Γεννημένη νικήτρια - Τζ. Ξένου & Μαρ. Σουμπασάκη

Page 1



EI™A°ø°H

°È· ÙË ‰È‹ÁËÛË ÙÔ˘ ·È‰ÈÔ‡ Το βιβλίο αυτό γράφτηκε από µια µικρή ηρωίδα που σε κάποια στιγµή της ζωής της ήρθε αντιµέτωπη µε το θάνατο! Η ηρωίδα µας, η Tζωρτζίνα, παρά το νεαρό της ηλικίας της, όταν συνέβη αυτό, δε φοβήθηκε, αντίθετα κοίταξε το θάνατο κατάµατα και του χαµογέλασε θέλοντας να του δείξει πως δεν είχε σκοπό να το βάλει κάτω. Αντιστάθηκε, αγωνίστηκε, µαρτύρησε, πάλεψε µε όλες της τις δυνάµεις, και στο τέλος κατάφερε και τον νίκησε γυρίζοντας σελίδα στη ζωή της σαν να µην είχε συµβεί ποτέ το γεγονός αυτό! Πολύ γρήγορα ξαναβρήκε τους ρυθµούς της, γύρισε στις συνήθειες, στις παρέες και στις δραστηριότητές της και πρωταγωνίστησε στον αθλητισµό όπως και στο παρελθόν! Στο βιβλίο αυτό η Τζωρτζίνα δεν περιγράφει µόνο τις δικές της εµπειρίες αλλά και µία σειρά από γεγονότα που διαδραµατίστηκαν στο χώρο όπου βίωσε τον κίνδυνο, µε πρωταγωνιστές πολλούς ακόµη µικρούς ήρωες. Η απώλεια πολλών από αυτούς σηµάδεψε την ψυχή της. Τους αγάπησε, δέθηκε µαζί τους, µοιράστηκε τις σκέψεις, τους φόβους και τις ανησυχίες της, αλλά εκείνοι έφυγαν παίρνοντας τα µυστικά της µαζί τους! 9


Στα δώδεκά της χρόνια είχε ήδη περάσει τόσες δοκιµασίες, είχε συγκεντρώσει τόσες εµπειρίες και είχε αποκτήσει τόσες γνώσεις που δεν έχουν ούτε ενήλικες! Θέλησε λοιπόν να τις µοιραστεί µε τους συνανθρώπους της, πιστεύοντας πως έτσι θα δώσει δύναµη σε όσους βιώνουν κάτι ανάλογο και πως θα βοηθήσει τους υπόλοιπους να ζήσουν καλύτερα και να καταλάβουν τις αληθινές αξίες της ζωής! Τα γεγονότα που αναφέρονται, καθώς και τα πρόσωπα που τα πλαισιώνουν, είναι όλα αληθινά!

°È· ÙË ‰È‹ÁËÛË Ù˘ ÌËÙ¤Ú·˜ Πώς είναι όταν από τη µία στιγµή στην άλλη χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου και η ζωή σου µετατρέπεται σε κόλαση; Πώς είναι να βλέπεις ό,τι πολυτιµότερο έχεις, το ίδιο σου το παιδί, να πονάει, να βασανίζεται, να µαρτυράει, χωρίς να µπορείς να το βοηθήσεις, παραµένοντας απλός θεατής; Πώς είναι να είσαι µέσα σου νεκρός αλλά να πρέπει να κρύβεις τα συναισθήµατά σου για να µην καταλάβει εκείνο την αλήθεια; Η αρρώστια της µικρής Τζωρτζίνας ήταν ένα σοκ όχι µόνο για τους γονείς της αλλά για ολόκληρη την κοινωνία στην οποία ζούσαν! Στην αρχή νόµισαν πως αυτό το µεγάλο σοκ το περνούσαν µόνο εκείνοι. Στην πορεία, όσο µοιράζονταν τις σκέψεις και τις αγωνίες τους µε άλλους γονείς που βίωναν ανάλογη κατάσταση, διαπίστωναν πως οι περισσότεροι αντιδρούσαν µε τον ίδιο σχεδόν τρόπο: Στην αρχή η άρνηση. Όλοι νοµίζουν πως έχει γίνει ιατρικό λάθος. Μετά η περίοδος που προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις τι έχει συµβεί και αρχίζεις να τα βάζεις µε τη µοίρα, την τύχη ή ακόµη και µε τον Θεό: «Γιατί σ’ εµένα; Γιατί στο δικό µου παιδί; Γιατί, Θεέ µου;» 10


Στη συνέχεια προσπαθείς να το δεχτείς και να το αντιµετωπίσεις. Αρχίζεις να ψάχνεις λεπτοµέρειες για τη νόσο, καλύτερες προοπτικές για την εξέλιξη της υγείας του παιδιού, και τον τρόπο να αυξήσεις τις πιθανότητες για καλή έκβαση της κατάστασής του. Ύστερα νιώθεις την ανάγκη να πιστέψεις ότι µπορείς να τα καταφέρεις και προσπαθείς να πιαστείς από κάπου για να αντλήσεις δύναµη, ώστε να στηριχτείς και να στηρίξεις το παιδί. Κι εκεί ανακαλύπτεις πως τη βοήθεια µπορεί να σου την προσφέρει µόνο κάποιος που έχει περάσει την ίδια δοκιµασία! ∆εν υπάρχει µεγαλύτερη ενθάρρυνση από την παρουσία κάποιου που έχει ήδη βγει νικητής από αυτή. ∆ιψάς για µαρτυρίες, βιβλία ή πληροφορίες, για άτοµα που έχουν περάσει τις ίδιες δυσκολίες µε επιτυχία, αλλά δεν τα βρίσκεις εύκολα! Οι περισσότεροι από αυτούς που τα καταφέρνουν εξαφανίζονται, νιώθουν την ανάγκη να τα αφήσουν όλα πίσω, προσπαθούν να ξεχάσουν. Αυτός είναι ο λόγος που γράφτηκε αυτό το βιβλίο, το οποίο περιγράφει µε άµεσο και απλό τρόπο όλα τα βήµατα ένα προς ένα. Όλα όσα έχασαν και όλα όσα κέρδισαν, µάνα και κόρη, µέσα από αυτή την περιπέτεια! Οι ίδιες είναι απλοί καθηµερινοί άνθρωποι που κάποια στιγµή της ζωής τους πέρασαν από τη µία όχθη της ζωής στην άλλη και έπρεπε να βρουν τον τρόπο να αντιµετωπίσουν τη δύσκολη αυτή κατάσταση όσο το δυνατόν πιο αποτελεσµατικά. Πόνεσαν, πέρασαν αµέτρητες αγωνίες κι άλλες τόσες µαρτυρικές στιγµές, και στο τέλος, εξαιτίας της υποµονής και του θάρρους που έδειξε η µικρή ηρωίδα, αναστήθηκαν και επέστρεψαν στη ζωή!

11



Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 1

∏ ›‰ËÛË

∆˙ˆÚÙ˙›Ó· Φτάσαµε και πάλι όλοι µαζί κάτω από το σπίτι της Αφροδίτης. Πριν την αποχαιρετήσουµε, χαράξαµε τα ονόµατά µας πάνω στο πεύκο που βρισκόταν µπροστά από το σπίτι της και στο τέλος τα αρχικά B.F.F.E.U.D.A.A: Βest Friends For Ever Until Death And After.1 Ύστερα αρχίσαµε τις χαιρετούρες, τις αγκαλιές και τα φιλιά. Η Νάγια, ο Μάρκος κι εγώ µέναµε πιο ψηλά κι έτσι συνεχίζαµε την πορεία µας. Αυτό γινόταν κάθε µέρα µόλις σχολούσαµε από το σχολείο, µε αποτέλεσµα αυτός που έφτανε τελευταίος να «τ’ ακούει» από τους γονείς του. Τα περισσότερα αγόρια έµεναν πιο χαµηλά, κι έτσι συνήθως τελευταίος ήταν ο Μάρκος, ο οποίος ήθελε να µας συνοδεύει όλες στα σπίτια µας, ακόµη κι εµένα και τη Νάγια που µέναµε πιο µακριά από εκείνον. Τι όµορφα που περνούσαµε! Η τελευταία τάξη του δηµοτικού είναι πολύ ιδιαίτερη για όλα τα παιδιά. Το είχα ζήσει και µε το µεγαλύτερο αδελφό µου. Το δέσιµο ήταν µεγάλο και οι φιλίες πολύ δυνατές. Ίσως γιατί ξεκινούσαν από τότε που ήµαστε ακόµα σχεδόν µωρά. Οι περισσότεροι από την παρέα µας ήµαστε µαζί από το προνήπιο. 1. Καλύτεροι φίλοι για πάντα µέχρι το θάνατο και ύστερα από αυτόν.

13


Φίλησα τη Νάγια που την είχαµε συνοδέψει µε τον Μάρκο ως το σπίτι της. «Έι, τι ώρα θα πας στο πάρτι του Χάρη;» της φώναξα πριν µπει στην αυλή. «Κατά τις εφτά, εσύ;» «Κι εγώ το ίδιο. Θα πάµε µαζί;» «Ναι, φυσικά. Θα κανονίσω και µε την Αφροδίτη». «Εντάξει! Να τηλεφωνηθούµε να κανονίσουµε τι θα φορέσουµε!» ∆ε λείπαµε από κανένα πάρτι, ήµαστε όλο βόλτες, γέλια και χαρές. Περνούσαµε τέλεια! Ευτυχώς που η µαµά είχε αρχίσει να µου δείχνει λίγο περισσότερη εµπιστοσύνη τελευταία, κι έτσι είχα λίγη ελευθερία! «Μαµά, έφτασα!» «Κάθε µέρα αργείς και περισσότερο», µε µάλωσε καθώς µου έδινε ένα φιλί. «Μα αφού συνοδέψαµε πρώτα τον Χάρη, τον Νικόλα, τον Χρήστο, τον ∆ηµήτρη, την Αφροδίτη και τη Νάγια, πώς θες να φτάσω πιο γρήγορα;» «Τον Μάρκο δεν τον είπες». «Ο Μάρκος συνόδεψε εµένα, µαµά µου, και πάει τώρα σπίτι του». «Α, κατάλαβα, αυτός είναι χειρότερος από σένα! Μάζεψε την τσάντα και το µπουφάν σου, µην τα πετάς όπου να ’ναι, κι έλα να φας µαζί µε τ’ αδέλφια σου». Ο µεγαλύτερός µου αδελφός, ο ∆ιονύσης, που φοιτούσε στη δευτέρα γυµνασίου, ήταν στο τραπέζι µαζί µε τον µικρότερο, τον Στέφανο, που πήγαινε στην τρίτη δηµοτικού, και τον πείραζε επίτηδες για να γκρινιάζει. Η µικρή µου αδελφούλα, η Λυδία, είχε πιάσει το πιρούνι και προσπαθούσε να καρφώσει ένα µακαρόνι. Όταν µε είδε να κάθοµαι δίπλα της, χαµογέλασε όλο χαρά λέγοντάς µου: «Ντοντίνα µου, θα µε ταΐσεις;» 14


«Φυσικά, κοριτσάκι µου, φυσικά και θα σε ταΐσω», της απάντησα. Τρελαινόµουν να την ακούω να µιλάει και να τα λέει όλα µισά. Ήταν δυόµισι χρονών και δε µιλούσε ακόµα καθαρά. Ένιωθα πολύ τυχερή που είχα τόσα αδέλφια και ακόµη πιο τυχερή που είχα αποκτήσει, ύστερα από εννέα χρόνια, µια µικρή αδελφή! Είχα µια αληθινή κούκλα να ασχολούµαι! Χαιρόµουν να την ταΐζω, να την αλλάζω και να την πηγαίνω βόλτα! Έπαιζα το ρόλο της µαµάς, κι εκείνη ήταν το µωρό µου! Εκτός όµως από την οικογένειά µου και τους φίλους µου είχα κι άλλη µία µεγάλη αγάπη: το καράτε. Οι γονείς µου ήταν προπονητές, κι έτσι από τα τρία µου χρόνια ήµουν µέσα στον αθλητισµό! Από πολύ µικρή έδειξα την κλίση µου σε αυτόν, αφού, µε όποιο άθληµα και να ασχολιόµουν, διακρινόµουν. Έκανα ενόργανη, στίβο, κολύµπι και, φυσικά, καράτε. Παρ’ όλο που σε όποιους αγώνες κι αν λάµβανα µέρος κατάφερνα να είµαι µέσα στην τριάδα των µεταλλίων, κάποια στιγµή έπρεπε να επιλέξω ένα άθληµα, κι αυτό φυσικά ήταν το καράτε! Είχα µεγαλώσει µαζί του και µου ταίριαζε απόλυτα! Ήταν το στοιχείο µου! Ταξίδια, αγώνες, επιδείξεις, σεµινάρια... Όλα αυτά µε γέµιζαν ικανοποίηση. Έτσι δεν άργησα να γίνω µία πολύ δυνατή αθλήτρια, σε σχέση πάντα µε την κατηγορία και την ηλικία µου! Κάθε χρόνο κατάφερνα κι ήµουν πρώτη στο επίσηµο Πανελλήνιο πρωτάθληµα! Η χρονιά εκείνη ήταν γεµάτη επιτυχίες! Άριστη στο σχολείο, σηµαντικές επιτυχίες στο καράτε! Χρυσό στο Πανελλήνιο πρωτάθληµα, αργυρό σε παγκόσµιο τουρνουά τον Ιούλιο και χρυσό στο Bαλκανικό πρωτάθληµα τον Σεπτέµβριο στη Σερβία, µε την πρώτη µου συµµετοχή ως µέλος της εθνικής οµάδας παίδων! Αυτό µου έδωσε πολύ θάρρος και αυτοπεποίθηση! Από τότε έπαψα να έχω αγωνία στους αγώνες. Ήµουν σίγουρη για τη νίκη µου! 15


Πλησίαζαν τα Χριστούγεννα και ήταν η µέρα που παίρναµε τους ελέγχους, 17 ∆εκεµβρίου, του Αγίου ∆ιονυσίου. Γιόρταζε κι ο µεγάλος µου αδελφός! Η µητέρα µου ήταν στο σχολείο, γιατί γίνονταν εκλογές για το σύλλογο γονέων και ήταν στην εφορευτική επιτροπή. Ένιωθα κάτι περίεργους πόνους στην κοιλιά µου και πήγα να της το πω. Σηκώθηκε αµέσως, πήγε και πήρε τον έλεγχό µου και γυρίσαµε σπίτι. Ήµαστε πολύ χαρούµενες γιατί κι εγώ και τα αδέλφια µου είχαµε πάει πολύ καλά στους βαθµούς, αλλά ο πόνος δε µας άφηνε να χαρούµε την επιτυχία µας! Την άλλη µέρα το πρωί, ενώ ήµουν στο σχολείο, ο πόνος επέστρεψε λίγο πιο έντονος. Η κολλητή µου, η Αφροδίτη, τηλεφώνησε στη µαµά µου, κι εκείνη ήρθε και µε πήρε. Μόλις φτάσαµε σπίτι, η µαµά τηλεφώνησε στο γιατρό, κι εκείνος της είπε ότι µάλλον ήταν κάποια ίωση. Τις επόµενες δύο ηµέρες ο πόνος στην κοιλιά ερχόταν κι έφευγε, κάτι σαν κολικός. Τουλάχιστον δεν ήταν µόνιµος. Ήταν Παρασκευή βράδυ όταν τον ένιωσα πιο έντονα και οι γονείς µου αποφάσισαν ότι πρέπει να το ελέγξουµε σε ένα νοσοκοµείο. Πήγαµε µε τον µπαµπά, γιατί η µαµά έπρεπε να βάλει για ύπνο τη µικρή, όµως, παρά τις τέσσερις ώρες αναµονής, η σειρά µας αργούσε και άρχισα να νυστάζω. Του είπα ότι δεν πονούσα όλες αυτές τις ώρες και τον έπεισα να φύγουµε, αλλά την άλλη µέρα το µετάνιωσα γιατί ο πόνος ξαναγύρισε! Φτάσαµε στο νοσοκοµείο και πάλι το απόγευµα και ύστερα από τέσσερις µε πέντε ώρες αναµονή µε εξέτασαν και µου έγραψαν κάτι εξετάσεις αίµατος. Τα αποτελέσµατα ήταν καλά, και οι γιατροί, τόσο οι παιδίατροι όσο και οι χειρουργοί, συµφώνησαν πως δε βρίσκουν κάτι ανησυχητικό! Τις επόµενες µέρες πότε πονούσα και πότε όχι. Είχε αρχίσει όµως να µου κόβεται η όρεξη, και η µαµά ανησύχησε και µε ξανα16


πήγε στο νοσοκοµείο. Και πάλι όλα ήταν καλά! Οι γιατροί µάς καθησύχασαν, είπαν ότι µπορεί κάτι να είχε ερεθίσει το έντερο ή να ήταν κάποιος κολικός. Ακολούθησαν κι άλλες εξετάσεις τις επόµενες ηµέρες µε πρωτοβουλία της µαµάς µου. Με εξέτασε και ο παιδίατρός µας, ο οποίος είπε στη µητέρα µου ότι ήταν ψυχολογικό, και κάτι τέτοια που µε έκαναν να θυµώνω. ∆εν είχα επινοήσει τον πόνο, πονούσα στ’ αλήθεια. Ξηµέρωνε η ηµέρα των Φώτων, 6 Ιανουαρίου, και ένιωσα πάλι τον πόνο! Είδα τη µαµά ανήσυχη, και αφού συζήτησε λίγο µε τον µπαµπά, ξεκινήσαµε και πάλι για το νοσοκοµείο έχοντας µαζί µία τσάντα µε πιτζάµες, παντόφλες και διάφορα άλλα πράγµατα. «Γιατί παίρνεις αυτή την τσάντα µαζί;» τη ρώτησα. «Γιατί θα µείνουµε εκεί». «Πού το ξέρεις;» «Το ξέρω». Τελικά είχε δίκιο. ∆ε θυµάµαι τι ακριβώς είπε στην παιδίατρο όταν µε εξέτασε, αλλά αυτό που θυµάµαι είναι ότι της µίλησε θυµωµένα, κι εκείνη µας έδωσε ένα χαρτί λέγοντας κάτι στη µαµά µε έντονο ύφος και µας έστειλε στο παιδιατρικό τµήµα στον πρώτο όροφο. Εκεί µου πήραν το ιστορικό, µε εξέτασαν ξανά, ψιθύρισαν πάλι κάτι για ψυχολογικό, είπαν ότι θα µε εξέταζαν κάποιοι γιατροί την άλλη µέρα και µετά θα φεύγαµε, γιατί δε φαινόταν να υπάρχει κάποια σοβαρή αιτία για τον πόνο µου. Ήµουν στο ίδιο δωµάτιο µε άλλα δύο παιδάκια και το ένα από αυτά έκλαιγε όλη νύχτα. Στενοχωριόµουν γιατί σκέφτηκα πως, για να κλαίει, θα πονάει πολύ και θα έχει κάτι σοβαρό. ∆εν µπορούσα να κοιµηθώ, και αυτό µε έκανε να νιώθω εξαντληµένη! Τουλάχιστον οι δικοί µου πόνοι δεν ήταν τόσο δυνατοί, ώστε να µε κάνουν να κλαίω! 17


∆ε φύγαµε τελικά. Τις επόµενες δύο ηµέρες µε είδαν πολλοί γιατροί και έκανα διάφορες εξετάσεις. Τη δεύτερη µέρα η µαµά µε άφηνε συχνά µόνη κι έβγαινε έξω από το δωµάτιο ψάχνοντας τους γιατρούς. Την έβλεπα λίγο ανήσυχη, αλλά εκείνη µου χαµογελούσε καθησυχαστικά και µου έλεγε πως όλα ήταν καλά. ∆εν είχα λόγο να µη την πιστέψω, αλλά κάτι είχε αλλάξει πάνω της και αναρωτιόµουν γιατί τα µάτια της ήταν συνέχεια κόκκινα...

ªËÙ¤Ú· Αυτό το ταξίδι στην Κύπρο προσπαθούσα να το αποφύγω, αλλά τελικά δεν τα κατάφερα. Μου είχε κοστίσει όµως, γιατί ενώ τα παιδιά µου θα αγωνίζονταν σε δύο συνεχόµενα πρωταθλήµατα, ένα στην Αθήνα κι ένα στη Θεσσαλονίκη, εγώ ήµουν υποχρεωµένη να συνοδέψω κάποιους άλλους αθλητές µας σε µία διεθνή συνάντηση στην Κύπρο. Ήταν η πρώτη φορά που θα απουσίαζα από κοντά τους την ώρα που αγωνίζονταν! Βέβαια, θα ήταν ο σύζυγός µου, αλλά ούτε αυτό µε παρηγορούσε! Φεύγοντας από το σπίτι, πέρασα από τη σχολή και άφησα γράµµατα µε ευχές για τα παιδιά µου. Όταν έφτασε η πρόεδρος του συλλόγου µας στη σχολή για να µου παραδώσει το γιο της που θα ταξίδευε µαζί µου και µε είδε να κλαίω απαρηγόρητη, τα έχασε! «Τι σου συµβαίνει, Μαρίζα µου, έγινε κάτι;» µε ρώτησε ανήσυχη. «Τι άλλο να συµβαίνει, Κατερίνα µου; Aφήνω τα παιδιά µου µόνα τους», της απάντησα µέσα στα αναφιλητά µου. «Τι µόνα τους; ∆ε θα είναι µε τον Νεκτάριο; Καλά, έτσι κάνεις κάθε φορά; ∆ε σε πιστεύω! Σε δύο µέρες θα είσαι πίσω». 18


«Ξέρεις τι είναι δύο ηµέρες;» της απάντησα, αλλά δε φαινόταν να συµµερίζεται τις ανησυχίες µου. Με κοίταζε µε έναν τρόπο, σαν να µε θεωρούσε υπερβολική. Σε όλο το ταξίδι, το γράµµα που µου είχε δώσει η κόρη µου µού κρατούσε συντροφιά και ήταν η µόνη µου παρηγοριά. «Μανούλα µου, σε λατρεύω. Θα µου λείψεις. Είσαι η τελειότερη µανούλα του κόσµου! Καλή επιτυχία στα παιδιά στην Κύπρο. Θα σου στείλω µήνυµα όταν πάρω τα κύπελλα! Θα αφήσω και χώρο στην τσάντα µου για να χωρέσουν! Σ’ αγαπώ πολύ! Καλό ταξίδι». Και στο κέντρο είχε ζωγραφίσει δύο αρκουδάκια αγκαλιασµένα. Το διάβαζα κι έλιωνα. Λάτρευα όλα µου τα παιδιά, όπως κάθε µάνα! Όµως σ’ εκείνη είχα µία ιδιαίτερη αδυναµία, και είχαµε µεταξύ µας ένα περίεργο δέσιµο που ώρες ώρες µου δηµιουργούσε φοβίες! Από τη µία σκεφτόµουν ότι αυτό µπορεί να συνέβαινε λόγω του ότι είχε δύο σοβαρά ατυχήµατα στο παρελθόν που µου είχαν δηµιουργήσει ανασφάλεια, από την άλλη όµως την αδυναµία αυτή την είχα πριν συµβούν αυτά. Κάτι σαν προαίσθηµα... Τι περίεργο πράγµα, τελικά, το µητρικό ένστικτο! Έπειτα από διάφορες κακοτοπιές που είχαµε περάσει τον τελευταίο καιρό, µπορώ να πω πως διανύαµε µία πολύ καλή περίοδο της ζωής µας! Είχαµε όσα λαχταρούσαµε: τέσσερα υπέροχα παιδιά, µία πετυχηµένη καριέρα κι ένα ικανοποιητικό επίπεδο ζωής. Φυσικά τίποτα δε µας χαρίστηκε! ∆εν ήµαστε από τους τυχερούς που τα βρήκαν έτοιµα. Όλα όσα είχαµε πετύχει, όλα όσα είχαµε δηµιουργήσει ήταν αποτέλεσµα πολλής και σκληρής δουλειάς. Είχαν γίνει µε κόπο και µεράκι! Ο σύζυγός µου κι εγώ λατρεύαµε τα παιδιά. Η αγάπη µας αυτή µας οδήγησε στο να φτιάξουµε µια µεγάλη οικογένεια! Εκείνα ήταν όλη µας η ζωή. Ζούσαµε κι αναπνέαµε γι’ αυτά, όπως οι περισσότεροι γονείς! Η κάθε επιτυχία τους µας έκανε ευτυχισµένους 19


και το κάθε τους χαµόγελο έδινε λάµψη στη ζωή µας. Ήµαστε πολύ περήφανοι. Ήταν καλοί µαθητές και προπάντων καλά παιδιά, και τα δύο µεγάλα είχαν καταφέρει ήδη να ενταχθούν στην εθνική οµάδα παίδων του καράτε και είχαν σηµειώσει µεγάλες επιτυχίες εντός και εκτός συνόρων. Κι επειδή το καράτε ήταν η µεγάλη µας αγάπη, η δουλειά µας και το χόµπι µας µαζί, το γεγονός αυτό µας έκανε να νιώθουµε ιδιαίτερη συγκίνηση. Η Τζωρτζίνα ήταν πάντα ένα χαρισµατικό παιδί. ∆ε µας παίδεψε σε τίποτα. Ήταν πάντα συνεργάσιµη, ευαίσθητη, υποµονετική, ευγενική, εργατική, κοινωνική, ώριµη, αξιαγάπητη! Πάντα ξεχώριζε σε ό,τι έκανε, και όλοι είχαν να λένε τα καλύτερα λόγια για εκείνη. Όταν ξεκίνησαν οι πόνοι στην κοιλιά της, κάτι δε µου πήγαινε καλά. Ο σύζυγός µου µε καθησύχαζε λέγοντάς µου πως ήµουν υπερβολική όταν αρρώσταιναν τα παιδιά! Και δεν ήταν η πρώτη φορά που για κάποιο πόνο τους πήγαινα και ξαναπήγαινα στους γιατρούς και δεν µπορούσα να αρκεστώ σε µία µόνο γνώµη! Πάντα, όταν ανησυχούσα, έπαιρνα πολλές γνώµες! Οι πόνοι της αυτή τη φορά από τη µία µε ανησυχούσαν και από την άλλη µε µπέρδευαν. ∆εν ήταν ούτε πολύ έντονοι, ούτε µόνιµοι και δε συνοδεύονταν από άλλα συµπτώµατα. Όταν πήγαµε στο νοσοκοµείο για τρίτη φορά µέσα σε διάστηµα δέκα ηµερών, ο νεαρός χειρουργός µε κοίταξε υποτιµητικά σαν να είχα πάει εκεί χωρίς λόγο. «Ακούστε να δείτε, κυρία µου, για να µην παίρνετε τα νοσοκοµεία σβάρνα κάθε τρεις και λίγο, αν το παιδί δε νιώσει έντονο, συνεχόµενο και οξύ πόνο, αν δεν ανεβάσει πυρετό και αν δεν κάνει εµετό, δεν είναι κάτι το ανησυχητικό». Ένιωσα πολύ άβολα τόσο από το ύφος του όσο και από τα λεγόµενά του και αισθανόµουν πως θα ήθελα πολύ να είχα το θάρρος να του απαντήσω µε το ίδιο ύφος που µου µιλούσε κι εκείνος: «Ναι, για20


τρέ, Σαββατόβραδο µέσα στις γιορτές, δεν είχαµε τι να κάνουµε και είπαµε δεν πάµε καµιά βόλτα στο νοσοκοµείο να περάσει η ώρα µας;» Κατάπια όµως το θυµό µου, πήρα το παιδί και έφυγα. Εκείνα τα Χριστούγεννα τα περάσαµε µε ένα µικρό µαθητή µας, τον Γιώργο, και τον πατέρα του. Λίγους µήνες πριν, είχε χάσει τη µητέρα του από καρκίνο και τους είχαµε καλέσει στο σπίτι µας για να µη νιώθουν µόνοι τους τέτοιες µέρες. Είχα δασκαλέψει τα παιδιά πως ο µικρούλης έπρεπε να περάσει όµορφα και ξένοιαστα. Κι εκείνα έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους γι’ αυτό! Με τον πατέρα του παιδιού µέσα σ’ όλα συζητήσαµε για τον αγώνα της γυναίκας του και το ατυχές τέλος. Η Τζωρτζίνα ήταν κοντά µας όταν τα λέγαµε και είχε στενοχωρηθεί πολύ. Τις επόµενες µέρες συνέχεια µου µιλούσε γι’ αυτό. ∆ύο µέρες µετά την τελευταία επίσκεψη στο νοσοκοµείο, οι πόνοι επέστρεψαν. Τηλεφώνησα και πάλι στον παιδίατρο και του είπα πως εξακολουθώ να ανησυχώ. Τον ρώτησα τι µπορώ να κάνω! «Αφού την είδαν στο νοσοκοµείο, τι άλλο να κάνεις; Το πολύ πολύ κάνε της έναν υπέρηχο άνω και κάτω κοιλίας». Έτσι, η παραµονή της Πρωτοχρονιάς µας βρήκε να περιµένουµε (χωρίς ραντεβού, ως επείγον, λόγω της επιµονής µου) σε ένα από τα καλύτερα διαγνωστικά κέντρα στο εµπορικό κέντρο της περιοχής µας. «∆ε βλέπω τίποτα», µας είπε η ακτινολόγος, «πέρα από λίγο υγρό στο δουγλάσειο, που µπορεί να είναι από µία απλή φλεγµονή ή επειδή περιµένει περίοδο». Πήρα τα αποτελέσµατα, όπου ήταν γραµµένο και υπογεγραµµένο ότι όλα ήταν φυσιολογικά, και έφυγα ήσυχη για άλλη µια φορά. Ήταν η πρώτη Πρωτοχρονιά της ζωής µου που δεν ήµαστε όλοι µαζί. Είχαµε κανονίσει να κάνουµε ρεβεγιόν στην αδελφή του συζύγου µου, την Ντίνα, όµως η µικρή µου κόρη είχε πυρετό, 21


και αναγκαστήκαµε να µείνουµε στο σπίτι µαζί της. Τα παιδιά όµως επέµεναν να κάνουν ρεβεγιόν µαζί µε τα ξαδέλφια τους, κι έτσι πήγαν. ∆εν πρόλαβα να τηλεφωνήσω για ευχές. Το πρώτο µήνυµα του 2009 είχε φτάσει από το κοριτσάκι µου, αλλά, µόλις το διάβασα, πάγωσα. «Μαµά, πονάω». Έφυγε ο Νεκτάριος άρον άρον και την έφερε σπίτι. Ευτυχώς ο πόνος είχε υποχωρήσει. Το πρωί µε ξύπνησε µε τη γλυκιά της φωνούλα: «Μαµά, ξύπνα. Ξέχασες να βάλεις τα δώρα που έφερε ο Αϊ-Βασίλης κάτω από το δέντρο µας!» Ήξερε πως ήθελα πολύ να πιστεύουν τα παιδιά στα θαύµατα και µου το είπε διακριτικά για να µη στενοχωρηθώ. Πως ο Αϊ-Βασίλης είχε φέρει τα δώρα, αλλά εγώ είχα ξεχάσει να τα τοποθετήσω κάτω από το δέντρο. Ήµουν εξαντληµένη γιατί είχα ξενυχτήσει λόγω της ίωσης της µικρής, και µε είχε πάρει ο ύπνος! Πήγα γρήγορα κι έφερα τα δώρα αλλά τα έβαλα ανόρεχτα κάτω από το δέντρο, χωρίς να έχω το κουράγιο να ασχοληθώ περισσότερο. Όταν τελικά σηκωθήκαµε, είδα µε έκπληξη ότι ο Αϊ-Βασίλης δεν είχε αµελήσει καµία από τις συνήθειές του! Είχε φάει το µισό κουραµπιέ, είχε πιει µισό ποτήρι νερό και είχε γράψει ακόµη και τα γράµµατα που άφηνε κάθε χρόνο στα παιδιά, µε τα οποία τα επιβράβευε που ήταν και αυτόν το χρόνο τόσο καλά παιδιά! Μόλις τα είδα, δε µίλησα, µόνο κοιταχτήκαµε και χαµογελάσαµε η µία στην άλλη συνωµοτικά, κρατώντας κρυφό το µικρό µας µυστικό. Μα πώς µπορούσα να µην το λατρεύω αυτό το πλάσµα! Ήταν τόσο ξεχωριστό, τόσο ώριµο, τόσο απίστευτο! Καταλάβαινε τα πάντα φανερώνοντάς µας µόνο αυτά που θέλαµε να δούµε. Την επόµενη µέρα ήρθε ο παιδίατρος στο σπίτι. Την εξέτασε, είδε και τον υπέρηχο και είπε ότι είναι όλα καλά. 22


«Και τότε γιατί πονάει;» τον ρώτησα. «Ψυχολογικό», µου απάντησε. «Mα τι ψυχολογικό; ∆εν υπάρχει λόγος για κάτι τέτοιο. Σε διακοπές είµαστε. Στο σχολείο τα πήγε θαυµάσια, στα πρωταθλήµατα πάντα βγαίνει πρώτη, τι ψυχολογικό να έχει;» «Προεφηβεία. Τώρα θα έχει διάφορα τέτοια», µου είπε. Όσο το παιδί συνέχιζε να πονάει και να διπλώνεται για κάποια δευτερόλεπτα, τίποτα δε µε καθησύχαζε! Αλλά πώς και από πού µπορούσα να διεκδικήσω περισσότερη προσοχή; Ήρθε και η ηµέρα των Φώτων. Πάλι πονούσε. Τέλος λοιπόν, θα πηγαίναµε ξανά στο νοσοκοµείο! Ετοίµασα τα απαραίτητα, και φύγαµε! Μόλις µπήκαµε στο ιατρείο µε τις εξετάσεις που είχαµε κι αφού την εξέτασε η γιατρός, πήρε ένα ύφος σαν να µας έλεγε, αφού οι εξετάσεις είναι καλές και την έχουµε εξετάσει τόσες φορές, τι θέλετε; Όµως, αυτή τη φορά δε θα άφηνα άλλο το χρόνο να κυλήσει χωρίς να εντοπιστεί η αιτία του πόνου της. «Το παιδί πονάει», της είπα έντονα, «πώς µπορεί να είναι όλα καλά;» «Σε πολλά παιδάκια πονάει η κοιλιά τους, χωρίς να συµβαίνει κάτι», µου απάντησε εκείνη. «Ωραία, υπογράψτε µου πως όλα είναι καλά, και τότε φεύγουµε!» της είπα. Εκείνη κοντοστάθηκε λίγο, σαν να σκέφτηκε κάτι, και στο τέλος απάντησε εκνευρισµένα: «Καλά, λοιπόν! Αφού επιµένετε, ας κάνουµε εισαγωγή για να σας δουν περισσότεροι γιατροί, και να βρείτε τι έχει το παιδί σας». Όταν φτάσαµε στο δωµάτιο, η παιδίατρος που εφηµέρευε, αφού µας είπε το γνωστό παραµύθι περί ψυχολογικού, µας διαβεβαίωσε ότι την εποµένη το πρωί θα φεύγαµε, γιατί τίποτα δεν έδειχνε ότι υπήρχε κάτι ανησυχητικό ώστε να µείνει το παιδί µέσα! Την άλλη µέρα πέρασαν διάφοροι γιατροί, παιδίατροι, χει23


ρουργοί, νευρολόγοι, γαστρεντερολόγοι, και είχαµε βαρεθεί, τόσο εγώ όσο και η Tζωρτζίνα, να λέµε τα ίδια και τα ίδια. Τελικά, είχα αρχίσει να πείθοµαι πως δεν είχε κάτι η κοιλιά της και πως άδικα ταλαιπωρούµαστε εκεί µέσα! Το απόγευµα πήγαµε να δούµε στον τρίτο όροφο µία µαθήτριά µου που είχε κάνει εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας. Είχε κι εκείνη τα ίδια σχεδόν συµπτώµατα µε την Τζωρτζίνα, και γι’ αυτό µιλούσαµε τακτικά τις τελευταίες ηµέρες µε τη µητέρα της, προσπαθώντας να βγάλουµε κάποια άκρη! H µόνη διαφορά ήταν πως εκείνη πονούσε πιο πολύ καιρό και οι γιατροί δεν αποφάσιζαν αν έπρεπε να την εγχειρήσουν ή όχι, γιατί δεν ήταν σίγουροι ότι ήταν σκωληκοειδίτιδα! Θυµάµαι ακόµα τη σκέψη που έκανα: «Μακάρι να µην έχει το ίδιο η Τζωρτζίνα µου, για να αποφύγουµε το χειρουργείο». Ακόµη και κάτι τόσο απλό µού φαινόταν βουνό! Στο δωµάτιο που βρισκόµαστε, η Tζωρτζίνα ήταν το µόνο παιδί στο οποίο δεν έδιναν ιδιαίτερη σηµασία. Τα άλλα δύο παιδάκια έδειχναν να έχουν πιο σοβαρά προβλήµατα. Το ένα είχε κάποιο πρόβληµα µε τα νεφρά κι ερχόταν συχνά για εξετάσεις από το Άργος, ενώ το άλλο, που είχε έρθει από την Κρήτη ύστερα από µία περίεργη κρίση, διαγνώστηκε κατά τη µαγνητική ότι είχε επιληψία. Θυµάµαι τη στενοχώρια της µητέρας του όταν της το είπαν. Αυτά που της έλεγα για να την παρηγορήσω κατά βάθος δεν τα πίστευα. Καταλάβαινα πως κανένας γονιός δε θα ήθελε κάτι τέτοιο για το παιδί του, ούτε βέβαια κι εγώ θα το ήθελα! Στην προσπάθειά µου να την κάνω να νιώσει καλύτερα, της έλεγα πως υπάρχουν πολύ χειρότερα και πως θα πρέπει να σκέφτεται πως αυτό από το οποίο πάσχει το παιδί δε θέτει τουλάχιστον τη ζωή του σε κίνδυνο. Τελικά, τώρα πια ξέρω πως όλοι είµαστε ικανοί και άξιοι όταν χρειάζεται να δώσουµε θάρρος στους άλλους. 24


Την επόµενη µέρα οι επισκέψεις από διάφορους γιατρούς συνεχίστηκαν. Ιδιαίτερα απότοµη ήταν µία γαστρεντερολόγος που ρωτούσε το παιδί επίµονα διάφορα, και µέσα σ’ όλα επέµενε να της πει αν τα τρία κιλά που είχε χάσει τα είχε χάσει από δίαιτα ή από ανορεξία. Της έγραψε τελικά έναν καινούργιο υπέρηχο που θα γινόταν µέσα στο νοσοκοµείο. «Άλλη µία περιττή εξέταση», σκέφτηκα, µιας και είχα στα χέρια µου έναν υπέρηχο που το παιδί έκανε µία µόλις εβδοµάδα πριν σε ένα πασίγνωστο ιδιωτικό διαγνωστικό κέντρο! «Τσάµπα θα ταλαιπωρήσουν το παιδί µου! Άντε επιτέλους να βρεθεί κάποιος γιατρός που θα δώσει τις σωστές εξετάσεις στο παιδί και θα µας διαφωτίσει», σκέφτηκα έχοντας στο µυαλό µου ότι το πιθανότερο ήταν να έχει κάποιον κολικό του εντέρου, ή κάτι παρόµοιο. Κατεβήκαµε στο τµήµα υπερήχων, κι εκεί η υπεύθυνη γιατρός, αφού την εξέτασε για αρκετή ώρα, µου είπε ότι κάτι συµβαίνει µε το έντερο, πράγµα που µε ανακούφισε πολύ. «Ναι, κι εγώ αυτό πιστεύω», της είπα, «αφού ακούγονται κάποιες φορές οι ήχοι από το έντερό της». Λίγη ώρα αργότερα την πήραν από το δωµάτιο και ξεκίνησαν να της κάνουν µία νέα σειρά από αιµατολογικές εξετάσεις. Την ώρα που η Τζωρτζίνα ήταν στο δωµάτιο των νοσηλευτών, η υπεύθυνη παιδίατρος µου είπε πως θα ήθελε να µου µιλήσει ιδιαιτέρως. Πήγα µαζί της έξω από το δωµάτιο που ήταν το παιδί, πιστεύοντας πως θα ήθελε τη συγκατάθεσή µου για κάποια επιπλέον εξέταση, όταν την άκουσα να µου λέει: «Βλέπουµε κάτι στην κοιλιά της». Ένιωσα τη γη να τρέµει κάτω από τα πόδια µου και αισθάνθηκα πως έχανα την ισορροπία µου. ∆ε γνώριζα πολλά γύρω από την ιατρική, αλλά αυτό δε µου ακουγόταν καθόλου καλό. «Τι εν25


νοείτε;» της είπα. «Μπορεί αυτό που βλέπετε να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή της;» Μάλλον πρέπει να έδειχνα πολύ ταραγµένη, γιατί το ύφος της µαλάκωσε ξαφνικά και άρχισε να µου τα µασάει. «Όχι, µην ανησυχείτε. Αυτό που βλέπουµε είναι ένας εγκολεασµός του εντέρου, δηλαδή το ένα έντερο µπαίνει µέσα στο άλλο, γι’ αυτό θα χρειαστεί να κάνουµε µερικές εξετάσεις ακόµη», µου είπε και έφυγε, ενώ εγώ ήµουν έτοιµη να καταρρεύσω. Ξαναµπήκα µέσα. Κοίταξα το κοριτσάκι µου που είχε απλώσει υποµονετικά το χεράκι της και της έπαιρναν αίµα. Την ώρα που της έβαζαν τη γάζα στο χέρι, άκουσα δύο νοσοκόµες που συζητούσαν κι έλεγαν ότι κάποιες από αυτές τις εξετάσεις τις είχαν ζητήσει οι ογκολόγοι. Τα χρειάστηκα. Για ποιον; Για το κοριτσάκι µου; Τι σχέση µπορεί να είχε το κοριτσάκι µου µε γιατρούς αυτής της ειδικότητας; ∆εν µπορεί, κάποιο λάθος πρέπει να είχε γίνει, σκεφτόµουν, αλλά κάπου µέσα µου συνειδητοποιούσα, αν και θα αργούσα πολύ να το αποδεχτώ, ότι αυτή ήταν η αρχή ενός δύσκολου και µεγάλου αγώνα, που κανείς δε γνώριζε τι τέλος θα είχε. Μόλις την έβαλα να ξαπλώσει, τηλεφώνησα στον Νεκτάριο και του είπα µε λυγµούς όλα όσα είχαν συµβεί. Εκείνος όµως δε φαινόταν να τα παίρνει στα σοβαρά. «Αφού το ξέρεις ότι οι γιατροί συχνά κινδυνολογούν και µεγαλοποιούν τα πάντα. Κάποιο λάθος θα έχει γίνει, µην ανησυχείς, περίµενε και θα δούµε», µου είπε. Οι γονείς των υπόλοιπων παιδιών που ήµαστε µαζί στο δωµάτιο µε ρωτούσαν τι µου είπαν οι γιατροί, αλλά εγώ απαντούσα σύντοµα και αόριστα. Απέφευγα να δώσω σαφείς απαντήσεις. Το παιδί δεν έπρεπε να καταλάβει τίποτα, ώσπου να διαπιστωθεί ότι η διάγνωση... ήταν λάθος. Έδιωχνα κάθε σκέψη που περνούσε από το µυαλό µου ότι κάτι σοβαρό µπορεί να συνέβαινε στο κοριτσάκι µου. Ένα κορίτσι γεµάτο ζωντάνια και ενέργεια... Κάποια στιγµή θα ανακάλυπταν και οι γιατροί ότι είχαν κάνει 26


λάθος εκτίµηση. Όµως πώς µπορούσαν να ταράζουν έτσι τον κόσµο µε υποθέσεις; Το βράδυ µας είπαν ότι έπρεπε να κάνουµε µία οφθαλµολογική εξέταση, µία βυθοσκόπηση (από την ονοµασία της καταλάβαινα για τι περίπου επρόκειτο). Μας έδωσαν τον ιατρικό φάκελο, και πήγαµε στο οφθαλµολογικό. Φυσικά, δε γινόταν να µην ανοίξω το φάκελο. Πιθανή διάγνωση: «Λέµφωµα Burkitt». Ως τότε δεν ήξερα τι ήταν το λέµφωµα. Τηλεφώνησα αµέσως στη µαµά της Αφροδίτης, τη Μαριέττα, που δούλευε σε ακτινολογικό, και τη ρώτησα αν ξέρει κάτι γι’ αυτό. «Όχι, Χριστέ µου», ήταν η απάντηση, «δεν µπορεί να είναι κάτι τέτοιο, όχι στο κοριτσάκι µας». «Τι εννοείς, Μαριέττα; Μη µε τροµάζεις, πες µου ότι δεν είναι κάτι σοβαρό». «Έχει πολλές πιθανότητες να τα καταφέρει, αλλά µην ταράζεσαι, δεν είναι σίγουρο, υπoθέσεις κάνουν», µου είπε και έχασα για δεύτερη φορά τη γη κάτω από τα πόδια µου. Τι εννοεί «να τα καταφέρει»; Έχουν τρελαθεί όλοι ή έχουν βαλθεί να τρελάνουν εµένα; σκέφτηκα. Η Μαριέττα συνέχισε να µου δίνει ένα σωρό πληροφορίες για το λέµφωµα και να ξεφουρνίζει ένα κατεβατό λόγια παρηγοριάς, αλλά ο χρόνος είχε σταµατήσει στα πρώτα της λόγια. Μέσα µου θεωρούσα υπεύθυνη για όλα όσα συνέβαιναν τη γιατρό που της είχε κάνει τον υπέρηχο και είχε γράψει λάθος διάγνωση. Αυτή ήταν η µόνη σκέψη που ηρεµούσε το µυαλό µου και µε βοηθούσε να κρατιέµαι! Το απόγευµα πέρασαν γιατροί όλων των ειδικοτήτων. Άλλους απ’ αυτούς τους είχα ξαναδεί κι άλλους όχι, δε ρωτούσα όµως τίποτα ούτε ποιοι ήταν, ούτε τι ειδικότητα είχαν, για να µην υπο27


ψιαστεί κάτι το παιδί. Απ’ όλους ξεχώρισα µία πολύ όµορφη νεαρή χειρουργό. Την ώρα που εξέταζε το παιδί, είχε ένα ζεστό, καθησυχαστικό βλέµµα. Εκείνη τη νύχτα ένιωσα για πρώτη φορά τόσο έντονα τι σηµαίνει εφιάλτης. Κοίταζα το κοριτσάκι µου να κοιµάται έτσι γαλήνια, θαυµάζοντας το υπέροχο προσωπάκι της, και αναρωτιόµουν τι άλλο µας επιφύλασσαν οι επόµενες ώρες, οι επόµενες µέρες, µέχρι να αποδεικνυόταν το λάθος των γιατρών. Κι αν υπήρχε έστω µία περίπτωση στις χίλιες να µην ήταν λάθος; ΟΧΙ, όχι, αυτό αποκλειόταν, δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση, όµως το µυαλό µου είχε συνωµοτήσει µε τους υπόλοιπους και µου έπαιζε διάφορα παιχνίδια...

28




Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.