Yuja Wang Λεωνίδας Καβάκος

Page 1

YUJA WANG ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΒΑΚΟΣ ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ 22–23 ΜΕ τ ΗΝ Υ π ΟΣ τ ΗΡΙ ξ Η τ ΟΥ Υ π ΟΥΡΓΕΙΟΥ π ΟΛΙ τ ΙΣΜΟΥ & Α ΘΛΗ τ ΙΣΜΟΥ ΧΟΡΗΓΟΣ

JoHANNes Br AHMs (1833-1897)

Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ.1 σε σολ μείζονα, έργο 78

• vivace ma non troppo

• Adagio

• Allegro molto moderato

leo JANÁ eK (1854-1928)

Σονάτα για βιολί και πιάνο

• con moto

• Ballada: con moto

• Allegretto

• Adagio

roBerT scHUMANN (1810-1856)

Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ. 2 σε ρε ελάσσονα, έργο 121

• Ziemlich langsam – lebhaft

• sehr lebhaft

• leise, einfach

• Bewegt π

Wang

φΩτΟΓΡΑφΙΕΣ ΕξΩφΥΛΛΟΥ: YUJA WANG © JUliA WeselY ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΒΑΚΟΣ © MArco BorGGreve
ΙΑΝΟ
30.11.2022
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΒΑΚΟΣ ΑΙΘΟΥΣΑ ΧΡΗΣτΟΣ Λ ΑΜπΡΑΚΗΣ ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΡΜΗΝΕΥ τΕΣ / violiN MAsTers
Yuja
ΒΙΟΛΙ Λεωνίδας Καβάκος
YUJA WANG

JoHANNes BrAHMs

Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ. 1 σε σολ μείζονα, έργο 78

Οι θριαμβευτικές πρεμιέρες της Πρώτης και της Δεύτερης Συμφωνίας (τον Νοέμβριο του 1876 και τον Δεκέμβριο του 1877) ήταν το επισφράγισμα της καταξίωσης του Γιοχάννες Μπραμς ως ενός εκ των σπουδαιότερων συνθετών του γερμανικού κόσμου και ως κατεξοχήν επιγόνου των Μπετόβεν και Σούμαν. την άνοιξη του 1878, ο Μπραμς πραγματοποίησε το πρώτο του ταξίδι στην Ιταλία, συνοδευόμενος από τον στενό του φίλο Tέοντορ Μπίλροτ, επιφανή χειρουργό της εποχής και ερασιτέχνη μουσικό. Επιστρέφοντας από την Ιταλία, ο συνθέτης πέρασε τους θερινούς μήνες στο ειδυλλιακό χωριό παίρτσαχ, κοντά στη λίμνη Βερτ της Καρινθίας (νότια Αυστρία), όπου ξεκίνησε να συνθέτει το περίφημο Κοντσέρτο του για βιολί. Η φυσική ομορφιά του τόπου λειτούργησε αναζωογονητικά για τον συνθέτη, κι έτσι αποφάσισε να επισκεφτεί το χωριό και το επόμενο καλοκαίρι. Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο καλοκαιριών γράφτηκε η Πρώτη Σονάτα για βιολί και πιάνο, η πρεμιέρα της οποίας δόθηκε στη Βόννη τον Νοέμβριο του 1879 από τον βιολιστή Ρόμπερτ Χέκμαν και τη σύζυγό του, πιανίστα Mαρί Χέρμαν-Χέρτιχ. Μέχρι εκείνη την εποχή, το μοναδικό τελεσφόρο εγχείρημα του Μπραμς να συνθέσει για βιολί και πιάνο ήταν ένα Σκέρτσο, που είχε γραφτεί το μακρινό 1853 και είχε ενταχθεί ως τρίτο μέρος στη Σονάτα F-A-E, μια σονάτα που συνυπέγραψαν τρεις συνθέτες: ο Ρόμπερτ Σούμαν (το δεύτερο και τέταρτο μέρος), ο μαθητής του Άλμπερτ Ντήτριχ (το πρώτο) και ο Μπραμς, προσφέροντάς την ως δώρο στον κορυφαίο βιολονίστα Γιόζεφ Γιόαχιμ. (τα γράμματα F-A-e είναι τα αρχικά των λέξεων της αγαπημένης φράσης του Γιόαχιμ “frei aber einsam” που σημαίνει «ελεύθερος αλλά μόνος».) Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Μπραμς έκανε έκτοτε διάφορες απόπειρες να συνθέσει μια σονάτα για βιολί και πιάνο, αλλά κατέστρεψε όλα τα σχετικά σχεδιάσματα, μη ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. περιέργως, τόσο η Πρώτη όσο και οι δύο επόμενες για βιολί και πιάνο (που γράφτηκαν λίγα χρόνια αργότερα, το διάστημα 1886-88) είναι οι μόνες γερμανικές σονάτες γι’ αυτόν το συνδυασμό οργάνων στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα – εξαιρουμένης μόνο της νεανικής Σονάτας

ένα πολύ συγκεκριμένο μορφολογικό και υφολογικό πλαίσιο. Εν προκειμένω, το τραγούδι ήταν το Regenlied (τραγούδι της βροχής), έργο 59 αρ.3, που ο Μπραμς είχε συνθέσει το 1873 σε ποίηση του Kλάους Γκροτ (1819-1899). Στους στίχους του Γκροτ, οι σταγόνες της βροχής γίνονται αιτία να ξυπνήσουν στον ποιητή αναμνήσεις από το δέος που ένιωθε ως παιδί απέναντι στην ομορφιά του φυσικού κόσμου. Ανάλογα, η μουσική του τραγουδιού του Μπραμς έχει νοσταλγική και μελαγχολική

2
Υπηρετώντας αδιάκοπα την
του γερμανικού λιντ
ευθαρσώς λάτρης του Σούμπερτ, ο Μπραμς αποτόλμησε με την Πρώτη Σονάτα για βιολί να κάνει κάτι ανάλογο με αυτό που είχε κάνει ο Σούμπερτ στη Φαντασία του Οδοιπόρου για πιάνο και στο κουιντέτο Η Πέστροφα, δηλαδή να αξιοποιήσει θεματικό υλικό από ένα τραγούδι σε ένα αμιγώς οργανικό και μη προγραμματικό έργο – και μάλιστα σε μια σονάτα που όφειλε να ακολουθεί
του Ρίχαρντ Στράους (1888).
υψηλή τέχνη
και δηλώνοντας

διάθεση, η οποία πρυτανεύει και στη Σονάτα. Έργο ευαίσθητο και χωρίς υψηλούς ρητορικούς τόνους, είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο τρυφερά και «εύθραυστα» έργα του συνθέτη. Ενδεικτικό αυτού είναι η αντίδραση της σπουδαίας πιανίστριας και συνθέτριας Κλάρας Σούμαν (χήρας του Ρόμπερτ Σούμαν), η οποία είχε δακρύσει ακούγοντας το φινάλε της Σονάτας, ενώ αργότερα εκμυστηρεύτηκε στον συνθέτη πως θα ήθελε η μουσική αυτή να συνοδεύσει το ταξίδι της προς τον άλλο κόσμο. Για κάποιους μελετητές, η μελαγχολία της Σονάτας συνδέεται εν μέρει και με το θάνατο (φεβρουάριος 1879) του νεαρού ποιητή φέλιξ Σούμαν, που ήταν ο μικρότερος γιος του Ρόμπερτ και της Κλάρας· ο Μπραμς τον είχε βαφτίσει, είχε μελοποιήσει κάποια ποιήματά του και τον ένιωθε σαν παιδί του. το θέμα του τραγουδιού παρουσιάζεται από το βιολί με την έναρξη του τρίτου μέρους. Οι τρεις πρώτες νότες του (τρία ρε) ακολουθούν το ρυθμικό μοτίβο «μακρό – βραχύ – μακρό», το οποίο δεσπόζει σε ολόκληρο το έργο. Διόλου τυχαία, με την έναρξή του πρώτου μέρους, το πρώτο θέμα (στο βιολί) ανοίγει με τις ίδιες ακριβώς νότες σε ανάλογο ρυθμικό σχήμα. Από εκεί και ύστερα ξεδιπλώνεται μια τυπική φόρμα σονάτας, με ένα πιο παθιασμένο δεύτερο θέμα και ένα τρίτο, που θυμίζει τη νηφαλιότητα ενός χορικού, αλλά στην πορεία συσσωρεύει ένταση. Η εκτεταμένη ανάπτυξη του μέρους στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στο πρώτο θέμα, και είναι αρμονικά περιπετειώδης, πριν την αναμενόμενη και άνευ εκπλήξεων επανέκθεση. το πιάνο αναλαμβάνει να παρουσιάσει το υμνητικού χαρακτήρα κύριο θέμα στο αργό μέρος. Μια επόμενη ενότητα θυμίζει πένθιμο εμβατήριο και εκεί επανέρχεται ξεκάθαρα το κυρίαρχο ρυθμικό μοτίβο που έχει παρουσιαστεί στο προηγούμενο μέρος. Η αρχική μελωδία επιστρέφει στη συνέχεια στο βιολί, ενώ το πιάνο συνοδεύει με περίτεχνο τρόπο. το φινάλε ακολουθεί τη φόρμα του ροντό. Σε ένα κεντρικό επεισόδιο επιστρέφει

3

προς στιγμήν το θέμα του αργού μέρους, φαινόμενο που καθιστά ακόμα πιο στενή τη συνάφεια των μερών μεταξύ τους. Η επιλογή του Μπραμς να γράψει το φινάλε σε ελάσσονα τονικότητα (και όχι στη μείζονα, που έχει κατοχυρωθεί ως κύρια τονικότητα του έργου από το πρώτο μέρος) είναι σαφώς ασυνήθιστη, αν και κάτι αντίστοιχο είχε κάνει ο ίδιος και στο πρώτο Τρίο με πιάνο, έργο 8. Σε αντίθεση όμως με το Τρίο, όπου η ελάσσονα επιμένει σθεναρά μέχρι τέλους, η Σονάτα για βιολί οδηγείται από ένα σημείο και μετά στη σολ μείζονα, αφήνοντας μια αίσθηση χαρμόσυνου τέλους.

περνώντας το μεγαλύτερο κομμάτι της δημιουργικής του ζωής στο Μπρνο της Μοραβίας, ο Γιάνατσεκ θεωρήθηκε μια ενδιαφέρουσα πλην «επαρχιακή» συνθετική φυσιογνωμία, δρώντας μακριά από τη Βιέννη, που εύλογα ήταν το κέντρο του μουσικού γίγνεσθαι όχι μόνο της Αυστροουγγαρίας αλλά της κεντρικής Ευρώπης γενικότερα. το 1927 (μήνες πριν από το θάνατό του) έγινε μέλος της πρωσικής Ακαδημίας των τεχνών του Βερολίνου, μαζί με τους Άρνολντ Σαίνμπεργκ και πωλ Χίντεμιτ· η τιμητική αυτή διάκριση σφράγισε την αναγνώρισή του γι’ αυτό που πραγματικά ήταν σε όλη του τη ζωή: ένας από τους πιο ευφάνταστους και πρωτοπόρους συνθέτες της εποχής του (ιδίως στο χώρο της όπερας) σε παγκόσμια κλίμακα, με ένα ύφος τόσο προσωπικό που δεν μπορεί να ενταχθεί απολύτως σε κανένα από τα κυρίαρχα μουσικά ρεύματα της εποχής.

Ο Γιάνατσεκ υπήρξε λάτρης της Ρωσίας και του πολιτισμού της. Λίγο μετά το πρώτο του ταξίδι στη Ρωσία (1896), ίδρυσε έναν «ρωσικό κύκλο» στο Μπρνο, που προωθούσε τη ρωσική γλώσσα, λογοτεχνία και μουσική. Η αγάπη του αυτή φανερώνεται και σε πολλά έργα του που βασίζονται σε ρωσικά θέματα, όπως η συμφωνική ραψωδία Τάρας Μπούλμπα, το Πρώτο κουαρτέτο εγχόρδων, η Σονάτα του Κρόυτσερ, το Παραμύθι για βιολοντσέλο και πιάνο, αλλά και οι όπερες Κάτια Καμπάνοβα και Από το σπίτι των νεκρών. Με το ξέσπασμα του Α΄ παγκοσμίου πολέμου το καλοκαίρι του 1914, ο Γιάνατσεκ αναγκάστηκε να συγκαλύψει τα φιλορωσικά του αισθήματα και να αναστείλει τη λειτουργία της παραπάνω ομάδας. Ωστόσο, όπως και πολλοί άλλοι συμπατριώτες του, είδε εξαρχής

που θεωρούνται χαμένες. τη Σονάτα για βιολί και πιάνο άρχισε να τη γράφει τον Αύγουστο του 1914, εξαιρουμένου του δεύτερου μέρους (Μπαλάντα), που το είχε ολοκληρώσει ως αυτόνομο κομμάτι έναν χρόνο περίπου πριν. τον Οκτώβριο του 1915 η Σονάτα είχε λάβει μια πρώτη ολοκληρωμένη μορφή και ο Γιάνατσεκ την έστειλε στον διακεκριμένο τσέχο βιολιστή Γιάροσλαβ Koτσιάν, με σκοπό να την παρουσιάσει στην πράγα. Όμως εκείνος εξέφρασε αμφιβολίες για το έργο, δίνοντας έτσι το έναυσμα στον συνθέτη για μια σειρά ριζικές αναθεωρήσεις: η σειρά των μερών άλλαξε, ένα νέο φινάλε γράφτηκε εκ νέου αλλά στην πορεία απορρίφθηκε, για να επιστρέ-

4
leo JANÁ eK Σονάτα για βιολί και πιάνο
Ρωσίας στον πόλεμο ως ευκαιρία να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανεξαρ
τητοποίηση της τσεχίας από την Αυστροουγγαρία. Έμμεσος καρπός της ελπίδας αυτής ήταν η Σονάτα για βιολί. πολλά χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια των σπουδών του συνθέτη στη Λιψία και στη Βιέννη (1879-80), είχε συνθέσει δύο νεανικές σονάτες για βιολί,
την εμπλοκή της
-

ψει τελικά ως το τρίτο μέρος, ενώ το πρώτο μέρος (το μόνο μέρος που δεν άλλαξε θέση σε καμία φάση αυτής της διαδικασίας) τροποποιήθηκε εκτενώς. Η τελική μορφή της Σονάτας, με την οποία είναι γνωστή και παίζεται μέχρι σήμερα, διαμορφώθηκε το 1922 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μπρνο στις 24 Απριλίου της ίδιας χρονιάς από τον βιολιστή φραντισέκ Kούντλατσεκ και τον πιανίστα (και συνθέτη) Γιάροσλαβ Kβάπιλ. το πρώτο μέρος ανοίγει με δραματικότατες χειρονομίες του βιολιού υπό αγωνιώδη συνοδεία με τρέμολο στο πιάνο, δημιουργώντας μια αίσθηση αγωνίας. Όπως συμβαίνει συχνά στην ώριμη μουσική του Γιάνατσεκ, οι φράσεις είναι σύντομες, βασισμένες σε μικρά μοτίβα και διαδέχονται η μία την άλλη απότομα, σαν τις εναλλαγές μιας εμπύρετης και συγκινησιακά φορτισμένης ομιλίας. Η Μπαλάντα είναι το μόνο πραγματικά νηφάλιο μέρος του έργου, με το βιολί να εκθέτει (επιτέλους!)

του. Ως εκ τούτου, οι εναλλαγές ρυθμών σχετίζονται με την ελευθερία της παραδοσιακής μουσικής. πριν την επανάληψη αυτής της αρκετά «βίαιης» ενότητας, παρεμβάλλεται ένας διάλογος του βιολιού και του πιάνου, με το κάθε όργανο να συνεισφέρει αισθαντικά μελωδικά ψήγματα που συμπλέκονται και αλληλοσυμπληρώνονται. Στο φινάλε, το πιάνο επιχειρεί να ξετυλίξει μια μελωδική γραμμή, η οποία όμως διακόπτεται συνεχώς από νευρώδεις παρεμβάσεις του βιολιού. Λίγο πριν το τέλος, όμως, το βιολί αναλαμβάνει να οδηγήσει μια αναπτυξιακή

5
γραμμή σαν νανούρισμα, που ακολουθείται
τα
καθαρόαιμα ρομαντικά
συνθέτη. Και στις δύο περιπτώσεις, το πιάνο συνοδεύει απαλά αλλά χωρίς την παραμικρή αποστασιοποίηση. το ακόλουθο Allegretto λειτουργεί εν είδει τριμερούς σκέρτσου. το υλικό της αρχικής ενότητας είναι εμπνευσμένο από την παραδοσιακή μουσική της Μοραβίας, την οποία ο συνθέτης είχε μελετήσει σε βάθος και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης σε πλήθος έργα
μια μακρά μελωδική
από ένα δεύτερο θέμα, από
πιο
του

(και της Σονάτας

την έντονη ψυχική του αντίδραση στην προέλαση του ρωσικού στρατού στην Ουγγαρία. roBerT scHUMANN

της), που κατά τον ίδιο τον

σε ρε ελάσσονα, έργο

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1850 ο Ρόμπερτ Σούμαν μαζί με τη γυναίκα του, Κλάρα, και τα πέντε παιδιά τους έφτασαν στο Ντύσσελντορφ, όπου ο Σούμαν επρόκειτο να αναλάβει τη θέση του μουσικού διευθυντή της πόλης, διαδεχόμενος τον συνθέτη και φίλο του, φέρντιναντ Χίλλερ (1811-1885). Οι μουσικοί της τοπικής ορχήστρας υποδέχθηκαν με θέρμη τον νέο τους διευθυντή, ο οποίος διηύθυνε με μεγάλη επιτυχία την πρώτη του συναυλία στην πόλη στις 24 Οκτωβρίου, με σολίστ την Κλάρα στο Πρώτο Κοντσέρτο του Mέντελσον σε σολ ελάσσονα. Σύντομα, ωστόσο, οι μουσικοί της ορχήστρας και της χορωδίας άρχισαν να δυσφορούν με τις επιδόσεις του Σούμαν στη διεύθυνση, καθώς και με τον ασταθή χαρακτήρα του. τον Οκτώβριο του 1853 ο Σούμαν έδωσε την τελευταία του συναυλία στο Ντύσσελντορφ και λίγες μέρες μετά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη και τη θέση του εκεί, τη μοναδική δημόσια θέση που κατείχε ποτέ στη σύντομη ζωή του.

παρά τα προβλήματα αυτά, που σε μεγάλο βαθμό σχετίζονταν με τη φθίνουσα πορεία της ψυχικής του υγείας, ο Σούμαν μπόρεσε να αξιοποιήσει παραγωγικά την παραμονή του στο Ντύσσελντορφ. Άλλωστε, η σύνθεση για εκείνον λειτουργούσε πάντα διττά: ήταν το κατεξοχήν πεδίο εξωτερίκευσης του κλονισμένου του ψυχισμού, αλλά ταυτόχρονα και μια αναζήτηση «θεραπείας», λύτρωσης απ’ αυτόν. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, από τον Σεπτέμβριο ως τις αρχές Νοεμβρίου του 1851, ο Σούμαν συνέθεσε, το ένα πίσω από το άλλο, την Πρώτη Σονάτα για βιολί και πιάνο, το Τρίο με πιάνο σε σολ ελάσσονα και τη Δεύτερη Σονάτα για βιολί και πιάνο. Με αφοπλιστικά απλό τρόπο, ο ίδιος ο συνθέτης εξήγησε το λόγο που έγραψε τη Δεύτερη Σονάτα: δεν του άρεσε η Πρώτη! Και πράγματι, η Δεύτερη είναι ένα διαφορετικό έργο από την Πρώτη, πιο εκτενές και

καλύτερες συνθέσεις του καιρού μας, για τη θαυμαστή ενότητα των συναισθημάτων και τη θεματική της σημασία. ξεχειλίζει από ευγενές πάθος, σχεδόν σκληρό και πικρό στην έκφρασή του. το τελευταίο μέρος, με τα επιβλητικά κύματα ήχου, μου θυμίζει θάλασσα». Αποδέκτης της αφιέρωσης της Σονάτας ήταν ο βιολιστής φέρντιναντ Ντάβιντ, εξάρχων της Ορχήστρας Γκεβάντχαους της Λιψίας, για τον οποίο ο φέλιξ Μέντελσον είχε γράψει το μεγαλειώδες Κοντσέρτο του σε μι ελάσσονα

6
τη δραματική
πορεία προς
κορύφωση του μέρους
στο σύνολό
συνθέτη εκφράζει
Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ. 2
121
μεγαλόπνοο, πιο φωτεινό στη διάθεσή του και ακόμα πιο αριστοτεχνικά δομημένο. Η πρεμιέρα της Δεύτερης Σονάτας δόθηκε από τον Γιόζεφ Γιόαχιμ και την Κλάρα Σούμαν στις 29 Οκτωβρίου 1853 σε μια συναυλία που σηματοδότησε την αρχή της πολυετούς και γόνιμης συνεργασίας των δύο θρυλικών μουσικών· μάλιστα, η Σονάτα αυτή έγινε ένα από τα σημεία αναφοράς του
τους. Ο βιολιστής έγραψε για
Δεύτερη Σονάτα του Σού-
επιστολή του: «Tη
ρεπερτορίου
τη
μαν σε
θεωρώ από τις

Η αφιέρωση αυτή πραγματώνεται πάντως και με έναν πολύ σαφή μουσικό τρόπο. Η Σονάτα ανοίγει με τέσσερις συγχορδίες και στα δύο όργανα, οι κύριες νότες των οποίων κατά σειρά είναι ρε – λα – φα – ρε. Στη γερμανική μουσική ορολογία οι νότες αυτές αποδίδονται ως D – A – F – D, που παραπέμπουν ευθέως στο όνομα Ferdinand David. Μετά από τη σύντομη αργή εισαγωγή, εισάγεται κατευθείαν το κυρίως σώμα του γρήγορου πρώτου μέρους, σε φόρμα σονάτας. τα δύο βασικά θέματα, αν και γραμμένα εν πολλοίς σε διαφορετική δυναμική, δεν διαφέρουν ουσιαστικά σε διάθεση, αποπνέοντας την ίδια εσωτερική αγωνία. Αυτή η αγωνία διέπει μοιραία, σχεδόν αμείωτα, όλο το μέρος, ιδίως κατά την εκτενή ενότητα της ανάπτυξης, αλλά και στην πιο γρήγορα καταληκτική ενότητα (coda). το δεύτερο μέρος είναι ένα ενεργητικό σκέρτσο με δύο ενδιάμεσα τρίο. Στην κορύφωσή του, βιολί και πιάνο παρουσιάζουν μαζί και με ηχηρό τρόπο την αρχική φράση από το χορικό Gelobet seist Du, Jesu Christ (Ιησού Χριστέ δόξα Σοι), που είχε αξιοποιήσει (σε ανάλογης

και πριν, αποδεικνύοντας ακόμα πιο ανάγλυφα τη στενότατη δομική σχέση των δύο μερών. Η αγωνιώδης διάθεση του πρώτου μέρους επανακάμπτει στο φινάλε, που τόσο εύστοχα ο Γιόαχιμ παρομοίασε με θαλάσσια κύματα. παρ’ όλα αυτά, το λυρικό δεύτερο θέμα προσφέρει στιγμές πιο λαμπερές και αισιόδοξες, που επικρατούν και σφραγίζουν το λαμπερό τέλος του έργου. τΙτΟΣ ΓΟΥΒΕΛΗΣ

7
φόρτισης σημείο) ο Mέντελσον στο φινάλε του δεύτερου Τρίο με πιάνο σε ντο ελάσσονα. Λίγες στιγμές αργότερα, με την έναρξη του τρίτου μέρους, η μελωδία αυτού του χορικού επεκτείνεται, μεταμορφώνεται προς το πιο εσωστρεφές και αιθέριο, ενώ γίνεται το κύριο θέμα του μέρους το οποίο θα γίνει αντικείμενο μιας σειράς παραλλαγών. Στην προτελευταία παραλλαγή, το χαρακτηριστικό ρυθμικό μοτίβο του προηγούμενου μέρους επιστρέφει με την ίδια σφοδρότητα που είχε
© KirK eDWArDs

Yuja Wang

ΑrTisT iN resiDeNce τΗΣ φΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗΣ τΗΣ τΣΕΧΙΑΣ ΚΑΙ τΟΥ ΡΟττΕΡΝτΑΜ ΓΙΑ τΟ 2021-22

Η Γιούτζα Ουάνγκ, χαρισματική πιανίστα με συναισθηματικό βάθος και εντυπωσιακή σκηνική παρουσία, έχει συνεργαστεί με τους πλέον καταξιωμένους μαέστρους, μουσικούς και σύνολα. Η δεξιοτεχνία της είναι μοναδική, το ίδιο και οι εμφανίσεις της, που σφύζουν από ενέργεια και αυθορμητισμό. «Κάθε εμφάνισή μου οφείλει να είναι διαφορετική, να αντανακλά τη διάθεσή μου», είχε δηλώσει στους Times της Νέας Υόρκης, και το επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά, ερμηνεύοντας μοναδικά το Δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο του Σοστακόβιτς στο Κάρνεγκι Χολ τον Οκτώβριο του 2021, όταν ο θρυλικός ναός της μουσικής άνοιγε ξανά τις πόρτες του στο κοινό μετά από 572 ημέρες παύσης. Μεγαλωμένη σε μουσική οικογένεια στο πεκίνο, ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο μαθημάτων πιάνου στην πατρίδα της και συνέχισε ανώτατες σπουδές στον Καναδά και κατόπιν στο Ινστιτούτο Μουσικής Κέρτις, υπό τον Γκάρυ Γκράφμαν. Έγινε παγκοσμίως γνωστή το 2007, όταν συνέπραξε ως σολίστ με τη Συμφωνική της Βοστόνης, αντικαθιστώντας τη Μάρθα Άργκεριχ. Δύο χρόνια μετά υπέγραφε αποκλειστικό συμβόλαιο με την Deutsche Grammophon, εδραιώνοντας τη θέση της ανάμεσα στους κορυφαίους καλλιτέχνες διεθνώς, με μια σειρά εξαίρετες εμφανίσεις και ηχογραφήσεις.

το 2017 ανακηρύχθηκε «Καλλιτέχνις της χρονιάς» από το έγκυρο περιοδικό Musical America, και το 2021 έλαβε το βραβείο o pus Klassik για την ηχογράφηση του έργου του τζον Άνταμς Must the Devil Have all the Good Tunes, με τη φιλαρμονική του Λος Άντζελες υπό τη διεύθυνση του Γκουστάβο Ντoυνταμέλ.

Η Γιούτζα Ουάνγκ συνεργάζεται σταθερά με κορυφαίους καλλιτέχνες, παρουσιάζοντας έργα μουσικής δωματίου. Με τον Λεωνίδα Καβάκο, με τον οποίο περιοδεύουν το διάστημα αυτό στην Ευρώπη, έχει ηχογραφήσει όλες τις Σονάτες για βιολί του Μπραμς. Στις αρχές του 2022 περιόδευσε στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Ασία, εντυπωσιάζοντας και πάλι το διεθνές κοινό με το ταλέντο, την τεχνική αρτιότητα και την απαράμιλλη δεξιοτεχνία με την οποία ερμήνευσε έργα Μπετόβεν, Λίγκετι και Σαίνμπεργκ. Αντιπροσωπεύεται διεθνώς από την intermusica.

9

PersPecTive ArTisT τΟΥ Κ ΑΡΝΕΓΚΙ ΧΟΛ ΓΙΑ τΟ 2021-22

Ο Λεωνίδας Καβάκος έχει παγκόσμια φήμη ως βιολιστής με σπάνιο ταλέντο, αναγνωρισμένος για τη μοναδική του τεχνική, τη σαγηνευτική ερμηνευτική του δεινότητα και την εξαίσια μουσικότητά του. Συνεργάζεται με τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου και τους διασημότερους μαέστρους και δίνει ρεσιτάλ στις πιο φημισμένες αίθουσες και τα σημαντικότερα φεστιβάλ διεθνώς. Έχει αναπτύξει στενή συνεργασία με διάσημες ορχήστρες, όπως η φιλαρμονική της Βιέννης, η Κονσέρτχεμπαου, η Συμφωνική του Λονδίνου, η Γκεβάντχαους της Λιψίας. Επίσης συμπράττει συχνά με τη Στάατσκαπελλε της Δρέσδης, τη Βαυαρική Ραδιοφωνία, τη φιλαρμονική του Μονάχου, την Ορχήστρα του φεστιβάλ Βουδαπέστης, την Ορχήστρα του παρισιού, την Ακαδημία της Αγίας Καικιλίας, τη φιλαρμονική της Σκάλας του Μιλάνου. τα τελευταία χρόνια, ο Καβάκος διαπρέπει και ως διευθυντής ορχήστρας. Έχει διευθύνει τη φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, τη Συμφωνική του Χιούστον, του Ντάλλας, την Γκιούρτζενιχ, τη Συμφωνική της Βιέννης, τη φιλαρμονική της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, την Ορχήστρα Δωματίου της Ευρώπης, την Ορχήστρα του Μουσικού φλωρεντινού Μαΐου, τη φιλαρμονική του Θεάτρου Λα φενίτσε και τη Συμφωνική της Δανίας. πρόσφατα είχε μεγάλη επιτυχία διευθύνοντας τη φιλαρμονική του Ισραήλ.

τη φετινή καλλιτεχνική περίοδο (2022-23), ο Καβάκος είχε την τιμή να γίνει resident στην Εθνική Ορχήστρα και τη Χορωδία της Ισπανίας, όπου θα εμφανίζεται τόσο με την ιδιότητα του βιολιστή όσο και του μαέστρου. Κατά τη φετινή περιοδεία του στην Ευρώπη, εμφανίζεται με τη Γιούτζα Ουάνγκ. Επιστρέφοντας στις ΗπΑ, θα δώσει μια σειρά ρεσιτάλ με τον πιανίστα Εμάνιουελ Αξ και τον τσελίστα Γιο-Γιο Μα. Επίσης, θα περιοδεύει σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή με την Κονσέρτχεμπαου υπό τον Ντάνιελ Χάρντινγκ. Στη συνέχεια θα παίξει με τη φιλαρμονική της Βιέννης, τη Συμφωνική της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, τη Γερμανική Συμφωνική του Βερολίνου, τη φιλαρμονική της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, τη NDr του Αμβούργου, τη φιλαρμονική της Νέας Υόρκης και τη φιλαρμονική της τσεχίας. Επίσης θα διευθύνει

παρτίτες

Μπαχ σε συνέχεια της κυκλοφορίας του

ηχογράφησε με τον τίτλο Bach: Sei Solo (2022). Ο Καβάκος ηχογραφεί αποκλειστικά για τη sony classics. Για την επέτειο των 250 χρόνων από τη γέννηση του Μπετόβεν, κυκλοφόρησε, μεταξύ άλλων, ο δίσκος με τα Κοντσέρτα για βιολί του μεγάλου συνθέτη, τα οποία ο Καβάκος ηχογράφησε με τη Συμφωνική της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, και επανεκδόθηκε ο δίσκος του 2007 που είχε ηχογραφήσει με τον πιανίστα Ενρίκο πάτσε και περιλάμβανε όλες τις σονάτες του

11 Λεωνίδας Καβάκος
τη Συμφωνική της Δανίας, τη r Ai του τορίνου και την Ορχήστρα της Μιννεσότα. Στο πρόγραμμά του περιλαμβάνεται η residency στο Διεθνές Μουσικό φεστιβάλ της τονγκγιόν στη Νότια Κορέα, όπως και ρεσιτάλ σε Ιαπωνία και Κορέα, όπου θα ερμηνεύσει
τις Σονάτες και
του
εξαιρετικού δίσκου που

Μπετόβεν. Γι’ αυτή την ηχογράφηση ανακηρύχθηκε από την echo Klassik «Μουσικός της χρονιάς».

το 2022 κυκλοφόρησε ο δίσκος Beethoven for Three: Symphonies Nos. 2 and 5, με τις δύο Συμφωνίες διασκευασμένες για τρίο, σε σύμπραξη με τους Εμάνιουελ Αξ και Γιο-Γιο Μα. το δεύτερο άλμπουμ αυτής της σειράς, με νέες διασκευές των Συμφωνιών Μπετόβεν, θα κυκλοφορήσει σύντομα.

Ο Λεωνίδας Καβάκος, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα σε μουσικό περιβάλλον, δίνει κάθε χρόνο μάστερκλας βιολιού και μουσικής δωματίου, με συμμετέχοντες από όλο τον κόσμο. παίζει με το βιολί ‘Willemotte’ stradivarius του 1734.

Αντιπροσωπεύεται διεθνώς από την intermusica.

www.leonidaskavakos.com & www.facebook.com/leonidas.kavakos.violin

ΕΚΔΟΣΗ ΟΜΜΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ πΡΟΒΟΛΗΣ & ΕπΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΝΗ ∆Ι∆ΑΣΚΑΛΟΥ | τΜΗΜΑ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΛΗΤΩ ΤΣΕΚΟΥΡΑ | ΕπΙΜΕΛΕΙΑ ΕΝτ ΥπΟΥ ΕΛΛΗ πΕΤΡΑΝΤΗ | cre ATive DirecTor k2design | ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΕΝτ ΥπΟΥ ΜΑΡΙΑ ΖΑΧΑΡΙΟΥΔΑΚΗ | ΕΚ τ ΥπΩΣΗ PRinTFAiR
ΟΥΡΑΝΙΑ ΓΚΑΣΙΟΥ ΡΕΣΙτΑΛ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣτΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ πΑΡ 23.12.2022 20:30
ΧΟΡΗΓΟΣ φΙΛΟξΕΝΙΑΣ ΕπΙΣΗΜΟΣ ΧΟΡΗΓΟΣ ΑΕΡΟΜΕτΑφΟΡΩΝ

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.