ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ 23–24

JOSEPH HAYDN (1732-1809)
Σονάτα για πιάνο σε ντο μείζονα, Hob. XVI/35 – Allegro
– Adagio – Finale
FRANZ SCHUBERT (1797-1828)
• Impromptu σε φα ελάσσονα, έργο 142, αρ. 1, D. 935
• Ave Maria, D. 839 (μεταγραφή: Franz Liszt)
• Moment musical σε φα ελάσσονα, έργο 94, αρ. 3, D. 780 (Impromptu hongrois)
FRANZ LISZT (1811-1886)
Csárdás obstiné, S 225/2 (διασκευή: Cyprien Katsaris)
FRÉDÉRIC CHOPIN (1810-1849)
• Βαλς σε ντο δίεση ελάσσονα, έργο 64, αρ. 2
• Φαντασία-Impromptu σε ντο δίεση ελάσσονα, έργο 66
• «Ηρωική» πολονέζ σε λα ύφεση μείζονα, έργο 53
Δ ΙΑ λ ΕΙΜΜΑ
ΝΙΚΟλ ΑΟΣ ΜΑΝτΖΑΡΟΣ (1795-1872)
Συμφωνία σε ντο μείζονα (εισαγωγές για σόλο πιάνο)
ΓΙΩΡΓΟΣ λΕΩτ ΣΑΚΟΣ (γενν. 1935)
Έξι σκίτσα για τον «Μεγάλο Μωλν», σουίτα για πιάνο
εμπνευσμένη από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Αλαίν Φουρνιέ (πρώτη παγκόσμια παρουσίαση)
– Prélude
– La fuite
– Scène dans le parc
– Danse des enfants
– Yvonne de Calais
– Postlude
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣ τΑΝτΙΝΙΔΗΣ (1903-1984)
Σονατίνα αρ. 1 πάνω σε κρητικούς λαϊκούς σκοπούς
– Allegro moderato
– Intermezzo, Andante con moto
– Rondo, Allegretto vivo
ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ πΑπΑΪΩΑΝΝΟΥ (1910-1989)
24 πρελούδια για πιάνο, ΑΚΙ 51
– πρελούδιο αρ. 4 «Χορός»: Allegretto
– πρελούδιο αρ. 7 «Αύρα»: Moderato
– πρελούδιο αρ. 8 «Ενθύμηση»: Andante
ΡΕΝΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ (1917-1994)
Les cloches, έργο 9, ΑΚΣΡΚ 53
ΦΑΙΔΡΟΣ ΚΑΒΑ λλ ΑΡΗΣ (γενν. 1950)
Μικρά κυπριακά: «Γιασεμί»
LUDWIG VAN BEETHOVEN (1770-1827)
Έξι παραλλαγές σε ρε μείζονα, έργο 76 (τούρκικο Εμβατήριο από τα Ερείπια των Αθηνών)
FRANZ LISZT
Φαντασία πάνω σε μοτίβα του Μπετόβεν από τα Ερείπια των Αθηνών, S. 122
π ΙΑΝΟ Cyprien Katsaris
Η Σονάτα για πιάνο σε ντο μείζονα του Χάυντν είναι μία από τις έξι σονάτες που εκδόθηκαν το 1780 και είναι αφιερωμένες στις δύο κόρες του Γιόζεφ Άουενμπρουγκερ, γιατρού και λιμπρετίστα, ο οποίος επινόησε την επίκρουση στο στήθος ως διαγνωστική τεχνική. πρόκειται για τις πρώτες σονάτες που έγραψε ο Χάυντν για πιάνο, γι’ αυτό και ο ερμηνευτής τους ενθαρρύνεται σε αυξομειώσεις δυναμικής που ήταν αδύνατες στο τσέμπαλο, παλαιότερα. Δεδομένου ότι προορίζονταν για να παρουσιαστούν κατ’ οίκον από ερασιτέχνες μουσικούς, οι σονάτες αυτές έχουν προσβάσιμο επίπεδο δυσκολίας και σπανίως ερμηνεύονται πια. Εξαίρεση αποτελεί η αποψινή Σονάτα, Hob. XVI/35, που με την απλότητα και τον εύθυμο χαρακτήρα της παρουσιάζεται πιο τακτικά στις αίθουσες συναυλιών.
Όλες οι Impromptus του Σούμπερτ γράφτηκαν το 1827. Θεωρούνται εμβληματικά πιανιστικά έργα του πρώιμου Ρομαντισμού, ανάμεσά τους, δε, η Impromptu σε φα ελάσσονα παραμένει η πλέον δημοφιλής. παρότι ο όρος «impromptu» κυριολεκτικά σημαίνει «αυτοσχεδιασμός», πρόκειται για έργα σχεδιασμένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια – δεν υφίστανται αυτοσχεδιασμοί από την πλευρά του ερμηνευτή. Επομένως, η ονομασία τους δηλώνει ότι χάρη στη ρέουσα υφή τους δίνουν την αίσθηση αυθόρμητου παιχνιδίσματος.
Μελωδία αγαπητή και αναγνωρίσιμη ακόμα και σε όσους δηλώνουν απαρέσκεια για την «κλασική» μουσική, το Ave Maria προέρχεται από έναν κύκλο έντεχνων τραγουδιών (1825) βασισμένων στη γερμανική μετάφραση του επικολυρικού έργου Η κυρά της λίμνης του κλασικού, βρετανού, συγγραφέα Ουόλτερ Σκοτ. το κομμάτι έχει διασκευαστεί αμέτρητες φορές και έχει μεταφερθεί σε διαφορετικά είδη μουσικής. Απόψε ακούμε τη μεταγραφή του Φραντς λιστ, η οποία δεν ξεφεύγει από το αισθητικό πλαίσιο του πρωτοτύπου.
Οι Μουσικές στιγμές είναι έξι σύντομες, δεξιοτεχνικές πιανιστικές μινιατούρες, που μαζί με τις Impromptus αποτελούν κορυφαίες στιγμές της ευρηματικής φαντασίας του Σούμπερτ. Η τρίτη Μουσική στιγμή, σε φα ελάσσονα (1823), είναι η πλέον αναγνωρίσιμη και συχνά επιλέγεται για ανκόρ στο τέλος των συναυλιών. Από τον πρώτο εκδότη της κυκλοφόρησε με το προσωνύμιο «Air russe», ωστόσο στη συνέχεια το περί εξωτισμού φαντασιακό την αναβάπτισε σε «Impromptu hongrois».
Σε ηλικία εβδομήντα τριών ετών, το 1884, ο Φραντς λιστ εξακολουθούσε να ανανεώνει τη μουσική του γλώσσα. «τσάρντας» στα ουγγρικά θα πει «ταβέρνα», είναι, επομένως, αναμενόμενη η χρήση του ουγγρικού λαϊκού στοιχείου στο κομμάτι. Ωστόσο, το ενδιαφέρον εδώ είναι ο συνδυασμός του στοιχείου αυτού με το επίμονο, έως και πριμιτιβιστικό, οστινάτο, που σχεδόν δίνει την εντύπωση κρουστού οργάνου. Ο λιστ φημιζόταν για τις αυτοσχεδιαστικές του ικανότητες και για τις μεταγραφές έργων άλλων μουσουργών. Εδώ, ο Κατσαρής τον τιμά διασκευάζοντας και ερμηνεύοντας ένα αρκετά άγνωστο έργο του κατά τον δικό του τρόπο.
ΦΡΕΝτΕΡΙΚ ΣΟπΕΝ
Βαλς σε ντο δίεση ελάσσονα
Ο Σοπέν υπήρξε περιζήτητος δάσκαλος πιάνου, ενώ ως ερμηνευτής ήταν μόνιμος θαμώνας των καλλιτεχνικών σαλονιών του παρισιού και για χρόνια συγκαταλεγόταν στους εραστές της Γεωργίας Σάνδης. Οι συνθέσεις του, παρότι δεξιοτεχνικές και ιδιαίτερα απαιτητικές, πατάνε πολύ καλά στην τεχνική του οργάνου και έχουν προσφέρει ίσως τις πλέον χαρακτηριστικές και εμβληματικές στιγμές του πιανιστικού Ρομαντισμού. το Βαλς σε ντο δίεση ελάσσονα γράφτηκε το 1847 και αφιερώθηκε στη Βαρόνη Ρότσιλντ. Δίνει την αίσθηση μιας γλυκιάς μελαγχολίας, ίσως και αναπόλησης.
Γράφτηκε το 1834 και εκδόθηκε το 1855, μετά το θάνατο του Σοπέν, παρά τη ρητή υπόδειξη του δημιουργού να μην εκδοθεί κανένα από τα έργα του που είχαν μείνει ανέκδοτα όσο ζούσε. Ο μουσικολόγος Ερνστ Όστερ θεωρεί ότι, σε βαθύτερο επίπεδο αρμονικής δομής, αυτή η Φαντασία παρουσιάζει ομοιότητες με τη Σονάτα του σεληνόφωτος του Μπετόβεν. πρόκειται για έργο πολύ αγαπητό, χάρη στον αιθέριο και ονειροπόλο χαρακτήρα του.
Για την «Ηρωική» πολονέζ, αυτή την ποιητική μινιατούρα που γράφτηκε το 1842, ο περίφημος πιανίστας Άρθουρ Ρουμπινστάιν έλεγε ότι μιλούσε στην καρδιά του. Ο Σοπέν δεν συνήθιζε να δίνει ονομασίες στα έργα του. το προσωνύμιο «Ηρωική» αποδίδεται στη Γεωργία Σάνδη, η οποία –εν όψει της γαλλικής επανάστασης «του Φεβρουαρίου», του 1848– είδε σε αυτή τη δυναμική σύνθεση το πνεύμα που θα έπρεπε να διαπνέει όλες τις επαναστάσεις.
Η ισχυρή προσωπικότητα του Μανώλη Καλομοίρη (1883-1962) είχε επισκιάσει σε τέτοιο βαθμό πρόσωπα και θεσμούς που προηγήθηκαν, ώστε, έως πρόσφατα, σχεδόν αγνοείτο η ευρύτητα και η σημασία του έργου του Επτανήσιου Νικόλαου Μάντζαρου (1795-1872), παρά τις ηρωικές, μεμονωμένες, ερευνητικές προσπάθειες. Σήμερα, ωστόσο –χάρη στην ίδρυση των τμημάτων Μουσικών Σπουδών και με ολοκληρωμένη πλέον την έρευνα του Κώστα Καρδάμη (Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, Fagotto 2015)– γνωρίζουμε ότι ο Μάντζαρος συνεισέφερε στη μουσική πολλά περισσότερα από τη σύνθεση του Εθνικού Ύμνου.
παρότι ο Καλομοίρης καθιερώθηκε ως ο ιδρυτής και ηγέτης της Εθνικής Σχολής –μιας ομάδας μουσουργών που ενσωμάτωσαν το ελληνικό παραδοσιακό μουσικό στοιχείο στην ευρωπαϊκή, έντεχνη μουσική–, ο Μάντζαρος υπήρξε ο πρώτος που την επιδίωξε, αν και με διαφορετικό τρόπο, πρωτοπορώντας στην έντεχνη μελοποίηση της ελληνικής γλώσσας. Ως ιδρυτικός και ισόβιος καλλιτεχνικός διευθυντής της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας (1840) συνέβαλε καθοριστικά στη δωρεάν διάδοση της μουσικής παιδείας και στη δημιουργία μιας γενιάς επτανήσιων μουσικών
και μουσουργών. Διαφυλάσσοντας το κύρος της κοινωνικής του θέσης ως αριστοκράτη, ουδέποτε αποδέχθηκε αμοιβή για τη διδασκαλία ή την ευρύτερη ενασχόλησή του με τη μουσική, ωστόσο κατείχε την έμμισθη θέση του γραμματέα του προέδρου της Ιονίου Γερουσίας.
Η Συμφωνία σε ντο μείζονα αποτελεί ανέκδοτη πιανιστική αναγωγή της καντάτας Ulisse agli Elisi (Ο Οδυσσέας στα Ηλύσια Πεδία, 1820). Η αναγωγή χρονολογείται μία δεκαετία αργότερα, το 1830, και το ακριβές της αντίγραφο (facsimile) δημοσιεύτηκε και σχολιάστηκε από την Καίτη Ρωμανού, το 2004, στο 4ο τεύχος του μουσικολογικού περιοδικού Πολυφωνία. Η Ρωμανού παρατηρεί ότι το έργο παρουσιάζει ομοιότητες με τις συμφωνίες του τζοακίνο Ροσσίνι –με τον οποίον ο Μάντζαρος είχε, μάλιστα, τον ίδιο δάσκαλο: τον Νικκολό τζινγκαρέλλι–, όπου μετά την αργή εισαγωγή ακολουθούν δύο θέματα που, σε αντίθεση με το κλασικό πρότυπο, δεν είναι αντιθετικά, αλλά απλώς ποικίλλουν στο ύφος. Αντιστοίχως, απουσιάζει η επεξεργασία. Επίσης το κλείσιμο παραπέμπει, χωρίς να ταυτίζεται, στο περίφημο κρεσέντο του Ροσσίνι.
ΓΙΩΡΓΟΣ λΕΩτΣΑΚΟΣ Έξι σκίτσα για τον «Μεγάλο
Ο Γιώργος λεωτσάκος είναι ο κατεξοχήν πολυγράφος μουσικοκριτικός της χώρας και φημίζεται για τις αδέσμευτες και ευθυτενείς, έως εκρηκτικές, κριτικές του. Επίσης, πολύ πριν από την ίδρυση των τμημάτων Μουσικών Σπουδών, υπήρξε σχολαστικός σκαπανέας της μουσικολογικής έρευνας, που άνοιξε το δρόμο για τη διάσωση, την ανάδειξη και την κατανόηση της έντεχνης ελληνικής μουσικής.
Έχει τοποθετηθεί δημοσίως για τη μουσική των άλλων δίχως δισταγμό∙ απέναντι στη δική του μουσική, ωστόσο, έχει σταθεί διακριτικός. Ακόμα και στην αυτοβιογραφία του, αναφέρεται εν παρόδω και ελάχιστα στον τιμητικό έπαινο που έλαβε για τα 24 Χαϊκού για φωνή και πιάνο (1961) στον περίφημο μουσικό διαγωνισμό που διοργάνωσαν, το 1962, ο Μάνος Χατζιδάκις και το Αθηναϊκό τεχνολογικό Ινστιτούτο. τότε, το πρώτο βραβείο είχαν λάβει από κοινού οι Ιάννης ξενάκης και Ανέστης λογοθέτης, το δεύτερο ο Νίκος Μαμαγκάκης, ενώ έπαινο είχε λάβει και ο Θόδωρος Αντωνίου. πλήρης κατάλογος των μουσικών έργων του Γιώργου λεωτσάκου δεν υπάρχει ούτε στο λήμμα που γράφτηκε γι’ αυτόν στο μουσικό λεξικό New Grove of Music and Musicians, παρότι υπήρξε ο βασικότερος εξ Ελλάδος συνεργάτης του.
τα Έξι σκίτσα για τον «Μεγάλο Μωλν» είναι προγενέστερα του διαγωνισμού που αναφέρθηκε πιο πάνω. Γράφτηκαν το 1959, αναθεωρήθηκαν το 2003 και απόψε τα ακούμε σε παγκόσμια πρώτη εκτέλεση. Βασίζονται στο μυθιστόρημα (1913) του Αλαίν Φουρνιέ, ο οποίος πέθανε λίγους μήνες μετά την έκδοσή του στα χαρακώματα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Στο μυθιστόρημα διαφαίνονται ρομαντικές τάσεις φυγής από τη σκληρή 7
πραγματικότητα, και αντίστοιχη, ίσως, είναι η διάθεση στην αποψινή –νεοτονικής αρμονικής προσέγγισης– πιανιστική σουίτα του αυτοβιογραφούμενου ως Ισοβίτη στο ελληνικό κάτεργο (Καστανιώτης, 2022) Γιώργου λεωτσάκου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣτΑΝτΙΝΙΔΗΣ Σονατίνα
παρά τις σημαντικές σπουδές του στη λειψία και στο Βερολίνο, μεταξύ άλλων με τον Κουρτ Βάιλ, ο Κωνσταντινίδης βιοπορίστηκε κυρίως γράφοντας οπερέτες (τουλάχιστον πενήντα), ελαφρά τραγούδια και μουσική για τις επιθεωρήσεις και τον κινηματογράφο, με το ψευδώνυμο Κώστας Γιαννίδης. Αν και διαχώριζε τις ελαφρές από τις έντεχνες δημιουργίες του, εκτιμούσε εξίσου και τα δύο είδη, αναγνωρίζοντας, βέβαια, τη διαφορετική λειτουργία τους.
το έργο του, αν και ακολουθεί το πνεύμα των εθνικών σχολών, διαχωρίζει τη θέση του από την Εθνική Σχολή του Καλομοίρη: Ο συνθέτης θεωρεί εαυτόν κληρονόμο του Μπέλα Μπάρτοκ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην έρευνα του Γιώργου Σακαλλιέρου Γιάννης Κωνσταντινίδης (19031984): Ζωή, έργο και συνθετικό ύφος (University Studio Press, 2010). Ο Κωνσταντινίδης επιλέγει να μην επεξεργάζεται θεματικά τα παραδοσιακά τραγούδια, αλλά να «αφήνει τις μελωδίες έτσι όπως τις έδωσε ο λαός». Η δική του παρέμβαση αφορά την εναρμόνιση, την ενορχήστρωση και τις υπόλοιπες διαστάσεις της μουσικής δημιουργίας, όπου το αισθητικό αποτέλεσμα, όμως, παραπέμπει περισσότερο στη γαλλική φινέτσα παρά στον Μπάρτοκ.
Η Σονατίνα αρ. 1 πάνω σε κρητικούς λαϊκούς σκοπούς γράφτηκε το 1952 και είναι αφιερωμένη στην πιανίστα Αλίκη Βατικιώτη. Ενώ για άλλα έργα του ο συνθέτης βασίστηκε στις καταγραφές του ελβετού εθνομουσικολόγου Σαμουέλ Μπω-Μποβύ, αυτό μάλλον δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση, καθώς οι καταγραφές του Μπω-Μποβύ στην Κρήτη άρχισαν ένα έτος αργότερα. Δεν μας είναι γνωστή κάποια έρευνα για τους συγκεκριμένους σκοπούς στους οποίους βασίστηκε η Πρώτη σονατίνα, ωστόσο στο πρώτο μέρος αναγνωρίζει κανείς το ριζίτικο τραγούδι «πότε θα κάνει ξαστεριά», ενώ το τρίτο μέρος ξεκινά με κοντυλιές που γυρίζουν σε πεντοζάλη (θυμίζοντας το «Μες στου Μαγιού τις μυρωδιές»). Και οι δύο αναγνωρίσιμοι σκοποί είχαν παρουσιαστεί σε φολκλορικές εκδηλώσεις στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του 1930, οπότε ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, καταγεγραμμένοι και προσβάσιμοι ή, πάντως, οικείοι στον συνθέτη. Η εν λόγω μελωδία του πεντοζάλη απαντά σε πολλές μελωδικές παραλλαγές και με διαφορετικούς στίχους, οπότε πιθανότατα ο Κωνσταντινίδης να μην είχε κατά νου την εκδοχή που αναφέρεται πιο πάνω.
παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι, ενώ στο πρώτο μέρος ερμηνεύτηκαν τα πλέον καθιερωμένα έργα του ευρωπαϊκού πιανιστικού –ρομαντικού κυρίως– ρεπερτορίου, στο δεύτερο μέρος προτείνεται μια έντεχνη ελληνική μουσική, διαφορετική από αυτήν που κυριάρχησε στον 20ό αιώνα: Κανένα έργο δεν ανήκει στην υπό τον Καλομοίρη Εθνική Σχολή, που μεσουράνησε έως το 1962, ή στη μουσική πρωτοπορία της εποχής του Ψυχρού πολέμου. παρότι ο Γιάννης Ανδρέου παπαϊωάννου υπήρξε ο κατεξοχήν υπέρμαχος της πρωτοποριακής ή «σύγχρονης» –όπως λεγόταν τότε– μουσικής, τα 24 πρελούδια ανήκουν στην πρώιμη, «ιμπρεσιονιστική» του περίοδο (Για μια συνολική εικόνα του έργο του, βλέπε το συλλογικό έργο Γιάννης Α. Παπαϊωάννου. Ο συνθέτης, ο δάσκαλος. Αναζήτηση και πρωτοπορία, Μουσείο Μπενάκη, 2004).
Στα 24 πρελούδια, που γράφτηκαν την περίοδο 1938-1939, διακρίνει κανείς ιμπρεσιονιστικά στοιχεία, όπως η αμφίσημη έως αποδυναμωμένη τονική λειτουργία, συγχορδίες χωρίς σαφές τονικό κέντρο, και κλίμακες πεντατονικές, οκτατονικές και ολοτονικές. το 4ο πρελούδιο, ο «Χορός», είναι ζωηρός σαν παιδικό παιχνίδισμα, χτισμένο σε ένα οστινάτο. το 7ο πρελούδιο, η «Αύρα», έχει συνεχή, αιθέρια και αρκετά μυστηριώδη ροή, ανακαλώντας στιγμιαία το λαμπύρισμα του ήλιου πάνω στις δροσοσταλίδες του πρωινού. τέλος, το 8ο πρελούδιο, η «Ενθύμηση», θυμίζει ρομαντικό χορό που τον διακόπτει το ξαναζωντάνεμα κάποιων αναμνήσεων.
Είναι γνωστή η παραγνώριση της γυναικείας συνεισφοράς στη μουσική δημιουργία, αφού οι γυναίκες, ανεξαρτήτως ταλέντου, δεν προορίζονταν για τον δημόσιο βίο, αλλά για τον οικογενειακό. περισσότερο αποδεκτός, με πολλούς ωστόσο περιορισμούς, ήταν ο ρόλος της γυναίκας ως ερμηνεύτριας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η αδερφή του Μότσαρτ, η ταλαντούχα πιανίστα Νάνερλ, που διέκοψε τις δημόσιες συναυλίες της όταν παντρεύτηκε. παρότι στην εποχή της Κυριακού δεν ίσχυαν οι περιορισμοί της εποχής της Νάνερλ, οι συνθέσεις της δεν θα είχαν πιθανότατα ούτε ακουστεί ούτε εκδοθεί, αν δεν τις είχε ερμηνεύσει η ίδια ως πιανίστα διεθνούς καριέρας. Κι ίσως σήμερα να την είχαμε ξεχάσει, αν κάποιες άλλες γυναίκες, όπως
η Έφη Αγραφιώτη και η Χριστίνα Γιαννέλου, δεν είχαν διατηρήσει ζωντανή τη μνήμη της και δεν είχαν διασώσει το έργο της (Χριστίνα Γιαννέλου, Ρένα Κυριακού: οι συνθέσεις της, ιστορική έρευνα και θεματικός κατάλογος, διδ. διατριβή, ΕΚπΑ 2014).
Η Κυριακού έγραψε τις Καμπάνες (Les cloches) το 1935, σε ηλικία μόλις δεκαοκτώ ετών, ήδη αναγνωρισμένη και βραβευμένη ως παιδί-θαύμα για τις εξαιρετικές πιανιστικές της δεξιότητες. Όπως παρατηρεί η Γιαννέλου, το έργο βασίζεται σε διαστήματα πέμπτης που, με παραλλαγές, δίνουν την εντύπωση καμπάνων που χτυπούν – κατά τα λεγόμενα προσώπων του οικογενειακού περιβάλλοντος της συνθέτριας, οι καμπάνες «περιγράφουν» τη μητέρα της συνθέτριας, μια γυναίκα ήρεμη και ταυτόχρονα ιδιαίτερα δυναμική και ανεξάρτητη. Η Κυριακού έπαιζε συχνά αυτό το κομμάτι, ως ανκόρ, στο τέλος των συναυλιών της.
Ο κύπριος μουσουργός και εθνομουσικολόγος Φαίδρος Καβαλλάρης σπούδασε στη Γαλλία και στις ΗπΑ, και έχει ερευνήσει τη μουσική της Κίνας, της Ινδίας και της Ιαπωνίας. πέρσι, στην Κύπρο, εορτάστηκαν τα 50 χρόνια της προσφοράς του στη μουσική. το «Γιασεμί» είναι ένα παραδοσιακό κυπριακό ερωτικό τραγούδι, που το μετέγραψε για πιάνο το 2000. Ο Καβαλλάρης επέλεξε να διατηρήσει αυτούσια τη μελωδική του γραμμή, όπως την είχε καταγράψει και διασώσει ο πρωτοψάλτης Θεόδουλος Καλλίνικος (Κυπριακή λαϊκή μούσα, Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, 1951).
λΟΥΝτΒΙΧ ΒΑΝ
Συχνά, αυτές οι έξι παραλλαγές (1809)
αναφέρονται ως «παραλλαγές πάνω στο τούρκικο Εμβατήριο από τη θεατρική παράσταση Τα ερείπια των Αθηνών (1811)», στην πραγματικότητα, ωστόσο, η σύνθεσή τους προηγήθηκε της σκηνικής μουσικής κατά δύο έτη. Στην ευρωπαϊκή μουσική της εποχής ο όρος «τούρκικος» ή «alla turca» αναφερόταν σε κομμάτια με ζωηρό ρυθμό, ενίοτε και με χρήση κρουστών, τα
οποία κατά το στερεότυπο παρέπεμπαν στον ήχο της οθωμανικής στρατιωτικής μπάντας.
Στο βασικό θέμα, τα σφορζάντι παρουσιάζουν με σατιρική υπερβολή το ισχυρό χτύπημα που δίνει ρυθμό στο βηματισμό. Ακολουθούν διαδοχικά οι έξι παραλλαγές: με τα γοργά ανάλαφρα δέκατα έκτα, τους σχεδόν κωμικούς αντιχρονισμούς, τα χορευτικά 6/8, τον μικτό χαρακτήρα πηδηχτού βηματισμού και ροής, τα ονειροπόλα αρπέζ, την τελευταία, αισιόδοξα θριαμβευτική, παραλλαγή και το κλείσιμο με την επαναφορά του αρχικού θέματος.
ΦΡΑΝτΣ λΙΣτ
Φαντασία πάνω σε μοτίβα
του Μπετόβεν από
τα Ερείπια των Αθηνών, όπως είπαμε, γράφτηκαν το 1811 για τα εγκαίνια του νέου θεάτρου της πέστης, η οποία μετέπειτα ενώθηκε με τη Βούδα. Στο έργο, η θεά Αθηνά ξυπνά μετά από χιλιάδες χρόνια και διαπιστώνει ότι οι Έλληνες είναι σκλαβωμένοι στους Οθωμανούς. Μέσα από τα κωμικοτραγικά συμβάντα που εκτυλίσσονται επί σκηνής, η θεά δοξάζει, εντέλει, τον Αυτοκράτορα της Αυστροουγγαρίας ως νέο προστάτη των επιστημών και των τεχνών. Η πλοκή κινείται στο πλαίσιο της πολιτικής προπαγάνδας της εποχής, ενώ σε αισθητικό επίπεδο δίνει αφορμή για αξιοποίηση του εξωτικού και του μυθικού στοιχείου. Από το έργο του Μπετόβεν ο λιστ επιλέγει τρία κομμάτια για να τα επεξεργαστεί στη Φαντασία του: το ζωηρό τούρκικο Εμβατήριο, που προηγείται στην αποψινή συναυλία, τον μυστηριώδη και μυστικιστικό Χορό των Δερβίσηδων, και τη φανφάρα «Στολίστε τους βωμούς». Με τα δύο πρώτα μοτίβα ο λιστ είχε ξανασχοληθεί, το 1846, στο Καπρίτσιο αλά τούρκα πάνω σε μοτίβο του Μπετόβεν, S. 388. Η αποψινή Φαντασία, S.122 είναι έργο του 1852.
πΑΡΙΣ ΚΩΝΣ τΑΝτΙΝΙΔΗΣ
O παγκοσμίου φήμης πιανίστας και συνθέτης Συπριέν (Κυπριανός) Κατσαρής γεννήθηκε στη Μασσαλία. Έχει συμπράξει με κορυφαία σύνολα: Φιλαρμονική του Βερολίνου, Στάατσκαπελλε της Δρέσδης, Κονσέρτχεμπαου του Άμστερνταμ, Γκεβάντχαους της λειψίας, Φιλαρμόνια του λονδίνου, Ορχήστρα της Φιλαδέλφειας, Συμφωνική NHK του τόκιο, Φιλαρμονική της Μόσχας, του Κλήβελαντ, της Ουάσινγκτον, του Ντητρόιτ, του Μοντρεάλ, του τορόντο κ.ά., και έχει συνεργαστεί με διάσημους αρχιμουσικούς: λέοναρντ Μπέρνσταϊν, Κουρτ Μαζούρ, Γιουτζίν Όρμαντυ, Μιουν Βουν τσουνγκ, σερ Σάιμον Ρατλ, Μστσλαφ Ροστροπόβιτς, Σαρλ Ντυτουά, Νικολάους Αρνονκούρ, Κριστόφ φον Ντόνανι, Κεντ Ναγκάνο κ.ά.
Νικητής, μεταξύ άλλων, του διαγωνισμού Cziffra (Βερσαλλίες) και «Βασίλισσα Ελισάβετ» (Βέλγιο) έχει συνεργαστεί με τις πιο μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες: Teldec, Sony Classical, Deutsche Grammophon, EMI, BMGRCA, Decca, Pavane κ.ά. το 2001 ίδρυσε την προσωπική του δισκογραφική, Piano 21. το μουσικό περιοδικό Diapason τον περιλαμβάνει στη λίστα με τους καλύτερους πιανίστες του κόσμου.
Από το 1977 έως το 2007 διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ του Έχτερναχ στο λουξεμβούργο. το 1992 η ιαπωνική τηλεόραση NHK TV του αφιέρωσε σειρά εκπομπών. Έχει εμφανιστεί επανειλημμένα στη μεγάλη αίθουσα του Κάρνεγκι Χολ. Υπήρξε ο πρώτος πιανίστας που έδωσε masterclasses (2006) στο σπίτι του λιστ στη Βαϊμάρη. το 2008, στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του πεκίνου, εμφανίστηκε ύστερα από ειδική πρόσκληση στο Εθνικό Θέατρο παραστατικών τεχνών του πεκίνου, συμπράττοντας με τη Συμφωνική του πεκίνου και με άλλους εννέα επίλεκτους πιανίστες απ’ όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και με τον λανγκ λανγκ, σε ένα κοντσέρτο για δέκα πιάνα, γραμμένο ειδικά γι’ αυτή την ιστορική συναυλία.
Η συνεργασία του με τον Μίκη Θεοδωράκη άρχισε το 1978, στο παρίσι, και συνεχίστηκε το 1980, στην ηχογράφηση CD μαζί με την Ορχήστρα της Ραδιοτηλεόρασης του λουξεμβούργου. το 2017 ο Κυπριανός Κατσαρής ηχογράφησε και εξέδωσε τη σύνθεσή του για πιάνο Grand Fantasy on Zorba (Piano 21), βασισμένη στο γνωστό έργο του Θεοδωράκη. τον Δεκέμβριο του 2018 έλαβε μέρος στην επίσημη τελετή λήξης του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου στην Κίνα, μαζί με διεθνούς φήμης αστέρες του κινηματογράφου: Ζυλιέτ Μπυνός, τζόννυ Ντεπ, Ιζαμπέλ Υππέρ κ.ά. το πλούσιο δισκογραφικό του έργο εμπλουτίστηκε τη χρονική περίοδο 2020-2023 με ένα άλμπουμ αφιερωμένο στον Μπετόβεν, Beethoven: A Chronological Odyssey, ένα CD με έργα Σούμπερτ, δύο CD με έργα γάλλων συνθετών, δύο για τα εκατόχρονα από το θάνατο του Σαιν-Σανς, δύο με έργα ελλήνων συνθετών για τη δισκογραφική Melism, καθώς και δύο CD με διασκευές του Μπιζέ για σόλο πιάνο πάνω στην όπερα Ντον Τζοβάννι του Μότσαρτ κ.ά. Έχει λάβει πολλές τιμητικές διακρίσεις: Ιππότης τιμής του Καμερούν (1975), Καλλιτέχνης της UΝΕSCO για την Ειρήνη (1997), Ιππότης των Γραμμάτων και των τεχνών (Γαλλία, 2000), Μετάλλιο Βερμέιγ της πόλης του παρισιού (2001), Διοικητής του τάγματος της Αξίας του Μεγάλου Δουκάτου του λουξεμβούργου (2009), Αριστείο Γραμμάτων, τεχνών και Επιστημών από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη (2016) κ.ά. τον φετινό Δεκέμβριο πραγματοποίησε την 38η περιοδεία του στην Ιαπωνία, ενώ μέσα στους επόμενους μήνες περιοδεύει για 16η φορά στην Κίνα!
ΜΙΑ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΜΕ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΑ
ΕΡΓΑ ΜΟΤΣΑΡΤ