Artcore yperteuxos 2014

Page 1

ISSUE 02 JAN 2015

a cool magazine for art nerds



ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

Το Artcore αποτελείται από μία παρέα νεαρών ατόμων που αγαπούν τον κινηματογράφο, τη μουσική, το θέατρο, τη φωτογραφία, τo animation, τη λογοτεχνία και λοιπά και λοιπά. Δεν είμαστε επαγγελματίες αρθρογράφοι ούτε επαγγελματίες καλλιτέχνες! Αν και επιθυμούμε να αφήσουμε κάποιο ίχνος ο καθείς στο αντικείμενό του... Το όνομα του περιοδικού προέκυψε από μια αναζήτηση στο Urban Dictionary και η ετυμολογία του (art nerds) μας ταιριάζει απόλυτα. Το Artcore είναι ως επί το πλείστον απόρροια -ευελπιστούμε θετική- της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Πιο συγκεκριμένα για εμάς υπήρχαν οι εξής εναλλακτικές: Να λέμε καλημέρα στον εαυτό μας, να κοιτάμε το ταβάνι και να καταριόμαστε την τύχη μας, αφού ούτε εθελοντικά δεν μπορούμε πλέον να βρούμε δημιουργική απασχόληση... Να ασχοληθούμε με κάτι που δε μας εκφράζει (αν και πλέον καθίσταται από δύσκολο έως αδύνατο), να ξενιτευτούμε (μπορεί και να τη σκαπουλάρουμε), να πληρωνόμαστε τρεις και εξήντα για 8ωρη + εργασία, να φτάσουμε στην ηλικία των 50 και των 60 και να βαράμε τα κεφάλια μας στους τοίχους για το πόσο ανώφελα πέρασαν τα χρόνια… Να δημιουργήσουμε κάτι δικό μας με την παροχή της οικονομικής ευκολίας που προσφέρει το Internet και να κάνουμε την προσευχή μας ότι δε θα φάμε κράξιμο και ότι ίσως πιάσουν τόπο και τα χρήματα που ξόδεψαν οι γονείς μας σε σπουδές για να γίνουμε χρήσιμοι πολίτες... Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε το Artcore! Φιλοδοξούμε μέσα από το περιοδικό να ασχοληθούμε πιο δημιουργικά με τα ενδιαφέροντά μας, να γνωρίσουμε επώνυμους και ανώνυμους καλλιτέχνες, να εκθέσουμε τις απόψεις μας στον κόσμο και να δημοσιεύουμε ό,τι πιο φρέσκο κυκλοφορεί στον χώρο της τέχνης! Και στο τέλος επειδή είμαστε και ψωνάρες να κάνουμε ένα πέρασμα στον έντυπο τύπο και να γίνουμε διεθνείς... Στους 2-3, που εμπνεύστηκαν την ιδέα του περιοδικού, προστέθηκαν άλλοι 13 με το ίδιο ψώνιο και απευθήνουμε ανοιχτή πρόσκληση σε όσους είναι καλλιτέχνες και θέλουν να εκθέσουν τη δουλειά τους ή αγαπούν την τέχνη και τον γραπτό λόγο και θέλουν να δημοσιεύσουν τις ιδέες τους στο Artcore!

JAN 2015

ARTCORE

03


04

ARTCORE

JAN 2015


EDITORIAL

Προσγειωθήκαμε λοιπόν στον υπό διαμόρφωση διάδρομο του 2015, με τη βεβαιότητα ότι οι αναταράξεις που δεχτήκαμε το απελθόν έτος επιβάρυναν την ήδη πληγωμένη ψυχολογία μας. Παρόλα τα δυσάρεστα όμως, διάφορες στιγμές της διαδρομής μας αποζήμιωσαν, ενθαρρύνοντάς μας, αφού τύγχαμε σε συνεπιβάτες που μας εκμυστηρεύτηκαν ορισμένα από τα μυστικά τους (Αύγουστος Κορτώ, Μάκης Τσίτας, Σούλης Μαρκόπουλος, Mascista, Στυλιανός Παπαρδέλας), ακούσαμε πρωτόγνωρες μελωδίες (Nils Frahm, Misun, Lifelike Portrait), εντυπωσιαστήκαμε από τις εικόνες καλλιτεχνών που είδαμε μέσα από τα μικρά, ατομικά μας παράθυρα (Martin Usborne, Christopher Rimmer, Dariusz Klimczak, Jean Michel Basquiat, Wangechi Mutu) και παρακολουθήσαμε με ανανεωμένη διάθεση και ενδιαφέρον κινούμενες εικόνες στις οθόνες μας («Game of Thrones», «True Detective», «Interstellar», «The Zero Theorem»).

ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΞΙΑ Eλένη Μαρκ TΕΧΝΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ Άννα Μανιάκη ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΕΥΧΟΥΣ Μενέλαος Γεωργίου

Και κάπως έτσι, το Artcore Magazine γιορτάζει δύο χρόνια ζωής με ένα υπερτεύχος που ελπίζουμε ότι θα ικανοποιήσει τους αναγνώστες του, εκφράζοντας συγχρόνως την ευγνωμοσύνη μας για τη στήριξή τους! Προσωπικά, για ακόμα μία φορά, θα ήθελα να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στους art nerds, καθώς και στους νεοαφιχθέντες αρθρογράφους μας, Άννα Artatouille, Νικόλα Πολίτη, Άννα Πριγκιπάκη, Δέριk’ο Μaλού, Μαρία Μαραβέλια και Θεοφάνη Παπαχρηστόπουλο, για την εμπιστοσύνη, την υπομονή και τη συνεισφορά τους στο όλο εγχείρημα! Με εκτίμηση! Ελένη Μαρκ

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΣΤΟΧΩΡΟΥ Παναγιώτης Ζαφειριάδης ΕΝΟΤΗΤΑ «ΜΟΥΣΙΚΗ» Θοδωρής Γολικίδης ΕΝΟΤΗΤΑ «ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ» ΚΑΙ «ΕΚΦΡΑΣΗ» Ελένη Μαρκ ΕΝΟΤΗΤΑ «ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΗ» Aureliano Buendia ΕΝΟΤΗΤΑ «ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ» Νίκος Πρίπορας ΕΝΟΤΗΤΑ «ΚΙΝΗΣΗ» Koge ΕΝΟΤΗΤΑ «ΣΧΕΔΙΟ» Eleni Mark ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ Ελένη Μαρκ JAN 2015

ARTCORE

05


Κωνσταντίνος Α.

Κατερίνα Βλαχάκη

Αναστασία Βρατζιά

Aureliano Buendia

Θοδωρής Γολικίδης

Alxndra Γιάννης Κυρατσός Gn

THE ART NERDS

06

Γιάννης Καψάσκης

Friedrich Keunermann

Koge

Γιάννης Κυρατσός

ARTCORE

JAN 2015

Άννα Μανιάκη


Ελένη Μαρκ

Ράνια Παπακώστα

Καλλιρόη Παρούση

Κέλλυ Πιλαλίδου

Νίκος Πρίπορας

Nick Pasx

Radart

Αλεξία Τζιώγα

Nicki Upstairs

Κατερίνα Τολιάδου

Γαβριήλ Φρανσουά

JAN 2015

ARTCORE

07


INDEX

Φωτογραφία εξωφύλλου: Christopher Rimmer Οι πηγές από τα κείμενα και τις φωτογραφίες στα άρθρα συμπεριλαμβάνονται στο site του περιοδικού www.artcoremagazine.gr


05

06

10

22

34

58

68

94 106

Editorial

Κινηματογράφος

Λόγος & Τέχνη

The Art Nerds

Φωτογραφία

Έκφραση

Μουσική

Κίνηση

Σχέδιο

JAN 2015

ARTCORE

09


G O O D L U CK O U T T H E R E

MISUN - BY RADART -

MISUN ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ Η ΜΠΑΝΤΑ ΠΟΥ ΣΥΝΔΥΑΖΕΙ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΗ ROCK N’ ROLL ΤΩΝ 1960s ΜΕ ΧΟΡΕΥΤΙΚΗ DANCE HIP-HOP ΚΑΙ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕΙ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΤΟ ΕΝΑ HIT ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΛΛΟ. ΟΙ MI-SUN ΜΑΣ ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΝ ΣΤΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑ ΠΟΥ ΘΑ ΕΡΘΟΥΝ...

10

ARTCORE

JAN 2015


ΜΟΥ -ΣΙΚΗ

Οι Misun [προφέρεται «me-sun»] είναι μια τριμελής μπάντα που εδρεύει στο L.A. και παίζει electro-pop fuzz μουσικές. Πρόκειται για τη Misun Vojcik στα φωνητικά, τον William Devon στην κιθάρα και τον παραγωγό Nacey (Andrew Wallace). Οι επιρροές τους είναι ένας συνδυασμός από νοσταλγικό rock ’n’ roll των 1960s με hip-hop και dance διάθεση και στοιχεία spaghetti western. Η γνωριμία των μελών έγινε το 2010, όταν δούλευαν όλοι σε ένα μπαρ στην DC Washington και δε χρειάστηκε πολύς χρόνος για να ανακαλύψουν τις κοινές τους μουσικές καταβολές και τα κοινά τους γούστα. Το όνομά τους προέρχεται από το όνομα της τραγουδίστριάς τους Misun Vojcik! Κυκλοφόρησαν το πρώτο τους EP «The Sea» το καλοκαίρι του 2012 από την T & A Records και οι ίδιοι χαρακτηρίζουν τη δουλειά τους ως «aquawave», επειδή αποτελείται από τροπικές ηχητικές αποχρώσεις. Ο δίσκος “The Sea” συνδυάζει στοιχεία της funk και soul μουσικής σκηνής. Αξίζει να ακούσουμε κομμάτια, όπως το “Coffee” ή το “July”. Μέσα στο 2013 κυκλοφόρησαν διάφορα digital singles, τα οποία ήταν όλα άκρως χορευτικά και «πιασάρικα»! Με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να κερδίσουν μεγάλο μέρος από τους σημερινούς φανατικούς ακροατές τους. Κάθε κυκλοφορία τους βασίζεται στα ρυθμικά beats και στα παιχνιδιάρικα και ατμοσφαιρικά φωνητικά της Misun και πολλές φορές συνδυάζουν την ποπ διάθεση του συγκροτήματος με στοιχεία της electronica και της old-school surf rock μουσικής. ΑΚΟΥΣΕ_https://soundcloud.com/tandarecords/misun-coffee Τον Μάιο του 2014 συμπεριλήφθηκαν στη συλλογή “Kitsune America 3” με το τραγούδι “Eli Eli” που αποτελεί ένα από τα καλύτερα δείγματα γραφής τους. Είναι ένα κομμάτι καλοκαιρινό και χαρούμενο, που όμως αποπνέει μια νοσταλγική διάθεση. ΑΚΟΥΣΕ_https://soundcloud.com/kitsune-maison/misun-eli-eli Μέσα στο φθινόπωρο του 2014 κυκλοφόρησαν δυο singles, το “Superstitions” και το “Penny”, κομμάτια που συμπεριλαμβάνονται μαζί με άλλα έντεκα τραγούδια στον πρώτο τους ολοκληρωμένο δίσκο “Superstitions” που κυκλοφόρησε στις αρχές του Νοέμβρη και περιέχει τα εξής κομμάτια:

• Εli Eli • Baby • Battlefields • Superstitions • Penny • Sun made • Jamie • Texas to Minesota • Goodbye To Summer • Promise Me • Hits and Trais • Harlot • Human Το τραγούδι «Superstitions» χαρακτηρίζεται από μια διακριτική funky χροιά με αρκετά synths. Είναι ηλιόλουστο και φωτεινό και σε κάνει να θέλεις να χορέψεις. Ξεπερνάει τα καθαρά pop στοιχεία των προηγούμενων singles και έχει μια πιο groove disco διάθεση στα όρια της electro-pop, ενώ το “Penny” κινείται εξίσου σε νοσταλγικό μοτίβο των 1960s με λίγο πιο έντονα ροκ χαρακτηριστικά, τα οποία ενδυναμώνονται από τις καθαρές και κοφτερές κιθάρες και τα πιο δυναμικά φωνητικά της Misun. Μερικά κομμάτια τα γνωρίζουμε ήδη, καθώς αποτελούν προηγούμενες κυκλοφορίες τους, μένει τώρα να μάθουμε και τα υπόλοιπα. Είναι μάλλον θέμα ημερών, μιας και όλα τα τραγούδια των Misun είναι εθιστικά και σου φτιάχνουν τη διάθεση! ΑΚΟΥΣΕ_https://soundcloud.com/misun/misun-superstitions https://soundcloud.com/misun/misun-penny-1 JAN 2015

ARTCORE

11


G O O D L U CK O U T T H E R E

NILS FRAHM - BY RADART -

Ο NILS FRAHM ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕΙ ΠΟΛΥ ΕΥΚΟΛΑ ΝΑ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΟΥΜΕ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΛΑΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ, ΑΦΟΥ ΤΗ ΣΥΝΔΥΑΖΕΙ ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΕΣΤΡΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ. ΠΙΑΝΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥ ΕΙΔΟΥΣ, ΣΥΝΘΕΣΑΪΖΕΡ, LIVE ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΕΙΣ, ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΣΤΕΙΡΕΥΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ ΣΥΝΘΕΤΟΥΝ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟΥ.

12

ARTCORE

JAN 2015


ΜΟΥ -ΣΙΚΗ

Ο Nils Frahm ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τη μουσική στην ηλικία των πέντε ετών, όταν παρακολούθησε μαθήματα πιάνου από τον Nahum Brodski, έναν από τους τελευταίους συνεχιστές-μαθητές του Tchaikovsky. Αυτός τον μύησε κυρίως στον κόσμο της (σύγχρονης) κλασικής μουσικής. Και μετά ήρθε το ταλέντο του Frahm και η εκ φύσεως ροπή του προς τον πειραματισμό. Ο Nils Frahm είναι ένας σύγχρονος συνθέτης που αρέσκεται στο να μπλέκει την κλασική και την ηλεκτρονική μουσική με τέτοιον τρόπο, που αυτόματα κατατάσσεται στην avant-garde σκηνή των ημερών μας. Αν ακούσει κανείς όλη τη δουλειά του, καταλαβαίνει πόσο έχει γοητευτεί, αλλά και επηρεαστεί από μουσικές προσωπικότητες όπως ο Philip Glass ή ο Keith Jarett. Ίσως να είναι νωρίς για τέτοιου είδους συγκρίσεις, αλλά, κατά τη γνώμη μας, ο Nils Frahm έχει αστέρι. Επί σκηνής παίζει ταυτόχρονα πιάνο με ουρά, όρθιο πιάνο, Juno 60, Rhodes πιάνο, Drum machine, Moog Taurus συνθεσάιζερ, αλλά δε διστάζει να χρησιμοποιήσει ακόμα και μια οδοντόβουρτσα πάνω στις χορδές του πιάνου για να παράγει τον ήχο που θέλει. Άψογος συνδυασμός πληκτροφόρων οργάνων με αναλογικά εργαλεία συνδυάζουν με επιτυχία τις κλασικές μουσικές καταβολές του Frahm με τη διάθεσή του για ηλεκτρονικές παρεμβάσεις και πειραματισμούς. Το 2005 κυκλοφόρησε την πρώτη του ατομική δουλειά με τίτλο “Streichelfisch” και μέχρι σήμερα έχει κυκλοφορήσει ήδη δέκα ατομικούς δίσκους και εννιά δίσκους σε συνεργασία, μερικοί από τους οποίους με μουσικούς, όπως ο Ισλανδός Olafur Arnolds, ο Peter Broderick, ο Efterklang, η Anne Muller. Από τις πρώτες του δουλειές, “Streicherfisch”, “Electric Piano”, “My First EP”, “Wintermusik” κ.ά. ο Nils Frahm τράβηξε την προσοχή, αλλά έπρεπε να έρθει το 2011 και ο δίσκος “Felt” για να τύχει ευρείας αναγνώρισης. ΑΚΟΥΣΕ_https://soundcloud.com/erasedtapes/nils-frahm-familiar-teaser Το 2011 ήταν και η χρονιά συνεργασίας με την Erased Tapes Records, καθώς ο “Felt” ήταν ο πρώτος δίσκος που ηχογραφήθηκε σε στούντιο. Επίσης, είναι και ο πρώτος δίσκος, όπου ο Frahm προσθέτει εξωτερικούς ήχους, όπως

την ανάσα του, τον βήχα του κοινού ή το πάτωμα που τρίζει, πάνω στη μελωδία του πιάνου. To 2011 κυκλοφορεί και το EP του “Juno”, που ηχογραφήθηκε μέσα σε μία νύχτα με το συνθεσάιζερ του (βλ. όνομα δίσκου) και κατά παραγγελία του Peter Broderick. ΑΚΟΥΣΕ https://soundcloud.com/erasedtapes/nils-frahm-for Το 2012 θεωρείται αφενός μια άτυχη χρονιά, μιας και ο Nils Frahm μετά από ατύχημα σπάει τον αριστερό του αντίχειρα, αφετέρου είναι κάτι που δεν τον εμποδίζει να μας χαρίσει ακόμα μια δουλειά, το δίσκο “Screws”, ο οποίος περιέχει εννιά κομμάτια, όσα και τα ακέραια δάχτυλά του. Mε αυτό το δίσκο, μας αποδεικνύει ο Frahm ότι το να συνθέσεις απλές μελωδίες είναι εύκολο, ακόμα και όταν έχεις μόνο εννιά δάχτυλα! ΔΕΣ_https://www.youtube.com/watch?v=dIwwjy4slI8 Το 2013, ο Nils Frahm θα κυκλοφορήσει την καλύτερη δουλειά του, τον δίσκο “Spaces”. Πρόκειται για μια συλλογή ζωντανών ηχογραφήσεων τριάντα περίπου συναυλιών. Ο Frahm ηχογράφησε όλες τις συναυλίες του 2012 και του 2013 και στο δίσκο επέλεξε τις καλύτερες και πιο αγαπημένες του εκτελέσεις έντεκα συνθέσεών του. Το βασικό σε αυτόν τον δίσκο είναι ότι έχει επιδεχτεί ελάχιστη επεξεργασία στο στούντιο με αποτέλεσμα ο ήχος του πιάνου να συνυπάρχει αρμονικά με τους εσωτερικούς ήχους των οργάνων αλλά και με εξωτερικούς ήχους τόσο του κοινού όσο και του ίδιου του καλλιτέχνη. Πρόκειται για έναν δίσκο 70 περίπου λεπτών μουσικής που διακατέχεται από μινιμαλιστικά μοτίβα και μελαγχολική διάθεση, όπως οι περισσότερες δουλειές του, με πολλές συναισθηματικές διακυμάνσεις. Κομμάτια, όπως το “Says”, με το καταιγιστικό του arpeggio ή το “Hammers” και το 9λεπτο “Said And Done” που αλλού ξεκινάς και αλλού καταλήγεις συνθέτουν ένα σύνολο που καθηλώνει. ΑΚΟΥΣΕ_https://soundcloud.com/nils_frahm/hammers https://soundcloud.com/nils_frahm/said-and-done

JAN 2015

ARTCORE

13


K E E P M Y O P I N I O N TO YO U R S E L F

Ο ΑΦΑΝΗΣ ΗΡΩΑΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΓΕΜΙΣΕΙ ΤΑ ΡΑΦΙΑ ΟΛΩΝ ΜΑΣ - ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΨΑΣΚΗ -

ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΟΤΙ Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΗ; ΟΤΙ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΠΑΙΡΝΕΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΤΟΥ ΑΞΙΖΕΙ; ΑΝ ΣΥΝΕΒΑΙΝΕ ΑΥΤΟ, ΔΕ ΘΑ ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΟΝ JAMES T. RUSSELL. ΚΑΝΕΝΑΝ ΔΕ ΘΑ ΕΝΔΙΕΦΕΡΑΝ ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΡΑΔΕΣ ΜΕ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΗΣ ΔΙΣΚΟΘΗΚΗΣ ΣΟΥ. ΣΤΟ ΚΑΤΩ ΚΑΤΩ, ΤΟ CD ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ, ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΞΕΡΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙ’ ΑΥΤΟΝ, ΣΩΣΤΑ; 14

ARTCORE

JAN 2015


ΜΟΥ -ΣΙΚΗ

Υπήρξε κάποια στιγμή στη γέννηση της κοινωνίας της ατελείωτης πληροφορίας που ζούμε, που πήγαν όλα κατά διαόλου. Πριν την εξάπλωση του Internet σε οικιακό επίπεδο, δεν ξέραμε τίποτα. Μόνο τον αστικό μας μικρόκοσμο και το επαγγελματικό μας αντικείμενο. Στη συνέχεια, όταν άρχισε να βρέχει πληροφορίες από όλον τον κόσμο, φάνηκε να ανοίγεται ένας ορίζοντας επιμόρφωσης και κουλτούρας. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο, στράβωσαν όλα. Το ευτελές της φύσης μας ανέλαβε τα ηνία και η κουτσομπολίστικη ψυχαγωγία βασίλευσε. Δε θέλω να είμαι αυστηρός, όλοι έχουμε τις ένοχες απολαύσεις μας. Ταυτόχρονα όμως και ενώ είναι το ίδιο εύκολο, αν βγεις στον δρόμο και ρωτήσεις, περισσότεροι θα αναγνωρίσουν την Kim Kardashian από τον Tim Berners Lee, για παράδειγμα. Και ας είναι αυτός που έφτιαξε το Internet. Πιο πολλοί θα ξέρουν τον (συμπαθέστατο ε;) Justin Timberlake, παρά τον άνθρωπο που ευθύνεται για το πλαστικό, στρογγυλό δισκάκι με την τρύπα στη μέση, λόγω του οποίου έμαθες όλα τα τραγούδια που ξέρεις. Ο James T. Russell μισούσε τις γρατζουνιές και τη σκόνη πάνω στα αγαπημένα του βινύλια των Bach, Beethoven και Bartok. Ήταν οι αρχές των 60s, το rock ’n’ roll ήταν νέα μόδα, ο Frank Sinatra μεσουρανούσε και κανένας ραδιοφωνικός σταθμός στο Richland της Washington δεν έπαιζε την κλασική μουσική που τόσο αγαπούσε. Το μόνο που μπορούσε να κάνει λοιπόν ήταν να βάζει τους δίσκους του που μάζευε από το γυμνάσιο, τον έναν μετά τον άλλον. Για 15 χρόνια έσπαγε το κεφάλι του να βρει λύση στο τι μπορεί να κάνει, ώστε να μη φθείρονται και να μην παραμορφώνει τον ήχο τους ο στατικός ηλεκτρισμός της σκόνης. Όπως πολλοί audiophiles της εποχής του, είχε δοκιμάσει να αντικαταστήσει τη μεταλλική βελόνα με μια κάκτου. Η φθορά ήταν σημαντικά λιγότερη, το σύρσιμο στον ήχο όμως παρέμενε. Τελικά, το πήρε απόφαση. Ένα νέο format ήταν απαραίτητο. Από πιτσιρικάς ήταν μαστροχαλαστής με αδυναμία στο να λύνει και να συναρμολογεί μαγνητόφωνα. Στο γυμνάσιο κόλλησε για πάντα το μικρόβιο της φυσικής και, όταν αποφοίτησε από το κολέγιο, δούλεψε στο πυρηνικό εργοστάσιο του Hanford με ειδίκευση στον ρομποτικό τηλεχειρισμό. Το σαράκι των δίσκων τον έτρωγε πάντα όμως και έχοντας πλέον τα γνωστικά εφόδια, στράφηκε στην οπτική τεχνολογία σαν λύση για το πρόβλημά του. Σκέφτηκε ότι αυτό που χρειαζόταν ήταν μια δέσμη laser που να μπορεί να διαβάσει 0101010101 digits πάνω σε ένα διαφανές δισκάκι. Εφόσον κατάφερνε να αναπαράγει συνδυασμούς αυτών

των ψηφίων 44,100 φορές το δευτερόλεπτο, θα ακουγόταν μουσική. Φυσικά το όλο project ήταν εξαιρετικά πολύπλοκο για την τεχνολογία της εποχής και υπήρχαν πολλές τεχνικές λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να πάνε στραβά. Τίποτα όμως που να μην ξεπερνιέται με επιμονή και προσπάθεια. Το πραγματικό πρόβλημα ήταν τόσο το περιορισμένο budget του Russell και το καθόλου προσιτό στο γενικό πληθυσμό τελικό αποτέλεσμα. Ακόμα και να έφτανε στην οικιακή συσκευή, πάλι θα επρόκειτο για κάτι υπερβολικά ακριβό για τον μέσο χρήστη. Κάπου εκεί αρχίζει η περιπέτεια του ήρωά μας με την καταχώρηση της πατέντας για τη βασική τεχνολογία του όλου πράγματος, κάτι που έγινε το 1970 και την εξαγορά της εν συνεχεία από την ORC, μια μικρή εταιρεία επενδύσεων. Ο Russell είχε το χαρτί στα χέρια του, που αναγνώριζε ότι είναι ο πρωτοπόρος στην τεχνολογία ανάγνωσης οπτικών ψηφίων και ένα μικρό, χαραγμένο οβελίσκο για το γραφείο του. Η ORC αγόραζε διάφορες πατέντες από μικρότερες εταιρείες και προσπαθούσε από τον σωρό να βγάλει κάποιο κέρδος. Ταυτόχρονα, η Sony και η Philips από Ιαπωνία και Ολλανδία αντίστοιχα δούλευαν και αυτές σε παρόμοια τεχνολογία, έχοντας βέβαια απείρως βαθύτερες τσέπες και δυνατότητες ανάπτυξης της ιδέας. Έτσι, όταν το CD ήταν έτοιμο να κατακλύσει την αγορά, εφόσον οι δυο τεράστιες εταιρείες κατάφεραν με τη μαζικότητα της παραγωγής του να πείσουν τις major δισκογραφικές ότι αυτό ήταν το μέλλον και θα έπρεπε να επανεκδώσουν τους καταλόγους τους και σε CDs, είχε έρθει η ώρα, η ιδέα του Russell να μπει στο σπίτι του καθενός. Βέβαια αυτός είχε ήδη αποσυρθεί από το παιχνίδι, η πατέντα του ανήκε στην ORC, η οποία δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και επεδίωξε δικαστικά τεράστια ποσά ως δικαιώματα από τις δισκογραφικές, υποστηρίζοντας ότι η μαζική παραγωγή των CDs στηριζόταν στην πατέντα που τους ανήκε. Αποτέλεσμα; Εκατομμύρια δολάρια συνέρρευσαν στα ταμεία τους, σε σημείο μάλιστα που το τελικό νούμερο δε δημοσιοποιήθηκε ποτέ. Και ο Russell; Μετά από μερικά βραβεία τεχνολογικών ιδρυμάτων και χωρίς να έχει πάρει cent από τη μαζικότητα της εφεύρεσής του, δούλεψε μέχρι τη συνταξιοδότηση στο εργαστήριό του, στο υπόγειο του σπιτιού του ως τεχνικός σύμβουλος. Σήμερα, είναι 83 ετών και όπως λέει στην πιο πρόσφατη συνέντευξή του στον Steve Knopper, δεν έχει πικρά αισθήματα για κανέναν. «Αν και λίγη αναγνώριση δε θα ήταν άσχημη», όπως αναφέρει «Και ίσως, λίγα χρήματα». JAN 2015

ARTCORE

15


K E E P M Y O P I N I O N TO YO U R S E L F

POP MUSIC, WHERE ART THOU? ΜΙΑ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΗ ΣΤΡΟΦΗ - ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΨΑΣΚΗ -

ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΔΙΑΦΕΝΤΕΥΕΙ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ. ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΥ 1982 Ο ΝΕΑΡΟΣ MICHAEL JACKSON ΠΕΡΑΣΕ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΟΥ WALTER YETTNIKOF, ΕΝΟΣ ΗΜΙΠΑΡΑΝΟΪΚΟΥ EXECUTIVE ΤΗΣ CBS RECORDS ΚΑΙ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΚΗΝΗ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ, ΤΕΘΗΚΑΝ ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕΙ Η POP ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΕ CHARTS, ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΑ ΔΩΜΑΤΙΑ. 16

ARTCORE

JAN 2015


ΜΟΥ -ΣΙΚΗ

Το σχέδιο φάνηκε να αποδίδει. Το βίαιο σκαμπανέβασμα όμως είναι συνυφασμένο με τη ζωή την ίδια και τίποτα δεν ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα. Τι πήγε στραβά; Στην αρχή, τίποτα. Είναι γνωστό ότι το “Thriller” έσωσε τη μουσική βιομηχανία, άνοιξε την πόρτα στους μαύρους καλλιτέχνες ώστε να προβάλλονται στο MTV, παρακάμπτοντας τον σιωπηρό αποκλεισμό τους και για τα επόμενα 15 χρόνια όλα πήγαιναν ρολόι. Η επιρροή της soul εξαφανίστηκε με τη στρατιά των white boy bands που «ξεγέννησαν» οι New Kids On The Block το 1994 και επισήμως ενθρόνισαν οι N’ Sync και οι Backstreet Boys τέσσερα χρόνια αργότερα. Μικρό το κακό βέβαια · η αποδοχή και οι πωλήσεις μετρούνταν με το τηλεσκόπιο και οι ουρές των αλαλαζόντων εφήβων έξω από καταστήματα δίσκων και συναυλιακούς χώρους δεν έδιναν σε κανέναν λόγο να ανησυχεί. Κανείς δεν έδωσε σημασία στη φθίνουσα καλλιτεχνική ιντελιγκέντσια μιας ολόκληρης γενιάς. Και γιατί να το κάνει άλλωστε, όταν δεν του μένει χρόνος από το μέτρημα του χρήματος; Ακούγεται αστείο να μιλάμε για διανόηση μέσα σε μια κουλτούρα πόζας, μόδας και εύκολης μελωδίας, είναι όμως πάντα το επίπεδο της λαϊκής τέχνης που χαρακτηρίζει μια εποχή ή μια γενιά και πάντα εκεί μπορείς να διαβάσεις το μέλλον. Και στην pop μουσική, αυτό ήρθε με τη μορφή ενός σέξι (σχεδόν) ανήλικου. Με την αυγή της νέας χιλιετίας, το πρότυπο του pop καλλιτέχνη άλλαξε. Είχε έρθει η ώρα για μικροσκοπικά, δροσερά κοριτσόπουλα με ελάχιστα ρούχα που αναδεικνύουν καμπύλες, γλυκές φωνούλες με υποψία sex appeal και αισθησιακές χορευτικές ρουτίνες. Britney Spears και Christina Aguilera οδηγούσαν το κίνημα σαν σέξι μηχανοδηγοί και εφόσον μπήκαμε σε αυτήν την τροχιά, το πράγμα μόνο προς τα κάτω θα μπορούσε να πάει. Δεν είναι η σεμνοτυφία το θέμα μας εδώ, πρέπει να είναι κάποιος τρελός για να μην απολαμβάνει τη νέα μορφή των μουσικών videos. Είναι το πού οδηγεί αυτή η αλλαγή. Από τότε και για μια γεμάτη δεκαετία, η δημοφιλής μουσική

είναι ένα βήμα μακριά από την πορνογραφία, οι σέξι τραγουδίστριες είναι αμέτρητες, οι hot άντρες (gay και μη) είναι απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε παραγωγό και χωρίς καμία αμφιβολία, περισσότερο δούλευαν για τη δημιουργία βίντεο, παρά για να γράψουν τα τραγούδια. Αναπόφευκτο αποτέλεσμα, να φτάσει όλη αυτή η τάση στο καλλιτεχνικό της τέλμα και να έχεις μια ολόκληρη απερχόμενη γενιά νέων που αδιαφορεί για τη μουσική σαν ακουστική τέχνη και μια επερχόμενη γενιά παιδιών, που βλέπει όλη αυτήν την εικόνα με βδελυγμία. Με την πρώτη ματιά, φαίνεται να έχουμε έναν αδιαπέραστο τοίχο μπροστά μας. Και τι είναι αυτό που πάντα, μα πάντα σώζει τον άνθρωπο από τα αδιέξοδα; Η τέχνη, μάλιστα. Η αναπάντεχη στροφή του τίτλου αναφέρεται σε αυτό που συμβαίνει τα τελευταία δύο χρόνια στην pop μουσική σκηνή, όπου μη έχοντας δείξει δείγματα αρτίστικης οπτικής για 25 χρόνια περίπου, «γύρισε» την ψυχοσύνθεσή της προς τα μέσα και άλλαξαν όλα όσα ξέραμε γι’ αυτήν. Downtempo ρυθμοί, σκοτεινή στιχουργική, δουλεμένο image, ματιές με νόημα, εμφανής σοβαρότητα, εσωτερική κατάβαση και ω του θαύματος, εμπορική επιτυχία. Εννιά στους δέκα δίσκους που άφησαν το σημάδι τους αυτήν την τελευταία περίοδο είναι φτιαγμένοι με αυτό το νέο μοντέλο, μακριά από τις άρρωστες βιομηχανικές πρακτικές του παρελθόντος. Taylor Swift, Florence And The Machine, Lorde, London Grammar, Laura Marling, Bruno Mars, Ellie Goulding, Bastille, Lana Del Rey, Lilly Allen, Imagine Dragons, Adele, Janelle Monae, Mumford And Sons, Calvin Harris και ένα σωρό άλλοι είναι οι νέοι πρωταγωνιστές που πάντα άλλωστε είχε η pop μουσική, με τη διαφορά ότι «φέρνουν» πιο κοντά στο άρωμα της Tori Amos, παρά στο string της Britney Spears. Το ταλέντο είναι εδώ, οι χαρούμενες φάτσες επίσης, οι μπαλάντες και τα χορευτικά hits, οι μεγάλες φωνές και το hip hop και γενικότερα, όταν η αυξημένη καλλιτεχνική ευαισθησία ξαναγίνεται mainstream, ποιος μπορεί να είναι απαισιόδοξος; JAN 2015

ARTCORE

17


Μ ΟΥ Σ Ι ΚΟΛΟ ΓΩ Ν ΤΑ Σ

LIFELIKE PORTRAIT: Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ - ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΥΡΑΤΣΟΥ -

ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟ ΟΤΙ Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΠΑΝΤΑ ΕΒΓΑΖΕ ΚΑΛΑ ΡΟΚ - ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ - ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ. ΠΡΟΣΦΑΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΟΙ LIFELIKE PORTRAIT ΠΟΥ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΕΚΠΛΗΞΟΥΝ ΜΕ ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΝΤΕΜΠΟΥΤΟ. 18

ARTCORE

JAN 2015


ΜΟΥ -ΣΙΚΗ

Οι Lifelike Portrait είναι δημιούργημα του συνθέτη και κιθαρίστα Γιώργου Βασίλα. O έμπειρος αυτός μουσικός, «ψημένος» επί σειρά ετών σε μπάντες τις πόλης, εδώ και 3 χρόνια είναι πλήρως αφοσιωμένος σε ένα project που φέρει απόλυτα τη μουσική του σφραγίδα. Το “Closure 1” είναι ένα κυρίως κιθαριστικό album που όμως ξεφεύγει από τα όρια της κλισέ ροκ τραγουδοποιΐας. Ακούγοντας τα τραγούδια του δίσκου είσαι σχεδόν σίγουρος ότι αποτελεί δημιουργία ανθρώπων που έχουν πλήρη συνείδηση του τι κάνουν και γνωρίζουν καλά τον παγκόσμιο μουσικό χάρτη. Ο Γιώργος Βασίλας, πλαισιωμένος από τους Μάκη Γεωργακάκη και Γιάννη Μπέλλο στο μπάσο, τον Ηλία Πετρίδη στα πλήκτρα, τους Πασχάλη Ιγνατιάδη, Δημήτρη Ζήκα και Μπάμπη Πετσίνη στα τύμπανα και τη Λίνα Ζηνά στα φωνητικά, καταφέρνει να πλάσει ένα μουσικό τοπίο που όμοιό του μπορούμε να δούμε ίσως μόνο σε μπάντες του εξωτερικού. Δέκα συνθέσεις με δυναμισμό, ευαισθησία, καθαρές μελωδίες και την ιδιαίτερη χροιά μιας εξαιρετικής τραγουδίστριας. Τραγούδια που ισορροπούν ιδανικά ανάμεσα στο post rock και την alternative αισθητική ενός μοντέρνου rock ιδιώματος. Μετά το “Intro” που μας βάζει στο κλίμα του δίσκου ακούμε το “Go To Hell”, σαν το απόλυτα επιθετικό ξεκίνημα του album με το “No More Misery” να αποτελεί την ιδανική συνέχεια σε παρόμοιο μοτίβο. Το “Still Here” θα μπορούσε να είναι το soundtrack μιας ερωτικής ιστορίας με απρόβλεπτο τέλος, μια μπαλάντα που θυμίζει κάτι από

Blackfield στις καλύτερές τους στιγμές. Ειδικά τα έγχορδα αλλά και το βάθος στο snare drum δίνουν αυτήν ακριβώς την αίσθηση. Η συνέχεια έρχεται με το πιο αναγνωρίσιμο ίσως τραγούδι του δίσκου, το “Fallin’ Again”, σε παρόμοια αισθητική με το προηγούμενο, αργό και επιβλητικό. Ακολουθούν τα “The Red” και “Aircrash”, ορχηστρικά κομμάτια με όμορφα τοποθετημένα ηχοτοπία και μακρόσυρτες κιθάρες. Κάτι που φαίνεται να ξεφεύγει πάλι από τα κλισέ των ελληνικών- αγγλόφωνων συγκροτημάτων είναι οι όμορφοι στίχοι της Φωτεινής Βελκοπούλου (και της Ιουλίας Χορευταρή στο “Minority”), ειδικά στο “Sunrise”. Το “Closure 1” κυκλοφορεί σε ηλεκτρονική μορφή αλλά και σε cd που αξίζει να αποκτήσει κανείς, καθώς είναι φτιαγμένο με καλαίσθητο και προσεγμένο τρόπο εμπεριέχοντας τους στίχους αλλά και όλα τα credits αναλυτικά, ενώ στα θετικά είναι και οι φωτογραφίες του ένθετου που αποτελούν συνέχεια του minimal εξωφύλλου. Οι Lifelike Portrait έχουν το πλεονέκτημα της καλής σκηνικής παρουσίας. Έχοντας πραγματοποιήσει λίγα αλλά πολύ σημαντικά lives στη Θεσσαλονίκη, έδωσαν αμέσως το στίγμα μιας καλοπροβαρισμένης μπάντας με σαφή μουσικό προσανατολισμό και ξεκάθαρη ταυτότητα. Τα μέλη της μπάντας στις ζωντανές εμφανίσεις είναι οι: Γιώργος Βασίλας, Γιάννης Μπέλλος, Μπάμπης Πετσίνης, Ηλίας Πετρίδης ενώ στο μικρόφωνο η Λίνα Ζηνά δίνει τη θέση της σε μια άλλη καταπληκτική φωνή, τη Ραχήλ Τσελεπίδου. JAN 2015

ARTCORE

19


Μ ΟΥ Σ Ι ΚΟΛΟ ΓΩ Ν ΤΑ Σ

PETER GABRIEL: SO - ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΥΡΑΤΣΟΥ -

«ΣΚΕΦΤΟΜΟΥΝ ΝΑ ΦΤΙΑΞΩ ΕΝΑΝ BLUES-SOUL ΔΙΣΚΟ» ΛΕΕΙ Ο PETER GABRIEL ΓΙΑ ΤΟ “SO” ΠΟΥ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ROLLING STONE ΚΑΤΑΤΑΣΣΕΙ ΣΤΗ ΘΕΣΗ 14 ΤΩΝ 100 ΚΑΛΥΤΕΡΩΝ ΔΙΣΚΩΝ ΤΩΝ 80S.

20

ARTCORE

JAN 2015


ΜΟΥ -ΣΙΚΗ

Υπάρχουν στιγμές που μελετώντας έναν καλλιτέχνη και το έργο του, σε οποιοδήποτε είδος τέχνης, συνειδητοποιείς ότι σε κάποιους ανθρώπους δόθηκε ένα ξεχωριστό χάρισμα για να κάνουν πράξη αυτό που για άλλους είναι απλά άπιαστο όνειρο. Ιδρυτικό μέλος των Genesis και γνωστός για τα εκκεντρικά κοστούμια που φορούσε στις ζωντανές εμφανίσεις του συγκροτήματος, ο Peter Gabriel (γεννήθηκε το 1950) ακολούθησε σόλο καριέρα με την επιτυχία να του χτυπάει την πόρτα από την πρώτη του δισκογραφική δουλειά το 1977 με τίτλο “Peter Gabriel” (οι πρώτοι τέσσερις δίσκοι του έχουν ως τίτλο το όνομά του με τα νούμερα 1, 2, 3 και 4). Ήταν τότε, που με το αυτοβιογραφικό “Solsbury Hill”, άρχισε να κατακτά τα charts. Ο Gabriel απέκτησε τεράστια δημοτικότητα το 1986 με το δίσκο του “So” που έκανε τρομερή αίσθηση, όταν κυκλοφόρησε. Με πρώτο single το εξαιρετικό “Sledgehammer” που εκτοξεύτηκε στην κορυφή των charts, ο δίσκος έτυχε μιας απίστευτης και άνευ προηγουμένου -για τον Gabriel- εμπορικής και καλλιτεχνικής επιτυχίας. Ανέβηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα στην πρώτη θέση του Βρετανικού chart και στο νούμερο 2 του Billboard στην Αμερική, χώρα στην οποία πούλησε πάνω από 5 εκατομμύρια αντίτυπα, ενώ έγινε και πενταπλά πλατινένιος. Το πρωτοποριακό video clip του “Sledgehammer” θεωρείται ότι κατέχει το αντίστοιχο ρεκόρ μετάδοσης από το κανάλι του MTV. Ο δίσκος εμπεριέχει άλλα δύο τραγούδια στα πρώτα 20 του Βρετανικού chart, τα “Big Time” και “Don’t Give Up”. Συμπαραγωγός του δίσκου μαζί με τον Gabriel είναι ο Daniel Lanois, γνωστός από τη συνεργασία του με τον Brian Eno και τους U2. Οι δυο τους είχαν συνεργαστεί ένα χρόνο νωρίτερα για τη μουσική επένδυση της ταινίας

“Birdy”. Ο τρόπος που έχει ενορχηστρωθεί το “So” είναι πραγματικά μοναδικός. Ακόμα και σήμερα, 28 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, διακρίνεται ο πρωτοποριακός του ήχος, η αποφυγή των κλισέ, ενώ η μουσική φόρμα που χρησιμοποιείται δεν είναι συνηθισμένη. Αρκεί να συγκρίνει κανείς τον δίσκο με άλλα άλμπουμ της ίδιας δεκαετίας για να διαπιστώσει πόσο μπροστά από την εποχή του είναι το “So”. Οι περίεργοι αλλά εντυπωσιακοί ρυθμοί, οι κιθάρες που δε «φλυαρούν» με άσκοπα σόλο, αλλά και η όλη αισθητική της «καλογυαλισμένης» παραγωγής ξεφεύγουν από κάθε μουσικό σύνορο που μπορεί να υπάρχει στην εκάστοτε μουσική μόδα της εποχής. Διαβάζοντας το index του δίσκου μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι τα τραγούδια έχουν ηχογραφηθεί από μουσικούς, πραγματικούς αστέρες: Ο Stewart Copeland των Police παίζει hi-hat στο πρώτο εκπληκτικό τραγούδι “Red rain” και τύμπανα στο “We do what we told”! Στο μπάσο του δίσκου βρίσκουμε τον Tony Levin, στις κιθάρες τον David Rhodes και πίσω από τα τύμπανα κάθονται οι Jerry Marotta και Manu Katche. Φυσικά, σπουδαία στιγμή αποτελεί και η συμμετοχή της Kate Bush στο τραγούδι «Don’t Give Up». Επίσης, αξιομνημόνευτη είναι η συμμετοχή του διάσημου Σενεγαλέζου τραγουδιστή Youssou N’Dour (στην Ελλάδα έγινε διάσημος το 1994 με το τραγούδι “Seven Seconds” που τραγούδησε μαζί με τη Neneh Cherry) στα φωνητικά του “In Your Eyes”, τραγούδι που ακούγεται στην ταινία “Say Anything” (1989) του σκηνοθέτη Cameron Crow. Στο ίδιο τραγούδι κάνει φωνητικά και η Laurie Anderson. Τέλος, ξεχωρίζει το εκπληκτικό “Mercy Street”, αφιερωμένο στην αυτόχειρα Αμερικανίδα ποιήτρια, Anne Sexton. JAN 2015

ARTCORE

21


IN A CINEMMANER OF SPEAKING

ίnterSteLLAr: αναΜέσα στ’ αστέρία - BY NICK PASX -

πΑΙρΝω μΙΑ βΑθΙΑ ΑΝΑΣΑ. ΣκΕφΤομΑΙ ποΣΕΣ φορΕΣ Εχω πΑΕΙ ΣΙΝΕμΑ κΑΙ Εχω βγΕΙ Απ’ ΤηΝ ΑΙθοΥΣΑ πλημμΥρΙΣμΕΝοΣ Απο ΤοΣο ΕΝΤοΝΑ ΣΥΝΑΙΣθημΑΤΑ. ΣκΕφΤομΑΙ Το ΤΣΙγΑρο ΕΞω Απο ΤοΝ χωρο ποΥ ΕΙδΑμΕ ΤηΝ ΤΑΙΝΙΑ ΕΝω κοΙΤοΥΣΑ Τ’ ΑΣΤΕρΙΑ. ΤΙΣ πρωΤΕΣ κοΥβΕΝΤΕΣ μΕ ΤηΝ ΥπολοΙπη πΑρΕΑ γΙ’ ΑΥΤο ποΥ ΕΙδΑμΕ. δΕΝ ΕΙμΑΙ ΣΙγοΥροΣ, ΑΝ Ακομη κΑΙ ΤωρΑ ποΥ γρΑφω ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ γρΑμμΕΣ Εχω ΣΥΝΕΙδηΤοποΙηΣΕΙ ΤΙ ΑκρΙβωΣ πΑρΑκολοΥθηΣΑ. δΕΙλΙΑζω. πωΣ θΑ γρΑψω ΑΥΤο Το κΕΙμΕΝο; ΝΙωθω Το φΙλμ ΝΑ ΞΕπΕρΝΑΕΙ ολΑ ΑΥΤΑ ποΥ πρΕπΕΙ ΝΑ ΕΙπωθοΥΝ. ΑΣ βΑλω Το soundtrACk ΤηΣ ΤΑΙΝΙΑΣ Απο ΤοΝ hAns ziMMer κΑΙ βλΕποΥμΕ. 22

ARTCORE

JAN 2015


κίνη -Ματο -Γρα -Φοσ

υπάρχει μέλλον για την ανθρωπότητα ανάμεσα στ’ αστέρια; Μια ομάδα εξερευνητών προσπαθεί μέσω μιας ηρωικής αποστολής να απαντήσει στο ερώτημα. Το όραμα του κρίστοφερ Νόλαν είναι τεράστιο και η πραγμάτωσή του συναρπάζει. Ο σκηνοθέτης μας καλεί σε ένα πολύπλοκο ταξίδι. Από τη μία το μεγαλοπρεπές ταξίδι στο διάστημα. Από την άλλη το συγκινητικό ταξίδι στην ανθρώπινη ψυχή. Πρόκειται για την πρώτη ταινία του σκηνοθέτη που κυριαρχεί το συναίσθημα. η διαστημική εξερεύνηση του Νόλαν είναι μπολιασμένη με το στοιχείο του ανθρώπινου δράματος. Ακούγεται αταίριαστο για έναν πανέξυπνο και τελειομανή σκηνοθέτη να δίνει το βάρος της ανθρώπινης τραγωδίας και των οικογενειακών σχέσεων στην «πιο τεχνολογικά φιλόδοξη ταινία του». Δεν είναι όμως. Διαβάζω παντού συγκρίσεις της ταινίας με την «Οδύσσεια του Διαστήματος» του κιούμπρικ. Αντιλαμβάνομαι την έμφυτη τάση του ανθρώπου να συγκρίνει τα έργα τέχνης μεταξύ τους. Όπως αντιλαμβάνομαι και ότι υπάρχουν στιγμές που το φιλμ του Νόλαν κλείνει το μάτι στο αριστούργημα του κιούμπρικ. Διαφωνώ κάθετα με αυτήν τη σύγκριση. Άλλο πράγμα το “Interstellar” και άλλο η «Οδύσσεια». Ναι, το “Interstellar” αποτελεί ταξίδι στο διάστημα και τον χρόνο. Αποτελεί παράλληλα, όμως, και την εσωτερική Οδύσσεια του ανθρώπου. Το φιλμ του κιούμπρικ είναι ψυχεδελικό, μυστηριακό και διακατέχεται από ελλειπτικότητα. υπάρχουν κάποια από αυτά τα στοιχεία στο “Interstellar”. Το τελευταίο όμως, ενδιαφέρεται πρωτίστως για τον άνθρωπο, έχοντας για υλικά κατασκευής του το δράμα, το συναίσθημα και τη συγκίνηση. Θα συμφωνήσω αντίθετα με αυτό που ακούω να λέγεται και να γράφεται συχνά. Ότι δηλαδή ο Νόλαν το παρακάνει

και οδηγείται στο μελό. υπήρχαν στιγμές στην ταινία που ένιωσα να βομβαρδιζόμαστε με παραπάνω δράμα από όσο πρέπει. Δε θα κατακρίνω τον σκηνοθέτη όμως. Αντιθέτως, θα του βγάλω το καπέλο. Θα επικροτήσω τον πιο ψυχρό και αποστασιοποιημένο σκηνοθέτη της γενιάς μας, καθώς τόλμησε να κολυμπήσει σε άγνωστα νερά γι’ αυτόν, μόνο και μόνο για να υλοποιήσει το όραμά του. Ο Νόλαν δημιούργησε αυτό το έπος για να μας πει ότι η αγάπη είναι η κινητήρια δύναμη. Ο Νόλαν μας δείχνει τ’ αστέρια. Πώς είναι δυνατόν εμείς να κοιτάμε το δάχτυλο; Παίρνω άλλη μια βαθιά ανάσα. Ακούω το “Docking” του Hans Zimmer, το πιο ανατριχιαστικό κομμάτι της ταινίας. Θυμηθείτε τη στιγμή που κάνουν περιστροφή για να προφτάσουν τη σύνδεση με το διαστημόπλοιο που χάνεται στο σκοτάδι. Θυμηθείτε τη μουσική. Θυμηθείτε το δέος. Προσωπικά νιώθω ότι αυτή η σκηνή, αυτή η ταινία, με μετέφερε εκεί που το σινεμά δε με είχε πάει ποτέ. Για λίγα λεπτά βρέθηκα κι εγώ ανάμεσα στ’ αστέρια, ξεχνώντας ότι βρίσκομαι στο σινεμά. Όταν όλοι ψάχνουν να βρουν ψεγάδια και να κατηγορήσουν τον Νόλαν για εκείνο και το άλλο, εγώ θα θυμάμαι αυτή τη στιγμή. Τη στιγμή που καταλαβαίνεις ότι αυτό που βλέπεις, όχι μόνο μιλάει στην καρδιά σου και χαράσσεται ανεξίτηλα, αλλά είναι ικανό να σημαδέψει μια ολόκληρη γενιά..

υΓ: Το κείμενο είναι αφιερωμένο στο φιλαράκι μου, τον Γιώργο που, ενώ είχε δει την ταινία, ήρθε ξανά μαζί μας στο σινεμά για να ξαναζήσει το μεγαλείο της. JAN 2015

ARTCORE

23


IN A CINEMANNER OF SPEAKING

LA grAnDe BeLLezzA του PAoLo Sorrentino - ΤηΣ κΑΤΕρΙΝΑΣ βλΑχΑκη -

«ΤΕλΕΙωΝΕΙ πΑΝΤΑ ΕΤΣΙ, μΕ ΤοΝ θΑΝΑΤο. πρωΤΑ ομωΣ, ΥπηρΞΕ η ζωη, κρΥμμΕΝη πΙΣω Απο ΤΑ μπλΑ μπλΑ μπλΑ… ολΑ ΕχοΥΝ κΑΤΑκΑθΙΣΕΙ κΑΤω Απο Τη φλΥΑρΙΑ κΑΙ ΤοΝ θορΥβο. η ΣΙωπη κΑΙ Το ΣΥΝΑΙΣθημΑ, η ΣΥγκΙΝηΣη κΑΙ ο φοβοΣ. οΙ ΙΣχΝΕΣ, ΑΣΤΑθΕΙΣ ΑΝΑλΑμπΕΣ ομορφΙΑΣ. ολΑ θΑμμΕΝΑ κΑΤω Απο ΤηΝ κοΥβΕρΤΑ ΤοΥ ΑγχοΥΣ γΙΑ ΝΑ ΕΙΣΑΙ κΑποΙοΣ ΣΤοΝ κοΣμο. μπλΑ μπλΑ μπλΑ…» 24

ARTCORE

JAN 2015


κίνη -Ματο -Γρα -Φοσ Πριν λίγο καιρό, ο θάνατος μιας γηραιάς κοσμικής κι ακτιβίστριας από τη Νέα Ορλεάνη έγινε είδηση. Είχε αφήσει οδηγίες να εμφανιστεί στην κηδεία της καθιστή, φορώντας ένα ροζ μπόα με φτερά και κρατώντας στο χέρι ένα ποτήρι σαμπάνια και ένα τσιγάρο, ενώ γύρω της οι φίλοι της θα απολαμβάνουν τα κοκτέιλς τους σαν να βρίσκονται σε δεξίωση. Αυτή η grande dame έζησε το ταξίδι της ζωής της όπως ήθελε, κι όπως πήγαινε ως γνήσια κοσμική από πάρτι σε πάρτι κρατώντας ένα ποτήρι σαμπάνιας, έτσι πήγε και σε αυτό το πάρτι. Ο εκκεντρικός αλλά και επίπλαστος κόσμος των κοσμικών φαίνεται να συναρπάζει αλλά και να ιντριγκάρει τον Paolo Sorrentino. Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος, σε αντίθεση με τον ήρωά του Gep Gambardella, έκανε την καριέρα που του άξιζε, και μετά από επιτυχημένες κι αποτυχημένες ταινίες οδηγήθηκε σε ένα δημιούργημα μεγάλης ομορφιάς. Έφτιαξε μια ταινία φελλινικών επιρροών, φανταχτερή, γκροτέσκο αλλά και στοχαστική όσο ένα μυθιστόρημα γεμάτο ουσία. Μια ταινία που μιλάει για το φαιδρό αλλά και για το ουσιαστικό, μια ταινία που χωράει πόρνες αλλά και αγίες, εκπροσώπους της μπερλουσκονικής μπουρζουαζίας μέχρι και τουρίστες, γερασμένους εραστές αλλά και νεανικούς έρωτες, μια ταινία που «χωράει» αγγλόφωνη ιταλική ποπ, τη Ραφαέλλα καρά και εκκλησιαστικούς ύμνους. Μια ταινία για το ταξίδι της ζωής πριν τελειώσει έτσι όπως τελειώνει πάντα. Ο Gep Gambardella, που ενσαρκώνεται αριστοτεχνικά από τον Toni Servillo, γεννήθηκε για να γίνει συγγραφέας. Σε ηλικία 25 ετών έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα, ένα σπουδαίο μυθιστόρημα – σταθμό για την ιταλική λογοτεχνία με τον τίτλο «Το ανθρώπινο σύστημα». Σαράντα χρόνια πέρασαν από τότε· ο Gep γιορτάζει με ένα ξέφρενο πάρτι τα 65α γενέθλιά του και δεν έχει γράψει άλλο βιβλίο. Ο Gep Gambardella γεννήθηκε για να γίνει συγγραφέας αλλά στα 26 του χρόνια ανακάλυψε μία άλλη αποστολή για τη ζωή του: «Ήθελα να γίνω ο βασιλιάς των κοσμικών και τα κατάφερα! Δεν ήθελα απλά να συμμετέχω στα πάρτι. Ήθελα να έχω τη δύναμη να μπορώ να τα καταστρέψω». Ο Gep γιορτάζει τα 65α γενέθλιά του και δε φαίνεται και πολύ ευχαριστημένος με το ανθρώπινο σύστημα στο οποίο ανήκει. Ο Gep είναι ένα είδος flaneur στην κοσμική ζωή της Ρώμης. ξοδεύει τον χρόνο του χορεύοντας με την ψυχή του και πίνοντας κοκτέιλς, παρακολουθώντας performances μοντέρνας τέχνης, κάνοντας επισκέψεις σε επαύλεις που ανήκουν σε ηλικιωμένες πριγκίπισσες και φροντίζει τα βράδια του να είναι γεμάτα προσκλήσεις. Όταν τα πάρτι τελειώνουν τις πρώτες πρωινές ώρες, ο Gep γίνεται ένας flaneur που βαδίζει στους δρόμους της Ρώμης, ανάμεσα στα αρχαία μνημεία, στα σπίτια και τις εκκλησίες. Μόνο που σαράντα χρόνια μετά, τα βήματά του, άσκοπα ως οφείλουν να είναι τα βήματα ενός flaneur, έχουν αρχίσει να τον απογοητεύουν με όλη αυτή την έλλειψη σκοπού τους. Ή μάλλον ο ίδιος έχει αρχίσει να νιώθει «απογοητευτικός». Τα βήματά του τον οδήγησαν στο τίποτα. «η μεγαλύτερη φιλοδοξία του Flaubert ήταν να γράψει ένα μυθιστόρημα για το τίποτα». Το ταλέντο του δεν οδήγησε σε τίποτα σπουδαιότερο από εκείνο το πρώτο

μυθιστόρημα. κι ακόμα είναι ξεκάθαρο αλλά κι απελπιστικό το γεγονός πως οι σύντροφοί του στην ασωτία, όπως και ο ίδιος του ο εαυτός, είναι γεμάτοι ψεύδη. «Φυσικά γνωρίζουμε και τα δικά μας ψεύδη και γι’ αυτό μιλάμε για κενά πράγματα, για χαζομάρες, κουτσομπολιά. Γιατί δεν έχουμε καμιά πρόθεση να αναμετρηθούμε με τις μικροπρέπειές μας!» η ερώτηση «Γιατί δεν ξαναέγραψες ποτέ, Gep;» επαναλαμβάνεται συχνά. «Δεν είχα πολλά να πω», «Δεν είχα χρόνο για να γράψω, επειδή έβγαινα πολύ τις νύχτες. η Ρώμη σου τρώει πολύ χρόνο» και τέλος η αληθινή απάντηση από τα βάθη της ψυχής του, η πικρή παραδοχή: «Δεν έγραψα ξανά γιατί έψαχνα τη μεγάλη ομορφιά. Δεν τη βρήκα.» Όταν έγραψε το μοναδικό του μυθιστόρημα, ο Gep ήταν νέος και ερωτευμένος. Τώρα η νιότη έχει χαθεί και αυτή η πρώτη αγάπη έχει μόλις φύγει από τη ζωή. Τώρα είναι ένας αντιφατικός άνθρωπος, όσο μπορεί να είναι ένας φανατικός κοσμικός που είναι συγχρόνως και μισάνθρωπος. Ατενίζει το κολοσσαίο από τη βεράντα του, φοράει τα κοστούμια του – ραμμένα από τον ράφτη Catellani βεβαίως- και πηγαίνει σε πάρτι, σουαρέ και κηδείες για να ακούσει πως η τάδε χρεώθηκε σε τοκογλύφους για να πληρώσει τον κομμωτή της, πως η Ρώμη είναι ξεκάθαρος κολεκτιβισμός, πως ο Proust γράφει πως ο θάνατος μπορεί να μας αρπάξει ακόμα και σήμερα το απόγευμα, για να πληγώσει με το σαρδόνιο χιούμορ του και την ειρωνεία του τα αισθήματα των φίλων του (άλλωστε δίνει τον καλύτερό του εαυτό με τους αγνώστους), για να χύσει ψεύτικα δάκρυα. Μετά περιπλανιέται στους δρόμους της Ρώμης και μετά ξαπλωμένος στο κρεβάτι του βλέπει θάλασσες στο ταβάνι. και κυρίως σκέφτεται. Μα ποια είναι αυτή η μεγάλη ομορφιά; Ποια είναι αυτή η μεγάλη συγκίνηση; Ένας Ιάπωνας τουρίστας έπεσε νεκρός, όταν αντίκρυσε την ομορφιά της Ρώμης από τον λόφο Janiculum. Μια 104χρονη μοναχή πλησιάζει το τέλος του ταξιδιού της έχοντας κατακτήσει την απόλυτη μακαριότητα κι αυτό ίσως είναι ένα είδος μεγάλης ομορφιάς. Ο Gep δε βρήκε τι ήταν αυτό που ήθελε πραγματικά να κατακτήσει. Ο Gep δεν ξαναέζησε μεγαλύτερη συγκίνηση από εκείνη τη νύχτα στον φάρο με την πρώτη του αγαπημένη, σαράντα και πλέον χρόνια πριν. Να είσαι άφθαρτος κι αγαπημένος και όλη η ζωή να αιωρείται μπροστά σου… κι έπειτα ο χρόνος να περνά ασφυκτικά γρήγορα, η ζωή να είναι πια πίσω σου και το όραμα ενός εαυτού γεμάτου κατασταλαγμένη ωριμότητα να το έχει αντικαταστήσει ένας αξιολύπητος εαυτός γεμάτος φλυαρίες, βαβούρα και μαρτίνι και το μόνο παρήγορο να είναι η θανάσιμη ομορφιά μιας αιώνιας πόλης… JAN 2015

ARTCORE

25


ΣΙΝΕφΙλ

SnoWPiercer: η θέρΜοΔυναΜίκη τησ ΖΩησ - BY FriedriCh keunerMAnn -

μΙΑ πολΥ ΕΝδΙΑφΕροΥΣΑ ΤΑΙΝΙΑ ΕπΙΣΤημοΝΙκηΣ φΑΝΤΑΣΙΑΣ, βΑΣΙΣμΕΝη ΣΕ ΕΝΑ γΑλλΙκο grAphiC noVel ΤοΥ 1982, ΑποΤΕλΕΙ η πρωΤη ΑγγλοφωΝη ΑποπΕΙρΑ ΤοΥ Bong Joon-ho, ΣΤηΝ οποΙΑ πρωΤΑγωΝΙΣΤοΥΝ οΙ Chris eVAns, JAMie Bell, John hurt, song kAng-ho, ed hArris κΑΙ μΙΑ ΑγΝωρΙΣΤη οΣο κΑΙ ΑπολΑΥΣΤΙκη tildA swinton. προκΕΙΤΑΙ γΙΑ μΙΑ ΤΑΙΝΙΑ μΕ ΣΑφΕΙΣ πολΙΤΙκΕΣ κΑΙ οΙκολογΙκΕΣ ΑΙχμΕΣ.

26

ARTCORE

JAN 2015


Από το έτος 2014, ο κόσμος έχει παγώσει εξαιτίας ενός ατυχήματος κατά τη διάρκεια ενός πειράματος για την αντιστροφή των συνεπειών της πλανητικής υπερθέρμανσης. Μόνο ο διορατικός, φιλόδοξος βιομήχανος Wilford είχε προνοήσει γι’ αυτήν τη δυσμενή εξέλιξη. Τώρα βρισκόμαστε στο 2031 και η εναπομείνασα ανθρωπότητα έχει επιβιβαστεί στο θαυματουργό τρένο του ελεήμονος ευεργέτη, σε αυτήν τη σύγχρονη κιβωτό, η οποία δε θα μπορούσε παρά να αποτελεί μικρογραφία και αντανάκλαση της κοινωνίας την οποία διασώζει. Όλα τα καθάρματα, οι ευπατρίδες, οι αριστοκράτες, οι ανειδίκευτοι εργάτες, οι κλοσάρ, οι καλλιτέχνες, οι έμποροι, οι πλούσιοι, οι μάγειροι, οι δάσκαλοι και όλα τα ενδιάμεσα κοινωνικά στρώματα βρίσκουν εκεί έναν αντιπρόσωπό τους, καθώς περνούμε από βαγόνι σε βαγόνι. Στην ουρά είναι στοιβαγμένοι οι αληταράδες που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, τα αποβράσματα, οι λούμπεν, οι προλετάριοι, που αποτελούν αναλώσιμα εξαρτήματα για την ομαλή αναπαραγωγή της κοινωνικής Μηχανής. Εξεγέρσεις για τη βελτίωση της θέσης τους έχουν γίνει κατά καιρούς, όλες λιγότερο ή περισσότερο αποτυχημένες – που σημαίνει: όλες πνίγηκαν στο αίμα, η μόνη διαφορά έγκειται στο εάν κατόρθωσαν να φτάσουν ένα βαγόνι παρακάτω από την προηγούμενη. Ο Chris Evans ως Curtis Everett είναι ο εκλεκτός, όπως ο Neo στο ‘‘Matrix’’. Στο κάτωκάτω, είναι ο Captain America (και έχει γένι, σε αντίθεση με τον Τσίπρα**). Έτσι αρχίζει η έφοδος των απόκληρων: κάθε πόρτα που ανοίγει είναι κι ένας ανελκυστήρας, κάθε βαγόνι κι ένας όροφος στην κοινωνική αναρρίχηση, κάθε σκαλοπάτι κι ένας σταθμός, κάθε στάση κι ένας άρτια τακτοποιημένος και επιτελών τον ρόλο του κόσμος. Είναι γνωστό πως η κατασκευή μιας αεικίνητης μηχανής θεωρείται αδύνατη, καθώς θα παραβίαζε ταυτόχρονα τον πρώτο και τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής (που αφορούν τη διατήρηση της ενέργειας και την αύξηση της εντροπίας, ήτοι την εγγενή τάση κάθε τέτοιου συστήματος προς την τερματική κατάσταση θερμοδυναμικής ισορροπίας). Το πρόβλημα θα μπορούσε να παραβλεφθεί εδώ με δυο τρόπους: αφενός, η λειτουργία της μηχανής, αν και πλήρως αυτοματοποιημένη, θα προϋπέθετε τόσο την εποπτεία όσο και την επιμέρους συμβολή του ανθρώπινου παράγοντα (όπως και συμβαίνει). Αφετέρου, ο πάγος θα μπορούσε να αποτελεί τον απαραίτητο, εξωτερικό του συστήματος ενεργειακό πόρο, που του επιτρέπει να διατηρεί τα επίπεδα της συνολικής ενέργειας σταθερά, όχι όμως και τα αντίστοιχα της συστημικής εντροπίας αρκούντως χαμηλά, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η αυτοαναπαραγωγή του - από μια αυθαίρετη γενίκευση του δεύτερου νόμου προέκυψε το δημοφιλές κατά τον 19ο αιώνα σενάριο του θερμικού θανάτου του σύμπαντος. Βέβαια το κατά πόσον αυτό συμβαίνει δε διευκρινίζεται στην ταινία, και εκτός των άλλων, αυστηρά μιλώντας, τότε δε θα είχαμε να κάνουμε με ένα αεικίνητον. Σε κάθε περίπτωση, η Μηχανή αποκτά τις αναμενόμενες μεταφυσικές διαστάσεις. Όπως η Ζωή η ίδια, τέθηκε σε κίνηση και συνεχίζει μόνη της στο διηνεκές. η εμφάνιση της Ζωής, άλλωστε, και η ανάπτυξή της από απλούστερες σε ολοένα και πιο πολύπλοκες μορφές μοιά-

κίνη -Ματο -Γρα -Φοσ ζει να καθίσταται εφικτή χάρη σε μια συνεχή «παραβίαση» του δεύτερου νόμου (χρησιμοποιώ τα εισαγωγικά, διότι οι έμβιοι οργανισμοί στην πραγματικότητα είναι ανοιχτά και αλληλεπιδρώντα με το περιβάλλον τους και όχι βέβαια απομονωμένα συστήματα, και διότι η ροπή προς την αποδιοργάνωση μακροσκοπικά μπορεί να εξακολουθήσει να αυξάνεται παρά ή ίσως χάρη στις τοπικές της μειώσεις). Με την εμβληματική πλέον διατύπωση των Ματουράνα - Βαρέλα, αποτελούν «αυτοποιητικές μηχανές», δια των οποίων αναδύεται τάξη μέσα από το χάος (hat tip, Prigogine). Εν πάση περιπτώσει, αυτό είναι ένα μόνο από τα θέματα που αντλεί κανείς από τον «Χιονοτρυπητή», εάν μας επιτρέπεται η άχαρη απόδοση του τίτλου. Ορισμένα ακόμη είναι η οικολογία, η βιωσιμότητα, η κατίσχυση των βιομηχανικών κοινωνιών επί του περιβάλλοντος, η αχαλίνωτη επιδίωξη της ανάπτυξης, η κατασπατάληση των σπάνια ευρισκόμενων φυσικών πόρων (από ένα σημείο και μετά, ο ανθρώπινος παράγοντας αναπτύσσεται παρασιτικά για το σύνολο του περιβάλλοντός του, ρουφάει μέλλον απ’ το μέλλον του για να φτιάξει το παρόν, αλλά έτσι απλά σκάβει τον λάκκο του αργά και μεθοδικά, με την ελπίδα ότι δε θα ζούνε έτσι κι αλλιώς μέχρι τότε οι σημερινοί για να πληρώσουν τη νύφη), η βιοποικιλότητα κλπ.: εν ολίγοις, όλα αυτά τα ωραία θέματα για τα οποία πλέον αρμόδιοι να γράψουν εκθέσεις ιδεών είναι οι μαθητές της τρίτης λυκείου. η έτερη μεγάλη προβληματική είναι ασφαλώς εκείνη της ύπαρξης των κοινωνικών διαστρωματώσεων και διαφορισμών και, ακόμη περισσότερο, της διαιώνισής τους. η ύπαρξη ιεραρχίας στην κλίμακα της συμμετοχής στην κατανομή του παραγόμενου πλούτου, του κύρους, των προνομίων, η εκμετάλλευση της εργασίας και του πόνου των πολλών, η προσήλωση στην κυρίαρχη ιδεολογία, η εθελοδουλεία, αλλά και το ηρωικό άτομο εναντίον του κομφορμισμού της μάζας, αλλά και η συσπείρωση των «από κάτω», η βιαιότητα, το άψογο στιλ (η ταινία «κάθεται» πολύ καλά στο μάτι και χαρίζει ορισμένες αξιομνημόνευτες εικόνες, συνοδευόμενες ωστόσο από τον ζόφο της δυστοπίας, του φουτουριστικού, μετα-αποκαλυπτικού τοπίου προς το οποίο οι αναγνώστες γνωρίζουν ότι έχουμε μια κλίση). Είναι απλά μια άντεργκραουντ παραγωγή με γνωστούς ηθοποιούς ή ένα ανεκμετάλλευτο διαμάντι που περιμένει και απαιτεί την προσοχή των θεατών; Αυτή φαίνεται να είναι η ερώτηση που απασχολεί πολλούς που είδαν το ‘‘Snowpiercer’’. και η δική μας απάντηση είναι ότι μπορεί η ταινία να ενδίδει περιστασιακά σε ορισμένα κλισέ, αλλά, σε γενικές γραμμές, νομίζουμε ότι ισορροπεί επιτυχημένα ανάμεσα στην εμπορική παραγωγή και την καλλιτεχνική προσέγγιση, στην πρωτοτυπία και τη γενόσημη μετριότητα, πολύ συχνότερα από όταν δεν το κάνει. * Le Transperceneige. Μάλιστα, ο Jean-Marc Rochette, εκ των δημιουργών του κόμικ, κάνει μια cameo εμφάνιση στο φιλμ. ** Οι απόψεις των συνεργατών του Artcore δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τη γνώμη του περιοδικού. JAN 2015

ARTCORE

27


ΣΙΝΕφΙλ

zero tHeoreM: το νοηΜα τησ ΖΩησ - BY FriedriCh keunerMAnn -

η ΤΕλΕΥΤΑΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΤοΥ terrY gilliAM πΕρΑΤωΝΕΙ ΤηΝ ΑΤΥπη δΥΣΤοπΙκη ΤρΙλογΙΑ ΤοΥ, ποΥ πΕρΙλΑμβΑΝΕΙ ΤΑ “BrAsil” (1985) κΑΙ “12 MonkeYs” (1995), ΣΕ ΕΝΑ προΤζΕκΤ ποΥ ΣΥγκΕΝΤρωΝΕΙ ΣΤο κΑΣΤ μΕΤΑΞΥ ΑλλωΝ ΤοΥΣ Christoph wAltz, MÉlAnie thierrY, luCAs hedges, dAVid thewlis, tildA swinton κΑΙ MAtt dAMon. Το γΕγοΝοΣ οΤΙ η ΤρΙΤη ΑποπΕΙρΑ ΕΙΝΑΙ μΑλλοΝ κΑΙ η λΙγοΤΕρο κΑλη, δΕΝ ΑρκΕΙ κΑΤΑ Τη γΝωμη μΑΣ γΙΑ ΝΑ δΙκΑΙολογηΣΕΙ ΤηΝ ΥπΕρβολΙκΑ χλΙΑρη ΕωΣ ΑΣχημη Υποδοχη ΤηΣ Απο ΤοΥΣ κρΙΤΙκοΥΣ. 28

ARTCORE

JAN 2015


κίνη -Ματο -Γρα -Φοσ Ο Qohen Leth, ένας ιδιοφυής, απομονωμένος πληροφορικάριος που μένει σε μια εγκαταλελειμμένη παλιά εκκλησία (!) -όχι εντελώς εγκαταλελειμμένη, αφού την αγόρασε από τους προηγούμενους ιδιοκτήτες- προσπαθεί να αποδείξει ότι η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει τίποτα. Αυτό, βλέπετε, είναι το assignment που του ανέθεσε η Διεύθυνση, στο οποίο πολλοί πριν από αυτόν απέτυχαν: να αποδείξει το «θεώρημα μηδέν», μια κολοσσιαία εξίσωση που βεβαιώνει την α-νοησία της ύπαρξης. Ταυτόχρονα, περιμένει ολημερίς πάνω από το ακουστικό του τηλεφώνου του μην τυχόν χάσει μια κλήση που θα του υποδείξει, για κάποιον λόγο που μόνο η δική του αγωνία είναι σε θέση να εξηγήσει, έναν τρόπο κι έναν σκοπό για να πορευτεί σε αυτό το χάος που του έλαχε. Το σουρεαλιστικό, φουτουριστικό τοπίο αναδεικνύει τις αντιφάσεις του ύστερου καπιταλισμού, όπου η αυτοματοποίηση και η αποκέντρωση της παραγωγής συνυπάρχουν με την αύξουσα αποξένωση και την κυριαρχία των διαφημιστών και, βεβαίως, των διαχειριστών και των διευθυντών των επιχειρήσεων. Ο Gilliam υιοθετεί, νομίζω, μια αριστερή αφήγηση για να ασκήσει κριτική στην εποχή μας, όπου η πληροφορία και η τεχνολογία κατακλύζουν τις ζωές των ανθρώπων, χωρίζοντάς τους όμως σε μονάδες. Το φιλμ φαίνεται να αποτελεί μια κριτική του μετα-φορντικού τρόπου οργάνωσης της παραγωγής στη λεγόμενη μετα-βιομηχανική κοινωνία, που προέκυψε από την Επιστημονικο-Τεχνική Επανάσταση και της «άυλης εργασίας» στην οποία εμπλέκεται το αναδυόμενο «κογκνιταριάτο» των τεχνολογιών αιχμής. Σε αντίθεση με παλαιότερες ταινίες του και μολονότι ο οργουελικός μανδύας διατηρείται, κουμάντο εδώ κάνουν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και τα πυκνά δίκτυα που οι δοσοληψίες τους υφαίνουν και όχι το γραφειοκρατικό κράτος. Σε αυτό το πλαίσιο εμφανίζεται η αλλόκοτη κατάσταση ανθρώπων που δουλεύουν από το σπίτι, χωρίς να υπάρχει σαφής διάκριση ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας ή εργάσιμου και ελεύθερου χρόνου, υπακούοντας σε εντολές που μοιάζουν επιτακτικές και ταυτόχρονα αντιφατικές, δοσμένες από έκ-κέντρα λήψης αποφάσεων και από αφεντικά τα οποία είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς – πόσω μάλλον να συνεννοηθεί, να διαπραγματευθεί ή να συγκρουσθεί μαζί τους. Με τον τρόπο αυτόν, μεταβαίνοντας πλέον σε ένα δεύτερο, αυτο-αναφορικό επίπεδο, μπορούμε να πούμε ότι το “Zero Theorem” -το οποίο, σημειωτέον, γυρίστηκε με μικρότερο προϋπολογισμό ακόμη κι από το προ τριακονταετίας “Life of Brian”!- συνιστά εμμέσως πλην σαφώς μια κριτική του ίδιου του Gilliam απέναντι στο υφιστάμενο καθεστώς της κινηματογραφικής βιομηχανίας (ανεύρεση πόρων, μεγάλα στούντιος παραγωγής, δίκτυα διανομής, κυριαρχία των μπλοκμπάστερς και των multiplex κλπ.) και των δυσκολιών που θέτει αυτό σε νέους -ή... λιγότερο νέους!- δημιουργούς που φέρουν τολμηρές, καινοτόμες ιδέες. «Το βρίσκω επαναλαμβανόμενο, βλέπω διαρκώς την ίδια ταινία» θα πει σε

μια συνέντευξή του. «Τα κοστούμια είναι διαφορετικά, αλλά η ταινία είναι η ίδια. Βλέπω τα trailers και λέω: “Ωχ, όχι, όχι πάλι αυτό!”. Νομίζω πως φταίει η λειτουργία τού συστήματος αυτήν την εποχή. Ή κάνεις ταινίες άνω των εκατό εκατομμυρίων ή κάτω των δέκα. Οι ταινίες κάτω των δέκα είναι οι ενδιαφέρουσες, με τις νέες, φρέσκες ιδέες και μπορείς να είσαι πιο τολμηρός και να κάνεις και λάθη. Αλλά οι μεγάλες παραγωγές είναι αυτές οι τεράστιες μηχανές που πρέπει να δουλέψουν κι έχουν να κάνουν με τη χολιγουντιανή γραφειοκρατία που έχει χεστεί απ’ τον φόβο της και θέλει να κάνουν το ίδιο πράγμα, ξανά και ξανά. Πίστευα πως το περσινό καλοκαίρι (σ.σ. οπότε είδε αρκετά blockbusters να καταποντίζονται στο παγκόσμιο box-office) θα τους έκανε να το ξανασκεφτούν, αλλά δε φαίνεται να πέτυχε και πολλά. Εξακολουθούν να πορεύονται. και θα συνεχίσουν να πορεύονται μέχρι να καταρρεύσει το όλο σύστημα». η ταινία μπορεί να ενταχθεί στα είδη της επιστημονικής φαντασίας και της μαύρης κωμωδίας, εάν υποθέσουμε εξαρχής ότι πρόκειται για κωμωδία και όχι για δράμα, κάτι που παραμένει συζητήσιμο. Μέσα από την υπαρξιακή αναζήτησή του, που δε θα μπορούσε να αποφύγει τον έρωτα και την τριβή και συνύπαρξη με άλλους ανθρώπους -μεταξύ των οποίων ο γιος της Διεύθυνσης, ένας εκνευριστικός αλλά επιδέξιος συν-εργαζόμενος-, ο πρωταγωνιστής -απολαυστικός για μια ακόμη φορά ο Waltz- πρόκειται να λάβει με σκληρό τρόπο ένα πολύτιμο μάθημα: μόνο τη ζωή δεν μπορούμε να κρίνουμε. Είναι κυριολεκτικά α-νόητο να το κάνει κανείς. η ζωή δεν «έχει» νόημα ούτε είναι νόημα η ίδια, αλλά όρος ή μηχανή παραγωγής νοήματος, το πεδίο επί του οποίου το τελευταίο φύεται ή επιγίγνεται. Δεν μπορούμε να κρίνουμε τη ζωή ούτε να την αξιολογήσουμε, εφόσον συνιστά την προϋπόθεση κάθε αξιολόγησης. Δεν είναι συνετό να τη νοηματοδοτήσουμε θετικά ή αρνητικά, διότι είναι ακριβώς αυτό που καθιστά δυνατή κάθε νοηματοδότηση. JAN 2015

ARTCORE

29


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Μπασκέτες στο πανί, καλάθια στη σκοτεινή αίθουσα και ο προπονητής της χρονιάς στο Artcore Magazine! - Αφιέρωμα: Aureliano Buendia - Συνέντευξη: Aureliano Buendia, Eleni Mark -

It’s the Final Countdown, που έλεγε και το τραγούδι που θα συνοδεύει δια παντός τον ελληνικό μπασκετικό θρίαμβο του ’87 και το Artcore Magazine σας παρουσιάζει ένα top-5 γεμάτο σκριν, ραβέρσες, μπασίματα, μπακ ντορς κι άλλα πολλά μπασκετικά. Οι πέντε καλύτερες μπασκετικές ταινίες στην οθόνη σας αμέσως τώρα. Με αξιολογική και ιεραρχική διαβάθμιση, straight to number 1. Και επειδή βλέποντας αυτές τις ταινίες, ενδέχεται να παρεξηγήσετε το επάγγελμα του προπονητή, με τόσους ιδιόρρυθμους και λοξούς coaches που παρελαύνουν, εμείς θα φροντίσουμε να αποκαταστήσουμε κάθε υποψία προκατάληψης. Πώς; Μα, με μία συνέντευξη με τον καλύτερο προπονητή μπάσκετ της περσινής χρονιάς στην Ελλάδα, τον Σούλη Μαρκόπουλο. 30

ARTCORE

JAN 2015


κίνη -Ματο -Γρα -Φοσ 5. Hoosiers (Πάθος για μπάσκετ) του Ντέιβιντ Άνσπο, 1986. Δεσμεύομαι πως δε θα σταματήσω ποτέ να αναζητώ τον υπεύθυνο γι’ αυτήν την άνευρη και άψυχη μετάφραση του original τίτλου. Οι ένοχοι πρέπει επιτέλους να πληρώσουν σ’ αυτήν τη χώρα. Αν αναρωτιέστε πάντως τι σημαίνει αυτό το “Hoosiers”, πρόκειται για το επίθετο που χαρακτηρίζει όποιον κατάγεται από την πολιτεία της Ιντιάνα, στις ηΠΑ. η ταινία είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία του Γυμνασίου Milan, το οποίο, αν και παντελώς άσημο, κατόρθωσε να κατακτήσει το 1954 το πολιτειακό πρωτάθλημα, εκπλήσσοντας τους πάντες. Αυτό που σίγουρα δεν αποτυπώνεται στην ταινία είναι το ακραιφνές ρατσιστικό κλίμα της εποχής, καθώς οι Αφροαμερικάνοι δεν τύγχαναν σε καμία περίπτωση της φιλικής και ισότιμης αντιμετώπισης που απεικονίζεται επί της οθόνης. η ταινία πάντως δε στερείται πάθους και έντασης, ιδίως για όσους γνωρίζουν από μπάσκετ και αγαπούν το άθλημα. Στη φαρέτρα της ταινίας και ένα all-star καστ, με πρωταγωνιστή τον Τζιν Χάκμαν που ενσαρκώνει τον (ως αναμενόταν) ιδιόρρυθμο προπονητή της ομάδας, αλλά και τον Ντένις Χόπερ, στον ρόλο ενός αλκοολικού loser μπασκετόφιλου, ο οποίος του απέφερε μάλιστα και οσκαρική υποψηφιότητα. 4. Blue Chips (Οι Αχτύπητοι) του Γουίλιαμ Φρίντκιν, 1994. Οι απειλές, που εκτόξευσα για τον προηγούμενο μεταφραστή, ισχύουν αυτούσιες, ενώ και σε αυτήν την περίπτωση απαιτείται μία μικρή εξήγηση για τον original τίτλο. Ο όρος “blue chip” είναι οικονομικός - χρηματιστηριακός, αναφέρεται σε μια μετοχή που θεωρείται υπεράνω πάσης αμφιβολίας επικερδής και είθισται να μεταφράζεται ως «σίγουρο χαρτί». η αρχική πάντως προέλευση του όρου είναι από το πόκερ, με τις μπλε μάρκες (chips) να είναι οι πιο «βαρβάτες» σε σχέση με τις λευκές και τις κόκκινες. Προχωρώντας στα της ταινίας, αν το όνομα του σκηνοθέτη σας θυμίζει κάτι, καλώς σας το θυμίζει. Ναι, ναι, είναι ο Γουίλιαμ Φρίντκιν που έχει σκηνοθετήσει το διάσημο θρίλερ «Ο εξορκιστής» (1973), καθώς και την εμβληματική αστυνομική περιπέτεια «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία» (1971). Πρωταγωνιστική φιγούρα και πάλι ένας προπονητής, ο Νικ Νόλτε, ο οποίος μπλέκει σε μία δίνη αμφιβολιών και εσωτερικής πάλης, όταν καλείται να διαλέξει ανάμεσα στην επιτυχία και την τήρηση των ηθικών κανόνων. Στους ρόλους των αθλητών το τότε φοβερό δίδυμο της ομάδας των Orlando Magic, ο θηριώδης Σακίλ Ο’ Νιλ και ο rookie Άνφερνι «Πένι» Χάρνταγουεϊ. Ο Ο’ Νιλ περεμπιπτόντως, κέρδισε στο ερμηνευτικό του ντεμπούτο και μία υποψηφιότητα στα Χρυσά Βατόμουρα, εσείς όμως μην πτοηθείτε. η ταινία βλέπεται ανετότατα, όπως κάθε ταινία στην οποία ακούς τη φωνή του Νικ Νόλτε.

3. The Basketball Diaries (Το τέλος της αθωότητας) του Σκοτ κάλβερτ, 1995. η ταινία είναι βασισμένη στο ομότιτλο αυτοβιογραφικό έργο του ποιητή, συγγραφέα και μουσικού Τζιμ κάρολ και η αλήθεια είναι πως ο καμβάς στον οποίο ξεδιπλώνεται είναι αρκετά πιο ευρύς από ένα μπασκετικό παρκέ. Ή μάλλον για να το θέσουμε πιο σωστά, το μπασκετικό παρκέ γίνεται η αφορμή για να θιχτούν πολλά και διάφορα ζητήματα, μεγαλύτερης σπουδαιότητας. η περιρρέουσα πνιγηρή ατμόσφαιρα του Ψυχρού Πολέμου, τα ναρκωτικά που από παράδεισος μετατρέπονται σε μέγγενη, το ξέσπασμα της εναλλακτικής κουλτούρας στην Αμερική, οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες, οι απογοητεύσεις και οι διαψεύσεις των νεανικών προσδοκιών. Την κινηματογραφική βερσιόν του κάρολ ερμηνεύει ο Λεονάρντο Ντι κάπριο, σε μία από τις πρώτες του εμφανίσεις στη μεγάλη οθόνη, ενώ συμπρωταγωνιστεί ο Μάρκ Γουόλμπεργκ. Μία coming of age κινηματογραφική ιστορία, στην οποία το μπάσκετ κάθεται στη θέση του οδηγού - ξεναγού. 2. White Men Can’t Jump (Οι λευκοί δεν μπορούν να πηδήξουν) του Ρον Σέλτον, 1992. Μπορεί να το τοποθετώ στο νούμερο 2, αλλά αν είχα να διαλέξω μία μπασκετική ταινία που θα έβλεπα ξανά και ξανά με ευχαρίστηση, θα ήταν το αδιαφιλονίκητο νούμερο 1. Ο κυριότερος λόγος είναι απλός και προφανής. η αδιανόητη χημεία μεταξύ Γουέσλεϊ Σνάιπς και Γούντι Χάρελσον, οι οποίοι βρίσκονται στα τυφλά μεταξύ τους λίγο πιο εύκολα από τους Τζον Στόκτον και κάρλ Μαλόουν, όταν αυτοί έστηναν το pick ‘n’ roll στις επιθέσεις των Utah Jazz. η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί έναν άγραφο ύμνο στους ιερούς ναούς των ανοιχτών αμερικάνικων γηπέδων, τα οποία έχουν τους δικούς τους κανόνες. Με χιούμορ, αλλά και μεγάλη αγάπη για το άθλημα, η ταινία σε μπάζει ευθύς εξαρχής στο σύμπαν της και σου φωνάζει να μην το πολυσκεφτείς και να το απολαύσεις. (Χώρια που παίζεται και αρκετά καλό μπασκετάκι στις σκηνές των διαφόρων JAN 2015

ARTCORE

31


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

αγώνων.) Τα gossips της ταινίας υποστηρίζουν πως, ενώ ο Γούντι έπαιζε μια χαρά, ο Σνάιπς ήταν παντελώς ανίδεος με το άθλημα και χρειάστηκε να καλύψει πολύ έδαφος προκειμένου να φαίνεται παίκτης του μπάσκετ και μάλιστα καλός. 1. He Got Game (Man to Man) του Σπάικ Λι, 1998. Φτάσαμε λοιπόν στην κορυφή μας, στην οποία δεσπόζει ο κουλ και υπέροχος Σπάικ Λι, σκηνοθέτης των καταπληκτικών “Do the Right Thing” και “The Summer of Sam”, φανατικός μπασκετόφιλος και άρρωστος οπαδός της ομάδας της πόλης του, των New York Knicks. Πρωταγωνιστικό δίδυμο ο Ντένζελ Ουάσινγκτον στον ρόλο του δεσποτικού και σκληρού πατέρα και ο Ρέι Άλεν, ο παίκτης με τα περισσότερα τρίποντα στην ιστορία του NBA δηλαδή, στον ρόλο του γιου που πασχίζει να συγχωρήσει και να κατανοήσει. Φιλτραρισμένη μέσα από μία θυελλώδη ιστορία πατέρα γιου, η ταινία βυθομετρά την προσπάθεια δύο αντιθετικών πόλων να ξορκίσουν τους προσωπικούς τους δαίμονες. Ένας νεαρός και ανερχόμενος σταρ, που έχει όλο τον κόσμο στα πόδια του, ένας πατέρας που κατά βάθος τον έκανε αυτό που είναι, αλλά και που του στέρησε πολλά πολύ πιο σημαντικά. Είναι η κορυφαία ταινία του Σπάικ Λι; Σε καμία των περιπτώσεων. Αλλά έχει πάθος και καρδιά που δεν μπορούν να προσπεραστούν έτσι εύκολα. Συνέντευξη από τον Σούλη Μαρκόπουλο > Πώς ξεκίνησε η επαφή σας με το μπάσκετ; Γιατί μπάσκετ και όχι ποδόσφαιρο; Έπαιζα ποδόσφαιρο αλλά δε με άφηναν οι γονείς μου να παίζω και κάποια στιγμή στράφηκα στο μπάσκετ, χωρίς να το γνωρίζουν. Κάπως έτσι, σιγά σιγά, με τράβηξε αυτό το άθλημα. Είναι ένα άθλημα που ενθουσιάζει οποιονδήποτε ασχολείται μαζί του. Είναι πάρα πολύ θεαματικό, πάρα πολύ συναρπαστικό. Ένα άθλημα, στο οποίο σε κλάσματα του δευτερολέπτου πρέπει να πάρεις αποφάσεις, στο οποίο πρέπει να χρησιμοποιήσεις το κορμί σου κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να θέσεις εκτός μάχης τους αντιπάλους σου. Είναι ένα άθλημα στο οποίο χρειάζεται να κάνεις πολλά για να ανταποκριθείς στις ανάγκες και στις περιστάσεις της στιγμής, όπως λέμε. Το μπάσκετ έχει πάρα πολλές κρίσιμες και διαφορετικές μεταξύ τους στιγμές στη διάρκεια ενός αγώνα. > Ποια είναι η άποψή σας για το γεγονός ότι το ποδόσφαιρο μονοπωλεί τα βλέμματα στη χώρα μας περισσότερο από το μπάσκετ; Πάντα το ποδόσφαιρό ήταν πιο δημοφιλές · είναι ένα άθλημα που μάλλον αντιπροσωπεύει κι εκφράζει πάρα πολύ τον ελληνικό λαό. Παρά το γεγονός μάλιστα ότι υστερούμε σε σχέση με το ποδόσφαιρο που παίζεται στην Ευρώπη, ενώ στον αντίποδα οι ελληνικές μπασκετικές ομάδες έχουν πολλές φορές βρεθεί ανάμεσα στις κορυφαίες της Ευρώπης. Ο κόσμος όμως δεν έχει ταυτιστεί τόσο πολύ με το μπάσκετ, όσο το έχει πράξει τουλάχιστον με το ποδόσφαιρο. Το ελληνικό μπάσκετ, με τόσες πολλές επιτυχίες σε ομαδικό και 32

ARTCORE

JAN 2015

εθνικό επίπεδο, θα μπορούσε να είχε περισσότερο κόσμο, αν υπήρχε μεγαλύτερη προσήλωση στις μικρές ηλικίες, ώστε να δημιουργηθεί σταδιακά ένα σταθερό φίλαθλο κοινό. > Σε περίπτωση κάποιας μελλοντικής πρότασης, θα προπονούσατε την εθνική ομάδα; Πιστεύω ότι οποιοσδήποτε προπονητής θα ήθελε δυνητικά να πάει στην εθνική ομάδα. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι είναι ντε και καλά διακαής πόθος οποιουδήποτε προπονητή να γίνει προπονητής της εθνικής ομάδας. Πιστεύω ότι οι Έλληνες προπονητές που έχουν θητεύσει στην εθνική ομάδα τα τελευταία χρόνια είναι πάρα πολύ καλοί προπονητές, ενώ και το τωρινό staff παλεύει για το καλύτερο της εθνικής. > Ποια είναι αλήθεια η άποψή σας για την πορεία της Εθνικής στο πρόσφατο παγκόσμιο πρωτάθλημα; Πιστεύω ότι η εθνική ομάδα έδειξε μια πάρα πολύ καλή εικόνα συνολικά, αλλά στο πρώτο κρίσιμο παιχνίδι που έπαιξε κόντρα σε μία ομάδα που αποδείχτηκε στην πορεία πολύ δυνατή, δεν τα κατάφερε. Να ξέρετε ότι οι νοκ άουτ αγώνες σε αυτά τα τουρνουά είναι πολλές φορές και θέμα τύχης, με ποιον δηλαδή θα βρεθείς στη διασταύρωση και σε ποιο σημείο. Πιστεύω ότι η ελληνική ομάδα έπαιξε αρκετά καλό μπάσκετ, μέχρι και πολύ καλό, μπορώ να πω. Ίσως θα μπορούσε να παίξει και καλύτερα, αν ήταν πλήρης, γιατί είχαμε αρκετές απουσίες, κάποιες μάλιστα εξ αυτών πολύ κρίσιμες και σημαντικές. > Πώς νιώθετε που δουλεύετε σε ένα πρωτάθλημα, όπου τα σκήπτρα αλλάζουν χέρια ανάμεσα σε δύο μόνο ομάδες; Σίγουρα δεν είναι και το καλύτερο για το ελληνικό πρωτάθλημα να κρατούν τα σκήπτρα του μόνο δύο ομάδες τα τελευταία χρόνια, χωρίς να μπορεί κάποια άλλη ομάδα, λόγω οικονομικών δυσχερειών, να τις ανταγωνιστεί. Θα ήταν πολύ καλύτερο και ανταγωνιστικότερο το πρωτάθλημα, εάν υπήρχαν τουλάχιστον 5-6 ομάδες, οι οποίες να διεκδικούν την κορυφή ή έστω να έχουν τα απαραίτητα προσόντα, ώστε να μπορέσουν κάπως να κοντράρουν αυτές τις δύο ομάδες. Αυτό είναι το ένα σκέλος. Από την άλλη πλευρά, ο προπονητής δεν έχει κατά νου μονάχα να είναι στον πάγκο κάποιας ομάδος που διεκδικεί τίτλους, αλλά να είναι σε μια ομάδα που να του δίνει την ευκαιρία να παραγάγει έργο, να


κίνη -Ματο -Γρα -Φοσ

βγάζει νέους παίκτες και να προσφέρει στο άθλημα, γιατί πάνω απ’ όλα κι όλους μας είναι το άθλημα. > Πότε πιστεύετε ότι ο ΠΑΟΚ θα εξυγιανθεί οριστικά και θα είναι ανταγωνιστικός απέναντι στις δύο αυτές ομάδες; Αυτό μπορούν να το ξέρουν αυτοί που διοικούν την ομάδα και διαχειρίζονται τα οικονομικά μεγέθη. Βέβαια, ο ΠΑΟκ αυτήν την περίοδο κι όλα αυτά τα τελευταία χρόνια κουβαλά βάρη από προηγούμενες χρονιές, κάτι που τον εμποδίζει να μεγαλώσει το budget του. Όταν θα φύγει αυτό το βάρος και εφόσον υπάρξει μια σταθερή ροή εσόδων είτε από τους φιλάθλους είτε από χορηγούς, τότε θα μπορέσει να φτιάξει μία τελείως διαφορετική ομάδα. Βέβαια, ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός είναι πολύ μπροστά, αλλά κάποια στιγμή δε θα είναι στην ίδια κατάσταση που είναι σήμερα. > Και γιατί ο ΠΑΟΚ είναι σε οικονομική δυσχέρεια; Γιατί τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν ανοίγματα στον προϋπολογισμό του, κάτι που άφησε χρέη τόσο προς το δημόσιο όσο και προς διάφορους πιστωτές και σήμερα καλείται να πληρώσει όλα αυτά τα χρέη των προηγούμενων ετών σε βάθος χρόνου, μέσα από διακανονισμούς. Αυτό όμως δημιουργεί πρόβλημα, γιατί τα χρήματα βγαίνουν από το budget της επόμενης ή της τρέχουσας χρονιάς, οπότε προσπαθούμε να φτιάξουμε μια ομάδα με πολύ μικρότερο budget απ’ αυτό που θα επιθυμούσαμε. > Πώς αισθάνεστε που είστε θρύλος στην ιστορία του συλλόγου, όντας ο προπονητής με τις περισσότερες νίκες στην ιστορία όλων των αθλημάτων; Δε νομίζω πως είμαι θρύλος, κανείς δεν είναι θρύλος. Θρύλος είναι πάντα η ομάδα. Αν δεν υπήρχαν οι ομάδες, δε θα υπήρχαν ούτε προπονητές ούτε παίκτες, ακόμη και οι φίλαθλοι. η ομάδα είναι αυτή που τους συσπειρώνει όλους και αυτήν την ομάδα πρέπει να υποστηρίζουμε όλοι. Τώρα, το ότι έχω περάσει τόσα χρόνια στην ομάδα αυτή είναι μια μεγάλη χαρά για μένα. Ο ΠΑΟκ με έχει τιμήσει και μου έχει δώσει το δικαίωμα να κοουτσάρω την ομάδα του και να έχω τις περισσότερες συμμετοχές από οποιονδήποτε άλλον προπονητή σε αυτήν την ομάδα. > Ψηφιστήκατε προπονητής της χρονιάς, πώς σας έκανε να νιώσετε αυτή η τιμή;

κοιτάξτε, όταν ασχολείσαι όλη σου τη ζωή με ένα άθλημα, το οποίο ξεκίνησες στην αρχή από χόμπι και αυτό μετά, σιγά σιγά, μετετράπη σε εργασία χωρίς όμως ποτέ να πάψει να σε εξιτάρει και κάποια στιγμή αναγνωρίζεται η προσπάθειά σου από το σύνολο του αθλητικού κόσμου, είναι μια μεγάλη τιμή. Είναι κάτι το συγκινητικό, γιατί αναλογίζεσαι πόσο δούλεψες όλα αυτά τα χρόνια και χαίρεσαι στην ιδέα ότι το μπάσκετ που παρουσίασε η ομάδα σου ήταν ο λόγος για αυτήν την τιμητική διάκριση. η οποία διάκριση δεν αφορά μόνο τον προπονητή αλλά και όλους τους παράγοντες κι ακόμη περισσότερο τους παίκτες, οι οποίοι συμμετείχαν σε αυτήν την ομάδα και την έφεραν σε αυτό το σημείο. > Πιστεύετε ότι τα εγγυημένα συμβόλαια στη Euroleague ήταν η απαρχή της πτώσης της δημοφιλίας του μπάσκετ σε όλη την Ευρώπη; Ναι, νομίζω ότι αυτό ήταν μεγάλο λάθος, γιατί με αυτόν τον τρόπο απώλεσαν τη δυναμική τους τα εθνικά πρωταθλήματα σε κάθε χώρα. Όταν ξέρουν δύο ή τρεις ομάδες ότι θα είναι βρέξει χιονίσει στην Euroleague, ο ανταγωνισμός ατονεί. καθώς περνούν τα χρόνια, οι ομάδες αυτές έχουν περισσότερα εφόδια για να φτιάξουν καλύτερη ομάδα από τους αντιπάλους τους. Έτσι, στο εκάστοτε εθνικό πρωτάθλημα οι ανισότητες καταλήγουν να είναι πιο μεγάλες και αυτό να αποδυναμώνει την ισχύ του πρωταθλήματος. Αυτή η κατάσταση συνιστά ένα βασικό παράγοντα που εξηγεί τη μειωμένη προσέλευση του κόσμου τα τελευταία χρόνια, γιατί δεν υπάρχει ο συναγωνισμός και το απρόοπτο. > Θεωρείτε ότι η κορυφαία στιγμή στην καριέρα σας ήταν το Korać Cup το 1994; Ναι, γιατί ήταν κάτι το φοβερά ιδιαίτερο. κάτι το οποίο σε στιγματίζει για την υπόλοιπή σου καριέρα. > Κάνοντας έναν απολογισμό της καριέρας σας ως τώρα, πώς την αξιολογείτε; Περιμένατε τέτοια αναγνώριση; Όταν κάνεις αυτό το οποίο σε ευχαριστεί και το κάνεις με μεράκι και με μεγάλο πάθος, σίγουρα θα έρθουν και αποτελέσματα. Ο κόσμος εννοείται πως πάντα θέλει τα αποτελέσματα, αλλά εκτιμά και την προσπάθεια. Νομίζω πάντως ότι υπάρχει μια αλυσίδα μεταξύ κόσμου, παικτών και προπονητή και αυτό το στοιχείο είναι νομίζω το πιο ευχάριστο και το πιο θετικό. > Ποια είναι τα σχέδια της ομάδας σας για το άμεσο μέλλον; Πρωταρχικός στόχος είναι να μειώσει τα ελλείμματα, να πετύχει στο μέτρο του δυνατού μια οικονομική ανάκαμψη και από εκεί και πέρα, σίγουρα μπορεί να θέσει άλλους στόχους. Είναι μια μεγάλη ομάδα, έχει πλατύ κοινό και θα μπορούσε κάλλιστα να πρωταγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά και στις διοργανώσεις της Ευρώπης. Πιστεύω ότι ο στόχος του ΠΑΟκ πρέπει να είναι η διεκδίκηση τίτλων στην Ελλάδα αλλά και το πώς θα μπορέσει να φανεί ξανά στην Ευρώπη, για να διεκδικήσει τίτλους όπως παλιότερα. JAN 2015

ARTCORE

33


Pinhole

Η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ SELFIE - bY niCKi uPsTairs -

συΜΦΩνΑ Με τΟ OXFORD DICTIONARIES, Η ΛεξΗ ΠΟυ τΡΑΒΗξε τΟ ΜεΓΑΛυτεΡΟ ενΔιΑΦεΡΟν ΜεσΑ στΟ 2013 εινΑι Η ΛεξΗ SELFIE. Η συΧνΟτΗτΑ ΧΡΗσιΜΟΠΟιΗσΗσ τΗσ συΓΚεΚΡιΜενΗσ ΛεξΗσ στΗν ΑΓΓΛιΚΗ ΓΛΩσσΑ ΑυξΗΘΗΚε ΚΑτΑ 17.000% σε σΧεσΗ Με τΟν ΠΡΟΗΓΟυΜενΟ ΧΡΟνΟ, ΚΑτΟΧυΡΩνΟντΑσ ετσι τΟν τιτΛΟ «ΛεξΗ τΗσ ΧΡΟνιΑσ» ΓιΑ τΟ 2013. ΚΑι τι εινΑι ΑυτΟ τΟ SELFIE, ΡΩτΑτε; ΑΚΟΛΟυΘει Ο εΠισΗΜΟσ ΟΡισΜΟσ.

34

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

Selfie (επίσης selfy): ουσιαστικό (πληθυντικός selfies) Προφορά: /�s�lfi/ : Μια φωτογραφία που βγάζει κάποιος τον εαυτό του, συνήθως με ένα smartphone ή μια web κάμερα προκειμένου να τη μοιραστεί σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο. Ο όρος selfie μας έρχεται από τη μακρινή Αυστραλία, όπου έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 2002 σε κάποιο δικτυακό φόρουμ. Μάλιστα πρόκειται για κλασικό παράδειγμα υποκοριστικού Αυστραλιανού τύπου (βλέπε και Aussie από το Australian). Πριν όμως σκαρφιστεί τον όρο selfie το αυστραλιανό μυαλό, όταν θέλαμε να αναφερθούμε σε τέτοιου είδους φωτογραφίες λέγαμε MySpace pic υποδηλώνοντας τη συνήθως υποφωτισμένη και τραβηγμένη μπροστά σε καθρέφτη μπάνιου φωτογραφία που χρησιμοποιούνταν ως φωτογραφία προφίλ στο πάλαι ποτέ ένδοξο MySpace. Ε, τώρα λοιπόν υπάρχει συγκεκριμένη λέξη γι’ αυτές τις φωτογραφίες, κύριοι! Μάλιστα από το selfie προέκυψαν και διάφορες υποκατηγορίες, όπως helfie (για την επίδειξη της φροντισμένης κόμης μας), belfie (με έμφαση στα οπίσθια), welfie (την ώρα της γυμναστικής), drelfie (υπό την επήρεια αλκοόλ), shelfie / bookshelfie (μπροστά σε ράφι ή βιβλιοθήκη) ακόμα και funeral selfies (ε, άμα σου πάνε τα μαύρα, να μην το δείξεις σε όλον τον κόσμο;). Από το 2002 μέχρι σήμερα η επικράτηση των smartphones και των κοινωνικών δικτύων έχουν οδηγήσει σε μια έκρηξη από selfies. Με τον ερχομό μάλιστα του 2014 ανακηρύχθηκαν και οι πρώτοι Ολυμπιακοί αγώνες selfie με τους «αθλητές» να συναγωνίζονται για το πιο ακραίο και «τρελό» selfie. JAN 2015

ARTCORE

35


Pinhole

Ο χώρος της διαφήμισης δε θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος από ένα τέτοιο φαινόμενο. Πρόσφατα η εφημερίδα Cape Times της Νοτίου Αφρικής λάνσαρε μια διαφημιστική καμπάνια βασισμένη σε selfies. Για την ακρίβεια, η καμπάνια παρουσίαζε το πώς θα ήταν κάποιες από τις πιο διάσημες φωτογραφίες της παγκόσμιας ειδησεογραφίας, αν ήταν selfies. Με τη βοήθεια λοιπόν του φωτογράφου David Prior είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε μια πιο επίκαιρη εκδοχή φωτογραφιών των Τζάκι Κέννεντυ, Ουΐνστον Τσώρτσιλ και άλλων. Η αλήθεια είναι πως η αποδοχή και η εξάπλωση των selfies είναι αναμενόμενη ειδικά, αν αναλογιστεί κα-

νείς ότι οι αυτοπροσωπογραφίες ήταν ανέκαθεν ένα σημαντικό μέρος της τέχνης και κατ’ επέκταση της ζωής μας. Η παράδοση της αυτοπροσωπογραφίας στη ζωγραφική επηρέασε άμεσα την τέχνη της φωτογραφίας. Οι «πρώτες selfies» χρονολογούνται στο διάστημα της εμφάνισης των πρώτων φωτογραφικών μηχανών. Έτσι υπολογίζεται ότι το πρώτο φωτογραφικό πορτραίτο ήταν μια αυτοπροσωπογραφία του Robert Cornelius που τραβήχτηκε περίπου το 1839, ανακηρύσσοντάς τον «πατέρα του selfie» (πού να το φανταζόταν). Τον ακολούθησαν κι άλλοι, όπως ο Nadar με το υπέροχο περιστρεφόμενο πορτραίτο του, ο Degas αλλά και καλλιτέχνες από άλλους χώρους που γοητεύτηκαν από το νέο μέσο, όπως ο Strindberg από τον χώρο του θεάτρου, ο Émile Zola της λογοτεχνίας και ο ζωγράφος Edvard Munch. Φαίνεται λοιπόν ότι το να θέλει κάποιος να αποτυπώσει τη μορφή του εαυτού του δεν είναι καινούρια μόδα ούτε είναι κάτι απαραίτητα κατακριτέο. Το «καινοφανές φαινόμενο» που ευθύνεται για την ανάδειξη του selfie ως λέξη της χρονιάς από τα Oxford Dictionaries είναι η προθυμία με την οποία οι χρήστες των κοινωνικών δικτύων μοιράζονται τις προσωπικές τους στιγμές μέσω των selfies, τραβώντας τα όρια στα άκρα και αδιαφορώντας ή αγνοώντας

36

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

Munch

Ο «πατέρας του selfie», Robert Cornelius

πολλές φορές τις συνέπειες μιας τέτοιας συνήθειας. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα άλλο λεξικό, το Dictionary. com, ανέδειξε ως λέξη της χρονιάς που πέρασε τη λέξη privacy, ως αντίδραση ίσως στην καταπάτηση της ιδιωτικότητας που επέφερε η μόδα των selfies.

Nadar

Zola

Strindberg

Degas

JAN 2015

ARTCORE

37


Pinhole

ΠΕΤΑΕΙ Ο ΙΠΠΟΠΟΤΑΜΟΣ; ΠΕΤΑΕΙ! - bY niCKi uPsTairs -

38

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

Οι ιΠΠΟΠΟτΑΜΟι ΠετΑνε, Οι ΚΑΜΗΛΟΠΑΡΔΑΛεισ ΔενΟυν ΚΟΜΠΟ τΟν ΜΑΚΡυ ΛΑιΜΟ τΟυσ, ΑΚΟυστιΚΑ τΗΛεΦΩνΟυ ΦυτΡΩνΟυν στΗν εΡΗΜΟ ΚΑι ΚΑτι ΠεΡιεΡΓΟι ΧΑΡΑΚτΗΡεσ Με ξυΛΟΠΟΔΑΡΑ ΚυΚΛΟΦΟΡΟυν ΑνΑΜεσΑ ΜΑσ. ΟΛΑ ΜΠΟΡΟυν νΑ συΜΒΟυν στΟν ΚΟσΜΟ τΟυ DARIUSZ KLIMCZAK.

Ο Dariusz Klimczak γεννήθηκε το 1967 στο Sieradz της Πολωνίας. Παρόλο που φωτογραφίζει ανελλιπώς τα τελευταία 25 χρόνια, ο ίδιος δηλώνει πως το πραγματικό του πάθος για τη φωτογραφία γεννήθηκε πολύ πρόσφατα. Στις εικόνες που δημιουργεί ο Dariusz, καθημερινά αντικείμενα παίρνουν αναπάντεχους ρόλους, απλοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας αψηφούν τη βαρύτητα κι άλλους νόμους της φυσικής και ζώα μας δείχνουν μια διαφορετική πλευρά του εαυτού τους. Η προτίμησή του στο ασπρόμαυρο συντελεί στο να φαίνονται οι εικόνες του ακόμα πιο μαγευτικές, αλλά και οι έγχρωμες δεν υστερούν σε γοητεία, καθώς προσφέρουν μια νότα ρεαλισμού σε έναν κόσμο, όπου τίποτα δεν είναι όπως θα έπρεπε. Όλες οι εικόνες του Dariusz βασίζονται σε φωτογραφίες που έχει τραβήξει ο ίδιος, συνδυάζοντάς τες αργότερα με αριστοτεχνικό τρόπο, ώστε να δημιουργούνται εικόνες που δίνουν την εντύπωση πως ο κόσμος που προβάλλει ίσως και να υπάρχει στην πραγματικότητα.

JAN 2015

ARTCORE

39


Pinhole

40

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

JAN 2015

ARTCORE

41


Pinhole

42

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

JAN 2015

ARTCORE

43


Camera obsCura

SIGN OF LIFE ΤΟΥ CHRISTOPHER RIMMER - τΟυ νιΚΟυ ΠΡιΠΟΡΑ -

ΔυΟ εΡΗΜεσ ΠΟΛεισ ΦΑντΑσΜΑτΑ, στΗν εΡΗΜΟ τΗσ νΑΜιΜΠιΑ τΗσ ν.Δ. ΑΦΡιΚΗσ, ΑΠΟτεΛΟυν ενΑ ΑΠιστευτΟ σΚΗνιΚΟ ΓιΑ τΟ ΦΩτΟΓΡΑΦιΚΟ PROJECT τΟυ ΒΡετΑνΟυ ΦΩτΟΓΡΑΦΟυ CHRISTOPHER RIMMER Με τιτΛΟ “SIGN OF LIFE”.

44

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

Οι πόλεις Κolmanskop και Elizabeth Bay ιδρύθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα στην περιοχή της σημερινής Ναμίμπια σε μια εποχή που συνέρρεαν χιλιάδες Ευρωπαίοι με σκοπό την εξόρυξη διαμαντιών. Οι δύο πόλεις ήταν τόσο πλούσιες, που είχαν όπερα, καζίνο, αίθουσες χορού, γυμναστήρια και άλλα κτήρια. Μετά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, τα ορυχεία άδειασαν και οι περισσότεροι από τους κατοίκους μετανάστευσαν νοτιότερα, όπου νέα κοιτάσματα διαμαντιών είχαν ανακαλυφθεί. Οι τελευταίοι κάτοικοι έφυγαν από τις δύο πόλεις στις αρχές της δεκαετίας του ‘50, εγκαταλείποντας το μέρος στο έλεος του χρόνου και των δυνατών ανέμων της ερήμου. Ο Christopher Rimmer, ήδη γνωστός από άλλα projects που έχει ολοκληρώσει στην αφρικανική ήπειρο, χρησιμοποίησε το εκπληκτικό αυτό σκηνικό που δημιουργήθηκε σε διάστημα μεγαλύτερο των 50 χρόνων, στη διάρκεια του οποίου οι δύο πόλεις αφέθηκαν στη μανία του ανέμου και της άμμου και δημιούργησε πρωτότυπες και εντυπωσιακές φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες του αποτυπώνουν τους εσωτερικούς χώρους των κτηρίων, με τις πόρτες και τα παράθυρα ανοιχτά, να έχουν κατακλυστεί από τη συνεχώς κινούμενη άμμο της ερήμου. Το όλο σκηνικό φαντάζει σουρεαλιστικό, σαν να είναι βγαλμένο από πίνακες του Νταλί. Ο φωτογράφος μεταφέρει στο θεατή μια καταθλιπτική εικόνα των θαμμένων κάτω από την άμμο κτηρίων, φθαρμένων και εγκαταλελειμμένων και ταυτόχρονα μας υπενθυμίζει τη ματαιότητα της ανθρώπινης φιλοδοξίας, μιας και τίποτα δε διαρκεί για πάντα και ο χρόνος είναι πάντα παρών να μας το επιβεβαιώνει. Το “Sign of Life” αποτελείται από 25 μεγάλης κλίμακας έγχρωμες εκτυπώσεις και το έργο θα παρουσιαστεί στις 29/05/2014 στην Angela Tandori Fine Art Gallery στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Επειδή όμως η Αυστραλία είναι λίγο μακριά, μέσω του Artcore μπορούμε να απολαύσουμε τις πραγματικά εντυπωσιακές εικόνες. JAN 2015

ARTCORE

45


Camera obscura

46

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

JAN 2015

ARTCORE

47


Camera obsCura

THE SILENCE OF DOGS IN CARS - τΟυ νιΚΟυ ΠΡιΠΟΡΑ -

ενΑ ΑΡΘΡΟ ΓιΑ τΟ ΠΩσ ΜιΑ τΡΑυΜΑτιΚΗ εΜΠειΡιΑ ΠΟυ ειΧεσ ΜιΚΡΟσ ΜΠΟΡει νΑ ΑΠΟτεΛεσει εΜΠνευσΗ ΓιΑ ΜιΑ ΠΡΑΓΜΑτιΚΑ ΟΜΟΡΦΗ ΚΑι συΓΚινΗτιΚΗ ΦΩτΟΓΡΑΦισΗ… σΚυΛΩν.

48

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

Ο Martin Usborne είναι φωτογράφος που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο. Η δουλειά του επικεντρώνεται κυρίως στη σχέση του ανθρώπου με τα ζώα μέσω μιας εναλλακτικής ματιάς και με μια δόση λεπτού χιούμορ. Το project του με τίτλο “The Silence Of Dogs In Cars” βασίζεται σε μνήμες της παιδικής του ηλικίας. Όπως ο ίδιος αναφέρει, σε ηλικία 4 ετών είχε μείνει μόνος του στο αμάξι για 15 λεπτά. Ο χρόνος αυτός ήταν αρκετός για να τον πλημμυρίσει ένα αίσθημα φόβου για το αν θα μείνει μόνος για πάντα ή αν θα έρθει κάποιος να τον πάρει. Αυτή η εμπειρία του σε συνδυασμό με την αγάπη του για τα ζώα στάθηκαν η αφορμή για να δημιουργηθεί αυτή η όμορφη σειρά φωτογραφιών από πορτραίτα σκύλων που περιμένουν μόνα τους μέσα σε κάποιο αμάξι. Ο φωτογράφος αναπαριστά τον φόβο και την άγνοια που ένιωσε ως παιδί μέσα από μία ίσως ανάλογη εμπειρία που έχουν πολλά σκυλιά που περιμένουν υπομονετικά στο πίσω κάθισμα κάποιου αυτοκινήτου, καταγράφοντας τις αντιδράσεις τους. Κάποια από τα σκυλιά έχουν μια ολοφάνερη θλίψη στο βλέμμα τους, άλλα πάλι φαίνονται απογοητευμένα ή και θυμωμένα επιδεικνύοντας τους κυνόδοντές τους. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρόκειται για μια απλή φωτογράφιση σκύλων. Αντίθετα, μέσα από τις εικόνες προβάλλεται ουσιαστικά ένα συναίσθημα που εκφράζει τον οικουμενικό φόβο της μοναξιάς είτε πρόκειται για ανθρώπους είτε για ζώα. Η φωτογράφιση στο σύνολό της αποπνέει μια σκοτεινή ατμόσφαιρα, αν και τα πλάσματα της φωτογράφισης μόνο «σκοτεινά» δεν μπορεί να τα χαρακτηρίσει κανείς. Η σύλληψη και η απόδοση του θέματος όμως μπορεί να χαρακτηριστεί ως άψογη και πιστεύω πως ο φωτογράφος πετυχαίνει τον αρχικό σκοπό του. Η δουλειά του Usborne έχει δημοσιευθεί σε πολλά διεθνή περιοδικά και έχει εκτεθεί στο National Portrait Gallery του Λονδίνου. Περισσότερα μπορείτε να δείτε στη σελίδα του στο facebook https://www. facebook.com/martinusbornephotography και στην προσωπική του ιστοσελίδα http://www.martinusborne.com JAN 2015

ARTCORE

49


Camera obsCura

50

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

JAN 2015

ARTCORE

51


συνεντευξεισ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΥΛΙΑΝΟ ΠΑΠΑΡΔΕΛΑ τΗ συνεντευξΗ εΠιΜεΛΗΘΗΚΑν Οι: NιΚΟσ ΠΡιΠΟΡΑσ & εΛενΗ ΜΑΡΚ

ΟτΑν σΚεΦτΟΜΑστΑν ΑΠΟ ΠΟιΟν νΑ ΠΑΡΟυΜε τΗν ΠΡΩτΗ συνεντευξΗ ΓιΑ τΗν ενΟτΗτΑ τΗσ ΦΩτΟΓΡΑΦιΑσ ΜεσΑ στΑ ΠΡΩτΑ ΔευτεΡΟΛεΠτΑ ΜΟυ ΗΡΘε τΟ ΟνΟΜΑ τΟυ στυΛιΑνΟυ ΠΑΠΑΡΔεΛΑ. τΑξιΔευτΗσ ΦΩτΟΓΡΑΦΟσ, ΟνειΡΟΠΟΛΟσ, ΡΟΜΑντιΚΟσ, ΦιΛΑνΘΡΩΠΟσ... ΠΟυ ΟΠΩσ ΜΑσ ειΠε ΦευΓει ΑΜεσΑ «ΓιΑ ΚεντΡιΚΗ ΚΑι ΛΑτινιΚΗ ΑΜεΡιΚΗ νΑ ΓυΡισει ΜιΑ τΑξιΔιΩτιΚΗ τΗΛεΟΠτιΚΗ εΚΠΟΜΠΗ/ ντΟΚιΜΑντεΡ Με ΑΓνΩστΗ εΠιστΡΟΦΗ». 52

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

> Αναφέρεις ότι η φωτογραφία αποτελεί πρόσχημα για τα ταξίδια σου... Αν έπρεπε να διαλέξεις ανάμεσα στις δύο αυτές «αγάπες», τι θα διάλεγες; Η φωτογραφία είναι κάτι που αγαπώ να κάνω. Με χαλαρώνει και με απασχολεί ευχάριστα και δημιουργικά. Είναι κάτι που δεν μπορώ να το διαχωρίσω από την καθημερινότητά μου. Φωτογραφία για μένα είναι το πώς βλέπω, το πώς αντιλαμβάνομαι τον χώρο, το πώς ζω την κάθε στιγμή. Για μένα δεν είναι απλά μια διαδικασία. Από αυτήν την άποψη θα άφηνα τη φωτογραφική μου μηχανή για τα ταξίδια. Χωρίς φωτογραφική μηχανή οι εμπειρίες, οι εικόνες, η επικοινωνία με τους ανθρώπους και η δράση θα είναι πάλι τα ίδια. Απλά τα «καρέ» θα μένουν για πάντα μαζί μου και μόνο. > Styliano’s Diary! Είναι αυτός ο βασικός λόγος που φωτογραφίζεις; Να καταγράφεις αναμνήσεις; Αν όχι, ποια εσώτερη ανάγκη σε ωθεί σε αυτόν τον τρόπο έκφρασης; Κρατάς «κανονικό ημερολόγιο» από τις εμπειρίες σου ανά τον κόσμο; Όπως είπα και παραπάνω, δε διαχωρίζω τη ζωή μου από τη φωτογραφία. Το Stylianos’s diary είναι ένα πρότζεκτ αφιερωμένο σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που αγαπώ ή γνωρίζω στον δρόμο και με εντυπωσιάζουν με τη στάση ζωής τους. Είναι άνθρωποι που με έκαναν καλύτερο σαν άνθρωπο. Επειδή ξέρω καλά ότι οι μνήμες ξεθωριάζουν με τον χρόνο, ήθελα να φτιάξω κάτι, ώστε οι άνθρωποι αυτοί να μην πεθάνουν πoτέ μέσα μου και βλέποντάς τους να θυμάμαι όλα εκείνα που μου έμαθαν. Μέσα από αυτούς δε θα ξεχάσω ποτέ ποιος είμαι και τι πιστεύω για τον κόσμο και τη ζωή. Κρατάω «ημερολόγιο συναισθημάτων». Ξέρετε, το συναίσθημα είναι το πιο δυνατό πράγμα αλλά και κάτι που μεταβάλλεται πολύ εύκολα από στιγμή σε στιγμή. Θέλω να ξέρω πώς ένιωθα σε συγκεκριμένες στιγμές της ζωής μου και μαζί με τις φωτογραφίες μου να αναβιώνω μνήμες και καταστάσεις.

> Από ποιο σημείο του πλανήτη έχεις τις ομορφότερες αναμνήσεις και πού συνάντησες την πιο εχθρική συμπεριφορά; Το ενδιαφέρον μου στα ταξίδια είναι κυρίως ανθρωποκεντρικό. Δε με ενδιαφέρουν τόσο τα μουσεία και τα μνημεία. Εστιάζω στην κουλτούρα και στη ζωή. Από αυτήν την άποψη θα ήταν άδικο να υποδείξω κάποιο συγκεκριμένο μέρος. Ανά τον κόσμο, υπέροχοι άνθρωποι μου έχουν ανοίξει τα σπίτια τους και μου έχουν φερθεί σαν μέλος της οικογένειάς τους. Άλλοι μου έχουν δώσει το τελευταίο τους τσιγάρο και άλλοι πάλι μου έχουν σώσει τη ζωή. Πώς θα μπορούσα να ξεχωρίσω; Σίγουρα σε κάποιες χώρες λόγω θρησκείας ή άλλων παραγόντων, τα πράγματα στην αρχή δεν έμοιαζαν τόσο φιλικά όσο θα φανταζόμουν. Παρόλ’ αυτά πάντα προσπαθώ να καταλάβω τους λόγους που ένας άνθρωπος έχει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά και να τον προσεγγίσω. Ξέρω ότι, όταν χαμογελάσεις στον κόσμο, ο κόσμος θα σου ανταποδώσει το χαμόγελο και κάπως έτσι πάντα βρίσκω τις καλές εμπειρίες. > Ποια είναι η χειρότερη εμπειρία σου ως φωτογράφος;

JAN 2015

ARTCORE

53


συνεντευξεισ

Δε βλέπω ποτέ μια εμπειρία αρνητικά. Πάντα όλα κάπου χρησιμεύουν και πάντα κάτι μαθαίνεις. Αυτό προσπαθώ να το σκέφτομαι κάθε στιγμή και να αποφεύγω τα νεύρα και την απογοήτευση σε καταστάσεις. Αυτό που σκέφτομαι ως χειρότερη εμπειρία μου είναι κάποιες στιγμές που τεμπελιάζω και απογοητεύομαι ή κι ακόμα ακόμα κάποιες φορές που αφήνω τη μηχανή μου στην άκρη για καιρό. Ο κακός μου εαυτός είναι η χειρότερή μου εμπειρία. Όταν νιώθω καλά, όλα γύρω μου είναι καλά. > Πόσο μεγάλο αντίκτυπο έχει η δουλειά σου στην προσωπική σου ζωή; Τεράστιο. Κάποιος βλέποντας τη δουλειά μου θα σκεφτόταν ότι είναι η καλύτερη δουλειά που θα μπορούσε να έχει κάποιος. Έτσι νιώθω και εγώ. Αυτό που κάνω εμπεριέχει μια ελευθερία αλλά παράλληλα και μια δημιουργικότητα. Νιώθω απίστευτα τυχερός για τις εικόνες και τις εμπειρίες που έχω. Αυτό όμως που δεν περνάει ίσως από το μυαλό κάποιου είναι το αντίκτυπο στην προσωπική μου ζωή. Είμαι επίσης τυχερός, γιατί έχω μια πανέμορφη οικογένεια και πολλούς φίλους που αγαπώ και με αγαπούν. Η συναισθηματική πίεση που νιώθω και δέχομαι είναι τεράστια κάθε φορά που φεύγω για ένα ταξίδι με άγνωστη την επιστροφή. Είναι ίσως το πιο δύσκολο πράγμα που έχω να αντιμετωπίσω. Επίσης ενώ ταξιδεύω δημιουργώ δυνατούς δεσμούς με ανθρώπους τους οποίους και πάλι πρέπει να αποχωριστώ. Όταν αποφάσισα ότι θέλω να κάνω αυτήν τη δουλειά, είπα στον εαυτό 54

ARTCORE

JAN 2015

μου: «Κάποια μέρα ίσως μείνεις εντελώς μόνος σου. Μπορείς να πάρεις αυτό το ρίσκο;» Την απάντηση την ξέρετε. > Αναλογικό vs. ψηφιακό! Ποια είναι η γνώμη σου; Σχεδόν δεν υπάρχει πια θέμα επιλογής. Σίγουρα παλιότερα τα πράγματα γίνονταν με κόπο και μεράκι σε όλες τις πτυχές της ζωής. Αυτό είχε μια ομορφιά. Το παρελθόν πάντα μας τραβάει, αλλά οι εποχές προχωράνε. Για να συνεχίσουμε λοιπόν να κάνουμε αυτό που αγαπάμε, πρέπει να προσαρμοστούμε και να βρούμε τρόπους να γίνουμε δημιουργικοί με τα καινούρια δεδομένα. > Αν σου έλεγαν ότι πρέπει να διαλέξεις τις τρεις πιο σημαντικές φωτογραφίες σου, ποιες θα διάλεγες; Μπορείς να μας πεις την ιστορία μιας εξ αυτών; Αυτή η φωτογραφία (φωτ. 1) είναι τραβηγμένη στο πάρκο του Γκαουντί στη Βαρκελώνη. Θα μπορούσα να πω ότι είναι η πρώτη μου καλή φωτογραφία. Η πρώτη φωτογραφία που συμπλήρωνε όλα αυτά τα στοιχεία που ήθελα για να είμαι χαρούμενος με μια εικόνα. Μου έδωσε δύναμη και αυτοπεποίθηση να κάνω καλύτερα πράγματα παρακάτω. Η μάνα στην Ουγκάντα (φωτ. 2) είναι η αγαπημένη μου φωτογραφία από οποιαδήποτε άλλη έχω βγάλει. Κρύβει πολλά προσωπικά νοήματα και σκέψεις... κάτι που μπορώ να μοιραστώ μαζί σας είναι ότι σίγουρα αυτή η φωτογραφία επιβεβαίωσε τον λόγο που ξεκίνησα να πάω στην Αφρική. Αυτός ήταν ότι είχα βαρεθεί να βλέπω μόνο θλιβερές εικόνες. Ήμουν σίγουρος ότι υπήρχε και η άλλη πλευρά


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

JAN 2015

ARTCORE

55


συνεντεύξεις

του νομίσματος. Φτάνοντας εκεί το συνειδητοποίησα πολύ γρήγορα, όταν όμως έβγαλα αυτήν τη φωτογραφία θεωρώ ότι κατάφερα να το αποτυπώσω κιόλας. Αυτή η φωτογραφία (φωτ. 3) ήρθε μετά από μια πολύ δύσκολη φωτογραφικά και προσωπικά περίοδο. Βρισκόμουν στις γειτονιές της Καλκούτα τριγυρνώντας με τα πόδια, απολαμβάνοντας τη μοναξιά μου και φωτογραφίζοντας, ώσπου είδα αυτό το πανέμορφο στενό και μπήκα. Πρώτα βρήκα έναν παππού να φτιάχνει το ποδήλατο και έπειτα βρήκα το παιδί στα αριστερά της φωτογραφίας. Εκείνο μου πόζαρε και έκανε γκριμάτσες. Είναι σύνηθες φαινόμενο στην Ινδία· τα παιδιά θέλουν να τα βγάλεις φωτογραφίες, επιζητούν την προσοχή σου. Περιμένοντας εκεί για να του κάνω τη χάρη (διότι ήδη νόμιζα ότι είχα τη φωτογραφία που θέλω με τον παππού), άκουσα ένα άλλο πιτσιρίκι να φωνάζει. Είδα κάτι στα δεξιά και τράβηξα χωρίς να το σκεφτώ. Όταν είδα το καρέ, δεν το πίστευα. Σχεδόν έκλαψα από χαρά. > Το τελευταίο εξάμηνο αφοσιώθηκες στην καταγραφή της τωρινής ελληνικής πραγματικότητας... και βραβεύτηκες επίσης για το έργο σου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας! Ποιο θα ήταν το σχόλιό σου για την Ελλάδα του σήμερα, όπως τη βίωσες μέσω της δουλειάς σου; Δυστυχώς συμβαίνουν θλιβερά πράγματα στην Ελλάδα και θεωρώ ότι αύτη η ερώτηση είναι μια συζήτηση από μόνη της. Χαίρομαι που ήμουν στην Ελλάδα το τελευταίο εξάμηνο και είδα με τα μάτια μου την κατάσταση. Μια κατάσταση απογοητευτική. Μια κατάσταση που χτίζεται πάνω από 35 χρόνια και για την οποία έχουμε όλοι μας μερίδιο ευθύνης.

1

2

3

56

ARTCORE

JAN 2015


ΦΩΤΟ -ΓΡΑ -ΦΙΑ

Δε θα μπω σε πολιτικές ή οικονομικές λεπτομέρειες, γιατί δεν έχουν σημασία τελικά. Αυτό που είδα και με στενοχωρεί είναι ότι ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων έχουν παραιτηθεί... από τα πιστεύω τους, τα δικαιώματά τους και κυρίως το χαμόγελό τους. Ένας καλός, φιλόξενος και χαρούμενος -παρότι πάντα ταλαιπωρημένος λαός- άφησε να τον αλλοτριώσουν. > Συμμετέχεις επίσης και σε ανθρωπιστικά προγράμματα, όπως η εργασία σου στον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Barretstown που δημιουργήθηκε για να βοηθάει καρκινοπαθή παιδάκια. Έχεις κάποιους μελλοντικούς στόχους αναφορικά με την ανθρωπιστική βοήθεια σε συνδυασμό με τη φωτογραφία; Όλα τα φωτογραφικά θέματα με τα οποία ασχολούμαι είναι ανθρωποκεντρικά. Από την άλλη πλευρά, δε νομίζω ότι μία φωτογραφία μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Οι πράξεις μας μπορούν. Έχω σχέδια για το μέλλον που αφορούν στον άνθρωπο όμως σε πιο πρακτικά επίπεδα από τη διαδικασία της φωτογραφίας. Όταν κάποια στιγμή «έχω γεμίσει» σαν άνθρωπος και έχω κάνει αυτά που θέλω, θα αφιερωθώ εκεί που ξέρω ότι πρέπει. > Φωτογραφία: Τρεις λέξεις που σου έρχονται στο νου! Επικοινωνία, διαβατήριο, κίνητρο. ΠεΡισσΟτεΡΑ ΓιΑ τΟν στυΛιΑνΟ ΠΑΠΑΡΔεΛΑ: www.stylianospapardelas.com, JAN 2015

ARTCORE

57


SERIAL KILLERS

GAME OF THRONES SEASON 4 EPISODE 6: Η ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΓΙΓΑΝΤΑ - ΒΥ NICK PASX / FRIEDRICH KEUNERMANN -

ΤΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΤΥΡΙΟΝ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΕΣΗ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΤΗΣ ΣΕΖΟΝ ΩΣ ΤΩΡΑ. 58

ARTCORE

JAN 2015


ΚΙΝΗ -ΣΗ

«Μια σκιά στον τοίχο» μουρμούρισε ο Βάρυς, «ωστόσο οι σκιές μπορούν να σκοτώσουν. Και ορισμένες φορές ένας πολύ μικρός άνθρωπος μπορεί να ρίξει μια πολύ μεγάλη σκιά». Πριν αναφερθούμε στη δίκη, τονίζουμε την εξαιρετική εναρκτήρια σκηνή. Το πλοίο του Στάννις μπαίνει στην πόλη του Μπράαβος, περνώντας κάτω από τον μεγαλοπρεπή Τιτάνα που δεσπόζει στην είσοδο. Ακολούθως, εμφανίζεται ο... Μάικροφτ Χολμς (αρχοντικός, ειρωνικός, απολαυστικός Mark Gatiss) και πραγματοποιείται η συνάντηση των Μπαράθηον ηγετών με τη Σιδερένια Τράπεζα. Απολαυστικοί διάλογοι και εξαιρετικές ερμηνείες από ηθοποιούς που δείχνουν να απολαμβάνουν τη συμμετοχή τους στη σειρά. Το αποτέλεσμα είναι πως η ιδέα του Ντέιβος έπιασε τόπο και κατόρθωσαν να δανειστούν τα λεφτά. Αυτό γίνεται χάρη στον επικό μονόλογο του τελευταίου, που πείθει τον αρχιτραπεζίτη για την ηθική ακεραιότητα και το αξιόχρεο του Άρχοντα και Βασιλιά του – ειδικά ενόψει ενδεχόμενου μελλοντικού θανάτου του αναμφισβήτητα μεγαλύτερου παίχτη ως τώρα, του μπαρμπα-Τάιγουϊν, ο οποίος, όμως, είναι ήδη 67 ετών. Ευχάριστα νέα, λοιπόν, για το στρατόπεδο του Στάννις, αλλά οι κίνδυνοι παραμονεύουν: όποιος μπλέκεται στη διαλεκτική του δανεισμού και του χρέους μπορεί να έχει άσχημα ξεμπερδέματα. Οι υπόλοιπες ιστορίες δεν παρουσιάζουν κάτι σημαντικό ή ενδιαφέρον, αν εξαιρέσει κανείς το σχέδιο που ετοιμάζει ο Ράμσεϋ Σνόου -ο μπάσταρδος του Ρους Μπόλτον- για τον Θήον και τον δράκο της Ντάνυ που αρπάζει το γεύμα του, προσφέροντας μια από τις πιο «καυτές» σκηνές της σειράς. Και περνάμε στη δίκη του Τύριον... Το φιάσκο του αιώνα. Μια φάρσα. Δικαστής ο πατέρας του που τον μισεί, μαζί με τη μαριονέτα του, τον Μέις Ταϊρέλ. Μάρτυρες εναντίον του η αδελφή του Σέρσεϊ, ο σερ Μέρυν Τραντ, ο πορνόγερος Μέγας Μέιστερ Παϊσέλ. Και βέβαια ο Βάρυς, που υποτίθεται ότι δεν έχει ξεχάσει τι χρωστά το βασίλειο στον Τύριον. Ο τελευταίος απαγορεύεται να μιλήσει ή να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Τα πράγματα ζορίζουν άσχημα. Το δικαστήριο διακόπτει με τον Τύριον σε δυσχερέστατη θέση. Ο Τζέιμι το παίρνει πάνω του. Κάνει συμφωνία με τον Τάιγουϊν, να

χαριστεί η ζωή του Τύριον και να του επιτραπεί να φορέσει τα μαύρα πηγαίνοντας στο Τείχος. Το αντάλλαγμα είναι αυτό που ο Τάιγουϊν θέλει πιο πολύ από καθετί στον κόσμο: να μη σβήσει στη λήθη του χρόνου το ένδοξο όνομά του. Να παραιτηθεί ο Τζέιμι δηλαδή από τη Βασιλική Φρουρά και αυτόματα από τον όρκο να μην ξαναπλαγιάσει με γυναίκα. Έτσι, θα υπάρξει συνέχεια στο όνομα των Λάννιστερ. Αμ, δε! Η δίκη συνεχίζεται και ο Τζέιμι ενημερώνει τον Τύριον για τη συμφωνία. Ο Τύριον εμπιστεύεται τυφλά τον αδερφό του και είναι έτοιμος να δεχτεί. Ώσπου εισέρχεται άλλος ένας μάρτυρας στην Αίθουσα του Θρόνου. Η Σέι. Ήταν η στιγμή που όλοι, όσοι παρακολουθούσαμε το επεισόδιο, πρέπει να αναφωνήσαμε: «Ωχ»! Η Σέι, πληγωμένη από τον Τύριον, κάνει ό,τι μπορεί για να τον καταστρέψει. Είναι δασκαλεμένη καλά (δε θέλει πολλή φαντασία προκειμένου να καταλάβεις ποιoς τη χρησιμοποιεί) και η ιστορία της εφάπτεται στις ψεύτικες κατηγορίες που έχουν χρησιμοποιηθεί σε βάρος του. Ο Τύριον πονά, μορφάζει και συγκεντρώνει όλη την οργή του. Αυτό που θα ακολουθήσει είναι η οργή του Γίγαντα. Ο Τύριον σηκώνεται όρθιος και εξαπολύει ένα «κατηγορώ» προς τους πάντες και τα πάντα. Προς τον πατέρα του και την οικογένειά του, που, χρόνια τώρα, τον «δικάζουν» επειδή είναι νάνος. Προς τους κατοίκους του Κινγκς Λάντινγκ, οι οποίοι, γεμάτοι αχαριστία, ξεχνούν εύκολα ότι κάποτε τους έσωσε από την καταστροφή και αποζητούν να τον θανατώσουν σαν σκυλί. Η οργή του Τύριον δεν έχει να κάνει με τις ψεύτικες κατηγορίες που αφορούν τη δολοφονία του Τζόφρυ. Η οργή του Τύριον είναι η οργή ολόκληρης της ζωής του. Όλα τα καταπιεσμένα συναισθήματα όλων αυτών των χρόνων, όλη η χλεύη και ο ρατσισμός. Ο Γίγαντας υψώνεται και έχει φωνή. Δε θα ανεχθεί τίποτα από εδώ κι εμπρός, ακόμη και εάν αυτό το «εμπρός» αποδειχθεί λίγο. Γι’ αυτό και θα παλέψει μέχρι τέλους. Και αν νομίζετε ότι στέκεται μόνος του, είστε γελασμένοι. Είμαστε εμείς πλάι του. Όλοι οι θεατές που περιμένουμε ευλαβικά την ώρα που θα βγει καινούριο επεισόδιο. Όλοι εμείς που ουρλιάζουμε από πώρωση και συγκίνηση, όταν το πραγματικό λιοντάρι των Λάννιστερ βρυχάται. Όλοι εμείς. Ο στρατός του Τύριον. JAN 2015

ARTCORE

59


SERIAL KILLERS

GAME OF THRONES SEASON 4 EPISODE 8: ΤΑ ΦΙ∆ΙΑ ∆ΕΝ ΕΧΟΥΝ ΧΕΡΙΑ - ΒΥ NICK PASX / FRIEDRICH KEUNERMANN -

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΠΤΑ ΤΟΥ ΟΓΔΟΟΥ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ Ο,ΤΙ ΠΙΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΕΧΟΥΜΕ ΔΕΙ ΣΤΗ ΜΕΤΑ-RED WEDDING ΕΠΟΧΗ. ΠΟΛΛΟΙ ΚΑΤΑΡΑΣΤΗΚΑΝ ΤΟΝ GEORGE MARTIN, ΑΛΛΟΙ ΕΠΙΜΕΝΟΥΝ ΟΤΙ ΘΑ ΚΟΨΟΥΝ ΤΗ ΣΕΙΡΑ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΑΚΟΜΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΔΑΝ. ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ‘‘GAME OF THRONES’’ ΠΑΙΔΕΣ. ΜΙΑ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΔΕΚΑ ΠΙΚΡΕΣ. 60

ARTCORE

JAN 2015


ΚΙΝΗ -ΣΗ

Δεν άκουσε ποτέ τον πατέρα του να λέει τα λόγια που τον καταδίκαζαν. Ίσως να μην ήταν απαραίτητο. «Εναπόθεσα τη ζωή μου στα χέρια της Κόκκινης Έχιδνας κι εκείνος την άφησε να πέσει». Όταν θυμήθηκε, πολύ αργά πια, πως τα φίδια δεν είχαν χέρια, άρχισε να γελάει υστερικά. Είχε κατεβεί τα μισά φιδωτά σκαλιά, όταν συνειδητοποίησε πως οι άντρες με τους χρυσούς μανδύες δεν τον πήγαιναν πίσω στο δωμάτιο στον πύργο. «Με έστειλαν στα μαύρα κελιά» είπε. Δεν μπήκαν στον κόπο να απαντήσουν. Γιατί να σπαταλήσουν σάλιο σ’ έναν νεκρό; Πριν αναφερθούμε στο θάνατο της Κόκκινης Έχιδνας, κάνουμε ένα πέρασμα στις ιστορίες των υπόλοιπων χαρακτήρων που εμφανίστηκαν στο επεισόδιο. Αρχικά, μας εντυπωσιάζει η Σάνσα. Χαρακτήρας ουδέτερος και κουραστικός για μεγάλη μερίδα οπαδών της σειράς, αρχίζει να παίρνει τα πάνω του και να κατανοεί πώς παίζεται το παιχνίδι. Απόλυτα λογικό, αν αναλογιστούμε ότι μαθαίνει απ’ τον καλύτερο (hat tip, Πήταϊρ Μπαίλις). Ακολούθως, η αδερφή της φτάνει έξω από τις πύλες του Έυρι με συνοδό το Κυνηγόσκυλο και είναι έτοιμη να συναντήσει τη θεία της. Όπως και στο Red Wedding, έτσι και εδώ, η Άρυα Σταρκ δεν καταφέρνει να συναντήσει τους αγαπημένους της. Η θεία της, Λάισα είναι νεκρή και το αποτέλεσμα είναι η μικρή ηρωίδα να ξεσπάσει σε νευρικό γέλιο. Ακόμη, εξελίξεις υπάρχουν στο στρατόπεδο της Ντάνυ. Η ξεχασμένη «προδοσία» του σερ Τζόρα έρχεται στο φως και οι συνέπειες κάνουν την εμφάνισή τους. Η δρακομάνα είναι αμείλικτη και δε συγχωρεί. Διώχνει τον έμπιστο ιππότη από δίπλα της και το μόνο που κατορθώνει είναι να ικανοποιήσει το θέλημα του Τάιγουϊν Λάννιστερ, που δεν είναι άλλο από το να σπείρει τη διχόνοια στους αντιπάλους του. Περνάμε στη μάχη λοιπόν. Δύο εβδομάδες περιμέναμε να δούμε την εκδίκηση του Όμπερυν. Σε δύο λεπτά τα όνειρα μας γκρεμίστηκαν. Ο πρίγκηπας του Ντορν, σίγουρος για τις δυνάμεις του, εισέρχεται στην αρένα. Ακολουθεί μια παράσταση μοναδική. Περισσότερο χορεύει παρά πολεμάει. Κινείται δεξιά και αριστερά, χοροπηδάει, τεντώνει το κοντάρι του και χτυπάει με μανία το Βουνό από όλες τις πλευρές. Ταυτόχρονα κραυγάζει οργισμένος, απαιτώντας την ομολογία του σερ Γκρέγκορ Κλεγκέιν όσον αφορά στον

βιασμό και τη δολοφονία της αδερφής του, τον θάνατο των μικρών της παιδιών. Η μάχη συνεχίζεται, ο τερατώδης αντίπαλος τού σπάει το κοντάρι αλλά ο πρίγκηπας γελάει, αποφεύγει τα χτυπήματα και συνεχίζει. Ώσπου, όντας γρηγορότερος και γεμάτος μανία, καταφέρνει καίρια χτυπήματα στο Βουνό και τον καρφώνει στο έδαφος. Εκεί που πανηγυρίζεις και νομίζεις ότι όλα τελείωσαν, η σειρά έρχεται να σου θυμίσει το σκληρό μάθημα του Ένταρντ Σταρκ: ζούμε σε έναν γαμημένα άδικο κόσμο. Το Βουνό γκρεμίζει τον Όμπερυν, τον αρπάζει και έμπλεος μανίας του συνθλίβει το κρανίο. Το σοκ δεν περιγράφεται. Ο απανταχού λατρεμένος χαρακτήρας βρίσκει έναν ατιμωτικό θάνατο και αφήνει την εκδίκησή του ανεκπλήρωτη. Διαφωνώ με όσους σπεύδουν να κατηγορήσουν τον Όμπερυν για αλαζονεία. Από την αρχή δήλωσε ότι ήρθε στο Κινγκς Λάντινγκ για να πάρει εκδίκηση από τους Λάννιστερ. Ο θάνατος του Κλεγκέιν δε θα εξυπηρετούσε τον σκοπό του. Γι’ αυτό και πριν ο τερατώδης άνδρας πεθάνει, έπρεπε να υποδείξει τον Τάιγουϊν ως τον άνθρωπο πίσω από όλα. Ο Όμπερυν περίμενε να ξεστομιστούν οι συγκεκριμένες λέξεις για να γκρεμίσει συθέμελα τον Οίκο των Λιονταριών. Στο μυαλό μου τον φαντάζομαι να ορμάει στον Τάιγουϊν, την ίδια στιγμή που το Βουνό ομολογούσε. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν έγιναν έτσι. Και παρόλο που τα πράγματα πήραν διαφορετική τροπή, η σειρά δείχνει ξεκάθαρα τι δρόμο ακολουθεί. Μπορεί ο μισός πλανήτης να ρίχνει κατάρες και να βαρέθηκε να βλέπει αγαπημένους χαρακτήρες να πεθαίνουν, το ‘‘Game of Thrones’’, όμως, εστιάζει αλλού. Στο δίκαιο που δεν υπάρχει πουθενά. Στην εκδίκηση που δεν έρχεται ποτέ. Στον θάνατο που δε λυτρώνει. Ο κόσμος είναι ένα σκοτεινό και επικίνδυνο μέρος και όλοι είμαστε σκαθάρια, όπως ακριβώς στην ιστορία του Τύριον με τον ταλαιπωρημένο ξάδελφό του. Το θέμα δεν είναι αν υπάρχουν καλά και κακά σκαθάρια. Το θέμα είναι ότι τα σκαθάρια υπάρχουν και είτε κάνουν καλές είτε κακές πράξεις, στο τέλος θα ποδοπατηθούν, χωρίς νόημα, χωρίς σκοπό, χωρίς κανείς να τραγουδήσει γι’ αυτά και να τους απευθύνει το ύστατο χαίρε. Farewell Oberyn “The Red Viper” Martell JAN 2015

ARTCORE

61


Σ ΤΟ Π Ρ Ο Η ΓΟΥ Μ Ε Ν Ο Ε Π Ε Ι ΣΟΔ Ι Ο …

ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ: ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙ∆ΑΝ, ΤΗ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΚΑΙ ΘΑ ΤΗ ∆ΕΙΤΕ. MΕΡΟΣ Α: THE PRISONER - ΒΥ KOGE -

ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΨΥΧΕΔΕΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΤΟΝΩΝ ΧΡΩΜΑΤΩΝ, ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΕΜΕΛΙΑΣ, ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΘΥΜΙΣΕΙ ΟΤΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝ ΓΙΑ ΤΟ «ΣΥΣΤΗΜΑ» ΘΕΩΡΟΥΜΑΣΤΕ ΣΕΙΡΙΑΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. 62

ARTCORE

JAN 2015


ΚΙΝΗ -ΣΗ

Μέρος Α: “The Prisoner”: Μέσα στον καθρέφτη και τι βρήκε ο κατάσκοπος εκεί. Το 1967 ο ηθοποιός Patrick McGoohan, γνωστός από την επιτυχία του ‘‘Danger Man’’, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο τηλεοπτικός συνδυασμός των Jason Bourne και James Bond της δεκαετίας του ’60, πρότεινε μια σειρά περιπέτειας για την τηλεόραση. Ένας μυστικός πράκτορας της Βρετανίας, μετά από μια διαφωνία με την υπηρεσία του, υποβάλλει φανερά εκνευρισμένος την παραίτησή του. Την επόμενη μέρα ξυπνά σε ένα περίεργο χωριό, σε ένα νησί. Είναι αιχμάλωτος σε μια περίεργη πραγματικότητα: Κανείς δε χρησιμοποιεί το όνομά του, σε όλους αντιστοιχεί ένας αριθμός, ενώ όλοι είναι απολύτως πολιτισμένοι και ευγενικοί. Έχει το προσωπικό του σπίτι και όλες τις ανέσεις ενός μοντέρνου μέρους, αλλά δεν επιτρέπεται να φύγει, αν δεν αποκαλύψει στους υπευθύνους του νησιού τους λόγους παραίτησής του και τα μυστικά που έμαθε ως πράκτορας. Σε κάθε επεισόδιο ο ήρωας, που το νούμερό του είναι το 6, προσπαθεί να δραπετεύσει ενώ οι υπεύθυνοι που έχουν πάντα τον αριθμό 2 χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να τον κάνουν να μιλήσει. Ψυχολογικές μέθοδοι, ύπνωση, μηχανήματα ανάκλησης μνήμης είναι μερικές από τις μεθόδους που προβάλλονται στα επεισόδια συνδυάζοντας την επιστημονική φαντασία με την περιπέτεια κατασκοπίας και το θρίλερ. Χωρίς τη βοήθεια των CGI και των σύγχρονων ειδικών εφέ, οι δημιουργοί χρειάστηκε να καταφύγουν σε ενδιαφέροντες τρόπους, ώστε να δημιουργήσουν την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Αξεπέραστο για πολλούς θεατές παραμένει το γεγονός ότι ένας απόκοσμος ήχος και ένα τεράστιο λευκό αιωρούμενο μπαλόνι, εφέ που θα μπορούσαν να θεωρηθούν αστεία, μπορούν να σε τρομάξουν πιο πολύ και από το τερατάκι που κρύβει η ντουλάπα σου! Οι πρωτότυπες ιδέες και η εμφανής φιλοσοφική και υπαρξιακή αναζήτηση των δημιουργών δε συγκίνησαν ιδιαίτερα το BBC με αποτέλεσμα μετά από 17 επεισόδια η σειρά να διακοπεί απότομα. Στο τελευταίο επεισόδιο (σ.σ ίσως το πιο παλαβό και χαοτικό με-νόημα-που-ακόμα-ψάχνω-

να-βρω τέλος σειράς που έχω δει ποτέ) είναι εμφανής η έλλειψη χρόνου σε σχέση με τις ιδέες τις οποίες ήθελαν οι δημιουργοί να επικοινωνήσουν στο κοινό τους. Ανεξάρτητα όμως, το αποτέλεσμα ήταν ένα εντυπωσιακό συνονθύλευμα παράνοιας, αλληγορίας, πρωτοτυπίας, χάους, ελπίδας αλλά και απαισιοδοξίας για το μέλλον της κοινωνίας και του ανθρώπινου είδους. Η επιρροή του “The Prisoner” στις επόμενες γενιές ήταν και είναι τεράστια. Στοιχεία και αναφορές στη σειρά μπορεί κάποιος να βρει σχεδόν σε όλα τα μέσα, από τηλεοπτικές σειρές όπως το “Lost” και το “Battlestar Galactica” μέχρι ταινίες όπως το “Μatrix”, ενώ ακόμα και οι Iron Maiden έχουν γράψει τραγούδια επηρεασμένοι από τη σειρά που λάτρεψαν σαν παιδιά. Ο Patrick McGoohan, ακόμα και αν θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της γενιάς του, στη συνείδηση των περισσότερων παραμένει ως ο δημιουργός μιας σειράς-ορόσημου στην τηλεόραση γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στο είδος της επιστημονικής φαντασίας. Παρόλ’ αυτά, σε όλες του τις συνεντεύξεις δεν απάντησε ποτέ όσον αφορά στο τέλος της σειράς καθώς και δεν αναλώθηκε στο να αναλύσει ή να ερμηνεύσει στο κοινό τις ιδέες του “The Prisoner”, αφήνοντας πάντα την ελευθερία στον θεατή να αναπτύξει τις δικές του απόψεις. Φιλική συμβουλή : Το 2009, το κανάλι AMC ξαναγύρισε το “The Prisoner” σε μίνι σειρά 6 επεισοδίων με πρωταγωνιστές τους Ian McKellen και Jim Caviezel. Ισχυρά επιχειρήματα για να αποφασίσει κάποιος να δει το remake αντί της «πρωτότυπης» σειράς, αφού, όπως και να το κάνουμε, έχει το στιλ μιας σειράς περασμένης δεκαετίας. Κι όμως! Η προσπάθεια είναι τόσο αποτυχημένη που το πιο πιθανό είναι να αναζητήσετε τρόπους για να κερδίσετε πίσω τις 6 χαμένες ώρες της ζωής σας. JAN 2015

ARTCORE

63


Σ ΤΟ Π Ρ Ο Η ΓΟΥ Μ Ε Ν Ο Ε Π Ε Ι ΣΟΔ Ι Ο …

ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ: ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙ∆ΑΝ, ΤΗ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΚΑΙ ΘΑ ΤΗ ∆ΕΙΤΕ. MΕΡΟΣ Β: THE YOUNG ONES - ΒΥ KOGE -

ΜΕ ΤΟΝ ΑΕΡΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΦΟΡΜΕΣ, ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΝΕΟΙ ΚΩΜΙΚΟΙ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ‘80 ΔΙΝΟΥΝ ΜΙΑ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΧΡΟΙΑ ΣΤΗ ΜΟΥΝΤΗ ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ. 64

ARTCORE

JAN 2015


ΚΙΝΗ -ΣΗ

Μέρος B: The Young Ones: Συγκάτοικοι στην τρέλα. Τέσσερις φοιτητές «ανατινάζουν» την τηλεόραση της θατσερικής Βρετανίας. Στην αρχή της δεκαετίας του ‘80, μια ομάδα νέων δημιουργεί μια σειρά διαφορετική, παρανοϊκή και σουρεαλιστική, αντικατοπτρίζοντας απόλυτα τους ρυθμούς της εποχής. Γεμάτη μουσική, στα πρότυπα των πρωτοπόρων στη σουρεαλιστική σάτιρα Monty Python, χωρίς παρόλ’αυτά να αντιγράφει το χιούμορ τους, η σειρά “The Young Ones” έκανε αισθητή την παρουσία της στη νεολαία που πάσχιζε να βρει τον εαυτό της και να διαφοροποιηθεί από τη συντηρητική γενιά των γονιών της (όπως κάθε νέα γενιά πρέπει να κάνει άλλωστε). Η δεκαετία του ‘80 σήμερα για τους περισσότερους (που δεν την έχουν ζήσει) είναι συνυφασμένη με μια τρελή οικονομική άνθηση, την εμφάνιση των yappies, τον ψυχρό πόλεμο, την απειλή (τρομοκρατία) ενός πυρηνικού πολέμου καθώς και την απίστευτη μουσική που παράχθηκε κατά τη διάρκειά της. Για τους Βρετανούς, η δεκαετία αυτή εκτός από τα παραπάνω «σκιάζεται» από ένα όνομα, αυτό της Μαργκαρετ Θάτσερ. Κατά τη διάρκεια της θητείας της υπήρξαν έντονες τριβές και κοινωνικές αντιπαραθέσεις, ενώ η ατσάλινη αντιμετώπιση της κυβέρνησής της όσον αφορά στην ανάγκη του λαού για ουσιαστικές αλλαγές της έδωσαν το προσωνύμιο «σιδηρά κυρία». Στην περίπτωση της τηλεόρασης, όντας δημόσια, κρατικοκρατούμενη λοιπόν κατά μια έννοια, τα προγράμματά της ακολουθώντας το μοτίβο της κυβέρνησης θεωρούνταν σχεδόν «αποστειρωμένα» για τα γούστα της νεολαίας. Κάπως έτσι και προσπαθώντας να βρεθεί κάτι εναλλακτικό, ώστε να προσελκύσουν το νεαρό κοινό στην τηλεόραση, δημιουργήθηκε η σειρά “The Young Ones”. Προερχόμενη από σκετσάκια των stand-up κωμικών Adrian Edmondson, Rik Mayall, Alexei Sayle και Nigel Planer η σειρά ακολουθεί τη ζωή τεσσάρων φοιτητών, «στερεότυπων», που ακόμα και σήμερα μπορούμε να συναντήσουμε στους

διαδρόμους των πανεπιστημίων. Ένας αναρχικός, ένα πανκιό, ένας χίπις και ένας τρέντης (επίσημες και πασιφανώς δόκιμες ορολογίες) συγκατοικούν σε ένα σπίτι σχεδόν κατεστραμμένο, ενώ ο περίεργος σπιτονοικοκύρης τους κάνει συχνά την εμφάνισή του έχοντας παράλογες απαιτήσεις (και ακόμα πιο περίεργες ιστορίες να διηγηθεί). Στην κεντρική ιστορία, παρεμβάλλονται άλλα μικρά σκετσάκια με άλλους πρωταγωνιστές σχολιάζοντας ή συνεχίζοντας κάποιο αστείο που έχει ειπωθεί, καθώς και παρουσιάσεις νέων μουσικών συγκροτημάτων προσδίδοντας έναν αναρχικό σχεδόν, σουρεαλισμό στη δομή των επεισοδίων. Συγκροτήματα όπως οι Madness, Dexys Midnight Runners και Motörhead έκαναν την εμφάνισή τους, ενώ γνωστοί ηθοποιοί, τότε στο ξεκίνημα της καριέρας τους, όπως οι Emma Thompson, Hugh Laurie, Stephen Fry, Dawn French και Jennifer Saunders συμμετείχαν σε ρόλους γκεστ κατά τη διάρκεια των δύο σεζόν της σειράς. Παρά τα λίγα επεισόδια (μόλις 12) η σειρά άφησε το στίγμα της στην ιστορία της βρετανικής τηλεόρασης όχι μόνο για την επιτυχημένη καριέρα που ακολούθησαν οι περισσότεροι συντελεστές της αλλά για το μοναδικό ύφος των επεισοδίων επηρεάζοντας με τη σειρά της πολλούς δημιουργούς και βάζοντας και αυτή ένα μικρό λιθαράκι στην εξέλιξη του τρόπου αφήγησης ιστοριών στην τηλεόραση.

Φιλική συμβουλή: Η σειρά είναι αρκετά δύσκολο να βρεθεί και μάλιστα σε καλή ποιότητα. Αξίζει η προσπάθεια ανεύρεσής της κυρίως για ανθρώπους που έχουν συγκατοικήσει με πάνω από δύο άτομα στη ζωή τους, καθώς επίσης και για νέους φοιτητές. JAN 2015

ARTCORE

65


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

MASCISTA: ΕΚΠΡΟΣΩΠΩΝΤΑΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ANIMATION - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΕΛΕΝΗ ΜΑΡΚ -

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Ο ΑΓΓΕΛΟΣ, Ο ΒΑΣΙΛΗΣ, Ο ΝΙΚΟΣ, Ο ΣΙΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΝΟΣ «ΣΥΝΘΕΤΟΥΝ» ΤΟΥΣ MASCISTA, ΕΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ ΣΤΟΥΝΤΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ANIMATION, ΠΡΟΟΡΙΣΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΦΙΛΜ, ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ, ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ... ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟΥΣ! 66

ARTCORE

JAN 2015


ΚΙΝΗ -ΣΗ > Πώς γεννήθηκε η ιδέα των Mascista; Πώς εμπνευστήκατε το όνομα και ποια είναι η κεντρική ιδέα του project; Οι Mascista είναι ένα δημιουργικό σχήμα αποτελούμενο από έξι δημιουργούς. Βασικό κίνητρο για τη δημιουργία αυτού του σχήματος είναι η ανάγκη για δημιουργική έκφραση μέσω της κινούμενης εικόνας και ειδικότερα του animation. Οι ιδιαίτερες απαιτήσεις αυτού του μέσου προκειμένου να παραχθεί κάτι ποιοτικό και νέο μας ένωσε. Το όνομα προέκυψε μετά από πολυήμερο ‘‘name storming’’ και ιδέες που ανταλλάσσαμε. Σε όλους όμως άρεσε η ιδέα του μοναχικού περιπλανώμενου performer που έχει ως σκοπό να διασκεδάσει και να ψυχαγωγήσει το κοινό του. > Ασχολείστε με την παραγωγή animation… Ποια είναι η άποψή σας για τη σχέση, την ενημέρωση, την εξοικείωση του ελληνικού κοινού με την τέχνη του animation, του video art κτλ. Δυστυχώς το ελληνικό κοινό δεν έχει μεγάλη εξοικείωση με το animation και ο λόγος έγκειται πιστεύουμε στο γεγονός ότι δε γίνεται παραγωγή στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι το animation είναι κάτι που αφορά μόνο τα παιδιά. Χαρακτηριστικά θα το δούμε και στους κινηματογράφους, όπου οι ώρες προβολής μιας ταινίας είναι πάντα νωρίς το απόγευμα και είναι μεταγλωττισμένη. Στην Ελλάδα το animation περιορίζεται κατά κύριο λόγο στη διαφήμιση και σε κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες κάποιων δημιουργών. > Έχετε δημιουργήσει animation διαφορετικής θεματικής… οικολογία, αθλητισμός, μουσική. Πώς ακριβώς γίνεται η επιλογή των διαφόρων projects; Ένα από τα βασικά κριτήριά μας είναι να μας δίνεται η δυνατότητα και η δημιουργική ελευθερία να πειραματιζόμαστε με τεχνικές και μέσα, ώστε να μπορούμε να αποδώσουμε από τη δικιά μας οπτική το νόημα και τον στόχο του εκάστοτε project. Αυτό είναι η χαρά και η ικανοποίηση του δημιουργού αλλά πολλές φορές χρειάζεται να επιλέξεις, για βιοποριστικούς λόγους, projects που δε σε καλύπτουν τόσο καλλιτεχνικά ή δεν έχεις την πλήρη ελευθερία να εκφραστείς όπως θέλεις. > Μπορείτε να μας πείτε ορισμένα πράγματα σχετικά με τη διαδικασία ολοκλήρωσης ενός animation… τα στάδια προετοιμασίας, τον χρόνο, το κόστος κτλ. Ο χρόνος (deadline) είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει πολύ την όλη διαδικασία. Υπάρχουν δουλειές που πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί σε 3 μέρες και άλλες σε 30. Επίσης η αισθητική απόδοση είναι καθοριστικός παράγοντας. Αλλάζουν αρκετά τα δεδομένα αν π.χ. δουλέψουμε σε ένα video του οποίου η τεχνική είναι 2d. Παρόλ’ αυτά όμως έχουμε στήσει ένα workflow το οποίο είναι αρκετά ευέλικτο, ώστε να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις όλων σχεδόν των projects. Αυτό που βοηθάει περισσότερο, πέρα απ’ τη σωστή οργάνωση, είναι στο ότι μας προσφέρεται η δυνατότητα να δουλεύουμε παράλληλα χωρίς να χρειάζεται να ολοκληρώσει πρώτα κάποιος το κομμάτι του, ώστε να μπορέσει ο επόμενος να συνεχίσει το δικό του. Αυτό εξοικονομεί πολύ χρόνο και μας κάνει πιο παραγωγικούς.Το κόστος και αυτό ποικίλλει ανάλογα με τη διάρκεια, την τεχνική, τον χρόνο που έχουμε στη διάθεσή μας για να ολοκληρώσουμε το έργο.

> Επιλέχθηκε η δουλειά σας στην παγκόσμια σελίδα της Lego… Υπό ποιες συνθήκες έγινε η συνεργασία αυτή και ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από αυτό το έργο; Η συνεργασία αυτή γίνεται μέσω ενός studio που εδρεύει στη Σουηδία και ονομάζεται Sir Lancelot. Το 2011, μέσω της παρουσίας κάποιων μελών της ομάδας σε ένα σεμινάριο στην Τσεχία, μας δόθηκε η ευκαιρία να τους γνωρίσουμε και να παρουσιάσουμε τη δουλειά μας. Έτσι ξεκίνησε μία μακροχρόνια συνεργασία με τελευταίο δείγμα μία σειρά από promo ταινιάκια βασισμένα στην πρόσφατη ταινία της Lego (http://www.lego.com/en-us/movie/products/ products/70800-getaway-glider). Όταν έχεις να κάνεις με συνεργάτες που ξέρουν ακριβώς ποια είναι η φύση της δουλειάς σου, επικοινωνείς με άλλους όρους· έτσι η συνεργασία είναι πολύ πιο καλή και λειτουργική. > Εκτός από το αμιγώς δημιουργικό κομμάτι, έχετε άλλες δραστηριότητες; π.χ. συμμετοχή σε φεστιβάλς, παράδοση μαθημάτων κτλ. Η συμμετοχή σε φεστιβάλς είναι ένα από τα σχέδιά μας. Η εμπλοκή μας με την παραγωγή δε μας άφησε χρόνο μέχρι στιγμής. Παράδοση μαθημάτων και σεμινάρια έχουν γίνει μεμονωμένα από κάποια μέλη της ομάδας, αλλά όχι σαν Mascista ακόμα. > Αυτήν τη στιγμή ασχολείστε με κάποιο συγκεκριμένο πρότζεκτ; Μόλις ολοκληρώσαμε δύο projects και στήνουμε το πρόγραμμά μας για το επόμενο 4μηνο. Παράλληλα ασχολούμαστε με την ανάπτυξη δικών μας ιδεών σχετικά με ταινίες και συμμετοχή σε φεστιβάλς, αλλά ενδιαφερόμαστε και για άλλα πεδία, όπως τα games. > Πώς φαντάζει στα μάτια σας το μέλλον των Mascista; Και τι συμβουλές θα δίνατε στους νέους ανθρώπους που θέλουν να ασχοληθούν με τον χώρο αυτό… Σκοπός μας είναι να γίνουμε πιο εξωστρεφείς. Άμεσος στόχος μας να διευρύνουμε τον κύκλο των συνεργατών μας σε Ελλάδα και εξωτερικό καθώς και να συμμετέχουμε σε φεστιβάλς του χώρου, όπως προαναφέραμε. Μας ενδιαφέρει πολύ να γνωρίζουμε και να συνεργαζόμαστε με ανθρώπους από τον χώρο του Design και της Τέχνης με σκοπό την πραγματοποίηση κοινών projects. Επίσης, θέλουμε να συνεχίσουμε να εξερευνούμε νέες τεχνικές, μέσω των οποίων μπορούμε να διηγηθούμε μία ιστορία είτε αυτό έχει να κάνει με το εικαστικό, το σκηνοθετικό ή το τεχνικό κομμάτι του animation είτε με το storytelling. Για τους νεότερους που θέλουν να ασχοληθούν με το animation, μπορούμε να τους προτείνουμε να μην αγχώνονται, για αρχή, με το τεχνικό κομμάτι, καθώς αυτό μαθαίνεται με πολύ δουλειά και η τεχνική γνώση για κάθε τομέα του animation υπάρχει στο διαδίκτυο και σε βάθος που καλύπτει ακόμα και τα πιο εξειδικευμένα κομμάτια του. Καλό θα ήταν να επιδιώκουν επαφή με άλλους δημιουργούς του εξωτερικού μέσω διεθνών φεστιβάλς, καθώς και μέσω κοινωνικής δικτύωσης και εξειδικευμένων sites. Οπότε διάθεση για μάθηση και ανοικτό μυαλό είναι η γενική συμβουλή που μπορούμε να δώσουμε. ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ SITE: http://www.mascista.com JAN 2015

ARTCORE

67


I n a rt e n u l l a v e r I ta s

ΤΟ «ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΕΙ∆ΥΛΛΙΟ» ΤΟΥ ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ. ΤΟ ΕΙ∆ΥΛΛΙΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΤΑΞΙΑΣ - τΟυ AURELIANO BUENDIA -

68

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

τΟ «ΑΜεΡιΚΑνιΚΟ ειΔυΛΛιΟ» εΚΔΟΘΗΚε τΟ 1997 ΚΑι ενΑν ΧΡΟνΟ ΑΡΓΟτεΡΑ, τιΜΗΘΗΚε Με τΟ ΒΡΑΒειΟ ΠΟυΛιτΖεΡ. ΓιΑ τΗ σΚιΑΓΡΑΦΗσΗ τΟυ ΠΟΡτΡετΟυ τΟυ ΒΑσιΚΟυ ΧΑΡΑΚτΗΡΑ τΟυ ΒιΒΛιΟυ, τΟυ «σΟυΗΔΟυ» SEYMOUR LEVOV, Ο ΦιΛιΠ ΡΟΘ ΑντΛΗσε εΜΠνευσΗ ΑΠΟ τΗν ΑΛΗΘινΗ ΠεΡσΟνΑ τΟυ SEYMOUR MASIN. ΓεννΗΜενΟσ ΔεΚΑτΡιΑ ΧΡΟνιΑ νΩΡιτεΡΑ ΑΠΟ τΟν ΡΟΘ, Ο MASIN υΠΗΡξε ΑΘΛΗτΗσ - ΦΑινΟΜενΟ τΟυ ΓυΜνΑσιΟυ τΟυ WEEQUAHIC, τΟυ ΟΠΟιΟυ ΜΑΘΗτΗσ υΠΗΡξε ΚΑι Ο ΔιΑσΗΜΟσ συΓΓΡΑΦεΑσ. ΑΦΗΓΗτΗσ τΟυ ΔΡΑΜΑτΟσ τΟυ «σΟυΗΔΟυ» εινΑι τΟ ALTER EGO τΟυ συΓΓΡΑΦεΑ, Ο νεΪΘΑν ΖΟυΚεΡΜΑν, στΗν εΚτΗ ΚΑτΑ ΧΡΟνΟΛΟΓιΚΗ σειΡΑ εΜΦΑνισΗ τΟυ (εννεΑ στΟ συνΟΛΟ) σε ΜυΘιστΟΡΗΜΑ τΟυ ΡΟΘ.

Μέρος πρώτο. Εν αρχή ην το Σώμα Ο Seymour Levov έχει λάβει το παρατσούκλι «Σουηδός», εξαιτίας των χαρακτηριστικών του προσώπου του. Έχει ξανθά μαλλιά, γαλανά μάτια και λευκή επιδερμίδα, λες και κατάγεται από τη Σκανδιναβία. Φυσικά, δεν έχει καμία σχέση με αυτά τα μέρη, καθότι είναι ένα Εβραιόπουλο από τη γενέτειρα του Ροθ, το Νιούαρκ. Το προικισμένο και ρωμαλέο του σώμα είναι η ασπίδα και η φυλακή του. Οι επιδόσεις του και στα τρία παραδοσιακά αμερικάνικα αθλήματα (μπέιζμπολ, μπάσκετ, φούτμπολ) είναι κάτι περισσότερο από αξιοθαύμαστες. Είναι, κατά κυριολεξία και όχι μεταφορικώς, θρυλικές. Η ψυχή του «Σουηδού» είναι υγρή και αναγκαστικά παίρνει τη μορφή του σώματος δοχείου. Λαμβάνει τις διαστάσεις του, αποκτά την ηθική υπόσταση που αυτό καθορίζει. Νους καλοφτιαγμένος και υποδειγματικός σε σώμα καλοφτιαγμένο και υποδειγματικό. Η σαρωτική παρουσία του «Σουηδού» σε κάθε αθλητικό δρώμενο είναι θετικό ξόρκι και μαγικό φίλτρο για όλον του τον περίγυρο. Ξορκίζει την εμπλοκή της χώρας στον Β΄ Πα-

γκόσμιο Πόλεμο και την οποιαδήποτε υπόνοια πως κάποια περήφανα νιάτα θα επιστρέψουν τσακισμένα και ανεπαρκή, αταίριαστα προς τη γενική ευδαιμονία. Διώχνει μακριά τις δυσάρεστες αναμνήσεις του οικονομικού «κραχ» και της κατάρρευσης. Φιλτράρει την αντίληψη της αμερικανο-εβραϊκής κοινότητας περί ταυτότητας, μια αντίληψη που, όπως δηλώνει ο Ροθ, βασίζεται σε μία διαχρονική αντιφατικότητα. Πώς δείχνει κανείς Αμερικάνος προσπαθώντας επίμονα να μην δείξει Αμερικάνος, ενώ παράλληλα θέλει σαν τρελός να είναι Αμερικάνος; Πώς διατηρεί την εβραϊκή του χροιά διεισδύοντας παράλληλα στον αμιγώς αμερικάνικο πυρήνα της κοινωνίας; Ο «Σουηδός» είναι σε κάθε πτυχή της ζωής του όλα όσα θέλουν οι υπόλοιποι να είναι. Είναι στυλοβάτης και στιβαρός, χωρίς να είναι αλαζόνας και πόζερος. Ενσαρκώνει όλες τις επιθυμίες και αρετές που επιβάλλει η απλοϊκότητα. Είναι επιτυχημένος επιχειρηματίας, έχει αθλητικά τρόπαια και ρεκόρ που δαφνοστεφανώνουν τα νεανικά του χρόνια, είναι οικογενειάρχης. Διαθέτει την κοινωνική ευγένεια που JAN 2015

ARTCORE

69


I n a rt e n u l l a v e r i ta s

δε δείχνει προσποιητή, διότι όντως δεν είναι. Διαθέτει και μία σαρωτική αισιοδοξία για ένα μέλλον μονίμως ευοίωνο, μακριά από δυστυχίες κι ανατροπές. Είναι αγαπητός και υπεύθυνος, χωρίς να αναλύει σε βάθος αυτά που του συμβαίνουν. Γιατί να το κάνει άλλωστε; Αφού όλα όσα του συμβαίνουν είναι ακριβώς αυτά που θα όφειλαν, σύμφωνα με τον περίγυρό του, να του συμβούν. Ο «Σουηδός» άξιζε τα πάντα, άξιζε κάθε ευτυχία, του έχει παραχωρηθεί αυτό το δικαίωμα δια βίου, με μία μονάχα προϋπόθεση. Να μην αμφισβητεί αυτό το άνευ όρων δικαίωμά του. Να μην αμφισβητεί την πάναπλη δομή των πραγμάτων. Να μην αμφισβητεί τον μονόδρομο της ζωής του. Ο «Σουηδός» άξιζε και μία πανέμορφη γυναίκα. Άξιζε τη Μις Νιου Τζέρσι, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να είχε στεφθεί και Μις Αμερική. Η οποία με τη σειρά της άξιζε της προσοχής και των κομπλιμέντων των πάντων, αρκεί να μη διεκδικούσε κάποιο διαφορετικό ρόλο από αυτόν της «ομορφούλας». Η σύζυγός του είναι το ιδανικό σωματικό (άρα και ψυχικό, σύμφωνα με τους κανόνες και τη διαδικασία που προαναφέραμε) συμπλήρωμα για τον αψεγάδιαστο «Σουηδό». Τι γίνεται όμως με την κόρη; Είναι δυνατόν να μη σταθεί στο ύψος των βιολογικών και κληρονομικών απαιτήσεων; Είναι δυνατόν να μην είναι τέλεια και να πέσει το μήλο τόσο μακριά από τη μηλιά; Στον κόσμο του «Σουηδού», η 70

ARTCORE

JAN 2015

παραμικρή ατέλεια κρύβει μία εν δυνάμει καταστροφή. Σε ένα σύμπαν όπου κυριαρχεί η εικόνα, αυτό που δείχνει άσχημο δεν μπορεί παρά να είναι εν τέλει άσχημο. Το τραύλισμα. Το καταραμένο και δαιμονικό τραύλισμα. Μια επανάσταση των λέξεων απέναντι στην εικόνα. Η επανάσταση της ίδιας της ζωής απέναντι στο καλούπωμά της. Το δικαίωμα σε μία απελευθερωτική ασχήμια. Μέρος δεύτερο. Το Ειδύλλιο Πολλοί έγραψαν και είπαν πως το «Αμερικάνικο Ειδύλλιο» είναι μία καταγραφή της αποσάθρωσης του περιβόητου American dream. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι η σκοτεινή πλευρά του κάθε ονείρου. Είναι η πεποίθηση πως, αν ένα όνειρο δε διακοπεί, στο τέλος πάντα καταλήγει σε εφιάλτη. Έπειτα, είναι η συνέχεια του εφιάλτη. Αυτό που δε βλέπουμε ποτέ, επειδή επιλέγουμε την εύκολη λύση του να ξυπνήσουμε. Το «Αμερικάνικο ειδύλλιο» φέρει έναν τίτλο βουτηγμένο στην ειρωνεία. Διότι το «ειδύλλιο» αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σφιχταγκάλιασμα με την παράνοια. Με την εγγενή και έμφυτη παράνοια πίσω από κάθε επιθυμία για «φυσιολογικότητα», πόσω μάλλον την αμερικάνικη επιθυμία για «κανονικότητα», η οποία έχει ταλανίσει για δεκαετίες τον Φίλιπ Ροθ. Μιλώντας αυστηρά προσωπικά, το «Αμερικάνικο ειδύλλιο» μου ασκεί τρομερή γοητεία, διότι


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

είναι δογματικά προσηλωμένο στις έννοιες του λάθους και της αστοχίας. Τις οποίες ανέκαθεν έβρισκα πιο ενδιαφέρουσες από τις αντίστοιχες του σωστού και της ευστοχίας. Το λάθος είναι πανταχού παρόν και οι διορθώσεις ολότελα απούσες. Από την αρχή ως το γκραν φινάλε. Ο Νέιθαν Ζούκερμαν αυτή τη φορά μας συστήνεται ως ένας κουρασμένος και αποκαμωμένος συγγραφέας που δεν προσδοκά ιδιαίτερες συγκινήσεις από το υπόλοιπο της ζωής του. Αφότου μας συστηθεί, μας συστήνει και τον «Σουηδό», την ενσάρκωση αυτού του συναρπαστικού «άλλου», που όλοι θα θέλαμε κάποιες φορές να αντικαταστήσει τον μέτριο εαυτό μας. Σε μία συνάντηση παλαιών συμμαθητών, εκεί δηλαδή όπου το ωραιοποιημένο παρελθόν μπαίνει σε fast forward και συναντά το ρεαλιστικό παρόν, η φαντασίωση του Ζούκερμαν πέφτει στον γκρεμό και τσακίζεται (οι περιγραφές του Ροθ των παιδικών ονειρώξεων του Ζούκερμαν μπροστά στα αθλητικά κατορθώματα του «Σουηδού», των καλλιστείων, καθώς και του reunion των παλιών συμμαθητών είναι πραγματικά ασύλληπτα διεξοδικές και βαθιά «αμερικάνικες»). Ο «Σουηδός» χτυπήθηκε από την αταξία της ζωής, όσο κι αν πάλεψε να την τακτοποιήσει. Πληγώθηκε, κατατροπώθηκε, υπέφερε, μάζεψε τα κομμάτια του και λίγο πριν το τέλος, ήθελε να βγάλει το ανείπωτο βάρος από μέσα του. Ο Ζούκερμαν όμως, δεν το(ν) κατάλαβε. Πώς είναι δυνατόν να έπεσε τόσο έξω, αυτός ο μονίμως οξυδερκής ανατόμος της ζωής; Έπεσε τόσο έξω, γιατί δεν ήταν διατεθειμένος να απελευθερωθεί από την ιδεατή εικόνα του ινδάλματός του. Η υποτιθέμενη επίπεδη φύση του ήταν για τον Ζούκερμαν ένα δίχτυ ασφαλείας απέναντι στις αναταράξεις της δικής του ζωής. Ο αφηγητής ανοίγει την πόρτα που οδηγεί στο χάος του πρωταγωνιστή και την κλείνει με κρότο πίσω του μια για πάντα. Ο Ροθ φτιάχνει ένα συνεχές γαϊτανάκι διαψευσμένων προσδοκιών, λανθασμένων αποφάσεων και παραπλανημένων σκέψεων, οι οποίες διογκώνονται σε ένα περιβάλλον, όπου η δυστυχία και η θλίψη θεωρούνται απροσδόκητα ατυχήματα. Ο Ροθ για να αναδείξει το εύθραυστο που καραδοκεί παντού, ποντάρει συνεχώς στα θεμέλια, σε μία απολαυστική αντίφαση. Η τάξη θέλει διαδικασία, η τάξη θέλει προεργασία, η τάξη θέλει διάρθρωση. Σε μία εξωπραγματικά λεπτομερή περιγραφή της διαδικασίας παρασκευής γαντιών, στην οποία ειδικεύεται η οικογένεια Levov, ο Ροθ αποτυπώνει όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για τον κεντρικό μας ήρωα. Η μεταφυσική του πίστη στα όσα γνωρίζει σε βάθος. Η σιγουριά του πως η συνήθης και φυσιολογική ροή των πραγμάτων παρέχει επαρκή προστασία απέναντι στους αναπάντεχους κινδύνους. Σαν να

νιώθεις πως το να ζεις είναι αρκετό για να αποφύγεις τον θάνατο. Από εκεί και έπειτα, ο Ροθ εμμένει και εστιάζει στα γεγονότα, σε αυτά που όντως συνέβησαν. Λογικό, καθότι μόνο αυτά είναι ικανά να διαλύσουν μια ουτοπία στην οποία δεν εισβάλλουν ποτέ δυσάρεστες σκέψεις. Γεγονότα λοιπόν, γεγονότα που δεν μπορούν να διαγραφούν και στέκουν ανεξήγητα στον χρόνο και στο μυαλό των ανθρώπων. Άνθρωποι προβαίνουν σε ακραίες ενέργειες. Άνθρωποι πεθαίνουν άδικα. Άνθρωποι έλκονται από ανθρώπους, τους οποίους φαινομενικά απεχθάνονται. Άνθρωποι πληγώνονται, παρανοούν, καταρρέουν, συνθλίβονται. Άνθρωποι αναρωτιούνται και ουρλιάζουν σιωπηλά «γιατί;», δίχως να παίρνουν από πουθενά απάντηση. Ένα σύστημα ομόκεντρων κύκλων, με την ευρύτερη αμερικάνικη ιστορία να είναι ο τελευταίος εξ αυτών. Ο πόλεμος του Βιετνάμ, η ριζοσπαστικοποίηση των late 60’s, το Watergate, η σεξουαλική απελευθέρωση, η μετάλλαξη της αμερικανικής οικονομίας, η αστική μεταμόρφωση. Στο «Αμερικάνικο ειδύλλιο», οι πρωταγωνιστές δεν είναι ούτε ακριβώς υποκείμενα ούτε ακριβώς αντικείμενα της Ιστορίας. Είναι παρόντες - απόντες. Στο κέντρο όλων των κύκλων, η βασανιστική άλυτη απορία. Ο Ροθ, ένας συγγραφέας της παρόρμησης, των ξεσπασμάτων και των εκρήξεων, οικοδομεί την ένταση της ιστορίας του μέσα από τη συνεπή απεικόνιση της πειθαρχίας. Η πειθαρχία του «Σουηδού» και η υπομονή του. Η αισιοδοξία του ότι όλα θα περάσουν, ότι όλα θα γιάνουν και θα ξεπεραστούν. Ο Ροθ εκρήγνυται μέσα από τη συγκρατημένη του γραφή. Μια γραφή που αποτυπώνει ένα συγκρατημένο άνθρωπο, με συγκρατημένες αντιδράσεις, ενώ ο κόσμος γύρω του καίγεται ασυγκράτητα. Μέχρι τη στιγμή του φινάλε, όπου ο Ροθ διδάσκει στον χαρακτήρα του το μεγαλύτερο μάθημα που μπορεί να του δώσει η ζωή. Ότι δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα. Επίλογος. Η τραγωδία του κενού Το ειδύλλιο κορυφώνεται μέσα σε μία μέρα, όπου όλα θα ξεχαρβαλωθούν και θα βγουν από τη θέση τους. Σε ένα τραπέζωμα, όπου σερβίρεται η τρέλα. Μια τραγωδία, χωρίς όμως την ανακουφιστική λογική δομή που διέπει τις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες. Μία τραγωδία à la américaine από τον Φίλιπ Ροθ. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς ποια είναι η Ύβρις. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά γιατί εκδηλώθηκε η Νέμεσις. Καμία Κάθαρσις δεν περιμένει στο τέλος για να ανακουφίσει εμάς ή τους ήρωες. Το παράλογο παίζει μόνο του και κάνει ό,τι θέλει. Και κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι διάολο πήγε στραβά, όταν όλα έπρεπε να πάνε καλά… JAN 2015

ARTCORE

71


I n a rt e n u l l a v e r I ta s

ΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ ΤΟΥ ΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝ∆ΡΟΥ. Α∆ΕΙΑΝΟ ΚΑΙ ΑΣΦΥΚΤΙΚΑ ΓΕΜΑΤΟ - τΟυ AURELIANO BUENDIA -

Ο ΑΡΗσ ΑΛεξΑνΔΡΟυ (ΑΛΗΘινΟ εΠΩνυΜΟ, ΒΑσιΛειΑΔΗσ) ΓεννΗΘΗΚε τΟ 1922 στΟ τΟτε ΛενινΓΚΡΑντ (σΗΜεΡινΗ ΑΓιΑ ΠετΡΟυΠΟΛΗ) ΚΑι ΠεΘΑνε τΟ 1978 στΟ ΠΑΡισι, ΟΠΟυ ειΧε ΔιΑΦυΓει τΟ 1967 ΜετΑ τΗν εΠιΒΟΛΗ τΗσ στΡΑτιΩτιΚΗσ ΔιΚτΑτΟΡιΑσ. ΠΡΩτυτεΡΑ, ειΧε ΔιΑτεΛεσει 3 ΧΡΟνιΑ εξΟΡιστΟσ (1948-1951) στΟν ΜΟυΔΡΟ, στΗ ΜΑΚΡΟνΗσΟ ΚΑι στΟν ΑΓιΟ ευστΡΑτιΟ, ενΩ ΑΠΟ τΟ 1952 Ωσ τΟ 1958 ΗτΑν εΓΚΛειστΟσ στισ ΦυΛΑΚεσ ΑΒεΡΩΦ, ΑιΓινΑσ ΚΑι ΓυΑΡΟυ, ΚΑτΑΔιΚΑσΘεισ Ωσ ΑνυΠΟτΑΚτΟσ. Η ΚυΡιΟτεΡΗ ιΔιΟτΗτΑ ΠΟυ συνΟΔευσε τΟν ΑΛεξΑνΔΡΟυ ΚΑΘΟΛΗ τΟυ τΗ ΖΩΗ ΗτΑν ΑυτΗ τΟυ ΔιΑΠΡεΠΟυσ ΜετΑΦΡΑστΗ, Με ειΔιΚευσΗ στΗ ΜετΑΦΡΑσΗ ΔιΑσΗΜΩν εΡΓΩν τΗσ ΡΩσιΚΗσ ΓΡΑΜΜΑτειΑσ (ντΟστΟΓιεΦσΚι, τΟΛστΟΪ, τσεΧΟΦ Κ.Α.). ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, συνεΓΡΑΨε τισ ΠΟιΗτιΚεσ συΛΛΟΓεσ «ΑΚΟΜΑ τΟυτΗ Η ΑνΟιξΗ» (1946), «ΑΓΟνΟσ ΓΡΑΜΜΗ» (1952) ΚΑι «ευΘυτΗσ ΟΔΩν» (1959). ΟΛΑ τΑ ΠΑΡΑΠΑνΩ ΟΜΩσ, εΜεΛΛε νΑ ΘεΩΡΗΘΟυν ΔευτεΡευΟντΑ ΜΠΡΟστΑ στΟ ενΑ ΚΑι ΜΟνΑΔιΚΟ τΟυ ΜυΘιστΟΡΗΜΑτιΚΟ ΠΟνΗΜΑ. τΟ 1972, ΟΛΟΚΛΗΡΩνει ΜετΑ ΑΠΟ σΧεΔΟν 7 ΧΡΟνιΑ συΓΓΡΑΦΗσ τΟ ΜυΘιστΟΡΗΜΑ «τΟ ΚιΒΩτιΟ», τΟ ΟΠΟιΟ εΚΔιΔετΑι τΡιΑ ΧΡΟνιΑ ΑΡΓΟτεΡΑ. ενΑ ΚιΒΩτιΟ ΠΟυ ΠεΡιεΧει εν τεΛει ΜΟνΑΧΑ ΑεΡΑ ΚΟΠΑνιστΟ, ΑΛΛΑ εινΑι τΟσΟ ΠΛΗΡεσ ΚΑι ΠεΡιεΚτιΚΟ ΑΠΟ νΟΗΜΑτΑ, ΠΟυ ΟτΑν τΟ ΑνΟιξεισ, τΟ ΜΟνΟ ΠΟυ ΜΠΟΡεισ νΑ ΚΑνεισ εινΑι νΑ ΚΟιτΑσ ΑΠΟσΒΟΛΩΜενΟσ. 72

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ Μια ομάδα ανταρτών σε μία δίμηνη πορεία, μέσα σε εχθρικό έδαφος. Από τον Ιούλιο ως τον Σεπτέμβριο του 1949, με αφετηρία την πόλη Ν. ως την πόλη Κ. Η εντολή του Γενικού Αρχηγείου είναι σαφής. Το κιβώτιο αγνώστου (άρα και υπερ-πολύτιμου, διότι η άγνοια διογκώνει τη σημασία) περιεχομένου πρέπει να παραδοθεί πάση θυσία και με κάθε κόστος στην Κεντρική Διοίκηση της πόλης Κ. Μια ομάδα εθελοντών σχηματίζεται άμεσα. Μια ομάδα αυτοκτονίας επί της ουσίας, αφού ο χαμός είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένος. Ένας και μόνο επιζών. Ένας επιζών που κατηγορείται για προδοσία και φυλακίζεται, όταν το κιβώτιο ανοίγεται και διαπιστώνεται πως είναι άδειο. Ένας επιζών που απολογείται και εξιστορεί αυτήν τη μακρά και εφιαλτική πορεία με επιστολές που γράφει στο κελί του, πάνω σε λευκές κόλλες που του παραδίδονται καθημερινά. Περιγραφές, καταγραφή και διάλογοι που καταλήγουν σε ένα καταδικασμένο εσωτερικό μονόλογο. Ο Αλεξάνδρου μας παρέχει εξαντλητικές πληροφορίες, ακριβώς για να καταδείξει μια κραυγαλέα αντίφαση. Δεν είναι απαραίτητη καμία χρονολογική ή γεωγραφική πληροφορία. Αυτή η ιστορία είναι άχρονη και διαχρονική ταυτόχρονα. Δεν πατάει σε κανέναν τόπο, αλλά φυτρώνει οπουδήποτε. Έχει έναν και μόνο κεντρικό πρωταγωνιστή, ο οποίος όμως μπορεί να είναι οποιοσδήποτε από εμάς. Το μυθιστόρημα αυτό χαρακτηρίστηκε «υπαρξιστικό». Δικαίως, διότι όντως αντιλαμβάνεται την ευθύνη ως μέγιστη αρετή, την οποία και προστατεύει ως κόρη οφθαλμού. Την αίσθηση της ευθύνης που δεν πρέπει ποτέ να αποχωρίζεται κανείς άνθρωπος. Την ανάληψη της ευθύνης που θα καθορίσει το ηθικό πρόσημο του καθενός, ανεξάρτητα από τις εξωτερικές συνθήκες ή το πολιτικό μετερίζι στο οποίο στέκει. Ο Αλεξάνδρου δεν αποδέχεται την επίκληση όλων των περιοριστικών παραμέτρων, όσο ασφυκτικές κι αν αποδειχθούν. Πάντα υπάρχει η επιλογή της διαφοροποίησης και της διαφυγής. Ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα της επιλογής. Της επαχθούς, δυσάρεστης και καταδικαστικής επιλογής, η οποία όμως δεν παύει να είναι επιλογή. Το κρυφτό, το καμουφλάρισμα και η φυγή απλώς καθυστερούν το αναπόφευκτο της κρίσιμης στιγμής. Το αληθινό δράμα του Οιδίποδα είναι ότι προσπάθησε να αποφύγει τη μοίρα που ήξερε ότι τον περίμενε, βασανιζόμενος ακόμη περισσότερο. Ποια θα ήταν η επιλογή διαφυγής του Οιδίποδα κατά τον Αλεξάνδρου; Η αυτοκτονία, το δικαίωμα και η υποχρέωση να ορίσει το δικό του τέλος. Όπως είχε πει (ή μάλλον γράψει) ο Καμύ στα πρώιμα «υπαρξιστικά» του χρόνια, το μόνο αληθινό ζήτημα ήταν, είναι και θα είναι πάντα αυτό. Το μυθιστόρημα αυτό χαρακτηρίστηκε «αναστοχαστικό». Δικαίως, διότι όντως αναστοχάζεται και αφουγκράζεται εκ νέου γεγονότα, βεβαιότητες, ιδεολογικές παρορμήσεις και διατεταγμένους σκοπούς, με τρόπο ιδιαίτερο και μοναδικό. Εκπέμπει μια πίκρα ανείπωτη και σπαρακτική (όπως άλλωστε και τα ποιήματα του Αλεξάνδρου), η οποία όμως σε κανένα σημείο δεν παραπέμπει στη μιζέρια ή στη μοι-

ρολατρία. Είναι μια πίκρα διάχυτη από φρέσκια και απενοχοποιημένη μελαγχολία που διατηρεί την αξιοπρέπεια και την ευαισθησία της. Έχει πολλάκις ειπωθεί, και είναι πέρα για πέρα αληθινό, ότι «η Ιστορία γράφεται από τα ψέματα των νικητών», αλλά πολλές από τις τελικές πινελιές στον ιστορικό καμβά μπαίνουν κι από τις ψευδαισθήσεις των ηττημένων. Ο Αλεξάνδρου είναι καυστικός και ειρωνικός απέναντι σε όσους μόλυναν τα όνειρά του, αλλά ταυτόχρονα διαφυλάσσει μια εσωτερική και αδιόρατη τρυφερότητα για τα ίδια τα όνειρα. Αναθεωρεί όλα τα συστατικά στοιχεία του κόσμου της ιδεολογικής του στράτευσης με γενναιότητα αλλά χωρίς μνησικακία. Προσπαθεί να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι ηθικά, συναισθηματικά και λογικά. Είναι ένας στοχαστής της εσωτερικής διάψευσης των προσδοκιών και των οραμάτων και της προσωπικής ήττας, χωρίς όμως να αφήνεται στη νοσηρά ηδονική της πτυχή. Το μυθιστόρημα αυτό χαρακτηρίστηκε «μετά-καφκικό». Δικαίως, διότι όντως ο κεντρικός του πρωταγωνιστής είναι μπλεγμένος σε ένα αδιέξοδο, από το οποίο προσπαθεί απελπισμένα να ξεφύγει. Προσπαθεί να κατανοήσει τι του έχει συμβεί, γιατί του έχει συμβεί και να το αντιμετωπίσει όσο πιο ψύχραιμα και συντεταγμένα γίνεται. Επιμένει, υπομένει και περιμένει οι «ανώτεροί» του να έρθουν στα συγκαλά τους, να του εξηγήσουν, να τον δικαιώσουν. Ευελπιστεί πως θα πρυτανεύσει η λογική, πως θα διορθωθεί το λάθος, πως θα επανορθωθεί η αδικία. Μάταια. Κατά τρόπο λοιπόν εμφανή, μας φέρνει στο νου τον Γιόζεφ Κ., τον ήρωα του μυθιστορήματος «Η Δίκη» του Φράντς Κάφκα. Ο πρωταγωνιστής του Αλεξάνδρου χάνει τον σκοπό του και την ιδεολογική του πυξίδα. Βυθίζεται όλο και πιο βαθιά σε ένα λαβύρινθο παραλογισμού, πιόνι στα χέρια μιας αόρατης κεντρικής ηγεσίας που δεν τον αφήνει καν να δει τη σκακιέρα. Έδωσε κάθε ικμάδα του σώματος, της καρδιάς και του μυαλού του για να εκτελέσει μια αποστολή, η οποία μάλλον δεν είχε κανένα νόημα εξαρχής. Στο τέλος, χάνει τη συνοχή της σκέψης του, χάνει ολότελα τον εαυτό του και εύλογα, συντρίβεται. Δεν υπάρχει το καταφύγιο της ελπίδας σε αυτό το μυθιστόρημα. Μόνο καταφύγιο, η διαφύλαξη της ηθικής ακεραιότητας. Όλα τα παραπάνω, όσο όμορφα και να ηχούν, όσο σωστά και να αναλυθούν, δεν παύουν να είναι μια εξτρά γαρνιτούρα που συμπληρώνει το κυρίως πιάτο. Το μυθιστόρημα αυτό είναι ίδιο με τη μελαγχολία που απέπνεε ο συγγραφέας του. Ευαίσθητο και αξιοπρεπές. JAN 2015

ARTCORE

73


τ H E WO R D C YC L E D I A R I E S

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΜΑΥΡΗ ΤΡΥΠΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ - τΟυ ΓΑΒΡιΗΛ ΦΡΑνσΟυΑ -

ΠΟτε Δεν ειΧΑ ΦΑντΑστει τι ΖΟΡι τΡΑΒΑνε Οι υΠΑΛΛΗΛΟι στΑ ΜΑΓΑΖιΑ. Γι’ ΑυτΟ ΚΑι ΜετΑ ΑΠΟ ΑυτΗν τΗ συνεντευξΗ τΟυσ συΜΠΑΘΩ ΟΛΟυσ. ΑΛΗΘειΑ.

Είχα κατέβει στην Αθήνα άφραγκος. Με φιλοξενούσε η ξαδέρφη μου στο πατρικό της, είχα εκατό ευρώ στην τσέπη και αυτό μόνο και μόνο επειδή είχα πουλήσει μερικά από τα πράγματά μου. Είχα βρεί ευτυχώς μια δουλειά part time μέσω ενός φίλου, αλλά έπρεπε να φύγω απρόσμενα από ‘κει. Επιδοτούμενοι υπάλληλοι μου είπαν. Μαλακίες. Σε περίπου δύο βδομάδες έπρεπε να βρω άλλη. Λίγο πριν λήξει η διορία, διαβάζω σε μια αγγελια: Ζητείται υπάλληλος σε κατάστημα ταχυφαγείου, εμφανίσιμος, Έλληνας, με δίπλωμα. Πλήρες ωράριο. Βάζω τα καλά μου, να κάνω καλή πρώτη εντύπωση, οπλίζομαι με ψέματα και παίρνω τηλέφωνο. Ένας τύπος από την άλλη άκρη της γραμμής μου λέει, λίγο πριν πέσει σε κώμα, να περάσω 74

ARTCORE

JAN 2015

κατά τις δύο το βράδυ που θα έχει κόψει λίγο η δουλειά. Δύο το βράδυ; Το σκέφτηκα λίγο. Τι να κάνεις, αυτή είναι η μία και μόνη μου ευκαιρία. Θα πάω. Το μαγαζί ήταν μια τρύπα, κάπου στην πλατεία Αμερικής. Χωμένο μέσα σε ένα στενάκι. Δεν ήξερες αν ήταν καν ανοιχτό. Ένας τύπος στην είσοδο ήταν αραχτός στο πεζούλι και πίσω του ο πάγκος-ψυγείο. Ζαμπόν, κασέρι, ντομάτες και αβγά. Ψημένα κοτόπουλα, μπιφτέκια και μπέικον. Πίσω στον τοίχο δυο πολυχρησιμοποιημένες αλλά «μάχιμες» ακόμα τοστιέρες. Σίγουρα πουλούσαν τσαμπουκά · δε γουστάραν να τις καθαρίσεις. Η λίγδα και τα ψίχουλα είχαν ενσωματωθεί πάνω τους. Μπαίνω μέσα, και από μια πορτούλα, εμφανιζεται ένας πενηντάρης, με άσπρο φανελάκι και τιράντα.


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ «Ακούω». Πρέπει να είναι ο τύπος που μου μίλησε στο τηλέφωνο, σκέφτομαι. Αν δε με δείρει σε λίγο, σίγουρα θα ξαναπέσει σε κώμα από τη βαρεμάρα. «Ήρθα για την αγγελία». Κοφτός και ‘γώ, μιας και δε χρειάζονται τυπικότητες απ’ ό,τι βλέπω. «Γεια σου. Θέλουμε άτομο για full time δουλειά, κυλιόμενο ωράριο και νύχτες. Πεντακόσια καθαρά» (πεντακόσια, μαλάκα, τι να κάνω, από το να πεινάσω). Μία μύγα παραδίπλα άραξε σε ένα κομμάτι κοτόπουλο. Ο τύπος σκουπίζει τα χέρια του και συνεχίζει: «Ξέρεις να μαρινάρεις κρέας; Να πουλάς μπροστά μπορείς καθόλου; Μας έφυγε ο δεύτερος και χρειαζόμαστε άτομο». «Γιατί φεύγει;» Ερώτηση ύπουλη και επικίνδυνη από μέρους μου. «Γιατί πάει μετανάστης στη Γερμανία» είπε ο τύπος με χαρακτηριστική ευκολία. «Πάμε πίσω». Το πίσω ήταν ένα δωματιάκι μια σταλιά, μια κουζίνα δηλαδή, όπου έκοβε τα κρέατα, τα μαρινάριζε, έπλενε κάνα πιάτο και είχε στοιβαγμένα παντού τεράστια τάπερς με σαλάτες, χαρτοπετσέτες, ψωμάκια και κατσαρίδες να κόβουν βόλτες. Μια μύγα έτρωγε χαρούμενη βούτυρο. Μάλλον είχε κίνηση, για να έχει τόσα πράγματα εκει πίσω. «Λοιπόν, είχα κάνει μάγειρας στο στρατό και πριν κάνα χρόνο δούλευα στην κουζίνα σε ένα ταβερνάκι. Δε θα έχω θέμα εδώ». «Θα φανεί». Λέει, ίσως με λίγη θλίψη στο βλέμμα. Δεν ήταν τόσο κακός τελικά, μάλλον είχε βαρεθεί τα περιττά λόγια. Λακωνικός δηλαδή. «Παρεμπιπτώντως με λένε Τάσο», συμπληρώνει. «Ανδρέας, χάρηκα». Και δώσαμε τα χέρια. «Δικό σου είναι το μαγαζί;» Ρώτησα, ξεκινώντας και ΄γω το ψάρεμα. «Όχι, υπάλληλος είμαι. Το αφεντικό σκάει πιο μετά και μετράει εισπράξεις, κόβει κίνηση κλπ. Αλλά μη χαίρεσαι, έχει κάμερες παντού. Ναι, αυτή η σκατότρυπα, έχει κάμερες. Ο κυρ Νίκος είναι, αν έρθει». Όντως είχε κάμερες. Σε κοιτούσαν σαν άσχημα ηλίθια μάτια βοδιού. Μία στο πίσω δωματιάκι και μία μπροστά. Ένας πελάτης μπήκε. Εικοσάρης, μες στην καλή χαρά, ευγενική φυσιογνωμία. Λεπτοκαμωμένος, με μαλλί που δεν είχε αποφασίσει ακόμα πού ήθελε να πάει. Σχεδόν ταυτόχρονα με την είσοδο του μικρού, ακούω ένα σφυριχτό και καταχθόνιο μπινελίκι, σαν να ήταν φίδι. «Γαμώ το κέρατό σου, μαλάκα. Γιατί δεν πάτε στο διάολο βραδιάτικα; Τέτοια ώρα και θέλει να φάει το μαλακισμένο; Ο κόσμος τέτοια ώρα ή γαμιέται ή κοιμάται», είπε σχεδόν μονολογώντας. Έπειτα σαν να θυμήθηκε ότι είμαι και εγώ εκεί, οπότε συμπληρώνει: «Εντάξει, δε μου φταίει το παιδάκι σε τίποτα, ίσα ίσα μου αφήνει και λεφτά για να πληρωθώ και εγώ, αλλά είναι που κάνω τόσα πράγματα μαζί και ποτέ δε με αφήνουν στην ησυχία μου». Όταν βγήκε μπροστά, ήταν σχεδόν χαμογελαστός. Τρόμαξα στη σκέψη ότι όλοι οι υπάλληλοι μου ρίχνουν τέτοια μπινελίκια λίγο πριν μου χαμογελάσουν. Σε λίγο ξεκίνησε να φτιάχνει την παραγγελία. Καθώς ετοίμαζε το σάντουϊτς χαλώντας τη νιρβάνα μιας παρέας μυγών, χτυπάει το τηλέφωνο. Ο μι-

κρός είχε πάει να πάρει τσιγάρα μέχρι να γίνει το σάντουϊτς. «Σκάσε, γαμημένο, σκάσε». Αμέσως αλλάζει τον τόνο της φωνής του σε χαρούμενο και το σηκώνει με ένα κουδουνιστό «παρακαλώ». Ταυτόχρονα το βάζει στον ώμο του. «Ναι, Πράσινο Ζαμπόν εδώ. Φυσικά και είμαστε ανοιχτά, πώς αλλιώς σας απαντάω;» Εδώ κρατήθηκε με το ζόρι στα όρια της ευγένειας. Τα μάτια του, ένα γαμωσταυρίδι το λέγανε. «Ναι, δώστε μου την παραγγελία… Και πού τα φέρνουμε; Ναι, ναι, ναι». Σημειώνει τη διεύθυνση. «Έγινε, ευχαριστoύμε για την παραγγελία», κλείνει με χαρούμενο τόνο. Αφήνει το τηλέφωνο να πέσει προσεκτικά παραδίπλα. «Ποτέ δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί σκατά με ρωτάνε, αν είμαστε ανοικτά, αφού το σηκώνω το γαμημένο το τηλέφωνο». Mε κοιτάει, ενώ τα χέρια του συνεχίζουν τη δουλειά τους σχεδόν σαν να είναι αυτόνομα. Τέλος πάντων, αυτά συμβαίνουν παντού φαντάζομαι. «Πόσο καιρό δουλέυεις εδώ;» Θα έσκαγα αν δεν τον ρώταγα. Υπολόγιζα να είναι μερικούς αιώνες. «Άστα να πάνε, φιλαράκι» μου λέει με μαλακωμένη φωνή. «Πολύ καιρό για τις ώρες που δουλεύω κάθε μέρα. Φαντάσου, είναι εξήντα ώρες κάθε βδομάδα, αλλά δε μου μένουν ποτέ λεφτά και έτσι δεν μπορώ να φύγω». Τότε σχημάτισα την εικόνα. Ο τύπος ήταν δέσμιος της δουλειάς. Μισούσε τους πάντες και τα πάντα, γιατί ένιωθε ότι τον βασανίζαν παρά τη θέλησή του. «Και διακοπές δεν πας ποτέ;» Συνέχισα να ρωτάω, πιο πολύ γιατί άρχισα να ενδιαφέρομαι για ‘κείνον, παρά για να μάθω τι με περιμένει. «Πάω, πώς. Μια βδομάδα τον χρόνο. Από το καθόλου… Εσύ τι σκοπούς έχεις σε σχέση με τη δουλειά; Ξέρεις, δε θέλουμε άτομα που φεύγουν σε έξι μήνες». Πήγα να του απαντήσω κάτι του στίλ «τι λες ρε φίλε, πλάκα μας κάνεις;». Όση ώρα σκεφτόμουν την απάντηση στο μυαλό μου, εκείνος συμπλήρωσε: «Όχι πώς με νοιάζει εμένα, καλά να πάθει το αφεντικό αν δε μένει ποτέ κανείς, αλλά, να... Μόλις συνηθίζω κάποιον, αυτός φεύγει». Με κοιτούσε σταθερά. Σχεδόν σαν να με παρακαλούσε. Νομίζω ότι τα μάτια του μου φωνάζανε ξεκάθαρα «έχω κολλήσει εδώ, σε αυτήν τη μαύρη τρύπα και δεν μπορώ να ξεφύγω. Έλα να κολλήσουμε μαζί». Ανάβω τσιγάρο, φυσάω τον καπνό προς τα πάνω. Στέκομαι για λίγο και αισθάνομαι ένα σφίξιμο. «Μισό λεπτάκι» του λέω και βγαίνω έξω. Ακούω από μακριά ένα «ε, πού πάς;», αλλά δεν απαντάω. Πάω στο αυτοκίνητο, παίρνω από τα εργαλεία μια καλή πένσα που έχω. Βρίσκω το ρολόι του μαγαζιού. Ψυχή δεν υπάρχει. Ανοίγω τη χαζή ασφάλεια που υπήρχε, κόβω το κεντρικό καλώδιο, πετάγονται σπίθες, χέζομαι πάνω μου, γίνεται ένα ωραίο βραχυκύκλωμα. Για τις επόμενες μέρες, μέχρι να φτιάξουν τις ζημιές, ο Νίκος υποθέτω θα είχε αναγκαστική άδεια. Στη χειρότερη δε θα έφτιαχνε σάντουϊτς και δε θα σήκωνε τηλέφωνα. Εγώ έπρεπε να βρω δουλειά και γρήγορα μάλιστα. JAN 2015

ARTCORE

75


τ H E WO R D C YC L E D I A R I E S

Η ΠΟΙΝΗ - τΟυ ΓΑΒΡιΗΛ ΦΡΑνσΟυΑ -

ΑΓΑΠΗτΟι ΑνΑΓνΩστεσ. ΔιΑνυΩ τισ τεΛευτΑιεσ στιΓΜεσ τΗσ ΠΟινΗσ ΜΟυ. ΘεΛΩ νΑ τισ ΜΟιΡΑστΩ ΜΑΖι σΑσ Με ΑυτΟ τΟ ΓΡΑΜΜΑ.

23-01-2132 Αύριο είναι η τελευταία μέρα της ποινής μου. Ελπίζω, όποιος βρει αυτό το γράμμα να καταλάβει πόσο απάνθρωπα είναι τα νέα, καλύτερα μέτρα σωφρονισμού. Βλέπετε, ο πολιτισμός μας έχει ανακαλύψει κάτι χειρότερο από τη θανατική ποινή. Την τιμωρία αυτήν την κρατάνε για σοβαρά κακουργήματα σαν το δικό μου. Σκότωσα αυτόν που σκότωσε την κόρη μου. Το θυμάμαι σαν τώρα. Ήταν μια βροχερή φθινοπωρινή ημέρα.

76

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

Τον ακολούθησα. Xώθηκε σε ένα γλιστερό, σκοτεινό στενό. Φώναξα δυνατά το όνομα του. «Εσύ σκότωσες την Ελένη;» Με άκουσε και σταμάτησε. Γύρισε αργά και σταθερα προς το μέρος μου. «Ναι, εγώ. Δεν μπορείς να με σκοτώσεις, είμαστε όλοι ήδη νεκροί». Η ηρεμία του με νευρίασε ακόμη περισσότερο, θέλησα να τον κάνω να υποφέρει. Βλέπετε, με τις νέες τεχνολογίες έχουμε και νέα όπλα. Απλά σκέφτεσαι πού θες να πάει η σφαίρα και χάρη στη νανοτεχνολογια βρίσκει τον στόχο της. Μπορούσα να τη στείλω όπου ήθελα με απόλυτη ακρίβεια. Νανοτεχνολογία. Είχαν λυσσάξει να την προωθήσουν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Θα γιάτρευε τον καρκίνο, τη μιζέρια, την ατυχία, την κακοκαιρία, τα πάντα. Προφανώς και δεν έχει γίνει έτσι. Δε λέω, έγιναν πολλά, αλλά και πάλι... Η ζωή μας είναι το ίδιο μίζερη ή το ίδιο όμορφη όσο ήταν μάλλον η ζωή στο Μεσαίωνα. Ή στον Διαφωτισμό. Ή στο Πλειστόκαινο. Έτσι και εγώ, εκείνη τη στιγμή ήθελα να τον κάνω να υποφέρει. Του χτύπησα τη δεξιά επιγονατίδα. Έπεσε αμέσως κάτω, σφαδάζοντας από τον πόνο. Αυτό δεν ήταν καλό, θα με έβρισκαν γρήγορα. Η επόμενη σφαίρα βρήκε τη σπονδυλική του στήλη χαμηλά. Ίσα ίσα για να τον αφήσει ανάπηρο, έστω και για λίγο μέχρι να τον φτιάξουν. Αυτό ήταν το έγκλημά μου και χάρις αυτού, διανύω τις τελευταίες μέρες της ποινής μου. Κάπου εδώ θα ήθελα να σας πω να με συγχωρήσετε, αν γράφω χωρίς συνοχή, αλλά είμαι βαθύτατα δυστυχισμένος. Αυτός είναι και ο στόχος της ποινής. Να είμαι βαθύτατα δυστυχισμένος σε όλη μου τη ζωή. Να ζήσω μια ζωή χειρότερη από τον δολοφόνο του παιδιού μου. Όχι, δεν είμαι φυλακισμένος. Αυτές οι πρακτικές ανήκουν στην ιστορία. Μπορώ να βγαίνω έξω, να συναναστρέφομαι με ανθρώπους κανονικά, να πηγαίνω στη δουλειά. Κανείς δεν ξέρει τι έχω κάνει... Αυτό είναι το χειρότερο. Είμαι μόνος. Απαγορεύεται να το πω, ό,τι λέω παρακολουθείται. Έτσι κουβαλάω το βάρος μέσα μου. Από τη μία χάρηκα που εκδικήθηκα, από την άλλη καταστράφηκε η ζωή μου και δεν έχω πού να το πω. Η δουλειά μου είναι βαρετή, επίτηδες. Δεν έχω καμία ελπίδα να βρω άλλην ούτε να έχω κάποιον άλλον οικονομικό πόρο. Φυσικά, οι φίλοι μου δεν είναι καλύτεροι. Δεν μπορώ να βρω καλύτερους. Ξέρω, μπερδευτήκατε. Μην ξεχνάτε, ελέγχουν τα πάντα πλέον στην αστυνομία. Έτσι ελέγχουν και τους φίλους που θα κάνω. Τους καλούς και τους παλιούς μου φίλους τους έδιωξαν από τη ζωή μου. Τη γυναίκα μου; Κι αυτήν το ίδιο. Αυτό ονομάζετα «φιλτράρισμα». Φιλτράρισμα λοιπόν, μέχρι να πεθάνω από φυσικά αίτια. Μέχρι τότε θα ξέρω ότι όλοι οι άνθρωποι που γνωρίζω θα είναι βαρετοί. Σινεμά πάω μόνος μου. Το ίδιο και για ποτό. Μαγειρεύω μόνος. Βόλτες μόνος. Σχεδόν. Σπανίως βγαίνω με τους «φίλους» μου, αφού βαριέμαι αμέσως και δεν έχω τίποτα να πω. Μέχρι που μια

μέρα, τη μέρα που φοβόμουν, τη μέρα που περίμενα, ήρθε αυτή και εγκαταστάθηκε στο διπλανό γυάλινο χώρισμα του σπιτιού. Ήταν ακριβώς όπως την ονειρευόμουν. Δυστυχώς. Όμορφη, εξυπνή, μελαχρινή. Έξυπνη, όμορφη, μελαχρινή. Βάλτε τα με όποια σειρά θέλετε. Αυτό, ναι αυτό ήταν και η προτελευταία –και ίσως η χειρότερη- φάση της ποινής μου. Δε σας είπα, αλλά το δωμάτιο όπου μένω είναι διαβολικά σχεδιασμένο. Ο ένας τοίχος είναι στην ουσία διάφανος. Ένα χώρισμα με το διπλανό –άδειο- μέχρι τώρα διαμέρισμα. Σαν δυο σιαμαία διαμερίσματα, ενωμένα εκεί που είναι τα σαλόνια τους. Ήξερα ότι προς το τέλος της ποινής μου θα γέμιζε. Θα γέμιζε με αυτό που τόσο μου έλειπε. Έτσι και έγινε πριν λίγο καιρό. Μπορώ να επικοινωνώ μαζί της μέσω του γυάλινου χωρίσματος. Όχι, δεν επιτρέπεται κανενός είδους σεξουαλική συνεύρεση. Κοινώς, όλη η πρόοδος της ιατρικής πάει και εδώ τζάμπα. Στο παρελθόν, στην ηλικία μου δεν μπορούσες να κάνεις τίποτα, τώρα μπορώ, αλλά δε μου επιτρέπεται. Αλλά αυτό δεν είναι το χειρότερο. Ο μεγάλος πόνος είναι ότι αναγκαστικά επικοινωνούμε. Είναι υπολογισμένο να είμαστε ο ένας για τον άλλον, ο πιο ενδιαφέρων άνθρωπος που γνωρίζουμε. Μοιραία λοιπόν υπάρχει έλξη. Δεν ξέρω αν μπορείς να την αποκαλέσεις ερωτική, είναι πολύ διεστραμμένη σχέση για να της προσάψεις τέτοιον ωραίο χαρακτηρισμό. Νιώθω πόνο, γιατί είμαστε τόσο κοντά, σχεδόν μαζί. Δε θα μπορέσω ποτέ να την αγγίξω, να τη χαϊδέψω, να μοιραστώ το βασανιστήριο της ποινής μου με κάποιον που με καταλαβαίνει. Τελοσπάντων. Πριν λίγο έφυγε για να πάει στη δουλειά της. Όταν της είπα καληνύχτα, με ρώτησε αν έχω κάτι. Της είπα ότι όλα είναι μια χαρά. Δε φάνηκε να με πιστεύει, αλλα τουλάχιστον έφυγε πριν προδοθώ. Ύστερα ξεκίνησα να σας γράφω, αγαπητοί μου. Δε θα κοιμηθώ σήμερα. Αν ξέρατε, ποιο είναι το πιο βαρύ κομμάτι της ποινής μου, δε θα κοιμόσασταν ούτε εσείς. Στις μέρες μας, αν το επιθυμείς, ακόμα χειρότερα αν το θέλει το κράτος, μαθαίνεις ακριβώς ποια θα είναι η μέρα και ώρα του θανάτου σου. Εγώ θα πεθάνω αύριο στις 9.21 πμ. Ευτυχώς θα δω την ανατολή, μ΄αρέσει η ανατολή.

JAN 2015

ARTCORE

77


συνεντευξεισ

ΚΑΦΕΣ ΚΑΙ ΤΣΙΓΑΡΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΚΟΡΤΩ - συνεντευξΗ: ΑΛεξιΑ τΖιΩΓΑ, NICK PASX - ΦΩτΟΓΡΑΦισΗ: νιΚΟσ ΠΡιΠΟΡΑσ -

ΚΑι εΧει ΠΑει 5.30 τΟ ΑΠΟΓευΜΑ. ΚΑΘΟΜΑι Με τΟυσ ΔυΟ νιΚΟΛΑΔεσ στΗν ΠΛΑτειΑ ODEON ΚΑι ΡΟυΦΑΜε εσΠΡεσΟ ΚΑι τσιΓΑΡΑ νευΡιΚΑ στΗν ΠΡΟσΜΟνΗ τΗσ εΠιΚειΜενΗσ συνΑντΗσΗσ ΜΑσ Με τΟν ΑυΓΟυστΟ ΚΟΡτΩ.

78

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

Σημειώνω - ξεσημειώνω στο τετράδιο, φυσάμε – ξεφυσάμε και κάπου εκεί ανάμεσα σε ανυπομονησία και χαρά ο Αύγουστος έρχεται, κάθεται και μοιράζεται μαζί μας τσιγάρα, καφέ και σκέψεις. Ιδού οι σκέψεις… > Λοιπόν, γράφουμε… είμαστε έτοιμοι. Ας ξεκινήσουμε με τη μουσική! Θυμάσαι πότε ήταν η πρώτη φορά που ένιωσες ότι ερωτεύτηκες τη μουσική ή το πρώτο άλμπουμ το οποίο άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι τη μουσική; Δεν ήταν ένας συγκεκριμένος δίσκος · απλά μεγαλώνοντας ήταν διάφορα τραγούδια τα οποία αγάπησα… Όταν μεγάλωνα, ήταν η εποχή της κασέτας και η μάνα μου πήγαινε στο δισκάδικο της γειτονιάς κι έγραφε μία κασέτα η οποία μπορεί να είχε γραμμένο μέσα από Police και Eurhythmics μέχρι Βίσση. Στο σπίτι ακούγαμε τα πάντα. Αν εξαιρέσουμε δηλαδή τα σκυλάδικα. Η μάνα μου άκουγε αρκετή κλασική μουσική, άκουγε και Χατζιδάκι… Εγώ με τον Χατζιδάκι έφαγα την πετριά τη μεγάλη στη μουσική, να σου πω την αλήθεια, κάπου εκεί στην πρώτη γυμνασίου, όταν άρχισα ν’ ακούω και πιο συστηματικά μουσική. Εκεί κόλλησα πολύ με τον Χατζιδάκι… με το «Χαμόγελο της Τζοκόντα», τον «Μεγάλο Ερωτικό», «15 Εσπερινούς» και άλλα. Οι δίσκοι που πρόλαβα ν’ αγοράσω, πριν εξαφανιστούν με τον ερχομό του cd, ήταν του Χατζιδάκι. > Βινύλια έχεις; Ναι, έχω· είναι όλα εδώ, στη Θεσσαλονίκη. > Στην εποχή του ipod πιστεύεις ότι υπάρχει ακόμα χώρος για βινύλια και πικάπ; Κοίταξε, θεωρώ ότι οι άνθρωποι που ασχολούνται με το βινύλιο έχουν μία βάσιμη επιχειρηματολογία υπέρ του βινυλίου · για παράδειγμα ότι η απόδοση του ήχου μπορεί να είναι καλύτερη, αλλά έχει και τα θέματά του. Το μεγάλο πρόβλημα για μένα είναι το θέμα της αποθήκευσης. Όταν πήγα στην Αθήνα και είχα κατεβάσει τα cds που έχω από κλασική μουσική ήταν περίπου 1.000, τα οποία είναι 2 βαλίτσες χωμένες στην αποθήκη, γιατί δεν υπάρχει πουθενά χώρος ούτε στις βιβλιοθήκες, γιατί στο σπίτι υπάρχουν παντού βιβλία. Οπότε θυμάμαι ν’ αναρωτιέμαι, «να σηκωθώ να ψάξω το cd που θέλω για καμιά ώρα ή να κατεβάσω το άλμπουμ τώρα;». Στην ουσία πλέον ακούω μουσική από τα αρχεία mp3 που έχω στον υπολογιστή και αυτό πιο πολύ οφείλεται στην άνεση που σου προσφέρει. > Παρόλ’ αυτά θεωρείς ότι η αίσθηση που σου προσφέρει το βινύλιο στην εμπειρία της μουσικής είναι διαφορετική από το σύγχρονο mp3; Εγώ, παρόλο που το πρόλαβα το βινύλιο, δεν έτρεφα ποτέ ρομαντικά αισθήματα γι’ αυτό, δηλαδή για μένα ήταν καθαρά το μέσον για να φτάσω στη μουσική. > Έχεις σκεφτεί ποτέ ποια μουσική θα ήθελες να παίζει

στην κηδεία σου; Κοίταξε… δεν ξέρω… Είναι πάρα πολλές οι μουσικές που θα ταίριαζαν. Δε με νοιάζει και πολύ το τι θα μου έκαναν στην κηδεία μου, αλλά σίγουρα θα φρόντιζα να μην έχει κάτι το θρησκευτικό. Θα προτιμούσα να μαζευτούν άνθρωποι που με γνώριζαν κάπου και να έκαναν ένα πάρτι. Κάτι σαν τις αγρυπνίες που κάνουν οι Ιρλανδοί κατά τις οποίες γίνονται τύφλα και χορεύουν και τραγουδούν. Αυτό μου φαίνεται πιο ενδιαφέρον από τα κλαψιάρικα με τις κηδείες και τα μνημόσυνα. > Η ιεροτελεστία της κηδείας δηλαδή, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα, δε σου αρέσει; Είναι, μωρέ, ψυχοβγαλτική και κάπως σαδιστική για συγγενείς και φίλους. Πρέπει δηλαδή να μείνεις μέσα στην εκκλησία και να υπομείνεις όλο αυτό το τελετουργικό… Ακόμα και σε γάμους φίλων που πηγαίνω, δεν μπαίνω καθόλου μέσα στην εκκλησία, γιατί τη βαριέμαι την εκκλησία, δεν μπορώ να καπνίσω… Είναι και το ότι δεν έχουμε ακόμα τα αποτεφρωτήρια στην Ελλάδα, το οποίο είναι αισχρό. Πρέπει δηλαδή οπωσδήποτε να δεις τον αγαπημένο σου άνθρωπο στο φέρετρο. Αυτό είναι τυραννία… > Αν μπορούσες στη ζωή σου να επιλέξεις ένα soundtrack, θα μπορούσες να καταλήξεις ενδεικτικά σε κάποια κομμάτια; Σου έρχονται κάποια άλμπουμς, ή κάποια κομμάτια στο μυαλό; Πάει ανάλογα και με τη φάση της ζωής μου. Άλλες φάσεις θα είχανε 80s, άλλες φάσεις θα είχαν Schubert… > Σε αυτήν τη φάση τι θα επέλεγες; Ποια μουσική σε παιδεύει τώρα; Σ’ αυτήν τη φάση έχω κόλλημα με τους Muse πολύ άσχημο, αλλά αυτά τα κολλήματα, ξέρεις τώρα, έρχονται και παρέρχονται. Πριν περίπου ένα μήνα είχα κολλήσει άσχημα με τον Mika, είχα περάσει φάση Amy Winehouse, Lady Gaga… > Ποιο είναι το άλμπουμ το οποίο θα ήθελες να είχες γράψει εσύ; Πολλά. Από τον «Μεγάλο Ερωτικό» μέχρι το “Confessions on the Dance floor” της Madonna, το οποίο είναι από τα αγαπημένα μου άλμπουμς γιατί το ακούσαμε για πρώτη φορά με τον φίλο μου στο Βερολίνο και είναι ενδιαφέρον, γιατί σ’ αυτό το άλμπουμ δε χωρίζονται τα κομμάτια μεταξύ τους · είναι ενιαίο. > Σε συναυλίες πηγαίνεις; Σε συναυλίες δεν πηγαίνω ποτέ. Είναι μεγάλη ταλαιπωρία… > Πώς σου φαίνεται η εμπειρία του ραδιοφώνου; Πλάκα έχει…! Βοηθάει το γεγονός ότι είναι ιντερνετικό

JAN 2015

ARTCORE

79


συνεντευξεις

ραδιόφωνο, οπότε δεν έχω playlist, δεν έχω διαφημίσεις και δεν έχω να φοβάμαι για τη λογοκρισία και τι θα γίνει αν τραβήξω κανένα μπινελίκι στον αέρα. > Είχες ξανακάνει ραδιόφωνο; Όχι ποτέ και μάλιστα ήμουν και κάπως κομπλεξαρισμένος, γιατί, όπως θα παρατήρησες, έχω έναν ελαφρύ ψευδισμό. Όταν ήμουν πιο μικρός ήταν ακόμα χειρότερο… Συν του ότι δε μ’ αρέσει καθόλου ο ήχος της φωνής μου. Τέλος πάντων, ο Amagi, ο σταθμός στον οποίο έχω εκπομπή κάθε Σάββατο, φτιάχτηκε από δύο φίλους Θεσσαλονικιούς, τον Κυριάκο Αθανασιάδη και τη Λιάνα Γερασοπούλου που έκαναν μία εκπομπή το «Θέμα» […]
 > Τι σε δαιμονίζει; Tι είναι αυτό το οποίο σε ντοπάρει πνευματικά; Αφενός η μουσική. Ακούω πάρα πολλή μουσική. Ακούω μουσική όταν γράφω, όταν μεταφράζω, ακούω μουσική συνέχεια. Το πρωί, όταν σηκώνομαι, ακούω δύο ώρες μουσική, για να μπορέσω να ξυπνήσω, για να μπορέσει να λειτουργήσει το μυαλό μου, για να καθαρίσει... Τι άλλο με φτιάχνει; Οι καλές σειρές · καλή ώρα το ‘‘Breaking Bad’’ που το βλέπω και απέναντί μου - πολύ στενόχωρο αλλά πολύ 80

ARTCORE

JAN 2015

ωραίο. Το πιο περίεργο απ΄ όλα είναι οι κωμικοτραγικές συμπτώσεις... Του Τάσου, του φίλου μου η μάνα είχε μόλις πεθάνει από καρκίνο όπου μου λέει: «Καλά, ρε μαλάκα, πώς θα δούμε σειρά τώρα με καρκινοπαθή;» Λέω εντάξει, ας δούμε ένα δύο επεισόδια και κολλήσαμε μετά. Εντάξει είναι φοβερός ο τύπος. Γι’ αυτό έχει πάρει ένα κάρο EMMY και Χρυσές Σφαίρες. Τώρα περιμένω να τελειώσει το “Game Of Thrones” για να το δούμε όλο μαζί. Γιατί κάποιες σειρές περιμένουμε να τελειώσουν για να τις δούμε όλες μαζί. > Ποια θα ήταν η σειρά που θα πρότεινες τώρα σε έναν φίλο σου; Είναι πάρα πολλές. Για όποιον δεν το έχει δει πρέπει να δει απαραιτήτως το “Sopranos”· είναι για μένα από τις πιο κορυφαίες σειρές που φτιάχτηκαν ποτέ. Εγώ λάτρευα Νοικοκυρές, δηλαδή τις βλέπαμε με τον Τάσο ανελλιπώς. Όλο το “West Wing”, σαφώς το “Six Feet Under” αλλά υπάρχουνε τόσες σειρές και παλιές, από το “Deadwood”, ας πούμε, μέχρι καταπληκτικές κωμωδίες όπως ήταν το “Boston Legal”, ή όπως ήταν το “30 Rock” ή όπως είναι το έργο “Parks and Recreation”, το “Modern Family”... Υπάρχουν κωμωδίες απίστευτες δηλαδή να κυλιέσαι στα πατώματα.


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ > Έχεις ταυτιστεί αρκετά με κάποιον ήρωα από κάποια ταινία ή κάποια σειρά; Κοίταξε, περισσότερο απ΄ όλα επειδή είναι έτσι αλλοπρόσαλλος ο ψυχισμός μου, είμαι επιρρεπής σε υστερίες, γρήγορους ενθουσιασμούς, είμαι τρομερά ανώριμος, ταυτίζομαι πάρα πολύ με τον Peter Griffin από το “Family Guy”. Δεν ξέρω, ίσως φταίει το ότι είμαστε και συνονόματοι · το πραγματικό μου όνομα είναι Πέτρος και ο Τάσος πολλές φορές με φωνάζει Peter Griffin σε φάσεις. Είχα ταυτιστεί πολύ με τη Susan στο “Desperate Housewives”, γιατί είμαι και εγώ ένας άνθρωπος άχαρος, γκαφατζής, πάρα πολύ επιρρεπής σε ασυναίσθητες χοντράδες. Πολύ ανώριμος για ενήλικας. Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι είμαι 34 χρονών. Δεν είναι για το θέμα της ηλικίας όσο πως στο μυαλό μου είχα ότι ο 35άρης είναι πιο συγκροτημένος άνθρωπος απ’ ό,τι είμαι εγώ... Ξέρω ‘γω; Δεν ξέρω.. > Μάλλον αυτά είναι στερεότυπα όμως. Σαφώς και είναι στερεότυπα. Αλλά... > Υπάρχει κάτι το οποίο νοσταλγείς πολύ; Νοσταλγώ τη φάση των παχιών αγελάδων πριν από 5-6 χρόνια, πριν βαρέσει η κρίση. Που η αγορά άκμαζε ακόμα, που είχαν πολύ περισσότερα λεφτά όλοι και τα γαμούσαμε τη μάνα, δηλαδή τρώγαμε ένα κάρο λεφτά. Μιλάμε για φέσια σε κάρτες και τέτοια που ακόμα τα ξεπληρώνουμε. Αλλά αφενός δεν το ‘χω μετανιώσει ποτέ αφετέρου μ’ άρεσε, ήτανε πολύ ωραία εκείνη η εποχή που δε σ’ ένοιαζε. Ο Τάσος δούλευε τότε σε Law Firm τεράστιο, και εγώ... ήταν η εποχή που μπορούσες να γράφεις σε 3-4 περιοδικά και να βγάζεις 2-3 χιλιάρικα το μήνα δηλαδή ήταν πολλά τα λεφτά. Δηλαδή έγραφα στο FREE, στο ForHiM, στο ΒΗΜΑ life σε ένα σωρό κωλοπεριοδικά, σε ό,τι περιοδικό έχει βγάλει ο ΔΟΛ εγώ έχω γράψει κάποια στιγμή. Ήταν 3 κατοστάρικα αυτό το κείμενο, 5 κατοστάρικα εκείνο το κείμενο. > Ευτυχία και δυστυχία. Υπάρχουν για σένα αυτοί οι όροι; Μπορείς να βάλεις εσύ κάτι ως ευτυχία ή ως δυστυχία; Ευτυχία είναι αυτό που ζω με τον σύντροφό μου εδώ και πολλά χρόνια. Δυστυχία για μένα όπως την έχω βιώσει είναι η κατάθλιψη. Η αρρώστια. Η σωματική, η ψυχική αδυναμία, η δυσφορία. Έχω περάσει τρεις φορές κατάθλιψη, οπότε την ξέρω καλά και είναι γάμησέ τα. Όλος ο συναισθηματικός μας κόσμος στο μυαλό διαδραματίζεται και γεννιέται και διακυμαίνεται, όταν μιλάμε για μια αρρώστια που χτυπάει το θυμικό μοιραία. > Μιλάς όμως πολύ ανοιχτά για την κατάθλιψη. Δε συνηθίζεται πλέον ακόμα στη χώρα μας. Αφενός το κάνω, γιατί ήταν μια πολύ οικεία κατάσταση λόγω της μητέρας μου. Η μητέρα μου είχε διπολική διαταραχή· αυτό παλιά το λέγανε μανιοκατάθλιψη. Οπότε η εικόνα του ψυχιάτρου ήταν κάτι πολύ οικείο από πολύ μικρή ηλικία. Όπως και τα φάρμακα κτλ., δηλαδή ποτέ δεν αντιμετώπισα την ψυχική αρρώστια ως ταμπού, γιατί την είχα στο σπίτι μου και επίσης γιατί η γιαγιά μου (η μητέρα του πατέρα μου) ήταν σχιζοφρενής. Είχαμε δηλαδή πολύ βεβαρημένο ιστορικό. > Σου την έχουνε πει που μιλάς ανοιχτά γι’ αυτό; Όχι. Στην πραγματικότητα μου έχουν μιλήσει άνθρωποι που

ένιωσα ότι αυτό τους βοηθάει, άνθρωποι που είτε έχουν περάσει ή περνάνε ήδη κατάθλιψη. Τώρα με τα χρόνια και η ενημέρωση του κόσμου μεγαλώνει και η διάγνωση πλέον τοποθετείται πιο γρήγορα, πιο άμεσα και πιο εύκολα. Εντάξει, υπάρχει ακόμη ένα ταμπού απέναντι και στην κατάθλιψη και στον ψυχίατρο εν γένει αλλά νομίζω ότι με τα χρόνια ο κόσμος εκπαιδεύεται και μαθαίνει αν μη τι άλλο ότι όπως όταν χτυπάς το πόδι σου θα πας στον ορθοπεδικό έτσι και εδώ. Είναι μια αρρώστια με πολύ απτά συμπτώματα, δεν είναι αυτό το «στο κεφάλι σου είναι». Χέσε με, σαφώς στο κεφάλι μου είναι, αλλά πρόκειται για αρρώστια, δε σου κάνω νάζια. > Προτείνεις γενικά στο κόσμο να κάνει ψυχανάλυση; Είτε έχει είτε δεν έχει συμπτώματα. Εμένα με έχει βοηθήσει πάρα πολύ. Μου έχει αλλάξει τη ζωή, μου έχει αλλάξει τον χαρακτήρα, με έχει βοηθήσει πάρα πάρα πολύ. Ήμουν πολύ διαφορετικός άνθρωπος πριν την ψυχοθεραπεία, πολύ χειρότερος άνθρωπος, πιο οξύθυμος, κυκλοθυμικός. > Υπάρχει περίπτωση να είσαι λίγο αυστηρός με τον εαυτό σου και το πώς σε κρίνεις; Όχι, νομίζω ότι είμαι αντικειμενικός απέναντι στον εαυτό μου, γιατί μεγάλωσα ως ένα πολύ κακομαθημένο μοναχοπαίδι, με πάρα πολλή αγάπη αλλά και πάρα πολλή επιείκεια από τη μεριά της μητέρας μου και, όταν διαπίστωσα πόσο δύσκολη και πόσο σκληρή είναι η ζωή, έφαγα μεγάλο στραπάτσο και ως εκ τούτου ανέπτυξα συμπεριφορές ακραίες, παθολογικές... ήμουνα και είμαι επιρρεπής στους εθισμούς. Υπήρξε περίοδος στη ζωή μου που έπινα φούντες μέρα νύχτα, που έπινα αλκοόλ πάρα πολύ. Η ψυχανάλυση με έχει βοηθήσει να χειριστώ και το θέμα του αλκοόλ, ώστε να μπορώ να πιω το βράδυ ένα, δύο, πέντε ποτά και να μη γίνομαι κάθε τρεις και λίγο τύφλα και με κουβαλάνε. > Στο θέμα της εξωτερικής εμφάνισης, έχεις γράψει στο protagon.gr σε ένα κείμενό σου: «δεν έχω άλλη χρήση δυστυχώς, η εμφάνισή μου προδίδει μονομιάς τη φρικαλεότητα των πράξων για τις οποίες προορίζομαι». Γενικά δείχνεις να σε ενδιαφέρει το θέμα της εξωτερικής εμφάνισης. Και του σώματος, ίσως επειδή σπούδασα ιατρική, ίσως επειδή πέρασα από διάφορα στάδια μεταμόρφωσης σωματικής – κάποτε υπήρξα πάρα πολύ παχύς. Το σώμα είναι κάτι που με απασχολεί πάρα πολύ και στα βιβλία με απασχολεί. Είναι ένα από τα θεματικά μου φετίχ. > Νιώθεις ότι μας προδίδει το σώμα μας; Το σώμα είναι κάτι το μαγικό από την άποψη ότι μπορεί να μας προσφέρει τόσες απολαύσεις. Από την άλλη σύμφυτο με την ύπαρξή μας είναι η φθορά η σωματική, η οποία με τα χρόνια γίνεται ολοένα και πιο αισθητή και ανελέητη. Το σώμα μας με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μας προδίδει, τόσες είναι οι αντοχές μας. Και πάλι καλά να λέμε που ζούμε σ’ αυτήν την εποχή που ζούμε όπου μπορούμε να έχουμε ένα προσδόκιμο επιβίωσης πολύ υψηλό, γιατί η σύγχρονη ιατρική μπορεί να μας φτιάξει. JAN 2015

ARTCORE

81


συνεντευξεισ

> Θα μπορούσες να μου πεις πέντε λέξεις που σου έρχονται στο μυαλό και που αφορούν στη συγγραφή; Παιχνίδι. Πάνω απ’ όλα είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι. > Το βλέπεις δηλαδή ως κάτι διασκεδαστικό, δε σε ζορίζει. Όχι, είναι η ασχολία την οποία απολαμβάνω περισσότερο εδώ και δεκάξι χρόνια που γράφω συστηματικά. Γράφω σχεδόν συνέχεια οπότε ξέρεις, όχι μόνο δεν το βαριέμαι αλλά είναι ένας μικρός κόσμος τον οποίο ελέγχεις απόλυτα το οποίο είναι πολύ ωραίο, γιατί στη ζωή πολύ λίγα πράγματα βρίσκονται στον έλεγχό μας απόλυτα. Ενώ ένα βιβλίο, οι χαρακτήρες του, η ιστορία του είναι απόλυτα του χεριού σου. Πολύ ωραίο αίσθημα αυτό. > Τι διάβασες τώρα τελευταία το οποίο θα το πρότεινες κιόλας; Τώρα τελευταία διαβάζω τα διηγήματα του Nabokov. Με τον Nabokov έχω γενικά μεγάλη αγάπη και, παρόλο που πρακτικά έχω διαβάσει όλα του τα μυθιστορήματα και τα ρωσικά που μετέφρασε ο ίδιος ο γιος του και αυτά που έγραψε στα αγγλικά μετά τη μετανάστευσή του στην Αμερική, δεν είχε τύχει ποτέ να διαβάσω τα διηγήματά του. Ο Τάσος, επειδή ξέρει ότι έχω τρέλα, μου πήρε μια συγκεντρωτική σε paperback που είχε γίνει σε κάποια φάση με διηγήματα που είχαν γίνει τα τελευταία δύο χρόνια από περιοδικά εμιγκρέδων Ρώσων στο Βερολίνο των 30s και είναι ο πούστης απίστευτος! Για μένα είναι εφάμιλλος με τον Προυστ, είναι από τις ωραιότερες γλώσσες που μπορείς να διαβάσεις, από τα ωραιότερα μυαλά που μπορείς να διαβάσεις... > Πες μου ότι κατάφερες να διαβάσεις το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο»; Κοίταξε τι συμβαίνει. Εμένα μου έμαθε γαλλικά η μάνα μου, όταν ήμουν πολύ μικρός, τριών – τεσσάρων χρονών, επειδή η μάνα μου είχε τελειώσει γαλλικό σχολείο. Τα Sorbonne τα είχα δώσει πρώτη – δευτέρα γυμνασίου χωρίς να πάω ποτέ φροντιστήριο. > Το διάβασες στα γαλλικά;; Ναι. Είναι πόρωση ο Προυστ. Σε αντίθεση με τον Joyce που τον βαριέμαι αφόρητα, ο Προυστ είναι πολύ ωραίος storyteller. Αλλά είναι λίγο ψυχοβγάλτης και ευτυχώς στα ελληνικά έχουμε την τύχη να τον έχει μεταφράσει ο Παύλος Ζάννας εξαιρετικά. Έχουμε πολύ καλή μετάφραση του Χαμένου Χρόνου. Γιατί έχω διαβάσει κομμάτια του στα ελληνικά σε φάσεις, ιδίως τον πρώτο και τον τελευταίο τόμο, μπορεί να τα διαβάζω μια φορά τον χρόνο. > Από Έλληνες κάτι που θα πρότεινες; Πρόσφατα ξανακυκλοφόρησε απο τον Καστανιώτη το “Rien ne va plus” της Καραπάνου και κάθισα και ξαναδιάβασα όλη την Καραπάνου που μου αρέσει πάρα πολύ, πιο πολύ τα πρώτα της βιβλία, πριν αρρωστήσει βαριά. Είμαι σίγουρος ότι κυκλοφορούν κάθε χρόνο πολλά ενδιαφέροντα μυθιστορήματα· έχουμε και πολύ καλούς διηγηματογράφους, αλλά είναι πολύ δύσκολο να ενημερώνομαι αφενός γιατί βγαίνουν τόσα βιβλία και αφετέρου, όπως σου είπα και πριν, το ελληνικό βιβλίο είναι ακριβό. Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν sites paperback που δε χρεώνουν καν μεταφορικά, μπορεί να παραγγείλεις 82

ARTCORE

JAN 2015

ένα βιβλίο 8 ευρώ και να στο φέρουν χωρίς ταχυδρομικά. > Αν ήσουν θανατοποινίτης, ποιο θα επέλεγες να είναι το τελευταίο σου γεύμα; Μάλλον κανένα χάμπουργκερ, επειδή το μυαλό μου πάει στην Αμερική μοιραία που εξακολουθεί προς απέραντη ντροπή της να έχει τη θανατική ποινή σε ορισμένες πολιτείες. Υπάρχει μια τάση πλέον να μετατρέπεται η ποινή σε ισόβια αλλά είναι απαράδεκτο και αδιανόητο. Το κράτος δημιουργήθηκε για να σκέφτεται πιο νηφάλια και να πράττει πιο ώριμα από τα άτομα που το απαρτίζουν. Δεν μπορεί το κράτος να σκοτώνει τους πολίτες του για να τους τιμωρήσει. > Είσαι υπέρ του σωφρονισμού. Είμαι σαφώς κατά της θανατικής ποινής 100%. Και δε μ’ αρέσουν καθόλου και οι εξαιρέσεις όπως (ας ισχύει για τους παιδεραστές). ΟΚ, τα περισσότερα εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας είναι φριχτά. Και ο φόνος είναι φριχτός. Αλίμονο αν η πολιτεία πράττει και αντιδρά διεκδικητικά και τιμωρητικά όπως ο μεμονωμένος άνθρωπος. Αυτό είναι σαν μεταβιβασμένη αυτοδικία. Ειδικά στην Αμερική που πλέον μπορείς σε απευθείας σύνδεση να βλέπεις το lethal injection· είναι απίστευτη βαρβαρότητα. > Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει μεταθανάτια ζωή, θα ήθελες να επιστρέψεις ως κάτι συγκεκριμένο, θα άλλαζες κάτι στην τωρινή σου ζωή, θα ήθελες να είσαι κάποιος άλλος; Το έχεις σκεφτεί καθόλου; Ξέρεις αυτή η ερώτηση δεν απαντιέται γιατί ουσιαστικά αν ξαναζήσεις δε θα έχεις μνήμη της προηγούμενης. Θα ήθελα απλά και πάλι να γεννηθώ όσο γίνεται πιο υγιής. > Τα βιώματά σου όμως δε σε έφεραν εδώ που είσαι; Δεν συνθέτουν αυτό που είσαι σήμερα; Πολλά πράγματα μπορεί να συνθέτουν αυτό που είσαι, το να έχεις περάσει πόλεμο, το να έχεις υποστεί βιασμό, πολλά πράγματα μπορούν να σου αλλάξουν τη ζωή και να σε κάνουν πιο πολυσχιδή. Αλλά δε χρειάζεται να υποφέρεις για να γίνεις σκεπτόμενος ούτε να περάσεις άθλια για να ωριμάσεις. Θα προτιμούσα να είχα μια μάνα υγιή, σαφώς. > Σε ποιo βαθμό όμως μπορείς να πειράξεις πράγματα στη ζωή σου και να αφήσουν ανέγγιχτα άλλα κομμάτια της ζωής σου τα οποία είναι σημαντικά; Κάπως έτσι το σκεφτόμουνα. Ειλικρινά, αν μπορούσα να είχα ζήσει μια παιδική ηλικία και μια εφηβεία χωρίς το άγχος του πότε η Κατερίνα θα τα καταφέρει με τα χάπια, γιατί έκανε πολλές απόπειρες η μάνα μου... Όταν αυτοκτόνησε, δεν ήταν η πρώτη της απόπειρα, ήταν η δέκατη πέμπτη απόπειρά της. Θα αντάλλασσα όλα μου τα βιβλία, ώστε αυτή η τόσο υπέροχη γυναίκα, η τόσο αγαπησιάρα, αντί να πεθάνει στα 49 της, να ζει ακόμα και να μπορεί να είναι ένας άνθρωπος πιο λειτουργικός, ευτυχισμένος. Δεν ξέρω αν αυτό με έκανε συγγραφέα αλλά να το χέσω. > Αναφέρεις στο βιβλίο σου μια πρόταση: «Δεν υπάρχει πιο


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

αυτοκαταστροφική δύναμη από τον έρωτα». Αυτό είναι και το πώς βλέπεις τον έρωτα και στην πραγματική ζωή; Ο έρωτας πολλές φορές σε εξωθεί σε επιλογές οι οποίες είναι αυτοκαταστροφικές από την άποψη ότι σε εκθέτουν σε πολύ μεγάλο κίνδυνο είτε μιλάμε για σεξ χωρίς προφυλάξεις είτε μιλάμε για αυτό που έπαθε ο Τσοχατζόπουλος. Ο οποίος ουσιαστικά δεν τον έκανε ο έρωτας να φάει όσα έφαγε, σε πολύ μεγάλο βαθμό πιστεύω ότι αν δεν είχε κάνει όλο αυτό το πατιρντί τότε με τον γάμο του στο Four Seasons στο Παρίσι μπορεί να ήταν πολύ διαφορετική η πορεία των πραγμάτων. Δείτε τι έπαθε ο Αντρέας από τον έρωτα τον πολύ. Είναι το ότι κανείς δεν ερωτεύεται, όλοι χαζοερωτευόμαστε. Οπότε στο πλαίσιο αυτής της χαζομάρας, εντός και εκτός εισαγωγικών, μπορεί να κάνεις πολλές μαλακίες. > Αλλά αξίζει. Μέχρι ένα σημείο, δεν είναι το υπέρτατο αγαθό. Μπορεί να ερωτευτείς εκατόν πενήντα χιλιάδες φορές στη ζωή σου, είναι πάρα πολύ εύκολο. > Τι θα έλεγες ότι απολαμβάνεις πιο πολύ στη ζωή σου αυτή τη στιγμή έτσι όπως έχει διαμορφωθεί τώρα; Αυτό που απολαμβάνω σε αυτή τη φάση είναι ότι παρόλο πού ο φίλος μου είναι ένας από τους εκατοντάδες χιλιάδες απολυμένους άνεργους δικηγόρους – η δικηγορία έχει φάει ένα χτύπημα απίστευτο τα τελευταία χρόνια τόσο οι ιδιώτες όσο και οι.... (του δημοσίου αλλά δεν το ολοκληρώνει εδώ ο Αύγουστος). Αλλά επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού, αυτό που απολαμβάνω τρομερά είναι ακριβώς, επειδή δεν δου-

λεύει σε αυτή τη φάση, είμαστε στο σπίτι μαζί συνέχεια, τον έχω μαζί μου όλη μέρα. Τώρα δεν ανέβηκε Θεσσαλονίκη, γιατί προέκυψε κάποια δουλειά κάτω και έπρεπε να κάτσει, οπότε και εγώ φεύγω άρον άρον αύριο. > Φαίνεται πάντως ότι ο έρωτας παίζει αρκετά μεγάλο ρόλο στη ζωή σου, του αφιερώνεις τα βιβλία σου.. Αυτό μπορείς να το πεις έρωτα αλλά είναι μια αγάπη τόσο βαθιά, τόσο παλιά που πλέον δεν υπάρχουν διακριτά όρια στο τι αντιλαμβάνομαι ως εαυτό μου και τι ως Τάσο. Με τα χρόνια έχουμε καταλήξει να μοιάζουμε κιόλας, όπως μοιάζουν οι άνθρωποι που ζούνε μαζί. Είμαστε και κολλητοί· άλλα ζευγάρια δε λειτουργούν έτσι· θυμάμαι για παράδειγμα όταν ο Τάσος ήταν ανάμεσα σε δύο δουλειές, μια διετία είχαμε περάσει έτσι, και εγώ δεν είχα μεταφράσεις ιδιαίτερα. Παρόλο που ήμασταν τελείως άφραγκοι, ήμασταν 24/7 μαζί. Για πολλούς αυτό είναι εφιαλτικό, το να είναι ακόμη και με τον άνθρωπο που αγαπάνε κάθε μέρα, όλη μέρα μαζί τους φαίνεται λίγο «θα αρχίσω να ορμάω στους τοίχους». Για μένα όμως ήταν η καλύτερη φάση και ας μην είχαμε ούτε να φάμε. > Βρίζεις; Πάρα πολύ. Καταβάλλω φιλότιμες προσπάθειες αυτολογοκρισίας. Και αυτό είναι κάτι που έχω προσπαθήσει να ελέγξω με τα χρόνια όχι γιατί προσβλήθηκε κάποιος... δηλαδή μου φαίνεται φαιδρό το να προσβάλλεσαι από μια βρισιά, αλλά γιατί είναι λίγο ενδεικτικό λεξιπενίας (γέλια). Αλλά το μπινελίκι το έχω στο αίμα μου. Δεν μπορώ να γράψω ή να μιλήσω χωρίς να βρίσω. JAN 2015

ARTCORE

83


συνεντευξεισ

ΜΑΚΗΣ ΤΣΙΤΑΣ: «KΙΝΟΥΜΑΙ ΚΑΙ ΖΩ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΓΡΑΠΤΑ ΜΟΥ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ∆Ε ΓΡΑΦΩ» - συνεντευξΗ: AURELIANO BUENDIA -

τΟ ARTCORE MAGAZINE συνΟΜιΛΗσε Με τΟν συΓΓΡΑΦεΑ ΜΑΚΗ τσιτΑ, Ο ΟΠΟιΟσ τιΜΗΘΗΚε ΠΡΟσΦΑτΩσ Με τΟ ΒΡΑΒειΟ ΛΟΓΟτεΧνιΑσ τΗσ ευΡΩΠΑΪΚΗσ ενΩσΗσ ΓιΑ τΟ ΒιΒΛιΟ τΟυ, «ΜΑΡτυσ ΜΟυ Ο ΘεΟσ» (εΚΔΟσεισ ΚιΧΛΗ). ΑΠΟΛΑυστε τΗν ενΔιΑΦεΡΟυσΑ ΚΟυΒεντΑ ΜΑσ ευΘυσ ΑΜεσΩσ. 84

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

> Γνωρίζω πως έχετε μια μακρά εμπειρία στη συγγραφή εικονογραφημένων παιδικών ιστοριών. Πόσο εύκολο ήταν το πέρασμα σε ένα άλλο είδος γραφής; Υπάρχουν κοινά συγγραφικά αντανακλαστικά στις δύο περιπτώσεις ή μιλάμε για μία τελείως άλλη διαδικασία; Η αλήθεια είναι πως, ενώ ο περισσότερος κόσμος με γνωρίζει από τα 15 βιβλία μου για παιδιά, το ξεκίνημά μου είχε γίνει με ιστορίες για ενήλικες. Από τα 20 μου χρόνια, είχα αρχίσει να δημοσιεύω διηγήματα και ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ σε ηλικία 24 ετών εξέδωσα την πρώτη μου συλλογή διηγημάτων που απευθυνόταν σε ενήλικες, το «Πάτυ εκ του Πετρούλα». Μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου βιβλίου μεσολάβησαν δεκαεπτά χρόνια, χρονικό διάστημα κατά το οποίο εξέδιδα μόνο βιβλία παιδικής λογοτεχνίας. Επομένως, μπορούμε να πούμε πως τώρα επέστρεψα, τρόπον τινά, στο σημείο εκκίνησής μου, τη λογοτεχνία ενηλίκων. Αγαπώ αμφότερα τα δύο αυτά είδη λογοτεχνίας, κατά τη γνώμη μου όμως, η παιδική λογοτεχνία είναι μια πιο δύσκολη διαδικασία. Καταρχήν, οφείλεις να λαμβάνεις υπόψη σου παραμέτρους όπως η ηλικία των παιδιών στα οποία απευθύνεσαι, διότι είναι τελείως διαφορετικό να γράφεις μια ιστορία για παιδιά 6 ετών και μια ιστορία για παιδιά 12 ετών. Γράφοντας ιστορίες για παιδιά οφείλεις να είσαι πολύ προσεκτικός, γιατί πρόκειται για αγνές και ευαίσθητες ψυχές που ξεκινούν το ταξίδι της ζωής και έχουν ανάγκη από μηνύματα χαράς, αισιοδοξίας, ζωντάνιας. Ταυτόχρονα βέβαια, πρέπει να λέμε τα πάντα στα παιδιά και να μην τους αποκρύπτουμε τα δυσάρεστα θέματα, όπως ο θάνατος, ψάχνοντας όμως πάντα τον κατάλληλο τρόπο. Παρά την αντίθετη κυρίαρχη άποψη, θεωρώ πως η λογοτεχνία για παιδιά είναι μια δυσκολότερη υπόθεση από τη λογοτεχνία για ενήλικες. > Διάβασα πως ασχοληθήκατε περίπου δέκα χρόνια με τη συγγραφή του «Μάρτυς μου ο Θεός»; Το τελικό αποτέλεσμα βρίσκεται κοντά ή μακριά από τις αρχικές σας προθέσεις;

Κοιτάξτε, μπορώ να πω πως αυτά τα δέκα χρόνια δε με επηρέασαν ως προς την εξέλιξη του βιβλίου. Η αρχική σύλληψη του κεντρικού ήρωα, του Χρυσοβαλάντη, χρονολογείται περί το 1996 και εξαρχής ήμουν σίγουρος για διάφορα βασικά στοιχεία του, όπως την ηλικία και τη φυσιογνωμία του, καθώς και τον τόπο, στον οποίο θα κινούνταν. Επιπλέον, ήξερα από την πρώτη στιγμή ποια θα είναι η αρχή και ποιο το τέλος της ιστορίας, χωρίς να παρεκκλίνω ποτέ. Στη συνέχεια, μάζευα για τέσσερα χρόνια υλικό προκειμένου να χτίσω μια περσόνα που θα ήταν πολυδιάστατη και όχι μονόπλευρη. Όταν ξεκίνησα να γράφω, ο ήρωας πήρε σάρκα και οστά και αφέθηκα σ’ αυτόν, διότι απολαμβάνω να παρασύρομαι από τους ήρωές μου, να καθοδηγούν αυτοί εμένα και όχι το αντίστροφο. Όσον αφορά τα δέκα χρόνια δουλειάς και προετοιμασίας, σχετίζονταν περισσότερο με τη μορφή και τη γλώσσα του μυθιστορήματος. Δούλεψα λέξη προς λέξη το βιβλίο και στην πορεία άλλαξα κάποια πράγματα. Για παράδειγμα, προτίμησα τελικά την πρωτοπρόσωπη αφήγηση έναντι της τριτοπρόσωπης και χώρισα την ιστορία σε περισσότερες παραγράφους, ενώ αρχικά ήταν δομημένη σε πιο μεγάλα κεφάλαια. > Δεδομένου ότι ξεκινήσατε να γράφετε το μυθιστόρημα σε μία «προ κρίσης» εποχή, μπορούμε να πούμε πως οι σκέψεις σας αποδείχτηκαν και ολίγον προφητικές. Νιώθετε τρόπον τινά «δικαιωμένος»; Δυστυχώς, ναι. Μακάρι να είχα πέσει έξω, να μην είχαν συμβεί όλα όσα συνέβησαν στη χώρα και μακάρι τα όσα διαδραματίζονται στο βιβλίο να ήταν αυστηρά προϊόν μυθοπλασίας, όπως στα περισσότερα λογοτεχνικά έργα. Δυστυχώς, πολλά από αυτά που προέβλεπε ο ήρωας βγήκαν αληθινά, αυτή η επικείμενη βύθιση, στην οποία αναφέρεται συνεχώς, επαληθεύτηκε από την εξέλιξη των πραγμάτων. Ο Χρυσοβαλάντης εκφράζει την απαισιοδοξία του παρόλο που ζει σε μία περίοδο φαινομενικής ευμάρειας, ακριβώς πριν τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, τότε που όλα JAN 2015

ARTCORE

85


Συνεντεύξεις

έμοιαζαν ρόδινα κι η Ελλάδα φάνταζε μια ισχυρή ευρωπαϊκή χώρα. Παρόλ’ αυτά, νιώθω πως πολλοί άνθρωποι γνώριζαν κατά βάθος ή τέλος πάντων είχαν στην άκρη του μυαλού τους την ιδέα πως όλα αυτά θα αποδειχθούν μία φούσκα. Να σας εκμυστηρευτώ πως ήμουν τελείως αντίθετος με τη διοργάνωση αυτών των Αγώνων και μάλιστα, είχα φροντίσει να φύγω από την Αθήνα εκείνη την περίοδο. > Υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, κάτι το βαθιά ουμανιστικό στο βιβλίο σας. Ο Χρυσοβαλάντης είναι μάλλον πιο ρομαντικός απ’ ό,τι αντιστοιχεί στον χαρακτήρα του. Είναι μια μικρή νότα πίστης και αισιοδοξίας αυτό το στοιχείο; (αν συμφωνείτε βέβαια ότι υπάρχει…) Ωραία η παρατήρησή σας. Να σας πω αρχικά πως τον Χρυσοβαλάντη τον αγάπησα από την πρώτη στιγμή που τον έπλασα στο μυαλό μου. Είναι ένας άνθρωπος με πολλές αντιφάσεις, όπως όλοι μας εξάλλου, οι οποίες μπορεί μεν να λαμβάνουν ακραίες μορφές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τον καθιστούν κακό άνθρωπο. Είναι μια ευαίσθητη και ρομαντική ψυχή· δεν έχει πειράξει ούτε μύγα στη ζωή του, παρόλο που τον έχουν βλάψει πολλοί, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Έχει ξεστομίσει πολλές υπερβολικές κουβέντες, αλλά κι αυτές εντάσσονται στο συνολικό πλαίσιο του χαρακτήρα του. Η φράση «Πάντα υπήρξα ο σάκος του μποξέρ και ποτέ το γάντι» είναι αυτή που αποτυπώνει πιο πιστά την όλη του διαδρομή στη ζωή. Παρόλο που είναι άνεργος και με πολλά προβλήματα, παραμένει αισιόδοξος, αυτοσαρκάζεται, κάνει πλάκα με τις δυσάρεστες

86

ARTCORE

JAN 2015

καταστάσεις που τον περιβάλλουν. Μέχρι τελευταία στιγμή, προσπαθεί να διατηρήσει την αισιοδοξία του. Το μότο που επαναλαμβάνει στον εαυτό του, το «έχει ο Θεός», το πιστεύει ακράδαντα. Μέχρι το τέλος, πιστεύει πως κάτι θα γίνει και θα αλλάξουν τα πράγματα. > Το βιβλίο σας εμπεριέχει κάποιες ισχυρές δόσεις «ελληνικότητας», νομίζω. Πιστεύετε πως μπορεί να γίνουν αντιληπτές οι λεπτές αποχρώσεις του, πχ. από ένα Σκανδιναβό ή έναν Κεντροευρωπαίο αναγνώστη; Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα. Μετά το βραβείο εκδοτικοί οίκοι από δέκα χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν ενδιαφερθεί για το βιβλίο και θα ήμουν πολύ χαρούμενος αν το «Μάρτυς μου ο Θεός» μπορούσε να τους τραβήξει το ενδιαφέρον. Νιώθω πως στις βαλκανικές και μεσογειακές χώρες το έδαφος είναι πιο πρόσφορο, καθώς έχουμε πολλά κοινά στοιχεία. > Μιλώντας γενικότερα: κατά πόσο μπορεί μια συγκεκριμένη εθνική λογοτεχνία να αφομοιωθεί από μία ξένη προς αυτήν κουλτούρα; Υπάρχει το παράδειγμα της τεράστιας απήχησης της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας και του «μαγικού ρεαλισμού», όπως αυτός εκφράστηκε με τον Μπόρχες, τον Ρούλφο, τον Μάρκες και πολλούς άλλους. Η επιτυχία αυτού του ρεύματος τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο ότι μετέφερε στους αναγνώστες έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό και καινούργιο. Αντίστοιχο παράδειγμα (για να πάμε στα δικά μας) είναι και η επιτυχία


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ του Καζαντζάκη σε χώρες, όπου η ιδιοσυγκρασία απέχει πάρα πολύ από την ελληνική, όπως στη Σουηδία. > Η γλώσσα του βιβλίου νιώθω πως μετατρέπεται σε περιεχόμενο, πως αποδίδει μία αίσθηση μεταξύ κωμικού και τραγικού, πως είναι κι αυτή στοιχείο της πλοκής. Ισχύει; Έτσι ακριβώς είναι. Ο Χρυσοβαλάντης είναι η γλώσσα του: αυτή των εκκλησιαστικών κειμένων αλλά και η καθαρεύουσα, οι λαϊκές και αργκό εκφράσεις, οι λέξεις που κατασκευάζει, τα διαβάσματά του από την ποίηση και την πεζογραφία, κυρίως την ελληνική, όλα αυτά τα στοιχεία συνιστούν ένα μίγμα που συγκροτεί την περσόνα του Χρυσοβαλάντη. Επομένως το κύριο μέλημά μου σ’ αυτό το βιβλίο ήταν πρωτίστως η γλώσσα και γι’ αυτό και αφιέρωσα τόσο χρόνο και τόση εργασία πάνω σ’ αυτή. > Πώς άλλαξε η ζωή σας μετά το βραβείο; Σας έκανε πιο αισιόδοξο για τη συγγραφική σας πορεία στην Ελλάδα; Η αλήθεια είναι πως το βραβείο έχει φέρει νέες προοπτικές και αισιοδοξία, όπως επίσης είναι προφανές ότι μου έδωσε μεγάλη χαρά, χωρίς όμως να αλλάξει έστω και στο ελάχιστο τη συνολική μου στάση απέναντι στη συγγραφή και στη λογοτεχνία. Με έχουν ρωτήσει αν τυχόν αυτό το βραβείο με άγχωσε και η απάντησή μου ήταν πως δεν περίμενα αυτό για να αγχωθώ, αγχώνω ο ίδιος κάθε φορά τον εαυτό μου όταν γράφω, γιατί είμαι πολύ απαιτητικός από τον εαυτό μου. Έχω τους δικούς μου ρυθμούς, οι οποίοι είναι αργοί και τους οποίους δε θα άλλαζα εξαιτίας ενός βραβείου. Η συγγραφή για μένα είναι μια αγνή αγάπη, δε βιοπορίζομαι από αυτήν, δεν είμαι δηλαδή επαγγελματίας συγγραφέας με αυτή την έννοια του όρου, καθώς η βασική μου επαγγελματική ενασχόληση είναι το www. diastixo.gr, το ενημερωτικό site για το βιβλίο και τον πολιτισμό. Η συγγραφή είναι το σημαντικότερο στοιχείο στη ζωή μου, κινούμαι και ζω μέσα στα γραπτά μου, ακόμη και όταν δε γράφω. Καταγράφω πολλά στιγμιότυπα και εικόνες της καθημερινότητάς μου, που μπορεί αργότερα να μου χρησιμεύσουν, όταν αποφασίσω να γράψω κάτι. > Πόσο αργοί μπορεί να είναι δηλαδή οι ρυθμοί σας; Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, οι ιστορίες που γράφω για παιδιά έχουν την έκταση μικρών διηγημάτων · είναι περίπου τρεις σελίδες. Κάνω πολλούς μήνες για να γράψω μία τέτοια ιστορία, αφήνοντας και ξαναπιάνοντάς την, προσθέτοντας και αφαιρώντας συνεχώς στοιχεία και λεπτομέρειες. Και για να ξαναγυρίσω στο «Μάρτυς μου ο Θεός»: το έγραφα για δέκα χρόνια. > Νιώθω πως υπάρχει κάτι το παράδοξο στη χώρα μας. Ενώ υπάρχει μικρό αναγνωστικό κοινό και οι κρατικοί ιθύνοντες είναι ξεκάθαρα αδιάφοροι, εντούτοις εκδίδεται μεγάλος αριθμός βιβλίων. Ισχύει; Πώς το εξηγείτε; Ισχύει. Τα στατιστικά στοιχεία άλλωστε αποδεικνύουν πως ακόμη και μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ο αριθμός των νέων τίτλων που εκδίδονται παραμένει πολύ υψηλός. Ο βασικός λόγος είναι η μεγάλη αγάπη των Ελλήνων εκδοτών για το βιβλίο, την οποία και πρέπει να τους αναγνωρίσουμε.

Οι Έλληνες εκδότες εξακολουθούν να είναι αισιόδοξοι και πολλές φορές λειτουργούν κυρίως με το συναίσθημα και όχι βάσει επιχειρηματικού ενστίκτου. Ενδέχεται δηλαδή να εκδώσουν ένα βιβλίο, επειδή τους άρεσε, ακόμη κι αν ξέρουν ότι θα είναι αντι-εμπορικό. Επιπλέον, πολλές φορές οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι βασίζονται στον νόμο των πιθανοτήτων και εκδίδουν πολλά βιβλία, ευελπιστώντας ότι ανάμεσα σε αυτά θα είναι και κάποιο ή κάποια μπεστ σέλερς, που θα βοηθήσουν την εταιρεία να πάρει τα πάνω της. Ένα ακόμη στοιχείο που παίζει ρόλο είναι η γέννηση πολλών μικρών εκδοτικών οίκων, καθώς και η αύξηση των αυτο-εκδόσεων, η χρηματοδότηση δηλαδή βιβλίων από τους ίδιους τους συγγραφείς. Παρατηρώ πως στην εποχή που ζούμε, ο κόσμος έχει δίψα να εκφραστεί. Σε μια κατάσταση αβεβαιότητας, ο καθένας ελπίζει και βιάζεται να πει τα όσα έχει μέσα του και θέλει να βγάλει προς τα έξω. > Ποια είναι τα νέα πλάνα που έχετε στα σκαριά; Έχω μαζέψει ήδη υλικό για το νέο μου μυθιστόρημα, το οποίο, όπως καταλάβατε μάλλον θα αργήσει (γέλια), ενώ πολύ πρόσφατα εκδόθηκε και το τελευταίο μου βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας για παιδιά από 7 ετών και άνω με τον τίτλο «Ο αδέσποτος Κώστας» (εκδόσεις Ψυχογιός). Παράλληλα, το «Μάρτυς μου ο Θεός» ανέβηκε στη σκηνή, από τις 8 Νοεμβρίου φιλοξενείται στο θέατρο “Vault”, στην Αθήνα (στον Βοτανικό). Η σκηνοθεσία της παράστασης είναι της Σοφίας Καραγιάννη, ενώ πρωταγωνιστεί ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης. Στόχος μας είναι να ανέβει η παράσταση και στη Θεσσαλονίκη, καθώς και σε άλλες πόλεις της Βορείου Ελλάδος, καθώς οι τρεις βασικοί συντελεστές της έχουμε καταγωγή από εκεί (Βέροια, Νάουσα, Γιαννιτσά). JAN 2015

ARTCORE

87


ΚΟ ι ν Η ΛΟ Γ ι Κ Η

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ - τΗσ ΚΑΛΛιΡΡΟΗσ ΠΑΡΟυσΗ -

«ΟΛΑ ΗτΑν τΟσΟ ευΘΡΑυστΑ, τΟσΟ ΜετΑΒΑτιΚΑ. εΠΡεΠε νΑ ΓΡΑΨει τΟυΛΑΧιστΟν ΓιΑ νΑ ΔιΑτΗΡΗσει στΟν ΧΡΟνΟ ΚΑτι τΟ ΠεΡΑστιΚΟ. ενΑν εΡΩτΑ ισΩσ. ΑΛεξΑνΔΡΑ, σΚεΦτΗΚε. ΚΑι ΧεΟΡΧινΑ. ΟΜΩσ ΘΑ ΜΠΟΡΟυσε νΑ ΓΡΑΨει ΓιΑ ΟΛΑ ΑυτΑ; ΠΩσ; ΑΧ, ΠΟσΟ ΔυσΠΡΟσιτΑ ΗτΑν ΟΛΑ ΑυτΑ, ΠΟσΟ ΑΠεΛΠιστιΚΑ ευΘΡΑυστΑ!» 88

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

Ο Μάρτιν ή ο Μπρούνο. Η Αλεξάνδρα ή η Χεορχίνα. Ποιος είναι ποιος; οι ήρωες του Ερνέστο Σάμπατο στο αριστούργημά του «Περί ηρώων και τάφων» μοιάζουν να ετεροκαθορίζονται από τις εκφάνσεις του ίδιου τους του εαυτού. Οι εναλλαγές στην προσωπικότητά τους γίνονται μέσα σε μια παραισθησιακή ατμόσφαιρα, στην οποία καταλύεται ο χρόνος στην κλασική του τρίπτυχη έκφανση (παρελθόν, παρόν και μέλλον) και ζωντανεύουν οι αναμνήσεις μέσα σ’ ένα εφιαλτικό και συνάμα λυτρωτικό παρόν, το οποίο αναδομείται πάνω σε οριακές μορφές με τρομακτική λεκτική ακρίβεια και λιτότητα. Έχουμε, έτσι, ενώπιον μας ένα μυθιστόρημα έκτασης εξακοσίων περίπου σελίδων στο οποίο ο μυθιστορηματικός λόγος συνδιαλέγεται με τον φιλοσοφικό στοχασμό, τις ιστορικές και κοινωνιολογικές (δοκιμιακής υφής) προσεγγίσεις και τα λυρικότροπα μέρη που αποτελούν μικρά ποιητικά διαμαντάκια του Λατινοαμερικάνου συγγραφέα και τον καθιστούν εφάμιλλο της γραφής του Μάρκες, του Μπόρχες, του Λιόσα, του Κορτάζαρ και των λοιπών αθανάτων της Λατινικής Αμερικής. «Η νύχτα, τα παιδικά χρόνια, τα σκοτάδια, τα σκοτάδια, ο τρόμος και το αίμα, αίμα, σάρκα και αίμα, τα όνειρα, άβυσσοι, άβυσσοι ανεξερεύνητες, μοναξιά, μοναξιά, μοναξιά, αγγιζόμαστε, όμως μας χωρίζουν απροσμέτρητες αποστάσεις, αγγιζόμαστε, όμως είμαστε μόνοι». Μέχρι τα μισά του βιβλίου, ο αναγνώστης βρίσκεται αντιμέτωπος με μια αδιέξοδη ερωτική ιστορία στην οποία ο άντρας, με το όνομα Μάρτιν αλλά ενίοτε και με το όνομα Μπρούνο, (ο Μπρούνο αποτελεί το alter ego, μια πιο εξισορροπητική εκδοχή του Μάρτιν), υποφέρει από την ανεξήγητη και μυστηριώδη συμπεριφορά της συντρόφου του, Αλεξάνδρας. Ωστόσο, εν συνεχεία η αφηγηματική εστίαση μετατοπίζεται στο πρόσωπο του Φερνάντο Βιλάλ Όλμος, ο οποίος αποτελεί τελικά τον κεντρικό ήρωα της ιστορίας. Είναι ο πατέρας της Αλεξάνδρας που σκοπό έχει να ανακαλύψει και να καταστρέψει τα κρησφύγετα της μοχθηρής Σέκτας των τυφλών που διοικεί τον κόσμο. Όλα αυτά δίνονται στον αναγνώστη μέσα από αλλεπάλληλους συνειρμούς και υπό το πρίσμα μιας πολυφωνικής, σκοτεινής και παραισθησιακής αφήγησης. Οι εμμονές του Σάμπατο για τους τυφλούς ήρωες, για παράδειγμα το επόμενο μυθιστόρημά του με τίτλο «Αβαδδών ο Εξολοθρευτής» καθώς και οι μυστικιστικές του τάσεις είναι πανταχού παρούσες στις σελίδες του βιβλίου. Ο ίδιος ο Σάμπατο δήλωνε σε συνεντεύξεις του ότι πιστεύει πως στον κόσμο κυριαρχεί το κακό, το οποίο κατακλύζει και την ανθρώπινη συμπεριφορά και γι’ αυτό τα μυθιστορήματά του άπτονται αυτής της ευφυέστατης και παράλογης αντίληψης, η οποία τα διαποτίζει με μυστήριο και απαράμιλλη γοητεία,

χωρίς, ωστόσο, να τα καθιστά αφηγήσεις επιστημονικής φαντασίας. Εξάλλου, η διεισδυτική ματιά του συγγραφέα στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση επιτρέπει την είσοδο του αναγνώστη σε αυτό το παράλογο αφηγηματικό σύμπαν αφήνοντας την αίσθηση ότι, καθώς διαβάζει, συμμετέχει σε μια φανταστική πραγματικότητα ή σε μια πραγματική φαντασία. «‘Η μήπως είμαστε το ίδιο πρόσωπο; Έχουμε μήπως τα ίδια συναισθήματα πάντα; είναι δυνατό να αγαπάμε κάποιον και ξαφνικά να τον υποτιμήσουμε, μέχρι και να τον μισήσουμε. Και εάν τον μισήσουμε και κάνουμε το λάθος να του το πούμε, αυτό είναι μεν μια αλήθεια, όμως μια στιγμιαία αλήθεια που θα πάψει να ισχύει σε μια ώρα ή την άλλη μέρα ή κάτω από άλλες συνθήκες. Το χειρότερο δε, είναι ότι το πρόσωπο που του είπαμε ότι το μισούμε θα πιστέψει ότι αυτή είναι η αλήθεια από πάντα και για πάντα. Και θα βυθιστεί στην απελπισία». Η ουσία είναι ότι ο Σάμπατο εισάγει τον αναγνώστη σε ένα κατακερματισμένο σύμπαν, όπου οι ήρωες ακροβατούν μονίμως σε ένα τεντωμένο σκοινί με δύο άκρα την απόγνωση και την απελπισία και άμεσο κίνδυνο να πέσουν στη θάλασσα του κακού, παραλλαγή της οποίας αποτελεί η τρελή καθημερινότητα που εν μέρει εκουσίως και εν μέρει αθέλητα τους εγκλωβίζει σε μια εφιαλτική και ναρκωτική ατμόσφαιρα. JAN 2015

ARTCORE

89


ΚΟ ι ν Η ΛΟ Γ ι Κ Η

Ο JACK KEROUAC ΚΑΙ ΤΟ «ΣΑΤΟΡΙ» ΤΟΥ - τΗσ ΑνΑστΑσιΑ ΒΡΑτΖιΑ -

90

ARTCORE

JAN 2015


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ

Ο JEAN-LOUIS LEBRIS DE KÉROUAC Η, ΟΠΩσ εΓινε ΑΡΓΟτεΡΑ ΓνΩστΟσ, Ωσ JACK KEROUAC, ΓεννΗΘΗΚε στισ 12 ΜΑΡτιΟυ τΟυ 1922, στΟ ΛΟΟυεΛ τΗσ ΜΑσΑΧΟυσετΗσ. συΜΦΩνΑ Με τΟν ιΔιΟ, Ο τΟΠΟσ ΚΑτΑΓΩΓΗσ τΗσ ΟιΚΟΓενειΑσ τΟυ ΗτΑν Η ΒΡετΑνΗ τΗσ ΓΑΛΛιΑσ. Η εΚΠΑιΔευσΗ ΚΑι Η ΑνΑτΡΟΦΗ τΟυ ΗτΑν ΒΑσισΜενεσ στΗν ΚΑΘΟΛιΚΗ ΠιστΗ, ΑΡΓΟτεΡΑ ΟΜΩσ ΜεΛετΗσε Με ΜεΓΑΛΟ ΖΗΛΟ τΗ ΒΟυΔιστιΚΗ ΦιΛΟσΟΦιΑ ΚΑι ΘΡΗσΚειΑ. Δεν εινΑι εξΑΛΛΟυ ΛιΓεσ Οι ΑνΑΦΟΡεσ ΠΟυ ΠΡΑΓΜΑτΟΠΟιει στΗ Ζεν ΦιΛΟσΟΦιΑ ΜεσΑ ΑΠΟ τΑ εΡΓΑ τΟυ. ΠΟΛΛεσ ΑΠΟ τισ νΟυΒεΛεσ τΟυ ΟΦειΛΟυν τΟ ΟνΟΜΑ τΟυσ σε ΑυτΗ τΟυ τΗν ενΑσΧΟΛΗσΗ, ΟΠΩσ «Οι ΑΛΗτεσ τΟυ ντΑΡΜΑ» (1958) ΚΑι «σΑτΟΡι στΟ ΠΑΡισι» (1966). ΜΑΖι Με τΟν ALLEN GINSBERG (Με τΟν ΟΠΟιΟ υΠΗΡξε συΜΦΟιτΗτΗσ ΓιΑ συντΟΜΟ ΧΡΟνιΚΟ ΔιΑστΗΜΑ στΟ ΠΑνεΠιστΗΜιΟ τΗσ ΚΟΛΟυΜΠιΑ), τΟν WILLIAM S. BURROUGHS ΚΑι τΟν NEIL CASSIDY ΔιΑΜΟΡΦΩσΑν τΗ ΖΩΗ ΚΑι τΟ υΦΟσ τΗσ BEAT ΓενιΑσ. Το «Σατόρι στο Παρίσι» είναι μια αυτοβιογραφική διήγηση βασισμένη σε ένα ταξίδι που πραγματοποίησε ο Kerouac, με σκοπό την αναζήτηση της προέλευσης του οικογενειακού ονόματός του. Πάντα περήφανος για τη γάλλο-καναδική καταγωγή του, θα θέσει το Παρίσι ως εφαλτήριο σημείο της αναζήτησης του γενεαλογικού του δέντρου. Ωστόσο, το ταξίδι του θα επιτύχει έναν πολύ μεγαλύτερο στόχο από αυτόν του προσκυνήματος στα μέρη των προγόνων του: θα βιώσει ένα αναπάντεχο «σατόρι», ένα «χτύπημα κατακέφαλα», δηλαδή. Μετά την πνευματική αυτή αφύπνιση, η ζωή του δε θα είναι ποτέ η ίδια. Ο σκοπός συγγραφής αυτής της νουβέλας είναι διττός. Πρώτον, ο Kerouac επιθυμεί να διδάξει τους αναγνώστες του «κάτι το θρησκευτικό ή κάποια θρησκευτική ευλάβεια, γύρω από την αληθινή ζωή, σ’ αυτόν τον αληθινό κόσμο που η λογοτεχνία θα έπρεπε να αντανακλά». Η Τέχνη είναι για τον Kerouac ό,τι είναι και ο Διαλογισμός για τους Ζεν βουδιστές. Είναι το μέσο για την απελευθέρωση από μια υλιστική πραγματικότητα που κρατά δεσμώτες τα παιδιά της, που λογοκρίνει την έκφρασή τους, που δημιουργεί κενές σχέσεις με την ηθικολογία της. Άλλωστε, αυτός ήταν κι ο σκοπός της Beat γενιάς, νονός της οποίας υπήρξε ο Kerouac. Να δημιουργήσει μια γραφή ελεύθερη από τον φορμαλισμό και το πομπώδες ύφος και με κύριο όργανο σύλληψης τον εκτροχιασμό των αισθήσεων (μέσα από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και χρήση παραισθησιογόνων, κατά προτίμηση LSD). Διόλου τυχαία είναι και η λέξη που διάλεξε ο Kerouac για να ονομάσει το κίνημα που έμελλε να επηρεάσει και πολλά από τα επόμενα λογοτεχνικά και κοινωνικά ρεύματα (το έργο του Burroughs θεωρείται προπομπός της μεταμοντέρνας γραφής, ενώ τα αντι-μιλιταριστικά μηνύματα της ποίησης του Ginsberg ενέπνευσαν τους hippies). Αρχικά, με τον όρο Beat (ρυθμός, χτύπημα) οι Αφροαμερικανοί τζαζίστες αναφέρονταν σε μια ηττοπαθή διάθεση. Ο Kerouac όμως, θα προσθέσει και μια πιο θετική χροιά στη λέξη, υποδηλώνοντας τη μακαριότητα που χαρίζει η Τέχνη στους πιστούς της υπηρέτες. Όμως, αυτή είναι μόνο μία διάσταση του κερουακικού

«σατόρι». Όλες οι νουβέλες του Κέρουακ δημιουργήθηκαν με σκοπό να αποτελέσουν μέρος μιας ευρύτερης σύνθεσης, του «Μύθου του Ντουλουόζ». Το «Σατόρι στο Παρίσι» μοιάζει επίσης να είναι φόρος τιμής στο μεγαλύτερο λογοτεχνικό πρότυπο του Κέρουακ και πρωτεργάτη του «Künstlerroman» (αφήγηση ενηλικίωσης και ωρίμανσης ενός καλλιτέχνη), James Joyce. Θα επιλέξει να χρησιμοποιήσει την αφηγηματική τεχνική της «συνειρμικής ροής» του κορυφαίου μοντερνιστή σε συνδυασμό με την καινοτομία της «αυθόρμητης πρόζας» που καθιέρωσε ο ίδιος, ώστε να καταγράψει το οδοιπορικό της επιφοίτησής του. Τόσο ο Kerouac όσο και ο Joyce προέρχονταν από εκείνη τη στόφα λογοτεχνών, στους οποίους δεν μπορεί κανείς παρά να αποδώσει τον όρο «Lebenskünstler» (καλλιτέχνες της ζωής). Τερματικός του σταθμός: η θέαση μιας άλλης πραγματικότητας μέσα από την τέχνη. Μη φοβηθείτε τους απαιτητικούς, γλωσσικούς ακροβατισμούς του Kerouac ούτε την εμμονή του να προσθέτει γαλλικές λέξεις και διαλόγους εν τη ρύμη του λόγου του. Αντιθέτως, αφεθείτε σε αυτήν και θα σας αποκαλυφθούν οι λυρικότερες περιγραφές ενός ταξιδιού αυτο-ανακάλυψης και αυτογνωσίας της μεταπολεμικής, αμερικανικής λογοτεχνίας. JAN 2015

ARTCORE

91


Δ ι Α ΓΩ ν ι σ Μ Οσ

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ - τΗσ ΑνΑστΑσιΑσ ΔεΛΗΓιΑννΗ -

Η ιστΟΡιΑ τΗσ ΑνΑστΑσιΑσ ΔεΛΗΓιΑννΗ ΠΟυ ΚεΡΔισε τΟ ΠΡΩτΟ ΒΡΑΒειΟ στΟν 1ο ΔιΑΓΩνισΜΟ SHORT STORY τΟυ ARTCORE MAGAZINE. Η Μυρσίνη κουβαλούσε το όνομά της σαν αυτά τα μυστικά που ράβουν οι πρόγονοι στην καρδιά όσο ακόμα είναι ωμή, πριν τα χρόνια να αναλάβουν «Πρώτα το αλάτισμα, μετά το ψήσιμο, συμπέθερε!». Μαζεύονται έτσι όλοι πάνω από το μωρό, το ανυποψίαστο και ροδαλό πετσί και κόκκαλο, θυμούνται οι θείες κάποιους πεθαμένους, κανείς δε θυμάται να φέρει το ύδωρ, περνάει με προσοχή ο πατέρας τη βελόνα, σφίγγει η μάνα τρυφερά. Μετά τα βαφτίσια το ζωντανό κοιμάται. Δεν είναι αυτό το πρώτο τσίμπημα που το ματώνει. Θα είναι, εξαιτίας του, κάθε επόμενο που θα του μοιάζει, που ίδια με το όνομα που δόθηκε θα δίνει, δηλαδή, εικόνα και τροφή στον έξω κόσμο. Όταν η Μυρσίνη ξύπνησε και πήρε πάλι να αναπνέει κανονικά, ένιωσε πρώτη φορά να έχει αποκτήσει κάτι ολόδικό της, μυστικό. Ούτε να εννοήσει είχε προλάβει πώς και γιατί ούτε και να μετανοήσει για τις αμαρτίες που είχε διαπράξει μέσα στον ένα και μοναδικό της χρόνο, όταν της έβρεξαν τα χειλάκια με το μούστο για το φετινό κρασί, «Για το καλό, για το καλό!», του παιδιού ή του κρασιού δε διευκρινίστηκε, πριν την πάρει μια αγκαλιά να τη θηλάσει. Οι άλλοι είχαν τελειώσει τα μυστήρια του κήπου, που έκανε σαλάτα της γιαγιάς η συνταγή, κι υπό τον ήχο τσάμικων, με το ψωμί στο χέρι, άξιοι και ανάξιοι περνούσαν στο ψητό. Υπήρξαν και στιγμές που λίγο έλειψε να χρειαστεί πολύ νωρίς το μυστικό. 92

ARTCORE

JAN 2015

Η απόπειρα των γονιών να στείλουν το γατί του σπιτιού πίσω στο χωριό έγινε πρωτίστως για να το σώσουν, και το όλο γεγονός οφειλόταν στο ότι από όταν άρχισε να βγάζει φθόγγους η Μυρσίνη και μέχρι που μίλησε, λίγο πριν τα δύο, προσπαθούσε να μάθει το ζώο να λέει σωστά το όνομά της, που δεν ήταν φυσικά «Μι-ά-ου» αλλά «Μι-ί-νι». Τίποτα αυτό, το χαβά του, τσίριζε αυτή τον δικό της. Το γατί έχασε τόσες μάχες που ή κουφάθηκε ή μουγκάθηκε ή και τα δυο συγχρόνως. Πάντως η Μυρσίνη και τότε δεν παρέδωσε εύκολα τα όπλα. Έπρεπε να φυλάει το γιώτα της. Είχε αποστολή. Καθώς τα γενέθλιά της συνέπιπταν με την ονομαστική της εορτή, πάνω στα τρία χρόνια ήρθε στη μάνα της, τη Διαλεκτή, μια προοδευτική ιδέα, ένας Θεός ξέρει από πού, κι αν ξέρει βέβαια κι αυτός, μύριζε λίγο Εγκυκλοπαίδεια για Σύγχρονους Γονείς, μαζί και με Δεκάλογο Κατά της Πεθεράς, αυτό το τελευταίο επειδή η κυρά Θάλεια, μητέρα του γαμπρού, όχι μόνο κατάπιε όνομα, παράδοση και νεύρα για τον αλαφροΐσκιωτο τον κυρ Ηλία, πατέρα της νύφης, που λωλάθηκε με εκείνη τη φράση «Μυρσίνη, θα την πείτεεε!» και την ξεστόμιζε μαζί με αφρούς κάθε πέντε λεπτά, αλλά τώρα θα το άκουγε και κουτσουρεμένο το άσχετο όνομα, που καμιά δεν ήξεραν συγγενή να το έχει, και μάλιστα κατ` επιλογή του πρασινομάτη θηλυκού διαόλου, της κόρης του γιού της, δασκαλεμένης από τη νύφη της, τί να πει; «Να την αφήσουμε να αποφα-


ΛΟΓΟΣ & ΤΕ -ΧΝΗ σίσει το υποκοριστικό που προτιμά!», γυάλισαν τα μελιά της μάτια, ντύθηκε η Διαλεκτή την πρόοδο αντί για νυχτικιά, μέσα Σεπτέμβρη, του Σταυρού, μετά από ολοήμερη νηστεία. «Δεν ξέρει, Ντάλια, ακόμα να διαβάζει το παιδί, και το Μυρσίνη το έχει συνηθίσει και γυρνάει», ο Τάσος ενδιαφέρθηκε αυστηρά σα γνήσιος εκτροφέας κυνηγόσκυλων. «Εξ ακοής, αγάπη μου, θα είναι πιο φυσικό...», γύρισε εκείνη στο άλλο της πλευρό, αφράτη πάνω στο καλοστρωμένο σχέδιό της. Το τρίχρονο κόντεψε να αφηνιάσει από το κλάμα, εκεί πάνω που κατάφερνε να μπει στα τέσσερα. Δέκα μέρες είχε πει η Διαλεκτή θα έφταναν για τη δοκιμή, ανήμερα θα έκαναν επίδειξη στην οικογένεια, σε δέκα μέρες μέσα πήγαν να χάσουν σε ένα πλάσμα κάμποσα: πρώτα την Τίνη, μετά τη Μέρσα, ύστερα τη Ρησούλα, και τέλος τη Μυρτώ. Κάθε προσπάθεια και πόντος πάνω στο θερμόμετρο, κάθε αλλαγμένη συλλαβή κι ένα κιλό πιο κάτω η ζυγαριά. Έλιωνε η μικρή που δεν την αναγνώριζαν και άλλα παιδάκια μάλλον φώναζαν κοιτώντας την στα μάτια, μα αφού το ήξεραν ποιό ήταν το δικό τους στην κατασκήνωση το καλοκαίρι, γιατί ο Τάσος και η Ντάλια δεν αγαπούσαν τη Μυρσίνη πια; Αυτό δεν ήταν τίποτα μπρος στην επόμενη χρονιά. Η Διαλεκτή, ως σωστή, αν και ηττημένη στον πρώτο γύρο, αγγλοτραφής, πέρασε με υπομονή κι επιμονή στον δεύτερο. Αφού επιβεβαιώθηκε για τις προθέσεις της από την Εγκυκλοπαίδεια, άρχισε να μαθαίνει στη Μυρσίνη γράμματα και αριθμητική, και λίγους μύθους από τα εικονογραφημένα, την αλφαβήτα και τα νούμερα και τέτοια, απλά απλούστατα, να πάει του χρόνου ομαλά δημοτικό, ε, ίσως και λίγο πιο γερά από τα υπόλοιπα παιδιά. Τί το ήθελε όμως πάλι η χριστιανή εκεί που θα έμπαινε Σεπτέμβρης να αρχίσει να μιλάει στη μονάκριβη για μέρες και για μήνες και για αγίους, ε, δεν το σκέφτηκε κι αυτή, τους βρήκε το αναπάντεχο. Που ήρθε και δαιμονίστηκε η Μυρσίνη να της έχουν βάλει εκείνης να γιορτάζει την ίδια μέρα με «τη Θέκλα και τον Κόπλο, άκου εκεί ονόματα, και τον Πέλθη τον κακό, άθε που θτο κάτω κάτω ούτε που τουθ κθέλω εγώ αυτούθ, αααααααααα, ενώ η κθαδέλφη μου η Θάλεια γιολτάζει με τιθ άλλεθ μούθεθ, που είναι όλεθ όμολφεθ και πάλα πολύ καλέθ, αααααααααα, μαμά!, και μαζί γιολτάζουν τόθα άλλα παιδιά, εκατομμύλια παιδιά, αααααααααα...» Και λιποθύμησε το δόλιο και νόμισαν, όταν συνήλθε, ότι πάει πέρασε η μπόρα. Αλλά πού. Πήγαν στην εκκλησία την επομένη να ανάψουνε κερί στη μνήμη του παππού Αλέξανδρου κι έπιασε να φυσάει με λύσσα η Μυρσίνη να σβήσει όλα τα αναμμένα, πριν να τραβήξει τον Πατέρα Χαράλαμπο από τα γένια και να μην τον αφήνει αν δεν της υποσχόταν πως θα αλλάξει τις γιορτές, αφού αυτός μπορεί. Το τρίτο επεισόδιο μόνο από θαύμα δεν κατέστη μοιραίο. Μετά τις διακοπές στη θάλασσα και την ταλαιπωρία που είχε τραβήξει η Διαλεκτή να λούζει την πλούσια χρυσαφένια χαίτη του άτακτού της πουλαριού, να τη στεγνώνει, να τη χτενίζει, να της κεντά ό,τι πιαστράκι φουντωτό κυκλοφορούσε στο εμπόριο και ό,τι φύκι, βοτσαλάκι και κοχύλι ξέθαβε η Μυρσίνη από την άμμο, συχνά και δυο φορές τη μέρα, δεν άντεχε

ούτε καν στη σκέψη να έχει τα ίδια παρακάλια και καμώματα κάθε πρωί πριν το σχολείο, που άρχιζε άλλωστε οσονούπω. Κι ένα πρωί Σαββάτου, μία εβδομάδα πριν από τη Δευτέρα του αγιασμού, πήγε η Μυρσίνη, μια για πάντα, στην κομμώτρια. Η δύναμη που έχασε ο Σαμψών μετά από το αντίστοιχο ψαλίδισμα απλά ωχριά μπροστά στο πρώτο βλέμμα που έριξε το κοντοκουρεμένο πλέον κοριτσάκι μες στον καθρέφτη της Φωφώς, πώς δεν τον έσπασε. Ήταν απλά το κύκνειο άσμα του μέχρι πρότινος γνώριμου εαυτού της. Ύστερα έγειραν τα μάτια της στις μπούκλες, που κάποτε ήτανε δικές της και τώρα έτρεχαν από τη σκούπα στο φαράσι, και αυτό ήταν, στο πάτωμα έμειναν τα μάτια καρφωμένα, άντε και λίγο στα παπούτσια, κι έχασε η Μυρσίνη τη μιλιά της. Κυριολεκτικά. Κι η οικογένεια βέβαια τον ύπνο της. «Βρε πώς σου πάει το κοντό, σκέτη δεσποινιδούλα», και που κανάκευε η θεία Κατερίνα, το μηδέν δεν ξεκολλούσε από το πηλίκο. «Εμένα πάντα μου αρέσαν στις γυναίκες τα κοντά, μαλλιά και φούστες, ου χα χα», τα χωρατά του θείου Άγγελου σπάνια τα ενέκρινε η ομήγυρης. Τα πέντε χρόνια ξέφρενης ενέργειας και ακατάστατης λογοδιάρροιας της Μυρσίνης έσβηναν από τη μνήμη όλων μέρα με τη μέρα. Ο Τάσος τα χρειάστηκε. Το πολλάκις διεγνωσμένο ως αλάθητο ένστικτό του δεν τον οδηγούσε τη φορά αυτή σε νωπά η έστω αχνά ίχνη Μυρσινείου πείσματος, κι ότι την προτιμούσε πριν την κόρη του, κι έτσι κρυφά του ερχόταν να της δώσει χίλια δίκια, είναι αλήθεια. Έτσι κρυφά, μία μέρα που έλειπε η Διαλεκτή στο φυσιοθεραπευτή, την ανακάλυψε κάτω από το τραπέζι της κουζίνας με το τραπεζομάντηλο να την καλύπτει, να τραβάει με μανία ό,τι απέμεινε από τη βόμβα της Φωφώς πάνω στο έρμο της κεφάλι, και να μουντζώνει στα μουγκά ευθεία μπροστά της, να ξεστομίζει χωρίς ήχο κάτι σα «πάλτα λε μαλάκα!» με οργή, και πάλι να μουντζώνει με τα δαχτυλάκια ορθάνοιχτα και να κλωτσάει και να φτύνει και να τραβάει κατακόκκινη τους πέντε πόντους τρίχες της και δώστου να στολίζει άλαλα με «πάλτα, πάλτα!» και επίθετα τον ασυνείδητο αόρατο εχθρό. Ο Τάσος πήγε να λυθεί στα γέλια, αλλά του κόπηκε η φόρα, όταν ξάφνου σταματάει την παντομίμα η Μυρσίνη μια στιγμή, αλλάζει θέση επιτόπου με στροφή και κάθεται οκλαδόν απέναντι ακριβώς, για να κοιτάει εκεί που ήταν μόλις πριν, κλείνει τη χούφτα σε γροθιά, την ακουμπά στο μάγουλο με σιγουριά κι ακούγεται να λέει βαθυστόχαστα αν και ψιθυριστά «Σε μια Μυρσίνη δεν ταιριάζουνε ποτέ κοντά μαλλιά, άλλο είναι η Μυρσίνη από τα αγόρια». Και δώστου πίσω στον αντίλογο μέσα στις μούντζες και τα σάλια. Κι έπειτα πάλι από την αρχή «τι είναι η Μυρσίνη και τί τα αγόρια». Και στη στιγμή κλωτσιά από απέναντι ξανά. Κι αμέσως «άλλο τα κοντά μαλλιά»... Μέχρι το βράδυ είχε σπάσει προφανώς η απεργία. Το οικογενειακό συμβούλιο δεν είχε τί να αποφανθεί, μουγκάθηκε κι αυτό με τη σειρά του. Ευτυχώς που κατάλαβε ο θείος Άγγελος τί είχε συμβεί και πετάχτηκε να το πει, να βοηθήσει: «Τέρμα τα θου και λου, μεγάλωσε, αυτό έχει σημασία!» JAN 2015

ARTCORE

93


V I TA A RT E N AT I VA

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΚΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ: KΑΛΩΣΗΡΘΑΤΕ ΣΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ TRUE DETECTIVE - ΤΗΣ ΚΕΛΛΥΣ ΠΙΛΑΛΙΔΟΥ -

ΕΙΜΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΑΡΕΣΕΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ, ΟΙ ΥΠΟΛΑΝΘΑΝΟΥΣΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ. ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΝΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ. ΚΑΙ Η ΜΟΥΣΙΚΗ. ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ. ΓΙ’ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΩ ΠΩΣ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ ΣΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΕΙΡΩΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ. ΑΝ ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΤΟΝ ΑΚΑΤΑΛΑΒΙΣΤΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΧΩΡΙΖΟΥΝ ΤΙΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΣΕΖΟΝ (ΛΙΓΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΦΕΤΟΣ, ΛΙΓΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ... ΜΗ ΘΥΜΗΘΩ ΟΤΙ ΠΧ. ΤΟ “uNDEr tHE DoME” ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 2013 ΚΑΙ Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΖΟΝ ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 2014 ΚΑΙ ΞΑΝΑΣΥΓΧΥΣΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ), ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΓΑΓΕΙ ΤΗΝ ΕΜΜΟΝΗ ΤΟΥ ΤΗΛΕΘΕΑΤΗ ΣΕ ΤΕΧΝΗ. ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ ΜΟΝΟ: truE. DEtEctiVE.

Το πρώτο θετικό κλικ εντός μου γι’ αυτήν τη σειρά έγινε μόλις είδα το όνομα Woody Harrelson ή αλλιώς Marty Hart. Ο άνθρωπος αυτός είναι ένας από τα πιο αδικημένα ταλέντα του αμερικάνικου κινηματογράφου (Ναι, Λεονάρντο ακόμη και από σένα). Όπου και αν έχει παίξει, κλέβει την παράσταση -η 94

ARTCORE

JAN 2015

παρουσία του στο “Hunger Games” ήταν σίγουρα η πιο απολαυστική απ’ όλες- με ένα παρουσιαστικό που τις περισσότερες φορές σου τραβάει συνεχώς το βλέμμα · εν ολίγοις δε χορταίνεις να τον παρατηρείς. Το δεύτερο κλικ ακούει στο όνομα Matthew McConaughey, aka Rust Cohle. Έναν ηθοποιό για


ΕΚ -ΦΡΑ -ΣΗ τον οποίο η λέξη υποκριτική ήταν για μένα εδώ και χρόνια ταυτόσημη μόνο με τους κοιλιακούς του: «Πάμε σινεμα; Έχει μια με τον McConau...» «OXI». Φέτος αναμφίβολα είναι η χρονιά του. Δε θυμάμαι άλλη φορά ηθοποιό να έχει κερδίσει τον θαυμασμό και την αναγνώριση με το σπαθί του, όπως λένε. Με στρατηγικές κινήσεις οργάνωσε παραγωγές, τσαλάκωσε την εικόνα του, αφιερώθηκε σε δύσκολους και πολυδιάστατους ρόλους και πλέον αναδύεται ως αδιαμφισβήτητος νικητής σ’ αυτήν τη στροφή της καριέρας του σαρώνοντας βραβεία για την ερμηνεία του στο “Dallas Buyers Club”. Το τρίτο κλικ έγινε στο πρώτο επεισόδιο ή για να είμαι ακριβής, στο πρώτο εικοσάλεπτο του πρώτου επεισοδίου. Η πιλοτική πτήση του “True Detective” ήταν μια αργή εισχώρηση σε έναν σκοτεινό κόσμο που όσο απόμακρος φάνταζε τόσο γνώριμος έμοιαζε σε κάθε σκηνή. Η θεματική του σεναρίου λίγο-πολύ γνώριμη: Δύο ντετέκτιβς, απανωτά flashbacks στη ζωή τους από το 1995 ως το 2002 και ξανά πίσω στο παρόν, μυαλά που στροβιλίζονται διαφορετικά στη σκέψη και στην αντίληψη των πραγμάτων είτε με θετικά είτε με αρνητικά αποτελέσματα και ένας κατά συρροήν δολοφόνος που παραμένει ένα επίπονα άλυτο μυστήριο. Δοκιμασμένη συνταγή, αλλιώτικα συστατικά, τελείως διαφορετικό αποτέλεσμα. Το deal έκλεισε με την τελευταία ατάκα του ανακρινόμενου Matthew McConaughey, ως αστυνόμος Rusty Cohle: “You want the right answers? Then start asking the right fucking questions” με τη μουσική επένδυση από την εισαγωγή του “Young Men Dead” των Black Angels να απογειώνει απολαυστικά τη σκηνή. Αυτό ήταν. Συγνώμη, Walter White… Αλλά το ουδείς αναντικατάστατος δεν μπορεί να βγήκε τυχαία. Τα επόμενα επεισόδια έγιναν κανονικός εθισμός: Στυγνή λογική και μεταφυσικό εναλλάσσονται κατ’ εξακολούθηση, η ανθρώπινη ηθική αποτελεί την καλύτερη δικαιολογία για όσους την ευαγγελίζονται στη θεωρία αλλά την αποποιούνται στην πράξη, η οργανωμένη εκκλησία ή αλλιώς ο ναός της προαναφερθείσας ηθικής μοιάζει ετοιμόρροπος μην μπορώντας να εφαρμόσει τα όσα διδάσκει στη λειτουργία του και ένας παραμορφωμένος δολοφόνος καραδοκεί παντού. Από το δεύτερο κιόλας επεισόδιο φάνηκε ότι ο σεναριογράφος της σειράς, Nic Pizzolatto δε θέλει μόνο να κεντρίσει το ενδιαφέρον και την ανυπομονησία σου για το τι έπεται, αλλά έχει σκοπό να τσεκάρει και το πόσο καλοί ντετέκτιβς είμαστε και εμείς ως θεατές αφήνοντας στοιχεία και ενδείξεις για την εξέλιξη της υπόθεσης διάσπαρτα παντού στο σήριαλ, κάτι που σε κάνει να νιώθεις σαν άλλος Θησέας: Μόλις βρεις την άκρη του μίτου, θα αρχίσεις να ξετυλίγεις ένα απίστευτο κουβάρι σημειολογικών αναφορών, ωδές τιμής στο απόκοσμο είδος της παράξενης και παράλογης φαντασίας. Το ουσιαστικότερο και σημαντικότερο στοιχείο για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα το σύμπαν του ‘‘True Detective’’ είναι οι συνεχείς αναφορές στο βιβλίο “The Yellow King” του Robert W. Chambers. Από την αναγνώριση του δολοφόνου ως «Κίτρινος Βασιλιάς» μέσα στο σήριαλ μέχρι τις απαλές, κίτρινες αποχρώσεις της φωτογραφίας και τις ατόφιες ατάκες του βιβλίου ενσωματωμένες στην υπόθεση. Το Yellow King παρουσιάζεται ως ένα μεταφυσι-

κό θεατρικό απόσπασμα το οποίο όποιος το διαβάσει ή το δει να διαδραματίζεται οδηγείται στην απόλυτη τρέλα. Οι λάτρεις του εξωπραγματικού θα αισθανθούν έντονα την παρουσία του H.P.Lovecraft, ενός από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της φανταστικής λογοτεχνίας τρόμου του 20ού αιώνα, να παρακολουθεί τον Cohle στις μαρτυρικές του αναζητήσεις, την ίδια στιγμή που η αφοριστική στάση ζωής του αντιμάχεται και προκαλεί τη βολεμένη ύπαρξη του Marty Hart. Θεωρίες καταρρέουν, ενώ παράλληλα η μηδενιστική άρνηση των πάντων παίρνει σάρκα και οστά στο εξωπραγματικό πρόσωπο βιαστών ψυχής και σώματος. Άλλες πάλι φορές ο υπέρμετρος μελοδραματισμός και η σουρεαλιστική αλληγορία παραπέμπει όλο και πιο συχνά στο σύμπαν του “Twin Peaks” των Mark Frost και David Lynch, σειρά σταθμό για τους λάτρεις του σκοτεινού και παράφρονα κόσμου. Εάν σε όλο αυτό το σουρεαλιστικό σκηνικό τρόμου προσθέσουμε και το πέρασμα μερικών ηθοποιών εκ του καστ του “The Wire”, τότε αντιλαμβάνεται κανείς πως ολόκληρο το σήριαλ έχει στόφα «εθιστικής σειράς», κάτι που με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο ασταμάτητα θα μιλάω για το επικό τέλος που έρχεται (τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, αναμένουμε το προτελευταίο επεισόδιο της σειράς) και κυρίως πόσες φορές ακόμη θα ξαναδώ κάθε επεισόδιο για να βρω εκείνη την αναφορά ή την καλά κρυμμένη εικόνα σαν αληθινός ντετέκτιβ. Fun Fact 1: Αν θέλεις να εντρυφήσεις στο μυστηριώδες σύμπαν της σειράς ακόμη περισσότερο, μπορείς να διαβάσεις το βιβλίο “Galveston” του Nic Pizzolatto πολύ πριν τους φόνους του ‘‘True Detective’’. Θα δεις πώς και γιατί ο πρωταγωνιστής του φτιάχνει τενεκεδένιες φιγούρες από κουτάκια μπίρας... Fun Fact 2: Οι θεωρίες και τα πάρε δώσε για το τι και πώς άρχισαν από νωρίς γι’ αυτήν τη σειρά στο διαδίκτυο και είναι απόλαυση να ανακαλύπτεις πόσο παρατηρητικοί είναι μερικοί άνθρωποι ή το πόσο διαφορετικά ερμηνεύουμε πολλοί άνθρωποι την ίδια σκηνή. Fun Fact 3: Ρίξε μια ματιά στην επίσημη ιστοσελίδα του HBO για τα τραγούδια που ακούγονται σε κάθε επεισόδιο και ετοιμάσου για βουτιά στα σκοτεινά μονοπάτια της ψυχής και του μυαλού... Αντέχεις; JAN 2015

ARTCORE

95


V I TA A RT E N AT I VA

FAKE TIME ΣΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ: ΟΤΑΝ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΠΑΨΕ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ - ΤΗΣ ΚΕΛΛΥΣ ΠΙΛΑΛΙΔΟΥ -

ΚΡΑΤΑΣ ΜΥΣΤΙΚΟ; ΞΕΡΩ ΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΟΠΟΥ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΠΑΨΕ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ... ΕΚΕΙ ΠΟΥ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΠΕΡΔΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΟΥ ΟΞΥΝΕΙ ΤΙΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΣΟΥ ΤΑΡΑΞΕΙ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΛΗΨΗ. ΟΧΙ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΤΑΙΝΙΑ Ή ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΑΛΛΟΚΟΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ. ΚΑΙ ΘΑ ΣΟΥ ΔΕΙΞΩ ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΣΑΝ ΑΛΛΗ ΑΛΙΚΗ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΦΥΓΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΛΟΕΝΑ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΕΡΙΗΓΗΘΕΙΣ ΣΤΑ ΧΑΟΤΙΚΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ. 96

ARTCORE

JAN 2015


ΕΚ -ΦΡΑ -ΣΗ

Η Θεσσαλονίκη βρίθει από εγκαταλελειμμένα κτίρια που σιγά σιγά ρημάζουν εκει στην καρδιά της πόλης. Σε κάνουν να αναρωτιέσαι πόσες αναμνήσεις κρύβουν οι σαπισμένοι τοίχοι τους και ποιους ανθρώπους φιλοξένησαν στα μισογκρεμισμένα δωμάτιά τους. Η εικόνα αυτών των κτιρίων όση θλίψη και μελαγχολία και να προκαλεί, άλλο τόσο εξάπτει και τη φαντασία για το τι μπορεί να κρύβεται σήμερα εκεί. Υπάρχουν όμως και κτίρια που η ίδια φαντασία και δημιουργικότητα τα γλίτωσε από τη φθορά του χρόνου και «σε προσκαλούν» τώρα να ζήσεις από πρώτο χέρι τις αλλόκοτες ιστορίες που έχουν περάσει κατά καιρούς από το μυαλό σου. Ένα τέτοιο κτίριο είναι και το ξενοδοχείο Άριστον στο κέντρο της πόλης, ένα κλικ πριν ανηφορίσεις για Λαγκαδά. Έχε το νου σου σε εγρήγορση. Δε θα είσαι ένας απλός παρατηρητής. Θα γίνεις κομμάτι της ιστορίας και της εξέλιξής της. Μόλις κάνεις τσεκ ιν στο ξενοδοχείο, θα σε κατευθύνουν στο λόμπι. Εκεί χαλαρά και με το ποτό σου ανά χείρας θα γνωρίσεις μερικούς απο τους ενοικιαστές. Φιλική συμβουλή: να είσαι χαμογελαστός. Από αυτούς εξαρτάται από ποιον όροφο θα ξεκινήσει το θεατρικό σου ταξίδι στα δωμάτια του ξενοδοχείου. Και είναι πενταώροφο! Μη βιαστείς να απαντήσεις. Θα με θυμηθείς... Εξουσία και διαφθορά, τρέλα και σοβαροφάνεια, παράνοια και παραφροσύνη... θα τα δεις όλα απο πρώτο χέρι. Ένας σταρ όπως δεν τον είχες ξαναδεί ποτέ, μια πιτσιρίκα που ψάχνει παρέα για να παίξει στο ειδικό της δωμάτιο, εργαλεία πολλαπλών χρήσεων, απαγορευμένοι καρποί, φανταχτερές στολές, μια ντουλάπα που οδηγεί σε παράλληλο

σύμπαν, ένας Πάνας και μια κοπέλα με έντονα βαμμένο φόρεμα. Τι δουλειά έχουν όλοι αυτοί σε ένα ξενοδοχείο; Δυστυχώς, εδώ δεν μπορώ να σε βοηθήσω. Έχει αξία μόνο αν το ανακαλύψεις μόνος σου. Κάθε όροφος είναι και μια καινούρια εμπειρία, μια ξέχωρη χρονική στιγμή, ένα κλικ στη ροή του χρόνου, που θα τον δεις μπροστά στα μάτια σου να σταματάει και να σε παρασύρει στον καλλιτεχνικό οίστρο μιας εξαιρετικά δημιουργικής ομάδας. Ενάντια στη μιζέρια και την απαξίωση των πάντων -τάσεις που κυριαρχούν στην εποχή μας- μια ανάσα ευρηματικότητας έρχεται να κλέψει λίγη από την προσοχή σου και να σε πάει μια ξέφρενη βόλτα σε ένα roller coaster εμπειριών και εικόνων. Το πιο περίεργο είναι πως θα ταυτιστείς με μερικά κομμάτια του τσακισμένου χωροχρόνου, εκεί που δεν το περιμένεις. Μια ξεχωριστή παράσταση που θα σε προβληματίσει, θα σε κάνει να γελάσεις, να ανατριχιάσεις και κυρίως, ακόμη και αν δε σου αρέσει, θα μιλάς γι’ αυτήν για πολύ καιρό. Εγώ ακόμη αναρωτιέμαι: Κάνουμε τη ζωή που θέλουμε ή τη ζωή που θέλουν; Και πάλι, μη βιαστείς να απαντήσεις... Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην αγαπημένη μου Βάσω, που σαν άλλο ζωηρό και πολυπράγμον λαγουδάκι βγαλμένο από τις μαγευτικές σελίδες του Lewis Carroll με πήρε από το χέρι και με οδήγησε σε έναν κόσμο απολαυστικά μοναδικό και μαγευτικό. Και μετά με άκουγε υπομονετικά να μιλάω γι’ αυτόν ξανά και ξανά και ξανά... Σαν να μπλέχτηκε σε ένα χωροχρονικό συνεχές. Ο χρόνος θα σταματήσει και το 2015 ξεκινώντας απο τις 17 Ιανουαρίου. Εσύ #φεϊκταμίστηκες ή ακόμη; JAN 2015

ARTCORE

97


D i a ry o f a c u lt u r a l co r r u p to r

ΤΑ ΠΑΙ∆ΙΑ ΤΩΝ SELFIES: Η ΓΕΝΙΑ ΠΟΥ ΠΥΡΟΒΟΛΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΑΝΑΤΙΝΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ - ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α. -

ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΞ ΟΡΙΣΜΟΥ ΗΛΙΘΙΟ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ SMart, ΑΝ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΙΧΕ Η ΛΕΞΗ ΣΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ, ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΟΥΝΤΩΣ ΚΟΜΨΟ. ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΠΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΜΠΟΡΩ ΑΚΟΜΗ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΚΑΤΙ ΣΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΜΟΥ ΘΥΡΙΔΑ ΟΤΑΝ ΕΠΙΣΤΡΕΦΩ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ. ΕΠΙΣΗΣ ΕΧΩ ΤΗΝ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑ ΝΑ ΚΟΙΤΑΖΩ ΓΥΡΩ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΥΠΟΓΕΙΟ. 98

ARTCORE

JAN 2015


ΕΚ -ΦΡΑ -ΣΗ

Η σωτήρια αποβλάκωση, που κάνει το σαραντάλεπτο μιας μέσης μετακίνησης στο Λονδίνο υποφερτό, είναι για μένα μια ευκαιρία να παρακολουθήσω τα ζώα της πόλης στο φυσικό τους περιβάλλον. Αυτά πάλι παρακολουθούν τις οθόνες τους, στις οποίες διαβάζουν βιβλία, λύνουν σταυρόλεξα και αριθμοσπαζοκεφαλιές, διαβάζουν και απαντούν τα ηλεκτρονικά τους μηνύματα, στήνουν ξώβεργες στα κοινωνικά μέσα και βλέπουν ταινίες, σειρές και ντοκυμαντέρ για άλλα ζώα. Κάποιοι συνεπιβάτες μου βέβαια ασχολούνται με πιο προσωπικές τελετουργίες (χτένισμα, βάψιμο, μανικιούρ/πεντικιούρ ή τρώνε και πίνουν, μοιράζοντας παντού χαρτιά, ψίχουλα και υγρά. Σπανιότερα κάποιο παρατηρούμενο είδος αντιγυρίζει την παρατήρηση με ελαφρά αυταρέσκεια και την αυτεπίγνωση του ζώου που ασχολείται ερασιτεχνικά με την κοινωνική ανθρωπολογία. Η αποβλάκωση είναι δικαίωμα. Γι’ αυτό κατεβήκαμε στις πόλεις, όπου η λάσπη απλώς λεκιάζει τα λευκά και το χιόνι καλύπτει ρομαντικά ό,τι άσχημο και βρόμικο και δεν εξαρτάται η επιβίωσή μας από τέτοια φαινόμενα, εκτός από όταν φουσκώνει υπερβολικά ο Τάμεσης και γινόμαστε Βενετία. Οι καιρικές συνθήκες στις πόλεις είναι ως επί το πλείστον αφορμές για συζήτηση, ειδικά εφέ στο έργο που βλέπουμε όλοι, μέχρι τη στιγμή που θα δούμε τα Cichoria endivia ανάποδα. Μέχρι τότε, όμως, βλέπουμε άλλα, συγκλονιστικότερα. Τα έξυπνα τηλέφωνα, (από τις παρατηρήσεις μου τα συνάγω αυτά) όταν τα γυρίσεις ανάποδα, τα σηκώσεις ψηλά σαν να χαιρετάς τελετουργικά τον ήλιο και πυροβολήσεις τη μούρη σου, κάνουν έναν ήχο χριτς, σαν να δαγκώνεις το μήλο της πραγματικότητας και σε βγάζουν φωτογραφία. Η αυτοφωτογραφία αυτή υπό περίεργες γωνίες που εμπλουτίζουν τις καθιερωμένες προοπτικές (κάθετη, γεωμετρική,

αντεστραμμένη, μαθηματική, γραμμική, μονοφθάλμια, διοπτική, του βατράχου, του αετού κτλ.) με μια νέα που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «προοπτική της κεφάλας» είναι πολύ χρήσιμη, γιατί μπορεί να ξεχάσει κανείς πώς είναι και πώς θα βρει μετά τον εαυτό του; Ή για να συνοδέψουν κάποια κοσμοϊστορική ανάρτηση απευθυνόμενη στο κοινό των 4 και 1/2 ακολούθων (followers) τους στο tweeter του τύπου: «vrexei pali. Shopping + coffee & lunch @St Christpher’s Place... katouriemai...». Ή ακόμη για κανένα πολιτικώς πλαγιαστό ανέκδοτο απ’αυτά με τα οποία χαχανίζουμε όλοι κατ’ιδίαν, αλλά κλείνουν σπίτια και καταστρέφουν καριέρες σε άλλες διαστάσεις. Το ε-αυτάκιον (selfie), (http://www.artcoremagazine.gr/ fotografia/pinhole/i-abastaxti-elafrotita-tou-selfie) δημιουργεί ακόμη και πολιτικούς τριγμούς, όπως στο πρόσφατο παράδειγμα μεγαλοπροέδρου πρώην υπερδυνάμεως, η σύζυγος του οποίου πολύ δυσαρεστήθηκε με τη φωτογραφία που έβγαλε με μια ξανθιά πρωθυπουργό άλλης χώρας, ενώ ο δικός μας ο ντολμάς (Κάμερον) χώθηκε τελευταία στιγμή, μη χάσει και όλα αυτά γίνονταν, αγαπητοί μου, α) σε εκπαιδευτική εκδρομή του Λευκού Οίκου; β) στο διάλειμμα προβολής της Ποκαχόντας σε συνέδριο του ΟΗΕ; γ) στην κηδεία του Μαντέλα; Σημειώσατε γ. (Λέγεται δε ότι η Πρώτη Κυρία του είπε να τα μαζέψει και να φύγει. Μετά τους θύμισαν πού ζουν και δεν ξέρω τι έγινε. Θα της έστειλε λουλούδια.) Το αστείο είναι βέβαια ότι η αυτοφωτογράφιση μερών ή ολόκληρου του σώματος, και μάλιστα γυμνού, έχει καθιερωθεί εδώ και μια δεκαπενταετία, τουλάχιστον. Η δημοσίευση των ξεβράκωτων προγόνων των selfies με σκοπό την ανεύρεση ερωτικών συντρόφων καθιερώθηκε πρώτα στους gay ιστοτόπους και πέρασε στην υπόλοιπη κοινωνία, για να εξυπηρετήσει όχι και τόσο καθωσπρέπει ηλεκτρονικά JAN 2015

ARTCORE

99


D i a ry o f a c u lt u r a l co r r u p to r

προξενιά. Μετά, το αυνανιστικό παιχνιδάκι με την κάμερα το ανακάλυψε και η κουτσή Μαρία που υπεραναπληρώνει την (όποια) αναπηρία της φωτογραφίζοντας τη μούρη της, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί. (Θυμάστε το σύνθημα «η αποβλάκωση είναι δικαίωμα;» Σύμφωνα με τον Δαρβίνο, έπρεπε να αρχίσουμε έτσι και να ανακαλύψουμε αργότερα άλλες πιο ευχάριστες χρήσεις...). Το θέμα είναι ότι τα ε-αυτάκια έχουν πλέον ξετρελάνει μικρούς και μεγάλους, (όπως τα καθρεφτάκια τους ιθαγενείς και τα κεφάλια ιεραποστόλων τους απολίτιστους αγρίους, που ήταν απολύτως ευχαριστημένοι από τους θεούς τους: «Γιατί, κύριε, να τους αλλάξουμε, δε δεχόμεθα πλασιέ!...») και όπου βρεθούν απαθανατίζονται μετά μανίας. Δεν έφτανε που κυκλοφορούσαν πλήθη τουριστών με τα χέρια τεντωμένα και το τάμπλετ σαν λερωμένο σώβρακο που το κρατάς σε απόσταση από τη μύτη σου στη διαδρομή προς τον κάλαθο των απλύτων, τώρα έχουμε το στύλωμα των χεριών προς τον ήλιο (τον εαυτό μας. Ναι!), την αποβλακωμένη αγελαδινή αγκύλωση της πόζας, τα χρατς χρουτς του έξυπνου τηλεφώνου. Που όντως είναι έξυπνο, αφού σε κάνει να φαίνεσαι ηλίθιος και να χαίρεσαι κι από πάνω. Αν νομίζετε όμως ότι τα ε-αυτάκια είναι απλά πορτραίτα των συν-ναρκίσσων μας που αποκρυσταλλώνουν την υπαρξιακή ελαφρότητα της καθημερινότητας, απατάσθε οικτρώς. Τα ε-αυτάκια είναι συχνά πιο μαύρα και άρρωστα απ’ ό,τι φανταζόμαστε. Ενίοτε είναι πρελούδια στη συμφωνία εφήβων με τον θάνατο. Στα ακριβότερα ιδιωτικά σχολεία του Λονδίνου, κόρες καλών οικογενειών ιδρύουν μυστικά κλαμπ, όπου επιδίδονται σε αυτοτραυματισμό και μάλιστα διαγωνίζονται σε ευφάνταστους τρόπους χάραξης μέσω των οποίων επιβάλλουν στον εαυτό τους εκτονωτικές τιμωρίες. Μετά φωτογραφίζουν τις πληγές τους και ανεβάζουν τις φωτογραφίες, ανώνυμα ή με την υπογραφή της διαδικτυακής τους περσόνας σε ιστότοπους και ψηφιακές αγορές με παρόμοιο περιεχόμενο. Πολλές φορές το ένα παιδί εμψυχώνει το ένα το άλλο ή ανταλάσσουν συμβουλές ακόμη και για τρόπους αυτοκτονίας. Η 15χρονη Tallulah Wilson, που ζούσε με την οικογένειά της στο West Hampstead και την είχε επιλέξει το Royal Ballet School ως εξαιρετικό ταλέντο, ήταν ένα από τα παιδιά αυτά. Εθίστηκε στο να αναλώνεται σε παρόμοιες αυτοκαταστροφικές δραστηριότητες: αυτοτραυματισμός, δημοσίευση, φωτογραφίες, κρυφές ανώνυμες συζητήσεις στο διαδίκτυο κάτω από τα σκεπάσματα, λέξεις στο ημερολόγιό της που πληγώνουν περισσότερο από τα κοπίδια που χρησιμοποιούσε, για να ματώσει τον εαυτό της...: «είμαι χοντρή»... «είμαι μια χοντρή άσχημη αγελάδα»... «δε θέλω να είμαι εδώ»… Ώσπου, τον Οκτώβριο του 2012, αποφάσισε να μην είναι. Και έριξε τον εαυτό της, αυτόν τον εαυτό που δεν μπόρεσε, που δεν πρόλαβε ν’ αγαπήσει στις ράγες ενός τρένου. Είμαι θυμωμένος. Θρηνώ αυτό το παιδί και την οικογένειά του, αλλά είμαι θυμωμένος μ’ αυτό που φτιάξαμε. Όχι το διαδίκτυο ή τα έξυπνα τηλέφωνα. Τα συστήματα αξιών μας, τον πολιτισμό μας, αυτό που λέμε, που τολμάμε να λέμε 100

ARTCORE

JAN 2015

Tallulah Wilson

ακόμη, κοινωνία. Αυτό το θολό δοχείο επιμολύνσεων που προετοιμάζει τα παιδιά για τη μελλοντική τους επιτυχία εκπαιδεύοντάς τα για απαιτητικές εξετάσεις από την ηλικία των έξι χρόνων και τα εκθέτει σε πρότυπα και ιδεώδη που διακορεύουν την ίδια τους την υπόσταση, τα υλικά που συναρμόζουν τον ίδιο τους τον εαυτό, ακόμη νωρίτερα. Η Ταλούλα είχε μια εμμονή με τον κόσμο της μόδας. Όχι με τα ρούχα, τα σχέδια και τα χρώματα. Με τα μοντέλα. Τα κάτισχνα μοντέλα, αυτά που κατά πάσα πιθανότητα δεν αρέσουν ούτε στον εαυτό τους (όταν σκέφτομαι ότι στη δεκαετία του ‘80, ως έφηβος, έτρωγα φυστικοβούτυρο με το κουτάλι για να παχύνω, γιατί το κάτισχνο, όσοι έχετε ζήσει τότε ή έχετε ακούσει, δεν ήταν στη μόδα...). Διάβαζα πρόσφατα για μια νέα κούκλα που σχεδιάστηκε με κανόνα τον μέσο όρο μεγάλου δείγματος πραγματικών νέων κοριτσιών. Προτείνεται ως απάντηση στο φαινόμενο Barbie με τις εξαιρετικά δυσαρμονικές αναλογίες που


ΕΚ -ΦΡΑ -ΣΗ αγγίζουν το τερατώδες. Δεν είναι υποκριτικό, αναρωτιέμαι να εκθέτουμε τα παιδιά σε ηλίθια πρότυπα, σε πλύση εγκεφάλου από τις βιομηχανίες του θεάματος και της μόδας και μετά να αναρωτιόμαστε γιατί παρατηρείται τέτοια αύξηση ποσοστών διαταραχών αυτοεικόνας και των τρομερών τους εκφάνσεων (βουλιμία, νευρική ανορεξία, αυτοτραυματισμοί και τελικά αυτοκτονίες) μεταξύ των νέων, όχι πλέον μόνον κοριτσιών αλλά και νεαρών αγοριών; Μελέτες για τη ζήτηση κοσμετικών επεμβάσεων στις ΗΠΑ δείχνουν ραγδαία άνοδο μεταμοσχεύσεων... τρίχας στα μάγουλα νέων ανδρών, οι οποίοι επιθυμούν επιτέλους να αποκτήσουν και αυτή μια πυκνή γενειάδα! H πιο καυτή τάση στην ανδρική μόδα επιβλήθηκε από μερικούς γελοίους τύπους εδώ και 6-7 χρόνια, ο αρχηγός των οποίων έχει πείσει το αγελαδινό κοπάδι ότι είναι ‘‘Easily one of the most stylish men within Western fashion […]’’ και ότι το απαύγασμα του καλού γούστου είναι να είσαι στα 40, να θρέφεις γενειάδα βυζαντινού πατριάρχη και να φοράς σακάκι με κοντό παντελονάκι, παπιγιόν και brogues με διπλωμένη κάλτσα. Αισχολατρεία (http://aischrolatreia. blogspot co.uk/2011/ 07/angelo-flaccavento.html). Ακριβώς. Δεν ξέρω αν έχει καταλάβει τι ακριβώς σημαίνει αίσχος ο δημιουργός αυτού του ιστότοπου ή αν θέλει να είναι μεταμοντέρνα ειρωνικός (χασμουρητό...). Πάντως ευτυχώς που παρουσιάστηκε κάτι καινούργιο στον χώρο της ανδρικής μόδας, γιατί, αν εξαιρέσει κανείς μερικές πε-

ριόδους στην ιστορία του ανθρωπίνου είδους (προϊστορία, κλασική αρχαιότητα, ύστερη αρχαιότητα, πρώιμοι χριστιανικοί χρόνοι, μεσαίωνας, αναγέννηση, 16ος/17ος/18ος/19ος αιώνας, και δεκαετία του 1970), δεν το είχαμε ξαναδεί. Καταλάβατε τώρα γιατί ο συνδυασμός παπιγιόν + κοντό παντελόνι + κάλτσα + brogues είναι εκτός από αχτύπητος και απαραίτητος: για να κάνει τις τρίχες καινούριες. Για να αφήσουμε τα γελοία και να γυρίσουμε στα τραγικά μας αίσχη, ο ακριβής αριθμός των αυτοκτονιών που σχετίζονται με διαταραχές της αυτοεικόνας δε δημοσιεύεται από φόβο μήπως προκαλέσει αύξηση των φαινομένων αντιγραφής αυτοκτονιών από νέα παιδιά (copy-cat suicide). Στο Λονδίνο μόνο, λίγο μετά την Ταλούλα, έφυγαν (νωρίς) η 14χρονη Χάνα και λίγο μετά ο 14χρονος Έϊνταν και ποιος ξέρει πόσοι άλλοι. Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνει κανείς το φαινόμενο αυτό με ένα άλλο εξίσου καταστροφικό σύμπτωμα ακραίας πλύσης εγκεφάλου φονταμενταλιστικών προδιαγραφών: τον νεαρό τρομοκράτη/μάρτυρα που εκφράζεται με την αυτοανατίναξη (self-explosion). Στις δικές μας, φαινομενικά δημοκρατικότερες κοινωνίες, ο ύστερος καπιταλισμός φυλακίζει τη διαμόρφωση της υποκειμενικότητάς μας σε έναν κοπιώδη, άγονο και μάταιο ανταγωνισμό με άπιαστα πρότυπα: σημαίνοντα που παρά τον υπερβολικό τους ρεαλισμό τα σημαινόμενά τους έχουν χάσει κάθε σχέση με την πραγματικότητα (σκεφτείτε την εικόνα ενός μοντέλου σ’ ένα εξώφυλλο: πόσα επίπεδα αλλοίωσης της ανθρώπινης εικόνας συνθέτουν την τελική που πουλάει εξώφυλλα;). Οι καθημερινές φωτογραφίσεις του εαυτού μας ίσως είναι απελπισμένες προσπάθειες «αγκύρωσης» στο πραγματικό (Real) που όντως τελειώνει. Θλιβερά ενθύμια ενός «ωραίου, φριχτού κι απέριττου τοπίου» που ολοκληρώνεται τώρα, αργά αλλά σταθερά, με μια «σειρά ερειπίων»: Τα παιδιά των selfies που πραγματώνουν την εκδικητική αυτοκαταστροφή του κόσμου μας, ως ενδόρρηξη (implosion). JAN 2015

ARTCORE

101


D i a ry o f a c u lt u r a l co r r u p to r

ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕ ΤΟΝ JEAN PAUL GAULTIER ΣΤΟ BARBICAN - ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α. -

tHE faSHioN WorlD of JEaN paul GaultiEr: froM tHE SiDEWalK to tHE catWalK 9 ΑΠΡΙΛΙΟΥ - 29 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

102

ARTCORE

JAN 2015


ΕΚ -ΦΡΑ -ΣΗ

2

Xμμμ, θα έχει ζέστη για τη βαμβακερή μου μαρινιέρα και το άσπρο μου παντελόνι είναι στα άπλυτα... Η πρόσκληση της Δρ Ε. για την έκθεση του Gaultier στο Barbican με έφερε αντιμέτωπο για άλλη μια φορά με το αιώνιο πρόβλημα: “τι να φορέσω αν έχει 29 βαθμούς αλλά συννεφιά με διαλείμματα ήλιου και πιθανότητα βροχής; Αυτήν τη φορά, υπήρχε και μια επιπλέον δυσκολία που έθεσε σε κίνηση μια ερώτηση με φιλοσοφικές προεκτάσεις: τι φοράει κανείς για να εισχωρήσει στον κόσμο του Jean Paul Gaultier; Η απάντηση θα έπρεπε να είναι: ό,τι σε κάνει να αισθάνεσαι καλά, να είσαι o εαυτός σου ή, τέλος πάντων ό,τι πλησιάζει σ’αυτό. Η αρχική μου ιδέα να κλείσω πονηρά το μάτι στον Jean Paul με τις ρίγες μου και τη ναυτική εμφάνιση-φόρο τιμής αποκλείεται α. λόγω τεχνικών προβλημάτων, και β. ως προβλέψιμη. Ο αναγνώστης θα πρέπει επίσης να σημειώσει ότι το χιούμορ μου δεν το εκφράζω μέσα από τις ενδυματολογικές μου επιλογές. Αυτό το αφήνω στους κλόουν. Διαλέγω λοιπόν την εθνική μου στολή από την άνοιξη και μετά (λευκό πόλο ή Τshirt με ένα φαρδύ, ανοιχτό πράσινο Lanvin παντελόνι και λευκά 1930s Fred Perry) με ελαφρά ενοχή για την προδοσία, αλλά χωρίς εναλλακτική επιλογή για να τιμήσω τον μαιτρ: συνειδητοποιώ ότι δε διαθέτω τίποτα από Gaultier… ούτε ένα «εντόσθιο εσώρουχο»! Στην υπόγεια διαδρομή προς το Barbican, αυτό το μεταμοντέρνο αραβούργημα του αγγλικού πολιτισμού, σκέφτομαι ότι μάλλον δε μου αρέσουν τα ρούχα του… δηλαδή, όχι αρκετά ώστε να τρώω κονσέρβες με φασόλια επί δύο μήνες για να φορέσω κάτι από τα χεράκια του. Ενώ ο ίδιος μου είναι πολύ συμπαθής από τις συνεντεύξεις του για τις ιδέες του, για τον τρόπο με τον οποίο μιλάει για τους ανθρώπους που αγαπάει (εικ. 2) και για τους ανθρώπους γενικά... θα ήθελα να τον γνωρίσω και νομίζω ότι θα μπορούσαμε να είμαστε φίλοι. Αρκεί να μη μου πειράζει τα μαλλιά μου… με απασχολεί αυτή η ασυνέπεια σε όλη τη διαδρομή.

4

3

Χμμ έχασα τη στάση μου... Πάλι! Η έκθεση (όταν τελικά βρίσκουμε τo σωστό κτήριο, τη σωστή είσοδο και το σωστό επίπεδο του καταραμένου λαβύρινθου που τη στεγάζει) είναι ανέλπιστα φιλόξενη και χαλαρωτική, τουλάχιστον η εισαγωγή της. Σε αντίθεση με την έκθεση της Ψηφιακής Επανάστασης με τις ατέλειωτες ουρές, στη δική μας δεν υπάρχει συνωστισμός, οπότε αρχίζουμε μαλακά, ανθρώπινα. Ο φωτισμός είναι χαμηλός, η μουσική διακριτική αλλά όχι αδιάφορη, πληροφοριακά κείμενα που δεν κουράζουν με περιττές λεπτομέρειες, βιογραφικά στοιχεία που αναφέρονται στην ουσία, λιγοστές παιδικές φωτογραφίες του σχεδιαστή και μετά, τα ρούχα. Τα ρούχα που μιλούν για τον ίδιο τον σχεδιαστή, τις ιδέες του, τη μοναδική του ματιά πάνω στον κόσμο και τη μοναδικότητα των ανθρώπων, τα ρούχα που λένε από μόνα τους την ιστορία τους και την ιστορία μιας ολόκληρης εποχής… Η λέξη ρούχα δεν είναι αρκετή για να αποδώσει αυτό που βλέπουμε: υπερ-πλούσια σε υφές και χρώματα, πολύπλοκα και πολυδουλεμένα θεατρικά κοστούμια, έξω από τις ανθρώπινες διαστάσεις. Τα δείγματα αυτά υψηλής ραπτικής είναι χωρισμένα σε ενότητες θεματικές ανά επίδειξη, συνοδεύονται εδώ κι εκεί από σχέδια, καλλιτεχνικές φωτογραφίες των ανθρώπων για τους οποίους κατασκευάστηκαν ή από τους οποίους φορέθηκαν και αλλού από μερικές πολαρόιντς από δοκιμές και παρασκηνιακές τρέλες. Μια σειρά JAN 2015

ARTCORE

103


D i a ry o f a c u lt u r a l co r r u p to r

5

6

πορτραίτων, ακουαρέλες του σχεδιαστή, απεικονίζουν τους διάσημους φίλους του. Κάποιοι από αυτούς, όπως η Farida Khelfa,‬ έγιναν διάσημοι επειδή έριξε το φώς του δικού του προβολέα πάνω τους (εικ. 4). Έτσι, γιατί ήταν διαφορετικοί από αυτό που επιβάλλει η νόρμα, οι τρέχουσες προδιαγραφές του ωραίου. Διαβάζουμε φράσεις του ίδιου για την ομορφιά, πως δεν την βρίσκει στην αρμονία, στην κανονικότητα, στον κανόνα, αλλά στην εξαίρεση, στην αντίθεση, στη δυσαρμονία, στη μοναδικότητα: όλα στοιχεία του Μπαρόκ, προς το πνεύμα του οποίου, τα ρούχα που σχεδιάζει δεν είναι ξένα. Αλλού πολλαπλασιάζει την ομορφιά των υλικών και των χρωμάτων και την αφήνει να φλυαρήσει με μια ακαταμάχητη παιδικότητα, με τον ενθουσιασμό ενός παιδιού που μόλις σκόρπισε το κουτί με τις πολύχρωμες χάντρες και τα κουμπιά της μαμάς του στο πάτωμα… ενός παιδιού που δε φοβάται ότι θα το μαλώσουν γι’αυτό που έκανε. Αλλού πάλι, ανακατεύει με μεταμοντέρνα ειρωνεία τα υλικά του δημιουργώντας αστείες ψευδαισθήσεις, ώστε ένα απίστευτα ελαφρύ και φουντωτό παλτό από πούπουλα να μοιάζει απο μακριά με βαρύ δέρμα λεοπάρδαλης (εικ. 5). Στοιχεία από την ιστορία του ενδύματος που είναι παραδοσιακά θηλυκά μεγεθύνονται σε τέτοιο βαθμό ώστε να παραπέμπουν στο αντίθετό τους: στηθόδεσμοι τόσο άκαμπτοι και επιθετικοί στον χώρο που καταλήγουν να θυμίζουν φαλλικές προεξοχές σαν ένα δίδυμο τερατώδες codpiece… (εικ. 6) ένα ανδρικό παντελόνι είναι τόσο φαρδύ που δεν είναι σαφές αν είναι φούστα ή χιτώνας… ένα 104

ARTCORE

JAN 2015

7

καπέλο μεταμορφώνεται σε κάτι αντισυμβατικό που υπερβαίνει σχεδόν την κατηγορία του, είναι τόσο μεγάλο που οι πλευρές του να αποτελούν το πάνω μέρος φορέματος που καλύπτουν, (μόλις όμως), το στήθος (εικ. 7), παπούτσια που ξεπήδησαν από κάτι που θα μπορούσε να είναι παραμύθι ή σαδομαζοχιστικός εφιάλτης ή και τα δύο...‬ Το βλέμμα μου ταξιδεύει σε μαγικές λεπτομέρειες: κεντημένες πολύχρωμες χάντρες που απαιτούν μήνες και μήνες λεπτομερούς επίπονης δουλειάς, υλικά που μπερδεύουν τις αισθήσεις,


ΕΚ -ΦΡΑ -ΣΗ

το μαλακότερο βελούδο γίνεται πανοπλία, ένα άκαμπτο ακατέργαστο κομμάτι δέρμα αποκτά αναρίθμητες παιχνιδιάρικες πτυχές, αλλά και στοιχεία που βρίσκω χυδαία ή σοκαριστικά απλώς για να σοκάρουν, χάντρες κεντημένες σε σχήμα τριχωτού του εφηβαίου πάνω σε εφαρμοστή στολή στο χρώμα της σάρκας (το φόρεσε η Naomi Campbell), τραγικές προσπάθειες μεταμόρφωσης του denim σε κάτι που δεν είναι, στοιχεία από εθνικές ενδυμασίες που ανάγονται σε καρικατούρες… (εικ. 8) Σε κάποιο σημείο της έκθεσης αντιλαμβανόμαστε πλαστικές κούκλες με πρόσωπα ανθρώπινα, μάτια που κινούνται εξετάζοντας τον χώρο, μύτες που αναπνέουν, στόματα που ανοιγοκλείνουν μιλώντας (εικ. 9). Ψηφιακές προβολές πάνω στις κενές επιφάνειες των πλαστικών κεφαλών συμπλέκουν το άψυχο με το ζωντανό σε ένα κάπως γκροτέσκο και ανησυχητικό σύνολο ακίνητων υβριδικών ειδώλων που παίρνουν ζωή και μεταφέρουν ηχητικά λεκτικά μηνύματα μιλώντας ταυτόχρονα, σαν χορός της μεταμοντέρνας παγκοσμιοποιημένης μας κωμικοτραγωδίας. (Το οπτικοακουστικό μέρος της έκθεσης σχεδίασε η UBU/Compagnie de création of Montreal και η εταιρεία Jolicoeur International του Quebec κατασκέυασε τις ειδικές αυτές κούκλες βιτρίνας). Παρά το τεχνολογικά εξυπνακίστικο του ευρήματος, το gimmicky της υπόθεσης δηλαδή, η διάθεση είναι ειλικρινής. Αν υπάρχει τόση ανειλικρίνεια στο εσωτερικό όλων αυτών που μας περιτριγυρίζουν διαλαλώντας τη ζωντανή τους υπόσταση μέσω της εξωτερικής τους επιφάνειας, γιατί δεν μπορούν αυτά τα άψυχα ανδρείκελα να γίνουν φορείς μιας αλήθειας που τα σημαδεύει από τα έξω; μήπως αυτό δεν είναι που μας κάνει να σκεφτόμαστε τι να βάλουμε κάθε μέρα, αυτό που βρίσκεται στον πυρήνα της ιδέας του ρούχου; μια αλήθεια (αυτή των υλικών) που περιβάλλει με αιδημοσύνη το ψέμα που περιφέρουμε. Τα ρούχα μας βοηθούν να εκφράσουμε τον ιδεατό εαυτό μας, μια φαντασιακή κατασκευή, που δεν είναι αναγκαστικά ανειλικρινής, αλλά ρέουσα και εύθραστη, σε διαρκή μεταβολή, συναρτημένη από τη θέση μας στον χώρο και τον χρόνο. Είναι φορείς, επομένως, μιας αλήθειας, επιλεκτικής μεν, και ωραιοποιημένης, αλλά ωστόσο μιας θέσης: η προσωπική αγκύρωσή μας στην ιστορία («...φορούσα μαύρα εκείνη την ημέρα κι εσύ με είδες και δε μου μίλησες…»). Στο τέλος μιας ομάδας ημιζώντων μανεκέν, στέκεται κι ένα που «είναι» ο ίδιος ο σχεδιαστής (εικ. 10). Φοράει ριγέ μπλούζα, φούστα και μαύρες μπότες και μας λέει το όνομά του, λίγα πράγματα για το σκεπτικό της έκθεσης και της επιλογής του χώρου, με μια αμεσότητα παιδική, με αληθινή σεμνότητα και πραγματική χαρά. Τη χαρά του ανθρώπου που όχι μόνο κατάφερε να ζήσει από το όνειρό του, (να ζήσει καλά σ’αυτήν τη ζωή και για πάντα στην ιστορία της μόδας) αλλά κάποιου που δεν ξιπάστηκε από την τύχη του, αλλά για την οποία, αντιθέτως, είναι ευγνώμων. Και δεν μπορούμε παρά να τον αγαπάμε γι’ αυτό.

8

9

10

JAN 2015

ARTCORE

105


Ε ΚΦΥΛ Ι Σ Μ Ε Ν Η Τ Ε Χ Ν Η

JEAN MICHEL BASQUIAT: THE RADIANT CHILD - ΤΗΣ ΡΑΝΙΑΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ -

Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ JEAN MICHEL BASQUIAT ΦΕΡΕΙ ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΧΟΛΥΓΟΥΝΤΙΑΝΟ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟ ΑΣΤΕΡΑ. ΝΕΟΣ, ΩΡΑΙΟΣ, ΤΑΛΑΝΤΟΥΧΟΣ ΚΑΙ ΝΕΚΡΟΣ ΣΤΑ 27 ΤΟΥ. A GOOD AGE NOT TO BE A ROCK STAR ΟΠΩΣ ΛΕΝΕ. ΝΕΚΡΟΣ ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΡΟΧΑΙΟ, ΟΥΤΕ ΑΠΟ ΠΥΡΟΒΟΛΙΣΜΟ, ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΔΟΣΗ ΗΡΩΙΝΗΣ. 106

ARTCORE

JAN 2015


ΣΧΕ -∆ΙΟ

Γεννημένος στην Αμερική στις 22 Δεκεμβρίου του 1960 από φτωχή οικογένεια με μια μητέρα όμως που αγαπούσε βαθιά την τέχνη, ζούσε ή μάλλον επιβίωνε στις φτωχογειτονιές του Brooklyn, κάποιες φορές μάλιστα διανυκτερεύοντας σε παγκάκια ή χαρτόκουτα, πουλώντας t-shirts ζωγραφισμένα απ’ τον ίδιο ή χειροποίητες καρτ ποστάλς. Street artist, πριν από την εισαγωγή του όρου στην ιστορία της τέχνης, ψέκαζε με σπρέι αινιγματικές επιγραφές στους τοίχους δρόμων του Μανχάταν παρέα μ’ έναν κολλητό του και το ψευδώνυμο SAMO. Λίγα χρόνια αργότερα, ο δρόμος του θα διασταυρωθεί μ’ εκείνον του Andy Warhol, ο οποίος θα πιστέψει με πάθος στο ταλέντο του και θα τον τραβήξει απ’ τα μαλλιά προς τη δόξα. To 1980 είναι η χρονιά που ο Basquiat θα εκτοξευτεί σαν πυροτέχνημα στην εικαστική σκηνή της πόλης με αποτέλεσμα όλοι να μιλάνε για το μαύρο χαμίνι από το Brooklyn που προκαλεί ρίγη καλλιτεχνικής συγκίνησης στους κριτικούς και στο εκλεπτυσμένο φιλότεχνο κοινό της εποχής. Οι εκθέσεις του σε πασίγνωστες γκαλερί συνοδεύονται από μεγάλη επιτυχία και ένα άρθρο στο περιοδικό Artforum με τον τίτλο ‘‘The radiant child’’ θα τον κάνει γνωστό σε όλον τον κόσμο. Τα έργα του είναι πολύ δύσκολο να τα αγνοήσεις. Η ζωγραφική του είναι δυναμική, εσωτερική, βίαιη και μυσταγωγική σαν τελετουργία με έντονα, λαμπερά κι εκρηκτικά χρώματα, αδρές γραμμές, ισχυρές αντιθέσεις και πολύ συχνά έχοντας ως κυρίαρχο κεντρικό θέμα το ανθρώπινο ον. Με στοιχεία που ενίοτε παραπέμπουν στην πρωτόγονη ζωγραφική, τη ζεστασιά και την καλλιτεχνική παράδοση της αφρικανικής ηπείρου και άλλοτε στη σουρεαλιστική απουσία συνοχής του θέματος και τη συνύπαρξη ετερόκλητων φαινομενικά μοτίβων όπως ακόμη και στη μικτή τεχνική του συνθετικού κυβισμού και του dada, (αφού ο ίδιος χρησιμοποιούσε και λόγο ή κολλάζ στα έργα του), ο Basquiat καταφέρνει να δημιουργήσει ένα καθαρά δικό του, προσωπικό στιλ που θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό πολλούς μεταγενέστερους καλλιτέχνες, τόσο street artists όσο και αμιγώς εικαστικούς. Η ζωγραφική του αποτελεί ένα πνευματώδες μανιφέστο που αναφέρεται στην πάλη

για ζωή και δημιουργία με έντονα τα στοιχεία του χιούμορ και του αυτοσαρκασμού. Η προβολή της ανθρώπινης μορφής στα έργα του Basquiat, που γίνεται κυρίως με την αναπαράσταση ανθρώπινων κρανίων, έχει τη βάση της σε βιώματα της παιδικής του ηλικίας, όταν μια βαριά εγχείρηση τον είχε καθηλώσει για καιρό στο κρεβάτι και η μητέρα του τού χάρισε έναν τόμο της ανθρώπινης ανατομίας για να περνάει την ώρα του. Ο Basquiat βέβαια δεν ξέχασε ποτέ ποιος είναι και από πού έρχεται, ασχέτως της φήμης και των χρημάτων που κέρδισε με την επιτυχία του και της συνεργασίας του με τον αναμφισβήτητα μεγάλο καλλιτέχνη και επιχειρηματία Andy Warhol. Σαρκαστικός απέναντι σε πίνακες σύμβολα της παγκόσμιας καλλιτεχνικής ιστορίας, δημιουργώντας για παράδειγμα τη δική του βερσιόν της Μόνα Λίζα και ζωγραφίζοντας με κοστούμια Armani καταλερωμένα από τα χρώματα και τις μπογιές, ο Basquiat έφτυσε στα μούτρα το σύστημα που τον ανέδειξε και τον στήριξε, καταδεικνύοντας με τον πιο γλαφυρό τρόπο ότι είσαι πραγματικά επιτυχημένος, μόνο όταν παραμένεις αυθεντικός. Μετά τον θάνατο του Warhol, ίσως και εξαιτίας αυτού, ο Basquiat βυθίστηκε στη μελαγχολία και τα ναρκωτικά, με αποτέλεσμα να βρεθεί νεκρός στις 12 Αυγούστου του 1988 στο στούντιό του στη Νέα Υόρκη. Εκτός από εικαστικός, υπήρξε μουσικός αλλά και ηθοποιός. Ο πρόωρος θάνατός του ενεργοποίησε τη μυθοποίηση της μορφής και του έργου του με διάφορες ιστορίες να κυκλοφορούν γύρω από τη ζωή του. Η ρετροσπεκτίβα του πριν λίγα χρόνια στο Παρίσι συγκέντρωσε απίστευτο πλήθος κόσμου με την ουρά αναμονής να αγγίζει τις τρεις ώρες (μεγαλύτερη κι από αυτήν του Βατικανού, αν και προσωπικά προτιμώ τα έργα του Basquiat, ίσως γιατί δεν τα πάω και τόσο καλά με τις προγονολατρείες - αντιφατικό αν σκεφτεί κανείς ότι σπούδασα αρχαιολογία). Όπως και να ‘χει, αν ο Basquiat ήταν ένας μεγάλος καλλιτέχνης ή ένας εντυπωσιακός κομήτης, θα φανεί στο μέλλον. Είναι αρκετά νωρίς ακόμη για μια συνολική και ψύχραιμη αποτίμηση της δουλειάς του. Ένα όμως είναι σίγουρο. Υπήρξε ένας πολύ λαμπερός νέος. JAN 2015

ARTCORE

107


Ε ΚΦΥΛ Ι Σ Μ Ε Ν Η Τ Ε Χ Ν Η

WANGECHI MUTU: A FANTASTIC JOURNEY - ΤΗΣ ΡΑΝΙΑΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ -

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΩΝ ΜΑΣΑΪ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ, Η ΕΚΡΗΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ WANGECHI MUTU. EΥΛΟΓΑ ΘΑ ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ, ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΕ ΜΙΑ ΝΕΑΡΗ ΚΑΙ ΟΜΟΡΦΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΝΥΑ ΝΑ ΚΑΤΕΧΕΙ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΠΙΟ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑΛΑΝΤΟΥΧΕΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ WANGECHI MUTU ΚΑΘΕ ΑΛΛΟ ΠΑΡΑ ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ.

Η Mutu, γεννημένη στις 22 Ιουνίου του 1972 στο Ναϊρόμπι της Κένυας, σύντομα αποφασίζει πως θέλει να ξεφύγει από τα στενά πλαίσια της αφρικανικής πρωτεύουσας και να γνωρίσει τον κόσμο. Μετά από μια περίοδο σπουδών στην Ουαλία, το 1990 βρίσκεται στη Νέα Υόρκη και σπουδάζει Ανθρωπολογία και Καλές Τέχνες. 108

ARTCORE

JAN 2015

Αυτή η ενασχόλησή της με τον γνωστικό κλάδο της Ανθρωπολογίας θα αποτελέσει κύρια πηγή έμπνευσης για το έργο της. Το 2000 θα αποκτήσει ένα ακόμη πτυχίο στο πεδίο των Καλών Τεχνών από το πανεπιστήμιο του Yale. Έκτοτε ζει και εργάζεται στο Brooklyn της Νέας Υόρκης. Ο κατάλογος των μουσείων και των


ΣΧΕ -∆ΙΟ γκαλερί όπου εκθέτει τα έργα της είναι μακρύς. Σ’ αυτόν συγκαταλέγονται και κάποια από τα σημαντικότερα και μεγαλύτερα μουσεία παγκοσμίως, όπως η Tate Modern στο Λονδίνο, το Moma στην Νεα Υόρκη και το Centre Georges Pompidou στο Παρίσι. Στα έργα της Mutu πρωταγωνιστεί η γυναίκα. Η γυναίκα σύμβολο, στην αναπαράσταση της οποίας ενώνονται και προβάλλονται ποικίλα στοιχεία… από τον πολιτισμό της Αφρικής και τη βαριά αποικιοκρατική ιστορία που κουβαλάει η αφρικανική ήπειρος, από την αρχαία ιστορία, από τα σύγχρονα δυτικά πρότυπα και πιο συγκεκριμένα την κυρίαρχη θέση της μόδας ως ένα είδος έκφρασης της φιλελεύθερης οικονομίας, από την πολιτική, τον φυλετικό διαχωρισμό, την πολυπολιτισμικότητα και τον πλουραλισμό της δυτικής κοινωνίας σήμερα και τέλος στοιχεία από την υπαρξιακή αγωνία που βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος, τη βία και την κατάχρηση εξουσίας από αυτούς που στις μέρες μας θεωρούνται δυνατοί: τους άνδρες. Η γυναίκα βέβαια στο εικαστικό σύμπαν της Mutu δεν αποτυπώνεται ρεαλιστικά. Λειτουργώντας συμβολιστικά δεν έχει φύλο ούτε ταυτότητα. Πρόκειται ουσιαστικά για μια υβριδική γυναικεία μορφή που αποκτά το σώμα της από τη συνένωση ετερόκλητων εκφραστικών μέσων (κολλάζ, γλυπτική αλλά και ζωγραφική), με τα επιμέρους μέλη της να προέρχονται από εικόνες περιοδικών μόδας και lifestyle, περιοδικών σχετικών με αυτοκίνητα και μηχανές, από εμπορικές διαφημίσεις ακόμη και από αντικείμενα καθημερινής χρήσης (found materials). Oι γυναίκες στο έργο της Mutu είναι μυθικά όντα που φέρουν τοτεμικό χαρακτήρα. Είναι όντα εξωτικά, άγρια, δυναμικά και ανεξερεύνητα, τις περισσότερες φορές τρομακτικά στην όψη, που στέκουν επιβλητικά στο κέντρο του πίνακα προκαλώντας δέος τόσο με την εικόνα τους όσο και με το μέγεθός τους (η Mutu χρησιμοποιεί μεγάλων διαστάσεων καμβάδες για τα συγκεκριμένα έργα - large scale collages). Οι υβριδικές αυτές μορφές, αποκυήματα της σουρεαλιστικής φαντασίας της δημιουργού τους, προβάλλουν τον άνθρωπο, τη γη και τη μηχανή σε μια αδιάσπαστη ενότητα και θυμίζουν όσον αφορά στην πολυπλοκότητά τους προγενέστερες ανάλογες μορφές μεγάλων σουρεαλιστών όπως οι Max Ernst και Yves Tanguy. Η γυναίκα στα έργα της Mutu αναφέρεται στη γυναίκα στρατιώτη. Η γυναίκα στρατιώτης μάχεται αλληγορικά ενάντια στην αυστηρά ιεραρχική δομή και φυλετική υπεροχή της ανέκαθεν ανδροκρατούμενης κοινωνίας, που την αναγκάζει ούσα η πιο αδύναμη (φύσει και όχι θέσει) να συμμορφώνεται στις διαθέσεις και τις προσταγές αυτών που την ορίζουν. Κι όμως το έργο της Mutu δεν αποτελεί μια έκκληση για βοήθεια και αλληλεγγύη που θα συγκινού-

σε κάθε υπέρμαχο του φεμινιστικού κινήματος (αν και η ίδια η Mutu δηλώνει φεμινίστρια), ούτε και μια καταγγελία μέσω της τέχνης ενάντια στις κοινωνικές ανισότητες και τον μισογυνισμό. Και αυτό γιατί η γυναίκα στρατιώτης της Mutu βγαίνει νικήτρια. Αρνούμενη τον ρόλο του θύματος, κερδίζει τη μάχη και υψώνεται παντοδύναμη και αγέρωχη στο κέντρο του σύμπαντος. Καταφέρνει να συγκεράσει το παρόν και το παρελθόν της πολιτισμικής και φυλετικής ταυτότητας που φέρει, προσβλέποντας σ’ ένα δυναμικό μέλλον. Επαναπροσδιορίζει τον ρόλο της στην ιστορία και διεκδικεί τη θέση της στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Αυτό μπορεί να το επιτύχει γιατί ξέρει ποια είναι και με ποιον πολεμάει. Όπως είπε και ένας αρχαίος Κινέζος στρατηγός, «όταν γνωρίζεις τον εχθρό και τον εαυτό σου, μπορείς να δώσεις εκατό μάχες με ασφάλεια». Τη νίκη της γυναίκας λοιπόν οραματίζεται η Mutu στο έργο της, τη νίκη όλων των γυναικών είτε πρόκειται για την ανήλικη Αφρικανή που υποβάλλεται σε κλειτοριδεκτομή και εξαναγκαστικό γάμο στην Κένυα είτε για την σύγχρονη αστή στη Νέα Υόρκη που βομβαρδίζεται από τις επιταγές της βιομηχανίας της μόδας και της ομορφιάς, προσπαθώντας παράλληλα να χτίσει μια καριέρα ισότιμη ενός άντρα, ενώ εκτελεί τα χρέη της στο ακέραιο ως καλή μητέρα και ιδανική σύζυγος. Η Wangechi Mutu, σαν παιδί της εποχής της, χρησιμοποιεί διάφορα εκφραστικά μέσα στο έργο της και ασχολείται επίσης με το video και τις art installations (εγκαταστάσεις). Αυτόν τον καιρό σχεδιάζει ρούχα για μεγάλους οίκους μόδας, όπως ο DKNY, στα πλαίσια μιας καμπάνιας για την ευαισθητοποίηση του κοινού ενάντια στη μάστιγα του Aids. Παράλληλα, στο στούντιό της στη Νέα Υόρκη δέχεται πλήθος θαυμαστών, ανάμεσα τους και ομάδες κοριτσιών από την Αφρική που ζουν πλέον μόνιμα στην Αμερική και τη θεωρούν πρότυπο (βλ. Black Girls Rock). “A fantastic Journey” είναι ο τίτλος της πρώτης μεγάλης ατομικής της έκθεσης που γνωρίζει τεράστια επιτυχία και ετοιμάζεται να περιοδεύσει σε όλον τον κόσμο. Κλείνοντας, παραθέτω μια φράση της Mutu που την αντιλαμβάνομαι σαν πανανθρώπινη αλήθεια και συνοψίζει πιστεύω την ουσία του έργου της: «Η γυναίκα φέρει τα στοιχεία, τη γλώσσα και τις λεπτές αποχρώσεις του πολιτισμού της εντονότερα από τον άνδρα. Οτιδήποτε ποθητό ή αποτροπιαστικό έχει πάντα ως σημείο αναφοράς το γυναικείο σώμα». JAN 2015

ARTCORE

109



Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.