DANELLIS sel_Final_Layout 1 03/06/2014 5:53 ΜΜ Page 34
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΑΝΕΛΛΗΣ
Ο άλλος κατουρούσε την πινακίδα του και του χαμογελούσε μέσα από το παρμπρίζ. Ήταν μεθυσμένοι. Ο Τελευταίος έτρεξε προς το μέρος του. Έπιασε από τους ώμους τον παλιό και τον παρακάλεσε να αφήσει ήσυχο τον Παντελή. «Μα είναι Πρωτοχρονιά κι αυτός δεν βγήκε να μας πει ούτε χρόνια πολλά», παραπονέθηκε ο άντρας τρεκλίζοντας. Ο Τέταρτος πλησίασε και ρώτησε αν υπάρχει κάτι να πιουν. Ο Τρίτος παρακολουθούσε από απόσταση. Τελικά, με την επιμονή του Τελευταίου απομακρύνθηκαν όλοι, αφήνοντάς τον Παντελή μόνο, ζαρωμένο κάτω από την κουβέρτα του. Τα δάκρυα επιτέλους υγροποιήθηκαν και κύλησαν αθόρυβα κάτω από τα σφαλισμένα βλέφαρά του, μουσκεύοντας το μαξιλαράκι του καθίσματος. Έβαλε το ξυπνητήρι στο αυτί του και προσπάθησε να μεταφερθεί στην ασφάλεια του κρεβατιού του. Ήταν η πρώτη Πρωτοχρονιά του Παντελή στο δρόμο.