Η Έλλη και το λιοντάρι της πήγαιναν παντού μαζί.
Το λιοντάρι ήταν ο ήρωας της πόλης γιατί κάποτε είχε σώσει τα καλύτερα κηροπήγια του Δημάρχου από ληστές.
Σε ένα μέρος, όμως, δεν μπορούσαν να πηγαίνουν μαζί: στο σχολείο. Η δασκάλα της Έλλης, η κυρία Ολυμπία, έλεγε πως δεν επιτρέπονται τα λιοντάρια στο σχολείο.
Το λιοντάρι, όμως, δεν ήθελε να αποχωριστεί την Έλλη, οπότε κάθε μέρα την ακολουθούσε.
Αλλά όπου και αν κρυβόταν το λιοντάρι…
πίσω από τον πίνακα,
μέσα στο πιάνο,
ανάμεσα στα μπουφάν…
Η κυρία Ολυμπία πάντοτε το έβρισκε. «Έχω μάτια και στην πλάτη!» έλεγε. Και το έστελνε σπίτι...
Μια μέρα το λιοντάρι αποφάσισε αντί να επιστρέψει σπίτι, να πάρει έναν υπνάκο σε ένα ηλιόλουστο σημείο έξω από το σχολείο. Από κει θα άκουγε και τις φωνές των παιδιών που θα παίζανε στο προαύλιο.
Όμως αυτό το ηλιόλουστο σημείο ήταν στ’ αλήθεια... ένα λεωφορείο.
Και τα παιδιά δεν θα έπαιζαν στο προαύλιο σήμερα…
Θα πήγαιναν εκδρομή! Κανείς δεν πρόσεξε το κοιμισμένο λιοντάρι στην οροφή του λεωφορείου.