Γεωργιος Ζαλοκωστας // Τα Λυρικα

Page 18

Τὸν γιατρὸ καθὼς εἶδε, ἐσηκώθη Σὰν τρελή. Ὅλοι γύρω ἐσωπαίναν· Φλογεροὶ τῆς ψυχῆς της οἱ πόθοι Μὲ τὰ λόγι’ ἀπ’ τὸ στόμα της βγαίναν. «Ὤ, κακὸ ποῦ μ’ εὑρῆκε μεγάλο! Τὸ παιδί μου, Γιατρέ, τὸ παιδί μου… Ἕνα τὤχω, δὲν μ’ ἔμεινεν ἄλλο· Σῶσέ μου το, καὶ πάρ’ τὴν ψυχή μου.» Κι’ ὁ γιατρὸς μὲ τὰ μάτια σκυμμένα Πολλὴν ὥρα δὲν ἄνοιξε στόμα. Τέλος πάντων - ἄχ, λόγια χαμένα «Μὴ φοβᾶσαι, τῆς εἶπεν, ἀκόμα.» Κ’ ἐκαμώθη πῶς θέλει νὰ σκύψῃ Στὸ παιδὶ, καὶ νὰ ἰδῇ τὸ σφυγμό του. Ἕνα δάκρυ ἐπροσπάθαε νὰ κρύψῃ Ποῦ κατέβ’ εἰς τ’ ὠχρὸ πρόσωπό του. Στοῦ σπιτιοῦ μας τὴ στέγη ἐβογγοῦσε Ὁ βορειᾶς, καὶ ψιλὸ ἔπεφτε χιόνι. Ἄχ, μεγάλο κακὸ μᾶς μηνοῦσε Ὁ βορειᾶς ποῦ τ’ ἀρνάκια παγόνει. Ἡ μητέρα ποτὲ δακρυσμένο Τοῦ γιατροῦ νὰ μὴ νοιώσῃ τὸ μάτι, Ὅταν ἔχει βαρειὰ ξαπλωμένο Τὸ παιδί της σὲ πόνου κρεββάτι!

18


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.