ΑΜΑΡΤΙΑ - ΕΒΑΛΝΤ ΦΛΙΣΑΡ

Page 1

Η μετάφραση συγχρηματοδοτήθηκε/υποστηρίχτηκε από το Slovenian Book Agency και την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης).

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ - ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

Σόλωνος 110, 106 81 Αθήνα

τηλέφωνο: 210 3637867

e-mail: bookstore@vakxikon.gr

e-shop: ekdoseis.vakxikon.gr

Τίτλος πρωτοτύπου: Greh (KUD Sodobnost International, Ljubljana, Slovenia, 2017)

Τίτλος Βιβλίου: Αμαρτία

Συγγραφέας: Evald Flisar

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Παπαμανώλη

Επιμέλεια - Διορθώσεις: Γιάννης Παπαδόπουλος

Σχεδιασμός Έκδοσης & Εξωφύλλου: Εκδόσεις Βακχικόν

© Evald Flisar

© Για την ελληνική γλώσσα, 2023 Εκδόσεις Βακχικόν

© Μετάφρασης: Αλεξάνδρα Παπαμανώλη

© Φωτογραφίας Eξωφύλλου: Evindart (Istockphoto.com)

ISBN: 978-618-5733-32-2

Εκδοτική Σειρά: Βακχικόν Πεζά/Ξένη Λογοτεχνία

Αριθμός Σειράς: 298/54

Πρώτη Έκδοση: Φεβρουάριος 2023

Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Eλληνικού Nόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.

ΕΚΔOΣΕΙΣ ΒΑΚΧΙΚOΝ

Μέλος του Vakxikon.gr Media & Publishing Group

Βερανζέρου 13, 106 77 Αθήνα

τηλέφωνο: 210 3637867

e-mail: info@vakxikon.gr

web site: www.vakxikongroup.com

πανσέληνο. Η λάμψη του φεγγαριού περνούσε μέσα από

τα αραιά κλαδιά των πεύκων και έλουζε στο φως τα κτίρια. Τα λιβάδια δίπλα στη ρεματιά είχαν ένα χρώμα γκριζωπό, σχεδόν ασημί. Όλος ο τόπος είχε γεμίσει τριγωνικά μπαλώμα-

τα, μέσα στα οποία φως και σκοτάδι εναλλάσσονταν. Ο Γιάνεκ πέρασε πολλή ώρα κουλουριασμένος στις παρυφές του δάσους που εκτείνονταν στα πεδινά, παρότι το κρύο εκείνη τη νύχτα ήταν τσουχτερό, και παρά το γεγονός ότι αισθανόταν διαρκώς, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το γιατί, ότι τα πάντα γύρω του

περιβάλλονταν από ένα πολύ ιδιαίτερο μυστήριο. Έστρεψε το βλέμμα στον ουρανό. Ψήγματα σκέψεων πέρασαν φευγαλέα από το μυαλό του όμως δεν μπόρεσε να τα συνδέσει. Είχε υποπέσει σε αυτήν την περίεργη κατάσταση από την ώρα που ο περιβάλλον χώρος είχε αρχίσει να του φαντάζει μυστήριος και από τη στιγμή που η εικόνα των διακριτών αντικειμένων γύρω του είχε εντυπωθεί μέσα του. Τα συναισθήματά

του έδιναν ώθηση στο βήμα του. Είδε το ασημένιο λιβάδι καταμεσής της κοιλάδας και τη σειρά από σημύδες που περιστοίχιζαν τη ρεματιά. Είχε επίγνωση του τι έβλεπε, εκεί όμως ήταν

η αρχή και το τέλος των γνώσεών του, το μυαλό του ήταν –κατά κάποιον τρόπο– αλλού. Συνήθως όποτε έβλεπε λιβάδια και ρεματιές, το μυαλό του όλο και κάπου θα πήγαινε, έκανε διάφορους συνειρμούς, είτε ολοκληρωμένους είτε μισούς και διάσπαρτους, ωστόσο πάντοτε σκέψεις και συναισθήματα αναδύονταν από μέσα του. Η σκέψη του ταξίδευε από το γρασίδι στις

Είχε

ρεματιές, στα δέντρα, στα παιδιά που κυνηγιούνται στο δάσος, στο κόψιμο των ξύλων, στη συλλογή του νερού στη ρεματιά κι

όλες αυτές οι σκέψεις και τα συναισθήματα τού προκαλούσαν

συνειρμούς, συνειρμούς που κατέκλυζαν το μυαλό του.

Ωστόσο, εκείνη την ώρα ο νεαρός Χουντόροβετς διακατεχόταν από ένα εντελώς διαφορετικό συναίσθημα. Αυτό το συναίσθημα είχε ξυπνήσει μέσα του η θέα των λιβαδιών με το

ασυνήθιστο χρώμα τους. Η θέα αυτή έβαλε φραγμό στους συνειρμούς που θα τον κατέκλυζαν υπό άλλες συνθήκες, κι έτσι μπόρεσε να επικεντρωθεί εξ ολοκλήρου στα λιβάδια και την εικόνα τους. Προσπαθούσε να αποτυπώσει για πάντα στη μνήμη του αυτήν την εικόνα, αυτό το χρώμα, και σα να του φαινόταν πως εκείνο το ασημένιο χρώμα, με κάθε λεπτό που περνούσε, ερχόταν ολοένα και πιο κοντά του. Η μυρωδιά του νυχτερινού αέρα τού είχε σπάσει τη μύτη. Ήταν η δροσιά που ανέδιδε η κοιλάδα, η νωπή γη, το νωπό γρασίδι, η δροσιά του νερού που κυλά νωχελικά στη ρεματιά, η δροσιά του νωπού κορμού του δέντρου, των φύλλων που έχουν πιάσει πάχνη, η δροσιά του αέρα.

Κι άκουσε μια αλεπού ν’ αλυχτά μες στο δάσος, άκουσε το

απαλό αεράκι να κάνει τα φύλλα στις δεντροκορφές να θροΐζουν την ώρα που περνούσε ανάμεσά τους και τα έκανε να σαλεύουν. Μπορούσε να ξεχωρίσει κάθε ριπή του ανέμου καθώς

εκείνη χάιδευε το νωπό γρασίδι και το έκανε να τρεμοπαίζει, αισθανόταν τον άνεμο να γλείφει τους σβώλους στα χωράφια, να σηκώνει κυματάκι στη ρεματιά, να κάνει τα φυλλαράκια στους

κορμούς να ανεμίζουν, να διαχέεται στην ατμόσφαιρα. Μπορούσε να αισθανθεί το ανακατεμένο τρίχωμα της αλεπούς και το στριγκό της κάλεσμα, το νωπό χώμα πάνω στο οποίο περπατούσε το ζωντανό, αισθανόταν την κολλώδη, γλιστερή επιφάνεια της ογκώδους πεζογέφυρας που περνούσε πάνω από τη ρεματιά, και τη σταθερότητα του εδάφους στο οποίο πατούσε.

Ένιωθε όλο το βάρος του κόσμου, το βάθος, την έκτασή

4 ΕΒΑΛΝΤ ΦΛΙΣΑΡ

του, αισθανόταν την απόσταση του ουρανού που δέσποζε από

πάνω του και την εγγύτητα της γης κι όλων όσων των περιέ-

βαλλαν, μπορούσε να αισθανθεί τη μορφή, την τραχύτητα και

την απαλότητα ουσιών και πραγμάτων, μπορούσε να διακρί-

νει τον τόνο των ήχων που έφταναν στα αυτιά του. Κι όλα αυτά γίνονταν μυρωδιές που γέμιζαν τα πνευμόνια του: οι χυμοί

των δέντρων, η μυρωδιά του χώματος, οι βελόνες των ελάτων, τα φρύγανα, ο καπνός· μπορούσε να διακρίνει τη μυρωδιά της

λάσπης και των βελανιδιών που είχε εμποτίσει το νερό στη ρεματιά, του μύριζε το ζεστό των πουλιών φτέρωμα, του μύριζε το

ξύλο που τον περιτριγύριζε, του μύριζαν τα ρούχα του, το δέρμα του, η μπόχα που ανέδιδε το δάσος, του μύριζε ο ιδρώτας.

Πίσω του, στον καταυλισμό, ξεκίνησε να παίζει ένα ραδιόφωνο. Γνώριζε πως o Πίστα Μπαράνια είχε ραδιόφωνο, ωστόσο η γνώση αυτή δεν καταλάμβανε τη μορφή μιας συμπαγούς

σκέψης, ήταν περισσότερο κάτι που μπορούσε να αισθανθεί

με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο, σαν το αυταπόδεικτο γεγο-

νός ότι το νερό είναι υγρό και πως άμα βουτήξεις μέσα το χέρι

σου θα βραχεί κι αυτό. Ήταν τόσο σίγουρος ότι το ραδιόφωνο

που ακουγόταν ανήκε στον Πίστα Μπαράνια που η γνώση αυ-

τή εδραζόταν μέσα του σαν γεγονός που δεν επιδέχεται άλλης

εξήγησης· σαν γεγονός αυταπόδεικτο που άγγιζε τα όρια της

γνώσης σαν σκιά, αλλά ευδιάκριτη σκιά. Κι έτσι απόμεινε απλά

να ακούει τη μουσική· δεν έκανε κάποιον συνειρμό σχετικά

με τη μουσική, σχετικά με το ραδιόφωνο, με τον καταυλισμό.

Για κείνον οι ήχοι ήταν απλώς μετατοπίσεις της ύλης και τους

αντιλαμβανόταν με τον ίδιο τρόπο που αντιμετώπιζε το χρώμα

των λιβαδιών, τη βρόμα του χώματος, το θρόισμα του ανέμου.

Το να σηκωθεί και να πάει προς τον καταυλισμό ήταν μια αρκετά περίπλοκη διαδικασία που θα απαιτούσε από μέρους

του αντιληπτική ικανότητα και μετατοπίσεις της ύλης. Μπο-

το κρύο να αποτελούσε τον κύριο λόγο της δυσκολίας του, ωστόσο δεν μπορούσε να το πει με σιγουριά. Ανάμεσα στα

5 ΑΜΑΡΤΙΑ
ρεί

συναισθήματα που έσκαγαν και στροβιλίζονταν μέσα του ένιωθε όλο και πιο συχνά εκείνο της ψυχρότητας· αφότου είχε κάνει την πρώτη της εμφάνιση αυτοβούλως, είχε αρχίσει να προσκολλάται σε άλλα συναισθήματα, τον τρύπαγε σαν την υγρασία –σαν τον άνεμο, σαν το κολλώδες του κορμού, σαν ένα κι-

τρινιάρικο φως– κι όταν από τον καταυλισμό από πάνω του

ακούστηκε το γάβγισμα ενός σκυλιού, σκίρτησε μέσα του ένα

αίσθημα ψυχρότητας. Η γη που ακουμπούσε γρήγορα έχασε τη

σκληρότητα και την τραχύτητά της, και μετουσιώθηκε σε παγω-

νιά. Κι όταν το στομάχι του γουργούρισε αισθάνθηκε το κορ-

μί του, αισθάνθηκε την ύπαρξή του, αισθάνθηκε τη στάση του, τη στασιμότητά του, έκανε εικόνα την προοπτική να μετακινηθεί, ένιωσε τον παλμό μέσα του. Στις φλέβες του λαιμού του το αίμα παλλόταν, και το ένιωθε να κυλά, και την ίδια στιγμή ένιωθε την ψυχρότητα να κυλά μέσα του. Σηκώθηκε και τράβηξε προς τα κτίρια.

Φυσικά, δεν ήταν τόσο απλό, καθώς όταν σηκώνεται απότομα κάποιος που καθόταν ακίνητος για πολλή ώρα, είναι πιθανόν

κάποια ιδέα να του ’ρθε και να τον ώθησε να σηκωθεί. Κι όταν κάποιος αισθάνεται ψύχρα, είναι λογικό κι επόμενο να το συνειδητοποιήσει και να σκεφτεί: «Κάνει κρύο, καλύτερα να σηκωθώ». Αυτό δεν συνέβη στην περίπτωση του Γιάνεκ Χουντόροβετς, καθώς σηκώθηκε χωρίς καμία απολύτως πρόθεση στο μυαλό του. Όταν κραδαίνεις ένα ξύλο μπροστά σε έναν σκύλο, θα πηδήξει να το φτάσει, αν δώσεις ένα μάτσο σανό σε μια αγελάδα θα έρθει προς το μέρος σου, κι αν τρομάξεις έναν λύκο, καλύτερα να το βάλεις στα πόδια, γιατί αλλιώς θα σε αρπάξει

απ’ τον λαιμό! Μπορεί ο Γιάνεκ Χουντόροβετς να αποτραβήχτηκε ενστικτωδώς από το κρύο με τον ίδιο τρόπο που τα ζώα σέρνουν τα πόδια τους προς μια εστία φωτιάς ή προς τη φωλιά τους. Ενεργούσε υπό το καθεστώς κάποιας πλάνης, παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούσε να τα βλέπει όλα πεντακάθαρα: τα αντικείμενα και η αντίληψή του γι’ αυτά ήταν ξεκάθαρη. Με τον

6 ΕΒΑΛΝΤ ΦΛΙΣΑΡ
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.