ΗΜΗΤΡΗΣ ΡΟΥΣΟΥΝΕΛΟΣ
Κυκλάδες: Γαστρονομικό οχυρό Τέσσερα κείμενα για τη γεύση στα νησιά
Ο Δημήτρης Ρουσουνέλος γεννήθηκε στη Μύκονο το 1957. Σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Πειραιά (Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς). Από το 1983 δραστηριοποιείται επαγγελματικά στη Scala Gallery, ενώ υπήρξε συνιδρυτής και μέλος της συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας Η Μυκονιάτικη (19882001). Ερασιτέχνης αμπελουργός και οινοποιός, οικιακός μάγειρας και γευσιθήρας, καταγράφει τις σκέψεις του από το 2006 στην ιστοσελίδα
previeew
του: www.karvouna.wordpress.com. p
Αρθρογραφεί φεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Είναι αι συντάκτης του περιοδικού ΒΗΜΑ Gourmet. Α Go ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ
Μυκονιάτικη μαγειρική: Ψηφίδες πολιτισμού, Ίνδικτος, Αθήνα 2001 Τα χοιροσφάγια στη Μύκονο: Γεύσεις θυσίας, Ίνδικτος, Αθήνα 2006 2 Tastes of sacrifice: The pig feast on Mykonos, Ίνδικτος, Αθήνα 2004
preview
preview
ΚΥΚΛΑ ΕΣ: ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟ ΟΧΥΡΟ
preview
preview
ΗΜΗΤΡΗΣ ΡΟΥΣΟΥΝΕΛΟΣ
Κυκλάδες: Γαστρονομικό οχυρό Τέσσερα κείμενα για τη γεύση στα νησιά
Προμετωπίδα: Φίλιππος Θεοδωρίδης
preview
preview © 2011
Δημήτρης Ρουσουνέλος Ματογιάννι 48, 846 00 Μύκονος Τ + F: 22890 26992 www.scalagallery.gr E-mail: scala@otenet.gr
Σχεδιασμός: Βούλα & Φρατζέσκα Χανιώτη www.h2concept.gr
ISBN: 978-960-98429-1-4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ......................................................................................... 9 ΑΙΓΑΙΟ: ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ; Η περίπτωση της Μυκόνου .............................................................13
ΧΩΡΑΕΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΣE ΕΝΑ ΠΙΑΤΟ; Περί αυθεντικότητας και άλλων γευστικών παρελκομένων .... 29
ΚΥΚΛΑΔΕΣ: ΕΝΙΑΙΟΣ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ!
preview
Λέσχες Γαστρονομίας .......................................................................47 ...
ΙΧΝΗ Η ΝΤΟΜΑΤΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ .... ..... 53
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η
μαγειρική στη Μύκονο και στα γύρω νησιά έχει νοστιμιά, αλλά κυρίως έχει ομοιότητες. Κοινός ο τόπος, κοινός και ο τρόπος. Αιώνων πορεία γευστικού πολιτισμού σε συνάρτηση με τα υπάρχοντα υλικά στην αγορά και τις δυνατότητες που είχε η αγροτική και η θαλάσσια παραγωγή έφτιαξαν ένα σύνολο που δεν έχει γαστρονομικά σύνορα. Και τι, αλήθεια, σύνορα να βάλεις στη θάλασσα; «Η κουζίνα είναι καράβι που ταξιδεύει», έγραφα πριν από δέκα χρόνια.1 Ιδιαίτερα εδώ, στα νησιά, τα λιμάνια είναι ανοικτά, την ίδια στιγμή που φαίνονται κλειστά, και απόρθητα σαν οχυρά τα σπίτια και οι συνήθειες των ανθρώπων. Είναι θαυμάσιο πώς, μέσα σε αυτή την πολιτισμική επίθεση που έχουν υποστεί οι μικρές γαστρονομικές πατρίδες, καταφέρνουν να αντιστέκονται σαν μικρά γαλατικά χωριά σπαρμένα στον χάρτη. Έτσι, μπορεί να μας χαρίζει κάθε νησί την ιδιαιτερότητά του, πράγματα που το κάνουν ονομαστό, γεύσεις που αξίζει να ανακαλύψουμε και να διαδώσουμε. Στη Μύκονο είναι μεν λιγοστά τα προϊόντα, πλην όμως το όνομά τους εξακολουθεί να σηματοδοτεί ποιότητα και μοναδικότητα. Για αυτό κυρίως έχουν φροντίσει γενιές πολύ παλιότερες από τη δική μας. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Εμείς σήμερα τι κάνουμε; Αφήνουμε τα πράγματα εκεί που τα πήγαν κάποιοι πριν από μας, με τα περιορισμένα μέσα και τις ανάγκες που είχαν
1. Βλ. Δημήτρης Ρουσουνέλος, Μυκονιάτικη μαγειρική: Ψηφίδες πολιτισμού, Ίνδικτος, Αθήνα 2001, σ. 20.
10
Κυκλάδες: Γαστρονομικό οχυρό
τότε; Αφηνόμαστε να παρασυρθούμε στις δίνες που δημιουργεί το σύγχρονο περιβάλλον, το οποίο επιβάλλει τάξη και ομοιομορφία, ή αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες, ώστε αυτή η τάση να ανατραπεί, στηρίζοντας και διεκδικώντας τη συνύπαρξη μέσα από την ιδιαιτερότητα; Στο πέλαγος της αλλοτρίωσης που μας περιβάλλει, η Μύκονος, ως μια των Κυκλάδων, μπορεί να γίνει «δήλος», φανερή σαν την ιερή γειτόνισσά της, σπάζοντας τις αλυσίδες που τη δένουν, προβάλλοντας και κυρίως αξιοποιώντας με όρους σημερινούς, από κοινού με τα γειτονικά νησιά, γνώσεις, εμπειρία, προϊόντα, πιάτα, μαγειρικές και γευστικές απολαύσεις μοναδικές. Στο κομμάτι της παράδοσης πάμε καλά. Αυτό χάρη σε προϊόντα όπως η λούζα, το λουκάνικο, η κοπανιστή, η τυροβολιά και το ξινότυρο, τα αμυγδαλωτά και το μαυρομάτικο φασόλι και σε εκδηλώσεις όπως τα πανηγύρια και οι πρωινές λειτουργίες στα ξωκκλήσια, με την ιδιαίτερη γαστρονομία τους, καθώς και στα χοιροσφάγια. Στο κομμάτι της εστίασης είμαστε επίσης σε ένα πολύ καλό επίπεδο, αφού το πλήθος και η ποιότητα των εστιατορίων της Μυκόνου την καθιστούν αυτόματα έναν εξωστρεφή γαστρονομικό προορισμό. Εδώ διακρίνουμε ήδη το πρόβλημα, που αφορά κυρίως το γεγονός ότι τα εστιατόρια της Μυκόνου –αλλά και τα σπίτια, για να είμαστε ειλικρινείς– δεν δουλεύουν με τα ντόπια υλικά δημιουργώντας κάτι νέο. Στην πλειονότητά τους περιορίζονται να χρησιμοποιούν αυτά καθεαυτά τα υλικά, όπως και κάποια παραδοσιακά πιάτα ή μεζέδες. Αυτό που λείπει είναι η έρευνα και η σύζευξη, που θα παντρέψει τα υλικά και τις τεχνικές με γευστικές συνήθειες σημερινές, καθώς και συνθέσεις πιάτων που μπορούν με αξιοπρέπεια να παρουσιαστούν σε ένα κοινό απαιτητικό σαν αυτό της Μυκόνου.
Πρόλογος
Επ’ αυτού πιστεύω ότι πρέπει να σημάνει μια μικρή κινητοποίηση, στην οποία όσο περισσότεροι συμμετέχουμε τόσο καλύτερα. Οι επαγγελματίες κυρίως, αλλά και στα σπίτια μας οι οικιακοί μάγειρες. Πρέπει να δουλέψουμε, ώστε να παρουσιάσουμε το νέο μας πρόσωπο, αυτό που θα μας εισαγάγει στον 21ο αιώνα και για το οποίο –ας μου επιτραπεί να πω– έχουμε ήδη αργήσει. Κομμάτι αυτής της κινητοποίησης αποτελεί και η σκέψη-πρόταση που έχω διατυπώσει και δημόσια ήδη από τον Μάιο του 2008 και αφορά την ίδρυση Γαστρονομικών Λεσχών σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ιδιαίτερα στη Μύκονο η ίδρυση μιας τέτοιας Λέσχης έχει το ενδιαφέρον της, δεδομένου ότι μπορεί να συμβάλει και στην επαγγελματική, αλλά και στην πολιτισμική πορεία του νησιού μέσα από τη γαστρονομία, τη μαγειρική, τα προϊόντα και τις γευστικές συνήθειες. Αλλά επ’ αυτού έχω ήδη επιχειρηματολογήσει με τρεις ομιλίες μου σε ισάριθμα συνέδρια και εκδηλώσεις. Κλήθηκα να πω δυο λόγια, αλλά είπα πολλά παραπάνω. Φαίνεται πως δημιούργησαν αίσθηση, γι’ αυτό και η έκδοση αυτή έχει σκοπό να κοινοποιήσει τα κείμενα, ώστε να συμβάλουν προς την κατεύθυνση της κινητοποίησης στην οποία προαναφέρθηκα και στην έναρξη ενός διαλόγου, με απώτερο στόχο κάποιες πρωτοβουλίες να δώσουν μια νέα ώθηση στο γαστρονομικό προϊόν της Μυκόνου. Έκλεινα αυτό τον πρόλογο, όταν ο Φίλιππος Θεοδωρίδης, φίλος ζωγράφος από την Κύπρο, εμπνευσμένος από όσα του είπα ένα βράδυ, μου έφερε μια ζωγραφιά. Τα φραγκόσυκα που απεικονίζονται πιστεύω ότι είναι ένα κλασικό παράδειγμα της ευκολίας με την οποία μέχρι τώρα αντιμετωπίζαμε τα πράγματα. Τα νησιά μας αποτελούν ένα ξεχωριστό οικοσύστημα που χαρακτηρίζεται από δυνατούς βοριάδες και ελάχιστες βροχοπτώ-
11
12
Κυκλάδες: Γαστρονομικό οχυρό
σεις, με εδάφη από τα οποία λείπει η οργανική ύλη. Τις περισσότερες φορές είναι δύσκολη έως απαγορευτική η καλλιέργεια δέντρων και κηπευτικών. Ένα φυτό σαν τη φραγκοσυκιά, που μπορεί να φυτρώσει και στα πιο κακοτράχαλα σημεία, είναι απόλυτα εναρμονισμένο με το περιβάλλον και προσφέρει πολλές υπηρεσίες, και αισθητικές και γευστικές. Πλην ελαχίστων περιπτώσεων –περιστασιακά, για μια δυο αφιερωματικές βραδιές–, κανείς δεν κάνει χρήση ενός υλικού της μυκονιάτικης γης που αφθονεί και μπορεί να αποτελέσει συμβολικά ένα προϊόν υποδειγματικό για το πέρασμα σε μια νέα γαστρονομική περίοδο για τη Μύκονο και τα γύρω νησιά. Θα θεωρηθεί ίσως κάπως τραβηγμένο, αλλά πρέπει να το δει κανείς με ανοικτό πνεύμα: Δεν θα αργήσει η εποχή όπου η φραγκοσυκιά, που σήμερα κάποιοι την ξεκάνουν, γιατί είναι επεκτατική, θα μπορεί να προσφέρει τον πολύτιμο καρπό της για κοκτέιλ, για σορμπέ και παγωτά, για τσάτνεϊ και ιδιαίτερες μαγειρικές. Η άλλη λύση βέβαια είναι να συνεχίσουμε το ξήλωμα της υπάρχουσας χλωρίδας, η οποία προσφέρει γεύσεις και μυρωδιές εγκλιματισμένες και εναρμονισμένες με το περιβάλλον του νησιού, και να φυτεύουμε φοινικόδεντρα, γκαζόν, φίκους και μεταξωτές κορδέλες. Το φραγκόσυκο –σκέφτομαι– είναι διπλά συμβολικό, γιατί έχει αυτά τα σχεδόν αόρατα αγκάθια, που το προστατεύουν. Έτσι, δεν θα θεωρηθούμε κοινότοποι, αν τονίσουμε ότι στο ηράκλειο δίστρατο όπου στεκόμαστε, αν είναι να ακολουθήσουμε έναν δρόμο, δεν είναι αυτός της πιθανόν απολεσθείσας αρετής, αλλά ο δρόμος της προσπάθειας, που ίσως και να είναι στρωμένος με αγκάθια. Θα είναι όμως ένας δρόμος δικός μας και θα τον έχουμε περπατήσει ως εκεί που μας πάει και ακόμα παραπέρα.
ΚΥΚΛΑΔΕΣ: ΕΝΙΑΙΟΣ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ! Λέσχες Γαστρονομίας2
Σ
την Ελλάδα, όταν απαιτήθηκε από τις συνθήκες, κάναμε άλματα στη διατροφή μας. Μάθαμε, για παράδειγμα, να τρώμε το φιλέτο με το αίμα του, να μην ξεροψήνουμε τα παϊδάκια, να αφήνουμε δροσιά στο ψάρι, να κόβουμε επιτόπου την ντομάτα, να φτιάχνουμε πλούσιες σαλάτες με λαχανικά κομμένα στο χέρι. Μάθαμε επίσης να μην παραβράζουμε τα λαχανικά και να μην υπερβάλλουμε στο λάδι. Στο τέλος αλλάξαμε και τις συνήθειές μας. Γνωρίσαμε το πλατό τυριών, το απεριτίφ, το ορντέβρ, ήπιαμε τον καφέ μας μεσάνυχτα στο τέλος του δείπνου. Αποκτήσαμε πρώτο, δεύτερο, τρίτο πιάτο… Πιθανόν χωρίς λόγο! Θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε τη λογική του μεζέ. Με τις μικρές μερίδες και την πλούσια ποικιλία. Αντ’ αυτού, αφού ερωτοτροπήσαμε με τη μισή Ευρώπη καταναλώνοντας τόνους κρέμας γάλακτος και εκατομμύρια χιλιόμετρα σπαγγέτι άλε βόνγκολε, το γυρίσαμε στην ισπανική υποχώρηση και περάσαμε στην εποχή των τάπας. Λες και υπήρχε λόγος να εντρυφήσουμε στα πάτα νέγκρα και στα τσορίθος, πριν γνωρίσουμε τη γοητεία της λούζας, του καβουρμά, της λακέρδας και του γαύρου.
2. Ομιλία στο πλαίσιο του Cherry Tomato, 3ου Συνεδρίου Σαντορίνης, Ιούλιος 2011. Πιο συγκεκριμένα, η ομιλία εκφωνήθηκε στο Στρογγυλό Τραπέζι με θέμα: «Γαστρονομία και τουρισμός: Η εμπειρία του φαγητού».
48
Κυκλάδες: Γαστρονομικό οχυρό
Και ενώ μάθαμε όλα τα παραπάνω και ακολουθήσαμε νέες συνήθειες, απωλέσαμε τα κεκτημένα μας. Ξεχάσαμε ότι η φέτα δεν έχει μόνο καταγωγή, έχει και ποιότητες και μεθόδους παρασκευής και διαβάθμιση σκληρότητας και γεύσης· ότι τα κρέατα έχουν κοπές, έχουν σίτεμα, έχουν διαφορετικό τρόπο μαγειρικής για το κάθε κομμάτι του ζώου· ότι μπορεί να μην είχαμε την κουλτούρα του αλ ντέντε ή του μίντιουμ ρερ, είχαμε όμως το στεκάμενο, το να κρατά στο δόντι, το γρινί… Και δεν μπορεί, ας πούμε, το ραδίκι του φρυ’άνου –το γνωστό μας σταμναγκάθι– να αντιμετωπίζεται ως ιταλικό ραδίκι, επειδή μπήκε στο εστιατόριο. Η αλήθεια είναι ότι κανείς μας σήμερα εδώ δεν έχει τη μαγική συνταγή, για να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο. Τον προβληματισμό και τις προτάσεις μας καταθέτουμε. Μια τέτοια πρόταση, που δεν πρόλαβα να αναπτύξω στο Συνέδριο του IMIC τον Φεβρουάριο, τη δημοσίευσα τότε στο Διαδίκτυο και θα ήθελα να την καταθέσω εδώ. Στη Μύκονο πιστεύουμε το φθινόπωρο να θέσουμε τα θεμέλια μιας Γαστρονομικής Λέσχης και στη διάρκεια του χειμώνα να έχουμε τα πρώτα μας βήματα. Όσοι αγαπάμε το καλό φαγητό, τη μαγειρική και τα γνήσια προϊόντα πρέπει να σμίξουμε την έγνοια μας και να επικεντρωθούμε δημιουργικά για μας τους ίδιους και για τον τόπο μας στο κοινό μας ενδιαφέρον. Κυρίως να δούμε πώς θα αντιστρέψουμε τυχόν φθίνουσες πορείες ή πώς θα αναδείξουμε προσπάθειες. Να συζητήσουμε και να μαγειρέψουμε. Να αναζητήσουμε το καινούργιο, να γευτούμε το διαφορετικό, να ταξιδέψουμε. Τον χειμώνα του 2011 ιδρύθηκε η Ομάδα Οινογαστρονομίας Πάρου, που προγραμματίζει ήδη για τον Σεπτέμβριο ένα τοπικό Φεστιβάλ Γαστρονομίας. Λίγο
Κυκλάδες: Ενιαίος γαστρονομικός προορισμός!
νωρίτερα γεννήθηκαν η Λέσχη Γαστρονομίας της Κέρκυρας και η αντίστοιχη της Ηπείρου. Η Θεσσαλονίκη έχει ήδη αποκτήσει τη δική της Ελληνική Λέσχη Γαστρονομίας. Στην Αθήνα ήταν μέχρι πρόσφατα ενεργή η Λέσχη του Slow Food, όπως και στη Σαντορίνη. Είναι καιρός στις γαστρονομικές μας νησίδες (στη στεριά και στο πέλαγος) να δημιουργήσουμε ή να ξαναζωντανέψουμε ανάλογες συλλογικότητες. Σήμερα έχουμε λόγους να σκαλίσουμε αυτή την εμπειρία και να την πάμε λίγο παραπέρα. Με τη συμμετοχή όσων βλέπουν τη μαγειρική διαδικασία ως στοιχείο πολιτισμού μπορεί να αναδειχθεί η νέα αυθεντική και σύγχρονη ελληνική γευστική ταυτότητα. Το κοινό έχει χρόνια τώρα εκδηλώσει το ενδιαφέρον του, αλλά δυστυχώς το έχουμε παραδώσει βορά στην κρεατομηχανή της τηλεθέασης. Σήμερα το Διαδίκτυο δίνει νέες δυνατότητες και μορφές επικοινωνίας. Μπορεί να φέρει ευκολότερα κοντά τη Μύκονο με τη Μήλο, τη Σαντορίνη με την Άνδρο, τα Θερμιά με το Κουφονήσι. Το Διαδίκτυο προσφέρει δυνατότητα διαρκούς επαφής, συντελώντας στη δημιουργία ενός «σώματος» με διευρυμένες δυνατότητες συνεργασίας και επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Με αυτό τον τρόπο είναι δυνατόν να διαχυθεί το μήνυμα στον κόσμο, ο οποίος είναι εκεί έξω ολοένα και περισσότερο συνδεδεμένος, αναζητώντας νέο υλικό και πληροφορίες. Η επαφή του παλιού με το καινούργιο, η γνωριμία με όσα συμβαίνουν έξω από τον χώρο που μας περιβάλλει ανοίγουν δρόμους. Παράλληλα, η συνεργασία με την ιδιωτική πρωτοβουλία θα καταστήσει εφικτές την ενίσχυση και προβολή τοπικών παραγωγών, καθώς και τη γνωριμία ενός ευρύτερου και υποψιασμένου κοινού με τα προϊόντα. Οι Λέσχες και τα μέλη τους
49
50
Κυκλάδες: Γαστρονομικό οχυρό
μπορούν να αποτελέσουν σημείο αναφοράς για ό,τι γαστρονομικό συμβαίνει κατά τόπους, ακόμα και να συμβάλουν στην προσπάθεια πιστοποίησης προϊόντων και κατοχύρωσής τους. Στην περιοχή μας έχουμε τελευταία μια αξιόλογη προσπάθεια: το πρόγραμμα Aegean Cuisine. Παρά τα λάθη που έχουν γίνει, είναι σε καλό δρόμο. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι μας υπερβαίνει. Έχουμε σήμερα δυσκολίες επικοινωνίας στις Κυκλάδες, πόσω μάλλον στο Αιγαίο. Εντούτοις, η εμπειρία και η προσπάθεια αξίζει να συνεχίσουν, εφόσον υπάρχουν άνθρωποι ζεστοί που τα φέρνουν βόλτα. Αγαπητοί φίλοι, ελάτε να στήσουμε τον γαστρονομικό προορισμό των Κυκλάδων. Με συντονισμένη δουλειά και στόχο. Οι Κυκλάδες μπορούν να γίνουν γαστρονομικές νησίδες ενός κοινού πολιτισμού. Με την αυτονομία του το κάθε νησί, αλλά και με τις κεραίες τεντωμένες, τα προϊόντα σε κίνηση. Να είναι περήφανη η Μύκονος που πουλάει φάβα Σαντορίνης και η Σαντορίνη παρομοίως για την κοπανιστή. Να ρέουν το Ασύρτικο, η Μονεμβασιά, η Κουντούρα, το Μαυροτράγανο, το Ποταμίσι, το Σερφιώτικο στα εστιατόρια των νησιών και να είναι το σκοτύρι, το λαδοτύρι, η αρμεξιά, το ξινότυρο, το Σαν Μιχάλη στην πρώτη ζήτηση των εκατομμυρίων επισκεπτών που κατακλύζουν τα νησιά μας. Κυρίως να αναπτύξουμε τα πιάτα μας, να τα αναδείξουμε με κυκλαδίτικη αντίληψη ως ενότητα. Η νέα τάση που ζητά επιστροφή στην παράδοση, απλές γεύσεις και λύσεις οικονομικές βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση. Με το κόλπο του φακίρη μπορούν να σταθούν και να σταδιοδρομήσουν τα πιάτα και τα προϊόντα μας στο πλαίσιο ενός ενιαίου γαστρονομικού προορισμού. Ας πάρουμε μια ντομάτα. Ακουμπώντας τη σε ένα καρφί
Κυκλάδες: Ενιαίος γαστρονομικός προορισμός!
–μια βελόνα–, οι δυνάμεις που ασκούνται πάνω στον φλοιό της είναι τέτοιες, που εύκολα τρυπιέται και η αιχμή βίαια εισέρχεται στη σάρκα της. Δυο καρφιά πιθανόν δεν φτάνουν, για να την κρατήσουν, ούτε τρία. Όλα όμως μαζί τα νησιά, αν βάλουν δίπλα δίπλα τις βελόνες τους, το πιθανότερο είναι να μπορέσουν να δώσουν στην ντομάτα και στα υπόλοιπα κυκλαδίτικα προϊόντα τη δυνατότητα αυτή! Τελειώνοντας, θέλω να πω τούτο: Στον τουρισμό δεν προσφέρεις φαΐ τουριστικό. Δίνεις τα καλύτερά σου. Γι’ αυτό ξέφυγα από το θέμα, επίτηδες. Γιατί για μένα: Καλό φαγητό για μας είναι καλό και για τον τουρίστα! Γι’ αυτό και πιστεύω ότι η προσπάθεια πρέπει να ξεκινήσει με στόχο τη δική μας εμπειρία στη γεύση, ώστε να μπορούμε και να την προτείνουμε και να είμαστε περήφανοι για αυτή.
51
preview
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΟΥΣΟΥΝΕΛΟΥ ΚΥΚΛΑΔΕΣ: ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟ ΟΧ ΥΡΟ ‒ ΤΕΣΣΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΥΣΗ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΜΕ ΤΥ ΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙA ΟΥΡΑΝΙΑΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΣΕΛΙ ΔΟΠΟ Ι ΗΘ Η Κ Ε Α Π Ο Τ Ι Σ ΒΟΥΛΑ & ΦΡΑΤΖΕΣΚΑ ΧΑ ΝΙΩΤΗ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΥ 2011 ΣΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΑ ΑΝΤΙΤΥ ΠΑ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚ ΔΟΣΕΩΝ SCALA GALLERY AL
preview evi
preview
Από τις εκδόσεις Scala Gallery κυκλοφόρησε το 2010 το λεύκωμα: The pelican spirit – Το πνεύμα του πελεκάνου, με φωτογραφίες της Βιβής Δ. Χανιώτη και κείμενο του Δημήτρη Ρουσουνέλου σε έξι γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά).
preview
Οι Κυκλάδες μπορούν να γίνουν γαστρονομικές νησίδες κοινού πολιτισμού. Αυτόνομα το κάθε νησί, με τις κεραίες τεντωμένες και τα προϊόντα σε κίνηση. Να είναι περήφανη η Μύκονος που πουλάει φάβα Σαντορίνης και η Σαντορίνη για την κοπανιστή. Να ρέουν Ασύρτικο, Μονεμβασιά, Κουντούρα, Μαυροτράγανο, Ποταμίσι, Σερφιώτικο στα εστιατόρια των νησιών και να είναι το σκοτύρι, το λαδοτύρι, η αρμεξιά, το ξινότυρο, το Σαν Μιχάλη στην πρώτη ζήτηση των επισκεπτών. Με το κόλπο του φακίρη μπορούν να σταθούν και να σταδιοδρομήσουν πιάτα και προϊόντα στο πλαίσιο ενός ενιαίου γαστρονομικού
preview
προορισμού. Ας πάρουμε μια ντομάτα. Ακουμπώντας τη σε ένα καρφί, οιι δυνάμεις που ασκούνται πάνω της είναι τέτοιες, τέτοιες που εύκολα τρυπιέται. ρυπιέται. Δυο καρφιά πιθανόν δεν φτάνουν ούτε ούτ τρία. Όλα όμωςς μαζί τα νησιά, αν βάλουν δίπλα δίπλα τις βελόνες τους, έ θα μπορέσουν να δώσουν στην ντομάτα και στα υπόλοιπα κυκλαδίτικα προϊόντα τη δυνατότητα αυτή!
ISBN 978-960-98429-1-4