H ενδυμασία στην Αρχαία Ελλάδα

Page 1

Η ΕΝΔΥΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ της μαθήτριας της Α΄1 τάξης, Βελλίδου Αντωνίας

Aπό ευρήματα, όπως αγάλματα, αγγεία και άλλες καλλιτεχνικές απεικονίσεις, αντλούμε πληροφορίες για τα ρούχα της αρχαίας εποχής. Ήταν χειροποίητα φτιαγμένα στο σπίτι και χρησιμοποιούνταν και ως κλινοσκεπάσματα ή στρωσίδια. Αν και υπάρχει η αντίληψη ότι τα ρούχα τους ήταν λευκά, από τα αγγεία και τα ίχνη χρωμάτων που βρέθηκαν σε αγάλματα , διαπιστώνουμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες φορούσαν έντονα χρώματα και τα ρούχα τους ήταν περίτεχνα διακοσμημένα.


Άνδρες και γυναίκες φορούσαν ένα εσωτερικό ρούχο, είτε τον πέπλο είτε τον χιτώνα, και ένα εξωτερικό, το ιμάτιον.

Ο ΠΕΠΛΟΣ

Ο πέπλος ήταν ένα βαρύ μάλλινο ένδυμα που φορούσαν οι γυναίκες και αποτελούνταν από ένα ορθογώνιο ύφασμα που δεν χρειαζόταν να ραφτεί. Συνήθως αυτό το ύφασμα το δίπλωναν στο ένα τρίτο του ύψους του μία φορά προς τα έξω με αποτέλεσμα να σχηματιστεί ένας υφασμάτινος όγκος που ονομάζεται απότυγμα και πέφτει προς τα έξω στην πλάτη και το στήθος. Το ύφασμα έχει και μία κλειστή πλευρά όπου βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του σώματος. Την επάνω παρυφή του υφάσματος την καρφιτσώνανε με πόρπες και περόνες, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα άνοιγμα στο λαιμό και στο δεξιό βραχίονα. Ακόμα είχε δύο παρυφές κάτω και τέσσερις επάνω στο ύψος του αποπτύγματος με αποτέλεσμα να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως κάλυμμα για το κεφάλι. Τέλος ο πέπλος μπορούσε να φορεθεί πάνω από το χιτώνα.


ΧΙΤΩΝΑΣ

Ο Χιτώνας ήταν ένα ένδυμα που φοριόταν από άνδρες και από γυναίκες και το ύφασμα του ήταν λινό. Το αρχικό του σχήμα ήταν σωληνοειδές. Τα σημεία που έραβαν στο ύφασμα ήταν οι μακριές πλευρές και οι ώμοι και με τον τρόπο που τα έραβαν σχηματίζονταν μανίκια που ονομάζονταν χειρίδες. Ο Χιτώνας που είχε μανίκια ονομάζονταν χειριδωτός. Υπήρχαν δύο είδη αρχαίου χιτώνα: ο φαρδύς που ήταν ραμμένος στην επάνω παρυφή και άφηνε ανοίγματα για το κεφάλι και τους βραχίονες ή ήταν κλεισμένος με μία σειρά από μικρά κουμπιά. Το άλλο είδος χιτώνα ήταν στενό, εντελώς κλειστό στην επάνω πλευρά και αποτελούσε εξαίρεση το άνοιγμα για το κεφάλι ενώ τα ανοίγματα για τους βραχίονες ήταν στο επάνω μέρος των πλαϊνών πλευρών. Τέλος στο στενό χιτώνα οι χειρίδες ράβονταν ξεχωριστά. Οι αρχαίοι φορούσαν το πέπλο και τον χιτώνα με ζώνη στην μέση. Η συνήθεια των γυναικών ήταν να μαζεύουν το ύφασμα πίσω με αποτέλεσμα να πέφτει πάλι προς τα κάτω σχηματίζοντας έναν κόλπο. Αντίθετα οι άντρες στον κοντό χιτώνα ένα τμήμα του υφάσματος το περνούσαν κάτω από τον καβάλο από πίσω προς τα εμπρός και έπειτα τον στερέωναν στη ζώνη ώστε να σχηματιστεί κάτι που μοιάζει με σορτς. Τον χιτώνα που δεν τον έδεναν με ζώνη τον ονόμαζαν ορθοστάδιο, ενώ αυτός που έφτανε μέχρι τα πέλματα ονομάζονταν ποδήρης. Στην αρχή τον χιτώνα τον φορούσαν μόνο άντρες ενώ στην συνέχεια τον φορούσαν οι ηλικιωμένοι και οι ιερείς ακόμα και στις γιορτές. Στην καθημερινή ζωή φορούσαν κοντό χιτώνα, επειδή τους πρόσφερε ελευθερία κινήσεων ιδίως στους οπλίτες και στους κυνηγούς. Ο χιτώνας ήταν ετερομάσχαλος ή εξωμίς με ακάλυπτο τον ένα ώμο και ήταν ένα ένδυμα που το φορούσαν συνήθως οι χειρωνάκτες


ΙΜΑΤΙΟ

Το Ιμάτιο ήταν ένα ένδυμα που το φορούσαν την αρχαϊκή εποχή και ονομαζόταν λοξό ιμάτιο. Από το 700 π.Χ. και επιπλέον είχε γίνει γνωστό επειδή το φορούσαν οι αρχαϊκές κόρες της Ακρόπολης. Το ιμάτιο είναι ένα μακρύ ένδυμα που το πέρναγαν κάτω από την αριστερή μασχάλη, το τύλιγαν γύρω από το στήθος και την πλάτη και τέλος το κούμπωναν πάνω από το δεξιό βραχίονα. Μπορούσε να στερεωθεί συμμετρικά και έπεφτε ελεύθερο στην πλάτη με τις δύο άκρες του ιματίου να περνάνε πάνω από τους ώμους προς τα εμπρός ή να κρέμεται προς τα κάτω ή να το τυλίγουν γύρω από τους γοφούς ή μπορεί να καλύπτει τους γοφούς και η μία άκρη του να περνά πάνω από την πλάτη στον αριστερό ώμο και να πέφτει ελεύθερα προς τα μπροστά. Το ιμάτιο μπορούσαν να το φορέσουν άνδρες και γυναίκες.


ΧΛΑΜΥΔΑ Η χλαμύδα ήταν ένα ένδυμα που το φορούσαν μόνο οι άντρες. Το ύφασμα της χλαμύδας το δίπλωναν μία φορά κάθετα και το στερέωναν στον δεξιό ώμο με πόρπη ή περόνη έτσι ώστε να καλύπτει τον αριστερό βραχίονα από την κλειστή πλευρά του υφάσματος, έχοντας τον δεξιό βραχίονα τελείως ακάλυπτο. Την χλαμύδα την φορούσαν κυρίως οι έφηβοι, οι ταξιδιώτες και οι στρατιώτες.

Στην Αθήνα ο Σόλων επέτρεπε σε όλες τις νύφες να έχουν μέχρι τρία ενδύματα στην προίκα τους, ενώ για τους ιερείς υπήρχαν αυστηροί κανονισμοί σε σχέση με την ενδυμασία τους. Ορισμένες φορές η ελληνική ενδυμασία δεχόταν επιδράσεις από κάποιους ανθρώπους που τα ενδύματα που φορούσαν είχαν μία βάρβαρη μορφή Οι μέτοικοι στα Παναθήναια φορούσαν συνήθως ενδύματα σε πορφυρά χρώματα ενώ οι Αθηναίοι φορούσαν ενδύματα σε αποχρώσεις του λευκού. Την εποχή εκείνη οι Αθηναίοι ιερείς οι ιέρειες τις περισσότερες φορές ντύνονταν με άζωστο χιτώνα και κάποιες φορές φορούσαν πάνω από τον χιτώνα επενδύτη με πλούσια διακόσμηση, ρούχα λευκά, σπάνια πορφυρά. Στην Ολυμπία οι Ελλανοδίκες φορούσαν ρούχα σε αποχρώσεις πορφυρών χρωμάτων ενώ στα Νέμεα φορούσαν σκούρα. Συνήθως στις κηδείες ντύνονταν με μαύρα ή σκουρόχρωμα ενδύματα ενώ στο Άργος με λευκά. Στην καθημερινή τους ζωή οι Αθηναίοι φορούσαν πιο απλά ενδύματα, πράγμα που επηρεαζόταν και από το επάγγελμα του καθενός. Οι Αθηναίοι χειρωνάκτες που ζούσαν στην ύπαιθρο και οι δούλοι της Αθήνας ντύνονταν με την εξωμίδα. Οι αγρότες φορούσαν ένα ένδυμα την κατωνάκη που ήταν κατασκευασμένο από χοντρό μαλλί με παρυφή που την έπαιρναν από το μαλλί των προβάτων ενώ οι αλιείς φορούσαν τον φορμό που τον έφτιαχναν από πλεκτή ψάθα και τέλος οι βοσκοί ντύνονταν με την διφθέρα.


ΤΑ ΚΑΛΥΜΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΣ Ο απλούστερος τύπος καλύμματος κεφαλής για τον ήλιο και τη σκόνη, ήταν το να τραβά κανείς το ιμάτιό του επάνω από το κεφάλι του. Σε ταξίδια και περιπάτους φορούσαν συνήθως ένα τσόχινο, πλατύγυρο καπέλο, κατά κανόνα ημισφαιρικού σχήματος, το λεγόμενο πέτασο.

Ο πίλος ήταν ένα κωνικό κάλυμμα χωρίς γείσο τον οποίο φορούσαν συνήθως οι τεχνίτες στη δουλειά.

Στη Μακεδονία ήταν συνηθισμένος ο πλατύς, επίπεδος σκούφος, η καυσία, που αποτελούσε μέρος της εθνικής ενδυμασίας. Η καυσία στην υπόλοιπη Ελλάδα ήταν κάλυμμα των ναυτικών, των αγοριών και των απλών εργατών.


Ο πόλος, από ψάθα, ήταν ψηλό, κυλινδρικό κόσμημα κεφαλής μάλλον ανοιχτό από πάνω. Στην ελληνιστική περίοδο, συνηθισμένη ήταν η λεγόμενη θολία, επίπεδο στρογγυλό καπέλο με μικρό, κεντρικό, κωνικό σχήμα.

Η μίτρα τέλος ήταν είδος υφασμάτινου σκούφου που απαντάται σε πολλές παραλλαγές και είτε σκέπαζε όλα τα μαλλιά, είτε άφηνε ελεύθερο ένα μέρος του κότσου.


ΤΑ ΥΠΟΔΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Υπήρχε ποικιλία αρχαίων υποδημάτων, ενώ η πρώτη ύλη ήταν κυρίως το δέρμα.. Σπάνια φορούσαν κλειστά υποδήματα. Τα βασικά είδη υποδημάτων της αρχαιότητας ήταν:

Α. Τα σανδάλια: Αποτελούνταν από τη σόλα και διέθεταν ένα πλήθος από λουρίδες με τις οποίες στερεώνονταν με ασφάλεια στο πόδι. Ο σκοπός τους ήταν η προστασία από το έδαφος και η διατήρηση των ποδιών καθαρών. Οι πλούσιοι φορούσαν δερμάτινα σανδάλια, ενώ οι φτωχοί φορούσαν με τους ξύλινους πάτους. Το επάνω μέρος των σανδαλιών ήταν συνήθως από δέρμα χρωματιστό, πιθανόν από αίγα. Οι σόλες ήταν από δέρμα βοοειδών .

Β. Οι κρηπίδες:ήταν κάτι ανάμεσα στο σανδάλι και το χαμηλό παπούτσι και φοριόνταν από τους στρατιώτες. Διέθεταν καρφιά και θεωρούνταν ένα σχετικά «άξεστο» υπόδημα. Δεν κάλυπταν τελείως το πόδι και αποτελούνταν από ιμάντες που ανεβαίνουν ψηλά στη γάμπα Τις φορούσαν κυρίως οι στρατιώτες, οι κυνηγοί και οι οδοιπόροι, συχνά πάνω από τις κάλτσες.


Γ. Οι κόθορνοι : φοριόνταν από γυναίκες και άνδρες. Ήταν κλειστά υποδήμα τα χωρίς σόλα, που περνούσαν πάνω από τον αστράγαλο, φτιαγμένα από τόσο μαλακό δέρμα που ταίριαζε και στα δύο πόδια . Οι κόθορνοι ανήκαν και στην ενδυμασία των τραγικών ηθοποιών. Θεωρούνταν μάλιστα ως το υπόδημα που ανακαλύφθηκε από τον Αισχύλο για την αύξηση του ύψους των θεών στις θεατρικές παραστάσεις, καθώς διέθετε υψηλή σόλα.

Δ. Ενδρομίδες ή εμβάδες: μπότες που φοριόνταν κυρίως στο κυνήγι ή από τους ιππείς,.

Ε. Τα περιμήρια: κάλυπταν τους μηρούς των πολεμιστών . Στ.Οι κνημίδες: υφασμάτινες, δερμάτινες ή μεταλλικές


ΚΑΛΛΩΠΙΣΜΟΣ Τις γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα, και ιδιαίτερα τις Αθηναίες, τις ενδιέφερε πάρα πολύ η προσωπική υγιεινή και ο καλλωπισμός .

Στα καλλυντικά της αρχαίας Ελλάδας υπήρχε μια ευρεία ποικιλία πουδρών αλλά και ελαίων που ορισμένες φορές ήταν ανακατεμένα με χρωστικές ουσίες είτε φυτικής είτε ορυκτής προέλευσης. Με τις χρωστικές αυτές ουσίες υπήρχαν πολλά διαφορετικά χρώματα, όπως άσπρο, κόκκινο και μαύρο. Επιπλέον υπήρχε το ψυμίθιο, δηλαδή ανθρακικός μόλυβδος, συνήθως λευκού χρώματος ενώ κόκκινου, όταν φτιαχνόταν από φύκια , ή αλλιώς μίλτος, δηλαδή κόκκινο ορυκτό χρώμα. Τα φρύδια τα μαύριζαν με τριμμένο αντιμόνιο ή αλλιώς με καπνά και σκίαζαν τα βλέφαρα ελαφρά με φούμο (κάρβουνο). Αρχικά τις βλεφαρίδες τις έβαφαν με μαύρο χρώμα, ενώ στη συνέχεια με ένα μείγμα από ασπράδι αυγού, αμμωνία και ρετσίνι (άσβολον). Στα μάγουλα και στα χείλη έβαζαν σκόνη χένας, ώχρα , χυμούς από μούρα και άκανθα. Μερικά από αυτά ήταν ανακατεμένα με κρέμες και έλαια. Για να βάψουν το πρόσωπο και τα χείλια χρησιμοποιούσαν μολύβια ή τη ρίζα του φυτού αλκέα (μολόχα).


Αρκετές γυναίκες, διέθεταν όλα τα απαραίτητα για τον καλλωπισμό εργαλεία,όπως:τριχολαβίδες, μπουκαλάκια αρωμάτων και ουσιών, καρφίτσες , συνήθως ξύλινα ή πύλινα δοχεία ονομαζόμενα «πυξίδες», που περιείχανν φυσικές κρέμες και αλοιφές. Διέθεταν επίσης κρέμες με τις οποίες άσπριζαν τα μάγουλα, ψιμύθια και έφτιαχναν μια σπάνια αλοιφή από κιννάβαρι. Μάλιστα κάποιες γυναίκες κατασκεύαζαν διάφορα καλλυντικά μόνες τους ή με τη βοήθεια των φιλενάδων τους, ενώ υπήρχαν και φορές που ορισμένοι ειδικοί έρχονταν στα σπίτια τους ή τα αγόραζαν από φαρμακέμπορους..


ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ Οι αρχαίοι Έλληνες άρχισαν να κατασκευάζουν κοσμήματα με χρυσό και πολύτιμους λίθους περίπου το 1400 π.Χ. και μέσα σε μερικούς αιώνες έγιναν ειδήμονες στην δημιουργία μεγαλοπρεπών χρυσών κοσμημάτων με λίθους όπως ο αμέθυστος, το μαργαριτάρι και το σμαράγδι. Αρχικά, τα ελληνικά κοσμήματα ήταν απλούστερα από ότι σε άλλους πολιτισμούς Ωστόσο, καθώς ο χρόνος κυλούσε τα κοσμήματα άρχισαν να γίνονται πολυπλοκότερα με μεγάλη ποικιλία σε σχέδια και μοτίβα.

Οι γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα φορούσαν κοσμήματα μόνο για δημόσιες εμφανίσεις ή ειδικές περιπτώσεις. Συχνά με αυτά έδειχναν τον πλούτο τους και την κοινωνική τους θέση. Με τα κόσμηματα, οι αρχαίοι Ελληνες φιλοδοξούσαν να προστατευτούν από το «κακό μάτι» ή να τροφοδοτηθούν με υπερφυσικές δυνάμεις, ενώ κάποιες φορές τα κοσμήματα που φορούσαν είχαν θρησκευτικό συμβολισμό.


Έχουν βρεθεί κολιέ, σκουλαρίκια, μενταγιόν, καρφίτσες, βραχιόλια, περιβραχιόνια, ζώνες, δαχτυλίδια, στεφάνια και άλλα περίτεχνα στολίδια των μαλλιών. Τα φυτικά και ζωικά μοτίβα κυριαρχούσαν και πολύ συχνά το θεμα ήταν εμπνευσμένο από τους 12 θεούς. Τα σκουλαρίκια με τον φτερωτό Ερμή, οι καρφίτσες με την Αφροδίτη και τον γιό της, Έρωτα και ο αετός του Δία ήταν πολύ δημοφιλή σχέδια στην αρχαία Ελλάδα.

Ευχαριστώ για την προσοχή σας Βελλίδου Αντωνία


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.