freequency the zine #3

Page 1


Πώς ορίζεται εκείνη η -σχεδόν μαγική- στιγμή που ένα σύνολο ατόμων καταφέρνει να υλοποιήσει το όραμα που έχει για ένα κοινό σκοπό; Και πώς αυτός ο ορισμός όταν παίρνει σάρκα και οστά σε επίπεδο δημιουργίας και προσωπικής έκφρασης, τελικά πραγματώνεται; Μία τέτοια «δυσκολία» αντιμετωπίζουν όσοι και όσες ασχολήθηκαν, ασχολούνται και θα ασχολούνται με το εγχείρημα που λέγεται Freequency. Ένα εγχείρημα που ξεκίνησε ως διαδικτυακός ραδιοφωνικός σταθμός (αποκλειστικά) και μετεξελίσσεται σε ένα δίαυλο επικοινωνίας μέσω του γραπτού λόγου και της ραδιοφωνικής έκφρασης. Η ανάγκη για αδιαμεσολάβητη και μη χειραγωγούμενη ενημέρωση που βασίζεται και ανοίγει στο πεδίο της Τέχνης (με όποια μορφή και αν εκφράζεται αυτή) και της πολιτικής αντίληψης των πραγμάτων, είναι η κινητήρια δύναμη των ανθρώπων που απαρτίζουν το εγχείρημα. Μία προσπάθεια για ένα πολυσυλλεκτικό Μέσο που δεν αντιλαμβάνεται την δημιουργία με όρους αγοραίους. Κριτήριό μας είναι το ενδιαφέρον που βρίσκουμε στην επικοινωνία, στη μουσική, στις παραστατικές τέχνες, στην πολιτική και στους ανθρώπους που είναι «κοινωνοί» αυτών των εννοιών. Η συνεργασία (μέσω της δικτύωσης) και η παρουσίαση ανάλογων εγχειρημάτων, είτε στο κοινωνικό, είτε στο καλλιτεχνικό πεδίο είναι για μας ζητούμενο και μία από τις συλλογικές απαντήσεις μας στις επιθέσεις που δεχόμαστε και θα δεχθούμε.

“...δεν θα καίγεται ο κόσμος γύρω μας, και εμείς θα ακούμε μουσική . ας καίμε τον κόσμο γύρω μας, μετά μουσικής”

συντοντισμός ύλης Άννα Στερεοπούλου συντακτική ομάδα Αντρέας Βάγιας κωστας γ δώρα ιντζ. Μαρία Κουτρούμπα Δημήτρης Μπ. Δημήτρης Πάλλης Άρης Παναγόπουλος Αθηνά Παπαναγιώτου Άννα Στερεοπούλου Βασίλης Τσίγκας Γαβριήλ Φιλιππόπουλος εξώφυλλο/οπισθόφυλλο ΚΜ εικονογράφιση ΚΜ δημιουργικό κωστας γ Άρης Παναγόπουλος Ευχαριστούμε... την Θάλεια Τσιάκα για την πολύτιμη βοήθεια τον ΚΜ για τα σχέδια τον Δήμο Μωυσιάδη για το σχέδιο του άρθρου 3ο Django Fest τον Γιώργο Τριανταφυλλάκο για την ευγενική παραχώρηση των γραμματοσειρών


editorial

… ωσπου καποτε, ερχεται ενα κειμενο, ενα σχεδιο, ενα τευχος, μια ομαδα, να σου θυμισει αυτο που ευκολα ξεχνιεται. πως δεν εισαι μονος. πως δεν εισαι ο μονος. κι οτι αν, οπως λεγεται, "ολα ειναι δρομος", τον κουβαλας μαζι με αλλους, στις τσεπες, στα κειμενα, στα σχεδια, στα τευχη, στις ομαδες. και πως συμβαινει, τελικα, ενα αρθρο για την ολοενα αυξανομενη ταση των μουσικων σχηματων να χαραζουν διαχωριστικες γραμμες απο εταιριες, μανατζερ και καθε ειδους μεσαζοντες, να σου φτιαξει τη στιγμη; πως συμβαινει μια σειρα σχεδιων εμπνευσμενη απο την ιδια αναγκη για, κατα το δυνατο, απεξαρτηση απο "διαχειριστες" της πνευματικης μας εργασιας, που σου προσφερει ενας φιλος, να σου φτιαξει τη μερα; πως συμβαινει η δουλεια για ενα ακομα τευχος, αφιερωμενο σε ολα τα παραπανω, εκφραζοντας παραλληλα και τη δικη μας αναγκη για "αδιαμεσολάβητη και μη χειραγωγούμενη ενημέρωση", να σου φτιαξει τη βδομαδα; πως συμβαινει μια ομαδα που συναντα αλλες ομαδες και ανθρωπους, ωστε ολοι μαζι - κι οχι μονοι να χτισουν ενα διαφορετικο και ανεξαρτητο απο "τριτους" τροπο να επικοινωνησουν το εργο τους, να σου φτιαξει μια νεα προοπτικη;

συμβαινει τις μερες που ξημερωνουν και ξεχνας τη συνηθεια σου να κοιτας τα ποδια σου ή το γραφειο σου ή το ταβανι σου και - χωρις να το πολυσκεφτεις, χωρις να το πολυθες, χωρις να στοχευεις σε κατι – αρχιζεις να κοιτας γυρω σου. και ξαφνικα, ειμαστε ολοι εκει. εκει που παντα ημασταν. με τις σκεψεις πανω στα δικα μας ποδια. σκυμμενοι πανω απο τα δικα μας γραφεια. με το βλεμμα στους δικους μας τοιχους. αλλα ειμαστε εκει, στους δρομους που κουβαλαμε και μας κουβαλουν και γραφουμε…

κωστας γ



περιεχόμενα φεστιβάλ αθηνών - εντός, εκτός κι επί του άλλου 6 εποχές 8 today’s ashes, tomorrow’s empires 10 η πολιτική έκφραση στην παραγωγή μουσικής και τέχνης γενικότερα αθώος! μέχρι αποδείξεως του εναντίου... 12 συνέντευξη neurosis

17

babel opens its gates - festival @ genova

26

no wave [ιστορικό]

30

συνέντευξη vlastur 37 τί (δεν) είναι ανεξάρτητος κινηματογράφος 41 δείξε μου τα bookmark σου, να σου πω ποιός είσαι 46 η σούπα του καλοκαιριού γιατί τώρα μόνο είχε έρθει η στιγμή γι’αυτό το πρόσωπο να υπάρξει

49 51

3ο django fest

54

tail’s tales [ένθετο] η τεχνική της αναμόρφωσης [re-vision]


ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ 2012: Εντός, Εκτός κι επί του Άλλου του Δημήτρη Μπ.

Η σύνδεση με το Άλλο, είτε στα πλαίσια της διερεύνησης του εαυτού, είτε στο πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων, είναι μια απ' τις βασικές λειτουργίες της καλλιτεχνικής έκφρασης. Για το Φεστιβάλ Αθηνών, η σύνδεση αυτή, προσανατολιζόμενη κυρίως στις έννοιες “εσωτερικό-εξωτερικό” (γεωγραφικά), υπήρξε η βασική κατεύθυνση από την αρχή του, το 1955. Άλλωστε, η ίδια η πρόσκληση από την Αμερική του διάσημου σκηνοθέτη του θεάτρου, Ντίνου Γιαννόπουλου, από την τότε κυβέρνηση, για την ίδρυση και οργάνωση του Φεστιβάλ, είναι χαρακτηριστικά δηλωτική αυτής της “προς τα έξω” ματιάς του. Εν έτει 2006 και συγκεκριμένα, 51 χρόνια μετά, μια άλλη μετάκληση, αυτή του Γιώργου Λούκου, -διευθυντή της Όπερας της Λυών και σκηνοθέτη σε μερικές από τις σημαντικότερες σκηνές του ευρωπαϊκού θεάτρου-, ήρθε να απαλλάξει αυτόν τον διάλογο από την παράφραση του “εσωτερικό-εξωτερικό” σε “επαρχιωτικό-κοσμοπολίτικο”. Ο Λούκος, στο μέτρο των δυνατοτήτων ενός ελληνικού οργανισμού, έβαλε το Φεστιβάλ (ξανά) στον χάρτη ενός ευρύτερου “ντόπιου” κοινού, “υποχρεώνοντας” παράλληλα μερικούς από τους σπουδαιότερους -και όχι πλέον προβεβλημένους- καλλιτέχνες του κόσμου, να σταθμεύσουν σε κάποια από τις σκηνές του, σε Αθήνα και Επίδαυρο. Το σημαντικότερο, όμως αποτέλεσμα ήταν η αίσθηση των εγχώριων καλλιτεχνών, (η συμμετοχή των οποίων δεν είναι πλέον χαριστική, αλλά ουσιαστική), ότι συμμετέχουν παράλληλα σε έναν διεθνή διάλογο με τα έργα που παρουσιάζουν.

6

Στο φετινό πρόγραμμα οι παραστάσεις των Μιχαήλ Μαρμαρινού, Blitz και Έλλης Παπακωνσταντίνου αποτέλεσαν δείκτη αυτής της αίσθησης. Θέτοντας εαυτούς στον εν λόγω διάλογο, έγιναν η αντανάκλαση της διάθεσης της κοινωνίας μας σήμερα. Μια πιο εστιασμένη ματιά θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα: Έλλη Παπακωνσταντίνου - Κουαρτέτο Βούτσεκ: Τα λαϊκά στερεότυπα των δύο χωρών αλληλοπλέχθηκαν στην παράσταση, όπως και τα μουσικά της είδη. Οι “τεμπέληδες” έλληνες, οι “κατακτητές” γερμανοί, η όπερα, το πανκ. Η ύπαρξη στη σκηνή δυο γερμανών ηθοποιών, του Hendrik Arnst από τη Schaubuehne, και του “μετανάστη” Α. Frieling, ο οποίος εδώ και πολλά χρόνια ζει και εργάζεται στην Αθήνα, και ιδιαίτερα η δεξιοτεχνία στην εναλλαγή υποκριτικών υφών, αλλά και των δύο γλωσσών που ο δεύτερος χειριζόταν ισότιμα, στάθηκε δυνατό να φανερώσει και κυριολεκτικά αυτόν τον διάλογο, άσχετα από το βάθος των επιχειρημάτων που επιλέχθηκαν. Άλλωστε, ο διάλογος με το Άλλο πολύ συχνά είναι ουσιαστικότερος, όταν καταφεύγει κανείς σε μη λεκτική επικοινωνία, όπως αποδείχθηκε άλλωστε και από τα μουσικά μέρη της παράστασης. Blitz - Δον Κιχώτης: Με τον Δον Κιχώτη, την πρώτη μετά τον Γαλαξία τους, που επιλέχθηκε στο κανονικό πρόγραμμα της Schaubuehne για τον φετινό χειμώνα, το δυναμικό τρίδυμο των Πασσαλή - Βαλαή - Παπούλια, δεν μπορούσε παρά να δημιουργήσει μια παράσταση δηλωτική, όχι μόνο των δυνατοτήτων, αλλά και των στόχων της ομάδας για ένα συλλογικό θέατρο υψηλών προδιαγραφών σε όλα τα


επίπεδα. Μια παράσταση που θα μπορούσε να δείξει στα θέατρα της Ευρώπης που σταδιακά τους ανακαλύπτουν, τί μπορούν και θέλουν να κάνουν. Και είναι αλήθεια πως το στατικό road movie που έστησαν με επίκεντρο τον ήρωα του Θερβάντες και “επισκέπτες” από τον Ντοστογιέφσκι μέχρι την Γκούντρουν Έσλιν των RAF, μπορεί κάλλιστα να γίνει το όχημα που θα συνεχίσει το ταξίδι τους στις σκηνές της Ευρώπης και όχι μόνο. Με αφομοιωμένες και πλήρως συνειδητές τις επιρροές τους, οι Blitz είναι η απόδειξη των καρπών του γόνιμου αυτού διαλόγου, που τους βρίσκει ιδανικά απαλλαγμένους από το άγχος της ελληνικότητας του φολκλόρ και ενδυναμωμένους από την σύγχρονη αναγκαιότητα ύπαρξης μιας “ελληνικής” φωνής. Μιχαήλ Μαρμαρινός - Insenso: “Ο Μιχαήλ είναι ο πρώτος της γενιάς του που κατάλαβε ότι από ένα σημείο και έπειτα ο καλλιτέχνης στοχεύει στο κλασσικό”, δήλωνε σε φιλικό κύκλο ο Δημήτρης Δημητριάδης λίγο μετά την πρεμιέρα του Insenso του σκηνοθετημένο από τον Μιχαήλ Μαρμαρινό. Και πράγματι, ο διάλογος του “μέσα-έξω” βρήκε εδώ κάθε δυνατή εκδοχή, συμπεριλαμβανομένου του κλασσικού με το σύγχρονο. Κατ' αρχήν το κείμενο της παράστασης ήταν καρπός της “συνομιλίας” του σπουδαιότερου ίσως νεοέλληνα θεατρικού συγγραφέα, με το ιταλικό Senso του L. Visconti. Και έπειτα το θέμα. Ερμηνευμένος από 20 γυναίκες, ο μονόλογος ουσιαστικά του Δημητριάδη δεν είναι παρά ένας ύμνος στην αναζήτηση, την αποκάλυψη και την έλλειψη του κατεξοχήν και πανανθρώπινου Άλλου, του άλλου φύλου, που στην περίπτωση αυτή ήταν ο άνδρας αγαπημένος Φραντς Μάλλερ της γυναίκας-φωνής Λίβια Σερπιέρι. Και η σκηνική σύλληψη όμως, ήταν η κυριολεκτική απόδοση του διαλόγου “μέσαέξω”. Χωρισμένη σε δύο μέρη, η παράσταση ήθελε τους θεατές κατανεμημένους σε δύο ομάδες ανάλογα του φύλου τους για να περιηγηθούν από τους οδηγούς-ταξιθέτες στον εξωτερικό χώρο της Πειραιώς 260, και έπειτα του γειτονικού Ιδρύματος Μείζονος

Ελληνισμού, σε μια ζωντανή εγκατάσταση με παρούσες τις 20 γυναίκες-φωνές, πριν περάσουν “μέσα” στον χώρο του δεύτερου μέρους της παράστασης, ακολουθώντας τις ηθοποιούς, που ανά μία έτρεχαν ξέφρενα προς τον κλειστό χώρο της σκηνής. Ακόμη και ο ίδιος ο σκηνοθέτης ως παρουσία «έπαιξε» με τις έννοιες μέσα-έξω, αφού ενώ διατηρούσε μια κανονική θέση ως θεατής κατά την διάρκεια της παράστασης, σε δύο σημεία θα εισέβαλλε σε αυτήν, είτε για να περιποιηθεί μιαν ηθοποιό σκουπίζοντας επιδεικτικά τον ιδρώτα της, είτε – φέρνοντας την παράσταση στο τέλος της – για να τις διευθύνει ως άλλος μαέστρος σε μια σύνθεση όπου η μουσικότητα της φωνής άφησε τους θεατές «άφωνους»… Τον τελευταίο καιρό, οι έννοιες της ελληνικότητας, της σχέσης με το εξωτερικό, αλλά και πιο πριν με τον ίδιο της τον εαυτό – ή εαυτούς, πιο σωστά – μονοπώλησαν και θα συνεχίσουν να μονοπωλούν τον δημόσιο διάλογο. Λίγο η φυτεμένη «άνθιση» της ακροδεξιάς μαζί με τον γενικευμένο λαϊκισμό των κοινοτυπιών γίνονται άριστα το κατάλληλο έδαφος για την επιστροφή του «ανάδελφου ελληνισμού», ιδέα καταστρεπτική για τους κατοίκους αυτής της χώρας για πολλές δεκαετίες. Το θέατρο, όπως και οι υπόλοιπες τέχνες, ή αντιλήψεις, όπως αυτή της διεύθυνσης του Φεστιβάλ Αθηνών, μπορούν – και πράγματι γίνονται – μιας πρώτης τάξης ευκαιρία για να αρθρωθεί ένας αντίλογος, και μάλιστα ποικίλης επιχειρηματολογίας και μορφής, ο οποίος θα μπορούσε να μας φέρει πιο κοντά με το Άλλο, κυρίως αυτό που εδρεύει μέσα στους ίδιους μας τους εαυτούς.

7


εποχές του κωστα γ

ειναι μια εποχη… μοναχα μια εποχη. ολοι την περνουν. καποιοι παλευουν να διαρκεσει. καποιοι παλευουν να τελειωσει. ειναι μια εποχη που σαν την αμμο ξεγλυστρα απο τα χερια σου. ειναι η εποχη που ξερεις λιγα. αλλα ξερεις ακριβως οσα χρειαζεσαι. κι ειναι σαν την αμμο. που δυο χερια δε φτανουν να την κρατησουν. που θελει περισσοτερα χερια, τα δικα σου και καποιου αλλου. και καποιων αλλων. θελει πιστη. και θελει αποφαση. και θελει ληθη. σχεδον αγνοια. ειναι μια εποχη που οσο πιο βαθια μεσα της βρισκεσαι, τοσο πιο ευκολο ειναι να φευγεις και να παλευεις με τις αλλες εποχες. ειναι ενα καλοκαιρι, γυρω απο το θερινο ηλιοστασιο. που οσο το κρατας σαν αμμο αναμεσα στα χερια σου, τα δικα σου και των δικων σου, μπορεις να φευγεις να παλευεις με χειμωνες, και με φθινοπωρα και με την φρικαλεα εκρηξη της ανοιξης. (“κι η ανοιξη μου προσφερε το φρικαλεο γελιο του ηλιθιου”, λεει ο ρεμπο) ειναι μια εποχη προσωπικη, ενα καλοκαιρι υποκειμενικο, ενας παραδεισος δικος σου. κι ειναι φωτια και εξοδος πυρκαγιας. ειναι ο κοσμος ολος και ειναι φυλακη. η εποχη της αθωοτητας, της παιδικης ξεγνοιασιας, του απολυτου και του υπεροχου. του παραμυθιου. 8


και ολοι παλεψαμε να διαρκεσει. και ολοι αποτυχαμε. οποτε πια, για μας, ειναι τελος εποχης. και τα πωλητηρια στις αδειες βιτρινες διασκεδαζουν με τα αδεια ματια μας που χωρις πωλητηρια χαριζονται οσο-οσο σε ο,τι ξεδιψαει τη γυαλαδα τους. κι ειναι, οντως, γλυκο, να θυμασαι το δικο σου καλοκαιρι. τα δικα σου καλοκαιρια. τα δικα μας καλοκαιρια. κι ειναι, οντως, ευτυχια, που υπηρξαν και που υπηρξαμε. κι ειναι, οντως, πικρο, που τελειωνουν και τελειωσανε. αλλά χαραζει μια νεα εποχη. ισως πιο αγρια, πιο δυσκολη, πιο μετρια. αλλά για αλλους πιο αληθινη, πιο συγχρονη, πιο παρουσα. και δε μοιαζει με αμμο. αλλα με πετρες που οσο κι αν σε βαραινουν μπορεις να τις κουβαλας χωρις να ανησυχεις μην τις χασεις. και χρειαζονται παραπανω απο δυο-τρια ζευγαρια χερια. χρειαζονται τα χερια ολων. (γιατι οι πετρες, εστω και σαν εποχες, ειναι βαρος και οπλο.) τελικα, χωρις να ξεχνας το κριμα και το καλοκαιρι, αφηνεσαι στη δροσια του φθινοπωρου, περιμενοντας την πρωτη βροχη. που θα σε χαιρετησει μελαγχολικα, και θα κανει το δρομο σου να μυρισει βρεγμενο χωμα. επρεπε καποτε να τελειωσει αυτο το καλοκαιρι. ειναι μια εποχη…

9


Today’s Ashes, Tomorrow’s Empires

Η πολιτική έκφραση στην παραγωγή μουσικής και τέχνης γενικότερα των κωστα γ, δώρα ιντζ., Άρη Παναγόπουλου, Γαβριήλ Φιλιππόπουλου

Δισκογραφικές, που δημιουργούνται από μπάντες για να κυκλοφορήσουν τις δουλειές τους. Στούντιο, που φτιάχνονται από μουσικούς ή ομάδες μουσικών για να αποφύγουν τα λειτουργικά τους έξοδα. Συναυλίες, που οργανώνονται από τους ίδιους τους συμμετέχοντες σε ανοιχτούς ή κλειστούς χώρους με χαμηλό ή μηδενικό εισιτήριο.

Όλο και περισσότεροι μουσικοί και συγκροτήματα, επιλέγουν να διαχειριστούν τη μουσική τους με έναν τρόπο προσανατολισμένο στις κοινωνικοπολιτικές τους ταυτότητες. Αποκλείοντας, λιγότερο ή περισσότερο, όσους ενδιάμεσους αναλαμβάνουν την οικονομική εκμετάλλευση της παραγωγής και της διάθεσης των δημιουργιών τους. Προτείνοντας έναν σαφώς πιο δύσκολο αλλά ταυτόχρονα και πιο δίκαιο -τόσο για τους ίδιους όσο και για τους υποστηρικτές/ακροατές τουςτρόπο να οργανώνονται και να λειτουργούν. Αυτό, αν και συμβαίνει δεκαετίες τώρα -λόγω και των οξυμένων συνθηκών σε πολιτικό επίπεδο-

10

μέρα με τη μέρα γενικεύεται και σταθεροποιείται ως τάση. Τελικά, όλο και ποιοτικότερες δουλειές φτάνουν στα αυτιά μας. Δουλειές μουσικών με καλό υλικό και αξιόλογες παραγωγές. Η ίδια ανάγκη για έκφραση με τους δικούς μας όρους, που έτσι και αλλιώς παρατηρείται σε διάφορους παραγωγικούς τομείς, μας ώθησε να εξερευνήσουμε τέτοιου είδους μουσικά εγχειρήματα, σε ένα αφιέρωμα που θα «απλωθεί» στα επόμενα τεύχη του zine. Οι προβληματισμοί που προκύπτουν από την εξερεύνηση αυτή είναι πολλοί. Όπως πολλές είναι και οι αντιφάσεις. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια ανάγκη της εποχής ή σε μια καινούργια μόδα (ή και τα δύο); Τελικά οι δημιουργοί επιλέγουν τον συγκεκριμένο δρόμο ή εξαναγκάζονται λόγω της παρακμής του συμβατικού τρόπου; Πώς μπορεί κάποιος που βιοπορίζεται από την μουσική να καταφέρνει να την αντιμετωπίζει ρομαντικά ως καλλιτέχνης και κυνικά ως εργαζόμενος; Και κυρίως, κατά πόσο η αντίφαση του να ζεις στον καπιταλισμό ερχόμενος καθημερινά σε σύγκρουση μαζί του (ή ακόμα και παλεύοντας να τον ανατρέψεις), επιτρέπει να είσαι «απόλυτα ιδεολόγος» στην καλλιτεχνική παραγωγή; Εξετάζοντας το παράδειγμα μουσικών


κολεκτίβων και συγκροτημάτων, τόσο με άρθρα και απόψεις όσο και με την άμεση επαφή μαζί τους, στοχεύουμε να εμβαθύνουμε στον τρόπο οργάνωσής τους, αλλά και να καταλήξουμε στο ποιό είναι το ισχυρό κομμάτι των δίπολων που περιγράφουμε παραπάνω. Η προσπάθεια αυτή ενισχύεται και με ιστορικά άρθρα για τα διάφορα μουσικά και γενικότερα καλλιτεχνικά κινήματα, κείμενα για ανάλογα εγχειρήματα σε άλλες μορφές τέχνης σήμερα, άλλα και παρουσιάσεις έργων και δίσκων από δημιουργούς αυτής της λογικής.

11


Αθώος! Μέχρι αποδείξεως του εναντίου...

[μικρές αναμνήσεις από δίσκους ορόσημα] των κωστα γ και Γαβριήλ Φιλιππόπουλου

ότι αυτή η πρακτική, σε συνδυασμό με την "ανορθόδοξη"μουσική του, θα επιτελούσε σε ένα πιο βαθύ και φαντασιακό δέσιμο με τις ηχογραφήσεις. Όπως και νά 'χει, το Youth Of America, σηματοδότησε τη στροφή των Wipers σε πιο σύνθετες και μεγάλης διάρκειας συνθέσεις. Με το ομώνυμο τραγούδι να διαρκεί πάνω απο 10 λεπτά, πρόκειται για ένα δίσκο που άλλαξε την οπτική στο punk rock και έθεσε τις βάσεις για τα μετέπειτα μουσικά κινήματα και το post-punk.

81] erica [19

th Of Am

You Wipers -

Wipers - Youth Of America [1981] Το δεύτερο άλμπουμ των Wipers, κυκλοφόρησε το 1981 από τη δισκογραφική εταιρεία TRAP, που είχε δημιουργήσει ο κιθαρίστας και τραγουδιστής του συγκροτήματος, Greg Sage το 1979. Ο στόχος του ήταν να ηχογραφήσει 15 LP σε 10 χρόνια, χωρίς να κάνει περιοδείες και προώθηση. Πίστευε ότι είναι εφικτό να αποφευχθούν οι ζωντανές εμφανίσεις, ο τύπος, οι φωτογραφίες και οι συνεντεύξεις. Θεωρούσε CrimethInc.

12


Catharsis – Passion [1999] Δεν είναι μόνο η τρομερή μουσική. Η ηχητική βία που εξαπολύεται μόλις βάλεις το δίσκο στο πικάπ. Και οι στίχοι που απλά σκίζουν

Recordings, τον Ιανουάριο του 2013, στη Βαλτιμόρη. visit: CrimethInc. - www.crimethinc.com Godspeed You! Black Emperor Lift Your Skinny Fists Like Antennas To Heaven [2000]

Cath

arsis

- Pas

sion

(199

9)

τον μικροαστικό τρόπο αντίληψης της ίδιας μας της ζωής. Ας τα ξεπεράσουμε αυτά. Δεν γίνεται, αλλά ας προσπαθήσουμε. Αυτό που κατάφεραν οι Catharsis με την πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική τους δουλειά, Samsara, αλλά κυρίως με το Passion του 1999, ήταν να συνταιριάξουν τον κινηματικό τρόπο έκφρασης με την καλλιτεχνική δημιουργία. Οι Catharsis δεν έπαιζαν (την συγκεκριμένη) μουσική (ακραίο hardcore) επειδή ζούσαν σε καταλήψεις. Δημιούργησαν καταλήψεις και κοινότητες αγώνα μέσω της τέχνης τους. Τα 2 LP τους κυκλοφόρησαν μέσω της αναρχικής κολεκτίβας CrimethInc. Μπάντα και κολεκτίβα λειτουργούσαν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Οι γραμμές μεταξύ τους, θολές. Αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικές. Και για τον πομπό και τον δέκτη. Το αναπάντεχο της υπόθεσης είναι η επανασύνδεση των Catharsis για το επικείμενο φεστιβάλ της A389

“Τέσσερα κομμάτια, ένα σε κάθε πλευρά του βινυλίου, ξεδιπλώνουν ένα κόσμο πόνου, θλίψης και ομορφιάς, με μουσικά αποσπάσματα που κυμαίνονται από την οικεία τους americana μέχρι τη folk της κεντρικής Ευρώπης, όλα περασμένα από τα μοναδικά ηχητικά φίλτρα της τρελής απο τα πεταλάκια ροκ ενορχήστρωσης της ορχήστρας των Godspeed.” Έτσι χαρακτηρίζεται στο website της ανεξάρτητης δισκογραφικής Constellation Records, o τρίτος δίσκος των GY!BE [τέταρτος, αν μετρήσουμε και την κυκλοφορία του All Lights Fucked On The Hairy Amp Drooling, (1994) σε 33 αντίτυπα σε κασσέττα].Ένας δίσκος που μέσα απο την ανάμιξη της μελωδικότητας με την εκρηκτικότητα, των ροκ ενορχηστρωτικών

Godspeed You! Black Emperor - Lift You Skinny Fists Like Antennas To Heaven [2000]

13


Γιάννης Αγγελάκας & Νίκος Βελιώτης - Οι Ανάσες των Λύκων [2005]

εργαλείων με το μεταλόφωνο, το βιολί, το κοντραμπάσο κλπ, καταλήγει να περιέχει τέσσερα αριστουργήματα που σε καλούν να «σηκώσεις την κοκκαλιάρικη γροθιά σου σαν κεραία στον ουρανό»! Γιάννης Αγγελάκας & Νίκος Βελιώτης Οι Ανάσες των Λύκων [2005] ”Θα ‘ρθει ο καιρός που θα σπάσω την πόρτα κι η καρδιά μου στο φως θα χυμήξει…” Η πρώτη, ουσιαστικά, κυκλοφορία της Alltogethernow, που χογραφήθηκε το 2004 από τον Χρήστο Χαρμπίλα και τον Τίτο Καργιωτάκη στο Alzheimer All Stars Multimedia Studios, Epanomi και μιξαρίστηκε στο Royal Alzheimer Hall από τους Χ.Χαρμπίλα, Τ. Καργιωτάκη και Coti K. Πρόκειται για το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Γιάννη Αγγελάκα με τον Νίκο Βελιώτη, ένα αποτέλεσμα που ισορροπεί ανάμεσα στην τραγουδοποιεία του πρώτου, το χαρακτηριστικό 14

ήχο του τσέλου του δεύτερου και τις ηλεκτρονικές «παρεμβολές» των άλλων τριών συντελεστών. Σκοτεινό και ήσυχο υλικό, που προκαλεί ανησυχία όσο βαθαίνεις στους στίχους και τις απόκοσμες μελωδίες του. Η ηρεμία των τραγουδιών κρύβει την αναστάτωση του έρωτα και της επανάστασης, που όσο περισσότερο μπλέκονται (έρωτας κι επανάσταση) απο τους ίδιους του δημιουργούς, φτάνουν να αγγίζουν ζητήματα ύπαρξης, συνείδησης και αντίδρασης. Αξιοσημείωτες και οι διασκευές σε Μάνο Χατζιδάκι (Κάθε Τρελλό Παιδί) και Μάρκο Βαμβακάρη (Η Πλυμμήρα). H Alltogethernow ιδρύθηκε το 2004 από τον Γιάννη Αγγελάκα και τους εντιμότατους φίλους του και συναγωνιστές. Είναι μία δισκογραφική εταιρία που προσπαθεί να σταθεί απ’ τη μία ανάμεσα από τις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες -που από παραγωγοί μουσικών έργων κατάντησαν εφημεριδοπώλες, πληρώνοντας έτσι την αισχροκέρδεια και την σκουπιδολαγνεία τους- και από την «επαναστατική» λογική 14


εντύπων σαν το δικό σας από την άλλη που υποστηρίζουν το free downloading . Κάπου ανάμεσα στεκόμαστε λοιπόν εμείς έχοντας υπόψη μας ότι ο κόσμος μπορεί να ζήσει χωρίς εμάς, εμείς όμως δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς τον κόσμο. Propagandhi – Supporting Caste [2009] Μπάντα ορόσημο οι Καναδοί, στο στρατευμένο hardcore/punk. Το μουσικό τους κριτήριο ήταν πάντα πολύ υψηλό. Μέτρια κυκλοφορία δεν έχουν. Διαφορετικές μεταξύ τους -μουσικά- φυσικά. Μέτρια όμως όχι. Και 24 χρόνια ύπαρξης δεν είναι και λίγα. Από τα πιο «ξεροκέφαλα» σχήματα που θα συναντήσει κανείς στην underground μουσική. Στίχοι ακρο-αριστερής στοχοθεσίας με εμφανέστατα αντιρατσιστικά, αντιφασιστικά, αντισεξιστικά και vegan μηνύματα. Στο Supporting Caste

Propa

gandh

i - Su

ppor t

ing C

aste (2 009)

Old Market Autonomous Zone - www.a-zone.org

15


του 2009, οι Propagandhi έκαναν μία μουσική στροφή παίζοντας πιο «μεταλλικά», γράφοντας εν τέλει τον πιο heavy δίσκο τους. Το LP κυκλοφόρησε από την μουσική τους κολεκτίβα, την G7 Welcoming Committee Records, η οποία εδώ και χρόνια κυκλοφορεί δουλειές συγκροτημάτων, τα οποία αντιλαμβάνονται την υπόστασή τους έξω από το υπάρχον καθεστώς της μουσικής βιομηχανίας. Όποιοι και όποιες ενδιαφέρονται, ας ρίξουν και μία ματιά στην Old Market Autonomous Zone, την αυτόνομη περιοχή στην πόλη Winnipeg του Καναδά. Εκεί στεγάζεται η G7 Welcoming Committee Records, όπως και πολλά αυτό-οργανωμένα εγχειρήματα. Έχει πραγματικά πολύ ενδιαφέρον. visit: G7 Welcoming Committee Records www.g7welcomingcommittee.com

16


Συνέντευξη Neurosis των ρομπότ Άρη Παναγόπουλου και Γαβριήλ Φιλιππόπουλου Είναι εκείνες οι στιγμές που δεν ξέρεις τί ακριβώς να σκεφτείς. Και πώς να πράξεις. Μιλάς με κάποιον που τόσα χρόνια τον «βλέπεις» διαμεσολαβημένα. Από τα artwork των cd του και τη μουσική του, αλλά δεν έχεις σηκώσει ποτέ το ακουστικό (έστω το skype) και να κάνεις μαζί του μία συζήτηση. Και τί να πρωτορωτήσεις; Όταν μιλάς για ένα καλλιτεχνικό κεφάλαιο δύο δεκαετιών όπως οι Neurosis όλα σου φαίνονται βουνό. Όταν όμως ακούς το “Hello, how are you?” του Steve Von Till από την άλλη πλευρά, όλα σταματούν. Και ο χρόνος. Και γίνεσαι «μηχανή»…

Πρέπει αρχικά να σε ενημερώσουμε πως είμαστε μεγάλοι φαν των Neurosis και λόγω της κυκλοφορίας του καινούριου δίσκου αλλά και του άρθρου που προσπαθούμε να γράψουμε, επιδιώξαμε να κάνουμε μια κουβέντα μαζί σου. Αναρωτιόμασταν, λοιπόν, τί μεσολάβησε όλα αυτά τα χρόνια ανάμεσα στην κυκλοφορία του Given To The Rising και του Honor Found In Decay; Η ζωή… Πολύς κόσμος έχει ρωτήσει γιατί πήρε τόσο πολύ να κάνουμε τον επόμενο δίσκο και η πρώτη μου αντίδραση είναι ότι σε εμάς δε φάνηκε στα αλήθεια, τόσο μεγάλο το διάστημα. Είμαστε μαζί πολύ καιρό και μεγαλώνουμε και ο χρόνος κινείται/κυλάει διαφορετικά όσο μεγαλώνεις. Επίσης, ζούμε αρκετά μακριά ο ένας από τον άλλο, οπότε είναι αρκετά δύσκολο για εμάς να βρεθούμε μαζί για να παίξουμε/κάνουμε μουσική. Πρέπει να πάρουμε αεροπλάνο, να προγραμματίσουμε τις μέρες που θα φύγουμε από τις δουλειές μας και από τις οικογένειές μας και όλα αυτά. Έτσι, μετά το Given To The Rising, παίξαμε σε πολύ περισσότερες συναυλίες από ότι τα

προηγούμενα χρόνια. Τα προηγούμενα εφτά χρόνια πριν από αυτό το δίσκο, παίζαμε πολύ σπάνια, οπότε όταν βρεθήκαμε όλοι μαζί, αποφασίσαμε να ταξιδέψουμε και να παίξουμε σε συναυλιακούς χώρους, αντί (παρά) να μπούμε σε ένα στούντιο για πρόβες. Πιστεύουμε πως σε ό,τι έχει να κάνει με την μουσική και το συναίσθημα που σου προκαλεί, ότι το Honor Found In Decay είναι πιο κοντά στο The Eye of Every Storm και το Given To The Rising στο Times of Grace. Να υποθέσουμε, λοιπόν, ότι αυτή είναι η αρχή μιας καινούριας εποχής, όπου μετά από ένα πιο σκληρό, θυμωμένο δίσκο, ακολουθεί ένας πιο εσωστρεφής; (σ.σ. κάπου εδώ αρχίζει να δυσκολεύει η επικοινωνία μας καθώς το skype αλλοιώνει την φωνή μας κάνοντάς την ρομποτική) Όχι. Νομίζω ότι ποτέ δεν μπορεί κανείς να υποθέσει κάτι σχετικά με τη μουσική μας. (Γέλια εκατέρωθεν) Νομίζω ότι για εμάς δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το παρελθόν. Θέλω να πω πως το Honor Found In Decay είναι το αποτέλεσμα όσων είμαστε ικανοί να κάνουμε αυτή τη στιγμή, είναι το κορυφαίο σημείο της εξέλιξής μας μέχρι τώρα και είναι ο δίσκος που μας κάνει πιο περήφανους, μέχρι να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε τον επόμενο, οπότε τότε θα είναι αυτός ο καλύτερος δίσκος που θα έχουμε κάνει. Αλλά, σχετικά με το αν είμαστε κοντά μουσικά σε προηγούμενους δίσκους, αυτή η σκέψη δεν έχει περάσει ποτέ από το μυαλό μας, δε συζητάμε για τη μουσική μας μεταξύ μας, δεν έχουμε καμιά ήδη έτοιμη και δεδομένη ιδέα στο κεφάλι μας για το πώς πρέπει να είναι ο εκάστοτε επόμενος δίσκος μας. Προχωρήσαμε, και αυτό 17


ήταν κάτι που έπρεπε να το μάθουμε στα πρώτα μας χρόνια, έχοντας πίστη στην κρίση μας και στο ότι αν αφεθούμε στη μουσική μας, αυτή θα μας πάει εκεί που πρέπει. Οπότε, είναι ακριβώς αυτό που πρέπει. Δεν κοιτάμε ποτέ προς τα πίσω. Αυτό που καταλαβαίνουμε όταν ακούμε τα side projects σας, είναι ότι σας ενδιαφέρει πάρα πολύ η αμερικάνικη folk μουσική παράδοση, που πιστεύουμε ότι έχετε ενσωματώσει, επίσης, και στη μουσική των Neurosis. Πιστεύεις ότι η αμερικανική folk παράδοση, συνολικά, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό στοιχείο σας σαν καλλιτέχνες; Πιστεύω πως γενικά, η folk μουσική είναι ένα σημαντικό κομμάτι της μουσικής μας παράδοσης. Κάθε άλλο είδος μουσικής, πέρα από τη folk, είναι μια πολύ σύγχρονη ανακάλυψη. Θέλω να πω, πως πιστεύω πως η folk μουσική είναι αυτή που βοηθάει τους περισσότερους ανθρώπους να επιβιώνουν στην καθημερινότητά τους και να εκφράζουν τους εαυτούς τους και τα συναισθήματά τους.

βρεις τη μουσική που θα σε συγκινήσει. Πάντα ψάχνεις για αυτό που δεν έχεις ακούσει ακόμα και θα σε συνεπάρει/θα σε τρελάνει. Και αυτό έρχεται από όλα τα μουσικά background, δεν μπορείς να το περιορίσεις στη heavy μουσική ή σε οποιοδήποτε είδος. Ποτέ δεν ξέρεις τί θα σε παρακινήσει συναισθηματικά. Οπότε, επέστρεψα στη folk μουσική και κατάλαβα πως μέσω αυτής μπορούσα να εκφράσω κάποια πράγματα με ένα πιο ήσυχο/ήρεμο δικό μου τρόπο, που δεν ήταν δυνατό να το κάνω στα πλαίσια του συγκροτήματος. Δεν νομίζω πάντως ότι έχουμε φέρει/εισάγει την αμερικανική folk μουσική σαν μουσικό είδος στους Neurosis. Μεταξύ μας, δεν υπάρχει κάτι που μουσικά να μου ακούγεται folk στους Neurosis (πολλά γέλια). Αλλά, πιστεύω πως υπάρχει αυτή η ενέργεια και αυτό που και ο Scott (Kelly, έτερος τραγουδιστής και κιθαρίστας) και εγώ κερδίσαμε από το να τραγουδάμε με αυτόν τον τρόπο, ήταν να έχουμε περισσότερο αυτοπεποίθηση φωνητικά και μεγαλύτερο εύρος εκφραστικά, που, οπωσδήποτε, βοήθησε, ώστε να κάνουμε τα φωνητικά μας κατάλληλα για τα διαφορετικά είδη μουσικής, που μπορούν να παίξουν οι Neurosis.

Ναι, συμφωνούμε με αυτό. Ίσως οποιοδήποτε άλλο είδος, όπως η κλασσική μουσική, έχει να κάνει/υπάρχει/διατηρείται με/ για τους πλούσιους. Συμφωνούμε απόλυτα με αυτό. Και σχετικά με την αμερικανική folk παράδοση, όπως μπορείτε να φανταστείτε, όταν μεγαλώνεις σε ένα μέρος, ειδικά στην εφηβεία σου, όταν είσαι ένας θυμωμένος punk rocker, και επαναστατείς και ψάχνεις τρόπους για να είσαι διαφορετικός, συνήθως υποτιμάς την ντόπια μουσική παράδοση και τη βάζεις στο περιθώριο και λες «όχι, θέλω να παίξω αυτή την τρελή και ακραία μουσική». Αλλά, όταν αλήθεια (πραγματικά) ψάχνεσαι μουσικά, τότε είσαι ανοιχτός και σε κάθε ερέθισμα. Το να αγαπάς τη μουσική, όπως φαντάζομαι ισχύει και για εσάς παιδιά, είναι πάντα ένα ταξίδι για να 18

Ξέρουμε από προηγούμενες συνεντεύξεις σας ότι ασχολείστε με τα sound installations και τα field recordings (σ.σ. βλ. το συνοδευτικό cd του A Sun That Never Sets). Είναι μια μορφή τέχνης που σας ενδιαφέρει ακόμα; Ναι, με ενδιαφέρει ακόμα, αλλά δυστυχώς δε μας δίνεται η ευκαιρία να κάνουμε τέτοιου τύπου πράγματα πολύ συχνά. Ας μιλήσουμε για το Honor. Οι τίτλοι των τραγουδιών μπορούν να ερμηνευτούν με διαφορετικό τρόπο από διαφορετικούς ανθρώπους. Για παράδειγμα, το “Bleeding the Pigs”, που είναι ένας πολύ δυνατός και ευθύς τίτλος για κομμάτι των Neurosis. Μπορείς να μας δώσεις μια ιδέα για το θέμα που έχει στιχουργικά αυτός ο δίσκος; Οι στίχοι για εμάς αποτελούν πάντα ένα κομμάτι της συνολικής μας έκφρασης. Πάντα


προκύπτουν από κάτι βαθιά προσωπικό και ποτέ δεν επιθυμούσαμε να μοιραζόμαστε τις προσωπικές μας ζωές με κάποιον άλλο. Οπότε παίρνουμε την ενέργεια και το συναίσθημα αυτών των προσωπικών εμπειριών, απομακρυνόμαστε από τα συγκεκριμένα γεγονότα και κινούμαστε περισσότερο γύρω από τα συναισθήματα και την ενέργεια που υπάρχουν πίσω από αυτές τις εμπειρίες. Χρησιμοποιούμε τη φύση σαν μεταφορά των ανθρώπινων εμπειριών και κάνοντάς το, αφήνουμε τη μουσική και τους στίχους να δέσουν, ώστε να φέρουν τους ακροατές όσο πιο κοντά γίνεται στο να βιώσουν τις δικές τους, αυθεντικές, μοναδικές εμπειρίες μέσα

τη δική του και αυτό δεν είναι τόσο έντονο.

σε ανάλογα συναισθηματικά πλαίσια. Η ίδια δομή, τα ίδια συναισθήματα είναι εκεί, αλλά η εμπειρία θα είναι διαφορετική. Και είδαμε πως, πρώτον, αυτό είναι απαραίτητο προσωπικά για εμάς και δεύτερον είναι πιο δυνατό και έντονο για τους ακροατές, γιατί θα πρέπει να δοθούν σε αυτό για βγάλουν κάτι και να φτάσουν κάπου. Διαφορετικά, αν αφηγείσαι κυριολεκτικά την ιστορία σου στον ακροατή, είναι σαν να παρακολουθεί μια ταινία, να διαβάζει ένα βιβλίο ή σαν να βιώνει τη ζωή κάποιου άλλου, αντί για

με οικονομίες και όποτε συμβαίνει αυτό -είτε είναι προσωρινό είτε μόνιμο- βρίσκεσαι σε μια κατάσταση κρίσης. Και κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης, όταν βλέπεις ποιοί πραγματικά είναι οι άλλοι και αν παραμένουν αληθινοί σε αυτά που λένε και πιστεύουν, τότε, ή θα διαπιστώσεις ότι οι άνθρωποι έχουν αξιοπρέπεια και κάνουν αυτό που λένε ότι θα κάνουν, και πιστεύουν σε αυτό που λένε ότι πιστεύουν, και κρατάνε το λόγο τους, και στηρίζουν τις οικογένειες και τους φίλους τους ή θα διαπιστώσεις το αντίθετο.

Τώρα, σε ό,τι έχει να κάνει ειδικά με τον τίτλο του Honor Found In Decay, υπάρχουν πολλοί τρόποι για να τον ερμηνεύσεις. Ο τρόπος που θέλω να το βλέπω και να το ερμηνεύω εγώ, είναι ότι, αφού η παρακμή/φθορά/ αποσύνθεση (Decay) είναι η φυσική κατάσταση όλων των πραγμάτων, βρισκόμαστε όλοι σε μια κατάσταση παρακμής/φθοράς/αποσύνθεσης, είτε μιλάμε για το σώμα μας, είτε μιλάμε για τις διαπροσωπικές μας σχέσεις με τους φίλους μας, τους συντρόφους μας και τις οικογένειές μας, είτε μιλάμε για πιο «διευρυμένες» σχέσεις με κοινότητες, με χώρες, με κυβερνήσεις,

19


Given to the Rising - Suspended In Light: the artwork of Josh Graham

Ότι δηλαδή, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους, είναι εγωκεντρικοί, «μαχαιρώνουν» πισώπλατα τους άλλους. Νομίζω ότι αυτό δείχνει πως οι άνθρωποι δείχνουν τον πραγματικό τους εαυτό, όταν οι καιροί είναι δύσκολοι. Εμείς θέλουμε να βρισκόμαστε ανάμεσα σε ανθρώπους που ξέρουμε πως είναι αληθινοί σε αυτά που λένε και κατά κάποιο τρόπο η μπάντα το έχει καταφέρει αυτό, αφού είμαστε μαζί όλη την ενήλικη ζωή μας, έχουμε περάσει διάφορα ζόρια μαζί και παραμένουμε αληθινοί στη μουσική. Αυτό είναι που μας αποτρέπει από το να έχουμε διαφόρων ειδών προβλήματα που έχουν άλλες μπάντες.

20

Πιανόμαστε από το σημείο που σταμάτησες τώρα. Πώς έχετε καταφέρει να δημιουργήσετε ένα τόσο ισχυρό δεσμό ανάμεσά σας; Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η σύνθεση της μπάντας δεν έχει αλλάξει καθόλου. Είναι όντως κάτι αξιοσημείωτο αυτό. Ο λόγος για τον οποίο έχει δημιουργηθεί αυτός ο δεσμός είναι απλά γιατί μπήκαμε σε ένα φορτηγάκι και ταξιδεύαμε σε ολόκληρη τη χώρα, η οποία είναι πραγματικά τεράστια. Οι ΗΠΑ έχουν το μέγεθος μιας ηπείρου και εμείς σαν πιτσιρικάδες μπήκαμε σε ένα φορτηγάκι και ταξιδεύαμε συνέχεια όλοι μαζί. Δεν ξεκινήσαμε να παίζουμε σε ωραία μέρη. Ξεκινήσαμε, παίζοντας σε διάφορα υπόγεια, σε σπίτια ανθρώπων, σε δωμάτια, σε αίθουσες που νοικιάζαμε και σε εγκαταλελειμμένα κτήρια. Ζήσαμε αυτή την περιπέτεια που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταφέρνουν να ζήσουν· ζήσαμε μια ζωή που οι περισσότεροι δεν έχουν βιώσει. Το κάναμε για πολλά χρόνια και ζήσαμε τα πάντα. Περίεργα ταξίδια σε αυτά τα απίστευτα τοπία/μέρη, που εμπεριέχουν τόσο διαφορετικούς κόσμους. Ακόμα και στις πόλεις υπάρχουν διαφορετικοί κόσμοι. Ταξιδεύουμε στην Ευρώπη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 και έχουμε αποκτήσει τόσες διαφορετικές εμπειρίες, έχουμε δει τόσα διαφορετικά μέρη και τύπους ανθρώπων. Ζώντας πέρα από τις νόρμες, με την πραγματική έννοια, αισθανόμαστε σαν μια μπάντα πειρατών ή Βίκινγκ. Ζώντας πέρα από τους κανόνες, πέρα από τα συνηθισμένα. Αυτό είναι το εύκολο κομμάτι για να το εξηγήσεις. Ύστερα, το κομμάτι που οι λέξεις δεν καταφέρνουν να εξηγήσουν είναι ότι με κάποιον τρόπο βρήκαμε ο ένας τον άλλο και βρήκαμε και αυτή τη μουσική. Εννοώ, πως αυτή η μουσική δεν είναι ένα καθεαυτού δικό μας δημιούργημα… δεν μπορούμε να πάρουμε τα εύσημα για αυτό, γιατί είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από εμάς. Όταν βρισκόμαστε όλοι μαζί και η μουσική βγαίνει αυθόρμητα και όλα είναι αληθινά και όπως πρέπει να είναι, τότε συμβαίνει κάτι ανεξήγητο. Είναι πολύ μεγαλύτερο από τον καθένα μας ξεχωριστά και αυτός είναι ο δεσμός που μας κρατά μαζί.


έχουν να κάνουν με την επικοινωνία. Οπότε, πιστεύω ότι παρέχει ένα άψογο υπόβαθρο. Επίσης, ο τρόπος που πραγματικά, ήταν τυπωμένοι οι στίχοι σε παλιό χαρτί από παλιά βιβλία και ενσωματώθηκαν στις φωτογραφίες, προσωπικά μου αρέσει πάρα πολύ, γιατί δε προέκυψαν από κάποιον υπολογιστή, είναι μέρος μιας φωτογραφίας. (Γαβριήλ) Ναι, νομίζω ότι αυτό ήταν μια εξαιρετική ιδέα. Νομίζω πως είναι απίστευτο πράγμα να κάθεσαι και να διαλογίζεσαι, βασισμένος στον δίσκο. (Άρης) Το artwork του Honor είναι ένα από τα καλύτερα artwork που έχω δει όχι μόνο στους τελευταίους δίσκους των Neurosis, αλλά γενικά σε δίσκους συγκροτημάτων. Είναι πραγματικά εκπληκτικό.

Given to the Rising - Suspended In Light: the artwork of Josh Graham

Στους δύο τελευταίους δίσκους, το εξώφυλλο δεν είναι μια εικόνα/σκίτσο, αλλά μια αληθινή φωτογραφία, ελαφρώς επεξεργασμένη. Μπορείς να μας πεις περισσότερα για το artwork του Honor και για αυτή την αλλαγή στον τρόπο δημιουργίας του; (Γαβριήλ) Κατά την άποψή μου, είναι ένα από τα καλύτερα εξώφυλλα που έχω δει από τους Neurosis εδώ και πολύ καιρό. Είμαι στα αλήθεια «άφωνος» με το artwork του Honor. Σε ευχαριστώ πολύ. Νομίζω ότι ξεκίνησε με την ιδέα του «συμβόλου». Ξέραμε ότι δε θέλαμε να κάνουμε κάτι εικονογραφημένο, κάτι που έχει επεξεργαστεί στο photoshop, που ήταν «πειραγμένο», ξέραμε ότι θέλαμε να είναι κάτι τραβηγμένο με φωτογραφική μηχανή. Έτσι, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε τα σύμβολα, που είδαμε σε διάφορα μέρη όλα αυτά τα χρόνια. Ένας φίλος μας, που κλείνει συναυλίες στη Σλοβακία και είναι επίσης αρχαιολόγος, έδωσε στον Scott κάποιες αιχμές βελών που για την ακρίβεια ήταν αρχαίες αιχμές βελών, χιλιάδων ετών πριν, από τη συγκεκριμένη περιοχή. Το σύμβολο που θέλαμε ήταν επίσης βέλη, οπότε τα βάλαμε μαζί ως σύμβολα, τα στείλαμε στον Josh (Graham, visual artist των Neurosis) στη Νέα Υόρκη και τα έφτιαξε. Στη συνέχεια, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε τον χώρο. Θέλαμε να φτιάξουμε έναν χώρο, όπου προφανώς κάποιοι θα είχαν ζήσει, θα διαλογίζονταν και θα εξασκούσαν την πνευματικότητά τους. Αλλά, δεν θέλαμε να είναι συγκεκριμένη. Πέρα από το ότι θα ήταν πρωτόγονη, δε θέλαμε να ορίσουμε τί είδους πνευματικότητα θα ήταν αυτή. Επίσης, θέλαμε να δείχνει ότι είχαν εμμονή με τις γραφές και τις φωτογραφίες και ότι ήταν αρκετά απομονωμένοι, χωρίς να ξέρεις αν τους επέβαλε κάποιος αυτή την απομόνωση ή αν τη διάλεξαν ή τί είναι αυτή η απομόνωση. Οφείλεται σε πνευματικά προβλήματα ή στην κατάσταση ενός κόσμου μετά την Αποκάλυψη; Δεν ξέρεις. Δεν είναι γνωστή η ιστορία. Το μόνο που εισπράττεις είναι η ενέργεια από όλο αυτό. Και πώς ακόμα και αν αυτά τα άτομα βρίσκονται απομονωμένα στον δικό τους «σπειροειδή» κόσμο και στις εμμονές τους, νιώθουν επίσης την ανάγκη να επικοινωνήσουν πέρα από τους εαυτούς τους. Για αυτό το λόγο επίσης, βλέπετε πράγματα που

21


Από τη στιγμή που ανακαλύψαμε τη heavy μουσική, τρέφουμε απεριόριστο σεβασμό και αγάπη για τους Neurosis. Αυτό που μας κάνει να σας εκτιμάμε ακόμα περισσότερο, είναι το γεγονός ότι πραγματικά ήσασταν και συνεχίζετε να είστε όλα αυτά τα χρόνια, πιστοί στον ανεξάρτητο τρόπο διάδοσης της τέχνης σας. Τί σας οδήγησε να δημιουργήσετε τη Neurot Recordings; Στην πραγματικότητα, μόνο η φήμη και ο σεβασμός που είχαμε κατακτήσει. Δεν είχαμε καθόλου χρήματα ή κάτι παρόμοιο. Ο κόσμος μάς σεβόταν και κάναμε και αρκετές φιλίες σε όλα τα μέρη. Μας γνώριζε αρκετά για να ξέρει πως η αισθητική μας στη μουσική ήταν μοναδικό και ότι ήμασταν μια δυνατή φωνή στην ανεξάρτητη μουσική σκηνή, οπότε μας βοήθησε να φτάσουμε εκεί που μπορούσαμε. Στην αρχή, έπρεπε να δουλέψουμε με τους διανομείς, για

επιχείρηση, που την τρέχουμε κυρίως από το σπίτι μου. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν part time και μας βοηθάνε στη διαδικασία. Συνεργαζόμαστε με τους σωστούς ανθρώπους και πληρώνουμε τα πάντα εμείς οι ίδιοι, οπότε πληρώνουμε μόνο ό,τι έχουμε την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουμε. Συνεργαζόμαστε με συγκροτήματα που δεν ψάχνουν απλά για ακροατές, αλλά για κάποιον που καταλαβαίνει το πνεύμα πίσω από το μουσική τους και θέλει να τους βοηθήσει να την διαδώσουν με ένα τρόπο που θα έχει νόημα. Για αυτό, κρατάμε την εταιρεία μικρή και ζωντανή και δεν μπαίνουμε στη λογική των χρεών. Τα χρέη είναι οι δολοφόνοι των μικρών επιχειρήσεων ή και χωρών υποθέτω... (γέλια). (Γαβριήλ) Εμείς ζούμε σε μια τέτοια κατάσταση.

Η κύρια διαφορά όταν μιλάς για το αληθινά ανεξάρτητο ή όχι, είναι οι άνθρωποι που είναι αφοσιωμένοι στην τέχνη τους και το κάνουν γιατί νιώθουν ότι πρέπει να το κάνουν και δεν περιμένουν να τους δώσει κανείς τίποτα. να μας βοηθήσουν να τυπώσουμε τους δίσκους και ζητήσαμε αρκετές χάρες από πολλούς φίλους, ώστε να βοηθήσουν να διαδοθεί το νέο, συναντήσαμε ανθρώπους που ασχολούνται με εταιρείες δημοσίων σχέσεων, με εταιρείες promotion, με ραδιοφωνικούς σταθμούς ή με περιοδικά. Ξέραμε πολλούς ανθρώπους, που μας βοήθησαν να το διαδώσουμε και να προωθήσουμε τη μουσική μας. Νομίζω ότι το Sovereign ήταν η πρώτη καινούρια κυκλοφορία των Neurosis (στην Neurot Recordings) και ήταν ΕΡ. Μετά πήραμε τα δικαιώματα από τα Souls of Zero και Enemy of the Sun και αυτό ήταν κάτι καλό. Αλλά μέχρι αυτό το σημείο, τα πράγματα πήγαν σιγά σιγά. Ξέραμε ότι δεν μπορούσαμε να αναπτυχθούμε πολύ γρήγορα, οπότε προσπαθούσαμε να αναπτυχθούμε αργά και με ένα λογικό τρόπο. Δεν είμαστε επιχειρηματίες από τη φύση μας, οπότε κάναμε πολλά λάθη, αλλά τελικά επιβιώσαμε και αυτή τη στιγμή είμαστε μια μικρή, τοπική 22

Ναι, το ξέρω, για αυτό το είπα (γέλια). Οπότε, προσπαθούμε απλά να την κρατήσουμε ζωντανή και διαχειρίσιμη και να παραμείνουμε αληθινοί στο πνεύμα που υπάρχει πίσω από τη μουσική. Αυτό είναι και η DIY κουλτούρα με την οποία μεγαλώσαμε. Δε χρειάζεται να παίξουμε το παιχνίδι που παίζουν όλοι οι υπόλοιποι στα ΜΜΕ. Κάνουμε κάτι που έχει νόημα για τους εαυτούς μας. Πιστεύουμε πως το να δείχνει ένας καλλιτέχνης τη δουλειά του μέσα από ένα ανεξάρτητο δρόμο είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Ζώντας σε αυτή την εποχή και ακούγοντας μουσική, βλέπουμε ότι το ανεξάρτητο κίνημα μεγαλώνει καθημερινά, με αρκετά όμως αντιφατικά αποτελέσματα. Πιστεύεις ότι αυτό προκύπτει εξαιτίας της σημερινής παγκόσμιας κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης σαν μια πραγματική ανάγκη ή είναι ακόμα μια μόδα;


Πιστεύω πως είναι και τα δύο. Δεν ξέρω τί πιστεύουν οι νεότερες γενιές για αυτό, δεν ξέρω αν έχουν την ίδια λογική του DIY, με την οποία μεγαλώσαμε εμείς. Ιδιαίτερα, οι πολύ νεότερες γενιές· οι γενιές που μεγάλωσαν με το ίντερνετ, δεν ξέρω πώς βλέπουν τα πράγματα. Δεν μπορώ να μπω στο κεφάλι τους, δεν έχουν το ίδιο παρελθόν που έχουμε εμείς με την ανεξάρτητη μουσική και με τον τρόπο που μετατράπηκε από κάτι τόσο ακραία underground σε κάτι πιο ευρύ. Δεν ξέρω, τα πράγματα είναι τόσο διαφορετικά τώρα, που δεν είμαι σίγουρος αν προκύπτουν από ανάγκη ή από μόδα. Να σας το πω και αλλιώς. Πιστεύω πως ο κόσμος που δουλεύει στην ανεξάρτητη μουσική (σκηνή), σε πολλά περισσότερα επίπεδα από το να κάνει απλά μουσική, καταλαβαίνει τί θα πει να είσαι ανεξάρτητος. Πολλά πράγματα σήμερα είναι λίγο μπερδεμένα. Οι δισκογραφικές εταιρείες, προφανώς δεν έχουν πια δύναμη. Αλλά υπάρχουν άλλοι τρόποι με τους οποίους τα πολλά χρήματα/το κεφάλαιο προσπαθεί να διεισδύσει στην ανεξάρτητη μουσική. Απλά, ακολούθα τα λεφτά. Είναι ανεξάρτητοι οι διανομείς; Σε ποιόν ανήκουν οι διανομείς; Σε ποιόν ανήκουν τα περιοδικά; Ποιές είναι οι εκδοτικές εταιρείες; Όλα αυτά τα πράγματα. Ποτέ δεν ξέρεις. Νομίζω ότι για αυτούς που ασχολούνται (με την ανεξάρτητη μουσική), θα μάθουν στα επόμενα χρόνια τί είναι αληθινό και τί είναι μόδα. Αλλά είναι αληθινά δύσκολο για εμένα να κρίνω ο,τιδήποτε κάνουν οι άλλοι. Ο καθένας έχει διαφορετική άποψη για τον κόσμο και για το πώς λειτουργεί για εκείνους. Αλλά θα πω αυτό, παρόλα αυτά. Η κύρια διαφορά όταν μιλάς για το αληθινά ανεξάρτητο ή όχι, είναι οι άνθρωποι που είναι αφοσιωμένοι στην τέχνη τους και το κάνουν γιατί νιώθουν ότι πρέπει να το κάνουν και δεν περιμένουν να τους δώσει κανείς τίποτα. Κάποιοι άνθρωποι έχουν αυτή την αίσθηση ότι δικαιωματικά κάποιος τους χρωστάει καριέρα (γέλια) και αυτό είναι λίγο παράλογο και εγωϊστικό. Δεν πρέπει να περιμένεις κάτι, κάντο επειδή το αγαπάς και αυτό είναι όλο. Όλα τα άλλα είναι απλά ένα bonus.

Δε θα μπορούσαμε να συμφωνούμε περισσότερο με αυτό. Πιστεύεις ότι το ανεξάρτητο κίνημα έχει επίσης κοινωνικά και πολιτικά στοιχεία ή είναι απλά, για κάποιους ανθρώπους, μια πραγματική ανάγκη γιατί δεν μπορούν να επικοινωνήσουν διαφορετικά τη δουλειά τους; Έτσι νομίζω. Έτσι και αλλιώς, έχει κοινωνικά χαρακτηριστικά, έχει να κάνει με την επικοινωνία των ανθρώπων. Για ‘μένα, και πάλι το ίντερνετ την αλλάζει, αλλά η ανεξάρτητη μουσική σήμαινε πάντα να κάνεις τα πράγματα εσύ ο ίδιος. Είτε είναι μια συναυλία, είτε να ανοίξεις ένα κλαμπ, ένα fanzine, ένα περιοδικό ή να κάνεις μια μουσική εκπομπή ή (να ξεκινήσεις) έναν πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό ή μια δισκογραφική εταιρεία ή (να φτιάξεις) μια μπάντα. Και όλα αυτά τα πράγματα λειτουργούν όλα μαζί με έναν μοναδικό τρόπο. Στις νέες γενιές αυτό αλλάζει, γιατί το ίντερνετ έχει κάνει τα πράγματα τόσο ανοιχτά σε όλους, με αποτέλεσμα η δυνατότητα των ανθρώπων να επικοινωνούν μεταξύ τους με διάφορους τρόπους και να εκφράζονται, να είναι τεράστια. Το κλειδί είναι να βρεις τους δικούς σου ανθρώπους, να βρεις το κοινό σου και όσους σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο. Όσο για τα πολιτικά στοιχεία, δε θεωρώ πως υπάρχουν απαραίτητα, γιατί η πολιτική μέσα στο ίδιο το ανεξάρτητο κίνημα είναι απλά το ανεξάρτητο κομμάτι, δεν προκαλείται/πυροδοτείται από τίποτα άλλο. Μπορείς να βρεις ανθρώπους με την DIY νοοτροπία, πιθανόν σε όλο το πολιτικό φάσμα. Ανθρώπους σε τοπικό επίπεδο που έχουν τα πιστεύω τους και προσπαθούν να διαδώσουν το λόγο τους ή να ζουν με τον τρόπο που πιστεύουν πως πρέπει όλοι να ζουν. Αλλά το DIY έχει να κάνει και με άλλα πράγματα πέρα από τη μουσική. Εδώ, στην Αμερική, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, υπάρχει ένα μεγάλο κίνημα υπέρ της αγοράς τοπικών παραγόμενων τροφίμων, αντί για τα τρόφιμα των εταιρειών. Αγορές από μικρές φάρμες και μικρούς αγρότες. Μένω σε μια αγροτική περιοχή, που μπορείς να δεις έναν τύπο να 23


φτιάχνει και να πουλάει έπιπλα απευθείας. Νομίζω ότι αυτό επιστρέφει στην λογική/ μιας παλιάς σχολής. Θα αγοράζουμε όλοι αυτά τα σκουπίδια που μας ταΐζουν/ οι εταιρείες ή θα στηρίξουμε τοπικούς καλλιτέχνες; Και το ίδιο ισχύει είτε στη μουσική, είτε στη γεωργία, είτε στη χειροτεχνία, ή σε οποιαδήποτε μορφή τέχνης, οποιαδήποτε μορφή χειροτεχνίας ή παραγωγής. Εδώ στην Ελλάδα, βρισκόμαστε τώρα στην αρχή όλου αυτού που περιγράφεις, οπότε καταλαβαίνουμε τί εννοείς. Σε κάτι άλλο τώρα. Δυστυχώς μάθαμε ότι η Hydrahead Records θα κλείσει μέσα στους επόμενους μήνες. Πόσο δύσκολο είναι για μια εταιρεία σαν την Hydrahead Records ή την Neurot να είναι οικονομικά βιώσιμη; Είναι υπερβολικά δύσκολο. Και αυτό το διαπίστωσα, πριν από πολλά χρόνια, μέσα από δοκιμές και λάθη, και είναι γενικά μέρος αυτών που πιστεύω, πως δε θα ήταν δυνατόν να

24

επιβιώσουμε με χρέη, ακόμα και αν ήταν μικρά. Υπάρχει πολύς κόσμος που ξεκινάει μικρές επιχειρήσεις και δεν έχει κανένα πρόβλημα να δανείζεται πολλά χρήματα για να ξεκινήσει. Αλλά αυτό είναι σαν να σκάβεις το λάκκο σου. Μπορεί να μην καταφέρεις να βγεις ποτέ από εκεί. Αρκετές φορές κυκλοφορούμε δίσκους που δεν έχουν κέρδος, πράγματα που μας κοστίζουν για να κυκλοφορήσουν. Αλλά επειδή πιστεύουμε σε αυτό και αγαπάμε τη μουσική, λέμε «εντάξει, ελπίζουμε στο επόμενο». Και κάποιες φορές είμαστε τυχεροί και βγάζουμε κάτι αληθινά καλό. Ξέρουμε ότι οι Neurosis θα είναι μια χαρά αν κάνουμε τα πάντα σε λογικά πλαίσια. Έχει να κάνει με το να γίνονται τα πάντα όπως πρέπει και με το να κρατήσεις (την εταιρεία) μικρή και διαχειρίσιμη. Πιστεύω πως αν είχαμε προσπαθήσει να κυκλοφορήσουμε τόσους πολλούς δίσκους, όπως είχε κυκλοφορήσει η Hydrahead, ποιός ξέρει, ίσως να βρισκόμασταν στην ίδια κατάσταση, δεν είμαι σίγουρος. Ελπίζω ότι θα καταφέρουν να επιβιώσουν και ότι θα καταφέρουν να το ξεπεράσουν, αλλά είναι


δύσκολο. Έχεις ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, όσο χρειάζεται ώστε να λειτουργείς κάθε μέρα και κοστίζει αρκετά χρήματα να τυπώνεις CDs και δίσκους, να προσλαμβάνεις εταιρείες δημοσίων σχέσεων, να κάνεις διαφημίσεις και διάφορα άλλα τέτοια, οπότε χρειάζεται να είσαι προσεκτικός, έξυπνος και να προσπαθήσεις να το διαδώσεις στον κόσμο με τον πιο οικονομικό και αποτελεσματικό τρόπο που μπορείς, χωρίς να βάζεις σε κίνδυνο την τέχνη ή την μουσική.

Σε ευχαριστούμε πάρα πολύ Steve, που έκανες αυτή τη συζήτηση μαζί μας. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για το χρόνο σας και για όλες αυτές τις ειλικρινείς ερωτήσεις. Το διασκέδασα, παρόλο που πιστεύω ότι είσαστε ρομπότ και όχι αληθινοί άνθρωποι!!

Πάντα θέλαμε να ρωτήσουμε: καταφέρνετε να ζείτε από τη μουσική σας ή έχετε ακόμα «κανονικές» δουλειές. Όχι, δε ζούμε από τη μουσική μας. Όλοι έχουμε κανονικές, καθημερινές δουλειές. (Γέλια από όλους) Έχουμε μια τελευταία ερώτηση και δε θα σε κουράσουμε άλλο. Η συνηθισμένη ερώτηση για να κλείσει μια συνέντευξη είναι «Πότε θα επισκεφθείτε τη χώρα μας;». Η δικιά μας ερώτηση είναι «Γιατί δεν έχετε έρθει ακόμα στην Ελλάδα;» Απλά δεν τα έχουμε καταφέρει. Για εμάς είναι δύσκολο να παίξουμε οπουδήποτε. Είναι δύσκολο να παίξουμε ακόμα και στη δικιά μας χώρα, να βρεθούμε όλοι μαζί και να βρούμε χρόνο. Οπότε προφανώς, κάποια στιγμή, θα έπρεπε να καταφέρουμε να είμαστε στην Ευρώπη και να μπορούσαμε να βρούμε κάποιες μέρες για να έρθουμε στην Ελλάδα. Αλλά δεν το έχουμε κάνει ποτέ, λόγω των οικογενειών και των δουλειών μας. Το περισσότερο διάστημα που έχουμε περάσει στην Ευρώπη είναι νομίζω γύρω στις δύο βδομάδες. Οπότε, είναι αρκετά πολύπλοκο. Θα θέλαμε πολύ να έρθουμε εκεί, έχουμε ακούσει εκπληκτικά πράγματα για την ενέργεια του κόσμου και για απίστευτα live που γίνονται εκεί και εγώ θα ήθελα πολύ να δω τη χώρα. Οπότε θα δούμε. Θα πρέπει να συμβαδίσει με τα πολύπλοκα χαρακτηριστικά της καθημερινότητας/της αληθινής ζωής και να το κάνουμε να συμβεί.

25


opens its gates

The 1st Festival of Publishing, Music & Independent People in Genova [Italy] Interview with Emanuele Podestà [Concept & Artistic Director] by anna stereopoulou “How would one define the -almost magic- moment, when a group of people manages to realize its common vision? And how could that definition be accomplished, creation-wise and on a free personal expression basis?” This is not just a written description of the FREEQUENCY internet medium [aka family, as we prefer calling it], but our actual mentality and goal, which we try to accomplish every moment. That is also the case of the BABEL Festival and the way it suddenly appeared in front of my eyes on the pc monitor. There was no way I could ignore either the name BABEL, the festival's description or the positive and hopeful sines, transmitted into my brain and soul. “There are more people, who think and hope alike”, was my first thought and here is how the story goes... “HabanerO Edizioni (based in Genoa, Italy) is a publishing house, which -from the very beginning- has tried to naturally and spontaneously organize events, concerts and festivals, in order to bind them to our publications. Cre-

Past “HabanerO Edizioni” event with Jukka Reverberi of the “Giardini di Miro”

26

ating a festival that would reflect -at least in our ideas- the state of indie publishing in Italy today, in a wonderful and prestige location as Palazzo Ducale, on the same day of a very different festival from ours as L’Altra Met� del Libro, is the magnifying glass we were looking for: in this frame is even more a sense of our speech about a publishing house, aimed with a different sensitivity and particular contents. We hope this festival becomes an emotion shared by della Torre Grimaldina the whole city and Palazzo Ducale - Terrazza [foto by Giampaolo Cavalieri] that will attract people from all over Italy.” These are some first thoughts Emanuele Podest� happily accepted to share with us. Emanuele is the artistic director of the BABEL Festival of Publishing, Music & Independent People and the founder of the underground publishing house HabanerO Edizioni. He is also the (young) man, who got inspired the specific festival and managed to organize it for first time in Genoa. The BABEL Festival (organized by the Culture Foundation of the Palazzo Ducale and HabanerO Edizioni) will


be held on the 16th, 17th and 18th of November 2012, with a Free Entry. The festival will take place in conjunction with L’Altra Met� del Libro (The Other Half of the Book), a festival directed by Alberto Manguel and will be hosting writers, such as Daniel Pennac and Ian McEwan. During the three days, the festival will present some of the best Italian indie culture, big concerts, readings, presentations and dj sets. Genoa is the sixth largest Italian city and one of the most important ports of the country. It is also known as a city which does not easily give up; a city which inspires with its artists, writers and navigators. The Genoese Cristoforo Colombo crossed the Atlantic Ocean and gave a new perspective to Europe and the unknown world of the 15th century. The singer and song-writer Fabrizio de Andr� [1940 - 1999] managed to give the term “anarchism” its purest and most humanistic meaning, through his poetry and melodies, but also with his general mentality. At the end of his career he mainly sung in the Genoese dialect, fusing the sounds of Southern Italy with Arab music elements, visualizing to unite the whole world. He is characterized as a -music- national hero in Italy and many compare him to Tom Waits and Bob Dylan. Emanuele Podest�, a writer himself, is possibly inspired by both visions of Faber (F. de Andr�'s Italian nickname). His book La Sindrome di Bob Dylan, is just a hint of his imagination. The biggest part possibly lies within his BABEL Festival. It's surely a good omen to meet optimistic young people nowadays, aiming to bring various artists together, when each day is so fragile and filled with uncertainty for the future.

Fabrizio de Andr� [1940 - 1999]

How do young people and/or people in general, feel about the “crisis in economy” situation? Does it affect their psychology and in what extend and nature? Is it a subject/matter which could bring people together, either by just discussing about it, or even energize each other to react? I am glad you make this question: the tagline of the last season of Palazzo Ducale was "Reacting to the crisis: the culture heritage of all". The Chinese character for the word "crisis" contains the polisema jϊ , which -among other sense- has the meaning of “crucial point” or “opportunity”. The crisis we are experiencing today is the epistemological and the most dangerous one. To a crisis of this magnitude we react by buying books, going to concerts, uniting together to discuss and feeling emotions. I believe that a modern European publisher has this role: to build an audience through continuous operations in the territory. Personally, I have to thank the President of Palazzo Ducale, Professor Luca Borzani, who made me realize this from the beginning of our friendship. Do you think that the “revolution” idea has a substantial character nowadays or has it turned to a “fashion”? And if so, could this hopefully trigger our perspective and creativity to a deeper and broader field? I am 25 years old. I come from Southern 27


HabanerO Edizioni staff members [Davbide Colombino, Stefania Bianucci, Emanuele Podest�, Federico Podest�]

Europe, from a city that is the South of Northern Italy. I hope for the revolution. I believe in the revolution, I don’t think it's just a fad, but we must understand the priorities; our priorities. Otherwise it's just a mess. A few days ago a true Italian poet died. In an interview I heard about him, there was someone, who remembered him quoting one of his sentences: freedom is difficult and hurts. An accomplished and successful path of renewal must begin with ourselves, we had to realize that we need this suffering, because only in this way will make sense. I always hope that the suffering is not an end in itself, as well as the crisis. And Culture defeats the crisis, as well as the Love beats the pain. The art, in times of difficulty, has always been an answer. In short, to answer your question, yes, I'm sure now is the time to explore a deeper and broader field. Apart from Music -which is a universal language- what is the resonance and how influential “letters” (books, essays, press) are nowadays? Would you say that the quality of information is also in crisis, as well

28

as the reader-citizen has lost their interest in thorough research? The word is still the basis of everything. Marco Philopat, who will talk about the G8 in 2001 or Simone Lenzi, who excites us with his literary debut, Wu Ming 2, -a true revolutionary, who declaims pages from the Altai- will be proof of what I said. In general, I see a lot of people struggle through words. In this festival we will have thirty publishers involved that made this premise a reason for living. The third day of BABEL will be dedicated to fanzine, free press and magazines. I would actually like that in Babel reality and I love their commitment to freedom and revolution, believing they can make an alliance. By networking, you win. Information is not in crisis, as demonstrated by the fact that the first edition of a festival in Italy [BABEL Festival] may be interesting for a Greek webzine [Freequency]. We have enormous resources, we just have to realize how to use them. I am confident!


BABEL Festival [brief list of the programme] Concerts by: DENTE (solo - acoustic), IL PAN DEL DIAVOLO, ALESSANDRO RAINA (Amor Fou), L’ORSO Readings by: MARCO PHILOPAT, WU MING, SIMONE LENZI (Virginiana Miller), GIANNI MIRAGLIA, VASILE ERNU Presentation of new books by: NICOLAI LILIN, DON ANDREA GALLO, ORESTE PIVETTA, ALICA BANFI [info] official website www.babelgenova.tumblr.com facebook page www.facebook.com/babelgenova

“When I meet people like the people of freequency, I am convinced there is hope in Europe!”

29


No Wave του Δημήτρη Πάλλη

Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της η δεκαετία του ’80 έδειξε πως είναι ανήμπορη να κρατήσει ψηλά τη σημαία της punk επανάστασης και σταδιακά, τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν τον κανονικό τους ρυθμό. Η μουσική βιομηχανία ανασυντασσόταν και προσάρμοζε τη σκηνή στα δικά της μέτρα, ενώ και η δισκογραφική παραγωγή επέστρεφε βαριεστημένα στην καθιερωμένη ηχητική της ρουτίνα. Φυσικά, όπως καμία εξέγερση δεν περνάει χωρίς να αφήσει πίσω της θύματα, το ίδιο έγινε και με το οργασμικό ξέσπασμα της do-it-yourself τέχνης, το οποίο σκόρπισε αρκετές σπίθες, ώστε να αρπάξει φωτιά ένας σεβαστός αριθμός από νεανικά μυαλά και καρδιές. Όσοι κατάφεραν να κρατήσουν άσβεστη τη φωτιά αυτή, ανταμείφθηκαν. Τόσο επειδή συμμετείχαν σε πραγματικά σημαντικές καλλιτεχνικές ανακαλύψεις, όσο και γιατί αποτέλεσαν τους αληθινούς πόλους έλξης για αυτόνομη ηχητική δράση και αντίδραση στο πολυεθνικό δισκογραφικό cartel. Για μια νέα γενιά ακροατών, η οποία, ναι μεν προσπαθούσε κυρίως να συνέλθει από το πολιτισμικό σοκ που προκαλούσε μια σειρά από καινούργια σύμβολα και είδωλα μιας διαφορετικής κουλτούρας (DIY), έχοντας όμως, υψηλές απαιτήσεις από τους αστέρες της, και αρνούμενη να συμβιβαστεί με τίποτε λιγότερο από μια απευθείας και εφ’ όλης της ύλης συνδιαλλαγή μαζί της.

Teenage Jesus and the Jerks

Από πολλές απόψεις, το No Wave δεν έχει προσδιοριστεί μουσικά. Δεν υπάρχουν σταθερές φόρμες στη σύνθεση, όπως, κατά κύριο λόγο, στη rock και blues μουσική. Υπάρχουν όμως, κάποια κοινά στοιχεία σε πολλούς μουσικούς του, όπως οι απαλοί ατονικοί ήχοι, η ισχυρή έμφαση στον επαναλαμβανόμενο ρυθμό και ακόμη περισσότερο, η έμφαση στο ύφος και τη δομή, παρά στη συμβατική μελωδία· ουσιαστικά μία performance art. Επίσης, οι στίχοι εστιάζουν συχνά στο μηδενισμό και την σύγκρουση [Little orphans running through the bloody snow/ No more ankles and no more clothes -"μικρά ορφανά τρέχουν μέσα στο

Το μουσικό ρεύμα του No Wave Το μουσικό ρεύμα του No Wave, αν και μικρό σε διάρκεια, επηρέασε αρκετά την σκηνή του punk rock και γενικότερα τον ήχο του σύγχρονου rock. Επικεντρώθηκε στην πόλη της Νέας Υόρκης, στα μέσα του '70 και τις αρχές του '80. Ο όρος No Wave ήταν εν μέρει σατιρικός. Απέρριπτε τα εμπορικά στοιχεία του ρεύματος του New Wave, που τότε εξελισσόταν, αλλά επίσης ήταν μια δήλωση της πειραματικής φύσης της μουσικής. 30

James Chance and The Contortions


βόμβους μουσική, που χαρακτηριζόταν από επαναλαμβανόμενους χτύπους τυμπάνων και απλοϊκούς μηδενιστικούς στίχους. Οι DNA ήταν τρεις άνθρωποι με λίγη, έως καθόλου πείρα στα μουσικά όργανα ή στις ζωντανές εκτελέσεις, οι οποίοι, αντί να παίξουν τραγούδια χρησιμοποιώντας τις "σωστές" μουσικές μεθόδους, υλοποίησαν τον αγνό πόθο τους για έκφραση, παίζοντας θαυμάσια μοναδικούς ήχους. the Theoretical Girls

ματωμένο χιόνι / χωρίς αστραγάλους και χωρίς ρούχα" (Teenage Jesus and the Jerks). Πολλά συγκροτήματα δημιουργήθηκαν, καθώς και πολλά διαφορετικά στυλ μουσικής, όπως η funk και η jazz (James Chance), η blues, η αλεατορική μουσική και η punk rock. Με την χαλαρότητα των Velvet Underground, αλλά και τα προσβλητικά ένστικτα των Suicide και την ενέργεια των Ramones, πολλά συγκροτήματα -όπως οι Contortions, οι DNA, οι Dark Day, οι Mars, οι Teenage Jesus and the Jerks, οι Chain Gang, οι the Theoretical Girls και οι The Static- χρησιμοποίησαν τα γνωστά όργανα, αλλά κατάφεραν να τα στρέψουν αποτελεσματικά εναντίον τους, σαν να ήθελε κάθε μουσικός να χτυπήσει, να καταστρέψει και να φωνάξει, παρά να φτάσει σε ένα πολυπόθητο "groove" με τους συμπαίχτες του. Οι Mars, οι Swans και οι The Static πειραματίσθηκαν με την πολύ δυνατή και αχανή, γεμάτη

Μια σημαντική, επίσης, φιγούρα που επηρέασε το συγκεκριμένο ρεύμα και σχεδόν το "τράβηξε" μπροστά ήταν ο Charles Ball των Lust/Unlust. Ο Ball δούλευε τότε (μέσα του ’70) μαζί με τον Terry Ork στην Ork Records, μια ανεξάρτητη ηχοληπτική εταιρία και έβγαλαν το πρώτο ουσιαστικά single του No Wave με

DNA

τους Television. Οι Lust/Unlust εξελίχθηκαν στη συνέχεια στην εταιρία παραγωγής του Ball, που εφάρμοσε μια πολύ πρωτότυπη ιδέα. Άφηνε τους καλλιτέχνες να διαλέγουν το όνομα του label που θα έβγαινε ο δίσκος, με αποτέλεσμα η Lust/Unlust (πλέον ως εταιρεία) να φαίνεται σαν να συνεργαζόταν με πολλά ανεξάρτητα label. The Kitchen Το The Kitchen πρόκειται για έναν χώρο, που υπήρξε το σπίτι του avant-garde καλλιτέχνη John Rockwell και το οποίο εξελίχθηκε σε έναν πολυχώρο καλλιτεχνικής έκφρασης. Εκεί δημιουργήθηκε ένα καλλιτεχνικό φεστιβάλ, γνωστό ως New Music, New York, το οποίο εξελίχθηκε σε ένα δεκαήμερο event. Πολλοί

Mars

31


Talking Heads @ The Kitchen [1976]

καλλιτέχνες χαρακτηρίσθηκαν ως kitchen-type, όπως ο Robert Ashley, o David Behrman και η Laurie Anderson, αλλά και οι γνωστοί art rock Talking Heads. O avant-garde κριτικός Tom Johnson περιγράφει το πρώτο event, που έγινε τον Ιούνιο του 1979, ως μια συνάντηση ανάμεσα στο first-wave καλλιτεχνών (Philip Glass, Steve Reich, Terry Riley, Meredith Monk, Robert Ashley) και στο μεταμοντέρνο second-wave, που δεν ήταν άλλο από μια σύνδεση κλασσικής και pop/νεανικής μουσικής (Glenn Branca, Chatman, Laurie Anderson, Peter Gordon, Arto Lindsay, David Van Tieghem…). O Johnson λέει: “το firstwave χρωστάει πολλά στον John Cage (και την Ανατολική Φιλοσοφία) και ελάχιστα στην pop κουλτούρα, ενώ το second-wave το αντίθετο. Οι καλλιτέχνες του f-w χρησιμοποιούσαν συνθεσάϊζερ, ηλεκτρονικά (electronics) και πιάνο, ενώ αυτοί του s-w, ηλεκτρικές κιθάρες και ενίσχυση, με επεξεργασία του ήχου τους. Η ομοιότητα που ενώνει τις δυο γενιές είναι ότι τα περισσότερα έργα ήταν τονικά και modal· όχι ατονικά, σίγουρα όχι με συμβατικό τρόπο. Δεν χρειαζόταν βιρτουόζικο παίξιμο, ενώ οι συνθέτες έπαιζαν πάντα οι ίδιοι τα κομμάτια τους.” Μια τυπική εβδομάδα στο χώρο, διαδραματιζόταν ως εξής: ΤΡΙΤΗ: The Communists/ Terminal [όπου μια γυναίκα έπαιζε synth πάνω σε ένα τραπεζάκι καφέ φτιαγμένο από τηλεφωνικούς καταλόγους!] 32

ΤΕΤΑΡΤΗ: Theoretical Girls/ The Gynecologists [live act με το συγκρότημα του Glenn Branca] ΠΕΜΠΤΗ: Tone Death/ Daily Life [live act με το πρώτο συγκρότημα της Barbara Ess] ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: DNA/ The Contortions ΣΑΒΒΑΤΟ: Mars/Teenage Jesus and the Jerks [το συγκρότημα της Lydia Lunch] ΚΥΡΙΑΚΗ: The Bastard Theater [η θεατρική ομάδα του Glenn Branca, όπου έπαιζαν εντελώς αφηρημένα έργα, με τους ηθοποιούς να ερμηνεύουν σε μουσικά όργανα, τα οποία είχε συλλέξει ο Branca από τους δρόμους της Βοστόνης: μεταλλικά κουβαδάκια, σπασμένα κλαβιέ πιάνων, σπασμένα κούτσουρα και σίδερα] Glenn Branca Μετά τους Theoretical Girls, ο Branca ασχολήθηκε με ένα είδος "art punk" και σε συνεργασία με την σύζυγό του Barbara Ess, σχημάτισαν μια μπάντα με το όνομα The Static. Ο ρυθμός και ο ήχος τον ενδιέφεραν πάντα, πολύ περισσότερο από μία οποιαδήποτε συμβατική μορφή σύνθεσης. Μετά τους Static, δανείστηκε κομμάτια από το βιβλίο του Chatman και ξεκίνησε να συνθέτει τις συμφωνίες του, οι οποίες ήταν βασισμένες σε περίεργα χορδισμένες κιθάρες, με πολύ δυνατά decibel (π.χ. Συμφωνία Νο 1 - Tonal Plexus).


Glenn Branca - Thurston Moore - Lee Ranaldo

Glenn Branca - Chatman

33


Όπως και οι υπόλοιποι του No Wave, ο Branca προσπάθησε να δραματικοποιήσει την αυθόρμητη φύση της μουσικής του σε σχέση με τον κρύο και ανίσχυρο πειραματισμό του SoHo, αποκαλώντας τον τελευταίο, μια "κλειστή και εσωστρεφή σκηνή" και περιγράφοντας το χώρο του The Kitchen "σαν να πηγαίνεις στην εκκλησία". Βέβαια, υπήρχε μια βασική διαφορά ανάμεσα στην τετράδα του No Wave (DNA, Contortions, Mars, Teenage Jesus and the Jerks) και στο δίδυμο Branca-Chatham, η οποία όμως έγινε πιο ορατή στη μετά-Theoretical Girls and Τhe Gynecologists εποχή. Παρά τα punk στοιχεία που τους ένωναν, οι Chatham και Branca προσδιόρισαν τον όρο ροκ στα κομμάτια των μετασχηματισμένων ηλεκτρικών κιθάρων τους, όχι απλά όσο αφορά στη μελωδία, στα τραγούδια και στην ανθρώπινη φωνή, αλλά περισσότερο στο ρόλο του ρυθμού. Όταν το Chatham Meltdown ensemble παρουσίασε το Guitar Trio στο Max στο Kansas City (1979), δεν υπήρχε καθόλου μπασίστας, ενώ τα ντραμς είχαν μόνο το hi-hat. Ο ρυθμός για τους δύο, δεν σήμαινε απαραίτητα το groove ή το κούνημα του σώματος, αλλά εκφραζόταν σαν μια υπνωτιστική επανάληψη μετρονόμου. Ο Branca χρησιμοποιεί την φράση "pleromas of sound" (το πλήρωμα του ήχου) για να περιγράψει τις διαφανείς αρμονίες και τα παλμικά αποτελέσματα που δημιουργούνται από το μονόχορδο χτύπημα του ] [1981 Youth "κιθαριστικού στρατού του". Sonic Ο ίδιος λέει στην Village Voice: "είναι ψυχοακουστικό. Το γεγονός είναι ότι το αυτί υπερφορτώνεται από τον ήχο και αρχίζεις να ακούς πράγματα που δεν παίζονται. Το μυαλό 34

αρχίζει να επινοεί τί παίζουν οι μουσικοί". Sonic Youth Οι Sonic Youth, πατώντας στις πλάτες των προγόνων τους (Velvet Underground, The Stooges, The MC5, Patti Smith) αφομοίωσαν και ένωσαν πολύ εύκολα την κοινή αισθητική που συνδέει ανόμοια είδη μουσικής, όπως η free jazz, η avant-garde, το no wave και το νεανικό rock’n’roll. Είδη που πριν από αυτούς φαίνονταν πλήρως ανεξάρτητα. Τα βασικά στοιχεία της μουσικής τους φαίνονται πολύ απλά: στηρίζονται στους σταθερούς ροκ ρυθμούς των ντραμς, που δίνει μια βάση για τον αυτοσχεδιασμό των κιθάρων, από τις εκρηκτικές κορυφές, έως τις θορυβώδεις (drones) αργές επαναλαμβανόμενες φράσεις. Και όλα αυτά κάτω από τις ερμηνείες της Gordon και του Moore,

που με τα ψιθυρίσματα, τις κραυγές και τα απλά φωνητικά, σκιαγραφούν μια σκληρή εικόνα της pop κουλτούρας. Το πρώτο group του Thurston Moore ήταν οι Coachmen, το οποίο προσέφερε μια γκάμα συνθέσεων προφητικών για το μέλλον των


Sonic Youth. Με πιο παραδοσιακά (folk) και πρωτογενή στοιχεία που θύμιζαν συγκροτήματα, όπως οι Modern Lovers και οι Television, αλλά περισσότερο σαν ένα πρώτο project περιέργειας. Οι Coachmen ήταν παιδί του μελλοντικού beatnik καλλιτέχνη JD King. Συναντήθηκαν στη Νέα Υόρκη το 1977. O ήχος τους ήταν πρωτόγονος, θορυβώδης και έμοιαζε με τα post-punk groups της εποχής· με τον Moore να καταστρέφει το μηδενισμό των Βρετανικών συγκροτημάτων, και μόνο οι νεκρικοί, σουρεαλιστικοί στίχοι-φωνητικά του King, τους έκαναν να μοιάζουν λίγο με τους Βρετανούς Velvets. Οι Coachmen έκαναν κάποια live ‘χύμα’ σε πάρτι, μπαράκια, και πιο συχνά στο CBGBs (θρυλικό livάδικο της Ν.Υ.). Σε μια από αυτές τις εμφανίσεις, μοιράστηκαν τη σκηνή με τους The Flucts που έπαιζαν βαρύ new wave με keyboards και στους οποίους συμμετείχε ο Lee Ranaldo στην κιθάρα. Μέσα από τους Coachmen, o Moore γνώρισε και την Kim Gordon, η οποία εκείνη την εποχή έπαιζε κιθάρα στους CKM, ένα project του Chatham, ενώ την ίδια περίοδο ο Branca συμμετείχε στους Theoretical Girls μαζί με τον μελλοντικό παραγωγό των Sonic Youth, Wharton Tiers και αντίστοιχα, τον ίδιο καιρό στους The Static, οι οποίοι κυκλοφόρησαν ένα single με την συμμετοχή των Moore και Ranaldo. Η βοήθεια του Branca δεν σταματάει εδώ. Με

την ανεξάρτητη εταιρία του εξέδωσε τον πρώτο δίσκο των Sonic Youth, αφήνοντάς τους να κάνουν μόνοι τους την παραγωγή. Οι κιθάρες είναι εντελώς γυμνές, χωρίς τη διαφωνία ή τα επαναλαμβανόμενα μέρη, για τα οποία θα χαρακτηριστούν στο μέλλον. Παρ' όλα αυτά, οι βάσεις είχαν μπει. Το κομμάτι I Dreamed I Dream (Ονειρεύτηκα πως ονειρεύομαι), για παράδειγμα, είναι ένα υβριδικό δείγμα των μονόλογων της Gordon, ενώ στο The Burning Spear προσχεδιάζεται ο τρόπος που ο Moore ανακατεύει atonal κιθάρες, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να είναι εντυπωσιακές και ζωντανές “εικόνες”. Η live ηχογράφηση του Sonic Death είναι το πιο βασικό “αντικείμενο” για αυτούς. Αρχικά, μια homemade κασσέττα, την οποία εξέδωσε ο Moore με την Ecstatic Peace. Ένα κολάζ από ξεσπάσματα, κομμένες και επανενωμένες ταινίες κασσέττας, κραυγές του κοινού και ασυλλόγιστες τηλεφωνικές συζητήσεις. Ανάμεσα σε αυτές τις ηχογραφήσεις υπήρξε ίσως το πιο συγκλονιστικό κομμάτι των Sonic Youth, με τίτλο Kill Your Idols (Σκοτώστε τα Είδωλά σας). Το κομμάτι, μουσικά, δεν προσφέρει κάτι καινούργιο. Ο τίτλος του όμως, είναι αυτό που σε μερικά χρόνια θα γίνει το ‘motto’ (πιστεύω) χιλιάδων νέων, με αποκορύφωμα την μουσική επανάσταση του grunge στις αρχές του ’90. Η γενιά που ονομάστηκε ‘generation Χ’ θα πάρει αυτή την φράση και θα απορρίψει 35


τις δισκογραφικές εταιρίες, με αποτέλεσμα τη γέννηση ενός κύματος underground συγκροτημάτων και την δημιουργία του post-rock.

Gann, Kyle, American Music in The 20th Century (Schirmer, 1997)

Το κείμενο αποτελεί μέρος της μουσικολογικής έρευνας του Δημήτρη Παλλή με τίτλο: “Μουσική και επανάσταση: Κοινωνικές και αισθητικές μορφές ρήξης με την παράδοση. 'Η ιστορία του No Wave-Ιστορική και αισθητική ανάλυση της μουσικής των Sonic Youth.'”.

Gross Jason and Steve Smith American Contraband: Alternative Rock and American Experimental Music (NewMusicBox, 2000)

[[ πηγές ]]

St James Press Encyclopedia of Popular Culture (Gale Group, 1999)

Foege, Alec, Confusion Is Next: The Sonic Youth Story (St. Martin's Griffin, 1994) Gagne, Cole, Glenn Branca, Grove Music Online, 2006

36

Moore, Thurston and Byron Coley, No Wave, Post Punk, Underground New York 1976–1980 (Abrams Image, 2008)

Martin, Bill, Avant Rock (Open Court, 2002) Reynolds Simon, Rip It Up and Start Again: Post Punk 1978-1984 (Faber and Faber, 2006)

Scott Crary, Kill Your Idols - 75' [USA, 2004]


Συνέντευξη Vlastur των κωστα γ και Άννας Στερεοπούλου

Vlastur Full Band live

Αν και χαμηλών τόνων, ως άνθρωπος και sub καλλιτέχνης, ο VLASTUR δεν διστάζει να μάς εκφράσει τις μουσικές και κοινωνικές του ανησυχίες, αλλά και την πίστη του στις ανεξάρτητες καλλιτεχνικές κινήσεις. Ο ίδιος, γεφυρώνει το χάσμα με την επόμενη γενιά και δημιουργεί dub, electrodub και dubstep. Οι συνεργασίες του περιλαμβάνουν καλλιτέχνες από ένα ευρύ καλλιτεχνικό και γεωγραφικό πεδίο, με μοναδικό μεσάζοντα το διαδίκτυο και το ανοιχτό μυαλό. Α: Vlastur, Beatles δεν είναι αυτοί που ακούμε τώρα; Ποιά...; V: Σωστά. Αν και είχαν καλά κομμάτια, προσωπικά δεν ήταν από τους αγαπημένους μου. Αντίθετα, πάντα προτιμούσα τους (Rolling) Stones και Who, από εκείνη την εποχή! Γενικά, ακούω τα πάντα, εκτός από mainstream Ελληνική Δισκογραφία!

Α: Πες μας λίγα λόγια και για την δική σου Δισκογραφία. V: Το πρώτο μου album [Interaxion Dub (EQnation Records - 2009)], το οποίο κυκλοφόρησε παράλληλα και σε μορφή EP στην Γαλλία και περιελάμβανε τέσσερα από τα 11 κομμάτια του album. Αυτό έγινε καθαρά για σκοπούς προώθησης (promo), ενώ η επιλογή της χώρας έγινε βάσει του γαλλικού “ήχου” που διακρίνει κανείς στο Interaxion Dub. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν θετική και μού έδωσε καλό feedback για να κάνω και άλλα πράγματα. Υπάρχουν επίσης, και κάποια κομμάτια μου, τα οποία έχουν ενταχθεί σε κάποιες ξένες συλλογές, ενώ μέχρι το τέλος του χρόνου θα βγάλω ένα νέο -μάλλον διπλό- album. Βέβαια, μού αρέσει να παίζω live και έχουμε φτιάξει μια καλή ομάδα με νέα παιδιά, με την οποία παίζουμε ως Vlastur Full Band. Α: Πώς σου αρέσει να δημιουργείς στο studio και ποιός είναι ο αγαπημένος σου ήχος (εφέ,

37


φίλτρο); V: Οι καλές ιδέες έρχονται κατά τις 4 - 5 το πρωΐ. Επίσης, λόγω της εύκολης πια πρόσβασης στην τεχνολογία, δίνεται η άνεση σε έναν μουσικό να δημιουργεί μουσική στο σπίτι. Από ήχους, το μπάσο -εξαιτίας του μουσικού ιδιώματος που ασχολούμαι (Dub)- είναι το στοιχείο μου. Στην μουσική μου χρησιμοποιώ πολύ χαμηλές (μπάσες) συχνότητες. Αν το μπάσο είναι φτιαγμένο από τενεκέ ή από χορδή ή synth, δεν με ενδιαφέρει. Για ‘μένα, δεν είναι παρά μια περιοχή στο equalizer, μεταξύ 30Hz και 120Hz το πολύ. Είμαι πιο sub... Όσο για εφέ, μού αρέσει το delay και το spring reverb, ειδικά το αναλογικό! Πάντα με ενδιέφερε η μουσική τεχνολογία και ακόμη ενημερώνομαι. Α: Πού πιστεύεις ότι βρίσκεται το κοινό σου, μεταφορικά ή κυριολεκτικά (διαδίκτυο, συναυλίες, κλπ); V: Το ακροατήριό μου κυμαίνεται στις ηλικίες μεταξύ 25-35 και έχει κυρίως ηλεκτρονικά ακούσματα. Υπάρχει όμως και ένα ποσοστό εκτός ηλεκτρονικής, που ακούει ροκ, για παράδειγμα. Ίσως επειδή η μουσική μου δεν πρόκειται για “καθαρή” ηλεκτρονική, αφού έχει πάρα πολλές επιρροές, αλλά και χρήση φυσικών οργάνων. Άλλωστε για ‘μένα, η Ροκ πλέον, είναι η Ηλεκτρονική μουσική και η Ψυχή που βγάζει.

VLASTUR live @ Ghost [2012]

38

κ: Στα επόμενα τεύχη -ξεκινώντας από το παρόν- ένα από τα θέματα που μας απασχολεί (ως Freequency) είναι ο τρόπος με τον οποίο οι μουσικοί μπορούν να οργανωθούν, προκειμένου να αποφύγουν τους μεσάζοντες στην επικοινωνία και διάθεση του υλικού τους. Ο Γιάννης Αγγελάκας, έχει κάνει μια τέτοια κίνηση με την “all toghether now”, στο επίσημο site της οποίας, αναφερεσαι και ως “Συναγωνιστής”. Ποιά είναι η θέση σου απέναντι σε τέτοιες κινήσεις γενικά, και ειδικά για την “all toghether now”; V: Είμαι υπέρ, και ήδη η νέα γενιά -τουλάχιστον στο ηλεκτρονικό- κινείται κατ’ αυτόν τον τρόπο εδώ και καιρό, και μάλιστα, σε βαθμό που ο κάθε καλλιτέχνης έχει και την εταιρία του. Ευτυχώς, γίνεται και από καταξιωμένους, όπως ο Γιάννης. κ: Αυτό που παρατηρούμε ειναι οτι αυτή η στάση γενικεύεται σιγά σιγά… V: ...κι ετσι πρέπει να γίνει. Γιατί να τα παίρνουν οι μεσάζοντες, όταν μάλιστα δεν προσφέρουν και κάτι; Αυτοί έχουν καταστρέψει την μουσική. Οι πιτσιρικάδες παρακάμπτουν όλους αυτούς τους ενδιάμεσους και πολύ χαίρομαι που είδα και κάποιον πετυχημένο καλλιτέχνη να το κάνει. Πολλοί καλλιτέχνες, άλλωστε, δεν ενδιαφέρονται καν να προσφέρουν καλλιτεχνικό έργο, παρά νοιάζονται μόνο για την κονόμα και τίποτε άλλο. Μακάρι να υπήρχε μια μουσική αστυνομία

VLASTUR - Interaxion Dub [EQnation Records - 2009]


να τους μάζευε όλους αυτούς. Επιπλέον, λειτουργώντας σαν κατεστημένο (μεσάζοντες - καλλιτέχνες), δεν αφήνουν τα νέα παιδιά να ορθοποδήσουν. Τί προσφέρουν λοιπόν όλοι αυτοί; κ: Προσφέρουν μαζική εκτόνωση. V: Όπως και το σκυλαδικο, τουλάχιστον όμως αυτό είναι πιο τίμιο. Σού λέει «αυτό είμαι». Και επιπλέον όλοι αυτοί έχουν καπηλευτεί το ροκ, το οποίο είναι το μόνο μουσικό είδος στην Ελλάδα, πάνω στο οποίο έχουν όλοι ασελγήσει. Οι Πυξ Λαξ είναι ροκ, ο Νταλάρας είναι ροκ, η Πέγκυ Ζήνα είναι ροκ, ο Μαχαιρίτσας είναι ροκ … Τί να πω;

κ: Ποιά είναι η άποψή σου για μουσικούς και μπάντες που μαζεύονται και φτιάχνουν μια ομάδα για να διαχειριστούν οι ίδιοι τις δημιουργίες τους; V: Σε μια τέτοια ομάδα είμαι κι εγώ [Sonic Loom (www.sonic-loom.com/site/ index.php/artists/25)]. Προφανώς και η ένωση περισσότερων, αποκτά μεγαλύτερη ισχύ, με την προϋπόθεση φυσικά πως θα καταφέρεις να ξεπεράσεις εγωϊσμούς και όλα όσα καταστρέφουν το “ομαδικό” πνεύμα. Όσοι τα καταφέρνουν, πάνε τελικά μπροστά.

“Οι εποχές άλλαξαν! Δεν έχουμε ανάγκη πια ούτε την τηλεόραση, ούτε το ραδιόφωνο. Τα συμβατικά μέσα έχουν πια πεθάνει“ κ: Εσύ ως μουσικός, έχοντας παίξει σε διάφορες μπάντες και δουλεύοντας ακόμα σα session, με πείρα σε διάφορα είδη μουσικής, πώς καταφέρνεις στην καθημερινότητά σου να αποφεύγεις μεσάζοντες κλπ; Τί πρόταση έχεις να κάνεις στους νέους δημιουργούς, ώστε να γλιτώσουν από το “κύκλωμα”; V: Εγώ απλά ακολούθησα τα μαθήματα που μού έδωσαν οι πιτσιρικάδες, και για αυτό τους αποδίδω τεράστιο σεβασμό. Μού αρέσουν οι άνθρωποι που αγαπούν την μουσική, είτε ως ακροατές, είτε ως μουσικοί, ανεξάρτητα από το είδος. Το μεγαλύτερό μου επίτευγμα στην ενασχόλησή μου με τη μουσική είναι ότι έχω γεφυρώσει το χάσμα με την επόμενη γενιά και προσωπικά μού αρκεί. Στο πρακτικό κομμάτι, μέχρι τώρα, επιλέγω ανεξάρτητα label. Στους νέους προτείνω να το κάνουν μόνοι τους, μιας και η τεχνολογία βοηθάει τόσο πολύ πλέον, ώστε να μην έχουν ανάγκη κανέναν. Αυτόματα ηχογραφείς κάτι, το ανεβάζεις στο internet και το ακούνε σε όλον τον πλανήτη. Ακόμα και ο ρουφιάνος το facebook βοηθάει σε αυτό… Λόγου χάρη, μπορεί κάποιος, φτιάχνοντας έναν λογαριασμό στο bandcamp.com, να διαθέσει μόνος του την μουσική του ψηφιακά, με ή χωρίς αντίτιμο.

κ: Αυτό που πιστεύουμε εμείς είναι πως η τάση αυτή, της ομαδοποίησης/ δημιουργίας συλλογικοτήτων, σταδιακά γενικεύεται, εκφράζοντας και μια ανάγκη της εποχής. V: Οπωσδήποτε! Οι εποχές άλλαξαν! Δεν έχουμε ανάγκη πια ούτε την τηλεόραση, ούτε το ραδιόφωνο. Τα συμβατικά μέσα έχουν πια πεθάνει. Α: Θα ήθελα να μού πεις την γνώμη σου για τις ταμπέλες, όπως το “έντεχνο”... V: Τις σιχαίνομαι. Και τις ταμπέλες, αλλά και το συγκεκριμένο μουσικό ιδίωμα! Α: ...αλλά και για τις λέξεις... τον στίχο και πώς σε ενδιαφέρει να τον χρησιμοποιείς στην μουσική σου. V: Κατ’ αρχάς, δεν κάνω τραγούδια. Κάτι τέτοιο θα με περιόριζε. Κάνω μουσική, χωρίς ρεφραίν ή κουπλέ. Κάτι τέτοιο θα με περιόριζε. Χρησιμοποιώ τις φωνές μόνο σαν μουσικό όργανο. Άπαξ και πρόκειται να χρησιμοποιήσω ποτέ στίχο, αυτό θα είναι speakage. Όσον αφορά στο τί ακριβώς θα αναφέρει ο στίχος, ούτε κάτι τέτοιο θα ήθελα να με περιορίσει, αρκεί βέβαια, να σέβεται 39


Α: Τί θα ήθελες να πεις σε έναν “διπλανό” σου νέο; V: Να προσέχει και να μην το βάζει κάτω. Τίποτα δεν αλλάζει μόνο του..!

VLASTUR Full Band Live

Από το SPACE GATHERING CAMP 2012 [RUSSIA]

τον ακροατή. Η “καψούρα” δεν με ενοχλεί, αλλά το θέμα “κρεββατοκάμαρα” έχει γελοιοποιηθεί τόσο πολύ, που όπως και να αναφερθεί στους στίχους, θα έχει “άσχημη” χροιά. Από την άλλη, το κοινωνικό μήνυμα στον στίχο με ενδιαφέρει, και για τον λόγο αυτό είχα κάνει και το remix του Αρκετά των Lost Bodies [VFDattack remix (Vlastur-Fefer-Dadoo), τον Δεκέμβρη του 2008. [Free Download: Reverbnation (www.reverbnation.com/artist/artist_songs/844977)] κ: Σε ενδιαφέρει το κοινωνικό ή το πολιτικό μήνυμα; V: Σίγουρα με ενδιαφέρει, άλλωστε είναι κοντά αυτές οι δύο έννοιες (πολιτική - κοινωνία). Προσωπικά, σιχαίνομαι κάθε μορφή βίας και εξουσίας και σίγουρα δεν είμαι ρατσιστής. Μισώ αυτό το Κράτος, αλλά αγαπάω αυτην τη Χώρα. Τα πράγματα έχουν φτάσει στο απροχώρητο και κάτι πρέπει να γίνει, επιτέλους! Ωστόσο, υπάρχουν και θετικά. Ένα από αυτά, αν το δούμε ιστορικά, είναι πως οι καλές τέχνες πάντα ανεβαίνουν σε περιόδους κρίσης. Ίσως λοιπόν, ήρθε η ώρα να απαλλαγούμε από όλους αυτούς τους κάπηλους των καλών τεχνών (μεσάζοντες – καλλιτέχνες καρικατούρες) που αναφέραμε νωρίτερα. Κύριοι, τα πακέτα τελείωσαν!! Δεν έχετε πια λόγο ύπαρξης!!! Και για να μην παρεξηγηθώ, μιλώ σαν απλός ακροατής, και όχι σαν καλλιτέχνης, όσον αφορά στον τομέα, τον οποίο εμπλέκομαι. Κι αυτός είναι η Μουσική!

40

Vlastur [Bass] Dark Elf [Electronics] Wee [Guitar] Tolis [Percussion] Helena S [Vocals] Verix [Sound Engineer] Various INFO – MATERIAL AllTogetherNow [www.alltogethernow.gr/gr/default.asp?pageid=5 &presentationid=15&t=vlastur] FaceBook [www.facebook.com/vlastur] MySpace [www.myspace.com/vlastur] ReverbNation [www.reverbnation.com/vlastur] SoundCloud [www.soundcloud.com/vlastur]


Από θέση δέχομαι, τη διαφωρά ως τρόπο ορισμού. Καθιστά δυνατή τη σημασία και την αναβάλλει.

Τί (δεν) είναι ανεξάρτητος κινηματογράφος των Μαρία Κουτρούμπα και Αθηνά Παπαναγιώτου

Ο κινηματογράφος των studio, του Hollywood, της Paramount και της Columbia, της κάθετης οργάνωσης και της εξειδίκευσης υπήρξε παραδοσιακά το αντίθετο που έδινε ταυτότητα στον ανεξάρτητο κινηματογράφο.

του ανεξάρτητου κινηματογράφου που νιώθει – καλώς - να μην έχει ανάγκη από πυροτεχνήματα. Όμως είναι εκείνη η τεχνολογία που καθιστά δυνατά τόσο τα πυροτεχνήματα, όσο και την πιο εύκολη πρόσβαση στη δημιουργία.

Η αναφορά στην αγορά ως λόγο δημιουργίας, Το καν’ το μόνος σου στην κινηματογράφηση είναι ο ορισμός του συστήματος των studio. Η έγινε πιο δυνατό από ποτέ στο ψηφιακό κόσμο ταινία παράγεται ως καταναλώσιμο προϊόν, στον του internet, των ψηφιακών καμερών και αντίποδα εκείνης που δημιουργείται για/με/ του Final Cut. Το This is Not a Movie (2011) γύρω από το καλλιτεχνικό όραμα του σκηνοθέτη γυρίστηκε εξ’ ολοκλήρου με smartphone. της∙ και μπορεί επίσης να “Είναι σαν η έλλειψη να οδηγήσει σε σπουδαίες Ο έντονα πολιτικός πωλήσεις, να προωθηθεί με δημιουργούσε ένα εικαστικό χαρακτήρας τεράστιες καμπάνιες, με ένα (υπό την έννοια θαύμα. Με τόσα όσα ακριβώς άλλο φυσικά target group της έκφρασης χρειάζονταν“ όρο αγοραίο. Ο δημιουργός συνειδητής θέσης θέλει να εκφραστεί και και συνήθως μάλλον να επικοινωνήσει την έκφραση του. προοδευτικού λόγου) είναι συνήθως γνώρισμα ενός κινηματογράφου που δεν καθοδηγείται, Το πείραμα της Maya Deren και οι ταινίες δεν κάνει εκπτώσεις, δεν έχει ανάγκη τους του δόγματος ’95 – το οποίο διακηρύττει το χορηγούς του για να σωπάσει. Αν και το μανιφέστο του - εντάσσονται σε ά-πολιτικό δεν είναι δυνατό – δεν υπάρχει α-σημαντότητα – ο πολιτικός λόγος υπήρξε κατ’ ένα Avant-garde πλαίσιο, αλλά δεν αρνούνται εξοχήν πεδίο λογοκρισίας και άρα αιτήματος για την επικοινωνία με το κοινό τους. Η απεύθυνση ανεξαρτησία. Το Sweet Movie (1974) αλλάζει, γίνεται συχνά πιο ακαδημαϊκή του Dusan Makavejev μάλλον δεν θα το και ελιτίστικη, αλλά δεν επιθυμεί να μείνει αναλάμβανε η Warner Bros.. ανήκουστη. Αποκτά πάντως σαφώς μικρότερο κοινό εκ των πραγμάτων από ένα θέαμα Το Guerrilla Cinema από την άλλη, υπόσχεται να θυμίσει στον ανεξάρτητο κινηματογράφο τις Mainstream. ρίζες του. Ταινίες με μηδενικό προϋπολογισμό σε αντίθεση με Η αισθητική του εντυπωσιασμού ή/και της υψηλής τεχνολογίας αντιπαραβάλλεται στην τα τεράστια budget που συνήθως απαιτούνται αισθητική και νοηματική βαθύτητα για μια παραγωγή και μια διάθεση να 41


θυμηθούμε πως για να δημιουργούμε δεν χρειάζεται άδεια και χρήμα. Οι δημόσιοι χώροι γίνονται πεδίο δημιουργίας και έκφρασης, πεδίο δράσης χωρίς την απαραίτητη “συναίνεση των αρχών”. Το αποτέλεσμα βέβαια αυτής της δημιουργίας είναι γυμνό και φαίνεται καλύτερα: χρειάζεται μια ιδέα ιδιαίτερη και ένας καλλιτέχνης χαρισματικός – ίσως σε κάθε περίπτωση – για να γίνει χρυσός το κάρβουνο.

I was a little kid my mother told me not to stare into the sun. So once when I was six I did. The doctors didn't know if my eyes would ever heal. I was terrified, alone in that darkness. Slowly, daylight crept in through the bandages, and I could see. But something else had changed inside of me. That day I had my first headache.”

Το Pi (1998) Το 1998 ο Darren Aronofsky κινηματογραφεί την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, το Pi. Το Pi φωνάζει πως υπάρχει αμερικανικός ανεξάρτητος κινηματογράφος: χαμηλό κόστος ($ 60.000), γυρίσματα εκτός studio, μικρή διανομή, τεράστια για τα μέτρα του εισπρακτική επιτυχία ($ 3.221.151). Με λίγα μέσα ο Aronofsky κατορθώνει να πραγματώσει τη σκηνοθετική του διάνοια σε βαθμό που – κατά την άποψη μου – δεν κατόρθωσε να αγγίξει με τις επόμενες ταινίες του, παρ’ ότι δαπανήθηκαν για αυτές πολλαπλάσια ποσά [ενδεικτικά $ 4.500.000 για το Requiem for a Dream (2000), $ 13.000.000 για το Black Swan (2010) και $ 35.000.000 για το The Fountain (2006)]. Είναι σαν η έλλειψη να δημιούργησε ένα εικαστικό θαύμα. Με τόσα όσα ακριβώς χρειάζονταν. Ασπρόμαυρες λήψεις με έντονες αντιθέσεις, “σκληρός” κόκκος, γρήγορες σκηνές. Ο Clint Mansell επενδύει μουσικά την ταινία και στον θεατή συμβαίνει κάτι που δεν είναι συχνό και πάντως είναι ακαριαίο. Η επιτυχία εξαργυρώθηκε και δεν είμαι εκείνη που θα πω πως απαραίτητα κακώς έκανε. Για τη συνέχεια θα αφεθώ στο κείμενο: “9:13, Personal note: When 42

Pi [Darren Aronofsky, 1998] with Sean Gullatte

Και θα το παραφράσω λίγο: Is there a pattern in the market?

The Golden Boot Είναι ένα Φεστιβάλ κινηματογράφου ανεξάρτητο, όταν το βραβείο που απονέμεται είναι χορηγία της Dr. Martens? Ή μήπως το κάθε Φεστιβάλ, όπως και πολλά άλλα στη ζωή έχει δύο μέτρα και δύο σταθμά; “Πάντα, η μεγαλύτερη δυσκολία στην διοργάνωση ενός Φεστιβάλ είναι να βρεθεί χρηματοδότηση και δυστυχώς αυτό γίνεται μόνο με χορηγούς,” ισχυρίζεται ο Jonathan Barnett, διοργανωτής του Portobello Film Festival. Το Portobello Film Festival αυτοαποκαλείται το μεγαλύτερο φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου στην Μεγάλη Βρετανία. Διοργανώνεται τα τελευταία 16 χρόνια σε διάφορες περιοχές του Λονδίνου (πάρκα, μπαρ)


Portobello Film Festival 2012 [London]

και τα τελευταία χρόνια στην γειτονιά του Portobello, στο Notting Hill. Το βασικό σκεπτικό του Jonathan Barnett είναι πως η τέχνη του κινηματογράφου πρέπει να είναι ανοιχτή σε όλους. “Τα καλύτερα Φεστιβάλ είναι πάντα τα δωρεάν Φεστιβάλ. Ένα καρναβάλι. Αυτή ήταν πάντα η αρχή της διοργάνωσης,” πιστεύει ο Jonathan. Μεγάλες εταιρείες παραγωγής και χρηματοδότηση υπήρχαν πάντα, αυτό όμως που για τους ανθρώπους του Portobello Film Festival ορίζει ένα φεστιβάλ ως ανεξάρτητο, είναι η ανάγκη για καλλιτεχνική δημιουργία και όχι η αναζήτηση του χρήματος και της δόξας. “Είναι σίγουρα καλύτερα, όταν ο καλλιτέχνης δημιουργεί από την καρδιά του. Όταν κάποιος ξεκινά να βγάζει χρήματα αρχίζουν οι συμβιβασμοί. Η κουλτούρα των μεγάλων εταιρειών παραγωγής δεν είναι κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας,” συνεχίζει ο Jonathan Barnett.

Μέσα στα 17 χρόνια πορείας του Φεστιβάλ, συναντά κανείς από μικρού μήκους ταινίες γυρισμένες με μία κάμερα στο χέρι και μηδαμινά έξοδα, μέχρι το Scoop (2006) του Woody Allen και το Dear Wendy (2004) του Thomas Vinterberg. Εύλογο ερώτημα: εν έτει 2012 πόσο ανεξάρτητος θεωρείται ο κινηματογράφος του Woody Allen; “Στην περίπτωση του Woody Allen όταν προβάλαμε την ταινία του, η εταιρεία διανομής είχε αντιρρήσεις. Εκείνος διαφώνησε κάθετα, λέγοντας πως είναι υποστηρικτής του ανεξάρτητου κινηματογράφου και θέλει να πραγματοποιηθεί η πρώτη προβολή στο πλαίσιο του Φεστιβάλ μας. Πιστεύω πως αυτό που κάνουν, προβάλλοντας τις ταινίες τους εδώ, είναι πολύ “περιορισμένα” ανεξάρτητος κινηματογράφος,” συμπληρώνει ο Jonathan.

Cinema και πόλη, cinema στην πόλη Το Pop Up είναι ένας κινηματογράφος κάτω από τις ράγες του μετρό στο Notting Hill και ο κύριος χώρος προβολών του Portobello Film Festival τα τελευταία χρόνια. 43


“Γενικά προτιμάμε να καθιστούμε το χώρο προβολής μια “περίσταση”, παρά να προβάλουμε σε κανονικές αίθουσες. Έτσι για παράδειγμα, το συγκεκριμένο μέρος είναι συμβολικό, ο αυτοκινητόδρομος, η σκεπή, οι γύρω δρόμοι όπου υπάρχουν στούντιο. Είναι αυτό που θα λέγαμε κομμάτι της αστικής μυθολογίας.” Εκτός από φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου το Portobello Film Festival έχει χαρακτηριστεί και ως Guerrilla Film Festival. “Αυτό που πραγματικά θα χαρακτήριζα Guerrilla είναι ο,τιδήποτε δημιουργείται με μηδενικό προϋπολογισμό. Από την άλλη, για κάποιες από τις ταινίες, που προβάλλονται στο Φεστιβάλ έχουν δαπανηθεί κάποια χρήματα, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να τις αποκλείσουμε,” ισχυρίζεται ο Jonathan Barnett. “Γενικά στηρίζω σαν εγχείρημα το Guerrilla filmmaking αν και πιστεύω πως θα έπρεπε μάλλον να εστιάσουμε περισσότερο στην “πραγματική” κινηματογράφηση, στην “ψυχή”, μιας και πολλές ανεξάρτητες ταινίες, guerrilla, indie, low budget, δεν είναι τόσο καλές σαν αποτέλεσμα. Αυτό που πραγματικά χρειάζεται είναι ένα καλό μυαλό, μια ιδιοφυΐα για να κατορθώσει να κάνει την όλη ταινία κάτι πιο ελκυστικό για τον θεατή. Ένας Banksy της σκηνοθεσίας,” συνεχίζει.

“Δεν μπορείς να κατηγορήσεις τους σκηνοθέτες που ακολουθούν το mainstream μονοπάτι. Σε κάποιους προσφέρονται εκατομμύρια για να γυρίσουν μια ταινία και τα δέχονται. Το καλό είναι ότι κάποιοι από αυτούς, κατορθώνουν να έχουν αυτό το ανεξάρτητο ύφος στις ταινίες τους, το οποίο αντιπαραθέτω με εκείνο των ταινιών mainstream,” διαπιστώνει ο Jonathan. Και καταλήγει: “Πιστεύω πως ο Βρετανικός κινηματογράφος όφειλε να είναι πιο ανεξάρτητος. Ξέρεις στο παρελθόν, η δύναμη του βρετανικού κινηματογράφου ήταν οι ανεξάρτητες παραγωγές του. Ο Ken Russell ή οι σκηνοθέτες των ‘60s, ήταν όλοι ανεξάρτητοι κινηματογραφιστές. Νομίζω λοιπόν πως ο Βρετανικός κινηματογράφος έπρεπε να επενδύσει στην ανεξαρτησία και την εκκεντρικότητά του, στοιχεία στα οποία ήταν πραγματικά καλός, παρά στην παραγωγή ταινιών για την αμερικανική αγορά.” Στην επίμονα εκφρασμένη αμφιβολία μου αν ο Lars Von Trier, είναι τελικά ένας ανεξάρτητος κινηματογραφιστής, ο Jonathan, αντιδρά με απορία: “Αλήθεια αμφιβάλλεις; Όταν προβλήθηκε το Dancer in the Dark (2000) στο Φεστιβάλ των Καννών, στο τέλος όλο το κοινό ήταν δακρυσμένο. Νομίζω αυτό είναι πραγματικός κινηματογράφος. Αυτό θεωρώ είναι το σημαντικό να μην κάνεις συμβιβασμούς στην τέχνη σου. Ο Trier ακόμα προσεγγίζει και αγγίζει τον θεατή του.”

Εν κατακλείδι... και περί British Film Industry Η μικρού μήκους ταινία του Guy Ritchie, The Hard Case (1996) προβάλλεται για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ, το 1996. Από τότε το τελευταίο εξελίχθηκε, μεγάλωσε, απέκτησε σταθερή στέγη και ο Guy Ritchie μετατράπηκε σε σκηνοθέτη εκατομμυρίων.

Portobello Film Festival 2012 [London]

44


Βέβαια το γεγονός πως ένας σκηνοθέτης κατορθώνει, στο πλαίσιο της προσωπικής του καλλιτεχνικής μοναδικότητας και ιδιοφυΐας, της φήμης που αυτή κάποιες φορές συνεπάγεται και της αυθεντίας που φέρει από κάποιο σημείο και έπειτα κάθε έργο του, να μην κάνει συμβιβασμούς, δεν είναι πρόσφορο για γενίκευση. Αλλιώς ο Trier πιθανόν να είναι ένας ανεξάρτητος σκηνοθέτης, στο βαθμό που υλοποιεί το προσωπικό του όραμα χωρίς να λογοδοτεί στους χρηματοδότες του και να κόβει τη δημιουργικότητα του, στα μέτρα τους, αλλά αυτό δεν καθιστά τον κινηματογράφο του ανεξάρτητο. Ο κινηματογράφος είναι ένα μέσο που ακόμα και στις πιο “ταπεινές” εκδοχές του απαιτεί μια σημαντική υλική υποδομή ή οποία σε αυτό τον κόσμο δεν παρέχεται από κανένα

χωρίς αντάλλαγμα είτε αυτό λέγεται τεράστιες εισπράξεις, είτε η νέα ταινία του “****”. Η άλλη, πιθανόν, εκδοχή είναι να “πειραχτεί” το μέσο, οι αξιώσεις από αυτό, ο τρόπος που “καταναλώνεται”. Όχι πια σαν τελικό προϊόν, όραμα του κατασκευαστή του, που θα είναι σχεδόν πάντα απολαυστικότερο, όταν οι “πρώτες ύλες” του είναι πιο “πλούσιες”, αλλά σαν παρέμβαση. Σαν κατάσταση που θα αφορά στην δημιουργία, στην προβολή, στην ύπαρξη τελικά σε ένα χώρο και ένα χρόνο. Αυτό μάλλον απαιτεί το θόλωμα του ίδιου του μέσου, ως εκείνου που παράγει κάτι το οποίο εκ των υστέρων και από απόσταση, θεάται. Και να σηκώσει το χέρι όποιος διατίθεται να καταστρέψει τον κινηματογράφο.

45


Δείξε μου τα bookmark σου,

να σου πω ποιός είσαι

του Γαβριήλ Φιλιππόπουλου

Πριν καν πούμε ο,τιδήποτε, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι πολύ βασικό. Το παρόν άρθρο έχει έναν χαρακτήρα προσωπικής καταγραφής blogs και sites που έχουν συντροφεύσει τον γράφοντα στους διαρκείς και ατελείωτους δρόμους της ανακάλυψης «νέας» μουσικής. Όπου «νέα», βάλτε εσείς ό,τι σας κινεί αυτό το ένστικτο που καταλήγει στο συνοφρύωμα του μετώπου και την σκέψη «ώπ! κάτι υπάρχει εδώ». Προφανώς και θα υπάρχουν παραλήψεις, προφανώς αγνοώ εξαιρετικά ενημερωμένα sites, προφανέστατα δεν αρέσκομαι σε ό,τι ανεβαίνει (ο καθείς με τα σκαλώματα του). Παρ' όλα αυτά, οι ελλείψεις μου δεν σημαίνουν κάτι παραπάνω από το χάος που επικρατεί (και) στον χώρο της underground διαδικτυακής μουσικής ενημέρωσης. Και για να είναι πιο κατανοητά τα πράγματα, πρέπει να γίνει και ένας βασικός διαχωρισμός: Στα ενημερωτικά blog/sites και σε αυτά που διακινούν δωρεάν μουσική. Στα πρώτα ο προσανατολισμός μου είναι, κατά κύριο λόγο, η μη mainstream προσέγγιση τους, μακριά από κερδοφόρες (αισχροκερδείς) λογικές και όταν έχουν (έστω και σε υποβόσκουσα μορφή) πολιτική κουλτούρα στα γραφόμενα τους. Στα δεύτερα πάλι, το κριτήριο είναι καθαρά προσωπικού γούστου.

Βαθιά ανάσα και πάμε.

46

Εγχώρια Blog / Sites: Προσωπική αδυναμία αποτελεί το Casting Stone με την αρκετά συχνή, για ένα D.I.Y ιστολόγιο, και πολύπλευρη ενημέρωση πάνω στον ακραίο underground ήχο (σε ολόκληρο το φάσμα αυτού), με την πλάστιγγα να γέρνει προς το sludge/ doom/ post metal και λιγότερο προς το black/ death metal. Χωρίς να σημαίνει πως εκεί υστερεί. Συνεντεύξεις, live reports (και από εξωτερικό) και reviews νέων κυκλοφοριών βρίσκονται στο πεδίο δράσης του διαχειριστή. Αν και απ’ ότι έχω καταλάβει ο ίδιος δεν αντιλαμβάνεται πάρα πολύ το blog σαν ενημερωτικό, πρέπει να επισημάνω πως κάνει εξαιρετική δουλειά. Έπειτα, το Welcome To The Void και ο λαβύρινθος του Dr. Doom (Dr. Doom’s Lair), με την stoner/ doom/ psychedelic /desert/ sludge στοχοθεσία τους, καλύπτουν επάξια τον ρόλο της «χαμηλοκουρδισμένης» ενημέρωσης με reviews κυκλοφοριών, μουσικών νέων, αλλά και προσωπικών απόψεων. Το Dr. Doom’ s Lair είναι αποκλειστικά στα αγγλικά. Η παρέα του Taste Cornucopia με την πιο «μπλογκίστικη» γραφή και τα σχετικά διαφορετικά ακούσματα των συμμετεχόντων, κάτι το οποίο φαίνεται και στις διαφοροποιήσεις των αναρτήσεων. Αυτό πάντως που «τσιγκλάει» το νεύρο να τους διαβάσει κάποιος, είναι η εμμονή τους με τα απανταχού αφιερώματα και μουσικά κουΐζ.


Το Newnoise webzine πλέον μπορεί να καλύψει επάξια το κενό που άφησε η παύση εργασιών του Avopolis: Core (όχι πως πιο πριν δεν έκανε αξιόλογη δουλειά). Όπως γίνεται κατανοητό, το site ασχολείται με τα ευρύτερα σύνορα της -core μουσικής με έμφαση στο hardcore/ metalcore/crust. Συνεντεύξεις, παρουσιάσεις νέων κυκλοφοριών και συγκροτημάτων είναι στην «ημερήσια διάταξη». Τέλος, πρέπει να γίνει ειδική μνεία στο INTHEDARKFIELDS, το οποίο ξεχωρίζει κυρίως λόγω της μίνιμαλ, αλλά πολύ προσεγμένης, αισθητικής του. Είναι ίσως από τα πιο καλοστημένα sites που έχω επισκεφθεί. Και αυτό που σε κρατάει είναι η λογική του: Λίγα λόγια και καλά. Και προτάσεις μουσικής που μπορεί να ξεκινούν από αρχαιοτάτων χρόνων (κυκλοφορίες 20ετίας και βάλε) και να φτάνουν μέχρι σε συνεντεύξεις συγκροτημάτων με αφορμή τις νέες τους δουλειές. Εκτός Συνόρων Ενημέρωση: Πρωτοκαθεδρία. Το CVLT Nation στέκει εκεί ψηλά, μόνο του. Η σκοτεινή underground αισθητική του είναι απλά καθηλωτική. Ένα από τα πληρέστερα και πιο ενημερωμένα portal παγκοσμίως με αποκλειστικότητες σε

συνεντεύξεις, online streaming καινούργιων τραγουδιών, σπάνιων βίντεο και συναυλιών. Και το πιο σημαντικό (τουλάχιστον σε προσωπική βάση) είναι τα αντιφασιστικά αντανακλαστικά που επιδεικνύουν οι συντάκτες του. Κερασάκι τα υπέροχα mixtapes, επιμελημένα από τις ίδιες τις μπάντες που διατίθενται για δωρεάν «κατέβασμα». To Lurker’s Path αισθητικά έχει μία συνάφεια με το INTHEDARKFIELDS που αναφέραμε πρωτύτερα. Προσανατολισμένο στο underground death και black metal, με εξαιρετικό γούστο στις μπάντες που προτείνει ή συνεντευξιάζει (sic.). Το Kill That Cat από την άλλη δεν είναι ακριβώς ένα ενημερωτικό site, αλλά μία online Βιβλιοθήκη με σπάνια βίντεο ντοκουμέντα συγκροτημάτων (κυρίως του ακραίου heavy φάσματος) και μαγνητοσκοπήσεις, πολλές φορές ολόκληρων ζωντανών εμφανίσεων. Η παρακαταθήκη που αφήνει το Kill That Cat είναι ανεκτίμητη. Και όπως λένε και οι ίδιοι: «Kill That Cat is an online archive of new and old live videos, celebrating great songs, great bands, and great performances».

47


μουσικής από νέες (στην συντριπτική τους πλειοψηφία) μπάντες. Και με τις εκάστοτε εξειδικεύσεις. Το Stonerobixxx για παράδειγμα, προσανατολισμένο στον stoner/ southern/ doom ήχο, μας φέρνει κοντά με τις δουλειές συγκροτημάτων που -υπό άλλες συνθήκες- θα αγνοούσαμε παντελώς. Το Elementary Revolt πάλι, καλύπτει το κομμάτι του hardcore/ punk ήχου με συνεχή ανανέωση και ενημέρωση, αλλά και τρομερό γούστο στις προτάσεις του. Την προσωπική τριάδα κλείνει το αντισυμβατικό The Living Doorway, όπου ασχολείται -κυρίωςμε death/ black ακούσματα.

φωτογραφία του Dylan Kuhn σπό τη Novelty Cross Productions

Άλλα ενδεικτικά site είναι τα αξιόλογα The Obelisk και Invisible Oranges. File Hosting Sites… …Aν και για να μην έχουν νομικά ζητήματα υπάρχει μία ανάρτηση σε όλα τα blog που διακινούν δωρεάν μουσική “πως στους server τους δεν φιλοξενούνται αρχεία”. Και καλά κάνουν φυσικά, γιατί το περσινό κυνήγι μαγισσών (ACTA, SOPA κλπ.) ξεπέρασε τα όρια και πολλά από αυτά τα blog έχασαν σχεδόν όλη την δισκοθήκη που είχαν «ανεβάσει» στο ίντερνετ. Όπως μπορεί εύκολα να καταλάβει κανείς, είμαι υπέρμαχος της δουλειάς που κάνουν τα παραπάνω site. Αυτό μπορεί να ανοίγει ένα τεράστιο θέμα που καλό θα ήταν να μην αναλυθεί στο παρόν άρθρο. Στο προκείμενο λοιπόν. Η μπλογκό-σφαιρα είναι αχανής. Με λίγο ψάξιμο όμως μπορείς να βρεις διαμάντια. Με blog, όπου οι διαχειριστές τους φαίνεται σα(ν) να έχουν αφιερωθεί ψυχή και σώμα στην ανεύρεση καινούργιας 48

Οι επιλογές είναι ατελείωτες και ο καθένας/ καθεμιά μπορεί να κάνει ένα ξεσκαρτάρισμα από αυτά που τον/την γεμίζουν και τον/την ενημερώνουν πραγματικά. Έχει εκλείψει το συναίσθημα εκείνο της προσμονής για την πρόταση ενός ανθρώπου που δεν γνωρίζεις. Και δεν θα γνωρίσεις ποτέ. Απλά γιατί εμπιστεύεσαι το γούστο του και σε καλύπτει ό λόγος του. visit a.s.a.p. CastingStone - www.castingstone.blogspot.gr Welcome To The Void www.welcometothevoidgr.blogspot.gr Dr. Doom’s Lair - www.drdoomslair.com Taste Cornucopia www.tastecornucopia.blogspot.gr New Noise - www.newnoise.gr INTHEDARKFIELDS www.inthedarkfields.tumblr.com Cvlt Nation - www.cvltnation.com Lurker’s Path - www.lurkerspath.com Kill That Cat - www.killthatcat.com The Obelisk - www.theobelisk.net Invisible Oranges - www.invisibleoranges.com check also Ear Split Compound www.earsplitcompound.com/site Pan Plunderer www.penplunderer.wordpress.com The Anti Flesh Nimbus www.theantifleshnimbus.wordpress.com


Η Σούπα του Καλοκαιριού του Βασίλη Τσίγκα

Τί καλοκαίρι και το φετινό… Πάει, πέρασε κι αυτό και θα το θυμόμαστε για πολλά πράγματα, όχι όμως για τις συναυλιακές εμπειρίες που πέρασαν και δεν ακούμπησαν. Δεν θυμάμαι θέρος με τόσο υποτονική κίνηση. Τα ίδια και τα ίδια, με εξαίρεση την παρουσία των Red Hot Chili Peppers στο ΟΑΚΑ, στις αρχές του Σεπτεμβρίου, που, ναι μεν, έκαναν τη διαφορά από πλευράς ονόματος, σε ό, τι αφορά το αποτέλεσμα όμως…

Προσπαθώντας να κάνω έναν απολογισμό, θα πρέπει να σταθώ πρώτα στο Ejekt. Με τους Kasabian στα καλύτερά τους, τον Miles Kane σε εξαιρετική κατάσταση και τους James (γιατί καλοκαίρι χωρίς James στην Ελλάδα, είναι καρπούζι χωρίς κουκούτσια), η ημέρα στο Φάληρο ήταν αναμφισβήτητα η πιο πλούσια του φετινού καλοκαιριού. Με σωστή επιλογή ονομάτων, που αποδεικνύει ότι το έψαξαν λίγο, το Ejekt έβαλε και φέτος τα γυαλιά στο Rockwave, που το έπαιξε πολύ safe και μάλλον το παράκανε. ΟΚ, υπάρχει η δικαιολογία για το πρόβλημα με τους Black Sabbath. Έτσι κι αλλιώς, όμως, η ημέρα του Ozzy ήταν πλήρης, με τους Machine Head, Paradise Lost, Unisonic, Planet of Zeus και Lucky Funeral να συμπληρώνουν τον Μέγα Μάγιστρο της heavy metal σκηνής. Για την τρίτη μέρα, όμως, το φεστιβάλ της Μαλακάσας είχε να μας προσφέρει ένα ξαναζεσταμένο πιάτο: Prodigy, όπως ακριβώς και πέρυσι. Ίδιο σημείο, ίδια μπάντα, ίδιο (σχεδόν) setlist, ίδια εμπειρία και με το υπόλοιπο billing (Iggy and the Stooges και Everlast, κατά κύριο λόγο) να μην σώζει την κατάσταση. Κατά τα άλλα; Lynyrd Skynyrd στο Ελληνικό και Morrissey στο Λυκαβηττό ήταν για’μένα οι πιο ενδιαφέρουσες παρουσίες, με τους γερόλυκους του southern rock και της βρετανικής indie σκηνής, αντίστοιχα να παρουσιάζονται τίμιοι στην ιστορία τους. Καλές, στιβαρές, επαγγελματικές συναυλίες, που για τους fan ήταν εμπειρίες ζωής και για τους υπόλοιπους δύο εξαιρετικά βράδια. Ήρθαν και οι Evanescence στο Ελληνικό, όμως αυτή η αναφορά πιστεύω ότι αρκεί – τί άλλο να πει κανείς… Στην ίδια κατηγορία του «περνάω και δεν ακουμπάω» βάζω και τις συναυλίες των Blind Guardian σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. 49


Αντίθετα, αξίζει μια πρόταση παραπάνω για τους Megadeth και τον κ. Dave Mustaine, που εμφανίστηκαν στο Entertainment Stage της Ιεράς Οδού. Αν δεν ήταν και τόσο δημοσιουπαλληλική η παρουσία τους, τα πράγματα θα ήταν ακόμη καλύτερα – μόλις 80 λεπτά κράτησε το setlist τους.

Και φτάνουμε στους RHCP. Όπως και να το κάνουμε, ήταν το event όλου του καλοκαιριού και αυτό που περίμεναν χιλιάδες ανθρώπων για πολλά χρόνια. Το αποτέλεσμα; Όχι το αναμενόμενο! Έναρξη στις 21:45 με ένα πνευστό όργανο να ακούγεται, τα φώτα να χαμηλώνουν και την είσοδο των Flea, Klinghoffer και Smith. Χειροκροτήματα, δάκρυα, φωνές… Πρώτο jam και εμφανίζεται ο Kiedis για να ξεκινήσει η συναυλία με το Monarchy of Roses. Στη συνέχεια, Dani California και μετά… Can’t Stop! Και ποιός να σταματήσει, με τα πρώτα καπνογόνα να ανοίγουν και το ΟΑΚΑ να χοροπηδάει ολόκληρο;! Κι όμως… Παρά την εξαιρετική διάθεση που είχα -κυρίως γιατί ξέρω ότι είναι once in a lifetime τέτοιες συναυλίες- η απουσία του Frusciante αποδείχθηκε τεράστια. ΟΚ, respect στον Klinghoffer που έβγαλε τη συναυλία καθισμένος σε ένα σκαμπό, λόγω του σπασμένου ποδιού, όμως και μια χαρά να ήταν, πάλι τον ίδιο ήχο (δεν) θα ακούγαμε από τη κιθάρα του. Είτε γιατί δεν μπορεί στο βαθμό που πρέπει, είτε γιατί η μπάντα αποφάσισε να εξ-Frusciant-ίσει τελείως τον ήχο της, ο Klinghoffer ήταν πάααρα πολύ χαμηλά. Τόσο ώστε να μην ακούς τα riff που τόσο έχουμε λατρέψει σε τραγούδια όπως το Scar Tissue που ακολούθησε ή το Californication και το By The Way. Μόνο στο Under The Bridge, πάτησε στις νότες που ξέρουμε, κι αυτό 50

προφανώς γιατί δεν γινόταν διαφορετικά. Κατά τα άλλα, ατελείωτες παραμορφώσεις, πολλά κουνήματα (όσο μπορούσε ο άνθρωπος), τρελό πάθος, αλλά… Για όσους πήγαν απλά για την καυλάντα, αυτά μπορεί να είναι ψιλά γράμματα. Για όσους, όμως, πήγαν να ακούσουν RHCP και όχι απλά τρεις εξαιρετικούς μουσικούς συν έναν αεικίνητο frontman, τότε υπήρχε πρόβλημα, το οποίο οξύνθηκε από την επιλογή του setlist. Με πολλά «άγνωστα» στο ελληνικό κοινό τραγούδια (όπως π.χ. το I Like Dirt και το Parallel Universe) και πέντε (!) στο σύνολο από το I’m With You (και η προώθηση έχει το όριό της…), υπήρχαν αρκετές στιγμές που πάσχιζες να ξεχωρίσεις τα jamαρίσματα από τα τραγούδια.


“γιατί τώρα μόνο έχει έρθει η στιγμή για αυτό το πρόσωπο να υπάρξει” Για το θάνατο που μοσχοβολά, για τον “Υπνοβάτη” της Μαργαρίτας Καραπάνου... της δώρας ιντζ. Μόνο για 'μένα. Εγωϊστικά. Αυτό το βιβλίο ήθελα να το μοιραστώ. Δεν ήθελα μονάχα τα δικά μου μάτια να παραληρούν πηδώντας πάνω απ’ τις γραμμές. Ήθελα να μοιραστώ την τόσο αριστοτεχνική αποτύπωση ενός ατέρμονου εφιάλτη. Αυτό είναι ο Υπνοβάτης για μένα, ένας εφιάλτης απολαυστικός, πού 'χει σημάδια από εκδίκηση. Την εκδίκηση της ομορφιάς. Κι είναι όλος δικός μας.

Η γραφή της Μαργαρίτας Καραπάνου δεν θα πάψει ποτέ να μου προκαλεί ένα ηδονικά εφιαλτικό ανατρίχιασμα, έναν γοητευτικό τρόμο. Μετά το Η Ζωή είναι αγρίως απίθανη τυλίχθηκα από μια μανία να διαβάσω ό,τι έχει γράψει. Και το έκανα. Το ένα βιβλίο πίσω από το άλλο. Ψυχαναγκαστικά. Σχεδόν συγκινητικά. Με την σειρά που τα εξέδωσε. Κι ο Υπνοβάτης ήρθε για να προκαλέσει τόσο στα μηνίγγια όσο και στα σωθικά μου ένα ακατάσχετο υστερικό τρέμουλο. Ξεπέρασε τη χαρά της ανακάλυψης κάτι καινούργιου κάτι ιδιαίτερου για 'μένα.

Σε ένα άγρια όμορφο Νησί που δεν κατονομάζεται. Οι κάτοικοί του έχουν εκφυλιστεί. Κανένας ηθικός φραγμός. Η κοινωνία (του) στάζει πύον και τους «μαγεύει» ανελέητα. Κι ο Θεός τους πια έχει κουραστεί.

51


«Σκέφτηκε μήπως την έφτιαξε σε μια στιγμή παρανομίας και γι’ αυτό είχε στίγματα του λάθους. Ήταν στιγμές που αισθανόταν παράνομος του εαυτού του, στιγμές ηδονής ανείπωτης, απαγορευμένης. Φοβότανε μήπως η γη ήταν παιδί της στιγμής αυτής, παιδί της ηδονής κι όχι του Νόμου» Σκύβει στη γη και κάνει εμετό και στέλνει στους ανθρώπους ένα νέο Θεό. Έναν Θεό σαν κι αυτούς· που να τους αξίζει. Στο Νησί, τον πρωταγωνιστικό ρόλο αρπάζει μια παρέα ξένων - τόσο ίδιων και τόσο διαφορετικών μεταξύ τους - που είναι διαρκώς υπό την επήρεια καλλιτεχνικών και βλάσφημα σουρεαλιστικών ανησυχιών.

Κυρίως η συμμορία. Η συμμορία μαγεύεται. Η ευφυής τοποθέτηση του Μανόλη σε όλες τις σκοτεινές γωνίες των ιστοριών και των σκέψεων. Ο αλκοολικός ζωγράφος Mark. Ο μόνος που καταλαβαίνει ποιός πραγματικά είναι ο Μανόλης. Τον ζωγραφίζει πριν τον δει. Είναι το κεφάλι στα ακέφαλα σώματα των αγοριών του καμβά του. Η Λούκα τον ερωτεύεται με έναν πυρετώδη έρωτα. Τον ξέρει και τον ονειρεύεται πριν τον γνωρίσει. Την κάνει να γράψει επιτέλους το βιβλίο της και να πάψει να καταπίνει το μελάνι του Mont Blanc.

Θυμίζει την παρέα από την Γλυκιά Συμμορία και τα κουρέλια που ακόμα τραγουδάνε.

Τού δίνονται σωματικά και ψυχικά. Αγόγγυστα. Σαν να τον περίμεναν όλη τους τη ζωή για να ζήσουν και να ξεψυχήσουν στα χέρια του.

Ζουν μέσα στα διεφθαρμένα μυστικά τους.

Θάνατος και ζωή, διαδικασία ταυτόχρονη.

Ακόμα κι η διαφθορά σε αυτό το Νησί σε προκαλεί σε συγκίνηση.

Η έλξη για το κακό. Η τρυφερότητα που αυτό προκαλεί.

«Μολύνανε το νησί με σκέψεις ξένες που το νησί δεν άντεχε, σαν να τό’ χανε βαρύνει μ’ ένα φορτίο αβάσταχτο, που το νησί μάταια προσπαθούσε ν’ αποβάλλει» Μολύνανε το Νησί με τον ίδιο τρόπο που τους μόλυνε κι αυτό.

Ο Μανόλης υπνοβατεί μέσα στο όνειρο της ύπαρξης αυτού του νησιού, περνά χωρίς να κατανοεί μέσω της ανθρώπινής του πλευράς την διαχωριστική γραμμή ζωής – θανάτου. Κι όμως έρχεται για να επιβάλλει με τον δικό του μοναδικό τρόπο την τάξη.

Μια αρρωστιάρικη ουσία καλύπτει τα πάντα. Και καταφθάνει από το πουθενά, ο Μανόλης.

Την δική του τάξη απέναντι στους εθισμούς, τις εμμονές και τις καταχρήσεις τούτου του αρρωστιάρικου Νησιού.

Εμμανουήλ – Μεσσίας – Σωτήρας – Άγγελος Τιμωρός. Κι όμως ψάχνει το σώμα του, το όνομά του.

«(...) για τον Μανόλη αυτή η ακαταστασία ήταν χειρότερη κι από το έγκλημα. Το να σκοτώσεις ήταν κάτι το καθαρό, η νοσταλγία μιας τάξης»

Αγνοεί την θεϊκή του υπόσταση κι αποστολή. Απών. Πάντα παρών. Μα πάντα ζούσε ανάμεσά τους. Όλοι νιώθουν ότι από κάπου τον ξέρουν.

52

Ο κυριολεκτικός και ο -σχεδόν ήδη εκτελεσμένος- μεταφορικός τους θάνατος από τα χέρια αυτής της θεϊκής παρουσίας, ήταν η λύτρωση για αυτούς, η υπέρτατη ηδονή.


Κι όλα αυτά σαν μια κατάρα που είναι αναπόφευκτο να κάνει τον κύκλο της. Που, έτσι κι αλλιώς, όλοι την περίμεναν καρτερικά. Ο Μανόλης πέρασε, η παρουσία Του συνέχισε να αιωρείται. Η αίσθηση του μεταφυσικού. Κι εκείνοι σαν υπνωτισμένοι, θύτες και θύματα ταυτόχρονα, δεν έβγαλαν άχνα όταν το Νησί πήρε το οριστικό τερατόμορφό του πρόσωπο. Το περίμεναν άλλωστε. Για να υπάρξουν έστω και για λίγο αληθινά. Πίσω από τις μάσκες τους. Την ώρα εκείνη της Αποκάλυψης.. που έρχεται σαν κορύφωση μιας ερωτικής πράξης. «Το νησί ποτέ δεν ήταν τόσο ωραίο. Ο ήλιος το αποκάλυπτε. Η σιωπή γινόταν ήχος. Ήταν μια τέλεια μέρα.» Το ύφος της Καραπάνου απλό, λιτό, ανεπιτήδευτο, χωρίς περιττές εκφραστικές εξάρσεις, σχεδόν παιδικό σε «παραλύει» με την αλήθεια που αποπνέει. Σε φέρνει ευφυώς στα μέτρα του. Ακόμα και την στιγμή που θες να φωνάξεις «βοήθεια» σε πείθει να αφεθείς στην γοητεία αυτού του σκοταδιού για να δημιουργήσεις, ίσως μόνος σου από 'κει μέσα, μια μικρή λάμψη. Κι ίσως μετά την καταπιείς και λιώσεις μέσα στο μικρόκοσμό σου, υπνοβατώντας με μικρούς στροβιλισμούς.

Ο Υπνοβάτης Μαργαρίτα Καραπάνου Βραβείο καλύτερου ξένου μυθιστορήματος στην Γαλλία (1988) Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1997 [επανέκδοση 2005]

Μαργαρίτα Καραπάνου [1946 - 2008]

53


3ο DJANGO FEST κείμενο / φωτογραφίες: Αντρέας Βάγιας

54


σχέδιο: Δήμος Μωυσιάδης

Το 1999, ο Γούντι Άλεν γράφει και σκηνοθετεί την ιστορία ενός φανταστικού του ήρωα. Το Sweet and Lowdown (Συμφωνίες και Ασυμφωνίες) είναι η ιστορία ενός εξαιρετικού κιθαρίστα της δεκαετίας του ’30. Αν και σίγουρος για τον εαυτό του σε βαθμό αλαζονίας, ο Έμετ Ρέι (Sean Penn), παραδέχεται ότι είναι ο δεύτερος καλύτερος κιθαρίστας σε όλο τον κόσμο. Πρώτος ακόμα και γι’ αυτόν, είναι ένας Βέλγος τσιγγάνος που ζει στη Γαλλία, ονόματι Django Reinhardt. Η μεγαλοφυΐα του δεν έσβησε ακόμα και μετά το τέλος της ταινίας. Ο Django Reinhardt θεωρείται μέχρι σήμερα, ένας απ’ τους σπουδαιότερους κιθαρίστες όλων των εποχών. Γνωστός για την τεχνική που ανέπτυξε, ύστερα από ένα ατύχημα που είχε στα 18, παίζοντας κιθάρα με δύο δάχτυλα στο αριστερό του χέρι, συνιδρυτής του διάσημου Quintette du Hot Club of France, αποτελεί μέχρι σήμερα το σημείο αναφοράς γύρω απ’ τη gypsy jazz και το swing. Ενός μουσικού είδους που τα τελευταία χρόνια, αρχίζει να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλές και στην Ελλάδα, μεταφέροντας την αισθητική και τους ήχους της δεκαετίας του ‘30. Μια ολόκληρη

κοινότητα μουσικών, οργανοποιών και χορευτών δημιουργείται, ενώ την ίδια στιγμή αυτή η «παλιά» μουσική της δυτικής Ευρώπης αρχίζει και κερδίζει περισσότερους ακροατές. Τί καλύτερο λοιπόν, από μια συνάντηση; Ένα σαββατοκύριακο του Σεπτέμβρη, μουσικά σχήματα απ’ όλη την Ελλάδα, οργανοποιοί και χορευτές στήνουν μια γιορτή στο Πάρκο της Λαμπηδόνας, με ορμητήριο το Κοινωνικό και Πολιτιστικό Κέντρο Βύρωνα. Η είσοδος ελεύθερη και φιλόξενη. Η αφίσα του φεστιβάλ με το Django να παίζει την κιθάρα του ζωντανεύει κι άλλο, από τις μουσικές που ήδη φτάνουν στ’ αυτιά σου. «Η πρώτη ιδέα για ένα gypsy jazz festival, ήταν για να βρεθούμε όλοι οι μουσικοί στην Ελλάδα που παίζουμε αυτό το είδος, να γνωριστούμε μεταξύ μας και να ανταλλάξουμε απόψεις». Έτσι ξεκίνησε η συζήτηση με την Έφη Σαράντη απ’ τους Diminuita, ένα απ’ τα παλιότερα εγχώρια σχήματα swing που γυρνούν την Ελλάδα και την Ευρώπη παρουσιάζοντας διασκευές, αλλά και πρωτότυπες συνθέσεις απ’ τον πρώτο τους 55


δίσκο με τίτλο a-rythmology «Έτσι έγινε το πρώτο φεστιβάλ το 2010 και πήγε απρόσμενα καλά. Μετά έγινε το δεύτερο και τώρα φτάνουμε στο 3ο Django Fest». Ευχάριστες παύσεις από νέες αφίξεις, μας διακόπτουν συνεχώς. Οι οργανοποιοί στήνουν την έκθεσή τους, μουσικοί και φίλοι - εθελοντές στήνουν το μπαρ, ένα τραπέζι γεμίζει συνεχώς με μουσικούς που αυτοσχεδιάζουν. «Φέτος σε συνεργασία μ’ αυτό χώρο, καταφέραμε να κάνουμε το φεστιβάλ χωρίς εισιτήριο, που είναι κι αυτό πολύ σημαντικό. Πάλι με την ίδια λογική, δηλαδή όλα περνάνε απ’ τα δικά μας χέρια. Απ΄ το ποιός θα είναι στον ήχο, ποιός θα δώσει τα ποτά, ποιός θα φτιάξει το

Swingers

χώρο. Και φυσικά, η επιλογη το φεστιβάλ να γίνει σε ανοιχτό χώρο, είναι σαν να το επιστρέφεις στο φυσικό του περιβάλλον. Δηλαδή, έτσι γίνονταν τα πράγματα και έξω και φυσικά εμείς που ζούμε σε μια χώρα που έχει τόσο καλό καιρό είναι χαζό να το διοργανώνουμε σε κλειστό χώρο. Και το έξω επιτρέπει όλες αυτές τις παράλληλες δράσεις, όπως είναι η έκθεση των οργανοποιών για παράδειγμα», μου εξηγεί η Έφη. «Για μας, ως Diminuita που είμαστε και η αρχική ομάδα που 56

ξεκίνησε αυτό το πράγμα, είναι σαφώς θέση και άποψη. Ότι δηλαδή δεν πρέπει να περιμένουμε από κανέναν να οργανώσει ή να φτιάξει κάτι για 'μας· για το ο,τιδήποτε, δεν εννοώ μόνο για τη μουσική. Ένα τέτοιο παράδειγμα άλλωστε είναι και το πάρκο που βρισκόμαστε. Και όταν οι πρωτοβουλίες προέρχονται από τέτοια ευγενή αισθήματα και ιδέες, νομίζω ότι πηγαίνουν και καλά». Ένα χρόνο πριν ακριβώς, τον Οκτώβριο του 2011, κάτοικοι της περιοχής πραγματοποίησαν ένα διήμερο φεστιβάλ στη Λαμπηδόνα. Αυτή η ομάδα κατοίκων, για καιρό θεωρούσε πως οι λαϊκές συνελεύσεις γειτονιάς στις οποίες συμμετείχε, χρειάζονταν ένα χώρο, ένα σημείο αναφοράς, για να πραγματοποιούνται κοινωνικές και πολιτιστικές δράσεις. Μετά το τέλος του φεστιβάλ, ο κόσμος αποφάσισε να κάνει κατάληψη στο εγκαταλειμμένο δημοτικό αναψυκτήριο που βρίσκεται στο πάρκο, δίνοντάς του και πάλι, ζωή. «Η αρχική ενέργεια που πυροδότησε την όλη ιστορία ήταν ότι, καταρχάς υπήρχε η ανάγκη για ένα χώρο, που θα τον χρησιμοποιεί ο καθένας, μέσω μιας συλλογικής διαδικασίας», εξηγεί ο Νίκος που συμμετέχει ενεργά απ’ την αρχή του εγχειρήματος. «Βρήκαμε πολύ μεγάλη ανταπόκριση. Ήρθαν άνθρωποι που δεν το πιστεύαμε, μπήκαν πάρα πολλές ομάδες, όχι πολιτικές απαραίτητα. Οποιαδήποτε συλλογικότητα που κινείται σε μια αντιεμπορευματική κατεύθυνση, έχει περάσει από τη Λαμπηδόνα. Άπλοι άνθρωποι, όπως γιαγιάδες και παππούδες και παιδιά οι οποίοι έρχονται να πιουν τον καφέ τους σε έναν ωραίο χώρο με οικονομικές τιμές. Βρήκαμε, δηλαδή, ένα πολύ μεγάλο πεδίο κόσμου τελικά, ο οποίος ενδιαφερόταν, είτε ως απλός καταναλωτής, είτε για να αναμιχθεί πιο ενεργά». Πριν φυσικά απ’ όλα αυτά, λίγες μέρες μετά την κατάληψη στη Λαμπηδόνα, ο Δήμος εναντιώθηκε στο εγχείρημα, σφραγίζοντας το χώρο. Οι κάτοικοι με τη σειρά τους διεκδίκησαν την παρουσία τους και με σειρά παρεμβάσεων κατάφεραν να την κερδίσουν, εναντιώμενοι μάλιστα απέναντι σε μια μελλοντική ιδιωτικοποίηση του παλιού αναψυκτηρίου.


Σήμερα στη Λαμπηδόνα πραγματοποιούνται με τη συμμετοχή εθελοντών, δωρεάν μαθήματα για μαθητές γυμνασίου και λυκείου, μαθήματα ζωγραφικής και δημιουργικής γραφής, συλλογικές κουζίνες, προβολές, συζητήσεις και άλλες εκδηλώσεις. «Η επιτυχία της Λαμπηδόνας συνέβη επειδή ήταν τόσο “ανοιχτή”. Βρέθηκαν φόρμουλες και τρόποι για να ενταχθεί κόσμος. Ακόμα και κόσμος που στην αρχή μπορεί να μας αντιμετώπιζε με καχυποψία, σιγά σιγά, ήρθε κοντά μας και βλέποντας ότι γίνονται

Swingers. «Καταρχάς, αυτό που μου άρεσε είναι, ότι έβλεπα παιδάκια να χορεύουν. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα παίξω σ’ ένα χώρο και θα βλέπω τα παιδάκια να διασκεδάζουν και να είναι ευτυχισμένα ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο ρυθμό. Είναι εξαιρετικά εδώ. Δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσεις τόσο κόσμο και να παίξεις μουσική οπουδήποτε». Ο Μιχάλης Κάνιος, ο Παναγιώτης Τρικάτσουλας και ο Πέτρος Λαμπρίδης ξεκίνησαν να παίζουν μαζί το Φεβρουάριο του 2012, δημιουργώντας τους Swingers.

πράγματα από την κοινωνία για την κοινωνία, τελικά έμεινε», λέει ο Νίκος. «Για να είμαι ειλικρινής, όλο αυτό το ονειρευόμουν, αλλά πριν το δω να συμβαίνει δεν ήμουν τόσο σίγουρος για το πόσο εφικτό θα ήταν να πραγματοποιηθεί».

Για τον Παναγιώτη παρόλα αυτά, όντας μέλος και των SwingAzoo, δεν είναι η πρώτη φορά που συμμετέχει στο φεστιβάλ, βλέποντας μάλιστα πολύ θετικά την επιλογή του συγκεκριμένου χώρου.

Κόσμος κάθε ηλικίας γεμίζει το πάρκο και οι μουσικοί παίρνουν θέσεις επί σκηνής.

«Είναι πιο πολύ του στυλ μου, είναι πιο πολύ του στυλ των SwingΑzoo. Εμείς συνήθως παίζουμε στο δρόμο, σε μικρά καφενεία, και το μόνο φεστιβάλ που πάμε είναι το Django Fest. Φέτος επειδή είναι πιο κοντά στη φύση, στην αίσθηση του δρόμου, μας ταιριάζει πιο πολύ. Το

«Ήταν η πρώτη μας εμπειρία στο φεστιβάλ και μάλιστα αυτό ήταν και το παρθενικό μας live», λέει ενθουσιασμένος ο Μιχάλης απ’ τους

57


απόγευμα φτάνοντας για να κάνω sound check, συνάντησα 30 μουσικούς. Οι μισοί μάλιστα είχαν μαζευτεί και έπαιζαν ένα κομμάτι όλοι μαζί».

το πάρει κάποιος και παίζει καλή μουσική, άσχετα αν είναι επαγγλεματίας ή όχι, νιώθεις ικανοποιημένος».

Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Διονύσης Κανάκης, ιδρυτικό μέλος των Night and Day. «Από την πρώτη στιγμή που έφτασα, πήρα μια κιθάρα κι αρχίσαμε να τζαμάρουμε πολλοί μουσικοί μαζί».

Το “μικρόβιο” μπήκε όταν μαζί με το συνέταιρό του, Βασίλη Κουικόγλoυ, αποφάσισαν να δοκιμάσουν να φτιάξουν τα δικά τους όργανα. «Μετά από 25 χρόνια έχουμε καταφέρει να έχουμε το “παιδί” μας, το Χορδόφωνο», λέει ο Γιάννης Παπαδόπουλος. Όπως ακριβώς αποκαλύπτει το όνομα, στο Χορδόφωνο μπορεί να βρει κανείς χειροποίητα λαϊκά και παραδοσιακά έγχορδα, κλασικές και ακουστικές κιθάρες, ενώ τα τελευταία χρόνια στον κατάλογο προστέθηκαν και gypsy κιθάρες.

Μαζί με τους A Swingin’ Joke απ’ την Κέρκυρα, οι Νight and Day από την Πάτρα, είναι τα δύο μουσικά σχήματα που δραστηριοποιούνται σε επαρχιακές πόλεις. Ξεκίνησαν ως κιθαριστικό ντουέτο το 2009 για να καταλήξουν στην τωρινή τους σύνθεση, ως ορχηστρικό κουϊντέτο, τον περασμένο Απρίλιο. «Ξέρεις, είναι πάρα πολύ όμορφο αυτό το συναίσθημα, να γνωρίζεις άλλους μουσικούς και να παίζετε μαζί. Δεν το περίμενα αυτό, απλώς και μόνο γιατί στην Πάτρα που ζω δε συμβαίνει κάτι τέτοιο εύκολα. Είναι λίγο μοναχική η κατάσταση εκεί. Σε όλη την διάρκεια του φεστιβάλ μπορούσες να γνωρίσεις μουσικούς με πολύ υψηλό επίπεδο και εξαιρετικούς οργανοποιούς. Υπήρχε πολύ ωραίο κλίμα μεταξύ μας», συνεχίζει ο Διονύσης. Μουσική δεν ακούγεται μόνο απ’ τη σκηνή. Λίγο πιο δίπλα, τα χειροποίητα όργανα που εκτίθενται δοκιμάζονται από ανθρώπους όλων των ηλικιών. Ο Γιάννης, κάθεται σ’ ένα πεζούλι ακούγοντας προσεκτικά ένα παιδί να παίζει με μια απ’ τις κιθάρες του. «Ο οργανοποιός είναι αυτός που κρυφοκοιτάει πίσω απ’ τις κουίντες», μου λέει χαμογελώντας. «Έχει μια ερωτική σχέση με τη μουσική η οποία όμως δεν ολοκληρώνεται ποτέ, όπως γίνεται με τον μουσικό. Είναι όπως η κοπέλα της διπλανής πόρτας που την αγαπάς πάντα, αλλά την παντρεύεται άλλος. Ως ηδονοβλεψίας μουσικής έχει κι αυτό το ενδιαφέρον του. Έχει το δικό του ταξίδι. Τα ξύλα, η μυρωδιά, την ώρα που τ’ ακουμπάς, που τ’ ακούς, σου λένε κάτι. Και μετά το επόμενο στάδιο, μόλις ολοκληρωθεί το όργανο, που περιμένεις να το πάρεις κάποιος, εκεί αισθάνεσαι κάπως σαν τον πατέρα που έρχεται ο γαμπρός να πάρει την κόρη και πάντα είσαι λίγο “και ποιός είναι αυτός τώρα, που ήρθε να μου πάρει το παιδί μου;!!!”. Κι όταν τελικά 58

«Η gypsy μουσική ήταν μια τρέλα δική μου, ας το πούμε έτσι. Άκουγα από μικρός, γιατί ο πατέρας μου ήταν ναυτικός κι έφερνε δίσκους του Djangο απ’ το εξωτερικό. Κάποια στιγμή μάλιστα είχα πάει και στο Παρίσι για να δω πώς δουλεύουν οι κατασκευαστές. Πάντα λοιπόν υπήρχε το μικρόβιο, αλλά δεν υπήρχε το αντικείμενο. Τι θα έκανα με μια τέτοια κιθάρα ως οργανοποιός; Αναγκαστικά θα έπρεπε να μάθω να παίζω εγώ. Σιγά - σιγά όμως άρχισαν να εμφανίζονται μουσικοί στον ελλαδικό χώρο που τους ενδιέφερε. Μουσικοί όπως οι Diminuita και οι Swing Shoes οι οποίοι άρχισαν να ψάχνονται, τί γίνεται εδώ, μας αρέσει αυτό το στυλ και λίγο λίγο υπήρξε το έναυσμα, για να πούμε μήπως πρέπει να φτιάξουμε μια τέτοια κιθάρα». Από τους πρώτους που άρχισαν να παίζουν με τις gypsy κιθάρες του Γιάννη και του Βασίλη, ήταν οι Diminuita. «Οι κιθάρες αυτές είναι ακουστικές, αλλά είναι ευρωπαϊκού τύπου. Στον ήχο είναι πιο “ξύλινες” απ’ τις αμερικάνικες που ακούγεται το σύρμα της χορδής, και φυσικά επειδή έχουν φτιαχτεί για να παίζουν χωρίς ηχητική υποστήριξη, η κιθάρα συνοδείας έχει την D-hole που έχει περισσότερο όγκο για να καλύπτει το πίσω μέρος που λείπουν τα τύμπανα, και η σολιστική με την οβάλ μικρή τρύπα είναι γιατί ο ήχος βγαίνει πιο έξω, καθαρός», λέει η Έφη. «Γενικώς αυτός ο ήχος ήταν που μας κέρδισε εξαρχής, αυτή η αίσθηση του ήχου απ’ το γραμμόφωνο που δεν αναπαράγεται πια».


«Παίζουμε χρόνια μουσική, κάπου κορέστηκε το θέμα με τον ηλεκτρικό ήχο. Μας άρεσε πάρα πολυ ο ακουστικός ήχος, το groove και η χορευτική διάθεση του swing», λέει ο Παναγιώτης απ’ τους Swingers. «Μας έφτιαξε τη διάθεση το swing. Παίζουμε μουσική και το διασκεδάζουμε. Ακόμα κι ένα μινόρε που είναι “λυπημένη” συγχορδία να παίξεις, σου βγαίνει μια διάθεση να το χορέψεις», συμπληρώνει ο Μιχάλης. H αναβίωση του swing στην Ελλάδα, ιδιαίτερα τα τελευταία 5 χρόνια δεν αντικατοπτρίζεται μόνο στο επίπεδο της μουσικής παραγωγής, αλλά επίσης στην αύξηση του ακροατηρίου. Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι όμως, πέρα από απλώς μία επαναφορά, όπως έχει ξανασυμβεί και με άλλά μουσικά είδη; «Γενικώς, θεωρώ ότι δεν έχουν αλλάξει ριζικά και πολλά πράγματα απ’ το ’30 μέχρι σήμερα. Ουσιαστικά, έστω και αναγκαστικά, επιστρέφουμε πίσω. Οι συνθήκες ζωής μας σήμερα, δεν έχουν και μεγάλες διαφορές από τότε. Μπορεί να έχουμε υπολογιστές, αλλά η οικονομική κατάσταση, και το στρες που τρώμε απ’ όλη τη δομή της κοινωνίας όπως είναι τώρα, δεν έχει και μεγάλες διαφορές από τότε», είναι η εκδοχή της Έφης. «Όσον αφορά

στο swing, πρόκειται για μια μουσική που έχει πολύ άμεση σχέση με το εφήμερο στον τρόπο που παίζεται, όπου σε τέτοιες εποχές η ιδέα ότι ζούμε το τώρα και αύριο δεν ξέρουμε τί θα γίνει, νομίζω πάει γάντι και σήμερα». Το εντυπωσιακό μάλιστα, είναι ότι η απήχηση και η ανταπόκριση του κόσμου δεν περιορίζεται στην Αθήνα. Το αντίθετο μάλιστα, καθώς στην επαρχία πολλές φορές το ακροατήριο μπορεί να είναι μεγαλύτερο και οι συναυλίες που δίνει ένας μουσικός περισσότερες. «Στην Πάτρα είμαστε πολύ τυχεροί γιατί από τότε που ξεκινήσαμε, κάνουμε συνέχεια συναυλίες. Και ο λόγος είναι ότι αν και δεν υπάρχει κάποια σταθερή σκηνή που να υποστηρίζει το swing, υπάρχει ένα εύρος. Υπάρχει τεράστια αποδοχή από τον κόσμο, με αποτέλεσμα να έχουμε συναυλία κάθε εβδομάδα», περιγράφει ενθουσιασμένος ο Διονύσης απ’ τους Night and Day . Ανάλογη είναι η εμπειρία και των Diminuita, από τις εμφανίσεις τους σε Αθήνα και επαρχία. «Την προηγούμενη σεζόν κάναμε εμφανίσεις σε όλη την Ελλάδα από την Κομοτηνή μέχρι την Καστοριά κι από την Κέρκυρα μέχρι την Κρήτη... παντού. Στην επαρχία, τα πράγματα

Diminuita

59


πάνε πολύ καλά για το σχήμα, εννοώντας ότι υπάρχει μεγάλη προσέλευση κόσμου. Στην Αθήνα, εξαιτίας του ότι η κρίση είναι πιο έντονη, ο κόσμος δυσκολεύεται. Γι’ αυτό νομίζω ότι σιγά - σιγά οι χώροι αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι πρέπει να δουλεύουν χωρίς εισιτήριο, κι ότι η μουσική είναι κατά κάποιο τρόπο και προσφορά, επομένως δεν είναι λογικό να την πληρώνει κάποιος μ’ αυτό τον τρόπο, ειδικά σε τέτοιες εποχές». Η προσέλευση του κόσμου στο πάρκο είναι μεγαλύτερη απ’ ότι θα περίμεναν ακόμα και οι διοργανωτές. Ένας ανοιχτός (κυριολεκτικά και μεταφορικά) χώρος με ελεύθερη είσοδο, επιβεβαιώνει τα παραπάνω λόγια. «Ανήκω σ’ αυτή την κατηγορία των μουσικών που θεωρούν βασική προτεραιότητα την επαφή με τον κόσμο», λέει ο Διονύσης. «Γι’ αυτό και δεν είχα κανένα πρόβλημα να παίξω σ’ αυτή την περίσταση αφιλοκερδώς. Νομίζω ότι η ιδέα να είναι ελεύθερη η είσοδος βοήθησε στη μαζική προσέλευση του κόσμου, άρα τέτοιες κινήσεις βοηθούν στο να αναπτύσσεται περισσότερο ο πολιτισμός». Μουσική ν’ ακούγεται παντού, χαρούμενα πρόσωπα, κόσμος να συζητάει, άλλοι να χορεύουν και μερικά παιδιά ακόμα να παίζουν στην παιδική χαρά. Φεύγοντας, θυμάμαι πώς έκλεινε η κουβέντα μας με το Γιάννη, τον οργανοποιό. «Η λογική της κοινότητας, και στο εξωτερικό που το έχω ζήσει, είναι αυτό ακριβώς το πράγμα. Να παίξουμε όλοι μαζί, να πιούμε μπύρες όλοι μαζί, να κάνουμε πράγματα μαζί. Κι αυτό θα έλεγα, σήμερα είναι ένα καλό μήνυμα για την εποχή που είναι λίγο δύσκολη. Ίσως τελικά να βοηθήσει τον κόσμο να φύγει λίγο από αυτή τη μιζέρια και το κλείσιμο μες στο σπίτι με τα σήριαλ και τις βλακείες. Να γίνει πιο ανθρώπινος...».

60

Στο 3ο Django Fest που πραγματοποιήθηκε στο Κοινωνικό και Πολιτιστικό Κέντρο Βύρωνα στη Λαμπηδόνα, συμμετείταν: Tα μουσικά σχήματα: A Swingin’ Joke (Κέρκυρα), Diminuita, Gadjo Dilo, Night & Day (Πάτρα), Priftis Quartet, SwingAzoo, Swingers, Swing Shoes Χορευτικές Ομάδες, dj set, μαθήματα χορού για παιδιά: Jitterbugs (Θεσσαλονίκη), Αthens Lindy Hop Εκθέτες Οργανοποιοί: Άδωνις Γουλιέλμος (TΣΙGANiZE IT GUITARS), Leveller Guitars, Εργαστήρι Κατασκευής Μουσικών Οργάνων Σπύρος Μαμάης, Χορδόφωνο Δείτε Περισσότερα: Gypsy Jazz - www.gypsyjazz.gr Πολιτιστικό Κέντρο Βύρωνα www.politistikokentrovirona.blogspot.gr


tail’s tales

ana morphosis

revision


Καλημέρες κουρασμένες με μάτια κομμένα και μια ανάμνηση ενός βίαιου ποδαρόδρομου. Δεν ήξερες προς τα πού ακριβώς κάλπαζες... επέμενες αποφασισμένα όμως. Τα μάτια σου άλλαξαν χρώμα και γυάλιζαν επικίνδυνα (για κάποιους) ελπίζοντας να φωτίσουν τον βούρκο που με απογοήτευση αντίκρυζες γύρω σου. “Ένα τεράστιο πατητήρι”, η πόλη που επισκέφθηκες, “με ανθρώπους που πατιούνται σαν σταφύλια”. Και ξαφνικά... μια ελπίδα! Ένα “καλοκαίρι” που βίωσες μόνο στην ψυχή σου. Γκρίζο και βασανιστικό, αρχικά. Κι ύστερα ένας οργασμός δημιουργικής εκτόνωσης, που έλαμψε στα μάτια σου σαν ένα ουράνιο τόξο. Οι ψυχεδελικές αποχρώσεις των ασφυξιογόνων ανα-θυμιάσεων του “έξω” ήθελαν να ξε-λογιάσουν τις σκέψεις του “μέσα” σου, τις οποίες διψούσες να κάνεις λόγο. Παγωμένη κοιτούσες το εκτυφλωτικό λευκό, με χρονική καθυστέρηση αρκετή, ώστε να λειτουργήσει τελικά ως το πρώτο στάδιο που σε οδήγησε στο δεύτερο· την έκπληξη. Η βαρύτητα εγκατέλειψε το χέρι σου και η ματιά σου γέμισε γράμματα· Α, π, Φ... Σκηνές που τόλμησες να θέσεις αλλιώς, με μια ποιητική άδεια που οδήγησε το μελάνι επιτέλους να χυθεί. Να ρεύσει...

Η τεχνική της Αναμόρφωσης, ως άρθρο, δεν κλείνει στο παρόν τεύχος... Υπόσχεται (και οφείλει) να επανέρχεται ως στοιχείο και έμπνευση, τόσο σε προσεχή θέματα του freequency – thezine, όσο και σε στιγμές έκπληξης του εαυτού μας ...από τον ίδιο μας τον εαυτό!

[σχέδιο εξωφύλλου tail's tales] Δήμος Μωυσιάδης Διακρίνεται η λέξη “ana morphosis” με ουτοπικό αλφάβητο όπως το εισάγει ο Thomas More στο βιβλίο του UTOPIA

[σχέδιο εσωφύλλου tail’s tales] URBAN FANTASY by Anamorphosis Architects [Transparency in lightbox, 106x126 cm, 1998] 1


Η τεχνική της Αναμόρφωσης re-vision της Άννας Στερεοπούλου What you are listening to are musicians performing psychedelic music under the influence of a mind-altering chemical called...1 ...the Green Fairy ή αλλιώς Τα χρώματα της Ίριδος “Στην αρχή, νιώθεις όπως και με οποιοδήποτε άλλο ποτό. Στη συνέχεια, αρχίζεις να βλέπεις διάφορα τρομακτικά και σκληρά πράγματα, αλλά αν έχεις το κουράγιο να συνεχίσεις, τότε μπαίνεις στο τελευταίο στάδιο, όπου βλέπεις αυτά που θέλεις να δεις. Θαυμαστά και παράξενα”. Με αυτά τα λόγια περιγράφει ο Oscar Wilde [1854 - 1900] το Absinthe, το ποτό των ποιητών του 19ου αιώνα στην Ευρώπη. Το Αψέντι (γνωστό και ως Η Πράσινη Νεράϊδα, Πράσινη Μούσα, Πράσινη Μάγισσα ή Πράσινος Διάβολος) ήταν το τότε νέο ποτό που αναπτύχθηκε και παράχθηκε σε μεγάλες ποσότητες. Το πράσινο χρώμα του, έδωσε τροφή για τον θρύλο αυτής της Νεράϊδας, η οποία “απελευθερωνόταν” σε ένα αρωματικό σύννεφο, όταν στο ίδιο το ποτό προστίθετο νερό. Η αποστολή της ήταν να κλέβει το ταλέντο των λαμπρών μυαλών και να το χαρίζει στις μετριότητες, μετατρέποντάς τες σε ιδιοφυΐες. Μέσα από εμπόδια της βιομηχανίας και των κυβερνήσεων -αφού χαρακτηρίστηκε επικίνδυνο- τελικά το Νέκταρ των Ποιητών, όπως αλλιώς ονομάζεται, κατάφερε να γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα ποτά και να εμπνεύσει θέματα έργων πολλών δημιουργών, όπως ο Pablo Picasso, ο Vincent van Gogh, ο Amedeo Modigliani, o �douard Manet, o Ernest Hemingway, o Charles Baudelaire,

o Edgar Allan Poe και ο Alfred Jarry της Παταφυσικής. Η Παταφυσική δεν είναι παρά μια προέκταση της Μεταφυσικής, την οποία ασπάστηκαν πολλοί σουρεαλιστές καλλιτέχνες, όπως ο Eug�ne Ionesco. Η ελευθερία που δίνει το ρεύμα αυτό στην εξήγηση αρκετών φαινομένων ή καταστάσεων, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υπερβολική για κάποιους, ή “σωτήρια” για άλλους. Αν, για παράδειγμα, ξυπνούσαμε το πρωΐ και βλέπαμε το δέντρο του κήπου μας ξεριζωμένο, η πιο λογική εξήγηση θα ήταν ότι το προηγούμενο βράδυ που έβρεχε καταρρακτωδώς, ένας κεραυνός έκαψε και έριξε το δέντρο. Ένας Παταφυσικός όμως, θα μάς εξηγούσε πως πολύ απλά (!), όσο κοιμόμασταν, το διαστημόπλοιο του γειτονικού μας πλανήτη ήρθε στον κήπο μας και οι εξωγήϊνοι που μετέφερε, ξερίζωσαν το δέντρο. Η οπτική που ορίζει ο καθένας ως λογική εξήγηση έγκειται μονάχα στα δικά του μάτια. Η πραγματικότητα για τον καθένα διαφέρει και οφείλει να έχει την ελευθερία να την ορίζει ο ίδιος. Σαν ένας ποιητής, ένας καλλιτέχνης που τον συνοδεύει μια Πράσινη Νεράϊδα. Η απαγόρευση τέτοιων ποτών – ουσιών σε περιόδους όπως ο 19ος αιώνας και οι

The Absinthe Drinker [Viktor Oliva (1861 - 1928)] 1

What you are listening to - Porcupine Tree [Up the Downstair, 1993]

2


αρχές του 20ου, ήταν ο πιο άμεσος τρόπος που θα μπορούσαν οι αρχές να εμποδίσουν την ελευθερία της σκέψης. Η έμπνευση που δημιουργεί ο νους και η ψυχή μας, ανεξαρτήτως θέματος, εποχής ή χρώματος ανήκει μονάχα εντός μας και δημιουργείται με ή χωρίς την κατανάλωση ουσιών ή τον μύθο που έχουμε ανάγκη να πλάσουμε, ως εξήγηση μη ευκόλως κατανοητών ή αποδεκτών καταστάσεων. Παρ' όλ' αυτά, το πράσινο (“το χρώμα της απάθειας, που μοιάζει με το βλέμμα της αγελάδας”, όπως το χαρακτηρίζει ο W. Kandinsky), ήταν για εκείνη την εποχή η μόνη διέξοδος και ομαλότερη μετάβαση/ καταφύγιο από την σκληρότητα του μαύρου χρώματος που επικρατούσε τότε. Το μαύρο, ως στοιχείο της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης, το παρατηρούμε να επαναλαμβάνεται ανά διαστήματα στην ιστορία. Η έννοια της “κρίσης” δεν περιορίζεται σε οικονομικούς όρους, αλλά αγγίζει ακόμη πιο σημαντικά και ευαίσθητα πεδία, όπως ο πολιτισμός, η παιδεία, η σκέψη, η καθημερινότητα, η πολιτική, η ίδια η υγεία. Ένα από τα σημαντικότερα σκοτεινά ρεύματα που βίωσε ολόκληρη η Ευρώπη στο παρελθόν -πέρα

Strindberg, The Dance Of Death, poster by Franciszek Starowieyski, 1974, A last Valtz

3

από τους ίδιους τους πολέμους- είναι η Μαύρη Πανώλη (1347), ξεκινώντας κυρίως από την Ιταλία (γενοβέζικα πλοία από την Μαύρη Θάλασσα προς την Σικελία). Παρά την μεγάλη ανάπτυξη που είχε παρατηρηθεί έως τότε στις επιστήμες, οι γνώσεις στην Ιατρική ήταν ακόμη λιγοστές, με αποτέλεσμα η αντιμετώπιση της Πανώλης να καταστεί αδύνατη, σκορπίζοντας τον θάνατο σχεδόν στο ένα τρίτο του (τότε) ευρωπαϊκού πληθυσμού, ενώ διήρκησε 300 περίπου χρόνια. Η Μαύρη Πανώλη (αλλιώς Μαύρη Πανούκλα ή Μαύρος Θάνατος) σίγουρα στάθηκε αφορμή ώστε να υπάρξει μεγάλη εξέλιξη στην Ιατρική, δημιουργώντας παράλληλα μια ολόκληρη φιλοσοφία, γνωστή ως Danse Macabre (Γαλλία) [ή Danza Macabra (Ιταλία), Totentanza (Γερμανία), Dance of Death (Βρετανία)]. Δεν πρόκειται παρά για μια αλληγορία σχετικά με την καθολικότητα του θανάτου, που επικρατούσε κατά την τελευταία περίοδο του Μεσαίωνα· ο θάνατος ενώνει τους πάντες, ανεξαρτήτως διακρίσεων. Στόχος αυτής της φιλοσοφίας ήταν να υπενθυμίσει στους ανθρώπους πόσο εύθραυστη ήταν η ζωή τους και πόσο μάταιες ήταν οι δόξες της επίγειας ζωής. Επίσης, η Μεσαιωνική και Αναγεννησιακή μουσική άνθισαν εκείνη την περίοδο και εξελίσσονται έως και σήμερα, εμπνέοντας σύγχρονους καλλιτέχνες διαφόρων ρευμάτων, όπως οι Dead Can Dance (ηλεκτρονική gothic), ο Eric Burdon & The Animals με το ψυχεδελικό κομμάτι The Black Plague (από το άλμπουμ Winds of Change, 1995) και οι χέβι μέταλ Iron Maiden με το άλμπουμ Dance of Death (2003). Πώς θα μπορούσαμε όμως να μην αναφέρουμε τον Χορό του Θανάτου (1910) του August Strindberg [1849 - 1912]; Ο Ιωάννης Χρυσάφης [1873 - 1932], ένας από τους πιο αξιόλογους έλληνες λογοτέχνες και θεμελιωτής της ελληνικής αθλητικής επιστήμης είναι και ο πρώτος που μετέφρασε στα ελληνικά το ομώνυμο έργο του Strindberg. Ο ίδιος σημειώνει: [...] “Τα έργα του Στρίντμπεργκ ο θεατής ή ο


αναγνώστης δεν τ’ αφίνει με την εντύπωση ότι στον μάταιον αυτόν κόσμο υπάρχουν από το ένα μέρος ωρισμένοι γεννημένοι κακούργοι και τέρατα αποτρόπαια, που βασανίζουν και τυραννούν τον καλό κι εργατικό και τίμιο κοσμάκη, κι από το άλλο καλοί και ηθικοί άνθρωποι που καταδέχονται ν’ αντιπαλέψουν κατά του Κακού, αλλά φεύγει πάντα με μια βασική εντύπωση ότι ένας υπάρχει μάρτυρας: ο άνθρωπος, βασανισμένος κι από τη φύση κι από τους συνανθρώπους του κι από τον ίδιο τον εαυτό του. Κοντά όμως στην εντύπωση αυτή, του γεννιέται, επίσης καλά υποβαλομένη, και η ιδέα ότι αυτή η κατάστασις μπορεί και πρέπει να διορθωθή· και ότι τα δεσμά με τα οποία για λόγους και αιτίες που ίσως να μην υπάρχουν πια κι έχουν υποχωρήσει στις καινούργιες ανάγκες της εποχής, ο άνθρωπος έχει ο ίδιος αμποδεθή, πρέπει να τα σπάσει επί τέλους για να μπορέσει να νοιαστεί μονάχος του για τον εαυτό του, χωρίς να περιμένει μόνο την εξ ύψους βοήθεια ή τη βοήθεια των μικροθεών, που μοναχός του πάλι έχει βάλει στο κεφάλι του. Αυτή είναι η γενική γραμμή ολόκληρης σχεδόν της λογοτεχνικής προσπάθειας του Στρίντμπεργκ.” [...] 2 Δεν θα μπορούσαν να είναι απλά κάποια λόγια. Οι αρχές του 20ου αιώνα ήταν γεμάτες νέα δεδομένα, έμπνευση, ανακαλύψεις, αλλά και κακουχίες για ολόκληρο τον κόσμο. Η προσπάθεια των ανθρώπων να προσαρμοστούν στις νέες καταστάσεις που τους επιβάλλονταν, χαρακτήριζε την κάθε τους μέρα ως άγνωστη, προσφέροντας κυρίως αγωνία για το αύριο. [...] “Οι σημερινοί άνθρωποι και μάλιστα οι νέοι -αναφέρει ο λογοτέχνης Knut Hamsun [1859 - 1952]-, φαίνονται μελαγχολικοί και θλιμμένοι και χωρίς μεγάλες ελπίδες για τη ζωή, γιατί νωρίς ξύπνησε μέσα τους η συνειδητή γνώση κι έχασαν κάθε φαντασία. Εν τούτοις, κατά τον Στρίντμπεργκ, δεν είναι χρήσιμο, έστω και γι’ αυτούς τους λόγους, να γίνονται νευροπαθείς και υποχονδριακοί. Εκείνο όμως που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι ο Στρίντμπεργκ αντιλαμβάνεται, παραδέχεται και αναγνωρίζει

ότι η σημερινή ψυχολογία των χαρακτήρων είναι απολύτως ανεπαρκής για την περιγραφή των δυσαρμονικών σύγχρονων ανθρώπων.” [...] 3 Η Ανατομία της Μελαγχολίας (1621), τόσο ως περιεχόμενο στο βιβλίο του Robert Burton [1577 – 1640], όσο και ως μια ροπή προς την ψευδαίσθηση μιας θελκτικής δικαιολογίας προς έμπνευση, αποδεικνύει πώς αλυσιδωτά γεγονότα μπορούν να διαμορφώσουν -με την βοήθεια του μιμητισμού, ως ανθρώπινο χαρακτηριστικό- ένα ολόκληρο ρεύμα – ψυχοσύνθεση – μόδα... τόσο στην τέχνη, όσο και στην ίδια τη νοοτροπία! Αναλύοντας τον όρο μελαγχολία, φθάνουμε στον πρώτο ορισμό της λέξης από τον Ιπποκράτη [5ος αιώνας π.Χ.], ως η μέλαινα χολή. Το υγρό αυτό, είχε χαρακτηριστεί από τους αρχαίους ως ένας από τους τέσσερις χυμούς που εκκρίνει το σώμα μας και καθορίζουν τις διαφορές της σωματικής μας κατάστασης. Η μέλαινα χολή, το αίμα, το φλέγμα και η χολή -κατά τον γιατρό και χειρούργο Γαληνό [2ος αιώνας μ.Χ.]-

The Anatomy Of Melancholy [Paradise Lost, 2007], Album Cover Art by Seth Siro Anton

καθορίζουν επίσης, την ίδια την συμπεριφορά μας. Η περίσσεια μέλαινα χολή στον ανθρώπινο οργανισμό διαμορφώνει έναν μελαγχολικό χαρακτήρα. Η μελαγχολία της μαύρης περιόδου

Σ. Γιάτση, Δ. Καντζίδη, Π. Λινάρδου, Ιωάννης Χρυσάφης, ο πατέρας της ελληνικής φυσικής αγωγής, στο: ΚΕ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο, 21–23 Μαΐου 2004, Ελληνική Ιστορική Εταιρεία. Πρακτικά, ανάτυπο, Θεσσαλονίκη 2005.

2

Αποσπάσματα του κειμένου Αύγουστος Στρίντμπεργκ του Knut Hamsun από το πρόγραμμα της παράστασης O Πατέρας, Εθνικό Θέατρο (Κεντρική Σκηνή 24/03–24/04/1988. Μετάφραση Κειμένου: Ιωάννης Ε. Χρυσάφης, επιμελητές προγράμματος: Βασίλης Νικολαϊδης, Τάσος Ρούσσος).

3

4


της Ευρώπης λοιπόν, στην εποχή του Hamsun και του Strindberg, δεν έγκειται μόνο στα αρνητικά πολιτικά και κοινωνικά δεδομένα, ούτε όμως καθαρά σε βιολογικούς παράγοντες. Η τάση για αρνητισμό είναι μεν ένα δεδομένο, το οποίο όμως δεν μπορεί να επιδράσει στην ανθρώπινη ψυχολογία χωρίς συγκεκριμένη αιτία. Στοιχεία αλληλένδετα και στην γνώση όσων δρομολογούν γεγονότα – σταθμούς στην Ιστορία (ας τεθεί ευγενικά). Γεγονότα που επαναλαμβάνονται, όπως η ίδια η φύση άλλωστε προστάζει με τα μοτίβα της. Απτό παράδειγμα, το κοχύλι. “Ποιός και γιατί έφτιαξε το κοχύλι”, ρωτά επίμονα ο Γάλλος φιλόσοφος Paul Val�ry [1871-1945] στο δοκίμιό του Ο Άνθρωπος και το Κοχύλι [L' homme et la coquille (Vari�t� V)]. Η παιδικότητα της επιμονής του θα μπορούσε να μάς ξαφνιάσει. Πώς ένας τέτοιος νους εμμένει σε μια τέτοια ανόητη ερώτηση...; Η άγνοια για τον Val�ry είναι προσόν, δυστυχώς υποτιμημένο. “Αρνούμαστε διαρκώς ν' αφουγκραστούμε τον αθώο που φέρουμε μέσα μας. Ανακόπτουμε το παιδί που μάς ξυπνά και που θέλει πάντα να βλέπει με μάτι παρθένο.”

Le Penseur [Ο Στοχαστής, 1902], Auguste Rodin [1840 - 1917]

Είχε δίκιο λοιπόν, ο Hamsun, θίγοντας την σκληρή αλήθεια για τους νέους της εποχής του: “γιατί νωρίς ξύπνησε μέσα τους η συνειδητή γνώση κι έχασαν κάθε φαντασία”; Ας μην είμαστε αυστηροί. Για καθετί υπάρχει μια εξήγηση. Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και

5

η εποχή της ανησυχίας στην Ευρώπη την δεκαετία του 1920 δεν θα μπορούσε παρά να μαυρίσει τις ψυχές πολλών ανθρώπων και να σκληρύνει ακόμη και τους ρομαντικούς καλλιτέχνες. “Είμαι νέος, 20 χρονών. Παρ' όλ' αυτά, το μόνο που γνωρίζω στην ζωή είναι η απελπισία, ο θάνατος, ο φόβος και το μόνο που αιωρείται πάνω από μια άβυσσο θλίψης είναι μια ανόητη επιπολαιότητα. Παρατηρώ πώς οι άνθρωποι τοποθετούνται ο ένας ενάντια στον άλλον και πώς σκοτώνονται μεταξύ τους μέσω της σιωπής, με άγνοια, υπάκοα και αθώα. Βλέπω πώς τα οξύτερα μυαλά στον κόσμο επινοούν όπλα και λέξεις, εξευγενίζοντας και επιμηκύνοντας την κατάσταση. Και όλοι οι συνομήλικοί μου, οπουδήποτε στον κόσμο, βλέπουν αυτά τα πράγματα· όλη μου η γενιά βιώνει ακριβώς τα ίδια πράγματα. Τί θα έκαναν άραγε οι γονείς μας αν ξαφνικά αποφασίζαμε να σταθούμε στο ύψος μας και τους προλαβαίναμε, προβαίνοντας οι ίδιοι για λογαριασμό μας; Τί περιμένουν από εμάς αν ποτέ έρθει η στιγμή που ο πόλεμος τελειώσει; Κατά την διάρκεια των χρόνων η “δουλειά” μας ήταν να σκοτώνουμε· ήταν η πρώτη μας υποχρέωση στην ζωή. Η γνώση μας για την ζωή περιορίζεται στον θάνατο. Τί θα γίνει μετά; Και τί θα βγει από εμάς;” Το απόσπασμα του συγγραφέα Erich Maria Remarque [1898 1970] από το μυθιστόρημά του All Quiet on the Western Front (1929), χρησιμοποιεί ως παράδειγμα ο Val�ry σε μία από τις διαλέξεις του [The Age of Anxiety: Europe in the 1920s], εξηγώντας πως ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος αρχικά έδωσε τροφή για έμπνευση και δημιουργία στους άκακους -εκ φύσεωςκαλλιτέχνες, όταν μάλιστα όλοι πίστευαν πως επρόκειτο για έναν πόλεμο που θα διαρκέσει λίγο και το μόνο που θα προσφέρει ήταν η δόξα για όσους πολεμήσουν υπερασπιζόμενοι το έθνος τους. Φυσικά, στην πρώτη γραμμή της μάχης, τα πράγματα ήταν διαφορετικά, και η ηλιθιότητα του πολέμου φάνηκε ειδικά κατά την επιστροφή όσων στρατιωτών κατάφεραν να επιβιώσουν. Πόσο εύκολο είναι λοιπόν για κάποιον να διατηρήσει παρθένα την ματιά του; Ο Val�ry σίγουρα δεν είναι αφελής.


Το να έχει βιώσει όμως ένας άνθρωπος τις συγκεκριμένες κακουχίες και παρατηρώντας τις αλλαγές στον εαυτό του και στους γύρω του, τού δίνει το δικαίωμα να καταλήγει στο πόσο μάταια μπορεί να είναι τα “πράγματα” στην ζωή, μιλώντας πάντα για ψευδαισθήσεις δόξας και ανώφελες κατακτήσεις γης. Το κοχύλι, ως δημιούργημα της φύσης, και συγκεκριμένα ο ναυτίλος, δεν γνωρίζει σύνορα. Πρόκειται για το μόνο όστρακο χωρίς συγκεκριμένη χώρα προέλευσης και που μπορεί να ταξιδέψει σε ωκεανούς, χωρίς διαβατήριο· χωρίς ταυτότητα. Η σπειροειδής του φόρμα, δεν περιορίζεται στον “σχεδιασμό” του, αλλά και στην θέση του σε οποιοδήποτε ναυτικό μίλι. Στρέφεται, μετακινείται αέναα, χωρίς να συναντά ποτέ όμοιό του. Κάθε ναυτίλος, κάθε κοχύλι είναι μοναδικό. Διαφέρει -έστω και στην παραμικρή λεπτομέρεια- από οποιοδήποτε άλλο και το έχει αποδεχτεί, χωρίς να φοβάται την διαφορετικότητα, είτε του ίδιου, είτε ενός άλλου κοχυλιού που συναντά στην πλεύση του ή σε “άλλες” ακτές.

Για το Πολιτικό στην Τέχνη Τί μπορεί να μάς διδάξει λοιπόν η επανάληψη γεγονότων στην Ιστορία ή ακόμα και τα ίδια μοτίβα που γεννά η φύση; Προφανώς, το ίδιο το γεγονός ότι μπορεί να μάς διδάξει κάτι, αρκεί να το παρατηρήσουμε. Να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να αφουγκραστεί και να δει με μάτι παρθένο (επαναλαμβάνω). Για τον ρώσο ζωγράφο Wassily Kandinsky [1866 - 1944], η επανάληψη παίζει έναν ακόμη πιο ουσιαστικό ρόλο. Στο βιβλίο του Για το Πνευματικό στην Τέχνη (1910), τονίζει πόσο σημαντική είναι η επανάληψη του μοτίβου και του χρώματος, μέσα όμως από την φόρμα αυτού και οπωσδήποτε, πάντα με κάποια μικρή αλλαγή. Η επανάληψη, για τον Kandinsky επιφέρει ωρίμανση. Το ίδιο ισχυρίζεται και για τον ήχο: “Η επανάληψη των ίδιων ήχων, η συσσώρευσή τους πυκνώνει την πνευματική ατμόσφαιρα, η οποία είναι αναγκαία για την ωρίμανση των αισθημάτων (...). Ένα αμυδρό παράδειγμα

αποτελεί ο μεμονωμένος άνθρωπος, στον οποίο δημιουργεί η επανάληψη πράξεων, σκέψεων, συναισθημάτων μια τελικά τεράστια εντύπωση στο βαθμό μάλιστα που είναι ελάχιστα ικανός να απορροφήσει εντατικά τις επιμέρους πράξεις κτλ. (...).” Τα χρώματα πάλλονται, δονούνται και η μίξη τους είναι μια πάλη, μια αντίφαση, μια αντίθεση που συνθέτει την ίδια μας την αρμονία. Δεν πρόκειται παρά για μια εσωτερική αναγκαιότητα του καλλιτέχνη, ο οποίος οφείλει, μέσω του έργου του, να εκφράζει ειλικρινώς την ιδιαιτερότητα της ψυχής του και την ιδιαιτερότητα της εποχής του. Και η εποχή των αρχών του 20ου αιώνα ήταν σίγουρα σκοτεινή, ή αλλιώς “μαύρη”. Πώς ορίζει ο Kandinsky το μαύρο ως χρώμα; “ Ένα τίποτε δίχως δυνατότητες. Ένα νεκρό τίποτε μετά το σβήσιμο του ήλιου, σαν μία αιώνια σιωπή δίχως μέλλον κι ελπίδα. Μουσικά αντιστοιχεί σε μία ολοκληρωτική παύση. Ο κύκλος έκλεισε. Το μαύρο είναι κάτι που έχει εκλείψει, κάτι ακίνητο, σαν ένα πτώμα. Το μαύρο είναι το χρώμα (μη χρώμα με την έννοια της χροιάς) του βαθύτερου πένθους και σύμβολο του θανάτου. Εξωτερικά στερείται ήχου και για αυτό πάνω του ηχεί εντονότερα κάθε άλλο χρώμα ακόμα και εκείνο που ηχεί ασθενέστατα.” Η ένωση του μαύρου (σκοτεινότητα) με το λευκό (διαύγεια) είναι η δεύτερη πιο δυνατή αντίθεση, δημιουργώντας στατικότητα και γεννώντας το “ακίνητο” γκρι (ισότιμο του πράσινου).

Momo by MIchael Ende [detail]

6


Η Μόμο (1973), το παραμύθι για μεγάλους, του Michael Ende [1929 – 1995] δεν είναι τυχαίο. Γνωστό και ως Οι Γκρίζοι Κύριοι εκφράζει ίσως με τον καλύτερο τρόπο το χρώμα της εποχής του, αλλά κυρίως των ίδιων των ανθρώπων, σε αντίθεση με την αγνότητα και την παρθένα ματιά ενός μικρού κοριτσιού (της Μόμο), καθώς αυτή μάχεται να κερδίσει τον χαμένο χρόνο. Επιτρέψτε μου τον συνειρμό για την Δίκη (1914· έκδ.: 1925) του Franz Kafka [1883 – 1924], όπου τα χαρακτηριστικά του γκρίζου χρώματος, αποτυπώνονται τόσο στην ατμόσφαιρα, όσο και στην αδράνεια του (αντι) ήρωα, εκφράζοντας μια εύλογη αντίθεση σε σχέση με το πείσμα του μικρού κοριτσιού Μόμο. Ο Kandinsky, στο εν λόγω βιβλίο του, δίνει το ίδιο βάρος στην φόρμα (σχήμα) που δίνει και στο χρώμα, διευρύνοντας την έννοια σε κοινωνικό επίπεδο. Συγκρίνει την πνευματική ζωή της ανθρωπότητας με μια πυραμίδα· η αποστολή του καλλιτέχνη είναι να οδηγεί τους άλλους, μέσω του έργου του, σε έναν πυργίσκο. Η κορυφή της πυραμίδας είναι εκείνοι οι λίγοι μεγάλοι καλλιτέχνες. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια πνευματική πυραμίδα, σταδιακά αναπτυσσόμενη και ανιούσα, έστω και αν κάποιες φορές φαίνεται ακίνητη. Κατά τις περιόδους παρακμής, η ψυχή βυθίζεται στην βάση της πυραμίδας· τότε είναι που η ανθρωπότητα αναζητά μόνο μια επιφανειακή επιτυχία, αγνοώντας τις πνευματικές δυνάμεις. Είναι οι καλλιτέχνες εγωϊστές ή αιθεροβάμονες; Εξαρτάται από παράγοντες όπως η εποχή που ζουν και δημιουργούν, αν μπορούν να δημιουργούν, λόγω συνθηκών, πόσο πεισμώνουν (με την έννοια της επιμονής), λόγω αυτών των συνθηκών και πώς ...”βλέπουν τα πράγματα”. Η μορφή για έναν καλλιτέχνη είναι στοιχείο υποκειμενικό. Αρκετά αφαιρετικό για πολλούς (όπως για τον W. Kandinsky) ή πολύ συγκεκριμένο, για άλλους. Το “θέμα” που θα πραγματευτούν μέσω του έργου τους μπορεί να απευθύνεται σε συγκεκριμένο ή ευρύτερο κοινό και να γίνει με τρόπο έμμεσο ή άμεσο. Πολλοί 7

από αυτούς επιλέγουν θέματα επίκαιρα και μέσα από αυτά ελπίζουν πως θα αλλάξουν τον κόσμο. Φτάνουμε λοιπόν στην “έκφραση” που ενδόμυχα ίσως περιμέναμε. Πώς μπορεί ένας άνθρωπος -έστω καλλιτέχνης- να αλλάξει τον κόσμο; Και γιατί, κατ' αρχάς, να πιστεύει κάτι τόσο άπιαστο; Και επιστρέφουμε στο ερώτημα, αν θα μπορούσε να θεωρηθεί εγωϊστής ή τρελλός. Ίσως και τα δύο, ίσως τίποτε από αυτά. Τον κόσμο, ίσως δεν τον αλλάξει -τουλάχιστον όχι άμεσα και όχι μπροστά στα δικά του μάτιαθα αλλάξει όμως τον δικό του κόσμο. Την οπτική του στο έργο του, που δεν είναι άλλο από τον αντικατοπτρισμό της ψυχής του, στον βαθμό που αυτή έρχεται σε άμεση σχέση με το πραγματικό. Ο ίδιος εκπλήσσει τον εαυτό του με την αλλαγή αυτή. Έστω και μετά από μάχη με τον εαυτό του, να την αποδεχτεί. Η Μεταμόρφωση (1912) του ήρωα του F. Kafka δεν ήταν εύκολα αποδεκτή από τους συγγενείς του (πρωταγωνιστή) που ένα πρωΐ ξυπνά μεταμορφωμένος ξαφνικά σε μια κατσαρίδα. Η ιδέα ότι αυτό που είναι πια είναι το αηδιαστικό αυτό ζωύφιο, γεννά αποστροφή -αρχικά- ακόμη και στον ίδιο. Πώς έγινε τόσο διαφορετικός; Γιατί; Γιατί να τύχει σε αυτόν; Η αποδοχή του εαυτού του, τού πήρε χρόνο. Αντίστοιχο παράδειγμα, η ταινία Elephant Man [(1980) David Lynch (1946 -)]. Τί συμβαίνει όμως στην περίπτωση του σκηνοθέτη Romain Goupil [1951 - ] και πόσο αργότερα αποδέχεται ή τελικά απομυθοποιεί τον αγώνα που έκανε ως νέος, τα όνειρα των συντρόφων του (με ειδική μνεία στον Michel Recanati) και την συνειδητοποίηση της πραγματικότητας, μέσα από το αυτοβιογραφικό ντοκυμαντέρ Mourir � 30 Ans [Να πεθαίνεις στα 30 (1982)]; Η ελευθερία της σκέψης παραμένει μια όμορφη ιδέα, η οποία όμως χρήζει ουσίας. Η τραγικότητα της στιγμής της συνειδητοποίησης του πραγματικού, ισούται με την “δολοφονία” του παλιού σου εαυτού και την αποδοχή της διαφορετικότητάς σου, από τον ίδιο σου τον εαυτό. Την συνοδεύει όμως η λύτρωση· η Κάθαρση, όπως ήταν απαραίτητη στο αρχαίο δράμα, το οποίο, όπως διαβάζουμε, ήταν από τους βασικότερους


Romain Goupil - Mourir � 30 Ans - Cop. ARTE F - MK2

εμπνευστές του Μάη του '68 στο Παρίσι. Του ίδιου Μάη που απομυθοποίησε ο Goupil. Αντιφατικό, ίσως βιαστεί να καταλήξει κάποιος. Πρόκειται όμως για τέχνη και η τέχνη έχει την ελευθερία του οξύμωρου, της ειρωνείας και του αινίγματος το οποίο όμως, ποτέ δεν παραμένει άλυτο. Υπάρχει πάντοτε η στιγμή της αποκάλυψης· της στιγμής που τα πάντα μπροστά ή γύρω μας αποκτούν μια νέα όψη, μια φρέσκια έννοια, μια απόλυτα λογική -τελικά- εξήγηση. Ο καλλιτέχνης λοιπόν, οφείλει να ρισκάρει να χαρακτηριστεί εγωϊστής ή τρελλός, στα πλαίσια πάντα του δημιουργήματός του. Με άλλα λόγια, οφείλει να είναι ειλικρινής, να αφουγκράζεται και να κοιτάζει με παρθένα ματιά. Μα πάνω από όλα, να έχει πίστη στην αδιόρατη δύναμη που τον ωθεί να επιμένει. Το Γνωστό Άγνωστο και το Άλλο Εγώ Ένα τέτοιο παράδειγμα “επιμονής” συναντάμε και στην περίπτωση του αρχιτέκτονα και συνθέτη Ιάννη Ξενάκη [1922 - 2001]. Γεννημένος στη Ρουμανία, από Έλληνες πρόσφυγες γονείς, μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον γεμάτο μουσική. Το 1932

ο Ξενάκης μετακομίζει στις Σπέτσες, όπου ανακαλύπτει και την αγάπη του για τα Μαθηματικά και την Ελληνική και Ξένη Λογοτεχνία και σε ηλικία 16 χρονών μετακομίζει στην Αθήνα, όπου προετοιμάζεται για τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Πολυτεχνείο, ξεκινώντας ταυτόχρονα Σύνθεση. Δύο χρόνια αργότερα γίνεται δεκτός στο Πολυτεχνείο, το οποίο όμως είναι κλειστό την πρώτη μέρα των μαθημάτων (28 Οκτωβρίου 1940), όταν τα στρατεύματα του Mussolini εισβάλλουν στην Ελλάδα. Ο Ξενάκης εντάσσεται στην Αντίσταση (κατά του φασισμού), με ενεργό δράση στις διαδηλώσεις κατά των εισβολέων και φυλακίζεται πολλές φορές, έχοντας ως παρέα του κείμενα του Πλάτωνα, του Marx και του Lenin. Αυτές οι αλησμόνητες στιγμές είναι, λοιπόν και αυτές που ανασύρει και εκφράζει ο ίδιος μέσα σε πολλά μουσικά του έργα, αργότερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μουσική του σύνθεση Nuits [Νύχτες, 1967 (για Χορωδία Ασυνόδευτη - 12 μικτές φωνές, βασισμένες σε διάφορα φωνήματα διαλέκτων, όπως των Σουμερίων, Ασσυρίων και Αχαιών)], το οποίο αφιερώνει στους πολιτικούς κρατουμένους όλου του κόσμου. Ο ίδιος, στις οδηγίες ερμηνείας της παρτιτούρας του έργου, σημειώνει: “Στην μουσική μου υπάρχει όλη η αγωνία των νιάτων μου, της αντίστασης και των προβλημάτων αισθητικής που δημιούργησαν, σε συνδυασμό με τις πορείες διαμαρτυρίας ή τους μυστηριώδεις θορύβους που πλανόνταν στον αέρα, τους θανάσιμους ήχους των κρύων νύχτων του Δεκεμβρίου του 1944 στην Αθήνα.” Ο αέρας του Παρισιού δεν είμαστε σίγουροι αν επηρέασε με τον ίδιο τρόπο τον Ξενάκη όπως επηρέασε τον Goupil, σίγουρα όμως και οι δύο τιμούν συνοδοιπόρους των οραμάτων τους. Τιμούν τις στιγμές που βίωσαν μαζί τους και ανα-θ(ε)ωρούν. 8


Με τέτοια φρέσκια ματιά κοίταξε ο αρχιτέκτονας Ξενάκης τα (πρωτόλεια) σχέδια του Le Corbusier [1887-1965] (στο γραφείο του οποίου εργαζόταν, έστω και ως παράνομος μετανάστης), τα οποία προορίζονταν για την Expo 1958 Brussels World’s Fair. Ο Ξενάκης -όπως εξηγεί ο επίσης, αρχιτέκτονας και μουσικός Βάϊος Ζητωνούλης- “ανακαλύπτει” και προσαρμόζει μια τρίτη διάσταση στο επίπεδο χαρτί, δίνοντας μια άλλη οπτική στο σχήμα του στομάχου αγελάδας (στο οποίο βασίζονταν τα σχέδια του Le Corbusier), πιθανώς εμπνευσμένη από την γραφική παράσταση (παρτιτούρα) της σύνθεσης Metastasis (1954) του Ξενάκη. Με την επιθυμία του Le Corbusier να δημιουργήσει ένα “ποίημα εντός ενός δοχείου” (poem in a bottle), η συμβολή του Ξενάκη στάθηκε αιτία να γεννηθεί το περίφημο Philips Pavilion. Η ουσιαστική και πλέον δημιουργική του συνεργασία βέβαια, στο εν λόγω έργο, περιορίζεται σε αυτή με τον συνθέτη Edgard Var�se, ενώ ο Le Corbusier απλά επιβλέπει περιστασιακά από απόσταση. Ο χώρος της κατασκευής γεμίζει χρώματα, σκιές, προβολές ασπρόμαυρων φωτογραφιών και μια πανέμορφη σειρά εκατοντάδων ηχείων (έργο κατά παραγγελία από την Philips, ώστε να προωθήσει το νέο της εξοπλισμό) που εμπλούτιζαν την ατμόσφαιρα με ηχους (Po�me �lectronique σε σύνθεση του Var�se και συμπερίληψη του Concr�t PH του Ξενάκη). Το Pavilion (αν και δυστυχώς γκρεμίστηκε μετά το πέρας της έκθεσης) έμεινε στην ιστορία ως ένα από τα σημαντικότερα έργα και ο Ξενάκης έμεινε χωρίς δουλειά, κατά την επιστροφή του Le Corbusier στο Παρίσι. Πόση απειλή μπορεί ένας καλλιτέχνης να νοιώσει από μια ιδιοφυΐα και γιατί; Η απειλή για το διαφορετικό, το άλλο, το ξένο προς το οικείο, το γνωστό, το εγώ, είναι μια αναπόφευκτη διαχρονική πραγματικότητα. Όπως ο συνθέτης �ric Satie [1866 – 1925] τολμά, στις αρχές του 20ου αιώνα, να απελευθερώσει τις νότες, αφαιρώντας τις κάθετες γραμμές από τα οριζόντια πεντάγραμμα, έτσι και ο Ξενάκης, μισό αιώνα

Philips Pavillion - Expo 58 [Le Corbusier - Xenakis - Var�se]

Poem in a Bottle - sound routes [εξέλιξη ιδέας από τον Ξενάκη]

Poem in a Bottle [αρχική ιδέα του Le Corbusier]

Metastasis [1954] - Iannis Xenakis

9


αργότερα, ονομάζει μουσικές παρτιτούρες τα ίδια τα αρχιτεκτονικά του σχέδια. Τα μαύρα σημεία στο χαρτί, γνωστά και ως νότες στην παρτιτούρα, του έλληνα Ξενάκη, ξένου στη Ρουμανία και μετέπειτα στην ίδια την Ελλάδα και στην Γαλλία, το έτος γέννησής του και η Μικρασιατική καταστροφή. Οι Έλληνες της Σμύρνης ζητούν στέγη στην πατρίδα Ελλάδα, αλλά δύσκολα γίνονται αποδεκτοί από τους έλληνες της “δικής τους χώρας”. Οι νοικοκυρές Σμυρνιές των προσφυγικών περιοχών μετονομάζονται σε “παστρικιές” από τις ντόπιες Ελληνίδες που ζηλεύουν τους άντρες τους. Ξένες, λοιπόν, οι ελληνίδες στην Ελλάδα. Διαφορετικές. Κάτι άλλο από το σύνηθες. Ποιά είναι τα όρια που θέτουμε στην ιστορία; Σημαντικές ημερομηνίες και σύμβολα σε σημαίες. Συγκεκριμένο λεξιλόγιο και βολικός αφηρημένος μυστικισμός; Η Χρυσή Αναλογία 2:1 (Φ = 1,618) του ναυτίλου με τον μαίανδρο ταξιδεύει από τον Πυθαγόρα και τον Φειδία, έως τον Fibonacci και χάνει το χρώμα και την έννοια της ελευθερίας και της εξέλιξης πάνω σε παρερμηνείες... Ο “δώριος τρόπος” αλλάζει σε “φρύγιο”, κατά τον Μεσαίωνα και ο Ξένιος Δίας και η Ξένιος Αθηνά, από προστάτες των ξένων, παίρνουν εντολή να αλλάξουν στρατόπεδο... Πώς το κλάσμα σ/Σ του Ferdinand de Saussure [1857 - 1913], μορφοποιείται σε Σ/σ από τον Jacques Lacan [1901 – 1981]; Τί σημαίνει αυτή η αναλογία για τον καθένα από τους δύο, όπου Σ = Σημαίνον

Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, Αίγυπτος [λεπτομέρεια εξωτερικού, με διάφορα Σύμβολα & Ιδεογράμματα] [Snohetta Architects (Norway) - Aga Khan Award for Architecture]

και σ = σημαινόμενο; Το σημαίνον της λέξης κλειδί, για παράδειγμα, είναι το “όνομα” που δίνουμε στο αντικείμενο, ή αλλιώς, η μορφή του. Το σημαινόμενο, είναι η έννοια αυτής (το αυτό, ή το κλειδί του Σολ, ή κωδικός, ή εργαλείο). Για τον Saussure, το σημαίνον και το σημαινόμενο αποτελούν μορφή και όχι ουσία, ενώ, όπως σημειώνει και ο ίδιος “το (προφορικό) γλωσσικό σημείο ενώνει, όχι ένα αντικείμενο και ένα όνομα, αλλά μιαν έννοια και μιαν ηχητική εικόνα.” Αργότερα, ο Lacan έρχεται να εξελίξει την θεωρία, εξηγώντας πως η Γλώσσα αποτελείται από μια αλυσίδα σημαινόντων, που συνιστά μια ρέουσα πραγματικότητα η οποία δρα ανεξάρτητα των σημαινομένων (τα οποία τελικά, εκπίπτουν σε αχρηστία). Λαμβάνοντας ένα άλλο παράδειγμα, όπως αυτό του μαιάνδρου (ή κλείδα), του διακοσμητικού στοιχείου (ένδυση, κεραμική, αρχιτεκτονική) των αρχαίων χρόνων, και ερευνώντας την καταγωγή του, εντοπίζουμε το μοτίβο αυτό σε κεραμικό αγγείο, όπου αναπαρίσταται σκηνή του αθλήματος της πυγμαχίας, με τις παλάμες των αθλητών πιασμένες σφιχτά, να σχηματίζουν τον μαίανδρο. Κοινό-κρυφό μυστικό των αρχαίων ελλήνων, που χρησιμοποιείτο ως κωδικός, όπου το συναντάμε. Στις μέρες μας, ο μαίανδρος φαίνεται να έχει χάσει όμως κάθε (αρχική) έννοια και λογική (!), καθώς οι λάτρεις του αρχαίου ελληνικού κόσμου -φέροντες όμως σχέδια αλαζονικά και κατά του Ανθρώπουκαπηλεύθηκαν και εξευτέλισαν την σημασία του, ενώ στην όψη και χρήση του, οι φίλοι της αρχαίας (παγκόσμιας) ιστορίας φοβούνται μήπως χαρακτηριστούν φασίστες. Το σχήμα του μαιάνδρου, αν σκεφτούμε απλά, δεν είναι άλλο από την ώθηση, την ροή και την εξέλιξη· την σπείρα, τη φύση, την ίδια τη ζωή. Το σημείο ένωσης δύο ρευμάτων αέρα ή νερού, για παράδειγμα. Το ίδιο το κοχύλι και η επιμονή του Val�ry για την αναζήτηση κατασκευής του όστρακου. Η ίδια η έρευνα, λόγω άγνοιας. Η μαία (έρευνα, αναζήτηση) του ανδρός (ανθρώπου), όπως εξηγεί

10


ο Μ. Καλόπουλος (Το Μεγάλο Ψέμα, 1995). Προς έκπληξή μας, υπάρχουν λοιπόν στιγμές, όπου μάς θυμίζουν πόσο ρευστά είναι τα πάντα. Με άλλα λόγια, πώς τα πάντα ρέουν και αναμφίβολα εξελίσσονται εν καιρώ, όπου κάποια στιγμή -έτσι απλά- το συνειδητοποιούμε, θέτοντας εαυτούς σε μια νέα οπτική θέση. Ο αρχιτέκτονας και θεωρητικός Νίκος Γεωργιάδης (ιδρυτικό μέλος του αρχιτεκτονικού γραφείου anamorphosis architects) εξηγεί πως “η Αναμόρφωση στην Ψυχανάλυση είναι συνυφασμένη με τις έννοιες του ασυνειδήτου, του πραγματικού, του συμπτώματος, την ενόρμηση του θανάτου κλπ. Με άλλα λόγια, το σημείο από όπου εμφανίζεται κάτι ως κανονικό και ανασυντεθειμένο δεν είναι καθόλου προνομιακό. Ούτε αποτελεί οπτικό σημείο εντασσόμενο στο συνειδησιακό πεδίο. Αντίθετα, είναι ένα σημείο ξαφνικό, φοβερό, απροσδόκητο, συμπτωματικό, ανεξέλεγκτο και εν γένει είναι ένα μησημείο, το οποίο έρχεται να διαταράξει την συνειδησιακή ηρεμία, ενότητα και συγκρότηση (οπτική, ακουστική, κλπ) ενός έργου, είτε εικαστικού, είτε ηχητικού.”

Η αναμόρφωση στην ψυχανάλυση και συγκεκριμένα η προσέγγιση του Lacan, είναι ίσως η βασικότερη ενεργός επιρροή του Ν. Γεωργιάδη και των συνεργατών του. Στο άρθρο του Aναμόρφωσις: Ψυχαναλυτικό αντικείμενο, συμπτωματική δήλωση της μορφής 4 διαβάζουμε: Η "αναμόρφωσις" ως ψυχαναλυτική έννοια εισάγεται από τον J. Lacan για να αποδώσει τον μορφικό χαρακτήρα του ασυνειδήτου και σκιαγραφεί ένα επιστημονικό πεδίο που αφορά στην ενεργή συμμετοχή της μορφής στην ψυχική δομή του υποκειμένου. Περιγράφει την διαδικασία της συμπτωματικής εμφάνισης του "κανονικού" σαν μια παραμορφωμένη εικόνα, που αν θεαθεί από μια συγκεκριμμένη θέση εμφανίζεται κανονική. Με αυτόν τον τρόπο προσδιορίζει την σχέση (συμπτωματική και μορφική) του πραγματικού αντικειμένου με την συνείδηση (οπτική, συμβολική, αναπαραστασιακή) του εγώ και ταυτόχρονα υποδηλώνει την ύπαρξη/ ενεργοποίηση ενός χώρου-θέσης "έξω" (εντός και εκτός) από το συνειδησιακό πεδίο της εικόνας, ως εν δυνάμει διαλεκτική του συγκεκριμένου/ πραγματικού”. Και συνεχίζει: “Η "αναμόρφωσις" ως αρχιτεκτονική

Anamorphosis Architects “Μουσείο του Ελληνικού Κόσμου”, [Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]

11

Aναμόρφωσις: Ψυχαναλυτικό αντικείμενο, συμπτωματική δήλωση της μορφής, 2004, 'Anamorphosis. Architectural theory and practice - Projects', Design + Art in Greece (Θέματα Χώρου & Τεχνών), issue No 35, pp. 56-69

4


προβληματική ορίζει κάτι περισσότερο από την συμπτωματική μορφή κρυμμένη μέσα στην οπτική συνείδηση του πίνακα της κλασσικής προοπτικής. Αναδεικνύει την εργαλειακή συνθήκη του "κανονικού", τον τρόπο του "κανονικού", ως διαδικασία αυτοδήλωσης/ αναδίπλωσης της μορφής απέναντι στο συνειδησιακό συμβολικό δεδομένο της πρόθεσης και διαβάζει την συγκεκριμένη παραμόρφωση ως υπερμόρφωση, δηλαδή όχι ως εποπτικό γεγονός (πχ. έκφραση του άσχημου, παραμορφωμένου), αλλά ως τρόπο εκφοράς της μορφής από τον ίδιο της τον εαυτό. Θεμελιώνεται αυστηρά στο εννοιακό πλαίσιο του ψυχαναλυτικού αντικειμένου, αλλά επίσης το εμπλουτίζει και το επαναπροσδιορίζει· απο συμπτωματική (υπο)δήλωση σε αυτο-δήλωση, και τελικά χωρική συνθήκη. Ταυτόχρονα εντοπίζει

σημεία αλληλοσυμπλήρωσης της ψυχανάλυσης και της αρχιτεκτονικής εμπειρίας και ενεργοποιεί τη σχέση μεταξύ ασυνείδητου και υπερσυνειδητού - έννοια συγγενής με αυτήν της "αναμόρφωσης" αλλά και του "αφανούς". Σε αυτό το πλαίσιο η "αναμόρφωσις" εξελίσσεται ως μία νέα σύλληψη του χώρου, θεωρία και πρακτική, που αφορά άμεσα την αρχιτεκτονική, και εν δυνάμει αποτελεί προέκταση της ψυχαναλυτικής κριτικής. Εγκαλεί το υποκείμενο να σκεφτεί με το χώρο παρά για το χώρο, δηλαδή αναδεικνύει τον φυσικό χώρο ως ψυχική δομή και τρόπο σκέψης, συγκροτώντας έτσι μία κριτική θέση απέναντι σε όλες τις θεωρίες που αναπτύσσονται περί τον χώρο και εκ των υστέρων της διαδικασίας σχεδιασμού και υλοποίησης του”.

"(...) Γιατί αν στοχαστούμε την ύπαρξη του ατόμου σαν ένα μεγάλο ή μικρό δωμάτιο, είναι ολοφάνερο πως οι περισσότεροι δεν έμαθαν να γνωρίζουν παρά μια μονάχα γωνιά του δωματίου τους..." Rainer Maria Rilke [1875 – 1926] Letters To A Young Poet [1902 έως 1908]

reCapitulation: spatial loops Η αναμόρφωση της αλήθειας, των λέξεων, των εννοιών, των γλωσσών και της ιστορίας είναι συνεχώς ενεργή. Δεν παύει ποτέ. Ίσως στα μάτια μας, η εξέλιξη αυτή να μην είναι αντιληπτή, συνιστά όμως μια πραγματικότητα. Ο χρόνος είχε πάντα έννοια υποκειμενική, στα μάτια του καθενός. Η εποχή μας όμως, μόνο το “γρήγορο” συνήθισε ως ταχύτητα και η υπομονή της Μόμο ακούγεται πλέον (και πάλι) γκρίζα. “Ο χρόνος που κυλά, είναι το ζωντανό σύμβολο που επικυρώνει την ανάγκη του ανθρώπου να αγωνιστεί για ό,τι ανθρώπινο υπάρχει μέσα του”, περιγράφει ο Ende. Το σύμβολο και η ταμπέλα, τελικά στην εποχή μας, είναι τα μόνα αποδεκτά αποδεικτικά στοιχεία, σε ένα ανθρώπινο σύστημα (;) που προσπαθεί να θυμηθεί την αίσθηση της ακοής. Της ακρόασης του δίπλα μας και ακόμη περισσότερο, του ίδιου μας του εαυτού. Με άλλα λόγια, προσπαθεί να θυμηθεί την ίδια την αίσθηση. Αν χρειαζόμαστε σύμβολα λοιπόν, ώστε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας, ας ενεργοποιήσουμε την δύναμη των πραγματικών αισθήσεων. Εξάλλου, δεν θα είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία, μιας και έχουν προϋπάρξει και άλλοι αιθεροβάμονες δημιουργοί που έπλασαν με το νου τους κόσμους “ιδανικούς”, πάνω στα σύννεφα, στην θάλασσα, στην φύση... Οι Όρνιθες (414 π.Χ.) του Αριστοφάνη, βρήκαν στέγη τελικά μετά από αιώνες στο νησί της Ουτοπίας (1516) του Thomas More [1478–1535]. Τα περισσότερα 12


αντίτυπα του βιβλίου του More απείλησαν την συνειδησιακή ηρεμία της εποχής κι έτσι έγιναν στάχτη. O Ray Bradbury [1920 – 2012] επέλεξε την καλλιτεχνική ειρωνεία και υπερβολή, στο δυστοπικό του μυθιστόρημα Fahrenheit 451 (1953), όπου η ειδική πυροσβεστική υπηρεσία καίει τα βιβλία. Όσα βιβλία και βιβλιοθήκες και να κάψουμε όμως, η Πανδώρα φρόντισε να παραμείνουμε περίεργοι... παράξενοι... διαφορετικοί... Η έρευνα και η ανάγκη για αναζήτηση δεν σβήνει, όσα βιβλία κι αν κάηκαν στην Αλεξάνδρεια ή την Ρώμη. Και αν για τον Kandinsky η έννοια του κόκκινου (φωτιά) είναι το χρώμα δίχως όρια, το χρώμα της ζωής, του πάθους, της έντασης, που μαρτυρά μια έντονη νότα σχεδόν ενσυνείδητης τεράστιας δύναμης, τότε για 'μάς τί είναι; Πώς αναθεωρούμε το χρώμα, το σχήμα και την λέξη, έναν αιώνα μετά και πόσο έχουμε άραγε ξεπεράσει την κρίση του νου; Πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να σηκώσουμε το βλέμμα μας και να διαπιστώσουμε την ύπαρξη νέων χώρων, ιδεών και βλεμμάτων, τα οποία ουσιαστικά ήταν πάντα εκεί;! Πώς η γωνιά που επιλέγουμε στο δωμάτιό μας ή στον χώρο της ίδιας της κοινωνίας θέτει την οπτική μας και την αντίληψη και διαχείρηση των καταστάσεων; Σε ποιό Λακανικό επίπεδο βρισκόμαστε και άραγε τολμούμε -με ποιητική άδεια- να τα συγκρίνουμε με τα τρία στάδια επίδρασης μιας Πράσινης Νεράϊδας; Αν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε το εγώ μας, περνώντας από το Φαντασιακό στο Συμβολικό, έχουμε το κουράγιο να συνεχίσουμε στο τρίτο επίπεδο του Πραγματικού; Σε μια πραγματικότητα, που όσο απαγορευμένη και αν είναι, σίγουρα κρύβει θαυμαστά και παράξενα, που μάς περιμένουν να τα αφουγκραστούμε.

Το πράσινο αψέντι τελείωσε· καιρός πια να βγάλουμε μόνοι μας το κόκκινο κρασί...!

[[ πηγές ]]

[[ ευχαριστίες ]]

Ende, Michael, Η Μόμο (Εκδόσεις Ψυχογιός, 1984, Αθήνα)

Karolyi, Otto, Introducing Modern Music (Penguin Books, 1995, London)

Anamorphosis Architects www.anamorphosis-architects.com Νίκος Γεωργιάδης www.anamorphosis-architects.com/profile/ georgiades.html Βάϊος Ζητωνούλης www.anamorphosis-architects.com/profile/ zitonoulis.html

Val�ry, Paul, Ο Άνθρωπος και το Κοχύλι (Εκδόσεις Ίνδικτος, 2005, Αθήνα)

Δήμος Μωυσιάδης [Αρχιτέκτονας Μηχανικός] www.dmoysiadis.gr

Kandinsky, Wassily, Για το Πνευματικό στην Τέχνη (Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ, 1981, Αθήνα) Roman Goupil, Mourir � 30 Ans - 97’ [Γαλλία, 1982]

Seth Siro Anton [album cover art: The Anatomy Of Melancholy (Paradise Lost, 2007)] Με την ευγενική άδεια του καλλιτέχνη www.sethsiroanton.com

Iannis Xenakis - www.iannis-xenakis.org

Την οικογένεια Freequency...

Sir More, Thomas, Utopia (Wordsworth Ed. Ltd, 1997, Hertfordshire)

...την κάθε Στιγμή!

13

κοχύλι με διακοσμητική λεπτομέρεια μαιάνδρου photo: annastereo


14



Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.