Παραμύθι χωρίς όνομα (Πηνελόπη Δέλτα)

Page 178

Πηνελόπη Δέλτα

Τωόντι, το ποτάμι που ήταν πολύ γρήγορο και κάμποσο φαρδύ σ' εκείνο το μέρος, τους έσερνε όλο και μακρύτερα από την εχθρική όχθη. Ο κουλός είχε μαζέψει το σκοινί του και ήσυχα το συγύριζε. — Τα κατάφερες; ρώτησε. — Ναι! αποκρίθηκε ο Πολύδωρος. — Έσκασες όμως το άλογο σου. — Ήταν δικό τους. Τους το άρπαξα. Το δικό μου έσκασε στο δρόμο. Μα πες μου εσύ, πώς κατάλαβες πως θα έφθανα τόσο γρήγορα και βρέθηκες εκεί στην ώρα; — Ήσουν βιαστικός. Ήξερα πως αν βρεις άλογο, θα το πάρεις. Λογάριασα πως στα τέσσερα θα 'ρχόσουν. — Κι έκανες καλά. Αν δεν είχες βρεθεί εκεί, σαν από θαύμα, δε θα ξανάβλεπα τα φωτεινά μάτια του Βασιλόπουλου, που για λόγου του θα γίνουμουν κομμάτια! Ο ναύτης, αφού κουλούριασε το σκοινί στην πλώρη, κάθισε κοντά στον υπασπιστή. — Μην παινιέσαι, είπε ήσυχα, δεν τα ξαναείδες ακόμα. Ο Πολύδωρος ανατρίχιασε. — Τι εννοείς; ρώτησε. Με το κεφάλι έγνεψε ο κουλός κατά τη στεριά. — Μας ακολουθούν οι μουσαφιρέοι, είπε.

- 178 -


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.