Η ΒΕΣΣΑΡΑΒΙΑ ΜΟΥ -ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ - ΝΙΚΟΛΑΕ ΝΤΑΜΠΙΖΑ

Page 1

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ - ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

Σόλωνος 110, 106 81 Αθήνα τηλέφωνο: 210 3637867 e-mail: bookstore@vakxikon.gr e-shop: ekdoseis.vakxikon.gr

Τίτλος Πρωτοτύπου: Tema pentru acasă (Editura Princeps Multimedia, Iasi, Romania 2009) Τίτλος Βιβλίου: Η Βεσσαραβία μου: Eργασία για το σπίτι Συγγραφέας: Nicolae Dabija Μετάφραση: Άντζελα Μπράτσου Επιμέλεια - Διορθώσεις: Χρυσάνθη Ιακώβου Σχεδιασμός Έκδοσης & Εξωφύλλου: Εκδόσεις Βακχικόν

© Nicolae Dabija © Για την ελληνική γλώσσα, 2022 Εκδόσεις Βακχικόν © Μετάφρασης: Άντζελα Μπράτσου

ISBN: 978-618-5733-17-9

Εκδοτική Σειρά: Βακχικόν Πεζά/Ξένη Λογοτεχνία

Αριθμός Σειράς: 290/49 Πρώτη Έκδοση: Δεκέμβριος 2022 Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Eλληνικού Nόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου. ΕΚΔOΣΕΙΣ ΒΑΚΧΙΚOΝ Μέλος του Vakxikon.gr Media & Publishing Group Βερανζέρου 13, 106 77 Αθήνα τηλέφωνο: 210 3637867 e-mail: info@vakxikon.gr web site: www.vakxikongroup.com

ΛΟΓΟΣ

Το καλοκαίρι του 2007 πέθανα. Ήταν ο μήνας που θα γινόμουν 59 ετών. Είχα πέσει από έναν βράχο κοντά στο μοναστήρι Τσίποβα, στον ποταμό Δνείστερο. Και τότε, σ’ εκείνες τις στιγμές μεταξύ ζωής και θανάτου, και πιο συγκεκριμένα μεταξύ θανάτου και ζωής, μου φανερώθηκε αυτό το βιβλίο: πρώτα το είδα –ολόκληρο!– σε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου και μετά, με την πάροδο του χρόνου, μου αποκαλυπτόταν φύλλο φύλλο, πρόταση πρόταση, λέξη προς λέξη, σε όλες τις διαστάσεις του. Εκείνες τις στιγμές, από το βάθος της αβύσσου, είδα, θαρρείς στο φως ενός προβολέα, άντρες, γυναίκες και παιδιά, συγκεντρωμένους γύρω μου για να με ενθαρρύνουν, να με στηρίξουν, να μου απλώσουν το χέρι και να με σηκώσουν από το σκοτάδι στο οποίο είχα περιέλθει. Ήταν άγνωστα πρόσωπα, τα οποία αργότερα επέστρεψαν, εξίσου μπερδεμένα, στο χειρουργείο και στο κρεβάτι ανάρρωσης, για να μου πουν –όχι όμως με λόγια, αλλά μάλλον με τη βοήθεια εικόνων– την αφήγηση που ακολουθεί. Αυτό το βιβλίο μού παρουσιάστηκε κατά κάποιον τρόπο σαν ανάμνηση από τη ζωή κάποιου άλλου, σαν εξέλιξη γεγονότων που έλαβαν χώρα πολύ πριν γεννηθώ, σαν εκδίκηση, σαν εκπλήρωση κάποιων υποχρεώσεων. Οφείλω τη γραφή του βιβλίου σ’ εκείνους

τους άγνωστους που με ξαναέφεραν στη ζωή. Δικό τους είναι το βιβλίο. Το μόνο που έκανα εγώ ήταν να αραδιάσω στις σελίδες αυτά που εκείνοι μου είχαν πει. Ο συγγραφέας

ΤΟ ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟ

τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ, καὶ τὴ φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις, ἀλλ᾿ οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει· Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον 3:8

Κ αι ήταν ημέρα Τετάρτη και έβρεχε. Μόλις τις ακουμπούσε η βροχή, οι βελόνες των πεύκων σκόρπιζαν παντού. Οι βαριές σταλαγματιές σφυροκοπούσαν το χορτάρι για να το ξαναχώσουν στο χώμα. Ήταν μια κουρτίνα βροχής, με μακρουλά κρόσσια, ζαρωμένη εκεί που ακουμπούσε στο έδαφος. Αν και ήταν μεσημέρι, ξαφνικά είχε σκοτεινιάσει. Μου αρέσει ο τρόπος που χιονίζει στη Σιβηρία, σαν να κοσκινίζει. Αφού έπλυνα τα πατώματα της τάξης μας –γιατί εκείνη την ημέρα ήμουν υπηρεσία–, κάθισα όσο πιο άνετα γινόταν πάνω στο περβάζι για να ακούσω τη βροχή να χτυπάει το τύμπανο στη στέγη, σαν μια πρόσκληση σε μάχη, και να παρακολουθώ από ψηλά, από τον όροφο, πώς οι σταγόνες ποδοβολούν βιαστικά σαν στρατιώτες σε έφοδο στην αυλή του ορφανοτροφείου μας. Τότε ήταν που είδα για πρώτη φορά να βγαίνει από το σχολείο μας εκείνος ο περίεργος άντρας ντυμένος με μια λεπτή, αδι-

άβροχη καμπαρντίνα και μ’ έναν μάλλινο σκούφο στο κεφάλι του· με εντυπωσίασε το γεγονός ότι δεν βιαζόταν καθόλου: είχε σταματήσει στη μέση της αυλής σαν να μην έριχνε με το τουλούμι, ύστερα κοίταξε πίσω του για πολλή ώρα –πιθανότατα είχε δει κι εμένα να τον παρακολουθώ μέσα απ’ το παράθυρο της τάξης–, προχώρησε, μετά σταμάτησε πάλι και τελικά βγήκε από την πύλη του σχολείου για να εξαφανιστεί στη βροχή… Αυτός ο ξένος επέστρεψε και τη δεύτερη και την τρίτη και την τέταρτη μέρα. Κανείς δεν ήξερε ούτε ποιος ήταν ούτε τι έψαχνε στο ορφανοτροφείο μας. Εδώ, στο Ναντρετσινόε,1 ανακάλυψα για πρώτη φορά το πραγματικό μου όνομα, όταν έκλεισα τα δώδεκά μου. Μέχρι τότε το όνομά μου ήταν Ιβάν Ιβανόφ-15, σαν να ήμουν διεύθυνση, όχι άτομο. Γιατί 15; Έπειτα από πρόταση ενός ηγέτη από μακρινά μέρη, όλα τα παιδιά του Ναντρετσινόε είχαν το ίδιο όνομα: Ιβάν Ιβανόφ. Αλλά οι δάσκαλοί μας, για να μας ξεχωρίζουν, είχαν προσθέσει κι έναν αριθμό: Ιβανόφ I.-1, Ιβανόφ I.-2… Και ούτω καθεξής μέχρι το 300. Τόσα παιδιά υπήρχαν στο Ναντρετσινόε. Μας αποκαλούσαν «τα παιδιά του Στάλιν». Γνωρίζαμε ότι ο πατέρας μας μας αγαπούσε πάρα πολύ και ότι δεν μας είχε επισκεφτεί ποτέ επειδή ηγείτο μιας χώρας πολύ μεγάλης και δεν του έμενε χρόνος και για μας, τα αγόρια του. Αλλά τον περιμέναμε κάθε μέρα ελπίζοντας

5
ΜΠ Ι Ζ Ά
ΝΙΚΟΛΆΕ ΝΤΆ
κι από το Ναντρετσινόε,
Στο ορφανοτροφείο
έπρεπε
ότι κάποια στιγμή θα περάσει
με ή χωρίς δώρα.
μας
να μάθουμε να δουλεύουμε, αλλά πρώτα απ’ όλα να αγαπάμε τον σύντροφο Στάλιν. Το πορτρέτο του –ένας άντρας με μουστάκι με την πίπα στο ένα χέρι και με σταθερό βλέμμα– ήταν κρεμασμένο σε κάθε τάξη, στους θαλάμους ύπνου μας, στην τραπεζαρία – παντού. 1.Nadrecinoe: χωριό στην περιοχή Tarutino, περιφέρεια της Οδησσού, Ουκρανία (ΣτΜ).

ΜΟΥ: EΡΓΑΣΊΑ Γ Ί Α ΤΟ ΣΠΊΤ Ί

Γι’ αυτόν ο καθένας από εμάς ήταν έτοιμος να δώσει και τη ζωή του – γι’ αυτόν και για τη διευθύντρια του ορφανοτροφείου μας, τη Λιούμποφ Χερμπέρτοβνα Βάλεβα, αν και από εκείνη τρώγαμε γερό ξύλο σχεδόν εβδομαδιαία. Όμως αυτή ήταν εκείνη –και όλοι το ξέραμε αυτό– που περισσότερο απ’ όλους φρόντιζε να μεγαλώσουν οι μύες μας για την πατρίδα και να τρώμε τρεις φορές την ημέρα. Δεν κρατούσαμε κακία, ξέραμε ότι το φταίξιμο ήταν δικό μας, διότι δεν ήμασταν ακριβώς όπως ήθελε εκείνη να είμαστε: πειθαρχημένοι, να μιλάμε μόνο όταν μας ρωτούν, να περπατάμε με ρυθμικό βήμα στην αυλή του ορφανοτροφείου ή στον δρόμο για το σχολείο και στην επιστροφή… Η αλήθεια είναι όμως ότι στο Ναντρετσινόε όλοι μάς ξυλοκοπούσαν: οι δάσκαλοι, οι φύλακες, οι μαγείρισσες, οι μεγαλύτεροι μαθητές χτυπούσαν εμάς τους μικρότερους και εμείς με τη σειρά μας τους ακόμα μικρότερους. Υπομέναμε αδιαμαρτύρητα και στωικά το ξύλο, γιατί αυτό μας εκγύμναζε για τον πόλεμο. Έτσι μας έλεγαν οι εκπαιδευτικοί μας, ότι ερχόταν ο πόλεμος και ότι εμείς θα τον κερδίζαμε. Αλλά γι’ αυτό έπρεπε να είμαστε δυνατοί, να αντέχουμε κάθε πόνο, κάθε στέρηση, κάθε ταπείνωση. Όλοι ονειρευόμασταν αυτόν τον πόλεμο, να μπορέσουμε να δώσουμε τη ζωή μας για τον Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Στάλιν, ο οποίος σε κάθε γιορτή

6 Η ΒΕΣΣΑΡΑΒΊΑ
δασκάλων
με
εχθρικές πολεμίστρες, όπως ο Αλεξάντρ Ματρόσοφ που είχε περάσει κι αυτός από ένα ορφανοτροφείο σαν το δικό μας, ή να πυρποληθούμε μέσα στις πυριτιδαποθήκες των εχθρών, όπως ο αντάρτης Αλέξα Λιόχα, που είχε μεγαλώσει κι αυτός χωρίς γονείς. Εμείς μεγαλώναμε και ο πόλεμος, προς απογοήτευσή μας,
δεν ξεκινούσε. Και
οι
να αποκτήσουν
μας οι δάσκαλοι και
ονειρευόμασταν κι
μάς έστελνε τους χαιρετισμούς του μέσω των
μας· ήμασταν έτοιμοι γι’ αυτόν να πέσουμε
το στήθος πάνω στις
ακόμα
έτσι
ζωές μας δεν είχαν καμία πιθανότητα
ποτέ το σημαντικό νόημα που ήθελαν για
που
εμείς οι ίδιοι.
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.