Οπλο η φαντασία στόχος η αγωγή υγείας

Page 1


Μια φορά και έναν καιρό……… Ήταν μια ονειροπόλα 50αρα που διάβαζε πολλά παραμύθια γιατί δούλευε με μικρά παιδιά… Όμως η δουλειά της –αν και σπουδαία- ήταν δύσκολη γιατί είχε πολύ φόβο και πολύ κλάμα. Ήταν επισκέπτρια Υγείας και έκανε συνήθως εμβόλια στα παιδάκια!! Τούτη η ονειροπόλα 50αρα λοιπόν, ζούσε με ήρωες παράξενους όπως η Φρικατελα, ήθελε να πετάξει όπως ένα σκιάχτρο , η χώρα της λεγόταν Φρουτοπία και έκανε ασκήσεις φαντασίας ψάχνοντας να βρει τις χρήσεις του συνδετήρα. Είχε συντροφιά την τελευταία μαύρη γάτα , περίμενε πάντα τον ερωτευμένο πυροσβέστη για να πάνε στη χώρα των χαμένων χαρταετών και είχε στη πιατέλα να περιμένουν ζεστά 88 ντολμαδάκια Μόνο ένα δεν είχε μπορέσει να κάνει. Να διώξει εκείνο το κλάμα και τον φόβο από τα παιδιά που εμβολιάζονταν και να βάλει ένα άλλο συναίσθημα. Έψαχνε και το συναίσθημα και τον τρόπο… Και ο καιρός περνούσε Κόντευε να πάρει σύνταξη και όλο έψαχνε ,έψαχνε να βρει δυο πράγματα . Πώς να κάνει το επάγγελμα της γνωστό αλλά και κείνο το συναίσθημα που θα ομόρφαινε την ψυχή των παιδιών. Πήγε στην πόλη των αδάκρυτων ανθρώπων, στην πόλη των αγέλαστων ανθρώπων όμως εκεί ευτυχώς υπήρχαν οι νοσηλευτές.1 Ήξερε πως η «φαντασία είναι σπουδαιότερη από τη γνώση γιατί αγκαλιάζει το άγνωστο, αυτό που θα συμβεί στο μέλλον. Αντίθετα η γνώση αναφέρεται μόνο στο γνωστό, σε αυτό που ήδη έχει συμβεί»2 Ένα βραδύ είδε ένα όνειρο. Ήταν λέει μια μεγάλη γιορτή και ήταν μαζεμένες πολλές πάρα πολλές επισκέπτριες από όλη την Ελλάδα. Κρατούσαν όλες ένα φάκελο και μέσα είχαν γράψει σε πολύχρωμα χαρτάκια ιδέες για ένα παραμύθι. Αυτές τις μικρές πολύχρωμες ιδέες τις μάζεψαν και τις έδωσαν στον πιο εγκληματικά τρυφερό παραμυθά που ήξεραν για να τους γράψει ένα παραμύθι που από άκρη σε άκρη σε όλη την Ελλάδα θα το έπαιρναν και όλες μαζί θα προσπαθούσαν να μην υπάρχει ούτε φόβος ούτε κλάμα…..


Δεν είναι απλά ένα όνειρο. Είναι μια βαθιά επιθυμία ζωής. Η μικρή εκδήλωση για να τιμηθούν οι σιωπηλοί και άγνωστοι σε πολλούς επισκέπτριες υγείας (όλοι ξέρουν μόνο τους νοσηλευτές) έγινε στο πολιτιστικό κέντρο του Δήμου Κορδελιού - Ευόσμου Και τους πρώτους φακέλους με τα πολύχρωμα χαρτάκια τα μαζέψαμε.. Μέχρι να γραφτεί όμως εκείνο το μεγάλο παραμύθι πολλοί από μας τους Επισκέπτες υγείας που «ΤΑ ΟΡΙΑ ΜΑΣ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΑΠΌ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΝ ΜΕ ΤΗΝ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΑΣ», έχουμε γράψει παραμύθια, τραγούδια, κουκλοθέατρα, θεατρικά…γεμίζουμε ένα βιβλίο με αυτά. Τούτο το βιβλίο που βλέπετε. Ελπίζω να είναι η αρχή και να βγουν και άλλα στο μέλλον. Προς το παρόν είναι μεγάλη τιμή και χαρά, που βρήκα συναδέλφους συνοδοιπόρους σε αυτό μου το όνειρο.. Περιμένοντας θα συνεχίσω και να ονειρεύομαι και να ελπίζω. Ευχαριστώ που έτσι κι αλλιώς αφιερώσατε λίγο από το χρόνο σας για διαβάσετε αυτές τις γραμμές

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ

1 «ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑΣ 2 «ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΕΓΚΩΜΙΟΝ» διήγημα σε Νοσηλευτικό συνέδριο στη Ρόδο

, ΦΑΝΤΑΣΙΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ: ΟΙ 200 χρήσεις ενός συνδετήρα» σε συνέδριο για τη Δημόσια Υγεία στη Θεσσαλονίκη


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 1Η ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ, ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΑΓΧΟΣ Η νεράιδα Σωτηρία και η μάγισσα Κακία: Ι. Γκέτσιος μαζί με τον μικρό του γιό Το καραβάκι της καρδιάς της: Δ. Χαλκιά Ο χρυσός ποταμός και το μαύρο διαμαντάκι: Ι. Γκέτσιος μαζί με τον μικρό του γιό Όταν η Στελίτσα συνάντησε τον Φλικ: Δ. Χαλκιά Μια καθημερινή απλή ιστορία: Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 2Η ΔΟΝΤΙΑ, ΔΙΑΤΡΟΦΗ Η Λιχουδένια και ο Οδοντίατρος: Β. Μπελίστη (μαζί με τις συνεργάτιδές της ) Ο παππούς Ροδαλός και η μαγική συνταγή : Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 3Η ΑΝΤΙΚΑΠΝΙΣΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑ.ΚΕ.ΠΑ : Δ. Χαλκιά Πέντε τσιγάρα δρόμος: Α. Βαλσαμή Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από ένα τσιγάρο; : Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 4Η ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ Πέφτουν σταγόνες: Ε. Μυλωνά Χαρωπά τα δυο μου χέρια πλένω εγώ: Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 5Η ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ Το παραμύθι της Φυματίωσης: Μ. Αργυροπούλου Οι Δίδυμοι: Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 6Η Α! ΒΟΗΘΕΙΕΣ ΣΕ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ Η χώρα του αχ αχ που έγινε χώρα του χα χα: Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 7Η ΟΔΙΚΗ ΑΣΦΆΛΕΙΑ ΣΕ ΝΗΠΑΙΓΩΓΕΊΟ Όταν ο Πρόδρομος συνάντησε τον Κοκκινομυτούλη: Δ. Χαλκιά ΕΝΟΤΗΤΑ 8Η ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ Μαντινάδες θηλασμού: Α. Χρονάκη Μια φορά και έναν καιρό ήταν το γάλα: Δ. Χαλκιά ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΥΓΕΙΑΣ Λίγο πριν: Δ. Χαλκιά


<<Η νεράιδα Σωτηρία και η μάγισσα Κακία>>

Μ

ια φορά και ένα καιρό, σε μια μακρινή καταπράσινη πόλη ζούσε μια αγαπημένη οικογένεια. Οι γονείς δουλεύαν συνεχώς από το πρωί μέχρι το βράδυ για να αποκτήσουν λίγα χρήματα και να μπορούν να πληρώνουν τα έξοδά της οικογένειάς τους. Οι κάτοικοι της πόλης ήταν όλοι αγαπημένοι και πολύ εργατικοί. Συνεχώς κάνανε γιορτές και στήνανε χορούς. Υπήρχε όμως και κάτι που τους βασάνιζε κάθε μέρα το μυαλό. Τι να ήταν αυτό άραγε; Τι τους φόβιζε; Ποια σκιά ήταν πάνω από την πόλη; Πράγματι κάτι δεν πήγαινε καλά. Σ΄ αυτή την όμορφη πόλη κατοικούσε και μία πολύ κακιά γυναίκα που ήταν τσιγκούνα και τεμπέλα. Το χειρότερο όμως ήταν πως είχε μαγικές δυνάμεις. Συχνά φόβιζε και απειλούσε τους καλούς και εργατικούς κατοίκους να της δίνουνε όλα τους τα χρήματα, αλλιώς θα τους μαρμάρωνε έλεγε. Όλοι τη φοβόντουσαν και μεταξύ τους την αποκαλούσαν μάγισσα Κακία. Μια μέρα, η Κακία πέρασε μαγικά μέσα από την πόρτα του σπιτιού της αγαπημένης οικογένειας και με δυνατή και άγρια φωνή, είπε στον πατέρα της οικογένειας: <<Ήρθε η σειρά σας πάλι. Δώστε μου όλα σας τα χρήματα γιατί αλλιώς ……ξέρετε τι σας περιμένει>>. Ο πατέρας για μοναδική φορά αρνήθηκε, κανείς δεν είχε τολμήσει να αρνηθεί έως τώρα στην Κακία. Σήκωσε το ανάστημά του, στάθηκε μπροστά της και κοιτώντας τη στα μάτια θαρραλέα της είπε: <<Φτάνει πια Κακία! Να πας να δουλέψεις τεμπέλα όπως όλοι μας. Δεν σου δίνω τίποτα πλέον. ! Εξ αιτίας σου χάνουμε όλα μας τα χρήματα και εξ αιτίας του φόβου μας χάσαμε για πάντα την καλή μας νεράιδα>>. Και η μάγισσα Κακία πολύ οργισμένη του απαντά: -<<Ώστε έτσι !!! Άμυαλε και ανόητε!!! Τώρα θα νιώσετε τη οργή μου!!! Αλακ αζάν,! Αλακαζάν! Αλακαζάν!!!!! >> Η όμορφη και εργατική οικογένεια μαρμάρωσε με μιας. Ξαφνικά ένας δυνατός αέρας φύσηξε και άνοιξε την πόρτα του μικρού σπιτιού. Μια λάμψη μαγική φώτισε όμορφα όλο το σπίτι. Μια λάμψη που δεν μπορούσε να αντέξει η Κακία, η οποία άρχισε να τρέμει από το φόβο της. Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε η χαμένη καλή νεράιδα της πόλης, η Σωτηρία και με έντονο ύφος της λέει: -<<Λύσε τα μάγια σου Κακία και ελευθέρωσέ τους γρήγορα! Αλλιώς θα σε εξορίσω από την πόλη μας! Δεν θα μπορέσεις ποτέ να βρεις το δρόμο της επιστροφής και θα ζεις μόνη και δυστυχισμένη στα βουνά!>> Η μάγισσα Κακία κατάλαβε πλέον πως έχασε, πως πάντα θα κέρδιζε η νεράιδα Σωτηρία. Πάντα θα κέρδιζε η καλοσύνη της νεράιδας! Φοβήθηκε και υπάκουσε.


Ελευθέρωσε από τα μάγια της την οικογένεια και όλους τους κατοίκους της πόλης που είχε μαγέψει μέχρι τότε. Η καλή μας νεράιδα Σωτηρία για μια ακόμα φορά, έδειξε σε όλους πόσο ισχυρή είναι η δύναμη του καλού. Χαρούμενη που οι κάτοικοι της πόλης αντιδράσανε στην Κακία, αποφάσισε να επιστέψει πάλι στη μικρή της πόλη και να προστατεύει για πάντα τους εργατικούς της κατοίκους.

Κείμενο: Γκέτσιος Ι. Επισκέπτης Υγείας MSc Πνευματική καθοδήγηση: Γκέτσιος Γεράσιμος – Μάριος του Ιωάννη


Το καραβάκι της καρδιάς της

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΣΤΑΥΡΑΚΗ


Μ

ια φορά και ένα καιρό ήταν ένα μικρό καραβάκι. Βασικά ήταν μικρή βαρκούλα αλλά όταν το έφτιαξαν, η κόρη του μάστορα, το είπε «καραβάκι της καρδιάς της» και από τότε όλοι καραβάκι το έλεγαν. Είχε όνομα, όπως οι περισσότερες βάρκες το όνομα της Παναγιάς, μα το ήξεραν στο λιμάνι καραβάκι και έτσι έμεινε Το λιμάνι ήταν ένας μικρός ορμίσκος παρά λιμάνι. Σα θύμωνε η Θάλασσα και δεν προλάβαινε ο ψαράς να το τραβήξει έξω τότε αυτό χτυπούσε στα βράχια και κόντευε να βουλιάξει. Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένα καραβάκι. Μικρούλικο και φοβισμένο. Ειδικά όταν είχε αυτά τα μεγάλα μαύρα κύματα. Φοβόταν πολύ. Τόσο που δεν μπορούσε να χαρεί τίποτα. Ούτε τον ήλιο όταν το αγκάλιαζε και το ζέσταινε, ούτε το φεγγάρι όταν έκανε χίλια κόλπα με την ήρεμη θάλασσα, ούτε την αγκυρούλα που το κράταγε ακούραστα και σταθερά, ούτε το μεγάλο και απέραντο μπλε όταν ανοιγόταν για ταξίδι. Φοβόταν τόσο που ένοιωθε μόνο, απελπιστικά μόνο. Και ας ερχόντουσαν τα πουλιά να καθίσουν μαζί του και ας έπεφταν αστέρια συνέχεια για να το φτάσουν από τον ουρανό. Καθόταν μαραζωμένο και δυστυχισμένο στον ορμίσκο του και δεν καταλάβαινε παρά μόνο την μοναξιά του. Κάποτε η αγκυρούλα θύμωσε. Βαρέθηκε να το ακούει να κλαψουρίζει όλο μιζέρια και το άφησε να ταξιδέψει μακριά. Είχε βοηθήσει λίγο και ένα από κείνα τα κύματα που το καραβάκι φοβόταν πολύ και τσουπ, λύθηκε και κείνο σε μια παράξενη ελευθερία που δεν την ήθελε και δεν ήξερε πώς να τη διαχειριστεί – βρέθηκε να ταξιδεύει χωρίς τον ψαρά να το καθοδηγεί Έκανε να πάει πίσω μα δεν μπορούσε. Ξαφνικά ένιωσε μια αβάσταχτη ερημιά! Γύρω του μόνο θάλασσα. Τίποτα άλλο. Ούτε βράχια, ούτε στεριά, ούτε το σπίτι του ψαρά, ούτε πουλιά, τίποτα. Μόνο θάλασσα. Όμορφη, γαλήνια αλλά τεράστια θάλασσα. Κατάλαβε τη διαφορά της μοναξιάς από την ερημιά και ντράπηκε. Ντροπιάστηκε γιατί δεν είπε ποτέ ευχαριστώ στ΄ αστέρια και κυρίως γιατί δεν είχε καταλάβει πόσο δίπλα του είχε πάντα την αγκυρούλα. Φοβόταν ακόμα πιο πολύ τώρα. Μα άρχισε να ανακαλύπτει σιγά-σιγά πως ο φόβος μπορεί να σε κάνει και δυνατό όχι μόνο δυστυχισμένο. Όσο η θάλασσα ήταν ήρεμη έμαθε να παίζει με τα κύματα. Μέχρι που προσπάθησε να πιάσει κουβέντα μαζί τους. Ξαφνιάστηκε ευχάριστα όταν ανακάλυψε πως και κείνα κρύβουν φόβους και ανησυχίες και είναι χαρούμενα μόνο όταν η θάλασσα είναι ήρεμη. Στεναχωριούνται όταν εκείνη θυμώνει και σκοτεινιάζει. Πολλές φορές προσπαθούν να προστατέψουν τα καραβάκια σαν αυτό κουβαλώντας τα στη ράχη τους και όχι για να τους κάνουν κακό όπως νόμιζε. Ηρέμησε. Άρχισε να σκέφτεται πόσο άδικα ξόδευε τη ζωή του με τον φόβο. Άδικα δεν χαιρόταν απλά πράγματα. Θυμήθηκε τα πουλάκια που του τραγουδούσαν και του έλεγαν να χαμογελάει λίγο. Νοστάλγησε τα πουλάκια, τον όρμο, την αγκυρούλα. Ήταν πιο σοφό τώρα. Και λίγο πιο μελαγχολικό…. Από τη νοσταλγία. Ξάφνου ήρθε ένα κύμα να του πει να προσέχει. Η θάλασσα πάλι θύμωσε και όπου να είναι θα αγριέψει. Να προσέχει και να μείνει όσο μπορεί μακριά του αλλά και κείνο θα


προσπαθούσε να μην του κάνει κακό. Ταράχτηκε το καραβάκι. Τώρα μαζί με την ερημιά μάθαινε και την απόγνωση. Τι θα έκανε; Μόνο του, ολομόναχο… ο φόβος ξαναήρθε μαζί με την θυμωμένη θάλασσα. Και τούτη τη φορά ήρθε μαζί και ο πανικός. Το καραβάκι τα έχασε δεν ήξερε τι να κάνει. «Ήρεμα» του φώναξε το κύμα. «Ήρεμα και μακριά από μένα». Το καραβάκι δεν άκουγε καλά, ήταν και ο θόρυβος που το μπέρδευε «άλλο ένα» νόμισε ότι άκουσε και θύμωσε.! Θύμωσε γιατί νόμιζε πως το κύμα το κορόιδευε. Εκεί στη μέση του πουθενά και στην αγωνία και την απόγνωση του είδε ένα φώς. Ερχόταν, έφευγε, ερχόταν, έφευγε. Στην αρχή παραξενεύτηκε, θαρρούσε πως το φανταζόταν όπως φανταζόταν και την αγκυρούλα του και τον όρμο του. Μετά το κατάλαβε πως κάτι ήταν. Κατάφερε χτυπημένο να φτάσει κοντά. Εκεί βρήκε μια μικρή φωλιά, μπήκε μέσα και περίμενε πότε θα ξεθύμωνε η θάλασσα. Το φως ρυθμικά ερχόταν – έφευγε χωρίς καν να το ενδιαφέρει αν ο αέρας σφύριζε δυνατά, αν η θάλασσα θύμωνε όλο και περισσότερο αν τα κύματα όλο και μεγάλωναν. Κάποια στιγμή όλα ηρέμησαν. Τίποτα δεν θύμιζε το χαμό που έγινε πριν λίγο. -

Έλα βγες του είπε το κύμα

-

Όχι φύγε δε σε έχω φίλο

-

Γιατί; Ρώτησε το κύμα απορημένο

-

Γιατί με κορόιδευες,… πάρε άλλο ένα μου έλεγες

Αχ μικρό και άμυαλο καραβάκι, λέει το κύμα. Μακριά από μένα σου έλεγα. Αχ μικρό και άμυαλο καραβάκι!! Πότε θα μάθεις ότι υπάρχει και κάτι που λέγετε εμπιστοσύνη; Θα με συγχωρήσεις ποτέ; Ρώτησε το κύμα ντροπιασμένο -

Άμα μου υποσχεθείς ότι θα σκέφτεσαι πιο θετικά.. βγες έξω τώρα

-

Τι είναι εδώ; Φάρος. Δεν ξέρεις τι είναι φάρος;

Όχι πρώτη φορά βλέπω Ε τότε ευκαιρία να πας να τον γνωρίσεις Το καραβάκι άρχισε να πηγαίνει γύρω – γύρω σε κείνο το παράξενο βράχο/νησί. Μικρό, άγριο και καταμεσής στο πέλαγο. Στο κέντρο του αλλά και ένα με αυτό ένα ψηλό άσπρο στρογγυλό κτίριο του οποίου ήταν ένα φως που στριφογύριζε…. Το κοίταξε και το θαύμασε. -

Γεια σου, του φώναξε κάποια στιγμή Γεια σου και σένα, του είπε ο Φάρος - Είσαι καιρό εδώ; - Από πάντα!

-

Από πάντα; Δηλαδή;

-

Εδώ βρέθηκα από τότε που υπάρχω, που με έφτιαξαν Και δεν έφυγες ποτέ;

-

Ποτέ!

-

Ούτε θέλησες να φύγεις;

-

Θέλησα, αλλά αποφάσισα πως είναι καλύτερα να μην το κάνω Και δε σε πειράζει που είσαι μόνος;

-

Μόνος; Ποιος σου είπε πως είμαι μόνος;


-

Δεν είσαι;

-

Όχι Αφού δεν είναι κανείς εδώ!!

Δε βλέπεις καλά μικρό καραβάκι. Έχω τα κύματα που έρχονται πάντα και μου κάνουν παρέα. Έχω όλους αυτούς τους ναυτικούς που με βλέπουν από μακριά και βρίσκουν το δρόμο τους. Έχω τον ήλιο που με ζεσταίνει όταν κρυώνω. Το φεγγάρι να φωτίζει τα βράδια και να παίζει μαζί μου. Τα αστέρια που με βοηθούν να ξεχωρίζω τον ουρανό από την θάλασσα. Τον αέρα που με χαϊδεύει. Και κυρίως την θάλασσα! Αυτή δεν με εγκατέλειψε ποτέ! Που και που έρχονται και κάτι καραβάκια σαν και σένα και σπάνε την σιωπή μου -

Δε φοβάσαι τα κύματα όταν είναι μεγάλα;

-

Γιατί να τα φοβηθώ, εγώ είμαι μεγαλύτερος Δεν φοβάσαι τον αέρα όταν γίνεται άγριος;

-

Γιατί να τον φοβηθώ, εγώ είμαι πιο άγριος

-

Δε φοβάσαι την θάλασσα όταν θυμώνει;

-

Εγώ θυμώνω πιο πολύ

Δε φοβάσαι τίποτα; Μόνο τον εαυτό μου. Αυτόν φοβάμαι όταν γίνεται ανεξέλεγκτος Το καραβάκι κοίταζε ξαφνιασμένο και προβληματισμένο. Πόσο λάθος είχε κάνει μέχρι τώρα. Νόμιζε ότι φοβόταν το κύμα και τελικά ανακάλυψε ότι φοβόταν ουσιαστικά τον εαυτό του. -

Εγώ φοβάμαι, φώναξε

-

Όχι δεν φοβάσαι. Άλλοθι θες για να μην αγωνίζεσαι και να κρύβεσαι

Όχι φοβάμαι. Φοβάμαι γιατί είμαι μικρό και τα κύματα μεγαλύτερα. Γιατί είμαι μόνο και θέλω παρέα Είσαι μικρό άμα το πιστεύεις. Άμα πιστέψεις πως είσαι μεγάλο θα μεγαλώσεις. Αλήθεια η αγκυρούλα σου που είναι; Το καραβάκι τα ΄χασε. Θύμωσε. Όχι τα λέει αυτά ο Φάρος γιατί έχει το βράχο και πατάει επάνω, δε είναι στη θάλασσα όπως το ίδιο. Γιατί είναι ψηλός και δεν τον φτάνουν να τον κουκουλώσουν τα κύματα. Όχι δεν είναι έτσι. Εκείνος δεν ταξιδεύει να δει τη διαφορά… «εγώ φοβάμαι!!!!!» φώναξε καθώς έφευγε. Ε, ψιτ! του φώναξε το κύμα, πήγαινε κρύψου πάλι εκεί που ήσουν γιατί η θάλασσα με τον αέρα ξεκίνησαν πάλι καβγά και θα γίνει χαμός. Άντε και μετά θα σε πάω στον όρμο σου άμα είσαι εντάξει.

Τρομαγμένο το καραβάκι κρύφτηκε όσο πιο βαθιά μπορούσε. Ο αέρας άρχισε να σφυρίζει δυνατά και σε λίγο κάτι απίστευτα μεγάλα κύματα άρχισαν να έρχονται. Τεράστια. Χτύπαγαν το Φάρο δυνατά, πολύ δυνατά. Το καραβάκι έκλεινε σφικτά τα μάτια και τα αυτιά του αλλά ο φόβος το είχε κάνει να παγώσει. Και αν έρθει και κει που είναι κρυμμένο; Και αν το χτυπήσει δυνατά όπως τον Φάρο; Ξαφνικά του κόπηκε


η ανάσα. Ο Φάρος! Ο Φάρος κινδύνευε τούτη τη φορά. Άνοιξε δειλά-δειλά τα μάτια του και κοίταξε να δει. Το φως ερχόταν και έφευγε με τον ίδιο ρυθμό. Κουρασμένο, θολό αλλά σταθερά εκεί! Ένοιωσε σιγουριά το καραβάκι. Για πρώτη φορά χαμογέλασε. Τότε έγινε κάτι μαγικό. Ο αέρας ξαφνικά σταμάτησε, τα κύματα ηρέμησαν και μια παράξενη γαλήνη απλώθηκε παντού…. Η θάλασσα θαρρείς και είχε το χαμόγελο του. Το καραβάκι βγήκε από την κρυψώνα του και ρώτησε όλο αγωνία το Φάρο -

Είσαι καλά;

-

Είμαι καλά όσο εσύ είσαι καλά, του απάντησε

-

Και πως αντέχεις; Έτσι έμαθα, στα δύσκολα κυρίως χαμογελάω

-

Και γω χαμογέλασα

Το ξέρω, το κατάλαβα. Φοβάσαι ακόμα; Λιγότερο. Ξέρεις τι λέω; Να μην είμαι πια καραβάκι αλλά καράβι. Και όλα θα πάνε καλά όσο θα βλέπω το δικό σου φως να πηγαίνει και να έρχεται Μπράβο. Κάτι έμαθες από το ταξίδι σου. Άντε τώρα να βρεις την αγκυρούλα σου, θα ανησυχεί -

Να έρχομαι που και που;

-

Και δεν έρχεσαι

Θα έρχομαι. Θα κάνω γύρους πολλούς στο βράχο σα να σε αγκαλιάζω και θα σου στέλνω φιλιά με το κύμα. Έτσι για να σου κάνω παρέα και να μην κουραστείς να φωτίζεις το δρόμο μας. Μια υποψία για κουράγιο -

Καλά, πήγαινε τώρα σε περιμένουν

-

Θα ξαναέρθω

Το ξέρω, ΚΑΡΑΒΙ μου, πως θα ξαναέρθεις. Θα έρχεσαι για να παίρνεις τη δύναμη που θες. Και γω την τρυφερότητα από σένα. Σιγά-σιγά θα γίνεις ένα μεγάλο, πολύ μεγάλο πλοίο που θα περνά από μακριά και όταν οι ναυτικοί θα χαιρετάν το φως μου εσύ θα γεμίζεις περηφάνια γιατί με γνώρισες, με έμαθες όπως έμαθες και τον εαυτό σου. Άντε πήγαινε τώρα σε περιμένουν

Π

έρασαν χρόνια πολλά. Ο Φάρος είχε δίκιο. Όποτε πέρναγε από μακριά έφεγγε, και κείνο γέμιζε σιγουριά και γλύκα. Φούσκωνε από περηφάνια όποτε έβλεπε το φως που ερχόταν Δεν έζησαν ποτέ μαζί αλλά ήταν πάντα παρέα. Ήταν όμορφα έτσι. Ακόμα και τώρα χρόνια πολλά μετά το καραβάκι κι ο Φάρος είναι έτσι παρέα!!

Και έζησαν αυτοί καλά Και μείς καλύτερα.


<<Ο χρυσός ποταμός και το μαύρο διαμαντάκι >>

Μ

ια φορά και ένα καιρό, μακριά στις Αραβικές χώρες ζούσε ένα παιδάκι που το φώναζαν Ρομπέν των Ονείρων. Αυτό το παιδάκι όλα τα έβλεπε όμορφα, φωτεινά και γελαστά. Πάντα προσπαθούσε να βοηθάει όποιον αντιμετώπιζε δυσκολίες και ήταν δυστυχισμένος. Οι σοφοί γέροντες της χώρας του, είχαν καταλάβει πόσο σημαντικό και σπουδαίο παιδί ήταν και θέλησαν να το βοηθήσουν, κάνοντάς του ένα δώρο. Σκέφτηκαν να του προσφέρουν το μοναδικό μαγικό μαύρο διαμαντάκι, που μέσα του είχε κλεισμένες όλες τις μαγικές δυνάμεις του καλού. Δεν θα του το έδιναν όμως με μεγάλη ευκολία! Σκέφτηκαν λοιπόν πως για να το πάρει, έπρεπε πρώτα να περάσει μια μεγάλη δοκιμασία. Οι σοφοί γέροντες πρώτα τον κάλεσαν να πάει να τους βρει. Έτσι και έκανε. Εκείνοι τότε του είπαν πως πρέπει να πάει μόνος του στο μακρινό χρυσό ποταμό. Ο ποταμός ήταν τεράστιος, βαθύς και είχε γύρω του πολλά σπάνια φυτά και παράξενα ζώα. Στον ποταμό πήγαιναν ταξιδιώτες από όλο τον κόσμο για να τον θαυμάσουν. Δεν ήταν όμως όλα τόσο όμορφα και μαγικά στον χρυσό ποταμό. Στις όχθες του χρυσού ποταμού ζούσε ένας τεράστιος βάτραχος. Ο βάτραχος ήταν τρομακτικός και επικίνδυνος, έμοιαζε με μυθικό τέρας. Είχε ένα τεράστιο κόκκινο κεφάλι με μακριά κίτρινη γλώσσα. Ο τεράστιος βάτραχος όταν θύμωνε ή ένοιωθε πως κάποιος τον απειλεί από τους περαστικούς, άνοιγε το μεγάλο στόμα του και πέταγε φλόγες. Φωτιές έβγαναν από το στόμα κάθε φορά που θύμωνε. Η φωτιά ήταν τόσο δυνατή που κατέστρεφε όλα τα φυτά, έκαιγε τα ζωάκια και τους περαστικούς που υπήρχαν γύρω του. Ο τεράστιος θυμωμένος βάτραχος κάθε φορά που θύμωνε κατέστρεφε όλη την περιοχή. Οι σοφοί γέροντες το γνώριζαν αυτό! Ζήτησαν από το Ρομπέν των Ονείρων να πάει στο ποτάμι και να διώξει τον κακό και τεράστιο βάτραχο. Όταν λοιπόν θα έδιωχνε τον κακό βάτραχο, τότε μόνο θα γινόταν δικό του το μαγικό μαύρο διαμαντάκι, το οποίο ήταν πάρα πολύ καλά κρυμμένο στο βυθό του χρυσού ποταμού. Μετά από πολλές μέρες ταξιδιού και δυσκολιών, κουρασμένος και πεινασμένος ο Ρομπέν των Ονείρων κατάφερε φτάσει επιτέλους στις όχθες του χρυσού ποταμού. Ο Ρομπέν δοκίμασε πολλά τεχνάσματα για να απομακρύνει το βάτραχο και να πάρει το μαύρο μαγικό διαμαντάκι. Δυστυχώς τίποτα δεν μπορούσε να νικήσει τον τεράστιο θυμωμένο βάτραχο, κανένα κόλπο του δεν είχε πετύχει. Κουρασμένος πλέον και απογοητευμένος ο Ρομπέν κάθισε κάτω από ένα δέντρο να ξεκουραστεί και να ηρεμήσει. Έβγαλε από το σακίδιό του τη μικρή του φυσαρμόνικα και άρχισε να παίζει μια γλυκιά μελωδία. Χωρίς να το καταλάβει ο κακός βάτραχος, ακούγοντας τη γλυκιά μελωδία του Ρομπέν, έπαψε να νιώθει απειλή, ηρέμησε και γαλήνια αποκοιμήθηκε για πάντα……!!! Ο Ρομπέν αμέσως, χωρίς να διστάσει βούτηξε στα παγωμένα νερά του χρυσού ποταμού και άρχισε να ψάχνει το μαύρο μαγικό διαμαντάκι. Μάταια όμως έχανε το χρόνο του, δεν μπορούσε να το βρει πουθενά στα σκοτεινά νερά του ποταμού. Απογοητευμένος πλέον αποφάσισε να βγει στην όχθη του χρυσού ποταμού και να εγκαταλείψει την προσπάθειά του.


Ξαφνικά είδε μπροστά του ένα μικρό, γλυκό βατραχάκι με κόκκινο κεφάλι να του λέει <<έλα μαζί μου Ρομπέν των Ονείρων, εγώ θα σε οδηγήσω στο μαγικό μαύρο διαμαντάκι που αναζητάς>>. Ο Ρομπέν χωρίς δισταγμό, ακολούθησε το καλό πλέον βατραχάκι που τον πήγε στη χρυσή σπηλιά του βυθού. Εκεί, στη μέση της σπηλιάς είδε για πρώτη φορά να λάμπει το μαύρο μαγικό διαμαντάκι που έψαχνε. Πλησίασε, το άγγιξε και στη συνέχεια κρατώντας το στο χέρι βγήκε από τα νερά του ποταμού. Ευτυχισμένος πλέον και με τις μαγικές δυνάμεις του καλού, επέστρεψε στη μακρινή του χώρα. Δεν έπαψε ποτέ να γελάει, να βοηθά και να δίνει θάρρος σε όλους τους ανθρώπους που αντιμετώπιζαν δυσκολίες. Τον αγαπούσαν όλοι στη χώρα του. Ήταν ο Ρομπέν των Ονείρων τους!!!

Κείμενο: Γκέτσιος Ι. Επισκέπτης Υγείας MSc Πνευματική καθοδήγηση: Γκέτσιος Γεράσιμος – Μάριος του Ιωάννη


ΟΤΑΝ Η ΣΤΕΛΙΤΣΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΦΛΙΚ

ΔΑΦΝΗ ΣΤΑΥΡΑΚΗ-ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Είναι μια προσπάθεια να περάσουμε μερικά σύγχρονα μηνύματα τόσο για την παιδική βία όσο και για την αποξένωση. Επίσης με απλό τρόπο οδηγίες προστασίας από αγνώστους . Σε όλες σχεδόν τις φάσεις που μιλάει η Στελιτσα ο ηθοποιός μπορε ί να κάνει διάλογο με τα παιδιά ώστε να μπουν και αυτά σαν μέλος του παραμυθιού στη συζήτηση . Προτεινόμενο σημείο συζήτησης στο στυλ «εσείς τι κάνετε» μετα το παραμύθι της γιαγιάς για τον κακό λύκο, το σημείο με το Βασιλάκη που χτυπάει τα παιδιά, εκεί που η Μαιρουλα λέει ότι ο Βασιλάκης ζηλεύει και θα δείρει τη Στελιτσα, ακόμα και η επιμονή της να μιλάει σε ένα παιδί που εκείνο δεν μιλάει. Υπάρχουν πολλά σημεία διαδρασης και είναι στην διακριτική ευχέρεια, την διάθεση αλλά και τη γνώση του ηθοποιού για να το κάνει. Ο Φλικ ουσιαστικά ανήκει στο φάσμα του αυτισμού και έχει υποστεί σοκ από τον ξαφνικό θάνατο των γονέων του. Η ωραία κυρία που εμφανίζετε σαν φίλη της γιαγιάς ουσιαστικά είναι η ψυχολόγος που τον παρακολουθεί. Βέβαια θα μπορούσε ωραιότατα να είναι προσφυγόπουλο. Και τα δυο είναι σενάρια για μεγαλύτερα παιδιά και όχι νηπιαγωγείου. Επίσης θα μπορούσε να ζητηθεί από τα παιδιά να δώσουν το τέλος στο σημείο που αναρωτιέται η Στελιτσα πως θα του πει ότι θα φύγει. Η επικοινωνία με παντομίμα είναι ένα άλλο σημείο που θα μπορούσε να γίνει συνεργατικά με τα παιδιά. Έτσι μαθαίνουν και την γλώσσα του σώματος κατά κάποιο τρόπο. Τέλος είναι καλό να μπουν τα παιδιά στη διαδικασία να ζωγραφίσουν. Η ζωγραφική είναι τεράστιο εργαλείο έκφρασης γι’ αυτά και ανατροφοδότησης για τους ηθοποιούς. Στο τέλος ο Φλικ αφήνει μια ζωγραφιά. Λέμε λοιπόν στα παιδιά να ζωγραφίσουν αυτά αυτή τη ζωγραφιά. Και θα μαζέψουμε όλες αυτές τις ζωγραφιές και θα τις βάλουμε σε ένα τεράστιο φάκελο και θα τις δώσουμε ή στη Στελιτσα η θα τις στείλουμε στον Φλικ ανάλογα με το τι θα αποφασίσουν τα ίδια τα παιδιά να κάνουν. Σε συνεργασία με τις νηπιαγωγούς άμα θέλουν το όλο θέατρο μπορεί να εξελιχτεί σε σπουδαίο μάθημα. Και θα το προχωρήσω λίγο πιο πέρα και σκέψου το: θα μπορούσαμε να έχουμε την επιστροφή του Φλικ σαν θεατρικό την επόμενη χρονιά για όλα τα νηπιαγωγεία που είδαν το πρώτο μέρος η στο τέλος αυτής της χρονιάς σαν παιδικό θέατρο. Η και τίποτα εννοείται. Τη ζωγραφιά θα μπορούσε απλά να την έχει η Στελίτσα στην τσέπη της. Θα μπορούσε βέβαια να είναι ένα απλό έργο και την δουλειά να την κάνουν οι νηπιαγωγοί μετα, αυτό είναι στην δική σου διάθεση . Οι απαιτούμενοι ηθοποιοί είναι κατά βάση δυο η Στελιτσα και ο Φλικ αλλά θα μπορούσε να είναι και η Γιαγιά. Σκηνικό, αξία σκηνοθέτη έχουμε θα το βρει!!


ΤΟ ΕΡΓΟ

ΣΤΕΛΙΤΣΑ: Λοιπόν εγώ είμαι η Στελίτσα. Στέλλα Ιωάννου του Διονύση και της Παρασκευής, αλλά όλοι με φωνάζουνε Στελίτσα και δεν τα λέω όλα τα υπόλοιπα. Έτσι κι αλλιώς όταν μεγαλώσω θα γίνω Στέλλα οπότε τώρα είμαι η Στελιτσα σκέτο. Δε με ενοχλεί που με λένε Στελιτσα αλλά βιάζομαι λίγο να γίνω Στέλλα. Και να σας πω και το παράπονο μου: αφού εμένα δε με μαλώνει η μαμά όπως τον αδελφό μου τον Κώστα, αφού ο μπαμπάς λέει πως είμαι σοβαρή για την ηλικία μου και αφού όλοι λένε πως είμαι έξυπνη γιατί δεν με φωνάζουν ακόμα Στέλλα δεν κατάλαβα…. Τέλος πάντων. Ήρθα εδώ για να σας πω μια ιστορία που μου συνέβη το καλοκαίρι, που είχαν κλείσει τα σχολεία και που έτσι πήγαινα πιο συχνά στο Πάρκο. Ξέρετε εκείνο κοντά στην πλατεία με τις κούνιες. Το πάρκο είναι κοντά στο σπίτι μου, πάρα πολύ κοντά, όμως δεν έχω επίσης ακόμα καταλάβει γιατί είμαι μικρή για να πηγαίνω μόνη μου. Είχε έρθει η γιαγιά από το χωριό να κάτσει μαζί μας μέχρι να πάρουν η μαμά και ο μπαμπάς άδεια για να πάμε κάθε μέρα στην θάλασσα. Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι άδεια, μου φαίνεται όμως πως κλείνει η δουλειά τους σαν τα σχολεία μας και μετά ξανά ανοίγει και ξανά πάνε όπως περίπου εμείς. Τέλος πάντων όταν παίρνουν αυτή την άδεια είμαστε όλη μέρα στη θάλασσα και είναι ωραία. Και πριν είναι ωραία γιατί τη γιαγιά μου την αγαπάω πολύ. Δε μου χαλάει ποτέ χατίρι. Φτιάχνουμε μαζί πίτες, παίζουμε, λέει όμορφες ιστορίες και παραμύθια , ξέρει ότι τη ρωτάω και με πάει κάθε μέρα στο πάρκο. Σας είπα , δεν πρέπει να πηγαίνω μόνη μου. «έχει κακούς που ψάχνουν μόνα παιδάκια» είχε πει μια μέρα ο μπαμπάς αλλά δεν μου εξήγησε τι ακριβώς εννοούσε. Αφού στο πάρκο είναι όλοι οι γονείς των φίλων μου και οι φίλοι μου και αφού είναι και πολύ κοντά στο σπίτι μου πήγα να πω αλλά δεν είπα τίποτα. Ρώτησα και γω την γιαγιά , σας είπα αυτή τα ξέρει όλα, γιατί υπάρχουν κακοί όταν έχει τόσα παιδάκια και τόσους γονείς και γιαγιάδες στα πάρκα…. MOY ΛΕΕΙ ΛΟΙΠΟΝ Η ΓΙΑΓΙΑ μια φορά και ένα καιρό ήταν ένας κακός λύκος Στην αρχή τα έβαλε με 7 κατσικάκια που ήταν λίγο άτακτα και μόνα στο σπίτι και δεν άκουσαν την μαμά τους και του άνοιξαν αλλά την πάτησε στο τέλος. Μετα προσπάθησε να τα βάλει με 3 γουρουνάκια μα και κει τον μπελά του βρήκε. Εκείνο όμως που του στοίχησε περισσότερο από όλα ήταν το πάθημα του με την κοκκινοσκουφίτσα. Από τότε τριγυρνά στα πάρκα και στους δρόμους και όπου δει παιδάκι μόνο του το τρομάζει ή το παίρνει μαζί του για να το τρομάξει πιο πολύ ακόμα. Και δεν τον βλέπουν όλοι ότι είναι λύκος; ΡΩΤΗΣΑ Όχι γιατί μασκαρεύεται όπως εμείς τις αποκριές. Πότε γίνεται ένας καλός κύριος που θέλει να παίξει με το παιδάκι, πότε μια καλή κυρία που κρατά ένα όμορφο σκυλάκι και φωνάζει το παιδάκι να παίξει μαζί του και να το χαϊδέψει, πότε νεαρός που κερνάει παγωτά και γλειφιτζούρια, τέτοια κόλπα κάνει. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχουμε. Αυτά είπε η γιαγιά, αλλά εγώ εδώ ήρθα να σας πω τι μου συνέβη το καλοκαίρι. Πήγα που λέτε στο πάρκο, είπαμε σε κείνο κοντά στην πλατεία με τις κούνιες. Εκεί ήταν και άλλο φίλοι μου και παίζαμε. Και παλιοί από το σχολείο η την γειτονιά και καινούργιοι. Ήταν και ο Βασιλάκης που όλο βαράει τα παιδιά άλλα ήταν και η μαμά του εκεί και του φώναζε. Κάποια στιγμή βλέπω στο παγκάκι κάτω από το δέντρο ένα παιδάκι να κάθεται μόνο του άκρη άκρη σα να κρύωνε. Μα ήταν όμως κατακαλόκαιρο και είχε ζέστη. Και δεν θα το έβλεπα αν δεν ήταν ο Βασιλάκης που κάτι του έλεγε και την ώρα


που πήγε να το βαρέσει πήγε η μαμά του και τον πρόλαβε. «αφού του μιλάω και δεν μου μιλάει» φώναζε ο Βασιλάκης στη μαμά του. Πήγα κοντά και του μίλησα, ούτε εμένα όμως μου μίλησε και ούτε καν γύρισε να με δει. ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΦΛΙΚ: …………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: θέλεις να γίνουμε φίλοι; ΦΛΙΚ: ………. ΣΤΕΛΙΤΣΑ: πως σε λένε; ΦΛΙΚ: ……………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: εμένα με λένε Στελίτσα και άμα μεγαλώσω θα γίνω Στέλλα ΦΛΙΚ: …………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: μη φοβάσαι παιδάκι εγώ δεν σε μαλώνω ΦΛΙΚ: …………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: να καθίσω λίγο μαζί σου; ΦΛΙΚ:………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: θα καθίσω. Σου είπα ότι με λένε Στελιτσα; ΦΛΙΚ: ……………………………………………………….. ΣΤΕΛΙΤΣΑ: δεν είσαι από την γειτονιά μας ΦΛΙΚ: ………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ωραία με ακούς τουλάχιστον Με φοβάσαι; ΦΛΙΚ: …………….. ΣΤΕΛΙΤΣΑ: μη φοβάσαι παιδάκι εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους σου είπα θέλω να γίνουμε φίλοι ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: Από πού είσαι; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ ουαου!!! Από άλλο αστέρι; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ και δηλαδή ήρθες εδώ με δικό σου αεροπλάνο; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ και είναι είπες σαν κολοκύθα πλατιά η σαν δίσκος που πετάει …και τώρα τι κάνεις ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ χάθηκες; Και περιμένεις τους γονείς σου να σε πάρουν ; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ όχι δεν χάθηκες χάλασε η κολοκύθα και έπεσε και δεν ξέρεις πως βρέθηκες εδώ αλλά περιμένεις να σε βρουν οι γονείς σου ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ καλά και το βράδυ που κοιμάσαι; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ στο παγκάκι; Και δεν φοβάσαι; Και τι τρως ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ φοβάσαι αλλά τι να κάνεις.. να ρωτήσω την γιαγιά μου άμα μπορείς να έρθεις σπίτι μου; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ όχι; Γιατί όχι;


ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ έχεις δίκιο πως θα σε βρουν οι γονείς σου… άμα τους αφήναμε ένα σημείωμα; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ πάλι έχεις δίκιο άμα χαθεί τι θα γίνει. Θα ρωτήσω τη γιαγιά, κάτι θα βρει. Θα μου πεις πως σε λένε; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ καλά μη μου λες φεύγω άμα είσαι εδώ θα σε δω αύριο Τα έλεγα στη γιαγιά και στον μπαμπά και στην μαμά αλλά κανείς δεν με πίστεψε. Ο μπαμπάς κάτι έλεγε για φανταστικό φίλο , η γιαγιά ότι θα δει την άλλη μέρα στο πάρκο τι γίνεται και η μαμά κάτι για προσφυγές αλλά εγώ δεν κατάλαβα γιατί δεν με πίστεψαν. Αφού πάντα λέω την αλήθεια και πάντα λέω στους μεγάλους άμα συμβεί κάτι γιατί να μην με πιστεύουν τώρα; Φυσικά την άλλη μέρα το παιδάκι ήταν εκεί. Και μαζί του ο Βασιλάκης η Μαιρούλα και ο Αντρέας. Το πείραζαν, του φωνάζαν και ο Βασιλάκης το χτύπησε κι ολας,. Να αυτό είναι είπα στη γιαγιά και έτρεξα κοντά του. Ο Βασιλάκης θα το ξαναχτυπούσε αν δεν ήταν εκεί η γιαγιά. Όταν έφυγαν κάθισα και του χάιδευα το χέρι. Εκείνο με κοίταγε. ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ δεν ήρθαν ακόμα ε; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ θες σοκοφρέτα ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ τι την κοιτάς δεν την κοιτάνε την τρώνε! Δεν ξέρεις πώς να την τρως; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ κάτσε να σου δείξω ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ γιατί λες ευχαριστώ αφού είμαστε φίλοι ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ είδες που συμφωνείς; Γιατί δεν μιλάς; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ που το ξέρεις ότι δεν θα βγει ήχος δοκίμασες; ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ γιατί δεν θες ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ τι πειράζει που είναι παράξενη η φωνή σου δηλαδή; Εγώ λέω να μου πεις πως σε λένε για αρχή ΦΛΙΚ:…………………………………… ΣΤΕΛΙΤΣΑ: Λοιπόν λέω να σε μάθω να μιλάς, αφού μαθαίνεις γρήγορα. Θα σου δείξω τα γράμματα και μετά τους ήχους και μετα τις λέξεις.. Θα μας βοηθήσουν και τα παιδιά. Τι λέτε παιδιά; ΦΛΙΚ: ΣΤΕΛΙΤΣΑ: Α (ααα) Ε (εεε) Ο (οοο) Ι (ιιι) Β (βου) Γ(γου) Π(που) Κ (κου) ΑΓΑΠΗ ΦΙΛΙΑ ΑΣΤΕΡΙ ΦΛΙΚ: επαναλαμβάνει ΣΤΕΛΙΤΣΑ: είδες πόσο εύκολο είναι .. προσπάθησε κι άλλο μπορείς ΦΛΙΚ: ΣΤΕΛΙΤΣΑ: Τέλεια. Θα μου πεις τώρα πως σε λένε;


ΦΛΙΚ: ΣΤΕΛΙΤΣΑ Εγώ θα σε λέω ΦΛΙΚ που είναι και εύκολο και θυμίζει ότι είσαι απ ό άλλο πλανήτη ΦΛΙΚ: ………ν α ι φ λ ι κ Φλίκ ΣΤΕΛΙΤΣΑ γεια σου αύριο πάλι αν είσαι εδώ Η γιαγιά στην αρχή ήθελε να φωνάξουμε την αστυνομία αλλά μετά κάτι είπε με μια κυρία που ήταν εκεί την παρακάλεσα πολύ και γω μα πάρα πολύ και συμφωνήσαμε μόνο για 3 μέρες να μην την φωνάξουμε και πως θα ήταν το μυστικό μας . Χάρηκα πάρα πολύ με αυτό Στο σπίτι κρυφάκουγα λίγο τη γιαγιά και τη μαμά που κουβεντιάζανε και άκουγα κάτι για πόλεμο κάτι για σοκ κάτι για άρρωστο κηδεμονία αλλά δεν κατάλαβα καλά επειδή ψιθυρίζανε και επειδή ήταν μερικές άγνωστες λέξεις σε μένα. Εγώ ήμουν χαρούμενη γιατί όλες τις άλλες μέρες θα κάναμε παρέα. ΦΛΙΚ: …γ ι α ΣΤΕΛΙΤΣΑ έλα να παίξουμε ΦΛΙΚ: ……… ΣΤΕΛΙΤΣΑ έλα να παίξουμε κυνηγητό μη φοβάσαι πιάσε με πιάσε με… ΦΛΙΚ: ΣΤΕΛΙΤΣΑ ναι αλλά πες το πες «ωραία είναι» ΦΛΙΚ: ωραία είναι ΣΤΕΛΙΤΣΑ μπράβο !! «πες ωραίο είναι το παιχνίδι» ΦΛΙΚ ωραίο είναι το παιχνίδι ΣΤΕΛΙΤΣΑ τέλεια έλα να πάμε και στην τσουλιθρα, στις κούνιες, έλα κοντά είναι δεν θα χαθούμε Παίξαμε πάρα πολύ και γελάγαμε Ήρθε και η Μαιρούλα για να μου πει πως γι’ αυτό το βλαμμένο δεν τους κάνω παρέα και πως ο Βασιλάκης ζηλεύει και πως θα με δείρει αλλά δεν έδωσα σημασία. Το είπα βέβαια στη γιαγιά μου γιατί όταν ένα παιδί μας πειράζει ή μας φοβίζει στο σχολείο η στο πάρκο πρέπει πάντα να το λέμε στους μεγάλους και μάλλον η γιαγιά μου θα το είπε στη μαμά του Βασιλάκη γιατί εκείνος μετά δεν ξανά ήρθε στο πάρκο. Εκτός αν πήραν οι γονείς του άδεια και πήγαν στη θάλασσα, δεν ξέρω Την επόμενη μέρα ο Φλίκ ήταν πάλι εκεί ΣΤΕΛΙΤΣΑ: πως είναι το αστέρι που μένεις; ΦΛΙΚ: είναι πολύ όμορφα και πολύ διαφορετικά Εκεί εμείς έχουμε κάτι κόκκινα και πράσινα πουλιά που τραγουδάνε συνέχεια. Δεν έχει θόρυβο , όπως εδώ, μόνο τα πουλιά και τα ρυάκια ακούς γιατί έχουμε πάρα μα πάρα πολλά ρυάκια επίσης. Τώρα που το σκέφτομαι όλο ρυάκια είμαστε. Εκεί που είναι τα σχολεία είναι, είναι σα μικρό χωριό, κάθε τάξη και ένα σπιτάκι, το γυμναστήριο σε δικό του σπιτάκι, το θέατρο σε δικό του σπιτάκι… έχει και ένα παρκάκι με πολλά δέντρα και ρυάκια με χυμούς και γάλα. Έχουμε και μια λιμνούλα με σοκολάτα… είμαστε εκεί από το πρωί μέχρι αργά το απόγεμα και κάνουμε τα μαθήματα μας και τρώμε και παίζουμε και όλα…. Δεν έχουμε αυτοκίνητα εκεί όλοι μπορούμε και πετάμε. ΣΤΕΛΙΤΣΑ: δηλαδή και συ μπορείς και πετάς ΦΛΙΚ: ναι αμέ ΣΤΕΛΙΤΣΑ: και εδώ μπορείς να πετάξεις; ΦΛΙΚ: όχι εδώ δεν μπορώ γιατί το δικό σας αστέρι έχει κάτι που το λένε βαρύτητα. Όμως εδώ μπορώ και πετάω με άλλο τρόπο ΣΤΕΛΙΤΣΑ: θα μου δείξεις;


ΦΛΙΚ: ναι αμέ αφού είσαι φίλη μου. Θα κλείσουμε τα μάτια, θα πιαστούμε από τα χέρια και θα πετάξουμε με την φαντασία και την καρδιά μας. Αλλά μην ανοίξεις τα μάτια δεν πρέπει!!! Ωραία. Τώρα μη σκέφτεσαι τίποτα και πάρε μια βαθιά ανάσα και θα δεις ότι θα γίνεις ελαφριά και όλα θα είσαι πιο ελαφριά και θα γίνεις τόσο ελαφριά που θα πετάς.

ΣΤΕΛΙΤΣΑ: τι ωραία που είναι! Οι άλλοι μας βλέπουν που πετάμε; ΦΛΙΚ: όχι δεν είναι στο ίδιο όνειρο με μας και είναι κακοί ΣΤΕΛΙΤΣΑ: δεν είναι κακοί, επιπόλαιοι είναι ΦΛΙΚ: επιπόλαιοι; Τι πάει να πει αυτό; ΣΤΕΛΙΤΣΑ: κάνουν κάτι χωρίς να σκέφτονται καθόλου!! Κοίτα τους βλέπω όλους εγώ! Είναι όμορφο να πετάς τελικά. Εγώ θα μπορώ μόνη μου; ΦΛΙΚ: άμα δοκιμάσεις θα μάθεις! Βαρέθηκα πάμε να κάτσουμε… έλα… άνοιξε τα μάτια ΣΤΕΛΙΤΣΑ: θα πετάξουμε και αύριο άμα είσαι εδώ; ΦΛΙΚ: ναι αμέ. Όπως καταλαβαίνετε δεν έβλεπα την ώρα να ξημερώσει για να πάω στο πάρκο. Είχα βέβαια και την αγωνία πάντα άμα θα ήταν εκεί, αλλά τελικά πάντα ήταν. ΦΛΙΚ: για σου σε περίμενα ΣΤΕΛΙΤΣΑ: για σου σου έχω φέρει καραμέλες ΦΛΙΚ: να σε ρωτήσω. Γιατί αφού έχει καλαθάκια όλοι τα σκουπίδια τα πετάνε κάτω; Και άμα τα πετάνε κάτω ποιος τα μαζεύει; Η τελικά κάτω πρέπει να τα πετάμε; Και άμα πρέπει να τα πετάμε γιατί υπάρχουν καλαθάκια; ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ΤΙ ΝΑ ΤΟΥ ΠΟΥΜΕ ΠΑΙΔΙΑ; ΦΛΙΚ: να σε ρωτήσω; Γιατί αφού κάτω είναι βρώμικα επειδή πατάνε όλα τα παπούτσια και επειδή έχει και χώματα και σκουπίδια, μερικά παιδιά κάθονται κάτω και μετα βάζουν τα χέρια τους για να σηκωθούν και λερώνουν τα χέρια τους και χωρίς να τα πλένουν τα βάζουν στο στόμα τους; Εσείς εδώ δεν έχετε μικρόβια; Δεν πονάει η κοιλίτσα σας; Γιατί εμείς έχουμε πολλά στο δικό μου αστέρι ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ΤΙ ΝΑ ΤΟΥ ΠΟΥΜΕ ΠΑΙΔΙΑ; ΦΛΙΚ: Να σε ρωτήσω; Γιατί δεν είστε όλοι ίδιοι; Όλοι ψηλοί ας πούμε ή όλοι κοντοί. Όλοι άσπροι ή μελαχρινοί η αδύνατοι ή χοντροί; Και γιατί όλοι φωνάζετε τόσο δυνατά; ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ΤΙ ΝΑ ΤΟΥ ΠΟΥΜΕ ΠΑΙΔΙΑ; ΦΛΙΚ: Να σε ρωτήσω ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ουφ φτάνει. Τώρα θα σε ρωτήσω εγώ. Πως είναι η γη από το αστέρι σου; ΦΛΙΚ: σαν αστέρι και κείνη. Έλα να σου δείξω. Βλέπεις εκείνο το φωτεινό αστέρι εκεί πάνω; ΣΤΕΛΙΤΣΑ: όχι αφού είναι μέρα ΦΛΙΚ: α εμείς τα βλέπουμε και την μέρα. Λοιπόν θα φορέσεις τα δικά μου γυαλιά και θα το δεις ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ουαου σούπερ γυαλιά!!! Πω πω αστέρια!!! ΦΛΙΚ: είδες αυτό που σου είπα; ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ναι!!!! ΦΛΙΚ: αυτό είναι το δικό μου αστέρι. Έτσι φαίνεται και το δικό σου όταν κοιτάω τον ουρανό. Και τώρα , όταν θα φύγω, θα κοιτάω πιο συχνά . θα σου ρίχνω μικρά αστεράκια να τα βλέπεις και να μου στέλνεις μηνύματα. Θα σου στέλνω και γω με αστεράκια


μηνύματα. Θα σου στέλνω με την σκάλα από την ηλιαχτίδα, με την σταγόνα της βροχής, με την χιονόμπαλα…. Εσείς με τι στέλνετε μηνύματα; ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ΜΕ ΤΙ ΠΑΙΔΙΑ; Εγώ! εγώ θα φτιάξω με ένα συνδετήρα μια μυστική σκάλα και θα βάλω και ένα μικρό φωτάκι σαν αυτό που έχει η πυγολαμπίδα για να την βλέπεις και με αυτή θα σου στέλνω μηνύματα ΦΛΙΚ: σούπερ τέλεια. Ξέρεις τι λέω; Να πω και στους φίλους μου να φτιάξουμε ένα κουτί σαν αυτό που βάζουν μέσα τα γράμματα και να σου βάζουμε όλοι μηνύματα και να κάνεις και συ το ίδιο με τους δικούς σου φίλους και μετα να τα διαβάζουμ ε όλοι μαζί ΣΤΕΛΙΤΣΑ: θα μας πιστέψουν οι φίλοι μας; ΦΛΙΚ: γιατί όχι; Και άμα δεν μας πιστέψουν δεν πειράζει εμείς πάλι θα τους αγαπάμε και θα παίζουμε μαζί τους.

Οι μέρες περνούσαν και γω εκεί με το παιδάκι. Στεναχωριόμουν όμως γιατί οι γονείς του δεν είχαν έρθει ακόμα. Σε δυο μέρες θα φεύγαμε για την θάλασσα και η γιαγιά μου μου είπε ότι πρέπει να τον χαιρετήσω και πως όταν θα γύριζα κανονικά δεν θα ήταν στο πάρκο. Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Δεν ήξερα τι να κάνω. Και τη γιαγιά που ρώτησα χαμογέλασε και μου είπε πως θα τον βρω εγώ τον τρόπο. Έτσι μ αυτά και μ αυτά πήγα στο πάρκο. Ήταν εκεί. Και όχι μόνο αυτό . με περίμενε γιατί μόλις με είδε σηκώθηκε και ήρθε προς εμένα. Μου κράτησε τα χέρια αυτή τη φορά μου έλεγε πως είναι χαρούμενος και πως τον έχω βοηθήσει εγώ σε αυτό που δεν τον κορόιδεψα όπως οι άλλοι. ΦΛΙΚ: είμαι χαρούμενος γιατί μιλάω, είμαι χαρούμενος γιατί σε έχω φίλη ΣΤΕΛΙΤΣΑ και γω είμαι χαρούμενη αλήθεια ΦΛΙΚ: όταν θα έρθουν οι γονείς μου θα σε πάρω μια βόλτα για να δεις το πάρκο από ψηλά ΣΤΕΛΙΤΣΑ και το σπίτι μου και το σχολείο και τη γειτονιά ναι όλα ΦΛΙΚ: είναι όμορφα από ψηλά ΣΤΕΛΙΤΣΑ Κοίτα όμως πρέπει να φύγω. Και αύριο και πολλές μέρες γιατί θα πάω στη θάλασσα με τους γονείς μου ΦΛΙΚ: κρίμα ΣΤΕΛΙΤΣΑ θέλω να σε ξαναδώ αλλά θέλω να έχουν έρθει και οι γονείς σου όμως ΦΛΙΚ: δεν πειράζει θα έρθω κάποια άλλη φορά και θα σε πάω βόλτα ΣΤΕΛΙΤΣΑ: ναι ναι θα περιμένω. Και να σου πω άμα με αφήνει η μαμά και ο μπαμπάς θα με πας και στο αστέρι σου; ΦΛΙΚ: αμέ αμέ Έπρεπε να φύγω όμως. Η γιαγιά μου ήδη μου είχε κάνει νόημα. Ήταν μαζί της και η φίλη της η ωραία κυρία. Η γιαγιά κάνει εύκολα φίλες.. Μου φάνηκε πως ο ΦΛΙΚ στεναχωρήθηκε. Και γω στεναχωρήθηκα λίγο Όταν γυρίσαμε από την θάλασσα δεν ήταν στο πάρκο. Στεναχωρήθηκα λίγο αλ λά χάρηκα πιο πολύ γιατί φαντάζομαι ήρθαν οι γονείς του και τον πήραν επιτέλους. Ήταν εκείνη η ωραία κυρία η καινούργια φίλη της γιαγιάς και μου είπε πως είχε για μένα μια ζωγραφιά από τον Φλικ και πως που ξέρεις μπορεί κάποτε να ξανασυναντηθούμε.


Μου είπε επίσης πως έγινε κάτι σπουδαίο με μένα και με κείνον. Πως έτσι πρέπει να γίνεται γιατί δεν είναι σωστό να κοροϊδεύουμε και να χτυπάμε και να μην κάνουμε παρέα κάποιον επειδή είναι διαφορετικός. Ο Φλικ θα μπορούσε να έχει άλλο χρώμα, να μιλάει άλλη γλώσσα, να έχει κάποια μικρή αρρώστια και να θέλει να μένει μονός του ενώ δεν πρέπει δεν είναι σωστό να μην του μιλάμε. Και πως επίσης όταν κάποιος μας φοβίζει η βλέπουμε κάτι παράξενο θα πρέπει να το πούμε αμέσως στους μεγάλους, στους γονείς μας στη δασκάλα μας. Ήθελα να σας πω την ιστορία μου. Τώρα θα σας πω και το μυστικό μου. Υπάρχουν βράδια που βλέπω ψηλά στον ουρανό και ο Φλικ ανάβει και σβήνει το αστέρι του και καταλαβαίνω πως είναι χαρούμενος. Επίσης έχει έρθει και δυο φορές στο όνειρά μου. Αμέ. Γι’ αυτό και σεις να θυμάστε πως άμα αγαπάς και δεν κοροϊδεύεις τα άλλα παιδάκια μπορεί να κάνεις τελικά ένα σπουδαίο, μοναδικό και ιδιαίτερο φίλο.


ΜΙΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΑΠΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Δυο φίλες συναντιούνται σε ένα καφέ… Η μια είναι ήδη εκεί και περιμένει, σχεδόν έχει πιει τον δικό της. Η άλλη έρχεται λαχανιασμένη και τρέχοντας…. Όλο νεύρα • Έλα τι έπαθες? Μου είπες πως θα αργούσες λίγο και ακούστηκες άσχημα από το τηλέφωνο. Τρέχει κάτι? • Ε, να. Σου είχα πει 6, πήγε 6 μισή και γω ακόμα στο δρόμο ήμουν. • Και τι έγινε καημένη? Όρθια περίμενα? Καφέ πίνω • Είχα πάει στο γιατρό. Το κεφάλι μου συνεχώς πονάει και το στομάχι μου το ίδιο. Άσε που τώρα τελευταία δεν καλοκοιμάμαι κιόλας. Και μόνο που δεν με έβρισε ο άσχετος!! • Πάλι? Καλά σου έκανε . Αφού βρέ φιλενάδα το ξέρεις ότι δεν έχεις κάτι. Ένα σκασμό εξετάσεις έχεις κάνει τι σε νευρολόγους, τι σε γαστρεντερολόγους και που δεν πήγες. Αφού το ξέρεις πως όλα από το άγχος είναι. • Εμένα μου λες? Δε ξέρω εγώ τι νοιώθω που το κεφάλι μου πάει να φύγει. Εγώ σου λέω ίλιγγος είναι αλλά είναι άσχετοι μερικοί Σοβαρέψου…!!! Πάλι τσακώθηκες με το Λεωνίδα? • Πώς να μη τσακωθώ. Εμ δεν έχει δουλειά εμ όλη μέρα σπίτι αραχτός κάθετε Τι θες να κάνει δηλαδή? • Ξέρω εγώ κάτι. Να ψάξει για δουλειά, να κάνει κάτι. Όλη μέρα σπίτι και κλαίει τη μοίρα του. Και γω να τρέχω για όλα. Για το σπίτι, για το παιδί, για τους λογαριασμούς • Στάσου ρε φιλενάδα γιατί δε πας καλά. Το παιδί είναι 25 χρονών μαντράχαλος, παντρεμένος και μένει και με τα πεθερικά του. Ο άντρας σου είναι 60 χρονών ποιος θα τον πάρει για δουλειά… ο άνθρωπος ροκανίζει το χρόνο μέχρι να βγει στη συνταγή. Το σπίτι δεν άφηνες ποτέ κανένα να στο αγγίξει γιατί πάντα έλεγες ότι «δυο νοικοκυρές στην ίδια κουζίνα δεν χωράνε». Όσο για τους λογαριασμούς, εντάξει δεν τρέχουν τα λεφτά από τα πατζάκια σας αλλά τα κουτσοκαταφέρνετε. Τι θες και τρώγεσαι? • Εγώ τρώγομε? Που από μένα περνάν όλα? Άρρωστη γυναίκα…… • Τι άρρωστη μορέ Άγχος έχεις κάτι σε τρώει μα δε το λες, δεν το λες και το βγάζεις σε νεύρα! Λες? • Λέω. 40 χρόνια φίλες σε ξέρω καλά. Αμάν πιά κάποιος πρέπει να σου τα σουρει λίγο, αρκετά σε κανακέψαμε. Λέγε φιλενάδα, λέγε τι τρέχει… τι στ’ αλήθεια τρέχει • Τίποτα δε τρέχει. Απλά με εκνευρίζουν οι ανοργάνωτοι. Με εκνευρίζουν οι γιατροί που δε με πιστεύουν. Με νευριάζεις και συ που περιμένεις τελικά να παθαίνω για να με πιστέψεις • Βρε έλα να βρούμε τι τρέχει… • Κόλλησες φιλενάδα. Τίποτα δεν τρέχει. Ο Λεωνίδας που είναι όλο μες τα πόδια μου ξάπλα στο καναπέ όλη μέρα τρέχει και δεν κάνει τίποτα. Ακόμα και στον καφέ του εγώ του τον πάω • Ρε Μυρτώ ξεκόλλα. Μέχρι χθες η περηφάνεια σου ήταν το καφεδάκι που έφτιαχνες και ακόμα και τώρα μετά από τόσα χρόνια γάμου το πίνατε πάντα μαζί… τι άλλαξε • Να ορίστε πάλι η δύσπνοια, πάλι ο πονοκέφαλος…. Ασε ρε Μένη τι άλλαξε…. Η υγεία μου άλλαξε και κανείς δε μου δίνει σημασία …. Αέρα θέλω αέρα ΕΔΩ Η ΦΙΛΗ ΚΑΝΕΙ ΜΙΑ ΑΣΚΗΣΗ ΧΑΛΑΡΩΣΗΣ ΜΕ ΑΝΑΠΝΟΕΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΟΛΑ ΠΕΡΝΑΝΕ


• Τώρα που είσαι καλύτερα είδες φιλενάδα ότι όλα είναι στο μυαλό και υπεύθυνο για όλα είναι το άγχος το οποίο πρέπει να πας σε ειδικό να το πολεμήσεις, η σε μια ομάδα η απλά να βρεις κάποιον μπορεί και φιλικό πρόσωπο να σε βοηθήσει… αλλά να είσαι και συ ειλικρινής… και να δεις ότι θα πελάσουν όλα και το στομάχι και το κεφάλι και όλα. Το ξέρεις πια και μονή σου ότι αυτό είναι το σωστό • Σα ναχεις δίκιο τελικά σα να ‘χεις δίκιο

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΕΞΟΙΚΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΤΟΝ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟ Κουκλοθέατρο ΤΙΤΛΟΣ: Η ΛΙΧΟΥΔΕΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ

Υλικά που θα χρειαστούμε: - κουκλοθέατρο - 4 κούκλες (Λιχουδένια, οδοντίατρος, σοκολάκης, ζαχαρούλα) - οδοντόβουρτσα

Βγαίνει πρώτα η Λιχουδένια, κινείται αριστερά – δεξιά στη σκηνή κοιτώντας όλα τα παιδιά που κάθονται από κάτω. Λιχ. : Καλημέρα παιδάκια! (Απ. ) Καλημέρα Λιχ.: Πώς είσαστε; (Απ.) Καλά Λιχ.: Είσαστε ό..λοι καλά; (Απ.) Ναι………. Λιχ.: Μπράβο, πολύ χαίρομαι που βρίσκομαι εδώ! Εμένα που με βλέπετε με λένε ………, αλλά όλοι με φωνάζουν Λιχουδένια και ξέρετε γιατί; (Απ.):Γιατί; Λιχ.: Γιατί μου αρέσει πάρα πολύ να τρώω γλυκά, τούρτες, παγωτά, γλειφιτζούρια, τσίχλες, καραμέλες…… Χθες το βράδυ (παιδιά) είχα πάει στο πάρτυ που έκανε για τα γενέθλια του ένας φίλος μου. Έπαιξα, μοιράστηκα, γέλασα, πέρασα πολύ όμορφα. Εκεί είχε και μία καταπληκτική, πολύ νόστιμη τούρτα. Μου άρεσε τό….σο πολύ που έφαγα 3 κομμάτια. Ωχ, ωχ! Μα τι πόνος είναι αυτός; (χαϊδεύει το μάγουλό της) Ωχ, ωχ! Όλο και δυναμώνει ο πόνος. Τί να κάνω; Τί να κάνω για να μου περάσει ο πόνος; (Απ. αν υπάρχει): … να πας στο γιατρό Λιχ.: Στο γιατρό; Πώς λέγεται ο γιατρός που κοιτάει τα δοντάκια μας; Να δεις πώς τον λένε, πώς τον λένε; (Απ.) Οδοντίατρος Λιχ.: Α, ναι, οδοντίατρος. Έχετε δίκιο, θα πάω αμέσως στον οδοντίατρο!


Κατεβαίνει η Λιχουδένια από τη σκηνή. Ανεβαίνει ο οδοντίατρος στη σκηνή κι ακολουθεί η Λιχουδένια. Οδοντ.: Καλημέρα Λιχουδένια Λιχ.: Κα….κα… λημέρα γιατρέ Οδοντ.: Τί σου συνέβη Λιχουδένια; Λιχ.: Να… γιατρέ πονάω. Πονάω πολύ. Πονάει το δοντάκι μου! (χαϊδεύει το μάγουλο στο σημείο που την πονάει) (Η Λιχουδένια αναφέρει στον οδοντίατρο ότι το προηγούμενο βράδυ είχε φάει τούρτα, επέστρεψε στο σπίτι και λόγω κούρασης κοιμήθηκε και δεν έπλυνε τα δόντια της). Οδοντ.: Το δοντάκι σου; Για να το δω. Άνοιξε το στόμα σου Λιχουδένια και κάνε μου ένα μεγάλο α. .α…α… (ο οδοντίατρος πλησιάζει, σκύβει στην πλευρά που πονάει η Λιχουδένια) Χμ, χμ…. Λιχουδένια το δοντάκι σου πονάει γιατί έχει μία τρυπούλα. Λιχ.: Τρυ...τρυ…πούλα; Πώς έγινε αυτή η τρυ…πούλα; Οδοντ.: Την άνοιξαν δύο μικρόβια Λιχ.: Μι… μικρόβια;;; Τι είναι αυτά τα μικρόβια; Οδοντ.: Τα μικρόβια Λιχουδένια είναι δύο πολύ μικρά πλασματάκια που δε φαίνονται με το μάτι. Τρυπώνουν μέσα στα δόντια των παιδιών και σκάβουν, σκάβουν, σκάβουν για να ανοίξουν τρύπες. Ονομάζονται Σοκολάκης και Ζαχαρούλα (στο σημείο αυτό ο οδοντίατρος και η Λιχουδένια παραμένουν στη σκηνή και τραβιούνται λίγο στην άκρη, ενώ από την αντίθετη πλευρά κάνει την εμφάνισή του ο Σοκολάκης) Σοκολ.: Με φώναξε κανείς; Μου φάνηκε ότι άκουσα το όνομά μου. (Απ.) Ναι… ναι… ο οδοντίατρος και η Λιχουδένια Σοκολ.: Πω, Πω πόσο κουρασμένος είμαι! Χθες το βράδυ που η Λιχουδένια έφαγε τούρτα, βρήκα την ευκαιρία και τρύπωσα στο στόμα της. Από εκείνη τη στιγμή έσκαβα όλη τη νύχτα για να φτιάξω το σπιτάκι μου. Να φτιάξω την κρεβατοκάμαρα που θα κοιμάμαι, το μπάνιο που θα πλένομαι, την κουζίνα που θα μαγειρεύω και θα τρώω, το σαλόνι που θα κάθομαι να ξεκουράζομαι, την πισίνα που θα κολυμπάω. Δεν έσκαβα, όμως, μόνος μου. Είχα για παρέα τη φίλη μου τη Ζαχαρούλα. Για να τη φωνάξω να έρθει κοντά μου.. Ζαχαρούλα! Ζαχαρούλα! (εμφανίζεται και η Ζαχαρούλα πάνω στη σκηνή) Ζαχ.: Εδώ είμαι. Εδώ, εδώ. Ποιος με φωνάζει; Σοκολ.: Εγώ, ο φίλος σου ο Σοκολάκης. Ζαχ.: Τι έγινε Σοκολάκη τι με θέλεις: Σοκολ.: Ωχ, Ζαχαρούλα κοίτα! Μιλάνε για εμάς! Τί να λένε άραγε;


(δείχνει στη Ζαχαρούλα τον οδοντίατρο, τη Λιχουδένια και στήνουν αυτί για να ακούσουν ) Λιχ.: Τώρα, τί πρέπει να κάνω για να μην πονάω; Οδοντ.: Σήμερα θα σου φτιάξω εγώ το δοντάκι. Θα κλείσω την τρύπα και θα σου δώσω κάποιες συμβουλές για να μην ξανασυμβεί αυτό. (σκύβει στο δόντι, κάνει ότι το φτιάχνει) Οδοντ.: Λιχουδένια, το δοντάκι σου τώρα είναι μία χαρά. Έκλεισα την τρύπα και δε θα σε ξαναπονέσει. Χρειάζεται, όμως, να βουρτσίζεις τα δόντια σου πολύ καλά, το πρωί όταν ξυπνάς, το βράδυ πριν πας για ύπνο και κάθε φορά που θα τρως γλυκά. Έτσι, θα διώξεις το Σοκολάκη και τη Ζαχαρούλα και δε θα ξανά έχεις πια τρυπούλες. Θα πρέπει να βουρτσίζεις τα δόντια σου ……….. (δίνει οδηγίες……….. μπρος-πίσω, μέσα-έξω, πάνω- κάτω και πλαγίως……………. Δείχνει τις κινήσεις) (Βγάζει μία οδοντόβουρτσα) Να, Λιχουδένια, σου χαρίζω αυτή την οδοντόβουρτσα για να μην ξεχνάς να πλένεις σωστά τα δοντάκια σου! Όμως Λιχουδένια, χρειάζεται να κάνεις και κάτι ακόμα. Λιχ.: Τι, τι κύριε οδοντίατρε; Οδοντ.: Χρειάζεται να τρως πολλά φρούτα, λαχανικά, γιαούρτι, τυρί και να πίνεις πολύ γάλα. Έτσι θα κτίσεις γερά δόντια Σοκολ.: Γά… λα; Άκουσες ζαχαρούλα; Είπε γάλα. Ζαχ.: Είναι αυτό το μεγάλο άσπρο κύμα που όταν μπαίνει στο στόμα των παιδιών και παρασύρει το σπίτι μας γκρεμίζοντας τα δωμάτιά μας; Σοκολ.: Ναι, αυτό είναι το γάλα. Τι θα κάνουμε τώρα; Ζαχ.: Θα μαζέψουμε τα πράγματά μας και θα πάμε σε άλλο στόμα να τρυπώσουμε για να φτιάξουμε καινούργιο σπίτι. Άντε, πάμε, πάμε. Σοκολ.: Ναι, ναι πάμε! (εδώ αποχωρούν από τη σκηνή ο Σοκολάκης με τη Ζαχαρούλα και παραμένει ο οδοντίατρος με τη Λιχουδένια) Λιχ.: Δηλαδή, τώρα γιατρέ, αν εγώ πλένω τα δοντάκια μου όπως μου δείξατε (εδώ επαναλαμβάνει….. μπρος-πίσω, μέσα-έξω, πάνω-κάτω και πλαγίως) και πρωί και βράδυ ΚΑΙ τρώω λαχανικά, φρούτα που μου αρέσουν, γιαούρτι και πίνω πολύ γάλα ΔΕΝ θα με ξαναπονέσει το δοντάκι μου; Οδοντ.: Όχι, Λιχουδένια τα δοντάκια σου θα είναι καλά. Θα πρέπει όμως να πηγαίνεις στον οδοντίατρο 2 φορές το χρόνο για να βλέπει αν τα δοντάκια σου είναι γερά. Λιχ.: Πω, πω γιατρέ! Πόσα πολλά πράγματα έμαθα σήμερα! Τελικά είσαι πολύ καλός! Και να σκεφθείς πως εγώ στην αρχή σε φοβόμουνα!


Πόσο λάθος έκανα!!!!! Οδοντ.: Λιχουδένια να μην ξεχνάς πως εγώ και τα δοντάκια σου είμαστε φίλοι! Λιχ.: Γεια σου γιατρέ. Σ ευχαριστώ πολύ! Οδοντ.: Γεια σου Λιχουδένια! (κατεβαίνουν από τη σκηνή)

Μπελίτση Βασιλική, Επισκέπτρια υγείας, MSc Προαγωγή και αγωγή υγείας Καράγκουτη Βασιλεία, Φυσικοθεραπεύτρια Γαρδικιώτη Γεωργία, Βρεφονηπιοκόμος


Ο ΠΑΠΟΥΣ ΡΟΔΑΛΟΣ ΚΑΙ Η ΜΑΓΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


Μ

ια φορά και ένα καιρό σε μια χώρα πολύ μακρινή , υπήρχε ένα χωριό πολύ όμορφο που το λέγαν Υγειούπολη. Εκεί οι άνθρωποι ήταν όλοι δυνατοί, γεροί, ευτυχισμένοι. Δουλεύαν, έπαιζαν χωρίς να κουράζονται… και χαμογελούσαν Στην χώρα αυτή υπήρχαν όμορφοι κήποι, νερά, δέντρα, πάρκα, λίμνες, πουλιά που κελαηδούσαν χαρούμενα Στους κήπους οι άνθρωποι είχαν φυτέψει όμορφα πράγματα. Τι μπορεί να είχαν φυτέψει για να δούμε μαζί Α .. αγγούρια Κ.. κολοκύθια σαν παιχνίδι με τα παιδιά Λ… Λάχανα Μ… Μελιτζάνες, μαρούλια κτλ. Αλλά είχαν και δέντρα στα περιβόλια τους. Για να μου πείτε δέντρο από Π (πορτοκαλιά) από Α (αχλαδιά) κτλ. Τα παιδιά ρωτούσαν τους μεγάλους «μα πως γίνεται και είμαστε όλοι τόσο καλά;» Και οι μεγάλοι απαντούσαν «το μυστικό το ξέρει ο παππούς ο Ροδαλός. Αυτός κρατάει την μυστική συνταγή. Μια και δυο τα παιδιά πήγαν στον παππού τον Ροδαλό. Για σου παππού. Ήρθαμε να μάθουμε τη μαγική συνταγή για να είμαστε πάντα γεροί και δυνατοί Τότε ο παππούς έγραψε σε ένα χαρτί ΦΡΟΥΤΑ, ΛΑΧΑΝΙΚΑ, ΚΑΡΠΟΙ, ΟΣΠΡΙΑ. ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΑ ΨΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΚΡΕΑΣ ΜΕ ΜΕΤΡΟ Μα παππού γιατί όλοι έχουν ξεχάσει αυτή τη συνταγή και μόνο εμείς στον τόπο μας την θυμόμαστε; Παππού τι είναι καρποί; Μέσα από ένα παιχνίδι ερωταπαντησεων, μιλάμε για τις όμ. τροφίμων Παππού τι είναι δημητριακά; Πέρασε καιρός και ο παππούς έπρεπε να πάει στη δίπλα πόλη για δουλείες. Ένας παράξενος τύπος έφτασε όμως στην Υγειούπολη. Χοντρός, στριμμένος, έκανε όλο ουφ και ουφ. Πάει στην ταβέρνα και λέει στον ταβερνιάρη «φέρε μου ότι καλύτερο έχεις να φάω». Ο ταβερνιάρης του έφερε φρούτα , λαχανικά, μια υπέροχη σαλάτα και ένα ψητό ψάρι. «τι αηδίες είναι όλα αυτά» φώναξε ο παράξενος τύπος νευριασμένος. «μα κύριε σας έφερα ότι καλύτερο έχει το μαγαζί μου» απάντησε σαστισμένος ο ταβερνιάρης. «και φαΐ το λες εσύ αυτό; Τώρα θα σου δείξω εγώ τι πάει να πει φαΐ έστω και πρόχειρο» και έβγαλε από το σακίδιο του πατατάκια, γαριδάκια, γλειφιτζούρια, σοκολάτες, αναψυκτικά, ζαμπόν, λουκάνικα,


μαγιονέζα, κόκα κόλα…γέμισε δυο τραπέζια!! ολόκληρα! Φωνάζει και τα παιδιά, φωνάζει και τους μεγάλους που έτυχε να είναι εκεί «ορίστε φάτε , φάτε να δείτε τι θα πει απόλαυση και καλό φαγητό».. τα παιδιά που είχαν μιλήσει με τον παππού δεν έφαγαν αλλά οι άλλοι που τα δοκίμασαν έλεγαν πως είναι πάρα πολύ νόστιμα και σιγά σιγά σταμάτησαν να τρώνε ότι πριν και έτρωγαν μόνο αυτά. Ο χοντρός Κύριος είχε ένα φορτηγό γεμάτο μαζί του και τα πούλαγε και έκανε χρυσές δουλειές. Πέρασαν μέρες και μήνες και άρχισαν να συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Σε μερικούς πονούσε το κεφάλι. Σε άλλους το στομάχι. Κάποιοι δεν έπαιζαν πια η δεν δούλευαν και έκαναν πια εκείνοι ουφ και ουφ και το πιο παράξενο ήταν που σχεδόν σε όλους έτσι και έτρεχαν, η καρδιά τους, έκανε τόσο δυνατό τακ τακ που ακουγόταν παντού. Ασε δηλαδή που δεν μπορούσαν να τρέξουν γιατί είχαν αρχίσει να γίνονται χοντροί σαν τον παράξενο κύριο. Μόλις όμως κάποια παιδιά άρχισαν να αρρωσταίνουν κι ολας και να έχουν πυρετό, η παρέα που είχε ακούσει τον παππού, μαζεύτηκε στον αχυρώνα του κυρ Φώτη για να κουβεντιάσει το πρόβλημα . αποφάσισαν να φύγουν και να πάνε στην δίπλα πόλη να βρουν τον παππού. Θα έφευγαν βράδυ κρυφά για να μην τους πάρει χαμπάρι κανείς και κυρίως ο χοντρός παράξενος κύριος. Το άλλο βράδυ κι ολας έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο τους. Πήγαν, βρήκαν τον παππού που ήταν με τον εγγονό του το Φρούλη τον Γιατρουλη, του είπαν τι είχε γίνει και ο παππούς θυμωμένος παίρνει την μαγκούρα του και μαζί με τον εγγονό του φτάνουν στην Υγειούπολη. Μόλις βλέπει ο παππούς τον χοντρό παράξενο κύριο τον αρπάζει στο κυνηγητό και δεν τον ξαναείδε ποτέ κανείς. Ο Φρούλης ο Γιατρουλης έκανε καλά όσους είχαν αρρωστήσει. Στην είσοδο της πόλης βάλαν μια μεγάλη πινακίδα με την συνταγή του παππού για να μην την ξεχάσει ποτέ κανείς και ο Δήμαρχος ονόμασε τα παιδιά που βοήθησαν τόσο πολύ «ιππότες της συνταγής» και από τότε ζουν αυτοί καλά και μείς καλύτερα.


Ένα κουκλοθέατρο για το μη κάπνισμα….

ΚΑ. ΚΕ. ΠΑ

Δάφνη Χαλκιά Επισκέπτρια Υγείας


ΣΚΗΝΗ 1η Δυο φίλοι κάθονται και πίνουν καφέ. Υπάρχουν τσιγάρα αλλά δεν τ΄ αγγίζουν -

Για σου Νικολό. Πως πάνε τα κέφια;

-

Άστα Αντώνη Χάλια

Γιατί ρε φίλε; Αφού δεν έχεις καράβια τι σε πειράζει και έξω να πέσαν; Όσο για τα χρέη όλοι έχουμε. Εδώ ολόκληρη Ελλάδα έχει, πως κάνεις έτσι αδελφάκι μου; Αλώστε οι «ωραίοι έχουν χρέη» δεν λέει και το τραγούδι; Κέφια έχεις πρωί πρωί … και δεν έχεις πιει ακόμα καφεδάκι….. εγώ όμως είμαι στεναχωρημένος. Μου έγραψε γράμμα ο αδελφός μου και μου είπε στενάχωρα πράγματα -

Σαν τι δηλαδή;

Άκου: «Αγαπητέ μου αδελφέ. Σου γράφω γιατί δεν ξέρω τι να κάνω πιά και ποιος μπορεί να βοηθήσει. Πρώτα πρώτα χάθηκε το Χαμόγελο από την πόλη μας. Το Χαμόγελο ήταν ένα φωτεινό παιδί που μεγάλωνε με τις δυο του θείες την Αισιοδοξία και την Ελπίδα. Ξαφνικά κάτι έγινε και χάθηκε. Ολόκληρη η πόλη έγινε σκούρα και συννεφιασμένη. Ο ήλιος κρύφτηκε και αυτός πίσω από κάτι λίγα σύννεφα και οι άνθρωποι άρχισαν να μην αισθάνονται καλά. Σαν να μην έφτανε αυτό ήρθαν κάτι κακές κυρίες η Απαισιοδοξία και η Στεναχώρια και φέραν μαζί τους ένα στριμμένο παιδί – το Κλάμα – και όλοι οι άνθρωποι της μικρής μας πόλης αρχίσαν να κλαίνε συνέχεια και οι δρόμοι γίναν μικρά ρυάκια από το κλάμα των ανθρώπων και του ουρανού. Τότε ήρθε μια άλλη κυρία πάνω σε ένα φανταχτερό άρμα μαζί με το δικό της παιδί και άρχισε να υπόσχεται πως έχει ένα φάρμακο για να γίνουν όλοι καλύτερα. Η κυρία Νικοτίνη με το παιδί της τι Τσιγάρο, υποσχόταν πως μπορεί να μην μπορέσει να φέρει το Χαμόγελο πίσω, όμως θα μπορέσει να φέρει ανακούφιση σε όλους όσους έπαιζαν με το παιδί της. Οι άνθρωποι την πίστεψαν, ήταν τόσο όμορφη, τόσο πειστική, τόσο γλυκιά άλλωστε δεν μπορούσαν εύκολα να αντισταθούν. Αρχίσαν να παίζουν με το παιδί της και η αλήθεια είναι πως στην αρχή ήταν καλύτερα. Σταμάτησαν να κλαίνε, ο ουρανός σταμάτησε να βρέχει τόσο πολύ, κάτι ψιχάλες μόνο που και που, και οι δρόμοι πήραν να στεγνώνουν. Όμως γίνονταν όλο και πιο σκούρος και πιο μουντός. Γρήγορα άρχισαν πάλι να συμβαίνουν άσχημα πράγματα. Τα δόντια και τα δάχτυλα των ανθρώπων άρχισαν να κιτρινίζουν. Άρχισαν να βήχουν δυνατά, κάποιοι να πνίγονται από τον βήχα, κάποιοι να μην μπορούν να ανασάνουν και το χειρότερο νέοι έδειχναν σα γέροι, όμορφοι άρχισαν να ασχημαίνουν Απελπίστηκα αδελφέ μου. Δε ξέρω τι να κάνω τι φταίει, το Χαμόγελο που έφυγε ή τι Τσιγάρο που ήρθε; Βοήθα αν μπορείς και συ. Δεν ξέρω τι άλλο να πω Με αγάπη , ο αδελφός σου» Κατάλαβες τώρα φίλε μου γιατί είμαι στεναχωρημένος; Τόσο, που δεν μπορώ να σκεφτώ Κι όμως τα πράγματα είναι απλά. Κάποιος πρέπει να είναι κρυμμένος πίσω από όλα αυτά τα παράξενα, κάπως θα πρέπει να συνδέονται………….(σκέφτονται )…….


Φίλε μου έχεις δίκιο!! Το βρήκα!!! Θυμάσαι τότε που ήρθε στο λιμάνι εκείνο το μεγάλο πλοίο, το λαμπερό, που τα χαζεύαμε όλοι; Ναι εκείνο με το παράξενο όνομα ΚΑΚΕΠΑ, που ψάχναμε μέρες στο καφενείο και δεν μπορούσαμε να βρούμε τι σημαίνει. Θυμάσαι τι έλεγε ο Δήμαρχος; Πως οι άνθρωποι που ήρθαν θα έπαιρναν μακριά παλιές συνήθειες, θα μας έφερναν καινούργιες ιδέες και σκέψεις, νέες αξίες, σύγχρονες τάσεις, επενδύσεις και χρήματα. Θυμάσαι το μνημείο που έφτιαξαν στην πάνω πλατεία; -

Εκείνο το… δίκιο έχεις!!!!!! Εκείνο το τσιγάρο! Το μνημείο μοιάζει με τσιγάρο!!

Μπράβο. Και πως ονόμασαν την πλατεία και το κτήριο που νοσηλεύει τους αδύναμους και δυστυχείς της πόλης; Πλατεία καπνού! Και το νοσοκομείο «θεραπείας νοσημάτων θώρακος και ψυχής»!! Να λοιπόν ο φταίχτης ΚΑ από Καρέλια ΚΕ από Κεράνης ΠΑ από Παπαστράτος. Αυτοί συμπράξανε και μεθοδευμένα πρώτα απήγαγαν το Χαμόγελο, μετά έφεραν τους δικούς τους ανθρώπους όπως η Νικοτίνη και ξεκίνησαν το έργο τους. Βάζω στοίχημα πως κάπου θα βρίσκετε και η εξάρτηση -

Εξάρτηση δεν λένε εκείνη την κυρία που έχει ο Δήμαρχος για σύμβουλο;

-

Τέτοιους συμβούλους έχει γι’ αυτό κατάντησε έτσι ο τόπος τελικά

Φίλε μου όλα για το χρήμα γίνονται ως γνωστόν. Τώρα τι κάνουμε; Πως βοηθάμε; Γιατί όπως καταλαβαίνεις ολόκληρη η πόλη είναι μπλεγμένη σε αυτό το απίστευτο παιχνίδι Πρώτα πάμε να βρούμε τις θείες του Χαμόγελου. Αυτές κάτι θα ξέρουν να μας πουν

Σκηνή 2η Εσωτερικό ενός σπιτιού -

Καλησπέρα

-

Καλώς τον Νικολό. Τι σε φέρνει σπίτι μου;

Το γράμμα του αδελφού μου, κυρά Ελπίδα, για την απαγωγή του Χαμόγε λου και την κατάντια της πόλης -

Πως το κατάλαβες πως είναι απαγωγή;

-

Γιατί, ψέματα είναι;

Όχι δεν είναι. Ήρθαν κάτι τύποι και πήραν την Αισιοδοξία και το Χαμόγελο που τους ζητούσε λέει η Εξάρτηση. Δεν επέστρεψαν ποτέ, αλλά εγώ ξέρω ότι όπου να είναι θα φανούν. Είχα συνάντηση μια φορά την Εξάρτηση στην παρέλαση και την ρώτησα


και μου είπε « τι σκας; Για σένα όλα καλά πάνε, κάποτε θα γυρίσουν.» Αλλά αργούν όμως, Νικολό, και ως και γω έχω αρχίσει να απελπίζομαι -

Λοιπόν κάτι πρέπει να κάνουμε και μάλιστα γρήγορα

-

Ξέρω τι αλλά χρειάζεται βοήθεια

-

Σε ακούω

Στην παραδίπλα πόλη, είναι ο θανάσιμος εχθρός της Εξάρτησης, γιατί να ξέρεις αυτή τα κάνει όλα. Αυτή δουλεύει ύπουλα για κείνους που ήρθαν κάποτε και τάζανε μεγαλεία και καινούργιες ιδέες -

Και είναι;

Είναι μια γλυκιά κυρία που την λένε Απεξάρτηση. Όλο μαλώνει με αυτή την αλαζονική σύμβουλο που έχουμε. Δεν νικάει πάντα αλλά κάνει σπουδαία δουλεία. Μόνο που δεν μπορείς να πας μόνος σου. Πρέπει να βρεις τον καλό της φίλο το Θάρρος και την αδελφική της φίλη την Απόφαση και να πάτε μαζί. Άμα δεχτεί – που θα δεχτεί δεν υπάρχει θέμα- να έρθει στην πόλη, πάρα πολύ γρήγορα θα έρθει και η Αισιοδοξία και το Χαμόγελο και όλα θα γίνουν όπως πριν. -

Και που θα βρω το Θάρρος και την Απόφαση, κυρά Ελπίδα;

Αυτό, Νικολό μου είναι κάτι που πρέπει να βρεις μόνος σου. Ίσως να σε βοηθήσει κανας κάλος φίλος ή άνθρωποι που σε αγαπάνε. Εγώ το μόνο που θα σου πω είναι ότι και τα δυο θα σου πει η καρδιά σου που είναι Σκηνή 3η Μέρες μετα οι δυο φίλοι τα ξαναλένε στο καφενείο -

Καιρό είχα να σε δω τόσο χαρούμενο. Τι έγινε;

Τέλος καλό όλα καλά, φίλε μου. Στην πόλη μου ξανά ήρθε το Χαμόγελο και η ευτυχία. Και όλα είναι καλύτερα από πριν και πολύ καλύτερα μάλιστα. -

Και πως έγινε αυτό το θαύμα;

Είχες δίκιο που έλεγες πως πίσω από όλα ήταν κρυμμένη εκείνη η συμμορία των αχρείων του ΚΑ.ΚΕ.ΠΑ. Πήγα και βρήκα την Ελπίδα, μετα που μιλήσαμε, και μου είπε να βρω το Θάρρος και την Απόφαση και να πάμε στο παραδίπλα χωριό και να φέρω την Απεξάρτηση. Μου είπε όμως πως για να βρω το Θάρρος και την Απόφαση έπρεπε να ρωτήσω την καρδιά μου και πως θα με βοηθούσαν άνθρωποι που αγαπάω. Πήγα λοιπόν και γω και βρήκα τον αδελφό μου και μερικούς φίλους του, το κουβεντιάσαμε, το σκεφτήκαμε και καταλάβαμε τι ακριβώς εννοούσε η Κα Ελπίδα. Βρήκαμε το θάρρος και πήραμε την απόφαση να διώξουμε κακήν κακώς την Νικοτίνη και το παιδί της, γκρεμίσαμε το άθλιο μνημείο και πήγαμε και φέραμε την Απεξάρτηση, η οποία με πολύ χαρά ήρθε μαζί μας. Ακολούθησε πραγματική μάχη στο Δημαρχείο. Ήρθαν και κάτι κουστουμαρισμένοι τύποι που ισχυριζόντουσαν ότι είχαν σχέδιο για ομαλή μετάβαση στο χαμόγελο. Θα έφτιαχναν λέει ένα εργοστάσιο επεξεργασίας καπνού στη θέση του μνημείου που γκρεμίσαμε, θα μεγάλωναν το νοσοκομείο στην πλατεία καπνού, και θα είχαν όλοι οι κάτοικοι δουλειά οπότε θα


ήταν ευχαριστημένοι άρα θα ερχόταν και το Χαμόγελο ..Όμως στην πόλη θα έπρεπε να έχουν όλοι ίσα δικαιώματα, άρα θα έπρεπε να μείνουν και το Τσιγάρο και η Νικοτίνη και η Εξάρτηση για να υπάρχει λέει ισορροπία. Σου λέω έγινε μεγάλος καβγάς και συζητούσαν μέρες. Τελικά επικράτησε η Σύνεση, ήρθε και η Λογική και όλη η παρέα του ΚΑ.ΚΕ.ΠΑ, κρυφή και φανερή , έφυγε για πάντα από την πόλη μου -

Τέλος καλό όλα καλά λοιπόν

-

Ναι φίλε μου. Τέλος καλό όλα καλά .


ΠΕΝΤΕ ΤΣΙΓΑΡΑ ΔΡΟΜΟΣ Η οικογένεια του Νίκου αποφάσισε μια ηλιόλουστη Κυριακή πρωί να πάει βόλτα. Στο αυτοκίνητο βρισκόταν ο Νίκος , ο μπαμπάς, η μαμά και η μικρή αδελφή του, η Μαρία . Ήταν όλοι ευτυχισμένοι και χαρούμενοι, μέχρι τη στιγμή που εμφανίστηκε ο άσπονδος εχθρός του Νίκου, η στιγμή αυτή ήταν όταν ο μπαμπάς του άναψε το πρώτο του τσιγάρο. Νίκος: Μπαμπά πρόσεχε με τον αναπτήρα στο χέρι, θα συγκρουστούμε άλλο αυτοκίνητο !!

με το

Μπαμπάς : Μην ανησυχείς Νίκο, ξέρω τι κάνω, προσέχω. Μετά από λίγο ο μπαμπάς του Νίκου ανάβει το δεύτερο τσιγάρο. Νίκος : Μπαμπά πρόσεχε έχει μια μεγάλη λακκούβα ο δρόμος. Μπαμπάς: Μα πού είναι παιδί μου; Μπαμ, μπαμ κάνει το αυτοκίνητο. Νίκος: Μα πώς να τη δεις μπαμπά, αφού άναβες το τσιγάρο σου . Ελπίζω να μην μας χάλασε το λάστιχο. Πέρασε λίγη ώρα συζητώντας τί θα κάνουν όταν φτάσουν στον προορισμό τους, τότε ο μπαμπάς του Νίκου ανάβει το τρίτο τσιγάρο. Νίκος: Μπαμπά, σε παρακαλώ σβήσε το τσιγάρο δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε από τον καπνό και κλείσε επιτέλους το παράθυρο γιατί παγώσαμε εμείς εδώ πίσω. Μπαμπάς; Μα παιδί μου ο καπνός φεύγει από το ανοιχτό παράθυρο και δεν κάνει, τέλος πάντων, τόσο κρύο. Ο Νίκος μετά από αυτό το γεγονός παρατηρούσε τη φύση έξω στενοχωρημένος. Όταν όμως ο μπαμπάς του άναψε το τέταρτο τσιγάρο αντέδρασε έντονα. Νίκος: Μπαμπά να σε ρωτήσω κάτι; Εγώ είμαι 12 ετών, θα σου άρεσε να με δεις σε 23 χρόνια να καπνίζω; Μπαμπάς: Μα τι λες παιδί μου, το τσιγάρο είναι αυτοκαταστροφή, δεν πρέπει εσύ να καπνίσεις τόσο μικρός. Νίκος: Γιατί πιο μεγάλος μπορώ να καπνίσω ; Μπαμπάς: Δεν είναι το ίδιο να καπνίζεις στην εφηβεία και το ίδιο στα 30 σου χρόνια. Νίκος: Μα και εσύ μπαμπά στην εφηβεία δεν άρχισες να καπνίζεις; Μπαμπάς: Άσε τι έκανα εγώ, εσύ καλό είναι να μην καπνίσεις ποτέ, μόνο προβλήματα θα έχεις καπνίζοντας, είδες τι έπαθε ο παππούς. Νίκος: Γιατί μπαμπά δεν το σταματάς, η μαμά πώς το διέκοψε τόσο εύκολα μετά τα προβλήματα υγείας του παππού;


Μπαμπάς: Γιατί; καλή ερώτηση Νίκο μου, για να πω την αλήθεια μου αρέσει, θέλω να το σταματήσω κάποια στιγμή γιατί καπνίζω πολύ αλλά φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω, μου είναι πολύ δύσκολο να ζήσω χωρίς τσιγάρο. Νίκος: Τι να σου πω μπαμπά, ελπίζω να κάνεις κάτι για τον εαυτό σου πριν είναι αργά. Δεν είναι δυνατόν να μας ζητάς να προσπαθούμε να είμαστε καλοί μαθητές ,καλοί άνθρωποι να απομακρυνθούμε από εθισμούς και εξαρτήσεις όπως το τσιγάρο, το αλκοόλ και τα ναρκωτικά όταν εσύ, ενώ σε παρακαλάμε να σταματήσεις το κάπνισμα, δεν προσπαθείς καθόλου ώστε να βελτιωθεί το δικό σου επίπεδο υγείας αλλά και της οικογένειά σου. Ο μπαμπάς του Νίκου ένιωσε άσχημα και δεν απάντησε. Μετά από αυτή τη συζήτηση και λίγο πριν φτάσουν στον προορισμό τους ο μπαμπάς του Νίκου ανάβει και το πέμπτο τσιγάρο. Ο Νίκος απογοητεύτηκε, δεν μίλησε άλλο στον μπαμπά του, είπε μόνο στην αδελφή του: Νίκος: Μαρία δεν μπορώ να καταλάβω τι κάνει ο μπαμπάς, δεν αντιλαμβάνεται ότι το τσιγάρο του ενοχλεί και εμάς αλλά και αυτόν . Μαρία: Εγώ ξέρω ότι κάθε φορά που ο μπαμπάς καπνίζει μυρίζουν τα ρούχα μου, τα μαλλιά μου και όλο το σπίτι, άσε που με πιάνει και βήχας μερικές φορές. Τελειώνοντας αυτή η επεισοδιακή διαδρομή ο Νίκος στενοχωρημένος αναρωτήθηκε: «Γιατί ο μπαμπάς μου καπνίζει, γιατί δεν θέλει ή δεν μπορεί να το σταματήσει, γιατί να είναι εξαρτημένος από μια κακή συνήθεια που βλάπτει τη δική του και τη δική μας υγεία, γιατί να ξοδεύει άσκοπα τόσα χρήματα. Δεν θα ήθελα ποτέ στη ζωή μου να μιμηθώ τον μπαμπά μου και να υιοθετήσω αυτή την κακή συνήθεια. Ανησυχώ πολύ γι’ αυτόν . Θεέ μου τι να κάνω…»

Το παραπάνω κείμενο το οποίο χρησιμοποίησα αρκετές φορές στους μαθητές της ΣΤ΄ τάξης των δημοτικών σχολείων της Κέρκυρας στα πλαίσια των προγραμμάτων Αγωγής Υγείας κατά του καπνίσματος.

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΒΑΛΣΑΜΗ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΚΕΡΚΥΡΑΣ


ΥΠΑΡΧΕΙ ΩΡΑΙΟΤΕΡΟ ΠΡΑΓΜΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΤΣΙΓΑΡΟ; ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ

Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Ο Θοδωρής φανατικός καπνιστής και μποέμ τύπος, αγαπά την Ελπίδα, που όμως είναι μεταξύ των άλλων και αντικαπνίστρια και του ζητά να κόψει το τσιγάρο. Φυσικά τσακώνονται, οι κολλητοί τους φίλοι Διονύσης και Σοφία προσπαθούν να βοηθήσουν και στο καφέ αφού γίνονται διάφορα εμφανίζεται μια μισότρελη αριστοκράτισσα η Καπνοπούλου μαζί με την φίλη της την Διαφημισιάδου και τα όσα λένε φρικάρουν τόσο πολύ τον Θοδωρή που αποφασίζει να το κόψει το ρημάδι. .. στο σπίτι αρχίζουν τα δύσκολα και αφού δώσει την μάχη με την νικοτίνη θα υπάρχει happy end

ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Ο ΘΟΔΩΡΗΣ: καπνιστής όσο δεν πάει, Αλλά και γνήσιος Σαλονικιός με το φραπεδακι του, το φιλότιμο του, χαλαρά, καρντάσης, καλοπερασάκιας με την καλή έννοια του όρου. Παρκάρει όπου να ναι, ξέρει τα μπαράκια της Βαλαωρίτου απέξω και ανακατωτά αλλά δεν έχει ιδέα τι έχει μέσα ο Λευκός Πύργος. Δουλεύει από μικρό παιδί, προσέχει το ντύσιμό του και είναι αδιόρθωτο αρσενικό. Φιλότιμος. Ένα ΙΕΚ και αυτό με το ζόρι. Ερωτευμένος με την Ελπίδα που εκτός του ότι την γουστάρει τρελά την θαυμάζει κι όλας έστω και κρυφά για όλα αυτά με τα οποία αυτή ασχολείται. Η ΕΛΠΙΔΑ: Φανατική αντικαπνίστρια. Ενεργό μέλος περιαυτολογικών και εθελοντικών οργανώσεων, φοιτήτρια με τα λεφτά του Δικηγόρου μπαμπά της, δεν έχει δουλέψει ποτέ αλλά έχει κοινωνική και πολιτική άποψη για την οποία μάχεται κιόλας Ερωτευμένη παράφορα με τον Θοδωρή, δεν θέλει με τίποτα να τον χάσει αλλά θεωρεί προσωπική της μάχη να τον κάνει να κόψει το τσιγάρο. Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Κολλητός φίλος του Θοδωρή. Ολίγον από καπνιστής ολίγον από αντικαπνιστής εξαρτάται από την γκόμενα ή το προφίλ της στιγμής. Βασικά τσιγάρο ούτε να καπνίζει ούτε να στρίβει ξέρει, αλλά είναι λίγο της φιγούρας. Καλός φίλος όμως και βασικά καλό παιδί. Θέλει την Σοφία αλλά δεν έχει τολμήσει να προχωρήσει. Η ΣΟΦΙΑ: Είναι σικ αεράτη αλλά όχι μόνο δεν το έχει πάρει επάνω της αλλά ίσα ίσα μάλλον αισθάνεται μια ανασφάλεια. Θαυμάζει τη δυναμική Ελπίδα, δεν συμφωνεί και τόσο μα την πίεση που ασκεί στον Θοδωρή και θέλει τον Διονύση αλλά δεν του δίνει ούτε καν θάρρος. Επισήμως δεν θέλει δεσμεύσεις γιατί θέλει να τελειώσει τις σπουδές της. ΤΟ ΓΚΑΡΣΟΝΙ / Η ΕΓΚΥΟΣ / ΟΙ ΔΥΟ ΦΙΛΕΣ Η ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: ξεπεσμένη αριστοκράτισσα καλοντυμένη με την καπελαδούρα της και κείνο τι κάπως υπεράνω ύφος. Θυμίζει γενικώς παλιά ελληνική ταινία Η ΔΙΑΦΗΜΗΣΙΑΔΟΥ: μοντέρνα, αεράτη, καριερίστα, με πειθώ σιγουριά και λόγο. Είναι αυτό που λέμε περνάει και τρίζει ο τόπος γύρω της


Η ΝΙΚΟΤΙΝΗ: Κακάσχημη και δουλική όλο «νικοτίνη» ξέρει να λέει με την φοβερή διαπεραστική φωνή της. ΦΩΝΕΣ ΑΠΟ ΨΗΛΑ: του παρουσιαστή και του τηλεφωνητή. ΜΕΡΗ ΔΥΟ: Πρώτο ένα καφέ όπου εξελίσσονται όλα Δεύτερο το σπίτι του Θοδωρή. Κρεβατοκάμαρα/σαλοκουζινα ΕΙΣΑΓΩΓΗ: φωτίζεται πότε ο Θοδωρής πότε η Ελπίδα για να ακουστούν οι μονόλογοι και να φτάσουμε στον καβγά. Ενδεχομένως στην κουρτίνα η στο πίσω μέρος να υπάρχει προβολή ΦΙΝΑΛΕ: ακούγεται από ψηλά « υπάρχει ωραιότερο πράγμα από ένα τσιγάρο;» όλοι μαζί οι επι σκηνής ήρωες φωνάζουν «ΝΑΙ» αρχίζει ο κάθε ένας να λέει και κάτι, βγαίνουν και οι υπόλοιποι και με το «θάλασσα γυαλί» (η βάρκα λύθηκε) της Πρωτοψάλτη χαιρετούν

ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΘΟΔΩΡΗΣ: Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από ένα τσιγάρο; Πουφ και απόλαυση!! Να ρουφάς τον καπνό, να τον αισθάνεσαι να κατεβαίνει και να σε χαλαρώνει!! Να ξεχνάς έγνοιες, στεναχώριες! Να σε ανακουφίζει στις δύσκολες στιγμές! Να κοιτάς τα δαχτυλίδια του καπνού και να ταξιδεύεις, να ταξιδεύεις, να ταξιδεύεις ακόμα και κει που δεν πρόκειται να πας!! Να βλέπεις τον κόσμο πίσω από τη μικρή θολούρα του τσιγάρου και να σου φαίνεται ωραιότερος!!! Αχ υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το τσιγάρο; ΕΛΠΙΔΑ: Υπάρχει χειρότερο πράγμα από ένα τσιγάρο; Πουφ και ευρώ! Να ρουφάς τον καπνό και να νοιώθεις την πίκρα του να φτάνει μέχρι το στομάχι!!Να μαζεύονται οι έγνοιες και μαζί με τον καπνό να κολλάν στην ψυχή σου και να την μαυρίζουν. Να βλέπεις τα δαχτυλίδια του καπνού και να σου έρχεται να ουρλιάξεις γιατί εσύ τα ταξίδια που ονειρεύεσαι δεν θα τα κάνεις ποτέ!! Να βλέπεις τον κόσμο πίσω από τη θολούρα του τσιγάρου λίγο καλύτερο και μόλις διαλυθεί ο καπνός ξανά στην πιο σκληρή πραγματικότητα. Μωρέ υπάρχει χειρότερο πράγμα από το τσιγάρο; ΘΟΔΩΡΗΣ: Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από ένα τσιγάρο; Μετά από ένα καλό φαγητό, από ένα καλό σεξ, μαζί με τη φραπεδια το πρωί για να ανοίξει το μάτι και να πας και τουαλέτα, μετά το μπάνιο στη θάλασσα, μαζί με το ποτάκι στο μπαλκόνι ή στο μπαράκι…… Να ανοίγεις το πακέτο, να ανάβεις με τον ακριβό αντιανεμικό αναπτήρα και να σε βλέπει κρυφά όλη η παρέα. Να σε βλέπει και η ομορφούλα που έχεις βάλει στο μάτι και να έρχεται να σου λέει «φωτιά έχετε;» και να γίνεστε σπίρτα και οι δυο στο πι και φι….Να γίνετε η αφορμή να τα ξαναβρείς με τον φίλο που


τσακωθήκατε και έφταιγες χωρίς καν να του ζητήσεις συγνώμη. Ένα «πάρε ένα τσιγάρο να πάνε κάτω τα φαρμάκια» αρκεί. Τέλος ούτε ο σκύλος τόσο πιστός φίλος δηλαδή ΕΛΠΙΔΑ: Υπάρχει χειρότερο πράγμα από ένα τσιγάρο; Να είσαι σε ένα καλό εστιατόριο, να έχεις μόλις τελειώσει από μια «ιδιαίτερη» στιγμή, να πίνεις τον πρωινό καφέ με την τσίμπλα στο μάτι και πουφ να σου πετάει ο άλλος τον καπνό επάνω σου. Να είσαι στο μπαράκι, να τον βλέπεις να κάνει επίδειξη στα ακριβά του τσιγάρα και τον αντιανεμικό αναπτήρα του, να σε έχει νευριάσει όλο αυτό, κυρίως γιατί τον στάμπαρες και σου αρέσει και να τον βλέπεις να σηκώνετε και να σε ρωτάει «δεσποινίς φωτιά έχετε;» έ χω ρε βλάκα αλλά για να ανάψω φωτιά στα πατζάκια σου!! Άμα πια! Δεν κοιτάν που δεν μπορούν να περπατήσουν ή να ανέβουν σκάλα χωρίς να λαχανιάσουν μου θέλουν και τσιγάρο και καμάκι μαζί!! Τέλος ούτε η κατσαρίδα δεν το αντέχει ΘΟΔΩΡΗΣ: Και έχω και το αίσθημα και μου τη λέει. «Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από την αγάπη;» τι να της πω εγώ τώρα «ναι το τσιγάρο;» Αφού είμαι και τρελά ερωτευμένος εδώ που τα λέμε «όχι μωρό μου» της απαντώ και με τα μάτια μου ζητάω συγνώμη από το πακέτο για την προδοσία ΕΛΠΙΔΑ: Και έχω και το πρόσωπο να καπνίζει! Αχ και είναι τόσο καλός, τόσο γλυκός, τόσο ωραίος. Ώρες ώρες μου έρχεται να τον χωρίσω από τα νεύρα μου αλλά η ζωή χωρίς αυτόν θα είναι τόσο μίζερη, τόσο άδεια… σαν αποτυχημένη θεατρική παράσταση για την αντικαπνιστική αγωγή ας πούμε. Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να είμαστε αγκαλιά και να κοιτάμε τη θάλασσα, από το να είμαστε μαζί και να κάνουμε όνειρα, από τις στιγμές τις… ιδιαίτερες… τις δίκες μας….ξέρεις εσύ ΘΟΔΩΡΗΣ: Όχι κούκλα μου ΕΛΠΙΔΑ: Ε τότε γιατί δεν το κόβεις το ρημάδι να μην βρωμάν τα ρούχα σου, η ανάσα σου, να μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι; ΘΟΔΩΡΗΣ: Γιατί δεν μπορώ. Και γιατί δεν θέλω. Έτσι με γνώρισες γιατί θες να με αλλάξεις; ΕΛΠΙΔΑ: Μα θέλω να σε αγκαλιάσω και βρωμάν τα ρούχα σου, θέλω να σε φιλήσω και μου έρχεται αηδία, θέλω να έρθω σπίτι σου και δεν αντέχω τη μυρωδιά της τσιγαρίλας ΘΟΔΩΡΗΣ: Τι λες μωρέ. Φοράω πάντα φρεσκοπλυμένα ρούχα, μασάω αντινικοτ τσίχλα με γεύση μέντας και παντού στο σπίτι έχει αρωματικά κεριά. Ιδιότροπη είσαι το ξέρεις; Εγώ σου παραπονέθηκα που με κουβαλάς στις οικολογικές σου αναρριχήσεις ΕΛΠΙΔΑ: Στις οποίες κάθεσαι με τον Διονύση σε καμία ταβέρνα και περιμένετε εμένα και τη Σοφία να γυρίσουμε γιατί δεν μπορείς να ακολουθήσεις επειδή λαχανιάζεις ΘΟΔΩΡΗΣ: Είμαι αγύμναστος γι’ αυτό. Τα ποντίκια είναι από φυσικού μου. Ναι αλλά εγώ δεν σου είπα να κόψεις αυτά, σου είπα; Εσύ όλο να κόψω το τσιγάρο μου λες ΕΛΠΙΔΑ: Έλα αφού με αγαπάς… κάντο για μένα…θα σε βοηθήσω και γω ΘΟΔΩΡΗΣ: Όχι εγώ είμαι άντρας και οι άντρες καπνίζουν. ΕΛΠΙΔΑ: Στατιστικά οι γυναίκες καπνίζουν περισσότερο, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα. Και δυστυχώς το κάπνισμα αρχίζει πια από το Δημοτικό κάτι που πρέπει να κάνουμε


θέμα… Στο κάτω κάτω αν είσαι άντρας δείξε μου τον ανδρισμό σου κόβοντας το τσιγάρο. Δείξε μου την μαγκιά σου κάνοντας κάτι που κάνουν οι λίγοι όχι οι πολλοί ΘΟΔΩΡΗΣ: Λίγα λόγια για τον…. Ανδρισμό μου έτσι; Έχεις και παράπονο, όχι πες έχεις και παράπονο; ΕΛΠΙΔΑ: Θα σε πληγώσω… ΘΟΔΩΡΗΣ: Τι θες να πεις; ΕΛΠΙΔΑ: Εγώ τι θέλω να πω; Εσύ δεν λες πως αν δεν κάνεις ένα τσιγαράκι δεν είσαι 100% ντούρασελ; ΘΟΔΩΡΗΣ: Α παράταμε μωρε που θα μου την πεις και από πάνω ΕΛΠΙΔΑ: Όχι μωρό μου δεν θα στην πω εγώ. Όλοι οι επιστήμονες το λένε ότι το κάπνισμα επηρεάζει την στυτική λειτουργεία. Εγώ σε βρίσκω μια χαρά σε αυτό τον τομέα!! Σήμερα… Αύριο μεθαύριο δεν ξέρω. Στο κάτω κάτω μια χάρη σου ζήτησα και γω τόσο μεγάλη είναι; ΘΟΔΩΡΗΣ: Εγώ δεν σου ζήτησα τίποτα εσύ γιατί επιμένεις να με αλλάξεις δηλαδή δεν το καταλαβαίνω ΕΛΠΙΔΑ: Μη το πας αλλού. Δεν θέλω να σε αλλάξω. Να κόψεις το τσιγάρο σου ζητάω. Είναι και για το καλό σου ΘΟΔΩΡΗΣ: Και τι θα γίνει δηλαδή Άμα σου πω τελεσίδικα ΟΧΙ ΕΛΠΙΔΑ: Δυστυχώς θα πρέπει να χωρίσουμε ΘΟΔΩΡΗΣ: Η δική σου αγάπη δηλαδή που είναι ; ΕΛΠΙΔΑ: Την κατάπιε ο καπνός του τσιγάρου σου ΘΟΔΩΡΗΣ: Ε λοιπόν η τελευταία μου κουβέντα είναι θα … είναι θα…είναι θα…καπνίζω! Ωχ μωρε πιά ΕΛΠΙΔΑ: Άντε γειά τότε ΘΟΔΩΡΗΣ: Άντε γειά;

ΣΤΟ ΚΑΦΕ Πιθανό τραγούδι «τα τσιγάρα τα ποτά και τα ξενύχτια» Κυριαζής

ΘΟΔΩΡΗΣ: Ακούς εκεί «άντε γειά τότε» Έτσι απλά χωρίς κανένα παρακάλι, χωρίς ένα δάκρυ…. Πια είσαι κυρία μου δηλαδή; ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Καλησπέρα σας. Τι να σας φέρω;


ΘΟΔΩΡΗΣ: Ρε φίλε Σαλονίκη δεν είναι εδώ; ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Μάλιστα ΘΟΔΩΡΗΣ: Καφετέρια δεν είναι το μαγαζί; ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Μάλιστα ΘΟΔΩΡΗΣ: Ε η σωστή ερώτηση είναι Πως πίνετε τον Φραπέ σας Κύριε; Και αφήνεις το τασάκι ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Ξέρετε Κύριε… ΘΟΔΩΡΗΣ: Γλυκό με πολλά παγάκια χωρίς γάλα και σβέλτα… και το τασάκι μην αρπαχτούμε έτσι; ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Μάλιστα ΘΟΔΩΡΗΣ: Ακούς εκεί η μαντάμ Άντε γειά. Και να έχω και το γκαρσόνι να είναι έτοιμο να μου μιλήσει για τον νόμο που απαγορεύει το κάπνισμα. Μωρε τι μας λες 4 Υπουργοί και μια βασίλισσα και δεν το καταφέρανε… Σε τα μας; Αφού ο πρώτος αντικαπνιστικός νόμος βγήκε από το 1856 από την Βασίλισσα Αμαλία και τελικά δεν εφαρμόστηκε ούτε στο παλάτι!!! Άντε μη θυμώσω τώρα με τα σαΐνια που θέλαν «η Ελλάδα σβήνει το τσιγάρο» Φάγαν λεφτά στις καμπάνιες… α ρε Ελλαδιτσα ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Καλησπέρα. Μόνος σου μιλάς; ΘΟΔΩΡΗΣ: Παραμιλάω, δεν μιλάω απλώς ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Τι έγινε καβγαδάκι πάλι; ΘΟΔΩΡΗΣ: Χωρίσαμε ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Σώπα!! Πάλι!! Τι έγινε κάπνισες μπροστά της; ΘΟΔΩΡΗΣ: Με δουλεύεις έτσι; Με δουλεύεις και συ; Τελεσίγραφο η κυρία «ή το κόβεις ή χωρίζουμε». Και πάνω που ήμουν έτοιμος να πω «θα προσπαθήσω» σκέφτομαι ας την δοκιμάσω λιγάκι και της λέω «θα καπνίζω» και μου λέει ένα ξερό «άντε γειά τότε» Κατάλαβες ένα σκέτο, ξερό άντε γειά ΓΚΑΡΣΟΝΙ: Πως το θέλετε τον καφέ σας Κύριε; ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Κατάλαβα. Στα έσουρε το φιλαράκι, έτσι; Φρεντο Καπουτσίνο Λατε ΘΟΔΩΡΗΣ: Μη παίζεις με τα νεύρα μου, ειδικά σήμερα μην παίζεις με τα νεύρα μου να χαρείς. ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Σύνελθε ρε που έχεις μουλαρώσει και δεν καταλαβαίνεις τι σου γίνεται. Που κοιτάς τον εαυτός σου και δεν δίνεις δεκάρα ούτε καν για το γκαρσόνι που βάζω στοίχημα πως τον ανάγκασες να σου φέρει τασάκι. ΣΟΦΙΑ: Καλησπέρα. Τι τρέχει ρε παιδιάς Γιατί με πήρε τηλέφωνο η άλλη και έκλεγε; Δεν κατάλαβα λέξη από τα λεγόμενα της. Άφησα το μάθημα και ήρθα τρέχοντας… και έχω και πρόβα μετά ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Χώρισαν


ΣΟΦΙΑ: Σιγά πάλι; κόφτω το ρημάδι και συ ΘΟΔΩΡΗΣ: Βαλτοί είστε όλοι; Ρε το τσιγάρο είναι μέρος της ιστορίας μας της κουλτούρας μας Θυμάστε… ΔΙΟΝΥΣΗΣ / ΣΟΦΙΑ: τον Κούρκουλο που άναβε τσιγάρο και τα έκαιγε όλα ενώ ο θεός ο Διονυσίου τραγουδούσε «βρέχει φωτιά στη στράτα μου» ΔΙΟΝΥΣΗΣ: τη Μελίνα στο ποτέ την Κυριακή ΣΟΦΙΑ: τον Φούντα στη Στέλλα λίγο πριν το «Στέλλα κρατάω μαχαίρι» ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Τα καπνομάγαζα ΣΟΦΙΑ: Τους καπνεργάτες και η πρώτη μεγάλη απεργία ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Τα τσιγάρα ΣΑΝΤΕ με την αγαπημένη του Σουλεϊμάν του μεγαλοπρεπή στο κουτί ΣΟΦΙΑ: Άσε ρε Θοδωρή μας τα έχεις πει ένα σκασμό φορές που τα μάθαμε απ’ έξω πια. Και ο Μάης του 68 άλλαξε την φιλοσοφία των λαών με τις φοιτητικές εξεγέρσεις αλλά δεν το κάνουμε τόσο μεγάλο σήριαλ πια.. η πιο σωστά το ξεχάσαμε όπως γενικά ξεχνάμε τις επαναστάσεις και την ιστορία μας. Μπαίνουν δυο φίλες Α:Έχει άδειο τραπέζι έλα Β:Ναι αλλά ο τύπος εκεί καπνίζει, βλέπεις Α: Έλα ρε φιλενάδα που πας φιρί – φιρί κάθε φορά. Τι σε ενοχλεί μακριά είμαστε Β: Δε πας καλά. Τι μακριά τι κοντά, ο καπνός του έρχεται και σε μένα , τι δεν καταλαβαίνεις; Α: Ηρέμισεεε… μέχρι να φτάσει κοντά μας θα έχει διαλυθεί!!! Θα έχει γίνει καπνός που λένε Β: Μ’ αστειάκια, γελάσαμε τώρα. Καμία σχέση! Δεν θα γίνει καπνός. Εγώ θα βγάλω καπνούς και με τον τύπο που καπνίζει και με σένα που το παίζεις υπεράνω και με τον μαγαζάτορα που δεν εφαρμόζει τον νόμο. Α: Ωχ μωρέ γκρινιάρα ένα καφέ είπαμε να πιούμε και συ θα τον βγάλεις ξινό. Ηρέμησε. Άμα ανάψει τσιγάρο όση ώρα είμαστε εδώ , θα σηκωθώ εγώ και θα του πω να το σβήσει, ευχαριστήθηκες; Β: Τι να σου πω. Έχεις και συ τα δίκια σου, δεν έχεις ακούσει καμιά Επισκέπτρια Υγείας κανα Γιατρό να σου μιλάν για το παθητικό κάπνισμα, δεν στα έχω πει και γω , δεν σε πήρα ποτέ να πάμε σε καμιά ομιλία μαζί…. Άσε και βλέπουμε να μην σου χαλάσω τον καφέ που λες και συ . Α: Παθητικό κάπνισμα; Τι είναι αυτό πάλι καινούργιο φρούτο; Κάπνισμα χωρίς να καπνίζω πάει να πει; Β:Κάπως έτσι και λίγο χειρότερα κάτσε να σου εξηγήσω λιγάκι. Με το κάπνισμα σχηματίζονται τρία διαφορετικά ρεύματα καπνού:


A. Ο καπνός που εισπνέει ο ενεργός καπνιστής (15% του καπνού) Β. Ο καπνός που απελευθερώνεται από την άκρη του τσιγάρου Γ. Ο καπνός που εκπνέετε από τον καπνιστή Β+Γ =υπεύθυνα για το παθητικό κάπνισμα (85% του καπνού) Το παθητικό κάπνισμα αποτελεί την κυριότερη πηγή ρύπανσης του αέρα σε εσωτερικούς χώρους. Με το παθητικό κάπνισμα εισπνέονται καρκινογόνες αλλά και τοξικές ουσίες που βρίσκονται στον καπνό του τσιγάρου. Ο καπνός του τσιγάρου περιέχει περισσότερες από 4.000 χημικές ουσίες, κάποιες από αυτές έχουν χαρακτηριστεί ως ερεθιστικές, ενώ 60 είναι γνωστές καρκινογόνες ουσίες. Η νικοτίνη ανιχνεύεται στη σκόνη και τον αέρα των σπιτιών των καπνιστών, ακόμη και όταν αυτοί δεν καπνίζουν μέσα στο σπίτι (τα στοιχεία του καπνού διαχέονται στο χώρο από τα ρούχα και τα μαλλιά του καπνιστή και εναποτίθενται και στα έπιπλα, σεντόνια κ.ά.) Πόσο καπνίζει κανείς με το ζόρι; μέχρι και 5 τσιγάρα την ημέρα σε γραφείο με καπνιστές συναδέλφους Έως 3 τσιγάρα μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο για 1 ώρα με κλειστά παράθυρα και με καπνιστή οδηγό ή συνεπιβάτη Να στο πω απλά γιατί αλλιώς θα μπερδευτείς. Αν δεν καπνίζεις και βρίσκεσαι σε προαύλιό χώρου (δηλαδή στην αυλή) με δυο καπνιστές τότε σε δυο ώρες μαζί τους θα είναι σαν να έχεις καπνίσει 3 τσιγάρα. Σκέψου τι γίνετε σε κλειστό χώρο. Α: Υπερβολές… Υπερβολές των οικολόγων. Αφού εδώ ας πούμε είναι μακριά μου.. και δηλαδή τι να πουν αυτοί που κατοικούν μαζί με καπνιστή τον αναγκάζουν να το κόψει ή αρχίζουν και αυτοί το κάπνισμα; ΣΟΦΙΑ: Ακούς; ΘΟΔΩΡΗΣ: δεν θα ήταν άσχημη ιδέα να αρχίσει να καπνίζει το μωρό μου. Πως δεν το σκέφτηκα;

Μπαίνει η έγκυος ΕΓΚΥΟΣ: καλησπέρα σας ΓΚΑΡΣΟΝΙ καλησπέρα σας τι θα πάρετε; ΕΓΚΥΟΣ: ένα χυμό πορτοκάλι αλλά συγνώμη ο κύριος καπνίζει ΓΚΑΡΣΟΝΙ: ναι είναι στην πτέρυγα των καπνιζόντων ΕΓΚΥΟΣ: μου κάνετε πλάκα να πάει έξω να καπνίσει ΓΚΑΡΣΟΝΙ: δεν γίνετε κυρία μου ΕΓΚΥΟΣ: Τι δεν γίνετε καλέ εδώ υπάρχει νόμος. Κύριε συγνώμη, μπορείτε να πάτε έξω να καπνίσετε; Απαγορεύεται το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους ΘΟΔΩΡΗΣ: Δεν μου λέτε κυρία μου να σας ρωτήσω κάτι; ΕΓΚΥΟΣ: Παρακαλώ


ΘΟΔΩΡΗΣ: Όταν μπήκατε είδατε ότι ήταν κλειστός χώρος σωστά; ΕΓΚΥΟΣ: Ναι ΘΟΔΩΡΗΣ: Και είδατε ότι κάπνιζα επίσης ΕΓΚΥΟΣ: Ναι ΘΟΔΩΡΗΣ: Τότε γιατί μπήκατε; Και είστε και έγκυος από ότι βλέπω ΕΓΚΥΟΣ: Είστε αγενής και παράνομος. Είναι δικαίωμα μου να θέλω να πιώ τον χυμό μου εδώ ΘΟΔΩΡΗΣ: Σας καταλαβαίνω νευράκια λόγω κατάστασης αλλά και μένα δικαίωμα μου είναι να καπνίζω εδώ που πίνω τον καφέ μου ΕΓΚΥΟΣ: Όχι Κύριε δεν είναι δικαίωμα σας. Εσείς σκορπάτε τον θάνατο και σε άλλους. Δικαίωμα σας είναι να το κάνετε μόνο στον εαυτό σας. Όταν οι άλλοι έχουν δικαίωμα επιλογής όπως οι φίλοι σας ας κάτσουν να πεθάνουν μαζί σας. Το Μωρό μου όμως , όπως και όλα τα μωρά του κόσμου, θέλω να γεννηθεί υγειές. Θα φύγω αλλά θα ειδοποιήσω και το 1145 να το ξέρετε ΘΟΔΩΡΗΣ: Στο καλό και καλή ξελεφτεριά ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Δεν υποφέρεσαι πιά έλεος τίποτα δεν σέβεσαι ΘΟΔΩΡΗΣ: ώστε έκλεγε το Μωρό μου, είπες ΣΟΦΙΑ: Ναι έκλεγε. Κάτι για οριστικό τέλος έλεγε αλλά δεν κατάλαβα καλά. Θοδωρή έλα να βοηθήσουμε όλοι μαζί να το κόψεις, κρίμα είναι είστε πολύ ταιριαστό ζευγάρι ΘΟΔΩΡΗΣ: ναι είδα και άλλους που είναι ταιριαστοί αλλά είναι μόνο φίλοι!!! Μπαίνει η Καπνοπούλου και την κοιτάν όλοι παραξενευμένοι

ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Να καθίσω, ενοχλώ; ΘΟΔΩΡΗΣ: Όχι μαντάμ αλλά εμείς, δηλαδή εγώ, καπνίζω ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Κανένα πρόβλημα ίσα – ίσα χαίρομαι να βλέπω κάποιον να καπνίζει ΘΟΔΩΡΗΣ: Δικιά μας είναι η Κυρία. Χαίρομαι και γω! Τσιγαράκι; ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Όχι ευχαριστώ εγώ δεν καπνίζω. Εγώ φτιάχνω αυτά που καπνίζετε. Να συστηθώ Ασρτω Καπνοπούλου, ανιψιά του Παπαστράτου και του Κεράνη και πρώην σύζυγος του Philips Morris ΘΟΔΩΡΗΣ: Ορίστε; Α δεν πάμε καλά! Τώρα θα δει. Χάρηκα Θοδωρής η πιο σωστά Φον Θεόδωρος Ντε λα Φουμάρας! Και πως από δω κυρία μου; ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Έχω ραντεβού με μια φίλη μου την Τίνα Διαφημησιάδου, σίγουρα την ξέρετε ΔΙΟΝΥΣΗΣ: καλά μην παίρνετε και όρκο.


ΘΟΔΩΡΗΣ: καλά παιδιά έχει μεγάλη τρέλα η τύπισσα Θα σπάσουμε μεγάλη πλάκα. Και δεν καπνίζετε είπατε; Δεν δοκιμάζετε αυτά που φτιάχνετε; ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Όλοι οι συνάδελφοι έτσι κάνουμε φίλε μου. Σκέψου πόσο χοντροί θα ήταν αυτοί που φτιάχνουν σοκολάτες αν τις έτρωγαν οι ίδιοι; ΘΟΔΩΡΗΣ: Ναι αλλά παχαίνουν οι άλλοι ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Η πόσο άρρωστοι αυτοί που φτιάνουν χάμπουργκερ; ΘΟΔΩΡΗΣ: Ναι αλλά αρρωσταίνουν οι άλλοι

ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Ναι αλλά οι άλλοι είναι πολλοί και αφήνουν κέρδος… ΘΟΔΩΡΗΣ: Ρε παιδία τι μου λέει τούτη η παλαβή; Ότι κάποιοι παχαίνουν και αρρωσταίνουν τους άλλους για το κέρδος;… δηλαδή η δική σου που δεν καπνίζει τι κάνει σε μένα που καπνίζω; Α, δε πάμε καλά, δεν πάμε καλά, η Δόνα κάπως ε ίναι σαλεμένη. Και δε μου λέτε Κυρία μου, εσείς που δε φτιάχνετε σοκολατάκια και χάμπουργκερ τι θα πάθετε με το τσιγαράκι δηλαδή; ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Α τίποτα σοβαρό. Θα βρώμαγαν τα ρούχα μου και η ανάσα μου, θα κιτρίνιζαν τα δόντια και τα δάχτυλά μου, θα βούλωναν τα πνευμόνια μου, θα τρυπούσε το στομάχι μου, το πολύ πολύ να πάθαινα και κανα καρκίνο, αλλά όλα αυτά θα αργούσαν τόσο πολύ οπότε έτσι κι αλλιώς θα είχα προλάβει να πεθάνω από κάτι άλλο…. ΘΟΔΩΡΗΣ: (πτ, πτ, πτ, φτύνει τον κόρφο του ) Ρε η δικιά σου είναι σαλεμένη σου λέω…. Τι θέλω και πιάνω κουβέντα μαζί της Ας αλλάξω θέμα ΣΟΦΙΑ: Σαλεμένη σαλεμένη αλλά καλά τα λέει ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Κάτσε να σοβαρευτούμε και λίγο. Πες μου στ’ αλήθεια γατί δεν δοκιμάζεις να το κόψεις; ΘΟΔΩΡΗΣ: Γιατί δεν μπορώ ρε παιδιά. Γιατί δοκίμασα και σε 3 ώρες κόντεψα να τρελαθώ. Δεν καπνίζετε και δεν ξέρετε τον καημό. Ξέρεις τι είναι να σηκώνεσαι άγρια χαράματα και να γυρίζεις την μισή πόλη για να βρεις περίπτερο να αγοράσεις τσιγάρα επειδή ξέμεινες; Ξέρεις τι ανακούφιση αισθάνεσαι σα καπνίζεις στα δύσκολα; Άσε δεν μπορείτε να με καταλάβετε ΣΟΦΙΑ: Εντάξει εμείς δεν καταλαβαίνουμε. Υπάρχουν ειδικοί, ιατρεία διακοπής καπνίσματος, έχει και δω στον Εύοσμο στο Κέντρο Υγείας, πήγαινε σε αυτούς που ξέρουν και καταλαβαίνουν. Το ζητούμενο νομίζω είναι να θες πραγματικά να το κόψεις ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Ρε Θοδωρή πάρτο αλλιώς. Πόσα ξοδεύεις για τα τσιγάρα σου την ημέρα; ΘΟΔΩΡΗΣ: ε τρία πακέτα πες κανα 10ευρω χοντρά χοντρά ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Δηλαδή 10 επι 360 3600€ το χρόνο… και πόσο είπαμε ότι έκανε εκείνη η 250αρα που είχες βάλει στο μάτι με τα νίκελ και την απίστευτη σέλα;


ΘΟΔΩΡΗΣ: 1500€ μεταχειρισμένη αλλά σε πολύ καλή κατάσταση όμως. Να κάνεις κάτι βόλτες κάτσε καλά!! ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Τώρα τον βλάκα κάνεις η βλάκας είσαι; Αγοράζεις την μηχανή και σου περισσεύουν λεφτά και για την βενζίνη!!

Μπαίνει και η Διαφημησιάδου άλλο «φρούτο» και κείνη

ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: Καλησπέρα χρυσή μου ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Καλησπέρα ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: Τι έγινε και είναι τόσο επείγον που έπρεπε να με δεις άρον άρον; ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Κοίτα Τίνα ΘΟΔΩΡΗΣ: Μπα έχουν και φυσιολογικά ονόματα;… ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: πρέπει κάτι να κάνουμε γρήγορα για να καπνίσει ο κόσμος περισσότερο. Εγώ βελτίωσα την παραγωγή μου, έβγαλα και το ηλεκτρονικό τσιγάρο με γεύσεις τσιγάρων, έβαλα και μελέτες ότι δεν είναι και τόσο άσχημα τα πράγματα, αλλά, οι εχθροί μου πληθαίνουν. Μετά από κείνη την άθλια απόφαση ότι θα πρέπει να χρηματοδοτώ κι ολας αντικαπνιστικές εργασίες τα πράγματα όλο και δυσκολεύουν. ΜΚΟ, δομές πρόληψης, επιστημονικές εταιρείες ακόμα και ο ΟΚΑΝΑ εδώ στην Ελλάδα άρχισε να με κυνηγάει. Ευτυχώς που οι Έλληνες δεν είναι ξενέρωτοι Ευρωπαίοι και συνεχίζουν το κάπνισμα. Μάλιστα όλο και κατεβαίνει η ηλικία που το αρχίζουν. Μόνο να από τότε που οι Επισκέπτριες Υγείας κυρίως αλλά και άλλοι επαγγελματίες υγείας αρχίσαν να πηγαίνουν και στα Δημοτικά το πράμα ζόρισε πάρα πολύ. Ήρθε και η συνηθισμένη αύξηση στο φόρο, μέχρι και σε σένα απαγορεύσαν τις διαφημίσεις. Τώρα έμαθα πως οι Επισκέπτριες σε όλη την Ελλάδα μαζί με τις ΥΠΕ σκέφτονται να κάνουν ολόκληρο δίκτυο ενημέρωσης και αν αυτό γίνει χάθηκα…. Θα παρασύρουν και κόσμο δηλαδή!! Κάτι πρέπει να κάνουμε άμεσα ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: Ωχ καημένη Αστρω ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Να και το ονοματάκι της άλλης…, ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: πλάκα έχεις. Ποιος δίνει σημασία όταν υπάρχω εγώ; Δε θυμάσαι τότε με την βρωμιάρα και άσχημη νικοτίνη που πες πες έκανα τους ανθρώπους να πιστέψουν πως είναι το πιο ακριβό και σπάνιο άρωμα; ΣΟΦΙΑ: Ρε παιδιά μπας και είναι σοβαρά όλα τούτα; ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: Δε θυμάσαι που έλεγαν για την πίσσα ότι σκοτώνει και είναι ίδια με αυτή που στρώνουμε στους δρόμους και γω τους είπα «τι λέτε προστατεύει τα πνευμόνια γατί τους φοράει κάτι σα ρούχο και τα κάνει πιο ανθεκτικά» και πίστεψαν όλοι ότι τα πνευμόνια πια είναι ντυμένα με … art active?!!! Και τότε που έλεγαν πως το τσιγάρο είναι αργός θάνατος, εγώ δεν ήμουν αυτή που είπα «ε καλά ποιος βιάζεται να πεθάνει» και το ξέχασαν πια;


ΘΟΔΩΡΗΣ: Καλά έχω πάθει να πούμε. Μωρέ τι λεν τούτες εδώ; Τι ακούν τα αυτάκια μου; ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: και όσο για την απαγόρευση εδώ είναι που γελάσαμε. Πόσα σήριαλ με πρωταγωνιστές να καπνίζουν, πόσες φωτο με καπνιστές σε όμορφες στιγμές, πόσες αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τυχαίες αναφορές στην απόλαυση του τσιγάρου, πόση παραπληροφόρηση που καταντά κουραστική για το κακό που και καλά κάνει το τσιγάρο, τραγούδια με αυτό που γίνονται σουξέ, ταινίες που κάνουν εισπρακτική επιτυχία αλλά οι πρωταγωνιστές καπνίζουν μανιωδώς, μέχρι και βουλευτές καπνίζουν στην τηλεόραση, τι δεν καταλαβαίνεις; ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Ναι όλα αυτά χρυσή μου τα ξέρω. Είναι μοναδική η ικανότητα σου να κάνεις το μαύρο άσπρο και να καταπίνουν αμάσητο οι άνθρωποι ότι τους σερβίρεις. Μα εδώ τα πράγματα είναι σοβαρά σου λέω. Υπάρχουν πολλοί που έχουν αρχίσει και λένε σε όλους τι κάνεις και πώς να σε πολεμήσουν. Και άμα πολεμήσουν εσένα, θα καταλάβουν και τι είμαι εγώ και θα δυναμώσουν τους χαρακτήρες τους για να μπορούν να πουν όχι σε μένα και σε όλους τους φίλους μου και δικούς σου πελάτες. ΘΟΔΩΡΗΣ: Στα σοκολατάκια και τα χάμπουργκερ ας πούμε. ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: Λες βλακείες. Κανείς δεν μπορεί να μου αντισταθεί. Για να σκεφτώ λοιπόν…. Έλα μωρέ εύκολο είναι. Θες να σταματήσω τις Επισκέπτριες και γενικά τους επαγγελματίες υγείας. Ωραία θα βρω ένα τρόπο να μην πληρωθούν πχ τα οδοιπορικά τους ή θα μιλήσω για ανθρώπινα δικαιώματα ή ακόμα καλυτέρα για τα δικαιώματα των παιδιών που καταπατούνται, θα ανοίξω και μια δημόσια συζήτηση για το τι πρέπει ή δεν πρέπει να λέγεται στα παιδιά στα σχολεία και θα σταματήσουν. Με τις ΜΚΟ και τις επιστημονικές εταιρείες είναι πιο εύκολα τα πράγματα ένα σκάνδαλο οικονομικό όλο και θα υπάρχει Κοίτα έχω και γω φίλους λίγο…. Διαφορετικούς…. Το πολύ πολύ να με βοηθήσει και η αδελφή μου η Δόνα Δυσφήμηση θα το δούμε μη σκας . Άλλωστε χρυσή μου είναι γνωστό πως οι άνθρωποι είναι όχλος και σαν τέτοιο αν τον δεις μπορείς να τον παρασύρεις εκεί που εσύ επιθυμείς. Δεν θυμάσαι με τον Χριστό; Την μια Κυριακή ωσαννά και την άλλη άρον άρον σταύρωσον αυτόν… Δεν μπορούν να μου αντισταθούν!! Όσο υπάρχω και χρησιμοποιώ επικοινωνιακά κόλπα και εργαλεία δεν γίνεται να αντισταθούν σε τίποτα. ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: Το ξέρω ότι έχεις δίκιο. Το βλέπω τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα πόσο μαζί με τους …πως τους είχε πει τους δημοσιογράφους εκείνος ο πολίτικος να δεις… εκείνο το ωραίο ΔΙΑΦΗΜΗΔΙΑΔΟΥ: διαμορφωτές κοινής γνώμης ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: α γεια σου. Μαζί λοιπόν με τους διαμορφωτές κοινής γνώμης οι πλατείες , τα Ζάππεια ξεχνιούνται το όχι γίνεται ναι και κανένας τελικά δεν αντιστέκετε όχι γιατί δεν θέλει αλλά γιατί καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί. ΘΟΔΩΡΗΣ: Α τώρα το χόντρυναν και έχω αρχίσει να θυμώνω ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Το τραγικό είναι ότι έχουν μεγάλη δόση αλήθειας αυτά που λένε αυτές ΣΟΦΙΑ: ναι ρε παιδιά πόσες φορές από μια διαφήμιση και μόνο πήραμε κάτι χωρίς ουσιαστικά να το θέλουμε


ΘΟΔΩΡΗΣ: Άκου κει να είμαι ένα πειραματόζωο που με κάνει η Διαφήμιση ότι θέλει ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Σώπα καλέ θίχτηκες!! Εδώ άλλους ψηφίζουμε άλλοι μας κυβερνάνε, το όχι γίνεται ολίγον από ναι, το χρέος του κράτους μας είναι γιατί οι τράπεζες τα πήραν όλα και έφυγαν αλλά τα δάνεια μας ακόμα κόκκινα σα ντομάτες είναι και σένα σε ενόχλησε η τύπισσα από δίπλα και η θεωρίες της…. Αντίσταση σιγά τα ωά… ΘΟΔΩΡΗΣ: Ε λοιπόν όχι. Δεν είναι έτσι. Άργησα λίγο αλλά τώρα κατάλαβα. Αφού δεν μπορώ να αντισταθώ σε κάτι μεγάλο, σαν τα μνημόνια ας πούμε, θα το κάνω με πολλά μικρά. Θα κόψω το τσιγάρο για αρχή. Δεν θα επιτρέψω ξανά στον εαυτό μου αυτή η κυρία Διαφημησιαδου να παίζει με την νοημοσύνη μου. Δεν θα γίνω το παιχνίδι της άλλο πια. Και που ξέρεις σιγά σιγά κάτι θα αλλάξει προς το καλύτερο. Για τον κόσμο δεν ξέρω αλλά για μένα σιγουρά. Θα κόψω το τσιγάρο, θα ξανά είμαι με το Μωρό μου θα πάρω και την μηχανή που ονειρεύομαι. ΣΟΦΙΑ: Μπράβο επαναστάτη μου εσύ! Άμα τα καταφέρεις θα κάνουμε την διακοπή του καπνίσματος επαναστατικό κίνημα!! Προς το παρόν πάω εγώ να καλμάρω την άλλη και να της πω τα ευχάριστα ΘΟΔΩΡΗΣ: Πάμε στοίχημα ότι σε μια βδομάδα θα είμαι άλλος άνθρωπος; ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Άμα το θες θα είσαι. Το ξέρεις ότι σε 20 λεπτά μόνο μετά τη διακοπή ο ρυθμός της καρδίας και της πίεσης επανέρχονται στα κανονικά επίπεδα; Σε 12 μόνο ώρες το επίπεδο του μονοξείδιου του άνθρακα στο αίμα πέφτει στο κανονικό; Μέσα στην πρώτη κιόλας βδομάδα βήχας και δύσπνοια μειώνονται ενώ γεύση και όσφρηση επανέρχονται στα φυσιολογικά τους επίπεδα; Μέσα σε 9 βδομάδες τα πνευμόνια αρχίζουν να καθαρίζουν και από το χρόνο και μετα οι πιθανότητες για κάθε μορφή καρκίνου (λάρυγγα, πνευμόνων, στόματος, ουροδόχου κύστης ) σχεδόν μηδενίζονται; ΘΟΔΩΡΗΣ: Αυτά είναι για σας τους μορφωμένους… πας το στοίχημα; Αν κερδίσω μου αγοράζεις το κράνος ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Το βάζω! Άμα χάσεις… ΘΟΔΩΡΗΣ: Δε θα χάσω

ΑΥΛΑΙΑ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ Αλλαγή σκηνικών για το σπίτι

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΦΩΤΑ ΠΡΩΤΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΕΤΑ ΣΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΜΕΤΑ ΑΥΛΑΙΑ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΚΟΡΗ: ΜΑΜΑ ΦΟΒΑΜΑΙ


Σου γράφω για πρώτη φορά και είναι η πρώτη φορά που γράφω σε κάποιον. Αυτό μάλλον δεν θα το διαβάσεις ποτέ. Ίσως γιατί δεν έχει νόημα για σένα. Ίσως γιατί και γω δεν ξέρω γιατί σου γράφω τελικά. Απλώς, νομίζω, ότι ξεδιπλώνοντας σε λέξις τις σκέψεις μου θα καταφέρω να μάθω γιατί καπνίζεις τώρα, σήμερα και γιατί θα καπνίζεις στο μέλλον. Το μέλλον!! Μόνο το μέλλον τελικά θα δείξει αν αυτή η στιγμή είναι αληθινή, μάταια, σύντομη, δυνατή. ΦΟΒΑΜΑΙ ΜΑΜΑ Δεν τολμούσα να σου μιλήσω όλον αυτό τον καιρό. Δηλαδή όπως βλέπεις ακόμα δεν τολμώ γιατί δεν θέλω να αρχίσουμε κάποιο άστοχο «ντιμπέιτ» με επιχειρήματα στατιστικές μελέτες και πιθανότητες. Γι’ αυτό αποφάσισα να σου γράψω όλα όσα σκέφτομαι τόσο καιρό με αφορμή αυτό που έγινε τις προάλλες, που μαλώσαμε γιατί καταπατώ λέει την ελευθερία σου επειδή στραβομουτσούνιασα γιατί άναψες τσιγάρο

ΦΟΒΑΜΑΙ ΜΑΜΑ «κι όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ». Στεναχωρήθηκα . Στεναχωρήθηκα πολύ εκείνη την μέρα. Είχες ξαπλώσει, μαμά, και σηκώθηκες και ήρθες στο σαλόνι και ετοιμαζόμουν όλο χαρά, πιστεύοντας πως ήρθες να κάτσεις μαζί μας, να περάσεις λίγο χρόνο με την οικογένειά σου, να σου πω για το βραβείο στο χορό, ε σύ…. Εσύ παρέβλεψες όλη την κούραση της μέρας, εμάς, μόνο και μόνο για να καπνίσεις ένα ακόμα τσιγάρο!!!!

ΦΟΒΑΜΑΙ ΜΑΜΑ Φοβάμαι. Και πάνω που ανοίγω τα φτερά μου για να κρατήσω την αξιοπρέπεια μου, να κουρνιάσω μαζί σου στο χρόνο, διώχνοντας φόβους και αγωνίες μακριά, εσύ, εσύ προτιμάς το τσιγάρο. Και μετά «καταπατώ την ελευθερία σου!!». Με την ίδια λογική είσαι ελεύθερη να παίρνεις ναρκωτικά, να πίνεις… γιατί όχι; Δική σου είναι η ζωή ότι θέλεις την κάνεις. Όμως δεν το κάνεις γιατί δεν είσαι μόνη σου, γιατί έχεις άντρα, παιδιά οικογένεια, ευθύνες! Ένα τσιγάρο σου έχει μείνει - λες – να στο κόψουμε και αυτό δηλαδή; Μπορεί να σου φαίνομαι υπερβολική αλλά φοβάμαι ρε μαμά. Κάθε φορά που σε βλέπω να καπνίζεις φοβάμαι ότι θα σε χάσω πιο γρήγορα από ότι πρέπει. Κάθε φορά που σε πιάνει εκείνος ο καταραμένος ο βήχας φοβάμαι ότι θα στερηθώ τη ζεστασιά και τη σιγουριά που νιώθω όταν είμαι πλάι σου. Και αν αρρωστήσεις ξανά – το ξέρεις τα πνευμόνια σου έχουν ήδη πρόβλημα και ας λες και συ τα γνωστά που λένε όλοι όσοι καπνίζουν- αν αρρωστήσεις ξανά μαμά….. φοβάμαι . Με εκνευρίζει το γεγονός ότι δεν προσπαθείς καν, και ακόμα χειρότερα ότι δεν θέλεις να προσπαθήσεις…. Γιατί μαμά; Η φίλη σου η Μαιρούλα πέθανε από καρκίνο… τι περιμένεις δηλαδή για να το κόψεις; Και τι δικαιολογία είναι αυτή ότι τώρα ειδικά που συμβαίνει αυτό και είναι πρόσφατο το γεγονός, τώρα είναι που δεν μπορείς να το σταματήσεις… ΜΗΤΕΡΑ: ΕΜΕΝΑ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ Θέλω να καπνίζω!!


Δεν θέλω να σας ενοχλώ, δεν θέλω να με ενοχλείτε, εσείς μπορείτε να μην καπνίζετε , αλλά ΕΓΩ θέλω να καπνίζω. Μου αρέσει να καπνίζω. Είναι σαν να ζω πιο έντονα εκείνες τις στιγμές που ρουφάω βαθιά τον καπνό. Είναι σαν να ξαλαφρώνει η ψυχή μου, σαν με ένα αχ να βγαίνουν όλα τα άσχημα από μέσα μου, όταν φυσάω τον καπνό μακριά. Έχω την δική μου θεωρία για την ζωή «πριν και αφού κάνεις οτιδήποτε, η ακόμα και κατά την διάρκεια του οτιδήποτε κάνε ένα τσιγάρο. Πίνεις καφέ; Κάνε ένα τσιγάρο. Περιμένεις να έρθει η παραγγελία στην ταβέρνα; Επιβάλετε να κάνεις ένα τσιγάρο. Θες τουαλέτα; Τέλεια. Κάνε και ένα τσιγάρο μαζί. Πήγες γυμναστήριο και έβγαλες όλες τις ασκήσεις; Κάνε και ένα τσιγάρο ο αξίζεις. Έπηξες στη δουλειά; Κάνε ένα τσιγάρο να συνέλθεις!! Είναι ένα είδος ανταμοιβής …. Τι είπατε; Πως αυτό είναι η λειτουργία του εγκεφάλου; Ε ναι όλα μέσα στο μυαλό μας γίνονται και λοιπόν; Δεν μπορείτε να αισθανθείτε , εσείς όλοι οι μοντέρνοι φανατικοί , πόσο τα απολαμβάνω μετά από ένα μικρό «σύνδρομο στέρησης»! όχι δεν με απασχολεί αν είναι ρίσκο ή έλλειψη αυτοσυγκράτησης, αν είναι ευχαρίστηση πραγματική ή αν μισώ την απουσία ουσιαστικά του καπνίσματος. Εγώ ξέρω ότι ξεκουράζομαι με κάθε ρουφηξιά. Πως έχω ένα σταθερό, μόνιμο και πάντα παρόντα φίλο….. και δεν σας επιτρέπω να καταπατάτε την προσωπική μου ελευθερία……Είναι ίσως από τις μόνες χαρές – προσωπικές χαρές – που έχουν μείνει. Αγαπώ την οικογένεια μου και είμαι ευτυχισμένη μαζί τους. Όμως δεν καταλαβαίνω την επιμονή τους να το κόψω. Γιατί δηλαδή πρέπει εγώ να κάνω θυσία, δεν το καταλαβαίνω. Ας κάνουν κάτι και αυτοί για μένα. Αγαπώ και τους φίλους μου. Κανένας τους δεν είναι τόσο πιεστικός και φορτικός, άσε που οι περισσότεροι καπνίζουν. Πριν λίγες μέρες έφυγε από την παρέα η Μαιρούλα.. είχε κάτι στα πνευμόνια της. Όχι δεν ήταν από το τσιγάρο, απλά ντυνόταν ακόμα και το χειμώνα ελαφριά και κρύωνε συχνά…. Εκεί, στην μάζωξη για το αντίο, ήταν μια κυρία. Δεν την είχα ξανά δει και μου λέει κάποια στιγμή. -

Και σεις καπνίζετε , ε;

-

Ναι, γιατί; Κακό είναι;

Ξέρετε θέλω να μου κάνετε μια χάρη. Όταν θα πάτε στο σπίτι σας και θα είστε μόνη σας, θέλω να σταθείτε μπροστά στον καθρέφτη και να ρωτήσετε τος εαυτό σας γιατί καπνίζετε. Το ξέρω ότι το ξέρετε, εκεί όμως, ίσως ανακαλύψετε μια αλήθεια που δεν την φαντάζεστε. Γιατί εκεί θα είστε απόλυτα ειλικρινής, δεν θα σας βλέπει κανείς για να αμύνεστε ή να απολογείστε. Μετά αρχίστε να σκέφτεστε με τι μπορείτε να αντικαταστήσετε το τσιγάρο σε κείνο το «γιατί» που ανακαλύψατε. Έμεινα να την κοιτάω και ξαφνικά χάθηκε. Τόσο, που θαρρούσα πως ήταν προϊόν της φαντασίας μου. Όμως τούτα τα λόγια ήταν τα πρώτα που με έβαλαν σε σκέψη. Τώρα μου έχει στείλει μαιλ και η κόρη μου. Δεν το διάβασα. Οι νέοι έτσι ζητάνε συγνώμη σήμερα και χθες με την μικρή ανταλλάξαμε δυο τρις «δυναμικές» κουβέντες. Βασικά τα έβαλε άσχημα μαζί μου γιατί καπνίζω Δε βαριέσαι. Εμένα μου αρέσει. Θέλω να καπνίζω. Δεν θέλω να σας ενοχλώ, δεν θέλω να με ενοχλείτε, εσείς μπορείτε να μην καπνίζετε, αλλά ΕΓΩ θέλω να καπνίζω. Όσο για


τις σκέψεις ασχολούμαι με αυτές άλλη ώρα, όταν δεν θα έχω κάτι να κάνω, στις διακοπές μου ίσως….

ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ Πιθανή μουσική «μη μελαγχολείς» με τον Ρέμο

Ο Θοδωρής έχει κλειστεί και προσπαθεί να κάνει διάφορα για να μην καπνίσει. Έχει πετάξει τασάκια και τσιγάρα, βάφει και το τοίχο για να μοσχομυρίσει το σπίτι. Τα κάνει αυτά επι σκηνής ΘΟΔΩΡΗΣ: Θα μοσχομυρίσω τον τόπο. Όχι αρωματικά κεριά για να καλύπτουν την μυρωδιά εκείνα είναι μόνο για ατμόσφαιρα… τελικά εύκολο είναι… πέταξα όλα τα πακέτα… έκρυψα τα τασάκια … το ξέχασα

Ανοίγει τηλεόραση και κάνοντας ζάπινγκ μονολογεί ΘΟΔΩΡΗΣ: κοίτα να δεις που τελικά σε όλα τα σήριαλ καπνίζουν! Δεν πάμε καλά, κοίτα χάλια. Έτσι για να θυμηθώ την φευγάτη στην καφετέρια και να μου ανέβει το αίμα στο κεφάλι . Το κανάλι της Βουλής θα βάλω θα έχει κανα ντοκιμαντέρ οι ψηφοφορίες είναι μεταμεσονύχτιο επεισόδιο…Όχι γαμώτο βαλτοί είναι όλοι τους Ντοκιμαντέρ για τα καπνομάγαζα της Μακεδονίας δηλαδή αι στο καλό Κλείνει την τηλεόραση, ψάχνει για κανα τσιγάρο, βρίσκει τις τσίχλες μασάει μια και πάει στον υπολογιστή

ΘΟΔΩΡΗΣ: πάλι καλά που είχα την τσίχλα Μήπως να πάω να πάρω μερικές καλού κακού; Και Δεν είναι και αντινικοτ… Κοίτα πλάκα εκείνος ο αρρενωπός ο τύπος που διαφήμιζε τα Μorrison με τα ωραία μπράτσα και ο άλλος που διαφήμιζε τα Marlboro με το φοβερό βλέμμα και το καμποικο καπέλο πέθαναν από καρκίνο…. Τι μαθαίνει ο άνθρωπος άμα ψάξει λίγο στο διαδίκτυο τελικά… άκου αυτό το 1910 λέει στην Αμερική (τι κακό και αυτό ρε παιδάκι μου εκεί τα μετράνε όλα από τα παλιά χρόνια) η κατά κεφαλή κατανάλωση ήταν 94 τσιγάρα και 30 μόλις χρόνια μετα έφτασε τα 2558!!! Δηλαδή σα να λέμε ….. 7 τσιγάρα την ημέρα πω πω άμα αρχίσω να λογαριάζω θα χάσω τα νούμερα .!!! Είναι πολλά τα λεφτά τελικά στην ιστορία ….. Καλά έχει μεγάλη πλάκα άκου τι μαθαίνει κανείς Λίγο λέει πριν πτωχεύσει ο Τρικούπης τον Απρίλη του 1883 έβαλε για πρώτη φορά φόρο στον καπνό και τα τσιγαρόχαρτα αλλ ά τελικά ….δυστυχώς εφτωχευσαμεν !! και όταν λέει άρχισε η παραγωγή τσιγάρων τα τσιγαρόχαρτα κατά αποκλειστικότητα τα παρήγαγε η εταιρεία του Κερανη για όλες τις


άλλες εταιρείες σύμφωνα που κλείστηκε λόγω κουμπαριάς με τον πρωθυπουργό Δεληγιάννη!! Ρε αν από τότε γινόντουσαν λαμογιές ελπίζουμε να φτιαχτεί ποτέ η Ελλαδίτσα μας. Τελικά θα το ήθελα τώρα ένα τσιγαράκι…

Ψάχνει στα συρτάρια μπας και βρει κανένα δεν βρίσκει και ανοίγει την τηλεόραση ακούει για την Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια γνωστή και ως ΧΑΠ. Η νόσος των καπνιστών. Για πολλά χρόνια βρίσκεται σιωπηλά χωρίς να δίνει συμπτώματα και να προειδοποίει. Αποφράζει τους αεραγωγούς που αναπνέουμε και αποσαθρώνει κυριολεκτικά τους ιστούς των πνευμόνων, όπως ένα σκουλήκι κάνει σε ένα φρούτο. Οι βλάβες από ένα σημείο και μετά είναι μη αναστρέψιμες και ο ασθενής αρχίζει να έχει σοβαρά συμπτώματα και δυο τρις κρίσεις επιδείνωσης της αρρώστιας τον χρόνο. Ακόμα και ένας παθητικός καπνιστής μπορεί να εμφανίσει αυτή την ασθένεια. Οι περισσότεροι δεν αντιλαμβάνονται τα συμπτώματα και γι’ αυτό δεν δίνουν καμία σημασία στον επίμονο πρωινό βήχα πχ. Αν συνεχιστεί το κάπνισμα η νόσος εξελίσσετε σε πιο άσχημη μορφή και δεν μπορούν να γίνουν απλές καθημερινές πράξεις . Τότε ο ασθενής θα πρέπει να μάθει να ζει με τα προβλήματα που του δημιουργούνται και πιθανόν να καταντήσει ανάπηρος…Βασικά δεν θα μπορεί να κάνει ούτε δυο βήματα χωρίς τεχνητό οξυγόνο και εννοείται ούτε σεξ……

Την κλείνει τσατισμένος χτυπάει το τηλέφωνο ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: Καλησπέρα σας θα μπορούσα να σας κάνω μερικές ερωτήσεις είμαι από εταιρεία δημοσκοπήσεων ΘΟΔΩΡΗΣ: γιατί ρε φίλε αφού όλο έξω πέφτετε ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: δεν είναι για την πολιτική για την αντικαπνιστική αγωγή είναι ΘΟΔΩΡΗΣ: τώρα μάλιστα Σε ακούω ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: πως λέγεστε; ΘΟΔΩΡΗΣ: Θοδωρής Μπαγιάτης ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: ετών; ΘΟΔΩΡΗΣ: γιατί θα μου βρεις γκόμενα; Τέλος πάντων 30 ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: καπνίζετε; ΘΟΔΩΡΗΣ: τώρα τι να σου πω; Αυτή τη στιγμή όχι ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: καπνίζετε όμως. Πόσα πακέτα; ΘΟΔΩΡΗΣ: 2 με 3 ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: πόσα χρόνια;


ΘΟΔΩΡΗΣ: καμιά 15αρια.. ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: πολλά….. ΘΟΔΩΡΗΣ: γιατί το λέτε; ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: γιατί τόσα χρόνια θα είχατε κάνει μια περιουσία! ΘΟΔΩΡΗΣ: Δε μου λες ρε φίλε να σε ρωτήσω κάτι και γω; Καπνίζεις; ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ: όχι ΘΟΔΩΡΗΣ: Τότε γιατί δουλεύεις ρε φίλε ακόμα δεν έκανες περιουσία;

Κλείνει το τηλέφωνο ΟΛΟΙ ΒΑΛΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΥ ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ…ΜΙΑ ΜΗΧΑΝΗ ΦΤΑΝΕΙ …ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΟΙ ΒΕΝΖΙΝΕΣ..!!ΑΣ ΚΟΙΜΗΘΩ προσπαθεί να κοιμηθεί αλλά ο ύπνος του είναι ταραγμένος ανήσυχος. Έτσι κάνει την εμφάνιση της η Νικοτίνη. Άσχημη κακομοιριασμένη κουρελού βρωμιάρα όλα μαζί πάει στο αυτί του και του φωνάζει με διαπεραστική φωνή

ΝΙΚΟΤΙΝΗ: Νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ:………….. ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτινούλα ΘΟΔΩΡΗΣ:……….. ΝΙΚΟΤΙΝΗ: ένα τσιγαράκι τώρα πως το θες ΘΟΔΩΡΗΣ: όχι δεν θέλω ΝΙΚΟΤΙΝΗ: θες μια τζούρα έτσι μια μόνο ΘΟΔΩΡΗΣ: όχι δεν θέλω ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: μου τρυπάς το μυαλό με τη φωνή σου ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: φύγε σου λέω ….

Πέφτει από το κρεβάτι και ξυπνάει ΟΥΦ ΟΝΕΙΡΟ ΗΤΑΝ ΑΛΛΑ ΤΙ ΟΝΕΙΡΟ ΑΚΟΜΑ ΑΚΟΥΩ ΑΥΤΗ ΤΗ ΦΟΒΕΡΗ ΦΩΝΗ ΜΕΣ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΟΥ λέει καθώς φτιάχνει ένα καφέ. ΑΝΟΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΓΑΜΩΤΟ ΧΩΡΙΣ ΤΣΙΓΑΡΟ ΝΑ ΠΙΩ ΜΙΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΑΔΑ; ΜΠΑ ΘΑ ΒΓΩ ΝΑ ΠΑΡΩ ΤΣΙΧΛΕΣ ΝΑ ΞΕΧΑΣΤΩ.. ΝΑ ΠΑΡΩ ΚΑΙ ΚΑΝΑ ΠΑΚΕΤΟ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΕΤΙ ΓΙΑ ΚΑΜΙΑ ΔΥΣΚΟΛΗ ΩΡΑ…. ΣΤΟ ΚΑΤΩ ΚΑΤΩ ΕΝΑ ΤΣΙΓΑΡΑΚΙ ΠΟΥ ΚΑΙ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΟΗΘΑΕΙ ΚΙ ΟΛΑΣ Αρχίζει να ντύνεται αλλά χτυπάει το κουδούνι


ΣΟΦΙΑ: Καλησπέρα, να μπω; ΘΟΔΩΡΗΣ: μπα πως και από τα μέρη μας; Το άντε γεια το αφήσαμε στο δρόμο; ΣΟΦΙΑ: Αφού μου είπαν τα παιδιά την απόφαση σου… τι άλλο θέλει δηλαδή μια γυναίκα για να είναι σίγουρη για την αγάπη του συντρόφου της…. ΘΟΔΩΡΗΣ: ξέρω γω; Γάμο ίσως; ΣΟΦΙΑ: Είναι νωρίς ακόμα νέοι είμαστε έχουμε καιρό ΘΟΔΩΡΗΣ: καλά ένα αστείο έκανα μην το πάρεις σοβαρά ΣΟΦΙΑ: κάνε όσα αστεία θες…. ΘΟΔΩΡΗΣ: ναι καλά ας μην το συνεχίσω γιατί έχω και νεύρα ΣΟΦΙΑ: εγώ είμαι εδώ….έφερα και πορτοκαλαδιτσα και τσίχλες και πατατάκια που σου αρέσουνε να κάτσουμε να ακούσουμε μουσική να δούμε ποδόσφαιρο ή ότι άλλο θες ΘΟΔΩΡΗΣ: ότι θέλω; ΣΟΦΙΑ: ότι θες ΘΟΔΩΡΗΣ: ότι ότι; ΣΟΦΙΑ: ότι ότι….

Σβήνουν τα φώτα…. Ακούγεται ίσως και κανας ήχος αλλά όχι απαραίτητα όταν ανάβουν πάλι ο Θοδωρής πάνω κάτω μέσα στα νεύρα θέλει τσιγάρο Η Νικοτίνη σε μια γωνιά του σκηνικού επι το έργον

ΘΟΔΩΡΗΣ: Μπα δεν αντέχετε… κάτι πρέπει να κάνω κοντεύω να τρελαθώ ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: ακούω συνέχεια μέσα στα αυτιά μου αυτή τη φοβερή φωνή δεν γίνεται αυτό το πράμα δεν παλεύεται ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: στο κάτω κάτω απότομα δεν γίνεται να κοπεί! Δεν είναι σωστό δηλαδή να κόβεται… μαχαίρι! Θα μου πεις είναι και κείνο το στοίχημα, είναι και το Μωρό μου… ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: ούτε να κοιμηθώ δεν μπορώ πια. Φεύγω πάω να πάρω ένα πακέτο τέλος.

Ετοιμάζετε να φύγει, παίρνει κλειδιά και κινητό από το κομοδίνο και την ώρα που ανοίγει την πόρτα μπροστά του ο Διονύσης με τη Σοφία.


ΘΟΔΩΡΗΣ: Εσείς μου λείπατε τώρα ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Νευράκια, νευράκια; Που πήγαινες; Να αγοράσεις τσιγάρα; ΘΟΔΩΡΗΣ: Όχι καλέ. Αφού είπα θα το κόψω τέρμα , μαχαίρι . Αλλά νευράκια ναι ΣΟΦΙΑ: Ξέρεις ήρθαμε να σου πούμε κάτι σημαντικό ΔΙΟΝΥΣΗΣ: Τα φτιάξαμε ΘΟΔΩΡΗΣ: Σώπα!!!Είπα και γω θα γίνει δεν θα γίνει… άντε και γω κουμπάρος! ΣΟΦΙΑ: Γιατί κοροϊδεύεις καλέ; ΘΟΔΩΡΗΣ: γιατί το ήξερε όλη η Θεσσαλονίκη ότι ο ένας γουστάρει τον άλλο και μόνο εσείς δεν παίρνατε μπρος!! ΔΙΟΝΥΣΗΣ: καλά κάτσε τώρα να σε παίξω ένα τάβλι να περάσει η ώρα να κοιμηθείς και βλέπουμε …

Κάνουν πως παίζουν και σβήνουν τα φώτα Πάλι ακούγονται ήχοι από ο τάβλι αλλά όχι απαραίτητα. Όταν ανάψουν ο Θοδωρής πάλι θα προσπαθεί να κοιμηθεί και πάλι η νικοτίνη θα εμφανιστεί μόνο που αυτή τη φορά θα είναι πιο εξασθενημένη και όσο πάει θα εξασθενεί περισσότερο

ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: χτυπάει όπως όταν διώχνουμε τα κουνούπια ΝΙΚΟΤΙΝΗ: νικοτίνη νικοτίνη ΘΟΔΩΡΗΣ: σηκώνεται απότομα και τρομάζει μόνο που την βλέπει Πια είσαι εσύ; Λέει κρατώντας την μύτη του ΝΙΚΟΤΙΝΗ: ν ι κ ο τ ι ν η αρχίζει να τρικλαει ΘΟΔΩΡΗΣ: τώρα κατάλαβα είσαι η φωνή στο κεφάλι μου!! Τι ασχήμια είναι αυτή! Έτσι ήμουν και γω; Και τι μυρωδιά; Έτσι μύριζα και γω; Όχι δεν είναι δυνατόν να ζουσα σε αυτό το παραλήρημα… ΝΙΚΟΤΙΝΗ: ν ι κ ο τ ι ν η και λιποθυμάει ΘΟΔΩΡΗΣ: Εκεί να πεθάνεις! Δε σε θέλω πια Όχι πια Όχι Σε είδα σε κατάλαβα και γλύτωσα από σένα μια και καλή

ΦΙΝΑΛΕ ΑΚΟΥΓΕΤΕ ΑΠΟ ΚΑΠΟΥ Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από ένα τσιγάρο…;;

ΘΟΔΩΡΗΣ: Να σκαρφαλώνεις στο βουνό με την αγαπημένη σου


ΕΛΠΙΔΑ: Να κουρνιάζεις στην αγκαλιά του και να μυρίζεις μόνο γιασεμιά και έρωτα ΔΙΟΝΥΣΗΣ: να αισθάνεσαι δυνατός γιατί κάνεις ότι σου καπνίσει χωρίς τον καπνό του τσιγάρου να σε πνίγει ΣΟΦΙΑ: Να αισθάνεσαι όμορφος γιατί το δέρμα σου δεν είναι μαραμένο, τα δάχτυλά σου κίτρινα. ΓΚΑΡΣΟΝΙ: να μην γεμίζεις το πάτωμα καπνό και το τασάκι στάχτες πράγμα που κάνει το σπίτι να μοιάζει με καπνομάγαζο Α: να πηγαίνεις όπου θε με όποιον θες χωρίς διαχωρισμούς και παρανομίες Β: να χαμογελάς ΕΓΚΥΟΣ: Ο Έρωτας ΚΑΠΝΟΠΟΥΛΟΥ: η καλή παρέα μαζεμένη όλη μαζί ένα χειμωνιάτικο βράδυ ΔΙΑΦΗΜΙΣΙΑΔΟΥ: να σε σέβονται και να σε υπολογίζουν ΝΙΚΟΤΙΝΗ: να μην φοβάσαι τη διαφορετικότητα ΦΩΝΗ: Υπάρχει ωραιότερο πράγμα από ένα τσιγάρο…;; ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ: οι φίλοι, η θάλασσα, ο ήλιος, το φεγγάρι ΘΟΔΩΡΗΣ: το ωραιότερο πράγμα είναι η ζωή μην την ξοδεύεις καπνίζοντας

ΜΗΤΕΡΑ: Ο καπνός εξασθενίζει τη ψυχή, σκοτίζει τον νου, θολώνει την σκέψη, καταστρέφει τελικά και την σωματική υγεία με έναν ιδιότυπο αργό θάνατο. Ένα προϊόν της φαντασίας μου, ένα μαιλ και τούτη δω η παράσταση με κάναν να αρχίσω να σκέφτομαι σοβαρά πως πρέπει να το κόψω!. Ξέρετε η πραγματική αιτία που καπνίζω είναι ο φόβος. Ο φόβος της μοναξιάς και της απόρριψης… ναι έχει δίκιο η κόρη μου. Πρέπει να περνάω πιο πολύ ώρα μαζί της. Οι στιγμές μας, οι στιγμές ΜΟΥ πρέπει να είναι πιο ποιοτικές. Αγάπη. Αγάπη και ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία, ίσως αυτό αντικαταστήσει το τσιγάρο Τίποτα δεν είναι εύκολο μα τίποτα δεν είναι και δύσκολο Στο κάτω κάτω όλα στον νου γίνονται Οπότε ΧΩΡΙΣ ΚΑΠΝΟ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΤΗ ΖΩΗ ΠΙΟ ΚΑΘΑΡΑ

ΤΕΛΟΣ


«Σε νηπιαγωγείο και σε δημοτικό σχολείο…….πέφτουν σταγόνες!!!!» Στο πλαίσιο ευαισθητοποίησης και αλλαγής στάσης και συμπεριφοράς μαθητών/νηπίων των σχολείων της χώρας, γίνεται φιλότιμη προσπάθεια να «καταγραφεί» στο μυαλό των παιδιών με το «εργαλείο- τραγουδάκι» η σπουδαιότητα της υγιεινής των χεριών. Οι μαθητές κατανοούν τα οφέλη της υγιεινής και ταυτόχρονα αποτυπώνεται στο μυαλό τους το τραγουδάκι. Οι στίχοι του τραγουδιού ακούσια επαναλαμβάνονται από τα χείλη τους, στην προσπάθειά τους να το μάθουν αυτολεξεί. Έτσι, επιτυγχάνεται ο σκοπός της ενημερωτικής παρέμβασης, καθώς σε κύκλους τα παιδιά συζητούν πότε κάποιος πρέπει να πλένει τα χέρια του κάνοντας και τις αντίστοιχες κινήσεις που αφορούν το σωστό πλύσιμο των χεριών. Μια συνεχής διαδικασία επανάληψης βοηθά μετέπειτα εκπαιδευτικούς και γονείς να συνδράμουν.

Πέφτουν σταγόνες!!!! «Όταν τα χέρια μου κοιτώ Τίποτα κακό δεν βλέπω εγώ …. μα … Όταν ξυπνάω θα πλυθώ, Πριν να φάω θα πλυθώ, Αφού φάω θα πλυθώ, Αφού παίξω θα πλυθώ, Πω πω πω για δες χώματα εδώ …τρέχω αμέσως να πλυθώ … Και ποτέ μου δεν ξεχνώ …. Τουαλέτα αν πάω εγώ, τρέχω τρέχω να πλυθώ … Το ζωάκι παίζω εγώ και με μιας θα ξεπλυθώ … Κι όταν πάλι φταρνιστώ στην παλάμη μου εγώ, τρέχω αμέσως να πλυθώ … Κοιτώ τα χέρια μου εγώ πριν στο κρεβάτι κοιμηθώ ... τότε πάλι τρέχω εγώ στο νιπτήρα να πλυθώ … κι όλοι μικροοργανισμοί παν για ύπνο πια και αυτοί! Μυλωνά Ευαγγελία MSc Επισκέπτρια Υγείας


Χαρωπά τα δυο μου χέρια πλένω εγώ Χαρωπά τα δυο μου χείρα πλένω εγώ Βρύση σαπούνι και νερό Θέλω πάντα ναχω εγώ Χαρωπά τα δυο μου χέρια πλένω εγώ

Χαρωπά τα δυο μου χέρια τρίβω εγώ Χαρωπά τα δυο μου χέρια τρίβω εγώ Μέσα έξω κυκλικά Μέσα έξω κυκλικά Χαρωπά τα δυο μου χέρια τρίβω εγώ

Χαρωπά τα δάχτυλα μου πλέκω εγώ Χαρωπά τα δάχτυλα μου πλέκω εγώ Τρίβω πλέκω και ξανά Τρίβω πλέκω και ξανά Χαρωπά τα δάχτυλα μου πλέκω εγώ

Τα ξεβγάζω τώρα με νερό Τα ξεβγάζω τώρα με νερό Μπόλικο κάτω απ’ τη βρύση Η βρωμιά να τα αφήσει Τα ξεβγάζω τώρα με νερό

Χαρωπά τα δυο μου χέρια έπλυνα εγώ Και τα ξέβγαλα και με νερό Μα για να είναι καθαρά Χώμα δε πιάνω και βρωμιά Και συχνά το δυο μου χέρια πλένω εγώ

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΦΥΜΑΤΙΩΣΗΣ Μια φορά και έναν καιρό , πριν πολλά και αμέτρητα χρόνια στη χώρα των μικροβίων, υπήρχαν 3 μεγάλα βασίλεια. Στο πρώτο βασίλειο κυβερνούσε ένας βασιλιάς που τον έλεγαν Ιό. Στο δεύτερο βασίλειο βασιλιάς ήταν ο Μύκητας και στο τρίτο βασίλειο διαφέντευε ο βασιλιάς Βακτήριο. Εκτός από τον Βασιλιά Ιό , που έλεγχε μόνος του τους στρατιώτες του και ήταν ιδιαίτερα κακός και επιθετικός, γιατί βλέπετε ήταν ο μόνος από τους βασιλιάδες που ήταν κοντοστούπης και νόμιζε πως άμα είναι κακός θα τον υπολογίζουν και θα τον φοβούνται όλοι,

οι υπόλοιποι Βασιλιάδες είχαν αναθέσει την επιτήρηση των στρατιωτών τους σε γενναίους στρατηγούς.

Ο Βασιλιάς Μύκητας είχε τον Πενικίλλιο, τον Δερματόφυτο και άλλους.


Ο Βασιλιάς Βακτήριο είχε τον Σπείρα, τον Σταφυλόκοκκο που καταγόταν από τη γνωστή οικογένεια των Κόκκων και τον Γαλακτοβάκιλλο που καταγόταν από τη ισχυρή και μεγάλη οικογένεια των Βάκιλλων. Ο Γαλακτοβάκιλλος ήταν ένας σπουδαίος και καλόψυχος στρατηγός, που ζούσε αρμονικά με όλους τους κατοίκους της χώρας των μικροβίων αλλά ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και στη χώρα των ανθρώπων.

Οι άνθρωποι τον σέβονταν και τον ευγνωμονούσαν γιατί με τη βοήθειά του μπορούσαν να μετατρέψουν το γάλα τους σε γιαούρτι και τυρί .


Για αυτό το λόγο ο μικρότερος αδερφός του το Μυκοβακτηρίδιο, ζήλεψε τη δόξα και την αξία του αδερφού του και σκέφτηκε να κάνει κάτι πολύ κακό , ώστε να καταστρέψει το όνομα της οικογένειάς του, και με αυτόν τον τρόπο να κάνει όλους τους κατοίκους και των δύο χωρών να μισήσουν τον Γαλακτοβάκιλλο.

Τι έκανε λοιπόν, πήγαινε κρυφά στον κόσμο των ανθρώπων, διάλεγε τα πιο υγρά και φτωχικά σπίτια και με ύπουλο τρόπο τρύπωνε κυρίως μέσα στους πνεύμονες των ανθρώπων.


Οι καημένοι οι άνθρωποι , άρχιζαν να βήχουν πολύ δυνατά, ανέβαζαν πυρετό και αρρώσταιναν βαριά.

Έπρεπε να ταξιδεύουν πολλές ώρες μακριά από το σπίτι τους για να πάνε στο νοσοκομείο. Ήταν τόσο πονηρό το Μυκοβακτηρίδιο, που είχε καταφέρει να μεταδίδει την αρρώστια αυτή , τόσο εύκολα από τον έναν άνθρωπο στον άλλον, που δεν χρειάζονταν τίποτε άλλο παρά να βήξει ή να φτερνιστεί κάποιος πάνω σε κάποιον άλλον και τσακ ! Η αρρώστια κολλούσε !!!

Οι άνθρωποι αρρώσταιναν βαριά και δεν υπήρχαν φάρμακα για να γιάνουν. Εξαπλώθηκε λοιπόν η αρρώστια σε όλα τα πέρατα του κόσμου των ανθρώπων.


Οι Γιατροί, άρχισαν να ψάχνουν τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να γιατρέψουν τους ανθρώπους, αλλά μάταια. Την εποχή εκείνη, ένας γιατρός που τον λέγανε Κοχ, Ρόμπερτ Κοχ, ανακάλυψε με τη βοήθεια ενός μικροσκοπίου, πως υπεύθυνο για την αρρώστια αυτή ήταν…….. Το Μυκοβακτυρίδιο.

Πως το κατάλαβε; Έπαιρνε τα σταγονίδια που έβγαιναν από το στόμα των αρρώστων όταν αυτοί έβηχαν , τα έβαζε σε ένα μικρό δισκάκι και τα παρατηρούσε με το μικροσκόπιο, εκεί ανάμεσα τους κρύβονταν το Μυκοβακτηρίδιο.

Μόλις έκανε αυτή τη σπουδαία ανακάλυψη , έδωσε στην αρρώστια όνομα, την ονόμασε Φυματίωση. Ο Κοχ έβαλε σκοπό της ζωής του να ψάξει και να βρει τρόπους ώστε να φτιάξει φάρμακα για να γιατρέψει τους ανθρώπους από τη Φυματίωση , αλλά και να βρει κάτι που να εμποδίσει τη Φυματίωση να μπαίνει στον ανθρώπινο οργανισμό.


Μετά από πολύ αγώνα , βρήκε πως η αντιβίωση είναι το φάρμακο που γιάτρευε την αρρώστια . Αλλά η πιο σημαντικές ανακαλύψεις ήταν μια Δοκιμασία και ένα Εμβόλιο Έτσι , έκανε στα παιδιά μια Δοκιμασία , έστελνε μικροσκοπικούς ανιχνευτές, για να δουν αν υπήρχαν στον οργανισμό τους καλοί στρατιώτες που να μπορούν να αντιμετωπίσουν το μυκοβακτηρίδιο. Αν το χεράκι δεν κοκκίνιζε, σήμαινε ότι οι ανιχνευτές δεν έβρισκαν κανέναν στρατιώτη για να τα προστατεύσει από την αρρώστια , καταλάβαινε λοιπόν ο Κοχ, πως έπρεπε να κάνει στα παιδιά το Εμβόλιο και να τα δυναμώσει ,βάζοντας μέσα στον οργανισμό τους καλούς στρατιώτες που με ασπίδες και δόρατα να μπορέσουν να πολεμήσουν το μυκοβακτυρίδιο και να το στείλουν διακοπές στην Αγυριστούπολη . Το Μυκοβακτηρίδιο δεν μπορούσε να κάνει πια κακό, από τότε που το ανακάλυψαν , δεν το άφησαν σε χλωρό κλαρί. Τι αντιβιώσεις , τι εμβόλιά, τι ο καθαρός αέρας , τι η υγιεινή του σώματος το ανάγκασαν να αποσυρθεί μια και καλή στον κόσμο των μικροβίων και αν έκανε πια το λάθος και βρεθεί στον κόσμο των ανθρώπων, ήξεραν πλέον πώς να το πολεμήσουν. Το Μυκοβακτηρίδιο που από ζήλεια του, στράφηκε ενάντια στον αδερφό του , κατάφερε με την πονηριά του , να δώσει μεγαλύτερη αξία στον καλό Γαλακτοβάκιλλο και έγινε από τα πιο μισητά μικρόβια. Έτσι, μέχρι και σήμερα όλα τα παιδιά του κόσμου, κάνουν και τη Δοκιμασία και το Εμβόλιο, γιατί εννοείται πως είναι εξυπνότερα από το Μυκοβακτηρίδιο, δεν αρρωσταίνουν από τη Φυματίωση και είμαστε όλοι καλά και τα παιδιά του κόσμου που εμβολιάζονται καλύτερα.

ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΟΙ ΔΙΔΥΜΟΙ

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ ΜΕ ΧΙΟΥΜΟΡ……

Δάφνη Χαλκιά Επισκέπτρια Υγείας


Καλώς τον μεγάλο αδελφό μου!! Τι μεγάλος βρε αχαΐρευτε. 5 λεπτά διαφορά έχουμε Πέντε πέντε, γιατί λίγα είναι; Που ήσουν και άργησες; Ο καφές κοντεύει να κρυώσει Είχα πάει στο ΚΥΑΤ για να κάνω εμβόλιο Εμβόλιο στην ηλικία μας; Χάζεψες μου φαίνεται. Δεν είναι τώρα η εποχή του αντιγριπικού άσε που έρχονται Επισκέπτριες και μας το κάνουν στο ΚΑΠΗ Εσύ σε λίγο θα μας πεις πως θες και βιάγκρα; Τι εμβόλιο; Όχι δεν έφτασα στα άκρα στο κέντρο του Ευόσμου είναι Τι εμβόλιο λέω!!! Εκείνο το μοντέρνο για την μήτρα! Τι λες βρε γεροξεκούτη, πια μήτρα εσύ είσαι σερνικό Ναι, προφανώς και σου μιλάω στον ενικό Σερνικό λέω, σερνικό! Εσύ είσαι άντρας, τι εμβόλιο για την μήτρα μου λες Όχι εγώ βρε βλάκα, τις εγγονές μου πήγα Είπα και γω, τις δίδυμες; Ναι την Μαρκέλλα και την Αναστασία Τυχερέ κυκλοφορείς και με όμορφα κορίτσια Όχι δεν έκαναν καπρίτσια. Μεγάλες είναι τελειώσαμε γρήγορα Βρε κουφέ γεροξεκούτη, πάλι δεν φοράς τα ακουστικά σου και δεν ακούς; Ναι ναι σαν καλός παππούς. Τις πήρα από το χεράκι, πήγαμε και μετα κέρασα μπουγάτσα Μπράβο μπράβο . Άντε να παίξουμε κάνα τάβλι τώρα να περάσει η ώρα Ποια μπόρα; Έβρεχε εδώ; γιατί εκεί είχε ήλιο Τάβλι, τάβλι λέω να περάσει η ώρα Καλά και γιατί φωνάζεις, να παίξουμε γι’ αυτό δεν ήρθα; Ξέρω γω, ώρες- ώρες θαρρώ πως χάζεψες και ξεχνάς Εσύ γερνάς! Εγώ ακόμα νέος νοιώθω. Άντε φτάνει η κουβέντα πήγαινε φέρτο Ξεχνάς λέω ξεχνάς! Φόρα τα ακουστικά σου καμία φορά Γιατί; Καλά είμαι και έτσι. Ακούω λίγα, μόνο ότι με συμφέρει και είμαι μια χαρά χωρίς άγχος και με χαμόγελο. Σαν τα κορίτσια το πρωί που έκαναν εμβόλιο και δεν το κατάλαβαν καθόλου και γελούσαν… καλά δεν κάνω;


ΝΗΠΕΙΑΓΩΓΕΙΟ ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ Βασικό σημείο αναφοράς το πρόγραμμα του υπουργείου «τον εαυτό μου προσέχω ατύχημα δεν έχω» Α: Βοηθήματα Σλόγκαν ή πιο σωστά εύκολα μηνυματακια : τον εαυτό μου προσέχω ατύχημα δεν έχω κατάπιε λάθος η μικρούλα της χτυπάω την πλατούλα γρατσουνίστηκα λιγάκι σταματώ το αιματάκι η γιαγιά δεν είναι καλά τα λέω όλα και σωστά στο έγκαυμα νερό πετάω , τη φουσκαλίτσα δεν την σπάω

Β: Αρκτικόλεξα Α σφάλεια Τ ηλέφωνο Υ ποσχέσεις που τηρώ Χ ωρίς φωνές Η ρεμα Μ αμά / μπαμπά Α νακούφηση

Γ: Ο πίνακας του ΔΕΝ / ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΝ τρέχουμε χωρίς λόγο Παίζουμε με μαχαίρια Ανεβαίνουμε στα κάγκελα Πειράζουμε τα φάρμακα Πειράζουμε την ηλεκτρική κουζίνα Βάζουμε καρφιτσάκια στις πρίζες Τρώμε / πίνουμε βιαστικά Μιλάμε όταν τρώμε Ανεβαίνουμε σε τραπέζια / καρέκλες /παγκάκια Κάνουμε σούζες με το ποδήλατο


Δ: πιθανά βιωματικά σενάρια

Ιστορία πρώτη:

τρικλοποδιά εξω ένα παιδί σε ένα άλλο

Ιστορία δεύτερη: στη παιδική χαρά πέφτει από την κούνια το άλλο παιδάκι και είναι μόνο αυτά τα δύο εκείνη τη στιγμή εκεί. Ιστορία τρίτη :

η γιαγιά λιποθύμησε

Ιστορία τέταρτη : χτύπησα και τρέχει αίμα. ΄Η κατάπια κάτι και πνίγηκα τσίμπησε κάτι Ή κάηκα από τον ήλιο

Ή με

Ε: Ελεύθερη συζήτηση με το τι ατυχήματα είχαν. Καταιγισμός ιδεών. Ζωγραφική σε χαρτόνι Ο αριθμός 166

ΣΤ: ΚΟΥΚΛΟΘΕΑΤΡΟ

Η χώρα του αχ αχ που έγινε η χώρα του χα χα Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια μακρινή όμορφη χώρα που είχε μεγάλα και καθαρά πάρκα που έπαιζαν παιδιά, πολλά όμορφα και χρωματιστά σχολεία για να μαθαίνουν όλοι γράμματα, φαρδιούς δρόμους με τεράστια πεζοδρόμια και έτσι οι πεζοί με τα αυτοκίνητα δεν μπερδευόντουσαν…. Είχε και κάτι κόκκινες λωρίδες δίπλα στο πεζοδρόμιο μόνο για τα ποδήλατα και πολλά πολλά δέντρα και σιντριβάνια και όμορφες λιμνούλες Σε κείνη την χώρα που όλοι θα έπρεπε να είναι χαμογελαστοί δεν συνέβαινε αυτό αλλά αντίθετα κάναν όλοι συνέχεια αχ αχ!! Ειδικά τα παιδιά. Έτρεχαν, αχ. Έτρωγαν, αχ. Έπαιζαν, αχ. Γι’ αυτό και την έλεγαν χώρα του αχ αχ !!! Σε κείνη την πόλη όμως ήταν και ‘ένα σχολείο (περιγράφω το νηπιαγωγείο και ρωτάω τα παιδιά αν το ξέρουν πιο σχολείο είναι ) και κάτι δασκάλες (λέω τα ονόματα των νηπιαγωγών) που δεν άντεχαν άλλο αυτό το αχ αχ σε όλη την πόλη και κυρίω ς στα παιδιά --- Αχ (όνομα νηπιαγωγού) δεν γίνεται πιά βαρέθηκα. Κάτι πρέπει να κάνουμε, δεν μπορεί τόση μαυρίλα γύρω μας --- Είδες καλή μου και σύ με το αχ ξεκίνησες… Άρχισες και συ μου φαίνεται --- Να αυτό φοβάμαι. Άμα κολλήσουμε και μείς την αρρώστια του αχ, πως θα καταφέρουμε να βρούμε την λύση;


--- Αλήθεια μήπως ξέρεις πως ξεκίνησε αυτή η ιστορία; Δεν πρέπει να ήταν πάντα έτσι! --- Όχι , αλλά λες Άμα μάθουμε την αρχή να βρούμε και το τέλος; --- Εννοείται --- Δεν έχεις και άδικο. Αλλά πως, ποιόν να ρωτήσουμε; --- Μα το Βασιλιά φυσικά. --- Τώρα μάλιστα. Αυτός έχει να βγει από το παλάτι του κάτι αιώνες. Κάθεται λέει εκεί και όλο τρώει και από το πολύ φαγί δεν μπορεί να κουνηθεί --- Σιγά μωρέ κακιά.. Λένε! Αλλά εγώ σου λέω πως είναι καλός άνθρωπος και πως δεν είναι και ακριβώς έτσι τα πράγματα…. Εγώ μια φορά θα πάω να τον ρωτήσω. Δρόμο παίρνει δρόμο αφήνει η δασκάλα πήγε στο Βασιλιά. Εκείνος καθόταν σε μια τεράστια καρέκλα έτσι τεράστιος που ήταν και έτρωγε ένα αρνί. --- Καλημέρα Υψηλότατε --- Αχ καλημέρα κυρά δασκάλα. Αχ τι σε φέρνει στο παλάτι μου; Αχ και έχω μια πείνα….. --- Αυτό το αχ μεγαλειότατε. Αυτό το αχ που το λένε όλοι συνέχεια και που δεν θα έπρεπε γιατί δεν ταιριάζει σε τούτη την όμορφη χώρα και που αν έλειπε όλοι θα είμασταν ευτυχισμένοι και κυρίως τα παιδιά. Πως μας ήρθε, πώς να το διώξουμε; --- Αχ κυρά δασκάλα. Αχ κάποτε είχαμε εδώ τον Φρούλη τον Γιατρούλη, αχ ένα πανέξυπνο βατραχάκι, που μας έκανε όλους καλά, ότι και να παθαίναμε. Αχ ο Φρούλης ο Γιατρούλης όμως αγάπησε την Πανωραία την Ωραία και αχ όταν αυτή έφυγε ο Φρούλης ήταν τόσο στεναχωρημένος που έκανε όλο αχ αχ αχ . Και έπαψε να κάνει και μας καλά. Αχ μάταια ο κολλητός του φίλος ο Τσιπιλός προσπαθούσε να τον συνεφέρει. Αυτός τίποτα, εκεί όλο αχ και αχ… Και όσο και ο φουκαράς ο Τσιπιλός έλεγε αχ στα παιδιά τους κανόνες και τα δεν όλοι αρρωσταίναμε και αρρωσταίνουμε --- Δηλαδή τώρα ο Φρούλης ο Γιατρούλης που είναι; --- Αχ μόνο ο Τσιπιλός ξέρει. Αλλά ούτε και αυτός μπορεί κάτι αχ να κάνει

Δρόμο παίρνει δρόμο αφήνει η δασκάλα πήγε και βρήκε τον Τσιπιλό. --- Καλημέρα Τσιπιλέ --- Αχ καλημέρα κυρά δασκάλα. Αχ σήμερα είπατε τους κανόνες με τα παιδιά; --- Ποιους κανόνες Τσιπιλέ; --- Αχ τους κανόνες και τα δεν ( τα λέμε) --- Άστα αυτά Τσιπιλέ και πες μου που θα βρω τον Φρούλη τον Γιατρούλη και πως θα τον φέρω πίσω για να σταματήσω αυτό το ατελείωτο αχ αχ --- Αχ δύσκολα πράγματα ζητάς. Ήταν στεναχωρημένος πολύ και αχ όπως περπάταγε στο δάσος, έκανε λάθος και πήγε στη μεριά του δράκου. Και τώρα αχ τον κρατάει και


δεν τον αφήνει να φύγει. Δεν είναι αχ κακός ο δράκος. Είναι γέρος και φοβάται μην αρρωστήσει και θέλει και παρέα. --- Λοιπόν ξέρεις τι λέω; Άμα πάμε και τον απασχολήσουμε τότε ο Φρούλης θα καταφέρει να το σκάσει. Η να τον παρακαλέσουμε. Να του μιλήσουμε τέλος πάντων . Δρόμο παίρνει δρόμο αφήνει η δασκάλα, μαζί της και ο Τσιπιλός, πάνε στο δράκο. Είχαν πάει και κάποια παιδιά μαζί όπως ο Γιώργος, η Μένη , η Ρόη, ο Άρης η Τίτα…. --- Δράκε δράκε είσαι εδώ; ---Εδώ είμαι ποιος με ζητά --- Εγώ η κυρά δασκάλα, με τον Τσιπιλό και τα παιδιά. Ήρθαμε να σε παρακαλέσουμε να αφήσεις τον Φρούλη τον Γιατρούλη να έρθει στο χωριό --- Αυτό δεν γίνεται τον χρειάζομαι --- Μα και μείς τον χρειαζόμαστε. Και είμαστε πιο πολλοί από σένα. Και είναι και πολλά παιδιά. --- Όχι δεν γίνεται --- Μα γιατί; --- Πρώτον γιατί είναι γέρος και όλο αρρωσταίνω. Μετά γιατί είμαι μόνος και θέλω παρέα. Και στο κάτω κάτω είμαι δράκος και πρέπει να κάνετε ότι λέω έτσι δε γίνεται στα παραμύθια; --- Έλα εσύ μαζί μας. Αφού είσαι καλός δράκος, δεν βγάζεις φωτιές. Έλα στο χωριό θα κάθεσαι όλη μέρα στη πλατεία και θα έχεις και παρέα Ο δράκος το σκέφτηκε, είδε πως ήταν καλύτερα έτσι, άφησε τον Φρούλη και ήρθε και αυτός στο χωριό. Ο Φρούλης πήγε αμέσως στο ιατρείο του και μαζί με τον Τσιπιλό άρχισε πάλι να περιποιείται τις γρατζουνιές, να σταματάει τις αιμορραγίες, να κάνει καλά τα τσιμπήματα και τα εγκαύματα, να τους προσέχει όλους. Και ο Τσιπιλός χαρούμενος να φωνάζει τα συνθήματα. ( τα λέμε) --- Τσιπιλέ πρέπει να βρούμε και άλλα καινούργια όπως «Τι, ποιος, πότε και γιατί στο τηλέφωνο τα λέω το ασθενοφόρο για να ‘ρθει» «δεν τρέχω δεν πηδάω το πόδι έτσι δεν σπάω» --- Άσε Φρούλη θα τα βρούμε με τις δασκάλες και τα παιδιά. --- Πρόσεξες κάτι Τσιπιλέ; Σταμάτησε το αχ αχ --- Ναι και έγινε πια ΧΑ ΧΑ

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΟΤΑΝ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΚΟΚΚΙΝΟΜΥΤΟΥΛΗ ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΠΕΡΑ ΓΙΑ ΠΕΡΑ!!!!!! (πρώτη κούκλα μια κουκουβάγια ) Τι κάνετε παιδάκια; Εγώ είμαι η Βάγια η κουκουβάγια και ήρθα σήμερα εδώ γιατί έμαθα πως σε τούτο το σχολείο έχετε μάθει σπουδαία πράγματα για την ασφάλεια…. Έτσι δεν είναι; Έχετε και τραγουδάκι; Πως το λέτε εκείνο το «μόνο θ ασφάλεια με νοιάζει…» Λοιπόν εγώ που λέτε είμαι μια σοφή κουκουβάγια και θα σας πω σήμερα την ιστορία του Προδρόμου του καλού δράκου και του κοκκινομυτούλη του άτακτου πιτσιρικά που δεν έκανε ότι του έλεγαν… Θα βοηθήσετε όμως και σεις έτσι; Ας τα πάρουμε λοιπόν από την αρχή Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια μεγάλη πόλη που είχε (στο άλλο χέρι ένα χαρτί μ ε μια πόλη)


μεγάλους δρόμους και πολλά αυτοκίνητα… είχε όμως και πολλά παιδιά που έπαιζαν και έτρεχαν και πολλές φορές αυτοκίνητα που και εκείνα έτρεχαν στους δρόμους που έπαιζαν τα παιδάκια…. Η πόλη και οι δρόμοι όλο και μεγάλωναν και τα παιδάκια ήταν όλο και πιο πολλά. Οι γονείς δεν ήξεραν τι να κάνουν δεν γινόταν να κρατάν πάντα τα παιδιά στο σπίτι ούτε γινόταν να είναι πάντα μαζί τους στο πάρκο , στο σχολείο, στην επίσκεψη στο σπίτι του φίλου… κουβέντιαζαν, σκεφτόντουσαν, ρωτήσαν και μένα τη σοφή κουκουβάγια. (πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής )

Πρώτα πρώτα τους είπα θα πρέπει να φτιάξετε κανόνες που θα τους εφαρμόζετε όλοι μα όλοι. Μετα αυτούς τους κανόνες κα τους διδάξετε στα παιδιά, στους μεγάλους, στους οδηγούς, στους πεζούς, σε όλους και κα βάλετε και κάποιους για να ελέγχουν αν εφαρμόζονται. Για τους μεγάλους αυτόν τον κάποιον κα τον λέτε τροχονόμο (ΦΩΤΟ ΤΡΟΧΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΤΡΟΧΟΝΟΜΟΥ )



Για τα παιδιά κα φέρω εγώ ένα φίλο μου από την ζωοχωρα που αγαπάει τα παιδιά, τα προστατεύει, παίζει μαζί τους αλλά άμα θυμώνει (πράγμα σπάνιο) τότε όλοι φοβούνται…. Τον Πρόδρομο . Ο Πρόδρομος είναι δράκος. Και τον έχουμε πει στην ζωοχωρα Πρόδρομο γιατί είναι πάντα πριν από το δρόμο μόνο και μόνο για να προσέχει τα παιδιά ΒΓΑΙΝΕΙ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ Για σας παιδάκια …. Τι κάνετε; Για σου κυρά κουκουβάγια γιατί μου είπες να έρθω εδώ; Εγώ νόμιζα πως είμαι σε αποστολή με τον κοκκινομυτούλη Είσαι, αλλά επειδή λέω στα παιδιά την ιστορία είπα να σε φωνάξω και σένα Ξέρετε παιδάκια τους κανόνες της οδικής ασφάλειας; Ναι; Για να δούμε Άμα σας ρωτήσω τι θα μου πείτε; Ερωτήσεις κυκλοφοριακής αγωγής Όμως σε αυτή την πόλη ζούσε και ένα παιδάκι που το είχε βάλει σκοπό του να εκνευρίζει τη μαμά του τον μπαμπά του και κυρίως τον μεγαλύτερο αδελφό του τον πρίγκιπα Γλυκούλη … όταν έμενε χωρίς την προσοχή των δικών του έκανε πάντα μια σκανδαλιά… να τις προάλλες έφαγε όλα τα σοκολατακια και πόνεσε τόσο πολύ η κοιλιά του που έκανε 2 μέρες να συνέλθει.. βγαίνει και ο πρίγκιπας Δεν ξέρουμε τι να κάνουμε πια κυρά κουκουβάγια. Θυμάσαι που λέγαμε να μην τρώει ότι να είναι; Είχε η μαμά κάτι πιπεριές καυτερές για ένα φαγητό που ήθελε να φτιάξει και αυτός τις έφαγε και επειδή κάηκε ολόκληρος πήρε το νερό με το μπουκάλι και το έπινε και μετα επειδή τον μαλώσαμε όλοι, ήταν που πήγε και τράβηξε το καλώδιο της τηλεόρασης αλλά αυτό έβγαλε και την πρίζα και τελικά τον χτύπησε το ρεύμα και από τότε έμεινε κατακόκκινη η μύτη του και τον λέμε κοκκινομυτούλη…. Τι να κάνουμε μαζί του μου λες; Και τώρα θέλει να πάει λέει και στο σπίτι του φίλου του αλλά η μαμά δεν τον αφήνει γιατί είναι τιμωρία… Εσύ είσαι και μεγαλύτερος και πιο σοφός γιατί δεν κουβεντιάζεις λίγο μαζί του; Δεν ξέρω όλο με κοροϊδεύει Για δοκίμασε. Ευκαιρία είναι τώρα που είσαστε μόνοι στο σπίτι… για δοκίμασε . Εγώ φεύγω και θα σου στείλω βοήθεια Που πας; Δεν γίνετε να μείνω μόνος μαζί του όλο και κάτι θα κάνει και θα με μαλώσουν και μένα… να τος έρχεται!! Κοκκινομυτούλης Για σου όμορφε δεν κοιμάσαι (μπας και το σκάσω) Όχι νωρίς είναι ακόμα Να εδώ βλέπω κάτι παιδιά απέναντι στο νηπιαγωγείο που κάνουν κάτι ωραία πράγματα για την ασφάλεια στο σπίτι Τι είναι ασφάλεια; Τι είναι παιδιά; Να ακολουθούμε κάποιους κανόνες και να προσέχουμε ώστε να μην βρεθούμε σε κίνδυνο Τι είναι κίνδυνος;


Αλήθεια δεν ξέρεις; Είναι το να κάνουμε κάτι και να υπάρχει πιθανότητα να πάθουμε κακό εμείς οι ίδιοι ή κάποιοι που αγαπάμε. Όπως εσύ με την πρίζα που τη γλύτωσες μόνο με την κόκκινη μύτη ενώ υπήρχε κίνδυνος να πάθεις ηλεκτροπλ ηξία και να πεθάνεις Τώρα εγώ όχι ότι τα κατάλαβα όλα αυτά αλλά τα λες ωραία και μου αρέσει να σε ακούω Ναι σιγά εσύ δεν ακούς κανένα Κάνεις ότι θες και συνήθως όλο και κάτι σου συμβαίνει Τι είναι ηλεκτροπληξία; Δεν μου κάνεις πλάκα έτσι; Πραγματικά δεν ξέρεις τελικά τι είναι ασφάλεια στο σπίτι (λες να έχει δίκιο η κυρά κουκουβάγια; ) Γιατί να ξέρω δεν μου έχει πει κανείς .. όλο μη και μη είναι οι μεγάλοι αλλά δεν μου λένε γιατί. Εμένα ας πούμε μου αρέσει να βλέπω το φούρνο που κοκκινίζει αλ λά όταν πάω να τον χαϊδέψω όλο μη φωνάζει η μαμά Ναι γιατί κα καείς Τι κα πει θα καώ; Α παιδιά κα με τρελάνει αυτός Ελάτε να του πούμε όλοι μαζί τι πρέπει να προσέχει Όλοι μαζί λένε αυτά που έμαθαν κατάλαβες τώρα; Κάτι λίγο αλλά εγώ θέλω να πάω στον Σταμάτη Με τίποτα η μαμά είπε πως είσαι τιμωρία Ναι καλά.. εγώ θέλω να πάω και δεν θα το ξανά κάνω Είπα όχι , πάω να τη ρωτήσω αλλά όχι Μένει μόνος του και μουρμουράει αυτά που λέγαν πριν με τα παιδιά Μπαίνει ο Πρόδρομος Ποιος είσαι εσύ πάλι; Και πως μπήκες στο παλάτι; Σας είπε παιδιά η κουκουβάγια πως μένουμε σε παλάτι; Και γω πρίγκιπας είμαι αλλά δεν μου αρέσαν τα ρούχα σαν του αδελφού μου και δεν τα φοράω Δε σε μάλωσε όμως κανείς γ’ αυτό Όχι είπαν πως έτσι κι αλλιώς είμαι πολύ μικρός ακόμα ποιος είσαι; Ο Πρόδρομος Και με έστειλε η Βάγια η κουκουβάγια για να σε πάω σε μια μυστική αποστολή Μυστική αποστολή; Μου αρέσει Ναι κα πάμε μαζί στον Σταμάτη αφού πρώτα μάθουμε με την βοήθεια των παιδιών μερικά πράγματα


Μαθαίνουν πως να περνάν απέναντι και να περπατάν στο πεζοδρόμιο Άμα τα κάνεις όλα αυτά που έμαθες σήμερα δεν θα πάθεις κανένα κακό γιατί όπως λένε και τα παιδιά «μόνο η ασφάλεια με νοιάζει» Δεν είναι και τόσο δύσκολο Δεν είναι (σιγά είναι πολλά όλα αυτά) Είπες κάτι; Είπα ναι θα τα κάνω αυτά Δεν σου είπα κάτι ότι θα είμαι πάντα κάπου τριγύρω και δε θες να θυμώσω θες; Αφού είσαι καλός δράκος Και οι γονείς σου είναι καλοί και ο αδελφός σου όμως θυμώνουν Αυτό ναι Ε και γω θυμώνω και τότε γίνομαι κακός Ξέρω ξέρω και βγάζεις καπνούς και φωτιές σε όλα τα παραμυθία έτσι είναι Και μιας και τα παραμύθια έχουν πάντα καλό τέλος και ο κοκκινομυτούλης έγινε καλό παιδί και ζήσαν αυτοί καλά και μείς καλυτέρα ΤΡΑΓΟΥΔΙ

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΑΙΡΟ……ΗΤΑΝ ΤΟ ΓΑΛΑ

Απόσπασμα: Ο Βασιλιάς έσκυψε το κεφάλι προβληματισμένος και πήγε στην μεγάλη αίθουσα. Οι μανούλες με τα μωρά αγκαλιά καθόντουσαν υπομονετικά και περίμεναν. Έριξε μια ματιά τριγύρω. Άλλα κοιμόντουσαν ήρεμα, άλλα κοιτούσαν απορημένα γύρω – γύρω, άλλα έτρωγαν… κάνα δυο έκλαιγαν λιγάκι….

ΔΑΦΝΗ ΧΑΛΚΙΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΡΙΑ ΥΓΕΙΑΣ


ΑΦΗΓΗΤΗΣ Μια φορά και ένα καιρό Σ ένα τόπο μακρινό Που είχε λίμνες, λουλουδάκια Και χαρούμενα παιδάκια…. Ο σπουδαίος βασιλιάς Σαν καλός μαχαραγιάς Μάζεψε τα μωρά και τις μανούλες Πλάι στις ήρεμες λιμνούλες Για να βρουν το πιο γερό Όμορφο και δυνατό Βασιλιά για να το κάνουν σαν θα μεγαλώσει Και τη χώρα ως την άκρη της γης να την απλώσει

ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Πολυχρονεμένε μου βασιλιά. Τα μωρά με τις μητέρες τους είναι στην μεγάλη αίθουσα των δεξιώσεων και σας περιμένουν. Η επιτροπή με τον αρχιγραμματέα σας, τον αρχίατρο σας και το σοφό δάσκαλο μίλησε σε κάθε μια από τις μανούλες και μάζεψαν τα στοιχεία που ζητήσατε. Σε συμπέρασμα όμως δεν μπόρεσαν να φτάσουν. Βλέπετε είναι όλα τόσο όμορφα και τόσο χαριτωμένα. ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Πες στον αρχιγραμματέα μου να έρθει ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Μάλιστα μεγαλειότατε ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Αναρωτιέμαι αν ο αρχιγραμματέας μου άκουσε τις οδηγίες της γυναίκας μου και βασίλισσας. Αν τις ακολούθησε αποκλείεται να μην οδηγήθηκε σε συμπέρασμα. Η βασίλισσα δεν κάνει λάθος πέντε παιδιά μεγάλωσε ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Καλημέρα Υψηλότατε ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Καλημέρα αρχιγραμματέα. Μπορείς σε παρακαλώ να μου πεις τι έχει γίνει μέχρι τώρα; Σε λίγο, στην μεγάλη αίθουσα των δεξιώσεων, θα πρέπει να πάω, να δω τα μωρά και να αποφασίσω οπότε οφείλω να είμαι ενημερωμένος ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Υψηλότατε δεν έβγαλα άκρη. Ρώτησα κάθε μια από τις μάνουλες να μου πει ότι μου αναθέσατε και μου είπαν πως τα μωρά τους κοιμούνται τα βράδια ήρεμα, τρώνε το γάλα τους και αδειάζουν όλο το μπιμπερό την ώρα που πρέπει. Κάποια μάλιστα που όμως συνήθως έχουν και πιπίλα για να μην κλαίνε, τρώνε πιο πολύ. Κάποια άλλα που η μαμά βάζει λίγη ζάχαρη η μέλι επίσης τρώνε πιο πολύ και γίνονται και πιο ροδαλά. Είναι ανήσυχα καμία φορά γιατί βγάζουν δοντάκια και έχουν πονάκια στην κοιλίτσα τους επειδή μεγαλώνουν τα ενετεράκια τους αλλά όλα αυτά είναι φυσιολογικά. Χέζονται


, όπως είναι φυσιολογικό, και όταν κάνουν διάρροιες –που τυχαίνει να είναι συχνές- με την βοήθεια του αρχιγιατρού, αλλάζουν το γάλα και δίνουν αυτό που πρέπει. Το ίδιο κάνουν άμα τα μωράκια δεν μπορούν να χωνέψουν καλά το γάλα και τελικά όλα ρυθμίζονται. Άλλωστε υπάρχουν τόσα πολλά γάλατα στην αγορά!!! Έτσι όλα είναι όμορφα και χαριτωμένα και δεν ξέρεις πιο να ξεχωρίσεις σαν καλύτερο ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Τα μωρά τα ρώτησες; ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Με όλο το σεβασμό Υψηλότατε και να τα ρωτούσαμε αφού δεν μιλάνε πως θα μας απαντούσαν; ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Μα η Βασίλισσα είπε να ρωτήσουμε και τα μωρά. ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Όταν πήγαινα και τα ρώταγα «είστε ευτυχισμένα;» όλα κλαίγανε έτσι κι αλλιώς. Δεν ξέρω Βασιλιά μου πως να ρωτήσω ένα μωρό. Ντράπηκα να ρωτήσω την Υψηλοτάτη πως γίνεται αυτό. Οι μανούλες έλεγαν ότι αφού τα παιδιά τους κοιμούνται ήσυχα και όσες ώρες πρέπει και τρώνε όσο πρέπει είναι ευτυχισμένα ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Πολύ με προβλημάτισες Αρχιγραμματέα. Πολύ με προβλημάτισες. Καλά ευχαριστώ. Πήγαινε τώρα….. Δεν μπορεί να κάνει λάθος η Βασίλισσα Κάτι υπάρχει που μου ξεφεύγει. Είπε « όλα τα παιδιά πίνουν γάλα που υπάρχει άφθονο στα μαγαζιά, δυστυχώς. Είναι όμως ευτυχισμένα;; Και τα δικά μας το ίδιο έκαναν αλλά τα βλέπεις τώρα που μεγάλωσαν να είναι όμορφα, έξυπνα αλλά να τους λείπει εκείνο το κάτι που θα τα ξεχωρίσει» Πως θα βρω αυτό το κάτι; Γιατί δεν την ρώτησα περισσότερες λεπτομέρειες; Γιατί ήμουν εγωιστής και σκέφτηκα μόνο σαν βασιλιάς – ότι έχω λύσεις για όλα – και όχι σαν απλός άνθρωπος; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Η σαν απλός πατέρας αγαπητέ μου. Τούτο είναι ένα μάθημα και για σένα τον ίδιο… πως μιλάς με το μωρό που μόνο στα μάτια σε κοιτάει και ξέρει να κλαίει ή να χαμογελάει; Αλλά λογάκια δεν έχει μπορεί να πει ακόμα; ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Το παίρνεις αγκαλιά, του μιλάς και φαντάζεσαι… ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Όχι αγαπητέ μου δεν φαντάζεσαι. Αισθάνεσαι, νιώθεις Είναι εκείνος ο σπουδαίος δεσμός που δεν μεταφράζεται με λόγια αλλά ακούγεται με την καρδιά ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Και τι σχέση έχει αυτό με το γάλα; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Δεν υπάρχει ξέρεις μόνο το γάλα που πουλιέται στα μαγαζιά Υπάρχει και το άλλο που η φύση φρόντισε να έχει η ίδια η μητέρα. Και που ακουμπά τρυφερά αυτό το τοσοδούλικο πραγματάκι στην αγκαλιά της για να μπορέσει το μωράκι να το πιει από το δικό της στήθος. Που πέρα από τη σωστή θερμοκρασία, τη σωστή συντήρηση, την ιδανική παρασκευή, το ιδανικό μέγεθος θηλής έχει και κάτι άλλο μοναδικό: την επαφή του μωρού με την μητέρα. Την αγάπη, την τρυφερότητα, την σιγουριά και την ασφάλεια που συνοδεύσει αυτό το άγγιγμα αυτή τη θεϊκή επαφή. … Αυτό που λαχταρούσα να κάνω και γω και που το βασιλικό πρωτόκολλο δεν επέτρεπε!! Και να που τώρα ψάχνεις για το ιδανικό μωρό. ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Αποκλείετε αγαπητή μου Τα βασιλικά πρωτόκολλα είναι φτιαγμένα εδώ και πολλούς αιώνες και δεν κάνουν λάθος. Άλλωστε και γω δεν έχω θηλάσει αλλά είμαι Βασιλιάς.


ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Τότε γιατί ψάχνεις κάτι ιδιαίτερο και δεν αρκείσαι στους γιους σου… ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Γιατί δε βλέπω στα μάτια τους αυτό το κάτι που μπορεί να τους κάνει ηγέτες. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Γιατί δεν βλέπεις στα μάτια τους είπες; ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Ναι τα μάτια είναι ο καθρέπτης της ψυχής και το σπίτι του νου ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ: Και αναρωτιέσαι ακόμα πως θα ρωτήσεις τα μωρά και πως θα μπορέσεις να καταλάβεις την απάντηση τους….!!!!

ΑΦΗΓΗΤΗΣ Ο Βασιλιάς έσκυψε το κεφάλι προβληματισμένος και πήγε στην μεγάλη αίθουσα. Οι μανούλες με τα μωρά αγκαλιά καθόντουσαν υπομονετικά και περίμεναν. Έριξε μια ματιά τριγύρω. Άλλα κοιμόντουσαν ήρεμα, άλλα κοιτούσαν απορημένα γύρω – γύρω, άλλα έτρωγαν… κάνα δυο έκλαιγαν λιγάκι…. Πάει κοντά «θέλουν άλλαγμα Υψηλότατε» είπαν οι μανούλες σκύβοντας το κεφάλι από σεβασμό στο Βασιλιά αλλά και για να κοιτάξουν τρυφερά τα μωράκια τους. Ο Βασιλιάς πήρε μερικά μωρά αγκαλιά, τους μίλησε, τα κανάκεψε αλλά δεν μπόρεσε και αυτός να βγάλει κανένα συμπέρασμα. Όλα όμορφα, όλα ροδαλά, όλα χαριτωμένα, όλα υγιή. Του κίνησε όμως την περιέργεια μια προσπάθεια που γινόταν στο βάθος της αίθουσας κάτι να κρυφτεί ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Τι γίνεται εκεί Αρχιγραμματέα; ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Υψηλότατε κανονικά αυτά τα 3 ζευγάρια δεν έπρεπε να είναι στην αίθουσα, αλλά η διαταγή σας ήταν όλα τα μωρά ανεξαιρέτως ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Γιατί; ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Πρώτα – πρώτα έχουν έρθει και οι πατέρες με το έτσι θέλω. «Δεν αφήνουμε την οικογένεια μας μόνη όσο περισσότερο μπορούμε» μας είπαν. Έπειτα αυτές οι μητέρες είναι αγενέστατες. Κάθε λίγο βγάζουν το στήθος τους και αφήνουν χωρίς ντροπή το μωρό να θηλάσει. Είναι αγένεια Μεγαλειότατε που τις βλέπουν και ασέβεια ιδιαίτερα για σας. ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Αγένεια, ασέβεια και έλλειψη κανόνων φιλοξενίας είναι η προσπάθεια να τις κρύψετε.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ Ο Βασιλιάς προχώρησε προς το βάθος της αίθουσας. Είδε τις μανούλες που θήλαζαν και τους πατέρες που τις κρατούσαν τρυφερά από το χέρι ή τον ώμο. Έμεινε να χαζεύει τα μωράκια που έτρωγαν λαίμαργα αλλά και ήρεμα ταυτόχρονα. Που και που με τα χεράκια τους χάιδευαν λίγο την μάνουλα σαν ένα ιδιαίτερο ευχαριστώ… και κείνη χαμογελούσε, πάντα χαμογελούσε… και από ο βλέμμα της έρρεε θαρρείς η αγάπη προς το Μωρό Κρατά η μητέρα το Μωρό στην αγκαλιά της Το βλέμμα της πιο τρυφερό η τα φιλιά της Στέκει ο πατέρας σιωπηλός λίγο πιο πέρα


Και μια κοιτάει το Μωρό μια τη μητέρα

Πλησίασε αργά και περίμενε μέχρι να μπορέσει να πάρει ένα Μωρό στην αγκαλιά του. Εκείνο χαμογέλασε, ανοιγόκλεισε τα ματάκια του και τον κοίταξε βαθιά μέσα στα δικά του. Είχε κάτι απροσδιόριστα δυνατό εκείνο το βλέμμα. Ενώ κοιτούσε τον Βασιλιά ταυτόχρονα αναζητούσε την μητέρα του. Ο Βασιλιάς κατάλαβε, αισθάνθηκε, ένοιωσε ακριβώς αυτό που λίγο πριν του είχε πει η γυναίκα του. Ο θηλασμός είναι κάτι μαγικό. Οι άντρες δεν μπορούν να το βιώσουν μπορούν όμως να το μοιραστούν και να το υποστηρίξουν. Και οι γυναίκες πρέπει να βοηθηθούν να καταλάβουν και να επιλέξουν να ζήσουν αυτήν την μοναδική θεϊκή στιγμή ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Αρχιγραμματέα αυτές οι τρις οικογένειες από δω και στο εξής θα είναι επι τιμή στο παλάτι. Οι άντρες θα ανακηρυχτούν ιππότες. Τα μωρα και οι μητέρες θα τύχουν την καλύτερη των μεταχειρίσεων και στο μέλλον όποιο από τα τρία σπουδάσει, μορφωθεί και έχει και καλό χαρακτήρα θα γίνει ο επόμενος βασιλιάς τούτης της χώρας. Να αλλάξει και το βασιλικό πρωτόκολλο για να μπορούν όσες γυναίκες θέλουν συμπεριλαμβανομένης και της Βασίλισσας να θηλάσουν. Να βγουν και νόμοι που να βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση και συ αρχιγιατρε να έρθεις να μου δώσεις εξηγήσεις γιατί τόσα χρόνια δεν μου πρότεινες να κάνουμε κάτι προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του θηλασμού. ΑΦΗΓΗΤΗΣ Ο σοφός δάσκαλος χαμογέλασε. ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Βασιλιά μου. Από τα πολύ παλιά χρόνια το μητρικό γάλα ήταν κάτι θεϊκό. Στις ιστορίες που χάνονται στα χρόνια λέγαν πως ο Ηρακλής ένα μικρό Μωρό, πήγε κρυφά να θηλάσει από την μητέρα των Θεών , την Ήρα, για να γίνει και αυτός θεός αφού θα έπαιρνε ιδιαίτερη δύναμη από το γάλα της. Εκείνη όμως το κατάλαβε γρήγορα και έδιωξε το Μωρό βίαια. Εκείνος έγινε μίσος θεός – ημίθεος- γιατί πρόλαβε και ήπιε μόνο λίγο. Σταγόνες όμως από το στήθος της σκορπίστηκαν στον ουρανό και έφτιαξαν τον γαλαξία μας που βλέπουμε όλοι μας ψηλά στον ουρανό!! Τόσο σπουδαίο είναι το μητρικό γάλα. Τόσο μοναδικό και τόσο αναντικατάστατο!! Οι άνθρωποι παλιά ήταν πιο δίκαιοι, πιο σοφοί , πιο ήρεμοι, ποιο δημιουργικοί και πιο υγιής. Όλοι τους είχαν θηλάσει. Μάλιστα άμα η μητέρα δεν είχε αρκετό γάλα, ερχόταν άλλη που της περίσσευε και θήλαζε. Εκείνη την έλεγαν τροφό και είχε σπουδαία θέση στην κοινωνία. Τα χρόνια πέρασαν η εξέλιξη και η μόδα άλλαξε πολλά μαζί και ο θηλασμός. Βγήκαν έτοιμα γάλατα πολλά και διάφορα, όμως εκείνο το ένα το μοναδικό δεν μπόρεσε και ούτε πρόκειται να μπορέσει κάτι να το αντικαταστήσει. Οι άνθρωποι σήμερα είναι πιο νευρικοί, πιο θυμωμένοι, πιο άρρωστοι… ψάξε να δεις αυτοί που έχουν θηλάσει είναι οι καλύτεροι!! Εύγε Βασιλιά μου για την απόφαση σου. Εύγε και στις μητέρες που θηλάζουν ΑΦΗΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΕΖΗΣΑΝ ΑΥΤΟΙ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΜΑΣ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΕΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ


ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ ΓΙΑ ΘΗΛΑΣΜΟ Ο θηλασμός πράξη ιερή Και εφόδιο στη ζήση Κι ένας δεσμός μάνας παιδιού Που δεν μπορεί να σβήσει

Όλες οι αισθήσεις χαίρονται Του θηλασμού την ώρα Κι απολαμβάνει το μωρό Της μάνας του τα δώρα

Ανθή Χρονάκη Επισκέπτρια Υγείας


Λίγο πριν την

σύνταξη………

Σκέψεις μιας Επισκέπτριας που πίστεψε κάποτε πως η δουλειά ης μπορεί να είναι κυρίως δημιουργία


Έχοντας την πεποίθηση ότι ο καθένας μας μπορεί να γίνει ο καλλιτέχνης της ζωής του, από φοιτήτρια ακόμα, αγάπησα αυτό που σπούδαζα, ερωτεύτηκα αυτό με το οποίο επρόκειτο να εργαστώ και παθιάστηκα με την ιδέα, τη φιλοσοφία του επαγγέλματος μου. Βρήκα εκείνη τη γραμμή που το κάνει λειτούργημα, ακόνισα τη φαντασία μου και τώρα, λίγο πριν την σύνταξη, τολμώ να μοιραστώ μαζί σας αυτή μου την εμπειρία .

Η/Ο Επισκέπτρια/ης υγείας δεν είναι μια τυχαία παρουσία στο χώρο της υγείας. Είναι αυτή/ος που θα εργαστεί σε ένα κλειστό γραφείο σχεδιάζοντας προγράμματα πρόληψης συγκεντρώνοντας και ερμηνεύοντας στατιστικά και επιδημιολογικά στοιχεία, αλλά ταυτόχρονα θα είναι το ίδιο άτομο που στο ιατρείο θα έρθει σε επαφή με ειδικές ομάδες πληθυσμού και στην κοινότητα με όλο τον πληθυσμό. Θα δουλέψει με παιδιά και με ενήλικες, με υγιείς και ασθενείς, θα συνεργαστεί με Δήμους ή με συλλόγους, θα συνδέσει την πρόληψη με την θεραπεία. Οι γνώσεις της/του πρέπει να είναι ευρείες, από επιστημονικές μέχρι καλλιτεχνικές, από τεχνικές μέχρι λογοτεχνικές και να ανανεώνονται συνέχεια ακολουθώντας το ρεύμα και την τάση της εποχής, ανιχνεύοντας τα νέα δεδομένα. Αυτή η μη στατικότητα, αυτή η ανθρώπινη επαφή, όλοι αυτοί οι δρόμοι που κατά διαστήματα με καλούσαν να περπατήσω, αυτή η συνεχής «ροή» είναι που 27 χρόνια τώρα με γοητεύουν και με «ταξιδεύουν»

Ευχαριστώ και ελπίζω να συνταξιδέψουμε. Δάφνη Χαλκιά – Σταυράκη


ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ Σου γράφω για πρώτη φορά και είναι η πρώτη φορά που γράφω σε κάποιον. Αυτό μάλλον δεν θα το διαβάσεις ποτέ. Ίσως γιατί δεν έχει νόημα για σένα. Ίσως γιατί δεν ξέρω γιατί σου γράφω αυτή τη στιγμή. Απλώς νομίζω ότι ξεδιπλώνοντας σε λέξεις τις σκέψεις μου, θα καταφέρω να μάθω γιατί τα έκανα όλα αυτά. Γιατί θα κάνω όλα αυτά που θα συμβούν στο μέλλον. Μόνο το μέλλον θα δείξει αν ότι γράφω σε σένα αυτή τη στιγμή είναι αληθινά, μάταια, σύντομα, δυνατά…. Δεν ξέρω αν κοντά 30 χρόνια τώρα στη δουλειά υπήρξα μια βολεμένη υπάλληλος που απλά κατά διαστήματα έκανε διάφορα πράγματα μόνο και μόνο για να σπάω την μονοτονία. Δεν ξέρω καν αν αυτό που νοιώθω για τη δουλειά μου είναι πάθος ή απλά είναι διέξοδος στην καθημερινότητα μου. Ξέρω όμως πως πολλές φορές με κάνει κι χαμογελάω. Άλλες πάλι συγκινούμαι και άλλες αισθάνομαι σοφή!! Κυρίως όμως υπάρχουν στιγμές που αισθάνομαι μάγος….. κάτι σαν την Ερμιόνη τη φίλη του Χαρυ Πόττερ. Και τότε είναι που η δουλειά μου γίνεται όμορφο παραμύθι! Γιατί όχι άλλωστε αφού κυρίως με παιδιά δούλεψα Οι άνθρωποι φοβούνται τα παραμύθια, λένε πως δεν είναι αληθινά. Και όμως είναι. Ξέρεις γιατί; Γιατί δεν έχουν τέλος «και έζησαν αυτοί καλά και μείς καλύτερα» Μ΄ αύτη τη φράση μπορεί κανείς να φανταστεί ο.τι θέλει για τη συνέχεια ης ιστορίας. Τα παραμύθια δε δείχνουν ποτέ το τέλος των ηρώων τους. Απλώς τους αφήνουν σε μια ευχάριστη στιγμή τους Μπορεί λοιπόν η Χιονάτη να συναντηθεί με τον Πινόκιο, η Σταχτοπούτα να γευματίσει με τους 7 Νάνους, ο Πρίγκιπας να μεταμορφωθεί σε βάτραχο και να τρέχει πανικόβλητος να επιστέψει στο σπίτι του πριν το ρολόι χτυπήσει μεσάνυχτα. Τη στιγμή λοιπόν που κάποιος απογοητευμένος συγγραφέας έμπλεκε τα παραμύθια, εγώ θέλησα να γράψω για να σου πω κυρίως τούτο: η ζωή μου αλλά κυρίως η δουλειά μου με έμαθε να έχω τη δύναμη να φτιάχνω το παραμύθι μου. Να μην διστάζω να το πλάθω όπως θέλω και με όποιους ήρωες επιθυμώ. Να μην τολμάω να φοβηθώ αλλά και να μην φοβάμαι να τολμήσω. Άραγε αυτό δεν είναι ευτυχία;

«και έζησαν αυτοί καλά και μείς καλύτερα

Κείμενα : Δάφνη Χαλκιά Σκηνοθεσία: Αναστασία Αναστασούδη Αφηγητής : Αδριανός Σταυράκης Επιλογή τραγουδιών: Δάφνη Χαλκιά Γραφικά / Βίντεο : Αδριανός Σταυράκης Χορός / Χορογραφία: Έλενα Λαφαζάνη


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΤΙ ΠΟΝΑΕΙ

Ερμηνευτής : Καλλιόπη Βέττα Συνθέτης : ΓΙΑΝΝΗΣ Κ.ΙΩΑΝΝΟΥ Στιχουργός : ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΒΑΦΕΙΑΔΟΥ Χορός / Χορογραφία :

Αυτά τα απογέματα μετά το τέλος των συνεδρίων, των εκδηλώσεων ή των ημερίδων τα λιγουρεύομαι Είναι οι ώρες που ηρεμώ. Είναι οι ώρες που τα φώτα έσβησαν, οι σύνεδροι έφυγαν, οι γραμματείες έκλεισαν, οι υπολογιστές έκρυψαν πια τα Power Point στη μνήμη τους, οι γνώσεις μοιράστηκαν και είτε αφομοιώθηκαν είτε προσπέρασαν. Όλα έγιναν κατά πως έπρεπε ή δεν έπρεπε και γίναν χθες. Απολογισμός και λάθη σε μια δυο μέρες που θα συναντηθούμε με τα υπόλοιπα άτομα της οργανωτικής επιτροπής. Τώρα όμως είναι οι ώρες που ηρεμώ. Σαν εκείνες τις Κυριακές της πρώιμης νιότης που άκουγα ποδόσφαιρο από το τρατζιστοράκι και έπαιζα τάβλι με το αγόρι μου. Στην πορεία της ζωής μου συνειδητοποίησα ότι με καθετί που αγαπούσα γινόμουν υπερβολική. Σε κάθε τι που πίστευα ήθελα να δώσω κίνηση, ήχο, μορφή. Και κάθε γνώση που με εντυπωσίαζε ήθελα να τη μοιραστώ ακόμα και αν έπρεπε να την απλουστεύσω. Κυρίως αν έπρεπε να την απλουστεύσω. Οργάνωση απλών εκδηλώσεων, ημερίδων, συνεδρίων. Απλές ομιλίες σε σχολεία για αγωγή υγείας, βιωματικές εργασίες με ομάδες… κοντά 30 χρόνια δουλειάς τα είχε όλα. Όμως τούτες οι στιγμές του τέλους και της ξεκούρασης είναι δικές μου όλο αυτό τον καιρό. Δεν μοιράζονται, δεν γίνεται να συνταξιοδοτηθούν. Είναι σαν την αλήθεια ή σαν τον ανομολόγητο φόβο. Είναι κάτι σαν αναμέτρηση με το χθες που όμως με βοηθά να αγγίξω το μέλλον…. Είναι σαν τα πλήκτρα του πιάνου να ακουμπούν τις σκέψεις μου «ότι πονάει δε θα μετρήσω στο σήμερα θα με χαρίσω» μονολογώ και βάζω λίγο μαρτίνι με μπόλικο πάγο στο ποτήρι


ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΖΩΓΡΑΦΙΖΟΥΝ

Ερμηνευτής : Τάνια Τσανακλίδου Συνθέτης : Γιώργος Χατζηνάσιος Στιχουργός : Μιχάλης Μπουρμπούλης Επεξεργασία βιντεοπαρουσίασης : Αδριανός Σταυράκης.

Η έκθεση έγινε. Στη γωνιά μιας άλλης εκδήλωσης με τη μουσική να κυριαρχεί. Οι 95 ζωγραφιές από τα πιτσιρίκια στήθηκαν και τράβηξαν τη γενική προσοχή. Ζωγραφιές που τις έφεραν παιδιά που εμβολιάστηκαν κι που κατάλαβαν πως ο εμβολιασμός δεν πρέπει να μας φοβίζει. Κοιτούσα την ζωγραφιά της Χριστίνας, της αυτιστικής 10χρονης Χριστίνας, και ήταν σα να έπαιρνα το πρώτο βραβείο σε παγκόσμιο διαγωνισμό! Τις στιγμές που μοιράστηκα μαζί της εκείνα τα πέντε δέκα λεπτά του εμβολιασμού δε θα μπορούσα παρά να τις κρατήσω για πάντα στη ψυχή μου. Κοιτούσα και τις άλλες, τις όμοιες, που τις φέραν τα Ρομά «στη κυρία Δάφνη.. κοπέλα» έγραφε μία . «κοπέλα» δεν είχε καν δικό της όνομα να υπογράψει… ένας πιερότος χρωματιστός, ίδιος με τους άλλους πιερότους αλλά με τόσο μοναδικό συνδυασμό χρωμάτων…!!! Η ιδέα γεννήθηκε κάποια στιγμή που είχα δει έναν Ιταλό γεράκο με μια λευκή ποδιά να ζωγραφίζει το καλούπι μιας βενετσιάνικης μάσκας πίσω από το θολό τζάμι μιας βιτρίνας. Χτύπησα την πόρτα θυμάμαι. Με κοίταξε εξονυχιστικά και με μια κίνηση μου έδωσε να καταλάβω ότι ήθελε να πάρω το σκαμπό που ήταν δίπλα του. «Πρέπει να είσαι αληθινή και αυθόρμητη γιατί συνήθως εκείνοι που συγκινούνται από τις μάσκες είναι εκείνοι που δεν κρύβονται. Όπως τα παιδιά. Για τους άλλους, τους μεγάλους, το πρόσωπό τους γίνεται η μάσκα τους και δυστυχώς δεν την αποχωρίζονται ποτέ». Με το λεπτό μαύρο πενάκι του άρχιζε να σχηματίζει τα φρύδια, τα χείλη, ζωγραφίζοντας τα με βαθύ κόκκινο. «Ο εγγονός μου με έκανε ζωγράφο όταν μου ζήτησε να του φτιάξω σε χαρτί τα παραμύθια που του έλεγα. Έφτασα να ζωγραφίζω μάσκες. Τώρα πια μπορώ να σου πω σίγουρα πως είσαι και συ ένας ανιχνευτής ονείρων αφού σε γοητεύει τούτη η τέχνη» Μήνες πολλούς αργότερα στο Κ.Υ. ήρθε μια μητέρα με 4 παιδιά όλα για εμβόλια. Για να τα κρατά ήσυχα είχε μαζί της μπογιές και χαρτιά και τα έβαλε να ζωγραφίζουν. Θυμήθηκα το γεράκο. Εμβολιάζομαι πάει να πει παιχνίδι δημιουργία και φαντασία σκέφτηκα. Διώξτε το φόβο με μια γλυκεία κουβέντα, ένα αστείο, μια ζωγραφιά. Και φτάσαμε στην έκθεση στην πλατεία του Κορδελιού και του Εύοσμου με όλες αυτές τις ζωγραφιές να γεμίζουν τον χώρο και τον Μπομπ τον σφουγγαράκι που εμβολιάζεται να δηλώνει ότι δεν πονάει να βραβεύεται σαν η καλύτερη και το κολλάζ που έφτιαξαν τα γυμνασιόπαιδα «για τον έρωτα δεν υπάρχει εμβόλιο» να προκαλεί τρυφερό χαμόγελο.


Δεν ξέρω τι αναζητώ αλλά θέλω να το γνωρίσω… Ο αυθορμητισμός δίνει πνοή στις αισθήσεις μου και ανακαλύπτω νέους μυστικούς κώδικες επικοινωνίας… και ενώ αυτοί έχουν να κάνουν με παιδιά είτε στο σχολείο όταν πάω για μια ομιλία είτε στο ιατρείο για κάποιο εμβόλιο, παίρνουν άλλες διαστάσεις, γιγαντώνονται και με διδάσκουν.! Με μαθαίνουν να σέβομαι το μυστήριο που μπορεί να κρύβει η άρνηση στο «όχι δε θα σας φέρω ζωγραφιά» και το πανηγύρι που θέλει «αύριο κι όλας Κυρία» Σήμερα στην εποχή των μετοχών και των ομολόγων γίνομαι και γω επενδυτής ονείρων και επενδύω τις ελπίδες μου στο χρόνο.


ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ (δουλεύοντας με ομάδες απεξάρτησης)

Ερμηνευτής : Χάρις Αλεξίου Συνθέτης : Remix by John Wu aka Mastermind (Σήμερα Κλαίω Αύριο Γελάω Remix) Επεξεργασία βιντεοπαρουσίασης : Αδριανός Σταυράκης.

Συναντηθήκαμε απλά μετά από προγραμματισμένη συνέντευξη στην ομάδα που εντάχτηκε για να ξεκινήσει το πρόγραμμα. Τι ψάχνεις; Με ρώτησε Από σένα τίποτα. Πράγματα δικά μου προσπαθώ να βρω μέσα από σένα. Να σου πω την αλήθεια επιθυμώ, μέσα από τη δυαδικότητα να ζήσω υπερβατικά του απάντησα Και τι σημαίνει υπερβατικά; Να λειτουργείς πέρα από τις αισθήσεις, να ξεπερνάς τον εαυτό σου, να ζεις με τον άλλο χωρίς να ζητάς συνοδοιπόρους. Ακούγονται ουτοπικά όπως και οι ιδεολογίες. Το να ξοδεύομαι από δω και από κει δε με βοηθά. Σημασία έχει να ξυπνήσεις την επόμενη μέρα και να πεις: ναι σήμερα η ημέρα είναι πιο όμορφη. Με άκουγε με προσοχή και χωρίς να χάσει λεπτό δεν δίστασε να με ρωτήσει Πόσες φαντασιώσεις μπορούν να αναγεννηθούν; Όσες έχεις κουράγιο να ζήσεις του απάντησα Σε συγκινεί η εικόνα ή η ουσία; Πρόλαβα και τον ρώτησα εγώ Η αρχή βρίσκεται στην εικόνα αλλά για να εξακολουθεί να με συγκινεί χρειάζεται να βρεις και την ουσία της Και φτάνεις να δίνεσαι για αυτοεπιβεβαίωση, για να σκοτώσεις τους φόβους που ελλοχεύουν ή παίζουν κρυφτό μέσα στη ψυχή σου…. Φτάνεις στην εξάρτηση χωρίς να το καταλάβεις Έχω μάθει ότι η συναισθηματική εξάρτηση τις περισσότερες φορές οδηγεί σε λάθος επιλογές, «θολώνει» τα νερά. Και αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Μετανιώνεις όχι για εκείνα που δεν έκανες αλλά για όσα δεν πρόλαβες να κάνεις. Γι αυτό επιλέγω τη σιωπή έστω και αν μου προκαλεί αμηχανία, αρκεί που γίνεται σκαλοπάτι για να ειπωθούν αλήθειες.


Οι άνθρωποι όλο μιλάνε, μιλάνε και δεν έχουν μάθει να ακούν. Δεν έχουν μάθει να ακούν την σιωπή και να βλέπουν πίσω από τις γραμμές. Η σιωπή σε βοηθά να αντιμετωπίζεις τις δυσκολίες που προκύπτουν όταν οι άνθρωποι αντιστέκονται στις επιθυμίες τους, στις προκλήσεις της ζωής, όταν προσπαθούν να μη σκέφτονται. Γιατί το μυαλό είναι που δεν μπορείς να τιθασεύσεις, να περιορίσεις, να καλουπώσεις. Μέσα από την σύγκρουση με τον άλλο συναντάς το Α ΝΟΗΤΟ για να ταυτιστείς μαζί του


ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΖΕΙ Ο ΚΑΙΡΟΣ (Στο Ιατρείο πόνου)

Ερμηνευτής : Πασχάλης Τερζής Συνθέτης : Παναγιώτης Χορογραφία :

Γιατρακος Στιχουργός : Ηλίας Κατσούλης

Χορός /

Υπάρχουν στιγμές που λέω δεν πρόκειται να ξαναγράψω αλλά τα συναισθήματα δεν αντέχουν να μένουν βουβά, άοσμα, έχοντας τους νευρώνες τους νεκρούς. Όταν η ψυχή πονά δεν μπορεί να προσποιηθεί ότι είναι καλά. Όταν η ψυχή πονά, όταν το σώμα πονά και αντανακλά τον πόνο του στη ψυχή, αναζητά τρόπους να τον εκφράσει και να τον λιγοστέψει. Ο πόνος έχει τη δύναμη να σε παρασύρει, τίποτα δε μπορεί να σταθεί πιο δυνατό από τον πόνο γιατί ο πόνος είναι γεννημένος μέσα στη φύση του ανθρώπου. Μόνο με τον πόνο μπορείς να μάθεις καλύτερα τον εαυτό σου ή μάλλον να τον γνωρίσεις. Ο πόνος μπορεί και σου λέει τις αλήθειες εκείνες που έχεις καλά φυλαγμένες μέσα σου, ο πόνος αγγίζει βαθιά τις πληγές σου και σου υπενθυμίζει ότι υπάρχουν είτε το θες είτε όχι. Ο πόνος γνωρίζει όσα ο άνθρωπος εσκεμμένα αγνοεί. Ο πόνος μπορεί να υπάρχει μετά από εσένα. Δεν μπορείς να κρυφτείς από τον πόνο γιατί εκείνος πάντα – ή σχεδόν πάντα – βρίσκει τρόπους να φανερώνεται εμπρός σου και είναι μάταιο να προσπαθείς να τον θάψεις. Γιατί όταν κάτι τέτοιο συμβεί εκείνος ξέρει πώς να σε «χτυπήσει» και να σου δείξει ότι η ζωή έχει τους δικούς της κανόνες.

«Θέλω να πάψω να πονάω. Έναν αξιοπρεπή θάνατο επιθυμώ πια με πόνο διαχειρήσιμο. Δεν πιστεύω στα θαύματα. Ξέρω ότι έχω καρκίνο. Ξέρω ότι θα πεθάνω σύντομα γιατί τον έχω παντού. Τον πόνο δεν αντέχω άλλο. Γι’ αυτό ήρθα εδώ.»

Σαραντάρα η Κα Μαίρη, η γλυκιά μας Μαιρούλα. Βαλθήκαμε όλοι να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούσαμε. Στη ζωή της είχε μάθει να μην ακούει τις μουσικές των συναισθημάτων αλλά να αφήνεται στης μουσικής τη στυγνή λογική. Δεν έψαχνα για άλλοθι. Τον γκρεμό τον αντίκριζα, δεν έκλεισα τα μάτια γιατί ίσως να ήταν ο μοναδικός δρόμος να σμίξω με τις αλήθειες της. Προσπάθησα. Προσπαθήσαμε. «Ευχαριστώ για τον αξιοπρεπή θάνατο. Ευχαριστώ για όλη την προσπάθεια, για την ξέχειλη ανθρωπιά. Ευχαριστώ που μπορώ ακόμα και στο τέλος να χαμογελώ…»

Ευχαριστώ εγώ Μαιρουλα. Γιατί μετά από το ταξίδι που κάναμε μαζί μπορώ όταν κοιτώ το σκοτάδι να σκέπτομαι καλύτερα και να ονειρεύομαι περισσότερο


ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΠΟΥ ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΝ (στο ψυχιατρείο με ειδικές ομάδες)

Ερμηνευτής : Ε. Ζουγανέλη - Γ. Νταλάρας Συνθέτης : Κώστας Μπραβάκης Στιχουργός : Ηλίας Κατσούλης Χορός / Χορογραφία:

Ήθελα να ξεκλειδώσω τις πιο κρυφέ επιθυμίες μου, να αμφιταλαντευτώ ανάμεσα στο σωστό και το λάθος, το πριν και το μετά, ανάμεσα στο σίδερο και τη δουλειά, στη γυναικεία διαίσθηση, τον αντρικό εγωισμό, την παιδική αθωότητα αλλά και το κενό του ψυχοπαθούς. Μια διαδικασία επίπονη και παράλληλα προκλητική. Γιατί το «άγνωστο» πάντα γοητεύει και ασκεί μια δύναμη που δύσκολα μπορεί να ερμηνευτεί. Χρώματα και αρώματα η ζωή μου. Ήμουν πλούσια σε όλα: πράξεις, αισθήματα ακόμα και κιλά. Δεν υπήρξα ποτέ μίζερη και μετρημένη. Η φύση σε όλες τις διαστάσεις της με προσδιόριζε, ενεργοποιούσε τις αισθήσεις μου. Πάντα με συγκινούσε ο παφλασμός των κυμάτων, η αλμύρα της θάλασσας, οι γαζίες, οι λεμονιές, το αγιόκλημα. Είμαι τολμηρή το ομολογώ. Κινητήρια δύναμη η διάθεση μου να εισχωρώ στον κόσμο των αντιφάσεων που κρύβει το χρονοντούλαπο των αναμνήσεων και ένα μπλεγμένο, θολωμένο μυαλό. Εκεί όπου η σύγκρουση των συναισθημάτων είναι δεδομένη αναπόφευκτη. Πάθος και λογική ιδιαίτερη, απείθαρχη – χωρίς όρια- και η καρδιά ακολουθεί τους δικούς της κανόνες χτίζοντας το δικό της κόσμο. Αυτή είναι η πορεία. Όλοι μαζί και ο κάθε ένας μόνος του. Η δουλεία για μένα δεν υπήρξε επιβεβαίωση, δεν ήθελα να τελματωθώ. Η κάθε μέρα διαφορετική. Δεν σταμάτησα το διάλογο με τη μοίρα και τα παιχνίδια που εκείνη μπορεί να παίξει μαζί μου. Έμαθα να αγγίζω τις στιγμές της μοναξιάς της ψυχής εκείνων των ιδιαιτέρων ανθρώπων με τον ίδιο σχεδόν τρόπο που άγγιζα τη δική μου. Αφηνόμουν στα μονοπάτια που με οδηγούσαν και ήταν συναρπαστικά ενδιαφέρον όταν μπορούσαμε να τα περπατήσουμε μαζί. Μέσα από αυτό το «παιχνίδι» άρχισα να ανακαλύπτω και άλλα «πρόσωπα» του εαυτού μου. Η ανάγκη μου να ζώσω και να πάρω ελπίδα δεν εγκλωβίζεται σε ένα τυπικό ωράριο. Ο αυθορμητισμός, ο αυτοσχεδιασμός, η ειλικρίνεια, η φαντασία με οδηγούν σε βαθιά και πρωτόγνωρη επικοινωνία εκεί που η λογική σταματά και αρχίζει η χώρα της μη- λογικής. Σχοινοβάτης του χωροχρόνου με ελκύουν οι σχέσεις που αγγίζουν εκείνες τις ακρότητες χωρίς άκρες. Ποτέ μου δεν ωραιοποίησα καταστάσεις. Σταθερά προσανατολισμένη στο νόμο του Ηράκλειτου «τα πάντα ρει» η πραγματικότητα γύρω μου μια ροή που έπρεπε να συνηθίσω και να αφήνω αβίαστα τις σκέψεις να τριβελίζουν το μυαλό μου. Και η ανασφάλεια? Καθόλου άγνωστη σε μένα. Κάθε φορά που της ανοίγω την πόρτα μαζί της μπαίνουν και τα μεγάλα διλήμματα που με τη σειρά τους οδηγούν σε ανατροπές. Δε γύρισα την πλάτη μου σε κάθε «τέλος», δε το φοβήθηκα γιατί γνωρίζω ότι κάθε ξεκίνημα έχει ημερομηνία λήξης και σε κάθε απόφαση μου έχω ένα καλό σύμμαχο την ελευθερία της επιλογής.


Πάντα όμως είχα την απορία: για να μπορώ να δουλεύω με ψυχικά διαταραγμένα άτομα, με άτομα ιδικών αναγκών και ειδικών λειτουργιών, πόσο ίδια μπορώ να γίνω μαζί τους?? Και ακόμα θυμάμαι το μεγάλο διάστημα που έκανα να προσαρμοστώ σε άλλο χώρο δουλειάς όταν έφυγα από κει σκύβοντας πάντα με θαυμασμό και ευγνωμοσύνη στους συναδέλφους που μπορούν και παραμένουν χρόνια πολλά στο ίδιο έργο, στο ίδιο αντικείμενο, στην ίδια ιδιαιτερότητα κατανοώντας απόλυτα τη σημασία των λόγων που άκουσα κάποτε σε ένα συνέδριο «μόνο όταν φεύγουμε καταλαβαίνουμε τι κάναμε όλο αυτό τον καιρό και πως τελικά κουβαλάμε μια δόση ψυχασθένειας π ου μας πάει και μας ομορφαίνει»

ΤΕΛΟΣ


Επίλογος…. «σεις οι άνθρωποι χωρίζεστε σε δυο κατηγορίες , είπε ο Δράκος, σε αυτούς που η δημιουργικότητα τους πηγάζει από την φαντασία και σε αυτούς που η δημιουργικότητα τους επηρεάζετε από την φαντασία» «και αυτοί είναι οι χειρότεροι!» πέταξε η κακιά μάγισσα. «ναι οι χειρότεροι!» συμφώνησε ο Δράκος και κοίταξε με αυστηρό βλέμμα τον συγγραφέα που εκείνος ζάρωσε Επαναλάμβανε μέσα του τα λόγια του Δράκου, (Αυτοί που εμπνέονται από την Φαντασία δεν είναι κακοί, οι άλλοι όμως που την επηρεάζουν με τα έργα τους είναι….) 1 Εμείς σίγουρα δεν είμαστε με τους κακούς! Αλλά ξέρουμε την Φαντασία να την κάνουμε όπλο μας και την Αγωγή Υγείας να την κάνουμε να μοιάζει με παραμύθι. Το αποδεικνύει άλλωστε και αυτό το βιβλίο. Εύχομαι να ακολουθήσουν και άλλα Και ζήσαμε εμείς καλά και αυτοί καλυτέρα…….

1. «Μπελάδες με την Φαντασία» Γιώργος Κακαράτσιος

ΕΚΔΟΤΗΣ: διαΔΙΚΤΥΟ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ISBN : 978-618-82796-0-5


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.