Μεταβάσεις Δεδομένων | Data Metabasis

Page 1

1


2


μεταβασεις δεδομενων το πληθος υπο συνθηκες αβεβαιoτητας

ΛΕΚΚΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

1


διάλεξη 9ου εξαμήνου Λέκκου Αναστασία επιβλέπων Νικόλαος - Ίων Τερζόγλου Αθήνα Ιούλιος 2015 2


Στον Άλεφ

3


4


περιεχόμενα μέρος πρώτο 8 εισαγωγή

μέρος δεύτερο

14 φυσικές επιστήμες και κοινωνική φυσική 17 ο πρώτος λίθος 18 η πτώση του Νεύτωνα 20 η θεωρία των αερίων 22 πιθανότητα 23 η ‘καμπύλη του λάθους’ 26 θεωρία της πληροφορίας

μέρος τρίτο

36 το σύγχρονο πλήθος 36 ‘δεν αισθάνομαι σπίτι μου’ 36 κοινοί τόποι 37 δημόσια διάνοια 37 δεξιοτεχνία 38 αρχή εξατομίκευσης 39 οπορτουνισμός

μέρος τέταρτο

44 σοφία του πλήθους και συστήματα big data 54 web 2.0 62 το πλήθος στο big data 62 για το δεδομένο 66 για το web

μέρος πέμπτο

72 εντροπία και κοινωνικά συστήματα 76 η τυρρανία του μέσου 76 σύγχυση δομής και μορφής 82 Le Corbusier και Neufert 88 ο μέσος άνθρωπος

μέρος έκτο

107 επίλογος 112 βιβλιογραφία 5


6


εισαγωγή

μέρος πρώτο 7


I. Παρατηρώντας τη σταδιακή ψηφιοποίηση της σύγχρονης ζωής, και συνειδητοποιώντας την προσωπική και καθολική παράλληλα συμμετοχή στον τρόπο που ψηφιακά συστήματα συνδέονται και συνδέουν τον κόσμο, αισθάνθηκα την προσωπική επιθυμία να κατατοπιστώ εκτενέστερα πάνω στο ζήτημα των «μεγάλων δεδομένων». Εν μέσω της αναζήτησης, η επαναλαμβανόμενα εμφανιζόμενη φαινομενική σύνδεση ‘Big Data και Κοινωνικής Φυσικής’, γέννησε ερωτήματα: Ποια είναι η σχέση των πραγματικών κοινωνικών δομών με των αντίστοιχων ψηφιακών; Κατά πόσο η κοινωνική οργάνωση απλώς μεταφέρεται σε ένα ψηφιακό περιβάλλον νέων συνθηκών και κατά πόσο οι συνθήκες αυτές δίνουν τη δυνατότητα να αναδημιουργηθεί; Και εάν πρόκειται στα αλήθεια για μια δημιουργική επανασύνθεση, ποιοι είναι οι παράγοντες που την αφορούν και μέχρι ποιο σημείο μπορούμε να τους εντοπίσουμε στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις; Τι σημαίνει «το big data είναι εμείς» ; Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί δεν μεταφράζονται εδώ σε μια εργασία για τα «Μεγάλα Δεδομένα». Στην πραγματικότητα, αποτέλεσαν εναρκτήριο βήμα για αυτή την έρευνα. Η ακόλουθη συλλογιστική δομή δεν εκφράσθηκε εξ’ αρχής ως διατυπωμένο θεώρημα που απλώς έχριζε απόδειξης. Η ίδια η έρευνα κατηύθυνε και υπέδειξε το «πώς το ένα πράγμα οδηγεί στο άλλο»1, το πώς και εάν ενδείκνυνται, δικαιολογούνται και επιτρέπονται οι επακόλουθες «μεταβάσεις δεδομένων».

II. Ο Αριστοτέλης μίλησε για την διαδικασία της ‘μετάβασης’ ως διαδικασία για την οποία πρέπει κανείς να κρατά μια επιφύλαξη. ‘Δεν πρέπει να γίνεται μετάβαση εξ άλλου γένους, να γίνεται απόδειξη θεωρημάτων σε μία επιστήμη χρησιμοποιώντας υποθέσεις από μία άλλη επιστήμη’.2

Η συμβουλή αυτή βρέθηκε ακριβώς στο σημείο που το παρόν εγχείρημα άρχισε να γίνεται αμφισβητήσιμο: κατά πόσο είναι δόκιμο να χρησιμοποιούνται έννοιες και υποθέσεις από μία επιστήμη ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα σε μία άλλη. Ο Αριστοτέλης υποδεικνύει πως η χρήση είναι λανθασμένη όταν φτάνει κανείς στο επικείμενο συμπέρασμα, ‘χρησιμοποιώντας ακατάλληλη έρευνα ως προς τη συγκεκριμένη υπόθεση, όπως συμβαίνει παραδείγματος χάριν όταν ένα μη ιατρικό επιχείρημα θεωρείται τέτοιο, ή όταν εκείνο που δεν είναι γεωμετρικό χρησιμοποιείται ως γεωμετρικό επιχείρημα(…)’

|1| Από τον υπότιτλο του βιβλίου του Phillip Ball ‘Critical Mass. How one thing leads to another’ |2| William Thomas Parry,Edward “Aristotelian Logic”, σελ. 531 (ελευθερη μτφρ)

8


Στην προσπάθεια όμως τα επιχειρήματα να ταυτίζονται πλήρως κατά τη μετάβασή τους από την μία επιστήμη στην άλλη, εγκυμονεί ο κίνδυνος να αναλωθεί κανείς στο λεξιλόγιο, χάνοντας την ουσία. Καθώς η προειδοποίηση του Αριστοτέλη περιφρονείται ευρέως, συχνά προς όφελος της εκάστοτε επιχειρηματολογίας3, φυλάσσω την σοφή αυτή σημείωση και συνεχίζω, τολμηρά, επιχειρώντας πολλαπλές μεταβάσεις, χρησιμοποιώντας ως πρώτο ‘γένος’ την έννοια της εντροπίας, το μέσο μέτρησης της αταξίας. Θεωρούμε, λοιπόν πως οι προσεχείς ‘μεταβάσεις’, γίνονται κατ’ αναλογία, σε μια προσπάθεια εγκράτειας προ του ορίου της αυθαιρεσίας και εντός μίας λογικής συμπερασματικής ειρμικής ροής. `

|3| Philip J. Davis, από το άρθρο ‘Entropy and Society’

9


10


φυσικές επιστήμες και κοινωνική φυσική ο πρώτος λίθος η πτώση του Νεύτωνα η θεωρία των αερίων πιθανότητα η ‘καμπύλη του λάθους’ θεωρία της πληροφορίας

Προκειμένου να επιβεβαιωθεί η υπόθεση πως τα συστήματα Big Data αποτελούν μια σύγχρονη ενεργή πλατφόρμα διαρκούς κοινωνικής μελέτης, δηλαδή της σύγχρονης κοινωνικής φυσικής (social physics), στρεφόμαστε αρχικά σε μια ιστορική ανάγνωση στη σχέση κοινωνικών επιστημών1, φυσικής και μαθηματικών, εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο οι θετικές επιστήμες και – εν συνεχεία – οι τεχνολογικές εξελίξεις τροφοδότησαν μια επιστημονική μελέτη των κοινωνικών δομών.

μέρος δεύτερο 11


12


Society must be founded upon reason and guided by its great formalization: science Phillip Ball_ ________

________________

13


φυσικές επιστήμες και κοινωνική φυσική Μιλώντας περί κοινωνικών επιστημών, η ανάγκη αφενός για ανεύρεση δόκιμων εργαλείων προς επεξεργασία και ανάγνωση των κοινωνικών δομών/φαινομένων και αφετέρου για μία επιστημονικά βάσιμη αναφορά, εμφανίζεται στα πρώιμα στάδια των προβληματισμών σχετικά με την ύπαρξη ή όχι μιας καθολικής λογικής σύμφωνα με την οποία μπορεί κανείς να αναφέρεται στις κοινωνικές δομές. Η ανακάλυψη πως φυσικά και μαθηματικά εργαλεία δύναται να εφαρμοσθούν μερικώς ως προς την περιγραφή, καταγραφή και να ανάλυση των κοινωνικών δομών, αποτέλεσε μια πρώτη επιστημολογικά τεκμηριωμένη αφετηρία εκπλήρωσης των παραπάνω αναγκών. Πώς επικυρώνεται όμως ότι το θεωρητικό πλαίσιο που υποστηρίζει την σύγχρονη φυσική μπορεί να προσαρμοσθεί ώστε να περιγράψει κοινωνικές δομές και συμπεριφορές; Το μόνο σίγουρο είναι πως αυτό που ονομάζουμε ‘κοινωνική επιστήμη’0 δεν υπήρχε, προτού οι φυσικοί επιστήμονες διαπιστώσουν πως τα συστήματα των οποίων τα ‘συστατικά’ έχουν μια κάποια ανοχή στο να δράσουν συλλογικά, δείχνουν συχνά επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά, ακόμη και αν φαίνεται πως δεν έχουν τίποτα κοινό το ένα με το άλλο. Αυτή ακριβώς ήταν η υπόθεση που επέτρεψε τη ‘μετάβαση’ από την φυσική στην κοινωνική επιστήμη. Παραδίδοντας τα ερευνητικά εργαλεία εκείνα, τα οποία ίσως και να μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως «εργαλεία γενικότερης χρήσης», ευνοήθηκαν οι συνθήκες ώστε να γεννηθεί, αλλά και να εξελιχθεί αυτός ο επιστημονικός τομέας που αποκαλούμε ‘κοινωνική φυσική’. Τα παρακάτω παραδείγματα δεν έχουν σκοπό να παραθέσουν ανθρώπινα στοιχεία μέσω ενός επιστημονικού πρίσματος, παρά να καταδείξουν την εμφανή και αβίαστη συσχέτιση την οποία είναι ικανός να κάνει ο ανθρώπινος νους (επιστήμων ή όχι) ανάμεσα σε επαναλαμβανόμενα φυσικά ή βιολογικά φαινόμενα και σε στοιχεία που χαρακτηρίζουν τόσο την ανθρώπινη συνύπαρξη γενικότερα, όσο και τις δυνατότητες επεξεργασίας τις οποίες μας παρέδωσε μέχρι σήμερα η διαρκής εξελικτική αλληλοτροφοδότηση φυσικής, μαθηματικών και κοινωνικών επιστημών.

|0| Γενικότερα κοινωνικές επιστήμες ονομάζονται οι επιστήμες που μελετούν πτυχές της κοινωνικής ζωής των ανθρώπινων ομάδων.Τα πεδία των κοινωνικών επιστημών είναι η ψυχολογία, η παιδαγωγική, η ιστορία, η κοινωνιολογία, η νομική, η πολιτικές επιστήμες και οι οικονομικές επιστήμες. Εδώ μας αφορά ένα υποσύνολο (χαλαρών ορίων) μεταξύ ψυχολογίας, κοινωνιολογίας, πολιτικών και οικονομικών επιστημών. (πηγή Wikipedia,http://tinyurl.com/ox7nayx)

14


15


16


I. ο πρώτος λίθος Ο Thomas Hobbes ήταν ο πρώτος που αναζήτησε μια ‘φυσική της κοινωνίας’ (physics of society). Επικαλούταν την φυσική ως την αλάνθαστη συνταγή της βεβαιότητας. Στο έργο του “Leviathan” εξετάζοντας την ανθρώπινη φύση και τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μέσω μίας απόλυτης μηχανιστικής λογικής, ο Hobbes είχε την φιλοδοξία να αναπτύξει μία άμεσα εφαρμόσιμη πολιτική θεωρία για το πώς πρέπει –και μπορεί– η ανθρωπότητα να αυτοκυβερνάται. Εάν και η ορθότητα και ηθική του τελικού αποτελέσματος της έρευνας είναι από πολλούς αμφισβητήσιμη (ο Leviathan ως το ανώτερο όν – πηγή όλης της εξουσίας και ασφάλειας που προσφέρεται στους ανθρώπους), αυτό το οποίο καθιστά τον Leviathan τοπόσημο στην ιστορία της πολιτικής θεωρίας είναι πως οι θέσεις του αναπτύχθηκαν από τον Hobbes όχι μέσω μίας γενικής θεωρητικής ανάλυσης, αλλά εφαρμόζοντας τη μέθοδο του θεωρητικού επιστήμονα1 : ορίζοντας, δηλαδή, συγκεκριμένες θεμελιώδεις αρχές και παρατηρώντας που αυτές θα τον οδηγήσουν. Υποστηρίζοντας την θέση του για την ανεύρεση του ορισμού των θεμελιωδών αρχών της ανθρώπινης συμπεριφοράς στις βαθύτερες ρίζες της επιστήμης, ο Hobbes απευθύνεται τον Γαλιλέο. Φυσικοί και ανθρώπινοι βιολογικοί μηχανισμοί φαίνεται να βρίσκουν έναν κοινό τόπο, καθώς οι θεωρίες του Γαλιλαίου ερμηνεύονται από τον Hobbes ως κάποιοι πρώτοι νόμοι της κοινωνικής φυσικής. Η συνεχής κίνηση είναι η φυσική κατάσταση όλων των όντων, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων. Όλες οι ανθρώπινες αισθήσεις και συναισθήματα είναι αποτέλεσμα της κίνησης.2

>Τι άλλο είναι άλλωστε ο θάνατος από την ακινησία, και ποιος άνθρωπος δεν αποζητά να αποφύγει τον θάνατο?< Τhomas Hobbes3

|1|2|3| Phillip Ball “Critical Mass. How One Thing Leads to Another”, κεφ. ‘One - Raising Leviathan’

17


II .η πτώση του Νεύτωνα Η περίπτωση του Dictyostelium discoideum, ενός είδους αμοιβάδας που ζει στο χώμα αποτελεί ένα ευρείαςπειραματικής χρήσης πρότυπο βιολογικό μοντέλο (model organism). Αυτοί οι μονοκύτταροι οργανισμοί, παίρνουν το καθένα το δρόμο του όταν οι συνθήκες είναι καλές, όταν η τροφή και το νερό είναι άφθονα, και η θερμοκρασία είναι ιδανική. Αλλά όταν έρχεται ξηρασία, λιμός ή κρύο, με σκοπό την επιβίωση, αναζητούν αμοιβαία υποστήριξη: χιλιάδες d. Discoideum συνενώνονται και συμπεριφέρονται σαν ένας πολυκύτταρος οργανισμός. Ενώ μπορεί κανείς να γενικεύσει την ανάγκη για ‘αμοιβαία υποστήριξη’, δεν μπορεί να υποστηρίξει πως όλοι οι άνθρωποι σε κάθε περίπτωση ανάγκης συγκεντρώνονται και λειτουργούν ως ένας (ακόμα και με μια ανοχή στη μεταφορική χρήση του όρου). Δεν υπάρχει μια δεδομένη κοινωνική συμπεριφορά στο ζωικό βασίλειο σε περιόδους κρίσης. Το να αναζητείται μια ‘βιολογική’ εξήγηση για όλα τα είδη συλλογικότητας σε ζωικούς πληθυσμούς έχει το ρίσκο της επίκλησης μιας ενδεχόμενης εξήγησης για κάτι το οποίο είναι στην πραγματικότητα το άμεσο αποτέλεσμα της «φυσικής» της συγκεκριμένης κατάστασης. Το συμπέρασμα αυτό είναι που οδήγησε την επιστημονική κοινότητα στην παραδοχή ότι μία Νευτώνεια προσέγγιση στην μελέτη των κοινωνικών δομών θα ήταν αποτυχημένη. Παρά το γεγονός ότι μέχρι ενός σημείου της ιστορίας οι τρείς νόμοι καιροφυλαχτούν να απαντήσουν τα ερωτήματα σχεδόν κάθε φυσικού φαινομένου, η εφαρμογή τους στην περίπτωση των ανθρώπινων κοινωνικών συστημάτων, λόγω της φύσης ενός ‘νόμου’ αυτής καθ’ αυτής και μόνο, φαντάζει άτοπη.

18


19


III .η θεωρία των αερίων από την ατομικότητα στο σύνολο

Η μελέτη των κινήσεων των μορίων των αέριων σωμάτων απασχόλησε πολλούς φυσικούς επιστήμονες του 18ου αλλά κυρίως 19ου αιώνα. Το 1738 ο Daniel Bernoulli πρότεινε πως τα αέρια αποτελούνται από μικροσκοπικά σωματίδια που κινούνται ακανόνιστα στο χώρο και συγκρούονται μεταξύ τους. Εκατό χρόνια αργότερα, ο James Clerk Maxwell ολοκλήρωσε σε μεγάλο βαθμό τη μελέτη αυτή, αναπτύσσοντας της κινητική θεωρία των αερίων, σύμφωνα με την οποία η διεύθυνση της κίνησης των μορίων ενός αερίου αλλάζει διαρκώς. Η κίνηση του κάθε μορίου επηρεάζεται και παράλληλα επηρεάζει τις κινήσεις των γειτονικών μορίων, χωρίς όμως να περιορίζεται σε ένα συγκεκριμένο χώρο που ορίζεται από τις κινήσεις αυτές4, αλλά διαγράφοντας μια ανώμαλη, ουσιαστικά τυχαία, πορεία (random walk) . Η αποτύπωση των κινήσεων αυτών των ατομικοτήτων σύμφωνα με τις γνωστές έως τότε κινητικές θεωρίες θα ήταν μία ατέρμονη και τελικώς ανούσια προσπάθεια. Ο Maxwell ξεκλείδωσε αυτή την νέα προσέγγιση κινητικής θεωρίας υποστηρίζοντας πως δεν μας ενδιαφέρουν οι λεπτομέρειες, η κίνηση δηλαδή καθεμίας από αυτές τις ανομοιόμορφες ατομικότητες, αλλά η μέση συμπεριφορά 5 (average behavior). Τα μόνα στοιχεία που είναι σημαντικά είναι ο μέσος όρος των ταχυτήτων των μορίων, και το εύρος των τιμών στο οποίο αυτός κινείται, από τα οποία προκύπτει η καμπύλη κατανομής ταχυτήτων, χρήσιμο εργαλείο στην κατανόηση της διασποράς της κατανομής ενέργειας ανάμεσα στα μόρια. Η κινητική θεωρία των αερίων ουσιαστικά έδωσε ελπίδα στο να απαντηθούν ζητήματα ‘καθημερινής συμπεριφοράς’ μέσω της κατανόησης της ατομικής κίνησης. Ο Buckles κατάφερε να αποσπάσει ένα γενικό σχόλιο πάνω στην προσέγγιση του Maxwell: επειδή ακριβώς δεν μπορούμε να ορίσουμε τις ακριβείς κινήσεις από κανένα από αυτά τα μόρια, είμαστε υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουμε την αυστηρή (Νευτωνική) μέθοδο και να υιοθετήσουμε τη στατιστική μέθοδο, της διαχείρισης μεγάλων μοριακών μονάδων. Ή όπως θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, με το νέο μαθηματικό εργαλείο της διαχείρισης ‘μεγάλων αριθμών’. Στις ύστερες ιστορικές περιόδους όπου οι κατακτητικοί πόλεμοι και ο ιμπεριαλισμός (με την εδαφική έννοια) ήταν σκοπός ζωής κάθε κυβερνήτη ενός βασιλείου, η δύναμη και η δόξα μιας χώρας αντικατοπτριζόταν στο μέγεθος του πληθυσμού της. Οι καταμετρήσεις πληθυσμών (γεννήσεις και θάνατοι) ήταν η βασική απασχόληση των πρώτων κοινωνικών ‘ποσοδεικτών’. Σταδιακά, το ενδιαφέρον από την απλή καταμέτρηση αριθμών μεταφέρθηκε σε ποι|4|όπως ένα σμήνος μελισσών που κινούνται η μία γύρω από την άλλη με τη μάζα τους να μένει σταθερή στο ίδιο σημείο |5| Εδώ μεταφράζεται ‘μέση συμπεριφορά’ ο αγγλικός όρος ‘average behavior’

20


οτικά μεγέθη, όπως το φύλο, η ηλικία, ο τόπος κατοικίας κ.α. Η θεωρία των αερίων δίνει μια σαφή απάντηση στο ζήτημα. Όταν δεν μπορεί να ‘προβλεφθεί’ η κίνηση του κάθε ατόμου ξεχωριστά, αλλά παρουσιάζονται επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές και αντιδράσεις σε ερεθίσματα που προέρχονται από τα υπόλοιπα, αυτό που καθίσταται δυνατό, μέσω της στατιστικής, είναι ο προσδιορισμός της ‘μέσης συμπεριφοράς’: το άθροισμα όλων των συμπεριφορών, δια του αριθμού των ατόμων. Χρειάζεται, δηλαδή, μία σχετική μετατόπιση από τη μελέτη της ατομικότητας, στη μελέτη της συμπεριφοράς του συνόλου.

Το random walk παρομοιαζεται συχνα από τους φυσικούς με το περπάτημα ενός μεθυσμένου άνδρα

21


IV .πιθανότητα Η επαναληψιμότητα των αποτελεσμάτων των στατιστικών μετρήσεων έδωσε στους μαθηματικούς τη δυνατότητα να μιλούν για μια επαναλαμβανόμενη μέση συμπεριφορά των μετρήσιμων στοιχείων. Σύντομα, όσοι συνέλεγαν στατιστικά δεδομένα, συνειδητοποίησαν πως τα δεδομένα αυτά δεν μας λένε απλώς τι έχει συμβεί, αλλά μιλούν για τη γενική πιθανότητα του να συμβαίνουν πράγματα. Η αρχή των πιθανοτήτων αποκαλύφθηκε στους μαθηματικούς όταν εκείνοι άρχισαν να ερευνούν τους κανόνες που διέπουν/’κυβερνούν’ τα τυχερά παιχνίδια. Σε αυτόν τον φαινομενικά ρηχό τομέα, ο Γάλλος μαθηματικός Marquis de Condorcet βρήκε τα εργαλεία που χρειαζόταν ώστε να χτίσει μία από τις πιο αισιόδοξες από όλες τις επιστημονικές ουτοπίες6. Χωρίς να χρειάζεται να εξηγήσει κανείς αναλυτικότερα την θεωρία των πιθανοτήτων, είναι γνωστό πως, πιθανότητες και στατιστική είναι εργαλεία άκρως αλληλένδετα. Η καμπύλη του Maxwell ουσιαστικά, δεν μας δίνει την ακριβή ταχύτητα του κάθε μορίου, αλλά την πιθανότητα που έχει το καθένα να αναπτύξει μια συγκεκριμένη ταχύτητα. Το λογικό άλμα από την εφαρμογή των πιθανοτήτων σε άλλους – πέραν της φυσικής – κλάδους, ήταν πρακτικά αρκετά μικρού μήκους. Οι Condorcet και Jean le Rond d’ Alembert στην μελέτη τους “Essay on the Application of analysis to the probability of Majority decisions”7 κάνουν το πρώτο μεγάλο βήμα, στρέφοντας τις καθαρά μαθηματικές πιθανότητες σε κοινωνικά και οικονομικά θέματα. Οι δύο επιστήμονες δηλώνουν με αποδείξεις πλέον πως εάν υπάρχει όντως μια επιστήμη των ανθρώπινων σχέσεων με τις δικές του αξιώσεις και νόμους, τότε θα πρέπει να είναι μια στατιστική επιστήμη8. Για να μπορέσει κανείς να ‘διαβάσει’ αυτούς τους νόμους, θα πρέπει να συγκεντρώσει τα απαραίτητα αριθμητικά δεδομένα : «το μόνο που χρειάζεται για να συμπτυχθεί το όλον της φύσης σε νόμους παρόμοιους με αυτούς που ανακάλυψε ο Νεύτωνας (…), είναι το να υπάρχει ένας ικανός αριθμός παρατηρήσεων και αρκετά περίπλοκα μαθηματικά»

|6| Phillip Ball “Critical Mass”, κεφ. ‘Three – the law of large numbers/ The Church Of Newton’ |7| ελ. μτφρ :Μελέτη στην εφαρμογή της ανάλυσης στην πιθανότητα των μαζικών αποφάσεων) |8| J.A.N. de Condorcet (1785)

22


V. η ‘καμπύλη του λάθους’ Έπειτα από την μελέτη των Condorcet και Rond d’ Alembert είναι πλέον δεδομένο εντός της επιστημονικής κοινότητας και οποιουδήποτε ασχολείται με μελέτη μεγάλων αριθμών ή προσπαθεί, γενικότερα, να κατανοήσει τη μαζική συμπεριφορά, είτε πρόκειται για άτομα (ατομικότητες) είτε για ανθρώπους, πως η στατιστική είναι αναντικατάστατη9. Η δύναμη της χρήσης της στατιστικής ήταν μαγνητική για τους επιστήμονες, καθώς έλυνε βασικά προβλήματα διαχείρισης μεγάλων αριθμών. Και λέμε επιστήμονες, ακριβώς γιατί το εύρος των κλάδων στους οποίους θα μπορούσε να εφαρμοσθεί αυτό το μαθηματικό πολυεργαλείο ήταν –και είναι ακόμη- απέρατο. Η προφανής και δικαιολογημένη τάση εφαρμογής της αλήθειας γύρω από τα στατιστικά μεγέθη στα αντίστοιχα κοινωνικά, θεωρείτο πλέον γεγονός αυταπόδεικτο. Όσοι ασχολούνταν με την στατιστική ‘όφειλαν’ να ασχοληθούν και με την κοινωνιολογία. Τον 19ο αιώνα οι αστρονόμοι ήρθαν αντιμέτωποι με ένα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο υπολογιστικής αστοχίας που αφορούσε στις μετρήσεις αστρικών κινήσεων. Οι κινήσεις αυτές παρουσίαζαν αποκλίσεις σε σχέση με τις προβλεπόμενες – σύμφωνα με τους νόμους της μηχανικής – πορείες. Τα λάθη στις μετρήσεις ήταν αποτελέσματα κάποιων παραγόντων οι οποίοι, όντες αρκετά περίπλοκοι ώστε να καταμετρηθούν, προκαλούσαν τυχαίες αποκλίσεις από τις αναμενόμενες τιμές. Η εμφάνιση των αποκλίσεων αυτών ως αναπόφευκτο χαρακτηριστικό των μελετών οδήγησε στην αποδοχή αυτών ως χρήσιμο στοιχείο, δηλαδή, στην ερμηνεία του ‘λάθους’ ως πληροφορία. Ο Laplace υποστήριξε πως τα λάθη αυτά, παρά το ότι εξαρτώνται σε μεγάλο

|9| Phillip Ball, “Critical Mass” κεφ. ‘Three, the Law of Large Numbers’

23


βαθμό από την ‘τύχη’, κατανέμονταν πάντα με τον ίδιο τρόπο. Η διαφοροποίηση της απόκλισης του λάθους ανάλογα με το μέγεθος των μετρήσεων, σε συνδυασμό με την περίπτωση της ανθρώπινης αστοχίας, συνδέει τις τιμές των λαθών με την θεωρία των πιθανοτήτων. Προκειμένου το λάθος να γίνει διαχειρίσιμο, οι αστρονόμοι προσπάθησαν να απεικονίσουν τριγωνομετρικά την κατανομή των λαθών, από όπου και προέκυψε η ‘καμπύλη του λάθους’ (error curve), δηλαδή με ελληνικούς μαθηματικούς όρους ‘κανονική κατανομή’. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα των αστρονόμων, η κανονική κατανομή είναι ουσιαστικά η κατανομή των πιθανοτήτων των αποτελεσμάτων μιας τυχαίας διαδικασίας. Πάνω σε αυτήν την βάση, η αστρονομία αποτέλεσε την πιο ουσιαστική και ‘μεταβάσιμη’ επιστημονική αναφορά για τις κοινωνιολογικές μελέτες. Εν συνεχεία, οι επιστήμονες που πίστευαν σε μια βαθιά σχέση στατιστικής και κοινωνιολογίας, αναρωτήθηκαν εάν η καμπύλη του λάθους μπορούσε να εμφανισθεί και σε άλλες δυνητικά ‘αποκλίνουσες’ συμπεριφορές. Ο αστρονόμος Adolphe Quetelet δημιουργώντας άμεσες αναλογίες ανάμεσα στις οργανωτικές δυνάμεις ενός ηλιακού συστήματος και σε εκείνες ενός δομημένου κοινωνικού συστήματος, σκόπευε να επιβεβαιώσει πως η μελέτη της κοινωνίας ήταν βασισμένη σε κανόνες, όπως η αστρονομία. Αυτές οι καινοτομίες ανέδειξαν το λάθος ως μέτρο προσδιορισμού των επιπέδων διακύμανσης των τιμών ενός συνόλου, ως προς έναν συγκεκριμένο παράγοντα· ο Quetelet, μεταφράζει στο κοινωνικό σύνολο: η παρέκκλιση ορίζεται ως λάθος σε σχέση με τη μέση συμπεριφορά.

24


25


VI. θεωρία της πληροφορίας (MTC10) Προκειμένου, λοιπόν να εξηγήσουμε το εργαλείο της δικής μας μετάβασης, προχωρούμε μερικές δεκαετίες, όπου μεγάλοι αριθμοί, στατιστική και πιθανότητες βρίσκουν κοινό πεδίο έδρασης στη Θεωρία της Πληροφορίας. Ο Claude Shannon στο Mathematical Theory of Communication (MTC) αναφέρει πως οι σημαντικότερες ποσότητες πληροφορίας είναι η κοινή πληροφορία, η πληροφορία σε τυχαία μεταβλητή και η εντροπία. Συμφωνα με την θερμοδυναμική, ως εντροπία ορίζεται η έννοια μέσω της οποίας μετράται η αταξία. Αγγίζοντας την μέγιστη τιμή της εντροπίας, όλο το διαθέσιμο ποσό ενέργειας έχει ξοδευτεί, και το σύστημα βρίσκεται σε ηρεμία. Ο μόνος τρόπος να ενεργοποιηθεί το σύστημα ξανά, είναι να γίνει εκ νέου παροχή ενέργειας. Μπορούμε να σκεφτούμε την ανάμειξη δύο υγρών σε ένα δοχείο. Βρίσκουμε τη μέγιστη τιμή της εντροπίας (δηλαδή της απόλυτης ‘αταξίας’ μεταξύ των μορίων) όταν το μίγμα έχει ομογενοποιηθεί11 πλήρως. Επομένως, όσο πιο μεγάλη είναι η τιμή της εντροπίας, τόσο μεγαλύτερη είναι η απώλεια ενέργειας. Μεταφράζοντας την ‘ενέργεια’ σε ‘πληροφορία’, ο Shannon χρησιμοποιεί την έννοια της εντροπίας για να περιγράψει την μέτρηση της πληροφορίας με όρους ‘αβεβαιότητας’. Υποστήριξε πως ο βαθμός στον οποίο το τελικό αποτέλεσμα μιας διαδικασιας θεωρείται ότι περιέχει το μεγαλύτερο ποσό πληροφορίας (‘informative’ result) εξαρτάται από το πόσο όμοιες είναι οι πιθανότητες του να συμβούν τα πιθανά ενδεχόμενα. Από τις σημαντικότερες και πιο άμεσες εφαρμογές της θεωρίας της πληροφορίας είναι η θεωρία της κωδικοποίησης ή πιο συγκεκριμένα το “data compression”, το οποίο απάντησε στο πρόβλημα της μεταφοράς μεγάλης ποσότητας δεδομένων. Ένα σύνολο data δεν μεταφράζεται αυτομάτως σε πληροφορία. Πληροφορία υπάρχει όταν στα data αυτά προσδοθεί ένα νόημα (meaning), το οποίο βρίσκεται λόγω της συγκεκριμένης σειράς στην οποία βρίσκονται τα δομικά της στοιχεία, τα bits12. Όταν το νόημα αφαιρεθεί, τα data μπορούν να ανασυντεθούν έτσι ώστε να απαιτούν λιγότερη μνήμη, και να αναπαραχθούν έπειτα (μετά τη μεταφορά), με τη σωστή σειρά, έτσι ώστε να βγάζουν πάλι νόημα. Ο Shannon προσπάθησε να ελαχιστοποιήσει το μέγεθος της μεταφερόμενης πληροφορίας με την λογική της «αρχής της φειδωλότητας»

|10| M.T.C.αρχικά για ‘Mathematical Theory of Communication’ |11| Ομογενοποίηση: η ειδική επεξεργασία με την οποία ένα μείγμα γίνεται ομογενές, αποκτά συστατικά όμοιας φύσης |12| Κάθε bit πληροφορίας ουσιαστικά περιέχει κάποιο ποσοστό πιθανότητας στο να δώσει το αποτέλεσμα 0 ή 1. (όπως ένα νόμισμα).

26


27


«only infrmatn esentil to understandn mst b tranmitd»13

Το κλειδί της συμπίεσης βρίσκεται στην δυνατότητα επανάληψης ομάδων bits. Καθώς κάποια τμήματα του κώδικα μπορούν να επαναληφθούν, ο κώδικας γίνεται μικρότερος σε μεγεθος, απαιτεί δηλαδή μικρότερο αριθμό bits για να περιγραφεί. Όσα περισσότερα είναι τα ‘άτακτα’ τοποθετημένα στοιχεια 0 και 1 σε έναν κώδικα, τόσο πιο δύσκολο είναι να κωδικοποιηθούν, καθώς χρειάζονται περισσότερα bits ώστε να περιγραφεί η πληροφορία. Όσα περισσότερα bits απαιτούνται, τόσο μεγαλύτερη σημαίνει πως είναι η ποσότητα της πληροφορίας που μεταδίδεται. Ο αριθμός των bits που χρειάζεται για να περιγραφούν τα δεδομένα είναι η ίδια η εντροπία της πληροφορίας. Όσο μεγαλύτερος ο αριθμός, τόσο μεγαλύτερη η εντροπία, τόσο πιο όμοιες οι πιθανότητες, τόσο περισσότερη πληροφορία. Για να εξηγήσουμε καλύτερα και να μπορέσουμε να γενικεύσουμε, αν μια κατάσταση (αντίστοιχα ένας δυαδικός κώδικας) που είναι απολύτως αναμενόμενη τελικά παρουσιαστεί, έχει δηλαδή εκατό τοις εκατό πιθανότητα να συμβεί, τότε η πληροφορία που παράγεται είναι μηδενική. Οι καταστάσεις που έχουν χαμηλή πιθανότητα να συμβούν, αυτές είναι που παράγουν μεγάλη ποσότητα πληροφορίας. Η εντροπία με άλλα λόγια, θεωρείται ως η μέτρηση της ικανότητας πρόβλεψης της επόμενης κατάστασης ενός συστήματος. Εάν το επόμενο στάδιο είναι εξαιρετικά προβλέψιμο, τότε η εντροπία θεωρείται χαμηλή, και αντίστροφα. Το ποσοστό της αβεβαιότητας δηλαδή ενός συστήματος επηρεάζει την ποσότητα της πληροφορίας που παράγεται. Μόνο απρόβλεπτες αλληλουχίες καταστάσεων παράγουν πληροφορία και επομένως συνιστούν επικοινωνία. Αυτό που εννοούμε δηλαδή με την πληροφορία είναι μια διαφορά που κάνει τη διαφορά. Επομένως, ένα σύστημα που παρουσιάζει χαμηλή εντροπία, δηλαδή μεγαλύτερη βεβαιότητα, θεωρείται περισσότερο «οργανωμένο». Για την πληροφορική όμως, υψηλή εντροπία σημαίνει μεγαλύτερη απόδοση, περισσότερη πληροφορία. Αυτό που σκοπεύουμε εδώ είναι να εφαρμόσουμε την εντροπία σε συστήματα, που αφορούν άμεσα ή έμμεσα ανθρώπινη δραστηριότητα. Εφόσον αυτό που αποζητάται σε ένα για παράδειγμα κοινωνικό σύστημα είναι καλή οργάνωση και μέγιστη απόδοση ταυτόχρονα, πως διαχειρίζεται κανείς την εντροπία; Θα προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε σε επόμενα κεφάλαια την επίδραση της υψηλής και χαμηλής εντροπίας σε αυτοποιητικά συστήματα.

|13| Είναι μια παράφραση για το ‘only information essential to understand must be transmitted’ μτφρ ‘μόνο πληροφορία απαραίτητη για την κατάνόηση πρεπει να μεταδίδεται’

28


σε αυτη την ακολουθια η ποσοτητα πληροφοριασ ειναι μηδεν

= Εδω υπαρχει μια ποσοτητα πληροφοριασ η οποια ειναι εύκολο να κωδικοποιηθεί

αναμεσα στισ τρεισ αυτεσ περιπτωσεισ αυτη η τελευταια ακολουθια περιεχει το μεγαλυτερο ποσοο πληροφοριας καθως ειναι αδυνατο να επαναληφθει καποιο μεροσ της.

29


Το να μεταδίδεις μια πληροφορία σημαίνει να επιφέρεις τάξη. Αυτό ακούγεται αρκετά λογικό. Ακολούθως, εφόσον η πληροφορία αναπτύσσεται κατ’ αναλογία με την πιθανότητα μιας κατάστασης πραγμάτων, η πληροφορία κάνει το αντίθετο: αυξάνεται με την πιθανότητα. Όσο περισσότερη πληροφορία αντιπροσωπεύει η εμφάνιση ενός συμβάντος, τόσο λιγότερο πιθανό είναι αυτό να συμβεί. Αυτό μοιάζει λογικό. Τώρα τί είδους αλληλουχία γεγονότων θα ήταν λιγότερο προβλέψιμη και κατά συνέπεια θα είχε τη μεγαλύτερη πληροφορία; Προφανώς μια αλληλουχία σε κατάσταση απόλυτης αταξίας, γιατί όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με χάος, δεν μπορούμε να προβλέψουμε τι θα συμβεί στη συνέχεια. Το συμπέρασμα είναι ότι η ολοκληρωμένη αταξία περιέχει ένα μέγιστο πληροφορίας· και εφόσον η πληροφορία μετριέται με βάση την τάξη, η μέγιστη τάξη εκφράζεται από τη μέγιστη αταξία. Αυτό προφανώς είναι Βαβυλωνία4.

|4| Rudolf Arnheim, ‘Εντροπία και Τέχνη’

30


31


32


το σύγχρονο πλήθος

‘δεν αισθάνομαι σπίτι μου’ κοινοί τόποι δημόσια διάνοια δεξοτεχνία αρχή εξατομίκευσης οπορτουνισμός

Εφόσον μιλάμε για κοινωνικές δομές, η μελέτη μόνο σχετικά με μια ‘φυσική’ των μεγάλων αριθμών δεν είναι αρκετή. Εδώ κρίνεται απαραίτητη η γνώση της ουσίας και των γενικότερων χαρακτηριστικών των μεγάλων αυτών αριθμών, ως σύνολο στοιχείων αλλά και ως ατομικότητες. Επεξηγώντας, γίνεται μια ανάγνωση των χαρακτηριστικών του σύγχρονου πλήθους , έτσι ώστε να κατανοήσουμε το «εμείς» και να αποδομήσουμε έπειτα το «εγώ», στην σύγχρονη ανανεωμένη έκδοση της κοινωνικής φυσικής.

μέρος τρίτο 33


34


Το πλήθος είναι τρόπος ύπαρξης, ο επικρατέστερος τρόποςPaolo ύπαρξης σήμερα Virno ________

_1___________________

35


το σύγχρονο πλήθος Προκειμένου να συμπληρώσουμε το παζλ της αλληλεξάρτησης big data και κοινωνικών δομών, δεν αρκεί μόνο να καταλάβουμε πώς οι φυσικοί νόμοι απαντούν στους κοινωνικούς, με μαθηματική λογική, αλλά και να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που ονομάζουμε ‘συγχρονο πλήθος’, ποιοι ειμαστε εμείς οι ίδιοι, ως ατομικότητες εντός ενός συνόλου. Ο Paolo Virno στο βιβλίο του ‘Η Γραμματική του Πλήθους’ προσπαθεί να αποδώσει τα χαρακτηριστικά τα οποία συνιστούν το πλήθος. Στην παρούσα έρευνα θα σχολιασθούν εκείνα τα οποία θα αποτελέσουν στην πορεία εργαλεία σχολιασμού, η ζωή του ξένου, οι κοινοί τόποι, η δημοσιότητα της διάνοιας, η δεξιοτεχνία, η αρχή εξατομίκευσης και ο οπορτουνισμός. Αυτά στα οποία αναφερόμαστε ως ‘κοινά χαρακτηριστικά’, είναι τα στοιχεία αυτά τα οποία θεωρούνται κοινά χαρακτηριστικά των ατομικοτήτων, που προκύπτουν δηλαδή από το καθένα ξεχωριστά, αλλά ταυτόχρονα έχουν δημιουργηθεί ως απόρροια της συνύπαρξής τους εντός του πλήθους. Θεωρούμε πως τα άτομα του πλήθους ανατρέχουν σε αυτά ως κοινά σημεία αναφοράς, μπορούμε να τα εκλάβουμε δηλαδή ως καθολικές ενοποιητικές ιδιότητες του ατόμου που τον καθιστούν μέρος ενός ευρύτερου συνόλου ανάλογων ατομικοτήτων.

‘Δεν αισθάνομαι σπίτι μου’

Σήμερα όλες οι μορφές ζωής δοκιμάζονται από εκείνο το ‘δεν αισθάνομαι σπίτι μου’ 2, το οποίο αίσθημα, σύμφωνα με τον Heidegger αποτελεί την προέλευση της αγωνίας. Οι ‘πολλοί’ αποκτούν την θέση τους ως ‘πολλοί’, όταν μοιράζονται με τους άλλους το αίσθημα του ξενικού βίου, και προτείνουν την εμπειρία αυτή ως επίκεντρο κοινωνικής και πολιτικής πράξης3. Η ζωή του ξένου ουσιαστικά αναφέρεται στην ανάγκη του υποκειμένου για αναζήτηση ασφάλειας εντός της κοινωνικής σφαίρας, γνωρίζοντας πως το αισθημα της ‘ανοικειότητας’ είναι κοινή συναίσθηση.

Κοινοί τόποι

Ο Αριστοτέλης στη ‘Ρητορική’ κάνει τη διάκριση μεταξύ κοινών και ιδίων τόπων, ορίζοντας τα κοινά ‘πεδία’ στα οποία μπορεί κανείς να αναφέρεται, ανάλογα με το σε ποιόν απευθύνεται. Κοινοί είναι αυτοί οι τόποι, διότι κανένας δεν μπορεί να τους αγνοήσει4. Ο Virno, μεταβαίνοντας από την ‘ρητορική’ στην ‘ανθρώπινη συνύπαρξη’, ορίζει τους κοινούς τόπους ως αυτές τις, κενές περιεγχομένου, αρχές της «ζωής του νου»5. Ο τρόπος που σκεφτόμαστε και μιλά|1| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.19 / ‘Τρεις προσεγγίσεις των πολλών’ |2| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.26 / ‘Τρεις προσεγγίσεις των πολλών’ |3| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.28 / ‘Τρεις προσεγγίσεις των πολλών’ |4| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.29 / ‘Τρεις προσεγγίσεις των πολλών’ Ο Αριστοτέλης επισημαίνει τη σχέση μεταξύ περισσότερου και λιγότερου, την αντίθεση των αντιθέτων και την κατηγορία της αμοιβαιότητας (αν εγώ είμαι ο αδερφός σου, εσύ είσαι η αδερφή μου) |5| Ο όρος ανήκει αυθεντικά στην Hanna Arendt

36


με βασίζεται σε θεμελιώδεις και γενικευμένους μηχανισμούς, εάν σκεφτούμε ότι κοινοί τόποι ορίζονται ως όλα τα γλωσσικά και λογικά (γνωσικά) σχήματα γενικευμένης αξίας τα οποία είναι για όλους τους ανθρώπους αδιαμφισβήτητα και καθολικά. Τόποι ίδιοι, όπως τους ορίζει ο Αριστοτέλης, είναι οι τρόποι του λέγειν/σκέπτεσθαι που αρμόζει σε έναν ιδιαίτερο τόπο. Στον λόγο, μπορεί ένα επιχείρημα που αρκεί για να πείσει τους μεν, να αδυνατεί να πείσει τους δε, μια ιδιαίτερη έκφραση να βγάζει νόημα εδώ, αλλά αλλού όχι. Για παράδειγμα, η έννοια του συντακτικού μιας γλώσσας είναι ο κοινός τόπος που επιτρέπει να ακολουθούμε μια δομή και να βάζουμε σε τάξη κάθε ιδιαίτερη έκφραση. Ο Virno υποστηρίζει πως στο σύγχρονο πλήθος, επικρατούν οι κοινοί τόποι, ενώ οι ιδιαίτεροι φθείρονται και διαλύονται· γιατί είναι ακριβώς αυτά τα κοινά, σχεδόν βιολογικά χαρακτηριστικά (όπως η ικανότητα του να μιλά κανείς) στα οποία μπορούν όλοι οι άνθρωποι να βρουν μέσω της σχετικής ομοιογένειας ένα κριτήριο προσανατολισμού, και επομένως κάποια προστασία στην πορεία του κόσμου. Μαζί με το αίσθημα του ‘δεν αισθάνομαι σπιτι μου’, οι κοινοί τόποι συνιστούν τον κοινό πόρο από τον οποίο αντλούν δυνάμεις οι πολλοί. Οι ξένοι βρίσκονται μακριά από το σπίτι τους και για να προσανατολισθούν χρειάζεται να ανατρέξουν στους κοινούς τόπους.

Δημόσια Διάνοια

Με την πρόταση των γενικών γλωσσικών ικανοτήτων ως ενοποιητικά στοιχεία του σύγχρονου πλήθους, ο Virno υποστηρίζει πως αυτομάτως η διάνοια έρχεται στο προσκήνιο και παρουσιάζεται σαν κάτι κοινό και ολοφάνερο. Σε μια κοινωνία δίχως ουσιαστικές κοινότητες, η ανάγκη για ουσιαστική προστασία αναγκάζει τις γλωσσικές και γνωσικές ικανότητες των ανθρώπων να έρθουν στο προσκήνιο. Η σκέψη παύει να είναι μια παραδοσιακά μοναχική δραστηριότητα και έρχεται πλέον στη δημοσιότητα. Ο Carl Marx είχε ορίσει την έννοια της ‘γενικής διάνοιας’ (general intellect) ως κάτι εξωστρεφές και συλλογικό, την αφηρημένη σκέψη. Η διάνοια δεν ορίζεται πλέον ως το προσόν των λίγων και ευφυιών, αλλά ως μια ‘πράξη’ συλλογική και δημόσια.

Δεξιοτεχνία

Προκειμένου να εισαχθούμε στην ‘πολιτική’ οντότητα της δημόσιας έκφρασης, αναλύουμε εδώ την δεξιοτεχνική διάσταση της σύγχρονης εργασίας. Ο Αριστοτέλης έκανε την διάκριση μεταξύ ποίησης (εργασία) και πράξης (πολιτική δράση). Εργάζεται κανείς όταν παράγει ένα αντικείμενο, έργο διαχωρίσιμο από την ενέργεια. Πράττει κανείς, όταν η πράξη έχει σκοπό αυτή την ίδια. Όταν κάποιος παίζει ένα μουσικό όργανο, όταν απαγγέλει ένα ποίημα, όταν ερμηνεύει ένα θεατρικό έργο, δεν αφήνει κάποιο έργο πίσω του. Σαφώς και η εκάστοτε πράξη έχει την αναφορά της στην αντίστοιχη παρτιτούρα, αλλά ως πράξη εκτελέσθηκε και τελείωσε6. Ελλείψει απτού προϊόντος, ο δεξιοτέχνης είναι αναγκασμένος να υπολογίζει σε μάρτυρες. Αυτά είναι και τα |6| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.55 / ‘Τρεις προσεγγίσεις των πολλών’ /’Για τη δεξιοτεχνία. Από τον Αριστοτέλη στον Glenn Gould’

37


δύο στοιχεία που καθιστούν μια πράξη δεξιοτεχνική, σύμφωνα με τον Virno: η έλλειψη τελικού έργου και η ανάγκη να ιδωθεί ή/και να ακουστεί. Αυτομάτως λοιπόν, η πράξη αποκτά μια πολιτική σημασία. Όπου η πράξη αφήνει έργο, γίνεται αυτόματα ποίηση, υπάρχει δηλαδή εργασία εκεί, άρα δεν υπάρχει πλέον δεξιοτεχνία, συνεπώς ούτε και πολιτική. Σύμφωνα με τη δημόσια διάνοια δεν είναι τα πράγματα, τα αντικείμενα αυτά που φέρουν μια αξία δύναμης και σκέψης, αλλά οι ίδιες οι σκέψεις αποκτούν αξία παράγοντας υλικά γεγονότα. Αυτομάτως, εφόσον η σκέψη από μόνη της φέρει αξία, η δημόσια διάνοια προάγεται σε θεμέλιο της κοινωνικής παραγωγής7. Μια αρχέτυπη δεξιοτεχνική ιδιότητα που φέρουν όλοι οι άνθρωποι είναι αυτή της ομιλίας. Είναι μια πράξη δίχως έργο, αφού οι λέξεις αφού ειπωθούν, αμέσως χάνονται, και είναι άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένη με την παρουσία των άλλων. Αυτή ακριβώς η ικανότητα του να μιλάμε είναι, μεταξύ άλλων, ένα μέσο παραγωγής ενός μη απτού έργου. Σήμερα είναι δυνατόν η εργασιακή δραστηριότητα να έχει το κέντρο βάρους της στη γλωσσική δραστηριότητα. Τότε, εφόσον η ‘πράξις’ είπαμε ότι έχει μια πολιτική σημασία, και παράλληλα αποτελεί προϊόν της δημόσιας διάνοιας και έχει αξία, μπορούμε να μιλάμε για την ‘πολιτικοποίηση της εργασίας· εάν εργασία και δεξιοτεχνία συναντώνται, και εφόσον: δεξιοτεχνία – πολιτική = εργασία.

Αρχή Εξατομίκευσης

Tο κρίσιμο βήμα για τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά που συγκροτούν το σύγχρονο πλήθος αφορά στο να αντιληφθεί κανείς το άτομο, ως μέρος του ‘όλου’, και το ‘όλον’ ώς σύνολο ατόμων. Η μοναδικότητα έχει τις ρίζες της στο αντίθετό της, στο οικουμενικό, το γενικευμένο. Οι ‘πολλοί’ πρέπει να αντιμετωπισθούν ως εξατομίκευση του συμμεριζόμενου. Το ένα είναι αυτό που νομιμοποιεί τους πολλούς, που επιτρέπει τη διαφοροποίηση. Το τελικό αποτέλεσμα, η σύσταση δηλαδή του πλήθους, είναι ένα σύνολο μοναδικοτήτων. Το να είμαστε πολλοί σημαίνει να βρισκόμαστε σε μια διαρκή κατάσταση κοινωνικής και πολιτικής ύπαρξης μεταξύ των άλλων. Το συλλογικό είναι το πεδίο στο οποίο ζυμώνεται και ολοκληρώνεται η διαδικασία εξατομίκευσης, της οποίας τελικός προορισμός είναι το άτομο. Το άτομο αυτό συμμετέχοντας στην συλλογική εμπειρία, αντί να αποποιείται τα ιδιαίτερα μοναδικά χαρακτηριστικά του, έχει την ευκαιρία να τα αναδείξει και να τα εξατομικεύσει ριζικότερα από ότι μένοντας εκτός της ομαδικής ζωής. Σύμφωνα με τον Simondon, μόνο στο συλλογικό, και όχι βέβαια στο απομονωμένο υποκείμενο, η αντίληψη, η γλώσσα, οι παραγωγικές δυνάμεις μπορούν να διαμορφωθούν ως εξατομικευμένη εμπειρία.

|7| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.78 / ‘7. Η Διάνοια σαν Παρτιτούρα’ Μαρξ: το αποτέλεσμα της πραγματικής αφαίρεσης: όταν η σκέψη γίνεται πράγμα (πχ όταν η ισοτιμία = χρήμα)

38


Οπορτουνισμός

Εφόσον θεωρούμε πως λόγω της δημοσιότητας της διάνοιας ‘έργο’ είναι και παράγει πλέον όχι μόνο η ποίηση, αλλά και η πράξη, αυτομάτως το τι έχει ή τι δεν έχει αξία, εφόσον δεν φέρει πια την υλική απολυτότητα ενός απτού αντικειμένου, παρουσιάζει υψηλό βαθμό απροσδιοριστίας. Το τι έχει και το τι δεν έχει αξία μπορεί να αλλάζει ανάλογα με τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται, εφόσον υπάρχουν δηλαδή εναλλακτικές δυνατότητες, υπάρχει και η δυνατότητα παρέκκλισης προς αυτές. Μάλιστα, στην μεταφορντική εποχή, η ίδια η ικανότητα του να προσανατολιζόμαστε μεταξύ των εναλλακτικών ευκαιριών αποτελεί επαγγελματική ιδιότητα, η οποία μάλιστα μπορεί να κρίνει την ικανότητα του καθενός να επιβιώνει εντός των κανόνων της αγοράς, η ιδιαίτερη ικανότητα του να μπορεί κανείς να ‘ελίσσεται’.

39


40


σοφία του πλήθους και συστήματα big data web 2.0 το πλήθος στο big data για το δεδομένο για το web

μέρος τέταρτο 41


42


We don’t even know what humans are, which is bad enough, but we have a bigger challenge ahead of us, which is not just about knowing who we are, but since we’re technologically remaking ourselves, we have to ask who weKevin want to be. Kelly

43


σοφία του πλήθους και συστήματα big data Η δημόσια διάνοια αναγνωρίζεται ως η παρτιτούρα της σύγχρονης εργασιακής εμπειρίας. Ο Marx αναφέρει στο Grundrisse πως η αφηρημένη γνώση – η επιστημονική γνώση κατά πρώτο λόγο, αλλά όχι μόνο αυτή – αρχίζει να γίνεται σχεδόν η κύρια παραγωγική δύναμη. Από τη στιγμή που η σκέψη γίνεται πλέον εξωστρεφής διαδικασία, δεν αφορά δηλαδή μόνο το άτομο, υποχρεωτικά καθιστά και τους υπόλοιπους συμμέτοχους σε αυτήν. Η δημόσια διάνοια γίνεται ένα με την συνεργασία, με τη συμφωνική δράση της ζωντανής εργασίας, με την επικοινωνιακή ικανότητα των ατόμων1. Μπορεί κανείς επομένως, να εξυμνεί τις ιδιαίτερες αυτές ιδιοτήτες των ανθρώπων να δρουν και να εργάζονται συλλογικά, πολλαπλασιάζοντας τις διάνοιές τους και να βασίζεται σε μια καλή συνεργασία για την εύρεση της σωστής ή βέλτιστης λύσης ενός προβλήματος. Η έκφραση της διάνοιας στη δημόσια σφαίρα είναι ένα σύγχρονο δεδομένο παραγωγής που χρήζει εκμετάλλευσης. Το μέτρο της αποδοτικότητας της δημόσιας διάνοιας εξαρτάται από το εάν αυτή λειτουργεί πολλαπλασιαστικά, εάν δηλαδή οι ατομικότητες επηρεάζονται η μία από την άλλη, ή το εάν λειτουργεί αθροιστικά: ‘στοιβάζοντας’ δηλαδή διάφορες εκφάνσεις της κάθε ξεχωριστής ατομικότητας, εκμεταλλευόμενοι τελικά ένα άθροισμα ‘αγνής’ πληροφορίας αντί ενός συμπέρασματος ζυμωμένου από την επιρροή του ισχυρότερου ομιλητή. Δίχως επ’ ουδενί λόγω να υπονοείται πως οι συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων είναι ‘κακές’ ή αδόκιμες, μια νέα θεωρία περί συλλογικής ευφυίας θέλει να αποδείξει πως ένα πλήθος είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μελών που το απαρτίζουν· πως κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να είναι ‘σοφό’ από μόνο του. Η έκφραση της διάνοιας στη δημόσια σφαίρα και οι αρχές της στατιστικής αποτελούν τα βασικά εργαλεία πάνω στα οποία βασίζεται η θεωρία της «σοφίας του πλήθους», η οποία υποδεικνύει μεθόδους όπου η ανθρώπινη συνεργασία μπορεί να φτάσει στα ανώτερα επίπεδα παραγωγικότητας, αλλά και να λειτουργήσει ως καταλύτης ενός καλομελετημένου μηχανισμού επίλυσης περίπλοκων προβλημάτων. Η προσέγγιση εδώ είναι καθαρά μαθηματική, και ειδικότερα, πληροφοριακή2. Ο σκοπός είναι η επίτευξη όσο δυνατόν μεγαλύτερης ακρίβειας. Ο James Surowiecki στο βιβλίο του ‘Wisdom of Crowds’ υποστηρίζει πως είναι λάθος να αναζητούμε την ακρίβεια στα άτομα. Η εξειδίκευση και η ακρίβεια είναι πράγματα ασύνδετα3. Η ακρίβεια βρίσκεται στα μαθηματικά και στις μηχανές. Για να φτιάξουμε μια ανθρώπινη καλορυθμισμένη μηχανή, χρειάζεται να συγκεντρώσουμε τις ατελείς κρίσεις μας με τον σωστό τρόπο, ώστε να αγγίξουμε έτσι μια σχεδόν ΄τέλεια’ συλλογιστική νοημοσύνη. |1| Paolo Virno, ‘Γραμματική του Πλήθους’ σελ.79 / ‘Η δημόσια διάνοια σαν Παρτιτουρα’ |2| Βάση της Θεωρίας της Πληροφορίας |3| J. Scott Armstrong, από το James Surowiecki, ‘Wisdom of Crowds’

44


Κάθε ανθρώπινη πρόβλεψη έχει δύο συστατικά: την πληροφορία και το λάθος. Εάν από την πληροφορία αφαιρεθεί το λάθος τότε μένει η ‘σωστή’ πληροφορία. Αναγνωρίζουμε πως ενώ το λάθος είναι αναπόφευκτος ανθρώπινος παράγοντας, δεν είναι αρνητικό στοιχείο μετρήσεων, αλλά όπως και για τον Laplace, τον Quetelet και τους αστρονόμους του 19ου αιώνα, αποτελεί - λόγω της καθολικής και αναλογικά επαναλαμβανόμενης εμφάνισής του - ένα στοιχείο εκμεταλλεύσιμο. Για να αποδίδει επομένως αυτή η εξίσωση, θα πρέπει να υπάρχει πρώτον, τουλάχιστον ένας βαθμός πληροφορίας, και δεύτερον, το στοιχείο του λάθους. Κάθε μηχανισμός λήψης αποφάσεων πρέπει να είναι καλός υπό συνθήκες αβεβαιότητας4 . Όπως ακριβώς είπε και ο Shannon για την θεωρία της πληροφορίας: η εντροπία είναι αυτή που ορίζει την ποσότητα πληροφορίας ενός συστήματος. Το πόσο δηλαδή όμοιες είναι οι πιθανότητες των ενδεχομένων, πόσο εξίσου πιθανό είναι να συμβεί κάθε μία από τις υποψήφιες περιπτώσεις. Επομένως, εάν συμπεριλάβουμε σε ένα πλήθος άτομα που προβλέπουν διαφορετικά δεδομένα, δίνοντάς τους την ίδια ποσότητα πιθανότητας, τότε πολλαπλασιάζουμε την ‘χρήσιμη’ πληροφορία. Ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε λανθασμένη πληροφορία είναι να εξασφαλίσουμε πως οι αρχικά εισαγόμενες τιμές είναι αυθεντικές και διαφορετικές μεταξύ τους, ώστε να αποφύγουμε μονόπλευρα συμπεράσματα λόγω ομοιότητας των δεδομένων (χαμηλή εντροπία) και να εκμεταλλευτούμε τα πλεονεκτήματα της διαφοροποίησης, της εμφάνισης του ‘λάθους’. Επιστρέφουμε έτσι στον Surowiecki: οι συλλογικές αποφάσεις είναι σοφές όταν συσσωματώνονται πολλές διαφορετικές πληροφορίες. Το πείραμα του Galton απoδεικνύει πως μια ομάδα ατόμων, υπό συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να είναι ευφυέστερη από τα άτομα που την αποτελούν. Το 1906 o βρετανός επιστήμονας Francis Galton εκτέλεσε ένα κοινωνικό πείραμα, σε μια αγροτική έκθεση. Ένα από τα κλασσικά και θεαματικά παιχνίδια που συνέβαιναν συνήθως σε τέτοιου είδους παζάρια ήταν ο διαγωνισμός του βουβαλιού, όπου οι παρευρισκόμενοι έπρεπε να δώσουν μια ‘εικασία’ 5 για το βάρος του βουβαλιού, με σκοπό ένα χρηματικό έπαθλο. Σημειωτέων, το βουβάλι ήταν γεμισμένο με επιπλέον λίπος ώστε κανείς να μην μπορεί να κρίνει με βάση τα γνωστά κιλά στα οποία συνήθως κυμαίνεται το βάρος ενός βουβαλιού. Το πλήθος αποτελούταν κυρίως από κτηνοτρόφους, έμπειρους και όχι, από εθισμένους τζογαδόρους, απλούς περιπλανώμενους που σταμάτησαν από περιέργεια, ανθρώπους εντελώς ανειδίκευτους με την κτηνοτροφία και συνδυασμούς όλων των παραπάνω. Ο Galton ρώτησε καθέναν από τους 800 περίπου ανθρώπους που πήραν μέρος ποια ήταν η προσωπική τους εκτίμηση για το βάρος του βουβαλιού. Καταμερίζοντας τα δεδομένα σε μορφή γραμμικής αναπαράστασης, οι εικασίες δημιουργούσαν επιτυχώς την λεγόμενη ‘bell curve’ (κα-

|4| James Surowiecki, ‘Wisdom of Crowds’ |5| Επεξήγηση: ως «εικασία» εδώ μεταφράζεται ο αγγλικός όρος «guess» (/n) = η μαντεψιά

45


μπύλη του λάθους), δηλαδή οι πιθανότητες το πλήθος να μαντέψει σωστά ήταν σχεδόν τέλεια κατανεμημένες. Υπολογίζοντας τον μέσο όρο των μαντεψιών, το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν ότι το βουβάλι ζύγιζε 1,197 κιλά. Το αληθινό βάρους του βουβαλιού ήταν 1,198 κιλά. Αν και κανείς από τους διαγωνιζόμενους δεν ήξερε την απάντηση, το πλήθος ως ολότητα το γνώριζε. Η κρίση του κοινού ήταν σχεδόν τέλεια.

Συμφωνα με τον Surowiecki υπάρχουν κάποιες συνθήκες που χαρακτηρίζουν τα σοφά πλήθη: η ποικιλια και διαφορετικότητα των απόψεων (diversity of opinions), η ανεξαρτησία της γνώμης (όχι επιρροή από τους υπόλοιπους) και η συγκέντρωση των δεδομένων σε μηχανισμούς για τη μετατροπή της προσωπικής κρίσης σε συλλογικές αποφάσεις. Η διαφορετικότητα6 και η ανεξαρτησία των απόψεων είναι οι δύο παράγοντες που ουσιαστικά επηρεάζουν την εντροπία του συστήματος. Εφόσον εξασφαλισθούν διαφορετικές απόψεις οι οποίες εκφράζονται ελεύθερα7 από τα άτομα, επιτυγχάνεται η επιθυμητή «ομοιογένεια» των πιθανοτήτων των ενδεχομένων και το σύστημα είναι περισσότερο ‘informative’, περιέχει δηλαδή περισσότερη χρήσιμη πληροφορία. Όταν οι άνθρωποι αλληλοσυσχετίζονται, αυτόματα ο ένας επηρεάζεται από τον άλλον, και επομένως δεν εξασφαλίζεται η έκφραση μίας αυθεντικής προσωπικής γνώμης (‘privet information’ με οικονομολογικούς όρους) . Η ανεπηρέαστη προσωπική εκτίμηση θεωρείται άκρως σημαντική, ακόμα και αν αυτή θεωρείται αντιδεοντολογική ή εντελώς λανθασμένη πάνω στο θέμα. Είναι αυτή ακριβώς η ‘παρέκκλιση’ η οποία επηρεάζει την αποτελεσματικότητα του συστήματος . Για αυτό και οι πιο ‘έξυπνες’ ομάδες σύμφωνα με τον Surowiecki, αποτελούνται από ανθρώπους με ποικίλες οπτικές οι οποίοι είναι ικανοί να παραμένουν ανεπηρέαστοι ο ένας από τον άλλον. Τα ανεξάρτητα μεταξύ τους άτομα είναι πιο πιθανό να συνεισφέρουν με καινούργια πληροφορία, η οποία συνδράμει θετικότερα από την συσσώρευση όμοιων δεδομένων με τα οποία όλοι είναι εξοικειωμένοι. Η ανεξαρτησία της γνώμης όμως δεν θα είχε καμία σημασία εάν οι γνώμες αυτές δεν ήταν διαφορετικές μεταξύ τους. Όταν μια ομάδα ανθρώπων η οποία αποσκοπεί στο να δώσει λύση σε ένα πρόβλημα αποτελείται από άτομα χωρίς ιδιαίτερα κοινά μεταξύ τους (ηλικιακά, φυλετικά, προτιμήσεων, καταγωγής, πεδίου εργασίας κ.τ.λ.) αυτόματα προστίθενται σε αυτήν οπτικές που σε αντίθετη περίπτωση θα ήταν απούσες. Εφόσον λοιπόν αυτό που αναζητούμε είναι η ακρίβεια, η απάντηση δεν βρίσκεται στους ‘ειδικούς’, αλλά στα άτομα (υπό συγκεκριμένες συνθήκες, βέ|6| Επεξήγηση : με τον όρο «διαφορετικότητα» εδώ μεταφράζεται ο αγγλικός όρος «diversity», ουσιαστικά σημαίνει την διαφοροποίηση μέσω της ποικιλομορφίας των μοναδικοτήτων |7| ‘Ελεύθερα’ εδώ : χωρίς επιρροές από άλλα άτομα

46


βαια). Η ευφυία από μόνη της δεν μπορεί να εγγυηθεί διαφορετικές οπτικές σε ένα πρόβλημα, επομένως ούτε και «ανοιχτότητα» στην αναζήτηση των λύσεων. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι καποιος μπορεί να γίνει ειδικός σε κάτι τόσο γενικό όσο η λήψη αποφάσεων ή η πολιτική ή η στρατηγική8, διότι το να υποστηρίξει κανείς ότι μπορεί να προβλέψει ένα αβέβαιο μέλλον και να αποφασίσει την καλύτερη διαδικασία ενεργειών έστω με μία σχετική εξασφάλιση επιτυχίας, είναι τουλάχιστον αδόκιμο. Τα παραπάνω κριτήρια είναι αρκετά όταν αναζητούμε λύσεις σε προβλήματα με καθαρές απαντήσεις, στην προσπάθεια να προβλέψουμε το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας (πχ εκλογικές διαδικασίες) ή να βρούμε την βέλτιστη λύση ενός προβλήματος (πχ συντομότερη διαδρομή). Τα περιπλοκότερα προβλήματα είναι τα προβλήματα συντονισμού (coordination problems) όπου, για να λυθούν, χρειάζεται ναι μεν να εξασφαλισθεί η διαφορετικότητα και η ανεξαρτησία των απόψεων, αλλά παράλληλα να ληφθούν υπ’ όψιν από το άτομο οι πιθανές γνώμες των άλλων. Για να λυθεί δηλαδή ένα πρόβλημα συντονισμού, οφείλει το άτομο να σκεφτεί όχι μόνο ποια θεωρεί το ίδιο πως είναι η σωστή απάντηση, αλλά και ποια θα θεωρήσουν οι υπόλοιποι ότι θα είναι. Ένα παράδειγμα μίας άρτιας και αβίαστα συντονισμένης ομάδας εντοπίζεται στην κίνηση των πεζών. Το άτομο εντός ενός τέτοιου πλήθους ουσιαστικά καλείται να εκτελέσει την διαδρομή του, και παράλληλα να ελιχθεί ανάμεσα στα άλλα άτομα, προσπαθώντας να προβλέψει τις κινήσεις των ‘συνοδοιπόρων’ του, ώστε να αποφύγει μια ανεπιθύμητη σύγκρουση. Όλα τα άτομα εκτελούν την ίδια διαδικασία ταυτόχρονα, και τότε το πλήθος συντονίζεται· το αποτέλεσμα είναι η ομορφιά ενός καλά συγχρονισμένου πλήθους, στο οποίο μικρές αναπροσαρμογές οδηγούν σε μια σχετικά απαλή και λειτουργική ροή.9 Όταν τα άτομα καλούνται να βρουν απάντηση σε προβλήματα συντονισμού, γνωρίζοντας πως το καθένα από αυτά έχει πάρει τις αποφάσεις του προσπαθώντας να προβλέψει, τότε εμφανίζεται το φαινόμενο της μίμησης. Ουσιαστικά, η μίμηση προϋπάρχει και παράλληλα έπεται της πρόβλεψης. Η μίμηση μέσω συγκεκριμένης, η καλύτερα μετρημένης εφαρμογής, μπορεί να αποδειχθεί θετικός παράγοντας έκβασης του σωστότερου αποτελέσματος. Μέσω της μίμησης οι άνθρωποι μπορούν να ειδικευθούν, και τα οφέλη της ‘επένδυσής’ τους στις επιλογές των άλλων μπορούν να επεκταθούν ευρέως όταν και οι υπόλοιποι άνθρωποι μιμούνται. Τα άτομα θα συνεχίσουν να μιμούνται εάν και εφόσον η μίμηση είναι αποτελεσματική. Για να είναι αποτελεσματική η μίμηση θα πρέπει πρώτον, να είναι καθολική, δηλαδή να μην μιμείται μόνο ένας ή λίγοι, αλλά όλοι, και δεύτερον να γίνεται σε συνετό βαθμό, δηλαδή όχι αποκλειστικά, αλλά ούτε και καθόλου. Ποιοι είναι όμως οι μηχανισμοί αυτοί που θα μετατρέψουν την ατομική κρίση σε συλλογικές αποφάσεις; Εάν ο μηχανισμός αυτός αποτελούσε μία

|8| James Surowiecky, ‘Wisdom of Crowds’ |9| Whilliam White, ‘The City, Rediscovering the Center’

47


διαδικασία λήψης αποφάσεων, μπορούμε να εκτιμήσουμε τους πολύ αυστηρούς κανόνες πουη διαδικασία αυτή θα απαιτούσε, όσον αφορά την αντιπροσωπευτικότητα ομάδας με κριτήριο την διαφορετικότητα των ατόμων και την ποικιλία των γνωμών, τον περιορισμό της διαδικασίας με στόχο την ανεξάρτητη έκφραση της γνώμης, πόσο μάλλον την επεξεργασία του κατά πόσον είναι κατάλληλη ή όχι η αναπαραγωγή των αποφάσεων. Φαίνεται ότι χωρίς πολύ συγκεκριμένη οριοθέτηση, ίσως και λίγη τύχη (εάν μπορούμε να μιλάμε τύχη), ένας τέτοιος μηχανισμός λήψης αποφάσεων θα εξελισσόταν μόνο εντός ενός εργαστηριακού πεδίου. Οι άνθρωποι είμαστε οριοθετημένα λογικοί· έχουμε περιορισμένη γνώση του μέλλοντος, περιορισμένες ικανότητές για υπολογισμό κόστους – οφέλους, ανικανότητα στο να βρούμε την ‘τέλεια’ επιλογή, και καθοδηγούμαστε από το συναίσθημα. Ίσως χρειάζεται ‘κάποιος’ άλλος να κάνει αυτή τη δουλειά για μας. Λόγω της περιπλοκότητας των διαδικασιών αυτών, ένα ή ακόμα και πολλά άτομα μαζί, δεν αρκούν πάντα για να συνυπολογίσουν όλους τους παράγοντες, για να αξιολογήσουν και να εκμεταλλευτούν όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, όλη την ακάλυπτη πληροφορία, ακόμα και ενώ γνωρίζουν πως έχει προέλθει από αυτά τα ίδια. Πριν όμως αναφερθούμε στον μηχανισμό, είναι καταλληλότερο να αναγνωρίσουμε αυτή την ‘ακάλυπτη πληροφορία’. Γιατί η διαδικασία είναι τόσο περίπλοκη και τα άτομα από μόνα τους φαίνεται να αδυνατούν να την φέρουν εις πέρας; ‘Όταν ο Galton θέλησε να υπολογίσει την σοφία του πλήθους στο διαγωνισμό του βουβαλιού έπρεπε να δράσει ανεξάρτητα, γνωρίζοντας πολύ συγκεκριμένα τι είναι αυτό που ήθελε να κάνει και τον τρόπο με τον οποίο θα το επιτύγχανε. Εάν τοποθετούσαμε στον ίδιο χώρο αυτά τα 800 άτομα μαζί και τους ζητούσαμε να αποφασίσουν συλλογικά για το βάρος του βουβαλιού, φανταζόμαστε ότι η διαδικασία θα κατέληγε σε απόλυτο χάος. Δεν είναι όμως μόνο θέμα διαδικασίας· αρχικά, είναι θέμα ποσότητας πληροφορίας. Ας δούμε το παράδειγμα της google. Η Google έχει καθιερώσει τη θέση της ως το προεπιλεγμένο πρόγραμμα αναζήτησης σχεδόν κάθε προσωπικής ηλεκτρονικής συσκευής, απλώς επειδή αυτή τη στιγμή χρησιμοποιεί τον καλύτερο τρόπο εύρεσης της σχετικότερης με την αναζήτηση σελίδας. Η επιτυχία οφείλεται σε έναν αλγόριθμο που ανέπτυξαν οι ιδρυτές της, Sergey Brin και Lawrence Page και παρουσίασαν μέσω του άρθρου τους «The Anatomy of a Large Scale Hypertextual Web Engine» το 1998, τον λεγόμενο PageRank. Πρόκειται για μία υπολογιστική μέθοδο, που επιχειρεί ουσιαστικά να αφήσει όλες τις σελίδες του διαδικτύου να αποφασίσουν ποιες σελίδες ανταποκρίνονται σχετικότερα σε μία συγκεκριμένη αναζήτηση. Το PageRank εκμεταλλεύεται την ‘δημοκρατική’ δομή του διαδικτύου10 χρησιμοποιώντας το απέραντο δίκτυο συνδέσμων του ως οργανωτικό εργαλείο. Στην ουσία, το Google ερμηνεύει έναν σύνδεσμο από τη σελίδα Α στη σελίδα Β ως μία ψήφο, από την σελίδα Α στην σελίδα Β. Η Google αξιολογεί το πόσο σημαντική μπορεί να θεωρηθεί |10| Εννοώντας: πολλές διαφορετικές ‘φωνές’ που μπορούν όλες να έχουν ένα ποσοστό πιθανότητας vα ακουστούν

48


49


η σελίδα από τις ‘ψήφους’ που λαμβάνει. Η Google όμως βλέπει κάτι παραπάνω από έναν καθαρό όγκο ψήφων ή συνδέσμων· αναλύει την σελίδα που ‘ρίχνει’ την ψήφο. Οι ψήφοι που δίνονται απο σελίδες που είναι από μόνες τους ‘σημαντικές’ έχουν περισσότερη βαρύτητα και βοηθούν στο να γίνουν άλλες σελίδες ‘σημαντικές’.11

Σε αυτά τα 0.12 δευτερόλεπτα, αυτό που κάνει η Google είναι να ζητά από ολόκληρο το διαδίκτυο να αποφασίσει ποια σελίδα περιλαμβάνει την πιο χρήσιμη πληροφορία, και η σελίδα που παίρνει τις περισσότερες ψήφους βγαίνει πρώτη στη λίστα· και αυτή η σελίδα, ή αυτή που βρίσκεται ακριβώς από κάτω της, είναι στις περισσότερες των περιπτώσεων αυτή με την πραγματικά πιο χρήσιμη πληροφορία. Ο τρόπος με τον οποίο η Google αξιολογεί τις σελίδες είναι ένα απίστευτα περίπλοκο σύστημα ιεράρχησης, με πάνω από δύο χιλιάδες ενεργούς παράγοντες που επηρεάζουν τη σειρά των αποτελεσμάτων της εμφανιζόμενης λίστας. Η αρχική σύλληψη του PageRank βασίζεται στη λογική του δικτύου που δημιουργούν οι σύνδεσμοι παραπέμποντας ο ένας στον άλλον12. Oι σύνδεσμοι αυτοί έχουν τοποθετηθεί στις σελίδες από τους ανθρώπους που τις δημιούργησαν, ο οποίοι έκριναν πως είναι αξιόπιστες, πως σχετίζονται με τη θεματολογία της σελίδας τους, ή υπήρχε κάποιο οικονομικό όφελος κ.α. Σε κάθε περίπτωση, η τοποθέτηση αυτών των συνδέσμων είναι προσωπική επιλογή, πιο συγκεκριμένα, ‘προσωπική πληροφορία’ ·και είναι ακριβώς αυτή η επιζητούμενη πληροφορία που προϋποθέτει η σοφία του πλήθους. Η συλλογική ευφυία όλων αυτών των διαχειριστών ορίζει την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού αυτού, χωρίς φυσικά να εννοείται πως η εταιρία δεν έκανε τίποτα για αυτό. Όπως άλλωστε ειπώθηκε, όση και να έιναι η ποσότητα της διαθέσιμη προσωπικής πληροφορία, χρειάζεται ο κατάλληλος μηχανισμός για να την υποδεχθεί και να την επεξεργαστεί αποτελεσματικά. Η Google δημιούργησε ένα πανέξυπνο σύστημα αξιολόγησης, επενδύοντας στην αξία της προσωπικής πληροφορίας και εκμεταλλευόμενη όση υπήρχε ήδη διαθέσιμη. Η τελική ‘ψήφος’ είναι ένας ‘ζυγισμένος μέσος όρος’, παρά ένας απλός μέσος όρος σαν αυτόν του πειράματος του Galton. Οι απόλυτα προσωπικές εκτιμήσεις του κάθε developer, συνεργάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να απαντήσουν στο απόλυτα συγκεκριμένο θέμα το οποίο αναζητεί ο οποιοσδήποτε χρήστης ανά τον κόσμο. Για αυτό και δεν είναι τυχαίο το γεγονός του ότι όσο πιο κοινότοπο είναι το θέμα που θα αναζητήσουμε, τόσο πιο πιθανό είναι να λάβουμε την πληροφορία που ζητάμε· γιατί ακριβώς θα υπάρχουν περισσότεροι χρήστες του διαδικτύου που θα έχουν δώσει κάποια ψήφο σχετική με το θέμα. Όσο περισσότεροι, διαφορετικοί άνθρωποι διοχετεύουν τις ψήφους τους, τόσο πιο αντικειμενικό θα είναι το αποτέλεσμα, γιατί πλέον το σύνολο των προσωπικών πληροφοριών είναι μεγαλύτερο, και άρα πιθανότερα πληρέστερο. |11| “Google How to. Why Use Google”, web.archive.com |12| Κρατώντας μια επιφύλαξη λόγω της πολυπλοκότητας του συστήματος λειτουργίας της Google, αυτό που οι ιδρυτές ονομάζουν ‘ψήφους’ πιθανώς δεν είναι μόνον οι σύνδεσμοί, αλλά και να προέρχονται από άλλους μετρητές όπως αριθμών clicks, αριθμό διαφημίσεων και πολλούς άλλους παράγοντες που δεν κρίνεται απαραίτητο να εντοπισθούν και να παρουσιαστούν στα πλαίσια αυτής της εργασίας.

50


51


52


But if we ‘ve learned anything in the past decade, it is the plausibility of the impossible ___Kevin Kelly

53


web 2.0 Τo Google όμως είναι αυτοκρατορία, όχι μια τέλεια δημοκρατία. Οι μεγάλες ιστοσελίδες έχουν αυτόματα επιρροή, οι μικρές δίνουν τις ψήφους τους στις μεγάλες και οι διαφημίσεις αποφέρουν και υπόσχονται κέρδη και πολλές φορές λειτουργούν εις βάρος της αποτελεσματικότητας της συλλογικής ευφυίας, Πέρα από το γεγονός του ότι η Google έχει βρει τρόπους να διαχειρίζεται αυτά τα θέματα, εξελίσσοντας κάθε φόρα τις μεθόδους αξιολόγησης των σελίδων, μιλώντας για το σήμερα, δεν είναι μόνο ο μηχανισμός που πλέον κάνει τη διαφορά, αλλά ούτε και μονο τα δεδομένα. Το WEB 2.0 , όπως περιγράφεται η σημερινή διαμορφωμένη κατάσταση του διαδικτύου βασίζεται στην αρχή των ‘υπερσυνδέσμων’, δηλαδή των hyperlinks. Σε αυτό οραματιστές των προηγούμενων δεκαετιών έβλεπαν το σχήμα για την οργάνωση της γνώσης όλης της ανθρωπότητας, μέσω της ‘υπερσυνδεσιμότητας’. Κάθε αρχείο ή σύνδεσμος στον κόσμο θα έπρεπε να αποτελεί μια παραπεμπτική υποσημείωση για ένα άλλο αρχείο. Οι υπολογιστές θα πρέπει να κάνουν αυτούς του συνδέσμους ανάμεσά τους ευδιάκριτους και μόνιμους.13

Η επανάσταση συνέβη με το Netscape IPO, το πρώτο πρόγραμμα περιήγησης στο διαδίκτυο (internet web browser), ο οποίος στην πραγματικότητα καμία σχέση δεν είχε με υπερσυνδέσμους ή την ανθρώπινη γνώση, τουλάχιστον όχι άμεσα. Ήταν ένα εργαλείο που έκανε την πληροφορία του διαδικτύου ευκολότερα προσβάσιμη. Το κλειδί ήταν ένας νέος τρόπος συμμετοχής που έχει από τότε εξελιχθεί σε μία κουλτούρα ‘μοιράσματος’ πληροφορίας. Οι τρόποι συμμετοχής που απελευθερώθηκαν μέσω των hyperlinks δημιουργούν έναν τρόπο σκέψης, εν μέρει ανθρώπινο και εν μερει μηχανικό, που εμφανίζεται για πρώτη φορά στον πλανήτη και την ιστορία. Το Νetscape άνοιξε για πρώτη φόρα την πλατφόρμα μέσω της οποίας η εισαγωγή νέας πληροφορίας στο διαδίκτυο δεν ήταν πλέον μια εξεζητημένη διαδικασία από πολύ εξειδικευμένους ανθρώπους που ήξεραν να γράφουν κώδικες σε γλώσσα μηχανών. Πληροφορία μπορούσαν να εισάγουν όλοι. Εάν σκεφτούμε τα διαδικτυακά ‘κινήματα’ όπως αυτό των ελεύθερων λογισμικών και τα συστήματα χαρτογράφησης, κάθε ένα από αυτά τα κινήματα αποσκοπούν σε ένα αποτέλεσμα που θα συνταχθεί ως ένα κολάζ των μικρών διαφορετικών προσθήκων και διαφοροποιήσεων του κάθε χρήστη που θα ήθελε να συμμετέχει. >Εάν έχουμε μάθει κάτι την τελευταία δεκαετία, είναι η ευλογοφάνεια του να συμβαίνει το απίθανο.< Kevin Kelly

|13| Λόγια του Ted Nelson, από συζήτηση με τον Kevin Kelly το 1984, “We Are the Web”, Kevin Kelly

54


Αυτό που φαίνεται να συμβαίνει είναι μια σταδιακή καλλιέργεια εμπιστοσύνης μεταξύ των χρηστών, μέσω των διαδικασιών μοιράσματος, αλληλοπληροφόρησης, εύρεσης λύσεων, που μάλιστα, γίνεται δωρεάν. Εάν ψάχνει κανείς κάτι έυκολα, γρήγορα και χωρίς κόστος, το ιντερνετ είναι το πρώτο μέρος που θα την αναζητήσει. Μιλάμε για μια από κάτω προς τα πάνω (bottomup) ‘κατάληψη’ του διαδικτύου από πραγματικά αφηρημένες ανθρώπινες δραστηριότητες. Η μεγάλη αλλαγη συνέβη με το άνοιγμα των πυλών: την προσβασιμότητα στα ενδοτερα της διαδικτυακής δομής. Αν σκεφτούμε ξανά το παράδειγμα της Google, μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε πως εφόσον ο αριθμός των ιστοσελιδων αυξάνεται (παράλληλα και ο αριθμός των ανθρώπων που εισάγουν πληροφορία) η μηχανη αναζήτησης έχει μεγαλύτερο αριθμό ψήφων να αξιολογήσει. Αυτό σημαίνει αφενός περισσότερη διαθέσιμη πληροφορία για την αξιοπιστία της σελίδας, αλλά και μεγαλύτερη δυσκολία διαχείρησης της. Τι είναι όμως ακριβώς αυτή η πληροφορία; Η πριν το web 2.0 πληροφορία προερχόταν μόνο από ανθρώπους που είχαν τις γνώσεις και την δυνατότητα να παράγουν κώδικες. Σύμφωνα με τον Σάνον όπως εξηγήσαμε, ένα αποτέλεσμα περιέχει το μεγαλύτερο βαθμό πληροφορίας όταν μεγιστοποιείται η πιθανότητα να συμβούν τα πιθανά ενδεχόμενα. Το γεγονός του ότι μόνο μια συγκεκριμένη μερίδα ατόμων είχε πρόσβαση στο διαδίκτυο, εμμέσως σήμαινε πως αποκτούσε αποκλειστικότητα στο ‘δικαίωμα’ αξιολόγησης. Ο βαθμός της εντροπίας του συστήματος φαίνεται να είναι χαμηλός, άρα και η ποσότητα της πληροφορίας που διαχέεται, λίγη. Από τη στιγμή που περισσότεροι, διαφορετικοί χρήστες έχουν την δυνατότητα να ‘δώσουν’ και αυτοί την ψήφο τους, κάνοντας την δική τους προσωπική επιλογή, αυτόματα αυξάνουν τις πιθανότητες της κάθε ιστοσελίδας. Κρίσιμο στοιχείο όμως δεν αποτελεί μόνο ο αριθμός, αλλά και τα χαρακτηριστικά των χρηστών. Δηλαδή, γιατί περισσότεροι χρήστες σημαίνει περισσότερη πληροφορία; Μπορεί λιγότεροι χρήστες από αυτούς που είναι ενεργοί σήμερα να έδιναν ακόμη τα ίδια ικανοποιητικά αποτελέσματα, όπως και ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα εκπροσωπεί ικανοποιητικά ένα σύνολο. Επειδή όμως όσον αφορά τους χρήστες του ιντερνέτ, ένα συγκεκριμένο δείγμα ικανοποιητικής ποικιλομορφίας δεν μπορεί να ελεγχθεί, το μόνο πραγμα που μπορεί να εγγυηθεί την αύξηση της διαφορετικότητας είναι σε αυτή την περίπτωση, η ίδια η ποσότητα των χρηστών. Οσο περισσότεροι άνθρωποι εγγράφονται, τόσο περισσότερο αυξάνεται η πιθανότητα οι άνθρωποι αυτοί να είναι αρκετά διαφορετικοί μεταξύ τους, άρα και να δώσουν διαφορετικές ‘ψήφους’, να αυξήσουν την εντροπία του συστήματος, το ‘informative’ των πληροφοριών. Η ύπαρξη πολλών και διαφορετικών χρηστών που δημιουργούν νέα προσωπική πληροφορία και συμβάλουν στην αξιολόγηση των σελίδων είναι αυτό που προσυπογράφει την άρτια λειτουργία του Google. Ας σκεφτούμε όμως πραγματικά το διαδίκτυο· Η πληροφορία που δημιουργούμε καθημερινά προφανώς δεν αντικατοπτρίζεται σε συνδέσμους και ‘ψήφους’, ή τουλάχιστον δεν δημιουργεί μόνο αυτό. Δεν είναι μόνο οι ‘περιηγητές’ και το ‘υπερκείμενο’, με το οποίο μπορεί στην πραγματικότητα να μην 55


ερθουμε ποτέ σε άμεση επαφή. Καθημερινά, όμως, ο κάθε χρήστης ενεργοποιώντας τον υπολογιστή του, ή χρησιμοποιώντας το κινητό του, προβαίνει σε ενέργειες που συμβαίνουν επειδή υπάρχει ένα πρόγραμμα το οποίο ανταποκρίνεται στις εντολές του. Η διαδικασία αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά μεταφορά πληροφορίας. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ, είναι ο τύπος της πληροφορίας που εισάγεται: το ψηφιακό ίχνος που αφήνουμε πίσω μας καθώς κινούμαστε στον κόσμο. Τηλεφωνικές κλήσεις, μηνύματα, διαδικτυακές αγορές, τοποθεσίες σε συστήματα GPS, όλα αυτά είναι δεδομένα που δημιουργούμε διαρκώς και αδιαλείπτως. Τα δεδομένα αυτά, ή αλλιώς τα data, αφηγούνται ιστορίες καθημερινότητάς, καταγράφοντας απλώς το τι έχει επιλέξει το κάθε άτομο να κάνει. Όλα αυτά τα μικρά αποτυπώματα ατομικής δραστηριότητας ονομάζονται ‘προσωπική πληροφορία’ (personal information). Για να γίνει περισσότερο σαφές, προσωπική πληροφορία είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τις αναρτήσεις σε προσωπικές σελίδες όπως εκείνες του Facebook ή άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί οι άνθρωποι επεξεργάζονται και κοινοποιούν μόνο αυτά τα οποία θέλουν να μοιραστούν με τον κόσμο. Ο Alex Pentland, καθηγητής του MIT Media Lab υποστηρίζει πως το ποιοι πραγματικά είμαστε προσδιορίζεται ακριβέστερα από το που ξοδεύουμε το χρόνο και τα χρήματά μας. Για παράδειγμα, είναι πιο χρήσιμη πληροφορία το γεγονός πως κάποιος επισκέφθηκε ένα μέρος, από την απλή δήλωση πως θα ήθελε να το επισκεφθεί, όσο ειλικρινής και αν είναι η πρόθεση. Όλες οι προσωπικές πληροφορίες που συσσωρεύονται στη απέραντη ψηφιακή δεξαμενή του διαδικτύου συνιστούν το Big Data, που σύμφωνα με τον Alex Pentland, «είναι η μηχανή που κινεί την κοινωνική φυσική». Όπως προαναφέρθηκε, η επινόηση της στατιστικής έφερε τους επιστήμονες αντιμέτωπους με θέματα διαχείρισης μεγάλων αριθμών. Η κοινωνικές επιστήμες βρήκαν, παράλληλα με τις φυσικές επιστήμες, το πρώτο πάτημα για τη μετάβαση του προσανατολισμού των μελετών από την ατομική στη συλλογική συμπεριφορά. Αυτές λοιπόν οι κοινωνικές μελέτες, οι οποίες λόγω των νέων δεδομένων μπορούν να ονομάζονται ‘παραδοσιακές’, είχαν έως τώρα δύο τρόπους να μελετούν την κοινωνική συμπεριφορά ως προς μια μεταβλητή. Ο ένας, επιχειρείται μέσω στατιστικών ερευνών: οι επιστήμονες καλούνται να συγκεντρώσουν τα στατιστικά δεδομένα που κρίνονταν απαραίτητα για το ζήτημα που αφορά η έρευνα (πχ exit poles). Εκεί πρέπει να ληφθούν υπόψιν οι περιορισμοί στην επιλογή του στατιστικού δείγματος, ώστε να είναι αντιπροσωπευτικό14. Ο δεύτερος τρόπος, είναι τα κοινωνικά πειράματα, όπου επιχειρείται να προσομοιωθεί μια κατάσταση με σκοπό την μελέτη των ανθρώπινων αντιδράσεων πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Ζητήματα αντιπροσωπευτικότητας του δείγματος και του βαθμού ικανοποιητικής |14| Η συγκέντρωση όλων των δεδομένων του συνόλου καθίσταται διαδικασία ιδιαίτερα χρονοβόρα αλλά και οικονομικά ασύμφορη, εκτός του ότι πολλές φορές καθίσταται και αδύνατη, για αυτό και επιλέγεται το στατιστικό δείγμα. Στη πράξη αντιπροσωπευτικό δείγμα χαρακτηρίζεται εκείνο που έχει επιλεγεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε στατιστική μονάδα του πληθυσμού να έχει την ίδια πιθανότητα της επιλογής του στο δείγμα (Wikipedia)

56


προσομοίωσης της ‘κατάστασης’ ως προς ένα βαθμό αντικειμενικότητας και ρεαλισμού επηρεάζουν την φερεγγυότητα των αποτελεσμάτων της έρευνας. Μια ανθρώπινη αντίδραση σε ένα ερέθισμα δεν έχει τον απόλυτο βαθμό προβλεψιμότητας, καθώς οι εξωτερικές συνθήκες δεν είναι ποτέ οι ίδιες. Ως προς έναν ειδικότερο ορισμό, πείραμα θεωρείται η υπό του ανθρώπου μεθοδική αναπαραγωγή ενός φαινομένου με στόχο την εξακρίβωση της φύσης του, των αιτιών που το προκαλούν και των νόμων από τους οποίους διέπεται αυτό το φαινόμενο15. Απαιτείται δηλαδή η μεταφορά ενός φαινομένου σε εργαστηριακού επιπέδου μελέτη ώστε να μπορεί να παρατηρηθεί μόνο αυτό το φαινόμενο, και όχι οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να συμβαίνει παράλληλα στη σφαίρα της δημόσιας ζωής που να το επηρεάσει· και αυτό, λόγω της απόλυτα λογικής αδυναμίας οργάνωσης και σαφή διαχωρισμού της περίπλοκής σύνθεσης φαινομενικά αδιαχώριστων πληροφοριών. Είναι δόκιμο να γίνονται πειράματα, καθώς οδηγούν σε σαφή συμπεράσματα, για αυτό και δεν μιλάμε για τέλος του πειραματισμού. Οι μέχρι τώρα τακτικές όμως οδηγούν κάθε φορά σε φτωχά και επισφαλή συμπεράσματα, καθώς δεν μπορούν να εκτιμήσουν πολλές μεταβλητές ταυτόχρονα· και τι πιο παραμετρικο από τις αλληλοσυνδέσεις των ανθρώπινων συμπεριφορών; Τα αποτελέσματα της έρευνας βιάζονται να εμφανισθούν υπό τις εργαστηριακές επιβαλλόμενες συνθήκες, επομένως εξαρτώνται απολύτως από αυτές. Τα πειράματα αυτά είναι περισσότερο αριθμητικά παρά παραμετρικά. Με άλλα λόγια, μπορούν να δώσουν απαντήσεις εάν και εφόσον μελετώνται λίγοι παράμετροι, ως προς πολλές παγιωμένες τιμές. Η ανάγκη για πολύ συγκεκριμένο έλεγχο και περιορισμό των διαδικασιών των κοινωνικών μελετών μέχρι και σήμερα, οφείλεται στον παράγοντα της πολυπλοκότητας. Τα κοινωνικά φαινόμενα είναι στην πραγματικότητα φτιαγμένα από εκατομμύρια μικρές ‘συναλλαγές’ μεταξύ των ατόμων, όχι μόνο αγαθών ή χρημάτων, αλλά και , πιο σημαντικά, ιδεών και πληροφοριών. Η ανταλλαγή ιδεών σύμφωνα με την κοινωνική φυσική, θεωρείται το κλειδί των δημιουργικών αποτελεσμάτων, δυνητικά, της εξέλιξης. Η έκθεσή μας στους ανθρώπους κάνει κάθε φορά διαφορετικά πράγματα, δημιουργεί επομένως νέα πληροφορία. Υπάρχουν συγκεκριμένα μοτίβα σε αυτές τις συναλλαγές, τα οποία οδηγούν σε συγκεκριμένα φαινόμενα16. Χρειάζεται να κατανοήσουμε αυτά τα μικρομοτίβα, ακριβώς επειδή είναι αδύνατον να συνοψισθούν σε έναν μέσο όρο, στο μέχρι τώρα αναμενόμενο αποτέλεσμα των κοινωνικών στατιστικών, στον κλασικό τρόπο δηλαδή που αντιλαμβανόμασταν την κοινωνία μέχρι σήμερα. Μέσω των big data μπορούμε να ξεδιπλώσουμε όλη την κοινωνική πολυπλοκότητα που μέχρι τώρα συμπιέζαμε σε περιγραφές μέσων όρων και στερεότυπα. Να κάνουμε ένα βήμα πίσω από τη στατιστική, ανοίγοντας το βλέμμα σε όλες αυτές τις μικροαντιδράσεις που δημιουργούν εκατομμύρια δίκτυα από ανθρώπινους δεσμούς συναλλαγών.

|15| Πηγή: Wikipedia |16| Όπως για παράδειγμα, οικονομικές κρίσεις.

57


Στις παραδοσιακές μελέτες κοινωνικής φυσικής, οι μελετητές γνώριζαν ότι υπήρχε μεγάλη ποσότητα πληροφορίας, η οποία όμως δεν ήταν άμεσα διαθέσιμη. Ήταν αδύνατον να καταγραφεί, πόσο μάλλον να αναλυθεί και να γίνει διαχειρίσιμη. Σήμερα, τα νέα δεδομένα (new data) γεννούνται και κυκλοφορούν τόσο γρήγορα, ώστε το άθροισμα των data των τελευταίων 2 ετών (ένα zettabyte), είναι περισσότερο από το σύνολο των δεδομένων που έχουν καταγραφεί στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού17. ‘Υπάρχει μια επανάσταση μεγάλων δεδομένων’18. Αλλά δεν είναι η ποσότητα των data που κάνει την επανάσταση: είναι το ότι «…πλέον μπορούμε να κάνουμε κάτι με αυτά τα δεδομένα»19. Η κοινωνία αντικατοπτρίζεται στο διαδίκτυο, οδεύοντας σταδιακά προς την ολοκλήρωση αυτού του νέου δημιουργήματος, μιας ολοκληρωμένης ψηφιακής πολιτείας. Μέσω της σταθερής ανάπτυξης νέων τρόπων να μοιράζεται κανείς, και τους τρόπους με τους οποίους επιτυχημένα τα συστήματα δεδομένων αξιοποιούν τη ‘σοφία του πλήθους’ δημιουργώντας διαρκώς συστήματα ανεύρεσης λύσεων, το διαδίκτυο παρουσιάζει το Big Data: ένα πανέτοιμο για χρήση πολυεργαλείο. Να λοιπόν η κοινωνική φυσική σήμερα.

|17| επεξήγηση: data σημαίνει πληροφορία. Η γραπτή πληροφορία ισοδυναμεί με data όταν ψηφιοποιηθεί και μεταφραστεί σε μετρήσιμη ψηφιακή πληροφορία. Για παράδειγμα 1cm3 όγκου σε βιβλία αντιστοιχεί σε περίπου 960 megabytes εκτυπωμένων data. (Information – a short introduction) |18| Λόγια του Gary King καθηγητή στο Weatherhead University, από Jonathan Shaw, “Why ‘Big data’ is a Big Deal”. |19| Jonathan Shaw, “Why ‘Big Data is a Big Deal”.

58


59


60


Internet provides an entirely new way of conducting business and indulging pleasures Manuel Castels __________________

61


το πλήθος στο Big Data I.

για το δεδομένο

Το διαδίκτυο ενισχύει τη συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα, καθώς λειτουργεί με όρους ανταποδοτικότητας. Για αυτό και το μεγαλύτερο μέρος του διαδικτύου, σύμφωνα με έρευνες, δεν είναι εμπορικό, αλλά λειτουργεί και αναπτύσσεται από ανθρώπους που κινητοποιούνται από πάθος ή από το αίσθημα του καθήκοντος. Μόνο το 40% των διαδικτυακών δραστηριοτήτων είναι καθαρά εμπορικού σκοπού. Μικρό ή μεγάλο ποσοστό, κινείται και τρέφεται από την online ροή δεδομένων. Αυτές οι δύο πλευρές του διαδικτύου, εξίσου εξαρτώμενες από την ροή των προσωπικών δεδομένων επιτείνουν την ανάγκη για προστασία και διαχείριση των προσωπικών δεδομένων. Οι προσωπικές πληροφορίες είναι άκρως πολύτιμες για την οικονομική εξέλιξη μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς μέσω του Big data, είναι σε θέση να επιλέγουν τα στοιχεία εκείνα που είναι απαραίτητα ώστε να διαβάζουν, προβλέπουν, ομαδοποιούν συγκρίνουν και στοχεύουν καταναλωτές, οργανώνοντας μελλοντικά επιχειρηματικά σχέδια στηριζόμενοι σε αυτές τις πληροφορίες. Όπως λοιπόν ‘τα δεδομένα είναι το καινούργιο «λάδι» του διαδικτύου’, ‘τα προσωπικά δεδομένα είναι το «λάδι» της νέας οικονομίας’1. Όταν κανείς χρησιμοποιεί μια εφαρμογή, έχει πλήρη άγνοια για το τι απογίνονται τα data που ‘γεννιούνται’. Στην πραγματικότητα, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να τα συλλέγει, να τα ελέγχει και να τα γνωστοποιεί σε άλλες υπηρεσίες, φυσικά με κάποιο όφελος. Το ζήτημα είναι πως ενώ πλέον τα προσωπικά δεδομένα φέρουν οικονομική αξία, η διαχείρισή τους δεν είναι στα χέρια του δημιουργού τους, και γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης εν αγνοία του, παραβιάζοντας εμμέσως την ιδιωτικότητα του. Όσον αφορά το υπόλοιπο 60 τοις εκατό, κυριαρχεί ένα γενικότερο πλαίσιο αμοιβαίας εμπιστοσύνης και διάθεσης για ένα μη κερδοσκοπικό ‘μοιρασμα’, αλλά περισσότερο με σκοπούς ψυχαγωγικούς, ενημερωτικούς, δημιουργικούς. Σε όποια από τις δύο πλευρές του διαδικτύου και αν αναφερόμαστε, η νέα γενιά ερευνητών ψηφιακών συστημάτων επιτάσσει κάθε χρήστης να μπορεί να διαχειρίζεται τα προσωπικά του δεδομένα προς όφελός του. Τα data είναι μια νέα η πραγματική αξία που χρήζει διαχείρησης· όπως και τα χρήματα, είναι μετρήσιμα και έχουν αξία. Αντίστοιχα μπορούν να αποταμιευθούν, να επενδυθούν σε αντάλλαγμα υπηρεσιών ή χρημάτων ή άλλων data, με τη δυνατότητα να επιστραφούν στον ιδιοκτήτη. Η πρόταση για να επιτευχθεί το επιθυμητό, μιλά για ένα σύστημα, που θα λειτουργεί σαν μια αποθήκη data, προσφέροντας προστασία της ιδιωτικότητας και δυνατότητα ελέγχου από τον χρήστη. Έτσι όταν κάποιος εμπορικός οργανισμός θέλει να αξιοποιήσει τα δεδομένα των χρηστών, θα πρέπει να προβαίνει στις εξης διαδικασίες: |1| Αυθεντικά ανήκει στην Meglena Cuneva, European Consumer Commissioner, η φράση στα αγγλικά : “Personal data is the new oil of the internet and the new currency of the digital world”

62


63


αρχικά να ενημερώνει για το ενδιαφέρον συλλογής των προσωπικών δεδομένων από τον αντίστοιχο φορέα, να αναμένει την έγκριση του ατόμου, έπειτα να διαβεβαιώνει για την σωστή χρήση των δεδομένων (ότι δηλαδή χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπό που παρουσιάστηκε εξ αρχής) και τέλος ο χρήστης να έχει δικαίωμα επιστροφής των δεδομένων του εάν για κάποιο λόγο έμεινε δυσαρεστημένος. Πως λοιπόν μετριέται και που βρίσκεται η αξία σήμερα; Όλη αυτή η δαπάνη ενέργειας για τη δημιουργία αυτών των αλληλέγγυων και σχεδών αλτρουιστικών δικτύων μοιράσματος με λάβαρο τη ελεύθερη δημιουργία, την έκφραση, την εύρεση λύσεων βρίσκει το πεδίο να αναφέρεται, να αναπτύσσεται και να επιβραβεύεται. Ο Μαρξ μιλώντας για την πραγματική αφαίρεση, εξηγεί πως είναι η σκέψη που γίνεται πράγμα, όταν δηλαδή μια έννοια μεταφράζεται σε γεγονότα, υλικά και μη3. Εάν σκεφτούμε το δημόσια διάνοια4, στην ουσία αναπτύσσει υπέρμετρα την έννοια της πραγματικής αφαίρεσης, απλά αντίστροφα: είναι το στάδιο εκείνο στο οποίο δεν είναι πια ορισμένα γεγονότα που έχουν αξία και δύναμη, αλλά μάλλον οι ίδιες οι σκέψεις μας, που αποκτούν αξία μέσω υλικών γεγονότων5. Ενώ δηλαδή, στην πραγματική αφαίρεση τα γεγονότα αποσκοπούν στο να περιγράψουν την περίτεχνη δομή μιας καθαρής σκέψης, για τη δημόσια διάνοια οι σκέψεις εμφανίζονται με το βάρος των γεγονότων. Οι νοητικές αφαιρέσεις είναι από μόνες τους πραγματικές αφαιρέσεις. Όλος αυτός ο συλλογισμός αιτιολογείται στο ότι τα πράγματα είναι αδιαμφισβήτητο ότι έχουν αξία. Στα σύγχρονα εργασιακά δεδομένα, σύμφωνα και με την θεωρία του Μαρξ, η δημόσια διάνοια είναι από μόνη της παραγωγική δύναμη. Η βασική αξία παραγωγής συνοψίζεται στη σκέψη. Το big data είναι ένα σύστημα το οποίο αποσκοπεί στην επίλυση προβλημάτων. Το άτομο είναι ο πομπός που αποστέλλει την αγνή πληροφορία, παράγει δηλαδή ένα ουσιώδες στοιχείο το οποίο εισάγεται σε έναν μηχανισμό παραγωγής λύσεων. Ποιο είναι όμως αυτό το στοιχείο στην πραγματικότητα; Δεν έχει υλική υπόσταση, δεν είναι καταγεγραμμένο, ίσως πολλές φορές να μην έχει όνομα. Είναι ακριβώς αυτά τα μη μετρήσιμα, μη καταγεγραμμένα ανθρώπινα στοιχεία που εισάγονται στα συστήματα διαχείρισης Big Data: οι προτιμήσεις, οι επιλογές, οι διαισθήσεις, τα αισθήματα, ανθρώπινα βιολογικά και άλλα χαρακτηριστικά. Τι δίνει λοιπόν η θυρίδα εξόδου αυτής της μηχανής: ποιοι είναι οι άνθρωποι, τι θέλουν, τι αγαπούν και τι μισούν, τι προτιμούν τώρα, τι αργότερα, τι αισθάνονται, τι τους ευχαριστεί, τι τους αποστρέφει. Άλλωστε, αυτή είναι και η ουσία του μάρκετινγκ και των οικονομικών : η γνώση του τι είναι αυτό που ζητά ο κόσμος ανά πάσα στιγμή. Ακόμα και με τη λογική του ότι τα προϊόντα διαλέγουν τον καταναλωτή, τα προϊόντα σχεδιάστηκαν πάνω στο ποιος είναι ο καταναλωτής· και την πληροφορία αυτή σήμερα δίνουν τα προσωπικά ψηφιακά δεδομένα. |3| για παράδειγμα. η ισοτιμία και το νόμισμα |4| δημόσια διάνοια: η ελληνική μετάφραση για τον όρο ‘general intellect’ |5| Paolo Virno ‘Γραμματικη του Πληθους’

64


Δεν μιλάμε, λοιπόν, για ένα δεδομένο που απλώς δημιουργείται από μας, αλλα σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό, είναι εμείς. Τα ψιχουλα που αφηνουμε πισω μας καθώς κινουμαστε στον κόσμο είναι δικά μας κομμάτια, είναι θραύσματα του εαυτού μας που εάν ανασυντεθούν δίνουν μια σειρά απόσπασματικών εικόνων του ποιοι είμαστε και τι θέλουμε· αυτά τα κομμάτια εχουν αξία ως στοιχεία πραγματικής αφαίρεσης και κινούν την συγχρονη παραγωγική μηχανή, η οποία τυγχάνει σημερα να μην εχει γρανάζια, αλλα κώδικες και συνδέσμους. Η ‘αγνή πληροφορία’, η ανεξάρτητη προσωπική γνώμη, αυτή που μοιράζεται ο καθένας με τον υπολογιστή του και μόνο, εκούσια ή ακούσια, είναι το καύσιμο που κάνει τη μηχανή να κινείται. Η αντίληψη του Μαρξ για τη γενική διάνοια ως μια εξαντικειμενικευμένη επιστημονική ικανότητα των ατόμων, φαίνεται βρίσκει ξανά τόπο ως ένα σύστημα μηχανών που για να κινηθεί χρησιμοποιεί αγνή ανθρώπινη ενέργεια : το προσωπικό δεδομένο είναι ένα ακόμα προϊόν πραγματικής αφαίρεσης που φέρει αξία. Εάν τώρα κοιτάξουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν αυτά τα υπερσυνδεδεμένα συστήματα, ακόμα και το πώς λειτουργεί το Google, βασιζόμενο σε αλυσίδες παραπομπών και σειρές πιθανοτήτων, η διαδικασία έχει καθαρά οπορτουνιστικό χαρακτήρα. Τίποτα δεν έχει σταθερή αξία, όπως οι δείκτες του χρηματιστηρίου ανεβαίνουν και πέφτουν, αντίστοιχα οι μετοχές πωλούνται και αγοράζονται ανάλογα με τις συνθήκες, οι οποίες συνήθως ορίζονται από την μεταβολή τέτοιων παραγόντων οι οποίο μπορεί φαινομενικά να μην έχουν καμία άμεση σχέση με την οικονομία· και αυτό συμβαίνει διότι οικονομικοι, κοινωνικοί, πολιτικοί και άλλοι δείκτες έχουν κάποιον τρόπο να συνδέονται όλοι μεταξύ τους. Το ίδιο συμβαίνει και στο διαδίκτυο, ακόμα και στην πιο απλή διαδικασία αναζήτησης. Εφόσον λοιπόν οι παράγοντες που επηρρεάζουν την τελική καταλληλότερη επιλογή είναι αμέτρητοι και πολλές φορές αδιαχείριστοι, η προσαρμοστικότητα στη συμπεριφορά και η μετακίνηση από τη μία στην άλλη επιλογή, ανάλογα με το που ρέει ευνοικότερα ο άνεμος, πλέον δεν θεωρείται τακτική ανήθικη, αλλα απαραίτητη προς την επιβίωση. Δυνητικά, αξία υπάρχει παντού, αλλά όχι πάντα.

65


II.

για το web

Η Hannah Arendt, μιλώντας για τη «ζωή του νού», χρησιμοποιεί σιωπηρά τον ορισμό της πράξης του Αριστοτέλη και την αξία της δημοσιότητας της διάνοιας του Μαρξ, υποστηρίζοντας πως εφόσον μια πολιτική πράξη πάντοτε απαιτεί κοινό, αυτομάτως απαιτεί και χώρο. Πάνω στην μεταφορά της δημόσιας διάνοιας σε πολιτική πράξη, η οποία πλέον φέρει αξία παραγωγής έργου, εξηγεί πως οι άνθρωποι που δρουν πολιτικά για να ‘εργασθούν’, έχουν ανάγκη ενός δημόσια διαμορφωμένου χώρου, και η ‘ερμηνεία’ τους (performance) εξαρτάται από την παρουσία των άλλων. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της ομιλίας, αναφέρθηκε ήδη –άλλωστε είναι και από μόνο του σαφές– πως είναι μια ‘πράξη’ άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένη με την παρουσία των άλλων. Η ομιλία προϋποθέτει και μαζί ιδρύει από την αρχή αυτόν τον δημόσια διαμορφωμένο χώρο, δεδομένου του ότι πρέπει οι μεν και οι δε να συνυπάρξουν κάπου. Ο Virno υποστηρίζει πως με την δημοσιότητα της διάνοιας, την πολιτικοποίηση της εργασίας, του κοινούς τόπους και την ανάδειξη της αξίας της μοναδικότητας εντός του πλήθους, η δημοκρατία του πλήθους είναι –και παράλληλα απαιτεί– έναν μη κρατικό χώρο κοινωνικών υποθέσεων. Πέρα λοιπόν από τον πραγματικό δημόσιο χώρο, υπάρχει ενας ακόμη ‘χώρος’, (χωρίς φυσικά να είναι και ο μοναδικός), ο οποίος ιδρύεται, τρέφεται και εξελίσσεται από και μέσω των δύο αναγκών που επιτείνουν οι Arendt και Virno. Ως ένα τέτοιο χώρο, λοιπόν, μπορούμε να ερμηνεύσουμε το διαδίκτυο, τον κυβερνο-χώρο, που στην πραγματικότητα ενώ στερεί τη δυνατότητα της φυσικής υπόστασης, η οποία αντικαθίσταται με το λεγόμενο «εξαφανιζόμενο σώμα»6, δίνει αντίστοιχα το βήμα για να εκδηλωθούν ανετότερα οι κοινωνικές πτυχές του ατόμου. Εκεί βλέπουμε να πληρούνται τις προϋποθέσεις για έναν δημόσια διαμορφωμένο χώρο, αυτόν που προϋποθέτει και απαιτεί η ομιλία ως δεξιοτεχνική πράξη, η εργασία και η δημόσια διάνοια, εκεί όπου τα άτομα μπορούν να τελειοποιούν τη διαδικασία εξατομίκευσης, εκεί όπου μπορούν να φέρουν στην διαπασών την ιδιαίτερη μοναδικότητά τους· εκεί όπου ανοίγεται ο δρόμος για την ατομική πολιτική έκφραση: το διαδίκτυο. Είναι ο κοινός - ανοιχτός τόπος στον οποίο ο καθένας εκπληρώνει την ανάγκη δήλωσης της ύπαρξής του, εφόσον χρειάζεται και εφόσον θέλει, να

|6|Ελεύθερη μετάφραση για τον αγγλικό όρο για το “disappearing body”. ‘το σώμα έχει γίνει εξαιρετικά παρωχημένο στο έντονο πληροφοριακό περιβάλλον που έχει δημιουργηθει. Έχει αυτή την τρελή, αριστοτελειακή παρόρμηση να συσσωρεύει όλο και περισσότερη πληροφορία. Δεν υπάρχει ελπίδα πλέον για κανένα άτομο να καταφέρει να απορροφήσει και να επεξεργαστεί δημιουργικά αυτή την πληροφορία. Οι άνθρωποι εχουν δημιουργήσει τεχνολογίες και μηχανές που προσφέρουν πολλή μεγαλύτερη ακρίβεια,ισχύ και αντοχή από το ανθρώπινο σώμα.’ Maria Coleman, ‘The dissapearing body’

66


δηλώνει ποιος είναι και να «πουλά» τον εαυτό του, ως μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα, που ζει, εργάζεται και επικοινωνεί. Συνοψίζοντας στη φράση του S. Dalzell: Το ίντερνετ είναι η συμμετοχικότερη αγορά μαζικού λόγου της εποχής μας.7

|7| Λόγια του S. Dalzell σε J. Naughton (1999). A Brief History of the Future, σελ. 190-91

67


68


Society is a science of collective behavior Philip Ball __________________

69


70


εντροπία και κοινωνικά συστήματα η τυρρανία του μέσου σύγχυση δομής και μορφής Le Corbusier και Neufert

ο μέσος άνθρωπος

μέρος πέμπτο 71


εντροπία και κοινωνικά συστήματα Η έννοια της εντροπίας1 στις ουμανιστικές επιστήμες χρησιμοποιείται ευρέως ως μονάδα ένδειξης του βαθμού τακτοποίησης στον οποίο υπόκειται ένα σύστημα. Συνήθως θεωρείται συνώνυμη λέξεων όπως χάος, κατάρρευση, δυσλειτουργία, σπατάλη ενέργειας, τριβή και άλλα. Η αύξησή της δηλαδή θεωρείται ένα οπωσδήποτε ολέθριο συμβάν. Όταν για παράδειγμα διαφορετικές ομάδες πληθυσμού συγχέονται, αυτό υπαινίσσεται μια αύξηση στην εντροπία, καθώς οι πιθανότητες του να συμβούν πιο απίθανα πράγματα αυξάνονται. Μια τέτοια σύγχυση όμως, εφόσον αναταράσσει μια ήδη κατεκτημένη ηρεμία και ισορροπία, αποτελεί αυτομάτως μια διένεξη που άλλοι επιθυμούν και άλλοι φοβούνται2. Αυτό που είναι διαφορετικό και ανοργάνωτο μπορεί να συλληφθεί ως χαοτικό και ανεπιθύμητο, και στις κοινωνικές μελέτες να ταυτισθεί με το χάος και την αναρχία. Αυτό που είναι οργανωμένο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως στατικό και βαρετό και αντιστοίχως να ταυτισθεί με τον φασισμό και την καταστολή. Το ζήτημα όμως της εύρεσης του επιθυμητού, ανεκτού και παράλληλα απαραίτητου εύρους των τιμών της εντροπίας δεν αφορά φόβους και επιθυμίες. Ενώ η άυξηση στην εντροπία μπορεί να θεωρείται από κάποιους ‘επιβλαβής’ ή ‘απαισιόδοξη’, και η μείωσή της ‘πληκτική’ και ‘στατική’, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως υπό άλλες συνθήκες οι παράλληλες διεκδικήσεις των τάσεων προς τα δύο άκρα εμφανίζονται εξίσου απαραίτητες ώστε να κάνουν τον κόσμο να λειτουργεί. Οφείλουμε να είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε την χαμηλή εντροπία και να απενοχοποιήσουμε την υψηλή. Εξηγήσαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο πως η αύξηση της εντροπίας μεταφράζεται σε περισσότερη πληροφορία. Οι μεγάλες ποσότητες πληροφορίας προκύποτυν υπό συνθήκες αβεβαιότητας. Δεδομένου ότι ο άνθρωπος είναι ένα επικοινωνιακό όν, προσελκύεται συχνά από την νέα πληροφορία. Είναι αντίστοιχα η αβεβαιότητα για τους ανθρώπους μια ελκυστική κατάσταση; Ή θεωρείται υπαίτιο σύγχυσης και αποδιοργάνωσης και επομένως πρέπει να αποφεύγεται; Λόγω της αυξημένης πιθανότητας των πραγμάτων, ο άνθρωπος δεν θα πάψει να αναζητά το καλύτερο για αυτόν περιβαλλοντικό πλαίσιο. Η φυσική μας ώθηση να παίρνουμε ρίσκα συνδέεται με την αναζήτηση του καλύτερου δυνατού κόσμου για να ζούμε. Η παντελής απουσία προβλημάτων μπορεί να προκαλέσει αδιέξοδο. Παρ’ όλα αυτά, όλοι αποζητούν εν τέλει ένα περιβάλλον ισορροπημένο και προσπαθούν να αποφύγουν τις εκπλήξεις. Ο καθένας επιθυμεί να επιβάλλει μια οργάνωση στη ζωή του, άσχετα αν για κάποιους η οργανωτικότητα είναι πιο δύσκολη ή πιο εύκολη. |1| Εδώ να ξεκαθαρίζουμε ότι μιλάμε για την εντροπία με όρους αβεβαιότητας, δηλαδή για την εντροπία της πληροφορίας ή την στατιστική εντροπία, η οποία εφαρμόζεται στα ζητήματα που θέτουμε σε κοινωνικά πλαίσια. Δεν αναφερόμαστε στην θερμοδυναμική εντροπία, καθώς ενώ πολλοί όροι και διαδικασίες είναι κοινές με την στατιστική εντροπία, τίθεται συχνά θέμα συγχυσης με την έννοια της ενέργειας. |2|3|4| Thomas Mavrofides Kameas Achilleas, Papageorgiou Dimitris και Los Antonios, ‘On the Entropy of Social Systems: A Revision of the Concepts of Entropy and Energy in the Social Context’

72


Βρισκόμαστε επομένως ενώπιον ενός συστήματος που ταλαντεύεται από δυο αντικρουόμενες τάσεις, που κινείται προς την σύγχυση και την ηρεμία ταυτόχρονα. Υπάρχει μια δυναμική σχέση ανάμεσα στα δύο, καθώς η σύγχυση αναδημιουργείται από τα νέα στοιχεία που διαρκώς γεννώνται, ενώ παράλληλα η ηρεμία επιχειρείται μέσω μιας προσπάθειας επίτευξης ισορροπίας. Ένα τέτοιο ζωντανό σύστημα έχει την δυνατότητα να προσαρμόζει τη σύστασή του αντιδρώντας κάθε φορά στους εξωτερικούς παράγοντες του περιβάλλοντος του, ένα σύστημα σύμφωνα με τον όρο των Humberto Maturana και Fransisco Varela, ‘αυτοποιητικό’. Θεωρούμε πως όλα τα κοινωνικά συστήματα είναι αυτοποιητικά, καθώς ο τρόπος λειτουργίας τους ανταποκρίνεται στις δομες και λειτουργικές παραλλαξιμότητες ενός ζωντανού προσαρμοστικού οργανισμού. Απαραίτητη προϋπόθεση ώστε ένα σύστημα να είναι αυτοποιητικό είναι να αναδημιουργεί διαρκώς τον εαυτό του. Αυτό συμβαίνει αντιδρώντας στην πληροφορία που λαμβάνει από το περιβάλλον του, αναδιοργανώνοντας τα όριά του, προβαίνοντας έτσι σε μια σαφή δήλωση της διαφοροποίησής του από αυτό. Κάθε αυτοποιητική ‘μηχανή’ είναι αυτόνομη, ιδιοσύστατη, και όλες οι αλλαγές στις οποίες υπόκειται αποσκοπούν στην διατήρηση της εσωτερικής της οργάνωσής. Το αυτοποιητικό σύστημα βρίσκεται σε μία διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση, επεξεργάζεται τις εξωτερικές μεταβολές του περιβάλλοντος, υποδέχεται τη νέα πληροφορία που ανακύπτει και προσαρμόζει την εσωτερική του δομή. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας αναδιαμόρφωσης, το σύστημα καταστρέφει ίδια στοιχεία του, κρίνοντας ότι αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις νέες συνθήκες, δίνοντας αντίστοιχα χώρο στη δημιουργία νέων. Η διαδικασία αυτή είναι κυκλική και αυστηρά εσωτερική: μια ζωντανή μηχανή που αναγεννά τον εαυτό της3. Στην πραγματικότητα, θα μπορούσαμε σε αυτό το σημείο να υποθέσουμε πως μία και μόνο πρώτη εισαγωγή πληροφορίας είναι αρκετή ώστε να ενεργοποιηθεί η αλληλοτροφοδότηση συστήματος – περιβάλλοντος· γιατί στην πραγματικότητα περί αλληλοτροφοδότησης πρόκειται. Η συνθήκες αβεβαιότητας μπορούν να προκαλέσουν ακόμα και την εκ νέου δημιουργία υποσυστημάτων ως απόρροια της αντιδραστικής συμπεριφοράς του συστήματος. Το σύστημα δεν δέχεται απλώς την πολυπλοκότητα του περιβάλλοντος, αλλά η ίδια η αντίδρασή του αποτελεί νέο ερέθισμα για το δεύτερο. Κάθε φορά που προκύπτει ένα σύστημα, αποτελεί πρόβλημα για το περιβάλλον του, καθώς αυτό το αντιλαμβάνεται ως μια αύξηση στην περιπλοκότητα και αντιδρά αυξάνοντας την δική του. Η περιπλοκότητα δημιουργεί περιπλοκότητα· και αυτό είναι εξέλιξη4.

73


Αυτή ακριβώς η διαρκής ανανέωση του συστήματος συνιστά την μοναδική διαδικασία που το καθιστά ζωντανό. Είναι λοιπόν προφανές το συμπέρασμά μας, πως η πηγή της ζωής ενός κοινωνικού συστήματος είναι οι αλλαγές του περιβάλλοντός του. Ο μόνος λόγος για να δρούν τα αυτοποιητικά συστήματα γενικότερα, υπόκειται σε αυτό. Επομένως, το περιβάλλον πρέπει να είναι τουλάχιστον έως κάποιου βαθμού απρόβλεπτο, ή αλλιώς αβέβαιο, καθώς το σύστημα χρειάζεται ανατροφοδότηση με νέα πληροφορία προκειμένου να προκαλείται διαρκώς η αναδημιουργία του. Το συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε από τον τρόπο λειτουργίας των ζωντανών αυτοποιητικών συστημάτων, είναι πως η ταύτιση της αβεβαιότητας με την αποδιοργάνωση είναι λανθασμένη. Μόλις παρατηρήσαμε πως οι συνθήκες αβεβαιότητας μπορούν πραγματικά να προκαλέσουν την αυτοανασκευαστική διαδικασία ενός ζωντανού συστήματος5. Η ίδια η αβεβαιότητα δηλαδή, αποτελεί τελικά όχι μόνο αναγκαία συνθήκη ύπαρξης ενός ζωντανού συστήματος, αλλά και μια αιτία πρόκλησης δομής· και είναι ακριβώς αυτή η πρόκληση που θα ενεργοποιεί για πάντα τους ανθρώπους. Ο απώτερος σκοπός κάθε συστήματος είναι να εξελίσσεται προς τη σταθερότητα, και θα συνεχίσει να μεταβάλλεται έως ότου αυτή να επιτευχθεί, στο σημείο στο οποίο καμία περαιτέρω αλλοίωση δεν μπορεί να δημιουργηθεί από το εσωτερικό του. Όπως κάθε οργανισμός, αντίστοιχα και το άτομο, βρίσκεται σε έναν διαρκή αγώνα μείωσης της έντασης, ο οποίος σύμφωνα με τον Freud, είναι όχι μόνο μια κυρίαρχη αλλά η μόνη αληθινά πρωταρχική τάση του οργανισμού. Ενώ το περιβάλλον δημιουργεί διεγέρσεις (δράσεις), ο οργανισμός εκφράζει παρορμήσεις (αντιδράσεις) και η συνύπαρξη των δύο παράγει μια ενοχλητική ένταση· η στρατηγική του Εγώ πάντα αγωνίζεται προς την μείωση της έντασης, να κατευθύνει τον νου προς μια επιθυμητή αταραξία.6 Το να προσπαθεί λοιπόν κανείς να αντισταθεί στην αβεβαιότητα, αναζητώντας το στον διαχωρισμό ανδρών γυναικών, στον αποκλεισμό των μεταναστών, στην αγνή διατήρηση των ‘φυλών’, βαφτίζοντάς την αποδιοργανωτικό υπαίτιο, είναι όχι μόνο αδόκιμο, αλλά και ανήθικο· το να συγκρατεί δηλαδή κανείς ηθελημένα την αύξηση της κοινωνικής εντροπίας μπορεί να ερμηνευθεί ως καθαρός φασισμός. Τα απελευθερωτικά κινήματα της νεότερης ιστορίας (δικαιώματα των μαύρων, ομοφυλόφιλων, γυναικών) δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να υποστηρίξουν το δικαίωμα στη διαφορετικότητα, το δικαίωμα στην ίδια πιθανότητα, το άνοιγμα προς την αβεβαιότητα. Γιατί είναι το διάφορο και μόνο αυτό που προκαλεί τη δράση, μια φιλότιμη προσπάθεια για αλλαγή, μια δίοδο προς τη μέγιστη πληροφορία. Όπως άλλωστε προαναφέραμε, τι είναι η πληροφορία; Μια διαφορά που κάνει τη διαφορά. Όταν αναφερόμαστε στο δίπολο ανθρώπου – κοινωνίας, ουσιαστικά αναφερόμαστε σε ένα αυτοποιητικό σύστημα που λειτουργεί μέσω της επικοινωνίας και ενεργοποιείται από την καινούργια πληροφορία την οποία δημιουρ|5| Thomas Mavrofides Kameas Achilleas, Papageorgiou Dimitris και Los Antonios, ‘On the Entropy of Social Systems: A Revision of the Concepts of Entropy and Energy in the Social Context’ |6|7| Rudolf Arnheim, ‘Εντροπία και Τέχνη’

74


γούν οι άνθρωποι ως υπάρξεις και οι πράξεις τους. Εν ολίγοις, οι άνθρωποι αποτελούν το περιβάλλον του ίδιου του συστήματος τους. Άλλωστε δεν μπορεί να υπάρξει επικοινωνία έξω από το σύστημα, παρα μόνο μέσα σε αυτό. Η επικοινωνία (άλλωστε επι + κοινωνία) είναι το ίδιο το αυτοποιητικό σύστημα της κοινωνίας, που ρυθμίζει τα όρια και τις σχέσεις των ανθρώπων ως εξωτερικούς αλλά αναφλεκτικούς παράγοντες του γενικότερου συστήματος της συνύπαρξης. Στην ίδια λογική, ως αυτοποιητικό σύστημα λειτουργεί το ίδιο το άτομο ανταποκρινόμενο στο περιβάλλον του· δέχεται επιρροές από αυτό και προσαρμόζεται ‘επεκετείνοντας’ και ‘στενεύοντας’ τα όριά του, δηλώνοντας πάντα την διαφοροποίησή του από αυτό, την αυτόνομη ύπαρξη του ως ατομικότητα. Ομοίως και στις δύο περιπτώσεις, οι αντίθετης κατεύθυνσης των τάσεων προς την σύγχυση και την ηρεμία εντείνει το πρόβλημα της διατήρησης μιας δημιουργικής και ευαίσθητης ισορροπίας μεταξύ του διαχωρισμού και της ανάμιξης. Δεν υπάρχουν όμως μόνο αυτές οι δύο περιπτώσεις, ουτε η αναζήτηση του επιθυμητου βαθμού της εντροπίας περιστρέφεται μόνο γύρω από τους ανθρώπους και τα συστήματά τους. Οι τάσεις αυτές διέπουν κάθε ζωντανό σύστημα που αναπροσαρμόζεται στο περιβάλλον του, και κατ’ επέκταση μάλλον αφορούν κάθε σύστημα ζωντανών οργανισμών· είναι δηλαδή δύο κοσμικές τάσεις. >Ο L.L.Whyte έθεσε το ερώτημα προς τη σχέση των δύο κοσμικών τάσεων: προς την μηχανική αταξία (αρχή εντροπίας) και προς την γεωμετρική τάξη (σε κρυστάλλους, οργανισμούς κτλ) . Οι θεωρητικές διατυπώσεις περί της αρχής της εντροπίας ακούγονταν σαν η φυσική ύλη να κινείται από την τάξη προς την αταξία. Η τάση αυτή έμοιαζε να είναι σε ασυμφωνία με τον αγώνα για τάξη (…) Η τάση προς τη επίτευξη της τάξης δεν απουσιάζει με κανέναν τρόπο από τα ανόργανα συστήματα· αποτελεί στην πραγματικότητα μια χαρακτηριστική πλευρά πολλών από τις διαδικασίες που μετριούνται δια της αύξησης της εντροπίας.(….) Σε έναν κόσμο που έιναι υπερπλήρης με συστήματα δομικής οργάνωσης, η ευταξία είναι μια κατάσταση που επιδιώκεται οικουμενικά και συχνά προκαλείται.7 <

75


η τυρρανία του μέσου Στην πρόσφατη ιστορία – και συγκεκριμένα στην μοντέρνα ιστορία αναφερόμενοι στις πρώτες αρχές της αστικοποίησης – αναλογιζόμαστε την έκτακτη ανάγκη εύρεσης μιας κοινής βάσης κοινωνικοποίησης, ένα κοινωνικό σύμφωνο συμβίωσης. Το κατεπείγον της κατάστασης (σαφώς και πολλοί άλλοι λόγοι) επίτειναν ως μόνη λογική λύση μια κοινωνική οργάνωση τέτοια η οποία θα είχε ως γνώμονα την καλή συμβίωση. Η ηρεμία της πόλης έρχεται πρώτη προτεραιότητα. Σηκώνοντας το λάβαρο της δημοκρατίας, πολιτική και κοινωνική λογική συντάσσονται, βρίσκοντας κοινό σημείο αναφοράς στους ατομικούς περιορισμούς, για το κοινό καλό. Μπροστά στην κοινωνική ισορροπία το ρεύμα της μοντέρνας εποχής αναζητά και προτείνει μια αρχιτεκτονική που να καλύπτει τις οργανωτικές απαιτήσεις της μοντέρνας κοινωνίας. Άλλωστε, τι καταλληλότερο να αποδώσει δομή, από την αρχιτεκτονική. Είπαμε προηγουμένως πως η αβεβαιότητα δεν ταυτίζεται σε καμία περίπτωση με την αποδιοργάνωση. Μπορούμε βέβαια να αναλογιστούμε πως μια αρχιτεκτονική με όρους αβεβαιότητας στην μοντέρνα εποχή θα ήταν μια μάλλον παράτολμη ή και ανεκδιήγητη πρόταση. Η μόνη αποδεκτή, ήταν αυτή που όριζε ένα περιβάλλον βεβαιότητας, προς τον σαφή και συγκεκριμένο ορισμό χρήσεων και χρηστών, κινήσεων, δραστηριοτήτων, οικειοποίησης, και όλα αυτά με σκοπό την αποτελεσματικότερη κοινωνική και αντιστοίχως χωρική οργάνωση.

I. σύγχυση δομής και μορφής >Η τάξη αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να μπορέσει μια δομή να λειτουργήσει.1< Για την μοντέρνα αρχιτεκτονική η εσωτερική τάξη, με την έννοια της εσωτερικής δομής οφείλει να δηλώνει όσο πιο άμεσα και ξεκάθαρα την παρουσία της, ως επιβεβαίωση του αδιαμφισβήτητου της εγγύησής της. Μέσω της αντιληπτικής τάξης, αυτής δηλαδή που γίνεται αντιληπτή από έναν παρατηρητή μέσω της οπτικής αντίληψης ως οργανωμένη δομή στα σχήματα και στα χρώματα, τείνει να εκδηλώνεται και να αντανακλάται μια βαθύτερη τάξη. Στην μοντέρνα αρχιτεκτονική, αντιληπτική και εσωτερική τάξη συχνά συνλειτουργούσαν με σκοπό την εκδήλωση και επιβεβαίωση της εσωτερικής τάξης σε μια εξίσου ‘τακτική’ μορφή. Αντιστρόφως, μια τακτική μορφή φέρει μεγάλη ευθύνη στο κατά πόσο όντως εκπροσωπεί μια εσωτερική ή λειτουργική τάξη. Η σχέση όμως δεν είναι πάντα αμφίδρομη, εννοώντας πως η μία κατηγορία τάξης δεν εγγυάται – απαιτεί την άλλη. Συγκεκριμένα, από το μοντέρνο κίνημα, |1| Rudolf Arnheim, ‘Εντροπία και τέχνη’, σελ 17

76


η αντιληπτική τάξη χρησιμοποιήθηκε ως μια εκδήλωση της εσωτερικής τάξης, ως μια ακόμα επιβεβαίωση της απολυτης δομικής ορθότητας του σχεδιασμένου – χτισμένου. Είναι όμως εσφαλμένη η μεμονωμένη αξιολόγηση της τάξης ως προς τη μορφή και η άμεση ταύτισή της με την οργάνωση. Η έμφαση στην δομική σταθερότητα του κτισμένου, η οποία ουσιαστικά σκόπευε για μια ακόμη φορά στην πιστοποίηση του αδιαμφισβήτητου, στην ‘βεβαιότητα’ της στήριξης και επομένως της ασφάλειας της κατασκευής, εξωρύχθηκε από την μοντέρνα αρχιτεκτονική θεωρία ως μία από τις πιο απαραίτητες και αντιπροσωπευτικές προϋπόθεσεις για να σχεδιάζει κανείς.2 Το αποτέλεσμα της πολυετούς και σχεδόν μανιωδούς εφαρμογής των ‘μοντέρνων επιταγών’ οδήγησε όπως πολύ καλά γνωρίζουμε και πολύ επιτυχημένα αναφέρει ο Zygmunt Bauman, σε ‘σχεδιαστικές ρουτίνες ως μελλοντικά εργαλεία βεβαιότητας’ . Η μανιώδης επιθυμία για ευταξία, οδήγησε στην θέσπιση επιπλέον περιορισμών, στη στοίβα των ήδη υπάρχοντων. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι περιορισμοί είναι απαραίτητα κάτι κακό· μια δεδομένη διάταξη περιορισμών εφαρμόζεται με σκοπό την μείωση της έντασης, κάτι το οποίο εξηγήσαμε ήδη ότι είναι η φυσική τάση οργανισμών και συστημάτων προκειμένου να επιφέρουν οργάνωση. Είναι επομένως απόλυτα λογικό, φυσιολογικό και θεμιτό να επιβάλλονται περιορισμοί με σκοπό την επίτευξη ευταξίας. Όταν όμως προστίθενται περισσότεροι περιορισμοί, η μείωση της έντασης μπορεί να προχωρήσει περισσότερο και να φτάσει στην ομοιογένεια. Η ομοιογένεια είναι το απλούστερο επίπεδο τάξης, γιατί είναι η πλέον στοιχειώδης δομική τάξη η οποία μπορεί να υποβληθεί σε τάξη3. Η αρχή λοιπόν της επανάληψης, της τυποποίησης που είδαμε να υπερφυαλίζεται στην μοντέρνα εποχή, ως αποτέλεσμα της ελάχιστης καταβολής προσπάθειας για επίτευξη δομής, οδηγεί αυτόματα σε ομοιογένεια, μέσω της αναπαραγωγής μιας στοιχειώδους δομικής τάξης, εφαρμοσμένης, δοκιμασμένης και -τελικά- ‘βέβαιης’. Το ‘one-size-fits-all’ ενώ συνεισφέρει σημαντικά στην ευκολία της παραγωγής, από πλευράς προσαρμοστικότητας στα εκάστοτε δεδομένα εκφράζει μία σαφώς περιοριστική κατάσταση.

|2| Να σημειωθεί εδώ πώς αναγνωρίζεται η ανταπόκριση της αρχιτεκτονικής στις τεχνικές κατασκευαστικές δυνατότητες της εποχής. Ο σκοπός δεν είναι μια ακόμα κριτική στο μοντέρνο, αλλά η ανάγνωσή του μέσω της επιτακτικής ανάγκης για ‘βέβαιότητα’. |3| Rudolf Arnheim, ‘Εντροπία και Τέχνη’

77


Θέλοντας να ακολουθήσουμε τη συλλογιστική της εργασίας, θα θέλαμε εδώ να μετρήσουμε την τυποποίηση μέσω της εντροπίας. Μιλώντας αρχικά για μείωση της έντασης, με σκοπό την ευταξία, μπορούμε να θυμηθούμε την θεωρία της κωδικοποίησης του Claude Shannon. Εξηγήσαμε πως ένα σύνολο δεδομένων θεωρείται πως περιέχει λιγότερη πληροφορία (περισσότερη βεβαιότητα), κρίνοντας από το πόσο εύκολα μπορεί να συμπιεσθεί, δηλαδή το πόσες ομάδες κώδικα που το αποτελούν είναι πανομοιότυπες μεταξύ τους και επομένως μπορούν να επαναληφθούν. Όσο ευκολότερα μπορούν να επαναλαμβάνονται σημεία του κώδικα, ή αλλιώς, όσο πιο τυποποιημένα είναι, τόσο χαμηλότερη είναι η τιμή της εντροπίας. Η τυποποίηση αποτελεί την απλούστερη απόδοση τάξης, εσωτερικά και εξωτερικά, σε συνθήκες μακρυά από την αβεβαιότητα και επομένως, χαμηλής εντροπίας. Εφόσον όμως ήδη γνωρίζουμε πως η αβεβαιότητα δεν επηρεάζει τη δομή, μπορούμε να αναρωτηθούμε: είναι η μείωση της εντροπίας ο μόνος τρόπος να οργανώσουμε τα πράγματα; Εφόσον μια τακτοποιημένη μορφή δεν εγγυάται απαραίτητα εσωτερική τάξη, γιατί μια εσωτερική τάξη να απαιτεί απαραίτητα και την εξωτερική; > 4 Στις τέχνες, τα πιο επιτυχημένα έργα του αφηρημένου εξπρεσσιονισμού, και ιδιαίτερα οι πίνακες του Jackson Pollock στα τέλη της δεκαετίας του 1940, δείχνουν μια τυχαία κατανομή ψεκαζόμενου και πιτσιλισμένου χρώματος, η οποία ελέγχεται από την αίσθηση οπτικής τάξης του καλλιτέχνη. Ο καλλιτέχνης ‘φροντίζει’ ώστε η γενική υφή να είναι ομαλή και ισορροπημένη και τα στοιχεία σχήματος και χρώματος να αφήνουν αρκετή ελευθερία το ένα στο άλλο. Και όταν ο Jean Arp πειραματιζόταν με τους ‘νόμους του τυχαίου’, που μερικές φορές ισοδυναμούσε με το να αφήνει σχήματα να πέφτουν σε μια επιφάνεια και στη συνέχεια να μελετά το αποτέλεσμα, παρόλα αυτά εργαζόταν προσέχοντας πολύ τη διαμόρφωση που επιτυγχανόταν κατ’ αυτόν τον τρόπο.<

Η τέχνη έχοντας πάντα την πρόκληση του να διεγείρει, αλλά απεξαρτημένη σε αντίθεση με την αρχιτεκτονική από την ανάγκη της λειτουργικότητας, μπορεί να μας δώσει μια πολύ καλή εικόνα για το πώς ένας δημιουργός αντιμετωπίζει τη σύνθεση. Η επίτευξη της τάξης με την έννοια της ισορροπίας δεν είναι μια μονόπλευρη διαδικασία· η ισορροπία μιας σύνθεσης αφορά στη γενικότερη αισθητική κρίση του καλλιτέχνη - δημιουργού και είναι μια διαδικασία διαρκούς αναπροσαρμογής των υπαρχόντων στοιχείων της σύνθεσης ή/και δημιουργίας νέων, με βάση την ικανοποίηση κάθε φορά των αισθητικών αυτών κριτηρίων, δεδομένης της καινούργιας κατάστασης που διαμορφώνεται εκάστοτε. Σύμφωνα και με τη θεωρία της Gestalt για την αντίληψη, ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να διαχωρίσει έως έξι διακριτά κομμάτια μιας σύνθεσης5· για περισσότερα από έξι, αρχίζει αυτόματα να τα ομαδοποιεί ώστε να μπορέσει εκ νέου να οργανώσει τη δομή τους. Η τάση προς την ευταξία είναι αυθόρμητη και ανθρώπινη, κατά τη σύνθεση αλλά και την αντίληψη των |4|Ο Rudolph Arnheim στο ‘Εντροπία και τέχνη’ αναφέρεται σε παραδείγματα τέχνης του 20ου αιώνα εξηγώντας την αυθόρμητη ανάγκη του καλλιτέχνη να μεριμνά διαρκώς για ισορροπία στο έργο του. |5| Από το ‘Ψυχολογία και Αρχιτεκτονική’ του David Canter

78


79


πραγμάτων. Δεν χρειάζεται απαραίτητα μια γεωμετρική οργανωτική αρχή για να ορίσει τα πράγματα, αρκεί αυτά στο σύνολό τους να είναι δομημένα με τέτοιο τρόπο ώστε να οργανώνουν μια σύνθεση ισορροπημένη. Είναι, βασικά, θέμα διαχείρισης, όχι δεδομένων. Είναι θέμα του νοήματος που επιλέγεται να αποδοθεί σε αυτά, και αφήνεται στην ικανότητα του εκάστοτε καλλιτέχνη, δημιουργού και δυνητικά οποιουδήποτε ανθρώπου να είναι σε θέση να δώσει νόημα και να επιφέρει την ισορροπία, όχι μοναδικά μειώνοντας την περιπλοκότητα· αλλά διαχειριζόμενος την ίδια την περιπλοκότητα, με όλη της την ποικιλομορφία και διαφορετικότητα· να μπορεί να ερμηνεύσει μια ίδια, άγρια φύση, χωρίς απαραίτητα να χρειάζεται πρώτα να την δαμάσει. Ο αποκλεισμός της αβεβαιότητας ως πρωταρχικής και δοθείσας συνθήκης δεν σήμαινε φυσικά πως το μοντέρνο αντιτασσόταν στις αυθόρμητες, ακούσιες τάσεις τις φύσης. Αντιθέτως, η ‘φυσική της φύσης’ και τα μαθηματικά ανέκαθεν λειτουργούσαν ως αδιαμφησβήτητα επιχειρήματα αυθεντίας· γιατί ανέκαθεν ο άνθρωπος είχε την επιθυμία να δεί τη φύση να ενεργεί με τον μελετημένο και σκόπιμο τρόπο της ανθρώπινης δημιουργικότητας και αντιστρόφως να αντλήσει τον ανθρώπινο τρόπο επινόησης και κατασκευής πραγμάτων από αυτόν της φύσης. Μια τέτοια περιγραφή φαίνεται να αντανακλά απόλυτα το μοντέρνο δόγμα: μια αδιαμφισβήτητη αρχή της απολυτότητας, το κοινό και μοναδικό σημείο αναφοράς που θα κρατούσε το ισχυρό χαρτί του αδιαπραγμάτευτου· πιο συγκεκριμένα, το αδιάσειστο του επιχειρήματος ως απάντηση στην ερώτηση ‘γιατί οφείλουμε να σχεδιάζουμε έτσι’.

|3|Το οκτάμετρο είναι ένα σύστημα αναλογιών που καθιερώθηκε από τον Neufert και του οποίου οι διαστάσεις προκύπτουν από το ‘σύστημα μετρήσεων’ (Systemmaß) του τούβλου που χρησιμοποιού-ταν ευρέως εκείνη την εποχή και αργότερα αποτέλεσε γενικό κατασκευαστικό standar.

80


81


II. Le Corbusier και Neufert Την απάντηση αυτή έσπευσαν να δώσουν δύο αρχιτέκτονες που επιχείρησαν να εισάγουν μια μαθηματική μεθόδευση στην σχεδιαστική διαδικασία, μία κατά κάποιον τρόπο ‘κωδικοποίηση’ της αρχιτεκτονικής (σύνθεσης). Η πρώτη αφορά την «Οικοδομική» του Ernst Neufert, έναν κατάλογο αρχιτεκτονικών λύσεων και αρχετυπικών σχεδιαστικών υποδείξεων, με βασικό άξονα μελέτης αυτόν της διαστασιολόγησης. Στο εγχειρίδιο αυτό που κυρίως απευθύνεται στον φοιτητή της αρχιτεκτονικής,και μάλιστα υποτιτλοφορείται σε ξένες εκδόσεις και ως ‘Architect’s Data’ (Τα δεδομένα του αρχιτέκτονα), ο Neufert επικαλείται την επιστροφή στην ανθρώπινη κλίμακα και παραθέτει συγκεκριμένες διαστάσεις χώρων, επίπλων, εξοπλισμού, οικοδομικών στοιχείων, βασιζόμενος στην ιδανικότερη αντιστοιχία τους ως λειτουργικά αντικείμενα στα μέρη του ανθρώπινου σώματος. Μελετώντας το, λαμβάνονται υπόψιν αρχικά οι βασικές διαστάσεις των μελών του σώματος και η σχέση μεταξύ τους. Βάσει αυτών των μετρήσεων παρουσιάζεται, ο χώρος που καταλαμβάνει το σώμα σε διάφορες θέσεις κίνησης, ο ελάχιστος χώρος που απαιτείται για τον άνθρωπο ανάμεσα στα έπιπλα (ώστε να μην σπαταλά χώρο) ένας κατάλογος μεγεθών για έπιπλα και εξοπλισμούς, ελάχιστες διαστάσεις του χώρου ανάλογα με τις δραστηριότητες που πρόκειται να φιλοξενούν. Όλες οι παραπάνω σχεδιαστικές νόρμες βασίστηκαν όπως άλλωστε είναι και λογικό, σε έναν σωματικό τύπο, ο οποίος ορίζεται ως αυτός του ‘μέσου ανθρώπου’. Υψους 1,75 και ανοίγματος ώμων 0,50, λευκός και άνδρας, και αναλογιών ύψους γονάτου, μέσης, λεκάνης, στέρνου και ύψους ματιών που υπόκεινται σε ένα σύστημα αναλογιών του Οκτάμετρου5 , ο μέσος άνθρωπος είναι αυτός που θεωρείται ο πιο ιδανικός και καταλληλος εκπρόσωπος όλων. Τα μέτρα για το κουστούμι του μέσου ανθρώπου καθόρισαν τις ‘βασικές διαστάσεις’ εκ των οποίων θα μπορούσε κανείς να σχεδιάσει με κριτήρια αντιπροσωπευτικά για το ανθρώπινο σώμα, έναν μέσο χώρο για όλους. Αντίστοιχα η δεύτερη περίπτωση αφορά τον Le Corbusier και το modulor, όπου πάλι και εδώ επιχειρείται μια διαστασιολόγηση της αρχιτεκτονικής με ανθρωπομορφικά κριτήρια. Ο Le Corbusier πηγαίνει τον μέσο άνθρωπο ένα βήμα παραπέρα, δημιουργώντας ένα σύστημα αρμονικών αναλογιών που θεωρητικά προκύπτουν από τις ανθρώπινες, χρησιμοποιώντας τους αριθμούς Fibbonacci και τη χρυσή τομή. Εδώ, η τελειότητα των φυσικών ενεργειών αποτελούν έμπνευση για την ανθρώπινη δημιουργία και γίνεται μια προσπάθεια μεταφοράς της φυσικής λογικής στην μηχανική. Σκοπός και των δύο αυτών εγχειρημάτων – εγχειριδίων ήταν κάθε άλλο παρά περιοριστικός. Ο Neufert εξηγεί στην ‘Οικοδομική’ πως ο κατάλογος αυτός έχει σκοπό απελευθερώσει τον σχεδιαστή από αναζητήσεις βασικών διαστάσεων και να αφοσιωθεί στο δημιουργικό του έργο. Από την άλλη, o Le Corbusier περιγράφει το modulor ως ένα εύρος αρμονικών μετρήσεων 82


|3|Το οκτάμετρο είναι ένα σύστημα αναλογιών που καθιερώθηκε από τον Neufert και του οποίου οι διαστάσεις προκύπτουν από το ‘σύστημα μετρήσεων’ (Systemmaß) του τούβλου που χρησιμοποιού-ταν ευρέως εκείνη την εποχή και αργότερα αποτέλεσε γενικό κατασκευαστικό standar.

83


84


που να εξυπηρετούν την ανθρώπινη κλίμακα, παγκοσμίως εφαρμόσιμο στην αρχιτεκτονική και τη μηχανική. Αναφερόμαστε, λοιπόν, σε δύο περιπτώσεις συγκεκριμενοποίησης του ανθρώπου και των αναλογιών του με σκοπό μια μαθηματική και απόλυτη προσέγγιση του σχεδιασμού με βασικότερη απαίτηση αυτήν της δημιουργίας χωρικών διαστάσεων τέτοιων ωστε να βρίσκονται σε μια αναλογική και αρμονική σχέση με το ανθρώπινο σώμα. Ας παρατηρήσουμε όμως αυτά τα δύο ανθρώπινα πρότυπα. Ο μέσος άνθρωπος του Neufert συναρμολογείται βάση στατιστικών μελετών που προσδιορίζουν το μέσο ύψος και αναλογίες του ανθρώπινου σώματος· παρόλα αυτά γίνονται ορισμένες προσαρμογές για χάρη της λειτουργίας του συστήματος αναλογιών, όπως για παράδειγμα η αλλαγή του μέσου ύψους των ώμων από 1.43 m σε 1.50m, ώστε να είναι σε πολλαπλάσιο του 125 cm, διαστάσεις που ορίζουν τις διαστάσεις του Οκτάμετρου. Παρόλα αυτά, ο Neufert επιχειρεί πραγματικά να ‘συνοψίσει’ τις ανθρώπινες διαστάσεις σε ένα ειδικό ανθρώπινο μοντέλο, και πρόθεσή του είναι να θέσει ως κύριο στόχο για τον σχεδιαστή τον τυπικό καθημερινό άνθρωπο, και όχι μια εξιδανίκευση του ανθρώπου . Υπό το πρίσμα αυτό, ο μέσος άνθρωπος του Le Corbusier δεν φαίνεται να ικανοποιεί τόσο αυτή την αίσθηση της μετριότητας του Neufert. Το ‘μοντέλο’ του Le Corbusier ικανοποιεί την αρμονία και την αριθμητική αναλογία, οι διαστάσεις του οποίου προσαρμόζονται αναλόγως, ώστε να ‘ταιριάζουν’ στις αναλογίες που υποδεικνύουν οι αριθμοί Fibonacci, αλλά και να ικανοποιούν την προσωπική αισθητική κρίση του Le Corbusier. Αρκεί να σκεφτούμε πως μετέβαλλε το ύψος του ανθρώπου από το 1,75μ στο 1,83μ γιατί έτσι πρώτον, τηρούνταν η αναλογία και δεύτερον το ύψος αυτό του θύμιζε τους βρετανούς αστυνομικούς της εποχής που είχαν ύψος περίπου 6 πόδια και τους οποίους θεωρούσε εντυπωσιακούς. Φαινομενικά, δηλαδή οι επιλογές του Le Corbusier απομάκρυναν το modulor από τον ‘τυπικό καθημερινό άνθρωπο’ και αναφέρονται περισσότερο σε μια εξιδανικευμένη μορφή ενός προτιμώμενου, αποδίδοντας τιμή σε ένα ανύπαρκτο, και πρακτικά αδύνατο, ιδανικό. Σε αντίθεση με το modulor, που φαίνεται να απέχει περισσότερο από το ‘μέσο’, η προσέγγιση του Neufert προς τον απλό και καθημερινό άνθρωπο φαντάζει πιο ηθική και δίκαιη προς την ανθρώπινη διαφορετικότητα, καθώς οι αναλογίες που επιλέγονται προκειμένου να εκπροσωπούν όλους τους ανθρώπους ταυτόχρονα, έχουν πιθανολογικά όμοια απόκλιση από όλα τα στοιχεία του ευρύτερου δείγματος που περιλαμβάνει όλους τους διαφορετικούς ανθρώπους και τις διαστάσεις τους. Κατά πόσο όμως ο ‘μέσος άνθρωπος’ είναι μια δίκαιη αντανάκλαση, ένας απλός μέσος όρος εξοικονόμισης και πρακτικότητας; Κατά πόσο ο άνθρωπος του Neufert είναι λιγότερο ‘απίθανος’ και επομένως λιγότερο ‘ιδανικός’ από του Le Corbusier; Κατά πόσον ο ‘τυπικός καθημερινός άνθρωπος’, αυτός για τον οποίο ο Neufert καλεί τους αρχιτέκτονες να σχεδιάζουν, δεν σημαίνει στην πραγματικότητα τίποτα άλλο από την απόλυτη εξιδανίκευση;

85


86


Τhere are three kinds of lies: Lies, damned lies and statistics Benjamin Disraeli

87


ο μέσος άνθρωπος The Average Man wears the average clothes And the average hat on his head; He eats at a table and sits on a chair And (normally) sleeps on a bed; For he scorns the eccentric, and never would dare To sleep on a table or eat on a chair.1

Είπαμε πως αυθόρμητη τάση κάθε αυτοποιητικού οργανισμού και συστήματος είναι να προσπαθεί να οργανώνει τα πράγματα, να δημιουργεί δομές και να επιφέρει ισορροπία. Στην αρχιτεκτονική, είδαμε πως η προσπάθεια αυτή επιχειρήθηκε κατά τη διάρκεια του μοντέρνου κινήματος μέσω μιας στοιχειώδους απλοποίησης των δεδομένων της (προς την ομοιομορφία δηλαδή), με σκοπό την ευκολότερη οργάνωση μέσω της επανάληψης. Οι μοναδικές διαστάσεις του μέσου ανθρώπου, προσέφεραν την ευκολία του ορισμού μοναδικών διαστάσεων του χώρου που μας περιβάλλει, του χώρου που ζούμε, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα της επανάληψης και αναπαραγωγής στοιχείων του κτισμένου και επομένως μια εργονομικότερη διαδικασία σχεδιασμού. Προφανώς και η τυποποίηση είναι ενδεικτική μέθοδος οργάνωσης, καθώς όπως αναφέραμε και παραπάνω, η ομοιογένεια είναι η απλούστερη δομική τάξη που μπορεί να της επιβληθεί μια γενικότερη τάξη. Αυτή η ‘ευκολία’ της οργάνωσης, ανεξάρτητως τιμήματος, η αναφορά στην ‘φυσική της φύσης’ και η μαθηματικοποίηση των ανθρώπινων διαστάσεων στο πρόσωπο του μέσου ανθρώπου, κάτω από την ομπρέλα του ‘δικαίου’ και του ‘ίσου’, ήταν οι παράγοντες που νομιμοποίησαν το πολυπόθητο μοντέρνο ‘αδιαμφισβητητο’, και vice versa. Η επίτευξη της τάξης και της ισορροπίας ήταν ακριβώς αυτή η πολυπόθητη κοινωνική συνθηκη, την οποία η αρχιτεκτονική αυτή φαινόταν να ικανοποιεί και να υπηρετεί, και με το παραπάνω. Ποιος λοιπόν μπορεί να απορρίψει τον μέσο άνθρωπο; Εφόσον η ύπαρξή του νομιμοποιεί την καλή κοινωνική συνύπαρξη, ποιος και γιατί να του εναντιωθεί; Με μία δεύτερη σκέψη, είναι λόγω του ‘μέσου ανθρώπου’ που οι δημοκρατικοί μας θεσμοί υπάρχουν2. Στο πρόσωπό του, μαζί με τον μέσο όρο όλων των ανθρωπίνων χαρακτηριστικών, συγκεντρώνονται ηθικές και κοινωνικές αξίες:

|1| Irwin Wallace, ‘To the Average Man’ |2| John M. Mecklin, ‘The Tyrrany of the Average Man’ / ‘International Journal of Ethics’

88


89


90


>Τα χαρακτηριστικά του μέσου ανθρώπου είναι ευρέως γνωστά· κυριεύεται από τη ρουτίνα και την παράδοση· η φιλοσοφία της ζωής του απαρτίζεται από το μεγαλύτερο κομμάτι των συντηρητικών αξιών. Είναι καχύποπτος στις ιδέες γενικότερα, και στιςι νέες ιδέες γενικότερα. Το ‘τι λέει ο κόσμος’ συνήθως θα λύσει όλα του τα προβλήματα. Προτιμά την πίστη και την διατήρηση του πιο προσοδοφόρου ‘status quo’ από την κριτική σοφία και την κοινωνική ή οικονομική βελτίωση. Από την άλλη, έχει και θετικά χαρακτηριστικά, τα οποία συνοψίζονται στο ότι η απλοϊκή του ύπαρξη τοποθετεί στη διάθεση του έθνους ένα σύνολο εξαντλητικά λογικών και ανθρώπινων συναισθημάτων από τα οποία μπορούμε ασφαλώς να μαγνητισθούμε σε μεγάλες κρίσεις. (…) Κύρηκας, πολιτικός, διαφημιστής, φιλόσοφος, μελετά για να γνωρίζει και να κάνει το θέλημά του. Είναι η ενσάρκωση της μοντέρνας ανθρωπότητας.3<

Όπως και οι μικροοργανισμοί που αναφέραμε στο πρώτο κεφάλαιο, έτσι και οι άνθρωποι, οργανώνονται σε κοινότητες και αναζητούν την ασφάλεια μεταξύ των άλλων. Αυτή η έμμεση συλλογική προστασία επιτυγχανεται εδώ από το αμοιβαίο αίσθημα της ισότητας, μέσω όμως της ομοιότητας. Πάνω στον μέσο άνθρωπο συγκεντρώνεται όλος ο ορθολογισμός, η δικαιοσύνη, η σωστή συμπεριφορά, η πίστη, η τάξη και η οργάνωση, όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν τους ανθρώπους να μπορούν να συμβιώνουν. Αυτός φαίνεται να είναι ο ‘κοινός τόπος’ που συγκρατεί την συνείδηση της κοινωνίας· για αυτό και η σωτηρία της μοντέρνας κοινωνίας είναι αποκλειστικά η σωτηρία του ‘μέσου ανθρώπου’. But deep in the breast of the Average Man The passions of ages are swirled, And the loves and the hates of the Average Man Are old as the heart of the world— For the thought of the Race, as we LIVE and we die, Is in keeping the Man and the Average high.

|3| John M. Mecklin, ‘The Tyrrany of the Average Man’ / ‘International Journal of Ethics’

91


92


Αυτό που είναι λάθος με την κοινωνία που ζούμε είναι ότι έπαψε να αμφισβητεί τον εαυτό της Κορνήλιος Καστοριάδης ___

93


Στην πραγματική έκβαση της δημοκρατίας οι αμέτρητες κοινωνικές, οικονομικές, διαλεκτικές, ακόμα και ταξικές διαφορές αγνοούνται ή εξαλείφονται προκειμένου ο μέσος άνθρωπος να γίνει αληθινός. Η ομοιομορφία στη γλώσσα, κοινωνικά έθιμα, πολιτικούς θεσμούς, εκπαίδευση και τέχνη, σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα γεωγραφικά χαρακτηριστικά του κάθε τόπου συνθέτουν την στολή της ομοιομορφίας. Και όταν όλοι καταλήγουν να φοράνε την ίδια στολή, αυτό στο οποίο καταλήγουμε είναι ένα σύνολο από πολλαπλάσια. O μέσος άνθρωπος είναι ένα μυθικό πρόσωπο· αυτή όμως η αριθμητικά κυρίαρχη μετριότητα που αναπαριστά, αυτή είναι που πραγματικά ελέγχει την κατάσταση. Το να προκαλέσει κανείς την διάνοια ή τη βούληση της πλειοψηφίας είναι σαν να προσπαθεί να αντιταχθεί στους νόμους της βαρύτητας. Αυτή είναι η αδιαμφισβήτητα πιο ισχυρή μορφή της τυρρανίας του ‘μέσου ανθρώπου’. Μέσω αυτής της ντετερμινιστικής άποψης για τη βούληση του πολλαπλάσιου, ο μέσος άνθρωπος γίνεται για όλους τους πρακτικούς λόγους, για χάρη μιας ήσυχης καθημερινότητας, η δημοκρατική αποθέωση της σοφίας. Η περιληπτικότητά του είναι η εγγύησή μας για τον απόλυτο θρίαμβο του σωστού και του δίκαιου 4. Ουσιαστικά, ο μέσος άνθρωπος δίνει έκφραση σε ένα βαθιά ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Για την κυρίαρχη πλειοψηφία των ανθρώπων, ειδικά λόγω της ανάγκης του να βρίσκονται μεταξύ άλλων και να κινούνται σε ομάδες, είναι πιο φυσικό για αυτούς να ακολουθούν, παρά να διαφοροποιούνται. Ο μέσος άνθρωπος είναι αμήχανος μπροστά σε οτιδήποτε νέο μπορεί να διαταράξει την ηρεμία που εκείνος και οι όμοιοί του κατόρθωσαν να επιφέρουν στο κοινωνικό σύστημα. Κάθε σκεπτόμενος είναι ένας πιθανός επαναστάτης· γιατί η νέα σκέψη σημαίνει νέα πληροφορία, οπότε το απόλυτα ευφισορροπιστικό καταστατικό που υπηρετεί και ολόψυχα εκφράζει, θα απειλείται με επαναπροσδιορισμό. Το χαμηλής εντροπίας σύστημα που δημιουργείται, αποτελούμενο από στοιχεία εύκολα επαναλήψιμα, αναταράσσεται με τις νέες ενέσεις πληροφορίας, και θα πρέπει διαρκώς να πασχίζει να επαναφέρει την ομοιομορφία, να επανέλθει στα γνωστά, ασφαλή, χαμηλά επίπεδα. Σε αυτό το πολλαπλάσιο φαίνεται να έχει χαθεί η ίδια η ύπαρξη. Αυτός ο άγραφος κανόνας, που μετριέται από το ‘μέσον’ ή το ‘κοινότερο’ ακολουθείται από υποθάλπτόμενες επικριτικές κυρώσεις. Προκειμένου να τοποθετηθεί το άτομο εντός της κοινωνίας, μέχρι ενός σημείου εξαρτάται από αυτήν. Ο Bauman αναφέρει πως φαίνεται να μην υπάρχει κανενας άλλος τρόπος να επιτευχθεί η κατάσταση ελευθερίας, παρα μόνο μέσω της υποταγής στην κοινωνία5. Μέσω αυτού του αντιφατικού σχήματος αναδύεται μια αλήθεια που το κοινωνικό άτομο κουβαλά μέχρι και σήμερα: το τίμημα της προστασίας είναι η ελευθερία. Άλλωστε, υπάρχει κάποια εξάρτηση που μπορεί να είναι απελευθερωτική; Η ομοιομορφία θεωρητικά ήρθε για να διευκολύνει τις ζωές των ανθρώπων. Τα μοτίβα και οι ρουτίνες υποτίθεται πως είναι εδώ για να διευκολύνουν |4| John M. Mecklin, ‘The Tyrrany of the Average Man’ / ‘International Journal of Ethics’ |5| Zygmunt Baumann, “Liquid Modernity”

94


το αυτονόητο και να αφήσουν χώρο για τη δημιουργία, όπως ακριβώς δηλαδή εκτελέστηκε και παραδόθηκε η ‘Οικοδομική’ του Neufert στον αρχιτεκτονικό κόσμο. Στην πραγματικότητα όμως, υποβάλλουν τους ανθρώπους στην αγωνία, χάρη στη μονοτονία και κανονικότητα του έτοιμου και αβίαστου προτεινόμενου. Το ρίσκο φαίνεται απρόβλεπτο και επομένως αδιαχείριστο, αφού τίποτα δεν υπάρχει εκεί να υποδείξει μια αναμενόμενη κανονικότητα. Η επιτυχία της οργάνωσης μέσω της μονοτονίας ευλαβικά καλλιέργησε και τελικά ρίζωσε στον κοινό νού την ανάγκη να μένουμε πιστοί και υπάκουοι σε ουσιαστικούς περιορισμούς, καθώς έχουμε την άισθηση ότι χωρίς αυτούς η ζωή μας θα γίνει σκληρή, μικρή και γενικότερα οτιδήποτε παρά χαρούμενη. Βρισκόμαστε, εν ολίγοις, ασφυκτικά υποχρεωμένοι να ακολουθούμε στη βεβαιότητα· έχοντας συνδέσει την θέση του ‘μέσου’ εντός της κοινωνίας με την ίδια την αξία της ύπαρξης, και γνωρίζοντας την συνταγή της παραμονής, ποιος θα απαρνηθεί τη θέση του για την αβεβαιότητα; >Αυτό που είναι λάθος με την κοινωνία που ζούμε, είναι ότι έπαψε να αμφισβητεί τον εαυτο της< Κορνήλιος Καστοριάδης

Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι τόσο ισχυρά αποκλεισμένο από το περιβάλλον του ώστε να αποκρούει κάθε νέα πληροφορία που το προσεγγίζει. Κάτι τέτοιο άλλωστε, αντιτίθεται στην ροή της ζωτικής του λειτουργίας: ο σκοπός κάθε ατόμου, συστήματος, οργανισμού είναι να επαναπροσδιορίζεται αντιδρώντας στην περιπλοκότητα του περιβάλλοντος. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την αντιμετώπιση της εισρέουσας πληροφορίας είναι η πολυμορφία των στοιχείων που αποτελούν το σύστημα.Με αυτόν τον τρόπο, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του περιβάλλοντος. Η ομοιομορφία δεν υπόσχεται τίποτα τέτοιο. Σύμφωνα με την κοινωνική εντροπία, η αύξηση της σημαίνει ότι διαφορετικές οντότητες αποκτούν μεγαλύτερη πιθανότητα να υπάρχουν. Δεν μπορούμε να μεταφράζουμε το ‘όλοι είναι ίσοι’ σε ‘όλοι είναι ίδιοι’, καθώς αυτή η ακριβώς ομοίου τρόπου σκέψη, που φαίνεται να είναι τόσο απαραίτητη σε μια αποτελεσματική δημοκρατία, μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή. Όλοι είναι ίσοι σημαίνει όλοι έχουν την ίδια δυνατότητα σε όλα. Η σύγχρονη τέχνη έχει την ίδια αξία με αυτή του Μιχαήλ Αγγέλου και του Ρέμπραντ, οποιοιδήποτε δύο άνθρωποι μπορούν να παντρευτούν, οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει βραβείο. Όλα παγκοσμιοποιούνται, όλα αναμιγνύονται· βρισκόμαστε επομένως ξανά μπροστά στην αύξηση της εντροπίας ως κοσμική τάση. Το κοινωνικό αυτοποιητικό σύστημα μεγαλώνει το εύρος του και δημιουργεί υποσυστήματα για να ανταπεξέλθει στις διαρκείς ραγδαίες αυξήσεις πληροφορίας, που πυροδοτούν οι ίδιοι οι άνθρωποι. Το να πασχίζει κανείς να βρεί αντίδοτο σε αυτές τις τάσεις, με άλλα λόγια, το να συγκρατεί κανείς μια αύξηση στην εντροπία δρά αντίθετα στο σύγχρονο δημοκρατικό πνεύμα.

95


ο μεσοσ ανθρωποσ, 2014

96


Η κοινωνία ωθείται από μόνη της προς την διαφοροποίηση και περνά από την ανοχή στον εναγκαλισμό της. Τα απελευθερωτικά κινήματα που των τελευταίων δεκαετιών επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό. Σταδιακά, η σύγχρονη κοινωνία καταρρίπτει το είδωλο του ‘μέσου’ ανθρώπου, και αναγνωρίζει το ‘διάφορο’, ως κινητήριο και ενοποιητικό στοιχείο της σύγχρονης κοινωνίας. Η σύγχρονη άποψη για το ‘μέσο’ αποδοκιμάζει την μετριότητα ως μια οριακά ενοχλητική κατάσταση που θα μπορούσε κανείς να ανέχεται καθώς είναι πλέον ολοφάνερα συνδεδεμένο με την έννοια της υποταγής και του συμβιβασμού. Στην αμερικανική κουλτούρα, οι χαρακτηρισμοί ‘Average Joe’ ή ‘Plain Jane’ αποκρυσταλλώνουν τη εικόνα του ‘μέσου αγοριού ή κοριτσιού’ τα οποία ουσιαστικά δεν θεωρούνται καθόλου ελκυστικά, ακριβώς γιατί δεν έχουν να επιδείξουν ‘τίποτα το ιδιαίτερο’. Ιδιαίτερο σημαίνει διαφορετικό, ή αλλιώς, διακριτό. Γίνεται πια σαφές πως ο μέσος άνθρωπος δεν είναι τίποτα άλλο από μια μαθηματική περίληψη χαρακτηριστικών, που σε τελική ανάλυση, ίσως η ουσιαστική του προσφορά να περιορίζεται σε ένα πλαίσιο γενικών εγκυκλοπαιδικών γνώσεων. Ο μέσος άνθρωπος σήμερα είναι δεξιόχειρας και έχει μισθό μικρότερο των 12.000 δολαρίων το χρόνο· έχει κινητό τηλέφωνο, αλλά όχι τραπεζικό λογαριασμό. Εμφανισιακά, είναι άνδρας, είναι 28 χρονών και κατάγεται από την Κίνα. Σε μερικά χρόνια όμως θα κατάγεται από την Ινδία, καθώς αυτή θα αποτελεί τη μεγαλύτερη εθνική ομάδα του πλανήτη6. Η σχετικότητα και η παροδικότητά της φύσης του, είναι στοιχεία καθαρά αναγνωρισμένα, που καθιστούν εν τέλει τον μέσο άνθρωπο, φανερά αναξιόπιστο. >Μαζί με την εξέλιξη από την απλότητα προς την πολυπλοκότητα, υπάρχει μια εξέλιξη από τη σύγχυση προς την τάξη – από την απροσδιόριστη διαμόρφωση προς την προσδιορισμένη. Η εξέλιξη, δεν έχει τι σημασία τι είδους, δεν παρουσιάζει μόνο έναν πολλαπλασιασμό ανόμοιων μερών, αλλά και μια αύξηση της ευκρίνειας με την οποία τα μέρη διακρίνονται το ένα από το άλλο7<

Σε αυτή τη φράση του Spencer μπορούμε να δούμε να επιβεβαιώνονται πολλές από τις θεωρητικές ερμηνείες περί πλήθους που αναφέρθηκαν σε προηγούμενα κεφάλαια. Όσο τα ‘μερη’ του συνόλου (εδώ τα άτομα) εξελίσσονται, δηλαδή αυξάνουν την περιπλοκότητά τους ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα σε αυτή του ¬περιβάλλοντος τους, τόσο ευκρινέστερα υποδηλώνουν την διάκρισή τους από αυτό. Εάν θυμηθούμε την αρχή εξατομίκευσης του Paolo Virno ως χαρακτηριστικό του ατόμου του σύγχρονου πλήθους απαντά χαρακτηριστικά σε αυτή την υπόθεση· το άτομο εντός του συνόλου έχει την τάση να επιδεικνύει την διαφορετικότητα του, να τελειοποιεί την διαδικασία εξατομίκευσης. Το άτομο υπάρχει μόνο μέσα στο όλον, και το όλον υπάρχει μόνο ως σύνολο μοναδικοτήτων, ‘των πολλαπλασιασμένων ανόμοιων μερών’ . |6| National Geographic Magazine, βίντεο, ‘Seven Billion: Are You Typical?’ |7| Rudolf Arnheim, ‘Εντροπία και Τέχνη’

97


Εφόσον λοιπόν η αύξηση της εντροπίας είναι ένα αναπόφευκτο φαινόμενο, οι συνθήκες αβεβαιότητας θεωρούνται μια ελκυστική κατάσταση για τους ανθρώπους αλλά η μείωση της έντασης και η επιβολή ισορροπίας είναι η πλεόν ανθρώπινη τάση, εφόσον αβεβαιότητα δεν σημαίνει αποδιοργάνωση, γιατί δεν μπορούμε να αποδώσουμε δομή μέσα από την αβεβαιότητα; Σε αυτό το σημείο, και προκειμένου να καταλήξουμε στο συμπέρασμα που φαίνεται να υποδεικνύει αυτή η σειρά από ‘μεταβάσεις’ που αποπειράθηκε σε αυτή την εργασία, επικαλούμαστε τα λόγια του Zygmunt Bauhman για τον αφορισμό του κοινωνικού ατόμου: >Έχει φτάσει πλέον η στιγμή να ανακοινώσουμε (…) ‘το τέλος του ορισμού του ανθρώπου ως κοινωνικό όν, ορισμένο από τη θέση του στην κοινωνία που προσδιορίζει την συμπεριφορά και τις δράσεις του’. Αντιθέτως, η αρχή του συνδυασμού του ‘στρατηγικού ορισμού της κοινωνικής πράξης που δεν έχει προσανατολιστεί από τους κοινωνικούς παράγοντες’ και ‘η άμυνα, από όλους τους κοινωνικούς δράστες, από πολιτισμικής και ψυχολογικής ιδιαιτερότητας’ ‘μπορεί να βρεθεί εντός της ατομικότητας, και όχι πια στους κοινωνικούς θεσμούς ή σε καθολικοποιημένες θεωρίες’8<

Ο Bauhman χρησιμοποιεί τα λόγια του Alain Touraine για να δηλώσει πως η διαδικασία της κοινωνικοποίησης πρέπει πλέον να αρχίσει να δουλεύει αντίστροφα. Όλη η σκέψη για τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να διαχειρισθούμε την επίδραση της εξατομίκευσης στον τρόπο με τον οποίο αποφασίζουμε να διευθύνουμε τις ζωές μας, πρέπει να ξεκινήσει αναγνωρίζοντας αυτό το γεγονός. Τα όρια του ατόμου και κοινωνίας βρίσκονται υπο διαρκή επαναπροσδιορισμό, και αυτό είναι το πλέον φυσιολογικό. Οι άνθρωποι έχουν ευθύνη να συμβιώνουν δεμένοι στις διαφορές τους, χωρίς να απαιτείται η ομοιότητα ή η προώθησή της. Η κοινωνία επωφελείται απο την ποικιλία των τρόπων ζωής, ιδανικών και γνώσης, την προώθηση της διαφορετικότητας γενικότερα, ενώ παράλληλα ενισχύεται η μοναδικότητα του ατόμου, προσθέτοντας περισσότερη αξία σε αυτό που κάνει τα άτομα αυτό που είναι: διαφορετικά. Η εξατομίκευση φέρνει στους ανθρώπους μια πρωτοφανή ελευθερία πειραματισμού – και παράλληλα μια πρωτοφανή δοκιμασία να ανταπεξέλθουν στις επιπτώσεις της. Το άτομο παραμένει μέρος του κοινωνικού συνόλου· η διαπραγμάτευση όμως του κοινωνικού συμβολαίου υπό του οποίου παραμένει σε αυτό, γίνεται με νέους όρους. Μέχρι πρότινος, το άτομο ως μέλος μιας κοινότητας ήταν πρωτευόντως κοινωνικό, και δευτερευόντως μοναδικό. Σύμφωνα με το νέο ‘κοινωνικό συμβόλαιο’, πρώτα έρχεται η ατομικότητα, και μετά η κοινωνικότητα· ένα άτομο είναι πρώτα διαφορετικό και επομένως πρώτα, καλείται η κοινωνία να προσαρμοστεί στην ατομική ιδιαιτερότητα, και όχι αντίστροφα. Ο περιορισμός της ατομικής ελευθερίας εκτονώνεται και αντικαθίσταται με την ενίσχυση της κοινωνικής ανοχής. |8| Zygmunt Baumann, “Liquid Modernity”

98


99


Η τάση προς την μείωση της έντασης και την επιφορά ισορροπίας, εφόσον είναι τάση ανθρώπινη και αυθόρμητη, μπορεί να αντιστραφεί με την αύξηση της διαφορετικότητας. Οι αντίθετες αυξομειωτικές δυνάμεις προς και από την υψηλή εντροπία εξακολουθούν και θα εξακολουθούν να δρουν. Κάθε αυτοποιητικό σύστημα θα εξακολουθεί να αποζητά και να προσπαθεί για μια κατάσταση ηρεμίας, επαναξιολογώντας την δική του κατάσταση και του περιβάλλοντός του και αναδημιουργώντας τον εαυτό του, έχοντας πλέον υποψιν ένα νέο σημαντικό δεδομένο: η εξατομίκευση είναι εδώ για να μείνει. Αυτός είναι ο νέος παράγοντας βάσει του οποίου τα συστήματα προχωρούν στην αιώνια επαναξιολόγηση και επαναδημιουργία της σύστασής τους. Δίνεται η ευκαιρία λοιπόν να δημιουργηθούν νέες δομές, σε ένα περιβάλλον με μεγαλύτερη αβεβαιότητα. Γνωρίζουμε πως δεν είναι αδύνατον, παραμένει όμως προκληση. Αφού, λοιπόν, αυτή είναι η φυσική και αυτόματη διαδικασία, γιατί να προδικάζουμε μια και μόνο δομική έκφραση της οργάνωσης; Αφού η φυσική τάση είναι προς το αβέβαιο, που σημαίνει πληροφορία, που σημαίνει διάφορο, το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να συνεχίζουμε να προσπαθούμε να την οργανώσουμε, γνωρίζοντας πλέον καλά, όπως άλλωστε μας δίδαξε και η ψηφιακή εξέλιξη των τελευταίων χρόνων, πως η πιθανότητα του να συμβεί το απίθανο είναι μια μεταβλητή διαρκώς αυξανόμενη. Επομένως, ας μην είμαστε μονοδιάστατοι· η αταξία του σήμερα, ίσως να είναι η τάξη του αύριο.

100


101


102


επίλογος

μέρος έκτο 103


104


The unholy trinity : uncertainty, insecurity, unsafety __Zygmunt Bauman___ ______

______________

105


106


επίλογος Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, και επιθυμώντας να δούμε τα αποτελέσματα της ερευνάς μας, επιχειρούμε μια αποτίμηση των μεταβάσεων που προηγήθηκαν. Η μεταβάση της πληροφορικής εντροπίας σε κοινωνικά μεγέθη, υπογράμμισε τη σημασία της διαφορετικότητας ως γόνιμο στοιχείο της λειτουργίας και της οργάνωσης των αυτοποιητικών συστημάτων. Έπειτα προχωρήσαμε με τη μετάβασή μας και σε άλλα μεγέθη. Είδαμε πώς στους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων, στα κοινωνικά και αυτοποιητικά συστήματα, στην τέχνη και στη δημοκρατία, η αύξηση της εντροπίας δεν πρέπει να παρακρατάται και να περιορίζεται, αλλά να αποζητάται και να ευνοείται, μέσω της ενίσχυσης της διαφορετικότητας. Το πολλαπλάσιο, παρά την ευκολία που παραχωρεί ώστε να μπορουν να οργανωθούν τα πράγματα, δεν αποτελεί μια αντιπροσωπευτική, δημιουργική οντότητα. Τα συστήματα big data αναγνωρίζονται ως συστήματα που λειτουργούν και ευνοούνται από τα μεγάλα μεγέθη πληροφορίας. Είναι ένα ζωντανό αυτοποιητικό σύστημα σε δράση, που δεν αποκλείει, αλλά αντίθετα πασχίζει να διαχειρισθεί τη μεγάλη πληροφορία. Δεν περιορίζεται σε δείγματα, καθώς έχει πρόσβαση σε ολόκληρο το σύνολο των ενδεχομένων. Δεν αποσκοπεί σε μέσους όρους, αλλά προσανατολίζεται στις διαφορές των ατομικοτήτων. Δεν περιορίζει, αλλά αντίθετα εκμεταλλεύεται τη μεγάλη εντροπία, και επιχειρεί μεθοδικά να την οργανώσει. Το Big Data λειτουργεί, γιατί είναι ανοιχτό σε συνθήκες αβεβαιότητας. Ο άνθρωπος δημιουργεί πρότυπα προκειμένου να αντιμετωπίσει την αταξία. Αυτή η τάση του να οργανώνει και να δημιουργεί δομές, στην κίνησή του προς μια κατάσταση ισορροπίας, μπορεί σε ακραία μορφή να οδηγήσει σε ντετερμινισμό. Οι φόρμουλες, οι κατάλογοι, τα δόγματα, αποτελούν δομές που δημιουργούνται σε μια προσπάθεια τακτοποίησης και εξάλειψης της αβεβαιότητας και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται όχι απαραίτητα αποφατικά, αλλά επιφυλακτικά. Τα συστήματα, ώς ένας άλλος τύπος παραμετρικά προσαρμοζόμενων αρχέτυπων, όσο παραμένουν ανοιχτά στην αυτοαναίρεση και τον επαναπροσδιορισμό, αποφέρουν οργανωτικές λύσεις. Ακόμα και τα συστήματα Big Data, για τα οποία έγινε αρκετός λόγος, εάν χάσουν τον επαναπροσδιοριστικό χαρακτήρα τους, το μεταβλητό της σύστασής τους, τότε αυτόματα θα μεταλλαχθούν σε δοχεία διαδραστικού περιεγχομενου και μελλοντικών προβλέψεων. Τα συστήματα για να είναι αποδοτικά, θα πρεπει μπαίνουν στη διαδικασία να αναμετρώνται με τον διάφορο, το απρόβλεπτο, το ξένο, το ‘άλλο’.

107


Ο Zygmunt Bauman, επισημαίνοντας τη σημασία της διαφορετικότητας σημειώνει: >Αυτό που επιθυμώ να προτείνω είναι η μοναδική ποικιλία της ενότητας (η μόνη φόρμουλα της συντροφικότητας) όπου οι συνθήκες της ρευστής νεωτερικότητας παρουσιάζονται προσιτές, πιθανές και ρεαλιστικες.1< Το συμπέρασμα για την αρχιτεκτονική αφορά στην ευελιξία του σχεδιασμού. Στην προσπάθεια να αποδώσουμε δομή στην φαινομενική αταξία ενός περιβάλλοντος υπερπληροφορίας, η ευκολότερη και ευλογότερη προσέγγιση είναι να θεσπίσει κανείς κάποιους κάνόνες. Χρειαζόμαστε αρκετά είδη κανόνων κατά τη διαδικασία της ‘δόμησης’· αυτούς που θα προσανατολίζουν τον σχεδιασμό, αυτούς που θα συγκεκριμενοποιούν την διαδικασία υλοποίησης (οι οποίοι είναι συνήθως οι πιο συγκεκριμένοι και πιο περιοριστικοί) και τελικώς, εκείνους θα ορίζουν τον τρόπο χρήσης και τις δραστηριότητες. Το να επιβάλλει κανείς κανόνες είναι πιο αποτελεσματικό2, αλλά δίπλα σε αυτούς επιβάλλει ένα συγκεκριμένο εύρος επιλογών και ορίζει μια παρτιτούρα εφαρμογών. Η συνεχής αύξηση όμως της περιπλοκότητας του περιβάλλοντος, μας φέρνει παράλληλα ενώπιών της· και η εποχή που σχεδίαζαμε χώρους που την περιορίζουν έχει τελειώσει. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως είμαστε ήδη αντιμέτωποι με την περιπλοκότητα και οφείλουμε να βρούμε τρόπους να την διαχειρισθούμε· να την αντιληφθούμε και να καταφέρουμε τελικώς με κάποιο τρόπο να την οργανώσουμε. Αναγνωρίζοντας τον ρόλο και την σημασία της διαφορετικότητας, αντιστρέφοντας την διαδικασία από τον περιορισμό στην εκμετάλλευσή της. Τοποθετώντας τις ερωτήσεις του ‘πως’ και ‘για ποιόν’ σχεδιάζω να απαντήσουν στο αντικειμενικό σύνολο όλων πιθανών ενδεχομένων, όσον αφορά τις σύγχρονες τεχνικές δυνατότητες μεν, και των στοιχείων του περιβάλλοντος, δε, στο οποίο απευθύνεται ο σχεδιασμός. Τα νέα ψηφιακά μέσα αποτελούν έναν τρόπο διαχείρισης της αβεβαιότητας. Απαντούν στην περιπλοκότητα με περιπλοκότητα. Στην αρχιτεκτονική δίνουν στον σχεδιαστή την δυνατότητα να διαχειρίζεται το εργαλείο της ‘παραμέτρου’, που σημαίνει ότι τα δεδομένα δεν διατηρούν μια συγκεκριμένη τιμή, αλλά προσαρμόζονται σύμφωνα με τις αλλαγές στο περιβάλλον τους. Κάτι τέτοιο μας θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο λειτουργίας των αυτοποιητικών συστημάτων. Οι εφαρμογές των δυνατοτήτων των παραμέτρων ποικίλουν, από μορφολογικές και στατικές διερευνήσεις, σε συλλογή συμπεριφορικών δεδομένων στην πόλη (σε πολεοδομικό επιπεδο). Αυτό που προσφέρουν τα ψηφιακά στυστήματα διαχείρισης δεδομένων, είναι μια ενεργή πλατφόρμα ανάλυσης και επεξεργασίας μεγαλύτερης ποσότητας πληροφορίας.

|1| Σε ελεύθερη μετάφραση από Zygmunt Bauman “Liquid Modernity” |2|Λόγια του Σταύρου Σταυρίδη από τη δημόσια συζήτηση των An Architektur με τον Massimo De Angelis και τον Σταύρο Σταυρίδη, ‘Σχετικά με το νόημα των κοινών’ |3| Λόγια του Σταύρου Σταυρίδη από τη δημόσια συζήτηση των An Architektur με τον Massimo De Angelis και τον Σταύρο Σταυρίδη, ‘Σχετικά με το νόημα των κοινών’ |4|Fyodor Dostoyefski, ‘Το υπόγειο’

108


Αυτή η εργασία όμως δεν έχει σκοπό να καταλήξει στην εξύμνηση των ψηφιακών συστημάτων ώς τον έναν και μοναδικό τρόπο να κάνουμε αρχιτεκτονική. Τίποτα δεν εγγυάται πως τα προγράμματα παραμετρικού σχεδιασμού δημιουργούν χώρους ανοιχτούς και ευέλικτους. Ο σκοπός είναι η επίτευξη μιας γενικής ισορροπίας, με όποιον τρόπο μπορεί αυτή να επέλθει. Ισορροπία και μονιμότητα δεν πάνε μαζί. Επομένως, η αρχιτεκτονική δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ώς μια επαγωγική διαδικασία, αλλά ως ένα σύστημα αλληλεπιδράσεων, διαρκώς αναπροσαρμοζόμενων, ανάμεσα στις χρήσεις και στον χρήστη, στον χώρο και τις λειτουργίες, στο κενό και στο πλήρες. Η αρχιτεκτονική είναι ένα δίκτυο σχέσεων. Όποια και αν είναι λοιπόν τα σχεδιαστικά εργαλεία και μέσα, η ισορροπία της σύνθεσης παραμένει στην κρίση του σχεδιαστή. Η αρχιτεκτονική οφείλει να είναι ανοιχτή και ευέλικτη, να μην περιορίζει όταν δεν απαιτείται, και να μην αμύνεται μπροστά στο άγνωστο και στο αβεβαιο, αλλά να προσπαθεί να βρίσκει τρόπους να βρίσκεται μαζί του σε μια συνεχή αναδιαπραγμάτευση. ‘Πρέπει να βρούμε τρόπους να δώσουμε χώρο στο να διαπραγματευτούμε τις διαφορές.’ 3 Δεν γνωρίζω και ούτε επιθυμώ να προδιαθέσω πως είναι μια αρχιτεκτονική υπό συνθήκες αβεβαιότητας. Κάτι τέτοιο άλλωστε, θα ήταν αντίθετο στην ίδια τη φύση της αβεβαιότητας. Τα σχόλιά μου είναι αρκετά επιφυλακτικά, και αφορούν κυρίως μια γενικότερη φιλοσοφία σκέψης πίσω από τον σχεδιασμό, παρά τα ίδια τα αποτελέσματά του. Καμία κοινωνία δεν μπορεί, και δεν θα έπρεπε να μπορεί, να προβλέψει επιστημονικά τις μελλοντικές καταστάσεις της γνώσης·αυτό είναι ένα δεδομένο που ώς αρχιτέκτονες οφείλουμε να σεβόμαστε. Γιατί για τον άνθρωπο, εάν δεν υπάρχει τίποτα να σκεφτεί, τίποτα να διαχειρισθεί, τίποτα να πολεμήσει, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος για να επανατοποθετείται στον κόσμο· τότε το άτομο παύει να υπάρχει. Αν υπάρχει κάτι λοιπόν που επιθυμώ να κρατήσω ώς τελευταία σημείωση σε αυτή την εργασία, είναι αυτά τα τελευταία λόγια. Καλύτερα όμως να αφήσω την εξήγηση αυτής της θέσης τον Dostoyefski, όπως ακριβώς προειδοποίησε τον άλλο του εαυτό στο ‘Υπόγειο’ : >4Λοιπόν, όταν όλα εξηγηθούν και υπολογιστούν πάνω στο χαρτί (πράγμα κατορθωτό γιατί είναι ντροπή και παράλογο να πιστεύουμε εκ των προτέρων πως ο άνθρωπος δεν θα γνωρίσει ποτέ μερικούς νόμους της φύσης) τότε ασφαλώς εκείνο που ονομάζουμε επιθυμίες δεν θα υπάρχει πιά. (…) Κι επειδή, όλες οι επιθυμίες και όλες οι λογικές κρίσεις μας θα μπορούν να προϋπολογιστούν, τότε –χωρίς αστεία – μπορούμε να φανταστούμε κάτι σαν πίνακα, όπου θα βρίσκουμε αυτό που πρέπει να διαλέξουμε. (…) Αν κανονιστούν όλα έτσι, δε θα μας έμενε τίποτα άλλο να κάνουμε< 109


110


τέλος

111


112


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Phillip Ball, Critical Mass. How One Thing Leads to Another πρώτη έκδοση 17 Ιουλίου 2003, εκδόσεις Farrar, Straus and Giroux 2. William Thomas Parry,Edward, Aristotelian logic /​William T. Parry and Edward A. Hacker έκδοση Albany : State University of New York Press, 1991 3. Philip J. Davis, άρθρο στο Journal of Humanistic Mathematics, “Entropy and Society: Can the Physical/ Mathematical Notions of Entropy Be Usefully Imported into the Social Sphere?”, Ιανουάριος 2011 4. J.A.N. de Condorcet (1785). Essai sur l’application de l’analyse à la probabilité des decisions rendues d la plurité des voix. Quoted in J. Carey, ed. (1999). The Faber Book of Utopias, pg. 161-62 Faber & Faber, London. 5. Luciano Floridi, Information: A Very Short Introduction έκδοση Oxford University Press, Φεβρουάριος 2010 6. Paolo Virno, Γραμματική του Πλήθους έκδοση στα ελληνικά, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Οδυσσέας, Μάρτιος 2007 7. James Surowiecky, The Wisdom of Crowds έκδοση Anchor Books Edition, Αύγουστος 2005 8. Thomas Mavrofides Kameas Achilleas, Papageorgiou Dimitris και Los Antonios, On the Entropy of Social Systems: A Revision of the Concepts of Entropy and Energy in the Social Context έκδοση online Wiley Online Library, 2011 9. Rudolf Arnheim, Εντροπία και Τέχνη University Studio Press, πρώτη έκδοση Θεσσαλονίκη 2003 10. Zygmunt Baumann, Liquid Modernity έκδοση Polity Press, 2000 11. John M. Mecklin, The Tyranny of the Average Man International Journal of Ethics Vol. 28, No. 2, έκδοση The University of Chicago Press, Ιανουάριος 1918 12. Fyodor Dostoyefski, Το Υπόγειο έκδοση Ελληνικά Γράμματα, 1999 13. Alex Pentland, Social Physics, How Good Ideas Spread - The Lessons from a New Science The Penguin Press, 2014 113


14. Richard Sennet, Η Τυρρανία της Οικειότητας εκδόσεις Νεφέλη, 1999 15. Gustave Le Bon, Ψυχολογία των Όχλων εκδόσεις Δαμιανός

ΕΜΕΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. J. Naughton A Brief History of the Future, (1999) (πηγή, Wisdom of the Crowds, J. Surowiecki) 2. Whilliam White, The City, Rediscovering the Center έκδοση University of Pennsylvania, 2009 (πηγή, Wisdom of the Crowds, J. Surowiecki)

114


WEB 1. Kevin Kelly, We are the web WIRED Magazine, Issue 13.08 - Αύγουστος 2005 http://tiny.cc/6o0d0x 2. Jonathan Shaw, Why ‘Big Data’ is a Big Deal Harvard Magazine, March-April 2014 http://tiny.cc/xt0d0x 3. Cathy Betz, Personal Data: A New Asset Class? Wolters Kluwer/ The Intelligent solutions blog, April 22, 2011 http://tiny.cc/mx0d0x 4. Maria Coleman, Reappraising the Disappearing Body and the Disembodied Eye through Multisensory Art School of Art, Design and Printing, Dublin Institute of Technology http://tiny.cc/mx0d0x 5. Irwin Wllace, To The Average Man Augustin S. Macdonald, A Collection of Verse by California Poets. 1914. http://tiny.cc/gx1d0x 6.National Geographic Magazine, Seven Billion: Are You Typical? (βίντεο) http://tiny.cc/ca2d0x 7. Massimo De Angelis, Stavros Stavrides, Σχετικά με το νόημα των κοινών πηγή: e-flux, 2010 http://tinyurl.com/pmdwt62 8. Διαδικτυακό Μάθημα, MITx: MAS.S69x Big Data and Social Physics courses.edx.org 9. Greentouch, Shannon’s Theory Explained http://tiny.cc/p22d0x 10. Γιάννης Μπασκόζος, Η κοινωνία να αµφισβητήσει τον εαυτό της Το Βήμα, 06/11/2011 http://tinyurl.com/ormknuf 11. Web 2.0 ... The Machine is Us/ing Us (βίντεο) http://tiny.cc/vh3d0x 12. Συζήτηση Olaffur Eliasson, Kevin Kelly Dream Boys http://tiny.cc/jk3d0x 13. What is NOT random? (βίντεο) http://tiny.cc/gz3d0x 115


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΙΚΟΝΩΝ Εξώφυλλο: προϊόν κολάζ βασισμένο στο έργο του Nicolas Poussin, Αγία Οικογένεια στην Κλίμακα. Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης. Washington, D.C. Συλλογή Samuel H. Kress Ομοίως για τα κολάζ των σελίδων 7, 11, 33, 41, 71, 103 Εικ. 21κάτω, διάγραμμα αναπαράστασης random ή αλλιώς drunken dots Εικ. 27, Δοχεία πειράματος βασισμένο στο Maxwell’s Daemon Εικ. 79 ,O Jackson Pollock επι τω έργω Εικ. 80, Η εικόνα παρατίθεται από το βιβλίο του Rudolf Arnheim, ‘Εντροπία και Τέχνη’, όπου σχολιάζει: ‘Θυμάμαι ένα παιδικό σχέδιο που αναπαριστούσε έναν ουρανοξύστη. Το παιδί είχε αρχίσει να τοποθετεί τις σειρές των παραθύρων, αλλά μετά από λίγο έχασε την υπομονή του και απέφυγε την πρόσθετη εργασία με το τέχνασμα που εμφανίζεται στην εικονα (...). Από τη σκοπιά της θεωρίας των πληροφοριών το παιδί αξίζει να επιδοκιμαστεί. Αναγνώρισε τον πλεονασμό στην διάταξη των παραθύρων και έκανε οικονομία χρησιμοποιώντας μια συντόμευση στην επικοινωνία. Το ότι η διαδικασία που ακολούθησε μας φαίνεται διασκεδαστική, είναι επειδή αναλογιζόμαστε ότι η παρουσία της δομής στα μάτια αποτελεί ακριβώς τον σκοπό κάθε εικόνας. Η διαδικασία που ακολούθησε το παιδί θα ήταν απόλτα σωστή, εάν το σχέδιο επρόκειτο να υπαγορευθεί από το τηλέφωνο. Θα μπορούσε κανείς να πει: «Φτιάξε εξήντα σειρές από δώδεκα παράθυρα στην καθεμία!».’ Εικ 84, Εξώφυλλο «Οικοδομικής» του Neufert, σε γερμανική έκδοση (επεξεργασμένη)

Οι εικόνες 16, 21πάνω, 25, 29, 49, 63, 83, 89, 90, 96, 99 αποτελούν προϊόν κολάζ που δημιουργήθηκαν με βάσεις εικόνες που βρέθηκαν στο διαδίκτυο Η αρίθμηση των εικόνων ταυτίζεται με την σελίδα που εμφανίζονται 116


117


118


Θα ήθελα εδώ να αναφέρω όλους τους ανθρώπους που με βοήθησαν στην διάρκεια της συγγραφής Ευχαριστώ Τον Νίκο - Ίωνα Τερζόγλου για την καθοδήγηση και την θετική διάθεση απέναντι στην εργασία Τον Νίκο Βακαλόπουλο για την ουσιαστική συζήτηση Το Γιώργο, τη Μαρίζα και τον Χρήστο για τον χρόνο που αφιέρωσαν στο κείμενο, τις βελτιωτικές προτάσεις, τα σχόλια, την αγάπη και την συμπαράσταση.

119


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.