Ο παππούς Πινόκιο κι ο Πέπε Πάρκινσον

Page 1

ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2021

Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΠΙΝΟΚΙΟ ΚΑΙ Ο ΠΕΠΕ ΠΑΡΚΙΝΣΟΝ ΤΗΣ ΜΑΡΙΛΙΑΣ ΚΩΣΤΑΚΗ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΑ ΜΕΛΙΣΣΟ(ΚΟΤΟ)ΠΟΥΛΑΚΙΑ ΜΟΥ Γ1 26ου Δ. Σχ. Ηρακλείου


Πολλές μέρες ήθελα να σας μιλήσω για τον παππού Πινόκιο. Ναι, πρόκειται για εκείνο το ξύλινο παιδάκι με την… περίεργη μύτη που το πρόδιδε σε κάθε ψέμα. Όχι, δεν είναι πια παιδάκι. Ο παππούς Πινόκιο είναι… παππούς κανονικός! Συνταξιούχος πιλότος

τώρα

πια,

ασχολείται

φανατικά με την… πλαστελίνη. Πλάθει με τις ώρες περίεργες μηχανές, αλλά, κυρίως, πυραύλους. Ο παππούς Πινόκιο πάντα ήθελε να μπει σ’ έναν πύραυλο και να ταξιδέψει στο διάστημα. Αφού όμως

αυτό

δεν

έγινε

στην

πραγματική του ζωή, ε… πλάθει πυραύλους με πλαστελίνη και… ιστορίες με τη φαντασία του. Η μύτη του δε μεγαλώνει τώρα πια σε κάθε ψέμα, όχι γιατί σταμάτησε να λέει ψέματα, αλλά γιατί σαν παππούς που είναι, πρέπει να

λέει

εγγονάκια

παραμύθια του!

στα

Φαντάζεστε

έναν παππού, του οποίου να μεγαλώνει η μύτη σε κάθε παραμύθι που θα λέει; Δε θα ήταν καθόλου πρακτικό! Έτσι λοιπόν, η νονά του, η νεράιδα, του είπε ένα περίπλοκο ξόρκι κι ο Πινόκιο σταμάτησε να είναι ξύλινος και μάλιστα με… πτυσσόμενη μύτη. Κάθε Πέμπτη ο παππούς Πινόκιο παρατάει την πλαστελίνη του, φοράει την ποδιά της κουζίνας και πλάθει με πεντανόστιμη ζύμη τραγανά κουλουράκια. Κάθε 1


Παρασκευή φτιάχνει υπέροχες πίτσες και τις ψήνει μαζεμένες, ώσπου να μοσχομυρίσει όλη η γειτονιά. Προφανώς έχει τους λόγους του… Έπειτα τακτοποιεί το σπίτι του και, Παρασκευή απόγευμα πια, έρχονται τα πέντε εγγονάκια του και παίζουν όλοι μαζί όλο το Σαββατοκύριακο! Όμως

όπως

εγγονάκια

όλα

με

τα τους

παππούδες τους, έτσι και τα δικά του, κάθε φορά που βρίσκονται όλοι μαζί, του ζητάνε να τους πει τις ιστορίες

του.

«Παππού,

παππού!

Πες

μας

ιστορία Παπουτσωμένο

με

την τον

Γάτο!»,

φωνάζει το πρώτο εγγόνι. «Πρώτα να μας πεις τις περιπέτειες του Παραμυθά!», ξεφωνίζει το δεύτερο. «Πες μας, σε παρακαλώ, παππού, τι σκανταλιές έκανες όταν ήσουν μικρός…», παρακαλά ναζιάρικα η τρίτη εγγονή. Ο παππούς πάντα τα χάνει όταν έρχεται η ώρα των

παραμυθιών.

«Παππού,

μου

είχες

υποσχεθεί να πούμε το παραμύθι του Άντερσεν, Το Ασχημόπαπο!», απαιτεί το τέταρτο εγγονάκι και πατά, θυμωμένο, το ποδαράκι στο παρκέ. «Εγώ, λέω να πούμε το ποιηματάκι με τη γάτα και το ποντίκι», πετιέται και το πέμπτο εγγόνι και τότε ο παππούς Πινόκιο σαστίζει εντελώς. 2


«Που λέτε, παιδιά μου», ξεκινά ο παππούς, «ήταν πριν από μερικές μέρες που γνώρισα τον Πέπε.». «Ποιος είναι ο Πέπε, παππού;», ρωτάνε όλα μ’ ένα στόμα. «Ο πανέξυπνο

Πέπε

είναι

πλάσμα

ένα που

πουλάει... πιατικά. Αλλά ας τα πάρουμε

από

την

αρχή.

Λοιπόοοοοον… Πριν από πέντε μέρες καθόμουν, όπως συνήθως, στο τραπέζι κοντά στο παράθυρο και έπλαθα την πλαστελίνη μου. Είχα φτιάξει έναν πράσινο πύραυλο με πορτοκαλί πτερύγια κι ετοιμαζόμουν να του βάλω τις τελευταίες πινελιές, όταν άκουσα έναν απίστευτο θόρυβο από την κουζίνα. Πετάχτηκα όρθιος κι έτρεξα μέσα. Τότε αντίκρισα πάνω στον νεροχύτη έναν πανικόβλητο ποντικό με πρασινοκίτρινο πανωφόρι και μια παλιά, πάνινη βαλίτσα στο χέρι να προσπαθεί να περάσει πάνω από τη στοίβα με τα σπασμένα πορσελάνινα πιάτα μου για να το σκάσει. Με μια αποφασιστική κίνηση, πήδηξα πλάι στον πάγκο και άρπαξα τον λαθρεπιβάτη της κουζίνας μου από την ουρά.

3


“Ποιος είσαι εσύ;” τον ρώτησα φέρνοντάς τον κοντά στη μύτη μου, για να τον βλέπω καλύτερα, κι εκείνος, που είχε καταπιεί τη γλώσσα του, πρασίνισε από τον φόβο του και ταίριαζε περισσότερο με το πανωφόρι του. “Εεεεγώωωω…”, τρέμοντας,

“Εγώωωω…

είπε είμαι

έεεενας πω… πωλητής πιατικών και… μπήκα στο σπίτι σας για να σας δειγματίσω το εμπόρευμά μου, αλλά… να… αυτή η καταπληκτική μυρωδιά της πάπιας πανέ, κύριε, μου έσπασε τα ρουθούνια…”. “Και όχι μόνο τα ρουθούνια σου, απ’ ό,τι βλέπω! Έσπασε και το μισό πορσελάνινο σερβίτσιο μου”, έκανα δήθεν θυμωμένος, ενώ κρατιόμουν να μη σκάσω στα γέλια με τον πανικόβλητο, πεινασμένο ποντικό. “Πόσο λυπάμαι για τη ζημιά, κύριε…! Πώς θα μπορούσα να επανορθώσω;”, με ρώτησε πολύ λυπημένος. “Πώς

σε

λένε;”,

ρώτησα τον ποντικό που έτρεμε από τον φόβο του και τον απίθωσα στον πάγκο του νεροχύτη. “Πέπε, κύριε. Πέπε Πάρκινσον.”.

4


“Λοιπόν, Πέπε, εμένα με λένε Πινόκιο και προτείνω να ξεχάσουμε τη ζημιά και να δούμε τι κουβαλάς σ’ αυτήν τη βαλίτσα.”. Ο Πέπε γούρλωσε τα μάτια του, σήκωσε αποφασιστικά το κεφάλι του και με λαμπερό χαμόγελο μου είπε: “Όπως επιθυμείτε, κύριε Πινόκιο! Η βαλίτσα μου περιέχει υπέροχα πλαστικά πιάτα που δεν τσακίζουν, δε ραγίζουν και είναι πανέμορφα! Νομίζω ότι θα σας καταπλήξουν! Τι λέτε; Να δούμε κάμποσα;”.

“Χμμμ, πονηρέ! Σπας πρώτα τα πιάτα των ανθρώπων και μετά έρχεσαι να τους πουλήσεις πλαστικά!”, του είπα αυστηρά. “Όχι, κύριε Πινόκιο! Η ζημιά στο σπίτι σας έγινε κατά λάθος… Η πάπια βλέπετε… Και για να δείτε ότι δεν το έκανα με σκοπό να πουλήσω το εμπόρευμά μου, θα σας χαρίσω όποιο σετ πιάτων σάς αρέσει!”. Και τότε, παιδιά μου, ο Πέπε άνοιξε τη βαλιτσούλα του και έβγαλε πέντε πανέμορφα σετ πιάτων και τα αράδιασε μπροστά στα μάτια μου. Δεν ήξερα ποιο να πρωτοδιαλέξω. Κι επειδή είδε τη σαστιμάρα μου, μου τα χάρισε όλα, επιμένοντας ότι ήταν το ελάχιστο που μπορούσε να κάνει για να ξεπληρώσει τη ζημιά που είχε προκαλέσει.». 5


«Παππού, παππού! Η μύτη σου!», είπε γελώντας πονηρά η τρίτη εγγονή και έτρεξε να σκαρφαλώσει στην ποδιά του. «Είναι η δεύτερη φορά που χτυπάει αυτό το σκανταλιάρικο ποντικάκι το σπίτι σου. Θυμάσαι το αγαπημένο βάζο της γιαγιάς, την προηγούμενη βδομάδα;», του είπε και του έδωσε ένα σβουριχτό φιλάκι στη μύτη. «Είσαι ένα πειραχτήρι εσύ!» της είπε ο παππούς Πινόκιο και την πήρε στην αγκαλιά του. «Λοιπόν, παιδιά, γρήγορα στο τραπέζι. Θέλω να δω τι έχετε να πείτε για αυτό που σας ετοίμασα αυτή τη φορά!». Ο παππούς άνοιξε την πόρτα του ψυγείου και πέντε πολύχρωμα πλαστικά μπολάκια έκαναν τα παιδιά να φωνάξουν μ’ ένα στόμα: «Παγωτόοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο!».

6


Τι συμβαίνει όταν ένας παππούς έχει ζωηρή φαντασία; Εκτοξεύεται παρέα με τα εγγόνια του σε μαγικούς κόσμους!

7


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.