Λεηλασιες

Page 1

ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΔΑΡΑ

ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ

ΑΘΗΝΑ 2016

1


2


ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ

3


Ιστολόγιο: http://karthara.blogspot.gr/ email: agisgios@gmail.com

4


Μαρία Καρδαρά

Λεηλασίες θεατρικό

Ιδιωτική Έκδοση

ΑΘΗΝΑ 2016

5


ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ

Θρήνος για τη Μητέρα μου, Αθήνα 1981 Ο Αίολος, Αθήνα 2013 Ο Σετλά, Αθήνα 2015 Τα Κουκλάκια, Αθήνα 2016

6


Πρόσωπα

ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΡΕΑΣ

Γνώρισε τη Μαρία στον κινηματογράφο ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Σύζυγος Μαρίας ΑΛΕΞΗΣ

Γιος Μαρίας και Διονύση, ναυτικός ΑΛΚΗ

Πρώην φίλη του Αλέξη ΓΙΩΤΗΣ

Γιος Μαρίας και Διονύση ΓΙΑΝΝΗΣ

Σύζυγος Άλκης

7


Δωμάτιο συνηθισμένο. Μπαίνουν η ΜΑΡΙΑ και ο ΑΝΤΡΕΑΣ

ΜΑΡΙΑ

Αυτό είναι το σπίτι μου.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ευχαριστώ που μου επιτρέψατε . . . και σε ακατάλληλη ώρα.

ΜΑΡΙΑ

Θα είναι μία πρωινή!. . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μία και δέκα . . .

ΜΑΡΙΑ

Τέτοια ώρα, να έρχεται ένας άγνωστος στο σπίτι μου . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Σας ξαναλέω το όνομά μου, Ανδρέας Νινόπουλος . . .

ΜΑΡΙΑ

Ονόματα! Και τι εκφράζουν τα ονόματα;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Αγαπητή μου κυρία . . .

ΜΑΡΙΑ

Ένας άγνωστος στο σπίτι μου τέτοια ώρα . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Όταν γεννηθήκατε γνωρίζατε κανέναν; Ούτε τη μαμά σας δε γνωρίζατε. Να η μαμά, σας λέγαν, να ο μπαμπάς . . .

ΜΑΡΙΑ

Καθίστε επί τέλους . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ευχαριστώ.

ΜΑΡΙΑ

Θα έχετε φάει για βράδυ . . . Για πρωινό είναι νωρίς . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Συνήθως μετά τον κινηματογράφο πίνω ένα ζεστό γάλα, με δυο μπισκότα.

ΜΑΡΙΑ

Αγοράζω κάθε πρωί ένα μπουκάλι γάλα . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Όταν καθίσατε πλάι μου, είπα, να ένα πουλί με ένα φτερό.

ΜΑΡΙΑ

(Γελάει σιγά) Με πιάνουν τα γέλια με τις παρομοιώσεις, ένα πουλί με ένα φτερό . . . Το πιστεύετε; Μερικοί δεν ξέρουν γιατί πετάνε τα πουλιά.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Όταν καθίσατε πλάι μου, είπα, έχω ένα φτερό διαθέσιμο, αν θέλει θα της το δώσω.

ΜΑΡΙΑ

(Χασμουριέται) Θέλετε να πείτε ότι το δεύτερο φτερό δίνει

8


την κατεύθυνση; ΑΝΤΡΕΑΣ

. . . Είναι τα πόδια, το ράμφος . . .

ΜΑΡΙΑ

Το καλό δε το βρίσκεις από άγνοια . . . (Χασμουριέται) Μια φορά τη βδομάδα πάω στο κινηματογράφο. Πρώτη φορά μου έτυχε . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Σας παρακαλώ . . . Όταν καθίσατε πλάι μου . . .

ΜΑΡΙΑ

Δεν κάθισα πλάι σας, δε διάλεξα. Είδα μια άδεια καρέκλα και έκατσα. (Χασμουριέται)

ΑΝΤΡΕΑΣ

. . . Τόσο πολύ νυστάζετε;

ΜΑΡΙΑ

Έχω πολλά χρόνια να χασμουρηθώ τόσο δυνατά.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Αφάνταστο!

ΜΑΡΙΑ

(Χασμουριέται) Όταν θυμώνω χασμουριέμαι, όταν . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Όταν καθίσατε πλάι μου . . . (Μπαίνει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ, άντρας της ΜΑΡΙΑΣ. Φορεί δίχτυ από το κεφάλι μέχρι τα νύχια. Ολόκληρος μέσα σε δίχτυ)

ΜΑΡΙΑ

Γιατί ξύπνησες Διονύση! μιλούσαμε τόσο σιγά . . .

ΔΙ0ΝΥΣΗΣ

Ό κύριος . . . γείτονας;

ΑΝΤΡΕΑΣ

(Σηκώνεται) Ανδρέας Νινόπουλος, ιδιωτικός υπάλληλος . . .

ΜΑΡΙΑ

Έπαθα ίλιγγο και έκατσα στα σκαλιά του κινηματογράφου Ο κύριος Νινόπουλος με συνόδεψε μέχρι εδώ.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Σας ευχαριστώ πολύ . . . Αυτή την ώρα φορώ τις αλυσίδες μου. Μαρία είναι ώρα; ΜΑΡΙΑ

(Στον ΑΝΤΡΕΑ) Φορεί ένα σιδερένιο σκουφάκι . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Λοιπόν κύριε θα τα πούμε . . . θα μείνετε για το πρωινό . . βέβαια θα μείνετε. (Διορθώνει το δίχτυ). Θα ευχαριστηθώ πολύ αν μείνετε . . . Το δίχτυ πιάνει όλο το σώμα μου – αντιδρώ στις παγίδες! Αμύνομαι! Αυτή την ώρα που κοιμούνται τα πουλιά εγώ μπορώ και ξαγρυπνάω. Με καταλάβετε; Μεις οι διχτυωμένοι είμαστε η καινούρια κατάχτηση της

9


επιστήμης . . . ΜΑΡΙΑ

Πάω να φορέσω τις παντόφλες μου. . . (Μπαίνει στο άλλο δωμάτιο)

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Πως με βλέπετε; Τι εντύπωση σας έκανα; ΑΝΤΡΕΑΣ

...

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Ο γείτονάς μου, ο Σταμάτης, όταν με βλέπει ξεκαρδίζεται στα γέλια.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Προσπαθώ να καταλάβω . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Θα σας τα πω όλα. Την τελευταία μέρα, της τελευταίας εποχής του χρόνου . . . Το πιστεύετε; Μαρίααα! τι είναι το άγχος;

ΜΑΡΙΑ

(Από το άλλο δωμάτιο) Ανικανότητα!

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Πνευματική ή σωματική; ΜΑΡΙΑ

Και τα δύο!

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Το φριχτότερο είναι αυτό το δύο . . . Από το ένα και μετά αρχίζει το μπέρδεμα. Συμφωνείτε; Το εγώ μου ολόκληρο είναι τσακισμένο. Το δίχτυ μου είναι το κέλυφος και δεν χύνομαι. Από το ένα και μετά . . . ΑΝΤΡΕΑΣ

Και το ένα είναι πολύπλοκο . . . (Μπαίνει η ΜΑΡΙΑ με ένα παλιό σουρωτήρι και το βάνει στο κεφάλι του ΔΙΟΝΥΣΗ, Η ΜΑΡΙΑ φεύγει)

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Είναι ο σιδερένιος κορσές για το κεφάλι μου. Πώς σας φαίνεται; (Περπατάει στη σκηνή) ΑΝΤΡΕΑΣ

Στο δρόμο ίσως να προκαλούσατε . . . Αν ήταν μια γενική ταραχή θα περνούσατε απαρατήρητος.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Αν έβγαινα στο δρόμο σε ώρα γενικού πανικού . . . Δεν είχα σκεφτεί αυτή την ευκαιρία . . . ΑΝΤΡΕΑΣ

Ευκαιρία;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Μαρίααααα! Τι είναι το άγχος;

ΜΑΡΙΑ

Ανικανότητααααα!

10


ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Πιστεύετε ότι το άγχος είναι ανικανότητα;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ο αρχικός σκοπός της ζωής . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Νόμιζα ότι συμφωνείτε με τη γυναίκα μου Εκτός και δεν προσέξατε.

ΑΝΤΡΕΑΣ

. . . Μήπως θέλετε να κοιμηθείτε;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Με σίδερα στο κεφάλι μπορείς να κοιμηθείς; Και γιατί να κοιμηθώ; εκτός και . . . Λοιπόν, την τελευταία μέρα της τελευταίας εποχής του χρόνου, πριν τρία χρόνια, μπήκαν στο σπίτι μας κλέφτες. Και μας έκλεψαν το πλυντήριο, το ψυγείο, την ηλεκτρική μας κουζίνα, την ηλεκτρική μας σκούπα .... Η γυναίκα μου θα σας τα είπε . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Δεν μου είπε τίποτα. Σ΄όλο το δρόμο ήταν αμίλητη.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Ήρθαν ένας δικαστικός κλητήρας και τρεις άλλοι και τα πήρανε!

ΑΝΤΡΕΑΣ

Είπατε κλέφτες ....

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Άρπαξαν τα ηλεχτρικά μου μέσα απ΄το σπίτι μου! ΑΝΤΡΕΑΣ

Τα άρπαξαν; . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Τα είχα πληρωμένα και τα άρπαξαν! Ήταν κλεμμένα, λέει, απ' το εργοστάσιο. Και το εργοστάσιο έπρεπε να τα πάρει από μένα! Και γω είχα πληρώσει και την τελευταία δόση. Και μείναμε χωρίς ψυγείο, χωρίς κουζίνα, χωρίς πλυντήριο, χωρίς σκούπα και χωρίς λεφτά. ΑΝΤΡΕΑΣ

Μα πώς; όλα έχουν μια τάξη, ένα ρυθμό, μια ενότητα . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Με το νόμο άρπαξαν τα πράγματά μας! Και τι οικονομία κάναμε για να αγοράσουμε τα ηλεχτρικά μας σκεύη . . . Και βγάνει ο άλλος μάτσο τα λεφτά . . . Πού τα βρίσκει τόσα μάτσα, μάτσα τα λεφτά; Μήπως εγώ δεν δούλευα; ΑΝΤΡΕΑΣ

Το κακό είναι ότι τα είχατε πληρώσει . . .

11


ΔΙΟΝΥΣΗΣ Μέχρι δεκάρα . . . Άρπαζαν τα πράματά μου και ήμουν ανίκανος να τους εμποδίσω. Τα χέρια μου ήταν δεμένα (Μπαίνει η ΜΑΡΙΑ) ΜΑΡΙΑ

Τα χέρια σου δεν ήταν δεμένα. Δεν έκανες τίποτα, δεν είπες ούτε μια λέξη . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ήρθαν με χαρτί του εισαγγελέα. Ήρθαν και τα πήραν με το νόμο. ΜΑΡΙΑ

Ευτυχώς μαγειρεύω με αέριο. Μας άφησαν και τον θερμοσίφωνα. Δεν τον είδαν. Τον είχαμε διπλώσει με εφημερίδες . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ο θερμοσίφωνας δεν ήταν γραμμένος . . . Μαρία . . . μπροστά σ΄έναν άγνωστο . . . ΜΑΡΙΑ

Διονύση, μη λες τίποτα . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Κυρία μου . . .

ΜΑΡΙΑ

To μεγάλο φτερό; ακόμα δε ξέρουμε ποιος το έχει. Υπάρχουν μεγάλα και μεγάλα, μικρά και μικρά.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Κρατήσατε το θερμοσίφωνα όπως ο τσοπάνης αφήνει το κοπάδι του στο στόμα του λύκου και ψάχνει να βρει το ένα πρόβατο . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Δεν αναφερόταν ο θερμοσίφωνας. Εγώ τα είχα όλα πληρωμένα ΜΑΡΙΑ

Μας έκλεψαν τα ηλεχτρικά μας μέσα απ΄το σπίτι μας. Ο νόμος . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ο νόμος μου έδεσε τα χέρια. Μαρία, δείξε στον κύριο Νινόπουλο, πώς με έδεσαν. ΜΑΡΙΑ

(Δένει τα χέρια του ΔΙΟΝΥΣΗ με κουρέλια) Ακριβώς έτσι. Κάθε φορά που φορεί τις χειροπέδες, με πιάνει απελπισία. (Γελάει) Γελάω από απελπισία – μας κλέβουν με το νόμο.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Σίγουρα, παίζετε τον κοινωνικό σας ρόλο. Δεν ξέρω αν όλα γίνονται σε ταχτικά διαστήματα.

12


ΜΑΡΙΑ

Μόνος του ήθελε να τον δέσω . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Μόνος σου δεν μπορείς να δεθείς . . . Κάποιος άλλος θα σε δέσει. ΜΑΡΙΑ

Πάταγα το κουμπί και το πλυντήριο έπλενε τα ρούχα. Ήταν μια ευτυχία. Tώρα περνάω απ' τις βιτρίνες και βλέπω ένα ίδιο πλυντήριο ακίνητο πίσω απ΄το τζάμι. Μερικές φορές κλαίω.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Μαρία δεν προσφέρεις κάτι στον κύριο Νινόπουλο; Να βρίσκει κανείς συντροφιά μέσα στη νύχτα είναι σπουδαίο. ΜΑΡΙΑ

Όπως ξέρεις, δεν έχουμε ούτε γλυκό, ούτε μπισκότο. Και είμαι σίγουρη ότι ο κύριος Νινόπουλος ήρθε στο σπίτι μας κάτι να αρπάξει. Κύριε Νινόπουλε γιατί ήρθατε στο σπίτι μας τέτοια ώρα;

ΑΝΤΡΕΑΣ

(Σηκώνεται όρθιος) Αισθάνθηκα μια απεριόριστη έλξη πως Εσείς ξέρατε το μυστικό της ζωής μου. Και μόνο εσείς θα Μου δίνατε αυτή τη χαρά του χαμένου που το ξαναβρίσκω. Μήπως δε λέμε ή δεν πιστεύουμε πως κάποτε θα βρούμε το χαμένο ή τη λησμονιά του; Και σεις δεν είπατε πως σας έκλεψαν τα ηλεκτρικά σας είδη;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Αυτά μας τα έκλεψαν με το νόμο . . . ΑΝΤΡΕΑΣ

Μαζί με τα πράματα δεν σας έκλεψαν μια λευτεριά, μια ευτυχία;

ΜΑΡΙΑ

Μας έκαναν να νιώθουμε πως είμαστε ανίκανοι να προστατέψουμε τα πράματά μας και τον εαυτό μας. Τα χέρια του άντρα μου τα έδεσαν με σίδερα – μόνο με δεμένα χέρια μπόρεσαν να μας κάνουν ότι θέλουν

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Είχα καταρρεύσει. Κεραυνοβολήθηκα! Δεν πίστευα πως θα με έθιγαν, θα με λεηλατούσαν. ΑΝΤΡΕΑΣ

Θα σας φέρω τα δικά μου ηλεχτρικά είδη, κουζίνα, ψυγείο, σκούπα, πλυντήριο . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Το σπίτι έχει μόνο δύο δωμάτια. Το ένα είναι δικό μου.

13


Η Μαρία κοιμάται στον καναπέ. (Η ΜΑΡΙΑ χασμουριέται) ΑΝΤΡΕΑΣ

Ακόμα νυστάζετε;

ΜΑΡΙΑ

Ήρθατε στο σπίτι μου να μου χαλάσουτε και τον ύπνο μου – ό,τι μου απόμεινε.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Και να είμαι στο δίχτυ και να μη μπορώ να πάω ούτε κινηματογράφο με τη γυναίκα μου . . . Εκτός κι αν αυτή η αδυναμία μου είναι για σας μια εξαιρετική τύχη. ΑΝΤΡΕΑΣ

Έψαχνα να βρω μια γυναίκα . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Αν διαλέξατε τη γυναίκα μου . . . ΑΝΤΡΕΑΣ

Ήμουνα σε μεγάλη μοναξιά. Έκατσε πλάι μου. Κυρία μου, μου χαρίσατε την αυτοπεποίθησή μου.

ΜΑΡΙΑ

Ανάμεσά μας κυκλοφορούν πολλοί ηλίθιοι και πολύ άσκεφτοι. Συνηθίσαμε να λέμε, είμαστε μόνοι, είμαστε καταπιεσμένοι, πνιγόμαστε στο άγχος. Σκεφτόμαστε και κρίνουμε Δονκιχωτικά. Δονκιχώτες, λοιπόν, τα βάνουμε με φανταστικά εμπόδια και πολεμάμε με σχισμένα παλιόχαρτα που νομίζουμε ότι είναι όπλα για εχθρούς. Αλλά όλα αυτά κάποτε φτάνουν στον πόλεμο και τα παλικάρια σκοτώνονται.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Κάθε άνθρωπος θέλει συντροφιά. Πρέπει να επιδιώκει τη συντροφιά . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Όπως τώρα και σεις, κύριε Νικολόπουλε . . . Πότε μπήκε στο μυαλό σας η κλοπή; Είσαστε μόνος και θέλουτε συντροφιά σας τη γυναίκα μου! ΑΝΤΡΕΑΣ

Κάθε ανθρώπινη ανάγκη είναι και μια επιθυμία . . .

ΜΑΡΙΑ

Αργήσατε πολύ . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Δεν έχω μια επιθυμία από μνήμη, πρέπει να με πιστέψουτε

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Να ξεχάσουμε λοιπόν την κλοπή, τις παντός είδους λεηλασίες; ΑΝΤΡΕΑΣ Θα φέρω ό,τι μου ανήκει δω μέσα . . .

14


ΜΑΡΙΑ

Ό,τι σας ανήκει; Αν εννοείτε εμένα; . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Θέλω την ευτυχία της ύπαρξής σου Μαρία . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Έπεσα θύμα! είμαι αγαθός, δε ξέρω τους νόμους! Βλέπω ένα μεγάλο μαγαζί, με μεγάλες βιτρίνες γιομάτες ηλεκτρικά είδη. Και έπρεπε εγώ ο πολίτης να ελέγξω αν αυτοί είναι κλεπταποδόχοι . . . Εγώ ο εργάτης έπρεπε να πληρώσω τη χασούρα του εργοστασιάρχη . . . Ποια χασούρα; Εγώ είχα πληρωμένα τα ηλεχτρικά μου και μου τα άρπαξαν! Είμαι αγαθός, το θύμα των λωποδυτών. Και φορώ τις χειροπέδες για κάποιον άλλο. ΜΑΡΙΑ

Σου το είπα Διονύση, οι χειροπέδες και το δίχτυ είναι η χειρότερη κατάντια. Πιαστήκαμε κορόιδα!

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Είμαι σιδηροδέσμιος, πιασμένος από το δίχτυ. Έπιασαν τη γλώσσα μου με το αγκίστρι τους, ούτε να κλάψω δεν μπορούσα. Έβγαναν την πρίζα από το ψυγείο και γω τους κοίταγα . . . ΜΑΡΙΑ

Το λάθος μας ήταν που μας άρπαξαν τα πράγματά μας και δεν αντισταθήκαμε. Έπρεπε να βγούμε στο δρόμο και να καταγγείλουμε τη λεηλασία μας. Οι γείτονες είπαν πως εμείς είμαστε οι κλεπταποδόχοι. Και μάλιστα λέγαν ότι τη γλυτώσαμε φτηνά, γιατί έπρεπε να μας κλείσουν στη φυλακή. Και όταν με βλέπουν που πάω στο κινηματογράφο, λένε, δεν ντρέπεται που δεν έχει ηλεκτρικό πλυντήριο, ούτε τηλεόραση . . . Και ο άντρας της είναι . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Αν δεν ήμουνα στο δίχτυ, κανένας δεν θα τόλμαγε να σε κατηγορήσει. Τώρα, όμως, είναι αργά να προστατευτούμε. Μας τα λεηλάτησαν όλα! Σεις, κύριε Νινόπουλε, επιθυμείτε τα πράγματα να είναι όπως είναι; . . . . . . ΑΝΤΡΕΑΣ Θέλω να με καταλάβετε. Η γυναίκα σας είναι η συνέχεια της δικής μου ιστορίας . . . ΔΙΟΝΥΣΗΣ Θα έλεγα η αρχή της ιστορίας, αν το θέλει και η ίδια . . .

15


Η κατάστασή μου δεν μου επιτρέπει, αν και χάνω τα λόγια μου όταν πρόκειται για απληστία, για ληστεία, για απάτη, αυτά δεν τα καταλαβαίνω . . . δεν κατανοώ την ποικιλία της μουσικής, αν θέλετε. Κάτι λείπει απ΄όλα! Δεν υπάρχει μια βλάστηση, ένας γενικός ρυθμός και όλα είναι ατελείωτα, ίσια, πλαγιαστά, τρίγωνα, τετράγωνα, κύκλοι, ενέδρες! ΑΝΤΡΕΑΣ

Όλα έγιναν ξαφνικά . . .

ΜΑΡΙΑ

Δεν έγινε τίποτα! Είπατε νιώσατε . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ένιωσα μια μεγάλη χαρά. Μια ζεστή χαρά . . . (Η ΜΑΡΙΑ χασμουριέται)

ΜΑΡΙΑ

Νύσταξα. Εσύ, Διονύση;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Κάποτε στη θάλασσα, θυμάσαι; Δεν είχαμε ποτέ μια βάρκα μπλε και άσπρη. Ήθελα να είχαμε μαζί μια βάρκα. ΜΑΡΙΑ

Δεν αποφασίζαμε, αυτό είναι όλο.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Κάθε Κυριακή ψαρεύω.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Με δίχτυα; ΑΝΤΡΕΑΣ

Με όλα τα μέσα. Καμιά φορά διασκεδάζω με την καθετή όταν τσιμπάει το ψάρι το δόλωμα . . .

ΜΑΡΙΑ

Πάω να κοιμηθώ. Κύριε Νινόπουλε, συνέχεια δε μπορεί κανείς να ακούει για θαυμαστούς φόνους, έστω και ενός ψαριού . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Μαρία να κοιμηθείς στο κρεβάτι μου. ΜΑΡΙΑ

Μεγάλη παραχώρηση! Όταν μας άρπαξαν τα ηλεχτρικά μας, δεν ήθελες να κοιμόμαστε μαζί. Είχες το ψυγείο καλύτερα από μένα. (Χαμογελάει) (Μπαίνει ο ΑΛΕΞΗΣ γιος της ΜΑΡΙΑΣ και του ΔΙΟΝΥΣΗ. Είναι ναυτικός)

ΜΑΡΙΑ

Αλέξη! Τέτοια ώρα έφτασε το καράβι;

16


ΑΛΕΞΗΣ

Μη λες πως σε ξέχασα. (Τη φιλάει)

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Να που έχω και παιδί . . . Είχα ξεχάσει πως είχα παιδί . . . Τέσσερα χρόνια είχαμε να πάρουμε γράμμα σου . . . ΑΛΕΞΗΣ

Ρε μάνα, τι χάλια είναι αυτά με τον πατέρα μου; (Γελάει)

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Πώς σου φαίνομαι, Αλέξη; ΑΛΕΞΗΣ

Άσχημα πάμε όλοι . . . Και χειροπέδες! και στέμμα! (Γελάει) Έλα κάτσε, μην κουράζεσαι. (Τον φιλάει) Μητέρα, ο κύριος;

ΜΑΡΙΑ

Μακάρι να ξέραμε . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ανδρέας Νινόπουλος, ιδιωτικός υπάλληλος ηλεκτρικών οικιακών συσκευών.

ΑΛΕΞΗΣ

Χαίρω πολύ . . . Οικότροφος; . . . Μένετε δω μέσα;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Είναι κάπως στενόχωρα . . . θα δούμε.

ΑΛΕΞΗΣ

Αλέξη, γιε μου, θα πηγαίνουμε μαζί στον κινηματογράφο. Ο πατέρας σου . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Δεν θα με διώξουτε! Δε φεύγω!

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Σας είπα να μείνετε να πάρουμε μαζί πρωινό. Τώρα ανακαλώ. Θα σε διώξουμε! ΑΝΤΡΕΑΣ

Η Μαρία είναι δική μου, εγώ την αγαπάω! . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Τι λέει αυτός; η μάνα μου δική σου;

ΜΑΡΙΑ

Νομίζετε ότι είμαι ένα ηλεκτρικό ψυγείο; . . . Είδατε τι πάθαμε, μας λεηλάτησαν με το νόμο! . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Σε αγαπώ, θέλω να είμαστε μαζί.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Τι λεηλασίες! Αλέξη δίνεις τη μάνα σου σ΄αυτόν;

ΑΛΕΞΗΣ

Σου έφερα πούρα να καπνίσεις και συ! Τι έπαθες, ρε πατέρα;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Με λεηλάτησαν! Λεηλάτησαν την υπόστασή μου! ΜΑΡΙΑ

Η καρδιά παίρνει δύναμη απ΄τα πράγματα ή όχι;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μα είναι να κλαίει κανείς για μια ηλεκτρική σκούπα;

17


ΑΛΕΞΗΣ

Μάνα, έχεις τίποτα να φάμε;

ΜΑΡΙΑ

Τίποτα. Βλέπεις μαγειρεύω μόνο τρία πιάτα φαΐ. Δεν έχουμε ψυγείο . . . Αν ήξερα πως θάρθεις;

ΑΛΕΞΗΣ

Ούτε ψωμί δεν έχουτε; Ούτε λάδι;

ΜΑΡΙΑ

Αύριο θα πάρουμε τη σύνταξή μας, θα κάνουμε τα ψώνια μας. Μα και συ ούτε ένα γλυκό δεν έφερες στους γονείς σου;

ΑΛΕΞΗΣ

Και γω θα στα πω και τα δικά μου . . . Τι φοβερή κι αυτή η πείνα . . . Άμα πεινάς και δεν έχεις να φας, είναι να μην έφαγες ποτέ!

ΜΑΡΙΑ

Να γυρίσει το παιδί μου μετά από τόσα χρόνια και να μην έχω ούτε μια μπουκιά ψωμί . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Τον είχαμε ξεγραμμένο. Έφυγε και ούτε ένα γράμμα δε μας έστειλε. Χαμένο, λέγαμε και το παιδί μας . . . ΑΛΕΞΗΣ

Αν χάνεται τίποτα στο κόσμο, αν υπάρχει κρυψώνας . . . Δεν ήθελα να κρυφτώ, ούτε κάτω από τα γαλάζια κύματα. Γιατί να κρυφτώ; Και όμως έφυγα να κρυφτώ . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Στο δίχτυ πιάνονται όλοι . . . Πούρα μου έφερες; ΑΛΕΞΗΣ

(Του δίνει ένα πακέτο) Να βγάλεις το δίχτυ. Κινδυνεύεις! Ο λεγάμενος θα την πάρει τη μαμά . . . Σε τέτοια ηλικία, κύριε Νινόπουλε, ψάχνετε γυναίκα;

ΑΝΤΡΕΑΣ Θέλω να έχω μια αγάπη. Μαρία θέλετε να κοιμηθείτε; ΜΑΡΙΑ

Δε θέλω ούτε να κοιμάμαι, ούτε να ξυπνάω . . . Είμαι νεκρή ή αιώνια; . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Πού είναι η Άλκη; Έφυγα να κρυφτώ! Αγάπαγα ένα κορίτσι και δεν με αγάπαγε.

ΜΑΡΙΑ

Η Άλκη παντρεύτηκε. Δεν την αγάπαγες . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Η Άλκη στο είπε;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ο άντρας της είναι δικαστικός κλητήρας. Ήρθε και μας πήρε το ηλεχτρικό μας πλυντήριο, όλα τα ηλεχτρικά μας! Όταν ήρθε και όταν έφυγε μας χαιρέτησε εγκάρδια. Θα

18


χάσω τη δουλειά μου αν δεν τα πάρουμε . . . και θαρθεί άλλος άγνωστος κιόλας και μπορεί να πάρει και τίποτα άλλο, μας είπε. Αλέξη, μην τους κρατάς κακία. . . ΜΑΡΙΑ

Ο Αλέξης ούτε που ήξερε τα ηλεχτρικά μας . . . Τα είχαμε συντροφιά . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Για πες μου για την Άλκη. Σου είπε ότι δεν την αγάπαγα;

ΜΑΡΙΑ

Μου είπε πως κοιμόσουνα με άλλες γυναίκες . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Καλό κι αυτό! Μπορεί ένας άντρας να κοιμάται μόνο με μια γυναίκα;

ΜΑΡΙΑ

Αν την αγαπάει μπορεί . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Ένας δικαστικός κλητήρας . . . εκεί που όλα βγαίνουν στο σφυρί. Κάποτε πήγα το ρολόι μου στο ενεχυροδανειστήριο για διακόσιες δραχμές. Το ρολόι μου άξιζε δύο χιλιάδες. Κι αν στη ταχτή προθεσμία δεν έδινα τα λεφτά, τόχανα! Τώρα ξέρω ότι εγώ έφτιαξα το ενεχυροδανειστήριο, αλλά δεν φθάνει μόνο να ξέρεις . . . Μαμά, θα ζήσεις με τον εραστή σου;

ΜΑΡΙΑ

Έζησα στην εποχή του σκοτωμένου και του ανάπηρου, του φυλακισμένου και του βασανιστή, του προδομένου και του προδότη, γιατί το κορμί αφαιρείται, γιατί η σκέψη δεν ήταν σίγουρη. Πώς να περάσεις όλα του κόσμου τα βουνά και πονείς, πονείς, πονείς . . .

ΑΛΚΗ

(Μπαίνει η ΑΛΚΗ κλαίγοντας) Ο άντρας μου πήγε μόνος του στο κινηματογράφο. Δε θα τον συγχωρήσω . . .

ΜΑΡΙΑ

Άνθρωπος είναι, έκανε ένα λάθος . . .

ΑΛΚΗ

Τα λάθη του άλλου είναι σε βάρος μου. Με θίγει, με αναγκάζει να κλαίω.

ΜΑΡΙΑ

Έπρεπε να πας μόνη σου στον κινηματογράφο. Εγώ, μόνη μου πάω. Βλέπεις ο Διονύσης . . .

ΑΛΚΗ

Πώς είναι έτσι; ολόκληρος στο δίχτυ. Tι φορεί στο κεφάλι; ένα παλιό σουρωτήρι . . . Και χειροπέδες;

19


Ο καημενούλης... Θεία Μαρία, τρελάθηκε στ' αλήθεια; ΜΑΡΙΑ

Ήρθε ο Αλέξης...

ΑΛΚΗ

Και έλεγε θα φύγει για πάντα απ΄τους τρελούς . . .

ΜΑΡΙΑ

Ποιους έλεγε τρελούς; Ο πατέρας του δούλευε στο εργοστάσιο, εγώ, όπως και να είμαι, είμαι η μάνα του.

ΑΛΚΗ

Και να με δει ο Αλέξης σ'αυτά τα χάλια!.... Θείε Διονύση, οι γείτονες γελάνε με σένα, λένε πως ήσουνα κορόιδο και θύμα - δε ξέρεις το γνήσιο απ'το πλαστό,

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ήμουνα καλός και εργατικός. Δεν έλειψα ποτέ απ΄τη δουλειά μου. ΑΛΕΞΗΣ

Άλκη!

ΑΛΚΗ

Αλέξη! Με βλέπεις σ΄αυτά τα χάλια ...(Κλαίει) Και συ;

ΑΛΕΞΗΣ

Τι και γω; εγώ σε αγάπαγα.

ΑΛΚΗ

Ρώταγα τον τρελό και μου έλεγε, όταν έφευγαν οι γονείς σου έφερνες γυναίκες δω μέσα και κλεινόσουνα στη κρεβατοκάμαρα. Τι κάνατε;

ΑΛΕΞΗΣ

Ο τρελός λοιπόν; Δε φαντάστηκα πως καταλάβαινε τις λεηλασίες . . . Μαμά, πού είναι ο τρελός;

ΜΑΡΙΑ

Κοιμάται. Όταν μας άρπαξαν τα ηλεχτρικά μας, ούτε που τον ένοιαξε.

ΑΛΚΗ

Τον έβλεπα συχνά που έκλαιγε....

ΜΑΡΙΑ

Πάντα κλαίει, όταν θυμάται το ξανθό παιδί που σκότωσαν στο δρόμο. Τραυματισμένος είναι, του είπα, θα γίνει καλά. Την άλλη μέρα, διάβασε στις εφημερίδες, πως το σκότωσαν του τόπου. Μου έδωσε να διαβάσω . . . Καλά του είπα, θα γεννηθεί άλλο παιδί. Τότε, με κοίταξε κλαίγοντας και μου είπε, τι θα γίνει με μένα; Μπήκε μια σφαίρα στο μυαλό μου και με καίει.

ΑΝΤΡΕΑΣ Μαρία, μη θυμάσαι τις λεηλασίες . . . ΔΙΟΝΥΣΗΣ Εσύ Νινόπουλε, να φύγεις από δω μέσα.

20


ΜΑΡΙΑ

Είναι μακριά το σπίτι σας κύριε Νινόπουλε; Θέλω vα περπατώ τη νύχτα και να γελάω σα μεθυσμένη, σα να γυρίζω από γλέντι. Πάμε!

ΑΛΚΗ

Θεία Μαρία, μια στιγμή . . . Αλέξη! . . .

ΜΑΡΙΑ

Μη με pωτάτε, να κάνουτε ό,τι θέλουτε. Νινόπουλε πάμε!

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μαρία πάμε . . . (Μπαίνει ο ΓΙΩΤΗΣ)

ΓΙΩΤΗΣ

(Πιάνει τη ΜΑΡΙΑ απ' το φουστάνι) Μαμά!

ΜΑΡΙΑ

Ξύπνησες;

ΓΙΩΤΗΣ

(Στον ΑΝΤΡΕΑ). Εσύ δεν ήσουνα που σε χτύπαγαν στην αγορά; Εσένα δε χτύπαγαν με τα γκλόμπς και τρέχαν τα αίματα;

ΑΝΤΡΕΑΣ Όχι, δεν ήμουνα . . . ΓΙΩΤΗΣ

Κράταγες στην αγκαλιά σου ένα κοριτσάκι, το πέταξαν χάμου και το ποδοπάτησαν . . . Τι έγινε το κοριτσάκι; Θυμάμαι που έκλαιγε. Δικό σου ήταν το κοριτσάκι;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Όχι. Μαρία πάμε να φύγουμε . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Έψαχνα να σε βρω, να σου δώσω αυτό το ματωμένο ζακετάκι του παιδιού σου. Το άρπαξα με κίνδυνο της ζωής μου.

ΜΑΡΙΑ

Πότε έγιναν όλα αυτά; Εσύ μάζωνες τα ρούχα των σκοτωμένων;

ΓΙΩΤΗΣ

Εγώ, ο τρελός . . . Ο τρελός έχει την εντονότερη μνήμη και όχι μόνο για τον εαυτό του. Είμαι τρελός και είμαι μέσα σας! Μιλάω μέσα σας! Γελάω μέσα σας. Γελάτε, τάχα πως είσαστε ευτυχισμένοι και κλαίτε με πικρά δάκρυα, τάχα πως είσαστε δυστυχισμένοι, ενώ δε ξέρουτε ούτε τη χαρά ούτε τη λύπη. Τη χαρά και τη λύπη ίσως να μην τη ξέρει κανένας ακόμα. Αυτά όλα είναι νευρικές μνήμες . . . Σας χτύπησαν και ζήσατε. Το κοριτσάκι σας όμως πέθανε.

21


Και σεις μετά από τόσα χρόνια, χαιρόσαστε την αντοχή σας και βρήκατε τη συντροφιά σας με αρπαγή! ΜΑΡΙΑ

Με τη θέλησή μου . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Μας λεηλατεί! Λεηλατεί την καρδιά μας! ΑΝΤΡΕΑΣ

Κάποτε πρέπει να είμαι ευτυχισμένος . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Πάρε το ζακετάκι, άλλο δεν το κρατάω . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ποτέ δεν είχα παιδί . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Είχες!

ΑΝΤΡΕΑΣ

Ίσως ήθελα να είχα.

ΓΙΩΤΗΣ

Ήθελες να είχες ένα παιδί τρελό, σαν και μένα;

ΜΑΡΙΑ

Γιώτη είσαι ταραγμένος, φοβάσαι που φεύγω. Δεν πίνεις και το γάλα . . . Αν έπινες το γάλα, θα είχες βελτίωση . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Την τρέλα; Την εποχή του σκοτωμού;

ΜΑΡΙΑ

Την υγειά σου, γενικά. 'Ήμουνα στη δουλειά και είχα την έννοια σου, τι να κάνει, έλεγα . . . Δε φαντάστηκα πως γύριζες στους δρόμους, πως είχες μια περιέργεια, ένα ενδιαφέρον. Όταν μας άρπαξαν τα ηλεχτρικά μας είδη, έδειξες μεγάλη αδιαφορία, λες και δε χάσαμε τίποτα. Οι λεηλασίες . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Αν φεύγεις γι΄αυτό; . . . Όχι, παιδί μου, λυπάμαι που σ΄αφήνω. 'Οταν αποφάσισα να φύγω δε σε θυμήθηκα καθόλου . . . Μπορείς να μαγειρεύεις ένα πιάτο φαΐ, να πλένεις τα ρούχα σου, να στρώνεις το κρεβάτι σου, να σκουπίζεις την κάμαρή σου – αυτά είναι που κάνει ένας άνθρωπος. Θα κάνεις και μια δουλειά να βγάνεις το ψωμί σου . . . Αν σε κλείσουν στο τρελοκομείο, τι λες γι΄αυτό; σε ένα οίκημα, που έχει μόνο τρελούς, θα ήθελες;

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Ο Αλέξης θα παντρευτεί την 'Αλκη, εσύ Γιώτη πού θα πας; ΓΙΩΤΗΣ

Αλέξη, δε την αγαπάς τη θάλασσα;

22


ΑΛΕΞΗΣ

Μακάρι νάξερα! Τον πατέρα θα τον κλείσω στο άσυλο.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Άλκη, σώσε με! ΜΑΡΙΑ

Η Άλκη θα πάει στο σπίτι της, στο δικαστικό κλητήρα.

ΑΛΚΗ

Αλέξη, με διώχνει; (Μπαίνει ο ΓΙΑΝΝΗΣ, άντρας της 'ΑΛΚΗΣ)

ΓΙΑΝΝΗΣ

Καλημέρα κυρίες και κύριοι. Η γυναίκα μου αρνιέται τα συζυγικά της καθήκοντα σε μένα το σύζυγό της, που είμαι όλη μέρα στο πόδι και θέλω η γυναίκα μου να με αγαπάει. Η γυναίκα μου αρνιέται την αγάπη της σε μένα και δε συμμερίζεται την αγωνία του δικαστικού κλητήρα που βλέπω την αρπαγή και την απάτη να γίνονται πλούτος και την αδιαφορία και την αμέλεια δυστυχία και δάκρυα. Τόσα μαγαζιά, θείε Διονύση, πουλάνε ηλεχτρικά είδη και εσύ πήγες και έπεσες στον απατεώνα. Και να τα χάλια σου! Τα έχασες τα λεφτά σου και πάνε! Και η γυναίκα μου, ήρθε να βρει προστασία σε ανθρώπους κορόιδα – τόσο κορόιδο είναι και η ίδια.

ΑΛΚΗ

Αν μετανιώνω είναι που έκλαιγα . . . Αλέξη, συγνώμη που τίναξα μπροστά σου το μεγαλείο μου . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Κοντεύω να πέσω από την πείνα.

ΓΙΑΝΝΗΣ

Άλκη, λεηλάτησες την καρδιά μου!

ΓΙΩΤΗΣ

Η 'Αλκη είναι ζηλιάρα γιατί της έβγαλαν δυο δόντια.

ΑΛΚΗ

Φοβάμαι μη μου βγάλουν και άλλα δόντια. Αλλά δε ζηλεύω.

ΜΑΡΙΑ

'Αλκη, ζήλευες τον Αλέξη που κοιμόταν με άλλες . . .

ΑΛΚΗ

Θεία Μαρία, δε θα ανεχτώ τις λεηλασίες . . . Και γω μπορώ να κοιμάμαι με άλλους άντρες.

ΑΛΕΞΗΣ

Άλκη, έχεις σπίτι να μείνουμε;

ΓΙΑΝΝΗΣ

Η Άλκη είναι γυναίκα μου και έχουμε σπίτι μαζί. Και αν πεινάς, ναρθείς στο σπίτι μας να φας. Και δεν πιστεύω ότι η Άλκη σ΄αγαπάει . . .

23


ΑΛΕΞΗΣ

Πολύ περισσότερο δεν αγαπάει εσένα . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Είναι μερικά πράματα όχι όπως η ευτυχία, μα όπως η ύπαρξη. Χωρίς την ύπαρξη καμιά κατάσταση δε θα ήταν ευτυχία και ακόμα χωρίς τη συνέχεια της, έστω και την ασυνείδητη. Ο έρωτας είναι παρουσία και ένωση και συνέχεια της ζωής. Αυτή η συνέχεια είναι που δεν σκοτώνεται μέσα στους σκοτωμούς και μέσα στα κάτεργα. Γυμνάζουν τους ανθρώπους να σκοτώνουν τον άνθρωπο και να τον λεηλατούν. Αυτοί οι δάσκαλοι και αυτοί οι μαθητές ξεκόβονται από την κοινωνία και αποτελούν ένα μέρος της χυδαίο και βάναυσο, ένα μέρος της εγκληματικό που όμως στην καθημερινή ζωή μπλέκεται με τους άλλους, γιατί θέλει να χαλάσει και να σκοτώσει και παράλληλα να προφυλάξει τους σφετεριστές . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Δεν καταλαβαίνω τι λέει ο γιος μου ο τρελός . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Μάνα, γιατί δε φεύγουτε; Ο κύριος Νινόπουλος πλήττει . .

ΜΑΡΙΑ

Γιώτη, ο πατέρας σου ήταν περήφανος για τα ηλεχτρικά του . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Ο πατέρας μου ντρέπεται που έχει ένα παιδί τρελό . . . Γι΄αυτό φορεί το δίχτυ.

ΜΑΡΙΑ

Ο πατέρας σου ήταν περήφανος για τα ηλεχτρικά του είδη, εσύ πρέπει να είσαι περήφανος για τη νιότη σου.

ΓΙΩΤΗΣ

Αν είναι κι' αυτό κατάκτηση είναι λεηλασία . . .

ΜΑΡΙΑ

Έλεγες για την ύπαρξη, όλα είναι η ύπαρξη . . .

ΓΙΩΤΗΣ

Η ύπαρξη . . . μοιράζεται σε πολλά . . .

ΜΑΡΙΑ

Και το γάλα . . . Ένα ποτήρι γάλα, το ίδιο γάλα, σήμερα είναι γλυκό και αύριο ξινό . . .

ΑΛΕΞΗΣ

Ένα σπίτι που δεν έχει ψωμί και έχει τρελούς . . . Γιώτη, δεν το λέω για σένα. Ωστόσο, αν δε μαρτύραγες στην 'Αλκη πως είχα ερωμένες, δε θα ήξερε τίποτα απ' τη λεηλασία της. Άλκη, πόσο κρατεί μια αγάπη;

24


ΑΛΚΗ

Όσο είμαστε μαζί.

ΓΙΑΝΝΗΣ

Όλοι είναι απόλυτοι σ' αυτό τον κόσμο . . . Ένας πλειστηριασμός είναι η μικρότερη απάτη. Το σπίτι του φτωχού που το διαλύσαν οι τόκοι. Η απληστία του πλούσιου και το ψεύτικο όραμα του φτωχού να γίνει άπληστος και πλούσιος. Στον κινηματογράφο βρίσκεις μια συνέχεια του πλειστηριασμού. Οι ηθοποιοί με τα δικά τους πρόσωπα λένε πως είναι άλλοι. Παίρνουν τα ονόματα αυτών των άλλων, ζούνε τη ζωή αυτών των άλλων, δρουν όπως οι άλλοι, μιλάνε τα ίδια. Και στο κάτω - κάτω αυτά τα πρόσωπα δεν είναι αλήθεια και βγαίνουν στη φόρα όσα προβάλει το πανί. Ένας δικαστικός κλητήρας δεν είναι πρόσωπο που η τέχνη το αγγίζει με τρυφερά δάχτυλα. Και συ Άλκη, μεγάλωσες τα νύχια σου να με γδάρεις!

ΑΛΚΗ

Ένας παντρεμένος δεν πάει μόνος του στον κινηματογράφο. Ήθελες να βρεις άλλη γυναίκα, ίσως και μια γυναίκα της οθόνης. Όμως η προβολή δε γινόταν μόνο για σένα - η αίθουσα ήταν γιομάτη κόσμο.

ΜΑΡΙΑ

Έπρεπε να φύγει κάποιος για να κάτσεις. Περίμενα κάπου ένα τέταρτο να βρω κάθισμα. Απ' το θόρυβο που έκανε η καρέκλα κατάλαβα πως κάποιος έφυγε και πήγα και έκατσα. Σε λίγο τέλειωσε το έργο και οι περισσότεροι έφυγαν. Εσύ Αντρέα, γιατί δεν έφυγες;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Όταν έκατσες πλάι μου, είπα . . .

ΜΑΡΙΑ

(Γελάει) . . . ένα πουλί χωρίς φτερό . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Πάμε να φύγουμε

ΑΛΕΞΗΣ

'Αλκη διάλεξε . . .

ΓΙΩΤΗΣ

'Αλκη σε αγαπάω πολύ. Διάλεξε εμένα!

ΓΙΑΝΝΗΣ

Τι αρπαχτικά είσαστε σεις! Η Άλκη διάλεξε εμένα - είναι

25


η γυναίκα μου! ΑΛΚΗ

Αλέξη, έφυγα απ' το κρεβάτι μου χωρίς να ξέρω πως ήρθες.

ΓΙΑΝΝΗΣ

Και ήρθες να βρεις προστασία από ένα γέρο που φορεί χειροπέδες και σουρωτήρια . . .

ΑΛΚΗ

Δεν ήρθα για προστασία . . . Η προστασία μου ήταν που δε δέχτηκα να με λεηλατήσεις. Όμως, έπρεπε να διώξω εσένα απ΄το σπίτι. Και δεν έπρεπε να κλαίω.

ΓΙΩΤΗΣ

(Στον ΑΝΤΡΕΑ) Όταν σας χτύπαγαν δεν κλαίγατε . . .

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μετά τη σφαγή, στο μάτι του αρνιού βουλιάζει ένα δάκρυ.

ΜΑΡΙΑ

Σε χτύπησαν; Τότε, όλοι χτυπηθήκαμε, όλοι! Κινδυνεύαμε απ' τις σφαίρες, αλλά δε μπορούσαμε να μένουμε νηστικοί. Τρώγαμε ό,τι βρίσκαμε. Ο Γιώτης ήταν δεκαπέντε χρονών και τον έπαιρνα στην αγορά. Και ήταν η τελευταία μέρα που πηγαίναμε μαζί, γιατί μπορούσε να πηγαίνει μόνος του. Αυτή τη μέρα, ε{δε που σκότωσαν το ξανθό παιδί. Δε ξέρω, αν ήταν μόνο αυτό. Ένα περασμένο γεγονός που συνεχίζεται μέσα σε ένα άλλο γεγονός. Και άλλα γεγονότα που συνεχίζονται. Θέλω να κραυγάσω δυνατά, μέχρι να γίνω ρεαλίστρια. Να, κοιτάτε, έχω δυο ψεύτικα στήθια! Μου έκοψαν τα στήθια μου και φορώ ψεύτικα. (Τα ακουμπάει στην καρέκλα)

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Μαρία πότε; Πότε; . . . Και έκλαιγα που είναι δεμένα τα χέρια μου και δε μπορώ να χαϊδέψω τα στήθια σου . . . Και συ είχες ψεύτικα στήθια! Χα, χα, χα, έκλαιγα που δε μπορούσα να χαϊδέψω τα ψεύτικα στήθια της γυναίκας μου . . . Χα, χα, χα, θα σκάσω απ΄τα γέλια. ΜΑΡΙΑ

(Στον ΑΝΤΡΕΑ) Γιατί δε γελάτε και σεις! σας εξαπάτησε η βιομηχανία . . . Αυτά τα στήθια είναι τεχνητά.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Χα, χα, χα! η Μαρία σας ξεγέλασε! Γιατί δε γελάτε Νινόπουλε; Θέλατε τη γυναίκα μου για ερωμένη σας και η γυναίκα μου σας πετάει κατάμουτρα τα βιομηχανικά της

26


στήθια. Πού πήγαν οι γοητείες σας, τα φιλιά σας; Χα, χα, χα, θα σκάσω απ΄τα γέλια. ΑΝΤΡΕΑΣ

Μαρία, πάμε να φύγουμε . . .

ΜΑΡΙΑ

Πρέπει κάπου να πάμε, με κάποιον να πάμε;

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μέχρι τη τελευταία μας λεηλασία . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Οι ανάπηροι θα μείνουν μαζί! Μαρία, μου έκρυψες την αναπηρία σου. Τώρα θα γελάμε με τα χάλια μας. ΜΑΡΙΑ

Δεν είμαι ανάπηρη. Έχω δυο ψεύτικους μαστούς και ένα ίσιο στήθος. Έχω δυο μεγάλες ουλές που ξεκινάνε απ' τη μασχάλη και φτάνουν μέχρι τη μέση.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μαρία, πάμε . . .

ΜΑΡΙΑ

Δε ζητώ βοήθεια, να το ξέρετε. Tα ψεύτικα στήθια τα φορώ για να μη προκαλώ την περιέργεια των άλλων.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Μαρία, είσαι η αρχή της ιστορίας μου . . .

ΜΑΡΙΑ

Οι ουλές είναι σα ρεματιές. Έχουν σάρκινους κόμπους σα χαλίκια. Μερικές φορές τα ξεχνάω όλα και δεν είμαι εγώ.

ΑΝΤΡΕΑΣ

Έχω ένα φτερό διαθέσιμο . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Εσύ Νινόπουλε να φύγεις από δω μέσα! Η γυναίκα μου έχει ψεύτικα στήθια. Αύριο μπορεί να της κόψουν τα χέρια. Θα της κόψουν τα πόδια . . . Μαρία, είναι ένας άρπαγας! Θα σε λεηλατήσει! ΑΝΤΡΕΑΣ

Μαρία, έχω ένα φτερό διαθέσιμο . . .

ΔΙΟΝΥΣΗΣ Η γυναίκα μου έχει ψεύτικα στήθια. Γιατί να μην είναι όλα ψεύτικα; ΜΑΡΙΑ

Το τεχνητό και το ψεύτικο ίσως να μην είναι τα ίδια . . . Ίσως, να ξαναβγάλω στήθια . . . (Η ΜΑΡΙΑ με τον ΑΝTPΕA φεύγουν. Οι άλλοι ξαφνιάζονται)

ΑΛΚΗ

Θεία Μαρία! ξέχασες τα στήθια σου στην καρέκλα . . .

27


(Γυρίζουν) ΜΑΡΙΑ

Ας τάχω . . . τα ψεύτικα . . . Μπορεί να ξαναβγάλω στήθια και να μου τα ξανακόψουν . . .

ΑΥΛΑΙΑ

28


29


30


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.