ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ 07/06/2011

Page 31

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

1912

39 Γράφει ο Πάνος Θεοδωρίδης

Μουσική

Η

Θεσσαλονίκη και η περιφέρειά της ξεχώρισαν για τη µουσική παιδεία και τα έξοχα τέκνα που πρόκοψαν στην Ευρώπη, ήδη από το 19ο αιώνα. Αυτή η «χάρη» δεν επιφυλάχτηκε σε άλλες τέχνες, παραστατικές ή στα γράµµατα. Ισως η διεθνής γλώσσα, το αµάλγαµα της µουσικής, ταίριαξε καλύτερα στη συνύπαρξη ιδιοσυγκρασιών και αισθητικών τάσεων. Σε άλλες περιπτώσεις, θα λέγαµε πως η λογοτεχνία, η ζωγραφική, ακόµη και η αρχιτεκτονική ήταν, δυστυχώς ή υποχρεωτικά, εκτός των µεγάλων ρευµάτων της σύγχρονης τέχνης. Στην περίπτωση των συνθετών και εκτελεστών της Θεσσαλονίκης, κάτι τέτοιο δε συνέβη. Δείγµατα της µακράς παράδοσης µπορεί να ανιχνεύσει κάποιος σε τοιχογραφίες µακεδονίτικων αρχοντικών, όπου οι νοικοκυραίοι που καζάντησαν στη Βιέννη ιστορούνται µετά συζύγου ευτυχείς ανάµεσα στα πλούτη τους, ενώ ένα κουαρτέτο µουσικών, προφανών εντοπίων, πλην ντυµένων φράγκικα, απεικονίζεται να παίζει ευρωπαϊκά όργανα. Λάλας: Μεγάροβο - Θεσσαλονίκη - Μοναστήρι, μέσω Μπαϊρόιτ Ο Δηµήτριος Στεργίου Λάλας, γεννηµένος στο Μεγάροβο το 1848 και αποθανών στο Μοναστήρι του 1911, πρόλαβε να βιώσει µια έξοχη καριέρα, συνδεδεµένη περισσότερο µε το εργαστήριο Βάγκνερ στο Μπαϊρόιτ και την κόρη του Λιστ και σύζυγο του µουσουργού Κόζιµα. Σπούδασε σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Γενεύη, Βιέννη και Μόναχο, ενώ βοήθησε στο πρώτο ανέβασµα του «Δαχτυλιδιού των Νιµπελούγκεν» στο Μπαϊρόιτ, το 1876. Θρύλος ήταν η σχέση του µε την Κόζιµα Λιστ. Στη Θεσσαλονίκη εγκαταστάθηκε το 1881 ως δάσκαλος και ο λαµπρότερος µαθητής του υπήρξε ο Ριάδης. Δεν είναι να απορεί κάποιος γι’ αυτήν την κινητικότητα: κάτοχοι των εµπορικών δρόµων των µέσων Βαλκανίων µε τη Βιέννη κυρίως, οι βλάχοι αναπτύχθηκαν πολύ πνευµατικά. Αναφέρεται ανέβασµα έργου του Μολιέρου στο Γκόπεσι το 1650! Το Μεγάροβο, µόλις δέκα χιλιόµετρα δυτικά του Μοναστηρίου, νότια της Εγνατίας, αναπτύχθηκε

την ανατολική µεσογειακή λεκάνη µε τις παραστάσεις του. Χάρη στον Λαυράγκα διαθέτουµε σήµερα Εθνική Λυρική Σκηνή. Τέλος, ο µεγάλος Δηµήτρης Μητρόπουλος ανέπτυξε τόσο τη σύνθεση όσο και τη διεύθυνση µεγάλων ορχηστρών αργότερα µέσα στον αιώνα, παρότι ξεκίνησε τις σπουδές του πριν από το 1912.

Ο Δημήτριος Λάλας

«Ο ωραίος Μάριος» (Βάρβογλης) σε πίνακα του Μοντιλιάνι (1919/20)

πολύ µετά την καταστροφή της Μοσχόπολης. Από το έργο του Λάλα διασώθηκαν σπαράγµατα, επειδή, µετά το θάνατό του, το 1917 χάθηκε σε ναυάγιο του πρώτου πολέµου. Αιμίλιος Κούης (1880 - 1935) Ο καλύτερος Σαλονικιός µαθητής του Λάλα γεννήθηκε στη Σαλονίκη και σπούδασε στο Μόναχο, ενώ δηµιούργησε σε περιβάλλον Ραβέλ και Ντεµπισί, µεταξύ άλλων. Ηταν ποιητής και συνθέτης πασίγνωστος στην πόλη. Το 1912 παρήγαγε πέντε έργα, ενώ η δουλειά του περιλαµβάνει πλήθος συνθέσεων και σκηνικών έργων, λειτουργιών και πολλών τραγουδιών µοναδικής ευαισθησίας. Γιος ενός Χάινριχ Κου (Khu) από το Τέσεν της Σιλεσίας, που ζούσε στη Θεσσαλονίκη και παντρεύτηκε µια κυρά από το Βλαχολίβαδο. Το Τέσεν έγινε γνωστό όταν δόθηκε στην Πολωνία κατά την προσάρτηση της Τσεχοσλοβακίας στους Γερµανούς το 1938. Από το 1907 δηµοσίευε ως Αιµίλιος Χ. Ελευθεριάδης, ενώ στη µουσική του καριέρα χρησιµοποιούσε το «Ριάδης». Λώρης (Λυκούργος) Μαργαρίτης (1894 - 1953) «… Προχωρεί ως την άκρη της εξέδρας, χαµογελά, σαν να το φωτογράφιζαν και ευχαριστεί µε ένα µικρό, ντροπαλό και αξι-

Ο Αιμίλιος Ριάδης

Ο Λώρης Μαργαρίτης

αγάπητο γυναικείο χαιρετισµό, αν και είναι αγόρι. Είναι ντυµένο ολόκληρο στο άσπρο µετάξι, πράγµα που προκαλεί µια κάποια αίσθηση στην αίθουσα. Φορά ένα µικρό σακκάκι, άσπρο, µεταξωτό, σε φανταστικό κόψιµο, µε µια ζώνη κι ακόµη και τα παπούτσια του είναι από άσπρο µετάξι. Αλλά, σ’ αντίθεση µε το ασπροµέταξο παντελονάκι, ξεχωρίζουν τα γυµνά ποδαράκια που είναι εντελώς µελαχροινά γιατί είναι ένα Ελληνόπουλο». Ο Τόµας Μαν στο Μόναχο, το 1903, παρακολουθεί κοντσέρτο του µικρού Λώρη Μαργαρίτη (= Μπίµπη Σακελαφύλακα, όπως τον αποκαλεί) παραδίδοντας στην Αθανασία ένα µύθο από τη Θεσσαλονίκη. Ο Λώρης Μαργαρίτης έπαιξε ως παιδί µπροστά στους Βαυαρούς βασιλείς και σπούδασε, ξεπερνώντας όλα τα εµπόδια από τη µικρή του ηλικία µε τους άριστους των δασκάλων της Γερµανίας. Από το 1913 έζησε στη Θεσσαλονίκη και δίδαξε δεκάδες άξιους µαθητές, συµβάλλοντας όσο κανείς στη µουσική παιδεία της πόλης. Το έργο του χάθηκε σε µεγάλο βαθµό στην περίοδο της κατοχής. Οι εκ νότου συνάδελφοι Ο µέγιστος των Ελλήνων συνθετών µε πανευρωπαϊκή εµβέλεια, ειδικά στην Ιταλία, ύπηρ-

ξε ο Σαµάρας του Ολυµπιακού Υµνου, του οποίου ο φιλοβασιλισµός και η ιδιότυπη σχέση µε την κοινωνία έφεραν την αποµείωση ενός σηµαντικού έργου. Το 1912, πρώτη χρονιά µόνιµης εγκατάστασής του στην Αθήνα, παραδίνεται ένας ύµνος προς τον Βάκχο. Στο τέλος του βίου του ασχολήθηκε µε την οπερέτα, αλλά και µε ένα «αστυνοµικής υφής λιµπρέτο». Ο Μάριος Βάρβογλης (1885 1967) άρχισε να σπουδάζει πολιτικές επιστήµες, αλλά αφοσιώθηκε στη µουσική. Του έκανε το πορτρέτο ο πολύς Μοντιλιάνι το 1919/20. Εως το 1912 ήταν γνωστή µια ποιµενική σουίτα, έργα για παιδιά και µουσική δωµατίου. Χρησιµοποίησε έργα του Σωτήρη Σκίπη. Κυριάρχησε στην αθηναϊκή µουσική εκπαίδευση του 20ού αιώνα. Μετά το 1910 αναπτύσσεται το έργο του Μανώλη Καλοµοίρη, που κυριάρχησε στην εθνική µουσική παιδεία έως το θάνατό του, το 1962. Εγραψε πέντε όπερες, ο πρώτος δηµοτικιστής, φιλελεύθερος και εξαιρετικά συγκεντρωτικός. Το έργο του χαρακτήρισε πτυχές του µεσοπολέµου κυρίως, αλλά και την πρώιµη καριέρα της Κάλλας. Ο ιδρυτής του ελληνικού µελοδράµατος, Διονύσιος Λαυράγκας, υπήρξε κοσµαγάπητος συνθέτης και κάλυπτε ολόκληρη

Κατακλείδα Τα µουσικά περιοδικά που υπήρξαν στο χώρο της ευρύτερης οµογένειας (Αλεξάνδρεια, Σάµος, Κωνσταντινούπολη) και αυτά που βλάστησαν στην Αθήνα (Φόρµιγξ, Εθνική Μουσική, Απόλλων, Μουσική επιθεώρησις κ.λπ.) επέδρασαν πάνω στην ελληνική µουσική που κυριολεκτικά γεννήθηκε µαζί µε την «τρικουπική» Νέα Ελλάδα. Ενα από τα κύρια ζητήµατα της εποχής ήταν η δηµιουργία και η στερέωση «εθνικής σχολής» για τη µουσική. Δηλαδή, επειδή η δηµοτική µουσική ήταν ήδη επικρατούσα και δηµοφιλέστατη, αλλά δηµιουργηµένη σε έναν υποτελή χώρο, η εθνική αφύπνιση της Ευρώπης έφερε µεταλλαγή των µουσικών ακουσµάτων επί το «εθνικότερο», πράγµα που θεωρήθηκε και δικαίως ασχηµοσύνη και συντήρηση στον εικαστικό και κυρίως στο λογοτεχνικό και γραµµατολογικό χώρο, αλλά στη µουσική παραµένει ακόµη και σήµερα τίτλος τιµής να ασχοληθεί ένας επιφανής συνθέτης µε τη µετάπλαση µιας παραδοσιακής µεσαιωνικής ή µεταγενέστερης σύνθεσης. Εθνικοί ποιητές, δηµοτικά τραγούδια, κλέφτικα και επικά, παραλογές, αλλά και ποίηση σύγχρονη, χρησιµοποιήθηκαν γι’ αυτήν την αποτύπωση της νέας µουσικής Ελλάδας, όπου το αυθεντικό όφειλε να «καθαρθεί» και οι κατηγορίες των «δυτικότροπων» από τους οπαδούς της καθ’ ηµάς ανατολής ήρθαν σε µεγάλη όξυνση. Παράλληλα, το δηµοτικό τραγούδι δέχτηκε µιας µορφής περιορισµό από διάφορες πτυχές του λαϊκού, ενώ, µε το πέρασµα των δεκαετιών, η βυζαντινή µουσική άρχισε να διεκδικεί πρωτοφανείς χώρους καθιέρωσης. Αλλά αυτά βρίσκονται εκτός περιόδου 1912… *AYΡIO: Επιτροπές και κοµιτάτα


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.