Τελευταια μερα - Νίκου Ζώη

Page 1

ΝΙΚΟΥ ΖΩΗ ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΓΟΝΗ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ («ΜΑΣΤΕΡ ΚΟΝΤΡΟΛ») ΑΥΛΑΙΑ: Ανοί γοντας η αυλαί α, ο φαιό ς φωτισμό ςτου παραθύ ρου εί ναι αναμμέ νος σποτ προβολέ αςανά βει και φωτί ζει το κρεβά τι, το έ ργο αρχί ζει. Ο ά ντραςξαπλωμέ νοςβρί σκεται στην μεταιχμιακή εκεί νη στιγμήό που κανεί ςπερνάαπό τον ύ πνο του στο ξύ πνιο, ανοί γει τα μά τια του, δεί χνει να ξυπνά . (παύση ). Ξανακινείται, ξυπνάκαι ψαχουλεύει, ανασηκώ νεται, παί ρνει απόδί πλα του και κρατά ει στα χέ ρια του το MASTER KONTROL. Πατά ει το κουμπίκαι ανά βει ο ά σπρος φωτισμό ς της σκηνή ς . Ο spot προβολέας σβήνει, ο Οιδί πους κοιτά ζει γύ ρω, πατά ει ά λλο κουμπί , η ένταση του φωτισμού μειώ νεται λί γο, αφή νει το Μ.Κ. και ανασηκώ νεται με δυσκολί α στο κρεβά τι, ακουμπώ ντας , με την πλά τη του, στα κά γκελα του κρεβατιού . Ξαναπαί ρνει το Μ.Κ. ταχτοποιείτα καλώ δια και μετάτα μπανταρισμένα του πόδια. Κάνει, όμωςέντονη προσπάθεια, για μια τό σο μικρή κί νηση, ταχτοποιεί ται πά νω στο κρεβά τι. Σκύ βει και αρχί ζει να πατά ει διά φορους διακό πτες πά νω στο Μ.Κ. Σηκώ νει το κεφά λι και αφουγκρά ζεται: Αριστερήμεριάτηςσκηνή : Ακούγονται ή χοι που θυμί ζουν φωνέ ςσπουργιτιώ ν. Σκύ βει το κεφά λι και ξαναπατά διακό πτες , αφουγκράζεται: δεξιά μεριά τηςσκηνή ς : ακούγεται λάλημα κόκορα, έντονο. Ο Οιδίπους σκύ βει, ξανάτο κεφά λι του στο Μ.Κ. και πατά ει ά λλους διακό πτες : ο άσπροςφωτισμόςτηςσκηνήςγίνεται πιο – όχι πολύ – έ ντονος . Ο Οιδί πους παρατηρεί και αφουγκρά ζεται: στο κέ ντρο της σκηνή ς ακού γεται το εκκρεμέ ςπου χτυπάπέ ντε φορέ ς . Το πρόσωπο του Οιδίποδα σπά ει σε γκριμά τσα χαμό γελου – σαν μά σκα. Αφή νει το Μ.Κ. στην ά κρη του κρεβατιού . Βάζει τα χέρια του πίσω απότο κεφά λι του και ακουμπάστα κά γκελα του κρεβατιού .

(παύση) ΟΙΔ. – Αντιγό νηηη – (πί σω από την πό ρτα του σκηνικού ακού γονται ή χοι κατσαρολικώ ν)

1


-Αντιγόνηηη (σιωπή) – Αντιγόνηηη (ανοίγει η πόρτα και προβά λει η Αντιγό νη). –(στο δά πεδο του σκηνικού μπροστά στην πόρτα υπάρχει gray-line: η γκρι γραμμή των χορευτώ ν. Στέ κεται: εί ναι κό ρη εύ μορφη, με πλούσια κόμμη κατάμαυρη και έ ντονα γυναικεί α χαρακτηριστικά , θυμίζουσα τις σύ χρονες Αρβανί τισσες των Θηβώ ν. Φορά ει εσά ρπα κό κκινη, που την κρατά με τα δυο τηςχέ ρια, σταυρωτά , τυλιγμέ να στους γοφού ς της . Φόρεμα μακρύ και γόβες. Ελαφριάκού ραση δεί χνει, η μικρήκύ ρτωση των ώ μων της μόνον. Μπαίνοντας στην πόρτα δίνει την εντύπωση ανθρώ που, που από , κεκτημένη ταχύτητα, ετοιμάζεται να κά νει κά τι φτά νει μπροστά στην gray-line, στέκεται, παί ρνει ύ φος αφοσιωμέ νου και πιστού ανθρώ που, κοιτά ζει ί σια μπροστάτον Οιδί ποδα. ΟΙΔ. (Με υπεροψί α )- καλή– μέ ρα; ΑΝΤ. (Περνώ νταςμέ σα απότην γραμμή ) – καλή–μέρα; Τι, καλή– μέρα; ΟΙΔ. (Μ ε το χαμό γελο του ανακοινώ νοντος τη μεγά λη εί δηση) - Την ξημέ ρωσα Φθινοπωρινήσή μερα. ΑΝΤ. (Αδιά φορα) Α ! Φθινοπωρινή . ΟΙΔ. (Νοσταλγικά ) – Ναι, ναι ….. τις θυμάμαι καλά τις Φθινοπωρινέ ςμέ ρες . Έβαλα, στη αρχή, φωνέςαπόσπουργίτες, έ πειτα έ βαλα τον πετεινό να διαλαλή σει την παντοκρατορί α του στο πρωινόκαι ανέ τειλα τον ή λιο, στιςπέ ντε παράέ να λεπτόακριβώ ς . Πώςσου φαίνεται ; ΑΝΤ. (Ανέ κφραστα) – μια τυπικήφθινοπωρινήμέ ρα. ΟΙΔ. (Χαμογελώ ντας σαν θέ λονταςαπλώ ςνα υπενθυμί σει κά τι που ξεχά στηκε απότην κουβέ ντα )- λοιπό ν; έ φερεςτο πρωινόμου; ΑΝΤ. (από λυτη )- πά ντα φέ ρνω το πρωινόσου. (Η Αντιγό νη λύ νει τα χέ ρια τηςαπότην μέ ση της , η εσάρπα τηςμένει ελεύ θερη αφή νονταςνα φανείτο στή θοςτης . Ο μπούστος του ρού χου της εί ναι σκισμέ νος και ο έ νας της μαστό ς εί ναι έ ξω από το σκί σιμο. Στην παλά μη του χεριού της κρατά , ένα περίεργο ροζ μπισκότο , πάει κοντά στο κρεβά τι και το προτεί νει στον ά ντρα). ΑΝΤ. (Από τομα)- το πρωινόσας.( ο ά ντρας– σαν να μην ά κουσετραβά κά τω από το μαξιλάρι παλιό πλουμιστό τραπεζομά ντηλο το στρώ νει πά νω του, παί ρνει ύ φος ανθρώ που που σερβί ρεται το πρωινότου σε πολυτελή

2


αί θουσα εστιατορί ου. Η Αντιγό νη σκύ βει και αφή νει το ροζ τερά στιο χά πι – σε σχή μα στρογγυλού μπισκότουπά νω στο τραπεζομά ντηλο, γυρί ζει να φύ γει ο ά ντρας σκύ βει και παί ρνει – λεπτή επιτηδευμέ νη κί νηση- το μπισκότο, στο ένα του χέρι, γυρίζει βλέπει την Αντιγό νη να φεύ γει , αλλά ζει ύ φος .) ΟΙΔ.( έ ντονα) – που πά ς ;

ANT. (φυσικά)- να ετοιμάσω κάτι για μεσημεριανό. ΟΙΔ. (Εγκά ρδια) – τι λεςτώ ρα; έ λα, έ λα, κά νε μου παρέ α στο πρωινόμου. ΑΝΤ.- Σε κά νω παρέ α – πά ντα – στο πρωινό–σου . ΟΙΔ. – Και σή μερα; Τι έπαθεςσήμερα. ΑΝΤ.- Σή μερα, είναι σήμερα. ΟΙΔ- .Έ λα, έ λα, θα βά λω αυλόνα παί ζει , που σ΄αρέ σει τό σο πολύ . ΑΝΤ. – Δεν μ΄αρέ σει , τό σο πολύ . (Ο Οιδίποδαςσκύβει και πατάστο Μ.Κ. έ να διακό πτη,

`ΟΙΔ. – Έλα, κάτσε κοντάμου. (Η Αντιγόνη πάει και κάθεται κοντά του, στην ά κρη του κρεβατιού . Αλλά ζει ύ φος φαί νεται σαν ά νθρωπος που φροντί ζει ασθενή . Ο Οιδί πουςσυνεχί ζονταςτην προηγού μενη επιτηδευμένη κί νηση, φέ ρνει το μπισκό το στο στό μα του και τρώει με από λαυση. Η μουσικήσυνεχί ζει, ο ά ντραςτελειώ νει το φαγητό.Πατάέ να διακό πτη στο Μ.Κ., η μουσικήσταματά ). ­

Τι εννοού σες , πριν, σαν έλεγες ότι σήμερα είναι σή μερα ; Τι διαφοράέχει αυτότο σήμερα απότα άλλα σή μερα. ΑΝΤ. (Μαζεύ ονταςμε επιμέ λεια το τραπεζομά ντηλο ) – έ χει διαφορά . ΟΙΔ. – Θέ λω να ακού σω αυτήτη διαφορά . ΑΝΤ. – Θα σου πω ό ταν σε βά λω στον θρό νο. ΟΙΔ. – Γιατίδεν με έ βαλεςακό μη στον θρόνο. ( Η Αντιγόνη δεν απαντά , ταχτοποιεί επιμελώς το τραπεζομάντηλο κά τω από το μαξιλά ρι και σηκώ νεται. Πά ει κοντά στα πό δια του ά ντρα, τα πιά νει προσεκτικά και τα κατεβά ζει απότο κρεβά τι. Ο ά ντραςεί ναι τώ ρα καθιστό ς, στο ορθοπεδικό κρεβά τι. Η Αντιγό νη στέ κεται ό ρθια μπροστάτου. Ο άντραςκοιτάζει τον γυμνότηςμαστό).

3


­ Γιατί, δεν έ ραψεςτο ρού χο σου. ΑΝΤ. – Δεν εί χα κλωστή . ΟΙΔ. – Δεν εί χες κλωστή και δεν μου εί πες τί ποτα. (Νευριασμένα ) – Τίποτα! ΑΝΤ. – Εντά ξει, δεν σου εί πα τί ποτα, ό μως τώρα να πιαστεί ς προσεχτικά από την πλά τη μου, μην μου σκί σειςεντελώ ςτο ρού χο και βρεθώνα γυρνά ω εντελώ ς γυμνή– εδώμέ σα. ΟΙΔ.- Θα πιαστώπροσεκτικάαπότην πλά τη σου. Σαν να κρέ μεται η ζωή μου από μια κλωστή. (απλώνει τα χέρια του και κρατιέ ται απότουςώ μουςτηςγυναίκας, εκείνη με προσπάθεια και κόπο τον τραβάει απότο κρεβάτι και τον αφή νει στο δά πεδο με τα τέ σσερα, πλησιά ζει στον θρό νο και προσπαθεί να ανεβεί , δεν τα καταφέ ρνει . Η Αντιγό νη τον ακολουθεί . Σκύβει και αυτό ςξανακρεμιέ ται απότουςώ μουςτηςκαι κάθεται στο θρό νο.) ΟΙΔ. (απολαυστικά ) – Ωραία ! Ωραία !και τώρα, την εξουσί α, την ρά βδο μου και το MASTER KONTROL – μου. ( Η Αντιγό νη πά ει πί σω από τον θρό νο και παί ρνει την μεγάλη ράβδο, του την δίνει). ΑΝΤ. – Η ρά βδος– σου. ΟΙΔ. (κρατώ ντας μεγαλοπρεπώ ςτο ραβδί ) – η ράβδοςμου λοιπό ν και τώ ρα το MASTER KONTROL μου. ( Η Αντιγό νη πά ει στο κρεβά τι και ξετυλί γονταςτα καλώ δια φέ ρνει το κουτί με τους διακό πτες και το αποθέ τει πά νω στα γό νατα του). ΑΝΤ. – Το MASTER KONTROL σου. ΟΙΔ. (Παί ρνονταςστο ά λλο του χέ ρι το Μ.Κ.)- Το KONTROL μου. (κοιτάζει την γυναίκα. Εκείνη συμμαζεύει την εσά ρπα τηςκαι τυλί γονταςτα χέ ρια τηςπί σω απότην μέση τηςστέκεται δίπλα απότον θρόνο. Ο Βασιλιάςκαι ο λαό ς του. Εκεί νος με τη ρά βδο στο έ να χέ ρι και τους διακό πτες στο ά λλο, μεγαλοπρεπής, επιβλητικός, εκεί νη δί πλα στον θρό νο με τα χέ ρια στην μέ ση έ τοιμη να υπηρετή σει, ωςμοιραί α φιγού ρα περισσό τερο παρά ωςυπηρέ της ). ΟΙΔ. – Αχ ! Φθινό πωρο σή μερα. ΑΝΤ. – Σύεί πας .

4


ΟΙΔ. (Αλλά ζονταςδιά θεση)- τι θα έ λεγεςγια μια, πρωινή , φθινοπωρινήκαταιγί δα; ΑΝΤ. (Τρομαγμέ νη) – καταιγί δα ! Ό χι , ό χι καταιγί δα (πανικοβλημένη ) – τιςφοβάμαι τιςκαταιγίδες. (τρέχει προςτην πό ρτα, ο ά ντραςπατά ει έ να κουμπίστο Μ.Κ. Η Αντιγό νη προσπαθείνα ανοί ξει την πό ρτα που, δεν ανοί γει). ΟΙΔ. Μην κουρά ζεσαι, την κλεί δωσα. ΑΝΤ. (Πανικοβλημένη) – Ό χι καταιγί δα; (Παραιτεί ται από ανοί ξει την πό ρτα).

καταιγί δα, γιατί την προσπά θεια να

ΟΙΔ. ( με φυσικότό νο)- γιατί , όχι, καταιγίδα; τι το τόσο τρομαχτικόέ χει μια πρωινήΦθινοπωρινήκαταιγί δα; τι ; τί ποτα. Προς τι λοιπό ν να σε φοβί ζουν οι καταιγί δες , χα χα χα . Αςδούμε λοιπόν (σκύβει στο Μ.Κ. και πατάδιά φορουςδιακό πτες , με εύχαρη διάθεση). Ας δού με μια, όμορφη, δυνατή, πρωινή, φθινοπωρινή, καταιγί δα. Αυτόπιστεύ ω θα ναι κά τι υπέ ροχο (πατά ει έ να τελευταί ο κουμπίστο Μ.Κ.. Αρχί ζει να ακού γεται ή χος δυνατού αέ ρα και φοβερή ς βροχή ς . Η Αντιγόνη πανικοβλημέ νη απότουςή χους , φεύ γει απότην πό ρτα και πά ει στην βά ση του Κού ρου. Η καταιγί δα δυναμώ νει , έντονεςβροντέςκαι εκτυφλωτικέςαστραπές. Το άσπρο – μαύρο εναλλάσσεται στην σκηνή συνοδευμένο από τους φοβερού ςή χους και μό νον ο φαιό ς φωτισμό ς του παραθύ ρου δεν ταρά σσεται καθό λου. Ο ά ντρας φαί νεται να απολαμβά νει το συμβά ν.) ΟΙΔ. – Σπουδαί α, σπουδαί α, αν μπορού σα να πετύ χω και την κατασκευή , φυσικού νερού. Φυσικού οξυγόνου. (παύση).( ενώη καταιγίδα μαίνεται, η γυναίκα φαίνεται να υποφέ ρει σφά ζοντας στην βά ση του αγά λματος . χορογραφί α τρό μου. Ποιο έντονο το άσπρο – μαύρο των αστραπώ ν καθώ ςκαι κεραυνοίμεγαλειώ δεις ). ΟΙΔ. (απολαμβά νοντας τους ή χους ) – Αν … υπήρχε ακόμη, οξυγό νο και φυσικό νερό , τότες θα μπορούσα στ΄ αλή θεια να φτιά ξω – να δημιουργή σω- μια τέ λεια καταιγί δα. ( Η Αντιγό νη, μπουσουλώ ντας , πλησιάζει στον θρό νο και –ωςικέ της - ακουμπάτα χέρια τηςπάνω στιςγά ζεςτων ποδιώ ν του ά ντρα). ΟΙΔ. (Απολαμβά νοντας τους ή χους )- Αν ….υπή ρχε ακό μη, οξυγό νο και φυσικό νερό , τότεςθα μπορούσα στ ΄αλήθεια να φτιά ξω –να δημιουργή σω – μια τέ λεια καταιγί δα. ( Η Αντιγό νη, μπουσουλώ ντας, πλησιά ζει στον θρό νο και – ως

5


ικέ της - ακουμπάτα χέρια τηςπάνω στιςγάζες των ποδιών του ά ντρα. ΑΝΤ. (Με αγωνί α) – Το σύ ννεφο……….το……..σύ ννεφο…..πέ ρασε…….πά ει πέ ρα, πά ει πέ ρα.(ικετευτικά ) Ω βγάλε το ουρά νιο τό ξο, κά νε να εμφανιστού ν τα εφτάχρώ ματα τηςίριδας, σημάδι νηνεμίας, απαρχήδημιουργί ας , νέων βλαστών τηςφαντασίαςμας, μετά τιςφοβερέ ςφανταστικέ ς– σου καταιγί δες . ( Ο Οιδίποδας που ό λη αυτήτην ώ ρα κοιτού σε ανέ κφραστα ί σια μπροστά , σχεδό ν από τομα, πατάαπό τομα, πατάδύ ο διακό πτεςστο Μ.Κ. και οι ή χοι τηςκαταιγί δας , σταματούν. Σβήνει ο φαιός φωτισμό ςκαι εμφανί ζεται , στο ταμπλότου παραθύ ρου, το ουρά νιο τό ξο). (παύ ση). (Η Αντιγό νη σηκώ νεται και δέ νει την εσά ρπα τηςγύ ρω απότην μέ ση της , κρύβει τον γυμνό μαστότης. Πάει με σταθερόβήμα, δίπλα στον θρόνο. ΑΝΤ. (Υποτιμητικά )- καταραμέ νε γέ ροντα, πατέ ρα κι αδερφέμου, γιατίτο κά νειςαυτό ; αφούξέρειςτην μοίρα σου, γιατίεπιμέ νειςνα ζεις ; τι σε ωφελεί αυτήη φρίκη; γνωρί ζειςτην κά θε επό μενη στιγμήσου. Ήξερεςαπό– πριναυτάπου σου λέ ω- τώ ρα- γνωρί ζει-πά ντα-την κά θε επό μενη στιγμήκαι επιμέ νειςνα υπά ρχεις . Τόσα χρόνια και δεν βαρέ θηκες . Κά θε πρωί το ί διο γελοί ο παιχνί δι.(συνεχί ζει μιμούμενη τον Οιδί ποδα: ) – Αντιγό νηηη, καλή – μέ ρα. Την ξημέ ρωσα Φθινοπωρινή σή μερα. Έλα έλα, κάτσε κοντά μου. Τι θα έλεγες για μια πρωινή Φθινοπωρινή καταιγί δα, δεν θα ‘ταν υπέ ροχα; (εξαντλημένη: ) – Τόσον πολύ καιρό και δεν βαρέθηκες ; (παύση). ΟΙΔ. (Που ά κουγε κοιτώ ντας ανέ κφραστα μπροστά )- Κάτι συμβαί νει , (με υποψί α) – κά τι γί νεται, (σί γουρος ) – κάτι έ γινε……… ΑΝΤ. – Χα χα χα (γελάσαρκαστικά). ΟΙΔ. (Παί ρνει το Μ.Κ. στα χέ ρια του, μπερδεύ ει τα καλώ δια με την ρά βδο. Προτεί νει την ρά βδο στην Αντιγό νη)- πή γαινε την ρά βδο στην θέ ση της , θα την ξημερώ σω πά λι. (Η Αντιγό νη παί ρνει την ρά βδο στα χέ ρια της .) ΑΝΤ.- Δεν σε υπακού ω πια. ΟΙΔ. – Πά ρε με απότον θρό νο και βά λε με στο κρεβά τι του πό νου. ΑΝΤ. – Αρνού μαι .

6


ΟΙΔ. (Συγκαταβατικά ) – Εντάξει, εντάξει, θέλω να δοκιμά σω αν μπορώνα ξημερώ σω την ί δια μέ ρα δύ ο φορέ ς . ΑΝΤ. – Με ποιό ν τρό πο ; ΟΙΔ. – Θα παί ξουμε τουςρό λουςξανάαπότο πρωί . ΑΝΤ. – Τι λες ; ΟΙΔ. – Εντά ξει, (συγκαταβατικά ) δεν θα παίξουμε την καταιγί δα. ΑΝΤ. – Βαρέ θηκα να ζω σε Υπερσυντέ λικο χρό νο, εί μαστε νεκροί . ΟΙΔ. – Εί μαι Υπερσυντέλικος. ΑΝΤ. – Εί ναι ματαιοπονί α, Υπερσυντέ λικοςσή μερα.

δεν

μπορείς να

εί σαι

ΟΙΔ. – Γιατίσή μερα;

ANT. – Γιατίσήμερα είναι σήμερα, και είναι ματαιοπονία, ουτοπί α, να εί σαι Υπερσυντέ λικοςσε Ενεστώ τα χρό νο (παύση). ( Ο Οιδίπουςκοιτάζει ίσια μπροστάκαι παγώνει την γκριμά τσα- ατενί ζοντας το ά πειρο. Η Αντιγό νη ακουμπά την ρά βδο στο δά πεδο μπροστά την βά ση του κό σμου, γυρνάκαι κά θεται δί πλα στον θρό νο, ακουμπάμε τουςκαρπού ςτων χεριώ ν τηςκαι το κεφά λι της , πάνω στα τυλιγμέ να πό δια του Οιδί ποδα). ΑΝΤ.(Σε τό νο χαμηλή ςαφή γησηςκαι νοσταλγί ας ). – πατέρα, καλέμου πατέ ρα και αδελφέμου, εγώμαι , η Αντιγό νη που σαν κινή σαμε απ’ τα καταραμέ να χρώ ματα τηςΘήβαςκαι με του Μεγά λου –Τειρεσί α τα λό για ακό μη να ηχούν στα τύ μπανα μας – στα αυτιά μας. Εγώείχα απόφαση, όχι μόνον, μέχρι τα αγιασμένα χώματα των Αθηνών να σ’ οδηγήσω, μα και μέ χρι – ακό μη- και του μακρινού Άργους ή και της Δωδώ νης τα πανά για μέ ρη. Και τι πατέ ρας μου ή σουν. Τι αδερφό ςμου, απότην μά να μου, και εγώ , τι κόρη σου και τι αδελφή σου από την μά να σου, αν αλή θεια, ετού τη την βοή θεια σου την εί χα αρνηθεί .(παύση). ΑΝΤ. – Πέ ρασα, δί πλα σου, ό λες τις δί καιες των θεώ ν κακουχί ες που σπέ ρναν στο διά βα μας ,έ τσι καθώ ς ταί ριαζε σ΄ έ να ζευγά ρι σαν εμά ς . Αλήθεια, θυμάσαι ; …………λέ ω, θυμά σαι την μουχλιασμέ νη Σί καλη που φά γαμε περνώ ντας νηστικοί , τρεις μέρες και τρεις νύχτες ,το δά σοςτου Μαραθώ να κι ανέ βηκε στο κεφά λι μαςό λη η θεϊ κή τρέ λα που κρύ βει μέ σα της η μουκιά της Σί καλης και γυρνού σαμε σαν δαιμονισμέ νοι, τρί α μερό νυχτα ακό μη,

7


γύ ρω απότον μεγά λο δρυμόκαι ‘γώμά ζευα λουλού δια και σου τα κά ρφωνα στα μαλλιά , ενώεσύούρλιαζεςαπότους πό νους των ποδιώ ν, και παρ’ ό λον τον πό νο δεν σταματού σες , έτρεχες μαζί μου, γιατί ήσουν τυφλός και φοβό σουν. ­

Αλή θεια φοβό σουν ;

­

Μην σε παρατή σω στην ερημιάκαι γκρεμοτσακιστεί ς στα βρά χια. (σηκώ νεται από τομα, αλλά ζει ύ φος και μιλάπλέον απότομα, συνοδεύονταςτην ερμηνεία του κεί μενου με εμφαντικέςχειρονομίες.

­

Που μακά ρι να το εί χα κά νει.

­

Ω Θεοί , πόσο μετανιώνω που δεν σε παράτησα τότες, να γκρεμοτσακιστεί ς στα κατσά βραχα του Μαραθώ να και να σκοτωθεί ς .

­

Ω! Μαινά δεςγιατίδεν ή ρθατε, σύ μβουλοι εκείνηςτης στιγμή ς; (Ηρεμείκαι συνεχί ζει σε τό νο αφή γησης ).

­

Μα και πά λι, στις ό χθες του Κηφισού ποταμού σαν φτά σαμε και ‘κει οι Θεοί , βούληση μου δώσανε, να σε σπρώ ξω στο ρεύ μα και μέσα στουςπόνουςσου απότα πρησμέ να σου πό δια και το κατά μαυρο, σαν του Άδη, σκοτά δι των ματιώ ν σου, να χαθεί ς– να εκβραστεί ς για πά ντα, στην αγκαλιάτου Αργοσαρωνικό. Μα και πά λι μέ σα μου νί κησε η κό ρη, η αδερφή , κι έτσι απ’ αυτά τα συναισθή ματα καθοδηγούμενη έμεινα δίπλα σου, για πά ντα, η Αντιγό νη….(παύ ση). (προχωρά ει στην grey line. Πριν πατήσει το πόδι τηςαπ’ έξω, γυρνάπροςτον Οιδί ποδα)-….Η Αντιγό νη – σου- . ΟΙΔ. (Μέ νοντας στην ά πειρο) – που πά ς ;

έ κφραση,

ατενί ζοντας

το

ΑΝΤ.- Περνά ω την γραμμή. Εγκαταλεί πω τον ρό λο μου. ΟΙΔ. –Θέ λω την ρά βδο μου. ΑΝΤ. – Δεν με νοιά ζει τι θέ λεις . ΟΙΔ. –Δεν μου ταιριά ζει να ασκώεξουσί α χωρί ςτην ρά βδο- μου. ΑΝΤ. – Ά κου, να καταλά βεις , καταραμέ νε γέ ρο, βαρέ θηκα ό λες αυτέ ςτιςβλακεί εςσου, αιώ νεςτώ ρα, βαρέ θηκα …..κουρά στηκα …. Με έ χουν εξουθενώ σει… θέ λω να τελειώ νω.

8


ΟΙΔ. – Εί ναι αδύ νατο να τελειώ σεις . Το παιχνίδι της ζωή ςεί ναι ατελεύ τητο. δώ σε μου την ρά βδο μου, αν θέ λειςνα εξελιχθού νό λα φυσιολογικά . Αν θέλειςνα έ ρθει, πραγματικά , ένα τέλος, δώσε μου το ραβδί μου………….(σιωπή). ΑΝΤ. (Κοιτά ζονταςμέ σα της ) – και όμωςθα τελειώσω μόνη μου τούτο το μαρτύριο και ας μην εσύ συμφωνείς καθό λου σ’ αυτό . Μα πριν γίνει αυτό, θα φύγω για πά ντα από κοντά σου. Θα οδηγηθού με. Στο τέλος. Ο καθέ νας μας , από τον δικό του δρόμο. Σου θύμισα το ταξί δι μας , απότην μακρυνήΘήβα, στον Ίππειο Κολωνό, δί πλα απότο ΙερόΆ λσοςτων Ευμενί δων, χωρί ςνα σου θυμί σω ό λεςτιςλεπτομέ ρειες - πάει πολύςκαιρόςπου δεν στα θυμί ζω ό λα. Μα μην ξεχνά ς , πωςσαν απότην μουκιάτηςΣίκαληςτου Μαραθώνα τρελαθήκαμε, τρεις μέρεςκαι τρειςνύχτες, μου μιλούσεςγια τον οίστρο του Πανό ς ………….θυμά σαι ……….δεν θυμά σαι….δεν έ χει πλέ ον, καμμιά σημασί α. Μα με έ πεισες και ερωτοτρό πησες μαζίμου. Κι έ τσι, εκτό ς απόκό ρη σου και αδελφή σου, με έ κανες και ερωμέ νη σου – καταραμέ νε πορνό γερε – και αφού το χρέ ος της υπηρέ τριας , μόνη μου είχα επωμισθεί, έγινα ένας ά νθρωποςπου ό λεςτου οι ιδιό τητεςκλεί στηκαν μέ σα στο δικόσου κύ κλο. Προή λθα απόσέ να, έ ζησα με σέ να, έ ζησα για σέ να… βαρέ θηκα… μα ά ντεχα... Γιατί πί στευα πωςκά ποτεςό λα αυτάθα τελεί ωναν. (γυρνά απότην grey line, δί πλα στον θρό νο, κοιτά ζει το ά πειρο μιμούμενη την στάση του Οιδίποδα- ακινησία-)… ΑΝΤ. (κουνώ ντας μό νο τα χεί λη της ) - το τέλος, Α! τι ό μορφο είναι το τέλος, των καταστάσεων, των πραγμά των, των ανθρώ πων, το κά θε τέ λος . Θάνατοςτου παλιού , απαρχή του νέου.(πιο ονειροπόλα: ) Έτσι πρέ πει να γί νεται , έ τσι εί ναι το πρέ πον, κά θε τι να έ χει έ να τέ λος, αφούεί χε μιαν αρχή . ­

Ό μως ετούτη η, χωρίς τέλος, δική μας σχέση, με εξουθενώ νει, πατέ ρα μου, αφέ ντη μου, εραστήμου… με εξουθενώ νει. ΟΙΔ. (Μέ νονταςανέ κφραστοςκαι κουνώ νταςμό νον τα χεί λια του ) – Θέ λω την ρά βδο μου. Τί ποτα δεν μπορεί να τελειώ σει, αν δεν έ ρθει η ώ ρα του τέ λους … τί ποτα. (πατάει ένα διακόπτη και το φως δυναμώνει, σαν μεσημέρι ας πούμε, το ουράνιο τόξο σβήνει από το «ταμπλό» του παραθύρου και επανέρχεται ο φαιός φωτισμό ς .)

9


ΟΙΔ. – Λεςό τι φταί ω για ό λα. Λεςό τι ή ξερα και ξέ ρω την μοί ρα μου. Λεςπωςεί ναι μά ταιο να απολαμβά νουμε την σχέ ση μαςαφούδεν έ χει τέ λος . Σου λέω, γνώριζα τι θα μου συμβείαπότου Μά ντη – Τειρεσί α τα λό για και του μαντεί ου των Δελφώ ν τους διφορού μενους χρησμού ς . Μα κανείς δεν ξέρει το τέλος , γιατί το τέ λοςεί ναι μετάτην ζωήκαι τέ τοια δύ ναμη ποτέ ςαπ’ τουςθεού ςσε θνητό , δεν χαρίστηκε …. να γνωρίζει το τέ λος , (πιο εμπεριστατωμένα:) ­

Το ονειρεύ τηκα …..εί ναι αλή θεια …………..ονειρεύ τηκα το τέ λος , -το είδα- μα, τα όνειρα αυτά, ήταν επώδυνα, ποιο επώ δυνα και απότην καταραμέ νη μου ποδά γρα….

­

Ναι, ό σεςφορέ ςπροσπά θησα να ονειρευτώτο τέ λος , με πονού σαν τα ό νειρα μου αφό ρητα – έ τσι – που τί ποτα να μην θυμά μαι – έπειτα- παράμόνον τον αφόρητο πόνο των ονεί ρων μου.

ΑΥΛΑΙΑ

(Επειδή το έργο πρέπει να θεωρηθείδρώμενο με τρεις εικό νεςγί νεται παρά κληση η αυλαί α να λειτουργείό πως το «ριντό » της φωτογραφικής μηχανής πατώντας το κλεί στρο στο Β). ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ (Εικό να 2η​ ​) ΑΥΛΑΙΑ

(Ο Οιδίπους κάθεται στον θρόνο του. Φώ τα σκηνή ς . Μεσημέ ρι. Καθισμέ νοςστον θρό νο κρατάτο Μ.Κ. στο χέ ρι του, κοιτά ζει ί σια μπροστά . Το βλέμμα του, σαν να ξανά ρχεται από μια βαριά σκέ ψη που εί χε κά νει. Εδώο ηθοποιό ςμε το βλέ μμα του και την στάση του πρέπει να αποδί δει την περί φημη φρά ση του Φ. Νί τσε: «Αν για πολύ ατενί σεις μες στην Ά βυσσο, η Ά βυσσος θα γυρί σει να ατενί σει μέ σα σου». Ακού γεται στο βά θος η μουσική από δοση τηςσιγαλιά ςτου απομεσή μερου. ΟΙΔ. – Σκέ φτηκα ………..σκέ φτηκα, τώ ρα μπορώνα μιλή σω – να πώ . Τώ ρα…….μπορώ ….Πεινά ω, πρέ πει να βγά λω το ψωμίμου (πιο αποφασιστικά ) θα σηκωθώόρθιος, θα σταθώστα πόδια μου. (πατάει τα τυλιγμένα του πόδια στο δάπεδο, με προσοχή να σηκωθεί . -τεράστια προσπάθεια, χορογραφία τρόμου. Αδυνατείνα σηκωθεί , κάθεται ξανάστον θρόνο – παύση σκέ φτεται, ιδέ α).

-Πρέπει με το παιχνίδι του Διόςνα ντύσω αυτήμου την προσπά θεια για να μπορέ σω να σταθώ στα πό δια μου. Πρέ πει να πιαστώαπότα κλαδιάτηςπί στης . (πετάει στο

10


Μ.Κ. διακό πτες , απόλυτο σκοτάδι, μουσική καταιγίδας, αστραπέ ς και κεραυνοί , αρχίζει ξανά – η χορογραφία τρό μου- πλέον τρομαχτική, έντονη , επίπονη, ο φωτισμός εναλλά σσεται από από λυτο σκοτά δι σε εκτυφλωτικέ ς αστραπέ ς , η μουσικήεπένδυση κάνει «φόρτε» την στιγμή που ο Οιδί πουςσηκώ νεται, πατάέ να διακό πτη η μουσική της καταιγί δας σταματά , το φως επανέ ρχεται πλέ ον έ ντονο, μεσημέ ρι).

- Σηκώθηκα, στάθηκα στα πόδια μου, τώρα μπορώνα κάνω τα πά ντα.(προτεί νει το Μ.Κ. στην πλατεί α). -Μπορώνα πατήσω το κουμπίκαι να τα σβήσω όλα. Να μας σβή σω ό λους , χα, χα. - Μπορώνα καθίσω και να διορθώσω όλα τα προηγούμενα λά θη μου και να ξανακά νω την ζωήμου ό μορφη………… - Αυτόθα κάνω. - Όχι! Όχι! Δεν είναι εργασία να διορθώνειςπροηγούμενα λά θη σου…μα εί ναι κά τι… ό ταν η μό νη εργασί α, που έ χει μείνει να κάνει κάποιος πάνω στον πλανήτη, είναι το πά τημα ενό ςκουμπιούγια να σβή σουν ό λα και ό λοι, ….ί σως εί ναι κά τι. Μα τι λέ ω, θα προσπαθή σω να φτιά ξω ξανά φυσικόνερό , ήκαλύτερα αςπροσπαθήσω να φτιάξω ξανά φυσικόοξυγό νο, αυτόμά λιστα εί ναι εργασί α. (το εκκρεμέ ς αλλά ζει ύ φος ) - Αντιγόνη. (από το βάθος ακούγονται οι γνωστοί ήχοι κατσαρολικώ ν). - Αντιγόνη είπα. (Η Αντιγόνη μπαίνει απότην πόρτα, πάει μπροςστην άσπρη γραμμή, ταχτοποιείτην ολόσωμη ποδιά κουζί ναςπου φορά , παίρνει ύφοςυποκριτικό- του ρόλου της - και πατώνταςμέσα απότην άσπρη γραμμή.

ΑΝΤ. – Μά λιστα Πά τερ. ΟΙΔ..- Ά κουσεςτο εκκρεμέ ς : Φέρε μου την ράβδο σου. ΑΝΤ.- Μά λιστα Πά τερ. (Πά ει στην βά ση του Κού ρου παί ρνει την Αυτοκρατορικήρά βδο και τη δί νει στον Οιδί ποδα ). ΟΙΔ. – (Παί ρνονταςτο ραβδίστα χέ ρια του το χτυπά ει στο δά πεδο – επιταχτικά ) - Έχουμε συμφωνήσει, πωςπαίρνω το μεσημεριανόμου στιςτρειςακριβώ ς; ΑΝΤ.- ( Tον διορθώ νει )- Έ χειςσυμφωνή σει.

11


ΟΙΔ.- Εσύδέ χτηκες . ΑΝΤ.- Εί χα δεχτεί . ΟΙΔ.Σή μερα, γιατί δεν έφερες το μεσημεριανό μου ακριβώ ςστιςτρεις; ΑΝΤ. –Διό τι σή μερα είναι σήμερα. ΟΙΔ.- Τι διαφοράέ χει αυτότο σή μερα απότα άλλα σήμερα. Γιατίδεν έ φερεςτο μεσημεριανόμου - ακριβώ ςστιςτρεις . ΑΝΤ.- Έ φερα το μεσημεριανό-σου- εδώτο ‘χω. (Τραβά ει κά τω απότην εσά ρπα της Βαθυγά λαζη , ροδέ λα μπισκό του ευμεγέ θη).

-Να ετοιμάσω το τραπέζι .(Πηγαίνει προςτο κρεβάτι με το μπισκότο στο χέρι ). -Να στρώσω το τραπεζομάντηλο . ΟΙΔ(Από τομα)-Θα φά ω ό ρθιος .(Τα λό για του παγώ νουν την κί νηση τηςΑντιγό νης). ΑΝΤ.- Αυτόδεν το εί χατε πει ποτέ ςπριν . ΟΙΔ.- Δεν το λέ ω, θα το κά νω . Δώ σε μου το μεσημεριανό– μου. ΑΝΤ.(Πηγαί νει κοντάτου και δισταχτικάπροτεί νει το μπισκότο σε αυτόν)-Ορίστε το μεσημεριανόσας. ΟΙΔ.(Αφή νει το Μ.Κ. στον θρό νο .Παί ρνει τη βαθυγά λαζη ροδέ λα μπισκό του στο χέ ρι και τη φέ ρνει στο στό μα ).-Τώρα είμαι όρθιος, έτοιμοςνα βγάλω το ψωμίμου με εργασία και πρέ πει να φροντί ζω λιγό τερο τον εαυτόμου, θα τρώ ω ό ρθιοςχωρί ςευγέ νειεςκαι κουραφέ ξαλα

.(Μασουλάει ). Και πάνω από όλα θα κάνω οικονομία θα κρατή σω το υπό λοιπο μπισκότο, για το απομεσή μερο.(Βάζει το μπισκότο στην τσέπη του χιτώνα του ). ΟΙΔ.- Αντιγό νη . ΑΝΤ.- Μά λιστα Πά τερ.

ΟΙΔ.- Απόσή μερα αλλάζει η ζωήμας, εγώθα τρώω όρθιος, εσύ θα πρέ πει να βρειςέ ναν καινού ργιο τρό πο να με κά νεις

12


παρέ α. Και αλή θεια ; Tι μουσικήθα ταί ριαζε με έ να τέ τοιο γεύ μα ; ΑΝΤ.- Η μουσικήμαςέ λειπε τώ ρα . Πριν λί γο, έ παιξεςτην μουσικήτων κεραυνών, δεν χρειάζεται άλλη μουσική. Εγώ φεύ γω, ά κου ό τι θεςκαι φά ε ό πωςθες . (Κινείται προςτην πό ρτα). ΟΙΔ. – Πούπας; ΑΝΤ.- Να σου ετοιμά σω κά τι για βραδυνό …. το τελευταί ο βραδυνό - σου. ΟΙΔ. (Γελάσαρκαστικά)- Το τελευταί ο βραδινό - μας. ΑΝΤ.(Πηγαί νει προς την πό ρτα και προσπαθεί να την ανοί ξει, δεν τα καταφέ ρνει).- Τι εννοεί ς; ΟΙΔ.- Μό λιςετοιμαζό μουν να πατήσω έναν διακόπτη στο κοντρό λ –μου-και να τα σβή σω ό λα, να μαςσβή σω ό λους . ΑΝΤ.-(Νευριασμέ να)- Γιατίδεν τό κανες , βρωμόγερε . ΟΙΔ.- Σκέ φτηκα να κά νουμε μια προσπά θεια ακό μη. Σκέ φτηκα να προσπαθή σω να επιτύ χω ξανά την κατασκευή φυσικού νερού και οξυγό νου για να σταματή σει η εξά ρτηση μαςκαι η σκλαβιάμαςαπότού το το μηχάνημα. ΑΝΤ.(Η Αντιγό νη ξαναπατάμέ σα απότην gray line παί ρνει ξανά το ύ φοςτου ρό λου τηςκαι σαν να μην ά κουσε πηγαί νοντας προς τον θρό νο μονολογεί )-Ω! Πόσο να μετανοιώσω με κά νεις για την απερισκεψί α μου, τό τες στον Ί ππειο Κολωνό στο ιερό δά σος ά λσος των Ευμενί δων, ό ταν εσύ , μπροστάστα έκπληκτα μάτια του Θησέα και τα δικάμου έ παιρνες το δώ ρο των θεώ ν να μην πεθά νεις αλλά να αναληφθεί ςγια πά ντα στον ουρανότηςΑττική ςκαι γω, το χαϊ βά νι ,έ πεσα ικέ τηςτηςΠαλλά δαςκοντάσου, να με φέ ρει να σε υπηρετώ για πά ντα, νομί ζοντας πώ ς έ τσι υπηρετού σα ανώ τερα ιδανικά , η ηλίθια, σε μια υπηρεσία ατελεύ τητη μες στους αιώ νες . Βρωμόγερε, έκανες την αγά πη για σέ να φαρμά κι στην ψυχήμου. (Φτά νει κοντάστον θρό νο και ακουμπάτα χέ ρια τηςσ’ αυτό ν, παί ρνει ξανάτο γνωστόαφοσιωμέ νο ύ φοςτου πρωινού . Ο Οιδίποδαςόρθιος με το ραβδίστα χέρια του κοιτώνταςίσα μπροστά–μοιραία φιγού ρα –μονολογεί ). ΟΙΔ. – Γυιό ς βασιλιά ή μουν. Μακάρι να γνώ ριζα έ να βασιλό πουλο ακό μα, να είχε γεννηθεί με την δική μου μοίρα. Ακόμη δεν είχα βγείαπότην μήτρα και βρέθηκα, με τρυπημέ να πό δια, κρεμασμέ νοςμ’ έ να σκοινίστα χέ ρια ενό ς

13


βοσκού , να ταξιδεύω για τον Θηβαϊκό Καιάδα, σαν μαδημένο κοτόπουλο. Άνθρωπος που μ’ αυτόν τον τρόπο ερχό ταν να ζή σει .Μπορεί ςνα φανταστεί ςά νθρωπο που η επό μενη στιγμή του ερχομού του στη γη είναι ο Κιθαιρώ νας ; Έζησα απόσυμπόνια και απότην ανάγκη του Πό λυβου και Μερό πηςγια διά δοχο, εγώπου εί χα δικόμου βασί λειο πολύπριν γεννηθώ … ­

Αλή θεια, γιατί οι ά νθρωποι λέ νε μοί ρα αυτό που δημιού ργησε, ο καταραμέ νος γεννή τορας για μέ να , γιατί ;

­

Mα αν όλα ακολουθούσαν το δρόμο τους, ούτε η συνά ντηση στο σταυροδρό μι του «Μέγα» θα ‘ρχόταν, ού τε οι φριχτέ ςμέ ρεςτηςαιμομιξί αςού τε ακό μη και η δική σου ευκαιρί α να ρθεις στην ζωή και να γνωρί σει αυτάπου τώ ρα γνωρί ζεις .

ΑΝΤ. – Σταμά τα να μιλά ς , μην ξύνειςτιςπληγές–σου- μέχρι να φύ γει ό λο το αί μα – σου- απόμέσα – σου. ΟΙΔ.- (Σαν να μην ά κουσε)- Και να ‘ταν μό νον αυτά . Καλάτα χρό νια τηςφριχτή ςμου ά γνοιαςτα παρακά μπτω. Έπειτα; Τι έ γινε έ πειτα; Kέ ρδισα έ ναν θρό νο σώ ζονταςέ ναν λαόαπ’ τον λοιμόκαι τη βαριάτηςΣφί γγαςκατά ρα. Κέ ρδισα έ ναν θρό νο και κέ ρδισα την αιώ νια κατά ρα. Πώ ςέ πρεπε ά ραγε να ζή σω αν μη μό νον με αυτάπου εί χα; Και γω, εκτό ςαπότο Βασί λειόμου, εί χα: Την Επικά στη, εσέ να, την Ισμή νη – Την Ισμηνού λα μου – τον Πολυνί κη και τον Ετεοκλή μου, τί ποτα ά λλο Εσά ςεί χα και με σαςθα ζού σα. Και θύ μα τηςμοιραίας μου ά γνοιας , ήμουν ευτυχισμένος … Ναι ήμουν ευτυχισμένος. Γαμώτην τύ χη μου. ΑΝΤ: (Ικετευτικά ) –Πατέρα μου, πατέρα μη μου μιλάςγια την οικογέ νειάμας, μην με πληγώ νειςπατέ ρα μου και πά νω απ’ ό λα μην αδικεί ς τους Θεού ς . (Αλλάζει ύ φος πιο εμπεριστατωμέ να).

-Επικαλείσαι την τύχη, εσύ, έναςΟιδίποδας, που ότι σου χρωστού σε η ζωήστο έ δωσε πά λι πί σω απλό χερα και από απλόδιά δοχο, Λυτρωτήσε έ χρισε ,των Θηβαί ων. Εκδί κηση σε ό ρισε να πά ρειςσκοτώ νονταςμε τα ί δια σου τα χέ ρια τον καταραμέ νο γεννή τορα που στου Κιθαιρώ να στιςχαρά δρεςσε έ ταξε. Και απότο θά νατο των απλώ ν ανθρώ πων σε απή λλαξε περνώ ντας σε αθανασί α, αναληπτό μενο, μην βρίζεις την τύχη σου γέ ροντα …. Μην βρί ζειςτην τύ χη σου, λεςκαι εκεί νος

14


που γεννή θηκε για Βασιλιά ς στο τέ λος τέ τοιος θα γενεί.

15

­

Μπορού σες νά σουν τσοπανό πουλο στον Κιθαιρώ να των Θηβώ ν ή σκλά βος , απόπαιδο για τα θελήματα, ο έ σχατοςτων Θηβαί ων .

­

Μα ‘συ, ήσουν γεννημέ νος αρχηγό ς και βασιλιά ς , Ρηγό πουλο σε δύ ο βασιλικέ ςοικογέ νειεςκαι σαν τέ τοιοςέ ζησες .

­

Τον πατέ ρα σου σκό τωσες , την μάνα σου καβάλησες, έ ναν λαό τον έ κανεςνα καταριέ ται την ώ ρα και τη στιγμήπου βρέ θηκεςστον θρό νο τους για βασιλιά ς του και ά λλο μεγά λο δώ ρο και αυτό το έ σχατο αναλή πτεσαι πά νω απότην Ακαδημί α Πλά τωνοςγια να κουβαλά ς έ να δή θεν μαρτύ ριο που τελικάμεςστους αιώ νεςό λοι των θρό νων οι ρηγά δεςτο έ χουν γιατί ό λοι έ τσι συμπεριφέ ρονται από κτή σεως κό σμου. Οι αναρριχητέ ς της εξουσί ας εί ναι αδί σταχτοι και κανέ να δρά μα δεν παίζεται στο βάθος.

­

Το έ γκλημα συντηρείτην εξουσί α, το έ γκλημα και η παραβί αση ό λων των ηθικώ ν κανό νων συντή ρησαν τους εξουσιαστέ ς μες τους αιώ νες . ( Παύση αλλάζει ύ φος :)

­

Ποιο δρά μα ρε κολώγερε, ποιο δράμα ; Ένα κοινόβίωμα του κά θε γυμνοσαλί γγαρου που αναρριχά ται στη εξουσί α. ( Πά ει να πά ρει το αφοσιωμέ νο τηςύ φοςαλλά συνεχί ζει στον ί διο τό νο).

­

Αιώ νεςστά θηκα πιστήστο παραμύ θι σου, μα τώ ρα δεν αντέ χω ά λλο αυτότο πά θοςγια εξουσί α, κατέ στρεψες τα πά ντα και κά θε φορά που την πί εση στης αντί στασηςέ νιωθεςέ ντονη, διαιρού σεςτιςμά ζεςγια να έ χεις λιγό τερη αντί σταση και συνέ χιζες να καταστρέ φεις μέ χρι εκεί νη την φοβερή μέ ρα που τού το το καταραμέ νο υπό γειο έ γινε το σπί τι μας. Μα και πά λι βρή κες τρό πο να εξουσιά ζεις ό τι εί χε εναπομεί νει , δηλαδήεμέ να, την ενέ ργεια, τον χρό νο, την φρί κη. Και ό λα αυτάπροςτι;

­

Έ τσι χωρί ς λό γο, μό νον και μό νον για την εξουσί α, γιατίπροοπτικέ ςπά νω στη γη δεν εί χε πια.

­

Ποιό ν να κυβερνή σειςσε έ ναν πλανή τη που τα πά ντα στην επιφά νεια του έ χουν γί νει στά χτη;


16

­

Ενώεδώ , στο φριχτόαυτόπυρηνικόκαταφύγιο, είχες αντικεί μενο να ασκήσεις– Καθείςεφ’ ω ετάχθη- την καταραμέ νη σου εξουσί α.

­

Σε μικρογραφί α βέ βαια και επανά ληψη μια και με τα καταραμέ να σου ό πλα κατά φερες να καταστρέ ψεις και τον χρό νο, - Ναι ακόμη και τον χρόνο τον κατέ στρεψες και αλλοί ωσεςκαι τιςέ ννοιες , του τώ ρα και του μετά– έ γινε η ζωήμαςμί α επανά ληψη σε έ ναν χρό νο τηςφαντασί αςπλέ ον και συ εκεί , το δράμα και η φρί κη που σε τύ φλωσε, μες στους αιώ νες ως μοιραίων, να σε εξυφαίνουν κι ας είναι όλα αυτά τερτί πια και πουτσοκαμώ ματα δικάσου και τίποτα ά λλο.

­

ΟΙΔ.-(Την διακό πτει από τομα)-Μη μου λεςεμέ να για το χρό νο. Μην με κατηγορεί ς.Κι ετού το το εκκρεμέ ςπου έ χω σε κοινήθέ α τι εί ναι;(Δεί χνει προςτο ρολό ι).

­

ΑΝΤ.- Ναι το εκκρεμέ ς , ένα ρολόι που δείχνει το χρόνο μόνον σε λεπτάκα άντε ‘γω να θυμάμαι απότα λεπτά, τη μέρα είναι, τι χρόνοςήποιοςαιώνας. Δεν θυμάμαι ποιο βασανιστικέ ς στιγμέ ς μαζί σου από την εποχή που προσπαθού σα να κρατά ω τις μέ ρες , τους μήνες, τα χρό νια, κοιτώ ντας και μετρώ ντας τα λεπτά που καταραμέ νου σου εκκρεμού ς .

­

Φριχτέ .

­

ΟΙΔ.(Παγερά )- Ο Γέγονε, γέγονε. Ο Ήλιοςδεν ανέτειλε πια και τα ά στρα δεν μπορού σαν να ειδωθού ν από ανθρώ πινο μά τι, πώ ςαλλοιώ ςθα μπορού σε να μετρή σει κά ποιοςτον χρό νο, αν το ή θελε, ει μη μό νον, απότους χτύ πουςτηςκαρδιά ςτου ήτον λεπτοδεί κτη αυτούεδώ του ρολογιού . (γυρνάτο χέρι του αόριστα προςτην μεριάτου ρολογιού.)

­

ΑΝΤ. (αλλά ζει ξανάύ φος , έξαλλα) – Πουστόγερε, εγώτο παιδίσου σε εγκαταλεί πω, φεύ γω πά ω στην ζωή , είναι οι τελευταί εςλέ ξειςπου ακού ςαπότο στό μα μου, - σε χαιρετώ!

­

ΟΙΔ.(Μ ε φρί κη στην φωνή του, υστερικά ) – Όχι, δεν εί ναι αλή θεια. (παύ ση). (αλλά ζονταςτό νο στην φωνή του. Σαν μό λιςτώ ρα διαπί στωσε κά τι:)

­

Να! Υπά ρχει ελπί δα, μό λις τώ ρα εί πες μια λέ ξη καινού ργια, μια λέ ξη που ποτέ ς πριν δεν εί χες ξαναπεί– σε χαιρετώ .


­

Κι εγώ , κοίταξε όρθιος, όλα σήμερα ά λλαξαν, ό λα μπορούν να αλλάξουν, θα μιλάμε με καινούργιες λέ ξεις , θα αλλάξουμε τιςσυμπεριφορέςμας. Θα γίνουμε πιο ανθρώ πινοι, θα ψά ξουμε να βρού με φυσικόνερό, θα επιτύ χουμε την κατασκευή ξανά φυσικού Οξυγό νου, θα αρχί σουμε να τρεφό μαστε ξανάαπότην φύ ση, θα επινοή σουμε ά λλουςτρό πουςνα μετρά με το χρό νο, θα επικαλεστού με τουςθεούςξανά, θα πέσουμε ικέ τες στην πί στη και θα δεις , όλα θα αλλάξουν. (παύση).

­

Αντιγό νη μου, μί λα μου, πεςμου την ά ποψη σου.

­

ΑΝΤ. (Σκληρά ) – τίποτα δεν μπορείνα μαςσώσει πια, έ τσι τυλιγμέ νοι μέ σα στον μύ θο του μοιραί ου, δεν έ χουμε κι ού τε εί χαμε ποτέ ςκά ποια ελπί δα. Εξά λλου, μην ανησυχείς, τίποτα δεν έχει συμβεί, ούτε κανείς γεννή θηκε ποτέ ς , μα και μήτε κανείςπέθανε, τίποτε δεν συνέ βη.

­

Σημασί α εί χε μό νον η ζωή και το ατελεύ τητο παιχνί δι, που στα χέ ρια της δική ς σου εξουσί ας έ γινε φρί κη, πά ντα κά τω απότην σκέ πη του μοιραί ου.

­

Ό σο για τιςκαι καινού ριεςλέ ξειςκαι τιςπρά ξεις που θα κά νουμε, ποιο το ό φελος, τί ποτε δεν γί νεται , εσύ , την δική σου εξουσία να διαιωνίζεις θέλεις και τί ποτα ά λλο. Και θα έ παιρνα δύ ναμη από το πρό βλημα για να χτί σω έ να καλλί τερο μέ λλον, αλλά ποιο μέ λλον; Πό τεςθα ‘ρθει αυτότο μέ λλον να γενεί παρό ν, που αιώ νεςτώ ρα δεν ή ρθε;

­

Το μέ λλον εί ναι το οί κημα που χτί ζει καθέ ναςμε την σκέ ψη του για να ζή σει κά ποτεςμέ σα του.

­

ΟΙΔ. –Τι θέ λειςνα γί νει;

­

ΑΝΤ. – Να γί νει ο καθεί ςμαςαφέ ντηςτων αποφά σεων του μό νον αυτό , τίποτα άλλο.

­

ΟΙΔ.-Απαντά ςστιςερωτή σεις μου, να, αυτόεί ναι έ να ελπιδοφό ρο σημά δι.

­

ΑΝΤ. Δεν υπά ρχουν ελπιδοφό ρα σημά δια πια.

­

ΟΙΔ.-Θα τα δημιουργή σουμε μό νοι μας .

­

ΑΝΤ. – Ουκ αν λά βεις….παράτου μη έ χοντος . ΟΙΔ. (Πιά νει το Μ.Κ. πατά ει διαφό ρους διακό πτες . Ξαφνικά χύ νεται στο χώ ρο μια ουρά νια μελωδί α,

17


φωτισμοίμε χρωματικέ ςπαραλλαγέ ςτου ροζ και του μπλε, πλημμυρίζουν την σκηνή, ένα αεράκι σηκώθηκε. Η Αντιγό νη μέ νει ά ναυδη να κοιτά . Ο Οιδίπους σταματά ει την ενασχό ληση του με τους διακό πτες και σηκώ νει κι αυτό το βλέ μμα του εκστατικά, κοιτά ζει την Αντιγό νη που σαν παιδί χά νεται στην μελωδί α και στους φωτισμού ς λικνί ζουσα κιό λαςτο σώ μα της). ΟΙΔ. (Σαν να μιλά στον εαυτό του με φωνή που η τονικό τητα της προσαρμό ζεται στην μουσική και τουςφωτισμού ς .)- Νάτο, το πέτυχα, έτσι θα είναι η ζωή μαςαπόδω και μπρος, τέρμα η ανέχεια και η μιζέρια, θα ξαναφτιά ξουμε την Γη μαςό μορφη, θα νοιώθουμε το αερά κι, θα βρού με φυσικόνερό, θα κάνουμε την Γη μας να καρπί σει ξανάκαι θα γευτού με πάλι τουςκαρπούς της . Έτσι θα γίνει.(βγάζει απότην τσέπη του χιτώνα του το υπό λοιπο μπισκό το. Τρώ ει ό ρθιοςτο μπισκό το του, η μελωδί α συνεχί ζει και οι χρωματικέ ς παραλλαγέ ς των φωτισμώ ν επί σης . Η Αντιγόνη συνεχί ζει να χορεύ ει σε μια «απρό σμενη ευτυχί α», ο Οιδί πουςτρώ ει το μπισκό το του. Η Αντιγό νη με ύ φος: «Τι χαράείναι αυτήαπόψε!» παίζει χορεύονταςμε τα χρώ ματα και τις νότες, ο Οιδίπους τελειώνει το φαγητότου, σηκώ νεται και πατά ει στο Μ.Κ. κά ποιους διακό πτεςδιακό πτονταςτην μουσική , τουςφωτισμούς και το αερά κι. Επανέ ρχεται ο πρό τερος φωτισμό ς , από τομα. Η Αντιγό νη που ό λη την προηγού μενη ώρα λικνιζό ταν στο μουσικό ά κουσμα και έ κανε το χορευτικότης , αφημένη χωρίςνα νοιάζεται για τα λό για και τις πρά ξεις του Οιδί ποδα, σταματάκι αυτήαπό τομα.) ΑΝΤ. –Πώ ςτο έ κανεςαυτό ; ΟΙΔ. – Ό πωςκι εσύεί πεςτη λέ ξη «σε χαιρετώ » ΑΝΤ.- Το ‘ξερα απόπά ντα, πωςέ κανεςδιπλήζωή , είχεςμες στο σατανικόσου μηχά νημα αποθηκευμέ νεςκι ά λλες μέρεςπου τιςζούσεςμόνοςσου και για μένα είχεςνα παί ζεις μό νον εκεί νη την φριχτή Φθινοπωρινή με την απαί σια καταιγί δα, το ‘ξερα …..φριχτέ… απαί σιε , πώς μπόρεσεςαιώνεςνα με δικάζειςσε μια μέρα την ί δια μέ ρα, κά θε μέ ρα. Σαν έ φτιαξεςεκεί να τα φριχτά ό πλα που μέ σα απότην παρά νοια τηςεξουσί αςμπή καν σε λειτουργί α για να σταματή σουν κά θε ζωή , κάθε κί νηση πά νω στον πλανή τη και να γενεί έ νας παρά δεισος , κόλαση, ήξερα πως δεν μπορεί να ήταν αλλοιώ ς , κάτι θα εί χες σκαρφιστεί να περνά ς

18


καλύ τερα, αλλά , τέτοια φρίκη !. Να έχεις, μέρες, ήχους, χρώ ματα, μόνον για σένα, αυτόείναι ανήκουστο. ΟΙΔ.- Αντιγό νη ….Αντιγό νη… απόσή μερα και μπρος θα σε αμεί βω για τιςυπηρεσί εςσου, θα σου ξημερώ νω ά λλες μέ ρες , θα σου βά ζω να ακού ς ά λλους , διαφορετικού ς ή χους , θα σου δεί χνω ά λλα, διαφορετικά , χρώ ματα και πά νω απ’ ό λα θα προσπαθή σω να πετύ χω- να φτιά ξω – ξανά , φυσικόνερό. ­

Ό χι , ό χι, απ’ εδώκαι μπροςθα δουλέ ψω για το ψωμίμου. Εί σαι η οικογέ νεια μου, εί σαι ο λαό ςμου και θα σε υπηρετώπιστά , καταλαβαίνω την πίκρα σου, για την αδικί α αιώ νων, θέ λω να επανορθώ σω.

­

ΑΝΤ. – Τί ποτε δεν μπορεί ςνα επανορθώ σεις , σταμάτα από την φαντασί α σου αυτέ ς τις ελπί δες , είσαι η εξουσί α απογυμνωμέ νη και φριχτή , σε χαιρετώ. Σε αφή νω με εκεί νον που ποτέκανεί ςεξουσιαστή ςδεν μπόρεσε να εξουσιάσει μεςστουςαιώνες: Τον ΕΑΥΤΟ του. (Κά νει να φύ γει).

­

ΟΙΔ. – Πούπας ;

­

ΑΝΤ. -Να σου ετοιμά σω κά τι για βραδυνό . ΟΙΔ. (απορημέ να) – Μα δεν με έ βαλεςστο κρεβά τι του πό νου.

ΑΝΤ.- Δεν μου το ζή τησες . ΟΙΔ:- Στο ζητά ω τώ ρα : «Αντιγό νη μου μπορεί ςνα με βά λεις στο κρεβά τι του πό νου, σε παρακαλώ ». ΑΝΤ:- (Τον πλησιά ζει και τον αφή νει να στηριχθείπά νω της) - Δεν εί μαι η Αντιγόνη –σου. Και μην μου κρυφοπιά νειςτον μαστόμου. ΟΙΔ: (Βογγά ει από την προσπά θεια να περπατή σει από τον θρό νο στο κρεβά τι, κρεμασμέ νος από τους ώ μους της Αντιγό νης. Καθώ ςτον ακού μπα καθιστόν στο κρεβάτι και του πά ει το «Μ.Κ». κοντάτου και την ρά βδο του ο Οιδί πους πατά έ ναν διακό πτη και ο φωτισμό ς λιγοστεύ ει , σαν σού ρουπο).

ΑΥΛΑΙΑ

19


ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ (Εικό να 3η​ ​) ΑΥΛΑΙΑ

(Σκηνικότο ίδιο, ο Οιδίπουςόπωςτον αφήσαμε, καθιστός στο κρεβά τι έ χοντας δί πλα του την ρά βδο του και πατά ει στο «Μ.Κ». Το εκκρεμέ ςχτυπά ει οχτώ ). ΟΙΔ: - Αντιγό νη, Αντιγό νη-μου. (Απότην μεριάτηςπό ρτας ακού γονται οι γνωστοίή χοι κατσαρολικώ ν). (Παύ ση). (Ο φωτισμό ςκατεβαί νει κι ά λλο πιο σού ρουπο). ΟΙΔ:- Αντιγό νη…(Σιωπή , ακινησία). Σαν κάτι να σκέφτηκε. Πατά διακό πτες στο «Μ.Κ». Έ νας απαλό ς φωτισμό ς πλημμυρί ζει την σκηνή , φως πανσελήνου, από τα ηχεία ξεχύ νεται μια θεσπέ σια μουσική , θεϊκή, το «ταμπλό» της τηλεό ρασης στο «ντεκό ρ» που ή ταν αναμμέ νο απότην αρχή της πρώ της πρά ξης , σβήνει. Η πόρτα ανοίγει σιγά-σιγά εμφανί ζεται η Αντιγό νη. Φορά καινού ρια ρού χα, εντυπωσιακά , σε κατάμαυρο χρωματιστό πλην όμως από υφά σματα λαμέ , δαντέλα και σατέν, θυμίζει κυρία που ετοιμά ζεται για βραδινή δεξί ωση στο μέ γαρο της προεδρί ας ή στα Ανά κτορα, φορά γά ντια και έ χει περιποιηθεί τα μαλλιά της , στο δεξί της κρατά ένα μπισκότο σε μαύ ρο χρώ μα και δυσαρμονία στο όλο παρουσιαστικό της παρουσιά ζει το «μπογαλά κι» με παλιάρού χα που κρατάστο αριστερότηςχέ ρι, τυλιγμέ νο με καρώ κοκκινόασπρο τραπεζομάντηλο. Η Αντιγόνη πλησιά ζει την “gray line”, στέ κεται και παί ρνει το ύ φοςτου ρό λου της , κρατά την ροδέ λα του μπισκό του στα ακροδά χτυλα και μπαί νοντας αφή νει το μπογαλά κι της στα πό δια του Κού ρου. Ακινησί α. Ο Οιδί ποδας πατά βιαστικάέ ναν διακό πτη η μουσικήσιγά–σιγάσβή νει). ΟΙΔ:- Νύ χτωσε …. Νύ χτωσε…. Αντιγό νη . ΑΝΤ:-Δεν νυχτώ νει πια. ΟΙΔ: -Έ φερες , ψυχήμου, το βραδινόμου. ΑΝΤ:- Δεν εί μαι η ψυχή σου και έφερα το βραδινό σου, νά το.(Προτεί νει το μπισκό το στον Οδί ποδα. Εκεί νος αρπά ζεται από την Αυτοκρατορική του ρά βδο και κά νοντας προσπά θεια – ά κρα σιγή , χορογραφί α απελπισί ας –να σηκωθεί ό ρθιος . Η Αντιγό νη παγώ νει στην κί νηση προσφορά ς , ο Οιδίπουςαγωνιωδώςχορεύει με το μπαστού νι του και καταφέ ρνει να σηκωθείστα τρί α. Προσπαθείκαι κά νει έ να βή μα μπροστά.)

20


ΟΙΔ:( Ψευδοχαρού μενα ) – Τα κατάφερα, θα φάω στον θρόνο μου.(Σέρνεται με την ράβδο του προςτον θρόνο).

-Θα τρώω και εσύθα μου κάνειςσυντροφιά.(Η Αντιγόνη τον ακολουθείδιατηρώ νταςτην αρχικήπαγωμέ νη κί νηση). -Θα μου κάνειςσυντροφιάκαι θα σου παραχωρήσω όποια εξουσί α θελή σεις. (Φτά νει στον θρό νο και ανεβαί νει, με μεγάλη προσπάθεια ). -Όποια εξουσία θελήσεις, όσο θα μου κρατάςσυντροφιά. ΑΝΤ: (Ανέ κφραστα )- Το βραδινόσου. ΟΙΔ: (Από το ύ φος του καταλαβαί νει η πλατεί α ό τι ο Οιδί πους εί χε αντιληφθεί το μπογαλά κι , την αλλαγή εμφά νισηςτηςΑντιγό νηςκι ό τι μά λλον ειςμά την λέ ει τα ό σα λέ ει. Χτυπά την ρά βδο στο δά πεδο και με φωνή αρχηγού : - να μου φέρεις αμέσωςτο τραπεζομάντηλο μου, έ νας αρχηγό ς θα δειπνή σει. (Η Αντιγό νη αλλά ζει αμέ σως ύ φος πηγαί νει στο κρεβά τι και παί ρνει το τραπεζομά ντηλο και το Μ.Κ. τα τακτοποιεί ό λα στο θρό νο με περισσήεπιμέ λεια και δί νει το μπισκό το στον Οιδί ποδα.) ΑΝΤ. – Το βραδυνόσας . ΟΙΔ. (Παί ρνει το φαγητότου και πριν το ακουμπή σει στο τραπεζομά ντηλο, με τό νο αρχηγική ς νό τας ) – Κάνε μου συντροφιά . (Η Αντιγόνη υπακούει και κάθεται στο δά πεδο δί πλα στον θρό νο σαν πιστόσκυλά κι δί πλα στα μπανταρισμένα του πόδια. ΟΙΔ. – Θέ λειςνα μιλή σεις ; ΑΝΤ. – Ναι αν θέ λειςνα ακού σεις . ΟΙΔ.(Πρό σχαρα, προσποιητά ) – Μα και βέβαια αγαπητήμου ό σο θα τρώ γω θα σε ακού ω με μεγά λη προσοχή .(παύση , έ μπνευση). ­

Να, σου έ χω εμπιστοσύ νη. (προτά σσει το Μ.Κ.)

­

Πά ρε και πά τα ό ποιουςδιακό πτεςθες , δεςκαι άκου ότι ποθεί η ψυχή σου, πρό σεξε ό μως, μην πατήσεις τον κό κκινο διακό πτη και μαςσβή σειςό λους , μα πιο πολύ, μην πατήσειςτον μώβ διακόπτη σε συνδυασμόμε τον κί τρινο και αρχί σειςκαι κά νειςζά πινγκ στιςψυχέ ς μας.

ΑΝΤ. (Παί ρνει το Μ.Κ. κοιτά ζει τον Οιδί ποδα στα μά τια ειρωνικά ). – Το κουτί της Πανδώρας. (αφήνει το Μ.Κ. στα

21


γό νατα της , ο Οιδίπουςαρχίζει να τρώει. Παύση, σιωπή, ακού γεται μό νον το μασού λημα του μπισκό του. Η Αντιγό νη ακουμπά το Μ.Κ. με προσοχήστο δά πεδο, αργά σηκώ νεται πά ει στην μεριάτηςκορνί ζαςκαι παί ρνει το πρό σωπο απότο κά δρο. Μό λιςτώ ρα διαπιστώ νουμε πωςστο κά δρο απεικονιζό ταν έ να ακέ φαλο σώ μα η ψευδαίσθηση του πορτραί του έ βγαινε απότην σύ νθεση με την μά σκα. Η Αντιγό νη φορά την μά σκα. Ο Οιδί πους μασουλά ει ατενί ζοντας την ψυχή του. Η Αντιγό νη πί σω από τον θρό νο μιλά και ταυτό χρονα ερμηνεύ ει τα λό για τηςκαι με εμφαντικές χειρονομίες , ως κορυφαία αρχαίου δρά ματος.) ΑΝΤ. – Ω ! Φρικτοί διαχειριστέ ςτηςεξουσί αςαιώ νιοι, αδυσώ πητοι παρανοϊ κοί , ποιοςΆ δηςσαςχώ ρεσε! Ποιοι Θεοίσαςκά λεσαν κοντάτους! Πωςμπό ρεσαν οι αιώ νεςτην παρουσί α σας ! Κατά ρα στα εμπυοφό ρα κοινωνικά αποστή ματα που σκαρφί στηκαν μυριάδες δό λους , φτιά ξανε ό πλα φρικτά , δολοφονώνταςαμείλικτα τη φύση, την μητέ ρα μας , τηςΘεάςΔήμητραςτ’ αμπέλι. Δολοφονώντας αμεί λικτα ανθρώ πους , έ νστολουςκαι ά στολους , απότου Δί α το ανθρώ πινο κοπά δι.

22

­

Μα, να! Κοιτά ξτε το !τού το έ γινε…………..τό σο μικρού λα εί ναι πια η γη μας ! (δείχνει με την αγκαλιάτηςτο χώ ρο του σκηνικού ).

­

Έ ναςμικρό ςκαμέ νοςσβώ λοςστο ά πειρο η γη μας . Και εγώ, απότου Κά δμου τη γενιάτην αρχαί α γό νος , τάχτηκα απότιςμοί ρεςνα ιστορή σω ό πωςαπότα αρχαί α χρό νια ή ταν αυτό του «χορού » ιερή υποχρέωση , το φρικτό τού το τέ λος .

­

Κοιτά ξτε τού τον το ισό θεο….(δεί χνει τον Οιδί ποδα που εν τω μεταξύ , έχει τελειώσει το δείπνο του και ταχτοποιώ ντας το τραπεζομά ντιλο σηκώ νεται πιασμέ νοςαπότην « ρά βδο « του.)

­

Γνωρί ζετε ά λλο ό ν με μεγαλύ τερη υστεροφημί α ; Ό χι βέ βαια . Οιδί πους … Γνωρί ζετε ό μως, πόσοι Οιδίποδες δεν μά θαμε ποτέ ςτην ιστορί α τουςγιατίδεν ή ταν, της εξουσί ας διαχειριστέ ς , παρά απλοί άνθρωποι της αγορά ς ;

­

Αυτό το ξέ ρετε, μα εί ναι χρέ ος του «χορού » να το θυμί ζει κά θε φορά που δεί χνει τον Οιδί ποδα .(Ο Οιδί πους εν τω μεταξύ έ χει σηκωθεί και καθώ ς προσπαθεί να μετακινηθεί προς το κρεβά τι στηριγμέ νο στη ρά βδο του, οι θεατέ ςδιαπιστώ νουν απότιςκινή σειςτου ό τι εί ναι τυφλό ς , αυτόμόλιςτώρα


γί νεται αντιληπτό από το κοινότηςπλατεί ας , από τον τρό πο ερμηνεί ας του πρωταγωνιστή . Αυτή θα εί ναι η μά σκα του Οιδί ποδα καθώ ς σε λί γο θα μεταμορφωθεί και αυτός σε «κορυφαίο» για να ερμηνέ ψει το χορικότηςαντρική ςπρό ζας . Προςτο παρό ν έ χει πά ει ψαχουλευτά στο κρεβά τι και τοποθετείτο τραπεζομά ντιλο κά τω απότο μαξιλά ρι χωρί ς καν να δεί χνει πως ακού ει τα λό για της κορυφαί ας , καθώς αυτή όλη την ώρα συνεχίζει να ερμηνεύ ει ωςκαι πιο πά νω.) ΑΝΤ. – Ω! Μυθικά πρό σωπα που ακό μη κι ο θάνατοςσας, στά θηκε σαν αποθέ ωση για σας , τα πάθη σας γίναν μάθημα ποτές, ήταν πληγέςη παρουσία σαςστην γη, πληγές φριχτέ ς και χαί νουσες πολλέ ς φορέ ς , στο κορμί του κοινωνικούιστού. Μα οποί οςνουςήτου διαβό λου ήτου Θεού , ποια χθόνια μυαλά, θα μπορούσαν να διακρίνουν την μέ γιστη σχιζοφρέ νια, το μέ γα έ γκλημα τηςπλή ρους ακινησί ας πά νω σε έ ναν πλανή τη που έ σφιζε απόζωή , πριν γί νει η εξουσί α αυτοσκοπό ς . (Εν τω μεταξύ ο Οιδί πους καθώ ς ταχτοποιεί το κρεβά τι ψαχουλευτά στηριγμέ νος πά νω στο μπαστού νι του, γυρνά από τομα προςτο κοινόκαι τυφλό ςκαι αξιολύ πητοςέ τσι καθώ ςμε τό ση δυσκολί α στηρί ζεται πά νω στη ρά βδο του, ερμηνεύ ει ωςκορυφαί ος). ΟΙΔ. – Και να, σαν αποτύ χαμε, καθώ ς λέ νε, φωνέ ς που βγαί νουν από στό ματα που κάποτες θέ λαν να θυσιαστού ν πά νω στον τά φο μας , προκαλώνταςτο μέγα πό νο τηςΙσμή νης , να λοιπόν, που τιςευθύνεςόλεςστην καμπού ρα, ενό ςκουτσού , ενόςτυφλού, ενόςανθρώπου που εί χε τα παιδιάτου αδέ λφια του, την μά να του γυναί κα, ό λεςτιςευθύ νεςστιςπλά τεςτηςεξουσί ας , λεςκαι αυτή δεν διαιωνί στηκε μόνον και χά ρη των εξουσιαζό μενων. Ας πάρει καθείς τις ευθύνες του οριστικά και αμετά κλητα . Δεν λέ ω, η διαχεί ριση καινού ριων ιδεώ ν, νέ ων από ψεων, εί ναι πρό σκληση και έ πρεπε την δύ ναμη του Διό ς και την παγερά δα της Παλλά δας Αθηνά ς νά χει κανεί ς προνό μια για να αντισταθεί στην πρό σκληση να μην βά ζει τις νέ ες ιδέ ες στην υπηρεσί α τηςεξουσί αςκαι οι Οιδί ποδες Θεοί δεν ή τανε πό τες . Μα οι λαοί ! Οι λαοί, ευκαιρία ψά χνουν να αλληλοσκοτωθού ν, σαν τα κοκό ρια στην ί δια αυλή . Βλέπαν τον πλανήτη να καταστρέφετε και αναζητού σαν θέ σεις εργασί ας και προϊ ό ντα να καταναλώ νουν αλό γιστα. Οι λαοί αδιαφό ρησαν περιμέ νοντας τον «Μεσσί α», οι λαοί έ χουν το μέ γα βά ρος , την μεγάλη τύψη, οι λαοί

23


ανά γκασαν τους διαχειριστέ ς της εξουσί ας να παί ξουν με το μέ γα ό πλο, το ό πλο της από λυτης καταστροφή ς, ό πλο από ρροια των καινού ριων ιδεώ ν και εξουσιαζό μενων . Οι λαοί…..(Η Αντιγόνη όλη την ώρα που ο Οιδί πουςερμή νευε το χορικόσύ ρθηκε τραγική φιγού ρα στην βά ση του θρό νου και παί ρνοντας στα χέ ρια τηςτο «Μ.Κ» με την τελευταί α λέ ξη του Οιδί ποδα πατάδυνατάκαι επιδεικτικάέ ναν διακό πτη , η κί νηση του Οιδί ποδα διακό πτεται πά νω στην κί νηση και παγώ νει). ΑΝΤ. –Δικαιολογί εςά πειρεςο κά θε έ νοχοςθα βρει και τιςευθύ νεςσε ά λλεςπλά τεςθε να ρί ξει. Μα τι να πεί κά νεις τώ ρα που ό λη η ζωή έ γινε τού το το πυρηνικό καταφύ γιο και τί ποτα ά λλο. (Ξαναδεί χνει με την αγκαλιάτηςτο σκηνικό ).

-Τραγικήμικρογραφία και επανάληψη αφόρητη. Κι έξω απόδω κανεί ςδεν ξέ ρει, τι έ χει απομεί νει.(Η Αντιγό νη ερμηνεύ ει κρατώ νταςτο «Μ.Κ» στα χέ ρια τηςό ρθια:) - Μα πά λι ό τι και να πού με οι εξουσιαστέςκαι…. (Πατάέναν διακό πτη επιδεκτικάκαι ο Οιδί πουςσαν να πή ρε ζωή μιλάμαζίτης). ΑΝΤ. Και ΟΙΔ.-….οι λαοί φέ ρνουν από λυτα την ευθύ νη τηςκαταστροφή ς.

( Η Αντιγόνη σκύβει και ακουμπάστην βάση του θρόνου το «Μ.Κ» πηγαί νει στο βά θοςκαι βά ζει την μά σκα στην θέ ση της , ο Οιδίπουςσέρνεται πάνω στο μπαστούνι του και πά ει στην ά κρη του θρό νου παί ρνει στα χέ ρια του το «Μ.Κ». Η Αντιγό νη πά ει στο ά γαλμα και παί ρνει από την βά ση του το μπογαλά κι με τα ρού χα). ΟΙΔ. (Αποφασιστικά , με το βλέμμα απλανές, βλέμμα τυφλού .)- Λοιπόν! Ήρθε η ώρα . ΑΝΤ.(Με σιγουριά , κοιτώντας τον χαιρετώ .

)- Ναι φεύγω,

σε

ΟΙΔ.-Δεν με πί στεψεςπό τες . ΑΝΤ.-Δεν έ πρεπε να σε πιστέ ψω. ΟΙΔ.-Εί πα να ξαλλά ξουμε την ζωήμας. ΑΝΤ.- Ναι, έ τσι εί χεςπει και γω το ί διο λέ ω τώ ρα. (Οι πρωταγωνιστέ ςερμηνεύ ουν πλέ ον χωρί ςνα κοί τα ο έ νας τον ά λλον. Ο Οιδί πουςτυφλό ςκαι η Αντιγό νη σαν να ντρέ πεται.)

24


ΟΙΔ.- Αλή θεια με ποιό ν τρό πο σκέ φτεσαι να φύ γεις; ΑΝΤ.- Πολύαπλάθα ανοί ξω την πό ρτα και θα βγω έ ξω. ΟΙΔ.- Μα δεν υπά ρχει έ ξω. ΑΝΤ.-Τό τεςπώ ςεγώνοιώ θω ό τι εί μαι κλεισμένη μέσα; ΟΙΔ.- Ποτέ ς δεν υπή ρχε μέ σα και έ ξω. Η φριχτή ανασφά λεια και ο υπέ ρμετρος εγωισμό ςέ κανε τους ανθρώ πους να μην νοιώ θουν σαν μέ ροςτου ό λου αλλάσα κά τι που μπορού σε να εί ναι μέ σα ήέ ξω, έ ννοιεςά τοπες ό ταν ό λα ανή κουν στο ί διο σύ νολο . ΑΝΤ.- Πή ρα την από φαση πως πρέ πει να εί μαι, για να «πληρωθώ» ωςάνθρωπος. Παί ρνω την ευθύ νη αυτή ς μου τηςαπό φασηςκαι φεύ γω μακριά σου, έξω από αυτά τα ηλίθια συντρίμμια των ηλί θιων τεχνολογιώ ν σου.(Δεί χνει το ντεκό ρ του σκηνικούέ χονταςπά ντα το ύ φος « του σαν να ντρέ πεται « ­

Έ ξω απότον περιορισμότου χώ ρου, χά ριν τηςοποί ας δικαιολογητικώ ν, θέ λω να λευτερωθώ . Θέλω μόνη μου να ασκή σω το δικαί ωμα να περά σω την Οδύ σσεια της ζωή ςμου, κατάπως , εγώκρίνω για μένα, έτσι κι αλλοιώς, τί ποτα δεν συνέ βη. Κι αφούτα κουφά ρια μαςμοιραί α να σώ σουμε δεν μπορού με, ας, τουλάχιστον, αυτόπου λέ με ψυχήνα προστατέψουμε. Σε χαιρετώ.

(κάνει να φύ γει σηκώ νοντας περή φανη κορμοστασιάτηςκαι το κεφά λι τηςψηλά .)

την

ΟΙΔ. ( Τραγικά ) –Μηηη, μην περάσειςέξω απότην άσπρη γραμμήκαι δεν μ’ ακού ς , πλέον, μη, Αντιγόνη μου.(Ωςικέτης πλέ ον:) Τουλά χιστον το χορικόμου κά ποιοςν’ ακού σει, αλλοιώ ς ! Τι ο λόγοςάλλη χρήση έχει, όταν κανείςδεν σ’ ακού ει; (Με προσπά θεια φέ ρνει το Μ.Κ. στην αγκαλιά του και πατά κά ποιους διακό πτες , το ταμπλό του παραθύ ρου ανά βει και προβά λλει εικό νες Γυροσκοπί ου, μια μουσική που περιγρά φει την ακινησί α του μεσονυχτί ου ακού γεται χθό νια, πολύ πί σω. Ο Οιδί πουςξετυλί γονταςψηλαφητάτα καλώ δια προσπαθείνα κινηθείπροςτο κρεβά τι, εντοπί ζοντας τα εμπό δια με την αυτοκρατορικήτου ρά βδο που την κρατά ει με τα δύ ο του χέ ρια μια που την χρησιμοποιεί και για να στηρί ζεται .) ΟΙΔ. (Απελπισμέ να ) – Η ψυχήεί ναι το σφουγγά ρι που καθαρί σουμε τον νεροχύ τη του μυαλού μας , από τις

25


τύ ψειςμας , τιςενοχέςμαςκι όλεςτιςπροσωπικέςβρωμιές του εφή μερου βίου μας. (μονολογεί:) ­

Έ τσι λοιπό ν, το τέ λοςτου μαρτυρί ου μου, έ τσι λοιπό ν σαν να μην συνέ βη τί ποτα.( Χαρού μενα: )

­

Τέ ρμα λοιπό ν οι αιμομιξί ες , το δράμα αιώνων δεν θα έ χει λό γο να υπά ρχει αφούδεν θα υπά ρχει κανεί ςνα το ακού ει, (διορθώ νει):

­

Να το γνωρί ζεις . (μονολογεί:)

­

Τι δύ ναμη μπορεί να ‘χει έ νας μύ θος που δεν τον γνωρί ζει κανεί ςαλλάκαι μια ιστορί α τι αξί αέ χει, ό ταν κανεί ς δεν την γνωρί ζει; Ό ταν, δεν υπά ρχει ά λλοςκανεί ςγια να την γνωρί ζει;

­

(καθώς προχωρεί προς το κρεβάτι και λέει τον παραπά νω μονόλογο, προσπαθεί με κό πο να ανιχνεύ σει τα εμπό δια με την ρά βδο του, προσπαθεί να στηριχθεί και ταυτό χρονα πατά και κά ποιον διακό πτη στο Μ.Κ. τα φώ τα σκηνή ς λιγοστεύ ουν δραματικά , δύο «spot»φωτίζουν, το ένα το κρεβάτι του Οιδί ποδα και το ά λλο την Αντιγό νη που έ χει παγώ σει στην στά ση της «περή φανης φυγή ς ». Στο παρά θυρο επανέ ρχεται το αρχικό χρώ μα της ασπρό μαυρηςτηλεόρασηςπου έχει ξεχαστείανοιχτή μετάτο τέλοςτου προγράμματος. Η μουσικήαπόδοση της ακινησί αςτου μεσονυχτί ου σταματά .)

ΟΙΔ.(Με αγωνί α )-Αντιγό νη .(Παύ ση).

-Αντιγόνη μου. ΑΝΤ.( Ουδέ τερα )- Εδώεί μαι. ΟΙΔ. (Συντετριμμέ νος )- Είσαι εδώ… επιτέλουςάκουσεςτα λό για μου, εί σαι γνώ στηςτου μύ θου και συνυπεύ θυνη. ΑΝΤ.- Δεν ά κουσα τί ποτα….Ή μουν στο κόσμο μου. ΟΙΔ.- Ού τε κι εγώά κουσα αν ά κουσεςεσύήό χι. ΑΝΤ.- Ας επωμισθού με το ρόλο του φυγόπονου λοιπόν . (Αντιγόνη χωρίςνα γυρίσει το κεφάλι τηςταχτοποιεί τα ρού χα τηςκαι ετοιμά ζεται να περά σει την ά σπρη γραμμή .) ΟΙΔ.- Ιστορί α … τέ λος .Πες μου γιατίθέ λειςνα φύ γεις τώ ρα χωρί ςνα μου ρί ξειςού τε μια ματιά .

26


ΑΝΤ.- (Χωρί ςνα στρέ ψει το κεφά λι της )-Πώςξέρειςότι δεν σε κοιτά ζω αυτήτην στιγμή; ΟΙΔ.- Μα δεν νοιώ θω το βλέ μμα σου να με αγγίζει. ΑΝΤ.- Το κά νω για να μη νιώ σειςτην ακριβήστιγμήτης εγκατά λειψης … ό μως δεν έχει νόημα πια. (Προχωρεί περή φανη και σιγουριά, βγαί νει απότην ά σπρη γραμμή και γυρνά , βάζει το χέρι αντήλιο και κοιτάζει, φαί νεται να μην βλέ πει τί ποτα πά νω στην σκηνή , ξαναγυρνάκαι φεύ γει βροντώ νταςτην πό ρτα με πά ταγο πί σω της . ΟΙΔ.-(Ακουμπάστην ά κρη του κρεβατιού )-Τώρα αςπαίξω μόνοςμου, αςδιατάξω τον εαυτόμου. (Αφήνει το «Μ.Κ» πάνω στο κρεβά τι και ακουμπά την ρά βδο δί πλα του. Ταχτοποιεί ξαπλώ νονταςπά νω στο κρεβά τι ό πωςθα τον θυμού νται οι θεατέ ςό ταν ά ρχισε το δρώ μενο.)

-Είναι μεσάνυχτα…………πρέπει να είναι μεσάνυχτα οριστικάκαι αμετά κλητα πια…εί μαι μόνος, πρέπει να εί μαι μόνος…. Αντιγόνη. (παύση. Κανείςδεν απαντά).Τώρα εί μαι σίγουροςπωςείμαι μόνοςμου. Πρέπει να τελειώσω την μέ ρα, αν θέ λω να ξημερώ σω ξανάτην ά λλη μέ ρα πρέ πει να τελειώ σω τη σημερινή , αν θέλω να ‘χω κάποια ελπίδα να ξημερώ σω την ά λλη μέ ρα.(συμπερασματικά: ) -Καμμία μέρα δεν μπορεί να αρχίσει αν δεν έχει τελειώ σει η προηγού μενη. Ακόμη κι αν είναι, η τελευταί α μέ ρα. (παί ρνει το Μ.Κ. στα χέ ρια του και παράκά ποιουςδιακό πτεςτο spot που φώ τιζε την έ ξοδο σβή νει, ακού γεται επιβλητικό σιωπητή ριο. Ο Οιδί πους πατά ά λλους διακό πτες και αφή νει το Μ.Κ. δί πλα του. Μέ νει σε στά ση ακινησί ας , στο μεταί χμιο ανά μεσα στο ξύπνιο και τον ύπνο, όπωςτον είχαμε δει να αρχί ζει το έ ργο. Το σιωπητή ριο, σιγά - σιγά χαμηλώ νει, η έ νταση, μαζίμε το φωςτου spot που φωτί ζει τον Οιδί ποδα. Σκοτά δι και μό νον το καντρά ν του παραθύ ρου μέ νει ως έ χει, με τον φαιό φωτισμό του τελειωμέ νου ασπρό μαυρου τηλεοπτικούπρογράμματος να εί ναι το μό νο στοιχεί ο που να υπονοείτο μέ λλον). (Ακινησία – σιωπή) ΑΥΛΑΙΑ

(Πέφτοντας η αυλαία σαν «ριντό» φωτογραφικής μηχανής, ακού γεται το εκκρεμέ ς να σημαί νει την δωδεκά τη, ανά βουν τα «Φώ τα πλατεί ας »).

27


ΤΕΛΟΣ

28


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.