Ammophila Vol.3 There Was Land Here Before

Page 1

Ammophila Vol.3: There Was Land Here Before Συμμετέχοντες Συγγραφείς: Στέφανος Γιαννούλης, Ναταλία Δαμίγου Παπώτη, Κωστής Ζουλιάτης, Εμμανουέλα Κυριακοπούλου, Αναστασία Μιχοπούλου, Χριστίνα Παπούλια, Ελένη Ρήγα, Θεόφιλος Τραμπούλης, Βίκυ Τσίρου, Εβίτα Τσοκάντα Συμμετέχοντες εικαστικοί: Μαρίνα Βελησιώτη, Χρήστος Βενέτης, Διονύσης Καβαλλιεράτος, Φωτεινή Καλλέ, Παναγιώτης Κεφαλάς, Ηλέκτρα Μάιπα, Περσεφόνη Νικολακοπούλου, Ηλίας Παπαηλιάκης, Δημήτρης Ρεντούμης, Νάνα Σαχίνη, Νανά Σεφερλή, Εύα Στεφανή, Κλεοπάτρα Τσάλη, Μάνος Τσιχλής, Αλέξης Φιδετζής, Poka-Yio, Sasha Streshna, Garden Thief, VASKOS, 3 137 Επιμέλεια: Ammophila © Κείμενα: οι συγγραφείς © Έργα: οι εικαστικοί Η παραγωγή πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος 2022, του θεσμού «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός» του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Αναλυτικές πληροφορίες και προκρατήσεις θέσεων στο https://digitalculture.gov.gr/ Με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, της Περιφέρειας Πελοποννήσου, του Δήμου Ελαφονήσου, του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, της εταιρείας ZOE.

ΘέλουμεΕυχαριστίεςνα ευχαριστήσουμε θερμά τους φορείς που μας υποστήριξαν ώστε να υλοποιηθεί η δράση μας Ammophila vol. 3: There Was Land Here Before. Ευχαριστούμε για την οικονομική υποστήριξη της παραγωγής και την εμπιστοσύνη: Τον θεσμό «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός» του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, την Περιφέρεια Πελοποννήσου, τον Δήμο Ελαφονήσου, τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, τον Οργανισμό Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ και την εταιρεία ZOE. Ευχαριστούμε θερμά το Δήμο Ελαφονήσου για την υποστήριξη και τη φιλοξε νία της έκθεσης και την παραχώρηση του σχολικού κτιρίου και ιδιαίτερα την Κα Έφη Λιάρου, Δήμαρχο Ελαφονήσου. Ευχαριστούμε επίσης την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας και το αρχαιολο γικό μουσείο Νεάπολης και Βοιών Λακωνίας για την φιλοξενία της μουσικής παράστασης και τη συνεργασία. Τέλος ευχαριστούμε θερμά όλους τους εικαστικούς, τους συγγραφείς και τους μουσικούς που συμμετείχαν και με το έργο τους έδωσαν ζωή στη Καιδιοργάνωση.όλουςόσους βοήθησαν με κάθε τρόπο για την υλοποίηση της έκθεσης Ammophila vol.3: There was Land Here Before και την υλοποίηση της μουσικής παράστασης post-truth is another water game I play against my mouth Η παραγωγή πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος 2022, του θεσμού «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός» του Υπουργείου Πολιτισμού και ΑναλυτικέςΑθλητισμού.πληροφορίες και προκρατήσεις θέσεων στο https://digitalculture.gov.gr/ Με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, της Περιφέρειας Πελοποννήσου, του Δήμου Ελαφονήσου, του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, της εταιρείας ZOE

Ammophila vol.3: There Was Land Here Before 18-28 Αυγούστου 2022 Σχολείο Ελαφονήσου, Ελαφόνησος, Λακωνία Αρχαιολογικό Μουσείο Νεάπολης και Βοιών, Λακωνία σεκατοικείταιφαντασιώσειςυπαρκτάνατιςθεωρούμεαφηγήσειςτονΗέκθεσηAmmophilavol.3:ThereWasLandHereBeforeεπαναδιαπραγματεύεταιτρόποπουαντιλαμβανόμαστεκαιβιώνουμετουςτόπουςκαιτιςκυρίαρχεςπουπροβάλλονταιπάνωσεαυτούς.Έχουμεκατάνουτόπουςπουτουπέδαφόςμας,τελετέςσυναναστροφήςκαισυνύπαρξηςκαιιστορίεςπουέχουνδιαμορφώσειαυτέςτιςσχέσεις.Ηέκθεσημαςκαλείδώσουμενέεςερμηνείεςκαιιστορίεςσεμέρηπουμπορείναείναιτόσοόσοκαικατασκευασμέναμέσααπότιςσυλλογικέςμαςφαντασιώσεις:μιαςανύπαρκτηςγης,μιαςγηςπουδιαφέρει,μιαςγηςπουδιαφορετικά,μιαςγηςπουμπορείναμαςταρακουνήσει,μιαςγηςαποσύνθεση,μιαςγηςπουανθίζει,μιαςγηςπουτρέμει,μιαςγηςχωρίςόρια.Ηέκθεση There Was Land Here Before δημιουργεί αφηγήσεις για τους τόπους και τους χρόνους που διαμορφώνουν τις διαφορετικές μας ζωές. Η Ελαφόνησος, που στο παρελθόν ήταν χερσόνησος συνδεδεμένη με την απέναντι στεριά, μετασχηματίστηκε σε νησί από έναν σεισμό. Σε αυτό το τρεμάμενο έδαφος πώς μπορούμε να επανεξετάσουμε τις αφηγήσεις του παρελθόντος και τις αφηγήσεις για το παρελθόν και να τις αντικαταστήσουμε με συλλογικά όνειρα και ριζοσπαστικές χειρονομίες. Έκθεση Σύγχρονης Τέχνης Με τη συμμετοχή των: Μαρίνα Βελησιώτη, Χρήστος Βενέτης, Διονύσης Καβαλλιεράτος, Φωτεινή Καλλέ, Παναγιώτης Κεφαλάς, Ηλέκτρα Μάιπα, Περσεφόνη Νικολακοπούλου, Ηλίας Παπαηλιάκης, Δημήτρης Ρεντούμης, Νάνα Σαχίνη, Νανά Σεφερλή, Εύα Στεφανή, Κλεοπάτρα Τσάλη, Μάνος Τσιχλής, Αλέξης Φιδετζής, Poka-Yio, Sasha Streshna, Garden Thief, VASKOS, 3 Στέφανος137. Γιαννούλης, Ναταλία Δαμίγου - Παπώτη, Κωστής Ζουλιάτης, Εμμανουέλα Κυριακοπούλου, Αναστασία Μιχοπούλου, Χριστίνα Παπούλια, Ελένη Ρήγα, Θεόφιλος Τραμπούλης, Βίκυ Τσίρου, Εβίτα Τσοκάντα. Guest Performance: Σοφία Κουλουκούρη 19 Αυγούστου 2022

Τοποθεσίες: Σχολείο Ελαφονήσου, Ελαφόνησος, Λακωνία Διάρκεια: 18-28 Αυγούστου 2022 Ώρες λειτουργίας: 18:00-21:00 Επιμέλεια: Ammophila Μουσική παράσταση post-truth is another water game I (ηλεκτροακουστικόενάντιαμεagainstplaymymouthτοpost-truthείναιάλλοέναπαιχνίδιτονερόπουπαίζωστοστόμαμουLamento για 4 περφόρμερ / ηχητική εγκατάσταση) Πριν από 5000 χρόνια υπήρχε μια πόλη - εκεί, μπορούμε να βυθιστούμε στην δική της οπτική με αυτό που απομένει ως αληθινό. Τώρα οι υπάρξεις ζουν στον Κόσμο του Στόματος (δια-λεκτικός χώρος) αλλά οι πύλες αυτού που παραμένει, είναι έξω από την όραση τους. Με τη συμμετοχή των: Άννα Παπαθανασίου: vox - περφόρμανς / Στέλλα Ν. Χρίστου: vox - περφόρμανς - ψηφιακά ηλεκτρονικά / Τάσος Στάμου: Αυτοσχέδιες ηχητικές πηγέςαναλογικά ηλεκτρονικά / Κώστας Τζέκος: Μπάσο Κλαρινέτο - αναλογικά Σύνθεσηηλεκτρονικά.-εγκατάσταση - λέξεις: Στέλλα Ν. Χρίστου Τοποθεσία: Αρχαιολογικό Μουσείο Νεάπολης και Βοιών, Λακωνία Ώρα έναρξης: 19:30 Διάρκεια Παράστασης: 40 λεπτά Διάρκεια: 23 & 24 Αυγούστου 2022

POST-TRUTH IS ANOTHER WATER GAME I PLAY AGAINST MY MOUTH

post-truth is another water game I play against my mouth το post-truth είναι άλλο ένα παιχνίδι με το νερό που παίζω ενάντια στο στόμα μου ηλεκτροακουστικό Lamento για 4 περφόρμερ / ηχητική εγκατάσταση Πριν από 5000 χρόνια υπήρχε μια πόλη — εκεί,μπορούμε να βυθιστούμε στην δική της οπτική με αυτό που απομένει ως αληθινό.Τώρα οι υπάρξεις ζουν στον Κόσμο του Στόματος (διαλεκτικός χώρος)αλλά οι πύλες αυτού που παραμένει, είναι έξω από την όραση τους. Με τη συμμετοχή των: Άννα Παπαθανασίου: vox - περφόρμανς / Στέλλα Ν. Χρίστου: vox - περφόρμανς - ψηφιακά ηλεκτρονικά / Τάσος Στάμου: Αυτοσχέδιες ηχητικές πηγές - αναλογικά ηλεκτρονικά / Κώστας Τζέκος: Μπάσο Κλαρινέτο - αναλογικά ηλεκτρονικά Σύνθεση - εγκατάσταση - λέξεις: Στέλλα Ν. Χρίστου Τοποθεσία: Αρχαιολογικό Μουσείο Νεάπολης και Βοιών, Λακωνία Ώρα έναρξης: 19:30 Διάρκεια Παράστασης: 40 λεπτά Διάρκεια: 23 & 24 Αυγούστου 2022

Αγαπημένοι μου Τάσο, Κώστα και Άννα, βρίσκομαι στην Κύπρο και ηχογραφώ μέσα στην κοιλάδα της Σoλέας, στη διαδρομή του ποταμού Κλάριου (ή Καρκώτη) και στη Σκουριώτισσα, ένα από τα αρχαιότερα μεταλλεία της Κύπρου. 1 Με τους ήχους που συλλέγω θα συνθέσω το ηχοτοπίο που θα είναι εγκατεστημένο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεάπολης και Βοιών, κατά τη διάρκεια της περφόρμανς μας. Θα είναι το δικό μας continuo , κατά τον τρόπο κάποτε του Γιάννη Χρήστου, ώστε να έχουμε τις μετα-βάσεις των θεμάτων / τα cue / την ευρύτερη “ψυχολογική” κατάσταση της ζωντανής Ακολουθείαφήγησης. ένα συνοπτικό -συναισθηματικό- σκορ του έργου. Για τα επιμέρους θα μιλήσουμε τις επόμενες μέρες. ☼ 1 Το μεταλλείο της Σκουριώτισσας, σήμερα

ΜΕΡΟΣ ΑΛΦΑ “Έχω γυαλιά από πέτρα και με λένε Πέτρα” 2 (Και πέτρα που έγινα - βυθός να μην υπάρχει… / ένας “πέτρινος” οπτικός θρήνος για τη χαμένη αντιδικία μεταξύ των αρχαίων εκθεμάτων του μουσείου από τον βυθό του Παυλοπετρίου και των ζωντανών δρώντων καλλιτεχνικών υπάρξεων / burning stones coming out of my mouth - mouth made of stone - eyes made of stone manoula mou…) παρατεταγμένοι σαν ορχήστρα λαϊκού πάλκου των αρχών του -Τάσος’80.: “μπουζούκι” — electronics -Κώστας : μπάσο κλαρινέτο — “κλαρίνο” -Άννα, Στέλλα : “λαϊκές” τραγουδίστριες ΜΕΡΟΣ ΒΗΤΑ “Αν τρελαθώ Χριστέ θα είναι από ψάρι κι από αργία” 3 — the freshwater fish paradox — (Το νερό στις λίμνες και τα ποτάμια —= 0,1 % των νερών της γης— φιλοξενεί τον μισό πληθυσμό των ζωντανών ψαριών, ενώ στους βυθούς και στις θάλασσες —=99,6% των νερών της γης— φιλοξενείται το υπόλοιπο μισό. Ας φροντίζαμε σήμερα τουλάχιστον ένα ποτάμι - πώς ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός τίθεται σε αργία μπροστά στο κυνήγι των “βυθών” του τόπου και του χρόνου) -Τάσος : ψάρια - κόκκοι - κρότοι / η κίνηση των στοιχείων στον -Κώσταςχώρο: drones / 2 / από τον σκοτεινό βυθό, στο τρεχούμε νο γλυκό ποτάμι -Άννα, Στέλλα : μετακινούνται σώματα και φωνές σε μια λε κτική κατάσταση φραγματική (fragments) Υδρόφωνα 2 Μίλτος Σαχτούρης, φορώ γυαλιά από πέτρα και με λένε Πέτρο, ΠΑΡΑΛΟΓΑΙΣ, 31948Κατερίνα Ζησάκη, Χωρίς Εαυτό, 2022

ΜΕΡΟΣ ΓΑΜΜΑ Post Truth is another water game I play against my mouth (σπαταλώ το σάλιο μου / terminologies — το σύμπτωμα της “ακαδημίας” contemporary/intellectual waste — > αλήθεια < — truth is what is happening τώρα — has already happened and will happen at least once again) maybe twice Παίζουμε ένα παιχνίδι με τους ακαδημαϊκούς κανόνες — από τον κυνισμό στην ηρεμία. Ελευθερία. -Τάσος : ορχήστρα εγχόρδων — rubber bands -Κώστας : σύγχρονα έργα για κλαρινέτο - παρά/μόρφωσις -Ένα παράλογο μικρό τραγούδι (Άννα, Στέλλα) — παιδί / λυρι σμός / λέξεις / terms

Η γη είναι μια γραμμή που χωρίζει τον ζωγραφικό μου χώρο. Πότε καφετιά, όπως το χώμα, και πότε πράσινη σαν το φρέσκο γρασίδι. Από πάνω της, στο κέντρο του χαρτιού εγώ και η οικογένεια με τελείες για μάτια και καμπυλωτά χαμόγελα. Η φύση πάντα πλαισιώνει. Αριστερά και δεξιά υπάρχουν καρπο φόρες πορτοκαλιές, υπερμεγέθη άνθη, μέλισσες, γατάκια και ελέφαντες. Από κάτω της κρύβονται ρίζες, σκουλήκια και το λαγούμι ενός λαγού. Οι συνθέσεις αρμονικής συνύπαρξης του «τότε» ακροβατούν πάνω σε ξεθω ριασμένες γραμμές μαρκαδόρου. Στο βάθος του σχεδίου, ένα τετράγωνο σπιτάκι με τριγωνική σκεπή και αχνι στή καμινάδα. Το διαμέρισμα του δεύτερου ορόφου, ο φούρνος Μαργαρίτα και μια αράδα δρόμοι που οδηγούν στο παρκάκι πλάι στο ρέμα. Αυτός ήταν ο κόσμος μου. Ούτε στιγμή δεν σκέφτηκα ότι ο τόπος στάθηκε γυμνός από τις κατασκευές του ανθρώπου. Ότι το χώμα καταμέτρησε άπειρους οργανισμούς, προτού να το καταπιεί η πίσσα του δρόμου. Τα μεγάλα ερπετά αφανίζονται, αφήνoντας πίσω τους τεράστια κόκαλα. Η γη τρέμει, ανοίγει και τα καταπίνει. Μια λύκαινα θηλάζει τα μωρά της στη σκιά ενός πεύκου που οι ρίζες του στοχεύουν στον πυρήνα της Γης. Δεν μένουμε πια εδώ. Τώρα περιπλανιέμαι στην παλιά γειτονιά σε έναν φωτογραφικό χάρτη 360 μοιρών. Δεν έχει αλλάξει πολύ. Η ψηφιοποίηση γεννάει συνεχώς νέους τόπους, ιστότοπους και κυβερνοχώρους. Μπορώ να διαφύγω από το άχαρο «τώρα» και να βρεθώ σε άλλα μέρη - άγνωστα, μακρινά και φανταστικά. Παίζω βιντεοπαιχνίδια που αποτελούν προσομοιώσεις της ιστορικής μας πο ρείας. Ξεκινάω με μια χούφτα ανθρώπων, τους βάζω να μαζεύουν καρπούς, να κυνηγούν ζώα, να κόβουν δέντρα, να συγκεντρώνουν πετρώματα και μέταλλα. Διαμορφώνω και μετασχηματίζω το περιβάλλον βάσει των αναγκών μου. Σκάβω, φέρνω ποτάμια, χτίζω κτίρια και πόλεις και συνεχώς εξαπλώ νομαι. Όμως, η κωδικοποιημένη εξέλιξη επιτάσσει τη βία, γιατί στο τέλος της ημέρας κατακτώ ή κατακτώμαι. Επιθετικά ή αμυντικά, ξεκινάνε οι μάχες με τους γειτονικούς λαούς. Τα πίξελ της γης διψάνε για αίμα. Πρόσφατα δανείστηκα τα μάτια μιας πολυταξιδεμένης αλεπούς και έτρεξα ξέγνοιαστα σε τρισδιάστατα δάση υψηλών γραφικών.

Η Γη μας ανήκει μαζί με ό,τι παράγει. Η γραμμή επιστρέφει για να χωρίσει νοητά τα εδάφη σε χωράφια και κράτη. Οι μάχες δεν σταματάνε. Πόλεμοι και κληρονομικές υποθέσεις. Η δημόσια γη παλεύει με την ιδιωτικοποίηση. Τα συμφέροντα είναι βαθιά ριζωμένα και με βία μας δεσμεύουν στο έδαφος. Ένας γλάρος πετάει στα σύννεφα αγνοώντας ιδεατά σύνορα. Ήθελα να ήμουν πολίτης της πλάσης. Η φαντασία μου πλάθει τόπο από υλικά ονείρου. Ο Παράδεισος δεν χτίστηκε με τούβλα. Όσα λύγισαν από το βάρος του κόσμου, ζουν εδώ μονοιασμένα. Υπάρχουν πολλές αφηγήσεις αλλά καμία κυρίαρχη. Δεν φωνάζουμε στους δρόμους για εξουσίες, αδικίες και σύνορα, γιατί απλώς δεν υπήρξαν. Δεν μι λήσαμε συνωμοτικά για μια κυκλική ιστορία που έπαψε να παράγει νόημα προ πολλού. Δεν είμαστε ο λόγος που η γη σιγοβράζει και αργά βουλιάζει στη θάλασσα. Η Γη δεν ανήκε ποτέ σε κανέναν. Και είμαστε ασφαλείς. Από τις ρίζες των δέντρων γεννιούνται μωρά που τα ταΐζουν στο στόμα οι κό τες. Ο κόσμος είναι μια ζωγραφιά. Αδειάζω. Αφήνω πίσω μου αναλύσεις και ονειροπολήσεις. Πατάω στο έδαφος. Μπορώ να δω το τοπίο καθαρά έστω για λίγο. Αυτό σιγοτραγουδά και μου ανοίγεται. Ζωντανεύει τους διαλόγους που έχουμε κάνει. Ξυπνάει μνήμες από στιγμιαίες αισθήσεις. Απομακρύνομαι από την παρέα και περπατάω μόνος. Κρύβομαι πίσω από έναν αμμόλοφο και σκυφτός ψιθυρίζω «Γιατί;» …μήπως και με ακούσεις. Το υγρό και κρύο χώμα σκάβω με περίσσεια μανία, να σε κλείσω μέσα του. Καφέ στάμπες στολίζουν τα γόνατα. Στα αλμυρά παραθαλάσσια γλειψίματα, τα μάτια μου βλέπουν μονάχα θολή σάρκα και βότσαλα. Στα θρυμματισμένα κοχύλια ξαπλώνω και κοιτάω προς τον δρόμο. Περιμένω να σε δω να περνάς. Στέφανος Γιαννούλης

Το πύον – ή για τα μέρη που υπάρχουν κι ας μην τα βλέπεις Ναταλία Δαμίγου-Παπώτη Τον χειμώνα εκείνο της συνέβαιναν περίεργα πράγματα. Πάντα έβγαζε σπυράκια. Όχι πολλά, ένα-δυο σχετικά μεγάλα πριν την περίοδο και από κανένα μικρότερο σε ανύποπτο χρόνο. Αλλά τον χειμώνα εκείνο το σώμα της ξεκίνησε μια παραγωγή παράξενη και ακατανόητη, σπυράκια ξεπε τάγονταν σε μέρη που δεν είχε ποτέ της ξαναβγάλει, και ήταν σπυράκια δια φορετικά από αυτά που εμφανίζονταν ως τότε, δεν άδειαζε το εσωτερικό τους όταν τα πατούσε, ή μάλλον άδειαζε μερικώς και εκεί που νόμιζε πως τα είχε εξολοθρεύσει αυτά επανέρχονταν την επόμενη μέρα πιο μεγάλα και, αντί να έχουν μετατραπεί σε πληγή όπως θα περίμενε, δεν είχαν πια κανένα εμφανές σημείο εξόδου. Συνέχιζαν να μεγαλώνουν, εγκλωβισμένα κάτω από το δέρμα της, και γίνονταν κοκκινωποί μικροί όγκοι που δεν ήξερε τι να τους κάνει, τους ξεχνούσε παροδικά αλλά της θύμιζαν την ύπαρξή τους κάθε φορά που συσπούσε τους μύες του προσώπου της για να βγάλει λέξεις από τα χείλια της. Από τότε, δε, που έκοψε την φράντζα της έβγαιναν ασταμάτητα στο μέτωπό της, πριν προλάβει να εξαφανιστεί το ένα το δέρμα της παλλόταν ανακοι νώνοντας μια επικείμενη φλεγμονή μόλις ένα εκατοστό πιο δίπλα. Λες και το κάνανε επίτηδες για να μην είναι ορατά στους άλλους· μόνο εκείνη γνώριζε την ύπαρξή τους και το γεγονός πως οι τρίχες της έκρυβαν έναν ολόκληρο αστερισμό από φουσκωμένα κόκκινα εξογκώματα. Λίγο πριν το τέλος έβγαλε ένα σπυράκι σε ένα μέρος που δεν ήξερε καν πως υπήρχε. Ετοιμαζόταν να φορέσει ένα ζευγάρι σκουλαρίκια μπροστά στον μι σοσπασμένο καθρέφτη του μπάνιου ενός κακού ενοικιαζόμενου δωματίου απέναντι από τη Σπιναλόγκα. Καθώς περνούσε τον κρίκο στο αριστερό αφτί της ένιωσε στιγμιαία τη γλυκιά ζέστη από μαζεμένο πύον. Άρχισε να ψάχνει μανιασμένα την πηγή της. Κοίταξε πίσω από το αφτί, κάτω από το αφτί, γύρω από το αφτί, κοίταξε ακόμα και μέσα του. Τίποτα. Παντού το δέρμα ήταν ανα μενόμενο, λευκό και λείο. Μέχρι που ξαφνικά το είδε: είχε βγάλει ένα σπυράκι ακριβώς στο σημείο όπου ο λοβός ενωνόταν με το πρόσωπο. Δεν κατανοούσε πώς μπορεί να εμφανιστεί ένα σπυράκι σε αυτόν τον μη τόπο, σχεδόν δεν πίστευε ότι θα υπήρχαν πόροι ικανοί να παράξουν λιπαρότητα! Και όμως.

Η απαλή σχισμή που θα βρισκότανε κανονικά εκεί ήταν διογκωμένη και ζεστή, μια νοσηρότητα που είχε συσσωρευτεί και κακοφορμίσει και λίγο ήθελε να περάσει απαρατήρητη εκεί που φύτρωσε αλλά να που την ξεσκέπασε, έστω και καταλάθος. Παραμέρισε τον λοβό, την μελέτησε προσεχτικά, εντόπισε το άνοιγμά της, βρήκε την βέλτιστη γωνία για να τοποθετήσει τα δάχτυλά της και την πάτησε. Ήτανε τόσο κοντά στο αφτί που για πρώτη φορά στη ζωή της άκουσε το πύον να βγαίνει ολοκάθαρα, εκείνος ο ανεπαίσθητος κρατσανιστός θόρυβος που δεν ήταν ποτέ σίγουρη αν είναι ήχος ή αίσθηση έμοιαξε αυτή φορά με μικρή έκρηξη. Η λιμνάζουσα απώθηση ξεχείλισε πηχτή σαν κρέμα. Τώρα πια ήταν αδύνατο να υποκριθεί πως δεν είχε δει τη σχισμή στην άκρη του προσώπου.

Τα πράγματα περνούν από μέσα μας με μαύρες γραμμές κι ένα μόνιμο βόμβο περνούν με μαύρες γραμμές από μέσα μας Ήσυχα ήσυχα κλείνει ο τόπος με μαύρες γραμμές πίσω μας ήσυχα κλείνει με μαύρες γραμμέςοτόπος Βασίλης Μαντζούκης, Κλείνει ο τόπος φωτογραφία της Paula Allen, από τη συλλογή Flowers in the Desert : The Search for Chile’s Disappeared Υπήρχε τόπος λένε εδώ˙ υπάρχει τόπος. Υπάρχει πάντα τόπος. Γράφει ο Κινέζος γεωγράφος Γι-Φου Τουάν ότι ο τόπος είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό χαρτογραφικό σημείο, αφού ως έννοια κατοικεί στην εμπειρία και τη συνείδηση των ανθρώπων που του δίνουν νόημα. Πρόκειται για ένα κέντρο αισθητής αξίας όπου ικανοποιούνται βιολογικές ανάγκες, όπως αυ τές για τροφή, νερό, ανάπαυση και αναπαραγωγή του είδους. Θεωρεί δηλαδή τον τόπο ως έναν οργανωμένο κόσμο νοημάτων και συνεπώς αποτελεί στην ουσία μια σταθερή έννοια. Αν δούμε όμως τον κόσμο σαν διαδικασία, σαν κάτι που αλλάζει διαρκώς – υποστηρίζει ο Τουάν – τότε δεν θα μπορούμε

να αναπτύξουμε καμία αίσθηση του τόπου. Και αν επιπλέον θεωρήσουμε τον χώρο ως το πλαίσιο εκείνο που επιτρέπει την κίνηση, τότε ο τόπος είναι μια στάση. Γι’αυτό άλλωστε ο χώρος συνδέεται με την ελευθερία, ενώ ο τόπος με την ασφάλεια. Και έτσι, κάθε στάση της κίνησης μπορεί να μεταμορφώσει μια τοποθεσία σε τόπο. Υπάρχει λοιπόν ο τόπος που φεύγει – ένας τόπος που αδιαλείπτως κινείται. Οι άνθρωποι δηλαδή που μετακινούνται από τόπο σε τόπο. Πρόσφυγες, λό γου χάρη. Στην ελληνιστική κοινή εκείνοι που αναζητούν την προστασία ή βρίσκονται κάτω από προστασία˙ εκείνοι που προσφεύγουν σε μια άλλη μοίρα, στον τόπο πέρα από το σύνορο που όριζε έναν κόσμο μαύρο και αφόρητο, στον τόπο πέρα από. Κι όσο οι άνθρωποι αλλάζουν τόπο, τόπους, τοπία, δεν κουβαλούν μαζί τους παρά μοναχά έναν τόπο πάντα. (Να λοιπόν πως φεύγει ένας τόπος, πως ταξιδεύει μέσα στις αποσκευές των ανθρώπων που τον όρι σαν – των ανθρώπων που εκείνος όρισε. Να πως δεν κλείνει ποτέ.) Ένας και μόνο τόπος προσδιορίζει πάντα τους ανθρώπους, σε αυτόν πάντα ανήκουν. Γι’αυτό ο πιο ισχυρός δεσμός που χαρακτηρίζει εκείνο που εγκαταλείπει τον τόπο του, δεν είναι ο τόπος όπου θα μετεγκατασταθεί – κι ούτε ποτέ θα γί νει. Ο τόπος του θα είναι πάντα εκείνος που – ίσως για πάντα – άφησε πίσω. Σαν πάει αλλού, γίνεται ξένος στο αλλού, τον τόπο τον παλιό αναγνωρίζουν όλοι. Να πάνε πίσω στη χώρα τους να πολεμήσουν δε λέμε; Πως και δεν τους ζητήσαμε να πολεμήσουν σε αυτήν εδώ, να πολεμήσουν για μας; Γιατί τους αρνούμαστε τον τόπο μας να γίνει και δικός τους; Υπάρχει όμως και εκείνος ο τόπος που στέκει ακίνητος, πιο βαρύς κι από την γη του – ένας τόπος λες και φτιαγμένος για να καλύπτει˙ τη ζωή, τους αν θρώπους, τους άλλους τόπους. Μιλώ για τόπους ασάλευτους εντελώς, που κρύβουν πηγές από πολύ βαθιά κάτω τους. Για ανθρώπους που πολέμησαν, γι’αυτό έμειναν πάντα στη χώρα τους. Που πολεμήθηκαν – από τη χώρα τους. Που έγιναν ο τόπος τους κι ο τόπος τους έγινε πια ό,τι υπήρξαν εκείνοι. Χι λιάδες οστά ανέστια, χωρίς τόπο, χωρίς μνήμα, διωγμένα από το σώμα τους αλλά και από κάθε χάρτη. Ποιος να ξέρει που να σκάψει για να βρει νερό ή συγγενή του; Υπήρχε σίγουρα γη εδώ, υπήρχαν άνθρωποι. Μια γεωγραφία αόρατη που τώρα ο τόπος – η έρημος Ατακάμα, μια έκταση σχεδόν όσο η δική μας χώρα – έχει θάψει μέσα στις ιστορίες και τα δάκρυα. Πέντε δεκαε τίες μετά κι ακόμα σκάβουν εκεί, ακόμα ψάχνουν νερό και συγγενείς. Ήσυχα έκλεισε ο τόπος αυτός τους άλλους τόπους, τους ανθρώπους, τους πολέμους, ούτε πρόσφυγες, ούτε ζωή αλλού, ούτε ξένοι, τίποτα. Στην έρημο αυτή, λένε, οι αστρονόμοι αναζητούν απαντήσεις για την ιστορία του κόσμου και οι Χιλιανές γυναίκες αναζητούν ακόμα τους αγαπημένους τους. Πετούν γαρύφαλλα στον

αέρα, στον ουρανό, γιατί δεν έχουν άλλο σημείο να τα πετάξουν. Προφέρουν ακόμα τα ονόματα, μήπως και βρουν νερό – ονόματα κοντινά μας, όπως Μα νουέλ, Κάρλος, Μπερναρντίνο, Ροζάριο, Χοσέ, Μίλτον, Ρομπέρτο, Λουίς. Κάπου στην έρημο αυτή, λένε, χιλιάδες χρόνια πριν – πριν και από τους φα ραώ – αναπτύχθηκε ο πολιτισμός των Τσιντσόρρο. Σε αυτό το «πιο ξηρό μέ ρος στον κόσμο», που η βιολογία απαγορεύει κάθε ζωή, έζησαν άνθρωποι. Και όσους πέθαιναν, λένε, δεν τους έθαβαν, αλλά τους έκαναν μούμιες, τους κρατούσαν για πάντα στην οικογένεια, με την υποχρέωση κιόλας να τους κου βαλούν μαζί τους όταν μετακινούνταν σε άλλο τόπο. Κάπου στην έρημο αυτή, υπάρχει και ένας τόπος γνωστός ως Κοιλάδα της Σελήνης, καθώς το σμίλευμα του χρόνου και του ανέμου έχει κάνει το πέτρωμα να μοιάζει του φεγγαριού. Αλλού πάλι στην έρημο αυτή, το πέτρωμα λένε πως μοιάζει με εκείνο του πλα νήτη Άρη. Υπάρχουν τόποι στην Ατακάμα που εδώ και έναν αιώνα δεν έχει πέσει ούτε σταγόνα βροχής. Τι τόπος να είναι η Ατακάμα, ούτε που μπορούμε να φανταστούμε με τα δεδομένα της εδώ ζωής. Μια έρημος που μόνο υπάρχει για να κρύβει την κάποτε ζωή. Για να δοκιμάζουν οχήματα για άλλους πλανή τες. Για να νομίζει κανείς ότι ταξίδεψε στο φεγγάρι. Για να πετάνε γαρύφαλλα στον αέρα οι γυναίκες, προφέροντας των αγαπημένων τα ονόματα. Για να στέκουν οι νεκροί δίπλα στους ζωντανούς, σαν ζωντανοί γιαΚωστήςπάντα.Ζουλιάτης

Πορτρέτο μιας άγνωστης γης Η εικόνα μιας γης που προϋπήρξε και σήμερα έχει λάβει νέα μορφή φέρνει αναπόδραστα στον νου την έννοια της μνήμης. Ο άνθρωπος έχει μάθει να λειτουργεί αδιάκοπα μέσα από οπτικοποιήσεις, μέσα από ανασυστάσεις ανα μνήσεων που έχει ήδη βιώσει και φαντασιακά ανοίγματα σε έναν χρόνο και έναν τόπο που δεν έχει έρθει ακόμα εδώ (και συνήθως δεν θα φτάσει ποτέ). Η μνήμη ανασύρει μαζί της όρους όπως οι μνημοτεχνικές πρακτικές και η κα ταγραφή, ως στοιχεία που συνδέονται με κάτι που κάποτε υπήρξε και έχει πια χαθεί, οδηγώντας τελικά στον στοχασμό όσων δεν έχει βιώσει ακόμα κανείς, στο επίπεδο που κυριαρχούν το φαντασιακό, η ουτοπία και η ενόραση. Η ανάμνηση και η ουτοπία έχουν υπάρξει ανέκαθεν το έδαφος πάνω στο οποίο πατά η καλλιτεχνική δημιουργία. Αποτελούν δύο όψεις ενός αλληλοσυ μπληρούμενου διπόλου, το οποίο είναι βαθιά ριζωμένο στην ανθρώπινη αντί ληψη και σε κάθε έκφανσή της και μέσα σε αυτό το πυκνό πλέγμα σημαντικό τατος είναι ο ρόλος που παίζει η σύμβαση. Στο Τέχνη και Ψευδαίσθηση (1960) ο Ernst Gombrich είχε εκφράσει γλαφυρότατα τους τρόπους με τους οποίους η σύμβαση, με την έννοια της γνώσης ενός συγκεκριμένου εικαστικού λεξιλο γίου και της αναγωγής συμβόλων από το υλικό του νου στο υλικό της πραγ ματικότητας, αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία οι καλλιτέχν@ χτίζουν τα έργα τους, με μια σχετική βεβαιότητα πως η δουλειά τους μπορεί να καταστεί αναγνώσιμη. Η σύμβαση, αυτή η ‘’εκ των προτέρων γνώση’’, ως έννοια νοη ματοδοτεί ουσιαστικά μια ανάμνηση την οποία ανασύρουμε ξανά και ξανά για να διαβάσουμε τον κόσμο γύρω μας. Αν και αυτό προϋποθέτει σαφώς κοινούς τόπους, τίποτα δεν μπορεί να μας δώσει την κατευναστική ή και αποπνικτική βεβαιότητα πως όλ@ αναγιγνώσκουμε με κοινούς τρόπους τα κοινά σύμβολα, ίσως με εξαίρεση το πρωταρχικό τους επίπεδο. Τα εικαστικά σύμβολα, όπως και η γλώσσα, μοιάζουν περισσότερο με μνημονικές άγκυρες. Και τελικά, όλα τα συστήματα επικοινωνίας, όπως άλλωστε και η έννοια της εξιστόρησης που βρίσκεται στο κέντρο τους, αφήνουν άπλετο χώρο για τις προσδοκίες του ατόμου που δημιουργεί ένα έργο και εκείνου που το συμπληρώνει και το κα ταναλώνει. Αρκεί να θυμηθούμε τον Akira Kurosawa στο Rashōmon (1950) να διατείνεται πως τα ανθρώπινα όντα, είτε εκούσια είτε ακούσια, συμπληρώ νουν συνεχώς όψεις της ζωής τους, ιστορίες τόσο δικές τους όσο και εκείνες που φτάνουν στα αυτιά τους και γίνονται κτήμα τους. Στο Πορτρέτο Μιας Γυναίκας που Φλέγεται (2019) της Céline Sciamma, μια καλ

λιτέχνιδα καλείται να δημιουργήσει το πορτρέτο μιας Γαλλίδας αριστοκράτισ σας για να αποσταλεί στον μελλοντικό της σύζυγο στην Ιταλία πριν την ίδια. Το πορτρέτο αυτό, όπως και τόσα που δημιουργούνταν και αποστέλλονταν σε υποψήφι@ συζύγους που δεν είχαν συναντήσει ποτέ το άτομο που επρόκειτο να νυμφευθούν, αποτελεί για εμένα την επιτομή του φαντασιακού και της ενο ρατικής πρακτικής. Ο Γελαστός Ιππότης (1624) του Frans Hals έχει προσεγγι στεί, μεταξύ άλλων αναγνώσεων, και ως ένα έργο που δόθηκε ως παραγγελία από το εικονιζόμενο πρόσωπο για να αποσταλεί σε κάποια υποψήφια νύφη. Αν αυτό αληθεύει, τότε μπορούμε να φανταστούμε μια γυναίκα στην Ολλαν δία του 17ου αιώνα να περιτρέχει με τη ματιά της την επιφάνεια του πίνακα, να κρατά νοητικές σημειώσεις από τα χαρακτηριστικά του άνδρα, να κλείνει τα μάτια της και να πλάθει ένα πρόσωπο μέσα στη σκέψη της, ένα πρόσωπο που είναι φτιαγμένο από ένα υλικό εύπλαστο, φωτεινό, ασαφές, απελευθερω μένο από την πραγματικότητα αλλά αναπόδραστα βαθιά αγκιστρωμένο σε αυτήν. Μάλιστα ο ίδιος ο Hals μέσα από μια πινελιά περισσότερο υπαινικτική παρά περιγραφική, μοιάζει να καταλήγει σε μια βαθιά φιλοσοφική ταύτιση φόρμας και ουσίας. Για αυτήν την υποθετική γυναίκα που έλαβε το πορτρέτο που φιλοτέχνησε ο Hals, πολλαπλές μεταφράσεις από το ένα μέσο στο άλλο, από τη μια σύμβαση στην επόμενη και από το ένα σύστημα προσδοκιών σε ένα νέο, κατέληξαν να δημιουργήσουν μια ξηρά που ανεβαίνει στην επιφάνεια για όσο κρατά το ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στην πλήρη άγνοια σχετικά με την ύπαρξη αυτού του προσώπου και στη συνάντηση. Και κάπως έτσι, μέσα από μια ενορατική αλληλουχία που θυμίζει ‘’σπασμένο τηλέφωνο’’, η Ολλανδή με το πορτρέτο του Γελαστού Ιππότη στα χέρια οδηγείται στη συγκρότηση μιας συγκεκριμένης προσδοκίας και τελικά παραδόξως (αλλά όχι και τόσο) στη συγκρότηση μιας ανάμνησης του μελλοντικού της συζύγου. Ο Γελαστός Ιππότης, αν πράγματι έστειλε αυτό το πορτρέτο σε μια μέλλουσα νύφη και αν ο γάμος ολοκληρώθηκε, δεν απέφυγε να αναμετρηθεί με μια ανάμνηση της ύπαρξής του, η οποία δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα, αλλά ταυ τόχρονα δεν μπορεί να θεωρηθεί ανύπαρκτη γιατί κάποια την ονειρεύτηκε. Στο Kōshikei (1968) του Nagisa Ōshima ένας κατάδικος που επιβιώνει από την κρεμάλα, αλλά χάνει τη μνήμη του, καλείται από τους εκτελεστές του να λάβει μέρος σε ένα θεατρικό παιχνίδι στο οποίο του μαθαίνουν πώς να ξαναγίνει ο εαυτός του, δηλαδή ο άνδρας που πρέπει να εκτελεστεί για τις φαύλες πράξεις του. Ο ίδιος μπορεί να μη θυμάται τίποτα, όμως οι γύρω του έχουν μια λε πτομερή ‘’ανάμνηση’’ των εγκλημάτων του αλλά και περιστατικών γύρω από τα παιδικά του χρόνια και πτυχές της καθημερινότητάς του, αναφερόμενοι συνεχώς σε γεγονότα που εξιστορούνται για πρώτη φορά τόσο στον ίδιο όσο και στο κοινό της ταινίας. Πρόκειται για μια γη που προϋπήρξε και μια νέα που αναδύεται στον ίδιο τόπο. Και η προηγούμενη γη αποτελεί τόσο σύμμαχο (ως

προϋπόθεση) όσο και τροχοπέδη της νέας. Επιστρέφοντας στην πρακτική των προσωπογραφιών, το έργο του Rubens Ο Ερρίκος Δ’ Παραλαμβάνει το Πορτρέτο της Μαρίας των Μεδίκων αποκρυσταλ λώνει απόλυτα τη δοξαστική, πραγματιστική, αλλά βαθιά φαντασιακή φύση της φιλοτέχνησης και της αποστολής πορτρέτων πριν τη συνάντηση του ζεύ γους. Το έργο του Rubens μπορεί να αναγνωστεί σε μια διάθεση έντονα αυτο αναφορική, αναδεικνύοντας ένα πλέγμα πολλαπλών συνειρμών. Κατ’ αρχάς δημιουργεί ένα άνοιγμα στην άλλη πλευρά της ιστορίας, εκείνην που αφορά την παραλαβή της προσωπογραφίας από τον μελλοντικό σύζυγο και την αφε τηρία της συγκρότησης μιας ανάμνησης. Η παραγγελιοδότρια του έργου είναι η Μαρία των Μεδίκων, γεγονός που συνδέει το επεισόδιο με την παραδοσιακή πρακτική της γυναίκας που καλείται να αποστείλει μια εικόνα της, όμως η πα ραγγελία δόθηκε μετά τον γάμο, και μάλιστα μετά από τον θάνατο του ανα παριστάμενου ερωτοχτυπημένου βασιλιά της Γαλλίας Ερρίκου. Σε ένα πρώτο στάδιο οι έντονες πολιτικές ανάγκες αποτέλεσαν το πλαίσιο της συγκεκριμέ νης παραγγελίας, καθώς η Μαρία των Μεδίκων εκδιωκόταν από τη γαλλική πρωτεύουσα κατηγορούμενη πως σφετερίστηκε τον θρόνο και επιθυμούσε διακαώς να νομιμοποιήσει τη θέση της. Όμως, τελικά μέσα από ένα έργο που στόχευε στην αποκατάσταση του κύρους της πρωταγωνίστριάς του, η Μαρία (ή και αποκλειστικά ο Rubens για λογαριασμό της) καταλήγει να παρουσιά σει ένα όραμα: σε έναν μεταγενέστερο χρόνο φαντασιώνεται μια στιγμή του παρελθόντος την οποία δε βίωσε ποτέ, και αυτή η ίδια η στιγμή αφορά έναν άνδρα που ξεκινά να στοχάζεται γύρω από εκείνην. Ενώ η προσοχή μας έχει απορροφηθεί από το έργο, ο Rubens βρήκε χρόνο να τοποθετήσει μπροστά και πίσω μας από έναν καθρέφτη, παγιδεύοντάς μας μαζί με την ηρωίδα του σε μια αέναη αλληλουχία ανατροφοδοτήσεων ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον, μια στιγμή που κρατά για πάντα χωρίς να αφορά ποτέ το παρόν της. Αυτός ο σφιχτός συσχετισμός ανάμεσα στην ανάμνηση και την ενόραση θυ μίζει μια πρακτική που άνθισε στην Ευρώπη του 15ου αιώνα. Ταξιδιώτες που όργωναν τα μονοπάτια των Ιερών Τόπων συνήθιζαν να καταγράφουν τις εμπειρίες του ταξιδιού και να τις μοιράζονται με πιστούς που, αν και ποτέ δεν βρέθηκαν στους Αγίους Τόπους, εντούτοις ήταν σε θέση να γνωρίζουν έως και τις παραμικρές λεπτομέρειες που συναντούσε κανείς στα μονοπάτια της Ιερουσαλήμ. Μέσα στα σπουδαστήριά τους ή μπροστά από ανοιχτά πα ράθυρα, με το δάχτυλο να κρατά τη σελίδα που διέκοπταν το διάβασμα, οι πιστ@ έκλειναν τα μάτια και ενεργοποιούσαν τις αφηγήσεις των περιπλανώ μενων συγγραφέων μέσα από μια πρώτη ύλη ρευστή, αλλά ταυτόχρονα γε μάτη προσωπικές και κοινωνικές συμβάσεις, προκαταλήψεις, προσδοκίες και

αναμνήσεις (από τον κόσμο της πραγματικότητας ή των συλλογισμών τους). Δεν ξέρω πόσ@ από αυτ@ πραγματοποίησαν τελικά το ίδιο το ταξίδι και πώς αλληλεπίδρασε ο δύσκαμπτος υλικός τόπος που βρέθηκε μπροστά τους με εκείνον που είχαν φαντασιωθεί, αλλά σίγουρα δεν θεωρούσαν πως η επίσκε ψη στους Αγίους Τόπους αποτελούσε εκκρεμότητα, αφού το προσκύνημα και η ενόρασή του κατέληξαν να συμπτυχθούν σε μια οντότητα. Αφηγούμαστε συνεχώς ιστορίες για γεγονότα που έχουμε ζήσει, αλλά και άλλα που επιλέξαμε να συνδεθούμε μαζί τους. Η τέχνη αποτέλεσε έναν από τους πιο αγαπητούς κώδικες οργάνωσης του αχανούς υλικού της ζωής, σε μια προσπά θεια να καλυφθεί επαρκώς η ανάγκη μας για νομοτέλεια, όμως δεν κατάφερε να αποδεσμευτεί από την αυτοαναφορική πτυχή του χρόνου που ανοίγεται ταυτόχρονα προς την ανάκληση του παρελθόντος και τον διαλογισμό του μέλλοντος. Αυτή η ενδιάμεση κατάσταση ενός παρόντος που διαστέλλεται επ’ άπειρον λαμβάνει χώρα αυτήν τη φορά σε έναν τόπο παλαιό, καταβυθισμένο και αναγεννημένο. Σε μια γη που μπορεί να φοβάται την αναμέτρηση με τις αναμνήσεις μας, ακόμα και για όσ@ την έχουμε απλά ονειρευτεί με ένα γαμή λιο πορτρέτο της στα χέρια μας. Εμμανουέλα Κυριακοπούλου

Locus, loci: Μια διαθεματική προσέγγιση για τον ιδεατό τόπο Ο τόπος και ο χώρος. Θέματα αλληλένδετα που επανεμφανίζονται συχνά στην ιστορία του ανθρώπινου στοχασμού, της τέχνης και της λογοτεχνίας. Ο τόπος και ο χώρος, άλλοτε καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη του μύθου και άλλοτε ως το πλαίσιο εντός του οποίου συμβαίνει η δράση. Ο χώρος μπορεί να εξυπηρετεί πολλαπλές λειτουργίες και γι’ αυτό οι κατηγοριοποιήσεις στις οποίες υπόκειται είναι ποικίλες. Επιχειρώντας να ιχνηλατήσει μια «ιστορία του χώρου», ο Μισέλ Φουκώ (Michel Foucault, 19261984) αναφέρει πως το Μεσαίωνα επρόκειτο για ένα «ιεραρχημένο σύνολο τόπων». Οι τόποι, χωρισμένοι συνήθως σε δίπολα, μπορεί να ήταν ιεροί ή κοσμικοί, προστατευμένοι ή ανοιχτοί, αστικοί ή υπαίθριοι και ακόμη, τόποι υπερουράνιοι, που έρχονταν σε αντίθεση με τον επουράνιο τόπο κι εκεί νος με τον επίγειο.1 Για το σύγχρονο χώρο, ο φιλόσοφος αποφαίνεται ότι πιθανά δεν έχει επιτευχθεί ακόμη «μια έμπρακτη αποϊεροποίηση του χώρου» καθώς «οι αντιθέσεις που αποδεχόμαστε ως δεδομένες […] εξακολουθούν να διαπνέονται από μια υπόκωφη ιεροποίηση». Τέτοιες αντιθέσεις είναι οι διακρί σεις ανάμεσα στον ψυχαγωγικό και εργασιακό χώρο, τον ιδιωτικό και το δη μόσιο κλπ.2 Όσον αφορά στο τελευταίο δίπολο, ο Βάλτερ Ζίμπελ (Walter Siebel) υποστηρίζει ότι ο δημόσιος χώρος διαφέρει από τον ιδιωτικό, ως προς το ότι ο πρώτος χαρακτηρίζεται από την «τελετουργική ανωνυμία μιας επιτηδευμένης συμπεριφοράς που κρατά τις αποστάσεις», ενώ ο δεύτερος «είναι χώρος της οικειότητας, της σωματικότητας και του συναισθηματισμού».3 Από την άλλη, βρίσκουμε στο φουκωϊκό στοχασμό τις ουτοπίες, οι οποίες, κατά το φιλόσοφο, «είναι χωροθεσίες χωρίς πραγματικό τόπο», ενώ διακρίνονται από τις ετεροτοπίες, αφού οι δεύτερες είναι «ενός είδους ενεργά πραγματωμένες ουτοπίες, […] ενός είδους τόποι που βρίσκονται έξω από όλους τους τόπους», παρόλο που υφίστανται πραγματικά.4 Στα λαϊκά παραμύθια ο τόπος παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της 1. Michel Foucault, «Άλλοι χώροι [Ετεροτοπίες]» στο Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, μετάφρ.: Τάσος Μπέτζελος, Αθήνα, Πλέθρον, 2012, σελ. 256 (στο εξής Foucault, 2012). 2. Foucault, 2012, σελ. 258. 3. Walter Siebel, «Τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά και το μέλλον της Ευρωπαϊκής πόλης» στο Αύριο οι Πόλεις, επιμ.: Παύλος Λέφας, Αθήνα, Πλέθρον, σελ.87-93 4. Foucault, 2012, σελ. 260

ιστορίας και του ψυχισμού των ηρώων. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι ένας τόπος «άγνωστος και μαγικός», «όπου φτάνει κανείς αφού λιώσει σαράντα ζευγάρια σιδερένια παπούτσια».5 Άλλοτε, τα υπερφυσικά όντα του παραμυθιού κατοικούν σε έναν τόπο ρεαλιστικού, αναγνωρίσιμου περιβάλλοντος, μια ερημική τοποθεσία, έναν κοντινό λόφο ή κάμπο «στα όρια της κοινότητας» του αφηγητή, μια σπηλιά ή ένα σπίτι.6 Συχνό είναι στο λαϊκό παραμύθι το μοτίβο της κατάβασης, όπου ο ήρωας ή η ηρωίδα, χρησιμοποιώ ντας μια σκάλα με σαράντα σκαλιά μεταφέρεται σε ένα παλάτι, που δεν ομοι άζει με κανένα άλλο οίκημα στο ρεαλιστικό κόσμο.7 Πρόκειται, βέβαια, για ένα σύμβολο, εκείνο της διαδικασίας της ενηλικίωσης, αλλά και της καταβύθισης στο υποσυνείδητο, αν υιοθετήσουμε τις ψυχαναλυτικές θεωρίες. Στο θέατρο, τη λογοτεχνία και τη ζωγραφική, οι ιδεατοί τόποι κατέχουν εξέχουσα θέση. Κλασσικό είναι το παράδειγμα του νησιού στο οποίο κατοικεί ο Πρόσπερο, μετά τη φυγή του από το Μιλάνο, στην Τρικυμία του Σαίξπηρ. Πρόκειται για έναν τόπο εμπνευσμένο τόσο από την αποικιοκρατία και ένα ναυάγιο που συνέβη το 1609, όσο και από τα γραπτά των Τόμας Μουρ (Thomas More, 1478-1535) και Μονταίν (Michel de Montaigne, 1533-1592).8 Στη λογοτεχνία συναντάται συχνά η ταύτιση της Ουτοπίας με την Αρκαδία, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του ποιμενικού μυθιστορήματος του Φίλιπ Σίντνι (Philip Sidney, 1554 – 1586) Η Αρκαδία της Κόμισσας Πέμπροκ (The Countesse of Pembroke’s Arcadia, εκδ. 1593). Όσον αφορά στη ζωγραφική, το πλέον φημισμένο παράδειγμα ουτοπίας είναι οι Ποιμένες της Αρκαδίας (16371638) του Νικολά Πουσσέν (Nicola Poussin, 1594 – 1665). Η ερμηνεία του έργου από τον Ερνστ Γκόμπριχ (Ernst Gombrich) θεωρείται πια κλασσική: σ’ ένα ειδυλλιακό τοπίο, οι βοσκοί διαβάζουν τη μαρμάρινη πλάκα ενός τάφου: “Et in Arcadia Ego” («Είμαι κι εγώ στην Αρκαδία»). Το υποκείμενο της πρότασης είναι ο Θάνατος, ο οποίος συνεχίζει να υπάρχει ακόμη και σε ένα τόσο ειδυλλιακό τοπίο. 9 Άλλη περίπτωση ιδεατού τόπου, που συναντάται στη λογοτεχνία και ενέπνευσε τόσο τη ζωγραφική όσο και την όπερα, είναι εκείνη του μαγικού νησιού της μάγισσας Αλτσίνα, που αναφέρεται στο επικό ποίημα του Αριόστο (Ludovico Ariosto, 1474-1533), Μαινόμενος Ορλάνδος (Orlando Furioso, 1516). 5. Μαριάνθη Καπλάνογλου, Παραμύθι και αφήγηση στην Ελλάδα: Μια παλιά τέχνη σε μια νέα εποχή, Αθήνα, Πατάκης, 2014 (1η έκδοση, η ίδια, 2002), (στο εξής: Καπλάνογλου, 2014), σελ. 218. 6. Καπλάνογλου, 2014, σελ. 218-219 7. Καπλάνογλου, 2014, σελ. 298 8. Μάριος Πλωρίτης, Ο πολιτικός Σαίξπηρ. Η τραγωδία της εξουσίας, Αθήνα, Καστανιώτης, 2002, σελ. 300, 305, 307-308 9. Ernst H. Gombrich, The Story of Art ,Νέα Υόρκη, Phaidon, σελ. 294

Πρόκειται για έναν τόπο φανταστικό, έναν παράδεισο επί γης, μιαν άλλη Ωγυγία ή Αιαία, όπου κυριαρχεί η αισθησιακή απόλαυση και ο έρωτας μακριά από τα καθήκοντα που βαραίνουν τον άνθρωπο που ζει σε μια οργανωμένη κοινωνία.10 Στο νησί αυτό καταφθάνει ο ιππότης Ρουτζέρο, μετά τη μονομαχία του με τη γιγάντισσα Ερφίλλα 11 Ωστόσο, το νησί είναι μαγεμένο, με παλαιούς εραστές της Αλτσίνα μεταμορφωμένους σε φυτά, ζώα και άψυχα αντικείμενα. 12 Ο Ρουτζέρο υποκύπτει στις γητείες και τον έρωτα της Αλτσίνα 13 Στη συνέχεια του ποιήματος, η νεράιδα Μελίσσα, δίνει στον ιππότη το Δαχτυλίδι της Λογικής και τότε, εκείνος κατανοεί πως βρίσκεται σε μια πλάνη 14 Ο Ρουτζέρο αποχωρεί για έναν άλλο τόπο, εκείνον της Λοτζιστίλλα, προκειμένου να αναζητήσει ασχολίες του πνεύματος και της λογικής.15 Οι δύο αυτοί τόποι, τα παλάτια της Αλτσίνα και της Λοτζιστίλλα, δημιουργούν έτσι ένα συμβολικό δίπολο ανάμεσα στην πνευματικότητα και τη σωματικότητα, τον amor celeste έναντι του amor vulgare, το επουράνιο ένα ντι του γήινου, κατά τα προτάγματα του Νεοπλατωνισμού. Βέβαια, ο ποιητής δεν καταδικάζει τις παρορμήσεις και τον αισθησιασμό του σώματος, αλλά το παρουσιάζει ως κάτι το φυσικό, καθώς κεντρικό σημείο του επεισοδίου με την Αλτσίνα είναι ο locus amoenus,16 ένας τόπος ευχαρίστησης,17 ο οποίος βέβαια, τουλάχιστον στην περίπτωση του κήπου της Αλτσίνα ή της Κίρκης, όσο πιο θελτικός φαίνεται αρχικά, τόσο επικίνδυνος θα αποδειχθεί στη συνέχεια.18 Στο Canto VI ο ποιητής αναρωτιέται, «πρόκειται για παράδεισο ή κόλαση; Ή μήπως είναι εδώ το μέρος όπου γεννιέται ο Έρωτας;…Δεν υπάρχει ίχνος κανένα της ασπρομάλλας περισυλλογής…[το μέρος αυτό] θα μπορούσε κανείς εύκολα να περάσει για ουτοπία». Παρακάτω σχολιάζει, αναφερόμενος στον πληθυσμό του νησιού «Θα υπέθετε κανείς πως τα κορίτσια και τα αγόρια τούτα, για κάποιο πίνακα ποζάρουν με θέμα αρκαδικό».19 10. Ita Mac Carthy, “Alcina’s Island: From Imitation to Innovation in the ‘Orlando furioso’”, Italica, τομ. 81, τχ. 3 (Φθινόπωρο, 2004), σελ. 325-350 (στο εξής: Mac Carthy, 2004) 11. Morten Steen Hansen, “Ariosto in the Hands of Sixteenth and Seventeenth-Century Artists” στο Teaching the Italian Renaissance Romance Epic, επιμ. Jo Ann Cavallo, Νέα Υόρκη, The Modern Lan guage Association of America, 2018, σελ. 251-258 (στο εξής: Steen Hansen, 2018) 12. Mac Carthy, 2004 13. Ludovico Ariosto, Orlando Furioso: A New Verse Translation, μετάφρ. David R. Slavitt, Κέιμπριτζ, Μασσαχουσέτη και Λονδίνο, The Belknap Press of Harvard University Press, 2009, (στο εξής: Arios to, 2009) Canto VΙI, στρ.16, σελ. 111 14. Mac Carthy, 2004 15. Mac Carthy, 2004 16. Mac Carthy, 2004 17. Eduardo Saccone, “Wood, Garden, ‘locus amoenus’ in Ariosto’s ‘Orlando Furioso’”, MLN, τομ 112, τχ. 1, (Ιαν., 1997), σελ. 1-20 (στο εξής: Saccone, 1997) 18. Saccone, 1997 19. Ariosto, 2009, Canto VI, στρ. 73-74, σελ. 105

Αντλώντας τη θεματολόγια του από τον Μαινόμενο Ορλάνδο, ο ζωγράφος Νικολό ντελ Αμπάτε (Nicolò dell’Abate, περ. 1509/12-1571) δημιούργησε γύρω στα 1550 μια σειρά οκτώ νωπογραφιών στο Παλάτσο Τορφανίνι στη Μπολόνια. Μια από αυτές, απεικονίζει τη σκηνή της άφιξης του Ρουτζέρο στο παλάτι της Αλτσίνα. Η μάγισσα υποδέχεται έξω από τις πύλες του παλατιού μαζί με τις ακόλουθές της τον έφιππο ιππότη στα αριστερά. Κεντρικά στο βάθος του έργου, απεικονίζεται η μονομαχία του Ρουτζέρο με την Ερφίλλα 20 Η έντονη βλάστηση αν και λειτουργεί πρωταρχικά ως το φόντο που πλαισιώνει τους πρωταγωνιστές και χωρίζει το αφηγηματικό παρόν (άφιξη στο παλάτι) από το αφηγηματικό παρελθόν (μονομαχία), ταυτόχρονα υποδηλώνει αφενός τον τόπο αυτό της ευχαρίστησης, αφετέρου θα μπορούσε να αποτελεί μια υπενθύμιση για τους μεταμορφωμένους εραστές της Αλτσίνα. Η νωπογραφία, αν και ζωγραφισμένη ιλουζιονιστικά, χαρακτηρίζεται από έλλειψη αναλογίων ανάμεσα στις μορφές, τα κτίρια και το τοπία, δημιουργώντας κάτι το περίερ γο21 και το παραμυθιακό Οι τόποι στην πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού, είτε εμφανίζονται ως ουτοπίες είτε ως ετεροτοπίες, μορφοποιούν, ενεργοποιούν ή αποκρύπτουν κάθε πτυχή του νοήματος. Κάθε τόπος είναι «γλώσσα» που εκφράζει τον πυ ρήνα του σημαινομένου, είναι μία γραφή που προηγείται της αφήγησης, της λογοτεχνικής σύλληψης, της νοητικής κατασκευής, της εικαστικής δημιουργί ας, ενώ ταυτόχρονα περικλείει και εγκολπώνεται ως περιέχων το όλο περιε χόμενο. Ο τόπος συμβάλλει στην επικοινωνία και στο επίπεδο πρόσληψης του θεατή ή του αναγνώστη. Για τους λόγους αυτούς, ιδιαιτέρως η ουτοπία και οι ιδεατοί τόποι που προβάλλουν το χώρο ως ψευδαίσθηση, ως αντιχωροταξία, και τον αντιπαρα βάλλουν στο πραγματικό περιβάλλον της ανθρώπινης ζωής και της δομημέ νης κοινωνίας, καθίστανται συνήθη μοτίβα στην καλλιτεχνική δημιουργία και τη λαϊκή παράδοση, ενώ αποτελούν συχνά αντικείμενο εμβριθούς μελέτης για τη φιλοσοφία. Αναστασία Μιχοπούλου,Φιλόλογος& Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στην Ιστορία της Τέχνης, Πανεπιστήμιο Κρήτης 20. Steen Hansen, 2018 21. Steen Hansen, 2018

There Was Land Here Before – Will there be land here anymore? Φλωρεντία, 4 Νοεμβρίου 1966 Ο ποταμός Άρνος πλημμυρίζει και το κέντρο της πόλης βυθίζεται κάτω από την υγρή στάθμη από την οποία αναδύονται μονάχα οι θόλοι και τα καμπαναριά των Αναγεννησιακών μνημείων της πόλης. Την ίδια στιγμή γεννιέται το SUPERSTUDIO, ένα καλλιτεχνικό κίνημα που δεν κατασκευάζει κτίρια αλλά επιχειρεί να διαταράξει την αρχιτεκτονική και τον σχεδιασμό του παρελθόντος. Ενός παρελθόντος τόσο αξεπέραστου που καταλήγει να εγκλωβίζει το παρόν και να οδηγεί σε ένα μέλλον δυστοπικό SUPERSTUDIO, Salvataggi dei centri storici italiani (Italia vostra), Firenze, 1972 Τα ουτοπικά οράματα των ιστορικών πρωτοποριών του μεσοπολέμου, κατά τον Tafuri, δεν είναι παρά εξιδανίκευση του καπιταλισμού, μια μεταμόρφωση του καπιταλιστικού ορθολογισμού σε ορθολογισμό της μορφής, του σχεδίου της αρχιτεκτονικής.1 Οι προτάσεις ανοικοδόμησης των μεταπολεμικών δεκαετιών της Χρυσής Εποχής2 οδηγούν στην ολοκληρωτική εξάλειψη του τόπου μέσω της πλανητικής κυριαρχίας της τεχνικής. Σε μία παιγνιώδη εμπλοκή με τον χώρο, τον χρόνο και την ίδια την αρχιτεκτονική, η Υπερ υπερ επιφάνεια, μία ατέρμονη και άχρωμη επιφάνεια πληροφο ριών και ενέργειας, υπόσχεται να προσφέρει νέες δυνατότητες κατοίκησης βασισμένες στην αλληλεπίδραση ανθρώπου – τεχνολογίας. Οι έννοιες του χώρου και του χρόνου τίθενται σε διαπραγμάτευση λόγω των ηλεκτρονικών βυσμάτων που συνδέονται και αποσυνδέονται κατά το δοκούν. Το διαδίκτυο είναι εκείνο που επιτρέπει αυτού του είδους τη χωροχρονική υπέρβαση. Τα 1. Tafuri, M., 1969, ‘Per una critica dell’ideologia architettonica’, Contropiano, 1, 31-79. 2. Hobsbaum, E., 2010 [1994], Η Εποχή των Άκρων. Ο σύντομος Εικοστός Αιώνας (1914-1991), Αθήνα: Θεμέλιο.

όρια της φύσης και της κατοικίας είναι ασαφή και μεταβαλλόμενα, σχεδόν ανύπαρκτα. Η κατάργηση των συνόρων μοιάζει να παρέχει την ελευθερία που τόσο επιδιώκουν οι πλάνητες, οι μετανάστες, οι νομάδες και οι ταξιδευτές. Ο κάναβος που καλύπτει το έδαφος δεν έχει ιεραρχίες, όλα τα κομμάτια του μοιάζουν ισότιμα. Τόσο, που δύσκολα αναπτύσσεται η ανάγκη μετακίνησης σε άλλον τόπο. Χωρίς το άγχος της ιδιοκτησίας, το ίδιο το σώμα μετατρέπεται σε αντικείμενο της αρχιτεκτονικής, το αυτόνομο κέλυφος που ταυτόχρονα κατοικείται και κατοικεί. SUPERSTUDIO, Supersuperficie, 1971-1972 Η ανεξάντλητη παροχή πληροφοριών και υπηρεσιών φαντάζουν να προσφέρουν την πολυπόθητη μεταβλητότητα της «πόλης» η οποία έχει απελευθερωθεί από κάθε είδους δομές αλλά σε αντάλλαγμα προσφέρει διαρκή συνδεσιμότητα. Η έννοια της πόλης αντικαθίσταται από τη δυναμική του κόμβου. Μέσα σε αυτήν την νέα πλασματική αίσθηση ελευθερίας κινήσεων και επιλογών, η αποσύνδεση αποτελεί την νέα πρόκληση. SUPERSTUDIO, Monumento Continuo, 1969-1970 Η γη αντικαθίσταται από έναν ενιαίο κάναβο, σαν αυτόν που τοποθετούν οι αρχαιολόγοι στην επιφάνεια του εδάφους πριν σκάψουν για να διερευνήσουν

την ιστορία του εις βάθος, ή σαν εκείνον που χρησιμοποιούν οι αρχιτέκτονες προκειμένου να επεκτείνουν καθ’ ύψος την επιφάνεια του εδάφους. Ο κάναβος του SUPERSTUDIO μοιάζει με μια ακίνητη θάλασσα κατόπτρων, κάτι σαν τα σημερινά λιβάδια φωτοβολταϊκών που με φάρους τις ανεμογεννήτριες ήρθαν για να διαφυλάξουν την ομαλή σχέση ανθρώπου – περιβάλλοντος. Στην ίδια λογική, τα αυτοκίνητα σταδιακά μετατρέπονται σε «οικολογικά» ώσπου να πάψουν να υφίστανται. Τα προβλήματα κατοίκησης λόγω του υπερπληθυσμού και των ακούσιων μετατοπίσεων έρχονται να τα λύσουν οι υπερπολυτελείς, έξυπνες πόλεις 3 Στις «βιώσιμες» πόλεις του μέλλοντος ο πολιτισμός αντικαθίσταται από τον τουρισμό, η ψυχαγωγία από την διασκέδαση, η παιδεία από την δια-βίου μάθηση, η ιατρική από την βιοτεχνολογία. Το πεπτικό μας σύστημα θα συνηθίσει κι αυτό να δέχεται νέου τύπου, οικολογικές τροφές και όλοι μαζί θα συντελέσουμε στην όσο το δυνατόν μικρότερη έκλυση μεθανίου στην ατμόσφαιρα. Τεχνολογικές ουτοπίες ολοκληρωτικά δυστοπικές. Η θρησκεία πέθανε. Ζήτω η επιστήμη! Η νέα στιγμή είναι η εικόνα της στιγμής, αυτή που μεταφέρεται αυτομάτως μέσω του κόμβου σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Αλλά και εκτός αυτής. Μέσω της διαπλανητικής λεωφόρου ο ανθρώπινος πολιτισμός επεκτείνεται στο σύμπαν. SUPERSTUDIO, L’architettura interplanetaria, Autostrada Terra-Luna, 1970-1971 Η συνομιλία με την ουτοπία φαντάζει αναπόδραστη. Κατά τον Koolhaas, το έργο του αρχιτέκτονα, χωρίς αναφορά στην ουτοπία δεν μπορεί να έχει καμία πραγματική αξία, ενώ συνυφασμένο με αυτήν θα βρεθεί συνένοχο στη διάπραξη μικρότερων ή μεγαλύτερων εγκλημάτων.4 3. https://www.neom.com/en-us/about 4. Koolhaas, R., 2003, Content. Köln: Taschen, 393.

Υπάρχει ένα μέτρο πάνω στη γη; Δεν υπάρχει κανένα. Διότι αυτό που ονομάζουμε, όταν λέμε πάνω στη γη, υφίσταται μόνο στον βαθμό που ο άνθρωπος κατοικεί τη γη, και κατοικώντας την, την αφήνει να είναι γη.5 Χριστίνα Παπούλια 5. Heidegger, M. 2008 [1951], “…Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος…» (μτφ. Ι. Αβραμίδου, επιμ Γ. Ξηροπαϊδης). Αθήνα: Πλέθρον, 53

Ο υδρόφιλος και η αμμόφιλη Ελένη Ρήγα 1904, Ελαφόνησος Το 1904, ο γεωλόγος Φωκίων Νέγρης ήταν ο πρώτος που παρατήρησε τα αρ χιτεκτονικά κατάλοιπα του καταποντισμένου οικισμού Παυλοπέτρι στην Ελα φόνησο. Ο οικισμός χρονολογείται από το 2.800 π.Χ. Ο υδρόφιλος Φωκίωνας βρήκε τη δική Ατλαντίδα. Οι παρατηρήσεις του επιβεβαιώθηκαν μόνο μετά την επίσκεψη του ωκεανογράφου Nicholas Flemming στην περιοχή χρόνια αργότερα. Το 1967, ο Flemming στην προσπάθεια του να μελετήσει τις αλλα γές στη στάθμη της θάλασσας στο Αιγαίο ανακάλυψε εκ νέου τα ερείπια του βυθισμένου προϊστορικού οικισμού. Σε συνεργασία με τον Άγγελο Δεληβοριά από την Εφορεία Αρχαιοτήτων της Σπάρτης, χαρτογράφησαν την παλαιότερη ίσως βυθισμένη πόλη. 1996, ΕκείνοΕλαφόνησοςτοκαλοκαίρι υπήρξε διαφορετικά από τα άλλα. Ανάμεσα στα άλλα αλλά και ξέχωρα από αυτά. Πέρασα δυόμιση ώρες στο πίσω κάθισμα μπλεγ μένη ανάμεσα στις λουλουδάτες φούστες. Δεν θυμάμαι αν ζαλιζόμουν στις στροφές ή αν κουνούσε το φέρι. Θυμάμαι, όμως, το στρογγυλό μικρό πράσινο καρπούζι όταν φτάσαμε έξω από το μεγάλο λευκό σπίτι. Ήταν τόσο μικρό που μπορούσα να το κρατήσω στην αγκαλιά μου. Δίπλα του βρισκόταν ένα άλλο, ξεκοιλιασμένο, αστραφτερό, κόκκινο με μαύρα σποράκια. Φόρεσα το μαγιό μου και έπιασα τα σγουρά μαλλιά μου σε έναν κότσο με την ελπίδα ότι δεν θα μπλέκονταν και η γιαγιά δεν θα τα τραβούσε τόσο δυνατά όπως τις κοτσίδες της μαμάς μου. Από τότε, της είχε μείνει λέει ένας μόνιμος πονοκέφαλος και φοβήθηκα ότι ίσως το ίδιο θα συνέβαινε και σε μένα. Αν δεν τα έμπλεκε ο αέρας, θα το έκανε το νερό. Έπρεπε να αποκλείσω κάθε ενδεχό Αμέσωςμενο. μετά, κατεβήκαμε στην παραλία και έπεσα στην άμμο να κάνω τάχα αγγελάκια όπως έκαναν στις ταινίες πάνω στο χιόνι. Μόνο που η άμμος με έκανε χρυσή και αλμυρή, σχεδόν κρατσανιστή, μετά από λίγη ώρα κάτω από τον ήλιο. Είχα για πρώτη φορά την αίσθηση της απόλαυσης του εαυτού. Από

τότε, έγινα αμμόφιλη. Χάιδευα τις αμμοθίνες που κουνιόντουσαν αργά μαζί με τον άνεμο και εκείνες με τη σειρά τους τρυφερά με χάιδευαν πίσω. 1928, Φωκίωνος Νέγρη Η Φωκίωνος Νέγρη κατασκευάστηκε πάνω στο ρέμα Λεβίδη που ξεκινούσε από τα Τουρκοβούνια. Το ρέμα χώριζε τα σπίτια δημιουργώντας μια “rive gauche - rive droite” κατάσταση που κατέληγε σε μια ξύλινη γέφυρα στην Πα τησίων. Η οδός σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Βασίλη Τσαγρή με λεύκες και συντριβάνια. Στις αρχές του 20ου αιώνα, η Μεγάλη Βρύση στην Κυψέλη ήταν σημείο συνάντησης για τους νερουλάδες στις συχνές περιόδους ξηρα σίας που ταλαιπωρούσαν την Αθήνα. Το 1928, δόθηκε το όνομα Φωκίωνος Νέγρη στην υδρόφιλη οδό. 2022, Φωκίωνος Νέγρη Μεσημέρι, πέμπτος όροφος, μεγάλη γυάλινη τζαμαρία. Για να δροσιστώ, στην όψη του νερού, κατέβηκα στο συντριβάνι με τη λουόμενη που φέρει τον τίτλο «Κόρη σε έκσταση» του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου. Η λουόμενη βρίσκεται ανά μεσα σε κισσούς και πλάτανους, παραδομένη στα βλέμματα των περαστικών. Για πρώτη φορά ένιωθα σπίτι στην Αθήνα χάρη σε αυτό το συντριβάνι. Άλ λωστε, πάντα όταν συζητάμε καταλήγουμε στο πρώτο μου συντριβάνι. Κάθε συντριβάνι που συναντώ αναφέρεται σε εκείνο. Η μαμά μου έλεγε ότι είχε ψαράκια όταν ήταν μικρή. Για αυτό, έλεγαν ότι πή γαιναν στα ψαράκια και όχι στο συντριβάνι. Εγώ δεν τα πρόλαβα αλλά μου άρεσε να βλέπω το νερό να πηδά χαρωπά και ασταμάτητα. Αυτή, η αέναη ανανέωση του νερού, ήταν για μένα μια υπεραπόλαυση, μια Άλλη απόλαυση, Ότανυδρόφιλη.γύρισα, τα κουτιά της μετακόμισης ήταν ακόμα εκεί. Κάπου μέσα μου ήλπιζα ότι θα είχαν φύγει. Θα είχαν βαρεθεί να με περιμένουν να τα ανοίξω, να δαμάσω τους φόβους μου, να τακτοποιήσω το θυμό μου, να δροσιστώ από τη ζέστη και θα είχαν απλά φύγει. Ξεκίνησα από το πιο παλιό κουτί. Τα τραύματα είχαν γίνει φιλικά φαντάσματα. Στην πολαρόιντ του 1996, είσαι στο νερό και εγώ καθισμένη πάνω στον αμμό λοφο, ακόμα να προσπαθώ να φτιάξω τα τέλεια μικρά αγγελάκια. Εσύ υδρό φιλος, εγώ αμμόφιλη. Ήσουν ψηλός και όμορφος. Εκείνη, έμεινε εκτός πλάνου.

Είχε μια τη μεγάλη ελιά στο μάγουλο. Μια μητέρα που κάτι πεθύμησε και δεν το πήρε. Ένα σημάδι μιας Άλλης επιθυμίας. Προσπάθησα να σου μιλήσω στο τηλέφωνο, βρισκόμουν στην 53η, λίγο πριν την 5η και ένα επιτοίχιο συντριβά νι εμφανίστηκε μπροστά μου. Δεν απαντούσες πια και ένιωσα τα μάτια μου, υγρά, υδρόφιλα. 2022, Ελαφόνησος

Veloxina Είδα το τραγούδι Veloxina στον ύπνο μου, εννοώ ότι είδα τη λέξη veloxina, μόνη της χωρίς άλλο όνειρο, μια λέξη μόνον, ξύπνησα, την γκούγκλαρα μισοκοιμισμένος στο κινητό, βρήκα πως η veloxina είναι μια μεγαλόσωμη νυ χτοπεταλούδα, δεν είχα διαύγεια μέσα στη νύχτα να αναζητήσω άλλες πληρο φορίες, αποκοιμήθηκα πάλι, συνέχισα να την ονειρεύομαι, έφτιαξα στον ύπνο μου τους στίχους και μια μελωδία αλλά όταν το πρωί ξύπνησα η μελωδία είχε πια Veloxina,χαθεί.silent moth My anger and sloth Το βίντεο κρατά δύο δευτερόλεπτα και δείχνει το ζώο να τρέχει, καμπουρια σμένο, με τα χέρια του σε γροθιές να σπρώχνουν το έδαφος. Δεν υπάρχει καμία σαφής ένδειξη τόπου στην εικόνα. Τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, οι θο λές μονοκατοικίες στο βάθος, η αχαμνή βλάστηση στο ερασιτεχνικό βίντεο θα μπορούσαν να βρίσκονται σε οποιαδήποτε πόλη, θα μπορούσαν να είναι στο Αννόβερο, στο Παρίσι, στο Λονδίνο. Το ίδιο το ζώο είναι ο τόπος. Στον παγκό σμιο χάρτη που βρίσκεται έξω από το κλουβί του στον ζωολογικό κήπο, εκεί όπου σημειώνεται για εκπαιδευτικούς λόγους με κόκκινο χρώμα ο φυσικός του βιότοπος στην Αφρική, όσο το ζώο τρέχει δραπετεύοντας αίφνης εμφανί ζεται μια ολοκαίνουρια κουκκίδα, ένας καινούριος κόκκινος βιότοπος, εκεί στα Σπάτα, ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και τις θολές μονοκατοικίες και την αχαμνή βλάστηση κι αν το ζώο συνέχιζε να τρέχει, η κόκκινη κουκκίδα

θα άπλωνε, θα μεγάλωνε, θα καταλάμβανε τα Σπάτα, τα Μεσόγεια, την Αττική. Σε λίγο που το ζώο θα πέσει νεκρό από τις σφαίρες, η κουκκίδα θα σβήσει, ο χάρτης θα γίνει όπως πριν, πανομοιότυπος με χάρτες που βρίσκονται έξω από ανάλογα κλουβιά στο Αννόβερο, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στην Πράγα, στη Ρώμη και δηλώνουν την βάναυση βιοπολιτική των ζώων: «αυτός θα ήταν ο τόπος που θα ζούσε το ζώο, αν δεν ήταν φυλακισμένο τώρα εδώ μπροστά στα μάτια σας για να προστατευτεί από τον θάνατο και την εξαφάνιση που θα το απειλούσαν αν ζούσε εκεί». Το ζώο είναι ο τόπος και τρέχει καμπουριαστό με τα χέρια του σε γροθιές, χωρίς να κοιτάζει προς τα πίσω, καθόλου φοβισμένο, σε λίγο θα πέσει νεκρό από τις σφαίρες. Are only to blame For this time around I’ll burn to your flame Μου τηλεφώνησε μετά από έναν μήνα που είχαμε να μιλήσουμε. Με πήρε για να μου πει ότι είδε μια νεκρή γάτα και με θυμήθηκε. Xτυπημένη στον δρόμο. Μου είπε ότι κατέβηκε από το αυτοκίνητο, έβγαλε ένα πανί που είχε στο πορ τμπαγκάζ, την τύλιξε, την πήρε στα χέρια, το κορμί της ήταν ακόμη ζεστό, της ψιθύρισε δύο λόγια αποχαιρετισμού και την άφησε σε έναν κάδο, να μην την λιώσουν στην άσφαλτο. Ένα τρομαγμένο πετάρισμα μέχρι να ακουμπήσει με διπλωμένα φτερά σε μια πτυχή της κουρτίνας. Ήμουν ακόμη θυμωμένος μαζί της από την προηγούμενή μας συνάντηση και δεν μπορούσα να καταλάβω με πόση τρυφερότητα μου έκανε δώρο ένα πένθος. Ίσως αν είχα τολμήσει να σταθώ πλάι της και να ακούσω τον αποχαιρετισμό της, να είχε γίνει η άψυχη γάτα ένα κοινό σώμα οικειότητας, να μας είχε ενώσει περισσότερο από ό,τι μας ένωσαν τα δικά μας σώματα τις λίγες φορές που βρεθήκαμε. Veloxina, silent pest Your flutter’s a fest Τα σκυλιά μάς είχαν πάρει από πίσω γαυγίζοντας. Περπατούσαμε στο έρη μο εκείνη την ώρα πάρκο που περιβάλλει το Δρομοκαΐτειο, τα φροντισμένα παρτέρια είχαν ξύλινες πολύχρωμες ταμπέλες που θύμιζαν μοντεσοριανό δη μοτικό σχολείο, κάποια παράθυρα στα κτίρια ήταν σιδερόφραχτα και σε μια χωματερή προς την πλευρά του δάσους είχε στοιβαγμένα άσπρα μεταλλικά νοσοκομειακά κρεβάτια, ορισμένα με κάγκελα ολόγυρα, ξεφτισμένες καρέκλες γραφείου με τα ροδάκια τους στον αέρα, κιτρινισμένα σώματα καλοριφέρ. Το αυτοκίνητό της, καθώς πηγαίναμε εκδρομή, είχε πάθει βλάβη στη Εθνική, λίγες δεκάδες μέτρα πριν την είσοδο του Δρομοκαΐτειου, είχε ανάψει η μηχανή και

μπήκαμε να περιηγηθούμε το νοσοκομείο μέχρι να πέσει η θερμοκρασία. Ένας βαρναλικός τρόφιμος μας είχε ζητήσει τσιγάρα και μας είχε δώσει οδηγίες. Στην κατανομή μύθων, αλληγοριών και μεταφορών που ταξινομεί ηθικά το κάθε έντομο, έχει λάχει στις νυχτοπεταλούδες ο ανθρωπομορφισμός να τιμω ρούνται επειδή τους έλκει η φανταχτερή ζωή, να καίγονται επειδή αποζητούν απολαύσεις που δεν ταιριάζουν στην φύση τους. Ελεγκτική αφήγηση με ταξική και έμφυλη στόχευση και πόσο αταίριαστη για ένα τόσο νωχελικό κι αδύναμο πλάσμα που περισσότερο από όλα τα έντομα μου δίνει την εντύπωση πως όση συναρπαστική ζωή του αναλογεί την έχει ολοκληρώσει όσο ήταν ακόμη νύμ φη και τώρα γερασμένο και αποκαμωμένο περιμένει να ολοκληρωθεί κι αυτή η τελευταία του μεταμόρφωση. Τα σκυλιά γαύγιζαν, μας κύκλωναν, απομα κρύνονταν και ξανάρχονταν, αλλάζοντας θέση γύρω μας, έδειχναν τα δόντια τους. Είχε εμφανιστεί το πρώτο, καθώς περνούσαμε έξω από τους φούρνους του νοσοκομείου και μας γρύλισε από μακριά, μετά όσο προχωρούσαμε εμ φανίζονταν και άλλα, μεγαλόσωμα, καλοταϊσμένα, βέβαια για τον χώρο τους. Η επισφαλής και εύθραυστη ισορροπία μεταξύ μας είχε καταρρεύσει. Ένιωθα την απαξίωσή της, καθώς συνέστρεφα ασυναίσθητα το σώμα μου σε αστεί ες και αδέξιες στάσεις και προσπαθούσα να διατηρήσω την αυτοκυριαρχία μου, ταραγμένος όλο και περισσότερο, καθώς ένιωθα την επίθεση των ζώων. «Μέχρι εδώ μυρίζει ο φόβος σου», μου είπε περιφρονητικά. I’m longing the feeling To dread from the ground Your short life on the ceiling Με ξύπνησε με χάδια λίγα λεπτά αφού είχα αποκοιμηθεί. Μέσα στον ύπνο μου, ένιωσα τα δάχτυλά της στο στήθος μου, να με φιλάει, ένιωσα τα δάχτυ λά της στο στέρνο μου, στο στόμα μου, να συσπά τη μέση της, να τυλίγει τα πόδια της στα γόνατά μου και να τα σφίγγει, το ιδρωμένο της δέρμα. Η ζέστη του καλοκαιριού ήταν αποπνικτική· όταν μπήκαμε σπίτι της, μου ζήτησε συγ γνώμη κι έφυγε για δύο λεπτά να καθαρίσει το μπάνιο, η αυθόρμητη κίνηση συστολής των ανθρώπων που ζούμε μόνοι μας, προστασίας των οσμών μας, των κηλίδων μας, των υπολειμμάτων του σώματός μας από το παρεμβατικό βλέμμα ενός άγνωστου ακόμη ανθρώπου, κι έπειτα καθίσαμε στη βεράντα και συνεχίσαμε να πίνουμε, η συζήτηση, όπως όλο εκείνο το βράδυ, δεν ξεκίνησε ποτέ, ήταν γεμάτη παύσεις κι άλματα, κοιτούσα το παραμορφωμένο κότσι στο πέλμα της, τις ελιές στην ωμοπλάτη της, πήγα πάλι να την φιλήσω, αποτρα βήχτηκε, με ξύπνησε όμως λίγο αργότερα που είχαμε πέσει να κοιμηθούμε με τα δάχτυλά της στο στόμα μου. Την άνοιξη τα άσπρα κουκούλια ανοίγουν και κορδόνια από κάμπιες τυλίγουν τους κορμούς των πεύκων, έρπουν στους δρό

μους, σκαρφαλώνουν στους τοίχους. Η Veloxina ήταν ένα τραγούδι για κείνην, χωρίς επιθυμία και απόλαυση, μόνον μαγεμένη έλξη για το χνουδωτό σώμα της, τα εύθραυστα φτερά με τα στρογγυλά μάτια στον άξονα της συμμετρίας τους, την μεταμόρφωσή της. Το κορίτσι στο ταβάνι. Το σώμα της που βυθίζε ται στο νερό. Το έντομο που ζει για χρόνια νύμφη κι έπειτα καίγεται για λίγες εβδομάδες στο φως. Veloxina, former caterpillar, Always a nymph and sometimes a pillar Το ζώο δεν δραπετεύει. Το ζώο επιστρέφει. Τρέχει ογκώδες, νηφάλιο, σκυφτό, ανάμεσα σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα, αχαμνή βλάστηση και μονοκατοικίες στο βάθος. Χιμπαντζήδες που γεννήθηκαν στο Αννόβερο, τάπιροι που ενη λικιώθηκαν στην Σαϊγκόν, βασιλικές κόμπρες που εκκολάφθηκαν από αυγά στην Ρώμη ταξιδεύουν καθημερινά από πόλη σε πόλη, αεροπλάνα με κλουβιά και κοντέινερ μεταφέρουν ναρκωμένα ζώα σε μια καθημερινή συναλλαγή, σε μια οικονομία που διατείνεται πως διαφυλάσσει ό,τι σε λίγο θα έχει χαθεί για πάντα. Ένα εισιτήριο οκτώ ευρώ για μια κιβωτό που μας κάνει να νιώθου με προσωρινοί και φιλεύσπλαχνοι Νώε. H απατηλή αίσθηση πως έχουμε τον έλεγχο. Duh. Το κορίτσι που στοίχειωσε μέσα στη σιωπή τον δύσκολο χειμώνα μου, μου έστειλε, ενώ έγραφα το κείμενο αυτό, το βίντεο του ζώου που τρέχει νηφάλιο και δυνατό προς τον θάνατό του, προς έναν καινούριο τόπο που δεν θα υπάρξει. Αλλά δεν άνοιξα το μήνυμά της ποτέ. To a Niňa or Pinta or a family wreck Trying to stay sound Or become an insect. https://open.spotify.com/playlist/4knuEhXxWQPErCDtuhIFY8?si=dddaf7798c4f4214 Θεόφιλος Τραμπούλης

E pur si muove1: ά-τοπες αφηγήσεις και ετεροτοπίες Από την εκθρόνιση της ιδέας ότι η γη βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου, με τη φράση του Γαλιλαίου «κι όμως κινείται» έως και σήμερα, έχει χυθεί πολλή μελάνη Για τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία της αναγέννησης, αυτό που υποστήριζε ο Γαλιλαίος ήταν κάτι άτοπο, κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τη λογική. Η λέξη που ενέχει μέσα της τη λέξη τόπος, τόσο στα ελληνικά όσο και στα γαλλικά (dèplace) περιγράφει το άρρητο των πραγμάτων ή των συναισθημάτων που σπάνια βιώνονται, που είναι εξαιρετικά, πρωτότυπα και αυθεντικά με τη στενή έννοια. Τελευταία, όλο και περισσότερο βρίσκω των εαυτό μου να σαστίζει ανεξήγητα. Σαν να νιώθω ένα μικρό τσίμπημα, μία στιγμιαία ταραχή. Σαν να έχω βιώσει την ίδια στιγμή του παρόντος σε μία άλλη χρονικότητα. Θέλοντας να δώσω ερμηνεία σε αυτό, συνειδητοποίησα πως το συναίσθημά μου είχε όνομα: προμνησία. Πρόκειται για την αίσθηση που έχει κάποιος πως μια κατάσταση που βιώνει στιγμιαία στο παρόν, έχει επαναληφθεί με την ίδια ακρίβεια σε παρελθοντική στιγμή στον ίδιο ή σε διαφορετικό τόπο. Ευρέως γνωστό ως déjà vu, το ήδη ιδωμένο γεγονός μπορεί να συνοδεύεται από την αίσθηση του παράξενου, του αλλόκοτου, του ονειρικού ή της παραίσθησης παρόλο που η πεποίθηση πως η ίδια εμπειρία έχει υπάρξει στο παρελθόν είναι έντονη. Αναγνωρίζονται – ως τώρα – τρία ήδη προμνησίας: το «déjà vécu» που σημαί νει «αυτό το έχω ξαναζήσει» και είναι η πιο συνηθισμένη μορφή προμνησίας, το «déjà senti» που σημαίνει «αυτό το έχω ξανανιώσει» και είναι αποκλει στικά συναισθηματική κατάσταση. Τέλος το «déjà visité» που η σημασία του είναι «αυτό το έχω επισκεφθεί ξανά» και είναι η μόνη αίσθηση η οποία έχει συγκεκριμένες χωρικές και γεωγραφικές διαστάσεις, σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες που περιγράφουν κυρίως ή αποκλειστικά συναισθήματα. Ο Μάρκο Πόλο, στις Αόρατες Πόλεις του Ίταλο Καλβίνο, εξιστορεί στον Κουμπλάι Χαν, αυτοκράτορα των Ταρτάρων, τα ταξίδια του σε πόλεις φανταστικές, πόλεις που δεν υπήρξαν στο κοινό μας παρόν, παρά σε έναν άχρονο χρόνο. Πρόκειται για πόλεις που γίνονται παράλληλοι τόποι, συνιστούν και συναρμόζουν ένα σύνολο πραγμάτων: απομνημονεύσεων, επιθυμιών, διαδρομών, πεπρωμένων, ανταλλαγών και σημείων της γλώσσας. Ενόσω οι αφηγήσεις του Μάρκο Πόλο γι’ αυτούς τους ά τοπους τόπους βρίσκονται σε 1. «Κι όμως κινείται», η φράση που κατά τον 17ο αιώνα αποτέλεσε πεδίο σύγκρουσης και οδήγησε στην αποκήρυξή τον Γαλιλαίο, ενώ παράλληλα «εκθρόνισε» την αντίληψη ότι η γη βρίσκεται στο επίκεντρο του κόσμου.

εξέλιξη, ο Κουμπλάι Χαν τον διακόπτει λέγοντας: «Δεν ξέρω πότε βρήκες το χρόνο να επισκεφτείς όλες τις χώρες που μου περιγράφεις. Έχω την αίσθηση ότι δεν έφυγες ποτέ από αυτόν εδώ τον κήπο». Με έναν αρκετά εικονοπλαστικό λόγο, ο Μάρκο Πόλο απαντά: «Το κάθε πράγμα που βλέπω και κάνω αποκτά έννοια σε έναν χώρο του μυαλού όπου βασιλεύει η ίδια ηρεμία με εδώ, το ίδιο ημίφως η ίδια σιωπή, που διακόπτεται μονάχα από το θρόισμα των φύλλων. Κάθε φορά που συγκεντρώνομαι για να σκεφτώ ξαναβρίσκομαι σε τούτο εδώ τον κήπο, βραδάκι τέτοια ώρα, μπροστά στην αγχώδη παρουσία σου, μολονότι συνεχίζω χωρίς να παύω ούτε στιγμή να ανεβαίνω ένα ποτάμι από κροκόδειλους ή να μετράω τα βαρέλια με τα παστά ψάρια που κατεβάζουν στο αμπάρι»2 Οι αφηγήσεις του Βενετσιάνου εξερευνητή, μπορούν να διαβαστούν εν προκειμένω, ως αφηγήσεις άλλων τόπων, κάποιες φορές υπαρκτών, που αμφισβητούν τους υπάρχοντες. Το 1967, πέντε χρόνια πριν ο Καλβίνο γράψει για τις Αόρατες Πόλεις, ο φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ, μιλά για ήδη υπαρκτούς τόπους κανονικότητας που ενέχουν άλλους τόπους. Τους τόπους αυτούς, ονόμασε ετεροτοπίες (έτερος τόπος). Οι ετεροτοπίες συνιστούν ένα είδος αμφισβήτησης – μυθικής ή πραγματικής – του χώρου στον οποίο ζούμε. Έχουν την ικανότητα να συμπαραθέτουν σε έναν μόνο πραγματικό τόπο περισσότερους χώρους, πε ρισσότερες χωροθεσίες, οι οποίες είναι μεταξύ τους ασύμβατες. Ως παλαιότερο και χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ετεροτοπιών, με τη μορφή αντιφατικών χωροθεσιών, ο Φουκώ, ονομάζει τον κήπο και αναφέρει: «Δεν πρέπει να ξε χνάμε ότι ο κήπος, αυτή η εντυπωσιακή δημιουργία με ιστορία χιλιάδων ετών, είχε στην Ανατολή πολύ βαθιές και τρόπον τινά υπερθέσιμες σημασίες. Ο πα ραδοσιακός περσικός κήπος ήταν ένας ιερός χώρος που έπρεπε να συνενώνει στο ορθογώνιο εσωτερικό του τέσσερα μέρη που αντιπροσωπεύουν τα τέσσε ρα μέρη του κόσμου, έχοντας έναν ακόμη πιο ιερό χώρο από τους άλλους που ήταν σαν ομφαλός, σαν ομφαλός του κόσμου στο κέντρο του (εκεί βρισκόταν το συντριβάνι). Όλη η βλάστηση του κήπου έπρεπε να διαμοιράζεται σε αυτόν χώρο, σε αυτό το είδος μικρόκοσμου». Οι σχηματισμοί των κήπων ανακαλούν για τον Φουκώ τα διακοσμητικά μοτίβα των χαλιών, τα οποία αποτελούσαν αρχικά αναπαραστάσεις κήπων. «Ο κήπος είναι ένα χαλί όπου ο κόσμος ολό κληρος επιτυγχάνει τη συμβολική του τελειότητα, και το χαλί είναι ένα είδος κινητού κήπου διαμέσου του χώρου. Στο τέλος θα συμπληρώσει, «ο κήπος είναι το μικρότερο κομμάτι του κόσμου και συγχρόνως είναι η ολότητα του κόσμου. Ο κήπος είναι από τα βάθη της Αρχαιότητας, ένα είδος ευτυχούς και καθολικευτικής ετεροτοπίας»3. 2. Ίταλο Καλβίνο, Οι Αόρατες Πόλεις, Καστανιώτη, 2004, σ.131 3. Μισέλ Φουκώ, Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, Πλέθρον, 2012, σ. 264-265

Από τον κήπο του Κουμπλάι Χαν έως εκείνον του Μισέλ Φουκώ, η γη, γίνε ται διαχρονικά πεδίο συγκρούσεων και αντιφάσεων, ο χώρος των ονειρο πολήσεων μας, εκεί που διαβρώνεται ή ανθίζει η ζωή μας, ο χώρος στον οποίο ζούμε και από τον οποίο θέλουμε να δραπετεύσουμε και να πορευ τούμε σε άλλους, ιδεατά πιο συμβατούς και περισσότερο φιλόξενους τόπους. Στα βιβλία της αμερικανικής ιστορίας, υπάρχει μία αλλόκοτη αφήγηση για τα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης, γνωστή ως Κύπελο Σκόνης (Dust Bowl). Κατά τη δεκαετία του 1930 σε μία μεγάλη έκταση γης από το Κολοράντο έως το Κάνσας και την Οκλαχόμα, χτυπήθηκε από μία οκταετή ξηρασία που συνο δευόταν από πολυετή λειψυδρία, διάβρωση του εδάφους και από δυνατές καταιγίδες σκόνης. Εκεί που ήταν κάποτε εύφορη γη, εκατό εκαττομμύρια στρέμματα αγροτικών εκτάσεων καταστράφηκαν, οδηγώντας ένα τεράστιο σε οικολογική καταστροφή και στον εκτοπισμό εκατομμυρίων οικογενειών. Σήμερα πια, αν κάποιος βρεθεί να διασχίζει από αέρος αυτές τις περιοχές θα έρθει αντιμέτωπος με μία ενδιαφέρουσα εικόνα. Στον ίδιο τόπο στο παρελθόν αμμοθύελλες κατέστρεφαν επί σειρά ετών καλλιεργήσιμες εκτάσεις πλέον βρίσκονται πράσινα γεωμετρικά μοτίβα, που θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για σύγχρονα δείγματα τέχνης της γης (land art). Αυτοί οι περίτεχνοι σχηματισμοί, που δεν είναι αναγνωρίσιμοι από ξηράς, οφείλουν την ακριβή του γεωμετρία σε ένα σύστημα άρδρευσης4 που λειτουργεί σε κυκλικό άξονα υδροδοτώντας μεγάλες εκτάσεις γης. Η άρδευση με κεντρικό άξονα και οι πράσινες κυκλικές πεδιάδες στήριξαν και έσωσαν από λοιμό τον ντόπιο πληθυσμό, ενώ διέσωσαν έναν ολόκληρο τρόπο ζωής που θα είχε κυριολεκτικά χαθεί υπό την ανυδρία του ‘30 και ‘40. Αμμοθύελα στο Χούκερ της Οκλαχόμα, 4 Ιουνίου 1937, Εικόνα από το Oklahoma Historical Society 4. Γνωστό ως central-pivot irrigation

Κυκλικό σύστημα υδροδότησης στην κοιλάδα San Luis στο Κολοράντο Τα γεωμετρικά μοτίβα των αμερικανικών εκτάσεων, αντηχούν ένα άλλο πα ράδειγμα, ανασχηματισμού της ιδέας που έχουμε για τον τόπο και τις χωρι κές του διαστάσεις, εκείνο της land art. Στην ιστορία της τέχνης, η τέχνη της γης, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αναδύεται κατά την δεκαετία του 1960 ως σχέση αιτίου-αιτιατού για να αντικρούσει και να αμφισβητήσει το ρεύμα της εμπορευματοποίησης της τέχνης που ήταν πρόδηλο την ίδια περίοδο. Με έργα που ήταν σχεδόν αδύνατο να εκτεθούν εντός του πλαισίου ενός μουσείου ή μίας αίθουσας τέχνης, και που οι επιβλητικές τους διαστάσεις αναιρούσαν το χαρακτήρα της φορητότητας που χαρακτήριζε την παραδοσιακή γλυπτική, καλλιτέχνες όπως οι Robert Smithson, Nancy Holt, Walter de Maria, Ana Mendieta, Christo και Jeanne Claude μεταξύ άλλων κατέστησαν το φυσικό τοπίο ιδανικό για την ανάδειξη εννοιών όπως η φθαρτότητα, το εφήμερο, ενώ παράλληλα έθεσαν τις βάσεις γι’ αυτό που μετέπειτα ονομάστηκε περιβαλλοντική συνείδηση.

Robert Smithson, Spiral Jetty, 1970 © Holt Smithson Foundation Από την αισθητηριακή πρόσληψη του χώρου στο συνειδητό και το ασυνείδητο, έως τις φανταστικές αφηγήσεις του Μάρκο Πόλο και τις ετεροτοπίες του Φουκώ και από το φυσικό φαινόμενο του Dust Bowl ως την ανάδειξη μιας πρώιμης περιβαλλοντικής συνείδησης μέσα από την εύθραυστη επιβλητικότητά των έργων της τέχνης της γης, ο τόπος, η φύση, ο κήπος και κάθε άλλη έκφανση χωρικότητας γίνονται πεδίο σύγκρουσης και προβληματισμού. Ο χώρος, φυσικός ή νοητός, όπως τον ορίζει ο καθένας από εμάς, θα είναι πάντα, ένα εν δυνάμει πεδίο επιβολής και απελευθέρωσης. Βίκυ Τσίρου Ιστορικός Τέχνης, Συγγραφέας, Επιμελήτρια

Be quiet now and wait. It may be that the ocean one, the one we desire so to move into and become, desires us out here on land a little longer, going our sundry roads to the shore. ΣηκώνομαιRumi μετά από μέρες οριζόντια. Πρώτα έρχεται μια απότομη ζάλη που προσποιούμαι ότι μπορώ να διώξω σφίγγοντας τα μάτια και κρατώντας το κεφάλι μου με το ένα χέρι. Τα μαλλιά μου λυγισμένα από το αλάτι, έχουν μεταμορφωθεί σε αλμυρίκια. Τα μποφόρ προσπαθούν με βία να λύσουν τους κόμπους στις μπούκλες μου. Χάνω για λίγο την ισορροπία μου και κάνω ένα μικρό βήμα προς τα πίσω. Αναρωτιέμαι αν θέλει το σώμα μου να παρασυρθεί κι εγώ τελικά το εμποδίζω ή το αντίστροφο. Τελικά αντιστέκομαι και μένω όρθια. Τεντώνω τα χέρια μου ψηλά στον ουρανό να κάνω χώρο στα πλευρά μου. Γίνομαι αλεξικέραυνο που λίγο λίγο βυθίζεται στην άμμο. Με την εκπνοή δραπετεύει ένας αρχέγονος ήχος από κάπου βαθιά που με εκπλήσσει. Για μια στιγμή αισθάνομαι παλαιολιθική. Σηκώνω ψηλά το κεφάλι μου και αφήνω τα χέρια μου να πέσουν με δύναμη προς τα κάτω. Κατευθύνω τα δάχτυλα μου να χαϊδέψουν του μηρούς μου, να ξανασυναντηθούν τα πάνω άκρα με τα κάτω. Διακρίνω το νου μου να ψάχνει με απόγνωση να βρει γνώριμα πατήματα για να αποτρέψει τη ματαίωση. Δεν θα του χαριστώ. Στρέφω το βλέμμα αριστερά να τον δω από μακριά. Είναι ακόμα εκεί, θαρρείς πριν από όλα. Υπερβολικός, ασυμβίβαστος και άμεμπτος. Φαντάζει τόσο απίθανος συνδυασμός που σε κάνει να νιώθεις ξεχωριστή και μόνο που τον βρήκες. Τον περιεργάζομαι από κάτω προς τα πάνω. Μια συνεχόμενη ροή από φιλόξενες καμπύλες που οδηγούν σε περήφανες προεξοχές και πάλι αντίστροφα μέχρι την κορυφή. Εκεί στην κορυφή, το λαμπερό επιστέγασμα, μια άσπιλη πηγή φωτός με τη βεβαιότητα ενός φάρου. Δεν τολμάω να του χαμογελάσω μην φανώ λίγη. Εκείνος άλλωστε συνεχίζει να κοιτάει μπροστά ακίνητος σαν να προκαλεί τον άνεμο να δει ποιος θα λυγίσει πρώτος. Ισότιμη μάχη, σκέφτομαι. Δεν την βλέπω να τελειώνει σύντομα. Περπατάω με δυσκολία προς τη θάλασσα. Το έδαφος με κάθε βήμα υποχωρεί κάτω από τα πόδια μου αλλά δεν μ ’εγκαταλείπει ποτέ. Όσο προχωράω η άμμος υγραίνει και παύει να με ρουφά. Δεν με χρειάζεται πια. Λευκός αφρός εμφανίζεται στο οπτικό μου πεδίο για πρώτη φορά και αμέσως πάλι μου

κρύβεται με κοριτσίστικο νάζι. Κάνω το πρώτο βήμα στο νερό και αμέσως νιώθω το κρύο να ανεβοκατεβαίνει στη ραχοκοκαλιά μου. Αυτόματα ανεβαίνω στις μύτες των δαχτύλων μου να παρατείνω την παράδοσή μου. Εμβαθύνω αργά χωρίς να επιτρέπω να φτάσει η στάθμη στην κοιλιά μου. Ρίχνω μια κλεφτή ματιά να δω αν με κοιτάει. Παραμένει προσηλωμένος στο δικό του στόχο κι εγώ μόνη. Βουτάω ολοκληρωτικά και ο αναστεναγμός αναδύεται πάλι αυτοβούλως. Κολυμπάω άτσαλα αλλά αποφασιστικά ώστε να ζεσταθώ γρήγορα. Πρέπει να δείχνω πολύ σίγουρη για τον προορισμό μου. Μετά από ώρα κοιτάω πίσω στη στεριά. Ικανοποιημένη από την απόσταση, σαν η στεριά να μου δίνει την άδεια, γυρνάω ανάσκελα κι ξετυλίγω τα χέρια στα πλάγια. Βυθίζω τα αυτιά στο νερό και κοιτάω στον ουρανό. Έφτασα. Η στιγμή που επιστρέφω στο νερό και όλα βγάζουν νόημα. «Έλα», ακούω ψιθυριστά. Ψάχνω να δω ποιος με καλεί. Δεν υπάρχει ψυχή γύρω. Τρομαγμένη, περιστρέφομαι γύρω από τον εαυτό μου σα να ξύπνησα από όνειρο που πέφτω από σκάλα. «Ελα κοντά» μου ξαναλέει ο ψίθυρος που δυναμώνει λες και πλησιάζει. Στρίβω να τον κοιτάξω. Εκείνος συνεχίζει ακλόνητος να ανταγωνίζεται τον αέρα, όπως τον άφησα. Δείχνει να μην έχει αντιληφθεί την ταραχή μου. Αρχίζω να κολυμπάω προς το μέρος του μέχρι να μεγαλώσει η μορφή του, να τον δω ολόκληρο για να καταλάβω αν ο ψίθυρος έρχεται από αυτόν. Με βρίσκει το ρεύμα, κολυμπάω πιο δυνατά να το προσπεράσω. Αισθάνομαι την καρδιά μου να φουσκώνει. Πρέπει να φτάσω στο βράχο για να μη χάσω το μυαλό μου. Κοιτάω πάλι τη στεριά και καταλαβαίνω πως όσο κι αν κουνάω τα χέρια μου, παραμένω ακίνητη «Σε περιμένω» λέει με καθησυχαστική φωνή ο βράχος. «Έρχομαι» του απαντάω. ΕβίταΑνάφη,Τσοκάντα2022

Μαρίνα Βελησιώτη Lake Luise, 2014 Αναλογικά κολάζ με κλωστή σε καρτ12ποστάλ,x20εκ. Ben my Chree, 2014 Αναλογικά κολάζ με κλωστή σε καρτ12ποστάλ,x20εκ. Birdseye view, 2014 Αναλογικά κολάζ με κλωστή σε καρτ12ποστάλ,x20εκ.

Χρήστος Βενέτης, Anemic Archives, 2013 Μολύβια σε εσώφυλλο βιβλίου, 20,5 x 31 εκ.

Διονύσης Καβαλλιεράτος, Noah’s Ark #1, 2013 Μολύβι σε χαρτί, 39 x 48 εκ. Ευγενική παραχώρηση του καλλιτέχνη και της γκαλερί Bernier/Eliades.

Φωτεινή Καλλέ Κρυφτό, Video-performance,2022 Κάμερα και επεξεργασία βίντεο: Ρένα Τσαγγαίου

Παναγιώτης Κεφαλάς Χωρίς Τίτλο, 2022 Λάδι σε καμβά, 50 x 60 εκ.

Mountain V, 2022 Ψηφιακό κολάζ, εκτύπωση inkjet σε hahnemühle photo rag metallic χαρτί, 340 gsm, 28 x 15,96 εκ. Ηλέκτρα Μάιπα Mountain VI, 2022 Ψηφιακό κολάζ, εκτύπωση inkjet σε hahnemühle photo rag metallic χαρτί, 340 gsm, 28 x 19,83 εκ. Mountain XI, 2022 Ψηφιακό κολάζ, εκτύπωση inkjet σε hahnemühle photo rag metallic χαρτί, 340 gsm, 28 x 14,68 εκ.

Περσεφόνη Νικολακοπούλου, 5 Απριλίου, 2022 Λάδι, γύψος και πλαστικό γάντι σε καμβά, 160 x 200 εκ.

Μανώλης Μπαμπούσης, Xωρις τίτλο Lambda print σε αλουμίνιο, 125 x 125εκ., 2007 ευγενική παραχώρηση του καλλιτέχνη Manolis Baboussis, Untitled Lambda print mounted on alumimun, 125x125cm, 2007 courtesy of the artist 64 Ηλίας Παπαηλιάκης Λευκό τοπίο αρ.1, 2020 Χρώματα λαδιού σε πανί, 100 x 100 εκ.

Δημήτρης Ρεντούμης Foundation, 2016 Γραφίτης και μελάνι σε χαρτιά, 380 x 150 εκ. Ευγενική παραχώρηση της Crux Galerie

Νάνα Σαχίνη Κανάλια αναπνοής, 2013 Γύψος, χαρτόνι, χρώμα ζαχαροπλαστικής, καθρέφτης, ξύλα κανέλας, πολυστερίνη, αφρός πολυουρεθάνης, τούβλα, ακρυλικό χρώμα. 110 x 60 x 72 εκ.

Νανά Σεφερλή Πύλη, 2020 Aκουαρέλα σε χαρτί, 35 x 25 εκ.

Εύα Στεφανή Στόμα, 2019 3.44΄, μοντάζ Γιώργος Κραββαρίτης, Πρώτη προβολή στην Ελληνική συμμετοχή στη Μπιενάλε Βενετίας 2019, μαζί με το έργο των ΠάνοςΖάφοςκαλλιτεχνώνΞαγοράρης,Χαραλάμπους

Κλεοπάτρα Τσάλη Φερέοικος, 2021 Βίντεο, 5.02΄, Κατασκευή 3d χαρακτήρα: Αλέξης Καραντάνας Μουσική: Νίκος Αντωνόπουλος

Μάνος Τσιχλής Balthazar, 2022 Καπλαμάς, γραφίτης, χαρτόνι, ορείχαλκος, σκοινί, 115 x 110 x 75 εκ.

Αλέξης Φιδετζής, Bela Lugosi and the Aegean book of horrors, 2022 Mολύβι σε χαρτί, 60 x 60 εκ.

Poka-Yio History is anal, 2022 Λάδι σε καμβά 100 x 100 εκ.

Sasha Streshna Night Walk, 2019 Λάδι σε καμβά, 82 x 64 εκ. Ευγενική παραχώρηση του Ηλία Παπαηλιάκη

Garden Thief Autopoiesis, 2022 In situ διαστάσειςεγκατάσταση,μεταβλητές

VASKOS (Βασίλης Νούλας & Κώστας Τζημούλης) Cones and Stone (from the series It Takes Two to Tango), 2022 Φωτογραφική εκτύπωση σε χαρτί, 50 x 70 εκ. -έκαστο

3 137 (Πάκυ Βλασσοπούλου, Χρυσάνθη Κουμιανάκη, Κοσμάς Νικολάου) & Dr. Audrey-Flore Ngomsik CO3(6)5, 2022 Ψηφιοποιημένο 16mm φιλμ, 4’13 (σε λούπα), Κινηματογραφίστρια: Δάφνη Χαιρετάκη Ηθοποιός: Εύα Βλασσοπούλου Sound Designer: Γιώτης Παρασκευαΐδης CO3(6)5 πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος STUDIOTOPIA στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στην Αθήνα με την συγχρηματοδότηση του προγράμματος «Δημιουργική Ευρώπη της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης».

CO3(6)5 CO3(6)5 CO3(6)5 CO3(6)5 C O 3 6 ) 5 C O 3 ( 6 5 C O 3 6 5 C O 3 6 5 5)6(3OC5)6(3OC56(3OC5)6(3OC C O 3 6 ) 5 C O 3 ( 6 5 C O 3 6 5 C O 3 6 5

Σοφία Κουλουκούρη Contrenature, 2022 lecture κείμενοεπιτέλεσηperformance–ΣοφίαΚουλουκούρη–ΣοφίαΚουλουκούρη,Νεφέλη Μυρτίδη οπτικό υλικό – Σοφία Κουλουκούρη, Νεφέλη Μυρτίδη

Ο κατάλογος εκτυπώθηκε σε 200 αντίτυπα απο την Εκτυπωτική Αξιών, Γαδίλων 9-11, 111 42, Αθήνα, Αύγουστος 2022.

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.