8 μέρες μέσα

Page 1

8 ΜΕΡΕΣ ΜΕΣΑ

ΤΟ ΠΡΏΤΟ ΜΟΥ ΠΑΙΔΙ δεν γεννήθηκε το 2008. Τώρα που το σκέφτομαι, το πρώτο μου παιδί γεννήθηκε το 1998. Ήμουν ήδη στον χώρο της διαφήμισης κι αναζητούσα το επόμενο βήμα μου. Πάντα μου άρεσε να σκέφτομαι έξω από το κουτί. Τα media ήταν από τότε πολλά, αλλά μόνο τα μεγάλα έπαιρναν διαφήμι­

ση. Τα πέντε μεγαλύτερα ραδιόφωνα, τα πέντε πρώτα περιοδι­

κά, οι πέντε πρώτες εφημερίδες, τα πέντε πρώτα σάιτ.

Θα μπορούσαμε να ομαδοποιήσουμε ομοιογενή μικρότερα

μέσα, με ένα έξυπνο concept, και να τα πουλήσουμε «πακέτο»

ως μεγαλύτερα μέσα με πολλαπλά οφέλη για τον διαφημιζό­

μενο, τη διαφημιστική και το μέσο; Θα μπορούσαμε.

Η εταιρεία μου, το πρώτο μου παιδί, συνελήφθη μέσα μου το καλοκαίρι του 1998. Το σχεδίαζα όλο το καλοκαίρι. Μίλησα με ΜΜΕ, με στελέχη τους, με διαφημιστικές και άλλους αρμόδιους, και η ιδέα τούς άρεσε. Η ανησυχία τους, ότι το project αυτό «ήταν αρκετά μπροστά για τα ελληνικά δεδομένα», ήταν ακριβώς ο λόγος για να το επιχειρήσω. Επιχειρηματίας σημαίνει ρισκάρω.

Η εταιρεία μου γεννήθηκε τελικά τον Σεπτέμβριο του 1998 σε ένα όμορφο γραφείο στο Νέο Ψυχικό και φάνηκε από την

ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ

αρχή ότι επρόκειτο για επιτυχία. Ξεκίνησε με δύο εργαζόμε­

νους και σύντομα ξεπέρασε τους τριάντα. Η δική μου δουλειά

ήταν κυρίως να εμπνέω και να εμψυχώνω τα «παιδιά μου», για

να κάνουν ακόμη καλύτερα τη δουλειά τους. Στα δεκαεπτά

μου χρόνια ως επιχειρηματίας έκανα κι εγώ τα δικά μου λάθη.

Για ένα όμως δεν μετάνιωσα ποτέ. Που οι άνθρωποι της εται­

ρείας μου ήταν πάντα οικογένειά μου.

Από το 2012 όμως, που ξεκίνησε η κρίση, η εταιρεία μου, όπως και πολλές διαφημιστικές, άρχισε να συσσωρεύει σημα­

ντικά ανείσπρακτα, μέχρι που το ποσό ξεπέρασε τα πέντε εκα­

τομμύρια ευρώ. Τεράστιο ποσό για τις δικές μου δυνατότητες.

Η χαριστική βολή ήταν τα ολέθρια capital controls του 2015,

και δυστυχώς η εταιρεία μου ήταν μία από τις δεκάδες χιλιάδες

επιχειρήσεις που έκλεισαν εκείνη την περίοδο. Την απόφαση

του κλεισίματος την είχα παρατείνει όσο μπορούσα, αλλά πλέ­

ον ήταν ξεκάθαρο ότι δεν έπαιρνε άλλο. Στη συνάντηση όπου ανακοίνωσα στα παιδιά ότι κλείνουμε, θυμάμαι σαν να ’ναι τώρα τον Αλέξανδρο να ρωτάει με τον μοναδικό του τρόπο:

«Κι εμείς πού θα πάμε; Εδώ είναι το σπίτι μας. Μπορούμε τουλάχιστον να συνεχίσουμε να ερχόμαστε;»

Αυτό ήταν που ήθελα πάντα να πετύχω. Η εταιρεία μου ήταν το σπίτι μας.

Δεν είναι εύκολο να κλείνεις μια εταιρεία που της χρωστάνε

πέντε εκατομμύρια. Δυστυχώς, κάποιοι θα μείνουν απλήρωτοι.

Φρόντισα να πληρώσω μέχρι τελευταίου ευρώ τα παιδιά μου, όμως στο τέλος άφησα ακάλυπτες επιταγές και κάποιες οφειλές

προς το δημόσιο και τα ταμεία. Όποιος δεν είναι επιχειρημα­

τίας, δεν γνωρίζει ότι η επιταγή που εξέδωσες και τελικά δεν

μπόρεσες να καλύψεις –επειδή κάποιοι από τους πελάτες σου

δεν μπόρεσαν να καλύψουν τις δικές τους– εξακολουθεί να

αποτελεί αδίκημα. Επίσης, δεν γνωρίζει ότι είσαι υπόχρεος για

την καταβολή του ΦΠΑ, ασχέτως εάν η επιταγή του πελάτη σου

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΞΕΝΑΚΗΣ 3

προς εσένα, που τον εμπεριέχει, πληρώθηκε ή όχι. Επί δεκαεπτά

χρόνια ήμουν απόλυτα συνεπής και ειδικά τα τελευταία τρία κα­

τάφερνα –έστω και οριακά– να καλύπτω τα ανείσπρακτα, τα

οποία ολοένα και διογκώνονταν, μέχρι που κάποια στιγμή δεν

άντεξα. Για καλή μου τύχη, η συνέπειά μου όλα αυτά τα χρό­

νια συνεκτιμήθηκε από το δικαστήριο και μου επιβλήθηκαν οι

ελάχιστες δυνατές ποινές, κι όλες με αναστολή (δεν πας μέσα).

Κάποια στιγμή οι δίκες ολοκληρώθηκαν και οι επιμέρους

ποινές έπρεπε να συγχωνευτούν σε μία ενιαία ποινή και το δικα­

στήριο να υπολογίσει την «ποινή βάσης», δηλαδή το ποσό ανά

ημέρα, βάσει του οποίου τελικά θα την εξαγόραζα στο τέλος.

Ο δικηγόρος μου με προειδοποιούσε καιρό ότι η στιγμή πλη­

σίαζε, αλλά για κάποιον ανόητο δικό μου λόγο δεν έδωσα τη δέουσα σημασία, μέχρι που εκδόθηκε «σήμα αναζήτησης» για μένα, για το οποίο ενημερωθήκαμε. Το καμπανάκι έγινε καμπά­

να και ο δικηγόρος μου πάλι μου τόνισε ότι για τις επόμενες 1520 μέρες που θα διαρκούσε η διαδικασία συγχώνευσης και πληρωμής των ποινών (είναι πολύπλοκη διαδικασία) δεν έπρεπε να οδηγώ, αλλά ούτε να μένω σπίτι μου, γιατί κινδύνευα να συλληφθώ. Κάποιες από εκείνες τις μέρες πήγαινα τα παιδιά μου στο σχολείο με ταξί, αλλά συνέχισα να μένω σπίτι μου.

Είχα ενημερώσει τα παιδιά μου, όσο πιο απλά μπορούσα, για τον πρόσκαιρο αυτό κίνδυνο. Η μικρή μου κόρη πετούσε πάντα τις ατάκες:

«Δηλαδή, αν σε πιάσουν, μπαμπά, θα σε γυρίσουν πίσω στη χώρα σου;»

Η μεγάλη μου κόρη μια μέρα με ρώτησε ανήσυχη:

«Δηλαδή, αν σε πιάσουν, μπαμπά, αυτές τις δεκαπέντε μέρες, θα σε πάνε φυλακή;»

«Θα προσέχω, αγάπη μου».

Δεν πρόσεξα όσο έπρεπε.

8 ΜΕΡΕΣ ΜΕΣΑ 4

Ήταν 6 Μαρτίου, δέκα το πρωί. Εκείνη την ώρα κατέβηκα

από το σπίτι μου για να παραλάβω το αυτοκίνητό μου, που το

είχα δανείσει σε έναν φίλο, ο οποίος όλως τυχαίως ήρθε αρκε­

τά πριν από την ώρα του για να μου το παραδώσει. Εκείνη την

ώρα βλέπω έναν ευγενικό νεαρό, γύρω στα 30, με χαμόγελο

και πολιτικά να πλησιάζει:

«Ο κύριος Ξενάκης;»

«Ναι», απάντησα χαμογελώντας. Νόμισα ότι ήταν ανα­

γνώστης και ήθελε να του υπογράψω κάποιο βιβλίο. Στον κό­

σμο μου εγώ.

«Είμαστε από την Ασφάλεια. Μπορείτε να μας ακολουθή­

σετε μέχρι τη ΓΑΔΑ, παρακαλώ;»

Χλόμιασα κι έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Και την

ανάσα μου.

Είχε συμβεί ακριβώς αυτό που δεν έπρεπε να συμβεί. Σε μία εβδομάδα θα είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία και θα είχα ξεμπερδέψει.

Ένιωσα ότι η ζωή μου ΤΕΛΕΙΏΣΕ εκείνη τη στιγμή.

Προσπάθησα όσο πιο ευγενικά μπορούσα να του εξηγήσω την

κατάστασή μου, αλλά ήταν ανένδοτος. Σε λίγο βρισκόμουν μέσα

στο αυτοκίνητο της Ασφάλειας, ευτυχώς πολιτικό, μαζί με τον συ­

νοδηγό –κι αυτός στα πολιτικά–, στον δρόμο προς τη ΓΑΔΑ.

Φορούσα την αγαπημένη μου χακί βερμούδα, ένα από τα

άπειρα μαύρα μπλουζάκια μου, ένα μαύρο hoodie και τα μαύ­

ρα μου παπούτσια. Στον δρόμο προς τη ΓΑΔΑ ενημέρωσα

πρώτη τη Μαρία, τους δικηγόρους μου και τη μαμά των κοριτσιών μου για το συμβάν. Τελευταία πήρα τη Χριστίνα από

την Key Books , για να της πω ότι η ομιλία μου στο Λύκειο της

Άνοιξης εκείνο το μεσημέρι θα έπρεπε να ακυρωθεί για «λόγους ανωτέρας βίας».

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΞΕΝΑΚΗΣ 5

Σε δύο ώρες η Μαρία βρισκόταν στον έβδομο της ΓΑΔΑ για να μου φέρει τα βασικά: μια αλλαξιά ρούχα, βιβλία, το ημερολόγιό μου και τηλεκάρτες. Ήταν χλομή. Αν μπορούσε να μπει εκείνη ΜΕΣΑ για μένα, θα το είχε κάνει. Οι αστυνομικοί ήταν

ευγενικοί και μου είχαν παραχωρήσει προσωρινά το γωνιακό γραφείο στον 7ο για να κάνω τα τηλεφωνήματά μου και για να

γράψω σε ένα χαρτάκι τα τηλέφωνα των δικών μου ανθρώπων, γιατί για τις επόμενες μέρες δεν θα μπορούσα να τους παίρνω παρά μόνο από το τηλέφωνο ΜΕΣΑ. Τα κινητά απαγορεύονται

Κατά τη μιάμιση το μεσημέρι έκλεινε πίσω μου η σιδερένια πόρτα του κρατητηρίου. Ήμουν πια ΜΕΣΑ. Πίσω από τα σίδερα αποχωρίστηκα τον άνθρωπό μου, ο οποίος συνέχισε να με κοιτάζει με το ίδιο άδειο βλέμμα.

Το μόνο που θυμάμαι ήταν ένα χαρτί κολλημένο σε ένα ντουλάπι του κρατητηρίου μπαίνοντας δεξιά, το οποίο έγραφε:

Όλα θα πάνε καλά.

Το χαρτί ήταν ταλαιπωρημένο από τον καιρό, όμως ήταν η πρώτη στιγμή που χαμογέλασα, έστω και λίγο, και πήγε κάτω

η ανάσα. Ζήτησα από τη Μαρία να μου δώσει για λίγο το κι­

νητό της μέσα από τα σίδερα να το φωτογραφίσω.

Λίγο πριν μπω στο κρατητήριο, είχα παραδώσει και τη

ζώνη και τα κορδόνια μου στον αστυνομικό, για να τα δώσει στη Μαρία.

Ήταν η μέρα που η ζωή μου θα άλλαζε για πάντα.

8 ΜΕΡΕΣ ΜΕΣΑ 6

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΣΟΥ

ΔΕΝ Ε Ι ΧΑ ΙΔ Ε Α Ο ΤΙ ΘΑ γράψω βιβλίο. Αν με ρωτούσες τη

μέρα που με συνάντησε ο αστυνομικός κάτω από το σπίτι μου,

θα σου έλεγα «με τίποτα». Κι όμως, όσο περνούσαν οι μέρες,

κάτι μέσα μου πήγαινε προς τα εκεί. Κάτι μέσα μου με πήγαινε

προς τα εκεί. Δεν το καταλάβαινα, κι όμως με πήγαινε. Μιλού­

σα με τους συγκρατούμενούς μου, παρατηρούσα τους αστυνο­

μικούς, βίωνα ιστορίες και συναισθήματα, κι όλο αυτό με πή­

γαινε κάπου. Δεν είχα ιδέα πού, αλλά με πήγαινε.

Νομίζω, την τρίτη μέρα ΜΕΣΑ για πρώτη φορά ένιωσα ότι

τα πράγματα πάνε προς τα εκεί. Πότε γεννιέται το όνειρο; Δεν

έχω ιδέα. Ίσως την ώρα που το σπίρτο βγάζει για πρώτη φορά

σπίθα πάνω στο γυαλόχαρτο. Κι ανάβει με τη μία; Όχι. Και πό­

σες φορές θα δοκιμάσεις μέχρι η σπίθα να γίνει φωτιά; Δεν έχω

ιδέα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν σταματάς. Και τι θα κρίνει

αν θα σταματήσεις; Η συνήθεια. Αν έχεις συνηθίσει να σταμα­

τάς, θα σταματήσεις κι εδώ. Αν έχεις συνηθίσει να μη σταμα­

τάς, δεν θα σταματήσεις ούτε εδώ. Αν έχεις συνηθίσει να ζεις

για κάτι μεγαλύτερο από σένα, θα το βρεις. Ειδάλλως, δεν θα

το βρεις. Απλό, αλλά όχι εύκολο.

Περπατούσα λοιπόν στον διάδρομο του κρατητηρίου πάνω­κάτω συνέχεια και δεν είχα ιδέα πού πήγαινα. Όμως, περπατούσα. Και δεν σταματούσα. Ο διάδρομος ήταν 25 μέτρα

όλος κι όλος και πρέπει κάθε μέρα να έκανα δέκα χιλιόμετρα, δηλαδή να τον έκανα 200 φορές πάνω κάτω. Όποιος με έβλε­

πε θα νόμιζε ότι είμαι τρελός. Κάτι άλλο για το όνειρο: πρέπει

να είσαι τρελός. Αλλά καλύτερα να είσαι τρελός παρά πεθαμένος. Κι εγώ δεν ήθελα να πεθάνω.

Αν το εγκαταλείψεις το όνειρο, πέθανες και ξέχασαν να σ’ το πουν.

Σιγά σιγά, καθετί που συνέβαινε άρχισε να πηγαίνει κάπου. Κάθε ιστορία έμπαινε σε ένα file μέσα στην ψυχή μου. Κάθε

συναίσθημα χρειαζόταν δύο ατάκες για να συνεχίσει να ζει, κι

ας ήταν γραμμένες με το κέρμα στον τοίχο. Μια μέρα ζήτησα

ένα χαρτί από τον Ισίδωρο, τον αστυνομικό, κι άρχισα να γρά­

φω με στιλό πρόχειρα τη λίστα με τις ιστορίες:

Μίλα αργά

Ο Αμίν Προσεύχεται

Έρωτας

Στέλιος

Τα πολύτιμά σου

Και πάει λέγοντας.

Κάπως έτσι ξεκινάει κάθε όνειρο. Ανάβει ένα σπίρτο, μετά ανάβει ένα δεύτερο, ανάβει το προσάναμμα και μετά πιάνει φω­

τιά. Και μετά δεν μπορείς να τη σβήσεις, ακόμη και να ήθελες.

Κανένας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς όνειρο. Μπορείς χωρίς

χρήματα, μπορείς χωρίς τους ανθρώπους σου, μπορείς χωρίς

8 ΜΕΡΕΣ ΜΕΣΑ 8

τους γονείς σου, δυστυχώς μπορείς και χωρίς τα παιδιά σου, αλλά δεν μπορείς χωρίς όνειρο.

Ακόμη κι ο δόλιος ο πατέρας που έχασε τον μικρό Ανδρέα

τα «κατάφερε» γιατί είχε ένα Όνειρο. Το Χαμόγελο ήταν το

δικό του όνειρο. Ήταν η συνέχεια του Ανδρέα. Μέσα από αυτό «επέζησε» και ο Ανδρέας και ο πατέρας του, αλλά και σώθη­

καν πολλά παιδιά.

Όσοι επέζησαν είχαν όνειρο. Όσοι δημιούργησαν είχαν

όνειρο. Όσοι τα κατάφεραν είχαν όνειρο.

Ποιο είναι το δικό σου όνειρο; Τι είναι αυτό που είναι με­

γαλύτερο από σένα και στο όνομα του οποίου αξίζει να τάξεις

τη ζωή σου;

Μόνο η δική σου ψυχή ξέρει.

Θα πιάσεις ποτέ το όνειρό σου; Μπορεί και όχι. Ίσως πε­

θάνεις στην προσπάθεια να το πετύχεις. Τον στόχο μπορεί και

να τον πιάσεις. Το όνειρο μπορεί και όχι. Όμως, η ζωή σου είχε

νόημα επειδή κυνήγησες το Όνειρό σου.

Το δικό μου όνειρο εκείνες τις δύσκολες μέρες ήταν να

γράψω το βιβλίο αυτό. Ήταν πραγματικά δύσκολες εκείνες οι

οκτώ μέρες. Όμως το όνειρό μου ήταν ο λόγος που επέζησα.

Στο ΝΑΙ είχα γράψει ότι «τα εμπόδια είναι όλα αυτά που

βλέπεις όταν παίρνεις τα μάτια σου από τον στόχο». Θα το ξα­

ναέγραφα ως εξής: «Τα εμπόδια είναι όλα αυτά που βλέπεις

όταν παίρνεις τα μάτια σου από το Όνειρο».

Εκείνες τις μέρες δεν έβλεπα τίποτα άλλο πέρα από το

Όνειρό μου. Ούτε σίδερα, ούτε δυσκολίες, ούτε δημοσιεύμα­

τα, ούτε λουκέτα, ούτε αστυνομικούς, ούτε ρολόγια. Έβλεπα

μόνο τον διάδρομο που περπατούσα. Κι αυτός έστελνε συναί­

σθημα στην ψυχή κι αίμα στην καρδιά μου.

Έβλεπα μόνο το Όνειρό μου.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΞΕΝΑΚΗΣ 9
8 ΜΕΡΕΣ ΜΕΣΑ 10 Στην ανατολική πτέρυγα της ΓΑΔΑ στον έβδομο όροφο, από τις οκτώ το πρωί και μετά ο ήλιος ήταν εκτυφλωτικός. Δεν έβλεπες τίποτα άλλο πέρα από τον ήλιο. Έτσι ήταν και το Όνειρό μου. Έτσι να είναι και το δικό σου.

Οι μέρες που άλλαξαν για ΠΑΝΤΑ τη ζωή μου

Ποτέ μην κάνεις το λάθος να ξεχάσεις ότι έχεις την Προσωπική σου Ελευθερία, όπου κι αν διαβάζεις το βιβλίο αυτό. Αν

είσαι στη θάλασσα, μπορείς να βρέξεις τα πόδια σου˙ αν είσαι στην πόλη, μπορείς να πας σούπερ μάρκετ για σουλάτσο, κι ας σου φαίνεται χαζό˙ αν είσαι στο βουνό, μπορείς να μυρίσεις το πουρνάρι και να ξαπλώσεις κάτω από τα πεύκα. Τα θεωρούσα κι εγώ τόσο δεδομένα, μέχρι που τα στερήθηκα.

Όπως θεωρούσα δεδομένη την Προσωπική μου Ελευθερία.

Mέχρι που κατάλαβα ότι δεν ήταν.

Τι είναι αυτό που μας κρατάει όρθιους σε μια οριακή στιγμή;

Πώς μπορούμε να δούμε το Δώρο, ακόμα κι όταν αυτό βρίσκεται ανάμεσα σε σίδερα; Πόσο πολύτιμη είναι η πυξίδα ΜΕΣΑ

μας, ό,τι κι αν συμβαίνει εκεί έξω; Έπειτα από μια μεγάλη προσωπική δοκιμασία, ο Στέφανος Ξενάκης επιστρέφει με το πιο προσωπικό του βιβλίο. Πιο ευάλωτος, πιο δυνατός, πιο αληθινός.

Το 8 Μέρες Μέσα είναι το ημερολόγιο ενός ανθρώπου που στην

πιο σκοτεινή στιγμή της ζωής του αναζήτησε και βρήκε το φως εκεί όπου κρύβεται πάντα. ΜΕΣΑ.

ISBN 978-618-5724-18-4

9 786185 724184

Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.