20
ΠΑΤΡΙΣ Κυριακή 31 Ιουλίου 2011
Εν οικω Από την Πέλυ Μπεβούδα
ΡΟΥΜΠΙΝΗ ΣΤΑΓΚΟΥΡΑΚΗ
«Βλέπω τη ζ Έ
να πλατύ χαµόγελο, µια έκφραση που σε γεµίζει θετική ενέργεια, µερικές λέξεις που «τρέχουν» σα νερό και αγγίζουν τη ψυχή µε τρόπο µαγικό. Ένα κορίτσι απλό και… πολύπλοκο ταυτόχρονα. Ίσως να’ ναι το φως που την περιλούζει, δηµιουργώντας σκιές και εντάσεις λευκού, που δίνουν τον ξεχωριστό αυτό τόνο. Ίσως πάλι, να είναι το «άστρο» της.
«Πρέπει να είσαι λίγο survivor για να µπορέσεις να επιβιώσεις στο εξωτερικό. Όσο και να προσπαθείς, είσαι πάντα ένα ξένο σώµα. Είναι αυτός ο νόστος της Ελλάδας, που δεν σε αφήνει ποτέ…».
Η Ρουµπίνη Σταγκουράκη, αεικίνητη και γεµάτη ενέργεια, πολυπράγµων και χαλαρή την ίδια στιγµή, ένα κορίτσι που ασχολείται µε πολλά και σε όλα αναζητά την ουσία και το στόχο, που δεν είναι άλλος από το να υπάρχει ένα αποτέλεσµα, µιλά σήµερα στο «Εν Οίκω». Με διάθεση καλοκαιρινή τόσο αυτή όσο και εγώ, εν µέσω «διακοπών» και «αποδράσεων», ένα απόγευµα του Ιουλίου, του «µήνα µας», µιλήσαµε για όλα. Και µοιραζόµαστε µαζί σας κάποια από αυτά… Γεννήθηκε και µεγάλωσε στην Αµαλιάδα, όπου πέρασε πολύ ανέµελα παιδιά χρόνια. Άλλωστε, η ίδια θεωρεί ότι η πολυσχιδής προσωπικότητα ξεκινά από την παιδική ηλικία. Ένα παιδί υπερδραστήριο, όπως και τώρα, ήταν η Ρουµπίνη. Τα Αγγλικά, τα Γαλλικά, το πιάνο, το µπαλέτο, ο προσκοπισµός, το βόλεϊ, η χορωδία, ήταν κοµµάτι της ζωής τους ουσιαστικά. Ήθελε να είναι παντού καλή και να κάνει πολλά πράγµατα. Πριν ακόµη δώσει πανελλήνιες, έχει δώσει εξετάσεις στο Γαλλικό Ινστιτούτο για Γαλλική Φιλολογία. Τελικά δεν επέλεξε τη σχολή στην οποία πέτυχε στην Ελ-
Με τον αγαπηµένο της φίλο, τον Κωνσταντίνο Τζούµα, που θεωρεί οικογένειά της.
λάδα και έφυγε για το Παρίσι, όπου έµεινε για πέντε χρόνια, για το Πανεπιστήµιο της Σορβόννης. Ως τότε, είχε ταξιδέψει ήδη πάρα πολύ καθώς η µητέρα της-που διατηρεί σχολή γαλλικής γλώσσας στην Αµαλιάδα- συµµετείχε σε εκπαιδευτικά προγράµµατα µέσω Γαλλικού Ινστιτούτου και ενός ευρωπαϊκού δικτύου και έτσι η Ρουµπίνη ταξίδεψε από µικρή στη Γαλλία, την Ολλανδία, το Βέλγιο. Έφηβη πια βρέθηκε να ζει στο Παρίσι. Αν µπορούσε, θα ξαναγύριζε πίσω, σε εκείνη την εποχή, σε εκείνα τα χρόνια, µε την ωριµότητα όµως που διαθέτει σήµερα. Θα έκανε ίσως και κάποια άλλα πράγµατα και θα είχε και άλλες επιλογές, που ίσως τότε δε µπορούσε να αξιολογήσει. Θεωρεί τον εαυτό της πολύ τυχερό που σπούδασε στο εξωτερικό και στο συγκεκριµένο πανεπιστήµιο και στη συγκεκριµένη πόλη, µε προτροπή της µητέρας της. «Τις γνώσεις τις οποίες απέκτησα δεν τις ανταλλάσω µε κάτι. Οι καθηγητές ήταν κορυφαίοι, τα µαθήµατα σε πολύ υψηλό επίπεδο. Σήµερα θα µπορούσα να διδάσκω σε σχολείο της Γαλλίας σαν φιλόλογος µε τις σπουδές που έκανα εκεί. Και για µένα ήταν κάτι καινούριο. Στην Σορβόννη ανακάλυψα την γαλλική λογοτεχνία και είναι κάτι που το αγάπησα στην πορεία». Στα χρόνια των σπουδών, συνέχισε να ασχολείται µε τον αθλητισµό, καθώς έπαιζε βόλεϊ και στην Αµαλιάδα. Έτσι, συνέχισε να παίζει µε την οµάδα της Σορβόννης µε την οποία πέτυχαν και πρωτιά στο πρωτάθληµα. Έκανε παρέα µε φίλες γαλλίδες από το πανεπιστήµιο και επειδή είναι ένας άνθρωπος που βαριέται εύκολα, γνώρισε και έκανε παρέα µε πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους. Γνώρισε ανθρώπους της τέχνης και των γραµµάτων, συµµετείχε στο «Κλαµπ των επίκουρων» όπου κάθε εβδοµάδα έκαναν συναντήσεις και συζητήσεις φιλοσοφικές. Παράλληλα, παρακολουθούσε εκθέσεις ζωγραφικής,
θέατρα, ντεφιλέ µόδας. Είχε τη δυνατότητα να ζήσει την κουλτούρα του Παρισιού ουσιαστικά. Όλα αυτά δεν ήταν κάτι εύκολο. Όπως λέει και η ίδια, «πρέπει να είσαι λίγο survivor για να µπορέσεις να επιβιώσεις στο εξωτερικό. Όσο και να προσπαθείς, είσαι πάντα ένα ξένο σώµα. Όσο και να θες να αφοµοιωθείς, αισθάνεσαι πάντα έτσι. Όσο καλά και να µιλάς την γλώσσα, όσο και να σε δεχθούν, πάντα έτσι αισθάνεσαι. Είναι αυτός ο νόστος της Ελλάδας, που δεν σε αφήνει ποτέ…». Η επιστροφή στην Ελλάδα έγινε για οικογενειακούς και κυρίως καθαρά συναισθηµατικούς λόγους µόλις τελείωσε τις σπουδές της, στα 23 της χρόνια. Ήταν µια απότοµη αλλαγή στη ζωή της. Την παραµονή της εδώ, στην Αµαλιάδα, παρότι έχουν περάσει ήδη 12 χρόνια, τη βλέπει πάντα ως «αίθουσα αναµονής» για να φύγει ξανά. Είναι µια στάση. Άλλωστε, θεωρεί ότι η ζωή µας είναι µια στάση και ποτέ δεν ξέρεις για πού και πότε θα ξεκινήσει το επόµενο… ταξίδι. Ασχολήθηκε µε το φροντιστήριο της µητέρας της στην Αµαλιάδα, κάνοντας µαθήµατα γαλλικών, κάτι που αγαπά ιδιαίτερα καθώς διαπλάθεις µέσα απ’ αυτήν χαρακτήρες. «Αυτό ιντριγκάρει το µυαλό µου, το να εξηγώ το ίδιο πράγµα µε διαφορετικούς τρόπους ώστε να γίνεται κατανοητό από όλα τα παιδιά, γιατί κάθε παιδί σκέφτεται διαφορετικά. Για ένα αυτό είναι πρόκληση…». Παράλληλα, εργάζεται στο ραδιόφωνο της ΕΡΑ στον Πύργο, σαν διοικητικός οικονοµικός υπάλληλος ενώ κάποιες φορές παίζει και µουσικές. Συνεργάστηκε από µε το ∆ιεθνές Φεστιβάλ Κινηµατογράφου για Παιδιά και Νέους από τα πρώτα του βήµατα σε διάφορα «πόστα» ενώ την έχουµε απολαύσει και στις τελετές έναρξης και λήξης, µε τη ∆ήµητρα Ακριώτου, στην παρουσίαση. Θεωρεί πολύ τυχερό το νοµό για το Φεστιβάλ και επιµένει ότι δεν πρέπει για κα-