Εργαστήρια Βιομηχανικής Κληρονομιάς Σεπτέμβριος 2012-Iανουάριος 2013

Page 1



Α. Προς ένα μητρώο της ελληνικής βιομηχανικής κληρονομιάς Πέμπτη, 26 Ιανουαρίου 2012 Νίκος Μπελαβίλας, επίκουρος καθηγητής Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Καταγραφή και αποτύπωση. Το πρώτο βήμα στις τεχνικές διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς Πέτρος Κουφόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Τμήματος Αρχιτεκτόνων Παν/μίου Πατρών Σταύρος Μαμαλούκος, επίκουρος καθηγητής Τμήματος Αρχιτεκτόνων Παν/μίου Πατρών, Εργαστήρια στο Άγιον Όρον: δεδομένα και προβλήματα μιας καταγραφής Στέφανος Νομικός - Όλγα Λεκού, αρχιτέκτονες, Ένα πλήρες δίκτυο προβιομηχανικών εγκαταστάσεων υδροκίνησης και ανεμοκίνησης στην Άνδρο Μαρία Μπαλοδήμου, MSc Αρχιτέκτων Μηχανικός, υποψ. διδάκτορας Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Ορυχεία στο Αιγαίο: από τη γεωγραφία στην αρχιτεκτονική

Β. Ιστορικός μηχανολογικός εξοπλισμός: τυπολογία, εξέλιξη, συντήρηση και ανάδειξη Πέμπτη, 23 Φεβρουαρίου 2012 Χριστίνα Αγριαντώνη, καθηγήτρια Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Ιστορία της τεχνολογίας και οικονομική ιστορία Μαρία Μαυροειδή, ιστορικός-βιομηχανική αρχαιολόγος, Ιστορικό Αρχείο ΔΕΗ Η ελληνική μηχανουργία 1920-1950 και η ιστορική τεκμηρίωση μηχανολογικού εξοπλισμού Σάκης Χατζηγώγας, μηχανολόγος, Βιομηχανική κληρονομιά, χωρίς ανάδειξη της τεχνολογίας; Αντώνης Πλυτάς, ηλεκτρολόγος μηχανικός, Ο ατμός, κεντρικός άξονας ανάπτυξης της τεχνολογίας


Γ. Βιομηχανικά αρχεία και γραπτές πηγές Πέμπτη, 29 Μαρτίου 2012 Νίκος Καραπιδάκης, καθηγητής Τμήματος Ιστορίας Ιονίου Παν/μίου – Πρόεδρος Εφορείας Γενικών Αρχείων του Κράτους, Ένα σχέδιο για τη συγκέντρωση βιομηχανικών αρχείων Ζήσιμος Συνοδινός, ιστορικός-αρχειονόμος, ΙΑ/ΕΤΕ, Το περιεχόμενο της αρχειακής σειράς του ΙΑ/ΕΤΕ «Βιομηχανική Πίστη» Δημήτρης Μπαχάρας, ιστορικός ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, Τα βιομηχανικά αρχεία του ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ Όλγα Βογιατζόγλου, αρχαιολόγος ΥΠ.ΠΟ.Τ., Το Αρχείο των Προσφυγικών Βιομηχανικών Οικοπέδων της Διεύθυνσης Αποκατάστασης Προσφύγων του Υπουργείου Πρόνοιας Θανάσης Μπέτας, υποψ. διδάκτορας Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Δυνατότητες προσέγγισης της βιομηχανικής κληρονομιάς του κλάδου της καπνο-βιομηχανίας μέσα από το αρχείο Ματσάγγου

Δ. Ο κόσμος της εργασίας: προφορικές μαρτυρίες Πέμπτη, 26.04.2012 Λήδα Παπαστεφανάκη, επίκουρη καθηγήτρια Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας Παν/μίου Ιωαννίνων, Οι προφορικές μαρτυρίες ως βασικό εργαλείο μελέτης της βιομηχανικής κληρονομιάς Αλέκα Μπουτζουβή, ιστορικός, Δρ. Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας Παν/μίου Αθηνών, Γοητεία και δυσκολίες της συλλογής προφορικών μαρτυριών που αναδεικνύουν όψεις της βιομηχανικής κληρονομιάς Μαρία Θανοπούλου, Διευθύντρια Ερευνών ΕΚΚΕ, Η μνήμη του βαμβακιού στη Λιβαδειά: αναζητώντας προφορικές μαρτυρίες Φωτεινή Χαλβατζή, MSc Aρχιτέκτων Μηχανικός-Αναστηλωτής ΕΜΠ, Οι προφορικές μαρτυρίες στην έρευνα για τη βιομηχανική κληρονομιά στα Δωδεκάνησα


Ε. Περιβαλλοντική και μουσειακή εκπαίδευση στη βιομηχανική κληρονομιά Πέμπτη, 31.05.2012 Νάνσυ Σελέντη, μουσειολόγος - εκπαιδευτικός, Εκπαιδευτικές δράσεις για τη βιομηχανική κληρονομιά: προσδιορίζοντας το πλαίσιο και τις αρχές Λιάνα Στυλιανού, εκπαιδευτικός Msc, Υπεύθυνη Κέντρου Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την αειφορία Νάουσας, Πρόεδρος Εθνικού Δικτύου Σχολείων «Βιομηχανική Κληρονομιά», Η βιομηχανική κληρονομιά μέσα από την οπτική της εκπαίδευσης για την αειφορία. Παραδείγματα καλών πρακτικών Γραμματή Μακέλη, Υπεύθυνη Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Μακρινίτσας, Χώρος, τόπος, άνθρωποι σ' ένα περιβάλλον που αλλάζει Στάθης Γκότσης, ιστορικός, Υπεύθυνος Γραφείου Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, Βιομηχανικά μνημεία και σχολείο: μια πειραματική εφαρμογή στο Γκάζι της Αθήνας Ασπασία Λούβη, Γενική Διευθύντρια Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς, Μουσειακή αγωγή και βιομηχανική κληρονομιά: εκπαιδευτικές δράσεις στα θεματικά μουσεία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς


ΣΤ΄ συνεδρία. Η τεχνολογία στην ελληνική αρχαιότητα Πέμπτη, 27.09.2012 Προβολή της ταινίας «Η άγνωστη Ελλάδα: Τεχνολογία των αρχαίων» του Χρήστου Λάζου (σκηνοθεσία: Γ. Παπαδογεώργη), παραγωγής 1988, διάρκειας 43 λεπτών Έλενα Κουντούρη, Προϊσταμένη Διεύθυνσης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, ΥΠ.ΠΟ.Τ., Εκτρέποντας τα ποτάμια και τιθασεύοντας τη λίμνη. Το μυκηναϊκό αποστραγγιστικό σύστημα της Κωπαΐδας Δήμητρα Καμαρινού, δρ. φιλόλογος-αρχαιολόγος, Εισαγωγή στη ναυπηγική τεχνολογία του αιγαιακού χώρου (14ος-5ος αι. π.Χ.)

Ζ΄ συνεδρία. Η τεχνολογία τη βυζαντινή εποχή Πέμπτη, 25.10.2012 Ταξιάρχης Κόλιας, Καθηγητής του Βίου και του Πολιτισμού των Βυζαντινών, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, Τεχνολογία και πόλεμος στο Βυζάντιο Μαρία Λεοντσίνη, Εντεταλμένη Ερευνήτρια, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Αγροτικά εργαλεία και τεχνικές: εκχέρσωση, καλλιέργεια, παραγωγή και αποθήκευση των αγροτικών προϊόντων Γεράσιμος Μέριανος, Ερευνητής, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/Τμήμα Βυζαντινών Ερευνών/ΕΙΕ, Μαρτυρίες απομίμησης νομισμάτων και άλλων αντικειμένων ως πρακτικές του αστικού βίου και της τεχνολογίας στο Βυζάντιο Διονύσης Μουρελάτος, δρ. Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Η τεχνολογία των μετάλλων στην καθημερινή ζωή ενός πρωτοβυζαντινού οικισμού στο Σινά


Η΄ συνεδρία. Η τεχνολογία στις ελληνικές περιοχές υπό δυτική κυριαρχία Πέμπτη, 29.11.2012 Αναστασία Παπαδία – Λάλα, καθηγήτρια Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, Tεχνολογία και πολιτική στην Ελληνοβενετική Ανατολή Χαράλαμπος Γάσπαρης, Διευθυντής Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Τεχνολογία στον αγροτικό χώρο τον ύστερο μεσαίωνα: το παράδειγμα της Κρήτης Αγγελική Πανοπούλου, Ερευνήτρια Β΄, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Εργαστήρια και εργαλεία του αστικού βίου στις βενετικές κτήσεις του Levante, 16ος-17ος αιώνας Μαρίνα Κουμανούδη, δρ. Ιστορίας – Ερευνήτρια Δ΄, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Οικοδόμοι και οικοδομικά υλικά στον βενετοκρατούμενο ελληνικό χώρο κατά τον ύστερο μεσαίωνα (15ος αιώνας)

Θ΄ συνεδρία. Ξυλοναυπηγική: ένας λιγότερο μελετημένος κλάδος παραδοσιακής τεχνολογίας και άυλης κληρονομιάς Πέμπτη, 20.12.2012 Τζελίνα Χαρλαύτη, καθηγήτρια Τμήματος Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου, Ναυτιλιακή και ναυπηγική δραστηριότητα στις θαλάσσιες περιοχές της ΒΑ Μεσογείου, β΄ μισό 18ου–αρχές 19ου αιώνα Κώστας Α. Δαμιανίδης, αρχιτέκτων, Ελληνική Ναυπηγική Τέχνη Απόστολος Δελής, δρ. Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου, Οι τύποι ιστιοφόρων πλοίων: μια σημαντική όψη εξέλιξης της ελληνόκτητης ναυτιλίας τον 18ο και 19ο αιώνα Πάρης Ποτηρόπουλος, Ερευνητής Δ΄, Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας Ακαδημίας Αθηνών, Οι άνθρωποι και οι τεχνικές: προσωπικές διαδρομές ξυλοναυπηγών


Ι΄ συνεδρία. Η νομοθεσία σχετικά με τη βιομηχανική κληρονομιά Πέμπτη, 31.01.2013 Αλίκη Χατζοπούλου, ομότιμη καθηγήτρια ΕΜΠ, Ελληνική και διεθνής νομοθεσία για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς Δημήτρης Μέλισσας, αναπληρωτής καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, Η προστασία της βιομηχανικής κληρονομιάς σύμφωνα με το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς Πάντος Πάντος, επίτιμος Διευθυντής Διεύθυνσης Αρχείου Μνημείων ΥΠ.ΠΟ.Τ., Όψεις της προστασίας των βιομηχανικών μνημείων Ειρήνη Σταματούδη, Δικηγόρος, LL.M., Ph.D., Διευθύντρια Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ΥΠ.ΠΟ.Τ., Προστασία βιομηχανικών μνημείων σύμφωνα με το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας και το δίκαιο πολιτιστικής κληρονομιάς

συνεδρίες ΙΑ΄, ΙΒ΄, ΙΓ΄, ΙΔ΄: παρουσίαση εργασιών διεπιστημονικών ομάδων του Εργαστηρίου σχετικά με παραδείγματα μνημείων της βιομηχανικής κληρονομιάς της Αττικής (οι ημερομηνίες θα ανακοινωθούν το αμέσως προσεχές διάστημα)



Tο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς, στο πλαίσιο των καταστατικών του στόχων και προκειμένου να συμβάλει στη διά βίου εκπαίδευση, οργανώνει σε συνεργασία με το Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Επιτροπής για τη Διατήρηση της Βιομηχανικής Κληρονομιάς (TICCIH), Εργαστήριο αφιερωμένο στις λιγότερo μελετημένες παραμέτρους της κληρονομιάς αυτής και τις πολλαπλές αναγκαίες προσεγγίσεις της. Ιστορικό βιομηχανικό απόθεμα αποτελεί κάθε είδους πληροφορία, υλική και άυλη, που μπορεί να ανασυστήσει το βιομηχανικό παρελθόν. Κατά συνέπεια, μια ολοκληρωμένη μελέτη της βιομηχανικής κληρονομιάς περιλαμβάνει την εξέταση όχι μόνον των υλικών και φυσικών καταλοίπων της συγκεκριμένης δραστηριότητας αλλά και κάθε είδους πηγής που μπορεί να μαρτυρήσει γι’ αυτήν, όπως το βιομηχανικό τοπίο και τα αρχιτεκτονήματα (από τα περισσότερο απλοϊκά χρηστικά κτίσματα έως τα πλέον οργανωμένα και εκλεπτυσμένα), τα καταγεγραμμένα μνημεία και τεκμήρια αλλά και ο εργαλειακός και μηχανολογικός εξοπλισμός, η ανασυγκροτημένη γραμμή παραγωγής και τα προϊόντα, τα βιομηχανικά αρχεία και τα αρχεία κρατικών φορέων, οι γραπτές πηγές και οι προφορικές μαρτυρίες. Επιπλέον, η προστασία και ανάδειξη της κληρονομιάς αυτής θέτει ζητήματα συντήρησης, επανάχρησης, μουσειακής αναπαράστασης, ευαισθητοποίησης μέσω της εκπαίδευσης και διάχυσης σε ευρύτερες ομάδες αποδεκτών. Για την πληρέστερη επίτευξη του σκοπού του Εργαστηρίου, κρίθηκε αναγκαίο οι εργασίες του Εργαστηρίου να συμπληρωθούν με συνεδρίες που αφορούν την τεχνολογία σε παρελθούσες ιστορικές περιόδους της ελληνικής ιστορίας, την προστασία των βιομηχανικών μνημείων καθώς και έναν χαρακτηριστικό κλάδο της νεοελληνικής τεχνολογίας, αυτόν της ξυλοναυπηγικής. Στις καταληκτήριες συνεδρίες διεπιστημονικές ομάδες εργασίας, που συγκροτήθηκαν στο πλαίσιο του Εργαστηρίου και για την εμπέδωση των στόχων του, θα παρουσιάσουν τα αποτελέσματα της δουλειάς τους σχετικά με τέσσερα σημαντικά μνημεία βιομηχανικής κληρονομιάς της Αττικής. Το Εργαστήριο συγκροτείται συνολικά από 14 συνεδρίες (Ιανουάριος 2012-Μάρτιος 2013) των τεσσάρων ή πέντε εισηγήσεων που ακολουθούνται από ανταλλαγή απόψεων στο πλαίσιο μιας στρογγυλής τράπεζας και απευθύνεται στους επιστήμονες συναφών κλάδων και σε μεταπτυχιακούς κυρίως φοιτητές. Στο πλαίσιό του, παρέχονται 300 ώρες βεβαιωμένης εκπαίδευσης σε 80 συμμετέχοντες με την κινητοποίηση της αντίστοιχης επιστημονικής κοινότητας (40 ομιλητές από πανεπιστήμια, ερευνητικά ιδρύματα και κέντρα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης). Οι ομιλίες κάθε συνεδρίας περιλαμβάνουν γενικότερες τοποθετήσεις αλλά και ολοκληρωμένα πρακτικά παραδείγματα και στόχος είναι, μετά την αναγκαία προετοιμασία τους, να στεγασθούν στις σελίδες του ΔΕΛΤΙΟΥ του Ελληνικού Τμήματος του TICCIH.


Α. Προς ένα μητρώο της ελληνικής βιομηχανικής κληρονομιάς

Νίκος Μπελαβίλας, επίκουρος καθηγητής Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Καταγραφή και αποτύπωση. Το πρώτο βήμα στις τεχνικές διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς Η επιστημονική κοινότητα στην Ελλάδα διαθέτει ήδη μία πλούσια, υπερεικοσαετή εμπειρία στην καταγραφή των τεχνικών μνημείων της προβιομηχανικής και βιομηχανικής περιόδου. Η καταγραφή θεωρείται πλέον κεκτημένο εργαλείο για τη διάσωση, την ιστορική έρευνα, την αρχιτεκτονική επέμβαση, την επανάχρηση, τη μουσειακή ανάδειξη. Η διαρκής άσκηση στα πεδία των ερειπιώνων των πόλεων και της υπαίθρου, των ιστορικών αρχείων και των βιβλιοθηκών, όπως και των πανεπιστημιακών αιθουσών και των τεχνικών μουσείων δίνει τη δυνατότητα μίας συστηματικής ανασκόπησης και αποτίμησης, η οποία εκκρεμεί. Παράλληλα, όμως, αυτή η εμπειρία και συλλογική γνώση, προϊόν κοινού κόπου εκατοντάδων επιστημόνων, φέρνει στο προσκήνιο νέα ζητήματα: την αναζήτηση των αδιερεύνητων πεδίων και την επικέντρωση σε αυτά, τον συντονισμό, την επικοινωνία, την ανταλλαγή και τη δημόσια διάθεση της πληροφορίας, εν τέλει την επιστημονική ωρίμανση.

Πέτρος Κουφόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Τμήματος Αρχιτεκτόνων Παν/μίου Πατρών Σταύρος Μαμαλούκος, επίκουρος καθηγητής Τμήματος Αρχιτεκτόνων Παν/μίου Πατρών, Εργαστήρια στο Άγιον Όρον: δεδομένα και προβλήματα μιας καταγραφής Η καταγραφή των προβιομηχανικών εργαστηρίων του Αγίου Όρους που παρουσιάζεται στη συνέχεια έγινε κατά τη διάρκεια μιας μακράς (από το 1983) ενασχόλησης των ομιλητών με τη μελέτη και την προστασία της πλούσιας αγιορειτικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. H μοναστική πολιτεία του Άθω αποτελεί ένα μοναδικό για την καθ’ ημάς Ανατολή παράδειγμα μιας τοπικής κοινωνίας, της οποίας η μακραίωνη δραστηριότητα, και στους τομείς που σχετίζονται με την προβιομηχανική οικονομία, μπορεί εξαιρετικά να μελετηθεί μέσα από τις πλούσιες πηγές και τα υλικά της κατάλοιπα. Η δραστηριότητα αυτή συνίσταται στην αγροτική παραγωγή και τη μεταποίηση η οποία κάλυπτε σε μεγάλο βαθμό τις τοπικές ανάγκες. Οι ανάγκες που κάλυπταν τα προβιομηχανικά και πρωτοβιομηχανικά εργαστήρια του Αγίου Όρους μπορούν να συνοψιστούν στις ακόλουθες κατηγορίες: μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, εξοπλισμός σε εργαλεία και μηχανήματα της αγροτικής παραγωγής και των ίδιων των εργαστηρίων μεταποίησης, υποστήριξη οικοδομικών προγραμμάτων και εκκλησιαστικός και οικιακός εξοπλισμός. Για την κάλυψη των παραπάνω αναγκών στο Άγιον Όρος υπήρχαν μύλοι, ελαιοτριβεία, οινοποιεία, εργαστήρια μεταλλοτεχνίας, ξυλουργεία, κηροποιεία, λιβανοποιεία κ.ά. Στα εργαστήρια αυτά, τα περισσότερα από τα οποία ήταν συγκεντρωμένα στις Καρυές, λιγότερα στα μεγάλα μοναστήρια και ολιγάριθμα και ειδικών κατηγοριών στις σκήτες και τα κελιά, εργάζονταν πολυάριθμοι εξειδικευμένοι τεχνίτες, μοναχοί και κοσμικοί. Η αρχιτεκτονική των αγιορείτικων εργαστηρίων εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της βορειοελλαδίτικης «παραδοσιακής»


αρχιτεκτονικής. Τα περισσότερα από τα εργαστήρια ήταν μετρίου μεγέθους κτίσματα «λαϊκής» αρχιτεκτονικής, υπήρχαν, όμως, μεταξύ τους (ειδικά στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα) και πολλά κτήρια υψηλών προθέσεων. Η εγκατάλειψη εξ αιτίας, αρχικά, της λειψανδρίας και, αργότερα, της εξαφάνισης της προβιομηχανικής οικονομίας και της απρογραμμάτιστης και χωρίς τον απαιτούμενο σεβασμό στο μοναδικό φυσικό και δομημένο περιβάλλον του Άθωνα ανάπτυξης της μοναστικής πολιτείας είχε ως αποτέλεσμα την ολοκληρωτική, σχεδόν, καταστροφή κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια σημαντικών τεκμηρίων της μοναδικής αυτής για τα ελληνικά δεδομένα κληρονομιάς. Στέφανος Νομικός, αρχιτέκτων - Όλγα Λεκού, αρχιτέκτων-αναστηλώτρια Ένα

πλήρες

δίκτυο

προβιομηχανικών

εγκαταστάσεων

υδροκίνησης

και

ανεμοκίνησης στην Άνδρο Η έρευνα για τους μύλους της Άνδρου έχει ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1970 και ολοκληρώθηκε το 2011. Εντοπίστηκαν και καταγράφηκαν 208 νερόμυλοι, 60 ανεμόμυλοι διαφόρων τύπων και λίγες νεροτριβές. Ο συνολικός αριθμός τους αποτελεί μοναδικό φαινόμενο πυκνότητας εγκαταστάσεων σε σχέση με την επιφάνεια του νησιού. Η γεωμορφολογία της Άνδρου και ο μεγάλος αριθμός των συγκροτημάτων μύλων αναγκαστικά οδηγούν σε δημιουργία πολλών μικρών δικτύων και όχι ενός ενιαίου. Σκοπός της έρευνας είναι η έκδοση ενός τόμου από την Καΐρειο Βιβλιοθήκη Άνδρου, ο οποίος θα περιλαμβάνει και ένα πλήρες corpus με όλα τα στοιχεία που έχουν βρεθεί για κάθε μύλο, είτε από την επιτόπια έρευνα, είτε από τα σωζόμενα έγγραφα της περιόδου της τουρκοκρατίας και των πρώτων δεκαετιών του ελληνικού κράτους. Μαρία Μπαλοδήμου, MSc Αρχιτέκτων Μηχανικός, υποψ. διδάκτορας Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Ορυχεία στο Αιγαίο: από τη γεωγραφία στην αρχιτεκτονική Στο πλαίσιο της εισήγησης θα παρουσιαστεί συνοπτικά η μεθοδολογία της καταγραφής, της μελέτης και της οργάνωσης του υλικού σχετικά με τα ορυχεία στο Αιγαίο. Τι ζητήματα ή και δυσκολίες μπορεί να προκύψουν σε μια έρευνα, η οποία μελετά τη γένεση και εξέλιξη της εκμετάλλευσης του μεταλλευτικού πλούτου των νησιών του Αιγαίου πελάγους από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα; Πώς περνάμε από την κλίμακα του χάρτη στην κλίμακα των κτηρίων και του εξοπλισμού; πώς οργανώθηκε και πώς έγινε η καταγραφή, η οποία ήταν και ο βασικός άξονας; Τι μάθαμε, τι συμπεράσματα βγάλαμε και τι αποτέλεσμα είχε η πολυετής συνεργασία διαφόρων ειδικοτήτων πάνω στο αντικείμενο αυτό;

Β. Ιστορικός μηχανολογικός εξοπλισμός: τυπολογία, εξέλιξη, συντήρηση και ανάδειξη Μαρία Μαυροειδή, ιστορικός-βιομηχανική αρχαιολόγος, Ιστορικό Αρχείο ΔΕΗ


Η ελληνική μηχανουργία 1920-1950 και η ιστορική τεκμηρίωση μηχανολογικού εξοπλισμού H ανακοίνωση προσεγγίζει αφενός την ιστορική τεκμηρίωση μηχανολογικού εξοπλισμού και, αφετέρου την ιστορία της ελληνικής μηχανουργίας της περιόδου 1920-1950. Τα μηχανήματα ως υλικά κατάλοιπα μιας παραγωγικής δραστηριότητας αποτελούν μνημεία και τεκμήρια οικονομικής, τεχνολογικής και κοινωνικής ιστορίας. Γεγονός το οποίο καθιστά επιτακτική την ανάγκη επιστημονικών μεθόδων καταγραφής και τεκμηρίωσης ειδικότερα των μηχανημάτων ως βασικές προϋποθέσεις διάσωσης και επαναξιοδότησης των τελευταίων. Παράλληλα, η χαρτογράφηση του κλάδου της ελληνικής μηχανουργίας την περίοδο 1920-1950, η οποία υπήρξε κομβικής σημασίας για τη «σύγχρονη» ελληνική βιομηχανία, δίνει μία αντιπροσωπευτική εικόνα του μηχανο-κατασκευαστικού κλάδου κατά την εξεταζόμενη περίοδο και συνιστά το ιστορικό υπόβαθρο και την πηγή τεκμηρίωσης των μηχανημάτων ελληνικής κατασκευής. Σάκης Χατζηγώγας, μηχανολόγος, Βιομηχανική κληρονομιά, χωρίς ανάδειξη της τεχνολογίας; Στη χώρα μας, η αναγνώριση της αξίας των βιομηχανικών μνημείων και η ανάδειξή τους αφορούσε αρχικά κυρίως τα ίδια τα κτήρια των εργοστασίων και εργαστηρίων. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να θεμελιωθεί η παραδοχή ότι πρέπει να ασχοληθούμε και με τον ιστορικό μηχανολογικό εξοπλισμό που στεγάζεται στα κτήρια αυτά. Στην πράξη, η τεχνολογία εξακολουθεί να μην αποτελεί το κύριο μέλημα στις μελέτες και εφαρμογές ανάδειξης, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αποκαταστημένα μνημεία, στα οποία δεν υπάρχει καμία αναφορά στο βιομηχανικό παρελθόν, εκτός από το όνομα! Αντώνης Πλυτάς, ηλεκτρολόγος μηχανικός, Ο ατμός, κεντρικός άξονας ανάπτυξης της τεχνολογίας Η κατά βούληση παραγωγή ατμού σηματοδοτεί μια νέα περίοδο στην εξελικτική πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού, η οποία συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Ωστόσο, η γενίκευση της χρήσης του ατμού παύει να είναι προϊόν της μέχρι τότε γνωστικής σύνθεσης και επεκτείνεται σε πηγή παραγωγής νέας γνώσης, η οποία δεν αφορά αποκλειστικά στον ατμό αλλά στην αντίληψη του κόσμου και τη φιλοσοφία, για να γίνει τελικά αντιληπτό ότι η γνώση αυτή αποτελούσε κατάκτηση των προσωκρατικών χρόνων.

Γ. Βιομηχανικά αρχεία και γραπτές πηγές Ζήσιμος Συνοδινός, ιστορικός-αρχειονόμος, ΙΑ/ΕΤΕ, Το περιεχόμενο της αρχειακής σειράς του ΙΑ/ΕΤΕ «Βιομηχανική Πίστη» Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, εποχή κατά την οποία μετασχηματίζεται σε μια αμιγώς εμπορική τράπεζα που επικεντρώνεται στην ελληνική ιδιωτική οικονομία και τη


στήριξη της επιχειρηματικότητας, η Εθνική Τράπεζα δημιουργεί ειδική μονάδα Βιομηχανικής Πίστης, με κύρια αποστολή τη συγκέντρωση στοιχείων για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα και στόχο την πιο αποτελεσματική άσκηση της πίστης και την ασφάλεια των τοποθετήσεών της. Στην εξέλιξη του χρόνου, η μονάδα αναβαθμίστηκε και απέκτησε βαρύνοντα ρόλο στον τομέα της. Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργήθηκε το πλούσιο αρχειακό-τεκμηριωτικό υλικό που διατηρείται σήμερα στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας σε ιδιαίτερη σειρά με την ονομασία «Βιομηχανική Πίστη» και περιλαμβάνει βασικά στοιχεία για την ίδρυση, τη διοίκηση, την οικονομική κατάσταση και την εξέλιξη όλων σχεδόν των σημαντικών επιχειρήσεων στη χώρα μας, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Δημήτρης Μπαχάρας, ιστορικός ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, Τα βιομηχανικά αρχεία του ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ Η διάσωση, φύλαξη, αρχειοθέτηση και ταξινόμηση των βιομηχανικών αρχείων είναι εδώ και χρόνια στην Ελλάδα ένα ζητούμενο. Το ΕΛΙΑ είναι ένας από τους λίγους φορείς που καταφέρνουν να συγκεντρώνουν, έστω και αποσπασματικά, μέρος αυτού του τύπου αρχείων που αλλιώς θα χάνονταν για πάντα, είτε λόγω εκκαθαρίσεων, είτε λόγω αμέλειας. Στην ανακοίνωση θα παρουσιασθούν τα αρχεία των Αφών Καραθανάση (Καπνοβιομηχανία στη Σάμο, 1896-1929), της σοκαλατοποιίας Παυλίδη, των Άμβουργερ-Αλεξόπουλου, της οικογένειας Γεράρδου (έγγραφα και αλληλογραφία σχετικά με το τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα, 1848-1950), της οικογένειας Μπουντούρη (μεταλλεία λευκολίθου και χρωμίου στην Εύβοια, 1833-1910), το αρχείο του τυπογραφείου-λιθογραφείου Ασπιώτη-ΕΛΚΑ, το αρχείο της βιομηχανίας ΙΖΟΛΑ, που είναι ορισμένα από τα αρχεία επιχειρήσεων που βρίσκονται στις συλλογές του Ε.Λ.Ι.Α. (αποσπασματικά θα αναφερθούν και τα αρχεία του Τιτάνα, της ποτοποιίας Μεταξά και των πλακιδίων Δηλαβέρης). Όλγα Βογιατζόγλου, αρχαιολόγος ΥΠ.ΠΟ.Τ., Το

Αρχείο

των

Προσφυγικών

Βιομηχανικών

Οικοπέδων

της

Διεύθυνσης

Αποκατάστασης Προσφύγων του Υπουργείου Πρόνοιας Το Αρχείο των Προσφυγικών Βιομηχανικών Οικοπέδων του Υπουργείου Πρόνοιας συνιστά ένα μικρό σε όγκο αλλά μοναδικό και πολύτιμο αρχειακό υλικό για την ιστορία της βιομηχανίας στο Μεσοπόλεμο. Η πολλαπλή ανάγνωσή του προσφέρει στοιχεία αφενός για την τεκμηρίωση της πολιτικής της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων σχετικά με την επαγγελματική αποκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων και αφετέρου με την προσφορά των ίδιων στη βιομηχανία και την οικονομική ζωή του τόπου, αλλά και το είδος των δραστηριοτήτων και την τεχνογνωσία που εκείνοι μετέφεραν από τις χαμένες Πατρίδες. Θανάσης Μπέτας, υποψ. διδάκτορας Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας,


Δυνατότητες προσέγγισης της βιομηχανικής κληρονομιάς του κλάδου της καπνοβιομηχανίας μέσα από το αρχείο Ματσάγγου Στην ανακοίνωση επιδιώκεται να αναδειχθεί η σημασία που έχουν για τη διατήρηση της βιομηχανικής κληρονομιάς και άλλα τεκμήρια και «μαρτυρίες» του παρελθόντος, πέρα από τον εντοπισμό, την καταγραφή και ανάδειξη των κτηριακών εγκαταστάσεων και του μηχανολογικού εξοπλισμού των βιομηχανικών επιχειρήσεων. Τέτοιου είδους κατάλοιπα βιομηχανικής κληρονομιάς μπορεί να αποτελέσουν οι γραπτές μαρτυρίες όπως, λόγου χάρη, τεχνικές εκθέσεις και τεχνικά υπομνήματα μηχανικών, μηχανολόγων και άλλων συναφών επιστημόνων που καταγράφουν αναλυτικά το είδος και το επίπεδο της εκμηχάνισης και του τεχνολογικού εξοπλισμού μιας βιομηχανικής επιχείρησης και παράλληλα

μάς

προσφέρουν

μια

μοναδική

ευκαιρία

να

ιχνηλατήσουμε

και

να

σκιαγραφήσουμε την οργάνωση της εργασίας και τη γραμμή παραγωγής σε διάφορες περιόδους λειτουργίας της. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η συμβολή νέων, ανεξερεύνητων πηγών, όπως το αρχείο της καπνοβιομηχανίας Ματσάγγου είναι πολύτιμη για την προσέγγιση τέτοιων ζητημάτων.

Δ. Ο κόσμος της εργασίας: προφορικές μαρτυρίες Λήδα Παπαστεφανάκη, επίκουρη καθηγήτρια Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας Παν/μίου Ιωαννίνων, Οι προφορικές μαρτυρίες ως βασικό εργαλείο μελέτης της βιομηχανικής κληρονομιάς Η σημασία των προφορικών πηγών για τη συγγραφή της «ιστορίας από τα κάτω» έχει, εδώ και χρόνια, αναδειχθεί από την ιστορική έρευνα. Ειδικότερα, για την ιστορία της βιομηχανίας και τη βιομηχανική αρχαιολογία, η συμβολή των προφορικών πηγών είναι καίρια στην αποκατάσταση της γνώσης για την ιστορία των τεχνικών και της εργασίας, την ανασύσταση των παραγωγικών διαδικασιών και την τεκμηρίωση του μηχανολογικού εξοπλισμού. Εντούτοις, οι μαρτυρίες των ανθρώπων της εργασίας δεν περιέχουν απλά και μόνον έναν μεγάλο πλούτο πληροφοριών σχετικά με τα «αντικειμενικά» ζητήματα της εργασίας (τεχνικές, συνθήκες εργασίας, διατροφή, ασθένεια). Περιέχουν και κάτι άλλο: τις αντιλήψεις για την εργασία, τη σχέση των εργαζομένων με την εργασία τους, την εργατική κουλτούρα. Προϋπόθεση για να αποτελούν οι προφορικές μαρτυρίες τεκμήριο και εργαλείο μελέτης για τη βιομηχανική αρχαιολογία είναι να καταγράφεται και να αιτιολογείται με σαφήνεια η μεθοδολογία δημιουργίας των προφορικών πηγών. Αλέκα Μπουτζουβή, ιστορικός, Δρ. Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας Παν/μίου Αθηνών, Γοητεία και δυσκολίες της συλλογής προφορικών μαρτυριών που αναδεικνύουν όψεις της βιομηχανικής κληρονομιάς Η διαδικασία συλλογής προφορικών μαρτυριών εισάγει, στο πεδίο της ιστορικής έρευνας, νέους τρόπους δημιουργίας αρχειακού υλικού, γεγονός το οποίο απαιτεί τη χρήση


νέων μεθοδολογικών εργαλείων ή την προσαρμογή όσων είναι ήδη γνωστά. Η συνεισφορά της προφορικής ιστορίας, η οποία ως προς τη μορφή της είναι τόσο απλή όσο o ανθρώπινος διάλογος και τόσο πολύπλοκη όσο o αιώνας της τεχνολογικής επανάστασης, συνίσταται στο ότι θέτει νέα ερωτήματα, εστιάζει σε νέα πεδία, εμπλουτίζει τις γνώσεις μας και συγκροτεί ένα άλλου τύπου αρχειακό υλικό, το οποίο στηρίζεται στη δυναμική της μνήμης των ατόμων που καλούνται να μιλήσουν. Η άντληση των προφορικών μαρτυριών απαιτεί πρωταρχικά ευαισθησία στην προσέγγιση των ατόμων, δεξιότητες στο χειρισμό τους και κατανόηση της πολυπλοκότητας που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Παράλληλα, απαιτεί προσοχή στον προσδιορισμό του δείγματος και επιλογή του κατάλληλου ερωτηματολογίου για την άντληση των πληροφοριών εκείνων, οι οποίες φωτίζουν και συμπληρώνουν τα στοιχεία που αποκομίζουμε από τις γραπτές πηγές και τα υλικά κατάλοιπα της κοινωνικοοικονομικής και πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Σε όλα τα στάδια της έρευνας, τόσο κατά τη συλλογή και την επεξεργασία, όσο και κατά την αρχειοθέτηση, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή ώστε το υλικό να συνυπάρχει και να συνομιλεί με τα υπάρχοντα γραπτά αρχεία. Μαρία Θανοπούλου, Διευθύντρια Ερευνών ΕΚΚΕ, Η μνήμη του βαμβακιού στη Λιβαδειά: αναζητώντας προφορικές μαρτυρίες Η εισήγηση αντλεί το υλικό της από το εγχείρημα σχεδιασμού ενός πιλοτικού αρχείου προφορικών μαρτυριών για το βαμβάκι στη Λειβαδιά, εγχείρημα που συνδέθηκε με την προσπάθεια ίδρυσης Μουσείου Υδροκίνησης στην πόλη αυτή. Στόχος της είναι να περιγράψει τη νοητική διαδρομή που μεσολαβεί μεταξύ της αρχικής σύλληψης της ιδέας σχεδιασμού ενός τέτοιου αρχείου και της πραγματοποίησής της. Καταρχήν, θα γίνει λόγος για το πλαίσιο διερεύνησης εντός του οποίου θα πρέπει να αναζητηθεί η μνήμη του βαμβακιού στη Λειβαδιά. Στη συνέχεια, θα τεθεί το ζήτημα της μεθόδου που θα μπορούσε να διέπει τον σχεδιασμό και τη δημιουργία ενός πιλοτικού αρχείου προφορικών μαρτυριών για τον κόσμο του βαμβακιού στη Λειβαδιά. Τέλος, θα γίνει αναφορά στην πιλοτική συλλογή προφορικών μαρτυριών και θα σχολιαστούν ενδιαφέροντα σημεία της ίδιας της διαδικασίας συλλογής αλλά και της δυνητικής επεξεργασίας και ανάλυσης αυτών των μαρτυριών. Φωτεινή Χαλβατζή, MSc Aρχιτέκτων Μηχανικός-Αναστηλωτής ΕΜΠ, Οι προφορικές μαρτυρίες στην έρευνα για τη βιομηχανική κληρονομιά στα Δωδεκάνησα Η συμβολή της προφορικής μαρτυρίας στην καταγραφή της προβιομηχανικής κληρονομιάς θα παρουσιαστεί από την ομιλούσα έπειτα από το συντονισμό και τη συμμετοχή της σε συστηματικές καταγραφές σε νησιά της Δωδεκανήσου. Η περιορισμένη ειδική βιβλιογραφία για τα νησιά της Δωδεκανήσου καθιστά την προφορική μαρτυρία ένα από

τα

βασικότερα

εργαλεία

για

την

καταγραφή

βιομηχανικών-προβιομηχανικών

εγκαταστάσεων, εργαστηρίων παραδοσιακών τεχνών, τόπων βιομηχανικής εκμετάλλευσης


και έργων υποδομών. Στην παρουσίαση θα αναλυθεί η μεθοδολογία συλλογής των πολύτιμων προφορικών μαρτυριών και η αξιοποίησή τους στην έρευνα. Ένας «ξένος» καταφτάνει στο νησί εφοδιασμένος με χάρτες και αεροφωτογραφίες, ο οποίος γνωρίζει πολλά για την τοπική ιστορία και οικονομία και ζητά πληροφορίες για δραστηριότητες του πρόσφατου παρελθόντος. Πώς θα καταφέρει να συλλέξει τις πληροφορίες που σχετίζονται με την έρευνα;

Ε. Περιβαλλοντική και μουσειακή εκπαίδευση στη βιομηχανική κληρονομιά Λιάνα Στυλιανού, εκπαιδευτικός Msc, Υπεύθυνη Κέντρου Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία Νάουσας, Πρόεδρος Εθνικού Δικτύου Σχολείων «Βιομηχανική Κληρονομιά», Η βιομηχανική κληρονομιά μέσα από την οπτική της εκπαίδευσης για την αειφορία. Παραδείγματα καλών πρακτικών Στην Ελλάδα, δομές μη τυπικής εκπαίδευσης που στηρίζουν την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη είναι και τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Το Κ.Π.Ε Νάουσας, κατανοώντας την αναγκαιότητα διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς, λειτουργεί ομώνυμο εθνικό δίκτυο σχολείων και υλοποιεί αντίστοιχο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Η εκπαιδευτική διαδικασία που ακολουθείται προσαρμόζεται ανάλογα με την ομάδα στόχο (μαθητές, ενήλικες). Η βιομηχανική κληρονομιά αντιμετωπίζεται ως ένα σύγχρονο διεπιστημονικό αντικείμενο. Ο τόπος-τοπίο μελετάται ως μια ιστορική, πολιτιστική και περιβαλλοντική ενότητα ενώ κεντρική αρχή είναι οι εκπαιδευόμενοι να δομήσουν ένα ευρύτερο οικοδόμημα που εμπεριέχει αξίες, στάσεις και συμπεριφορές, σκέψεις και αισθήματα. Το εκπαιδευτικό υλικό στοχεύει στη γνωριμία με τα κτήρια, την αρχιτεκτονική τους, τις μηχανές τους, τα εργαλεία τους, τα προϊόντα τους, τους ανθρώπους που δούλεψαν σε αυτά, για όσα σημαντικά και ασήμαντα φιλοξένησαν στους χώρους τους. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, καθώς αναπτύσσεται, αναδεικνύει ζητήματα κατανόησης εννοιών όπως: τοπίο, βιομηχανικό μνημείο, βιομηχανική αρχαιολογία, ομορφιά της μηχανής στη μοντέρνα και μεταμοντέρνα εποχή, αειφορική επιχειρηματικότητα μέσω της σύνδεσης του βιομηχανικού τουρισμού με τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Ως αποτέλεσμα, συχνά διαπιστώνεται η ελλιπής διάχυση και κατανόηση των παραπάνω εννοιών στους μη «μυημένους» εκπαιδευόμενους (κυρίως ενήλικες). Γραμματή Μακέλη, Δασκάλα-Κοινωνική Λειτουργός, Υπεύθυνη Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Μακρινίτσας, Ο τόπος, ο χώρος, οι άνθρωποι σ’ ένα περιβάλλον που αλλάζει Το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Μακρινίτσας, στο πλαίσιο των δράσεων του, υλοποιεί το εκπαιδευτικό πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης «Μια μέρα στο Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν.&Σ. Τσαλαπάτα στο Βόλο». Το πρόγραμμα απευθύνεται σε


ομάδες μαθητικού πληθυσμού Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης των σχολείων της χώρας. Στη διάρκεια υλοποίησης του προγράμματος το Κέντρο έχει οργανώσει Επιμορφωτικά Σεμινάρια Εκπαιδευτικών και Συναντήσεις Εργασίας μαθητών και εκπαιδευτικών με ανάλογη θεματολογία. Τα τελευταία δύο χρόνια τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης της χώρας έχουν αναλάβει την αρμοδιότητα του σχεδιασμού και της υλοποίησης «Δράσεων Δια Βίου Μάθησης» που απευθύνονται σε ομάδες ενηλίκων από το γενικό πληθυσμό. Στο πλαίσιο αυτό, το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Μακρινίτσας σχεδιάζει Δράση Δια Βίου Μάθησης με θεματολογία που θα αφορά στην επικοινωνία, τις σχέσεις και τις συγκρούσεις ανάμεσα στα άτομα σ’ ένα εργασιακό περιβάλλον. Ο χώρος υλοποίησης της Δράσης έχει επιλεγεί να είναι ένας χώρος βιομηχανικής κληρονομιάς, δεδομένου ότι η πόλη του Βόλου διαθέτει αρκετό ανάλογο κτηριακό δυναμικό. Στη δράση αυτή το Κέντρο θα εστιάσει στην ιδιαιτερότητα της ομάδας στόχου που αφορά σε ενήλικες από το γενικό πληθυσμό και τη μεθοδολογία. Ο γενικότερος σχεδιασμός του προγράμματος θα επικεντρωθεί στη βιωματική μάθηση και στη δουλειά με ομάδα. Στάθης Γκότσης, ιστορικός, Υπεύθυνος Γραφείου Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, Βιομηχανικά μνημεία και σχολείο: μια πειραματική εφαρμογή στο Γκάζι της Αθήνας Με ποιους τρόπους θα μπορούσαν τα βιομηχανικά μνημεία να συνδεθούν με τη σχολική εκπαιδευτική πράξη; Η πειραματική εκπαιδευτική εφαρμογή που υλοποιήθηκε στο Γκάζι της Αθήνας, στο πλαίσιο της ελληνικής συμμετοχής στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα «Το σχολείο

υιοθετεί

ένα

μνημείο»,

αποτελεί

μια

πρόταση

βιωματικής-ενεργητικής

εκπαιδευτικής προσέγγισης ενός βιομηχανικού μνημείου, μέσα από ομαδοσυνεργατικές ερευνητικές δράσεις. Η συγκεκριμένη εφαρμογή συναντάται με τις αναζητήσεις της μουσειακής, κυρίως, εκπαίδευσης για τη μάθηση μέσα από τη χρήση στοιχείων του υλικού πολιτισμού, μουσειακών αντικειμένων ή/και μνημείων που προσφέρουν εγγενώς πολλαπλές δυνατότητες διαθεματικών ή διεπιστημονικών προσεγγίσεων. Ασπασία Λούβη, Γενική Διευθύντρια Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς, Μουσειακή αγωγή και βιομηχανική κληρονομιά: εκπαιδευτικές δράσεις στα θεματικά μουσεία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς Εάν για τη διάσωση της βιομηχανικής κληρονομιάς η συστηματική καταγραφή είναι ο πιο πρόσφορος τρόπος για την ποσοτική κάλυψη του θέματος, η δημιουργία βιομηχανικών μουσείων ο πληρέστερος τρόπος για την ποιοτική απόδοση ενός βιομηχανικού συνόλου στις επόμενες γενιές, τα εκπαιδευτικά προγράμματα με αντικείμενο τη βιομηχανική κληρονομιά είναι σίγουρα αυτά που καθορίζουν τη βαθειά συνείδηση στον αυριανό πολίτη για τη σημασία της διάσωσής της.


Με αυτόν τον γνώμονα το Π.Ι.Ο.Π., που υπηρετεί κυρίως τον σκοπό της διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς στον τόπο μας, έχει οργανώσει στο δίκτυο των θεματικών τεχνολογικών

μουσείων

του

σειρά

τακτικών

εκπαιδευτικών

προγραμμάτων,

που

εξασφαλίζουν στα παιδιά τη βιωματική προσέγγιση των διαδικασιών του τεχνικού πολιτισμού. Οι εκπαιδευτικοί φάκελοι διατίθενται δωρεάν στα σχολεία που πρόκειται να επισκεφθούν τα μουσεία του δικτύου, προσφέροντας αναλυτικές οδηγίες στον εκπαιδευτικό για την αξιοποίησή τους πριν, κατά και μετά την επίσκεψη: πλούσιο πληροφοριακό υλικό, πρωτότυπες δραστηριότητες, χάρτες, παιχνίδια, DVDs, κ.ο.κ.

ΣΤ΄ συνεδρία. Η τεχνολογία στην ελληνική αρχαιότητα Έλενα Κουντούρη, Προϊσταμένη Διεύθυνσης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, ΥΠ.ΠΟ.Τ., Εκτρέποντας

τα

ποτάμια

και

τιθασεύοντας

τη

λίμνη.

Το

μυκηναϊκό

αποστραγγιστικό σύστημα της Κωπαΐδας Τα τεχνολογικά επιτεύγματα του μυκηναϊκού πολιτισμού στους τομείς της αγροτικής οικονομίας και της οικοδομικής φωτίζονται και μέσω της μελέτης των εγγειοβελτιωτικών έργων που έχουν επισημανθεί σε περιοχές της μυκηναϊκής επικράτειας. Ο σχεδιασμός και η υλοποίησή τους προϋπέθεταν πολύχρονες και συστηματικές παρατηρήσεις των φυσικών φαινομένων, του υδρογραφικού δικτύου και των μεταβολών του και, κυρίως, εκτεταμένη εμπειρία και ακρίβεια σε μετρήσεις και γεωτεχνικές κατασκευές. Αναμφίβολα, το πιο εκτεταμένο και μεγαλόπνοο από τα μέχρι σήμερα γνωστά μυκηναϊκά εγγειοβελτιωτικά έργα είναι η αποστράγγιση της λίμνης Κωπαΐδας, έργο του οποίου το μέγεθος και η σπουδαιότητα ενέπνευσαν μύθους και παραδόσεις αναφορικά με την κατασκευή, τη χρησιμότητα, αλλά και την τελική του καταστροφή, η οποία αποδόθηκε, όπως είναι γνωστό, στον Ηρακλή. Με τη συνδρομή των πρώτων αποτελεσμάτων του νέου προγράμματος επιφανειακής, ανασκαφικής και γεωλογικής έρευνας των αποστραγγιστικών έργων της βόρειας Κωπαΐδας, το οποίο ξεκίνησε το 2010 και βρίσκεται σε εξέλιξη, θα παρουσιαστούν οι πρώτες διαπιστώσεις για τη χρονολόγηση και τη λειτουργία του εγγειοβελτιωτικού έργου, στο πλαίσιο της πολιτικής πραγματικότητας της μυκηναϊκής Βοιωτίας.

Δήμητρα Καμαρινού, δρ. φιλόλογος-αρχαιολόγος, Εισαγωγή στη ναυπηγική τεχνολογία του αιγαιακού χώρου (14ος-5ος αι. π.Χ.) Η Ενάλια Αρχαιολογία είναι σχετικά πρόσφατη, παρότι ραγδαία εξελισσόμενη επιστήμη. Επειδή το διαθέσιμο αρχαιολογικό υλικό που συνδέεται με τους αιγαιακούς πολιτισμούς προέρχεται από λίγα και αποσπασματικά διασωσμένα ναυάγια στο βυθό όλης της Μεσογείου, χρονολογημένα από το 14ο–4ο αι. π.Χ., είναι απαραίτητο να προσεγγισθούν μεθοδολογικά ζητήματα που αντιμετωπίζει ο ερευνητής και να προσδιοριστεί το πλαίσιο


μέσα στο οποίο διατυπώνονται συμπεράσματα για τη ναυπηγική τέχνη. Συγκεκριμένα, η αναγκαιότητα και οι μεθοδολογικοί περιορισμοί: α. της συνθετικής μελέτης των φιλολογικών πηγών και του εικονογραφικού υλικού, β. της διεπιστημονικότητας στην έρευνα και της Πειραματικής Αρχαιολογίας, γ. της συγκριτικής μελέτης των πλοίων των ναυτικών πολιτισμών της Μεσογείου (π.χ. του Αιγαιακού χώρου, της Αιγύπτου, της Φοινίκης), δ. της παράλληλης μελέτης όλων των τομέων της τεχνολογίας του ξύλου της μελετώμενης περιόδου, ε. της ένταξης της μελέτης των πλοίων στο πολιτισμικό και το διαπολιτισμικό πλαίσιο της εποχής τους, και στ. κυρίως της συγκριτικής μελέτης ναυαγίων που προέρχονται από διαφορετικές θέσεις της Μεσογείου. Προκειμένου να αναπτυχθούν οι σημαντικότερες διαστάσεις της ναυπηγικής τέχνης γίνεται αναφορά σε θέματα, όπως οι βασικές τεχνικές ναυπήγησης των πλοίων, οι κατηγορίες των εργαλείων ναυπηγικής, το είδος και τα κριτήρια επιλογής της ναυπηγικής ξυλείας. Αναφορικά με τη μορφή και την τυπολογία των πλοίων θα δειχθεί πώς η εξέλιξη της πλώρης των πολεμικών κωπήλατων πλοίων από τη μυκηναϊκή στην κλασική περίοδο επηρέασε τη ναυπήγησή τους.

Ζ΄ συνεδρία. Η τεχνολογία τη βυζαντινή εποχή Ταξιάρχης Κόλιας, Καθηγητής του Βίου και του Πολιτισμού των Βυζαντινών, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, Τεχνολογία και πόλεμος στο Βυζάντιο Η επιδίωξη επιβολής επί του αντιπάλου στις πολεμικές συγκρούσεις οδηγούσε και οδηγεί τις εμπλεκόμενες δυνάμεις στην προσπάθεια εξασφάλισης τεχνολογικά προηγμένων όπλων. Το Βυζάντιο, ως συνεχιστής του Ρωμαϊκού κράτους, διέθετε την άρτια οργάνωση και τις τεχνικές γνώσεις ώστε να διαθέτει στις στρατιωτικές δυνάμεις του τον απαραίτητο οπλισμό και τις αναγκαίες υποδομές. Θεωρείται γνωστή η επιδίωξή του να προσαρμόζει την πολεμική τακτική των δυνάμεών του σε εκείνη του εκάστοτε αντιπάλου και να υιοθετεί σε σημαντικό ποσοστό στοιχεία του οπλισμού του και της τεχνολογίας του. Η συστηματική μελέτη διαφόρων όπλων και πολεμικών μηχανών των Βυζαντινών μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως τουλάχιστον ώς την εκδήλωση των σταυροφοριών (τέλη 11ου αιώνα) είχε το προβάδισμα στον τομέα της τεχνολογίας του πολέμου σε σχέση με άλλες σύγχρονές της δυνάμεις. Οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στο διεθνές στερέωμα όμως δεν της επέτρεψαν, μετά τον 12ο αιώνα, να συνεχίσει να διαδραματίζει τον ίδιο ρόλο.

Μαρία Λεοντσίνη, Εντεταλμένη Ερευνήτρια, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Αγροτικά εργαλεία και τεχνικές: εκχέρσωση, καλλιέργεια και άρδευση, παραγωγή

και

αποθήκευση των αγροτικών προϊόντων Η άντληση πόρων από τη φύση και η αγροτική παραγωγή ήταν ζωτικής σημασίας για την επιβίωση του βυζαντινού ανθρώπου. Οι μεγάλες κρίσεις της βυζαντινής ιστορίας


συνδέονταν πάντοτε με τις ανεπάρκειες τροφοδοσίας των πόλεων σε βασικά αγαθά και πρώτες ύλες. Η λειτουργία της κεντρικής διοίκησης καθώς και η επιμελητεία του στρατού είχαν ως προϋπόθεση τον σταθερό και επαρκή ανεφοδιασμό των μεγαλύτερων αλλά και των μικρότερων επαρχιακών πόλεων σε αγροτικά προϊόντα. Σημαντικός παράγοντας για τα είδη των καλλιεργειών και τις τεχνικές αγροτικής εκμετάλλευσης ήταν η διαφοροποίηση των συνθηκών της αγροτικής παραγωγής, εξαιτίας της πολυπλοκότητας των εδαφών της βυζαντινής αυτοκρατορίας (γεωγραφικό ανάγλυφο, θαλάσσιος διαμελισμός, κλίμα). Η ανάπτυξη νέων ή βελτιωμένων γεωργικών μεθόδων και ο «αυταπόδεικτα» καθοριστικός ρόλος της αγροτικής τεχνολογίας στην απόδοση της παραγωγής άρχισαν να συνδέονται με την ευνοϊκή δημογραφική τάση που σημειώθηκε τον 8ο-9ο αιώνα. Χαρακτηριστική είναι η επέκταση των αρδευόμενων επιφανειών για τις καλλιέργειες μικρότερων κήπων, τα προϊόντα των οποίων ήταν απαραίτητο διατροφικό συμπλήρωμα των Βυζαντινών. Χωρίς θεαματικά τεχνολογικά άλματα, η συστηματική χρήση απλών εργαλείων, όπως ο πέλεκυς (για την εκχέρσωση), το λισγάρι (που έχει ταυτιστεί με τη διχαλωτή περόνη, για την καλλιέργεια) και το δρεπάνι (για τη συγκομιδή), τα οποία είναι πλέον αντικείμενα συστηματικής μελέτης από τους αρχαιολόγους, αλλά και πιο πολύπλοκων τεχνικών μέσων, όπως το άροτρο ή ο νερόμυλος, συμπλήρωναν καθοριστικά τη βασική χειρωνακτική εργασία του βυζαντινού αγρότη. Γεράσιμος Μέριανος, Ερευνητής, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/Τμήμα Βυζαντινών Ερευνών Εθνικό

Ίδρυμα

Ερευνών,

Μαρτυρίες

απομίμησης

νομισμάτων

και

άλλων

αντικειμένων ως πρακτικές του αστικού βίου και της τεχνολογίας στο Βυζάντιο Οι τεχνικές απομίμησης αντικειμένων ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στο Βυζάντιο και συνήθως αποτελούσαν βελτίωση και προσαρμογή μακραίωνων παραδόσεων στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Αυτού του είδους οι πρακτικές εφαρμόζονταν σε ένα ευρύ πεδίο τεχνών, ιδίως αυτών που σχετίζονταν με τη μεταλλοτεχνία. Φιλολογικές πηγές αναφέρουν περιστατικά απομίμησης, από τη νομισματοκοπία μέχρι την παραγωγή πολυτελών ειδών, ιδιαίτερα στην αργυροχρυσοχοΐα, ενώ άλλες πηγές, πιο «τεχνικές», δίνουν συνταγές κατασκευής κίβδηλων αντικειμένων. Η μελέτη των τεχνικών αυτών και της κοινωνικής αντιμετώπισής τους θέτουν ορισμένα ζητήματα προς διερεύνηση. Η απομίμηση συχνά, αλλά όχι πάντα, προϋπέθετε την κεκτημένη γνώση και την ιδιότητα του νόμιμου τεχνίτη, όπως στην περίπτωση όσων εργάζονταν στα κρατικά νομισματοκοπεία και τυχόν επιδίδονταν στην παραχάραξη. Επίσης, οι απομιμήσεις, ανεξάρτητα από την εξαπάτηση που ως πηγή κέρδους αποτελούσε βασικό κίνητρο για τον τεχνίτη, συνδυάζονταν και με την τάση πολυτελούς επίδειξης με προσιτό κόστος από τον αγοραστή. Ο συνδυασμός αυτός συνέβαλλε στη διαμόρφωση μιας ιδιαίτερης αντίληψης περί γνησιότητας και καθόριζε την προσφορά και τη ζήτηση. Τέλος, η σύνδεση των πρακτικών αυτών με την «τέχνη» που σήμερα ονομάζουμε «αλχημεία» δείχνει πόσο ρευστά ήταν τα όρια μεταξύ των διαφόρων τεχνικών που αποσκοπούσαν στην κατασκευή γνήσιων και κίβδηλων αντικειμένων.


Διονύσης Μουρελάτος, δρ. Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Η τεχνολογία των μετάλλων στην καθημερινή ζωή ενός πρωτοβυζαντινού οικισμού στο Σινά Η αξιοποίηση της τεχνολογίας των μετάλλων στην καθημερινή ζωή έχει εξεταστεί εκτενέστερα για τους προϊστορικούς χρόνους τόσο στον ελλαδικό χώρο, όσο και διεθνώς. Επίσης, η ανάδειξη των εργαστηριακών χώρων του Λαυρίου έχει καλύψει σε μεγάλο μέρος το ερευνητικό ενδιαφέρον για τη χρήση και την τεχνολογία των μετάλλων στους κλασικούς χρόνους. Η έρευνα για τη μεταλλοτεχνία στους βυζαντινούς χρόνους επικεντρώθηκε στη διερεύνηση των καλλιτεχνικών τάσεων σε αντικείμενα μεταλλοτεχνίας. Η τάση αυτή οφείλεται ασφαλώς και στην έλλειψη δημοσίευσης, εντοπισμού ή ταύτισης τεκμηριωμένων ανασκαφικά εργαστηριακών χώρων που να χρονολογούνται στους βυζαντινούς χρόνους. Η εύρεση εργαστηριακών χώρων σε αρχαιολογική θέση ανατολικά της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, που ταυτίστηκαν ως εργαστήρια μεταλλοτεχνίας, ρίχνει φως στο επίπεδο της τεχνολογίας των μετάλλων σε έναν μικρό πρωτοβυζαντινό οικισμό και στον τρόπο αξιοποίησής της στην καθημερινή ζωή των κατοίκων.

Η΄ συνεδρία. Η τεχνολογία στις ελληνικές περιοχές υπό βενετική κυριαρχία Αναστασία Παπαδία–Λάλα, καθηγήτρια Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, Tεχνολογία και πολιτική στην Ελληνοβενετική Ανατολή Ο ελληνικός χώρος κατά την περίοδο της βενετικής κυριαρχίας (13ος-18ος αι.) στο πεδίο της τεχνολογίας χαρακτηρίστηκε από τη συνύπαρξη του παραδοσιακού με τα εξελιγμένα τεχνολογικά επιτεύγματα. Στην παρούσα εισήγηση θα επιχειρηθεί μια σφαιρική παρουσίαση της σύνθετης αυτής πραγματικότητας με αναφορές στις τοπικές ή τις εισηγμένες από τη Βενετία τεχνολογικές κατακτήσεις στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα, στον αγροτικό και τον αστικό κόσμο. Στο επίκεντρο της προβληματικής θα τεθεί η πολιτική διάσταση του φαινομένου και η άμεση σύνδεση της τεχνολογικής ανάπτυξης στον ελληνικό χώρο με τα αμυντικά και οικονομικά ενδιαφέροντα της κυριάρχου Βενετίας.

Χαράλαμπος

Γάσπαρης,

Διευθυντής

Ερευνών,

Ινστιτούτο

Ιστορικών

Ερευνών/ΕΙΕ,

Τεχνολογία στον αγροτικό χώρο τον ύστερο μεσαίωνα: το παράδειγμα της Κρήτης Στην εισήγηση θα αναπτυχθούν οι τεχνικές και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνταν από τον αγροτικό κόσμο τόσο για την παραγωγή, όσο και για την επεξεργασία προϊόντων κατά τους δύο πρώτους αιώνες της βενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη (13ος-14ος αι.), ως ένα χαρακτηριστικό και τεκμηριωμένο παράδειγμα του υστερομεσαιωνικού κόσμου. Οι αγρότες συνέχισαν να εργάζονται όπως και παλαιότερα, πριν δηλαδή από την αλλαγή κυρίαρχου. Στην Κρήτη, ωστόσο, οι νέοι κυρίαρχοι ενδιαφέρονταν για την αύξηση της παραγωγής και την εμπορευματοποίηση των αγροτικών προϊόντων. Θα εξεταστεί, λοιπόν,


επίσης αν αυτό συνέβαλε στη βελτίωση ή και την αλλαγή τεχνικών και εργαλείων στη γεωργία και την κτηνοτροφία του νησιού. Αγγελική Πανοπούλου, Ερευνήτρια Β΄, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Εργαστήρια και εργαλεία του αστικού βίου στις βενετικές κτήσεις του Levante, 16ος-17ος αιώνας Οι απεικονίσεις εργαστηρίων και εργαλείων του ύστερου Μεσαίωνα και των Πρώιμων Νεότερων Χρόνων που σώζονται στον ελληνικό χώρο είναι ελάχιστες, σε σύγκριση με τη Δύση. Στα ελληνικά μουσεία και συλλογές εκτίθενται κυρίως τα προϊόντα των εργαστηρίων και τα εργαλεία μόνον ορισμένων επαγγελμάτων εκείνης της εποχής, καθώς ο μεγαλύτερος όγκος των συσσωρευμένων εργαλείων ανήκει στους δύο τελευταίους αιώνες. Αντίθετα, οι γραπτές μαρτυρίες είναι πολλές και εντοπίζονται σε αδημοσίευτο και δημοσιευμένο αρχειακό υλικό, όπως σε συμβάσεις μαθητείας και εργασίας, σε πράξεις ενοικίασης και πώλησης εργαστηρίων και σε απογραφές εργαστηρίων. Από τα συμβόλαια ενοικίασης, που απαντούν συχνότερα στο νοταριακό υλικό, γίνεται γνωστό το σύνολο των εργαλείων κάθε τεχνίτη, καθώς και η επίπλωση του εργαστηρίου του. Ωστόσο, τέτοιου είδους συμβόλαια σώζονται μετά τα μέσα του 16ου και, κυρίως, τον 17ο αιώνα και αφορούν περισσότερο επαγγελματικές στέγες, των οποίων το μέγεθος του εξοπλισμού απαιτούσε αναλυτική καταγραφή, όπως των φούρνων, των φαρμακείων και των παντοπωλείων. Πιο ολοκληρωμένη εικόνα των βιοτεχνικών και μεταποιητικών μέσων παραγωγής της υπό εξέταση εποχής παρέχουν οι απογραφές εργαστηρίων (ινβεντάρια), τα οποία, εκτός από την απαρίθμηση

των

εργαλείων

και

του

γενικότερου

εξοπλισμού

του

εργαστηρίου,

αποτυπώνουν και τον χώρο του. Με αφετηρία το παραπάνω υλικό θα παρουσιαστούν τα εργαστήρια και τα εργαλεία των προβιομηχανικών επαγγελμάτων των βενετικών κτήσεων –κυρίως όμως των αρτοποιών, των βαρελοποιών και των υποδηματοποιών–, ενώ θα γίνει προσπάθεια να κατανοηθούν οι όροι με τους οποίους αποδίδονταν τα εργαλεία που χρησιμοποιούνταν και να αντιστοιχηθούν με εκείνους των τελευταίων αιώνων. Μαρίνα Κουμανούδη, δρ. Ιστορίας – Ερευνήτρια Δ΄, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών/ΕΙΕ, Οικοδόμοι και οικοδομικά υλικά στον βενετοκρατούμενο ελληνικό χώρο κατά τον ύστερο μεσαίωνα (15ος αιώνας) Ο κατασκευαστικός τομέας υπήρξε αναμφίβολα σημαντική πηγή οικονομικής ανάπτυξης κατά τον Μεσαίωνα. Δεν είναι τυχαίο ότι κανένα άλλο επάγγελμα δεν απαντάται με την ίδια συχνότητα στη μεσαιωνική και πρώιμη νεότερη Ευρώπη όσο αυτό του κτίστη, του ξυλουργού και του πετροκόπου. Σε ανάλογα συμπεράσματα έχουν οδηγηθεί οι μελετητές που ασχολήθηκαν με τις περιοχές εκείνες του ελληνικού χώρου, οι οποίες αποτέλεσαν τμήμα του αποικιακού κράτους της Βενετίας από τον 13ο αιώνα και εξής. Η βενετική κατάκτηση επηρέασε ποικιλοτρόπως την τοπογραφία και την πολεοδομική ανάπτυξη πόλεων ειδικότερα. Στον Χάνδακα της Κρήτης, για παράδειγμα, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε μεγάλη άνθιση ιδίως κατά τους πρώτους αιώνες της βενετικής


κυριαρχίας, στο πλαίσιο αφενός της μεταλλαγής της άλλοτε βυζαντινής πόλης σε δυτικό αστικό κέντρο, και αφετέρου σε συνάρτηση με τη δημογραφική ανάπτυξη που γνώρισε η πόλη. Κατά τον 15ο αιώνα, καθώς η Βενετία βρέθηκε αντιμέτωπη με τη ραγδαία εξάπλωση των Οθωμανών στη Βαλκανική, νέα εδάφη προστέθηκαν στην επικράτειά της (Κέρκυρα, Ναύπλιο και Άργος, Εύβοια κ.ά.). Τόσο στις νεοαποκτηθείσες, όσο και στις παλαιές κτήσεις πραγματοποιήθηκαν δημόσια έργα αμυντικού χαρακτήρα. Την ίδια στιγμή δεν έπαψε η ανοικοδόμηση νέων κτηρίων, ενώ παλαιές κατασκευές, ορισμένες φορές με εντολή των τοπικών διοικήσεων, κατά διαστήματα συντηρούνταν και επισκευάζονταν. Μέσα από αποφάσεις της βενετικής διοίκησης, συμβολαιογραφικές πράξεις και οικονομικά κατάστιχα αντλούμε πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και την επαγγελματική οργάνωση των ανθρώπων που εργάζονταν στον χώρο της οικοδομής, για τους μισθούς τεχνιτών και ανειδίκευτων εργατών, για το είδος και το κόστος των οικοδομικών υλικών, και ενίοτε για τις οικοδομικές τεχνικές.

Θ΄ συνεδρία. Ξυλοναυπηγική: ένας λιγότερο μελετημένος κλάδος παραδοσιακής τεχνολογίας και άυλης κληρονομιάς Απόστολος Δελής, δρ. Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου, Οι τύποι ιστιοφόρων πλοίων: μια σημαντική όψη εξέλιξης της ελληνόκτητης ναυτιλίας τον 18ο και 19ο αιώνα. Η ανακοίνωση εξετάζει τις εξελίξεις στους κόλπους της ελληνόκτητης ναυτιλίας τον ο

18 και 19ο αιώνα μέσα από τους τύπους των ιστιοφόρων πλοίων. Το πλοίο αποτελεί την εικόνα της ναυτιλιακής επιχείρησης, επομένως τα χαρακτηριστικά του αντικατοπτρίζουν το οικονομικό μέγεθος, το επίπεδο τεχνογνωσίας και το πολιτισμικό πλαίσιο της τελευταίας. Τα παραπάνω αποτυπώνονται κάθε φορά στους διάφορους τύπους πλοίων και στην εξέλιξή τους. Η ανάλυση των τύπων ιστιοφόρων πλοίων και η εξέλιξή τους στο χρόνο αποτελεί έναν θεμελιώδη δείκτη των εξελίξεων της ελληνόκτητης ναυτιλίας τον 18ο και 19ο αιώνα. Η επιλογή συγκεκριμένων τύπων πλοίων έναντι άλλων και η αναβάθμιση του στόλου με νέους τύπους οδηγεί σε πολύ χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με τις επιλογές των Ελλήνων πλοιοκτητών

που

υποδεικνύονται

από

οικονομικούς,

τεχνικούς

και

πολιτισμικούς

παράγοντες και ταυτόχρονα αναδεικνύουν το ρόλο, τη θέση και τις προοπτικές της ελληνόκτητης ναυτιλίας στις διεθνείς αγορές κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Κώστας Α. Δαμιανίδης, αρχιτέκτων, Ελληνική Ναυπηγική Τέχνη Η ναυπηγική τέχνη υπήρξε ένας από τους παλαιότερους και σημαντικότερους τομείς του τεχνικού πολιτισμού στη νεότερη Ελλάδα. Διέθετε εντυπωσιακές ιστορικές καταβολές και μπορούσε παράλληλα να αφομοιώσει σύγχρονες ναυπηγικές πρακτικές, αντιγράφοντας μεγάλα ναυπηγικά κέντρα. Τα ναυπηγεία αποτελούσαν μαζικούς χώρους εργασίας με


μεγάλη διασπορά σε όλο το χώρο του Αιγαίου και του Ιονίου πελάγους. Οι ξυλοναυπηγικές εργασίες γίνονταν κυρίως υπαίθρια και είναι ελάχιστες οι εγκαταστάσεις που έχουν διασωθεί. Γι’ αυτό η καταγραφή της τεχνικής στηρίζεται κυρίως στις προφορικές μαρτυρίες, στη μελέτη των εργαλείων και στην τεχνική ανάλυση των σκαφών που διασώθηκαν. Τα τελευταία χρόνια συντελείται αλόγιστα, μια πρωτόγνωρη καταστροφή σκαφών που μειώνει δραματικά την κληρονομιά της ελληνικής ναυπηγικής παράδοσης. Πρέπει να υπάρξουν άμεσες δράσεις για τη διάσωση των σκαφών που αποτελούν μνημεία του νεότερου τεχνικού πολιτισμού. Ποτηρόπουλος Παρασκευάς, Ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, Ακαδημία Αθηνών Οι άνθρωποι και οι τεχνικές: Προσωπικές διαδρομές ξυλοναυπηγών Η ανακοίνωση επιχειρεί να συμβάλει στη μελέτη της ξυλοναυπηγικής, μετατοπίζοντας την εστίαση από τις τεχνικές και τα εργαλεία στον ξυλοναυπηγό, τον τεχνίτη, τον άνθρωπο. Οι καταγραφές των ναυπηγικών εργασιών, των εγκαταστάσεων, των τεχνικών και των εργαλείων, οι τεχνικές μελέτες των ξύλινων σκαριών αναδεικνύουν την τεχνολογική διάσταση αυτής της παραδοσιακής πρακτικής. Ωστόσο αυτές τις «αντικειμενικές» όψεις της εργασίας προσδιορίζουν τα «υποκείμενα» των ναυπηγικών πρακτικών, οι ξυλοναυπηγοί. Ποιοι είναι; Πώς ζουν; Πώς και πού δουλεύουν; Με αφετηρία συγκεκριμένες αφηγήσεις τεχνιτών, προβάλλονται «ιστορίες» που συσχετίζουν ανθρώπους και σκάφη σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους, ανιχνεύονται αντιλήψεις και συμπεριφορές, σχέσεις, συναισθήματα και αξίες. Πρόκειται για προσωπικές διαδρομές που συνδέουν τη ζωή με την εργασία και βοηθούν να αναδειχθούν οι λιγότερο φωτισμένες

πλευρές,

οι

άυλες

όψεις

της

ναυπηγικής

πρακτικής.

Ταυτόχρονα,

παραμερίζοντας στερεότυπα και α-ιστορικές, στατικές προσεγγίσεις, προβάλλονται οι συνέχειες και οι ασυνέχειες της ξυλοναυπηγικής στο παρελθόν και στο παρόν, δίνοντας την αφορμή να συζητηθεί το ζήτημα της παραδοσιακής τεχνολογίας σήμερα.

Ι΄ συνεδρία. Η νομοθεσία σχετικά με τη βιομηχανική κληρονομιά Αλίκη Τζίκα-Χατζοπούλου, ομότιμος καθηγήτρια ΕΜΠ, Ελληνική και διεθνής νομοθεσία για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς Στο πρώτο μέρος της ανακοίνωσης θα αναλυθούν οι έννοιες: πολιτιστικό και φυσικό περιβάλλον, πολιτιστικό και φυσικό περιβάλλον, μνημείο, τοπία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, ιστορικός τόπος, παραδοσιακός οικισμός, ανάπλαση ιστορικού τόπου. Στη συνέχεια, θα παρουσιασθεί η ιστορική εξέλιξη της νομοθεσίας για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και ειδικότερα: 1. το περιεχόμενο και η έννοια του μνημείου από τη σύσταση του ελληνικού κράτους και τον πρώτο συστηματικό νόμο 5351/1932 «περί


αρχαιοτήτων» έως τον ν.3028/2002 «για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, 2. το περιεχόμενο και η εξέλιξη της έννοια της προστασίας στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Το δεύτερο μέρος θα αφορά στη διεθνή, ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία: 1. Θα αναφερθεί η ιδεολογία και οι αρχές της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, όπως έχει εξελιχθεί μέσα από τα διεθνή συνέδρια και τις διεθνείς συμβάσεις. 2. Η ισχύουσα ελληνική νομοθεσία για την προστασία των μνημείων (αρχαίων, νέων, νεωτέρων, υλικών, άυλων). 3. Επειδή όμως έχει γίνει πλέον διεθνώς αποδεκτό ότι η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς επιτυγχάνεται και μέσω της πολεοδομικής νομοθεσίας θα αναπτυχθούν και οι νόμοι που έχουν σχέση με τον σχεδιασμό του χώρου και την εκμετάλλευση της γης. 4. θα επιδιωχθεί να αναπτυχθεί η επίδραση της νομολογίας του ΣτΕ στην προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Δημήτρης Κ. Μέλισσας, Καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π. - Δικηγόρος Η προστασία της βιομηχανικής κληρονομιάς βάσει του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (Ν.Ο.Κ.) 1. Όπως είναι γνωστό, τα ενσώματα πολιτιστικά αγαθά προστατεύονται από δύο πλέγματα διατάξεων. Το ένα συγκροτείται από τις διατάξεις της «αρχαιολογικής» νομοθεσίας, κυρίως του ν. 3028/2002 (ΦΕΚ 153 Α΄), η οποία προστατεύει, μεταξύ άλλων, και κάθε είδους μνημεία. Το δεύτερο πλέγμα διατάξεων συγκροτείτο από τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 και 2 του προηγούμενου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 περί παραδοσιακών οικισμών και διατηρητέων κτηρίων. 2. Η διττή προστασία των σημαντικών αρχιτεκτονημάτων, που εφόσον έχουν τόσο μνημειακό όσο και παραδοσιακό χαρακτήρα, προκαλούν την εφαρμογή τόσο της πολεοδομικής όσο και της αρχαιολογικής νομοθεσίας, αποτυπώνει δίχως άλλο τις αδυναμίες της ελληνικής Διοίκησης. Αντικείμενο της διάλεξης θα είναι εάν αυτή την κατάσταση θέλησε να θίξει ο νομοθέτης του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού που θεσπίστηκε πρόσφατα με το ν. 4067/2012. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι το άρθρο 6 του ν. 4067/2012 που φέρει τον τίτλο «Προστασία Αρχιτεκτονικής και Φυσικής Κληρονομιάς», αναφέρονται δε στην παράγραφο 1 τα νομοθετήματα, με βάση τα οποία ορίζεται ιδίως η αρχιτεκτονική κληρονομιά. Στα νομοθετήματα αυτά δεν περιλαμβάνεται ο βασικός αρχαιολογικός νόμος 3028/2002. 3. Ως εκ τούτου η βιομηχανική κληρονομιά, ως αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς, προστατεύεται αποτελεσματικά από το Νέο Οικοδομικό Κανονισμό; Και αν όχι, ποια είναι η διαδικασία για την αποτελεσματική προστασία της; Πάντος Πάντος, επίτιμος Διευθυντής Διεύθυνσης Αρχείου Μνημείων ΥΠ.ΠΟ.Τ., Όψεις της προστασίας των βιομηχανικών μνημείων Δύο

ενδιαφέρουσες

όψεις

της

προστασίας

της

βιομηχανικής

πολιτιστικής

κληρονομιάς, η οποία βεβαίως εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο της προστασίας των


προστατευομένων διατηρητέων μνημείων της χώρας μας, είναι πρώτον τα φορολογικά και οικονομικά κίνητρα που κατά καιρούς έχουν θεσπισθεί και δεύτερον η τύχη του εξοπλισμού των προστατευομένων κτηρίων. Τα κίνητρα που έχει δώσει η χώρα μας είναι κυρίως εκπτώσεις από το φορολογητέο εισόδημα δωρεών ή χορηγιών, εκπτώσεις δεδουλευμένων τόκων δανείων, επιδοτήσεις επιτοκίων, άμεσες επιχορηγήσεις κ.λπ. Η τύχη του εξοπλισμού των προστατευομένων κτηρίων είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη σύγχρονη επιτρεπομένη εκάστοτε χρήση τους, έχει εφαρμοσθεί σε πολλές περιπτώσεις χαρακτηρισμού ιστορικών διατηρητέων μνημείων από το Υπουργείο Πολιτισμού, τις οποίες μπορεί να δει κανείς στον ογκώδη τόμο Διαρκής Κατάλογος των κηρυγμένων κινητών πολιτιστικών αγαθών που εξέδωσε η Διεύθυνση Εθνικού Αρχείου Μνημείων υπό την διεύθυνσή μου (2001-4) και έχει βρει ισχυρή στήριξη τόσο από τον Ν.3028/2002, όσο και νομολογιακή από το ΣτΕ.

Ειρήνη Σταματούδη, Δικηγόρος, LL.M., Ph.D., Διευθύντρια Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ΥΠ.ΠΟ.Τ., Προστασία βιομηχανικών μνημείων σύμφωνα με το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας και το δίκαιο πολιτιστικής κληρονομιάς Τα βιομηχανικά μνημεία προστατεύονται κυρίως με δύο βασικούς τρόπους: το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας και το δίκαιο της πολιτιστικής κληρονομιάς. Οι τρόποι ωστόσο αυτοί σπάνια επικαλύπτονται διότι το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας αναφέρεται σε μνημεία πρόσφατα για τα οποία –εάν πληρούνται και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος- η προστασία τους δεν ξεπερνά τα 70 χρόνια από την αποβίωση του αρχιτέκτονα ή δημιουργού τους ενώ το δίκαιο της πολιτιστικής κληρονομιάς αναφέρεται σε αρχαιότερα μνημεία, τα οποία πρέπει να εμπίπτουν εντός του ‘ιστορικού’ χρονικού πλαισίου που προβλέπει ο σχετικός νόμος. Στο πλαίσιο της εισήγησης αυτής, θα περιγραφούν οι βασικές αρχές και προϋποθέσεις εφαρμογής των δύο αυτών δικαίων στον βαθμό που σχετίζονται με την προστασία των βιομηχανικών μνημείων και θα συζητηθεί το γεγονός κατά πόσο το υπάρχον νομικό καθεστώς αφήνει κενά στην αποτελεσματική προστασία των μνημείων αυτών.


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.