16
www.rethemnosnews.gr
αφιέρωμα
ΣΑΒΒΑΤΟ 3 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2021
Τα όπλα των Κρητικών στην
Επανάσταση του 1821 ενός τουφεκιού, είτε από τούρκικα βόλια είτε και από χριστιανικά χέρια. Η ανάγκη της αρπαγής του αδερφικού τουφεκιού ήταν ο φοβερώτερος σύμμαχος των Τούρκων». Η λαφυραγώγηση συνεχίστηκε ακόμα και όταν ήρθε ο αιγυπτιακός στρατός, τον Μάη του 1822, για να βοηθήσει τον Σουλτάνο στην κατάπνιξη της επανάστασης. Οι Αιγύπτιοι διέθεταν σύγχρονα όπλα, πολλές φορές διαφορετικού τύπου από αυτά των Οθωμανών, κυρίως στα αγχέμαχα (ξίφη, σπαθιά και μαχαίρια). Τέλη του Μάη του 1822 οι Κρήτες επαναστάτες διέθεταν περίπου 8-9 χιλιάδες τουφέκια. Από αυτά, τα 3 χιλιάδες είχαν αγοραστεί από το εξωτερικό, ενώ τα υπόλοιπα 5 χιλιάδες είχαν αρπαχτεί στις μάχες. Η ανάγκη αυτή των Κρητών για λαφυραγώγηση προερχόταν από το γεγονός ότι η Διοίκηση της επαναστατημένης Κρήτης δεν διέθετε αρκετά χρήματα για την αγορά όπλων και πολεμοφοδίων. Και παρά τις εκκλήσεις των Κρητών προς τη Γενική Διοίκηση, τα όπλα και πολεμοφόδια που κατέφθασαν στο νησί ήταν ελάχιστα. Ξεχωρίζει η αποστολή 900 τουφεκιών από τον μεγάλο ευεργέτη Ιωάννη Βαρβάκη, 1.000 κόλλες χαρτί για την κατασκευή φυσεκιών και 460 «ανύχια» (πυριτόλιθοι), τον Μάη του 1821 από τις Σπέτσες και τον Ιούλιο του ίδιου έτους, μετά την κατάληψη του κάστρου της Μονεμβασιάς, απέστειλαν, όπως αναφέρει στη συνοπτική του Ιστορία ο Ζαχαρίας Πρακτικίδης, 751 οκάδες μπαρούτι, 76 μπάλες κανονιών, 2,5 οκάδες μολύβι, 70 τουφέκια, 5 χαρμπιά και 5.110 φυσέκια. Ελάχιστα, αν αναλογιστεί κανείς τις ανάγκες μιας δεκαετούς επανάστασης. Γι αυτόν τον λόγο αναγκάζονταν οι Κρήτες να χρησιμοποιούν τα ιερά βιβλία των εκκλησιών και των μοναστηριών για την παρασκευή φυσεκιών και το μολύβι, όπου το έβρισκαν, αφού το έλιωναν, για την κατασκευή βολίδων.
Νίκος Δερεδάκης* Η μεγάλη ελληνική επανάσταση του 1821 ήταν η πρώτη μεγάλη επανάσταση στην Ευρώπη, μετά τη γαλλική επανάσταση του 1789, που οδήγησε στη δημιουργία του πρώτου ελληνικού κράτους. Ήταν η επανάσταση που άνοιξε τον δρόμο και σε υπόλοιπα έθνη να αποκτήσουν την ανεξαρτησία τους, ενώ ήταν αυτή που ξεκίνησε την αλλαγή του χάρτη στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, αφού το παράδειγμα των Ελλήνων ακολούθησαν και άλλες εθνότητες που βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της ήδη παρακμάζουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι χρήσιμο να σημειώσουμε ότι οι απλοί άνθρωποι, γεωργοί και κτηνοτρόφοι στην πλειοψηφία τους, χωρίς καμία στρατιωτική και πολεμική παιδεία, πήραν τα όπλα εναντίον ενός οργανωμένου στρατού, όπως ήταν αυτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τα περίφημα τάγματα των Γενιτσάρων. Στην Κρήτη, η επανάσταση του 1821, είχε αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Στο νησί δεν υπήρχε ο θεσμός των κλεφτών και των αρματολών που τον συναντούμε στην υπόλοιπη χώρα και που αποτέλεσε τον πρώτο έμπειρο και ετοιμοπόλεμο ελληνικό στρατιωτικό πυρήνα. Πρέπει να αναφέρουμε ότι τις παραμονές της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη, στη Γενική επαναστατική Συνέλευση στην Παναγία τη Θυμιανή των Σφακίων καταμετρήθηκαν όλα κι όλα 1.200 τουφέκια, από τα οποία τα 800 ανήκαν στους σκληροτράχηλους Σφακιανούς και τα υπόλοιπα στους Ριζίτες της δυτικής, κυρίως Κρήτης, ενώ οι ανατολικές επαρχίες ήταν εντελώς άοπλες. Αυτό μπορεί να χαρακτηριστεί απόλυτα φυσιολογικό, αφού η οπλοφορία και η οπλοκατοχή στην Κρήτη ήταν αυστηρά απαγορευμένη και η ποινή στον Κρητικό που την παρέβαινε ήταν πολύ σκληρή. Το μόνο νόμιμο «όπλο» που μπορούσε να έχει στην κατοχή του ο Κρητικός ήταν η «σπαθόβεργα», μια καθαρά κρητική επινόηση, πού όπως περιγράφει και η ονομασία της, ήταν ένα ξύλινο σπαθί, που όμως αποδείχτηκε εξαιρετικά χρήσιμο και άκρως αποτελεσματικό στις πρώτες μάχες της επανάστασης. Στη μάχη του Σκλαβόκαμπου στα Ανώγεια, στα τέλη Απριλίου του 1822, διακόσιοι Ανωγειανοί με μοναδικά όπλα «χουρχούδες» (χοντρά ραβδιά με βαρύ κεφάλι στην άκρη, «σπαθόβεργες» και «λουράτες σφεντόνες» κατατρόπωσαν ισάριθμους καλά οπλισμένους Τούρκους που έρχονταν από το Ηράκλειο. Δύο μήνες μετά την έναρξη της επανάστασης, τον Ιούλιο του 1821, οι Κρήτες δεν διέθεταν παραπάνω από 4.000 τουφέκια. Αυτά προέρχονταν είτε από αγορές του εξωτερικού, είτε, ως επί το πλείστον, από λαφυραγώγηση. Κάθε οπλισμένο σώμα Κρητικών το ακολουθούσε στη μάχη ένα πολυπληθέστερο «μπουλούκι» από άοπλους, που περίμενε το αποτέ-
Σπαθόβεργα
Μαχαίρι Γιαταγάνι
Χαρμπί
Πιστόλες
Παλάσκες
Καριοφίλι Σελάχι Πάλα ή Σπάθα
λεσμα της μάχης για να καταπέσουν στους σκοτωμένους Τούρκους και να αρπάξουν τον οπλισμό τους και ό,τι άλλο χρήσιμο και πολύτιμο διέθεταν. Η διάθεσή των λαφύρων ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα και πονοκέφαλος για τους Κρήτες οπλαρχηγούς, αφού στις περισσότερες μάχες οι επαναστάτες δεν καταδίωκαν τους αντιπάλους τους, αλλά είχαν σαν πρώτο μέλημά τους τη λαφυραγώγηση. Σύνηθες ήταν το φαινόμενο της φιλονικίας ακόμα και των εμφύλιων σκοτωμών για ένα τουφέκι ανάμεσα στους Κρητικούς. Τα αρπαγμένα τούρκικα όπλα αποτελούσαν προϊόν μαύρης αγοράς ανάμεσα στους επαναστάτες, αφού ένα τουφέκι κόστιζε, ακόμα, και όσο ένα λιόφυτο με πενήντα ελαιόδεντρα. Γράφει χαρακτηριστικά ο Ιωάννης Μουρέλλος στην Ιστορία της Κρήτης: «Σε κάθε μικρό ένοπλο σώμα, γρήγορα εσχηματίζετο πίσω του σώμα αόπλων που τους ακολουθούσαν για ν’ αρπάσουν το τουφέκι κείνου που θα σκοτωνότανε από τους χριστιανούς ή κυνηγώντας τους Τούρκους με πέτρες ή σπαθόβεργες, να κατορθώνουν, με βέβαιο κίνδυνο της ζωής των να οπλίζονται. Τα άοπλα αυτά σώματα που ακολουθούσαν στην ουρά των ενόπλων, πολλές φορές ήταν τριπλάσια και τετραπλάσια σ’ αριθμό κι η μανία κι ο πόθος
1
2 3
4
6
5
7
1. Σκεύος για το λιώσιμο του μολυβιού. 2. Χαρτί για το τύλιγμα των φυσεκιών. 3. Φυσέκι. 4 Φυσέκι σε τομή. 5. Δοσομετρητής μπαρουτιού. 6. Βόλι. 7. Καλούπι για βόλι ν’ αποκτήσουν τουφέκι, ανάγκαζε πολλούς απ’ αυτούς να κακουργούν και να ληστεύουν και να κλέφτουν άνανδρα ένα οπλοφόρο την ώρα που εκοιμάτω ή ωδοιπορούσε μεμονωμένος. Πόσα παλικάρια δεν εχάθηκαν στη σκληρή και φρικτή αυτή ανάγκη της προμήθειας
Αλλά και τα είδη της επιμελητείας ήταν πενιχρά για κάθε επαναστάτη. Όπως αναφέρει ο Μουρέλλος, «ο Κρητικός επαναστάτης, φεύγοντας για τη μάχη, έπαιρνε τη μικρή του βούργια πούχε το μπαρούτι και το μολύβι. Μέσα εκεί έβανε ένα φλασκί νερό, ένα “καύκαλο” παξιμάδι κρίθινης κουλούρας, λίγες ελιές και κάποτε, αν είχε, κι ένα κρεμμύδι… Ο,τι χορτάρι μπορούσε ν’ αρπάξει την ώρα της μάχης τόβανε στο στόμα του για να δαμάσει την πείνα του και τη δίψα του με το σάλιο που προκαλούσε». Και ο Κριτοβουλίδης, συνεχίζει: «δεν είχον άλλην τροφήν, ειμή τ’ άγριαπίθων χόρταάνευ της γης, τα οποία έβραζον εις πάτους