Αναγνωστικο b 1963

Page 150

εὐχαριστοῦν, ποὺ τοὺς προσφέρομε στέγη. Τὴν ἄλλη ἠμέρα ὁ Τάκης καὶ ἡ Νίνα ἐφώναξαν τὸ Χρῖστο, τὸν ὑπηρέτη τους. Οἱ τρεῖς μαζὶ κάτι ἐκρυφομίλησαν ἐκεῖ κοντὰ στὴν κληματαριά. Τί εἶπαν; Κανένας, δὲν ἄκουσε. Ἀλλ᾽ ἀμέσως ὁ Χρῖστος ἐπῆρε μιὰ ψηλὴ σκάλα καὶ τὴν ἔβαλε κοντὰ στὸν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ. Ἐπάνω, ἐκεῖ στὴ στέγη, ἦταν τρεῖς φωλιὲς χελιδονιῶν. Ἦταν ἡ μιὰ κοντὰ στὴν ἄλλη. Ὁ Χρῖστος προσεκτικὰ - προσεκτικὰ ἔβαλε τὸ χέρι καὶ τὶς ἐκαθάρισε. Ὅ,τι ἀπὸ τὴν πολυκαιρία εἶχε μαζευθῆ ἐκεῖ μέσα τὸ ἐπέταξε. Στὶς δυὸ εἶχεν εὕρει ξυλαράκια λεπτά, ἄχυρα, πτερὰ καὶ ξεραμμένες κόρες ἀπὸ ψωμί. Ὁ ὑπηρέτης ἐκατάλαβε τί εἶχε γίνει. Τὸν χειμῶνα, μὲ τὸ τσουχτερὸ κρύο, εἶχαν μείνει σ’ αὐτὲς σπουργῖτες. Τὰ τετραπέρατα πουλάκια ἐπερνοῦσαν ἐκεῖ τὶς ψυχρὲς νύκτες. Δὲν ἔμειναν νὰ ξεπαγιάσουν στὴ δική τους κακοφτειαγμένη φωλιά. Ἔπειτα, σὰν ἦλθεν ὁ Μάρτης, μιὰ ἡμέραἀκούσθηκαν χαρούμενες φωνὲς 149


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.