Tόσο ο τίτλος όσο και η ίδια η σύνθεση έφτασαν στην τελική τους μορφή με αργά βήματα και μετά από κάποια απρόσμενα μεγάλα διαστήματα παύσης, που κυρίως οφείλονταν στην δική μου αδυναμία μου να κατανοήσω τις βαθύτερες ανάγκες της μουσικής, που είχε άλλο προσανατολισμό από εκείνον που εγώ πίστευα. Παραμερίζοντας τις προσδοκίες μου ώστε να επιτρέψω στο ίδιο το μουσικό υλικό να μου αποκαλύψει "αυτά καθ΄αυτόν", άρχισε σταδιακά να αποκρυσταλλώνεται η ιδέα μίας Chaconne, η οποία συνδέει ελεύθερα μέσα από μία κοινή αρμονική αλληλουχία, τις εξελικτικές φάσεις της μουσικής αφήγησης.
Ίσως σε αυτήν την εσωτερική περιπλάνηση, σε αυτό το "ψυχολογικό συνεχές" να οφείλεται και η αίσθηση "φθινοπωρινής μοναξιάς" που αισθανόμαστε ακούγοντας το έργο αυτό: σαν ένα είδος φραστικής μονοκοντυλιάς όπως θα έλεγε και ο George Braque, που δεν οφείλεται σε υπεροψία, μα στην βαθμιαία παραδοχή του εαυτού μας· σαν ένας τρόπος αποσταγμένης έκφρασης, ως σύνοψη ζωής.
Ν. Τ
11.06.2023