Το δημόσιο κτήριο στη Νεοελληνική Αρχιτεκτονική | Ο χαρακτήρας του δημόσιου κτηρίου διοίκησης

Page 1

ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΤΙΡΙΟ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ



ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΤΙΡΙΟ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Κουρουπάκη Μαλαματένια | Φασουλιώτη Κλάρα

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

επιβλέποντες καθηγητές_ Αμερικάνου Ελένη Εξαρχόπουλος Πάνος Παπαγιαννόπουλος Γιώργος


Ξάνθη Ιούνιος 2018


Ευχαριστούμε θερμά τους καθηγητές μας κ. Ελένη Αμερικάνου, κ. Πάνο Εξαρχόπουλο και κ. Γιώργο Παπαγιαννόπουλο για την εμπιστοσύνη που μας έδειξαν για τη διεξαγωγή της ερευνητικής μας εργασίας - διάλεξης, καθώς και για την ουσιαστική βοήθεια και καθοδήγηση καθ’όλη τη διάρκεια της μελέτης. Ένα μεγάλο ευχαριστώ οφείλουμε στους γονείς, τα αδέρφια και τους φίλους μας για την αμέριστη συμπαράσταση και συνεχή στήριξη και υποστήριξή τους.



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή

11

Κεφάλαιο 1 | Ιστορική Αναδρομή

1.1 Από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους εως το 1957

21

1.2 Η αρχιτεκτονική άνοιξη του ‘60

25

1.3 Από τη μεταπολίτευση μέχρι το σήμερα

27

Κεφάλαιο 2 | Τα γενικά χαρακτηριστικά του δημόσιου χώρου

33

Κεφάλαιο 3 | Το δημόσιο κτίριο σε σχέση με την πόλη

39

3.1 Η θέση του δημόσιου κτιρίου

40

3.2 Ισόγεια ζώνη

42

3.3 Η συμβολή του κεντρικού αιθρίου

49

3.4 Το εργαλείο της όψης

51

Κεφάλαιο 4 | Το δημόσιο κτίριο σε σχέση με τον άνθρωπο

4.1 Προσπελασιμότητα

57 58


4.2 Πρόσθετες χρήσεις

62

4.3 Εσωτερικό αίθριο και υπαίθριοι χώροι - πλατείες

63

4.4 Οικειότητα

65

Κεφάλαιο 5 | Παραδείγματα

5.1 Αμερικανική Πρεσβεία

75

5.2 Δημαρχείο Βουλιαγμένης

78

5.3 Δικαστικό Μέγαρο Λιβαδειάς

81

5.4 Δημαρχείο Κορίνθου

85

5.5 Δημαρχείο Θεσσαλονίκης

88

Επίλογος

93

Περίληψη | Abstract

99

Παράρτημα κτιρίων

105

Βιβλιογραφία

123

Πηγές εικόνων

131


_εισαγωγή



Αντικείμενο έρευνας

Τ

ο κυρίαρχο θέμα των αναζητήσεών μας θα μπορούσαμε να το συνοψίσουμε στο ερώτημά μας για το ποιός είναι ο χαρακτήρας του δημοσίου κτιρίου διοίκησης στη μεταπολεμική Ελλάδα. Θα ήταν σκόπιμο αλλά και απαραίτητο να ορίσουμε, από την αρχή, όσο το δυνατόν με μεγαλύτερη σαφήνεια το περιβάλλον στο οποίο θα κινηθούν οι αναλύσεις μας. Τα προσδιοριστικά στοιχεία αυτής της ενέργειας είναι σίγουρα ο τόπος, ο χρόνος αλλά και ο τρόπος.Τα στοιχεία προσδιορισμού καθορίζονται και από τις λέξεις στον τίτλο του θέματος «Το δημόσιο κτίριο στη Νεοελληνική Αρχιτεκτονική». Ως «δημόσια κτίρια» θεωρούνται κτίρια διαφόρων λειτουργιών, οι εσωτερικοί χώροι των οποίων στεγάζουν δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς, ιδρύματα κ.α., όπου καθημερινά εξυπηρετείται το κοινωνικό σύνολο στο πλαίσιο μίας ευνομούμενης πολιτείας. Τα κτίρια αυτά, από νομικής πλευράς, διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες, οι οποίες παρέχουν: (α) τα μέσα παροχικής διοίκησης, όπου υπάγονται νοσοκομεία, γυμναστήρια, πανεπιστήμια, θέατρα, μουσεία, εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιών, κ.α., (β) τα μέσα εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας, αυτά

11


δηλαδή που αποτελούν τη λεγόμενη στρατιωτική δημόσια κτήση (όπως στρατόπεδα, αεροδρόμια κ.α.) και, (γ) τα μέσα στέγασης και λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών, που αφορούν ακίνητο και κυρίως κινητό εξοπλισμό υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα, μελετώνται έργα που βρίσκονται στον Ελλαδικό χώρο, στα αστικά κέντρα αλλά και στην περιφέρεια, όχι όμως απαραίτητα σχεδιασμένα από Έλληνες αρχιτέκτονες. Η αναζήτηση ξεκινάει από την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, επικεντρώνεται όμως στη μεταπολεμική περίοδο (μετά το 1950) καθώς τότε παρατηρείται και η μεγαλύτερη παραγωγή κτιρίων για δημόσια χρήση στην Ελλάδα. Καταλήγει στο τέλος του 20ου αιώνα και όχι στο σήμερα, διότι στόχος μας είναι η παρουσίαση κτιρίων που έχουν κριθεί και δοκιμαστεί στο πέρασμα του χρόνου Στο πλαίσιο, λοιπόν, της εργασίας μας θα εστιάσουμε σε μια πιο συγκεκριμένη κατηγορία κτιρίων, τα λεγόμενα «κτίρια εξουσίας», δηλαδή κτίρια δημόσιας διοίκησης και δικαιοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, τα κτίρια αυτά είναι δημαρχιακά μέγαρα, νομαρχιακά μέγαρα, υπουργεία, κτίρια πρεσβείας και δικαστικά μέγαρα.

12


Αφορμή

Α

φορμή για τη συγκεκριμένη διάλεξη αποτέλεσαν τα παρακάτω λόγια του αρχιτέκτονα Τάσου Μπίρη:1

«Νομίζω ότι το πρόβλημα ξεκινά από το ότι ο πολίτης στον τόπο μας -a priori- δεν θεωρεί ότι του ανήκει ο δημόσιος χώρος. Δεν τον διεκδικεί ως δικό του, ούτε τον χρησιμοποιεί ως τέτοιο. Αντιθέτως τον αντιμάχεται και τον αντιπαθεί. Δυστυχώς αυτό έχει διδαχθεί να κάνει. Έτσι, τον θεωρεί συνήθως, άγνωστο, εχθρικό “μη τόπο”. Και τούτο επιτείνεται από το ότι είναι συχνά άσχημος αρχιτεκτονικά και μη-λειτουργικός, αλλά και παρατημένος, ξεχασμένος από την Πολιτεία».

1. Σε συνέντευξη στον δημοσιογράφο Σταμάτη Μαυροειδή για το “Νέο Δημαρχείο Θεσσαλονίκης”, Εφημερίδα “Η Αυγή”, 01/11/2009.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα, δηλαδή στη χώρα όπου γεννήθηκε το πολίτευμα της δημοκρατίας και όπου η εξουσία πηγάζει από το λαό, ο πολίτης δεν διεκδικεί τα κτίρια δημόσιας χρήσης – κτίρια που εξυπηρετούν τις ανάγκες και τα συμφέροντά του λαού- ως δικά του, με αποτέλεσμα να αποτελούν τις περισσότερες φορές αποκλειστικά σύμβολα της συμμετοχής του στην περιφερειακή διοίκηση. Για το λόγο αυτό η παρούσα διάλεξη ασχολείται με την αναζήτηση και τη μελέτη παραδειγματικών έργων δημόσιων κτιρίων εξουσίας και

13


τον εντοπισμό αρχιτεκτονικών στοιχείων και ιδεών που τον παροτρύνουν ή τον αποτρέπουν να είναι αυτό που ονομάζουμε «ενεργό πολίτη», μέσα από τη χρήση του κτιρίου εκφράζοντας τη δύναμη και τη δυναμικότητα του ως ατομική και συλλογική οντότητα, ρυθμίζοντας τα της ζωής και του χώρου του.

14


Μεθοδολογία και διάρθρωση εργασίας

Η

έρευνά μας βασίστηκε στην παρατήρηση και στην μελέτη παραδειγματικών έργων κτιρίων εξουσίας, που το καθένα με τον τρόπο του διαπραγματεύεται το ζήτημα του δημόσιου χαρακτήρα, καθώς και στη σχετική βιβλιογραφία.

Η έργασία μας διαρθρώνεται ως εξής : Το πρώτο κεφάλαιο της διάλεξής μας αποτελεί μια ιστορική αναδρομή που αναφέρεται στα δημόσια κτίρια της χώρας μας από το 1827 μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα και μέσα από την οποία σκιαγραφούνται και αναλύονται οι διαδοχικές περίοδοι της αρχιτετονικής στην νεότερη Ελλάδα. Το δεύτερο κεφάλαιο αποτελεί προσπάθεια να αναλυθεί και να γίνει κατανοητή η έννοια του δημόσιου. Παρουσιάζονται επιλεκτικά ορισμοί φιλοσόφων σχετικά με τις έννοιες δημόσιο και ιδιωτικό, όπως η Hanna Arendt και ο Richard Sennet, οι οποίοι μελετούν το συγκεκριμένο δίπολο μέσα από πολιτικό και φιλοσοφικό πρίσμα. Στη συνέχεια αναλύονται τα γενικά χαρακτηριστικά

15


ένός δημόσιου χώρου όπως έχουν αναλυθεί στους σύγχρονους ορισμούς των λεξικών. Όμως, μέσα από την μελέτη και την παρατήρηση των κτιρίων που πραγματοποιήσαμε, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει μια απόλυτη - τελική προσέγγιση του δημόσιου κτιρίου, αλλά μια πιο προσωπική. Εξάλλου, όπως υποστηρίζεται στην παρούσα ερευνητική εργασία η έννοια του δημόσιου κτιρίου εξαρτάται και από την εκάστοτε προσέγγιση με την οποία γίνεται αντιληπτό. Ο κάθε μελετητής προσπαθώντας να μεταδώσει τον τρόπο σκέψης του δημιουργεί διαφορετικά εργαλεία ανάλυσης. Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τα κτίρια εξουσίας καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο δημόσιος χαρακτήρας τους επηρεάζεται τόσο από την πόλη ή το περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσονται όσο και από τους χρήστες τους. Στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφεται η σχέση του δημόσιου κτιρίου με την πόλη. Τα δημόσια κτίρια έχουν μοναδιαία ύπαρξη στον ιστό της πόλης και λειτουργούν ως πόλοι δημόσιας έκφρασης μέσα σε αυτήν. Αντιπροσωπεύουν τις ενεργές κοινωνικές λειτουργίες της, αποτελούν την γενεσιουργό αιτία ύπαρξης της και η συμβολή τους είναι καθοριστική στη σύνθεση του αστικού τοπίου. Στην συνέχεια, αναλύονται οι παράγοντες που κατά την κρίση μας επηρεάζουν αυτην την σχέση, όπως η θέση του δημόσιου κτιρίου μέσα στον πολεοδομικό ιστό ή έξω από αυτόν, η διαμόρφωση της ισόγειας ζώνης του, η ύπαρξη ή η απουσία κεντρικού αιθρίου και ο σχεδιασμό των όψεών του. Στο τέταρτο κεφάλαιο αναλύεται η σχέση του δημόσιου κτιρίου σε σχέση με τον άνθρωπο. Η δημόσια αρχιτεκτονική έρχεται σε άμεση επαφή με την ανθρώπινη δράση, δεν μπορεί να υπάρξει μόνη της, υπάρχει πάντα σε σχέση με τους ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με αυτήν. Το

16


δημόσιο κτίριο οφείλει να υπηρετεί τον άνθρωπο. Ο κάθε αρχιτέκτονας σε κάθε βήμα της συνθετικής διαδικασίας, πρέπει να ορίζει τον άνθρωπο ως κέντρο αναφοράς. Ο ανθρωποκεντρισμός του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού έγκειται στο γεγονός, ότι προέρχεται από τον άνθρωπο και απευθύνεται στον άνθρωπο. Για να εξασφαλισθεί μια καλύτερη σχέση ανάμεσα στο κτίριο και στον άνθρωπο που έρχεται σε επαφή μαζί του αναδείξαμε και αναλύσαμε ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως η προσπελασιμότητα του κτιρίου, οι πρόσθετες χρήσεις του, η ύπαρξη ή η απουσία χώρων που καλύπτουν τις κοινωνικές ανάγκες των χρηστών και το αίσθημα της οικειότητας που πηγάζει από το δημόσιο κτίριο. Το πέμπτο κεφάλαιο της διάλεξής μας αποτελεί μια επιλεκτική παρουσίαση συγκεκριμένων παραδειγμάτων. Η επιλογή αυτή έγινε γιατί θεωρούμε πως αποτελούν τα σημαντικότερα και βασικότερα παραδείγματα που πρέπει να ληθφούν υπ’όψιν όταν αναφερόμαστε στα κτίρια εξουσίας στην Νεοελληνική αρχιτεκτονική και γιατί συγκεντρώνουν ταυτόχρονα πολλά από τα χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν παραπάνω τονώνοντας έτσι τον δημόσιο χαρακτήρα τους. Τέλος, από τη σύνθεση των παραπάνω διεξάγονται ορισμένα βασικά συμπεράσματα.

17



_ ιστορική αναδρομή



Από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους εώς το 1957

Η

ανοικοδόμηση κτιρίων για δημόσια χρήση στη νεότερη Ελλάδα από το 1827 εως το 1940 μπορεί να υποδιαιρεθεί σε τρεις διαφορετικές περιόδους.2 Η πρώτη και κρισιμότερη αρχίζει με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, σφραγίζεται από τη βασιλεία του Όθωνα (1832-62) και διαρκεί ως τα μέσα της δεκαετίας του 1870. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του δυτικού και κυρίως του γερμανικού νεοκλασικισμού και από τη μίμηση των ευρωπαϊκών κτιριακών τύπων. Και οι δύο υπήρξαν σταθερές επιδιώξεις της ιθύνουσας τάξης και είχαν ως συνέπειες τη συνειδητή αλλαγή της αρχιτεκτονικής πορείας, η οποία αναγνώριζε την Ευρώπη ως τη φωτισμένη δύναμη της προόδου και ως πρωταγωνιστή της «αναγέννησης» του ελληνικού κλασικού πνεύματος και τη χωρίς δισταγμό εγκατάλειψη της αυτογενούς αρχιτεκτονικής παράδοσης, η οποία ταυτίστηκε επιπόλαια με τη θλιβερή εποχή της Τουρκοκρατίας. Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1870 εως το τέλος της δεκαετίας του 1920. Τη χαρακτηρίζει η σταδιακή μετάβαση της αρχιτεκτονικής των κτιρίων δημόσιας χρήσης από το νεοκλασικισμό προς άλλες, λιγότερο ορθολογικές και

21

1.1


ιδεαλιστικές κατευθύνσεις. Η μορφολογική εξέλιξη αυτών των κτιρίων επηρεάστηκε από ιστορικούς ρυθμούς που επικρατούσαν στην Ευρώπη. Μια από τις ισχυρότερες επιδράσεις υπήρξε ο ιστορικός εκλεκτικισμός του Theophil Hansen, ο οποίος καθιερώθηκε στην Ελλάδα από τον βοηθό του Ernst Ziller (1837-1923). Μεγάλη επίδραση άσκησε και ο ακαδημαϊκός εκλεκτισμός της γαλλικής Ecole des Beaux Arts. Ωστόσο η εμφάνιση και η κυριαρχία του γαλλικού εκλεκτισμού στην αρχιτεκτονική μας από το 1910 μέχρι το 1940 δε δημιούργησε κάποιο αντικλασικιστικό ρεύμα. Αντίθετα, τα κινήματα του Art Nouveau, του Jugendstil και των Sezession δεν είχαν μεγάλη απήχηση στην Ελλάδα, με εξαίρεση ελάχιστων μακεδονικών πόλεων όπως της Θεσσαλονίκης, της Καβάλας και της Ξάνθης. Η τρίτη και σημαντικότερη περίοδος των νεοελληνικών κτιρίων δημόσιας χρήσης αρχίζει γύρω στο 1930. Δύο είναι οι χαρακτηριστικότερες εξελίξεις της. Οι αρχές, οι κτιριολογικές λύσεις και το θεματολόγιο των μορφών του διεθνούς Μοντέρνου Κινήματος χρησιμοποιούνται μαζικά στο σχεδιασμό λειτουργικών και τυποποιημένων κτιρίων, όπως είναι τα σχολεία, τα νοσοκομεία, ο εξοπλισμός κοινωνικής πρόνοιας και οι εγκαταστάσεις αναψυχής. Ταυτόχρονα, στη σχεδίαση των πιο επίσημων κτιρίων επικρατεί ένας συντηρητικότερος εκσυγχρονισμός, ο οποίος επηρεάζεται αρχικά από τον γαλλικό μοντέρνο κλασσικισμό, το art deco, το «jazz art» κ.α., ενώ στη συνέχεια ευθυγραμμίζεται με τις φορμαλιστικές μόδες των αυταρχικών καθεστώτων της Ευρώπης, δηλαδή με τον πομπώδη ακαδημαϊσμό και με τις λαϊκιστικές τεχνοτροπίες, όπως ήταν για παράδειγμα τα λεγόμενα neo-vernacular style και Heinmatstil. Τα πρώτα χρόνια μετά τη γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο σπαραγμό ήταν μια εποχή ανασυγκρότησης με μεταβατικό χαρακτήρα. Σε σύγκριση με τις αρχές της δεκαετίας του 1930, η περίοδος 1949-57 εμφανίζεται

22


αρχιτεκτονικά αμήχανη και οπισθοδρομική κυρίως εξαιτίας του δυσμενούς πολιτικού και κοινωνικού κλίματος και των περιορισμένων μέσων της Ελλάδας του 1950. Η εξέλιξη των κτιρίων δημόσιας χρήσης μετά το 1949 πρόκειται για μια συνέχιση των τάσεων που επικρατούσαν στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930 και ο σχεδιασμός τους ακολουθεί δύο ξεχωριστές κατευθύνσεις. Η πρώτη εκδηλώνεται με την εγκατάληψη των μοντέρνων οραμάτων και της επιθυμίας για λειτουργικές καινοτομίες και πρωτοποριακές κατασκευές που υπήρχαν μεσοπολεμικά. Η δεύτερη κατεύθυνση χαρακτηρίζεται από εκλεκτικές διαθέσεις. Από τις διαθέσεις αυτές προέκυψε η κυρίαρχη τάση της επίσημης αρχιτεκτονικής μας, ένας «αφαιρετικός ή εκσυγχρονισμένος κλασικισμός».3 Σε γενικές γραμμές η οχταετία αυτή χαρακτηρίζεται από μια σταδιακή προσέγγιση της δημόσιας αρχιτεκτονικής μας με τις τότε κυρίαρχες διεθνείς τάσεις.

2, 3. Ε. Φεσσά-Εμμανουήλ, «Κτίρια για δημόσια χρήση στη νεότερη Ελλάδα 18271992», σ. 17-21.

23


1.2

Η αρχιτεκτονική άνοιξη του ‘60

Α

ναμφισβήτητα η μεταπολεμική περίοδος και ιδιαίτερα η δεκαετία 1957-1967, παρ’ όλες τις εγγενείς κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές δυσχέρειες υπήρξε ιδιαίτερα γόνιμη για την ελληνική αρχιτεκτονική. Φαίνεται ότι αυτό εντάσσεται σε μια γενικότερη άνθηση του πολιτισμού της εποχής που εκδηλώθηκε και σε άλλους τομείς των τεχνών. Η περίοδος αυτή συχνά χαρακτηρίζεται η «άνοιξη» της μεταπολεμικής ελληνικής αρχιτεκτονικής, μιας και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου έλαβε χώρα μια τεράστια και εντυπωσιακή διαδικασία εκμοντερνισμού. Με την εγχώρια πρωτοπορία του 1930 να έχει ξεχαστεί, γίνεται ένα νέο ξεκίνημα για επανασύνδεση με τον διεθνή μοντερνισμό. Την «βραχύβια άνοιξη» του μοντέρνου κινήματος ενίσχυσε, εκτός από την οικονομική ανάκαμψη, η ανανέωση των σπουδών στη Σχολή Αρχιτεκτόνων -με την συμμετοχή στην διδασκαλία σπουδαίων αρχιτεκτόνων, όπως Ι.Δεσποτόπουλος, Θ.Βαλεντής, Α.Αραβαντινός κ.α.- η ευκολότερη πρόσβαση στα διεθνή αρχιτεκτονικά δρώμενα (ταξίδια, περιοδικά), καθώς και η διενέργεια αρχιτεκτονικών διαγωνισμών και πανελληνίων αρχιτεκτονικών συνεδρίων, παγιώνοντας τον κοινωνικό ρόλο του

24


4. Kenneth Frampton, «Μοντέρνα Αρχιτεκτονική. Ιστορία και Κριτική», σ. 209

αρχιτέκτονα, και δίνοντας την ευκαιρία για κριτική και διάλογο πάνω στο κτισμένο περιβάλλον. Κάτω από την πίεση της μεταπολεμικής ανάπτυξης για ακόμα μία φορά ήρθαν στο αρχιτεκτονικό προσκήνιο τα ζωτικά ζητήματα του ελλαδικού χώρου, στα οποία χρειάζεται άμεση επέμβαση, όπως ο παραμελημένος τομέας της Πολεοδομίας, ο οποίος είχε γίνει έρμαιο των εργολάβων. Η τότε κυρίαρχη τεχνοτροπία, το γνωστό Διεθνές Στυλ (International Style), θα επηρεάσει αποφασιστικά το σχεδιασμό και την αισθητική κυριώς των ιδιωτικών κτιρίων γραφείων και των τραπεζών της δεκαετίας του 1960. Άλλες επιδράσεις είναι ο ορθολογισμός (rationalism), η καθαρότητα (purism), η λιτότητα των εκφραστικών μέσων (minimalism) και η «μνημειοποίηση της τέχνης» (monumentalisation of technique)4. Πρόκειται για ρεύματα που συνδέονται με την εξιδανίκευση της τεχνολογίας και το έργο του Γερμανού αρχιτέκτονα Mies van der Rohe. Το δρόμο αυτό ακολούθησαν εύστοχα και πολλοί νέοι Έλληνες αρχιτέκτονες της εποχής όπως ο Νίκος Βαλσαμάκης, ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, ο Ιάσων Ρίζος, κ.α. Τη μεταπολεμική αρχιτεκτονική θα σφραγίσει επίσης ένας άλλος σημαντικός αρχιτέκτονας, ο Τάκης Ζενέτος. Στον σύντομο βίο του, σχεδίασε και υλοποίησε πολλά σημαντικά έργα διεθνούς εμβέλειας (μονοκατοικίες, πολυκατοικίες, κτίρια γραφείων, εργοστάσια, ξενοδοχεία, σχολεία κ.λ.π.), ενώ παράλληλα εκπόνησε και πολεοδομικές μελέτες. Ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητος, με έντονο τον προβληματισμό για το μέλλον της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας, ίσως ένας οραματιστής που προηγήθηκε της εποχής του. Η ευθυγράμμιση με τα κυρίαρχα ρεύματα στο εξωτερικό είναι η κύρια τάση της αρχιτεκτονικής των κτιρίων για δημόσια χρήση κατα τη διάρκεια του 1960. Τη γραμμή αυτή ακολουθούν οι παλαιότεροι και πιο συντηρητικοί αρχιτέκτονες της εποχής, όπως ο Κώστας Κιτσίκης,

25


ο Μανώλης Βουρέκας, ο Κώστας Καψαμπέλης, κ.α. Υιοθετώντας το νεο-ιστορισμό οι αρχιτέκτονες αυτοί θα δώσουν εφαρμόσιμες λύσεις σε λειτουργικά, κατασκευαστικά και αισθητικά θέματα της αρχιτεκτονικής του καιρού τους. Την περίοδο αυτή, μεγάλη είναι και η επίδραση του διεθνούς μπρουταλισμού. Όσοι υιοθέτησαν αυτή την αντισυμβατική τεχνοτροπία, δέχτηκαν ως οδηγητή τους το Le Corbusier. Η δουλειά των μπρουταλιστών φανερώνει την προτίμισή τους για την τραχειά πλαστικότητα του γυμνού σκυροδέματοςκαι τα τοπικά φυσικά υλικά. Τη μεγαλύτερη επίδραση θα την έχει η προσπάθεια συγκερασμού στοιχείων από το μοντερνισμό και τον κλασικισμό. Η πορεία της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα ύστερα από το 1960 θα κυμανθεί ανάμεσα στις εξελικτικές μορφές του «γυάλινου κρυστάλλου» του Mies van der Rohe, συνδυασμένες με τις σχηματοποιημένες μεταφορές του Κλασικισμού, που πρώτος έφερε στην Αθήνα ο W. Gropius με την Αμερικανική Πρεσβεία (1957) και ακολούθησαν οι Πρ. Βασιλειάδης – Εμμ. Βουρέκας – Σπ. Στάικος με το Χίλτον Αθηνών (1959)5. Αυτά τα δύο έργα έδωσαν το σύνθημα για μια ακόμα κλασσικιστική αναβίωση στην Ελλάδα. Αν όμως η δεκαετία του 1960 αναδείχτηκε σε μια από τις σημαντικότερες στιγμές της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής, αυτό οφείλεται στην κυρίαρχη παρουσία του ‘Αρη Κωνσταντινίδη. Τότε ήταν που ο μεγάλος αυτός αρχιτέκτονας έκτισε τα περισσότερα έργα του και έκανε πράξη τη ριζοσπαστική του φιλοσοφία. Στη βιομηχανική, υλιστική και ατομοκεντρική κοινωνία εκείνων των χρόνων ήταν πολύ δύσκολο να υπάρξουν συνοδοιπόροι του Κωνσταντινίδη. Γι αυτό, παρόλο που το έργο του και η στάση του προκάλεσαν μεγάλη αίσθηση, η αρχιτεκτονική του φιλοσοφία δεν άσκησε αποφασιστική επίδραση στα έργα της εποχής.

26

5. Δημήτρης Φιλιππίδης, Αρχιτεκτονική», σ.41

«Νεο-ελληνική


1.3

Από τη μεταπολίτευση μέχρι το σήμερα

Η

περίοδος της μεταπολίτευσης ως το 1978 είναι ουστιαστικά μια περίοδος ανασύνταξης και ανίχνευσης.6 Με τις επιρροές του Le Corbusier διακρίνεται μια έφεση στο μπρουταλισμό και στη χρησιμοποίηση του ορθογωνικού καννάβου. Το 1975 χαρακτιρίζεται ως ‘ευρωπαϊκό έτος διάσωσης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς’ και αναζωπυρώνει στην Ελλάδα το ζήτημα γύρω από το νόημα της παράδοσης. Τότε μπαίνουν και τα θεμέλια της πολιτικής της διάσωσης που θα εφαρμοστεί με αξιοσημείωτα αποτελέσματα, που δυστυχως, όμως, δε συνοδεύεται από την επαρκή συνειδητοποίηση της ανάγκης για προστασία της αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα.

6. Αντρέας Γιακουμακάτος, «Ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής, 20ος αιώνας», σ.108

Τα κτίρια δημόσιων οργανισμών μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1970 συγγενεύουν μορφολογικά με το ρεύμα του δυτικού νεορασιοναλισμού, καθώς και με την ιταλική αρχιτεκτονική του μεσοπολέμου. Τα κτίρια της περιόδου αυτής χαρακτηρίζονται κυρίως από τη λευκή μονολιθικότητά τους. Οι κανονικοί αυτοί όγκοι με τα αυστηρά περιγράμματα χαρακτηρίζονται από την τελειότητα του λευκού μαρμάρου και τη δωρικότητα της μορφής τους. Όλα περιβάλλονται από περιστύλια-

27


στοές, ενώ τα κενά συμπληρώνονται από μεγάλες επιφάνειες υαλοστασίων σε εσοχή. Τα δημόσια αυτά κτίρια εκφράζουν μια κοινή αντίληψη για την επίσημη αρχιτεκτονική γοήτρου στην Ελλάδα7. Ο μοντέρνος κλασικισμός τους βρίσκεται σε σαφή αντίθεση με τα παλαιότερα, τύπου ‘pavillion’, δημόσια κτίρια, όπως η Πρεσβεία των ΗΠΑ (W. Gropius, 1959-61)8. Κατά τη δεκαετία του 1980 ο σχεδιασμός των κτιρίων για δημόσια χρήση θα επηρεαστεί από τα υστερομοντέρνα ρεύματα και από την αντεπανάσταση του μεταμοντερνισμού. Τα δύο αυτά ρεύματα έχουν ως κοινά γνωρίσματα την πολυμορφία τους και την αναζήτηση λύσεων στα αδιέξοδα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Υπάρχει, όμως, και μια άλλη τάση, η οποία εξελίσσεται παράλληλα με τον υστερομοντερνισμό και το μεταμοντερνισμό. Πρόκειται για τη συντήρηση και αξιοποίηση ιστορικών κτιρίων και συνόλων. Θα μπορούσε να πει κανείς πως ο μεταμοντερνισμός εισάγεται στην Ελλάδα όπως ακριβώς κάποτε είχε εισαχθεί και ο μοντερνισμός. Τέτοιες εισαγωγές αποτελούν ίσως και τη μοναδική διαδικασία για την ανανέωση της αρχιτεκτονικής έκφρασης σε μία χώρα. Ωστόσο υπάρχει κάποια διαφορά. Η εισαγωγή του μοντερνισμού ήταν μια εκδήλωση επαναστατική, μία αντίδραση απέναντι σε έναν ακαδημαισμό ξεπερασμένο από τις κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις ακόμη και στον τόπο μας. Τα πρότυπα που μας ήρθαν από το εξωτερικό έλυναν ένα μέρος των δικών μας προβλημάτων. Το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα η ελληνική αρχιτεκτονική ακολούθησε μια ήπια πορεία χωρίς εντυπωσιακές εξάρσεις, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Η χρονική περίοδος, βέβαια, είναι μεγάλη και στη διάρκειά της μπορούν να εντοπιστούν επιμέρους φάσεις και με το 1991 να αποτελεί ένα αρκετά ευκρινές διαχωριστικό όριο. Συγκεκριμένα κτίρια δεν έχουν αποτελέσει σημεία

28

7. Η Ε. Φεσσά στο άρθρο της «Αρχιτεκτονική επίσημη και ‘γοήτρου’ στη μεταπολεμική Ελλάδα: 1945-1975» αναφέρει για αρχιτεκτονική επίσημη και γοήτρου πως είναι «το πολύμορφο φαινόμενο που αφορά στη δημιουργία αρχιτεκτονικής με στόχο να προβάλλει τις αξίες της κυρίαρχης ιδεολογίας ή να εκφράζει τη δυναμική παρουσία διαφόρων φορέων στη ζωή μιας πόλης ή να διασφαλίζει την υστεροφημία ατόμων ή ομάδων ή να προβάλλει την κοινωνική θέση του εργοδότη ή τέλος μα διαφημίζει αγαθά που προορίζονται για εκμετάλλευση. 8. Α. Γιακουμακάτος, «Νέος ρασιοναλισμός και κριτικός εμπειρισμός», Αρχιτεκτονικά Θέματα 23/1989, σ.56


αναφοράς, γεγονός που οφείλεται και στο μεγάλο χρόνο που απαιτείται συνήθως στην Ελλάδα από τη μελέτη ως την αποπεράτωση ενός κτιρίου. Εξαίρεση αποτελεί ο σχεδιασμός του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη του Κυριάκου Κρόκου. Όσο πλησιάζουμε στο παρόν, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η κατανόηση και η αξιολόγηση των αρχιτεκτονικών φαινομένων.

29



_τα γενικά χαρακτηριστικά του δημόσιου χώρου



Τα γενικά χαρακτηριστικά του δημόσιου χώρου 2

Η

αρχιτεκτονική έχει μια βαθειά συλλογική και κοινωνική υπόσταση, είναι μία βουτιά μέσα σε ένα πεδίο κοινωνικών σχέσεων. Ακόμη, και με την πιο ιδιωτική της μορφή είναι εκ φύσεως ανοιχτή και δημόσια. Στόχος της είναι να επηρεάζει προς το καλύτερο την κοινωνία. Σε ολόκληρο τον κόσμο και σχεδόν σε όλους τους πολιτισμούς η αρχιτεκτονική συνδέεται άρρηκτα με τον δημόσιο βίο. Ο ναός, η εκκλησία, η στοά, το θέατρο, το δημαρχείο είναι μερικά από τα πολυάριθμα γεννήματα της δημόσιας αρχιτεκτονικής. Από την αρχαιότητα η δημόσια αρχιτεκτονική καλύπτει ανάγκες – διαφορετικές και όμοιες κάθε φορά - του κοινωνικού συνόλου.

9. Α.Ψιλλίδης, «Το δίπολο δημόσιοιδιωτικό: Οι κλασσικές προσεγγίσεις», Ιούνιος, 2006

Το κτίριο αποτελεί ένα σύστημα οργάνωσης επιμέρους στοιχείων όπως η κλίμακα, η μορφή, το σχήμα, η λειτουργία και γίνεται αντιληπτό στον άνθρωπο διαμέσου σχέσεων όπως «το κενό και το πλήρες», «το περίκλειστο και το ελεύθερο», το «εσωτερικό και το εξωτερικό», «το δημόσιο και το ιδιωτικό»9. Η διερεύνηση των εννοιών δημόσιο και ιδιωτικό είναι διαχρονική. Αποτελεί μια κρίσιμη διπολική σχέση της αρχιτεκτονικής που έχει απασχολήσει αρκετούς συγγραφείς όπως, την Hanna Arendt και τον Richard Sennet που μελετούν το συγκεκριμένο δίπολο

33


μέσα από πολιτικό και φιλοσοφικό πρίσμα. Στο βιβλίο «The human condition» η Hanna Arendt παρουσιάζει τους ορισμούς του δημόσιου και του ιδιωτικού στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Έτσι, ως δημόσιο ορίζονταν αυτό που μπορούσε να το δει και να το ακούσει ο καθένας, διέθετε την πλήρη δυνατή δημοσιότητα και λόγω του έντονου επικοινωνιακού χαρακτήρα που διέθετε ο όρος είχε ταυτιστεί με την πολιτική. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η ανθρώπινη ζωή μοιραζόταν μεταξύ «οίκου» και «πόλεως». Ο οίκος αποτελούσε σφαίρα όπου οι άνθρωποι ικανοποιούσαν τις φυσικές τους ανάγκες. Αντίθετα, η «πόλις» αποτελούσε τη σφαίρα της ελευθερίας όπου συγκεντρώνονταν οι άντρες για να επιλύσουν πολιτικά προβλήματα και ζητήματα. Η Hanna Arendt συμπληρώνει ότι o όρος ιδιωτικό είχε μια αρνητική χροιά, καθώς συνδεόταν με την αποξένωση από τους δεσμούς της κοινωνίας και άρα τη στέρηση των σχέσεων που ήταν ουσιώδεις για την ανθρώπινη ζωή. Η «ιδιωτικότητα» κατά την αρχαία Ελλάδα είχε συνδυαστεί με την στέρηση, κάτι που η Hanna Arendt παρατηρεί πως δεν ίσχυε στις μεταγενέστερες εποχές, και όποιος ζούσε αποκλειστικά μια ιδιωτική ζωή θεωρούνταν ίσος με τον δούλο10. Σε αντίθεση με την επικοινωνιακή χροιά που κατείχαν οι όροι στην αρχαιοελληνική καθημερινότητα, κατά την διάρκεια των Ρωμαϊκών χρόνων η ποιότητα των λέξεων περιορίστηκε στη σχέση με το δημόσιο νομικό πλαίσιο. Κατά συνέπεια, ο όρος «δημόσιο» χαρακτήριζε οτιδήποτε συνδεόταν με την υποχρεωτική τήρηση των νόμων, ενώ το «ιδιωτικό» επέτρεπε τη διαφυγή από αυτούς. Η Hanna Arendt σχολιάζει ότι οι άνθρωποι εισέρχονται στο δημόσιο χώρο γιατί επιθυμούσαν κάτι που ήταν δικό τους ή κάτι που είχαν από κοινό με άλλους να διαρκέσει περισσότερο από την πεπερασμένη ύπαρξή τους πάνω στη γη. Άλλωστε, κανένας τέτοιος χώρος «…δεν μπορεί να οικοδομείται μόνο για μια γενιά και να σχεδιάζεται μόνο για τους ζώντες… Χωρίς αυτήν την

34

10. Hanna Arendt, «Η ανθρώπινη Κατάσταση», Τίτλος πρωτότυπου: «The human condition», Αθήνα, 1958, σ.189


υπέρβαση σε μία δυνάμει επίγεια αθανασία… κανένας δημόσιος χώρος δεν είναι δυνατός». Από την άλλη μεριά ο Richard Sennet στο βιβλίο του «Η τυραννία της Οικειότητας», ισχυρίζεται ότι οι πρώτες καταγεγραμμένες χρήσεις της λέξης «δημόσιο» στην αγγλική γλώσσα, ταυτίζονταν τον 17ο αιώνα, το «δημόσιο» με το κοινό συμφέρον της κοινωνίας, την κοινή συμπόρευση ανθρώπων, χωρίς δεσμούς οικογενειακούς ή προσωπικούς. Αντίθετα, ο όρος ιδιωτικό περιέγραφε τον προνομιούχο τρόπο ζωής των κοινωνικών ομάδων που αντιστοιχούσαν στις υψηλότερες κοινωνικά τάξεις ή έστω στο ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο. Επομένως, το «δημόσιο» κατέληξε να σημαίνει όλα εκείνα που παρέμεναν προσιτά στην εξονυχιστική εξέταση του καθενός, ενώ το «ιδιωτικό» περιέγραφε την πιο οικεία ανθρώπινη κατάσταση11. Στην προσπάθειά του ο Richard Sennet να εξάγει κάποια συμπεράσματα στην έρευνά του αναφέρει πως «το δημόσιο είναι επίσης και γεωγραφία υπάρχει εν αναφορά προς μία άλλη σφαίρα, την ιδιωτική. Το δημόσιο είναι μέρος μιας ευρύτερης κοινωνικής ισορροπίας»12.

11. Richard Sennet, «Η Τυραννία της Οικειότητας, Ο Δημόσιος και ο Ιδιωτικός χώρος στον Δυτικό Πολιτισμό», Νέα Υόρκη 1994, σ.200. 12. M.Castells, «The Rise of the Network Society: The Information Age: Economy Society, and Culture Volume I», Wiley – Backwel, σελ.121. 13. Γ.Μπαμπινιώτης, «Λεξικό Νέας Ελληνικής Γλώσσας», Β’ Έκδοση.

Στους σύγχρονους ορισμούς των λεξικών13 ως «δημόσιο» ορίζεται οτιδήποτε σχετικά με το «κοινό, με το λαό, το κράτος, ως νομικό πρόσωπο, οι κρατικές υπηρεσίες» κτλ. Αντίστοιχα, ως «ιδιωτικό» ορίζεται αυτό που σχετίζεται με ιδιώτες, που δεν ανήκει στο κράτος ή ειδικότερα «αυτό που αποτελεί αυστηρά προσωπική υπόθεση και δεν αφορά σε τρίτους». Το ιδιωτικό επομένως, αφορά άμεσα την προσωπική ζωή κάποιου και δεν σχετίζεται με την επίσημη κοινωνική ιδιότητα του ή την εργασία του (όπως συνέβαινε σε άλλες χρονικές περιόδους). Προσπαθώντας να μεταφέρουμε την διερεύνηση του δίπολου είναι απαραίτητο να εστιάσουμε στην χωρική απόδοση των όρων. Ο Herman Hertzberger ορίζει το δημόσιο ως «την περιοχή που είναι προσπελάσιμη από

35


όλους ανά πάσα στιγμή και η ευθύνη για την συντήρησή της είναι συλλογική». Αντίθετα, το «ιδιωτικό» αφορά την «περιοχή της οποίας η προσπέλαση είναι δυνατή από μία ομάδα ή ένα άτομο που έχει την ευθύνη συντήρησής της»14. Γενικότερα, θα μπορούσαμε να ορίσουμε το δημόσιο χώρο ως τον ελεύθερο χώρο, ο οποίος οριοθετείται έξω από τον ιδιωτικό και αποτελεί χώρο συναντήσεων και κοινής χρήσης από τον οποιοδήποτε άνθρωπο, αλλά και το πλαίσιο για την ανάπτυξη κοινωνικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι υποδοχέας και πυκνωτής κοινωνικών δράσεων από όπου αντλεί και το συμβολικό του νόημα –πολιτικό και ψυχαγωγικό- ως τόπος συνάντησης, επικοινωνίας, στοχασμού ακόμη και σιωπηλής απομόνωσης, όπου όλοι μπορούν να συνυπάρξουν ισότιμα. Είναι, επίσης, πυρήνας κοινωνικής συνύπαρξης του οποίου η κατασκευή, η μορφή και η λειτουργία αφορούν το κοινωνικό σύνολο, εκφράζοντας τις σύγχρονες ανάγκες, και δεν νοείται αποστερημένος από την πολιτική διάσταση. Ο δημόσιος χώρος αποτελεί σφαίρα πολύμορφης και απρόσωπης κοινωνικής επαφής και είναι δημόσιος με την έννοια ότι διαφοροποιείται τόσο από τη σφαίρα οικειότητας όσο και από την οικονομία, αλλά πρέπει επιπλέον να διακρίνεται και από το μηχανισμό του κράτους. Όμως, δεν μπορεί να υπάρξει μια απόλυτη-τελική προσέγγιση του δημόσιου χώρου, αλλά μία προσωπική. Ο κάθε μελετητής τον εξετάζει, παρουσιάζοντας τις ιδέες του και προσπαθώντας να μεταδώσει τον τρόπο σκέψης του δημιουργεί διαφορετικά εργαλεία ανάλυσής του. Μελετώντας κάποια κτίρια δημόσιας αρχιτεκτονικής καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο δημόσιος χαρακτήρας εξαρτάται τόσο από τη σχέση της σύνθεσης με το περιβάλλον - πόλη όπου εντάσσεται, όσο και από τη σχέση με τους ανθρώπους που την χρησιμοποιούν και την «ζούνε» καθημερινά.

36

14. Herman Hertzberger, «Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής», Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 2002


_το δημόσιο κτίριο σε σχέση με την πόλη



Το δημόσιο κτίριο σε σχέση με την πόλη

3

Τ

α δημόσια κτίρια έχουν μοναδιαία ύπαρξη στον ιστό της πόλης και λειτουργούν ως πόλοι δημόσιας έκφρασης μέσα σε αυτήν. Αντιπροσωπεύουν τις ενεργές κοινωνικές λειτουργίες της, αποτελούν την γενεσιουργό αιτία ύπαρξης της και η συμβολή τους είναι καθοριστική στη σύνθεση του αστικού τοπίου. Η επιρροή που ασκεί μακροπρόθεσμα κάθε δημόσιο κτίριο στον κοινωνικό περίγυρο υπερβαίνει κατά πολύ τον ειδικό λειτουργικό του προορισμό. Το δημόσιο κτίριο γίνεται αφορμή και μέσο για μια σημαντική διασύνδεση και αλληλεπίδραση των παραγόντων και των παραμέτρων που συνθέτουν την κοινωνία στην οποία απευθύνεται. Σήμερα ο σχεδιασμός ενός δημόσιου χώρου ιδανικά στοχεύει στην βελτίωση της ποιότητας της ζωής των ανθρώπων αλλά και στην αλλαγή της εικόνας της γύρω περιοχής. Το κτίριο πρέπει να λειτουργήσει ως μονάδα που καλείται να επηρεάσει την μικροκλίμακα στην οποία εντάσσεται, να λειτουργήσει ως «κτίριοπαράδειγμα» ή ως «κτίριο-τοπόσημο», αναβαθμίζοντας κάποια υποβαθμισμένη περιοχή, ή ως κρίκος που είναι ικανός να ενισχύσει τους αστικούς χώρους. Αξιολογούμε τη σύνθεση από τον βαθμό συμβολής της στην δημιουργία αστικού χώρου, όταν ο «αστικός

39


χώρος» εκλαμβάνεται όχι σαν κενός μεταξύ αυτόνομων μονάδων-κτιρίων. Με άλλα λόγια θα πρέπει να υπάρχει μια διαλεκτική σχέση δημόσιου και ιδιωτικού, «το κτίριο στην πόλη» ή «η πόλη στο κτίριο».

3.1

Η θέση του δημόσιου κτιρίου

Η

θέση του δημόσιου κτιρίου, μέσα στην πόληχωρικό δίκτυο και η πορεία που ακολουθούμε από και προς αυτό, καθορίζει συχνά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και «διαβάζουμε» το αστικό περιβάλλον, ώστε να το κατανοήσουμε και να είμαστε σε θέση να το περιγράψουμε. Αυτή η ανάγκη, πηγάζει κυρίως μέσα από την αναζήτηση της αίσθησης του προσανατολισμού, κατά την κίνησή μας, σε στενά ή και ευρύτερα όρια. Η κακή ή η καλή λειτουργία του δημόσιου χώρου εξαρτάται από την ορθή ή λαθεμένη θέση του στον πολεοδομικό ιστό ή έξω από αυτόν. Ο δημόσιος χώρος πρέπει να έχει την κατάλληλη θέση και το κατάλληλο μέγεθος σε αναφορά με τα κομβικά σημεία της πόλης όπου χτυπά δυνατά ο παλμός της ή πάνω στους μεγάλους άξονες όπου αναπτύσσονται τα δίκτυα της ζωής και της κίνησης, καθώς από εκεί παίρνει ενέργεια, ρεύμα. Kάθε δημόσιο κτίριο σ’ ένα δημοκρατικό πολίτευμα, πόσο μάλλον τα κτίρια εξουσίας, οφείλουν να βρίσκονται κοντά στο γίγνεσθαι της πόλης. Να βρίσκεται, μ’ άλλα λόγια, στον πυρήνα της πολιτικής ζωής, στο κέντρο της δημοκρατικής πόλης. Και βεβαίως το δημόσιο κτίριο χρειάζεται (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) να είναι ανοιχτό,

40


ελεύθερο, προσπελάσιμο. Ώστε ο πολίτης να νιώσει ότι του ανήκει ως συλλογική δημόσια αξία. Πολλές φορές δεν χρειάζεται παρά ένα απλό, καθαρού σχήματος, ανθεκτικό δάπεδο και ένα δέντρο, σε μια σωστή θέση. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η ζωή. Άλλωστε, η Αρχαία Αγορά της Αθήνας, πρώτιστο σύμβολο του κοινωνικού δημόσιου χώρου που γεννήθηκε στον τόπο αυτό, είναι σχεδόν δίπλα στην Πλατεία Συντάγματος και επιβεβαιώνει τα παραπάνω: Εν αρχή ανοιχτή και ελεύθερη (χωρίς την τωρινή της περίφραξη), πολυλειτουργική, μεταλλασσόμενη στον χρόνο, με καθαρούς άξονες και φυγές, με τις φωτεινές ή σκιερές πτυχές της ιστορίας της.

Εικόνα 1. Το Υπουργείο Παιδείας βρίσκεται κοντά στο εμπορικό κέντρο “Mall”, μακριά από το γίγνεσθαι της πόλης.

Εικόνα 2. Η Βρετανική Πρεσβεία βρίσκεται σε κομβικό της Αθήνας, όπου ο παλμός της πόλης “χτυπά δυνατά”.

41


3.2

Ισόγεια ζώνη

Η

ισόγεια ζώνη της πόλης αποτελεί το αμεσότερο πεδίο αντίληψης, χρήσης και ζωής μέσα σε αυτήν. Αποτελεί κομμάτι της, όπου η ζωή εκφράζεται εντονότερα, μιας και εκεί συμβαίνει οτιδήποτε μπορεί να χαρακτηριστεί. Ωστόσο, η σπουδαιότητα της δεν περιορίζεται στον τυπικό εξοπλισμό του δρόμου, αλλά είναι άμεσα συνυφασμένη και με τον τρόπο που διαμορφώνεται η ισόγεια ζώνη του ίδιου του κτιρίου, με την οποία και θα ασχοληθούμε εκτενέστερα. Οι διαφορετικοί χειρισμοί που επιδέχεται η ισόγεια ζώνη επιφέρουν διαφορετικά αποτελέσματα, καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο αλλάζει το βήμα του πεζού, ενώ παράλληλα προσδίδουν ποικιλία και ζωντάνια. Εστιάζουμε, λοιπόν, στη σπουδαιότητα διαμόρφωσης του ισογείου του δημόσιου κτιρίου, καθότι αυτό καλείται, έστω και σε περιπτώσεις που πρόκειται για κλειστό χώρο, να φέρει χαρακτηριστικά στοιχεία από τη δημόσια δράση της πόλης, να συλλέξει τη ζωή και να τη διοχετεύσει αβίαστα στο βάθος του κτιρίου, κάνοντας το έτσι να μοιάζει ως συνέχεια του δημόσιου αστικού χώρου. Η ισόγεια ζώνη του δημόσιου κτιρίου αποτελεί έναν από τους κυριότερους συντελεστές κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού του, καθώς αυτή αναλαμβάνει να

42


παραλάβει τις δρώσες δυνάμεις, κινήσεις / ροές, που αναπτύσσονται στο δημόσιο χώρο της πόλης και να τροφοδοτήσει το κτίριο με κοινωνική και δημόσια ζωή. Όντας «βαλβίδα» στον εσωτερικό χώρο και στην δημόσια ζωή της πόλης, επιδιώκει να συνδιαλεχθεί με την ισόγεια ζώνη του δρόμου, να εισάγει τις αστικές καταστάσεις της, διαμορφώνοντας δημόσια χαρακτηριστικά εντός του, ώστε να γίνει όντως δημόσιο και «εξάρτημα» της πόλης, δηλαδή μία «στεγασμένη πόλη». Το ισόγειο , λοιπόν, αποτελεί σημείο αναφοράς του δημόσιου κτιρίου και η μορφοποίησή του, είτε αυτή γίνεται μόνο στη στάθμη του δρόμου είτε σε διάφορες στάθμες, ακόμη και σε όροφο, πραγματοποιείται με τη δημιουργία ενός κυρίαρχου ενοποιητικού χώρου, μιας καρδιάς, ενός δηλαδή «κοινωνικού πυρήνα»15, κλειστού ή ημιυπαίθριου, στεγασμένου ή μη, αποτελώντας ένα χωνευτήρι λειτουργιών.

i. η συμβολή των υπαίθριων χώρων - των πλατειών

Η 15. Τάσος Μπίρης, «Ο κεντρικός κοινωνικός πυρήνας», Αρχιτεκτονικά Θέματα, Τεύχος 24, 1990, σ.26.

διαδικασία δημιουργίας της «πόλης», είναι ένα γεγονός, από το οποίο ξεκινούν η κοινωνία και η ιστορία της ανθρωπότητας . Οι άνθρωποι ζούσαν σε διάσπαρτους οίκους – κατοικίες, αγροκτήματα και σε «οικο-γένειες» που αποτελούνταν από το σύνολο των συγγενών. Η παραγωγή προϊόντων για τις δικές τους ανάγκες, οδήγησε στην ανταλλαγή αυτών των προϊόντων μεταξύ των «οίκων». Η διεύρυνση των «οίκων» και η αύξηση της παραγωγής εργαλείων και πλεονάζοντων προϊόντων οδήγησε στην αναγκαιότητα μιας συχνότερης και εντατικότερης ανταλλαγής, με

43


συνέπεια να διαχωρισθεί εντονότερα η παραγωγή από την κάλυψη των ίδιων αναγκών. Έτσι, προέκυψε μια οικιακή «οικο-νομία». Στη συνέχεια, οι άνθρωποι άρχισαν να συναντιούνται σε ένα ανοιχτό χώρο ανταλλαγής προϊόντων, ο οποίος επιλέχθηκε σε ευνοϊκή θέση και αρχικά καθορίστηκε και διαχωρίστηκε από την αόριστη χαώδη φύση «γεωμετρικά» με ορθογωνικό περιτείχισμα. Η θέση αυτής της οριοθετημένης επιφάνειας ήταν συγκεκριμένη και αποτελούσε μόνιμο σημείο συνάντησης για όλες τις εμπορικές συναλλαγές. Έτσι, δημιουργήθηκε η «αγορά», ο πυρήνας της «πόλης» . Εδώ δημιουργήθηκε η σχέση ανθρώπου προς άνθρωπο, η αναγκαιότητα δημοσιοποίησης των συμβάντων και η αρχή του κοινωνικού και ιδεολογικού βίου. Σταδιακά άρχισαν όμως οι διασπαρμένες οικογένειες να εγκαταλείπουν τον «οίκο» και την απομονωμένη ύπαιθρο, για να εγκατασταθούν, ολοένα και πυκνότερα γύρω από από μια άδεια πλατεία, επειδή προσελκύονταν από τις συνθήκες και τις διαπροσωπικές δυνάμεις, που δημιουργήθηκαν σε αυτήν την άδεια πλατεία. Έτσι, προέκυψε γύρω από την «αγορά» η πρώτη πόλη. Η δημιουργία αυτής της κενής διαχωρισμένης από την φύση επιφάνεια, δηλαδή η δημιουργία της «αγοράς», αποτελεί ένα αποφασιστικής σημασίας ιστορικό γεγονός. Αυτή είναι μια νέου είδους επιφάνεια, ένας νέος κοινωνικός και ιδεολογικός χώρος, που επεκτείνεται πέρα από τον τρισδιάστατο και μηχανικό χώρο. Σε αυτόν δημιουργήθηκε ο πολιτικός και ιστορικός άνθρωπος. Εκεί απελευθερώθηκε ο άνθρωπος της φύσης από την πνευματική αδράνεια και μετατράπηκε σε σκεπτόμενη προσωπικότητα16. Όταν προσπαθούμε να θυμηθούμε μία πόλη, φέρνουμε στο νου μας σίγουρα τις πλατείες της που είναι αναπόσπαστο στοιχείο της, με ρόλο πολλαπλό και

44

Εικόνα 3. Ο υπαίθριος χώρος του δημαρχείου Νέας Φιλαδέλφειας προς τη λεωφόρο Δεικελείας (κύριος άξονας κυκλοφορίας) αποτελεί το μεταβατικό χώρο μεταξύ της πόλης και του δημαρχείου, αφήνοντας έτσι την πόλη να διεισδύσει στη σύνθεση.

16. Ιωάννης Δεσποτόπουλος, «Η ιδεολογική δομή των πόλεων», Αθήνα, 1997, σ.20.


Εικόνα 4. Το Δικαστικό Μέγαρο Αιγίου τοποθετήθηκε με τέτοιο τρόπο έστι ώστε να δημιουργηθεί μπροστά από αυτό μια «μικρή πλατεία-αυλή» στραμμένη προς τον κεντρικό δρόμο. Ο υπαίθριος αυτός χώρος βοηθά στην προβολή του κτιρίου και αποτελεί τον μεταβατικό χώρο μεταξύ της πόλης και των δικακστηρίων, είναι με άλλα λόγια η συμβολική προέκταση της ζωής της πόλης μέσα στα δικαστήρια.

σύνθετο μέσα σε αυτή. Έτσι, η πλατεία αποτελεί τον κοινόχρηστο χώρο που χαρακτηρίζει και τις ελληνικές πόλεις και τους ελληνικούς οικισμούς. Η πλατεία (όπως συνηθίζεται να αποκαλείται η «αστική πλατεία») αποτελεί τη χωρική δομή του ελεύθερου χώρου που προκύπτει από την παράθεση κτιρίων γύρω από αυτόν, δημιουργώντας την «αίσθηση του περίκλειστου»), και αποτελεί το βασικό πλαίσιο της ανθρώπινης δραστηριότητας στον δημόσιο χώρο. Ετυμολογικά, ο όρος προέρχεται από την «πλατεία οδό», δηλαδή την επίπεδη έκταση που μπορεί να αποτελέσει το κέντρο ενός οικισμού ή μιας πόλης και τόπο ροής, κίνησης και διέλευσης. Εξυπηρετεί ανάγκες λειτουργίας του δομημένου χώρου, αλλά και κοινωνικές, πολιτιστικές, πολιτικές, οικολογικές ανάγκες. Λόγω της αποστολής της και των αξιών που κουβαλά (ιστορικών, κοινωνικών, πολιτιστικών κ.ά.), συμβάλλει - συνδυαστικά με τον περίγυρο - στη δημιουργία πολιτισμικού τοπίου, γεγονός που υποδηλώνει τη σημαντικότητα της παρουσίας της για τη συνέχεια ενός βασικού συνόλου, που διαμορφώνει ποιότητα και προοπτική. Το δημόσιο κτίριο επιδιώκει μια πιο ριζική «ανοιχτή» σχέση μεταξύ του αρχιτεκτονικού έργου και του πολεοδομικού ιστού. Το πόσο «ανοιχτή» ή «κλειστή» είναι μια σύνθεση (δηλαδή πόσο εσωστρεφής ή εξωστρεφής είναι) εξαρτάται άμεσα από τις συνθήκες που επικρατούν γύρω της π.χ. οδικά δίκτυα, περιοχή κτλ . Η σύνδεση του κτιρίου με τον πολεοδομικό ιστό επιτυγχάνεται μέσω του γενικού σχήματος και των άλλων χαρακτηριστικών της μορφής του. Όταν το κτίριο οπισθοχωρεί η σύνθεση λειτουργεί σαν ανοιχτή αγκαλιά προς την πόλη, κτίριο και πόλη αποκτούν ένα κοινό θύλακα ζωής και αναπνοής και μια διαλεκτική σχέση συνύπαρξης και συμβίωσης. Η κάλυψη δεν εξαντλείται και αποδίδεται ελεύθερος υπαίθριος χώρος - αυλή - πλατεία τόσο με το δρόμο όσο και με τα όρια του δημόσιου κτιρίου. Δημιουργείται έτσι ένα φίλτρο

45


που επιτρέπει την όσμωση της πόλης με το δημόσιο κτίριο και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Τα ισχυρά όρια ανάμεσα στον δημόσιο χώρο και την πόλη έχουν διαλυθεί και αυτή η αναίρεση του «κατωφλιού» αποτελεί την πιο έντονη ιδιότητα της δημόσιας αρχιτεκτονικής. Έτσι, το δημόσιο κτίριο καθίσταται ανοικτό και οικείο σε ένα δοχείο κοινωνικής-συμμετοχικής ζωής, σε ένα δυναμικό πλέγμα ζωντανών καταστάσεων, σε μία γειτονιά μικρογραφία της ζωής της πόλης που περιέχει όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου της.

ii.

Η

η στοά στο δημόσιο κτίριο

διείσδυση της πόλης, είδαμε παραπάνω, επιτυγχάνεται με τη δημιουργία ελεύθερων υπαίθριων χώρων. Όταν δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, η αρχιτεκτονική βρίσκει άλλα μέσα για να το πετύχει. Ένα σημαντικό εργαλείο της ισόγειας ζώνης, προσφερόμενο από το ίδιο το κτίριο, η αξία του οποίου είναι μεγάλη στον αστικό ιστό, αποτελεί το δίκτυο των στοών. Οι στοές στην όψη μεμονωμένου δικτύου κυκλοφορίας (π.χ. δρόμος, πεζόδρομος) τρέχουν, «τρυπούν», διαπερνούν σε βάθος το σώμα των κτιρίων και διοχετεύουν την ζωή της πόλης στο ψαχνό τους τονώνοντας τον δημόσιό τους χαρακτήρα. Ενώ, οι στοές της πόλης, οι οποίες αφορούν και σε μη δημόσια κτίρια αποτελούν επέκταση της σφαίρας επιρροής του χρήστη στον κοινόχρηστο χώρο, περιπλέκοντας τα όρια επαφής μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού. Η αρχιτεκτονική της στοάς είτε παρόδιας, είτε εσωτερικής στο οικοδομικό τους τετράγωνο, μονώροφης ή διώροφης αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της πόλης που επηρεάζεται από

46


τη ζωή και τις ανάγκες των πολιτών της. Σύμφωνα με τον Γ.Ο.Κ : • παρόδια στοά: είναι ο προσπελάσιμος από το κοινό και στεγασμένος ελεύθερος χώρος του οικοπέδου, που κατασκευάζεται σε επαφή με την οικοδομική γραμμή στη στάθμη του πεζοδρομίου και επιβάλλεται από το εγκεκριμένο σχέδιο ή από τους όρους δόμησης της περιοχής. • εσωτερική στοά: είναι ο στεγασμένος ελεύθερος χώρος που συνδέει κοινόχρηστους χώρους του οικισμού με ελεύθερους σε προσπέλαση ακάλυπτους χώρους του οικοπέδου.

Εικόνα 5. Στο Μέγαρο ΟΔΕΠ συναντάμε ένα στεγασμένο ελεύθερο χώρο στη στάθμη του πεζοδρομίου, ο οποίος αποτελεί ένα δημόσιο πέρασμα, τονώντας το δημόσιο χαρακτήρα του κτιρίου.

Εικόνα 6. Στο Δικαστικό Μέγαρο Θήβας συναντάμε την περίπτωση της εσωτερικής στεγασμένης στοάς, η οποία ελαφραίνει αισθητικά και λειτουργικά το κτίριο και έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός «εσωτερικού πεζόδρομου», που αποτελεί το χώρο του κοινού για τα ακροατήρια.

Θα μπορούσαμε να δώσουμε ένα απλοποιημένο ορισμό της στοάς ως ένα στεγασμένο δημόσιο πέρασμα, το οποίο είτε βρίσκεται στο εσωτερικό του οικοπέδου και συνδέει δύο δρόμους (εσωτερική), είτε αναπτύσσεται παράλληλα με μια οδό (παρόδια), οι κατά μήκος πλευρές της οποίας οριοθετούνται από τη μία με διάφορες χρήσεις γης και από την άλλη με υποστυλώματα, που σε συνδυασμό με την ύπαρξη πεζοδρομίου ενισχύουν την αίσθηση της προστασίας στο διερχόμενο. Κάποιες από τις χαρακτηριστικότερες ιδιότητες της στοάς είναι ότι εισάγει το δημόσιο στο ιδιωτικό, παρέχει χώρο για την κίνηση των πεζών, προστατεύοντας τους από τις καιρικές συνθήκες, επομένως προσφέρεται ως χώρος ανάπτυξης εμπορικής και ψυχαγωγικής δραστηριότητας. Όσον αφορά τις εσωτερικές στοές, τα κρυμμένα αυτά μονοπάτια μέσα στο φαινομενικά συμπαγή όγκο του οικοδομικού τετραγώνου, που επιτρέπουν την κίνηση μέσα στην καρδιά του κτιρίου, δημιουργούν μια οικειότητα με την πόλη και συμβάλλουν σε μια ενδελεχή ανάγνωση των κρυφών της σημείων. Το δάπεδό τους

47


αποτελεί συνέχεια του δαπέδου του δρόμου, ώστε να παραλαμβάνουν αβίαστα τις κινήσεις και να τις διοχετεύουν στο βάθος του οικοδομικού τετραγώνου, αποδεικνύοντας έτσι, ότι η πόλη μπορεί να διαπερνά το όριο του κτισμένου και να συνεχίζει να εξελίσσεται πιο κρυφά στην ισόγεια στάθμη. Η διείσδυση από τον ένα χώρο στον άλλο, από το ιδιωτικό στο δημόσιο, από το στενό στο πλατύ, χτίζουν μια νέα οδοιπορία στο μυστικό σώμα της πόλης. Οι διαδοχικές μεταβολές των θεάσεων, η διακύμανση του φωτός, η έξαρση των σκιών, τα βλέμματα των πεζών, που διασταυρώνονται στο περιορισμένο εύρος των εσωτερικών των στοών, καλλιεργούν τις στενές επαφές με την πόλη και τους κατοίκους της. Στην περίπτωση των εσωτερικών στοών η οργάνωση των όγκων ελαφραίνει αισθητικά και λειτουργικά το κτίριο και έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός κενούπεράσματος ή αλλιώς ενός «εσωτερικού πεζόδρομου», που αποτελεί αγωγό ζωής και πεδίο δράσης. Ο παραπάνω ιστός κίνησης αποτελεί μία πολεοδομική παρέμβαση, η οποία επιτρέπει τη διασύνδεση της σύνθεση με άλλους υπαρκτούς κόμβους του ιστού της πόλης, ενόσω οι μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις αναπτύσσουν δυναμικά πεδία, βοηθώντας έτσι να δημιουργηθεί ένα ζωηρό αστικό περιβάλλον. Εικόνα 7. Στο Δημαρχείο Κορυδαλλού το κενό-πέρασμα που δημιουργείται από την ανισοϋψής ογκοπλαστική διάταξη κατευθύνει τον πεζό προς το υπάρχον αθλητικό κέντρο και την όμορη περιοχή κατοικίας στο πίσω μέρος του κτιρίου. Η πολεοδομική αυτή παρέμβαση επιτρέπει στο δημαρχείο τη διασύνδεσή του με άλλους υπαρκτούς κόμβους του ιστού της πόλης, ενόσω οι μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις αναπτύσσουν δυναμικά πεδία, βοηθώντας έτσι να δημιουργηθεί ένα ζωηρό αστικό περιβάλλον.

48


Η συμβολή του κεντρικού αιθρίου

3.3

Η

ατμόσφαιρα της εσωτερικής στοάς είναι αυτή ενός πολυδύναμου, προλειτουργικού μεγαχώρου. Δεν είναι λίγες οι φορές που αντίστοιχη ατμόσφαιρα μεταφέρεται στο εσωτερικό ενός κτιρίου, με την ύπαρξη ενός αίθριου, ενός κεντρικού-συλλεκτήριου χώρου στάσης και κίνησης που διοχετεύει κινήσεις και ροές και αντιστοιχεί στην αντίληψη του εσωτερικού δημόσιου χώρου, καθώς μπορεί να αποτελέσει την κοινόχρηστη καρδιά του κτιρίου. Το κεντρικό αίθριο, ακόμη και στην περίπτωση που πρόκειται για στεγασμένο, αποτελέι στοιχείο διαχρονικό τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, καθώς εμφανίζεται σε κτίρια διαφόρων μεγεθών και διαφορετικών χρήσεων από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Σε κάθε περίπτωση εξυπηρετεί διαφορετικές ανάγκες, για αυτό και το κεντρικό αίθριο ως αρχιτεκτονικό στοιχείο δεν ταυτίζεται με μία μόνο εποχή ή κοινωνία. Μπορεί να αποτελέσει την «κεντρική ιδέα» της αρχιτεκτονικής σύνθεσης και άλλοτε να αποτελέσει δευτερεύον στοιχείο. Στην πρώτη περίπτωση το κεντρικό αίθριο είναι το κέντρο ζωής της σύνθεσης και οι λειτουργίες του κτιρίου διατάσσονται γύρω από αυτό, με αποτέλεσμα να εξασφαλίζεται σε όλους τους χώρους

49


φωτισμός και αερισμός, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί μέσο εκτόνωσης των γύρω χώρων. Στην δεύτερη περίπτωση αποτελεί ένα απλό αρχιτεκτονικό στοιχείο, γεγονός που συμβαίνει συνήθως στα μεγάλα κτίρια για να αποκτηθούν χώροι εκτόνωσης ή φυσικός φωτισμός. Στα δημόσια κτίρια το κεντρικό αίθριο από την αρχαιότητα συναντάται με μορφή της πρώτης περίπτωσης, δηλαδή ως την καρδιά του κτιρίου και η συμβολή του είναι μεγάλη. Κατά κάποιο τρόπο αντιστοιχεί σε ένα τμήμα υπαίθριου δημόσιου αστικού χώρου, χώρου συνεύρευσης, συναλλαγής, αμοιβαίας θέασης και αναγνώρισης των πολιτών. Αυτό το υπαίθριο δημόσιο μέλος αποσπάστηκε από το σώμα της πόλης και περιβλήθηκε με κτιριακούς χώρους. Πολλές φορές έχουμε παρατηρήσει σε δημόσια κτίρια πως η διείσδυση τη πόλης στο εσωτερικό του κτιρίου μέσω του κεντρικού αιθρίου στην περίπτωση που πρόκειται για στεγασμένο τονίζεται περισσότερο με τη χρήση γυάλινης στέγης, διατηρώντας έτσι την ανάμνηση της πρώτης υπαίθριάς του ταυτότητας.

50

Εικόνα 8. Στο Δημαρχείο Κορίνθου το αίθριο αποτελεί ένα τμήμα υπαίθριου δημόσιου αστικού χώρου, χώρου συνεύρεσης, συναλλαγής και αναγνώρισης των πολιτών, το οποίο αποσπάστηκε από το τμήμα της πόλης και περιβλήθηκε από κτιριακούς χώρους, διατηρώντας όμως την ανάμνηση της πρώτης του ταυτότητας, με την χρήση γυάλινης οροφής και κατά συνέπεια με την παρουσία του ουρανού.


Το εργαλείο της όψης

3.4

«

17. Christian Norberg – Schul, Genius Loci, «Το πνεύμα του τόπου. Για μια φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής».

Η αρχιτεκτονική προκύπτει στο σημείο συνάντησης των εξωτερικών και εσωτερικών δυνάμεων της χρήσης και του χώρου» αναφέρει ο Ρόμπερτ 17 Βεντούρι και προφανώς αυτή η συνάντηση εκφράζεται με την επεξεργασία του «τοίχου-όριου» και ιδιαίτερα με τα ανοίγματα που συνδέουν τις δύο αυτές «περιοχές». Τα ανοίγματα συμβάλλουν στη συγκεκριμενοποίηση διαφόρων σχέσεων εσωτερικού-εξωτερικού. «Οπές» σε ένα ογκώδη τοίχο τονίζουν το στοιχείο της περίκλεισης και της εσωτερικότητάς του, ενώ στοιχεία πληρώσης από μεγάλες γυάλινες επιφάνειες το εξαϋλώνουν και προκαλούν μία αλληλεπίδραση του μέσα-έξω. Επίσης δέχονται και μεταβιβάζουν φως, στοιχείο που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα του αρχιτεκτονικού χαρακτήρα. Τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά ενός δρόμου είναι άμεσα εξαρτώμενα από την «αισθητική» και «χωρική» ποιότητα των κτιρίων που τον ορίζουν. Ο δρόμος είναι από τη φύση του το πιο δυσμετάβλητο κομμάτι του αστικού δημόσιου χώρου (μιας και δύσκολα αλλάζει ως χάραξη), όμως η αίσθηση που τελικά αποπνέει είναι εύκολα μεταβαλλόμενη και επηρεάζεται άμεσα από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των όψεων του, μιας και οι εξωτερικές όψεις των κτιρίων προτασσόμενες

51


η μία δίπλα στην άλλη, αποτελούν ταυτόχρονα και τις εξωτερικές όψεις του. Οι όψεις των δρόμων είναι ακριβώς η περιοχή, όπου η ιδιωτική δραστηριότητα προσπαθεί να διηθεί στη ζωή της πόλης. Μία όψη ανάλογα με το πόσο κλειστή ή ανοιχτή είναι, ρυθμίζει το ποσοστό επικοινωνίας του εσωτερικού χώρου με το εξωτερικό περιβάλλον, καθορίζοντας επίσης, κατά ένα μεγάλο μέρος και το βαθμό που καθιστά αναγνώσιμη τη χρήση και το περιεχόμενο του κτιρίου μέσα στην πόλη. Μια κλειστή, πλήρης όψη μας δίνει την αίσθηση της απομόνωσης, της εσωστρέφειας, του απολύτως ιδιωτικού και στην υπερβολή της την «απαξίωση» για το γύρω περιβάλλον. Αντίθετα, μια ανοιχτή όψη παρουσιάζεται προσβάσιμη και εξωστρεφής. Με τον όρο «πλήρες», που χρησιμοποιήθηκε παραπάνω, εννοούμε το συμπαγές, αδιαφανές όριο του κτιρίου που διαμορφώνεται από αδιαπέραστους τοίχους πλήρωσης με την παρουσία ελάχιστων ανοιγμάτων. Αντίθετα, ο όρος «κενό» αφορά τη διαφάνεια που χαρακτηρίζει μία όψη, εξαιτίας της ύπαρξης μεγάλων γυάλινων επιφανειών που επιτρέπουν τη συνέχεια του βλέμματος στο εσωτερικό του κτιρίου.

Σε ένα μέτωπο δρόμου η όψη κάθε κτιρίου φανερώνει την ιδιαίτερη αισθητική και αρχιτεκτονική της αξία, ενώ, παράλληλα διαμορφώνει την εικόνα της πόλης και λειτουργεί ως το σημαντικότερο μέσο επικοινωνίας του αρχιτέκτονα με τον παρατηρητή του έργου, δηλαδή τον πεζό ως παρατηρητή της πόλης. Άλλωστε από την ετυμολογία της λέξης «όψη» που είναι: όψη-όψομαι-ορώβλέπω άρα θωρώ, κοιτάζω, στρέφω την προσοχή μου σε κάτι, δηλαδή στην εικόνα του κτιρίου και τελικά στην προσωπικότητά του, φαίνεται ο καθοριστικός ρόλος που διαδραματίζεται στην συνολική εικόνα της πόλης.

52

Εικόνα 9. Στο Δικαστικό Μέγαρο Αιγίου η διαφάνεια των όψεων του στεγασμένου «δρόμου» στον οποίο αναφέρονται όλες οι αίθουσες των ακροατηρίων επιτρέπει εικόνες της πόλης να διεισδύσουν στο εσωτερικό της σύνθεσης, εξασφαλίζοντας την επικοινωνία του μέσα - έξω.


Οι όψεις, λοιπόν των κτιρίων, το εξωτερικό τους περίβλημα, το όριό τους ως προς το δρόμο αντανακλούν τη σχέση με τα γειτονικά του. Το καθιστούν αρμονικό ή ανατρεπτικό ανάλογα με το αν ακολουθεί τις τάσεις του περιβάλλοντος που βρίσκεται ή εάν τις αγνοεί. Πολλές φορές, στη σημερινή αστική πραγματικότητα παρατηρούμε πως η θεώρηση και η αντιμετώπιση του κτιρίου ως ανεξάρτητου στοιχείου μειώνει την αποτελεσματικότητα και τη συμβολή του στη σύνθεση του αστικού ιστού. Όταν, δηλαδή, δεν επεκτείνεται πέρα από το περίγραμμά του και δρα ως αυτόνομη μονάδα, αποκομμένη από το άμεσο περιβάλλον της, τότε προκύπτουν αισθητά προβλήματα στην ένταξή του, με άμεσες επιπτώσεις στην ποιότητα της καθημερινής ζωής.

Εικόνα 10. Στο Διοικητήριο Βοιωτίας οι συνθέτες κατά το σχεδιασμό των όψεών του δανείστηκαν στοιχεία από τις όψεις των κτιρίων της Παλιάς Πόλης της Λιβαδειάς.

53



_το δημόσιο κτίριο σε σχέση με τον άνθρωπο



Το δημόσιο κτίριο σε σχέση με τον άνθρωπο

4

Ε

ίναι γεγονός πως η δημόσια αρχιτεκτονική έρχεται σε άμεση επαφή με την ανθρώπινη δράση, δεν μπορεί να υπάρξει μόνη της, υπάρχει πάντα σε σχέση με τους ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με αυτήν. Αυτό σημαίνει ότι η δημόσια αρχιτεκτονική δεν αποτελείται μονάχα από το χώρο, τα κτίρια, τους δρόμους, τις πινακίδες και τα άλλα αντικείμενα που την ορίζουν, στοιχεία της είναι και οι άνθρωποι, οι δραστηριότητες των οποίων προσδίδουν χαρακτήρα. Το δημόσιο κτίριο παίζει το ρόλο του συλλέκτη ποικίλων ανθρωπίνων δραστηριοτήτων και οφείλει να είναι προσιτό σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών ομάδων. Και αυτό γιατί ο κάθε πολίτης ανάλογα με τις ανάγκες και τα συμφέροντά του ασκεί διαφορετική επιρροή και οικειοποιείται αλλιώς το δημόσιο χώρο δίνοντας την δική του ερμηνεία. Το δημόσιο κτίριο οφείλει να υπηρετεί τον άνθρωπο. Ο κάθε αρχιτέκτονας σε κάθε βήμα της συνθετικής διαδικασίας, πρέπει να ορίζει τον άνθρωπο ως κέντρο αναφοράς. Ο ανθρωποκεντρισμός του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού έγκειται στο γεγονός, ότι προέρχεται από τον άνθρωπο και απευθύνεται στον άνθρωπο. Πέρα από την απαραίτητη υλική και λειτουργική ικανοποίηση, το δημόσιο κτίριο πρέπει να στοχεύει και στην εκπλήρωση

57


των ψυχικών και συναισθηματικών επιθυμιών. Ο συνθέτης, μέσα από τα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά, μπορεί να κάνει κατανοητά και αναγνώσιμα ερεθίσματα, να παράγει κίνητρα, να διαμορφώσει συνειρμούς, έτσι ώστε, ο χρήστης, μέσα από τη βιωματική εμπειρία, να μπορεί, εν τέλει, να οικειοποιηθεί και να συν-κινηθεί με τον παραγόμενο χώρο18.

4.1

Προσπελασιμότητα

«

Η προσπελασιμότητα εκφράζει την ευκολία ενός ατόμου στο να φθάσει σε μία περιοχή ώστε να μπορεί να πάρει μέρος σε μία ειδική δραστηριότητα. Αποτελεί δηλαδή το μέτρο χωρικού διαχωρισμού μεαταξύ ανθρωπίνων δραστηριοτήτων και δηλώνει την ευκολία με την οποία προσεγγίζονται οι δραστηριότητες μιας δεδομένης περιοχής.»19 «Στην κλίμακα της πόλης αν θεωρήσουμε τη ζωή στην πόλη κινητική, οπτική και βιωματική εμπειρία, ο βαθμος στον οποίο η δομή της και η μορφή της μας επιτρέπουν να τη ζήσουμε αποτελούν τον βαθμό της προσπελασιμότητάς της.»20 Η προσπελασιμότητα λοιπόν, υφίσταται σε κάθε μας βήμα μέσα στην πόλη. Είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες για την ανεξάρτητη διαβίωσή μας. Ανεξάρτητη διαβίωση σημαίνει ικανότητα υιοθέτησης εναλλακτικών τρόπων ζωής και υλοποίηση ενημερωμένων επιλογών ζωής και ανεξαρτησίας. Η ανεξάρτητη διαβίωση είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου. Συνεπώς, η ανεμπόδιστη και ελεύθερη

58

18. H.Hertzberger, «Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής», Αθήνα, 2002, σ.162. 19. Καυκαλάς, «Μείωση της μονοκεντρικότητας στο πολεοδομικό συγκρότημα και ο ρόλος του τριτογενούς τομέα», Θεσσαλονίκη, 1999, σ.17. 20. Νάντια Κρίκου, «Η προσπελασιμότητατης πόλης μέσα από τις αστικές πλατείες», Απρίλιος 2008, www.greekarchitects.gr


προσελασιμότητα των δημοσίων και κοινόχρηστων χώρων και κτιρίων μιας πόλης είναι δικαίωμα κάθε ανθρώπου.

Εικόνα 11. Στο Δημαρχείο Δραπετσώνας διαμορφώθηκε μια ελεύθερη διάταξη ισογείων σε διάφορα επίπεδα, που καταλαμβάνουν όλη την έκταση του οικοπέδου. Η διάταξη των στοιχείων του ισογείου και η κατάλληλη διαμόρφωση του περιβάλλοντος επιτρέπει την συνεχή εναλλαγή κινήσεων-στάσεων κατά μήκος των αξόνων προσπέλασης και από τις τέσσερις πλευρές του οικοπέδου.

Εικόνα 12. Στο Δημαρχείο Νέας Φιλαδέλφειας ο καμπύλος τοίχος τονίζει τη βασική κίνηση προς το κτίριο και ταυτόχρονα πάνω σε αυτόν εφάπτεται μια κλίμακα η οποία εξασφαλίζει την ελεύθερη πρόσβαση στον ημιυπαίθριο χώρο του δεύτερου ορόφου.

Η έννοια της προσπελασιμότητας, τόσο ως πρακτικής δυνατότητας πρόσβασης στο χώρο, όσο και ως βαθμός και μορφή οπτικής και βιωματικής εμπειρίας που προσφέρει, εξασφαλίζεται για την πόλη και το δημόσιο κτίριο, αμφίδρομα: η «μετάβαση» από τον ευρύτερο χώρο, από το «σύνολο» της πόλης, στο «μέρος» του δημόσιου κτιρίου αλλά και η αντίστροφη φυσική και ψυχολογική διαδρομή, λειτουργούν ταυτόχρονα και άμεσα συνδεδεμένες στο πλαίσιο της οικειοποίησης του αστικού χώρου, καθώς διέπονται από τις ίδιες αρχές και προβάλλονται με τα ίδια πολεοδομικά εργαλεία. Η προσπελασιμότητα όμως ενός δημόσιου κτιρίου, όπως προκύπτει, δεν αποτελεί απλά μία τυπική αρχή του πολεοδομικού σχεδιασμού, για διαμπερείς χώρους, καθώς η ανάγκη για εξασφάλισή της, είναι καθαρά ανθρωποκεντρική. Αναφέρεται στον τρόπο και κυρίως την ευχέρεια με την οποία ο άνθρωπος βιώνει τον καθημερινό του χώρο με όλες του τις αισθήσεις, επομένως η αναγκαιότητά της πηγάζει από την πρόθεση δημιουργίας ενός κτιρίου που αναφέρεται αποκλειστικά στους ανθρώπους. Το δημόσιο κτίριο πρέπει να αποπνέει το αίσθημα ότι ανήκει στους ίδιους του τους χρήστες, να είναι ανοιχτό, άμεσα προσπελάσιμο, δεκτικό και ελεύθερο ώστε ο πολίτης να νιώσει ότι του ανήκει ως συλλογική δημόσια αξία, εξασφαλίζοντας την ελεύθερη χρήση και τη συνεχή αφύλακτη κίνηση. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται για μία πιο εύκολη και ελεύθερη πρόσβαση στο δημόσιο κτίριο είναι η δημιουργία ελεύθερων περιπατητικών πορειών, η εύκολη προσέγγιση της εισόδου, η ύπαρξη συστημάτων υπαίθριων κλιμάκων και η δημιουργία

59


αξόνων κυκλοφορίας και υπαίθριων δημόσιων χώρων όπως ο δρόμος, ο πεζόδρομος, η αυλή και η πλατεία 21*. Οι παραπάνω αστικοί τόποι, ως πεδία ελεύθερης κίνησης και δράσης, εξ’ ορισμού προσφέρουν την δυνατότητα άμεσης πρόσβασης και διακίνησης των διερχομένων στο ευρύετρο περιβάλλον ενός κτιρίου. Με άλλα λόγια, η ανεμπόδιστη κυκλοφορία του πεζού στον οποίο απευθύνονται, είτε ως διερχόμενου, είτε ως επισκέπτη – περιπατητή, αποτελεί την κύρια επιδίωξή τους, τόσο σε κινητικό, όσο και σε οπτικό επίπεδο, ώστε ταυτόχρονα να εξασφαλίζεται και η δυνατότητα προσανατολισμού μέσα στον ιστό της πόλης. Ένας χώρος ή ένα κτίριο μπορεί να χαρακτηριστεί «δημόσιο» όταν όλα τα άτομα που βρίσκονται σε αυτό αντιμετωπίζονται ισότιμα. Συνεπώς, ένας δημόσιος χώρος για να είναι χρηστικός και λειτουργικός για όλες τις ομάδες ανθρώπων που έρχονται σε επαφή μαζί του θα πρέπει η προσπελασιμότητα και η προσβασιμότητα του να είναι ισότιμη για όλους. Έτσι κατα το σχεδιασμό ενός δημόσιο κτιρίου δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τα ΑΜΕΑ ή αλλιώς τα εμποδιζόμενα άτομα, άτομα δηλαδή με αναπηρία ή άτομα με προσωρινές ή μη, μειωμένες ικανότητες φυσικής λειτουργίας. Για τα ΑΜΕΑ η προσπελασιμότητα ορίζεται διαφορετικά. Προσπελασιμότητα για τα άτομα με αναπηρίες είναι η απουσία εμποδίων. Εμπόδια που ένας άνθρωπος χωρίς αναπηρίες μπορεί να μην αντιλαμβανόταν. Η έννοια της προσπελασιμότητας για τα ΑΜΕΑ είναι το κλειδί της ανεξαρτοποίησής τους. Είναι το κλειδί για την ισότιμη συμμετοχή σε κάθε συνιστώσα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η εξασφάλιση της προσπελασιμότητας των ΑΜΕΑ μπορεί να επιτευχθεί κυρίως με την σωστή πρόβλεψη και το σωστό σχεδιασμό, ανάλογα με την περίπτωση που μελετάμε. Για παράδειγμα, η πρόσβαση των ΑΜΕΑ

60

21. Στην μορφή που έιχε η πλατεία στην Αρχαία Αθήνα, δηλαδή αυτή της Αρχαίας Αθηναϊκής Αγοράς, αποτέλεσε σύμβολο ελεύθερης έκφρασης και διακίνησης ιδεών και αγαθών. Παρόλα αυτά η προσπέλασή της και η οικειοποίηση του χώρου ήταν απαγορευμένη για τις γυναίκες. Στο μεσαίωνα, η πρόσβαση στο χώρο αποτελεί ταξικό προνόμιο, οπότε η πλατεία μετατρέπεται σε πεδίο έκφρασης της δύναμης και της κοινωνικής επιρροής των φατριών και του εκκλησιαστικού παράγοντα που με διάφορα μέσα οικειοποιούνται το χώρο και εμποδίζουν την «προσπέλαση» σε κάθε μορφής δημόσια δράση.


στα κτίρια από τον εξωτερικό χώρο επιτυγχάνεται με την σύνδεση επιπέδων που έχουν διαφορετική κλίση με ράμπες. Επίσης, για την πρόσβαση των κτιρίων σημαντικός παράγοντας είναι και η πρόβλεψη για θέσεις στάθμευσης για οχήματα ατόμων με αναπηρίες. Ταυτόχρονα όμως, ο αρχιτέκτονας κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού ενός δημόσιου κτιρίου θα πρέπει να λάβει υπ’όψιν ότι η κίνηση και η προσπελασιμότητα του χρήστη δεν μπορεί να είναι απρόβλεπτη, αλλά ελεγχόμενη μέχρι ενός σημείου, χωρίς να του στερεί βέβαια το δικαίωμα ανάπτυξης ελεύθερης πολιτικής και κοινωνικής δραστηριότητας μέσα σε αυτό. Σε κάθε περίπτωση, στα δημόσια κτίρια θα πρέπει να ληφθούν μέτρα που θα παρέχουν ασφάλεια και ειρηνικές συνθήκες στους πολίτες και θα πατάσσουν κάθε είδος βίας και βανδαλισμού, φαινόμενα που «χτυπούν» συχνά τα δημόσια κτίρια στην χώρα μας και ειδικότερα τα κτίρια εξουσίας και διοίκησης, όπως υπουργεία, δημαρχεία, πρεσβείες.

Εικόνα 13. Στο Δημαρχείο Κορυδαλλού η διαμόρφωση ραμπών με ήπια κλίση στον υπαίθριο χώρο του επιτρέπει στα εμποδιζόμενα άτομα να διασχίζουν μεγάλο μέρος της σύνθεσης.

61


4.2

Πρόσθετες χρήσεις

Ο

πολίτης θα πρέπει αβίαστα να πλησιάζει το δημόσιο κτίριο ως δικό του, όχι μονάχα για την καθιερωμένη και προβλεπόμενη του χρήση, αλλά γιατί τον ευχαριστεί να το αξιοποιεί για νέες και ποικίλες δράσεις της ζωής του. Το δημόσιο κτίριο πρέπει να προδιαθέτει να το θεωρήσουν άμεσο χώρο υποδοχής της ζωής και να ενθαρρύνει τους ανθρώπους να συνδεθούν με τον τόπο, την κοινωνία και την υπόλοιπη πόλη. Έτσι σε περίπτωση που είναι εφικτό, επιδιώκεται η δημιουργία ενός χώρου πρόσθετων «πολλαπλών» και κοινωνικών δραστηριοτήτων, είτε στεγασμένων είτε υπαίθριων, οποίος ανταποκρίνεται και προσαρμόζεται στις ανάγκες των χρηστών και είναι προσιτός σε όλους.

62

Εικόνα 14. Στο Δημαρχείο Χολαργού οι πρόσθετες χρήσεις, πέρα από τους χώρους του Δημαρχεόυ (δημοτολόγιο, ληξιαρχείο, τεχνικές υπηρεσείες κτλ), που βρίσκει κανείς στο εσωτερικό του π.χ. θέατρο, εκθεσιακός χώρος, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και βιβλιοθήκη προτρέπουν τον πολίτη να επισκεφθεί το κτίριο και να το χρησιμοποιήσει διαφορετικά από ότι συνήθιζε.


Εσωτερικό αίθριο και υπαίθριοι χώροι πλατείες

4.3

Γ

ενικά, το δημόσιο κτίριο οφείλει να καλύπτει τις κοινωνικές ανάγκες, δηλαδή την ανάγκη για «ασφάλεια», σιγουριά και περιπέτεια, παιχνιδιού, απομόνωσης και επαφής, ανεξαρτησίας και επικοινωνίας καθώς και δραστηριότητες αναψυχής. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρξουν και οι κατάλληλες χωρικές συνθήκες για την κάλυψη αυτών, δηλαδή χαρακτηριστικοί τόποι, τόποι συναντήσεων. Τέτοιοι χαρακτηριστικοί χώροι αποτελούν το εσωτερικό αίθριο στο δημόσιο κτίριο και οι πλατείες.

Εικόνα 15. Στο Δημαρχείο Παλιού Φαλήρου η κάτοψη του κτιρίου έχει σχήμα «Γ», ανάμεσα στα σκέλη του οποίου αναπτύσσεται ένας εσωτερικός πολυώροφος κεντρικός κοινωνικός πυρήνας που λειτουργεί ως χώρος συνάθροισης και ανταλλαγής.

Το πρώτο με την πιο κλασσική σημασία συναντάται στα δημόσια κτίρια ως κεντρικός χώρος συνάθροισης και ανταλλαγής έχοντας την έντονη συμβολική σημασία του κοινωνικού πυρήνα στο δημόσιο κτίριο. Ένα κτίριο διαμορφώνει το ύφος και τον χαρακτήρα των ανθρώπων που ζουν και εργάζονται σε αυτό. Έτσι, η μελέτη της σχέσης του αιθρίου με τον άνθρωπο έχει ιδιαίτερη σημασία. Στην περίπτωση που γίνεται χρήση γυάλινης στέγης το εσωτερικό αίθριο πέρα από χώρο συνάθροισης και χώρο ανάπαυσης και στάσης αποτελεί και μέσο μέσο μεταφοράς των εξωτερικών συνθηκών στο εσωτερικό του κτιρίου, αφού δίνει στους

63


χρήστες τη δυνατότητα να αντιλαμβάνονται τον ήλιο, τις ώρες της ημέρας, κάνοντας έτσι την παραμονή τους πιο ευχάριστη. Οι δεύτερες έχουν αρκετά σημαντική κοινωνική συνεισφορά, αφού η καθημερινή χρήση τους αποτελεί μία μορφή συμμετοχής στη δημόσια ζωή της πόλης. Η χρήση των πλατειών αποτρέπει κοινωνικά φαινόμενα περιθωριοποίησης και προσφέρει «μία κατά τον δυνατόν ομαλότερη ψυχοσωματική ανάπτυξη των κατοίκων»22. Η πλατεία είναι μια χωρική δομή που προέκυψε από την παράθεση κτιρίων γύρω από έναν ελεύθερο χώρο, όχι με τυχαίο τρόπο, αλλά κυρίως μέσα από την πρόθεση των κατοίκων της πόλης να εντάξουν το «κενό», μέσα στο «πλήρες» του δομημένου περιβάλλοντος. Πρόκειται για μια πρωτόγενή ανάγκη του ανθρώπου για την επαφή του με τα φυσικά στοιχεία της γης, του αέρα, από τα οποία τον απομακρύνουν το «δάπεδο» και η «στέγη» της τεχνητής του κατοικίας. Οι πλατείες είναι χώροι ανοιχτοί προς στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, επιτρέποντας ως ένα βαθμό τη λειτουργία της φύσης στο δομημένο περιβάλλον, λειτουργώντας καταλυτικά στην κατανόηση αυτού. Βοηθούν σίγουρα στον προσανατολισμό μέσα στην πόλη, ενώ δίνουν την ευκαιρία στους ανθρώπους που ζουν και κινούνται μέσα σε αυτές να έρχονται σε άμεση επαφή με τα στοιχεία της πόλης. Είναι αδιαμφισβήτητα κοινωνικοί χώροι, φέρουν δηλαδή μεγάλο μέρος της κοινωνικής ζωής της πόλης. Ως χώροι κίνησης- στάσης των πολιτών έχουν συνδετικό ρόλο στο πλέγμα των δραστηριοτήτων, των κτιρίων, των σημείων και των ροών του δομημένου περιβάλλοντος. Είναι χώροι συνάντησης, διαμαρτυρίας, γιορτής με διαφορετικά ερεθίσματα από εκείνα που χαρακτηρίζουν την πολυθόρυβη πόλη και άλλους χώρους της.

64

Εικόνα 16. Το Δημαρχείο Χολαργού καταλαμβάνει πολύ μικρότερο μέγεθος από το επιτρεπόμενο. Το μικρό μέγεθος του κτιρίου έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγάλοι κενοί υπαίθριοι χώροι. Οι διαμορφώσεις των υπαίθριων χώρων (αμφιθέατρο, υδάτινες επιφάνειες και χώροι πρασίνου), ο προσανατολισμός τους στο νότο και τα διάφορα επίπεδα πάνω στα οποία σχεδιάστηκαν παράγουν ένα ρευστό σύστημα κινήσων-στάσεων και δημιουργούν χώρους κατάλληλους για υπαίθριες εκδηλώσεις.

22. Αραβαντινός Α., Κοσμάκη Π., «Υπαίθριοι χώροι στην πόλη», Θέματα ανάλυσης και Πολεοδομικής οργάνωσης αστικών ελεύθερων χώρων και πρασίνου, Συμεών, Αθήνα 1988, σ.11


4.4

Οικειότητα

i.

oικειότητα και κλίμακα

Έ

Εικόνα 17. Η κλίμακα του ψηλού κτιριακού όγκου της Νέας Πτέρυγας του Υπουργείου Εξωτερικών απομακρύνεται κατά πολύ από την ανθρώπινη κλίμακα καλλιεργώντας έτσι στον πολίτη το αίσθημα του δέους.

23. Δημήτρης Φατούρος, «Ένα συντακτικό της Αρχιτεκτονικής Σύνθεσης», Θεσσαλονίκη 2006, σ.168 και σ.170.

ναν ακόμη σημαντικό παράγοντα για τα δημόσια κτίρια αποτελεί η οικειότητα. Το αίσθημα της οικειότητας είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κλίμακά του, αλλά και με την κλίμακα των χαρακτηριστικών, τα οποία το ορίζουν. Η κλίμακα έχει συζητηθεί με πολλούς τρόπους, πότε με ένα γενικό, πότε με ένα σύνθετο τρόπο. Πάντοτε όμως συσχετίζεται με τον άνθρωπο, με την ανθρώπινη διάσταση. Η κλίμακα έχει άμεση σχέση με το οικείο. Είναι ένα χαρακτηριστικό το οποίο δεν σχετίζεται μονάχα με το μέγεθος αλλά και με την κιναισθητική αντίληψη. Συνεπώς, η γνωστή αρνητική διατύπωση «εκτός κλίμακας» σημαίνει ότι το έργο, ο χώρος δεν βρίσκεται σε οικείες συνθήκες23. Η κλίμακα είναι μια έννοια του αρχιτεκτονικού λεξιλογίου που είναι δύσκολο να οριστεί σαφώς, γεγονός που οφείλεται στο ότι η συγκεκριμένη έννοια επιτρέπει την δημιουργία πολλών προσεγγίσεων. Ο Boudon προτείνοντας την κλίμακα ως βασικό στοιχείο της αρχιτεκτονικής, προσπαθεί να οριοθετήσει το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται, παραθέτοντας μια σειρά από

65


όρους «τεχνική διαστασιολόγηση των τμημάτων μιας κατασκευής σε σχέση με το φορτίο που φέρουν, μέγεθος ενός κτιρίου ως πολλαπλάσιο σταθερών τεχνικών στοιχείων, προσαρμογή του περιέχοντος χώρου στις διαστάσεις του περιεχομένου, προσαρμογή του χώρου στην ψυχολογική ανάγκη για οικείο περιβάλλον, διαφορετικότητα των επιπέδων σύλληψης του χώρου, διαφορές στην αντίληψη του χώρου ανάλογα με την απόσταση υποκειμένου-αντικειμένου κ.α.»24. Προσπαθώντας, λοιπόν, να καλύψουμε το ευρύ φάσμα του όρου κλίμακα, θα λέγαμε πως πρόκειται για ένα αρχιτεκτονικό σύστημα κωδικοποίησης25, με σκοπό τη δημιουργία συγκεκριμένων αισθητικών και ψυχολογικών αποτελεσμάτων, ενώ παράλληλα ως όρος έχει σαφείς αναφορές σε μετρικά και τεχνικά μεγέθη. Έτσι, η κλίμακα, ως πολυσύνθετο αρχιτεκτονικό εργαλείο και τα αποτελέσματα που προκύπτουν μέσα από τη χρήση της, εναπόκεινται στα χέρια του δημιουργού που την χρησιμοποιεί. Ο αρχιτέκτονας με τις επιλογές του, ευσυνείδητα ή ασυνείδητα, προκαλεί διαμέσου της κλίμακας ποικίλα αποτελέσματα. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να δημιουργηθούν κτίρια με αρμονικές αναλογίες ή όχι, κτίρια που χειραγωγούν τα συναισθήματα του χρήστη και τον κάνουν να αισθάνεται σημαντικός ή όχι, ακόμα και κτίρια που δεν προκαλούν τίποτα από τα παραπάνω, παρά μια ουδέτερη αίσθηση στο χρήστη. Θεμιτό θα ήταν σε κάθε περίπτωση ο αρχιτέκτονας να έχει επίγνωση και να λαμβάνει υπόψη του τη λειτουργία και τη χρήση του κτιρίου, να χρησιμοποιεί την κατάλληλη κλίμακα έτσι ώστε το κτίριο να προκαλεί στους χρήστες και τα ανάλογα συναισθήματα. Ένα δημόσιο κτίριο οφείλει να εμπνέει το αίσθημα της οικειότητας στο χρήστη ή στον επισκέπτη του, σε καμία όμως περίπτωση το αίσθημα αυτό δεν θα πρέπει να ταυτίζεται με την

66

Εικόνα 18. Το Δημαρχείο Χολαργού, παρόλο που αναπτύσσεται σε έξι στάθμες, από την οδό την κύριας πρόσβασης φαίνεται χαμηλό, λόγω της εκμετάλλευσης της έντονης κλίσης του οικοπέδου, κάνοντας έτσι τον επισκέπτη να νιώθει πιο οικεία με το κτίριο.

24. P.Boudon, «Sur l’escape architectural», Essai d’epistemologie de l’architecture, Παρίσι, 1971, σ.20. 25. Steven Holl, Juhani Pallasmaa και Alberto Perez-Gomez, «Question of per caption, Phenomelogy of architecture», Σαν Φρανσίσκο, William Stout Publishers, 1994, σ.68.


οικειότητα που νιώθει στον ιδιωτικό του χώρου, δηλαδή στην κατοικία του. Συνεπώς, η κλίμακα του δημόσιου κτιρίου και η κλίμακα των χαρακτηριστικών, τα οποία το ορίζουν, θα πρέπει να είναι διαφορετική και συγκεκριμένα μεγαλύτερη από αυτή της κατοικίας, αλλιώς το δημόσιο κτίριο κινδυνεύει να χάσει τον χαρακτήρα και την ταυτότητά του. Παρόλα αυτά, η κλίμακα του δημόσιου κτιρίου δεν θα πρέπει να ξεπερνά κάποια όρια γιατί αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία απρόσιτων και απροσέγγιστων κτιρίων, κτιρίων που καλλιεργούν το αίσθημα του δέους, απομακρύνουν και αποθαρρύνουν τον πολίτη να τα χρησιμοποιήσει.

ii.

συνθετική δομή

Ο

αρχιτέκτονας διαμέσου των μορφών, των σχημάτων, της συνθετικής δομής που χρησιμοποιεί δημιουργεί χώρους, που είτε αποτελούν προέκταση του ανθρώπινου σώματος και βοηθούν τον άνθρωπο να κατανοήσει το κτίριο, είτε μπορεί να δημιουργήσει χώρους αφιλόξενους, που κάνουν τον χρήστη να αισθάνεται ανοίκεια και άβολα. Με τον όρο συνθετική δομή θα μπορούσαμε να πούμε ότι αναφερόμαστε στον τρόπο με τον οποίο διαρθρώνεται το διάγραμμα μιας αρχιτεκτονικής λύσης μέσα από την οποία συνοψίζεται με καθαρότητα και αφαίρεση και γίνεται αντιληπτή η κεντρική ιδέα. Είναι η καταγραφή η οποία αποτυπώνει το σύνολο της λύσης χωρίς λεπτομέρειες και περιττά στοιχεία. Αποκρυσταλλώνει, αντίθετα, το σκληρό νεύρο, το ουσιώδες. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την ακτινογραφία, η οποία διαπερνά

67


ό,τι είναι μαλακό, εύκαμπτο και σαρκώδες και αποτυπώνει μόνο το στερεό, γερό ίχνος26. Δεν αποτελεί μια σαφή λύση, αλλά μια διαγραμματική πρώιμη αναπαράστασή της. Για τον Wassily Kandinsky η σύνθεση είναι έννοια συνώνυμη της δομής. Ως σύνθεση ορίζει την «εσωτερικά απαραίτητη υποταγή των απομονωμένων στοιχείων και της κατασκευής στο συγκεκριμένο ζωγραφικό σκοπό»27. Η δομή αποβαίνει τότε για την αρχιτεκτονική, ότι το στημόνι στην υφαντική τέχνη. Στον αργαλειό το στημόνι είναι το βασικό νήμα, το οποίο αποτελεί το γερό θεμέλιο, δίνοντας την σωστή τάση. Αυτό σε συνδυασμό με το υφάδι, το οποίο δίνει το χρώμα και τη μορφή στο ύφασμα αποτελούν ένα αδιαίρετο σύνολο. Στημόνι και υφάδι συγκροτούν το όλον της αρχιτεκτονικής δημιουργίας28. Η σημασία της συνθετικής δομής κατά την πορεία του σχεδιασμού, καθώς και στην οργάνωση της αρχιτεκτονικής σκέψης, έγκειται στο ότι δεν αποτελεί η ίδια καθαυτή πράξη, αλλά μέθοδο προς μία πράξη. Ιχνογραφεί ένα τρόπο εργασίας, προσαρμοσμένο κάθε φορά στις εκάστοτε επιθυμίες και απαιτήσεις. Η συνθετική δομή έχει όρια και κανόνες. Είναι αυτή, που σύμφωνα με τον Τάσο Μπίρη, ορίζει τον «κύριο αυτοπεριοριστικό συντακτικό κανόνα», τον σταθερό οδηγό για την παραπέρα επεξεργασία. Δεν είναι μια γέφυρα που απλώς θα μας περάσει στην απέναντι όχθη, αλλά μία διαρθρωτική ενέργεια, που τα αποτελέσματά της είναι αισθητά από το πρώτο, κιόλας, στάδιο μέχρι και το τελευταίο29. Μια μελωδία έχει χαρακτηριστικά γνωρίσματα, ξεχωριστά και ιδιαίτερα. Ακούγοντας ένα μέρος μόνο αρκεί για να την αναγνωρίσεις. Αυτό το χαρακτηριστικό «άκουσμα», το οποίο αποτελεί την ταυτότητά της, είναι αναγκαίο για να αποδώσει την μοναδικότητα στο έργο. Ο τρόπος με τον οποίο διαρθρώνεται αυτή η δομή ορίζει τον ιδιάζοντα

68

Εικόνα 19. Η συνθετική δομή «Η» του Δημαρχείου Κορυδαλλού επιτρέπει τη δημιουργία ενός ελεύθερου χώρου, μιας ‘αγκαλιάς’, που υποδέχεται τον επισκέπτη και τον εισάγει στο εσωτερικό της σύνθεσης.

26. Τ.Μπίρης, «Αρχιτεκτονικής σημάδια και Διδάγματα – στο ίχνος της συνθετικής δομής». Αθήνα, 1996, σ.80. 27. W.Kandinsky, «Σημείο - Γραμμή Επίπεδο», Αθήνα 1996, σ.40. 28. H.Hertzberger, «Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής», Αθήνα, 2002, σ.108. 29. P.Klee, «Η εικαστική σκέψη - Τα μαθήματα του Μπάουχάουζ, Τόμος 2», Αθήνα, 1989, σ.69.


Εικόνα 20. Για τον κεντρικό κορμό του κτιρίου Διοικητηρίου Βοιωτίας επιλέχθηκε μια εξελισσόμενη καμπυλόμορφη και γραμμική διάταξη, όπως το ξετύλιγμα μιας κορδέλας, σε αντίστιξη με την κυματιστή κοίτη του ποταμού.

χαρακτήρα της. Όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει και στην κατασκευή των πλοίων, όπου η καρένα λειτουργεί ως ραχοκοκαλιά και με την ιδιαίτερη καμπυλότητά της αποδίδει τελικά την ταυτότητα του πλεούμενου30. Έτσι ακριβώς, συμβαίνει και στην αρχιτεκτονική. Η διάρθρωση της συνθετικής δομής προσδίδει ταυτότητα στο έργο, μέσω της οποίας εκφράζονται απόλυτα οι αρχικές προθέσεις και ο χαρακτήρας της λύσης. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συνθετική δομή «Π» ή αλλίως «U» και «Η», οι οποίες προσδίδουν εξωστρεφή και ανοιχτό χαρακτήρα σε μια σύνθεση αφού στο κέντρο της πλάθεται ένας κενός-ανοιχτός χώρος, ο οποίος αφού υποδεχτεί και «αγκαλιάσει» τον πολίτη στην συνέχεια τον εισάγει στο εσωτερικό της λύσης.

iii.

τα αρχέτυπα

Σ 30. Τάσος Μπίρης, «Αρχιτεκτονικής σημάδια και Διδάγματα - στο ίχνος της συνθετικής δομής», Αθήνα, 1996, σ.34. 31. Θ.Πελεγρίνης (επιμ.), «Λεξικό Φιλοσοφίας», Αθήνα, 2013, σ.107-108, λήμμα: αρχέτυπο. 32. Ο.Βερόνα, Θ.Κωστιδάκης, «Αρχιτεκτονική και Ψυχολογία», Αθήνα, 2005.

την αναλυτική ψυχολογία του Jung, ως αρχέτυπο ορίζεται μια πρωτογενής εικόνα, η οποία ανήκει στο συλλογικό ασυνείδητο του ανθρώπου και περιέχεται σε αυτόν με μια διαδικασία φυλογενετική. Τα αρχέτυπα αποδίδουν, επομένως, ένα αρχείο «αρχαϊκών» και «μυθικών» μορφών, το οποίο μεταφέρεται στην ατομική μνήμη, εντάσσοντας με τον τρόπο αυτό την ύπαρξη του ατόμου σε ένα υπέρ-προσωπικό και προϊστορικό υπόβαθρο31. Η ανθρώπινη συμπεριφορά παρουσίαζε, ανέκαθεν, χαρακτηριστικά τα οποία προέρχονταν από τέτοιου είδους μυθικά στοιχεία, που αναδύονταν από την ασυνείδητη ψυχή ως αρχέγονες εικόνες, ως κεντρικά θέματα, ως αρχέτυπα32. Αυτά τα στοιχεία ανεξάρτητα από την εμπειρία και την συνειδητή μας αντίληψη, δημιουργούν ένα κοινό τόπο στον ασυνείδητο κόσμο

69


μας. Έτσι, επισημαίνεται η σημασία του συλλογικού ασυνείδητου ως πηγή κάθε δυνατής μορφής και εικόνας, που ξεκινά από το αρχέγονο υποφώσκον δυναμικό. Σε αυτό το δυναμικό αναφέρονται συχνά οι αρχιτέκτονες, επιμένοντας πως διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην αρχιτεκτονική ως νοητική διαδικασία. Προσπαθώντας να ερμηνεύσει την έννοια του αρχέτυπου στην αρχιτεκτονική, ο Herman Hertzberger αναφέρεται στη σημασία των εικόνων που προϋπάρχουν από τις οποίες δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε. Κάθε προσπάθεια, επομένως, να αντιμετωπίσουμε την αρχιτεκτονική ως κάτι που ξεκινά από το μηδέν, εμφανίζεται αστόχαστη. Ο Hertzberger υποστηρίζει ότι στο συλλογικό και ασυνείδητο πεδίο βρίσκεται εγκατεστημένο ένα αρχείο εικόνων συσχετισμένο με άχρονες, αρχετυπικές δομές33. Από αυτήν την «βιβλιοθήκη» μπορεί ο αρχιτέκτονας να αντλήσει παραδείγματα και «μορφές» καταστατικές για τη συγκρότηση του συνθετικού λεξιλογίου. Με την έννοια αυτή το αφαιρετικό αρχέτυπο δεν αποτελεί για τον αρχιτέκτονα δεδομένη λύση, αλλά υλικό πρωτογενές που οφείλει να μετασχηματιστεί και να εξελίξει, αποδίδοντας του κατάλληλα και σύγχρονα χαρακτηριστικά. Το αρχέτυπο, επομένως, δεν είναι μονοδιάστατο, δεν οδηγεί αποκλειστικά σε συγκεκριμένες λύσεις. Έχει τη δυνατότητα να φέρει βαθιές ουσιώδεις αναφορές ικανές να οδηγήσουν σε πολλαπλά τελικά νοήματα. Ο Τάσος Μπίρης υποδεικνύει πως «το αρχέτυπο σύμβολο υπάρχει και διατηρείται στο νου και στην καρδιά – πάντα όμως ελλειπτικό και αφηρημένο. Αποτελεί στοιχείο του μη υπαρκτού κόσμου, που ωστόσο αναφέρεται και παραπέμπει στον υπαρκτό κόσμο. Δεν μπορεί αυτούσιο ή τμήμα του να γίνει πρόταση για εφαρμογή. Δεν αποτελεί το ίδιο ιδέα αλλά προϋπόθεση για να γεννηθεί μια ιδέα. Ψιθυρίζει ένα διφορούμενο μήνυμα, ένα χρησμό. Χρειάζεται κάθε φορά και από τον καθένα αποκρυπτογράφηση και προσωπική ερμηνεία»34. Τα

70

Εικόνα 21. Η επιλογή της στοάς με δίρριχτη στέγη στο Δικαστικό Μέγαρο Θήβας έγινε γιατί θεωρήθηκε ότι αυτός ο τύπος κτιρίου, έντονα σημασιοδοτημένος και με ιστορική βαρύτητα και συνέχεια στον ελληνικό χώρο θα μπορούσε να αποδώσει την επιθυμητή ένταση και σταθερότητα. Ταυτόχρονα η οικειότητα της μορφής και τoυ χώρου της ίσως θα μπορούσε να εξισορροπήσει την καταναγκαστική και πολύπλοκη σχέση ανάμεσα στον πολίτη και την απονομή της δικαιοσύνης.

33. A.Luchinger, «Structuralism in Architecture and Urban Planning», Stuttgart, 1981, σ.19, 24.


αρχέτυπα επηρεάζουν, επομένως, με τρόπο ασυνείδητο την αρχιτεκτονική, «σιγοψιθυρίζοντας» τις δομές των διαφόρων αρχιτεκτονικών τύπων.

iv. Εικόνα 22. Η αρχέτυπη σκοτεινή μορφή των προθαλάμων που χαρακτήριζε τους χώρους όπου αναγόταν η δικαστική διαδικασία η οποία διαιώνιζε την εικονογραφία του δέους, στο Δικαστικό Μέγαρο Λιβαδειάς αντικαταστάθηκε από μία μεγάλη φωτεινή πολυόροφη στεγασμένη αυλή, που χωρίς να χάνει τα χαρακτηριστικά του υπαίθριου χώρου προστατεύει από το κρύο και τη βροχή το πλήθος που τη γεμίζει ασφυκτικά.

Εικόνα 23. Η συμμετρία των επιμέρους στοιχείων της σύνθεσης καλλιεργεί το αίσθημα της αρμονίας στον επισκέπτη.

34. Τάσος Μπίρης, «Ο κεντρικός κοινωνικός πυρήνας στο σύγχρονο ελληνικό δημόσιο κτίριο», Αναφορά στις αρχέτυπες διατάξεις για τον δημόσιο χώρο, Αθήνα, 1990

συμμετρία – αρμονία

Η

έννοια της συμμετρίας μπορεί να οριστεί ως η ισορροπημένη κατανομή και διάταξη ισοδύναμων μορφών και χώρων στις αντίθετες πλευρές μια διαχωριστικής γραμμής ή ενός επιπέδου ή με σημείο αναφοράς ένα σημείο ή έναν άξονα. Η συμμετρία κατείχε κεντρικό ρόλο στην αρχιτεκτονική. Από την αχρχαιότητα οι αρχιτέκτονες κατασκεύαζαν τα κτίρια έτσι ώστε το μάτι του παρατηρητή να διατρέχει τη επιφάνεια ή τον όγκο τους αποκαλύπτοντας εύκολα τις κατάλληλες πορείες από τη μία άκρη στην άλλη και να επιστρέφει στο κέντρο ισορροπίας του. Σύμφωνα με τον Herman Wey «η συµµετρία χρησιµοποιείται στο καθηµερινό µας λεξιλόγιο µε δύο σηµασίες. Με τη µία από αυτές, συµµετρικό σηµαίνει κάτι που έχει καλές αναλογίες, που είναι καλά ισορροπηµένο, και υποδηλώνει την ιδιαίτερη αυτή συµφωνία πολλών µερών µε ην οποία συγκροτούν ένα σύνολο. Η αρμονία είναι συνδεδεµένη άμεσα µε τη συµµετρία». Κατά καιρούς όμως, η χρήση της συμμετρίας δεν στόχευε στην εξασφάλιση της ισορροπίας και της αρμονίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η χρήση της απόλυτης συμμετρίας αυστηρών γεωμετρικών σχημάτων στα κτίρια του αθηναϊκού νεοκλασσικισμού κατά την οθωνική περίοδο (όπως το παλάτι του Όθωνα, το Ζάππειο, και το Πανεπηστήμειο Αθηνών), η οποία

71


απότελούσε το μέσο για την εξασφάλιση αναγκών προβολής δύναμης και εξουσίας της ιθύνουσας τάξης. Τα τελευταία χρόνια όμως, η αναζήτηση του ρυθμού, του μέτρου, των κρυμμένων κανόνων στοχεύει στην απόδοση αρμονικής σύνταξης και αποτελεί ένα αρκετά σημαντικό παράγοντα στο ζήτημα της οικειότητας. Αφού βρεθεί το ίχνος πάνω στο οποίο θα οργανωθεί η σύνθεση πρέπει στη συνέχεια να δημιουργηθούν σχέσεις ικανές για να αναδείξουν την πνευματική καθαρότητά της. Όπως και στο ανθρώπινο πρόσωπο του οποίου οι αρμονικές σχέσεις μεταξύ των μερών είναι εκείνες που καθορίζουν το «συν - μετρικά ωραίο» και όχι τα μέρη και τα στοιχεία από μόνα τους, όντας κοινά σε όλους35. Η συμμετρία, ετυμολογικά ορίζεται ως συν+μέτρο (με μέτρο) και σχετίζεται άμεσα με την περιγραφή του όρου, όπως τον έθεσε ο Βιτρούβιος, ως δηλαδή «η αρμονική συμφωνία των μερών μεταξύ τους, αναλογία του καθενός από αυτά προς το όλον»36. Είτε πρόκειται για την εσωτερική ρύθμιση μιας δομής, είτε για τη ρύθμισή της σε σχέση με μία άλλη, οι τρόποι που επιτυγχάνονται αυτές οι ρυθμιστικές συσχετίσεις είναι κοινοί. Η σύμπλεξη των αρχιτεκτονικών στοιχείων δεν γίνεται ποτέ τυχαία, και οι αρχιτέκτονες από την αρχαιότητα μέχρι και τη σύγχρονη εποχή αναζητούσαν ένα ρυθμιστικό κανόνα στο έργο τους. Ο Le Corbusier στο βιβλίο του «Για μια αρχιτεκτονική» έγραφε: «Η αρχιτεκτονική δεν είναι μονάχα διάταξη, ωραία πρίσματα κάτω από το φως. Υπάρχει κάτι που μας γοητεύει, και αυτό είναι το μέτρο. Μετρώ, κατανέμω τις ποσότητες με ρυθμό, ζωντανεμένες με ίση πνοή, για να διαπεράσει τα πάντα η ενιαία και εκλεπτυσμένη αναλογία, η εναρμόνιση, να λυθεί η εξίσωση»37.

Εικόνα 24. Η διατήρηση της απόλυτης συμμετρίας στις όψεις της Βρετανικής Πρεσβείας προσδίδει αυστηρότητα και επισημότητα στο κτίριο.

Εικόνα 25. Η αυστηρή προσέγγιση μέσω της συμμετρίας των κατακόρυφων δομικών μελών του σκελετού τονίζει τον επίσημο χαρακτήρα του κτιίου της Νέας Πτέρυγας του Υπουργείου Εξωτερικών.

35. Le Corbusier, «Για μια αρχιτεκτονική», Αθήνα, 2005, σ.165. 36. C.Bouleau, «Η κρυφή γεωμετρία των ζωγράφων», Αθήνα, 2002, σ.53. 37. Le Corbusier, «Για μια αρχιτεκτονική», Αθήνα, 2005, σ.130.

72


_παραδείγματα



5.1

Αμερικανική Πρεσβεία

Αρχιτεκτονική μελέτη: Walter Gropius Σύμβουλος αρχιτέκτων: Περικλής Σακελλάριος Μελέτη: 1956 - 1961 Κατασκευή: 1961

Η Εικόνα 26. Προοπτική άποψη Αμερικανικής Πρεσβείας από ψηλά.

της

Αμερικανική Πρεσβεία αποτελεί ένα ισχυρό τοπόσημο για την πόλη της Αθήνας και την λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Σχεδιάστηκε από τον Walter Gropius, ιδρυτή της σχολής του Bauhaus, και τους συνεργάτες του το 1956 και η κατασκευή της ολοκληρώθηκε στις 4 Ιουλίου του 1961. Μαζί με το Χίλτον ταυτίστηκε με την μεταπολεμική Αθήνα και την ανάπτυξη της σύγχρονης εικόνας για την πόλη. Το κτίριο της πρεσβείας στη διεθνή βιβλιογραφία είχε συχνή παρουσία ως ένα από τα σημαντικότερα δείγματα του κλασσικίζοντος μοντερνισμού που εισήγαγε ο αρχιτέκτονας. Μελετώντας τα σχέδια της Πρεσβέιας καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ένα αυστηρά συμμετρικό και εντελώς τετράγωνο κτίριο ύψους τριών ορόφων με εσωτερικό αίθριο ανοικτό από την πλευρά του κήπου. Χαρακτηριστικότερο μορφολογικό στοιχείο της όψης είναι οι λεπτόσωμοι, πανύψηλοι

75


μαρμαροεπένδυτοι πεσσοί, καθώς και ο περιμετρικός πρόβολος μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η καλύτερη σκίαση και προστασία από την ηλιακή ακτινοβολία, εξασφαλίζοντας ευχάριστους χώρους εργασίας. Το διάσημο σχέδιο του Gropius για το κτίριο της Πρεσβείας βασίστηκε στις απλές φόρμες του Bauhaus. Παράλληλα, η απομίμηση ενός περίπτερου ναού είναι εμφανής καθώς ο αρχιτέκτονας εμπνεύστηκε από την αρχιτεκτονική του Παρθενώνα, στην δημιουργία της περιμετρικής κιονοστοιχίας του κτιρίου. Η παράδοση του κλασσικού πνεύματος ενισχύθηκε, επίσης, με τη χρήση αρχαϊκής μορφής αίθριου που περιβάλλεται από τη στοά, η οποία περιτρέχει το κτίριο38. Ο αρχιτέκτονας χαρακτηριστικά είχε δηλώσει39 « Καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να συνδυάσουμε τις παραδόσεις της πρωτεύουσας με τις δικές μας αρχιτεκτονικές αντιλήψεις. Αλλά να συνεχίζεις τις παραδόσεις δεν σημαίνει τυφλή απομίμηση. Με αφετηρία την παράδοση πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε τη γλώσσα εκείνη η οποία μπορεί να εκφράσει την σημερινή πραγματικότητα». Στην περίπτωση του κτιρίου της Αμερικανικής Πρεσβείας οι συνθέτες επιδίωξαν να δημιουργήσουν ένα οικοδόμημα το οποίο θα αποπνέει το αίσθημα της γαλήνης, της ηρεμίας και της φιλοφροσύνης και θα αντικατοπτρίζει την βασική πολιτική επιδίωξη των Ηνωμένων Πολιτειών40, δηλαδή επιδίωξαν να σχεδιάσουν ένα ανοιχτό σε όλους κτίριο χωρίς τοίχους, διαζώματα ή προσόψεις που να εμποδίζουν τη θέα του εσωτερικού. Έτσι για να διατηρηθεί η σχέση του «έξω» με το «μέσα» και η διαμπερότητα στις όψεις του κτιρίου χρησιμοποιήθηκε αλουμίνιο και φυσικά το γυαλί. Χρησιμοποιήθηκε, επίσης, οπλισμένο σκυρόδεμα και το κτίριο επενδύθηκε εξωτερικά με λευκό Πεντελικό μάρμαρο, το διάσημο μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε στον Παρθενώνα, σε άλλα κτίρια της Ακρόπολης καθώς και σε πολλές ακόμη αρχαίες πόλεις της Μεσογείου, αλλά έγινε και ευρεία χρήση μαρμάρων Αγίας Μαρίνης.

76

Εικόνα 27. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 28. Πρεσβείας.

Το αίθριο της Αμερικανικής

38, 40. Αρχιτεκτονική, έτος Α´, τ. 6, 1957, σ. 27-34 39. Στις αρχές Ιουλίου 1957 στην Αθήνα σε συνέντευξη τύπου για το νέο κτίριο της πρεσβείας των ΗΠΑ


Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στόχος του νέου κτιρίου της Πρεσβείας σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα ήταν να αποτελεί ένα δημοκρατικό κτίριο. Τον συγκεκριμένο στόχο προσπάθησαν να το πετύχουν μέσω της ευρείας χρήσης του λευκού χρώματος του Πεντελικού μαρμάρου και μέσω του σχεδιασμού, δηλαδή μέσω της διάνοιξης ενός μεγάλου τμήματος του ισογείου προς την κύρια είσοδο, επιτρέποντας στον επισκέπτη την θέα προς το αίθριο. Παρατηρούμε ακόμα, πως η χαμηλή κάλυψη του οικοπέδου, ασυνήθιστη για τα αθηναϊκά δεδομένα, επέτρεψε την ενδιαφέρουσα διαμόρφωση του ελεύθερου χώρου, όπως το υγρό στοιχείο που τοποθέτησε ο Gropius στην κύρια είσοδο και στην αυλή για να δημιουργήσει σημεία στάσης, ηρεμίας και δροσιάς από τον ελληνικό ήλιο. Ο ανοιχτός, χωρίς περίφραξη περιβάλλοντας χώρος τόνιζε την πρόθεση για ένα φιλικό προς τον χρήστη κτίριο, ένα κτίριο που θα εξέφραζε το πνεύμα της δημοκρατίας και την ειρηνική διάθεση του αμερικανικού λαού. Παρόλα αυτά μετά την επίσκεψή μας στο κτίριο, καταλάβαμε πως οι μετέπειτα επεμβάσεις και περιφράξεις, αλλά και η αυστηρή φρούρηση του κτιρίου, για λόγους ασφάλειας, έκαναν την προσπελασιμότητα του πολίτη αδύνατη αναιρώντας έτσι το ανοιχτό και ελεύθερο πνεύμα που ο αρχιτέκτονας οραματιζόταν για τη σύνθεση.

Εικόνα 29. Η όψη του κτιρίου.

77


5.2

Δημαρχείο Βουλιαγμένης

Αρχιτεκτονική μελέτη: Ηλίας Παπαγιαννόπουλος Μελέτη: 1968 Κατασκευή:1969

Τ

ο δημαρχείο Βουλιαγμένης αποτελεί μία από τις πρώτες συνθέσεις του Ηλία Παπαγιαννόπουλου και κτίστηκε κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας. Το αισιόδοξο πνεύμα των δημόσιων κτιρίων του ’60 διαποτίζει το συγκεκριμένο έργο41. Έκδηλες είναι οι αναφορές στην αρχιτεκτονική του Le Corbusier. Σε κάποιο βαθμό μπορεί να χαρακτηριστεί έργο μαθητείας στον γαλλοελβετό δάσκαλο, τον οποίο ο Παπαγιαννόπουλος μελετά μετά μανίας, τόσο στα χρόνια των σπουδών του, όσο και μετέπειτα. Το κτίριο του δημαρχείου αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης μελέτης για ένα συγκρότημα δύο δημόσιων κτιρίων (δημαρχείο και αναψυκτήριο με αίθουσα παιχνιδιών) και το δημόσιο χώρο που τα αρθρώνει. Από τα δύο κτίρια κτίστηκε τελικά μόνο το δημαρχείο, ενώ η πλατεία που βρίσκεται μπροστά του διαμορφώθηκε στοιχειωδώς. Παρόλα αυτά ο ρόλος της είναι αρκετά σημαντικός και αυτό γιατί κατά την επίσκεψή μας στο κτίριο παρατηρήσαμε ότι το κτίριο οπισθοχωρεί και

78

Εικόνα 30. Η πρόσοψη του Δημαρχείου Βουλιαγμένης.

41. Ναυσικά Ευκλείδου, «Ηλίας Παπαγιαννόπουλος. Ανασυνθέτοντας τον κόσμο ενός δημιουργού», σ. 73.


Εικόνα 31. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 32. Ο χώρος υποδοχής Δημαρχείο Βουλιαγμένης.

στο

η σύνθεση λειτουργεί σαν ανοιχτή αγκαλιά προς την πόλη, κτίριο και πόλη αποκτούν ένα κοινό θύλακα ζωής και αναπνοής και μια διαλεκτική σχέση συνύπαρξης και συμβίωσης. Έτσι η στοιχειωδώς διαμορφωμένη πλατεία διαλύει τα ισχυρά όρια ανάμεσα στο δημόσιο κτίριο και την πόλη, τονώνοντας περισσότερο το δημόσιο χαρακτήρα του δημαρχείου. Η τυπολογική οργάνωση του δημαρχείου είναι αρκετά απλή και παραπέμπει στο δικαστήριο της Chandigarh, μεταπολεμικό έργο του Le Corbusier. Δύο παράλληλοι τοίχοι και ένα στέγαστρο, που δεν εφάπτεται στα τοιχώματα, ορίζουν ένα στερεό, από το οποίο εξέχει μόνο ένας μικρός όγκος στην πίσω πλευρά, που περιλαμβάνει βοηθητικές λειτουργίες. Μπαίνοντας στο εσωτερικό του κτιρίου παρατηρούμε ότι ο χώρος αναμονής του κοινού έχει διπλό ύψος, αποδίδοντας ένα αίσθημα άνεσης στις άχαρες ώρες της συναλλαγής του πολίτη με το δημόσιο. Κατανοούμε δηλαδή, ότι ο αρχιτέκτονας προσπαθεί να διατηρήσει μια κλίμακα κοντά στην ανθρώπινη διάσταση, κάνοντας τον χρήστη να νιώσει πιο οικεία όταν βρίσκεται σε αυτό, χωρίς όμως να χάσει την ταυτότητα του δημαρχειακού μεγάρου. Ο χώρος της πλατείας διαχωρίζεται από το εσωτερικό του κτιρίου μέσω ενός διάτρητου πλέγματος – σχεδόν μη όριο – καθώς επίσης, περισσότερο αποτελεσματικά, μέσω της υψομετρικής διαφοροποίησης του εσωτερικού-εξωτερικού χώρου. Η διαφάνεια που χαρακτηρίζει το διάτρητο πλέγμα εξαιτίας της ύπαρξης μεγάλων γυάλινων επιφανειών, επιτρέπει τη συνέχεια του βλέμματος στο εσωτερικό του κτιρίου. Έτσι, εξασφαλίζεται η επικοινωνία του εσωτερικού χώρου με το εξωτερικό περιβάλλον, καθιστάται αναγνώσιμη η χρήση και το περιεχόμενο του κτιρίου μέσα στην πόλη και το κτίριο παρουσιάζεται εξωστρεφές και εύκολα προσβάσιμο. Το κτίριο έχει τοποθετηθεί ψηλότερα σε ενα βάθρο, που περιορίζεται στα όρια του νοητού στερεού.

79


Δεδομένη της υψομετρικής διαφοράς, ο αρχιτέκτονας οργανωνει την πορεία του πολίτη, ο οποίος μεταβαίνει στην είσοδο του κτιρίου μέσω μιας ράμπας με ήπια κλίση. Υποθέτουμε ότι το μεγάλο μήκος της ράμπας ενόχλησε, διότι όριζε υποπεριοχές στο χώρο της πλατείας, και για αυτο το λόγο μετά από λίγα χρόνια η ράμπα αντικαταστήθηκε από σκαλοπάτια. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι το κτίριο έχει τοποθετηθεί ψηλότερα σε ένα βάθρο δυστυχώς έκανε την προσπέλαση των ΑΜΕΑ στο εσωτερικό του δημαρχείου αδύνατη. Η επιλογή της ράμπας παραπέμπει και πάλι στο Le Corbusier και στο δικαστικό μέγαρο της Chandigarh, όπου ο πολίτης ακολουθεί μια ορισμένη πορεία ανάμεσα σε υδάτινες επιφάνειες. Ο συμβολισμός που επιδίωξε ο αρχιτέκτονας είναι εμφανής, τόσο στην οργάνωση της πορείας του επισκέπτη, όσο και στην συνολική σύνθεση του κτιρίου, για το οποίο επιθυμεί να είναι ένα κτίριο ανοιχτό στην πόλη και στους πολίτες. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί η τοιχογραφία που επεξεργάστηκε ο ίδιος ο αρχιτέκτονας για την είσοδο του κτιρίου.42

Εικόνα 33. Πλάγια όψη του Δημαρχείου.

42. Το δημαρχείο Βουλιαγμένης αποτελεί δείγμα της τάσης του αρχιτέκτονα για ολοκληρωτικό σχεδιασμό, που περιλαμβάνει δηλαδή την ενσωμάτωση ζωγραφικών και γλυπτικών συνθέσεων ως ισότιμα του αρχιτεκτονικού κελύφους.

80


5.3

Δικαστικό Μέγαρο Λιβαδειάς

Αρχιτεκτονική μελέτη: Τ. Μπίρης, Δ. Μπίρης, Η. Παπαγιαννόπουλος Σύμβουλος αρχιτέκτων : Ιωάννης Δεσποτόπουλος Μελέτη: 1968 Κατασκευή : 1978

Τ Εικόνα 34. Προοπτική απεικόνιση ΔΙκαστικού Μεγάρου Λιβαδειάς.

του

ο 1966 ο Δεσποτόπουλος δίνει την ανάθεση για το σχεδιασμό του Δικαστικού Μεγάρου Λιβαδειάς στους μαθητές του Τάσο και Δημήτρη Μπίρη και Ηλία Παπαγιαννόπουλο, ενώ ο ίδιος παραμένει στην μελέτη ως σύμβουλος και μόνο στα πρώτα στάδια ανάπτυξης της ιδέας. Οι αρχιτέκτονες επιχειρούν να διαμορφώσουν στην εικόνα, αλλά και στην ουσία του, ένα κτίριο προσιτό στον πολίτη, ανοιχτό στην πόλη, στο μέτρο του ανθρώπου, αντιμνημειακό. Ως πρόθεση, ο σχεδιασμός διαπνέεται από το συλλογικό όραμα των αρχιτεκτόνων της άνοιξης του ’60, που αναζητούν τον εξανθρωπισμό του ελληνικού δημόσιου κτιρίου. Το μεταπολεμικό αυτό δικαστικό μέγαρο άφησε ένα έντονο στίγμα στην επόμενη περίοδο ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους για την κατάκτηση κοινών στόχων, την δημιουργία δηλαδή μιας αρχιτεκτονικής που αναγνωρίζεται ως ελληνική, η οποία ανιχνεύει με ιδιαίτερη ευαισθησία τα φυσικά και

81


πολιτιστικά χαρακτηριστικά του τόπου με μια ευρύτερη ανθρωπολογική και κοινωνική επεξεργασία. Από τις αρχικές προσεγγίσεις παρατηρείται η διάκριση δύο ενοτήτων στο συγκρότημα . Η αρχική ιδέα αναπτύσσεται πάνω στο πνεύμα και τη χωρική διάταξη της αρχαιοελληνικής Αγοράς43, η οποία συμπυκνώνει την ιδεολογία του Δεσποτόπουλου για το ρόλο ενός δημόσιου κτιρίου στη σύγχρονη εποχή. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, τα δημόσια κτίρια συμβάλλουν ως «ιδεολογικοί πυρήνες» στη διαμόρφωση τη αστικής συνείδησης των πολιτών. Η μελέτη παίρνει την οριστική της μορφή στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Διατηρείται η διάκριση σε δύο λειτουργικές ενότητες, ο χώροι, ωστόσο πλέον διατάσσονται με βάση ένα ενιαίο ορθογωνικό σύστημα αξόνων ελεύθερο από το μη κανονικό περίγραμμα του οικοπέδου. Με άλλα λόγια, στο στρεβλό οικόπεδο δεν ακολουθήθηκαν οι οικοδομικές γραμμές, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ευκαιρίες ακάλυπτων υπαίθριων χώρων, χωρίς να καταργείται η εσωτερική γεωμετρική νομοτέλεια της κατασκευής. Μελετώντας τα σχέδια του Δικαστικού Μεγάρου παρατηρήσαμε, ότι κάθε λειτουργική ενότητα αναπτύσσεται γύρω από ένα μεγάλο «κενό», ένα χώρο συγκέντρωσης, έχοντας την έντονη συμβολική σημασία του κοινωνικού πυρήνα στο δημόσιο κτίριο. Στην πρώτη ενότητα, ο κεντρικός υπαίθριος χώρος της Αγοράς μετατρέπεται σε μία στεγασμένη, φωτεινή, πολυώροφη πλατεία, που παραλαμβάνει την είσοδο του κοινού, ενώ γύρω της διατάσσονται οι αίθουσες για την ακροαματική διαδικασία. Η πλατεία αυτή καλύπτεται από ένα κορμπυζιανής επιρροής μπετονένιο παραβολοειδές κέλυφος, το οποίο καθιστά το κτίριο του δικαστικού μεγάρου ένα νέο τοπόσημο στην παραδοσιακή επαρχιακή πόλη44. Στη δεύτερη ενότητα, οι χώροι διατάσσονται περιμετρικά ενός ανοιχτού αιθρίου. Όπως παρατηρούμε, οι μελετητές διατήρησαν το βασικό

82

Εικόνα 35. Κάτοψη.

43. Πολλές πληροφορίες για την συνεργασία των μελετητών με τον καθηγητή Ι.Δεσποτόπουλο προέρχονταν από συζήτηση με τον Τάσο Μπίρη, ο οποίος επισήμανε την προσήλωση του Δεσποτόπουλου στη διάταξη του κτιρίου στα όρια του οικοπέδου, περιμετρικά ενός μεγάλου υπαίθριου δημόσιου χώρου, ως Αγορά. 44. Σύμφωνα με αναφορές του Τ.Μπίρη, μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του κτιρίου, το στέγαστρο της πλατείας ξεσήκωσε αντιδράσεις στην τοπική κοινωνία λόγω της αντισυμβατικής μορφής του, που μάλιστα οδήγησαν τους μελετητές στα δικαστήρια.


Εικόνα 36. Προοπτικό σκίτσο του κτιρίου από ψηλά.

45. Από το συνοδευτικό κείμενο στον κατάλογο ΧΙΧ Διεθνούς Έκθεσης Αρχιτεκτονικής La Triennale di Milano (1996), σ. 118. Το κτίριο παρουσιάστηκε στην ενότητα που εστίαζε στους μεταβατικούς χώρους.

χαρακτηριστικό της κεντρικής ιδέας της θεώρησης του Δεσποτόπουλου. Το κύριο ενδιαφέρον, ωστόσο, στο σχεδιασμό του κτιρίου εστιάζεται στον τρόπο με τον οποίο το δημόσιο κτίριο θα μπορέσει να ενσωματωθεί στην καθημερινότητα μιας επαρχιακής πόλης και αντίστροφα στο πως η ζωή της πόλης και τα γενικότερα στοιχεία του περιβάλλοντος θα διεισδύσουν στο εσωτερικό του δικαστικού μεγάρου. Ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται απο τους αρχιτέκτονες «στο πλησίασμα»45. Στο πλαίσιο αυτό, η ιδέα της μελέτης συμπεραίνουμε ότι βασίζεται στο σχεδιασμό ενός διαφανούς κτιρίου, μέσω της διαχείρισης των εξωτερικών ορίων του, αλλά και την οργάνωση της τομής, με τέτοιο τρόπο ώστε στο χώρο μεταξύ των όγκων των αιθουσών και τα πλευρικά υαλοπετάσματα του καμπύλου στεγάστρου της εσωτερικής αυλής να εμφανίζονται εικόνες της πόλης, όπως το βουνό και το μοναστήρι. Όσο αφορά στα εξωτερικά όρια της σύνθεσης, κυριαρχεί η προσπάθεια διάλυσης της συμπαγούς μορφής, το «άνοιγμα» στην πόλη και στο περιβάλλον. Παράλληλα, ιδιαίτερη προσοχή αποδίδεται στην περιοχή της εισόδου, όπου εντοπίζουμε ένα εσωτερικό πεζόδρομο ο οποίος οργανώνεται παράλληλα στο συμβατικό πεζοδρόμιο που περιβάλλει το κτίριο. Ο εσωτερικός πεζόδρομος, ένα είδος ανηφορικής ημι-υπαίθριας στοάς, ενισχύει την προσπελασιμότητα του κτιρίου αφού παραλαμβάνει την κίνηση από την πόλη επιτρέποντας την σταδιακή διείσδυση στη στεγασμένη πλατεία ή στον δικηγορικό σύλλογο. Από το πεζοδρόμιο χωρίζεται με ένα διάφανοδιάτρητο κατακόρυφο μπετονένιο πλέγμα (κλωστρά) με κορμπυζιανές αναφορές, το οποίο λόγω της διαφάνειας του επιτρέπει την διείσδυση της πόλης στο εσωτερικό του κτιρίου ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζεται η επικοινωνία και η αλληλεπίδραση του μέσα-έξω. Τέλος, αξίζει να σημειωθούν τα παρακάτω λόγια του Ηλία Παπαγιαννόπουλου, ο οποίος άσκησε έντονη

83


κριτική στις τρέχουσες σχεδιαστικές αντιλήψεις για τα κτίρια όπου ασκούνται κοινωνικές λειτουργίες, όπως η απόδοση δικαιοσύνης. Χαρακτηριστικά σημειώνουμε : «Στην περίπτωση του δικαστικού μεγάρου Λιβαδειάς το συνηθισμένο σκοτεινό χωλ που χαρακτηρίζει τα περισσότερα ελληνικά δημόσια κτίρια αντικαθίσταται από μία μεγάλη φωτεινή πολυώροφη στεγασμένη αυλή που χωρίς να χάνει τα χαρακτηριστικά του υπαίθριου χώρου προστατεύει από το κρύο και τη βροχή το πλήθος που τη γεμίζει ασφυκτικά. Η δικαστική διαδικασία ανάγεται πάντα σε μυσταγωγία που πραγματοποιείται σε χώρους με αρχαϊκά προπύλαια, μνημειώδεις σκάλες, σκοτεινούς προθαλάμους. Αρχιτεκτονικά στοιχεία που συνήθως ‘εκμοντερνίζονται’ στα σύγχρονα δικαστικά μέγαρα, διαιωνίζοντας την εικονογραφία του δέους. Πενταώροφα ραδινά μπετονένια και ντυμένα με μάρμαρο υποστυλώματα. Ο σύγχρονος ιωνικός ρυθμός, υποκουλτούρα και βαρβαρότητα. Στο δικαστικό μέγαρο της Λιβαδειάς δεν χρησιμοποιήθηκαν αυτά τα τεχνασματα. Ο εσωτερικός χώρος όπου συγκεντρώνεται ο κόσμος εξελίσσεται ελεύθερος ως τα πεζοδρόμια. Ένα διάφανο κατακόρυφο μπετονένιο πλέγμα τον χωρίζει από τον κεντρικό δρόμο. Ένας εσωτερικός πεζόδρομος διοχετεύει την καθημερινή ζωή των γύρω δρόμων και της πλατείας μέσα από το σώμα του ίδιου του κτιρίου, αναιρώντας στο μέτρο του δυνατού την αίσθηση του δέους που αναγκαστικά περιέχεται σε αυτή καθεαυτή τη δικαστική λειτουργία.»46

Εικόνα 37. Κατόψεις των ορόφων του Δικαστικού Μεγάρου.

Εικόνα 38.

Πλάγιες όψεις του κτιρίου.

46. Δικαστικό Μέγαρο Λιβαδειάς, δημοσίευση στα Αρχιτεκτονικά Θέματα, τόμος 15, σ. 184, 1981.

84


5.4

Δημαρχείο Κορίνθου

Αρχιτεκτονική μελέτη: Β.Απέργης, Κ.Λάμπρου, Ν.Μάρδα, Ε.Μαρκίδου, Κ. Μωραΐτη Μελέτη:1982-1985 Κατασκευή: 1985-1993

Η Εικόνα 39. Η όψη του Δημαρχείου Κορίνθου από την πλευρά του δρόμου.

μελέτη του δημαρχείου Κορίνθου αντιστοιχεί στο πρώτο βραβείο του αντίστοιχου Πανελλήνιου Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού, που ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1982. Η μελέτη εφαρμογής του κτιρίου ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 1985 και η κατασκευή του μια οκταετία μετά, δηλαδή την άνοιξη του 1993. Μέσα από την ανάλυση των σχεδίων του δημαρχείου συμπεραίνουμε ότι η πρόταση για το δημαρχείο Κορίνθου αναπτύσσεται με κεντρικό συνθετικό στοιχείο τη δημιουργία ενος κεντρικού πολυόροφου εσωτερικού αιθρίου, υαλοσκέπαστο στην οροφή και ανοιχτό περιμετρικά από τους γύρω ορόφους. Παρατηρήσαμε ότι οι διαστάσεις του αναφέρονται σε ομάδες συναλλασσόμενου κοινού και όχι στην κλίμακα

85


του μεμονωμένου επισκέπτη, έχοντας ως αποτέλεσμα το κενό αυτό να αντιστοιχεί στην αντίληψη του εσωτερικού δημόσιου χώρου και της κοινόχρηστης καρδιάς του κτιρίου. Το κεντρικό εσωτερικό αίθριο προσπαθεί τόσο να συλλάβει την αντίληψη του δημόσιου χαρακτήρα του εσωτερικού χώρου, όσο και να εξασφαλίσει την οπτική επικοινωνία των ορόφων που πρέπει να δηλώσουν την λειτουργία τους στο κοινό. Το αίθριο αποτελεί ένα τμήμα υπαίθριου δημόσιου αστικού χώρου, χώρου συνεύρεσης, συναλλαγής και αναγνώρισης των πολιτών, το οποίο αποσπάστηκε από το τμήμα της πόλης και περιβλήθηκε από κτιριακούς χώρους, διατηρώντας όμως την ανάμνηση της πρώτης του ταυτότητας, με την χρήση γυάλινης οροφής και κατά συνέπεια με την παρουσία του ουρανού. Ένα χρηστικό πλεονέκτημα που προσφέρει το αίθριο με την χρήση γυάλινης οροφής είναι η δυνατότητα φωτισμού των κτιριακών χώρων όχι μονάχα από την εξωτερική τους περίμετρο, αλλά και εσωτερικά από το κενό της σύνθεσης, βελτιώνοντας έτσι την λειτουργία των γραφείων. Τέλος, το κεντρικό αίθριο συνδέεται με την κατακόρυφη επικοινωνία των ορόφων, αφού στη μία πλευρά του αναπτύσσονται το κλιμακοστάσιο και οι ανελκυστήρες. Πέρα από το αίθριο, παρατηρήσαμε ότι ο δημόσιος χαρακτήρας του κτιρίου δηλώνεται και εξωτερικά από την απόσπαση μεγάλων τμημάτων του όγκου στην περιοχή της στοάς του ισογείου. Έτσι, ο περιμετρικός δακτύλιος των γραφειακών χώρων διασπάται και επιτρέπει να προβληθούν προς το κοινό οι χώροι ακριβώς που χαρακτηρίζονται από εντονότερη δημόσια παρουσία. Εξωτερικά, επίσης, εντοπίζουμε ένα σύστημα από υπαίθριες κλίμακες που ενισχύει την προσπελασιμότητα του δημαρχειακού μεγάρου, αφού επιτρέπει την ελεύθερη πρόσβαση στους ορόφους, και οροθετεί τη σχέση δρόμου και εξωτερικού υπαίθριου

86

Εικόνα 40.

Σύστημα υπαίθριων κλιμακών.


χώρου (μικρό υπαίθριο θέατρο). Τέλος, η στοά στο ισόγειο αποτελεί ένα εργαλείο που χρησιμοποιούν οι συνθέτες για να εντάξουν στον κτιριακό όγκο την αστική κίνηση κατευθύνοντας την προς το εσωτερικό του δημαρχείου ή προς το εξωτερικό κλιμακοστάσιο, να διοχετεύσουν την ζωή της πόλης στο «ψαχνό» του δημαρχείου και να διαλύσουν τα ισχυρά όρια του κτιρίου με την πόλη. Παρατηρήαμε επίσης, ότι το δημαρχείο δεσπόζει στη γωνία της κεντρικής πλατείας της Κορίνθου με τη στενή πλευρά. Ήταν σχεδόν αδύνατον να τοποθετηθεί η κεντρική είσοδος στην πλευρά της πλατείας. Αυτό το γεγονός οδήγησε στη δημιουργία πλάγιας στοάς η οποία με τη διεύρυνσή της στην πλευρά της πλατείας τονίζει ακόμα περισσότερο τον άξονα Δημαρχείου - πλατείας και δημιουργεί μια πλευρική υπαίθρια κίνηση.

Εικόνα 41. Σχέδιο της πρόσοψης του Δημαρχείου Κορίνθου.

87


5.5

Δημαρχείο Θεσσαλονίκης

Αρχιτεκτονική μελέτη : Τ. Μπίρης, Δ. Μπίρης, Α. Δημοπούλου, Κ. Σαΐτη, Γ. Σταθόπουλος, Α. Χριστοδουλέα Μελέτη: 1987-2002 Κατασκευή: 2010

Τ

ο Δημαρχείο Θεσσαλονίκης αποτελεί πρόταση που απέσπασε το πρώτο βραβείο σε πανελλήνιο διαγωνισμό το 1987. Η σύνθεση αυτή μετά από περιορισμένη αναμόρφωση το 2002 υλοποιήθηκε το διάστημα 2005-2010. Πρόθεση των αρχιτεκτόνων ήταν μία συμβολική ένταση. Όχι η ένταση της επιβολής του ανώτερου προς το κατώτερο, αλλά εκείνη της συγκροτημένης δημοκρατικής συλλογικότητας των πολιτών. Και αυτή δεν χρειάζεται ταπεινοφροσύνη ούτε στην συμπεριφορά της ούτε στην αισθητική του χώρου. Αντίθετα, χρειάζεται να ενισχύει την αξιοπρέπεια και τη διεκδικητικότητα του πολίτη για αυτονόητες ποιότητες της ζωής και της αρχιτεκτονικής που πρέπει να ανήκουν σε όλους. Κατά την επίσκεψή μας στο δημαρχείο, παρατηρήσαμε ότι το κτίριο διαθέτει έντονα εξωστρεφή

88

Εικόνα 42. Η κεντρική είσοδος μέσω της πλατείας στο κτιριακό συγκρότημα του Δημαρχείου Θεσσαλονίκης.


Εικόνα 43. Κάτοψη του κτιριακού συγκροτήματος και των υπαίθριων χώρων.

Εικόνα 44. σαλονίκης.

Τομές του Δημαρχείου Θεσ-

συνθετική δομή, η οποία αποτελείται από τρεις παραλλήλόγραμμους όγκους σε σχήμα «Π», με έμφαση στον κεντρικό, ανοίγοντας έτσι το κτίριο προς την πόλη. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η συνολική κτιριακή μάζα επιμερίστηκε σε τρεις μικρότερες ενότητες προσαρμοσμένες στην φυσική κλίση του οικοπέδου, ώστε να χαμηλώνει σταδιακά από την πλευρά του μεγάλου ύψους του κτιρίου προς εκείνη της κύριας προσπέλασής του και το θαλάσσιο μέτωπο, όπου το κτίριο γίνεται διώροφο. Επιδίωξη της διάσπασης της κτιριακής μάζας σε τρεις μικρότερες σύμφωνα με τους συνθέτες ήταν η δημιουργία ενός κτιρίου, το οποίο θα παρουσιάζει ευανάγνωστα κατανεμημένες στον οργανισμό του τις επιμέρους λειτουργίες – χωρικές ενότητες, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο χρήστης στην αντίληψη του χώρου και να εξασφαλίζεται η ευκολότερη και γρηγορότερη εξυπηρέτηση του. Οι μελετητές προσπάθησαν να αποφύγουν την σχεδίαση ενός καταπιεστικού συμπαγούς και απάνθρωπου κτιριακού όγκου. Έτσι, το νέο κτίριο ελαφραίνει αισθητικά και λειτουργικά, καθώς διατρέχεται από άκρο σε άκρο από ένα εσωτερικό πεζόδρομο, ο οποίος εισαγει ξαφνικά τον πολίτη στην καρδιά του κτιρίου καθιστώντας έτσι το Δημαρχειακό Μέγαρο κομμάτι του καθημερινού δρομολογίου και τόπο οικείο ελεύθερης διέλευσης, επικοινωνίας και παραμονής. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι μια στοά προηγείται του εσωτερικού πεζοδρόμου, η οποία προσφέρει τοπική φυγή στο Βυζαντινό Μουσείο του Κυριάκου Κρόκου. Παρόλα αυτά η μεγάλη οπτική φυγή - άνοιγμα προς το μουσείο γίνεται από την διαφανή - τζαμένια όψη της γραμμικής πτέρυγας των γραφείων. Εύκολα μπορεί κανείς συμπεράνει κατά την επίσκεψή του στο δημαρχείο, ότι η σύνθεση είναι από παντού ελεύθερη και προσπελάσιμη μέσω του εσωτερικού πεζοδρόμου, που προαναφέρθηκε, και ενός

89


ειρηνικού αιθρίου, το οποίο αποτελεί κεντρικό συνθετικό και λειτουργικό πυρήνα της λύσης. Η μεσημβρηνή αυτή πλατεία-αυλή παίζει το ρόλο του κύριου υπαίθριου κοινωνικού χώρου που παραλαμβάνει και διοχετεύει προς κάθε κατεύθυνση την καθημερινή ζωή του δημαρχείου, αποτελώντας φυσική προέκταση του πολυώροφου εσωτερικού πεζοδρόμου και διέξοδο προς το όμορο πάρκο. Είναι, επίσης, χωνευτήρι και χώρος «εργαλείο» για κάθε είδους υπαίθριων πολιτιστικών και ψυχαγωγικών λειτουργιών και δραστηριοτήτων. Στη σύνθεση εντοπίζουμε ακόμα μία μεγάλη στεγασμένη πολυεπίπεδη αυλή, που παραλαμβάνει, εξυπηρετεί και διοχευτεύει την κίνηση του πλήθους προς τις πτέρυγες των γραφείων. Αποτελεί χαρακτηριστικό τόπο αναμονής, συζήτησης και άμεσης αναγνώρισης του κτιρίου που μπορεί να εξυπηρετήσει κάθε είδους απρόβλεπτες και περιστασιακές χρήσεις που είναι δυνατόν να προκύψουν στην λειτουργία ενός δημόσιου κτιρίου με έντονη πολιτική και κοινωνική σημασία (π.χ. γιορτές, εκθέσεις, συγκεντρώσεις). Αυτός, λοιπόν, ο ανοιχτός, πολυλειτουργικός, φιλικός προς τον πολίτη χαρακτήρας του Νέου Δημαρχείου Θεσσαλονίκης είναι που το καθιστά «ευκρινές» τοπόσημο μέσα στην πόλη, σε αντίθεση με την γνωστή μνημειακότητα που συνήθως εκπέμπουν τα δημόσια κτίρια.

90

Εικόνα 45. Το εσωτερικό κεντρικό αίθριο του Δημαρχείου.

Εικόνα 46. Άποψη του Δημαρχείου Θεσσαλονίκης μέσα στον αστικό ιστό.


_επίλογος



Επίλογος

Κ

λείνοντας αυτή την έρευνα θα ήταν σημαντικό να ανακεφαλαιώσουμε τις βασικές θέσεις που αναλύθηκαν. Βασικό αίτημα της διερεύνησής μας αποτέλεσε η ανάδειξη του δημόσιου χαρακτήρα και ειδικότερα στην περίπτωση των Ελληνικών κτιρίων διοίκησης. Αρχικά, έγινε μια προσπάθεια να παρουσιαστεί και να γίνει κατανοητή η έννοια του «δημόσιου». Εξετάστηκαν ορισμοί για το δημόσιο και το ιδιωτικό και τα χαρακτηριστικά ενός δημόσιου κτιρίου. Τα παραπάνω οδήγησαν στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχει μια απόλυτη προσέγγιση του κτιρίου, αλλά μια πιο προσωπική. Η έννοια του δημόσιου κτιρίου εξαρτάται και από την εκάστοτε προσέγγιση με την οποία γίνεται αντιληπτό. Ο κάθε μελετητής προσπαθώντας να μεταδώσει τον τρόπο σκέψης του δημιουργεί διαφορετικά εργαλεία ανάλυσης. Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τα κτίρια εξουσίας καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο δημόσιος χαρακτήρας τους επηρεάζεται τόσο από την πόλη ή το περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσονται, όσο και από τους ανθρώπους που το χρησιμοποιούν και το «ζουν». Αναλύοντας τα στοιχεία του δημόσιου κτιρίου που

93


επηρεάζουν την σχέση του με την πόλη, γίνεται φανερό πως η καλή ή η κακή σχέση που έχει ένα δημόσιο κτίριο με την πόλη εξαρτάται από την ορθή ή λαθεμένη θέση του στον πολεοδομικό ιστό ή έξω από αυτόν. Καθοριστική είναι η διαμόρφωση του ισογείου του δημόσιου κτιρίου, καθότι αυτό καλείται έστω και σε περιπτώσεις που πρόκειται για κλειστό χώρο να φέρει στοιχεία από τη δημόσια δράση της πόλης. Σημαντικοί παράγοντες στη μορφοποίηση της ισόγειας ζώνης αποτελούν οι υπαίθριοι χώροι – πλατείες και οι στοές. Οι υπαίθριοι χώροι αποτελούν ένα κοινό θύλακα ζωής και αναπνοής για το κτίριο και την πόλη, διαλύοντας έτσι τα όρια ανάμεσα στην πόλη και στο δημόσιο κτίριο. Οι στοές με την σειρά τους, τρέχουν, «τρυπούν», διαπερνούν σε βάθος το σώμα των κτιρίων και και διοχετεύουν την ζωή της πόλης στο ψαχνό τους, τονώντας τον δημόσιό τους χαρακτήρα. Τέλος, το εργαλείο της όψης επηρεάζει σημαντικά τη σχέση που θα έχει το κτίριο με την πόλη. Μια όψη ανάλογα με το πόσο κλειστή ή ανοιχτή είναι ρυθμίζει το ποσοστό επικοινωνίας του εσωτερικού χώρου με το εξωτερικό περιβάλλον. Το περίβλημα των όψεων των κτιρίων αντανακλά τη σχέση τους με τα γειτονικά. Διαπιστώσαμε ότι πολλές είναι οι φορές που στη σημερινή αστική πραγματικότητα η αντιμετώπιση του κτιρίου ως ανεξάρτητου στοιχείου μειώνει την αποτελεσματικότητα και τη συμβολή του στη σύνθεση του αστικού ιστού. Στη συνέχεια, αναζητήθηκε η σχέση που έχει το δημόσιο κτίριο με τον ανθρώπινο παράγοντα. Για να εξασφαλισθεί μια καλύτερη σχέση ανάμεσα στο κτίριο και στον άνθρωπο που έρχεται σε επαφή μαζί του αναδείξαμε ορισμένα χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά αποτελεί η προσπελασιμότητα του κτιρίου, δηλασή το πόσο ανοικτό, άμεσα προσπελάσιμο και δεκτικό είναι το κτίριο προς τον πολίτη. Η προσπελασιμότητα δεν

94


αποτελεί μια τυπική αρχή του πολεοδομικού σχεδιασμού, καθώς η ανάγκη για εξασφάλισή της είναι καθαρά ανθρωποκεντρική. Παρατηρήσαμε, επίσης, ότι η ύπαρξη πρόσθετων χρήσεων και χώρων που ικανοποιούν τις κοινωνικές ανάγκες συμβάλουν σημαντικά στη σχέση του δημόσιου κτιρίου με τον άνθρωπο. Το εσωτερικό αίθριο το οποίο συναντάται συχνά στα δημόσια κτίρια ως κεντρικός χώρος συνάθροισης και ανταλλαγής, έχει τη συμβολική σημασίατου κοινωνικού πυρήνα. Σημαντική είναι, επίσης, η κοινωνική συνεισφορά των υπαίθριων χώρων – πλατειών, οι οποίοι αποτελούν χώρους συλλογικής δράσης και ανάπτυξης κοινωνικών επαφών, καθώς και χώροι χαλάρωσης από τους έντονους ρυθμούς της πόλης. Έπειτα, αναλήθηκαν τα χαρακτηριστικά του κτιρίου τα οποία κάνουν τον άνθρωπο να νιώθεί οικεία με αυτό. Το αίσθημα της οικειότητας είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κλίμακά του κτιρίου, αλλά και με την κλίμακα των χαρακτηριστικών, τα οποία το ορίζουν. Διαπιστώθηκε πως ο αρχιτέκτονας διαμέσου των μορφών, των σχημάτων, της συνθετικής δομής και της κλίμακας που χρησιμοποιει, είτε ευσυνείδητα είτε ασυνείδητα, προκαλεί ποικίλα αποτελέσματα, όπως κτίρια με αρμονικές αναλογίες ή όχι, κτίρια που χειραγωγούν τα συναισθήματα του χρήστη και τον κάνουν να αισθάνεται σημαντικός ή όχι, ακόμα και κτίρια που δεν προκαλούν τίποτε από τα παραπάνω. Τα αρχέτυπα είναι ένας, ακόμη, παράγοντας που εντοπίσαμε και συνδέεται άμεσα με το αίσθημα της οικειότητας. Στο συλλογικό και ασυνείδητο πεδίο βρίσκεται εγκατεστημένο ένα αρχείο εικόνων. Μέσα από αυτήν την «βιβλιοθήκη» μπορεί να αντλεί «μορφές» για τη συγκρότηση του συνθετικού λεξιλογίου, επηρεάζοντας έτσι με ασυνείδητο τρόπο την σχέση του κτιρίου με τον χρήστη, αφου τον φέρνει σε επαφή με εικόνες οικείες έντονα σημασιοδοτημένες στην ατομική του μνήμη. Τέλος, η αναζήτηση του μέτρου

95


και του ρυθμού αποδίδουν μια αρμονική σύνταξη. Ο αρχιτέκτονας για να προκαλέσει το αίσθημα της οικειότητας θα πρέπει να δημιουργήσει σχέσεις ικανές για να αναδείξει την πνευματικότητα και την καθαρότητα της σύνθεσης, όπως και στο ανθρώπινο πρόσωπο, του οποίου οι αρμονικές σχέσες μεταξύ των μερών είναι εκείνες που καθορίζουν το «συν – μετρικά ωραίο». Όλα τα παραπάνω προσπαθήσαμε να τα τεκμηριώσουμε μέσω της επιλεκτικής παρουσίασης ελληνικών δημοσίων κτιρίων διοίκησης. Είναι αντιληπτό πως η βελτίωση της εικόνας και της λειτουργίας του δημόσιου κτιρίου είναι ικανή να παρασύρει, να ενθαρρύνει τους πολίτες να εμπλακούν, να δραστηριοποιηθούν εντός του, γεγονός που θα τόνωνε τη ζωτικότητα και την ενέργεια του πεδίου και θα ενίσχυε το ρόλο του ως φορέα δημόσιας ζωής. Στην κατεύθυνση αυτή ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός σε συνεργασία και με άλλα επιστημονικά πεδία (τεχνολογιία, κοινωνικές επιστήμες) μπορεί να γεννήσει ιδέες και να παράγει έργο που θα μεταμορφώσει την εικόνα και θα αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον του κοινού για ένα σχηματισμό τόσο παλιό και τόσο σημαντικό για τη ζωή της πόλης και των πολιτών της, δηλαδή για το δημόσιο κτίριο.

96


_περίληψη



Περίληψη

Σ

την παρούσα εργασία εξετάζονται τα ‘κτίρια εξουσίας’, δηλαδή τα κτίρια δημόσιας διοίκησης και δικαιοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, τα κτίρια αυτά είναι δημαρχιακά μέγαρα, νομαρχιακά μέγαρα, υπουργεία, κτίρια πρεσβείας και δικαστικά μέγαρα. Μέσα από αυτή τη μελέτη έγινε προσπάθεια για κατανόηση του χαρακτήρα των δημόσιων κτιρίων. Ο κάθε μελετητής προσπαθώντας να μεταδώσει τον τρόπο σκέψης του δημιουργεί διαφορετικά εργαλεία ανάλυσης, δηλαδή δεν υπάρχει μια απόλυτη - τελική προσέγγιση του δημόσιου κτιρίου, αλλά μια πιο προσωπική. Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε το δημόσιο χαρακτήρα των κτιρίων εξουσίας παρατηρήσαμε ότι αυτός επηρεάζεται άμεσα τόσο από την πόλη ή το περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσονται όσο και από τους χρήστες τους. Έτσι, αναλύθηκαν οι παράγοντες που επηρεάζουν τη σχέση του κτιρίου με την πόλη όπως η θέση του δημόσιου κτιρίου μέσα στον πολεοδομικό ιστό ή έξω από αυτόν, η διαμόρφωση της ισόγειας ζώνης του, η ύπαρξη ή η απουσία κεντρικού αιθρίου και ο σχεδιασμό των όψεών του. Στη συνέχεια, περιγράφηκαν τα χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τη

99


σχέση του δημόσιου κτιρίου με τον άνθρωπο, όπως η προσπελασιμότητά του, οι πρόσθετες χρήσεις του, η ύπαρξη ή η απουσία χώρων που καλύπτουν τις κοινωνικές ανάγκες των χρηστών και το αίσθημα της οικειότητας που πηγάζει από το δημόσιο κτίριο. Όλα τα παραπάνω προσπαθήσαμε να τα τεκμηριώσουμε μέσω της επιλεκτικής παρουσίασης ελληνικών δημοσίων κτιρίων διοίκησης. Η επιλογή αυτή έγινε γιατί θεωρήθηκαν πως αποτελούν τα σημαντικότερα και βασικότερα παραδείγματα που πρέπει να ληθφούν υπ’όψιν όταν αναφερόμαστε στα κτίρια εξουσίας στην Νεοελληνική αρχιτεκτονική.

100


Abstract

In this paper we examine the 'buildings of power', in other words the buildings of public administration and justice. More specifically, these buildings are mayor's mansions, prefectural mansions, ministries, embassy buildings and courthouses. Through this study an attempt was made to understand the character of public buildings. Each scholar trying to convey his way of thinking creates different analysis tools, that is, there is no absolute - final approach to the public building but a more personal one. In our attempt to understand the public character of greek administration buildings, we have noticed that it is directly affected by both the city or the environment in which they are integrated and by their users. Thus, the factors that influence the relationship of the building with the city, such as the location of the public building inside or outside the urban fabric, the formation of its ground zone, the existence or absence of a central atrium and the design of its faces were analyzed. The features that affect the public-to-man relationship, such as the accessibility of the building, its additional uses, the existence or absence of spaces that meet the social

101


needs of the users and the sense of intimacy stemming from the public building. All of the above, we tried to document them through the selective presentation of Greek public administration buildings. This choice was made because they were considered to be the most important and essential examples to be taken into account when referring to the 'buildings of power' in Modern Greek architecture.

102


_παράρτημα



Αθηναϊκό Μέγαρο ΟΔΕΠ

Αρχιτεκτονική Μελέτη: Πάτροκλος Καραντινός Μελέτη: 1952 Κατασκευή: 1961

• Το 1952 ο Πάτροκλος Καραντινός θα μελετήσει το Μέγαρο Οργανισμού Διοίκησης και Διαχείρησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας στο οικοδομικό τετράγωνο που σχηματίζουν οι οδοί Μητροπόλεως, Βουλής, Απόλλωνος και Πεντέλης στην Αθήνα.

Εικόνα 47. Τυπική κάτοψη ορόφου

• Ο αρχιτέκτονας αρχικά προέβλεπε τον διαχωρισμό του Μεγάρου σε δυο τομείς με ιδιαίτερα κλιμακοστάσια και αναβατήρες, διαμέσου μιας εσωτερικής στοάς συμμετρικά κάθετη στον κύριο επιμήκη άξονα της Μητροπόλεως - Απόλλωνος. Στην τελική εκδοχή η κεντρική είσοδος τοποθετείται στην Μητροπόλεως, οι χώροι ενοποιούνται και τα γραφεία παρατάσσονται κατά μήκος της οικοδομικής γραμμής, ενώ παραμένει ο εσωτερικός περιμετρικός διάδρομος των ορόφων και οι δύο εσωτερικοί πυρήνες των κλιμακοστασίων και των αναβατήρων.

105


• Από τη λεία επιδερμίδα της οπτικά διάτρητης προτεταμένης κύριας όψης, ο Καραντινός περνά στην πιο ανάγλυφη οριζοντιότητα των πλευρών επί των οδών Βουλής και Πεντέλης, με επιμήκη προστεγάσματα των οποίων οι ακμές χαράσουν περιμμετρικά το κτίριο. Τέλος, η όψη στην Απόλλωνος διαμορφώνεται κλιμακωτή για τον ορθογωνισμό των γραφείων. Παντού κυριαρχούν τα υαλότουβλα, ένα υλικό του οποίου τις πλαστικές και λειτουργικές ιδιότητες ο Καραντινός ανακάλυψε μεταπολεμικά και εφάρμοσε εκτεταμένα. • Η κριτική για τη συγκεκριμένη σύνθεση υπήρξε ομόφωνα αρνητική, όχι τόσο για τη μορφή του κτιρίου όσο για τη μεταχείρηση του προϋπάρχοντος ναού. Το Μέγαρο ΟΔΕΠ χαρακτηρίστηκε το κτίριο όπου οι αρχές, τα πρότυπα και τα εφόδια του αρχιτέκτονα-καθηγητη Πάτροκλου Καραντινού τον πρόδωσαν. Απαράδεκτη χαρακτηρίστηκε η αντιμετώπιση του θρησκευτικού μνημείου, πρόκειται για τον μικρό ναό ο οποίος διατηρείται σαν αναγκαίο κακό στη στοά του κτιρίου, καπελωμένος από τον μοντέρνο όγκο, προκειμένου να εξαντληθεί ο συντελεστής δόμησης. Η παραπάνω αυτή λειτουργική λύση δεν διαφέρει από πολλές από τις συμμετοχές του πανελλήνιου διαγωνισμού του 1939. Ταυτόχρονα, όλες ανεξαιρέτως οι προπολεμικές μελέτες αντιμετωίπιζαν το πρόβλημα της Αγίας Δύναμης με τον ίδιο τρόπο αναπτυσσόταν σε όλο το οικοδομήσιμο τραπεζοειδές γήπεδο και κάλυπταν με τον όγκο τους ολοκληρωτικά την εκκλησία. Κανείς δεν κατάφερε να επινοήσει μία εναλλακτική λύση για το συγκεκριμένο θέμα που θα αποτελούσε ακόμα και σήμερα μία άσκηση-πρόκληση, ιδιαίτερα αν παρέμεναν ως έχουν τα δεδομένα του κτιριολογικού προγράμματος.

106

Εικόνα 48. Ο προϋπάρχον ναός στη στοά του κτιρίου.


Δικαστικό Μέγαρο Λάρισας

Αρχιτεκτονική Μελέτη: Πάτροκλος Καραντινός Μελέτη: 1963 Κατασκευή: 1967

• Το Δικαστικό Μέγαρο Λάρισας αποτελεί τη μία από τις δύο συνθέσεις με τις οποίες ο Πάτροκλος Καραντινός ολοκλήρωσε τη θητεία του στη βόρεια Ελλάδα. Μέσω του δικαστικού μεγαρου ο αρχιτέκτων-καθηγητης επαναφέρει αυτούσιο το ήθος του μοντέρνου σε μία ανανεωμενη μεταπολεμική εκδοχή λεκορμπουζιανής προέλευσης. Εικόνα 49. Η πρόσοψη του κτιρίου.

• Το κτίριο το χαρακτηρίζει η αισθητική μιας λεκορμουζιανής πρόθεσης που είχε βρει πολυάριθμους και πρόθυμους αποδέκτες στην Ελλάδα, όμως δεν εγκαταλείπεται η επιδίωξη της «αντιπροσωπευτικότητας» του δημοσίου κτιρίου με αποτέλεσμα την ομοιόμορφη διάταξη των πλευρικών όψεων και το μνημειακό πρόστυλο του κύριου μετώπου.

107


• Οι υπηρεσίες του μεγάρου φιλοξενούνται στο ισόγειο και στους τέσσερις ορόφους μιας άψογης συμμετρικής κάτοψης με άξονα κάθετο στην όψη της εισόδου.

• Η ομοιομορφία των οριζόντιων ανοιγμάτων της όψης της εισόδου διακόπτεται από τα δύο επιμήκη brise-soleil που λύνουν το πρόβλημα της ηλιοπροστασίας στους ανώτερους ορόφους και ταυτόχρονα συνθέτουν μαζί με το δωδεκάστυλο πρόστυλο την εξωτερική επιδερμίδα του κτιρίου.

Εικόνα 50. Κατόψεις του κτιρίου.

Εικόνα 51. Η κύρια είσοδος του Δικαστικού Μεγάρου.

108


Δημαρχείο Λάρισας

Αρχιτεκτονική Μελέτη: Ν. Δεσύλλας – Α. Λαμπάκης Μελέτη: 1966 Κατασκευή: 1968

• Το μαρμαρεπένδυτο Δημαρχείο Λάρισας που ανεγέρθηκε στο συνεχές οικοδομικό σύστημα διαφοροποιείται υφολογικά από τις κτιριολογικές λύσεις του γραφείου. Ο μορφολογικός συγκρητισμός είναι το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα αυτού του έργου. Εικόνα 52. Λάρισας.

Το κτίριο του Δημαρχείου

• Τυπικά στοιχεία του Διεθνούς Στυλ, όπως η μαρμαρεπένδυση και η εκτεταμένη χρήση υαλοπινάκων, εξημερώνουν τον κάναβο και τις προστατευτικές περσίδες των όψεων που παραπέμπουν στο μπρουταλιστικό ιδίωμα του Le Corbusier.

109


• Η γωνιακή στοά του ισογείου έχει μεγαλύτερη σχέση με το αστικό παρελθόν αυτού του αρχιτεκτονικού τύπου από ότι με τη μοντέρνα πιλοτή.

Εικόνα 53. Δημαρχείου.

110

Η είσοδος στο κτίριο του


Αγγλική Πρεσβεία στην Αθήνα Αρχιτεκτονική μελέτη: E. Bedford Συνεργάτες: Ιωάννης Αντωνιάδης, Ευάγγελος Βασιλειάδης Μελέτη: 1967 Κατασκευή: 1969

• Η Bρετανική Πρεσβεία είναι ένα από τα ελάχιστα μοντέρνα κτίρια διπλωματικών αντιπροσωπειών της Aθήνας και το δεύτερο σε σημασία μετά την Πρεσβεία των H.Π.A. Πρόκειται για τυπικό δείγμα του διεθνούς μπρουταλιστικού ρεύματος της δεκαετίας του ’60, σχεδιασμένο από τον E. Bedford σε συνεργασία με τους Έλληνες αρχιτέκτονες I. Aντωνιάδη και E. Βασιλειάδη. Εικόνα 54. Πρεσβείας.

To κτίριο της Βρετανικής

• Η παρούσα σύνθεση αποτελείται από ισόγειο, μεσοπάτωμα, τέσσερις ορόφους και υπόγειο. Η ταυτόχρονη παρουσία δύο κυρίως παραγόντων δημιούργησε ειδικά κατασκευαστικά προβλήματα. Ο περιορισμένος χώρος του οικοπέδου και η ανάγκη προσπελάσεως προς τους χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων επέβαλαν την επιλογή μιας λύσης με ελάχιστο όγκο στο ισόγειο. Ο περιορισμένος κτιριακός όγκος του ισογείου περιλαμβάνει την είσοδο

111


στην ανατολική πλευρά, η οποία προφυλάσσεται από βαριές πόρτες και κιγκλιδώματα, τον πυρήνα κατακόρυφης κυκλοφορίας, βοηθητικούς χώρους και χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων, οι οποίοι επεκτείνονται και στο υπόγειο. Ο δεύτερος χώρος, όπου βρίσκεται το εμπορικό τμήμα, περιλαμβάνει χώρους υποδοχής και εκθέσεων.

• Οι γραφειακοί χώροι των ορόφων οργανώνονται κατά μήκος των δύο κύριων όψεων εκατέρωθεν του κεντρικού άξονα. Οι κύριες επιμήκεις όψεις είναι διαμορφωμένες με ορθογωνικό κάνναβο από οπλισμένο σκυρόδεμα, ενώ οι στενές του πλευρές επενδύθηκαν με Πεντελικό μάρμαρο. Τέλος, τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στο ισόγειο είναι το γκρίζο μάρμαρο Χίου, το εμφανές σκυρόδεμα, το γυαλί και το αλουμίνιο. • Ο φέρων οργανισμός είναι κατασκευασμένος από οπλισμένο σκυρόδεμα. Τα υποστυλώματα του ισογείου που βρίσκονται έξω από τον πυρήνα στηρίζουν μόνο την πλάκα του ισογείου, ενώ οι πλάκες των υπόλοιπων ορόφων είναι πρόβολοι και στηρίζονται στους πυρήνες του κτιρίου, οι οποίοι κατασκευάστηκαν από προεντεταμένο σκυρόδεμα

112

Εικόνα 55. Κάτοψη του κτιρίου.


Νέα Πτέρυγα Υπουργείου Εξωτερικών

Αρχιτεκτονική Μελέτη: Ιωάννης Βικέλας Μελέτη: 1971 Κατασκευή: 1973-1978 • Η σύγχρονη αυτόνομη πτέρυγα του Υπουργείου Εξωτερικών βρίσκεται ανάμεσα στις οδούς Βασιλίσσης Σοφίας, Ζαλοκώστα και Ακαδημίας και σε μία απόσταση μόλις έξι μέτρων από την κυρίως πλαϊνή πλευρά του νεοκλασσικού μεγάρου Συγγρού, σχεδιασμένο από τον Ε.Τσίλλερ. Η νέα Πτέρυγα ουσιαστικά θα αποτελέσει την επέκταση του υφιστάμενου λειτουργικού χώρου του παλαιού κτίσματος.

Εικόνα 56. Εξωτερικών.

To κτίριο του Υπουργείου

• Εδώ ακολουθείται το πρότυπο του Πύργου Αθηνών, θέλοντας να τονίσει τον επίσημο χαρακτήρα του κτιρίου, μέσω της αυστηρής δομής και μορφής καθώς και της ρυθμικής επανάλληψης των κατακόρυφων δομικών μέλων του σκελετού και των στοιχείων των όψεων. Έτσι, ακολουθείται πιστά η τεχνική του τοιχοπετάσματος (curtain wall), η τοποθέτηση δηλαδή αυτοφερόμενων κατασκευών από γυαλί, μάρμαρο και άλλων συμβατών υλικών

113


πάνω σε ένα αλουμινένιο σκελετό. • Η σύνθεση του Βικέλα είναι ένας ψηλός κτιριακός όγκος σε μορφή ορθογώνιου παραλληλεπίπεδου και αποτελείται από επτά τυπικούς ορόφους γραφείων και διώροφο ισόγειο σε μικρή εσοχή με φουαγιέ επισήμων από τη στενή κύρια όψη, πλάγια είσοδο προσωπικού και βιβλιοθήκη-αναγνωστήριο στον ημιώροφο, με θέαση στο φουαγιέ.

Εικόνα 57. Κάτοψη του κτιρίου,

• Χαρακτηριστική είναι, επίσης, η βαθιά εγκοπή που φέρει το οικοδόμημα ακριβώς στο ύψος της στέγης του νεοκλασσικού κτιρίου και μορφολογικά αποτελεί μια απόπειρα συσχετισμού μαζί του, αφού δημιουργεί την οφθαλμαπάτη ενός ενιαίου οικοδομικού συγκροτήματος. Ενώ, οι εσοχές στο ισόγειο και τον τελευταίο όροφο διαμορφώνουν βάση και στέψη αντίστοιχα, στο πνεύμα του κτιρίου του Τσίλλερ. • Η προσθήκη των κάθετων λευκών μαρμάρινων επενδύσεων σε συνδυασμό με το γείσο της στέψης και το μαύρο φόντο των υαλοπινάκων στόχευε έστω και μινιμαλιστικά, αφενός μεν να προβάλλει υποσυνείδητα στο θεατή εικόνες κιονοστοιχιών που απαντιόνται σε δωρικούς ναούς της ελληνικής αρχαιότητας, υπογραμμίζοντας έτσι την αρχική πρόθεση της «δωρικότητας», δηλαδή της αυστηρής και λιτής προσέγγισης στην επεξεργασία της μορφής των όψεων, αφετέρου δε να επιτύχει την αρμονική συνύπαρξη δύο τόσο ρυθμολογικά διαφορετικών κτιρίων. Τέλος, η εκλεκτική υπόμνηση του κλασικού πρότυπου στα επεξεργασμένα φατνώματα, στο γείσο της στέψης, στη στοά και την εσοχή του τρίτου ορόφου χαρακτηρίζει την προσπάθεια να είναι ένα κτίριο όσο το «δυνατόν» σύγχρονο αλλά και «κλασσικό», χωρίς όμως κιονόκρανα, παραστάδες και αετώματα.

114

Εικόνα 58. Όψη της προσθήκης, δίπλα στο παλιό κτίιριο.


Δημαρχείο Δραπετσώνας

Αρχιτεκτονική μελέτη: Γ.Δαλέζιος, Ν. Δημητριάδης, Π. Λιάκος, Σ. Παπαδόπουλος Μελέτη: 1976 Κατασκευή: 1980

Εικόνα 59. Το κτίριο του Δημαρχείου Δραπετσώνας.

• Το υστερομοντένρο αυτό κτίριο μελετήθηκε από τους αρχιτέκτονες Γιάννη Δαλέζιο, Νίκο Δημητριάδη, Πάρη Λιάκο, και Σωτήρη Παπαδόπουλο, οι οποίοι απέσπασαν το πρώτο βραβείο σε πανελλήνιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το σχεδιασμό του δημαρχείου Δραπετσώνας. Κύριος στόχος της σύνθεσης ήταν ο σχεδιασμός ενός πολυδύναμου κέντρου με πυρήνα το δημαρχείο, το οποίο θα έχει υποστήριξη από καταστήματα και οργανισμούς κοινής ωφέλειας, θα συνδέεται με την βορεινή πλατεία –όριο του εμπορικού κέντρου- και θα λειτουργεί ως μοναδικός πόλος έλξης, αναφοράς, συνάντησης και έκφρασης της περιοχής.

115


• Με βάση την παραπάνω αρχή, διαμορφώθηκε μια ελεύθερη διάταξη ισογείων σε διάφορα επίπεδα, που καταλαμβάνουν όλη την έκταση του οικοπέδου, ενώ η τοποθέτηση των άνω ορόφων, οι οποίοι καταλαμβάνουν τον κύριο όγκο του κτιρίου, γίνεται κεντροβαρικά στο οικόπεδο. Η διάταξη των στοιχείων του ισογείου και η κατάλληλη διαμόρφωση του περιβάλλοντος επιτρέπει την συνεχή εναλλαγή κινήσεων-στάσεων κατά μήκος των αξόνων προσπέλασης και από τις τέσσερις πλευρές του οικοπέδου. • Στο ισόγειο και σε διάφορα επίπεδα τοποθετούνται: ο πυρήνας εισόδου στο κτίριο, το Ληξιαρχείο , η Τράπεζα και τα καταστήματα. Μεταξύ του ισογείου και του κυρίως όγκου του δημαρχείου, μεσολαβεί ένα επίπεδο προσπελάσιμο τόσο από τον εσωτερικό χώρο του δημαρχείου, όσο και από τον έξω, με κατάλληλη συνέχιση της διαμόρφωσης των επιπέδων, όπου βρίσκονται χώροι εξυπηρέτησης του κοινού και ένα μικρό κυλικείο για τις ανάγκες του δημαρχείου, αλλά και με δυνατότητα εξωτερικής χρήσης. • Η είσοδος βρίσκεται στο πιο ζωντανό σημείο της κίνησης και μαζί με το κλιμακοστάσιο, αναδεικνύονται μορφολογικά ως έκφραση μιας αναγκαστικής πορείας, οριζόντιας και κατακόρυφης. Στον πρώτο όροφο υπάρχουν οι δημοτικές αρχές και υπηρεσίες (διοικητικές, οικονομικές, τεχνικές) και η βιβλιοθήκη με το αναγνωστήριό της, των οποίων η διάταξη είναι περιμετρική γύρω από ένα άνετο κεντρικό χωλ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ο μεγάλης χωρητικότητας λειτουργικά κυρίαρχος χώρος των κοινωνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων στον δεύτερο όροφο.

116

Εικόνα 60. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 61. Τομή του κτιρίου.


Δημαρχείο Νέας Φιλαδέλφειας

Αρχιτεκτονική μελέτη: ∆ήµητρα ∆ηµοπούλου, Κατερίνα Χριστοδουλέα, Καλλιρόη Σαΐτη Μελέτη: 1987 Κατασκευή: 1991 • Το δημαρχείο, σύμφωνα με τους αρχιτέκτονες, είναι ένα κτίριο που ενσωματώνει και προβάλλει στην πόλη διαλεκτικές σχέσεις, θέσεις και αντιπαραθέσεις, όπως το μνημειακό με το ανθρωποκεντρικό, το επίσημο με το καθημερινό, το υπαίθριο με το εσωτερικό. Το δημαρχείο υποστηρίζουν πως πρέπει να παρατίθεται δυναμικά στον ιστό της πόλης με τον όγκο του και τη μορφή του. Εικόνα 62. Όψη του Δημαρχείου Νέας Φιλαδέλφειας.

Η συνθετική δομή του κτιρίου, όπως καταλαβαίνει κανείς διαβάζοντας την κάτοψη, αναπτύσσεται πάνω σε δύο βασικούς άξονες. Ο πρώτος ορίζει το μέτωπο των κυρίως όγκων του κτιρίου, δηλαδή την αυστηρήμνημειακή όψη του δημαρχείου. Ενώ, ο δεύτερος με μορφή καμπύλης εισχωρεί υπό γωνία και ορίζει τη βασική κίνηση προς το δημαρχείο. Στο χώρο που δημιουργείται η ένωση των εξωτερικών επιφανειών των δύο παραπάνω αξόνων οργανώνεται ο

117


υπαίθριος χώρος του δημαρχείου προς τη λεωφόρο Δεικελείας (κύριος άξονας κυκλοφορίας), ο οποίος αποτελεί μεταβατικό χώρο μεταξύ της πόλης και του δημαρχείου, αφήνοντας έτσι την πόλη να διεισδύσει στη σύνθεση.

• Η διάκριση των λειτουργιών είναι σαφής. Στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο του κυρίως κτιρίου βρίσκονται οι χώροι εξυπηρέτησης του κοινού. Ο δεύτερος όροφος, ο οποίος είναι προσβάσιμος και από το εξωτερικό του κτιρίου μέσω μιας υπαίθριας κλίμακας που εφάπτεται στον καμπύλο τοίχο, λειτουργεί σαν διαχωριστική ζώνη-pilotis και είναι αξιοποιήσιμος ως χώρος αναψυχής. Στα τελευταία δύο επίπεδα βρίσκονται οι χώροι διοίκησης. Ο όγκος που ορίζεται από τον καμπύλο άξονα στεγάζει την αίθουσα συνεδριάσεων και πολλαπλών χρήσεων.

Εικόνα 63. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 64. Το καμπύλο κλιμακοστάσιο στην πρόσοψη.

118


Δικαστικό Μέγαρο Αιγίου

Αρχιτεκτονική μελέτη: Δ. Hσαΐας, Γ. Mακρής, T. Παπαϊωάννου Μελέτη: 1988 – 1993 Κατασκευή: 1993 – 2003

Εικόνα 65. Η κύρια είσοδος για το Δικαστικό Μέγαρο Αιγίου.

• Μία από τις κύριες σχεδιαστικές επιδιώξεις της συγκεκριμένης πρότασης αποτέλεσε η ανάδειξη των διαφορετικών ενοτήτων. Η σύνθεση αποτελείται από τα γραφεία, τα οποία οργανώνονται σε ένα γραμμικό όγκο, προσανατολισμένα στο βορρά και από την ενότητα των ακροατηρίων, που συντελείται από τους όγκους των αιθουσών και το χώρο του κοινού, ο οποίος στεγάζεται από μια ελαφριά κατασκευή. Ο διαχωρισμός-διάσπαση των όγκων και ο παράλληλος τονισμός των ενοτήτων διευκολύνουν στην σηματοδότηση των επιμέρους λειτουργιών και στην καλύτερη ανάγνωση του κτιρίου. Συνδετικό στοιχείο των ενοτήτων είναι οι πορείες κίνησης (οριζόντιες ή κατακόρυφες) που διαρθρώνονται ως προεκτάσεις των αντίστοιχων κινήσεων από την πόλη προς το κτίριο.

119


• Το κτίριο τοποθετήθηκε με τέτοιο τρόπο έστι ώστε να δημιουργηθεί μπροστά από αυτό μια «μικρή πλατείααυλή» στραμμένη προς τον κεντρικό δρόμο. Ο υπαίθριος αυτός χώρος βοηθά στην προβολή του κτιρίου και αποτελεί τον μεταβατικό χώρο μεταξύ της πόλης και των δικακστηρίων, είναι με άλλα λόγια η συμβολική προέκταση της ζωής της πόλης μέσα στα δικαστήρια. • Ο φωτεινός και στεγασμένος «δρόμος» στον οποίο αναφέρονται όλες οι αίθουσες των ακροατηρίων, τονίζεται και διαφοροποιείται γιατί εκτός από την λειτουργικότητα, τονίζεται και ο δημόσιος χαρακτήρας της απονομής της δικαιοσύνης. Πέρα από την διαφοροιποίηση των ενοτήτων ακολούθησε και η διαφοροιποίηση στην επιλογή των υλικών. Στο κτίριο των γραφείων το οποίο κατασκευάστηκε με κάνναβο των πέντε μέτρων προβάλλεται ο φέρων οργανισμός του, ο οποίος αφήνεται ανεπίχρηστος. Η ελαφριά κατασκευή που στεγάζει το χώρου του κοινού είναι φτιαγμένη από μεταλλικά στοιχεία και ξύλο. Τέλος, οι αίθουσες των ακροατηρίων φτιάχτηκαν από έγχρωμα τσιμεντότουβλα.

Εικόνα 66. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 67. Τομές του Δικαστικού Μεγάρου

Εικόνα 68.

120

Η φωτεινή εσωτερική στοά.


Διοικητήριο Βοιωτίας

Αρχιτεκτονική μελέτη: Τάσος Μπίρης, Δημήτρης Μπίρης, Πάνος Κόκκορης, Κώστας Γρηγοράτος, Κωστας Κωστόπουλος Συνεργάτης αρχιτέκτων: Κέλλυ Βρεττού Μελέτη: 1988 Κατασκευή: 2007 - 2010 • Η σύνθεση σχεδιάστηκε σε ένα δύσκολο οικόπεδο σχήματος “Τ”, το οποίο βρίσκεται σε ένα περιαστικό κενό ανάμεσα στην παλιά και στην νέα πόλη. Δυτικά εφάπτεται με τον ποταμό Έκρυνα και την παρόχθια ζώνη του, γεμάτη από καλαμιές και ψηλά δέντρα, με άλλα λόγια συνορεύει με ένα εξαιρετικά όμορφο φυσικό περιβάλλον.

Εικόνα 69. Βοιωτίας.

Το κτίριο του Διοικητηρίου

• Για τον κεντρικό κορμό του κτιρίου προτείνεται μια εξελισσόμενη καμπυλόμορφη και γραμμική διάταξη, όπως το ξετύλιγμα μιας κορδέλας, σε αντίστιξη με την κυματιστή κοίτη του ποταμού. Η δομή αυτή αξιοποιεί τον έντονο κατά μήκος άξονα του οικοπέδου, ενώ ταυτόχρονα αποφεύγει με ελιγμούς τον δυτικό

121


προσανατολισμό. Λόγω της χαρακτηριστικής κίνησης της διάταξης δόθηκε στο διοικητήριο ο τίτλος “φίδι” από τους κατοίκους της πόλης.

• Η δομή της κτιριακής μάζας είναι κυτταρική και ταυτοχρόνως ανεπτυγμένης πτέρυγας με έντονες εσοχές και εξοχές. Στο ισόγειο η τάξη των υπερκείμενων ορόφων διαταράσσεται καθώς από τον κεντρικό κτιριακό κορμό αποσπώνται ανεξάρτητοι κυβιστικοί όγκοι, οι οποίοι περιέχουν κονόχρηστες λειτουργίες (π.χ. είσοδος, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων κ.α.). Ο συνδυασμός αυτός γεννά την γλυπτικότητα αλλά και την δύναμη της καθαρότητας της σύνθεσης.

• Την όψη προς την εσωτερική πλατεία διατρέχει κατερχόμενη από το δώμα προς το ισόγειο μία συνεχής ημιυπαίθρια στοά ή αλλιώς μια ελεύθερη περιπατική πορεία, η οποία ενώνει τον κήπο στο δώμα με το καφέ και ταυτόχρονα γίνεται ο γραμμικός ενοποιητικός κοινωνικός πυρήνας του διοικητηρίου.

Εικόνα 70. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 71. κτιρίου.

Τρισδιάστατο μοντέλο του

Εικόνα 72. Φωτογραφία από την κεντρική είσοδο στο διοικητήριο.

122


Δικαστικό Μέγαρο Θήβας

Αρχιτεκτονική μελέτη: Θεώνη Ξάνθη, Γεράσιμος Ζακυνθινός, Θόδωρος Ανδρουλάκης Μελέτη: 1988 Κατασκευή: 1998

Εικόνα 73. Το Δικαστικό Μέγαρο Θήβας, λήψη από ψηλά.

• Η παρούσα σύνθεση κέρδισε το πρώτο βραβείο στον πανελλήνιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το σχεδιασμό του Δικαστικού Μεγάρου της Θήβας. Η πρόταση είχε δύο παράλληλους στόχους. Ο πρώτος ήταν να πραγματοποιηθεί με ακρίβεια και πληρότητα το πολύπλοκο λειτουργικό πρόγραμμα του Δικαστικού Μεγάρου. Ο δεύτερος ήταν να σχεδιαστεί ένα κτίριο που η οργάνωση και η λειτουργία του να εκφράζει την λιτότητα και την αυστηρότητα που αρμόζουν στους θεσμούς της δικαιοσύνης. Κύρια συνθετική επιλογή υπήρξε ο διαχωρισμός των λειτουργικών ενοτήτων σε διακριτούς όγκους, των οποίων η άρθρωσή τους συνθέτει το σύνολο και ακολουθεί τις κατευθύνσεις της γύρω ρυμοτομίας. Και αυτοί είναι, ο όγκος των κτιρίων των γραφείων, το επιμήκες γυάλινο στέγαστρο της στοάς των ακροατηρίων, οι μικρότεροι ορθογωνικοί όγκοι των ακροατηρίων, που αρθρώνονται γύρω από

123


το στέγαστρο, και οι δύο επιμήκες πτέρυγες των δικαστών, που αγκαλιάζουν τους μικρότερους όγκους και διαγράφουν τα αίθρια. • Κυρίαρχο στοιχείο της σύνθεσης υπήρξε η στοά, η οποία αποτελεί το χώρο του κοινού για τα ακροατήρια. Η επιλογή της στοάς με δίρριχτη στέγη έγινε γιατί θεωρήθηκε ότι αυτός ο τύπος κτιρίου, έντονα σημασιοδοτημένος και με ιστορική βαρύτητα και συνέχεια στον ελληνικό χώρο θα μπορούσε να αποδώσει την επιθυμητή ένταση και σταθερότητα. Ταυτόχρονα η οικειότητα της μορφής και τoυ χώρου της ίσως θα μπορούσε να εξισορροπήσει την καταναγκαστική και πολύπλοκη σχέση ανάμεσα στον πολίτη και την απονομή της δικαιοσύνης. Επίσης, πολύ σημαντική παράμετρος της σύνθεσης είναι ο χειρισμός της κλιμάκωσης των υπαίθριων και ημιυπαίθριων χώρων κα ο τρόπος που «εισχωρούν» στο κτίριο. • Από λειτουργική πλευρά, στην πρώτη στάθμη αναπτύσσεται η στοά, οι αίθουσες των ακροατηρίων και το κτίριο των γραφείων με λειτουργίες μεγάλης κίνησης, το ποινικό μητρώο, η υπηρεσία ανηλίκων με ξεχωριστή είσοδο και η αίθουσα συνάντησης δικηγόρων – πελατών. Στη δεύτερη στάθμη βρίσκεται το ειρηνοδικείο, το πταισματοδικείο και ο Δικηγορικός Σύλλογος με ανεξάρτητες προσβάσεις. Τέλος, στην τρίτη βρίσκονται οι υπηρεσίες του πρωτοδικείου με την πτέρυγα των δικαστών και στην τέταρτη η εισαγγελία.

124

Εικόνα 74. Κάτοψη του κτιρίου

Εικόνα 75. ‘Οψη του κτιρίου

Εικόνα 76. Το κυρίαρχο στοιχείο της σύνθεσης του Δικαστικού Μεγάρου Θήβας, η στοά.


Δημαρχείο Χολαργού

Αρχιτεκτονική μελέτη: Παντελής Χερουβείμ Μελέτη: 1978 Κατασκευή: 1999

Εικόνα 77. Το Δημαρχείο Χολαργού εκμεταλλεύεται την έντονη κλίση του οικοπέδου και ‘κρύβει’ το μεγάλο του ύψος.

• Ο Παντελής Χερουβείμ συμμετείχε με επιτυχία σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς κτιρίων γραφείων, δημαρχείων και πολιτιστικών κέντρων. Το δημαρχείο Χολαργού ήταν η πρώτη του συμμετοχή το 1978. Η συγκεκριμένη σύνθεση καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, το οποίο βρίσκεται μεταξύ δύο κύριων δρόμων (Περικλέους και Ευριπίδου) και δύο δευτερευόντων (Σύρου και Βεντούρη) και έχει έντονη κλίση προς το βορρά (10%). Το κτίριο του Δημαρχείου τοποθετείται στο βόρειο μέρος του οικοπέδου, σε επαφή δηλαδή με τους δευτερεύοντες δρόμους. Από το δρόμο της κύριας πρόσβασης το κτίριο φαίνεται χαμηλό (διώροφο), λόγω της κλίσης του οικοπέδου. Βρίσκεται δηλαδή πιο κοντά στην ανθρώπινη κλίμακα κάνοντας έτσι τον επισκέπτη να νιώθει πιο οικεία με τη σύνθεση.

125


Το κτίριο του Δημαρχείου καταλαμβάνει πολύ μικρότερο μέγεθος από το επιτρεπόμενο (καλύπτει μονάχα 942 τ.μ., ενώ η δόμηση επιτρέπεται σε επιφάνεια 2.372 τ.μ.). Το μικρό μέγεθος του κτιρίου του δημαρχείου έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγάλοι κενοί υπαίθριοι χώροι. Οι διαμορφώσεις των υπαίθριων χώρων (αμφιθέατρο, υδάτινες επιφάνειες και χώροι πρασίνου), ο προσανατολισμός τους στο νότο και τα διάφορα επίπεδα πάνω στα οποία σχεδιάστηκαν παράγουν ένα ρευστό σύστημα κινήσων-στάσεων και δημιουργούν χώρους κατάλληλους για υπαίθριες εκδηλώσεις, επεκτείνοντας έτσι τη ζωή και έξω από τους γραφειακούς χώρους. Εικόνα 78. Κάτοψη του Δημαρχείου.

• Ο δημόσιος χαρακτήρας της σύνθεσης τονίζεται περισσότερο από το άνοιγμα-πλατεία που δημιουργείται πάνω στους κύριους δρόμους. Έτσι, λόγω της τοποθέτησης του κτίρίου σε επαφή με τους δευτερεύοντες, η βασική πρόσβαση του κοινού στο κτίριο γίνεται πάντα από κύριους δρόμους. Ακόμα, οι πρόσθετες χρήσεις, πέρα από τους χώρους του Δημαρχεόυ (δημοτολόγιο, ληξιαρχείο, τεχνικές υπηρεσείες κτλ), που βρίσκει κανείς στο εσωτερικό του π.χ. θέατρο, εκθεσιακός χώρος, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και βιβλιοθήκη προτρέπουν τον πολίτη να επισκεφθεί το κτίριο και να το χρησιμοποιήσει διαφορετικά από ότι συνήθιζε.

Εικόνα 79. Τομή του κτιρίου.

Εικόνα 80. Η κεντρική είσοδος στο Δημαρχείο Χολαργού.

126


Δημαρχείο Παλαιού Φαλήρου

Αρχιτεκτονική μελέτη: Τάσος Μπίρης, Δημήτρης Μπίρης, Πάνος Κόκκορης Μελέτη: 1986 Κατασκευή: 2004

Εικόνα 81. Το κτίριο του Δημαρχείου.

• Χαρακτηριστικά στοιχεία για τη διαμόρφωση της πρότασης αποτελούν η επιθυμία του Δήμου για ένα κτίριο που αξιοποιεί συστήματα παθητικής ενέργειας και η διατήρηση μιας έντονης φυσικής βραχώδους έξαρσης που καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του οικοπέδου. Ο βράχος ενσωματώνεται λειτουργικά και αισθητικά στη σύνθεση και έτσι επιτυγχάνεται η αμοιβαία συγχώνευση φυσικών και τεχνητών στοιχείων και ένας ήπιος διάλογος με τον «φυσικό υποδοχέα».

• Η κάτοψη του κτιρίου έχει σχήμα «Γ», ανάμεσα στα σκέλη του οποίου αναπτύσσεται ένας εσωτερικός πολυώροφος κεντρικός πυρήνας. Η οροφή είναι υαλόφρακτη με εξωτερικά κινητά περσιδωτά σύστήματα με αποτέλεσμα ο χώρος αυτός να αξιοποιεί την ηλιακή ενέργεια με το σύστημα του

127


θερμοκηπίου. Ο κεντρικός πυρήνας εισάγει το πολυώροφο στεγασμένο αίθριο, ως ένα «μηχανισμό» για κυκλοφορία, χωρική ενοποίηση, δημιουργία κλίματος και διαφάνειας ή ως ένας πολυεπίπεδος, πολυλειτουργικός κεντρικός κοινωνικός πυρήνας. • Η οργάνωση του χώρου στη παρούσα σύνθεση στοχεύει στη συγκρότηση μιας αστικής εικονογραφίας με άξονα τους δημόσιους χώρους του «δρόμου» και της «πλατείας». Πέρα από το ανοιχτό αίθριο - πλατεία αλλά τυπολογικά και μορφολογικά στοιχεία που εισάγονται στη σύνθεση είναι η ευθυγράμμιση της ιδέας με τα όρια της ρυμοτομικής γραμμής, η στoά, οι δίρριχτες ή τετράρριχτες στεγάσεις, οι ελαφριές, μεταλλικές και ξύλινες, κατασκευές και η χρήση «ευτελών» υλικών όπως εμφανείς τσιμεντόλιθοι, ανεπίχριστο σκυρόδεμα και ύφασμα.

Εικόνα 82. Κάτοψη του Δημαρχείου.

Εικόνα 82. Όψη από το τρισδιάστατο μοντέλο του κτιρίου.

128


Δικαστικό Μέγαρο Τρικάλων

Αρχιτεκτονική μελέτη : Γιάννης Κίζης, Δημήτρης Λεβέντης Μελέτη: 1999 Κατασκευή: 2005-2006

Εικόνα 83. Το νέο και το διατηρητέο κτίσμα του Δικαστικού Μεγάρου Τρικάλων.

• Το διατηρητέο πέτρινο κτίσμα, που βρίσκεται απέναντι από το νέο, χαρακτηρίζεται ως ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα στρατιωτικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα και λειτουργεί τα τελευταία πενήντα χρόνια ως δικαστήριο. Όμως, οι νέες λειτουργικές ανάγκες που δημιουργήθηκαν οδήγησαν στην επέκτασή του. Κύριος στόχος της νέας σύνθεσης είναι η μορφολογική διαφύλαξη, η διατήρηση του ρόλου και η λειτουργική επιβίωση του διατηρητέου κτιρίου.

• Η νέα σύνθεση για να πετύχει τον κύριο στόχο της προσφέρει ήρεμο φόντο στο αδρό πέτρινο κτίριο και εκφράζει με σύγχρνο τρόπο το νέο δημόσιο κτίριο χωρίς να υποβαθμίζει την ακαδημαϊκή ρασιοναλιστική γραφή του ιστορικού και παραδοσιακού κτιρίου. Ένας άλλος χειρισμός που

129


επιλέχθηκε στην σύνθεση ήταν να θέσει σε ισορροπημένη συνύπαρξη τις νέες προσβάσεις και οργανωτικές χαράξεις με την υφιστάμενη είσοδο και την συμμετρική χάραξη του παλαιού κτιρίου. • Η λιτότητα και η αυστηρότητα των γραμμών της σύνθεσης προσδίδουν τον «σοβαρό» ρόλο του δημόσιου κτιρίου που αρμόζει σε ένα δικαστικό μέγαρο. Η νέα πτέρυγα αναπτύσσεται σε σχήμα «Γ» διαμορφώνοντας ένα σαφές όριο προς την πόλη, ενώ το σύνολο σε σχήμα «Π» επιτρέπει τη δημιουργία εσωτερικής αυλής, γύρω από την οποία οργανώνονται οι εσωτερικές πορείες. Στην αδρότητα των υλικών και στη λιτότητα των όγκων του παλαιού τούρκικου στρατώνα αντιπαρατίθεται η γυμνότητα του εμφανούς σκυροδέματος, του γυαλιού και των μετάλλων, οι μεγάλες διαφάνειες και οι περσιδωτές επιφάνειες, δηλαδή η μοντερνιστική ογκοπλασία ενός εντέλει «μπρουταλιστικού» κτιρίου.

• Τέλος, οι μορφολογικές αναφορές στο παλιό κτίριο συναντόνται στη γεωμετρία των πρισματικών όγκων των ακροατηρίων του ισογείου, οι οποίοι είναι σχεδιασμένοι σε διάταξη «Γ» και προβάλλουν κάτω από την επιμήκη μπάρα των γραφειακών χώρων, στην επένδυσή τους με έγχρωμο τσιμεντόλιθο, που αναφέρεται στην επιμελημένη λιθοδομή του στρατώνα με τις λαξευτές ισόδομες παραστάδες και στον ρυθμό και στη γεωετρία των ανοιγμάτων.

Εικόνα 84. Κάτοψη του νέου κτιρίου.

Εικόνα 85. Σκίτσο με τη διαδρομή για την κεντρική είσοδο του κτιρίου.

Εικόνα 86. Σκίτσο εσωτερικού χώρου του Δικαστηρίου.

130


Δημαρχείο Κορυδαλλού

Αρχιτεκτονική μελέτη: Δημήτρης Ποτηρόπουλος, Λιάνα Νέλλα - Ποτηροπούλου Μελέτη: 2006-2008 Κατασκευή: 2009-2014

• Στόχος της σύνθεσης είναι να βελτιωθεί η σχέση του δημόσιου κτιρίου με τον πολίτη και να πάψει πλέον το δημόσιο κτίριο να αποτελεί μονάχα «σταθμό διέλευσης» ανθρωπίνου δυναμικού. Ο σχεδιασμός του κτιρίου απορρέει από την ιδέα ενός ζεύγους παράλληλων πρισμάτων, τα οποία στηρίζουν ένα τρίτο, μεγάλου μήκους, εγκάρσιο όγκο, δημιουργώντας έτσι μια αγκαλιά που υποδέχεται τον πολίτη. Εικόνα 87. O υπαίθριος χώρος του Δημαρχείου Κορυδαλλού.

• Σημαντικός παράγοντας του σχεδιασμού της σύνθεσης ήταν η διάρθρωση του κτίσματος σε διακριτές ζώνες, οι πιο επίσημες και δημόσιες λειτουργίες χωροτέθηκαν στο διπλό ισόγειο όροφο, ενώ ο υπερκείμενος όγκος παρέλαβε χώρους γραφείων. Σε διάταξη «Η» το κτίριο φαίνεται σαν να επιπλέει πάνω στο αστικό τοπίο, παρόλο που συμπίπτει με τα όρια του οικοδομικού τετραγώνου.

131


• Η σύνθεση αφήνει να διαμορφωθεί ένας μεγάλος ελεύθερος χώρος-πλατεία από την πλευρά της εισόδου, όπου εκτελίσσονται εξωτερικές δραστηριότητες. Το άνοιγμα του δημαρχείου σε τόσο μεγάλη έκταση επεκτείνει τη ζωή εκτός του δημοσίου κτιρίου, προτρέπει να υπάρξουν γεγονότα έξω από αυτό και λειτουργεί διαδραστικά με τον αστικό περίγυρο, καθιστώντας έμψυχη την πόλη. Η πλατεία ως συνέχεια των υπαίθριων δημόσιων χώρων παράγει ένα ρευστό σύστημα κινήσεων, στάσεων και δραστηριοτήτων. • Το κενό-πέρασμα που δημιουργείται από την ανισοϋψή ογκοπλαστική διάταξη κατευθύνει τον πεζό προς το υπάρχον αθλητικό κέντρο και την όμορη περιοχή κατοικίας στο πίσω μέρος του κτιρίου. Η πολεοδομική αυτή παρέμβαση επιτρέπει στο δημαρχείο τη διασύνδεσή του με άλλους υπαρκτούς κόμβους του ιστού της πόλης, ενόσω οι μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις αναπτύσσουν δυναμικά πεδία, βοηθώντας έτσι να δημιουργηθεί ένα ζωηρό αστικό περιβάλλον. • Τέλος, τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν τρία υλικά, το εμφανές τούβλο, το μέταλλο και το γυαλί, φανερώνοντας την μετάβαση από το φυσικό στο χτισμένο στοιχείο (το ζεύγος των παράλληλων πρισμάτων είναι επενδυμένο με αδρά τούβλα και μοιάζει να αποτελεί συνέχεια του εδάφους) και τη μετάβαση από το συμπαγές στο διάφανές και ελαφρύ στοιχείο.

132

Εικόνα 88. Κάτοψη του κτιρίου.

Εικόνα 89. Το κενό πέρασμα που επιτρέπει τη προσπέλαση από τη μία πλευρά του οικοπέδου στην άλλη.


Δημαρχείο Γεωργιούπολης

Αρχιτεκτονική μελέτη: Αλέξανδρος Κλειδωνάς, Νικόλας Κρόκος, Γιώργος Παπαγιαννόπουλος Κατασκευή: 2011-2013

• Η σύνθεση απέσπασε το 1ο βραβείο του αντίστοιχου πανελλήνιου αρχιτεκτονικού διαγωνισμού.

• Στόχος των αρχιτεκτόνων ήταν η δημιουργία ενός ‘κέντρου’ στη σχετικά ασαφή και διάσπαρτη αστική ανάπτυξη του περιβάλλοντος οικισμού.

Εικόνα 90. Πρόπλασμα του Δημαρχείου Γεωργιούπολης.

• Το σχήμα του κτιρίου με τη γραμμική ανάπτυξή του κατα μήκος του δρόμου στο Βορρά και τη διάσπαση – άνοιγμα προς το Νότο και τα Λευκα όρη, εκφράζει την πρόθεση των συνθετών για τη δημιουργία διαλόγου με τα στοιχεία του τόπου.

133


• Η αυλή με τη στοά και ο διπλού ύψους χώρος υποδοχής ως προέκτασή της αυλής στο εσωτερικό του Δημαρχείου, συγκροτούν τον πυρήνα γύρω από τον οποίο οργανώνεται η σύνθεση.

Εικόνα 91. Φωτογραφία όψης του Δημαρχείου Γεωργιούπολης.

Εικόνα 92. Φωτογραφία του εσωτερικού του Δημαρχείου.

134


_βιβλιογραφία



Ελληνική Βιβλιογραφία

ΦΕΣΣΑ – ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΕΛΕΝΗ «Δοκίμια για τη Νέα Ελληνική Αρχιτεκτονική» , ιδιωτική έκδοση, Αθήνα, 2001. «Αρχιτέκτονες του 20ου αιώνα: μέλη της εταιρείας Ελληνική Αρχιτεκτονική Εταιρεία» , εκδόσεις Ποταμός, 2009. «Κτίρια για δημόσια χρήση στη Νεότερη Ελλάδα» , εκδόσεις Παπασωτηρίου, 1993 «Δώδεκα Έλληνες Αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου» , σε συνεργασία με τον Εμμανουήλ Β. Μαρμαρά, 2005 «Ελληνικός Αστικός Χώρος – Η κρίση της δημόσιας αρχιτεκτονικής στη σύγχρονη Ελλάδα», Απρίλιος 2003 «Π.Α. Σακελλάριος, Αρχιτέκτων», εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα 2006 ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ «Νεοελληνική Αρχιτεκτονική» , εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα, 1984. «Ιστορία της ελληνικής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας» , Τόμος Δ’ , σε συνεργασία με Ελισάβετ Σακελλαρίου, εκδόσεις Ε.Α.Π. ,Πάτρα 2001 «Μοντέρνα Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα» , εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα, 2001. ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΑΤΟΣ ΑΝΤΡΕΑΣ «Ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής, 20ος αιώνας» , εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα, 2009 «Πάτροκλος Καραντινός 1903 -1976», Διδακτορική Διατριβή, Θεσσαλονίκη 1997 «Η Αρχιτεκτονική και η Κριτική» , εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα, 2001 ΤΑΣΟΣ ΜΠΙΡΗΣ «Με τη σκέψη στην αρχιτεκτονική» , Εκδόσεις Παπασωτηρίου, Αθήνα, 1999

137


«Αρχιτεκτονικής σημάδια και διδάγματα», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1996 «Τάσος Μπίρης - Δημήτρης Μπίρης: Αρχιτεκτονική», Εκδόσεις Παπασωτηρίου, Αθήνα , 2011 ΤΟΥΡΝΙΚΙΩΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ «Ιστοριογραφία της μοντέρνας αρχιτεκτονικής» , εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2002. «Η αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή» , εκδόσεις FUTURA, Αθήνα, 2006.

ΚΟΣΜΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ, «Έλληνες Αρχιτέκτονες» , εκδόσεις ΕΔΗΛ, Αθήνα, 2003. ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ, «Ελλάδα – Αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα» , εκδόσεις Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής και Prestel, Μόναχο, Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Αθήνα, 2000 ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ, «Η ιδεολογική δομή των πόλεων», Αθήνα 1997 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΑΤΟΥΡΟΣ, «Ένα συντακτικό της Αρχιτεκτονικής Σύνθεσης», Θεσσαλονίκη, 2006 Α.ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ και Π.ΚΟΣΜΑΚΗ, «Υπαίθριοι χώροι στην πόλη. Θέματα ανάλυσης και πολεοδομικής αστικών ελεύθερων χώρων και πρασίνου», Αθήνα, 1988 ΝΑΥΣΙΚΑ ΕΥΚΛΕΙΔΟΥ, «Ηλίας Παπαγιαννόπουλος. Ανασυνθέτοντας τον κόσμπ ενός δημιουργού» Ι.ΒΙΚΕΛΑΣ, «Ι.Βικέλας», εκδόσεις Καπόν, 2010 Γ.ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ, «Λεξικό Νέας Ελληνικής Γλώσσας», Β’ Έκδοση Δ.ΚΑΡΥΔΗΣ, «Ανάγνωση της πολεοδομίας, η κοινωνική σημασία των χωρικών μορφών», Αθήνα, 1991 ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ, «Σύγχρονη Ελληνική Αρχιτεκτονική – Δημόσια Αρχιτεκτονική» Θ.ΔΟΞΙΑΔΗΣ, «Χώροι ενσαρκωμένης Δημοκρατίας», Αθήνα, 2012 ΣΚΑΛΤΣΑ ΜΑΛΑΜΑΤΕΝΙΑ, «Κοινωνική ζωή και δημόσιοι χώροι κοινωνικών συναθροίσεων στην Αθήνα του 19ου», Θεσσαλονίκη, 1983, Επιστημονική Επετηρηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ Γ.ΚΑΥΚΑΛΑΣ, «Μείωση της μονοκεντρικότητας στο πολεοδομικό συγκρότημα και ο ρόλος του τριτογενούς τομέα», Θεσσαλονίκη, 1999 Θ.ΠΕΛΕΓΡΙΝΗΣ (επιμ.) , «Λεξικό Φιλοσοφίας», Αθήνα, 2013

138


Ξένη Βιβλιογραφία

CHRISTIAN NORBERG – SCHUL, GENIUS LOCI, «Το πνεύμα του τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής» P.KLEE, «Η εικαστική σκέψη – Τα μαθήματα του Μπάουχάουζ», Τόμος 2, Αθήνα, 1989 A.LUCHINGER, «Structuralism in Architecture an Urban Planning», Στουτγκάρδη, 1981 W. KANDINSKY, «Σημείο – Γραμμή - Επίπεδο», Αθήνα, 1996 STEVEN HOLL, JUHANI PALLASMAA και ALBERTO PEREZ GOMEZ, «Question of per caption, Phenomenology of Architecture», Σαν Φρανσίσκο, 1994 P.BOUNDON, «Sur l’escape archtectural, Essai d’epistemologie de l’architecture», Παρίσι, 1971 LE CORBUSIER, «Για μια Αρχιτεκτονική», Αθήνα, 2005 C.BOULEAU, «Η κρυφή γεωμετρίατων ζωγράφων», Αθήνα, 2002 KENNETH FRAMPTON, «Μοντέρνα Αρχιτεκτονική. Ιστορία και Κριτική» HANNA ARENDT, «Η ανθρώπινη Κατάσταση», Τίτλος πρωτότυπου: «The human condition», Αθήνα, 1958 RICHARD SENNET, «Η τυραννία της Οικειότητας. Ο Δημόσιος και ο Ιδιωτικός Χώρος στον Δυτικό Πολιτισμό», Νέα Υόρκη, 1994 M.CASTELLS, «The Rise of the Network Society: The Information Age: Economy Society an Culture, Volume I, Wiley-Backwel»

139


Άρθρα | Ηλεκτρονικές Δημοσιεύσεις

ΦΕΣΣΑ – ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΕΛΕΝΗ « Αφιέρωμα: Νίκος Δεσύλλας (1926-2007)» , Άρθρο http://www.sadas-pea.gr/afieroma-nikos-desillas-1926-2007 «Αρχιτεκτονική επίσημη και «γοήτρου» στην μεταπολεμική Ελλάδα 1945-1975», Θέματα Χώρου + Τεχνών, τεύχος 15, 1984 ΤΑΣΟΣ ΜΠΙΡΗΣ «H αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα στην Eλλάδα», http://www.biris-tsiraki-architects.com «Ο (πεζό)δρομος της ελπίδας», http://www.biris-tsiraki-architects.com «Αρχιτεκτονική κριτική», http://www.biris-tsiraki-architects.com «Συνέντευξη στον δημοσιογράφο Σταμάτη Μαυροειδή για το Νέο Δημαρχείο Θεσσαλονίκης», www.biris-tsiraki-architects.com «Πλατεία», www.biris-tsiraki-architects.com «Ο κεντρικός κοινωνικός πυρήνας», Αρχιτεκτονικά Θέματα, Τεύχος 25, 1990 «Δικαστικό Μέγαρο Λιβαδειάς», Αρχιτεκτονικά Θέματα, Τεύχος 15, 1981 «Δημαρχείο Θεσσαλονίκης», Αρχιτεκτονικά Θέματα, Τεύχος 23, 1989 «Διοικητήριο νομού Βιοωτίας», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 23, 1989

ΤΑΣΗΣ ΠΑΠΑΪΩΝΝΟΥ «Το ιδιωτικό και το συλλογικό πρόσωπο της πόλη», 19 Ιανουαρίου 2007, www.greekarchitects.gr

140


«H μοναξιά του υπουργείου Παιδείας», 15 Ιανουάριος, 2015, www.greekarchitects.gr «Δικαστικό Μέγαρο Αιγίου», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 39

ΝΑΝΤΙΑ ΚΡΙΚΟΥ, «Η προσπελασιμότητα της πόλης μέσα από τις αστικές πλατείες», Απρίλιος 2008, www.greekarchitects.gr Ο.ΒΕΡΟΝΑ – Θ.ΚΩΣΤΙΔΑΚΗΣ, «Αρχιτεκτονική και Ψυχολογία», Αθήνα, Ιούλιος 2005, www. greekarchitects.gr

ΑΝΤΡΕΑΣ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΑΤΟΣ «Νέος ρασιοναλισμός και κριτικός εμπειρισμός», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 23, 1989 «Διαύγεια και λιτότητα. Η σύνθεση της αρχιτεκτονικής του Τάσου και Δημήτρη Μπίρη», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 27, 1993

Α.ΨΙΛΛΙΔΗΣ, «Το δίπολο δημόσιο – ιδιωτικό: Οι κλασσικές προσεγγίσεις», Ιούνιος 2006, www. greekarchitects.gr ΠΑΝΟΣ ΚΟΚΚΟΡΗΣ, «Διάλογος για το κτίριο του Υπουργείου Εξωτερικών», Άνθρωπος + Χώρος, τεύχος 7-8 ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΟΜΠΑΖΗΣ, «Δημαρχείο Κηφισιάς», Θεματα Χώρου + Τεχνών, τεύχος 24, 1993 Ι.ΒΙΚΕΛΑΣ, «Έλληνες Αρχιτέκτονες 3 – Παρουσίαση αρχιτεκτονικής Ι.Βικέλα», Ετήσια Αρχιτεκτονικά Θέματα, Τεύχος 21, 1987 Δ.ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ, Κ.ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΕΑ, Κ.ΣΑΪΤΗ, «Δημαρχείο Νέας Φιλαδέλφειας», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 23, 1989 Θ.ΞΑΝΘΗ και Θ.ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ, «Δικαστικό Μέγαρο Θήβας», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 25, 1991 Β.ΑΠΕΡΓΗΣ, «Δημαρχείο Κορίνθου», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 31, 1997 ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ, «Δημαρχείο Χολαργού», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 31, 1997 Ι.ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ, «Η Βρετανική Πρεσβεία στην Αθήνα», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 4, 1970 Η.ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ, «Κοινοτικό Κατάστημα Βουλιαγμένης», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 4, 1970 Ι.ΡΙΖΟΣ και Δ.ΚΑΤΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Το Δικαστικό Μέγαρο στην Αθήνα», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 5, 1971 ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ, «Δημαρχείο Ελευσίνας», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τεύχος 7, 1983

141



_πηγές εικόνων



εικόνα 1 λήψη από google.maps. εικόνα 2 το ίδιο. εικόνα 3 www.culture2000.tee.gr εικόνα 4 www.ktirio.gr εικόνα 5 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 6 xza-architects.gr εικόνα 7 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 8 Νικος Καλογηρου, Δημοσια Αρχιτεκτονικη, Εκδοσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ παιδεία, σ.24. εικόνα 9 www.ktirio.gr εικόνα 10 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 2000-σημερα-διοικητηριο βοιωτιας εικόνα 11 www.culture2000.tee.gr εικόνα 12 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 13 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 14 Νικος Καλογηρου, Δημοσια Αρχιτεκτονικη, Εκδοσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ παιδεία, σ.273. εικόνα 15 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 2000-σημερα εικόνα 16 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 17 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 18 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 19 www.ktirio.gr-KTIRIO-POTHROPOULOS-KORYDALLOS-14 εικόνα 20 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 2000-σημερα-διοικητηριο βοιωτιας εικόνα 21 xza-architects.gr εικόνα 22 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 1960-1970 εικόνα 23 Νικος Καλογηρου, Δημοσια Αρχιτεκτονικη, Εκδοσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ παιδεία, σ.23. εικόνα 24 www.culture2000.tee.gr εικόνα 25 Ι. Βικέλας, Εκδόσεις Καπόν, 2010 εικόνα 26 domesindex.com εικόνα 27 το ίδιο. εικόνα 28 το ίδιο. εικόνα 29 το ίδιο. εικόνα 30 Ναυσικα Ευκλειδου, Ηλίας Παπαγιαννόπουλος, Ανασυνθετοντας τον κοσμο ενος δημιουργου, Θεσσαλλονικη 2014, σ. 72. εικόνα 31 το ίδιο. εικόνα 32 το ίδιο. εικόνα 33 το ίδιο. εικόνα 34 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 1960-1970 εικόνα 35 το ίδιο.

145


εικόνα 36 το ίδιο. εικόνα 37 το ίδιο. εικόνα 38 το ίδιο. εικόνα 39 Νικος Καλογηρου, Δημοσια Αρχιτεκτονικη, Εκδοσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ παιδεία, σ.24. εικόνα 40 το ίδιο, σ.23. εικόνα 41 το ίδιο, σ.24. εικόνα 42 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 1960-1970. εικόνα 43 www.ktirio.gr εικόνα 44 www.ktirio.gr εικόνα 45 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 1960-1970. εικόνα 46 www.ktirio.gr εικόνα 47 Ανδρεας Γιακουμακατος, Πάτροκλος Καραντινός 1903-1976, Διδακτορική Διατριβη, Θεσσαλονικη 1997, σ. 94. εικόνα 48 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 49 www.ert.gr εικόνα 50 Ανδρεας Γιακουμακατος, Πάτροκλος Καραντινός 1903-1976, Διδακτορική Διατριβη, Θεσσαλονικη 1997, σ. 159. εικόνα 51 www.ert.gr εικόνα 52 http://www.sadas-pea.gr/afieroma-nikos-desillas-1926-2007 εικόνα 53 το ίδιο. εικόνα 54 www.culture2000.tee.gr εικόνα 55 www.culture2000.tee.gr εικόνα 56 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 57 Ι. Βικέλας, Εκδόσεις Καπόν, 2010, σ.94. εικόνα 58 το ίδιο. εικόνα 59 www.culture2000.tee.gr εικόνα 60 το ίδιο. εικόνα 61 το ίδιο. εικόνα 62 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 63 www.culture2000.tee.gr εικόνα 64 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. εικόνα 65 www.ktirio.gr εικόνα 66 το ίδιο. εικόνα 67 το ίδιο. εικόνα 68 το ίδιο. εικόνα 69 www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 2000.

146


εικόνα 70 εικόνα 71 εικόνα 72 εικόνα 73 εικόνα 74 εικόνα 75 εικόνα 76 εικόνα 77 εικόνα 78 εικόνα 79 εικόνα 80 εικόνα 81 εικόνα 82 εικόνα 83 εικόνα 84 εικόνα 85 εικόνα 86 εικόνα 87 εικόνα 88 εικόνα 89 εικόνα 90 εικόνα 91 εικόνα 92

το ίδιο. το ίδιο. το ίδιο. xza-architects.gr το ίδιο. το ίδιο. το ίδιο. φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. Νικος Καλογηρου, Δημοσια Αρχιτεκτονικη, Εκδοσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ παιδεία, σ.272. το ίδιο, σ. 273. φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. www.biris-tsiraki-architects.com-εργα 2000. το ίδιο. www.kizisarchitects.gr το ίδιο. το ίδιο. το ίδιο. φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. www.ktirio.gr-KTIRIO-POTHROPOULOS-KORYDALLOS-13 φωτογραφία από προσωπικό αρχείο. φωτογραφία από προσωπικό αρχείο του Ν. Κρόκου. http://www.haniotika-nea.gr το ίδιο.

147


148


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.