
8
8
Κύκλος συναυλιών παλαιάς μουσικής αφιερωμένων σε γυναίκες που άφησαν το αποτύπωμά τους στη μουσική δημιουργία
Θεόδωρος Κίτσος
16.02.23
EX FEMINA Ι
IsAbEll A d’EstE 23.02.23
EX FEMINA ΙΙ
IsAbEll A lEoNArdA
14
09.03.23
EX FEMINA ΙΙΙ bArbAr A strozzI
Η Ιζαμπέλλα ντ’ Έστε, κόρη του Έρκολε Α΄ ντ’ Έστε, δούκα της Φερράρας, καταγόταν από μια πολύ παλιά, πανίσχυρη δυναστεία της Ιταλίας. Μεγάλωσε στην Αυλή του πατέρα της και ανατράφηκε με πραγματικά ουμανιστική παιδεία. Εγκαταστάθηκε στη Μάντοβα το 1490, όταν παντρεύτηκε τον Φραντσέσκο Γκοντσάγκα [Francesco Gonzaga], και έζησε ως μαρκησία για 49 χρόνια. Από τις πιο ξεχωριστές γυναίκες της εποχής της, συλλέκτρια, προστάτιδα των τεχνών και παράλληλα προικισμένη ηγεμόνας, έμεινε στην Ιστορία για τη συλλογή πινάκων στο περίφημο στουντιόλο της. Υπήρξε από τις λιγοστές εκπροσώπους του φύλου της που είχε τη γνώση, την ευφυΐα, την οικονομική επιφάνεια και τα πολιτικά μέσα για να επιβιώσει και να καθιερωθεί στην τότε ανδροκρατούμενη κοινωνία. Ήρθε σε επαφή με σπουδαίους ουμανιστές, ποιητές και καλλιτέχνες: λουντοβίκο Αριόστο, πιέτρο Μπέμπο, Μπαλντασσάρε Καστιλιόνε, Αντρέα Μαντένια, λεονάρντο ντα Βίντσι, Μικελάντζελο, τιτσιάνο και άλλους. Η ιδιαίτερη προσωπικότητά της διατηρείται «ζωντανή», χάρη στην πλούσια αλληλογραφία της που διασώθηκε. της άρεσε να σχεδιάζει τα φορέματά της, να δημιουργεί τα αρώματά της, χόρευε και
έπαιζε λαούτο. λάτρευε την αρχαία τέχνη, αλλά παράλληλα υποστήριζε με
πάθος την καλλιτεχνική παραγωγή της εποχής της. Ο γάμος του αδελφού της, Αλφόνσο ντ’ Έστε, με τη λουκρητία Βοργία, το 1502, έφερε για πρώτη φορά τις δύο γυναίκες σε επαφή και πυροδότησε τον μεταξύ τους ανταγωνισμό ως προς τις τέχνες, την ενδυμασία, τα κοσμήματα, το στιλ, κυρίως, δε, ως προς τη μουσική και τους μουσικούς της Αυλής τους.
Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά
πΑ λ ΑΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ
ΜΕΣΟΦΩΝΟΣ
Θεοδώρα Μπάκα
ΒΙΟ λ Α Ν τ Α ΓΚΑΜ π Α
Ηλέκτρα Μηλιάδου
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΑΚΟ λ ΑΟΥ τ Ο ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΑΚΗ ΚΙΘΑΡΑ
Ε π Ε ξ ΕΡΓΑΣΙΑ π ΡΟΒΟ λ ΩΝ , Σ χ Ε δ ΙΑΣΜΟΣ ΦΩ τ ΙΣΜΟΥ
bArtoloMEo troMboNCINo (περ. 1470 - περ. 1535)
«sú, sú leva, alza le ciglia» [πηγές: 8, 9, 10]
Fr ANCEsCo sPINACINo (περίοδος ακμής 1507) recercare [13]
bArtoloMEo troMboNCINo
«Che debb'io far?» [3, 6, 11, 18]
MArCHE tto CAr A (περ. 1465 - περ. 1525) «Non è tempo d’aspettare» [1, 11]
bArtoloMEo troMboNCINo/ MArCHE tto CAr A «deh si, deh no, deh si» [1, 11]
MArCHE tto CAr A o mia cieca e dura sorte [17]
MArCHE tto CAr A
«Io non compro più speranza» [1, 11]
JUAN AMbrosIo dAlz A (περίοδος ακμής 1508) Pavana alla ferrarese – satlarello – Piva [14]
MArCHE tto CAr A
«Ho che aiuto, o che conforto!» [7, 15]
bArtoloMEo troMboNCINo
«Non val aqua al mio gran fuoco» [1, 12]
δΙΑ λ ΕΙΜΜΑ
bArtoloMEo troMboNCINo
«Poi che volse la mia stella» [2, 11, 14]
MArCHE tto CAr A
«Pieta cara signora» [1, 11]
Fr ANCEsCo sPINACINo recercare [13]
bArtoloMEo troMboNCINo
«zefiro spira e ’l bel tempo rimena» [4, 11]
MArCHE tto CAr A
«Hor vendut’hor la speranza» [1, 11]
PIE tro PAolo borroNo (περ. 1490 - περ. 1563) Pavana «l a desperata» – saltarello – saltarello «l a Mantuanella» –tocha tocha la canella – thochata [16]
JUAN AMbrosIo dAlz A recercar [14]
MArCHE tto CAr A
«o mia cieca e dura sorte» [1, 11, 17]
bArtoloMEo troMboNCINo «ostinato vo’ seguire» [5, 11]
πΗΓΕΣ
τέσσερις φωνές: 1 Frottole, libro primo (Venezia: o. Petrucci, 1504) | 2 Frottole, libro tertio (Venezia: o. Petrucci, 1505) | 3 Frottole, libro septimo (Venezia: Ο. Petrucci, 1507) |4 Frottole, libro octavo (Venezia: o. Petrucci, 1507) | 5 Frottole, libro nono (Venezia: o. Petrucci, 1509) | 6 Canzoni nove con alcune scelte de varii libri di canto (roma: A. Antico, 1510) | 7 Canzoni sonetti strambotti et frottole, libro tertio (roma: A. Antico, 1517) | 8 Canzoni sonetti strambotti et frottole, libro quarto (roma: A. Antico, 1517) | 9 Fioretti di frottole barzelette capitoli strambotti e sonetti, libro secondo (Napoli: G.A. de Caneto, 1519) | 10 I-Vnm Mss It.Cl.IV, 1795-8 [c.1520].
Φωνή και λαούτο: 11 F. bossinenssis, tenori e contrabassi intabulati col sopran in canto figurato per cantar e sonar col lauto, libro primo (Venezia: o. Petrucci, 1509) |12 F. bossinenssis, tenori e contrabassi intabulati col sopran in canto figurato per cantar e sonar col lauto, libro secundo (Fossombrone: o. Petrucci, 1511).
Σόλο όργανο: 13 F. spinacino, Intabulatura de lauto, libro primo (Venezia: o. Petrucci, 1507) | 14 J.A. dalza, Intabulatura de lauto, libro quarto (Venezia: o. Petrucci, 1508) | 15 Frottole intabulate da sonare organi (roma: Α. Antico, 1517) | 16 Intabolatura de leuto de diversi autori (Milano: G.A. Casteliono, 1536) | 17 Us -Cn Case Ms VM C. 25 (Capirola Manuscript) [c.1520] |18 d -Mbs Mus.ms 267 [c.1540].
το 1501 ο o ttaviano Petrucci εκδίδει την πρώτη ανθολογία πολυφωνικής μουσικής (Harmoniche musiches odecaton), εγκαινιάζοντας έναν νέο τρόπο αναπαραγωγής και διάδοσης του μουσικού υλικού, με τεράστιες και μακροχρόνιες επιπτώσεις στη μουσική δημιουργία και πράξη. Από τους 61 τόμους που εξέδωσε στα χρόνια της τυπογραφικής του δραστηριότητας, αρχικά στη Βενετία και στη συνέχεια στη γενέτειρά του, Φοσσομπρόνε, οι δεκατρείς είναι αφιερωμένοι στη frottola, είδος κοσμικού πολυφωνικού τραγουδιού που άνθησε στα τέλη του 15ου αιώνα και στις αρχές του 16ου στο βορειοανατολικό τμήμα της Ιταλικής χερσονήσου. προερχόμενος από το λατινικό frocta, που αναφέρεται στην ακολουθία παρόμοιων ή ξένων μεταξύ τους νοημάτων, ο όρος «φρότολα» χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την ποιητική φόρμα της barzelletta και, κυρίως, τις διάφορες ποιητικές φόρμες (strambotto, oda, capitolo, sonetto, villotta κ.ά.) που μελοποιούνται, με την ποιητική φόρμα να καθορίζει κάθε φορά τη μουσική φόρμα.
Σε μια εποχή που στην Ιταλική χερσόνησο κυριαρχούν το chanson και η Γαλλοφλαμανδική Σχολή, η ανάδυση της φρότολας οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην προτίμηση που έδειξε για το συγκεκριμένο είδος τραγουδιού η επιφανέστερη ίσως γυναίκα της Ιταλικής Αναγέννησης, η Μαρκησία της Μάντοβας, Ιζαμπέλλα ντ’ Έστε. Γόνος της κραταιής οικογένειας των Έστε, η Ιζαμπέλλα εκπαιδεύτηκε στη μουσική και στο χορό και, σε αντίθεση με τις γυναίκες της εποχής της, η ενασχόλησή της με τις τέχνες κάθε άλλο παρά επιφανειακή ήταν: Υπήρξε η μεγαλύτερη μαικήνας τους, θέτοντας τις βάσεις για το μοντέλο του ηγεμόνα-προστάτη των τεχνών που ακολούθησαν αργότερα μονάρχες όπως ο Φίλιππος δ΄ της Ισπανίας ή ο λουδοβίκος Ιδ΄ της Γαλλίας. Οι μεγαλύτερες προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών φιλοξενήθηκαν στην Αυλή της, με τον λουντοβίκο Αριόστο να τη χαρακτηρίζει «ελεύθερη και μεγαλόψυχη» στον Μαινόμενο Ορλάνδο, τον Ματτέο Μπαντέλλο [Matteo bandello] να τη θεωρεί «υπερέχουσα μεταξύ των γυναικών» και τον Νικολό ντα Κορρέτζο [Niccolò da Correggio]
να την αποκαλεί «πρώτη κυρία του κόσμου».
Η Ιζαμπέλλα απολάμβανε την ποίηση με μουσική συνοδεία. πέρα από τα ποιήματα που «δανειζόταν» το ρεπερτόριο της φρότολας, η Ντ’ Έστε ανέθετε σε ποιητές τη συγγραφή νέων στίχων, για να μελοποιηθούν από ιταλούς μουσικούς της Αυλής της, ενισχύοντας έτσι την ιταλική καλλιτεχνική δημιουργία.
Ανάμεσα στους ποιητές της Αυλής της ξεχωρίζουν ο Σεραφίνο ντελ’ Άκουιλα [serafino dell'Aquila], που απήγγελλε ή τραγουδούσε την ποίησή του παίζοντας λαούτο, και ο Γκαλεόττο ντελ Καρρέττο [Galeotto del Carretto].
δυστυχώς, στο μεγαλύτερο μέρος του ρεπερτορίου της φρότολας δεν γνωρίζουμε ποια ποιήματα αντιστοιχούν σε ποιους ποιητές, καθώς –κατά τη συνήθεια της εποχής– τα ονόματά τους δεν αναφέρονταν στις μουσικές πηγές. Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να γίνει διασταύρωση με άλλες πηγές, όπως στα «Che debb’io far?» και «zefiro spira e ’l bel tempo rimena» του πετράρχη (Rerum vulgarium fragmenta).
Από τους μουσικούς που δημιούργησαν στην Αυλή της Ιζαμπέλλας, οι
πλέον δημοφιλείς (σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής αλλά και από τον αριθμό των έργων τους που συμπεριλαμβάνονται στις πηγές) ήταν ο
Μπαρτολομέο τρομποντσίνο [bartolomeo tromboncino] και ο Μαρκέττο Κάρα [Marchetto Cara]. πέρα από τη σύνθεση μουσικής, στα καθήκοντά
τους περιλαμβανόταν η διδασκαλία, το τραγούδι και η συνοδεία με το λαούτο, στο οποίο θεωρούνταν δεξιοτέχνες (όπως και η Ιζαμπέλλα, άλλωστε). Η μαρκησία έτρεφε μεγάλη εκτίμηση γι’ αυτούς∙ μάλιστα, έφτασε στο σημείο να δώσει χάρη στον τρομποντσίνο για τη δολοφονία της άπιστης συζύγου του.
Στις εκδόσεις του πετρούτσι (και μεταγενέστερων τυπογράφων που τον μιμήθηκαν, όπως ο Andrea Antico) οι φρότολες παραδίδονται σε διάφορες
μορφές: ως τετράφωνα πολυφωνικά τραγούδια με το ποιητικό κείμενο να
καταγράφεται μόνο στην ψηλότερη φωνή, ως σόλο τραγούδια με συνοδεία
λαούτου σε ταμπλατούρα, ενώ αρκετά συχνά συναντάμε και διανθισμένες
εκδοχές για σόλο πληκτροφόρο ή λαούτο. Η ποικιλία αυτή επιβεβαιώνει το
γεγονός ότι τα μουσικά έργα της εποχής, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουμε σήμερα, υφίσταντο επεξεργασία και προσαρμόζονταν στις εκάστοτε συνθήκες, στη διάθεση και την προσωπικότητα των μουσικών, ενώ το μουσικό κείμενο λειτουργούσε περισσότερο καθοδηγώντας τον ερμηνευτή παρά αποτυπώνοντας διεξοδικά το έργο. Η έννοια της επεξεργασίας του μουσικού υλικού, και γενικότερα της ανακύκλωσής του, γίνεται εμφανής και στη συχνή χρήση γνωστών επωδών όπως, για παράδειγμα, η επεξεργασμένη
αναφορά του «Che fa la ramacina?» του λουαζέ Κομπέρ [loyset Compère]
στο «Poi che volse la mia stella» του τρομποντσίνο.
λαμβάνοντας υπόψη τον ομοφωνικό χαρακτήρα που πολύ συχνά έχουν οι φρότολες, τη δυσκολία στην τοποθέτηση του ποιητικού κειμένου στις περίτεχνες μελωδικές γραμμές των χαμηλότερων φωνών και, κυρίως, τον ουμανιστικό τρόπο σκέψης της Αναγέννησης –που προκρίνει την επιστροφή
στην απλότητα της αρχαίας μουσικής με τη χρήση μιας σόλο φωνής, φορέα της έννοιας των λέξεων και των παθών που βρίσκονται πίσω από αυτές– η
προσέγγισή τους ως σόλο τραγούδια με τη συνοδεία ενός (τουλάχιστον)
οργάνου μοιάζει πιο λογική. Μέσα από το σόλο τραγούδι, άλλωστε, αναβίωνε η εικόνα αρχαίων θεοτήτων και ποιητών που συνόδευαν τη μουσική τους απαγγελία με μια λύρα ή κιθάρα, ενώ ταυτόχρονα γινόταν μια προσπάθεια ανάκλησης θαυματουργών ιδιοτήτων, όπως του Ορφέα που με τη μουσική του τιθάσευε τη φύση. Ο Μπαλτασσάρε Καστιλιόνε [baldassare Castiglione], στο Εγχειρίδιο του καλού αυλικού [Il cortegiano, 1528] που περιγράφει την αυλική ζωή την περίοδο της Αναγέννησης, είναι σαφής:
«Όμορφη μουσική […] είναι το επιδέξιο τραγούδι με αυτοπεποίθηση και περίτεχνο λογοτεχνικό ύφος∙ αλλά ακόμη καλύτερο είναι το [σόλο] τραγούδι με viola [ο όρος μπορεί να αναφέρεται τόσο σε νυκτά όσο και σε τοξωτά έγχορδα – viola da mano είτε viola d’arco], διότι όλη η γλυκύτητα βρίσκεται στη σόλο φωνή και γιατί, με μεγαλύτερη προσοχή, παρατηρούμε και παρακολουθούμε το περίτεχνο ύφος και τη μελωδία, χωρίς να απασχολούνται τα αυτιά με περισσότερες από μία φωνές […]. Αλλά, προπάντων, θεωρώ πιο θαυμαστή την τραγουδιστή απαγγελία με viola αυτός ο τρόπος τραγουδιού προσθέτει ιδιαίτερη χάρη και δύναμη στο λόγο, κάτι το οποίο είναι θαυμάσιο».
ΘΕΟδΩΡΟΣ ΚΙτ ΣΟΣ
Με αφετηρία το πρόσωπο και το μουσικό έργο της μοναχής Ιζαμπέλλας
λεονάρντα, η εισήγηση φέρνει στο προσκήνιο τις γυναικείες φυσιογνωμίες που συνδέθηκαν με τη μουσική δημιουργία διατρέχοντας ένα χρονικό
διάστημα περίπου δύο αιώνων: από την πατρωνία της Ιζαμπέλλας ντ’ Έστε, στις αρχές του 16ου αιώνα, μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα, όταν η γυναικεία
παρουσία έχει πλέον καθιερωθεί στην οπερατική σκηνή. Η εισήγηση εστιάζεται στις κοινωνικές συνθήκες στις οποίες μια γυναίκα με μουσικό ταλέντο θα είχε τη δυνατότητα να δραστηριοποιηθεί, αγγίζοντας μερικές από τις πτυχές του πολυδιάστατου «γυναικείου ζητήματος» κατά την περίοδο της Αναγέννησης και του πρώιμου Μπαρόκ. Υπήρχαν πράγματι γυναίκες
μουσικοί και ποιες μπορεί να ήταν οι δημιουργικές τους διέξοδοι; Είχαν πρόσβαση στη μουσική εκπαίδευση; Σε ποια περιβάλλοντα κινούνταν και πώς αντιμετωπίζονταν από την οικογένεια και την κοινωνία; Μπορούσε μια γυναίκα –και μάλιστα, μια μοναχή σαν τη λεονάρντα– να διαπρέψει σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο; Μέσα από τεκμήρια της εποχής (κείμενα, αλληλογραφία, μουσικές εκδόσεις και εποπτικό υλικό) η παρουσίαση προσεγγίζει τα ερωτήματα αυτά, για να φωτίσει τη σχέση της γυναίκας με τη μουσική δημιουργία κατά την πρώιμη νεότερη ευρωπαϊκή περίοδο, στο πλαίσιο του ευρύτερου διαλόγου για το ρόλο που οι γυναίκες δημιουργοί διαδραμάτισαν στην ιστορία της τέχνης.
Εισαγωγική ομιλία
Βασιλική Κουτσοµπίνα
Μ π ΑΡΟΚ ΒΙΟ λ Ι
Μ π ΑΡΟΚ ΒΙΟ λ Ι Natalie Carducci
ΜΕΣΟΦΩΝΟΣ (ΦΙ λ ΙΚΗ ΣΥΜΜΕ τ Ο χ Η)
IsAbEll A lEoNArdA (1620-1704)
sonata quinta
[ Adagio – Prestissimo – Adagio – Presto – 3/2 – Adagio – Presto –Adagio – Presto – 3/2 ]
από τις Sonate a 1, 2, 3, e 4 istromenti, έργο 16 (bologna: P.-M. Monti, 1693)
MAUrIzIo CA zz AtI (1616-1678)
l’orsa corrente italiana con varie partite à trè
από το έργο Varii, e diversi capricci per camera…, έργο 50 (bologna: χ.ό., 1669)
IsAbEll A lEoNArdA
sonata undecima
[ 6/4 – Allegro – 12/8 – Adagio – Allegro ]
από τις Sonate a 1, 2, 3, e 4 istromenti, έργο 16 (bologna: P.-M. Monti, 1693)
IsAbEll A lEoNArdA
sonata duodecima
[ Adagio – Allegro e presto – Vivace e largo – spiritoso – 4/4 –
Aria: allegro – Veloce ]
από τις Sonate a 1, 2, 3, e 4 istromenti, έργο 16 (bologna: P.-M. Monti, 1693)
ΗEINrICH ΙGNA z Fr ANz bIbEr (1644-1704)
Σονάτα αρ. 1: Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου (rosenkranz-sonaten) [ Praeludium – Aria allegro – Finale ]
d -Mbs Mus. Ms4123 [περ. 1678]
IsAbEll A lEoNArdA
Μοτέτο «Quam dulcis es»
από τα Motetti a 1, 2, 3 voci con violini e senza, έργο 13 (bologna: G. Monti, 1687)
doMENICo GAbrIEllI (1651-1690)
balletto primo [ Allegro – Corrente: allegro ]
από τα balletti: gighe, correnti, allemande e sarabande, έργο 1 (bologna: G. Monti, 1684
doMENICo GAbrIEllI
balletto duodecimo alla Francese [ Presto – sarabanda: Αllegro ]
από τα balletti: gighe, correnti, allemande e sarabande, έργο 1 (bologna: G. Monti, 1684)
IsAbEll A lEoNArdA
sonata nona [ Presto – l argo – 4/4 – Prestissimo ]
από τις Sonate a 1, 2, 3, e 4 istromenti, έργο 16 (bologna: P.-M. Monti, 1693)
Αν και από την Ιζαμπέλλα λεονάρντα παραδίδεται ένας αξιομνημόνευτος, για τα δεδομένα της εποχής της, αριθμός συνθέσεων (περίπου 200 έργα της εκτυπώθηκαν, στη συντριπτική τους πλειονότητα σε προσωπικές συλλογές), λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή της. Η εισαγωγή της στο Collegio di sant’orsola (Μονή Ουρσουλίνων) της Νοβάρας, στα δεκαέξι της, και ο μοναστηριακός βίος της δεν επέτρεψαν τη διάδοση του ονόματος και του έργου της πέρα από τα όρια της πόλης. Άλλωστε, όπως και η ίδια ανέφερε σε κάποια αφιέρωση, δεν έγραψε μουσική για να κερδίσει
εγκόσμια εύσημα, αλλά για να κάνει σε όλους γνωστή την αφοσίωσή της στην παναγία. Η εκτίμηση, όμως, που έχαιρε από όσους είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν το έργο της αποτυπώνεται στα λόγια του νομικού, ποιητή και ιστοριογράφου λάτσαρο Αγκοστίνο Κόττα [l azzaro Agostino Cotta] που
την αποκάλεσε «μούσα της Νοβάρας» και του Αμεντέο Σαμινιάτι λουκέζε [Amedeo saminiati lucchese], ο οποίος εξυμνεί σε σονέτο του τις μουσικές της ικανότητες και τις συγκρίνει με τη στρατιωτική δύναμη του λεοπόλδου Α΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η Ιζαμπέλλα ήταν γόνος της επιφανούς οικογένειας των λεονάρντι της Νοβάρας, κόρη του τζαναντόνιο και της Απολλωνίας. Αν και δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη ζωή της πριν ασπαστεί το μοναχικό σχήμα, υποθέτουμε
ότι λόγω της κοινωνικής της θέσης έλαβε καλή εκπαίδευση. Σταδιακά ανέλαβε διάφορες θέσεις στην ιεραρχία της Μονής —madre (1676), superiora (1686), madre vicaria (1693), consigliera (1700)— την ακριβή σημασία των οποίων δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε. Σε έγγραφο της Μονής, το 1658, αναφέρεται ως magistra musicae, επομένως είχε μάλλον ενεργό ρόλο στη μουσική εκπαίδευση των μοναχών, και τη δυνατότητα να ακούει τα έργα της να ερμηνεύονται από αυτές.
Η μουσική που συνέθεσε καλύπτει σχεδόν όλα τα είδη της θρησκευτικής μουσικής και εκφράζει την ευλαβή ζωή στο μοναστήρι. Η γραφή της μπορεί να χαρακτηριστεί συντηρητική για τα δεδομένα της εποχής, καθώς υποτάσσεται στους περιορισμούς της παράδοσης και στις μοναστικές αρχές, είναι ωστόσο ευδιάκριτα επηρεασμένη από τις κοσμικές τάσεις. Ο θεωρητικός, συνθέτης και συλλέκτης μουσικών έργων Σεμπαστιάν ντε Μπροσσάρ [sébastian de brossard] αναφέρει, το 1724, για τα έργα της: «...είναι τόσο όμορφα, επιβλητικά, τόσο λαμπρά και ταυτόχρονα τόσο σοφά, ώστε είναι λυπηρό που δεν τα έχω όλα». Αν και η μουσική της είναι κατά βάση φωνητική, η Ιζαμπέλλα λεονάρντα καθιερώθηκε ως η πρώτη γυναίκα που συνέθεσε σονάτες.
το Έργο 16 περιλαμβάνει έντεκα τρίο σονάτες da chiesa για δύο βιολιά
και συνεχές βάσιμο, και καταλήγει στο πιο γνωστό της έργο, μια σονάτα
για σόλο βιολί και συνεχές βάσιμο. Η τυπική δομή της σονάτας da chiesa
–όπως την καθιέρωσε ο Αρκάντζελο Κορέλλι [Arcangelo Corelli]– ακολουθεί το τετραμερές πρότυπο αργό-γρήγορο-αργό-γρήγορο, ωστόσο αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Ιζαμπέλλας: εδώ ο αριθμός των κινήσεων ποικίλλει από 4 (Σονάτες 6 και 8) έως 13 (Σονάτα 4).
τέσσερις από τις σονάτες του Έργου 16 αποτελούν τον πυρήνα του προγράμματος, ενώ ένα μοτέτο για φωνή, δύο βιολιά και συνεχές βάσιμο αντιπροσωπεύει το επικρατέστερο είδος του συνολικού έργου της. τα υπόλοιπα έργα μάς μεταφέρουν το γενικότερο πλαίσιο της εποχής: οι συνθέσεις
του Μαουρίτσιο Κατσάτι και του Ντομένικο Γκαμπριέλλι συνδέονται με τον
βασικό εκδότη των έργων της λεονάρντας, ενώ η Σονάτα αρ. 1 του χάινριχ Ίγκνατς Φραντς Μπίμπερ αποτελεί ένα ακόμα δείγμα ευλάβειας στη Θεοτόκο.
ΘΕΟδΩΡΟΣ ΚΙτ ΣΟΣ
εδράζεται η διαδεδομένη αντίληψη ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να δημιουργήσουν «μεγάλο ή αριστουργηματικό έργο» εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα; ποιοι (έμφυλοι) μύθοι συντηρούνται στην ορατότητα και την πρόσληψη του καλλιτεχνικού έργου; τι κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο έχουν τα δημιουργικά υποκείμενα και κατά πόσο έχουν αλλάξει σήμερα οι συνθήκες ανισότητας και (α)ορατοποίησης που επικρατούσαν σε προηγούμενους αιώνες; πώς σχετίζεται ιστορικά, και μέχρι σήμερα, η πρόσβαση των γυναικών σε σχολές και ακαδημίες τέχνης με την εξέλιξη και την αναγνώρισή τους; πώς μπορούμε να αφουγκραστούμε τις δημιουργικές φωνές γυναικών που, αν και αξιοσημείωτες, παρέμειναν ή παραμένουν αποσιωπημένες και αταξινόμητες στην ευρύτερη ιστορία των τεχνών; το μακρινό ιστορικό παράδειγμα της Μπάρμπαρας Στρότσι αποτελεί την αφορμή για μια διαλογική και συνθετική παράθεση νεότερων και σύγχρονων καλλιτεχνικών παραδειγμάτων, θεωρητικών κριτικών προσεγγίσεων, ιστορικών καταγραφών και βιωματικών παρεμβάσεων. Η δανάη Στεφάνου και η Σοφία Μπέμπεζα αναδεικνύουν
τις έμφυλα καθορισμένες συμβάσεις και αναπαραστάσεις που καθορίζουν
μέχρι σήμερα τη θέση των θηλυκοτήτων στο χώρο των τεχνών, προβληματίζουν τον εξαιρετισμό (exceptionalism) της «γυναικείας δημιουργίας»
και επιχειρούν να προσεγγίσουν το συνεχές της επανατοποθέτησης και επαναξιολόγησης του έργου των γυναικών δημιουργών/καλλιτέχνιδων.
πΑ λ ΑΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ
δ ΡΑΜΑ τ ΟΥΡΓΟΣ , ΗΘΟ π ΟΙΟΣ
Υ ψ ΙΦΩΝΟΣ
Έλενα Κρασάκη
Μ π ΑΡΟΚ ΒΙΟ λ Ι
Φανή Βοβώνη
Μ π ΑΡΟΚ ΒΙΟ λ Ι
Άντζυ
Μ π ΑΡΟΚ τ ΣΕ λ Ο
Ιάσων Ιωάννου
ΕΚΚ λ ΗΣΙΑΣ τ ΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ
Cl AUdIo MoNtEVErdI (1567-1643) «damigella tutta bella» από τα scherzi musicali (Venezia: r. Amadino, 1607)
Cl AUdIo MoNtEVErdI
«si dolce e’l tormento» από το Quarto scherzo delle ariose vaghezze (Venezia: C. Milanuzzi, 1624)
Fr ANCEsCo CAVAllI (1602-1676)
«delizie contenti» από την όπερα Il Giasone (1649), I-Vnm: Mss.It.IV 363
bArbAr A strozzI (1619-1677)
l amento «l agrime mie» από το diporti di Euterpe, overo cantate e ariette, έργο 7 (Venezia: F. Magni, 1659)
bArbAr A strozzI
«l a vendetta» από το Cantate, ariette e duetti, έργο 2 (Venezia: A. Gardano 1651)
bArbAr A strozzI
«Che si puo fare?» από το Arie, έργο 8 (Venezia: F. Magni, 1664)
bArbAr A strozzI
«Hor che Apollo» από το Arie, έργο 8 (Venezia: F. Magni, 1664)
Κασδά
Αλέξης Μαστιχιάδης
Κίτσος
Θεόδωρος Κίτσος
Η συνεισφορά των ακαδημιών (κύκλοι λογίων με κοινά πνευματικά και επιστημονικά ενδιαφέροντα) στη διατήρηση, τη διάδοση και στο μετασχηματισμό της γνώσης, καθώς και στο στοχασμό και την πνευματική εμπειρία είναι ανυπολόγιστη. Στην Ιταλία του 17ου αιώνα, συνιστούσαν τα σημαντικότερα επίσημα ή ανεπίσημα κέντρα δικτύωσης και διαμόρφωναν ένα περιβάλλον πνευματικής διέγερσης και αναζήτησης, απηχώντας τις ουμανιστικές επιταγές. Στις συναντήσεις των ακαδημιών λάμβαναν χώρα διαλεκτικές αναμετρήσεις επί ποικίλλων θεμάτων, σε φιλικό κλίμα, με την εξέταση των διαφορετικών οπτικών και ερμηνειών να αποτελεί θεμελιώδη αρχή. Η μουσική υπήρξε κεντρικό αντικείμενο μελέτης για τις περισσότερες ακαδημίες και βασικό στοιχείο των δραστηριοτήτων τους, όχι μόνο σε θεωρητικό επίπεδο αλλά και σε πρακτικό. Η συμμετοχή των γυναικών, αν και δεν θεωρείτο δεδομένη, ωστόσο δεν αποκλειόταν και, μάλιστα, συχνά ενθαρρυνόταν μέσα στις γενικότερες ελευθεριακές συνθήκες που επικρατούσαν. Οι γυναίκες μπορούσαν να συμμετέχουν ως μέλη (σπάνια), ως συνοδοί, ως συγγραφείς, ως μουσικοί ή κάτω από άλλες ιδιότητες. Η Μπάρμπαρα Στρότσι συγκαταλέγεται στις γυναίκες που συμμετείχαν σε συναθροίσεις ακαδημιών, παρόλο που δεν υπήρξε ποτέ επίσημο μέλος τους.
Η Στρότσι έζησε ως προστατευόμενη του τζούλιο Στρότσι [Giulio strozzi], καταξιωμένου ποιητή, λιμπρετίστα και κυρίαρχης μορφής των λόγιων κύκλων της Βενετίας, ο οποίος συνεργάστηκε με πολύ σημαντικούς συνθέτες της εποχής, τον Κλάουντιο Μοντεβέρντι και τον Φραντσέσκο Καβάλλι. πιθανότατα η Μπάρμπαρα ήταν κόρη του (που την απέκτησε με την υπηρέτριά του Ιζαμπέλλα Γκαρτσόνι [Isabella Garzoni]), όμως αυτή η υπόθεση δεν επιβεβαιώνεται. Ο Στρότσι φρόντισε για τη μόρφωση της Μπάρμπαρας. διακρίνοντας το μουσικό της ταλέντο, κανόνισε να μαθητεύσει κοντά στον Καβάλλι και στήριξε την έκδοση της πρώτης της συλλογής μαδριγαλιών το 1644 παρέχοντάς της τα ποιητικά κείμενα. Καθώς ο Στρότσι υπήρξε ενεργό και ιδρυτικό μέλος πολλών λογοτεχνικών ακαδημιών (μεταξύ άλλων, της φημισμένης Accademia degli Incogniti), η παρουσία της Μπάρμπαρας στο σπίτι του είχε σημαντικό αντίκτυπο στην πορεία της, αφού της εξασφάλιζε τη διαρκή συναναστροφή με την ελίτ της βενετσιάνικης μουσικής και λογοτεχνικής παραγωγής. Είναι γνωστό ότι η νεαρή τραγουδούσε, ήδη από το 1634, για τους διάφορους letterati του κύκλου του πατέρα της αποσπώντας εκθειαστικά σχόλια από σημαντικές προσωπικότητες όπως o Νικολό Φοντέι [Nicolò Fontei] ή ο τζαν Βιντσέντζο Ιμπεριάλε [Gian Vincenzo Imperiale]∙ ο τελευταίος, μάλιστα, το 1635, την αποκάλεσε «μούσα του παρνασσού».
το 1637, σε μια προσπάθεια να αναδείξει τόσο το αντικείμενο της μουσικής όσο και τα χαρίσματα της Μπάρμπαρας, ο Στρότσι ιδρύει την Accademia degli Unisoni. Οι αρχές, ο τρόπος λειτουργίας και τα ονόματα των μελών της καταγράφονται σε έκδοση του 1638 (Veglie de’signori unisoni ), αφιερωμένη, μάλιστα, στη δεκαεννιάχρονη τότε Μπάρμπαρα. τα μέλη της ακαδημίας ήταν αξιόλογες προσωπικότητες της πολιτιστικής ζωής της Βενετίας, και σχεδόν όλοι ανήκαν και στη σημαντική Accademia degli Incogniti. Η Στρότσι, αν και δεν ήταν επίσημο μέλος της Ακαδημίας, διατηρούσε σημαντικό ρόλο καθώς αναλάμβανε τη μουσική διάνθιση των συναντήσεων και ως «οικοδέσποινα» έθετε θέματα για τη διαλεκτική αντιπαράθεση μεταξύ των ακαδημαϊκών, επιβραβεύοντας τους καλύτερους.
Στην Accademia degli Unisoni έλαβε χώρα, μεταξύ άλλων, και η αντιπαράθεση του Ματτέο Ντάντολο [Matteo dandolo] με τον τζοβάννι Φραντσέ-
σκο λορεντάνο [Giovanni Francesco loredano] σχετικά με το ποιο είναι
ικανότερο να συνεγείρει το ερωτικό πάθος, το τραγούδι ή τα δάκρυα. Και είναι μεγάλη τύχη που το περιεχόμενο της αντιπαράθεσης αυτής διασώζεται, καθώς έχει καταγραφεί στην έκδοση του Giacomo sarzina La contesa del canto, e delle lagrime του 1638. Όπως μας πληροφορεί ο Σαρτζίνα στο εισαγωγικό σημείωμα, η Στρότσι ήταν αυτή που παρουσίασε τα επιχειρήματα των δύο ανδρών απαγγέλλοντας και τραγουδώντας. τονίζει μάλιστα ότι πιο συγκινητική και από τα ίδια τα επιχειρήματα ήταν η ευγλωττία της.
Σε αυτή την αναμέτρηση ανάμεσα στο τραγούδι και στα δάκρυα βασίζεται
η σημερινή παράσταση. τότε, αν και οι δύο απόψεις κρίθηκαν ορθές, η πλάστιγγα έγειρε προς το τραγούδι. Ισχύει, άραγε, το ίδιο και σήμερα;
ΘΕΟδΩΡΟΣ ΚΙτ ΣΟΣ
Σπούδασε βιολί με τον Ηelfried Fister (Κρατικό Ωδείο του Kλάγκενφουρτ) και με τον Ernst Kovacic (πανεπιστήμιο Μουσικής και δραματικής τέχνης της Βιέννης), απ’ όπου αποφοίτησε με διάκριση (2007). παράλληλα σπούδασε
μπαρόκ βιολί με τον Hiro Kurosaki και αργότερα με τον reinhard Goebel στο Μοτσαρτέουμ. το 2020 έκανε στη Βιέννη μεταπτυχιακές σπουδές στη δραματουργία. Υπήρξε μέλος της EUYo (2000) και της EUbo (2004, 2006). δραστηριοποιείται συστηματικά στο χώρο της ιστορικής ερμηνείας και της μοντέρνας μουσικής, ενώ επικεντρώνεται σε ζητήματα δραματουργίας της μουσικής περφόρμανς. Συνεργάζεται με τα σύνολα: Klangforum Wien, barruco, Concerto stella Matutina, il Pomo d’oro, black Page orchestra
κ.ά. Έχει εμφανιστεί σε φεστιβάλ και σε αίθουσες συναυλιών σε Ευρώπη, Αμερική, Ασία και Αφρική. Στην Ελλάδα συνεργάζεται τακτικά με τους Ex silentio και τη θεατρική ομάδα Σημείο Μηδέν. πρώτες συνεργασίες της ως δραματουργού, στα φεστιβάλ Musiktheatertage Wien και WUK Vienna.
Η βιολονίστα Ναταλί Καρντούτσι, παθιασμένη ερμηνεύτρια και με πλατύ φάσμα ενδιαφερόντων, ασχολείται με τις ιστορικές πρακτικές ερμηνείας και συμπράττει με γνωστά σύνολα: Gli Incogniti, sollazzo Ensemble, la Morra, los Elementos, novantik project basel, bach Collegium san diego, Voices of Music (Καλιφόρνια), και britten-Pears baroque orchestra (Αγγλία), σε φεστιβάλ αναγεννησιακής και μπαρόκ μουσικής: διεθνές Φεστιβάλ Αμερικανικής Αναγεννησιακής και Μπαρόκ Μουσικής (Βολιβία), Φεστιβάλ Μπαρόκ του πόζναν (πολωνία), Φεστιβάλ της τορροέλλα ντε Μοντγκρί (Ισπανία), παλαιάς Μουσικής της Ουτρέχτης (Κάτω χώρες), AMUz (Βέλγιο) και bFX του Μπέρκλυ στην Καλιφόρνια. Ιδρυτικό μέλος του Concerto ripiglino (σύνολο από τη Βασιλεία, με πρώτο βραβείο στον αυστριακό διαγωνισμό H.I.F. biber 2017) και των Infermi d'Amore. Με μεταπτυχιακό δίπλωμα από το Ωδείο του Σαν Φρανσίσκο, έκανε επίσης μεταπτυχιακές σπουδές στην παλαιά μουσική με την Amandine beyer, στη schola Cantorum της Βασιλείας.
Γεννήθηκε στο Ναύπλιο. Μελέτησε πιάνο με τον Νίκο τσαλίκη και τον Σταύρο Κόλλια, ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση με τον Κωνσταντίνο Νόνη και τον χρήστο ζερμπίνο στο δημοτικό Ωδείο Ναυπλίου και στο Ωδείο Ορφείο Αθηνών. Σπούδασε μουσικολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Συνέχισε σπουδές στη σύνθεση και στο πιάνο στην Κρατική Ανώτατη Σχολή Μουσικής του
Μάνχαϊμ με τους sidney Corbett και Paul dan αντίστοιχα, ενώ παράλληλα σπούδασε τσέμπαλο και ιστορικά πληκτροφόρα στο Ωδείο του Άμστερνταμ με τους Menno van delft, richard Egarr, Miklós spanyi και Kris Verhelst. Έχει συμμετάσχει σε συναυλίες, φεστιβάλ και παραστάσεις όπερας και θεάτρου, μεταξύ άλλων στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, το Εθνικό Θέατρο, την Ε λ Σ, το ΜΜΑ, το ΜΜΘ, τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, το Φεστιβάλ παλαιάς Μουσικής Ουτρέχτης, συνεργαζόμενος με ορχήστρες και σύνολα όπως ΚΟΑ, ΚΟΘ, Καμεράτα (Armonia Atenea), Geneva Camerata κ.ά.
Γεννήθηκε στη δράμα. Απόφοιτος ανώτερων θεωρητικών (τάξη πέτρου Μπεκιαρίδη) με πτυχία αρμονίας, αντίστιξης και φούγκας, καθώς και διπλώματος βιολοντσέλου (τάξη Άγγελου Φιλίππου) με άριστα παμψηφεί και διάκριση «εξαιρετικής μουσικής ερμηνείας». Με υποτροφία του Μουσικού Κολεγίου τρίνιτυ και υπό την καθοδήγηση της susan sheppard, απέκτησε
Master και Postgraduate Advanced diploma, με ειδίκευση στο μπαρόκ
τσέλο και τη μουσική ρητορική, αποσπώντας τα βραβεία City livery Prize
2004, Wilfred stiff Prize 2004 και Edgar Comley Certificate of Excellence
2005. Ως σολίστ και κοντίνουο στο μπαρόκ τσέλο και τη βιόλα ντα γκάμπα
έχει εμφανιστεί σε αίθουσες συναυλιών στη Βρετανία, την Ευρώπη και τη
Νότια Αφρική. Έχει ηχογραφήσει για το θέατρο, την τηλεόραση, το ραδιό -
φωνο και τις εταιρείες MdG, decca, Aparté και deutsche Grammophon.
Μόνιμο μέλος των l atinitas Nostra, Ex silentio και Καμεράτα (Armonia Atenea), διδάσκει στο Ωδείο Φίλιππος Νάκας και στα θερινά σεμινάρια του
Μουσικού χωριού στον Άγιο λαυρέντιο πηλίου.
Άρχισε μαθήματα βιολιού στο σχολείο της στην Αυστραλία. Συνέχισε με
την Clotilde Münch στη Γαλλία, όπου ζούσε με την οικογένειά της. Αποφοί-
τησε από το Βασιλικό πανεπιστήμιο χόλογουεϊ του λονδίνου και το Μουσικό Κολέγιο τρίνιτυ, με καθηγητές τους Alexandra Wood, Mayumi Fujikawa και Walter reiter στο μπαρόκ βιολί. Ολοκλήρωσε σπουδές στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγο δε Κομποστέλα, σε συνεργασία με τη Φιλαρμονική της Γαλικίας, προετοιμάζοντας έτσι την επαγγελματική της πορεία ως μουσικός ορχήστρας και μουσικής δωματίου. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα με τους Midori, Viktor tretyakov, Ilya Kaler, Vera Martínez, stephan Picard, Jürgen Kussmaul, Catherine Manson, James boyd, ενώ έχει συμμετάσχει σε φεστιβάλ στην Ευρώπη, Νότια Αφρική, Ρωσία, Αρμενία και λίβανο. ζει στην Αθήνα. Συνεργάζεται τακτικά με την Καμεράτα (Armonia Atenea), την ΚΟΑ, τη Συμφωνική της ΕΡτ και το σύνολο Ex silentio.
Φοίτησε στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου πανεπιστημίου, και παράλληλα σπούδασε κιθάρα (πτυχίο και δίπλωμα με τους παναγιώτη Ιωάννου και Κώστα Γρηγορέα, αντίστοιχα). Στη συνέχεια μετέβη στο Ηνωμένο Βασίλειο για να ειδικευτεί στην ερμηνεία παλαιάς μουσικής, μελετώντας ιστορικά νυκτά έγχορδα (λαούτο, θεόρβη, μπαρόκ κιθάρα) με την Elizabeth Kenny. Ως υπότροφος του Ιδρύματος Μιχελή απέκτησε μεταπτυχιακή ειδίκευση από το πανεπιστήμιο του Γιορκ. Συνέχισε σπουδές με υποτροφίες
από το Ίδρυμα Ωνάση και το πανεπιστήμιο του Γιορκ, και αναγορεύθηκε
διδάκτορας το 2005. δίνει τακτικά διαλέξεις και ομιλίες, ενώ εργασίες του έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους. Έχει συμμετάσχει σε ηχογραφήσεις δίσκων (decca, Naïve, MdG, Aparté κ.ά.) και σε παραστάσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία, Ελβετία, Αυστρία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ρωσία,
Μονακό κ.α.) με τα σύνολα Καμεράτα [Armonia Atenea], latinitas Nostra, il Pomo d’oro, Yorkshire baroque soloists, Wroc ł aw baroque orchestra κ.ά. Υπηρετεί ως αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί πήρε τα πρώτα της μαθήματα μουσικής. Μελέτησε κλασικό τραγούδι στη Βασιλική Ακαδημία της χάγης, με ειδίκευση στην παλαιά μουσική, και αποφοίτησε με διάκριση. Έχει εμφανιστεί ως σολίστ στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και στην Κορέα υπό τη διεύθυνση διακεκριμένων μουσικών: Charles toet, Christina Pluhar, Jos van Veldhoven, Mike Fentross, Jean tubery, Fabio bonizzoni κ.ά., ενώ έχει συμμετάσχει σε μαγνητοσκόπηση για το γαλλικό τηλεοπτικό κανάλι Arte. το ρεπερτόριό της εκτείνεται από την Αναγέννηση στο ευρύτερο φάσμα
του κλασικού ρεπερτορίου και έως τη σύγχρονη δημιουργία (Elliot sharp, steve reich κ.ά.). Στην Ελλάδα έχει συνεργαστεί ως σολίστ με το σχήμα
παλαιάς μουσικής l atinitas Νostra και με τα σύνολα σύγχρονης μουσικής dissonArt ensemble και Ventus Ensemble. Εκπονεί τη διδακτορική της
διατριβή στο Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ερευνώντας την τέχνη και την τεχνική της φωνής στον 17ο αιώνα.
παίζει μπαρόκ τσέλο, βιόλα ντα γκάμπα και μεσαιωνική βιέλα. Γεννήθηκε
στη Θεσσαλονίκη. Άρχισε μαθήματα τσέλου με τον Άγγελο Φιλίππου και συνέχισε στο Βασιλικό Κολέγιο Μουσικής του λονδίνου. Έχει συνεργαστεί με τους Florilegium, orchestra of the Age of Enlightenment, latinitas Nostra, os orphicum, ενώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος του μπαρόκ συνόλου Amaranthos και του μεσαιωνικού Fellowshippe of Musickers. Από το 2013 ζει στη Θεσσαλονίκη. Εμφανίζεται τακτικά στο Φεστιβάλ Αθηνών, στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στο ΜΜΑ και το ΜΜΘ, τόσο ως μέλος των Ex silentio όσο και σε συνεργασία με ερμηνευτές παλαιάς μουσικής και έργων από την παραδοσιακή μεσογειακή σκηνή. Έχει συνεργαστεί σε ηχογραφήσεις και ζωντανές παρουσιάσεις με το τρίτο πρόγραμμα, το bbC 3, τη radio France και το ÖrF, τις δισκογραφικές Carpe diem (Ex silentio και Udopia του Θ. Ατζακά), talandon (Ex silentio), Cacophonics Music (Felloshippe of Musickers) καθώς και το Μουσείο Albert & Victoria (listening gallery).
Ειδικεύεται σε ιστορικά πληκτροφόρα της μπαρόκ και αναγεννησιακής εποχής. Σε νεαρή ηλικία άρχισε μαθήματα τσεμπάλου με τη δάφνη Κοκκώνη και στη συνέχεια, στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου πανεπιστημίου, με την Κατερίνα Μιχοπούλου. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Μουσική Ακαδημία της Ουτρέχτης δίπλα στους siebe Henstra και reitze smits αποφοιτώντας με άριστα. Υποψήφιος διδάκτορας του Ιονίου πανεπιστημίου, διδάσκει τσέμπαλο και κλάβικορντ στο ωδείο MusicHub. Έχει δώσει συναυ-
λίες σε Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Σουηδία, Ιταλία, Αυστρία και Γερμανία.
Στην Ελλάδα εμφανίζεται συχνά στην Ε λ Σ, καθώς και ως σολίστ στο ΜΜΑ
και ΜΜΘ. Ως μέλος ορχήστρας έχει ηχογραφήσει για τις εταιρίες decca
και MdG, ενώ ετοιμάζει τον πρώτο του σόλο δίσκο με την brilliant Classics.
παράλληλα, συνεργάζεται και τους καλλιτέχνες του πειραματικού ήχου
ΜΜΜδ και supersonic Elephant Club, με τους οποίους δισκογράφησε
L'âge de l'absolutisme (2021) και το s.e.c. (2022), αντίστοιχα.
το
Είναι ηθοποιός και δραματουργός σε παραστάσεις θεάτρου και σύγχρονου χορού. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Εθνικό Καποδιστριακό
πανεπιστήμιο Αθηνών και υποκριτική στην Ανώτερη δραματική Σχολή
Εμπρός – Θέατρο Εργαστήριο. το 2014 ολοκλήρωσε με άριστα μεταπτυχιακές σπουδές στο Κολέγιο Μπίρμπεκ του πανεπιστημίου του λονδίνου και στη Βασιλική Ακαδημία δραματικής τέχνης (MA text and Performance), με ειδίκευση τη δραματουργία και την υποκριτική. Έχει συνεργαστεί με το
Εθνικό Θέατρο Ελλάδας, την Ε λ Σ, τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, τη διοργάνωση «2023 Ελευσίς πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης» και με ιδιωτικούς θιάσους. τα τελευταία τέσσερα
χρόνια επιμελείται την πλατφόρμα εφηβικού θεάτρου του ΘΟΚ «Νέ@ σε έρημο νησί».
Γεννήθηκε στη λάρισα. Σπούδασε λυρικό τραγούδι και μουσική δωματίου στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία του Ανόβερου. Μ’ ένα πλούσιο ρεπερτόριο που εκτείνεται από την παλαιά μουσική, το λιντ έως και τη σύγχρονη δημιουργία, έχει συμμετάσχει σε πολυάριθμες διεθνείς μουσικές διοργανώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει εμφανιστεί ως σολίστ στην Ε λ Σ, στο ΜΜΑ και στο ΜΜΘ και σε λυρικά θέατρα σε Γερμανία, πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία και Ρωσία. Έχει συμπράξει με όλες τις μεγάλες ελληνικές ορχήστρες, με τους Il Complesso barocco (Alan Curtis) και τη MusicAeterna (Θόδωρος Κουρεντζής), καθώς και με τα σύνολα παλαιάς μουσικής l atinitas Nostra, Ex silentio και Atalante. Συμμετείχε σε ηχογραφήσεις έργων χαίντελ και Ντομένικο Σκαρλάττι για τις ArCHIV και Virgin Classics. Ηχογράφησε έργα του Μεσαίωνα με τους Ex silentio, θρήνους ιταλών συνθετών του 17ου αιώνα, παραδοσιακά ελληνικά τραγούδια, Το ημερολόγιο μιας γυναίκας με τους «χάνομαι γιατί ρεμβάζω» κ.ά. διδάσκει τραγούδι στο Απολλώνιο Ωδείο και στο Κέντρο παλαιάς Μουσικής του Ωδείου Αθηνών.
Θεοδώρα Μπάκα