Και όλα κυλούσαν παραμυθένια, αγνά, ήρεμα, αθώα, ώσπου… ένα μεσημέρι, ένα καλοκαιρινό ζεστό μεσημέρι, τρύπωσε μέσα στον ύπνο του χωριού ένας… εφιάλτης που τους τρόμαξε όλους και άλλαξε τις τύχες τους. Στην αρχή, οι λύκοι του δάσους και τα σκυλιά στα μαντριά, μυρίστηκαν τον εφιάλτη στον αέρα και άρχισαν να μοιρολογούν μ’ ένα μακρύ ουρλιαχτό.