Εργατικό Βήμα 23/4/19

Page 8

8

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΒΗΜΑ | ΤΡΙΤΗ | 23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2019

ΒΗΜΑΤΑ

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ: Μέρα τιμής για τους πρωτοπόρους Της Αντριάνας Μιχαήλ Η Πρωτομαγιά, ως εργατική γιορτή, καθιερώθηκε στις 20 Ιουλίου 1889, κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού συνεδρίου της Δεύτερης Διεθνούς (Σοσιαλιστικής Διεθνούς) στο Παρίσι, σε ανάμνηση του ξεσηκωμού των εργατών του Σικάγο την 1η Μαΐου 1886, που διεκδικούσαν το οκτάωρο και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Κατέληξε όμως σε αιματοχυσία λίγες μέρες αργότερα, με την επέμβαση της αστυνομίας και των μπράβων της εργοδοσίας.

Τα γεγονότα του Σικάγο Τα εργατικά συνδικάτα των ΗΠΑ αποφάσισαν την έναρξη απεργιακών κινητοποιήσεων την 1η Μαΐου 1886 για το οκτάωρο, ωθούμενα από τις επιτυχημένες διεκδικήσεις των Καναδών συντρόφων τους. Την περίοδο εκείνη το κανονιστικό πλαίσιο εργασίας στις ΗΠΑ ήταν σχεδόν ανύπαρκτο και οι εργοδότες μπορούσαν να απασχολούν το προσωπικό τους κατά το δοκούν, ακόμη και τις Κυριακές. Στην απεργία πήραν μέρος περίπου 350.000 εργάτες σε 1.200 εργοστάσια των

Η Εργατική Πρωτομαγιά είναι μέρα τιμής σε όλους εκείνους τους αγωνιστές που θυσιάστηκαν και πάλεψαν για να πάει μπροστά η ανθρωπότητα, για να οικοδομηθεί μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση την καταπίεση και τη βαρβαρότητα ΗΠΑ. Την Πρωτομαγιά του 1886 έγινε στο Σικάγο η πιο μαχητική πορεία, με τη συμμετοχή 90.000 ανθρώπων. Στην κεφαλή της πορείας ήταν ο Άλμπερτ Πάρσονς, η γυναίκα του Λούσι και τα επτά παιδιά τους. Το πρώτο αίμα χύθηκε δύο ημέρες αργότερα έξω από το εργοστάσιο ΜακΚόρμικ στο Σικάγο. Απεργοσπάστες προσπάθησαν να διασπάσουν τον απεργιακό κλοιό και ακολούθησε συμπλοκή. Η Αστυνομία και οι μπράβοι της επιχείρησης επενέβησαν δυναμικά. Σκότωσαν τέσσερις απεργούς και τραυμάτισαν πολλούς, προκαλώντας οργή στην εργατική τάξη της πόλης. Την επομένη αποφασίστηκε συλλαλητήριο καταδίκης της αστυνομικής βίας στην Πλατεία Χεϊμάρκετ. Η συγκέντρωση ήταν πολυπληθής και ειρηνική. Το κακό, όμως, δεν άργησε να γίνει. Οι αστυνομικές δυνάμεις πήραν εντολή να διαλύσουν δια της βίας τη συγκέντρωση και τότε από το πλήθος των απωθούμενων διαδηλωτών ρίχθηκε μια χειροβομβίδα προς το μέρος τους. Η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά βούληση κατά των συγκεντρωμένων, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον τέσσερις διαδηλωτές και να τραυματιστεί απροσδιόριστος αριθμός. Για τη βομβιστική επίθεση, που προκάλεσε τον θάνατο του αστυνομικού, κατηγορήθηκαν οι Άουγκουστ Σπις, Γκέοργκ Έγκελ, Άντολφ Φίσερ, Λούις Λινγκ, Μίκαελ Σβαμπ, Σάμουελ Φίλντεν, Όσκαρ

ύστατη πράξη δικαίωσης έδωσε χάρη στους φυλακισμένους Φίλντεν, Νίμπε και Σβαμπ. Αυτό ήταν και το πολιτικό του τέλος. Αργότερα, ο επικεφαλής της αστυνομίας του Σικάγου, που έδωσε την εντολή για τη διάλυση της συγκέντρωσης, καταδικάσθηκε για διαφθορά. Μέχρι σήμερα παραμένει ανεξακρίβωτο ποιος ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης.

Νίμπι και Άλμπερτ Πάρσονς, που ήταν από τους οργανωτές της διαδήλωσης. Όλοι, εκτός του Πάρσονς και του Φίλντεν, ήταν Γερμανοί μετανάστες. Η δίκη των οκτώ ξεκίνησε στις 21 Ιουνίου 1886. Ο εισαγγελέας Τζούλιους Γκρίνελ ζήτησε τη θανατική ποινή και για τους οκτώ κατηγορουμένους, χωρίς να προσκομίσει κανένα στοιχείο που να τους συνδέει με τη βομβιστική επίθεση. Απλώς, είπε ότι οι κατηγορούμενοι ενθάρρυναν με τους λόγους τους τον άγνωστο βομβιστή να πραγματοποιήσει την αποτρόπαια πράξη του, γι' αυτό κρίνονται ένοχοι συνωμοσίας. Από την πλευρά της, η υπεράσπιση έκανε λόγο για προβοκάτσια και συνέδεσε τη βομβιστική επίθεση με το διαβόητο πρακτορείο ντετέκτιβ «Πίνκερτον», που συχνά χρησιμοποιούσαν οι εργοδότες ως απεργοσπαστικό μηχανισμό. Οι ένορκοι εξέδωσαν την ετυμηγορία τους στις 20 Αυγούστου 1886 κι έκριναν ενόχους και τους οκτώ κατηγορούμενους. Οι Σπις, Έγκελ, Φίσερ, Λινγκ, Σβαμπ, Φίλντεν και Πάρσονς καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ ο Νίμπι σε κάθειρξη 15 ετών. Μετά την εξάντληση και του τελευταίου ενδίκου μέσου, ο κυβερνήτης της Πολιτείας του Ιλινόις, Ρίτσαρντ Όγκλεσμπι, μετέτρεψε σε ισόβια τις θανατικές ποινές των Σβαμπ και Φίλντεν, ενώ ο Λιγκ αυτοκτόνησε στο κελί του. Έτσι, στις 11 Νοεμβρίου 1887 οι Σπις, Πάρσονς, Φίσερ και Έγκελ οδηγήθηκαν στην αγχόνη, τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα». Η δίκη των οκτώ θεω-

Αιματηροί ήταν όμως και οι αγώνες των Κύπριων εργατών, στο δρόμο για την κατάκτηση δικαιωμάτων όπως η οκτάωρη εργασία και ο συνδικαλισμός. Αγώνες, οι οποίοι άρχισαν επί Αγγλοκρατίας στην Κύπρο, με την εμφάνιση των κουμουνιστών από το 1920, ενισχύθηκαν μέσα στη δεκαετία του 30’ και κορυφώθηκαν με τις επικές απεργιακές κινητοποιήσεις των μεταλλωρύχων το 1948. Αναλυτικότερα, τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, οι συνθήκες εργασίας ήταν άθλιες και υπήρχε υπερεκμετάλλευση των εργατών από τα αφεντικά, που προσπαθούσαν να συσσωρεύσουν κεφάλαιο για να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους. Οι ώρες απασχόλησης ήταν από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου, ενώ σε επαγγέλματα όπως τα ραφεία και τα υποδηματοποιεία η εργασία συνεχιζόταν το βράδυ με το φως της λάμπας. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις τα ημερομίσθια δεν αρκούσαν για να ζει μια οικογένεια πάνω από το όριο της φτώ-

ρείται από διαπρεπείς Αμερικανούς νομικούς ως μία από τις σοβαρότερες υποθέσεις κακοδικίας στην ιστορία των ΗΠΑ. Στις 26 Ιουνίου 1893 ο κυβερνήτης του Ιλινόις, Τζον Πίτερ Άλτγκελντ παραδέχθηκε ότι και οι οκτώ καταδικασθέντες ήταν αθώοι και κατηγόρησε τις αρχές του Σικάγου ότι άφησαν ανεξέλεγκτους τους ανθρώπους του «Πίνκερτον». Ως μια

χειας. Ακόμα πιο καταπιεστική ήταν η εκδήλωση αυτής της ανισότητας στον τρόπο μεταχείρισης των εργαζομένων, ώστε να υπογραμμίζεται η ανωτερότητα της εργοδοσίας, μπροστά στην οποία κάθε σκέψη αντίστασης ήταν αφύσικη και αδιανόητη. Τη δεκαετία του 1920 εμφανίστηκαν στην Κύπρο οι πρώτοι διανοούμενοι κομμουνιστές, οι οποίοι, επηρεασμένοι από

Αιματηροί οι αγώνες στην Κύπρο και την κατάκτηση δικαιωμάτων

Αιματηροί ήταν οι αγώνες των Κύπριων εργατών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, στο δρόμο για την κατάκτηση δικαιωμάτων όμως η οκτάωρη εργασία και ο συνδικαλισμός. Αγώνες, οι οποίοι άρχισαν επί Αγγλοκρατίας στην Κύπρο, με την εμφάνιση των κουμουνιστών από το 1920, ενισχύθηκαν μέσα στη δεκαετία του 30’ και κορυφώθηκαν με τις επικές απεργιακές κινητοποιήσεις των μεταλλωρύχων το 1948. τη μαρξιστική κοσμοαντίληψη, θεωρούσαν εξαιρετικά σημαντική την αφύπνιση και την οργάνωση της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο. Το 1922 ιδρύθηκε το Εργατικό Κόμμα, που σύντομα μετεξελίχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (1926). Μέχρι το τέλος του 1924 είχαν συγκροτηθεί οι Εργατικές Συντεχνίες πάνω σε ενιαία βάση και ενιαίο καταστατικό, με την κοινή ονομασία “Σωματείο”. Τα καταστατικά τους προνοούσαν την υλική βελτίωση της ζωής των μελών τους και την πνευματική τους καλλιέργεια. Προέβλεπαν επίσης τη μείωση των ωρών δουλειάς πάνω σε οκτάωρη βάση, την αύξηση των μεροκαμάτων και τη ψήφιση εργατικής νομοθεσίας. Εννοείται πως η απόπειρα αυτή των εργατών να οργανωθούν σε Συντεχνίες, προκάλεσε την οργή της εργοδοτικής τάξης. Έτσι κατά τη διάρκεια των διαφόρων εργατικών κινητοποιήσεων, η εργοδοσία σε συνεργασία με τις Αρχές προχωρούσαν στην καταστολή και στη σύλληψη των πρωτεργατών. Η πολεμική ενάντια στο νεαρό συνδικαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα της εποχής υπήρξε έντονη και πολλές φορές βίαιη. Μέχρι τη δεκαετία του 1930 το φαινόμενο της αυθόρμητης απεργίας είχε καταστεί η βασική μορφή αγώνα των εργατών. Σημαντικές απεργίες σημειώθηκαν το 1923 και το 1925 στα μεταλλεία της ΚΜΕ (Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία αμερικανικών συμφερόντων) για τις συνθήκες εργασίας. Στον Αμίαντο το 1927 οι εργάτες αξίωσαν και πέτυχαν τη μείωση των ωρών εργασίας τους από δέκα σε εννιά τη μέρα. Η μεγαλύτερη απεργία έγινε στον Αμίαντο το 1929 με τη συμμετοχή 5,000-6,000 εργατών, που πραγματοποίησαν διαδήλωση στα γραφεία της εταιρείας με αίτημα την αύξηση των μεροκαμάτων και την ελευθερία τους να αγοράζουν το ψωμί τους από όπου ήθελαν και όχι από τους φούρνους της εταιρείας, που ήταν ακριβό.


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.