4 minute read

Woman's Health

Δημήτριος Χαϊδόπουλος

Επίκουρος Καθηγητής Γυναικολογικής Ογκολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών

Advertisement

Αλέξανδρος Ροδολάκης

Καθηγητής Γυναικολογικής Ογκολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών

Καρκίνος ωοθηκών

Aποτελεί τον δεύτερο πιο συχνό καρκίνο των γυναικών στις αναπτυγμένες χώρες και τη συχνότερη αιτία θανάτου από γυναικολογικό καρκίνο. Ωστόσο, οι σημαντικές εξελίξεις στις μελέτες των θεραπευτικών προσεγγίσεων δημιουργούν θετικές προοπτικές για την αντιμετώπισή του.

Eίναι αναμφισβήτητα μια επιθετική νόσος, που προκαλεί μεγαλύτερη θνητότητα από τις κακοήθειες τραχήλου και ενδομητρίου μαζί. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η πιθανότητα μια γυναίκα να αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών κατά τη διάρκεια της ζωής της κυμαίνεται μεταξύ 0,64% και 1,6%. Μέχρι σήμερα η αιτία του συγκεκριμένου καρκίνου δεν είναι απόλυτα κατανοητή. Υπάρχουν, όμως, κάποιοι επιβαρυντικοί παράγοντες που αυξάνουν τις πιθανότητες για μία γυναίκα να νοσήσει, όπως η ηλικία, η λήψη ορμονών, η κληρονομικότητα και η ατοκία. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις δεν εντοπίζεται κανένας από τους παραπάνω παράγοντες στο ιστορικό μιας ασθενούς. Ένας παράγοντας κινδύνου μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο, αλλά δεν είναι ούτε απαραίτητος ούτε αρκετός για να προκαλέσει τη νόσο. Τις περισσότερες φορές, στα αρχικά στάδια, ο καρκίνος των ωοθηκών προκαλεί ήπια και γενικά συμπτώματα (μετεωρισμό, διαταραχές εντέρου, επιγαστραλγία), τα οποία, συνήθως, δεν είναι αρκετά για να οδηγήσουν την ασθενή στον ιατρό για περαιτέρω έλεγχο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την καθυστερημένη διάγνωση, με αποτέλεσμα τα τρία τέταρτα των ασθενών να διαγιγνώσκονται σε προχωρημένα στάδια (III και IV). Για τον λόγο αυτό, η νόσος έχει ονομαστεί και «σιωπηλός δολοφόνος». Η διάγνωση θα τεθεί από την κλινική εξέταση, την απεικονιστική διερεύνηση με υπερηχογραφία, μαγνητική ή αξονική τομογραφία και τους καρκινικούς δείκτες.

«ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΊΑ ΧΡΟΝΊΑ ΕΧΟΥΝ ΓΊΝΕΊ ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΊΕΣ ΓΊΑ ΤΗΝ ΕΞΑΤΟΜΊΚΕΥΜΕΝΗ ΑΝΤΊΜΕΤΩΠΊΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ, ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΟ ΓΕΝΕΤΊΚΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΦΊΛ»

Κάποιες φορές, ο καρκίνος των ωοθηκών εντοπίζεται απρόσμενα κατά τη διάρκεια μιας γυναικολογικής εξέτασης ρουτίνας ή κατά τη διάρκεια κάποιας χειρουργικής επέμβασης για κάποια άλλη αιτία.

Λύσεις στο τραπέζι Στις ασθενείς που βρίσκονται στα αρχικά στάδια της νόσου (στάδια I-II), η αντιμετώπιση είναι πάντα χειρουργική. Για τα προχωρημένα στάδια (III-IV), ο θεραπευτικός σχεδιασμός εξατομικεύεται και αποφασίζεται από μία επιστημονική ομάδα ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων (Ογκολογικό Συμβούλιο). Ένας έξυπνος συνδυασμός χειρουργείου και χημειοθεραπείας αποτελεί τη βασική θεραπευτική προσέγγιση. Το Ογκολογικό Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, η γενική κατάσταση της ασθενούς και η έκταση της νόσου, αποφασίζει αν η ασθενής είναι υποψήφια για πρωτογενή κυτταρομείωση (primary cytoreduction). Ο στόχος του πρωτογενούς χειρουργείου είναι να εξαιρεθεί πλήρως η νόσος, γεγονός το οποίο οδηγεί πολλές φορές τον χειρουργό σε εκτεταμένα χειρουργεία

με εξαίρεση διαφόρων ενδοκοιλιακών οργάνων (multiorgan resection). Μετά την ανάρρωση από το χειρουργείο, η ασθενής υποβάλλεται σε έξι κύκλους επικουρικής χημειοθεραπείας. Εάν η ασθενής δεν είναι σε καλή γενική κατάσταση για να υποβληθεί σε εκτεταμένο χειρουργείο ή εάν το Ογκολογικό Συμβούλιο θεωρεί ότι η νόσος είναι τόσο εκτεταμένη που δεν είναι δυνατή η πλήρης εξάλειψή της μετά από λαπαροσκόπηση, η ασθενής δύναται να λάβει τρεις κύκλους χημειοθεραπείας (neoadjuvant chemotherapy), ώστε να μειωθεί η έκτασή της και να μπορέσει να χειρουργηθεί, με σκοπό πάντα την πλήρη εξάλειψή των νεοπλασματικών εστιών. Μετά το χειρουργείο, η ασθενής λαμβάνει και τους υπόλοιπους τρεις κύκλους χημειοθεραπείας. Σημαντικό πεδίο επιστημονικής αντιπαράθεσης έχει αποτελέσει τα τελευταία χρόνια η χρήση της Υπέρθερμης Ενδοπεριτοναϊκής Χημειοθεραπείας (HIPEC) στον προχωρημένο καρκίνο ωοθηκών. Η θεωρία της HIPEC είναι ότι η χορήγηση χημειοθεραπείας σε υψηλή θερμοκρασία εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας μετά την ολοκλήρωση της κυτταρομείωσης οδηγεί στην καταστροφή μικροσκοπικών, μη ορατών καρκινικών κλώνων, με καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα. Μέχρι σήμερα δεν έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει όφελος από την προσθήκη της HIPEC στον προχωρημένο καρκίνο ωοθηκών. Τα επόμενα χρόνια, αναμένονται οι μελέτες, οι οποίες θα καθορίσουν εάν πράγματι η HIPEC έχει θέση στη θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου. Η πλήρης κυτταρομειωτική επέμβαση, η χρήση επικουρικής και νεοεπικουρικής χημειοθεραπείας, καθώς και οι στοχευμένες θεραπείες αποτελούν αυτήν τη στιγμή τα κατάλληλα όπλα για την αντιμετώπιση του καρκίνου των ωοθηκών κι έχουν καταφέρει να βελτιώσουν κατά πολύ την επιβίωση των ασθενών τα τελευταία χρόνια. Ακόμη και σε περίπτωση υποτροπής της νόσου, η χειρουργική προσέγγιση αλλά και η χρήση χημειοθεραπείας δεύτερης γραμμής αποτελούν ρεαλιστικές επιλογές, που μπορεί να βελτιώσουν το προσδόκιμο επιβίωσης.

Τις περισσότερες φορές, στα αρχικά στάδια, ο καρκίνος των ωοθηκών προκαλεί ήπια και γενικά συμπτώματα, τα οποία, συνήθως, δεν είναι αρκετά για να οδηγήσουν την ασθενή στον ιατρό για περαιτέρω έλεγχο.

Οι σύγχρονες εξελίξεις στη γυναικολογική ογκολογία έχουν καταφέρει να βρισκόμαστε ήδη στην εποχή όπου η θεραπεία του καρκίνου των ωοθηκών σε νεαρές γυναίκες έχει σκοπό όχι μόνον την επιβίωση, αλλά και τη διατήρηση της αναπαραγωγικής τους ικανότητας, προσφέροντας ακόμη και τη δυνατότητα τεκνοποίησης μετά τον καρκίνο. Δεδομένου ότι ο καρκίνος των ωοθηκών θεωρείται συστηματική νόσος, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει μεγάλες προσπάθειες για την εξατομικευμένη αντιμετώπιση των ασθενών, ανάλογα με το γενετικό τους προφίλ. Οι έρευνες αυτές έχουν ήδη αποδώσει, με αποτέλεσμα την παραγωγή στοχευμένων θεραπειών, οι οποίες χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο. Τέλος, σημαντικές εξελίξεις που αφορούν τη διερεύνηση της μοριακής σφραγίδας του καρκίνου των ωοθηκών, αλλά και η διενέργεια μεγάλων τυχαιοποιημένων μελετών φάσεως ΙΙΙ για πιο αποτελεσματικές προσεγγίσεις, τόσο σε χειρουργικό επίπεδο όσο και σε αυτό της χημειοθεραπείας, αναμένεται να βελτιώσουν επιπλέον τη στρατηγική αντιμετώπισης της νόσου. Υπό το πρίσμα αυτό, το μέλλον προοιωνίζεται ελπιδοφόρο.