16 minute read

Σχόλια

Με το πρώτο φως της ημέρας, πετάχτηκα στο μπαλκόνι! Λες και βρισκόμουν σε κάποιο από εκείνα τα ορεινά “Καστέλο” στην Γαλικία και όχι στην Καστέλα, στο παραλιακό μέτωπο του Πειραιά. Πριν προλάβω να κλείσω την μπαλκονόπορτα, γιατί έβαζε το κρύο τη αρκούδας, άκουσα κάτω στο δρόμο, φωνές.

Η εγγονή μας και ο γιος μας, είχαν κατέβει και έστηναν ήδη τον χιονάνθρωπό τους. Και η σκυλίτσα τους, η Μπαμπλ, κυλιόταν στο χιόνι και γρύλιζε από ευχαρίστηση.

Advertisement

Πρέπει να ομολογήσω ότι τα τελευταία πενήντα χρόνια τόσο χιόνι στον Πειραιά δεν ξαναείδα. Θυμάμαι και κάποιες άλλες φορές, αλλά τόσο πολύ και τόσο πυκνό χιόνι όπως αυτό που μας έφερε από την Κολχίδα η “Μήδεια”, δεν έχω δει στην πόλη μας.

“Μπορεί να μην σε πήγα εφέτος στο Γκστάαντ ούτε στο Σαμονί και την Κουρσεβέλ, αλλά χιόνι σου έφερα!” είπα στο γιο μας, που απάντησε αμέσως στο ίδιο μοτίβο.

“Καλά, πήγαινε να ξεπαγώσεις την πισίνα και το τζακούζι κι ύστερα έλα να πάρεις το πρωινό σου στο σαλέ!” μου είπε, τινάζοντας τα λουλούδια στην αυλή ...

Βγήκαμε για λίγο με τη μικρή στο δρόμο, αλλά έπρεπε να γυρίσει στο γραφείο της γιατί είχαν κανονικά μάθημα “εξ αποστάσεως”. Φυσικά, αν δεν βρισκόμασταν σε “καραντίνα” δεν επρόκειτο να κάνουν μάθημα, αλλά τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει.

Η μικρή μπήκε στο γραφείο και φόρεσε τα ακουστικά της ψιθυρίζοντας κάποια παιδικά “γαλλικά”. Δικαιολογημένος ο εκνευρισμός. Αυτή τη μέρα, έπρεπε να αφήσουν τα παιδιά να χαρούν το χιόνι!

Έριξα μια ματιά στο δρόμο. Εικόνα ειδυλλιακή! Το χιόνι σκεπάζει τα πάντα! “Ως σινδόνη καθαρά η χιών, εκάλυψεν πάσας τας ασχημίας” έγραφαν οι παλαιότεροι χρονογράφοι.

Σήμερα δεν μπορεί να τις καλύψει όλες, αλλά τις πιο πολλές, τις καθάρισε! Και βέβαια, μια περιοχή που δεν έχει μάθει στο χιόνι, είναι φυσικό να μην γνωρίζει πώς να το αντιμετωπίζει. Έτσι, βρεθήκαμε, οι Πειραιώτες, χωρίς τον προσφιλή μας “Ηλεκτρικό”, καθώς δεν είχαν καθαριστεί οι γραμμές.

“Πάγωσαν” και τα λεωφορεία κι έμεινε ο κόσμος αμανάτι στις στάσεις! Μας αιφνιδίασε -κι ας μας είχε προειδοποιήσει- η “Μήδεια”. Κι όποιος πει ότι δεν υπάρχει “κλιματική αλλαγή” ας εξηγήσει πώς χθες στην βόρεια Αγγλία είχανε λιακάδα κι εμείς ήμασταν αποκλεισμένοι στο όρος... Προφήτης Ηλίας!

Γύρω στη μία το μεσημέρι, πήρε να χιονίζει πολύ πυκνά. Η μικρή έκανε τα μαθήματά της στην οθόνη και στη χύτρα έβραζε τραχανάς ξυνός, χωριάτικος, με κομμάτια μανιάτικο σύγκλινο και τυρί φέτα. Είχαμε και αλίπαστα και κρεμμύδι “στουμπιστό” στην πετσέτα! Ευχαριστούμε “Μήδεια”. Νιώσαμε διαφορετικά...

Δ.Κ

Ναι, είμαστε η χώρα της υπερβολής. Ναι, για όλα μας φταίνε οι άλλοι, οι γύρω, οι προηγούμενοι, ο απέναντι, ο δήμαρχος, ο νομάρχης, ο πρωθυπουργός, ο βασιλιάς, ο Θεός. Ποτέ εμείς οι ίδιοι!

Ναι, είμαστε οι πολίτες που θέλουμε ο καθένας από έναν αστυφύλακα έξω από την πόρτα του, ο καθένας από έναν υπάλληλο του Δήμου με μια ομπρέλα όταν βρέχει, από ένα εκχιονιστικό στο δρόμο μας όταν χιονίσει κι από ένα ασθενοφόρο στη γειτονιά μας στον καύσωνα.

Ναι, είμαστε οι πολίτες που τη μια μέρα αποθεώνουμε εκείνον που εκλέγουμε και σε μια εβδομάδα του ρίχνουμε τα φάσκελα με το τσουβάλι. Αλλά, αυτοί είμαστε!

Και από αυτούς, από εμάς δηλαδή, στελεχώνονται τα κόμματα, οι κυβερνήσεις, οι δημόσιες υπηρεσίες. Από εμάς, οι οποίοι μεταφέρουμε όλα τα προαναφερθέντα στην κάθε θέση στην οποία θα βρεθούμε.

Εμείς είμαστε εκείνοι που λέμε “άστο για αύριο”, ή “έλα μωρέ που θα χαλάσουμε λεφτά για τυχόν επιδρομή χιονιά, όταν έχουμε στην Αττική χιόνι κάθε τρία τέρμινα!”.

Εμείς είμαστε εκείνοι που λέμε “έλα μωρέ, άστον να χτίσει στο δάσος. Εκατόν πενήντα οικογένειες φέρνει στις εκλογές !” ή “τί το θες το κλάδεμα των δέντρων; Μήπως πρόκειται να ρίξει χιόνι σαν τον Καναδά που σπάνε τα έλατα;”...

Εμείς είμαστε εκείνοι που ρίχνουμε ο ένας την ευθύνη στον άλλον και γυρνάμε πλευρό στο κρεβάτι λέγοντας “α, δεν είναι δική μου αρμοδιότητα”...

Πριν κάποια χρόνια, ό,τι λεφτά είχε μαζέψει ένας φίλος και με κάτι των γονιών του, αγόρασε ένα ωραίο παλαιό σπίτι στην Καστέλα. Κι ενώ είχαν αρχίσει εργασίες, γίνεται ο μεγάλος σεισμός της Πάρνηθας και το σπίτι βγαίνει “κατακόκκινο” και “κατεδαφιστέο”. Και τραβιέται μήνες από υπηρεσία σε υπηρεσία προκειμένου να το κατεδαφίσουν για να προχωρήσει στο χτίσιμο, καθώς μένουν στο νοίκι και οι διπλανοί παραπονούνται δικαίως ότι “θα πέσει το σπίτι και θα τους πλακώσει”.

Και τον πάνε οι “αρμόδιοι” από μήνα σε μήνα και περνάει ο καιρός και πληρώνει ακριβά ενοίκια. Και τηλεφωνεί σε έναν φίλο εργολάβο, τον παρακαλεί και το κάνει “αλοιφή” σε δυο μέρες! Ακόμη θα περίμενε να βρουν “ποιανού αρμοδιότητα είναι”! Τα πάντα είναι θέμα προσώπων και επιλογών. Και χρειάζονται αποφάσεις! Κι όταν κάτι πρέπει να γίνει, δεν ψάχνεις για αρμοδιότητες, αλλά ενεργείς!

Άκουγα τον περιφερειάρχη να λέει ότι για όλα φταίει ο ΔΕΔΗΕ και ότι για να κόψεις τα κλαδιά που ακουμπούν σε καλώδια πρέπει να πάρεις το Δασαρχείο και μετά να το κάνει (όταν μπορέσει) ο ΔΕΔΗΕ. Αηδίες! Κανείς δεν θα σου πει “γιατί το έκανες” αν κάνεις το σωστό. (Όχι πάντα, για να λέμε την αλήθεια)...

Δ.Κ

Τα μέσα, ο Καραμανλής και ο Χο-Τχι-Μινχ Μην τρελαθούμε κιόλας!

Είναι εύκολο να κάνεις κριτική. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, που ο κρατικός μηχανισμός ήταν και είναι για γέλια, η κριτική και η απαξίωση της κάθε κυβερνήσεως είναι πανεύκολη, αλλά δύσκολα αποφεύγεται...

Αυτές τις μέρες, με τη “Μήδεια” που διήρκεσε μόλις δυο ημέρες, μίλησα με φίλους στο εξωτερικό. Ο πρώτος, από την Ρωσία: “Νιός ήμουν και γέρασα. Τριάντα χρόνια πριν είχαμε στην Ελλάδα παρόμοια κακοκαιρία και πάλι διακοπές. Το ξαναλέω: το πρόβλημα δεν είναι οι κυβερνήσεις, το πρόβλημα είναι ο πεπαλαιωμένος κρατικός μηχανισμός, που μαζεύει λογιών χαραμοφάηδες να διοικούν, ανθρώπους που είτε βρίσκονται σε καθεστώς μόνιμης εργασιακής ασυλίας (βαθύ δημόσιο) είτε σε καθεστώς σύμβασης αορίστου (με ανούσιο μέλλον). Αυτός ο κρατικός μηχανισμός (που ουσιαστικά κυβερνά αυτό που ονομάζουμε χώρα), θα καταρρεύσει μόνον όταν καταρρεύσει το κράτος. Παρ’ ελπίδα, αφού ξεπουλήθηκε η κρατική περιουσία για πινάκιο φακής, πίστευα πως δια της επαγωγής, θα άρχιζε να αλλάζει τουλάχιστον η νοοτροπία των στελεχών διοίκησης. Φευ! Καμία αλλαγή. Πάντα φταίνε οι άλλοι, οι προηγούμενοι, οι αλαργινοί, οι γείτονες και οι ξένοι.

Δε μου πέφτει και λόγος στην τελική, καθώς δεν ζω εκεί και δεν συνεισφέρω με το να πληρώνω φόρους, αλλά η κατάσταση είναι απλά τραγική, αρκούντως ιδιωτική, με έναν μοναδικό παγκόσμια κρατικό μηχανισμό, που ομοιάζει στον σοβιετικό, μόνο στα άσχημά του, στην αδιαφορία δηλαδή, την τεμπελιά που πηγάζει από τη σιγουριά της σταθερής πληρωμένης εργασίας, και του ατιμώρητου που επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα. Μέχρι και το Βιετνάμ είναι πιο σύγχρονο πλέον. Και ο Χο-τσι- μινχ θα γελάει εκεί στην κόλαση”...

Η άλλη φίλη, από το Μόντρεαλ: “Τρεις χιλιάδες υπάλληλοι με 2.200 οχήματα και τεράστια εμπειρία δεν σώζουν το Μόντρεαλ από αντίστοιχες καταστάσεις. Αν πέσει ένα δέντρο σε κολώνα δεν φταίει ούτε η κυβέρνηση ούτε η δήμαρχος. Φταίνε οι φυσικές συνθήκες. Χρειάζεται χρόνος για να επέμβει το συνεργείο, να φτάσουν δηλαδή στο σημείο, να εντοπίσουν τη ζημιά, να επιδιορθώσουν. Σήμερα, οι μισοί μοντραλέζοι δεν έχουν ίντερνετ και την προηγούμενη εβδομάδα δεν είχαν οι άλλοι μισοί καθώς έγιναν ζημιές στα δυο μεγάλα δίκτυα”. Και παραπέμπει σε πρόσφατο δημοσίευμα του Guardian που αναφέρει: “Εκατομμύρια χωρίς ρεύμα και εικοσιένας νεκροί από τον δριμύτατο χειμώνα που σαρώνει τις ΗΠΑ”...

Και οι δυο καλά τα είπαν. Ναι, το κράτος μας διαθέτει και πεπαλαιωμένο μηχανισμό και μια απέραντη σοβιετική γραφειοκρατία. Ναι, συμβαίνουν και αλλού αυτά, αλλά εδώ μιλάμε για ΜΙΑΣ ΗΜΕΡΑΣ χιονόπτωση. Δυστυχώς, το “επιτελικό κράτος” δεν το έχουμε ακόμη δει. Ελπίζουμε να το δούμε σύντομα, πριν είναι αργά για όλους.

Και καλά θα κάνουν οι αρμόδιοι για την Πολιτική Προστασία να λένε λίγα και να αποφεύγουν εκείνο το τροπάριο που λέει “Δεν είναι τώρα ώρα για κριτική”. Οι πρόγονοί μας έλεγαν “Των φρονίμων, ολίγα”...

Το 1975, σε μια σύναξη της ΟΝΝΕΔ, στο ξενοδοχείο “Σεμίραμις”, μίλησε στους νέους ο Κωσταντίνος Καραμανλής, για τις δομές του κράτους. Κάποια στιγμή, ο Διονύσης Μπεχράκης -αν θυμάμαι καλά- ζήτησε τον λόγο και είπε ότι “Δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα”.

Ο Καραμανλής, γύρισε προς το μέρος του, τον κοίταξε και είπε: “Οι έξυπνοι άνθρωποι, με λίγα μέσα, κάνουν πολλά”.

Δ.Κ

Παρακολουθώ διάφορες ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, που αναβλύζουν νοσταλγία και αναμνήσεις. Συναισθήματα ανθρώπινα, όμορφα και ηρεμιστικά. Βλέπω, επίσης, πολλές φωτογραφίες, από την παλιά Αθήνα, τον παλιό Πειραιά, την Παλιά Θεσσαλονίκη. Φωτογραφίες με δρόμους χωμάτινους, με λακκούβες, με λασπόνερα, τις οποίες συνοδεύουν λεζάντες όπως “όμορφα χρόνια”, “τί όμορφα που ήτανε”, “τί ωραία που περνάγαμε”...

Για σταθείτε, βρε παιδιά. Τί ωραίο είχε, ας πούμε, η περιοχή στην οποία γεννήθηκα και μεγάλωσα; Κατ’ αρχήν είχαμε ένα “ρέμα”, που χώριζε την πόλη μας στα δυο. Ήταν η περίφημη “Σούδα”. Δεξιά κι αριστερά της υπήρχαν παραπήγματα, τα νερά, το μεγαλύτερο διάστημα, ήταν στάσιμα, με το κουνούπι να πηγαίνει σύννεφο και σε κάποιες περιπτώσεις, όταν ξεχείλιζε η Σούδα, κλαίγαμε και κάμποσους πνιγμένους!

Οι δρόμοι ήταν χωματόδρομοι, γεμάτοι λακκούβες, έπεφτες κάτω κι’ έτρωγες τα πόδια σου στις πέτρες. Οι λεωφόροι ήταν ελάχιστα φωτισμένες, τα οικονομικά των οικογενειών άθλια, τα σχολεία στεγάζονταν σε κτίρια παλιά και χωρίς θέρμανση, τα λεωφορεία ήταν συνήθως μεταχειρισμένα που παίρναμε από το εξωτερικό, κι όταν απεργούσαν οι εργαζόμενοι, ο κόσμος μετακινούνταν με τα στρατιωτικά φορτηγά “Τζέιμς”!

Πώς ήταν “όλα ωραία”; Πώς “περνούσαμε καλύτερα”; Πώς τα βλέπουμε όμορφα, όταν πέθαιναν τα παιδιά από “παιδικές ασθένειες”, όταν κάποιος είχε μια καρδιακή πάθηση και τον θεωρούσαμε ημιθανή χαρακτηρίζοντάς τον “καρδιακό”; Πώς ήταν καλύτερη η ζωή, όταν δεν υπήρχαν Παιδικοί Σταθμοί, όταν πολλοί νέοι έσπευδαν να πάνε φαντάροι για να χορτάσουν ψωμί και να ντυθούν καλύτερα;

Όχι, δεν ήταν καλύτερα τα πράγματα ούτε πιο όμορφη η ζωή. Πολύ απλά, εμείς ήμασταν νέοι και τώρα πια δεν είμαστε! Κι επειδή θα θέλαμε πολύ να ήμασταν πάλι νέοι, λέμε “Αχ, τί ωραία που ήτανε η Παλαιά Κοκκινιά, με τα μαγαζάκια της, με τις καραμέλες “τσάρλεστον” και τα “Κλασικά εικονογραφημένα”!

Δεν ήταν ούτε οι πόλεις πιο όμορφες, ούτε καν καθαρές, δεν είχαμε σπίτια γερά και καλοχτισμένα, δεν είχαμε μέσα συγκοινωνίας, δεν είχαμε αφθονία αγαθών, δεν είχαμε τηλεόραση, δεν είχαμε όλοι ραδιόφωνο, δεν είχαμε τίποτα!

Μπορείς να λες ότι ήταν ωραίο το “τίποτα”; Κι όμως, η νοσταλγία, η ανάμνηση εκείνων που έχουν φύγει για το μεγάλο ταξίδι, οι παλιοί συμμαθητές, το παλιό γραμμόφωνο και το έπιπλο-πικάπ, η λάμπα “λουξ” και η γκαζιέρα, είναι “φετίχ” που μας γυρίζουν στη νιότη μας! Κι αυτό είναι που θα θέλαμε να έχουμε και που δεν πρόκειται να ξανάρθει ποτέ!

Καλή η νοσταλγία, ωραία τα παλιά τραγούδια, ωραίες οι αναμνήσεις από τα χρόνια τα αξέχαστα, που τα αποκαλούμε “Τα καλύτερα”. Και να δείτε, που αργότερα, τα παιδιά μας θα λένε “καλύτερα” τα δικά τους χρόνια. Και τα εγγόνια μας, είναι βέβαιο!

Δ.Κ

Του “άνδρα παλαιάς κοπής”, μην του μιλάτε εφ’ εξής... Ο Ζαμπέτας της τζαζ και οι χαραμάδες του πιάνου

“Άνδρας παλαιάς κοπής”. Ακούσαμε κάποιον να το λέει στο ραδιόφωνο. Και εν συνεχεία να λέει κάτι σάχλες, προσπαθώντας να αιτιολογήσει κάποιες αηδίες, τις οποίες -προφανώς- έλεγε στο τηλέφωνο, απευθυνόμενος σε μια γυναίκα η οποία αντιμετώπιζε συνεχώς με ένα “όχι” τον... ερωτά του...

Μας άρεσε η φράση “άνδρας παλαιάς κοπής”, παρ’ ότι την ακούσαμε από κάποιον, ο οποίος ουδόλως πληρούσε τα κριτήρια ώστε να καταταγεί στην συγκεκριμένη κατηγορία.

Ο “άνδρας παλαιάς κοπής”, για να γνωρίζουμε τί λέμε, είναι εκείνος ο οποίος όταν ακούει από μια γυναίκα “όχι” περισσότερες από μια φορές, αποσύρεται με ευγένεια και δεν επανέρχεται...

Ο “άνδρας παλαιάς κοπής” είναι ευγενής -είτε δια ζώσης είτε στο τηλέφωνο- και δεν αφήνει τον εαυτό του να πέσει χαμηλά, είτε προσφεύγοντας σε “βρωμόλογα” είτε βλέποντας τη γυναίκα όπως ο “κυνηγός” το “θήραμα”...

Ο “άνδρας παλαιάς κοπής”, πρέπει κατ' αρχάς να είναι άνδρας! Και άνδρας σημαίνει όταν σταματώ το αυτοκίνητο, κατεβαίνω και ανοίγω ο ίδιος την πόρτα, προκειμένου να κατέβει η γυναίκα από την οποία έχω την αξίωση να με σέβεται και να με υπολογίζει.

Ο “άνδρας παλαιάς κοπής”, γνωρίζει να είναι “και του λιμανιού και του σαλονιού”. Μόνο που αφήνει την συμπεριφορά “του λιμανιού” για τις στιγμές με τους φίλους του, με τους οποίους θα αστειευτεί και θα πει και τις “κακιές κουβέντες”, που λένε οι άνδρες παλαιάς κοπής μεταξύ τους.

Δεν φουσκώνει το στήθος σαν διάνος, όταν “πάρει μια θέση” ούτε ασπάζεται το δόγμα “η εξουσία είναι το ισχυρότερο αφροδισιακό”, διότι την εξουσία τη μεταχειρίζεται ο καθείς με τον δικό του τρόπο. Και η εξουσία, μόνο με έναν τρόπο αποκτά πρόσημο θετικό. Με τη δημιουργία και με τη βελτίωση της καταστάσεως την οποία παραλαμβάνεις!

Ο “άνδρας παλαιάς κοπής”, ουδέποτε βλέπει τη γυναίκα ως “σκεύος ηδονής” και δεν διανοείται να χρησιμοποιήσει βία προκειμένου “να περάσει εκείνος καλά”.

Πιστεύει ότι “ για να χορευτεί σωστά το τανγκό χρειάζονται δύο”, αλλιώς υπάρχει και το μοναχικό ζεϊμπέκικο. Βαρύ, για “άνδρες παλαιάς κοπής”, αλλά μοναχικό!

Ο “άνδρας παλαιάς κοπής”, φροντίζει ώστε να μη φθάσει στο σημείο να ζητήσει “συγγνώμη”. Δεν έχει τη “συγγνώμη” ψωμοτύρι, νομίζοντας ότι με ένα “σόρι” καθαρίζει...

Ακόμη, προτιμά να υποστεί τις συνέπειες, παρά να πει ψέματα για να “κουκουλώσει” κάτι ή “να γλυτώσει το τομάρι του”, δεν προδίδει ποτέ τους φίλους του και τιμά τις ιδέες και τα πανταλόνια του.

Τώρα, τί σόι “άνδρας παλαιάς κοπής” είναι κάποιος που πιέζει μια γυναίκα “να τον θέλει” ή σαλιαρίζει και λέει ασυναρτησίες ή προβαίνει σε ταπεινωτικές ενέργειες πίσω από το ακουστικό του τηλεφώνου του, δεν το καταλαβαίνουμε.

Ασφαλώς, ο άνθρωπος που ακούσαμε να αυτοχαρακτηρίζεται “άνδρας παλαιάς κοπής” και του οποίου η φωνή μας φάνηκε γνωστή, δεν έχει δει ποτέ στη ζωή του άνδρες αυτού του είδους.

Και, μεταξύ μας, για να φερθείς όπως αναλύσαμε ανωτέρω, δεν χρειάζεται να είσαι “παλαιάς κοπής”. Αρκεί το να είσαι άνδρας!

Δ.Κ

Αν ζούσε, θα είχε στις αρχές του Φεβρουαρίου τα γενέθλιά του ο Γιώργος Ζαμπέτας. Αυτή η μεγάλη, η πολύ σημαντική μορφή της ελληνικής σύγχρονης μουσικής. Μια αυτοδίδακτη μουσική ιδιοφυΐα, που -όπως μου έλεγε- είχε τη μουσική στο κεφάλι του πολύ πριν γεννηθεί!

“Είμαι βέβαιος, γιατρέ μου (με αποκαλούσε έτσι λόγω του επαγγέλματος του πατέρα μου) ότι όταν κλώτσαγα στην κοιλιά της μάννας μου, χόρευα ζεϊμπέκικο!”, μου είχε πει κάποια από τις πολλές φορές, που κατέβαινα στο καμαρίνι του για να μιλήσω μαζί του και να “κρέμομαι από τα χείλη του”. Στα 23 μου, “υπό δοκιμήν” δημοσιογράφος στη “Βραδυνή” (τότε για να μπεις στο “μισθολόγιο” έπρεπε να περάσεις κάνα-δυο χρόνια άμισθος) και μουσικός τα βράδια, καθώς έπρεπε από κάπου να βγάζουμε χρήματα!

Εκεί, λοιπόν, στο “Καν-Καν” της λεωφόρου Πέτρου Ράλλη, ιδιοκτησίας του Νίκου Γιγουρτάκη (του αποκαλουμένου “Ο μουστάκιας”), στενού φίλου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, βλεπόμουν κάθε βράδυ με τον Ζαμπέτα.

Και ήταν απόλαυση εκείνες οι στιγμές στο καμαρίνι του, όταν έπιανε το μπουζούκι και έπαιζε απίθανες συγχορδίες τζαζ (μέγας θαυμαστής του Λιούις Άρμστρονγκ) ή μου έπαιζε την εισαγωγή από το “Μισέλ” των Μπητλς και μου έλεγε “καλά κάνανε οι μάγκες και το διαλύσανε, γιατί θα μείνουνε στην Ιστορία, ενώ μπορεί να τους χάλαγε την εικόνα η... μακροχρόνιος συνεύρεσις!”.

Έτσι έκανε, όταν ήθελε να δώσει έμφαση σε μια του φράση, έριχνε μέσα κι ένα καθαρευουσιάνικο!

Θυμάμαι ένα βράδυ, που συζητούσαμε γύρω από τα παραδοσιακά μας τραγούδια, των οποίων ήταν άριστος γνώστης και θαυμαστής. “Τί τα θες τί τα γυρεύεις! Έχει αρχίσει και φαίνεται στο βάθος κήπος κρίσης. Να δεις που θα μας καταπιεί η ξενομανία! Αλλά τί περιμένεις όταν στα σχολεία δεν μαθαίνουνε στα παιδιά ότι και ο Εθνικός μας Ύμνος είναι τσάμικος!”...

Ήταν η πρώτη φορά που το άκουγα. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ! Και ήταν τόσο ολοφάνερο!

Παραδεχόταν τον Μανώλη Χιώτη ως σπουδαίο μουσικό, θεωρούσε τον Μάρκο Βαμβακάρη κορυφαίο “Έλληνα μπλουζίστα”, θαύμαζε τον Μάνο Χατζιδάκι (έλεγε ότι το μυαλό του Μάνου ήταν ένα γεμάτο πεντάγραμμο) και μιλούσε με τα καλύτερα λόγια για τον Γιάννη Παπαϊωάννου.

Θυμάμαι μια φορά που μου ζήτησε να πάω στο μαγαζί πιο νωρίς γιατί θα ερχόταν μια κοπέλα να την ακούσουμε.

“Είναι κόρη ενός φίλου, σπουδάζει στη Βιομηχανική Πειραιώς και επιμένει να γίνει τραγουδίστρια, αλλά ο πατέρας της δεν θέλει. Και μεταξύ μας, καλά κάνει”, μου είπε...

Την επομένη ήρθε η κοπέλα, της παίξαμε “Τα δειλινά”, είχε καλή φωνή, σωστή, αλλά όχι τέτοια που να σε έπειθε με την πρώτη.

Τελειώνουμε και της λέει ο Ζαμπέτας, σε ήρεμο τόνο. “Βλέπεις το πιάνο; Ούτε στα άσπρα είσαι ούτε στα μαύρα πλήκτρα. Στη χαραμάδα πέφτεις! Οπότε άστο και κάτσε στα μαθηματικά σου! Εκεί θα τα πας καλύτερα!”...

Θυμάμαι επίσης ένα βράδυ που είχε έλθει μια μεγάλη παρέα Γάλλων. Πήγε κοντά τους και άρχισε να τραγουδά το “Καπρί σε φινί”, λέγοντας κάτι ακαταλαβίστικους στίχους, αλλά με γαλλική προφορά!

Οι Γάλλοι ενθουσιάστηκαν και τον “χρύσωσαν”.

“Είδες γιατρέ; Μπορεί να μη ξέρω γαλλικά, αλλά στην προφορά έχω μπακολορεάλ!”, είπε γελώντας.

Αργότερα τον ρώτησα τί θα πει “Μπακαλορεάλ” και μου είπε: “Ο μπακάλης της Ρεάλ Μαδρίτης!”....

Δ.Κ

Έκοψε τη βασιλόπιτα το Propeller Club

Διαδυκτιακή η εκδήλωση στον Πειραιά

Ο Κωστής Φραγκούλης με τη Δανάη Μπεζαντάκου

Την 1η Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε με εξαιρετική επιτυχία το 11ο online Μembers’ Meeting του Propeller Club Πειραιά, που ήταν και το πρώτο για τη νέα χρονιά, ενώ ακολούθησε η κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας.

Kαλεσμένος της πρώτης διαδικτυακής συνάντησης των μελών για το 2021 ήταν ο Richard Gilmore, Executive Vice President της Maran Gas Maritime Inc και το θέμα της ομιλίας του “LNG Shipping- Past, Present and Future".

Στην ομιλία του ο κ. Gilmore ανέλυσε τα χαρακτηστικά και τις ιδιαιτερότητες του LNG Shipping διαχρονικά, μίλησε για τις προοπτικές και τις προκλήσεις στη παγκόσμια αγορά, ενώ τόνισε τον σημαντικό ρόλο που θα παίξουν ακόμη περισσότερο στο μέλλον οι παράγοντες της τεχνολογίας και της προστασίας του περιβάλλοντος. Μετά το τέλος της συνάντησης και της ενδιαφέρουσας συζήτησης που ακολούθησε, πραγματοποιήθηκε η κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας του Propeller Club Πειραιά από τον πρόεδρο Κωστή Φραγκούλη, παρουσία της Γ.Γ Δανάης Μπεζαντάκου. O κ. Φραγκούλης έκοψε τη βασιλόπιτα και έκανε την κλήρωση μεταξύ όλων των παρευρισκομένων για το φλουρί του 2021.

Εφέτος, το φλουρί έτυχε στο μέλος του Propeller Club Σόφη Koτζιά, η οποία παρέλαβε ένα παραδοσιακό Κωνσταντινάτο, ένα επάργυρο δισκάκι Propeller, ένα επετειακό Λεύκωμα AMVER Awards 2020 και το βιβλίο Seaborne Trade Leaders του Γιώργου Φουστάνου.

Επιπλέον, από ένα Λεύκωμα AMVER Awards 2020 κέρδισαν 5 ακόμα τυχεροί:

Νικόλας Θεοδώρου, Γιώργος Τσουρής, Γιάννης Παπαζαφειρίου, Τζένη Πουρνάρα και Μηνάς Τσαμόπουλος.

Όπως χαρακτηριστικά είπε ο κ. Φραγκούλης, “παρόλο που οι πρωτόγνωρες συνθήκες COVID μας υποχρεώνουν να είμαστε χωριστά, το Propeller Club προσπαθεί να είναι πάντοτε κοντά στα μέλη του, να διατηρεί την επικοινωνία και να τιμά τις παραδόσεις του. Εύχομαι, του χρόνου οι συνθήκες αυτές να είναι πια παρελθόν και να μπορούμε να βρισκόμαστε και πάλι όλοι μαζί από κοντά, με υγεία”.

Σχετικά με το Propeller Club

H αρχική ιδέα γεννήθηκε το 1922 στη Νέα Υόρκη από μια ομάδα επαγγελματιών του χώρου της εμπορικής ναυτιλίας, που γευμάτιζαν συχνά μαζί, συζητώντας για το μέλλον της ναυτιλίας. Οι συναντήσεις αυτές σταδιακά οδήγησαν στη δημιουργία του “The Propeller Club of the United States”, σκοπός του οποίου είναι να προάγει την αμερικανική εμπορική ναυτιλία και τη διεθνή ναυτιλία γενικότερα, ως ένδειξη της ανθρώπινης προσπάθειας για έναν καλύτερο κόσμο μέσω του εμπορίου και της βιομηχανίας.

“Προπέλλα” είναι το εξάρτημα προώθησης ενός σκάφους και ως όνομα, συμβολίζει την κινητήριο δύναμη, που απαιτείται ώστε να πραγματοποιηθούν οι στόχοι του club.

Σήμερα, υπάρχει ένα Propeller Club σχεδόν σε κάθε λιμάνι των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και σε άλλες 33 πόλεις σε όλο τον κόσμο. Τα κεντρικά γραφεία του Propeller Club βρίσκονται στο Fairfax στην Βιρτζίνια.

Το “The Propeller Club, Port of Piraeus”, ιδρύθηκε το 1935 ως ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Οι βασικοί του στόχοι είναι να παρέχει ενεργά μια πλατφόρμα ανταλλαγής απόψεων και πρακτικών που προάγουν τις κοινωνικές, πολιτιστικές και ναυτικές σχέσεις κυρίως μεταξύ πολιτών της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών καθώς και η παροχή υποτροφιών σε σπουδαστές που προέρχονται κυρίως από οικογένειες ναυτικών.

This article is from: