Pepper #7

Page 49

Το θέατρο λοιπόν πρέπει να έχει πάντοτε κάτι να πει; Η τέχνη γενικότερα πρέπει να έχει κάτι να πει. Πρέπει να τη διαχωρίζουμε σε περιτύλιγμα και περιεχόμενο. Το πρώτο μπορεί να είναι το χιούμορ, τα τραγούδια και οι χοροί αλλά το δεύτερο πρέπει να είναι ένα υπαρξιακό μήνυμα το οποίο προβληματίζει τους δημιουργούς. Ολοκληρωμένο έργο είναι αυτό που έχει και τα δύο. Βλέπω συχνά παραστάσεις που δεν έχουν να δώσουν τίποτα. Περνάω μια χαρά αλλά μόλις τελειώνουν, φεύγουν από το μυαλό μου. Δεν είναι κακό να συμβαίνει απλά είναι κάτι μικρότερο από αυτό που εγώ θα ήθελα να κάνω. Εμείς προσπαθούμε με μια γλώσσα καθημερινή και με το interactive στοιχείο να σπάσουμε τη σοβαροφάνεια της τέχνης μας. Αυτό κάνει το «I will survive» και το κάνει καλά. Αυτή η διαδραστικότητα όμως ξεφεύγει από τις κλασικές φόρμουλες και συχνά δέχεται κριτική. Με στεναχωρεί αυτή η κριτική. Όταν ο θεατής νιώθει ότι απευθύνεσαι σε αυτόν, όταν βήχει και ξέρει ότι το λαμβάνεις υπόψη σου, όταν γελάει και καταλαβαίνει ότι το καταλαβαίνεις, κατευθείαν γίνεται μέρος της παράστασης και αλλάζει η ενέργειά του. Το σώμα του συνειδητοποιεί ότι επηρεάζει με την παρουσία του και αρχίζει και ενεργοποιείται και το μυαλό. Τότε περνά καλά και τότε καταλαβαίνει γιατί στο θέατρο δίνει 15 και 20 ευρώ και όχι 8 όπως στον κινηματογράφο.

Ποιό είναι κατά τη γνώμη σου το κοινό που δεν μπορεί να δεχτεί το δηκτικό χιούμορ της σειράς; Επειδή το «Ουκ» είναι κάτι εντελώς καινούργιο για τα ελληνικά δεδομένα, το κοινό που βλέπει τηλεόραση δεν ξέρει πού να το κατατάξει. Δεν υπάρχει κουτάκι για το «Ουκ». Απευθύνεται σε αυτές τις ηλικίες που δεν βλέπουν πια τηλεόραση γιατί δεν υπάρχει κάτι που να τους αρέσει. Σε εκείνους που κάνουν ζάπινγκ και νιώθουν ότι θα καεί ο εγκέφαλός τους με τόσα ριάλιτι. Μιλάει λοιπόν με έναν τρόπο που μιλούν κι αυτοί αλλά που δεν μπορούν να καταλάβουν οι μεγαλύτεροι. Δεν είναι για όλους το «Ουκ». Έχει τον χαρακτήρα του πρωτοπόρου που πηγαίνει ηρωικά εκεί που δεν έχει πάει κανείς. Ελπίζω ότι θα στρώσουμε τον δρόμο για να γίνουν κι άλλα πράγματα γιατί έχει διαλυθεί ο λαιμός μου με το να τσιρίζω για να βγάλω τις ατάκες του Ερμή! Υπάρχουν και διάφορες αντιδράσεις σχετικά με τη διακωμώδηση του Θείου. Είναι λεπτό το ζήτημα. Όταν κάποιος πιστεύει σε κάτι πάρα πολύ, είτε αυτό είναι θρησκεία, είτε κόμμα, είτε ομάδα αντιδρά πέρα από τη λογική. Εγώ βρίσκω αστείο το ότι ο Χριστός εμφανίζεται στο κρεβατάκι του και η Παναγία τον ξυπνάει, για παράδειγμα. Ο άνθρωπος που εξανθρώπισε τον Θεό στο μυαλό του διαπράττει πρώτος βλασφημία. Οπότε εμείς γελοιοποιούμε ουσιαστικά την ιδέα ότι ο Θεός έχει ανθρώπινη μορφή όχι τον ίδιο το Θεό.

Μια λύση σε όλα τα παραπάνω συμπλέγματα είναι πρωτοβουλίες σαν την θεατρική ομάδα «AbOvo» που δημιούργησες πριν μερικά χρόνια; Μια στροφή σε νέες τάσεις, όπως είναι το επινοημένο θέατρο με το οποίο ασχολείστε; Αυτό που κάνουμε ως «AbOvo» είναι να συγκεντρωνόμαστε γύρω από ένα τραπέζι, να σκεφτόμαστε τι θέλουμε να πούμε, πώς θέλουμε να το επικοινωνήσουμε και έτσι να δημιουργούμε ένα έργο συνδυάζοντας τις σκέψεις μας. Κάπως έτσι λειτουργεί το devised theatre, δεν το γράφει δηλαδή μόνο ένας αλλά όλοι μαζί. Ο δάσκαλός μου στην Αγγλία έλεγε ότι έτσι δούλευε και ο Σαίξπηρ. Είχε μαζί του μια πλειάδα ηθοποιών που γνώριζαν όλους τους συγγραφείς και ανά πάσα στιγμή είχαν κείμενο να βγάλουν. Η μαεστρία του ήταν μάλλον ότι τους συντόνιζε και έτσι έφτιαξε τα αριστουργήματά του. Εμείς δουλεύουμε πάνω σε αυτό, κάνουμε λάθη αλλά εξελισσόμαστε. Ο στόχος είναι να προκύπτει ένα αποτέλεσμα που να αφορά τον κόσμο, που να το καταλαβαίνει. Κι αν τελικά δεν γίνει κάτι τέτοιο, δεν έχεις το δικαίωμα να αντιδράς ελιτίστικα και να θεωρείς ότι έκανες κάτι ανώτερο από αυτό που μπορεί να αντιληφθεί ο κοινός νους.

Είσαι ένας καλλιτέχνης πάντως που καταπιάνεται με πολλά και διαφορετικά στοιχήματα, που προσαρμόζεται στις καταστάσεις. Είναι προσωπική σου ανάγκη ή ένας τρόπος να βρίσκεσαι μέσα στα πράγματα σε δύσκολες εποχές για το επάγγελμα; Και τα δυο. Αναγκάζεσαι να κάνεις πεντακόσια πράγματα γιατί τίποτε από μόνο του δεν σε καλύπτει οικονομικά. Η ομάδα των «AbOvo» είναι το μεγαλύτερο κομμάτι της ψυχής μου και η πλατφόρμα από την οποία μας βρίσκουν και μας προτείνουν και άλλες δουλειές. Μαθαίνω συνεχώς. Έμαθα πάρα πολλά και από το «I will survive», έμαθα πολλά και από τη Θεσσαλονίκη όσο την έζησα μέσα από αυτό.

Εσύ πιστεύεις ότι γενικά ο χώρος υποφέρει από έναν ελιτισμό; Ναι,πάρα πολύ, και από τους παλιούς και από τους καινούργιους. Υπάρχουν καινούργιοι που κάνουν πολύ ψαγμένα, με τη χειρότερη έννοια του όρου, έργα που είναι δυσνόητα και αφηρημένα. Σε ότι αφορά τους παλιότερους, με την αναμπουμπούλα που υπάρχει με τους επιχορηγούμενους θιάσους υπάρχει μια νοοτροπία ότι το κράτος μας χρωστάει. Όντως μας χρωστάει και φυσικά πρέπει να επιδοτεί την τέχνη, η οποία όμως πρέπει να δίνει κάτι πίσω στον κόσμο. Αν το έργο σου δεν αφορά και ζητάς από το κράτος να μπαλώσει τα εισιτήρια που εσύ δεν κόβεις γιατί δεν ενδιαφέρεις, τότε έχεις κι εσύ πρόβλημα. Εδώ ο άλλος χάνει το σπίτι του, θα έρθει να δει τη νέα προσέγγιση στον Ταρτούφο;

Μέσα από την αγριότητα μιας πόλης δεν προκύπτει όμως και η αστική έμπνευση; Ίσως. Αλλά μπορείς να εμπνευστείς κάνοντας μια βόλτα και στην όμορφη παραλία της Θεσσαλονίκης. Το ότι ζω στην Αθήνα με κάνει να γνωρίζω το κοινό της Αθήνας. Βέβαια, και το «I will survive» πηγαίνει καλά οπότε προφανώς τα δυο κοινά δεν είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους.

Ως «AbOvo» ανεβάζετε έργα με μια πολιτική χροιά. Βρίσκει χώρο το πολιτικό σχόλιο στο θέατρο σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από πολλούς απολιτίκ; Μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008, η δική μου γενιά τουλάχιστον των τριάντα και κάτι, άρχισε να προβληματίζεται. Ξαφνικά αρχίσαμε να μιλάμε για πολιτικά και να τη ψάχνουμε. Τα έργα μας ως «AbOvo» είχαν έντονο τέτοιο πυρήνα και σε δύσκολες χρονιές για το θέατρο, πήγαν πολύ καλά. Αυτό κάτι σημαίνει. Κανείς δεν είναι απολιτίκ αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Πρέπει να ξεχάσουμε την κομματικοποίηση και να πάμε στην πολιτικοποίηση που είναι ουσιαστικά η συζήτηση για την κοινωνία. Κι επιτέλους να δούμε τα χάλια μας ως πολίτες για να μπορούμε μετά να μιλάμε και για τους άλλους. Όλη αυτή η κουβέντα μας φέρνει και στη σειρά animation του Mega, το «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Δανείζεις τη φωνή σου στον Ερμή. Η πολιτική της σάτιρα ήταν ένας από τους λόγους που σε έπεισαν να συμμετέχεις σε αυτήν την προσπάθεια; Όταν ξεκινήσαμε να δουλεύουμε το «Ουκ», δεν ξέραμε ακριβώς τί ήταν αυτό. Αφού να φανταστείς είχαμε ξεκινήσει τις ηχογραφήσεις χωρίς να έχουμε δει φωτογραφία του χαρακτήρα μας. Ακολουθήσαμε το όραμα του Γιώργου Φειδά και σκεφτήκαμε ότι θα κάναμε κάτι πρωτοποριακό, κινούμενα σχέδια για μεγάλους στην Ελλάδα με αιχμηρή γλώσσα και βρισιές. Η φόρμα λοιπόν ήταν που με κέρδισε, το παιχνίδι με τους χαρακτήρες και τις φωνές, ο σουρεαλισμός των καρτούν.

Όπως; Είναι μια πολύ πιο ανθρώπινη πόλη σε σχέση με την Αθήνα. Έχει ταυτότητα, χαρακτήρα. Κάτω τα πράγματα είναι άγρια, περπατάς στο δρόμο και μπορεί από τη μια στιγμή στην άλλη να σε πατήσουν.

Επομένως, δεν ισχύει αυτό το στερεότυπο για την αυστηρότητα του κοινού της Θεσσαλονίκης; Το κοινό της Θεσσαλονίκης είναι γενναιόδωρο και γελάει αβίαστα με τη ψυχή του. Μπορεί να σε κοιτάζει στην αρχή με μισό μάτι αλλά αν το κερδίσεις θα σου δώσει κάτι που δεν συγκρίνεται. Στην Αθήνα το κοινό είναι πιο εξυπνακίστικο. Όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους θεατρόφιλους, είναι λίγο ψωνισμένοι γιατί έχουν άποψη και πάνε θέατρο για να κάνουν κριτική, όχι για να δουν ένα θέαμα. Και έχει γίνει και της μόδας η κακή κριτική σε βάρος της καλής που σπανίζει. Αυτό για μένα είναι κόμπλεξ κατωτερότητας. Επιλέγω δηλαδή να βάλω έναν τοίχο ανάμεσα σε μένα και το θέαμα για να ελέγξω τον εαυτό μου, να τον αποστασιοποιήσω και όταν τελειώσει, να πάω από πάνω του και να του πω τί λείπει. Αν το αφήσω να με συνεπάρει τότε θα γίνω κατώτερος του θεάματος και θα με χτυπήσει εκεί που πονάω: στο κόμπλεξ μου.

INFO Η παράσταση «I will survive» θα φιλοξενείται στο θέατρο «Σοφούλη» μέχρι τις αρχές Απριλίου. Σκηνοθετεί ο Γιάννης Σαρακατσάνης, παίζουν ο Γιώργος Παπαγεωργίου και ο Αντίνοος Αλμπάνης. Η θεατρική ομάδα «AbOvo», η οποία απέσπασε πέρσι το πρώτο βραβείο στο BE Theatre Festival του Birmingham για την παράσταση «Ο Πλανήτης», ανεβαίνει για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη. Το έργο «Μαμά Ελλάδα 2» θα φιλοξενηθεί στο χώρο του «Block 33» στις 18 και 19 Απριλίου. Είσοδος ελεύθερη.

#49


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.