήταν µέσα στο τοπωνύµιο του Κυρ Νικόλα. Τώρα, ο Άµπλας, έχει στερέψει και, το σηµείο στο οποίο ήταν, έχει καταληφθεί από πουρνάρια. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο, µετά δυσκολίας, µπόρεσα να διεισδύσω µέσα σ’ αυτά, για να βρω τη θέση του και να βγάλω την επόµενη φωτογραφία, Νο 14:

Φωτ. Νο 14: Εδώ ήταν ο Άµπλας «τ’ Κυρ Νικόλα» Στο κάτω αριστερό µέρος της φωτογραφίας φαίνεται ένα πλαστικό δοχείο, το οποίο µένει εκεί, από τότε που, ο Άµπλας, έβγαζε νερό. β. Ο Άµπλας της Ροδιάς (Άµπλας τ’ς Ρουδγιάς)17 Επειδή, ο Άµπλας, ήταν µέσα στο τοπωνύµιο Ροδιά, του έδωσαν την ονοµασία «ου Άµπλας τ’ς Ρουδγιάς». Από τον Άµπλα αυτόν έτρεχε αρκετό νερό και, µε ένα αυλάκι, το έφταναν µέχρι και την πλατεία του χωριού και ακόµη πιο κάτω, για να ποτίζουν τα καπνά, που φύτευαν στα γιούρτια (γιούρτγια). Εγώ θυµάµαι ότι τον καπνό που

17

Για τη «Ρουδγιά» ιδέ οµώνυµο τοπωνύµιο.

14


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ φυτεύαµε στο γιούρτι του σπιτιού µας, που είναι δίπλα ακριβώς και δυτικά της πλατείας, τον ποτίζαµε από το νερό της Ροδιάς. Όπως γίνεται αντιληπτό, ήταν πολλοί αυτοί που ήθελαν να ποτίσουν µε το ίδιο νερό και, γι’ αυτό, προσπαθούσαν να βάλουν µία σειρά. Ήταν όµως µερικοί «ζαβοί»,18 οι οποίοι έκαναν διάφορες ζαβολιές (ζαβουλιές)19 και χαλούσαν τη σειρά. Μία συνηθισµένη ζαβολιά ήταν και αυτή εδώ: Όταν, τη νύχτα, πότιζε κάποιος το γιούρτι του, που ήταν χαµηλά στο χωριό, πήγαινε ένας, από αυτούς που το γιούρτι του ήταν ψηλά, έκοβε το νερό κρυφά και πότιζε το δικό του καπνό. Παρακολουθούσε, όµως, να ακούσει τον ερχοµό, αυτού που πότιζε κανονικά και που ανέβαινε να εξακριβώσει το λόγο, για τον οποίο το νερό σταµάτησε να πηγαίνει στο γιούρτι του. Μόλις αντιλαµβάνονταν τον ερχοµό του, από τον ήχο των βηµάτων του, έκοβε το νερό από το δικό του χωράφι και το άφηνε να τρέξει όπως και προηγούµενα. Με τον τρόπο αυτό, ο αδικούµενος, δύσκολα καταλάβαινε ποιος του έκοψε το νερό, µια και, όπως είπαµε, ήταν νύχτα. Εν τω µεταξύ, ο ζαβολιάρης, προλάβαινε να ποτίσει, στα µουλωχτά (µουλουχτά),20 µερικά αυλάκια από τον καπνό του. Όταν, όµως, γίνονταν αντιληπτός, αυτός που έκοβε το νερό παράνοµα, γίνονταν µεγάλος χαµός από τον τσακωµό (απ’ του τζακουµό).21 Το νερό της Ροδιάς, µαζί µε εκείνο του Σωληναριού, το µάζεψαν και το έριξαν στο υδραγωγείο, για να υδροδοτηθεί το χωριό. Το σηµείο υδροληψίας του νερού της Ροδιάς, όπου ήταν και Άµπλας, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 15:

Φωτ. Νο 15: Εδώ ήταν ο Άµπλας της Ροδιάς. 18

Ζαβοί < από το ζαβός (= δύστροπος, ανάποδος, κακός, ανόητος, βλάκας) < (κατά Κοραή) από το µεταγενέστερο Σάβος ή Σαβός (= βακχέβων, τρελός). 19 Ζαβουλιές = ζαβολιές < από το ζαβολιά (= δόλια παράβαση των κανόνων του παιχνιδιού) < από το διαβολιά, µε µετατροπή του δια σε ζα. 20 Μουλουχτά = µουλωχτά < από το µουλωχτός (= ύπουλος, κρυφός) < από το µούλωξα = αόριστος του µουλώχνω (= σωπαίνω από φόβο, λουφάζω, ζαρώνω) < από το Βυζαντ. µουλλώνω < από το αρχ. µυλλώ ή µυλλαίνω. 21 Τσακωµός (= φιλονικία, καβγάς, σύλληψη, παγίδευση) < τσακώνω < (κατά Ανδρτιώτη) από το Βυζαντινό τσακώνω < ίσως από το τσακί(ον) (= σουγιάς) ή (κατά Φιλήντα) από το ψακώνω, το οποίο < από τον συµφυρµό των λέξεων ψαχνω + µαγκώνω.

15


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ γ. Ο Άµπλας του Περίβολου (Άµπλας τ’ Πιρίβουλ’):

Ο Άµπλας αυτός είναι στη θέση Περίβολο, γι’ αυτό τον ονόµασαν «Ου Άµπλας τ’ Πιρίβουλ’» Με το νερό του πότιζαν τα περιβόλια, που φύτευαν εκεί. Ο Άµπλας βγάζει ακόµη νερό και γι’ αυτό, στο Περίβολο, έχει µεγάλα και καταπράσινα δέντρα. δ. Ο Άµπλας της Αντρίτσινας (Άµπλας τ’ς Αντρίτσινας):

Βρίσκεται εκατό (100) µέτρα, περίπου, Νότια από τον Πλατανο της Ανδρίτσαινας (Πλάτανου τ’ς Αντρίτσινας) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 6). Τόσο ο Άµπλας, όσο και ο πλάτανος, ήταν ιδιοκτησία της Αντρίτσαινας (Αντρίτσινας), γυναίκας του Αντρίτσου Καρµάλη. Αυτός ήταν και ο λόγος, που τους έδωσαν τα ονόµατα ο «Άµπλας τ’ς Αντρίτσινας» και ο «Πλάτανος τ’ς Ανρίτσινας». Ο Άµπλας έβγαζε λιγοστό νερό και, µ’ αυτό, πότιζαν τα κοντινά χωράφια, που τα φύτευαν καπνό. Τώρα είναι ιδιοκτησία του Σπύρου Παλαιορούτη του Βασιλείου. Ο Σπύρος, πριν από πολλά χρόνια, έσκαψε και άνοιξε, στο σηµείου που ήταν ο Άµπλας, ένα µεγάλο λάκκο, για να συγκεντρώνει το νερό του και να ποτίζει τα χωράφια του. Το νερό, όµως, λιγόστεψε και, τελικά, στέρεψε. Ο Άµπλας, όπως είναι σήµερα, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 16:

Φωτ. Νο 16: Ο Άµπλας της Αντρίτσαινας όπως είναι σήµερα ε. Ο Άµπλας του Καψάµµου (Άµπλας τ’ Καψάµ’): Την ονοµασία του την πήρε, γιατί ήταν Νοτιοανατολικό άκρο του στοµίου της Χερσονήσου του Καψάµµου. Ο Άµπλας ήταν τελείως στην άκρη του Σπερχειού. Θυµάµαι ότι, όπως ανάβλυζε το νερό του, χοροπηδούσε και η άµµος στον πυθµένα του. Τον Άµπλα αυτόν τον θυµούνται, µε συγκίνηση, οι παλιοί χωριανοί, γιατί ήταν ο µοναδικός που υπήρχε κάτω στα ποτιστικά και στον κάµπο γενικότερα. Και τούτο γιατί, αυτός, τους πότιζε µε δροσερό νεράκι, έτσι σκασµένοι όπως ήταν, από τη δουλειά, µέσα στο λιοπύρι του κατακαλόκαιρου. Ο Άµπλας δεν υφίσταται σήµερα, γιατί τον χάλασαν µε τα έργα διανοίξεως της κοίτης του Σπερχειού. Εξ άλλου και να υπήρχε, δεν θα τον είχαν ανάγκη, γιατί σήµερα, οι γεωργοί, παίρνουν µαζί τους τα «θερµά» τους µε κρύο νερό και ζεστό καφέ. Οι πιο αριστοκράτες, µάλιστα, µεταβαίνουν, µε το αγροτικό τους

16


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ αυτοκίνητό (και όχι µε τον ελκυστήρα τους γιατί, αυτό, θα ήταν υποτιµητικό), στις κοντινές «καφετέριες» και πίνουν τον «φραπέ» καφέ τους µε πλήρη άνεση και ησυχία. 16. Αντλιοστάσιο (Αντλιουστάσιου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. είναι σύνθετη και αποτελείται από τις λ. αντλιο + στάσιο. Η λ. αντλιο: < από τη λ. αντλία < από τη αρχ. Ελλην. λ. άντλος. Τόσο η λ. άντλος, όσο και η λ. αντλία ήσαν, στην αρχαιότητα, ναυτικοί όροι και προσδιόριζαν το αµπάρι του πλοίου. Σήµερα, η λ. αντλία, σηµαίνει τη συσκευή ή µηχανή που ανυψώνει, µεταφέρει ή συµπιέζει υγρά ή αέρια ή µειώνει την πυκνότητα των αερίων. Η λ. στάσιο: < από τη λ. στάση < από την αρχ. Ελλην. λ. στάσις = συγκεκριµένη θέση. Άρα αντλιοστάσιο = Η αντλία και η συγκεκριµένη θέση στην οποία είναι, αυτή, τοποθετηµένη. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 13α. Η θέση αυτή είναι στη νοτιοδυτική γωνία της διασταυρώσεως Αυλακιού και Ξεριά. Τη θέση του την αναγνωρίζουµε καλύτερα στην επόµενη φωτογραφία, Νο 17:

Φωτ. Νο 17: Θέση αντλιοστασίου. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το αντλιοστάσιο κατασκευάσθηκε όταν Πρόεδρος του χωριού ήταν ο Γιάννης του Θυµνιουγιώργου (ου Γιάννης τ’ Θυµνιουγιώργ’) = ο Γιάννης του Γεωργίου Ευθυµίου. Ο Γιάννης ήταν Πρόεδρος από το 1960 µέχρι το 1962. Με το αντλιοστάσιο µεταφέρονταν, το νερό του Αυλακιού, µέχρι τη βόρεια παρυφή του χωριού και, µε τον τρόπο αυτό, µετατράπηκαν 400 ξηρικά (ξηρ’κά) καπνοχώραφα σε ποτιστικά και αυξήθηκε η παραγωγή καπνού από 12.000 κιλά σε 78.000. Σηµειώνεται ότι, τότε, επιτρέπονταν η καλλιέργεια καπνού µόνο στα Ρεβένια (Ριβένια) και δεν επιτρέπονταν στα ποτιστικά (στα πουτιστ’κά), τα οποία είναι βορείως του αυλακιού και στον κάµπο (στου γκάµπου), δηλαδή πέρα από το Σπερχειό. Το 1974 επιτράπηκε η καλλιέργεια καπνού και στα «πουτιστ’κά». Το 1987 έγινε το ίδιο και για «του γκάµπου». Οι χωριανοί προτιµούν να καλλιεργούν καπνό στα ποτιστικά και στον 17


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ κάµπο, όπου, τα χωράφια, έχουν µεγάλη παραγωγή. Στα ρεβένια δεν καλλιεργούν, πλέον, καπνό. Όλα τα ρεβένια τα φύτεψαν µε ελιές. Έτσι το αντλιοστάσιο δεν χρησιµοποιείται πια. Το αντλιοστάσιο, όπως είναι σήµερα, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 18.

Φωτ. Νο 18: Το παλιό αντλιοστάσιο.

17. Αραπάκος (Αραπάκους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι υποκοριστικό της λ. αράπης < από την Αραβική λ. Arab. Πληθυντικός αράπηδες (= εκείνοι που έχουν µαύρο χρώµα) και αραπάδες (= οι ντόπιοι κάτοικοι της Αιγύπτου). Γενικά, αράπης = εκείνος που ανήκει στη µαύρη, αιθιοπική, φυλή και ειδικότερα Αιγύπτιος, Άραβας, ο πολύ µελαχρινός. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 7. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η Κωσταλεξιώτικη παράδοση δεν µας άφησε καµία πληροφορία, για το πώς βρέθηκε αυτή η περίεργη ονοµασία επάνω στη Οίτη. Φαίνεται ότι κάποιο γεγονός θα έγινε εκεί, κάποτε, µε τη συµµετοχή κάποιου αράπη και, έτσι, έµεινε η ονοµασία «Αράπης – Αραπάκος». Ο «Αραπάκους» δεν είναι Κωσταλεξιώτικος αλλά σηµειώνεται εδώ, επειδή, οι Κωσταλεξιώτες, χρησιµιποιούν πολύ αυτήν την ονοµασία. 18. Αρκουδότρυπα ή Σµίξη (Αρκ’δότρυπα ή Ζµίξη): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Αρκουδότρυπα είναι σύνθετη από τις λ.: Αρκουδό + τρυπα. Η λ. αρκουδό: < από τη λ. αρκούδα < από την αρχ. Ελλην. λ. άρκτος. Η λ. τρυπα: < από την αρχ. Ελλην. λ. τρύω ( = τρυπώνω ). Η λ. Σµίξη: < από το σµίγω < το Βυζαντινό σµίγω < από το σµίξω < από το συµµείξω του Αρχαίου συµµίγνυµι (= ανακατεύω, συναντώ και συναντιέµαι). Άρα «Σµίξη» = εκεί που γίνεται η συνάντηση. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 30. Καλύτερα, το τοπωνύµιο, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 19: 0

18


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 19: Αρκουδότρυπα ή Σµίξη.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η «Αρκ’δότρυπα»: Στο σηµείο εκείνο υπάρχει, στο έδαφος, µία µικρή σπηλιά, µία τρύπα. Φαίνεται ότι, στην τρύπα αυτή, έφτιαχνε, κάποτε, τη φωλιά της κάποια αρκούδα. Από το γεγονός αυτό πήρε την ονοµασία η τρύπα της αρκούδας (η τρύπα τ’ς αρκούδας), δηλαδή Αρκουδότρυπα (Αρκ’δότρυπα). Η Σµίξη (Ζµίξη): Στο υπ’ όψη σηµείο σµίγουν, συναντώνται, το Ρέµα της Πόρτας(«Ρέµα τ’ς Πόρτας) και το Ρέµα του Μπλούφου (Ρέµα τ’ Μπλούφ’). Από το γεγονός αυτό πήρε, το σηµείο της συναντήσεως, την ονοµασία Σµίξη (Ζµίξη).

19. Αρµακάς (Αρµακάς): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Αρµακάς (= λιθοσωρός) < από τη µεταγενέστερη λ. έρµαξ < από την αρχ. Ελλην. λ. έρµα (= πρόσθετο βάρος στο κύτος του σκάφους για να ενισχυθεί η σταθερότητά του, η σαβούρα). ΘΕΣΗ: Όπως προσδιορίζεται στην εποµένη φωτογραφία Νο 20:

Φωτ. Νο 20: Θέση των Αρµακάδων. 19


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στο χωριό, όταν καθάριζαν τα χωράφια από τις πέτρες, τις συγκέντρωναν σε σωρούς. Αυτούς τους λιθοσωρούς τους ονόµαζαν Αρµακάδες (Αρµακάδις). Τους αρµακάδες τους χρησιµοποιούσαν και για σύνορα στα χωράφια. Έχουµε δύο λιθοσωρούς, ήτοι: Τον «Άρµακά» και το «Μεγάλο Αρµακά». ∆εν είναι δυνατό να προσδιορίσουµε την ακριβή θέση κάθε Αρµακά χωριστά. Επισηµαίνεται, πάντως, ότι και οι δύο Αρµακάδες είναι σηµεία των ορίων της Κωσταλεξιώτικης και Φραντζιώτικης περιοχής. 20. Aσπρόβαλτος (Ασπρόβαλτους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετη από τις λ.: Ασπρό + βάλτος. Η λ. ασπρό: < από τη λ. άσπρος < από τη Λατινική λ. asper (= τραχύς). Η λ., αρχικά, χαρακτήριζε τα αργυρά χαραγµένα νοµίσµατα (mummi asperi = αργυρά νοµίσµατα ). Από το χρώµα του αργυρού νοµίσµατος (λευκό) προέκυψε η σηµερινή σηµασία του «λευκού», «άσπρου». Η λ. βάλτος: < τη Σλαβική λ. blato (= τόπος µε στάσιµα νερά). ΘΕΣΗ: Ο «Ασπρόβαλτους» είναι µέσα στη γενικότερη περιοχή του «Βάλτου», ο οποίος φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 2. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Σε ένα µέρος της περιοχής του «βάλτου» υπάρχουν βαλτόνερα. Το χώµα στον πυθµένα των βαλτόνερων είναι άσπρο. Γι’ αυτό, και η περιοχή, εκείνη, πήρε την ονοµασία Ασπρόβαλτος. 21. Αυλάκι (Αυλάκι). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. αύλαξ (= αυλάκι). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆» (Αναφέρεται ονοµαστικά) και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε»,α/α 10. Το Αυλάκι θα το δούµε, ακόµη καλύτερα, στην επόµενη φωτογραφία Νο 21.

Φωτ, Νο 21: Αυλάκι. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

20


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ To Αυλάκι είναι ο µεγάλος υγραύλακας µε τον οποίο µεταφέρεται το νερό από το Γοργοπόταµο και ποτίζονται τα Κωσταλεξιώτικα χωράφια. Αρχίζει από τη θέση «∆έση» 22 επί του Γοργοποτάµου (νοτιοδυτικά του οµωνύµου χωριού) και τελειώνει στο Καλωστουρέµα (Καλουστουρέµα), στο οποίο χύνεται, όσο νερό περισσεύει από την άρδευση των χωραφιών. Κατά την παράδοση, το «Αυλάκι», το κατασκεύασε κάποιος Τούρκος τσιφλικάς, για να φέρνει το νερό από το «Γουργουπόταµου» (Γοργοπόταµο) µέχρι το «Καλουστουρέµα» (Καλωστουρέµα) και να ποτίζει όλα τα χωράφια, τα οποία ήταν βορείως από αυτό και µέχρι το Σπερχειό. Το νερό µάλιστα το περνούσε, µε υδατογέφυρα, και από πέρα από το ποτάµι (απού πέρ’ απ’ του πουτάµ’), δηλαδή βορείως του Σπερχειού στην τοποθεσία Κληµαταριές (Κληµαταργιές), όπου καλλιεργούσε ρύζια. Οι Κληµαταριές είναι δυτικά από την οδική γέφυρα και σε επαφή µε το Σπερχειό. Στη θέση αυτή καλλιεργούσαν, παλιά, αµπέλια. Είναι άγνωστο ποιος ήταν ο Τούρκος αυτός και πότε κατασκευάσθηκε το Αυλάκι. Το µήκος του Αυλακιού είναι 7.500 µέτρα περίπου και, από αυτά, τα 2.500, περίπου, µέτρα είναι µέσα στην Κωσταλεξιώτικη περιοχή. Ένα µέρος του υδραύλακα, από το Γοργοπόταµο µέχρι το δρόµο Φραντζί – Λαµία, έχει τσιµεντοστρωθεί (2004). Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 22, φαίνονται εργασίες τσιµεντοστρώσεως του υδραύλακα.

Φωτ. Νο 22: Τσιµεντόστρωση του Αυλακιού Σηµειώνεται ότι, οι Φραντζιώτες, επειδή το Αυλάκι περνά µέσα από την περιοχή τους, έχουν το δικαίωµα να ποτίζουν τα χωράφια τους, χωρίς να έχουν καµία υποχρέωση στη συντήρησή του και στην πληρωµή νεροφόρου (υδρονοµέα). Αυτό δηµιουργεί, πολλές φορές, προστριβές µεταξύ των κατοίκων των δύο Κοινοτήτων. Με το νερό του Αυλακιού ποτίζονται 1700 περίπου στρέµµατα Κωσταλεξιώτικης γης. Το νερό φθάνει, από το Αυλάκι, στα χωράφια, µε τους καταπότες (µι τ’ς καταπότις)23. Οι καταπότες είναι µικρότερα παράλληλα αυλάκια, τα οποία ξεκινούν, κατά ορισµένες αποστάσεις, κάθετα από το µεγάλο Αυλάκι και, κατερχόµενα προς το 22

Η λ. δέση (= δέσιµο, φράγµα ποταµού) < από το αρχαίο δέσις < από το αρχαίο δέω (= δένω). Καταπότες < το καταπότης (= αυτός που καταπίνει. Στην προκειµένη περίπτωση, ο καταπότης, «καταπίνει» το νερό που «παίρνει» από το Αυλάκι, για να ποτίσει τα χωράφια) < από το αρχαίο καταπίνω. 23

21


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ βορρά, φθάνουν στο Σπερχειό. Για κάθε καταπότη υπάρχει, στο Αυλάκι, και µία ξεχωριστή κόφτρα.24 Κάθε χρόνο, οι χωριανοί, άνοιγαν (άνοιγαν), δηλαδή καθάριζαν το Αυλάκι µε προσωπική εργασία κατόπιν σχετικής αποφάσεως του Κοινοτικού Συµβουλίου. Αυτό σηµαίνει ότι, κάθε χωριανός, ήταν υποχρεωµένος να εργασθεί ορισµένες ηµέρες στη διάνοιξη του Αυλακιού, ανάλογα µε τα στρέµµατα των χωραφιών που θα πότιζε. Το πώς θα γίνονταν η εργασία, κανονίζονταν σε συγκέντρωση των ανδρών, που γίνονταν στο δυτικό µέρος της εκκλησίας (δεν υπήρχε τότε ο πρόναος) στη λεγόµενη «βουλή των Κωσταλεξιωτών». Η ανακοίνωση της συγκέντρωσης γίνονταν, προηγουµένως, από τον κλητήρα της Κοινότητας, µετά από το κτύπηµα της καµπάνας και µε µέριµνα του Προέδρου. Το τι οµηρικοί καβγάδες γίνονταν, κατά τη συζήτηση του θέµατος, δεν λέγεται. Επικρατούσε πλήρης ασυνεννοησία και ασυµφωνία, όσον αφορά τον τρόπο διανοίξεως του Αυλακιού, καίτοι, κάθε χρόνο, γίνονταν η ίδια δουλειά. Γίνονταν τόση φασαρία, που έλεγες ότι τώρα θα σκοτωθούν. Ποτέ, όµως, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Όλα ήταν αέρας κοπανιστός. Συµφωνούσαν δεν συµφωνούσαν την άλλη µέρα έκαναν, όλοι, αυτό που έπρεπε να κάµουν και που το ήξεραν από την αρχή και ας µάλωναν µεταξύ τους. Προσέρχονταν δηλαδή, ένας – ένας, µε το φτυάρι του και µε την σκεπαρνιά του και ξεκίναγαν, για το Αυλάκι, πειράζοντας ο ένας τον άλλον. 25 ∆εν µπορούσαν, βέβαια, να κάνουν και διαφορετικά, αφού, για κάθε απουσία, από την εργασία της διάνοιξης, πλήρωναν πρόστιµο. Για να έρχεται το νερό από το Γοργοπόταµο χωρίς διακοπές και για να γίνεται καλή χρήση του, διορίζονταν, µε απόφαση του Κοινοτικού Συµβουλίου, ο νεροφόρος (νιρουφόρους = υδρονοµέας). Ο νεροφόρος κανόνιζε τη σειρά του ποτίσµατος, έκανε έλεγχο να µην γίνεται σπατάλη του νερού, έκλεινε τις «κόφτρες» στο Αυλάκι, όταν δεν χρησιµοποιούνταν το νερό κλπ. Οι νεροφόροι πληρώνονταν µε αγροτικά προϊόντα, κυρίως σιτάρι, καλαµπόκι και βαµβάκι. Το ποσό της πληρωµής καθορίζονταν µε την απόφαση του Κοινοτικού Συµβουλίου περί διορισµού του νεροφόρου. Ήταν πολλοί οι χωριανοί, που πέρασαν από τη δουλειά του νεροφόρου. Μερικοί από αυτούς είναι και οι ακόλουθοι: Αγγελογιάννης Αθανάσιος, Κανατάς ∆ηµήτριος, Αναγνώστου Ευθύµιος, Αναγνώστου Αθανάσιος, Αλεξίου Αθανάσιος, Καναβέτας Παναγιώτης, Πάτρας Γεώργιος, Κωσταράς Γεώργιος, Καρµάλης Κωνσταντίνος [Κωστέλης (Κουστέλης)], Λάζος Κωνσταντίνος, Καρµάλης Γεώργιος, Κεφαλάς Θεοδώσιος, Ντουλάκης Ηλίας, Νέλας Κωνσταντίνος και, ο τελευταίος (2004), Αναγνωστόπουλος Παναγιώτης. Όλα τα χωράφια που είναι κάτω (Βόρεια) από το Αυλάκι ονοµάζονται ποτιστικά (πουτιστ’κά), ενώ, αυτά που είναι επάνω (Νότια) από αυτό, ονοµάζονται ξερικά (ξιρ’κά) και ρεβένια (ριβένια). Στις επόµενες φωτογραφίες, Νο 23 και Νο 24, φαίνονται: Η σιδερένια υδατογέφυρα µε την οποία, το νερό του αυλακιού, µεταφέρεται από την ανατολική στη δυτική όχθη του Ξεριά και ένα τµήµα του Αυλακιού αµέσως δυτικά της υδατογέφυρας.

24

Κόφτρα = (Στην προκειµένη περίπτωση) ειδική κατασκευή από τοίχο, πέτρες, χώµα, η οποία δηµιουργείται, µέσα στο Αυλάκι και, µε την οποία, αποσπάται (κόβεται) µία ποσότητα νερού, το οποίο διοχετεύεται µέσα στον καταπότη. Μπορεί η κόφτρα να είναι και ειδική µεταλλική κατασκευή < από το κόπτης < από το ρήµα κόπτω (κόβω). 25 Περισσότερες πληροφορίες για τη «βουλή των Κωσταλεξιωτών» έχουµε αναφέρει στην ενότητα α/α 7 («Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ»).

22


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 23: Σιδερένια υδατογέφυρα

Φωτ. Νο 24: το νερό του Αυλακιού ∆υτικά της υδατογέφυρας

22. Αχλαδούλες (Αχλαδούλις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λ. αχλάδι < υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. αχράς ( = αχλάδι ). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 7. και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 14γ. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή αυτή υπήρχαν, παλιά, µικρές αχλαδιές, τις οποίες τις αποκαλούσαν µε το χαϊδευτικό όνοµα «Αχλαδούλες». Από αυτό, το «Αχλαδούλες», πήρε και η περιοχή το ίδιο όνοµα.

23. Βαγινόρεµα και Βαγινορέµατα (Βαϊνόριµα κι Βαϊνουρέµατα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετη από τις λ.: Βαγινό + ρέµα. Η λ. βαγινό < από τη λ. Βάγια < από τη λ. Βάγιο (βάγια, βαΐων) = κλαδί από φοίνικα, δάφνη, µυρτιά κ.λ.π. που δίδεται στους εκκλησιαζοµένους κατά την Κυριακή των Βαΐων < από τη Βυζαντ. λ. βαγί < από τη µεταγενέστερη λ. βαΐον / βάιον = υποκοριστικό του βάις < από το αιγυπτιακό b’j. Η λ. ρέµα (= κοίτη χειµάρου, χείµαρος)< από την αρχαία Ελληνική λ. ρεύµα < από το ρήµα ρέω. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΗΜΑ «Γ», α/α: 8 (για το Βαγινόρεµα) και α/α 9 (για τα Βαγινορέµατα). Τα βλέπουµε, όµως, και στην επόµενη φωτογραφία, Νο 25.

23


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 25: Βαγινόρεµα και Βαγινορέµατα. Το Βαγινόρεµα τελειώνει εκεί που συναντάται µε το Κριθαρόρεµα (Κ’θαρόριµα), το οποίο φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 4, αλλά και στην προηγούµενη φωτογραφία Νο 25. Από εκεί και κάτω, το ρέµα, παίρνει την ονοµασία Φακιόρεµα (Φακιόρ’µα), το οποίο φαίνεται ΣΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 13, αλλά και στην ανωτέρω φωτογραφία Νο 25. Το Φακιόρεµα χύνεται στον Ξεριά (Ξιργιά) Νοτίως, ακριβώς, από τη γέφυρα του Αυλακιού. Η, εκατέρωθεν του Βαγινορέµατος, περιοχή ονοµάζεται Βαγινορέµατα (Βαϊνουρέµατα) - (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ» α/α 9). Βλέπε και ανωτέρω φωτογραφία, Νο 25. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Εδώ θα πρέπει να διευκρινισθεί η διαφορά της σηµασίας των λέξεων ∆άφνη ή Βάγια και πικροδάφνη ή Ροδοδάφνη: Οι λέξεις ∆άφνη ή Βάγια: ∆άφνη: Είναι αειθαλές δέντρο µε ύψος από έξι µέχρι δεκαοκτώ µέτρα µε σκληρά, µακρόστενα αρωµατικά άνθη, κιτρινωπά ή πρασινωπά, σκληρά, δερµατώδη και αρωµατικά φύλλα ωοειδούς σχήµατος και σκουρόχρωµους καρπούς, τα κλαδιά του οποίου είναι σύµβολο της δόξας» < από το αρχ. δάφνη / λάφνη / δαυχµός / δαύχνα (Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαµπινιώτη). Βάγια: Βάγια είναι το προηγούµενο δέντρο ∆άφνη, το οποίο µετονοµάσθηκε σε «Βάγια». Η µετονοµασία αυτή, της ∆άφνης, έγινε από το γεγονός ότι, ο ιερέας, διανέµει τα κλαδιά της, στους εκκλησιαζοµένους, κατά την Κυριακή των Βαΐων. Άρα όταν λέµε Βάγια εννοούµε τα κλαδιά της ∆άφνης και, κατ’ επέκταση, ολόκληρο το δένδρο της ∆άφνης. Συνεπώς, µε τις λέξεις ∆άφνη και Βάγια, εννοούµε το ίδιο δένδρο.

24


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Τέτοιες «Βάγιες» φυτρώνουν σε διάφορα σηµεία της περιοχής του χωριού µας και, ειδικότερα, στο Βαγινόρεµα, γεγονός από το οποίο, το ρέµα, πήρε την ονοµασία αυτή. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 26, βλέπουµε µία Βάγια (∆άφνη) µπροστά από το σπίτι του Αθανασίου Μασούρα του Ιωάννου, που είναι στη στροφή του κεντρικού δρόµου, όπως κατεβαίνουµε από τη βρύση του Αγίου Αθανασίου. Σηµειώνεται ότι η Βάγια αυτή είναι ήµερη και όχι άγρια.

Φωτ. Νο 26: Η Βάγια (∆άφνη). Πικροδάφνη ή Ροδοδάφνη: Αυτό το οποίο εµείς, στο χωριό µας, γνωρίζουµε σαν ∆άφνη (ή ∆άφνα) είναι αυτό που τα λεξικά το αναφέρουν σαν Πικροδάφνη ή Ροδοδάφνη. Κατά το λεξικό του Γ. Μπαµπινιώτη: «Πικροδάφνη και Ροδοδάφνη = αειθαλής θάµνος ή µικρό δέντρο µε δηλητηριώδη γαλακτώδη χυµό και εντυπωσιακά ρόδινα (αλλά και λευκά, κόκκινα ή κιτρινωπά) άνθη τα οποία φυτρώνουν στην κορυφή των κλάδων. Καλλιεργείται σαν καλλωπιστικό φυτό για τα άνθη του και ανθοφορεί όλο το καλοκαίρι». Το φυτό, από τον πικρό χυµό του, ονοµάζεται Πικροδάφνη και, από τα άνθη του (ρόδα), Ροδοδάφνη. Τέτοιες ∆άφνες (Πικροδάφνες - Ροδοδάφνες) φυτρώνουν σε πάµπολα σηµεία του χωριού µας και, ιδίως, στον Ξεριά. Παλιότερα, ο Ξεριάς, πριν διευθετήσουν την κοίτη του, ήταν γεµάτος πικροδάφνες και, κάθε καλοκαίρι, ήταν γεµάτος χρώµατα από τα άνθη που έβγαζαν αυτές. Από τις δάφνες, αυτές, απόµεινε ένα τοπωνύµιο µε την ονοµασία ∆άφνες (∆άφνις). Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 27, βλέπουµε µία Πικροδάφνη (Ροδοδάφνη), η οποία είναι στο δυτικό παρτέρι της πλατείας του χωριού µας και µπροστά από το πατρικό σπίτι του γράφοντος. Για την ιστορία την πικροδάφνη αυτή την έχει φυτέψει, πριν από πολλά χρόνια, η αείµνηστη Μητέρα µου, η Μαρία.

25


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 27: Η Πικροδάφνη ή Ροδοδάφνη. Η Πικροδάφνη ή Ροδοδάφνη ονοµάζεται και νηρίον και η ονοµασία, αυτή, προέρχεται από τη λ. νερό < από το πρώιµο Βυζαντινό νερόν < µεταγενέστερο νηρόν < από το αρχαίο νεαρόν (= ύδωρ). Η ονοµασία, αυτή, προκύπτει από το γεγονός ότι, η Πικροδάφνη, φύεται δίπλα σε τρεχούµενα νερά (ρυάκια, πηγές κ.λ.π.).

24. Βαθιές Λάκες ή Βαθιαλάκες (Βαθχιές Λάκις ή Βαθχιαλάκις: ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. βαθιές: < από το αρχ. Ελληνικό επίθετο βαθύς < από την αρχ. Ελληνικό βένθος (= βάθος). Η λ. λάκες : Βλέπε προηγούµενο τοπωνύµιο α/α 1 (Του Αγά η Λάκα). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 22. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το έδαφος, στις Λάκες αυτές, είναι βαθύτερο σε σχέση µε τη γύρω περιοχή. Από αυτό το βαθούλωµα του εδάφους πήραν, οι Λάκες, την ονοµασία «Βαθχιές» και , εµείς, τις ονοµάζουµε «Βαθχιές λάκκες ή Βαθχιαλάκις». Περισσότερες πληροφορίες στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ (ΒΑΘΙΕΣ ΛΑΚΕΣ).

25. Βακούφικο ή Μαγκούφικο (Βακούφ’κου ή Μαγκούφ’κου). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. σηµαίνει κτήµα αφιερωµένο σε ναό, µοναστήρι ή ευαγές ίδρυµα < από τη λ. βακούφι < από την Τουρκική λ. vakif. ΘΕΣΗ: Το Βακούφικο φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 28

Φωτ, Νο 28: Το Βακούφικο.

26


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το «Βακούφ’κου» είναι το πρώτο µικρό χωραφάκι δεξιά, όπως ανεβαίνουµε στο δρόµο από το Σωληνάρι (Σουληνάρ’) προς το εξωκκλήσι της Παναγίας. Το κτήµα, αυτό, είναι δωρεά, στο εξωκκλήσι της Παναγίας, της αείµνηστης Ευαγγελίας (Λίτσας) Πατή (Πατόλιτσας). Συνεπώς επειδή, το χωράφι, είναι αφιερωµένο στο εκκλησάκι πήρε το όνοµα «Βακούφ’κου» ή «µαγκούφ’κου».

26. Βάλτος (Βάλτους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Για τη λ. βάλτος < τη Σλαβική λ. blato (= τόπος µε στάσιµα νερά). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 2. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το µέρος αυτό, πριν από πολλά χρόνια, είχε πολλούς βάλτους. Τώρα δεν έχει. Απόµεινε, σαν βάλτος, το κοµµάτι που φέρει την ονοµασία «Ασπρόβαλτους», το οποίο το αναφέραµε και στον α/α 20 του παρόντος. Παρά ταύτα η όλη περιοχή εξακολουθεί να φέρει την ονοµασία «Βάλτους».

27. Βαρκά και Βουλιάγµατα (Βαρκά κι Β’λιάµµατα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. βαρκά: Είναι ο πληθυντικός της λ. Βαρκό που σηµαίνει µέρος, στο οποίο αναβλύζουν ή συγκεντρώνονται νερά και δηµιουργείται λασπότοπος. Προέρχεται, πιθανώς, από τη λ. βούρκος (= Στάσιµα ακάθαρτα και δύσοσµα νερά, λάσπες, καθώς και η έκταση στην οποία συγκεντρώνονται αυτά) < από τη Βυζαντ. λ. βούρκος, αβεβαίου ετύµου. Πιθανόν να συνδέεται µε το αρχ. βρύξ (= βυθός), µέσω της αιτιατικής του βρύχα < από το βρούκα / βούρκα. Από τη λ. βρύξ προέρχεται και η λ. υποβρύχιο. Η λ. βουλιάγµατα: Είναι πληθυντικός της λ. βούλιαγµα (= βύθιση) < από το Βυζαντ. βουλιάζω (= βυθίζω) < από το µεταγενέστερο βολίζω < από το αρχ. Ελλην. βολή ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 16. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Σ’ αυτόν τον τόπο δηµιουργούνται, το χειµώνα και την άνοιξη, πολλές ανάβρες (ανάβρις), µε συνέπεια το έδαφος να είναι πολύ λασπώδες. Ένεκα τούτου την περιοχή την ονόµασαν βαρκά. Επειδή όµως το έδαφος βουλιάζει, λόγω της λασπώδους µορφής του, του έχουν δώσει και την ονοµασία Βουλιάγµατα. Τέτοια βαρκά και βουλιάγµατα υπάρχουν και στην τοποθεσία Στριβάδια (Στριβάδγια) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 9). όπου και φυτρώνουν πολλά ίτσια (λουλούδια µε πάρα πολύ ωραία µυρωδιά). Τα λουλούδια αυτά τα µαζεύαµε, όταν ήµασταν µικρά παιδιά και στολίζαµε τον επιτάφιο πριν την Ανάσταση. Το ίδιο κάνουν και τώρα.

28. Βουλγάρικα (Βουλγάρ’κα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από το εθνικό όνοµα Βούλγαρος. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 5. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ -ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

ΚΑΙ

27


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Από εξονυχιστική έρευνα που έγινε, όσον αφορά την προέλευση της ονοµασίας του τοπωνυµίου, εξάγονται τα ακόλουθα συµπεράσµατα: α. Εκεί, στο ανωτέρω τοπωνύµιο, έγινε η θανάτωση των Βουλγάρων στρατιωτών, που συνελήφθησαν κατά τη «Μάχη του Σπερχειού», η οποία έλαβε χώρα το 997 µ. Χ. µεταξύ Βυζαντινών βουλγαρικών στρατευµάτων. β. Τα «βουλγάρ’κα» (βουλγάρικα), δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα οστά των φονευθέντων, κατά τη µάχη, βουλγάρων στρατιωτών. Με αφορµή την ονοµασία αυτή του τοπωνυµίου πραγµατοποίησα την ανωτέρω αναφεροµένη έρευνα, για να εξακριβωθεί το που και πως διεξήχθη η «Μάχη του Σπερχειού». Αποτέλεσµα αυτής της έρευνας ήταν η συγγραφή του ΒΙΒΛΙΟΥ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ «ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ).

29. Βροµόβρυση (Βρουµόβρυση): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετη από τις λ.: Βροµό + βρύση. Η λ. βροµό < από την αρχ. Ελλην, λ. βροµώ ( Αρχική σηµασία: θορυβώ). Σηµερινή σηµασία: µυρίζω άσχηµα. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι, ορισµένοι χαρακτηριστικοί….. κρότοι26, ακολουθούνται από δυσοσµία. Η λ. βρύση < Από την αρχ. Ελλην. λ. βρύω (= αναβρύζω ). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 20. Ευκρινέστερα φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 29:

Φωτ. Νο 29: Η Βροµόβρυση και η Βρύση του Μότσιου ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Αν ανηφορίσουµε προς τη «Βρουµόβρυση», θα δούµε ότι, εκεί, φυτρώνουν βούρλα και άλλα βαλτόχορτα, γιατί, στο έδαφος, αναβλύζει νερό. Τα χόρτα, αυτά, σαπίζουν και αναδίδεται µία βαριά βαλτοµυρωδιά. Οι Τρακαίοι, οι τσιφλικάδες, κατασκεύασαν, εκεί, µία βρύση και επειδή ο τόπος είχε τη µυρωδιά που αναφέραµε προηγουµένως, της έδωσαν το όνοµα «Βρουµόβρυση». ∆εν θα είµαστε, βέβαια, εκτός πραγµατικότητας, αν διατυπώσουµε

26

Για να µη γράψω την ακριβή ονοµασία του κρότου θα σας την πω µε το ακόλουθο λογοπαίγνιο: «Τι είναι αυτό που µπαµ κάνει, καπνό δεν βγάζει, στη φτέρνα µατιάζει, στη µύτη βαράει».

28


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ την άποψη ότι, η βρύση, δυνατόν να είχε κατασκευασθεί, αντί από τους Τρακαίους, από κάποιον Τούρκο τσιφλικά, από αυτούς που είχαν προηγηθεί των Τρακαίων. Το νερό της Βροµόβρυσης µεταφέρονταν ακριβώς νότια του σπιτιού, στο οποίο έµενε ο Γιάννης του Μήτσιου (∆ηµητρίου) Μπανούση (ου Γιάννης τ’ Μήτση τ’ Μπανούση) Το σπίτι αυτό υπάρχει και σήµερα και βρίσκεται ακριβώς νότια του δρόµου, που αναβαίνει για την Τρίφτρα και ανατολικά από τις δεξαµενές του υδραγωγείου. Στο σηµείο που έφθανε το νερό, από τη Βροµόβρυση, υπήρχε και µία άλλη βρύση, που την ονόµαζαν Βρύση του Μότσιου (Βρύση τ’ Μότσιου) Λίγα µέτρα προς Βορράν της βρύσης (και πριν από το σπίτι του Μπανούση) υπήρχε µία στέρνα.27 Η στέρνα αυτή συγκέντρωνε το νερό, από τη βρύση Μότσιου, και, µ’ αυτό, πότιζαν τα χωράφια που είναι στις «Ντάµνις» (Ντάµνιες) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 18). Αυτή η στέρνα υπάρχει και σήµερα (2004) και , µέσα της, έχουν φυτρώσει συκιές. Η στέρνα, µε τις συκιές, φαίνονται στη επόµενη φωτογραφία, Νο 29:

Φωτ. Νο 29: Η Στέρνα.

30. Βρύσες (Βρύσις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Το έτυµο της λ. Βρύση: Βλέπε τοπωνύµιο βροµόβρυση (βρουµόβρυση). Υπήρχαν πέντε βρύσες στο χωριό. Οι ονοµασίες των βρυσών, κάθε µιας χωριστά, φαίνονται στο συνηµµένο ΒΙΒΛΙΟ ∆Ω∆ΕΚΑΤΟ (ΒΡΥΣΕΣ). ΘΕΣΕΙΣ: Οι ακριβείς θέσεις των βρυσών, κάθε µιας χωριστά, αναφέρονται, επίσης, στο ΒΙΒΛΙΟ ∆Ω∆ΕΚΑΤΟ (ΒΡΥΣΕΣ). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όλες οι λεπτοµέρειες αναφέρονται στο ΒΙΒΛΙΟ ∆Ω∆ΕΚΑΤΟ (ΒΡΥΣΕΣ).

31. Γαβαθάς (Γαβαθάς): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λ. γαβάθα [= βαθύ χωριάτικο πιάτο (πήλινο ή ξύλινο)] < από τη Λατινική λ. gavata. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β». α/α 17. Φαίνεται και στη φωτογραφία µε α/α 19, του παρόντος. 27

Στέρνα < από τη Βυζαντ. λ. στέρνα < από τη λ. κιστέρνα < από τη Λατιν. λ. cisterna (= κλειστή δεξαµενή νερού).

29


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το µέρος που βρίσκεται αυτό το τοπωνύµιο, υπάρχει µία περιοχή, η οποία είναι βαθύτερη από τις γύρω περιοχές και οµοιάζει µε µία µεγάλη γαβάθα. Από το σχήµα, αυτό της γαβάθας πήρε, η περιοχή, το όνοµα «Γαβαθάς». Από το Γαβαθά ένα µέρος είναι µέσα στην Κωσταλεξιώτικη περιοχή (το ανατολικό) και το άλλο, ∆υτικό, µέσα στην Κοµποταδίτικη.

32. Γέφυρα (Γέφ’ρα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι, αυτούσια, η αρχ. Ελλην. λ. γέφυρα. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «ΣΤ», α/α 1 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Με την ονοµασία αυτή εννοούµε την οδική γέφυρα του Σπερχειού, που είναι ένα, περίπου, χιλιόµετρο βόρεια του χωριού µας. Πριν από την κατασκευή της γέφυρας περνούσαν οι Κωσταλεξιώτες, το Σπερχειό, ως εξής: α. Το καλοκαίρι: Από δύο πόρους που υπήρχαν στο Σπερχειό. Οι πόροι αυτοί ήταν στο Πολυµεράκι (Πουλυµιράκι) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 28) και στον «Καψάµµου» (Καψάµµο) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 23 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 10). α: Το χειµώνα: Αν δεν ήταν κατακλυσµένος28 ο κάµπος: Από το πορθµείο το οποίο λειτουργούσε δίπλα ακριβώς και δυτικά από τη σηµερινή γέφυρα.29 Από τη Σιδηροδροµική Γέφυρα (∆ιέλευση µόνο από πεζούς ανθρώπους και όχι από ζώα). Από τη γέφυρα της Σανίδας (∆ιέλευση ανθρώπων και ζώων). Αν ήταν κατακλυσµένος ο κάµπος: Μόνο από τη Σιδηροδροµική Γέφυρα γιατί, ο κατακλυσµένος κάµπος, δεν επέτρεπε την κίνηση βορείως του Σπερχειού. Η ιστορία της γέφυρας: Κατασκευάσθηκε το 1925. Τον Απρίλιο του 1941 την κατέστρεψαν οι Άγγλοι. Τούτο έγινε για να επιβραδύνουν την προέλαση των Γερµανών, κατά τον αγώνα επιβραδύνσεως τον οποίον διεξήγαγαν στην τοποθεσία των Στενών των Θερµοπυλών. Μετά την απελευθέρωση κατασκευάσθηκε εκ νέου. Το χειµώνα του 1948 (αν δεν µε απατά η µνήµη) επιχειρήθηκε η καταστροφή της από τους κοµµουνιστοσυµµορίτες, αλλά δεν τα κατάφεραν. Μετά από αυτό εγκαταστάθηκε τµήµα του Εθνικού Στρατού για την ασφάλεια της γέφυρας. Τότε κατασκευάσθηκε και το φυλάκιο τόσο για τη διαµονή των ανδρών της φρουράς, όσο και για την άµυνα από αυτό. Στη επόµενη φωτογραφία, Νο 30, φαίνεται η γέφυρα και το φυλάκιο, το οποίο είναι στη δυτική πλευρά της γέφυρας.

28

Για την πληµµύρα του Σπερχειού και τον κατακλυσµό του κάµπου Βλέπε ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ) και στην παράγραφο: Κατακλυσµένη κοιλάδα Σπερχειού και επιπτώσεις στην επιλογή του χώρου στρατοπεδεύσεως του Σαµουήλ). 29 Για τη θέση του πορθµείου αυτού βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΑΜΑ ΤΡΙΤΟ, α/α 95 (Παλαιογέφυρο).

30


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 30: Η γέφυρα του Σπερχειού και το στρατιωτικό φυλάκιο. Μία άλλη όψη της γέφυρας φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 31.

Φωτ. Νο 31: Άλλη όψη της Γέφυρας

33. Γιωροµηλόλακα ή Τρία Έλατα (Γιουρουµπ’λόλακα ή τρία ’Ελατα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Για την παρακολούθηση του θέµατος ας βλέπουµε την επόµενη φωτογραφία, Νο 32:

Φωτ. Νο 32: Οι δύο Γιωροµηλόλακες.

31


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ Υπάρχουν δύο «Γιωροµηλόλακες», ήτοι: Αυτή που είναι Βορειοανατολικά της Πετσαλούδας και αυτή που είναι Βορείως της Αγριόβρυζας. Η διαφορά τους είναι ότι η µεν πρώτη ονοµάζεται, απλώς, «Γιωροµηλόλακα», η δε δεύτερη «Γιωροµηλόλακα ή Τρία Έλατα». Και τις δύο τις ονοµασίες τις έχουµε από το 1914, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι δεν υπήρχαν και πρωτύτερα, και διατηρούνται µέχρι σήµερα. Για την ονοµασία της δεύτερης: Φαίνετε ότι, όταν έδωσαν την ονοµασία της εκεί λάκας, ως «Γιωροµηλόλακα», ήταν µέσα, σ’ αυτή, και Τρία Έλατα. Για το λόγο αυτό της έδωσαν την ονοµασία «Γιωροµηλόλακα ή Τρία Έλατα». Με τον τρόπο αυτό ξεχώριζαν και οι δύο «Γιωροµηλόλακες» µεταξύ των. Όσον αφορά το έτυµο της ονοµασίας «Γιωροµηλόλακα»:

Από την έρευνα που έκαµα προέκυψαν οι εξής πιθανές εκδοχές: (α). Να προέρχεται από τη λέξη «γιωροµηλόλακκα» (το «γιω» µε ωµέγα), που σηµαίνει η λάκκα µε τις µηλιές (µηλόλακκα) του Γιώργου. Το «Γιωρ» είναι Θεσσαλικής προελεύσεως και προέρχεται από τη λέξη «Γιώρ’ς» = Γιώργος. Σχόλιο: Είναι πιθανό να υπήρχαν, κάποτε εκεί, κάποιες µηλιές, που να ανήκαν, σε κάποιον Γιώργο και, για το λόγο αυτό, να πήρε, το σηµείο εκείνο, την ονοµασία «γιωροµηλόλακκα». Σήµερα µπορεί να µην υπάρχουν εκεί µηλιές, αλλά η ονοµασία του τοπωνυµίου παρέµεινε. Τέτοια παραδείγµατα έχουµε πολλά στο χωριό µας, όπως έχουµε αναφέρει προηγουµένως. Βέβαια, στη «Έκθεση», αναφέρεται, το «γιορ) µε όµικρον, αλλά, εκείνοι που τα έγραψαν, είναι αµφίβολο αν γνώριζαν τον ανωτέρω γλωσσολογικό κανόνα (Και για το χωριό µας όσοι δεν γνωρίζουν, ότι λέγεται «το Κωσταλέξι», το γράφουν «ο Κωσταλέξης». Ίσως να έγινε, µε τον καιρό, και παράφραση του «γιωροµηλόλακκα» σε «γιοροµηλόλακκα» (β). Να προέρχεται από τη λέξη «γιωροµυλόλακκα», που σηµαίνει η λάκκα, στην οποία βγαίνει νερό, το οποίο µεταφέρεται στο µύλο του Γιώργου. Σχόλιο: Η κατασκευή µύλου σε τέτοιο υψόµετρο και χωρίς πρόσβαση είναι άνευ λόγου και ανεδαφική. Να µην ξεχνάµε ότι, πριν λίγα χρόνια, λειτουργούσαν αλευρόµυλοι, µε τη δύναµη του νερού, στο Φραντζόµυλο, στις Κοµποτάδες και στις Μεξιάτες. Στο Φραντζόµυλο, ο µύλος, λειτουργούσε από την εποχή της τουρκοκρατίας! (γ). Να προέρχεται από τη λέξη «γιοροµηλόλακκα» που σηµαίνει γέρικες µηλιές. Σχόλιο: Στην προκειµένη περίπτωση και κατά τους γλωσσολόγους, δεν µετατρέπεται το «γερ» σε «γιορ ». Έχουµε, βέβαια, την περίπτωση των Γιρουκώστα, Γιρουγιώργου, Γιρουµήτρου κ.λπ., όπου το «γέρος» µετατρέπεται σε «γίρου». Αυτό γίνεται µόνο αν, το «γέρος», συνοδεύεται από κύριο όνοµα και, εν πάση περιπτώσει, δεν µετατρέπεται σε «γιορ».30 Η εκτίµησή µου είναι ότι, η πρώτη εκδοχή, είναι η περισσότερο πιθανή31 ΘΕΣΗ: Η απλή «Γιωροµηλόλακα» φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 3. Κι οι δύο µαζί φαίνονται στην προηγούµενη φωτογραφία, Νο 32. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: ∆εν έχω τίποτε άλλο να γράψω, απ’ όσα έγραψα στην παράγραφο «ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ».

30

Τις πρώτες δύο εκδοχές µου τις έδωσε ο, γλωσσολόγος, κ. Σπανός Κωνσταντίνος και την Τρίτη ο κ. Βασίλειος Αλεξίου. 31 Είχα την άποψη ότι, η ονοµασία «γιοροµηλόλακκα», προέρχεται, πιθανόν, από τη λέξη «Κοροµηλόλακκα». Η άποψη αυτή δεν ευσταθεί, διότι, κατά τον κ. Σπανό, ποτέ, το αρχικό «κ», των λέξεων, δεν µετατρέπεται σε αρχικό «γ».

32


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

34. Γκαµµαλέτσος (Γκαµµαλέτσους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Πιθανόν, η λέξη, να ετυµολογείται ως εξής: Είναι σύνθετη από τις λέξεις Γκάµµα + Λέτσος. Η λ. Γκάµµα (= η µεγάλη ποικιλία, η κάλυψη µεγάλου φάσµατος διαβαθµίσεων σε συγκεκριµένο τοµέα, π.χ. µεγάλη γκάµµα ποτών) < από το Ιταλ. gamma, το οποίο είναι δάνειο από το αρχαίο Ελληνικό γράµµα «γάµµα». Η λ. Λέτσος (= αυτός που έχει άσχηµο ντύσιµο ή φορά βρόµικα ρούχα, αυτός που είναι άξιος να τον περιφρονήσει κανείς ή να τον θεωρήσει ως κάτι ασήµαντο, αυτός που συµπεριφέρεται µε άσχηµο τρόπο, που δεν διαθέτει λεπτούς τρόπους) < από την Ιταλική lezzo (= δυσοσµία, κακοσµία). Θα µπορούσαµε συνεπώς να πούµε ότι γκαµµαλέτσος = αυτός που καλύπτει όλη την φάσµα της λετσαρίας, της βροµιάς. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 5. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί η προέλευση αυτής της ονοµασίας. Έχω, όµως, ένα συνάδελφο Στρατηγό, του οποίου το επώνυµο είναι Γκαµαλέτσος (χωρίς να έχει καµµία σχέση µε την ανωτέρω ετυµολόγηση). Απευθύνθηκα λοιπόν σ’ αυτόν και του είπα το πρόβληµά µου. Η απάντησή του περιείχε ενδιαφέρουσες πληροφορίες και ήταν η εξής: Οι Γκαµαλετσαίοι ήταν κτηνοτρόφοι και κατάγονταν από την περιοχή της Κορυτσάς. Καταδιωκόµενοι από τον Αλή Πασά έφυγαν από εκεί και εγκαταστάθηκαν, αρχικά, στην περιοχή των Καµµένων Βούρλων. Αργότερα µετεγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Λειβαδιάς. Οι κτηνοτρόφοι αυτοί ήταν άνθρωποι του ντουφεκιού, µε άλλα λόγια ήταν κατσικοκλέφτες. ∆εν αποκλείεται, κατά την άποψη του Στρατηγού, να σκοτώθηκε κάποιος από αυτούς στην περιοχή του υπ’ όψη τοπωνυµίου, όταν ήταν εγκατεστηµένοι στα Καµµένα Βούρλα και, από το γεγονός αυτό, να πήρε, η περιοχή, το όνοµα του φονευθέντος Γκαµαλέτσου. Ίσως να είναι έτσι.

35. Γκιόλι του Λούκα (Γκιόλι τ’ Λούκα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. γκιόλι: Είναι, προφανώς, τουρκικής προελεύσεως. Με τη λ. αυτή εννοούσαµε ένα οποιοδήποτε σηµείου του Σπερχειού, στο οποίο συγκεντρώνονταν πολύ νερό και το οποίο είχε µεγάλο βάθος. Η λ. Λούκα: Από το όνοµα Λουκάς < από τη Λατινική λ. Lucas [= ο καταγόµενος από τη Λουκανία ( Lucania ), περιοχή στις δυτικές ακτές της νότιας Ιταλίας]. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 22 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 4. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Με την ονοµασία αυτή εννοούσαµε ένα συγκεκριµένο σηµείο του Σπερχειού ποταµού, που ήταν στη θέση Καψάµµος (Καψάµµους) και στη βορειοανατολική πλευρά της µεγάλης κουλούρας του ποταµού, που σχηµατίζεται εκεί. Στο σηµείο εκείνο του ποταµού το νερό γκιόλιαζε (γκιόλιαζι), δηλαδή λίµναζε και ήταν άπατο (άπατου).32 Το γκιόλι, αυτό, πήρε την ονοµασία του Λούκα (τ’ Λούκα), επειδή, το διπλανό χωράφι, ήταν του Αθανασίου Αναγνωστόπουλου του ∆ηµητρίου, το παρατσούκλι του οποίου ήταν «Λούκας». Το παρατσούκλι, αυτό, προήλθε από τον παππού του Αθανασίου, του οποίου το όνοµα ήταν Λουκάς. Του Λουκά, αυτού, του 32

Άπατο (= χωρίς πάτο, απίθµενο) < από το στερητικό α + πάτος.

33


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ έδωσαν το παρατσούκλι «Λούκας» και, από τότε, όλοι οι απόγονοί του αναφέρονται ως Λουκαίοι (Λ’καίοι). Στο Γκιόλι του Λούκα ήταν το σηµείο του Σπερχειού, όπου µάθαιναν να κολυµπούν τα Κωσταλεξιώτικα παιδιά 33 . Ήταν, ας πούµε, το κολυµβητήριο των Κωσταλεξιωτών. ∆άσκαλοι, βέβαια, δεν υπήρχαν. Το ρόλο των δασκάλων τον αναλάµβαναν οι παλαιότεροι, οι οποίοι ήξεραν να κολυµπούν, γιατί είχαν περάσει από το ίδιο σχολείο κολυµβήσεως. Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι η συνήθεια των Κωσταλεξιώτικων παιδιών ήταν να κολυµπούν ξεβράκωτοι (ξιβράκουτ’). Ήταν, δηλαδή, άνθρωποι µε ………προωθηµένες αντιλήψεις κοινωνικής συµπεριφοράς και …….πρωτοπόροι του γυµνισµού, που µας ήλθε, τόσο αργά, από το εξωτερικό. Θα πρέπει να σηµειωθεί, επίσης, ότι το οµαδικό κολύµπι, µε αδαµιαία εµφάνιση, επιτρέπονταν µόνο στα νεαρά παιδιά. Οι άνδρες κολυµπούσαν και αυτοί χωρίς κανένα ρούχο, αλλά διακριτικά και σε µέρη που δεν υπήρχαν νέοι. Όχι, όχι, αν πέρασε από το µυαλό σας, ότι κολυµπούσαν και οι γυναίκες ξεβράκωτες, µαζί µε τους άνδρες, ξεχάστε το. Τώρα το «γκιόλι τ’ Λούκα» δεν υπάρχει, γιατί καταστράφηκε όταν έγινε η εκβάθυνση της κοίτης του Σπερχειού.

36. Γκορτσιά (Γκουρτσιά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Γκορτσιά (= Αγριαχλαδιά) < από την αλβανική λ. gorise. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 14 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 8. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στη θέση αυτή υπήρχε µία πολύ µεγάλη γκορτσιά (φαίνεται στο προηγούµενο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 14) Η Γκορτσιά αυτή ανήκε, παλιά, στον Θεµιστολή Καρυώτη. Όταν ήµασταν µικροί, πηγαίναµε κάτω από αυτή και, πετώντας πέτρες, προσπαθούσαµε να ρίξουµε κάτω τα Γκόρτσα, τους καρπούς της Γκορτσιάς, για να τα φάµε. Η Γκορτσιά αυτή δεν υπάρχει τώρα. Η ονοµασία όµως του τοπωνυµίου παραµένει. Άλλες δύο Γκορτσιές ήταν ανατολικά από το Νεκροταφείο στη θέση που φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 16. Στο σηµείο εκείνο κατασκεύαζαν, οι χωριανοί µας, τις θηµωνιές, όπου έρχονταν οι αλωνιστικές µηχανές, για να αλωνίσουν τα σιτάρια. Στο ίδιο σηµείο έπαιζαν, οι νέοι Κωσταλαξιώτες, µπάλα. Και οι Γκορτσιές, αυτές, δεν υπάρχουν τώρα. Μία Γκορτσιά φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 3.

Φωτ. Νο 33: Μία Γκορτσιά 33

Κατά το Ρουµελιώτικο Γλωσσικό Ιδίωµα παιδί (πιδί) = αγόρι. «Παιδιά και κορίτσια, κορίτσια και παιδιά που δεν σας ξέρω» (Γ. Θέµελης).

34


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ .

37. Γρεβενό (Γριβινό): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη Σλαβικήλ. greben (= ράχη βουνού). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α» (Στο Νότιο µέρος της φωτογραφίας ολογράφως) και ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΥΤΕΡΟ (ΤΟ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ), ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β» (Στο κέντρο της φωτογραφίας ολογράφως). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το Γρεβενό δεν είναι, µόνο, ένα ύψωµα, αλλά µία µεγάλη περιοχή, η οποία δεν συγκαταλέγεται µέσα στην Κωσταλεξιώτικη Περιοχή. Σηµειώνεται όµως εδώ, γιατί, οι Κωσταλεξιώτες, χρησιµοποιούν πολύ την ονοµασία αυτού του τοπωνυµίου

38. Γρέκια (Γρέκια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: ∆εν µπόρεσα να εντοπίσω το έτυµο αυτής της λέξεως. ΘΕΣΗ: Υπάρχουν δύο τοπωνύµια µε την ονοµασία «Γρέκι», ήτοι: το Κάτω Γρέκι και Κοροµηλιά (Κάτου Γρέκι κι Κουρουµπ’λιά) και το Άνω Γρέκι (Άνου Γρέκι). Φαίνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 22 και α/α 23, αντίστοιχα [Η κοροµηλιά είναι δέντρο και η ονοµασία της προέρχεται από την ονοµασία του καρπού της, το κορόµηλο < από τις λ. καρυό + µήλον < από το αρχ. κάρυον (= καρύδι) + το αρχ. µήλον. Κατ’ άλλη εκδοχή < από το µεταγενέστερο ορόµηλον < από τις λ. όρος + µήλον (µαρτυρείται µόνο ο δωρικός τύπος οροµαλίδες µε επίδραση του συνωνύµου κοκκύµηλον)] ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Με τη λ. «γρέκι» εννοούµε ένα σηµείο, στο οποίο τοποθετούσαν τα πρόβατα και τα γίδια, είτε για να κοιµηθούν τη νύχτα, είτε για να ξεκουραστούν από το βόσκηµα της ηµέρας. Το σηµείο αυτό παρείχε ευνοϊκές συνθήκες διαµονής, π.χ. παρείχε ασφάλεια από τα άγρια ζώα (Ήταν, π.χ., δίπλα σε βράχια, τα οποία ήταν πολύ απόκρηµνα και δεν µπορούσαν να περάσουν οι λύκοι από εκεί, το έδαφος ήταν λίγο κατηφορικό και στεγνό, ήταν κοντά σε νερό, το µέρος ήταν σκιερό κλπ). Τα αναφερόµενα, ανωτέρω, Γρέκια τα χρησιµοποιούσαν οι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι νοίκιαζαν το Κωσταλεξιώτικο λειβάδι, για να βόσκουν τα γιδοπρόβατά τους. Το Άνω Γρέκι πήρε την ονοµασία «Άνω», γιατί ήταν πιο ψηλά, από απόψεως υψοµετρικής διαφοράς, από το «Κάτω». Το Κάτω Γρέκι το ονοµάζουν και Κοροµηλιά (Κουρουµπ’λιά), γιατί, στο σηµείο εκείνο, υπήρχε µία άγρια κοροµηλιά.

39. Γρέκι του Παππά (Γρέκι τ’ Παππά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. γρέκι: Βλέπε προηγούµενο τοπωνύµιο, α/α 38, (Γρέκια): Η λ. Παππάς: < από τη Βυζαντ. λ. παππάς. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 21. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Κάποτε ήταν ένας Παππάς, ο οποίος ήταν άρρωστος από φυµατίωση. Η αρρώστια αυτή, µέχρι και πριν από λίγα χρόνια, ήταν µάστιγα και όποιον τον «χτυπούσε», εθεωρείτο πολύ άτυχος όχι µόνο για τον ίδιο, αλλά και για τους δικούς του

35


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ανθρώπους, επειδή, η ασθένεια, ήταν κολλητική και µεταδίδονταν εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο. Αυτός ο Παππάς, λοιπόν, έθεσε, αυτοβούλως, τον εαυτό του απόβλητο της κοινωνίας και πήγε, στο αναφερόµενο σηµείο, όπου «γρέκιασε», κατασκεύασε, δηλαδή, ένα προσωρινό κατάλυµα, 34 και έµενε, εκεί, µέχρι να πεθάνει. Από τότε, το σηµείο αυτό, παρέµεινε µε την ονοµασία «Γρέκι τ’ Παππά».35

40. Γρεκάκια (Γρικάκια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι το υποκοριστικό της λ. γρέκια. Άρα γρεκάκια = µικρά γρέκια. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 19. Είναι η περιοχή νοτίως της Τρίφτρας. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή αυτή υπήρχαν κάποια γρέκια χωριανών για µικρά κοπάδια γιδοπροβάτων. Κατά το Σπύρο Παλαιορούτη εκεί γρέκιαζαν τα γίδια των Πανταζαίων, των Παλιουρταίων και των Μασουραίων. Ως εκ τούτου δεν ήταν αναγκαίο να είναι τα γρέκια, αυτά, µεγάλα, αλλά µικρά δηλαδή γρεκάκια (γρικάκια). Από αυτά τα «γρικάκια» πήρε και η γύρω περιοχή την ίδια ονοµασία.

41. Γύφτος ή Φραµµένη (Γύφτους ή Φραµµένη): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Γύφτος < από την αρχαία εθνική λ. Αιγύπτιος. Η λ. Φραµµένη < από την Ελλην. λ. φράσσω. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Κάποτε, κατά την Κωσταλεξιώτικη παράδοση, ήταν κάποιος ο οποίος είχε κατασκευάσει, επάνω στην Οίτη, ένα καµίνι και έβγαζε ξυλοκάρβουνα. Αυτός είχε, στη δούλεψή του, έναν Γύφτο, ο οποίος, κάποια µέρα, οδηγούσε, στη θέση του οµωνύµου τοπωνυµίου, ένα άλογο φορτωµένο ξυλοκάρβουνα. Στο σηµείο εκείνο το µονοπάτι είναι πολύ επικίνδυνο, γιατί κλείνεται (φράσσεται) από βράχια. Ένεκα τούτου το άλογο σκόνταψε (σκόνταψι)36 και κουτρουβάλησε (κουτρουβάλησι)37 στη χαράδρα. Κατά την πτώση του όµως, το άλογο, παρέσυρε και το Γύφτο και σκοτώθηκαν µαζί. Από τότε, το τοπωνύµιο, πήρε την ονοµασία «Γύφτους». Επειδή, όπως γράψαµε και παραπάνω, το σηµείο εκείνο φράσσεται από τα βράχια, το ονοµάζουν και Φραµµένη.

42. ∆άφνες (∆άφνις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. δάφνη. Εδώ, όταν λέµε ∆άφνες (∆άφνις), εννοούµε τις πικροδάφνες ή ροδοδάφνες, όπως έχει διευκρινισθεί το θέµα στο τοπωνύµιο Βαγινόρεµµα (Βαΐνόριµµα), α/α 23. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 6.

34

Κατάλυµα = τόπος ή χώρος προσωρινής διαµονής. Την ιστορία αυτή µου τη διηγήθηκε ο Σπύρος Παλαιορούτης του Βασιλείου, την οποία την άκουσε από τον παππού του Σπύρο. 36 Σκόνταψε (= προσέκρουσε το πόδι του σε βράχο κατά το βάδισµα) < το Βυζαντινό σκοντάπτω < ίσως από το κοντός + άπτω (=αγγίζω). 37 Κουτρουβάλησε (= κατρακύλησε µε τούµπες) < από το κοτροβαλώ < (ίσως) από το κοττοβολώ (= ρίχνω κύβους). 35

36


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Από τη θέση του τοπωνυµίου αυτού περνούσε, όπως αναφέρεται στο τοπωνύµιο Ξηριάς (Ξηργιάς), ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ, α/α 94, η παλαιά κοίτη του Ξηριά. Η κοίτη αυτή ήταν γεµάτη πικροδάφνες και ήταν πολύ φαντασµαγορική, η εµφάνισή τους, την άνοιξη και όλο το καλοκαίρι, που ήταν ανθισµένες. Από τις «δάφνες» που υπήρχαν εκεί, πήρε και η τοποθεσία την όνοµασία ∆άφνες Σήµερα δεν υπάρχουν οι δάφνες αυτές, γιατί εκχερσώθηκαν µετά την αλλαγή της κοίτης του Ξηριά και τον αναδασµό. Η ονοµασία του τοπωνυµίου, όµως, παρέµεινε.

43. ∆ηµητρέλι (∆ηµητρέλι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από το όνοµα ∆ηµητρέλης (= χαϊδευτικό του ονόµατος ∆ηµήτριος). Το όνοµα ∆ηµήτριος: < από το αρχαίο Ελληνικό όνοµα ∆ήµητρα < από τις λ. δη + µήτηρ. Η λ. δη: < από την αρχ. Ελλην. λ. δα (= γη). Η λ. µήτηρ: < από την αρχ. Ελλην. λ. µάτερ (= µητέρα). Άρα ∆ήµητρα = δα + µάτερ = µητέρα γή. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 11. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: ∆εν υπάρχει καµία πληροφορία σχετική µε την προέλευση της ονοµασίας. Ίσως να προέρχεται από κάποιον ∆ηµητρέλη, που ήταν ιδιοκτήτης της περιοχής ή να συνέβη κάποιο γεγονός, εκεί, κύριο πρόσωπο του οποίου ήταν και πάλι κάποιος ∆ηµητρέλης. Η αναφορά της ονοµασίας σε ουδέτερο γίνεται για τους ίδιους λόγους, που και το χωριό µας, από Κωσταλέξης, µετατρέπεται σε Κωσταλέξι (Βλέπε ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ (ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ – ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ).

44. ∆ιάσελο (∆γιάσιλου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: ∆ιάσελο (= στενό πέρασµα ανάµεσα σε δύο λόφους ή δύο βουνοκορφές) < διά + σέλι. Η λ. σέλι < από τη λ. σέλα (= ειδικό κάθισµα, για τον ιππέα, στη ράχη του αλόγου ή κάθισµα ποδηλάτου ή µοτοσικλέτας) < από την Ιταλική λ. sella. Επειδή το «∆ιάσελο», στο έδαφος, είναι κυρτό, όπως η σέλα, γι’ αυτό πήρε την ονοµασία αυτή. Στη στρατιωτική ορολογία το «διάσελο» ονοµάζεται «αυχένας». ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 2. Βρίσκεται στο Νοτιοδυτικό µέρος του τοπωνυµίου Πετσαλούδα (Πιτσαλούδα). Το βλέπουµε καλύτερα στην επόµενη φωτογραφία Νο 34:

37


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ

Φωτ. Νο 34: ∆ιάσελο ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το «∆ιάσελο» ενώνει τα υψώµατα του Γρεβενού (από νοτιοδυσµάς) και το ύψωµα Πετσαλούδα.

38


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» ΤΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ» ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΟΥ H ONOMAΣIA TOYΣ, TO ETYMO THΣ ONOMAΣIAΣ, Η ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ, Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ META ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ Από τοπωνύµιο α/α 45 (∆ραγασιές) µέχρι τοπωνύµιο α/α 83 (Μανδριά) Του Αντιστρατήγου ε,α, Παναγιώτη Πανταζή

45. ∆ραγασιές (Τραγασιές): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη λ. δραγάτης < από τη σύνθετη Βυζαντινή λ. αρχιδραγάτης, από την οποία αποσπάσθηκε η λ. δραγάτης = ο αγροφύλακας και, ειδικά, ο φύλακας των αµπελιών. Πιθανόν, επίσης, να προέρχεται από τη σύνθετη λ. αµπελιδεργάτης, της Τσακωνικής διαλέκτου, από την οποία αποσπάσθηκε το δεργάτης και µετατράπηκε σε δραγάτης (Τσακωνική = από την Τσακωνιά = νοτιοανατολικό τµήµα του Νοµού Αρκαδίας). Κατ’ άλλους προέρχεται από τη Σλαβική λ. draga. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 9. και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 14β. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η δραγασιά ήταν µία εξέδρα, από αρκετά χοντρά ξύλα, την οποία την κατασκεύαζε ο δραγάτης (ου δραγάτ’ς) επάνω σε ένα µεγάλο και ψηλό δέντρο. Τα ξύλα της εξέδρας τα «έστρωνε» µε πολλά κλαδιά και, έτσι, εδηµιουργείτο ένα είδος πατώµατος, όπου µπορούσε να κάθεται και να κοιµάται, κάποιος, µε µεγάλη άνεση. Το δέντρο, στο οποίο κατασκευάζονταν η δραγασιά, έπρεπε να είναι ψηλό και σε κεντρική θέση µέσα στα χωράφια ή αµπέλια, ώστε να µπορεί, ο δραγάτης, να παρατηρεί, από ψηλά, όλη τη γύρω περιοχή (ώστ’ να µπουρεί, ου δραγάτ’ς, ν’ αγναντεύ’ ούλη τ’ γύρου πιριουχή), για να µην γίνονται αγροζηµίες. Για να ανεβαίνει εύκολα ο δραγάτης στην δραγασιά κατασκεύαζε ξύλινα σκαλοπάτια, τα οποία τα κάρφωνε στον κορµό του δέντρου. Στο τοπωνύµιο που εξετάζουµε υπήρχαν, πριν από κάµποσα χρόνια, µεγάλα πλατάνια, επάνω στα οποία, κατά παράδοση, κατασκεύαζαν τις δραγασιές τους οι δραγάτες. Ένας από τους καλύτερους δραγάτες, στην εποχή που εµείς είµασταν µικροί, ήταν ο αείµνηστος Αθανάσιος Αγγελογιάννης ο επονοµαζόµενος Αγγελόγιαννος (Αγγιλόιαννους ). ∆ραγάτες, συνήθως, διορίζονταν για τη φύλαξη των αµπελιών. Για τους υπόλοιπους αγρούς αρµόδιος ήταν ο αγροφύλακας.

46. ∆ρόµοι (∆ρόµ’): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τον αόριστο β΄, έδραµον, του αρχαίου ρήµατος τρέχω.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Η λ. δρόµος έχει πολλές έννοιες. Αυτή που µας ενδιαφέρει, εδώ, είναι η εξής: Η λωρίδα εδάφους που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία ανάµεσα σε δύο ή περισσότερα γεωγραφικά σηµεία. ΘΕΣΗ: Μέσα στο χωριό υπήρχαν οι ίδιοι δρόµοι που υπάρχουν και σήµερα. Βέβαια δεν εννοούµε δρόµους ασφαλτοστρωµένους, αλλά δρόµους γεµάτους πέτρες και λάσπη - το χειµώνα και όταν έβρεχε - και στενοί, τόσο, ώστε να µπορεί να περάσει ένα ζώο φορτωµένο. Οι δρόµοι για τους οποίους υπάρχουν και ιστορικά στοιχεία είναι οι ακόλουθοι: α. Ο Κύριος ∆ρόµος του χωριού µας ο οποίος αρχίζει από την πλατεία και φθάνει µέχρι τη γέφυρα του Σπερχειού. Φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 35:

Φωτ. Νο 35: Κύριος ∆ρόµος. β. Το δρόµο ο οποίος άρχιζε από τη σιδηροδροµική γέφυρα του Σπερχειού και έφθανε στην Πλατεία του Κωσταλεξίου. Τον βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία Νο 36:

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 36: ∆ρόµος Σιδηροδροµικός Σταθµός – Κωσταλέξι. γ. Η Σωληναρόστρατα. Βλέπε επόµενη Φωτογραφία Νο 37, α/α (1):

Φωτ. Νο 37: Σωληναρόστρατα. (Στην ίδια φωτογραφία φαίνεται και δρόµος µε τον α/α (2). Είναι αυτός που ξεκινά από το Κωσταλέξι και φθάνει στη Λούκα. Στην προκειµένη περίπτωση φθάνει µέχρι το τοπωνύµιο «Κυρ Νοκόλας»). δ. Μονοπάτι Κωσταλέξι –Λούκα: Θα το δούµε στην επόµενη φωτογραφία Νο 38:

3


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 38: Μονοπάτι Κωσταλέξι – Λούκα (Ο προσανατολισµός της φωτογραφίας είναι από Βορρά προς Νότον). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: α. Κύριος ∆ρόµος: Πλατεία – Οδική Γέφυρα Σπερχειού (Βλέπε φωτογραφία Νο 35): Όπως γράφουµε πιο κάτω, στο τοπωνύµιο Παλιογέφυρο (Παλιουγέφ’ρου) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ, α/α 95), άρχισε να λειτουργεί, το 1905, ένα πορθµείο δίπλα και δυτικά της σηµερινής γέφυρας (η οποία δεν υπήρχε τότε), µε το οποίο, οι Κωσταλεξιώτες, διαπεραιώνονταν από τη µία όχθη του Σπερχειού - στην άλλη. Είναι αυτονόητο ότι ήταν απαραίτητη η ύπαρξη κάποιου δρόµου, ο οποίος να συνδέει το πορθµείο µε το χωριό. Από το 1925, όταν κατασκευάσθηκε η οδική γέφυρα του Σπερχειού, η ύπαρξη του δρόµου αυτού έγινε περισσότερο αναγκαία και επιτακτική. Αυτός ο δρόµος ήταν, στην αρχή, ένα µονοπάτι, το οποίο, το χειµώνα ή όταν έβρεχε, γίνονταν αδιάβατο από τις λάσπες. Την πρώτη πληροφορία για την κατασκευή του δρόµου αυτού την έχουµε από το 1926. Συγκεκριµένα: Απόφαση του Κοινοτικού Συµβουλίου της 16ης Αυγούστου του 1926, όταν Πρόεδρος ήταν ο ∆ηµήτριος Ευθυµίου του Σπύρου, αναφέρει: «Η οδός αύτη είναι 600 µ. µήκους Χ 6µ. πλάτος προς δρχ. ….. περίπου έκαστον κυβικόν µέτρον θέλει στοιχίσει περί τας 28.000 δρχ. περίπου δια την µεταφοράν λίθων και την τοποθέτησιν αυτών επί της οδού εις σκύρα, η δε επιχωµάτωσις, της εν λόγω οδού, θέλει γίνει δια προσωπικής των κατοίκων εργασίας και επειδή τα τακτικά έσοδα της κοινότητας δεν επαρκούν, ως εξάγεται εκ των εισπράξεων. ………Επιβάλλεται δια το οικον. έτος 1926 – 27, δια την κατασκευήν της άνω οδού, πρόσθετος φόρος επί του παραχθεισοµένου καπνού της κοινότητός µας 2% επί της αξίας αυτού, το περίσσευµα να διατίθηται δια τα διοικητικά της κοινότητος». Με άλλη απόφασή του, το Κοινοτικό Συµβούλιο (µε Πρόεδρο και πάλι τον ∆ηµήτριο Ευθυµίου), και αφού εκτιµά ότι «η κοινότης δεν δύναται να διαθέση το απαιτούµενον ποσόν των 40 χιλ. και πλέον….» αποφασίζει: α). Ίνα κατασκευασθεί επιχωµάτωσις οδού από γεφύρας Σπερχειού ποταµού µέχρι του δηµοτικού σχολείου δια προσωπικής των κατοίκων εργασίας.

4


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ β). Επιβάλλεται εις τους εν τω χωρίω Κωσταλεξίου εγκατεστηµένους άρρενας αρχηγούς οικογενειών και συµπληρώσαντας το 18ον έτος της ηλικίας των, πλην των χηρών κλπ., η παροχή προσωπικής εργασίας τεσσάρων ηµερών προς εκτέλεσιν της επιχωµατώσεως ταύτης. γ). Η έναρξις της επιχωµατώσεως της οδού γεννήσεται εντός του µηνός Νοεµβρίου ε. έ.1 …….. Το Κοινοτικόν Συµβούλιον Ο Πρόεδρος Τα Μέλη ∆. Ευθυµίου Κ. Περγουλιός ∆. Λάζος Χ. Πανταζής2 Π. Ε. Αναγνώστου Όλα καλά, αλλά ξέχασαν να εγκρίνουν χρήµατα για την πληρωµή του εργολάβου. Με απόφαση του Κοινοτικού Συµβουλίου, της 9ης Ιανουαρίου του 1927, εγκρίνεται συµπληρωµατική πίστωση 3.000 δραχµών για την πληρωµή του εργολάβου Αυγουστίνου Τακόνε3 «όστις εχάραξε και παρέστη επί δεκα πέντε ηµέρας κατά την έκχωσιν και επιχωµάτωσιν της, διά προσωπικής εργασίας, κατασκευασθείσης οδού από του δηµοτικού Σχολείου µέχρι της γεφύρας του Σπερχειού». Το Κοινοτικό Συµβούλιο4 Ο Πρόεδρος Τα Μέλη ∆. Ευθυµίου Κ. Περγουλιός, Π. Αναγνωστόπουλος Χρήστος Πανταζής ∆ηµήτριος Λάζος Η τελευταία πληροφορία που έχουµε προέρχεται από το υπ’ αριθµ. 3 Πρακτικό της συνεδριάσεως του Κοινοτικού Συµβουλίου της 17ης Φεβρουαρίου του 1929. Στο πρακτικό αυτό αναφέρεται η λογοδοσία του Προέδρου Παναγιώτου Αναγνωστοπούλου για το κανονικό της διαθέσεως 20.000 δραχµών «διά την αποπεράτωσιν της οδού». Το Κοινοτικόν. Συµβούλιον «ιδόν ότι το άνω έργον εξετελέσθη νοµίµως και άνευ ελλείψεώς τινός σύµφωνα µε την υπ’ αριθ. 12, ως ανωτέρω ελέχθη, πράξιν ηµών. Απεφήνατο: ότι ο ως άνω Πρόεδρος καλώς εξετέλεσε το αναληφθέν υπ’ αυτού κοινοτικόν έργον και ότι αι 20.000 δραχµαί , αίτινες είχον διατεθή υπό του Κ. Συµβουλίου δια της υπ’ αριθ. 12 της 5ης Αυγούστου 1928 πράξεώς του εδαπανήθησαν νοµίµως….». Το Κοινοτικόν Συµβούλιον

1

∆εν διατίθεται το πρώτο µέρος του Πρακτικού της αποφάσεως και δεν γνωρίζουµε για ποιο έτος πρόκειται. Αν την απόφαση αυτή την συνδυάσουµε µε την επόµενη, την οποία έλαβε, το ίδιο Κοινοτικό Συµβούλιο, την 9ην Ιανουαρίου 1927 και η οποία αφορά το ίδιο αντικείµενο εργασίας, συµπεραίνουµε ότι πρόκειται για το έτος 1926. 2 Ο Πατέρας του γράφοντος 3 Ο Αυγουστίνος Τακόνε ήταν Ιταλικής καταγωγής και ήταν Μηχανικός. Ήλθε στην Ελλάδα και συµµετείχε στην κατασκευή της σιδηροδροµικής γεφύρας της Παππαδιάς. Κατά πληροφορίες, από τον αείµνηστο θείο µου Αθανάσιο Πανταζή του Γεωργίου, ήταν αυτός που ανέλαβε το έργο της ύδρευσης της Λαµίας από το Γοργοπόταµο. Παντρεύθηκε την Αλεξάνδρα Πανταζή του Γεωργίου από το χωριό µας. 4 Παρατηρούµε ότι είναι το ίδιο Συµβούλιο µε τις προηγούµενες δύο αποφάσεις µε τη διαφορά ότι, εδώ, Πρόεδρος είναι ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, αντί του ∆ηµητρίου Ευθυµίου.

5


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Ο Πρόεδρος Π. Αναγνωστόπουλος

Τα Μέλη Κ. Περγουλιός ∆. Ευθυµίου ∆. Λάζος Χ. Πανταζής

β. ∆ρόµος: Σιδηροδροµικός Σταθµός – Κωσταλέξι (Βλέπε προηγούµενη φωτογραφία Νο 36): Πριν κατασκευασθεί η οδική γέφυρα του Σπερχειού (1925), χρησιµοποιούσαν οι Κωσταλεξιώτες, για την µετάβασή τους στη Λαµία και την επιστροφή τους στο χωριό και τη σιδηροδροµική γέφυρα του Σπερχειού. Ακόµη πρέπει να γνωρίζουµε, ότι, στο Νοτιοανατολικό µέρος της γέφυρας αυτής, υπήρχε και στάση του τραίνου. Ήταν αναγκαίο, συνεπώς, να υπάρχει ένας δρόµος για την κυκλοφορία των Κωσταλεξιωτών µεταξύ χωριού και σιδηροδροµικής γεφύρας. Ο δρόµος αυτός περνούσε από τα εξής σηµεία: Ξεκινούσε από το Σιδηροδροµικό Σταθµό (στάση) του τραίνου και, µε Νοτιοανατολική κατεύθυνση, έφθανε στον εγκάρσιο δρόµο, ο οποίος διέσχιζε τα ποτιστικά χωράφια, όπως φαίνεται στη φωτογραφία. Στη συνέχεια έπαιρνε το δρόµο αυτόν προς τα ∆υτικά και έφθανε στο τοπωνύµιο Παράβολο. Από εκεί, µε Νοτιοδυτική κατεύθυνση, έπαιρνε έναν άλλο δρόµο, που υπήρχε εκεί, και περνούσε το Αυλάκι στη θέση Πλύστρα στα Περιβόλια. Συνεχίζοντας, επί του δρόµου αυτού, περνούσε από τα ακόλουθα τοπωνύµια: Πλάτανος του Μαργαρίτη, που ήταν ακριβώς στην Ανατολική κοίτη του Φακιορέµατος, τις Φακές και έφθανε στο Εικόνισµα του Ξηριά. Από εκεί, ακολουθώντας τον ίδιο δρόµο, συναντούσε τον Κύριο ∆ρόµο και, συνεχίζοντας, έφθανε στην Πλατεία του Χωριού. Από τα στοιχεία που υπάρχουν, οι εργασίες κατασκευής κάποιου δρόµου, όπως τον αναφέραµε προηγουµένως, άρχισαν το 1916, όταν πρόεδρος της κοινότητας ήταν ο Ευάγγελος Λάζος, ο οποίος, τότε, είχε και το µοναδικό µαγαζί του χωριού. Ιδού, κατωτέρω, φωτογραφία Νο 39, το πρωτότυπο του αποφατικό του υπ’ αριθµ. 4 πρακτικού συνεδριάσεως του Κοινοτικού Συµβουλίου της 6ης Ιουλίου 1916:

Φωτ. Νο 39: Το πρωτότυπο του αποφατικού του υπ’ αριθ. 4 / 6ης Ιουλίου 1916 πρακτικού συνεδριάσεως του Κοινοτικού Συµβουλίου.

6


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Το αντίγραφο του αποφατικού έχει ως κατωτέρω: «Αποφαίνεται α) Επιβάλλει κοινοτικόν φόρον επί των προβάτων και αιγών 20 λεπτά κατά κεφαλήν ετησίως και επί των αγελάδων και εν γένει µη αροτήρων βοών 80 λεπτά κατά κεφαλήν ετησίως. Της φορολογίας ταύτης εξαιρούνται (απαλλάσσονται) τα θηλάζοντα των ζώων τούτων. β) Επιβάλλει φόρον επί των καπνών, των παραχθησοµέων εν τη περιφερεία της Κοινότητος Κωσταλεξίου κατά το έτος 1916, 2% επί του ακαθαρίστου εισοδήµατος. γ) Επιβάλλει τέλος επί της εξαγοµένης ξυλείας και ξυλανθράκων εκ του ιδιοκτήτου δάσους του κειµένου εις την περιφέρειαν της Κοινότητος Κωσταλεξίου µέχρι 25ο/00 επί της αντιστοίχου δηµοσίας προσόδου. Αι φορολογίαι αύται θέλουσι ισχύσει από της 1ης Ιανουαρίου 1916 µέχρι 31ης ∆εκεµβρίου 1917. Αι δε επί της φορολογίας ταύτης πρόσοδοι θέλουσι διατεθή, αποκλειστικώς, δια την κατασκευήν δύο κρηνών κειµένων εντός του χωρίου Κωσταλεξίου5και διά την κατασκευήν οδού από του σχολείου του χωρίου µέχρι της γεφύρας του Σπερχειού ποταµού.6 Η περαιτέρω ενέργεια επαφίεται τω Προέδρω. Το παρόν συνταχθέν δηµοσιεύεται όπως λάβη γνώσιν το κοινόν. Το Συµβούλιον Ο Πρόεδρος Ευάγγελος Λάζος

Τα Μέλη Αθ. Ι. Ευθυµίου Αχ. Αναγνώστου Γεώργ. Πανταζής ∆. Ροζής

Με την πράξη 3, της 4ης Φεβρουαρίου του 1917, το Κοινοτικό Συµβούλιο: «Αποφαίνεται παµψηφεί α). Επιβάλλει κοινοτικόν φόρον επί των καπνών της Κοινότητος Κωσταλεξίου δια το έτος 1917, εν (1) επί τοις εκατόν επί του ακαθαρίστου εισοδήµατος, της προσόδου ταύτης διατεθεισοµένης δια την κατασκευήν της κρήνης «Κασµάκη» και αµαξιτής οδού από Σιδηράς γεφύρας µέχρι του Σχολείου Κωσταλεξίου. β). Προϋπολογίζει ότι το εισπραχθεισόµενον ποσόν της φορολογίας ταύτης θέλει ανέλθη εις δραχµάς οκτακοσίας (800) και γ). Ότι δια την κατασκευήν της κρήνης «Κασµάκη» θέλουσι απαιτηθή δραχµαί διακόσια (200), δια δε την κατασκευήν αµαξιτής οδού από Σιδηράς γεφύρας Σπερχειού ποταµού µέχρι του Σχολείου Κωσταλεξίου δραχµαί δύο χιλιάδες τριακόσιαι (Αριθ. 2300) και επαφήνει την περαιτέρω ενέργειαν τω κ. Προέδρω. Το Συµβούλιον Ο Πρόεδρος Τα µέλη Γεώργιος Πανταζής

5 6

Π. Αναγνωστόπουλος Ευαγγ. Λάζος Αθ. Ι. Ευθυµίου ∆ηµ. Ροζής

∆εν αναφέρει για ποιες κρήνες πρόκειται. Το 1916 δεν υπήρχε η οδική γέφυρα του Σπερχειού. Άρα, εδώ, εννοεί τη σιδηροδροµική γέφυρα.

7


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 40, φαίνεται το πρωτότυπο του αποφατικού της ανωτέρω υπ’ αρ. 3 Πράξεως του Κοινοτικού Συµβουλίου.

Φωτ. Νο 40: Το πρωτότυπο της Πράξεως 3/ 4ης Φεβρουαρίου 1917 γ. Σωληναρόστρατα (Βλέπε Φωτογραφία Νο 37): Είναι υπ’ αριθµ. 1(εντός κύκλου) δρόµος ο οποίος φαίνεται στην ανωτέρω φωτογραφία. Αρχίζει από την Πλατεία του χωριού και, µε κατεύθυνση προς Νότον, φθάνει στη διασταύρωση των οδών Ανατολικώς τις Τρίφτρας. Από εκεί, µε Νοτιοανατολική κατεύθυνση, φθάνει στο τοπωνύµιο Σωληνάρι. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, ο δρόµος, πήρε την ονοµασία Σωληναρόστρατα. Από το Σωληνάρι ανεβαίνει στο Μοναστήρι της Παναγίας και, από εκεί, συνεχίζει προς το τοπωνύµιο Παλιοφραντζί. Ο δρόµος αυτός πρέπει να είναι πανάρχαιος και να ανάγεται, τουλάχιστον, στον άγνωστο χρόνο κατασκευής του Μοναστηριού της Παναγίας. Να επισηµάνουµε και το γεγονός ότι, στην ανωτέρω φωτογραφία, φαίνεται και ο δρόµος υπ’ αριθµ’ 2 (εντός παρενθέσεως), ο οποίος είναι µέρος του Μονοπατιού Κωσταλέξι - Λούκα, για το οποίοι θα γράψουµε στην επόµενη παράγραφο. Στην προκειµένη περίπτωση, ο δρόµος αυτός, αρχίζει από τη διασταύρωση των υπ’ αριθµ’ 1 και 2 οδών, Ανατολικά της Τρίφτρας, διέρχεται από τη Νοτιοανατολική παρυφή του ιδίου υψώµατος και, στη συνέχεια, στρέφει προς Νότον, περνά ∆υτικά από την περιοχή Γρεκάκια, Ανατολικά της περιοχής Βαθιές Λάκες και, τέλος, φθάνει στο τοπωνύµιο Κυρ Νικόλας. δ. Μονοπάτι Κωσταλέξι – Λούκα [Βλέπε φωτογραφία Νο 38 (και Νο 37)]: Το µονοπάτι αυτό είναι συνέχεια του προηγουµένως αναφερθέντος και αρχίζει από τον Κυρ Νικόλα, αναβαίνει το Πρώτο Σκαλί ή Σκαµνί, περνά τη Μεγάλη Σβάρνα, ανεβαίνει και το ∆εύτερο Σκαλί ή Σκαµνί, διέρχεται από τη Φραµµένη ή Γύφτος και φθάνει στον Καναλάκι. Από εκεί περνά Νοτίως του Ρέµατος Λούκας και, αφού περάσει από τα Μαντριά του Λοχαγού ή Αλατουργιάρι, καταλήγει στη Λούκα. Από όλα όσα εξετέθησαν, ανωτέρω, για την κατασκευή των δρόµων, εξάγεται το συµπέρασµα ότι ήταν τελείως απούσα η κρατική βοήθεια και συµπαράσταση για την ανάπτυξη των χωριών. Το δικό µας το χωριό προσπαθούσε, µε αγωνία, να κατασκευάσει κάποια υποδοµή µε φορολογία των κατοίκων του και µε την προσωπική τους εργασία. 8


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

47. Εικονίσµατα (’Κουνίζµατα) ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λ. εικόνα < από την αρχ. Ελλην. λ. εικών < από το αρχ. Ελλην. ρήµα είκω (= οµοιάζω). ΘΕΣΗ: Υπήρχαν έξη (6) εικονίσµατα στο χωριό µας. Οι θέση τους φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 41:

Φωτ. Νο 41: Θέσεις Εικόνισµά των. Ονοµασίες Εικονισµάτων: α. Εικόνισµα της Γέφυρα (’Κόνιζµα τ’ς Γέφ’ρας): Ήταν Νοτιοανατολικά της Οδικής Γέφυρας του Σπερχειού, εκεί που δηµιουργείται η διασταύρωση, από το ∆ηµόσιο δρόµο που έρχεται από τις Κοµποτάδες, µε αυτόν που κατεβαίνει από το Κωσταλέξι. Συγκεκριµένα ήταν στην αριστερή γωνία της διασταύρωσης µόλις, ο Κωσταλεξιώτικος δρόµος, συναντούσε τον Κοµποταδίτικο. Αυτό το Εικόνισµα δεν υπάρχει σήµερα. β. Εικόνισµα του Κανατά (’Κόνιζµα τ’ Κανατά): Ήταν στη Νοτιοανατολική γωνία της διασταυρώσεως που δηµιουργείται στο σηµείο όπου, από το δρόµο Κωσταλέξι – Γέφυρα, αρχίζει ο δρόµος που πηγαίνει προς το χωριό Φραντζί. Το ονόµασαν έτσι, γιατί, Νότια από αυτό, ήταν το σπίτι του ∆ηµητρίου Κανατά, το οποίο ήταν και το τελευταίο του χωριού προς τη Βόρεια παρυφή του. Το εικόνισµα αυτό δεν υπάρχει σήµερα. γ. Το εικόνισµα των Καναταίων (’Κόνιζµα τ’ Καναταίουν): Ήταν δεξιά του δρόµου, όπως κατεβαίνουµε από το χωριό προς τη γέφυρα και πριν από τη διασταύρωση προς νεκροταφείο. Το ονόµασαν έτσι επειδή, εκεί κοντά, ήταν το σπίτι του Χρήστου ∆ηµητρίου Κανατά. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 42, φαίνεται το σηµερινό εικόνισµα.

9


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 42: Εικόνισµα των Καναταίων. δ. Το εικόνισµα του Ξηριά (’Κόνιζµα τ’ Ξηργιά ): Ήταν δεξιά του ∆ηµοσίου δρόµου Κωσταλέξι – Φραντζί και αµέσως µετά τη γέφυρα του Ξηριά. ∆εν υπάρχει το παλιό εικόνισµα. Υπάρχει, στη θέση του, ένα άλλο πρόσφατης κατασκευής (2004). Το εικόνισµα αυτό φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 43:

Φωτ. Νο 43: Το εικόνισµα του Ξεριά

10


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ ε. Εικόνισµα της Βρύσης του Αγίου Αθανασίου (’Κόνισµα τ’ς βρύσης τ’ Άϊ Θανάση): Είναι το ίδιο που υπάρχει και τώρα στη βρύση και το οποίο φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 44:

Φωτ. Νο 44: Το εικόνισµα στη βρύση του Αγίου Αθανασίου. στ.Το εικόνισµα της Παναγίας (’Κόνιζµα τ’ς Παναΐας): Ήταν δεξιά του επάνω µονοπατιού, που πηγαίνει από το Κωσταλέξι προς Κοµποτάδες και στο ύψος της βρύσης της Παναγίας. Πιο συγκεκριµένα ήταν, ακριβώς, στο νότιο µέρος της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής. Τότε δεν υπήρχε η Εκκλησία αυτή. Σήµερα δεν υπάρχει και το ανωτέρω εικόνισµα. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Τα εικονίσµατα δεν είχαν δώσει την ονοµασία τους στην ευρύτερη περιοχή του καθ’ ενός, αλλά τα χρησιµοποιούσαν για τον ακριβή προσδιορισµό της συγκεκριµένης θέσεως, στην οποία βρίσκονταν το καθ’ ένα και των κτηµάτων που ήταν δίπλα σ’ αυτά. Η κατασκευή των εικονισµάτων ήταν προϊόν ατοµικής πρωτοβουλίας. Περίτεχνα εικονίσµατα, σαν κτίστης που ήταν, κατασκεύαζε ο αείµνηστος Χαράλαµπος Ζούνης, ο επονοµαζόµενος και απλώς Χαράλαµπος (Χαράλαµπους) επειδή ήταν ο µοναδικός, στο χωριό, µε αυτό το όνοµα. Τα εικονίσµατα τα κατασκεύαζαν σε δρόµους, και ιδίως σε διασταυρώσεις δρόµων, καθώς και σε σηµεία όπου συγκεντρώνονταν, υποχρεωτικά, άνθρωποι (όπως, π.χ., σε βρύσες). Μέσα στο άνοιγµα του εικονίσµατος ήταν: Η εικόνα του Χρηστού ή της Παναγίας, αν το εικόνισµα ήταν αφιερωµένο σ’ Αυτούς. ∆ιαφορετικά η εικόνα του Αγίου ή της Αγίας στην οποία ήταν, επίσης, αφιερωµένο. Το λαδοκάντηλο, το οποίο ήταν, συνήθως, ένα ποτήρι του κρασιού γεµισµένο, µέχρι τη µέση, µε νερό. Το υπόλοιπο του ποτηριού το γέµιζαν µε λάδι. Στο επάνω µέρος του ποτηριού στερέωναν ένα έλασµα από τενεκέ, στη µέση της του οποίου είχαν ανοίξει µία οπή. Μέσα από την οπή αυτή περνούσαν και στερέωναν το φυτίλι, το οποίο ήταν κατασκευασµένο από στριµµένο βαµβάκι.

11


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Το µικρό µπουκάλι µε λάδι και το κουτί µε τα σπίρτα ήταν το απαραίτητο συµπλήρωµα. Με τον τρόπο αυτό µπορούσε να ανάψει το καντήλι και να προσευχηθεί, οποιοσδήποτε διαβάτης το επιθυµούσε. Το άνοιγµα του εικονίσµατος έκλεινε µε µία σιδερένια ή ξύλινη πορτούλα, η οποία ασφαλίζονταν, εξωτερικά, µε ένα µικρό σύρτη. Ο µεγάλος αριθµός των εικονισµάτων αποδεικνύει τη βαθιά θρησκευτική πίστη των Κωσταλεξιωτών. Ήταν πολύ χαρακτηριστική η ευλάβεια µε την οποία, οι χωριανοί, άναβαν το καντήλι των εικονισµάτων και έκαναν την προσευχή τους.

48. Έλατα (τα) (τα Ιλάτγια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι πληθυντικός της λ. έλατο και < από την αρχ. Ελλην. λ. ελάτη, µε µετατροπή της σε ουδέτερο όπως π.χ. : Η πεύκη - το πεύκο κ.λπ.. ∆εν υπάρχει µία συγκεκριµένη θέση µε την ονοµασία αυτή. Έλατα υπάρχουν στην Οίτη, από το τοπωνύµιο Γαβαθάς και επάνω. Τα κλαδιά από τα έλατα τα ονοµάζουν «λατσούδια». ∆εν γνωρίζω την προέλευση αυτής της ονοµασίας. Τα «λατσούδια» τα χρησιµοποιούσαν, οι κτηνοτρόφοι, για να κατασκευάζουν τους φράκτες στις στρούγκες, να ταΐζουν τα γιδοπρόβατά τους και να σκεπάζουν τις καλύβες τους. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 45, φαίνεται µία βλάχικη καλύβα, η οροφή της οποίας είναι καλυµµένη µε «λατσούδια», για να µην µπαίνει, µέσα, το νερό της βροχής.

Φωτ. Νο 45: Η βλάχικη καλύβα µε τα λατσούδια. Στα έλατα αναπτύσσεται το παρασιτικό φυτό «γκι».7 Το «γκι» το γνωρίζουν οι χωρικοί µε το όνοµα µελά (µιλά), του οποίου, ονόµατος, δεν γνωρίζω την προέλευση. Τα έλατα έχουν πολύ ευλύγιστο κορµό και τα τσοπανόπουλα ανέβαιναν στην κορυφή τους και τα χρησιµοποιούσαν για «τραµπάλα»,8 όπου και τραµπαλίζονταν.

49. Έλατος του Χασιώτη (Έλατους τ’ Χασιώτ’): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Ως ανωτέρω τοπωνύµιο α/α 48 (Έλατα). 7

Γκι (= παρασιτικό αειθαλές φυτό το οποίο φύεται στον κορµό και τα κλαδιά του ελάτου. Χρησιµοποιείται για τη διακόσµηση των σπιτιών κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Το «γκι» ήταν ιερό φυτό των Γαλατών και < από τη Γαλλική λ. qui. 8 Τραµπάλα (= Είδος κούνιας, µακρύ δοκάρι ή σανίδα που ταλαντεύεται επάνω σε ψηλό υποστήριγµα) < Ιταλικό traballare (= ταλαντεύοµαι).

12


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 5 και στα Νότια όρια του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ «Ε» του ΒΙΒΛΙΟΥ ∆ΕΥΤΕΡΟ (ΤΟ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΟΧΉ ΤΟΥ). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: ∆ιευκρινίζεται ότι, η περιοχή του Γρεβενού (που δεν ανήκει στη δασική Κωσταλεξιώτικη Περιοχή) είναι ιδιωτική έκταση µε ιδιοκτήτη τον Γρηγόριο ∆ερπανόπουλο.9 Με το υπ’ αριθµ. 2764 της 29 Νοεµβρίου του έτους 1963 «πρακτικό προσδιορισµού των ορίων των δασικών περιοχών Κωσταλεξίου και Γρηγορίου ∆ερπανόπουλου» ρυθµίστηκαν τα όρια των δύο ιδιωτικών περιοχών. Συγκεκριµένα, το όριο της Κωσταλεξιώτικης Περιοχής , αναφέρεται στο, ανωτέρω, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε» του ΒΙΒΛΙΟΥ ∆ΕΥΤΕΡΟΥ (ΤΟ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ), όπου, στο κάτω µέρος του, φαίνεται και η θέση του «Έλατου του Χασιώτη». Η ονοµασία αυτή προήλθε από το εξής περιστατικό: Κατά τον προσδιορισµό των ορίων, ως ανωτέρω, παρουσιάστηκε διαφωνία ως προς την ακριβή θέση των σε κάποιο σηµείο. Τότε, ο εκ της οµάδος των Κωσταλεξιωτών Χασιώτης ∆ηµήτριος, αγκάλιασε έναν έλατο και είπε «Απου ’δω πιρνάν τα σύνορα». Αυτό το δέχτηκε ο ∆ερπανόπουλος και πρότεινε, τιµής ένεκεν, να ονοµαστεί, ο Έλατος, «Έλατος του Χασιώτη», γεγονός το οποίο έγινε αποδεκτό, µε µεγάλη ευχαρίστηση, από τους Κωσταλςξιώτες. ∆υστυχώς, ο ανωτέρω Έλατος, ξεράθηκε και, έτσι, όπως είναι ξεραµένος, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 46.

Φωτ. Νο 46: Έλατος του Χασιώτη

9

Άγνωστο πότε το αγόρασε από το ∆ηµόσιο.

13


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Στο αριστερό µέρος του κορµού του έλατου, στο έδαφος, φαίνεται και ένας σιδερένιος πάσσαλος, ο οποίος τοποθετήθηκε, εκεί, για την ακριβή οριοθέτηση στο σηµείο εκείνο. 50. Ζερέλι (Ζιρλέλι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη Σλαβική λ. zerel. (;). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 21. Το Ζερέλι το βλέπουµε και στην επόµενη φωτογραφία, Νο 47:

Φωτ. Νο 47:Το Ζερέλι ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το Ζερέλι είναι µία µικρή λίµνη ∆υτικά από τη Ροδιά (Ρουδγιά) και στην παρυφή, ακριβώς, των χαλασµάτων. Από το όνοµά του πήρε την ονοµασία της και η γύρω περιοχή. Το καλοκαίρι δεν έχει πολύ νερό. Την άνοιξη, όµως, είναι γεµάτο. Την ίδια εποχή φυτρώνει, µέσα στο νερό, ένα είδος φυτού, το οποίο βγάζει άσπρα άνθη, τα οποία βγαίνουν στην επιφάνειά της. Για το λόγο αυτό, όλη η επιφάνεια της λίµνης, είναι κάτασπρη και είναι χάρµα οφθαλµών να την βλέπει κανείς. Επίσης, η λίµνη, είναι γεµάτη από βατράχους και νεροχελώνες. 51. Κάκκαβος (Κάκκαβους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. κακκάβιον, υποκοριστικό της λ. κακκάβι (= χύτρα). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 29. Καλύτερα φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 48:

14


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 48: Ο Κάκκαβος. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όπως βλέπουµε, στην ανωτέρω φωτογραφία, τα Ρέµατα Μπλούφου και Πόρτας ενώνονται βόρεια του υψώµατος Στενοβούνι (Στινουβούνι). Το σηµείο της συναντήσεως ονοµάζεται Σµίξη και Αρκουδότρυπα (Ζµίξη κι Αρκ’δότρυπα). Από το σηµείο αυτό και κάτω και µέχρι τα ριζά της Οίτης (ρ’ζά τ’ς Οίτ’ς), η χαράδρα, φέρει την ονοµασία Κάκκαβος. Ο Κάκκαβος είναι ένα ρέµα πολύ στενό και βαθύ και φαίνεται σαν µία µεγάλη και βαθιά µαχαιριά µέσα στο σώµα της Οίτης. Ο πυθµένας του, σε πολλά µέρη, έχει τη µορφή καραράκτου. Ένας τέτοιος, πανοραµικός, καταρράκτης φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο, 49 :

15


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 49: Καταρράκτης του Κάκκαβου. Όταν βρέχει «κατεβάζει» πολύ νερό, το οποίο δηµιουργεί ένα µεγάλο βουητό. Το βουητό αυτό ακούγεται, σαν τον ήχο του νερού που βράζει µέσα σε ένα µεγάλο κακκάβι. Από αυτό το φαινόµενο πήρε, το ρέµα, το όνοµα Κάκκαβος. Επίσης, όταν ο Κάκκαβος, παλιά, «κατέβαζε» πολύ νερό, πληµµύριζε όλα τα χωράφια που ήταν στην περιοχή του Παπακαλίνι (τ’ Παπακαλίνι), του Κέδρου (τ’ Κέδρ’) και στα Αµµοχήµατα (στά ’Μµουχήµατα). Για το λόγο αυτό προκαλούσε µεγάλες καταστροφές. Τούτο γίνονταν, βέβαια, πριν κατασκευαστεί η νέα κοίτη του Ξεριά. Στην ίδια περίπτωση το νερό του Κάκκαβου παρέσυρε, από το βουνό και έφερνε στον κάµπο, κατακερµατισµένους κορµούς και κλαδιά δέντρων. Αυτά τα µαζεύαµε µόλις κατακάθονταν τα νερά και τα χρησιµοποιούσαµε για το άναµµα της φωτιάς. Αυτά τα ξύλα τα ονοµάζαµε κόπελα (κόπιλα). Ο Βασίλης Στρωµατιάς του Γεωργίου και ο Κώστας Καραναστάσης του Ευθυµίου, που είναι κυνηγοί και οι δύο, µου είπαν τα εξής για τον Κάκκαβο: Υπάρχει πέρασµα, µέσα στον Κάκκαβο, το οποίο επιτρέπει τη διέλευση από το δυτικό µέρος της χαράδρας προς το ανατολικό και αντίστροφα. Στον πυθµένα της χαράδρας υπάρχουν µικρές λιµνούλες, οι οποίες διατηρούν κατάκρυο νερό όλο το καλοκαίρι. 52. Καλωστουρέµα (Καλουστουρέµα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ.: Καλώστου + ρέµα. Η λ. Καλώστου: Πρόκειται, προφανώς, περί της γενικής πτώσεως του επωνύµου Καλώστος, του οποίου η προέλευση ανάγεται στη λ. καλός, η οποία είναι, αυτούσια, το αρχαίο Ελληνικό επίθετο καλός.

16


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Η λ. ρέµα: Βλέπε τοπωνύµιο Βαγινόρεµα (Βαϊνόριµα), α/α 23, του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ. Στην προκειµένη περίπτωση: Καλωστουρέµα = το ρέµα του Καλώστου. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Ε», α/α 15 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 3. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Φαίνεται ότι, όλη η περιοχή του Καλοστουρέµατος, ήταν, κάποτε, ιδιοκτησία κάποιου Καλώστου. Πιθανόν πάλι να έγινε, εκεί, κάποιο γεγονός µε πρωταγωνιστή κάποιον Καλώστο. Από το γεγονός αυτό θα πήρε, το ρέµα, την ονοµασία του. Το Καλωστουρέµα είναι το σύνορο, από τα ριζά της Οίτης µέχρι το Σπερχειό, µεταξύ της Κωσταλεξιώτικης και Κοµποταδίτικης περιοχής. Το ρέµα, όπως το βλέπουµε από τον κυρ Νικόλα, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 50:

Φωτ. Νο 50: Το Καλωστουρέµα όπως φαίνεται από τον κυρ Νικόλα. Στην ίδια φωτογραφία φαίνεται και το Κοµποταδίτικο εκκλησάκι Των Αγίων Θεοδώρων. 53. Καµάρα (Καµάρα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Καµάρα (= τοξωτή αψίδα, ηµικυκλικός θόλος, κάθε τοξωτή κατασκευή) < από το αρχαίο καµάρα. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η». α/α 10. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Την καµάρα τη βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 51:

17


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 51: Η Καµάρα Η καµάρα αυτή είναι δυτικά από το σπίτι του Κωνσταντίνου Πανταζή και αριστερά του δρόµου που, εξερχόµενος από το χωριό, πηγαίνει στις Κοµποτάδες. Έχει κατασκευασθεί πριν από πολλά χρόνια µε καλά πελεκηµένες πέτρες για να περνά, µέσα από αυτή, το νερό του ρέµατος της ψωριάρας. Θα πρέπει να επισηµάνουµε ότι, το 1855 περίπου, ήλθε, στο χωριό µας, ο Απόστολος Πανταζής10 προερχόµενος από το χωριό «Ζέλι», το σηµερινό Ζηλευτό. Ο Απόστολος αγόρασε, από κάποιον από τους επτά Κωσταλεξιώτες που αγόρασαν το τσιφλίκι του Σαΐταγα, κάποια χωράφια. Ένα από αυτά ήταν, προφανώς, και η περιοχή δυτικά του χωριού, η οποία έχει την ονοµασία «Πανταζαίικα». Ο Απόστολος µοίρασε, το ανωτέρω χωράφι, στα παιδιά του Παναγιώτη, Κωνσταντίνο, Γεώργιο και Αλέξη. Η καµάρα είναι στο κοµµάτι που ανήκε στον Κωνσταντίνο και κατασκευάσθηκε κατά τη 10ετία 1900 – 1910 από το γιο του Αποστόλη, τον Κωνσταντίνο, µε τη βοήθεια του γαµπρού του (σύζυγο της αδελφής του) Ευσταθίου Περγάνη. Κάτω από την καµάρα περνούν τα νερά του ρέµατος της Ψωριάρας. Μετά την κατασκευή της καµάρας επιχωµάτωσαν τη χαράδρα, στο σηµείο εκείνο, και, έτσι, δηµιουργήθηκε ένα ενιαίο γιούρτι δυτικά από το σπίτι. 54. Καµίνια (Καµίνια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. κάµινος < από το αρχ. Ελλην. ρήµα καµινεύω (= λιώνω µετάλλευµα σε καµίνι). ΘΕΣΗ: ∆εν υπάρχει συγκεκριµένη τοποθεσία µε την ονοµασία αυτή. Καµίνια υπήρχαν σε διάφορες θέσεις ως εξής: Καµίνια για ασβέστη: Στον Γκαµαλέτσο, στις Φακές, στις Χούνες και στο κυρ Νικόλα. Καµίνια για κάρβουνα: Ένα τέτοιο ήταν, πολύ παλιά, µεταξύ Πρώτου Σκαλιού και Αγριόβριζας. Ας µην ξεχνάµε και το γύφτο που σκοτώθηκε στα βράχια του Γύφτου ή Φραµµένης κουβαλώντας κάρβουνα. Κάπου εκεί θα υπήρχε κάποιο σχετικό καµίνι.

10

Προπάππος του γράφοντος.

18


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Τα καµίνια για τον ασβέστη ήταν µεγάλοι κυκλικοί λάκκοι, τους οποίους έσκαβαν στην πλαγιά ενός υψώµατος. Μέσα στους λάκκους αυτούς στοίβαζαν, κατά έναν ορισµένο τρόπο, ασβεστόλιθους. Τους ασβεστόλιθους αυτούς τους «έκαιγαν», τους πύρωναν, µε δυνατή φωτιά που έκαιγε στο χαµηλότερο µέρος του καµινιού, για ολόκληρες µέρες. Τη φωτιά την τροφοδοτούσαν µε κλάδους θάµνων, τους οποίους έκοβαν από την εγγύς περιοχή. Οι ασβεστάδες γνώριζαν πότε οι ασβεστόλιθοι µετατρέπονταν σε ασβέστη και σταµατούσαν τη φωτιά. Αφού άφηναν ανάλογο χρόνο να κρυώσει ο ασβέστης, τότε ήταν έτοιµος για χρησιµοποίηση. Τα καµίνια για κάρβουνα ήταν ένας κατάλληλα διασκευασµένος χώρος επάνω στον οποίο στοίβαζαν, και πάλι κατά µία ορισµένη διάταξη, ξύλα συγκεκριµένης διαµέτρου, στα οποία έβαζαν φωτιά από το κάτω µέρος. Τα ξύλα τα σκέπαζαν, το επάνω µέρος, µε χώµα, ώστε να συγκρατείται η θερµοκρασία µέσα στο καµίνι και να µην γίνονται στάχτη τα κάρβουνα. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 52, βλέπουµε ένα χώρο µε συνεχόµενα και καπνίζοντα καµίνια κάρβουνου:

Φωτ. Νο 52: Τα καµίνια κάρβουνου. Το καµίνι που ήταν µεταξύ Πρώτου Σκαλιού και Αγριόβριζας το είχε κατασκευάσει ο γερο Γιάννης ο Καρµάλης. Είναι αυτονόητο ότι, τα καµίνια, τα κατασκεύαζαν σε τοποθεσίες, όπου υπήρχε η πρώτη ύλη σε ασβεστόλιθους και θάµνους, για τα ασβεστοκάµινα, καθώς και κατάλληλα ξύλα για τα καµίνια κάρβουνου. Επίσης έπρεπε να είναι προσεγγίσιµα µε δρόµο, ώστε να είναι δυνατή η µεταφορά τόσο των πρώτων υλών, όσο και των παραγοµένων προϊόντων. 55. Κάµπος (Κάµπους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη Λατινική λ. campus (= πεδιάδα). ΘΕΣΗ: Η βορείως του Σπερχειού Κωσταλεξιώτικη περιοχή την οποία την ονοµάζουµε Κάµπο (Κάµπου).

19


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», του ΒΙΒΛΙΟΥ ∆ΕΥΤΕΡΟ (ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ ΑΠΟ ΣΠΕΡΧΕΙΟ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΩΣ) ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όταν, έναν Κωσταλεξιώτη ο οποίος κατεβαίνει από το χωριό και πηγαίνει για να περάσει το Σπερχειό και να µεταβεί στον κάµπο, τον ρωτήσεις για τον προορισµό του, θα σου απαντήσει «πάου απού πέρα» (πηγαίνω από πέρα), δηλαδή πέρα από το ποτάµι, από την αντίπερα όχθη του ποταµού, στον Κάµπο. Στα Κωσταλεξιώτικα χωράφια του κάµπου έγινε αναδασµός το 1968. Στην ίδια αεροφωτογραφία, του ανωτέρω ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ, φαίνεται και το Μονοπάτι «Μουνουπάτ’», το οποίο άρχιζε από την Οδική Γέφυρα και, διά µέσου του Κάµπου έφθανε στο χωριό Καλύβια και, από εκεί, έφθανε στο δηµόσιο δρόµο, εκεί που είναι οι Στρατώνες της Λαµίας. Το µονοπάτι. αυτό, το χρησιµοποιούσαν, οι Κωσταλεξιώτες, για να πηγαίνουν στη Λαµία. 56. Καναλάκης (Καναλάκης): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι υποκοριστικό της λ. κανάλι (= αυλάκι κλπ.) < από τη µεταγενέστερη λ. κανάλιον = υποκοριστικό της λ. κανάλης < από τη Λατινική λ. canalis ( = αυλάκι ). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 15. Καλύτερα φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 53, η οποία έχει ληφθεί από το τοπωνύµιο «∆ρόµοι». Η τοποθεσία βρίσκεται Νοτιοδυτικά της Αγριόβρυζας.

Φωτ. Νο 53: Ο Καναλάκης. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η τοποθεσία του Καναλάκη είναι µία µικρή Λάκκα, χωρίς έλατα. Η ιδιαίτερη αξία της έγκειται στο ότι έχει µία πηγή, από την οποία τρέχει νερό. Το νερό είναι πολύ λίγο και, παλιά, έτρεχε από µία κάνουλα (κανάλι) από σκαλισµένο ξύλο ελάτου, την οποία είχαν κατασκευάσει οι τσοπάνηδες, που έβοσκαν, εκεί, τα πρόβατά τους. Ο σκαλισµένος κορµός σχηµάτιζε µία µικρή κούπα και στην άκρη, από την οποία έτρεχε το νερό, στένευε. Από το στενό, αυτό, µέρος έτρεχε το λιγοστό νεράκι της πηγής.

20


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Οι τσοπαναραίοι, επίσης, κατασκεύαζαν µεγάλες κάνουλες (κανάλια) από σκαλισµένους κορµούς ελάτων µεγάλου µήκους, τις ποτίστρες, όπου µαζεύονταν το νερό που έτρεχε και πότιζαν, µε αυτό, τα γιδοπρόβατά τους. Τις ξυλοκάνουλες αυτές τις τοποθετούσαν διαδοχικά, την µία µετά την άλλη, ώστε, όταν γέµιζε η µία µε νερό, να το διοχετεύει στην επόµενη κ.ο.κ. Από αυτές τις κάνουλες (κανάλια) φαίνεται ότι πήρε, η τοποθεσία, την ονοµασία «Καναλάκης». Με άλλα λόγια «Καναλάκης» σηµαίνει η τοποθεσία µε τις κάνουλες (µε τα κανάλια). Στο µονοπάτι που πάει στον Καναλάκι είχε µία ευτράπελη περιπέτεια ο χωριανός µας Κωνσταντίνος Καραναστάσης του Ευθυµίου. Η περιπέτεια, αυτή, είναι η ακόλουθη: Όταν ήταν νέος, ξεκίνησε, µία νύχτα, για να ανέβει, στην περιοχή του Καναλάκη, για κυνήγι. Το ανέβασµα γίνονταν από το γνωστό και µοναδικό µονοπάτι, που ανεβαίνει στον Καναλάκη. Καθώς προσπερνούσε το Πρώτο Σκαλί ακούει, από απέναντι και µέσα από το βουνό, µουσική, κλαρίνα. Φοβήθηκε. Νεράιδες θα είναι σκέφτηκε!! Παρά ταύτα προχώρησε, αλλά η έγνοια και ο φόβος τον έτρωγε. Αυτό τον έκαµε να έχει τις αισθήσεις του τεταµένες στο έπακρο. Μόλις, όµως, προσπερνούσε και το ∆εύτερο Σκαλί, ακούει και πάλι την ίδια µουσική, που προέρχονταν και πάλι µέσα από το βουνό. Τα πράγµατα σκούραιναν. Καλά την πρώτη φορά να παραδεχθούµε ότι ήταν ψευδαίσθηση, αλλά τώρα τί ήταν; Τι µουσική ήταν αυτή, που του έβγαινε συνεχώς µπροστά του συνέχεια και µέσα από το βουνό; Αλλά δεν ήταν και µικρό πράγµα να το βάλλει στα πόδια και να γυρίσει πίσω!!! Ήταν µεγάλη ντροπή και για τον ίδιο τον εαυτό του. Συνέχισε, λοιπόν, το ανέβασµα. Και να που φθάνει στη Φραµµένη. Μόλις ανέβηκε στο δύσκολο, αυτό, σηµείο της διαδροµής, ακούει και για τρίτη φορά τη µουσική. Ε, τώρα τα πράγµατα δυσκολεύουν και δεν είναι, πλέον, «παίξε – γέλασε». Εδώ κάτι το σοβαρό συµβαίνει. Άρχισε να κοιτάζει, γύρω – γύρω, µήπως εντοπίσει από ποιο σηµείο του βουνού έρχεται η µουσική. Και, µε κατάπληξή του, διαπιστώνει ότι δεν είχαν στήσει τρελό χορό οι νεράιδες στο βουνό, αλλά, η µουσική, έρχονταν από το χωριό Φραντζί!!!! Τι συνέβαινε, λοιπόν; Στο Φραντζί γίνονταν ένας γάµος και έπαιζαν τα όργανα. Ο ήχος των οργάνων αντανακλούσε στο βουνό και γύριζε πίσω. Αυτόν τον ήχο, που γύριζε πίσω, άκουγε ο Κώστας και νόµιζε ότι έρχεται µέσα από το ίδιο το βουνό!!!!! Στο ίδιο µονοπάτι είχαµε, όλοι οι χωριανοί, µία περιπέτεια το 1944. Αλλά, αυτή, θα την διαβάσετε στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ (ΠΑΝΙΚΟΣ). 57. Καρατσιόλια (Καρατσιόλια: ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Αποτελείται από τις λ. καρα + τσιόλια. Η λ. καρά: < από την Τουρκική λ. cara (= µαύρος). H λ. τσιόλια: < από τη λ. τσόλι (= το κουρέλι, το τσούλι). Η λ. τσούλι [= χαλί από φθαρµένο ύφασµα (Συνώνυµο: κουρελού)] < από την Τουρκική λ. cul. Οπότε καρατσιόλια = φθαρµένα µαύρα χαλιά, από φθαρµένο ύφασµα. Η λ. τσόλια ή τσιόλια υπάρχει στο Ρουµελιώτικο Γλωσσικό Ιδίωµα και σηµαίνει σκεπάσµατα ( βελέντζες, κουρελούδες κλπ.). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Από τα παραπάνω εξάγεται το συµπέρασµα ότι, στην θέση του τοπωνυµίου, ίσως να κατασκεύαζαν, κάποτε, κάποιο είδος τσολιού, το οποίο είχε µαύρο χρώµα. Από τη δραστηριότητα αυτή, πιθανόν να πήρε και, η θέση κατασκευής του, την ονοµασία «Καρατσιόλια». 21


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

58. Καραχούσος (Καραχούσους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ.: Καρα + χούσος. Η λ. καρα: Ιδέ τοπωνύµιο «Καρατσιόλια». Η λ. χούσος: Προέρχεται από την αρχ. Ελλην. λ. χούς ( = χώµα ), Άρα Καραχούσος = µαύρο χώµα. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 7. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Πράγµατι, το χώµα στον «Καραχούσου», είναι «µαυρόειου» (µαυρόγειο = µαυριδερό). Προφανώς, από αυτό το µαυριδερό χρώµα του χώµατος, πήρε και η περιοχή την ονοµασία Καραχούσος. 59. Κασµάκης (Καζµάκης): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι το υποκοριστικό της λ. κασµάς ή καζµάς < από την Τουρκ. λ. kazma (= σκαπάνη, αξίνα). Άρα, καζµάκης, = µικρός καζµάς, µικρή αξίνα. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Ε», α/α 4. και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η»,α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η παράδοση δεν µας άφησε καµία πληροφορία για την προέλευση του τοπωνυµίου αυτού. Ίσως να προέρχεται από κάποιον, που τον έλεγαν Κασµάκη και ήταν, η περιοχή, δική του ή να συνέβη κάτι εκεί µε πρωταγωνιστή κάποιον Κασµάκη. Στον Κασµάκη υπάρχουν επτά (7) πλατάνια από τα οποία τα τρία είναι πολύ µεγάλα (2004). Κατά τα άλλα βλέπε ΒΙΒΛΙΟ ∆Ω∆ΕΚΑΤΟ (ΒΡΥΣΕΣ), α/α 3 (Βρύση Κασµάκη). 60. Καστάνης (Καστάνης): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Καστάνης (= αυτός που έχει χρώµα καστανό) < από τη λ. καστανός [= που έχει το χρώµα του κάστανου, (ειδικά) που έχει µαλλιά στο χρώµα του κάστανου, καστανοµάλλης] < από τη Βυζαντ. λ. καστανός < από την αρχαία Ελλην. λ. κάστανον. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 8. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το πιθανότερο είναι, η ονοµασία του τοπωνυµίου, να προέρχεται από κάποιον που τον έλεγαν Καστάνη και, η περιοχή, να ήταν δική του ή, πάλι, να συνέβη κάτι εκεί µε κύριο πρόσωπο κάποιον Καστάνη. Κατά την παράδοση, εκεί που είναι το τοπωνύµιο αυτό και συγκεκριµένα εκεί που είναι το σπίτι του Γεωργίου Κανατά του ∆ηµητρίου, υπήρχε µία πουρνάρα11 και ένας άµπλας.12

11 12

Πουρνάρα = δέντρο από πουρνάρι. Την πληροφορία αυτή µου την έδωσε ο Γεώργιος Πανταζής. Του την είπε ο πατέρας του Χρήστος.

22


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

61. Κατσικόλακα (Κατσικόλακα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ. κατσικό +Λάκκα. Η λ. κατσικό: < από τη λ. κατσίκι < είτε από την Αλβαν. λ. Kats, είτε από την Τουρκ. λ. Κeci (= γίδα). Η λ. λάκα: Βλέπε τοπωνύµιο του Αγά η Λάκα (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι», ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, α/α 1). Η λ. «κατσικόλακα», συνεπώς, σηµαίνει λάκα των κατσικιών. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 20. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Είναι προφανές ότι, στην εξεταζόµενη περιοχή, θα υπήρχε, παλιά, κάποια λάκκα, πράγµα που σηµαίνει ότι, η γύρω περιοχή, ή θα ήταν δασωµένη µε µεγάλα δέντρα ή θα ήταν γεµάτη θάµνους από πουρνάρια, σκίνα και παλιούρια, τα οποία φυτρώνουν και σήµερα εκεί. Και για να ονοµάσουν τη λάκα αυτή «Κατσικόλακα», σηµαίνει ότι κάποια κατσίκια πρέπει να ήταν εκεί. Το πιθανότερο είναι ότι, εκεί κοντά, θα υπήρχαν γιδοµάντρια και, όταν γεννούσαν οι κατσίκες, θα ξεχώριζαν τα κατσίκια και θα τα φύλαγαν στη λάκα, για την οποία µιλάµε. Από τα κατσίκια αυτά θα πήρε, η λάκκα, την ονοµασία «Κατσικόλακα». 62. Καψάµµος (Καψάµµους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ. κάψα + άµµος. Η λ. κάψα: < από το αρχ. Ελλην. ρήµα καίω (αόριστος έκαψα). Η λ. άµµος: Βλέπε στο τοπωνύµιο Αµµόχηµα (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι», ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, α/α 13) . ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 23 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 10. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Είναι η περιοχή που περιβάλλεται, ανατολικά, βόρεια και δυτικά, από το µεγάλο «κουλούρι» του Σπερχειού, που σχηµατίζεται εκεί. Από την ονοµασία του τοπωνυµίου µπορούµε να καταλάβουµε ότι, όταν λέµε «Καψάµµος», εννοούµε καυτερή άµµος. Και όντως, στον Καψάµµο, το καλοκαίρι δεν µπορούσαµε να περπατήσουµε ξυπόλυτοι, γιατί, η άµµος, έκαιγε υπερβολικά από τον ήλιο. Στον Καψάµµο: Πρέπει να έγινε η αιχµαλωσία και, πιθανότατα, η σφαγή του αιχµαλωτισθέντος, από τους Βυζαντινούς, βουλγαρικού στρατού κατά την ιστορική ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ. Βλέπε ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ). Φύτευαν, παλιά, αµπέλια. Υπήρχε ένας δρόµος, ο οποίος άρχιζε από την είσοδο του Καµάµµου και έφθανε στο Γκιόλι του Λούκα (Βλέπε οµώνυµο τοπωνύµιο στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, α/α 35). Τα χωράφια δεν είναι ποτιστικά. Λόγω υψοµετρικής διαφοράς δεν µπορεί να φθάσει, εκεί, το νερό του Αυλακιού. 63. Κέδρος (Κέδρους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από την αρχ. Ελληνική λ. κέδρος (= είδος κωνοφόρου δέντρου µε αρωµατικό ξύλο ). 23


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 32. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Φαίνεται ότι κάποτε, θα υπήρχε , εκεί, κάποιος κέδρος και, από αυτόν, θα πήρε και η περιοχή την ίδια ονοµασία. Τώρα δεν υπάρχει κέδρος εκεί. Έναν κέδρο τον βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 54:

Φωτ. Νο 54: Ένας κέδρος . 64. Κήποι ή Κήπια (Κήποι ή Κήπγια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. κήπος. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 8 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 11. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Κάθε οικογένεια προσπαθούσε να κρατήσει ένα κοµµάτι, από το γιούρτι της και να µην το φυτέψει µε καπνό, προκειµένου να το χρησιµοποιήσει σαν κήπο, να το φυτέψει, δηλαδή, µε διάφορα κηπευτικά, όπως ντοµάτες, κολοκυθιές, µελιτζάνες, πιπεριές, αγγουριές κλπ. Τους κήπους αυτούς τους πότιζαν µε το λιγοστό νεράκι των βρυσών και όσοι, βέβαια, ήταν κοντά σ’ αυτές. Αν δεν υπήρχε νερό τότε φύτευαν µόνο ανοιξιάτικα κηπευτικά, όπως κουκιά, µαρούλια, κρεµµυδάκια, σκόρδα κλπ. Ένα µέρος το οποίο το χρησιµοποιούσαν, αποκλειστικά και µόνο για κήπους, ήταν αυτό που βρίσκεται βορειοδυτικά της βρύσης της ψωριάρας (ψουργιάρας) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 8) και φέρει την ονοµασία περιβόλια ή κήπια της ψωριάρας (πιρ’βόλια ή κήπγια τ’ς ψουργιάρας). Να τι αναφέρεται, για την περιοχή αυτή, στην υπ’ αριθ. 16/430 «΄Εκθεση Πραγµατογνωµοσύνης» της 18ης Οκτωβρίου 1879 [(ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ (ΑΓΟΡΡΑ ΤΣΙΦΛΙΚΙΩΝ), ΠΟΣΘΗΚΗ «1/ΚΖ», σελίδα 4]: «Το περιβόλιον (κήπος) κείται εντός του πρώτου τεµαχίου (αλλά δεν συµπεριλαµβάνεται εντός αυτού) 13 και παρά την µνησθείσαν πηγήν ψωριάρα και κάτωθεν αυτής, εξαιρεθέν δε, κατά την καταµέτρησιν του πρώτου τεµαχίου, εµετρήθη χωριστά και ευρέθη, το όλον, στρέµµατα εννέα και µέτρα 690 (9,690/1000)». Τα στρέµµατα, αυτά, µοιράσθηκαν στη µέση, τότε, µεταξύ των Κωσταλεξιωτών που είχαν αγοράσει το τσιφλίκι του Σαΐταγά και του τσιφλικά Λεωνίδα Τράκα και πήραν από 13

Εννοεί δεν συµπεριλαµβάνεται στην καταµέτρηση της εκτάσεως του 1ου τεµαχίου

24


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ τέσσερα στρέµµατα και 845 τετραγωνικά µέτρα εκάστη πλευρά. Όταν, το 1923, αγοράσθηκε και το τσιφλίκι των Τρακαίων, τότε περιήλθε, ολόκληρη η περιοχή, στην κυριότητα των Κωσταλεξιωτών. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, στην περιοχή αυτή, υπήρχαν πολύ µικρές ιδιοκτησίες, οι οποίες φαίνονται, καλύτερα, στην επόµενη φωτογραφία Νο 55:

Φωτ. Νο 55: Κήποι Ψωριάρας. Ένα άλλο µέρος το οποίο το χρησιµοποιούσαν, αποκλειστικά, για κήπους, ήταν αυτό περί τα εκατό µέτρα βορειοανατολικά από τη Βρύση της Παναγίας (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 11). Οι κήποι, εκεί, ποτίζονταν από το νερό της βρύσης αυτής. Εκεί είχαν κήπους, κυρίως, οι αδελφοί ∆ηµήτριος και Χρήστος Πανταζής και ο Τριαντάφυλλος Καρµάλης, ο οποίος, µε το ίδιο νερό, πότιζε και τα παρακείµενα καπνά του. Κηπευτικά φύτευαν, επίσης, στα Ποτιστικά (Πουτιστ’κά), στα Ρεντιφαίικα (Ριντ’φαίικα)14 και στο Περίβολο (Πιρίβουλου). Όλα αυτά θα τα βρούµε γραµµένα στα τοπωνύµια Περιβόλια (Πιρ’βόλια) και Περίβολο (Πιρίβουλου) αντίστοιχα. Από τότε που το χωριό υδροδοτήθηκε, φυτεύουν, όλοι, κηπευτικά στα γιούρτια τους και καταργήθηκαν οι παραδοσιακές τοποθεσίες κήπων και περιβολιών. Οι ονοµασίες όµως, των περιοχών αυτών, παρέµειναν. 65. Κλείστρα (Κλείστρα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. κλειστός < από το αρχ. Ελλην. ρήµα κλείω (= κλείνω). ΘΕΣΗ: Η θέσης φαίνεται στην επόµενη Φωτογραφία Νο 56:

14

Τα «Ριντφαίικα» είναι η περιοχή που βρίσκεται νότια από το σπίτι του Γεωργίου Αθανασίου του Ιωάννου. Το παρατσούκλι του κλάδου του ανωτέρω Αθανασίου είναι «Ριντφαίοι». Από το παρατσούκλι αυτό πήρε και η περιοχή, που αναφέραµε, την ονοµασία «Ρινφαίικα».

25


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 56: Κλείστρα. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η Κλείστρα ήταν µία µικρή και επικλινής λάκκα, η οποία περιβάλλονταν από βράχια. Η είσοδος και η έξοδος, σ’ αυτή και από αυτή, γίνονταν, αποκλειστικά και µόνο, από ένα στενό πέρασµα το οποίο ήταν στο Ανατολικό µέρος της λάκας από την πλευρά του δρόµου προς την Παναγία. Από αυτό το κλείσιµο της λάκκας την ονόµασαν «Κλείστρα». Πριν από µερικά χρόνια έγινε απόληψη µεγάλων ποσοτήτων χαλασµάτων (βράχων), βόρεια της Κλείστρας, τα οποία τα χρησιµοποίησαν για την κατασκευή του φράγµατος του Μπικιορέµατος στη θέση Λειβάδια. Η απόληψη αυτή των χαλασµάτων έφθασε µέχρι τη βόρεια παρυφή της Κλείστρας και συµπεριέλαβε και ένα µέρος αυτής. Το µέρος της Κλείστρας που απέµεινε φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 57:

Φωτ. Νο 57: Η Κλείστρα.

66. Κλεφτονέρι και ∆εύτερο Σκαµνί ή Σκαλί. (Κλιφτουνέρ’ κι ∆εύτιρου Σκαµνί ή Σκαλί): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ.: κλεφτο + νέρι. Η λ. κλεφτο: < από τη λ. κλέφτης < από την αρχ. Ελλην. λ. κλέπτης. Η λ. νέρι: < από το Βυζαντ. νερόν < από το µεταγενέστερο επίθετο νηρόν < από το αρχ. Ελλην. επίθετο νεαρόν ( = ύδωρ). Η λ. Σκαµνί < Από τη Βυζαντ. λέξη σκαµνί(ο)ν = υποκοριστικό της λ. σκάµνον < από τη Λατινική λ. scamnum. Η λ. σηµαίνει το ξύλινο κάθισµα χωρίς ερεισίνωτο.

26


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Η λ. ερεισίνωτο (= το πίσω µέρος του καθίσµατος όπου ακουµπά η πλάτη) < από το ερείδω (= υποστηρίζω) + νώτα = υποστηρίζω την πλάτη. Η λ. Σκαλί: Προέρχεται από τη λ. σκάλα, που σηµαίνει κλίµακα. Το σκαλί είναι η µία βαθµίδα (σκαλοπάτι) της σκάλας < Από τη Λατιν λ. skala.

ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Β», α/α 14. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στη θέση του τοπωνυµίου υπάρχει ένας µεγάλος βράχος. Στο επάνω µέρος του βράχου, όπου περνά και το µονοπάτι που πηγαίνει στον Καναλάκη, το έδαφος είναι βραχώδες και ανώµαλο και, όταν ανεβαίνει κανείς στο σηµείο εκείνο είναι σαν να ανεβαίνει τα σκαλιά µιας σκάλας ή σαν να ανεβαίνει ένα Σκαµνί. Από το γεγονός αυτό, το σηµείο εκείνο, έλαβε την ονοµασία Σκαλί ή Σκαµνί και επειδή, πιο Νότια, είναι το Πρώτο Σκαλί ή Σκαµνί (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Β», α/α 24), τούτο, στο οποίο αναφερόµαστε, πήρε το αριθµό «∆εύτερο». Στη ρίζα του βράχου υπάρχει µία σπηλιά. Μέσα σ’ αυτή στάζει, από την οροφή της, λίγο νερό. Προφανώς, από το νερό αυτό, έπιναν, κάποτε, οι κλέφτες και, γι’ αυτό, του έδωσαν την ονοµασία Κλεφτονέρι. 67. Κοκκινιές (Κουκκινιές): Ο ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη λ. κόκκινος < από την αρχ. Ελλην. λ. κόκκος (= ουσία για βάψιµο). Η έννοια του κόκκινος (ερυθρός), οφείλεται στη χρησιµοποίηση ορισµένων κόκκινων κόκκων πρίνου (= πουρναριού) για την κατασκευή του κόκκινου χρώµατος. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στις Κοκκινιές το χώµα είναι κοκκινωπό. Από το γεγονός αυτό πήρε, η εκεί περιοχή, την ονοµασία Κοκκινιές. 68. Κόκκινο Μπάλωµα και Σκλάβος (Κόκκινου Μπάλουµα κι Σκλάβους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. κόκκινο: Βλέπε προηγούµενο τοπωνύµιο α/α 67 (Κοκκινιές). Η λ. µπάλωµα (= έχει αρκετές έννοιες, µία των οποίων είναι και το µικρό κοµµάτι ύφασµα για την επιδιόρθωση εφθαρµένου ενδύµατος) < από τη Βυζαντ. λ. εµπάλωµαν < από τη λ. εµβάλωµα < από τη λ. εµβαλλώνω < από το αρχ. Ελλην. ρήµα εµβάλλω [= τοποθετώ (κάτι) εντός , ρίχνω µέσα ]. Η λ. σκλάβος < από το Βυζαντινό σκλαβηνός < από το σλαβηνός. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 18. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το «µπάλωµα» αυτό είναι ένας βράχος µε κόκκινο χρώµα. Επειδή, το κόκκινο αυτό χρώµα, είναι το µοναδικό στην περιοχή, οµοιάζει, σαν «µπάλωµα», µέσα στο γκρίζο χρώµα των λοιπών βράχων που είναι εκεί και του πρασίνου χρώµατος των ελάτων και των θάµνων που επικρατεί στη γύρω περιοχή. Από το γεγονός αυτό πήρε, ο βράχος, την ονοµασία Κόκκινο Μπάλωµα. Το Κόκκινο Μπάλωµα το ονοµάζουν και Σκλάβο. Είναι άγνωστο από πού έλαβε και την ονοµασία αυτή.

27


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

69. Κοκκινόβραχος (Κουκινόβραχους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετη από τις λ.: Κοκκινό + βράχος. Η λ. κοκκινό: Βλέπε προηγούµενο τοπωνύµιο, α/α 67 (Κοκκινιές). Η λ. βράχος: < από την αρχ. Ελλην. λ. βράχεα < από τον πληθυντικό (βραχέα) του αρχ. Ελλην. επιθέτου βραχύς. Η λ. βραχέα σήµαινε τα ρηχά, τα αβαθή νερά της θάλασσας και, αργότερα, τις απόκρηµνες και πετρώδεις ακτές. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 27. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Ο βράχος, αυτός, αναφέρεται στο ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ (ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ – ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ). Αποκαλύφθηκε µετά το σεισµό, ο οποίος κατέστρεψε το παλιό χωριό, σύµφωνα µε το γνωστό µας θρύλο. Τότε έλαβε και την ονοµασία του, Κοκκινόβραχος, επειδή το χρώµα του, είναι κόκκινο.. 70. Κοπρισιές (Κουπρισιές): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λ. κόπρισµα ( = λίπανση µε κοπριά ) < από το αρχ. Ελλην. ρήµα κοπρίζω < από την αρχ. Ελλην. λ. κόπρος. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 15. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Παλιά που δεν υπήρχαν λιπάσµατα, πριν από τον πόλεµο του 1940 και κατά τη διάρκεια της γερµανοϊταλικής κατοχής, λίπαιναν τα χωράφια µε τις κοπριές των ζώων. Τις κοπριές τις κουβαλούσαν µε τα ζώα, στα οποία φόρτωναν τα γαλίκια,15 τα οποία τα γέµιζαν µε αυτές. Οι Κοπρισιές ήταν κοντά στο χωριό και δέχονταν, κατά κύριο λόγο, τις περισσότερες κοπριές. Αυτό το κόπρισµα (λίπανση µε κοπριά) των χωραφιών, εκεί, ήταν η αιτία να πάρει, η περιοχή, το όνοµα Κοπρισιές. 71. Κοροµηλίτσα (Κουρουµπ’λίτσα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι υποκοριστικό της λ. Κοροµηλιά. Λεπτοµέρειες για το τοπωνύµιο αυτό θα τις βρούµε στο ΠΑΡΑΤΗΜΑ «Ι» ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, τοπωνύµιο α/α 9 (Αγριόβρυζα) και στην παράγραφο: Κοροµηλίτσα (Κουρουµπ’λίτσα). 72. Κουλούρια (Κ’λούργια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη Βυζαντ. λ. κουλλούριν < από τη µεταγενέστερη λ. κολλούριον < από την αρχ. Ελλην. λ. κολλύριον = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. κολλύρα (= κουλούρα) < ίσως από τη συνώνυµη αρχ. Ελλην. λ. κόλλιξ. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 9.

15

Γαλίκια = µεγάλα κοφίνια Αγνώστου ετύµου. Η λ. κοφίνια: = πληθυντικός της λ. κοφίνι [= πλεχτό κατασκεύασµα (καλάθι) από κλαδιά λιγαριάς (καναπίτσας) ή λεπτά σχίσµατα από νεροκάλαµο] < από το µεταγενέστερο κοφίνιον = υποκοριστικό του αρχ. Ελλην. κόφινος.

28


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η περιοχή αυτή περιβάλλεται, από βόρεια, δυτικά και νότια, από τον Σπερχειό ποταµό, ο οποίος, στην περιοχή εκείνη, δίδει την εικόνα µίας µεγάλης κουλούρας. Αυτός είναι και ο λόγος που την ονοµάζουν Κουλούρια (Κ’λούργια). 73. Κουµαριά (Κουµαργιά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από το όνοµα του θαµνοειδούς φυτού κουµαριά < από τη Βυζαντ. λ. κουµαρέα < από την αρχ. Ελλην. λ. κόµαρον ( = ο καρπός της κουµαριάς = το κούµαρο). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 13. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή, αυτή, φυτρώνουν πολλές κουµαριές, οι οποίες, το φθινόπωρο και το χειµώνα, βγάζουν πολλά κόκκινα κούµαρα. Οι κουµαριές, που φυτρώνουν εκεί, έδωσαν το όνοµά τους στην περιοχή. 74. Κουµούλες (Κ’µούλις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι ο πληθυντικός του θηλυκού γένος του επιθέτου κούµουλος < από το Λατινικό cumulus (= σωρός). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 19. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Μετά την αγορά του τσιφλικιού του Σαΐταγα, από τους επτά Κωσταλεξιώτες, αλλά και κατά το 1879, όταν καταµετρήθηκε ολόκληρη η περιοχή του Κωσταλεξίου και ξαναµοιράστηκε µεταξύ Κωσταλεξιωτών και Λεωνίδα Τράκα, σύµφωνα µε τη σχετική «Έκθεση Πραγµατογνωµοσύνης» και προκειµένου να προσδιορίσουν, µε ακρίβεια, τα σύνορα µεταξύ των ιδιοκτησιών των ανωτέρω, κατασκεύασαν και τοποθέτησαν τις Κουµούλες (Κ’µούλις). Οι Κουµούλες ήταν τοίχοι, σαν πυραµίδες, κατασκευασµένες από πέτρες και ασβεστοκονίαµα. 75. Κούτσουρα (Κούτσουρα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Κούτσουρο = τµήµα κορµού δέντρου χωρίς κλαδιά < Ίσως από τη Βυζαντ. λ. κόψουρον = σύνθετο από τις λ.: κοψ + ούρον. Η λ. κοψ: < από το αρχ. Ελλην. ρήµα κόπτω (αόριστος έκοψα). Η λ. ούρον: < από την αρχ. Ελλην. λ. ουρά. Άρα κούτσουρο = κόψουρον = κοµµένη ουρά. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 9. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όλοι φανταζόµαστε ότι, για να ονοµάζουν έτσι την ανωτέρω περιοχή, θα έχει σχέση µε κάποια κούτσουρα, που θα βρέθηκαν εκεί. Ποια ήταν, όµως, αυτά τα κούτσουρα δεν το γνωρίζαµε. Να, όµως, που ο µπαρµπα Θανάσης ο Στραβοτζιάννης

29


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ (ου µπαρµπα Θανάης ου Στραβουτζιάνης)16 µας έλυσε το πρόβληµα αυτό. Να τι µας είπε: Κατά τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο είχαν έλθει, στο χωριό µας, Αγγλογάλλοι, οι οποίοι έκοβαν, από το βουνό, έλατα. Τα κούτσουρα από τα έλατα, τα µετάφεραν, µε εργάτες, στη θέση του τοπωνυµίου για το οποίο συζητούµε. Στο χώρο συγκεντρώσεως των κούτσουρων τα τοποθετούσαν το ένα επάνω στο άλλο και δηµιουργούσαν στοίβες από αυτά. Από τα κούτσουρα , αυτά, πήρε και το τοπωνύµιο την ίδια ονοµασία, δηλαδή «Κούτσουρα». Να λοιπόν από πού προέρχεται η ονοµασία του τοπωνυµίου. Τα κούτσουρα τα µετέφεραν, µε κάρα, στον Κοµποταδίτικο τον Αϊ Λιά, όπου, µαζί µε άλλα που συγκέντρωναν εκεί από άλλα µέρη, τα έριχναν µέσα στο νερό του Σπερχειού. Το νερό τα µετέφερε στη θάλασσα, όπου τα συγκέντρωναν, τα φόρτωναν σε πλοία και τα µετέφεραν στη Μακεδονία για την κατασκευή οχυρωµατικών έργων. Ασφαλώς, πολλοί χωριανοί µας, θα δούλεψαν στην κοπή και µεταφορά των κούτσουρων, αλλά και µε µεγάλη τους θλίψη θα έβλεπαν την καταστροφή του φυσικού πλούτου της Κωσταλεξιώτικης περιοχής και της χώρας γενικότερα. Τότε έκαµαν την εµφάνισή τους στο χωριό µας και καµήλες, τις οποίες, οι χωριανοί µας, τις έβλεπαν για πρώτη φορά. Με την ευκαιρία που κουβεντιάζουµε για τα Κούτσουρα, να σας διηγηθώ µία ιστορία, την οποία µου διηγήθηκε ο Μασούρας Αθανάσιος. Την ιστορία αυτή την άκουσε από τον πατέρα του, τον µπαρµπα Γιάννη. ∆ιαβάστε την: Τότε, την εποχή που έκοβαν τα κούτσουρα οι Αγγλογάλλοι, ήταν εγκατεστηµένη, στη σιδηροδροµική γέφυρα του Σπερχειού, µία οµάδα Γάλλων στρατιωτών για τη φύλαξή της. Ένας στρατιώτης, από αυτούς, έρχονταν στο χωριό, κάθε τόσο και λιγάκι, για να αγοράσει αυγά. Ο στρατιώτης αυτός ήταν οπλισµένος, πάντοτε, µε ένα µεγάλο περίστροφο. Από την πλευρά του χωριού µας ήταν τρεις παλαβούτσικοι και ατίθασοι νέοι εκείνης της εποχής. Αυτοί ήταν ο Μήτσιος ο Τρικούπης (ου Μήτσιους ου Τρικούπ’ς), ο Γιώργος ο Κρεκούζας (ου Γιώργους ου Κρικούζας) και ο Σταύρος Ο Πανταζής (ου Σταύρους ου Πανταζής) 17 . Οι νέοι αυτοί έβαλαν στο µυαλό τους, να σκοτώσουν το Γάλλο στρατιώτη, για να του πάρουν το περίστροφο!!! Για να το πετύχουν αυτό, θα του έστηναν ενέδρα εκεί στα «Κούτσουρα» και στο σηµείο όπου, ο δρόµος που κατεβαίνει προς τον κατήφορο και πηγαίνει για τις φυτίστρες (φ’τίστρις), συναντά το ρέµα που έρχεται από τον Άγιο Αθανάσιο. ∆εν υπήρχαν, τότε, σπίτια εκεί. Έλα όµως που, οι τρεις φίλοι, δεν είχαν όπλα για να σκοτώσουν το Γάλλο!! Για να τα αποκτήσουν λήστεψαν την αποθήκη, όπου φυλάγονταν το όπλα των χωριανών µας, που τα είχαν µαζέψει για να τα παραδώσουν και πήραν τρεις γκράδες (γκράδις)18 και σφαίρες. Εν τω µεταξύ, οι γεροντότεροι, έµαθαν τα σχέδια των «παλληκαριών», καθώς και ότι αυτοί έκλεψαν τα όπλα και τις σφαίρες από την αποθήκη που ήταν φυλαγµένα. Τρέχουν να τους 16

Πρόκειται για το Αθανάσιο Τριανταφύλλου, από το χωριό Κοµποτάδες, ο οποίο διέµενε στο Κωσταλέξι κοντά στη κόρη του, η οποία είχε παντρευτεί τον Κωσταλεξιώτη Αθανάσιο Μασούρα του Ιωάννου. Τον αναφέρουµε και στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ). Εκεί υπάρχει και η φωτογραφία του. 17 Το πραγµατικό ονοµατεπώνυµο του Τρικούπη ήταν Μασούρας ∆ηµήτριος του Αθανασίου (αδελφός του πατέρα του Αθανασίου Ιωάννου Μασούρα που µου διηγήθηκε την ιστορία). Το κανονικό όνοµα «τ’ Κρικούζα» ήταν Παπακυριαζής. Το επώνυµο του Πανταζή είναι το κανονικό. Ο Σταύρος Πανταζής ήταν ο µικρότερς αδελφός του Πατέρα, Χρήστου, του γράφοντος. Γεννήθηκε, περίπου, το 1897 και απεβίωσε το 1918, σαν στρατιώτης, στη Χαλκίδα από την, τότε, επιδηµία της γρίπης. Άρα τα γεγονότα που διηγούµαστε συνέβησαν πριν το 1918. 18 Γκράδις = γκράδες = πληθυντικός του γκράς = παλαιό οπισθογεµές πολεµικό πυροβόλο όπλο του πεζικού. Την ονοµασία του την έλαβε από το Γάλλο εφευρέτη του Gras. Το ότι, οι Αγγλογάλλοι, είχαν φθάσει στο σηµείο να διατάξουν τη συγκέντρωση και παράδοση των όπλων των χωρικών δεν το γνώριζα και το µαθαίνω, τώρα (2002), για πρώτη φορά.

30


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ συλλάβουν, πριν προλάβουν, οι άµυαλοι, να κάµουν το κακό. ∆εν τα κατάφεραν, όµως, τους ξέφυγαν. Οι φυγάδες πήγαν και κρύφτηκαν στη θέση Γκαµαλέτσος (Γκαµαλέτσους). Αλλά δεν είχαν τι να φάνε και τους θέρισε η πείνα (κι τ’ς θέρ’σ’ η πείνα).19 Επάνω στην απόγνωσή τους, έκαµε την αποκοτιά «ου Κρικουζουγιώργους». Πήγε κρυφά στο σπίτι του, για να κλέψει µποµπότα20 και να φύγει. Έλα, όµως, που είχαν γνώση οι γεροντότεροι, οι οποίοι είχαν αντιληφθεί, που θα τους οδηγούσε η πείνα και καιροφυλακτούσαν, περιµένοντας να κάµουν το εγχείρηµα!!! Έτσι αντιλήφθηκαν την έλευση του «Κρίκουζουγιώργου», τον συνέλαβαν και τον έδεσαν σε µία συκιά. Οι άλλοι δύο, που περίµεναν, πως και πως, τη µποµπότα στον Γκαµαλέτσο, όταν είδαν ότι δεν γύρισε ο «Κρικούζας», κατάλαβαν ότι τον συνέλαβαν. Επίσης κατάλαβαν ότι, περαιτέρω παραµονή τους εκεί, θα είχε σαν συνέπεια να συλληφθούν και οι ίδιοι. Αποφάσισαν λοιπόν να φύγουν. Πρώτα, όµως, έριξαν µερικές τουφεκιές στον αέρα και ειδοποίησαν που είναι κρυµµένα τα όπλα, για να τα πάρουν. Έφυγαν και πήγαν στη Θεσσαλία, όπου, για να ζήσουν, µάζευαν καπνό.21 Κάτι, όµως, έκαµαν και εκεί και τους κυνήγησαν, µε αποτέλεσµα να γυρίσουν στο χωριό. Έτσι έληξε, άδοξα, η Οδύσσεια των τριών ατίθασων χωριανών µας και γλίτωσε, από το θάνατο, ο Γάλλος, αλλά και, από τα φοβερά αντίποινα των Γάλλων, οι Κωσταλεξιώτες. 76. Κριθάρια (Κ’θάργια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη µεταγενέστερη λ. κριθάριον = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. κριθή. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 19. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: «Κ’θάργια» είναι η περιοχή εκατέρωθεν του Κριθαρορέµατος (Κ’θαρουρέµατους), το οποίο φαίνεται στο ίδιο, ανωτέρω, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ» µε τον α/α 4. Είναι προφανές ότι στην περιοχή αυτή, παλιά, έσπερναν πολλά κριθάρια. Από το γεγονός αυτό πήρε και την ονοµασία που έχει. Στο πρόσφατο παρελθόν, µέχρι το τέλος της 10ετίας του 1940, φύτευαν, στα Κριθάρια, πολλά αµπέλια. Όλη η περιοχή ήταν κατάφυτη από αµπέλια. Το 1941, όταν οι Γερµανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα και καταδίωκαν τους Άγγλους στα Θερµοπύλια, είχαν καταφύγει, στο χωριό µας, δύο Άγγλοι στρατιώτες. Τους Άγγλους αυτούς τους οδήγησαν, οι χωριανοί µας, στα Κριθάρια, για να αποφύγουν τη σύλληψή τους από τους Γερµανούς. Εκεί τους πήγαιναν φαγητό εκ περιτροπής. Κάποια µέρα τους πήγα και εγώ, µαζί µε την αδελφή µου Ζωή, φαγητό, το οποίο ήταν κοτόπουλο γιαχνί µε κρεµµύδια. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 58, φαίνεται το Κριθαρόρεµα µε τα, εκατέρωθεν αυτού, Κριθάρια. Η φωτογραφία έχει ληφθεί από το ύψωµα Μάραθος (Μάραθους).

19

Τους θέρισε η πείνα (Τ’ς θέρ’σ’ η πείνα). Η λ. θέρισε σηµαίνει, εκτός από το κόβω σιτηρά ή χόρτο και βασανίζω. Άρα τους θέρισε η πείνα = τους βασάνιζε η πείνα. 20 Μπουµπότα = µποµπότα (= ψωµί από καλαµποκάλευρο) < από το Βενετικό bobotta. Η µποµπότα, την εποχή εκείνη, ήταν το συνηθισµένο ψωµί των χωρικών, λόγω της µεγάλης φτώχειας που τους κατέτρεχε. Τη µποµπότα την έψηναν στο φούρνο ή στη γάστρα. Μόλις έβγαινε από το φούρνο ήταν µαλακιά, όταν ξηραίνονταν, όµως, γίνονταν τόσο σκληρή, που, όπως έλεγαν χαριτολογώντας, δεν την τρυπάει ούτε ο Γκράς (δε ντ’ ντρυπάει ούτ’ ου γκράς), εννοώντας η σφαίρα του Γκρά. 21 Αφού µάζευαν καπνό, σηµαίνει ότι, τα γεγονότα, εξελίχθηκαν καλοκαίρι.

31


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 58: Το Κριθαρόρεµα και τα Κριθάρια όπως φαίνονται από το ύψωµα Μάραθος. Στο βάθος, δεξιά, φαίνεται ο Κάκκαβος. 77. κυρ Νικόλας (κυρ Νικόλας): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. κυρ: < από την αρχ. Ελλην. λ. κύριος. Η λ. Νικόλας: < από τη λ. Νικόλαος < από τις αρχ. Ελλην. λ. νίκη + λαός. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 20. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η ονοµασία του τοπωνυµίου προέρχεται, κατά πάσα πιθανότητα, από το όνοµα κάποιου ιδιοκτήτη της περιοχής που τον έλεγα Νικόλαο. Στην περιοχή του κυρ Νικόλα υπάρχει µία µεγάλη λάκκα. Η λάκκα, αυτή, ήταν καλλιεργήσιµα χωράφια ιδιοκτησίας, κυρίως, των Ευθυµίου Γεωργίου και Ευθυµίου ∆ηµητρίου (του Σπύρου), οι αποκαλούµενοι «Θυµνιουγιώργους» και «Θυµνιουµήτσιους» αντίστοιχα). Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 59, φαίνεται η λάκα του «Θυµνιουµίτσιου».

Φωτ. Νο 59: Η Λάκα του «Θυµνιουµήτσιου». Όπως έχουµε γράψει και στο τοπωνύµιο Αµπλάδες (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, α/α 15), υπήρχε, στον κυρ Νικόλα, ένας άµπλας. Εκατό, περίπου, µέτρα βορειοανατολικά της θέσεως του άµπλα υπάρχει ένας πλάτανος. Η ύπαρξη του πλάτανου αυτού σηµαίνει ύπαρξη νερού, το οποίο µπορούµε, βέβαια, να το συνδυάσουµε µε την ύπαρξη του άµπλα, τον οποίο αναφέραµε 32


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ προηγουµένως. Στον πλάτανο, αυτόν, στάλιζαν τα γιδοπρόβατα και τα βόδια του Βελέντζα Ιωάννου. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 60, φαίνεται ο ανωτέρω πλάτανος.

Φωτ. Νο 60: Ο Πλάτανος στον κυρ Νικόλα. Κατά την επίσκεψή µου, στον κυρ Νικόλα, µου έκαµε µεγάλη εντύπωση η οµορφιά µίας κοκορέτσας, η οποία ήταν φορτωµένη από πλήθος κάποιων σπόρων µε έντονο κόκκινο χρώµα. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 61, φαίνεται αυτή η κοκορέτσα.

Φωτ. Νο 61: Η κοκορέτσα στον κυρ Νικόλα. Ακόµη θα πρέπει να σηµειώσω ότι, στον κυρ Νικόλα, είχε την ευγενή καλοσύνη να µε µεταφέρει, µε το γεωργικό του ελκυστήρα, ο κ. Βασίλης Στρωµατιάς του Γεωργίου, ο οποίος µε έχει βοηθήσει ποικιλοτρόπως στη συγγραφή του παρόντος. Το Βασίλη, µε τον ελκυστήρα του, τον βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 62:

33


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 62: Ο Βασίλης Στρωµατιάς του Γεωργίου.

78. Λειβάδι (Λειβάδ’): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Λειβάδι (= έκταση γης σκεπασµένη µε χορτάρι για βοσκή, βοσκότοπος) < από το Βυζαντινό λιβάδιν < µεταγενέστερο λιβάδιον < από το αρχαίο λιβάς (= σταλαγµός νερού, στάσιµο νερό, ρυάκι) < λείβω (= στάζω, χύνω – κάνω σπονδή). ΘΕΣΗ: Το Λειβάδι δεν είναι µία συγκεκριµένη θέση, αλλά µία ευρύτερη περιοχή περιλαµβάνοντας τις επί µέρους περιοχές των ορεινών τοπωνυµίων «Ρούµπαλου» (Ρούµπαλο), Πετσαλούδα (Πιτσαλούδα), Μάλλα Ρόγκι (Μάλλα Ρόγκι) και Κοκκινόβραχος (Κουκκινόβραχους). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το 1846, αγοράσθηκε το ∆υτικό µισό τσιφλίκι του Αχµέτ Εφένδη, οποίος ήταν τσιφλικάς ολόκληρης της Κωσταλεξιώτικης περιοχής. Ο Αχµέτ Εφένδης είχε, τότε, πεθάνει και, το ανωτέρω τσιφλίκι, το κληρονόµησε η Χήρα γυναίκα του. Η χήρα όρισε Πληρεξούσιο αντιπρόσωπό της τον αδελφό της Σαϊταγά. Με τον Σαϊταγά έγιναν όλες οι διαπραγµατεύσεις για την αγορά του ανωτέρω µισού τσιφλικιού. Οι Κωσταλεξιώτες, από τότε και ένεκα της αγοράς του ανωτέρω τσιφλικιού είχαν, στην κυριότητά τους το ∆υτικό µισό λειβάδι. Το άλλο µισό το είχε ο Οπλαρχηγός – τσιφλικάς Κοµνάς Τράκας, ο οποίος το αγόρασε από τον Αχµέτ Εφένδη, το 1833, όταν ζούσε ακόµη αυτός (ο Αχµέτ Εφένδης). Από το 1923, που αγοράσθηκε, από τους Κωσταλεξιώτες, και το τσιφλίκι του Νικολάου Τράκα και της αδελφής του Ειρήνης, κληρονόµων του Λεωνίδα Τράκα - γιού του Κοµνά Τράκα - ανήκει, σ’ αυτούς, ολόκληρη η περιοχή του λειβαδιού, εξ αδιαιρέτου, σε όλους τους Κωσταλεξιώτες. Από την περιοχή αυτή είχε (και έχει), κάθε Κωσταλεξιώτης, ορισµένα ποσοστά. Τα ποσοστά, αυτά, ήταν αντικείµενο αγοραπωλησίας µαταξύ των. Ο ορεινός αυτός βοσκότοπος (χορτολειβαδική έκταση) ενοικιάζονταν (και ενοικιάζεται) σε διάφορους κτηνοτρόφους, οι οποίοι βοσκούν, εκεί, τα πρόβατά τους και τα γίδια τους, ∆ύο από αυτούς ήταν οι Τσαµαδαίοι και οι Ζακαίοι. Από αυτούς δηµιουργήθηκαν τα «Άνω και Κάτω Γρέκια». 79. Λούκα (Λούκα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: 34


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Για τη λ. Λούκα βλέπε τοπωνύµιο Γκιόλι του Λούκα (Γκιόλι τ’ Λούκα) στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - TMHMA ΠΡΩΤΟ, α/α 35. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Α», α/α 19. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η τοποθεσία πήρε την ονοµασία «Λούκα», γιατί, πριν από πολλά χρόνια, ήταν ιδιοκτησία κάποιου, του οποίου το όνοµα ήταν Λουκάς Αναγνωστόπουλος και, από το µικρό του όνοµα, πήρε το παρατσούκλι «Λούκας». Στη «Λούκα», παλιά, έσπερναν πατάτες, οι οποίες ήταν πολύ καλές, επειδή ήταν «β’νίσις» (βουνίσιες - ορεινές). Το ∆υτικό µέρος της «Λούκας» είναι Κοµποταδίτικο και το Ανατολικό είναι Κωσταλεξιώτικο. 80. Λωρίδες (Λουρίδις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λ. λωρίδα = υποκοριστικό της λ. λώρος < από Λατινική λ. lorum. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 27. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Της περιοχής, αυτής, της έδωσαν την ονοµασία Λωρίδες, επειδή, τα µοιράδια (µοιράδγια) των χωραφιών εκεί, πριν τον αναδασµό, ήταν στενόµακρα, σαν λωρίδες. Είχαν κατεύθυνση Νότος – Βορράς και έφθαναν, έτσι, µέχρι το Σπερχειό. Τις Λωρίδες θα τις δούµε καλύτερα στη φωτογραφία του τοπωνυµίου Ποτιστικά (Πουτιστ’κά) – (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ, α/α 109, φωτογραφία 137) - τον τίτλο «Ο κατακερµατισµός των ιδιοκτησιών των ποτιστικών πριν τον αναδασµό». 81. Μαγκρίτσα (Μαγκρίτσα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: ∆εν κατέστη δυνατό να προσδιορίσω το έτυµο της λέξεως. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 3. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ∆εν υπάρχει τίποτε που να µπορεί να γραφεί. 82. Μάλα το Ρόγκι (Μάλα του Ρόγκι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Κατά τον Βασίλη Αλεξίου22 το τοπωνύµιο γράφεται «Μαλα (το) Ρόγκι», δηλαδή το Μάλα Ρόγκι. Κατά τον ίδιο, επίσης, «η πρώτη λέξι είναι, µάλλον, από παλιό επώνυµο. Η δεύτερη είναι το γνωστό ιδιωµατικό ρόγκι «πυκνό δάσος». Ως προς τη δεύτερη λέξη (Ρόγκι) δεν είµαι σε θέση να εκφράσω διαφορετική άποψη. Ως προς την πρώτη (Μάλα) έχω την άποψη ότι πρόκειται για το επίρρηµα µάλα, το οποίο αναφέρεται στη φράση «τα µάλα» και σηµαίνει «σε µεγάλο βαθµό, πάρα πολύ, αρκετά». Άρα Μάλα (το) Ρόγκι = το Μάλα Ρόγγι = το πάρα πολύ πυκνό δάσος. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 5. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

22

Στο βιβλίο του «ΤΟ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ ΦΘΙΩΤΙ∆ΑΣ».

35


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Η περιοχή είναι µέρος του ορεινού λειβαδιού της Κωσταλεξιώτικης περιοχής, όπως αναφέρεται στο τοπωνύµιο ανωτέρω τοπωνύµιο Λειβάδι (Λειβάδ’), α/α 78. 83. Μανδριά (Μαντριά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Μαντρία: < από τη λ. Μανδρί < Βυζαντινό µανδρίν < µανδρίον = υποκοριστικό του αρχαίου µάνδρα. ΘΕΣΗ: ∆εν υπάρχει συγκεκριµένη θέση µε την ονοµασία αυτή. «Μαντριά» κατασκευάζονταν σε διάφορα σηµεία, όπως θα αναφέρουµε στη συνέχεια. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: «Μαντριά» κατασκεύαζαν οι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι έφερναν τα πρόβατά τους, 23 κάθε χειµώνα, στο χωριό για να ξεχειµάσουν. Να διευκρινίσουµε, εδώ, ότι η λέξη «Μαντριά» δεν αποδίδει το σύνολο της εγκαταστάσεως ενός κτηνοτρόφου σε ένα σηµείο. Η εγκατάσταση αυτή αποτελείτο, κυρίως, από την Καλύβα,24 όπου διέµενε η οικογένεια του κτηνοτρόφου, το Μαντρί όπου «µάντρωναν» το πρόβατα για να διανυκτερεύσουν και τη «Στρούγκα» 25 στην οποία έβαζαν τα πρόβατα, προκειµένου να τα αρµέξουν. Και οι τρεις, ως ανωτέρω, εγκαταστάσεις αποτελούσαν το Κονάκι (του Κουνάκι)26 του κτηνοτρόφου. Ήταν γνωστή η φράση που έλεγαν οι κτηνοτρόφοι, όταν σε προσκαλούσαν να τους επισκεφθείς στην Καλύβα τους: ∆εν περνάς και από το δικό µας το κονάκι; (∆ε µπιρνάς κι απ’ του θ’κό µας του κουνάκι;). Ένας µεγάλος αριθµός κτηνοτρόφων, από τα ορεινά χωριά, έφερναν τα κοπάδια 27 τους στο Κωσταλέξι. Ο Νίκος ο Κεφαλάς του ∆ηµητρίου µου έδωσε έναν πίνακα των κτηνοτρόφων αυτών, στον οποίο αναφέρει και τα χωριά από τα οποία κατάγονταν. Το περιεχόµενο του πίνακα το επιβεβαίωσα και από συζήτηση που είχα µε τους παλιούς χωριανούς στο καφενείο. Ο πίνακας αυτός έχει ως εξής: Α/Α 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ Πιπερίγκος Κων/νος Κοροµπίλης……. Μπενίσης ∆ηµήτριος Αντωνόπουλος Κων/νος Κουβαράς Αθανάσιος Καραγιώργος Κων/νος Πάγκος……. Χασιώτης Αθανάσιος Λαΐτσας ∆ηµήτριος Κεφαλάς ∆ηµήτριος Παπασταµάτης ∆ηµήτριος

ΧΩΡΙΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ Χοµίργιανη (Σηµερινή Ανατολή) -«-«-«Μάρµαρα -«-«Νεοχώρι -«-«-«-

23

Πρόβατο: < από το αρχαίο πρόβατον , ρηµατικό επίθετο του προβαίνω (= προχωρώ, βαδίζω), µε τη γενική έννοια ότι, πρόβατα, αποκαλούνται «αυτά που βαδίζουν, που κινούνται», σε αντιδιαστολή µε την ακίνητη περιουσία, την οποία µπορεί να κατέχει κάποιος. 24 Καλύβα < αρχαίο καλύβη < αρχαίο καλύπτω. 25 Στρούγκα < βλάχικο strunga. 26 Κονάκι < από το τουρκικό Konak. 27 Κοπάδι (= πολλά ζώα του ιδίου είδους µαζί). < από τη µεταγενέστερη λ. κοπάδιον, υποκοριστικό του ουσιαστικού κοπή (= τεµάχιο, τµήµα) < από το αρχ. κόπτω, οπότε, η αρχική σηµασία της λ., θα ήταν τµήµα ποιµνίου.

36


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Α/Α 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ Ντουλάκης Ηλίας Γεωργουσόπουλος Κων/νος Ζαρκάδας Ηλίας Ζαρκάδας Φώτιος Πολίτης Χρήστος Τσατσανιάς Θεόδωρος Λέλλης Νικόλαος Λέλλης Θεόδωροςς Λέλλης Γεώργιος Ασπρουλάκης…….. Παπακωνσταντίνου ή Κουδούνας Ψωρογιάννης …….. Κοτρώνης Ευάγγελος Μοές……..ή Τζινέλης Αυγέρης……… ∆ροσόπουλος Χρήστος Ραφτόπουλος……………. Πάτρας ∆ηµήτριος Γαλάνης Γεώργιος ή Βελούλας Χαραυγιάς Γεώργιος Τσαµαδιάς Λάµπρος Τσαµαδιάς ∆ηµήτριος

ΧΩΡΙΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ -«-«-«-«Νεοχώρι -«Καστανιά -«-«-«-«Μουσουνίτσα -«-«Γκούρα (Σηµερινή Πυρά) -«Πύργος Βλάχος -«-«-«-«-

Οι αναφερόµενοι, στον ανωτέρω πίνακα, είναι όσους θυµάται ο Νίκος Κεφαλάς, που σηµαίνει ότι ήταν και άλλοι τους οποίους δεν θυµάται. Από τον ανωτέρω πίνακα παρατηρούµε ότι τη µεγαλύτερη προσέλευση κτηνοτρόφων την έχουµε από το χωριό Νεοχώρι. Λόγω των γνωριµιών που αναπτύχθηκαν, µεταξύ Νεοχωριτών και Κωσταλεξιωτών, έγιναν πολλές επιγαµίες µεταξύ των κατοίκων των χωριών αυτών, κυρίως, δε, ήλθαν πολλά κορίτσια στο χωριό µας. Αφού και η προγιαγιά µου, η Τασούλα, σύζυγος Απαστόλου Πανταζή του Παναγιώτου, το γένος Αναγνωστάκη, ήταν από το Νεοχώρι. Οι Κωσταλεξιώτες αποκαλούσαν τους Νεοχωρίτες δερµάτια (τ’ς Νιχουρίτις διρµάτγια). Το «διρµάτγια» προέρχονταν από το γεγονός ότι, οι δεύτεροι, τοποθετούσαν, το τυρί που παρασκεύαζαν, σε κατσικίσια δέρµατα («διρµάτγια») τα γνωστά µας τουλούµια (τ’λούµνια) 28 . Με τον τρόπο αυτόν, το τυρί, διατηρούνταν φρέσκο και ήταν πολύ νόστιµο. Από αυτά, λοιπόν, τα «διρµάτγια» ονοµάτισαν και τους Νεοχωρίτες µε το ίδιο όνοµα. Ορισµένοι από τους ανωτέρω κτηνοτρόφους έγιναν µόνιµοι κάτοικοι του χωριού µας, όπως οι Κεφαλάς, Χασιώτης, Πάτρας, Γαλάνης, Ντουλάκης και Χαραυγιάς. Επίσης είχαµε σηµαντικό αριθµό επιγαµιών και µε τις άλλες οικογένειες κτηνοτρόφων, εκτός από τους Νεοχωρίτες. Το αποτέλεσµα ήταν να προκύψει µία σηµαντική δόση επιµειξίας µεταξύ των οικογενειών των κτηνοτρόφων και των κατοίκων του χωριού.

28

Από το τουρκικό tulum.

37


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Προκειµένου οι ξένοι κτηνοτρόφοι να έλθουν στο χωριό, εξασφάλιζαν, πρώτα, το λειβάδι, στο οποίο θα βοσκούσαν τα πρόβατά τους ή τα γίδια τους. Προς το σκοπό αυτό νοίκιαζαν χορτολειβαδικές περιοχές, που ανήκαν στους Κωσταλεξιώτες. 29 Τα χορτολειβαδιάτικα τα πλήρωναν, συνήθως, µε γάλα. Κοπάδια, όµως, προβάτων είχαν και οι Κωσταλεξιώτες. Τα κοπάδια αυτά συγκροτούνταν από τα λίγα πρόβατα που είχε κάθε οικογένεια. Αυτοί που είχαν πρόβατα, προέβαιναν σε συνεννόηση µεταξύ τους για τη συγκρότηση του κοπαδιού και βέβαια, πριν απ’ όλα, έπρεπε να βρουν έναν τσοπάνη, ο οποίος θα το βοσκούσε. Οι ιδιοκτήτες των προβάτων, κάθε Κωσταλεξιώτικου κοπαδιού, είχαν στην κατοχή τους κάποιες χορτολειβαδικές εκτάσεις. Όλες αυτές, µαζί, αποτελούσαν τη χορτολειβαδική έκταση, η οποία θα διατίθετο για τη βοσκή αυτού του κοπαδιού. Οι Κωσταλεξιώτες, µε τα πρόβατά τους, συγκροτούσαν δύο έως τρία κοπάδια πρόβατα. Με τα γίδια τους συγκροτούσαν ένα κοπάδι. Με τον ανωτέρω τρόπο κάθε ξένος κτηνοτρόφος και κάθε Κωσταλεξιώτικο κοπάδι είχε στη διάθεσή του ορισµένη χορτολειβαδική έκταση. Αυτές τις εκτάσεις τις προσδιόριζαν στο έδαφος και τις µοίραζαν µε λαχνό, οπότε, κάθε συγκεκριµένο κοπάδι, βοσκούσε στη δική του συγκεκριµένη περιοχή. Οι ξένοι κτηνοτρόφοι κατασκεύαζαν τα κονάκια τους σε διάφορες περιοχές. Τέτοιες περιοχές ήταν οι ακόλουθες: Για προβατοµάντρια: Στις Φακές, στις Κοπρισιές και στην περιοχή βόρεια από τις δύο Γκορτσιές που ήταν ανατολικά από το νεκροταφείο. Για γιδοµάντρια: Στα Βαΐνορέµατα και στα ριζά της Σβάρνας. Οι κτηνοτρόφοι έρχονταν στο χωριό µας το Φθινόπωρο και έφευγαν την Άνοιξη. Πριν φθάσουν όµως τα κοπάδια, προηγούνταν το κλιµάκιο το οποίο θα προέβαινε στην προετοιµασία του Κονακιού, ώστε να είναι έτοιµο να υποδεχθεί την οικογένεια και το κοπάδι. Απαραίτητη προϋπόθεση για την κατασκευή της Καλύβας ήταν να εξασφαλισθεί το «σάλωµα», µε το οποίο θα την κατασκεύαζαν. «Σάλωµα» ήταν τα καλάµια και τα φύλλα που έκοβαν από τις Σαµακιές (Σιαµακιές). Η Σαµακιά είναι ένα φυτό το οποίο βγάζει πολλά καλάµια και µακρόστενα και αυλακωτά φύλλα, τα οποία ήταν καταλληλότατα για την κάλυψη των καλυβών. Καλυπτόµενο, µε το «σάλωµα», το ξύλινο πλέγµα των καλυβών, δηµιουργούσε ένα υδατοστεγές και αντιανεµικό περίβληµα, το οποίο εξασφάλιζε µία άνετη διαµονή µέσα στην καλύβα. Το «σάλωµα» το τοποθετούσαν σε οριζόντιες σειρές αρχίζοντας από το έδαφος προς την κορυφή της καλύβας, ώστε, κάθε ανώτερη σειρά, να επικαλύπτει την κατώτερη.. Κατά πως έµαθα η κατασκευή της καλύβας, στους βλάχους, ήταν αποκλειστική ευθύνη των γυναικών, οι οποίες ήταν άριστες στην τεχνική κατασκευής καλυβών. Οι Βλάχοι, µάλιστα, δεν παντρεύονταν καµπίσιες (καµπίσις) ( = κοπέλες από τον κάµπο), επειδή δεν ήξεραν να κατασκευάζουν καλύβες. Στις επόµενες φωτογραφίες θα σας παρουσιάσω ορισµένα στιγµιότυπα από τη ζωή των Βλάχων στις επόµενες δώδεκα φωτογραφίες Νο 63, 64 ,65 ,66, 67, 68, 69, 70, 71, 21, 73 και 74:

29

Οι χορτολειβαδικές ιδιοκτησίες ήταν χωριστές από τις ιδιοκτησίες γης και αποτελούσαν ξεχωριστό αντικείµενο αγοραπωλησίας.

38


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 63: Η ετήσια φθινοπωρινή κάθοδος προς τα πεδινά. Είναι το εµπροσθοκλιµάκιο το οποίο το οδηγούν λυγερόκορµες βλάχες.

Φωτ. Νο 64: Και αµέσως επί το έργον. Έχει στηθεί ο ξύλινος σκελετός της καλύβας και άρχισε η κάλυψή της µε το «σάλωµα» από κάτω προς τα επάνω.

39


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ, Νο 65: Και η κατασκευή της καλύβας ολοκληρώθηκε και είναι έτοιµη να υποδεχθεί την οικογένεια.

Φωτ Νο 66: Στη φωτογραφία δύο άνδρες κρεµούν ένα µεγάλο κουδούνι στο λαιµό ενός τράγου. Σε κάθε κοπάδι προβάτων υπήρχαν και µερικά γίδια µε έναν τράγο. Ο τράγος, κατά την κίνηση του κοπαδιού, έµπαινε επί κεφαλής και το οδηγούσε. Το µεγάλο κουδούνι το κρεµούσαν, για να ακούν οι προβατίνες τον ήχο και να ακολουθούν.

40


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 67: Το κοπάδι ξεκίνησε για τη βοσκή ή επιστρέφει από αυτήν. Μπροστά ο τσοπάνος και τον ακολουθούν τα πρόβατα.

Φωτ. Νο 68: Το άρµεγµα των προβάτων. Τα πρόβατα είναι µέσα στην πρόχειρη στρούγκα και, ένα – ένα, περνά για να το αρµέξουν. Οι τσοπάνηδες που άρµεγαν κάθονταν σε µεγάλα λιθάρια που Τα έλεγαν στρουγκόλιθα (στρουγκόλιθα).Το γάλα το συγκέντρωναν στις καρδάρες.

41


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 69: Το κούρεµα των προβάτων µε το κουροψάλιδο (κουρουψάλιδου) (= το ψαλίδι για την κουρά).

Φωτ. Νο 70: Και ακολουθεί το πλύσιµο των µαλλιών στο ποτάµι. Είναι η πρώτη ενέργεια πριν την επεξεργασία των µαλλιών.

42


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 71: Ο τσοπάνος µε την κάπα του και τη γκλίτσα του. Μία κατσίκα ξύνει το κεφάλι της στη γκλίτσα. Αυτό αποδεικνύει την οικειότητα µεταξύ τσοπάνου και ζώων.

Φωτ. Νο 72: Ο τσοπάνος µε τον πιστό του σύντροφο και φίλο του, το σκύλο.

43


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

Φωτ. Νο 73: Χαρακτηριστικός τύπος νεαρού τσοπάνου. Στη ζώνη του έχει περασµένο ένα «κουροψάλιδου».

Φωτ. Νο 74: Και οι βλάχες είναι επιφορτισµένες µε όλες τις άλλες δουλειές. Εδώ, µία όµορφη Βλάχα, γνέθει µπροστά στην πρόχειρη σκηνή της. Προσέξτε την επιδεξιότητά της στο γνέσιµο και το ντύσιµο το δικό της και των µικρών παιδιών της.

44


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ Για να τιµήσω τους ξένους κτηνοτρόφους που ήλθαν, κατά καιρούς στο χωριό µας, παραθέτω, κατωτέρω, τις φωτογραφίες ορισµένων από αυτούς: Α/Α

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ

Φωτ. Νο 74: Κωνσταντίνος Πιπερίγκος µε τη σύζυγό του Πολυξένη

1

2

3

Φωτ. Νο 75: Κωνσταντίνος Γεωργουσόπουλος ή Σταυρουκώτσιους

Φωτ. Νο 76: Κεφαλάς ∆ηµήτριος

45


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ

4

5

Φωτ. Νο 77: Στη φωτογραφία φαίνονται οι εξής: Καθιστός: ∆ηµήτριος Ντουλάκης Όρθιοι, από αριστερά: - Ευαγγελία Ντουλάκη. σύζυγος ∆ηµητρίου - Νικόλαος Γεωργουσόπουλος ή Σταυρονίκος, γιος του Σταυρουκώτσιου. - Ασπασία Γεωργουσοπούλου, σύζυγος Νικολάου.

Φωτ Νο 78: Χαραυγιάς Γεώργιος

46


ΠΑΡΑΡΤΗΜ «Ι» ΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΟΥ H ONOMAΣIA TOYΣ, TO ETYMO THΣ ONOMAΣIAΣ, Η ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ, Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ META ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ Από τοπωνύµιο α/α 84 (Μάραθος) µέχρι τοπωνύµιο α/α 106 (Πλατεία και Ράχη) Του Αντιστρατήγου ε.α. Παναγιώτη Πανταζή

84. Μάραθος (Μάραθους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από το Βυζαντινό µάλαθρον < από το µεταγενέστερο µάραθρον < από το αρχ. Ελλην. µάραθον. Μάραθος = ποώδες αρωµατικό φυτό που χρησιµοποιείται στη µαγειρική και στη φαρµακευτική. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το τοπωνύµιο έλαβε την ονοµασία αυτή, επειδή φυτρώνουν, εκεί, πολλά µαράθια. Ο «Μάραθους» είναι ένα µακρόστενο ύψωµα, από ∆υσµάς προς Ανατολάς. Από το ύψωµα αυτό έχει ευρεία παρατήρηση σε όλη την κοιλάδα του Σπερχειού. Από δυτικά φαίνεται η κορυφή Βελούχι του Τυµφρηστού και από ανατολικά τα νερά του Μαλιακού Κόλπου. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ), εκτιµήθηκε ότι ανέβηκε, επάνω σ’ αυτό, ο Τσάρος των Βουλγάρων Σαµουήλ, προκειµένου να αναγνωρίσει την πληµµυρισµένη κοιλάδα του Σπερχειού. Στο ∆υτικό µέρος του υψώµατος, εκεί που είναι, τώρα, οι πυλώνες της ∆.Ε.Η.,1 πρέπει να ήταν ένα πολύ µεγάλο και ισχυρά δοµηµένο κτίριο. Τούτο συµπεραίνεται: Από τις µεγάλες πέτρες που είναι συσσωρευµένες σε µεγάλους λιθοσωρούς. Τούτο έχει γίνει µε τη βοήθεια γεωπροωθητού. Οι πέτρες, αυτές, δίδουν την εντύπωση ότι δεν είναι αυτοφυείς, αλλά φερτές από άλλη περιοχή. Η κατασκευή βέβαια, µε τέτοιες πέτρες, δεν µπορεί παρά να είναι ένας ισχυρός τοίχος. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 79, φαίνεται ένας από τους λιθοσωρούς.

1

∆.Ε.Η. = ∆ηµόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισµού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ, Νο 79 Ένας από τους λιθοσωρούς Από το πλήθος των σπασµένων κεραµικών τα οποία είναι σκορπισµένα σε αρκετά µεγάλη έκταση. Τα κεραµικά, αυτά, είναι διαφόρων µεγεθών. Συγκέντρωσα µερικά, τα οποία φαίνονται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 80:

Φωτ. Νο 80: Κεραµικά από το ύψωµα Μάραθος. Παρατηρήσεις επί των κεραµικών της φωτογραφίας: Σε ορισµένα, από αυτά, φαίνεται, ακόµη, το σκουροκαφετί χρώµα µε το οποίο τα είχαν βαµµένα. Τα είχαν αλείψει µε µία µπογιά, της οποίας τα ίχνη δεν έχουν εξαλειφθεί από το χρόνο και τις καιρικές συνθήκες. Το πρώτο κεραµικό, αριστερά στην πρώτη σειρά - που έχει σχήµα τριγωνικό - είναι επισµαλτωµένο. Αυτό σηµαίνει ότι είναι ένα θραύσµα από διακοσµητικό πιάτο. Στο επάνω δεξιό µέρος φαίνονται δύο τεµάχια από χοντρή πλάκα. Είναι κατασκευασµένα από ένα υλικό που οµοιάζει µε τσιµέντο, αλλά όχι τόσο σκληρό. Είναι βαµµένα µε κάποιο σκουροκαφετί υλικό. Εκτιµάται ότι, µε αυτό το υλικό, είχαν κατασκευάσει κάποιο πιθάρι ή κάποια στέρνα. Ακόµη βρήκα και ένα κεραµικό, το οποίο είναι το στενό µέρος από ένα γκιούνι (γκιούνι) 2. Η ύπαρξη αυτού του κεραµικού σηµαίνει ότι, η εγκατάσταση που πρέπει να ήταν εκεί, υδρεύονταν από πηγή που ήταν σε υψηλότερο σηµείο. Αυτό το τεµάχιο του γ κιουνιού φαίνεται στη επόµενη φωτογραφία, Νο 81:

2

Για το γκιούνι (γκιούνι) βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, Τοπωνύµιο Άγιος Ηλίας (Αϊ Λιάς), α/α 7.

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ Νο 81: Το στενό µέρος από το Γκιούνι στο Μάραθο. Όλα τα ανωτέρω µας οδηγούν στο συµπέρασµα ότι, εκεί στο Μάραθο, υπήρχε, παλιά, κάποιο οίκηµα. Πότε χτίστηκε, ποιο σκοπό εξυπηρετούσε και πότε καταστράφηκε είναι άγνωστο. Η Κωσταλεξιώτικη παράδοση δεν µας άφησε καµία πληροφορία για το οίκηµα αυτό. 85. Μουριά (Μουργιά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη µεταγενέστερη λ. µορέα < από την αρχ. Ελλην. λ. µόρον (= µούρο). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 2. Καλύτερα φαίνεται η θέση της στην επόµενη φωτογραφία Νο 82:

Φωτ. Νο 82: Η θέση της Άγριας Μουριάς. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην υποδεικνυόµενη θέση υπήρχε µία άγρια µουριά. Από τη µουριά αυτή πήρε και το σηµείο εκείνο την ίδια ονοµασία. Από πολύ παλιά, το σηµείο εκείνο, ήταν τόπος συγκεντρώσεως, κάθε πρωί, των βοδιών του χωριού, από όπου τα έπαιρνε ο γελαδάρης (ου γιλαδάρ’ς) και τα πήγαινε να βοσκήσουν. Το βράδυ τα γύριζε στο ίδιο σηµείο, από όπου, τα βόδια, πήγαιναν στα σπίτια µόνα τους. Ένας από τους µόνιµους γελαδάρηδες ήταν ο αείµνηστος ∆ηµήτριος Μπούρσος, ο οποίος πήγε εθελοντής στη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου και 3


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ τραυµατίσθηκε στο δεξί του πόδι. Ο τραυµατισµός αυτός τον έκαµε να χωλαίνει, όταν περπατούσε. Η περιοχή της Μουριάς είχε τριγωνική µορφή και ανήκε στην κοινότητα σαν κοινόχρηστος χώρος. Εκεί ήταν και το κοινοτικό αλώνι της Μουριάς. Στη νοτιοανατολική γωνία της περιοχής, απέναντι από τη βρύση του Αγίου Αθανασίου, κατασκεύαζαν, συνήθως, ασβεστόγουρνες, χρησιµοποιώντας το νερό της βρύσης. Άνοιγαν, δηλαδή, µία µεγάλη γούρνα,3 την οποία τη γέµιζαν νερό. Κατόπιν έριχναν, µέσα στο νερό της γούρνας, τους ασβεστοποιηµένους, από τα ασβεστοκάµινα, ασβεστόλιθους, οι οποίοι, µε την επίδραση του νερού, διαλύονταν και γίνονταν πολτός, ο γνωστός ασβεστοπολτός. Κατά τη διαδικασία αυτή αναπτύσσονταν µεγάλη θερµοκρασία και το νερό έβραζε. Τον ασβεστοπολτό τον χρησιµοποιούσαν, για να κατασκευάζουν τους τοίχους από τα σπίτια, τις αχυρώνες και τις µάντρες. Στην περιοχή της «Μουργιάς» έχει κατασκευασθεί το καινούργιο ∆ηµοτικό Σχπλείο, το οποίο σήµερα, συµπληρωµένο και µε άλλα κτίσµατα, αποτελεί το «ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΙ∆ΙΚΗΣ ΕΠΑΓΚΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΝΟΜΟΥ ΦΘΙΩΤΙ∆ΑΣ» 86. Μουριά του Χρήστου του Πανταζή (Μουργιά τ’ Χρήστ’ τ’ Πανταζή): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Βλέπε προηγούµενο τοπωνύµιο Μουριά. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΤΗΜΑ «Η», α/α 5: Βλέπε και προηγούµενη φωτογραφία Νο 81: ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η µουριά αυτή ήταν ήµερη και ήταν φυτεµένη στο ∆υτικό µέρος της ράχης (τ’ς ράχης) (- σηµερινής πλατείας). Την είχε φυτέψει ο Χρήστος Παναγιώτου Πανταζής (ο πατέρας του γράφοντος) κατά το 1940 µε 1945, ο οποίος είχε και το δυτικά, από τη µουριά, µαγαζί. Τη µουριά αυτή την έκοψαν µετά την κατασκευή της πλατείας, προφανώς για να µην εµποδίζει την κίνηση των οχηµάτων. ∆ίπλα στη µουριά αυτή έσφαζαν, οι χασάπηδες του χωριού µας, τα σφαχτά που ήθελαν να πουλήσουν. Μετά το σφάξιµο τα κρεµούσαν στη µουριά, όπου τα έγδερναν και τους έβγαζαν τα εντόσθια. Εκεί, όπως ήταν κρεµασµένα, τα έκοβαν σε κοµµάτια, µε τη χαντζάρα, τα ζύγιζαν στην παλάντζα4 και τα έπαιρναν οι αγοραστές. Τα εντόσθια των σφαχτών τα έφτιαχναν κοκορέτσι και σπληνάντερο στο παρακείµενο µαγαζί και έτσι, οι µερακλήδες, έτρωγαν το νοστιµότατο µεζεδάκι και έπιναν το ωραίο τους κρασάκι. Όσοι ήταν καλοί οικογενειάρχες, έπαιρναν κοκορέτσι και το πήγαιναν στο σπίτι τους και το έτρωγαν µε τη γυναίκα τους και τα παιδιά τους. Ένας από τους καλύτερους χασάπηδες του χωριού µας ήταν ο αείµνηστος Σπύρος ∆ηµητρίου Ευθυµίου ή «Θυµνιουσπύρους», ο οποίος έφτιαχνε και το καλύτερο κοκορέτσι. Αυτός ήταν και ο λόγος, για τον οποίο του έδωσαν το παρατσούκλι «κουκουριτσάς» (κοκορετσάς). Το παρατσούκλι αυτό µεταβιβάσθηκε και στο γιο του ∆ηµήτριο. Ο Σπύρος Ευθυµίου φαίνεται στη επόµενη φωτογραφία, Νο 83:

3 4

Γούρνα (= φυσική ή τεχνητή κοιλότητα, όπου συγκεντρώνεται νερό) < αρχαίο γρώνη (= κοίλωµα). Παλάντζα (= είδος φορητής ζυγαριάς παλαιού τύπου) < το βενετικό palanga.

4


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 83: Ο «Θυµνιουσπύρους» Στη µουριά αυτή συνέβη και ένα τραγικό γεγονός, το εξής: Ήταν το καλοκαίρι του 1962, όταν είχε έλθει, στο χωριό µας, Επιτροπή του Στρατού για την επιλογή των ζώων των χωριανών µας, τα οποία ήταν ικανά να επιταχθούν σε περίπτωση επιστρατεύσεως. Για το λόγο αυτό, όλοι οι χωριανοί, είχαν φέρει τα ζώα τους στη Ράχη (Ράχη), προκειµένου να ελεγχθούν, για την καταλληλότητά τους, από την ανωτέρω Επιτροπή. Ένας χωριανός µας, δεν θυµάµαι ποιος, έδεσε το µουλάρι του στη µουριά περιµένοντας να έλθει η σειρά του. Τα µουλάρια είναι δύστροπα ζώα και όλοι γνωρίζαµε τον κανόνα, σύµφωνα µε τον οποίο ποτέ δεν έπρεπε να πλησιάσεις µουλάρι από το πίσω µέρος του, αλλά πάντα από µπροστά. Αν το πλησίαζες από πίσω, ήταν σίγουρο ότι θα σε κλωτσούσε. Ο αείµνηστος Ευθύµιος Κωνσταντίνου Περγολιός ή Περγολοευθύµιος (Πιργουλουθύµνιους) όπως τον αποκαλούσαν, είχε πιει λίγο παραπάνω στο µαγαζί, συντελούντων και των κοκορετσιών του «κουκουριτσά». Βγήκε, λοιπόν, έξω από το µαγαζί και προχώρησε προς τη µουριά. Ζαλισµένος όµως, όπως ήταν, του διέφυγε ο κανόνας που είπαµε προηγουµένως και πλησίασε το δεµένο, στη µουριά, µουλάρι από το πίσω µέρος. Το µουλάρι βέβαια, πιστό στη µουλαρίσια νοοτροπία του, τον κλώτσησε. Η κλωτσιά ήταν δυνατή και ο Θύµνιος κατρακύλησε στο έδαφος, µε συνέπεια να χτυπήσει δυνατά στο κεφάλι. Άρπαξαν αµέσως το µπαρµπα Θύµνιο οι Χωριανοί και τον µετέφεραν στο σπίτι των γονιών του γράφοντος, το οποίο είναι δίπλα στην πλατεία. Εκεί του παρέσχε τις πρώτες βοήθειες ο Κτηνίατρος της Στρατιωτικής Επιτροπής, αλλά, δυστυχώς, είχε προκληθεί, από το κτύπηµα, εσωτερική αιµορραγία, ένεκα της οποίας και απεβίωσε στις 15-51960. Έτσι έχασε, άδοξα, τη ζωή του ο µπαρµπα Θύµνιος, ο οποίος ήταν ένας πολύ καλός και αξιαγάπητος χωριανός. Τον βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 84:

5


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 84: Ο Ευθύµιος Περγολιός

88. Μπούφος (Μούφους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Μπούφος είναι το οµώνυµο γνωστό πουλί το όνοµα του οποίου προέρχεται από τη Λατιν. λ. bufus. Ο Μπούφος οµοιάζει µε κουκουβάγια, έχει δύο φούντες φτερών στα αυτιά, µάτια µεγάλα και πορτοκαλιά, φτέρωµα ξανθοκαστανό έως κιτρινόµαυρο µε καφέ κηλίδες και φωλιάζει σε σχισµές βράχων, κουφάλες δένδρων, θάµνους και εγκαταλελειµµένες φωλιές αρπακτικών. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 5. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Φαίνεται ότι, στην περιοχή αυτή, φώλιαζαν, κάποτε, Μπούφοι και, από αυτούς, πήρε την ονοµασία Μπούφος (Μπούφους). ∆εν βλέπω να υπάρχει άλλη εξήγηση. 88. Μύλος (Μύλους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. < από τη µεταγενέστερη λ. µύλος < από την αρχ. Ελλην. λ. µύλη = µυλόπετρα. Μύλος = µηχανή που αλέθει και ο χώρος που αλέθονται σιτηρά. ΘΕΣΗ: Φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 85:

6


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 85: Θέση Μύλου. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Πρόκειται για ηλεκτροκίνητο αλευρόµυλο του χωριανού µας Ιωάννη Καρρά, τον οποίο κατασκεύασε ο πατέρας του Ηλίας. Ο µύλος τέθηκε σε λειτουργία στις 10 Ιανουαρίου του 1994. Φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 86:

Φωτ. Νο 86: Ο αλευρόµυλος του Ιωάννη Καρρά Παλιά αλέθαµε, σιτάρι και καλαµπόκι, στους νερόµυλους που υπήρχαν, από ένας, «στου Φραντζόµπ’λου» (στο Φραντζόµυλο), «στ’ς Κουµπουτάδις» (στις Κοµποτάδες) και «στ’ς Μιξιάτες» (στις Μεξιάτες). Σήµερα, οι χωριανοί, δεν αλέθουν σιτάρι και καλαµπόκι στο µύλο του Καρρά. Τούτο συµβαίνει, διότι αγοράζουν έτοιµο ψωµί, από φούρνους που λειτουργούν στα διπλανά χωριά και δεν τρώνε, πλέον, καλαµποκίσιο ψωµί (µποµπότα). 89. Μυρτιές (Μουρτγιές): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. < από το όνοµα του γνωστού φυτού µυρτιά < από τη Βυζαντ. λ. µυρτία < από την αρχ. Ελλην. λ. µύρτον ( = καρπός της µυρτιάς ). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 6. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:

7


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Στην αναφερόµενη περιοχή φυτρώνουν πολλές µυρτιές. Οι µυρτιές, αυτές, έδωσαν το όνοµά τους και στην περιοχή. 90. Νεκροταφείο (Νικρουταφείου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Νεκροταφείο = νεκρός + τάφος. Η λ. νεκρός (= ο χωρίς ζωή, πεθαµένος) < από το αρχαίο νέκυς (= νεκρός). Η λ. τάφος < από το αρχαίο τάφος < το ρήµα θάπτω. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 17. Φαίνεται και στην επόµενη φωτογραφία Νο 87:

Φωτ. Νο 87: Η θέση του Νεκροταφείου. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Μέχρι το 1931, το νεκροταφείο του χωριού, ήταν στο δυτικό και στο πίσω µέρος της Εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου. Τότε, ο αείµνηστος Ιωάννης Καρυώτης, έκαµε δωρεά ένα κοµµάτι από ένα χωράφι του, το οποίο χρησιµοποιήθηκε για τη λειτουργία του νέου νεκροταφείου στη σηµερινή του θέση. Ας µην ξεχνάµε ότι, την ίδια εποχή, έγινε και η επέκταση, προς τα δυτικά, της υπάρχουσας παλιάς Εκκλησίας. Τότε άρχισαν να κτίζουν και µία Εκκλησία, στην πρώτη γωνία του νεκροταφείου όπως κατεβαίνουµε στο δρόµο από το χωριό, την οποία επρόκειτο να αφιερώσουν στον Άγιο Ιωάννη. Η Εκκλησία, όµως, δεν κτίστηκε ποτέ. Ο πρώτος που θάφτηκε, στο καινούριο νεκροταφείο, ήταν ο δωρητής του ο Ιωάννης Καρυώτης. 91. Νεροσυρµή (Νιρουσυρµή): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Αποτελείται από δύο λέξεις νερό + συρµή. Η λ. νερό: Βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» -ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ, Τοπωνύµιο Κλεφτονέρι ή Πρώτο Σκαλί, α/α 67. Η λ. συρµή: < από το αρχ. Ελλην. ρήµα σύρω (= µετακινώ κάτι στο βάθος σέρνοντάς το). ΘΕΣΗ: Νεροσυρµές υπάρχουν, όπου υπάρχουν και τα Βουλιάγµατα στο (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, Τοπωνύµιο Βαρκά ή Βολιάγµατα, α/α 27). Πιο συγκεκριµάνα υπάρχουν στα σηµεία: ∆υτικά του χωριού αρχίζοντας από τον «Καζµάκη» (Κασµάκη) και φθάνοντας µέχρι το «Τσατάλι» (Τσατάλι).

8


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Νοτιοανατολικά του χωριού, νότια και Βόρεια της «Σουληναρόστρατας» Σωληναρόστατας), όπου η περιοχή έχει τη γενική ονοµασία «Στριβάδγια» (Στριβάδια). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στις νεροσυρµές αναβλύζει, τον χειµώνα και την άνοιξη, πολύ νερό, το οποίο σύρεται, τρέχει, προς την κατωφέρεια του εδάφους. Το γεγονός αυτό κάνει το έδαφος «λασπιρό» (λασπερό)5και, όποιος επιχειρήσει να περάσει µέσα από αυτό, θα βουλιάξει. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, τις ίδιες περιοχές, τις ονοµάζουµε και Βουλιάγµατα (Β’λιάµµατα). 92. Ντάµιες (Ντάµνις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Μάλλον προέρχεται από τη λ. αντάµα, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια. Ας µην ξεχνάµε ότι, το αντάµα, προφέρεται, στο Ρουµελιώτικο Γλωσσικό Ιδίωµα, ως «’ντάµα». ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Η»,α/α 18: ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Οι Ντάµιες ήταν ένα µεγάλο κολληγόσπιτο, το οποίο, ο τσιφλικάς Κοµνάς Τράκας και οι κληρονόµοι του Λεωνίδας και Νικόλαος Τράκας, το παραχωρούσαν, για να διαµένουν οι οικογένειες των κολλήγων τους. Για πρώτη φορά, το κολληγόσπιτο αυτό, αναφέρεται στο Συµβόλαιο αγοράς του Τσιφλικιού του Νικολάου Τράκα και της αδελφής του Ειρήνης, από τους Κωσταλεξιώτες, µε ηµεροµηνία 27 Μαΐου 1923 (ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ (ΑΓΟΡΑ ΤΣΙΦΛΙΚΙΩΝ) - ΠΡΟΣΘΗΚΗ «1/ΚΗ»). Στο Συµβόλαιο αναφέρεται ότι, το κολληγόσπιτο αυτό, αποτελείτο «από οκτώ, συνεχοµένους, οικίσκους ασβεστολιθοκτίστους και κεραµοσκεπείς, κειµένους εν τω δευτέρω τεµαχίω». Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 88, φαίνεται, ό,τι έχει αποµείνει από το κολληγόσπιτο αυτό, το οποίο, σήµερα, το αποκαλούν «Ντάµνις».

Φωτ. Νο 88: Οι «Ντάµνις». Οι «οικίσκοι» χώριζαν, µεταξύ τους, µε εσωτερικούς τοίχους και, ο καθ’ ένας από αυτούς, διέθεται µία πόρτα και ένα πολύ µικρό παράθυρο. Άρα, αυτό που έχει αποµείνει και φαίνεται στη φωτογραφία, είναι δύο συνεχόµενοι «οικίσκοι». Οι υπόλοιποι ήταν ανατολικά των υπαρχόντων δύο οικίσκων (αριστερά όπως κοιτάµε τη 5

Λασπιρός = λασπερός (= ο τόπος που έχει λάσπη). Η λ. λάσπη: < από το Βυζαντ. λάσπη < ίσως από το µεταγενέστερο ελασπίς (= έλος).

9


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ φωτογραφία), οι οποίοι δεν υπάρχουν σήµερα. Επειδή οι «οικίσκοι» ήταν ο ένας κολλητά στον άλλον, ήταν, δηλαδή, αντάµα 6 , προφανώς, η ονοµασία Ντάµιες (Ντάµνις), προέρχεται από τη λέξη αυτή. Είναι, βέβαια, αναµφισβήτητο ότι οι «Ντάµνις» υπήρχαν και πριν από το 1923. Πότε, όµως, χτίστηκαν είναι άγνωστο. ∆εν αποκλείεται να είναι κατασκευασµένες επί τουρκοκρατίας και να τις κληρονόµησε, ο Κοµνάς Τράκας, από τον Αχµέτ Εφένδη. Εποµένως πρόκειται για ένα παµπάλαιο κτίσµα, το οποίο, κατά πάσα πιθανότητα, να είναι και το µοναδικό στην περιοχή. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, αποτελεί ένα σηµαντικό ιστορικό κειµήλιο, το οποίο αναφέρεται σε µια από τις δυσκολότερες και σκληρότερες εποχές για τον αγροτικό πληθυσµό. Μέσα, λοιπόν, σε κάθε «οικίσκο» στοιβάζονταν από µία κολληγοφαµελιά. Γίνεται αντιληπτό, το πόσο τραγικές θα ήταν οι συνθήκες διαβιώσεως µέσα στις «Ντάµνις». Από τις πληροφορίες που συγκέντρωσα, έµαθα ότι οι Κωσταλεξιώτες κολλήγοι των Τρακαίων, που έζησαν στις «Ντάµνις», ήταν ο ∆ηµήτριος Μπανούσης του Ιωάννου, ο Φαφούτης Ιωάννης (το παρατσούκλι του ήταν «Λαναράς», γιατί ήταν γυρολόγος7 και πουλούσε, εκτός των άλλων, και λανάρια8), ο ∆ηµήτριος Κανατάς, ο Νικόλαος Αθανασίου του Αθανασίου και άλλοι. Με την ευκαιρία που µιλήσαµε για το παµπάλαιο κτίσµα, τις «Ντάµνις», θεωρώ ότι είναι ευκαιρία και σκόπιµο να παρουσιάσουµε και ένα άλλο παλιακό9 κτίσµα. Το κτίσµα αυτό είναι το πατρογονικό σπίτι των Θυµνιαίων (τ’ Θυµνιαίουν).10 Το βλέπετε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 89:

Φωτ. Νο 89: Το πατρογονικό σπίτι των «Θυµνιαίουν». Το σπίτι, αυτό, βρίσκεται δυτικά από τις «Ντάµνις» και µετά από τον «Πύργου» (Πύργο) του Τράκα. Η ακριβής θέση του φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 13. Αν παρατηρήσουµε µε προσοχή το κτίσµα, θα διαπιστώσουµε τα εξής: α. Είναι ένα µικρό σε µέγεθος σπίτι µε µία διπλή πόρτα και ένα µικρό παράθυρο, σαν και αυτά που είδαµε στις «Ντάµνις». 6

Αντάµα (= παρέα, µαζί) < από τη φράση «εν τω άµα» (= συγχρόνως, ταυτόχρονα). Γυρολόγος (πλανόδιος έµπορος, πραµατευτής) < από το γύρος + κατάληξη -λόγος. 8 Λανάρι (= µηχανή ή εργαλείο για το ξάσιµο του µαλλιού) < το λατινικό lanarius (= εριουργός). 9 Παλιακός = υποκοριστικό του Βυζαντ. παλιός < από το αρχ. παλαιός. 10 Θυµνιαίουν = Ευθυµιαίων, διά µετατροπής του Ευθύµιος σε Θύµνιος. 7

10


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ β. Τα κουφώµατα,11 στην πόρτα και στο παράθυρο, είναι εσωτερικά του τοίχου, για να µη µπορούν να τα βγάλουν εύκολα οι κλέφτες. Στο παράθυρο υπάρχει και µία σιδεριά, τα σίδερα της οποίας είναι στερεωµένα στα κατακόρυφα ξύλα του κουφώµατος. γ. Τα πρέκια,12 στην πόρτα και στο παράθυρο, είναι από ξύλο κέδρου, το οποίο είναι πολύ ανθεκτικό στην επίδραση των καιρικών συνθηκών. δ. Οι ξυλοδεσιές13 είναι ευδιάκριτες και το ξύλο τους είναι και πάλι από κέδρο. ε. Το κατακόρυφο άνοιγµα της πόρτας έχει κατασκευασθεί µε καλοπελεκηµένες πέτρες. Το ίδιο και το παράθυρο, αλλά και τα αγκωνάρια στη γωνία του σπιτιού. Από τη συζήτηση την οποία έκαµα µε το ιδιοκτήτη του σπιτιού, Ιωάννη Ευθυµίου του Γεωργίου (2002), συνάγεται ότι είναι πιθανόν, να έχει κτισθεί, το σπίτι, λίγο πριν ή λίγο µετά την Επανάσταση του 1821. Και αυτό το σπίτι είναι χαρακτηριστικό δείγµα µιας εποχής και θα ήταν πολύ ευχάριστο να διατηρηθεί και να µην κατεδαφισθεί. 93. Ντάπιες (Ντάπγις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την Τουρκική λ. tabya ( = προµαχώνας ). ΘΕΣΗ: α. Ντάπιες για την απόκρουση του εχθρού: Είναι σε διάφορες περιοχές όπως: Στον Γκαµαλέτσο (Γκαµαλέτσου), χαµηλά στα Παλιάµπελα (Παλιάµπιλα) στο Περίβολο (Πιρίβουλου), στον Καραχούσο (Καραχούσου) και στις Μυρτιές (Μουρτγιές). β. Ντάπιες για την παρεµπόδιση του νερού του Σπερχειού να κατακλύζει περιοχές: Είναι το ανάχωµα βόρεια του Σπερχειού το οποίο αρχίζει από τα Κουλούρια (Κ’λούργια) και φθάνει µέχρι το χωριό Κόµµα. Το βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία Νο 90:

Φωτ. Νο 90: οι Ντάπιες 11

Κουφώµατα = πληθυντικός της λ. κούφωµα (= το ξύλινο πλαίσιο πόρτας, παραθύρου. Είναι Βυζαντινή. λ. και < από το ρήµα κουφώνω (= δηµιουργώ, σε κάτι, βαθούλωµα) < από το αρχ. κούφος (= κενός, άδειος). Από τη λ. κούφος προέρχεται και η λ. κούφιος. 12 Πρέκια = πληθυντικός της λ. πρέκι (= οριζόντιος δοκός που τοποθετείται στο επάνω µέρος παραθύρου ή πόρτας , για να στηρίξει τον τοίχο επάνω από το άνοιγµα αυτό) < από το Βυζαντινό πριέκιον < ίσως από το αρχ. πρίω (µε τη σηµασία σφίγγω, συνδέω). Το ίδιο ρήµα έχει και τη σηµασία πριονίζω, κόβω, από το οποίο προέρχεται και η λ. πριόνι. 13 Ξυλοδεσιά [= ξύλινος σκελετός οικοδοµής που αποτελείται από δοκάρια και υποστυλώµατα κατάλληλα συνδεδεµένα µεταξύ τους, ώστε να εξασφαλίζεται η πληρέστερη αντοχή (δέσιµο) της κατασκευής] = ξύλο + δένω.

11


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: α. Ντάπιες για την απόκρουση του εχθρού: Οι «Ντάπγις» αυτές είναι αποµεινάρια χαρακωµάτων τα οποία κατασκευάσθηκαν, από τον Ελληνικό Στρατό, κατά τον ατυχή πόλεµο του 1879, όταν αναγκάσθηκε, µετά από διαδοχικές ήττες, να υποχωρήσει νοτίως της Λαµίας. β. Ντάπιες για την παρεµπόδιση του νερού του Σπερχειού να κατακλύζει περιοχές: Όταν, οι χωριανοί, µου είπαν ότι «Ντάπγις» ονοµάζουν και το ανάχωµα που αναφέρω ανωτέρω, κατάλαβα ότι, η ονοµασία αυτή, έχει µεταφορική έννοια. Θεωρούν, δηλαδή, ότι και το ανάχωµα αυτό, διαδραµατίζει αµυντικό ρόλο, εννοώντας ότι, όπως τα χαρακώµατα σταµατούν την επιθετική ορµή του εχθρού, έτσι και αυτό σταµατά την καταστροφική ορµή του νερού. Αυτός είναι και ο λόγος που το ονόµασαν «Ντάπγις». 94. Ξηριάς (Ξηργιάς): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. ξερός. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 22. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆». α/α 8. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Ο «Ξηργιάς» αρχίζει από εκεί που τελειώνει ο Κακκαβος (Κάκκαβους), στα Ριζά (Ρ’ζά) της Οίτης και χύνεται στο Σπερχειό. Η παλαιά κοίτη του Ξηργιά, από το ύψος του Αυλακιού και Βορείως, είχε βορειοδυτική κατεύθυνση και χύνονταν, στο Σπερχειό, περί τα 500 µέτρα βορειοανατολικά της Οδικής Γέφυρας. Βλέπε επόµενη φωτογραφία Νο 91:

Φωτ. Νο 91: Ξηριάς Νέα και Παλαιά Κοίτη του Τούτο είχε σαν συνέπεια, σε περίπτωση ισχυρών βροχοπτώσεων, να πληµµυρίζουν τα βορείως της παλιάς κοίτης χωράφια, να γεµίζουν άµµο και πέτρες, από αυτές που παρέσυρε το νερό και να καταστρέφονται οι καλλιέργειες. Το 1960 µε 1962, όταν πρόεδρος της Κοινότητας ήταν ο Ιωάννης Ευθυµίου του Γεωργίου έγιναν δύο εργασίες στον «Ξηργιά», ήτοι:

12


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ∆ιανοίχθηκε η παλιά κοίτη, από το Εικόνισµα του Ξεριά (’Κόνιζµα τ’ Ξιργιά ) µέχρι το Αυλάκι. Την Κοίτη αυτή θα την δείτε στην επόµενη φωτογραφία Νο 92:

Φωτ. Νο 92: Η νέα Κοίτη του Ξηριά µέχρι το Αυλάκι. Κατασκευάσθηκε νέα κοίτη, ευθυγραµµισµένη µε την πρώτη, από το Αυλάκι µέχρι τον Σπερχειό. Η νέα κοίτη φαίνεται στην προηγούµενη φωτογραφία Νο 91: Με τον τρόπο αυτό τιθασεύτηκε ο Ξηργιάς και δεν προκαλεί, πλέον, καταστροφές. Το έργο της διανοίξεως και ευθυγραµµίσεως της κοίτης του Ξηριά στοίχισε, τότε, 173.000 δραχµές. Η παλιά κοίτη του «Ξηργιά», από το Εικόνισµα µέχρι το ποτάµι ήταν κατάφυτη από δάφνες. Από την άνοιξη, που άνθιζαν οι δάφνες και όλο το καλοκαίρι, όλη η περιοχή εµφάνιζε την εικόνα µίας απαράµιλλης χρωµατικής πανδαισίας από το κόκκινο, άσπρο και πορτοκαλί των λουλουδιών τους. Τώρα, αυτή η εικόνα, δεν υπάρχει, γιατί, όλες οι δάφνες, έχουν ξεριζωθεί και το έδαφός των καλλιεργείται. 95. Παλιογέφυρο (Παλιουγέφ’ρου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λέξεις παλιο + γέφυρο. Η λ. παλιο (= ουδέτερο του επιθέτου παλιός): < από την αρχ. Ελλην. λ. παλαιός. Η λ. γέφυρο: < από τη λ. γεφύρι < από τη µεταγενέστερη λ. γεφύριον, η οποία είναι υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. γέφυρα. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 2. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το 1905, ένας Κοµποταδίτης που τον έλεγαν Τασιό, εγκατέστησε µία βάρκα (πορθµείο) αριστερά, όπως πηγαίνουµε για τη Λαµία, από την σηµερινή οδική γέφυρα του χωριού µας και σε απόσταση πέντε µέτρων περίπου από αυτή. 14 Για να εγκαταστήσουν τη βάρκα, κατασκεύασαν από ένα γερό πέτρινο βάθρο σε κάθε µία από τις όχθες του Σπερχειού. 14

Τις πληροφορίες µου τις έδωσε ο αείµνηστος µπαρµπα Θανάσης Τριανταφύλλου, για τον οποίο γράψαµε στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ) όπου έχουµε παραθέσει και τη φωτογραφία του.

13


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Οµολογώ ότι αισθάνθηκα µεγάλη συγκίνηση, όταν, ψάχνοντας, βρήκα τα κατώτερα υπολείµµατα από τις µεγάλες πέτρες του βάθρου, που είναι στη νότια όχθη του Σπερχειού. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 93, βλέπετε τις πέτρες αυτές.

Φωτ. Νο 93: Τα υπολείµµατα του Νοτίου βάθρου του Παλιογέφυρου (Πορθµείου). Από το πορθµείο µπορούσαν να περάσουν όχι µόνο άνθρωποι, αλλά και ζώα. Μπορούσε να περάσει κάποιος, µε το ζευγάρι του τα βόδια, να κάνει το χωράφι του από πέρα (απού πέρα) και να γυρίσει, το βράδυ, στο χωριό. Τα περάσµατα αυτά, βέβαια, γίνονταν έναντι κάποιας αµοιβής, που δίνονταν στον Τασιό. Μετά την εγκατάσταση του ανωτέρω πορθµείου πέρναγαν, οι µεν Πατρινοί (Υπαταίοι) και Μεξιαΐτες, από το πορθµείο του Κοµποταδίτικου Αϊ Λιά, οι δε, Κοµποταδίτες και Κωσταλεξιώτες, από το Κωσταλεξιώτικο πορθµείο. Όταν όµως, ο Σπερχειός, πληµµύριζε και κατακλύζονταν ο κάµπος, δεν λειτουργούσε το Κωσταλεξιώτικο πορθµείο, γιατί ήταν απαγορευτική η κίνηση µετά από αυτό, στον κάµπο, λόγω του νερού. Συνέχιζε, όµως, να λειτουργεί το πορθµείο του Αϊ Λιά. Τότε, οι Κωσταλεξιώτες και οι Κοµποταδίτες, πέρναγαν, το Σπερχειό, από τη σιδηροδροµική γέφυρα, αλλά χωρίς ζώα. Το 1925 κατασκευάστηκε η σηµερινή οδική γέφυρα του Σπερχειού και, έτσι, έπαψε να λειτουργεί το διπλανό πορθµείο. Έµεινε όµως η ονοµασία Παλιογέφυρο (Παλιουγέφ’ρου), του σηµείου όπου ήταν το πορθµείο, αλλά και της γύρω περιοχής, νοτιοδυτικά της γέφυρας, µέχρι το Καλωστουρέµµα, και Νοτιοανατολικά, αυτής, µέχρι την παλιά κοίτη του Ξηργιά. Τη «βάρκα» του Πορθµείου την έλεγαν, σκωπτικά, Φελούκα. Την πληροφορία αυτή µου την έδωσε ο Ευάγγελος Καρµάλης του Ηλία. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 94, βλέπουµε µία πραγµατική φελούκα.

14


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 94: Μία Πραγµατική Φελούκα Από τη φωτογραφία αυτή µπορείτε να αντιληφθείτε τη διαφορά µεταξύ µιας πραγµατικής Φελούκας και της «Φελούκας» (βάρκας) του Σπερχειό!!!! 96. Παλιουράκι (Παλιουράκι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι υποκοριστικό της λ. παλιούρι < από τη λ. παλιούριον = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. παλίουρος (= το ακανθώδες φυτό παλιούρι το οποίο χρησιµοποιείται για περίφραξη κήπων κ.λ.π. ). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 18.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Απ’ ό,τι µου είπαν οι πιο παλιοί του χωριού, στο σηµείο εκείνο υπήρχε ένα παλιούρι. Από το παλιούρι αυτό πήρε, η γύρω περιοχή, την ονοµασία Παλιουράκι (Παλιουράκι). Ένα παλιούρι φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 95:

Φωτ. Νο 95: Ένα Παλιούρι.

15


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Το παλιούρι, στο χωριό, το ονοµάζουν και πάλιουρα. Ο πάλιουρας είναι ένας θάµνος µε πολύ µακριά και αγκαθωτά κλωνάρια. Τα αγκάθια του είναι πολύ µεγάλα. Αυτά τα µεγάλα αγκάθια τον κάνουν καταλληλότατο για την κατασκευή φρακτών στους κήπους, οι οποίοι είναι φυτεµένοι µε φυτά ή δέντρα, οι καρποί των οποίων προσελκύουν τους περαστικούς αλλά και τους ….µη περαστικούς. Εκτός, όµως, από την κατασκευή φρακτών τα κλωνάρια του πάλιουρα, µας δίνουν και εξαιρετικά «µατσούκια» 15 τα οποία τα χρησιµοποιούµε, για να κατασκευάσουµε µαγκούρες (µαγκούρις)16 και αγκλίτσες (’γκλίτσις ). 97. Παλιοφραντζί (Παλιουφραντζί): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ. παλιο + Φραντζί. Η λ. παλιο είναι το α΄ συνθετικό παλι(ο). Σαν τέτοιο προσδίδει, στο β΄ συνθετικό, την έννοια του φθαρµένου, του παλιού, όπως π.χ. παλιό –ρουχο < από το αρχ. επίθ. παλαιός. Η λ. Φραντζί < από το επώνυµο Φραντζής. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 3. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όλα τα σχετικά µε το τοπωνύµιο αυτό θα τα βρείτε στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ (ΠΑΛΙΟΦΡΑΝΤΖΙ). 98. Παναγία - Κοίµηση της Θεοτόκου (Παναΐα - Κοίµηση τ’ς Θιουτόκου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λ. παν + αγία. Η λ. παν: = το ουδέτερο γένος του αρχ. Ελλην. επιθέτου πας (όλος, ολόκληρος). Η λ. αγία: Βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, α/α 3 (Παρασκευή). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Γ», α/α 1.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Επειδή το θέµα είναι αρκετά µεγάλο θα το διαβάσουµε στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ [(ΠΑΝΑΓΙΑ (ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ)]. 99. Παναγία (Παναΐα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Βλέπε το προηγούµενο τοπωνύµιο α/α 98 (Παναγία - Κοίµηση της Θεοτόκου (Παναΐα - Κοίµηση τ’ς Θιουτόκου). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 13. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το τοπωνύµιο, αυτό, αρχίζει από τη Βρύση της Παναγίας (Βρύση τ’ς Παναΐας) (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 14) Ανατολικά, και φθάνει µέχρι το Καλωστουρέµµα (Καλουστουρέµµα), ∆υτικά.

15

Ματσούκι (= ραβδί, ρόπαλο) < τo Βυζαντινό µατσούκιν < το ιταλικό mazuco. Μαγκούρις = µαγκούρες = πληθυντικός της λ. µαγκούρα (= ραβδί µε γυριστή λαβή, µπαστούνι) < το Βυζαντινό µαγκούριν < το µεταγενέστερο µακκούρα.

16

16


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Είναι άγνωστη η προέλευση της ονοµασίας. Η Κωσταλεξιώτικη παράδοση δεν µας παραδίδει καµία πληροφορία για το θέµα αυτό, ούτε υπάρχουν κάποια ερείπια εκκλησίας, για να σκεφθούµε ότι ίσως, αυτή, να ήταν αφιερωµένη στην Παναγία. Ίσως το εικόνισµα που ήταν εκεί, δεξιά του δρόµου και βόρεια από τη βρύση της Παναγίας, να ήταν αφιερωµένο στην Παναγία και, από αυτό, να πήρε και η γύρω περιοχή την ίδια ονοµασία. 100. Περιβόλια (Πιρ’βόλια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη λ. περιβόλι (= περίφρακτος χώρος όπου καλλιεργούνται λαχανικά ή οπωροφόρα δέντρα).< από τη Βυζαντ. λ. περιβόλιν < από τη µεταγενέστερη λ. περιβόλιον = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. περίβολος ( = φράγµα ή τοίχος που περικλείνει ένα χώρο). ΘΕΣΗ: α. Περιβόλια στα «Πουτιστ’κά» (Ποτιστικά): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 10 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 14α. β. Περιβόλια στα «Ριντ’φαίϊκα» (Ρεντιφαίϊκα): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 10. γ. Περιβόλια της «Ψουργιάρας» (Ψωριάρας): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 11. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: α. Περιβόλια στα Ποτιστικά: Στο υποδεικνυόµενο σηµείο και εκατέρωθεν του δρόµου που περνούσε εκεί, καταβαίνοντας προς τα Ποτιστικά, φύτευαν, κατά παράδοση, τα περιβόλια τους όλοι οι χωριανοί. Τα περιβόλια αυτά ήταν µικρές ιδιοκτησίες αγροτεµαχίων, τα οποία τα φύτευαν µε κηπευτικά, ήτοι: Ντοµάτες, µελιτζάνες, πιπεριές, κολοκυθιές, κρεµµύδια κλπ. Τα κηπευτικά, εκεί, αναπτύσσονταν πολύ, αφ’ ενός µεν γιατί κόπριζαν καλά τα χωράφια µε κοπριές, αφ’ ετέρου δε γιατί είχε πολύ νερό από το Αυλάκι. Να προσθέσουµε, ακόµη, ότι και η δυνατότητα προσβάσεως, από το δρόµο, διευκόλυνε το φύτεµα των περιβολιών εκεί. β. Περιβόλια στα «Ριντ’φαίϊκα»: Την περιοχή αυτή την ονοµάζουν έτσι, γιατί, στο βόρειο τµήµα της, ήταν το σπίτι των Ρεντιφαίων (Ριντ’φαίουν). Το Ρεντιφαίοι ήταν (και είναι) παρωνύµιο των χωριανών µας µε το επώνυµο Αθανασίου. Από το παρωνύµιο, αυτό, πήρε και η περιοχή το ίδιο όνοµα. Εκεί, λοιπόν, φύτευαν λίγα περιβόλια, τα οποία προσπαθούσαν να τα ποτίσουν από το νερό της Ψωριάρας. γ. Περιβόλια της «Ψουργιάρας» (Ψωριάρας): Και εδώ υπήρχαν πολλά µικρά αγροτεµάχια, τα οποία τα χρησιµοποιούσαν σαν περιβόλια. Φαίνονται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 96:

17


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 96: Κήποι της Ψωριάρας. Για το πότισµά τους χρησιµοποιούσαν το νερό της Βρύσης της Ψωριάρας. (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ, Τοπωνύµιο Κήποι, α/α 64) θα βρούµε και άλλα στοιχεία για τη Βρύση της Ψωριάρας και για τους Κήπους της. Φυσικά η Κήποι της Ψωριάρας θα έχουν την καταγωγής από την εποχή της τουρκοκρατίας. Από τότε που κατασκευάστηκε το δίκτυο υδρεύσεως του χωριού, σταµάτησαν οι χωριανοί, να χρησιµοποιούν, για περιβόλια, την ανωτέρω περιοχή, όπως και κάθε άλλη περιοχή, όπου υπήρχε νερό, όπως στον Κασµάκη, στη βρύση της Παναγίας, στη βρύση του Αγίου Αθανασίου και στο Περίβολο. Τώρα φυτεύουν κηπευτικά, ο καθ’ ένας, δίπλα στο σπίτι του. 101. Περίβολο (Πιρίβουλου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Βλέπε προηγούµενο τοπωνύµιο, α/α 100 (Περιβόλια). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 21.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στο «Πιρίβουλου», όπως έχουµε αναφέρεται και στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, Τοπωνύµιο Αµπλάδες, α/α 15γ (Άµπλας Περίβολου), σελ. 13, υπήρχε (και υπάρχει) ένας άµπλας. Αυτός ήταν ο λόγος, για τον οποίο, όσοι είχαν χωράφια εκεί, φύτευαν περιβόλια, τα οποία τα πότιζαν µε το νερό του άµπλα. Από τα περιβόλια αυτά έλαβε, η γύρω περιοχή, το όνοµα «Πιρίβουλου». Λόγω του νερού που υπάρχει εκεί, έχουν αναπτυχθεί µεγάλα δέντρα. 102. Πετσαλούδα (Πιτσαλούδα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι υποκοριστικό της λέξης πέτσα (δέρµα, επιδερµίδα, λεπτό στρώµα σχετικά σκληρό που σχηµατίζεται σε µία επιφάνεια) < από την Ιταλική λ. pezza. Στο χωριό µας, µε τη λέξη Πετσαλούδα, εννοούµε ένα τεµάχιο πέτρας, λεπτού πάχους και κοφτερής στα πλάγια. Το τεµάχιο, αυτό, έχει προκύψει από τη θραύση της επιφάνειας (πέτσας) µιας µεγάλης και σκληρής πέτρας, είτε ύστερα από ισχυρό χτύπηµα, είτε λόγω επιδράσεως των καιρικών συνθηκών. Άρα «Πιτσαλούδα» = η πετσαλούδα και, κατ’ επέκταση, η περιοχή που έχει πετσαλούδες. ΘΕΣΗ: Θα τη δούµε στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β»,α/α 15. Φαίνεται καλύτερα στην επόµενη φωτογραφία, Νο 97: 18


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. 97: Η Πετσαλούδα. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 98, φαίνετε η Ανατολική κλιτύς του υψώµατος, από φωτογραφία η οποία έχει ληφθεί από τις Βόρειες κλιτύες των υψωµάτων του Γρεβενού.

Φωτ. 98: Ανατολικές κλιτύες της Πατσαλούδας. Στο Νότιο µέρος του υψώµατος φαίνεται ο αυχένας ∆ιλασελο, για το οπίο έχουµε γράψει σε προηγούµενο µέρος. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όσοι από τους χωριανούς µας έχουν ανέβει στην Πετσαλούδα και τους ρώτησα πως είναι η κορυφή της, µου είπαν ότι, εκεί, έχει πολλές Πετσαλούδες (Πιτσαλούδις). Οι «Πιτσαλούδις» έχουν ξεκολλήσει από τα βράχια λόγω της επιδράσεως των καιρικών συνθηκών, ήτοι πολύ κρύο το χειµώνα και τα βράδια του καλοκαιριού και πολύ ζέστη τις ηµέρες του καλοκαιριού. Από τις «Πιτσαλούδις», αυτές, πήρε και το ύψωµα την ονοµασία «Πιτσαλούδα». Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 99, βλέπουµε µερικές «Πιτσαλούδις». Τις έχω συλλέξει από µία µεγάλη πέτρα αριστερά της «Σωληναρόστρατας» και πριν από το σηµείο όπου, αυτή, διέρχεται τον Ξηριά.

19


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ, Νο 99: Οι «Πιτσαλούδις» από την πέτρα του Ξεριά. Η Πετσαλούδα έχει υψόµετρο 1745 µέτρα περίπου. 103. Πλάκες (Πλάκις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχαία Ελλην. λ. πλαξ (της πλακός). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 1 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 2. Φαίνονται και στην επόµενη φωτογραφία Νο 100, η οποία έχει ληφθεί από την Παναγία.

Φωτ. Νο 100: Οι Πλάκες:

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Οι Πλάκες είναι οι µεγάλες, γυαλιστερές και πλαγιαστές πέτρες ανατολικά του Ξεριά, στην περιοχή των Χαλασµάτων. Οι Πλάκες αποκαλύφθηκαν, όταν έγινε ο µεγάλος σεισµός, ο οποίος κατέστρεψε το παλιό Χωριό (χουργιό), που ήταν στην περιοχή της Ροδιάς (Ρουδγιάς), για την οποία θα γράψουµε στη συνέχεια. Περισσότερες λεπτοµέρειες στο ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ (ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ – ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ). Την ονοµασία την έλαβαν µετά το συντελεσθέντα σεισµό.

20


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

104. Πλακώµατα ή Ανοίγµατα (Πλακώµατα ή Ανοίµµατα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λέξη «Πλακώµατα»: Προέρχεται από το Βυζαντ. πλακώνω < από το µεταγενέστερο πλακώ = (στην προκειµένη περίπτωση): Επέρχοµαι αιφνιδιαστικά, ενσκήπτω. Ορισµένοι Κωσταλεξιώτες, όπως θα δούµε στη συνέχεια, επήλθαν, «ενέσκηψαν», κρυφά και αιφνιδιαστικά σε αδιανέµητες περιοχές του χωριού (για να µην υποπέσουν στην αντίληψη των άλλων χωριανών, που ήταν συνιδιοκτήτες των περιοχών αυτών εξ αδιαιρέτου) και τις ιδιοποιήθηκαν και, συνεπώς, τις «πλάκωσαν». Η λέξη «Ανοίµµατα»: Είναι ο πληθυντικός της λ. άνοιγµα < από την αρχ. Ελλην. λ. ανοίγω (= ανά + οίγω). Η λ. αυτή έχει πολλές έννοιες, µία απ’ αυτές είναι η εξής: αυξάνω, µεγαλώνω το εύρος (σε κάτι). Στην προκειµένη περίπτωση: Αυξάνω το εύρος ενός χωραφιού δια της εκχερσώσεως των θάµνων και δέντρων που το περιβάλλουν. ΘΕΣΗ α. Ανοίµµατα ή Πλακώµατα υπάρχουν στις ακόλουθες θέσεις: β. Στον Γκαµαλέτσο (Γκαµαλέτσου): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 5. γ. Στις Μυρτιές (Μουρτγιές): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 6. δ. Στα Βαγινορέµατα (Βαϊνουρέµατα): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 9. ε. Στον Μάραθο (Μάραθου): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Ας έλθουµε στο 1923, όταν, οι Κωσταλεξιώτες, αγόρασαν το τσιφλίκι του Νικολάου Τράκα και της αδελφής του Ειρήνης Ρενδίνα. Τότε, οι αγοραστές, µοίρασαν µεταξύ τους τις εκτάσεις που αγόρασαν. Υπήρχαν όµως και ορισµένες περιοχές, οι οποίες ήταν γεµάτες πουρνάρια και σκίνα. Οι περιοχές εκείνες, λόγω αδυναµίας να εκχερσωθούν, µε τα µέσα της εποχής εκείνης, δεν ήταν δυνατόν να καλλιεργηθούν και, ως εκ τούτου, έµειναν αδιανέµητες Κατά συνέπεια αποφάσισαν, οι χωριανοί, να αφήσουν αυτές τις εκτάσεις σε κοινή χρήση, εξ αδιαιρέτου, για να έχουν βοσκή τα πρόβατα, τα γίδια και τα βόδια τους. Μέσα σ’ αυτές τις περιοχές υπήρχαν και µερικές µικρές λάκκες, ακάλυπτες από θάµνους. Ύστερα από µερικά χρόνια, κάποιοι Κωσταλεξιώτες, συνεννοήθηκαν µεταξύ τους, κρυφά, και, µία νύχτα, πήγαν και «πλάκωσαν» (κατέλαβαν παράνοµα) τα καλύτερα τεµάχια της αδιανέµητης περιοχής, που ήταν προς το Βόρειο µέρος της περιοχής του Μάραθου. Όταν αντιλήφθηκαν αυτή την ενέργεια, οι άλλοι Κωσταλεξιώτες, έτρεξαν και αυτοί να κάµουν το ίδιο. Αυτό έγινε στις περιοχές Μυρτιών, Γκαµαλέτσου, Καραχούσου και Βαϊνορέµατος. Αυτά τα χωράφια, όσοι τα «πλάκωσαν», τα επέτειναν, σιγά – σιγά, ξεριζώνοντας τους θάµνους που ήταν περιφερειακά, δηλαδή τα «άνοιξαν». Με αυτόν τον τρόπο, τα υπ’ όψη χωράφια, πήραν την ονοµασία Πλακώµατα και Ανοίγµατα. 105. Πλατάνια (Πλατάνια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Πλατάνια < από την αρχαία Ελλην. λ. Πλάτανος. ΘΕΣΗ: Πλατάνια υπήρχαν στις ακόλουθες θέσεις: α. Ο Πλάτανος της Αντρίτσαινας (τ’ς Αντρίτσινας) στο: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 6. ∆εν υπάρχει σήµερα.

21


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ β. Ο Πλάτανος του Ψαρά (τ’ Ψαρά) στο: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 6. «Ψαράς» ήταν το παρατσούκλι του Γεωργίου Καρµάλη του ∆ηµητρίου. Ο ίδιος ο πλάτανος ήταν συνιδιοκτησία µετά του Κωνσταντίνου Παλαιορούτη του Νικολάου ή Παλαιορουτοκώστα (Παλιουρ’τουκώστα). ∆εν υπάρχει σήµερα. γ. Ο Πλάτανος του Μαργαρίτη (τ’ Μαργαρίτ’) στο: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 14. Θα τον εντοπίσουµε καλύτερα στην επόµενη φωτογραφία, Νο 101.

Φωτ. Νο 101: Πλάτανος του Μαργαρίτη Ο Μαργαρίτης ήταν ο Βασίλειος Μαργαρίτης, ο κτήτορας του εξωκκλησίου της Παναγίας (Παναΐας). Ο Πλάτανος δεν υπάρχει σήµερα. δ. Τα Πλατάνια στις ∆ραγασιές (Τραγασιές): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 14β. Βλέπε και οµώνυµο τοπωνύµιο (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ∆ΕΥΤΕΡΟ, α/α 1). ∆εν υπάρχουν σήµερα. ε. Ο Πλάτανος στον Κέδρο: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 32. Εκεί κοντά ήταν και ο µικρότερος Πλάτανος του Στρωµατιά (τ’ Στρουµατγιά). ∆εν υπάρχουν σήµερα και οι δύο. στ. Ο Πλάτανος του Κουγιούφα (τ’ Κουϊούφα): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 29. «Κουϊούφας» ήταν το παρατσούκλι του Νικολάου Καρυώτη του Γεωργίου. Ήταν ένας τεράστιος και µεγαλοπρεπής πλάτανος. ∆εν υπάρχει σήµερα. ζ. Τα Πλατάνια του Κασµάκη (Καζµάκη): ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 4. Φαίνονται και στην επόµενη φωτογραφία Νο 102:

Φωτ. Νο 102: Τα Πλατάνια του Κασµάκη. 22


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Τα πλατάνια του Κασµάκη εξακολουθούν να υπάρχουν. η. Τα Πλατάνια της βρύσης του Αγίου Αθανασίου: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 1. Είναι αυτά που φαίνονται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 103:

Φωτ. Νο 103: Πλατάνια της βρύσης του Αγίου Αθανασίου. θ. Πλατάνια υπήρχαν ακόµη (και υπάρχουν) στις ακόλουθες θέσεις: (1). Μέσα στον Ξηριά. (2). Στο Σωληνάρι (Σουληνάρ’). Για όσα πλατάνια κόπηκαν, είναι µεγάλο κρίµα που χάθηκαν τέτοια αξιοθαύµαστα µνηµεία της φύσεως, είτε για να µη ρίχνουν ίσκιο στα χωράφια και µειώνεται η παραγωγή τους (αυτό έγινε µετά τον αναδασµό για τα πλατάνια που ήταν στα ποτιστικά), είτε για καυσόξυλα!!!! ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Για να είναι συγκεκριµένοι, οι χωριανοί, για τον πλάτανο για τον οποίο µιλούσαν, πρόσθεταν, στην ονοµασία του και το όνοµα του ιδιοκτήτη του πλατάνου. Έλεγαν, π.χ., στον πλάτανο του Μαργαρίτη (στου µπλάτανου τ’ Μαργαρίτ’). Με αυτόν τον τρόπο δεν γίνονταν σύγχυση µεταξύ των πλατάνων. Πέραν τούτου, αν ήθελαν να προσδιορίσουν τη θέση ενός χωραφιού, έλεγαν το χωράφι στον πλάτανο του Μαργαρίτη (του χουράφ’ στου µπλάτανου τ’ Μαργαρίτ’). Παρά το γεγονός ότι τα πλατάνια έχουν κοπεί, εν τούτοις, εξακολουθούν να λέγονται οι ονοµασίες των τοπωνυµίων κατά τον ίδιο τρόπο. Με αφορµή την κοπή των πλατάνων από τους νεοέλληνες χωριανούς µας, αισθάνοµαι την υποχρέωση να σηµειώσω ότι, οι παλιότεροι, είχαν µεγαλύτερη οικολογική συνείδηση από αυτούς. Και για να µην υπάρχουν αµφιβολίες, σας παραθέτω µία σχετική απόφαση του Κοινοτικού Συµβουλίου πριν από 59 χρόνια (τώρα 2004): « Βασίλειον της Ελλάδος Κοινότης Κωσταλεξίου Επαρχία Φθιώτιδος Αριθ. αποφάσεως 6 « Περί απαγορεύσεως εκχερσώσεως και κοπής των πλατανιών και της εκχερσώσεως Λυγαριών και δαφνών του ρεύµατος Ξηριά» Το Κοινοτικόν Συµβούλιον της Κοινότητος Κωσταλεξίου Συνελθόν σήµερον την 23ην του µηνός Σεπτεµβρίου 1945, ηµέραν Κυριακήν και ώραν 4 µ.µ. κατόπιν προσκλήσεως του προέδρου κ. ∆. Ροζή και ευρεθέν εν απαρτία

23


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ παρόντων των µελών αυτού Νικ. Καρυώτου, Κ. Περγολιού, Αθ. Αναγνωστοπούλου και Κ. Καρµάλη Επιληφθέν τη εισηγήσει του Προέδρου του εν τη ηµηρεσία διατάξει θέµατος «περί εκχερσώσεως και κοπής των πλατάνων και εκχερσώσεως Λυγαριών και δαφνών του ρεύµατος ξηριά» Το Κοινοτικόν Συµβούλιον συζητήσαν και σκεφθέν Αποφαίνεται Εγκρίνει οµοφώνως την απαγόρευσιν της εκχερσώσεως των λυγαριών και δαφνών και της κοπής των πλατάνων του ρεύµατος ξηριά της Κοινότητός µας από Σπερχειού ποταµού µέχρι της θέσεως Κάκκαβον, πρόποδος του όρους Οίτη, επί µίαν πενταετίαν και παραλλήλως η εκχέρσωσις από τας όχθας του ρεύµατος εις απόστασιν δέκα «10» µέτρων. Εφ’ ω συνετάγη η παρούσα και υπογράφεται ως έπεται Η περαιτέρω ενέργεια επαφίεται εις τον κ. πρόεδρον Το Κοινοτικόν Συµβούλιον.» 106. Πλατεία και Ράχη (Πλατεία κι Ράχη): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: α. Πλατεία: Η λ. πλατεία (= ανοιχτός κοινόχρηστος χώρος ειδικά διαµορφωµένος, ώστε να δύναται ο κόσµος να κάθεται, να κάνει περίπατο ή να παίζουν τα παιδιά). Είναι ουσιαστικοποιηµένο θηλυκό του αρχ. επιθέτου πλατύς. β. Ράχη: Προέρχεται από την αρχαία Ελληνική λ. ράχις. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 3 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 20. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: α. Στη θέση της σηµερινής Πλατείας ήταν η παλιά Πλατεία µε την ονοµασία Ράχη (Ράχη). Την περιγραφή τους θα τη δούµε στη συνέχεια. β. Στην επόµενη πλάγια αεροφωτογραφία, Νο 104, παρουσιάζεται ο χώρος της Πλατείας και τα γύρω κτίσµατα, όπως ήταν πριν το 1962.

Φωτ. Νο 104: Η πλατεία (Ράχη), οι δρόµοι και τα γύρω κτίσµατα, όπως ήταν πριν το 1962. 24


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Τα κτίσµατα αυτά, αυτά αναλύονται στον επόµενο πίνακα: ΚΤΙΣΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΗΡΧΑΝ ΣΤΗ ΡΑΧΗ (ΠΛΑΤΕΙΑ) ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΠΡΙΝ ΤΟ 1962 Α/Α 1 2 3

4

5 6 7

8 9 10

11 12 13

ΚΤΙΣΜΑΤΑ Η Εκκλησία Το σπίτι του Κουτανά (τ’ Κουτανά). «Κουτανάς» ήταν το παρατσούκλι του Κωνσταντίνου Αναγνωστόπουλου του Ευθυµίου. Το σπίτι «τ’ Ξτρή». «Ξτρής» ήταν το παρατσούκλι του Χρήστου Αναγνωστόπουλου του Ευθυµίου, αδελφός του προηγουµένου. Το σπίτι του Κρικουζοσπύρου (τ’ Κρικουζουσπύρ’). Κρεκούζας (Κρικούζας) ήταν το παρατσούκλι του επωνύµου Παπακυριαζής. Το «Κρικουζουσπύρους» λέγονταν για να ξεχωρίζει από το αδελφό του, το Γιώργο, που τον έλεγαν «Κρικουζουγιώργου». Το σπίτι του Μπορωτογιώργου (τ’ Μπουρουτουγιώργ’). «Μπορώτης» ήταν το παρατσούκλι του επωνύµου Αλεξίου. Το ∆ηµοτικό Σχολείο του χωριού. Υπάρχει και, ανακαινισµένο, λειτουργεί ως Λαογραφικό Μουσείο. Το σπίτι και το µπακάλικο του Μπακαλοµήτρου (τ’ Μπακαλουµήτρ’). «Μπακαλουµήτρους» ήταν το παρατσούκλι του ∆ηµητρίου Λάζου του Ευαγγέλου και του έδωσαν επειδή ήταν Μπακάλης. Το µαγαζί του Χρήστου του Μολόχα (τ’ Χρήστ’ τ’ Μουλόχα). «Μολόχας» ήταν το παρατσούκλι Χήστου Πανταζή του Παναγιώτου. Το σπίτι του Χρήστου του Μολόχα. Το σπίτι και µαγαζί του Μπορωτοθανάση (τ’ Μπουρουτουθανάση). «Μπορωτοθανάσης» ήταν ο Αθανασίος Αλεξίου. Το «Μπορώτης» ήταν το παρατσούκλι των Αλεξίου. Το σπίτι του Βασιλείου του Ραµαντάνη (τ’ Βασίλη τ’ Ραµαντάνη). «Ραµαντάνης» ήταν το παρατσούκλι του Βασιλείου Ροζή του Ιωάννου. Η αχυρώνα του Κωσταντή (τ’ Κουσταντή). «Κουσταντής» ήταν το παρατσούκλι του Κωνσταντίνου Αναγνωστοπούλου του Κοµνά. Το σπίτι του Χατζάρα (Τ’ Χατζάρα). «Χατζάρας» ήταν το παρατσούκλι το Χρήστου Πανταζή του Γεωργίου

γ. Συµπληρωµατικές πληροφορίες για τη «Ράχη» (Πλατεία): Οι πληροφορίες φαίνονται στην επόµενη αεροφωτογραφία, Νο 105:

25


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ 105: Συµπληρωµατικές πληροφορίες για τη Ράχη (Πλατεία). Παρατηρήσεις: «Απόπατους» = Απόπατος < από το αρχ. αποπατώ. «Κουτσιάς» (= Κωτσιάς = Κώτσιος = Κώστας). Ήταν το παρατσούκλι του Κωνσταντίνου Λάζου του ∆ηµητρίου. Το περίπτερο το είχε, γιατί ήταν τραυµατίας του Ελληνοϊταλικού πολέµου. Είχε τραυµατισθεί στην παλάµη του δεξιού του χεριού. Περιγραφή της Πλατείας: Η πλατεία ολοκληρώθηκε ως εξής: Ο τοίχος κατασκευάσθηκε την τετραετία 1954 – 1959, όταν Πρόεδρος της Κοινότητας ήταν ο Ευθύµιος Καρυώτης του Θεµιστοκλή και ολοκληρώθηκε την τριετία 1960 – 1962, όταν Πρόεδρος της Κοινότητας ήταν ο Ιωάννης Ευθυµίου του Γεωργίου. Παρατηρούµε ότι τα δέντρα της πλατείας είναι µικρά, γεγονός που σηµαίνει ότι τα έχουν φυτέψει πριν από λίγο χρόνο. Το µόνο µεγαλούτσικο δέντρο είναι η µωριά (µουργιά) στη βορειοδυτική γωνία της πλατείας, αλλά, αυτή, φυτεύτηκε ενώ ήταν µεγάλη από τον Αθανάσιο Κανατά του Σπύρου. Περιγραφή της Ράχης (τ’ς Ράχης). Το χωριό µας είναι κτισµένο στο αντέρεισµα που καταβαίνει, από το ύψωµα «Τρίφτρα», προς το βορρά,. Το αντέρεισµα αυτό σχηµάτιζε, ακριβώς εκεί πού είναι η σηµερινή πλατεία, µία µικρή ραχούλα µε κάπως απότοµες καταπτώσεις ανατολικά και βόρεια. Οι καταπτώσεις αυτές διαγράφονται στις προηγούµενες φωτογραφίες Νο 104 και Νο 105, εξωτερικά του τοίχου της Πλατείας και ειδικότερα προς το Βόρειο και Ανατολικό µέρος αυτής. Αυτή τη «ραχούλα» την χρησιµοποιούσαν για πλατεία, την οποία την ονόµαζαν «Ράχη» (Ράχη). Η σηµερινή Πλατεία κατασκευάσθηκε στη θέση της «Ράχης» (Ράχης). Η επιφάνεια «τ’ς ράχης» ήταν πετρώδης και κατηφορική. Μία καλή ιδέα του πως ήταν, τη σχηµατίζετε βλέποντας την επόµενη φωτογραφία, Νο 106:

26


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 106: Πως ήταν, παλιά, η επιφάνεια «τ’ς ράχης» (της ράχης). Η αναφερόµενη «Οικ. Χρήστου Πανταζή» είναι το πατρικό σπίτι του γράφοντος. Στον άσπρο φόντο του τοίχου του σπιτιού διαγράφεται η δεξιά πλευρά και το κεφάλι της αείµνηστης αδελφής µου Βασιλικής (Κικής). Ο συνοφρυωµένος «µπόµπιρας», που είναι σε πρώτο πλάνο, είναι ο ∆ηµήτριος Ευθυµίου του Γεωργίου και ο πίσω και αριστερά από αυτόν (όπως βλέπουµε τη φωτογραφία) είναι ο Γεώργιος Πανταζής του Χρήστου. Η επόµενη φωτογραφία, Νο 107, µας δίδει µία άλλη όψη «τ’ς ράχης».

Φωτ. Νο 107: Άλλη µία όψη «τ’ς ράχης». ∆ιακρίνονται, από αριστερά προς τα δεξιά, οι: Ευθύµιος ∆ηµητρίου Χασιώτης, Γρηγόριος Ιωάννου Σταθόπουλος και Ευάγγελος Ηλία Καρµάλης. Οι διακρινόµενοι κάθονται στο δυτικό µέρος της Ράχης και βλέπουν προς ανατολάς. Στο αριστερό µέρος της φωτογραφίας διακρίνεται το βόρειο ήµισυ του παλιού δηµοτικού σχολείου και δεξιά του, όπως βλέπουµε τη φωτογραφία, διακρίνεται ο επάνω όροφος του σπιτιού του ∆ηµητρίου Λάζου ή «Μπακαλουµήτρου». Στη βόρεια πλευρά της Ράχης και µέσα από το βόρειο τοίχο της Πλατείας υπήρχαν τρεις µεγάλες πέτρες, οι οποίες εξείχαν επάνω από το έδαφος. Στο σηµείο αυτό κάθονταν οι γεροντότεροι και αγνάντευαν την κοιλάδα του Σπερχειού, ακουµπώντας τις πλάτες τους στις πέτρες. Εδώ έρχονταν ο µπαρµπα Γιώργος ο Στρωµατιάς (Ου µπάρµπα Γιώργους ου Στρουµατγιάς), που δεν του άρεσε και τόσο πολύ η δουλειά. Κάθονταν καταγής, ακοµπούσε την πλάτη του στην µεγαλύτερη

27


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ κοτρόνα, έβαζε το ένα πόδι του επάνω στο άλλο και βίγλιζε 17 όλο τον κάµπο. Η Μητέρα µου, που τον έβλεπε από το σπίτι, του έλεγε, αστειευόµενη, αντε την ξερίζωσες την πέτρα µε την πλάτη, σήκω να πας να δουλέψεις και λιγάκι (άϊντι τ’ γκξιρίζουσις τ’ µπέτρα µι τ’ µπλάτ’, σήκου να πας να δ’λέψ’ κι λιγάκι). Ο µπαρµπα Γιώργος ποτέ δεν θύµωνε µε τη Μητέρα, γιατί γνώριζε ότι, ό,τι έλεγε, δεν τό ’λεγε µε κακή πρόθεση. Αυτός είπε και την περίφηµη και πολύ φιλοσοφηµένη φράση: Είναι καλύτερο το ξάπλα (να ξεκουράζεσαι, δηλαδή, ξαπλωτός) από το να κάθεσαι (να ξεκουράζεσαι, δηλαδή, καθιστός στον πισινό σου) (Είν’ καλύτιρου του ξάπλα απ’ του να κάθισι)!! Από τη «ράχη», για να πάµε στη βρύση του Αγίου Αθανασίου, υπήρχαν οι εξής προσβάσεις:18 Η µία ήταν από τη βορειοδυτική γωνία της Εκκλησίας. Φαίνεται, καθαρά, στις Φωτογραφίες Νο 104 και Νο 105, όπου βλέπουµε το πετρώδες µονοπάτι να κατεβαίνει προς τη βρύση του Αγίου Αθανασίου. Άλλο ένα µονοπάτι έβγαινε από εκεί που είναι το µέσον, περίπου, του ανατολικού τοίχου της πλατείας. Στο σηµείο εξόδου υπήρχαν πορώδεις βράχοι, οι οποίοι σχηµάτιζαν, από τη συνεχή διέλευση ζώων, µία πολύ µικρή και στενή δίοδο. Ο κύριος δηµόσιος δρόµος που κατεβαίνει, δυτικά και βόρεια της πλατείας, προς τη βρύση του Αγίου Αθανασίου. Στην πλαγιά, που φαίνεται ανατολικά της πλατείας, στις ίδιες ως ανωτέρω φωτογραφίες, Νο 104 και Νο 105, φύτρωναν, κάθε άνοιξη, κάποια αγκάθια που τα έλεγαν «ασπράγκαθα». Αυτά έβγαζαν κάτι άσπρα αγκάθια, που ήταν µακριά σαν βελόνια. Το κάρφωµα από αυτά ήταν φαρµακερό. Και, βέβαια, µιλάµε για το ξυπόλυτο περπάτηµα, αφού τα παπούτσια, το καλοκαίρι, µας …«στένευαν» και δεν τα φορούσαµε, που σηµαίνει ότι δεν είχαµε παπούτσια, για να φορέσουµε. Θυµάµαι, λοιπόν, που µου έλεγε, ο Πατέρας µου, να πάω, όταν είχε νυχτώσει, να φέρω κρύο νερό από τη βρύση. Να πάω, αλλά τα αγκάθια πως θα τα ξεπερνούσα; Το δηµόσιο δρόµο τον έβλεπα να έχει µεγάλη απόσταση!! Είχα βρει το κόλπο να περπατώ σέρνοντας τα πόδια µου στο έδαφος. Με τον τρόπο αυτό δεν πατούσα τα αγκάθια και, έτσι, δεν τους έδινα την ικανοποίηση να µου τρυπάνε τα πόδια!!! Τώρα, η πλαγιά αυτή, δεν υπάρχει. Στη θέση της χτίστηκε το κοινοτικό καφενείο και το Ηρώο. Η «Ράχη» (Πλατεία) και η ζωή των Κωσταλεξιωτών: Η «Ράχη» (Πλατεία) ήταν (και είναι), ας πούµε, το θρησκευτικό, διοικητικό, εκπαιδευτικό, οικονοµικό και κοινωνικό κέντρο της Κωσταλεξιώτικης κοινωνίας. Αυτός είναι και ο λόγος που, γύρω από αυτήν, υπήρχαν (και υπάρχουν): Η Εκκλησία, το Κοινοτικό Γραφείο, το Σχολείο, το Ηρώο και τα µαγαζιά. Στην ίδια τη «Ράχη» (Πλατεία) γίνονταν (και γίνονται) οι πάσης φύσεως Κωσταλεξιώτικες κοινωνικές και άλλες εκδηλώσεις. Ας δούµε τις σχετικές λεπτοµέρειες για το καθ’ ένα από αυτά: (1). Η Εκκλησία: Έχουν γραφεί όλα στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΤΟ (ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ). (2) Το Κοινοτικό Γραφείο: Το χωριό µας, µέχρι το 1978, δεν διέθετε Κοινοτικού Γραφείου. Σαν τέτοιο, απ’ ότι θυµάµαι, χρησιµοποιήθηκαν διάφορα οικήµατα του χωριού. Το 1975 άρχισε η κατασκευή του σηµερινού (2004) Κοινοτικού Γραφείου, η οποία τελείωσε το 1978. Το Κοινοτικό Γραφείο το βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 108: 17

Βίγλιζε < από το Βυζαντινό βιγλίζω (= εποπτεύω, ως σκοπός, τη γύρω περιοχή) < από τη λ. βίγλα < από τη Λατιν. λ. vigilia (= φυλακή, σκοπιά). 18 Ιδέ την προηγούµενη φωτογραφία µε τις συµπληρωµατικές πληροφορίες.

28


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 107: Το Κοινοτικό Γραφείο Στο ίδιο κτίριο συστεγάζεται και το Αγροτικό Ιατρείο. Οι διατελέσαντες Πρόεδροι της Κοινότητας Κωσταλεξίου αναφέρονται στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ (ΟΙ ΠΡΟΕ∆ΡΟΙ). (3). Το ∆ηµοτικό Σχολείο: ∆εν υπάρχει φωτογραφία του Σχολείου, στην οποία να φαίνεται πως ήταν παλιά. Μία προσπάθεια αναπαραστάσεως έγινε από το ∆ηµήτριο Κανατά του Σπύρου, αποτέλεσµα της οποίας ήταν το σκαρίφηµα της επόµενης φωτογραφίας, Νο 109:

Φωτ. Νο 109: Γραφική αναπαράσταση του παλιού σχολείου. Βλέπουµε, εδώ, την πρόσοψη του σχολείου, η οποία είχε ως εξής: Αριστερά ήταν η είσοδος, την οποία τη χρησιµοποιούσε ο ∆άσκαλος. Στην συνέχεια ήταν τρία παράθυρα και, δεξιά- δεξιά, ήταν µία σκάλα. Στο επάνω µέρος της σκάλας υπήρχε ένα πλατύσκαλο. Στο ύψος αυτού του πλατύσκαλου υπήρχε η κύρια είσοδος, από την οποία µπαινόβγαιναν τα µαθητούδια. Επάνω από την είσοδο αυτή ήταν εντοιχισµένη µια µαρµάρινη πλάκα, στην οποία ήταν γραµµένο το ποιος ήταν ο δωρητής του σχολείου και πότε κατασκευάσθηκε. Ας θυµηθούµε, τέλος, και την εσωτερική διάταξη του παλαιού Σχολείου. Για την καλύτερη αντίληψη του θέµατος συνέταξα το επόµενο σχεδιάγραµµα, στη φωτογραφία Νο 110, στο οποίο φαίνεται το εσωτερικό του Σχολείου, όπως το θυµάµαι, από τότε που φοιτούσα σ’ αυτό (1938 – 1942): 29


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 110: ∆ιάγραµµα εσωτερικής διαρρυθµίσεως του Σχολείου Επεξηγήσεις του διαγράµµατος: Όπως µπαίναµε µέσα στο κτίριο, από την είσοδο του πλατύσκαλου της σκάλας, εµπρός και δεξιά ήταν η γκλαβανή του υπογείου. Τώρα δεν υπάρχει, αφού έχει καταργηθεί το υπόγειο. Στρίβοντας αριστερά υπήρχε ένας διάδροµος, αριστερά και δεξιά του οποίου ήταν τοποθετηµένα τα θρανία. Στο µέσο του διαδρόµου ήταν µία σόµπα καυσοξύλων, η οποία προσπαθούσε, χωρίς να το καταφέρνει, να θερµάνει τους µαθητές και το ∆άσκαλο στις κρύες µέρες του χειµώνα. Για τη λειτουργία της σόµπας ήταν υποχρεωµένο, κάθε παιδί, να φέρνει, κάθε πρωί από το σπίτι του, ένα καυσόξυλο, το οποίο, συνήθως, ήταν µία πουρναρόριζα (πουρναρόρ’ζα = ρίζα πουρναριού). Τα ξύλα τα ρίχναµε µέσα στην γκλαβανή. Προχωρώντας, προς τον απέναντι τοίχο, συναντούσαµε την ξύλινη έδρα του ∆ασκάλου, ενώ, στον τοίχο, ήταν ανηρτηµένος ο πίνακας. Αριστερά του πίνακα ήταν ανηρτηµένος ο χάρτης της Ελλάδος. Το κτίριο του παλιού Σχολείου, αναπαλαιωµένο, λειτουργεί, σήµερα, σαν Λαογραφικό Μουσείο. Επάνω από την είσοδό του είναι εντοιχισµένη η µαρµάρινη πλάκα η οποία ήταν εντοιχισµένη στην εισόδου του πλατύσκαλου της σκάλας του παλιού σχολείου. Την πλάκα αυτή τη βλέπετε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 111:

30


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 111: Η εντοιχισµένη πλάκα επάνω από την είσοδο του Λαογραφικού Μουσείου. Η πλάκα αυτή γράφει τα εξής: ∆Ι∆ΑΚΤΗΡΙΟΝ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΟΥ ∆ΑΠΑΝΗ ΛΕΩΝΙ∆Α ΚΟΜΝΑ ΤΡΑΚΑ 1897 Ο Λεωνίδας Τράκας ήταν γιος του Οπλαρχηγού και τσιφλικά του µισού χωριού Κοµνά Τράκα. Γεννήθηκε το 1824 και πέθανε το 1897, την ίδια χρονιά που έκτισε και το σχολείο. Τον βλέπουµε, αµυδρά, στην επόµενη φωτογραφία, Νο 112:

Φωτ. Νο 112: Λεωνίδας Κοµνά Τράκας Πάλι καλά που, οι Τρακαίοι, θυµήθηκαν τη µόρφωση των Κωσταλεξιωτών κολλήγων, ύστερα από 64 χρόνια από τότε που έγιναν τσιφλικάδες του µισού χωριού. Άρα, το κτίριο του παλιού Σχολείου, κτίστηκε το 1897 και, σήµερα (2004), είναι ηλικίας 107 ετών. 31


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 113, φαίνεται πως αναπαλαιώθηκε, το κτίριο, λίγο πριν το 1962.

Φωτ. Νο 113: Το Σχολείο µετά την πρώτη αναπαλαίωσή του λίγο πριν από το 1962. Από τη σύγκριση αυτής της φωτογραφίας, µε την προηγούµενη γραφική αναπαράσταση, Φωτ Νο 107, µπορούµε να αντιληφθούµε τις µετατροπές που έγιναν κατά την αναπαλαίωση. Το Σχολείο, αναπαλαιωµένο ως ανωτέρω, λειτούργησε µέχρι το 1985. Την ίδια χρονιά εγκαινιάσθηκε το νέο σχολείο, το οποίο κτίστηκε στη θέση του τοπωνυµίου της Άγριας Μουριάς η οποία, θέση, φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 2. Το νέο Σχολείο φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 114:

Φωτ. Νο 114: Το νέο ∆ηµοτικό Σχολείο Οι παλαιότερες πληροφορίες που υπάρχουν, για το Παλιό Σχολείο, είναι οι ακόλουθες: Την πρώτη πληροφορία την έχουµε το 1893. Σύµφωνα µε αυτή, στις 8 Μαΐου του 1893, καταργήθηκαν τα Γραµµατοσχολεία των χωριών ∆ύο Βουνά και Κωσταλέξι του ∆ήµου Ηρακλειωτών και αναβαθµίσθηκαν σε ∆ηµοτικά.

32


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ Με τη Β΄ συνεδρίαση του Κοινοτικού Συµβουλίου της 6ης Αυγούστου του 1915 εγκρίθηκε πίστωση εννέα δραχµών «δια γραφικήν ύλην του ∆ιευθυντού του ∆ηµοτικού Σχολείου, από 1ης Απριλίου 1914 µέχρι τέλους ∆εκεµβρίου 1914». Με το υπ’ αρίθµ. 13 πρακτικό συνεδριάσεως του Κοινοτικού Συµβουλίου, της 26 Αυγούστου του 1923, εγκρίθηκε πίστωση 740 δραχµών «δια την επισκευήν του ∆ηµοτικού Σχολείου» Η άλλη πληροφορία είναι αυτή του 1933 η οποία αναφέρει ότι είχε χαλάσει η σκεπή του σχολείου και δεν είχε διορισθεί και ∆άσκαλος. Να τι γράφει η εφηµερίδα «ΕΛΕΓΧΟΣ», της Λαµίας, για το θέµα αυτό. «Μας γράφουν εκ Κωσταλεξίου παράπονα, διότι, ενώ η Κοινότης αριθµεί υπέρ τας 100 οικογενείας, στερείται κτιρίου διά την στέγασιν του Σχολείου και ∆ηµοδιδασκάλου. Πρέπει να αρθεί η εγκληµατική αδιαφορία των αρµοδίων». Σχολείο υπήρχε, βέβαια, αφού, αυτό, είχε κτισθεί το 1897. Στο Σχολείο του χωριού µας (παλιό και καινούριο) υπηρέτησαν πολλοί ∆άσκαλοι. Αναφέρονται, µε τη σειρά, οι ακόλουθοι: Τσιγαρίδας Απόστολος, 19 Κωλοφωτιάς Αλκιβιάδης, 20 Φράγκου Παρασκευή (Βούλα), 21 Φλοκοπούλου Ευθυµία, Σουγιάς Θεόδωρος, Φούρλας Κωνσταντίνος, Πολυχρονοπούλου Νίκη, Σαρής Γεώργιος, Νικητάκη Νίκη, Σκαρµούτσος Κωνσταντίνος, Αντωνόπουλος Νικόλαος, ∆ουβλέκας Πέτρος, Κουλτούκης Λάµπρος, Μαντές Ιωάννης, Γιαχοντής Νικόλαος και Πάνου Γεώργιος. Με τη Φλοκοπούλου είχα και εγώ ένα χαριτωµένο επεισόδιο, το οποίο θεωρώ σκόπιµο να σας το γράψω: Ήταν το 1937, όταν εγώ ήµουν έξι (6) ετών. Τότε, ο πατέρας µου, παρακάλεσε τη Φλοκοπούλου, να παρακολουθώ τα µαθήµατα την πρώτης τάξεως από την ηλικία αυτή, χωρίς βέβαια, αυτό, να σηµαίνει κανονική φοίτηση. Η Φλοκοπούλου δέχθηκε. Όταν, όµως, ήλθε η ώρα της επιδόσεως των ενδεικτικών και των απολυτηρίων περίµενα και εγώ να πάρω το σχετικό «χαρτί». Θυµάµαι µε πόση αγωνία περίµενα, να µε φωνάξει και εµένα η ∆ασκάλα, για να ανέβω στην έδρα και να το πάρω, από το χέρι της. Τελείωσαν, όµως, όλα τα παιδιά και εµένα δεν µε είχε φωνάξει Και δεν φθάνει αυτό, αλλά ο κόσµος άρχισε να φεύγει και εγώ έµεινα µόνος γεµάτος απορία και κατάπληξη για την εξαίρεσή µου. Βάζω, λοιπόν, τα κλάµατα και τρέχω στο σπίτι µου, όπου είπα, µε αναφιλητά, τα καθέκαστα στον πατέρα µου και στη µητέρα µου. Προσπάθησαν οι γονείς µου να µε καθησυχάσουν, αλλά εγώ τίποτε, ήµουν απαρηγόρητος. Αλλά το θαύµα έγινε. Μου είπαν να τρέξω στη ∆ασκάλα, για να µου δώσει και εµένα «χαρτί». Τρέχω, λοιπόν, πήρα το «χαρτί» και µάλιστα µε βαθµό 10 µε τόνο και κατέβαινα προς το σπίτι περήφανος και ευχαριστηµένος!!! Στο δρόµο µε συναντούν κάποιοι χωριανοί, που είχαν µάθει τι συνέβη και µου λένε «Για να δούµι, µωρέ, µι τι βαθµό του πήρις;» (Για να δούµε µωρέ µε τι βαθµό το πήρες;) και αφού είδαν το βαθµό αναφώνησαν «Α, µι δέκα και µι τόνου!!!» (Α µε δέκα και µε τόνο!!!). Από τους χωριανούς θυµάµαι τον αείµνηστο Χρήστο Αναγνωστόπουλο, τον επονοµαζόµενο «Ξ’τρή». Εγώ, ύστερα από τα θαυµαστικά των χωριανών, ήµουν πολύ 19

Συµµετείχε στην επιτροπή προσδιορισµού των συνόρων µεταξύ Κωσταλεξίου και Φραντζί και Κωσταλεξίου και Κοµποτάδων την 19 Αυγούστου 1914 και 6 Σεπτεµβρίου 1914 αντίστοιχα. 20 Συµµετείχε, ως µάρτυρας των Κωσταλεξιωτών, στη σύνταξη του Συµβολαίου αγοράς του τσιφλικιού του Νικολάου Τράκα και της αδελφής του Ειρήνης Ρενδίνα, στις 27 Μαίου 1923. Η παράδοση έχει αφήσει και µία άλλη πληροφορία, για το ∆άσκαλο αυτόν, η οποία είναι η εξής: Στο βόρειο τοίχο του σχολείου είχε κατασκευάσει µία παράγκα, στην οποία συντηρούσε µία κατσίκα. Την κατσίκα την ήθελε για να πίνει το γάλα της. 21 Ήταν διαζευγµένη και είχε µία κόρη. ∆ιέµενε σε ένα δωµάτιο που είχε κατασκευασθεί µέσα στην αίθουσα του σχολείο και δεξιά από την έδρα του δασκάλου, όπως την κοιτάζουµε. Ήταν τροµερές οι συνθήκες διαβιώσεως των ∆ασκάλων την εποχή εκείνη.

33


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ περήφανος και πετούσα από τη χαρά µου. Άκουσα όµως τον «Ξ’τρή» να λέγει, κοιτάζοντας το ενδεικτικό, «Α, δεν έχει σφραγίδα». Κάτι υποφιάσθηκα ότι, το ενδεικτικό µου, δεν είχε και τόση µεγάλη αξία, αλλά δεν το συνειδητοποίησα και πολύ. Έµεινα µε τη χαρά µου και τα υπόλοιπα δεν είχαν καµία σηµασία και δεν ήταν ανάγκη να τα ψάχνω. Τι είχε συµβεί και µου έδωσε η ∆ασκάλα το «χαρτί»; Έτρεξε ο πατέρας µου στη ∆ασκάλα και την παρακάλεσε να µου δώσει ένα ενδεικτικό, χωρίς σφραγίδα βέβαια, γιατί, αλλιώς, δεν επρόκειτο να σταµατήσω το κλάµα. Η Φλοκοπούλου, καλή της ώρα, δέχθηκε και νά ’µαι, εγώ, να ανεµίζω το «χαρτί» τρισευτυχισµένος. Αυτή ήταν η τελευταία χρονιά που, η Φλοκοπούλου, ήταν δασκάλα στο χωριό µας. Τη διαδέχθηκε ο αείµνηστος Θεόδωρος Σουγιάς. Από το 1941 µέχρι το 1968 φοίτησαν, στο Σχολείο, τα παιδιά που αναφέρονται στον επόµενο πίνακα: ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙ∆ΙΩΝ ΠΟΥ ΦΟΙΤΗΣΑΝ ΣΤΟ ∆ΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΠΟ ΤΟ 1948 ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1968 ΕΤΟΣ 1940-41 1941-42 1942-43 1943-44 1944-45 1945-46 1946-47 1947-48 1948-49 1949-50 1950-51 1951-52 1952-53 1953-54

ΜΑΘΗΤΕΣ 96 88 87 97 92 85 86 52 67 72 64 69 71 67

ΕΤΟΣ 1954-55 1955-56 1956-57 1957-58 1958-59 1959-60 1960-61 1961-62 1962-63 1963-64 1964-65 1965-66 1966-67 1967-68 ΣΥΝΟΛΟ

ΜΑΘΗΤΕΣ 56 51 Άγνωστο 48 37 Άγνωστο Άγνωστο 33 29 37 34 38 39 39 1534

` Στον τον πίνακα παρατηρούµε τα εξής: Τα περισσότερα παιδιά φοίτησαν το σχολικό έτος 1943 – 1944 (97 µαθητές). Γενικά ο αριθµός των µαθητών, από το 1941 και µετά, άρχισε να λιγοστεύει, σταδιακά (µε εξαίρεση το σχολικό έτος 1943 - 1944), χωρίς να παρουσιασθεί καµία ανάκαµψη. Με το τέλος του σχολικού έτους 1998 – 1999 έπαψε να λειτουργεί το σχολείο του χωριού µας ελλείψει µαθητών. Οι µαθητές του χωριού µας µεταφέρονται, καθηµερινά, µε λεωφορείο και φοιτούν στο ∆ηµοτικό Σχολείο του χωριού Σταυρός. Στην αίθουσα του νέου σχολείου πραγµατοποιήθηκε, στις 13 Αυγούστου του 1994, µεγάλη Έκθεση Υφαντών και Κεντηµάτων, έργα των γυναικών του χωριού µας. Την Έκθεση την έκαµε η Αδελφότητα Κωσταλεξιωτών µε τη βοήθεια και του Κοινοτάρχου ∆ηµητρίου Κανατά, και είχε µεγάλη επιτυχία, αφού, τόσο κατά τα εγκαίνιά της - όσο και κατά το χρόνο λειτουργίας της (τρεις ηµέρες), την επισκέφθηκε πλήθος κόσµου, χωριανών και ξένων. Οι δύο επόµενες φωτογραφίες, Νο 115 και Νο 116, αποτελούν εξαίρετα δείγµατα του περιεχοµένου της Εκθέσεως. 34


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 115: Μία πλευρά της Εκθέσεως

Φω. Νο 116: Μία άλλη πλευρά της Εκθέσεως. Το 2003 προστέθηκαν, στη βόρεια πλευρά του νέου ∆ηµοτικού Σχολείου, νέες κτιριακές εγκαταστάσεις. Όλες µαζί οι εγκαταστάσεις αυτές, συµπεριλαµβανοµένου και του κτιρίου του Σχολείου, συγκρότησαν το κτιριακό συγκρότηµα, το οποίο στεγάζει το «ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΙ∆ΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΝΟΜΟΥ ΦΘΙΩΤΙ∆ΑΣ», το οποίο άρχισε να λειτουργεί από την έναρξη του Σχολικού έτους 2003 – 2004. Στο Εργαστήριο φοιτούν παιδιά µε ειδικές ανάγκες, τα οποία, µετά την αποφοίτησή τους, λαµβάνουν πτυχίο ισότιµο µε απολυτήριο Γυµνασίου. Σε αίθουσα του Εργαστηρίου στεγάζεται και η Κοινοτική βιβλιοθήκη.22 Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 117, βλέπουµε τα τµήµατα, από τα οποία αποτελέσθηκε το ανωτέρω «ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ»:

22

Η Κοινοτική βιβλιοθήκη ιδρύθηκε και εµπλουτίσθηκε µε βιβλία, απ’ αρχής µέχρι τέλους, µε µέριµνα του χωριανού µας Βασιλείου Αλεξίου του Νικολάου.

35


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 117: Τµήµατα από τα οποία αποτελέσθηκε το «ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ». (4). Το Λαογραφικό Μουσείο: Το κτίριο του παλιού Σχολείου, µετά τη µεταφορά της λειτουργίας του ∆ηµοτικού Σχολείου στο νέο κτίριο, παραχωρήθηκε, από το Υπουργείο Παιδείας, στην Κοινότητα, για να λειτουργήσει σαν Λαογραφικό Μουσείο. Το κτίριο αναπαλαιώθηκε για δεύτερη φορά και πήρε τη µορφή που φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 118:

Φωτ. Νο 118: Το Λαογραφικό Μουσείο Τα εγκαίνια του Λαογραφικού Μουσείου έγιναν το 1987 και είναι Νοµικό Πρόσωπο ∆ηµοσίου ∆ικαίου. ∆ιοικείται από ∆ιοικητικό Συµβούλιο του οποίου Πρόεδρος είναι ο εκάστοτε ∆ήµαρχος Λαµιέων. Ιδρυτής του Λαογραφικού Μουσείου είναι ο ∆ηµήτριος Κανατάς του Σπύρου. Αυτός συνέλαβε την ιδέα δηµιουργίας του, µερίµνησε για την παραχώρηση του παλαιού ∆ηµοτικού Σχολείου στην κοινότητα και την αναπαλαίωσή του και έχει συγκεντρώσει όλα τα αντικείµενα, τα οποία βρίσκονται µέσα σ’ αυτό. Η ανωτέρω δραστηριότητα του ∆ηµητρίου Κανατά είχε σαν αποτέλεσµα να διασωθεί ένα µεγάλο µέρος της Κωσταλεξιώτικης λαϊκής κληρονοµιάς, να εξυψωθεί το πολιτιστικό επίπεδο του χωριού µας, να αποτελέσει, το Λαογραφικό Μουσείου, σηµείο αναφοράς όχι µόνο στα εγγύς όρια του Νοµού Φθιώτιδας, αλλά και πέραν αυτών, καθώς και τόπος επισκέψεως σχολείων, συλλόγων και λοιπών ανθρώπων οι οποίοι ενδιαφέρονται για τη λαϊκή µας παράδοση. Πέραν τούτων, το Λαογραφικό Μουσείου και πάλι µε τη φροντίδα του ∆ηµητρίου Κανατά, εξέδωσε και το λαογραφικό περιοδικό «Το Λυχνάρι», στο οποίο

36


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ δηµοσιεύονταν διάφορα λαογραφικά, πολιτιστικά και ιστορικά στοιχεία, κατά βάση, του χωριού µας. Και το «Λυχνάρι» συνετέλεσε στη σηµαντική προβολή του χωριού µας. Από το 2003 έπαψε η έκδοσή του. Στην επόµενες τρεις φωτογραφίες, Νο 119, Νο 120 και Νο 121 βλέπετε ορισµένα από τα εκθέµατα του «Λαογραφικού Μουσείου».

Φωτ. Νο 119: Μία γωνία εκθεµάτων Λαογραφικού Μουσείου

Φωτ. Νο 120: Μία άλλη πλευρά εκθεµάτων του Λαογραφικού Μουσείου

Φωτ. Νο 121: Μία Τρίτη πλευρά εκθεµάτων του Λαογραφικού Μουσείου. Σηµειώνεται ότι, το γραµµόφωνο που φαίνεται στο άκρο δεξιό µέρος, της φωτογραφίας Νο 117, είναι σε πλήρη λειτουργία. Ένα από τα σηµαντικότερα εκθέµατα του Μουσείου, από απόψεως κοινωνικού ενδιαφέροντος, είναι και τα γουρουνοτσάρουχα τα οποία φαίνονται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 122:

37


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 122: Τα γουρουνοτσάρουχα Την ονοµασία αυτή την έλαβαν, γιατί ήταν τσαρούχια κατασκευασµένα από δέρµα γουρουνιού. Τα τσαρούχια αυτά καταδεικνύουν, µε τον καλύτερο τρόπο, τη µεγάλη ένδεια των αγροτών, οι οποίοι στερούνταν χρηµάτων για την αγορά υποδηµάτων και κατέφευγαν στα δέρµατα των ζώων, για να καλύψουν την ανάγκη αυτή. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 123, βλέπουµε έναν χωρικό, ο οποίος φορά γουρουνοτσάρουχα και ο οποίος ψήνει ψωµί στη «γάστρα».

Φωτ. Νο 123: Χωρικός που φορά γουρουνοτσάρουχα. (5). Το Ηρώο: Η κατασκευή του Ηρώου ήταν αποτέλεσµα του ενδιαφέροντος και της µερίµνης του Βασιλείου Αλεξίου του Νικολάου. Το βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 124:

38


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ Νο 124: Το Ηρώο Στην πλάκα του Ηρώου διαβάζουµε τα ακόλουθα ονόµατα:

ΠΕΣΟΝΤΕΣ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙ∆ΟΣ 1920 – 1949 ΣΠΥΡΙ∆ΩΝ Γ. ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ Ι. ΤΑΡΑΠΕΡΑΣ ΛΕΩΝΙ∆ΑΣ Κ. ΠΕΡΓΟΛΙΟΣ ΣΠΥΡΙ∆ΩΝ Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Β. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΦΑΦΟΥΤΗΣ ΣΠΥΡΙ∆ΩΝ Γ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΣ Π. ΠΑΝΤΑΖΗΣ ∆ΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ∆ΗΜΗΤΡΙΟΣ Η. ΚΑΡΜΑΛΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ι. ΜΑΣΟΥΡΑΣ ΘΩΜΑΣ ∆. ΛΑΖΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Β. 39


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΑΛΕΞΙΟΥ ∆ΗΜΗΤΡΙΟΣ Ν. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΒΕΛΕΝΤΖΑΣ

∆εν είναι γραµµένο το που και πότε έπεσε ο καθ’ ένας από τους αναγραφοµένους. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο παρέχω τις ακόλουθες συµπληρωµατικές πληροφορίες: ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΕΣΟΝΤΕΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΩΤΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΊΕΣ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ΣΠΥΡΙ∆ΩΝ Γ. ΠΑΝΤΑΖΗΣ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ΕΥΘΥΜΙΟΣ Ι. ΤΑΡΑΠΕΡΑΣ Απωλέσθηκε στη Μικρά Ασία ΛΕΩΝΙ∆ΑΣ Κ. ΠΕΡΓΟΛΙΟΣ (Αγνοούµενος). ∆εν γύρισε ποτέ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ΣΠΥΡΙ∆ΩΝ Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ΣΠΥΡΙ∆ΩΝ Γ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ι. ΜΑΣΟΥΡΑΣ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ΙΩΑΝΝΗΣ Β. ΑΛΕΞΙΟΥ Έπεσε στη Μικρά Ασία. ∆ΗΜΗΤΡΙΟΣ Η. ΚΑΡΜΑΛΗΣ Αρρώστησε από φυµατίωση, λόγω των κακουχιών του πολέµου, ενώ υπηρετούσε ως στρατιώτης κατά τις επιχειρήσεις ∆ΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. στη Μικρά Ασία. Ένεκα της ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ανωτέρω αρρώστιας του απελύθη των τάξεων του Στρατού, αλλά, ύστερα από λίγο καιρό, απεβίωσε. Απεβίωσε το 1918, στη Χαλκίδα, από την επιδηµία της γρίπης, ενώ ΣΤΑΥΡΟΣ Π. ΠΑΝΤΑΖΗΣ υπηρετούσε, ως στρατιώτης. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Β. ΕΥΘΥΜΙΟΥ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΦΑΦΟΥΤΗΣ ΘΩΜΑΣ ∆. ΛΑΖΟΣ

Έπεσε κατά τις πρώτες ηµέρες του Ελληνοϊταλικού Πολέµου κατά τη διάρκεια βοµβαρδισµού στην περιοχή Λαρίσσης από την Ιταλική Αεροπορία. Έπεσε, ηρωικά, κατά τη διάρκεια του συµµοριτοπολέµου, υπηρετώντας στον Εθνικό Στρατό. Απεβίωσε το 1948 από ασθένεια, ενώ υπηρετούσε στο Στρατό. 40


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ∆ΗΜΗΤΡΙΟΣ Ν. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΒΕΛΕΝΤΖΑΣ

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΊΕΣ Εκτελέσθηκε από τους Γερµανούς στη Λαµία. Φονεύθηκε από νάρκη, την οποία είχαν τοποθετήσει οι συµµορίτες στη σιδηροδροµική γραµµή, όπου εργάζονταν ως εργάτης.

Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι δεν είναι γραµµένοι στην πλάκα του Ηρώου και δύο, ακόµη, Κωσταλέξιώτες, οι οποίοι έπεσαν στο πεδίο της µάχης. Αυτοί είναι οι ακόλουθοι: ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΛΕΞΗ ΠΑΝΤΑΖΗΣ, ο οποίος έπεσε στη Μικρά και ο ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΣΠΥΡΟΥ ΡΟΖΗΣ, ο οποίος έπεσε κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέµου, ενώ υπηρετούσε στο 36 Σύνταγµα Πεζικού. (6). Τα Μαγαζιά: Με την ευκαιρία θα µιλήσουµε για όλα τα µαγαζιά του χωριού (παλιά και σηµερινά) και ανεξάρτητα από τη θέση στην οποία βρίσκονταν και βρίσκονται [γύρω από τη «Ράχη» (Πλατεία) ή εκτός αυτής]. Οι θέσεις των µαγαζιών φαίνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η» µε τις ενδείξεις: Μ1, Μ2, Μ3, Μ4 και Μ5. Λεπτοµέρειες για τα Μαγαζιά θα τις διαβάσετε στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ ΕΒ∆ΟΜΟ (ΤΑ ΜΑΓΑΖΙΑ). Κάθε 15 Αυγούστου έχουµε, όπως είναι γνωστό, το πανηγύρι του χωριού µας. Την παραµονή το βράδυ γίνονταν το γλέντι στα µαγαζιά του χωριού. Για το γλέντι αυτό, κάθε µαγαζί, είχε τη δική του ζυγιά. 23 Οι χωριανοί πήγαιναν να καθίσουν, σε όποιο µαγαζί επιθυµούσαν. Σε όλες τις ζυγιές επικρατούσε, όπως ήταν φυσικό, ο ήχος του κλαρίνου. Την εποχή εκείνη, η ακοή µας, δεν ήταν συνηθισµένη σε τόση συνεχή µελωδία του κλαρίνου και, ο ήχος του, αποτυπώνονταν στα αυτιά µας για αρκετές ηµέρες. Έτσι αν, την άλλη µέρα του πανηγυριού, ακούγαµε κάποιον γάιδαρο να γκαρίζει, νοµίζαµε ότι ήταν κλαρίνο που παίζει. Ένας από του καλύτερους κλαριντζήδες που έρχονταν στο χωριό, ήταν και ο περίφηµος Νικόλαος Καρακώστας, τον οποίο βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 125:

23

Ζυγιά =ζυγιά (= µικρή λαϊκή, δηµοτική ορχήστρα) < από τη λέξη ζυγός (= διπλός). Υπάρχει η Μικρή Ζυγιά (ζυγά όργανα): Το µελωδικό και το συνοδευτικό (π.χ. Κλαρίνο και Νταούλι) και η Μεγαλη Ζυγιά (∆ύο ζυγά όργανα): ∆ύο µελωδικά όργανα (Βιολί και Κλαρίνο) και δύο συνοδευτικά (Λαούτο και Σαντούρι). Τη Μεγάλη Ζυγιά την ονοµάζουν και Κοµπανία.

41


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 125: Ο Νικόλαος Καρακώστας Ο Νικόλαος Ταξ. ∆αβανέλλος, στο εξαιρετικότατο βιβλίο του «Λαµία – πρόσωπα 1760 – 1930», που εκδόθηκε το 2003, γράφει, για τον Καρακώστα, τα εξής: «Ο µέγιστος των λαϊκών κλαριντζήδων καταγόταν από την Κρανιά Ασπροποτάµου.24 Γεννήθηκε το 1881 ή 1885. Η Κρανιά είναι δίπλα στο Χαλίκι, βουνό Κεφαλάρι της Κάτω Πίνδου, απ’ όπου πηγάζουν τα τρία µεγάλα ποτάµια: ο Αχελώος (Ασπροπόταµος), ο Πηνειός κι ο Άραχθος. Στα 11 χρόνια του βρέθηκε στη Λαµία, όπου δουλεύει, από παιδί και µέχρι το 1926, ως τσαρουχάς. Από µικρός µαθαίνει, µόνος του, κλαρίνο και, αργότερα, παίζει τα βράδια και τις γιορτές σε γλέντια, γάµους, πανηγύρια. Ερµήνευσε και αναδηµιούργησε αµέτρητα δηµοτικά τραγούδια. Πέθανε το 1955, παίζοντας στον «Έλατο», κοσµική ταβέρνα των Αθηνών».25 Λέγεται στο χωριό µας το εξής, για τον Καρακώστα: Κάποτε γίνονταν πανηγύρι και χόρευε κάποιος πολύ χορευταράς Κωσταλεξιώτης, χωρίς να γνωρίζει ότι, αυτός που έπαιζε κλαρίνο, ήταν ο Καρακώστας. Το τραγούδι, όµως, που έπαιζε η «ζυγιά», δεν του άρεσε. Τότε γυρνά προς τα «όργανα» και τους λέει, υποτιµητικά: «Παί’ξτε ρε έναν Καρακώστα»! Η αδελφή µου η Ζωή, η οποία ασχολείται πολύ µε τα λαογραφικά, µου είπε το εξής περιστατικό: Όταν ο Καρακώστας συνέθεσε το τραγούδι «κανταράς», το οποίο είναι µάλλον τσάµικο, µπήκε µέσα σε ένα ανοικτό «φορτάκι» (ταξί τύπου Ford) και γύριζε τους δρόµους της Λαµίας, παίζοντάς το, για να το διαφηµίσει! Το «κανταράς» είναι τραγούδι οργανικό, δηλαδή παίζουν µόνο τα «όργανα» και δεν τραγουδά τραγουδιστής. Όταν ακούτε κανένα παλαιό δίσκο, στον οποίο να παίζει κλαρίνο ο Καρακώστας, θα ακούσετε στο τέλος, που παίζει το κλαρίνο «σόλο», µία φωνή που λέγει: «Γεια σου Καρακώστα µε το κλαρίνο σου». Στο χωριό µας, επίσης, έρχονταν και άλλοι περίφηµοι κλαριντζήδες όπως ο Κώστας Γιαούζος (ο οποίος έπαιζε και βιολί), ο Βάγιος Μαλλιάρας κλπ. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάµε και το γύφτο τον Μπούκα, ο οποίος δεν έλλειπε, σχεδόν, από

24 25

Ασπροπόταµος = Αχελώος. Στην πλατεία Λαυρίου, η οποία ήταν «στέκι» των Ρουµελιωτών.

42


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ κάθε πανηγύρι του χωριού µας. Επίσης έρχονταν και ο Φέκας (δεν θυµάµαι το µικρό του όνοµα), ο οποίος έπαιζε Σαντούρι. Στο πανηγύρι, βέβαια, δεν έλλειπαν και οι γύφτοι µε τις αρκούδες, που τις έβαζαν και, δήθεν, «χόρευαν» ή, δήθεν, έδειχναν πως έβαζαν «φκιασίδια» οι νύφες!!! Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 126, βλέπεται γύφτους αρκουδιάρηδες έξω από τη σκηνή τους.

Φωτ. Νο 126: Γύφτοι αρκουδιάρηδες ∆εν έλλειπαν, επίσης, και οι άλλοι γύφτοι µε τις λατέρνες. 26 Σχετικές είναι οι επόµενες φωτογραφίες, Νο 127, Νο 128 και Νο 129:27

Φωτ. Νο 127: Λατέρνα και λατερνατζήδες

Φωτ. Νο 128: Η λατέρνα

Φωτ Νο 129: Ή όµορφη της λατέρνας

Στην φωτογραφία, Νο 127, φαίνεται η λατέρνα µε τρεις λατερνατζήδες. Ο αριστερός, από αυτούς, κρατά το «ντέφι», το οποίο, όταν έπαιζε η λατέρνα, το χτυπούσε ρυθµικά. Το ίδιο το «ντέφι» το πρότεινε, σε όσους παρακολουθούσαν το 26

Λατέρνα = αντιδάνειο από την ιταλική λ. laterna < από τη λατινική λ. lanterna < από την ελληνική λ. λαµπτήρα = αιτιατική της λ. λαµπτήρ. 27 Οι φωτογραφίες από το βιβλίο «ΛΑΜΙΑ» του Νικολάου Ταξ. ∆αβανέλλου.

43


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ παίξιµο, για να ρίξουν µέσα όσα χρήµατα ήθελε ο καθ’ ένας. Στη φωτογραφία, Νο 128, φαίνεται η λατέρνα µόνη της. Στηρίζεται επάνω σε ένα ειδικό τετράποδο στήριγµα. Η λατέρνα µεταφέρονταν στην πλάτη ενός λατερνατζή µε δύο ιµάντες, που είχε στο πίσω µέρος. Στη φωτογραφία, Νο 129, φαίνεται ένα όµορφο κορίτσι, η φωτογραφία του οποίου υπήρχε, πάντοτε, στην πρόσοψη της λατέρνας. Τη φωτογραφία αυτή τη στόλιζαν µε χάντρες και άλλα «µπιχλιµπίδια».28 Η λατέρνα «έπαιζε» µε την κατάλληλη περιστροφή ενός στροφάλου, ο οποίος ήταν στο αριστερό της, όπως την κοιτάµε και όπου φαίνεται ο άξονας του στροφάλου. Τα τραγούδια τα οποία, συνήθως, «έπαιζε» η λατέρνα ήταν τα ρεµπέτικα. Σχετική µε τη λατέρνα είναι και η κινηµατογραφική ταινία «λατέρνα φτώχεια και φιλότιµο» του Αλέκου Σακελλάριου, στην οποία έπαιζαν, σαν λατερνατζήδες και µε εξαιρετική επιτυχία, οι Βασίλης Αυλωνίτης και Μίµης Φωτόπουλος. Ένα στιγµιότυπο από την ταινία το βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 130, στην οποία, ο Αυλωνίτης και ο Φωτόπουλος, πεζοπορούν, για να πάνε στα πανηγύρια των χωριών, κουβαλώντας ο µεν πρώτος τη λατέρνα, ο δε δεύτερος το τετράποδο στήριγµα και το «ντέφι».

Φωτ. Νο 130: Ο Αυλωνίτης (αριστερά) και ο Φωτόπουλος Κανένα από τα παλιά µαγαζιά δεν λειτουργεί σήµερα. Τα µόνα που λειτουργούν είναι το Κοινοτικό Καφενείο, το οποίο λειτουργεί και σαν ταβέρνα και το µαγαζί του Λουκά του Ντώκου. (7). Τα δρόµενα στη «Ράχη» (Πλατεία): Κατ’ αρχήν από τη «Ράχη» περνούσαν όλοι οι χωριανοί, προκειµένου να πάνε στην Εκκλησία τις Κυριακές, τις γιορτές, τα βαφτίσια, τους γάµους, τις κηδείες κλπ. Στη «Ράχη» χόρευαν οι χωριανοί την πρώτη, τη δεύτερη και την τρίτη ηµέρα το Πάσχα, µετά τον Εσπερινό της Αγάπης που γίνονταν κάθε απόγευµα. Κατά το έθιµο έσερνε πρώτος το χορό ο παππάς του χωριού. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 131, βλέπουµε έναν τέτοιο χορό µε συµµετοχή του χορευτικού συγκροτήµατος του χωριού µας. Ο παππάς που σέρνει το χορό είναι προσκεκληµένος. Ο παππάς του χωριού µας, ο παππα – Χρήστος, είναι ο τρίτος στη σειρά.

28

Μπιχλιµπίδια < ίσως από τη λ. λεµπλεµπίδια (= στραγάλια). Αναφέρεται, συνήθως, στον πληθυντικό και σηµαίνει µικρά και ασήµαντα πράγµατα.

44


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ

Φωτ. Νο 131: Ο παππάς σέρνει το χορό. Παλιότερα, κάθε σπίτι, έτρεφε λίγα πρόβατα και µία έως τρεις γίδες. Τα πρόβατα συγκροτούσαν ένα έως δύο χωριανά κοπάδια και τα γίδια ένα. Για κάθε κοπάδι µίσθωναν και έναν τσοπάνη. Κάθε πρωί έφερναν, οι χωριανοί, τα γιδοπρόβατά τους στη «Ράχη». Τα γίδια συγκεντρώνονταν νότια της Εκκλησίας και τα πρόβατα βορειότερα στο πιο οµαλό έδαφος. Από εκεί τα παραλάµβαναν οι τσοπάνηδες και τα πήγαιναν για βοσκή. Το βράδυ τα έφερναν και πάλι στη «Ράχη», όπου τα άφηναν ελεύθερα και πήγαιναν, µόνα τους, στα σπίτια τους. Όσες προβατίνες ήταν γεννηµένες και είχαν αφήσει πίσω το αρνάκι τους, έτρεχαν στο σπίτι τους βελάζοντας. 29 Αυτό το βέλασµα ήταν η πρόσκληση του αρνιού, για να βυζάξει. Τα αρνιά αναγνώριζαν τη φωνή της δικής τους µάννας και έτρεχαν να τη συναντήσουν. Το βύζαγµα των αρνιών ήταν ορµητικό, αφού, όλη την ηµέρα, ήταν νηστικά και πεινούσαν πολύ. Η «Ράχη», αν και ήταν επικλινής, ήταν το µοναδικό µέρος όπου µπορούσαν να παίξουν τα παιδιά του χωριού τα παιχνίδια τους. Και πρέπει να πούµε ότι, το χωριό παλιά, είχε πολλά παιδιά. Και σήµερα τα παιδιά παίζουν, αποκλειστικά, στην επίπεδη και οριζόντια, πλέον, πλατεία. Τα παιχνίδια που έπαιζαν, παλιά, ήταν πολλά και διάφορα. Αλλά καλύτερα θα πληροφορηθείτε, γι’ αυτά, στο ΒΙΒΛΙΟ ∆ΕΚΑΤΟ ΟΓ∆ΟΟ (ΤΑ ΠΑΙΧΝΙ∆ΙΑ ΣΤΗ ΡΑΧΗ).

29

Βιλάζοντας = βελάζοντας = η χαρακτηριστική φωνή των προβάτων, το γνωστό µπε, µπε» < από το Βυζαντινό βελάζω (= ηχοµιµητική λέξη).

45


ΠΑΡΑΡΤΗΜ «Ι» ΤΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ «ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙΟΥ H ONOMAΣIA TOYΣ, TO ETYMO THΣ ONOMAΣIAΣ, Η ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ, Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ META ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ Από τοπωνύµιο α/α 107 (Πλύστρες) µέχρι τοπωνύµιο α/α 136 (Ψωριάρα) Του Αντιστρατήγου ε,α, Παναγιώτη Πανταζή.

107: Πλύστρες (Πλύστρις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι πληθυντικός της λ. πλύστρα (= γυναίκα που έχει ως επάγγελµα το πλύσιµο ρούχων, πέτρινη πλάκα ή αυλακωτή σανίδα όπου τρίβονται ή κοπανίζονται τα πλενόµενα ρούχα) < το αρχαίο πλύνω (= πλένω, καθαρίζω µε νερό, νίβω) + το καταληκτικό επίθηµα -στρα, όπως ξαπλώ –στρα, σκοτώ –στρα. ποτί -στρα κλ.π. Στο χωριό, µε τη λέξη «πλύστρα», εννοούσαµε και τη θέση του αυλακιού, όπου έπλεναν τα ρούχα οι γυναίκες. ΘΕΣΗ: Η θέση τους φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 132:

Φωτ. Νο 132: Οι Πλύστρες. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όπως έχουµε γράψει η ύδρευση του χωριού, παλιά, γίνονταν από τις υφιστάµενες βρύσες. Το νερό των βρυσών ήταν λιγοστό και ούτε συζήτηση δεν γίνονταν, για να πλύνουν, µε αυτό, τα σκουτιά (σκουτγιά)1 και τα τσιόλια,2 γιατί, αυτή 1

Σκουτγιά = σκουτιά < από το σκουτί (= µάλλινο χονδρό ύφασµα για φορεσιές χωρικών, τα ρουχικά) < από το σκυτίον = υποκοριστικό του αρχαίου σκύτος (= κατεργασµένο δέρµα ζώου). 2 Για τα «τσιόλια» ιδέ τοπωνύµιο «Καρατσιόλια».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ η δουλειά, απαιτούσε πολύ νερό. Τα εσώρουχα τα έπλεναν µε την αλισίβα (αλισίβα)3 στο σπίτι και, στις βρύσες, µόνο τα ξέβγαζαν. 4 Τα «σκουτγιά» και τα «τσιόλια» τα έπλεναν στο αυλάκι (στ’ αυλάκι), εκεί που ήταν οι λεγόµενες πλύστρες (πλύστρις). Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουµε ότι, το πλύσιµο των κάθε είδους ρούχων, ήταν, αποκλειστικά, γυναικεία υπόθεση. Οι πλύστρες ήταν σηµεία, στο αυλάκι, όπου υπήρχε η δυνατότητα προσεγγίσεως του νερού. Τέτοια σηµεία ήταν εκεί που, οι δρόµοι οι οποίοι κατέβαιναν από το χωριό προς τα ποτιστικά (πουτιστ’κά), συναντούσαν το αυλάκι. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 133, βλέπετε την πλύστρα στις Αχλαδούλες (τ’ς Αχλαδούλις), όπως διατηρείται και σήµερα ακόµη. Στο βάθος φαίνονται τα κυπαρίσσια του Νεκροταφείου.

Φωτ. Νο 133: Η πλύστρα στις Αχλαδούλες (Αχλαδούλις). Σε κάθε πλύστρα υπήρχε ένας αριθµός από µεγάλες και πλακερές πέτρες, επάνω στις οποίες τοποθετούσαν τα τσιόλια, αφού πρώτα τα µούσκευαν και τα χτυπούσαν (τα κοπανούσαν) δυνατά µε τον κόπανο (µι του γκόπανου),5 για να ξεκολλήσουν οι λέρες (λέρις).6 Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 134, βλέπουµε γυναίκες να κοπανούν, µε τους κόπανους (µι τ’ς κόπαν’ς), φλωκάτες βελέντζες σε κάποια πλύστρα:

3

Αλισίβα = αλισίβα [= σταχτόνερο (νερό, βρασµένο, µε στάχτη). Το χρησιµοποιούσαν, παλαιότερα, αντί απορρυπαντικού ή σαπουνιού, για το πλύσιµο των ρούχων (µπουγάδα)] < από το ιταλικό lisciva < από το λατινικό lixivia (= σταχτόνερο). Η λέξη µπουγάδα < από το βενετικό bugada. 4 Ξέβγαζαν = ξέπλεναν. 5 Του γκόπανου = τον κόπανο [= ξύλο κατάλληλα διαµορφωµένο για το κτύπηµα (κοπάνισµα) των ρούχων κατά το πλύσιµο) < από το µεταγενέστερο κόπανος < το αρχαίο κόπανον. Επιπλέον σηµαίνει (µεταφορικά) και άνθρωπος άξεστος ή περιορισµένης αντιλήψεως [συνώνυµο «στ’λιάρ’» (στειλιάρι)]. 6 Λέρα (= ρύπος, ακαθαρσία, βροµιά κλπ.) < από το Βυζαντινό λέρα < από το λερώνω. Το πλύσιµο στις πλύστρες γίνονταν, όταν τελείωνε το µάζεµα των καπνών, που ήταν µία πολύ βρόµικη εργασία και πρίν από το ∆εκαπενταύγουστο, για να είναι όλα καθαρά την ηµέρα της εορτής της Παναγίας, που ήταν και το «παγκύρ’» (πανηγύρι).

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

Φωτ. Νο 134: Γυναίκες που κοπανούν φλωκάτες. Στις επόµενη φωτογραφία, Νο 135, βλέπουµε έναν κόπανο:

Φωτ. Νο 135: Ένας Κόπανος Το κοπάνισµα των τσιολιών απαιτούσε την καταβολή µεγάλης δύναµης. Για να το πετύχουν αυτό, οι γυναίκες, έπιαναν τον κόπανο µε τα δύο χέρια, τον σήκωναν ψηλά, επάνω από το κεφάλη τους, και τον κατέβαζαν, µε όση δύναµη είχαν, επάνω στα τσιόλια. Αυτό επαναλαµβάνονταν πολλές φορές. Εδώ ήταν και το αξιοθέατο του πράγµατος. Και να ποιο ήταν αυτό: Την εποχή εκείνη, οι γυναίκες, φορούσαν εξωτερικά τη µαλλίνα, που ήταν ένα µακρύ φόρεµα από µάλλινο ύφασµα. Εσωτερικά από αυτή φορούσαν το µεσοφόρι (του µπ’σουφόρ’).7 Αν, η µαλλίνα και «του µπ’σουφόρ’» µούσκευαν ήταν ασήκωτα. Για να το αποφύγουν 7

Μπ’σουφόρ’ = µισοφόρι = µεσοφόρι = γυναικείο εσώρουχο που το φορούσαν κάτω από τη µαλλίνα. Κατασκευάζονταν από άσπρο βαµβακερό ύφασµα.

3


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ αυτό, οι γυναίκες, σήκωναν επάνω και τα δύο φορέµατα και τα στερέωναν στη µέση τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσµα, να αποκαλύπτονται τα πόδια των γυναικών και η αποκάλυψη γίνονταν ακόµη µεγαλύτερη µε το απότοµο σκύψιµο της µέσης, κατά την προσπάθεια του κοπανίσµατος. Θα πρέπει να διευκρινίσουµε εδώ, ότι, την εποχή εκείνη, για να δεις γυναικεία πόδια επάνω από τον αστράγαλο, ήταν σπάνιο φαινόµενο!!! Με την ευκαιρία του πλυσίµατος των τσιολιών γίνονταν και η πλύση των εσωρούχων µε την αλισίβα, γι’ αυτό, σε κάθε πλύστρα, έβγαινε καπνός, από τις φωτιές που άναβαν, για να βράσουν το νερό, µέσα στο οποίο έριχναν τη στάχτη. Αυτό ήταν πλύσιµο µε όλη τη σηµασία της λέξεως και όχι σαν σήµερα που τα πλένουν όλα, οι γυναίκες µας, µε τα ηλεκτρικά πλυντήρια και έχουν και παράπονο!!!! Γυναίκες……….. 108: Πολυµεράκι (Πουλυµιράκι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι το υποκοριστικό του ονόµατος Πολύµερος, το οποίο είναι σύνθετο από τις λέξεις πολύ + µερος. Η λ. πολύ: < από την αρχ. Ελλην. λ. πολύς. Η λ. µερος: < από την αρχ. Ελλην. λ. µέρος < από το αρχ. Ελλην. ρήµα µείροµαι (= µοιράζοµαι ). Η ουδετεροποίηση του ονόµατος ακολουθεί την ίδια διαδικασία µε την ουδετεροποίηση της ονοµασίας του χωριού µας, ήτοι: Ο Πολυµεράκης – του Πολυµεράκη – το Πολυµεράκι (= πουλυµιράκι).

ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 28.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το Πολυµεράκι το ονοµάτισαν έτσι (του Πουλυµιράκι του ’νουµάτ’σαν έτσι), γιατί, στο σηµείο εκείνο του Σπερχειού, πνίγηκε, κάποτε, κάποιος που τον έλεγαν Πολύµερο. Πότε έγινε αυτό είναι άγνωστο. Οικογένειες, πάντως, µε το όνοµα Πολύµερος, υπάρχουν, απ’ ό,τι γνωρίζω, στο χωριό Αµούρι. 109: Ποτιστικά Πουτιστ’κά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι πληθυντικός του ουδετέρου του επιθέτου ποτιστικός < από το αρχ. Ελλην. ρήµα ποτίζω < από την αρχ. Ελλην. λ. πότος ( = πόση υπερβολικής δόσης ποτών ) < από το αρχ. Ελλην. ρήµα πίνω. Άρα ποτιστικά = το χωράφια που πίνουν πολύ νερό, που ποτίζονται.

ΘΕΣΗ: Όλα τα ποτιστικά χωράφια, µε τα επί µέρους τοπωνύµιά τους, φαίνονται στην αεροφωτογραφία του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ «ΣΤ». ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η περιοχή των ποτιστικών προσδιορίζεται ως εξής. Προς βορράν : Από το Σπερχειό ποταµό. Προς νότον: Από το Αυλάκι. Προς δυσµάς: Από το Καλωστουρέµµα και Προς Ανατολάς: Από το τοπωνύµιο Αµούντζια. Τα χωράφια, αυτά, ονοµάσθηκαν «πουτιστ’κά», επειδή ποτίζονται από το νερό του αυλακιού. Σε αντιδιαστολή, όλα τα χωράφια που είναι νοτίως του αυλακιού, ονοµάζονται ρεβένια (ριβένια) ή ξηρικά (ξηρ’κά), επειδή δεν ποτίζονται από το νερό του αυλακιού.

4


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Στα «πουτιστ’κά» έγινε αναδασµός το 1968. Η κατανοµή τους σε αγροτεµάχια, µετά τον αναδασµό, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 136:

Φωτ, Νο 136: Κατανοµή των ιδιοκτησιών των ποτιστικών, σε αγροτεµάχια, µετά τον αναδασµό. Με τον αναδασµό συγκεντρώθηκαν, οι ιδιοκτησίες, σε ένα σηµείο και κατέστη δυνατό να εφαρµοσθούν σύγχρονοι µέθοδοι µηχανοκαλλιέργειας, µε αποτέλεσµα να µειωθούν τα έξοδα και να αυξηθεί, σηµαντικά, η παραγωγή. Να σηµειωθεί ότι, η περιοχή του Καψάµµου, εξαιρέθηκε του αναδασµού, επειδή, λόγω υψοµετρικής διαφοράς, δεν είναι δυνατό να ποτίζεται από το νερό του αυλακιού. Η έκταση των ποτιστικών ανέρχεται σε 1700, περίπου, στρέµµατα. Για να γίνει κατανοητός ο βαθµός κατακερµατισµού των ιδιοκτησιών των ποτιστικών, πριν των αναδασµό, σας παραθέτω την επόµενη φωτογραφία, Νο 137:

Φωτ. Νο 137: Ο κατακερµατισµός των ιδιοκτησιών των ποτιστικών πριν τον αναδασµό.

110: Πουρναρούλες (Πουρναρούλις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι ο πληθυντικός της λέξης πουρναρούλα = υποκοριστικό της λέξης πουρνάρα (= µεγάλο πουρνάρι σε µορφή δέντρου ) < από τη λ. πιρνάρι < από τη λ. πρινάρι < από τη Βυζαντ. λ. πρινάριον = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. πρίνος. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 14.

5


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η ονοµασία αυτή προέρχεται, προφανώς, από κάποιες µικρές πουρνάρες, που θα υπήρχαν εκεί. Σήµερα δεν υπάρχει, στο σηµείο αυτό, καµία πουρνάρα. Η ονοµασία, όµως, έµεινε. 111: Πύργος (Πύργους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η ονοµασία προέρχεται, αυτούσια, από την αρχ. Ελλην. λ. πύργος. Είναι ασιατικής προέλευσης και συγγενεύει µε τη λ. Πέργαµος (= πόλη της Μικράς Ασίας, Πρωτεύουσα του Ελληνιστικού Βασιλείου των Ατταλιδών, οι οποίοι έκαµαν δώρο, στην Πόλη των Αθηνών, τη γνωστή Στοά του Αττάλου). Η λ. Πύργος έχει πολλές σηµασίες. Για την περίπτωσή µας έχει την έννοια του εξοχικού µεγάρου, έπαυλης ή βίλας. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 15.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Πύργος, στο χωριό µας, λέγονταν το ψηλό σπίτι, στο οποίο έµενε ο τελευταίος Τούρκος τσιφλικάς του µισού χωριού µας Αχµέτ Εφένδης. Από τον Τούρκο, αυτόν, περιήλθε στην κυριότητα του Οπλαρχηγού Κοµνά Τράκα. Το 1923 τον πύργο τον αγόρασαν οι αδελφοί Χρήστος και Λεωνίδας Αναγνωστόπουλοι, που ήταν γιοι του Ευθυµίου. Το 1936 περιήλθε, ολόκληρος, στην ιδιοκτησία του Λεωνίδα. Το 1980 έγινε ισχυρός σεισµός, από τον οποίο, ο Πύργος, έπαθε µεγάλες ζηµιές. Ένεκα τούτου ο Ευθύµιος Αναγνωστόπουλος, γιος του Λεωνίδα, τον κατεδάφισε και έκτισε, στη θέση του, καινούριο σπίτι. Ο Πύργος, όπως ήταν, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 138:

Φωτ. Νο 138: Ο Πύργος Κατά την κατεδάφιση του Πύργου έγινε και τούτο το ευτράπελο. Συγκεντρώθηκε όλο το χωριό και περίµεναν να βρεθεί, µέσα στους τοίχους, κρυµµένος θησαυρός. Αλλά «άνθρακες ο θησαυρός», δεν βρέθηκε τίποτε. Η ανάµνηση του τσιφλικά Αχµέτ Εφένδη και των Τρακαίων τσιφλικάδων είχε εξάψει τη φαντασία των χωριανών!! Πάντως ήταν κρίµα που κατεδαφίστηκε ο Πύργος, γιατί, µε τις διπλανές Ντάµνιες (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 18), αποτελούσαν σηµαντικό µέρος της ιστορίας του χωριού µας. Κατά την περιγραφή του Ευθυµίου Αναγνωστόπουλου, ο Πύργος, είχε την ακόλουθη διαρρύθµιση:

6


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Στο ισόγειο: Είχε ένα µεγάλο δωµάτιο µε τζάκι. Εδώ ήταν το δωµάτιο υποδοχής, όπου, οι νοικοκυραίοι (νοικουκυραίοι), δέχονταν και φίλευαν (φίλιυα)8 τους ξένους που κόπιαζαν (κόπγιαζαν)9 στο σπίτι τους. Επίσης είχε ένα µαγειρείο (µαειργειό) και µία αποθήκη στην οποία αποθήκευαν διάφορα τρόφιµα. Στον επάνω όροφο: Είχε ένα µεγάλο σαλόνι, ένα υπνοδωµάτιο µε τζάκι, ένα «µαειργειό» µε ξεχωριστό τζάκι, µία τραπεζαρία και ένα λουτρό µε τον απόπατο «απόπατου»10 µέσα. Οι τοίχοι του λουτρού ήταν ζωγραφισµένοι µε διάφορες ζωγραφιές (Άλογα, ένας Τούρκος καβαλάρης κλπ). Άντε, τώρα, να κάµετε σύγκριση της ζωής του τσιφλικά, άσχετα αν αυτός ήταν Τούρκος ή Έλληνας, µε την ζωή των κολλήγων στις «Ντάµιες» που ήταν πάντα Έλληνες!! 112: Ρεβένια (Ριβένια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: ∆εν κατόρθωσα να ανακαλύψω το έτυµο της λέξεως. ΘΕΣΗ: Όπως έχει γραφεί και αλλού, όλα τα χωράφια που είναι νότια του αυλακιού και µέχρι τα ριζά (ρ’ζά) της Οίτης ονοµάζονται Ρεβένια (ριβένια). Τα ίδια τα χωράφια ονοµάζονταν και ξηρικά (ξηρ’κά), επειδή δεν είναι δυνατό να ποτιστούν. «Ρεβένι» ονοµάζεται ο καπνός εξαιρετικής ποιότητας, ο οποίος καλλιεργείται σε ορεινά και επικλινή εδάφη. Τέτοια εδάφη είναι αυτά που αναφέραµε παραπάνω και όντως, σ’ αυτά, καλλιεργούσαν οι χωριανοί µας καπνό, κατ’ αποκλειστικότητα, πριν από µερικά χρόνια. Η ονοµασία αυτή των χωραφιών προήλθε, προφανώς, από το είδος του καπνού, που καλλιεργούσαν σ’ αυτά («ρεβένι»). Ένα µέρος από τα «ρεβένια» έγιναν ποτιστικά µε την κατασκευή του αντλιοστασίου. Απαγορεύονταν, παλιά, η καλλιέργεια καπνού στα ποτιστικά και στον κάµπο. Τώρα επιτρέπεται. Λόγω της µαγαλύτερης παραγωγικότητας των ποτιστικών και των χωραφιών στον κάµπο, τα οποία και αυτά ποτίζονται από γαιοτρύσεις και από το νερό του Σπερχειού, έπαυσε η καλλιέργεια καπνού στα «ξηρ’κά». Τα χωράφια, αυτά, τα φύτευσαν µε ελιές και από τότε αυξήθηκε, κατακόρυφα, η καλλιέργεια ελιάς στο χωριό µας. 113: Ριζά (Ρ’ζά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. ριζά είναι πληθυντικός της λ. ριζό < από την αρχ. Ελλην. λ. ρίζα. ΘΕΣΗ: Ριζά ονοµάζεται η περιοχή, που είναι κατά µήκος των προπόδων της Οίτης, από το ανατολικό µέχρι το δυτικό όριο της Κωσταλεξιώτικης περιοχής. 8

Φίλιυαν = φίλευαν < από το φιλεύω (=προσφέρω γεύµα, ποτό, φαγώσιµα, δίνω µικρό φιλοδώρηµα). 9 Κόπιαζαν < από το κοπιάζω [= Έχει πολλές σηµασίες. Αυτή που µας ενδιαφέρει εδώ είναι η εξής: Έρχοµαι, επισκέπτοµαι (κάποιον), πηγαίνω στο σπίτι του, ανταποκρίνοµαι σε πρόσκλησή του (για επίσκεψη, φαγητό κ.λ.π.)]. Στο χωριό όταν ήθελε, κάποιος, να προσκαλέσει, κάποιον, στο σπίτι του έλεγε κόπιασε και από το δικό µου το σπίτι (κόπγιασι κι απ’ του θ’ κόµ’ του σπίτ’). 10 Απόπατους = απόπατος [= ο χώρος όπου αποπατεί (κάποιος) < από το αρχ. αποπατώ (= αποβάλλω από τον οργανισµό περιττώµατα, κόπρανα κ.λ.π.). Και να σκεφθεί κανείς, ότι, µέχρι τα τελευταία χρόνια που δεν είχαµε νερό στα σπίτια, τον «απόπατου» τον είχαµε έξω από αυτά!!!

7


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Την περιοχή, που είναι αµέσως µετά τους πρόποδες της Οίτης προς τα πεδινά, την ονοµάζουν Ριζά, επειδή υποτίθεται ότι, εκεί, είναι οι ρίζες της, οι οποίες την υποβαστάζουν, για να µην πέσει, όπως, ένα δένδρο, το υποβαστάζουν οι δικές του ρίζες. Η ονοµασία, δηλαδή, έχει µεταφορική έννοια και είναι παρµένη από τα δένδρα. 114. Ροδιά (Ρουδγιά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη λ. ρόδι (= ο καρπός της ροδιάς) ή ρόιδι ή ρόιδο < από το Βυζαντ. ροΐδιν < από το µεταγενέστερο ροΐδιον = υποκοριστικό του αρχ. ρόα /ροιά (= ροδιά). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 6.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή της Ροδιάς ήταν το παλιό χωριό, το οποίο, σύµφωνα µε το γνωστό θρύλο, καταστράφηκε από σεισµό και επέζησαν µόνο δύο, ένας Κώστας και ένας Αλέξης, οι οποίοι έκτισαν τα πρώτα καινούρια σπίτια στο µέρος όπου είναι το σηµερινό χωριό. Από τα ονόµατά τους, το νέο χωριό, πήρε την ονοµασία Κωσταλέξι. Στη Ροδιά έχουν βρεθεί πολλά ευρήµατα και το νεκροταφείο του παλιού χωριού, τα οποία πιστοποιούν την ύπαρξή του στη θέση αυτή. Όλα τα σχετικά δεδοµένα και η ανάλυσή τους περιλαµβάνονται και αναπτύσσονται στο ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ (ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ – ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ). Στην παρυφή, ακριβώς, των χαλασµάτων υπάρχει µία άγρια Ροδιά, την οποία τη βλέπεται στις επόµενες φωτογραφίες, Νο 139 και Νο 140:

Φωτ. Νο 139: Η Ροδιά το καλοκαίρι

Φωτ. Νο 140: Η Ροδιά το ∆εκέµβριο (20004) µε τα ρόδια της.

Εκτιµάται ότι, στη θέση αυτή, φύτρωναν, παλιά, άγριες Ροδιές και από αυτό πήρε, η περιοχή, το όνοµα «Ροδιά». ∆εν αποκλείεται, η ονοµασία του τοπωνυµίου αυτού, να έχει σχέση και µε την ονοµασία του παλιού χωριού, η οποία µας είναι άγνωστη. 115. Ρούµπαλο (Ρούµπαλου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: ∆εν έγινε δυνατό να εντοπίσω το έτυµο της ονοµασίας. ΘΕΣΗ: Αναφέρεται, ονοµαστικά, στα ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ «Α», α/α 7 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 11. 8


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το Ρούµπαλο (Ρούµπαλου) είναι ένα στενόµακρο ύψωµα ύψους 1586 µέτρων. Είναι µέρος του αντερείσµατος το οποίο αρχίζει από την περιοχή Γρεβενού και καταλήγει στο ύψωµα Στενοβούνι (Στινουβούνι). Περιλαµβάνεται µεταξύ των ρεµάτων Μπλούφου (Ανατολικά) και Πόρτας (∆υτικά), τα οποία, ως γνωστόν, συναντώνται στο σηµείο Σµίξη και, από εκεί και κάτω, συνεχίζουν µε την ονοµασία Κάκκαβος. Πέραν των, ανωτέρω ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΩΝ «Α» και «Β», όπου φαίνεται το ύψωµα Ρούµπαλο, σας παραθέτω και την επόµενη φωτογραφία, Νο 141, στην οποία φαίνεται το ίδιο ύψωµα σε σχέση µε τις ονοµασίες των τοπωνυµίων του περιβάλλοντος χώρου.

Φωτ. Νο 141: Το ύψωµα Ρούµπαλο. Επίσης σας παρουσιάζω και την επόµενη πανοραµική φωτογραφία, Νο 142, η οποία έχει ληφθεί από το Γρεβενό.

Φωτ. Νο 142: Το ύψωµα Ρούµπαλο σε πανοραµική φωτογραφία από το Γρεβενό. Στην περιοχή του υψώµατος αυτού υπάρχουν πολλά έλατα. Ο καρπός των ελάτων είναι σαν τα κουκουνάρια των πεύκων, αλλά πιο στενός και µακρύτερος. Αυτούς τους καρπούς τους ονοµάζουν Ρούµπαλα. Από τα Ρούµπαλα, λοιπόν, των ελάτων πιθανόν να πήρε ονοµασία Ρούµπαλο.

9


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

116. Σβάρνα (Ζβάρνα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Σβάρνα (= γεωργικό εργαλείο το οποίο σέρνονταν από ζώα (παλιά) ή ελκυστήρα (σήµερα) και χρησιµοποιείται για να σβαρνίζουν 11 τις µπλάνες 12 από οργωµένο13 χωράφι) < από τη Σλαβική λ. barna µε πρόσθεση του προθεµατικού σ. Από τη λέξη αυτή δηµιουργούνται πολλές φράσεις, όπως: (α). Παίρνω (κάτι) σβάρνα, επισκέπτοµαι διαδοχικά, γυρίζω µε τη σειρά (π. χ.: πήρε σβάρνα τα µαγαζιά, πήρε σβάρνα τους δρόµους κλπ.). (β). Παίρνω (κάποιον) σβάρνα (π.χ.: ένα αυτοκίνητο ξέφυγε από την πορεία του και πήρε σβάρνα άλλα τρία σταθµευµένα, ο χείµαρρος πήρε σβάρνα ό,τι βρήκε στο πέρασµά του κλπ.). ΘΕΣΗ: Τέτοιους χειµάρους που να παίρνουν σβάρνα ό,τι βρίσκουν στο πέρασµά τους, έχουµε, επάνω στην Οίτη, δύο, ήτοι τη Μεγάλη και τη Μικρή Σβάρνα. Οι σβάρνες αυτές φαίνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 26 (Μεγάλη Σβάρνα) και α/α 28 (Μικρή Σβάρνα). Ευκρινέστερα, όµως φαίνονται στην επόµενη φωτογραφία Νο 143:

Φωτ. Νο 143: Η Μεγάλη και η Μικρή Σβάρνα. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Από τις δύο Σβάρνες (ζβάρνις) που αναφέρονται ανωτέρω, εκείνη που έχει ιδιαίτερη σηµασία είναι η Μεγάλη. Τη Μεγάλη σβάρνα τη χρησιµοποιούσαν, παλιά, για να κατεβάζουν, προς τα ριζά (ρ’ζά), τα ξύλα που έκοβαν ψηλά στο βουνό. Αυτό γίνονταν ως εξής: Αν τα ξύλα ήταν µεγάλα, π.χ. πάτερα,14 τα έριχναν, µέσα στη «ζβάρνα», ένα – ένα. Αν ήταν µικρά τα έδεναν, µεταξύ τους, µε σύρµα ή µε γερή τριχιά και, τα δεµάτια που δηµιουργούνταν έτσι, τα έριχναν και πάλι µέσα στη σβάρνα. Τα µεµονωµένα µεγάλα ξύλα ή τα δεµάτια, 11

Σβαρνίζω < από το σβαρνώ [= θρυµµατίζω, µε σβάρνα, τις µπλάνες (Βλέπε στη επόµενη υποσηµείωση) του οργωµένου χωραφιού]. 12 Μπλάνες: = τα µεγάλα συµπαγή κοµµάτια χώµατος, τα οποία έφερνε στην επιφάνεια, κατά το όργωµα, το υνί. ∆εν βρέθηκε το έτυµον της λ . µπλάνες. Η λ. υνί (= η τριγωνική σιδερένια αιχµή του αρώτρου, η οποία εισδύει στο έδαφος και ανασκάπτει το χώµα) < από το υνίον < από το µεταγενέστερον ύνιον = υποκοριστικό του αρχ. ύν(ν)ις. 13 Οργωµένο < από το οργώνω (= σκάβω τη γή µε το άρωτρο) < από τη λ. έργον. 14 Πάτερο (= µεγάλο δοκάρι που στηρίζει τη στέγη ή το πάτωµα) < από το όψιµο Βυζαντινό πατερόν < πάτος (= ξύλο του πατώµατος). Από τη λέξη πάτερο προέρχεται και η φράση «κολοκύθια στο πάτερο» = ανόητα λόγια ή πράξεις.

10


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ λόγω του βάρους τους και της µεγάλης κλίσης του εδάφους, κυλούσαν επάνω στις θρυµµατισµένες πέτρες της Σβάρνας και κατέβαιναν, προς τον κατήφορο, µε µεγάλη ταχύτητα. Τελικά σταµατούσαν εκεί που τελείωνε η σβάρνα, στους πρόποδες του βουνού. Εκεί τα µάζευαν, τα φόρτωναν στα ζώα και τα µετέφεραν στα σπίτια τους. Ο ανωτέρω τρόπος µεταφοράς των ξύλων, από το βουνό, εξυπηρετούσε πολύ τους χωριανούς, διότι γλίτωναν το κουβάληµά τους, µε τα ζώα, από το κακοτράχαλο (κακουτράχαλου)15 µονοπάτι της Οίτης, όπως, αυτό, σηµειώνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 23. και φαίνεται, καλύτερα στην επόµενη φωτογραφία Νο 144.

Φωτ Νο 144: Το κακοτράχαλο Μονοπάτι από Κωσταλέξι προς Καναλάκι –Λούκα. Η σβάρνα, όµως, ήταν και επικίνδυνη. Εκείνο που είχε µεγάλη σηµασία, ήταν το να προσέχεις, να µην τοποθετηθείς µπροστά από τα ξύλα, γιατί αν, την ώρα εκείνη, ξέφευγαν αυτά προς τον κατήφορο και σε έπαιρναν µπροστά, δεν γλίτωνες µε τίποτα. Από ένα τέτοιο επεισόδιο πέθανε και ο µεγαλύτερος αδελφός του πατέρα µου, ο Αποστόλης και να πως: Κατά την οικογενειακή παράδοση, ο Αποστόλης, βοσκούσε τα γίδια του κοντά στη Μεγάλη «ζβάρνα». Σκέφθηκε να κόψει µερικά παλούκια, τα οποία θα τα έριχνε στη «ζβάρνα», για να κατέβουν κάτω στους πρόποδες. Αφού έκοψε τα παλούκια, τα έδεσε και τα έριξε µέσα σ’ αυτή. Τα παλούκια όµως, στο κατέβασµά τους, σκάλωσαν 16 σε κάποια µεγάλη πέτρα. Ο Αποστόλης πήγε να τα ξεσκαλώσει, αλλά έκαµε το σφάλµα, να µπει µπροστά από αυτά. Εκείνη τη στιγµή, όµως, τα παλούκια ξεσκάλωσαν και τον παρέσυραν µε αποτέλεσµα να πληγωθεί θανάσιµα. Έµεινε εκεί, ο δυστυχής, χωρίς να γνωρίζει κανείς τι του συνέβη. Ο Αποστόλης είχε µαζί του ένα τσοπανόσκυλο, το οποίο τον ακολουθούσε παντού. Μόλις αυτός χτύπησε, άρχισε, ο σκύλος, να ουρλιάζει και να «µοιρολογά». Ένας πρώτος εξάδελφος του Αποστολή, Ο Θυµνιοµήτσος (Ου Θυµνιουµήτσιους = Ευθυµίου ∆ηµήτριος του Σπύρου), ο οποίος έκανε χωράφι στο Σωληνάρι (στου Σουληνάρ’), άκουσε το κλάµα του σκύλου και 15

Κακουτράχαλου = κακοτράχαλο = θηλ. του επιθ. κακοτράχαλος ( = ο τόπος που έχει ανώµαλο και δύσβατο έδαφος) < από το κακό + τράχαλος (= χαλίκι, πέτρα). Άρα κακατράχαλο = κακό χαλίκι, κακές πέτρες. 16 Σκαλώνω (= σκαρφαλώνω, αναρριχιέµαι, αλλά και σκοντάφτω σε κάτι, παρεµποδίζοµαι από κάτι).

11


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ επειδή γνώριζε ότι, ο Αποστόλης, βοσκούσε τα γίδια του στο σηµείο, από το οποίο έρχονταν αυτό, υποψιάσθηκε ότι κάτι συνέβη. Άφησε το χωράφι, έτρεξε στο χωριό, ειδοποίησε τους συγγενείς και, αφού συγκροτήθηκε µία οµάδα, ξεκίνησαν, όσο γρήγορα µπορούσαν, για το σηµείο στο οποίο, ο σκύλος, εξακολουθούσε να ουρλιάζει. Πράγµατι βρήκαν τον Αποστόλη βαριά πληγωµένον. Τον ανέσυραν από το σηµείο στο οποίο ήταν πεσµένος, τον πήρε στην πλάτη του ένας άλλος πρώτος εξάδελφός του, ο Αθανάσιος Περγάνης του Ευσταθίου, και τον µετέφεραν στο σπίτι του. Ύστερα όµως από µερικές ηµέρες, ο Αποστόλης, υπέκυψε στα τραύµατά του. Τον ηρωικό Αθανάσιο Περγάνη τον βλέπουµε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 145:

Φωτ. Νο 145: Ο Αθανάσιος Περγάνης Ποιος ξέρει πόσοι και πόσοι Κωσταλεξιώτες έπεσαν θύµατα της απροσεξίας τους, δίνοντας την ευκαιρία, στη Σβάρνα, να εκδηλώσει την κακότητά της Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 146, φαίνεται το κατώτερο µέρος της Μεγάλης Σβάρνας, στους πρόποδες της Οίτης.

Φωτ. Νο 146: Το τέλος της Μεγάλης Σβάρνας

12


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Στη φωτογραφία φαίνονται, από αριστερά προς τα δεξιά: Ο Κοκκινόβραχος, η αρχή της Μεγάλης Σβάρνας επάνω στην Αγριόβριζα, η κορυφογραµµή της Αγριόβριζας, ένας βράχος στον οποίο, κατά τη µαρτυρία του Βασιλείου Στρωµατιά του Γεωργίου, είχαν, παλιά, τις φωλιές τους οι αετοί και, στο κάτω µέρος, το τέλος της Σβάρνας. Στο επάνω µέρος, του κατωτέρου µέρους της Σβάρνας που φαίνεται στη φωτογραφία, υπάρχουν κάτι βράχια. Στα βράχια, αυτά, σκάλωναν τα ξύλα που κυλούσαν µέσα στη Σβάρνα και σταµατούσαν εκεί. Έπρεπε, λοιπόν, να πάει κάποιος εκεί, να τα ξεσκαλώσει και να τα αφήσει να πέσουν στη σάρα. Τα ξύλα κυλούσαν και πάλι στον κατήφορο και έφθαναν στο χαµηλότερο σηµείο, όπου υπήρχε δρόµος. Εκεί τα µάζευαν, τα φόρτωναν στα ζώα και τα µετάφεραν στο χωριό. Αν ήταν, όµως, πάτερα τα έσερναν οι ίδιοι οι χωριανοί, µε σχοινιά και µε την πλάτη τους, µέχρι του σηµείου του δρόµου, όπου δεν είχε πέτρες. Από εκεί και κάτω τα έσερναν δένοντάς τα σε ζεµένα ζώα. Το κουβάληµα των πάτερων ήταν, δηλαδή, σωστή τυραννία. Σβάρνες λέγαµε στο χωριό µας και τα κατηφορικά µέρη, όπου σβαρνιζόµασταν, κάναµε δηλαδή, αυτό που λέµε σήµερα, τσουλήθρα. 17 Το σβάρνισµα (ζβάρνιζµα) γίνονταν µε τον πισινό µας, είτε φορώντας µόνο το παντελόνι, οπότε τρυπούσε αυτό και είχαµε κακά ξεµπερδέµατα µε τις µαννάδες µας, είτε βάζοντας, από κάτω, µία µεγάλη σανίδα ή, ακόµη καλύτερα, µία µεγάλη λαµαρίνα. 117. Σκαµνί ή Σκαλί (Σκαµνί ή Σκαλί): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Η λ. Σκαµνί < Από τη Βυζαντ. λέξη σκαµνί(ο)ν = υποκοριστικό της λ. σκάµνον < από τη Λατινική λ. scamnum. Η λ. σηµαίνει το ξύλινο κάθισµα χωρίς ερεισίνωτο. Η λ. ερεισίνωτο (= το πίσω µέρος του καθίσµατος όπου ακουµπά η πλάτη) < από το ερείδω (= υποστηρίζω) + νώτα = υποστηρίζω την πλάτη. Η λ. Σκαλί: Προέρχεται από τη λ. σκάλα, που σηµαίνει κλίµακα. Το σκαλί είναι η µία βαθµίδα (σκαλοπάτι) της σκάλας < Από τη Λατιν λ. skala. ΘΕΣΗ: Υπάρχουν δύο τοπωνύµια µε την ονοµασία αυτή, το Πρώτο Σκαµνί ή Σκαλί και το ∆εύτερο Σκαµνί ή Σκαλί. Φαίνονται, δε, ως ακολούθως: Στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 24 (Πρώτο Σκαµνί ή Σκαλί) και α/α 14 (∆εύτερο Σκαµνί ή Σκαλί). Στη προηγούµενη φωτογραφία Νο 142. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Τα ανωτέρω Σκαµνιά βρίσκονται επάνω στο µονοπάτι, το οποίο αρχίζει από την Τρίφτρα, ανεβαίνει στον κυρ Νικόλα και µετά, µε νοτιοδυτική κατεύθυνση, περνά από το Πρώτο Σκαµνί ή Σκαλί, από το ∆εύτερο Σκαµνί ή Σκαλί, από τη Φραµµένη και φθάνει στο Καναλάκη, συνεχίζοντας προς την Κοµποταδίτικη Λούκα (Φωτ. Νο 142). Το Σκαµνί ή Σκαλί που συναντούµε πρώτο, ανεβαίνοντας το βουνό, πήρε την ονοµασία Πρώτο, ενώ εκείνο που συναντούµε δεύτερο, πήρε την ονοµασία ∆εύτερο. Στα σηµεία αυτά το έδαφος είναι πολύ δύσβατο. Είναι γεµάτο βράχια και µε µεγάλη δυσκολία ανέβαιναν και κατέβαιναν τα ζώα, ιδίως αν ήταν φορτωµένα. Ήταν, δηλαδή, σαν να ανέβαιναν και κατέβαιναν, στα σηµεία αυτά, ένα σκαµνί ή ένα σκαλί. Από αυτά τα Σκαµνιά ή Σκαλιά ήθελαν να γλιτώσουν οι Κωσταλεξιώτες, όταν έκοβαν ξύλα στο βουνό και χρησιµοποιούσαν, τη Σβάρνα, για το κατέβασµά τους.

17

Τσουλήθρα(= κατηφορική επιφάνεια όπου γλιστρούν, τα παιδιά, παίζοντας) < από το τσουλώ.

13


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

118. Σπερχειός ή ποτάµι (Σπιρχειός ή πουτάµ’): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι αρχαίο τοπωνύµιο µε καταληκτικό επίθηµα –ειός (όπως και ο Αλφειός). Η αρχαϊκότητα του τοπωνυµίου επιβεβαιώνεται, εν µέρει, από το µυκηναϊκό pe – ke – u (= Σπερχεύς ;). Η λ. σηµαίνει ορµητικός, βίαιος. Το τοπωνύµιο < από το ρ. σπέρχω/οµαι (= βιάζοµαι, σπεύδω, ορµώ). Η λέξη «πουτάµ’» (ποτάµι), προέρχεται από τη φράση «το ποτάµι ο Σπερχειός». Η λ. Σπερχειός, όµως, απαλείφεται, γιατί είναι ένας και µοναδικός και υπονοείται. Με τον τρόπο αυτό παραµένει µόνο η λ. «ποτάµι». ΘΕΣΗ: Ο Σπερχειός διαγράφεται, καθαρά, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ» και στο ΠΑΡΑΤΗΜΑ «Ζ». ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Ο Όµηρος αποδίδει, στο Σπερχειό, το επίθετο «∆ιιπετής», δηλαδή ποταµός που έπεσε (στάλθηκε, πετάχθηκε) από το ∆ία, µε άλλα λόγια ουρανόπεµπτος και τούτο διότι, οι ποταµοί, απορρέουν από τον ουρανό, ήτοι παράγονται από τα ύδατα του ουρανού. Ο Σπερχειός αναφέρεται και ως Αλαµάνα, από το οποίο και η γέφυρα της Αλαµάνας. Η λέξη Αλαµάνα είναι το λαϊκό όνοµα του Σπερχειού. Υπάρχουν τρεις εκδοχές για την προέλευση αυτής της ονοµασίας, ήτοι: α. ∆όθηκε, από της εποχής της φραγκοκρατίας, από κάποιο οµώνυµο χωριό πλησίον του ποταµού, το οποίο ήκµαζε προ της Επαναστάσεως του 1821, αλλά καταστράφηκε κατά το πρώτο έτος αυτής. Στο ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ (ΑΓΟΡΑ ΤΣΙΦΛΙΚΙΩΝ), ΠΡΟΣΘΗΚΗ «1/Α», δεύτερη σελίδα (χωριά εκείθε – Βόρεια - του Σπερχειού), αναφέρεται το χωριό Αλαµάνα, το οποίο, µαζί µε το χωριό Εµίρµπεϊ (Σηµερινή Ανθήλη), ήταν τσιφλίκια των Τεφίκ Μπέη, Μουσταφά Μπέη και Ιτζέτ Μπέη (από το 1/3 στον καθ’ ένα). Το χωριό, αυτό, δεν υπάρχει σήµερα. Από άλλα στοιχεία, όµως, επιβεβαιώνεται η ύπαρξη του χωριού αυτού. β. Ετυµολογείται από τη λ. άλας (αλάτι). ∆ηλαδή: Αλατοµάννα – Αλαµάννα – Αλαµάνα. γ. Σχετίζεται, λόγω της ορµητικότητας αυτού, µε την περιώνυµη φυλή των Αλαµάννων, 18 οι οποίοι είχαν γίνει περιβόητοι σε όλη την Ελλάδα, από των µεσαιωνικών χρόνων, για την σκληρότητά τους. Περιήλθε στην κατοχή µου ένας πίνακας, στο εξώφυλλό του οποίου γράφονται, τα εξής: «ΠΙΝΑΞ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΣ της Ε Λ Λ Α ∆ Ο Σ Με τα Παλαιά & ΝΕΑ ΟΝΟΜΑΤΑ Επιδ.19 υπό Α.Α. ΓΑΖΗ Μηλιώτου & Εκδοθείς Παρά 18

Αλαµάννοι: Όνοµα µιάς οµοσπονδιακής ενώσεως λαών τευτονικής ( γερµανικής) φυλής. Ούτοι, το 178 µ. χ., εγκαταστάθηκαν στη µεταξύ Ρήνου και Μάιν χώρα και, οι διάφορες φυλές από τις οποίες αποτελούνταν, σχηµάτισαν µία πολεµική ένωση µε αµυντικούς και επιθετικούς σκοπούς. Από τότε και µέχρι το 496 µ.Χ. απείλησαν, µε τις επιδροµές τους, σοβαρότατα το ρωµαϊκό κράτος. Το όνοµα των Αλαµάννων έµεινε στην ιστορία ως συνώνυµο της βαρβαρότητας, της σκληρότητας και της απανθρωπίας. 19 Επιδ. = επιδιορθωθείς.

14


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΦΡΑΝΣΟΑ ΜΥΛΛΕΡ Αφιερωθείς τω Γένει των Ελλήνων α. ω. 1810 Εν Βιέννη.» Στον πίνακα αυτόν, ο Σπερχειός, αναφέρεται ως εξής: « Σπερχειός Ελάδα π.». Τµήµα του χάρτου, στο οποίο απεικονίζεται ο Σπερχειός ποταµός µε την ανωτέρω ονοµασία, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 147.

Φωτ. Νο 147: Τµήµα του χάρτου µε την ονοµασία «Σπερχειός Ελάδα π». Επιλεκτικά αναφέρουµε τον Ασωπό π., ο οποίος αναφέρεται µε την ονοµασία «Αίσων π.» και την αρχαία Αντικύρα, παρά τη γέφυρα της «Σανίδας», η οποία αναφέρεται µε την ονοµασία «Αντιχύη». Για την Αντικύρα έχουµε γράψει στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ). Ο Άνθιµος Γαζής φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 148:

Φωτ. Νο 148: Άνθιµος Γαζής 20 20

Άνθιµος Γαζής: Κληρικός (Αρχιµανδρίτης), λόγιος, δηµοσιογράφος και επαναστάτης. Γεννήθηκε το 1764 στις Μηλιές του Πηλίου και απεβίωσε το 1828 στη Σύρο. Ήτο της γνώµης, όπως και πολλοί άλλοι, ότι , το Ελληνικό γένος, προκειµένου να γίνει άξιο, για να κατακτήσει την ελευθερία του, έπρεπε, προηγουµένως, να µορφωθεί και να µεταλάβει των επιστηµονικών γνώσεων της Ευρώπης. Γιά το λόγο αυτό αφ’ ενός µεν έγραψε έργα εκλαϊκεύοντα τις επιστηµονικές γνώσεις της εποχής του και µετέφρασε

15


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Την ονοµασία «Ελάδα», ο Ιωάννης Βορτσέλας στο βιβλίο του «φθιώτις» σελ. 26, την τοποθετεί επί φραγκοκρατίας. Η λ. προέρχεται, προφανώς, από τη λ. Ελλάς – Ελλάδα. Στον Όµηρο, η λέξη, αναφέρονταν µε σαφή περιορισµό στη Θεσσαλική Φθία. Έγραφε συγκεκριµένα: «οι τ’ είχον Φθίην η δ’ Ελλάδα καλλιγύναικα, / Μυρµιδόνες δε κελεύοντο και Έλληνες και Αχαιοί». Η Φθία ήταν πόλη των Μυρµιδόνων, πατρίδα του Αχιλλέα και έκειτο στη θέση της σηµερινής Φαρσάλου. Η Φθία Χώρα ήταν η Θεσσαλική Φθία, ή Φθιώτις. Το έδαφός της περιελάµβανε την Όθρυν, τα Αχαϊκά όρη και τρία λεκανοπέδια, το της Ξυνιάδος, το της Μελιτείας (Αβαρίτσας) και το Κρόκιον πεδίον (το του Αλµυρού). Γενικά εξετείνετο προς βορράν και προς νότον του όρους της Όθρυος µέχρι του Παγασιτικού και του Μαλιακού κόλπου. Η χώρα ονοµάζετο, αρχικά, Αχαϊα και εθεωρείτο η κοιτίδα των Αχαιών. Αυτούς τους Αχαιούς αποκαλεί, ο Όµηρος, Μυρµιδόνες και την Φθίην Ελλάδα. Από την Ελλάδα, λοιπόν, του Οµήρου, πήρε και ο Σπερχειός την ίδια ονοµασία. Στην προηγούµενη φωτογραφία του χάρτου, Νο 145, και Βορείως των εκβολών του Σπερχειού φαίνονται οι ονοµασίες «ΦΘΙΩΤΙΣ» και «ΦΘΙΩΤΑΙ ΑΧΑΙΟΙ» Κατά το µεσαίωνα ονοµάζονταν ο Σπερχειός, κατά µία µαρτυρία, και Αγριοµέλας.21 Η λ. Αγριοµέλας = Άγριος + µέλας. Η λ. άγριος = αυτός που εµπνέει φόβο, αυτός που χαρακτηρίζεται από σφοδρότητα, ένταση, επιθετικότητα. Η λ. µέλας = αυτός που έχει πολύ βαθύ σκούρο χρώµα (Συνώνυµα: µαύρος, σκοτεινός, σκούρος). Συνεπώς: Αγριοµέλας = άγριος και σκούρος. Το σκούρο χρώµα το παίρνει, βέβαια, από τη λάσπη που κατεβάζει, όταν πληµµυρίζει. Οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν το Σπερχειό σαν ποτάµιο θεό, επειδή ήταν το µεγαλύτερο ποτάµι της Φθιώτιδας, πατρίδας του Αχιλλέα, την οποία, ο Σπερχειός, είχε υπό την προστασία του και την προστάτευε, καθώς και του ανθρώπους που ζούσαν µέσα σ’ αυτήν. Ο Σπερχειός πηγάζει από το Τυµφρηστό και χύνεται στο Μαλιακό Κόλπο. Μικρό τµήµα του Σπερχειού, στο σηµείο που συµβάλλει, σ’ αυτόν, ο δικός µας Ξεριάς, φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 149.

Φωτ. Νο 149: Ο Σπερχειός στο σηµείο που συµβάλλει ο Ξηριάς. `

συγγράµµατα επιστηµονικά και φιλοσοφικά από ξένες γλώσσες (µέσα στα οποία συγκαταλέγεται και ο «ΠΙΝΑΞ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΣ της ΕΛΛΑ∆ΟΣ», που εκδόθηκε το 1810), αφ’ ετέρου δε εξέδωκε το 1811, στη Βιέννη, την Ελληνική εφηµερίδα «Λόγιος Ερµής». Το 1816 επισκέφθηκε την Οδησσό, όπου και µυήθηκε στη «Φιλική Εταιρεία» από τους Αθανάσιο Τσακάλωφ και Νικόλαο Σκουφά. Έκτοτε ανέπτυξε αξιολογότατη δράση για την προπαρασκευή και έκρηξη της Επαναστάσεως της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821. 21 Ιωάννης Βορτσέλας, «φθιώτις», σελ. 25.

16


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Στον εντός της Κωσταλεξιώτικης περιοιχής Σπερχειό υπήρχαν, παλιά, δύο πόροι από τους οποίους περνούσαν οι χωριανοί, το ποτάµι, το καλοκαίρι. Ο ένας πόρος ήταν στην περιοχή του τοπωνυµίου Πολυµεράκι, κοντά στον «Πλάτανο τ’ Κουϊούφα» και ο άλλος στον Καψάµµο. Η ακριβής θέση των φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 26 (Πόρος στο Πολυµεράκι) και α/α 24 (Πόρος στον Καψάµµο). Ο Πόρος του Καψάµµου φαίνεται και στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 11. Ο Σπερχειός, όπως είναι γνωστό, πληµµυρίζει πολλές φορές κατά την άνοιξη και το φθινόπωρο. Η ιλύ (λάσπη), που κατεβάζουν τα νερά του, κατακάθεται στην κοίτη του, µε αποτέλεσµα, αυτή, να γεµίζει χώµα και να στενεύει. Τούτο περιορίζει τη χωρητικότητα της κοίτης, µε αποτέλεσµα να διευκολύνεται το ξεχείλισµα του νερού και, ως εκ τούτου, ο κατακλυσµός του κάµπου. Αυτό επιβάλλει τον συχνό καθαρισµό της κοίτης του ποταµού µε µηχανήµατα. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 150, βλέπουµε µία φάση καθαρισµού της κοίτης.

Φωτ. Νο 150: Καθαρισµός της κοίτης Σπερχειού. Οι πληµµύρες του Σπερχειού: Οι διαδικασίες µε τις οποίες πληµµυρίζει ο Σπερχειός και κατακλύζει τον κάµπο αναφέρονται στο ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ∆ΕΚΑΤΟ (ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΠΕΡΧΕΙΟΥ). Αν, οι πληµµύρες, γίνουν σε εποχή που µόλις έχουν σπείρει τα σπαρτά ή δεν έχει συγκεντρωθεί, ακόµη, η γεωργική παραγωγή, τότε προκαλούνται µεγάλες καταστροφές. Μία µεγάλη πληµµύρα έγινε το 1939 ανήµερα των Φώτων. Στον κάµπο, τότε, έσπερναν πολλά σιτάρια και µόλις, οι γεωργοί, τα είχαν θερίσει, τα είχαν κάνει δεµάτια και είχαν αρχίσει να τα µεταφέρουν στις θηµωνιές, στ’ αλώνια του χωριού. Πολλοί χωριανοί µας, µάλιστα, είχαν πάει να κοιµηθούν, τη νύχτα, δίπλα στα χωράφια τους µε τα ζώα τους και, το πρωί, να φορτώσουν τα δεµάτια για τη µεταφορά. Τη νύχτα, όµως, της παραµονής των Φώτων έβρεξε ασταµάτητα, ιδίως στα δυτικά και στις ορεινές περιοχές. Αποτέλεσµα ήταν, ο Σπερχειός, να κατεβάσει, να γεµίσει νερό, να ξεχειλίσει και να κατακλύσει τον κάµπο. Ξηµερώνοντας ο κάµπος ήταν µια απέραντη θάλασσα. Την παράγωγή την «σάρωσε»22 όλη και δεν άφησε τίποτε. Τα δεµάτια του σιταριού έπλεαν στην επιφάνεια του νερού και πήγαιναν προς τη θάλασσα. Το ίδιο συνέβαινε και µε τα µικρά ζώα που είχαν πνιγεί. Οι γεωργοί παρακολουθούσαν ανήµποροι την καταστροφή. Τα συναισθήµατά τους ήταν πίκρα, πόνος, απογοήτευση και θλίψη. Έβλεπαν το βιός23 τους να χάνεται, ανεπάντεχα, µέσα από τα χέρια τους, τους κόπους τους να πηγαίνουν χαµένοι, αλλά και 22

Σαρώνω (= σκουπίζω το πάτωµα ή το έδαφος και, µεταφορικά, καταστρέφω, εξαφανίζω) < από το µεταγενέστερο σαρόω-ώ < από το αρχαίο σαίρω . 23 Το βιό(ς) (= η περιουσία, ο πλούτος, η αφθονία) < από το αρχαίο βίος (= ζωή, η διάρκεια της ζωής).

17


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ το µέλλον να διαγράφεται ζοφερό, από τη φτώχεια και την ανέχεια που θα επακολουθούσε. Οι άνθρωποι, που ήταν στον κάµπο, ανέβηκαν στις συκιές, για να γλιτώσουν τον πνιγµό. Με αυτόν τον τρόπο γλίτωσαν οι χωριανοί µας Αθανάσιος Αλεξίου (Μπουρουτουθανάης), Κώστας Λάζος (Νάνος) και Παναγιώτης Καναβέτας. Με τέτοιο τρόπο γλίτωσε και ο πατέρας µου, Χρήστος, µε τον κουνιάδο του ∆ηµήτριο Λέλλη, στην τοποθεσία «Λόγγος» του χωριού Μεξιάτες, που είναι δίπλα στο Σπερχειό. Ήταν τόσο απότοµη, γρήγορη και ύπουλη η άφιξη του νερού, που το κατάλαβαν, όταν µούσκεψαν, από αυτό, την ώρα που κοιµόντουσαν. Ξαφνικά αντιλήφθηκαν να κολυµπούν µέσα στο νερό και, κοιµισµένοι όπως ήταν, αιφνιδιάστηκαν. Τα παράτησαν όλα και έτρεξαν να ανέβουν στις συκιές. ∆εν πρόλαβαν να λύσουν ούτε τα ζώα από τις τριχιές, µε τις οποίες ήταν δεµένα, για να µη φεύγουν. Μερικά από τα µεγάλα ζώα µπόρεσαν και έκοψαν τις τριχιές ή κατάφεραν να ξεµπήξουν τα παλούκια, µε τα οποία, οι τριχιές, ήταν στερεωµένες στο έδαφος και, έτσι, γλίτωσαν. Όσα δεν µπόρεσαν και τα µικρά τα ζώα πνίγηκαν όλα. Βέβαια, µε το νερό, ξεπλένεται ο κάµπος και, µε το καινούριο χώµα που κατακάθεται, γίνεται πιο εύφορος. Αυτά τα ευεργετήµατα, όµως, δεν αντισταθµίζουν την αγωνία των γεωργών για τη τύχη των καλλιεργειών τους. Για τον περιορισµό των πληµµυρών του Σπερχειού και των καταστροφικών αποτελεσµάτων των διανοίχτηκε, πρόσφατα, η διώρυγα κατά µήκος της κοιλάδας του Σπερχειού - όπως αναφέρεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ζ», α/α 15 - και καθαρίζεται, περιοδικά, η κοίτη του ποταµού. 119. Σπηλιά (Σπ’λιά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. σπήλαιον. ΘΕΣΗ: Υπάρχουν τρεις σπηλιές στο χωριό µας, ήτοι: Η µία είναι η σπηλιά, στη ρίζα του βράχου του δεύτερου Σκαµνιού ή Σκαλιού, όπου στάζει το νερό, το λεγόµενο Κλεφτονέρι (Κλιφτουνέρ’).24 Η θέση του δευτέρου Σκαµνιού ή Σκαλιού φαίνεται στην προηγούµενη φωτογραφία Νο 142. Η άλλη είναι η σπηλιά που υπάρχει πίσω από την Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Η θέση της Φαίνεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 20. Η τελευταία είναι η λεγόµενη Σπηλιά του Μπορώτη (Σπ’λιά τ’ Μπουρώτ’) η θέση της οποίας είναι ανατολικά από το σηµείο στο οποίο τελειώνει η Σβάρνα. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Για τη σπηλιά, που, µέσα της, τρέχει το Κλεφτονέρι (Κλιφτουνέρ’), δεν έχουµε να πούµε τίποτε περισσότερο, από αυτά που γράφουµε στο οµώνυµο τοπωνύµιο. Για τη σπηλιά του Αγίου Αθανασίου: Εκεί ζήτησαν προστασία πολλές οικογένειες, όταν, κάποιο βράδυ του 1944 στην κατοχή και λίγο πριν φύγουν οι Γερµανοί, έβαλαν, µε το πυροβολικό τους, µέσα στο χωριό. Στη σπηλιά αυτή βρήκε προστασία και η δική µου οικογένεια. Μέσα όµως, στη σπηλιά, η δυσοσµία ήταν ανυπόφορη. Έζεχνε (Έζιχνι) 25 πάρα πολύ. Τούτο συνέβαινε επειδή, πολλοί χωριανοί, πήγαιναν εκεί και αφόδευαν, αφού, τότε, τα αποχωρητήρια ήταν έξω από τα σπίτια και η σπηλιά ήταν περισσότερο πρόσφορη, δεδοµένου ότι σε έκρυβε από τα βλέµµατα των περαστικών. Αλλά, µπροστά στο κίνδυνο των εχθρικών πυρών, η δυσοσµία ήταν

24

Βλέπε και οµώνυµο τοπωνύµιο. Έζεχνε (= βροµούσε) < από το Βυζαντ. ζένω < από το µεταγενέστερο ώζεσα = αόριστος του όζω (βροµώ).

25

18


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ δευτερεύον θέµα. Τη σπηλιά αυτή τη χρησιµοποιούσε και ο «Κουτανάς», 26 για να σταβλίζει27 και να «παχνιάζει» (παχνιάζει)28 το γάιδαρό του. Γι’ αυτό, τη σπηλιά, την ονόµαζαν και Σπηλιά του Κουτανά (Σπ’λιά τ’ Κουτανά). Η σπηλιά του Αγίου Αθανασίου φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 151:

Φωτ. Νο 151: Η σπηλιά του Αγίου Αθανασίου. Για τη σπηλιά «τ’Μπουρώτ’»: Την σπηλιά αυτή την ονόµασαν έτσι, γιατί, κάποιος χωριανός µας ονοµαζόµενος Μπορώτης Βασίλειος, τη χρησιµοποιούσε σαν µαντρί για τα γίδια του. 120. Στενοβούνι (Στινουβούνι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από τις λέξεις: στενο + βούνι. Η λέξη στενο < από τη λέξη στενός, η οποία είναι, αυτούσια, η αρχαία Ελληνική λ. στενός. Η λέξη βούνι < από τη λέξη βουνό < από την αρχαία Ελληνική λ. βουνός ( = βουνό ). ΘΕΣΗ: Είναι βόρεια και συνέχεια του τοπωνυµίου Ρούµπαλο. Το βλέπουµε στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Β», α/α 9

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το λένε Στενοβούνι, γιατί είναι µία πολύ στενή ραχοκοκαλιά µε κατεύθυνση από νότο προς βορρά. 121. Στεφάνι (Στιφάνι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη Βυζαντ. λ. στεφάνιν < από τη µεταγενέστερη στεφάνιον = υποκοριστικό της αρχαίας Ελληνικής λ. στεφάνη. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 3.

26

Κώστας Κουτανάς = παρωνύµιο του αειµνήστου Κων/νου Αναγνωστόπουλου του Ευθυµίου. Κουτανά τον είπαν, γιατί δούλευε πολύ, σαν κάποιον που τον έλεγαν Κουτανά. 27 Σταβλίζω [= διατηρώ µεγάλα οικιακά ζώα (άλογα, µουλάρια, γαϊδούρια και βόδια) σε ειδικά διαµορφωµένο χώρο, για στέγαση και φροντίδα των, το στάβλο]. Η λ. στάβλος είναι Βυζαντινή λ. και < από το µεταγενέστερο στάβλον < από το λατινικό stabulum (= σταθµός, στάβλος). 28 Παχνιάζω < από τη λ. παχνί (= το κοίλωµα στον τοίχο ή ξύλινο κατασκεύασµα, όπου τοποθετείται η τροφή για τα ζώα, η φάτνη) < από τη λ. παθνίον < από το µεταγενέστερο πάθνη < από το αρχ. φάτνη.

19


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στεφάνι λέγεται το φρύδι που είναι νότια και νοτιοανατολικά του τοπωνυµίου Πλάκες (Πλάκις). Το φρύδι αυτό φαίνεται σαν να «στεφανώνει» τις Πλάκες, γι’ αυτό έλαβε το όνοµα «Στιφάνι». Το τοπωνύµιο, αυτό, έλαβε την ονοµασία του µετά την καταστροφή του γνωστού σεισµού του Κωσταλεξιώτικου θρύλου και αφού, µετά την κατάρρευση των χαλασµάτων, αποκαλύφθηκαν Πλάκες. Το βλέπουµε και στην επόµενη φωτογραφία, Νο 152:

Φωτ. Νο 152: Το Στεφάνι

122: Στροφή (Στρουφή): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι, αυτούσια, η αρχαία Ελληνική λ. στροφή. ΘΕΣΗ:

Είναι η πρώτη στροφή που συναντάµε κατερχόµενοι τον κατήφορο στο κύριο δρόµο, από τη βρύση του Αγίου Αθανασίου, προς τη Λαµία. Τη βλέπουµε στην κατακόρυφη αεροφωτογραφία του Κωσταλεξίου της επόµενης φωτογραφίας, Νο 153:

Φωτ. Νο 153: Η Στροφή

20


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Μέσα στη στροφή αυτή ήταν το σπίτι του Γιάννη του Λαναρά (τ’ Γιάννη τ’ Λαναρά), γι’ αυτό και την έλεγαν Η στροφή του Λαναρά (η στρουφή τ’ Λαναρά). «Λαναράς» ήταν το παρατσούκλι του Γιάννη Φαφούτη. Σήµερα, το σπίτι αυτό, είναι ιδιοκτησία του Θεοδώρου Κ. Πανταζή. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η στροφή αυτή είναι η µοναδική, µετά τον Άγιο Αθανάσιο, γι’ αυτό, λέγοντας την ονοµασία «στρουφή», πηγαίνει το µυαλό µας, υποχρεωτικά, σ’ αυτή. 123: Σωληνάρι (Σουληνάρ’): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λέξη σωληνάριο = υποκοριστικό της αρχ. Ελλην. λ. σωλήν. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 5. Καθαρότερα η θέση του φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 154:

Φωτ, Νο 154: Η περιοχή του Σωληναριού ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Εκεί, «στου Σουληνάρ’», υπήρχε, πριν από το 1960, η βρύση την οποία τη βλέπετε στην επόµενη φωτογραφία, Νο 155:

21


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

Φωτ. Νο 155: Η βρύση του Σωληναριού. Όπως βλέπετε η βρύση είχε δύο πέτρινες κούπες, από τις οποίες έτρεχε πολύ νερό. Το νερό έρχονταν µέσα από τα «χαλάζµατα» και ήταν τόσο κρύο, που, αν έβαζες το χέρι σου µέσα στην κούπα, δεν µπορούσες να το κρατήσεις, µετρώντας, παραπάνω από το 10, γιατί πάγωνε. Λένε µάλιστα, ότι, αν έβαζες καρπούζι, για να κρυώσει, µετά από λίγο έσπαγε µόνο του από την µεγάλη ψύξη. Ήταν, δηλαδή, σαν να έβγαινε το νερό µέσα από ένα φυσικό ψυγείο. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο πήγαιναν, «στου Σουληνάρ’», πολλοί άνθρωποι εκδροµή, όπως βλέπετε και από την παρέα της φωτογραφίας. Το ίδιο έκαναν και οι ∆άσκαλοι µε τα σχολιαρούδια (σκουλιαρούδγια).29 ∆εν είναι γνωστό πότε κατασκευάσθηκε αυτή η βρύση. Το πιθανότερο είναι να κατασκευάσθηκε µετά το σεισµό και την καταστροφή του χωριού, καθώς, τα νερά που καταπλακώθηκαν από τα «χαλάσµατα», ξαναβγήκαν στην επιφάνεια πιο βόρεια, από εκεί που, αυτά, σταµάτησαν. Κατά συνέπεια και το Σωληνάρι έλαβε την ονοµασία του µετά το σεισµό. ∆υστυχώς, το 1960, καταστράφηκε η ανωτέρω ιστορική βρύση, όταν µάζεψαν, το νερό της πηγής µαζί µε εκείνο της Ροδιάς, για να υδροδοτήσουν το χωριό, το οποίο, όπως έχουµε γράψει, είχε µεγάλη λειψυδρία. Σε αντικατάσταση της παλιάς βρύσης κατασκεύασαν µία άλλη, τελείως ακαλαίσθητη και άκοµψη, της οποίας, το νερό, είναι το ίδιο µε αυτό της παλιάς. Φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 156:

29

Σκουλιαρούδια = σκολιαρούδια = πληθυντικός του σκολιαρούδι (= µικρός µαθητής) < από τη λ. σκ(χ)ολείο.

22


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

Φωτ. Νο 156: Η νέα βρύση του σωληναριού (τ’ σουληναργιού). Κρίµα όµως που, το νερό της νέας βρύσης, δεν είναι κρύο, όπως ήταν όταν υπήρχε η παλιά. Λες και το νερό να πικράθηκε, που του χάλασαν την αγαπηµένη του βρύση, από την οποία έτρεχε εδώ και αιώνες, και, από τη θλίψη του, έχασε τη δροσιά του!!! Η ονοµασία Σωληνάρι (Σουληνάρ’) θα προήλθε, προφανώς, από το γεγονός ότι, πριν κατασκευάσουν την παλιά βρύση, θα έτρεχε, το νερό, από κάποιον πήλινο σωλήνα. 124: Τρίφτρα (Τρίφτρα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Τρίφτρα (= θέση στην οποία κάτι τρίβουν) < από το αρχ. Ελλην. ρήµα τρίβω (= Το τρίβω έχει πολλές σηµασίες, µία από τις οποίες είναι και η εξής: Ξύνω, κάτι, πιέζοντας και µετακινώντας, πάνω σ’ αυτό, κάτι άλλο και το κάνω σκόνη µε την τριβή). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 16 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 15. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Την «Τρίφτρα» τη βλέπουµε, καλύτερα, στην επόµενη φωτογραφία, Νο 157:

Φωτ. Νο 157: Η Τρίφτρα

23


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ «Τρίφτρα» είναι το δασωµένο, µε πεύκα και κυπαρίσσια, ύψωµα που είναι στη νότια παρυφή του χωριού µας. Κατά την παράδοση υπήρχε, στο κεντρικό και νότιο µέρος του υψώµατος, µία µεγάλη πέτρα. Το επάνω µέρος, της πέτρας, αυτής, ήταν επίπεδο και οριζόντιο. Επάνω, σ’ αυτή, άπλωναν το βρασµένο και στεγνωµένο σιτάρι και, κυλώντας επάνω του µία άλλη µικρή αλλά αρκούντως βαριά στρογγυλή πέτρα, το έτριβαν και παρασκεύαζαν το Μπουλουγούρι (του µπ’λουγούρ’). 30 Επίσης, επάνω σ’ αυτή την πέτρα, έτριβαν και το αλάτι. Παλιά δεν υπήρχε το ψιλοκοµµένο αλάτι που υπάρχει σήµερα, αλλά το αγόραζαν σε χοντρούς σβώλους (γρουµπούλια) και το έτριβαν, για να γίνει ψιλό, είτε µε τον ανωτέρω τρόπο, είτε, στο σπίτι, µε το χαβάνι (χαβάνι). 31 Οι παλιοί θυµούνται ότι, αντί να πουν πάµε στην Τρίφτρα (πάµι στ’, Ντρίφτρα), έλεγαν πάµε στο µπουλουγούρι (πάµι στου µπ’λουγούρ’). Σ’ αυτή την πέτρα έδωσαν το όνοµα «Τρίφτρα» και, από αυτή, πήρε την ονοµασία και ολόκληρο το ύψωµα. Στις επόµενες φωτογραφίες, Νο 158 και Νο 159, βλέπουµε τις δύο πλακερές πέτρες, οι οποίες, η µία δίπλα στην άλλη, αποτελούσαν την «Τρίφτρα».

Φωτ. Νο 158: Το ένα κοµµάτι της Τρίφτρας.

Φωτ. Νο 159: Το άλλο κοµµάτι της Τρίφτρας.

Τα ανωτέρω κοµµάτια βρίσκονται, τώρα (2004), στο δυτικό µέρος του υψώµατος, στην άκρη του δρόµου. Τούτο έγινε σε µία προσπάθεια µεταφοράς των στην πλατεία του χωριού, η οποία, όµως, δεν ολοκληρώθηκε. Τα πεύκα και τα κυπαρίσσια, στην «Τρίφτρα», φυτεύθηκαν το 1939 ή 1940, από τους χωριανούς και τους µαθητές του ∆ηµοτικού Σχολείου, µε ∆άσκαλο τον αείµνηστο Θεόδωρο Σουγιά. Οι µεγάλοι έσκαβαν τους λάκκους και τα µαθητούδια φύτευαν τα µικρά πευκάκια και κυπαρισσάκια. Μικρός εγώ, τότε (8-9 ετών), φύτεψα µερικά πευκάκια. Από τους χωριανούς, που έσκαβαν, θυµάµαι µόνο τον πατέρα µου, Χρήστο, και το θείο µου Χρήστο Πανταζή του Γεωργίου, πρώτον εξάδελφο του πατέρα µου. Θυµάµαι ακόµη, ότι, εγώ, για πρώτη φορά έβλεπα πεύκα και µάλιστα τόσο µικρά!!! 30

Μπ’λουγούρ’ (Μπουλουγούρι) ή Μπ’λιγούρ’ (Μπουλιγούρι) ή Π’λιγούρ’ (Πουλιγούρι) [= χοντραλεσµένο (στον αλευρόµηλο) ή χοντροκοπανισµένο (στην πέτρα σαν και αυτή στην «Τρίφτρα»)] σιτάρι < από τη λ. πνιγούρι (µε αντικατάσταση του φωνητικού συµπλέγµατος «πν» σε «πλ») < από το αρχ. Ελλην. ρ. πνίγω [ Επειδή συνήθιζαν να βράζουν (να «πνίγουν», δηλαδή, στο νερό) το σιτάρι προτού το χοντραλέσουν ή το χοντροκοπανίσουν ]. Το «Μπ’λουγούρ’» το έβραζαν µε γάλα και γίνονταν µία αρκετά νόστιµη σούπα, ιδίως αν έτριβες, µέσα, τυρί και αν την ζεµατούσες, όταν το έβγαζες από τη φωτιά, µε φρέσκο βούτυρο. 31 Χαβάνι (= χαβάνι) = γουδί < από το τουρκικό havan. Γουδί (= σκεύος για την κονιοποίηση σκληρών ουσιών) < από το µεταγενέστερο ιγδίον = υποκοριστικό του αρχαίου ίγδις, µε ανάπτυξη του -ου-.

24


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Πρόεδρος της Κοινότητας ήταν ο Χρήστος Αναγνωστόπουλος του Ευθυµίου ή «Ξ’τρής». Τα πεύκα και τα κυπαρίσσια που φαίνονται στην πρώτη φωτογραφία προέρχονται από νέα αναδάσωση, γιατί, τα παλιά, τα έφαγαν τα πρόβατα κάποιων παροικούντων, στην περιοχή, Κωσταλεξιωτών. Επάνω στη «Τρίφτρα» βρίσκουµε τα εξής: Τις δύο δεξαµενές του υδραγωγείου υδρεύσεως του χωριού. Λεπτοµέρειες στο τοπωνύµιο στο παρακάτω τοπωνύµιο Υδραγωγείο (Υδραγωγείου). Τη στέρνα της «βρύσης Μότσιου». Λεπτοµέρειες στο τοπωνύµιο Βροµόβρυση (Βρουµόβρυση). (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» -ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ, α/α 29). Τα ίχνη κάποιων χαρακωµάτων στην κορυφή του υψώµατος. Τα χαρακώµατα αυτά είχαν κατασκευασθεί, κατά τη διάρκεια του συµµοριτοπολέµου του 1946 – 1949, οι «Μάυδες»32 του χωριού µας, για να υπερασπισθούν το χωριό από τους συµµορίτες, αν έρχονταν κάποιο βράδυ, για να κάµουν παιδοµάζωµα,33 στρατολόγηση νέων και λεηλασία. 125. Τριφυλλιές (Τριφ’λλιές): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι ο πληθυντικός της λ. τριφυλλιά (= αγρός σπαρµένος µε τιφύλλι) < από τη λ. τριφύλλι < από το µεταγενέστερο τριφύλλιον = υποκοριστικό του αρχ. τρίφυλλον < από το τρι + φύλλον. Η λέξη τρι : < από την αρχ. Ελλην. λ. τρία, η οποία, ως πρώτο συνθετικό λέξεων, σηµαίνει τριπλή ύπαρξη του δευτέρου συνθετικού. Η λέξη φύλλον: Είναι, αυτούσια, η αρχ. Ελλην. λ. φύλλον. ΘΕΣΗ: Με την ονοµασία αυτή αναφέρονταν οι περιοχές: Χαλιάδια, Τραγασιές και Κέδρος, όπου έσπερναν, κυρίως, τα τριφύλλια. Βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 11 (Χλιάδια), α/α

9 (∆ραγασιές) και α/α 32 (Κέδρος). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στις ανωτέρω περιοχές έσπερναν πολλά τριφύλλια, γι’ αυτό πήραν και την ονοµασία Τριφυλλιές (Τριφ’λλιές). Η τριφυλλιά είναι ένα δασοσπαρµένο χωράφι µε τριφύλλι. Το Τριφύλλι αποτελείται από ένα µόνο βλαστάρι και φθάνει µέχρι το ύψος των 50 και πλέον εκατοστών. Όταν, το φυτό, άρχιζε να βγάζει λουλούδια, λέγαµε ότι «έγινε», δηλαδή είχε ωριµάσει. Μόλις γίνονταν αυτό το έκοβαν, σύριζα, µε τις κοσιές.34 Με το κόψιµό του, το τριφύλλι, έπεφτε στο έδαφος και µαζεύονταν σε σειρές. Στη θέση αυτή το άφηναν µερικές ηµέρες για να ξεραθεί καλά από το επάνω µέρος. Αφού γίνονταν αυτό, το γύριζαν, µε τα βουκούλια (β’κούλια), για να ξεραθεί καλά και από την άλλη µεριά. Θα πρέπει να σηµειώσουµε, ότι αν, κατά τη διάρκεια που

32

Μ.Α.Υ. = Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου (Μ. Α. Υ. = Μάυδες). Οι Μ.Α.Υ. αποτελούνταν από επιστρατευµένους άνδρες µεγάλης ηλικίας κάθε χωριού (που δεν ήταν σρατευµένοι, ώστε να υπηρετούν, ως κληρωτοί, στον τακτικό Στρατό). Οι άνδρες αυτοί συγκροτούνταν σε µικρά τµήµατα, είχαν εξοπολισθεί από την Κυβέρνηση και είχαν, σαν αποστολή, την προστασία του χωριού από επίθεση κοµµουνιστοσυµµοριτών. Ενθυµούµαι ότι Αρχηγός των «Μάυδων» του χωριού µας, την εποχή εκείνη, ήταν ο αείµνηστος Κωνσταντίνος Αναγνώστου του Κοµνά ή «Κωσταντής». 33 Παιδοµάζωµα [= αρπαγή, από τις κοµµουνιστικές συµµορίες, µικρών παιδιών (αγοριών και κοριτσιών) και η βίαιη µεταφορά τους στις χώρες του «Σιδηρού Παραπετάσµατος» (Βουλγαρία, Ρουµανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχοσοβακία Αλβανία και Ανατολική Γερµανία), όπου, µε κατάλληλη εκπαίδευση, τα µετέτρεπαν σε φανατικούς κοµµουνιστές και τους εµφύτευαν ανθελληνικό πνεύµα, τα µετέτρεπαν, δηλαδή, σε γενίτσαρους!!!!. 34 Κοσιά ή κόσια (= µεγάλο και ελαφρώς γυριστό δρεπάνι µε µακρύ στειλιάρι) < από το σλαβικό kosa. Η κοσιά ήταν ειδικό εργαλείο για την κοπή ψηλών χόρτων και, ιδίως, τριφυλλιού.

25


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ξηραίνονταν το τριφύλλι, έβρεχε τότε µαύριζε, σάπιζε και δεν το έτρωγαν τα ζώα. Σ’ αυτή την περίπτωση, ή βροχή, ήταν καταστροφή. Αφού ξεραίνονταν καλά, το µάζευαν σε δεµάτια και το µετάφεραν στις αχυρώνες των, για να τρώνε τα ζώα το χειµώνα. Το µάζεµα του τριφυλλιού γίνονταν πάντοτε πολύ πρωί, διότι, τότε, ήταν µαλακό λόγω της πρωινής δροσιάς και δεν τρίβονταν. Μετά το µάζεµα του τριφυλλιού πότιζαν, αµέσως, το χωράφι, ώστε να ξαναφυτρώσει το τριφύλλι. Αυτή η διαδικασία γίνονταν τέσσερις µε πέντε φορές το χρόνο, ανάλογα µε το καλό πότισµα και την ποιότητα του χωραφιού. Το τριφύλλι είναι πολύ καλή τροφή για τα ζώα, ιδίως για τα θηλαστικά (πρόβατα, γίδια και αγελάδες), διότι, µε αυτό, έφερναν πολύ γάλα. ∆εν έπρεπε, όµως, να το φάνε χλωρό, γιατί στουµπαριάζονταν (στουµπαργιάζουνταν). 35 Το «στουµπάργιαζµα» ήταν πολύ επικίνδυνο, γιατί, το ζώο, ήταν δυνατό να σκάσει. Το µόνο φάρµακο για το ζώο, σ’ αυτή την περίπτωση, ήταν να οδηγηθεί σε µέρος που είχε πολύ νερό και να ριχτεί µέσα σ’ αυτό, ώστε να σκεπαστεί ολόκληρο. Σχετικό µε την κοσιά έχουµε και αυτό που έλεγε ο αείµνηστος ∆ηµήτριος Κανατάς του Σπύρου και το οποίο ήταν το εξής: Είναι τρυγόνιδες36 εδώ, µε την κοσιά να τους κόβεις δεν σώνονται (Ειν’ τρυγόνιδις ’δώ, µι τ’ γκουσιά να τ’ς κόβ’ς δε σώνουντι). Ο ∆ηµήτριος Κανατάς φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 160:

Φωτ. Νο 160: Ο ∆ηµήτριος Κανατάς του Σπύρου. Να σηµειώσουµε ότι, ο µπαρµπα Μήτσος, ήταν ένας από εκείνους που ήταν κολλήγοι στους Τρακαίους και έµεινε, µε την οικογένειά του, στις «Ντάµνις». Και σήµερα σπέρνουν τριφύλλια και µάλιστα σε µεγάλη έκταση. Αλλά, τώρα, τα κόβουν, τα γυρίζουν και τα κάνουν δέµατα µε ειδικά µηχανήµατα και τα µεταφέρουν, στις αποθήκες, µε αυτοκίνητα ή µε τα τρακτρέρ. 126. Τσατάλι (Τσατάλι): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την Τουρκική λέξη catal (= διχαλωτό ξύλο). 35

Στουµπαργιάζουνταν = φούσκωνε η κοιλιά τους πολύ. Ίσως να προέρχεται από το στουµπώνω (= παραγεµίζω, δίνω υπερβολική ποσότητα τροφής, ταΐζω υπέρµετρα) < από το όψιµο Βυζαντ. στούµπος (= ξύλινος κόπανος, µεγάλη πέτρα, κοτρώνα) < από το σλαβικό. stonpa. 36 Τρυγόνιδες < προφανώς προέρχεται από τη λ. τρυγόνι (= το γνωστό µας αποδηµητικό πτηνό). Το «τρυγόνιδες» το έλεγαν, στο χωριό µας, µε σκωπτική σηµασία και εννοούσαν τους χαζούς, τους κουτούς.

26


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε», α/α 12. Καλύτερα φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία Νο 161:

Φωτ. Νο 161: Το Τσατάλι. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όπως φαίνεται, τόσο στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ε» - όσο και στην ανωτέρω φωτογραφία - το ρέµα της Ψωριάρας συµβάλλει στο Καλωστουρέµµα δυτικά από το τοπωνύµιο ∆ηµητρέλι. Από εκεί και κάτω συνεχίζει, µόνο του, το Καλωστουρέµµα και χύνεται στο Σπερχειό. Στο σηµείο συναντήσεως των δύο ρεµάτων σχηµατίζεται µία διχάλα, µε άλλα λόγια σχηµατίζεται, µεταφορικά, ένα «τσατάλι». Από το «τσατάλι», αυτό, πήρε και η περιοχή, που περιλαµβάνεται µέσα στους βραχίονές του, την ίδια ονοµασία. 127. Υδραγωγείο (Υδραγουγείου): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Προέρχεται από τη λ. υδραγωγός = ύδωρ (= νερό) (το οποίο < από την αρχ. Ελλην. λ. ύδωρ) + αγωγός ο οποίος < από την αρχ. Ελλην. λ. αγωγός < από το αρχ. άγω (= οδηγώ, φέρνω). Η λ. Υδραγωγείο σηµαίνει το σύνολο των συστηµάτων που χρησιµοποιούνται για τη µεταφορά του νερού από έναν τόπο σε δεξαµενή συγκεντρώσεως και διοχετεύσεώς του, µέσω αγωγών, στο αστικό και αγροτικό δίκτυο. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 14.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Όπως γράφουµε στο ΒΙΒΛΙΟ ∆Ω∆ΕΚΑ (ΒΡΥΣΕΣ) το χωριό υδρεύονταν, παλιά, από τις υπάρχουσες, τότε, βρύσες. Η ύδρευση αυτή ήταν υποτυπώδης και βασανιστική. Το 1960, επί προεδρίας του Ιωάννου Ευθυµίου του Γεωργίου, αποφασίσθηκε η κατασκευή υδραγωγείου, µε το οποίο θα µεταφέρονταν νερό στο χωριό µας. Tο προς µεταφορά νερό βρέθηκε από την πηγή της βρύσης του Σωληναριού (γεγονός που

27


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ επέβαλλε την καταστροφή της παλιάς βρύσης που υπήρχε εκεί) και από την πηγή του Άµπλα της Ροδιάς. Τα εγκαίνια του υδραγωγείου έγιναν στις 3 Ιανουαρίου του 1961. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 162, φαίνεται η παλιά δεξαµενή του υδραγωγείου.

Φωτ. Νο 162: Η παλιά δεξαµενή. Στην αρχή τοποθετήθηκαν ορισµένες κοινοτικές βρύσες σε διάφορα σηµεία των δρόµων του χωριού. Αργότερα έγινε επέκταση του δικτύου και πήραν όλα τα σπίτια νερό. Το νερό, όµως, που έφθασε στα σπίτια µε τον ανωτέρω τρόπο, δεν ήταν επαρκές. Για το λόγο αυτό, το 1989, άρχισε η κατασκευή αγωγού νερού από το χωριό Φρανζί, όπου έφθανε νερό, µε αγωγό µεγάλης διαµέτρου, από το Γοργοπόταµο. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1973. Το νέο νερό διοχετεύθηκε µέσα στην παλιά δεξαµενή. Αλλά και πάλι το νερό δεν επαρκούσε. Κατόπιν τούτου κατασκευάσθηκε και δεύτερος αγωγός νερού, από το Φρανζί, το νερό του οποίου διοχετεύθηκε και πάλι στην ίδια, την παλιά, δεξαµενή. Αλλά, τώρα, το νερό δεν χωρούσε στην παλιά δεξαµενή και ξεχείλιζε. Ως εκ τούτου, το 1994, κατασκευάσθηκε η νέα δεξαµενή, στην οποία διοχετεύθηκε το δεύτερο, εκ Γοργοποτάµου, νερό. Η νέα δεξαµενή φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 163:

Φωτ. Νο 163: Η νέα δεξαµενή.

28


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

Το 1996 κατασκευάσθηκε µία µικρή δεξαµενή, πιο ψηλά στην Τρίφτρα, για να καταστεί δυνατή η ύδρευση και των τελευταίων, προς νότον, οικιών, οι οποίες ήταν κατασκευασµένες σε µεγαλύτερο υψόµετρο, από αυτό που ήταν οι δεξαµενές. Το νερό είναι, πλέον, επαρκές και καλύπτει πλήρως τις ανάγκες του χωριού. Θα πρέπει να επισηµάνουµε, ότι, πριν την υδροδότησή του, το χωριό ήταν ένα σκυθρωπό ξεροχώρι µε ελάχιστο, που και που, πράσινο από µουριές και συκιές. Τούτο φαίνεται στην επόµενη πλάγια αεροφωτογραφία του χωριού, Νο 164:

Φωτ Νο 164: Το Κωσταλέξι µε το λίγο πράσινό του. Από την υδροδότησή του και µετά πήρε άλλη όψη και έγινε ένα καταπράσινο και χαρωπό χωριό. 128. Φακές (Φακιές): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι ο πληθυντικός της αρχ. Ελλην. λ. φακή. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 15. Καλύτερα φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 165:

Φωτ 165: Φακές – Φακιόρεµα.

29


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή αυτού του τοπωνυµίου έσπερναν, παλιά, όλο φακές, γιατί το έδαφος ήταν πολύ κατάλληλο για το όσπριο αυτό. Από τις φακές αυτές πήρε και η περιοχή το ίδιο όνοµα. 129. Φακιόρεµα (Φακιόριµα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι σύνθετο από το φακιό + ρεµµα. Η λ. φακιό < από τη λ. φακή, Η λ. ρέµµα: Η λ. ρέµα (= κοίτη χειµάρου, χείµαρος)< από την αρχαία Ελληνική λ. ρεύµα < από το ρήµα ρέω. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Γ», α/α 13. Το βλέπουµε και στην προηγούµενη φωτογραφία Νο 163: ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Το ρέµα πήρε την ονοµασία αυτή, γιατί διέρχεται µέσα από την περιοχή «Φακές». 130. Φτελιά (Φτιλιά): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από την αρχ. Ελλην. λ. πτελέα. ΘΕΣΗ: Φαίνεται στην επόµενη φωτογραφία, Νο 166:

Φωτ, Νο 166: Η θέση της Φτελιάς.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: ∆εξιά του δρόµου, όπως πηγαίνουµε από τη Γέφυρα του Σπερχειού προς το Σιδηροδροµικό Σταθµό Λειανοκλαδίου και στη σηµειούµενη ανωτέρω θέση, ήταν µία µεγάλη Φτελιά. Η Φτελιά αυτή δεν ήταν στην Κωσταλεξιώτικη περιοχή, αλλά στην Κοµποταδίτικη. Επειδή, όµως, όλοι οι Κωσταλεξιώτες, την είχαν και την έχουν σαν σηµείο αναφοράς, θεώρησα σκόπιµο να την αναφέρω εδώ.

30


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Η Φτελιά αυτή ήταν το µοναδικό δέντρο, του είδους αυτού, που υπήρχε σε όλο το µήκος του δρόµου. Αυτός ήταν και ο λόγος που, αναφέροντας το όνοµα «φτελιά», γνωρίζαµε και το σηµείο, το οποίο θέλαµε να προσδιορίσουµε µε την ονοµασία αυτή. Σήµερα, όµως, η Φτελιά αυτή δεν υπάρχει, γιατί την έκοψαν, όπως έκοψαν και όλες τις λεύκες, που υπήρχαν αριστερά και δεξιά του δρόµου. Η ονοµασία όµως του σηµείου, όπου ήταν η Φτελιά, παρέµεινε. Όταν ήµουν πολύ µικρός, θυµάµαι, ο πατέρας µου πήγαινε, κάθε Σάββατο, στο παζάρι της Λαµίας. Γυρνώντας έρχονταν από το δρόµο, που ήταν η Φτελιά. Εγώ είχα υπολογίσει την ώρα που θα επέστρεφε και ξεκινούσα από το χωριό, µε τα πόδια βέβαια, και τον περίµενα στη Φτελιά. Και ποιος ήταν ο λόγος που έµπαινα σε τόσο κόπο; Για να µε φιλέψει µε το καλούδι (του καλούδ’),37 που θα µου έφερνε από τη Λαµία. Και εγώ, ο καηµένος, δεν είχα καθόλου µεγάλες απαιτήσεις. Μου έφερνε ένα κουλούρι χάσικο (χάσικου)38 και γινόµουνα πολύ ευτυχισµένος, γιατί, τέτοιο ψωµί («χάσικου»), ούτε να το διανοηθούµε, ότι θα το τρώγαµε στο χωριό!! 131. Φυτίστρες (Φ’τίστρις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Φ’τίστρις = φυτίστρες < από το αρχ. Ελλην. ρήµα φυτεύω ( = ρίχνω σπόρο ή βάζω τη ρίζα του φυτού στο έδαφος, για να αναπτυχθεί). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «∆», α/α 11. Η θέση του τοπωνυµίου φαίνεται, καλύτερα, στην επόµενη φωτογραφία, Νο 167:

Φωτ Νο 167: Οι Φυτίστρες. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Μεταξύ του δρόµου που, από την στροφή του Κυρίου ∆ρόµου, κατεβαίνει προς τα Ποτιστικά και του Ξεριά υπάρχει µία µικρή και επίπεδη εδαφική έκταση. Στην περιοχή αυτή είχαν στην ιδιοκτησία τους, όλοι οι χωριανοί, από ένα µικρό πιτσούρι (π’τσούρ’)39.

37

Καλούδια [= δώρα, χαρίσµατα (ιδίως γλυκίσµατα που προσφέρονται στα µικρά παιδιά)] = υποκοριστικό του ουσιαστικού τα καλά. 38 Χάσικο < από το χάσικος (= καθαρός, διαλεχτός) < από το Τουρκ. has. Χάσικο ψωµί = το λευκό, σταρένιο, ψωµί. 39 Χωράφι πολύ µικρής έκτασης.

31


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Στο «π’τσούρ’» αυτό έσπερναν, σε µακρόστενες βραϊές 40 τον καπνόσπορο (του γκαπνόσπουρου),41 για να φυτρώσουν τα καπνοφυτά (καπνουφ’τά) 42, τα οποία, όταν µεγάλωναν αρκετά, τα φύτευαν στα καπνοχώραφα (καπνουχώραφα). Από τα καπνο - φυτά (καπνου - φ’τά), αυτά, πήρε και η τοποθεσία την ονοµασία φυτίστρες (φ’τίστρις). 132. Χαλάσµατα (Χαλάζµατα). ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι ο πληθυντικός της λέξης χάλασµα < από το αρχ. Ελλην. ρήµα χαλώ µε αρχική σηµασία χαλαρώνω, λύνω και, µετέπειτα, φθείρω, καταστρέφω. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΗΜΑ «∆», α/α 22. Στην επόµενη φωτογραφία, Νο 168, βλέπουµε τις «Πλάκες» και τον «Κοκκινόβραχο», από τα οποία αποκολλήθηκαν τα βράχια και δηµιούργησαν τα «Χαλάσµατα».²

Φωτ. Νο 168: Οι Πλάκες, ο Κοκκινόβραχος και τα Χαλάσµατα. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: (Αντιγράφω από το ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ (ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ – ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΚΟΤΗΤΑ). «Όλα τα βράχια και χώµατα που κατέρρευσαν από τις ΠΛΑΚΕΣ και τον ΚΟΚΚΙΝΟΒΡΑΧΟ, έχουν µείνει µε την ονοµασία «ΧΑΛΑΣΜΑΤΑ». Η προέλευση της ονοµασίας αυτής έχει ως εξής: Η λέξη «ΧΑΛΑΣΜΑΤΑ» σηµαίνει, εκτός των άλλων, «γκρεµισµένο ή ετοιµόρροπο κτίσµα ή τµήµα οικοδοµής». Είναι αυτονόητο ότι, η ονοµασία «ΧΑΛΑΣΜΑΤΑ», έχει δοθεί µετά το σεισµό, από τους επιζήσαντες κατοίκους των γύρω περιοχών και από αυτούς που ήλθαν να κατοικήσουν - στο νέο χωριό που δηµιουργήθηκε - το ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ. Με την ονοµασία αυτή δεν εννοούσαν βέβαια, αυτά καθ’ εαυτά, τα βράχια και τα χώµατα που κατέπεσαν από το βουνό, αλλά τα «χαλάσµατα» των κτισµάτων του «Παλιού Χωριού» που ήταν καταπλακωµένα κάτω από αυτά. 40

Βραϊές = βραγιές = πληθυντ. της λ. βραγιά (= πρασιά). Είναι βυζαντ. λ. και < από τη λατιν. λ. bradia και, αυτή, από τη Γερµαν. breit (= φαρδύς). Η λ. πρασιά (= τµήµα κήπου µε χλόη, άνθη ή λαχανικά) < από την αρχ. Ελλην. λ. πρασιά και, αυτή, από, την επίσης αρχ. Ελλην λ. πρασον (= το γνωστό, σε όλους µας, λαχανικό). 41 Καπνόσπορος = σπόρος του καπνού. 42 Καπνοφυτά = φυτά του καπνού.

32


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ Άρα, από την ονοµασία «Χαλάσµατα», αναδύεται η ύπαρξη και η θέση του «Παλιού Χωριού» και επιβεβαιώνεται, απολύτως ο θρύλος, όσον αφορά τον τόπο, στον οποίο βρίσκονταν και τρόπο της καταστροφής του. Αν ερευνήσουµε στην παρυφή των βράχων, δυτικά του ΞΕΡΙΑ - στην περιοχή της ΡΟ∆ΙΑΣ - θα ανακαλύψουµε την ύπαρξη πολλών θραυσµάτων αρχαίων χοντρών κεραµιδιών µέσα σ’ αυτούς. Τα θραύσµατα, αυτά, προέρχεται από τις κεραµοσκεπές των κτισµάτων, το οποία τα κάλυψαν τα βράχια και τα χάλασαν».

133. Χαλέτσος (Χαλέτσους): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Από τη λέξη Χαλές [= ο χώρος που προορίζεται για την υγιεινή εκπλήρωση των σωµατικών αναγκών και για καθαρισµό (λουτρό, τουαλέτα, αποχωρητήριο, απόπατος, καµπινές). Προκειµένου για ανθρώπους = άνθρωπος ρυπαρός και αναξιοπρεπής, άξιος περιφρονήσεως (βροµιάρης, ελεεινός, αχρείος). Προέρχεται από την αλβαν. λ. hale < από την τουρκ. λ. hala. Άρα χαλέ + κατάληξη -τσος = πολύ βροµιάρης. ΘΕΣΗ: Το τοπωνύµιο είναι στη µέση απόσταση µεταξύ των τοπωνυµίων Είναι µεταξύ των τοπωνυµίων Παλιουράκι και Τραγασιά. Τα τοπωνύµια αυτά φαίνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ»,α/α 9 (∆ραγασιές) και α/α 28 (Πολυµεράκι). ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Η παράδοση δεν µας άφησε καµία πληροφορία σχετική µε την προέλευση της ονοµασίας του τοπωνυµίου. 134. Χαλιάδες και χαλιάδια (Χαλιάδις κι χαλιάδγια): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι ο πληθυντικός της λέξης χαλιάς και < από την αρχ. Ελλην. λ. χάλιξ ( = µικρός λίθος). Χαλιάς = περιοχή µε πολλά χαλίκια. ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 11. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Στην περιοχή του τοπωνυµίου υπάρχει πολύ αµµοχάλικο. Τούτο προέρχεται από τις φερτές ύλες της παλιάς κοίτης του Ξηριά, όπως εξηγείται και στο τοπωνύµιο Ξηριάς, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ, α/α 94, (Ξηριάς). 135: Χούνες (Χούνις): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ Είναι ο πληθυντικός της λέξης χούνη < από την αρχ. Ελλην. λ. χοάνη.

ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «ΣΤ», α/α 13. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Νότια της περιοχής του τοπωνυµίου κατέρχεται, από το ύψωµα ΜΑΡΑΘΟΣ, µία χαράδρα. Αποτέλεσµα αυτού είναι να δηµιουργείται, στο επίπεδο µέρος µετά τη χαράδρα, µία χοάνη, η οποία εισχωρεί µέσα στο ύψωµα και, η κορυφή της, σβήνει εκεί που τελειώνει η κοίτη της χαράδρας. Από τη «χούνη» αυτή πήρε και η περιοχή το όνοµα «χούνες» .

33


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Ι» - ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ

136. Ψωριάρα (Ψουργιάρα): ΤΟ ΕΤΥΜΟ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ: Είναι το θηλυκό γένος του επιθέτου ψωριάρης < από την αρχ. Ελλην. λ. ψώρα. (= µεταδοτική δερµατική νόσος). ΘΕΣΗ: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Η», α/α 6 και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ «Θ», α/α 12. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Πρόκειται για τη Βρύση της Ψωριάρας. Όλες οι λεπτοµέρειες αναφέρονται στο ΒΙΒΛΙΟ ∆Ω∆ΕΚΑΤΟ (ΒΡΥΣΕΣ)., α/α 2 (Βρύση της Ψωριάρας).

34


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.