Οπισθόφυλλο: ----------------------------------
Calligram
Επιμέλεια:
Εκδόσεις «άλφα πι» Ομάδα φίλων της ποίησης στη Χίο Σείστρο Σχέδιο εξωφύλλου: Δήμητρα Σκανδάλη
οπιισθοφύλλου: Δήμητρα Σκανδάλη
Γιάννης Βούλγαρης Ηλεκτρονική σχεδίαση: Αρετή Παληού Εκτύπωση - Βιβλιοδεσία: Εκδόσεις «άλφα πι» Copyright έκδοσης © 2022: Ομάδα φίλων της ποίησης στη Χίο, Εκδόσεις «άλφα πι» TEYXOΣ 11 ISSN 2732-6101 H πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής. Eπισημαίνεται πάντως ότι κατά τον N. 2387/20, όπως έχει τροποποιηθεί με τον N. 2121/93 και ισχύει σήμερα, και κατά τη Διεθνή Σύμβαση της Bέρνης, που έχει κυρωθεί με τον N. 100/1975, απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η απο θήκευση σε κάποιο σύστημα διάσωσης και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου, με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετά φραση ή άλλη διασκευή, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη. Οµάδα φίλων της ποίησης στη Χίο e-mail: seistroxios@gmail.com Τόπος συνάντησης: Βιβλιοπωλείο «Πάπυρος» Απλωταριάς 42, Χίος 82131 Τηλ.: 22710 21550, εσωτ. 210 e-mail: papyros@chiospapyros.gr Εκδοτική παραγωγή: www.alfapibooks.gr Εκδοτικό: Ροδοκανάκη 7, Χίος 82131, τ.: 22710 41287, f.: 22710 26688 Τυπογραφείο: Λευκωνιά Κοντάρι, Χίος 82100, τ.: 22710 82846 E-mail: info@alfapiprint.gr : alfapi.prints : Εκδόσεις ΑΛΦΑ ΠΙ
ΚΏΣΤΑΣ ΑΜΠΑΝΟΎΔΗΣ Λυρικά Χιογραφήματα (Στη μνήμη της Μαρίας Χρονοπούλου, Δημοσιογράφου και Γραμματέα του Φιλοτεχνικού Ομίλου Χίου) Τα ξέφωτα της ζωής μας είναι οι θύμησες ανθρώπων θαυμαστών που συμπαθήσαμε, πονέσαμε κι αγαπήσαμε, δουλέψαμε συμπάσχοντας μαζί τους. Τα λόγια τους τα συνετά, χλωρίδες αγάπης γης δίχως τσουκνίδες και αγκάθια. Συμπονέσαμε τους άλλους, δικούς μας και ξένους, επώνυμους κι ανώνυμους· μέσα στα περιθώρια της Δύναμής μας προσθέσαμε συμπλήρωμα τα δάκρυα που ματώνουν, και της ψυχής την αγωνιώδη κίνηση. Δώσαμε μερίδιο ικανό από τον καθημερινό χρόνο μας στη σκέψη μας να ζει μαζί τους -νοερή και ευλαβική μέθεξη. Τους συντροφέψαμε στην ερημιά τους και γίναμε μικρές οάσεις του φλογερού τους πόνου της Αναζήτησης, όταν διψάει η προσδοκία θανατερά δροσίζοντας με Στοχασμούς παρήγορους το λιοπύρι κάθε Δοκιμασίας τους.
6 7 ΑΡΓ Ύ Ρ Ώ ΑΞΙ Ώ ΤΗ Iζηματογενές Μέρες πυκνός χυλός τέτοιες που να μην ξέρεις αν περπάτησες παρά από τις αποδείξεις των συναλλαγών από τα εξαργυρωμένα εισιτήρια στις φωτογραφίες ποζάρεις πάντα τρία τέταρτα ομολογία πως έλειπες κι ας ήσουν εκεί. Τράφος Όποια πέτρα και να σηκώσω ίδια πέτρα βρίσκω από κάτω όσα φρύγανα κι αν κρύβουν το αρμολόιμα όσες πλημμύρες κι αν αναχαίτισα ψάχνω εμένα βρίσκω τη μάνα μου. ΣΤΑΜΑΤΙΑ ΓΕ Ώ ΡΓΟ Ύ ΛΗ Χρονοπαγίδα Σ ε δρόμους βιαστικούς μεγάλης πόλης ξεκόβει δρόμος παράταιρος. Δεν καταδέχεται κανείς την σκόνη του στα όμορφα παπούτσια του. ‘Σοκάκι της σιωπής’ τ’ ονόμασαν όσοι φοβήθηκαν να τον διαβούν. Με πόνεσαν οι πέτρες του στην τρυφεράδα από το βήμα μου. Θολά τα μάτια μου από την πάχνη του. Θα τον ξαναπεράσω... Τυφλή γερόντισσα στο τέρμα του μου ‘πε κοφτά και ξέπνοα πως όσοι τον επέλεξαν χάραξαν πίσω τους για να θυμούνται μια όγδοη νότα σε πεντάγραμμο κρυφό και στίχο κόκκινο σε ποιητή γραφή. Fata viam invenient.
8 9 ΑΓΓΕΛΟΣ ΕΡΑΤΕΙΝΟΣ Λευκού ανάσα Σ το λευκό αναπνέουν ουρανού το γαλάζιο θάλασσας μπλε γης το πράσινο Ταναγραία μες στον πηλό μου Να δεις Περίμενα τα σύννεφα να παίξω με σχήματα ν΄ αλλάξει χρώματα ο ουρανός μου πρώτες βροχές να πέσουν στο χώμα μου να ξυπνήσουν αθόρυβα κρυμμένοι σπόροι να δεις περίμενα το πράσινο επάνω στα καμένα καλοκαίρια ΜΑΡΟ Ύ ΚΛΙ Ώ ΖΑΝΝΙΚΟ Ύ Παραμύθια του Ζυγομαλά ...Είδα από μακριά την Κοκκινοσκουφίτσα, να της μιλάει η μαμά της, δίνοντας της το καλαθάκι και ένα κέρμα, και να φεύγει βιαστική μέσα στο δάσος με τα δεντροπορτόκαλα. Πριν τη στέρνα, βρήκα τον Κυνηγό και τον Λύκο να κάθονται στις παλιές καρέκλες και να παίζουν σκάκι. Κάτω απ΄την πέργκολα, μια Χελώνα πάσχισε να ανέβει τη μικρή ανηφόρα και σκέφτηκα ότι κάπου εδώ θα είναι και ο Λαγός. Ανέβηκα στη σκοτεινή σοφίτα ακολουθώντας το φανό που κρέμασε στο ταβάνι η Στακτοπούτα και μύρισα στο ξύλινο και φαγωμένο δώμα την ανάσα της Ώ ραίας Κοιμωμένης. Στη μαρμάρινη σκάλα της αυλής, χάιδεψαν το πρόσωπό μου τα νήματα απ΄ τα μαλλιά της Ραπουνζέλ. Η Πεντάμορφη καθάριζε πατάτες στο νεροχύτη της δαντελλένιας κουζίνας, λουσμένη από ένα φως 6.30 το απόγευμα Ιούλιο μήνα και στο πορτοκαλί μπουντουάρ έγραφε τα τερατώδη ποιήματα του ο Ντε Σαντ. Ταξίδεψα στην Ινδία, στην Ιταλία, στην Πολωνία, στην Γαλλία, στην Χίο και στην φλωρεντία και στην Οξφόρδη με τα πουκάμισα των τζιτζικιών. Πέρασα σαν σφαίρα πάνω από το κεφάλι του μικρού αγοριού, μέσα στο κεφάλι του τραπεζίτη στο κιόσκι και έβαψα με κόκκινα ξερά λουλούδια το στέρνο του στον λιλαδωτό κήπο. Πριν βγω απ΄ τη συρόμενη πόρτα του αρχοντικού, άκουσα τον μεγάλο άσπρο εκτυπωμένο πετεινό να μου θυμίζει να μην προδώσω όσα είδα, πριν γίνω σούπα κι εγώ! Εμπνευσμένο από την εμπειρία στο αρχοντικό Ζυγομαλάδικο το 2022 και αφιερωμένο στην Μαρού και την Ναυς
10 11 Κ Ώ ΣΤΑΣ ΖΑΦΕΙΡΗΣ Διαπιστώσεις σε δίστιχα Δεν είναι ο άνεμος που κάνει κύκλους Είναι η τρικυμία που έρχεται κι η προκυμαία που φοβάται Δεν είναι η κλεισμένη πόρτα που πονάει Είναι τα βήματα που ακούς και δε σ’ ανοίγουν Δεν είναι το γράμμα που δεν έρχεται που περιμένεις Αλλά εκείνο που ποτέ δε γράφτηκε Δεν είναι η εποχή που πέρασε Η εποχή που γλίστρησε χαμένη είναι Δεν ψάχνεις ότι έχασες Αλλά ότι ποτέ δεν είχες Δ εν είναι η παγωνιά απόψε Μα ο λυγμός της αυγής, αύριο Δεν είναι τα άδεια παράθυρα που απειλούν τη νύχτα Είναι η άδεια λέξη μου που ψάχνει ακόμα Δεν είναι η ώρα που δε σε βρίσκω Αλλά οι μέρες που ψάχνω να σε βρω ΓΙ Ώ ΡΓΟΣ ΖΗΣΙΜΟΠΟ Ύ ΛΟΣ Μυοσωτίς Γι’ αυτές τις ώρες όπου τη νύχτα στο κρεβάτι μούγκριζε το σφάγιο χωρίς να ξέρει αν ήταν πόνος ή έκπληξη, Γι’ αυτές τις ώρες όπου η μνήμη λιμάριζε χαιρέκακα τη λογική κι ο ήλιος διακόρευε τη σκέψη προσπαθώντας να κάψει τα υπολείμματα του γρίφου, ν’ ασπρίσει θέλοντας τις μήνιγγες να χτίσει προσδοκώντας καινούργια ιστορία στην πείρα των βάθρων των παλιών ερειπίων, Γι’ αυτές τις ώρες όπου εδάγκωνα με λύσσα τα δάχτυλα θαρρώντας μου ίσως αφύσικες μείξεις με το Μορφέα κι’ αγκαλιές, Γι’ αυτές τις ώρες που έφυγαν και μείναν τι να σου γράψω αλήθεια μου εσύ λατινική; Τι να σου πω;! Μυοσωτίς!
ο ένας του άλλου τα χέρια ενωμένα.
έλειψε ο τρόπος που ακουμπάς το δέρμα
διάφανη λυτρωτική και
12 13 ΚΑΤΕΡΙΝΑ Θ Ώ ΜΑ Βροχή Μου έλειψε ο ήχος σου ο τρόπος που κανείς αισθητή τη παρουσία σου η τόσο όμορφη και μελαγχολική στιγμή όταν τυχαίνει σε αντικρίζω οι αναμνήσεις που μου χαρίζεις ίδιες κάθε φορά, ίδιες προς το συναίσθημα, καθόλου θολές προς τη μνήμη. Μου έλειψε η βόλτα εκείνη και τα τοπία της τα υγρά μέσα στη φύση και την ιδιαίτερη ελευθερία. Μου έλειψε εκείνο το διάφανο που μου χαρίζεις, στην ψυχή, στα τζάμια, στα λουλούδια μου, στις δυο πολύχρωμες ομπρέλες των περαστικών που κρατούσαν
Μου
αίσθηση,
αόρατη σαν το φιλί του εκείνη τη μέρα την ίδια πάντα μέρα! στο ίδιο μέρος Κάθε φθινόπωρο! 3 φθινόπωρα Ίδια και γεμάτα έρωτα. ΜΑΡΙΑ Θ Ώ ΜΑΔΗ Άφιξη Φθινοπώρου Ανακατεύω την αλμύρα με ήλιο, οίνο και δυόσμο· αναχώρηση θέρους, φθινοπώρου άφιξη.
σπάει
μυστικής μου άνοιξης.
της ρίζας μου το πλάτεμα και των κλαδιών μου το γιγάντωμα στα χίλια πρόσωπά μου, στα χίλια χρώματά μου, στα λιβάδια, στα ποτάμια, στα βουνά μου. Ήμουν, είμαι
14 15 ΜΑΡΙΑ ΚΛΕΙΔΑ Μουσική Ι Στον J.S.Bach Με το φως ανάμεσα στις νότες, με το φως ανάμεσα στα δάχτυ λα, εξανθρωπίζομαι. Κι όταν πενθώ, κι όταν αγαπώ, κι όταν είμαι, με ρυθμολογία ήλιου στα μάτια και θαλασσινής δροσιάς στα σωθικά, στο ύψος και στο βάθος των πραγμάτων, του εσύ και του εγώ, του εσύ κι εγώ μαζί, αποθεώνομαι. Μουσική ΙΙ Στον S. Rachmaninoff Σ το ανοιχτό παράθυρό μου ο ήλιος γεννιέται, ο ήλιος μεγαλώ νει, ο ήλιος θεριεύει και
τα τείχη της
Τραγουδώ
και θα είμαι. Θεός. Άνθρωπος. Θεάνθρωπος. ΑΝΤ Ώ ΝΗΣ ΛΑΡΔΑΣ Εμείς κι αυτός Όχι άλλες συμβουλές. Αφήστε τον ν’ αναπαυθεί μες στη σιωπή. Τα δηλητήρια της διαδρομής τα ήπιε όλα στάλα - στάλα κι έφτασε στην άκτη της οδύνης αναζητώντας μονάχα της λήθης το ............. Έκλεισαν πάνω του θάλασσες και ουρανοί ίδιοι κουρσάροι αχόρταγοι. Τα όνειρά του έμειναν θολωμένα μες στο ημίφως του καιρού που σκέπασε τα μάτια του. Ένα καράβι φορτωμένο αηδία είναι πιά. Δεν ψάχνει απαντήσεις διφορούμενες. Ψάχνει μια νύχτα απόκρυμνη να εξοκείλει επάνω της. Αλλού εμείς που παίζουμε στα δάχτυλα μικροαστοί του κόσμου τις κομπίνες. Άλλο εμείς πουσφάξαμε νωρίς κάποιες ευαισθησίες που χτυπούσαν το τζάμι της ζωής μας μάταια. Τι συμβουλές να δώσουμε κι αυτές απάτες θα ‘ναι.
16 17 Φ Ώ ΤΗΣ ΜΑ Ύ ΡΟΓΙΑΝΝΗΣ Χαραμάδα της ζωής Απέναντι στο χθές ολόγιομο φεγγάρι ακολουθείς τις σιωπές στην άδεια την σκοπιά. Ανάσα είναι το πέπλο σου με την χρυσή του ζάλη σημάδι προς τον κρόταφο η κάθε σου σταλιά. Κι είναι τα μάτια σου φωτιά αιώνιο φώς, απέραντη αγάπη, προστάτη του αύριο, όνειρο του φονιά. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΟ Ύ ΔΗΣ Στον νεροχύτη Παιδικό γραφείο δεν είχα ούτε παιδικό δωμάτιο στην κουζίνα σε εκείνο το πολύχρωμο τραπέζι πρωινό, μεσημεριανό, το διάβασμα και το βραδινό εκεί κολατσιό όχι, μια φέτα σαλάμι και κασέρι ή ψωμί με τριαντάφυλλο γλυκό κραδαίναμε στο κυνηγητό, την μπάλα, το κρυφτό στα ντουλάπια οι προμήθειες λάδια, ζάχαρες, γάλατα κουτιά εβαπορέ να μη δείτε πόλεμο γιούκα μου μαυροφορεμένη ήσουν από το χαμό του το ‘68 μαυροφορεμένη ήσουν και το ’43 στο Ντεκαμερέ ο γιούκας σου τώρα ήμουν εγώ όταν στεκόσουν στο νεροχύτη δίπλα η φιάλη με το γκάζι έβαζες όλη σου την αγάπη, το αχ και το δάκρυ σε ίσες ποσότητες στο τηγάνισμα, το πλάσιμο, το ξεθέρμισμα στο νεροχύτη άφηνες να φεύγουν μόνο τα περιττά δίπλωνες τα πεσκίρια, έλυνες την ποδιά, σταύρωνες τα χέρια σου και καθόσουν στο παράθυρο κοιτώντας έξω το ρολόι μετρούσε το χρόνο που δεν γύρισε ποτέ ασημιά τα μαλλάκια σου με τα μασιδάκια πιασμένα πίσω έλαμπε ο νεροχύτης.
18 19 ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΧΟ Ύ ΝΔΑΚΗΣ Η ένταση μαρτυρούσε τη στιγμιαία αποσυμφόρηση των ορίων που στενευε από στιγμή σε στιγμή... Η καρωτίδα σταμάτησε να πάλλεται από την βιαστική ανάσα... Η επιβράδυνση της σιωπής επέφερε το κύριο πλήγμα στο άνω μέρος του σώματος... Τα χέρια ήταν πια ανίκανα να… Σςςςςςς! Πάψε, σώπασε, Σιωπή, κάνε ησυχία, κι ήρθε η εκκωφαντική η σιωπή . Μάθαμε πως πάλεψε έγραφαν τα έντυπα... Ο Αγώνας για επιβίωση είπαν κάποιοι άλλοι είναι πιο ισχυρός από την πίστη των άπιστων. Εμείς μάθαμε ότι κρατούσε όμηρο το ίδιο του το παιδί... Μια τελευταία ματιά. Σφυγμός ένας. Δύο σώματα σωριαστηκαν στην ακροθαλασσιά αγκαλιασμενα. Ένα αγκάλιασμα που χώρισαν την πιο ύστατη ώρα από ένα απότομο τράβηγμα και τα ακούνητα χέρια, έμειναν εκεί σκληρά δεμένα πάνω στα σώματα μην θέλοντας να αφήσουν το ένα το άλλο... Κάτσαμε στο πεζούλι αγναντεύοντας την θάλασσα και τον μικρό κόλπο που μας φιλοξενούσε, φιλώντας εκείνα τα χέρια, τα πρώτα χέρια που μας κράτησαν... Και μιλήσαμε για τον αν αύριο θα ήταν το ίδιο με το χτες και ποσό ο καιρός άλλαξε, και η διάθεση προς το καλύτερο, ξεχνώντας την στιγμή που μας συγκλόνισε.
εγκαταλελειμμένο
σαν πολεμίστρες άχρηστες, και μισογκρεμισμένες
σαν ξερό φύλλο που ο βοριάς αλλού το παρασύρει
ικεσία, σαν φωνή , ακατανόητος ήχος
που διαπερνά την ύπαρξη , η ματαιότητά της.
Μεταμορφώνονται οι στιγμές ,και γίνονται αιώνες.
Αλλάζει στάση η ζωή και κάνει αναζητήσεις
και τις απότομες στροφές, με θάρρος προσπερνάει.
Μιας επιβίωσης σκληρής μετράει κάθε πόντος.
Στο ρινγκ είσαι ολομόναχος, βοήθεια δεν υπάρχει .
Απολεσθέντα όνειρα ,απολεσθέντα χρόνια
δέματα, που
20 21 ΚΑΙΤΗ ΣΑΡΡΗ Η συσκότιση Τέλειωνε το φθινόπωρο όταν έγινε η συσκότιση. Είχε καλοκαιρία και δεν την περίμενες. Όλα έβαιναν καλώς στα δικά σου μάτια. Κι όταν ξαφνικά μαύρισαν τα πάντα, έχασες το μονοπάτι που οδηγούσε στην καρδιά της, τη φλόγα που σ’ έκανε να πιστεύεις πως θα γίνεις κάτι, τις ερωτευμένες λέξεις που φιλοδοξούσαν να γίνουν στίχοι, τα λιβάδια με τις ανεμώνες που απεικόνιζαν την ευτυχία, το γαλάζιο της θάλασσας που κανάκευε κάθε στενοχώρια και την πεποίθηση ότι γεννήθηκες μονάχα για να την ταξιδεύεις. Κράτησε χρόνια αυτή η συσκότιση, το ξέρω. Αναρωτιέμαι πώς βάδιζες στα τυφλά, πώς έμαθες να ζεις δίχως το φως της. Κι αν σε πετύχω πουθενά, εναγωνίως θα σε κοιτάξω να δω αν βλέπεις… ΜΑΡΙΑ ΜΠΡΙΛΗ - ΚΑΛΟ Ύ ΤΑ Απολεσθέντα Απολεσθέντα όνειρα, απολεσθέντα χρόνια στοιχειώσατε κάποια στιγμή ,το νου μου και τις σκέψεις κι ένιωσα να υποχωρώ, να τρέμω, να βουλιάζω χάνοντας τις δυνάμεις μου, ξεχνώντας την ελπίδα. Σαν ακυβέρνητο σκαρί,
σαν
απολεσθέντα
εξαφανιστήκαν…
πετούμενα και παραπλανά την όραση
ήλιος γλείφει τον τόπο του θέρους
κίτρινο και το ξερό καθρεφτίζουν το παν
δρόμους προς τις ακτές του φαναίου Απόλλωνα
και ανασηκώνεται ανάμεσα στις ρίζες και τους
22 23 ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΤΑΦ Νότια χώρα Όταν θέλω να ελευθερωθώ τρέχω προς τα εσένα σαν ένα απλό φύλλο ελιάς που μου αρέσει να είμαι και που το οδηγεί ο άνεμος κι όχι ένα προσχηματικό, εντυπωσιακό, εξωτικό λουλούδι που φλεγόμενο με σπάνια χρώματα και εκλεπτυσμένες γραμμές κατασπαράζει τα ανύποπτα
Ο
το
διασχίζοντας τους
σκύβει
γυριστούς κορμούς δρασκελίζει τα μεσαιωνικά καλντερίμια με τη λύρα του κι ένα κλαδί σχίνου στο χέρι Φιλντισένιες πόρτες αντηχούν το ξυπόλητο βήμα της ύπαρξης υπενθυμίζουν τη ματαιότητα της ύλης το πνεύμα θα είναι πάντα το πνεύμα - γυμνό, το περιεχόμενο θα ορίζει τη μορφή κι έτσι θα μας παραδίδεται η κληρονομιά μία γέννα αισθητική, μία δήλωση στο μελλοντικό άπειρο, μια στιγμιαία αντανάκλαση, ένα φως Σαν από πάντα γηγενής αυτόχθων, σα δέντρο αιωνόβιο, σαν ήμερο βάδισμα αλόγου αφουγκράζομαι τη νότια γη, την άλλη χώρα στην Καλαμωτή το κοσκινισμένο μαστίχι αναπαύεται κάτω από το σεληνόφως οι αρμολούσικοι τροχοί σχηματίζουν τον πηλό το χώμα χαίρεται την ανάστασή του Στις μεγάλες πόλεις κυριαρχεί η τεχνική και η μηχανή, μα εμάς εδώ δε μας αγγίζουν οι κραυγές της πρακτικότητας μας έχει απομείνει η κατανυκτική ησυχία στα χωράφια τη νύχτα, η προσευχή και ο άνθρωπος.