Φιλοκτήτης Διακομανώλης | Υπάρχει Θεός; | Εκδόσεις Ιωλκός

Page 1

ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Υπάρχει Θεός;

Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος το Θεό;

ΔΟΚΙΜΙΟ


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ; Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος το Θεό; Φιλοκτήτης Διακομανώλης Διορθώσεις: Δανάη Αλεξοπούλου Σελιδοποίηση: Ζωή Ιωακειμίδου Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης Σχεδιασμός εξωφύλλου: Δημήτρης Κουρκούτης | dk design Πίνακας εξωφύλλου: Michelangelo © Copyright: Εκδόσεις «Ιωλκός» & Φιλοκτήτης Διακομανώλης Μάιος 2014 Α΄ Έκδοση ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΩΛΚΟΣ»

• Ανδρέου Μεταξά 12 & Ζ. Πηγής, Αθήνα 106 81 Τηλ.: 210-3304111, 210-3618684, Fax: 210-3304211 E-mail: iolkos@otenet.gr

www.iolcos.gr ISBN 978-960-426-778-1


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ; Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος το Θεό;


ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΔIΟΥ:

— SASA, Η ιέρεια του έρωτα, Μυθιστόρημα, Ιωλκός, 2011 — Υπάρχει Θεός;, Δοκίμιο, Ιωλκός, 2014


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Υ ΠΑΡΧΕΙ Θ ΕΟΣ; Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος το Θεό;

Δοκίμιο

ΙΩΛΚΟΣ



Ο ηθικός νόμος είναι ανίσχυρος εάν δε βασίζεται σ’ έναν από­ λυτο κι ασύλληπτο υπερβατικό θεϊκό νόμο. Οι άθεοι πρέπει να απομονώνονται διά βίου σε τόπο άγρι­ ου κι ερημικού καθαρτηρίου ως επαίσχυντοι κατάδικοι. Το δε σώμα τους, όταν πεθαίνουν, θα πρέπει να παραμένει άταφο και να εκβάλλεται από τα όρια της πόλης. Πλάτων


Ως απάντηση στον Πλάτωνα, που πίστευε ότι οι Θεοί δημι­ ούργησαν τον κόσμο από αγαθότητα, ο Επίκουρος έλεγε ότι υπάρχει τόσο κακό στον κόσμο, ώστε αν τον δημιούργησαν από αγαθότητα, απατήθηκαν και κατά συνέπεια αποδεικνύ­ ονται ηλίθιοι. Αν, όμως, επέτρεψαν να υπάρχει το κακό τότε είναι και άθλιοι.


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Οι θρησκείες αποδυναμώνονται, οι θεοί χάνουν το

κύρος τους κι οι πιστοί κλονίζονται. Αν οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν αυτά που βιώνουμε, τότε τι παραπάνω θα περιμέναμε από τους θεούς; Πολλοί πιστοί των θρησκευτικών δογμάτων κάνουν ασυνείδητα βήματα προς τον αγνωστικισμό. Οι χαλαροί στην πίστη τους προσχωρούν στην εμπειρική αθεΐα. Οι εκκλησίες αδειάζουν κι οι λατρείες μετατρέπονται σε ιστορικά έθιμα. Τα επιτεύγματα των επιστημών και της τεχνολογίας ξεμπροστιάζουν τους θεούς. Είναι αδιανόητο κι όμως, αληθινό ως γεγονός, ότι οι επιστήμες και η τεχνολογία, στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, έτρεξαν κι εξακολουθούν να τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, διαρκώς αυξανόμενη μέχρι και σήμερα. Εμείς οι ίδιοι άνθρωποι είδαμε και βιώσαμε έναν κόσμο χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Οικογένειες και σπίτια χωρίς ψυγείο, με τα τρόφιμα να διατηρούνται σε


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

κρεμαστό φανάρι με σήτα. Ψυγεία για τους εύπορους με πάγο. Απουσία ηλεκτρικού φωτισμού και παιδιά να διαβάζουν με λάμπα πετρελαίου. Μαγείρεμα και ζεστό νερό για πλύσιμο στην γκαζιέρα. Θέρμανση με ξυλόσομπα και μαγκάλι με κάρβουνα. Και ξαφνικά είδαμε το δρομέα της τεχνολογίας να ξεπερνάει κάθε στατιστική ανάπτυξης, να ξεπερνάει το εύρος της αντίληψής μας και να μας παραδίδει τα λάφυρα της κούρσας του, χωρίς να μπορούμε να κατανοήσουμε το πώς, παρά μόνο το αποτέλεσμά του. Τα καράβια αντικαταστάθηκαν από αεροπλάνα. Το γράμμα που έκανε ένα μήνα να φτάσει στην Αμερική, κάποια στιγμή έφτανε σε δύο μέρες. Κι ώσπου να το χωνέψουμε, να το χαρούμε και να το βιώσουμε, μάθαμε ότι δε χρειάζεται πια. Τώρα πατάμε ένα κουμπί και κείμενα ολόκληρα, φωτογραφίες και βίντεο, όλα αυτά είναι στην άλλη άκρη της Γης σε λίγα δευτερόλεπτα. Και δε φτάνει μόνο αυτό. Όλα αυτά μπορούμε να τα επεξεργαζόμαστε, να τα διορθώνουμε, να τα εκτυπώνουμε ή ακόμα και να τα φυλάμε εκεί ψηλά στην παγκόσμια αποθήκη που λέγεται World Wide Web. Εκεί που κάποτε... κατοικούσε ο Θεός. Που κανένας δεν είχε πρόσβαση ούτε και γνώριζε τι υπήρχε. Ζούμε σε μια εποχή τελείως διαφορετική από τις άλλες. Ο 20ός και ο 21ος αιώνας είναι τελείως διαφορετικοί από τους προηγούμενους. Οι άνθρωποι βίωναν από αιώνα σε αιώνα τις διάφορες ανακαλύψεις της επιστήμης μέσα σε κατανοητά όρια. Οι ανακαλύ10


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

ψεις κι η τεχνολογία διέπονταν από μια διαδοχικότητα και νοητική απορροφητικότητα. Ο απλός άνθρωπος καταλάβαινε τις νέες ανακαλύψεις. Τα δύσκολα άρχισαν με τη μετάδοση της φωνής μέσα από τα καλώδια. Ήρθε στη συνέχεια εικόνα από την άλλη άκρη της Γης. Ακατανόητες τεχνολογικές εξελίξεις. Πώς να αντιληφθεί ο μέσος άνθρωπος τη ζωντανή εικόνα που ταξιδεύει χιλιάδες χιλιόμετρα σε μερικά δευτερόλεπτα; Και καλά όλα αυτά βρίσκονται στο χώρο της δράσης της φαντασίας. Ποια φαντασία, όμως, ανίδεου ανθρώπου με την τεχνολογία θα μπορούσε να συλλάβει νοηματικά κι όχι εκ του αποτελέσματος, τον αλγόριθμο, το λογισμικό, τη λειτουργία της ψηφιακής συνδρομητικής γραμμής (DSL), τα κινητά τηλέφωνα της τρίτης και τέταρτης γενιάς, το ασύρματο ίντερνετ και τόσες άλλες τεχνολογικές εφαρμογές, που κάνουν να σταματάει ο νους του ανθρώπου; Η ανάπτυξη της τεχνολογίας στο τέλος του 20ού και στην αρχή του 21ου αιώνα άφησε την ανθρωπότητα να παρατηρεί με δέος τα επιτεύγματα της τεχνολογίας και των επιστημών, χωρίς να αντιλαμβάνεται τις... θεϊκές αυτές προσεγγίσεις. Η τεχνολογική ανάπτυξη είναι ένα κομμάτι της γενικότερης ανάπτυξης των κοινωνιών. Η ανάπτυξη αυτή έφερε μαζί της και την απομάκρυνση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Οι ανοιχτές πόρτες διπλοκλειδώνονται πια. Τα λόγια των ανθρώπων από συμβόλαια έγιναν έπεα πτερόεντα. Οι ανάγκες περιφρούρησης της ζωής και της περιουσίας έγιναν επι11


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

τακτικές κι απαραίτητες. Η συλλογικότητα της κοινωνίας της μικρής πόλης, του χωριού, της γειτονιάς χάθηκε. Ο άνθρωπος έμεινε στο σπίτι του και κλειδώθηκε. Ο περίγυρος της εμπιστοσύνης του συρρικνώθηκε στην οικογένεια και στους στενούς συγγενείς. Η τεχνολογία στην υπηρεσία της επιχειρηματικότητας ανακάλυπτε τρόπους διασφάλισης κι η παρανομία τρόπους τρωτότητας της ασφάλειας. Αέναο παιχνίδι, αλλά και παράγοντας τεχνολογικών εξελίξεων. Η μοριακή βιολογία, η γενετική και γενικότερα οι επιστήμες που αφορούν στον άνθρωπο οδηγήθηκαν σε μυθικά επίπεδα. Οι υπηρεσίες που προέκυψαν από τα επιτεύγματα αυτά των επιστημών και της τεχνολογίας, άφησαν άναυδους κι εκστασιασμένους τους γεννημένους στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Όσο για τους συνομήλικους των νέων επιστημών και της τεχνολογίας, τους ζημίωσαν περισσότερο αφήνοντάς τους αδαείς κι ανυποψίαστους. Μιλάμε πια με την ίδια άνεση για τράπεζες βλαστοκυττάρων, όπως μιλούσαμε πριν λίγα χρόνια για τα εμβόλια της ερυθράς και της ελονοσίας. Γνωρίζουμε με άνεση το φύλο των εμβρύων και τις γενετικές τους ιδιαιτερότητες και μετερχόμαστε εξωσωματικές γονιμοποιήσεις σαν να πρόκειται για το μπόλιασμα της λεμονιάς μας. Μιλάμε πια για γενετική ποικιλότητα, για φυλογενετικά πρότυπα, για μοριακή γενετική, για το DNA, τη θυμίνη, την αδενίνη, το γονιδίωμα κι εκατοντάδες νέους επιστημονικούς όρους σαν να πρόκει12


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

ται για έννοιες που κουβαλήσαμε από το δημοτικό σχολείο. Παρ’ όλα αυτά τα πελώρια βήματα που έγιναν στην τεχνολογία, τον πολιτισμό και την εξέλιξη στον ιστό της παγκόσμιας κοινωνίας, στον τομέα της θρησκευτικής πίστης και στη διατήρηση της δύναμης των απανταχού ιερατείων, παρατηρούμε μια αβυσσαλέα αναντιστοιχία. Οι θρησκείες, παρά το γεγονός της φθίνουσας απήχησης στα κοινωνικά στρώματα, εξακολουθούν να διαφεντεύουν τη ζωή των λαών απανταχού της Γης. Η χαλαρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, σε σχέση με παλαιότερες εποχές, δε διαφοροποιεί εσώτερα ή εγκεφαλικά τις διαμορφωμένες πεποιθήσεις τους. Η θρησκεία έχει πετύχει να ενταχθεί σε κάθε βήμα της κοινωνικής διαδρομής του ανθρώπου και να καταστεί μια αναπόδραστη αναγκαιότητα. Η θρησκεία εξακολουθεί να προσδίδει μια ηθική υπόσταση στα μέλη των κοινωνιών. Το συναίσθημα της «μη πίστης» κανείς δε θέλει να το προσομοιώσει με την αθεΐα ούτε καν σαν εκπεφρασμένη αμφιβολία. Οι μη σκεπτόμενοι δεν έχουν λόγο να διαφοροποιηθούν. Το φρένο της θεϊκής αμφισβήτησης αποτελεί το ερώτημα «κι αν υπάρχει;». Εκεί σταματάει το κάθε ψάξιμο κι εκεί καταστέλλεται ο κάθε ενδοιασμός. Ωστόσο τα βήματα προς τα μπρος έχουν γίνει. Αργά, αλλά σταθερά οι κοινωνίες έχουν διαφοροποιήσει την αντιμετώπιση του Θεού κι αρνούνται να τον πάρουν πολύ στα σοβαρά. Παραμένουν μεν κατά παράδοση 13


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

πιστοί στη θρησκεία τους, αλλά οι πράξεις λατρείας κι υποταγής έχουν μετριαστεί έως κι ατονήσει. Ο Ζορζ Μινουά στην «Ιστορία της αθεΐας» λέει: «Μέσω των πλέον αναγνωρισμένων εκπροσώπων τους, η φιλοσοφία, οι θετικές επιστήμες, η ιστορία, η κοινωνιολογία, η ιατρική διακηρύσσουν το θάνατο του Θεού, έστω και αν συνειδητοποιούν τον κίνδυνο ενός εξαιρετικά χρονοβόρου ενταφιασμού. Προκειμένου μάλιστα να αποδείξουν τον αναμφισβήτητο θάνατό του, γράφουν τη βιογραφία του, εξηγούν πώς εμφανίσθηκε μια τέτοια ψευδαίσθηση και πώς θα αφανιστεί».

Ωστόσο η θρησκεία είναι μπροστά μας σε κάθε βήμα της ζωής μας. Γάμοι, βαφτίσια, κηδείες, μνημόσυνα, ευχέλαια, εγκαίνια, ορκωμοσίες, ονομαστικές εορτές, πολιούχοι άγιοι, προστάτες άγιοι. Όλα αυτά αποτελούν αναγκαία κοινωνικά παρακολουθήματα. Πέρα απ’ όλα αυτά που αποτελούν καθημερινότητα, έχουμε όλες τις θρησκευτικές εορτές που συνδυάζονται με θεσμοθετημένες αργίες: Χριστούγεννα, Μεγάλη Εβδομάδα, Πάσχα, της Παναγίας, της Πεντηκοστής, του Αγίου Πνεύματος. Πώς ν’ αγνοήσει κανείς όλη αυτήν τη θρησκευτική καταιγίδα, ταυτισμένη απόλυτα με την κοινωνική δομή και λειτουργία; Είναι αδύνατο να ξεφύγει κανείς από τη θρησκεία. Πρέπει πρώτα να τη λουστεί στο σύνολό της, να ταυτιστεί μαζί της και μετά να πάρει πρωτοβουλίες, να 14


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

μελετήσει και να σκεφτεί, για ν’ αρχίσει να την αμφισβητεί. Οι απόψεις που διατυπώνονται κι οι αρνητικές τοποθετήσεις σε ό,τι αφορά την ύπαρξη ενός θεού, δεν εδράζονται στην απόρριψη μιας τέτοιας πιθανότητας. Η άρνηση αυτή έχει να κάνει με την ύπαρξη κάποιου θεού, από όλους αυτούς τους θεούς που εκφράζουν τα πιστεύω όλων των θρησκειών του κόσμου. Ο αρνητισμός, που διαχέεται στις σελίδες του παρόντος βιβλίου, αφορά στην πεποίθηση ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχει κάποιος θεός με κωδικοποιημένο θέλημα και νόμους, αποκαλυμμένο σε οποιασδήποτε μορφής προφήτες, όπως είναι οι ιδρυτές θρησκειών. Πιστεύω ακράδαντα ότι οι θρησκείες έχουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης για τα δεινά των κοινωνιών τόσο στον οικονομικό, όσο και στον πολιτικό τομέα κι αποτελούν ανθρώπινες επινοήσεις.

15



Ο ΘΕΟΣ

Ας δούμε, λοιπόν, τι είναι ο Θεός;

Η λέξη «Θεός» είναι ένα αφηρημένο ουσιαστικό που μαθαίνουμε από τα πρώτα βήματα του έναρθρου λόγου μας. Το ουσιαστικό αυτό είναι εξορισμού ιερό και διέπεται από τρεις βασικές ιδιότητες. Παντογνωσία, παντοδυναμία και πανταχού παρουσία. Αυτές οι ιδιότητες καταχωρούνται ασυνείδητα στο παιδικό μυαλό μας, πριν ακόμα είμαστε σε θέση να αρθρώσουμε τις πρώτες μας λέξεις. Φανταστείτε τώρα ένα παιδικό μυαλό, δηλαδή ένα κατάλευκο χαρτί, να καταγράφει μία αφηρημένη λέξη που εμπεριέχει ιερότητα, πανταχού παρουσία, παντοδυναμία κι απόλυτη γνώση για καθετί που κάνουμε ή ακόμα και που σκεφτόμαστε. Η λέξη αυτή αποκτά τέτοια δυναμική με το πέρασμα του χρόνου, που είναι από ισχυρά δύσκολο έως κι αδύνατο να απεκδυθεί τη δυναμική της. Ο Θεός είναι μια έννοια που πρώτα μαθαίνουμε εμπειρικά κι απροσδιόριστα και μετά χτίζουμε γύρω της μια ερμηνεία που είναι ανάλογη με τον οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό μας περίγυρο. 17


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Η ύπαρξη του Θεού, μέχρι να μπορέσουμε μόνοι μας να συλλογιστούμε και να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα, είναι δεδομένη κι αδιαμφισβήτητη, αφού μας αποκαλύπτεται από τη σπουδαιότερη εξουσία που δεν είναι άλλη από τη μητρική εξουσία. Το παιδί όταν γεννηθεί, βρίσκεται σε ένα πολύπλοκο περιβάλλον, αδύναμο να το αντιμετωπίσει. Έτσι η λύση βρίσκεται στην εξάρτηση και στην εμπιστοσύνη που είναι υποχρεωμένο να δείξει στο πρόσωπο της μητέρας. Έχει αναφερθεί από ειδικούς επιστήμονες ότι υπάρχει μια εσωτερική προδιάθεση για υποταγή στις μητρικές προσταγές κι απαγορεύσεις που δε συνδέονται απαραίτητα με την εξάσκηση και την πειθαρχία. Έτσι το παιδί μαθαίνει ότι το πρόσωπο από το οποίο εξαρτάται, εμπνέει εμπιστοσύνη. Το πνεύμα αυτό μας διδάσκει να εμπιστευόμαστε πολύ πριν μάθουμε να μιλάμε. Απαιτεί από μας να πιστέψουμε σε κάτι που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, κάτι που η ύπαρξή του δεν αποδεικνύεται με τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας. Είναι ακριβώς η πρώτη μας επαφή με τον κόσμο των αφηρημένων ιδεών. Η πρώτη μας εμπειρία με το ιερό. Τα περισσότερα μηνύματα που συνδέονται με την κοινωνική δράση, δεν είναι ούτε λογικά ούτε μπορούν να αξιολογηθούν με βάση την προηγούμενη εμπειρία. Είμαστε υποχρεωμένοι να τα πιστέψουμε. Αρχικά, μπορούμε να πιστέψουμε οτιδήποτε, αν συνοδεύεται από τη φράση «το είπε η μητέρα». Αυτά μας λέει ο Λάιαλ Ουάτσον στην «Παλίρροια της ζωής». Η ένταξη, λοιπόν, της έννοιας «Θεός» 18


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

στον παιδικό εγκέφαλο, είναι ταυτόσημη με την έννοια που έχει ενστερνιστεί η μητέρα. Δεν αναφέρομαι στη γενικότερη έννοια που εκπροσωπεί η λέξη «Θεός» – δηλαδή μια αφηρημένη, δημιουργική δύναμη. Αναφέρομαι στη λέξη που εκπροσωπεί την κάθε θρησκευτική και ταυτόχρονα, μοναδική αλήθεια. Σ’ αυτήν την εγωι­στική έννοια αναφέρομαι κι όχι στη λέξη «Θεός» με την ευρεία έννοιά της. Αυθόρμητα ερωτήματα έρχονται στο μυαλό κάθε ελεύθερα και νηφάλια σκεπτόμενου ανθρώπου. Τι είναι ο Θεός; Ποια είναι η διάστασή του και πού βρίσκεται; Είναι πνεύμα μάς λένε οι απολογητές κάθε θρησκείας. Πώς είναι άραγε ένα πνεύμα χωρίς διάσταση, χωρίς σχήμα, χωρίς εγκέφαλο, χωρίς μέγεθος στο απέραντο σύμπαν; Πώς μπορεί να ακούει και να απαντάει σε εκατομμύρια προσευχές και με τι κριτήριο γίνονται αποδεκτές ή απορρίπτονται; Είμαι βέβαιος ότι όλοι όσοι έχουν αφήσει το μυαλό τους ελεύθερο να φανταστεί το Θεό δεν μπορούν να μορφοποιήσουν μια εικόνα για το πώς και τι θα μπορούσε να είναι. Περιαδράχνουν, λοιπόν, την παγκόσμια καραμέλα ότι ο Θεός είναι πνεύμα. Το ερώτημα είναι «τι είναι το πνεύμα;». Τι θα πει πνεύμα και ποιος έχει εμπειρία να μας τη μεταφέρει, για το τι είναι πνεύμα; Τι υπόσταση έχει το πνεύμα; Ας πούμε, λοιπόν, ότι το πνεύμα είναι άυλο κι αδιάστατο. Πώς λειτουργεί αυτό το άυλο κι αδιάστατο ον; Έχει εγκέφαλο; Έχει μνήμη; Έχει συναίσθημα; Για προσπαθήστε να φανταστείτε ένα αδιάστατο ον, εκτεταμένο στο απέραντο σύμπαν. Όλες αυτές οι αρετές που εναπο19


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

θέτουν οι θρησκείες στις πλάτες των... πνευμάτων-θεών, πού είναι εγκατεστημένες και πώς λειτουργούν; Πώς θα κριθούν οι πιστοί άλλων θεών πλην του αληθινού, αφού ποτέ δε διδάχτηκαν το θέλημά του; Γιατί δεν κατέστησε ποτέ με σαφήνεια γνωστή τη βούλησή του σε όλον τον κόσμο ο ένας και μοναδικός Θεός; Γιατί ως πανάγαθος, δίκαιος και πολυέλεος επέτρεψε στους αντιπροσώπους της βούλησής του να εγκληματούν ανά τους αιώνες; Πώς επιτρέπει την ύπαρξη μιας αντίπαλης, πονηρής δύναμης; Αυτού του είδους τα ερωτήματα δεν πήραν ποτέ απαντήσεις. Οι απαντήσεις όλων των θεϊστών, ενός συγκεκριμένου Θεού, όποιος κι αν είναι αυτός, υπήρξαν πάντα στερεότυπα κλισέ χωρίς λογική, χωρίς απόδειξη και με ασαφείς προφητείες και ταυτολογίες που χρησιμοποιούνται ως αποδείξεις. Είναι εκπληκτική η αδυναμία των περισσότερων ανθρώπων να επιχειρηματολογήσουν για την πίστη, την αμφιβολία ή την απιστία τους. Είναι, όμως, εκπληκτικότερο το πόσο αδαείς εμφανίζονται σε οποιαδήποτε περί Θεού συζήτηση. Δεν αναφέρομαι, βέβαια, στους απλούς κι αδιάφορους ανθρώπους που συγκροτούν κατά πλειοψηφία τις ανθρώπινες κοινωνίες. Αναφέρομαι σ’ αυτούς που όφειλαν να έχουν τη δυνατότητα να επεξεργαστούν αφηρημένες έννοιες. Αναφέρομαι στις κοινωνικές μονάδες που φαινομενικά και κατά τεκμήριο θα έπρεπε να έχουν σκεφτεί, διαλογιστεί και μορφοποιήσει τα πιστεύω τους. Εντούτοις ή διατυπώνουν ακαταλαβίστικα στερεότυπα ή πελαγοδρομούν μες στις παιδικές τους ανασφάλειες. Έτσι, λοιπόν, επιστρατεύονται 20


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

στερεότυπες επιστημονικοφανείς μεγαλοστομίες ή θλιβερές θρησκευτικές ασυναρτησίες. «Ο Θεός είναι πανσυμπαντική ενέργεια», «είναι αγάπη», «είναι η φύση σε όλες της τις διαστάσεις κι εκφάνσεις», «είναι μέσα μας». Όλες αυτές οι ασαφείς κι αφηρημένες ατάκες δεν είναι τίποτα άλλο από προφάσεις μιας ανομολόγητης άγνοιας. Ενός αυτοεγκλωβισμού στην άγνοια και το φόβο. Κανείς από όλους αυτούς που επικαλούνται τέτοιες ακαταλαβίστικες δικαιολογίες, βαθιά μέσα του, δεν τις πιστεύει. Είναι ο φόβος κι η ανασφάλεια της θεϊκής τιμωρίας που οδηγούν στην υιοθέτηση της ανύπαρκτης ερμηνείας του ερωτήματος «τι είναι επιτέλους ο Θεός;». Η ύπαρξη του Θεού, σύμφωνα με όλες τις θρησκείες του κόσμου, συνδυάζεται πάντα με την εκπροσώπηση του καλού ενάντια στο κακό, που μας απειλεί και καλούμαστε με λατρεία και ικεσία να επιδιώκουμε τη σωτηρία μας. Η άποψη, όμως, αυτή προϋποθέτει την ύπαρξη δύο Θεών που βρίσκονται σε διαρκή αντιπαλότητα και κανένας από τους δύο δε διαθέτει τη δύναμη να εξουδετερώσει οριστικά τον άλλο. Κάτι τέτοιο, όμως, θέτει σε αμφισβήτηση την παντοδυναμία του Θεού και τον κάνει να μοιάζει με απλή και ευάλωτη εξουσία που στερείται όλων των επιθέτων που του έχει προσδώσει η θρησκευτική φιλολογία όλων των θρησκειών. Η λατρεία κι η ικεσία, από μόνες τους ως πράξεις, αποτελούν αναμφισβήτητη απόδειξη μικρότητας. Αποδεικνύουν την ανθρώπινη προέλευση και την ευτέλειά τους. Πώς είναι, λοιπόν, δυνατόν να αποτελούν απαιτήσεις των θεών; 21


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Ο Ρίτσαρντ Ε. Ρουμπενστάιν, καθηγητής επίλυσης συγκρούσεων και δημοσίων υποθέσεων στο George Mason Uni­ ver­sity, απόφοιτος του Harvard College, του Oxford Univer­sity (Rhodes Scholar) και του Harvard Law School, στο βιβλίο του «Τα τέκνα του Αριστοτέλη» , αναφερόμενος στις ιδιότητες του Θεού αναφέρει την κίνηση των λεγόμενων «Καθαρών». Οι «Καθαροί» εμφανίστηκαν κι έδρασαν το 13ο αιώνα κι υποστήριζαν με πάθος θέσεις που προσιδίαζαν στο μανιχαϊσμό. Δηλαδή πίστευαν στην ύπαρξη δύο ανταγωνιστικών δυνάμεων, του καλού και του κακού. Η κίνηση αυτή εκπροσωπούνταν από αδιάφθορους κι ιδιαίτερα μελετημένους ιερωμένους, οι οποίοι ονομάζονταν «Τέλειοι» ενώ οι οπαδοί τους ονομάζονταν «Καθαροί». Οι «Καθαροί» απέρριπταν την κάθε μορφής λατρεία και την εκκλησιαστική ιεραρχία. Είχαν μελετήσει βαθιά και με πάθος τον Αριστοτέλη κι ερμήνευαν χωρίς φόβο τις θέσεις του, κόντρα στα καθιερωμένα εκκλησιαστικά στερεότυπα. Διώχνονταν και θανατώνονταν ανηλεώς από τον Πάπα, όπου μάλιστα καταγράφηκε στην ιστορία η απάντηση του λεγάτου του Πάπα προς τους στρατιώτες, για την αναγνώριση των «Καθαρών»: «Σκοτώστε τους όλους κι ο Θεός θα αναγνωρίσει τους δικούς Του». Ο Ρίτσαρντ Ε. Ρουμπενστάιν αναφερόμενος στους «Καθαρούς» λέει: «Το κύριο θέμα τους –που ισοδυναμούσε σχεδόν με ψύχωση– ήταν το πρόβλημα του κακού. Πώς μπορούσε ένας . Μετ.: Ρένα Καρακατσάνη, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, 2004.

22


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

καλός Θεός να έχει δημιουργήσει ένα σύμπαν που βασανιζόταν από το θάνατο, τη σήψη και την ηθική αποτυχία; Πώς μπορούσε ένας παντοδύναμος, δίκαιος και γεμάτος αγάπη Δημιουργός να επιτρέπει να υπάρχουν λοιμοί, φυσικές καταστροφές κι αμαρτωλές ορμές; Το ερώτημα απασχολούσε πολλούς σκεπτόμενους χριστιανούς, αλλά ελάχιστοι έτειναν να θεωρούν την ανοχή του Θεού για αυτά τα γήινα δεινά, πρόβλημα που δημιουργούσε σοβαρή δογματική κρίση στους πιστούς. Οι περισσότεροι έτειναν να αποδέχονται την εξήγηση που είχε δώσει αρχικά ο Άγιος Αυγουστίνος, ο οποίος διακήρυττε ότι το κακό δεν είναι ένα πράγμα που δημιούργησε ο Θεός –μάλιστα, δεν είναι καν πράγ­ μα–, αλλά μια ανεπάρκεια ή “στέρηση” όντος. Η αμαρ­ τία ή η ανταρσία κατά του Θεού, έλεγε ο Αυγουστίνος, είναι προϊόν της δικής μας ελεύθερης επιλογής, όχι της θεϊ­κής βούλησης. Και –το αποστομωτικό επιχείρημα– το ανεξιχνίαστο σχέδιο το Θεού, αν μπορούσαμε μόνο να το καταλάβουμε, θα μας έδειχνε ότι φαινομενικά “κακά” περιστατικά υπηρετούν στην πραγματικότητα κάποιον υψηλότερο σκοπό. Η απάντηση των Καθαρών σε όλα αυτά ήταν προφανώς συντριπτική και υποστήριζαν ότι καμιά από τις εξηγήσεις του Αυγουστίνου δεν ήταν λογική, αφού η αντίφαση μεταξύ ενός καλού και παντοδύναμου Θεού και ενός σύμπαντος μολυσμένου με κακό είναι αληθινή, όχι μόνο φαινομενική και δεν μπορεί να την εξαφανίσει κανείς με θεολογικές ταχυδακτυλουργίες. Το κακό δεν είναι ψευδαίσθηση, επέμεναν, είναι μια πραγματικότητα εξίσου ουσιαστική με τον υλικό κόσμο που το εμπεριέχει. Ο ίδιος 23


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

ο Αυγουστίνος ταύτιζε την αμαρτία όχι μόνο με απουσία όντος, αλλά με το σαρκικό πόθο, την κακή χρήση της διεστραμμένης βούλησης του ανθρώπου. Αλλά πώς θα μπορούσε ο Θεός να έχει δημιουργήσει ένα τόσο ελαττωματικό προϊόν; Και πώς, εν δικαίω, μπορεί να καταδικάζει τα δικά του αμαρτωλά πλάσματα –τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων, σύμφωνα με τον Αυγουστίνο– στις αιώνιες φωτιές της Κόλασης; Επιπλέον, έλεγαν οι Καθαροί, η απόδοση κακών παρορμήσεων και γεγονότων, σε κάποιο ανεξιχνίαστο σχέδιο του Θεού δεν είναι τίποτε άλλο πα­ ρά προσφυγή στην άγνοια. Από πλευράς εκκλησίας, το ορθόδοξο συμπέρασμα είναι ότι οι άνθρωποι, χρησιμοποιώντας μόνο τη λογική, δεν μπορούν να βγάλουν νόημα από τα περιστατικά και τις παρορμήσεις που αποκαλούν κακές. Εδώ, η διάνοια πρέπει να υποκύψει στην αποκάλυψη και η λογική στην πίστη. Έτσι οι χριστιανοί πρέπει απλώς να δεχθούν την ιδέα ότι, αφού ο Θεός είναι καλός και παντοδύναμος, η άπειρη δύναμη και γνώση του θα συνοδεύεται, εν καιρώ, από άπειρη αγάπη και έλεος. Σ’ αυτό οι Καθαροί απαντούσαν ότι υπήρχε μία εξήγηση των φαινομένων, στην οποία θα μπορούσε να φτάσει κανείς χρησιμοποιώντας τη λογική του που ήταν η ακόλουθη: Ο Θεός δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα καλός και παντοδύναμος. Αν δημιούργησε το κακό ή του επιτρέπει να υπάρχει, δεν μπορεί να είναι καλός. Αν, όμως, είναι καλός, δεν μπορεί να είναι παντοδύναμος, γιατί, αν ήταν, δε θα μας είχε φορτώσει με αμαρτία και πόνο. Η ύπαρξη καλού και κακού υπο­ νοεί την ύπαρξη δύο δημιουργικών Αρχών ή Θεών, που 24


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

κανένας από τους δύο δεν είναι παντοδύναμος. Ο Θεός που απεικονίζεται στην ιστορία του Ιώβ και αλλού στην Παλαιά Διαθήκη, ένας απάνθρωπος τύραννος ερωτευμένος με την ίδια Του τη δύναμη, είναι ο δημιουργός του υλικού σύμπαντος, η πηγή κάθε κακού».

Ο Θεός, λοιπόν, είναι κάτι το απόλυτα ασαφές. Το μόνο σαφές που προκύπτει από την παγκόσμια διαχρονική γνώση, είναι ότι ο Θεός δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια βαθιά και πολύχρονη πλύση εγκεφάλου. Μια ανθρώπινη αυταπάτη, αναγκαία ωστόσο, για να μπορεί ο άνθρωπος να εναποθέτει τις ελπίδες του όταν οι εγκόσμιες εξουσίες κι οι αντιξοότητες της ζωής τον οδηγούν στην απόγνωση. Τότε, ο αδύναμος κι ανασφαλής άνθρωπος, προσφεύγει στην υπέρτατη θεϊκή εξουσία, στην οποία πιστεύει ότι έχει εξασφαλισμένη μια προσωπική πρόσβαση.

25


ΤΟ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ

Θα πρέπει να τονιστεί εξαρχής ότι οι επικριτικές θέσεις

που παρουσιάζονται από τις σελίδες του παρόντος βιβλίου, δεν αφορούν ούτε στους πιστούς των θρησκειών ούτε ακόμα και σ’ αυτές τις ανθρώπινες μονάδες που απαρτίζουν τα θρησκευτικά ιερατεία. Η έντονη αυτή επικριτική διάθεση που αναδύεται, στρέφεται κατά των ιερατείων ως εξουσιαστικής κάστας. Μιας διαχρονικής κάστας, ίντριγκας και διαφθοράς με στόχο τη διατήρηση της δύναμής της για τον έλεγχο των λαών. Ο πιστός κάθε θρησκείας έχει ανάγκη την ελπίδα που του προσφέρεται από την παιδική του ηλικία, για να μπορεί να μετριάζει τον πόνο και τις αντιξοότητες της ζωής. Έχει ανάγκη την ελπίδα μιας ανταμοιβής στο επέκεινα, αφού η εγκόσμια πορεία παραμένει ορατή και γεμάτη αντιξοότητες. Μια μομφή προς τον πιστό, για την πίστη του, θα αποτελούσε από μόνη της παραλογισμό και θα εμφορούνταν από αλαζονεία και ελιτική διαφορετικότητα. Ακόμα κι οι ιερατικές μονάδες που συγκροτούν τα ιερα26


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

τεία δεν αποτελούν από μόνες τους διαβολικές προσωπικότητες. Είναι το βάθος των θεσμών κι η ένταξή τους σ’ αυτούς που συγκροτεί ένα συλλογικό και απρόσωπο χαρακτήρα. Έχω προσωπική άποψη για την ειλικρίνεια, την πραότητα και την αγαθοεργία πολλών μεμονωμένων ιεραρχών, τους οποίους εκτιμώ απεριόριστα, όχι για την ορθολογική αντιμετώπιση του κυρίαρχου οντολογικού ερωτήματος, αλλά για την ειλικρινή προσέγγιση των πιστεύω τους. Μιλάμε, λοιπόν, για θρησκείες, για θρήσκους και άθρησκους, για δογματικούς, νηφάλιους θεϊστές και άθεους. Τι είναι, λοιπόν, η θρησκεία; Πιστεύω ότι η θρησκεία είναι το απομεινάρι της άγνοιας και του φόβου του άγνωστου που κωδικοποιήθηκε με την πάροδο των αιώνων και προσαρμόστηκε σταδιακά στα δεδομένα της γνώσης. Η νεοδαρβινική θεωρία, η οποία αποτελεί το Α και το Ω στην επιστημονική κοινότητα των εξελικτικών, δανείζεται από το Δαρβίνο το μηχανισμό της φυσικής επιλογής και αποδίδει εκεί την καταγωγή σε μια ποικιλία αδιευκρίνιστων λογικά ανθρώπινων δράσεων. Σύμφωνα με το Γάλλο ανθρωπολόγο Πασκάλ Μπόιερ η προέλευση της θρησκείας ως εξελικτική διαδικασία ή ως εγγενής ανάγκη του ανθρώπινου εγκεφάλου, δεν είναι γνωστό πότε εμφανίστηκε. Υφίσταται εγγενώς μια ανθρώπινη, ενστικτώδης διαίσθηση, η οποία επηρεάζει τη σκέψη και οδηγεί σε μιας μορφής θρησκευτική έκφραση. Το εγγενές αυτό, με τον ανθρώπινο εγκέφαλο, νοητικό σύστημα προδια­θέτει στην ανάπτυξη πολιτισμικών στοιχείων όπως είναι η πίστη σε υπερφυσικά όντα. Δηλαδή είναι διαμορφωμένο –από φυσική επιλογή, με δαρβινικούς όρους– το 27


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

μυαλό του ανθρώπου να στρέφεται στη λατρεία υπερφυσικών όντων, μην μπορώντας να βιώσει την ανεξαρτησία της ύπαρξής του. Αντίστοιχα, ο γνωστός βιολόγος, ζωολόγος, ανθρωπολόγος και συγγραφέας Λάιαλ Ουάτσον, υποστηρίζει ότι: «...Οι ιδέες απέκτησαν βιολογική πραγματικότητα και οντότητα. Ακόμα και μια εντελώς αφηρημένη ιδέα, μπορεί να δράσει στο πλαίσιο της φυσικής επιλογής, να επιδείξει επιβιωτική προσαρμοστικότητα και να παίξει συγκεκριμένο ρόλο στη διαμόρφωση του πεπρωμένου των ιδεών...».

Οι απόψεις αυτές θεωρούνται από το νομπελίστα, νεοδαρβινιστή Τζέραλντ Έντελμαν, απλοϊκές, μη επιστημονικές κι άκριτη μεταφορά βιολογικών προτύπων στα κοινωνικά φαινόμενα, όπως επιχειρείται από τη λεγόμενη κοινωνική βιολογία. Ο Ρίτσαρντ Ντόκινς αναφέρεται στη θεωρία της εξέλιξης και στη φυσική επιλογή της ανάγκης του ανθρώπου να θρησκεύεται. Οι αφηρημένες έννοιες περνούν από μυαλό σε μυαλό, αντιγραφόμενες συνεχώς χάρη στη μίμηση. Η φυσική επιλογή πρέπει να επιλέγει μεταξύ εναλλακτικών αντιγραφέων. Ο αντιγραφέας είναι ένα σύνολο κωδικοποιημένων πληροφοριών που κατασκευάζει ακριβή αντίγραφα του εαυτού του και, περιστασιακά, ανακριβή αντίγραφα ή μεταλλάξεις. Η δαρβινική άποψη αφορά ακριβώς σ’ αυτό. Όσες παραλλαγές του αντιγραφέα συμβαίνει να είναι καλές στην αντιγραφή, γίνονται περισσότερες, σε βάρος 28


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

άλλων παραλλαγών που δεν είναι καλές. Αυτό συνιστά τη φυσική επιλογή στη στοιχειωδέστερη μορφή της. Ο Ρίτσαρντ Ντόκινς θεωρεί υπεύθυνες τις αβάσιμες, αυθαίρετες πεποιθήσεις και απαγορεύσεις, οι οποίες μεταδίδονται από γενεά σε γενεά, πεποιθήσεις ευνοημένες πιθανότατα από τη χρήσιμη ικανότητα προγραμματισμού του παιδικού εγκεφάλου. Στο άρθρο του «Οι ιοί του νου» αναφέρει: «Συνέκρινα τον έρωτα με τη θρησκεία το 1993, όταν παρατήρησα ότι τα συμπτώματα που παρουσίαζε ένα άτομο “προσβεβλημένο από θρησκεία”, ενδέχεται να θυμίζουν εκπληκτικά τα συμπτώματα που συνήθως συνδέονται με τη σεξουαλική επιθυμία. Αυτή είναι μια εξαιρετικά ισχυρή δύναμη στον εγκέφαλο και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι κάποιοι ιοί, έχουν εξελιχθεί με τρόπο τέτοιο ώστε να την εκμεταλλεύονται».

Τον Οκτώβριο του 2009 εκδόθηκε το βιβλίο του καθηγητή κι ακαδημαϊκού Κώστα Κριμπά «Δαρβινισμός και η ιστορία του έως τις μέρες μας» . Ο συγγραφέας, μέσα από το βιβλίο αυτό, δίνει απαντήσεις σε όλο το φάσμα της θεωρίας της εξέλιξης, αλλά και σε όλες τις παράπλευρες επιστήμες που αποτέλεσαν τα επιστημονικά συνεπακόλουθα του μεγάλου ερευνητή Κάρολου Δαρβίνου. Διαβάζοντας κανείς το έργο αυτό του Έλληνα επιστήμονα, κλονίζεται η αυτοπεποίθησή του συνειδητοποιώντας την απεραντοσύνη των γνώσεων και . Επιμ.: Τάκης Θεοδωρόπουλος, εκδ. Ωκεανίδα.

29


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

τη δυσκολία του μέσου ανθρώπου να σχηματίσει από μόνος του μια οντολογική άποψη. Για την ανάγκη του ανθρώπου να θρησκεύεται, ο Κώστας Κριμπάς λέει: «Η ανάπτυξη της θρησκευτικής πίστης απορρέει από γενετική εγγραφή αυτής της ικανότητας, που είναι προϊόν φυσικής επιλογής. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η θρησκευτική πίστη φαίνεται να ωφελεί αρκετά άτομα, τους επιτρέπει να αντιμετωπίζουν ευκολότερα τις δύσκολες στιγμές της ζωής τους, τους παρέχει ασφάλεια».

Καθόλου συμπτωματικά τόσο ο Έριχ Φρομ, όσο κι ο Σίγκ­ μουντ Φρόιντ, έχουν συνδέσει τη θρησκεία με μιας μορφής γενετήσια ανάγκη. Ο Έριχ Φρομ προσεγγίζει τη θρησκεία στο πλαίσιο της δικής του επιστημονικής θεώρησης. Της προσδίδει ιδιότητες φροϊδικής αντίληψης, με τις προεκτάσεις της δικής του επιστημονικής κρίσης. Στο βιβλίο του «Tο δόγμα του Χριστού» αναφέρει: «Η θρησκεία χρησιμεύει κατά κύριο λόγο για να κάνει τις μάζες να υποτάσσονται ευκολότερα στις τόσες απογοητεύσεις που τους προσφέρει η πραγματικότητα. Οι ικανοποιήσεις που προσφέρει η θρησκεία είναι γενετήσιας φύσης. Είναι ικανοποιήσεις που πραγματοποιούνται ουσιαστικά στη φαντασία, γιατί οι γενετήσιες παρωθήσεις, αντίθετα από τις ικανοποιήσεις του εγώ, είναι δυνατό να ικανοποιηθούν στη φαντασία». 30


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

Ο Σίγκμουντ Φρόιντ –ο μεγαλύτερος σκαπανέας της ανθρώπινης ψυχής, με δεδηλωμένη απουσία θρησκευτικής πίστης– θεωρεί τη θρησκεία επανάληψη των παιδικών εμπειριών προσκόλλησης και δέους σ’ έναν παντοδύναμο πατέρα. Υποστηρίζει ότι η θρησκεία αποτελεί κίνδυνο, καθώς συνδέεται με θεσμούς όπως η εξουσία κι η ανισότητα, αποτελώντας εμπόδιο στην κριτική κι ελεύθερη σκέψη. Η θρησκεία κατά το Φρόιντ αποτελεί κοινωνική οπισθοδρόμηση, ακόμα και σ’ αυτήν την έννοια της ηθικής που αποτελεί θεϊκό κανόνα. Η ταύτιση θρησκείας κι ηθικής θα οδηγήσει στην κατάρρευση των ηθικών αξιών. Παρατηρούμε ότι όλοι οι βιολόγοι επιστήμονες, και είναι λογικό βέβαια, επιμένουν να εξηγούν τα πάντα στο πλαίσιο της εξελικτικής βιολογίας και με δαρβινικούς όρους. Παραβλέπουν οι καθ’ όλα σεβαστοί, ειδικοί του αντικειμένου ότι υπάρχουν κι άλλες επιστήμες που εμπλέκονται δυναμικά και καθόλου αναρμόδια όπως πολλοί ισχυρίζονται. Η αναλυτική ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η φιλοσοφία, αλλά κι η απλή αναλυτική και γόνιμη σκέψη, αναμφισβήτητα αποτελούν αρμόδιους φορείς επεξεργασίας του συγκεκριμένου αντικειμένου. Διαφέρουν δε ως προς τη βιολογία, ως προς την ευρύτητά τους, η οποία συμπεριλαμβάνει και τα αποτελέσματα της έρευνας και αυτής της βιολογίας. Και δε μέμφομαι όλους τους παραπάνω επιστήμονες ως επιστημονικές οντότητες, αφού πολλοί απ’ αυτούς, απέχουν παρασάγγας από τη μονομέρεια της επιστήμης τους και διακρίνονται για το πολυσχιδές έργο τους. Η επιστήμη, όμως, την οποία υπηρετούν, τους καθιστά όλους δογματικούς και επιρρεπείς σε επιστημονική μεροληψία. 31


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Οι φυσικοί, γεωλόγοι, ζωολόγοι, μοριακοί κι εξελικτικοί βιολόγοι, ανθρωπολόγοι κι όλοι οι ειδήμονες των επιστημών της φύσης και του έμβιου κόσμου, τοποθετούνται με μια ποικιλία απόψεων, δυσνόητη, δύσπεπτη, αντιφατική πολλές φορές και αξιωματικά μόνο αποδείξιμη. Η ανάγκη για θρησκεία, λένε οι εξελικτικοί βιολόγοι –πάντα με δαρβινικούς όρους–, αποτελεί φυσική επιλογή. Ακούγεται θαυμάσιο, συμπερασματικά αποδείξιμο, αλλά πόσες και πόσες θεωρίες, βραβευμένες ακόμα και με Νόμπελ δεν καταρρίφθηκαν από νεότερες. Αξίζει πολύ περισσότερο η σεμνή δήλωση του νομπελίστα Τζέραλντ Έντελμαν από οποιοδήποτε σχόλιο ή επικριτική αναφορά στις επιστημονικές αυθεντίες. «Όπως όλοι οι θεωρητικοί που γνωρίζω, θα πιστεύω ότι η θεωρία μου είναι ορθή μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο. Η μονάδα επιλογής όσον αφορά τη δημιουργία μιας επιτυχούς θεωρίας είναι συνήθως ένας νεκρός επιστήμονας. Εκατό από μας πεθαίνουμε με τη βεβαιότητα ότι η θεωρία μας είναι σωστή, τελικά, όμως, αποδεικνύεται ότι μόνο ένας είχε δίκιο. Πολύ σπάνια κάποιος επιστήμονας αξιώνεται αυτήν την τιμή εν ζωή».

Ακόμα μια ξεκάθαρη επιστημονική αυθεντία, ο Έλληνας ακαδημαϊκός Δημήτρης Νανόπουλος, με αφορμή την εγκατάστασή του ως αντιπροέδρου της Ακαδημίας Αθηνών στις 14 Ιανουαρίου 2014, επισημαίνει το συνεχώς αναθεωρούμενο και απολύτως πρόσκαιρο των επιστημονικών προσεγγίσεων: 32


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

«Παλιά νομίζαμε ότι η Γη είναι το κέντρο του κόσμου. Και δεν είναι. Ότι το ηλιακό σύστημα είναι το μόνο. Και δεν είναι. Μέχρι το 1925 πιστεύαμε ότι ο Γαλαξίας μας ήταν το σύμπαν. Όχι μόνο δεν είναι, αλλά υπάρχουν 100 δισεκατομμύρια γαλαξίες με εκατό δισεκατομμύρια άστρα ο καθένας. Ακούστε τώρα το νούμερο που θα σας πω: Έχουμε καταλήξει ότι υπάρχουν, δυνητικά, 10 εις την 500στή είδη συμπάντων. Αυτό σημαίνει ότι κάποια από αυτά μπορεί και να μη συμβούν, αλλά κι ότι πολλά μπορεί να υπάρξουν πολλές φορές».

Προσπαθώ και εκγυμνάζομαι ώστε να αποβάλλω τις ψευδαισθήσεις αυθεντίας που δημιουργεί η ατελής γνώση και δεν αμφισβητώ επιστημονικές απόψεις, βασισμένες μάλιστα σε αποτελέσματα πολυετούς μελέτης και εργαστηριακής έρευνας. Ωστόσο αποφεύγω να δέχομαι τυφλά τα επιστημονικά συμπεράσματα, αν δε με πείθουν βαθιά μέσα μου και δεν εξαλείφουν τις αυθόρμητα αναδυόμενες αμφιβολίες μου. Η διαφορά των επιστημονικών εμμονών από τα θεολογικά θέσφατα είναι ότι οι μεν πρώτες μού εγείρουν απλές επιφυλάξεις, ενώ καμιά επιφύλαξη ή αμφιβολία διατηρώ για τη σαθρότητα των άλλων. Το ερώτημα είναι αν πράγματι η θρησκεία αποτελεί μια ανθρώπινη ανάγκη, εγγενώς εκδηλούμενη και υφέρπουσα στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Αν όντως ανακαλεί κι αντανακλά θεϊκά αρχέτυπα πάνω στην ανθρώπινη συμπεριφορά, η οποία επιλέγεται από τη διαδικασία της εξέλιξης. Όλες οι νεοδαρβινικές απόψεις είναι άψογα και με συνέπεια διατυπωμένες από επιστήμονες διεθνούς βεληνεκούς 33


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

κι αποδεδειγμένης εγκυρότητας. Ωστόσο πολλά από αυτά δεν είναι αποδεδειγμένα κι έχουν απλά περιβληθεί το μανδύα του αξιώματος. Ακόμα και ο νομπελίστας Έντελμαν, αφού παραθέτει την επιστημονική του άποψη, δεν παραλείπει να σημειώσει το ατελές της ανθρώπινης έρευνας. «Τα δεδομένα της νευροεπιστήμης, όσο πολυάριθμα κι αν είναι, δεν μπορούν από μόνα τους να επιτρέψουν την εξήγηση της σκέψης. Η νευροεπιστημονική εξήγηση είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή ως τελική εξήγηση. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία πλήρης επιστήμη, και ασφαλώς καμία επιστήμη των ανθρώπινων όντων, μέχρι να εξηγηθεί η συνείδηση με βιολογικούς όρους».

Στην αντίπερα όχθη οι θεολόγοι και γενικότερα οι απολογητές κάθε θρησκείας, θεωρούν αυτονόητο και δεδομένο ότι ο άνθρωπος θρησκεύεται επειδή γνωρίζει την αποδεδειγμένη ύπαρξη του Θεού – δε τίποτα παραπάνω δεν κάνει από το να εκφράζει την προσωπική του ανάγκη, που είναι η λατρεία του υπέρτατου όντος. Με πρακτικούς και κοινωνικούς όρους, έτσι για να συνέλθουμε από το λήθαργο της δικής μας θρησκείας, του δικού μας δόγματος που χωρίς τη θέλησή μας πάντα ακολουθούμε, ας εξετάσουμε μερικά ερωτήματα που προκύπτουν από μόνα τους. Αν δεν είχαμε γεννηθεί σ’ αυτόν τον τόπο από τους συγκεκριμένους, δικούς μας, χριστιανούς γονείς. Αν, απλά, είχαμε δει το φως του κόσμου δίπλα στη γειτονική Τουρκία. Υπάρχει καμιά αμφιβολία, έστω και η ελάχιστη, ότι θα 34


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

ήμασταν μουσουλμάνοι κι όχι χριστιανοί; Υπάρχει άραγε κανείς που θα μπορούσε να ισχυριστεί το αντίθετο; Ποιος καλόπιστος άραγε αμφιβάλλει ότι οι ιερές και θαυματουργές εικόνες των αγίων μας, για ένα βουδιστή, έχουν την ίδια απήχηση όσο και για μας ένα μπρούτζινο άγαλμα του Βούδα με σταυρωμένα τα χέρια να μας ατενίζει; Πόσο άραγε θα πιστεύαμε τη διήγηση ενός βουδιστή για το θαύμα που βίωσε ο ίδιος όταν γιατρεύτηκε το παιδί του μετά από νηστεία, περισυλλογή και προσευχή στο Βούδα; Πόσο αντίστοιχα θα εκστασιαζόταν ένας βουδιστής, αν άκουγε για ένα θαύμα της Παναγίας της Πορταΐτισσας και πόσο ανεδαφικό κι αδιάφορο θα το έβρισκε υπό τις συνθήκες των θρησκευτικών του πεποιθήσεων; Προσεγγίζοντας φιλοσοφικά τη θρησκευτικότητα του ανθρώπου ως ένα κοινωνικό φαινόμενο, είναι προφανές ότι δεν αποτελεί επιλογή, δεν είναι συμπέρασμα κρίσης ούτε αντικείμενο μιας αποδεδειγμένης πραγματικότητας. Αντίθετα, αποτελεί παράδοση εντοπιότητας, αντικείμενο πλύσης εγκεφάλου και ταυτολογικό αξίωμα μιας μυθιστορηματικής ουτοπίας. Αφού, λοιπόν, προκύπτει αβίαστα ότι η θρησκεία στην οποία πιστεύουμε δεν αποτελεί το καλύτερο αποτέλεσμα μιας επιλογής μας, αλλά το τυχαίο γεγονός του τόπου και του τρόπου που γεννηθήκαμε κι ανατραφήκαμε, πώς είναι δυνατό να το θεωρούμε «τη μεγάλη και αδιαμφισβήτητη αλήθεια»; Για την ανάγκη του θρησκεύεσθαι έχουν τοποθετηθεί οι περισσότεροι φιλόσοφοι όλων των εποχών. Έχει αποτε35


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

λέσει αντικείμενο έρευνας των επιστημόνων της βιολογίας και των φυσικών επιστημών κι απασχολεί τους ψυχιάτρους και ψυχαναλυτές εδώ και ενάμισι αιώνα, που η επιστήμη αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι απόψεις όλων αυτών των ειδικών είναι εκφρασμένες από τη σκοπιά της επιστημονικής θέασης του καθενός. Σε επόμενα κεφάλαια θα δούμε ποιες είναι οι απόψεις της κάθε κατηγορίας από τους ειδικούς που έχουν ασχοληθεί με την προέλευση, την ανάγκη και τις αιτίες που οδηγεί το 85% περίπου του παγκόσμιου πληθυσμού να θρησκεύεται. Νιώθω ωστόσο την ανάγκη να αναφερθώ στο μεγάλο ψυχίατρο και διανοητή του 20ού αιώνα Έριχ Φρομ και να αναφέρω την άποψή του για την επικύρωση μιας πλάνης, όταν υποστηρίζεται από την πλειονότητα των ανθρώπων. Το γεγονός, δηλαδή, ότι μια κοινωνική πλειοψηφία συμμερίζεται ορισμένες ιδέες, δεν αποδείχνει την εγκυρότητα των ιδεών αυτών: «Το γεγονός ότι εκατομμύρια (άνθρωποι) έχουν από κοινού τα ίδια βίτσια και το ότι πιστεύουν στις ίδιες πλάνες, δεν κάνει τα βίτσια αρετές ούτε τις πλάνες αλήθειες και το γεγονός ότι τα εκατομμύρια αυτά ανθρώπων έχουν από κοινού τις ίδιες μορφές ψυχικής παθολογίας, δεν κάνει τους ανθρώπους αυτούς υγιείς» .

Οι περισσότεροι φιλόσοφοι, αρνητές της θρησκείας, τη θε . Η υγιής κοινωνία, μετ.: Δημήτρης Θεοδωρακάτος, εκδ. Μπουκουμάνης, 1973.

36


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

ωρούν μια γλυκιά ουτοπία, μια αυταπάτη για να καλύπτει ο αδύναμος κι ανασφαλής άνθρωπος τις επίγειες αντιξοότητες της ζωής. Τη θεωρούν ακόμα ως τη μοναδική ελπίδα μιας καλύτερης ζωής σ’ έναν άλλο κόσμο, χωρίς αγώνα, χωρίς προσπάθεια, χωρίς ιδιαίτερα προσόντα, παρά μόνο την πίστη και την υποταγή στη θρησκεία. Θα μπορούσε ακόμα να πει κανείς ότι η θρησκεία αποτελεί, απλά, μια αυτόματη ένταξη σ’ ένα υπάρχον κοινωνικό καθεστώς. Όπως γεννιόμαστε και μαθαίνουμε τη γλώσσα μας εντασσόμενοι σταδιακά στο γλωσσικό κοινωνικό σύστημα, χωρίς καμιά προσωπική επιλογή, κατά την ίδια έννοια εντασσόμαστε –θέλουμε δε θέλουμε– στο θρησκευτικό σύστημα της κοινωνίας μας. Πέρα από όλα τα εγγενή πλεονεκτήματα του θρησκευτικού συστήματος της κοινωνίας που ζούμε (παιδική ηλικία, αυτοματισμός πίστης, συνήθεια, μέλος ομάδας κ.λπ.), θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι το μέλος κάθε κοινωνίας αποκτά γνώση. Μια φιλτραρισμένη μεν και μονολιθική γνώση που δεν παύει να είναι γνώση που, μονά ζυγά, κερδίζει. Είναι η γνώση opinio, σύμφωνα με τη διάκριση των τριών γνώσεων του Σπινόζα, δηλαδή η συγκεχυμένη και ανεπαρκής γνώση, η οποία στηρίζεται στην εμπειρία. Στην καλύτερη περίπτωση, απαντάται και η γνώση ratio, δηλαδή η γνώση που γνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά, αλλά όχι την ουσία των πραγμάτων. Σπάνιο, δυστυχώς, φαινόμενο αποτελεί η κατά Σπινόζα τρίτη διάκριση της γνώσης, η scientia intuitiva, δηλαδή η γνώση των αιτιών των πραγμάτων. Στη γνώση, λοιπόν, αυτή που έχει αποκτήσει το μέλος της κάθε κοινωνίας εμπεριέχονται όλα τα επιχειρήματα της μοναδι37


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

κής, δικής μας αλήθειας, καθώς κι αυτά του ψεύδους των άλλων δοξασιών. Το κοινωνικό αυτό καθεστώς, σε συνδυασμό με την άρνηση ή την αδυναμία του μέσου ανθρώπου να ασχοληθεί με το αντικείμενο της ορθότητας της πίστης, καθιστά την κάθε τοπική θρησκεία κυρίαρχη και ακλόνητη ανά τους αιώνες. Οι γνώσεις opinio και ratio του Σπινόζα αποτελούν το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του μεγαλύτερου όγκου του κοινωνικού σώματος. Είναι εκπληκτικό το γεγονός μιας τέτοιας διαπίστωσης. Το σημαντικό είναι ότι δε μιλάμε για ανθρώπους που η συγκυρία δεν τους επέτρεψε τη μόρφωση και μια επαρκή παιδεία. Μιλάμε για ανθρώπους που πέρασαν τα εκπαιδευτικά στάδια μέσης και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στην ουσία σπάνια απαντάται η γνώση scientia intuitiva, δηλαδή η γνώση των αιτιών των πραγμάτων. Οι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι στη συγκεχυμένη κι ανεπαρκή γνώση, με μια διακύμανση μέχρι τα όρια της γνώσης των χαρακτηριστικών, αλλά όχι της ουσίας των πραγμάτων. Στο πρόσφατο παρελθόν ξεκίνησα μια κουβέντα περί Θεού με έναν καλό παιδικό μου φίλο. Η πρώτη του αντίδραση ήταν αυθεντική και απόλυτα ειλικρινής: «Δε θέλω να συζητήσω αυτό το θέμα, γιατί δε θέλω να δημιουργήσω αμφιβολίες στην πίστη μου». Όταν τον ρώτησα: «Μα πώς είναι δυνατόν να μη θέλεις να διατυπώσεις τις αμφιβολίες σου, εφόσον, για να φοβάσαι να το κάνεις, υπάρχουν. Δηλαδή τι κάνεις, αμφιβάλλεις και καταπιέζεις τις αμφιβολίες σου;». Η απάντηση ήταν σαφής: «Ναι, φοβάμαι και δε θέλω να διαταράξω την πίστη μου. Για ποιο λόγο, άλλωστε να το κάνω;». Χρειάστηκε η πιεστική επιμονή μου για να απο38


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

παγιδεύσω το συνομιλητή μου από τα δίχτυα της ίδιας της άγνοιάς του. Θέλησα απλά να του αποκαλύψω ότι η ίδια η άγνοιά του είναι που του δημιουργεί αυτόν τον πανικό μπροστά στην αμφιβολία. Έπρεπε να συνειδητοποιήσει την ιδεοληπτική εμμονή του, για να μπορέσουμε, αν μη τι άλλο, να οδηγηθούμε σε μια επωφελή κι εποικοδομητική συζήτηση. Από σωρεία καλόπιστων συζητήσεων που έχω κάνει τόσο με πιστούς, όσο και με άπιστους συνομιλητές μου, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι ποτέ δε διέκρινα ως χαρακτηριστικό γνώρισμα την αρετή στους πιστούς και την έλλειψή της στους άπιστους. Αντίθετα θα μπορούσα να πω, μετά λόγου γνώσεως, ότι έχω διακρίνει την υποκρισία και τον αμοραλισμό σε πάμπολλους θεομπαίχτες πιστούς, ως χαρακτηριστικό τους γνώρισμα. Ωστόσο, ως μια δικαιότερη κρίση, θα μπορούσε να διατυπωθεί ότι η πίστη ή η απιστία δεν αποτελούν καν παράγοντες που συνδέονται με την ηθική και την αρετή. Ένα άλλο προσωπικό περιστατικό αποτελεί ενδεικτικό ή καλύτερα κλασικό παράδειγμα, ένταξης κάτω από μια οπαδική ομπρέλα και αδιατάρακτης διατήρησης της οπαδικής ιδιότητας για πάνω από 30 χρόνια, δηλαδή για πάντα. Έχω έναν ανιψιό, ο οποίος σε ηλικία 12 ετών επέλεξε την ποδοσφαιρική ομάδα της προτίμησής του. Για λόγους που δεν αποτελούν το αντικείμενο του βιβλίου αυτού, το κριτήριο της επιλογής του υπήρξε η διαφορετικότητα, σε σχέση με το συνήθως συμβαίνον. Ενώ είχε δεκάδες λόγους να ενταχθεί στο οπαδικό σύστημα του περίγυρού του, επιλέγοντας μία εκ των τριών μεγάλων 39


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

ποδοσφαιρικών ομάδων της Αθήνας, επέλεξε το παράδοξο που ήταν η υποστήριξη μιας ομάδας της Θεσσαλονίκης. Δεν εμφιλοχωρούσε κανένας άλλος λόγος, καμιά παρακίνηση παρά μόνο η διαφορετικότητα από το συνήθως συμβαίνον. Μέχρις εδώ η ιστορία αυτή δεν παρουσιάζει κανένα αξιοσημείωτο ενδιαφέρον, πλην της ανάλυσης των κινήτρων, του χαρακτήρα και της ψυχολογίας του έφηβου τότε ανιψιού μου. Η εξέλιξη του έφηβου του παραδείγματός μου, υπήρξε αξιοσημείωτη. Αρίστευσε σε όλες τις μαθησιακές του επιδιώξεις, αξιώθηκε υποτροφιών και μεταπτυχιακών σπουδών στο εξωτερικό κι εξελίχθηκε σε έναν καταξιωμένο και επαγγελματικά επιτυχημένο επιστήμονα. Πρόσφατα σε μια συνάντησή μας, μου δόθηκε η ευκαιρία να τον ρωτήσω αν εξακολουθούσε να υποστηρίζει την ομάδα της Θεσσαλονίκης. Ζήτησα να μάθω αν το ενδιαφέρον του ήταν μειωμένο ή το ίδιο κι αν ακόμα ένιωθε πραγματική ψυχική ευφορία για τις επιτυχίες της ομάδας του. Ίσως περίμενα ν’ ακούσω ότι η παιδική επιλογή απαξιώθηκε φθίνουσα κι ενταφιάστηκε στην αποθήκη των παιδικών αναμνήσεων. Η απάντηση ωστόσο ήταν ότι εξακολουθούσε να υποστηρίζει την ομάδα του και γνώριζε όλες τις δράσεις, τα επιτεύγματα και τις ατυχίες της, εξακολουθώντας να παραμένει ένας ενεργός οπαδός της, συναισθηματικά αφοσιωμένος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πρόκειται για ένα απόλυτα συγκροτημένο και σκεπτόμενο άτομο, με παιδεία και σπουδές θετικής κατεύθυνσης κι άψογο επαγγελματία. Το περιστατικό αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι η ένταξη κάτω από μια οπαδική σημαία, ιδιαίτερα κατά την παιδική ηλικία, αποτελεί μια 40


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

παρακαταθήκη ζωής, απ’ την οποία δύσκολα κανείς μπορεί να αποδράσει ή να αποστασιοποιηθεί. Εκτός από την ομαλή ένταξη, όπως περιγράφηκε παραπάνω, που αποτελεί τον απλούστερο τρόπο αποδοχής μιας θρησκείας, υπάρχει και η διά της βίας επιβολή της, γεγονός που αποτελεί μία ακόμα απόδειξη για την τυχαιότητα της διάδοσής της. Αν για παράδειγμα η Ινδονησία δεν είχε δεχθεί από τον 13ο μέχρι και τον 16ο αιώνα την επιβολή του μωαμεθανισμού, σήμερα οι κάτοικοί της θα ήταν πιστοί του ινδουισμού και του βουδισμού. Η διά της βίας επιβολή του μωαμεθανισμού επέδρασε στις δύο τρεις πρώτες γενιές, ως μια βίαιη επιβολή. Οι μετέπειτα γενιές, όμως, έγιναν από τα γεννοφάσκια τους πιστοί του Ισλάμ κι οδηγήθηκαν μέχρι και στον ακραίο φανατισμό. Όπως θα διαβάσετε σ’ επόμενα κεφάλαια, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, η θρησκευτικότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη νοητική εξέλιξη, τη μόρφωση, τη γνώση και το πολιτιστικό κι οικονομικό υπόβαθρο των κοινωνιών. Με μια τέτοια παραδοχή οδηγούμαστε στο συμπέρασμα, ότι όσο ο άνθρωπος καλλιεργεί τη γνώση και την πνευματική του διαύγεια, απομακρύνεται από κάθε θρησκευτική δεισιδαιμονία. Έχουμε το αδιάψευστο στατιστικό αποτέλεσμα, ότι μεταξύ των μελών της επιστημονικής κοινότητας της Βασιλικής Εταιρείας της Βρετανίας και της αντίστοιχης Ακαδημίας των ΗΠΑ, τα ποσοστά πιστών κι αρνητών της θρησκείας είναι 3% προς 97%. Πώς είναι δυνατόν να μη θεωρήσουμε βέβαιο ότι η προσφυγή στη θρησκεία αποτελεί προϊόν κοινωνικής άγνοιας, ελλειμματικής παιδείας και τραυματική εμπειρία παιδικής ψυχικής κακοποίησης; 41


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Ας δεχθούμε, ως υπόθεση εργασίας, ότι ως διά μαγείας μετατρέπουμε το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού σε ακαδημαϊκούς και νομπελίστες. Υπάρχει άραγε καμιά αμφιβολία ότι η θρησκεία θα εξαφανιζόταν από προσώπου γης; Ακόμα και το μικρό ποσοστό των θεϊστών μεταξύ των μελών της επιστημονικής κοινότητας δεν επιβεβαιώνει απλά μια επιστημονική μονομέρεια, αλλά εξηγείται από το φόβο μπροστά στην κοινωνική συμβατικότητα κι από βαθιές, παιδικές πληγές, αγιάτρευτες ακόμα και από την πλημμυρίδα των γνώσεων. Η επιστήμη της ψυχιατρικής, περισσότερο αρμόδια για το θέμα αυτό, θεωρεί τη θρησκεία προϊόν της ανθρώπινης άγνοιας, του φόβου μπροστά στην ελευθερία και τη χειραφέτηση, και παρηγοριά στην ανθρώπινη δυστυχία που είναι εγγενής με την ανθρώπινη φύση. Θεωρεί ότι ο άνθρωπος κάποια στιγμή της εξέλιξης των ειδών, μετουσιώθηκε από ζώο σε κάτι άλλο μοναδικό. Ξεπέρασε αυτό που τον δημιούργησε και τον εμπεριείχε. Ξεπέρασε τη φύση. Ξεπέρασε τον παθητικό του ρόλο και ο Homo erectus έδωσε τη θέση του στο Homo sapiens. Η μεταμόρφωση εκείνη επέφερε τη λογική και την αυτογνωσία. Ο άνθρωπος ένιωσε τη μοναχικότητα της ύπαρξής του, ανεξάρτητα από το ευεργετικό γεγονός της ένταξής του σε κοινωνίες. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τον άνθρωπο η αίσθηση της συμμετοχής και της υπαγωγής του κάτω από ομπρέλες προστασίας. Η ανάγκη εκείνη λειτουργεί αταβιστικά μέχρι και σήμερα, οδηγώντας το σύγχρονο άνθρωπο στην επιδίωξη της ένωσης. Η ένωση εκείνη, στα πρώιμα στάδια της 42


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

ύπαρξής του, του δημιουργούσε αίσθημα ασφάλειας, ενώ σήμερα τον βοηθάει ν’ αποφύγει τη νεύρωση. Ο Έριχ Φρομ στο έργο του «Η υγιής κοινωνία» αναφέρει σχετικά για την ανάγκη που βρίσκεται πίσω από όλα τα φαινόμενα που συνθέτουν το σύνολο της κλίμακας των στενών ανθρώπινων σχέσεων: «Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η ένωση αυτή μπορεί να επιδιωχθεί και να πραγματοποιηθεί. Ο άνθρωπος μπορεί να προσπαθήσει να γίνει ένα με τον κόσμο, με την υποταγή σε ένα πρόσωπο, σε μια ομάδα, σε ένα θεσμό, στο Θεό. Μ’ αυτό τον τρόπο ξεπερνά τη μόνωση της ατομικής του ύπαρξης γενόμενος μέρος κάποιου ή κάτι άλλου μεγαλύτερου απ’ αυτόν και νιώθει να ταυτίζεται με την εξουσία στην οποία έχει υποταγεί. Μια άλλη δυνατότητα να ξεπεράσει τη μόνωσή του, βρίσκεται στην αντίθετη κατεύθυνση. Ο άνθρωπος μπορεί να προσπαθήσει να ενώσει τον εαυτό του με τον κόσμο, κυριαρχώντας πάνω του, κάνοντας τους άλλους μέρος του εαυτού του, ξεπερνώντας έτσι την ατομική του ύπαρξη με την κυριαρχία. Και τα δύο πρόσωπα που παίρνουν μέρος σ’ αυτήν τη σχέση, έχουν χάσει την ακεραιότητα και την ελευθερία τους».

Ένας άλλος μαθητής του Φρόιντ, ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ, θεωρεί ότι ο Θεός δεν αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά είναι μια προσωπική, ψυχική πραγματικότητα: . Ό.π.

43


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

«Η έννοια του Θεού είναι μια ψυχική λειτουργία ανορθολογικής φύσεως κι απολύτως αναγκαία. Είναι δε εντελώς άσχετη με το ζήτημα της ύπαρξης του Θεού».

Δε θα μπορούσα φυσικά να παραλείψω ένα μικρό δείγμα της άποψης του εγκυρότερου Αμερικανού ψυχίατρου-ψυχαναλυτή Ίρβιν Γιάλομ από το βιβλίο του «Θρησκεία και ψυχιατρική» : «…Η θρησκεία ξεπροβάλλει ως θεμελιώδης προσπάθεια του ανθρώπινου γένους να καθησυχάσει το άγχος της ύπαρξης. Συνεπώς η αιτία που η θρησκευτική πίστη είναι πανανθρώπινη είναι ότι το υπαρξιακό άγχος είναι πανανθρώπινο. Μοιάζει επομένως προφανές ότι, αντί να έχουμε δημιουργηθεί από θεούς, εμείς δημιουργούμε θεούς για την ανακούφισή μας και, όπως έχουν τονίσει οι φιλόσοφοι από τις απαρχές του ανθρώπινου λόγου, τους δημιουργούμε καθ’ ομοίωσίν μας».

. Μετ.: Ευαγγελία Ανδριτσάνου, Γιάννης Ζέρβας, εκδ. Άγρα, 2004.

44


ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος θέτει από μόνος του ερωτήματα

για καθετί άγνωστο και δίνει τις πλησιέστερες στο γνωστικό του επίπεδο απαντήσεις. Αφότου ο άνθρωπος οργανώθηκε σε κοινωνικές ομάδες, λειτούργησαν οι διαδικασίες που καθορίζουν πάντα τη δημιουργία ηγετικών ιεραρχιών, σε κάθε οργανωμένη ομάδα. Σε τέτοιες περιπτώσεις αναδεικνύονται οι αρχηγικές μορφές που είτε με τη σωματική ρώμη, την αποφασιστικότητα ή την ευφυΐα, αναλαμβάνουν τα ινία της κάθε μορφής και είδους ομάδας. Η διατήρηση σε υποταγή του σώματος της ομάδας απαιτούσε πάντα κανόνες, νόμους και τιμωρία για τους παραβάτες. Έτσι εδραιώνονταν η τάξη κι η υπακοή στους ηγέτες. Οι ηγέτες, κατά κανόνα, δημιουργούν προνομιούχες, κοινωνικές ομάδες με σκοπό τον αποτελεσματικό έλεγχο των μαζών που εξουσιάζουν. Στις ηγετικές αυτές ομάδες συμπεριλαμβάνονταν πάντα τα ιερατεία. Από τις πρώτες κοινωνίες σεβαστό ρόλο κατείχαν οι ερμηνευτές του άγνωστου, αυτοί δηλαδή που είχαν ανοιχτή γραμμή επικοινωνί45


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

ας με τη ρυθμιστική και κυρίαρχη, εξωγήινη δύναμη. Έτσι δημιουργήθηκαν και καθιερώθηκαν οι μάγοι των πρώτων αρχέγονων ανθρώπινων κοινοτήτων, που έπαιρναν διαφορετικά ονόματα και καθήκοντα με τον εκπολιτισμό και την πρόοδο των ανθρώπινων κοινωνιών. Φτάσαμε, λοιπόν, στα ιερατεία, που αποτελούσαν πάντα μια σημαντική και πολλές φορές διακριτή εξουσία, ανέγγιχτη κι απρόσβλητη ακόμα κι από τις πλέον αυταρχικές πολιτικοστρατιωτικές ηγεσίες των κοινωνιών. Τα ιερατεία είχαν πάντοτε ισχυρούς λόγους να καθορίζουν και να κωδικοποιούν τη βούληση των ανώτερων δυνάμεων, να υποδεικνύουν τους τρόπους λατρείας και να εισπράττουν πάντα τη μερίδα του λέοντος του σεβασμού και του μόχθου των μαζών. Κατά έναν περίεργο τρόπο, ο σωρευόμενος πλούτος των ιερατείων δεν ενοχλούσε ούτε αποτελούσε αντικείμενο εξέγερσης των μαζών. Αντίθετα οι φοροεισπρακτικές απαιτήσεις των πολιτικοστρατιωτικών ηγεσιών προκαλούσαν συχνά δυσφορία και κοινωνικές εξεγέρσεις που έπρεπε να κατασταλούν με τη βία. Βλέπουμε ανάγλυφα ότι ο άνθρωπος είχε πάντα την ανάγκη να του εξηγούνται οι άγνωστες, έτσι κι αλλιώς, βουλήσεις των εκτός του κόσμου τούτου δυνάμεων που ένιωθε ότι εξουσίαζαν τη ζωή και το πεπρωμένο του. Ήταν πρόθυμος, λοιπόν, να πληρώνει για τον εξευμενισμό και την προστασία που του εξασφάλιζαν αυτοί που είχαν τη δυνατότητα να επικοινωνούν και να ερμηνεύουν τα σημεία και τη βούληση της κάθε επουράνιας εξουσίας Αυτούς που του εξασφάλιζαν την ελπίδα. Ο Αισχύλος στο έργο του «Προμηθέας δεσμώτης», σε 46


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

δυο μόνο στοίχους, περικλείει μια ολόκληρη κοσμοθεωρία. Προμηθέας: Έσβησα από τους θνητούς το φόβο του θανάτου. Χορός: Τι γιατρικό τους έδωσες για τούτη την αρρώστια; Προμηθέας: Τους έδωσα τυφλές ελπίδες.

Ο Πλούταρχος έλεγε: «Αν γυρίσεις τον κόσμο, θα βρεις πολιτείες αφρούρητες, αγράμματες, αβασίλευτες, αχρήματες, χωρίς πείρα στα θέατρα και στα γυμνάσια. Πόλη, όμως, ανίερη κι άθεη, που να μην ξέρει τις προσευχές ούτε τους όρκους ούτε τις μαντείες ούτε τις θυσίες για το καλό και την αποτροπή του κακού, κανένας ούτε βρήκε ούτε θα βρει πουθενά».

Ο άνθρωπος, στο πέρασμα των αιώνων, είχε πάντα την τάση να θεοποιεί οτιδήποτε δεν έχει τη δυνατότητα να συλλάβει και να εξηγήσει με τη διάνοιά του. Δηλαδή πριν ο άνθρωπος πληροφορηθεί ότι ο κεραυνός είναι η εκφόρτιση ρεύματος μετά από τη σύγκρουση δύο σύννεφων με αντίθετο ηλεκτρικό φορτίο, δεν είχε κανένα λόγο να μην πιστεύει ότι ο Δίας βρισκόταν σε έκρηξη θυμού κι εξαπέλυε τους κεραυνούς του. Πριν ο άνθρωπος αποκτήσει τη γνώση τι ακριβώς είναι ο Ήλιος και η Σελήνη, με μεγάλη δυσκολία θα τους εκθρόνιζε απ’ τους θεϊκούς τους θρόνους. Με λίγα λόγια είναι δεδομένη κι αναμφισβήτητη η τάση αυτή του ανθρώπου να καθυποτάσσεται στο άγνωστο και στο ανεξήγητο και να το θεοποιεί. 47


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Η θρησκεία στις πρώτες ανθρώπινες κοινωνίες γεννήθηκε από την προσπάθεια του ανθρώπου, να εξηγήσει τις μυστηριώδεις φυσικές δυνάμεις που τον κύκλωναν από παντού και που είχε συναισθηματικό και ψυχολογικό συμφέρον να τις εξευμενίσει. Το αρχαίο ελληνικό πνεύμα δε μένει καθυποταγμένο σε μια δογματική, θρησκευτική αντίληψη. Όχι μόνο διαφοροποιείται σε σχέση με αντίστοιχες κοινωνίες της εποχής του, αλλά συγκρινόμενο στην αντιμετώπιση της θρησκείας, υπερτερεί από πολλές κοινωνίες ακόμα και του σύγχρονου κόσμου. Η ελληνική πόλη κράτος περιχαρακώνει και περιορίζει τη θρησκευτική εξουσία στο πλαίσιο μιας διακριτής και χωριστής λειτουργίας. Θα έλεγε κανείς, ότι τηρουμένων των χρονικών αναλογιών, υπερτερεί από οποιαδήποτε άλλη έκφανση θρησκευτικής πίστης της μεταγενέστερης ανθρώπινης ιστορίας. Ποτέ στην αρχαία Ελλάδα η θρησκευτική ιερατική ελίτ δεν αποπειράθηκε να εμπλακεί στην πολιτική ούτε να διεκδικήσει προνόμια αντιστρατευόμενα τη λαϊκή κυριαρχία. Οι Αμερικανοί καθηγητές Βίκτορ Ντέιβις Χάνσον και Τζον Χιθ στο εκπληκτικού κάλλους έργο τους «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο;» δεν παραλείπουν να αναφερθούν και στη θρησκευτικότητα των Ελλήνων. Με το ελληνικό πάθος που διακρίνει τους δυο Έλληνες καθηγητές χωρίς ιθαγένεια, αναφέρουν: «Την εποχή της πόλης κράτους κανένας ελεύθερος πολίτης . Μετ.: Ρένα Καρακατσάνη, εκδ. Κάκτος, 1999.

48


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

δεν υποκλίνεται ούτε προσκυνάει μια ζωντανή θεότητα πεσμένος κατά γης. Προφήτες, μάντεις και ιερείς τελούν εορτές, θυσίες, δίνουν συμβουλές και ερμηνεύουν το υπερφυσικό. Δεν κατευθύνουν την κρατική πολιτική ούτε παραβιάζουν τη θέληση της εκκλησίας του δήμου. Ο άρχων δεν είναι ο ενσαρκωμένος θεός που παντρεύεται την αδελφή του, οδηγεί το λαό του σε δημόσια προσευχή και θυσία, επιβλέπει το χτίσιμο του τάφου μνημείου του ή κάθεται σε θρόνο που παριστάνει παγόνι. Ο ιερέας μπορεί να απειλήσει ή να υπνωτίσει στην προσπάθειά του να μεταπείσει την εκκλησία του δήμου, αλλά πρέπει να τη μεταπείσει».

Η κυριαρχία των ανθρωπόμορφων θεών παραμένει περιορισμένη, σε επίπεδα ανθρώπινης κοινωνίας. Οι θεοί των Ελλήνων είναι πλασμένοι με τη φαντασία σαν άρχοντες ανθρώπων, με κυριαρχία στη ζωή και στο θάνατο, προικισμένοι με σοφία, λογική, δικαιοσύνη, αλλά και με ίντριγκες μιας ανθρώπινης κοινωνίας. Με μια ειρωνική, θα έλεγε κανείς, διάθεση οι Έλληνες θέλουν τους θεούς τους κυβερνήτες με καπρίτσια και συμμετοχή σε ανθρώπινες δολοπλοκίες. Οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων είχαν τοποθετηθεί σε μία κοινωνία όπως των ανθρώπων, ακόμα και γνωστής διαμονής, πράγμα πρωτοφανές κι αλλόκοτο για θεούς. Είχαν την ίδια με τους ανθρώπους ψυχολογία, με κύριο χαρακτηριστικό τους την αθανασία και τη δύναμη, από την οποία προέκυπτε και ο ανθρωπογενής δεσποτισμός τους. Ο μεγάλος Γάλλος διανοητής του 20ού αιώνα, ιστορικός κι ανθρωπολόγος Ζαν-Πιέρ Βερνάν στο «Μύθος και 49


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα» αναφέρεται στον τρόπο του θρησκεύεσθαι, επισημαίνοντας τις ουσιαστικές διαφορές άλλων λαών κι εποχών για τη θρησκεία: «Δε γνώρισε ούτε προφήτη ούτε μεσσία. Στην Ελλάδα των πόλεων, η θρησκευτική παράδοση δεν είναι ούτε ενιαία ούτε αυστηρά παγιωμένη. Δεν έχει κανένα δογματικό χαρακτήρα. Δίχως ιερατείο, δίχως επαγγελματίες ιερείς, δίχως εκκλησία, η ελληνική θρησκεία δε γνωρίζει Ιερά Γραφή, στην οποία θα βρισκόταν ενσωματωμένη, μια για πάντα, σε ένα κείμενο, η αλήθεια. Και δεν περιλαμβάνει κανένα Πιστεύω, που θα επέβαλε στους πιστούς ένα ενιαίο σύνολο δοξασιών για τον κόσμο των θεών».

Το πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων επέτρεψε ακόμα και φωνές έντονου σκεπτικισμού και αρνησιθεΐας, με ένταση κι αποφασιστικότητα, μεγαλύτερη απ’ όλη τη μετέπειτα πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών, μέχρι και τη χαραυγή των ημερών μας. Ο Θαλής ο Μιλήσιος έζησε από το 640 μέχρι το 546 π.Χ. και θεωρούσε το υγρό στοιχείο ως την πρωταρχική ουσία του σύμπαντος και ότι απ’ αυτό, προέρχονται τα πάντα. Ο Θαλής συγκαταλέγεται μεταξύ των επτά σοφών του κόσμου. Πίστευε και δίδασκε ότι η φύση και ό,τι εμπεριέχεται σ’ αυτήν δεν είναι άψυχη ύλη, αλλά ζωντανοί κι έμψυχοι οργανισμοί. Αυτά δηλαδή που ακόμα και στον 20ό αιώνα θεωρήθηκαν ακραία κι ευφάνταστα, όταν διατυπώθηκαν . Μετ.: Μ. Ι. Γιόση, εκδ. Σμίλη, 2000.

50


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

από σύγχρονους επιστήμονες, είχαν αποτελέσει τα πιστεύω του μεγάλου σοφού της Ιωνίας, 2.500 χρόνια πριν. Με σημερινούς κοσμολογικούς όρους ο Θαλής θα εντασσόταν στην κατηγορία των Πανθεϊστών. Πρέσβευε ότι τα πάντα εμπεριέχουν το θείον. Ο Αναξίμανδρος έζησε από το 610 μέχρι το 547 π.Χ. Ήταν μαθητής του Θαλή του Μιλήσιου και καθόρισε το άπειρον ως την αρχή του κόσμου. Σύμφωνα με τις φιλοσοφικές απόψεις των αρχαίων Ελλήνων, η ύλη καθορίζεται κι εξικνείται στο νερό, τον αέρα και το πυρ. Η έννοια του «απείρου» που εισήγαγε ο Αναξίμανδρος, προέρχεται από το «πέρας» και το στερητικό «α», υποδηλώνοντας την απουσία αρχής και τέλους στο χρόνο και το μη πεπερασμένο του χώρου. Ο Αναξίμανδρος πίστευε ότι η ζωή ξεκίνησε απ’ το νερό, από το οποίο γεννήθηκαν τα ζώα, από τα οποία προήλθε κι ο άνθρωπος, ο οποίος στην αρχή έμοιαζε με ψάρι. Βλέπουμε πόσο κοντά στην άποψη του Αναξίμανδρου βρέθηκε ο Δαρβίνος 2.400 χρόνια περίπου αργότερα. Μια άλλη μορφή της κλασικής αρχαιότητας που τοποθετήθηκε με σαφήνεια στο γενικότερο οντολογικό ζήτημα είναι ο Ξενοφάνης, ο οποίος έζησε και μακροημέρευσε, από το 580 μέχρι το 478 π.Χ. Με τα διαχρονικά του παραδείγματα, ο Ξενοφάνης, καυτηριάζει την τάση των ανθρώπων να αντιλαμβάνονται τις θεότητες με ανθρώπινη μορφή, θεωρώντας αφελή την προσομοίωση του θείου στα μέτρα του ανθρώπινου εγκεφάλου που τα επεξεργάζεται: «Οι θνητοί υποθέτουν πως οι θεοί γεννιούνται, ότι φορούν τα ρούχα τους κι έχουν φωνή και σώμα. Οι Αιθίοπες λένε 51


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

ότι οι θεοί τους είναι μαύροι με κοντή μύτη. Οι Θράκες πως οι δικοί τους είναι γαλανομάτηδες και κοκκινοτρίχηδες. Τα δε άλογα και τα βόδια αν μπορούσαν να ζωγραφίσουν, οι θεοί τους θα έμοιαζαν πολύ με άλογα και βόδια».

Ο Ηράκλειτος έζησε από το 535 μέχρι το 475 π.Χ. Θεωρούσε τη θεότητα μία απολύτως αφηρημένη έννοια, ταυτίζοντάς τη με το λόγο και πίστευε ότι η δημιουργία του σύμπαντος είναι αυθύπαρκτη με δική της υπόσταση και αυτονομία. Είναι φανερό πως ο Θεός δε δημιουργεί τίποτα, αφού: «Αυτόν τον κόσμο που είναι για όλους ούτε κανείς Θεός ούτε άνθρωπος τον δημιούργησε, αλλά ήταν από πάντα και είναι και θα είναι αιώνια φωτιά που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο».

Η μεγαλύτερη μορφή της παγκόσμιας φιλοσοφίας, ο Αριστοτέλης, έζησε από το 384 μέχρι το 322 π.Χ. Ο Αριστοτέλης εισήγαγε τον όρο Πρώτη Αιτία που αποτέλεσε αντικείμενο διαφορετικών ερμηνειών κι οικειοποίησης της κοσμολογικής ερμηνείας της τόσο από τους θεολόγους, όσο και απ’ τους θιασώτες του υλισμού. Ο Αριστοτέλης, στα «Μετά τα φυσικά» αναφέρει «ό,τι κινούμενον κινεί». Δηλαδή όλα τα πράγματα στη φύση έχουν μία αιτία και ότι κάθε αιτία βρίσκεται σε μια χρονολογική συνάφεια αλυσιδωτής διαδοχής. Η θεολογική άποψη και ερμηνεία της Πρώτης Αιτίας του Αριστοτέλη οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αιτία του 52


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

σύμπαντος είναι ο Θεός, αφού οτιδήποτε υπάρχει ή αρχίζει να υπάρχει έχει μια αιτία. Το σύμπαν υπάρχει, άρα η έναρξη της ύπαρξής του πρέπει να έχει μία αιτία. Αυτή η αιτία είναι ο Θεός. Οι υλιστές φιλόσοφοι αντίστοιχα θεωρούν ότι η Πρώτη Αιτία είναι η εξέλιξη της ύλης. Ωστόσο ο Αριστοτέλης είχε διατυπώσει απόψεις αντίθετες με τα πρεσβεύματα της Εκκλησίας, όπως η αιωνιότητα του κόσμου, πράγμα εντελώς αντίθετο με τις βιβλικές θέσεις που θέλουν τον κόσμο να δημιουργήθηκε από το Θεό. Ακόμα σε αντίθετη κατεύθυνση προς τη χριστιανική δοξασία της αθανασίας της ψυχής οδηγεί η άποψη του Αριστοτέλη ότι η ψυχή είναι η μορφή του κάθε ανθρώπου, η οποία με το θάνατο παύει να υπάρχει. Το έργο του Αριστοτέλη αποτέλεσε αντικείμενο επεξεργασίας των θεολόγων-φιλοσόφων, όπως ήταν ο Θωμάς ο Ακινάτης. Ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος της εκκλησιαστικής βιβλιογραφίας μελετά και σχολιάζει όλα τα έργα του Αριστοτέλη, τα οποία κι εκδίδει σε πέντε τόμους. Το έργο αυτό του Ακινάτη δημιουργεί ανεξίτηλη επίδραση της φιλοσοφίας του μεγαλύτερου και πολυγραφότερου Έλληνα φιλόσοφου στην Καθολική Εκκλησία, η οποία παραμένει μέχρι και σήμερα. Αυτό που έκανε ο Θωμάς ο Ακινάτης, ήταν η προσαρμογή της αριστοτέλειας φιλοσοφίας στις χριστιανικές θεολογικές θέσεις, είτε εξαιρώντας το Θεό από τις παραδοχές του Αριστοτέλη είτε ερμηνεύοντάς τον με ένα δικό του τρόπο, έτσι ώστε να προσαρμόζεται, έστω κι αυθαίρετα στη χριστιανική θεολογία. Ο Δημόκριτος συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλύτε53


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

ρων Ελλήνων φιλοσόφων. Θεωρείται ο εκπρόσωπος της αρχαίας ατομικής θεωρίας κι ο θεμελιωτής της ιδέας της αιωνιότητας της ύλης. «Τίποτα δε γίνεται από το τίποτα και τίποτα δε μεταβάλλεται σε τίποτα». Το επιστημονικό έργο του Δημόκριτου παραμένει μέχρι και σήμερα η βάση πάνω στην οποία χτίστηκαν κι εξελίχθηκαν οι ατομικές επιστήμες. Ο Επίκουρος κι η φιλοσοφία του ενέπνευσαν όλους τους μεταγενέστερους στοχαστές και φιλοσόφους, σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης μέχρι και τις μέρες μας. Η φιλοσοφία κι οι ριζοσπαστικές θέσεις του Επίκουρου εξορθολόγισαν κι απομυθοποίησαν την ηδονή και τη θεϊκή λατρευτική δεισιδαιμονία. Το κύρος της επικούρειας σκέψης αποσύνδεσε την ηθική και την αρετή από τα στερεότυπα της θρησκείας. Ο Επίκουρος γεννήθηκε στη Σάμο το 341 και πέθανε το 270 π.Χ. Είναι ο ιδρυτής της επικούρειας φιλοσοφίας, δηλαδή της φιλοσοφίας του ευδαιμονισμού. Ένα σημαντικό φιλοσοφικό τεμάχιο του Επίκουρου αποτελεί ύψιστο δείγμα εννοιολογικού κάλλους. Πρόκειται για την «τετραφάρμακο αρχή» που αποτελείται από τέσσερις αποφθεγματικές αρχές που αποτελούν τους πυλώνες της επικούρειας φιλοσοφίας: – Άφοβον ο Θεός (Ο Θεός δεν είναι για να προκαλεί φόβο) – Ανύποπτον ο θάνατος (Ο θάνατος δεν πρέπει να προκαλεί ανησυχία) – Το αγαθόν μεν εύκτητον (Το καλό αποκτάται εύκολα) – Το δεινόν ευκαρτέρητον (Το κακό υπομένεται). 54


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

Σύμφωνα με τον Επίκουρο , η πίστη στους θεούς συνιστά παράγοντα της ανθρώπινης δυστυχίας. Ασεβής δεν είναι όποιος αρνείται τους θεούς στους οποίους πιστεύουν πολλοί άνθρωποι, αλλά αυτός που αποδίδει στους θεούς τις δοξασίες των πολλών. Γιατί δεν είναι στέρεες παραστάσεις όσα οι πολλοί λένε για τους θεούς, αλλά εικασίες δίχως αλήθεια, ότι δηλαδή οι μεγαλύτερες συμφορές και τα μεγαλύτερα ωφελήματα προέρχονται από τους θεούς. Ο Επίκουρος απέρριπτε όλες τις δεισιδαιμονίες, όπως την τύχη, τη μαντική και τη μοίρα και πίστευε ότι η αναγνώριση της μαντικής ως πλάνης, αφήνει τη μοίρα χωρίς στήριγμα. Ο Επίκουρος δίδασκε ότι η ουσία του πραγματικού πλούτου είναι να αρκούμαστε στα λίγα, γιατί αυτά δε λείπουν από κανέναν ποτέ. Στο έργο του «Κύριαι δόξαι» έλεγε ότι: «Πηγή δυστυχίας είναι οι παράλογες επιθυμίες, οι οποίες ταξινομούνται σε τρεις κατηγορίες: α) Οι φυσικές κι αναγκαίες που διώχνουν τον πόνο (όπως το ποτό διώχνει τη δίψα). β) Οι φυσικές και μη αναγκαίες που διαφοροποιούν την ηδονή χωρίς να διώχνουν τον πόνο (όπως είναι τα πολυτελή εδέσματα). γ) Οι μη φυσικές και μη αναγκαίες που δεν τις έχουμε καθόλου ανάγκη, αλλά γεννιούνται από κενοδοξία (όπως είναι οι ανεγέρσεις ανδριάντων). . Επιστολή προς Μενοικέα.

55


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

Ο Επίκουρος πίστευε ότι οι θεοί δεν αναμειγνύονται στη ζωή των ανθρώπων, ούτε είναι αυτοί που δημιούργησαν τον κόσμο, γιατί δεν είχαν κανένα λόγο να το κάνουν. Ως απάντηση στον Πλάτωνα, που πίστευε ότι οι θεοί δημιούργησαν τον κόσμο από αγαθότητα, έλεγε ότι υπάρχει τόσο κακό στον κόσμο, ώστε αν τον δημιούργησαν από αγαθότητα απατήθηκαν και κατά συνέπεια αποδεικνύονται ηλίθιοι. Αν, όμως, επέτρεψαν να υπάρχει το κακό, τότε είναι και άθλιοι. Για τη μετά θάνατον ζωή έλεγε ότι θλίψεις μετά το θάνατο δεν υπάρχουν, γιατί δεν υπάρχει Άδης ούτε αθανασία της ψυχής. Η ψυχή είναι υλική όπως το σώμα και πεθαίνει μαζί του. Ο Επίκουρος προσέγγισε τη θεώρηση της αθεΐας ως ξεχωριστή πεποίθηση προς την ηθική υπόσταση του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος φιλόσοφος που θεμελίωσε την ηθική υπόσταση της αθεΐας και διαχώρισε την ηθική από τη θεϊκή πίστη. Παρατηρούμε ότι οι απόψεις του Επίκουρου είναι σαφώς άφοβες, χωρίς γενικολογίες κι υπεκφυγές. Είναι δε ταυτόσημες με τις οντολογικές θεωρήσεις των πλέον σύγχρονων μελετητών της παγκόσμιας σημερινής επιστήμης και διανόησης. Ο Ίρβιν Γιάλομ στον πρόλογο του βιβλίο του «Στον κήπο του Επίκουρου: αφήνοντας πίσω τον τρόμο του θανάτου» επιβεβαιώνει τη διαχρονικότητα του μεγαλείου του Σάμιου φιλοσόφου: . Μετ.: Ευαγγελία Ανδριτσάνου, Γιάννης Ζέρβας, εκδ. Άγρα, 2008.

56


ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;

«Στη θεραπευτική μου δουλειά θεωρώ πνευματικούς μου προγόνους όχι τόσο τους μεγάλους ψυχιάτρους και ψυχολόγους του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα –τον Pinel, το Freud, το Jung, τον Pavlov, το Rorschach και το Skinner– όσο τους κλασικούς Έλληνες φιλοσόφους και ιδίως τον Επίκουρο».

Ο Λουκρήτιος ήταν Ρωμαίος φιλόσοφος και ποιητής. Έζησε περίπου από το 98 μέχρι το 55 π.Χ. Υπήρξε λάτρης του Επίκουρου, του οποίου τη φιλοσοφία και την πνευματική του προσφορά εξυμνεί στο έργο του «De rerum natura»10. Αξίζει τον κόπο να δούμε μια χαρακτηριστική αποστροφή από το έργο του Λουκρήτιου που δεν είναι τίποτα άλλο από ένας ύμνος στο μεγάλο Έλληνα φιλόσοφο: «Σερνόταν κάτω μπροστά στα μάτια όλων ατιμασμένη η ανθρώπινη ζωή, πλακωμένη από το βάρος της θρησκείας που από τον ουρανό πρόβαλλε την τρομερή της μορφή και απειλούσε τους θνητούς. Τότε, πρώτος ένας Έλληνας τόλμησε να υψώσει τα μάτια του τα θνητά καταπάνω της και να της αντισταθεί. Αυτόν δεν τον σταμάτησαν οι κεραυνοί ούτε το απειλητικό μουρμούρισμα του ουρανού ούτε τα παραμύθια των Θεών. Αντίθετα δυνάμωσαν το θάρρος της ψυχής του και τη θέληση ν’ αποτινάξει, πρώτος αυτός, τις κλειδαριές που σφράγιζαν τα μυστικά της φύσης. Κι η ζωντανή ορμή του νου θριάμβευσε και πέρασε τους φλογι-

10. Για τη φύση των πραγμάτων, μετ.: Θ. Αντωνιάδης, Ρ. Χαμέτη, εκδ. Θύραθεν, 2005.

57


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ σμένους φράχτες του ουρανού και περπάτησε το απέραντο ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ ΔΙΑΚΟΜΑΝΩΛΗΣ

σύμπαν με λογισμό και πνεύμα. Και μας ξανάρθε νικητής Τι είναι ο Θεός; Πούπει βρίσκεται; Έχει Έχει και καταγια να μας τι μπορεί ναεγκέφαλο; γίνει και τι όχικατάστιχα και πώς ορίγράφει τις πράξεις μας; Ανταποκρίνεται σε προσευχές και με ποιο ζεται, με νόμους ακλόνητους, η δύναμη στο καθετί. Έτσικριτήριο; Ποια είναι τα αίτια της ανθρώπινης θρησκευτικότητας και τι λένε οι με τη σειρά της η θρησκεία συντρίβεται ποδοπατημένη κι επιστήμονες γι’ αυτό; εμάς η νίκη του μας υψώνει στον ουρανό». Ανταμείβει την πίστη και τιμωρεί την αμφιβολία; Συναλλάσσεται ο Θεός; De rerum natura Ι 62-79 Είναι μνησίκακος ο Θεός; Έχει φύλο ο Θεός;

Τι είναι ο δημιουργισμός, ο ντεϊσμός, ο αγνωστικισμός κι όλες οι κοσμο-

λογικές θεωρίες; Τι ξέρουμε για τις άλλες θρησκείες του κόσμου και γιατί του καθενός είναι η μεγάλη αλήθεια;

Γιατί, άραγε, ο Θεός διάλεξε εμάς ν’ αποκαλύψει την αλήθεια κι άφησε δισεκατομμύρια «παιδιά» του στην καταδίκη της άγνοιας ή στο έλεος του

αντιπάλου του; Υπάρχει αντίπαλη, πονηρή δύναμη και γιατί ο παντοδύναμος Θεός δεν την εξαλείφει;

Τι είναι τα θαύματα και ποιος ο ρόλος των ιερατείων; Τι έχουν πει οι μεγάλοι διανοητές από την κλασική αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας;

Τι λένε οι επιστήμονες, φυσικοί, μοριακοί βιολόγοι, ανθρωπολόγοι και γεωλόγοι; Η δαρβινική θεωρία δίνει απαντήσεις στα ερωτήματά μας;

Μήπως ο άνθρωπος είναι ανίσχυρος να δώσει απαντήσεις, γιατί δεν έχει τα κατάλληλα όργανα και τις αισθήσεις για να το κάνει;

Μήπως ο άνθρωπος ενδημεί σε δύο εξελικτικές μορφές του; Στο εξελιγμέ-

νο είδος του «ζώου-άνθρωπος» και στον υπό εξέλιξη συνδετικό του κρίκο, όπως υποθέτει ο συγγραφέας σε μια νέα θεωρία που διατυπώνει;

Αυτά τα ερωτήματα πραγματεύεται το παρόν δοκίμιο, χωρίς δογματισμό και με όλες τις θέσεις πάνω στο τραπέζι.

Υπάρχει Θεός;

58

Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος το Θεό; ΔΟΚΙΜΙΟ


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.