Δ έ ω π ώ ς ά π ό το ύ τη τή σ τά σ η τ ω ν π ι ό π α λ ι ώ ν τό Ρ έ& εμ νο ς ά π ο ϋή κ ε-ψ ε τό σ η π ο λ λ ή ά ν ά ρ ω π ιά κ α ί τ ό σ ο φ ιλ ό τ ιμ ο , π ο ύ ν ά κ ρ α τ ιέ τ α ι ά ν α μ ε σ ή ς σ έ κ ε ίν η τη φ ρ ο ν ιμ ά δ α κ α ί σ έ τ ο ύ τη τ ή ν ξ ε φ ρ ε ν ο σ ύ ν η τ ο ν κ α ιρ ό ν μ α ς» , σ ε λ. 2 5 6 (2 5 4 -6 ).
12. Ό θάνατος ένός συνήλικού του παιδιού, πού τό ’στείλε ό πατέρας του στό Ρέθεμνος μιά βροχερή μέρα νά πουλήσει κάτι καί πέσανε άπ’ τό κρύο στό δρόμο, σελ. 125-7, κι ένός νεαρού συχωριανού του λυρατζή, πού τόν άγαπούσε μία χωριανή τους καί πέθανε άπό φθίση, άποκορυφώνουν τήν περιγραφική του δύναμη, καθώς τούς νιώθει δικούς του θανάτους- «πήγαινα, γράφει, συχνά ν’ άκούσω άντί γιά τή λύρα τό βήχα τού φίλου μου»! σελ. 65 (63-65). 13. Αύτή ή άσυνήθιστη άνθρωπιά έχει βέβαια τίς φυσικές της καταβολές. Κάποια φυσική προδι άθεση πρέπει νά ’χει κανείς μέσα, του. Μά ή ανθρωπιά τού Μανούσακα είναι σέ μεγάλο βαθμό άπότοκος καί της άνθρωπιάς τής μάνας του, τής γιαγιάς του, τού δασκάλου του, των τόσων καί τόσων άνθρώπων τής κρητικής γής, πού μέσα στήν τόση δυστυχία τής ζωής τους δέν τήν άρνήθηκαν ποτέ καί γι’ αύτό κι έκαναν τήν Κρήτη νά ’χει τή δική της ιστορία, τήν ξεχωριστή ιστορία της. Κι είν’ άκριβώς ή άνθρωπιά αύτοΰ τού οικογενεια κού καί τού κοινωνικού περίγυρου αύτού τού μικρού χωριατόπουλού, πού τού ξυπνά καί τού όρθώνει τόσο πρώιμα μπροστά του τό κοινωνικό του χρέος. ’Αφού ταυτιστεί άσυναίσθητα κι άπό καταλυ τική έπίδραση αύτού τού περίγυρου μέ τή βενιζελική ανάταση τής φυλής (σελ. 109-111), θ ά γίνει πιστός τής άβασίλευτης δημοκρατίας, π ’ άκολούθησε τή μικρασιατική καταστροφή (σελ. 329-331), καί τέλος δ συνειδητός κομμουνιστής, δταν πιά ή μεταξική διχτατορία θά τού συνειδητοποιήσει ακόμα καλύτερα τά πραγματικά δρια τού παλιού καί τού νέου κόσμου. Ό Ά ντρ έα ς ό Ροδινός, ό ξεχωριστός λυράρης, πού θά πεθάνει κι αύτός πολύ νέος φθισικός παίζοντας τή λύρα του (σελ. 247-9), τά τόσα καί τόσα άλλα ξεχωριστά παιδιά, πού χάθηκαν κι αύτά, άλλα άπ’ τήν πείνα, άλλα άπό άρρώστιες κι άλλα στούς πολέμους, θά γίνουν γρήγορα γι’ αύτόν τό αίμα τού σκοτωμένου, πού ζητά έκδίκηση. Ά ν τ’ άγάπησε καί τά πόνεσε πραγματικά, τό χρέος του είναι μόνο ένα, ν’ άγωνιστεϊ νά φτιάξει τόν κόσμο έτσι, πού νά μήν ξαναπεθάνουν κι άλλοι, δπως αύτοί. 14. Στό τελευταίο κεφάλαιο οί κόσμοι π ’ άντιμάχονται δίνονται άπ’ τήν άρχή μέ μιά λιτότητα, πού σ’ άπομακρύνει άπ’ τήν προηγούμενη τεχνική καί σέ κάνει νά τούς δεις μέ σοβαρότητα καί νά τούς συνειδητοποιήσεις πιό πολύ: « Σ τή ν ά ρ χ ή τη ς δ ιχ τ α τ ο ρ ία ς μ ο ύ δ ια σ ε ά ρ κ ε τ ά ό κ ό σ μ ο ς, κα & ώ ς ά μ έσ ω ς ά ρ χ ισ α ν ο ί δ ια δ ό σ ε ις γ ι ά ρ ε τ σ ιν ό λ α δ ο , π ά γ ο κ α ί β α σ α ν ισ τ ή ρ ια , π ο ύ κ ιό λ α ς δ έ ν ή τα ν κ α δ ό λ ο ν δ ια δ ό σ ε ις ! Σ τ ό μ ε τ α ξ ύ κ α ν ο ν ί σ τη κ ε ν ά φ ύ γ ω ά π ό τ ή ν Κ ρ ή τ η . Κ ο ν β ε ν τ ιά σ τ η κ ε τό ζή τη μ α ά π ό μ έ ν α , τ ό Μ α ν ώ λ η Ά ν α γ ν ω σ τ ά κ η , π ο ύ ή τα ν ό γρ α μ μ α τ έα ς τη ς ό ρ γά νω σ η ς , τ ό ν Η ρ α κ λ ή
Ζ ω ν ό κ α ί τ ό Μ α ν ώ λ η Γ ρ ν ν τ ά κ η ( κ α ί ο ί τ ρ ε ις α ύ τ ο ί Α γ ω ν ισ τ έ ς χ ά θ η κ α ν τ ό ν κ α ιρ ό τή ς κ α το χ ή ς ). Γ ύ ρ ισ α ϋ σ τ ε ρ ις σ τ ό χ ω ρ ιό , κ ά ν α μ ε τ ή ν τ ε λ ε ν τ α ία σ ν ν ε δ ρ ία σ ή μ α ς έ κ ε ΐ κ ι έ φ ν γ α Α ν ή μ ε ρ α τ ίς ό χτώ τ ο ν Σ επ τ έ μ β ρ η τ ο ν 1 9 3 6 κ α ί ϋ ν μ ά μ α ι δ τι, δ π ω ς κ α τ έ β α ιν α μ έ τά π ό δ ια έ ν α μ ο ν λ α ρ ό δ ρ ο μ ο , Α νέ β α ιν ε κ ό σ μ ο ς π ο λ ύ ς κ α β ά λ α σ έ γ α ϊδ ο ν ρ ά κ ια γ ι ά μ ιά δ α μ α τ ο ν ρ γ ή Π α ν α γ ία , π ο ύ κ ε ίν η τή μ έ ρ α έ ο ρ τ ά ζ ε ι...» (σ ε λ. 3 3 5 ).
15. Γενικά « Ό χαλασμός» είν’ ή άνατομία μιάς παιδικής συνείδησης, πού ωριμάζει μέ τά συνταραχτικά γεγονότα τής δεύτερης, τρίτης καί τέταρ της δεκαετίας τού αιώνα μας καί γίνεται ή συνεί δηση ένός χωρίς άναπαμό κοινωνικού άγωνιστή. Τ’ άλλα του έργα, «Ά κροναυπλία», «Χρονικό άπ’ τήν άντίσταση», «’Εμφύλιος», όλοκληρώνουν τήν εικόνα τού κοινωνικού αύτού άγωνιστή, πού ’χε τήν τύχη νά μή σκοτωθεί καί νά μάς χαρίσει αύτόν τό γεμάτο άνθρωπιά κόσμο των άπλών άνθρώπων. ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΘΥΒΟ ΥΛΟΥ ΤΣΟΥΔΕΡΟΣ
Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η ΙΣ ΤΟ ΡΙΑ
ενα πολύτιμο ιστορικό κείμενο Ή πολιορκία καί ή άλωση τής Πόλης άπό τούς Τούρκους τό 1453. Τό Ρωσικό Χρονικό τοΰ Νέστορα Ίσκεντέρη. Άπόδοση-είσαγωγή-σχόλια Μήτσου Άλεξανδρόπουλου. Κέδρος, Άδήνα, 1978. Σελ. 116.
ΕΙΝΑΙ τόσο διεξοδική καί τόσο τεκμηριωμένη ή εισαγωγή τοΰ Μήτσου Ά λεξανδρόπουλου σ’ αύτό τό άγνωστο στό έλληνικό κοινό ρωσικό χρονικό γιά τήν πολιορκία καί τήν άλωση τής Πόλης άπό τούς Τούρκους τό 1453, ώστε κυριολεκτικά τά περιθώρια γιά μιά βιβλιοπαρουσίαση σχεδόν έκμηδενίζονται. Τά λέει δλα ό Μήτσος Ά λεξα νδρόπουλος. Καί κάτι άλλο άκόμη έπίσης βασικό. "Υστερα άπό τήν άνάγνωση τής εισαγωγής, διαβά ζοντας τό χρονικό νιώθεις τόν «ταλαιπωρημένο μικροδιανοούμενο» συγγραφέα του, Νέστορα Ίσκεντέρη, νά χάνει τήν αύτοδύναμη παρουσία του. "Οπως θ ά δούμε παρακάτω, ό Ίσκεντέρης, έτσι δπως μάς παρουσιάζεται άπό τούς ρώσους λογίους πού «έπεξεργάστηκαν» τό χρονικό του, δέν είναι αύτός πού ήταν άληθινά — ό λιτός χρονικογράφος. Τώρα, μέ τήν ώραία άνάλυση τοΰ Μήτσου Ά λεξανδρόπουλου ό Ίσκεντέρης ά π ο μ υ θ ο π ο ι ε ί τ α ι . Περιορίζεταιστίςπραγματικές του διαστάσεις. Γίνεται άληθινός. Κι αύτό άνεβά-
75