Γιώργος Αγοραστάκης, Είμαστε από καλή γενιά, ΠΥΞΙΔΑ, 2013

Page 51

50

ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΚΑΛΗ ΓΕΝΙΑ

Τον φόνον του αδελφού των εκδικούμενοι οι αδελφοί του Μεχμέτ λοιποί Γεργέρηδες μετέβαινον κατ’ έτος εις Ομαλόν, νομίζοντες δε ότι οι φονείς του άδελφου των ήσαν Λακκιώται, εφόνευον ανά παν έτος ένα Λακκιώτην φέροντα το όνομα Ιωάννης, φονεύσαντες ούτω επί σειράν εννέα ετών εννέα Γιάννηδες. Τέλος οι Βεργέρηδες μαθόντες ποίος ο φονεύς του αδελφού των κατεδίωξαν τούτον επιμόνως και συναντήσαντες ημέραν τινά αυτόν επί κλιτύος βουνού των Λευκών ορέων περιεκύκλωσαν και εφόνευσαν”. Ιστορία 2η στο Επανωχώρι “Έτερον αδελφόν του Μεχμέτ Βεργέρη, Εμίν Αγάν καλούμενον, εφόνευσεν ο εξ Απανωχωρίου Σελίνου Εμμανουήλ Θεοδωράκης ή Μαραγκάκης (1818). Ο ίδιος λεγόταν Μαραγκάκης, αλλά άλλαξε όμως το επίθετό του από το όνομα του πατέρα του που λεγόταν Θεόδωρος. Η εξής παράδοσις υπάρχει διασωζομένη έτι εν άσματι ψαλλομένω εν τη επαρχία Σελίνου. Κατά τον Μάρτιον του έτους 1817, οπότε ημέραν τινά κατήρχετο εξ Ομαλού ο Εμμ. Θεοδωράκης, συναντήσας αυτόν καθ’ οδόν ο Εμίν αγάς Βεργέρης τω λέγει: «Μανώλη, το βράδυ θα έχω χορόν και να έλθης με τας αδελφάς σου και σέρνε και τη χήρα κουνιάδα σου». «Δεν έρχομαι αγά» τω απαντά. «Ακούεις τι σου λέω;» επαναλαμβάνει ο γενίσταρος. «Αγά, απαντά πάλιν ο Θεοδωράκης, αυτός ο χορός θα βρωμέση καμμιά μέρα». «Έλα και ας βρωμέση» υπέλαβεν ο γενίτσαρος. Φθάσας ο Εμμανουήλ εις το χωρίον ειδοποιεί την θείαν του ν’ αποκρύψη τας θυγατέρας της εις την παρακειμένην φάραγγα, αυτός δε λαβών το τυφέκιόν του μεταβαίνει εις την οικίαν των Βεργέρηδων αποκρύψας δε τούτο έξωθεν της οικίας εισήλθεν εις αυτήν προσποιηθείς τον αδιάφορον. Αλλ’ ελεεινόν θέαμα παρουσιάσθη προ των οφθαλμών του. Ο αγάς εν μέθη διατελών μετ’ άλλων γενιτσάρων είχε προ αυτού θυγατέρας τινάς και γυναίκας χωρικών, ας εξηνάγκαζε να χορεύωσιν, αφ’ ου έρριπτεν επί του σανιδώματος ρόβι και ψαραίς. Ούτως αύται, ολισθαίνουσαι ανετρέποντο χαμαί και παρουσίαζον εις τον αχρείον Βεργέρην τα μέλη του σώματος των. Ιδών δε ο Αγάς τον Θεοδωράκην εισερχόμενον τω λέγει: «Που είναι Μανώλη αι εξαδέλφαι σου; ότι δεν έκαμα σ’ αυταίς θα κάμω σε σένα. Πάρε τη λύρα και παίζε μας». Ο Θεοδωράκης λαβών το όργανον επαιζεν, έως ου ο Βεργέρης αποκαμών απεφάσισε ν’ άπέλθη εις ύπνον. Αλλ’ ο Θεοδωράκης εξελθών δι’ άλλης θύρας και λαβών το τυφέκιον του ανέβη εις συκήν τινά ενεδρεύων. Καθ’ ην δε στιγμήν διήρχετο ο Εμίν Αγάς και ετραγώδει το εξής άσμα : Εφάγαμε και ήπιαμε κι εκάμαμε και ζεύκι Ως τόσονά τoνε γραφτό ήτον και κισιμέτι37 επυροβόλησε κατ’ αυτού και τον έφόνευσε. Την πρωίαν της επομένης οι γιενίτσαροι του Σελίνου και η στρατιωτική αρχή συνέλαβον 40 άνδρας και ωδήγουν αυτούς εις Χανά. Τούτο μαθών ο Θεοδωράκης σπεύδει και συναντήσας την συνοδίαν παρά την θέσιν «Κακαί πλευραί» παρέδωκεν εαυτόν ως ένοχον, οδηγηθείς δε εις Χανιά απεκεφαλίσθη άνευ πολλής διαδικασίας. Το πτώμα του δε συρόμενον επί τρεις ημέρας εις τας οδούς υπό των Εβραίων ερρίφθη τέλος έξωθι της πύλης του φρουρίου, όπου έμεινεν άταφον, έως ου τη συνδρομή του Επισκόπου Χανίων επετράπη εις χριστιανούς ο ενταφιασμός του”. 37

ζεύκι = διασκέδαση, ηδονή / κισιμέτι = τυχερό, πεπρωμένο


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.