
6 minute read
Η επίδραση κυμάτων υψηλής ενέργειας
Η Κύπρος παρουσιάζει μια εκτεταμένη ιστορία δραστηριότητας κυμάτων υψηλής ενέργειας τύπου τσουνάμι, όπως αυτή καταγράφεται στο γεωμορφολογικό (Σχήμα 1) και αρχαιολογικό αρχείο 1. Η ευρύτερη περιοχή της Κύπρου, απειλείται άμεσα από σεισμικό κίνδυνο που συνδέεται με το Κυπριακό τόξο καθώς και το γειτονικό Ελληνικό τόξο 2–9. Το τελευταίο ισχυρό τσουνάμι που προκάλεσε σοβαρές ζημιές στις Κυπριακές ακτές ήταν πριν από αιώνες, όταν ο πληθυσμός και η οικονομική ανάπτυξη στην κυπριακή ακτογραμμή δεν υπήρχε. Σήμερα, η παραλιακή ζώνη φιλοξενεί υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού καθώς και αύξηση της τουριστικής δραστηριότητας, τονίζοντας την ανάγκη για μεγαλύτερη ετοιμότητα, ευαισθητοποίηση και μείωση του κινδύνου που σχετίζεται με κυματισμούς τύπου τσουνάμι 1.
Η χωρική κατανομή των τσουνάμι στην περιοχή Κύπρου-Λεβαντίνης είναι άμεσα συνδεδεμένη με το τεκτονικό καθεστώς της ανατολικής Μεσογείου (Σχήμα 2), όπου εντοπίζονται δύο κύριες τεκτονικές ζώνες 7:
(i) στα Νότια της Κύπρου, όπου η σεισμική δραστηριότητα λαμβάνει χώρα κατά μήκος του Κυπριακού τόξου και η δημιουργία των τσουνάμι ευνοείται κυρίως από υποθαλάσσιες σεισμογενείς πηγές, και
(ii) στη Λεβαντινή, βόρεια από τη Γάζα, όπου οι πηγές των τσουνάμι σχετίζονται κυρίως με τοπλευρικό σύστημα ρήγματος ολίσθησης του ρήγματος της Λεβαντίνης. Σε αυτήν την περίπτωση, οι σεισμικές πηγές είναι επίγειες και όχι υποθαλάσσιες, και ως εκ τούτου, ο μηχανισμός που δημιουργεί τους κυματισμούς τύπου τσουνάμι δεν έχει ακόμη επαρκώς εξηγηθεί.
Τα ισχυρότερα τσουνάμι που αναφέρθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Κύπρου, είναι αυτά του 551 μ.Χ., 749, 1068, 1202, 1222, 1303, 1408, 1546 5 και τα σύγχρονα τσουνάμι του 1941 και του 1953. Όλα συμβαίνουν κατά μήκος της ακτής της Λεβαντίνης, από τη Γάζα προς τα βόρεια (Σχήμα 3). Σύμφωνα με τον Salamon 11 και Παπαδόπουλος 6, κατά το τσουνάμι του 551 μ.Χ., καταγράφηκε μια θαλάσσια υποχώρηση μεγαλύτερη από ένα χιλιόμετρο, ενώ καταστράφηκαν πλοία στις ακτές του Λιβάνου, της Συρίας και της Παλαιστίνης. Επίσης, καταγράφηκαν πολλές αναφορές για καταστροφές στις πόλεις της Βηρυτού και της Τρίπολης. Το 749 μ.Χ. καταγράφηκε σεισμός ακολουθούμενος από τσουνάμι στις ακτές της Παλαιστίνης, της Ιορδανίας και της Συρίας. Το αναφερόμενο τσουνάμι του 1068 μ.Χ δεν έχει ακόμη πιστοποιηθεί, ωστόσο πολλές μελέτες αναφέρονται σε αυτό το γεγονός. Ωστόσο, δεν έχει γίνει σαφής υπολογισμός για συγκεκριμένη πηγή και ημερομηνία ενεργοποίησης του τσουνάμι 4,5,8,9,11,12. Το 1202 μ.Χ., στη θαλάσσια περιοχή της Λεβαντίνης, μεταξύ Κύπρου και Συρίας, καταγράφηκε ένα έντονο γεγονός 8,9,11, κατά το οποίο οι Fokaefs και Παπαδόπουλος 7 αναφέρουν ότι δημιουργήθηκε πολύ υψηλής έντασης τσουνάμι το οποίο προκλήθηκε μετά από ένα πολύ ισχυρό σεισμό.
Το πιο καταστροφικό τσουνάμι που έπληξε την Κυπριακή ακτογραμμή συνέβη το 1222 μ.Χ 7,13. Όπως περιγράφεται από ιστορικές πηγές, τα κύματα είχαν πολλά μέτρα ύψος και τόσο ο σεισμός όσο και το τσουνάμι προκάλεσαν σοβαρές απώλειες ζωών και εκτεταμένες καταστροφές στην Πάφο και τη Λεμεσό. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η πόλη και το φρούριο της Πάφου πλημμύρισαν και ότι τα κύματα έφτασαν σε απόσταση χιλιομέτρων προς το εσωτερικό.
Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν φαινόμενα τσουνάμι σε μεγάλη απόσταση από τις Κυπριακές ακτές που πρακτικά δεν επηρέασαν την παράκτια ζώνη. Ένα από αυτά τα γεγονότα, συνέβη γύρω στο 1408 μ.Χ. και δημιουργήθηκε από έναν ισχυρό σεισμό στο δυτικό τμήμα της Συρίας που προκάλεσε ζημιές κυρίως στις περιοχές Χαλέπι, Τρίπολη και Λαοδίκεια 5,11,12,14.
Το 1546 μ.Χ, καταγράφηκε μια θαλάσσια υποχώρηση στο νότιο Ισραήλ. Σύμφωνα με μελέτες 4,5,9,15, η θάλασσα αποσύρθηκε από τις ακτές της Παλαιστίνης και ακολούθησε τσουνάμι. Πιθανώς, το τσουνάμι προκλήθηκε από μέτριας έντασης σεισμό στην κοιλάδα του Ιορδάνη στο Ισραήλ 4,9,15,16.
Τα τελευταία γεγονότα τσουνάμι στην Κύπρο ήταν το 1941 και το 1953. Το 1941, ένας ισχυρός σεισμός στην περιοχή της Αμμόχωστου προκάλεσε μικρής έντασης τσουνάμι το οποίο παρατηρήθηκε στα ανοικτά των ακτών του Ισραήλ και δεν προκάλεσε ζημιές. Ισχυρός σεισμός νοτιοδυτικά της Πάφου την Πέμπτη, 10 Σεπτεμβρίου 1953 στις 04:06 (GMT), αναφέρθηκε ότι προκάλεσε κύματα τσουνάμι ύψους περίπου 1 m, το οποίο καταγράφηκε κατά μήκος της ακτής της Πάφου και δεν προκάλεσε ζημιές 7.
Η έρευνα σε παλαιο-γεγονότα υψηλής ενέργειας είναι απαραίτητη για την κατανόηση του πώς οι ακτές δύναται να ανταποκριθούν στις επιπτώσεις κυμάτων υψηλής ενέργειας (τύπου τσουνάμι ή καταιγίδας), για τον εντοπισμό περιοχών που είναι επιρρεπείς σε φυσικές καταστροφές, αλλά και για τον μετριασμό των παράκτιων κινδύνων. Τα γεωλογικά αρχεία επιτρέπουν να αξιολογηθούν καλύτερα οι κίνδυνοι και να βελτιώσουν περαιτέρω την κατανόηση αυτής της απειλής από την κοινωνία. Οι αποθέσεις τσουνάμι μπορεί βοηθήσουν τους επιστήμονες να προσδιορίσουν το εύρος και την ταχύτητα παλαιών πλημυρικών γεγονότων, να εκτιμήσουν την πηγή και να κατανοήσουν καλύτερα πώς τα τσουνάμι επηρεάζουν την οικολογία και τη γεωμορφολογία των ακτών 1,10. Επιπλέον, η χρονολόγηση των παλαιο-αποθέσεων από τσουνάμι, επιτρέπει την εκτίμηση του χρόνου επανάληψης των γεγονότων 17.
Στη Μεσόγειο, ο εκτιμώμενος κίνδυνος για τσουνάμι στην περιοχή της Ελλάδας και της Ιταλίας είναι από τους υψηλότερους, με βάση τα γεωλογικά/γεωμορφολογικά αρχεία, σε αντίθεση με την περιοχή της Κύπρου και της-Λεβαντίνης, η οποία κατατάσσεται στο χαμηλότερο επίπεδο 7. Ωστόσο, μερικά από τα καταστροφικά ιστορικά γεγονότα τονίζουν την ανάγκη αξιολόγησης των κινδύνων από τσουνάμι με όλα τα διαθέσιμα μέσα.
Η μέση επανάληψη γεγονότων τσουνάμι στην περιοχή της Κύπρου και της Λεβαντίνης, έχει υπολογιστεί ότι είναι περίπου 30 χρόνια για μέτρια (ένταση > III), 120 χρόνια για ισχυρά (ένταση > V) και 375 χρόνια για πολύ ισχυρά (ένταση > VIII) συμβάντα 16,18. Το ποσοστό εμφάνισης κυμάτων τσουνάμι ισούται με 0,033 συμβάντα/έτος για μέτριας ισχύος, 8,3 × 10-3 συμβάντα/έτος για ισχυρά και 2,7 × 10-3 συμβάντα/έτος για πολύ ισχυρής έντασης συμβάντα 1.
Αν και τα τσουνάμι είναι σπάνια και παραμένουν απρόβλεπτα, συγκαταλέγονται μεταξύ των φυσικών κινδύνων με πιθανές σημαντικές επιπτώσεις στην παράκτια ζώνη. Μεθοδολογίες ανάλυσης κινδύνου έχουν αναπτυχθεί κατά τα τελευταία χρόνια με σκοπό να βοηθήσουν στον μετριασμό και την πρόληψη πιθανών καταστροφών και απωλειών από αυτόν τον φυσικό κίνδυνο 19. Από το 1965, η Διακυβερνητική Ωκεανογραφική Επιτροπή της UNESCO (ΔΩΕ) ήταν υπεύθυνη για τον συντονισμό του Συστήματος Προειδοποίησης Τσουνάμι του Ειρηνικού (PTWS). Τον Ιούνιο του 2005, μετά το τσουνάμι της 26ης Δεκεμβρίου 2004 στον Ινδικό Ωκεανό, αποφασίστηκε η δημιουργία τριών παρόμοιων συστημάτων προειδοποίησης στον Ινδικό Ωκεανό, την Καραϊβική και τον Βόρειο Ατλαντικό και τις περιοχές της Μεσογείου. Οι περισσότερες χώρες της περιοχής της Μεσογείου, διαθέτουν πλέον συστήματα και διαδικασίες για να προειδοποιούν τους κατοίκους σε περίπτωση φυσικής καταστροφής.
Δρ. Μιλτιάδης Πολυδώρου
Γεωλόγος/Παράκτιος Γεωμορφολόγος, Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κύπρου/ Μέλος επιτροπής εφαρμοσμένης Γεωλογίας του ΕΤΕΚ
Δρ. Δρ. MSc Νίκη Ευελπίδου
Καθηγήτρια Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνώ


