konteiner4

Page 1

πολιτική / πολιτισμός / τέχνες Φεβρουάριος 2010

ipad is dead ipad è morto ipad est mort ipad ist tot ipad està muerto ipad is dood το ipad πέθανε

* Αν η εταιρεία θέλει τα χρηματά μου, θέλω κ’ εγώ να προσέξει την προσοχή που της δίνω.

4



μινεραλια

Τα βραβεία Allantalla _Δημήτρης Νόλλας

Ο Αργύρης Χιόνης είναι ποιητής. ΜΝΗΜΗ ΝΙΚΟΥ ΜΑΡΚΟΥ Το αγνοούν μόνον εκείνοι που τα ξέρουν όλα, καθώς είναι γεγονός γνωστό, γνωστότατο εδώ και σαράντα χρόνια. Μπορεί κι από νωρίτερα, για όσους διέτρεξαν εκείνη τη διαβόητη δεκαετία του ’60. Κι όμως, σ’ αυτόν τον νοσταλγό της Πλατείας Αττικής, τον μεγάλου διαμετρήματος, ακαταπόνητο και πάντα διψασμένο, ποιητή, όταν διαπίστωσαν πως είναι αδύνατο να τον προσπερνούν διαρκώς, ενώ διασταυρώνονται μαζί του καθημερινά παρόλο που κατοικεί μονίμως σε άντρο θηρίων και φαντασμάτων της ορεινής Κορινθίας, όταν σταμάτησαν να παριστάνουν τους τυφλούς και θέλησαν να του «κάνουν μια αγάπη», τον βράβευσαν για το πεζογραφικό του έργο.

Η Σκόπελος έχασε, τον περσινό Φεβρουάριο, έναν καλλιτέχνη της ζωής, έναν φίλο και δάσκαλο, που αγαπούσε το χώμα και γι’ αυτό είχε αφιερωθεί 30 χρόνια στην κεραμική, στολίζοντας εκατοντάδες σπίτια με χειροποίητα πλακάκια για την ομορφιά, και γαβάθες για τις αγαπημένες μας μακαρονάδες. Ο Νίκος Μάρκου, γεννημένος στην Καστοριά το 1951, θρέμμα της Θεσσαλονίκης, έζησε και δημιούργησε στη Σκόπελο από τη δεκαετία του ’70 μέχρι το θάνατό του. Συνιδρυτής του Φωτογραφικού Κέντρου Σκοπέλου, υπήρξε ψυχή της ποιητικής σύναξης «Θερινό Ηλιοστάσιο» το 2007 και 2008.

Εκείνοι που γνωρίζουν την αξία του ποιητικού του έργου, κι εμείς οι άλλοι, είπαν «καλό ήταν κι αυτό». Κι όμως κάποιο μήνυμα εστάλη με τη βράβευση ενός πεζογραφήματος, και όχι των ποιημάτων του. Δεν είναι μόνο σαν να λένε του ποιητή «εντάξει τα ποιήματά σου, καλύτερα όμως είναι τα πεζά σου», είναι σαν να προειδοποιούν τους μαθητές του Γυμνασίου και τις μαθήτριες του Λυκείου, εκείνη τη μικρή ομάδα, εκείνους τους ελάχιστους κόκκους άλατος, «Πού πάτε, ανόητοι, μόνοι μέσ’ στη νύχτα με ύμνους και τραγούδια; Πεζογραφείτε, τουλάχιστον! Πεζογραφείτε! Γράψτε κάνα ρεπορτάζ».

Αυτοδίδακτος κεραμίστας και γνήσιος λαϊκός δάσκαλος, οδήγησε με χέρι σταθερό τους νέους που τον πλησίαζαν, στους δρόμους της καθημερινής ζωής και των τεχνών, της προσωπικής ευθύνης και του χρέους, στα μετρημένα πράγματα. Έμπορος, στην καλύτερη παράδοση των εμπόρων της Ανατολής, ζούσε για το καθημερινό αλισβερίσι, για το πάρε-δώσε που φέρνει κοντά τους ανθρώπους, δημιουργώντας κοινωνία προσώπων, ενίοτε και φασαρία. Για το κρασί και για τη σχέση με τους άλλους, την οποία πάντα στόλιζε με αγάπη. Για το ήθος. Ένας σούφης που του άρεσε να επαναλαμβάνει μια σέρβικη παροιμία, που λέει «γαμείς, δεν γαμείς, ο καιρός περνάει».

Όταν μεγάλες καθημερινές εφημερίδες, όπως συνηθίζεται να γίνεται κάθε παραμονή πρωτοχρονιάς, παρουσίασαν στον «πάγκο» των βιβλίων που εκδόθηκαν την περασμένη χρονιά, αυτά που αξίζει να προσέξει ο αναγνώστης, ανάμεσα στα βιβλία που πρότειναν, ιστορικά, ογκώδη κυρίως μυθιστορήματα, μπεστ σέλερ, ταξιδιωτικά και άλλα, δεν υπήρχε χώρος, ούτε μια τόση δα θεσούλα, για την ποίηση. Δεν πρότειναν ούτε ένα βιβλίο ποίησης από αυτά που εκδόθηκαν την περασμένη χρονιά. Κανένα τους δεν άξιζε; Γι’ αυτό τα προσπέρασαν; Και ευλόγως προκύπτει το ερώτημα: αναγνωρίζεται, και άρα βραβεύεται, μόνο το πεζό;

Τον θυμόμαστε.

Με την ποίηση χάνουμε τον καιρό μας. Δεν χρειάζεται, ούτε να τη διαβάζουμε, ούτε πολύ περισσότερο να την γράφουμε. Δεν θέλει να γίνει χρήσιμο το τζιτζίκι. Μόνο να υπάρχει επιθυμεί. Κι αυτό είναι κάτι που θα άξιζε πραγματικά τη βράβευσή του σ’ έναν κόσμο, όπου κυριαρχούν κηφήνες και μυρμήγκια!

ΑΛΑΝ ΜΠΕΝΕΤ Το Βασιλειό μου για ένα βιβλίο

«Ένα βιβλίο-κομψοτέχνημα, ένα παθιασμένο επιχείρημα για τη δύναμη της τέχνης». The Times

Μετάφραση: Τρισεύγενη Παπαϊωάννου www.metaixmio.gr Ζ

Η

Τ

Η

Σ

Τ

Ε

Τ

Ο

Σ

Ε

Ο

Λ

Α

Τ

Α

Β

Ι

Β

Λ

Ι

Ο

Π

Ω

Λ

Ε

Ι

Α

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 3


ά τ α κ τ ε ς σ κ έψεις

www.twitter.com/konteinergr

στη

pre

_Η συντακτική ομάδα του κοντέινερ στο twitter

Λαθραίο δώρο ζωής από 55χρονο Βούλγαρο; Αερογέφυρα ζωής στήθηκε το πρωί στην Ιεράπετρα μετά το θάνατο ενός 55χρονου Βούλγαρου υπηκόου.

Οι συγγενείς του 55χρονου, ο οποίος νοσηλευόταν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, αποφάσισαν να δωρίσουν τα όργανά του, όταν ενημερώθηκαν ότι ήταν κλινικά νεκρός.

 Έτσι το ήπαρ του άτυχου 55χρονου θα μεταμοσχευθεί σε ασθενή στην Αθήνα, τα νεφρά σε ασθενή στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο κερατοειδής χιτώνας θα δοθεί σε ασθενή στην Κρήτη. ΠΡΟΣ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ ΒΛΗΤΑ: Πρέπει να δεχθούμε τη δωρεά η να κοιτάξουμε πρώτα τα «χαρτιά» του; Κ Κάθε χρόνο τα ίδια – κάθε χρόνο το χαβά τους. Αφού διέλυσαν τους συνεταιρισμούς, αφού φτιάξαν τα προγούλια τους (και το σβέρκο του λύκου, που λένε οι παλιοί) χύνουνε γάλατα, σκορπούνε τόνους πορτοκάλια, ενώ υπάρχει και κόσμος που πεινάει. Και αρκετά με τις μαύρες σημαίες –όποιος ασπάζεται τον αναρχισμό ας έρθει στο «άβατο»– και όχι με τρακτέρ εκατομμυρίων. Λ.Β Το λάθος είναι ανώτερο της τέχνης. Bassclass Rebublik Από τον περασμένο Μάιο έχουν πολλαπλασιαστεί οι συλλήψεις των εκδιδόμενων προσώπων με νόμιμη άδεια εργασίας, καταστρατηγώντας έτσι το δικαίωμα των νομίμως εκδιδόμενων προσώπων να ασκούν το επάγγελμά τους. Αυτή είναι η διεύθυνση για όσους θέλουν να υπογράψουν το petition για τη συμπαράσταση στο Σωματείο Εκδιδομένων Προσώπων Ελλάδας. http://www.petitiononline.com/EVA23026/petition.html Ε.Σ

Petnet

Ένα κονσόρτσιουμ (consortium) που αποτελείται από την Exxon Mobil Corp. (XOM) και τη Royal Dutch Shell PLC (RDSA), ολοκλήρωσε την περασμένη Δευτέρα στη Βαγδάτη,το ντιλ (deal) για την πρώτη φάση εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων στην περιοχή της West Qurna του νοτίου Ιράκ. Στην ουσία πρόκειται για το πρώτο γκρουπ -υπό την αιγίδα των Η.Π.Α. που του επιτρέπεται να εκμεταλλευτεί τα κοιτάσματα πετρελαίου του Ιράκ, επτά περίπου χρόνια μετά την εισβολή του 2003. Ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας αργεί, αλλά τελικά δικαιώνεται ρε γαμώτο. H.M Η θεία κοινωνία βλάπτει σοβαρά την υγεία. Την είχα πάντα την απορία, όταν στο σχολείο ο εκκλησιασμός ήταν υποχρεωτικός, όπως και το να κοινωνήσεις ή να πιεις από τον αγιασμό. Με θυμάμαι να σιχαίνομαι να πίνω από το ίδιο κουταλάκι/ποτηράκι που πίνανε όλοι αυτοί που προηγούνταν στη σειρά. Και θυμάμαι επίσης την απάντηση των δασκάλων στις επίμονες ερωτήσεις μου περί μικροβίων και για το αν κινδυνεύουμε να κολλήσουμε καμιά αρρώστια. Λέγανε όλοι ότι είναι αγιασμένα όλα αυτά και άρα δεν έχεις φόβο, ούτε να αρρωστήσεις ούτε να κολλήσεις τίποτε. Αντιγράφω από ειδησεογραφικό blog: Περισσότερα από 250 άτομα δηλητηριάστηκαν στο Ιρκούτσκ της Σιβηρίας (πόλη κοντά στη λίμνη Βαϊκάλη) από αγίασμα που πήραν από την εκκλησία πριν μία εβδομάδα. Σύμφωνα με την περιφερειακή υπηρεσία των ρωσικών υγειονομικών αρχών, εξακολουθούν να νοσηλεύονται οι 125 από τους 250. Τις τελευταίες ημέρες, καταγράφηκαν συνολικά 269 κρούσματα «σοβαρής εντερικής λοίμωξης», από τα οποία τα 156 αφορούσαν παιδιά. Ευλόγησον... Ε.Μ.

κυκ

ν πό

ss σ

λοφ

λη!

ε επ

Ανα

Το κ

ορε

Δια

ήστ

έινε

ί ελ

νέμ

ιλεγ

ζητ

οντ

εύθ

ετα

μέν

!

ερο

ι ως

ασ

ε το

ρ

ημε

free

ία.

Graveyard songs _Γιώργος Βαλαής

Η γιορτή, για τον ερωτευμένο, τον αλαφροΐσκιωτο, είναι αγαλλίαση, δεν είναι έκρηξη: απολαμβάνω το γεύμα, την κουβέντα, την τρυφερότητα, τη σίγουρη υπόσχεση της απόλαυσης: τέχνη τού να ζεις πάνω από την άβυσσο. (Για σας, λοιπόν, δεν σημαίνει τίποτε το να είστε η γιορτή για κάποιον;) Ο Ρολάν Μπαρτ ρωτάει, οι άνθρωποι κοιτάν τα ρολόγια τους.

Τρεις φωτιές που καίνε κάθε βράδυ στο κέντρο της πόλης σε ακτίνα 50 μέτρων. Πού άραγε; Welcome to the South Bronx, bro! Γ.Δ.

ªÂÛÔÁ›ˆÓ 256 > ÃÔÏ·ÚÁfi˜ > 210 651 1784 ∫ËÊÈÛ›·˜ 220 > ∫ËÊÈÛÈ¿ > 210 808 0477 Ξενοκράτους > Κολωνάκι > 210 729 0544

petshops

an alternative view for you and your pet 4 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

www.petnet.gr


Φωτογραφία4 Εξωφύλλου πολιτική / πολιτισμός / τέχνες Φεβρουάριος 2010

κοντέινερ info@konteiner. gr Τ: 211 402 92 77 ΕΚΔΟΤΗΣ: Στέφανος Νόλλας ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΚΤΡΙΑ: Ευγενία Μπόζου e. bozou@konteiner.gr

ipad is dead ipad è morto ipad est mort ipad ist tot ipad està muerto ipad is dood το ipad πέθανε

* Αν η εταιρεία θέλει τα χρηματά μου, θέλω κ’ εγώ να προσέξει την προσοχή που της δίνω.

H φωτογραφία στο εξώφυλλο απεικονίζει το καινούργιο

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: Γιώργος Διβάνης g. divanis@konteiner.gr

gadget της Apple - iPad -που μόλις παρουσιάστηκε στην

ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΚΔΟΣΗΣ: Ηλίας Μαρμαράς Σεραφείμ Κεντεποζίδης

για ζητάνε περισσότερα data από εμάς (τους χρήστες) και

CREATIVE DIRECTION: Γιώργος Κωνσταντινίδης g. konstantinidis@konteiner.gr

τους τα στείλουμε! Και πολύ σύντομα θα αποθεώνουμε το

ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΕΥΧΟΥΣ: Andy Deck, Γιώργος Βαλαής, Λευτέρης Βασιλόπουλος, Βένια Βέργου, Αλέξανδρος Βούλγαρης, Βασίλης Γαλούπης, Κατερίνα Γρέγου, Δάφνη Δραγώνα, Σπύρος Ζουμπούλης, Γιώργος Καλλής, Αλέξανδρος Καρδασιάδης, Χρήστος Καρράς, Θωμάς Κιάος, Λένα Κιτσοπούλου, Γιώργος Κοκκινάκος, Θάνος Κουτσιανάς, Γιώργος Κουτσούκος, Γιάννης Μακριδάκης, Δημήτρης Μηλάκης, Ιωάννα Μαρκάκη, Δημήτρης Νόλλας, Νίκος Μπένος Πάλμερ, Λίνα Πανταλέων, ΜαρίαΛουίζα Παπαδοπούλου, Γιάννης Πεδιώτης, Βαγγέλης Ραπτόπουλος, Μάνος Σιφονιός, Εύα Στεφανή, Δημήτρης Σωτάκης, Νίκος Τράκας, Έλλη Τσάτσου, Γιάννης Υφαντής, ΆνναΜαρία Φίλιππα, Χρήστος Χρυσόπουλος, Errands, Intothepill. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: Juliette van Dorst j. vandorst@konteiner.gr ΑΤΕΛΙΕ: Ελένη Σγόντζου ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: Ηρώ Μακρή ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: Γιώργος Πολυκράτης

αγορά. Άλλη μία φιλόδοξη προσπάθεια για να αυξηθεί η παροχή περιεχομένου (content) στο Web 2.0. Με άλλα λότα θέλουν γρήγορα. Φυσικά, θα πληρώσουμε εμείς το ποσό των 500-850 δολαρίων-ανάλογα με το μοντέλο-για να επόμενο τεχνολογικό εύρημα του κ. Jobs. Ένα παιχνίδι χωρίς τέλος(;)

Περιεχόμενα ΣΤΗΛΕΣ 03

Μινεράλια

04

Άτακτες Σκέψεις

06

Δικηγόροι με γυαλιά

08

Λαβύρινθος της Λογικής

09 Σχεδόν 10

Πάντα Εδώ

11

Το ένα και το άλλο

13

Δωμάτιο Φιλοξενίας

ΑΦΙΕΡΩΜΑ 16 - 34 Ταχύτητα

ΒΛΕΜΜΑ 36

Κουβέντες του Σιναφιού

ΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ: Γιάννης Μπάστας

38

Μουσική

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ADVERTISING EXECUTIVE: Πόπη Κουδούνη T: 210 92 96 377

39

Εικαστικά

41

Κινηματογράφος

42

Αρχιτεκτονική

ΥΠΟΔΟΧΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ Κώστας Καλόγερος T: 210 92 96 114

43

Θέατρο

44

Λογοτεχνία

ΕΚΤΥΠΩΣΗ - ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α. Ε.

46

Κριτική

ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ: Διάδραση Α. Μ. Κ. Ε. Ευριπίδου 57-59-61 105 54, Αθήνα

Μια προσφορά από την

Διανέμεται με την Ελευθεροτυπία κάθε πρώτη Δευτέρα του μήνα

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 5


Δ ικ η γ ό ροι με γυαλι ά

Μεγάλης Βρετανίας συνέχεια…(ή όταν όλοι κερδίζουν!) _Άννα-Μαρία Φίλιππα, δικηγόρος

Θεμελιώδης υπόθεση στη διδασκαλία των αγγλικών νομικών σχολών: Luisa Carlill Vs. Carbolic Smoke Ball (7. 12. 1892) Το 1891 εμφανίστηκε σε διάφορες αγγλικές εφημερίδες η ακόλουθη διαφήμιση προϊόντος* για την καταπολέμηση επιδημίας γρίπης: Όποιος χρησιμοποιήσει για δύο εβδομάδες τρις καθημερινώς το προϊόν* μας και παρ’ όλα αυτά κολλήσει τη γρίπη θα του καταβληθεί ως αμοιβή ποσό ύψους 100 λιρών. Ήδη, έχουν κατατεθεί 1000 λίρες σε τράπεζα (αναφερόταν η συγκεκριμένη τράπεζα) ως ένδειξη της ειλικρίνειας των προθέσεών μας. Έλα όμως που η κυρία Luisa Carlill πίστεψε τη διαφήμιση (μαζί με χιλιάδες άλλους), αγόρασε το προϊόν και το χρησιμοποίησε τρις καθημερινώς επί δύο μήνες. Δηλαδή ακριβώς όσο χρόνο χρειάστηκε για να κολλήσει τη γρίπη! Κατόπιν τούτου, ανακοίνωσε στην εταιρεία την αναποτελεσματικότητα του προϊόντος και ζήτησε την αμοιβή των 100 λιρών που δικαιούτο με το γνωστό αγγλικό ύφος «παρ’ όλο το προφανές του δικαιώματός μου σου εξηγώ το αυτονόητο αλλά δεν δυσανασχετώ καθόλου γιατί είναι υποχρέωση μου». Η εταιρεία απάντησε ότι για να προστατευθεί από ανάλογους ψευδείς ισχυρισμούς και να πεισθεί για την ειλικρίνεια της κυρίας Carlill αυτή θα έπρεπε να προσέρχεται καθημερινά στα γραφεία της εταιρείας και να εισπνέει από

το προϊόν τους ενώπιον της γραμματέως τους. Επειδή οι Άγγλοι δικαστές έχουν γενικά τα κέφια τους και τότε τα είχαν ακόμη περισσότερο βρήκαν την ευκαιρία να μας χαρίσουν μία απόφαση που έχει σφραγίσει το δίκαιο των συμβάσεων κυρίως λόγω της αναλυτικότατης για την εποχή και ιδιότυπης διατύπωσης των επιχειρημάτων της. H εταιρεία υποστήριξε ότι επρόκειτο για απλό τέχνασμα προώθησης του προϊόντος (mere puff) και δεν είχε σκοπό να λάβει κανείς την υπόσχεση της αμοιβής των 100 λιρών στα σοβαρά ενώ επιπλέον έλειπε το βασικό στοιχείο αποδείξεως σαφούς προθέσεως αποδοχής της σύμβασης από την κυρία Carlill. Οι Άγγλοι δικαστές απεφάνθησαν, λοιπόν ότι: α) Αφού δηλώσατε ότι έχετε προβεί σε κατάθεση 1000 λιρών σίγουρα δεν μπορούσε κάποιος να διανοηθεί ότι σκοπεύατε σε απλό προωθητικό τέχνασμα. β) Μα φυσικά και υπήρξε πρόθεση αποδοχής της σύμβασης από την κυρία Carlill η οποία, κατά την αποδοχή της προσφοράς σας, εισέπνεε τρις καθημερινώς το προϊόν σας, γεγονός το οποίο σίγουρα την «ξεβόλεψε» και την «έβαλε σε φασαρία». γ) Η προσφορά σας απευθυνόταν σε αφηρημένο αριθμό αποδεκτών οπότε δεν ήταν απαραίτητη η ρητή αποδοχή της κυρίας Carlill για τη στοιχειοθέτηση σύμβασης αλλά μόνο η εκτέλεση των όρων της προσφοράς σας από αυτήν (δηλαδή εισπνοή του προϊόντος τρις καθημερινώς). δ) Κανένας άνθρωπος έχων σώας τας φρένας δεν θα δε-

χόταν να λάβει μέρος σε ένα πείραμα εάν πράγματι πίστευε ότι επρόκειτο για απλή διαφήμιση και όχι για πραγματικό γεγονός ε) Η εταιρεία είχε σκοπό να πιστέψει το κοινό τη διαφήμισή της αφού στόχευε έτσι στην άνοδο πωλήσεων του προϊόντος της. Στο επιχείρημα της εταιρείας ότι δεν μπορείς να συμβληθείς με όλο τον κόσμο, η απάντηση των δικαστών ήταν καταπέλτης: η διαφήμιση της εταιρείας δεν συνιστούσε σύμβαση από μόνη της με όλο τον κόσμο, συνιστούσε προσφορά προς όλο τον κόσμο, αντιθέτως όμως η εταιρεία συμβλήθηκε μόνο με όσους αποδέχτηκαν την προσφορά της, δηλαδή αγόρασαν και χρησιμοποίησαν το προϊόν. Επειδή βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για περιστατικό που έλαβε χώρα στην Αγγλία, εκτός από τους δικαστές πνεύμα διέθετε και ο κατασκευαστής του προϊόντος. Το 1893 η ακόλουθη διαφήμιση εμφανίστηκε στον αγγλικό τύπο: Πολλές χιλιάδες carbolic smoke balls πωλήθηκαν και μόνο τρεις άνθρωποι μας ζήτησαν την αμοιβή των 100 λιρών αποδεικνύοντας έτσι οριστικώς την ανεκτίμητη βοήθεια που προσφέρει το προϊόν μας κατά της γρίπης. (!) * Carbolic Smoke Ball: λαστιχένιο μπαλάκι προσαρμοσμένο στο κάτω μέρος πλαστικού σωλήνα με φαινόλη. Ο χρήστης τοποθετούσε την ανοιχτή άκρη του σωλήνα στη μύτη του και πίεζε το λαστιχένιο μπαλάκι δημιουργώντας έτσι αναθυμιάσεις φαινόλης τις οποίες εισέπνεε.

Το δικαίωμα στη διαδήλωση και τα προληπτικά αστυνομικά μέτρα _Αλέξανδρος Καρδασιάδης, δικηγόρος

Το δικαίωμα στη διαδήλωση συνιστά το πέρασμα από την ατομική κριτική στην από κοινού άσκηση ελέγχου και από τη θεσμοθετημένη αντιπολίτευση στην άμεση δημόσια δια​ μαρτυρία, αμφισβητώντας την αποκλειστικότητα εκπροσώπησης για τις κοινές υποθέσεις. Καθόλου περίεργο λοιπόν που η εξουσία το αντιμετωπίζει πάντα με καχυποψία. Εξ ου και τα προληπτικά μέτρα τάξης που αναγνωρίζει το δικαίωμα στον εαυτό της να παίρνει, τα οποία συνίστανται θεωρητικώς στην διακριτική, ενίοτε όμως στην ασφυκτική επιτήρηση της διαδήλωσης, για όποιον φυσικά καταφέρει να πάει και δεν πέσει θύμα απαγωγής, συγγνώμη, προληπτικής προσαγωγής ήθελα να πω. Υπάρχει άραγε κάποιο όριο νομιμότητας στα προληπτικά μέτρα τάξης της αστυνομίας στα πλαίσια μίας διαδήλωσης; Το ερώτημα αυτό κλήθηκε να απαντήσει η υπ’ αριθμ. 22245/2004 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, με αφορμή τη σύλληψη δύο διαδηλωτών οι οποίοι κατηγορήθηκαν για «στάση», κατά τη διάρκεια των μαζικών αντιπολεμικών διαδηλώσεων του 2003. Με το αδίκημα της «στάσης» κατηγορείται όποιος συμμετέχει σε δημόσια συνάθροιση πλήθους που με ενωμένες δυνάμεις μεταχειρίζεται βία ή απειλή βίας για να εξαναγκάσει κάποια αρχή να ενεργήσει πράξη που ανάγεται στα καθήκοντά της ή να παραλείψει νόμιμη πράξη (π. χ. σύλληψη διαδηλωτή, ή εφαρμογή νομίμων μέτρων τάξης, διάλυσης μιας διαδήλωσης ή σωματικού ελέγχου και έρευνας στα σακίδια των διαδηλωτών). Η παραπάνω απόφαση διευκρίνισε ότι για τη διάπραξη του αδικήματος της στάσης απαιτείται α) η χρήση βίας ή απειλή βίας και όχι η παθητική αντίσταση των διαδηλωτών, και β) ότι απαιτείται όχι μόνο η τυπική νομιμότητα των συγκεκριμένων πράξεων των κρατικών οργάνων (ότι δηλαδή κάποια μέτρα τάξης προβλέπονται από τη νομοθεσία) αλλά και η ουσιαστική νομιμότητα αυτών, «που… επί υλικών πράξεων διοικητικού καταναγκασμού, συναρτάται (ενν. η νομιμότητα) με το είδος των μέσων, την αναγκαιότητα και την έκταση της χρήσης αυτών, ώστε όταν 6 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

αφορούν περιορισμούς των δικαιωμάτων του ανθρώπου… να ανταποκρίνονται στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 25 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας». Συγκεκριμένα δέχτηκε η παραπάνω απόφαση ότι, ενώ η παρουσία της αστυνομίας στη συγκεκριμένη διαδήλωση αρχικά ήταν «διακριτική», καθώς οι αστυνομικές δυνάμεις παρακολουθούσαν την κίνηση αυτών σε ενδεδειγμένη απόσταση, στη συνέχεια επιχείρησαν να εισέλθουν επί του οδοστρώματος περιορίζοντας έτσι το εύρος του σώματος της πορείας και ερχόμενοι ουσιαστικά σε επαφή με τους διαδηλωτές, χωρίς να αποδεικνύεται ότι η συγκεκριμένη ενέργεια υπαγορεύτηκε από εκδήλωση ή έστω απειλή διάπραξης έκνομων ενεργειών. Κατόπιν τούτων οι ευρισκόμενοι στην απόληξη της πορείας διαδηλωτές, μεταξύ των οποίων και οι κατηγορούμενοι, σχημάτισαν διά της ενώσεως των χειρών τους «αλυσίδα» που κατέληγε στα κιγκλιδώματα των πεζοδρομίων, με σκοπό αφενός μεν την αυτοπροστασία τους, αφετέρου δε την αποτροπή τυχόν οξύνσεως και τη διατήρηση της εύθραυστης ισορροπίας με τους αστυνομικούς, οι οποίοι όμως με τη χρήση δακρυγόνων διείσδυσαν συμπλεκόμενοι με τους αντιδρώντες. Ωστόσο η προπεριγραφείσα ενέργεια των διαδηλωτών, ως μη έχουσα στοιχεία βίας ή απειλής βίας δεν συνιστά το αδίκημα της αντίστασης, ενώ ως μορφή «παθητικής αντίστασης» έναντι ενός τυπικά νόμιμου πλην όμως μη αναγκαίου προς διασφάλιση της τάξεως, υπερβολικού – εν όψει της δυνατότητας αποτροπής κάθε κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια με τα μέχρι τότε ακολουθούμενα ηπιότερα μέτρα– και άρα μη ανταποκρινόμενου στην αρχή της αναλογίας μέτρου της αστυνομίας, δεν στοιχειοθετεί το αδίκημα της στάσης. Σταράτες νομικές κουβέντες από ένα δικαστήριο που με παρρησία στάθμισε τα δύο έννομα αγαθά (το δικαίωμα στην ελεύθερη από μη αναγκαίους περιορισμούς διαδήλωση και την επαπειλούμενη δημόσια τάξη), και απέδωσε δικαιοσύνη, δικαιώνοντας τους διαδηλωτές και όχι τους –εσχάτως επονομαζόμενους– «προστάτες τους».



λ α β ύ ρ ι ν θο ς της λ ογικ ής

H «Θεραπεία» στο Άσυλο _Γιώργος Κοκκινάκος

Κι είπε η νύχτα της ξαστεριάς δεν έχω αστέρια απόψε Ν. Καρούζος

Πενήντα χρόνια έμεινε έγκλειστος στο Ψυχιατρείο Χανίων. Λίγα χιλιόμετρα από το χωριό του χωρίς ποτέ να αξιωθεί να πάει μέχρι εκεί. Το αμάρτημά του ήταν ότι γεννήθηκε κωφάλαλος. Αυτό αποτελούσε ντροπή; Πρόβλημα; Ενόχληση για την κλειστή κοινωνία του χωριού; Ό, τι και να ήταν αυτό τον καταδίκασε σε ισόβιο εγκλεισμό. Σε μια τιμωρία χωρίς αδίκημα.

Όλο αυτό η ψυχιατρική το λέει «θεραπεία». Είναι κι αυτό μια απόδειξη ότι το Άσυλο δεν φτιάχτηκε για να θεραπεύει. Αυτό είναι η πρόφαση. Ο κοινωνικός λόγος ύπαρξής του. Στην πραγματικότητα φτιάχτηκε για να εσωκλείει, να αποκλείει, να αποκόπτει, να περιθωριοποιεί. Στην πραγματικότητα εκεί ξεφορτώνονται άνθρωποι με ορισμένα ενοχλητικά προβλήματα. Στην ουσία το Άσυλο διαχειρίζεται την κοινωνική κανονικότητα.

Ο αδελφός του διέδωσε στο χωριό ότι χάθηκε στα 18 του. Έκτοτε δεν τον ξανάδε κανείς. Ζωντανός μεν, αλλά εν τάφω. Στο Άσυλο όπου έχασε ό, τι του είχε απομείνει. Σχέσεις, φίλους, γνωστούς, συγκινήσεις, καθημερινότητα, ζωή. Με τη διαμεσολάβηση της προκρούστειας, της ιδρυματικής ψυχιατρικής.

Μέχρι που στη Μονάδα Μακράς Παραμονής του Θ.Ψ.Π.Χ. και στην προσπάθεια αποϊδρυματισμού κατορθώσαμε να βρούμε την άκρη. Βρήκαμε ότι πιθανόν ο Γιώργης είναι ο ανιψιός του Μανώλη. Και ήταν συγκλονιστική η συνάντηση δύο ανθρώπων που δεν είχαν ξαναϊδωθεί ποτέ στο παρελθόν. -Ποιος μπορεί να είναι ο θείος σου; Ρωτά η επισκέπτρια Υγείας τον ανιψιό. Και αυτός μέσα από 50 ανθρώπους δείχνει τον θείο του αμέσως. -Αυτός Μανώλη είναι ο ανιψιός σου ο Γιώργης, ο γιος του αδελφού σου, λέει η επισκέπτρια στον ασθενή. Και ο ασθενής άρχισε το κλάμα… Και μείναμε όλοι έκθαμβοι μπροστά στο θαύμα.

«Ας φανταστούμε λοιπόν έναν άνθρωπο που του έχουν στερήσει τα αγαπημένα του πρόσωπα και του έχουν πάρει ακόμα το σπίτι του και τα ρούχα του, που τον έχουν απομακρύνει από τις συνήθειές του, από τα πάντα, από οτιδήποτε είχε στην κατοχή του. Αυτός ο άνθρωπος είναι ένα κενό, τον έχουν ρίξει σε ένα τοπίο πόνου και στέρησης, έχει ξεχάσει την αξιοπρέπεια και τα προνόμιά του, γιατί συμβαίνει συχνά σε αυτόν που έχει χάσει τα πάντα, να χάσει και τον εαυτό του». Το απόσπασμα αυτό περιγράφει απόλυτα τον άνθρωπο της ιστορίας μας, μόνο που είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Primo Levi και περιγράφει τη ζωή των κρατούμενων στο Άουσβιτς. Ο αδελφός του λοιπόν ακόμα και στη γυναίκα του, και στο παιδί του τον Γιώργη, είχε πει ότι ο αδελφός του χάθηκε. Και πέρναγαν τα χρόνια. Και ο κόσμος για τον Μανώλη (αυτό ήταν το όνομά του) ήταν χωρισμένος αμετάκλητα σε δύο κομμάτια. Πέθανε και ο αδελφός ο οποίος όσο ζούσε, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της ζωής του, επισκεπτόταν το ψυχιατρείο με τη δικαιολογία να δει κάποιο χωριανό του, χωρίς ποτέ να συναντήσει τον αδελφό του. Το μυστικό έπρεπε να ήταν ερμητικά κλειστό. Στ’ αλήθεια ήθελε να δει– έστω από μακριά– τον αδελφό του. Ευτυχώς που υπάρχουν και οι τύψεις και σώζουν καμιά φορά τον άνθρωπο.

8 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

Είναι η στιγμή που η ψυχιατρική με τις κατατάξεις της περί αυτιστικού, εσωτερικευμένου, ιδρυματοποιημένου αρρώστου ακυρώνεται. Δακρύζουν, αγκαλιάζονται και φιλιούνται σαν από χρόνια γνωστοί. Στ’ αλήθεια από χρόνια γνωστοί… Νά, γιατί λέει το ριζίτικο για τις σχέσεις θείου και ανιψιού: «…μα πλια στολή ναι οι γι ειδικοί που πορπατούν ομάδι Περίττου να ναι αδελφοί γι να ναι πρωτοξαδέρφοι Γι να ναι θείος κι ανιψιός σάντουλος και κουμπάρος Βροντά ο ουρανός και σειέται η γης». Και είναι η στιγμή που φωτίζονται τα σπήλαια της ύπαρξης, τα αφανέρωτα βγαίνουν στην επιφάνεια, και συμβαίνει αυτός ο υπαρξιακός συγκλονισμός. Είναι η διαδικασία που το άπειρο γίνεται στιγμή, και δικαιώνεται ο άνθρωπος και η μαγική του ουσία.

Το Άσυλο δεν φτιάχτηκε για να θεραπεύει. Στην πραγματικότητα εκεί ξεφορτώνονται άνθρωποι με ορισμένα ενοχλητικά προβλήματα. Στην ουσία το Άσυλο διαχειρίζεται την κοινωνική κανονικότητα.


ΣΧΕΔΌΝ

Συνένωσις αλλοφύλων _Γιάννης Μακριδάκης

Από το πρωί σήμερα σκεφτόμουνα τον Καλλικράτη. Όχι τον σπουδαίο αρχιτέκτονα της αρχαιότητας αλλά τον άλλο, τον σύγχρονο, εκείνον που οσονούπω θα επέμβει στη ζωή μας ως από μηχανής θεός, θα καταργήσει τις Νομαρχίες, θα ελαττώσει στο ένα τρίτο τους Δήμους, θα μας ενώσει και θα μας κάνει όλους μαζί, μ’ ένα σώμα και μια ψυχή, πολίτες ολιγάριθμων διοικητικών Περιφερειών. Δεν ξέρω γιατί ξύπνησα με τη σκέψη του. Μάλλον με επηρέασε περισσότερο απ’ ότι φαντάζομαι εκείνο το κυριακάτικο υπουργικό συμβούλιο για την αναδιάρθρωση του διοικητικού χάρτη της χώρας. Ζω σε ένα νησάκι που αν και είναι από τα μεγαλύτερα της Ελλάδας, δεν είναι τίποτε άλλο από μια κουκίδα στον παγκόσμιο χάρτη. Κι όμως αυτό το κομματάκι γης που είναι χιλιάδες χρόνια φουνταρισμένο στο ίδιο σημείο του Αιγαίου πελάγους είχε πάνω του μέχρι πριν από μία δεκαπενταετία περί τις εξήντα (60) αυτοδιοικούμενες ανθρώπινες κοινωνίες (!) και σήμερα, μετά από δύο Καποδίστριες, αποτελεί ακόμη Νομαρχία με εννιά (9) Δήμους (!). Θυμήθηκα τους ανά την Ελλάδα φοβερούς καβγάδες –για το πάπλωμα– σαν ήτανε να γίνει εκείνη η πρώτη συνένωση, τότε που ενεργοποιηθήκανε εν μιά νυκτί τα ατίθασα τοπικιστικά ένστικτα διαφόρων χωρικών, οι οποίοι δεν θέλανε με κανένα τρόπο να υπαχθεί το χωριό τους στο γειτονικό, διότι το χωριό τους ήτανε από αμνημονεύτων χρόνων το κέντρο του κόσμου και δεν μπορεί να το αγνοεί αυτό η κυβέρνηση, βγήκανε στους δρόμους και φωνάζανε, σκίζανε τα εκλογικά βιβλιάρια και κάνανε αποχή, μόνο «Καποδίστρια παραιτήσου!» που δε γράψανε στους τοίχους.

Με τα πολλά, ύστερα από εκατόν εξήντα (160) και πλέον χρόνια ζωής, το ελληνικό κράτος κατάφερε τότε –όπως το κατάφερε τέλος πάντων– να συνενώσει για πρώτη φορά τις διάσπαρτες κοινότητες των κατοίκων του και να ωθήσει τους γείτονες να δουν –όσο μπορούσαν βέβαια αφού κάποτε τους φάνταζε αδιανόητο– το μέλλον τους με κοινό μάτι. Από τότε ως σήμερα, που βρίσκεται προ της θύρας μας ο Καλλικράτης με την ακόμα πιο ρεαλιστική διοικητική του πρόταση, έχει περάσει και πάλι ανεπίτρεπτα πολύς χρόνος. Κι ενώ σκεφτόμουνα αυτά και περπατούσα αφηρημένος ακούω κάποιον να με φωνάζει μέσα από ένα καφενείο. Γυρνάω και βλέπω τον Σωτήρη τον Αυστραλό, άρτι αφιχθέντα εκ της μακρινής ηπείρου να πίνει τον καφέ του μαζί με τον Μήτσο. Ο Σωτήρης έχει καταγωγή από ένα μικρό χωριό της βόρειας Χίου που λέγεται Εγρηγόρος, το οποίο συνορεύει με τα Κουρούνια, που είναι το χωριό του Μήτσου κι αυτή η γειτονία –όπως συμβαίνει σε όλη σχεδόν την ελληνική επικράτεια– σήμαινε ανέκαθεν προβλήματα που πολλές φορές κάνανε την ατμόσφαιρα να μυρίζει μπαρούτι. Καθότανε λοιπόν οι δυο κοντοχωριανοί και πίνανε μαζί τον πρωινό καφέ τους, κάθισα κι εγώ κοντά τους. Δεν άργησε η κουβέντα να γυρίσει το χρόνο πίσω. Τις Κυριακές, έλεγε ο ένας, μετά την εκκλησιά όλη η πιτσιρικαρία του χωριού πηγαίναμε εκδρομή. Παίρναμε τα ζα και τα βγάζαμε στο βουνό, τα αφήναμε σ’ ένα χωράφι να βοσκήσουνε για να μην τρώνε την ταγή που είχαμε μαζεμένη μέσα στο κατώι, κι εμείς παίζαμε ώσπου να κουραστούμε. Μα το ίδιο κάνανε κι οι άλλοι από κει, έδειξε κατά τον Σωτήρη κι εκείνος γελούσε και κουνούσε το κεφάλι του αναπολώντας. Μόλις λοιπόν βγαίναμε απάνω στο πλάτωμα, βλέπα-

με από την άλλη μπάντα τους άλλους ν’ ανεβαίνουνε. Τότε ο πρώτος που τους έβλεπε φώναζε «Γρηγοριανοί!!!», αυτομάτως αφήναμε τα καπίστρια, να φύγουνε τα ζα και πιάναμε όλοι μαζί τις πέτρες. Πώς αλλιώς βέβαια θα αντιδρούσανε τα ατίθασα αγόρια όταν ολημερίς βλέπανε και ακούγανε τους μεγάλους να βρίζονται και να σκοτώνονται μεταξύ τους; Κι εμείς μόλις τους βλέπαμε φωνάζαμε «Κουρουνιώτες!!!», συμπλήρωσε ο Σωτήρης κι αρχίζαμε το ίδιο βιολί. Ώρες βαστούσε ο πόλεμος, πώς δεν σκοτώθηκε κανένας τότε, λέγανε κι οι δυο κι είχανε στα μάτια τους ένα δέος, σαν παιδιά. Ένα βράδυ, σαν τελείωσε ο πόλεμος και γύρισα στο σπίτι, θυμήθηκε ο Σωτήρης, μου ’δωσε ο πατέρας μου τα παπούτσια του που είχανε τρυπήσει, να τα πάω στον τσαγκάρη τον Ζήκο για να τα μερεμετίσει. Μα ο Ζήκος ήτανε στο διπλανό χωριό και ο μικρός ύστερα από τόσο ημερήσιο άχτι φοβότανε μες τη νύχτα να μπει σε εχθρικό έδαφος, στο χωριό των αλλοφύλων και φυλαγότανε πίσω από τα καντούνια, μετά φόβου Θεού πήγαινε τα παπούτσια στο τσαγκάρικο. Τα παιδιά αυτά όμως, τώρα που ωριμάσανε κι έχουνε πλέον μισόν αιώνα ζωής στην πλάτη, είναι συνέταιροι σε μια πολυμετοχική οινοποιητική εταιρεία, που εδώ και μερικά χρόνια ενώνει υπό το όραμά της την πλειονότητα όλων των πρώην εχθρών της περιοχής, οι οποίοι από κοινού την δημιούργησαν. Όταν λοιπόν αφήσανε το παρελθόν κι αρχίσανε να συζητάνε τα της εταιρείας τους, σηκώθηκα και έφυγα από το καφενείο έχοντας την ελπίδα πως και η Ελλάδα όπου να ’ναι θα ωριμάσει αφού κι αυτή αναπόφευκτα μεγαλώνει μαζί τους…

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 9


πάντα εδώ

ΕΓΩ ΕΙΜ’ ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ _Γιάννης Υφαντής, www.yfantis.gr

Με λεωφορείο του ΚΤΕΛ, Τρίτη, 14 Ιουλίου, με των 12, από Πάτρα για Αγρίνιο. Μαζί με το ξεκίνημα του αυτοκινήτου μπαίνουν και τα σκυλέ του ραδιοφώνου. Δηλαδή, για μιάμιση ώρα, ο οργανισμός μου θα πρέπει να αμύνεται μ’ όλες του τις δυνάμεις, απέναντι σ’ αυτό το δηλητήριο, που αποσυντονίζει τα κύτταρά μου και παραλύει τα μέλη μου. Ακούω αυτό το ξεκίνημα του ηχητικού εμετού και προσπαθώ να ηρεμίσω τον εαυτό μου. Σχεδόν, επειδή τον φοβούμαι, του δίνω διαταγές: «Κοίταξε να ξεχαστείς ρε γαμώ το… Κάνε όμορφες σκέψεις… Ψιθύρισε Καβάφη, Έλιοτ, Ρεμπώ,… ή, κρατήσου από αυτό το πανέμορφο τοπίο…». Λέω στον εαυτό μου, αυτά που του λέω πάντα σ’ αυτή την περίπτωση… Πάντα αποφασίζω ότι δεν θα εξεγερθώ…(δεν γίνεται σε κάθε ταξίδι να μαλώνω με τον οδηγό). Και πάντα ο εαυτός μου εξεγείρεται, ερήμην μου, έτοιμος αν χρειαστεί να σκοτώσει ή να σκοτωθεί… «Αλλά σήμερα όχι… Όχι κι αυτή τη φορά…. Προσπάθησε…. Όχι σου λέω ρε γαμώ το, άχρηστε, που σωματοποίησες ανάμεσα στους άγλωσσους βαρβάρους τη σχέση αίσθησης κι αισθητικής… Όχι!... ». Έδωσα τις διαταγές στον εαυτό μου, αλλά η πραγματικότητα πραγματικότητα... Αρχίζω να λιώνω σαν παγωτό πάνω στη ζεστή άσφαλτο. Μόνο ο θυμός μου ακόμα με κρατάει κάπως από την κατάρρευση. Που δεν αντιδρά κανείς ρε γαμώ το. Που με βασανίζουν εν καιρώ ειρήνης και δεν το αντιλαμβάνεται κανείς… Αλλά να, μια γυναίκα ακούγεται, μια γυναίκα που αντιδρά: «Σας παρακαλώ… σταματήστε αυτά τα σκυλοτράγουδα, επιτέλους, σας παρακαλώ…είμαι άρρωστη…» «Σε μένα μιλάτε;» λέει ο οδηγός. «Μα σε ποιον άλλον; Σε σένα…».

1 0 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

«Μα τα θέλει ο κόσμος κυρία μου. Δεν τα θέλετε;». «Και βέβαια τα θέλουμε» απαντά μια κυράτσα… «Μα πονάει το κεφάλι μου κυρία μου…Έρχομαι από γιατρό… Δεν είμαι υποχρεωμένη…. » λέει η γυναίκα. «Κι εγώ θέλω να χαλαρώσω με τραγούδια κυρία μου, δεν είμαι υποχρεωμένη…», απαντά η κυράτσα... «Και γιατί σκυλοτράγουδα κυρία μου;…» φωνάζει ο οδηγός, «ελληνικά τραγούδια είναι…» «Υπάρχουν και ξένα σκυλοτράγουδα; Δεν το ’ξερα…Αλλά δεν θα κάνουμε τώρα συζήτηση…κλείστε το». «Βάλε Μπετόβεν στην κυρία παιδί μου…» φωνάζει η κυράτσα. «Μα και Μπετόβεν να ήταν δεν είμαι υποχρεωμένη…καταλαβαίνετε… είμαι άρρωστη… έρχομαι από γιατρό…. Και Μπετόβεν να ήταν δεν επιτρέπεται να μου τον επιβάλετε. Το λεωφορείο είναι μισθωμένο, ανήκει στους επιβάτες…». «Επιβάτις είμαι κι εγώ κυρία μου», επιμένει η κυράτσα, κάνοντας τον οδηγό να καγχάσει χαιρέκακα, ενώ, ενώ χαμηλώνει κατά τι το εμετόριο… Αυτή η φασαρία με δυνάμωσε. Αλλά στην ησυχία που ακολουθεί, τα χαμηλωμένα σκυλέ φτάνουν καθαρά ως εμένα. Και νιώθω να με παραλύουν… Προσπαθώ από κάπου να πιαστώ…Κι ευτυχώς, ευτυχώς που υπάρχει κάτι να θυμώσω… ευτυχώς… αφού εντοπίζω πίσω μου δεξιά, έναν νεαρό, ήρεμο, απαθή. Έχει όλα όσα είχα στα εικοσιπέντε μου. Γένι, μαλλιά μακριά, επαναστατική εξάρτηση…όμως, μέσα του είναι χυλός… Η γενιά της καφετέριας γαμώ το… Όχι δεν είναι από αυτούς που βάζουν μπριλ-κριμ και κλειστό παπουτσάκι με σοσόνι τον Ιούλιο… είναι απ’ αυτούς που υπολογίζουν να ρίξουν καμιά γκόμενα, διαφοροποιούμενοι, παίζοντάς το εμφανισιακά ολίγον τι Τσε Γκεβάρες. Γαμώ το καντήλι τους… Έχουμε διανύσει σχεδόν τον μισό δρόμο, περάσαμε την Παλιοβούνα, φάνηκε ο Εύηνος. Πιο κάτω εκεί, δεξιά, στη στροφή, πάνω από τον Εύηνο, υπάρχει κάτι σαν ανεπίσημο πάρ-

κινγκ. Όταν ταξιδεύω με τ’ αυτοκίνητό μου, σταματώ σ’ αυτό το σημείο, να δω τον Εύηνο από ψηλά... Αχ, εσύ, αέρα της ελευθερίας…Αλλά τώρα, τώρα είμαι σε λεωφορείο του ΚΤΕΛ, τώρα είμαι στην κόλαση, στα πρόθυρα εγκεφαλικού… Μα ξάφνου, τι συμβαίνει; Βλέπω τον νεαρό να περνά με σπουδή δίπλα μου κρατώντας πιστόλι. Λίγο πριν το ανεπίσημο αυτό πάρκινγκ, το άγναντο αυτό, πάνω από τον Εύηνο... Πριν καταλάβω καλά τι γίνεται ακούω: «Κόψε δεξιά και σταμάτησε ρε σκατόμαγκα. Κόψε δεξιά, εδώ, εδώ, αλλιώς θα σου την ανάψω». Ο οδηγός κόβει ταχύτητα, μπαίνει δεξιά και σταματά…Ο νεαρός πηγαίνοντας προς τον οδηγό, χτυπά στον ώμο την κυρία που ήθελε να χαλαρώσει. «Σήκω να χαλαρώσεις κυρία μου. Μπρος, έξω, έξω… Κι εσύ, έξω, καριόλη…» λέει στον οδηγό. «Έξω κ’ οι δυο γαμώ την κωλοκοινωνία σας, γαμώ τις δημοκρατίες των πολυεθνικών…έξω…». Δεν προλαβαίνω να δω. Οι δυο έχουν βγει έξω κι από κοντά τους ο νεαρός με το πιστόλι… Δεν προλαβαίνω να δω… κάποιοι σηκώνονται να κοιτάξουν…ακούω μόνο…όλοι σηκώνονται να κοιτάξουν… ακούω μόνο: «Εσύ γαμημένε βασανιστή για να πας στα αιώνια σκυλάδικα!». Κι ακούω την πρώτη πιστολιά. «Κι εσύ αγάμητη σκυλού για να βρεις την αιώνια χαλάρωση». Κι ακούω τη δεύτερη πιστολιά. Βρίσκω τη δύναμη να σηκωθώ. Και προλαβαίνω να δω τον νεαρό να δίνει σάλτο προς τη δασωμένη πλαγιά. «Δεν θα τον πιάσουν» σκέφτομαι. «Όχι. Δεν θα τον πιάσουν… Φεύγει προς τα βουνά…. Προς τις πηγές του Εύηνου… και του Γαλαξία…».


το έ να και το άλλο

ΒΡΕ ΖΩΗ ΦΑΡΜΑΚΙΑ ΣΤΑΖΕΙΣ ΣΕ ΒΑΡΕΘΗΚΑ _Λένα Κιτσοπούλου

Ωραία περνάμε. Ωριμάζουμε και πλησιάζουμε προς το θάνατο. Και προσπαθούμε να διαχειριστούμε το φόβο μας γι’ αυτόν. Αυτό είναι το επάγγελμά μας. Διαχειριστές. Το επάγγελμα που δηλώνουμε στην εφορία είναι ψεύτικο. Αρχίζουν πια να πεθαίνουν και οι δικοί μας φίλοι. Παλιότερα πέθαιναν τουλάχιστον οι φίλοι των γονιών μας. Τώρα οι δικοί μας. Από καρκίνους κλ.π. Ψάχνουμε λίγη χαρά στην καθημερινότητα, τα σπουδαία και τα μεγάλα τα έχουμε αποκλείσει προ πολλού, τα ξαπόστειλε η ωριμότητα και τα αντικατέστησε με τα μικρά θαύματα της καθημερινότητας. Το ότι έχουμε την υγειά μας είναι υπεραρκετό. Το ότι βλέπουμε, ακούμε, μυρίζουμε, τρώμε, γελάμε, είναι υπεραρκετό. Το ότι υπάρχει ουρανός, αστέρια και θάλασσες είναι λόγος να είναι κανείς ευγνώμων και πλήρης. Τότε γιατί υπάρχει Τέχνη; Γιατί, ακόμα κι αυτοί που τα πιστεύουν όλα αυτά, γιατί γράφουν τραγούδια, βιβλία, γιατί πίνουν, γιατί τρώνε τα νύχια τους, γιατί πάνε σε γυμναστήρια, γιατί διαβάζουν; Από τι προσπαθούν να ξεφύγουν, αφού όλα είναι τόσο σοφά και ωραία; Μπαίνουμε στην ηλικία που χτυπάμε ξύλο όλο και πιο συχνά. Και προσπαθούμε να κόψουμε και το τσιγάρο. Τι το αρχίσαμε τότε; Τζάμπα καπνίζαμε τόσα χρόνια; Όλα τζάμπα τα κάναμε; Διάφοροι τύποι αναλύουν τη ζωή και λένε έξυπνες ατάκες στην τηλεόραση. Από φιλοσόφους και ψυχιάτρους στη Βίκυ Φλέσσα, μέχρι λαχειοπώληδες και πουτάνες σε πιο τριτοκοσμικά κανάλια. Τι να τα κάνουμε όλα αυτά; Σε τι χρησιμεύει το να ταυτιστούμε με μία στάση ζωής, ή μία φιλοσοφία; Τι θα γίνει άμα πούμε «κι εγώ αυτό πιστεύω»; Θα ανακουφιστούμε. Μα γιατί να χρειάζεται να ανακουφιστούμε; Τι μιλάνε όλοι αυτοί οι άνθρωποι, τι γράφουν, τι σκέφτονται, τι σκατά κάνουν για να γεμίζουν τη μοναξιά τους; Για να πάθουμε όλοι καρκίνο και να ησυχάσουμε; Ο δε έρωτας ήταν σαν τον κομμουνισμό. Απέτυχε το σύστημα, ρε παιδιά, πώς να το κάνουμε. Απέτυχε. Και μείνανε κάτι ζευγάρια να μην έχουν τι να πούνε. Να απομακρύνονται ολοένα ο ένας από τον άλλον, καθισμένοι όμως αναγκαστικά στο ίδιο τραπέζι, να πληθαίνουν οι ρυτίδες γύρω από τα μάτια και ο πανικός να προσπαθεί με γέλια να καλύψει την αναπώληση ενός παλιού «κάτι» που πάει, τέλειωσε, χάθηκε. Τι κρίμα. Τι κρίμα.

.....Δεν κλαίω που φεύγεις..... δεν κλαίω για την ώρα του χωρισμού. Κλαίω για την ώρα του ΓΥΡΙΣΜΟΥ που δεν θα ’χω πια ψυχή να σου πω σ' αγαπώ. Κάπως έτσι πάει. Τι κρίμα. Παλεύουμε να αποφασίσουμε αν τελικά η ζωή είναι δώρο, ή όχι. Αν θα το δούμε το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο. (Το «μισό» όμως παίζει και στις δύο περιπτώσεις. Το μισαδάκι. Το έτσι κι έτσι. Το «όχι και τέλεια »). Η κακή τέχνη, που είναι και η πιο συνηθισμένη, μαλακίζεται, όπως άλλωστε όλη η ανθρωπότητα. Η καλή τέχνη καθρεφτίζει την απόγνωση. Για να παραμείνω νέα, σε μια κοινωνία που με σπρώχνει να αισιοδοξώ και να κουκουλώνω τη ματαιότητα με τσιτάτα, οφείλω να φωνάξω, ζήτω η μαυρίλα, ζήτω το ψέμα, ζήτω το τίποτα, ζήτω η απελπισία, ζήτω το καλό ανέκδοτο που γελάει με το χάλι, ζήτω οι Μόντι Πάιθονς και ζήτω ο Χριστός που κουβαλώντας το σταυρό του λέει σε έναν δίπλα του «μου κρατάς λίγο, να πάω για κατούρημα». Και το βάζει στα πόδια. Βαρετή ζωή που δεν θες όμως να τελειώσει. Ωωχ. Βαριαναστενάζω από πλήξη και φοβάμαι το θάνατο. Αυτή είναι η αλήθεια μου. Και θα πάω να βγω, να πιω τα ποτά μου, να συζητήσω με τους φίλους πάλι περί ζωής, περί τέχνης, περί μαλακίας αυτής της χώρας, τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου και τα χρόνια περάσανε και γνώρισα και πέντ’ έξι άντρες στη ζωή μου, που κάτι μου είπανε, κάτι πήρα κι απ’ αυτούς, απ’ όλα κάτι παίρνεις, αλλά πάνε τώρα, πάνε, πάνε, πού πάνε κι άντε πάλι ψάχνε, κι άντε πάλι να βρεις λίγη χαρά. Και το ταξίδι και το γαμήσι και το καλό φαΐ και το καλό βιβλίο και η καλή παρέα. Και πρόσεχε τη διατροφή σου γιατί μεγαλώνεις, ωχού, τι βαρεμάρα είναι αυτή. Τι ομοιότητα όλων των ανθρώπων. Τι ατάλαντος θεός μας έφτιαξε. Να, ’μαν πουλί να πέταγα, που λέει και το τραγούδι. Να ’μουν σκυλί καλύτερα, να γαμιόμουνα ελεύθερα μπροστά στους σκουπιδοντενεκέδες και μετά να ξάπλωνα στην άσφαλτο με τα πόδια ανοιχτά, χωρίς καμία συνείδηση.

Το ότι βλέπουμε, ακούμε, μυρίζουμε, τρώμε, γελάμε, είναι υπεραρκετό. Το ότι υπάρχει ουρανός, αστέρια και θάλασσες είναι λόγος να είναι κανείς ευγνώμων και πλήρης. Τότε γιατί υπάρχει Τέχνη;

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 1 1



Δωμάτιο Φιλοξεν ίας

Ο κώδικας του Τσέχοφ _Βαγγέλης Ραπτόπουλος, συγγραφέας

Στην Ελλάδα η πολιτική έχει δύο όψεις. Η πρώτη είναι η τρέχουσα, η καφενοβιακή, με τα κουτσομπολιά και τις ίντριγκες των επαγγελματιών πολιτικών και των παρατρεχάμενών τους δημοσιογράφων, ας πούμε η βαλκάνια εκδοχή του όλου θέματος. Και η δεύτερη, εκείνη που ονειροβατεί και το φιλοσοφεί το πράγμα, αναμασώντας ακατάπαυστα θεωρίες ― εισαγωγής συνήθως, από την Ευρώπη ή από την αμερικανική μητρόπολη ― και ανεφάρμοστες μεγάλες κουβέντες. Το χειρότερο εδώ είναι ότι ανάμεσά τους συνθλίβεται η έννοια του πολίτη, αφού και οι δύο σού επιτρέπουν, εάν δεν σου επιβάλλουν, άλλα να λες κι άλλα να κάνεις. Εν ολίγοις, ανάμεσα στις δύο αυτές όψεις της πολιτικής εν Ελλάδι, δεν υπάρχει και πολύς χώρος για αληθινή πολιτική. Ούτε καν σαν αυτήν που ασκείται στην ανεπτυγμένη Δύση. Μόνη μας παρηγοριά, κάποτε ακόμη και αποζημίωση: σε σύγκριση με τους δυτικούς του κέντρου, εμείς της περιφέρειας είμαστε σαφώς πιο, όχι πολιτικοποιημένοι, αλλά πολιτικομανείς. Το τελευταίο μάς δίνει ορισμένες φορές την ευχέρεια για πετάγματα, αδιανόητα στον πρακτικά πολύ πιο ώριμο, ως προς την ιδιότητα του πολίτη, Γερμανό, Δανό, Γάλλο ή Νεοϋορκέζο. *** Γύρω στα εικοσιέξι του, ο Τσέχοφ, σ’ ένα γράμμα στον μικρότερο αδελφό του Νικολάι (σ’ όλη του τη ζωή, από την αρχή των φοιτητικών του χρόνων, ο συγγραφέας είχε αναλάβει το ρόλο του προστάτη της πολυμελούς, φτωχής και μάλλον άσωτης οικογένειάς του), περιγράφει κάτι που μοιάζει με κώδικα καλής συμπεριφοράς, ενός «καλοαναθρεμμένου», όπως λέει, ανθρώπου. Δεν ήταν ένα σκέτο κήρυγμα, αλλά ένα ζωντανό πιστεύω, και όλες οι μαρτυρίες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι το τήρησε απαρέγκλιτα όσο ζούσε ο Τσέχοφ. Φυσικά, ένας χαρακτήρας τόσο αυτοπειθαρχημένος, δεν θα μπορούσε ν’ αποκτηθεί χωρίς τρομερούς αγώνες. Εν πάση περιπτώσει, το απόσπασμα έχει ως εξής ― σε μετάφραση, Σπάρτης Γεροδήμου: «Οι άνθρωποι που είναι καλοαναθρεμμένοι τηρούν συνήθως τους ακόλουθους κανόνες συμπεριφοράς. Σέβονται τον Άνθρωπο, και γι’ αυτό το λόγο είναι πάντα υπομονετικοί, ευγενικοί, εγκάρδιοι και συνεργάσιμοι. Δεν κάνουν φασαρία ποτέ για ασήμαντα πράγματα… Νιώθουν συμπόνια, όχι μόνο για τους ζητιάνους και τις γάτες… Σέβονται την περιουσία των άλλων ανθρώπων και έτσι πληρώνουν τα χρέη τους… Δεν προσποιού-

νται, αλλά δημόσια φέρονται όπως και στο σπίτι τους, και δεν κάνουν επίδειξη μπροστά στους κατώτερούς τους. Δεν είναι φλύαροι και δεν φορτώνουν με το ζόρι τα μυστικά τους σε ανθρώπους που δεν τους τα ζήτησαν… Δεν ταπεινώνονται για να προκαλέσουν συμπάθεια… Καλλιεργούν το αισθητικό τους γούστο. Αγωνίζονται όσο μπορούν να συγκρατήσουν και να εξευγενίσουν το σεξουαλικό τους ένστικτο… »Αυτό που χρειάζεται κανείς είναι συνεχής δουλειά, νύχτα-μέρα, αδιάκοπο διάβασμα, μελέτη και εξάσκηση της θέλησης. Κάθε ώρα είναι πολύτιμη…» *** Υπάρχουν ασφαλώς θερμόαιμοι που θα βιαστούν να τα θεωρήσουν όλ’ αυτά «μικροαστική ηθική». Και από πολλές πλευρές περί αυτού ακριβώς πρόκειται, με τη μόνη διαφορά ότι δεν μιλάμε για υποκρισίες, με τις οποίες ταυτίζεται συνήθως η νοοτροπία των μικροαστών. Όμως, ας μου εξηγήσουν πώς αλλιώς μπορείς να είσαι άξιος να λέγεσαι πολίτης, εάν δεν τηρείς στοιχειωδώς αυτόν τον «μικροαστικό», αυτόν τον σχεδόν χριστιανικό κώδικα. Όσο ωραίες ή ανατρεπτικές ιδέες κι αν διαθέτεις, όσο ανιδιοτελή ή προχωρημένα κι αν νομίζεις ότι είναι τα κίνητρά σου, όταν έρθει ο λογαριασμός, η ώρα της τελικής κρίσης, που δεν είναι άλλη από την παντοδύναμη Πράξη, το μόνο που θα μετρήσει θα είναι η συνέπειά σου με τον τσεχοφικό κώδικα. Ο κόσμος μας βρίθει από δημοκράτες με φασίζουσα συμπεριφορά κι από συντηρητικούς με ανεκτική διάθεση. Επειδή η ζωή, όταν παραστριμώχνεται σε ασφυκτικά πλαίσια, αρχίζει την επίδειξη ειρωνείας. Ανυπότακτη σε ορισμούς και δεσμεύσεις, γεμάτη αντιφάσεις και ανατροπές, ρευστή και αταξινόμητη. Κι ο κώδικας του Τσέχοφ, ένα καρυδότσουφλο για να γαντζωθείς, όταν η θάλασσα της ζωϊκής ενέργειας φουσκώνει και απειλεί να σε πνίξει. Χωρίς αυτό το καρυδότσουφλο, από μόνη της η πολιτική μού φαίνεται μη-πολιτική, μια σκέτη απάτη. Με άλλα λόγια, εκεί οφείλει να θεμελιωθεί η πολιτική του μέλλοντός μας. Όσο για το εθνικό μας βίτσιο, την πολιτικομανία, μακάρι να μπορούσε να λύσει το πρόβλημα της αλλαγής του καθενός μας προς το καλύτερο ― πριν από την επιδίωξη οποιασδήποτε συλλογικής αλλαγής. Μ’ ένα από εκείνα τα πετάγματά μας, τα αδιανόητα για τους τυπικούς δυτικούς πολίτες. Ή τουλάχιστον, ας μας βοηθήσει ν’ αντικρίσουμε το πρόβλημα. Μήπως και γίνει επιτέλους ένα πρώτο βήμα, της συνειδητοποίησης, ένα βήμα πριν αρχίσεις να ψάχνεις τη λύση.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 13


ταχύτητα_αφιέρωμα

Η ολοένα και αυξανόμενη ταχύτητα είναι αίτημα της εποχής, οι μεγάλες ταχύτητες δημιουργούν καταστάσεις που μας γοητεύουν. Από τον Σούπερμαν και τον Flash Gordon των παιδικών μας χρόνων στα speed dates της ενήλικης μοναξιάς στις μεγαλουπόλεις. Από τη φυσική στην οικονομία, από τη φιλοσοφία στην καθημερινότητα. Μετακινήσεις, ταξίδια, αθλητισμός, μόδα, σκέψη, φαγητό, τα πάντα φιλτράρονται μέσα στον φλουταρισμένο φακό της επιτάχυνσης. Το αφιέρωμα αυτό δεν μιλάει για fast cars, fast women όπως έλεγε και ο τίτλος της γνωστής ταινίας. Μιλάει όμως για όλα τα άλλα. Καμιά φορά, ναι, το ξέρουμε, όλα πάνε γρήγορα! Εμείς προτείνουμε να διαβάσετε το αφιέρωμα, όσο πιο αργά γίνεται!

Γράφουν: _Δημήτρης Σωτάκης _Ευγενία Μπόζου _Ηλίας Μαρμαράς _Δημήτρης Μηλάκης _Δάφνη Δραγώνα _Into the pill _Σπύρος Ζουμπούλης _Θωμάς Κιάος _Andy Deck _Νίκος Τράκας _Γιώργος Κουτσούκος _Γιάννης Πεδιώτης _Γιώργος Καλλής _Θάνος Κουτσιανάς _Έλλη Τσάτσου _Μάνος Σιφονιός _Βασίλης Γαλούπης _Χρήστος Χρυσόπουλος _Νίκος Μπένος Πάλμερ

1 4 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

www. konteiner. gr Ανανεώνεται συνεχώς. Διάβασέ το, όπως σε διαβάζει.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 1 5


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

Η ταχύτητα μέσα σου _Δημήτρης Σωτάκης, συγγραφέας

Το πόσο γρήγορα διανύει ένας άνθρωπος τη ζωή του, σε ποιους χρόνους αποφασίζει συνειδητά ή ασυνείδητα να διασχίσει τον προσωπικό του λαβύρινθο, σχετίζεται, κατά κάποιο τρόπο, με την προδιάθεσή του για την ταχύτητα. Μια ιδιάζουσα ταχύτητα εναρμονισμένη εντός του, πλήρως απαγκιστρωμένη και την ίδια ώρα εξαρτημένη από όσα χτίζουν έναν εαυτό ή έστω αυτό που αντιλαμβάνεται ο ίδιος ως εαυτό. Η ταχύτητα ως έννοια είναι ανύπαρκτη. Ο χρόνος, ο προδιαγεγραμμένος χρόνος παγώνει, καραδοκεί, φλέγεται ορμώμενος προς το μέλλον, αλλά ποτέ δεν ακουμπάει στην ταχύτητα, ποτέ δεν στέκει δίπλα της ή παράλληλά της. Η ταχύτητα περισσότερο, θα έλεγα, είναι μια κατάσταση, μια ζωική πλατφόρμα δραστηριοτήτων, ένας ξεδιπλωμένος χάρτης της ζωής μας, όπου πάνω του φαίνονται και καταγράφονται όσα πράττουμε, μα κυρίως όσα σκεφτόμαστε. Χωρίς δεύτερη σκέψη, η υστερική ταχύτητα που αναπτύσσει κανείς, η υπερβολή στις κινήσεις ή ακόμα και στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο, μια βεβιασμένη δηλαδή αλλόκοτη βιασύνη να εξηγήσει και να ερμηνεύσει το κάθε τι, σχετίζεται ακριβώς με αυτή την εσωτερική διεργασία, στην ανεξήγητη συχνά ταραχή του να βάλει σε μια τάξη το χάος του χρό-

1 6 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

νου, της ίδιας του της ζωής. Παρατηρώντας από κοντινή απόσταση τον τρόπο που κινείται κάποιος σε ένα καθημερινό πλαίσιο, θα διαπιστώσει ότι η σημασία της ταχύτητας είναι ασαφής. Η ομιλία, το νεύμα, οτιδήποτε υπονοείται ή δηλώνεται, κάθε πράξη ενός αυτόνομου ατόμου περικυκλώνεται από ένα αυτοσχέδιο χρονόμετρο, έναν ρυθμικό κυκλικό άξονα που ανακυκλώνει σαν σπιράλ κάθε παλινδρόμησή του. Ωστόσο η έννοια και η συνειδητή εκδήλωση της ταχύτητας παραμένει τόσο προσωπική, τόσο όσο να μην μπορεί να γίνει κατανοητή η λειτουργικότητά της. Το ζήτημα συχνότερα είναι το πώς κανείς διαχειρίζεται την ταχύτητα. Μια εκλογικευμένη άποψη είναι ότι η βραδύτητα, η γαλήνη και ο συγχρονισμός ανάμεσα στην πράξη και τη σκέψη, οδηγούν σε μια αρμονική συνοχή σώματος και πνεύματος, όμως καθόλου σίγουρος δεν είμαι γι’ αυτό. Γιατί πολλές φορές η φυσική ταχύτητα ανακόπτεται, αλλοιώνεται και παραμορφώνεται συνειδητά, χάριν μιας επιτηδευμένης επιδίωξης σοφίας και γαλήνης, με στόχο εντέλει μια στερεοτυπική επιβράδυνση, η οποία κοινωνικά προσδίδει την απαιτούμενη αξιοπιστία σε όσους την διαθέτουν. Η βιασύνη, η αφελής επιτάχυνση μπορούν εν δυνάμει να οδηγήσουν σε νέα μονο-

πάτια έναν υγιή πνευματικά άνθρωπο (ό, τι και να σημαίνει αυτό) και να συμβάλουν στην απόδραση από το κανονικό, το αυτονόητο και το ίδιο. Τρέχω δεν σημαίνει απαραίτητα τρέχω αλλά στέκομαι και βλέπω από διαφορετική οπτική γωνία τον κόσμο και εμένα τον ίδιον. Θέλω να πω ότι η ανησυχία και το άγχος που γεννά ενίοτε η σωματική και διανοητική επιτάχυνση μπορούν τελικά να μας ανοίξουν νέες πόρτες στη σκέψη και ακόμα στην πράξη. Φανταστείτε μια κοινότητα η οποία αποτελείται από μέλη που τρέχουν χωρίς διακοπή. Αυτό θα ήταν δίχως άλλο ένα φαντασμαγορικό θέαμα, όχι φυσικά σε σχέση με την ταχύτητα των κορμιών τους αλλά και με την πνευματική τους κατάσταση. Σε ποια ταχύτητα ένας εγκέφαλος ή μια καρδιά είναι έτοιμη να αποδώσει και να παραγάγει μεγαλύτερη «διάνοια» ή συγκίνηση και πότε το σώμα παραδίνεται στα χέρια μιας δημιουργικής σκέψης; Και μάλλον, αν μπορεί κανείς να επιλέξει την ταχύτητα ενός προσωπικού και ιδιότυπου σύμπαντος, καλύτερα να επέλεγε μια ταχύτητα που προκύπτει, που υπάρχει αυτόνομη και να μην κάνει το λάθος να κατασκευάσει μια άκαμπτη, προδιαγεγραμμένη ρυθμική συχνότητα.


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

Μικρές Ιστορίες/Μεγάλες Ταχύτητες _Ευγενία Μπόζου

5 προσωπικές αφηγήσεις / 5 διαφορετικοί τρόποι για να κάνεις την καρδιά σου να χτυπήσει πιο γρήγορα

Ο δρόμος στενεύει, σταδιακά νομίζεις ότι δεν χωράς και ο εθνικός δρόμος με 3-4 λωρίδες ξαφνικά μοιάζει με στενό μονοπάτι. Είναι ένα εγκεφαλικό παιχνίδι και το σύστημα αναφοράς σου αλλάζει. Το μυαλό δεν προλαβαίνει να επεξεργαστεί τα όσα συμβαίνουν και γενικά την πραγματικότητά σου την ορίζει το περιβάλλον σου και όχι εσύ. Τα χρώματα δεξιά κι αριστερά φλουτάρουν. Το παιχνίδι με τα μάτια είναι σημαντικό, όπου κοιτάς, προς τα εκεί θα πας. Αν κοιτάξεις το εμπόδιο θα πέσεις πάνω του. Αντιδράσεις πανικού: Αν φοβηθείς, θα σφιχτείς, θα πατήσεις φρένο και θα βρεθείς έξω από το δρόμο. Η δύναμη του αέρα είναι τρομαχτική. Σφίγγει ο αυχένας, πονάς. Οι παλμοί της καρδιάς ανεβαίνουν. Αδρεναλίνη. Με τον καιρό εθίζεσαι, συνηθίζεις θέλεις όλο και παραπάνω. Δοκιμή της Suzuki Hayabusa GSXR1300 της πιο γρήγορης μηχανής στον κόσμο, με τελική ταχύτητα τα 325 χλμ . Η δοκιμή έγινε σε δημόσιο δρόμο, στην ευθεία της Θήβας, ξημερώματα ώστε να μην υπάρχουν ούτε πουλιά. Ναι, ένα πουλί μπορεί να σε σκοτώσει σε αυτές τις ταχύτητες. Έπιασα την τελική ταχύτητα. Φοβερή υπερένταση. Και μετά, μια απέραντη γαλήνη και ευφορία. Θανάσης Χούντρας, Διευθυντής του περιοδικού για μοτοσυκλέτες «0-300» Ο δρόμος γίνεται μια κουκκίδα στην προοπτική του. Γνωρίζεις όλους τους πιθανούς και απίθανους κινδύνους όμως σε παρασύρει η επιθυμία να ανεβάσεις το ταχύμετρο. Πατάς το γκάζι μέχρι να σε σταματήσει ο ίδιος ο δρόμος –όταν καταλάβεις δηλαδή ότι χάνεις τον έλεγχο– ή να τερματίσει το αυτοκίνητο. Μετά τα 250 χλμ. οι εικόνες γύρω σου θολώνουν και ο μόνος τρόπος να συνεχίσεις να οδηγάς είναι να επικεντρωθείς μόνο στον δρόμο. Αυτό που σε τρομάζει δεν είναι η ταχύτητα αυτή καθευτή αλλά η διαφορά με αυτούς που κινούνται γύρω σου. Ενστικτωδώς, έχεις την τάση να σηκώνεσαι από την πλάτη του καθίσματος και να πλησιάζεις τα χειριστήρια. Η γρήγορη οδήγηση απαιτεί υπερπροσπάθεια και γι’ αυτό μετά από έναν αγώνα νιώθεις εξάντληση. Αλλά η ευχαρίστηση είναι δεδομένη. Η σωματική προσπάθεια είναι τόσο μεγάλη, που μετά από ένα ράλι τριών ημερών μπορεί να χάσει κανείς ακόμα και 6 κιλά, ενώ σιτίζεται κανονικά. Νίκος Τσάδαρης, οδηγός αγώνων αυτοκινήτων, περιοδικό «4 τροχοί.» Φαντάζομαι τον εαυτό μου στο πέλοτον καθώς πλησιάζω το πλακόστρωτο που ενώνει το Παρίσι με τη Ρουμπέ, και βασικά ξαφνιάζομαι όταν τη θέση των κίτρινων ζέρσεϋ παίρνουν τα αθηναϊκά ταξί. Επιστρέφω στην πραγματικότητα, κατεβαίνοντας την Αμφιθέας, φουλ γκάζιΣάββατο βράδυ, η καρδιά μου τρέχει και εγώ μαζί της προς το φανάρι μπροστά μου που είναι κόκκινο. Τα μάτια μου γουρλώνουν –εκπνέω– τα πόδια μου κλειδώνουν το μονοτάχυτο. Λάστιχο φεύγει από τα ελαστικά σαν φίνο λάδι που αφήνει χαρακτηριστικά σημάδια κατάλληλα μόνο για ζωγραφικό καμβά. Ο δρόμος ξαφνικά ανοίγει καθώς ο κρυστάλλινος θαλασσινός βραδινός αέρας χαϊδεύει το προσωπό μου. Διασταύρωση με Ποσειδώνος και με όση δύναμη έχω, μεταφέρω όλο μου το βάρος σε κάθε κατηφορικό κτύπημα του πεταλιού. Λoκαλ athens, (βασισμένο σε ένα κείμενο του Andy Peterson) http://localathens.blogspot.com

Ένα σύγχρονο μαχητικό αεροσκάφος μπορεί να πετάξει εύκολα με ταχύτητα διπλάσια της ταχύτητας του ήχου. Όταν είσαι ψηλά δεν καταλαβαίνεις την ταχύτητα, η οποία σαν αίσθηση είναι κάτι σχετικό. Αν δεν βλέπεις γύρω σου κάτι άλλο να κινείται, ένα άλλο αεροσκάφος, πουλιά, ένα σταθερό σημείο, ένα βουνό, νιώθεις ότι πηγαίνεις αργά και ας ταξιδεύεις με 800χμ/ώρα. Το σημείο που νιώθεις έντονα την επιτάχυνση είναι κατά την απογείωση, όταν αφήνεις τα φρένα και ο μετακαυστήρας δίνει την ώση που χρειάζεται για να σηκωθείς. Τότε και επειδή είσαι ακόμα χαμηλά μπορείς να συγκρίνεις σε σχέση με το περιβάλλον, συνειδητοποιώντας την ταχύτητά σου. Σε φυσιολογικές συνθήκες δεχόμαστε όλοι μας επιτάχυνση 1 g, δηλαδή την επιτάχυνση της βαρύτητας. Στις πτήσεις αυτό αλλάζει. Στο σώμα επιδρούν συνήθως τα θετικά g. Αυτά αυξάνουν όταν τραβάς το χειριστήριο προς τα πίσω, για να εκτελέσεις άνοδο ή να στρέψεις το αεροσκάφος και με απλά λόγια πολλαπλασιάζουν το βάρος ενός σώματος. Αν ζυγίζεις 70 κιλά στη Γή (1 g) υπό την επήρεια 4g θα ζυγίζεις 280 κιλά (4Χ70)! Ένας Ιπτάμενος με φόρμα anti-g, μπορεί να αντέξει μέχρι και 9 g. Όσο αυξάνουν οι επιταχύνσεις το αίμα φεύγει από το κεφάλι και κινείται προς τα πόδια. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα φαινόμενα: grey-out (το μάτι αρχίζει και βλέπει αποχρώσεις του γκρι), το black- out (το μάτι αρχίζει και βλέπει τα πάντα σε άσπρο και μαύρο) και το g-lock, όπου έχουμε απώλεια όλων των αισθήσεων λόγω ανεπαρκούς αιμάτωσης του εγκεφάλου. Με τα αρνητικά g (χειριστήριο προς τα κάτω) η ροή του αίματος πάει από τα πόδια προς το κεφάλι. Στα αρνητικά g, λόγω της υπερβολικής αιμάτωσης του εγκεφάλου η αντοχή του οργανισμού είναι μειωμένη. Το φαινόμενο που συνοδεύει την επίδραση των αρνητικών g ονομάζεται red out (το μάτι αρχίζει και βλέπει σε αποχρώσεις του κόκκινου). Το μέγιστο που μπορεί να αντέξει ο ανθρώπινος οργανισμός και αυτό για περιορισμένο χρονικό διάστημα είναι -3 g! Τόσο στο g lock, στο black out όσο και στο red out, μπορείς να συνέλθεις εφόσον η επίδραση των g υποχωρήσει. Το κρίσιμο και επικίνδυνο είναι ο χρόνος επαναφοράς. Γιώργος Γράψας, πιλότος εκπαιδευτικού σκάφους T6 της πολεμικής αεροπορίας, Διευθυντής του περιοδικού «Η Πτήση» του Γ.Ε.Α. Η μουσική, trance, «βάραγε» γύρω στα 160 bpm , τα πόδια μου ακολουθούσαν. Χτυπιόμουν κυριολεκτικά. Ο κόσμος γύρω χόρευε αλαλάζοντας και γελώντας. Και γω μαζί, δεν ήθελα να σταματήσω. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και γρήγορα, όχι από έρωτα, αλλά από τις αμφεταμίνες που είχα πάρει. «Ε» μου είχε πει εκείνη η ξανθιά, την ώρα που μπαίνοντας στο πάρτι μού έδινε τα χάπια. Δεν είχε σημασία πού ήμουν, ούτε τι ώρα ήταν. Έτσι κι αλλιώς όταν κοίταξα το ρολόι μου τελευταία φορά είχα εκπλαγεί με το πόσο γρήγορα είχαν περάσει 2 ώρες. Ίδρωνα, έπινα νερό. «Είσαι για ένα γρήγορο;», μου είπε και με κοίταξε χαμογελώντας στα μάτια. Ξαφνικά, άρχισα να ανακατεύομαι. Βγήκα έξω από το πάρτι. Στο δρόμο, χάζευα τα αυτοκίνητα. Τα αντιλαμβανόμουν να κινούνται με δυσθεώρητες ταχύτητες, που μου έφερναν ίλιγγο, σαν μικρές κόκκινες κουκκίδες που εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν στο δευτερόλεπτο. Λίγο μετά συνειδητοποίησα ότι, ναι, ήμουν στην Αθήνα, ναι, είχα πάρει χάπια, ναι, ήμουν μόνη μου, ναι, οι σκέψεις γύριζαν στο μυαλό μου πιο γρήγορα από ό,τι μπορούσα να ακολουθήσω. Και, όχι, δεν ήμουν για ένα γρήγορο. Τι άλλο να έκανα; Γύρισα στο σπίτι, ξάπλωσα, άρχισα να ακούω τους χτύπους της καρδιάς μου. Και τελικά, έτσι όπως έπεφταν οι σφυγμοί σιγά σιγά και καθώς ο χρόνος γυρνούσε πίσω στο κανονικό, αποκοιμήθηκα. Από προσωπικό ημερολόγιο μιας φίλης, γύρω στα 1998 κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 17


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

Η οικονομία της προσοχής (Attention economy), προσέχω για να είμαι _Ηλίας Μαρμαράς, www.foldedin.blogspot.com

Η πληροφορία στα ακροδάχτυλά σας. Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα αποδέχονται ανεπιφύλακτα έναν από τους πιο μεγάλους μύθους της εποχής, πως η πληροφορία είναι απλά θέμα πατήματος ενός κουμπιού, ενός κλικ. Δηλαδή πως οι πληροφορίες είναι κάποια δεδομένα (data) στον κυβερνοχώρο που μετατρέπονται σε πληροφορίες μόλις αναζητηθούν από κάποιον. Στη συνέχεια αυτό παράγει έναν άλλο μύθο, την άποψη πως οι πληροφορίες είναι φτηνές. Όμως στην ουσία η παραγωγή νέων πληροφοριών δεν είναι φτηνή, η αναπαραγωγή τους είναι φτηνή. Στην κυριολεξία, η εκπομπή τους –χάρη στην όλο και αυξανόμενη ταχύτητα μετάδοσης– γίνεται όλο και πιο φτηνή ενώ αντίθετα η λήψη τους όλο και πιο ακριβή σε χρόνο και προσοχή. Οι πληροφορίες που αναπαράγονται (και γίνονται remix) είναι φτηνές, αλλά η προσοχή και κυρίως η κριτική ικανότητα είναι σπάνιες. Και μιλώντας ειδικά για την προσοχή, επειδή ακριβώς είναι σπάνια, γι’ αυτό το λόγο είναι πολύ ελκυστική. Και αποτελεί μάλιστα τη φυσική οικονομία των Μέσων γενικά –αρκεί να σκεφτεί κανείς το zapping– με προεξάρχον Μέσο βέβαια το Internet. Αν δεχτούμε την άποψη του Hegel πως οι άνθρωποι προτιμούν να πεθάνουν στην πείνα από το να είναι εντελώς αδιάφοροι, αόρατοι για τους άλλους, τότε ένα μίνιμουμ προσοχής είναι ουσιώδες. Και ενώ πολλοί από μας διψούν ακόρεστα για όλο και πιο πολύ αναγνωρισιμότητα, το δόλωμα που θέτει σε κίνηση την προσοχή στο Internet δεν είναι η υπόσχεση ικανοποίησης της επιθυμίας να γίνει κανείς αστέρας του Hollywood ή μια θέση στην παγκόσμια ιστορία. Είναι η προσοχή και η επιβράβευση από τους ανθρώπους γύρω σου για τα πράγματα που κάνεις και λες. Και βέβαια το Internet είναι ιδανικός χώρος έκφρασης αυτής της επιθυμίας. Με μερικά κλικ μπορούμε να συνδεόμαστε, να κουτσομπολεύουμε, να τσακωνόμαστε και να μαθαίνουμε ποιοι μάς μοιάζουν και ποιοι όχι. Μπαίνουμε στο διαδίκτυο για να ανταλλάξουμε προσοχή. Στο βιβλίο: online εικονική κοινότητα ο Howard Rheingold* τονίζει δύο κανόνες. Κανόνας πρώτος, να δίνεις προσοχή. Κανόνας δεύτερος, η προσοχή είναι περιορισμένος πόρος, οπότε πρόσεχε πού δίνεις προσοχή. Γιατί οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και το Internet καθορίζουν έναν πολιτισμό στον οποίο αυτό που είναι αντικείμενο διακύβευσης, δεν είναι πια η πληροφορία αλλά ο προσανατολισμός. Με άλλα λόγια, όσο πιο πολύ μας κατακλύζει το infostream τόσο πιο έντονη γίνεται η ανάγκη για τη δημιουργία φίλτρων. Η υπεραξία σήμερα είναι θέμα αφαίρεσης, θέμα λιγότερων πληροφοριών. Τι είδους φίλτρα όμως; Πώς θα μπορούσαν να συσταθούν πολιτιστικές υπηρεσίες που θα είχαν σαν αντικείμενο τη μείωση της σύγχυσης, δηλαδή υπηρεσίες παροχής νοήματος; Ίσως μια απάντηση να βρίσκεται στην τέχνη και στην ιστορία της και κυρίως στις νέες μορφές που μπο1 8 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

ρεί και παίρνει η τέχνη σήμερα. Η δουλειά της τέχνης είναι –παραδοσιακά– το να φέρνει τον άπειρο κόσμο στα ανθρώπινα μέτρα. Η ερώτηση που προκύπτει, σχετίζεται με το πώς μπορεί να λειτουργήσει η τέχνη έτσι στις σημερινές περιστάσεις. Πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε μοναδικότητα και νόημα από αυτή τη χαοτική μάζα των εικονικών και φυσικών αντικειμένων των ονομάτων, των συνδέσμων και των αναφορών που συνθέτουν την καθημερινότητά μας; Ο Norbert Bolz** λέει πως: «μπορούμε να ζήσουμε τη ζωή μας μόνο διαλέγοντας σύμφωνα με ανθρωπομορφικά σχήματα τα δεδομένα ενός κόσμου που ξεπερνά το μέτρο του ανθρώπου. Αλλά μόνο τα μέσα μπορούν να γιατρέψουν τις πληγές που άνοιξαν τα μέσα –Medium και Remedium» (Μέσον και φάρμακο). Το παράξενο που συμβαίνει με την προσοχή είναι πως ενώ στις φυσικές γλώσσες την προσδιορίζουμε σαν αντικείμενο ή σαν ουσία με μεταφορές (δώσε μου την προσοχή σου, μου τράβηξε την προσοχή, κ.λπ.) στον κυβερνοχώρο αυτό συμβαίνει κυριολεκτικά. Η προσοχή που στην ουσία είναι μια κατάσταση του μυαλού, στις μέρες μας μεταβάλλεται σε παγκόσμιο νόμισμα. Η προσοχή είναι το «Eurodollar» του διαδικτύου. Σχεδόν όλοι όσοι επιχειρούν στο Net θυμίζουν λίγο τη σκηνή με τον Αλ Πατσίνο στην ταινία Scarface: «Πρώτα κερδίζεις την προσοχή, μόλις κερδίσεις την προσοχή, ψάχνεις τρόπους να την ρευστοποιήσεις, αν την ρευστοποιήσεις, κέρδισες» (Την προσοχή των άλλων). Και καθώς το Net αποκτά μια όλο και πιο έντονη παρουσία μέσα στη συνολική οικονομία, είναι πολύ πιθανό οι ροές της προσοχής να μην είναι μόνο το μέσο πρόβλεψης για το προς τα πού πηγαίνει το χρήμα, αλλά να το αντικαταστήσουν συνολικά. Έτσι θα προκύψει και μια διαφορετική μορφή σπάνης. Όπως έχουμε το «παράδοξο» του χρήματος, δηλαδή από τη μια να υπάρχει πάρα πολύ και από την άλλη να είναι σπάνιο, υπάρχει και το παράδοξο της προσοχής. Δυνητικά είναι απεριόριστη σαν διανοητική κατάσταση, αλλά στην πράξη είναι σπάνια. Οι άνθρωποι –εκτός από τον Ναπολέοντα– επεξεργαζόμαστε τις πληροφορίες διαδοχικά και όχι παράλληλα. Δεν μπορεί κανείς να παρακολουθεί ταυτόχρονα τι του λέει ο συνομιλητής του και να κάνει επεξεργασία κειμένου. Επίσης, σε σχέση με τη συναισθηματική νοημοσύνη, για να συντηρείς σωστά τις φιλικές σου σχέσεις χρειάζεσαι χρόνο, γι’ αυτό δεν μπορείς να έχεις πραγματικά 2.582 φίλους (μόνο στο facebook συμβαίνουν αυτά), αλλά πολύ λιγότερους. Αφού λοιπόν η προσοχή θεωρητικά μπορεί να παράγεται συνεχώς αλλά τελικά σπανίζει, ενώ ταυτόχρονα γίνεται το «άλας» του διαδικτύου (και όχι μόνο) τότε όλο και περισσότερο θα αυξάνει η επιθυμία ελέγχου της. Από τη στιγμή που είναι αντιληπτό πως αυτό που αποκαλείται «αφήνω τα ίχνη μου στο διαδίκτυο» είναι στην ουσία οι

διαδρομές της προσοχής μου «μεταφρασμένες» σε δεδομένα, τότε σε ποιον ανήκουν τα δεδομένα της προσοχής μου; Γιατί τα data της προσοχής μας έχουν πραγματική αξία και πρέπει να προστατεύονται όπως όλες οι αξίες. Όταν κάνουμε εγγραφή (sign up) σε μια online υπηρεσία, ας πούμε για παράδειγμα στο e-Bay, αποδεχόμαστε –με ένα κλικ– πως συμφωνούμε με τους όρους παροχής της υπηρεσίας που προσφέρουν. Στην τυποποιημένη φόρμα συνήθως αναφέρεται πως οι πληροφορίες που σχετίζονται με τη «συμπεριφορά μας» δηλαδή ποια είναι η κίνησή μας από σελίδα σε σελίδα και από προϊόν σε προϊόν, ανήκει στην εταιρεία και όχι στους χρήστες. Δηλαδή οι χρήστες δεν μπορούν να εξάγουν τα στοιχεία από την εταιρεία. Με το σκεπτικό ότι αυτές οι εταιρείες μάς παρέχουν μια υπηρεσία. Αλλά από την άλλη, αυτές οι πληροφορίες που κρατάνε σε ομηρία μέσα στους servers τους οι εταιρείες, είναι ιδιωτικές πληροφορίες. Τώρα, αν πηγαίναμε σε μια τράπεζα για να ενημερώσουμε την κίνηση του λογαριασμού μας, πώς θα μας φαινόταν αν μας έλεγε η τράπεζα ότι δεν μπορούμε να «βγάλουμε έξω» αυτά τα στοιχεία; Υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στις τράπεζες και στο e-Bay; Και με τις δύο συναλλασσόμαστε και τις δύο τις βλέπουμε σαν παρόχους υπηρεσιών. Γιατί λοιπόν δεν μου ανήκουν τα data της προσοχής μου; Αν η εταιρεία θέλει τα χρήματά μου, θέλω κι’ εγώ να προσέξει την προσοχή που της δίνω. Όλα είναι επείγοντα σήμερα και όλοι βιαζόμαστε. Γι’ αυτό και ζούμε με το άγχος μη μας κλέψουν και μη μας φάνε το χρόνο μας. Το ίδιο συμβαίνει όμως και με αυτούς που εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες που προσφέρουν οι μηχανές της άμεσης επικοινωνίας. Στο κάτω κάτω, οι εταιρείες –ειδικά οι πάροχοι υπηρεσιών– προβάλλουν ένα όλο και πιο προσωπικό, ερωτικό σχεδόν προφίλ στις σχέσεις με τους πελάτες τους. Αλλά στις ερωτικές σχέσεις δεν μας ενοχλεί αφάνταστα, όταν ο «συνέταιρός» μας δεν αναγνωρίζει τις προσωπικές διαδρομές της προσοχής μας επάνω του; Συνήθως αν αυτή η διαφωνία παρατραβήξει χωρίζουμε. Τελικά, όπως λέει ο Bolz: «όταν κανένας πια δεν μπορεί να πει τι είναι πραγματικά σημαντικό, είναι στην πράξη σοφό να γίνεται σε μικρές δόσεις η κατανάλωση του κόσμου». Οι ταχύτητες της υπερπληροφόρησης και το διαρκές update που καταργεί την εμπειρία, προκαλούν σύγχυση και μας κάνουν τελικά δύσπιστους απέναντι σε όλα. Και αυτό είναι ένα αληθινό πρόβλημα της εποχής μας, καθώς μοιάζει άλυτο και γι’ αυτό προκλητικό.

*

Howard Rheingold: http://www.rheingold.com/vc/book/

** Norbert Bolz: Το @λφαβητάρι των μέσων, εκδόσεις ΣΜΙΛΗ


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

Τρέχοντας στα όρια… της πόλης _Δημήτρης Μηλάκης, Διδάκτωρ ΕΜΠ, εντεταλμένος λέκτορας στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών

Η ταχύτητα στις μετακινήσεις, η τεχνολογία των μεταφορών, το αίτημα για ελεύθερο χρόνο και η σχέση των κατοίκων με την πόλη τους.

Το αίτημα για αύξηση της ταχύτητας σε όλες τις διαστάσεις της καθημερινότητάς μας είναι πια καθολικό. Ειδικότερα στον τομέα των μετακινήσεων αυτό εκφράζεται με την απόκτηση αυτοκινήτων και δικύκλων μεγαλύτερου κυβισμού (δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι βασικό στοιχείο της διαφήμισής τους είναι τα δευτερόλεπτα που απαιτούνται για αύξηση της ταχύτητας από 0-100), αλλά και τη δρομολόγηση τρένων υψηλών ταχυτήτων (π.χ. Thalys-Ευρώπη, Harmony Express-Κίνα). Εάν αφήσουμε κατά μέρος τη φιλοσοφική-ψυχολογική προσέγγιση που υποστηρίζει ότι οι υψηλές ταχύτητες αποτελούν μέσο για τη βίωση των ανθρώπινων ορίων, την επιδίωξη της ριψοκινδύνευσης και τελικά την αντιμετώπιση του θανάτου ως το υπέρτατο φυσικό και χρονικό όριο (Χρηστάκης, 2003), η πιο απλή ερμηνεία είναι ότι εξοικονομούμε χρόνο, τον οποίο και μπορούμε να διαθέσουμε σε άλλες δραστηριότητες. Είναι όμως έτσι; O Zahavi (1974) υποστήριξε ότι κανείς δεν προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει το κόστος ή το χρόνο που δαπανά στις καθημερινές του μετακινήσεις, ώστε να εκπληρώσει μια δεδομένη σειρά δραστηριοτήτων. Αντίθετα, προσπαθεί να μεγιστοποιήσει τον αριθμό των δραστηριοτήτων που μπορεί να πραγματοποιήσει με σταθερό κόστος και χρόνο για τις μετακινήσεις του. Την υπόθεση αυτή την έλεγξε σε μεγάλο αριθμό πόλεων από όλο τον κόσμο και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κόστος και ο χρόνος για μετακινήσεις εξαρτώνται από παράγοντες όπως η ηλικία, το εισόδημα και ο τόπος κατοικίας. Ωστόσο, τόσο το μέσο κόστος, όσο και ο μέσος χρόνος μετακίνησης σε επίπεδο πόλης εμφανίστηκαν να είναι περίπου τα ίδια σε όλες τις πόλεις και σε όλες τις χρονικές περιόδους που εξετάστηκαν. Ο μέσος χρόνος που δαπανάται καθημερινά για τις μετακινήσεις βρέθηκε να είναι περίπου μία ώρα και το μέσο κόστος να κυμαίνεται περίπου στο 15% των συνολικών εξόδων ενός νοικοκυριού. Με βάση τη σταθερότητα στο χρόνο που έδειξαν οι παραπάνω τιμές εξηγήθηκε γιατί τα κέρδη στην ταχύτητα μετακίνησης δεν χρησιμοποιήθηκαν για να εξοικονομηθεί χρόνος, αλλά για περισσότερες και μεγαλύτερου μήκους μετακινήσεις. Επίσης, εξηγήθηκε γιατί ενώ οι τιμές του πετρελαίου στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν μειωθεί σε απόλυτες τιμές κατά τα τελευταία 40 χρόνια, αυτό δεν οδήγησε σε μείωση των δαπανών για μετακινήσεις, αλλά σε σημαντική αύξηση των μετακινήσεων με το αυτοκίνητο. Αρκετοί ερευνητές χρησιμοποίησαν τη θεωρία του Zahavi για να ερμηνεύσουν την ιστορική εξέλιξη της πόλης με βάση την κυρίαρχη τεχνολογία μεταφορών. Έτσι, στη μεσαιωνική πόλη η μετακίνηση με τα πόδια (στο μέσο ανεκτό χρόνο μετακίνησης της μισής ώρας προς μία κατεύθυνση) επέτρεψε μια ακτίνα ανάπτυξης της τάξης των 2,5 χλμ., στη βιομηχανική πόλη ο σιδηρόδρομος διεύρυνε τα όρια στα 20-30 χλμ., ενώ σήμερα το αυτοκίνητο έδωσε τη δυνατότητα για ανάπτυξη «χωρίς όρια».

Πράγματι, οι πολιτικές που ασκήθηκαν μετά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα στον τομέα των μεταφορών είχαν ως κύριο στόχο τους την αύξηση της ταχύτητας και τη βελτίωση της κυκλοφοριακής ροής, σε μια προσπάθεια αύξησης του δυναμισμού και της λειτουργικότητάς της πόλης. Νέοι αυτοκινητόδρομοι, ανισόπεδοι κόμβοι, κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και –πιο πρόσφατα– εξελιγμένα τεχνολογικά συστήματα ρύθμισης της ροής, οδήγησαν όντως σε αύξηση των ταχυτήτων για ορισμένο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, το χρονικό «κέρδος» χρησιμοποιήθηκε κατά κύριο λόγο για μαζική έξοδο από την πόλη, καθώς δόθηκε η δυνατότητα σε όλο και περισσότερους να επιλέξουν την κατοικία τους σε προαστιακές περιοχές, χωρίς να αυξήσουν τα χρήματα ή το χρόνο που δαπανούν για τις μετακινήσεις τους. Διαμορφωθήκαν επίσης, οι προϋποθέσεις για την εγκατάσταση μεγάλων εμπορικών κέντρων στην περιφέρεια της πόλης παρέχοντας τη δυνατότητα να προσελκύουν πελάτες από όλο και πιο απομακρυσμένες από αυτά περιοχές. Έτσι, οι νέες συνθήκες ταχύτητας μετακίνησης απλά αποτέλεσαν μία από τις παραμέτρους που οδήγησαν στο μετασχηματισμό της πόλης. Ένα δεύτερο σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε είναι ότι οι συνθήκες αυτές ανέτρεψαν τη σχέση που ιστορικά διατηρούσε ο κάτοικος με την πόλη του. Τα νέα δίκτυα μεταφορών εγκατέστησαν νέους όρους οικειοποίησής της. Η επιδίωξη για ταχύτερη μετάβαση από το σημείο Α στο σημείο Β, υποβάθμισε την αξία της ίδιας της μετακίνησης ως καθημερινής δραστηριότητας και προφανώς την επαφή που αυτή προσέφερε με την πόλη. Η υπόγεια μετακίνηση (μετρό) ή η μετακίνηση στο εσωτερικό ενός ορύγματος (αυτοκινητόδρομος) την μετέτρεψε σε μια μαύρη τρύπα στην καθημερινότητά μας. Πόσες φορές άλλωστε έχουμε αναζητήσει τη θέση μας στην πόλη κινούμενοι στην Αττική οδό ή φανταζόμαστε εικόνες της επιφάνειας κοιτώντας τα χάρτη πάνω από την πόρτα του μέτρο; Δημιουργούνται ή επιδιώκουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, «νησίδες» οικειότητας με την πόλη, στοιχείο που σίγουρα υποκρύπτει κινδύνους για τη συγκρότηση και τη συνοχή της. Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα ανοίξουμε μια συζήτηση περί ανάπτυξης νέων αυτοκινητοδρόμων ή εκτεταμένης επέκτασης του μετρό καλό θα ήταν να έχουμε απαντήσει σε δύο βασικά ερωτήματα: Ποια είναι η κλίμακα της πόλης που θέλουμε και ποια η σχέση μεταξύ κατοίκου και πόλης που επιδιώκουμε να καλλιεργήσουμε;

Χρηστάκης, Ν., 2003. Μοτοσυκλέτα. Ριψοκινδύνευση και ιερό. Αθήνα: Futura. Zahavi, Y., 1974. Traveltime Budgets and Mobility in Urban Areas. Report FHW PL-8183, Washington DC: US Department of Transportation.

Η επιδίωξη για ταχύτερη μετάβαση από το σημείο Α στο σημείο Β, υποβάθμισε την αξία της ίδιας της μετακίνησης ως καθημερινής δραστηριότητας και προφανώς την επαφή που αυτή προσέφερε με την πόλη.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 19


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητ α

Επιταχύνοντας το νέο συμμετοχικό remix _Δάφνη Δραγώνα, επιμελήτρια τέχνης & νέων μέσων, www.ludicpyjamas.net

Σε ένα κόσμο γεμάτο υποκειμενικότητες που ζητούν να φέρουν την αλλαγή, βίντεο, εικόνες, ήχοι, ιστορίες, στοιχεία και χαρακτήρες ρεμιξάρονται συνεχώς. Αντίσταση ή ινφο-βαβούρα;

«Η πτώση του Χίτλερ», «ο David μετά τον οδοντίατρο», «η γάτα που παίζει πλήκτρα», «η ρίψη παπουτσιών στον Βush», «ο Technoviking», «o Charlie που δάγκωσε το δάχτυλο του αδερφού του», δημοφιλείς ιστορίες από το χώρο του YouΤube, βίντεο στιγμιότυπα από την καθημερινή ζωή, από ταινίες ή και από τα media που ανέβηκαν στο διαδίκτυο, έκαναν το γύρο του κόσμου σε ελάχιστο χρόνο και έγιναν hit. Έφθασαν απίθανα νούμερα θέασης αλλά και έγιναν αφορμή για μία σειρά βίντεο απαντήσεων – διασκευών από άλλους χρήστες. Σε κάποιες περιπτώσεις πέρασαν και σε άλλες διαδικτυακές πλατφόρμες, έφθασαν στην τηλεόραση, έγιναν μπλουζάκια και αντικείμενα. Η επιτυχία των βίντεο αυτών δεν έγκειται τόσο στους πρωταγωνιστές ή τους δημιουργούς τους. Το στοίχημα βρίσκεται στην ταχύτητα της κοινοποίησής τους, στο εύρος της κυκλοφορίας τους εντός των δικτύων και στην ενδεχόμενη ανταπόκριση των χρηστών – αποδεκτών τους. Η νέα εκδοχή του remix είναι συμμετοχική. Βασίζεται στην επιθυμία των χρηστών να μοιραστούν το υλικό που ανεβαίνει στο διαδίκτυο και να επικοινωνήσουν μέσα από αυτό. Βίντεο, εικόνες, ήχοι, ιστορίες, νέα, στοιχεία, περσόνες και χαρακτήρες ρεμιξάρονται συνεχώς σε blogs, κοινωνικά δίκτυα και online videogames. Το πηγαίο διαθέσιμο υλικό όχι απλά βρίσκεται πλέον παντού όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Mark Amerika αλλά είναι και σε συνεχή ροή, κίνηση, ανανέωση και αναδιαμόρφωση. Ο νέος χαρακτήρας τού remix προκύπτει αφενός από μια γενιά λογικής cut, paste & edit που έμαθε να δημιουργεί και ταυτοχρόνως να επεξεργάζεται και αφετέρου από την ίδια την τεχνολογία και τα προγράμματα λογισμικού που έδωσαν τις δυνατότητες για τη διαμόρφωση μιας κουλτούρας κοινόχρηστου υλικού. Σήμερα είναι οι ίδιες οι εφαρμογές στο διαδίκτυο που ρεμιξάρουν συνεχώς το περιεχόμενο, που συγκεντρώνουν, φιλτράρουν και προβάλλουν νέα στοιχεία από διαφορετικές πηγές. Το υλικό δεν έχει νόημα αν είναι σταθερό και απαραβίαστο, άρα οι καταστάσεις και οι ταυτότητες που ρεμιξάρονται είναι εφήμερες και ρευστές. Το σημερινό remix διαπερνά την καθημερινότητα και ξεφεύγει από τον παλαιότερο ορισμό του. Δεν πρόκειται πλέον για αναδιαμορφώσεις και διασκευές στο χώρο της τέχνης, της μουσικής, της μόδας, της αρχιτεκτονικής που αιφνιδιάζουν από τη μία και επαναφέρουν στοιχεία του παρελθόντος από την άλλη. Γιατί το remix είναι από τη φύση του συνυφασμένο με την έννοια του χρόνου. Δεν μπορεί να υπάρξει remix χωρίς ιστορία. Χρειάζονται τα στοιχεία από το παρελθόν για να ανασυντεθούν σε ένα νέο πλαίσιο που αφορά το παρόν. Η συνθήκη αυτή σήμερα παραμένει αλλά οι αποστάσεις ανάμεσα στα χρονικά σημεία είναι μικρές και ασήμαντες. Ο μικρός David ή ο μικρός Charlie δεν είναι πραγματικά σημεία αναφοράς προς τα πίσω. Η άνοδος και η πτώση τους εξαρτήθηκε από την ταχύτητα της αναμετάδοσης, της αναπροβολής, της επαναδιασκευής. Οι διαχωρισμοί μεταξύ του πρωτότυπου και των αναπαραγωγών του έχουν πια μικρύνει. Για το λόγο 2 0 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

αυτό, οι γονείς του David και του Charlie που γύρισαν τα βίντεο δεν θα έθεταν ποτέ θέματα αδειών και δικαιωμάτων για τη διασκευή τους. Η οικειοποίηση είναι πλέον θεμιτή. Γιατί όσο περισσότερο αναπαράγεται και διασκευάζεται κάτι, όσο πιο δημοφιλές γίνεται, τόσο λιγότερο κινδυνεύει να χαθεί στο φιλτράρισμα και αυξάνονται οι πιθανότητες να περάσει σε μία νέας μορφής συλλογική και συμμετοχική μνήμη. Η μνήμη που διαμορφώνεται από τις συνεισφορές όλων μας έχει προσωρινό χαρακτήρα και με τη σειρά της ρεμιξάρεται κι αυτή, αδιάκοπα επηρεαζόμενη από τις νέες τάσεις και τα νέα hits και ratings*. Έτσι, τα νέα στοιχεία αναπόφευκτα σβήνουν τα παλαιότερα και δύσκολα θα ξαναδιασκευαστούν μετά από χρόνια. Το συμμετοχικό remix έχει κύκλους ζωής που καθορίζονται από τους μετέχοντες σε αυτό αλλά και από τις εταιρείες των κοινωνικών πλατφορμών. Οι δημιουργοί δημοφιλών βίντεο μπορούν να αμειφθούν για τα hits τους από το YouTube ή όποια αντίστοιχη εταιρεία και να παρατείνουν την επιτυχία τους με αντίκρισμα την αποδοχή προβολής διαφημίσεων. Αν και οι δημιουργοί τόσο των πρωτοτύπων όσο και των διασκευών τους σήμερα μπορεί να είναι απλά χρήστες, η παραγωγικότητα και η συνεισφορά τους ελέγχεται και συχνά αμοίβεται. Έτσι, ενώ για το σημερινό remix στο διαδίκτυο, οι διαχωρισμοί ανάμεσα σε αυθεντικό και διασκευή, σε παραγωγό και κοινό δεν παίζουν πια σημαντικό ρόλο, η απελευθέρωση του remix από την εμπορευματοποίηση δεν υφίσταται. Ο DJ Spooky το 2004 έγραφε πως στο ντελίριο του κορεσμού της πληροφορίας που βρισκόμαστε, το remix μπορεί να λειτουργήσει σαν άνυσμα/ vector για πολιτισμική μόλυνση, υπονοώντας ότι μπορεί να αποτελέσει μορφή αντίστασης και να φέρει νέους τρόπους δημιουργίας και σκέψης. Θυμίζει ίσως τον Burroughs που παλαιότερα ανέφερε ότι οποιοσδήποτε με ένα μαγνητόφωνο μπορεί να επηρεάσει και να διαμορφώσει καταστάσεις. Το 2010 όμως που το remix είναι πλέον πρακτική, συνήθεια, νοοτροπία τι μπορεί να αλλάξει; Ζούμε σε έναν κόσμο γεμάτο από τόσες πολλές υποκειμενικότητες που επιθυμούν να φέρουν αλλαγές ή πνιγόμαστε από πληροφορίες, εικόνες και ήχους που δημιουργούν μία ινφο-ανακύκλωση και ενδεχομένως ινφοβαβούρα άνευ προηγουμένου; Τι είδους αντίσταση μπορεί να προσφέρει τώρα το remix; Γιατί το να βρισκόμαστε σε διάθεση remix δεν φαίνεται να αρκεί...   Amerika, Mark. META/DATA: A Digital Poetics, Cambridge and London: The MIT Press, 2007 Burroughs, William. The Invisible Generation, 1966 Miller, Paul D aka Dj Spooky that Subliminal Kid. Rhythm science, Massachusetts, London: Mediawork/ The Mit Press Cambridge, 2004

*

Η δυνατότητα αξιολόγησης/βαθμολόγησης του βίντεο στη χαρακτηριστική κλίμακα με τα αστεράκια.

Η νέα εκδοχή του remix είναι συμμετοχική. Βασίζεται στην επιθυμία των χρηστών να μοιραστούν το υλικό που ανεβαίνει στο διαδίκτυο και να επικοινωνήσουν μέσα από αυτό.


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

11 ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΤΑΧΥΠΡΟΣΒΑΣΗΣ [HiSpeedAccess] _www.intothepill.net

Ο εκπίπτων μοντέρνος καπιταλισμός στήριξε την κυριαρχία του μέχρι σήμερα στην οικειοποίηση και στην πραγμάτωση των ερμηνειών που του έδωσαν οι κριτές και οι επικριτές του. Στον νέο κόσμο, που με βία θα αντικαταστήσει τον παλαιό, οι σχέσεις και οι συνθήκες παραγωγής θα θεωρούνται ως η αιτία της δυστυχίας ενός πάλαι ποτέ σκοτεινού μεσαίωνα. Το θέαμα δεν θα είναι παρά η σκόνη από τα ερείπια του παρελθόντος που θα σηκώνεται λίγα εκατοστά από το έδαφος σε κάθε μας βήμα. Διατυπώνουμε στο μικρό κείμενο που ακολουθεί τις 11 πρώτες από τις «Θέσεις για την κοινωνία της ταχυπρόσβασης» που αφορούν τον επερχόμενο αυτόν κόσμο.

Α. Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ 1. H ζωή των κοινωνιών στις οποίες κυριαρχούν οι σύγχρονες συνθήκες παραγωγής εκδηλώνεται σαν μια τεράστια συσσώρευση πληροφοριών. Η αξία της αναπαράστασης αντικαθίσταται από την αξία της ταχυπρόσβασης [Hi Speedaccess] Οι συντυχίες και τα ενδεχόμενα που προκύπτουν, ανάγουν τις παραγωγικές σχέσεις σε συμβάντα που χαρακτηρίζονται από το κύρος του Αληθούς. 2. Οι πληροφορίες που αποσπάστηκαν από κάθε πλευρά της ζωής, συγχωνεύονται σ’ ένα κοινό ρεύμα. 
Η άμεσα θεωρημένη πραγματικότητα στροβιλίζεται με απίστευτη ταχύτητα μέσα στην ίδια της τη γενική ενότητα σαν ένας κόσμος, αντικείμενο της ταχυπρόσβασης. Η εξειδίκευση των πληροφοριών του κόσμου ξαναβρίσκεται, ολοκληρωμένη, μέσα στον κόσμο της αυτονομημένης πληροφορίας. 
 Η ταχυπρόσβαση γίνεται το φαντασιακό θεμέλιο της κοινωνίας. 3. Η ταχυπρόσβαση παρουσιάζεται ταυτόχρονα σαν να είναι η ίδια η κοινωνία, σαν ένα μέρος της κοινωνίας, και σαν όργανο ενοποίησης. 
Η ενιαία κοινωνία συγκεντρώνει κάθε δεδομένο και κάθε αντίληψη στον ίδιο τομέα. Επειδή ακριβώς ο τομέας αυτός είναι αδιαχώριστος, αποτελεί το χώρο του περιπλανώμενου δεδομένου και της υπερ-αληθούς αντίληψης και η ενοποίηση που πραγματοποιεί ακυρώνει διά παντός τον πρότερο γενικευμένο διαχωρισμό. Η ευτυχία είναι προ των πυλών. 4. Η πληροφορία πλέον δεν είναι ένα σύνολο δεδομένων, αλλά μια κοινωνική σχέση ατόμων μεσολαβημένη από δεδομένα. Η πληροφορία δεν μπορεί να νοηθεί σαν κατάχρηση ενός κόσμου συνάψεων, σαν ένα προϊόν των τεχνικών μαζικής διάδοσης δεδομένων. Είναι μάλλον ένα κοσμοείδωλο

πραγματωμένο, μεταφρασμένο υλικά. Είναι μια θεώρηση του κόσμου που έχει αντικειμενοποιηθεί. Η ταχυπρόσβαση, είναι ταυτόχρονα το αποτέλεσμα και ο σκοπός του υπάρχοντος τρόπου παραγωγής. Δεν είναι ένα συμπλήρωμα του πραγματικού κόσμου, κάποιο πρόσθετο διακοσμητικό στοιχείο του. Είναι η καρδιά της πραγματικής κοινωνίας. Μορφή και περιεχόμενο της πληροφορίας αποβλέπουν στην ολική ανατροπή των συνθηκών και των στόχων του υπάρχοντος συστήματος. Η ταχυπρόσβαση είναι η διαρκής παρουσία αυτής της ανατροπής, σαν κατοχή του μεγαλύτερου μέρους του χρόνου που βιώνεται έξω απ’ τη σύγχρονη παραγωγή. 5. Η καθολική κοινωνική πράξη με απόλυτη προϋπόθεση την ταχύτητα ενοποιεί δεδομένο και πραγματικότητα. 
 Η κοινωνική πρακτική, ενώπιον της οποίας τίθεται το αυτονομημένο δεδομένο, είναι επίσης η πραγματική ολότητα που εμπεριέχει η πληροφορία. Στη θεαματικά ανεπτυγμένη κοινωνία το σχίσμα μέσα σ’ αυτήν την ολότητα, την ακρωτηρίαζε σε τέτοιο βαθμό, ώστε το θέαμα να φαίνεται σαν σκοπός της. Η γλώσσα του νέου κόσμου συνίσταται από σημεία της άρχουσας διαδρομής που ακολουθεί η διανομή της πληροφορίας και που αποτελούν ταυτόχρονα τον έσχατο σκοπό αυτής της διανομής. Η ανθρωπότητα έχει πια την ευκαιρία να πραγματώσει τα δημιουργικά της οράματα. 6. Η πληροφορία που επαναπροσδιορίζει την πραγματικότητα, έχει πραγματικά παραχθεί. Την ίδια στιγμή η βιωμένη πραγματικότητα είναι υλικά κατακυριευμένη από την επιβολή των πληροφοριών και αναπαράγει μέσα της τη σύγχυση, δίνοντάς της μια ρητή συγκατάθεση. Η αντικειμενική πραγματικότητα είναι παρούσα και στις δυο πλευρές. Κάθε έννοια, προσδιορισμένη μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν έχει σαν βάση παρά το πέρασμά της στο αντίθετο: η πραγματικότητα αναδύεται μέσα στην πληροφορία και η πληροφορία είναι πλέον αληθής.

Αυτή η αμοιβαία σχέση πληροφορίας και αλήθειας είναι η ουσία και το στήριγμα της υπάρχουσας κοινωνίας. 7. Μέσα στον πραγματικά ανεστραμμένο κόσμο, το αληθινό ήταν μια στιγμή του ψεύτικου. 
 Στον νέο κόσμο η πραγματικότητα επικρατεί και το ψευδές γίνεται το εφιαλτικό ψεγάδι του κόσμου. 8. Η κοινωνία που στηρίζεται στην ταχυπρόσβαση (ΗiSpeedaccess society) δεν είναι τυχαία ή επιφανειακά δυναμική· είναι θεμελιωδώς ενδεχομενική. Μέσα στον κόσμο της ταχυπρόσβασης, η ανάπτυξη δεν είναι τίποτα, και ο σκοπός είναι το παν. 9. Η πληροφορία τείνει πάντα να καταλήξει παντού, και τελικά στον νέο κόσμο είναι πανταχού παρούσα. 10. Η πρώτη φάση της ολοκληρωτικής κατοχής της κοινωνικής ζωής από τα συσσωρευμένα αποτελέσματα της οικονομίας, οδήγησε προς μια γενικευμένη διολίσθηση από το έχειν στο φαίνεσθαι απ’ το οποίο κάθε πραγματικό «έχειν» οφείλει να αντλεί το άμεσο κύρος και την τελική λειτουργία του. Ταυτόχρονα, κάθε ατομική πραγματικότητα έγινε κοινωνική, άμεσα εξαρτημένη απ’ την κοινωνική δύναμη, διαμορφωμένη από αυτήν. Στον νέο κόσμο της ταχύτατης πρόσβασης της διάδοσης και της ενδελεχούς επιλογής η θεαματική θέσπιση κατακρημνίζεται για να δώσει τη θέση της στον πραγματικό κόσμο του ενδεχομενικού βίου. 11. Οι εκάστοτε «υπεύθυνοι», μονάχα άλλαζαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα όμως είναι να τον προσπελάσουμε.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 21


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

«... Έζησεν δε Σηθ...» _Σπύρος Ζουμπούλης, s.zoumpou@mit.edu

Ο Σηθ βιάζεται. Θέλει να προλαβαίνει να διπλασιάζει κάθε δύο χρόνια τον αριθμό των τρανζίστορ που βάζει στα τσιπ των υπολογιστών που φτιάχνει. Αυτό σημαίνει εκθετικά βελτιούμενη με το χρόνο ταχύτητα επεξεργασίας και χωρητικότητα μνήμης για τις ψηφιακές συσκευές που χρησιμοποιεί καθημερινά. Επειδή η κοινωνική δομή θέλει, η τεχνολογία μπορεί· σίγουρα και αντίστροφα. Ο νόμος του Moore από παρατήρηση καθίσταται προφητεία που αυτοεκπληρούται: ο Σηθ αρέσκεται να ανταγωνίζεται, να ξεπερνάει, να μην ξεπερνιέται παρά μόνο από κάτι που ο ίδιος έφτιαξε. Ο Σηθ είναι ένας κόμβος στο κοινωνικό δίκτυο, το δίκτυο που σχηματίζουν τα άτομα της κοινωνίας του στην κοινωνική τους συνύπαρξη. Σε μια μοντελοποίηση που εξηγεί τη ροή της πληροφορίας μέσα στην κοινωνία, το κοινωνικό δίκτυο μπορεί να αναπαρασταθεί με ένα graph* στον οποίο κάθε κόμβος αντιστοιχεί σε ένα άτομο και κάθε αιχμή που ενώνει δύο κόμβους αντιστοιχεί στην αλληλεπίδραση/σχέση των δύο ατόμων που συμβολίζονται από τους δύο κόμβους. Η μεταφορά της πληροφορίας διευκολύνεται με την ανάπτυξη του τεχνολογικού δικτύου, που εξαπλώνεται και βελτιώνεται σε ταχύτητα, χωρητικότητα, αξιοπιστία και προσβασιμότητα. Ο Σηθ προσπαθεί με ιδιαίτερη σπουδή να κάνει το τεχνολογικό δίκτυο ταχύτερο και δυνατότερο όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, γιατί ένα τα2 2 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

χύτερο και δυνατότερο τεχνολογικό δίκτυο θα πραγματώσει ταχύτερο και δυνατότερο κοινωνικό δίκτυο.

ρασμένο– χρονικό ορίζοντα μετά τον οποίο ο νόμος του Moore θα πάψει να ισχύει.

Η αλλαγή που επιφέρει ο Σηθ δεν αφορά μόνο το τεχνολογικό παράδειγμα· είναι βαθιά κοινωνική – εν δυνάμει.

Και ο Σηθ τρέχει· να συνεχίσει να εκπληροί την προφητεία της εκθετικής ανάπτυξης, της επιταχυνόμενης αλλαγής. Μέχρι που η προφητεία, αυτοακυρούμενη, να μην μπορεί να εκπληρωθεί άλλο.

Ο νόμος του Moore προεξοφλεί την κατάργηση, τερματικά, της ίδιας του της ισχύος. Η επιτυχία του τον φέρνει πιο κοντά στο τέλος του, με τρόπο όχι πολύ διαφορετικό από αυτόν που ο Schumpeter θεώρησε ότι η ίδια η επιτυχία του καπιταλισμού θα ευνοήσει την επικράτηση ενός συστήματος αξιών αντίθετου προς τη φύση του. Κάθε προσπάθεια βελτίωσης των ιδιοτήτων των υπολογιστικών συστημάτων περιορίζεται νομοτελειακά από θεμελιώδεις ιδιότητες της ύλης. Τα τρανζίστορ δεν μπορούν να μικρύνουν πέρα από τη μικροκλίμακα του ατόμου. Τα φυσικά όρια που επιδέχεται ο υπολογισμός εξετάζονται λεπτομερώς τα τελευταία 20 χρόνια, καθώς θεωρητικές μελέτες της πιθανής επίδρασης κβαντομηχανικών διεργασιών στον υπολογισμό αρχίζουν να πραγματώνονται σε πειραματικές διατάξεις. Κατά το μοντέλο των Krauss και Starkman η παρατηρούμενη επιτάχυνση του σύμπαντος παράγει ένα καθολικό όριο για την ποσότητα τής προς αποθήκευση και επεξεργασία πληροφορίας, θέτοντας ένα τερματικό όριο στις τεχνολογικές δυνατότητες κάθε μελλοντικού πολιτισμού, και έναν μακρινό –αλλά πεπε-

Ο Βιβλικός Σηθ είναι ο ορισμένος. Αλλά και ο αντικαταστάτης, ο αναπληρωτής. Αυτο-ορισμένος να εκπληρώσει οιωνούς, ανα-πληροί το κενό του με ταχύτητα. Κυνηγάει την υπέρβαση της ανθρώπινης γνωσιακής εμπειρίας. Αγνοεί ότι για την υπέρβαση δεν αρκεί να συνωστίζει τρανζίστορ σε τσιπάκια και να μηχανεύεται ολοένα γρηγορότερα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα. Δεν αρκεί να διευκολύνει τη μεταφορά της πληροφορίας από και προς τους άλλους Σηθ. Η γνωσιακή υπέρβαση δεν θα έρθει όσο η πολλή, γρήγορη και γρήγορα αυξανόμενη πληροφορία είναι αυτοσκοπός. Όσο ο Σηθ δεν στρέφεται στον Σηθ και στους άλλους Σηθ, κοινωνικά και όχι μόνο τεχνολογικά, θα είναι ο ορισμένος και όχι ο ορίζων, ο αντικαταστάτης της αληθινής του φύσης, ο ανα-πληρωτής του κενού του. Κενός ο ίδιος.

*

Είδος στατιστικής απεικόνισης


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

Καταδικασμένη αργή επιστήμη _Θωμάς Κιάος

Doing something dangerous with style, that’s art Charles Bukowski

Τεράστιες ταχύτητες. Έξω από τα όρια της ανθρώπινης αντίληψης. Ταχύτητα του φωτός. Ταχύτητα των ηλεκτρονίων. Είναι εκείνες που καθορίζουν τη λειτουργία του κόσμου. Είναι εκείνες οι σταθερές από τις οποίες εξαρτάται η επιστήμη. Και όμως, για να αναπτυχθεί, για να μελετήσει, να αναλύσει η επιστήμη επιβραδύνει. Οι επιστημονικές και φιλοσοφικές μελέτες θέτουν έναν κόσμο που κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε αργή κίνηση. Και έχουν πάντα οι ίδιες ένα άχτι. Θα μπορέσουν ποτέ να επιταχύνουν, να μην κοιτάξουν πίσω, να εμπιστευτούν τον εαυτό τους τόσο που να τρέξουν; Θα μπορέσουν ποτέ εκτός από εγκυρότητα να έχουν και στυλ; Προκειμένου να ελέγξει τον κόσμο, να είναι έγκυρη, να μην ακυρωθεί στα πορίσματά της η επιστήμη κινείται με αργά σταθερά βήματα. Η απόδειξη ενός πράγματος απαιτεί καρτερικότητα, υπομονή και η παρουσίαση μιας σχέσης δεδομένων βάζει τα δεδομένα αυτά να κινούνται πολύ πιο αργά από ότι στην πραγματικότητα, ώστε να γίνουν αντιληπτά και κυρίως, να μη γίνει κανένα λάθος. Το λάθος. Ο μεγάλος εχθρός της επιστήμης. Γιατί η χαρά της είναι να γνωρίζει, πιο πολύ από το να ζει αυτό που γνωρίζει. Η χαρά της γνώσης, όχι η χαρά της ζωής. Αν το ζούσε, αν έπαιζε με τον κόσμο, ανέμελα, ανεύθυνα, χωρίς πρόγραμμα και έλεγχο, σαν αγρίμι σε έναν κόσμο που του ανήκει, χωρίς να χρειαστεί να αποδείξει, με δικαί-

ωμα στην πλάνη και τη μέθη των απολαύσεων, χωρίς την υποχρέωση και την πειθαρχία της εγκυρότητας, με την ελευθερία να τρέξει ταχύτατα, σαν τις ταχύτητες που μελετά, δεν θα ήταν επιστήμη. Η εγκυρότητα έχει το αντίτιμο της πειθαρχίας, της προσήλωσης. Την τυραννία των κανόνων. Σαν ένα παιδί, που στη λιακάδα ακούει τα άλλα παιδιά έξω να παίζουν και εκείνο κάνει τα μαθήματά του κλεισμένο στο δωμάτιό του. Είναι επικίνδυνο η επιστήμη να μην πηγαίνει με αργά σταθερά, άχαρα βήματα. Σαν τον μαθητευόμενο μάγο, αν αρχίσει και παίζει ελεύθερη, οι συνέπειες είναι ολέθριες. Η λογική, η σχέση αιτίας και αποτελέσματος, η αποδεδειγμένη συνέχεια των πραγμάτων αφήνουν το ζωώδες,το αυθόρμητο και το ένστικτο να ζουν υπόγεια μέχρι που να αποσιωπηθούν τελείως. Σε μια σειρά αριθμών, που υπακούουν σε κανόνα, το παράλογο και η αλλαγή της σειράς δεν έχει θέση στην επιστήμη. Και όμως πρέπει να αλλάξεις τη σειρά για να κάνεις τους αριθμούς νότες, να κάνεις τη σειρά μουσική. Αν βιαστεί η επιστήμη, αν ουρλιάξει πιθανότατα θα ακυρωθεί, θα συντριβεί. Σε ένα εκατομμύριο προσπάθειες αυθορμησίας έχει μόνο μία πιθανότητα να είναι έγκυρη, να διαρκεί και να σημαίνει αλήθεια. Να έχει στυλ. Τότε όμως δεν είναι επιστήμη. Είναι τέχνη.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 23


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

Le Droit à la Vitesse (το δικαίωμα στην ταχύτητα) _Andy Deck, media artsist, www.andydeck.com

Στο «Living in America»1 που τραγουδούσε ο James Brown τη δεκαετία του 1980 «όλοι δούλευαν υπερωρίες». Αλλά ο «σκληρότερα εργαζόμενος άνθρωπος στις σόου μπίζνες» δεν ένιωθε «πεσμένος» στη χώρα του. Στους «μεγάλους αυτοκινητόδρομους, από ακτή σε ακτή» και «στα πολλά μίλια σιδηροδρομικής γραμμής», είδε μια «γη της επαγγελίας» μια αφορμή για «γιορτή». Στο βιβλιαράκι που εξέδωσε το 1880 με τίτλο: Το δικαίωμα στην τεμπελιά2, ο Paul Lafargue εξέφρασε την περιφρόνησή του για την ηθική της προτεσταντικής εργασίας και τα δεινά της εβδομάδας των 70 ωρών εργασίας. Ενώ το κείμενο περιοδικά εκδίδεται ακόμα σαν ένθετο στις κυριακάτικες γαλλικές εφημερίδες, οι ιδέες που εκφράζει είναι συγκριτικά άγνωστες στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες δεν είχαν ποτέ έναν προφήτη της τεμπελιάς. Αυτό εξηγεί εν μέρει, γιατί οι Γάλλοι δουλεύουν εκατοντάδες ώρες λιγότερο κάθε χρόνο από τους αντίστοιχους εργαζόμενους στην Αμερική. Ο Lafargue παρατήρησε πως οι εργάτες ήταν υποχρεωμένοι να κερδίζουν μισθούς που επέστρεφαν γρήγορα στον εργοδότη τους, αγοράζοντας τα προϊόντα της ίδιας της εργασίας τους. Αυτή η διαδικασία κατέστρεφε τα μυαλά και τα σώματά τους3. «Στην καπιταλιστική κοινωνία, η εργασία είναι η αιτία κάθε διανοητικού εκφυλισμού, κάθε παραμόρφωσης του οργανισμού». Ο Lafargue επηρεάστηκε τόσο από την απέχθειά του για την εργασία, που μοιάζει σχεδόν να νοσταλγεί τη δουλεία όταν εκθειάζει τους Έλληνες του «Χρυσού Αιώνα»: «αυτοί επίσης, δεν ένιωθαν τίποτα άλλο από περιφρόνηση για την εργασία: ο ελεύθερος άνθρωπος δεν ασχολιόταν παρά μόνο με τη φυσική άσκηση και τα παιχνίδια ευφυΐας». Ο Lafargue συμπέρανε επικαλούμενος την επιθυμία του Αριστοτέλη, πως οι μηχανές θα μπορούσαν να οδηγή24 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

σουν σε μια νέα εποχή ανάπαυλας τον άνθρωπο: «αν κάθε εργαλείο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αβίαστα ή να κινείται όπως τα αριστουργήματα του Δαίδαλου ή να αρχίζουν αυθόρμητα την ιερή εργασία τους όπως οι τρίποδες του Ηφαίστου, αν για παράδειγμα οι σαΐτες του αργαλειού άρχιζαν να υφαίνουν μόνες τους, ο υπεύθυνος της επιχείρησης δεν θα χρειαζόταν βοηθούς, ούτε τα αφεντικά σκλάβους». Στην εποχή της συρρίκνωσης και της παγκοσμιοποίησης, αναρωτιέται κανείς τι απέγινε ο τεχνολογικός καταμερισμός που περιέγραψε ο Lafargue. Είναι γεγονός πως σήμερα τα εργαλεία μας είναι εντυπωσιακά και τα πλεκτήρια έχουν ευρέως αυτοματοποιηθεί. Αλλά καθώς κοιτάζω γύρω μου (στη Νέα Υόρκη), δεν βλέπω να ανατέλλει η εποχή του ελεύθερου χρόνου. Δεν κληρονομήσαμε το δικαίωμα στην ανάπαυση, αλλά μάλλον την αναζήτηση της ταχύτητας. Από τότε που ο πρωτοπόρος Frederick Winslow Taylor εισήγαγε στην παραγωγή τις μελέτες πάνω στο χρόνο, η επιστημονική διαχείρισή του έχει γίνει ο κανόνας στην κουλτούρα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Είναι πια ρουτίνα η παράταξη μελετών χρόνου και κίνησης για τη μεγιστοποίηση της απόδοσης του εργαζόμενου. Στις βιοτεχνίες ρούχων η απόδοση των εργατών αξιολογείται σε χιλιοστά του δευτερολέπτου ανά μονάδα. Οι υπάλληλοι παρομοίως μετριούνται με μετρονόμο (keystroke). Έχει ειπωθεί πως ο χρόνος είναι χρήμα και έτσι δεν είναι καθόλου παράξενο που ο κόσμος της μπίζνας έχει υιοθετήσει αυτό το σύστημα. Αυτό που είναι ίσως άξιο προσοχής είναι ο τρόπος που ο κόσμος τώρα καταναλώνει την ταχύτητα σαν αγαθό – ευρυζωνικότητα– προκειμένου να απολαύσει τον ελεύθερο χρόνο του. Το να αγοράζεις ευρυζωνική πρόσβαση είναι σαν να ψωνίζεις χρόνο. Με δάνειο έναν όρο από την κουλτούρα των «φτιαγμένων» αυτοκινήτων (hot rod

cars), μια διαφήμιση για ευρυζωνικότητα υπόσχεται ταχύτητες «τούρμπο»: «τριαντάλεπτο TV σόου σε 2 λεπτά και 11 δευτερόλεπτα».

Σε έναν φαύλο κύκλο, αντίστοιχο με αυτόν που εντόπισε ο Lafargue, οι άνθρωποι παρακινούνται να δουλεύουν για να αγοράσουν τον ελεύθερο χρόνο τους. Ειρωνικά όμως, αυτός ο ελεύθερος χρόνος διοχετεύεται ασταμάτητα στην παραγωγή του ίδιου του περιεχομένου (ριάλιτι TV, YouTube, Web 2. 0, SMS, μπλογκς και e-mails) που πληρώνει κανείς για να καταναλώσει μέσω καλωδιακής TV, τηλεφώνου και κόστους πρόσβασης. Αξίζει τον κόπο μια επανεξέταση της προνομιακής κατάστασης αυτών των υπηρεσιών. Ενώ είναι αλήθεια πως κοστίζει αρκετά η εγκατάσταση δικτύου οπτικών ινών, μεγάλο μέρος της υποδομής είναι ήδη στη θέση του. Εφόσον οι οπτικές ίνες μεταφέρουν τα δεδομένα με την ταχύτητα του φωτός, το ενδεχόμενο αναβαθμίσεων τείνει στο μηδέν, όσο είναι το κόστος συντήρησης της ροής των δεδομένων. Στα χρόνια που έρχονται, τι θα δικαιολογήσει ουσιώδεις αυξήσεις στις τιμές της ευρυζωνικότητας; Όπως είχε προβλέψει ο Paul Valéry στη δεκαετία του 1920, οι εικόνες τώρα ρέουν στα σπίτια μας: «Όπως το νερό, όπως το γκάζι, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα έρχονται από μακριά... έτσι θα τροφοδοτούμαστε με εικόνες και ήχους».4 Αλλά θα παρέχεται η ροή δεδομένων όπως το νερό, θα τα προμηθευόμαστε τόσο ελεύθερα όσο το φως στις λάμπες του δρόμου και θα μετριούνται όπως το γκάζι; Θα ρέουν ελεύθερα τα δεδομένα και προς τις δύο κατευθύνσεις; Για τη μειοψηφία του πληθυσμού που την απασχολεί σοβαρά η ροή της μετάδοσης των δεδομένων στο Internet,


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

οι φτηνές ευρυζωνικές υπηρεσίες είναι αντικείμενο πόθου. Χωρίς προσιτό εύρος ζώνης, είναι αδύνατος ο ανταγωνισμός με τους εμπορικούς παρόχους περιεχομένου, πολλοί από τους οποίους, όπως η Time-Warner, κατέχουν την υποδομή των δικτύων μέσω της οποίας διανέμουν ελεύθερα τις ταινίες και τη μουσική τους. Η υφέρπουσα σύγκλιση της παραγωγής του περιεχομένου των Μέσων με τις εταιρείες επικοινωνίας, είναι μέρος της σύγκρουσης για τον έλεγχο της ουδετερότητας στο Net, τα αποτελέσματα της οποίας θα έχουν μεγάλη επίδραση στο μιντιακό τοπίο των επερχόμενων δεκαετιών. Παρότι ο Al Gore μίλησε αόριστα για την αναγκαιότητα της «δημόσιας πρόσβασης στις υπερ-λεωφόρους της πληροφορίας» το δίκτυο με τη χρήση δημόσιων πόρων γρήγορα έγινε μια υπηρεσία-προέκταση των τηλεφωνικών εταιρειών. Ανεξάρτητα από τα αρχικά πλεονεκτήματα που είχαν οι αμερικανικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών, τώρα βρίσκονται πίσω από πολλούς ξένους ανταγωνιστές. Για παράδειγμα, αν και όχι ελεύθερη, η ευρυζωνικότητα πρόσβασης μέσω οπτικών ινών στο Hong Kong5 είναι σημαντικά ταχύτερη και φτηνότερη από οποιαδήποτε που διατίθεται στη Νέα Υόρκη (κατά προσέγγιση 14 φορές περισσότερο εύρος ζώνης, για το ένα τρίτο της τιμής σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύτηκαν το 2005). Τα κουτσομπολιά στις μπίζνες έχουν εστιαστεί γύρω από το βαθμό που αυτή η καθυστέρηση μπορεί να απειλήσει τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές knowledge industries (εταιρείες που παράγουν γνώσεις και παρέχουν υπηρεσίες πληροφοριών για τις ίδιες ή για άλλους) οδηγώντας τες σε χώρες με χαμηλότερο κόστος υπηρεσιών.

Σε κάθε περίπτωση οι εργαζόμενοι πληρώνονται ελάχιστα. Η έλευση των δικτύων μετάδοσης επέτρεψε τη φυγή της εργασίας μέσω της τηλεφωνίας που περνά από το Internet: η παγκοσμιοποίηση της άυλης εργασίας βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι αγγλόφωνοι που έχουν προβλήματα με τους υπολογιστές τους μπορούν να μιλήσουν με τεχνικούς στην Ινδία ή στις Φιλιππίνες. Οι αεροπορικές εταιρείες κλείνουν τα τηλεφωνικά κέντρα τους και πληρώνουν εργαζόμενους να απαντάνε στα τηλεφωνήματα από τα σπίτια τους, με τους ίδιους τους εργαζόμενους να καλύπτουν τα αναγκαία. Αυτές οι εξελίξεις χαρακτηρίζονται ως κέρδος στην «παραγωγικότητα». Όπως ο James Brown η Sex Machine το έθεσε: «The way I like it is the way it is, I got mine ‘n‘ don’t worry ’bout his». 6

κρυσμένες περιοχές, καθώς θα πρόσφεραν στο γενικό αίσθημα ασφάλειας, άνεσης, ευκολίας και συντήρησης των ειρηνικών σχέσεων». Η ηχώ αυτών των ουτοπικών απόψεων απαντιέται αργότερα στη ρητορική του «παγκόσμιου χωριού» του McLuhan, αναπαράγεται διαρκώς και δεν θα εξαφανιστεί σύντομα. Αλλά με την κατάρρευση της φούσκας του Internet και την παρατεταμένη οικονομική κρίση, οι ανάγκες για παγκόσμια παραγωγικότητα εξάντλησαν τα αποθέματα της τεχνο-ουτοπίας της δεκαετίας του 1990. Είναι πολύ δύσκολο τώρα να οραματιστεί κάποιος τις νέες τεχνολογίες να φέρνουν μια εποχή ειρήνης και προόδου. Ενώ η ξεκούραση και ο ελεύθερος χρόνος είναι άπιαστα για τους περισσότερους, η έλξη για το «δικαίωμα στην ταχύτητα» απαιτεί να πηγαίνει κανείς στο επόμενο πράγμα όσο πιο γρήγορα είναι δυνατό ή όπως ο mr Dynamite8 λέει: «και τα μυαλά στα κάγκελα».

Φυσικά η παραγωγικότητα για τον ένα σημαίνει χαμηλότερο μεροκάματο για κάποιον άλλο. 1.

Τα κύματα των τεχνολογικών καινοτομιών έχουν στηρίξει τη συγκέντρωση του πλούτου, καθώς και την λίαν διαδεδομένη οικονομική αβεβαιότητα. Αυτές δεν είναι οι ελεύθερες από την εργασία αυτοματοποιημένες συνθήκες που ο Lafargue κάποτε ήλπισε, στα σίγουρα. Αλλά επιπλέον, δεν ήταν ο μόνος που υποτίμησε την ικανότητα του καπιταλισμού να μεταμορφώνει τις ονειρικές δυνατότητες σε σπάνη και διχόνοια.

2. 3.

Ετήσιες στατιστικές εργασίας. http://en.wikipedia.org/wiki/Working_time http://old.swivel.com/data_sets/show/1004949

4.

La conquête de l'Ubiquité, Paul Valery, 1928

5.

HongKong Broadband Network's fiber-optic offerings in 2005 http://www.neowin.net/news/main/05/04/26/ hong-kong-tops-broadband-speed-list#comments

6.

«Sex Machine» στίχοι γραμμένοι από τον James Brown, τον Bobby Byrd και τον Ron Lenhoff το 1970. Nikola Tesla, αναφέρεται στο «When Old Technologies Were New» της Carolyn Marvin, p. 193 mr Dynamite, παρατσούκλι του James Brown.

7.

Ο Nikola Tesla7 ήταν βέβαιος πως οι ασύρματες τεχνολογίες θα ήταν «πολύ αποτελεσματικές στο διαφωτισμό των μαζών, ειδικά στις απολίτιστες χώρες και στις πιο απομα-

«Living in America» μέρος του σάουντρακ της ταινίας Rocky IV. Το τραγούδησε ο James Brown. «Το δικαίωμα στην τεμπελιά» του Paul Lafargue

8.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 25


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

CERN: ΕΠΙ-ΤΑΧΥΝΣΗ στα όρια

_Νίκος Τράκας, Αναπληρωτής Καθηγητής, Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών, ΕΜΠ

Το Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Σωματιδιακής Φυσικής (CERN) αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο και πλέον διεθνοποιημένο ερευνητικό εργαστήριο στον κόσμο, το μεγαλύτερο επιτυχημένο παράδειγμα διεθνούς συνεργασίας πέρα και πάνω από εθνικότητες, πολιτικές, θρησκείες και δόγματα. Κύριος σκοπός του είναι η βασική έρευνα για την κατανόηση της έσχατης δομής της ύλης και της δημιουργίας του Σύμπαντος. Ας μην λησμονούμε όμως ότι τα τελευταία 100 χρόνια δύσκολα θα βρει κανείς χρήσιμη εφαρμογή που να μην έχει ξεπηδήσει από βασική έρευνα. Από την E=mc2 στον LHC Οι τεράστιες ερευνητικές συσκευές του Κέντρου εκμεταλλεύονται την κινητική ενέργεια υποατομικών σωματιδίων τα οποία επιταχύνονται ώστε να κινούνται με τρομερά μεγάλη ταχύτητα, πολύ κοντά στην οριακή ταχύτητα που επιτρέπει η Φύση, δηλαδή την ταχύτητα του φωτός (300.000 χλμ/δευτερόλεπτο). Πώς γίνεται αυτή η εκμετάλλευση; Μεγάλες ομάδες αυτών των υποατομικών σωματιδίων τα οποία έχουν επιταχυνθεί καταλλήλως υποχρεώνονται σε μετωπικές συγκρούσεις. Παρ’ όλο που δεν υπάρχει ανώτατο όριο στην ενέργεια που μπορεί να αποκτήσει ένα κινούμενο σωματίδιο, η ταχύτητά του παραμένει πάντοτε μικρότερη από την ταχύτητα του φωτός. Έτσι, όταν ένα σωματίδιο κινείται με πολύ μεγάλη ταχύτητα, μια μικρή αύξηση της ταχύτητάς τους αντιστοιχεί σε μια τεράστια αύξηση της (κινητικής) του ενέργειας. Στο CERN λοιπόν η κινητική ενέργεια που αποκτούν τα σώματα που επιταχύνονται είναι τόσο μεγάλη που δεν στραβώνει απλώς προφυλακτήρες όπως συμβαίνει όταν ένα κινούμενο αμάξι πέσει σε τοίχο, αλλά βάσει της πασίγνωστης εξίσωσης του Einstein (E=mc2) μετατρέπεται σε νέα υποατομικά σωματίδια. Τα σωματίδια επιταχύνονται σε αυτές τις ασύλληπτες ταχύτητες χάρη στους επιταχυντές που αποτελούν ένα από τα δύο κύρια ερευνητικά εργαλεία του CERN (το άλλο είναι οι ανιχνευτές, που ανιχνεύουν τα αποτελέσματα των συγκρούσεων μεταξύ των σωματιδίων). Ο επιταχυντής τού CERN, που φέρει το επίσημο όνομα Μεγάλος Αδρονικός Επιταχυντής Συγκρουόμενων Δεσμών (Large Hadron Collider- LHC) είναι ένας σωλήνας που σχηματίζει κύκλο περιφέρειας 27 χλμ, τοποθετημένος σε τούνελ που βρίσκεται γύρω στα 100 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της Γης. Μέσα στο σωλήνα αυτόν επιταχύνονται δέσμες πρωτονίων σε αντίθετες κατευθύνσεις που τελικά οδηγούνται σε σύγκρουση. Για την ακρίβεια, το CERN έχει ένα ολόκληρο επιταχυντικό σύστημααλυσίδα και ο LHC δεν είναι παρά ο τελευταίος κρίκος της. Κάθε επιταχυντική διάταξη αυξάνει την ταχύτητα των σωματιδίων και τα προωθεί στην επόμενη διάταξη που θα αυξήσει ακόμα περισσότερο την ταχύτητα τους. Για να επιτευχθούν όσο το δυνατόν μεγαλύτερες ταχύτητες, ο σωλήνας του επιταχυντή βρίσκεται σε πολύ υψηλό κενό – περίπου σαν αυτό που επικρατεί έξω από το ηλιακό μας σύστημα! Η επιτάχυνση των σωματιδίων επιτυγχάνεται με τις λεγόμενες «κοιλότητες επιτάχυνσης» που αποτελούν ηλεκτρομαγνητικά αντηχεία. Όπως ο σέρφερ στη Χαβάη κινείται γρήγορα μένοντας πάντα στην κορυφή του κύματος, έτσι και η κοιλότητα επιτάχυνσης παράγει ένα κατάλληλο ηλεκτρομαγνητικό κύμα που «σπρώχνει» το σωματίδιο αυξάνοντας την ταχύτητά του. Βέβαια ο επιταχυντής χρειάζεται και μαγνήτες που, μεταξύ άλλων, θα καθοδηγήσουν τα σωματίδια στον κυκλι2 6 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

κό δακτύλιο (διπολικοί μαγνήτες) και θα τα κρατήσουν συγκεντρωμένα σε δεσμίδες (τετραπολικοί μαγνήτες). Παρ’ όλο που οι νόμοι που χρησιμοποιούνται για τις επιταχύνσεις αυτές είναι οι νόμοι του (κλασικού) ηλεκτρομαγνητισμού που μας παρουσίασε ο Maxwell στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι τεχνικές που απαιτούνται δεν θα μπορούσαν να εφαρμοστούν χωρίς την τεράστια τεχνολογική εξέλιξη των τελευταίων χρόνων και την τεχνογνωσία που το ίδιο το CERN παράγει. Ένα πράγμα που δεν γνώριζε ο Maxwell είναι το φαινόμενο της υπεραγωγιμότητας που χρησιμοποιεί κατά κόρον το CERN. Η υπεραγωγιμότητα μας επιτρέπει να περάσουμε ρεύματα της τάξης των 10.000 Αμπέρ (συγκριτικά, το ρεύμα σε μια απλή οικιακή συσκευή είναι 0,5 Αμπέρ) από λεπτά σύρματα αν η θερμοκρασία τους είναι –270 βαθμούς! Αυτά τα μεγάλα ρεύματα είναι αναγκαία για τον έλεγχο της κίνησης των σωματιδίων μέσα στον επιταχυντή. Η χαμηλή θερμοκρασία που απαιτείται επιτυγχάνεται με χρήση του χημικού στοιχείου Ηλίου σε υγρή μορφή. Η κρυφή γοητεία των αριθμών Ο συνολικός αριθμός των μαγνητών που είναι τοποθετημένοι στην περιφέρεια του LHC είναι 9.300, μεταξύ των οποίων 1.232 διπολικοί και 858 τετραπολικοί μαγνήτες. Υπάρχουν 8 κοιλότητες επιτάχυνσης σε κάθε μία από τις δύο διευθύνσεις. Τα πρωτόνια, εισερχόμενα στον LHC από τον προτελευταίο κρίκο επιτάχυνσης, έχουν ταχύτητα 99,9998% του φωτός ενώ η τελική ταχύτητά τους (όταν ο LHC λειτουργεί στη μέγιστή του ενέργεια) είναι 99,9999991% του φωτός. Αυτό σημαίνει ότι ένα πρωτόνιο κάνει σε ένα δευτερόλεπτο περίπου 11.000 στροφές γύρω στα 27 χλμ του LHC. Το CERN ιδρύθηκε το 1954. Τα 12 ιδρυτικά κράτη-μέλη (στα οποία ανήκει και η Ελλάδα), έχουν αυξηθεί σήμερα σε 20. Το Εργαστήριο βρίσκεται πάνω στα Γάλλο-Ελβετικά σύνορα, δυτικά της Γενεύης, στους πρόποδες της οροσειράς του Ιούρα (Jura). Περίπου 6.500 επιστήμονες, δηλαδή σχεδόν το 50% των επιστημόνων σ’ όλο τον κόσμο που ασχολούνται με τα σωματίδια, χρησιμοποιούν τις εγκαταστάσεις του CERN. Οι επιστήμονες αυτοί εκπροσωπούν 500 πανεπιστήμια και πάνω από 80 εθνικότητες. Τα κράτη-μέλη χρηματοδοτούν το CERN με συνεισφορές ανάλογες του ΑΕΠ τους. Trivia Ο Παγκόσμιος Ιστός, το γνωστό WWW, πρωτοεμφανίστηκε στο CERN στα τέλη της δεκαετίας του 1980 μετά από πρόταση του Tim BernersLee, μηχανικού υπολογιστών στο CERN, ως ένας τρόπος γρήγορης και εύκολης επικοινωνίας μεταξύ των επιστημόνων που συνεργάζονταν σε πειράματα του Κέντρου. Η ιδέα αυτή εξελίχθηκε από τον ίδιο και τον Robert Cailliau και επέτρεψε τη χρήση τού internet (δηλαδή τη σύνδεση υπολογιστών που είχε εμφανιστεί ήδη από τη δεκαετία του 1950) όχι μόνο από επιστήμονες αλλά από όλο τον κόσμο, από τη στιγμή που το 1992 το CERN έδωσε το δικαίωμα ελεύθερης χρήσης στην ανακάλυψή του.

Χρήσιμες Συνδέσεις: η ιστοσελίδα του CERN: «http://www.cern.ch» Ελληνικός εκλαϊκευτικός ιστότοπος για τη φυσική των σωματιδίων και τα πειράματα του CERN: «http://www.physics.ntua.gr/POPPHYS»


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΑΕΡΙΝΗ _Γιώργος Κουτσούκος οικονομολόγος, συγγραφέας

Στα καζίνο του κόσμου τούτου υπάρχουν δύο βασικά είδη ρουλέτας: η γαλλική και η αμερικάνικη. H αμερικάνικη είναι η πιο διαδεδομένη, καθώς καλύπτει το 95-99% των τραπεζιών σε ένα μέσο καζίνο. Είναι βιομηχανικής παραγωγής και την χειρίζεται ένας μόνο κρουπιέρης. Η γαλλική ρουλέτα αντίθετα είναι χειροποίητη και την χειρίζονται δύο κρουπιέρηδες καθώς έχει σχεδόν διπλάσια διάμετρο από την αμερικάνικη. Στις υπόλοιπες λεπτομέρειες (νούμερα κλ.π.) τα δύο είδη ρουλέτας είναι σχεδόν πανομοιότυπα. Τα καζίνο προτιμούν την αμερικανική ρουλέτα –και έχουν συνήθως και κάνα δυο γαλλικές για λόγους πρεστίζ– για έναν βασικό λόγο: η μπίλια «κάθεται» πολύ πιο γρήγορα στην αμερικάνικη, λόγω της μικρότερης διαμέτρου της, γεγονός που εξασφαλίζει περισσότερες ριξιές, άρα περισσότερα πονταρίσματα, άρα περισσότερα έσοδα για το καζίνο. Ο κανόνας είναι προφανής: όσο πιο γρήγορο είναι το παιχνίδι, τόσο πιο μεγάλος είναι ο τζίρος. Στο επίπεδο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας ο κανόνας είναι ο ίδιος. Στις διεθνείς αγορές οι συναλλαγές πραγματοποιούνται πλέον με ταχύτητα κλασμάτων δευτερολέπτου. Νέα χρηματοοικονομικά προϊόντα εμφανίζονται καθημερινά και οι επενδυτές μετακινούν αδιάκοπα τα κεφάλαιά τους από χώρα σε χώρα από νόμισμα σε νόμισμα, από προϊόν σε προϊόν με σκοπό τη μεγιστοποίηση

των κερδών τους. Η μπίλια γυρνάει αδιάκοπα και ολοένα πιο γρήγορα, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα (σε συνδυασμό φυσικά με δομικά στοιχεία του σημερινού οικονομικού μοντέλου) τη δημιουργία ενός παγκόσμιου χρηματοοικονομικού τομέα τελείως αυτονομημένου από την πραγματική οικονομία. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω ότι η συνολική αξία της παγκόσμιας αγοράς των παραγώγων στα μέσα του 2009 ήταν, περίπου, 600 τρις ευρώ, δηλαδή 10 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ! Χοντρικά δηλαδή η αξία της παγκόσμιας παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών είναι το 1/10 των διαφόρων σύνθετων χρηματοοικονομικών προϊόντων και συμβολαίων(παράγωγα), τα οποία βασίζονται σε προβλέψεις μελλοντικών γεγονότων. Και αυτές οι προβλέψεις αφορούν σχεδόν τα πάντα: από την τιμή π.χ. του σιταριού το Μάρτη του 2016, έως το αν θα βρέξει στη Ρώμη (τα λεγόμενα μετεωρολογικά παράγωγα) στις 23 Γενάρη του 2017! Δηλαδή μιλάμε ξεκάθαρα για τζόγο. Για μια σειρά από στοιχήματα που παίζονται με φρενήρεις ρυθμούς σε παγκόσμια κλίμακα. Γίνεται λοιπόν εμφανές ότι η ιλιγγιώδης ταχύτητα διεξαγωγής των συναλλαγών και διόγκωσης του χρηματοοικονομικού τζόγου δεν αποτελεί απλά αποτέλεσμα των νέων τεχνολογιών, αλλά και προϋπόθεση για τον πολλαπλασιασμό των κερδών των εταιρειών που ελέγχουν αυτό το παιχνίδι και εισπράττουν προφανώς τις ανάλογες προμήθειες.

Και ποιες είναι αυτές οι εταιρείες-καζινάρχες; Ή αλλιώς τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια; Μα φυσικά οι τράπεζες, τα hedge funds και τα διάφορα άλλα επιθετικά επενδυτικά σχήματα, που λυμαίνονται τις διεθνείς χρηματαγορές. Έτσι έχει λοιπόν η πραγματικότητα: ένας παγκόσμιος, άυλος χρηματοοικονομικός τομέας που δεν έχει σχέση με την πραγματική οικονομία και όμως κυριαρχεί πάνω της χάρη (και) στην ταχύτητα με την οποία κατορθώνει να αυτοπολλαπλασιάζεται. Τι να κάνεις μπροστά σε έναν γίγαντα που σου ρίχνει δέκα φορές σε δύναμη; Κουνάς την ουρίτσα υπάκουα και λουφάζεις. Έτσι κάνουν και τα κράτη. Ανίκανα να συναγωνιστούν τις διεθνείς χρηματαγορές στην ταχύτητα συσσώρευσης κεφαλαίων υποτάσσονται στις υποδείξεις τους –καθώς έχουν πάντοτε την ανάγκη τους για δανεικά– οι οποίες κινούνται σταθερά σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Άλλωστε, το οικονομικό μοντέλο του νεοφιλελευθερισμού, της ασυδοσίας δηλαδή των αγορών, τροφοδοτεί αυτή την κατάσταση και τροφοδοτείται αντίστοιχα από αυτήν. Το αποτέλεσμα; Δείτε γύρω σας: τους άνεργους γείτονες, τους φίλους σας των 700 ευρώ, τους συναδέλφους στη δουλειά. Χαρήκανε πολύ που μπήκε το 2010;

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 27


Αφι έ ρω μ α _ταχ ύτη τα

Τεχνική: μια μετεστραμμένη Imitatio Dei _Γιάννης Πεδιώτης

Αν η τεχνική σήμερα επέχει θέση θεού, τότε η ταχύτητα είναι το όργανο με το οποίο επιβάλλεται η πίστη; Τι γίνεται, όμως, όταν ο «Θεός» καταρρέει;

Η επίτευξη της μέγιστης δυνατής ταχύτητας υπήρξε σημείο αιχμής της τεχνικής. Είναι επομένως φυσικό μια συζήτηση που ξεκινά από την πρώτη να καταλήγει στη δεύτερη. Το γόητρο της τεχνικής έχει σήμερα πληγεί σοβαρότερα από κάθε άλλη φορά. Το γεγονός ότι κάποτε αποτελούσε αίτημα με χειραφετητικό συμφραζόμενο έχει δικαίως λησμονηθεί. Ωστόσο, η πεποίθηση ότι πρόκειται να λύσει τα προβλήματα που η ίδια δημιουργεί, δεν δείχνει να υποχωρεί αισθητά. Γίνεται συχνά λόγος για τη μοντέρνα λατρεία της τεχνικής: μια αμιγώς λατρευτική και δίχως δόγμα «θρησκεία». Την ίδια στιγμή είναι κατά τι δύσκολο να αποφανθεί κανείς αν πρέπει ή όχι να πιστεύουμε στον θεό της. «Εμπιστεύεται κανείς την τύχη του στην τεχνική χωρίς να την εγκωμιάζει και χωρίς να υπερβαίνει ολοκληρωτικά μιαν εσωτερική δυσπιστία», έγραφε ο Παναγιώτης Κονδύλης. Αυτό που πολλοί προσπαθούν, αλλά διστάζουν να πουν, είναι ότι η Τεχνική επέχει σήμερα θέση θεού. Πέραν τού ότι δεν έχει διατυπωθεί «ρεαλιστική εναλλακτική» προς την τεχνική πρόοδο, ο παραπάνω δισταγμός είναι εύλογος για έναν ακόμα λόγο. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς το φόβο που δημιουργεί η ιδέα ότι μια τόσο απλοϊκά εκπεφρασμένη διαπίστωση θα μας κατέτασσε αυτόματα στις τάξεις θρησκόληπτων και καταστροφολόγων. Και όντως. Όσο πασίδηλο και αν είναι τώρα το γεγονός ότι η πάλαι ποτέ λαμπρή ιδέα ενός μελλοντικού τεχνολογικού παραδείσου αποτέλεσε μια μορφή νοσταλγίας του Απολύτου (George Steiner), η διαπίστωση αυτή είναι τόσο συχνή, που έχει καταλήξει επικίνδυνος ρητορικός τόπος. Παρ’ όλα αυτά, ίσως είναι βάσιμη κατά έναν τουλάχιστον τρόπο. Ας δούμε πώς. Είναι γνωστά και διόλου αμφισβητήσιμα ότι α) το πρόβλημα της παρουσίας και της θέσης του ανθρώπου μέσα στον κόσμο μετατέθηκε κάποια στιγμή από τη θεολογική του βάση, β) η επικράτιση του τεχνικού πνεύματος εντός της κοινωνίας μετέβαλε τους όρους της σχέσης του ανθρώπου με τη Φύση, το θείο, καθώς και τον εαυτό του, και γ) από τους αρχαίους μέχρι του ύστερους χριστιανικούς χρόνους,

2 8 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

η σύμ​πλευση επιστήμης-τεχνικής είχε ένα αυστηρό όριο. Είναι επίσης γνωστό ότι το επιστημονικό εγχείρημα της νεωτερικότητας συνδέθηκε στις απαρχές του με μια προοδευτική θρησκευτική συνείδηση. Αρκεί να θυμηθούμε ότι ο νευτώνιος χρόνος και χώρος ήταν κάτι σαν sensorium Dei. Αυτή η αρχική συνοδοιπορία επιστήμης-θρησκείας στηρίχτηκε στην ιδέα μιας αναλογίας ανάμεσα στο φυσικό και το θείο, που επέτρεπε να παρουσιαστεί η γνώση της φύσης ως θρησκευτική αρετή. Το αποκορύφωμα αυτού απαντά στον Θεϊσμό τού αιώνα των Φώτων. Παρότι κείμενο μεταγενέστερο της ανόδου του ευρωπαϊκού Θεϊσμού, και εκλαϊκευτικό, το The Age of Reason του Αμερικανού Thomas Paine, απηχεί με μοναδικό τρόπο τη διδασκαλία του Θεού-Αρχιτέκτονα και του Υπέρτατου Όντος: «The true Deist has but one Deity, and his religion consists in contemplating the power, wisdom, and benignity of the Deity in his works, and in endeavoring to imitate him in everything moral, scientifical, and mechanical».* Στην πάροδο του χρόνου, η μίμηση αυτή περιορίστηκε για σύνθετους λόγους στο επιστημονικό και το μηχανικό, μέχρις ότου φτάσουμε σε μια μετεστραμμένη εκδοχή της που υιοθετήθηκε ως θετικό σχέδιο. Μόνο εκ των υστέρων κατέληξαν οι φωτεινές συνειδήσεις των ανεπτυγμένων κοινωνιών να προβάλουν τον ισχυρισμό ότι γίναμε «τεχνολογικοί Θεοί και ηθικοί διαβόλοι», όπως το έθεσε ο Luis Manford. Θα χρειαστεί να πάμε πιο πίσω και να θυμηθούμε κάποια θεωνύμια, προκειμένου να κατανοήσουμε πώς το σχέδιο βασίστηκε στην προσομοίωση και την εξομοίωση γνωρισμάτων, που στο προτεχνικό σύμπαν αποδίδονταν στο Θείο. Παντοδαπός, πανόπτης, όμμα πανδερκές, τηλεπρεπής, υπέρφωτος, οφθαλμός αλάθητος, είναι κάποια απ’ αυτά. Σ’ αυτές τις ιδιότητες συμπεριλαμβάνονται και άλλες διαφορετικής υφής: Δεν θα ήταν ακραίο να υποστηρίξουμε ότι το σύγχρονο κοινωνικό κράτος, το οποίο θα ήταν αδιανόητο δίχως την επέλαση της αυτοματοποίησης, είναι μια μορφή εξομοίωσης του ευσπλάγχνου και του χορηγού του ελέους. Το ακαριαίο της ταχύτητας, η ηλεκτρονική πανοπτική επιτήρηση και το γεγονός

ότι στην ψηφιακή εποχή τα πάντα μπορούν να αναχθούν στην πληροφοριακή διάσταση, είναι ενδεικτικά αυτής της κατάστασης. Δεν χρειάζεται όμως να περιοριστούμε στον χριστιανικό Θεό: ο Πυθαγόρας (που σύμφωνα με πολλούς μαθητές του ήταν ενσάρκωση του Απόλλωνα) φημίζεται ότι μεταφερόταν σε ελάχιστο χρόνο σε μέρη που βρισκόταν πολύ μακριά προκειμένου να επιτελέσει τα έργα του. Ανάλογη είναι η περίπτωση του νεοπυθαγόρειου θεραπευτή φιλοσόφου Απολλώνιου Τυανέως, σύγχρονου του Ιησού. Μαθητές και οπαδοί του «μαρτυρούν» ότι μπορούσε να εξαφανίζεται ή να είναι ταυτόχρονα σε δύο μέρη. Βλέπουμε λοιπόν πως η τεχνική πρόοδος πάσχισε να προσφέρει ό,τι άλλοτε η Εκκλησία και οι αρχαίοι μύθοι απέδιδαν στη θεία παντοδυναμία. Ό,τι έπραττε άλλοτε ο Θεός, συμπεριλαμβανομένου τού να χαρίζει ελπίδα ή εύνοια στους απεγνωσμένους, εμφανίστηκε σε κάποιο σημείο ως τεχνική δυνατότητα. Το ενδιαφέρον εντοπίζεται στις διαφορετικές, θετικές και αρνητικές σημασίες που έλαβαν οι ιδιότητες αυτές όσον αφορά τις κοινωνικές σχέσεις! Υπάρχει σαφώς ερώτημα άξονα, γύρω από τον οποίο συγκροτείται η εκάστοτε συμβολική οικονομία του κοινωνικού (αν μ’ αυτό εννοούμε την καθολική μορφή της ανταλλαγής και της κοινωνικής οργάνωσης). Δεν μπορούμε όμως να απαντήσουμε παίρνοντας το μέρος μιας παλιάς ή μιας νέας θεότητας. Και τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο πολύπλοκα αν λάβει κανείς υπόψη του την κεντρική θέση του Jacques Ellul στο Le système technicien, ότι ο πλέον καθοριστικός παράγοντας δεν είναι η οικονομία, ή η πολιτική, αλλά η τεχνική. Αυτό είναι που κάνει πιθανόν κρίσιμη τη φρέσκια ιδέα της αποανάπτυξης. Γιατί αν τα προβλήματα της τεχνικής δεν μπορούν να επιλυθούν ούτε καν με «εξανθρωπισμένα» τεχνικά μέσα, τότε ποια μέσα είναι ικανά γι’ αυτό;

*

Ένας αληθινός Θεϊστής δεν έχει παρά μία Θεότητα, και η θρησκεία του συνίσταται στο να αναλογίζεται τη δύναμη, τη σοφία και την καλοκαγαθία της Θεότητας στα έργα της, και στο να πασχίζει να την μιμηθεί σε κάθε τι ηθικό, επιστημονικό και μηχανικό.


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΡΑ!

_Γιώργος Καλλής, Καθηγητής ICREA, Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, www.eco2bcn.es

Καμιά φορά, αντί να κυνηγάς την ευτυχία, ίσως είναι καλύτερα να σταματάς και να την περιμένεις. Προς μια διαδικασία γενικευμένης ελάττωσης της παραγωγής και της κατανάλωσης. Η λύση στην οικονομική κρίση την οποία αντιμετωπίζει η χώρα μας δεν είναι η τόνωση της οικονομίας για την εκ νέου ανάπτυξη, αλλά η εθελούσια απο-ανάπτυξη. Ο όρος απο-ανάπτυξη προτάθηκε τη δεκαετία του ’70 από τον φυσικό-οικονομολόγο Nicholas Goergescu-Roegen και έγινε δημοφιλής στις μέρες μας από τον Γάλλο ακαδημαϊκό Serge Latouche1. Η αποανάπτυξη είναι μια διαδικασία γενικευμένης ελάττωσης της παραγωγής και της κατανάλωσης, «απο-χρηματικοποίησης» των ανθρώπινων σχέσεων, και επανίδρυσης της κοινωνίας στη βάση της απλότητας, της συντροφικότητας και του διαλόγου. Η διαρκής οικονομική ανάπτυξη δεν είναι εφικτή σε έναν πλανήτη με φυσικά όρια. Το φτηνό πετρέλαιο και τα μέταλλα στα οποία βασίστηκε η βιομηχανική επανάσταση τελειώνουν. Δεν υπάρχει άλλη γη να χτίσουμε κι ό,τι δρόμο ήταν να ασφαλτώσουμε, τον ασφαλτώσαμε. Τα αμάξια και τα εργοστάσια που παράγουν τα προϊόντα που καταναλώνουμε καταστρέφουν το κλίμα· το κόστος από τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι ήδη δυσβάστακτο. Η χρηματοπιστωτική φούσκα, η οποία μας επέτρεψε μέσα από πολύπλοκα επενδυτικά «προϊόντα» να δανειστούμε από το μέλλον για να διατηρήσουμε τους απαραίτητους, πλην αφύσικους ρυθμούς ανάπτυξης, έσπασε. Είμαστε το μέλλον και καλούμαστε να πληρώσουμε τα χρωστούμενα του παρελθόντος. Ακόμα κι αν η παγκόσμια οικονομία επανακάμψει, το μόνο που θα κάνει θα είναι να επιταχύνει την πορεία προς την κλιματική και κοινωνική καταστροφή. Η οικονομική ανάπτυξη δεν μας κάνει καν πιο χαρούμενους. Στην ανταγωνιστική κοινωνία της αγοράς η επιτυχία δεν μετράται από το αν έχεις αυτά που επιθυμείς, αλλά από το αν έχεις περισσότερα από τον διπλανό σου. Όσο και να μεγαλώνει η οικονομία, όσο και να πλουτίζεις, πάντα θα υπάρχει κάποιος πιο πλούσιος δίπλα σου. Οι μελέτες των ψυχολόγων δείχνουν αυτό που ο απλός κόσμος ξέρει από καιρό: τα πλούτη δεν φέρνουν την ευτυχία. Πέρα από ένα ελάχιστο εισόδημα το οποίο είναι απαραίτητο για την ικανοποίηση βασικών αναγκών στέγης και ασφάλειας, τα παραπάνω χρήματα και η παραπάνω κατανάλωση είναι δώρα άδωρα. Ο μέσος Έλληνας είναι σήμερα τέσσερις φορές πιο πλούσιος από το 1980. Είναι έστω και λίγο πιο ευτυχισμένος; Μια φορά κι έναν καιρό, εμείς οι Έλληνες περηφανευόμασταν για την φιλοξενία μας. Στη δουλειά δεν ζητούσαμε χρήματα από τους γνωστούς μας και στο φαγητό τσακωνόμασταν ποιος θα πληρώσει. Ήμασταν ικανοποιημένοι με τα λίγα· τον ήλιο, τη θάλασσα, τον μεσημεριανό μας ύπνο, τη συζήτηση με την παρέα και τους κολλητούς μας, το κυριακάτικο τραπέζι με την οικογένεια, το καλοκαίρι στο χωριό ή το νησί. Δεν συσσωρεύαμε· ό,τι είχαμε το ξοδεύαμε σ’ ένα γλέντι με τους φίλους μας. Πόσο μακρινά μοιάζουν όλα αυτά... Πειστήκαμε πως ήμασταν «υπανάπτυκτοι» κι πως η ευτυχία ήταν στα λεφτά. Η φιλοξενία έγινε «rooms to let», οι παραλίες γέμισαν ξαπλώστρες και φουσκωτά, κτίσαμε και την τελευταία πιθαμή γης και δάσους. Η παρέα αντικαταστάθηκε από την ιδιωτική τηλεόραση, και η σιέστα από τα βάλιουμ. Φοβόμασταν ότι θα γίνουμε ο τόπος παραθερισμού της υπόλοιπης Ευρώπης· τώρα φοβόμαστε μήπως και πάψουμε να είμαστε. Η συντροφικότητα έδωσε τη θέση της στην ιδιωτικότητα και τον άκρατο εγωισμό, η ανθρώπινη επαφή και το κέρασμα στην συναλλαγή και την εκμετάλλευση. Ο εύκολος πλουτισμός αντικατέστησε τη συνεπή εργασία. Από το μέτρο του Αρι-

στοτέλη και την συντροφικότητα και δοτικότητα του Ζορμπά, φτάσαμε στους ψευτογραβατωμένους της Σοφοκλέους, εμπόρους μετοχών μιας οικονομίας που δεν παράγει τίποτα. Όσοι αισθανόμασταν ότι κάτι δεν πάει καλά, ήμασταν απαισιόδοξοι και οπισθοδρομικοί, δεν βλέπαμε την ανάγκη του «εκσυγχρονισμού»· ο κουρέας της Σίφνου έπρεπε να γίνει σύγχρονο κομμωτήριο, και το καφενείο της Αμοργού μπαράκι. Η φυσική ροή της ιστορίας. Έλα όμως που ήταν αφύσικη! Η φούσκα έσπασε και το ψέμα τελείωσε. Μπροστά μας ανοίγονται δύο δρόμοι· η βαρβαρότητα και η εθελούσια απο-ανάπτυξη. Τη βαρβαρότητα την βιώνουμε ήδη. Στρατοί ανέργων. Απελπισμένοι μετανάστες στους δρόμους, τους φέραμε εδώ να κτίσουν τα Ολυμπιακά στάδια και τις βίλες μας, μια και εμείς δεν κάνουμε πια για εργάτες, πάμε όλοι πανεπιστήμιο. Τώρα να φύγουν! Τυφλή βία και σκληρή αστυνόμευση, συγκρούσεις αυτών που χάνουν αυτά που έχουν με αυτούς που δεν έχουν τίποτα να χάσουν. «Μια χούντα μάς σώζει». Επιστροφή στο μέλλον του 1930; Όσοι εργαζόμαστε για την ιδέα της απο-ανάπτυξης οραματιζόμαστε μια άλλη κοινωνία, βασισμένη στη συντροφικότητα και στη χαρά μέσα από την απλότητα. Μια Ελλάδα σαν αυτή των γιαγιάδων μας, μια Ελλάδα σαν τα νησιά των παιδικών μας χρόνων, χωρίς όμως την πολιτική καταπίεση και τα κατηχητικά. Και με το πρόβλημα της βασικής επιβίωσης λυμένο, αφού η πρόοδος στην παραγωγή και την επικοινωνία μάς επιτρέπει να ζούμε πολύ πιο άνετα. Πώς πάμε «από εδώ, εκεί»; Στο κίνημα για την απο-ανάπτυξη συζητάμε πληθώρα πολιτικών προτάσεων, από τη θεσμοθέτηση βασικού εξασφαλισμένου εισοδήματος και δραστικής μείωσης του ωραρίου της αμοιβόμενης εργασίας, επενδύσεις για την ανάπτυξη οικονομικών συστημάτων υγείας και παιδείας βασισμένα στον ανθρώπινο παράγοντα (το παράδειγμα της Κούβας) και στροφής προς τοπικές κοινωνικές οικονομίες με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας 2. Όλα αυτά απαιτούν κοινωνική αποδοχή ενός προτύπου ζωής με λιγότερες υλικές ανέσεις, και άρα πολιτιστική αλλαγή. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ισότητα και η δικαιοσύνη μέσω της αναδιανομής του εισοδήματος: κανείς δεν θα αποδεχτεί να ζει με λιγότερα όταν δίπλα του κάποιοι σπαταλούν πλουσιοπάροχα.

Ο κουρέας της Σίφνου έπρεπε να γίνει σύγχρονο κομμωτήριο, και το καφενείο της Αμοργού μπαράκι. Η φυσική ροή της ιστορίας. Έλα όμως που ήταν αφύσικη!

Η ιδέα της απο-ανάπτυξης πάει κόντρα στη συστημική τάση του καπιταλισμού, ο οποίος απαιτεί ανάπτυξη για χάρη της ανάπτυξης και διαρκές κέρδος, κάθε χρόνο μεγαλύτερο. Ισχυρά συμφέροντα θα αντιταχθούν στην πιθανότητα της απο-ανάπτυξης. Οι επιστήμονές τους θα βαλθούν να μας πείσουν ότι είναι αδύνατη, και οι διαφημιστές τους να μας κάνουν να συνεχίσουμε να καταναλώνουμε τα προϊόντα τους. Μόνο ένα μαζικό, ειρηνικό, πολιτικό κίνημα μπορεί να υπερκεράσει αυτές τις δυνάμεις. Όλα αυτά ίσως φαίνονται απίθανα. Αλλά αν η πολιτική ήταν η τέχνη του εφικτού, τότε δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε τίποτα: το εφικτό γίνεται από μόνο του. Η πολιτική απαιτεί όραμα για έναν κόσμο διαφορετικό. Η απο-ανάπτυξη προσφέρει το όραμα, μένει σε μας να το υλοποιήσουμε.

1 Το βιβλίο του Serge Latouche «Το στοίχημα της απο-ανάπτυξης» κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις Εκδόσεις Βάνιας. 2 Το δεύτερο διεθνές συνέδριο για την απο-ανάπτυξη στην Βαρκελώνη, 26-29 Μαρτίου 2010, θα βασιστεί σε πληθώρα ανοιχτών συζητήσεων επί συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων (www.degrowth.eu). Για πληροφορίες στα Ελληνικά: giorgoskallis@gmail. com.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 29


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

Slow food

_Θάνος Κουτσιανάς, thanos@kifinas.net

Ή πως να ενώσουμε το πιάτο μας με την προστασία του πλανήτη.

Η γαστρονομία αν και συνήθως ταυτίζεται με την επονομαζόμενη «υψηλή κουζίνα» ουσιαστικά συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που διαμορφώνουν την αντίληψή μας για τη γεύση και φυσικά τη διατροφή. Η μελέτη της διασταυρώνει κλάδους όπως η φυσική, η χημεία, η φυσική ιστορία, η μαγειρική, τα οικονομικά και η πολιτική οικονομία όσο και εάν σήμερα θεωρείται απλά σαν ο τελευταίος κρίκος της μακράς διαδικασίας του φαγητού για να φτάσει από τη γη στο τραπέζι. Από την άλλη, η τεράστια βιομηχανία τροφίμων που έχει σαν αποδέκτη της, κυρίως τις ανεπτυγμένες κοινωνίες της Δύσης, επενδύει στην αίσθηση της γεύσης για τη διάθεση των υψηλά επεξεργασμένων προϊόντων της στο τραπέζι μας. Η λεγόμενη Τεχνολογία Τροφίμων δεν μπορεί να ταυτιστεί με τη γαστρονομία γιατί θεωρεί αυτονόητη μια και μόνο διαδικασία παραγωγής. Την παραγωγή αγροτικών προϊόντων μέσω της λεγόμενης βιομηχανοποιημένης γεωργίας που εκφράζεται μέσω της «Πράσινης Επανάστασης». Όμως όπως Γεωργία σημαίνει Τροφή, έτσι και η βιομηχανική Γεωργία σημαίνει βιομηχανοποιημένη Τροφή, δηλαδή, τρόφιμα επεξεργασμένα και τροποποιημένα, στη γεύση, στην υφή, στις διατροφικές τους ιδιότητες και φυσικά στο χρόνο που απαιτείται για να καταστούν βρώσιμα. Η αντίδραση σ’ αυτή την κατάσταση έρχεται αυτή τη φορά από την Ιταλία και ονομάζεται Slow Food Movement. Το Slow Food ιδρύθηκε από τον Carlo Petrini με στόχο τη διατήρηση της πολιτισμικής και τοπικής κουζίνας και των σχετιζόμενων φυτών, σπόρων, παραδοσιακής κτηνοτροφίας και γεωργίας μέσα στα όρια του τοπικού οικοσυστήματος. Δηλώνουν ότι «όλοι έχουν το βασικό δικαίωμα στην απόλαυση και συνεπώς και την υποχρέωση της προστασίας της κληρονομιάς του φαγητού, παράδοσης και πολιτισμού που καθιστά εφικτή αυτή την απόλαυση» Στο μανιφέστο του Slow Food περιγράφεται πως «όλοι έχουμε σκλαβωθεί από την ταχύτητα και όλοι έχουμε μολυνθεί από τον ίδιο ιό – τη γρήγορη ζωή που διαλύει τις συνήθειές μας, μπαίνει στα σπίτια μας και μας υποχρεώνει να τρώμε «γρήγορα φαγητά». Για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε τον τίτλο του Homo Sapiens (Σκεπτόμενου Ανθρώπου) πρέπει να ξεφορτωθούμε την ταχύτητα προτού και οι ίδιοι διατρέξουμε τον κίνδυνο να είμαστε ένα είδος υπό εξαφάνιση. Η σθεναρή αντίσταση μέσω της ήσυχης υλικής απόλαυσης είναι ένας μοναδικός τρόπος για να αντιδράσουμε στην παγκόσμια ανοησία της γρήγορης ζωής που συχνά μπερδεύει την υστερία με την αποτελεσματικότητα. Περιττό βέβαια να αναφερθεί πως η γρήγορη ζωή απειλεί το περιβάλλον και τα τοπία μας στο όνομα της παραγωγικότητας.

3 0 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

Cavolfiori a Merenda Απόφοιτος ενός εκ των πρώτων ακαδημαϊκών κέντρων γαστρονομίας του University of Gastronomic Sciences, ο αγαπητός μου φίλος Federico Bobbio και η παρέα του ξεκίνησαν τη δική τους περιπέτεια· να ενώσουν το πιάτο με την προστασία του πλανήτη. Με τον σουρεαλιστικό τίτλο «Κουνουπίδι για κολατσιό», επτά φίλοι, αγόρια και κορίτσια ταξιδεύουν με ένα παλιό VW φορτηγάκι σε διάφορες φάρμες της Ιταλίας και οργανώνουν δείπνα υψηλής γαστρονομίας σε ...χωράφια και παραλίες με ντεκόρ ηλίανθους, παπαρούνες, τη θάλασσα και το σεληνόφως. Με τα δικά τους λόγια το Cavolfiori a merenda είναι: «Μια απλή ιδέα– ένα μεγάλο τραπέζι στημένο στον αγρό. Λευκά τραπεζομάντιλα, ένα χωράφι, χέρια, κουβέντα στο έδαφος, το ψωμί από χέρι σε χέρι, κοτόπουλα, μουσική, ο ήλιος και η βροχή». Είχαμε αυτή την ιδέα, να οργανώσουμε μια γιορτή των αγρών μέσα σε φάρμες και να επικεντρώσουμε σ’ αυτό την προσοχή μας. Θέλουμε να δώσουμε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τα πρόσωπα, την παραγωγή και τους τόπους γέννησης των ανθρώπων, των πρώτων υλών και της φύσης. Θα βάλουμε το τραπέζι έξω, στο απαλό χάδι του ανέμου, χρησιμοποιώντας το σαν μέσο για να γνωριστούν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Θα κάνουμε Haute Cuisine (υψηλή μαγειρική) και θα την καταστήσουμε πιο πραγματική, λιγότερο snob χρησιμοποιώντας την παραγωγή από τις φάρμες που μας φιλοξενούν, επαναπροσδιορίζοντας τη δίαιτά μας σε μερικές εκατοντάδες μέτρα, δίνοντας τη δυνατότητα στον κόσμο να απολαύσει το φαγητό στο ίδιο το έδαφος που το παράγει. Δηλώνουν πως στόχος τους είναι να επικοινωνήσουν τη σημασία τού να γνωρίζουμε από πού έρχεται η τροφή μας έτσι ώστε να έχουμε συνείδηση των ηθικών, οικολογικών και πολιτισμικών συνεπειών των καταναλωτικών μας συνηθειών. Θέλουν να προωθήσουν τη χρήση, τη σημασία και τις ευεργετικές ιδιότητες των φρέσκων προϊόντων που δεν έχουν μεταφερθεί, ούτε καταψυχθεί. Θέλουν τέλος να δείξουν τη μοναδικότητα των ποιοτήτων που συγκεντρώνει ένας συγκεκριμένος τόπος, η παραδοσιακή προετοιμασία, η γη, και το ονομάζουν γαστρονομία ριζωμένη στον τόπο. Οπότε, ζήτω η επανάσταση γεμάτη γεύσεις, ζήτω το slow food, ζήτω τα αντιστασιακά κουνουπίδια.

http://www.slowfood.com/ http://www.cavolfioriamerenda.it

Θα βάλουμε το τραπέζι έξω, στο απαλό χάδι του ανέμου, χρησιμοποιώντας το σαν μέσο για να γνωριστούν οι άνθρωποι μεταξύ τους.


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

Street Style Revived Οι δρόμοι έχουν πάντα ενδιαφέρον _Έλλη Τσάτσου

Από τον δρόμο στα blog . Από τα blog στη ντουλάπα μας. Και πάλι πίσω. Η μόδα και οι τάσεις αλλάζουν τόσο γρήγορα όσο ένα «κλικ».

Όντας τρελαμένη με το διαδίκτυο και ταυτοχρόνως ερωτευμένη αιωνίως με τις ωραίες φωτογραφίες, πρόσφατα έκανα μια σκέψη που συνοψίζει ό,τι έχω συλλέξει τον τελευταίο καιρό σερφάροντας. Παρατηρώ, θα έλεγα λοιπόν, μία (επι)στροφή στην ατομικότητα –αυτή τη φορά ορισμένη χωρίς εγωκεντρισμούς και διάθεση αποξένωσης– μέσω του προσωπικού styling. Για τους μη μυημένους στο χώρο της μόδας (αν και αυτό δεν φαίνεται να είναι τελικά απαραίτητο), αυτό σημαίνει με απλά λόγια πως στα κατά κόσμον fashion sources, η έμφαση δίνεται εκ νέου στη διαφορετικότητα της κάθε προσωπικότητας που προβάλλεται παρά στα ρούχα που φορά. Το βάρος μετατοπίζεται στη μοναδικότητα της οπτικής της γωνίας και στην αξία της άποψής της, ένα επίπεδο δηλαδή πιο βαθιά από την προσεγμένη επιφάνεια. Και το ότι αυτό εκφράζεται μέσω των ρούχων, δεν υποτιμά καθόλου το γεγονός πως συμβαίνει. Εξάλλου, ο τρόπος που ο καθένας χτίζει την εικόνα του εαυτού του αναμφίβολα συναντά, έστω και σε λεπτομέρειες, τις συγκεκριμένες επιλογές που κάνει και για την εξωτερική του εμφάνιση. Πού το είδα αυτό θα με ρωτήσετε τώρα. Η απάντηση είναι σύντομη και εύκολα προσβάσιμη (για να το διαπιστώσετε και μόνοι σας). Σαν φαινόμενο, έγινε γνωστό παγκοσμίως ως Street Style, όρος παλιός αλλά επαναπροσδιορισμένος πλέον ως εξής: από το 2005 και έπειτα, σε πολλά (free) blogs άρχισαν να «ανεβαίνουν» φωτογραφίες καθημερινών ανθρώπων με ενδυματολογική άποψη. Δεν ήταν μοντέλα, δεν ήταν celebrities, δεν ήταν καν άνθρωποι του

χώρου της μόδας. Αντιθέτως, ήταν γυναίκες και άνδρες όλων των ηλικιών και όλων των χρωμάτων που ανεξάρτητα από τις οικονομικές τους απολαβές είχαν κάτι ενδιαφέρον στη «μορφή» τους. Με πρωτοπόρο το –διάσημο πλέον– The Sartorialist, η προσοχή στράφηκε στην προσωπική μαεστρία και το μεράκι που οι (κατά τύχη) απρόσμενα φωτογραφιζόμενοι έδιναν στον εαυτό τους. Ο αυτοσεβασμός που τους έντυνε πιο ζεστά από τα ρούχα αφέθηκε στα χέρια των δημιουργών αυτής της προσέγγισης και έτσι το όραμα αυτό μοιράστηκε μέσω του internet σε ολόκληρο τον –καλωδιωμένο– κόσμο. Και αυτή τη φορά, όλη αυτή η προσπάθεια δεν περιέχει στοιχεία ελιτίστικης επιλογής – κάθε άλλο. Έχω δει να φωτογραφίζονται με την ίδια υπερηφάνεια (από πλευράς τόσο του φωτογράφου αλλά και του ίδιου του φωτογραφιζόμενου) καλλιτέχνες, γιατροί, επαίτες, επιχειρηματίες, σοφέρ και άλλοι πολλοί! Και για να ενταχθεί αυτό το κείμενο στα πλαίσια του «γρήγορου» αφιερώματος, ο επίλογός του ας είναι επεξηγηματικός επί τούτου. Νιώθω πως αυτή η στροφή πυροδοτήθηκε από τις urban ταχύτητες, από την επιτάχυνση των καθημερινών ρυθμών. Προκλήθηκε από την εμφάνιση και διάδοση του πιο γρήγορου μέσου επικοινωνίας, του internet. Οι αιτίες είναι δύο.

έχουν μεν κύρος αλλά κάπως «μπαγιατεύουν» όταν εκδίδονται μία φορά το μήνα, δύο φορές το χρόνο κ.ο.κ. Χάνουν πολύτιμο αυθορμητισμό και δόσεις ανεξαρτησίας. Και έπειτα, είναι η ίδια η μόδα μία επιτάχυνση, μία αέναη κίνηση. Ο άξονάς της είναι εξελικτικός, ζει βαθιά στο τώρα αλλά κοιτά μπροστά. Οπότε, τι πιο ταιριαστό από την ενέργεια των δρόμων σήμερα, των ανθρώπων του παρόντος; Τι πιο σύμφωνο από τη χρήση της ψηφιακής φωτογραφίας που αιχμαλωτίζει μία στιγμή και την εκτοξεύει στο μέλλον; Τι πιο ενδιαφέρον από τις προσωπικότητες των ανθρώπων και το θάρρος της άποψής τους; Αυτή η προσπάθεια μοιάζει άλλωστε και με ένα ιδιότυπο χρονογράφημα των καιρών μας. Πως δηλαδή μοιάζουν οι άνθρωποι στην ανατολή του 21ου αιώνα. Ίσως με αυτόν τον τρόπο οριστεί και με μεγαλύτερο σεβασμό η ίδια η έννοια της σχεδιαστικής μαεστρίας που θολώνει μπροστά στη βιασύνη ενός οικονομικού συστήματος που δεν χαμπαριάζει και πολύ από ρομαντικές ιδέες.   [Street Style blogs] Ο Ενδυματολόγος http://thesartorialist.blogspot.com/ Η Γαλλιδούλα http://www.garancedore.fr/ The grunge vibe http://jakandjil.com/blog/ Οι Σκανδιναβοί http://stockholmstreetstyle.feber. se/

Πρώτον, δεν αρέσει πλέον σε κανέναν να περιμένει πολύ καιρό για κάτι για το οποίο διψάει να γνωρίσει ή να δει. Οι νεότεροι δεν έχουμε καν μάθει έτσι – γεννηθήκαμε και το internet ήταν πιο μεγάλο από εμάς. Επομένως, οι προτάσεις των περιοδικών και των απανταχού fashion gurus

Το Lookbook http://lookbook.nu/ Ο Έλληνας http://streetgeist.com/ Οι Ψηφοφορίες http://www.fashion-ation.net/category/streetstyle.aspx Ο Κρυφός Παρατηρητής http://streetpeeper.com/ Τhe Models off duty http://altamiranyc.blogspot.com/

το λεξικό του διαόλου _Μάνος Σιφονιός

Άγχος  Ο φόρος που καταβάλλουμε για ό,τι νομίζουμε ότι αποτελεί επιτυχία μας. Απόσταση  1. Μια τεντωμένη λεπτή κλωστή ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αξιοπρέπεια που ο καθένας δυσκολεύεται να τυλίξει. 2. Κατάσταση που επικρατεί στις σύγχρονες ανθρώπινες σχέσεις. Ποδήλατο  Ενδιάμεσο στάδιο εξέλιξης της ανθρώπινης ζωής, (υπολογίζεται γύρω στα 30 με 60). Αν και δεν έχει καταγραφεί επιστημονικά, βεβαιώνεται από τις εμπειρικές δηλώσεις πολυάριθμων ανθρώπων (π.χ. «Η ζωή μας έχει γίνει ποδήλατο!»).

Ταχυδακτυλουργός  Επαγγελματίας της πολιτικής, που τη μία στιγμή εξαφανίζει υποσχέσεις και προσδοκίες και την άλλη εμφανίζει φουσκωμένο τον τραπεζικό του λογαριασμό. Ταχύτητα  Η τέχνη τού να τα κάνεις όλα και να μη σου μένει τίποτε.

«Το γοργόν και χάριν έχει» ή «Σπεύδε βραδέως»  Ακόμα ένας γρίφος της παιδικής ηλικίας. Η παγίδα των ενηλίκων αποκαλύπτεται –όπως και τόσες άλλες– όταν αρχίζουμε να επικαλούμαστε στα δικά μας παιδιά, όποιο σκέλος μας βολεύει κάθε φορά. Φως  Το ταχύτερο μέσον διάδοσης της ανθρώπινης υπεροψίας.

Τσάκα  Όρος της πρέφας ο οποίος όταν διπλασιάζεται παραπέμπει σε ταχύτητα και βιάση (και δεν εννοούμε το διπλοτσάκα!). Συνώνυμο του μάνι (ουδεμία σχέση με την πρέφα).

Fast Food  Ονοματεπώνυμο ιδιοκτήτη παγκόσμιας αλυσίδας υποβαθμισμένης διατροφής που ανερυθρίαστα επιμένει να προβάλλει το όνομά του σε επιγραφές. Γιος του Live Fast και πατέρας του Die Young.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 3 1


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

Ο ταχύτερος παίκτης στον κόσμο _Βασίλης Γαλούπης*

«Κριστιάνο Ρονάλντο, ο ταχύτερος παίκτης στον κόσμο…». Αυτό προέκυψε από την πρόσφατη σχετική έρευνα του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel». Πριν από μόλις λίγες δεκαετίες μια τέτοια επισήμανση θα περνούσε εντελώς απαρατήρητη. Υπερείχαν άλλα χαρακτηριστικά, σαφώς πιο ουσιώδη…, και ο κόσμος δεν θαμπωνόταν τότε από κάτι τέτοια «εύκολα». Εκστασιαζόταν από την τέχνη…, την ποδοσφαιρική ευφυϊα…, την ηρωϊκή προσπάθεια, κι όχι από… τσιτά που κλωτσούσαν τόπι. Είναι μάλλον παρακμιακό το φαινόμενο, όταν τέτοιες ειδήσεις κάνουν το γύρο του κόσμου όλο και πιο συχνά πια. «Μονοδιάστατα» σπορ, όπως συγκεκριμένα αγωνίσματα του στίβου, είναι λογικό να επικεντρώνονται αποκλειστικά στην επιτάχυνση. Αναμφισβήτητα ενδιαφέρει ότι ο Ουσάϊν Μπολτ έτρεχε με 44.7 χλμ., όταν κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ στα 100 μ. Αυτό το τέρας της φύσης, άλλωστε, ήρθε να αλλάξει για πάντα τα δεδομένα στις ταχύτητες. Οι κλασικοί σωματότυποι–τανκ, σαν του κοντόσωμου μυϊκού θωρηκτού Μπεν Τζόνσον, ξεχάστηκαν μεμιάς όταν εμφανίστηκε ο θηριώδης Τζαμαϊκανός, που με τους… μισούς διασκελισμούς και την απίστευτη, για τη σωματοδομή του, έκρηξη σβήνει την ελπίδα νίκης σε οποιονδήποτε «παραδοσιακό» σπρίντερ. Σε κάτι, όμως, τόσο πολυδιάστατο και πολυσήμαντο όπως το ποδόσφαιρο χάνονται διά παντός ανώτερες έννοιες, όταν επικεντρώνεται η πληροφόρηση στο ότι ο Ρονάλντο της Ρεάλ Μαδρίτης αναπτύσσει ταχύτητα 33.6 χλμ. ή, ο Άριεν Ρόμπεν της Μπάγερν 32.9. Το ποδόσφαιρο κάποτε ήταν για όλους. Σήμερα ο αργός, όσο τεχνίτης κι αν είναι, περιθωριοποιείται… Αποβάλλεται από το χώρο. Ζούμε στην εποχή του γρήγορου… Ακόμα και τα τεράστια ποδοσφαι-

ρικά γήπεδα δείχνουν πια μικρά για να χωρέσουν τόσους «εκρηκτικούς» μυς μαζεμένους. Τα κορμιά άλλαξαν δραματικά και ο ποδοσφαιριστής υπάρχει η απαίτηση να είναι και σπρίντερ. Μόνο μέσα στην τελευταία διετία τα σπριντ αυξήθηκαν στην premier league κατά 50%! Αλλάζουν τα πάντα σε ό,τι ξέραμε για αθλητισμό και δεν είναι εύκολα διακριτό ποιος αθλητής κάνει τι. Σαν να βγαίνουν από ίδιο καλούπι... Δεν υπάρχει, άλλωστε, σήμερα κρυφή γνώση. Οι προπονήσεις ταχύτητας είναι παντού σχεδόν ίδιες. Κορυφαίοι παίκτες, όπως ο Ετό, θα μπορούσαν ίσως να ήταν και αθλητές στίβου πριν από λίγες δεκαετίες. Ο Καμερουνέζος της Ίντερ ξεπερνάει τα 30 χλμ. σε κάποιες φάσεις, όταν σαν σπριντ νοείται ό,τι τρέχει με πάνω από 21 χλμ. Ναι, αλλά υπάρχουν και οι πραγματικά υπερφυσικοί για τα πολύ «δύσκολα». Όπως ο διάσημος Αιθίοπας δρομέας Γκεμπρεσελασιέ, μια σταλιά άνθρωπος και δίχως «υπερβολικό» κορμί. Είναι συγκλονιστικό, όμως, αν αναλογιστεί κανείς ότι καταφέρνει να τρέχει επί 20 τουλάχιστον χιλιόμετρα στον μαραθώνιο με μέση –απίστευτη– ταχύτητα 21.1 χλμ.! Και είναι ενδεχομένως το μοναδικό παράδειγμα ανθρώπου που έχει μετατρέψει τα σπριντ σε… αντοχή. Να, λοιπόν, που ακόμα και απέναντι στην ωμή ταχύτητα μπορεί κάποιος να αντιπαρατάξει ποιότητα…

Φλέβες έτοιμες να εκραγούν _Βασίλης Γαλούπης*

Από το 1980 που εμπορευματοποιήθηκαν και ουσιαστικά οι Ολυμπιακοί Αγώνες, το ρεκόρ έγινε αυτοσκοπός, διότι «πουλούσε». Στα «φυσικά» σπορ όπου κυριαρχεί η ταχύτητα ή, η δύναμη, η… μεζούρα και το… ρολόι μπορούσαν ευκολότερα να νικηθούν μέσω του ντόπινγκ. Φυσικά, κανείς γεννημένος αργός, δεν μπορεί να γίνει γρήγορος, με οποιοδήποτε φάρμακο. Ένας σβέλτος, όμως, θεωρείται ότι μπορεί ευκολότερα να βελτιώσει τους χρόνους του με αναβολικά και διεγερτικά. Κι έτσι η ντόπα κυριάρχησε σε ολόκληρες κούρσες, όπως ο περιβόητος τελικός των 100 μ. στη Σεούλ το 1988, όπου οι πέντε από τους οκτώ φιναλίστ είχαν εμπλοκή με ντόπινγκ. Από τα ντοκουμέντα της Αν. Γερμανίας, όπως κι από πιο πρόσφατες περιπτώσεις άλλων συλληφθέντων αθλητών, έχει διαπιστωθεί ότι αρχικά στη φάση της προετοιμασίας χρησιμοποιούνταν «σκληρά» στεροειδή αναβολικά (τεστοστερόνη, στανοζολόλ, ναδρολόνη κλ.π.) με εβδομαδιαίους κύκλους «θεραπείας» και με στόχο να μπούνε οι μυϊκές βάσεις της εκρηκτικότητας, ενώ κατά τη διάρκεια του αγώνα χορηγούνταν ισχυρά διεγερτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος για μεγαλύτερη εγρήγορση στα κρίσιμα δευτερόλεπτα της κούρσας. Ωστόσο, αυτό στη συνέχεια άλλαξε (προς το χειρότερο…). Οι προσθήκες στα κοκτέιλ ακόμα και της αυξητικής ορμόνης, έτσι ώστε να υπάρχει, όπως θεωρείτο, μεγαλύτερη βελτίωση του μυϊκού συστήματος,

όπως ακόμα και ερυθροποιητίνης είναι διαπιστωμένες σε αρκετές περιπτώσεις (π. χ. Μάριον Τζόουνς, Τιμ Μοντγκόμερι κλ.π.). Το παράδοξο είναι ότι η ερυθροποιητίνη θεωρείται ουσία για αντοχή και όχι για σπριντ! Κι αυτό δείχνει ότι τα μενού των υπερπρωταθλητών ταχύτητας μπορούν ουσιαστικά να περιλαμβάνουν μια τεράστια γκάμα απαγορευμένων ουσιών. Για παράδειγμα, στην αυτοβιογραφία του ο Βρετανός σπρίντερ Ντουέιν Τσέιμπερς αποκάλυψε ότι το 2002 πήρε μέσα σε 12 μήνες 300 διαφορετικές ουσίες! Αυτό και μόνο τα λέει όλα. Η εκτίμηση, μάλιστα, ότι ήδη έχει εισχωρήσει στον αθλητισμό το γονιδιακό ντόπινγκ που «τερατοποιεί» αυτομάτως επιλεγμένες μυϊκές ομάδες, κάνει τα πράγματα ακόμη πολυπλοκότερα… Ο παγκόσμιος αθλητισμός μοιάζει να οδηγείται πια στα… extreme sports. Στην «αμερικανοποιημένη» θεώρηση, όπου το μεγαλύτερο είναι και εντυπωσιακότερο ως προϊόν. Φουσκωτοί «φτιαχτοί» μύες, φλέβες έτοιμες να εκραγούν, κορμιά σαν να βγήκαν από cartoons, πόζες, λεφτά και σόου ρωμαϊκής αρένας… Δεν θα μπορούσε αυτό το concept να είναι κάτι άλλο από απόρροια μιας απλοϊκής και «εύπεπτης» παγκοσμιοποίησης. Και φαίνεται πως ούτε ο πολυπολιτισμικός αθλητισμός, με τις τόσο βαθιές ρίζες στην καρδιά της ανθρωπότητας, μπορεί τελικά να γλιτώσει από την ισοπέδωση…

* Ο Βασίλης Γαλούπης είναι δημοσιογράφος της εφημερίδας «Ο Φίλαθλος» και συντάκτης της στήλης «Ντόπερμαν».

3 2 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

Κορυφαίοι παίκτες, όπως ο Ετό, θα μπορούσαν ίσως να ήταν και αθλητές στίβου πριν από λίγες δεκαετίες.


ταχύτητα_Αφιέ ρωμα

Τι έχω μάθει για το γράψιμο τρέχοντας _Χρήστος Χρυσόπουλος, συγγραφέας

Η τέχνη του δρομέα και εκείνη του συγγραφέα είναι μια άσκηση ρυθμού.

Έχω τρέξει κάμποσες φορές στα χνάρια του Χαρούκι Μουρακάμι, μόνο που έχω τρέξει ανάποδα. Ο Ιάπωνας συγγραφέας επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Αθήνα ένα καλοκαίρι της δεκαετίας του 1980 και πίστεψε πως ήταν η μοναδική ευκαιρία, έστω και σε λάθος εποχή, να τρέξει την «κλασική διαδρομή». Ξεκίνησε, λοιπόν, μόνος ένα πρωί από το ξενοδοχείο Χίλτον και αρκετές ώρες αργότερα τερμάτισε, κατάκοπος από την εξαντλητική ζέστη, στον Τύμβο του Μαραθώνα. Ο Μουρακάμι περιγράφει αυτή τη μοναχική μαραθώνια περιπέτεια στο βιβλίο του What I talk about when I talk about running. Το συγκεκριμένο κεφάλαιο τελειώνει με μια κακοφωτισμένη ασπρόμαυρη φωτογραφία τού δρομέα μπροστά στο ηρώο των Μαραθωνομάχων. Ο δικός μου αγώνας είναι διαφορετικός. Ο Κλασικός Μαραθώνιος διεξάγεται κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου. Δεν τρέχω μόνος, αλλά ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους δρομείς. Και, φυσικά, όλοι τρέχουμε να προλάβουμε τα νέα στην Αθήνα. Εντούτοις, μολονότι ο μαραθώνιος που έτρεξε ο Μουρακάμι είναι από κάθε άποψη η τέλεια μεταφορά για τη λογοτεχνία (ο δρομέας τρέχει μόνος, η διαδρομή καταλήγει στην αφετηρία, ο αγώνας γίνε-

ται υπό αντίξοες συνθήκες), υπάρχει μια θεμελιώδης γνώση που μοιραζόμαστε εγώ και ο Ιάπωνας συγγραφέας, εκ του γεγονότος και μόνο ότι γράφουμε και έχουμε και οι δύο τρέξει τα 42,2 χιλιόμετρα. Και η γνώση αυτή συμπυκνώνεται στο ότι η λογοτεχνία απωθεί το ζήτημα της ταχύτητας. Εδώ δεν ισχύει καν το αντι-στερεότυπο της βραδύτητας (αυτό το γνωστό: «ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να βιάζεται»). Αυτό που γνωρίζουν καλά όλοι οι μαραθωνοδρόμοι είναι ότι ο αγώνας δεν διακυβεύεται από το πόσο γρήγορα τρέχεις. Ο μαραθώνιος είναι ένα αίνιγμα οικονομίας. Κι αυτό σημαίνει ότι (όπως και στη λογοτεχνία) οφείλεις να τρέξεις τόσο γρήγορα, όσο χρειάζεται. ΄Η μάλλον: να τρέξεις όσο σου επιτρέπεται. «Όταν προσπερνάμε ο ένας τον άλλον στο δρόμο, ακούμε το ρυθμό της ανάσας και αντιλαμβανόμαστε πώς ο καθένας μας μετράει το χρόνο». Ο Μουρακάμι αγγίζει εδώ ένα κομβικό σημείο: η τέχνη του δρομέα (όπως και εκείνη του συγγραφέα) είναι μια άσκηση του ρυθμού. Κι όσο περνούν τα χρόνια, μαθαίνεις όλο και ακριβέστερα να «μετράς» τον εαυτό σου και τους άλλους.

παλο), να προλάβεις το βίωμα και (θαρρείς με μια κίνηση) να το μεταμορφώσεις στιγμιαία σε λέξεις - ακόμα και να το υπερκεράσεις. Και είναι άλλες φορές που πρέπει να υπολογίσεις τη σωστή ταχύτητα, να συγκρατηθείς, ίσως και να κουράσεις τη σκέψη πάνω σ’ αυτό που βλέπεις ή αισθάνεσαι ή φιλοδοξείς. Όπως όταν τρέχεις πίσω από έναν δρομέα που προπορεύεται και τον κουράζεις κρατώντας τον σε κοντινή απόσταση, χωρίς να τον περνάς, ωσότου εκείνος εγκαταλείψει. Με τον ίδιο τρόπο ο συγγραφέας μετρά υπομονετικά τη διαδρομή που χαράσσουν οι λέξεις. Ενώ υπάρχουν κι εκείνες οι περιστάσεις, όταν όλοι οι αντίπαλοι σε έχουν προσπεράσει και τρέχεις δίχως ελπίδα για νίκη, μονάχα με το πείσμα να συνεχίσεις. Στον αγώνα της τέχνης (όπως και σε όλα τα αθλήματα αντοχής) δεν νικά ο ταχύτερος. Ή μάλλον, ας το πούμε διαφορετικά: στη διάρκεια ενός μαραθωνίου ο καθένας μπορεί να τρέξει γρήγορα για μερικά δευτερόλεπτα (ίσως μάλιστα γρηγορότερα απ’ όλους), σε κάθε περίπτωση, το στοίχημα είναι ν’ αντέξεις ώς το τέλος. Πριν απ’ όλα πρέπει να αποφασίσεις αυτό: πόσο μακριά θέλεις να φτάσεις.

Άλλοτε είναι απαραίτητο να αναπτύξεις ταχύτητα, να τρέξεις ασμένως πίσω από τη ζωή (όπως πίσω από έναν αντίκ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 33


Αφι έ ρω μ α _ταχύτ ητα

ταξίδι στη θάλασσα

_Νίκος Μπένος Πάλμερ, ειδικός ερευνητής φάρων

Ανακαλύπτοντας ξανά τη γοητεία του σταματημένου χρόνου.

Ο ήλιος ίσα που πρόβαλε το πρώτο του φως. Η πρωινή δροσιά, αλμυρή και ξύλινη, αναδύεται από το ξύλινο κατάστρωμα, όπου είναι ξαπλωμένο το κορμί μου μέσα στο σλίπινγκ-μπαγκ. Ο ήλιος είχε μπότζι. Πότε ανέβαινε ψηλά και πότε έδυε πάλι. Ταξιδιωτικό ξύπνημα στο κατάστρωμα του πλοίου της γραμμής με προορισμό το Καστελόριζο. 1977. Πειραιάς – Καστελόριζο 36 ώρες. Πλοίο, θάλασσα, άνθρωποι και χρόνος. Όλοι παρόντες και όλοι εξαρτώμενοι από την ταχύτητα του πλοίου. Στο τέλος του ταξιδιού, είχα μια γεύση υπερηφάνειας και την αίσθηση ενός συνεχούς κουνήματος στη στεριά. Ανεξίτηλες μνήμες μιας ολοκληρωμένης εμπειρίας θαλασσινού ταξιδιού. Τα νησιά αναδύονταν από τις κουπαστές των πλοίων. Η θάλασσα συνοδευμένη με όλα της τα στοιχεία: τον ήχο της, την αλμύρα, τον αέρα, τα κύματα, το φως, τον ορίζοντα … Το πλοίο, ένα ανθρώπινο επίτευγμα σε συνεχή εξέλιξη. Με τα γνωρίσματα όμως της άμεσης επαφής με το ταξίδι: τα ανοιχτά καταστρώματα, την επαφή με τον αέρα, τη θωριά των κυμάτων, τις κινήσεις των επιβατών, τον ορίζοντα. Ο χρόνος μετριέται με τους προορισμούς και όχι μόνο με το ατομικό ρολόι χειρός. Τα χρόνια περνούν, τα κύματα εξακολουθούν να ταξιδεύουν στους ίδιους ρυθμούς, όχι όμως και ο άνθρωπος με τα σύγχρονα πλοία. Η ταχύτητα των πλοίων αυξήθηκε, τα ταξίδια έγιναν γρηγορότερα, πιο άνετα, πιο ξεκούραστα παρέχοντας το δεδομένο ως ψευδαίσθηση. Τα πλοία έγιναν κλειστού τύπου, χωρίς καταστρώματα, χωρίς την αλμύρα, χωρίς τον ορίζοντα· του καναπέ και με αισθητική κομμωτηρίων. Αλήθεια, πώς νιώθετε με την ακριβή γραμμική πορεία των πλοίων, όταν ταξιδεύουμε; Τι ανιαρό! Πόσο περιοριστικό! Όταν ταξίδευαν τα καράβια, τα ιστιοφόρα, οι προορισμοί μπορεί να ήταν προκαθορισμένοι, αλλά η πορεία τους όχι. Έτσι, αρμένιζαν στη θάλασσα, παρέχοντας με κάθε μικροαλλαγή στην πορεία τους, νέες εικόνες, εμπειρίες που έφερναν τους επιβάτες σε κοινή θέση απέναντι στη φύση του ταξιδιού, που έτσι αποκτούσε ένα ενδιαφέρον, τελοσπάντων. Κι ήταν λόγω της ταχύτητας. Τώρα ταξιδεύουμε γρήγορα, άνετα, πολύ βαρετά, αντικοινωνικά, με αριθμημένη θέση και καμία διάθεση για τη γεύση ενός θαλασσινού ταξιδιού. Κι είναι λόγω της ταχύτητας.

Μέχρι πρόσφατα ήταν προνόμιο του πλούτου το γρήγορο ταξίδι. Όμως, πλέον έχει μεταβληθεί αυτή η σταθερά. Κάνεις το ταξίδι σου γρήγορα, γιατί δεν υπάρχει χρόνος. Πληρώνεις κάτι παραπάνω και αυτόματα συγκαταλέγεσαι σ’ αυτούς που τρέχουν για να τελειώσουν πιο γρήγορα τη ζωή τους! Πολλοί άνθρωποι σιγά σιγά ανακαλύπτουν την αργή ταχύτητα. Την αναζήτηση του μέτρου! Ο σύγχρονος άνθρωπος, που χόρτασε από τις δελεαστικές προσφορές της εποχής μας, αρχίζει να εκτιμά το ταξίδι ως εμπειρία, ως μία πιο ισορροπημένη απόπειρα ζωής. Η ταχύτητα είναι ένα συνεχές ζητούμενο. Λέγεται ότι το φαρμάκι διαφέρει από το φάρμακο στην ποσότητα. Η ταχύτητα, με την έννοια της ποσότητας που εμπεριέχει, μήπως οδηγεί σε ανισορροπία; Βέβαια, κατορθώνει να μας εντυπωσιάζει, κάνοντας την επικοινωνία πιο προσιτή (και πιο γρήγορη), παρέχοντας την ικανότητα να ταξιδεύουν περισσότεροι άνθρωποι και επηρεάζοντας στοιχεία, που δεν έχουν ακόμα φανερωθεί. Άλλωστε, πάντοτε ο άνθρωπος γοητευόταν από την ταχύτητα. Ήλιος, Φεγγάρι, Αστερισμοί, Φάροι. Το φως και η ταχύτητά του. Τα φωτεινά σημάδια, ταξιδεύουν πολύ γρήγορα. Με την ταχύτητα του φωτός. Και ο άνθρωπος τα ακολουθεί. Σε σκοτεινή θάλασσα ταξιδεύει το πλοίο. Μίλια μακριά το καθοδηγεί το φως ενός φάρου. Τα μάτια του τιμονιέρη παρακολουθούν με προσοχή το φάρο. O φαροφύλακας στη βραδινή του βάρδια παρακολουθεί την πορεία ενός πλοίου. Νιώθει κάτι από την γλυκύτητα της συντροφιάς. Του κρατά παρέα. Το πλοίο ταξιδεύει στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, τη νύχτα. Μέσα οι άνθρωποι, πλήρωμα και επιβάτες, βιώνουν μια κοινή εμπειρία, σε ταχύτητα επιτρεπτή για το ταξίδι. Ο φαροφύλακας μετρά το χρόνο με τις αναλαμπές του φάρου, με τα περάσματα των πλοίων. Και πέρασαν πολλά πλοία… Τα συστήματα πλοήγησης έγιναν ηλεκτρονικά, δορυφορικά, οι φάροι αυτόματοι, χωρίς την παρουσία φαροφύλακα, οι πορείες των πλοίων γραμμικές και γρήγορες, εικόνες σε οθόνες... Η ταχύτητα της μετάβασης, η ταχύτητα της επικοινωνίας, η ταχύτητα της αίσθησης, η ταχύτητα της εμπειρίας. Όμως τα κύματα ταξιδεύουν συνεχώς, η θάλασσα ποτέ δεν κοιμάται, το φως τρέχει σαν αστραπή. Και ο άνθρωπος διαρκώς επιλέγει.

Τέλος αφιερώματος

3 4 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0


www.konteiner.gr

Το κοντέινερ προτείνει

Εικόνες, βίντεο, κείμενα, ήχοι και σύνδεσμοι. Το konteiner.gr είναι ένα online κοντέινερ. Περιέχει τα πλέον ενδιαφέροντα υλικά που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Ακολουθώντας τους εννιά κύκλους-οδηγούς (σινεμά, φωτογραφία, design, new media, λογοτεχνία, steet art, μουσική, χορός, εικαστικά), ο επισκέπτης φτιάχνει τη δική του διαδικτυακή εφημερίδα, ανάλογα με την πλοήγηση που θα επιλέξει. Ανανεώνεται συνεχώς. Διάβασέ το, όπως σε διαβάζει.

Hertz - Διήμερο Φεστιβάλ Πειραματικής Μουσικής Παρασκευή 19 & Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010, ώρα 20:30 www.hertzfestival.com

www.tv.konteiner.gr Κινηματογραφιστές δημιουργούν τη δική τους οπτικοακουστική εκδοχή της «ταχύτητας» στην ιστοσελίδα του κοντέινερ.

www.radio.konteiner.gr

Το Hertz Festival εγκαινιάζει στην Αθήνα ένα σύνδεσμο μεταξύ Ελλήνων και διεθνώς καταξιωμένων καλλιτεχνών στο χώρο της πειραματικής μουσικής. Δημιουργοί όπως ο Αυστριακός Fennesz (guitar laptop) και ο Έλληνας Novi_ sad (laptop, field recordings, drones) την Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου, η Γαλλίδα πρωτοπόρος στο χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής, Eliane Radigue (Arp synthesizer 2500, drones) και ο Thepersonwhodidthis (διαδραστική μουσική με υπολογιστές) το Σάββατο στις 20 Φεβρουαρίου, θα πειραματιστούν σε ένα χώρο καθαρά κλασικό, του οποίου η μοναδική ακουστική θα κληθεί να παίξει ένα καθοριστικό διαδραστικό ρόλο στο όλο εγχείρημα. Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός Πλατεία Αγ. Γεωργίου Καρύτση 8, Αθήνα Στις 25 Ιανουαρίου κυκλοφόρησε από τον ΣΚΑΙ και τη Feelgood Entertainment το DVD της ταινίας "Πάρβας, άγονη γραμμή" του Γεράσιμου Ρήγα. Πρόκειται για την ιστορία του Δημήτρη Γιαννακού, γνωστού και ως Πάρβα, και της οικογένειάς του που κατοικούν στη Χώρα της Αμοργού. Η ταινία διαδραματίζεται σε τέσσερις εποχές συνθέτοντας με λιτό τρόπο το ημερολόγιο της καθημερινότητας ενός αυθεντικού Αιγαιοπελαγίτη.

Αμφί πλήθουσαν αγοράν Ο Γιώργος Κοροπούλης περιδιαβάζει και σχολιάζει καθημερινά από Δευτέρα έως Παρασκευή στην ιστοσελίδα του κοντέινερ.

Η διπλή συλλεκτική κασετίνα περιέχει το DVD της ταινίας και το CD με το soundtrack σε σύνθεση και ενορχήστρωση του Νίκου Κυπουργού. Το εξώφυλλο έχει σχεδιάσει ο Βλαδίμηρος Λεβίδης και σε μετάφραση της Ειρήνης Λεβίδη υπάρχει το κείμενο του Γάλλου ερευνητή Εμίλ Κολονί που αναφέρεται στην ιστορία του Δημήτρη Γιαννακού

Ο Ορίζοντας Γεγονότων επιχειρεί μια δεύτερη ματιά στις απαγορεύσεις. Στις ορατές και ακόμα περισσότερο στις αόρατες. Πάνω από 40 καλλιτέχνες, με φωτογραφία, ζωγραφική, εγκαταστάσεις, βίντεο, μουσική, περφόρμανς, ποίηση, συζητήσεις, θα οργανώσουν ένα μήνα αναζητήσεων στο Καφέ Spira, Μεσολογγίου 5 και Κωλέτη, Εξάρχεια, από 1 έως 28 Φλεβάρη, ανοικτά όλη μέρα με ελεύθερη είσοδο. Παράλληλα, στην Κατεχάκη 54 θα γίνουν δύο special events: α)Τετάρτη 17 Φλεβάρη, βραδιά απαγορευμένων περφόρμανς και β)απαγορευμένη συναυλία την Τετάρτη 24 Φλεβάρη.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 3 5


ΒΛΕΜΜΑ_ Κουβ έ ν τες το υ σι ναφιού

Το Πρόγραμμα Βάσης

_Ο Σεραφείμ Κεντεποζίδης (www.quetempo.gr) συνομιλεί με τον Θάνο Σαμαρτζή

Με αφορμή τη νέα σειρά «Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη» των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, ο Σεραφείμ Κεντεποζίδης «συνάντησε» στον δικτυακό τόπο του skype τον Θάνο Σαμαρτζή, τον διευθυντή της σειράς και συνομίλησε μαζί του «ζωντανά». Μια συζήτηση για τη φιλοσοφία και το ρόλο της στις μέρες μας, για την επιστροφή σε βασικά φιλοσοφικά κείμενα και για το πώς η σκέψη, η αναζήτηση και η αμφιβολία αποτελούν ουσιαστικά τα πρώτα βήματα προκειμένου κανείς να δράσει για να απαντήσει στα αιτήματα και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της σύγχρονης εποχής. Ξεκινώντας από την πρώτη κυκλοφορία της Φιλοσοφικής Βιβλιοθήκης των Π.Ε.Κ., το βιβλίο του Ετιέν Ζιλσόν, «Το όν και η ουσία», η συζήτηση εξελίσσεται σε έναν ζωντανό διάλογο που φτάνει μέχρι τα …βασικά!

Το βιβλίο που διαβάζω παρέχει τη γνώση της «βάσης». Το θεμέλιο της σκέψης, των κατασκευών μας... Μήπως όμως αυτή η γνώση είναι ένα ταξίδι προς τα πίσω, προς τα θεμελιώδη, τη στιγμή που ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να πάει στο ψαχνό αυτού που θέλει να μάθει, δίχως να γνωρίζει τη «βάση»; Και σε ρωτώ: μήπως κάποιες διαδικασίες της γνώσης έχουν καταστεί πια περιττές; Μήπως τελικά η ίδια η φιλοσοφία, όπως μας την παρουσιάζει στο βιβλίο του ο Ζιλσόν, είναι σήμερα περιττή; Συνέδεσες τη φιλοσοφία με τη γνώση. Θα πρέπει όμως αρχικά να αναρωτηθούμε αν η φιλοσοφία αποτελεί γνώση ή αν έστω αναζητά μια γνώση. Παραδοσιακά, θεωρείτο δεδομένο ότι πράγματι η φιλοσοφία προσφέρει γνώση, και μάλιστα μια γνώση θεμελιώδη ή, όπως λες, μια γνώση της «βάσης». Σήμερα, ωστόσο, λίγοι είναι εκείνοι που θα προσυπέγραφαν την άποψη ότι η φιλοσοφία όχι απλώς προσφέρει, αλλά έστω αποζητά τη γνώση. Βασική αιτία γι’ αυτή την αλλαγή αντιλήψεων υπήρξε η ―πραγματική ή φαινομενική― ιστορική αποτυχία της φιλοσοφίας να προσφέρει αυτό που υπόσχεται: μια γνώση των πρώτων αρχών. Το βιβλίο πάντως που διάβασες ανήκει στην παράδοση εκείνη που βλέπει τη φιλοσοφία ως έναν κλάδο του επιστητού, έναν κλάδο που πράγματι επιδιώκει τη γνώση, αν όχι στην ολότητά της, τουλάχιστον στη ρίζα της. Αν μπορούσαμε να παρακάμψουμε αυτή την επιδίωξη της φιλοσοφίας, και να απελευθερώσουμε την ανάγνωσή της από τα δεσμά της επιστημονικότητας, θα μπορούσαμε να διαβάζουμε τη φιλοσοφία όπως διαβάζουμε τη λογοτεχνία; Δεν το νομίζω. Για να εκφραστώ καλύτερα: ασφαλώς και μπορούμε να την διαβάζουμε και όπως διαβάζουμε τη λογοτεχνία, για την προσωπική μας απόλαυση και καλλιέργεια. Δεν είμαι όμως βέβαιος ότι αυτός είναι ο μόνος ή ο πλέον γόνιμος τρόπος. Στη δική μου αντίληψη, ο πιο ενδιαφέρων λόγος να στραφείς στη φιλοσοφία και την ιστορία της είναι γιατί την χρειάζεσαι σε κάτι. Θα με ρωτήσεις όμως: πώς μπορεί να χρειαστείς τη φιλοσοφία σε κάτι; Πώς είναι δηλαδή δυνατόν η φιλοσοφία να εμφανιστεί από κάποιαν άποψη ως αναγκαία; Στο ερώτημα αυτό δεν θέλω να απαντήσω προκαταβολικά. Δεν θέλω δηλαδή να υποδείξω μια αφορμή που θα έκανε τους ανθρώπους να θεωρήσουν πως το να προσεγγίσουν τη φιλοσοφία και τον φιλοσοφικό προβληματισμό θα τους σταθεί για κάποιο λόγο ωφέλιμο ή και αναγκαίο ακόμα. Θέλω ωστόσο να αναδείξω το ενδεχόμενο: να ενδιαφερθείς για τη φιλοσοφία διότι επιθυμείς να λύσεις ένα δικό σου πρόβλη3 6 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

μα. Ένα πρόβλημα που είναι δικό σου υπό την ίδια έννοια που είναι ένα δικό σου πρόβλημα το να επισκευάσεις το τρύπιο λάστιχο του αυτοκινήτου σου. Με άλλα λόγια, με μια καθημερινή σημασία του όρου «πρόβλημα». Δηλαδή μπορεί να μπει κανείς στη φιλοσοφία για να λύσει ένα πρόβλημά του; Ναι, και πιστεύω πως αυτός είναι ο πιο γόνιμος τρόπος. Να μπει για να λύσει ένα πρόβλημά του, για να κάνει μια δουλειά ― κι όχι απλώς από περιέργεια. Το αν βέβαια μπαίνοντας στη φιλοσοφία θα καταφέρει να λύσει το πρόβλημά του, να κάνει τη δουλειά του, αυτό είναι άλλο ερώτημα. Αυτό πια είναι ήδη φιλοσοφία. Για να το απαντήσεις, θα πρέπει να φιλοσοφήσεις. Ωστόσο, το βιβλίο του Ζιλσόν είναι ταυτόχρονα μια ιστορία της φιλοσοφίας. Και λογικά θα αναρωτηθούμε για ποιο λόγο κάποιος που θέλει να στοχαστεί ένα φιλοσοφικό ερώτημα (για να κάνει μια δουλειά του όπως μας είπες) θα πρέπει να ενδιαφερθεί για παλιούς φιλοσόφους. Προσωπικά, πιστεύω ―και αυτό ίσχυσε στη δική μου περίπτωση― ότι μπορούμε να ενδιαφερθούμε για την ιστορία της φιλοσοφίας για τους ίδιους λόγους που ενδιαφερόμαστε για την ίδια τη φιλοσοφία: για να λύσουμε ένα πρόβλημά μας. Αυτό βέβαια γεννά μια απορία για την εξέλιξη της φιλοσοφίας. Πώς είναι δυνατόν να μελετάμε το παλιό για να λύσουμε ένα καινούργιο πρόβλημα; Το εύλογο θα ήταν πως στα δικά μας, τα σύγχρονα προβλήματα, θα απαντά η δική μας, η σύγχρονη φιλοσοφία. Αν η παλιά φιλοσοφία έχει να πει κάτι που να αφορά τα δικά μας προβλήματα τότε αυτό θα βρίσκεται ενσωματωμένο στη σύγχρονη φιλοσοφία. Όπως όταν προσεγγίζουμε ένα πρόβλημα της γεωμετρίας δεν ανοίγουμε τα Στοιχεία του Ευκλείδη, αλλά ένα σύγχρονο εγχειρίδιο γεωμετρίας. Η παλιά γνώση που μας είναι ακόμα ωφέλιμη θα έπρεπε να βρίσκεται ενσωματωμένη στο καινούργιο. Το ίδιο θα έπρεπε να ισχύει κατ’ αρχήν και με τη φιλοσοφία, και φαντάζομαι πως κάποιος θα στεκόταν καχύποπτος απέναντι σε έναν που θα του ‘λεγε πως τούτο δεν ισχύει αναγκαστικά. Είναι άραγε δυνατόν να πρέπει να φύγουμε από τη δική μας εποχή, από τα βιβλία και τα κείμενα του καιρού μας, και να πάμε να ψάξουμε πίσω στα παλιά, τη στιγμή που εμάς μας ενδιαφέρει να λύσουμε ένα ολόδικό μας, τωρινό πρόβλημα; Σε αυτό και πάλι δεν θα ‘θελα να απαντήσω προκαταβολικά. Δεν θέλω δηλαδή να υποδείξω κάποια συγκεκριμένα ερωτήματα, κάποια συγκεκριμένα προβλήματα, κάποιες συγκεκριμένες ανησυχίες, που εάν κάποιος θέλει να τις προσεγγίσει

στην πιο ολοκληρωμένη και πιο πλούσια μορφή τους θα πρέπει να προστρέξει σε παλιούς, αραχνιασμένους φιλοσόφους. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω ότι τούτο ισχύει. Εκείνος που, για τους όποιους λόγους του, βρει την όρεξη να ρίξει μια ματιά στο βιβλίο του Ζιλσόν, ίσως να δει κάποια τέτοια παραδείγματα. Έτσι αντιλαμβάνομαι προσωπικά την ιστορία της φιλοσοφίας. Όχι σαν απολίθωμα του παρελθόντος, αλλά σαν ζωντανή φιλοσοφία, φιλοσοφία για εμάς. Παρ’ όλα αυτά, όσο και αν το παρουσιάζεις τόσο όμορφο το τοπίο «της δίψας για γνώση», βλέπω γύρω μου τόση πληροφορία που δεν προλαβαίνω να γυρίσω στη «βάση» από πραγματική ανάγκη, γιατί το περιβάλλον στο οποίο ζούμε πια απαιτεί πολύ γρήγορα να γαντζωθώ σε μια λύση. Και μου δίνει και τα όπλα... Το έθεσες πολύ ωραία: καλείσαι να απαντήσεις και γαντζώνεσαι σε μία λύση. Δεν μπορείς να μείνεις αδρανής και άπραγος, πρέπει να αποκριθείς, να πάρεις, με άλλα λόγια, θέση. Ωστόσο, η φιλοσοφία είναι το ακριβώς ανάποδο του να γαντζωθείς σε μία λύση. Φιλοσοφία είναι να ελευθερωθείς από τις πρόχειρες λύσεις. Φαντάζομαι πως ακούγεται σαν μεγαλόσχημη ρητορεία αυτό, αλλά δεν το εννοώ έτσι. Όπως πολύ σωστά λες, η ζωή της πράξης, η πραγματική ζωή, μας ζητά να πάρουμε θέση, να ενεργήσουμε, να δεσμευτούμε. Ενώ η φιλοσοφία ζητά να αναρωτηθούμε, να διστάσουμε, να αμφισβητήσουμε. Μοιάζει έτσι σαν η πράξη και η φιλοσοφία να βρίσκονται σε σύγκρουση. Και όντως έτσι φαίνεται να είναι. Τουλάχιστον σ’ ένα πρώτο επίπεδο. Έτσι όπως το θέτεις, σε αυτή τη σύγκρουση πράξης και φιλοσοφίας, είναι σαν να ξέρουμε τον μόνιμο νικητή. Αυτόν που κόβει κάθε φορά πρώτος το νήμα της λύσης, η οποία έστω και εάν είναι πρόχειρη, δεν παύει να είναι λύση... Λέμε πως «η ζωή της πράξης» ζητά να αντιδράσουμε, να ενεργήσουμε, να στρατευτούμε. Ενώ η φιλοσοφία να αμφισβητήσουμε, να κοντοσταθούμε, να αποσυρθούμε. Καλούμαστε να ενεργήσουμε ― και ενεργούμε. Όμως, υπάρχει πάντοτε ένα τρομαχτικό ενδεχόμενο: να αποτύχουμε. Καλούμαι να ενεργήσω και ενεργώ, αλλά αποτυγχάνω. Βρίσκομαι σε μια νέα κατάσταση, καλούμαι να ενεργήσω εκ νέου, ξαναδοκιμάζω, ξανααποτυγχάνω. Και τότε είναι που η αναζήτηση, η αμφισβήτηση, ο δισταγμός εμφανίζονται όχι σαν το αντίθετο της πράξης, αλλά σαν αναγκαίο συστατικό της. Όταν μίλησα πριν για τη φιλοσοφία, είπα πως στη φιλοσοφία στέκεσαι αδρανής και άπραγος. Στην πραγματικότητα, η ίδια η αναζήτηση, η ίδια η αμφισβήτη-


Κουβέντες του σι ναφιού_ΒΛΕΜΜΑ ση είναι κι αυτή μια δραστηριότητα. Το θέμα, τώρα, είναι αν η δραστηριότητα αυτή αποτελεί η ίδια αυτοσκοπό ή μήπως εμφανίζεται με τη σειρά της στο πλαίσιο μιας ευρύτερης δραστηριότητας, στο πλαίσιο «της ζωής της πράξης» σε όλη της την πληρότητα. Λέγεται συχνά (και η άποψη αυτή δεν είναι κατ’ ανάγκη εσφαλμένη) πως για τους αρχαίους η ζωή της θεωρίας, της αναζήτησης, της μελέτης, με άλλα λόγια η «σχολή», προβαλλόταν ως αυτοσκοπός, ως το υπέρτατο αγαθό στο οποίο μπορούσε να αποβλέπει ο άνθρωπος. Αντίθετα, λέγεται πως για τους νεότερους, η αναζήτηση, η έρευνα, η αμφιβολία εμφανίζονται σαν εργαλείο στην υπηρεσία ενός διαφορετικού σκοπού. Αυτό άλλωστε έδωσε και την αφορμή για την άποψη πως η νεωτερική επιστήμη είναι στη ρίζα της εργαλειακή. Κι εσύ πού τοποθετείς τον εαυτό σου ανάμεσα στο αρχαίο και το νεωτερικό? Σε ό,τι με αφορά, νιώθω πολύ πιο άνετα κοντά στη νεότερη αντίληψη. Προσωπικά, αντιλαμβάνομαι την αναζήτηση σαν κάτι που συμβαίνει στο πλαίσιο μιας ζωής, ως εργαλείο και συστατικό στοιχείο της ζωής αυτής. Υπάρχει, ωστόσο, ένα γεγονός που περιπλέκει τα πράγματα: το ότι η αναζήτηση αυτή μπορεί να είναι η ίδια γοητευτική. Αναζητούμε για να βρούμε τη λύση, με άλλα λόγια για να διακόψουμε την αναζήτηση. Και να ζήσουμε τη λύση. Κανονικά δεν θα έπρεπε να αποζητούμε την αναζήτηση, αλλά τη λύση. Κι όμως, κι εδώ είναι το παράδοξο, μερικές φορές αισθανόμαστε μέσα στην αναζήτηση σαν να βρισκόμαστε στο σπίτι μας. Το παράδοξο αυτό δεν ξέρω αν πρέπει να το πούμε ευλογία ή κατάρα. Την αναζητούμε τη λύση άλλα αποτυγχάνουμε και ξανααποτυγχάνουμε... Ναι, και φοβάμαι μήπως στο τέλος συμβιβαζόμαστε στη συνήθεια της αποτυχίας. Και η αναζήτηση αρχίζει να μας φαίνεται σαν ο φυσικός μας τόπος. «Η ζωή της πράξης» μοιάζει να κινείται πάνω σε ένα δίπολο: στράτευση/απόσυρση. Το δίπολο αυτό είναι αδιάλειπτα παρόν στη διάρκεια της ζωής. Αυτό που ποικίλλει είναι η ένταση που δίνεται στον κάθε πόλο. Έστω ότι έχεις ένα πρόβλημα του οποίου η λύση απαιτεί έρευνα, αναζήτηση. Μέχρι ποιου σημείου μπορείς να αφιερωθείς στην αναζήτηση; Το δίλημμα αυτό το λύνουμε όλοι μας καθημερινά, παίρνοντας ο καθένας μας διαφορετικές αποφάσεις ― διαφορετικές όχι μόνο ο ένας σε σχέση με τον άλλο, αλλά και σε σχέση με παλαιότερες στάσεις μας. Αποφάσεις που δικαιώνονται ή διαψεύδονται μόνο κατόπιν εορτής. Και η φιλοσοφία; Σε αυτό το πλαίσιο νομίζω είναι που πρέπει να τεθεί και το ερώτημα για το αναγκαίο ή το περιττό της φιλοσοφίας, απ’ το οποίο και ξεκινήσαμε. Σου αντιστρέφω το ερώτημα: μπορείς να φανταστείς κάποιο πρόβλημα του οποίου η λύση να σε ανάγκαζε να αφιερωθείς σε τέτοιο βαθμό στην έρευνα και την αναζήτηση ώστε να κατέληγες όχι μόνο να φιλοσοφείς, αλλά να μελετάς αρχαία τέρατα σαν τον Αριστοτέλη; Αν όχι, τότε πράγματι πάνω από τη «Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη» πλανάται η αίσθηση του «περιττού». Αν ναι, τότε τα πράγματα γίνονται πιο ενδιαφέροντα.

Μόλις κυκλοφόρησαν τα δύο πρώτα βιβλία της νέας σειράς «Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη» των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης: - Ετιέν Ζιλσόν, ΤΟ ΟΝ ΚΑΙ Η ΟΥΣΙΑ.μτφρ./εισαγ.: Θάνος Σαμαρτζής Το πρόβλημα της ύπαρξης στη δυτική φιλοσοφία από την αρχαιότητα ώς τον 20ό αιώνα. - Χανς Σλούγκα, ΦΡΕΓΚΕ. μτφρ./εισαγ.: Μιλτιάδης Θεοδοσίου Η γέννηση της σύγχρονης λογικής και οι ρίζες της αναλυτικής φιλοσοφίας. Κείμενα του Θάνου Σαμαρτζή θα βρείτε στο προσωπικό του ιστολόγιο http://scholarios.com/

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 3 7


ΒΛΕΜΜΑ_Μ ο υσι κ ή

Το απελευθερωτικό μέτωπο των Drummond και Cauty _Χρήστος Καρράς

Το κοντέινερ αποτίει φόρο τιμής σε ένα από τα αγαπημένα μουσικά και εικαστικά project όλων των εποχών, και αφηγείται εν συντομία τη γεμάτη ακτιβισμούς τσαμπουκαλεμένη ιστορία τους.

Σύμφωνα με την κοινή λογική το κάψιμο των χρημάτων μειώνει τα συνολικά αποθέματα χρήματος και άρα αυξάνει τον συλλογικό πλούτο όλων όσοι έχουν στην κατοχή τους χρήματα. Κανένας ωστόσο δεν ένιωσε πλουσιότερος όταν, στις 23 Αυγούστου του 1994, τα μέλη του K Foundation, o Bill Drummond και ο Jimmy Cauty έριξαν στην πυρά ένα εκατομμύριο λίρες Αγγλίας; Ούτε οι έχοντες χρήματα, πολύ δε περισσότερο οι μη κατέχοντες. Ούτε καν ο κόσμος της Τέχνης. Καμία γκαλερί δεν είχε δεχτεί λίγους μήνες νωρίτερα να φιλοξενήσει την εικαστική έκθεση του K Foundation με τίτλο «A Major Body of Cash». Επρόκειτο για εφτά έργα με καρφωμένα ή δεμένα πάνω τους χαρτονομίσματα συνολικής αξίας ενός εκατομμυρίου λιρών. Η κοστολόγηση του κάθε έργου ανερχόταν στο μισό του ποσού των χαρτονομισμάτων που ήταν «συνημμένα» σε κάθε έργο. Αν ένα έργο με 100.000 λίρες κόστιζε 50.000 λίρες και ένα δεύτερο έργο με 20 λίρες κόστιζε 10 λίρες, τότε ήταν το πρώτο έργο μεγαλύτερης καλλιτεχνικής αξίας; Θεωρητικά και τα δύο έργα ήταν βασισμένα στην ίδια ιδέα και είχαν την ίδια καλλιτεχνική αξία. Ή μήπως τα χρήματα ήταν η μόνη αξία στην Τέχνη; Ακόμα νωρίτερα οι δύο Βρετανοί είχαν δαπανήσει 125.000 λίρες Αγγλίας δημοσιεύοντας καταχωρίσεις σε μεγάλες εφημερίδες και περιοδικά του βρετανικού τύπου. Σε μια από αυτές έγραφαν «Abandon All Art» (εγκαταλείψτε κάθε μορφή Τέχνης). Ένα χρόνο νωρίτερα είχαν απονείμει ως Κ Foundation το βραβείο του «χειρότερου καλλιτέχνη της χρονιάς» (40.000 λίρες) στη Rachel Whitehead. Το συμβάν έλαβε

3 8 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

χώρα αμέσως μετά την τελετή απονομής των βραβείων Turner, στην οποία η ίδια καλλιτέχνιδα κέρδισε τον τίτλο του «καλύτερου καλλιτέχνη της χρονιάς». Τίτλος που συνοδευόταν από το χρηματικό έπαθλο των 20.000 λιρών. Αντιδρώντας διπλωματικά, η Rachel Whitehead παρέλαβε το βραβείο του χειρότερου καλλιτέχνη και έσπευσε στη συνέχεια να το μετατρέψει σε φιλανθρωπίες.

Όμως τo 1992 το δίδυμο από το Λίβερπουλ αποκηρύσσει το σύνολο τής μέχρι τότε δισκογραφίας του και δηλώνει ότι δεν θα κυκλοφορήσει άλλο δίσκο μέχρι να κυριαρχήσει ειρήνη σε ολόκληρο τον πλανήτη. Όλος ο κατάλογος των KLF Communications δεν θα ξαναεμφανιζόταν. Στον τύπο εμφανίζεται η δήλωση «Στο απώτερο μέλλον δεν θα υπάρξουν άλλες κυκλοφορίες δίσκων».

Στον κόσμο του Κ Foundation η αξία του χρήματος ήταν σχετική όσο και εκείνη της τέχνης. Και η φάρσα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να το αποδείξουν. Σαν φάρσα άλλωστε κατέγραψε και η ιστορία της ποπ μουσικής το αμέσως προηγούμενο εγχείρημα των Drummond και Cauty, τους KLF.

Λίγο νωρίτερα εκείνη τη χρονιά (12 Φεβρουαρίου) και αφού ψηφίστηκαν ως το καλύτερο βρετανικό συγκρότημα ολόκληρη η Βρετανία αναστατώθηκε όταν το δίδυμο άφησε έξω από το πολυτελές ξενοδοχείο όπου θα γινόταν το πάρτι για τα Brit Awards το κουφάρι ενός πρόβατου και μία πινακίδα να γράφει «Πέθανα για εσάς – καλή όρεξη». Τελικά ένα ήταν το αναπόφευκτο «Οι KLF έγκατέλειψαν τη μουσική βιομηχανία».

KLF σημαίνει Kopyright Liberation Front (Απελευθερωτικό Μέτωπο Πνευματικής Ιδιοκτησίας). Στους δίσκους τους συγκαταλέγονταν παράνομα δεκάδες αποσπάσματα γνωστών ποπ τραγουδιών. Όταν τους μήνυσαν οι Abba για την παράνομη χρήση του τραγουδιού τους «Dancing Queen», εκείνοι οδήγησαν μέχρι τη Σουηδία και απαίτησαν από το συγκρότημα και την εταιρεία τους να τους ακροαστούν. Αφού δεν πέτυχαν το στόχο τους κατέστρεψαν όλες τις κόπιες του επίμαχου δίσκου σε μια μεταμεσονύκτια πυρά. Ακόμα και στο απόγειο της επιτυχίας τους δεν υπήρξαν η συμβατική μπάντα του MTV. Τα video clips των μεγάλων τους επιτυχιών τούς απεικονίζουν σε έξαλλες παγανιστικές μουσικές τελετές μέσα σε σκοτεινά σκηνικά να ανασκευάζουν τα σημεία του mainstream με τους δικούς τους όρους, όπως άλλωστε έκαναν και στη μουσική τους.

Στον τρόπο δράσης των Drummond και Cauty δεν υπήρξε κάτι που να προδίδει την ύπαρξη ενός πλάνου για επιτυχία αν και οι δυο τους γνώριζαν πολύ καλά τα μυστικά της. Είχαν άλλωστε και οι ίδιοι εκδώσει ένα manual για το «πώς να κατακτήσεις εύκολα την κορυφή των charts». Δεν τους ενδιέφερε όμως αυτό. Για τους δύο Βρετανούς «καλλιτέχνες» η επιτυχία ήταν στο πρόγραμμα όσο και η αποτυχία. Μπορεί οι ειρωνικές τους σπατάλες και η λατρεία τους για το άσκοπο να μην άλλαξαν τον κόσμο, όμως ταρακούνησαν έστω και για λίγο τις αντιλήψεις γύρω από το σωστό και το λάθος, το εμπόριο της Τέχνης και την αξία του χρήματος. Την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1995 μοίρασαν αλκοόλ στους άστεγους του Λονδίνου κι αυτό ήταν η τελευταία τους από κοινού δράση.


ΕΙΚΑΣ ΤΙΚΑ _ΒΛΕΜΜΑ

Περιήγηση στην έκθεση 90 Jahre Baumhaus και στην καινουργια Kunsthalle της Λειψίας _Κατερίνα Γρέγου, Ιστορικός Τέχνης, Επιμελήτρια

Πρόσφατα βρέθηκα στη Βαϊμάρη, την ιστορική πόλη που φιλοξένησε πολλές επιφανείς προσωπικότητες του παγκόσμιου πολιτισμού –από τους συγγραφείς Goethe, Schiller και Nietzsche, τους συνθέτες Bach, Liszt και Berlioz, μέχρι τους ζωγράφους Klee και Kandinsky– για να συμμετάσχω στην κριτική επιτροπή του Διεθνούς Προγράμματος Υποτροφιών της ACC Galerie, του δημόσιου, μη κερδοσκοπικού ιδρύματος Τέχνης (Kunstverein) που δημιούργησε ο φοβερός και τρομερός Γερμανός επιμελητής Frank Motz. Οι ημέρες που πέρασα εκεί ήταν ένα εντατικό μάθημα στη φιλοξενία και την έμπνευση, την περιπέτεια και τη φιλία, τη διασκέδαση και τη χαρά της ζωής, στοιχεία που απειλούνται στον σημερινό κόσμο της Τέχνης, που έχει γίνει πιο καριερίστικος, εστιάζοντας όλο και περισσότερο στη στρατηγική και την επιτυχία. Τον Frank –έναν ξεχωριστό άνθρωπο, πραγματικό σίφουνα, σαρωτικό και ανυπόκριτο– τον γνώριζα χρόνια, αλλά δεν είχα καταφέρει να τον επισκεφθώ στη Βαϊμάρη, παρά τις επανειλημμένες προσκλήσεις από μέρους του. Όταν τελικά τα κατάφερα, έγινα αποδέκτης τέτοιας πηγαίας γενναιοδωρίας και φιλοξενίας που θα έκανε ακόμα κι εμένα –μια Ελληνίδα– να ντρέπομαι. Ανατολικογερμανός από τη Λειψία, ο Frank ίδρυσε την ACC Galerie αμέσως μετά την επανένωση της Γερμανίας, σχεδόν χωρίς χρήματα, με τη μορφή αρχικά μιας κατάληψης καλλιτεχνών. Σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, η ACC στεγάζεται σε ένα όμορφο, ευρύχωρο οίκημα, στο οποίο έζησε κάποτε ο ίδιος ο Goethe, και φιλοξενεί ένα διεθνούς προσανατολισμού εκθεσιακό πρόγραμμα, πρωτότυπο και ανεξάρτητο, με έμφαση σε εφευρετικές ομαδικές εκθέσεις με ρηξικέλευθο κοινωνικό μήνυμα, που έχει συνειδητά τηρήσει τις αποστάσεις του από επιφανειακές μόδες και παροδικές τάσεις. Στο διάστημα αυτό, ο Motz καθιέρωσε και το εν λόγω διεθνές πρόγραμμα υποτροφιών για νέους καλλιτέχνες.

ση τρέλας– ενώ διατηρούν και μεταδίδουν συγχρόνως την αίσθηση ενός καίριου προβληματισμού. Η έκθεση 90 Jahre Baumhaus ήταν μια έκθεση-έκπληξη, αισιόδοξη, διαφωτιστική και ελπιδοφόρα.

Βρέθηκα λοιπόν στη Βαϊμάρη λίγο πριν από το τέλος του 2009, έτος που σηματοδοτούσε την 90ή επέτειο της ίδρυσης της σχολής του Bauhaus. Όπως ήταν αναμενόμενο, σύσσωμη η καλλιτεχνική σκηνή της πόλης ήταν απορροφημένη σε εορταστικές εκδηλώσεις που στρέφονταν γύρω από αυτή την επέτειο και, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, απέτιναν φόρο τιμής στο Bauhaus. Εκτός, βέβαια, από την ACC Galerie, που αποφάσισε να μην ακολουθήσει την εορταστική πεπατημένη και διοργάνωσε μία από τις πιο πρωτότυπες εκθέσεις που έχω δει τελευταία. Ο τίτλος της –που παραπέμπει παιγνιωδώς στη λέξη «Bauhaus»– ήταν 90 Jahre Baumhaus: «Baumhaus» σημαίνει «δεντρόσπιτο» (treehouse) και η έκθεση πράγματι παρουσίαζε μια εκπληκτική γκάμα ανάλογων αρχιτεκτονημάτων από καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, περιβαλλοντολόγους και οραματιστές κάθε είδους. Το όνειρο ενός καταφυγίου στη φύση είναι συνυφασμένο με την ιστορία της ανθρωπότητας, είτε πρόκειται για δεντρόσπιτα χτισμένα στην Παπούα-Νέα Γουινέα, τη Νότια Αμερική, την Αφρική και την Ασία για να προστατέψουν τους ενοίκους τους από κινδύνους που καραδοκούν στο έδαφος, είτε γι’ αυτά που κατασκευάζονται στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική ως περίβλεπτοι χώροι αναψυχής και απόδρασης, ή ως οικολογικές κατοικίες και χώροι βιώσιμης εργασίας, στοιχεία που στο σύνολό τους χαρακτηρίζουν το κίνημα των δεντρόσπιτων. Η έκθεση, λοιπόν, παρουσίαζε την ιστορία της συγκεκριμένης αρχιτεκτονικής, τις ρίζες της και την εξέλιξη των ιδεών που βρίσκονται στον πυρήνα της. Ήταν επιπλέον μία καίρια μεταφορά για πολλά από τα ζητήματα που μοιάζουν σήμερα να έχουν μια επιτακτική σημασία: από το περιβάλλον, τον σεβασμό προς τη φύση και τη βιώσιμη ανάπτυξη, μέχρι την ίδια αυτή την ανόθευτη δύναμη της ανθρώπινης φαντασίας και της ομορφιάς. Η έκθεση άνοιγε ένα παράθυρο σε μια περιθωριοποιημένη πρακτική, την ίδια στιγμή που υποστήριζε την ανάγκη ύπαρξης μιας νέας οργανικής σχέσης μεταξύ τέχνης, φύσης και τεχνολογίας. Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι το είδος των εκθέσεων που χρειαζόμαστε στις μέρες μας: εκθέσεις που μαρτυρούν δημιουργικότητα, φαντασία, διάθεση για περιπέτεια –και μια υγιή δό-

Ο Frank μάς ξενάγησε και στο αχανές Halle 14 –το καινούργιο του εγχείρημα– ένα επιβλητικό βιομηχανικό κτήριο του 19ου αιώνα, με 20.000 τ. μ. εκθεσιακού χώρου και χώρων εργασίας και μια εντυπωσιακή βιβλιοθήκη τέχνης που μετρά 30.000 τίτλους. Πρόκειται για τμήμα ενός τεράστιου συγκροτήματος που στέγαζε κάποτε ένα εργοστάσιο βαμβακουργίας και τώρα φιλοξενεί, μεταξύ άλλων, αίθουσες Τέχνης και ατελιέ καλλιτεχνών. Σε μια περιοχή της Γερμανίας που πολλοί έσπευσαν να εγκαταλείψουν (μετά την πτώση του τείχους, η Λειψία έχασε το 20% του πληθυσμού της), στερημένη οικονομικά, ο Frank κατάφερε να βρει ανθρώπους που ασπάστηκαν και υποστήριξαν το όραμά του για τη δημιουργία ενός νέου και φιλόδοξου Kunsthalle, που θα λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς για την καλλιτεχνική κοινότητα της πόλης. Και όλα αυτά δίχως ίχνος αλαζονείας, ή έπαρσης από μέρους του. Γιατί όμως σας διηγούμαι αυτή την ιστορία; Επειδή πάει καιρός που έχω να συναντήσω τέτοιο πάθος και ενθουσιασμό, τέτοια άνευ όρων γενναιοδωρία, αγάπη για την Τέχνη και πόθο για ζωή σε έναν άνθρωπο, ειδικά στον κόσμο της Τέχνης, όπου τα πάντα πια μοιάζουν να μετριούνται ποσοτικά, σε ένα αδιάκοπο δούναι και λαβείν. Ήταν τόσο έντονη η εντύπωση που μου άφησε αυτό το ταξίδι, γιατί κάθε στιγμή του ήταν μια ευκαιρία να διαπιστώσω τι συμβαίνει όταν έχει κανείς θέληση, διάθεση για προσφορά, φαντασία, την κατάλληλη δόση φιλοδοξίας και όταν, επιπλέον, δεν φοβάται να ρισκάρει. Αποκατέστησε την πίστη μου στον κόσμο της Τέχνης, που, ομολογώ, έχει τελευταία κλονιστεί ολίγον εξαιτίας της υπερβολικής εμπορευματοποίησης και του πολιτικού παιχνιδιού εξουσίας που μοιάζουν κυριολεκτικά πια να τον έχουν μολύνει – και μαζί τους και ανθρώπους του χώρου. Η Τέχνη δεν μπορεί να στηριχτεί μοναχά στο χρήμα για την επιβίωσή της. Χρειάζεται θάρρος και φαντασία, γενναιοδωρία και προσωπικό όραμα, ρίσκο, συνεργασία, φιλία, ανθρωπιά∙ εν ολίγοις, χρειάζεται ψυχή. Μόνο υπό αυτές τις συνθήκες μπορεί να ακμάσει∙ μόνο έτσι θα έχει νόημα και θα εξακολουθεί να εμπνέει. Προσωπικά, δεν είχα ποτέ μέντορες, ή πρότυπα συμπεριφοράς, αλλά αν είχα, ο Frank θα ήταν σίγουρα πρώτος στη λίστα μου.

Τις επόμενες δύο ημέρες τις περάσαμε με τον Frank, που ήταν ο ξεναγός μας σ’ ένα ταξίδι σωστό ανεμοστρόβιλο σε δύο ακόμα ιστορικές πόλεις της Ανατολικής Γερμανίας: τη Λειψία και τη Δρέσδη. Μια τρελή κούρσα με το αυτοκίνητο στα μισά της νύχτας μάς οδήγησε στη Δρέσδη, όπου φτάσαμε στις 4 τα ξημερώματα, βρίσκοντας, για καλή μας τύχη, ένα αυστραλέζικο μπαρ ανοιχτό. Το νυχτερινό τοπίο της πόλης, έρημο, διάστικτο από επιβλητικά Μπαρόκ κτήρια, σχημάτιζε μια αξέχαστη εικόνα. Νιώθαμε σαν κομπάρσοι μέσα σ’ ένα γιγαντιαίο σκηνικό κατασκευασμένο ειδικά για μας. Νωρίτερα το ίδιο βράδυ, είχαμε περάσει μερικές ώρες στη Λειψία, όπου επισκεφτήκαμε το μέγαρο μουσικής της πόλης, ένα γοητευτικό, μοντερνιστικό κτήριο από την περίοδο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ανατολικής Γερμανίας, αλλά και την εκκλησία όπου ο Bach είχε διευθύνει κάποτε ο ίδιος το Weihnachtsoratorium, το Ορατόριο των Χριστουγέννων, το οποίο μάλιστα παρουσιαζόταν εκεί το ίδιο βράδυ. Δεν μπορέσαμε να μπούμε στο εσωτερικό της εκκλησίας γιατί ήταν κατάμεστη από κόσμο. Καθίσαμε έξω στο τσουχτερό κρύο, κρυφακούγοντας τη μουσική που έφτανε ως εμάς από την κεντρική πύλη του ναού. Όταν το έργο τελείωσε, οι πόρτες άνοιξαν και πλήθος κόσμου όλων των ηλικιών ξεχύθηκε στο δρόμο. Ένα αναζωογονητικό αίσθημα έκπληξης και χαράς με πλημμύρισε καθώς διαπίστωνα για άλλη μια φορά πως ο πολιτισμός σε τούτη τη γωνιά του κόσμου έχει πραγματική αξία, που αναγνωρίζεται από όλους και όχι μόνο από μια μικρή ελίτ, κάνοντας τη ζωή τους φανερά πιο πλούσια.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 3 9


ΑΦΙΕΡΩΜΑ της ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑ∆ΑΣ στον σκηνοθέτη ΚΩΣΤΑ ΖΑΠΑ και στην «Τριλογία της οικογένειας» Παρασκευή 19, Σάββατο 20 και Κυριακή 21 Φεβρουαρίου «Ο Κώστας Ζάπας είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους διεθνείς σκηνοθέτες του σινεμά του δημιουργού» Cineuropa

“Uncut family”(2004) 19-21/2 : στις 18.30 “The last porn movie”(2006) 19-21/2 : στις 20.00 “Μικρές ελευθερίες”(2008) 19-21/2 : στις 22.00 Ιερά Οδός 48 & Μεγάλου Αλεξάνδρου 134-136 (μετρό Κεραμεικός) Τ.: 210-3612046, 3609695 www.tainiothiki.gr

Χορηγός επικοινωνίας


Κινηματογράφος _ΒΛΕΜΜΑ

ΣΚΕΤΟ ΠΟΡΝΟ _Αλέξανδρος Βούλγαρης

Η πορνογραφία ήταν ίσως η μεγαλύτερη μπίζνα του 20ού αιώνα. Η αποδοχή της σεξουαλικότητας ήταν ίσως η σημαντικότερη κοινωνική αλλαγή του 20ού αιώνα. Οι τσόντες,γύρω στη δεκαετία του ’20, απευθύνονταν σε ανθρώπους της καλής κοινωνίας. Ήταν κινηματογραφημένες σκηνές σεξ σε φιλμ το οποίο δεν παρουσιαζόταν δημόσια άλλα απευθυνόταν είτε σε πολυτελή μπουρδέλα, είτε σε ανθρώπους που κατείχαν δικές τού μηχανές προβολής καθώς και τα χρήματα για να αγοράσουν μια κόπια. Ιδιωτικά σουαρέ λοιπόν οργανώνονταν μέσα στις βίλες, το φιλμ έπαιζε την τσόντα και οι παρευρισκόμενοι φτιάχνονταν με το περιεχόμενο. Επίσης η πρώτη επαφή του ανθρώπου με την τσόντα δεν ήταν μια μοναχική ασχολία όπως τώρα, αντιθέτως μεγάλες παρέες από άντρες και γυναίκες αποτελούσαν το κοινό. Στη συνέχεια γύρω στη δεκαετία του ’50 άρχισαν οι μεγάλες έρευνες των σεξολόγων γύρω από τη σεξουαλικότητα και η πορνογραφία έγινε το αγαπημένο παιδί των διανοούμενων που ψαχνόντουσαν με τα όρια της φύσης και της ηθικής. Πάντως μέχρι και τα τέλη του ’60 δεν υπάρχουν πορνογραφικά σινεμά. Τότε κάνουν την εμφάνιση τους ολιγόλεπτα φτηνά φιλμάκια που παίζονται στα λεγόμενα Peep shows. Όπως μπορεί να δει κανείς και στον Ταξιτζή του Σκορσέζε, στη σκηνή που ο Ντε Νίρο πηγαίνει στο πορνοσινεμά, οι θεατές παρακολουθούν μια εκπαιδευτική ευρωπαϊκή ταινία γύρω από το σεξ. Αυτού του τύπου οι ταινίες ήταν αρκετά διαδεδομένες τότε και με την πρόφαση της εκπαιδευτικής ταινίας το μάτι μπορούσε να δει τα γυμνά σώματα που ήθελε. Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας μια ταινία πορνό αλλάζει τα πάντα. Το Βαθύ Λαρύγγι γίνεται η πιο επιτυχημένη ταινία όλων των εποχών αναλογικά με το κόστος παραγωγής της. Εκατομμύρια άνθρωποι όλων των ηλικιών και των κοινωνικών τάξεων συρρέουν στα σινεμά όχι μόνο για να δουν την ταινία αλλά και για να διαδηλώσουν με αυτόν τον τρόπο κατά της αμερικάνικης λογοκρισίας. Οι δημιουργοί της ταινίας κατηγορούνται και δικάζονται, αλλά η υποστήριξη από μεγάλο μέρος της αμερικάνικης διανόησης οδηγεί στη δικαστική τους νίκη, κάτι το οποίο ανοίγει το δρόμο για τη νομιμοποίηση της πορνογραφίας. Ξαφνικά η παραγωγή πορνό μετατίθεται από τις μικρές ομάδες νεαρών χίππηδων στα χέρια εταιρειών-κολοσσών που με την έλευση του βίντεο ξεσαλώνουν. Τα βίντεο κλαμπ –η μάστιγα της δεκαετίας του ’80–, καταλήγουν να δουλεύουν σχεδόν αποκλειστικά με την ενοικίαση των πορνοταινιών.

Στην εποχή μας τώρα. Αν τα φτηνά ψηφιακά μέσα επηρέασαν σε κάποιο επίπεδο τον εμπορικό κινηματογράφο με την έλευση του High definition ή τη μουσική με την ανάπτυξη των Home studios, στην πορνογραφία αυτή η επιρροή είναι πολύ μεγαλύτερη. Ζούμε τη δεκαετία της φτηνής πορνογραφίας που παράγεται ιδιωτικά από τον καθένα και διανέμεται μέσω Ίντερνετ. Οι πορνοστάρ της εποχής μας δεν έχουν πια τη λάμψη της Τρέισι Λορντς και τα προσόντα του Τζον Χολμς. Είναι καθημερινοί άνθρωποι που στήνουν τη δική τους επιχείρηση με έναν απλό υπολογιστή και μια ψηφιακή κάμερα και μέσω αυτού πετυχαίνουν μεγαλύτερη αναγνώριση και πωλήσεις από οποιαδήποτε πολυεθνική εταιρεία που βγάζει τσόντες. Η επιρροή δεν σταματάει εκεί όμως. Αυτή η ελευθερία κατατρόπωσε κάθε μορφής λογοκρισία, ανέδειξε νέα αισθητικά μοντέλα πολύ πιο κοντά στην εμφάνιση του κάθε ενός από εμάς και ξαναέβαλε τον πορνό κινηματογράφο στα πλαίσια του ρεαλιστικού. Τέρμα το σεξ σε πολυτελείς βίλες με πόρνες των χιλίων δολαρίων με άλλα λόγια. Κάτι αντίστοιχο με το πανκ κίνημα της δεκαετίας του ’70. Αυτές οι αλλαγές έφεραν στο προσκήνιο και τη στρατευμένη πορνογραφία που ήδη από τη δεκαετία του ’80 κάνει την εμφάνισή της με το queer cinema του Gregg Araki και του Bruce LaBruce, με τα ασπρόμαυρα Lesbian Fetish Porn της Maria Beatty και με την πρώτη πορνογραφική ταινία φτιαγμένη για την απόλαυση των γυναικών από τη Femme Productions της Candida Royalle. Στο mainstream σινεμά, έως τα τέλη του ’60, το γυμνό απουσιάζει σχεδόν ολοκληρωτικά εκτός λιγοστών εξαιρέσεων που το πλήρωσαν ακριβά με το ψαλίδι της λογοκρισίας. Από τη Γνωριμία της σάρκας του Μάικ Νίκολς, ίσως την πρώτη ταινία που το βασικό της θέμα είναι το σεξ μέχρι το Τέλος της σεξουαλικής αθωότητας του Μάικ Φίγκις, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, βλέπουμε την επιρροή της πορνογραφίας να είναι τεράστια. Ίσως το σημαντικότερο να είναι ότι πια μπορεί μια ταινία να περιέχει σκηνές σεξ, χωρίς ο βασικός άξονας της ταινίας να περιστρέφεται γύρω από αυτό. Η αποδοχή μιας κατάστασης συμβαίνει δηλαδή, όταν σταματάει να αποτελεί το επίκεντρο.

Fog Films στη Θεσσαλονίκη Μετά την αποχή τους από το 50ό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την αδιαφάνεια που επικρατεί στον κινηματογραφικό χώρο, οι «κινηματογραφιστές στην ομίχλη» θα προβάλουν τις ταινίες τους για τη συμ​πρωτεύουσα από τις 28 Iανουαρίου μέχρι τις 3 Φεβρουαρίου στην αίθουσα του «Oλύμπιον», που παραχωρήθηκε για το σκοπό αυτό από το Φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ταινίες που οι Αθηναίοι είδαμε από τις 5 έως τις 11 Νοεμβρίου 2009 στην εβδομάδα Fog Films στον κινηματογράφο Έλλη. (Για τις ταινίες κόπηκαν πάνω από 5.000 εισιτήρια, πράγμα που έκανε τους συντελεστές όλων των ταινιών να νιώσουν ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα.)

«H διάθεση και η ανάγκη να επικοινωνήσουν οι δημιουργοί το έργο τους με το κινηματογραφόφιλο κοινό της Θεσσαλονίκης δεν έπαψε ποτέ να τους απασχολεί», τονίζουν σε ανακοίνωσή τους. Ιωάννα Μαρκάκη

Ο 21ος αιώνας μπήκε με την παρουσία του σεξ να είναι το βασικό μοτίβο κάθε οπτικής παράστασης. Από τα προτεινόμενα μουσικά είδωλα, μέχρι τις ειδήσεις στην τηλεόραση, τίποτα πια δεν είναι ασεξουαλικό. Η εκμετάλλευση του κόσμου και της ακροαματικότητας γίνεται μέσω της σεξουαλικής επιθυμίας των θεατών. Η σεξουαλικότητα και η πορνογραφία γίνονται το σημαντικότερο όπλο της εποχής μας: η ατομική ενέργεια του αιώνα μας. Ζει ανάμεσά μας.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 41


ΒΛΕΜΜΑ_α ρ χιτ εκτο ν ικ ή

Αυτοσχέδια Πόλη 4 Προχρωματιστές _Εrrands

Σε μια επίσκεψή μας Κυριακή πρωί στην Κορεάτικη αγορά ανακαλύψαμε σ’ ένα σωρό από ετερόκλητα αντικείμενα, δύο κάρτες, σε υποκίτρινο χαρτί, γραμμένες και από τις δύο πλευρές με ημερομηνίες 10 και 19 Ιανουαρίου του 1929. Οι κάρτες αυτές αποκαλύπτουν το διάλογο μεταξύ δύο ιδιότυπων καλλιτεχνών των αρχών του περασμένου αιώνα καθώς και τις σκέψεις τους γύρω από το επάγγελμά τους σε μία χρονική συγκυρία μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης ανάλογης με τη σημερινή. Οι προχρωματιστές, όπως φαίνεται και από την ανταλλαγή απόψεων των δύο ανώνυμων επιστολογράφων, περιορίζονταν στην επιμελημένη επεξεργασία της επιφάνειας η οποία αργότερα θα δεχθεί τα επόμενα στρώματα χρωστικών υλών. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι το επάγγελμά τους, ένα επάγγελμα το οποίο σπάνια συναντιέται σήμερα, αλλά ακόμα και τότε, μοιάζει να είναι σε παρακμή (αν υποθέσουμε ότι ήταν ποτέ σε ακμή), ενώ είναι επίσης φανερή η προσπάθεια διατύπωσης των αρχών οι οποίες προσδιορίζουν την ύπαρξη και αυτονομία του καλλιτεχνικού αυτού είδους. Ακολουθούν τα σύντομα αυτά κείμενα: 10-1-29 Σήμερα όλη μέρα ασχολήθηκα με τα τελάρα του Κ. Τους είχα περάσει ήδη τρία χέρια κόλλα και βάλθηκα να μετατρέψω την ωχρίζουσα αυτή επιφάνεια σε άσπρη. Νομίζουν ότι είναι μια απλή προετοιμασία κι ότι μπορεί να την κάνει ο καθένας αλλά δεν ξέρουν τι ταλαιπωρία και τι βάσανο είναι, τι υπολογισμούς και τι δεξιοτεχνία χρειάζεται. Έχω βαρεθεί να τα λέω και να παζαρεύω και τη δραχμή ακόμα. Κάθισα με τις ώρες και σταύρωνα τις πινελιές έτσι που να φκιάξουν έναν κάναβο με ίσες αποστάσεις –ξέρεις τώρα– με αναγλυφές που ύστερα να κολλάει το πινέλο κι αργότερα τα έβγαλα έξω στην αυλή να στεγνώξουν με τον αέρα.

4 2 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

Καθόμουν από πάνω κι έβγαζα τις πεφκοβελόνες που κάθονταν στο χρώμα και τα μικρά σκουπιδάκια που χάλαγαν τις τόσο όμορφες εικόνες που είχα φκιάξει. Έπειτα τις πήγα μέσα και τις πέρασα άλλο ένα χέρι με στεγνό χρώμα, τριφτά από πάνω, έτσι που να γενούν πιο ανάγλυφα, πιο εντυπωσιακά. Πρέπει να δεις τι ωραία που είναι κάτω από το φως! Τι ωραία που πέφτουν οι σκιές! Είναι σαν αυλές με μάντρες! Εσύ τι κάνεις; Πώς προχωράει η εργασία με τα μακρουλά τελάρα; Θέλω άμα περάσεις από εδώ να φέρεις μαζί σου αυτό το μεγάλο μαλακό πινέλο με την κόκκινη ρίγα. 19-1-29 Δεν καταλαβαίνουν πως αν οι ζωγράφοι είναι υπεύθυνοι για την πλακάτη ουσία του έργου, εμείς οι προχρωματιστές είμαστε αυτοί που κάνουμε τη ζωγραφιά να είναι σαν γλυπτό. Εντάξει μερικοί βάζουν πάστα από πάνω και κρύβουν τις δικές μας χαρακιές και τα δικά μας βουναλάκια, αλλά αν το δεις από το πλάι το δημιούργημα, τις πιο πολλές φορές, είναι δικό μας! Νά, τώρα μ’ αυτά τα επιμήκη τελάρα που μ’ έχουν σκοτίσει από τα Χριστούγεννα, (και που όπως φαίνεται δεν θα τα πάρει τελικά ο κλέφτης – λέει πως τάχα τα ’χω καθυστερήσει αλλά εγώ νομίζω πως τσιγκουνεύεται τα λεφτά) κάθομαι και τους φτιάχνω μια κάθετη λωρίδα στη μέση, ένα βαθύ σκάψιμο που μοιάζει με χαράδρα. Ύστερα στάζω πηχτό χρώμα από πάνω –ώχρα πάνω σε ώχρα– σε διάφορα σημεία, έτσι που να είναι σαν κοτρώνες ή σαν θάμνοι και συμπληρώνεται το τοπίο. Τα χαζεύω με τις ώρες έτσι ωραία που ’ναι και σκέφτομαι τι κρίμα που πρέπει να τα δώσω και μετά κάποιος να τα χαλάσει!


Θέατρο _ΒΛΕΜΜΑ

Hotel Pro Forma : Tomorrow, in a year, μια πρόταση πάνω στη σχέση επιστήμης/ θεάτρου _Μαρία-Λουίζα Παπαδοπούλου, σκηνοθέτις, marialouisa_pap@yahoo. gr

Η electro όπερα Tomorrow, in a year παρουσιάστηκε στο Παλλάς από την πρωτοποριακή δανέζικη ομάδα Hotel Pro Forma στις 8 και 9 Ιανουαρίου. Στο σύνολό της ήταν μια παράσταση σαγηνευτική, πολυσύνθετη, μα και ελλειπτική. Πηγή έμπνευσης: η ζωή και το έργο του Δαρβίνου, κυρίως η Kαταγωγή των ειδών, που έθεσε το ερώτημα της προέλευσης της ζωής, και άλλαξε την αντίληψη για τον κόσμο. H visual artist Denholm Christin και ο αρχιτέκτονας Ralf Richard Strobech, σκηνοθέτες, δημιουργοί των ψηφιακών εικόνων και του hi-tech σκηνικού, επέλεξαν προσεκτικά τους συνεργάτες τους, διαφόρων εθνικοτήτων και τεχνών. Τη χορογραφία ανέλαβε ο Ιάπωνας, Hiroaki Umeda γνωστός από τα εκρηκτικά σόλο του με ανάμικτα στοιχεία χιπ-χοπ, μπούτο, και φόντο εικόνες ψηφιακής τεχνολογίας που ο ίδιος φτιάχνει σε λάπτοπ. Την εξαιρετική μουσική ανέλαβε το πρωτοποριακό σουηδικό electropop duo Κitchen σε συνεργασία με τη βιολονίστρια Planningtorock, που κινείται ανάμεσα σε παράξενα κοντσέρτα (ροκ/κλασικής μουσικής ) και performance art, καθώς και τον post punk dj, Mount Stims. Κανείς τους δεν είχε καμία απολύτως σχέση με την όπερα ως είδος. Τα υπέροχα φώτα σε τόνους πράσινου, κόκκινου, μπλε, λευκού καθώς και τη χρήση των λέιζερ, ο Jesper Kongshaug. Οι συντελεστές συγκεντρώθηκαν λίγους μόνο μήνες πριν τις πρόβες, για να δημιουργήσουν ένα είδος κολλάζ, ή όπως λένε οι βιολόγοι, μια «αυτοσυναρμολόγηση» του υλικού που είχε δουλευτεί ξεχωριστά από τον καθένα τους . Ως θεατής είχες την αίσθηση ενός «χαοτικού» στροβιλίσματος, ηλεκτρονικής μουσικής, ήχων, στίχων, ψηφιακών εικόνων, προβολών, φωτισμών, laser, χορού, που σε μαγνήτιζε. Η Hotel Pro Forma δεν χρησιμοποιεί κλασικούς τρόπους αφήγησης. Προτιμά το απόσπασμα, παρά την επεξηγηματική εξιστόρηση. Έτσι εντείνεται το μυστήριο και, η σύνδεση του θεάματος με το αόρατο . Στη γεμάτη εικόνες παράσταση υπήρχε όμως στέρεος σκελετός.

Η θεωρία της εξέλιξης, η μεταμόρφωση και η αλληλεπίδραση των ζωντανών οργανισμών, συνδέεται στη σκηνή με την εξελικτική επιστημονική πορεία του Δαρβίνου και αντανακλάται στον τρόπο της σκηνικής παρουσίασης και ανάμιξης των τεχνών. Τρεις διαδοχικές φάσεις εμπνευσμένες από τη ζωή του Άγγλου βιολόγου. Από την επίμονη παρατήρηση, στο νεανικό επιστημονικό του ταξίδι με το ιστιοφόρο Μπηγκλ (α), στα πειράματα (β), στη σύνθεση των απόψεών του και στη διάδοση της εξελικτικής θεωρίας. (γ) Η παράσταση τελειώνει στο παρόν, στην απορία για τις επερχόμενες αέναες αλλαγές. «Tomorrow, in a year, tomorrow in a million year». Ως ιντερλούδιο: το λυρικό τραγούδι «το κουτί της Αννυς», απόσπασμα από το σπαρακτικό γράμμα που έγραψε ο Δαρβίνος, όταν η δεκάχρονη κόρη του έφυγε από τη ζωή. «Χάθηκε η χαρά του σπιτιού μας και η παρηγοριά των γηρατειών μας». Το σκηνικό μεταμορφώνεται και αυτό, όπως οι οργανισμοί. Ξεκινά ως δυσδιάστατο χωρίς βάθος, έτσι όπως λειτουργεί η παρατήρηση και η καταγραφή των φαινομένων. Ένας τοίχος φωτισμένος πράσινος με σχεδιασμένα τούβλα μεγάλου μεγέθους, πάνω του μια τεράστια οθόνη προβολής και στη δεξιά άκρη της ένα τετράγωνο – το «παρατηρητήριο». Εκεί κάθεται ο περφόρμερ και καταγράφει σημειώσεις τραγουδώντας το «κατάσταση του νου», ενώ το ιστιοφόρο Μπηγκλ σε μινιατούρα, περνάει από χέρι σε χέρι. Ύστερα, το σκηνικό χωρίζει στα μέρη του, αποκαλύπτεται το βάθος. Έχουμε εικόνες με χρήση λέιζερ, καπνό που αναπαριστούν τις πειραματικές καλλιέργειες του Δαρβίνου. Στο τρίτο μέρος, ένα κομμάτι του σκηνικού χωρίζεται στα δύο –σαν ζώο σε ανατομικό τραπέζι– ο επιστήμονας εξηγεί πια τι κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα και ο καλλιτέχνης πίσω από την ψευδαίσθηση. Στη χορογραφία, η ένταση ανεβαίνει, ένα βιβλίο περνάει από χέρι σε χέρι και μόλις ο χορευτής το κοιτάξει αρχίζει τη σπασμένη του κίνηση, την μεταφέρει σε άλλον, όπως

διαδίδεται και η θεωρία του Δαρβίνου. Η ποικιλία των ειδών, η απέραντη ποικιλομορφία, τόσο προσφιλής στον Δαρβίνο, εδώ σηματοδοτείται με τα πολύ ετερόκλητα στοιχεία που συνθέτουν την παράσταση σε ενιαίο σύνολο – στην ομοιότητα. Στη μουσική, οι αυθεντικές καταγραφές από τη ζούγκλα του Αμαζονίου, δένουν με την ηλεκτρονική μουσική και τα φωνητικά – εμπνευσμένα από τον τρόπο που αρχίζουν να λαλούν τα πουλιά. Τα κοστούμια φέρουν στοιχεία από διαφορετικές εποχές. Τα ελάχιστα αντικείμενα το ίδιο. Στο χορό τα στοιχεία χιπχοπ μπλέκονται με το μπαλέτο. Μα και οι ίδιοι οι περφόρμερ προέρχονται από πολύ διαφορετικούς κόσμους: Όπερα, μουσική ποπ, θέατρο, χορό. Όλη την παράσταση διατρέχει η σχέση του ανθρώπου με το σύμπαν μέσα από τις προβολές τεράστιων εικόνων από τη φύση. Ο βυθός της θάλασσας με τη σκιά ενός περφόρμερ μέσα της υπενθυμίζει την καταγωγή μας από το νερό. Οι χορευτές πάνω στην προβολή ενός πράσινου φύλλου δείχνουν λιλιπούτειοι οργανισμοί μπροστά στη φύση. Το θέατρο παραμένοντας πολύ ανθρώπινο, όταν καταπιάνεται με την επιστήμη γίνεται λιγότερο ανθρωποκεντρικό. Ένα μικρό σχόλιο: Έχω δει στη Βενετία παράσταση της Hotel pro forma με 15 ευρώ εισιτήριο και παράσταση του Berliner Ensemble με σκηνοθέτη τον Bob Wilson με 12 ευρώ! Ενώ η Ελληνική Θεαμάτων μάς προσφέρει πολύ ενδιαφέρουσες μετακλήσεις και παραγωγές, το εισιτήριο είναι σε ύψη Νέας Υόρκης. Δεν γνωρίζω τα έξοδα, αλλά η χώρα μας κατά τα λεγόμενα τείνει να γίνει Αργεντινή, πώς διατηρείται αυτή η ακρίβεια; Ακόμα πιο ακριβό το εισιτήριο στην κατά Bob Wilson Όπερα της πεντάρας με το αριστουργηματικό πάντρεμα της αμερικάνικης αφαίρεσης με τον γερμανικό εξπρεσιονισμό αλλά την τόσο τρανταχτή απουσία της πολιτικής διάστασης του Μπρεχτ. Όσο και να μάγεψαν οι φωτισμοί με τις τρεις χιλιάδες πηγές, η αστικοποίηση του Μπρεχτ, το μέσο εισιτήριο των 80 ευρώ επί της οδού Βουκουρεστίου, και ο τίτλος Όπερα της πεντάρας ηχούν σαν ανέκδοτο.

κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0 | 43


ΒΛΕΜΜΑ_ Λο γοτ εχνία

Ταχύμετρο σε σελίδες _Λίνα Πανταλέων

Ένα βιβλίο έχει ταχύτητα; Αν ναι, έχει μία αμετάβλητη ταχύτητα κατά τη συγγραφή του ή μήπως η διαδικασία της σύνθεσής του περιλαμβάνει τόσο επιταχύνσεις όσο και επιβραδύνσεις; Άραγε περισσότερο ωφελεί ένα λογοτεχνικό κείμενο η βραδυπορία ή η ταχύνοια; Ποιοι είναι οι λόγοι βιασύνης ενός συγγραφέα; Η ματαιόδοξη αδημονία; Οι (σιωπηρές πάντα) απαιτήσεις του εκδότη; Το άγχος του να προφτάσει την ιλιγγιώδη του έμπνευση; Ο τρόμος της λήθης; Το «συμβόλαιο» με τους αναγνώστες του; Η κεκτημένη ταχύτητα; Μήπως οι συγγραφείς μεγάλων αποστάσεων, των οποίων η εργογραφία μετά βίας χωρά στο αυτί του τελευταίου τους βιβλίου, ωθούν κάποιους, που κλίνουν περισσότερο προς τη βραδύτητα, να αυξήσουν την ταχύτητα της γραφίδας τους και να βάλουν λαχανιασμένοι την τελεία του τέλους, σε έναν αγώνα δρόμου όπου η ποιότητα κόβει τελευταία και καταϊδρωμένη το νήμα; Από το άλλο μέρος, τι καθυστερεί έναν συγγραφέα; Το ίδιο το προς περάτωση έργο και οι ανυπέρβλητες απαιτήσεις του; Η ευσυνειδησία του; Η φιλοδοξία του; Η πρότερη επιτυχία του; Η δυσκολία του να γράφει; Στην περίπτωση αυτή, της αργοπορίας, οι σχετικές απαντήσεις δίνονται όχι μόνον ευκολότερα αλλά συχνά και με ένα αδιόρατο ηχόχρωμα ανωτερότητας, που μεταπλάθει τη δυστοκία σε περιφρόνηση των τρεχόντων εκδοτικών ηθών. Σκέψη αρκούντως παρήγορη για τους συγγραφείς εκείνους που η πληθωρική παραγωγή τους τους εμποδίζει να μιλούν για αναστοχασμό, μελέτη και συγκρότηση υλικού. Ένας συγγραφέας όμως δεν κρίνεται, δευτερευόντως τουλάχιστον, και από πλευράς ποσότητας; Ο επαγγελματισμός όσον αφορά τη συγγραφή δεν προϋποθέτει άραγε την έκδοση ενός υπολογίσιμου αριθμού έργων, αναπόφευκτα ανισοβαρών; Και φυσικά δεν είναι διόλου κατακριτέο το ότι η τήρηση ενός σταθερού, λίγο πολύ, ρυθμού δημοσίευσης λειτουργεί καταπραϋντικά για την ανασφάλεια, δυναστική σε όσους γράφουν. Ένα συναφές ερώτημα που εγείρει η ολοένα ταχύτερη συσσώρευση τίτλων πεζογραφίας στην εκδοτική αγορά είναι σε τι ρυθμούς πρέπει να εκκολάπτεται ένα καλό βιβλίο; Μια ασφαλής απάντηση, ευρέως αποδεκτή: σε εύθετο χρόνο. Βέβαια, όπως σημειώθηκε παραπάνω, οι κόσμιες απαντήσεις κάνουν λόγο για διεργασίες χρονοβόρες. Αν και υπάρχουν εξαιρέσεις, με την ιδεοληψία της ιδιοφυΐας συνήθως, που επαίρονται για τον αχαλίνωτο οίστρο τους, χωρίς να παραλείπουν να αναφέρουν το πιο πρόσφατο ρεκόρ τους στο εξειδικευμένο άθλημα «παράδοση χειρογράφου σε γραφείο εκδότη». Πάντως η πλειονότητα των πεζογράφων βδελύσσεται τέτοια ρεκόρ ταχύτητας, ακόμα και αν αρκετοί εξ αυτών έχουν αξιοπαρατήρητες επιδόσεις στον τομέα αυτό. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στην καταληκτική σελίδα πολλών βιβλίων, κυρίως μυθιστορημάτων, αναγράφεται το διάστημα της συγγραφής τους, με μετριοπαθέστερη διάρκεια τη διετία. Ένα, τρόπον τινά, πειστήριο συγγραφικής αξιοπιστίας. Αν πάλι ένας συγγραφέας δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να επικαλεστεί τη δαπάνη μιας σεβαστής χρονικά περιόδου γραφής, μπορεί άνετα να συστήσει το πόνημά του ως προϊόν περίπλοκης νοητικής επεξεργασίας, η οποία, ρευστή και άδολη, ούτως ή άλλως, παρεισέδυε κατά διαστήματα, όπως θα μπορούσε ακίνδυνα να προσθέσει, στο γράψιμο του προηγούμενου βιβλίου του. Το πλεονέκτημα του εν λόγω ισχυρισμού έγκειται στην αδυναμία τεκμηριωμένης αμφισβήτησης. Το μειονέκτημά του είναι ότι διατυπώνεται, αποκλειστικά σχεδόν, προφορικώς, η πειστικότητά του επαφίεται συνεπώς στην καλή πίστη του εκάστοτε ακροατή. 4 4 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

Ο αναγνώστης, βέβαια, σπανίως ενδιαφέρεται να μάθει το χρόνο που κατέβαλε ο συγγραφέας για να γράψει το βιβλίο το οποίο κρατά στα χέρια του. Διότι, αδίκως ή δικαίως, ένα λογοτεχνικό έργο αποτιμάται εκ του αποτελέσματος. Ο μόχθος, στοιχείο εξωκειμενικό, αφορά πρωτίστως τον συγγραφέα. Ο ιδιωτικός χρόνος του τελευταίου αποτελεί προφανώς τον πλέον καταλυτικό παράγοντα για το χρόνο ολοκλήρωσης ενός βιβλίου. Η πραγματικότητα, περισσότερο συχνά από όσο θα θέλαμε, επιβάλλει τον δικό της ρυθμό που κατισχύει των προθέσεων και των προγραμματισμών. Αν και σε αυτή την περίπτωση η εύλογη επίπτωση στη λογοτεχνική εργασία θα ήταν η καθυστέρηση και όχι η επίσπευση. Εκτός και αν οι περιβάλλουσες συνθήκες είναι τόσο ευνοϊκές που δίνουν φτερά στις λέξεις του τυχερού γραφιά. Ένας εξωγενής παράγοντας, άμεσα συναρτημένος με τη συγγραφική βιάση, είναι ο αναγνώστης, καθώς ο προσωπικός χρόνος του τελευταίου ενδέχεται να επηρεάσει το χρόνο γραφής ενός βιβλίου. Υπ’ αυτό το πρίσμα αξίζει να αναρωτηθούμε αν οι πολυάριθμοι αναγνώστες που ζητούν μυθιστορήματα ευκολοδιάβαστα, με γρήγορο αφηγηματικό ρυθμό, διαμορφώνουν στη συνείδηση ορισμένων συγγραφέων μυθοπλαστικά πρότυπα, πρόσφορα για την περιπόθητη απνευστί ή, αλλιώς, ταχύρρυθμη ανάγνωση. Μάλλον λίγοι από το σινάφι θα ξαφνιάζονταν, αν με κάποιο τρόπο ανακάλυπταν, ότι πολλά από τα μυθιστορήματα που φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς στις λίστες των μπεστ-σέλερ, γράφτηκαν και εκδόθηκαν με την ταχύτητα του φωτός. Σημειωτέον ότι ο όγκος δεν πρέπει να θεωρείται δηλωτικός του χρόνου. Έχει επίσης σημασία να επισημανθεί πως κάθε βιβλίο έχει τη δική του ταχύτητα και αναφορικά με τη συνάντησή του με τον αναγνώστη. Για τα γοργοκίνητα, λόγου χάριν, βιβλία η απόσταση από το τυπογραφείο σε βιβλιοθήκες και ένθετα εφημερίδων αποδεικνύεται μικρή, ενώ άλλα, δυσκίνητα καθώς είναι, θα αργήσουν να νιώσουν πάνω τους τα βλέμματα των άλλων. Κάποιες φορές όμως η καθυστερημένη προσέλκυση του ενδιαφέροντος αποβαίνει ευεργετική, στο βαθμό που η αποτίμηση του έργου δεν γίνεται με κριτήριο, συχνά στρεβλωτικό, τον επικαιρικό του χαρακτήρα. Πεζογραφήματα, αντιθέτως, που κινήθηκαν γρήγορα προς το αναγνωστικό κοινό αποδείχθηκαν ταχυκαή. Οι σελίδες ενός βιβλίου σιωπούν για πολλά πράγματα. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ο τρόπος που έγιναν λογοτεχνικό έργο. Η ταχύτητα είναι μέρος του τρόπου, ίσως όμως όχι το πιο καθοριστικό. Ο ίδιος ο δημιουργός αδυνατεί να ανασυστήσει εκ των υστέρων με ακρίβεια το πώς μεταστοιχείωσε ένα σύμφυρμα ιδεών και συλλήψεων σε βιβλίο. Ο χρόνος αποτελεί το μόνο μετρήσιμο στοιχείο της δουλειάς του, αλλά και το καλύτερα κρυμμένο μυστικό της. Ακόμα και αν η απάντησή του σε σχετικό ερώτημα είναι ανειλικρινής, δεν χρειάζεται να ανησυχεί. Αν πάλι εκείνος που τον είχε ρωτήσει αρχίσει, λόγω φιλυποψίας, να καταπιάνεται νοερά με προσθαφαιρέσεις, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα πέσει έξω. Ας χρονοτριβήσω με μία τελευταία απορία: Το κείμενο αυτό θα ήταν άραγε άλλο αν είχε γραφτεί σε χρόνο είτε πολύ λιγότερο είτε πολύ περισσότερο, από όσο εντέλει πήρε για να γραφτεί; Υποθέτω πως ναι.



ΒΛΕΜΜΑ_κ ρ ιτι κ ή

Η Αναπαράσταση

βιβλίο

_Λευτέρης Βασιλόπουλος

Το νέο βιβλίο της Λίλας Κονομάρα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Το βιβλίο Η αναπαράσταση της Λίλας Κονομάρα είναι ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, γνήσιο τέκνο της «γαλλικής», αυτο-αναφορικής σχολής, που πραγματεύεται τα αγαπημένα θέματα της Γραφής, της Μνήμης, του Έρωτα. Ωστόσο, πέραν του ανακατέματος των διαφορετικών ειδών λογοτεχνίας που χρησιμοποιεί (τρίτο πρόσωπο, επιστολές, ημερολογιακές καταχωρίσεις, αποσπάσματα από νουβέλες, ανέκδοτα διηγήματα κ.ά.) κρατά το συνεκτικό, καθηλωτικό κάποιες φορές, νήμα της αφήγησης μιας ερωτικής ιστορίας. Ο Αντρέας Παράσχος, πολλά υποσχόμενος συγγραφέας, βιογραφείται από κάποιον φίλο του, κύριο αφηγητή και πρώην σύντροφο της Έλλης Στεργίου, με την οποία ο συγγραφέας αντάλλασσε επιστολές, καθιστώντας το όλο εγχείρημα ιδιαίτερα δύσκολο, καθώς γίνεται πολύ προσωπικό. Η Κονομάρα χειρίζεται, πλέον, τις λέξεις σαν δικά της παιδιά (η προσωπική φωνή, άλλωστε, δεν είναι το

ζητούμενο;) και χωρίς παραφωνίες ανακατεύει ελληνικά στοιχεία (Ξάνθη, Κομοτηνή, Σαμοθράκη, Αθήνα) με ευρωπαϊκά (Παρίσι, Βερολίνο, Μπάντεν, Αμβούργο). Και όχι μόνο με τις ωραίες περιγραφές των τοπίων, ή τα έξοχα πορτρέτα των χαρακτήρων του βιβλίου, αλλά και με ξεχασμένες λέξεις και εκφράσεις, όπως: «βουλγαρογράφτηκαν», που έχει το ειδικό βάρος μιας ολόκληρης εποχής, για τους παλαιότερους. Στα «δυνατά» σημεία του έργου της είναι οι – ερωτικές ουσιαστικά – επιστολές Αντρέα-Έλλης, όπως και ο φαινομενικά παράλογος διάλογος του βιογράφου με τον απόντα Παράσχο, που ξεκλειδώνει την ιστορία και την βυθίζει στην άχρονη, εκτός τόπου, εμπειρία της Γραφής. Σαν μοναδικό λάθος (μπορούμε, ακόμα, στη λογοτεχνία να μιλάμε για λάθος;) βρίσκω την προσπάθεια της συγγραφέως να «αναπαραστήσει» τις σελίδες του ημερολογίου ενός άντρα με τρυφερό τόνο, που, πιστέψτε με, δεν αφορά, δυ-

στυχώς, καθόλου το φύλο μου, όσο εξευγενισμένο κι αν είναι. Εντυπωσιακή, όμως, είναι η ευχέρεια της Λίλας Κονομάρα να αλλάζει ύφος γραφής, ανάλογα με το πρόσωπο που μιλάει (ενδεικτικά αναφέρω τη γριά υπηρέτρια Βασιλική και τη φωνή του αφηγητή, ως τελείως εναρμονισμένες) καθώς και την αδιόρατη για τους πολλούς αναφορά σε πολιτικές προεκτάσεις, όπως : «Τι είδους λογική είναι αυτή που έχει ανάγκη να καθιστά τον άλλο μια στιγματισμένη μειονότητα;», ή : «Η φαντασία κατοίκησε για λίγο στα συνθήματα και ύστερα χάθηκε». Βεβαίως η φράση-κλειδί του βιβλίου είναι, πιστεύω, η εξής: «η ουσία του παιχνιδιού έγκειται στις απώλειες». Και, τελειώνοντας με τις παραθέσεις : «Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους ανθρώπους, φαίνεται πως στα τόσα χρόνια που μεσολάβησαν αυτό που κάποτε λειτουργούσε ως ολότητα διερράγη. Θραύσματα σφηνώθηκαν εδώ κι εκεί στο σώμα».

Χωρίς φως

σινεμά

_Βένια Βέργου

Lebanon, του Σαμουέλ Μαόζ (2009, 93΄) Ένας πόλεμος μέσα από το viewfinder ενός τανκ. Πώς συρρικνώνεται η συνείδηση του ατόμου μέσα σ’ ένα τεθωρακισμένο πολεμικό άρμα; Ο Ισραηλινός Σαμουέλ Μαόζ θυμάται με ακρίβεια την ώρα που σκότωσε τον πρώτο άνθρωπο στη ζωή του ως 20χρονος πυροβολητής σε αυτοάμυνα στον πόλεμο στο Λίβανο το καλοκαίρι του 1982. Η ταινία που έγραψε και σκηνοθέτησε είκοσι πέντε χρόνια μετά για να λυτρωθεί από τις μνήμες, τοποθετεί τον θεατή σε μια πρωτόγνωρη οπτική γωνία απέναντι στην καθημερινότητα του πολέμου. Χρυσό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας. Είναι η πρώτη ταινία που γυρίζεται εξ’ ολοκλήρου μέσα σ’ ένα τανκ – με εξαίρεση ελάχιστες σκηνές. Είναι μια ακόμη ταινία Ιρσαηλινού σκηνοθέτη (μετά τον Άρι Φόλμαν και το Βαλς με τον Μπασίρ σε κινούμενο σχέδιο), ο οποίος είχε λάβει μέρος στον πρώτο πόλεμο στο Λίβανο κι ύστερα από χρόνια ξορκίζει τους δαίμονές του μέσα από τον κινηματογράφο. Με τη διαφορά ότι ο Μαόζ δεν διακατέχεται τόσο εξόφθαλμα από την ανάγκη του Φόλμαν για απενεχοποίηση και άφεση αμαρτιών. Ο πόλεμος είναι πόλεμος. Με πολύ αίμα, πολύ φόβο και πολύ θάνατο. Κι αυτός ο θάνατος σκορπίζεται από χιλιάδες ανώνυμους στρατιώτες που «εκτελούν εντολές». Όμως, είναι σημαντική η διαχωριστική γραμμή στην ιδεολογία πίσω από τις δυο αυτές ταινίες – πέρα από την καλλιτεχνική τους αξία που είναι αναμφισβήτητα υψηλή και στις δυο. Ενώ το Βαλς με τον Μπασίρ συνοψίζει τις προθέσεις του Φόλμαν στην ατάκα «για όλα έφταιγαν οι φαλαγγί-

46 | κ ο ν τ έ ι ν ε ρ Φε β ρ ο υ ά ρ ι ο ς 2 0 1 0

τες, εκείνοι ήταν «μπροστά» και ισοπέδωναν τις πόλεις», το «Lebanon» δεν μπαίνει καν στη διαδικασία να μοιράσει ευθύνες. Απόδειξη η αμφιλεγόμενη ως προς τις προθέσεις του, αλλά απολύτως καίρια δραματουργικά, παρουσία ενός φαλαγγίτη* στο τέλος της αποστολής του τανκ. Η μονάδα ενός τανκ εκκινεί πορεία διασχίζοντας ήδη κατεστραμμένες πόλεις του Λιβάνου προκειμένου να τις «αποτελειώσει». Η άφιξη του τέταρτου στρατιώτη στη μονάδα λίγο πριν να ξεκινήσει η αποστολή, δίνει την αφορμή για τις συστάσεις με τους χαρακτήρες. Ο Τζαμίλ, ο αυταρχικός αρχηγός της αποστολής κινείται πεζός, όχι μέσα στο τανκ και επωμίζεται εδώ βαριές ευθύνες. Ο Άσι, ο επικεφαλής του τανκ θα φανεί ψύχραιμος κι αποτελεσματικός σε στιγμές υψηλού κινδύνου; Ο Σμούλικ, ο νέος πυροβολητής στην παρθενική του αποστολή ενώ μέχρι τώρα σημάδευε βαρέλια, τώρα η πρώτη φορά που θα πατήσει την σκανδάλη εναντίον ανθρώπου θα είναι και η χαριστική. Ο Χέρτζελ, ο αθυρόστομος και οξύθυμος οπλίτης η αυθάδειά του τον κρατάει σε εγρήγορση, είναι ο πρώτος που μυρίζεται τον κίνδυνο. Ο Ιγκάλ, ο οδηγός, μόνη του έγνοια να καθησυχάσουν τη μάνα του ότι «είναι καλά». Με όχημα αυτούς τους πέντε βασικούς χαρακτήρες, εγκλωβισμένους μέσα στο τεθωρακισμένο, ο Μαόζ περιορίζεται στα διαδικαστικά της συνύπαρξης αυτής της ομάδας, διατηρώντας μια εντυπωσιακή οικονομία στην πλοκή. Όπως και οι στρατιώτες, έτσι και οι θεατές, δεν ξέρουν ποτέ πού βρίσκεται το τανκ, τι τους περιμένει στο επόμενο βήμα και πόσο κοντά ή μακριά είναι ο εχθρός.

Το ζητούμενο για τον δημιουργό δεν είναι η μανιχαϊστική διάσταση του πολέμου, ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο. Άλλα είναι εδώ τα θεμελιώδη ερωτήματα. Πώς αντιδρά ένας νέος άνδρας στη θέα του θανάτου μέσα από το viewfinder; Πόσο ανίσχυρος και ευάλωτος μπορεί να είναι κάποιος ακόμη και μέσα σ’ ένα τεθωρακισμένο άρμα; Πόσο εύκολο είναι να μην πατήσει την σκανδάλη; Τι διαβάζει στο βλέμμα νεκρών αμάχων σε πόλεις-συντρίμμια; Πόση διαύγεια μπορεί να έχει ένας Peeping Tom θανάτου; Αυτή είναι η τεράστια οικουμενική δύναμη της ταινίας του Μαόζ. Το ότι απέφυγε να «απολογηθεί» για τον συγκεκριμένο πόλεμο στο Λίβανο κρατώντας εκτός κάδρου πληροφορίες για εδαφικές κυριαρχίες και εθνικά ή θρησκευτικά μίση. Επικεντρώθηκε όμως, στην ψυχολογία πέντε στρατιωτών (θα μπορούσαν να βρίσκονται σε οποιονδήποτε άλλο πόλεμο), για να δει από πού αντλούν τις αντοχές τους. Τους αρκεί ένα λιβάδι με ηλιοτρόπια; Σκηνοθεσία-Σενάριο: Σαμουέλ Μαόζ. Φωτογραφία: Τζιόρα Μπέιτζα. Μοντάζ: Αρίκ Λίμποβιτς. Μουσική: Νικολά Μπεκέρ, Μπενουά Ντελμπέκ. Σκηνικά: Αριέλ Ρόσκο. Κοστούμια: Λόρα Σέιμ. Πρωταγωνιστούν: Γιοάβ Ντονάτ, Ρέιμοντ Αμσάλεμ, Μάικλ Μοσόνοφ, Όσρι Κοέν, Ζοάρ Στράους, Ίταλι Τιράν.

*

φαλαγγίτης: Αραβικής καταγωγής χριστιανός, φιλικά προσκείμενος στους Ισραηλινούς στον πόλεμο με το Λίβανο.




Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.