Τρελαντώνης (Πηνελόπη Δέλτα)

Page 252

Πηνελόπη Δέλτα

— Αντώνη, ματώθηκες! Ο Αντώνης δεν απαντούσε σε κανένα. Σα μισοζαλισμένος, κάθουνταν στην κουνιστή πολυθρόνα της θείας και κοίταζε μια τον έναν, μια τον άλλο και αφήνουνταν στα γοργά χέρια της Αφροδίτης, και σιωπηλά έπινε το δροσερό από τη στάμνα νερό που του είχε φέρει η κερα-Ρήνη. Και, όπως τη μέρα που τον δάγκασε ο Ντον, όλες φασάρευαν γύρω του, τραπεζιέρα, μαγείρισσα, εξαδέλφες και αδελφές, ποια θα τον πρωτοπλύνει, ποια θα του πρωτοφέρει άρνικα, ξαντό, μαντίλια. Και στο τέλος του έδεσαν το μέτωπο, κι αυτή τη φορά ήταν ο κόμπος από πίσω. Και γονατιστός πλάγι στην πολυθρόνα, ακίνητος, κρατούσε ο Αλέξανδρος μ' ευλάβεια, σα δισκοπότηρο, μια καθαρή φορεσιά. Και όταν πια, πλυμένος, καθαρισμένος, μαντιλοδεμένος και αλλαγμένος, ξανακάθισε ο Αντώνης στην κουνιστή της θείας πολυθρόνα, ρώτησε η Κλειώ: Και ποιος σου έριξε την πέτρα; Μα ο Αντώνης δε μίλησε. Και πήρε το λόγο ο Γιάννης και είπε: — Κάτι χαμίνια, μαγκόπαιδα μεγάλα, που είχαν μπλέξει σε πετροπόλεμο με μια τσούρμα μαρίδα. Συγκινημένη χάιδεψε η Αφροδίτη το κεφάλι του Αντώνη. — Το καημένο! είπε πονόψυχα.

- 252 -


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.