Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΩΝ ΘΕΩΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ

Page 1

Η πολιτισμική διεύρυνση των θεωρήσεων του τοπίου. Καταγωγή και σημασία των συμμετοχικών διαδικασιών Κωνσταντίνος Μωραΐτης – Αναπληρωτής Καθηγητής, Σχολή αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π.

Κείμενο συμμετοχής στα πρακτικά συνεδρίου «Δημόσιος Χώρος… Αναζητείται», με τίτλο Public Space. Θεσσ/κη: Εκδ. Cannon Not Design Publications, 2011, καταχώρηση Z13.

Ελληνική Περίληψη Η ευαισθητοποίηση των σύγχρονων αστικών κοινωνιών σε θέματα που αφορούν στο τοπίο, στο περιβάλλον και στη συνολικότερη εκτίμηση του φυσικού, πρέπει να εμπλέκει όσο το δυνατόν μεγαλύτερες ομάδες πληθυσμού – πρέπει να συνδέεται επομένως με διαδικασίες συμμετοχικές. Εγκατεστημένες στο κέντρο του δυτικού πολιτισμού, επηρεασμένες σημαντικά από την ανάπτυξη του ορθολογισμού και τις αστικές αναφορές, η θεώρηση και οι τέχνες του τοπίου ακολουθούν τις περιπέτειες των πολιτιστικών και πολιτισμικών προσλήψεων του δυτικού κόσμου. Πρέπει να αγγίξουμε τη ρομαντική αντίρρηση, προκειμένου να συναντήσουμε τη θετική αποκέντρωση του τοπιακού ενδιαφέροντος, προς κοινωνικές δράσεις και τμήματα του πληθυσμού, πολιτιστικά υποτιμημένα έως τότε. Στο ιστορικό αυτό πλαίσιο, η εμμονή στην αξιοδότηση του φυσικού τοπίου, συσχετισμένη ήδη με τις περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις της πρώτης εκβιομηχάνισης και αστικοποίησης, συνιστά τον προάγγελο των σύγχρονων οικολογικών διεκδικήσεων. Παλαιότερη και σύγχρονη στάση υποδεικνύουν ανάλογες βασικές απαιτήσεις. Το κοινωνικό ενδιαφέρον για τους όρους συσχέτισης με το φυσικό και την ενεργή διεύρυνση των διεκδικήσεων προς όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας. Αλλά οι απαιτήσεις αυτές ικανοποιούνται με εντυπωσιακό τρόπο από τη συμμετοχική διαδικασία προσέγγισης του Δημόσιου Χώρου η οποία οφείλει να κατευθύνεται, στις μέρες μας, από τοπιακό και περιβαλλοντικό προσανατολισμό, από την τελική απαίτηση επανάκαμψης του φυσικού στο εσωτερικό των αστικών συγκροτήσεων.


1.

Εισαγωγή.

1.1. Το Αντικείμενο και η σκοπιμότητα της εισήγησης Αντικείμενο της εισήγησης αποτελεί η υποστήριξη της τοπιακής και πολιτικής ταυτόχρονα άποψης, σύμφωνα με την οποία η ενεργοποίηση των σύγχρονων αστικών κοινωνιών σε θέματα που αφορούν στην ποιότητα του τοπίου και του περιβάλλοντος, του αστικού ιδιαίτερα τοπίου και του αστικού περιβάλλοντος, πρέπει να στηριχθεί στην «πολιτισμική διεύρυνση» των σχετικών θεωρήσεων. Πρέπει δηλαδή να στηριχθεί στην ευαισθητοποίηση των μεγαλύτερων κατά το δυνατόν ομάδων πληθυσμού, σε θέματα που αφορούν στο τοπίο, στο περιβάλλον και στη σχέση με τις φυσικές διεργασίες γενικότερα. Αλλά η προηγούμενη πολιτισμική διεύρυνση των τοπιακών και περιβαλλοντικών ενδιαφερόντων του πληθυσμού, αυτή είναι η τελική «στρατηγική» πρόταση της εισήγησης, πρέπει να στηριχθεί στην ανάπτυξη των ευρύτερων δυνατών συμμετοχικών διαδικασιών, οι οποίες πρέπει να αναπτυχθούν σε όλο το εύρος της συμμετοχής - στις διαβουλεύσεις των υπευθύνων φορέων, στη λήψη των αποφάσεων, στις αποφάσεις του σχεδιασμού και τέλος και στις υλοποιήσεις των διαμορφώσεων (Βρυχέα, Λωράν, 1993). Αυτές οι συμμετοχικές διαδικασίες, αξίζει να επισημανθεί από την αρχή, δεν πρέπει να θεωρηθούν μόνο ως πολιτικό άλλοθι ή ως πρόσφορη οικονομικά λύση στην περίπτωση της εθελοντικής συμμετοχής σε υλοποιήσεις διαμορφώσεων. Πρέπει πολύ περισσότερο να θεωρούνται, ως βασική διαδικασία τοπιακής και περιβαλλοντικής αγωγής, ως συνεχής διαδικασία αυτομόρφωσης, τόσο περισσότερο σημαντική όσο περισσότερο η απόσταση του αστικού πληθυσμού από την αγροτική του καταγωγή διευρύνεται. Πρέπει εντέλει να θεωρούνται ως βασική διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικού ήθους η οποία, με αφορμή την ποιότητα του αστικού πεδίου ή του τοπίου και του περιβάλλοντος εν γένει, μπορεί να επιτρέψει την ανάπτυξη αποκεντρωμένου πολιτικού λόγου. Η σκοπιμότητα επομένως αυτής της εισήγησης πρέπει να συσχετιστεί, με την απαίτηση απόδοσης περιβαλλοντικής και τοπιακής ποιότητας στο Δημόσιο Χώρο. Επίσης με την αντίστροφη απαίτηση, απόδοσης κεντρικού δημόσιου ενδιαφέροντος στα θέματα που αφορούν στο περιβάλλον και στο τοπίο γενικά. Αλλά πρέπει να συσχετιστεί κυρίως με τους όρους της ευαισθητοποίησης των σύγχρονων κοινωνιών, των αστικών τους τμημάτων ιδιαίτερα, σε σχετικά θέματα ενεργοποίησης μέσω συμμετοχικών διαδικασιών. 1.2. Το ερευνητικό υπόβαθρο της εισήγησης Από την άποψη του ερευνητικού υποβάθρου αυτής της εισήγησης πρέπει να τονιστεί η σχέση της με τη δωδεκαετή διδασκαλία του γράφοντος, στα μεταπτυχιακά μαθήματα της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Ε. Μ. Πολυτεχνείου, με αντικείμενο τη θεωρία και την ιστορία του τοπίου, όπως και η ενασχόληση του με θέματα συμμετοχικού σχεδιασμού που αφορούν στον σχεδιασμό κατοικίας, στα πλαίσια επίσης των προπτυχιακών μαθημάτων της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Ε. Μ. Πολυτεχνείου 2.

Μεθοδολογικές επεξηγήσεις

Μεθοδολογικά η εισήγηση επιχειρεί να υποκαταστήσει, να διευρύνει πολιτικά και πολιτισμικά το εννοιακό περιεχόμενο του όρου «περιβάλλον», διαστέλλοντάς τον προς την κατεύθυνση του εννοιακού περιεχόμενου του όρου «τοπίο» (Μωραΐτης, 2005). Στη συνέχεια επεξηγεί πως η ανάπτυξη των απόψεων των δυτικών κοινωνιών για το τοπίο, αναπτύσσεται σε παραλληλία με την ανάπτυξη των απόψεων των κοινωνιών αυτών για τον


Πολιτισμό, ως κεντρική, «υψηλή», αναπτυξιακή συνθήκη (civilization – χρησιμοποιούμε ως αντίστοιχο το ελληνικό επίθετο «πολιτιστικός») ή με τον πολιτισμό ως γενικευμένη κοινωνική παραγωγή (culture - χρησιμοποιούμε ως αντίστοιχο το ελληνικό επίθετο «πολιτισμικός») (Williams, 1994). Διαθέτουν επομένως οι απόψεις για το τοπίο βαθύτερη σχέση με το πολιτιστικό ή πολιτισμικό ήθος των κοινωνιών, εντέλει με το πολιτικό τους ήθος. Στο εύρος της νεότερης δυτικής ιστορίας των τοπιακών θεωρήσεων και διαμορφώσεων, ολοκληρώνει η εισήγηση, μπορούμε να εντοπίσουμε μια καθοριστική φάση κριτικής καμπής, πολιτισμικών και τοπιακών απόψεων, κατά την περίοδο ανάπτυξης του ρομαντισμού, την οποία μπορούμε να συσχετίσουμε με τις σύγχρονες τοπιακές και περιβαλλοντικές θεωρήσεις και διεκδικήσεις. 3.

Ο αστικός Δημόσιος Χώρος και η σύγχρονη απόδοση χαρακτηριστικών περιβαλλοντικού και τοπιακού ήθους

σε

αυτόν

Αν ο Δημόσιος Χώρος, ο ελεύθερος αστικός Δημόσιος Χώρος, αποτελεί τον υποδοχέα και τον τροφό του αστικού δημόσιου βίου, τότε ο μέσος πολίτης πρέπει να ασκείται διαρκώς στη διαχείριση του χώρου αυτού. Η συνείδηση του Δημόσιου Χώρου εντούτοις αποκτά διαρκώς και περισσότερο τα χαρακτηριστικά της περιβαλλοντικής θεώρησης, με τρόπο τόσο ισχυρό από την άποψη της έμφασης των αιτημάτων, ώστε δημόσιες διεκδικήσεις, πολιτική ευαισθητοποίηση και περιβαλλοντικά αιτήματα να τείνουν διαρκώς και περισσότερο να ταυτιστούν. Ο περιβαλλοντικός λόγος τότε και η αύξουσα περιβαλλοντική αντίρρηση αποκτούν αύξουσα πολιτική και πολιτισμική κρισιμότητα, αναφέρονται επομένως σε μια πολιτική και σε μια διευρυμένη πολιτισμική πρόσληψη του τόπου. Το περιβάλλον γίνεται έτσι αντιληπτό ως πολιτισμικό περιβάλλον, στο πλαίσιο του οποίου φυσικοί και κοινωνικοί παράγοντες εμφανίζονται αμοιβαία καθορισμένοι. Κινούμαστε επομένως προς μια φυσική και πολιτισμική προσέγγιση του τόπου που αντιστοιχεί επομένως σε αυτό που η ανθρωπογεωγραφία περιγράφει ως «πολιτισμικό τοπίο». Με την έννοια αυτή αισθητικές προσεγγίσεις και ανάλυση φυσικών παραγόντων, πολιτικό ήθος και προτάσεις διαμόρφωσης, εμφανίζονται να συνυπάρχουν σε ένα ενιαίο πλαίσιο θεώρησης, ενώ επιπλέον αστικό τοπίο και τοπίο εκτός πόλης αντιμετωπίζονται ως επιμέρους εκφορές μια ενιαίας ομάδας προβλημάτων. Η τελευταία αυτή στάση δεν εκφράζει απλά την βεβαιότητα πως ο αστικός τόπος προσφέρει τα ισχυρότερα και περιπλοκότερα παραδείγματα επαφής του πολιτισμού με το φυσικό του υπόβαθρο, αποτελώντας ως εκ τούτου τον κατ΄ εξοχήν «τόπο τοπήιου» (Μωραΐτης, 2005), ούτε εκφράζει μόνο την ιστορική διαπίστωση πως το εκτός πόλεως τοπίο διαμορφώνεται, σε μεγάλο εύρος της ιστορίας των δυτικών κοινωνιών, ως έξοδος στην ύπαιθρο των προτύπων οργάνωσης ενός αστικά συγκροτημένου πολιτισμού. Υποδεικνύει επιπλέον η σύγχρονη διάθεση έντονου συσχετισμού του αστικού και του εξωαστικού τοπίου, την απαίτηση μιας ανάστροφης κίνησης από αυτήν που επί αιώνες συνήθιζε ο δυτικός πολιτισμός. Την απαίτηση «εισβολής» του εκτός της πόλης φυσικού πεδίου, στο εσωτερικό των αστικών και μητροπολιτικών περιοχών. Αυτή ακριβώς η αυξημένη σύγχρονη τοπιακή και περιβαλλοντική ευαισθησία, η απαίτηση ενίσχυσης της αστικής φύτευσης, η απαίτηση απελευθέρωσης του φυσικού εδάφους από την τυραννία των εκτεταμένων δαπεδοστρώσεων, στο εσωτερικό των περιοχών της πόλης αποδίδει στον αστικό Δημόσιο Χώρο, αυτή είναι μια καθοριστική θεωρητική και πρακτική θέση, τα χαρακτηριστικά του περιβαλλοντικού και του τοπιακού ήθους.


4.

Οι απόψεις των δυτικών κοινωνιών για το τοπίο και τον πολιτισμό

Η συμβατικότερη θεώρηση του τοπίου τείνει να το συνδέσει με τις «υψηλότερες» πολιτιστικές εκφράσεις των ευρωπαϊκών κοινωνιών, με την καλλιτεχνική του παράσταση από τις υψηλές τέχνες, με την αισθητική απόλαυση την οποία μπορεί να προσφέρει στον «αισθαντικό» και κατά τεκμήριο πεπαιδευμένο παρατηρητή. Η αρχιτεκτονική του τοπίου είναι σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή τέχνη ευγενής, που αναπτύσσεται από μια τάξη ταλαντούχων ειδικών και προσφέρεται σε μια τάξη ισχυρών, σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους ή στο ευρύτερο κοινό, σε νεότερες, στα πλαίσια όμως μιας συγκεκριμένης παιδαγωγικής σχέσης που διαχέεται εκ των άνω προς τα κατώτερα μορφωτικά και κοινωνικά στρώματα. Η αρχιτεκτονική τοπίου δεν είναι, με την έννοια αυτή, μια στοχαστικότερη έστω αδελφή της αγροτικής δραστηριότητας, αλλά μια ποιοτικά διαφορετική πρακτική εξιδανίκευσης των χαρακτηριστικών του τόπου. Είναι εντέλει μια τέχνη η οποία, ως τέχνη ακριβώς, αναλαμβάνει σε κάποιες ιστορικές περιόδους να αποδώσει στον φυσικό τόπο τα ευγενή χαρακτηριστικά του «γραφικού», του ανάλογου δηλαδή με τη ζωγραφική ποιότητα, τοπίου. Ακόμη περισσότερο η παρέμβαση στο αστικό τοπίο, έργο επίσης ειδικών, δε μπορεί παρά να είναι αντικείμενο κεντρικού προγραμματισμού και σχεδιασμού. Εγκατεστημένες κατ’ αρχάς στο κέντρο του δυτικού Πολιτισμού (civilization) και επηρεασμένες σημαντικά από την ανάπτυξη του ορθολογισμού και τις αστικές αναφορές, η θεώρηση και οι τέχνες του τοπίου συγκροτούν, στο πλαίσιο της κανονικοποίησης, του ελέγχου και του «εκπολιτισμού» του φυσικού, τη νεότερη επίσημη τοπιακή προσέγγιση. Ακολουθούν εντούτοις, η θεώρηση και οι τέχνες του τοπίου, τις περιπέτειες των πολιτιστικών και πολιτισμικών προσλήψεων του δυτικού κόσμου. Σταδιακά ανακαλύπτουν τους όρους εσωτερικής συγκρότησης του δυτικού Πολιτισμού, τις εξωτερικές σχέσεις του με το φυσικό έτερό του, τους όρους σύγκρισης των σχέσεων αυτών, όπως εμφανίζονται στις δυτικές κοινωνίες αφ’ ενός και σε άλλους, περιφερειακούς πολιτισμούς αφ’ ετέρου. Ανακαλύπτουν ακόμη σημαντικές αλλαγές απόψεων που συμβαίνουν με την ανάπτυξη της ρομαντικής αντίρρησης – αλλαγές οι οποίες φθάνουν να αποδώσουν αυτόνομη αξία στη φύση, υπαγορεύοντας την απαίτηση σεβασμού και θαυμασμού και προς αυτήν ακόμη την εκτός ελέγχου φυσική αγριότητα.

1. Caspar David Friedrich: Das Eismeer, Η Θάλασσα των Πάγων (1823-1824). Caspar David Friedrich: Das Eismeer, The Sea of Ice (1823-1824).

Αλλά η ρομαντική αντίρρηση είναι επίσης θετικά υπεύθυνη για την αποκέντρωση του ενδιαφέροντος προς την κατεύθυνση κοινωνικών δράσεων και τμημάτων του πληθυσμού, πολιτιστικά υποτιμημένων έως τότε. Καθώς η περίοδος του ρομαντισμού αποδίδει αξία στη


λαϊκή παράδοση, στην ποιότητα του υποτιμημένου έως τότε αγροτικού πολιτισμού, είναι έτοιμη να αναγνωρίσει τον πολιτισμό ως culture, ως λατρεία δηλαδή και ταυτόχρονα ως καλλιέργεια του εδάφους, που συγκροτείται από την πλειονότητα του κοινωνικού σχηματισμού. Ο τόπος αυτής της καλλιέργειας, συνιστά τον υποδοχέα της διευρυμένης πολιτισμικής βάσης, φορέα του όμαιμου, των κοινών καταβολών και των κοινών επιθυμιών. Συνιστά δηλαδή το καταγωγικό τοπίο και ταυτόχρονα το τοπίο της καθημερινότητας, προσιτό στις επιθυμίες και στις απαιτήσεις όλων μας. Ο ρομαντισμός ευθύνεται βέβαια για το συσχετισμό του τοπίου με διεκδικήσεις εθνικιστικές, αλλά προσέφερε ακόμη την ουσιώδη εκλαΐκευση του, την απόδοση του τοπίου στις μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, ως συνθήκη η οποία, διαθέτοντας αξία πέραν της πολιτιστικής ή πολιτισμικής παρέμβασης, μπορεί να προσφέρεται στην απόλαυση του οποιουδήποτε, πλούσιου ή πένητα. Κύρια όμως αυτό που με έμφαση εισάγεται ως καινοτομική, ανατρεπτική συνθήκη της έως τότε κυριαρχίας του λόγου πάνω στις φυσικές διεργασίες, είναι η απόδοση αυταξίας στη φύση, η οποία μπορεί πλέον να αρνηθεί την επιβολή του ανθρώπου μέσω της επιστήμης, ως «κύριου και κυρίαρχου», ως «maître et pocesseur de la nature» κατά την παροιμιώδη διατύπωση του Καρτέσιου. Η φύση, με την έννοια αυτή, συνιστά επομένως μια πέραν του ελέγχου μας δύναμη, η οποία δικαιούται σε κάθε περίπτωση τον σεβασμό μας. 5.

Η ρομαντική αξιοδότηση του φυσικού προάγγελος των σύγχρονων οικολογικών διεκδικήσεων

Στα πλαίσια αυτά, η εμμονή του τέλους του 18ου και του 19ου αιώνα στην αξιοδότηση του φυσικού τοπίου, συσχετισμένη με τις περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις της δυτικής εκβιομηχάνισης και αστικοποίησης, οι οποίες ήδη είχαν σημαδέψει το τοπιακό σώμα της ευρωπαϊκής ηπείρου, συνιστά τον προάγγελο και εν πολλοίς το ιστορικό πρό-σχημα των σύγχρονων οικολογικών διεκδικήσεων. Τόσο η παλαιότερη όσο και η σύγχρονη στάση υποδεικνύουν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά. Το κοινωνικό ενδιαφέρον για τους όρους της συσχέτισής μας με το φυσικό, με τον φυσικό τόπο όσο και με το πολιτισμικά ερμηνευμένο τοπίο και την ενεργή διεύρυνση αυτού του ενδιαφέροντος προς μεγάλο τμήμα της κοινωνίας. Αν οι σημερινές οικολογικές διεκδικήσεις απασχολούν διαρκώς και μεγαλύτερα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού, ιδιαίτερα του αστικού πληθυσμού, εξαιτίας αφενός της προφανούς καταστροφής του περιβάλλοντος και αφετέρου εξαιτίας της εμφανούς αδυναμίας των πολιτικών συστημάτων να δώσουν ικανοποιητικές απαντήσεις και να εξασφαλίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, ανάλογες πρέπει να υπήρξαν και κάποιες από τις αιτίες συγκρότησης της ρομαντικής αντίρρησης (Berlin, 2000). Σίγουρα η αντίρρηση αυτή συνδεόταν με τον αυξανόμενο φόβο και την αποδοκιμασία απέναντι στην απαξίωση του φυσικού υποβάθρου και του «φυσικού», παραδοσιακού τρόπου ζωής, που η ανάπτυξη των πρώτων βιομηχανικών κοινωνιών είχε ήδη αρχίσει να φθείρει, σωρεύοντας εργατικό, πρώην αγροτικό πληθυσμό σε αστικούς χώρους προβληματικής διαβίωσης. Συνδεόταν επιπλέον η ρομαντική αντίρρηση με την εμφανή δυσαρέσκεια για την πολιτική αποτυχία των εξαγγελιών του Διαφωτισμού που δεν είχαν επιτύχει την υπόσχεση της κοινωνικής ευτυχίας και απλωνόταν, η αντίρρηση, η δυσαρέσκεια και η απογοήτευση της εποχής, όπως και σήμερα, σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, σε διανοούμενους και καλλιτέχνες, αλλά και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, συγκροτώντας ένα γενικότερο πολιτιστικό και πολιτισμικό ήθος.


2. Χάρτης Φτώχειας για το slum του Old Nichol, στο East End του Λονδίνου (Λονδίνο: Macmillan, 1889).Το μαύρο χρώμα περιγράφει τη χαμηλότερη οικονομικά τάξη. Poverty Map of Old Nichol slum, at the East End of London (London: Macmillan, 1889). Black color describes the lowest economic class.

Διαθέτουμε έτσι μια πρώτη αύξηση της συμμετοχής του ευρωπαϊκού κατ΄ αρχάς πληθυσμού και των άλλων δυτικής κουλτούρας πληθυσμών στη συνέχεια, σε μια ευρύτατη συνθήκη πρόσληψης του φυσικού τοπίου, που η επιρροή της εξακολουθεί να υφίσταται και της οποίας η παιδευτική ισχύς μπορεί εκ των υστέρων να αποτιμηθεί ως εξαιρετικά σημαντική.

6.

Η συγκρότηση του ρομαντικού πολιτισμικού οικοσυστήματος

6.1. Η σύλληψη της φύσης ως έργου τέχνης Η επιρροή του ρομαντισμού στον παγκόσμιο νεοτερικό και σύγχρονο πολιτισμό υπήρξε σίγουρα καθοριστική. Οι τέχνες, υψηλότερες η περισσότερο εκλαϊκευμένες, η κριτική προσέγγιση των κοινωνικών διεργασιών, η αντιμετώπιση τη φύσης, τελικά τα γενικότερα πρότυπα της κοινωνικής ζωής και συμπεριφοράς, φαίνεται πως καθορίστηκαν και εξακολουθούν να καθορίζονται από τα ρομαντικά πρότυπα. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως, στο πλαίσιο αυτών των απόψεων της ρομαντικής προσέγγισης, η φύση γίνεται ευρύτερα αντιληπτή ως έργο τέχνης, επεκτείνοντας και «εκλαϊκεύοντας» θεωρήσεις που είχαν αρχίσει να προβάλλονται ήδη από την περίοδο της ιταλικής Αναγέννησης. Προσοχή - ο χαρακτηρισμός αυτός δεν αποδίδεται μόνο στη διαμορφωμένη φύση, στον κήπο ή το διαμορφωμένο τοπίο που αξιώνονται εκ κατασκευής αυτήν την αισθητική προσέγγιση, λόγω ακριβώς της πολιτιστικής παρεμβολής. Δεν είναι μόνο το τοπίο-τέχνημα που αξιολογείται αισθητικά, αλλά επίσης το εκτός διαμόρφωσης τοπίο που επιδέχεται την αισθητική αξιολόγηση, ακόμη και όταν με τον χαρακτηρισμούς ως «υψηλό» ή «τρομακτικό» δηλώνει την υπέρβαση του πολιτιστικού ή πολιτισμικού ελέγχου. Με αντίστροφη πάλι κατεύθυνση ο άνθρωπος παραμένει αναπόδραστα σωματικά και ψυχικά μέρος της φύσης, ολοκληρώνοντας τη διατύπωση του ρομαντικού «πολιτισμικού οικοσυστήματος». Όπως η φύση καθορίζει τον πολιτισμό έτσι και ο πολιτισμός αναγνωρίζει, ερμηνεύει και βιώνει τη φύση, αποδίδοντας της μια πέραν του λόγου αξία. Οι δεσμοί επομένως φύσης, τοπίου, περιβάλλοντος και κοινωνικών σχηματισμών δεν είναι μόνο λογικής, επιστημονικής τάξης. Ότι διδάσκει η ρομαντική προσέγγιση είναι η σημασία της εμβίωσης του φυσικού, της όσμωσης πολιτισμού και φύσης, μια συνθήκη δηλαδή στην οποία θα επιμέναμε επεξηγώντας σαφέστερα το είδος και το σκοπό τη συμμετοχής των σύγχρονων αστικών πληθυσμών σε όλο το εύρος των σχετικών διαδικασιών – όχι μόνο στις διαβουλεύσεις των υπευθύνων φορέων, στη λήψη των αποφάσεων, στις αποφάσεις του


σχεδιασμού, αλλά οπωσδήποτε στην άμεσα αισθητηριακή, στην απτική υλοποίηση των διαμορφώσεων. 6.2. Η εγκατάσταση μεγαλουπόλεων

της

ρομαντικής

αντίρρησης

στο

εσωτερικό

των

Αφού εξασφαλίσει την καλλιτεχνική πρόσληψη της φύσης, η ρομαντική προσέγγιση θα εγκαταστήσει, με ποιητικούς όρους, τη ρομαντική αντίρρηση στο εσωτερικό των μεγαλουπόλεων. Η ποιητική «άσκοπη» περιπλάνηση στο εσωτερικό της οργανωμένης πόλης αποτελεί μια πρώτη αναγνώριση της ανάγκης φυσικής παρουσίας στο εσωτερικό της αστικής οργάνωσης, φυσικής παρουσίας που χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά του πλάνητα, του άσκοπου περιπατητή, του flâneur πριν τη συγκροτημένη σύγχρονη απαίτηση της εισόδου των φυσικών στοιχείων στον αστικό χώρο και πριν την εμφάνιση της συγκροτημένης, περιβαλλοντικής η τοπιακής διεκδίκησης. Αυτή εντούτοις η πρόταση, της αναγνώρισης του φυσικού στο εσωτερικό της ανθρώπινης συμπεριφοράς, της φυσικής απαίτησης που εξακολουθεί να ανθίσταται και να εμμένει παρά την οποιαδήποτε αντίθετη συνθήκη ελέγχου αποτελεί υπόσχεση φυσικής ελευθερίας και ταυτόχρονα αναγνώριση της τοπιακής ταυτότητας του αστικού Δημόσιου Χώρου. Είναι φανερό πως η συσχέτιση του ρομαντικού περιπατητή με τις σύγχρονες αστικές διεκδικήσεις, εμφανίζεται πολιτικά απλουστευτική, παρουσιάζει εντούτοις την αστική εμπειρία ως βιωματική κατ΄ αρχάς συνθήκη συμμετοχής, πριν την οποιανδήποτε ελεγκτική της προσέγγιση. Αν και δικαιούμαστε να επιζητήσουμε, στα πλαίσια της οργάνωσης ομάδων αστικής πρωτοβουλίας και αστικής συμμετοχής, συγκροτημένες στρατηγικές προσέγγισης, είναι σημαντικό να σημειώσουμε επίσης τη σημασία της βιωματικής συμμετοχής και την απαίτηση προσέγγισης του αστικού τοπίου, ως τοπίου απολαυστικού περιπάτου, ως τοπίου βιωμένης αστικής απόλαυσης που προσφέρεται στο σύνολο του συμμετέχοντος αστικού πληθυσμού. 7.

Συμπερασματικά. Ο αστικός Δημόσιος Χώρος ως τοπίο και ως πεδίο περιβαλλοντικών διεκδικήσεων Η συμμετοχική διαδικασία προσέγγισης του Δημόσιου αστικού Χώρου

Τεκμηριώσαμε εκτενώς τους ιστορικούς όρους, με βάση τους οποίους τα σύγχρονα οικολογικά αιτήματα διαθέτουν σχέσεις αναφοράς προς την ρομαντική αξιοδότηση του φυσικού και του αστικού τοπίου και προς τη ρομαντική απαίτηση περιστολής των ελεγκτικών διεργασιών, που αναπτύσσονται στο φυσικό περιβάλλον όσο και στο πεδίο των αστικών συγκροτήσεων. Σχολιάσαμε επιπλέον πως με βάση την αντίληψη ενός πολιτισμικού οικοσυστήματος ο τόπος της πόλης συνιστά το κατ΄ εξοχήν πολιτισμικό τοπίο, χαρακτηρίζοντας ως εκ τούτου τον αστικό Δημόσιο Χώρο ως τοπίο συνολικής πολιτισμικής εκφοράς και ταυτόχρονα ως πεδίο συγκεκριμένων περιβαλλοντικών διεκδικήσεων. Επισημάναμε τέλος πως οι διεκδικήσεις αυτές μπορούν να αποκτήσουν ευρύτητα υποστήριξης συσχετισμένες με συμμετοχικές διαδικασίες προσέγγισης του Δημόσιου Χώρου – συμμετοχικές διαδικασίες που θα χαρακτηρίζονται από τοπιακή και περιβαλλοντική εμμονή, από την τελική απαίτηση επανάκαμψης του φυσικού στο εσωτερικό των αστικών συγκροτήσεων.


Βιβλιογραφία: Berlin, I. (2000): Οι ρίζες του Ρομαντισμού. Αθήνα: Εκδ. Scripta. Βρυχέα Α., Λωράν Κ. (Eπιμ.). (1993): Συμμετοχικός Σχεδιασμός. Θεωρητικές διερευνήσεις. Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών. Μεθοδολογικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδ. Ε.Μ.Π. Μωραΐτης Κ. (2005): Το Τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου. Αθήνα: Εκδ. Ε.Μ.Π. Williams R. (1994): Κουλτούρα και Ιστορία. Αθήνα: Εκδ. Γνώση. Οι δύο εικόνες ανασύρθηκαν από τον δικτυακό τόπο www.caspardavidfriedrich.org η πρώτη και από τον δικτυακό τόπο www.umich.edu η δεύτερη. Κωνσταντίνος Μωραΐτης Αρχιτέκτονας Μηχανικός, Αναπληρωτής Καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π. Ταχ. διευθ. Οδός Χατζηκώστα 8Α, 11521, Αθήνα – τηλ. 0030.210-64.34.101 – ηλεκτρ. διευθ. mor@arsisarc.gr


Extended summary Making contemporary urban societies more sensible on subjects concerning landscape, environment, and general appreciation of nature, entails involving the largest possible part of their population in those subjects – that is to say, to activate participation procedures. The concepts as well as the arts of landscape follow closely the cultural adventure of the western world – they are related to the core of the modern western civilization, thoroughly influenced from the beginning by rationalism and urban references. We have to reach romantic reaction in order to arrive to the positive decentralization of the landscape interest, expressed by social activities and population groups, which were culturally underestimated since then. In this historical context, the extreme valuation of the natural landscape, related to the fear of the environmental burdens caused by the first industrial and urban development, may be accepted as foreshadow of the contemporary ecological claims. The older romantic as well as the contemporary environmentalist attitude, present similar fundamental qualities: intense interest for the relation with nature as well as the enlargement of the social groups involved. They are the demands of these enlarged groups that may be satisfied, in an impressive way, by participation procedures concerning Public Space. They have to be directed by landscape and environmental orientation, by the concluding volition for the “invasion” of nature in the interior of urban formations. Konstantinos Moraitis Architect, Associate Professor, School of Architecture National Technical University of Athens. Address: 8Α Hadjikosta Str, 11521, Athens, Greece – tel. n. 0030.210-64.34.101 – email address: mor@arsisarc.gr


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.