Photophysis 2011/2 GR

Page 1

Photophysis e-περιοδικό για την Ελληνική Φύση

2011/2

ΓΡΑΜΜΟΣ το ξεχασμένο βουνό ΛΙΛΑ ΣΙΜΙΤΖΗ portofolio ΙΩΑΝΝΙΝΑ η πόλη των κιρκινεζιών ΟΡΧΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ EPIPACTIS Epipactis purpurata: η αγνοούμενη για 20 χρόνια ορχιδέα του Γράμμου ZAZARH μια λίμνη με βιομηχανικό φόντο ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ ΠΟΥΛΙΑ ΜΕ ΚΑΜΕΡΑ COMPACT ULTRA-ZOOM


vEpipactis purpurata Φωτογράφος: Ζήσης Αντωνόπουλος


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΡΑΜΜΟΣ

κείμενο των Andrea Bonetti και Αναστάσιου Σακούλη σελίδα 4

ΛΙΛΑ ΣΙΜΙΤΖΗ PORTOFOLIO σελίδα 30

ΙΩΑΝΝΙΝΑ: η πόλη των κιρκινεζιών κείμενο των Τάσου Μπούνα και Δημήτρη Βαβύλη σελίδα 52

ΟΡΧΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ EPIPACTIS κείμενο - φωτογραφίες των Ζήση Αντωνόπουλου και Σπύρου Τσιφτσή σελίδα 62

ΖΑΖΑΡΗ

ΚΑΜΕΡΑ COMPACT ULTRA-ZOOM

κείμενο - φωτογραφίες του Μιχάλη Κωτσάκη σελίδα 74

κείμενο - φωτογραφίες του Νίκου Σαμαριτάκη σελίδα 90

3


ΓΡΑΜΜΟΣ το ξεχασμένο βουνό κείμενο των Andrea Bonetti και Αναστάσιου Σακούλη φωτογραφίες του Αναστάσιου Σακούλη

4


5


Σ

το άκουσμα του Γράμμου στο μυαλό μας έρχεται ο εμφύλιος πόλεμος, του οποίου το βουνό υπήρξε το κεντρικό και τελευταίο πεδίο μαχών. Το βουνό ξεχειλίζει από ιστορία και πόνο, αλλά αυτή η ίδια η ιστορία που το περιβάλλει, όπως και η αντιμετώπιση που είχε η περιοχή από το ελληνικό κράτος (απαίτηση για έκδοση άδειας επίσκεψης και διέλευσης και πολλοί σταθμοί ελέγχου) το είχε απομονώσει επί σειρά δεκαετιών από την υπόλοιπη χώρα και οδήγησε τους τοπικούς πληθυσμούς στον μαρασμό.


Ο

Γράμμος, τα σημάδια αυτής της ιστορίας τα κουβαλάει σαν πληγές ακόμα πάνω του. Νάρκες, οχυρωματικά έργα, οβίδες, ερείπια από στρατηγικά αρχηγεία, νοσοκομεία ανταρτών, μνημεία. Εδώ, δοκιμάστηκαν σε συνθήκες μάχης για πρώτη φορά οι εμπρηστικές βόμβες ναπάλμ. Αλλά το κυριότερο, αυτή η ιστορία έχει σημαδέψει τους ανθρώπους του βουνού και οι προσωπικές μαρτυρίες τόσο για τον πόλεμο, όσο και για αυτά που ακολούθησαν (προσφυγιά, «παιδομάζωμα», μετανάστευση) γεμίζουν τις σελίδες της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας.

Μ Α

ε όλα αυτά, επακόλουθο ήταν ο Γράμμος και οι φυσικές ομορφιές του, για περίπου μισό αιώνα, όταν και μόνο η αναφορά του ονόματος ήταν «αμαρτία», να παραμείνουν άγνωστα στο ευρύτερο κοινό.

υτό όμως άρχισε να αλλάζει προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και κυρίως στη δεκαετία του 1990. Οι παλιοί κάτοικοι και οι απόγονοί τους άρχισαν να επιστρέφουν, κυρίως ως καλοκαιρινοί επισκέπτες, και να ζωντανεύουν, έστω και για λίγες μέρες τα χωριά. Πολιτιστικοί σύλλογοι δραστηριοποιήθηκαν και συνέβαλλαν, με την ανάδειξη των πολιτιστικών και φυσικών στοιχείων, στην προώθηση του Γράμμου ως έναν ενδιαφέροντα προορισμό.

7


Τ

ο κυριότερο όμως, ήταν η αναγνώριση από τον επιστημονικό κόσμο της υψηλής βιοποικιλότητας, προϊόν τόσο των φυσιογραφικών χαρακτηριστικών του και της γεωγραφικής θέσης του, όσο και της επιβαλλόμενης απομόνωσης. Με τις καταγραφές της χλωρίδας και πανίδας τα τελευταία 20 χρόνια αναδείχτηκε η αξία του και σήμερα συγκαταλέγεται στις πιο σημαντικές περιοχές για τη διατήρηση της φύσης της Ελλάδας.

Π

ιο συγκεκριμένα, κάποια κομμάτια του Γράμμου προστατεύονται ως Μνημεία Φύσης (Δάσος Φλάμπουρο) και ως Καταφύγια Άγριας Ζωής. Συγκαταλέγεται στις Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας, σύμφωνα με τις καταγραφές της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας και του BirdLife International. Το βουνό έχει επίσης κηρυχθεί Τόπος Κοινοτικού Ενδιαφέροντος (ΤΚΕ) στα πλαίσια του δικτύου Natura 2000, Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ 344,7 τ.χλμ.) καθώς και Βιογενετικό Απόθεμα.

Ε

ντούτοις, παρ’ όλους τους χαρακτηρισμούς και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν για προστασία και διαχείριση της φύσης, πολλά σημεία του βουνού παραμένουν απροστάτευτα, μ’ αποτέλεσμα να παρατηρείται υπερβόσκηση, υψηλή κυνηγετική πίεση και ληστρική υλοτομική εκμετάλλευση. Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται και ο ρυθμός εμφάνισης δασικών πυρκαγιών, με αποκορύφωμα την πυρκαγιά το καλοκαίρι του 2007, η οποία κατέστρεψε πάνω από 70.000 στρέμματα φυσικού δάσους, σε μια εφιαλτική χρονιά για ολόκληρη την Ελλάδα. Το βουνό

Ο

τεράστιος όγκος του, που αποτελείται κυρίως από ασβεστόλιθους, σερπεντίνες και φλύσχη, υψώνεται ανάμεσα στη Μακεδονία και την Ήπειρο, στα σύνορα με την Αλβανία και αποτελεί τον βορειότερο ορεινό όγκο της ελληνικής Πίνδου και το τέταρτο ψηλότερο βουνό της χώρας. Σχηματίζεται από δυο κάθετες κορυφογραμμές που σχηματίζουν ένα «Τ». Η μια διατρέχει τα σύνορα με την Αλβανία, με κυριότερες τις κορφές Μπανταρός (2036 μ.), Μπουλογιάννη (2251 μ.), Σακούλι (2412 μ.), “2520”, Μαύρη Πέτρα (2461), Γκόλιο (1934) και Κάμενικ (2043), ενώ η άλλη χωρίζει τον νομό Ιωαννίνων με τον νομό Καστοριάς, με κατεύθυνση από τη «2520» προς τα ανατολικά, με κυριότερες τις κορφές Περήφανο (2442), Κιάφα (2393 μ.), Επάνω Αρρένα (2192) και Κάτω Αρρένα (2075).

8




Ο

μεγάλος όγκος του Γράμμου αυλακώνεται από τρεις πανέμορφες κοιλάδες, όπου εκεί συγκεντρώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός των γραφικών χωριών του. Στα βόρεια βρίσκεται η κοιλάδα της Γράμμουστας, που ανήκει στον νομό Καστοριάς και ξεκινάει από το ομώνυμο πλατύ αμφιθεατρικό λιβάδι, με τις πολλές πηγές. Τα νερά αυτής της κοιλάδας αποτελούν την αφετηρία του Αλιάκμονα, του μεγαλύτερου ποταμού της χώρας. Οι υπόλοιπες 2 κοιλάδες, αυτές της Αετομηλίτσας και του Πληκατίου, ανήκουν στον νομό Ιωαννίνων και αποστραγγίζουν στο Σαραντάπορο, τον μεγαλύτερο παραπόταμο του Αώου, ο οποίος διαχωρίζει τον Γράμμο στα νότια από τον Σμόλικα (2637) -το δεύτερο ψηλότερο βουνό της Ελλάδας- και στα ανατολικά από το Βόιο.

Η

υψηλότερη αλπική λίμνη της χώρας, η οποία βρίσκεται κάτω από την κορυφή «2520», είναι η Γίστοβα και βρίσκεται σε υψόμετρο 2350 μ. Στην Κάτω Αρένα, σε υψόμετρο 1800 μ., σχηματίζονται άλλες δύο όμορφες λίμνες, τα Μουτσάλια, μέσα σε ένα δάσος οξιάς, ενώ και στους Χιονιάδες, σε υψόμετρο 1450 υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα μικρή λίμνη. Γενικότερα, υπάρχουν διάφορες ελώδεις εκτάσεις (μότσαλη) διάσπαρτες σε ξέφωτα δασών, που δημιουργούνται κυρίως από νερά πηγών.

Τ

ο κύριο χαρακτηριστικό του βουνού είναι τα εκτενή αλπικά λιβάδια, τα μεγαλύτερα της χώρας με έκταση 29.850 στρεμμάτων, τα οποία βρίσκονται σε υψόμετρο από τα 1.400 μέτρα έως και τα 2.250 μέτρα. Τα λιβάδια αυτά αποτελούν χλωριδικό παράδεισο, με πάνω από 400 είδη χλωρίδας, περίπου το 5% των καταγεγραμμένων ειδών της Ελλάδας, σε μια έκταση που αγγίζει μόλις το 0,0001% της συνολικής έκτασης της χώρας. 11


Η βιοποικιλότητα

Τ Ό

ην υψηλή βιοποικιλότητα του βουνού την αντιλαμβάνεται αμέσως ο επισκέπτης αρκεί να πραγματοποιήσει κάποιες διαδρομές, στη διάρκεια των οποίων θα του φανερωθούν όλα τα στοιχεία της περιοχής.

ταν θα φτάσει στον Γράμμο, από οποιαδήποτε κατεύθυνση, αυτό που θα τον κερδίσει είναι τα πυκνά δάση του, τα οποία μετά τα αλπικά λιβάδια, αποτελούν το δεύτερο πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του βουνού. Στα χαμηλά φυτρώνουν κυρίως βαθιπράσινες δρύες (Quequs sp.), πυκνόφυτοι Γάβροι (Carpinus sp.), φράξοι (Fraxinus sp), αγέρωχες Oξιές (Fagus sp.) και στητά Mαύρα Πεύκα (Pinus nigra). Ποικίλα οπωροφόρα δέντρα και θάμνοι, όπως Αγριοδαμασκηνιές (Prunus sativa), κερασιές (Prunus avia), αγιοκλήματα, Κουφοξυλιές (Sambucus nigra), βατομουριές (Rubus sp.), αγριοτριανταφυλλιές (Rosa sp.) κ.λπ., βρίσκονται διάσπαρτα στα δάση, χαρίζοντας απλόχερα τους ζουμερούς καρπούς τους σε πολλά ζώα, όπως οι Aρκούδες (Ursus arctos), για τις οποίες το βουνό αποτελεί μία από τις σημαντικότερες περιοχές στην Ελλάδα. Στα μεγάλα υψόμετρα (ως τα 2000 μ.) βρίσκονται κωνοφόρα δάση από Mαύρα Πεύκα και εντυπωσιακά, κεραυνοβολημένα Pόμπολα (Pinus leucodermis).

Μ

ια πρόταση για τη γνωριμία με τα δάση του βουνού, αλλά και για να επισκεφτεί κανείς τα αλπικά λιβάδια αποτελεί η διάσχιση, με αυτοκίνητο, μηχανή, ή ποδήλατο του δρόμου από το Νεστόριο ως το ιστορικό χωριό Γράμμος, ενός από τους ομορφότερους δασικούς δρόμους των ελληνικών βουνών. Από το Νεστόριο μέχρι το χωριό Λιβαδοτόπι ο ημιασφαλτοστρωμένος δρόμος ακολουθεί τον Αλιάκμονα, η κοιλάδα του οποίου είναι αρκετά στενή και απότομη. Κάποια σημεία της είναι κατάφυτα με δέντρα, ενώ σε άλλα οι έντονα στρωματοποιημένοι σχιστολιθικοί βράχοι δεν έχουν καθόλου βλάστηση. Το ελικοειδές ποτάμι είναι πραγματικά όμορφο, δίνοντας την απόλυτη αίσθηση της άγριας φύσης.

Έ

να όμορφο, μικτό φυλλοβόλο δάσος, που ξεκινά από το Λιβαδοτόπι, στις απότομες πλαγιές της στενής κοιλάδας αποτελείται από δρύες, σφεντάμια, φράξους, Φλαμουριές (Tilia sp.) και Γάβρους. Αυτά τα πυκνά δάση είναι πολύ πλούσια σε οπωροφόρα δέντρα, όπως οι Κορομηλιές (Prunus divaricata), οι

12



Αγριαχλαδιές και οι Mηλιές, και αποτελούν σημαντικό καταφύγιο και τροφή για φυτοφάγα και σαρκοφάγα ζώα, Ανηφορίζοντας αρχίζουν να εμφανίζονται και Mαύρα Πεύκα

Μ

ετά το Μονόπυλο (1100 μ.) η κοιλάδα πλαταίνει και οδηγεί στο μικρό χωριό Τρίλοφο με την όμορφη εκκλησία και την πηγή η οποία φιλοξενεί πολλές Τοιχόσαυρες (Podarcis muralis). Στην είσοδο της εκκλησίας, κάτω από τον τρούλο, φωλιάζουν Mιλτοχελίδονα (Hirundo daurica). Στο χωριό βρίσκεται, επίσης, το τελευταίο αστυνομικό τμήμα και ένα καρτοτηλέφωνο. Λίγες στροφές μετά το χωριό, φτάνουμε και πάλι στο ποτάμι και πρωτοβλέπουμε στο βάθος την υψηλότερη κορυφή του Γράμμου.

Α

ξίζει κανείς να σταματήσει λίγα χιλιόμετρα παρακάτω, στη διασταύρωση με το χωματόδρομο που οδηγεί στο χωριό Γράμμος. Εκεί κοντά κυλά το ποτάμι, που κρύβει πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα, καθώς όπως προκύπτει το σημείο το χρησιμοποιούν συχνά και τα μεγάλα θηλαστικά του δάσους. Εκεί διακρίνονται συχνά φρέσκα ίχνη από Aρκούδες, Λύκους (Canis lupus), Zαρκάδια (Capreolus capreolus) και Aγριογούρουνα (Sus scrofa), είτε στα λασπωμένα σημεία του δρόμου, είτε κατά μήκος της όχθης του ποταμού. Συνολικά στον Γράμμου απαντώνται περισσότερα από 35 είδη θηλαστικών στα πυκνά και εκτενή δάση και στα διάκενά τους καθώς και στα λιβάδια, ψάχνοντας για τροφή. Στο ποτάμι ζουν μεγάλες πέστροφες (Salmo sp.), προφανώς ασφαλείς από όσους ψαρεύουν με καλάμι και δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει αυτό το σημείο. Ανάμεσα στα δέντρα φυτρώνουν η Cephalanthera rubra, η καμπανούλα Campanula spathulata, το Anthericum liliago και η σιληνή Silene armeria.

Μ

ια μικρή χαράδρα, η Καταφίκα, συναντάται στο δρόμο, λίγα χιλιόμετρα μετά τη διασταύρωση για το χωριό Γράμμος. Λίγο πιο πριν, πάνω στο δρόμο, βρίσκεται μια πινακίδα την οποία έχει τοποθετήσει ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ και παρέχει ορισμένες πληροφορίες για το βουνό και τη φυσική του κληρονομιά. Οι επισκέπτες μαθαίνουν για τους πληθυσμούς του πανελλαδικά απειλούμενου Aγριόγιδου

14


15



(Rupicarpa rupicarpa) στον Γράμμο, όπου πλέον κατοικούν μόλις 45-50 άτομα, χωρισμένα σε δύο πληθυσμούς που, από ότι φαίνεται, δεν επικοινωνούν μεταξύ τους και κινδυνεύον από τη λαθροθηρία. Ο ένας πληθυσμός βρίσκεται στις Αρένες και ο άλλος στο Πληκάτι.

Μ

ετά τη χαράδρα ξεκινά η υποαλπική ζώνη του βουνού (από τα 1400 έως τα 1800 μ.). Το χωριό Γράμμος με τα λίγα σπίτια που εγκαταλείφθηκαν μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, σε υψόμετρο 1380 μ, διακρίνεται επιτέλους στο βάθος, με την κορυφή «2520» να ορθώνεται στο νότο, πίσω του. Σήμερα, κάποια από τα σπίτια του χωριού έχουν ανακαινισθεί και εκεί ζουν βοσκοί και λίγοι ακόμη επισκέπτες. Μία μικρή ταβέρνα λειτουργεί εκεί το καλοκαίρι, προσφέροντας απλά γεύματα και κοιτώνες στους οποίους μπορεί κανείς να κοιμηθεί.

Γ

ια να γνωρίσει κανείς τα περίφημα αλπικά λιβάδια μπορεί να ξεκινήσει από εδώ, παίρνοντας ένα ανώμαλο δρόμο που ξεκινά από το χωριό και κατευθύνεται νότια. Τον ακολουθούμε έως το υψηλότερο σημείο του (στα 2000 μ.) και εκεί στο διάσελο αφήνουμε το αυτοκίνητο. Από εκεί πεζή προς τα δυτικά, παράλληλα με μία μικρή κορυφογραμμή, στην πλαγιά του βουνού μπορεί να φτάσει κανείς στη λίμνη Γίστοβα και στην κορυφή «2520». Ύστερα από περπάτημα μισής ώρας, φτάνει κανείς στο ψηλότερο σημείο της κορυφογραμμής, από όπου διακρίνεται η λίμνη.

Ο

ι Κιτρινογάστορες Φρύνοι (Bombina variegata) ζουν στις πηγές των λιβαδιών της Γράμμουστας, εκεί όπου οι Nεροκότσυφες (Cinclus cinclus) ριψοκινδυνεύουν αναζητώντας την τροφή τους. Εκατοντάδες Αλπικοί Τρίτωνες (Mesotriton alpestris) ζουν στη λίμνη Γίστοβα. Κατά τη μετανάστευση των πουλιών μπορεί κανείς να δει ασυνήθη πουλιά, όπως οι Bουνοσφυριχτές, (Charadrius morinellus) αλλά και πιο κοινά, όπως οι Nεροκελάδες (Anthus spinoletta) και οι Λευκοσουσουράδες (Motacilla alba). Άλλα πουλιά που βλέπει κανείς σε αυτό το υψόμετρο είναι οι Σταχτοπετρόκληδες (Oenanthe oenanthe), τα Φανέτα (Carduelis cannabina), οι Kαρβουνιάρηδες (Phoenicurus ochruros), οι Σταρήθρες (Alauda arvensis), οι Xιονόστρουθοι (Montifringilla nivalis), οι Kοκκινοκαλιακούδες (Phyrrocorax phyrrocorax), οι Kίτρινοκαλιακούδες (Phyrrocorax graculus), οι Kόρακες (Corvus corax) και οι Xρυσαετοί (Aquila chrysaetos). Τα σπανιότερα ερπετά του βουνού, η Αμμόσαυρα (Lacerta agilis) και ο Αστρίτης (Vipera berus), ζουν στα λιβάδια γύρω από τη λίμνη. 17


Α

πό τη λίμνη, το μονοπάτι συνεχίζει νότια προς την κορυφή, στην οποία φτάνει κανείς ύστερα από περπάτημα 45 λεπτών. Η διαδρομή βαίνει παράλληλα προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα και, στην πραγματικότητα, τα διασχίζει, καθώς κάνει κύκλο γύρω από το χαμηλότερο μέρος της κορυφής. Αρκετά πολυβολεία και πολλά σκουριασμένα απομεινάρια του Εμφυλίου θυμίζουν στον επισκέπτη τις δραματικές μάχες που έλαβαν χώρα πάνω στο βουνό.

Α

πό την κορυφή η θέα κόβει την ανάσα. Μπροστά μας ξανοίγονται η κοιλάδα του Αλιάκμονα προς το βορρά, η κοιλάδα του Σαραντάπορου προς το νότο και ολόκληρη η οροσειρά της Βόρειας Πίνδου, με τον Σμόλικα και την Τύμφη να είναι δύο από τα ψηλότερα και πλησιέστερα βουνά. Ο ήχος των κουδουνιών από τις αγελάδες στα λιβάδια είναι ο μοναδικός που ακούγεται, μαζί με τον ασταμάτητο αέρα και τα περιστασιακά πουλιά, όπως Πετροπέρδικες (Alectoris graeca), και Bραχοκιρκίνεζα (Falco tinnunculus).

Μ

πορεί κανείς να ακολουθήσει το μονοπάτι προς τα νοτιοανατολικά, πάνω από την κορυφογραμμή Περήφανος προς το λόφο Γκέσο, το καταφύγιο των ανταρτών κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο όπου σήμερα δεσπόζει ένα μνημείο προς τιμήν τους.

Α

πό τον Γκέσο ένας χωματόδρομος οδηγεί στα χωριά Αετομηλίτσα, στα ανατολικά, και Πληκάτι, στα δυτικά.

18


Τ

α εκτενή αλπικά λιβάδια εδώ πάνω, είναι ένας σπάνιος βοτανικός κήπος, όπου συγκεντρώνονται πολλά ενδιαφέρονται είδη αλπικών λουλουδιών. Στο δρόμο για τη λίμνη, εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει τη Gentiana verna subsp. pon-


tica, τα στουρέκια Globularia cordifolia και G. bellidifolia, το τετράγκαθο Astragalus angustifolius, την κενταύρια Centaurea deustiformis με μονά πορφυρά ανθοκεφάλια, τον κρόκο Crocus veluchensis (που ξεπροβάλλει ήδη το Μάιο μέσα από το χιόνι που λιώνει), την αγριοτριανταφυλλιά Rosa villosa με τα μεγάλα ροδόχρωμα λουλούδια, την Achillea abrotanoides, την ευαίσθητη Aubrieta gracilis με τα βιολετί λουλούδια, την Minuartia stellata (που φτιάχνει πολύ πυκνά μαξιλαράκια), την καμπανούλα Campanula velebitica (ενδημική των νοτίων Βαλκανίων) και πολλά ακόμα. Δίπλα στα πολυάριθμα ρυάκια και τις πηγές γύρω από τα λιβάδια της Γράμμοστας, απλώνονται στρώματα από Primula vulgaris, νεραγκούλες κ.λπ., καθώς και ορχιδέες Dactylorhiza saccifera, ενώ οι Saxifraga spruneri και S. scardica φυτρώνουν στις σχισμές των βράχων.

Π

αρά τα πολλά είδη φυτών που έχουμε συναντήσει στη διαδρομή από το Νεστόριο έως εδώ πάνω, στα λιβάδια, η χλωρίδα του Γράμμου κρύβει ακόμη πολλά μυστικά. Μέχρι σήμερα, περισσότερα από 500 είδη φυτών έχουν αναγνωριστεί, αριθμός ήδη εντυπωσιακός, ενώ πολλά άλλα περιμένουν κάποιον να τα ανακαλύψει.

Α

πό τα αναγνωρισμένα, τουλάχιστον 22 είναι ενδημικά της Ελλάδας και απ’ αυτά ξεχωρίζουν τα 2 στενοτοπικά (δηλαδή βρίσκονται μόνο στον Γράμμο) Thesium vlachorum και το Ligusticum rhizomaticus, καθώς και η Fritillaria epirotica, η Crepis guioliana, η σιληνή Silene pindicola, το αμάραντο Sedum tymphaeum και το Solenanthus albanicus. Το τελευταίο είναι ένα πολύ σπάνιο λουλούδι, από το οποίο περιορισμένοι, μικροί και απομονωμένοι πληθυσμοί επιζούν ακόμη σε τρία μόνο βουνά της οροσειράς της Πίνδου: το Ντούσικο, την Κακαρδίτσα και το Γράμμο όπου ανακαλύφθηκε και πάλι μόλις πρόσφατα. Όλοι οι πληθυσμοί του κινδυνεύουν καθώς υπόκεινται σε μεγάλη πίεση εξαιτίας της βόσκησης και βρίσκονται στο όριο της εξαφάνισης.

Τ

ο βουνό αποτελεί σημαντικό τόπο και για εντυπωσιακές ορχιδέες, αυτή την ιδιαίτερη και δημοφιλή φυτική ομάδα, με περισσότερα από 20 είδη, μεταξύ των οποίων και οι τρεις ενδημικές της Πίνδου, Dactylorhiza baumanniana, D. pindica και το μελισσάκι Ophrys grammica, είδος συγγενικό με το O. mammosa. Από τα υπόλοιπα είδη, ο Orchis pinetorum, η Neottia nidus-avis και η Dactylorhiza sambucina βγαίνουν ήδη από το Μάιο και ανθίζουν νωρίς, ενώ αργότερα, τον Ιούνιο, φυτρώνει το Epipactis palustris, η Listera ovata, η Cephalantera rubra, η Gymnadenia conopsea και το Himantoglossum caprinum.

20



22


Ο

ι κρίνοι Lilium albanicum και Iris germanica, ο Aγριοκαπνός, η Kολομπίνα και η ψηλή καμπανούλα Campanula trichocalycina με τα λεπτά πέταλα προτιμούν τις υψηλές πλαγιές του βουνού, όπου επίσης στο διάστημα Μαΐου-Ιουνίου, φυτρώνουν επίσης μέσα στις κηλίδες χιονιού δυο όμορφοι κρόκοι, ο όμορφος κιτρινωπός Crocus cvijicii και ο λιλά C. veluchensis.

Ε Τ

πιπλέον, στο βουνό φιλοξενείται ένας μοναδικός μενεξές, ένα φυσικό υβρίδιο μεταξύ τριών διαφορετικών ειδών, των Viola albanica, V. dukadjinica και V. epirota έχει τραβήξει το ενδιαφέρον των βοτανι-

κών.

η λίμνη Γίστοβα την επισκεφτήκαμε ήδη. Μας απομένει η γνωριμία με τις λίμνες Μουτσάλια (ή αλλιώς λίμνες Αρένες), κάτω από την κορυφή Επάνω Αρένα. Μπορεί κανείς να φτάσει εκεί με αυτοκίνητο από τη Νέα Κοτύλη ή από τον ίδιο δασικό δρόμο που οδηγεί στο χωριό Γράμμος. Σε ένα σημείο μέσα στο δάσος, κοντά σε μια πηγή, βρίσκεται ένα σταυροδρόμι. Στρίψτε εκεί ακολουθώντας την πινακίδα προς Αετομηλίτσα. Ύστερα από αρκετά χιλιόμετρα, ο δασικός δρόμος φτάνει σε ένα μεγάλο οροπέδιο με λιβάδια (που λέγεται Βρύση Τριακοσάρα) κάτω από την κορυφή Επάνω Αρένα.

Τ

ο όμορφο οροπέδιο περιβάλλεται από ένα πολύ παλιό δάσος με εντυπωσιακές οξιές, όπου νωρίς το καλοκαίρι διαπιστώνουμε πάλι τον χλωριδικό πλούτο του βουνού καθώς όλα είναι σκεπασμένα από ένα στρώμα λουλουδιών: κίτρινοι μενεξέδες Viola frondosa και το τοπικό υβρίδιο, με κίτρινα, πορφυρά και άσπρα χρώματα, Δρακάκια, νάρκισσοι Narcissus poeticus, γεράνια Geranium subcaulescens, κρόκοι Crocus chrysanthus, σκίλλες Scilla bifolia, ορχιδέες Dactylorhiza sambucina, Polygala alpestris κ.λπ.

Α

μμοσαύρες και Τοιχόσαυρες λιάζονται εδώ, ενώ μπορεί κανείς να βρει Κιτρινογάστορες Φρύνους, Ελληνικούς Βατράχους (Rana graeca) και Σαλαμάνδρες (Salamnadra salamandra) κοντά στις


24


πηγές και τα ρέματα, στην άκρη του οροπεδίου. Στο γύρω δάσος φωλιάζουν Σφηκιάρηδες (Pernis apivorus), Φάσσες (Columba palumbus), Δενδροσταρήθρες (Lullula arborea), Kούκοι (Cuculus canorus), Kοκκινολαίμηδες (Erithacus rubecula), Kότσυφες (Turdus merula), Kαλόγεροι (Parus major), Eλατοπαπαδίτσες (Parus ater), Σπίνοι (Fringilla coelebs), Xουχουριστές (Strix aluco).

Η

ορνιθοπανίδα του βουνού αριθμεί περισσότερα από 143 είδη, τόσο δασόβια όσο και των ανοικτών εκτάσεων. Ανάμεσα στα αρπακτικά πουλιά κυριαρχούν οι Xρυσαετοί και Φιδαετοί (Circaetus gallicus) που κυνηγούν στις ανοιχτές εκτάσεις, όπως και οι ταχύτατοι Πετρίτες (Falco peregrinus) που κυνηγούν άλλα πουλιά με τις αιφνιδιαστικές και ταχύτατες εφορμήσεις από ψηλά. Εντυπωσιακό είδος νυκτόβιου αρπακτικού που το συναντάμε στον Γράμμο, μερικές φορές και μέσα στα ορεινά χωριά είναι ο Mπούφος (Bubo bubo). Φυσικά οι Γερακίνες (Buteo buteo) και οι Σφηκιάρηδες είναι συνηθισμένοι, κάτι που δε συμβαίνει πλέον με τους Aσπροπάρηδες (Neophron percnopterus) και τα Όρνια (Gyps fulvus), αυτά τα 2 είδη γυπών, των οποίων οι πληθυσμοί σε πανελλαδικό επίπεδο μειώνονται δραματικά, κυρίως λόγω της παράνομης χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων για την καταπολέμηση σαρκοφάγων θηλαστικών.

Τ

α ώριμα δάση βρίθουν από Μαύρους Δρυοκολάπτες (Dryocopus martius), Λευκονώτες (Dendrocopos leucotos), Γκριζοκέφαλους (Picus canus) και Mεσαίους Δρυοκολάπτες (Dendrocopos medius) καθώς και Δρυομυγοχάφτες (Ficedula semitorquata). Στα ίδια δάση διαβιούν και τα 2 σπάνια για τη χώρα είδη, η Δασόκοτα (Bonasa bonasia) και το νυκτόβιο αρπακτικό Aιγωλιός (Aegolius funereus), είδη με κεντροευρωπαϊκή κατανομή.

Ο

ι Πυρροκότσυφες (Montiola saxatilis) και οι Xιονοκότσυφες (Turdus torquatus) ακούγονται να κελαηδούν στις ψηλότερες πλαγιές. Η παρουσία των πουλιών είναι έντονη και πάνω από το δασοόριο με πιο επιφανή είδη τις Σταρήθρες, τις Xιονάδες (Eremophila alpestris), τους Χιονόστρουθοι και τις Ωχροκελάδες (Anthus campestris) να φωλιάζουν σε αυτόν το βιότοπο, όπως κάνουν και οι Kοκκινοκαλιακούδες, οι Kιτρινοκαλιακούδες καθώς και οι Πετροπέρδικες.

25


26


Ο

ι λίμνες βρίσκονται μόλις 2 χλμ. νότια από το οροπέδιο. Η μεγαλύτερη έχει εμβαδόν περίπου 2 στρεμμάτων. και περιβάλλεται από το δάσος οξιάς. Από το τέλος Σεπτέμβρη, το δάσος γίνεται κόκκινο και κίτρινο, υπέροχο με τα φθινοπωρινά του χρώματα, δημιουργώντας μια μοναδική ατμόσφαιρα γύρω από τις λίμνες.

Τ Σ

α κρυστάλλινα νερά των λιμνών ζωντανεύουν με εκατοντάδες Αλπικούς Τριτώνες και Ανατολικούς Χτενοτρίτωνες (Triturus carnifex). Εκεί επάνω ζουν και Μπράσκες (Bufo bufo) και Πρασινοφρύνοι (Bufo viridis), καθώς και οι Λιμνοβάτραχοι (Pelophylax sp.).

υνολικά, η ερπετοπανίδα του βουνού εκπροσωπείται με τουλάχιστον 28 είδη, οι πληθυσμοί των οποίων βρίσκονται σε ικανοποιητικά επίπεδα. Απ’ αυτά τα 28 είδη τα 10 αφορούν σε αμφίβια, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουμε συναντήσει κατά τη διάρκεια των διαδρομών μας. Τα υπόλοιπα 18 αφορούν σε είδη ερπετών με την Αμμοσαύρα και τον Αστρίτη να είναι τα πιο ενδιαφέροντα, επειδή είναι πολύ σπάνια στη χώρα. Και τα δυο ζουν σε υψόμετρο μεγαλύτερο των 1700 μ. και ενώ η κατανομή τους στην Ευρώπη είναι ευρεία στην Ελλάδα υπάρχουν σε ορισμένα βουνά της βόρειας Ελλάδας, τη Ροδόπη, το Γράμμο, το Βαρνούντα και το Περιστέρι.

Ο

δρόμος, μετά τις λίμνες, συνεχίζει νότια, ως το διάσελο ανάμεσα στην Επάνω και Κάτω Αρένα, το οποίο οδηγεί στην Αετομηλίτσα, από τη μία πλευρά, και στη Χρυσή και στο Πευκόφυτο, από την άλλη. Η θέα από εκεί είναι πανέμορφη. Μετά τη βροχή, ο δρόμος για την Αετομηλίτσα μπορεί να είναι αρκετά ανώμαλος και λασπωμένος και ενδείκνυται μόνο για όσους διαθέτουν τζιπ. Για εκείνους που θα αποφασίσουν να τον διασχίσουν με ποδήλατο, η διαδρομή προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση. Από το διάσελο και μέχρι τα 1500 μ., το δέντρο που


28


κυριαρχεί στο δάσος είναι η Oξιά, χαμηλότερα και ως τα 1100 μ. επικρατεί η Mαύρη Πεύκη, ενώ ακόμη χαμηλότερα αρχίζει το δρυοδάσος. Ο δρόμος σταματά στον κύριο χωματόδρομο, ο οποίος μετά τα 2 χλμ. φτάνει στο χωριό Αετομηλίτσα, σε υψόμετρο 1430 μ.

Ο

ι εκπλήξεις όμως δεν περιορίζονται εδώ. Η μεγάλη ποικιλία βιοτόπων στο Γράμμο καθιστά το βουνό έναν παράδεισο για περισσότερα από 100 είδη πεταλούδας. Αυτές περιλαμβάνουν τις Papilio machaon, Iphiclides podalirius, Zerynthia polixena και τις Z. cerisy, Parnassius apollo και P. mnemosyne, Kanetisa circe, Plebejus pylaon, Maculinea arion, Ultraaricia anteros, Nymphalis polychloros, Boloria graeca και Muschampia tesselum. Αρκετές πεταλούδες έχουν περιορισμένη κατανομή στην Ευρώπη. Σε αυτές ανήκουν οι Papilio alexanor, Anthocharis gruneri, Gonypteryx farinosa, Tarucus balkanicus, Agrodiaetus aroaniensis, Colias aurorina heldreichii, Lycaena ottomana και L. candens, Artogeia krueperi, Pseudochazara graeca και Spialia phlomidis. Τέλος, στο Γράμμο πετούν δύο πολύ σπάνια είδη: το Pseudochazara mniszeichii, ένα ασιατικό είδος που δεν υπάρχει στην Ευρώπη, παρά μόνο στο Γράμμο, το Σμόλικα και το Βέρνο (Βίτσι), και το Erebia rhodopensis, ένα είδος των νότιων Βαλκανίων με πολύ περιορισμένη κατανομή: από όλη την Ελλάδα απαντά μόνο στο Γράμμο και στη Ροδόπη.

Η

απαρίθμηση και περιγραφή των ομορφιών και της πληθώρας των ειδών σε ένα κείμενο δεν είναι ποτέ ικανή να αποδώσει την πραγματική αξία ενός τόπου. Απαιτείται η προσωπική επαφή. Ο Γράμμος δεν αποτελεί πλέον ταμπού και έχει βγει από την απομόνωσή του. Περιμένει όλους τους επίδοξους επισκέπτες που θα τον επισκεφτούν, πάντα με σεβασμό στην ιστορία, τους ανθρώπους και στη φύση του, για να θαυμάσουν τα τοπία του και να έχουν την εμπειρία να βιώσουν κοντά στην άγρια φύση, όπως, δυστυχώς, μόνο σε όλο και λιγότερα μέρη μπορούν πλέον στην Ελλάδα. Μη διστάζετε λοιπόν, ετοιμαστείτε για ένα μεγάλο αλλά γεμάτο εμπειρίες ταξίδι.

29


ΛΙΛΑ ΣΙΜΙΤΖΗ Portofolio

Τ

ο πρώτο μου φλερτ με την πλανεύτρα τέχνη της φωτογραφίας έγινε 8 χρόνια πριν, καθώς με συνεπήραν οι σαγηνευτικές της macro δυνατότητες, με φόντο το φυτικό βασίλειο. Αν και κάθε άλλο παρά κατάλληλος ήταν ο εξοπλισμός μου, αυτό το ειδύλλιο σύντομα εξελίχθηκε σε μια ουσιαστική και σοβαρή σχέση, που γέμισε τους σκληρούς μου δίσκους με… τους “καρπούς” της και σύντομα με ώθησε στην αγορά όλο και ποιοτικότερων μηχανών και φακών. Έτσι, για λίγο καιρό επιδόθηκα στη macro φωτογράφηση, αξιοποιώντας παράλληλα πολύ από αυτό το υλικό στην δουλειά μου (graphic design).

Ω

στόσο, ζώντας πολλές μέρες το χρόνο σε εξοχικό σπίτι σε μια κορυφή λόφου στη Β. Εύβοια, ήταν μοιραίο κάποια στιγμή να πέσω πάνω σε έναν από τους μόνιμους φτερωτούς κατοίκους του λόφου, που για μεγάλη μου έκπληξη δεν ήταν Σπουργίτης… αλλά το πιο όμορφο και εξωτικό πουλί που είχα ποτέ δει! Κι όμως, ένα χρόνο αργότερα έμαθα ότι ήταν ένας Καλόγερος (Parus major), από τα πιο κοινά είδη σε Ελλάδα και Ευρώπη.

30


31



Σ

ταδιακά από τότε, το βασικό πεδίο της φωτογραφικής μου δράσης άρχισε να αλλάζει δραματικά κι έτσι αντί στις εξορμήσεις μου να κυκλοφορώ στα τέσσερα, άρχισα να σαρώνω με τα μάτια μου τα δέντρα και τον ουρανό. Το ένα έφερε το άλλο και ξεκίνησε μια αλυσιδωτή ροή γεγονότων… Άρχισα να μαθαίνω τα πουλιά και τον κόσμο τους και να μελετώ ονόματα και συνήθειες, συνειδητοποίησα την ανάγκη για δράσεις προστασίας και διατήρησης των πουλιών και των βιοτόπων κι έγινα εθελοντής σε προγράμματα της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρίας, γνώρισα κι άλλο κόσμο που μοιράζεται το ίδιο πάθος με μένα… και φυσικά οι φακοί μου πήραν μια γερή δόση αυξητική ορμόνης!

Τ

ελικά, το φλερτ με την φωτογραφία εξελίχθηκε σε μια σχέση ζωής, που με έφερε σε πιο ουσιαστική επαφή με τη φύση και εμπλούτισε την ζωή μου με λεπτοφυείς ποιότητες. Τώρα πια, είτε βρίσκομαι σπίτι είτε κυκλοφορώ έξω… είτε στην πόλη είτε στην εξοχή… η αίσθηση δεν είναι ποτέ όπως πριν. Ένα οικείο, διακριτικό κάλεσμα ή ένα γλυκό κελάηδημα… πάντα μπορεί να φτάσει στα αυτιά μου, δίνοντας μια άλλη διάσταση και κατανόηση για την ζωή που μας περιβάλλει. Η φωτογραφία φύσης (με ιδιαίτερη έμφαση στα πουλιά) είναι αναπόσπαστο κομμάτι μου πλέον, αλλά και ένα ακόμη τρόπος που με βοηθά να βιώνω τη σύνδεση της ανθρωπότητας με την υπόλοιπη ζωή στον πλανήτη.

Καλαμοποταμίδα (Acrocephalus scirpaceus) Λιμνοθάλασσα Μικρό Λιβάρι, Β. Εύβοια Ένα μικρό άνοιγμα στους καλαμιώνες, στην όχθη του υγροτόπου, στάθηκε ο πιο ισχυρός αντίζηλος της θάλασσας για ένα ολόκληρο καλοκαίρι. Καλαμοποταμίδες, Τσιχλοποταμίδες & Ψευταηδόνια με παρέσερναν με την ξελογιαστική τους συμπεριφορά μακριά από τους φίλους μου για ώρες, αφήνοντάς με λιγότερο μαυρισμένη από κάθε άλλο καλοκαίρι και με extra-bonus… μερικά ενοχλητικά κουνουπο-τσιμπήματα! 33


Κοκκινοτσιροβάκος (Sylvia cantillans) & Papilio machaon Αγιόκαμπος, Β. Εύβοια Μια από εκείνες τις απρόσμενες στιγμές που κρατούν ελάχιστα… αλλά μένουν στη μνήμη για μια ζωή! (και αν είσαι πολύ τυχερός, μένουν και στο σκληρό σου δίσκο!) 34


35



Νανογλάρονο (Sterna albifrons) Λιμνοθάλασσα Μικρό Λιβάρι, Β. Εύβοια Καμιά φωτό δεν θα μπορούσε ποτέ να αποδώσει την χάρη και την κομψότητα της παρουσίας αυτού του πουλιού. Ο πιο ταιριαστός χαρακτηρισμός που κυριαρχεί στις σκέψεις μου είναι “το αερικό των υγροτόπων”…

37


Κοκκινοκεφαλάς (Lanius senator) Ξηρό Όρος, Β. Εύβοια Πέρασμα με το αμάξι… Η χαρακτηριστική του σιλουέτα ξεχώριζε από μακριά, ώστε υπάρχει η δυνατότητα για ένα σταδιακό φρενάρισμα, ένα διακριτικό πλησίασμα και μερικές στιγμές απολαυστικής φωτογράφισης. Woodchat Shrike (Lanius senator) 38




Φοινικόπτερο (Phoenicopterus ruber) Λιμνοθάλασσα Μικρό Λιβάρι, Β. Εύβοια Όσο και να κοιτάω αυτά τα πουλιά δε τα χορταίνω. Υπάρχει πάντα μια γοητευτική κίνηση… ένας κυματισμός του λαιμού… κάτι το ιδιαίτερο που δεν σε αφήνει να τραβήξεις το βλέμμα από πάνω τους.


Κιστικόλη (Cisticola juncidis) Λιμνοθάλασσα Μεγάλο Λιβάρι, Β. Εύβοια Ένας χαριτωμένος, μικροσκοπικός μπελάς! Δύσκολη στη φωτογράφιση καθ’ ότι απίστευτα αεικίνητη και συνήθως χωμένη στη βλάστηση. Μετά από αρκετές προσπάθειες και σε διάρκεια περίπου 2 χρόνων, αυτό ήταν ένα από τα πρώτα αξιόλογα πορτραίτα που μου χάρισε.



Καστανοκέφαλοι Γλάροι (Larus ridibundus) Λιμνοθάλασσα Μεγάλο Λιβάρι, Β. Εύβοια Πρώτο φως της μέρας, χειμωνιάτικη συννεφιά, καθρεφτίσματα σε ήρεμο νερό και το γκρι στην αποθέωσή του. Μια σαγηνευτική σιγαλιά επικρατεί… που διακόπτεται κάθε τόσο, μόνο από την απόκοσμη αντήχηση φτεροκοπημάτων



Νεροχελίδονο (Glareola pratincola) Λιμνοθάλασσα Μικρό Λιβάρι, Β. Εύβοια Στην πρώτη μου συνάντηση με αυτό το κομψό πλάσμα, δυνατός ανοιξιάτικος αέρας είχε ντύσει τη θάλασσα με την άγρια και σκούρα φορεσιά της… και το Νεροχελίδονο με το ανάστημά του ορθωμένο κόντρα στον άνεμο, με παρατηρούσε με βλέμμα βαθύ και αγέρωχο.



Κιτρινοσουσουράδα (Motacilla flava) Λιμνοθάλασσα Μεγάλο Λιβάρι, Β. Εύβοια Κάθε άνοιξη, εύχομαι σε κάποια εξόρμησή μου να πετύχω το πέρασμα των Κιτρινοσουσουράδων. Υπάρχουν μέρες όπου ο υγρότοπος κυριολεκτικά γεμίζει από εκατοντάδες κίτρινες φιγούρες, που χαμηλοπετούν ανά ομάδες από σημείο σε σημείο. Πραγματικά ένα εντυπωσιακό θέαμα




Η Λίλα Σιμιτζή κατασκευάζει την προσωπική της σελίδα http://www.lilasimitzi.com/ Μέχρι τότε μπορείτε να θαυμάσετε φωτογραφίες της στο facebook και το 500px

Κατσουλιέρης (Galerida cristata) Κάμπος Ιστιαίας, Β. Εύβοια Πάντα παρών και αρκετά θαρραλέος ο κορυδαλλός με το πιο “φιλόδοξο” λοφίο. Τα γλυκά του καλέσματα αντηχούν ολόγυρα, όλες τις εποχές. 51


ΙΩΑΝ Η πόλη των

κείμενο - φωτογραφίες των Τάσου Μπούνα κ

52

Φωτογράφος: Τάσος Μπούνας


ΝΙΝΑ Κιρκινεζιών

και Δημήτρη Βαβύλη (www.wildmoments.gr)

53


Τ

ο Κιρκινέζι (Falco naumanni) είναι ένα μικρό μεταναστευτικό γεράκι το οποίο φωλιάζει από την Ισπανία ως την ανατολική Ευρώπη και φτάνει μέχρι την Κίνα και τη Μογγολία. Ξεχειμωνιάζει στην υποσαχάρια Αφρική και συγκεκριμένα στη νότια Αφρική. Παρόλο που έχει τόσο ευρεία κατανομή, το είδος είναι παγκόσμια απειλούμενο λόγω της συνεχόμενης υποβάθμισης των ενδιαιτημάτων του μέσω της εντατικοποίησης της γεωργίας και της αστικοποίησης. Το είδος φωλιάζει αποικιακά σε βράχια και τρύπες δέντρων αλλά και σε περιοχές κοντά στον άνθρωπο όπως για παράδειγμα στις σκεπές κτιρίων.

54


Φωτογράφος: Τάσος Μπούνας

55


Τ

α Κιρκινέζια είναι όμορφα φωτογραφικά θέματα και δίνουν ευκαιρίες για ποικιλία εικόνων. Φωτογραφίες δράσης με παιχνίδια στον αέρα, πτήσεις κουβαλώντας τη λεία στο ράμφος τους, σιλουέτες στη δύση του ήλιου αλλα και φωτογραφίες στο περιβάλλον τους. Ειδικά όταν το περιβάλλον τους είναι το κέντρο μιας πόλης, δίνουν την ευκαιρία για ενδιαφέροντα φωτογραφικά καρέ!

56


Φωτογράφος: Τάσος Μπούνας

57


58


Π

ριν την προσπάθεια φωτογράφησης όμως, απαραίτητη είναι η γνώση της συμπεριφοράς του είδους. Για παράδειγμα, αν και τα Κιρκινέζια είναι κυρίως εντομοφάγα, τρώνε μικρα θηλαστικά και σαύρες στην αρχή της αναπαραγωγικής περιοδου. Τα αρσενικά προσφέρουν τη λεια στα θηλυκά έτσι ώστε να αυξήσουν τη σωματική τους μάζα για την επερχόμενη γέννα (1). Ακόμη, τα Κιρκινέζια σχηματίζουν σμήνη και κουρνιάζουν σε δέντρα ιδιαίτερα πριν την μετανάστευση.

Μ

ια τέτοια εικόνα θα αντικρύσει κανείς στην πόλη των Ιωαννίνων από τέλη Αυγούστου μέχρι και τα μέσα Σεπτέμβρη. Πάνω από 3.500 πουλιά γυροπετούν πάνω από το Κάστρο και τη λίμνη και κουρνιάζουν στα πλατάνια γύρω της. Τα Γιάννενα αποτελούν ένα οχυρό για τα Κιρκινέζια. Εκτός από αυτόν τον μεγάλο προμεταναστευτικό πληθυσμό που φιλοξενούν, σήμερα φωλιάζουν 50-55 ζευγάρια κυρίως στα δημόσια κτήρια του κέντρου. Βέβαια είναι λίγα μπροστά στα εκατοντάδες ζευγάρια που φώλιαζαν στο κάστρο και στα γύρω κτίρια τις προηγούμενες δεκαετίες.

Φωτογράφος: Τάσος Μπούνας 59


Φωτογράφος: Δημήτρης Βαβύλης

60


Σ

ήμερα αρκετές δράσεις έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται στην πόλη. Την άνοιξη του 2010 τοποθετήθηκαν τεχνητές φωλιές, χαρτογραφούνται θέσεις κούρνιας και τροφοληψίας ενώ τοποθετήθηκαν και 5 γεωεντοπιστές σε θηλυκά πουλιά για την μελέτη της μετανάστευσης (2). Ακόμη υπάρχουν πολλά πεδία για έρευνα αλλά και δράσεις για τη διατήρηση του τοπικά απειλούμενου πληθυσμού της Δυτικής Ελλάδας. Αλλωστε το Κιρκινέζι ήταν και είναι το σύμβολο του ιστορικού κέντρου των Ιωαννίνων!

61


Ορχιδέες του γέ

Οι καλοκαιρινές, σκιόφιλες ορ Epipactis purpurata: η αγνοούμενη

κείμενο - φωτογραφίες των Ζήση Α

Το γένος Epipactis

Ε

ίναι περιττό στα εισαγωγικά αυτής της παρουσίασης να αναφερθούν η ποικιλότητα και ο πλούτος της Ελληνικής χλωρίδας. Σημαντικό κομμάτι του βοτανικού πλούτου της χώρας μας αποτελούν οι αυτοφυείς (άγριες) ορχιδέες που αριθμούν περισσότερα από 200 taxa (είδη και υποείδη) αριθμός ασυναγώνιστος σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Η αφθονία αυτή οφείλεται σε μερικά ιδιαίτερα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά: Η Ελλάδα διαθέτει πολύπλοκο γεωγραφικό ανάγλυφο, εκτεταμένες ακτές, εναλλαγές παραθαλάσσιων βιοτόπων, πεδιάδων, οροπεδίων, φαραγγιών, βουνοκορφών με αποτέλεσμα τη δημιουργία τεράστιας ποικιλίας οικοσυστημάτων και ενδιαιτημάτων. Επιπρόσθετα, η θέση της χώρας μας, η οποία βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, είχε ως αποτέλεσμα τον εμπλουτισμό της χλωρίδας με χλωριδικά στοιχεία της Ασίας, Αφρικής και Ευρώπης.

Η

οικογένεια των Oρχιδιδών (Orchidaceae) αποτελείται από πολλά γένη. Στην Ελλάδα εμφανίζονται 18 γένη αυτοφυών ορχιδέων. Μεταξύ αυτών τα πιο ενδιαφέροντα είναι τα γένη Epipactis, Dactylorhiza και Ophrys. Τα είδη που ανήκουν στα γένη αυτά, είναι πολλά στον αριθμό και φαίνεται ότι βρίσκονται σε ενεργό φάση εξέλιξης και διαμόρφωσης των γονο- και φαινοτυπικών τους χαρακτηριστικών, με αποτέλεσμα την ιδιαίτερα μεγάλη ποικιλομορφία τους και τις ταξινομικές δυσκολίες που χαρακτηρίζουν την περιγραφή και αναγνώρισή τους.

62


ένους Epipactis

ρχιδέες των Ελληνικών δασών για 20 χρόνια ορχιδέα του Γράμμου

Αντωνόπουλου και Σπύρου Τσιφτσή

Φωτογράφος: Ζήσης Αντωνόπουλος

63


Φωτογράφος: Ζήσης Αντωνόπουλος

64


Α

κόμα και ο λιγότερο εξοικειωμένος με τις αυτοφυείς ορχιδέες ξέρει ότι οι καλύτεροι βιότοποι για να τις συναντήσει κανείς είναι οι ηλιόλουστοι και ξερικοί φρυγανότοποι, συνήθως πάνω σε ασβεστολιθικό υπόστρωμα και κυρίως στην νότια Ελλάδα και τα νησιά. Οι περισσότερες ελληνικές ορχιδέες προτιμούν ήπιους χειμώνες και δροσερή άνοιξη καθώς είναι προσαρμοσμένες στο μεσογειακό κλίμα και ανθίζουν συνήθως νωρίς, από το Μάρτιο ως το Μάιο.

Υ

πάρχει όμως ένα γένος, το γένος Epipactis, του οποίου τα είδη προτιμούν τα σκιερά και υγρά δάση και ανθίζουν μέσα στο κατακαλόκαιρο, συνήθως το μήνα Ιούλιο. Τα είδη και υποείδη του γένους Epipactis στην Ελλάδα ανερχόταν μέχρι πριν 3-4 χρόνια στα 15. Πρόσφατα, χάρη σε ανακαλύψεις κεντρο- και βορειο-ευρωπαϊκών χλωριδικών στοιχείων εντός των ελληνικών συνόρων, ο αριθμός αυτός ανήλθε στο 22. Κατανέμονται κυρίως στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα, σε σκιερά δάση οξιάς και σπανιότερα πεύκων και βελανιδιάς. Στην Πελοπόννησο υπάρχουν τεκμηριωμένα 3 είδη (E. halacsyi, E. helleborine, και E. microphylla),ενώ αδημοσίευτα στοιχεία υπάρχουν για τις E. greuteri, subclausa και exilis. Στα νησιά, συναντά κανείς Epipactis μόνο στα μεγάλα, που μπορούν να συντηρήσουν κατάλληλα ενδιαιτήματα, συγκεκριμένα στην Εύβοια, Κρήτη, Λέσβο, Χίο, Σάμο και Κω. Όπως είναι αναμενόμενο, τα περισσότερα είδη του γένους απαντώνται στα υγρά ημιορεινά και ορεινά δάση της βόρειας Ελλάδας, σε υψόμετρα πάνω από 800 μέτρα, όπου τα ενδιαιτήματα είναι κατάλληλα.

Τ

ο γένος είναι Ευρασιατικό, μονοφυλετικό με μόνο ένα είδος στην Αμερική και ένα στην Αφρική. Μετά την εποχή των τελευταίων παγετώνων, δηλαδή κατά τα τελευταία 10.000 χρόνια, εξαπλώθηκε στη μέση και βόρεια Ευρώπη και προσαρμόστηκε στα σκιερά πλατύφυλλα δάση που επικράτησαν στην ήπειρο. Η πρόσφατη εξάπλωσή του εξηγεί την μορφολογική πολυπλοκότητα των ειδών πολλά εκ των οποίων, βρισκόμενα σε ενεργό εξελικτική διεργασία, παρουσιάζουν ποικιλίες και διαφορετικές μορφές στα άνθη και βλαστικά φύλλα, με αποτέλεσμα τις δυσκολίες στην ταξινόμηση. Επιπρόσθετα, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι ερευνητές του περασμένου αιώνα είχαν το ενδιαφέρον τους στραμμένο στις παραμεσογειακές περιοχές, το γένος Epipactis μόνο τα τελευταία χρόνια μελετήθηκε συστηματικά. Ο αριθμός των νεοπεριγραφέντων ειδών αυξήθηκε κατακόρυφα και έτσι σήμερα τα Ευρωπαϊκά taxa ανέρχονται περίπου στα 60. 65


Σ

την Ελλάδα, η μελέτη, ονοματολογία και ταξινόμηση των αυτοφυών ορχιδέων ήταν για πολλά χρόνια προνόμιο ξένων ερευνητών (Nelson 1976, Gölz & Reinchard 1981, Künkele & Paysan 1981, Willing & Willing 1987, Willing & Willing 1991, Delforge 1995, Biel et al. 1998, Kretzschmar et al. 2002). Ελάχιστοι ήταν οι Έλληνες επιστήμονες που σοβαρά ασχολούνταν με το θέμα κατά τις προηγούμενες τρεις 10ετίες (Καλοπίσης 1988) και οι περισσότεροι παρουσίαζαν συνήθως μόνο πληροφορίες εξάπλωσης των ορχεοειδών, προερχόμενες από γενικότερες χλωριδικές και φυτοκοινωνιολογικές μελέτες (Ζαγγανιάρης, 1940, Βολιώτης 1976, Αθανασιάδης & Ελευθεριάδου 1989, Ελευθεριάδου 1992, Καραγιαννακίδου 1995, Αραμπατζής 2001, Τσιριπίδης 2001, Θεοδωρόπουλος & Ελευθεριάδου 2003). Ελάχιστοι εξ αυτών είχαν στραμμένη την προσοχή τους στα βουνά της κεντρικής και παραμεθόριας Ελλάδας με αποτέλεσμα το γένος Epipactis να είναι για πολλά χρόνια πλημμελώς μελετημένο.

Τ

α βουνά της βόρειας Ελλάδας μελετήθηκαν συστηματικά τα τελευταία 4 χρόνια, στα πλαίσια δύο εγχειρημάτων: της εκπόνησης ενός διδακτορικού στον τομέα Βοτανικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και την συστηματική καταγραφή και χαρτογράφηση όλων των ορχεοειδών της Ελλάδας από τους συγγραφείς, εγχείρημα που ξεκίνησε πριν χρόνια και συνεχίζει μέχρι και σήμερα. Η συστηματική αυτή μελέτη οδήγησε στην ανακάλυψη 6 κεντρο-ευρωπαϊκών taxa και ενός ανατολικο-μεσογειακού, εντός ελληνικών συνόρων, αυξάνοντας σημαντικά τον αριθμό των ελληνικών ειδών Epipactis. Στον Όρβηλο ανακαλύφθηκε η E. atrorubens ssp. spiridonovii, θεωρούμενη μέχρι πρότινος ενδημική της Βουλγαρίας (Tsiftsis 2007) και η E. distans (Tsiftsis, Antonopoulos, Kreutz 2010, αδημοσίευτα στοιχεία), στη Ροδόπη και στα Όρη Λεκάνης η E. pontica (Tsiftsis 2007), στη Λέσβο η ανατολίτικη E. persica (Tsiftsis 2010), σε αρκετά βουνά της Μακεδονίας η E. helleborine ssp. moratoria (Antonopoulos, Tsiftsis 2011), στο Φαλακρό και Γράμμο η E. leptochila ssp. neglecta (αδημοσίευτα στοιχεία) και στον Γράμμο η E. purpurata (Antonopoulos & Tsiftsis 2011, υπό δημοσίευση).

Κ

αθώς πολλά από αυτά τα δεδομένα δεν έχουν ακόμα επίσημα δημοσιευτεί και με την αφορμή της γνωριμίας με το ενδιαφέρον αυτό γένος των Oρχιδιδών θα παρουσιαστεί πιο αναλυτικά, στις παρακάτω γραμμές, η E. purpurata.

66


Φωτογράφος: Ζήσης Αντωνόπουλος

67


E. purpurata – Γενικές Πληροφορίες

Η

E. purpurata παρουσιάζει ευρεία κατανομή κυρίως στην εύκρατη κεντρική και δυτική Ευρώπη. Η κατανομή της επεκτείνεται προς νότο κυρίως στην Ιταλική χερσόνησο, ανατολικά στην Κριμαία και δυτικά στα Πυρηναία, ενώ η εξάπλωσή της στα Βαλκάνια περιορίζεται κυρίως στα βόρεια (Ρουμανία, Ουγγαρία και ελάχιστες θέσεις σε Κροατία, Σερβία και Βουλγαρία).

H

Ε. purpurata είναι ένα πολυετές φυτό, με ύψος 20-50 (-70) cm. Τα φυτά έχουν την χαρακτηριστική τάση να σχηματίζουν μπουκέτα αποτελούμενα από πολλούς βλαστούς, συνήθως 3-8. Ο βλαστός είναι παχύς με πράσινο ή και συχνά ιώδη χρωματισμό, καλυμμένος με κοντές τρίχες και τα βασικά φύλλα είναι σχετικά μεγάλα, χαρακτηριστικά βιολετί και σπειροειδώς διατασσόμενα πάνω στον βλαστό. Η ταξιανθία είναι πυκνή με πολλά άνθη (25-50) και αρκετές φορές μονόπλευρη. Τα βράκτια είναι οξύληκτα και τα κατώτερα ως και 2 φορές μεγαλύτερα από τα άνθη. Η ωοθήκη είναι πρασινωπή – ιώδης με μικρές τρίχες.

68


Τα σέπαλα και πέταλα είναι από μέσα πρασινωπά και από έξω μερικές φορές ιώδη. Το υποχείλιο είναι ευρύ, με υπόλευκο χρωματισμό και η ένωσή του με το επιχείλιο είναι αρκετά φαρδιά. Το επιχείλιο είναι καρδιόσχημο, κυρτό προς τα κάτω με δύο αρκετά τονισμένα εξογκώματα στη βάση τα οποία έχουν ρηχότερες αυλακώσεις.

Η

Ε. purpurata προτιμά σκιερά μέρη με μέτρια υγρασία, πάνω σε νωπά, πλούσια σε ασβέστιο, εδάφη. Συνήθως φυτρώνει στην σκιά πλατύφυλλων δασών, σε οξιές και σπανιότερα βελανιδιές και ακόμα σπανιότερα σε κωνοφόρα δάση. Στην Ευρώπη φύεται από χαμηλά υψόμετρα μέχρι τα 1.500μ. Είναι αλλόγαμη ορχιδέα δηλαδή προσελκύει έντομα επικονιαστές κυρίως διάφορα είδη σφηκών. Μερικά φυτά, ιδίως αυτά που αναπτύσσονται σε πολύ σκιερά μέρη, περιέχουν στις ρίζες τους συμβιωτικούς μύκητες (mycorrhizal fungi) και πολύ σποραδικά άτομα δεν διαθέτουν χλωροφύλλη και εμφανίζουν εντελώς ρόδινη απόχρωση στα φύλλα και βλαστό (var. rosea).

Φωτογράφος: Ζήσης Αντωνόπουλος

69


Φωτογράφος: Σπύρος Τσιφτσής


Ο

χρόνος άνθησης στην κεντρική Ευρώπη κυμαίνεται από τα μέσα-τέλη Ιουλίου μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, συνήθως λίγο αργότερα από τις συντοπικές E. helleborine.

E. purpurata στην Ελλάδα

Ο

ι αναφορές για την Ελλάδα είναι ελάχιστες, παλιές, μη τεκμηριωμένες και πιθανά αφορούν λανθασμένες αναγνωρίσεις E. subclausa ή E. halascyi, ειδών με εξάπλωση στην Πίνδο και Πελοπόννησο που μοιάζουν με την E. purpurata ιδίως σε φάσεις πριν την ανθοφορία, λόγω τους ιώδους βλαστού τους. Έτσι ενώ οι Baumann και συν. (2006) περιλαμβάνουν και την Ελλάδα στον οδηγό τους, ο Delforge (2006) δεν την περιλαμβάνει στις χώρες που το είδος αυτό κατανέμεται.

Τ

ο 1992, σχεδόν 20 χρόνια πριν, ο Dr. Horst Kretzschmar, κατά την διάρκεια εξόρμησης στη βόρεια Πίνδο, ανακάλυψε πληθυσμό 200 φυτών σε μια μεμονωμένη θέση του Γράμμου, κοντά στα Ελληνοαλβανικά σύνορα. Τα φυτά ταυτοποιήθηκαν από τον ίδιο ως E. purpurata χωρίς να παραθέσει φωτογραφικό υλικό, ή να δημοσιεύσει ποτέ την ανακάλυψη. Στα τέλη Ιουλίου του 2010, περίπου στο σημείο που υπέδειξε ο Kretzschmar, βρέθηκαν ξανά περί τα 50 φυτά, στην πλειονότητά τους πριν την άνθηση, επιβεβαιώνοντας την ύπαρξη και σταθερότητα, στην διάρκεια των 20 ετών, της εν λόγω αποικίας στη μοναδική αυτή θέση εντός της ελληνικής επικράτειας.

Α

κολούθησαν ακόμα 2 ταξίδια με σκοπό την καλύτερη μελέτη και καταγραφή στις 1 Αυγούστου 2010 και 31 Ιουλίου 2011. Στις δύο επισκέψεις του 2010 διαπιστώθηκε ότι τα περισσότερα φυτά αναπτυσσόταν σε βόρειας έκθεσης πλαγιά στα 1.300 μέτρα με μικτό δάσος μαύρης πεύκης (Pinus nigra) και οξιάς (Fagus sylvatica). Παραδόξως, πολλά άτομα βρέθηκαν στον υποόροφο πεύκων, ανάμεσα σε φτέρες και σε σερπεντινικό υπόστρωμα, σε αντίθεση με τα συνήθη ενδιαιτήματα της E. purpurata στην κεντρική Ευρώπη (οξιά). Στις εξορμήσεις αυτές το 90% των φυτών δεν διέθετε ακόμα ανοιχτά άνθη, γεγονός που οριοθετεί την εποχή άνθησης των ελληνικών E.purpurata στο πρώτο 15θη71


μερο του Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας επίσκεψης του 2011, πέντε ακόμα θέσεις ανακαλύφθηκαν με υψομετρική διακύμανση μεταξύ 1.200-1.460, δύο εξ αυτών σε μικτό δάσος Pinus nigra, Abies x borisii-regis (υβριδογενής ελάτη) και Fagus sylvatica και τρεις σε σκιερά δάση οξιάς (Fagus sylvatica). Επίσης, ανακαλύφθηκαν τουλάχιστον 4 υβρίδια Ε. helleborine x E. purpurata. Η περαιτέρω ανακάλυψη ακόμα 5 θέσεων στην ευρύτερη περιοχή αποδεικνύει ότι η ύπαρξη της Ε. purpurata είναι καλά εδραιωμένη, τουλάχιστον στις πλαγιές των ορεινών όγκων βορειοανατολικά της κορυφής του Γράμμου.

Τ

α φυτά του Γράμμου σχηματίζουν συμπλέγματα με 2 ως 5 και σπανιότερα ως 8 βλαστούς, παρατήρηση συμβατή με άλλες περιοχές της Ευρώπης, χωρίς τα μεμονωμένα άτομα να είναι σπάνια. Στις θέσεις του Γράμμου που παρατηρήθηκαν E. purpurata βρέθηκαν επίσης E. helleborine, Ε. exilis, Ε. microphylla, Dactylorhiza saccifera και Epipogium aphyllum.

Η

ανακάλυψη μιας κεντρο-ευρωπαϊκής δασόφιλης ορχιδέας σε ένα ελληνικό μεθόριο βουνό δείχνει την τεράστια ποικιλομορφία της ελληνικής φύσης και τονίζει την αξία της. Είναι εντυπωσιακό ότι η E. purpurata, μέχρι πρότινος, είχε καταγραφεί σε μία μόνο θέση στην κεντρική Σερβία και μια στη δυτική Βουλγαρία, σημεία που απέχουν πάνω από 300 χιλιόμετρα από την μοναδική τοποθεσία του Γράμμου. Δείχνει επίσης τη μικρή σημασία που δίνουμε σε θησαυρούς που διαθέτει η πατρίδα μας, όπως πολλά βουνά των συνόρων τα οποία δεν έχουν ακόμα μελετηθεί επαρκώς. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει συστηματική καταγραφή των ορχιδέων στον Γράμμο, παρόλο που φαίνεται ότι το βουνό είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε μέλη της οικογένειας αυτής. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι στο μέλλον θα ανακαλυφτούν και άλλα νέα, «βόρεια» είδη εντός συνόρων. Η έλλειψη συστηματικής μελέτης και η ύπαρξη πολλών κατάλληλων ενδιαιτημάτων στα Μακεδονικά βουνά κάνει μια τέτοια αναζήτηση ακόμα πιο συναρπαστική. Αρκεί να διατηρήσουμε τα βουνά αυτά ανέπαφα από φωτιές, αλόγιστη ξύλευση, διανοίξεις δρόμων και άλλου είδους παρόμοιες επιζήμιες επιδράσεις για τα ορχεοειδή.

Για πληροφορίες σχετικά με τις ορχιδέες της Ελλάδας, πατήστε εδώ για να επισκεφτείτε την ιιστοσελίδα του Ζήση Αντωνόπουλου “Ορχιδέες της Ελλάδας” 72


Φωτογράφος: Ζήσης Αντωνόπουλος

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ANTONOPOULOS, Z., BERGFELD, D., TSIFTSIS, S. (2011) Epipactis helleborine subsp. moratoria Riech. & Zirnsack, a new subspecies for the flora of Greece. J. Eur. Orch. 43 (1): 85 – 98. BAUMANN, H., KÜNKELE, S. & R. LORENZ (2006): Die Orchideen Europas mit angrenzenden Gebieten. Ulmer Verlag, Stuttgart. DELFORGE, P. (2006): Orchids of Europe, north Africa and the Middle East, 3rd edn. A and C Black Publishers Ltd, London. DJORDJEVIC, V., TOMOVIC, G., LAKUSIC, D (2010). Epipactis purpurata sm. Orchidaceae) – a new species in the flora of Serbia. Arch. Biol. Sci., Belgrade, 62 (4), 1175-1179 EFIMOV, P. (2008) Notes on Epipactis condensata, E. rechingeri and E. purpurata (Orchidaceae) in the Caucasus and Crimea. Willdenowia, 38, 71-80 PETROVA, A.S., VENKOVA, D.Y. (2008) Epipactis exilis and E. greuteri (Orchidaceae) in the Bulgarian flora. Phytol. Balcan, 14 (1), 69-73 TSIFTSIS, S., KARAGIANNAKIDOU, V. & I. TSIRIPIDIS (2007): The orchid flora of East Macedonia (NE Greece). J. Eur. Orch. 39(3/4): 489-526. TSIFTSIS, S. (2009): The orchids (Orchidaceae) of E. Macedonia: distribution,ecology and high conservation value areas. PhD Thesis, Aristotle University of Thessaloniki (in Greek with English summary). TSIFTSIS, S. (2010) Epipactis persica subsp. persica (Orchidaceae), a new taxon for the flora of Greece. J. Eur. Orch. 42 (3/4) :477 – 486 VAKHRAMEEVA, M.G., TATARENKO, I.V., VARLYGINA, T.I., TOROSYAN, G.K. & M.N. ZAGULSKII (2008): Orchids of Russia and adjacent countries (within the borders of the former USSR). A.R.G. Gantner Verlag, Ruggell / Liechtenstein.

73


ΖΑΖΑΡΗ μια λίμνη με βιομηχανικό φόντο κείμενο- φωτογραφίες του Μιχάλη Κωστάκη

Η

λίμνη Ζάζαρη βρίσκεται στην ΒΔ Ελλάδα, λίγο βορειότερα της Πτολεμαίδας, μια από τις πιο επιβαρυμένες βιομηχανικά περιοχές της Ελλάδας. Αυτή η εγγύτητα ωστόσο δεν φαίνεται να επηρεάζει την πλούσια βιοποικιλότητα της λίμνης & της γύρω περιοχής.

74


75



Η

λίμνη μοιάζει σαν μικρογραφία της Κερκίνης που εκτός των άλλων πρακτικά σημαίνει ότι δίνει πολλές φωτογραφικές ευκαιρίες. Υπάρχει ένας χωματόδρομος που διασχίζει σχεδόν όλη την λίμνη περιφερειακά & μπορεί προσφέρει πολύ κοντινές παρατηρήσεις ερωδιών & καλαμοπουλιών. Ειδικά τα διάφορα καλαμοπούλια ήταν απρόσμενα θαρραλέα παρ ‘όλο που η επίσκεψή μου έγινε αρχές Αυγούστου, μια από τις χειρότερες εποχές του χρόνου για παρατήρηση της άγριας ζωής γενικότερα. Μια εξήγηση ήταν το πλήθος των νεαρών ατόμων που η περιέργεια τους τα ωθούσε σε «θρασύτατη» συμπεριφορά. Ψευταηδόνια (Cettia cetti), Σχοινοποταμίδες ( Acrocephalus schoenobaenus), Καλαμοποταμίδες (Acrocephalus scirpaceus) & Τσιχλοποταμίδες (Acrocephalus arundinaceus) είχαν συχνή παρουσία.

Α

ντί να κρύβονται στα καλάμια, συχνά πόζαραν για λίγο σε εκτεθειμένα σημεία.

77


Π

ορφυροτσικνιάς (Ardea purpurea)



Π

ορφυροτσικνιάδες, Σταχτοτσικνιάδες (Ardea cinerea), Νυχτοκόρακες (Nycticorax nycticorax) & Λευκοτσικνιάδες (Egretta garzetta) ήταν συχνές παρατηρήσεις & είδη χελιδονιών πέταγαν σε μεγάλους πληθυσμούς πάνω & γύρω από την λίμνη, συχνά δε προσγειώνονταν σε αυτή «ξυρίζοντας» την επιφάνεια για να πιούν νερό. Τέτοιο πληθυσμό από Οχθοχελίδονα (Riparia riparia) δεν έχω ξαναδεί πουθενά μέχρι τώρα.

80


81


Σ

την νότια όχθη της λίμνης βρίσκεται ένα μικρό χωριό το Λιμνοχώρι, από το οποίο είχα καλές κοντινές παρατηρήσεις από Ποταμογλάρονα (Sterna hirundo) σε δράση. Κάποτε εμφανίζονταν & 1-2 Μαυρογλάρονα (Chlidonias niger).

82


83


Ο

πιο εντυπωσιακός βιότοπος ωστόσο αυτή την εποχή ήταν κυρίως τα δρυόδαση γύρω από τη λίμνη & κυρίως στην ήσυχη δυτική, βορειοδυτική πλευρά της. Παρατήρησα διάφορα, όχι ιδιαίτερα, κοινά είδη στρουθιόμορφων αλλά & Δρυοκολάπτες – προσωπική προτίμηση – όπως Πράσινο (Picus viridis) & Μεσαίο (Dendrocopos medius )

84


Ε

κεί είναι καλό σημείο & για αρπακτικά με πιο ιδιαίτερα το Σαίνι (Accipiter brevipes), που είναι αρκετά κοινό καθώς αναπαράγεται, τον Κραυγαετό (Aquilla pomarina) & τον Σφηκιάρη (Pernis apivorous). 85


Σ

τέκομαι & περιμένω υπομονετικά μέσα στο αυτοκίνητο για πάνω από 45 λεπτά σε ένα συγκεκριμένο σημείο κοντά σε βελανιδιές. Η υπομονή μου ανταμείβεται, σταδιακά καθώς διάφορα μικρόπουλα ξεθαρρεύουν & πλησιάζουν & η κορύφωση έρχεται με δύο Συκοφάγους που ξαφνικά προσγειώνονται στην κοντινότερη βελανιδιά. Έτσι για πρώτη φορά στην ζωή μου καταφέρνω αξιοπρεπείς φωτό αυτού του πολύ ντροπαλού είδους που εύκολα ακούγεται, δύσκολα παρατηρείται & ακόμη δυσκολότερα πλησιάζεται ή πλησιάζει.

86


Σ

την ίδια περιοχή & αφού έπεσε το σκοτάδι, κατάφερα να πάρω αξιοπρεπείς φωτό Γιδοβυζάχτρας (Caprimulgus europaeus), με την βοήθεια των φαναριών του αυτοκινήτου & του καθρέφτη σαν υποκατάστατο τριποδιού. Οι Γιδοβυζάχτρες παραμονεύουν για έντομα & κάποιες φορές κάθονται ακόμη & στην μέση του δρόμου.

87


88


Π

αρ ‘όλο που τα πουλιά είναι πάντα στο κέντρο του ενδιαφέροντός μου, με τίποτα δεν παρακάμπτω άλλες συναντήσεις με την άγρια ζωή. Όλες οι παρατηρήσεις – φωτό θηλαστικών είναι πολύτιμες καθώς τα περισσότερα είναι είτε νυχτόβια, είτε πολύ κρυπτικά, είτε & τα δύο. Η νυφίτσα (Mustela nivalis) αυτή μου έδωσε μια στιγμιαία ευκαιρία, στην προσπάθειά της να εποπτεύσει τον χώρο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η

Ζάζαρη είναι μικρή λίμνη της βόρειας Ελλάδας που βρίσκεται στα νότια του νομού Φλώρινας, στους πρόποδες του όρους Βέρνο. Είναι μία από τις λίμνες της υδρολογικής λεκάνης που σχηματίζεται ανάμεσα στα όρη Βέρνο, Βόρας, Άσκιο και Βέρμιο και που περιλαμβάνει ακόμα τις λίμνες Βεγορίτιδα, Πετρών και Χειμαδίτιδα.

Η

Ζάζαρη έχει έκταση περίπου 2 Km2 και βρίσκεται σε υψόμετρο 602 μέτρων. Το μέσο βάθος της είναι 4,6 μέτρα.[1] Τροφοδοτείται από το μικρό ποτάμι του Σκλήθρου που πηγάζει από το Βέρνο και αυτή με την σειρά της τροφοδοτεί την γειτονική της λίμνη Χειμαδίτιδα. Η Ζάζαρη και η γειτονική της Χειμαδίτιδα ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000 με τον κωδικό GR 1340005.

89


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ COMPACT U

επίδειξη δυνατοτήτ κείμενο- φωτογραφίες

90


ΠΟΥΛΙΑ ΜΕ ΚΑΜΕΡΑ LTRA-ZOOM

των και αδυναμιών του Νίκου Σαμαριτάκη

91


Η

ενασχόληση με τη φωτογραφία - για τους περισσότερους - ξεκινά όταν από τον θαυμασμό της ομορφιάς του κόσμου γεννάται η ανάγκη καταγραφής, αποτύπωσης και αποθήκευσης της ομορφιάς αυτής. Εγώ ανακάλυψα την ομορφιά στον πλούτο του φυσικού κόσμου, στη βιοποικιλότητα των ζωντανών οργανισμών και κυρίως στα πουλιά.

Τ

ο ερώτημα που αντιμετώπισα – όπως και οι περισσότεροι που επιθυμούν να ασχοληθούν με τη φωτογραφία – ήταν τι φωτογραφική μηχανή να αγοράσω. Έχοντας πρώτα αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με τη φωτογραφία φύσης, σύντομα κατέληξα σε μια φτηνή compact ultra-zoom κάμερα. Με αυτόν τον τρόπο επέλεξα να ανακαλύψω ταυτόχρονα τις δικές μου ικανότητες όσο και τις δυνατότητες της αγοράς που είχα κάνει. ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΝ ΚΑΙ ΠΛΗΝ ΤΩΝ COMPACT ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΩΝ +

-

Τιμή

Ταχύτητα

Μέγεθος

Επιδόσεις σε δύσκολες συνθήκες (σκηνές δράσης, λιγοστό φώς κτλ)

Βάρος Βάθος πεδίου Πολλαπλές Λειτουργίες (macro, τοπίο κτλ) Εξέλιξη μοντέλων (περισσότερα megapixels και zoom)

Τ

ον αρχικό ενθουσιασμό για τις πρώτες λήψεις διαδέχθηκε ένας έντονος προβληματισμός καθώς αναπόφευκτα έκανα τις συγκρίσεις με φωτογραφίες επαγγελματιών. Αποφάσισα όμως να δώσω λίγο ακόμα χρόνο στην compact και να μην καταφύγω πρόωρα στη λύση μιας ακριβής DSLR, αντισταθμίζοντας τον φτωχό εξοπλισμό που διέθετα με την προσπάθεια να τελειοποιήσω τους άλλους παράγοντες που συντελούν στην λήψη μιας καλής φωτογραφίας. 92



94


Υ Ό

πομονή, επιμονή, λίγο διάβασμα, συχνότερες εξορμήσεις στη φύση, πειραματισμός με τις λειτουργίες της κάμερας και «προπόνηση» με τα πιο κοινά πουλιά όπως οι γλάροι και τα περιστέρια σύντομα έφεραν αξιοθαύμαστα αποτελέσματα.

λες οι φωτογραφίες του άρθρου τραβήχτηκαν με μια compact ultra-zoom 26Χ κάμερα των 300€. Η επεξεργασία περιορίστηκε σε μικρές προσαρμογές σε αντίθεση, κορεσμό, φωτεινότητα και περικοπή. Φωτογραφίες με αντίθετο ή λιγοστό φωτισμό επεξεργάστηκαν ώστε να τονιστεί το πουλί θυσιάζοντας παράλληλα τον ουρανό, ενώ σε άλλες περιπτώσεις έγινε το αντίθετο (εφέ «δειλινού»). Η φωτογράφιση λευκών πουλιών, λουσμένων από το μεσημεριανό φως στάθηκε δυνατή με την εναλλαγή της ρύθμισης εστίασης από κεντροβαρή φωτομέτρηση σε φωτομέτρηση σημείου.

95


Ο

ι περισσότερες φωτογραφίες πουλιών σε πτήση τραβήχτηκαν με ρύθμιση AUTO και με την λιγότερο ή περισσότερο συχνή χρήση της τεχνικής του ‘panning’ και σχεδόν όλες κάνοντας πλήρη ανάπτυξη του zoom (συντελώντας σε λιγότερο crop αλλά και ‘μάχη’ να μείνει το πουλί στο κάδρο). Αντίθετα, χρησιμοποίησα τη ρύθμιση «εστίασης σημείου» για πουλιά στο έδαφος, σε δέντρα ή καλάμια για απόλυτο έλεγχο επί της εστίασης. (Σημείωση: προσωπικά προτιμώ να κοιτάω από την οθόνη LCD παρά από το σκόπευτρο για να μην περιορίζω την περιφερειακή μου όραση και να μη χάνω πιθανή «δράση» παραδίπλα μου).


Α

ν και γενικά είμαι ικανοποιημένος (και σε κάποιες περιπτώσεις ίσως και ενθουσιασμένος) με τα έως σήμερα αποτελέσματα, υπήρξαν και πολλές στιγμές που θα ήθελα η κάμερα στα χέρια μου να ήταν DSLR. Για παράδειγμα, μόνο να φανταστώ μπορώ για το πώς θα ήταν οι φωτογραφίες του πετρίτη (falco peregrinus) στο παρόν άρθρο, αν η compact είχε τις δυνατότητες μιας DSLR.



Τ Σ

ελικά το δίλημμα compact ή DSLR μου θυμίζει πολύ το αντίστοιχο δίλημμα «ποδήλατο ή μοτοσικλέτα». Πιθανότατα και τα δύο θα σε πάνε εκεί που θέλεις, απλά εσύ πρέπει να διαλέξεις αν επιθυμείς να πας γρήγορα, ξεκούραστα ή φτηνά… ε κάθε περίπτωση νομίζω ότι είναι ευρέως αποδεκτό πως οι compact ultrazoom φωτογραφικές μηχανές ενδείκνυνται για χρήση από αρχάριους φωτογράφους (εκτός πάλι αν κάποιοι δεν υπολογίζουν το κόστος που συνοδεύει μια αντίθετη επιλογή ή απλά είναι εραστές της φωτογραφικής τελειότητας) και αποτελούν ένα καλό τεστ που θα δείξει αν αξίζει η μετάβαση σε μια DSLR. Εγώ πάντως θα περιμένω το ενδεχόμενο το χόμπι μου να με αποζημιώνει χρηματικά, πριν ξοδέψω μερικές χιλιάδες ευρώ για αγορά επαγγελματικού εξοπλισμού.

99


Σ

κοπός του άρθρου είναι να προσελκύσει περισσότερους νέους στο χώρο της φωτογραφίας φύσης, καταδεικνύοντας ότι το αισθητικό αποτέλεσμα μιας εικόνας δεν είναι ταυτόσημο με την επένδυση υψηλού χρηματικού ποσού για την αγορά ακριβού εξοπλισμού… αλλά ίσως και σε εκείνους που ενώ διαθέτουν τον βέλτιστο εξοπλισμό, εν τούτοις δεν φτάνουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα…

100


ΓΙΑ ΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΠΛΑΙΣΙΩΝΟΥΝ ΤΟ ΑΡΘΡΟ & ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ στο: http://www.flickr.com/photos/samaritakis

101



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.