Kavakos & Friends

Page 1

KAVAKOS AND FRIENDS

ΜΕ τ ΗΝ Υ π ΟΣ τ ΗΡΙ ξ Η τ ΟΥ Υ π ΟΥΡΓΕΙΟΥ π Ο λ Ι τ ΙΣΜΟΥ & Α Θ λ Η τ ΙΣΜΟΥ
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ 22–23

KAVAKOS AND FRIENDS

12 & 14.2.2023 ΑλΕξΑΝδΡΟΣ ΣΑΚΑΡΕλλΟΣ ΗλΙΑΣ-ΙΩΝ λΙβΙΕΡΑτΟΣ τΙΜΟΘΕΟΣ ΓΑβΡΙΗλΙδΗΣ-πΕτΡΙΝ βΑΣΙλΗΣ βΑΡβΑΡΕΣΟΣ

12.2.2023

REBECCA CLARKE (1886-1979)

Σονάτα για βιόλα και πιάνο

• Impetuoso

• Vivace

• Adagio

ΙΓΚΟΡ Σ τΡΑβΙΝΣΚΙ (1882-1971)

Ιταλική σουίτα (μεταγραφή για βιολοντσέλο και πιάνο: Γκρέγκορ πιατιγκόρσκι)

• Εισαγωγή

• Σερενάτα

• Άρια

• ταραντέλα

• Μινουέτο - Φινάλε

MAURICE RAVEL (1875-1937)

Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ. 2

• Allegretto

• Blues. Moderato

• Perpetuum mobile. Allegro

ANTONÍN DVOŘ ÁK (1841-1904)

Κουαρτέτο με πιάνο αρ.2 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 87

• Allegro con fuoco

• Lento

• Allegro moderato, grazioso (E major) – Un pochettino più mosso

• Finale. Allegro ma non troppo

β ΙΟ λ Ι

λεωνίδας Καβάκος

β ΙΟ λ Α

Ηλίας-Ίων λιβιεράτος

β ΙΟ λ ΟΝ τ ΣΕ λ Ο

τιμόθεος Γαβριηλίδης-πέτριν

π ΙΑΝΟ

βασίλης βαρβαρέσος

δΙΑ λ ΕΙΜΜΑ
δΗΜΗτΡΗΣ ΜΗτΡΟπΟΥλΟΣ
ΑΙΘΟΥΣΑ

14.2.2023

ROBERT SCHUMANN (1810-1856)

Κουιντέτο με πιάνο σε μι ύφεση μείζονα, έργο 44

• Allegro brillante

• In modo d’una marcia. Un poco largamente

• Scherzo: Molto vivace

• Allegro ma non troppo

JOHANNES BRAHMS (1833-1897)

Κουιντέτο με πιάνο σε φα ελάσσονα, έργο 34

• Allegro non troppo

• Andante, un poco adagio

• Scherzo: Allegro

• Finale: Poco sostenuto – Allegro non troppo – Presto non troppo

β ΙΟ λ Ι

λεωνίδας Καβάκος

β ΙΟ λ Ι β΄

Αλέξανδρος Σακαρέλλος

β ΙΟ λ Α

Ηλίας-Ίων λιβιεράτος

β ΙΟ λ ΟΝ τ ΣΕ λ Ο

τιμόθεος Γαβριηλίδης-πέτριν

π ΙΑΝΟ

βασίλης βαρβαρέσος

δΙΑ λ ΕΙΜΜΑ ΑΙΘΟΥΣΑ ΧΡΗΣτΟΣ λΑΜπΡΑΚΗΣ

REBECCA CLARKE Σονάτα για βιόλα και πιάνο

Η Ρεμπέκκα Κλαρκ γεννήθηκε στο Χάρροου, βορειοδυτικό προάστιο του λονδίνου, από αμερικανό πατέρα και γερμανίδα μητέρα. Οι γονείς της έπαιζαν μουσική ερασιτεχνικά και της εμφύσησαν από νωρίς την αγάπη γι’ αυτήν. Σπούδασε αρχικά βιολί στη βασιλική Ακαδημία του λονδίνου και αργότερα σύνθεση στο βασιλικό Κολέγιο με τον Σερ τσαρλς Στάνφορντ, επιφανή συνθέτη και παιδαγωγό στην Αγγλία της εποχής. Με δική του παρότρυνση, η Κλαρκ μεταπήδησε από το βιολί στη βιόλα και μελετώντας

κοντά στον διάσημο βιρτουόζο λάιονελ τέρτις διακρίθηκε γρήγορα για τις

επιδόσεις της· το 1912 ήταν μια από τις έξι γυναίκες μουσικούς που ο περίφημος μαέστρος Σερ Χένρυ Γουντ επέλεξε να συμμετέχουν στην Ορχήστρα τού Queen’s Hall. Για τις επόμενες δύο περίπου δεκαετίες, η διεθνής

συναυλιακή της δράση ήταν μεν έντονη αλλά μόνο κατά περιόδους (και όχι μακρές). Ανάλογα και οι συνθέσεις της (τουλάχιστον αυτές που εκδόθηκαν), υπήρξαν λιγοστές και κυρίως επικεντρωμένες στη μουσική δωματίου.

Ο γάμος της, το 1944, με τον πιανίστα και συνθέτη τζέιμς Φρίσκιν σήμανε και το τέλος της μουσικής της σταδιοδρομίας γενικότερα.

το 1916, η Κλαρκ εγκαταστάθηκε για μερικά χρόνια στις Ηνωμένες πολιτείες και συγκεκριμένα στην πόλη πίτσφηλντ της Μασαχουσέτης, όπου και γνωρίστηκε με την Ελίζαμπεθ Σπραγκ Κούλιτζ, γνωστή προστάτιδα της μουσικής. το 1919, η Κούλιτζ έπεισε την Κλαρκ να συμμετάσχει με έργο της στον διαγωνισμό σύνθεσης του Φεστιβάλ του Μπέρκσαϊρ, και εκείνη υπέβαλε (ανώνυμα) τη Σονάτα για βιόλα και πιάνο. Ανάμεσα σε εβδομήντα δύο υποψήφια έργα, η Σονάτα της Κλαρκ και η Σουίτα του ελβετικής καταγωγής συνθέτη Έρνεστ Μπλοχ ισοψήφισαν στην πρώτη θέση – η ψήφος της Κούλιτζ ήταν εκείνη που έδωσε τελικά το πρώτο βραβείο στη Σουίτα του Μπλοχ. Ωστόσο, η ίδια έκρινε πως και η Σονάτα της Κλαρκ άξιζε να παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ, κι έτσι η πρεμιέρα του έργου δόθηκε με επιτυχία στις 25 Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς από τον βιολίστα λουί Μπαγύ και τον πιανίστα Χάρολντ Μπάουερ. Σήμερα η Σονάτα για βιόλα μαζί με το Τρίο για βιολί, βιολοντσέλο και πιάνο είναι τα δύο έργα της Κλαρκ που κρατούν ζωντανή τη φήμη της ως δημιουργού.

Η Σονάτα φανερώνει τις μείζονες επιρροές της συνθέτριας από τον ιμπρεσιονισμό, τον νεοκλασικισμό και κυρίως από τον ύστερο ρομαντισμό. Όπως είναι αναμενόμενο, η γραφή για τη βιόλα είναι εξόχως απαιτητική καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, με άφθονα δεξιοτεχνικά περάσματα

και ειδικά «εφέ», όπως πιτσικάτο με δεξί και αριστερό χέρι και αρμονικούς (ιδίως στο ενεργητικό δεύτερο μέρος). Ωστόσο, αν και το έργο ανοίγει με

έναν εντυπωσιακό μονόλογο της βιόλας (που επιστρέφει επιβλητικά και στο φινάλε της Σονάτας), στην πορεία το πιάνο αναδεικνύεται σε ισότιμο συνοδοιπόρο, έχοντας εξίσου πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη της μουσικής. πηγαία μελωδική θέρμη και συναισθηματική ένταση διέπει όλη τη Σονάτα· το στίγμα της ατμόσφαιρας που πρυτανεύει το δίνει η προμετωπίδα, με στίχους από το ποίημα La Nuit de Mai [Η νύχτα του Μαΐου] του

γάλλου ρομαντικού Αλφρέ ντε Μυσσέ: Poète, prends ton luth; le vin de la jeunesse / fermente cette nuit dans les veines de Dieu [ποιητή, πάρε το λαούτο σου· το κρασί της νιότης / ζυμώνεται αυτή τη νύχτα στις φλέβες του Θεού].

4

ΙΓΚΟΡ ΣτΡΑβΙΝΣΚΙ

Ιταλική σουίτα

ΜΕ τΑΓΡΑΦΗ ΓΙΑ βΙΟλΟΝτ ΣΕ λΟ ΚΑΙ πΙΑΝΟ: ΓΚΡΕΓΚΟΡ πΙΑτΙΓΚΟΡΣΚΙ

Η συνεργασία του Ίγκορ Στραβίνσκι με τα περίφημα Ρωσικά Μπαλέτα του

ιμπρεσάριου Σεργκέι Ντιάγκιλεφ (Πουλί της φωτιάς, Πετρούσκα και Ιεροτελεστία της άνοιξης), τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1910, έφερε επανάσταση στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι όχι μόνο της γαλλικής πρωτεύουσας (όπου έδρευαν τα Ρωσικά Μπαλέτα) αλλά και διεθνώς. Ωστόσο, μετά το τέλος του α΄ παγκοσμίου πολέμου, τα δεδομένα είχαν αλλάξει ριζικά: η αιματοκυλισμένη Ευρώπη μετρούσε τις αναρίθμητες πληγές της, βίωνε

πρωτόγνωρη έλλειψη σε ανθρώπινο δυναμικό και, με καταρρακωμένο το συλλογικό ηθικό της, αναζητούσε εναγωνίως παρηγοριά στο «ένδοξο» και (εξιδανικευμένα) «ανέμελο» παρελθόν. Αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, οι σχέσεις του Στραβίνσκι με τον Ντιάγκιλεφ δεν ήταν τόσο θερμές όσο άλλοτε. την άνοιξη του 1919 ωστόσο, ο δεύτερος, θέλοντας να αναθερμάνει μια σχέση που είχε γεννήσει τόσο μεγάλες επιτυχίες, έθεσε υπόψη του συνθέτη μια σειρά έργα που αποδίδονταν στον ιταλό συνθέτη του 18ου

αιώνα τζοβάννι Μπατίστα περγκολέζι (1710-1736) και του πρότεινε να τα

ενορχηστρώσει, καθιστώντας τα μουσική βάση ενός μπαλέτου. Ο Στραβίνσκι, αν και επιφυλακτικός στην αρχή, μελέτησε τις παρτιτούρες αυτές και –όπως χαρακτηριστικά δήλωσε αργότερα– τις ερωτεύτηκε.

πολύ γρήγορα άρχισε να ενορχηστρώνει και να επεξεργάζεται ορισμένα από τα έργα του 18ου αιώνα που βρέθηκαν στα χέρια του, τα οποία πολύ αργότερα αποδείχτηκε ότι δεν ανήκαν αποκλειστικά στον περγκολέζι αλλά και σε άλλους ελάσσονες συνθέτες της εποχής. Κεντρική, πρωταγωνιστική μορφή τού υπό διαμόρφωση μπαλέτου αναδείχθηκε ο «πουλτσινέλλα», μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες της ιταλικής κομέντια ντελ άρτε. τον Απρίλιο του 1920, το νέο μπαλέτο ήταν έτοιμο και στις 15 Μαΐου της ίδιας χρονιάς δόθηκε η πρεμιέρα του στην Όπερα του παρισιού. τη χορογραφία υπέγραψε ο λεονίντ Μασσίν (ο οποίος και χόρεψε τον πρωταγωνιστικό ρόλο), τα κοστούμια και τα σκηνικά ο πάμπλο πικάσσο, ενώ τη μουσική διεύθυνση είχε ο Ερνέστ Ανσερμέ. Η επιτυχία του έργου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ο Στραβίνσκι σχηματοποίησε αργότερα από το μπαλέτο μια ορχηστρική σουίτα, δύο σουίτες για βιολί και πιάνο και μία για βιολοντσέλο και πιάνο.

Ο συνθέτης δήλωσε χαρακτηριστικά για τον πουλτσινέλλα: «Ήταν βεβαίως μια ματιά προς τα πίσω (η πρώτη από τις πολλές ‘ερωτικές’ μου ματιές προς αυτή την κατεύθυνση) αλλά ήταν ταυτόχρονα και ένα κοίταγμα στον καθρέφτη». Από τα πέντε μέρη του μπαλέτου που απαρτίζουν την Ιταλική Σουίτα, η μουσική βάση των τριών (Εισαγωγή, ταραντέλα και Φινάλε) προέρχεται από τις Τρίο Σονάτες του Ντομένικο Γκάλλο (1730-1768), ενώ τα υπόλοιπα δύο (Σερανάτα και Άρια) προέρχονται από όπερες του περγκολέζι. Συνεργάτης του Στραβίνσκι για τη σύνθεση της Ιταλικής σουίτας το 1932 ήταν ο μεγάλος ρώσος βιολοντσελίστας Γκρέγκορ πιατιγκόρσκι. Χάρη στη δική του βαθιά γνώση των δυνατοτήτων του βιολοντσέλου, η γραφή για το όργανο αυτό έχει έντονα δεξιοτεχνική διάσταση με άφθονα πιτσικάτι, τεχνητούς αρμονικούς, γκλισάντι, οκτάβες, γρήγορα περάσματα και μακρινές εκτινάξεις των δαχτύλων, στοιχεία που υπηρετούν επιτυχημένα το διαυγές, νεοκλασικό πνεύμα της μουσικής και την πικάντικη, ευφυώς παιγνιώδη γραφή του Στραβίνσκι.

5

MAURICE RAVEL

Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ. 2

Ο Μωρίς Ραβέλ άρχισε να γράφει τη Δεύτερη Σονάτα για βιολί και πιάνο (η

πρώτη είναι ένα ημιτελές νεανικό έργο) το 1923, αλλά η ολοκλήρωσή της

έγινε τέσσερα χρόνια αργότερα, μιας και στο ενδιάμεσο ο συνθέτης ασχολήθηκε και με άλλα έργα (όπως η αριστουργηματική μονόπρακτη όπερα

Το παιδί και τα μάγια και η Τσιγγάνα). παράλληλα, ένας ακόμα λόγος που

η Σονάτα χρειάστηκε τόσα χρόνια για να λάβει την οριστική της μορφή

ήταν –όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις– η ασυμβίβαστη τελειοθηρία του Ραβέλ. Χαρακτηριστικό είναι το επεισόδιο που περιγράφει ένας

μαθητής του (1926), ο οποίος, ρωτώντας τον τι είδους χαρτιά ήταν αυτά

που έβλεπε να καίγονται στο τζάκι, έλαβε την απάντηση ότι ήταν το χειρό-

γραφο από το φινάλε της Σονάτας για βιολί ! Ο λόγος δεν ήταν ότι ο Ραβέλ

δεν το θεωρούσε καλό, αλλά πίστευε πως δεν αποτελούσε το κατάλληλο συμπλήρωμα στα προηγούμενα μέρη της Σονάτας. Για θέματα δόκιμης

βιολονιστικής γραφής του έργου, ο συνθέτης συμβουλεύτηκε τη γαλλίδα βιολονίστρια Ελέν Ζουρντάν-Μοράνζ· αν κρίνει κανείς από την ποιότητα και τις δεξιοτεχνικές απαιτήσεις της Σονάτας, συμπεραίνει πως η συμβολή

της βιολονίστριας υπήρξε πολύτιμη και καταλυτική – είχε άλλωστε επάξια

κερδίσει την εμπιστοσύνη του Ραβέλ, όταν της είχε εμπιστευτεί την πρώτη

παρουσίαση της Σονάτας για βιολί και βιολοντσέλο

Στην πρεμιέρα της Σονάτας στην αίθουσα Érard του παρισιού, το 1927, τον θρυλικό βιολιστή (και συνθέτη) τζόρτζε Ενέσκου συνόδευσε ο ίδιος ο συνθέτης στο πιάνο. Η Σονάτα, υπερτονίζοντας συχνά τις μεταξύ των δύο οργάνων διαφορές, καταδεικνύει ανάγλυφα την ιδιαίτερη φύση του καθενός, συγχρόνως όμως επιτυγχάνει και την αρμονική συνύπαρξή τους. το πρώτο μέρος χαρακτηρίζεται από βαθύ λυρισμό, που εκφράζεται κυρίως στο μελωδικό μέρος του βιολιού, ενώ το πιάνο άλλοτε το υποστηρίζει πολυφωνικά και άλλοτε το διακόπτει με ένα κάπως αιχμηρό μοτίβο με επαναλαμβανόμενες νότες. Στο δεύτερο μέρος (Blues), ο Ραβέλ αντλεί άμεσα την έμπνευσή του από τον αγαπημένο του χώρο της τζαζ, ενσωματώνοντας το σύνθετο ρυθμικό της υπόβαθρο, την αυτοσχεδιαστική διάθεση και τον ιδιότυπο αρμονικό της πλούτο σε ένα ενιαίο συναρπαστικό σύνολο. (Ένα χρόνο μετά τη σύνθεση της Σονάτας, το 1928, ο Ραβέλ θα πραγματοποιούσε το περιβόητο ταξίδι του στην Αμερική, όπου εκτός από τις συναυλίες του θα είχε την ευκαιρία να απολαύσει τους ήχους της τζαζ και να γνωρίσει κάποιους σημαντικούς εκπροσώπους της.) Η Σονάτα ολοκληρώνεται με ένα λαμπερό moto perpetuo (αέναη κίνηση) στο βιολί, με ξέφρενα, ασταμάτητα δέκατα έκτα. Καθ’ όλη τη διάρκεια του μέρους, στο πιάνο γίνονται «παρασκηνιακά» θεματικές αναφορές στα δύο προηγούμενα μέρη, που φωτίζουν και νοηματοδοτούν μουσικά τη μηχανιστική κινητικότητα στο βιολί.

6

ANTONÍN DVOŘÁK

Κουαρτέτο με πιάνο αρ. 2

σε μι ύφεση μείζονα, έργο 87

Ο Γιοχάννες Μπραμς διείδε το μεγάλο ταλέντο του Αντονίν Ντβόρζακ ήδη

από τις αρχές της δεκαετίας του 1870 και με γενναιοδωρία τού πρόσφερε

αμέριστη υποστήριξη συστήνοντάς τον, μεταξύ άλλων, στον εκδότη του, Φριτς Ζίμροκ, στο βερολίνο. Για χρόνια, η μουσική του τσέχου συνθέτη, εμπνευσμένη σε μεγάλο βαθμό από τις μελωδίες και τους ρυθμούς της τσέχικης μουσικής παράδοσης, γνώριζε ειλικρινή απήχηση στους βιεννέζους αλλά και σε ένα ευρύτερο κοινό. Ωστόσο, τη δεκαετία του 1880, διαπιστώνει κανείς μια (ηθελημένη;) στροφή του Ντβόρζακ προς ένα ύφος περισσότερο «γερμανικό», χωρίς τόση έμφαση σε παραδοσιακά στοιχεία της ιδιαίτερης πατρίδας του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Έβδομη Συμφωνία του, έργο της περιόδου 1884-1885. Είναι η περίοδος

κατά την οποία ενισχύονται τα αντισλαβικά αισθήματα των Αυστριακών, που αντιμετώπιζαν τις συζητήσεις για την ιδιαίτερη εθνική ταυτότητα των

τσέχων ως ενδεχόμενη απειλή για την ακεραιότητα της αυτοκρατορίας

τους. Και ακριβώς εκείνη την εποχή ο Ντβόρζακ επισκέφτηκε επανειλημ-

μένα την Αγγλία, όπου συνάντησε ένα νέο για εκείνον κοινό, που έδειχνε απεριόριστο θαυμασμό στη μουσική του. το Δεύτερο Κουαρτέτο με πιάνο γράφτηκε το καλοκαίρι του 1889, στο

τέλος εκείνης της δεκαετίας που, πέραν των δυσκολιών της, ήταν πολύ παραγωγική για τον Ντβόρζακ και του χάρισε την πολυπόθητη καταξίωση.

(Αμέσως μετά το Κουαρτέτο, ο συνθέτης άρχισε να γράφει τη σπουδαία

Όγδοη Συμφωνία του.) Ο εκδότης Ζίμροκ του είχε ζητήσει τέσσερα χρόνια

νωρίτερα να συνθέσει ένα νέο Κουαρτέτο με πιάνο, μετά το πρώτο (1875)

που είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία, αλλά ο Ντβόρζακ μόλις τότε βρήκε το χρόνο να ασχοληθεί με αυτό. το 1887, είχε γράψει το επικό Δεύτερο

Κουιντέτο με πιάνο, ενώ δύο χρόνια αργότερα (1891) έγραψε το διάσημο

Τέταρτο Τρίο με πιάνο, το επονομαζόμενο Dumky. Η τεράστια απήχηση

και των δύο αυτών έργων μουσικής δωματίου έχει επισκιάσει κάπως το Δεύτερο Κουαρτέτο, που είναι παρ’ όλα αυτά έργο όχι μόνο ώριμο αλλά και βαθύτατα σαγηνευτικό.

Στα δύο πρώτα μέρη, το ύφος και η δομή της μουσικής είναι έντονα «γερμανικά», κατά το πρότυπο του Μπραμς, σχεδόν αποχρωματισμένα από τις όποιες παραδοσιακές πινελιές. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν αποτελεί τροχοπέδη για τη μελωδική εφευρετικότητα του Ντβόρζακ, που μόνο στο αργό μέρος (στην εντελώς ασυνήθιστη τονικότητα της σολ ύφεση μείζονος)

χρησιμοποιεί πέντε διαφορετικά θέματα. Αντίθετα, τα επόμενα δύο μέρη έχουν ξεκάθαρα τσέχικο χρώμα: ο τρίσημος χορός του τρίτου μέρους, όσο και αν θυμίζει το παραδοσιακό αυστριακό λέντλερ (Ländler), είναι στην πραγματικότητα μια σόσεντσκα (Sousedská, ένας μέτρια γρήγορος, τσέχικος χορός), ενώ στην πορεία μεταμορφώνεται σε μια πολωνική μαζούρκα, που ήταν τότε δημοφιλής στην τσέχικη επαρχία. Η εξωστρεφής και δεξιοτεχνική για όλα τα όργανα γραφή του φινάλε έχει επίσης ένα άρωμα από την πληθωρικότητα της τσιγγάνικης μουσικής, στο πλαίσιο βεβαίως μιας κλασικής φόρμας σονάτας.

7

ROBERT SCHUMANN

Κουιντέτο με πιάνο

σε μι ύφεση μείζονα, έργο 44

τα πρώτα χρόνια συστηματικής ενασχόλησης του γερμανού ρομαντικού Ρόμπερτ Σούμαν με τη σύνθεση (1830-1839) επικεντρώθηκαν ως επί το

πλείστον στη δημιουργία μεγάλων έργων για πιάνο. το 1840 (χρονιά του

γάμου του με τη σπουδαία πιανίστα και συνθέτρια Κλάρα βηκ), το ενδιαφέρον του Σούμαν στράφηκε στη σύνθεση τραγουδιών για φωνή και πιάνο, με αποτέλεσμα να ξεπεράσει εντός του έτους τα εκατόν είκοσι τραγούδια!

το 1842 ήταν η σειρά της μουσικής δωματίου να κερδίσει την αφοσίωση (αν όχι εμμονή) του συνθέτη. Μέσα σε εννέα περίπου μήνες, συνέθεσε τρία

κουαρτέτα εγχόρδων (έργο 41), το Κουαρτέτο με πιάνο (έργο 47), τα Φανταστικά Κομμάτια για τρίο με πιάνο (έργο 88) και το Κουιντέτο με πιάνο (έργο 44). Όλα τα έργα αυτά είναι γραμμένα με αξιοζήλευτη αυτοπεποίθηση και ωριμότητα, χωρίς τίποτα να προδίδει ότι ήταν οι πρώτες απόπειρες ενός νέου συνθέτη να βρει την προσωπική του ταυτότητα σε έναν τόσο ιδιαίτερο και απαιτητικό χώρο, όπως η μουσική δωματίου. το Κουιντέτο με πιάνο κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα παραπάνω αριστουργήματα: είναι μέχρι σήμερα από τα δημοφιλέστερα έργα του Σούμαν, αλλά αποτελεί και το πρώτο στην ιστορία κουιντέτο για πιάνο και κουαρτέτο εγχόρδων. δεν θα ήταν διόλου υπερβολικό να ισχυριστεί κανείς πως όλα τα μεταγενέστερα μεγαλειώδη κουιντέτα με πιάνο συνθετών όπως ο Μπραμς, ο Φρανκ, ο Ντβόρζακ, ο Φωρέ, ο Κόρνγκολντ, ο Έλγκαρ ή ο Σοστακόβιτς κινήθηκαν στα χνάρια του Κουιντέτου του Σούμαν. το έργο αφιερώθηκε στην Κλάρα Σούμαν, η οποία ήταν η πιανίστα στην πρώτη δημόσια παρουσίασή του, στην αίθουσα Γκεβάντχαους της λειψίας, στις 8 Ιανουαρίου 1843.

το μέρος του πιάνου είναι η κινητήριος δύναμη όλου του Κουιντέτου, με τα έγχορδα να καλούνται τις περισσότερες φορές να λειτουργήσουν ως ένα συμπαγές σώμα που συνδιαλέγεται με τις κυρίαρχες πιανιστικές διατυπώσεις. το πρώτο μέρος είναι γραμμένο σε τυπική φόρμα σονάτας, βασισμένης σε ένα λαμπερό πρώτο θέμα, με χαρακτηριστικά μελωδικά

άλματα, και ένα λυρικό δεύτερο, που παρουσιάζεται από το βιολοντσέλο και τη βιόλα. Η κεντρική ενότητα της επεξεργασίας αναπτύσσει μόνο το πρώτο θέμα, με θυελλώδη τρόπο και με αδιαμφισβήτητο πρωταγωνιστή το πιάνο. το δεύτερο μέρος είναι ένα πένθιμο εμβατήριο με δύο ενδιάμεσα επεισόδια. το πρώτο διαλύει τη ζοφερή ατμόσφαιρα του εμβατηρίου, ενώ το δεύτερο φέρνει το πιάνο και τα έγχορδα σε σφοδρή, δραματική σύγκρουση. το ακόλουθο σκέρτσο οικοδομείται πάνω σε ένα φαινομενικά απλό υλικό από ανιούσες και κατιούσες κλίμακες. Ανάμεσα στις επανεμφανίσεις του μεσολαβούν δύο επεισόδια (τρίο). το πρώτο τρίο φέρνει στο προσκήνιο ένα κατιόν μοτίβο τεσσάρων νοτών, που ο συνθέτης είχε εξονυχιστικά αναπτύξει σε παλιότερο πιανιστικό του έργο, τις Impromptus πάνω σε ένα θέμα της Κλάρας Βηκ, έργο 5 (το ίδιο μοτίβο εμφανίζεται και στην αργή εισαγωγή της πρώτης του Συμφωνίας). το φινάλε είναι το πιο περιπετειώδες και επαναστατικό, τόσο αρμονικά όσο και μορφολογι-

κά, μέρος του Κουιντέτου. πέραν της ιδιαίτερης θεματικής του ποικιλίας

και των κάπως ανορθόδοξων τονικών αλληλουχιών, η κορυφαία καινοτομία

του υλοποιείται προς το τέλος, καθώς η μουσική εμφανώς οδηγείται σε

συγκλονιστική κορύφωση. Εκεί, αντί ενός θριαμβευτικού τέλους που προς

8

στιγμήν φαντάζει αμετάκλητο, ο συνθέτης επιλέγει να εισαγάγει μιαν ιδιοφυή διπλή φούγκα πάνω στα αρχικά θέματα του πρώτου μέρους και του φινάλε, προσδίδοντας έτσι, στην ακόλουθη επιστροφή στο ομοφωνικό περιβάλλον, μια αίσθηση λύτρωσης και αγαλλίασης.

JOHANNES BRAHMS

Κουιντέτο με πιάνο σε φα ελάσσονα, έργο 34

το 1862, ο Γιοχάννες Μπραμς ήταν 29 ετών και είχε ήδη στο ενεργητικό του εξαιρετικά έργα μουσικής δωματίου: το Πρώτο Τρίο με πιάνο σε σι μείζονα (1854), δύο Κουαρτέτα με πιάνο (1856) και το Πρώτο Σεξτέτο για έγχορδα (1860), όπως επίσης και είκοσι (!) νεανικά κουαρτέτα για έγχορδα που δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας, μιας και ο ίδιος αποφάσισε να τα καταστρέψει. Εκείνη τη χρονιά ξεκίνησε να γράφει ένα Κουιντέτο για δύο βιολιά, βιόλα και βιολοντσέλο κατά το πρότυπο του μεγαλειώδους Κουιντέτου σε ντο μείζονα του Σούμπερτ για τον ίδιο συνδυασμό οργάνων. Ο σπουδαίος βιολιστής Γιόζεφ Γιόαχιμ, επιστήθιος φίλος του συνθέτη, όταν είδε την παρτιτούρα του Κουιντέτου, εξέφρασε επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα της γραφής, αν και εκθείασε τη μουσική σύλληψη του φίλου του. τα σχόλια του Γιόαχιμ έδωσαν το έναυσμα για μιαν εκ νέου επεξεργασία του έργου προς εντελώς άλλη κατεύθυνση: δηλαδή για δύο πιάνα. Με αυτή τη μορφή, το Κουιντέτο παίχτηκε για πρώτη φορά στις 17 Απριλίου 1864 στη βιέννη

από τον ίδιο τον συνθέτη και τον πολωνικής καταγωγής βιρτουόζο Καρλ τάουζικ. Ο Μπραμς έστειλε, κατά τη συνήθη πρακτική του, την παρτιτούρα του έργου (στη μορφή για δύο πιάνα) στην αγαπημένη του Κλάρα Σούμαν, η οποία και έπαιξε το έργο μαζί με τον γερμανό μαέστρο Χέρμαν λέβι. Η αίσθησή της ωστόσο ήταν πως οι όμορφες ιδέες του έργου χάνονταν στο πιάνο και πως αυτό ακουγόταν σαν μεταγραφή και όχι σαν πρωτότυπη σύνθεση.

Ακολουθώντας την προτροπή της να το μεταμορφώσει εκ νέου, ο Μπραμς κατέληξε να δημιουργήσει ένα Κουιντέτο με πιάνο, που ολοκληρώθηκε τον

Οκτώβριο του 1864 και παίχτηκε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1866 στο Κονσερβατόριο της λειψίας. Η επιτυχία του Κουιντέτου ήταν μεγάλη και ο

λέβι δεν δίστασε να το χαρακτηρίσει σε επιστολή του ως «αριστούργημα της μουσικής δωματίου, που ανάλογό του είχε να εμφανιστεί από το 1828» (χρονιά θανάτου του Σούμπερτ). παρ’ όλα αυτά, ο Μπραμς δεν απέσυρε την προγενέστερη εκδοχή του έργου για δύο πιάνα, αλλά εξέδωσε και τις δύο.

το πρώτο μέρος, σε φόρμα σονάτας, αποτελεί υπόδειγμα σαφήνειας και λιτότητας του μουσικού υλικού αλλά και εκτεταμένης επεξεργασίας του. Η μουσική διέρχεται από μια ευρύτατη γκάμα διαθέσεων και δυναμικών, ούσα άλλοτε στιβαρή και μεγαλοπρεπής και άλλοτε πιο εύθραυστη και ανήσυχη· όλες αυτές οι εναλλαγές όμως πραγματώνονται πάντα με αξιοζήλευτη φυσικότητα σαν να υπακούν σε μιαν αδήριτη μουσική νομοτέλεια. το πιάνο αναλαμβάνει να παρουσιάσει το αισθαντικό θέμα του αργού μέρους, το οποίο επιστρέφει με ακόμα μεγαλύτερη εκφραστικότητα στα έγχορδα μετά από μια ενδιάμεση ενότητα έντονης φόρτισης. τρία στοιχεία κυριαρχούν στο ακόλουθο σκέρτσο: μια ανήσυχη μελωδία σε συγκοπές πάνω από επίμονα πιτσικάτα του βιολοντσέλου, ένα νευρώδες μοτίβο με

9

έντονα στακάτα στα έγχορδα και μια θριαμβευτική χειρονομία από το σύνολο των οργάνων. Η φρενήρης ανάπτυξη των ανωτέρω αγγίζει τα όρια παροξυσμού, με μόνη ανάπαυλα το ανάλαφρο, ενδιάμεσο τρίο. το φινάλε, όπως εύστοχα έχει επισημάνει ο αμερικανός πιανίστας τσαρλς Ρόζεν, έχει

αξιοπρόσεκτες δομικές και αισθητικές ομοιότητες με το αντίστοιχο φινάλε από το Grand Duo του Σούμπερτ σε ντο μείζονα για πιάνο, τέσσερα χέρια. Μια αργή εισαγωγή, κάπως αινιγματική αλλά με έντονη χρωματική κίνηση των οργάνων, οδηγεί χωρίς διακοπή στο κυρίως, γρήγορο μέρος.

το πρώτο του θέμα είναι χαριτωμένο και χορευτικό, σε αντίθεση με το δεύτερο, που εξελίσσεται με καταιγιστικό τρόπο. λίγο πριν το τέλος του έργου, η ένταση καταλαγιάζει, αλλά μόνο πρόσκαιρα· η σαρωτική κόντα

που ακολουθεί προσφέρει μιαν εκρηκτική κατακλείδα.

τΙτΟΣ ΓΟΥβΕ λΗΣ

λεωνίδας Καβάκος

PERSPECTIVE ARTIST τΟΥ Κ ΑΡΝΕΓΚΙ ΧΟλ ΓΙΑ τΟ 2021-22

Ο λεωνίδας Καβάκος έχει παγκόσμια φήμη ως βιολιστής με σπάνιο ταλέντο, αναγνωρισμένος για τη μοναδική του τεχνική, τη σαγηνευτική ερμηνευτική

του δεινότητα και την εξαίσια μουσικότητά του. Συνεργάζεται με τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου και τους διασημότερους μαέστρους και δίνει ρεσιτάλ στις πιο φημισμένες αίθουσες και τα σημαντικότερα φεστιβάλ διεθνώς. Έχει αναπτύξει στενή συνεργασία με διάσημες ορχήστρες, όπως η Φιλαρμονική της βιέννης, η Κονσέρτχεμπαου, η Συμφωνική του λονδίνου, η Γκεβάντχαους της λιψίας. Επίσης συμπράττει συχνά με τη Στάατσκαπελλε της δρέσδης, τη βαυαρική Ραδιοφωνία, τη Φιλαρμονική του Μονάχου, την Ορχήστρα του Φεστιβάλ βουδαπέστης, την Ορχήστρα του παρισιού, την Ακαδημία της Αγίας Καικιλίας, τη Φιλαρμονική της Σκάλας του Μιλάνου. τα τελευταία χρόνια, ο Καβάκος διαπρέπει και ως διευθυντής ορχήστρας.

Έχει διευθύνει τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, τη Συμφωνική του Χιούστον, του Ντάλλας, την Γκιούρτζενιχ, τη Συμφωνική της βιέννης, τη Φιλαρμονική της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, την Ορχήστρα δωματίου της Ευρώπης, την Ορχήστρα του Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου, τη Φιλαρμονική του Θεάτρου λα Φενίτσε και τη Συμφωνική της δανίας. πρόσφατα είχε μεγάλη

επιτυχία διευθύνοντας τη Φιλαρμονική του Ισραήλ.

τη φετινή καλλιτεχνική περίοδο (2022-23), ο Καβάκος είχε την τιμή να

γίνει resident στην Εθνική Ορχήστρα και τη Χορωδία της Ισπανίας, όπου

θα εμφανίζεται τόσο με την ιδιότητα του βιολιστή όσο και του μαέστρου.

Κατά τη φετινή περιοδεία του στην Ευρώπη, εμφανίζεται με τη Γιούτζα Ουάνγκ. Επιστρέφοντας στις ΗπΑ, θα δώσει μια σειρά ρεσιτάλ με τον πιανίστα Εμάνιουελ Αξ και τον τσελίστα Γιο-Γιο Μα. Επίσης, θα περιοδεύει σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή με την Κονσέρτχεμπαου υπό τον Ντάνιελ Χάρντινγκ. Στη συνέχεια θα παίξει με τη Φιλαρμονική της βιέννης, τη Συμφωνική της βαυαρικής Ραδιοφωνίας, τη Γερμανική Συμφωνική του βερολίνου, τη Φιλαρμονική της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, τη NDR του Αμβούργου, τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης και τη Φιλαρμονική της τσεχίας. Επίσης θα διευθύνει τη Συμφωνική της δανίας, τη RAI του τορίνου και την Ορχήστρα της Μιννεσότα.

Στο πρόγραμμά του περιλαμβάνεται η residency στο διεθνές Μουσικό Φεστιβάλ της τονγκγιόν στη Νότια Κορέα, όπως και ρεσιτάλ σε Ιαπωνία και

10

Κορέα, όπου θα ερμηνεύσει τις Σονάτες και παρτίτες του Μπαχ σε συνέχεια της κυκλοφορίας του εξαιρετικού δίσκου που ηχογράφησε με τον τίτλο Bach: Sei Solo (2022).

Ο Καβάκος ηχογραφεί αποκλειστικά για τη Sony Classics. Για την επέτειο των 250 χρόνων από τη γέννηση του Μπετόβεν, κυκλοφόρησε, μεταξύ άλλων, ο δίσκος με τα Κοντσέρτα για βιολί του μεγάλου συνθέτη, τα οποία ο Καβάκος ηχογράφησε με τη Συμφωνική της βαυαρικής Ραδιοφωνίας, και επανεκδόθηκε ο δίσκος του 2007 που είχε ηχογραφήσει με τον πιανίστα Ενρίκο πάτσε και περιλάμβανε όλες τις σονάτες του Μπετόβεν. Γι’ αυτή την ηχογράφηση ανακηρύχθηκε από την Echo Klassik «Μουσικός της χρονιάς».

το 2022 κυκλοφόρησε ο δίσκος Beethoven for Three: Symphonies Nos. 2 and 5, με τις δύο Συμφωνίες διασκευασμένες για τρίο, σε σύμπραξη με

τους Εμάνιουελ Αξ και Γιο-Γιο Μα. το δεύτερο άλμπουμ αυτής της σειράς, με νέες διασκευές των Συμφωνιών Μπετόβεν, θα κυκλοφορήσει σύντομα. Ο λεωνίδας Καβάκος, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα σε μουσικό περιβάλλον, δίνει κάθε χρόνο μάστερκλας βιολιού και μουσικής δωματίου, με συμμετέχοντες από όλο τον κόσμο. παίζει με το βιολί ‘Willemotte’

Stradivarius του 1734.

Αντιπροσωπεύεται διεθνώς από την Intermusica.

www.leonidaskavakos.com & www.facebook.com/leonidas.kavakos.violin

11
© MARCO BORggREVE

Αλέξανδρος Σακαρέλλος

Ο Αλέξανδρος Σακαρέλλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και, ενώ ήταν ακόμα μαθητής, διετέλεσε εξάρχων της Συμφωνικής Ορχήστρας του δήμου Αθηναίων και μέλος της ομάδας των πρώτων βιολιών της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. το 2005, έφυγε για τη Νέα Υόρκη, όπου σπούδασε στη Σχολή Μουσικής του Μανχάτταν ως υπότροφος του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής, του ΙΚΥ, αλλά και της Σχολής του Μανχάτταν. Στο διάστημα αυτό εργάστηκε στην Ορχήστρα της Μετροπόλιταν Όπερας, ενώ εμφανίστηκε μεταξύ άλλων στο Κάρνεγκι Χολ, το λίνκολν Σέντερ, το Μουσείο Μοντέρνας τέχνης και το Ίδρυμα Ωνάση. Από το 2014 είναι μέλος της Συμφωνικής Ορχήστρας του Ντητρόιτ, ενώ παράλληλα είναι κορυφαίος βιολιστής της Ορχήστρας δωματίου του Φεστιβάλ του βερμπιέ, με την οποία περιοδεύει τακτικά. Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του βερμπιέ, έχει συνεργαστεί στενά με καλλιτέχνες όπως ο λεωνίδας Καβάκος, η Μάρτα Άργκεριχ, ο Μαξίμ βενγκέροφ και ο Γκάμπορ τακάτς-Νάγκυ. παίζει με βιολιά των giuseppe gagliano (1760) και Stephan von Baehr (2020).

Ηλίας λιβιεράτος

«O βιολίστας Ηλίας λιβιεράτος είναι ένας υπέροχος μουσικός με ένα προσωπικό και βαθύ παίξιμο, γεμάτο ανυπόκριτη ποιητικότητα.» Αυτά ήταν τα λόγια του σουηδού πιανίστα και καθηγητή Staffan Scheja για τον πρώτο κορυφαίο στις βιόλες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, όταν τιμήθηκε με το σουηδικό βραβείο Jan Wallander για το 2022 στη Στοκχόλμη. το ίδιο έτος του απονεμήθηκε επίσης το βραβείο του Συλλόγου Αντονίν Ντβόρζακ στον διεθνή διαγωνισμό βιόλας Oskar Nedbal στην πράγα της τσεχίας.

Ο πρεβεζάνος μουσικός σπούδασε στο Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμπουργκ (υπότροφος Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής), στο Μόναχο και τη Στοκχόλμη, με καθηγητές όπως οι C. Poppen, K. Flieder, g. Zhislin, M. Seiler (ιστορική ερμηνεία), E. Nisbeth. παράλληλα με τις μουσικές σπουδές του, φοίτησε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών – διαδρομή που αποφάσισε να εγκαταλείψει χάριν της μουσικής. Ως σολίστ έχει συνεργαστεί με τον «θρύλο» της μπαρόκ μουσικής Ράινχαρτ Γκαίμπελ (Κοντσέρτο για τρία βιολιά του βιβάλντι) στη

Σλοβενία και με τον Γιώργο πέτρου και την Καμεράτα (6ο Βρανδεμβούργιο)

στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών σε όργανα εποχής. το 2022, ερμήνευσε ως σολίστ με την ΚΟΑ τη Συμφωνία κοντσερτάντε του Μότσαρτ (με τους Φ. Μηλιάδη και Α. Μπαλτά), εκτέλεση που ηχογραφήθηκε και βιντεοσκοπήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Στον απόηχο αυτών των διακρίσεων, προσκλήθηκε από τον σπουδαίο βιολονίστα λεωνίδα Καβάκο σε μια σειρά συνεργασιών, τον Απρίλιο του 2022 με Κουαρτέτα του Μπραμς σε φιλανθρωπική συναυλία για το μαιευτήριο της Μαριούπολης στην Ουκρανία, και τον Ιούνιο ως σολίστ στη Συμφωνία κοντσερτάντε του Μότσαρτ με τον Καβάκο σε ρόλο σολίστ και αρχιμουσικού. Κατά τη διάρκεια αυτής της συναυλίας, ο λεωνίδας Καβάκος εκφράστηκε στο κοινό με εξόχως τιμητικά λόγια για τον έλληνα μουσικό, εγκωμιάζοντάς τον ως «κεφάλαιο για την ελληνική κλασική μουσική». Η καρποφόρα αυτή συνεργασία συνεχίζεται με προγραμματισμένες συναυλίες για το 2023 και το 2024. Ο Ηλίας λιβιεράτος παίζει σε βιόλα των giuseppe, Antonio & giovanni gagliano του 1800 (χορηγία της τράπεζας Handelsbanken της Σουηδίας και έπαθλο του βραβείου Jan Wallander).

τιμόθεος Γαβριηλίδης-πέτριν

Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη σε οικογένεια μουσικών, ο τιμόθεος Γαβριηλίδης-πέτριν θεωρείται από τους κορυφαίους έλληνες μουσικούς της νέας γενιάς. Ως σολίστ έχει συμπράξει με διεθνούς φήμης ορχήστρες, όπως

η Φιλαρμονική του Ελσίνκι, η Συμφωνιέτα της ταπιόλα και η Συμφωνική

του λάχτι στη Φιλανδία, η Συμφωνική του Κάνσας, η Καμεράτα του Ισραήλ, η Φιλαρμόνια NEC (New England Conservatory) της βοστώνης. πρόσφατα

συνέπραξε ως σολίστ με τη Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τη διεύθυνση

του λεωνίδα Καβάκου.

Έχει λάβει διακρίσεις και σημαντικά βραβεία σε πολλούς διεθνείς διαγωνισμούς, όπως ο διεθνής διαγωνισμός πάουλο για τσέλο (2018) στο Ελσίνκι

της Φινλανδίας, όπου απέσπασε το δ΄ βραβείο και επιδοκιμάστηκε από τον

τύπο για τον «παθιασμένο σολιστικό χαρακτήρα», την «παλλόμενη τραγουδιστή φωνή» και την «ενδιαφέρουσα αυθεντική προσωπικότητά του» (εφημερίδα Helsingin Sanomat). το 2015 κέρδισε το α΄ βραβείο στο διαγωνισμό

Astral Artists στη Φιλαδέλφεια των ΗπΑ.

το 2021, μαζί με τους συναδέλφους του Γιόζεφ Σπάτσεκ και τζωρτζ Φου, ίδρυσε το Trio Zimbalist, ένα πιάνο τρίο το οποίο, μέσω της καλλιτεχνικής αριστείας, συνεχίζει την ιστορική κληρονομιά του θρυλικού βιολονίστα

Έφρεμ Ζίμπαλιστ. το τρίο περιοδεύει συχνά σε Ευρώπη και Αμερική, και η πρώτη δισκογραφική τους ηχογράφηση θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο

του ’23 από την εταιρεία Curtis Studio. το 2017 και 2018, ονομάστηκε Artistin-Residence στο Performance Today, το πιο αναγνωρισμένο ραδιοφωνικό

πρόγραμμα στις ΗπΑ. το 2019, έκανε το ντεμπούτο του στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης, όπου ερμήνευσε έργα για τσέλο και πιάνο του σύγχρονου συνθέτη λεονίντ Ντεσιάτνικοφ. παθιασμένα αφοσιωμένος στην μουσική δωματίου, ο τιμόθεος έχει συμπράξει με μερικούς από τους σπουδαιότερους μουσικούς της εποχής μας, όπως η πάμελα Φρανκ, η Κιμ Κασκασιάν, ο λεωνίδας Καβάκος, ο τζόναθαν Μπις, η Μίριαμ Φρηντ, ο Ιγκνάτ Σολτζενίτσιν. Συχνή είναι η παρουσία του στο Μουσικό Φεστιβάλ Μάρλμπορο, το πιο ιστορικό φεστιβάλ μουσικής δωματίου της Αμερικής.

Άρχισε τις σπουδές του στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, απ’ όπου και αποφοίτησε το 2012 (τάξη δημήτρη πάτρα). την ίδια χρονιά συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο παγκοσμίου φήμης Ινστιτούτο Μουσικής Curtis της Φιλαδέλφειας. Αποφοίτησε το 2017 από τις τάξεις των Carter Brey και Peter Wiley. τελείωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές το 2021 (τάξη του Laurence Lesser) στο New England Conservatory της βοστώνης. Υπήρξε υπότροφος του Ιδρύματος Ωνάση.

βασίλης βαρβαρέσος

Με τη σύμπραξή του με τη διεθνή Ορχήστρα της Γενεύης υπό τη διεύθυνση της λουσί λεγκαί στα δύο Κοντσέρτα για πιάνο του Μέντελσον, αρχίζει η ήδη γεμάτη σεζόν 2023-2024 του βασίλη βαρβαρέσου. Είναι προσκεκλημένος, μεταξύ άλλων, στο Φεστιβάλ Μπαρόκ της Μάλτας, το Φεστιβάλ Les Etoiles du Classique του παρισιού και το Φεστιβάλ πιάνου Θεσσαλονίκης, ενώ εμφανίζεται στην Κονσέρτχεμπαου της Ολλανδίας, το Petit Palais του παρισιού καθώς και στο Φεστιβάλ πιάνου της Σαιντ-Ουρσάν στην Ελβετία.

14

τις προηγούμενες σεζόν, ο βασίλης βαρβαρέσος συνεργάστηκε με τον Κριστόφ Έσενμπαχ και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Εμφανίστηκε στα

Φεστιβάλ της πιετρασάντα στην τοσκάνη μαζί με τον βαντίμ Ρέπιν και τον

Μπορίς Μπερεζόφσκι, στα Φεστιβάλ της Αλικαρνασσού και της Κωνσταντινούπολης, στο Φεστιβάλ Αθηνών, στα Sommets Musicaux του Γκστάαντ και στο Φεστιβάλ Σοπέν στο Νοάν της Γαλλίας.

Συνεργάζεται παράλληλα με πολλές ορχήστρες, όπως η Ορχήστρα δωματίου της Αγίας πετρούπολης, η Συμφωνική της βασιλείας, η Φιλαρμονική

τζόρτζε Ενέσκου, η Φιλαρμόνια Ορχήστρα, καθώς και οι Κρατικές Θεσσαλονίκης και Αθηνών. το 2008, εκπροσώπησε την Ελλάδα με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στην Κίνα για τους Εορτασμούς των Ολυμπιακών Αγώνων του πεκίνου.

Η αγάπη που ο βασίλης βαρβαρέσος έχει και για τη μουσική δωματίου

φαίνεται από τις συνεργασίες του: πιστός συνεργάτης με τους Γιώργο δεμερτζή, Νοέ Ινουί, Μισέλ Νταλμπερτό, ηχογραφεί δίσκους με τον δημήτρη

τηλιακό, τον Γιώργο δεμερτζή, τον Ιβάν Καρίζνα, τον Νοέ Ινουί, την Οφελί

Γκαγιάρ και τον Αλεξίς Κοσσενκό. Είναι ο Καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Μουσικής δωματίου Up to 8 της Θεσσαλονίκης.

Γνήσια εκλεκτικιστής, γράφει μουσική για σειρά ταινιών, συμπεριλαμβανομένων και των νέων αφιερωμάτων στον Μπρανκούζι και την τζούλι Μέρετου από το Ίδρυμα Checkerboard Film.

Στην ηλικία των 14 ετών, έχοντας κερδίσει τον διεθνή διαγωνισμό Young Concert Artists στη Νέα Υόρκη, εμφανίστηκε σε μερικές από τις μεγαλύτερες αίθουσες συναυλιών των ΗπΑ: Ζάνκερ Χολ του Κάρνεγκι Χολ, το Κέννεντυ Σέντερ της Ουάσινγκτον, το Έιβερυ Φίσερ Χολ και το Άλις τάλλυ Xoλ στο λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης.

Σπούδασε στη Σχολή τζούλλιαρντ καθώς και στο CNSM του παρισιού. Έχει στο ενεργητικό του εννέα δισκογραφικές δουλειές με τις εταιρείες NAVIS Classics, BIS Records, Aparté Records και Mirare Records. Ο πρώτος του δίσκος V for Valse λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές, με την εφημερίδα Le Figaro να του δίνει πέντε αστέρια.

ΕΚ δΟΣΗ ΟΜΜΑ

δΙΕΥΘΥΝΣΗ πΡΟβΟλΗΣ

& ΕπΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΛΕΝΗ ∆Ι∆ΑΣΚΑΛΟΥ | τΜΗΜΑ ΕΚ δΟΣΕΩΝ ΛΗΤΩ ΤΣΕΚΟΥΡΑ | CREATIVE DIRECTOR k2design | ΣΧΕδΙΑΣΜΟΣ ΕΝτ ΥπΟΥ ΜΑΡΙΑ ΖΑΧΑΡΙΟΥΔΑΚΗ | ΕΚ τ ΥπΩΣΗ PRinTFAiR
YπΟΣτΗΡΙΚ τΗΣ ΧΟΡΗΓΟΣ ΕπΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕπΙΣΗΜΟΣ ΧΟΡΗΓΟΣ ΑΕΡΟΜΕτΑΦΟΡΩΝ

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.
Kavakos & Friends by megaron.gr - Issuu