Αρχαία ιστορία και δημιουργική γραφή

Page 1

Εμπνέομαι από την Αρχαία Ιστορία Δημιουργική γραφή και εικαστική δημιουργία

Οι μαθητές της Α΄ τάξης του Γυμνασίου Πλατανιά αφού συγκέντρωσαν πληροφορίες για την Αρχαία Ιστορία (Περσικοί πόλεμοι, Πελοποννησιακός πόλεμος, Μινωικός πολιτισμός, Μυκηναϊκός πολιτισμός, Μέγας Αλέξανδρος κ.ά.) δημιούργησαν κείμενο (διήγημα, παραμύθι) και ζωγράφισαν εμπνεόμενοι από τα συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα ή την ανάπτυξη πολιτισμών.

Υπ. Εκπαιδευτικός : Μαγουλά Μαρία (Φιλόλογος)

Γυμνάσιο Πλατανιά 2014-2015


Πάμελα Πέτκοβα, Δήμητρα Ντιμίτροβα

Τα πολύ παλιά χρόνια οι άνθρωποι δεν ήξεραν να γράφουν. Γι’ αυτό δεν άφησαν κανένα γραπτό που να μας δίνει πληροφορίες για τη ζωή τους. Μας άφησαν όμως τα εργαλεία τους και τα όπλα τους. Από αυτά μαθαίνουμε για τον τρόπο που ζούσαν. Επειδή τα πρώτα εργαλεία τους ήταν από πέτρα (λίθο), την πρώτη αυτή εποχή την ονομάζουμε Εποχή του Λίθου. Αργότερα, όταν έφτιαξαν εργαλεία από μέταλλα (χαλκό) άρχισε μια νέα εποχή, η Εποχή του Χαλκού. Οι Εποχές του Λίθου και του Χαλκού μαζί αποτελούν την Προϊστορική Εποχή ή Προϊστορία. Η Ιστορία αρχίζει από τότε που οι άνθρωποι ανακάλυψαν τη γραφή. Όταν ο άνθρωπος ήταν τροφοσυλλέκτης Πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια η γη ήταν σκεπασμένη ολόκληρη με νερό. Ήταν μια απέραντη θάλασσα. Σιγά-σιγά η στεριά με τα βουνά, τους λόγγους, τις πεδιάδες άρχισε να προβάλλει μέσα από το νερό. Με το πέρασμα των χρόνων η στεριά σκεπάστηκε από πυκνά δάση. Μέσα σ’ αυτά ζούσαν αμέτρητα ζώα. Πολλά απ’ αυτά ήταν τεράστια, όπως οι δεινόσαυροι. Αργότερα οι δεινόσαυροι εξαφανίστηκαν και άλλα μικρότερα ζώα εμφανίστηκαν. Μέσα στο περιβάλλον αυτό η ζωή των πρωτόγονων ανθρώπων ήταν πολύ δύσκολη. Για να βρούνε τροφή τριγυρνούσαν εδώ κι εκεί μαζεύοντας σπόρους και καρπούς από τα δέντρα και ψάχνοντας στο χώμα για βολβούς και ρίζες. Επειδή ζούσαν συλλέγοντας την τροφή τους, όπως την έβρισκαν στη φύση, τους ονόμασαν τροφοσυλλέκτες. Τα πρώτα εργαλεία που χρησιμοποίησαν οι άνθρωποι ήταν οι πέτρες. Μ’ αυτές έσκαβαν το χώμα για να βρίσκουν τροφή και χτυπούσαν τα άγρια θηρία που ορμούσαν εναντίον τους. Σιγά-σιγά έμαθαν να χτυπούν τις πέτρες μεταξύ τους να τις σπάνε και να τους δίνουν το σχήμα που ήθελαν. Όταν ο άνθρωπος έγινε κυνηγός Οι άνθρωποι όμως ζούσαν σε σπηλιές και ζωγράφιζαν στους τοίχους των σπηλαίων τους τα ζώα που ήθελαν να κυνηγήσουν. Όταν γυρνούσαν από το κυνήγι έπαιρναν το δέρμα των ζώων για να ντύνονται και το κρέας για να τρώνε

Προϊστορία

Όταν ο άνθρωπος ήταν τροφοσυλλέκτης



.

Κυκλαδικός πολιτισμός

Ο Ευρύμαχος ήταν ένας άνθρωπος που ζούσε μια απλή και γεμάτη ζωή. Το σπίτι του βρισκόταν σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη, στην Κύθνο. Πρόκειται για ένα γραφικό νησάκι με χαμηλά σπίτια και κάμποσους κατοίκους, που ζούσαν όλοι μαζί όμορφα και αρμονικά. Το σπίτι του ήταν μικρό με τοίχους από πέτρες και πηλό ενώ το δάπεδο ήταν φτιαγμένο από καλά πατημένο χώμα. Η οροφή του σπιτιού του ήταν κατασκευασμένη από καλάμια και πηλό. Τα έπιπλα του ήταν απλά. Μέσα υπήρχαν δύο σκαμνιά, μερικές καρέκλες και ένα μεγάλο τραπέζι. Όλα ήταν ξύλινα. Για να αντιμετωπίζει τον χειμώνα άναβε το μαγκάλι ενώ στο δάπεδο έστρωνε προβιές ζώων. Τη νύχτα, όταν έπεφτε το σκοτάδι, το φως στο δωμάτιο ήταν ένα λυχνάρι που έκαιγε λάδι. Τέλος στο εσωτερικό του σπιτιού του υπήρχαν πολλά αγγεία και σκεύη, τα οποία τα χρησιμοποιούσε στην καθημερινή του ζωή για τις ανάγκες του, όπως να τρώει, να μαγειρεύει και να αποθηκεύει την τροφή του. Η βασική του ασχολία ήταν η κτηνοτροφία και το εμπόριο. Είχε πρόβατα, βόδια και γουρουνάκια, τα οποία του έδιναν το κρέας, το γάλα, το δέρμα και το μαλλί. Όλα αυτά τα αγαθά τα εμπορευόταν και το κέρδος του ήταν αρκετά καλό. Δύσκολα βέβαια τα κατάφερνε να τα βγάλει όλα πέρα με τόσες ασχολίες που είχε, αλλά του άρεσαν κιόλας. Ακόμη έφτιαχνε μικρά ειδώλια από μάρμαρο. Είχαν ιδιαίτερη σημασία για τον ίδιο. Τα σκάλιζε με τέτοιο τρόπο ώστε να δείχνουν ότι είναι μικρά ανθρωπάκια. Η ζωή του κυλούσε όμορφα και κάθε στιγμή της ημέρας που περνούσε χαιρόταν.

Νίκος Δασκαλάκης, Ζίφκο Διαμαντίεβ, Ιωάννα Γκέκα, Δημήτρης Αποστολάκης, Κατερίνα Ιβάνοβα

Η απλή και η όμορφη ζωή του Ευρύμαχου


Μινωικός πολιτισμός

Το κρητικό καράβι έπλεε αργά κάνοντας το ταξίδι μας ακόμα πιο βασανιστικό. Ήμασταν και οι δεκατέσσερις στο αμπάρι περιμένοντας τον θάνατο. Τα εφτά αγόρια ήταν πιο ήσυχα, όμως εμείς οι εφτά Αθηναίες είχαμε ναυτίες, κρυώναμε και φοβόμασταν. Μας έπιανε όλους κατάθλιψη σαν βλέπαμε εκείνο το μαύρο, κατάμαυρο πανί που ανέμιζε στο κατάρτι. Και να σκεφτείς ότι προχθές ήμασταν όλοι στα σπίτια μας, στην Αθήνα χαρούμενοι και ξέγνοιαστοι. Πάλι καλά που ανάμεσα στους αμούστακους νέους βρισκόταν και ο Θησέας, γιος του Αιγέα και μελλοντικός βασιλιάς της Αθήνας. Μας φρόντιζε και μας έδινε ελπίδα, κι ας ξέραμε πως στην Κρήτη μας περίμενε ο θάνατος από τον τρομερό Μινώταυρο. Ο Θησέας μας έλεγε ότι θα τον εξολόθρευε, αν και πολύ αμφέβαλα αν θα τα κατάφερνε. Μετά από κάποιες βασανιστικές μέρες, μας ανακοίνωσαν ότι φτάσαμε στην Κρήτη. Βγήκαμε λοιπόν να δούμε τη χώρα του θανάτου μας, και τι να δούμε; Στην αρχή νομίσαμε ότι βλέπαμε ένα πελώριο άγαλμα κάποιου θεού, άγνωστου σ' εμάς. Όταν όμως άρχισε να κατηφορίζει, έβγαλα μια κραυγή! Ο καπετάνιος όμως μας εξήγησε ότι πρόκειται για τον Τάλω, τον χάλκινο φύλακα της Κρήτης... Όταν φτάσαμε στο λιμάνι της Αμνισού, μας υποδέχτηκαν κάποιοι φρουροί που μας πήγαν ως το παλάτι. Μόλις μπήκαμε μέσα θαμπωθήκαμε! Η ομορφιά αυτού του παλατιού ήταν απερίγραπτη! Τα χρώματα κυριαρχούσαν παντού. Τότε μας πλησίασε ένας υπηρέτης και μας είπε: «Αγαπητοί Αθηναίοι, η βασίλισσα σας ζητάει να την συγχωρήσετε που απουσιάζει και που δεν οργάνωσε τελετή για την υποδοχή σας. Είναι, βλέπετε, πολύ απασχολημένη, αυτή και ο βασιλιάς, με τον Αιγύπτιο Φαραώ. Επίσης ζητά συγγνώμη που έγινε η είσοδός σας από τις πίσω πύλες των ανακτόρων και που η διαμονή σας θα γίνει στα πιο ταπεινά διαμερίσματα του παλατιού. Ακολουθήστε με, παρακαλώ». Τον ακολουθήσαμε, γεμάτοι ερωτηματικά στο κεφάλι μας. Περιμένοντας να αντικρίσουμε κάποιο κελί φυλακής, μπήκαμε στα «διαμερίσματα». Κι όμως αυτό που είδαμε δεν είχε καμία σχέση μ' αυτό που φανταζόμασταν! Υπήρχαν τοιχογραφίες, επιχρυσωμένα σκαλισμένα έπιπλα, λεπτά και προσεκτικά σκαλισμένα αγγεία, κρεβάτια με ουρανούς και χρυσοκέντητα υφάσματα.

Ναταλία Πρώιμου, Κατερ. Ορφανουδάκη, Αριάδνη Ορφανουδάκη, Γιάννα Περογιάννη, Νίκη Νικολιουδάκη

Περιπέτεια στην αρχαία Κρήτη


- Οποιαδήποτε ερώτηση έχετε να την κάνετε στους βοηθούς μου που θα βρίσκονται πάντα εδώ γύρω και θα σας ενημερώσουν για το πρόγραμμα. Και πάλι συγχωρήστε μας για τα ταπεινά δωμάτια που σας προσφέρουμε. - Τι πρέπει να κάνουμε; ρώτησε ο Θησέας φοβούμενος κάποια παγίδα ίσως. - Έχετε διαταγή να παραμείνετε σ' αυτό το δωμάτιο ωσότου σας ειδοποιήσουμε για το δείπνο. Ευχαριστώ. Όταν έφυγε ο αρχιυπηρέτης, αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε φωναχτά γιατί μας έδωσαν ένα τέτοιο δωμάτιο και τι πρόκειται να κάνουν μ' εμάς. Ένας υπηρέτης μας είπε ότι η βασίλισσα θέλει να συμμετέχουμε στις ταυρομαχίες, στα ταυροκαθάψια όπως τα έλεγαν εδώ. Όταν του ζητήσαμε να μας πει περισσότερες λεπτομέρειες για τα ταυροκαθάψια, μας είπε ότι πρόκειται για μια γιορτή αφιερωμένη στο θεό Ποσειδώνα, στην οποία οι αθλητές χορεύουν με τους ταύρους κάνοντας ακροβατικά πάνω τους. Η βασίλισσα ήθελε να διαψεύσει μ' αυτόν τον τρόπο τη φήμη για το μέλλον μας που κυκλοφορούσε στην Αθήνα... Όλοι πίστευαν πως τους Αθηναίους που έρχονταν στην Κρήτη τους τάιζαν στον Μινώταυρο. Όμως ο νεαρός υπηρέτης μας είπε ότι αυτό δεν είναι αλήθεια, όποιοι επιζήσουν από το αγώνισμα αυτό, θα υπηρετούσαν τον Αστέριο. - Ποιος είναι ο Αστέριος; ρώτησε ο Θησέας. - Μα ο πρίγκιπας Αστέριος είναι ο…, πως τον λέτε εσείς, ο Μινώταυρος! απάντησε κοιτώντας μας με έκπληξη! Το βράδυ μας έβαλαν στο παλάτι. Τέτοια ομορφιά, μα τον Δία, δεν έχω ξαναδεί! Τα χρυσοσκαλισμένα έπιπλα, οι ζωγραφισμένοι τοίχοι, τα πολύχρωμα υφάσματα που έπεφταν μαλακά στα καθίσματα, πολλά μικροπράγματα και διακοσμητικά φερμένα από όλη τη Μεσόγειο και ακόμα παραπέρα, οι γυναίκες που κάθονταν στο τραπέζι με τα βαριά κοσμήματα και τα θεσπέσια μακριά φορέματα που ήταν τόσο όμορφες που τις μπέρδευες με θεές, οι άντρες με το μακρύ μαλλί και τα φιλόξενα μάτια που φορούσαν πολύχρωμους χιτώνες, τα πάντα ακόμα και οι πρόθυμες δούλες μου φαινόντουσαν σαν να ξεπήδησαν από τον Όλυμπο! Συμφώνησε και ο Θησέας ότι ούτε το δικό του παλάτι δεν ήταν τόσο ωραίο. Μόλις κάθισε ο Θησέας, το πρόσωπο της βασίλισσας Πασιφάης σκοτείνιασε. «Κάτι ξέρει...» σκέφτηκα. Αντίθετα το πρόσωπο της πριγκίπισσας Αριάδνης φωτίστηκε. Υπήρχε φανερή χημεία μεταξύ τους! Μετά από αυτό το υπέροχο τραπέζι, με τα απολαυστικά πιάτα και τους φιλόξενους ανθρώπους, ο Θησέας μου εκμυστηρεύτηκε το σχέδιο του.


Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι με μετέφεραν στο παλάτι όπου μια γριά με βότανα με γιατροπόρευσε. Ξύπνησα μετά από λίγο και είδα τον Θησέα. Μου είπε πως θα φεύγαμε το ίδιο βράδυ με το καράβι, μετά τον φόνο του Μινώταυρου. - Πρίγκιπα Αστέριο τον λένε, τον διόρθωσα. - Ε, καλά ποιος νοιάζεται; απάντησε εκείνος αδιάφορα.

Μινωικός πολιτισμός

Το βράδυ, μετά τα ταυροκαθάψια η Αριάδνη θα τον οδηγούσε στον Λαβύρινθο, και θα τον βοηθούσε να σφάξει τον Μινώταυρο. Τον κοίταξα έντρομη! Τι σόι τέρας, θα σκότωνε τον μελαγχολικό αδερφό της; Εφόσον δεν θα μας τάιζαν σ' αυτόν, νόμιζα ότι το σχέδιο είχε ακυρωθεί, και τα πανιά στο πλοίο θα γίνονταν άσπρα χωρίς να γίνει φόνος! Όπως φαίνεται όμως οι θεοί αποφάσισαν αλλιώς... Επί μέρες προπονούμασταν σκληρά για τα ταυροκαθάψια. Ήταν πιο δύσκολο απ' όσο είχε φανταστεί κανείς. Η Αριάδνη είχε έρθει πολλές φορές να θαυμάσει τον Θησέα. Ήταν φανερό ότι η σκληρή πριγκίπισσα ήταν ερωτευμένη μαζί του... Μετά από κάποιο καιρό έφτασε η γιορτή που όλοι περίμεναν. Ήταν άνοιξη και είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε την άγρια ομορφιά της Κρήτης. Στην αρένα ήταν καθισμένοι πολλοί άρχοντες καθώς και η βασιλική οικογένεια, εκτός από την πριγκίπισσα Φαίδρα και τον πρίγκιπα Γλαύκο που ήταν πολύ μικροί για να παρακολουθούν τέτοιες άγριες τελετές. Ήταν και ο Αστέριος εκεί. Ο Μίνωας έδειχνε να ντρέπεται γι' αυτόν, αλλά η Πασιφάη τον επιδείκνυε ως σύμβολο δύναμης. Ο ίδιος φαινόταν απλά πολύ θλιμμένος. Το κεφάλι του, κεφάλι ταύρου, φαινόταν λυπημένο, και το μυώδες ανθρώπινο σώμα του, μαζεμένο. Τον λυπήθηκα... Οι αγώνες ξεκίνησαν. Πρώτα αγωνίστηκαν οι Κρητικοί αθλητές. Τόσο ωραία κόλπα δεν έχω ξαναδεί! Πιάνανε τον ταύρο από τα κέρατα, ισορροπούσανε πάνω του, έκαναν τούμπες στην πλάτη του και γενικότερα χόρευαν με τον ταύρο! Υποκλίθηκαν και έφυγαν. Είχε έρθει η σειρά μας... Μπήκα στην αρένα με τον Μελάνθιο. Ήμασταν πρώτοι. Μπήκε και ο ταύρος. Ο Μελάνθιος τον πλησίασε και του τράβηξε την ουρά. Ο ταύρος γύρισε και εγώ πήδηξα πάνω στην πλάτη του. Μόλις ο ταύρος με ένιωσε, άρχισε να τινάζεται και να χοροπηδάει. Πότε με έριξε κάτω, πότε με ποδοπάτησε, πότε με σήκωσε με τα κέρατα του και με κόλλησε στον τοίχο, ούτε που το κατάλαβα!


Μινωικός πολιτισμός

Ναταλία Πρώιμου, Κατερ. Ορφανουδάκη, Αριάδνη Ορφανουδάκη, Γιάννα Περογιάννη, Νίκη Νικολιουδάκη

- Μα δεν καταλαβαίνεις; Γιατί χρειάζεται να γίνει φόνος; Δεν μπορούμε απλά να το σκάσουμε χωρίς να σκοτώσουμε κανέναν; Πάρε και την Αριάδνη μαζί σου, το ξέρω ότι το θέλεις ή πήγαινε και ζήτησέ την από τον Μίνωα. Το ξέρεις ότι... και για να μην τα πολυλογώ συνέχιζα να ουρλιάζω σαν τρελή. Αυτός με κοιτούσε σαστισμένος. Μετά από λίγο έφυγε χωρίς να πει κουβέντα. Το ήξερα ότι δεν με είχε ακούσει, το ήξερα! Έπρεπε κάτι να κάνω, να προειδοποιήσω τη βασίλισσα, να τους προλάβω! Όταν όμως ζήτησα να δω τη βασίλισσα, αυτή τη σπουδαία γυναίκα, η θεραπεύτρια μου το απαγόρευσε! Τότε άρχισα να ουρλιάζω, να λέω για τον φόνο του Αστέριου, για την ερωτευμένη σκληρή πριγκίπισσα, για μαύρα πανιά και για έναν γίγαντα που θα ξεγελάσουν οι Αθηναίοι, ε, τότε μου ’δωσε κάποια βότανα για να κοιμηθώ... Την επόμενη μέρα επικρατούσε πένθος στο παλάτι. Όλοι έλεγαν για την κακή κατάσταση της βασίλισσας και για την αρρώστια του βασιλιά. Όλοι μιλούσαν για τη δολοφονία του Μινώταυρου και για την φυγή της Αριάδνης με τον Θησέα... Τότε έτρεξα έξω ουρλιάζοντας. Δεν άκουγα τίποτα, δεν έβλεπα τίποτα, μόνο καταριόμουν τον Θησέα! Έφυγε, προκαλώντας τόσο πόνο στο κρητικό παλάτι, έφυγε, αφήνοντας εμένα πίσω! Και τότε το τελευταίο πράγμα που είδα ήταν η γιγάντια πατούσα του Τάλω, του χάλκινου φύλακα της Κρήτης, γίγαντα και δημιούργημα του Ήφαιστου να 'ρχεται καταπάνω μου...


Η σωτηρία της Μύρτιδος Ξύπνησε από το φως του ήλιου. Τεντώθηκε νωχελικά και χασμουρήθηκε. Ήθελε να μείνει, να κοιμηθεί λίγο ακόμα, αλλά σκεφτόταν πως μια μέρα γεμάτη περιπέτειες ξανοιγόταν μπροστά της. Έτσι σηκώθηκε και φόρεσε τον κοντό της χιτώνα. Η κοπέλα άνοιξε το παράθυρό της, και άφησε τις ακτίνες του ήλιου να της γαργαλήσουν το πρόσωπο. Έτρεξε κοντά της. Ευχήθηκαν η μια στην άλλη καλημέρα και, αφού έφαγε ένα λιτό πρωινό, βγήκε έξω τρέχοντας για να συναντήσει τις φίλες της και να παίξουν στο ποτάμι. Ύστερα από λίγο οι κελαρυστές χαρούμενες φωνές τους αντηχούν σ' όλο το χωριό. Η Μυρτίς, η Ιφιμέδεια και η Ιπποδάμεια είναι τα στολίδια της πόλης. Δωδεκάχρονες κοπέλες, προικισμένες με ομορφιά, χάρη, δύναμη και γενναιότητα κάνουν περήφανους τους γονείς τους. Ξεκίνησαν να παίζουν με τη σφαίρα, η μία την πετούσε στην άλλη και γελούσαν. Ήταν χάρμα οφθαλμών να τις βλέπεις να παίζουν. Το παιχνίδι διακόπτουν ασυνήθιστοι για κείνες μα συνηθισμένοι για τους προγόνους ήχοι. Δυνατές πολεμικές ιαχές, τύμπανα και σπαθιά. Ένας πολεμιστής και από πίσω του άλλοι χιλιάδες τον ακολουθούν τρέχοντας και κραυγάζοντας. Οι κοπέλες το έβαλαν στα πόδια. Δεν ήξεραν πού να πάνε, ποιον να ειδοποιήσουν, πού να κρυφτούν. Ήξεραν όμως ένα. Ότι ένας κίνδυνος πλησίαζε. Η Μυρτίς τρέχει στο εργαστήριο του πατέρα, ξακουστού τεχνίτη, που την ακούει προσεκτικά. -Μυρτίς, πρέπει να σωθείς. Εσύ τουλάχιστον πρέπει να σωθείς, της είπε κοιτώντας την στα μάτια. -Μα πατέρα... -Μυρτίς, κρύψου,...φύγε, σώσε τον εαυτό σου... Η κοπέλα κοιτά τον τεχνίτη με βουρκωμένα μάτια. -Και εσείς, πατέρα; -Εμείς...θα πολεμήσουμε,...τώρα φύγε, κρύψου, κανείς να μη σε βρει κόρη μου.


Μυκηναϊκός πολιτισμός

Στο μεταξύ οι άνδρες του χωριού έχουν μαζευτεί. Είναι πολλοί, όμως και πάλι λιγότεροι από τους εχθρούς. Προχωρούν γεμάτοι ανδρεία και γενναιότητα προς την αντίπαλη στρατιά που πλησιάζει. Μόλις εκείνη βρέθηκε στο οπτικό τους πεδίο, ο άναξ φώναξε: -Είναι Δωριείς, αδέρφια! Κατακτούν πολλά εδάφη αυτόν τον καιρό. Δεν θα μας νικήσουν! Σώστε τις οικογένειές σας Μυκηναίοι! Και με αυτά τα λόγια, η μάχη ξεκινά. Οι Δωριείς, πιο δυνατοί, υπερέχουν των λίγων και σχεδόν ασήμαντων Μυκηναίων. Η Μυρτίς κλείνει τα μάτια της. Όχι. Δε θέλει να δει το φριχτό θέαμα. Ο ένας συγχωριανός της πέφτει νεκρός μετά τον άλλον. Οι εχθροί τρέχουν στα σπίτια και τα καίνε. Οι πολεμικές κραυγές σώπασαν, ακούγονται μόνο χαρούμενες φωνές που ζητωκραυγάζουν. Η Μυρτίς ανοίγει τα μάτια της. Αχ, ας είναι οι φωνές των δικών της... Κατεβαίνει από το δέντρο. Μπροστά της αντικρίζει μόνο αίμα. Αίμα των δικών της, αίμα των φίλων της...Δεν μπορεί να κλάψει, η οργή την κατακλύζει. Το χωριό είναι βουτηγμένο στο αίμα και τις φλόγες. Τρέχει μακριά, και όταν πλέον δεν κινδυνεύει να καεί, σταματά. Κοιτά τον ουρανό και λέει: -Πατέρα...σώθηκα! .

Μάγδα Αδαμίδη, Κατερίνα Αυγουσιανάκη, Άννα Γεωργίου

Η Μυρτίς έκανε ότι της είπε ο πατέρας. Και άρχισε να τρέχει. Έτρεξε πέρα απ' το χωριό, μέσα στο δάσος, σκαρφάλωσε σε ένα δέντρο για να μην την βρει κανείς, και έμεινε εκεί κρατώντας την ανάσα της.


Όταν έφτασαν, μετά από λίγους μήνες, ο ναυαγός πέθανε από γηρατειά. Εκεί ο άνθρωπος έφτιαξε ξανά τη ζωή του και αποφάσισε ότι θα ήταν καλό για τους ανθρώπους να μάθουν την ιστορία του και έτσι τώρα διηγείται την περιπέτειά του στα παιδιά στην πόλη.

Β΄ Eλληνικός αποικισμός

Κάποτε, πολλούς αιώνες πριν, ένας Έλληνας άποικος, ο οποίος έχασε την οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην τότε Νότια Ιταλία. Αποφάσισε λοιπόν να διηγηθεί στα παιδιά της πόλης την περιπέτεια που πέρασε μεταναστεύοντας από την Ελλάδα στη Νότια Ιταλία. Αρχίζει λοιπόν την ιστορία του. Οι συνθήκες εκείνης της εποχής στην Ελλάδα ήταν αρκετά δύσκολες και έτσι αυτή ήταν η κύρια αιτία της μετανάστευσής του. Η πρώτη ημέρα στο καράβι κύλησε ήρεμα, όμως από τη δεύτερη και μετά αντιμετώπισε πολλά προβλήματα. Ένα από αυτά ήταν ότι δεν είχαν να φάνε, και έτσι έπρεπε να κάνουν υπομονή μέχρι να φτάσουν, όμως υπήρχε και ένα δεύτερο πρόβλημα, οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ κακές για το ταξίδι τους και έτσι χάθηκαν πολλοί άνθρωποι. Τις μέρες αυτές έζησε πολλά γεγονότα που τον συγκλόνισαν. Είδε ανθρώπους να πεθαίνουν, άλλοι πέθαιναν από αρρώστιες, άλλοι από την πείνα και άλλοι από το κρύο. Όμως το πιο συγκλονιστικό απ’ όλα ήταν όταν είδε μπροστά στα μάτια του την οικογένειά του να πεθαίνει. Καθώς είχε μεγάλη τρικυμία, το καράβι κουνούσε πολύ με αποτέλεσμα να πέσουν στη θάλασσα και να πνιγούν όλοι εκτός από αυτόν. Βέβαια και αυτός έπεσε στη θάλασσα αλλά κρατήθηκε από ένα ξύλο, και έτσι σώθηκε. Κολυμπούσε για ώρες και ήταν απελπισμένος, ώσπου τελικά είδε στεριά. Έτσι πήρε θάρρος και κολύμπησε με όλη του τη δύναμη για να φτάσει στη στεριά και τελικά τα κατάφερε. Επειδή όλα τα τρόφιμα χάθηκαν όταν βούλιαξε το καράβι δεν είχε τροφή και στράφηκε να βρει ξύλα για να φτιάξει μια στέγη για να προφυλαχτεί από τη δυνατή βροχή και τρόφιμα για να επιβιώσει. Έπειτα, από φύλλα φοινίκων έφτιαξε μια στέγη. Την επόμενη μέρα, όταν έφαγε καρύδες, πήγε να ψάξει μήπως βρει έναν άνθρωπο να τον βοηθήσει, βέβαια η διαδρομή του διήρκησε πολλές ώρες αλλά τελικά βρήκε σε μια καλύβα έναν ναυαγό που είχε χαθεί πριν πολλά χρόνια. Έτσι, μαζί έφτιαξαν τη σχεδία και πήγαν στη Νότια Ιταλία.

Τμήμα Α4 Ρένα Χαραλαμπίδη, Ελένη Στρατουδάκη, Μαρία Χαραλαμπίδη, Λία Σκουμπάκη

Οι περιπέτειες ενός αποίκου


Τα πολιτεύματα στην αρχαία Ελλάδα

Μια φορά, πριν πολλά χρόνια, ένας παππούς έλεγε στο εγγονάκι του για τη βασιλεία. Το εγγονάκι άκουγε προσεχτικά χωρίς να χάσει λέξη. Ο παππούς του, του έλεγε ότι στην αρχαϊκή εποχή η βασιλεία βρισκόταν σε παρακμή. Την εξουσία την είχε ο βασιλιάς. Το εγγονάκι όμως ρώτησε, αν πέθαινε ο βασιλιάς ποιος θα έπαιρνε τη θέση του και ο παππούς του απάντησε ότι τη θέση του θα έπαιρνε ο γιος του, αλλά αν δεν είχε γιο, ο κοντινότερος συγγενής του. Ο παππούς πρόσθεσε πως υπήρχε και η θεονική βασιλεία που υπήρχε ήδη από την εποχή της αρχαϊκής Αιγύπτου, όπου ο φαραώ λατρευόταν ως θεός, το ίδιο ίσχυε και για την αρχαϊκή Κίνα. Το παιδί τον ρώτησε αν υπάρχουν άλλα πολιτεύματα εκτός από τη βασιλεία. Του απάντησε πως υπάρχει η Αριστοκρατία, η Ολιγαρχία, η Τυραννίδα και η Δημοκρατία. Όμως όταν το άκουσε το μικρό εγγονάκι παραξενεύτηκε και ρώτησε αν μπορεί να του τα εξηγήσει καλύτερα. Ο παππούς όμως επειδή ήταν μεγάλος σε ηλικία τα είχε ξεχάσει και προσπαθούσε να τα θυμηθεί. Όταν τα θυμήθηκε του εξήγησε πρώτα για την Αριστοκρατία στην οποία την εξουσία την είχαν οι άριστοι, δηλαδή οι ευγενείς που ήταν πλούσιοι ιδιοκτήτες γης, οι οποίοι παλιότερα αποτελούσαν το συμβούλιο του βασιλιά. Όμως του παιδιού δεν του άρεσαν αυτά. Ο παππούς συνέχισε με την Ολιγαρχία στην οποία την εξουσία την είχαν οι ολίγοι, δηλαδή οι πλούσιοι που κυβερνούσαν τους φτωχούς και ονομάστηκε ολιγαρχικό πολίτευμα. Αυτοί ανήκαν σε δύο κοινωνικές τάξεις, στους ευγενείς, δηλαδή ιδιοκτήτες γης και τη νέα τάξη των εμπόρων που δημιουργήθηκε με την επέκταση του εμπορίου και τη διάδοση του νομίσματος. Ο παππούς συνέχισε με την Τυραννίδα όπου στο πολίτευμα αυτό την εξουσία την είχε ένα ικανό και φιλόδοξο άτομο που εκμεταλλεύτηκε τη δυσαρέσκεια του λαού, τις κοινωνικές ταραχές και την ανασφάλεια του που προκάλεσε η Ολιγαρχία. Οι τύραννοι κυβερνούσαν σύμφωνα με το δικό τους συμφέρον. Παράδειγμα τυράννων με σπουδαία έργα ανέφερε τον Περίανδρο στην Κόρινθο, τον Πολυκράτη στη Σάμο, τον Πεισίστρατο στη Αθήνα. Ο παππούς συνέχισε λέγοντας για τη Δημοκρατία όπου συμμετείχαν όλοι οι ελεύθεροι άντρες πολίτες. Το εγγονάκι είπε ότι ήθελε να ακούσει και άλλες ιστορίες αλλά δεν γινόταν γιατί ο παππούς ταξίδευε την άλλη μέρα, και έτσι τον καληνύχτισε και του ευχήθηκε καλό ταξίδι, θα τον περίμενε με λαχτάρα για να του διηγηθεί και άλλες ιστορίες.

Τμήμα Α4 - Εύα Χάλαρη, Κατερίνα Ψαρουδάκη, Χριστίνα Ψωμά, Δέσποινα Φυντικάκη

Η ιστορία των πολιτευμάτων από τον παππού


ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ

Στην αρχαία Σπάρτη, ένα πολύ βροχερό και κρύο βράδυ γεννήθηκε ένα μωρό αγόρι. Η γιαγιά του, που πίστευε και μπορούσε να ερμηνεύει τα σημάδια, μίλησε μόλις το αντίκρισε και είπε: «βροντές παντού αυτή τη νύχτα, βροντές και θα σημάνουν με την ενηλικίωση του. Αστραπές και φωνές πόνου συνδυάστηκαν απόψε. Φώς θα τον ακολουθήσει. Λαμπρή μορφή για τη γενιά μας. Ήδη νιώθω την περηφάνια μέσα μου. Καλώς ήρθες νέε». Τα χρόνια περνούσαν και όσοι είχαν ακούσει τα λόγια της ηλικιωμένης εκείνο το βράδυ, άρχισαν να συνειδητοποιούν τη σπουδαιότητα τους. Όπως όλα τα αγόρια, ο μικρός ξεκίνησε από τα εφτά του χρόνια την εκπαίδευσή του. Δύναμη λιονταριού και βλέμμα από γεράκι ήταν αυτά που τον χαρακτήριζαν. Ο πατέρας του περήφανος τον είχε αφήσει στα χέρια του κράτους. Η μητέρα του, σκληρή Σπαρτιάτισσα, χρόνια τώρα ανυπομονούσε ο γιος της να εκπαιδευτεί. Το είχε νιώσει και αυτή, είχε πολλά να δώσει ο καρπός της. Πρώτος στην πάλη, πρώτος στην αντοχή, γερό κορμί, άγριο πρόσωπο, τίμια ψυχή. Όλοι μιλούσαν για τον έφηβο μελαχρινό Σπαρτιάτη που τώρα πια είχε αναλάβει σχεδόν την οικογένειά του. Κάθε μέρα από νωρίς το πρωί προπονούνταν σαν να περιμένει κάτι. Ήρθε η ώρα να παντρευτεί. Δεν θα μπορούσε να διαλέξει καμία γυναίκα σωστότερη. Ήταν αυτή η μία που θα του ταίριαζε. Μεστός και ατρόμητος χαρακτήρας, εκπαιδευμένη σκληρά, άξια και δυνατή. Η ζωή τους περνούσε όπως όλων των Σπαρτιατών. Πρωινό ξύπνημα κάθε μέρα και εξάσκηση για όλους τους άντρες. Οι γυναίκες ετοίμαζαν το σπίτι και το φαγητό, έκαναν όλες τις δουλειές, όμως μπορούσαν και αυτές να ασκούνται σε ό,τι επιθυμούσαν για να διατηρούν την ψυχή και το κορμί τους δυνατά. Ο δυνατός άντρας και η γυναίκα του σέβονταν τους θεούς και συμμετείχαν σε ό,τι επέτρεπε το πολίτευμά τους. Ένα μεγάλο ζήτημα όμως κατατρώει όλη την Σπάρτη. Οι Πέρσες επιτίθενται. Το κλειστό κράτος των Σπαρτιατών πρέπει να δώσει τα πάντα, για να αποδείξει τη γενναιότητά του. Οι αποφάσεις στην Απέλλα έχουν συζητηθεί. Ο δυνατός άντρας που γεννήθηκε το βροχερό εκείνο βράδυ θα δείξει το σκοπό της ύπαρξής του, ο Λεωνίδας, θα δοξάσει το όνομά του και των προγόνων του με τον καλύτερο τρόπο. Η μεγάλη ώρα είχε έρθει. Ο Λεωνίδας και οι 300 ακόλουθοί του βγήκαν πλέον έξω από τα πέτρινα αδιαπέραστα σπαρτιατικά τείχη. Ήξεραν ότι ίσως να ήταν και η τελευταία φορά που περπατούσαν ανάμεσα στα πέτρινα σπίτια, ίσως η τελευταία φορά που προσευχήθηκαν στα ιερά των θεών τους. Φεύγοντας μια φράση ακουγόταν πίσω τους: «Ή ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ». Ήταν η φωνή του κόσμου.

Τμήμα Α1 - Κωνσταντίνος Βαρουξάκης, Αντώνης Βαρουξάκης, Μάρκος Βαρουξάκης, Γιώργος Βοτζάκης

Ο Λεωνίδας ένας μεγάλος ηγέτης


Το χρονικό των ολυμπιακών αγώνων του 658 π.Χ. 28/6/658 Σε μερικές μέρες αρχίζουν οι Ολυμπιακοί αγώνες! Είναι το μεγαλύτερο γεγονός της Ελλάδας! Ένας φίλος μου, μου είπε πως στην Ολυμπία άρχισαν οι προετοιμασίες. Φτιάχνουν τους ιππόδρομους, τα στάδια και τους δρόμους. Ετοιμάζουν όλο τον εξοπλισμό, τα ακόντια, τους δίσκους, τα γάντια της πυγμαχίας και πολλά άλλα. Οι ίπποι είναι έτοιμοι στους στάβλους τους. Το έδαφος είναι επίπεδο, οι θέσεις των θεατών λάμπουν από καθαριότητα. Φυσικά είναι έτοιμο και το χρυσό βάθρο με τα δώρα των νικητών! 5/7/658 Αύριο είναι η μεγάλη μέρα! Όλοι θα έχουν μαζευτεί στο Ολυμπιακό στάδιο. Οι αθλητές θα ετοιμάζονται. Εγώ θα πάω μαζί με τον πατέρα μου να τους παρακολουθήσουμε. Θα είναι τέλεια! 7/7/658 Ήταν πολύ εντυπωσιακό θέαμα! Τα αθλήματα ξεκίνησαν το πρωί και τελείωσαν το απόγευμα. Αρχικά παρέλασαν όλοι οι αθλητές στο στάδιο. Ύστερα ξεκίνησαν τα αγωνίσματα. Πρώτοι ήταν οι αγώνες δρόμου. Πήραν τις θέσεις τους οι ομάδες με τους αθλητές και μόλις δόθηκε σήμα, άρχισαν να τρέχουν ασταμάτητα μέχρι που τερμάτισαν στο σημείο με το έπαθλο των νικητών. Η ομάδα των Σπαρτιατών νίκησε! Ακολούθησε η πάλη. Εκεί συμμετείχε και ο Αριστοτέλης. Είναι από την περιοχή μου, έτσι αυτόν υποστήριζα! Άρχισε να επιτίθεται στον αντίπαλό του με τους ώμους. Εκείνος έπεσε τρεις φορές κάτω. Η μάχη συνεχίστηκε και στο έδαφος. Ο ηττημένος σήκωσε το χέρι και έτσι κέρδισε ο Αριστοτέλης! Όλοι οι φίλοι μου χάρηκαν πολύ. Μετά από λίγο ακολούθησε η πυγμαχία. Φοβάμαι λίγο να κοιτάζω γιατί πολλές φορές το στάδιο γεμίζει αίματα. Οι αθλητές φοράνε δερμάτινα γάντια με καρφιά ή βόλους μέσα. Έτσι νικάει αυτός που κατορθώνει να μην χτυπηθεί. Το πένταθλο άρχισε αργότερα. Αν και δυσκολότερο, είναι το αγαπημένο μου. Σ΄ αυτό αγωνίζεται και ο αδερφός μου ο Λεωχάρης, αυτός μου δίδαξε τις τεχνικές του αγωνίσματος. Είναι . συνδυασμός πάλης και πυγμαχίας. Σε αντίθεση με την πυγμαχία οι αθλητές αγωνίζονται με γυμνά χέρια και χτυπούσαν με τα δάχτυλα της πυγμής. Όταν έφτασε η σειρά του αδερφού μου όλοι είχαμε πολύ αγωνία. Ξεκίνησε η μάχη, ο αδερφός μου απέφυγε κάποια χτυπήματα και άρχισε την επίθεση. Ο αντίπαλος χτυπήθηκε και έπεσε κάτω. Ο Λεωχάρης βγήκε νικητής! Μακάρι να μπορούσε να τον θαυμάσει και η μητέρα μου την ώρα που παλεύει! Κέρδισε ένα αγγείο με λάδι και ένα στεφάνι ελιάς


Αγώνες Ολυμπιακοί Αρχαίοι

Κων/ίνα Παπαγεωργίου, Τάσος Παούνοβ, Μιχάλης Παρασκάκης, Λευτέρης Προβιδάκης Τμήμα Α3

Συνέχισε το πένταθλο με το άλμα ύψους, μήκους και βάθους. Το άλμα βάθους είναι πολύ εντυπωσιακό! Ο αθλητής πηδάει από ένα βατήρα και όταν προσγειωθεί πρέπει να μείνει ακίνητος. Είχα λάβει μέρος σε αγώνες άλματος βάθους, όμως όταν προσγειώθηκα έπεσα κάτω! Με το πού τελείωσαν οι αγώνες άλματος, άρχισε η δισκοβολία. Ένας αθλητής καθώς πέταξε τον δίσκο, αστόχησε και η πέτρα έπεσε πάνω σε έναν θεατή! Προκλήθηκε σαματάς! Όλοι φοβήθηκαν και άρχισαν να τρέχουν. Ευτυχώς όμως η πέτρα χτύπησε το χέρι του ανθρώπου, το οποίο έσπασε, χωρίς να είναι κάτι σοβαρό. Οι αγώνες συνεχίστηκαν με το άθλημα του ακοντίου. Ένας μυώδης άντρας, άρχισε να τρέχει πολύ γρήγορα, ώσπου ξαφνικά πέταξε το ακόντιο πάρα πολύ μακριά. Τελικά βγήκε νικητής! Λοιπόν αφού έγινε η βράβευση, των αθλητών του ακοντίου, ετοιμάστηκαν οι ίπποι για την ιπποδρομία. Ανέβηκαν οι ιππείς πάνω τους και μόλις δόθηκε σήμα άρχισαν να τρέχουν. Κόντευαν να φτάσουν στο βωμό του Ταραξίππου. Εκεί όταν τα άλογα περνάνε παθαίνουν απροσδόκητα πανικό, ταράζονται πολύ. Μια φορά ένας ιππέας είχε πέσει κάτω, αφού ο ίππος του ήταν πολύ ταραγμένος! Αφού λοιπόν τελείωσαν όλα τα αγωνίσματα, άρχισε η τελική βράβευση των αθλητών. Τα δώρα ήταν τέλεια! Ήταν κυρίως στεφάνια ελιάς, όμως υπήρχαν και αγγεία και άλλα χρήσιμα αντικείμενα. Ξαφνικά όμως ακούστηκαν φωνές! Μια γυναίκα είχε μπει μέσα στο στάδιο. Ήταν η γειτόνισσά μας, η Καλλιπάτειρα! Την πήραν για να την θανατώσουν, όμως εκείνη τους ανέφερε πως είχε συγγενείς Ολυμπιονίκες και κάποιοι από αυτούς αγωνίζονταν εκείνη τη μέρα! Έτσι δεν έπαθε τίποτα και μπόρεσε να παρακολουθήσει την υπόλοιπη βράβευση. Καθώς τελείωσαν οι αγώνες, ήρθε ο Λεωχάρης και όλοι τον συγχαρήκαμε, έτσι γυρίσαμε σπίτι χαρούμενοι! 10/10/658 Εχθές έγιναν τα Ηραία, όπου συμμετείχε η αδερφή μου. Μας περιέγραψε το στάδιο, ήταν κομψό με κορδέλες, στεφάνια και πολλούς καταπράσινους θάμνους. Εκείνη φορούσε ένα κομψό, ειδικό για την τοξοβολία φόρεμα. Είναι πολύ καλή στην τοξοβολία, γι’ αυτό και κέρδισε το δεύτερο βραβείο, ένα πανέμορφο και κομψό στεφάνι!


Πελοποννησιακός Πόλεμος

Από πολύ μικρός άκουγα για τους πολέμους με τους Πέρσες. Ήρθε όμως η ώρα να δω και τον πόλεμο μπροστά στα μάτια μου. Θυμάμαι τη μέρα που οι Θηβαίοι μπήκαν στην Πλάταια, η οποία ήταν σύμμαχός μας. Ήρθε ο στρατός των Σπαρτιατών κι εμείς με τις μαμάδες μας τρέξαμε στην οχυρωμένη πόλη. Ήταν δύσκολη εποχή γιατί χτύπησε την πόλη μας λοιμός. Πολλοί πέθαναν, ανάμεσα τους και ο Περικλής. Μεγάλη απώλεια για την Αθήνα! Περίμενα κι εγώ τη δική μου σειρά! Είναι πολύ τραγικό να βλέπεις τους Έλληνες να πολεμούν μεταξύ τους. Ο πατέρας μου πήγε στη Σικελική εκστρατεία. Την εκστρατεία οργάνωσε ο Αλκιβιάδης, ένας πολιτικός με πολλές ικανότητες και φιλοδοξίες. Οι Αθηναίοι ήταν πολύ ενθουσιασμένοι μαζί του. Όταν όμως ο στόλος μας έφτασε στη Σικελία, στην Αθήνα ξέσπασε μεγάλη πολιτική κρίση. Είχαν κατηγορήσει τον Αλκιβιάδη ότι κατέστρεψε μαζί με τους φίλους του τις ερμαϊκές στήλες. Η Εκκλησία του Δήμου αποφάσισε να ανακαλέσει από τη Σικελία τον Αλκιβιάδη. Αυτός φοβήθηκε και πήγε στην Σπάρτη. Έτσι, τα πράγματα στη Σικελία δυσκόλεψαν με αποτέλεσμα την ήττα μας. Ο πατέρας μου σκοτώθηκε κι έμεινα ορφανός. Η πόλη μου ζούσε έναν εφιάλτη… Όταν ήρθε η είδηση ότι χάσαμε από τους Σπαρτιάτες στους Αιγός ποταμούς, όλοι θρηνούσαν. Δεν έπρεπε να αγνοήσουμε τις ικανότητες του Λύσανδρου και να φανούμε τόσο εγωιστές. Αυτό που κατάλαβα εγώ είναι ότι ο πόλεμος καταστρέφει τα πάντα και οι άνθρωποι δεν πρέπει να πολεμούν, αλλά να ζουν ειρηνικά!

Στέλιος Λουράκης, Στέλιος Μάρακας, Στράτος Δρακουλάκης, Νίκος Μανιουδάκης, Βασίλης Κακαουνάκης

Οι αναμνήσεις ενός πολέμου


Ο Σωτήρας των Αθηναίων Μετά τους Περσικούς πολέμους οι καιροί είναι δύσκολοι. Βγαίνω έξω στους δρόμους με την ελπίδα ότι μια μέρα θα έρθει στην πόλη ένας «σωτήρας» που θα μας σώσει από τα προβλήματά μας. Η γυναίκα και τα παιδιά μου δεν πίστευαν πως θα έρθει η σωτηρία μας, ώσπου μια μέρα την ώρα που καθόμασταν στο τραπέζι να φάμε το φαγητό μας, άκουσα μια φωνή που μας φώναξε να μαζευτούμε στην παλιά πλατεία. Έτσι κι εγώ βγήκα έξω και προχώρησα προς το μέρος του. Όταν πλησίασα, αντίκρισα έναν άνδρα με επιβλητικότητα και αποφασιστικότητα. Τον ρωτήσαμε ποιος είναι και γιατί ήρθε στην πόλη μας. Εκείνος γέλασε και μας είπε πως το όνομά του ήταν Περικλής και πως ήρθε για να βάλει ένα τέλος στα βάσανά μας. Όταν ξεστόμισε τη λέξη «τέλος», είδα την αποφασιστικότητα στα μάτια του και τότε κατάλαβα πως αυτός ο άνθρωπος ήταν ο σωτήρας που περίμενα. Ο Περικλής από την πρώτη κιόλας μέρα άρχισε να κάνει σχέδια ανάπτυξης της Αθήνας. Το πρώτο έργο που κατάφερε ήταν να ξαναφτιάξει τους ναούς που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες. Γι’ αυτό τον σκοπό χρησιμοποίησε και χρήματα από το συμμαχικό ταμείο. Πολύ σύντομα στην Αθήνα είχαν δημιουργηθεί τόσα πολλά έργα που κανείς δεν είχε ξαναδεί τα προηγούμενα χρόνια. Η Ακρόπολη έγινε άξια θαυμασμού, καθώς πάνω της στήθηκαν λαμπρά μνημεία. Την εποχή εκείνη ζούσε στην Αθήνα ένας γλύπτης, ο Φειδίας, στον οποίο ο Περικλής ανέθεσε την επίβλεψη των έργων. Ο Περικλής έχτισε το ναό της Αθηνάς δεξιά από τα Προπύλαια, ενώ στο ψηλότερο σημείο ήταν ο Παρθενώνας, αφιερωμένος κι αυτός στην Αθηνά.


Περικλής ο Αθηναίος, ένας μεγάλος ηγέτης

Ιωάννα Σκαράκη, Ιορντάνα Στογιάνοβα, Πέτια Τσερκέζοβα, Μηνοδώρα Σαρρή

Ακόμη, στο μέρος όπου είχε γίνει ο αγώνας ανάμεσα στην Αθηνά και τον Ποσειδώνα, χτίστηκε το Ερέχθειο. Στον χώρο αυτό οι τοίχοι ήταν γεμάτοι από αφιερώματα. Ανάμεσα σ’ αυτά υπήρχε και το χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς που είχε ύψος επτά μέτρα. Ήταν πολύ εντυπωσιακό και φαινόταν από πολύ μακριά χάρη στο μακρύ και μυτερό δόρυ που κρατούσε. Ο Περικλής έδωσε την ευκαιρία στους Αθηναίους να διαθέτουν αγγεία για να αποθηκεύουν διάφορα προϊόντα. Τ’ αγγεία είχαν επάνω τους παραστάσεις που τις ζωγράφιζαν οι τεχνίτες. Βλέποντας όλα αυτά τα έργα βρήκα ξανά την ελπίδα που είχα χάσει. Όλοι οι πολίτες είχαν επιτέλους δουλειά, χρήματα για να τα βγάλουν πέρα και ένα αξιοπρεπές γεύμα για να φάνε με τις οικογένειές τους. Κανείς δεν παραπονέθηκε ξανά για τη δουλειά του και όλα αυτά χάρη στον Περικλή και τα έργα του. Όσο για την ψυχαγωγία δημιούργησε καινούριες πλατείες όπου σύχναζαν οι νέοι και αμφιθέατρα όπου ο καθένας μπορούσε να επισκεφθεί.


Η μόρφωση στην αρχαία Αθήνα

Στην αρχαία Αθήνα τα παιδιά πήγαιναν στα σχολεία για να μορφωθούν από διάφορους δασκάλους. Ένα από τα παιδιά που πήγαιναν σχολείο ήταν ο Ηγέλοχος. Ένας μαθητής με πολύ πάθος για τη μόρφωση και τη μουσική. Ο Ηγέλοχος ήταν ένας από τους καλύτερους μαθητές και οι δάσκαλοι του έδιναν περισσότερη σημασία από τους άλλους μαθητές. Ο κιθαριστής τον έπαιρνε να παίζουν μαζί σε διάφορα παλάτια. Ο γραμματιστής τον έδειχνε σαν πρότυπο στους άλλους μαθητές. Επειδή η οικογένειά του ήταν πολύ γνωστή, έπαιζε μαζί με τον Φήμιο και διδασκόταν από τον Αριστοτέλη. Ο Ηγέλοχος είχε μόνο ένα ελάττωμα. Δεν ήταν καλός στην πάλη και γενικότερα σε όλες τις σωματικές δραστηριότητες. Έτσι κάθε φορά έμπαινε στο στόχαστρο των συμμαθητών του. Μια μέρα άρχισαν να τον κοροϊδεύουν λέγοντάς του ότι δεν είναι δυνατός και ότι είναι δειλός. Αυτός τους απάντησε ότι θα γίνει ένας σπουδαίος φιλόσοφος που θα κάνει την Αθήνα σπουδαίο πολιτισμικό κέντρο. Μόλις ο Ηγέλοχος αποφοίτησε έγινε ένας σπουδαίος φιλόσοφος γνωστός για τις θεωρίες του σε όλο τον κόσμο. Τότε αποτέλεσε το πρότυπο για πολλούς ανθρώπους και όπως είχε αναφέρει έκανε την Αθήνα ακόμη πιο γνωστή. Οι παλιοί συμμαθητές του από τη ζήλια τους τον σκότωσαν και έτσι η Αθήνα έχασε έναν σπουδαίο φιλόσοφο και μουσικό.

Τμήμα Α2 - Κώστας Κουκουράκης, Σοφία Καστρινάκη, Γιούλη Μανιά, Σαμ Ιλέι, Άννα Κάτσουρα

Ο Ηγέλοχος, ένας αξιοζήλευτος μαθητής


Ο Σωκράτης στα Μεγάλα Διονύσια Ήταν πρωί της ογδόης του μηνός Ελαφηβολιώνος και ο μικρός Σωκράτης είχε μόλις ξυπνήσει. Σήμερα άρχιζε η αγαπημένη του γιορτή: τα Μεγάλα Διονύσια και θα κρατούσε ως τις δεκατρείς του μηνός. Ήταν τόσο χαρούμενος που μέσα του, μην τον ακούσει και κανείς και τον περάσει για τρελό, ευχαριστούσε τον τύραννο Πεισίστρατο που είχε φέρει τη γιορτή από τη μικρή πόλη των Ελευθερών. Σηκώθηκε από το κρεβάτι του και με γρήγορο βήμα πήγε να πλυθεί. Κοιτάχθηκε στον καθρέφτη να δει αν ήταν όλα εντάξει. Τα καστανά, κυματιστά μαλλιά του ήταν χτενισμένα πίσω πάντα, τα μικρά του καφέ μάτια λαμπύριζαν στην αντανάκλαση του πρωινού ήλιου πάνω στο νερό και το μακρόστενο πρόσωπό του ήταν καθαρό και χαρούμενο. Ήταν μικρόσωμος μα πολύ δυνατός και το τετραπέρατο μυαλό του ήταν καλλιεργημένο από τον καλύτερο γεωργό του σύμπαντος, τον Δία. Καθώς φαίνεται του είχε προσφέρει γνώσεις και σοφία απλόχερα. Πάνω στους συλλογισμούς του, δεν πρόσεξε τον πατέρα του που με τη βαριά του φωνή, τον διέκοψε λέγοντάς του να μην αργεί γιατί θα έχαναν τη θυσία στον Ασκληπιό. Υπάκουσε στην εντολή του πατέρα του και έβαλε τον καλό του χιτώνα και τα σανδάλια και βγήκε έξω. Αμέσως κατέκλυσε το νου του η μυρωδιά από το χορτάρι και τα ανθισμένα λουλούδια, τα αυτιά του γέμισαν με τα βουητά των μελισσών που περνούσαν ανάμεσα από τα λουλούδια και έκαναν μια μικρή στάση σε όποιο τους άρεσε, για να μεθύσουν με το ωραίο τους νέκταρ. Παραδίπλα τον περίμεναν οι γονείς του και μαζί ξεκίνησαν για την Ακρόπολη όπου βρισκόταν ο ναός του Ασκληπιού πλάι στο ναό του Διονύσου στη νότια πλευρά. Όταν έφτασαν, παρακολούθησαν τη θυσία ενός αγριογούρουνου στον θεό, και μετά τη μεταφορά του ξύλινου αγάλματος του Ασκληπιού από το ναό του ως ένα ναό της Ακαδημίας, γύρισαν σπίτι. Ο αδερφός του Μενέλαος δεν ήταν εκεί ούτε τους είχε συντροφεύσει στη θυσία φέτος. Ήταν αγχωμένος γιατί συμμετείχε στους δραματικούς αγώνες και ... Ωχ! Αυτό το είχε ξεχάσει! Έπρεπε να παραβρεθούν στον προάγωνα των δραματικών παραστάσεων. Έτρεξε να το θυμίσει στους γονείς του και σε λίγο έφυγαν όλοι βιαστικοί. Όταν έφτασαν ήταν η σειρά του αδερφού του που απήγγειλε ένα μικρό απόσπασμα από αυτά που θα έλεγε τη μεθεπόμενη μέρα. Του άρεσαν πολύ οι δραματικοί αγώνες. Ο αδερφός του απήγγειλε πάντα πολύ όμορφα, έτσι όταν γύρισαν στο σπίτι τον συγχάρηκαν όλοι.


Οι γιορτές στην αρχαία Αθήνα

Βαγγέλης Νταγκουνάκης, Αλέξανδρος Πετακάκης, Μαριλένα Ουρουτζόγλου, Ελπίδα Μπεριάδη

Η ύπουλη νύχτα όμως, που δεν τον άφηνε να μείνει ξύπνιος και να χαρεί με τους υπόλοιπους, έφτασε γρήγορα και έπρεπε να κοιμηθεί νωρίς γιατί αύριο είχε να διανύσει πολύ δρόμο ψέλνοντας με τον πατέρα του. Η επόμενη μέρα ήταν η αγαπημένη του. Σηκώθηκε και ντύθηκε νωρίτερα από όλους. Όταν με τον πατέρα του έφτασαν στην Ακαδημία ξεκίνησε η πομπή με παιδιά και άντρες να ψάλλουν διθυράμβους, ανάμεσά τους και αυτός, νέοι που οδηγούσαν ταύρους προς θυσία στον Ασκληπιό και νέες με τα απαραίτητα σκεύη. Μπροστά περπατούσε ο άνδρας με το ξύλινο άγαλμα του θεού που θα μετέφεραν πίσω στο ναό του ως ανάμνηση της μεταφοράς του από την πόλη των Ελευθερών. Όταν έφτασαν στο ναό ήταν απόγευμα και αφού έγιναν οι θυσίες, όλοι οι πολίτες ξεχύθηκαν χορεύοντας σε όλη την Αθήνα ως το βράδυ. Ήταν όλοι πολύ χαρούμενοι. Την άλλη μέρα ο Μενέλαος έφυγε πιο νωρίς για τους δραματικούς αγώνες ενώ λίγο αργότερα έφυγε και ο Σωκράτης με τους γονείς του. Ήταν τυχεροί γιατί ο Μενέλαος συμμετείχε την πρώτη μέρα στους αγώνες. Τις επόμενες δύο μέρες παρακολουθούσαν αγωνιωδώς. Τελικά ο Μενέλαος βγήκε τρίτος κάνοντας την οικογένεια ακόμα πιο περήφανη αφού ήταν ο πέμπτος άνδρας της, που έβγαινε στην πρώτη τριάδα. Την επόμενη μέρα, σειρά είχε η συνέλευση απολογισμού των Διονυσίων, όμως ο Σωκράτης δεν πήγε. Κοιμήθηκε λίγο παραπάνω και μετά πήγε στην παλαίστρα να βρει τους φίλους του.


Σωκράτης, ένας νομοταγής πολίτης Στα παλιά τα χρόνια, (5ος αιώνας π.Χ.) ζούσε ένας Έλληνας Αθηναίος φιλόσοφος που τον έλεγαν Σωκράτη. Ο Σωκράτης ήταν ένας από τους ιδρυτές της Δυτικής φιλοσοφίας. Ήταν γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης και σε μεγάλη ηλικία παντρεύτηκε την Ξανθίππη. Ο Σωκράτης όταν ήταν μικρός δεν είχε σκεφτεί να ασχοληθεί με την ελληνική φιλοσοφία και αργότερα να την διδάσκει σε μαθητές του. Γνωρίζοντας τον φιλόσοφο Αρχέλαο κατάλαβε ότι είχε ένα νέο πάθος για τη φιλοσοφία και έτσι παράτησε τη γλυπτική με την οποία είχε ασχοληθεί και άρχισε ένα νέο κύκλο στη ζωή του. Από τότε έκανε έρευνες και δίδασκε σε ιδιαίτερα νέους τη ρητορική τέχνη και, σε αντίθεση με τους σοφιστές, δεν πληρωνόταν αλλά το έκανε για να δείξει στους νέους τον δρόμο που είχε πάρει. Μετά από χρόνια, στη σχολή όπου δίδασκε φιλοσοφία, μαζεύονταν όλο και πιο πολλοί νέοι που έγιναν μαθητές του και ήθελαν να ακολουθήσουν κι αυτοί τον δρόμο του δασκάλου τους.


Σωκράτης - Πλάτωνας

Αλέξανδρος Καρανάκης, Έλενα Μαραγκάκη, Γιάννης Φασαράκης, Γιάννης Κοντεκάς, Λευτέρης Κρίκου

Μετά από λίγα χρόνια, ο Σωκράτης είχε δεχτεί κάποιες κατηγορίες για ασέβεια προς τους θεούς και για τη διαφθορά των νέων που μάλλον ποτέ δεν θα είχαν συμβεί αυτά. Η τιμωρία του ήταν θάνατος. Ο Σωκράτης όμως έδειξε θάρρος και περίμενε και από τους μαθητές του να πράξουν το ίδιο. Οι μαθητές του ταραγμένοι ήθελαν να τον βοηθήσουν να αποδράσει από τη φυλακή Ο διάλογος του Σωκράτη και ενός αγαπημένου του μαθητή, του Πλάτωνα, περιγράφεται παρακάτω : -Δάσκαλε, μπορείτε να δραπετεύσετε! Τώρα είναι η ευκαιρία! -Όχι, καλέ και πιστέ μου μαθητή! Ως φιλόσοφος δεν μπορώ να διαπράξω τέτοια διαφυγή! Πρέπει να μείνω εδώ ως το τέλος! -Δάσκαλε, το ξέρω ότι είστε νομοταγής, αλλά έχετε πολλά ακόμα να δώσετε σε εμένα και στους άλλους μαθητές σας. Ξέρουμε ότι είστε αθώος! -O Νόμος με κατηγόρησε σε θάνατο. Και άμα είναι αυτό που πρέπει να πάθω, θα το υποστώ! Θέλω τον προφορικό λόγο που σας δίδαξα, να μην τον ξεχάσετε ποτέ. Πρέπει να φύγετε τώρα! Προτού βρείτε τον μπελά σας! Αντίο παιδιά μου! Ύστερα ο Σωκράτης αφού είδε τους μαθητές του για τελευταία φορά, ήπιε το κώνειο, όπως πρόσταζε ο νόμος. Ο Πλάτωνας και οι άλλοι μαθητές του Σωκράτη έφυγαν με πολλή θλίψη αφού δεν μπόρεσαν να αλλάξουν γνώμη στον δάσκαλο τους. Έπειτα, ο Πλάτωνας παρέμεινε στην Αθήνα για περίπου τρία χρόνια και μετά κατέφυγε στα Μέγαρα, κοντά στον μαθητή του Ευκλείδη και άλλους σωκρατικούς, όπου ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, τα οποία φέρουν τη σφραγίδα της σωκρατικής φιλοσοφίας.


Ο Αλέξανδρος εξημερώνει τον Βουκεφάλα Ο νεαρός Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, κατέβαινε συχνά στην τεράστια και γεμάτη κόσμο μακεδονική αγορά, μαζί με τους συντρόφους του, και θαύμαζε τα διάφορα εμπορεύματα στους πάγκους των εμπόρων. Περισσότερο απ’ όλα τον γοήτευε το παζάρι των ζώων, που γινόταν κάθε εβδομάδα, καθώς εκεί ένα όμορφο θεσσαλικό άτι είχε τραβήξει την προσοχή του. Ήταν μαύρο, δυνατό και όμορφο. Την πρώτη μέρα, που το είδε ο Αλέξανδρος, ένα αρκετά μεγάλο πλήθος είχε μαζευτεί γύρω του, θαυμάζοντάς το, ενώ μπροστά βρίσκονταν κάποιοι Μακεδόνες άρχοντες, που διαπραγματεύονταν την τιμή του. Μα ο Θεσσαλός Φιλόνικος, ο ιδιοκτήτης του αλόγου, ήταν σκληρός διαπραγματευτής. Ζητούσε 10 τάλαντα, τιμή εξωφρενική, για να πουλήσει το άτι. Οι διαμαρτυρίες των αρχόντων ήταν φυσικές, και πολλοί, απογοητευμένοι αποχώρισαν. Εκείνος που απέμενε, ο Αρίστιππος, δεν παρέδωσε τα όπλα. -Η τιμή είναι εξωφρενική, Φιλόνικε, για ένα κοινό θεσσαλικό άλογο. -Δεν είναι απλώς ένα θεσσαλικό άλογο, του αντιγύρισε ο Φιλόνικος. Ωστόσο βλέποντας τον Αρίστιππο έτοιμο να φύγει, υποχώρησε. -Μα μπορώ να σου το δώσω στη μισή τιμή, για πέντε τάλαντα, είπε με ένα πονηρό χαμόγελο. -Πώς; -Να, θα κάνουμε μια συμφωνία. Εσύ θα μου δώσεις τα χρήματα και στη συνέχεια θα πας να πάρεις το άλογο, ιππεύοντάς το. Αν τα καταφέρεις είναι δικό σου. Αν όχι, θα το κρατήσω μαζί με τα χρήματα. Ο Αρίστιππος βιάστηκε να συμφωνήσει, πριν ο έμπορας προλάβει να αλλάξει γνώμη. Έβγαλε πέντε τάλαντα και τα άφησε στον πάγκο, ενώ κατευθύνθηκε προς το περήφανο άτι. Το άλογο τον κοίταξε καχύποπτα με τα μαύρα μάτια του και ο Αρίστιππος το άγγιξε και στηρίχτηκε στην πλάτη του για να ανέβει. Μα τότε το άλογο, σαν να το τσίμπησε μύγα, σηκώθηκε στα πίσω πόδια του και τινάχτηκε, ρίχνοντας τον Μακεδόνα άρχοντα κάτω με τόσο μεγάλη ορμή, που οι ακόλουθοί του νόμισαν ότι τραυματίστηκε και έτρεξαν κοντά του. Ευτυχώς ο Αρίστιππος γλίτωσε μόνο με λίγες γρατσουνιές και, αφού σηκώθηκε, στράφηκε οργισμένα στον Φιλόνικο. -Απατεώνα! Με ξεγέλασες. Ήξερες ότι το άλογο ήταν άγριο! ξέσπασε. -Η συμφωνία είναι συμφωνία, απάντησε ήρεμα εκείνος, και εσύ τη δέχτηκες. Εξοργισμένος ο Αρίστιππος στράφηκε στο πλήθος:.


Μέγας Αλέξανδρος

Φιλίππα Αγγελάκη, Αντωνία Δασκαλάκη, Στέλλα Αυγουσιανάκη Τμήμα Α1

-Δίνω δυο τάλαντα σε όποιον καταφέρει να ιππεύσει αυτό το άλογο, φώναξε Τα χρήματα ήταν πολλά και δεν άργησαν να φανούν οι πρώτοι υποψήφιοι. Όμως το άλογο τους έριχνε έναν-έναν κάτω. Ο Αλέξανδρος και οι σύντροφοί του επέστρεψαν στο παλάτι πριν περάσουν όλοι οι υποψήφιοι, όμως στο μυαλό του Αλέξανδρου είχε καρφωθεί το όμορφο θεσσαλικό άλογο. Ενώ ένας-ένας οι χωρικοί προσπαθούσαν να το τιθασεύσουν, εκείνος είχε παρατηρήσει κάτι. Το άλογο ήταν πάντα στραμμένο με την πλάτη στον ήλιο και η σκιά του βρισκόταν πάντα μπροστά του. Το άλογο, λοιπόν, στεκόταν στα δυο του πόδια, προκειμένου να αποφύγει τη σκιά του, που έμοιαζε με ένα δεύτερο άλογο. Φοβόταν τη σκιά του. Ο Αλέξανδρος ήταν αποφασισμένος να αποκτήσει αυτό το άτι πάση θυσία. Και η τέλεια ευκαιρία ήρθε λίγες μέρες αργότερα, όταν ο πατέρας του, ο βασιλιάς Φίλιππος, αποφάσισε να κατέβει στην αγορά για να δει αυτό το περίφημο ζώο, που είχε καταφέρει να ρίξει τον εξαίρετο ιππέα Αρίστιππο κάτω. Ο Αλέξανδρος λοιπόν τον ακολούθησε, μαζί με τους περισσότερους άρχοντες της βασιλικής αυλής. Όταν έφτασαν στον πάγκο του εμπόρου Φιλόνικου ο Αλέξανδρος διαπίστωσε με ανακούφιση ότι το άλογο βρισκόταν ακόμη εκεί, δεμένο σε έναν πάσσαλο. Ο ιδιοκτήτης του, βλέποντας τον Φίλιππο να περιτριγυρίζεται από τόσους άντρες, σωστά υπέθεσε ότι ήταν κάποιο σημαντικό πρόσωπο, δεν είχε ιδέα όμως ότι βρισκόταν μπροστά στον ίδιο το βασιλιά της Μακεδονίας. Πριν προλάβει να μιλήσει, ο Φίλιππος τον πρόλαβε:


Μέγας Αλέξανδρος

Φιλίππα Αγγελάκη, Αντωνία Δασκαλάκη, Στέλλα Αυγουσιανάκη Τμήμα Α1

-Έμαθα ότι έχεις στην κατοχή σου ένα πολύ ωραίο και δυνατό άλογο. Θα ήθελα να το αγοράσω. Πληροφορήθηκα ήδη τους όρους σου, είπε κι έβγαλε ένα παραφουσκωμένο πουγκί. Ο Φιλόνικος ξεροκατάπιε. -ΟΙ όροι άλλαξαν, κύριε. Το άλογό μου είναι υπερβολικά πολύτιμο για να το πουλήσω! -Μάλιστα… Και πόσο θα έπρεπε να πουληθεί αυτό το πολύτιμο άλογο κατά τη γνώμη σου; -Γύρω στα δεκατρία τάλαντα. Ακούστηκαν επιφωνήματα δέους και ξαφνιάσματος, μα ο Φίλιππος αμίλητος έβγαλε το ποσό από το πουγκί του και το πρόσφερε στον έμπορο. Στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς το άλογο. Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Φίλιππος απέτυχε όπως και όλοι οι αυλικοί του που δοκίμασαν να πλησιάσουν το άλογο. Πολλοί είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι τα δεκαπέντε τάλαντα πήγαν χαμένα. Ο Αλέξανδρος όλη εκείνη την ώρα παρακολουθούσε τις αντιδράσεις του αλόγου και ενισχύθηκε η πεποίθησή του ότι αυτό που τρόμαζε το άλογο ήταν η σκιά του. -Πατέρα, θα ήθελα κι εγώ να δοκιμάσω να τιθασεύσω αυτό το άλογο, είπε στον Φίλιππο. -Αδύνατον, είσαι ακόμη πολύ μικρός Αλέξανδρε! -Άφησέ με τουλάχιστον να προσπαθήσω! Εξάλλου δεν έχεις τίποτα να χάσεις. Με τα πολλά ο Αλέξανδρος κατάφερε να πάρει την άδεια του πατέρα του και άρχισε να πλησιάζει το άλογο. Προχωρούσε με αργά βήματα και όταν έφτασε αρκετά κοντά άπλωσε το χέρι του και με δύναμη και αποφασιστικότητα έστρεψε το μαύρο κεφάλι του αλόγου προς το φως του ήλιου, ώστε να μην βλέπει πια τη σκιά του, ενώ ταυτόχρονα το χάιδευε για να το ηρεμήσει. Έπειτα, με μια γρήγορη κίνηση, σκαρφάλωσε στη ράχη του και έσφιξε στα χέρια του τα γκέμια. Το άλογο έκανε να στρίψει, όμως ο Αλέξανδρος το συγκράτησε, φροντίζοντας πάντα να έχει το φως του ήλιου στο πρόσωπο. Στην αρχή προχωρούσε αργά, δισταχτικά, αλλά στη συνέχεια επιτάχυνε, νιώθοντας περισσότερη σιγουριά και αυτοπεποίθηση. Ο έμπορος, ο πατέρας του αλλά και όλοι όσοι παρακολουθούσαν την σκηνή έτριβαν τα μάτια τους. Τα λόγια που είπε ο δακρυσμένος Φίλιππος στον Αλέξανδρο όταν κατέβηκε από το άλογο έμειναν στην Ιστορία: «Γιε μου, ψάξε για ένα βασίλειο αντάξιό σου. Η Μακεδονία είναι πολύ μικρή για σένα».


Όταν ο άνθρωπος ήταν τροφοσυλέκτης (Προϊστορία – Παλαιολιθική εποχή), Α3 Η απλή και όμορφη ζωή του Ευρύμαχαου, (Κυκλαδικός πολιτισμός), Α1 Περιπέτεια στην Αρχαία Κρήτη (Μινωικός πολιτισμός), Α3 Η σωτηρία της Μερτυδος (Μυκιναϊκός πολιτισμός), Α1 Οι περιπέτειες ενός αποίκου (Β’ αποικισμός), Α4 Η ιστορία των πολιτευμάτων από τον παππού (Τα πολιτεύματα στην Αρχαία Ελλάδα), Α4 Ο Λεωνίδας, ένας μεγάλος ηγέτης (Αρχαία Σπάρτη), Α1 Το χρονικό των Ολυμπιακών Αγώνων του 658 πχ (Ολυμπιακοί Αγώνες), Α3 Οι αναμνήσεις ενός πολέμου (Πελλοπονησιακός πόλεμος), Α2 Περικλής, ο σωτήρας των Αθηναίων (Περικλής, ένας μεγάλος ηγέτης), Α4 Ο Ηγέλοχος, ένας αξιοζήλευτος μαθητής (Η μόρφωση στην Αρχαία Αθήνα), Α2 Ο Σωκράτης στα μεγάλα Διονύσια (Οι γιορτές στην Αρχαία Αθήνα), Α3 Σωκράτης, ένας νομοταγής πολίτης (Σωκράτης – Πλάτωνας), Α1 Ο Αλέξανδρος εξημερώνει τον Βουκεφάλα (Μέγας Αλέξανδρος), Α1

Βιβλιογραφία • Αρχαία Ιστορία A΄ Γυμνασίου • Internet • Η … φαντασία των μαθητών


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.